Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εκκλησία και Κοινωνία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εκκλησία και Κοινωνία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή, Απριλίου 19, 2015

ΟΙ ΠΡΟΓΑΜΙΑΙΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΓΚΡΙΝΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ Η ΤΗΝ ΠΑΡΑΔΟΣΗ;

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!!!
              ΑΛΗΘΩΣ Ο ΚΥΡΙΟΣ!!!
Πουθενά στην Αγία Γραφή δεν δικαιώνονται οι προγαμιαίες σχέσεις εφ’ όσον γίνονται μεταξύ δύο προσώπων που «αγαπιούνται». Και πουθενά στην Αγία Γραφή δεν θα βρούμε αμνήστευση των σχέσεων αυτών επειδή απουσιάζει η πληρωμή και γίνεται επίκληση του ερωτικού αισθήματος. Ας φέρουμε μερικά παραδείγματα:

α’) Η περίπτωση της Σαμαρείτιδος. Έχει τελέσει 5 νομίμους γάμους (επετρέπετο τούτο) και τώρα συζεί με ξένον άνδρα, ασφαλώς διότι «αγαπιούνται». Έχει ωστόσο την συνείδησή της βαρειά, γι’ αυτό και όταν ο Κύριος της λέγει να πάει να φωνάξει τον (νόμιμο) άνδρα της, εκείνη του λέγει «ουκ έχω άνδρα», θέλουσα να κρύψει ότι συζεί παρανόμως με άνδρα που δεν είναι νόμιμος σύζυγός της. Και ο Κύριος την επιβεβαιώνει, λέγοντάς της ότι είπε την αλήθεια, διότι όντως 5 άνδρες ενυμφεύθη και αυτόν που τώρα έχει δεν είναι νόμιμος σύζυγός της. Δηλαδή ο Κύριος αρνείται πως η σχέση αυτή είναι νόμιμη και αποδεκτή.

β’) Το παράδειγμα του Αποστόλου Παύλου. Ο Απ. Παύλος ήτο άγαμος. Γράφει λοιπόν για τους άγαμους άνδρες και τις χήρες γυναίκες, ότι θα προτιμούσε κι αυτοί να παραμείνουν όπως και αυτός δηλ. να μην παντρευθούν. Όμως – συνεχίζει – αν αυτό δεν το μπορούν, ένεκα της ασθενείας της σάρκας, τότε καλόν είναι να παντρευθούν. Δεν τους είπε να… βολευθούν με εξώγαμες σεξουαλικές σχέσεις ευρίσκοντας ο καθένας και η καθεμιά ένα… ταίρι έξω του γάμου.

γ’) Ο ξθ’ Κανών του Μεγ. Βασιλείου. Ο Μ. Βασίλειος θεωρεί ως κώλυμα ιερωσύνης τις προγαμιαίες σχέσεις ενός Αναγνώστου. Του επιβάλλει μάλιστα για την αμαρτίαν του αυτή ενός έτους επιτίμιο. Άρα θεωρεί τις σχέσεις αυτές εκτός του γάμου ως αμαρτίαν αξίαν κατακρίσεως και παιδαγωγικής τιμωρίας.

δ’) Ο δ’ Κανών του Αγ. Γρηγορίου Νύσσης. Ομιλεί για τη διάκριση μεταξύ πορνείας και μοιχείας. Και τις δύο θεωρεί ως αμαρτία. Η διαφορά μεταξύ των είναι ότι εις μεν την πορνείαν δεν γίνεται κάποια αδικία σε βάρος τρίτου, ενώ με τη μοιχεία πλήττεται ο απατώμενος νόμιμος σύζυγος. Καμμιά διάκριση δεν γίνεται με κριτήριο την καταβολή χρημάτων ή την ύπαρξη αισθήματος ερωτικού.

ε’) Ο κε’ Κανών του Μεγ. Βασιλείου. Προβλέπει την περίπτωσιν κάποιου ανδρός που διέφθειρε μία γυναίκα και στη συνέχεια την παντρεύθηκε. Για μεν την σεξουαλική σχέση, αδιάφορα αν έγινε με βιασμό ή με τη θέληση της γυναίκας, τον επιτιμά αυστηρά. Εγκρίνει όμως τη διατήρηση του γάμου. Αν η προ του γάμου σεξουαλική συνάφεια του ζευγαριού ήταν επιτρεπτή, γιατί ο Μ. Βασίλειος επιβάλλει επιτίμιο;Από τα προηγούμενα γίνεται σαφές ότι οι προγαμιαίες σχέσεις δεν εγκρίνονται από την Αγία Γραφή και την Παράδοση της Εκκλησίας μας.
+Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.κ. Χριστοδούλου:
(Απόσπασμα από το βιβλίο: «Το σώμα του Χριστού και ο Κήπος των τέρψεων». Εκδόσεις Εγρήγορση).

Παρασκευή, Απριλίου 17, 2015

Η χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης από Κληρικούς.


Πολύς λόγος γίνεται τελευταία για το θέμα της χρήσεως μέσων κοινωνικής δικτύωσης όπως το facebook από κληρικούς παντός βαθμού, Ενοριακούς Ναούς, κλπ.




Αφορμή, υπήρξε η Συνοδική εγκύκλιος 187/15-1-2015 με θέμα: ''Λειτουργία ιστοσελίδων εκ μέρους εκκλησιαστικών φορέων και εκ μέρους κληρικών και μοναχών». Μέσα από την Συνοδική αυτή εγκύκλιο, η Εκκλησία συνιστά την προσοχή στην χρήση του διαδικτύου, καθώς και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Θέλησα λοιπόν, να μοιραστώ μαζί σας κάποιες σκέψεις επί του θέματος. Σε καμία περίπτωση δεν θα κρίνω το πνεύμα μιας Συνοδικής Εγκυκλίου. 

Είναι αλήθεια, πως τον τελευταίο χρόνο ασχολήθηκα περισσότερο με το διαδίκτυο, με την δημιουργία αυτού του προσωπικού blog, μέσα από το οποίο εκθέτω τις σκέψεις και τις απόψεις μου σε ένα ευρύτερο ακροατήριο από αυτόν τον διαδικτυακό άμβωνα. Η ανάγκη ευρύτερης γνωριμίας με τους Ιερατικούς Στοχασμούς, οδήγησε στην δημιουργία ενός προσωπικού προφίλ στο facebook , επωνύμου και όχι ανωνύμου, το οποίον αριθμεί κάποιες εκατοντάδες ανθρώπων που το παρακολουθούν, πολλοί εκ των οποίων είναι ενορίτες μου , αλλά και επίσης αδελφών Κληρικών που με τιμούν με την φιλία τους. 

Αυτό είναι το γενικότερο πλαίσιο. Νομίζω λοιπόν, πως στην αρχή του, το θέμα της διαχείρισης κάποιων ιστοσελίδων ή blog από κληρικούς, δείχνει πως η Εκκλησία μπορεί να απευθυνθεί μέσα από την σύγχρονη τεχνολογία σε μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων που επιθυμούν να ακούσουν τα διαχρονικά μηνύματα Της.  Η ελευθερία της σκέψης και του λόγου είναι προνόμιο που δώρισε ο Δημιουργός στο δημιούργημα και όπως είχα γράψει στο παρελθόν , αλίμονο αν το δημιούργημα πάψει να σκέπτεται. Ο Δημιουργός του, θα έχει αποτύχει και δεν μπορεί να συμβεί αυτό...

Από την άλλη πλευρά διαπιστώνω ότι, ιδιαίτερα όσον αφορά το facebook , υπάρχει ένα σοβαρό ζήτημα γενικότερης διαχείρισης. Ο κάθε ένας, κληρικός ή λαϊκός, μπορεί να ''ανεβάσει'' ότι θέλει, μια ανύπαρκτη είδηση , ένα φανταστικό γεγονός ή ακόμα χειρότερα στην περίπτωση κάποιων αδελφών Κληρικών, μια άποψη η οποία συγκρούεται με την θέση της ίδιας της Εκκλησίας...

Το θέμα είναι αν τελικά μπορούμε να στοχοποιήσουμε το μέσο ή τον χειριστή του. Δηλαδή με ποια λογική ένα δικαστήριο θα καταδικάσει το όπλο απαλλάσσοντας τον φονιά... Τίθεται θέμα διάκρισης όσον αφορά την χρήση του διαδικτύου από τον χρήστη. Επί παραδείγματι, νομίζω πως είναι παρακινδυνευμένο από κάποιον Κληρικό η ανάρτηση μιας φωτογραφίας με πολιτική περιβολή, την οποίαν αφ΄ενός μεν το ίδιο το σύστημα διαφυλάσσει για πάντα και αφ' εταίρου ο οποιοσδήποτε μπορεί να αποθηκεύσει και να την χρησιμοποιήσει όπως ο ίδιος θέλει.

Είναι ωραίο να μπορείς να μοιράζεσαι πράγματα με ανθρώπους που αισθάνεσαι φίλους. Όσο όμως η έννοια της φιλίας εξαντλείται μέσα από κάποιο προφίλ χάνει την πραγματική αξία της, λαμβανομένου υπόψιν του γεγονότος πως ο κάθε ένας μπορεί να χρησιμοποιήσει ένα ψεύτικο προφίλ μέσα από το οποίο παρακολουθεί τους άλλους, χωρίς εκείνοι να γνωρίζουν ποιος πραγματικά είναι. Είναι κάτι αντίστοιχο με την μεταμφίεση των απόκρεω εκεί όπου δίνεται η ευκαιρία της μάσκας, μέσα από την οποία ο άνθρωπος αφήνει το πρόσωπο για να χρησιμοποιήσει το προσωπείο... Προτιμώ λοιπόν τα επώνυμα προφίλ, μέσα από τα οποία γνωρίζεις με ποιον συνδιαλέγεσαι παρά ανώνυμα και περίεργα πίσω από τα οποία κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει ποιος κρύβεται. 

Ζούμε στην εποχή της εικόνας! Αυτό είναι αδιαμφισβήτητο. Η παρουσία, Ιστοσελίδων Εκκλησιαστικών ειδήσεων, από την μια κάλυψε ένα κενό στην Εκκλησιαστική ενημέρωση και από την άλλη δημιούργησε τις συνθήκες ώστε επί καθημερινής βάσεως οι ως άνω ιστοσελίδες η ακόμα και τα προσωπικά προφίλ, να κατακλύζονται από εικόνες που προσφέρουν θέαμα και τίποτε περισσότερο και σε αυτό ασφαλώς δεν εξαιρώ τον εαυτό μου. Ίσως δεν είναι τόσο κακό να μπορείς να μοιράζεσαι στιγμές της Ιερατικής σου πορείας με κάποιους άλλους ανθρώπους. 

Παρατηρώ όμως , ιδιαίτερα στο προφίλ του facebook πως, τα κείμενα δέχονται πολύ λιγότερα like όπως ονομάζονται οι θετικές τρόπον τινά αντιδράσεις, σε αντίθεση με  τις εικόνες, τις φωτογραφίες που προσμετρούν δεκάδες likes γεγονός που σημαίνει πως τελικά, πραγματικά ζούμε στην εποχή της εικόνας και όχι της σκέψεως. Πλουτίσαμε από εικόνες και αυτό μας οδήγησε στην πενία της σκέψης...  Είναι σημαντικό να μπορούμε να σκεπτόμαστε και την σκέψη να έχουμε την δυνατότητα να την εκφράσουμε. 

Θα είναι άδικο ίσως, εάν σε κάποια στιγμή η ανευθυνότητα κάποιων προσώπων οδηγήσει την Εκκλησία σε μια απόφαση γενικότερη που θα δώσει την ευκαιρία σε κάποιους, την ανωνυμία να την κάνουν τρόπο επικοινωνίας, χάριν κάποιων άλλων ανεύθυνων που δεν κατανοούν πως σε εμάς τους ίδιους επαφίεται η επαλήθευση της θυμοσοφικής ρήσης του λαού μας που λέει '' πως μόνοι μας βγάζουμε τα μάτια μας....'' 
                                                                                                           π. Θωμάς Ανδρέου 
το είδαμε εδώ

Τετάρτη, Μαρτίου 11, 2015

Η διδασκαλία των Πατέρων για τη θέση της Γυναίκας στην Εκκλησία

Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ
ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
ΕΩΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΕΜΠΤΗ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
            Η θέση της γυναίκας στο Χριστιανισμό πολλές φορές έχει προκαλέσει πολλές συζητήσεις με ποικίλες αντιδράσεις. Πολλοί είναι εκείνοι που ως συντηρητικοί τονίζουν ότι η θέση της γυναίκας πρέπει να είναι περιορισμένη έως ανύπαρκτη, ενώ άλλοι πιστεύουν ότι πρέπει να έχει έναν πιο ενεργητικό ρόλο. Οι συζητήσεις μεταξύ των θιασωτών των δύο αυτών διαφορετικών απόψεων για το ρόλο της γυναίκας πολλές φορές καταλήγουν σε έντονες διαφωνίες, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές που φτάνουν σε σημείο αλληλοκατηγοριών και αναθεμάτων.
OLYMPUS DIGITAL CAMERA
            Η άποψη που έχει ο κάθε χριστιανός, εάν στηρίζεται σε ορθά επιχειρήματα είναι σεβαστή ή οφείλει να είναι σεβαστή για τον άλλο συνομιλητή του έστω και σε κάποιο βαθμό. Σε αυτήν την εισήγηση θα αποφύγουμε να εκφράσουμε την προσωπική άποψη για το θέμα αυτό, αλλά θα αφήσουμε τα πατερικά κείμενα έως και του 5ου αιώνα να μιλήσουν για τη θέση της γυναίκας. Άλλωστε στην Ορθοδοξία πάντα ο δρόμος που πρέπει να ιχνηλατούμε τη θεολογική μας σκέψη οφείλει να βασίζεται στην Αγία Γραφή, στα κείμενα των Πατέρων και των Συνόδων –Τοπικών και Οικουμενικών-και στην Παράδοση της Εκκλησίας μας.
  1. Η θέση της Γυναίκας  από την Παλαιά στην Καινή Διαθήκη.

