Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μητροπολίτης Καισαριανής Βύρωνος και Υμηττού Δανιήλ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μητροπολίτης Καισαριανής Βύρωνος και Υμηττού Δανιήλ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο, Δεκεμβρίου 14, 2013

Ο σκοπός της έλευσης του Κυρίου μας και της καθόδου Του στους ανθρώπους του μητροπολίτη Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού Δανιήλ

από το σαββατιάτικο ένθετο στην εφημερίδα "Δημοκρατία" για την Ορθοδοξία


Προσεγγίζοντας τη μητρόπολη των εορτών της Εκκλησίας μας, τα Χριστούγεννα, για να εορτάσουμε τη Γέννηση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, θα σκύψουμε στα ιερά κείμενα των Αγίων Γραφών για να μας αποκαλύψουν και να μας πληροφορήσουν τον σκοπό της ελεύσεώς Του και της καθόδου Του στη Γη
1. Ο ίδιος ο Κύριος μας είπε:
α) Οτι ήλθε απεσταλμένος του Θεού Πατέρα.
 «Εγώ ήρθα εξουσιοδοτημένος από τον Πατέρα μου» (Ιωάννου ε43).
 «Δεν ήρθα από μόνος μου, αλλά με έστειλε εκείνος» (Ιωάννου η42).
  β) Οτι ήλθε για να φωτίσει τους ανθρώπους
 «Εγώ ήρθα στον κόσμο σαν φως, έτσι ώστε όποιος πιστεύει σ’ εμένα να μη μείνει στο σκοτάδι» (Ιωάννου ιβ46).

  γ) Οτι ήλθε για να σώσει τον κόσμο.
 «Γιατί δεν ήρθα για να καταδικάσω τον κόσμο, αλλά για να τον σώσω» (Ιωάννου ιβ47).
  δ) Για να φανερώσει την πραγματική αλήθεια.
 «Γι’ αυτό ήρθα στον κόσμο, για να φανερώσω την αλήθεια» (Ιωάννου ιη37).
  ε) Για να καλέσει τους αμαρτωλούς σε μετάνοια.
 «Γιατί δεν ήρθα να καλέσω σε μετάνοια τους δικαίους, αλλά τους αμαρτωλούς» (Ματθαίου θ13).
στ) Γιά να υπηρετήσει τους ανθρώπους
με τη θυσία της ζωής Του.
«Ο Υιός του Ανθρώπου δεν ήρθε για να τον υπηρετήσουν, αλλά για να υπηρετήσει και να προσφέρει τη ζωή Του λύτρα για όλους» (Ματθαίου κ28).
στ) Γιά να αναζητήσει όσους χάνονται και περιπλανώνται στους δρόμους της αμαρτίας.
«Ο Υιός του Ανθρώπου ήρθε για να αναζητήσει και να σώσει αυτούς που έχουν χάσει τον δρόμο τους» (Λουκά ιθ10).
ζ) Για να δώσει ζωή στις νεκρωμένες από την αμαρτία ψυχές μας.
 «Εγώ όμως ήρθα για να έχουν όσοι με ακολουθούν ζωή, και μάλιστα ζωή περίσσια» (Ιωάννου ι10).
•••
2. Τον σκοπό του μυστηρίου της σαρκώσεως
εξηγούν οι άγιοι Απόστολοι ως εξής:
α) Για να αποκτήσουμε την υιοθεσία από τον επουράνιο Θεό και Πατέρα.
 «Οταν όμως έφτασε η ώρα που είχε καθορίσει ο Θεός, απέστειλε τον Υιό του. Γεννήθηκε από μία γυναίκα και υποτάχτηκε στον νόμο για να εξαγοράσει αυτούς που ήταν υπόδουλοι στον νόμο, για να γίνουμε παιδιά του Θεού» (Προς Γαλάτες δ4-5).
 β) Για να μας ελευθερώσει από την τυραννία του θανάτου.
«Επειδή λοιπόν “τα παιδιά” αυτά ήταν άνθρωποι, έγινε κι ο Ιησούς άνθρωπος, για να καταργήσει με τον θάνατό του αυτόν που εξουσίαζε τον θάνατο, δηλαδή τον διάβολο, και μ’ αυτόν τον τρόπο να απελευθερώσει όσους ο φόβος του θανάτου τους είχε καταδικάσει να είναι δούλοι σ’ όλη τους τη ζωή» (Προς Εβραίους β14-15).
γ) Για να φέρει την ειρήνη ανάμεσα στον Θεό και στους ανθρώπους, και στους ανθρώπους μεταξύ τους και στην ψυχή του ιδίου του ανθρώπου.
 «Αυτός πραγματικά είναι για μας η ειρήνη» (Προς Εφεσίους β14).
δ) Για να δώσει την πλούσια τη χάρη του Θεού σ’ όσους στερούνται τη δόξα του Θεού και να ενωθούν με τη θεότητά Του.
 «Γνωρίζετε βέβαια τη χάρη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού· ήταν πλούσιος κι έγινε για χάρη σας φτωχός, για να μπορέσετε εσείς με τη φτώχεια τη δική του να πλουτίσετε» (Προς Κορινθίους η9).
ε) Για να ζήσουν οι άνθρωποι  με σωφροσύνη, δικαιοσύνη και ευσέβεια
 «Γιατί ο Θεός φανέρωσε τη χάρη Του για να σώσει όλους τους ανθρώπους. Αυτή μας καθοδηγεί ν’ αρνηθούμε την ασέβεια και τις αμαρτωλές επιθυμίες και να ζήσουμε με σωφροσύνη, με δικαιοσύνη και με ευσέβεια στον παρόντα αιώνα» (Προς Τίτον β11-12).

Παρασκευή, Απριλίου 26, 2013

Oδηγίες Διά την πνευματική ζωή μας κατά την Αγία και Μεγάλη Εβδομάδα Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καισαριανής, Βύρωνος καί Υμηττού κ.Δανιήλ


Kαθώς δρασκελίζουμε το ιερόν πρόπυλον της Αγίας και Μγάλης Εβδομάδος διά να εορτάσωμε κι εφέτος τα σεπτά πάθη, τον ζωοποιόν σταυρόν, τον εκούσιον θάνατον, την θεόσωμον ταφήν και την ένδοξον εκ νεκρών ανάστασιν του Θεανθρώπου Κυρίου μας Ιησού Χριστού η Εκκλησία θυμίζει είς όλους μας πέντε απαραίτητα βήματα, τα οποία οφείλουμε να κάνουμε.
1) Στάσου καθ'εαυτόν.Σκέψου μόνος σου, συήτησε με τον εαυτό σου, διά ποίον λόγονεορτάζουμε αυτά τα κατά κάποιο τρόπο μακρυνά από την εποχή μας γεγονότα." Είσελθε είς τον ταμιείον σου", στο βάθος της ψυχής σου και προβληματίσου σοβαρά και υπεύθυνα. "Πάντα τα συμβεβηκότα εν ταίς ημέραις, ταύταις" σε αφορούν προσωπικώς και αμέσως.Ο Κύριος έπαθε δι'εσέ.Ψάξε να βρής με ποιο τρόπο θα ανταποκριθής είς την τόσην αγάπην και φιλανθρωπίαν του ουρανίου Θεού και Πατέρα σου.
2) Μελέτησε.Διάβασε τα κατάλληλα πνευματικά βιβλία, που θα σου αποκαλύψουν τους "θησαυρούς της γνώσεως τους απόκρυφους" και βυθίσου είς την σκέψι, την εμπειρία εκείνων, οι οποίοι προσέγγισαν "το μυστήριο της ευσέβειας" με ψυχική και σωματική καθαρότητα και έλαβαν "ουρανίων μυστηρίων αποκάλυψιν".
3) Καθαρίσου.Οι ημέρες απαιτούν τον σεβασμό σου και την τιμή σου.Και τα δύο αυτά είς την ορθόδοξη ζωή εκδηλώνονται με πνευματική και σωματική καθαρότητα.Κρατήσου μακρυά απ'όσα μολύνουν την ψυχή και το σώμα.Τίμησε τις μέρες με ωηστεία, εγκράτεια και σωφροσύνη.Ζήσε κατά Θεόν, μακρυά από την αμαρτία.Μη λησμονήσης, ότι οι αμαρτίες σε χωρίζουν από τον Θεό. "Λούσασθε και καθαροί γένεσθε, αφέλετε τας πονηρίας από των ψυχών, μάθε καλόν ποιείν, εκζητήσατε κρίσιν, ρύσασθε αδικούμενον, κρίνατε ορφανώ και δικαιώσατε χήραν∙ και δεύτε διαλεχθώμεν, λέγει Κύριος". (Ησαϊου α΄16-18). Απόθεσε το βάρος των αμαρτιών σου είς το Μυστήριον της ιεράς Εξομολογήσεως.
4) Προσευχήσου. Η πλουσία λατρευτική ζωή των ημερών σε προκαλεί να ενώσης και την ιδική σου ευχαριστία δι'όσα ο Κύριος έκανε κι έπαθε διά όλους μας. Μη μείνης είς την τυπικότητα.Μετάλαβε προετοιμασμένος, αφού προηγουμένως εξομολογηθής, των Αχράντων Μυστηρίων.Σου το ζητεί ο Παθών Κύριος μας ειπών∙ "Τούτο ποιείτε είς την εμήν ανάμνησιν".(Λουκά κβ΄10).
5) Αγάπησε. Ανοιξε την καρδιά σου, τον νού σου, την σκέψι σου είς τον αδελφό σου.Κλείσε μέσα σου όλους, όπως ο Κύριος ηγάπησε "τους ίδιους τους εν τω κόσμω, είς τέλοςηγάπησε αυτούς"(Ιωάν.ιγ΄1).
Όταν όλα αυτά πράξης, τότε θα εορτάσης "Πάσχα Κυρίου".

