Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Ανδρέας Αγαθοκλέους. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Ανδρέας Αγαθοκλέους. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη, Απριλίου 28, 2015

Η εμπιστοσύνη στο Θεό



«Ἑαυτούς καί ἀλλήλους καί πᾶσαν τήν ζωήν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα» δηλαδή : «τους εαυτούς μας και ο ένας τον άλλο και όλη τη ζωή μας ας εμπιστευτούμε στον Χριστό που είναι Θεός».

Αυτή την προτροπή του Διακόνου, που τόσο συχνά ακούμε στις ακολουθίες της Εκκλησίας μας, αν την εφαρμόσουμε, θα απαλλαγούμε από το άγχος και την αγωνία.

 
Ο άνθρωπος, στηριγμένος στους δικούς του υπολογισμούς και στη δική του λογική, πιστεύει ότι όλα θα γίνουν καθώς νομίζει. Αν και η πραγματικότητα της ζωής δείχνει την αστάθεια των εγκοσμίων, το ευμετάβολο της υγείας, το αιφνίδιο του θανάτου, ωστόσο θεωρούνται ότι αυτά δεν είναι για μας.

Αν όμως συνειδητοποιήσουμε ότι υπάρχουν πολλές δυνατότητες «να είναι για μας», υπάρχει το ενδεχόμενο να μας κυριαρχήσει τόση αγωνία και άγχος, που να θεωρείται αναγκαία η φαρμακευτική αντιμετώπιση.

Οι πιο πάνω ακρότητες, μπροστά στα γεγονότα της ζωής που αφορούν εμάς και τους άλλους, ασφαλώς δεν ισορροπούν τον άνθρωπο. Απεναντίας, είτε ενθαρρύνουν τη ψευδαίσθηση, που ως ψέμα διαλύει την εσωτερική ηρεμία μπροστά στην αλήθεια, είτε δημιουργούν αρρωστημένες εσωτερικές καταστάσεις που δεν αναπαύουν.

Ασφαλώς, η ζωή μάς επιφυλάσσει πολλές δυσάρεστες εκπλήξεις. Ο πόνος, ψυχικός και σωματικός, δεν απουσιάζει από κανένα άνθρωπο. Η Εκκλησία του Χριστού είναι στον κόσμο για να συμπορεύεται με τον άνθρωπο που τη θέλει. Άλλωστε ο ιδρυτής της είναι ο Εσταυρωμένος, με το μεγάλο ψυχικό και σωματικό πόνο, που κατανοεί κάθε ανθρώπινη αδυναμία.

Ωστόσο, για να γίνει δύναμη η Εσταυρωμένη αγάπη, χρειάζεται να εμπιστευτούμε τον εαυτό μας και να εμπιστευτούμε ο ένας τον άλλο στο Χριστό που ως Θεός νίκησε το θάνατο και άρα τίποτε δεν είναι αδύνατο σ’ Αυτόν. Η εμπιστοσύνη, βέβαια, σημαίνει ν’ αφήνεσαι, να παραδίδεσαι, ν’ αφοσιώνεσαι. Όπως το παιδί εμπιστεύεται την αγκαλιά του πατέρα του κι όπως ο ασθενής το γιατρό του. Χωρίς να αφαιρείται η ελευθερία και η ενεργοποίηση των προσωπικών δυνατοτήτων, η εμπιστοσύνη στην πρόνοια του Θεού κάνει τον άνθρωπο αληθινά ελεύθερο από το άγχος, τη μέριμνα, την αγωνία. Χαρίζει άνεση, ειρήνη και ασφάλεια, που είναι στοιχεία εσωτερικής ισορροπίας.

Ασφαλώς, με το να εμπιστευτούμε το Θεό δεν σημαίνει ότι όλα θα γίνουν όπως θέλουμε, χωρίς δοκιμασίες και προβλήματα. Θα υπάρξουν και οι στιγμές σιωπής του Θεού και φαινομενικής απουσίας Του. Όμως ξέρουμε ότι όλα έχουν κάποιο λόγο και αποσκοπούν στην πνευματική μας ανάπτυξη. Τίποτα δεν είναι τυχαίο και τίποτα δεν γίνεται χωρίς παραχώρηση Θεού.

Η πείρα της ζωής μάς διδάσκει ότι ευρισκόμαστε μέσα στην αγάπη του μεγάλου Θεού μας, ακόμα κι αν δεν Τον εμπιστευόμαστε. Οι λεπτομέρειες της πορείας μας και τα γεγονότα που ζήσαμε μας καλούν να Τον εμπιστευτούμε για να ελευθερωθούμε. Αυτή είναι κατά το σοφό σύγχρονο Γέροντα Επιφάνιο Θεοδωρόπουλο η μεγαλύτερη φιλοσοφία «Ἑαυτούς καί ἀλλήλους καί πᾶσαν τήν ζωήν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα».