O Θεός στην Παλιά Διαθήκη έπλασε τη γυναίκα ως «βοηθό»[1] του άνδρα, ισάξια με εκείνον με σκοπό και οι δύο μαζί να πετύχουν το «καθ’ ομοίωσιν», δηλαδή τη θέωση. Η πορεία προς το «καθ’ομοίωσιν» διακόπτεται εξαιτίας της παρακοής των Πρωτοπλάστων απέναντι στην εντολή του Θεού: «και ένετείλατο Κύριος ο Θεός Αδάμ από παντός ξύλου του εν τω παραδείσιο φαγή, από του ξύλου του γινώσκειν καλόν και πονηρόν, ου φάγεσθε απ’ αυτού»[2]. Η παραβίαση του θείου λόγου έφερε τον πνευματικό θάνατο των ανθρώπων, δηλαδή την απομάκρυνσή τους από το Θεό.
Ο τελευταίος επιλέγει νέους τρόπους θεραπείας για το αγαπημένο του δημιούργημα. Ένας από αυτούς είναι και η υπαγωγή της γυναίκας στον άνδρα με σκοπό την εσχατολογική πραγμάτωση της βασιλείας του Θεού μέσα σε έναν ανακαινισμένο κόσμο, καθαρό από κάθε ρύπο αμαρτίας[3]. Η γυναίκα υπάγεται[4] στον άνδρα όχι ως δούλος αλλά ως βοηθός του. Αυτό αναλύεται με απλό και γλαφυρό τρόπo από τον Ιωάννη το Χρυσόστομο: «Κατά πάντα (η γυναίκα) τω ανθρώπω (τω Αδάμ) όμοιον, δυνάμενον, εν τοις καιροίς αυτώ και τοις αναγκαίοις την ζωήν τα της βοηθείας εισφέρει»[5]. Την παραπάνω άποψη υπογραμμίζει και ο καθηγητής Πατρώνος «η γυναίκα είναι «βοηθός» του άνδρα με μια έννοια σωτηριολογική»[6]. Οφείλει, λοιπόν, η γυναίκα να είναι βοηθός, συμπαραστάτης και συμπορευτής του άνδρα στη δύσκολη πορεία για τελείωση και ένωση με τον Θεό. Για το λόγο αυτό χαρακτηριστικά ο Παύλος λέει «Ἡγίασται ὁ ἀνήρ ὁ ἄπιστος ἐν τῇ γυναικί, καί ἡγίασται ἡ γυνή ἡ ἄπιστος ἐν τῷ ἀνδρί»[7]. Δηλαδή η γυναίκα γίνεται «βοηθός» σωτηρίας για τον άνδρα και ο άνδρας, παράλληλα, γίνεται «βοηθός» σωτηρίας για την γυναίκα.
Δυστυχώς η κοινωνία των ανθρώπων στην Παλαιά Διαθήκη δεν απέδωσε στη γυναίκα την ισοτιμία που της δόθηκε από το Θεό απέναντι στον άνδρα[8]. Τόσο από πλευράς κοινωνικών όσο και θρησκευτικών δικαιωμάτων η θέση της βρισκόταν στο περιθώριο, ως άνθρωπος δεύτερης κατηγορίας, ως ανίερη[9]. Φυσικά, επειδή σε κάθε κανόνα υπάρχουν και οι εξαιρέσεις, έτσι μέσα από τα κείμενα της ΠΔ εμφανίζονται γυναίκες που είχαν εξέχουσα θέση μέσα στο κοινωνικό και θρησκευτικό πεδίο, αποδεικνύοντας περίτρανα ότι η χάρη του Θεού δεν κάνει διακρίσεις σε άνδρες και γυναίκες. Χαρακτηριστικές είναι οι περιπτώσεις προφήτιδων αλλά και κριτών ακόμη γυναικών, όπως η Μαριάμ, η Δεββώρα[10], η Ολδά και η Ιαήλ[11]. Επίσης, όλοι θυμούνται τη σπουδαία θέση που είχαν ή που απόκτησαν στην κοινωνία του Ισραήλ της ΠΔ., γυναίκες όπως η Σάρρα, η Ρεβέκκα, η Ραχήλ, η Δεββώρα, η Ρούθ, η Εσθήρ και πολλές ακόμα άλλες. Μέσω των γυναικών αυτών ο Θεός έδειξε αυτό που θα έλεγε αιώνες ο ίδιος στη διδασκαλία, ότι για εκείνον «οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. εἰ δὲ ὑμεῖς Χριστοῦ, ἄρα τοῦ Ἀβραὰμ σπέρμα ἐστὲ καὶ κατ’ ἐπαγγελίαν κληρονόμοι»[12].
Στη Σοφία Σειράχ σημειώνεται ότι η καλή γυναίκα αποτελεί δώρο για τον άνδρα της και δίδεται από το Θεό, σε όποιον τηρεί τις εντολές του[13]. Ενώ στις Παροιμίες σημειώνεται ότι «Ευτυχής είναι ο άνδρας εκείνος, ο οποίος έχει αγαθήν γυναίκα. Ο αριθμός των ετών της ζωής του θα είναι διπλάσιος. Γυναίκα ευγενούς χαρακτήρος και σθεναρή ευφραίνει τον άνδρα της, τα δέ έτη της ζωής του θα τα γεμίση με ειρήνην. Γυναίκα αγαθή είναι αγαθόν δώρον, που προσφέρεται από τον Κύριον εις εκείνους οι οποίοι τον φοβούνται. Του πλουσίου και του πτωχού η καρδία είναι χαρούμενη, και εις κάθε περίστασιν το πρόσωπόν των είναι ιλαρόν, εάν έχουν ενάρετον σύζυγον»[14].
[Συνεχίζεται]
[1]  Γεν. 2, 20.
[2] Γεν. 2, 16-17.
[3] Ιωάννου Χρυσοστόμου, Περί του τας κανονικάς μη συνοικείν ανδράσι 9, PG 47, 594.
[4] Το ρήμα «υποτάσσομαι» αναφερόμενο σε γυναίκες, ίσως ξινίζει κάπως στα αυτιά πολλών ανθρώπων. Μα υποταγή δεν σημαίνει τυφλή υπακοή. Και δεν είναι υποχρέωση της γυναίκας αποκλειστικά το να υποτάσσεται. Ο ίδιος ο απόστολος Παύλος λέει στους χριστιανούς ότι πρέπει να είναι «υποτασσόμενοι αλλήλοις εν φόβω Χριστού.» (Προς Εφεσίους 5, 21). Δηλαδή όχι μόνο οι γυναίκες οφείλουν υποταγή στους άνδρες, αλλά και οι άνδρες στις γυναίκες! Επιπλέον, είμαστε βέβαιοι πως πολλοί δεν γνωρίζατε ότι σύμφωνα με την Αγία Γραφή, η γυναίκα είναι το «αφεντικό» του σώματος του άντρα της: «Η γυνή τού ιδίου σώματος ουκ εξουσιάζει, αλλ ο ανήρ΄ ομοίως δε και ο ανήρ τού ιδίου σώματος ουκ εξουσιάζει, αλλ η γυνή (Α Κορ. 7, 4)».
[5] Ιωάννου Χρυσοστόμου, Εις Γένεσιν, Ομ. 15, PG 53, 122A.
[6] Γ. Πατρώνου, Ο γάμος στη θεολογία και στη ζωή, Αθήναι 1981, σ. 27. Πρβλ. Π. Τρεμπέλα,Δογματική Γ΄, εκδ. ο Σωτήρ, Αθήναι 1981, σ. 324.
[7] Α΄ Κορ. 7: 14.
[8] Εξ. 20,17. 21,5. Αριθμ. 27, 1-11, Δευτ. 21, 22. 16, 16. Λευτ. 21, 1-5.
[9] Αριθμ. 27, 1-11, Δευτ. 21, 22. 16, 16. Λευτ. 21, 1-5.
[10] Η Δεββώρα καλείται μητέρα του Ισραήλ.
[11] Εξ. 15,20 κ.ε. Κρ. 4,4-5,25 & 31. Δ΄ Βασ. 22, 14-20.
[12] Γαλ. 3, 28-29.
[13] «Γυναίκα κοσμημένη με ηθικά χαρίσματα γίνεται αφορμή και αιτία δόξης διά τον σύζυγόν της. Εξ αντιθέτου η γυναίκα η οποία μισεί και αποστρέφεται την δικαιοσύνην και την αρετήν, γίνεται αιτία και εστία καταφρονήσεως και εξευτελισμού διά τον άνδρα της.», Σοφία Σειρά, 11, 16.
[14] Αυτόθι, 26, 1-4.

Τρίτη, Φεβρουαρίου 03, 2015

Θεολογικὴ προσέγγιση τῶν διαπροσωπικῶν σχέσεων


Ὁ ὅρος διαπροσωπικὲς σχέσεις χρησιμοποιήθηκε ἀρχικὰ στὸν χῶρο τῆς Ψυχιατρικῆς καὶ τῆς Κοινωνικῆς ψυχολογίας, ἀλλὰ σύντομα καθιερώθηκε στὸν εὐρύτερο ἀκαδημαϊκὸ χῶρο καὶ στὴν θεολογικὴ ἐπιστήμη. Εἰδικότερα μάλιστα ἡ χρήση τοῦ ὅρου αὐτοῦ στὴν θεολογικὴ ἐπιστήμη διευκόλυνε τὸν διάλογό της μὲ τὶς ἄλλες ἐπιστῆμες, ἐνῶ ταυτόχρονα προσέδωσε σὲ αὐτὸν εὐρύτερο καὶ βαθύτερο περιεχόμενο.

Ὡς διαπροσωπικὲς χαρακτηρίζονται οἱ σχέσεις ποὺ πραγματοποιοῦνται μεταξὺ δύο ἢ περισσοτέρων προσώπων. Ἡ ἐπιστήμη ποὺ ἔχει ὡς ἀντικείμενό της τὴν ἔρευνα τῶν σχέσεων αὐτῶν εἶναι πρωτίστως ἡ Κοινωνικὴ ψυχολογία. Μὲ τὶς σχέσεις αὐτὲς ἀσχολεῖται βέβαια καὶ ἡ Κοινωνιολογία. Ἐνῶ ὅμως ἡ Κοινωνιολογία ὡς μὴ ἀξιολογικὴ ἐπιστήμη βλέπει στὶς διαπροσωπικὲς σχέσεις μόνο τοὺς κοινωνικοὺς ρόλους, χωρὶς νὰ ὑπεισέρχεται στὴν ψυχολογικὴ διάστασή τους, ἡ Κοινωνικὴ ψυχολογία προχωρεῖ στὴν διερεύνηση τῆς διαστάσεως αὐτῆς, ποὺ προσελκύει καὶ τὸ κύριο ἐνδιαφέρον της. Ἔτσι, ἂν σὲ κάποια κοινωνικὴ ὁμάδα ὅλα λειτουργοῦν ἁρμονικά, ἡ Κοινωνιολογία θὰ διαπιστώσει σωστὴ λειτουργία τῶν ρόλων της. Ἂν ὅμως ἡ ἁρμονία αὐτὴ ὀφείλεται σὲ ἀμοιβαῖο σεβασμὸ τῶν μελῶν της ἢ σὲ κάποια ἄλλη αἰτία, θὰ τὸ διερευνήσει ἡ Κοινωνικὴ ψυχολογία.

Ἡ ἀνάπτυξη διαπροσωπικῶν σχέσεων δὲν ἀποτελεῖ συμβατικὸ ἢ δευτερογενὲς στοιχεῖο τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς. Ὁ ἄνθρωπος, ποὺ εἶναι ἀπὸ τὴν φύση του κοινωνικὸ ὄν, ἀναπτύσσει αὐθόρμητα διαπροσωπικὲς καὶ κοινωνικὲς σχέσεις. Συνδέεται μὲ τὰ πρόσωπα ποὺ τὸν περιβάλλουν καὶ ἔρχεται σὲ κοινωνία μαζί τους. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ περιορισμὸς τοῦ ἐνδιαφέροντος τῆς ἐπιστημονικῆς ἔρευνας στὴν ἀτομικότητα ἢ τὴν ὑποκειμενικότητα, ποὺ ἦταν συνήθης στὴν νεωτερικότητα, ἀδικοῦσε καὶ παρερμήνευε ὄχι μόνο τὴν κοινωνικὴ ἀλλὰ καὶ τὴν ἀτομικὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου.

Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὴν ὁριζόντια κοινωνικότητά του ὁ ἄνθρωπος ἔχει καὶ τὴν κατακόρυφη κοινωνικότητα, ποὺ ἐκδηλώνεται ὡς θρησκευτικότητα. Ὄχι μόνο οἱ συνειδητὰ θρησκευόμενοι ἄνθρωποι, ἀλλὰ καὶ ὅσοι παρουσιάζονται ὡς θρησκευτικῶς ψυχροὶ ἢ ἀδιάφοροι ἔχουν πάντοτε κάποιο εἶδος θρησκευτικότητας, ποὺ ἐκδηλώνεται ὡς προσήλωση σὲ κάποια ἰδεολογία ἢ σὲ κάποια «προσωπικὴ» φιλοσοφία, ἢ ἀκόμα ὡς πίστη σὲ διάφορες προλήψεις καὶ προκαταλήψεις. Τὰ θρησκευτικὰ ὅμως αὐτὰ ὑποκατάστατα δημιουργοῦν συνήθως προβληματικὲς καταστάσεις καὶ φαλκιδεύουν τὴν κατακόρυφη κοινωνικότητα, ποὺ διευρύνει τὴν ἀνθρώπινη ἐλευθερία.

Ὁ ἄνθρωπος συγκροτεῖται καὶ ἀναπτύσσεται ὡς πρόσωπο στὸ πλαίσιο τῶν διαπροσωπικῶν σχέσεών του, ποὺ καλλιεργοῦνται μέσα στὴν οἰκογένεια, τὴν κοινωνία καὶ τὴν εὐρύτερη ἀνθρωπότητα. Ποτὲ κανεὶς δὲν ζεῖ μόνος του• πουθενὰ δὲν εἶναι ἄσχετος μὲ κάποιο περιβάλλον. Ἀκόμα καὶ ὁ πιὸ μοναχικὸς ἄνθρωπος, ὁ πιὸ ἀπόκοσμος ἐρημίτης δὲν ζεῖ τὴν ζωή του ὡς μοναδικὸς κάτοικος τῆς γῆς. Καὶ μόνη ἡ εὐτυχία ἢ ἡ πικρία ποὺ αἰσθάνεται γιὰ τὴν μοναξιὰ του ἀποτελεῖ ἕναν τρόπο ἀνταποκρίσεως, μία θετικὴ ἢ ἀρνητικὴ τοποθέτηση ἀπέναντι στὸν κόσμο. Μὲ ἄλλα λόγια ὁποιαδήποτε ἀποστασιοποίηση τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸ περιβάλλον του εἶναι καὶ παραμένει πάντοτε σχετική. Γι’ αὐτὸ σὲ κάθε περίπτωση ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ ἐξετάζεται μέσα στὸ πλαίσιο τοῦ περιβάλλοντός του, τῶν γονιῶν του, τῶν συγγενῶν του, τοῦ κόσμου του καὶ τοῦ συνόλου τῶν σχέσεων καὶ ἀλληλεξαρτήσεών του.

Στὴν καθημερινὴ ζωὴ οἱ διαπροσωπικὲς σχέσεις τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἄλλωστε καὶ εὐρύτερα οἱ κοινωνικὲς ἀλλὰ καὶ οἱ θρησκευτικὲς ἀκόμα σχέσεις τους, κινοῦνται σὲ φυσικὸ καὶ συναισθηματικὸ ἐπίπεδο μὲ διάφορες παραλλαγὲς καὶ ἀποχρώσεις. Ἔτσι ἔχουμε τὶς διαπροσωπικὲς σχέσεις τῶν γονιῶν μὲ τὰ παιδιά τους, τῶν παιδιῶν μεταξύ τους, τῶν συγγενῶν, τῶν φίλων, τῶν συμμαθητῶν, τῶν συνεργατῶν, τῶν συμπατριωτῶν κ.τ.λ.

Ἀφετηρία γιὰ τὴν ἀνάπτυξη τῶν σχέσεων αὐτῶν εἶναι ἡ ἴδια ἡ ἀνθρώπινη φύση μὲ τὴν ἔμφυτη κοινωνικότητά της. Εἰδικότερα εἶναι ἡ ἔμφυτη ἀγάπη, ποὺ ὑπάρχει στὸν κάθε ἄνθρωπο ὡς «σπερματικὸς λόγος»[1]. Βέβαια ἡ ἀγάπη αὐτὴ δὲν εἶναι σὲ ὅλους ἡ ἴδια• δὲν ἀναπτύσσεται μὲ τὸν ἴδιο ρυθμὸ οὔτε φθάνει πάντοτε στὸ ἴδιο ἐπίπεδο. Ὅσο περισσότερο καλλιεργεῖται καὶ ἐνισχύεται ἡ ἀγάπη, τόσο περισσότερο εὐρύνεται ἡ συνείδηση τοῦ ἀνθρώπου καὶ γίνονται λεπτότερες οἱ σχέσεις του μὲ τοὺς ἄλλους. Ἔτσι, ἐκτὸς ἀπὸ τὶς παθολογικὲς ἐκεῖνες καταστάσεις ποὺ ἐγκλωβίζουν τὸν ἄνθρωπο στὸν ἑαυτό του, ὑπάρχει καὶ ἕνα ὁλόκληρο φάσμα φυσιολογικῶν καταστάσεων, στὶς ὁποῖες ὁ ἄνθρωπος εἶναι λιγότερο ἢ περισσότερο περιορισμένος στὸν ἑαυτό του καὶ ἀνοικτὸς στοὺς ἄλλους.

Ἡ φύση τῶν διαπροσωπικῶν σχέσεων ἐξαρτᾶται πρωτίστως ἀπὸ τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὄχι ἀπὸ τὰ ἐξωτερικὰ σχήματα καὶ τοὺς κοινωνικοὺς τύπους. Στὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου σχηματίζονται οἱ σκέψεις ποὺ πραγματοποιοῦνται μὲ ἐνέργειες καὶ πράξεις[2]. Αὐτὸ βέβαια δὲν σημαίνει ὅτι ὅλα γίνονται ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὰ ἐξωτερικὰ σχήματα καὶ τοὺς κοινωνικοὺς τύπους ἢ ὅτι αὐτὰ δὲν χρειάζονται ἢ δὲν πρέπει νὰ λαμβάνονται ὑπόψη. Ὅλα ὅμως αὐτὰ στεροῦνται πραγματικοῦ νοήματος, ὅταν δὲν συνδέονται μὲ τὸν ἐσωτερικὸ κόσμο τοῦ ἀνθρώπου, μὲ τὴν καρδιά του. Γι’αὐτὸ ἡ καλλιέργεια, ὅπως καὶ ἡ ἐξύψωση τῶν διαπροσωπικῶν σχέσεων, πρέπει νὰ ξεκινᾶ ἀπὸ τὸν ἔσω ἄνθρωπο.

Ποιὰ ὅμως εἶναι ἡ δεοντολογία, μὲ τὴν ὁποία μποροῦν νὰ οἰκοδομηθοῦν οἱ σωστὲς διαπροσωπικὲς σχέσεις τῶν ἀνθρώπων; Ἡ δεοντολογία αὐτὴ στὴν Ἁγία Γραφὴ διατυπώνεται καὶ προβάλλεται μὲ τὴν διπλὴ ἐντολὴ τῆς ἀγάπης: «Ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐν ὅλῃ τῇ καρδίᾳ σου καὶ ἐν ὅλη τῇ ψυχῇ σου καὶ ἐν ὅλῃ τῇ διανοίᾳ σου. Αὕτη ἐστι πρώτη καὶ μεγάλη ἐντολή. Δευτέρα δὲ ὁμοία αὕτη• ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτὸν»[3].

Ὅπως γίνεται φανερό, ἡ δεοντολογία αὐτὴ δὲν ἔχει θεωρητικὴ ἀλλὰ ὀντολογικὴ βάση. Δὲν στηρίζεται δηλαδὴ σὲ θεωρητικὲς ἀρχὲς οὔτε ἀπαρτίζεται ἀπὸ ἀπρόσωπους κανόνες, ἀλλὰ συνδέεται ἄμεσα μὲ τὴν ἀρχὴ τοῦ εἶναι, τὸν Θεό, καὶ ἀποκαλύπτεται μὲ προσωπικὲς σχέσεις. Ἡ βάση τῆς δεοντολογίας αὐτῆς εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεός, ποὺ ἀποτελεῖ καὶ τὸ ἀρχέτυπο τῆς δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ βάση τῆς δεοντολογίας τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου βρίσκεται στὴν ὀντολογία τῆς δημιουργίας του καὶ τῆς ὑπάρξεώς του[4]. Ὁ ἄνθρωπος ἐντέλλεται νὰ ἀγαπήσει τὸν ἄπειρο Θεό, γιατί ἀπὸ αὐτὸν δημιουργήθηκε καὶ αὐτὸν εἰκονίζει. Καλεῖται δηλαδὴ νὰ στρέψει τὸν ἑαυτό του στὴν αἰτία καὶ τὸ πρότυπο τῆς ὑπάρξεώς του. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι καλεῖται σὲ μία διαρκῆ πρὸς τὰ ἄνω ἐπέκταση. Καὶ ἡ κατακόρυφη αὐτὴ ἐπέκταση πρέπει νὰ συμβαδίζει μὲ τὴν ὁριζόντια πλάτυνσή του• μὲ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον. Χωρὶς τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον παραμένει ἀόριστη καὶ ἀπροσδιόριστη. Ἀλλὰ καὶ χωρὶς τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ παραμένει μετέωρη καὶ ψεύτικη.