Σάββατο, Απριλίου 13, 2013

Η επαναφορά στο αρχαίο κάλλος πριν από την ανθρώπινη πτώση Του μητροπολίτη Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού Δανιήλ


από το ένθετο Ορθοδοξία της εφημερίδας «Δημοκρατία»
Τις δύο συνεχόμενες Κυριακές Δ΄ καί Ε΄ Νηστειών, η Εκκλησία μας διαμηνύει στους πιστούς ότι μπορούν αδιακρίτως άνδρες και γυναίκες να κατακτήσουν τις κορυφές των αρετών και να δοξασθούν από τον Κύριό μας Ιησού Χριστό για την άσκησή τους.
Τούτου δοθέντος, οφείλουμε να υπενθυμίσουμε συνοπτικά και με περιεκτικές γραμμές το διάγραμμα της διδασκαλίας της Εκκλησίας περί του νοήματος αυτού του αγώνα του πιστού ανθρώπου.
1. Ο άνθρωπος στην αρχική, προ της πτώσεως κατάστασής του, υπερείχε ως προς την κατάσταση στην οποία περιήλθε μετά την πτώση, διότι εξήλθε εκ των χειρών του Πλάστου του σχετικώς τέλειος. Ητο «άκακος, ευθύς, ενάρετος, άλυπος, αμέριμνος, πάση αρετή κατηγλαϊσμένος» κατά τη διατύπωση του πρυτάνεως της Θεολογίας αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού.
Στην κατάσταση αυτή ο άνθρωπος διέθετε πέντε θεία δώρα, με τα οποία τον προίκισε και τον στόλισε ο Δημιουργός Θεός:
α. Την κυριαρχία επί των ζώων και επί της κτίσεως (Γενέσεως α' 26). Με την αμαρτία η άλογη φύση αποστάτησε και εξανέστη κατά του παραβάτου της θείας εντολής ανθρώπου, αρνούμενη να τον σεβασθεί, να υποταχθεί σ’ αυτόν και να τον υπηρετήσει, «συνωδίνουσα άχρι του νυν» (Προς Ρωμαίους, η' 22).
β. Τη δυνατότητα της αθανασίας (Γενέσεως γ' 22), διότι ο πρωτόπλαστος Αδάμ προ της πτώσεως είχε τη δυνατότητα να μην αποθάνει. Ητο δυνάμει αθάνατος εφόσον παρέμενε σε κοινωνία με τον Δημιουργό Του, τηρώντας την εντολή Του.
γ. Την απάθεια του σώματος και την έλλειψη πόνου και θλίψεων και μόχθων και ιδρώτων. Μετά την πτώση ενεφανίσθησαν στη ζωή των πρωτοπλάστων Αδάμ και Εύας όλες αυτές οι συνέπειες (Γενέσεως γ' 16-19).
δ. Την αποχή από την αμαρτία και την απαλλαγή από την επιθυμία της αμαρτίας. Οι πρωτόπλαστοι ήσαν ελεύθεροι και να αμαρτήσουν και να μην αμαρτήσουν. Είχαν την εξουσία είτε να μείνουν και να προκόπτουν στο αγαθό βοηθούμενοι από τη Θεία Χάρη είτε να απομακρυνθούν απ’ αυτού, όπως και απομακρύνθηκαν αμαρτήσαντες, με συνέπεια να υποδουλωθούν στα πάθη της αμαρτίας που συμφύονται μετά την πτώση στην προαίρεσή του (Προς Ρωμαίους ζ' 15-24).
ε. Τη θεογνωσία και την κατοχή πολλών γνώσεων (Γενέσεως γ' 20). Οταν αμάρτησαν οι Πρωτόπλαστοι ο νους τους εξησθένησε, αμβλύνθηκε και σκοτίσθηκε απολέσας την αρχική γνωστική δύναμή του, φερόμενος του λοιπού προς την ύλη και όχι προς τον Δημιουργό Θεό. (Προς Ρωμαίους α' 20-25).
2. Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός με όλα όσα δίδαξε και έπραξε έδωσε τη δυνατότητα στον άνθρωπο να επανέλθει στην προ της πτώσεως κατάστασή του στο αρχαίο κάλλος, αποβάλλων τη δυσειδία (ασχήμια) του προσώπου. Ο Κύριος την ανόρθωση και αποκατάσταση του τραυματισμένου από την αμαρτία ανθρώπου ονόμασε αναγέννηση (Ιωάννου γ' 5-8• Προς Κορινθίους Α', ιε' 45-49).
Η αναγέννηση του ανθρώπου είναι έργο του Αγίου Πνεύματος, που συντελείται όταν ο άνθρωπος μετανοήσει, πιστέψει, συμμετέχει στα μυστήρια της Εκκλησίας και αγωνίζεται να τηρεί τις εντολές του Θεού, που εκφράζουν τον άγιο θέλημά Του για να διατηρηθεί στην κατάσταση της σωτηρίας, της ζωής, της δόξης και της θείας υιοθεσίας.
Ζώντας στην Εκκλησία, ο άνθρωπος γίνεται νέα δημιουργία, νέα κτίση, νέος άνθρωπος, νέα ύπαρξη.

Σάββατο, Μαρτίου 30, 2013

Κυριακή Β Νηστειών Η οδός καθάρσεως, φωτισμού και θεώσεως και ο άλλος δρόμος της φιλοσοφίας του μητροπολίτου Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού Δανιήλ

(από το ένθετο της Δημοκρατίας για την Ορθοδοξία)

Τη δεύτερη Κυριακή της Νηστείας της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής τιμάμε τον μεγάλο θεολόγο Πατέρα του 14ου αιώνα άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά (1269-1359 μ.Χ.), Αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης, τον διδάσκαλο και υπέρμαχο του ησυχασμού, που υπερασπίσθηκε την ορθόδοξη πνευματική παράδοση και ζωή, αντιτασσόμενος στις απόψεις του μοναχού Βαρλαάμ του Καλαβρού.
Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και ο εκ Καλαβρίας μοναχός Βαρλαάμ συγκρούσθηκαν κατά το πρώτο ήμισυ του 14ου μ.Χ. αιώνα για πολύ σημαντικά θεολογικά θέματα.
Στο σύντομο αυτό σχόλιό μας θα περιορισθούμε σε ολίγα για ένα από τα ζητήματα της διενέξεως αυτής, που είναι γνωστή ως Ησυχαστικές έριδες της διαφοράς ανάμεσα στη θεολογία και τη φιλοσοφία.
Ο μοναχός Βαρλαάμ, επηρεασμένος από τον αριστοτελισμό της εποχής του (14ος αιώνας) κατά την οποία είχε αρχίσει να εξαπλούται μέγα ουμανιστικό ρεύμα, πίστευε βαθύτατα στην αξία της κλασικής παιδείας, χωρίς βεβαίως να αρνείται την πίστη στον Θεό. Διδάσκοντας φιλοσοφία στην Κωνσταντινούπολη υπεστήριζε ότι με τη σοφία και τη γνώση ο άνθρωπος δύναται να επιτύχει την ηθική καθαρότητά του, να τελειοποιηθεί, να θεωθεί. Ουσιαστικώς θεωρούσε ότι ήταν ανωφελής η ασκητική ζωή των μοναχών, η προσευχή, η εγκράτεια, η άσκηση των αρετών και όλος ο πνευματικός αγώνας.
Δίδασκε ότι αυτά δεν συμβάλλουν στην τελείωση του ανθρώπου. Νόμιζε ότι η πίστη δεν ήταν αρκετή για να απαλλάξει τον νου των ανθρώπων «αγνοίας και ψευδών δοξασμάτων» και μάλιστα, έστω και αν έφθανε κανείς στην πατερική «απάθεια», ήταν αδύνατο να φθάσει στην τελειότητα και αγιότητα, αν μη «πανταχόθεν το ειδέναι συλλέξει μάλιστα εκ της καθ’ Ελληνας παιδείας». Οι απόψεις του βασίζονταν στην παράδοξη αντίληψη ότι η ανθρώπινη γνώση είναι δώρο Θεού ομότιμο της δι’ αποκαλύψεως γνώσεως, που δόθηκε στους Προφήτες και τους Αποστόλους. 
Αντίθετα, ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς υποστήριζε ότι υπάρχουν δύο σοφίες, η μία που ικανοποιεί τις ανάγκες του κοσμικού βίου και τη διανοητική περιέργεια και η άλλη που οδηγεί στη σωτηρία. Η διάκριση αυτή δικαιολογείται από την ύπαρξη διπλών δώρων του Θεού, από τα οποία άλλα είναι φυσικά, που δίδονται σε όλους τους ανθρώπους, και άλλα υπερφυσικά και πνευματικά, που δίδονται στους καθαρούς και τους αγίους.
Ο θεοφώτιστος Πατέρας δίδασκε ότι η φιλοσοφία εισάγει τον άνθρωπο στη γνώση των όντων και μάλιστα μερικώς, επειδή τα πάθη της αμαρτίας σκότισαν το διορατικό του ανθρώπου, ο οποίος φιλοσοφών στηρίζεται σε πιθανολογίες και εικασίες, που δημιουργούν αντιφάσεις και διαφωνίες. Σ’ αυτό οφείλεται το ότι η μία φιλοσοφική θεωρία ανατρέπει την άλλη και η νεότερη την προηγούμενη. Το έργο της θεολογίας είναι το ύψιστο των δώρων του Θεού στον άνθρωπο, που αποκτάται με την άσκηση. Η δωρουμένη από τον Θεό γνώση και σοφία είναι ασυγκρίτως ανώτερη από αυτήν της φιλοσοφίας και της επιστήμης. Η θεολογία αποκαλύπτει στον άνθρωπο τον Θεό, την ανθρώπινη φύση και, τέλος, την πνευματική κατάστασή του.
Η Εκκλησία συνοδικώς απέρριψε τις απόψεις του Βαρλαάμ και αποδέχτηκε και επεκύρωσε με Συνοδικές Αποφάσεις του 1341, 1347, 1351 τη διδασκαλία του θεοφόρου Πατρός, που ερμήνευσε απλανώς την πνευματική παράδοση της Εκκλησίας μας, όπως βιώθηκε και παραδόθηκε από τους θεοφόρους Πατέρες μας, ως οδός καθάρσεως, φωτισμού και θεώσεως του ανθρώπου.