Του π.Ανδρέα Αγαθοκλέους
το είδαμε εδώ

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 10, 2014

Η κούραση των λογισμών και η αντιμετώπισή της.

Του π. Ανδρέα Αγαθοκλέους
Δεν είναι λίγες οι φορές που χωρίς σωματική εργασία το σώμα γίνεται κατάκοπο. Φαίνεται, έτσι, η στενή σχέση ψυχής – σώματος και η ψυχοσωματική υπόσταση του ανθρώπου. Οι λογισμοί, αν και καθαρά πνευματική εργασία μπορούν να γίνουν αιτία για μια κούραση που διαλύει το σώμα, αδρανοποιώντας το για οποιανδήποτε άλλη εργασία.
Η κούραση των λογισμών και η αντιμετώπισή της 
Ο κάθε άνθρωπος, ως εικόνα Θεού, έχει τη δυνατότητα να κάνει ποικίλους, πολλούς και γρήγορους λογισμούς. Ο νους μπορεί να γεμίσει με λογισμούς ή να εμμένει σ’ ένα λογισμό, αλλά δεν είναι δυνατό να είναι άδειος από λογισμούς. Η ενασχόληση μαζί τους γίνεται, πολλές φορές, κουραστική και λόγος αναστάτωσης, καθώς και η προσπάθεια να μην γίνονται λογισμοί. Όπως π.χ. ένα κλειστό δωμάτιο με ατμόσφαιρα άσχημη δεν μπορεί να καθαρίσει παρά μόνο αν ανοικτεί και αντικατασταθεί με καθαρό αέρα, έτσι και οι άσχημοι λογισμοί αν αντικατασταθούν με καλούς λογισμούς ή με τη νοερά προσευχή, μπορούν να φέρουν ηρεμία στην ψυχή.

Η Ορθόδοξη παράδοση, όπως την παραλάβαμε από παλαιότερους/ες και σύγχρονους/νες πατέρες και μητέρες μας λέει ότι η ουσία της πνευματικής ζωής και η όλη θεραπευτική αγωγή συνίσταται στον έλεγχο των λογισμών. Γιατί απ’ εκεί πηγάζουν οι καλές ή κακές επιθυμίες, η αμαρτία ως απομάκρυνση από το Θεό και η αγιότητα ως πόθος ενώσεως με το Θεό.
Φαίνεται πως οι σημερινοί χριστιανοί, κληρικοί και λαϊκοί, αγνοούμε αυτή τη δυναμική τής παράδοσής μας, γι’ αυτό και ταλαιπωρούμαστε στο να μην κάνουμε την αμαρτία ή στο να διώξουμε τους λογισμούς με τρόπο που μοιάζει «κτυπήματα στον αέρα».
Σε τελευταία ανάλυση, αν ο αγώνας μας γίνεται με αρνητική διάθεση ως προς την αμαρτία χωρίς τη θετική κατάθεση της σχέσης με το Θεό, μάλλον κούραση θα φέρει αντί ανάπαυση. Δηλαδή: πιο εύκολα παραμερίζεται η αμαρτία με το να δώσουμε έμφαση στην προσευχή ως συνάντηση με το Χριστό, στη μελέτη ως δυνατότητα γνώσης και στην όλη ασκητική προσπάθεια ως ευκαιρία απόλαυσης της αγάπης του Θεού, παρά με το να παλεύουμε κατά πρόσωπο με την αμαρτία είτε ως λογισμός είτε ως επιθυμία είτε ως πράξη.
Η εποχή μας, παρ’ όλες τις ανέσεις της, χαρακτηρίζεται από ψυχική κούραση. Ακόμα και η ξεκούραση κουράζει… Ας μην γίνεται η πνευματική ζωή ένα ακόμη βάρος, εκεί που θα έπρεπε να γίνεται το μέσο για όντως ξεκούραση, ανανέωση, ζωή.
 Η Εκκλησία μας ξέρει τον τρόπο γι’ αυτή την αληθινή εμπειρία της νέας ζωής. Ας το μάθουμε με τη μελέτη των Πατέρων και ας μαθητεύσουμε «παρά τους πόδας» των σύγχρονων Πατέρων που το γνωρίζουν στην πράξη. Τότε θα χαιρόμαστε το δώρο τού να ζει κανείς χριστιανικά, να μπορεί να ξεκουράζεται μέσα από την κόπωση της ζωής και να απολαμβάνει την ομορφιά της παρουσίας μέσα του τού Κυρίου και Θεού του.                  