Ποιὰ ὅμως εἶναι ἡ φύση τῆς ἀγάπης αὐτῆς ποῦ καλεῖται νὰ καλλιεργήσει ὁ ἄνθρωπος; Ἡ χριστιανικὴ ἀπάντηση στὸ ἐρώτημα αὐτὸ εἶναι σαφής. Ἀγάπη εἶναι ὁ Τριαδικὸς Θεός: «Ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστὶ»[5]. Καὶ ὁ Θεὸς εἶναι ἀγάπη ὡς ὁμοούσια καὶ ἀδιαίρετη Τριάδα προσώπων. Τὰ τρία πρόσωπα εἶναι ὁ ἕνας Θεός. Καὶ ὁ ἕνας Θεὸς εἶναι τρία πρόσωπα: Πατήρ, Υἱὸς καὶ Ἅγιο Πνεῦμα. Ὁ Πατὴρ ἀγαπᾶ τὸν Υἱὸ καὶ προσφέρει σὲ αὐτὸν τὰ πάντα. Καὶ ὁ Υἱὸς ἀγαπᾶ τὸν Πατέρα καὶ ἀνταποδίδει σὲ αὐτὸν τὰ πάντα. Τέλος τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ποὺ ἐκπορεύεται ἀπὸ τὸν Πατέρα, εἶναι κοινὸ στὸν Υἱὸ καὶ τὸν Πατέρα. Τὰ τρία πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος εἶναι ἐντελῶς ἀνοικτὰ μεταξύ τους• στὸ κάθε πρόσωπο ὑπάρχουν καὶ τὰ δύο ἄλλα, ἀλληλοπεριχωροῦνται. Ἡ ἀσύλληπτη αὐτὴ ἑνότητα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ μὲ τὴν ὁμοούσια φύση καὶ τὴν πλήρη περιχώρηση τῶν προσώπων ἐκφράζει τὸν χαρακτήρα τῶν διαπροσωπικῶν σχέσεων στὸ ἐπίπεδο τῆς θεολογίας, ποὺ προβάλλει ὡς ὕψιστο ἰδεῶδες γιὰ τὶς διαπροσωπικὲς σχέσεις τῶν ἀνθρώπων.

Γιὰ νὰ μάθει λοιπὸν ὁ ἄνθρωπος τὴν πραγματικὴ ἀγάπη καὶ νὰ προχωρήσει πρὸς τὶς αὐθεντικὲς καὶ σωστὲς διαπροσωπικὲς σχέσεις, πρέπει νὰ γνωρίσει τὸν Τριαδικὸ Θεό. Καὶ ἐπειδὴ ἡ γνώση κάποιου πράγματος γίνεται μὲ τὴν συμπερίληψή του στὴν προσωπικὴ ζωὴ αὐτοῦ ποὺ τὸ γνωρίζει, ἕπεται ὅτι καὶ ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ γίνεται μὲ τὴν συμπερίληψή του στὴν προσωπικὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου. Πῶς ὅμως μπορεῖ γίνει αὐτό, ὅταν ὁ Θεὸς εἶναι ὑπερβατικὸς καὶ ἀπρόσιτος;

Ὁ ὑπερβατικὸς καὶ ἀπρόσιτος κατὰ τὴν οὐσία του Θεὸς γνωρίζεται μέσα στὸν κόσμο μὲ τὶς ἐνέργειές του. Οἱ ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ ἀποκαλύπτουν τὸν ἴδιο τὸν Θεό. Καὶ οἱ ἐνέργειες, μὲ τὶς ὁποῖες γίνεται γνωστὸς ὁ Θεὸς στὸν κόσμο, εἶναι οἱ θεοφάνειες καὶ οἱ ἐντολές του. Οἱ ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ ἐκφράζουν τὸ εἶναι του, τὸ ἦθος του, τὴν ἀγάπη του. Ὅποιος τηρεῖ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, γνωρίζει τὸν Θεό: «Ἐν τούτῳ γινώσκομεν ὅτι ἐγνώκαμεν αὐτόν, ἐὰν τὰς ἐντολὰς αὐτοῦ τηρῶμεν. Ὁ λέγων, ἔγνωκα αὐτόν, καὶ τὰς ἐντολὰς αὐτοῦ μὴ τηρῶν, ψεύστης ἐστι, καὶ ἐν τούτῳ ἡ ἀλήθεια οὐκ ἔστιν»[6].

Οἱ ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ ποὺ ἀποκαλύφθηκαν στὸν ἄνθρωπο «πολυμερῶς καὶ πολυτρόπως»[7] φανερώθηκαν μὲ τὸν πληρέστερο τρόπο στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Ἐπιπλέον ὁ Χριστός, ὡς «εἰκὼν τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀοράτου»[8], εἶναι τὸ πρότυπο τῆς κατασκευῆς τοῦ ἀνθρώπου. Στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καὶ μὲ τὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν του γνωρίζει ὁ ἄνθρωπος τὸν Θεὸ τῆς ἀγάπης καὶ βρίσκει τὸ πραγματικὸ νόημα τῆς ζωῆς καὶ τῆς ὑπάρξεώς του. Ἡ ἀλήθεια γιὰ τὸν ἄνθρωπο συμπυκνώνεται στὴν ἀλήθεια γιὰ τὸν Τριαδικὸ Θεό. Καὶ ἡ ἀλήθεια γιὰ τὸν Τριαδικὸ Θεὸ διατυπώνεται στὸ Τριαδικὸ δόγμα.

Πολλοὶ νομίζουν ὅτι τὸ Τριαδικὸ δόγμα ἀφορᾶ μόνο τοὺς θεολόγους καὶ θεωροῦν ἀνώφελη τὴν γνώση του, καὶ πολὺ περισσότερο τὴν ἐγγύτερη ἐξέτασή του. Ἀλλὰ ἀκόμα καὶ πολλοὶ θεολόγοι σήμερα δὲν ἀποδίδουν στὸ δόγμα αὐτὸ τὴν βαρύτητα ποὺ ἔχει καὶ δὲν ἐνδιαφέρονται πραγματικὰ γιὰ τὸ βαθύτατο νόημά του. Ἔτσι ὅμως δημιουργεῖται τεράστιο κενὸ στὸ περιεχόμενο τῆς χριστιανικῆς πίστεως μὲ καταλυτικὲς ἐπιπτώσεις στὴν χριστιανικὴ ἀνθρωπολογία καὶ ἠθική. Εἰδικότερα μάλιστα γιὰ τὸ θέμα τῶν διαπροσωπικῶν σχέσεων καὶ τὴν ἐν κοινωνίᾳ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων ἡ σπουδαιότητα τοῦ δόγματος αὐτοῦ εἶναι πρωταρχική. Θὰ μποροῦσε νὰ λεχθεῖ ὅτι τὸ Τριαδικὸ δόγμα προβάλλει τὸ χριστιανικὸ ἰδεῶδες γιὰ τὸν ὀρθὸ προσανατολισμὸ καὶ τὴν σωστὴ ἀνάπτυξη τοῦ προσώπου καὶ τῶν διαπροσωπικῶν σχέσεων τοῦ ἀνθρώπου.

Στὴν Ἁγία Τριάδα μόνο τὰ ὑποστατικὰ ἰδιώματα, ποὺ χαρακτηρίζουν τὴν προσωπικὴ ἑτερότητα τῶν τριῶν ὑποστάσεων, παραμένουν ἀκοινώνητα. Ὁ Πατέρας εἶναι ἀγέννητος, ὁ Υἱὸς γεννητὸς καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἐκπορευτό. Ὅλα τὰ ἄλλα στὴν Ἁγία Τριάδα εἶναι κοινά. Ὅπως παρατηρεῖ ὁ Μ. Βασίλειος, δὲν μπορεῖ κανεὶς μὲ κανένα τρόπο νὰ ἐπινοήσει τομὴ ἢ διαίρεση καὶ νὰ ἐννοήσει τὸν Υἱὸ χωρὶς τὸν Πατέρα ἢ νὰ χωρίσει τὸ Πνεῦμα ἀπὸ τὸν Υἱό. Ἡ κοινωνία τῶν προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος εἶναι ἄρρητη καὶ ἀκατανόητη, ὅπως ἐπίσης καὶ ἡ διάκρισή τους[9]. Κανένα ἀπὸ τὰ τρία πρόσωπα δὲν εἶναι ἀναγώγιμο στὴν θεία οὐσία ἢ τὴν θεία ἐνέργεια[10]. Ἀλλὰ καὶ τὸ καθένα ἀπὸ αὐτὰ ἔχει ὅλη τὴν θεία οὐσία καὶ τὴν θεία ἐνέργεια.

Ἡ ἀλήθεια τοῦ Τριαδικοῦ δόγματος ἔχει κεφαλαιώδη θεολογικὴ καὶ ἀνθρωπολογικὴ σπουδαιότητα. Κάθε παραλλαγὴ τῆς ἀλήθειας αὐτῆς προσβάλλει ὄχι μόνο τὴν ἀκρίβεια τῆς χριστιανικῆς θεολογίας ἀλλὰ καὶ τὴν φύση τῆς χριστιανικῆς ἀνθρωπολογίας καὶ ἠθικῆς.Ἔτσι ἡ προσθήκη τοῦ Filioque στὸ Σύμβολο τῆς πίστεως, ποὺ μαρτυρεῖ διάθεση ὑπαγωγῆς τοῦ προσώπου στὴν οὐσία, τοῦ προσωπικοῦ στὸ γενικό, δὲν ἐπηρέασε μόνο τὴν θεολογία, ἀλλὰ ἀποτυπώθηκε καὶ στὸ ἐπίπεδο τῆς ἀνθρωπολογίας καὶ τῆς ἠθικῆς τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου τῆς Δύσεως.

Βέβαια ἡ ἁπλὴ διαπίστωση τῆς σπουδαιότητας τοῦ δόγματος γιὰ τὴν προσωπικὴ καὶ τὴν κοινωνικὴ ζωὴ τῶν πιστῶν στερεῖται νοήματος. Χωρὶς νόημα παραμένει καὶ ἡ τυπικὴ διατήρηση τοῦ δόγματος, ὅταν αὐτὸ δὲν συνδέεται μὲ τὴν καθημερινὴ πράξη καὶ ζωή. Τέλος, ὄχι μόνο χωρὶς νόημα, ἀλλὰ καὶ μεμπτὴ ὡς ὑποκριτική, καθίσταται ἡ τάση ποὺ καυτηριάζει τὶς ἀποκλίσεις τῶν δυτικῶν ἀπὸ τὴν καθιερωμένη ὀρθόδοξη πράξη καὶ ζωή, οἱ ὁποῖες ὅμως εἰσχώρησαν στὸ μεταξὺ καὶ διαδόθηκαν στὸν ὀρθόδοξο κόσμο. Αὐτὸ ἰσχύει ἄλλωστε στὴν πράξη καὶ γιὰ τὴν ὑπαγωγὴ τοῦ προσωπικοῦ στὸ γενικό. Ὅταν τὸ δόγμα ἀγνοεῖται ἢ ἀποσυνδέεται ἀπὸ τὴν ζωή, καὶ ὅταν στὴν θέση τοῦ αὐτοελέγχου καὶ τῆς αὐτοκριτικῆς παρουσιάζεται ὁ ἔλεγχος καὶ ἡ κατάκριση τῶν ἄλλων, τότε φαλκιδεύονται ὄχι μόνο οἱ διαπροσωπικὲς σχέσεις ἀλλὰ καὶ ὅλες οἱ πλευρὲς τῆς χριστιανικῆς ζωῆς.

Ὁ «κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωσιν» Θεοῦ πλασμένος ἄνθρωπος κλήθηκε νὰ βαδίσει πρὸς τὴν τελειότητα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Καὶ αὐτὴν τὴν τελειότητα μυσταγωγεῖ ἡ ἀνταπόκριση τοῦ ἀνθρώπου στὴν πρόσκληση τοῦ Θεοῦ, ποὺ εἶναι ἀγάπη καὶ ἀπευθύνεται πρὸς αὐτὸν μὲ τὴν διπλὴ ἐντολὴ τῆς ἀγάπης. Αὐτὴν τὴν τελειότητα ζητεῖ καὶ ὁ Χριστὸς μὲ τὴν προσευχή του πρὸς τὸν Θεὸ καὶ Πατέρα: «Ἵνα πάντες ἓν ὦσι, καθὼς σύ, Πάτερ, ἐν ἐμοὶ καγὼ ἐν σοί»[11].

Μὲ τὴν τήρηση τῆς ἐντολῆς τῆς ἀγάπης ἀναδεικνύεται σὲ ἠθικὸ ἐπίπεδο ἡ ὁμοουσιότητα τῶν ἀνθρώπων. Ἡ ὀντολογικὴ ὅμως ἀποκατάσταση τῆς ὁμοουσιότητας αὐτῆς, ποὺ εἶναι ἀπαραίτητη γιὰ τὴν ἀνάδειξή της στὸ ἠθικὸ ἐπίπεδο, δὲν εἶναι δυνατή, ὅσο παραμένει διασπασμένη ἀπὸ τὴν ἁμαρτία ἡ ἀνθρώπινη φύση. Ἐδῶ προβάλλει καὶ τὸ αἴτημα γιὰ τὴν σωτηρία, δηλαδὴ γιὰ τὴν διάσωση τῆς ἀκεραιότητας καὶ τὴν ἀνακαίνιση τῆς ἀνθρώπινης φύσεως.

Ἡ ἀνακαίνιση αὐτὴ προσφέρεται ἀπὸ τὸν Χριστό, ποὺ γεννήθηκε «ἐκ Πνεύματος ἁγίου καὶ Μαρίας τῆς Παρθένου» καὶ δημιούργησε ἔτσι τὸν καινὸ ἄνθρωπο. Τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἐπεκτείνεται μέσα στὴν ἱστορία μὲ τὴν Ἐκκλησία του, εἶναι τὸ θεμέλιο τῆς καινῆς κτίσεως καὶ τῆς ἀποκαταστάσεως τῆς ὁμοουσιότητας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Αὐτὸ προσφέρεται ὡς δῶρο σὲ ὅλους τοὺς πιστούς, αὐτὸ κοινωνοῦν καὶ μέσα σὲ αὐτὸ ξανακερδίζουν τὴν ὁμοουσιότητά τους. Ἔτσι μὲ τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ ἔχουμε τὴν δημιουργία τῆς καινῆς κτίσεως: «Εἴ τις ἐν Χριστῷ καινὴ κτίσις»[12]. Ἡ καινὴ αὐτὴ κτίση δὲν ἀποκαλύπτεται κατὰ τὴν παροῦσα ζωὴ ὡς ἀνακαίνιση τοῦ ἐξωτερικοῦ κόσμου, ἀλλὰ ὡς ἐσωτερικὴ ἀνακαίνιση τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἀλλαγὴ τῆς σχέσεώς του μὲ αὐτόν. Καὶ στὸν βαθμὸ ποὺ ζεῖ ὁ ἄνθρωπος τὴν ἐσωτερικὴ αὐτὴ ἀνακαίνιση, διακρίνει καὶ τὴν ἐσχατολογικὴ ἀνακαίνιση, τὴν ἀνακαίνιση σὲ ὅλη τὴν κτίση.

Ὁ Χριστὸς μεταδίδει τὴν σωτήρια καὶ ἀνακαινιστικὴ χάρη του ὄχι μόνο στὴν φύση ἀλλὰ καὶ στὴν ὑπόσταση τοῦ κάθε ἀνθρώπου[13]. Μὲ τὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, μὲ τὶς ἐντολὲς καὶ τὴν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ διαγράφεται τὸ «πρόγραμμα», ποὺ καλεῖται νὰ ἀκολουθήσει ὁ ἄνθρωπος, γιὰ νὰ ἐνεργοποιήσει τὴν πανανθρώπινη ὁμοουσιότητα. Ἡ ἐνεργοποίηση αὐτὴ προβάλλει στὸν πιστὸ ὡς ἔργο ζωῆς. Μὲ κάθε σκέψη καὶ κάθε πράξη, μὲ τὸ ὅλο φρόνημα καὶ τὴν ὅλη ζωὴ του ὁ πιστὸς καλεῖται νὰ φανερώσει τὴν ἀλήθεια τῆς ἐντάξεώς του στὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ• καλεῖται νὰ φανερώσει τὴν οἰκείωση καὶ τὴν ἀφομοίωση τῆς θείας ἀγάπης στὸ ὀστράκινο σκεῦος του.

Βέβαια ποτὲ ἡ ἀγάπη τοῦ ἀνθρώπου δὲν μπορεῖ νὰ φτάσει τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Καὶ ποτὲ τὸ ἄνοιγμα τοῦ προσώπου του πρὸς τοὺς ἄλλους δὲν μπορεῖ νὰ φτάσει στὸν βαθμὸ τοῦ ἀνοίγματος τῶν προσώπων τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Αὐτὸ ὅμως δὲν σημαίνει ὅτι ἡ ἀγάπη καὶ ἡ κοινωνία τῶν προσώπων τῶν Χριστιανῶν δὲν πρέπει νὰ καλλιεργοῦνται μὲ πρότυπο τὴν ἀγάπη καὶ τὴν κοινωνία τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ.Τὸ ἔργο αὐτὸ δὲν εἶναι εὔκολο, γιατί ἀπαιτεῖ τὴν πλήρη αὐταπάρνηση καὶ αὐτοπροσφορὰ τοῦ ἀνθρώπου στὸν Θεὸ καὶ τὸν πλησίον. Εἶναι ἔργο πίστεως ποὺ πραγματοποιεῖται μὲ τὴν ἄρση τοῦ σταυροῦ καὶ τὴν ὅδευση τῆς στενῆς καὶ τεθλιμμένης ὁδοῦ ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ὄντως ζωή.

Ἡ ἀνακαίνιση λοιπὸν ποὺ προσφέρει ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο συντελεῖται: α) μὲ τὴν ὀντολογικὴ ἀποκατάσταση τῆς ὁμοουσιότητας τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, ποὺ πραγματοποιήθηκε μὲ τὴν πρόσληψή της ἀπὸ τὸν Θεὸ Λόγο, καὶ β) μὲ τὴν οἰκείωση τῆς ὁμοουσιότητας αὐτῆς ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο, ποὺ πραγματοποιεῖται μὲ τὴν πίστη, τὴν κοινωνία τῶν μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας, τὴν ὑπακοὴ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν του· πρωτίστως βέβαια τῆς ἐντολῆς τῆς διπλῆς ἀγάπης στὴν καθημερινὴ ζωή.

Τὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας ἀποκαθιστοῦν τὸν ἄνθρωπο στὴν ὀντολογική του ὁμοουσιότητα μὲ τοὺς συνανθρώπους του, ποὺ ἔρχεται μετὰ τὴν προπατορικὴ πτώση ὡς δῶρο τῆς χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ βιώνεται μέσα στὴν Ἐκκλησία. Οἱ πιστοὶ μὲ τὴν χάρη αὐτὴ ἀποκτοῦν τὴν δυνατότητα νὰ ἐνεργοποιήσουν τὴν μυστηριακὴ ὁμοουσιότητα στὸ ἠθικὸ ἐπίπεδο μεταφράζοντας τὶς ἐντολὲς σὲ τρόπους ζωῆς. Καὶ στὸ στάδιο ὅμως αὐτὸ δὲν πρέπει νὰ λησμονεῖται ὁ ἐκκλησιολογικὸς καὶ χαρισματικὸς χαρακτήρας τῆς ἀνακαινίσεως. Αὐτὸ ἄλλωστε ὑποδηλώνεται ἐξαρχῆς μὲ τὰ μυστήρια ποὺ εἰσάγουν τὸν ἄνθρωπο στὴν Ἐκκλησία, τὸ Βάπτισμα, τὸ Χρίσμα καὶ τὴν θεία Εὐχαριστία, τὰ ὁποία ἐμπεριέχουν συμβολικὰ καὶ τὸ «πρόγραμμα» τῆς χριστιανικῆς ζωῆς.

Ὅπως εἶναι γνωστό, οἱ πρῶτοι χριστιανοὶ τῶν Ἱεροσολύμων ἐπιδίωξαν τὴν ἑνότητά τους μὲ τὴν ἀποταγὴ ὅλων τῶν ὑπαρχόντων τους καὶ τὴν ἐλεύθερη προσφορά τους γιὰ κοινὴ χρήση: «Οὐδὲ εἷς τι τῶν ὑπαρχόντων αὐτῶ ἔλεγεν ἴδιον εἶναι, ἀλλ’ ἦν αὐτοῖς ἅπαντα κοινὰ»[14]. Ἡ κοινοκτημοσύνη ὅμως αὐτή, ποὺ ἀφοροῦσε μόνο τὴν κατανάλωση ἀγαθῶν, ἐκδηλώθηκε ὡς χαρισματικὸ φαινόμενο, ποὺ δὲν προσέλαβε θεσμικὴ μορφή. Γι’αὐτὸ ἄλλωστε δὲν ἦταν δυνατὸ νὰ διατηρηθεῖ διαχρονικὰ καὶ καταργήθηκε. Τὴν διαχρονικὴ διατήρηση τῆς κοινοκτημοσύνης κατέστησε δυνατὴ ἀκολούθως ὁ θεσμὸς τοῦ μοναχισμοῦ ποὺ προβλέπει ὄχι μόνο κατανάλωση ἀλλὰ καὶ παραγωγὴ ἀγαθῶν. Στὸν μοναχισμὸ καθιερώνεται μαζὶ μὲ τὴν ἀποταγὴ τῆς ἀτομικῆς ἰδιοκτησίας καὶ ἡ ἀποταγὴ τοῦ ἀτομικοῦ θελήματος. Ἔτσι αἴρεται εὐρύτερα ἡ αἰτία τῆς διασπάσεως καὶ γίνεται δυνατὴ ἡ ἑνότητα τῶν μελῶν τῆς κοινότητας.

Βέβαια καὶ ὁ μοναχικὸς θεσμὸς ἔχει τὴν κοσμική του διάσταση μὲ τὴν κοινὴ περιουσία, τὴν κατοικία, τὰ διακονήματα κ.τ.λ., ποὺ εἶναι ἀπαραίτητα γιὰ τὴν ἐπιβίωση τῶν μοναχῶν. Ἐδῶ ὅμως ὅλα αὐτὰ ρυθμίζονται μὲ ἄξονα τὴν κατακόρυφη κοινωνικότητα, δηλαδὴ τὴν κοινωνία μὲ τὸν Θεό. Ὁ πρῶτος ἄλλωστε σκοπὸς τοῦ μοναχισμοῦ εἶναι ἡ τήρηση τῆς πρώτης καὶ μεγάλης ἐντολῆς, τῆς ἐντολῆς τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν Θεό. Αὐτὴ ὄχι μόνο δὲν ἀλλοτριώνει τὴν φύση τῶν διαπροσωπικῶν σχέσεων τῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ ἀντιθέτως τὶς τοποθετεῖ στὴν ὀντολογική τους βάση καὶ προοπτική.Ἔτσι ἡ ὁριζόντια κοινωνικότητα προβάλλεται σὲ ὑψηλότερο πνευματικὸ ἐπίπεδο καὶ εὐρύνεται ἀπεριόριστα: «Μοναχὸς ἐστιν ὁ πάντων χωρισθεὶς καὶ πᾶσι συνηρμοσμένος»[15].

Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι στὸν Χριστιανισμὸ ἡ ὕπαρξη τῆς ἀγάπης στὶς διαπροσωπικὲς σχέσεις προβάλλεται ὡς μαρτυρία τῆς νίκης ἐναντίον τοῦ θανάτου καὶ τῆς μετοχῆς στὴν ἀληθινὴ ζωὴ[16]. Καὶ ὁ ὀρθόδοξος μοναχισμὸς συνδέει τὴν ταυτότητά του μὲ τὴν βίωση τῆς ἀγάπης στὶς διαπροσωπικὲς σχέσεις: «Εἶδες τὸν ἀδελφόν σου, εἶδες Κύριον τὸν Θεόν σου»[17]. Ἤ, ὅπως γράφει ὁ ἅγιος Σιλουανός, «ὁ ἀδελφός μας εἶναι ἡ ζωή μας…ἡ χάρη ἔρχεται μὲ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν ἀδελφὸ καὶ μὲ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν ἀδελφὸ διατηρεῖται»[18]. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ ἐκκοσμίκευση τοῦ μοναχισμοῦ ἢ ἡ θεολογικὴ ἀλλοτρίωσή του ἀποστερεῖ καὶ τὴν κοσμικὴ κοινωνία ἀπὸ τὴν παρουσία κέντρων ἀναφορᾶς, ὅπου ἐπιχειρεῖται ἡ ἰδεώδης μορφὴ ἀναπτύξεως τῶν διαπροσωπικῶν σχέσεων.

Ἡ παρουσία τοῦ μοναχισμοῦ προσφέρει ἄφθονα στοιχεῖα γιὰ τὴν ἀνάπτυξη σωστῶν διαπροσωπικῶν σχέσεων στὴν καθημερινὴ ζωὴ τοῦ κόσμου. Ἡ παραίτηση ἀπὸ τὸ ἀτομικὸ θέλημα καὶ ἡ φροντίδα γιὰ τοὺς ἄλλους, ὁ παραμερισμὸς τοῦ ἀτομικοῦ συμφέροντος γιὰ τὴν ἐξυπηρέτηση τοῦ πλησίον, ἡ εἰλικρίνεια καὶ ἡ φιλαλήθεια στὶς καθημερινὲς σχέσεις, ἡ ἀποφυγὴ τῆς κατακρίσεως ἢ καὶ αὐτῆς ἀκόμα τῆς κρίσεως τῶν ἄλλων, ἡ θεώρηση τοῦ πλησίον ὡς ἀδελφοῦ, ὅπως καὶ πολλὰ ἄλλα ποὺ συνιστοῦν βασικὲς θέσεις τοῦ ὀρθόδοξου μοναχισμοῦ, ἐξευγενίζουν καὶ ἐξυψώνουν οὐσιαστικὰ τὶς διαπροσωπικὲς σχέσεις τῶν ἀνθρώπων.

Τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ὡς μέλη ἀλλήλων, εἶναι συνεργάτες καὶ συνυπεύθυνοι γιὰ ὁλόκληρο τὸ σῶμα. Ἄλλωστε αὐτὸ τὸ αἴσθημα ὑπαγορεύει καὶ ἡ ὁμοουσιότητα τῶν ἀνθρώπων. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ συμπεριφορὰ πρὸς τὸν πλησίον, ἡ στήριξή του, ἡ συμμετοχὴ στὸν πόνο καὶ τὴν χαρά του, ἡ ἀποφυγὴ τῆς προσβολῆς ἢ τοῦ σκανδαλισμοῦ του ἀποτελοῦν βασικὲς ὑποχρεώσεις γιὰ τὸν πιστό. Ἡ ἀνακαίνιση τοῦ ἀνθρώπου δὲν εἶναι ἀτομικὸ ἀλλὰ συλλογικὸ ἔργο, ποὺ πραγματοποιεῖται μὲ τὴν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Οἱ διαπροσωπικὲς σχέσεις δὲν ἀνήκουν στὸ περιθώριο ἀλλὰ στὸ ἐπίκεντρο τῆς χριστιανικῆς ζωῆς.

Ἐκφραστικὸ γιὰ τὸ θέμα αὐτὸ εἶναι τὸ αἴτημα ποὺ ἀπευθύνεται κατὰ τὴν Θεία Λειτουργία, λίγο πρὶν ἀπὸ τὴν Θεία Κοινωνία: «Τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ τὴν κοινωνίαν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος αἰτησάμενοι, ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους καὶ πάσαν τὴν ζωὴν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα»[19]. Ὁ Χριστιανὸς δὲν φροντίζει μόνο γιὰ τὴν προσωπικὴ προσαγωγή του στὸν Θεό, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν στήριξη τοῦ πλησίον νὰ πλησιάσει τὸν κοινὸ Πατέρα. Καὶ ἡ φροντίδα αὐτὴ δὲν ἀποτελεῖ δευτερεῦον ἀλλὰ κύριο ἔργο ποὺ ἐκφράζει τὴν ταυτότητά του ὡς μέλους τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸ τὸ νόημα ἔχει καὶ ἡ προτροπὴ ποὺ ἀπευθύνει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος πρὸς τοὺς πιστούς: «Μηδεὶς τὸ ἑαυτοῦ ζητείτω, ἀλλὰ τὸ τοῦ ἑτέρου ἕκαστος»[20].

Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἐντολὴ τῆς ἀγάπης ὑπάρχει καὶ ὁ λεγόμενος χρυσὸς κανόνας τῆς χριστιανικῆς ἠθικῆς: «Πάντα ὅσα ἂν θέλητε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, οὕτω καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς»[21]. Ἐδῶ καλεῖται ὁ ἄνθρωπος νὰ μεταφέρει τὸν ἑαυτό του στὴν θέση τοῦ ἄλλου καὶ νὰ ἐνεργήσει ἀπέναντί του ἔτσι, ὅπως θὰ ἤθελε νὰ ἐνεργήσουν οἱ ἄλλοι ἀπέναντι σὲ αὐτόν. Ὁ κανόνας αὐτὸς προσφέρει στὸν καθένα τὸ ἀσφαλέστερο πρακτικὸ μέτρο σωστῆς συμπεριφορᾶς, ἀλλὰ δὲν κάνει λόγο γιὰ τὰ ὅριά της. Αὐτὰ ὑποδηλώνονται μὲ τὴν δεύτερη μεγάλη ἐντολή, ποὺ καλεῖ τὸν Χριστιανὸ νὰ ἀγαπήσει τὸν πλησίον του ὡς ἑαυτό του. Τὸν καλεῖ νὰ ἀνοιχθεῖ ἀπεριόριστα πρὸς ὁλόκληρη τὴν ἀνθρώπινη φύση. Νὰ μὴ ξεχωρίζει τὸν πλησίον ἀπὸ τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ νὰ τὸν βλέπει καὶ νὰ τὸν ἀγαπᾶ ὡς ἑαυτό του. Νὰ ζεῖ τὴν ζωὴ τοῦ πλησίον ὡς δική του ζωὴ καὶ νὰ γίνεται ἕνα μαζί του[22].

Ἡ θεώρηση αὐτὴ τοῦ πλησίον δὲν κατασκευάζεται σὲ θεωρητικὸ ἐπίπεδο, ἀλλὰ προκύπτει ὡς ὀντολογικὴ συνέπεια μέσα στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Γιὰ τὸν Χριστιανὸ ὁ ἀληθινὸς ἑαυτὸς του εἶναι ὁ πλησίον. Χωρὶς αὐτὸν δὲν βρίσκεται οὐσιαστικὰ μέσα στὸ κοινὸ σῶμα. Δὲν ἐπαληθεύει τὴν ταυτότητα τοῦ Χριστιανοῦ. Αὐτὸ βέβαια δὲν γίνεται αἰσθητὸ μέσα στὴν ἐκκοσμικευμένη ἐκκλησιαστικὴ κοινότητα. Γι’αὐτὸ καὶ ἐξαρχῆς ἡ ἐκκοσμίκευση τῆς χριστιανικῆς ζωῆς ὁδήγησε πολλοὺς πιστοὺς ἔξω ἀπὸ τὴν κοσμικὴ κοινωνία καὶ συνέβαλε στὴν ἐμφάνιση τοῦ μοναχισμοῦ.

Ὁ μοναχισμὸς δὲν ἐπιδιώκει τίποτε περισσότερο ἀπὸ αὐτὸ ποὺ πρέπει νὰ ἐπιδιώκει κάθε Χριστιανός. Τὸ μοναστήρι εἶναι μία ἐκκλησία ποὺ λειτουργεῖ μέσα στὸ σῶμα τῆς ὅλης Ἐκκλησίας καὶ μὲ τὸν ἴδιο σκοπὸ ὅπως καὶ αὐτή. Γι’ αὐτὸ ἄλλωστε καὶ οἱ ὀρθόδοξοι λαοὶ ἔβλεπαν στὸ μοναχικὸ κοινόβιο τὴν ἰδεώδη χριστιανικὴ κοινωνία. Σὲ σχέση μάλιστα μὲ τὸ θέμα μας μπορεῖ νὰ λεχθεῖ ὅτι αὐτὸ ἀποτελεῖ καὶ τὸ τελειότερο πλαίσιο γιὰ τὴν καλλιέργεια σωστῶν διαπροσωπικῶν σχέσεων. Οὐσιαστικὰ ἡ κοινοβιακὴ ζωὴ στὴν ἰδανική της μορφὴ ἀποσκοπεῖ στὴν πληρέστερη δυνατὴ προσέγγιση τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ἑνότητας, ποὺ ἔχει ὡς ἔσχατο στόχο τὴν ἑνότητα τοῦ Θεοῦ τῆς ἀγάπης, τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ.

Γι’ αὐτὴν τὴν ἑνότητα προσευχήθηκε ὁ Χριστός: «Ἵνα πάντες ἓν ὦσιν»[23]. Στὸ πλαίσιο μιᾶς τέτοιας ἑνότητας ὁ καθένας ὡς πρόσωπο ἀποτελεῖ κατὰ κάποιον τρόπο τὸ κέντρο τοῦ συνόλου• κάθε ἄνθρωπος καὶ κάθε πράγμα εἶναι γι’αὐτόν. Ἀλλὰ καὶ ἀντίστροφα αὐτὸς ὁ ἴδιος μὲ καθετὶ ποὺ τοῦ ἀνήκει προσφέρεται σὲ ὅλους καὶ στὸν καθένα[24]. Ἡ Τριαδολογία εἰκονίζεται στὴν ἀνθρωπολογία. Κάθε πτυχὴ τοῦ Τριαδικοῦ δόγματος ἔχει καὶ τὸ ἀνθρωπολογικό της νόημα. Κάθε θεολογικὴ ἀλήθεια προβάλλεται στὸν ἄνθρωπο ὡς ἀλήθεια ζωῆς.

Ἡ σωστὴ ἀνθρώπινη κοινωνία ἀπαιτεῖ σωστὲς διαπροσωπικὲς σχέσεις. Καὶ οἱ σωστὲς διαπροσωπικὲς σχέσεις προϋποθέτουν σωστὰ πρόσωπα. Σωστά, τέλος, πρόσωπα ἢ ὁλοκληρωμένες ἀνθρώπινες ὑποστάσεις εἶναι ἐκεῖνες ποὺ ἀγκαλιάζουν μὲ τὴν ἀγάπη τους ὁλόκληρο τὸν κόσμο, ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα. Ἡ κένωση τοῦ ἀτομικοῦ ἐγωισμοῦ γιὰ τὴν ὑποδοχὴ τοῦ πλησίον ὡριμάζει καὶ ὁλοκληρώνει τὸ πρόσωπο. Ὅσο βαθύτερα «συγχωρεῖ» κάποιος μέσα του τοὺς ἄλλους, ὅσο περισσότερο τοὺς ἀγκαλιάζει μὲ τὴν ἀγάπη του, τόσο πιὸ σωστὲς διαπροσωπικὲς σχέσεις καλλιεργεῖ, τόσο περισσότερο ὁλοκληρώνεται ὡς πρόσωπο καὶ ἀνυψώνεται πρὸς τὸ ἰδανικὸ πρότυπό του, τὸν Τριαδικὸ Θεό. Καὶ αὐτὸ γίνεται δυνατὸ μὲ τὴν ταπείνωση, ποὺ ἀποτελεῖ τὴν ἄλλη ὄψη τῆς ἀγάπης.

Ἀπὸ ὅσα σημειώθηκαν γίνεται, νομίζουμε, φανερὸ ὅτι τέτοια πρόσωπα δὲν μποροῦν νὰ προετοιμαστοῦν χωρὶς τὴν θεανθρώπινη κοινωνία, ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία• δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ διαμορφωθοῦν χωρὶς τὶς ἀνθρωπολογικὲς καὶ πνευματικὲς προϋποθέσεις ποὺ ἔχει καὶ προσφέρει αὐτὴ στὸν ἄνθρωπο. Στὸν βαθμὸ ποὺ ὁ ἄνθρωπος προσανατολίζεται πρὸς τὴν κατεύθυνση αὐτὴν ὁλοκληρώνεται ὡς πρόσωπο καὶ καλλιεργεῖ σωστὲς διαπροσωπικὲς σχέσεις. Ζεῖ τὴν ἀληθινὴ ἀγάπη καὶ γίνεται ἐκφραστής της στὴν καθημερινὴ ζωή. Αὐτὸ φαίνεται δύσκολο, καὶ εἶναι πράγματι δύσκολο ἰδιαίτερα μέσα στὴν σύγχρονη ἐγωκεντρικὴ κοινωνία, γι’ αὐτὸ θεωρεῖται συνήθως ὡς ἔργο τῶν μοναχῶν. Ἡ ἐντολὴ ὅμως τῆς ἀγάπης δὲν ἀπευθύνεται μόνο στοὺς μοναχοὺς ἀλλὰ σὲ ὅλους τοὺς πιστούς.