Κυριακή, Φεβρουαρίου 17, 2013

«Το Διάταγμα του Μεδιολάνου» Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού κ.κ. Δανιήλ


mediolanon

Κατά το έτος που διανύουμε 2013 συμπληρώνονται 1.700 χρόνια από την έκδοση του Διατάγματος του Μεδιολάνου που υπέγραψαν το 313 μ.Χ. οι συναύγουστοι Κωνσταντίνος και Λικίνιος για την κατάπαυση των διωγμών κατά των Χριστιανών και την ελεύθερη άσκηση της λατρείας τους κατά την πίστη τους. 
Συμμετέχοντες στην επέτειο δημοσιεύουμε το Διάταγμα που σώζεται στην λατινική γλώσσα από τον λατίνο ιστορικό Λακτάντιο (240-347μ.Χ.) στο έργο του «De Mortibus Persecutorum» (Ο θάνατος των διωκτών) (MPL 7, 267) και στην ελληνική γλώσσα από τον εκκλησιαστικό ιστορικό Ευσέβειο Παμφίλου (265-340μ.Χ.), επίσκοπο Καισαρείας της Παλαιστίνης στο ε  Κεφάλαιο του 10ου βιβλίου της Εκκλησιαστικής Ιστορίας του (P.G. τ. 20 στ. 880-885). 
Παραθέτουμε το κείμενο του Διατάγματος από την Εκκλησιαστική Ιστορία του Ευσεβίου και την μεταφορά του στην τρέχουσα γλώσσα για να γίνουν κατανοητά τα νοήματά του και από εκείνους που δεν γνωρίζουν τα αρχαία ελληνικά.
Η μετάφραση έγινε από τον Δρ. Θεολογίας Κωνσταντίνο Σιαμάκη και δημοσιεύεται στην μελέτη «εξωχριστιανικές Μαρτυρίες για τον Ιησού Χριστό» (έκδοση Ιεράς Μητροπόλεως Εδέσσης, Θεσσαλονίκη 1995, σελ. 141-149) που έλαβε υπ’ όψιν του και το κείμενο στη λατινική του Λακταντίου.      
Α  ΚΕΙΜΕΝΟ
1. Ήδη μεν πάλαι σκοπούντες την ελευθερίαν της θρησκείας ουκ αρνητέαν, είναι, αλλ’ ενός εκάστου τη διανοία και βουλήσει εξουσίαν δοτέον του τα θεία πράγματα τημελείν κατά την αυτού προαίρεσιν, έκαστον κεκελεύκειμεν, τοις τε Χριστιανοίς, της αιρέσεως και της θρησκείας της εαυτών την πίστιν φυλλάτειν.
2. Αλλ’ επειδή πολλαί και διάφοροι αιρέσεις εν εκείνη τη αντιγραφή, εν η τοις αυτοίς συνεχωρήθη η τοιαύτη εξουσία, εδόκουν προστεθείσθαι σαφώς, τυχόν ίσως τινές αυτών μετ’ ολίγον από της τοιαύτης παραφυλάξεως ανεκρούοντο. 
 
3. Οπότε ευτυχώς εγώ Κωνσταντίνος ο Αύγουστος καγώ Λικίνιος ο Αύγουστος, εν τη Μεδιολάνω εληλύθειμεν, και πάντα, όσα προς το λυσιτέλες και το χρήσιμον τω κοινώ διέφερεν, εν ζητήσει έσχομεν, ταύτα μεταξύ των λοιπών άτινα εδόκει εν πολλοίς άπασιν επωφελή είναι, μάλλον δε εν πρώτοις διατάξαι εδογματίσαμεν, οις η προς το θείον αιδώς τε και το σέβας ενείχετο, τούτ’ εστιν,  όπως δώμεν και τοις Χριστιανοίς και πάσιν ελευθέραν αίρεσιν του ακολουθείν τη θρησκεία η δ’ αν βουληθώσιν• όπως, ο τι ποτέ εστι θειότητος και ουρανίου πράγματος, ημίν και πάσι τοις υπό την ημετέραν εξουσίαν διάγουσιν ευμενές είναι δυνηθή.
4. Τοίνυν ταύτην την βούλησιν την ημετέραν υγιεινώ και ορθοτάτω λογισμώ εδογματίσαμεν,  όπως μηδενί παντελώς εξουσία αρνητέα η του ακολουθείν και αιρείσθαι την των Χριστιανών παραφύλαξιν η θρησκείαν, εκάστω τε εξουσία δοθείη του διδόναι εαυτού την διάνοιαν εν εκείνη τη θρησκεία, ην αυτός εαυτώ αρμόζειν νομίζη, όπως ημίν δυνηθή το θείον εν πάσι την έθιμον σπουδήν και καλοκαγαθίαν παρέχειν.
5. Άτινα ούτως αρέσκειν ημίν αντιγράψαι ακόλουθον ην, ίν’ αφαιρεθεισών παντελώς των αιρέσεων, αίτινες τοις προτέροις ημών γράμμασι τοις προς την σην καθοσίωσιν αποσταλείσι περί των Χριστιανών ενείχοντο, { και άτινα πάνη σκαιά και της ημετέρας πραότητος αλλότρια είναι εδόκει, ταύτα υφαιρεθή,} και νυν ελευθέρως τε και απλώς έκαστος των την αυτήν προαίρεσιν εσχηκότων του φυλάττειν την των Χριστιανών θρησκείαν, άνευ τινός οχλήσεως, τούτο αυτό παραφυλλάτοι.
6. Άτινα τη ση επιμελεία πληρέστατα δηλώσαι εδογματίσαμεν, όπως ειδείης ημάς ελευθέραν και απολελυμένην εξουσίαν του τημελείν την εαυτών θρησκείαν τοις αυτοίς Χριστιανοίς δεδωκέναι.
7. Όπερ επειδή απολελυμένως αυτοίς υφ’ ημών δεδωρήσθαι, θεωρεί η ση καθοσίωσις, και ετέροις δεδόσθαι εξουσίαν τοις βουλομένοις του μετέρχεσθαι την παρατήρησιν και θρησκείαν εαυτών• όπερ ακολούθως τη ησυχία των ημετέρων καιρών γίνεσθαι φανερόν εστιν, όπως εξουσίαν έκαστος έχη του αιρείσθαι και τημελείν οποίον δ’ αν βούληται Θείον. Τούτο δε υφ’ ημών γέγονεν, όπως μηδεμιά τιμή μηδέ θρησκεία τινί μεμειώσθαί τι υφ’ ημών δοκοίη.
8.Και τούτο δε προς τοις λοιποίς εις το πρόσωπον των Χριστιανών δογματίζομεν, ίνα τους τόπους αυτών, εις ους το πρότερον συνέρχεσθαι έθος ην αυτοίς, περί ων και τοις πρότερον δοθείσι προ την σην καθοσίωσιν γράμμασι τύπος έτερος ην ωρισμένος τω προτέρω χρόνω, ίν’ ει τινες η παρά του ταμείου του ημετέρου η παρά τινος ετέρου φαίνοιντο ηγορακότες, ει τούτους, τοις αυτοίς Χριστιανοίς άνευ αργυρίου και άνευ τινός απαιτήσεως της τιμής υπερτεθείσης, δίχα πάσης αμελείας και αμφιβολίας αποκαταστήσωσι, και ει τινες κατά δώρον τυγχάνουσιν ειληφότες, τους αυτούς τόπους, όπως ει τοις αυτοίς Χριστιανοίς την τάχιστην αποκαταστήσωσιν ούτως.
9. Η οι ηγορακότες τους αυτούς τόπους, η οι κατά δωρεάν ειληφότες αιτώσί τι παρά της ημετέρας καλοκαγαθίας προσέλθωσιν τω επί τόπων επάρχω δικάζοντι, όπως και αυτών δια της ημετέρας χρηστότητος πρόνοια γένηται. Άτινα πάντα τω σωματίω των Χριστιανών παρ’ αυτά δια της σης σπουδής άνευ τινός παρολκής παραδίδοσθαι δεήσει.
10. Και επειδή οι αυτοί Χριστιανοί ου μόνον εκείνους, εις ους συνέρχεσθαι έθος είχον, αλλά και ετέρους τόπους εσχηκέναι γινώσκονται, διαφέροντας ου προς έκαστον αυτών, αλλά προς το δίκαιον του αυτών σώματος, τούτ’ εστι των Χριστιανών, ταύτα πάντα επί τω νόμω ον προειρήκαμεν, δίχα παντελούς τινος αμφισβητήσεως τοις αυτοίς Χριστιανοίς, τούτ’ εστι τω σώματι αυτών και τη συνόδω, εκάστω αυτών αποκαταστήναι κελεύσεις• του προειρημένου λογισμού δηλαδή φυλαχθέντος, όπως αυτοί οίτινες τους αυτούς άνευ τιμής, καθώς προειρήκαμεν, αποκαθιστώσι, το αζήμιον το εαυτών παρά της ημετέρας καλοκαγαθίας ελπίζοιεν.
11. Εν οις πάσι τω προειρημένω σώματι των Χριστιανών την σπουδήν δυνατώτατα παρασχείν οφείλεις, όπως το ημέτερον κέλευσμα την ταχίστην παραπληρωθή, όπως και εν τούτω δια της ημετέρας χρηστότητος πρόνοια γένηται της κοινής και δημοσίας ησυχίας.
12. Τούτω γαρ τω λογισμώ, καθώς και προείρηται, η θεία σπουδή περί ημάς, ης εν πολλοίς ήδη πράγμασιν απεπειράθημεν, δια παντός του χρόνου βεβαίως διαμείναι.
13. Ίνα δε ταύτης της ημετέρας νομοθεσίας και της καλοκαγαθίας όρος προς γνώσιν πάντων ενεχθήναι δυνηθή, ταύτα τα υφ’ ημών γραφέντα, πανταχού προθείναι και εις γνώσιν πάντων αγαγείν ακόλουθόν εστιν, όπως ταύτης της ημετέρας καλοκαγαθίας η νομοθεσία μηδένα λαθείν δυνηθή. (P.G. Migne 20, 881-885).
* * * * *
Β  ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
 