Πέμπτη, Ιουλίου 10, 2014

Έχει ο Θεός



Μέσα από την απελπιστική κατάστασή του ο άνθρωπος θέλει κάπου να πιαστεί, για να μην απελπιστεί με ότι συνεπάγεται αυτό. Είναι κακό τούτο; Εκφράζει αδυναμία που παραπέμπει κατά το Μαρξ σε ψευδαίσθηση του Θεού;

Μπορεί και να συμβαίνει κι αυτό. Ποιος όμως μπορεί να αρνηθεί ότι υπάρχουν και οι φορές που συνειδητοποιούμε την αδυναμία μας «να κάνουμε κάτι», ώστε να υπερβούμε το αδιέξοδο; Ποιος μπορεί να καυχηθεί ότι όλα έρχονται όπως τα θέλει και ότι με μόνο τις δικές του δυνάμεις και τα δικά του σχέδια καταφέρνει να ξεπεράσει τα αδιέξοδά του;

Ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος θα πει ότι «αυτός που εγνώρισε την αδυναμία του, αυτός μπόρεσε να γνωρίσει τη δύναμη του Θεού». Στη συντριβή της καρδίας, στη συνειδητοποίηση της αδυναμίας, έρχεται δυναμικά η Χάρις του Θεού, του παντοδυνάμου και αιωνίου Κυρίου μας, και μεταποιεί «τα μη όντα εις όντα», τα τίποτα σε υπαρκτά. Τότε κατανοούμε την ελπίδα αυτών των ανθρώπων, που δεν έγινε η μόρφωσή τους παραμόρφωση, που μπορούν να λεν με σιγουριά, στις δύσκολες και ασέληνες νύκτες της ζωής τους, αυτό το αληθινό «έχει ο Θεός»!

Τότε κατανοούμε ότι η πίστη στηρίζεται σε εμπειρία, στη βεβαιότητα ότι ο Θεός κρύβεται αλλά δεν εξαφανίζεται, κι ότι η σιωπή του, αν και εύκολα εκλαμβάνεται ως αδιαφορία, ίσως και ανυπαρξία, είναι όμως η έκφραση της ευγένειάς Του, που δεν θέλει να επιβάλει την παρουσία Του κι ούτε θέλει να μας υποχρεώσει με ευεργεσίες, ώστε να μας αναγκάσει έτσι να τον υπακούσουμε.

Μπροστά στην ανθρώπινη ελευθερία, το θεϊκό αυτό δώρο, παραιτείται η θεϊκή παντοδυναμία. Νομίζω ότι θα συνειδητοποιήσουμε την απέραντη αγάπη του Θεού, όταν κατανοήσουμε καρδιακά το πόσο σέβεται την ελευθερία μας.

Βέβαια, εύκολα εκχωρούμε την ελευθερία μας μπροστά στην επιτυχία του όποιου στόχου μας, που εγκλωβίζεται στα όρια του θνητού τούτου κόσμου, με βασικά πάθη τη φιλαργυρία, τη φιλοδοξία και τη φιληδονία. Όμως ο Θεός αρνείται να την πάρει και να μας κάνει δούλους ανελεύθερους, ακόμα κι αν καταλήγουμε στο να Τον αρνηθούμε.

Τελικά το «έχει ο Θεός», αν δεν κρύβει μια ψεύτικη πίστη που ο Θεός υπάρχει μόνο όταν μας κάνει τα θελήματα μας, είναι μια αλήθεια! Εκφράζει την πραγματικότητα πως «πίσω μας στέκει ο Θεός». Δείχνει τη σιγουριά της αδυναμίας μας και τη βεβαιότητα της αγάπης και του ενδιαφέροντός Του.

Έχουμε ένα Θεό που δεν αδιαφορεί για τον κόσμο Του, που βρίσκεται ζωντανά ανάμεσά μας, που η αγάπη Του στέλλει το Μονογενή του Υιό να θυσιαστεί για μας. Όσοι μέσα από τη σιωπή Του και την «εγκατάλειψή» Του γνώρισαν πώς ενεργεί, αυτοί μπορούν με σιγουριά να λεν στον εαυτό τους και στους γύρω τους «έχει ο Θεός»!

π. Ανδρέας Αγαθοκλέους
πηγή το είδαμε εδώ

Τρίτη, Ιουνίου 17, 2014

Καθήκον ή αγάπη;

Καθήκον ή αγάπη;