Ἡ θεσμοποίηση ἑνὸς τέτοιου τρόπου ζωῆς γίνεται δυνατὴ μὲ τὴν αὐτεξούσια συγκατάθεση τῶν ἀνθρώπων καὶ ὄχι μὲ ὁποιονδήποτε ἐξωτερικὸ καταναγκασμό. Ὁ ἐξωτερικὸς καταναγκασμὸς μπορεῖ νὰ ἔχει ὁρισμένα πρόσκαιρα ἀποτελέσματα, ἀλλὰ προκαλεῖ ἀναπόφευκτα ἔντονες ἀντιδράσεις καὶ δημιουργεῖ ἐκρηκτικὲς καταστάσεις. Οἱ νόμοι καὶ οἱ θεσμοὶ μποροῦν νὰ ἐμποδίσουν τὴν ἀκαταστασία ἢ τὴν παρενόχληση τῆς κοινωνικῆς ζωῆς καὶ τῶν διαπροσωπικῶν σχέσεων, ἀδυνατοῦν ὅμως νὰ κατευθύνουν τὶς διαθέσεις τῶν ἀνθρώπων ἢ νὰ ἐμπνεύσουν τὴν ἀγάπη καὶ τὴν καταλλαγὴ στὶς καρδιές τους. Ἀντιθέτως, ἡ Ἐκκλησία μὲ τὴν ἀλήθεια τῶν δογμάτων της προσφέρει στοὺς ἀνθρώπους τὴν δυνατότητα νὰ συλλάβουν τὸ βαθύτερο νόημα τῆς ὑπάρξεώς τους καὶ νὰ ὁλοκληρωθοῦν ὡς πρόσωπα.


1. Βλ. Μ. Βασιλείου, Ὅροι κατὰ πλάτος 2,1,PG 31,908C.

[2]. Βλ. Ματθ. 15,19. Μάρκ. 7,21.

[3]. Ματθ.22,37-39.

[4]. Τὴν ἄμεση σχέση ὀντολογίας καὶ δεοντολογίας ὑπογραμμίζει ἰδιαίτερα ὁ Γέροντας Σωφρόνιος στὰ ἔργα του.

[5]. Α Ἰω.4,7.

[6]. Α΄ Ἰω. 2,3-4.

[7]. Ἑβρ. 1,1.

[8]. Κολ. 1,15.

[9]. Μ. Βασιλείου(;), Ἐπιστολὴ 38,4, PG 32,332D-333A.

[10]. Γιὰ περισσότερα βλ. Ἀρχιμ.Σωφρονίου, Ἄσκησις καὶ θεωρία, Ἔσσεξ Ἀγγλίας 1996, σ. 129 κ.ἑ.

[11]..Ἰω. 17,20.

[12]. Β΄ Κορ. 5,17.

[13]. Βλ.π.χ. Γρηγορίου Παλαμᾶ, Ὁμιλία 5, PG 151,64C.

[14]. Πράξ. 4,33.

[15]. Εὐαγρίου Ποντικοῦ, Περὶ προσευχῆς 121, PG 79,1193B.

[16]. Βλ. Α’ Ἰω.3,14.

[17]. Βλ. Ἀποφθέγματα ἁγίων Γερόντων (περὶ τοῦ ἀββᾶ Ἀπολλῶ), PG 65,136B.

[18]. Βλ. Ἀρχιμ. Σωφρονίου (Σαχάρωφ), Ὁ ἅγιος Σιλουανὸς ὁ Ἀθωνίτης, Ἔσσεξ Ἀγγλίας 102003, σ. 448-450.

[19]. Πληρωτικὰ Θ. Λειτουργίας.

[20]. Α΄ Κορ. 10,24.

[21]. Ματθ. 7,12.

[22]. Βλ. Ἀρχιμ. Σωφρονίου, Ὁ ἅγιος Σιλουανὸς ὁ Ἀθωνίτης, σ. 56.

[23]. .Ἰω. 17, 21.

[24]. Βλ. Archimandrite Sophrony, Parole a la Communaute 72 (2008), σ. 7-8.
πηγή

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 24, 2014

Ἡ φωνὴ ἑνὸς Ἐπισκόπου


+ Μητροπολίτης Νέας  Σμύρνης Χρυσόστομος

(Μήνυμα πρὸς τοὺς νέους, Χριστούγεννα 1985)


Παιδιά μου,

Κι ἐσεῖς κι ἐγὼ σήμερα στεκόμαστε μπροστὰ στὸ πιὸ μεγάλο, τὸ πιὸ συγκλονιστικὸ γεγονὸς τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας: Τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ πάνω στὸ μικρό μας πλανήτη, περιβλημμένου τὴν ἀνθρώπινη σάρκα μας. Ὁ Θεὸς γίνεται ἄνθρωπος γιὰ νὰ κάνει τὸν ἄνθρωπο θεό. Ὁ Θεὸς μπαίνει στὰ μονοπάτια τῆς ἱστορίας γιὰ νὰ ἀλλάξει τὴν ἀνθρώπινη μοῖρα. Ὁ Θεὸς ἔρχεται ἀνάμεσα μας γιὰ νὰ μᾶς προσφέρει τὴν εἰρήνη, νὰ μᾶς πλουτίσει μὲ τὴν ἀγάπη, νὰ μᾶς εὐαγγελιστεῖ τὴ δικαιοσύνη.

Εἶναι πιθανὸ ν' ἀκοῦτε μερικοὶ ἐπιφυλακτικὰ τὴ μαρτυρία μου. Κατανοῶ, ὅσο μοῦ εἶναι δυνατό, μιὰ τέτοια στάση. Κι αὐτὸ γιατί γνωρίζω, ὅτι οἱ λέξεις ἔχασαν τὴ σημασία τους κάτω ἀπὸ μιὰ ἀπίστευτη φθορὰ ἢ μιὰ μεθοδικὴ καπηλεία ποὺ ἔχουν ὑποστεῖ στὶς μέρες μας.

Ἀσφαλῶς γι’ αὐτὸ τὸ πράγμα κι ἐμεῖς οἱ ἐκκλησιαστικοὶ δὲν εἴμαστε ἀμέτοχοι εὐθυνῶν. Ὡστόσο, ἡ σημασία τῆς ἐνανθρώπησης τοῦ Λόγου εἶναι ἀδύνατο ν' ἀγνοηθεῖ. Τὸ Εὐαγγέλιο Ἰησοῦ Χριστοῦ, σφραγισμένο μὲ τὸ αἷμα τῆς σταυρικῆς Του θυσίας, ἐξακολουθεῖ νὰ παραμένει γιὰ ὅλους μας ἡ μεγαλύτερη πρόκληση καὶ ἡ μοναδικὴ ἐλπίδα. Οἱ χριστουγεννιάτικες καμπάνες δὲν σίγησαν. Συνεχίζουν, ἐδῶ καὶ δυὸ χιλιάδες χρόνια, νὰ χτυποῦν γλυκὰ κι ἐλπιδοφόρα...

Ὡς Ἐπίσκοπος τῆς Ἐκκλησίας, κήρυκας τοῦ Εὐαγγελίου τῆς χαρᾶς καὶ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους, ἐπικοινωνῶ σήμερα - μεγάλη μέρα τῆς χριστιανοσύνης - μαζί σας, γιὰ νὰ σᾶς ἐμπιστευθῶ τὴ χριστουγεννιάτικη ἐλπίδα καὶ νὰ σᾶς ἀπευθύνω λόγο πατρικό. Πιστέψτε με, παιδιά μου, εἶναι λόγος ποὺ βγαίνει μέσ' ἀπὸ τὴν καρδιά. Ἐκεῖ βαθιὰ τὸν ἔθρεψε ἢ ἀγάπη καὶ τὸν ξενύχτησε ἡ ἀγωνία...


Παιδιά μου,

Εἶναι κοινοτοπία σήμερα νὰ ἀναφέρεται κάποιος στὴν κρίση τῆς ἐποχῆς καὶ νὰ ἐπισημαίνει τὰ ἀδιέξοδα ποὺ δημιούργησε ὁ πολιτισμός μας. Ἐντούτοις ἡ κρίση αὐτὴ δὲν παύει νὰ εἶναι μιὰ ὀδυνηρὴ πραγματικότητα ποὺ, κι ἂν θὰ τὸ θέλαμε, εἶναι ἀδύνατο νὰ τὴν ἀγνοήσουμε.

Ὁ κίνδυνος ἑνὸς ὀλέθριου παγκοσμίου πολέμου πλανιέται συνεχῶς πάνω ἀπὸ τὰ κεφάλια μας. Οἱ τοπικὲς πολεμικὲς ἑστίες, ἀναμμένες σχεδὸν μόνιμα σὲ διάφορα σημεῖα τοῦ πλανήτη μας, κάνουν νὰ χύνεται καθημερινὰ ἄφθονο ἀνθρώπινο αἷμα καὶ ἀπειλοῦν νὰ προκαλέσουν μιὰ γενικότερη ἀνάφλεξη.

Οἱ πολεμικοὶ ἐξοπλισμοὶ χρόνο μὲ χρόνο αὐξάνουν, ἀπορροφώντας τεράστια ποσά, καὶ οἱ θεατρικὲς συναντήσεις κορυφῆς καὶ οἱ ἀτέλειωτες συνδιασκέψεις γιὰ τὸν ἀφοπλισμὸ καὶ τὴν ὕφεση ἐκεῖνο ποὺ πετυχαίνουν εἶναι ὁ ἐντυπωσιασμὸς τῆς διεθνοῦς κοινῆς γνώμης. Ἴσως καὶ γιὰ τὸ σκοπὸ αὐτὸ καὶ μόνο νὰ γίνονται...

Τὰ διάφορα εἰρηνιστικὰ κινήματα, καπελωμένα συνήθως ἀπὸ τὴν κομματικὴ προπαγάνδα, μᾶς τρέφουν μὲ τὸ σανὸ μιᾶς πληθωρικῆς εἰρηνολογίας, ἐνῶ στὴν πραγματικότητα προωθοῦν δικούς τους ἰδιοτελεῖς στόχους, ἐκμεταλλευόμενα τὰ ὁράματά σας καὶ τὸ νεανικό σας δυναμισμό.

Ἡ πείνα θερίζει καθημερινὰ χιλιάδες συνανθρώπων μας, κυρίως παιδιά, ἐνῶ οἱ προηγμένες - καὶ στὶς περισσότερες περιπτώσεις «χριστιανικὲς» - κοινωνίες παραδέρνονται ἀνάμεσα στὶς συμπληγάδες τῆς καλοπέρασης καὶ τῆς κατανάλωσης. Ἀποτέλεσμα οἱ διάφορες «κρίσεις», οἰκονομικές, ἐνεργειακὲς καὶ ἄλλες, ἡ μόλυνση τοῦ περιβάλλοντος, ὁ κίνδυνος ἐξάντλησης τῶν πρώτων ὑλῶν...

Ἡ ἐλευθερία, ὅ,τι πιὸ πολύτιμο γιὰ τὴν ἀνθρώπινη ὕπαρξη, στραγγαλίζεται βάναυσα καὶ σήμερα κάτω ἀπὸ τυραννικὰ καθεστῶτα ἢ φαλκιδεύεται μέσα ἀπὸ μηχανισμούς, ποὺ τὴν ἀνακάλυψή τους ἀρχικὰ εἴχαμε πανηγυρίσει. Μετὰ ἀπὸ εἴκοσι ὁλόκληρους αἰῶνες χριστιανικῆς μαρτυρίας γιὰ τὴν ἰσότητα καὶ τὴν ἀδερφοσύνη ὅλων τῶν ἀνθρώπων, ἡ ἀνισότητα καὶ οἱ φυλετικὲς διακρίσεις ἐξακολουθοῦν νὰ ὑπάρχουν καὶ νὰ ἀτιμάζουν τὴν ἀνθρώπινη προσωπικότητα.

Ἔχοντας υἱοθετήσει ἕνα τρόπο ζωῆς «ἀπελευθερωμένο - ὅπως θέλουμε αὐτάρεσκα νὰ λέμε - ἀπὸ θρησκευτικὲς προκαταλήψεις καὶ μεταφυσικὲς ἀναστολές», ὁδηγηθήκαμε σὲ κοινωνικὰ σχήματα ποὺ τὰ διέπει ὁ ἀμοραλισμός, ἡ κερδοσκοπία, ἡ ἐκμετάλλευση. Φυσικὰ ἐπακόλουθα ἡ κοινωνικὴ ἀδικία καὶ ἀνισότητα, ποὺ δυναμιτίζουν τὴν ἑνότητα τῆς ἀνθρώπινης κοινότητας μὲ τὶς ἀτελείωτες ταξικὲς συγκρούσεις. Ἀκόμη ἡ φοβερὴ κρίση ἀνεργίας, ποὺ πλήττει ἰδιαίτερα σᾶς τοὺς νέους.

Σὲ μιὰ τόσο δύσκολη ἐποχή, ὅπως ἡ δική μας, ἦταν φυσικὸ νὰ γεννηθοῦν οἱ πιὸ ἀπίθανες ἰδεολογίες καὶ νὰ παρουσιαστοῦν διάφοροι σωτῆρες ἐπαγγελλόμενοι πράματα καὶ θάματα. Ἀποτέλεσμα ὁ ἰδεολογικὸς κορεσμός, ἡ πρωτοφανὴς σύγχυση, ἡ ἀηδία... Παρενέργειες, ὁ μηδενισμὸς καὶ ἡ ἄρνηση, ἡ ἀναρχία καὶ ἡ τρομοκρατία, τὸ θεοποιημένο σέξ, ἡ κόλαση τῶν ναρκωτικῶν...

Οὔτε ἡ ὥρα οὔτε ὁ τόπος ἐδῶ εἶναι ὁ κατάλληλος γιὰ νὰ καταλογίσουμε εὐθύνες στοὺς ὑπαίτιους τῆς κρίσης. Ὡστόσο, δὲν διστάζω νὰ ὁμολογήσω πὼς τὸ πρῶτο μερίδιο εὐθύνης δὲν πέφτει στοὺς δικούς σας ὤμους. Βαραίνει ἐμᾶς τοὺς μεγαλύτερους, καὶ κάποτε θὰ πρέπει νὰ βροῦμε τὸ θάρρος νὰ τὸ ὁμολογήσουμε ὅλοι ταπεινά.

Σήμερα λοιπόν, ποὺ ἐπικοινωνῶ μαζί σας, θὰ ἤθελα νὰ ἀπευθύνω δυὸ λόγια ἀγάπης σὲ σᾶς κυρίως, τὰ νέα παιδιὰ τῆς πατρίδας μας, ποὺ εἶστε τὸ καμάρι καὶ ἡ ἐλπίδα μας.

Ἕνας Ἐπίσκοπος τῆς Ἐκκλησίας μιλώντας στ’ ἀδέρφια του δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ καταθέσει τὴ μαρτυρία τῆς πίστης καὶ νὰ προσφέρει τὴ χαρὰ τῆς ἐλπίδας. Μόνο ὁ Χριστός, παιδιά μου, λυτρώνει τὸν ἄνθρωπο καὶ καταξιώνει τὴν ἀνθρώπινη ἱστορία. Ἕνας πολιτισμὸς ποὺ Τὸν ἀρνεῖται, αὐτοκαταδικάζεται σὲ ἀδιέξοδο καὶ καταστροφή. Εἶναι ἀκριβῶς ἡ ὀδυνηρὴ ἐμπειρία, ποὺ μᾶς παρέχει ὁ σύγχρονος πολιτισμός. Ἡ ὑπέρβαση τῆς κρίσης καὶ ὁ ἐξορκισμὸς τῆς καταστροφῆς περνᾶ ἀπαραίτητα ἀπὸ τὸ μονοπάτι τοῦ Χριστοῦ. Ὁ 21ος αἰώνας ἢ θὰ εἶναι θρησκευτικὸς ἢ δὲν θὰ ὑπάρξει, γιὰ νὰ θυμηθοῦμε τὸν Ἀντρὲ Μαλρώ...

Εἴμαστε ἕνας λαὸς μὲ μιὰ μακρόχρονη ἱστορία καὶ μιὰ πλούσια παράδοση ζυμωμένη μὲ τὰ πιὸ θαυμαστὰ ὑλικά: τὴν ἀξεπέραστη ἑλληνικὴ σκέψη καὶ τὴν ὀρθόδοξη χριστιανικὴ πίστη. Σὲ σᾶς τοὺς νέους πέψτει ὁ κλῆρος νὰ διαφυλάξετε ἀγέραστη κι ἀπαραχάρακτη τὴν ἱστορικὴ μνήμη αὐτοῦ τοῦ τόπου καὶ νὰ κρατήσετε δημιουργικὰ τὸ θησαυρὸ τῆς παράδοσης.

Δὲν εἶναι ἡ παράδοση παράγοντας ἀνασταλτικὸς γιὰ τὴν πρόοδο, ὅπως οἱ διάφοροι Γραικύλοι, κήρυκες ἑνὸς ξενόφερτου καὶ κούφιου προοδευτισμοΰ, διαδίδουν. Εἶναι ἡ ἱστορικὴ αὐτοσυνειδησία καὶ ἡ πολιτιστικὴ ταυτότητα ἑνὸς ἔθνους. Καὶ ἔθνη ποὺ χάνουν τὴν ἱστορική τους μνήμη καὶ ἀποκόπτονται ἀπὸ τὶς πνευματικές τους ρίζες εἶναι καταδικασμένα σὲ ἀφανισμό. Ἀληθινὴ πρόοδος δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρξει χωρὶς τὴ γνώση τῆς ἱστορίας καὶ τὴν ἐμπειρία τῆς παράδοσης. Χωρὶς τὸ χθές, τὸ σήμερα δὲν οἰκοδομεῖται καὶ τὸ αὔριο δὲν ἔρχεται...