1. Επειδή από παλιά κιόλας σκεφτόμασταν ότι δεν πρέπει ν’ αρνούμαστε την ελευθερία της θρησκείας, αλλά πρέπει να δοθή εξουσία στην σκέψι και στη βούλησι του καθενός να επιμελήται τα θεία πράγματα όπως ο ίδιος θέλει, είχαμε διατάξει και για τους Χριστιανούς να μπορούν να τηρούν την πίστι της επιλογής των και της θρησκείας των.  
2. επειδή όμως στο κείμενο εκείνο, με το οποίο τους δόθηκε η ελευθερία αυτή, αποδείχτηκε σαφώς ότι είχαν προστεθή πολλές και διαφορετικές απόψεις, γι’ αυτό ίσως μετά από λίγο μερικοί παρεμποδίζονταν από τον τρόπο ζωής εκείνο.
3. Όταν από καλή τύχη εγώ ο Αύγουστος Κωνσταντίνος κι εγώ ο Αύγουστος Λικίνιος συναντηθήκαμε στο Μεδιολάνο και συζητήσαμε όλα όσα αφωρούσαν στην ωφέλεια και τη χρησιμότητα του κοινού, ανάμεσα στ’ άλλα που μας φαίνονταν ότι θα είναι πολύ ωφέλιμα σε όλους, κρίναμε ότι πρέπει να δώσουμε προτεραιότητα σ’ εκείνα στα οποία περιλαμβανόταν η ευλάβεια και το σέβας προς το θείο, δηλαδή να δώσουμε και στους Χριστιανούς και σ’ όλους ελεύθερη επιλογή του ν’ ακολουθούν όποια θρησκεία θελήσουν, ώστε, ο, τι θείο και ουράνιο πράγμα υπάρχει τέλος πάντων, να καταστή δυνατόν να είναι ευμενές σ’ εμάς και σ’ όλους όσοι διατελούν κάτω από την εξουσία μας.
4. Με υγιές λοιπόν και ορθότατο σκεπτικό θεσπίσαμε τη βούλησι αυτή• σε κανέναν απολύτως να μην αρνούμαστε την εξουσία να επιλέγη και ν’ ακολοθή τον τρόπο ζωής η θρησκεία των Χριστιανών, και να δοθή στον καθένα η εξουσία να δίνη τη διάνοιά του στη θρησκεία εκείνη την οποία ο ίδιος νομίζει ότι του ταιριάζει• για να μπορεί το θείο να μας προσφέρη σε όλα τη συνηθισμένη φροντίδα και καλοκαγαθία του.
5. και ήταν φυσικό ν’ αποφασίσουμε να τα γράψουμε αυτά, ώστε, αφού αφαιρεθούν εντελώς οι επιλογές, που περιέχονται μέσα στα κατά το παρελθόν σταλμένα προς την αφοσίωσί σου γράμματά μας τα σχετικά με τους Χριστιανούς, {και όσα φαίνονταιν ότι είναι πολύ σκαιά και ξένα  προς την πραότητά μας, αυτά ν’ αφαιρεθούν}, στο εξής ο καθένας απ’ αυτούς που κάνουν την ίδια επιλογή, να έχουν δηλαδή τη θρησκεία των Χριστιανών, να κάνη αυτό ακριβώς ελευθέρως και απλώς, χωρίς καμμιά ενόχλησι.
6. κρίναμε δε ότι αυτά πρέπει να τα δήλωσουμε πληρέστατα στην επιμέλειά σου, για να ξέρης ότι εμείς δώσαμε στους Χριστιανούς ελεύθερη κι απόλυτη την εξουσία ν’ ασκούν τη θρησκεία τους.
7. επειδή η αφοσίωσί σου βλέπει ότι αυτό ακριβώς το χαρίσαμε σ’ αυτούς εξ ολοκλήρου, «κατανοεί» ότι η εξουσία ν’ ασκούν τον τρόπο ζωής και την θρησκεία {τους} που θέλουν δόθηκε και σ’ άλλους, πράγμα που είναι φανερό ότι γίνεται, για να ηρεμήσουν οι καιροί μας • για να έχη ο καθένας την εξουσία να επιλέγη και ν’ ακολουθή  όποια «θρησκεία» θέλει. κι αυτό το κάναμε, για να μη νομισθή από καμμιά τιμή και θρησκεία ότι εμείς τη μειώσαμε σε κάτι.
8. Θεσπίζουμε δε ειδικά για τους Χριστιανούς εκτός από τα άλλα και τούτο• τους χώρους των, όπου πρώτα συνήθιζον να συναθροίζωνται, για τους οποίους και στα γράμματα που έχουν σταλή {παλιότερα} προς την αφοσίωσί σου υπήρξε κατά το παρελθόν άλλη διατύπωσι, αν μερικοί φαίνωνται ότι τους αγόρασαν η από το δικό μας ταμείο η από κάποιο άλλο, να τους επιστρέψουν στους ίδιους Χριστιανούς χωρίς χρήματα και χωρίς καμμιά απαίτησι του αντιτίμου των, αφού απορριφθή κάθε αμέλεια και αμφισβήτησι• κι αν μερικοί έτυχε να πάρουν τέτοιους χώρους σα δώρο, τα ταχύτερο να τους επιστρέψουν στους ίδιους τους Χριστιανούς.
9. έτσι ώστε, αν αυτοί που τους αγόρασαν η εκείνοι που τους πήραν σα δωρεά ζητούν κάτι από την καλοκαγαθία μας, να προσέλθουν στον τοπικό δικαστικό έπαρχο, για να ληφθή και γι’ αυτούς πρόνοια από την δική μας επιείκεια. όλοι αυτοί οι χώροι πρέπει να παραδοθούν πάραυτα στο σώμα των Χριστιανών με τη φροντίδα σου χωρίς καμμία χρονοτριβή.
10. κι επειδή έγινε γνωστό ότι οι ίδιοι Χριστιανοί είχαν όχι μόνο τους χώρους εκείνους, όπου συνήθιζαν να συναθροίζωνται, αλλά και άλλους που ανήκαν όχο στον καθένα απ’ αυτούς αλλά στην ιδιοκτησία του σώματός των, δηλαδή των Χριστιανών, όλους αυτούς τους χώρους σύμφωνα με τον προειρημένο νόμο, χωρίς καμμία απολύτως αμφισβήτησι, θα διατάξης να τους επιστρέψουν στους ίδιους τους Χριστιανούς, δηλαδή στο σώμα και στη σύνοδό τους• και να τηρηθή φυσικά η προειρημένη τακτική• αυτοί δηλαδή που θα τους επιστρέψουν χωρίς αντίτιμο, όπως είπαμε προηγουμένως, να μπορούν να ελπίζουν την αποζημίωσί τους εκ μέρους της καλοκαγαθίας μας.
11. σ’ όλ’ αυτά οφείλεις να προσφέρης στο προειρημένο σώμα των Χριστιανών τη φροντίδα σου με πολλή δύναμι, για να εφαρμοσθή η διαταγή μας το ταχύτερο, ώστε και στο θέμα αυτό χάρι στην επιείκειά μας να ληφθή πρόνοια για την κοινή και δημόσια ηρεμία. 
 
12. διότι, όπως λέχθηκε και παραπάνω, μ’ αυτό το σκεπτικό «θέλουμε» η θεία φροντίδα που μας περιβάλλει, της οποίας πείρα λάβαμε ήδη σε πολλές καταστάσεις, να μας μείνη σίγουρη για πάντα.
13. Για να καταστή δε δυνατόν η διατύπωσι αυτής της νομοθεσίας μας και καλοκαγαθίας να έρθη εις γνώσι όλων,  είναι ευνόητο ότι, πριν από το δικό σου διάταγμα, θα δημοσιεύσεις παντού και θα φέρης εις γνώσι όλων αυτό το γράμμα μας, ώστε να μην καταστή δυνατόν να μείνη κρυμμένη από κανέναν η νομοθεσία της καλοκαγαθίας μας αυτής.
* * * * *
Γ  ΣΧΟΛΙΑ
1. Τα διατάγματα των αυτοκρατόρων της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας εστέλλοντο σ’ όλους τους κατά τόπους Διοικητές των Επαρχιών στους οποίους ανετίθετο η τήρηση τους.
2. Από τις παραγράφους 1 και 2, που αποτελούν το πρόλογο του Διατάγματος συνάγεται, ότι το Διάταγμα εκδόθηκε για να αποσαφηνίσει και παγιώσει την βούληση των Αυγούστων που είχε εκφρασθεί σε προηγούμενο κοινό διάταγμα, που δεν ετηρείτο πιστά από τους κατά τόπους Διοικητές των περιοχών ως προς την ελευθερία που έπρεπε να απολαμβάνουν και οι Χριστιανοί, να πιστεύουν και να λατρεύουν το Θεό όπως επιθυμούσαν.
3. Στην παράγραφο 3 οι συναύγουστοι αναλαμβάνουν κατά προτεραιότητα να ρυθμίσουν τα θρησκευτικά ζητήματα της αυτοκρατορίας, επειδή πίστευαν ότι η θρησκευτικότητα αποβαίνει εις όφελος και αυτών που την ασκούν και γενικώτερα της κοινωνίας.
4. Στις παραγράφους 4 και 7 θεσπίζεται η ανεξιθρησκεία. Στην αυτοκρατορία όλες οι θρησκείες γίνονται ανεκτές.
5. Από τις παραγράφους 5 και 6 καταφαίνεται, ότι αλλοιώθηκαν η παρερμηνεύθηκαν η νοθεύθηκαν οι προηγούμενες διαταγές των συναυγούστων. 
6. Στις παραγράφους 8,9,10 επιστρέφονται οι χώροι λατρείας που αφαιρέθηκαν από τους Χριστιανούς και ρυθμίζονται περιουσιακά τους ζητήματα.
7. Στις παραγράφους 11,12,13, δίδονται οδηγίες για τις ενέργειες που πρέπει να κάνουν οι κατά τόπους Διοικητές για την εφαρμογή του Διατάγματος.

Τρίτη, Ιανουαρίου 29, 2013

Οι Τρείς Ιεράρχες, οδηγός για τις μελλοντικές γενιές Του Μητροπολίτου Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού Δανιήλ