Ζώντας κι ἐγώ, ὅπως καὶ ἐσεῖς, σ' αὐτὸ τὸν τόπο, εἶναι φυσικὸ νὰ παρακολουθῶ προσεκτικὰ ὅσα συμβαίνουν γύρω μας. Ἰδιαίτερα στὸ δικό σας χῶρο, τῆς νεολαίας. Καὶ τὸ κάνω ὄχι ἀπὸ ἁπλῆ περιέργεια ἀλλὰ ἀπὸ πολλὴ ἀγάπη καὶ ἀκόμη - ἂς μὴ σᾶς τὸ κρύψω - ἀπὸ ἰδιοσυγκρασία. Ἂν καὶ τὰ χρόνια μου πέρασαν, αἰσθάνομαι ἀκόμη σὰν νέος καὶ θέλω νὰ βρίσκομαι πολὺ κοντά σας.

Τολμῶ, λοιπόν, σήμερα ποὺ ἐπικοινωνῶ μαζί σας, ν' ἀρθρώσω κι ἐγὼ λόγο γιὰ ὅσα παρατηρῶ. Ἕνα λόγο εἰλικρίνειας, ποὺ τὸν ὑπαγορεύει ἀποκλειστικὰ καὶ μόνο ἡ ἀγάπη καὶ ἡ ἀγωνία γιὰ τὸ μέλλον.

Σᾶς κληροδοτήσαμε μιὰ παλιά μας ἀρρώστια. Θὰ τὴν ὀνόμαζα ἐθνικὴ ἀδυναμία. Εἶναι ἡ διαίρεση καὶ τὸ πνεῦμα τοῦ διχασμοῦ. Παιδιά μου, ἐξορκίστε ἀπὸ τὶς ψυχές σας, ἀπὸ κάθε πτυχὴ τῆς ζωῆς τοῦ τόπου μας, αὐτὸ τὸ σαράκι. Διδαχθεῖτε ἀπὸ τὰ δικά μας λάθη, τὸ πρόσφατο καὶ τὸ ἀπώτερο παρελθόν. Εἶναι ἀφάνταστα περισσότερα ἐκεῖνα ποὺ μᾶς ἑνώνουν, παρὰ αὐτὰ ποὺ μᾶς διαιροῦν. Τοὺς μεγάλους κινδύνους ποὺ ἀπειλοῦν τὴν ἐθνική μας ὑπόσταση μόνο ἑνωμένοι θὰ μπορέσουμε νὰ τοὺς ἀντιμετωπίσουμε. Ἡ προκοπὴ καὶ τὸ καλό τοῦ τόπου μας προϋποθέτει ἑνότητα καὶ πνεῦμα ἀδερφοσύνης. Σεῖς οἱ νέοι, γίνετε οἱ κήρυκες καὶ οἱ ἐνσαρκωτές τῆς ἑνότητας, παραμερίζοντας κάθε τι ποὺ σᾶς διαιρεῖ.

Ἀσφαλῶς πρόοδος χωρὶς κριτικὴ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρξει. Ἀλλὰ καὶ κριτική, τυφλὴ καὶ παθιασμένη, ποὺ ἰσοπεδώνει τὰ πάντα, χωρὶς νὰ προσφέρει κάτι τὸ θετικό, εἶναι ἐπικίνδυνη. Ὄχι, λοιπόν, κριτικὴ γιὰ τὴν κριτική. Υἱοθετῆστε στάση ὑπεύθυνη καὶ διοχετεύσατε τὴ νεανική σας ὁρμὴ σὲ προσπάθειες δημιουργικές.

Εἶναι σίγουρο πὼς δὲν σᾶς ἑτοιμάσαμε μιὰ ἰδανικὴ κοινωνία. Καλεῖστε νὰ ζήσετε μέσα σὲ σχήματα καὶ συνθῆκες, ποὺ πρέπει νὰ βελτιωθοῦν ἢ ἀκόμη καὶ νὰ ἀλλάξουν ριζικά. Πῶς θὰ γίνει κάτι τέτοιο; Τολμῶ νὰ τὸ πῶ, κι ἂς μὴν ἀκούεται ὁ λόγος μου εὐχάριστα: Ὄχι μὲ βίαιες συγκρούσεις καὶ ἐξαλλοσύνες ἄλλα μέσα ἀπὸ δημοκρατικὲς διαδικασίες, τὸ διάλογο, τὴ γόνιμη ἰδεολογικὴ ζύμωση. Ὄχι καταστρέφοντας ὅ,τι βρεθεῖ μπροστά σας, ἀλλὰ οἰκοδομώντας ὑπεύθυνα καὶ ὑπομονετικὰ τὸ καλύτερο καὶ τὸ καινούργιο, ποὺ θὰ ἀντικαταστήσει τὸ χειρότερο καὶ τὸ ξεπερασμένο.

Ἡ ἀγάπη μᾶς ὁπλίζει μὲ τόλμη. Γι’ αὐτὸ κι ἐγὼ τολμῶ ν’ ἀπευθυνθῶ σήμερα καὶ σὲ σᾶς, τὰ παιδιὰ τῶν «Ἐξαρχείων». Τὸ περιθώριο, παιδιά μου, δὲν εἶναι λύση. Εἶναι αὐτοκαταδίκη. Ἡ ἀναρχία δὲν εἶναι ἔκφραση οὔτε καὶ διαμαρτυρία, ἀλλὰ σκοτεινὸς λαβύρινθος ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἄβυσσο τῆς καταστροφῆς. Ξυπνῆστε, λοιπόν, ἀπὸ τὸ λήθαργο, στὸν ὁποῖο περιπέσατε. Βγεῖτε ἀπὸ ὁποιοδήποτε γκέτο στὸ φῶς. Σκεφθεῖτε ὥριμα καὶ ἐνεργῆστε ψύχραιμα καὶ συνετά. Ὁ τόπος αὐτὸς εἶναι καὶ δικός σας. Μὴ λησμονεῖτε πὼς γιὰ τὴν ὅποια τύχη του ἔχετε καὶ σεῖς εὐθύνη. Ἡ ἱστορία πρέπει νὰ πάει μπροστά!


Παιδιά μου,

Ἀπὸ τὰ βάθη τῆς καρδίας μου σᾶς εὔχομαι ὁ Χριστός μας, ποὺ τὴ γέννησή Του γιορτάζουμε σήμερα, νὰ σᾶς φωτίζει καὶ νὰ καθοδηγεῖ τὴν πορεία σας στὸ καλὸ καὶ στὴν προκοπή.

Ὁ Ἐπίσκοπός σας

Ὁ Νέας Σμύρνης ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ



πηγή

Δευτέρα, Οκτωβρίου 27, 2014

Η παγίδα του πολιτικού γάμου....


Όταν πριν από 30 περίπου χρόνια ψηφίστηκε το οικογενειακό δίκαιο, που ισχύει και σήμερα, και σ' αυτό συμπεριελήφθησαν η καθιέρωση του πολιτικού γάμου και του συναινετικού διαζυγίου, τότε πολλοί μίλησαν για παγίδα και για επικίνδυνες εξελίξεις για τον θεσμό της οικογένειας. Σήμερα ο πολιτικός γάμος θεωρείται ένα δεδομένο και πολλοί ακόμη και Χριστιανοί σπεύδουν να τελέσουν αυτή την τελετή για να επικυρώσουν τυπικά τη συμβίωσή τους. Μερικοί απ' αυτούς αργότερα τελούν θρησκευτικό Γάμο, πολλές φορές μαζί με τη Βάπτιση των παιδιών τους.



Για να συζητήσουμε αυτό το φαινόμενο και τις επιπτώσεις του στη ζωή των ζευγαριών και γενικότερα της κοινωνίας μας, σας μεταφέρω μερικές δημοσιεύσεις από άλλα Χριστιανικά forums χωρίς όμως τα ονόματα των μελών που τα δημοσίευσαν:

Παιδιά έχω κάτι που με βασανίζει γενικά αλλά πιο έντονα εδώ και καποιες ώρες και θέλω να μου πείτε και εσεις την γνώμη σας.
Πριν απο λίγο έμαθα ότι η ξαδέρφη μου είναι έγκυος(η χαρά μου ήταν μεγαλη)και ότι θα παντρευτουν με πολιτικό(μου έπεσαν τα μούτρα, στεναχωρέθηκα)
Δεν ξέρω αλλά πρόχθες είχα μια συζητησει με τον αδερφό μου και συμφώνησε και ο πατέρας μου, πιστευω ότι όση παντρευονται με πολιτικό ειναι κατα κάποιο τρόπο καταραμένοι(συνχωρεστεμαι αν είναι πολύ βαρή αυτό,δεν ξέρω πως αλλιώς να το πω)δεν έχουμε λεφτα , να δεν προλαβαινουμε, να για να πάρουμε δάνειο, να το ένα να το άλλο , ενώ για θρησκευτικό κανείς δεν σκέφτεται την Ευλογία που παιρνει, μόνο τα χρήματα που θα ξοδέψει λες και είναι υποχρεομένος να τα κάνει όλα αυτά, τελος πάντων , δεν ξέρω πώς να την αποτρέψω από αυτό το πράγμα, να πείς ότι έχουν και οικονομικά προβλήματα πάει στην ευχή αλλά αυτοι ειναι μια χαρά, βλέπω γύρω μου όσα ζευγαρια είναι με πολιτικό κανένα ευτιχισμένο κάποιο πρόβλήμα, θα μου πείτε και ζευγάρια πού παντρευτηκαν με θρησκευτικό δεν είναι ευτηχισμένα, αλλά η ουσία είναι τι μπορώ να της πώ για να την αποτρέψω απο αυτό το κακό?

Ενας φίλος μου ετέλεσε πολτικό γάμο (ατυχή) απο τον οποίο χώρισε χωρίς να προλάβει να νυμφευθεί και θρησκευτικά.

Με την τωρινή κοπέλα του σκοπεύουν να παντρευτούν. Εκείνη δεν έχει παντρευτεί ποτέ πρίν. Το ερώτημα είναι -για όσους γνωρίζουν- η εκκλησία θα τους διαβάσει την ακολουθία του (πρώτου) γάμου ή την ακολουθία εις δίγαμον;"

Συγγενικό μου ζευγάρι με πολιτικο γάμο ενωμένο(για επαγγελματικους λόγους) και με ενα αβαπτιστο παιδι ενω σκεφτόταν να τελέσουν θρησκευτικό γαμο και βαπτίση την ίδια μέρα αποφάσισαν εν τέλη να τελέσουν μόνο το μυστήριο της βάπτισης , προφασιζομενοι τα υπέρογκα έξοδα που θα δημιουργούνταν.
Δυστυχώς η προτροπή μου μέσω των κοντινων συγγενων της νύφης να τελέσουν τουλάχιστον ενα κλειστο γάμο πριν δεν φαίνεται να την αποδέχεται κανείς .Δεν ξέρω τι αλλο μπορώ να κάνω και τι να τους πω.Το να πάρω μια παθητική στάση και να μην μιλήσω με κάνει συμμέτοχο, πράγμα που δεν θα επιθυμούσα.Παρακαλώ τις συμβουλές σας.

καλημερα σε ολους. τελευταια εχω μια συγκρουση με καποια ατομα σχετικα με το αν ειναι σωστο να κανουμε πολιτικο γαμο η οχι. αλλοι μου λενε οτι εε δεν πειραζει, κ τι εγινε?? σιγα μετα κανεις κ θρησκευτικο. εγω μεσα μου ξερω οτι ειναι αμρτια. πρεπει να γινετε μονο θρησκευτικος αλλα δενε χω επιχειρηματα. το μονο που ειπα ειναι ε αν ειναι οταν πεθανει καποιος δικος σας πατε στον δημαρχο να τον θαψει!!! θελω επιχειρηματολογια γι αν μπορω να απανταω !!!κ να υπερασπιστω τη θρησκεια μου! περιμενω...ευχαριστω

Ο πολιτικός γάμος δεν είναι Γάμος, αλλά μια νομική πράξη. Για το κράτος είσαι παντρεμένος/νη με όλες τις σχετικές υποχρεώσεις, αλλά για το Θεό και την Εκκλησία δεν είσαι παντρεμένος με αποτέλεσμα να μην έχεις τη βοήθεια της Θείας Χάριτος στην αντιμετώπιση των δυσκολιών του Γάμου. Επί πλέον οι σχέσεις μεταξύ των "συζύγων" αντιμετωπίζονται από την Εκκλησία σαν εκτός Γάμου σχέσεις (πορνεία).

Τον πολιτικό γάμο, όσοι τον επιλέγουν, το κάνουν για 2 κυρίως λόγους:

1. Λόγω πεποιθήσεων. Δηλαδή δεν πιστεύουν και γι αυτό δεν θέλουν να έχουν καμιά σχέση με την Εκκλησία. Αυτοί κατά τη γνώμη μου πολύ καλά κάνουν.

2. Για λόγους βιασύνης και κόστους. Αυτοί έχουν συνδέσει στο μυαλό τους τον θρησκευτικό Γάμο με νυφικά, λαμπάδες, μπομπονιέρες, γλέντι, δώρο στους κουμπάρους κλπ, δηλαδή πολλά έξοδα. Έχουν χάσει επομένως την ουσία και θυμούνται μόνο τον περίγυρο. Αυτοί συνήθως κάνουν και θρησκευτικό Γάμο αργότερα, όμως ούτε και τότε νοιώθουν την ουσία του Μυστηρίου. Αυτούς τους ανθρώπους αξίζει τον κόπο να προσπαθήσουμε να τους μεταπείσουμε. Αν τα καταφέρουμε καλώς, αλλιώς ο καθένας είναι υπεύθυνος για τις πράξεις του.

Οι περισσότεροι, που κάνουν πολιτικό γάμο κι αργότερα θρησκευτικό, το κάνουν με τη δικαιολογία, ότι, ενώ χρειάζονται τη ληξιαρχική πράξη για πρακτικούς λόγους (οικογενειακό επίδομα, κοινωνική ασφάλιση, στεγαστικό δάνειο κλπ) ή ακόμη χειρότερα επειδή προέκυψε κάποια εγκυμοσύνη, δεν είναι ακόμη "έτοιμοι" για Γάμο.

Τι σημαίνει όμως έτοιμοι για Γάμο. Συνήθως εννοούν ότι δεν είναι έτοιμοι:
- να κάνουν ένα Γάμο με εκατοντάδες καλεσμένους, που συνοδεύεται από ένα πολυέξοδο γλέντι,
- δεν έχουν σίγουρη δουλειά και οι δύο,
- δεν έχουν έτοιμο ένα πλήρως εξοπλισμένο σπίτι κατά προτίμηση ιδιόκτητο.

Όμως για το Χριστιανό η πρώτη προτεραιότητα της ζωής του είναι να τηρεί το θέλημα του Θεού και το θέλημα του Θεού στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι, αν θέλουν να κάνουν ζωή παντρεμένων, να ευλογήσουν την ένωσή του με το Μυστήριο του Γάμου. Έτσι θα έχουν τη βοήθεια της Θείας Χάριτος στην προσπάθειά τους. Αν δεν είναι όλα έτοιμα ή τέλεια δεν πρέπει να ξεχνούν, ότι για το Θεό είναι όλα δυνατά, κι αν ο άνθρωπος αγωνίζεται για τη Βασιλεία των Ουρανών, τηρώντας το θέλημα του Θεού, τότε κι Εκείνος δίνει αυτά που είναι απαραίτητα.

Ούτε οι τυχόν κανόνες, ούτε η άρνηση της Εκκλησίας να βαφτίσει τα παιδιά (σε ορισμένες μόνο Μητροπόλεις), είναι η μεγαλύτερη τιμωρία γι αυτούς που επιλέγουν τον πολιτικό Γάμο. Αλλά ποια είναι; Μα το ότι δεν έχουν τη βοήθεια του Θεού για ν' αντιμετωπίσουν της δυσκολίες του Γάμου, που ούτως ή άλλως θα έλθουν.

Έχουμε πει και άλλοτε, όποιος παντρεύεται νομίζοντας ότι θα έχει "βίον ανθόσπαρτον", κάνει λάθος και θα πρέπει να το ξανασκεφτεί. Αυτό συμβαίνει όχι επειδή παντρεύεται, αλλά επειδή ούτως η άλλως η ζωή μας έχει δυσκολίες, στις οποίες προστίθενται και οι επιπλοκές μιας πολύ στενής σχέσης με την/τον σύντροφο μας, τα παιδιά μας και τον υπόλοιπο οικογενειακό περίγυρο.

Όποιος νομίζει ότι μπορεί να ζήσει σ' αυτή τη ζωή χωρίς τη βοήθεια του Θεού, μπορεί να κάνει ότι είδους Γάμο θέλει. Όποιος όμως αισθάνεται ότι χρειάζεται σε κάθε του βήμα τη βοήθεια του Θεού, δεν έχει νόημα να προχωρήσει στο σοβαρότερο βήμα της ζωής του χωρίς την ευλογία του Θεού.

stratis έγραψε:Tο ακόμη χειρότερο και θεομπαιχτικό είναι η ταυτόχρονη τέλεση γάμου και βάπτισης! Αλλά από τη στιγμή που υπάρχουν ιερείς που τελούν τα Μυστήρια αυτά την ίδια στιγμή τι να πούμε εμείς! Εκτός αν όλοι μετανόησαν για τον προηγούμενο βίο τους και ξαφνικά επανήλθαν.


Χτες μας αξίωσε ο Θεός (τη σύζυγό μου Μαρία κι εμένα), με την ευλογία του Πνευματικού μας, που επισκεφθήκαμε πριν από το Γάμο μαζί με τους νεόνυμφους, να παντρέψουμε ένα νέο ζευγάρι και αμέσως μετά να βαφτίσουμε και το παιδί τους.

Τα παιδιά έχουν τεράστιες οικονομικές δυσκολίες, αλλά αποφάσισαν να τελέσουν ένα απλό Γάμο προκειμένου να τακτοποιήσουν αυτή την ουσιαστική πνευματική εκκρεμότητα και να κάνουν το παιδί τους μέλος της Εκκλησίας.

Βεβαίως ο ιερέας πολύ καλά έκανε και τέλεσε τα δύο Μυστήρια, επειδή έστω και καθυστερημένα τα πράγματα μπήκαν στη θέση τους. Η τέλεση του Μυστηρίου του Γάμου, που ακολουθείται από τη Βάπτιση του παιδιού, δυστυχώς είναι συχνή στις μέρες μας, αλλά είναι η αναγκαία λύση ενός υπαρκτού προβλήματος και όχι το ίδιο το πρόβλημα.

Αν όλα γίνουν με τις οδηγίες ενός διακριτικού Πνευματικού, το ζευγάρι έχει την ευκαιρία να κάνει μια νέα Πνευματική αρχή στη ζωή τους και στην ζωή των παιδιών τους.

Να ευχόμαστε όλοι οι δοκιμαζόμενοι από τις δυσκολίες του κόσμου τούτου, που απομακρύνθηκαν προσωρινά από το Θεό και την Εκκλησία να βρουν γρήγορα τον δρόμο της επιστροφή κι εμείς να έχουμε ανοιχτή αγκαλιά για να τους υποδεχτούμε, όπως ο στοργικός Πατέρας της παραβολής του Ασώτου (και όχι όπως ο αδελφός της ίδιας παραβολής).
 
Πολιτικός ή θρησκευτικός γάμος; Το ψευτοδίλλημα της κρίσης!
Συζητοῦσα μέ μιά ὁμάδα νέων γιά τό θέμα τοῦ γάμου, ἐξ ἀφορμῆς τοῦ προγραμματισμένου γάμου μιᾶς ἀπό τίς κοπέλες τῆς παρέας. Ἡ κουβέντα ξεκίνησε ὅταν ἡ κοπέλα ἀνακοίνωσε ὅτι παντρεύεται τόν ἄλλο μήνα, μέ πολιτικό ὅμως γάμο. Ἕνας νεαρός ἐπεσήμανε ὅτι οἱ πολιτικοί γάμοι ἔχουν πολλαπλασιαστεῖ ἐνῶ οἱ θρησκευτικοί γάμοι ἀποφεύγονται. «Πολλοί φίλοι καί γνωστοί μου παντρεύονται μέ πολιτικό γάμο, γιατί ἄραγε;» σχολίασε. Ἡ κοπέλα ἀπάντησε ἀμέσως ὅτι ὁ θρησκευτικός γάμος κοστίζει πάρα πολλά χρήματα ἐνῶ ὁ πολιτικός κοστίζει ἐλάχιστα. «Τόσα πολλά χρήματά σου ζήτησε ἡ Ἐκκλησία;» ρώτησα κι ἐγώ. «Ὄχι», ἔσπευσε νά διορθώσει ἡ κοπέλα.

«Τό τραπέζι πού ἀκολουθεῖ κοστίζει τά χρήματα!» Ἔχει ἐπικρατήσει λοιπόν, ἕνα κοινωνικό συμβόλαιο σύμφωνα μέ τό ὁποῖο οἱ νέοι μποροῦν νά παντρεύονται στό Δημαρχεῖο χωρίς νά τούς κοστίζει τίποτε, ἐνῶ ἄν παντρευτοῦν στήν Ἐκκλησία θά πρέπει νά ἔχουν πολλά χρήματα νά διαθέσουν, διότι βγαίνοντας ἀπό τήν Ἐκκλησία πρέπει νά τραπεζώσουν ὅλους τους συγγενεῖς! Δέν μπορεῖ νά μήν ἀναρωτηθεῖ κανείς, μέ πόση εὐκολία ἀποδέχθηκε ἡ σημερινή κοινωνία αὐτήν τήν παραδοχή, ἡ ὁποία εἶναι παντελῶς παράλογη; Καί εἶναι παράλογη διότι δέ νομίζω νά στέκει στή λογική ἑνός νοήμονος ἀνθρώπου ἡ ἄποψη ὅτι ἄν παντρευτεῖς στήν Ἐκκλησία πρέπει νά κάνεις μεγάλα τραπέζια, ἐνῶ ἄν παντρευτεῖς στό Δημαρχεῖο θά καλέσεις λίγους καί καλούς, χωρίς μεγάλο κόστος! Γιατί δηλαδή, νά μήν καλέσεις λίγους καί καλούς στήν Ἐκκλησία; Σέ στέλνει κανένας ἱερέας σέ τραπέζια; Τό τραπέζι τί σχέση ἔχει μέ τό Μυστήριο τοῦ Γάμου; Ἀποτελεῖ προϋπόθεση γιά νά παντρευτοῦν οἱ ἄνθρωποι; Τό ὁρίζει ἡ Ἐκκλησία; Ὄχι! Ἄν τό ὅριζε ἡ Ἐκκλησία δέν θά τό ἀκολουθοῦσε κανείς!

Ἐδῶ εἶναι τό πρόβλημα τῆς ἐποχῆς μας! Ὅ,τι ὁρίζει ὁ Ἱερός Νόμος, τό ὁποῖο εἶναι πρός οἰκοδομήν τοῦ ἀνθρώπου, ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος τό ἀπορρίπτει καί τό θεωρεῖ ὀπισθοδρομικό. Αὐτά ὅμως πού ὁρίζουν οἱ ἄγραφοι κοινωνικοί νόμοι, ὅσο παράλογα κι ἄν εἶναι, τά τηροῦν οἱ ἄνθρωποι μέ εὐλάβεια!! Θεωρεῖται πιό σημαντικό στή σημερινή μας κοινωνία νά κάνουν οἱ νεόνυμφοι μεγάλα τραπέζια καί γλέντια, νά ξοδεύουν περιουσίες καί νά καλοῦν ὅλους τούς συγγενεῖς, τούς ὁποίους στήν πλειοψηφία τους δέν θά τούς ξανασυναντήσουν στή ζωή τους, παρά νά ἀκολουθήσουν τόν ἀσφαλῆ καί ἐγγυημένο λόγο τῆς Ἐκκλησίας πού εὔχεται μέ ἀληθινή ἀγάπη γιά τούς ἀνθρώπους: «...Διαφύλαξον αὐτούς, Κύριε ὁ Θεός ἠμῶν, ὡς διεφύλαξας τούς ἁγίους τρεῖς Παίδας ἐκ τοῦ πυρός, καταπέμψας αὐτοῖς δρόσον οὐρανόθεν· καί ἔλθοι ἐπ’ αὐτούς ἡ χαρά ἐκείνη, ἥν ἔσχεν ἡ μακαρία Ἑλένη, ὅτε εὗρε τόν Τίμιον Σταυρόν..» Τό κοινωνικό συμβόλαιο, ὅσο κι ἄν δυσκολεύει τή ζωή τῶν ἀνθρώπων, γίνεται ἀποδεκτό ἀπό ὅλους, χωρίς δεύτερη σκέψη, ἐνῶ ὁ Ἱερός Νόμος τῆς Ἐκκλησίας πού ἐξασφαλίζει καί εὐλογεῖ τή ζωή τῶν ἀνθρώπων θεωρεῖται ὀπισθοδρομικός καί ξεπερασμένος!

Πῶς διαμορφώνονται ἄραγε αὐτές οἱ κοινωνικές ἀντιλήψεις; Καί μέ πόση εὐκολία τίς ἀποδέχεται ὁ δῆθεν σκεπτόμενος σύγχρονος ἄνθρωπος; Πόση εὐθύνη ἔχουμε ἐμεῖς οἱ γονεῖς, πού ἀνατρέφουμε τά παιδιά μας μέ αὐτά τά στερεότυπα, ὑποχρεώνοντάς τα νά τά ἀποδέχονται χωρίς δεύτερη σκέψη; Ἐπιβάλλουμε στά παιδιά τήν ἄποψη ὅτι οἱ συγγενεῖς κατά σάρκα εἶναι πολύ σημαντικοί στή ζωή τους, ἄσχετα ἐάν δέν ἔχουν καμμία σχέση μεταξύ τους, ἄσχετα μέ τό ἄν ἔχουν ἄλλες νοοτροπίες, ἄλλα πιστεύματα, ἄλλη θεώρηση γιά τή ζωή. Ἐπειδή καί μόνο εἶναι συγγενεῖς ὀφείλουν τά παιδιά νά τούς συγκεντρώσουν ὅλους γύρω ἀπό ἕνα τραπέζι καί μετά… ἄς μήν τούς ξαναδοῦν ποτέ! Αὐτό, βέβαια, θά πρέπει νά τό ἐπαναλάβουν καί στή βάπτιση τῶν παιδιῶν τους καί γι’ αὐτό θά προσανατολιστεῖ ἡ σύγχρονη κοινωνία σέ λίγο νά καταργήσει τό Μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος καί νά τό ἀντικαταστήσει μέ τήν τελετή ὀνοματοδοσίας στό Δημαρχεῖο!

Μέ πόσο ὕπουλο καί δόλιο τρόπο καθιερώνεται στήν Πατρίδα μας ἡ ἀποστασία ἀπό τήν Ἐκκλησία, ἡ ἀπομάκρυνση ἀπό τήν ἀληθινή Ζωή καί ἐμεῖς, οἱ ὑποτιθέμενοι Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες, μέ πόση ἀφέλεια καί χωρίς καθόλου ἀντιστάσεις ἔχουμε παραδοθεῖ στόν παραλογισμό τῆς ἐποχῆς μας!! Οἱ ἀντιστάσεις μας καί ἡ ἀντίδρασή μας ἐξαντλοῦνται μόνο πρός τόν λόγο τῆς Ἐκκλησίας, τήν ὁποία θέλουμε νά ἐξαφανίσουμε ἀπό τήν Πατρίδα μας. Αὐτή θεωροῦμε ὅτι εἶναι ὀπισθοδρομική καί ξεπερασμένη! Οἱ σύγχρονες πεποιθήσεις μας, ὅμως, ὅσο παράλογες καί ἄν εἶναι, εἶναι κατά τήν κρίση μᾶς γνήσιες καί ἀληθινές! Πόσος ἀκόμη παραλογισμός χωράει στήν ἐποχή μας;

Μαρίνα Διαμαντῆ, Περιοδικό "Ενοριακή Ευλογία" - τεύχος 138

http://www.inagiounikolaoutouneou.gr
Με πρόσχημα την κρίση όλο και περισσότερα ζευγάρια προτιμούν τον πολιτικό γάμο...κακώς βέβαια κατά τη γνώμη μου.
Θεωρώ πιο σημαντικό απ' όλα το μυστήριο και όχι το γλέντι. Μερικοί θέλουν όμως και για το "θεαθήναι" γλέντια. Μέχρι και δάνεια παίρνουν κάποιοι για να μπορούν να κάνουν γλέντι για τα παιδιά τους. Λες και αυτό είναι το πιο σημαντικό σε έναν γάμο!!!
Τί είναι λοιπόν πιο σημαντικό...να κάνεις έναν ευλογημένο γάμο με την ευχή της εκκλησίας ή να κάνεις έναν απλό γάμο στο δημαρχείο;
Δυστυχώς έχουν οι νέοι σήμερα άγνοια πάνω σε αυτό το θέμα.....
Μπορεί να έχει κανείς πίστη όχι μόνο σαν ένα "κόκκον σινάπεως" αλλά σαν ένα κιλό σινάπι. Εάν όμως δεν έχει και ανάλογη ταπείνωση, δεν ενεργεί ο Θεός, γιατί δεν θα τον ωφελήσει. Όταν υπάρχει υπερηφάνεια, δεν ενεργεί η πίστη.
Γέροντας Παΐσιος
Άβαταρ μέλους


ΦΩΤΕΙΝΗ έγραψε:Δυστυχώς έχουν οι νέοι σήμερα άγνοια πάνω σε αυτό το θέμα.....

Και οι μεγαλύτεροι ακόμα περισσότερη, η επίδειξη δυστυχώς δεν «κοιτάζει» ηλικία.
«ὃς δ' ἂν εἲπῃ τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ, ῥακά, ἒνοχος ἒσται τῷ συνεδρίῳ»
Κατά Ματθαῖον, Κεφ. 5, 22
 
 
Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.

Καριέρες ανθρωπισμού!





Έρχονται εξαθλιωμένοι και φοβισμένοι οι πρόσφυγες από τις εμπόλεμες χώρες τους και κάποιοι στήνουν καριέρες ανθρωπισμού, ιδεολογικά μοντέλα, στάσεις ζωής, διοικητικές θέσεις πάνω στην εξαθλίωση τους. 

Στο σημείο αυτό η υπόθεση μοιάζει με αυτήν των ναρκομανών. Όλοι κόπτονται με περισσή ευαισθησία για την περίπτωση τους, αλλά και όλοι αυτοί από τον δικαστικό, τον χωροφύλακα και τον κοινωνικό λειτουργό, έως τον δικηγόρο και τον θεραπευτή προσεύχονται στον χαμωθεό τους να διαρκέσει διηνεκώς αυτή η κατάσταση για να έχουνε ψωμί να τρώνε, αν δεν συμβάλουν και από πάνω στο διηνεκές της περιπτωσεως.

Η προστυχιά δεν φαίνεται με την πρώτη ματιά, γιατί όταν ο άλλος χρησιμοποιεί συγκινητικές ανθρωπιστικές εκφράσεις βίου και λόγου, το πόπολο τις εισπράττει για φτερούγες αγγέλων . Ενώ ο ρατσιστής και ο τραμπούκος λόγω ακροτήτων γίνονται άμεσα ορατοί και μισητοί.

Αυτούς πάντως τους θεωρώ χυδαιότερους από τον ρατσιστή. Γιατί ο ρατσιστής έχει έλλειψη παιδείας συνήθως, προέρχεται από τα κατώτερα στρώματα, έχει επίσης ψυχολογικά θέματα πολλές φορές. Ενώ αυτοί οι κύριοι έχουν ένα κάποιο μορφωτικό επίπεδο και προέρχονται συνήθως από την κοινότυπη αθλιότητα που λέγεται μικροαστική τάξη. Ναι, λέγω αθλιότητα, γιατί  στο σημείο αυτό είμαι και εγώ ρατσιστής απέναντι τους. Με αυτούς τους αρχοντοχωριάτες υποκριτές.Και πιό πολύ με εξοργίζει πώς αυτοί οι υποκριτές, έχουν και ένα πατερναλιστικό ύφος ξερόλα και εξουσιαστικού σνομπιστή και έναν ευερέθιστο ψυχισμό απέναντι σε όλους τους άλλους, πού σπάει κόκκαλα.

Σαφώς και τους απεχθάνομαι. 

Τον ρατσιστή μπορεί να τον λυπηθώ ακόμα. Αυτούς όχι. 

Με εξοργίζουν. Με εξοργίζει πώς ο επαγγελματικός ανθρωπισμός και καριερίστικος αντιρατσισμός εκτονώνει την φιλάνθρωπη ασέλγεια του πάνω στα πτώματα των προσφύγων με κάθε νόμιμο και ηθικό τρόπο. 

Αυτό δεν μπορώ να το ανεκτώ , ούτε σαν χριστιανός, ούτε σαν άνθρωπος.

Η υποκρισία δεν άφησε αδιάφορο τον ίδιο τον Χριστό ακόμα, πού ήταν ευσπλαχνικός απέναντι στους μεγαλύτερους αμαρτωλούς. Αγίους αμαρτωλούς θα έλεγα, γιατί η εμπάθεια τους είχε τουλάχιστον  μια ταπείνωση και ανθρωπινότητα. 

Αυτοί όχι. Είναι συνειδητά χυδαίοι!

πηγή

Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 15, 2014

Οι ενάρετοι κληρικοί και οι κληρικοί που θέλουν κάποιοι χριστιανοί.

Οι ενάρετοι κληρικοί και οι κληρικοί που θέλουν κάποιοι χριστιανοί
Tο μεγαλύτερο μέρος της κακοδαιμονίας που μαστίζει την εκκλησιαστική μας ζωή σήμερα οφείλεται στη διαστροφή της εκκλησιαστικής μας παραδόσεως, που είχε σαν συνέπεια τη διαστροφή του ήθους του λαού μας. σαν αποτέλεσμα αυτής της διαστροφής, το τωρινό μας ήθος είναι έκφραση μιας θρησκευτικής παραδόσεως ξένης και συχνά αντίθετης προς τη δική μας εκκλησιαστική παράδοση.
Μία περιοχή της εκκλησιαστικής μας παραδόσεως, της οποίας η διαστροφή έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στη σημερινή κακοδαιμονία της εκκλησιαστικής μας ζωής, είναι η περί ιερωσύνης διδασκαλία της Εκκλησίας μας.