trisierarxes

Η Εκκλησία μας και ιδιαίτερα η Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά στις 30 Ιανουαρίου.
 την Βασίλειον της Εκκλησίας στολήν, τον μέγαν Βασίλειον «τον εν θεολογία 
περιβόητον Γρηγόριον, το χρυσούν της οικουμένης στόμα, το της σοφίας 
πέλαγος τον ως αληθώς Χρυσόστομον», όπως γράφει κατά τον ένατο αιώνα
 ο μέγας και ιερός Φώτιος (Επιστολή ΙΒ Μιχαήλ Θεοσκεπάστω Βασιλεί §16,
 P.G. τόμος 102, στήλη 729Α).
Οι άγιοι Πατέρες δεν αναδείχθηκαν μόνο υποδειγματικοί αρχιερείς,
 σοφοί επιστήμονες για την εποχή τους, εμβριθείς συγγραφείς και φωστήρες τ
ης θεολογίας, αλλά και μεγάλοι διδάσκαλοι με την ευρεία σημασία της λέξεως.
Οι εκπαιδευτικές αρχές τους επηρέασαν την παιδεία για πολλούς αιώνες.
 Η συνείδηση της Εκκλησίας τους αναγνώρισε ως διδασκάλους.
Γι’ αυτό οι τρεις άγιοι Πατέρες μας από το έτος 1842, ολίγα μόλις έτη μετά 
την απελευθέρωση του Γένους μας από την επί τέσσερεις αιώνες υποδούλωση 
στους Τούρκους και την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας του Ελληνικού Κράτους, 
ορίσθηκαν και προστάτες της ελληνικής παιδείας και των ελληνικών Γραμμάτων.
1. Παιδαγωγοί
Είναι εύκαιρο σήμερα να θυμηθούμε μερικές διδασκαλίες τους που είναι 
εγκατεσπαρμένες στα συγγράμματά τους, στα κηρύγματά τους, στην δογματική 
τους και απολογητική διδασκαλία τους, στα ερμηνευτικά έργα τους  
και τέλος στις επιστολές τους. Υπήρξαν και οι τρεις άνθρωποι με γνήσια
 ενδιαφέροντα για την αγωγή του νέου ανθρώπου.
Συνδύασαν την θεωρία με την πράξη. Τα κηρύγματά τους δεν περιείχαν 
δεοντολογικές παραινέσεις και ηθικολογίες αλλά πλούσια παραδείγματα,
 ζωντανές εικόνες, αντιληπτές και προσιτές παραστάσεις της σύγχρονης 
ζωής. Δεν αρκέσθηκαν ως θεωρητικοί θεολόγοι σε σχολαστικά ακαδημαϊκά 
γυμνάσματα.
Αντιθέτως μελέτησαν με πείρα κι έκαναν συγκεκριμένες συστάσεις για την 
σχολική αγωγή, την παιδική ηλικία και τους νεανικούς κινδύνους, τον τρόπο 
διδασκαλίας, την πρώτη ανάγνωση και γραφή, τις διάφορες βαθμίδες εκπαιδεύσεως
 μικρών, νέων και ενηλίκων.
Για τους μεγάλους παιδαγωγούς η εκπαίδευση δεν περιορίζεται σε κάποια ηλικία,
 αλλά είναι υπόθεση όλων των ηλικιών.
Δεν δικαιούται να ισχυρισθεί κάποιος, «επί τέλους έφθασα».
2. Η ωφέλιμος παιδεία κατέχει την πρώτη θέση των αξιών της ζωής.
Οι τρεις Ιεράρχες αναγνωρίζουν την τεράστια αξία της αγωγής και μορφώσεως και κατέταξαν την παιδεία μεταξύ των πρώτων αξιών, της ανθρώπινης ζωής. Θεωρούν την μόρφωση της ψυχής και της διάνοιας καθολική υποχρέωση «τέχνη τεχνών και επιστήμη επιστημών» (Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος Β , Απολογητικός της εις Πόντον φυγής ένεκεν, P.G. 35,425). Γράφει ο Γρηγόριος ο Θεολόγος ότι «οίμαι δε πάσιν αν ομολογήσθαι των νουν εχόντων παίδευσιν των παρ’ ημίν αγαθών είναι το πρώτον» (Γρηγορίου Θεολόγου, Εις τον Μέγαν Βασίλειον Επίσκοπον Καισαρείας Καππαδοκίας  Επιτάφιος, §11, P.G. 36,508). 
Από όλα τα αγαθά που έχουμε στη διάθεσή μας το πρώτο είναι η εκπαίδευση.
Η εκπαίδευση (δηλαδή η μόρφωση) είναι το μόνο που καλλιεργεί εκλεπτύνει, ανυψώνει και καθιστά ελεύθερο το πνεύμα του ανθρώπου. Όχι βέβαια οποιαδήποτε εκπαίδευση. Οι Πατέρες διαχωρίζουν την χρήσιμη από την φθοροποιό παιδεία. Θεωρούν αναγκαίο να αποκτήσει ο άνθρωπος ενσυνείδητη κατανόηση της παιδείας, να μπορεί να εκλέγει την ωφέλιμη και να αποφεύγει την ανώφελη και επιζήμια.
«Αναγκαία η της παιδείας επίγνωσις, προς τε την αίρεσιν της ωφελίμου παιδείας, και προς την αποφυγήν της ανονήτου και βλαβεράς» (Μεγάλου Βασιλείου, Ομιλία ΙΒ , Εις την αρχήν των Παροιμιών, P.G. 31, 397).
Oι απόψεις των τριών Ιεραρχών για την αναγκαιότητα της παιδείας επηρέασαν τόσο την στάση της Εκκλησίας όσο και της Πολιτείας γι’ αυτό και η παιδεία δεν έγινε προνόμιο μόνο των κληρικών, όπως συνέβη στην μεσαιωνική χριστιανική Δύση, αλλά και των λαϊκών. 
Οι αυτοκράτορες όπως ο Βασίλειος ο Α ἐξέδωσαν ειδικούς νόμους η άφηναν παρακαταθήκη τονίζοντας την ανάγκη της εκπαιδεύσεως όχι μόνο για τους κρατικούς λειτουργούς αλλά και για όλους τους πολίτες της αυτοκρατορίας. 
«Βιωφελές τι χρήμα και σπουδαιότατον ου μόνον βασιλεύσι, αλλά και ιδιώταις, η παίδευσις. Και γαρ τοις κεκτημένοις, αυτήν και κατά σώμα και κατά ψυχήν τα μέγιστα ωφελεί…ταύτην ουν σε …ηγεμονεύουσαν …την βασιλείαν έχειν νουθετών» γράφει ο αυτοκράτορας Βασίλειος στο διάδοχο γιο του Λέοντα τον Στ τόν Σοφό (P.G. τόμος 107 ΧΧΙΑ). 
«Της παιδείας η κτήσις τω γεγηρακότι…γίνεται βίου βακτηρία κατά τον ανθούντα την νέαν ηλικίαν εις αρετήν ώρα αλύπους διαβιβάζει παιδείας τοίνυν σοφίαν και αρετήν τους σους παίδας, ίνα και νεάζοντες ωραίαν έχουσιν την βασιλείαν και γεγηρακότες μη δέωνται της ετέρων βοηθείας» συμβουλεύει ο ιερός Φώτιος (Φωτίου επιστολαί εκδ. Ιωάννου Ν. ΒΑΛΕΤΑ, Λονδίνο 1864 σελ. 447). 
Η παιδεία ομορφαίνει την ζωή των νέων και αποβαίνει στήριγμα και παρηγορία για τους ηλικιωμένους.
3. Ο σκοπός της ωφελίμου παιδείας· Παιδεία προς θέωση.
Οι άγιοι Πατέρες δεν πίστευαν μόνο στην αξία της παιδείας. Πίστευαν και σε ορισμένη φιλοσοφία. Το εκπαιδευτικό ιδανικό τους ήταν συγκεκριμένο, είχε σταθερό σκοπό και κατεύθυνση. 
Για τους αγίους Πατέρες η διάπλαση και η μόρφωση του ανθρώπου δεν έγκειται στην απόκτηση γνώσεων, πτυχίων και περγαμηνών. Είναι δυνατόν να γίνει κάποιος μεγάλος επιστήμονας η διάσημος πολιτικός, μέγας κοινωνικός η εμπορικός παράγοντας χωρίς να είναι μορφωμένος.
Οι Πατέρες μας απέβλεπαν στην δημιουργία ενάρετου ανθρώπου, στην διάπλαση του χαρακτήρα που να περιέχει μερικές θεμελιώδεις πνευματικές αρχές και αξίες, οι οποίες ρυθμίζουν την ζωή του και τις σχέσεις του με την κοινωνία. 
Τα γνωρίσματα του «πεπαιδευμένου» είναι η ικανότητα να κρίνει ψύχραιμα και με περίσκεψη, να καθοδηγείται πάντοτε από την πίστη σε αξίες αλλά και από τον ορθό λόγο.
Είναι επίσης η ευγένεια της ψυχής και η ανεκτικότητα, ο σεβασμός προς τα δικαιώματα, την ελευθερία και τα προνόμια των συνανθρώπων.
Ο μορφωμένος άνθρωπος είναι μετριόφρονας διατυπώνει αδιάκοπα ερωτήσεις και επιδιώκει να μορφωθεί και να καλλιεργηθεί περισσότερο.
Δεν θεωρεί τον εαυτό του κέντρο του κόσμου της κοινωνίας και της οικογένειας μέσα στην οποία ζει. Έχει αυτογνωσία.
Αλλά η εκπαίδευση και η μόρφωση του ανθρώπου δεν πρέπει να αποβλέπουν μόνο στο πως ο άνθρωπος θα καλλιτερεύσει τους όρους της ζωής του και πως θα βελτιώσει τις σχέσεις του με τους συνανθρώπους του. Σημαντικότερο είναι το πως θα μπορέσει να «αναλάβει» πνευματικά φτερά για να πετάξει προς τον Δημιουργό Του.
Ωραία το διατύπωσε ο διανοούμενος μοναχός Θεόδουλος που γράφει : «Όσον μάλλον ταύτης (της παιδείας) μετέχει (ο άνθρωπος), τοσούτο μάλλον αφίσταται μεν, των ανθρώπων μεθίσταται δε προς Θεόν» (Θεοδούλου Μαγίστρου (περί το 1332 μ.Χ.), Λόγος περί Βασιλείας §ΚΣ P.G. 145,1 στ. 489Β).
Η εκπαίδευση του ανθρώπου «μέχρις ου μορφωθή Χριστός εν αυτώ» (Προς Γαλάτας δ 19) γίνεται συνώνυμο με την παιδεία προς θέωση.
Συνεπώς σε τελευταία ανάλυση το εκπαιδευτικό ιδεώδες των Πατέρων ήταν η θέωση του ανθρώπου.
Η απόκτηση όμως του ανώτατου αγαθού της παιδείας είναι ένα δυσχερέστατο και πολύ κοπιαστικό έργο, που απαιτεί συνεχή εξέλιξη και πνευματική επαγρύπνηση.
Ο μέγας Βασίλειος υπογραμμίζει ότι «τραχεία μεν πρώτον και δύσβατος, και ιδρώτος συχνού και πόνου πλήρης, η προς αρετήν φέρουσα και ανάντης οδός » (Μεγάλου Βασιλείου, Προς τους νέους, όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων P.G. 31,572).  
Η δυνατότητα της ομοιώσεως με τον Θεό, ήτοι της θεώσεως, δόθηκε στον άνθρωπο κατά τον χρόνο της δημιουργίας, αλλά είναι έργο συνεχούς παιδείας με την οποία η θέωση αρχίζει από την παρούσα ζωή, αλλά ολοκληρώνεται στην μελλοντική. Εκπαιδευόμενος ο άνθρωπος πρέπει να πορεύεται προς την αρετή «Άνθρωποι κατ’ αυτό ομοιούνται Θεώ, όταν μηδέν πάσχουσι παρά των επηρεάζειν βουλομένων, μηδέ υβριζόντων υβρίζονται, μηδέν τυπτόντων τύπτονται, μηδέ καταγελώνται καταγελώντων ετέρων» γράφει ο ιερός Χρυσόστομος (Λόγος Δ , Εις την ερμηνείαν της Προς Ρωμαίους Επιστολής, P.G. 60, 415).
4. Οι άξονες της ωφελίμου Παιδείας.
Oι πηγές από τις οποίες αντλούνται τα στοιχεία του εκπαιδευτικού - μορφωτικού ιδεώδους των Τριών Ιεραρχών είναι η αγία Γραφή και η κλασσική ελληνική Γραμματεία.
Το εκπαιδευτικό ιδεώδες είναι η συνισταμένη τουελληνικού ορθού λόγου και της χριστιανικής πίστεως και διαμορφώθηκε με τις αναζητήσεις πολλών αιώνων, ενώ κορυφώθηκε τον τέταρτο αιώνα.
Η εποχή των Τριών Ιεραρχών ήταν το τέλος του αρχαίου κόσμου και η ανατολή ενός νέου που έχει τα γνωρίσματα δύο ειδών αναζητήσεων (του Ελληνισμού και του Χριστιανισμού) που συνέπραξαν και γέννησαν την νέα ταυτότητά μας. 
Οι Τρεις Ιεράρχες επεξεργάσθηκαν το συγκερασμό του ελληνικού πνεύματος και της χριστιανικής πίστεως και έγιναν οι κλασσικοί μύστες και οι καλύτεροι ερμηνευτές του ανθρωπισμού της Εκκλησίας.
Ήταν και εξακολουθούν να παραμένουν οι πιο αυθεντικοί Έλληνες Πατέρες και διδάσκαλοι της αρχαίας Εκκλησίας και μάλιστα της Ελληνικής Ορθοδοξίας μέχρι σήμερα. 
Η ωφέλεια από την συζυγία χριστιανικής πίστεως και Ελληνικού λόγου ήταν διπλή. Ο χριστιανισμός πλουτίσθηκε και κατέκτησε την οικουμένη. Αλλά και ο ελληνισμός ευεργετήθηκε.
Ο αρχαίος Έλληνας Πολίτης ίσως να είχε εξαφανισθεί αν κατά τον τέταρτο και πέμπτο αιώνα δεν συμφιλιωνόταν με τον Χριστιανισμό. Αυτή η συμφιλίωση οφείλεται στους Έλληνες Πατέρες.
Από τους πατερικούς θησαυρούς θα αντλήσουμε τις απαραίτητες αρχές και αλήθειες που θα συντελέσουν στο δύσκολο έργο μας να δημιουργήσουμε κατάλληλη παιδεία για την σημερινή γενιά και για το μέλλον. 
Στα πρόσωπα των αγίων Τριών Ιεραρχών εμείς οι Έλληνες Ορθόδοξοι έχουμε την συνισταμένη της Ελληνικής και Χριστιανικής παρακαταθήκης, τρεις κορυφαίους διδασκάλους για να μιμηθούμε.

Δευτέρα, Νοεμβρίου 12, 2012

ΚΑΙΣΑΡΙΑΝΗΣ ΔΑΝΙΗΛ: ΟΙ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ ΠΟΥ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΜΑΣ

1του μητροπολίτη Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού Δανιήλ

Η διδασκαλία του Κυρίου Ιησού Χριστού έχει επηρεάσει τη ζωή μας. Οι κανόνες που διαμόρφωσαν τον πολιτισμό μας και διέπουν τις αντιλήψεις μας στηρίζονται στις αρχές του ευαγγελίου του Χριστού, που δίδαξε και έθεσε τους νόμους της ζωής των μαθητών Του.

Στην παρούσα συγκυρία κρίνουμε ότι συμβάλλει στη σωστή αξιολόγηση συμπεριφορών, πρακτικών και διακηρύξεων να υπενθυμίσουμε μερικές βασικές αρχές που αποτελούν την πεμπτουσία του χριστιανισμού. 
  1. Πρώτη αρχή είναι η αξία του ανθρώπινου προσώπου και ο σεβασμός του, που απορρέει από την πίστη των μαθητών του Ιησού Χριστού ότι ο άνθρωπος αποτελεί εικόνα του Θεού, που τη φόρεσε και ο Υιός του Θεού όταν ενανθρωπίστηκε, και ότι έχει προοριστεί να ενωθεί με τον Θεό.

  2. Δεύτερη αρχή είναι ο σεβασμός της ανθρώπινης ζωής, που είναι δώρο του Θεού και προσφέρεται μόνο από τον Θεό. Αυτό το δώρο ουδείς επιτρέπεται να το αφαιρέσει, να το προσβάλει, να το κακοποιήσει, ούτε κι εκείνος που το λαμβάνει.

  3. Τρίτη αρχή είναι η αναγνώριση του αυτεξουσίου και της ελευθερίας της βουλήσεως του ανθρώπου. Ουδείς καταναγκασμός ή βιασμός έμμεσος ή άμεσος επιτρέπεται να επιβάλλεται στον άνθρωπο για οποινοδήποτε λόγο.

  4. Τετάρτη αρχή, η δυνατότητα της σωτηρίας που προσφέρεται σε όλους τους ανθρώπους ανεξαιρέτως. Ουδείς αποκλείεται από τη δωρεά του Θεού παρά μόνον εξ ιδίας προαιρέσεώς του, όταν απορρίπτει την προσφερόμενη σωτηρία.

  5. Πέμπτη αρχή, η κατάργηση πάσης αφορμής διαιρέσεως των ανθρώπων (εξαιτίας του φύλου, της καταγωγής, της κοινωνικής θέσεως, της εθνότητός τους). (Προς Γαλάτας γ΄ 28).

  6. Εκτη αρχή, η αλληλεγγύη των ανθρώπων για να αντιμετωπιστούν οι ανάγκες των ενδεών και πασχόντων, εφόσον ο Κύριος ταύτισε τον εαυτό Του με τον πεινασμένο, τον διψασμένο, τον άστεγο, τον φυλακισμένο, τον ασθενή, τον ξένο. (Ματθαίου κε΄ 40).

  7. Εβδομη αρχή, η εθελοντική προσφορά υπηρεσίας σύμφωνα με το παράδειγμα του Κυρίου που δίδαξε, όταν ένιψε τα πόδια των μαθητών Του, ότι εξυψώνεται ενώπιόν Του όποιος υπηρετεί τους άλλους στις πιο ταπεινές τους ανάγκες και όχι όποιος κατέχει αξιώματα και θέσεις εξουσίας (Ιωάννου ιγ΄ 14, Ματθαίου κ΄ 25-28, Λουκά κβ΄ 24-27).

  8. Ογδοη, αρχή η κοινωνική δικαιοσύνη και η ισότητα που πρέπει να ρυθμίζονται ελεύθερα και αβίαστα από τον κάθε μαθητή του Ιησού Χριστού, που οφείλει να μοιράζεται τα αγαθά του με τους συνανθρώπους του, ώστε να επικρατήσει ισότητα (Β΄ Προς Κορινθίους η΄ 11-15).

  9. Ενατη αρχή είναι η αγάπη προς όλους, που είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμα των μαθητών του Ιησού Χριστού (Ιωάννου ιγ΄ 34-35).

  10. Δεκάτη αρχή είναι η συγχωρητικότητα και η ανοχή. Οπως ο Κύριος συγχώρησε τους υβριστές και βασανιστές Του που Τον σταύρωσαν και Τον θανάτωσαν, έτσι και οι μαθητές Του οφείλουν να συγχωρούν τους εχθρούς τους και να προσεύχονται γι’ αυτούς κατ’α την προτροπή Του «αγαπάτε τους εχθρούς υμών» (Ματθαίου ε΄ 44 καί στ΄ 14).

Οι αρχές αυτές διαμορφώνουν το ήθος των μαθητών του Ιησού, που οφείλουν να τις τηρούν για να διατηρούν το δικαίωμα να φέρουν το όνομα του Χριστού, να ονομάζονται δηλαδή χριστιανοί.  
πηγή

Τρίτη, Οκτωβρίου 16, 2012

Μητροπολίτης Καισαριανής, Δανιήλ, Η Θεωρία περί αρπαγής της Εκκλησίας



Ομιλία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καισαριανής Βύρωνος και Υμηττού κ.κ. Δανιήλ που πραγματοποιήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 2012 στο Πνευματικό Κέντρο του Ιερού Ναούς της Αγίας Τριάδος Βύρωνος, με αφορμή την έναρξη των Συνάξεων Οριοθέτησης Ορθοδόξου Πίστεως για το νέο Ιεραποστολικό έτος 2012-2013.πηγή

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 29, 2012

«Εἰς τὴν τοῦ Κυρίου ἡμίν Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐπίγνωσιν»




«Τίς ἐστιν οὗτος;»
(Ματθαίου καʹ 10)


Απὸ τὸν Ἰουδαικὸ λαὸ ἀκούσθηκε  ἡ γεµάτη θαυµασµὸ καὶ ἀπορία ἐρώτηση «Τίς ἐστιν οὗτος;»
(Ματθαίου καʹ  10)  γιὰ  τὸν  Κύριό  µας Ἰησοῦ Χριστό.
Ἡ ἐρώτηση δείχνει  ὅτι οἱ Ἰουδαῖοι ἀνεγνώριζαν ἐξωτερικὰ  τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό,  ἀλλὰ  δὲν Τὸν εἶχαν γνωρίσει  βαθύτερα,  δὲν εἶχαν φθάσει κατὰ τὸν ἀπόστολο Παῦλο  στὴν τελεία γνώση, «τὴν ἐπίγνωσι τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ» (Ἐφεσίους δʹ 13). Ἔζη ἀνάµεσά τους, ἀλλὰ δὲν εἶχαν κατανοήσει τὴν προσωπικότητά Του, τὴν ἀποστολή Του καὶ τὴν µοναδικότητά Του.
Ἀντὶ  ὅµως νὰ σχολιάζουµε  τὴν συµπεριφορὰ τῶν Ἰουδαίων εἶναι ἐποικοδοµητικότερον νὰ στοχαέ σθοῦµε ἐὰν ἐµεῖς, ποὺ ἑορτάζουµε τὰ Χριστούγεννα, Τὸν ἔχουµε γνωρίσει  καὶ ἐὰν Τοῦ ἔχουµε δώσει τὴν ἁρµόζουσα  θέση µέσα µας (στὴν ψυχή µας) καὶ ἀνάµεσά µας (στὴν κοινωνία µας).
Πρὸς τοῦτο  θὰ µελετήσουµε τὴν ἁγία  Γραφὴ γιὰ νὰ λάβουµε ἀπάντηση στὸ πάντοτε ἐπίκαιρο ἐρώέ τηµα τῶν Ἰουδαίων τότε, ἀλλὰ καὶ ὅλων τῶν γενεῶν τῶν ἀνθρώπων µετέπειτα «τίς ἐστιν οὗτος;».
α) Ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ἀναφέρεται στὴν ταυέ τότητα  τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ,  στὸ ἔργο Του, στὴν προέ αιώνια ὕπαρξή  Του καὶ κατάστασή Του πρὶν  ἐνανέ θρωπήσει  µὲ τοὺς λόγους  τοῦ  εὐαγγελίου του: «Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος, καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ Θεὸς ἦν ὁ Λόγος. Οὗτος  ἦν ἐν ἀρχῇ πρὸς τὸν Θεόν. πάντα δι’ αὐτοῦ ἐγένετο, καὶ χωρὶς αὐτοῦ ἐγένετο οὐ δὲ ἓν ὃ γέγονεν. Ἐν αὐτῷ ζωὴ ἦν, καὶ ἡ ζωὴ ἦν τὸ φῶς τῶν ἀνθρώπων. Καὶ τὸ φῶς ἐν τῇ σκοτίᾳ φαίνει, καὶ ἡ σκοτία αὐτὸ οὐ κατέλαβεν»  (Ἰωάννου αʹ 1έ5). Συνεχίζει ὅτι «Καὶ ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο» (αʹ 14).