Οι μισσιονάριοι, που έδρασαν πριν και μετά την Επανάσταση στο χώρο μας, σαν γνήσιοι προτεστάντες, πίστευαν ότι η προσφορά του κληρικού εξαρτάται αποκλειστικά από τις προσωπικές του ικανότητες. Με άλλα λόγια και σ’ αυτό το θέμα εφήρμοζαν, και συνεχίζουν βέβαια να εφαρμόζουν, τις ανθρωποκεντρικές τους πεποιθήσεις, που σε τελική ανάλυση είναι έκφραση μιας στυγνής ειδωλολατρίας, αφού καταργούν ουσιαστικά το Θεό και τον υποκαθιστούν με τον άνθρωπο.
Με βάση πάντως αυτές τις αντιλήψεις τους, οι προτεστάντες μισσιονάριοι, μετρούσαν την προσφορά των κληρικών με το μέτρο των προσωπικών τους ανθρωπίνων επιτευγμάτων, όπως η διαλεκτική σοφία, η εξωτερική ευσέβεια και πολύ συχνά η αγγλοσαξονική ευπρέπεια, που στο δικό τους σύστημα αξιών είχε πρωτεύουσα θέση.
Οι αντιλήψεις αυτές των προτεσταντών μισσιοναρίων επηρέασαν βαθειά το ήθος του λαού μας, επειδή κυρίως τις αποδέχτηκαν με φανατισμό οι διανοούμενοί μας. Αυτοί άρχισαν να ντρέπονται για τους κληρικούς μας που δεν μιλούσαν με το «σεις» και με το «σας», που έτρωγαν σκόρδο, που δεν χρησιμοποιούσαν το «μανδάμ» όταν απευθύνοντο στις….κυρίες και, προπαντός, που δεν ήξεραν να χρησιμοποιούν τη μάσκα της αγγλοσαξονικής ευπρέπειας για να κρύβουν την ανθρώπινή τους κατάντια.
Οι αντιλήψεις αυτές, που επιβάλλουν στην ανθρώπινη εμπειρία μία ολότελα ανυποψίαστη ειδωλολατρία, διαμόρφωσαν το ήθος μας έτσι, που τώρα οι πιο πολλοί από μας να έχουμε χάσει κάθε ελπίδα, επειδή τα είδωλα πια δεν πείθουν, και μερικοί «ευσεβείς» να αναζητούμε ακόμη κάποιον «καλό κληρικό» που κάνει «καλή λειτουργία», «καλό ευχέλαιο» ή που είναι «ενάρετος», για να βεβαιωθούμε ότι δεν έχουν χαθεί όλα και να αισθανθούμε ανακούφιση.
Μάλιστα, για την καλλιέργεια αυτού του κλίματος εδημιουργήθη ένα ολόκληρο κίνημα, που διέθετε, και ακόμη διαθέτει, διαπρεπείς και φλογερούς προφήτες, που, ευχαριστημένοι οι ίδιοι που περιελαμβάνοντο ή που περιλαμβάνονται στη χορεία των «καλών», προσέφεραν και συνεχίζουν να προσφέρουν με…ταπεινή αυταρέσκεια τον εαυτό τους, για να τον λατρέψουν τα πλήθη και εκφράζουν την ασυγκράτητη αποστροφή τους για όλους αυτούς, τους…ανάξιους κληρικούς, που η ύπαρξή τους αμαυρώνει τη λάμψη της δικής τους υπεροχής.
Η σωτηρία μας δεν οφείλεται ασφαλώς ούτε στα ανθρώπινα ούτε στους ανθρώπους. Τη Βασιλεία του Θεού τη δημιούργησε ο Θεός και Εκείνος την προσφέρει στον άνθρωπο. Δεν τη δημιουργεί και δεν την προσφέρει σ’ αυτόν ο κληρικός. Όμως ο κληρικός μπορεί να διευκολύνει ή να παρεμποδίσει την είσοδό του σ’ αυτήν, όπως έκαναν οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι στους οποίους έλεγε ο Χριστός: «Κλείετε την βασιλείαν των ουρανών έμπροσθεν των ανθρώπων, υμείς γαρ ουκ εισέρχεσθε, ουδέ τους εισερχομένους αφίετε εισελθείν» (Ματθ. 23,14).
Είναι επίσης γεγονός πως οι κληρικοί μπορούν περιστατικά να δυσχεράνουν την επικοινωνία μας με το Θεό, πως μπορούν να παρεμβληθούν ανάμεσα σε μας και σε Εκείνον, τόσο με την κακία τους όσο και με την «αρετή» τους.
Μάλιστα αν η κακία του κληρικού μπορεί να μας κρύψει περιστατικά τη θέα του Θεού, η «αρετή» του μπορεί να μας αποπροσανατολίσει τόσο, ώστε να βλέπουμε αυτόν ή κάποιον άλλο «ενάρετο» άνθρωπο αντί για το Θεό κι έτσι να βρεθούμε σ’ έναν πραγματικά πολύ μεγάλο πνευματικό κίνδυνο.
Ο πραγματικά ενάρετος κληρικός είναι αυτός που δεν κρύβει από τους ανθρώπους το Χριστό με τη δική του «αρετή». Η γνήσια αρετή δοξάζει το Θεό, στον οποίο πραγματικά οφείλεται, και όχι τον άνθρωπο, που μόνο γίνεται ο φορέας της.
Πάντως αυτό που τελικά έχει αποφασιστική σημασία είναι να βεβαιωθούμε ότι σωτήρας και λυτρωτής μας είναι ο Ιησούς Χριστός, που μπορεί να μας σώσει και όταν ακόμη έχει χαθεί κάθε ελπίδα απ’ την πλευρά των ανθρώπων. Γιατί «δύναται ο Θεός εκ των λίθων τούτων εγείραι τέκνα τω Αβραάμ» (Ματθ.3,9) και γιατί «παράκλητον έχομεν προς τον Πατέρα Ιησούν Χριστόν δίκαιον» (Ά Ιωάν. 2,1) ο οποίος «σώζειν εις το παντελές δύναται τους προσερχομένους δι’ αυτού τω Θεώ, πάντοτε ζων εις το εντυγχάνειν υπέρ αυτών» (Εβρ. 7,25).
Αν δεν αποκτήσουμε αυτή τη βεβαιότητα, θα διατρέξουμε οπωσδήποτε μεγάλο κίνδυνο, γι’ αυτό και η χριστιανική παράδοση ανέπτυξε μία θεολογία της ιερωσύνης, που μπορεί να μας προφυλάξει απ’ αυτόν.
Σύμφωνα λοιπόν μ’ αυτή τη θεολογία της ιερωσύνης, εφόσον ο λυτρωτής μας δεν είναι ένας άνθρωπος αλλά ο Χριστός και εφόσον ο κληρικός είναι φορέας της χάριτος που εκπηγάζει από το λυτρωτικό έργο του Χριστού, θα πρέπει να τιμούμε τον κληρικό με την πεποίθηση ότι τιμούμε τον Ιησού Χριστό και όχι το ανθρώπινο πρόσωπο του κληρικού και ότι από το Χριστό δια του κληρικού σωζόμεθα.
«Τίμα τους ιερείς με προσήλωση ως καλούς οικονόμους. Απόδωσε την οφειλομένη τιμή στο λειτούργημά τους και μην ερευνάς τις πράξεις τους. Όσον αφορά το λειτούργημά του ο ιερέας είναι ένας άγγελος, όσον αφορά τις πράξεις του είναι ένας άνθρωπος. Με το έλεος του Θεού έχει γίνει ένας μεσίτης ανάμεσα στο Θεό και στον άνθρωπο».
π. Φιλόθεος Φάρος «ΚΛΗΡΟΣ, η ανεκπλήρωτη υπόσχεση πατρότητος» Εκδόσεις Ακρίτας

Πέμπτη, Ιουλίου 31, 2014

Ο εθισμός στο Διαδίκτυο ως πρόκληση για την πνευματική ζωή


Προσθέτουμε σήμερα άλλον ένα κρίκο στη σειρά των εξαιρετικά επίκαιρων άρθρων του κ. Κολιοφούτη, σχετικά με τους κινδύνους που κρύβει η εξάρτηση των νέων ανθρώπων από τη χρήση του Διαδικτύου. Στο παρόν άρθρο, καταδεικνύεται η στενή σχέση της εξάρτησης αυτής με αυτοκτονικά περιστατικά, καθώς και τους λόγους για τους οποίους η υπερβολική χρήση συνιστά μιαν αντίρροπη κίνηση από την πνευματικότητα της Εκκλησίας και του Γένους.
Η συνεχής και ακατάπαυστη χρήση του διαδικτύου από τον έφηβο επιφέρει μεταβολές στη ψυχολογική του κατάσταση, αφού καλλιεργεί σ’ αυτόν κλίμα κατάθλιψης [1], το οποίο μεταφέρει στην ζωή του και το οποίο μπορεί να τον οδηγήσει μέχρι και στην αυτοκτονία. Όπως προκύπτει από τις συγκλονιστικές αποκαλύψεις στις οποίες προέβη ο κ. Μανώλης Σφακιανάκης, προϊστάμενος του τμήματος δίωξης ηλεκτρονικού εγκλήματοςστα πλαίσια του δεύτερου συνεδρίου ασφαλούς πλοήγησης στο διαδίκτυο που διοργανώθηκε στην Αθήνα, τα στοιχεία είναι σοκαριστικά: «Έχουμε σώσει 700 παιδιά από την αυτοκτονία στο παρά ένα!». Στη συνέχεια μοιράστηκε με το κοινό ένα περιστατικό: «Δεν θα ξεχάσω ποτέ τη στιγμή που ήρθε και με βρήκε στο γραφείο ο πατέρας μίας κοπέλας 18 ετών, την οποία σώσαμε τελευταία στιγμή. Και μου μετέφερε συγκινημένος ότι η κόρη του κάποια στιγμή του είπε: «Πατέρα, αν δεν υπήρχε ο κ. Σφακιανάκης, εγώ δεν θα ήμουν τώρα εδώ να σου μιλάω»[2].
Πηγή: www.alltreatment.com -
Πηγή: www.alltreatment.com -
Η ατέρμονη ενασχόληση του νέου με το διαδίκτυο τον καθιστά νευρικό, ευέξαπτο, ευερέθιστο και επιθετικό, που δεν μπορεί να αντιμετωπίσει με νηφαλιότητα τις αντιξοότητες της ζωής του[3]. Το αίσθημα χαμηλής αυτοεκτίμησης, το άγχος και η κοινωνική φοβία υποκαθιστούν τις έμφυτες δημιουργικές δυνάμεις του παιδιού και αναστέλλουν με αποφασιστικό τρόπο τη διαδικασία της κοινωνικοποίησής του. Ο έφηβος καθίσταται φοβικός και ανίκανος να αντιμετωπίσει με πρόσφορο τρόπο τις δυσχέρειες της ζωής.
Αν λοιπόν ο εθισμός των νέων στο διαδίκτυο δημιουργεί και ενισχύει αυτοκτονικές τάσεις, τότε αναδεικνύεται αναμφισβήτητα και απ’ αυτήν την πλευρά, σε μείζον ποιμαντικό πρόβλημα, που χρήζει άμεσης αντιμετώπισης. Η αυτοκτονία ως πράξη απελπισίας και απογνώσεως φανερώνει συν τοις άλλοις και απιστία προς το Θεό και συνιστά κορυφαία αντιχριστιανική πράξη[4]. Η πρόθεση αυτοκτονίας κάποιου χριστιανού αποτελεί την πιο σοβαρή ένδειξη διασάλευσης της χριστιανικής αυτοσυνειδησίας και πνευματικότητάς του. Αποδεικνύει με κατηγορηματικό τρόπο πως ο άνθρωπος αυτός έπαψε να βιώνει την ελπίδα του Χριστού, που είναι η πιο δυνατή ελπίδα.
Πράγματι, μέσα στην Εκκλησία ο χριστιανός καλείται να ζήσει το μήνυμα της αναστάσεως του Χριστού. Εντάσσεται στο σώμα του Χριστού και με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος ζει μέσα στην προοπτική της αναστάσεως και της καινής κτίσεως [5]. Ζει ως μέτοχος της ζωής του Θεού, με την πίστη, την ελπίδα και την αγάπη [6]. Το πνεύμα του δεν είναι πνεύμα δειλίας και φόβου, αλλά πνεύμα δυνάμεως και ελπίδας [7]. Ζει την παρουσία του Θεού μέσα στον κόσμο, αισθάνεται την αγάπη του, δέχεται ως παρόντα τα μέλλοντα και εμπιστεύεται στην πρόνοια του. Αναμφισβήτητα οι χριστιανοί είναι άνθρωποι της ελπίδας. Η ελπίδα τους είναι σταθερή και ασφαλής. Δεν αναφέρεται στο πιθανό η το ενδεχόμενο, αλλά στο βέβαιο και αιώνιο, δηλαδή στο Θεό [8]. Η ελπίδα αυτή νικά την εφημερότητα του παρόντος βίου και συνδέει αυτή με την αιωνιότητα της παρουσίας του Θεού.
Σ’ αυτά τα πλαίσια ο χριστιανός καλείται να οπλιστεί με δύναμη, ελπίδα και αισιοδοξία για να αντιμετωπίσει τα προβλήματα του βίου του. Η χαμηλή αυτοεκτίμηση, το καθημερινό άγχος και η κοινωνική φοβία αντικαθίστανται από την ασφάλεια της ειρήνης του Χριστού. Η έννοια της ειρήνης στην Εκκλησία υπερβαίνει τη κοσμική ψυχολογική κατάσταση της ηρεμίας και προσλαμβάνει νέο περιεχόμενο: Συνδέεται πλέον με τη κατάσταση κοινωνίας με το Θεό μετά την απαλλαγή του ανθρώπου από την αμαρτία. Δεν πρόκειται πλέον για μια συμβατική ειρήνευση, αλλά για οντολογική απαλλαγή από τη φθορά και το θάνατο [9]. Ο χριστιανός βιώνει την ειρήνη με τον εαυτό του και ολόκληρο τον κόσμο και απαλλάσσεται από κάθε ταραχή και ανησυχία.
Διατηρεί την εσωτερική του ειρήνη ακόμα και στις μεγαλύτερες ακαταστασίες και ταραχές της ζωής και υιοθετεί  πνεύμα πραότητας και ανεξικακίας που πηγάζει από την εμπειρική βίωση της αγάπης του Θεού. Αυτό το φρόνημα  μεταφέρει στον υπόλοιπο κόσμο, τον οποίο καλείται να μεταμορφώσει και να ανακαινίσει. Ο χριστιανός βλέπει  τον πλησίον του αλλά και ολόκληρο τον κόσμο μέσα στο φως της αναστάσεως του Χριστού. Μέσα στα πλαίσια της καθολικής μεταμόρφωσης του κόσμου αποκτά ουσιαστικό νόημα η ανακαίνιση των διαπροσωπικών και κοινωνικών του σχέσεων. Δέχεται την αγάπη του Θεού, που είναι η πηγή της χαράς του, η οποία δεν αποτελεί καρπό ευδαιμονιστικής αναζητήσεως, αλλά έχει πνευματικό περιεχόμενο [10].
Αν λοιπόν ο εθισμός των νέων στο διαδίκτυο ασκεί αρνητικές επιδράσεις  στον ψυχικό τους κόσμο, καλλιεργώντας πνεύμα απαισιοδοξίας, επιθετικότητας, νευρικότητας, σύγκρουσης, αυτοκαταστροφής η φοβικότητας, τότε αναμφισβήτητα λειτουργεί ως αντίρροπη δύναμη στο έργο του ποιμένα, ο οποίος αποσκοπεί να εμφυσήσει τη γνήσια χριστιανική ελπίδα και βεβαιότητα στα πνευματικά του τέκνα.
Τέλος, ο εθισμός των νέων στο διαδίκτυο σμικρύνει, όπως αποδεικνύεται,  τους πνευματικούς ορίζοντές τους, αφού οι διαδικτυακές περιπλανήσεις τους επικεντρώνονται στη χρήση παιχνιδιών και ανούσιων εφαρμογών, χωρίς μορφωτικό περιεχόμενο.
 Η συνεχής και αδιάκοπη ενασχόληση του εφήβου με όλες τις παραπάνω ανούσιες παιδαγωγικά εφαρμογές του διαδικτύου οξύνει ακόμα περισσότερο τη γλωσσική ένδεια του σύγχρονου νεοέλληνα. Ενισχύει τη λεξιπενία του κατά τρόπο ώστε να μην μπορεί να αντιληφθεί γλωσσικούς όρους και εκφράσεις που γέννησε η ίδια η γλώσσα του και οι οποίοι μετατρέπονται σε νεκρές λέξεις, που απλώς παραπέμπουν σε κάποιο ένδοξο παρελθόν. Το πρόβλημα αυτό δεν έχει απλώς και μόνο μορφωτικές συνέπειες στους νέους, οι οποίοι αδυνατούν να αναπτύξουν μία συγκροτημένη και ολοκληρωμένη προσωπικότητα.
Οι έφηβοι εμφανίζουν συνάμα και γλωσσική ανεπάρκεια κατανόησης του περιεχομένου της δογματικής διδασκαλίας της Εκκλησίας. Όροι όπως «τριαδικός», «αγέννητος», «γεννητός», «αμέθεκτος», «μεθεκτός», «άκτιστος», «κτιστός», «εκπόρευση», «ενσάρκωση», «σωτηρία», «χάρη», «πίστη», «μυστήρια της Εκκλησίας» ή  «αιώνια ζωή» και άλλοι, δια των οποίων διατυπώθηκε με τη μέγιστη δυνατή ακρίβεια από τους Πατέρες της Εκκλησίας το περιεχόμενο της πίστεως, δεν θεωρούνται σήμερα δεδομένοι αν δεν τύχουν επαρκούς αποσαφήνισης απ’ όποιον τους χρησιμοποιεί. Στο βαθμό λοιπόν, κατά τον οποίο ο εθισμός των νέων στο διαδίκτυο συμβάλλει στον περιορισμό των πνευματικών οριζόντων τους και παρεμποδίζει, όπως αποδείχθηκε, τη κατανόηση όρων που διατυπώνουν το περιεχόμενο της πίστεως, συνιστά και γι’ αυτό το λόγο ποιμαντικό πρόβλημα που πρέπει να θεραπευτεί.
[1] Subrahmanyam, K., Greenfield, P., Kraut, R., & Gross, E., «The Impact of Computer Use on Children’s and Adolescents’ Development»,  Journal of Applied Developmental Psychology, σσ. 22, 7-30.
[2] http://www.newsbomb.gr/koinwnia/story/277704/nai-sto-hamogelo–nai-sto-diadiktyo–nai-stis-nees-tehnologies.
[3] Eric J. Moody, «Internet Use and Its Relationship to Loneliness», CyberPsychology & Behavior,  4 (3), 2001, σσ. 393-401.  Lemmens S. J., Valkenburg  M. P.,  Jochen P., «The Effects of Pathological Gaming on Aggressive Behavior», Journal of Youth and Adolescence 40, 2011, σσ. 38-47.
[4] Μαντζαρίδης Γ., Χριστιανική Ηθική, Θεσσαλονίκη 1991, σ. 425.
[5] Οπ. παρ. σ. 37.
[6] Όπ. παρ. σ. 45.
[7] Όπ. παρ. σ. 109.
[8] Όπ. παρ. σ. 204.
[9] Για το νέο περιεχόμενο που προσλαμβάνει η έννοια της ειρήνης στον Χριστιανισμό βλ. σχ. Στογιάννος Π. Β., Πρώτη Επιστολή Πέτρου, Θεσσαλονίκη 2003, σσ. 103-104, 461.
[10] Μαντζαρίδης Γ., όπ. παρ. , σ. 227.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...