Οἱ ὑψηλὲς αὐτὲς συλλήψεις τοῦ «αὐτόπτου» (Λουκᾶ αʹ 2) τοῦ Λόγου στηρίζονται στὴν δηµόσια διακήέ ρυξη τοῦ Ἰδίου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅταν ὁµίλησε γιὰ τὸν Ἑαυτό Του καὶ  ἔδειξε τὴν διαφορὰ τῆς καταέ γωγῆς Του ἀπὸ  αὐτὴ τῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ  καὶ τὴν ποιότητα τῆς ζωῆς Του. Εἶπε: «Ὑµεῖς ἐκ τῶν κάτω ἐστέ, ἐγὼ ἐκ τῶν ἄνω εἰµί· ὑµεῖς ἐκ τοῦ κόσµου τού του ἐστέ, ἐγὼ οὐκ εἰµὶ ἐκ τοῦ κόσµου τούτου» (Ἰωάνέ νου ηʹ 23). «Ἐξῆλθον παρὰ  τοῦ Πατρὸς  καὶ ἐλήλυθα εἰς τὸν κόσµον» (Ἰωάννου ιστʹ 28).

Ὅσο σαφὴς εἶναι αὐτὴ ἡ διαφορὰ τῆς καταγωγῆς τοῦ Κυρίου  µας Ἰησοῦ Χριστοῦ  ἀπὸ  τὴν καταγωγὴ τῶν λοιπῶν  ἀνθρώπων, ἐξ ἴσου σαφεῖς εἶναι καὶ µεέ ρικὲς  ἀκόµη  διαφορὲς µεταξὺ  Αὐτοῦ  καὶ  τῶν  ἀνέ θρώπων,  ὅπως  αὐτὴ  τῆς ἠθικῆς ἀνωτερότητος καὶ καταστάσεώς  Του,  ἡ  ὁποία   ἐπεσηµάνθη  µὲ τοὺς λόγους Του «ἐγὼ ἐκ τοῦ κόσµου οὐκ εἰµί» (Ἰωάννου ιζʹ 16) καὶ τῆς ἐξουσίας Του ἐπὶ τοῦ θανάτου, ἡ ὁποία ἐπεσηµάνθη µὲ τοὺς λόγους: «ὁ καιρὸς ὁ ἐµὸς οὕπω πάρεστιν, ὁ δὲ καιρὸς ὁ ὑµέτερος πάντοτέ ἐστιν ἕτοιµος» (Ἰωάννου ζʹ 6).
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος  στὴν πρὸς Ἑβραίους ἐπιέ στολή  του  ἀναφέρεται σ’ αὐτὴ  τὴν  διαφορὰ ποὺ ὑφίσταται µεταξὺ Ἰησοῦ Χριστοῦ  καὶ ἀνθρώπων ὡς πρὸς τὴν καταγωγὴ καὶ τὴν ἠθικὴ ἀνωτερότητα τοῦ προσώπου Του, ἐξηγῶν συγχρόνως  καὶ τὸν σκοπὸ τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ: «Ἐπεὶ οὖν τὰ  παιδία  κεκοινώνηκε σαρκὸς  καὶ αἵµατος,  καὶ αὐτὸς παραπλησίως µετέσχε τῶν αὐτῶν,  ἵνα διὰ τοῦ θανάτου καταργήσῃ τὸν τὸ κράτος  ἔχοντα  τοῦ θα νάτου,  τοῦτ’ ἔστι τὸν διάβολον, καὶ ἀπαλλάξῃ τού τους, ὅσοι φόβῳ θανάτου διὰ παντὸς τοῦ ζῆν ἔνοχοι ἦσαν δουλείας.  Οὐ γὰρ  δήπου  ἀγγέλων  ἐπιλαµβά νεται, ἀλλὰ σπέρµατος Ἀβραὰµ ἐπιλαµβάνεται. ὅθεν ὤφειλε κατὰ  πάντα τοῖς ἀδελφοῖς ὁµοιωθῆναι, ἵνα ἐλεήµων γένηται καὶ πιστὸς ἀρχιερεὺς τὰ πρὸς τὸν Θεόν, εἰς τὸ ἱλάσκεσθαι τὰς ἁµαρτίας τοῦ λαοῦ» (βʹ14έ17).  Θὰ διευκρινήσει περαιτέρω ὅτι  καὶ  ἀληθὴς  ἄνθρωπος ἦτο καὶ ἐξ ἴσου ἀληθῶς ἦτο «κεχωρισµένος ἀπὸ τῶν ἁµαρτωλῶν» (Ἑβραίους ζʹ 26).

Ὅσο  βαθύτερα γνωρίζουµε  τὸ µυστήριο  τοῦ Ἰηέ σοῦ Χριστοῦ,  τόσο περισσότερο µᾶς αἰχµαλωτίζει ἡ ἀγάπη  Του γιὰ  µᾶς καὶ  µᾶς κινεῖ  στὸ νὰ  ἀνταποέ δώσουµε αὐτὴ τὴν ἀγάπη  Του καὶ ἐµεῖς µὲ τὴν πρὸς Αὐτὸν ἀγάπη  µας, ἀγαπῶντες τὸν ἀγαπήσαντα ἐµᾶς. β) Εἶναι Αὐτός, ὁ Ὁποῖος «εἰς τὰ ἴδια ἦλθε καὶ οἱ  ἴδιοι αὐτὸν  οὐ παρέλαβον» (Ἰωάννου αʹ 11).
Μὲ πικρία καὶ ἀπογοήτευση ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάνέ νης σχολιάζει  τὴν συµπεριφορὰ τῶν συγχρόνων του Ἰουδαίων, οἱ ὁποῖοι  ἀπέρριψαν τὸν Ἰησοῦ Χριστό, ὁ Ὁποῖος ἐδηµιούργησε τὰ πάντα, γιὰ τὸν Ὁποῖον ἐδηµιουργήθησαν τὰ πάντα (Κολασσαεῖς  αʹ 15), γιὰ τὸν Ὁποῖον ὁµιλεῖ ὁλόκληρη  ἡ Παλαιὰ ∆ιαθήκη  (Ἰωάνέ νου εʹ 26).
Ἀδυνατεῖ νὰ χωρέσει  ὁ νοῦς τοῦ  ἀνθρώπου, τὸ σκάνδαλο καὶ  τὴν πρόκληση  τῆς ἀπορρίψεως τοῦ Θεοῦ. Εἶναι  ὅµως γεγονός.  Τὴν  ἐπιτρέπει ὁ Θεός, ἐπειδὴ σέβεται τὴν ἐλευθερία  τοῦ ἀνθρώπου.
Τὸ µυστήριο  τῆς ἐλευθερίας  τοῦ ἀνθρώπου ὅµως ἔχει καὶ τὴν ἄλλη ὄψη, τὴν ὁποία δὲν πρέπει νὰ ἀγνοοῦµε. Ἐµεῖς κυρίως τονίζουµε καὶ ἀναφερόµεθα στὴν ἐλευθερία  τοῦ ἀνθρώπου. Ὑπάρχει ὅµως καὶ ἡ ἐλευθερία τοῦ Θεοῦ. Ὅπως ἐλεύθερος εἶναι ὁ ἄνθρωπος  νὰ  ἀπορρίψει τὸν  Θεό, ἔτσι  καὶ  ὁ Θεὸς εἶναι  ἐλεύθερος  νὰ  ἀπορρίψει τὸν  ἄνθρωπο.  Ὁ  Ἰησοῦς Χριστὸς  ἦλθε, δὲν ἐξεβίασε τοὺς ἀνθρώπους νὰ Τὸν ἀποδεχθοῦν, τοὺς ἄφησε  ἐλευθέρους  νὰ ἀποφασίέ σουν. Εἶπε «εἴ τις θέλει ὀπίσω µου ἐλθεῖν» (Ματθαίου ιστʹ 24). Μερικοὶ  ἀπεφάσισαν νὰ Τὸν ἀπορρίψουν καὶ νὰ Τὸν θανατώσουν ἐπὶ τοῦ σταυροῦ.  Κι Αὐτὸς τοὺς ἐγκατέλειψε µὲ τὸ «ἰδοὺ ἀφίεται  ὑµῖν ὁ οἶκος ὑµῶν ἔρηµος» (Ματθαίου κγʹ 38).
Φοβερότερο ὅµως θὰ εἶναι, ὅταν ὁ Κύριος ὡς ὕψιέ στος καὶ τελικὸς Κριτὴς πάντων θὰ ἀπορρίψει ἐν συέ νεχείᾳ  ὅσους τὸν ἀπέρριψαν µὲ τὸ «πορεύεσθε  ἀπ’ ἐµοῦ» (Ματθαίου κεʹ 41).
Μὲ ἔπαρση  καὶ ἐγωισµὸ ὁ ἄνθρωπος σηκώνει τὸ ἀνάστηµά  του  µπροστὰ  στὸν  ∆ηµιουργό  Του  καὶ στὸν Κύριό Του καὶ τοῦ λέγει· «∆ὲν σὲ θέλω. ∆ὲν σὲ χρειάζοµαι». Ὁ φιλάνθρωπος ὅµως Θεὸς Πατέρας δὲν ἀκούει  τὴν αὐθάδεια καὶ  ἀφροσύνη τοῦ  πλάέ σµατός Του καὶ συνεχίζει νὰ τὸ εὐεργετεῖ µὲ τὴν φιέ λανθρωπία Του. Τὴν τελικὴ κρίση Του θὰ ἐκφέρει, ἀφοῦ παρέλθει  ὁ «καιρὸς δεκτὸς» τῆς διὰ µετανοίας καὶ πίστεως ἐπιστροφῆς (Βʹ Κορινθίους στʹ 2, Λουκᾶ δʹ19). Γιὰ νὰ στηρίξει αὐτὴ τὴν πορεία ἐπιστροφῆς εἶπε ὅτι «θέλει πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι καὶ εἰς ἐπί γνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (Αʹ Τιµ. βʹ 4).
γ) Εἶναι Αὐτὸς τοῦ Ὁποίου τὴν πρὸς ἐµᾶς Ἀγάπη  Του ὑµνεῖ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφων στὴν βʹ Επιστολή Του πρὸς Κορινθίους, ὅτι «γινώσκετε γὰρ τὴν χάριν τοῦ Κυρίου ἡµῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅτι δι’ ὑµᾶς ἐπτώχευσε πλούσιος ὤν, ἵνα ὑµεῖς τῇ ἐκείνου πτω χείᾳ πλουτήσητε» (ηʹ 9).
Στὴν ἐνανθρώπηση ὁ Πλούσιος  πτωχεύει  καὶ  οἱ πτωχοὶ  γίνονται πλούσιοι.  Πλούσιος  εἶναι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Θεός, διότι ἔχει τὴν ζωή, τὴν ἀθαέ νασία, τὴν σοφία, τὴν δύναµη, τὴν ἀγαθότητα, τὴν µαέ κροθυµία, τὴν ταπείνωση, τὴν εὐσπλαγχνία καὶ ὅλες τὶς ἄλλες ἀρετές.  Ὁ ἄνθρωπος οὐδεµία ἐξ αὐτῶν ἔχει. Τί ἔχει; Θάνατο,  ἀσθένεια,  φθορά,  µαταιότητα, ψεῦέ

δος, πλεονεξία, πορνεία, ἀνηθικότητα, σκληρότητα, θυµό, ἀδιαφορία, καὶ ὅλες τὶς κακίες. Ἔγινε  µὲ τὴν καθοδήγηση τοῦ ∆ιαβόλου πονηρὸς  καὶ κακός.
Ἦλθε ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ µᾶς καθαρίσει ἀπ’ ὅλα  αὐτὰ  τὰ  κακὰ  τῆς πτωχείας  µας καὶ  νὰ  µᾶς ἀναπλάσει µὲ ὅλα τὰ ἀγαθὰ τῆς θείας ζωῆς. Γι’ αὐτὸ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος  προτρέπει τοὺς χριστιανούς:«ἀποθέσθαι ὑµᾶς κατὰ  τὴν προτέραν ἀναστροφὴν τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον τὸν φθειρόµενον κατὰ  τὰς ἐπιθυµίας τῆς ἀπάτης, ἀνανεοῦσθαι δὲ τῷ πνεύµατι τοῦ νοὸς ὑµῶν. Καὶ ἐνδύσασθαι τὸν καινὸν ἄνθρω πον  τὸν  κατὰ  Θεὸν  κτισθέντα ἐν δικαιοσύνῃ καὶ ὁσιότητι τῆς ἀληθείας» (Ἐφεσίους δʹ 22έ24). Τὰ αὐτὰ συνιστᾶ  καὶ στὶς ἐπιστολὲς πρὸς Κολασσαεῖς  γʹ 8έ10 καὶ πρὸς Ῥωµαίους ιγʹ 12έ14.
δ) Εἶναι  Αὐτὸς  ὁ Ὁποῖος ἐδίδαξε  µὲ τὴν ἐνανέ θρώπηση καὶ τὴν ζωή Του τί εἶναι ταπείνωση, ἀλλὰ καὶ ὅτι δι’ αὐτῆς ὑψοῦται ὁ ἄνθρωπος καὶ δοξάζεται ὁ Θεός.
Ὑψηγορεῖ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Ὃς (ἐννοεῖ τὸν Ἰησοῦ  Χριστὸ)  ἐν µορφῇ  Θεοῦ  ὑπάρχων οὐχ  ἁρ παγµὸν  ἡγήσατο  τὸ εἶναι ἴσα Θεῷ, ἀλλ’ ἑαυτὸν  ἐκέ νωσε µορφὴν δούλου  λαβών,  ἐν ὁµοιώµατι ἀνθρώ πων  γενόµενος  καὶ σχήµατι εὑρεθεὶς ὡς ἄνθρωπος ἐταπείνωσεν ἑαυτὸν γενόµενος ὑπήκοος µέχρι θανάτου, θανάτου δὲ σταυροῦ, διὸ καὶ ὁ Θεὸς αὐτὸν ὑπερ ύψωσε καὶ ἐχαρίσατο αὐτῷ ὄνοµα τὸ ὑπὲρ πᾶν ὄνοµα, ἵνα ἐν τῷ ὀνόµατι Ἰησοῦ πᾶν γόνυ κάµψῃ ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων καὶ πᾶσα γλῶσσα ἐξοµολογήσηται ὅτι Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς εἰς δόξαν  Θεοῦ Πατρός»  (Φιλιππησίους βʹ 6έ11).
Τὰ µηνύµατα αὐτῆς τῆς περικοπῆς πρέπει  νὰ φωέ τίζουν  καὶ νὰ καθορίζουν τὴν πορεία  µας στὸν κόέ σµο. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς µᾶς ἔδειξε ὅτι ἀληθινὸ  µεγαέ λεῖο καὶ ἀξία εἶναι ἡ ταπείνωση.  Οὔτε ὁ πλοῦτος, οὔέ τε ἡ δόξα, οὔτε ἡ ἰσχύς, οὔτε ἡ γνῶση, οὔτε ἡ κυριαρέ χία ὑψώνουν  καὶ τιµοῦν τὸν ἄνθρωπο. Μᾶς δίδαξε ὅτι ἡ ταπείνωση ὑψώνει  τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν ἀνεέ βάζει στὸν θρόνο τοῦ Υἱοῦ καὶ ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς µὲ τὴν ταπείνωση καὶ ὑπακοή  Του ἐδόξασε τὸν Θεὸ  Πατέρα.
Ἂς στοχασθοῦµε µὲ αὐτοεξέταση, ἐὰν θέλουµε νὰ εἴµαστε ταπεινοὶ καὶ ὑπάκουοι στὸ θέληµα τοῦ Θεοῦ Πατέρα  µας.
ε) Εἶναι  Αὐτός,   ὁ Ὁποῖος διεκήρυξε  ὅτι «ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλὰ  δια κονῆσαι καὶ δοῦναι τὴν ψυχὴν  αὐτοῦ  λύτρον  ἀντὶ πολλῶν»  (Ματθαίου κʹ 28).
Μὲ τοὺς λόγους  Του αὐτοὺς  ὁ Κύριος  ἀνύψωσε τὴν διακονία τοῦ ἀνθρώπου σὲ ἔργο Θεοῦ. Γιὰ  ὅσους δὲν τὸ ἔχουν καταλάβει αὐτὸ τὸ ἔχει διευκρινίσει µὲ σαφήνεια, ὅταν  ἔνιψε τὰ πόδια  τῶν µαθητῶν  Του καὶ  τοὺς εἶπε: «Γινώσκετε τί πεποίηκα  ὑµῖν; Ὑµεῖς φωνεῖτέ µε, ὁ ∆ιδάσκαλος καὶ ὁ Κύριος, καὶ καλῶς λέγετε. Εἰµὶ γάρ. Εἰ οὖν ἐγὼ ἔνιψα ὑµῶν τοὺς πόδας,
ὁ Κύριος καὶ ὁ ∆ιδάσκαλος,  καὶ ὑµεῖς ὀφείλετε ἀλ λήλων νίπτειν τοὺς πόδας, ὑπόδειγµα γὰρ  δέδωκα ὑµῖν, ἵνα καθὼς ἐγὼ ἐποίησα ὑµῖν, καὶ ὑµεῖς ποιῆτε» (Ἰωάννου ιγʹ, 12έ15).
στ) Εἶναι  Αὐτὸς  στὸν  Ὁποῖον ἁρµόζει  καὶ  ἐπιέ βάλλεται,  ὅπως ὁ Θωµᾶς, νὰ γονατίσουµε καὶ νὰ ἀέ ναφωνήσουµε µ’  ὅλη τὴν δύναµη τῆς ὑπάρξεώς  µας
«Ο KYPIΟΣ  MOΥ KAΙ Ο ΘEOΣ  MOΥ» (Ἰωάννου κʹ 28). Αὐτὴ ἡ φωνὴ θὰ περάσει  στὴν αἰωνιότητα.
Σ’  ὅσους ἐρωτοῦν  «τίς ἐστιν οὗτος;»  ἀπαντῆστε ὅπως ἡ ἁγία  Γραφὴ διδάσκει καὶ µαρτυρεῖ  ὅτι «ἐν τούτῳ ἐστὶν ἡ ἀγάπη, οὐχ ὅτι ἡµεῖς ἠγαπήσαµεν τὸν Θεόν, ἀλλ’  ὅτι αὐτὸς ἠγάπησεν ἡµᾶς καὶ ἀπέστειλε τὸν υἱὸν αὐτοῦ  ἱλασµὸν περὶ τῶν ἁµαρτιῶν ἡµῶν» (Αʹ  Ἰωάννου δʹ 10).


Χαρεῖτε το. Ζῆστε το. Κηρῦξτε το.

----------------------------------------------------


«Εἰς τὴν τοῦ Κυρίου ἡμίν Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐπίγνωσιν»


Ἱερὰ Μητρόπολις Καισαριανῆς, Βύρωνος και Ὑµηττοῦ. Λεωφόρος Ὑµηττοῦ


«Εἰς τὴν τοῦ Κυρίου ἡμ῵ν Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐπίγνωσιν» (Β΄ Πέτρου α΄ 8)



τοῦ Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος καὶ Ὑμηττοῦ Δανιὴλ


πηγ'η

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...