Φαίνεται πως η ρουτίνα και η πεζότητα στις διαπροσωπικές σχέσεις των ανθρώπων γίνονται ο θάνατος της χαράς και της έμπνευσης.
Κάτι τέτοιο παρατηρείται και στην πνευματική ζωή, κυρίως αν αυτή περιορίζεται στην τήρηση των «θρησκευτικών καθηκόντων» και όχι στη δημιουργία και ανάπτυξη της σχέσης με το Θεό.
Μελετώντας κανείς τη ζωή των παλαιοτέρων αγίων, αλλά και βλέποντας αυτή των συγχρόνων, θα διαπιστώσει ότι όλοι διακατέχονται από ένα ζήλο και πόθο να ζήσουν αγαπητικά το Θεό. Αυτό πηγάζει από το φιλότιμο που είχαν να ανταποκριθούν στην αγάπη Του, εφόσον και ο ίδιος αγαπά και αγαπιέται, κατά τον Άγιο Μάξιμο Ομολογητή, όπως καταγράφεται στη Φιλοκαλία:
«Τό θεῖον οἱ θεολόγοι, ποτέ μεν έρωτα, ποτέ δε αγάπην, ποτέ δε εραστόν και αγαπητόν καλοῦσιν. Ὅθεν, ὡς μέν ἔρως ὑπάρχων καί ἀγάπη, κινεῖται ὡς δέ ἐραστόν καί ἀγαπητόν, κινεῖ πρός ἑαυτόν πάντα τά ἔρωτος καί ἀγάπης δεκτικά». Δηλαδή: Ο Θεός ονομάζεται από τους θεολόγους έρωτας και αγάπη. Ως έρωτας και αγάπη κινείται προς τον άνθρωπο, ως ερωμένος και αγαπητός ελκύει την αγάπη αυτών που μπορούν να ερωτευτούν και να αγαπήσουν.
Άλλωστε η Τριαδικότητα του Θεού μας έχει άμεση σχέση με την αγάπη Του. «Ὁ Θεός ἀγάπη ἐστι», επειδή είναι Τριαδικός. Ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος θα πει: «Ο Χριστός ανατρέπει τις καθιερωμένες μορφές εξουσίας, σοφίας, δόξης, ευσεβείας, επιτυχίας, τις παραδοσιακές αρχές και αξίες, και αποκαλύπτει ότι το ζωτικό κέντρο του παντός είναι η αγάπη. Ο Πατήρ είναι η αγάπη. Ο Υιός είναι η ενσαρκωμένη αγάπη ̇ το Πνεύμα είναι η ανεξάντλητη δυναμική της αγάπης.
Αυτή η αγάπη δεν είναι μια αόριστη «αρχή». Είναι «κοινωνία» τριών προσώπων. Είναι η υπέρτατη Ύπαρξη, η Αγία Τριάδα. Ο Θεός είναι αγάπη, επειδή είναι Τριάδα αιώνια, κοινωνία ζωντανών, ισότιμων, διακεκριμένων προσώπων. Αυτή την κοινωνία αγάπης αποκαλύπτει στον κόσμο ο Υιός. Σ’ αυτήν είναι όχι μόνο ο Καλών, αλλά και η οδός».
Όταν οι Πατέρες χρησιμοποιούν την ανθρώπινη εμπειρία για να μιλήσουν για το πώς ζει ο Τριαδικός Θεός και πώς αγαπά τον άνθρωπο, το κάνουν για να κατανοήσουμε το μυστήριο και να εκφραστούν τα ανέκφραστα.
Έτσι, ο άγιος Ιωάννης στην Κλίμακά του θα πει ότι πρέπει να αγαπούμε το Θεό όπως ένας «μανικός εραστής» την ερωμένη του, αφού και Εκείνος μας αγάπησε μέχρι θανάτου. Αλήθεια, πώς ένας ανέραστος μπορεί να κατανοήσει τα λεγόμενα; Πώς ένας που ποτέ του δεν ερωτεύτηκε και πάντα ήταν κλεισμένος στο εγώ του, μπορεί να ερωτευτεί το Θεό;
Το καθήκον δημιουργεί στην εκτέλεσή του ικανοποίηση και αυτάρκεια. Η αγάπη ζωντανεύει την ευτυχία και τη χαρά στην καρδιά. Αν αυτό φαίνεται στις ανθρώπινες σχέσεις, σίγουρα το ίδιο φαίνεται και στη σχέση μας με το Θεό. Το πρώτο αναπόφευκτα κάποια στιγμή θα φέρει κόπωση. Το δεύτερο, ως πορεία, έχει μια συνεχή ανακάλυψη του άλλου, ένα ενδιαφέρον μαγικό και μια απίθανη έμπνευση. Αυτό δηλαδή που βίωναν οι άγιοι, ως οι «εραστές του Θεού».

Τετάρτη, Απριλίου 16, 2014

Του Δείπνου Σου του Μυστικού…


π. Ανδρέας Αγαθοκλέους
«Του Δείπνου Σου του Μυστικού, σήμερον, Υιέ Θεού, κοινωνόν με παράλαβε…»: Ο Υιός παραθέτει το Δείπνο προς τιμή των αδελφών. Η κλήση γίνεται κρίση, κοιτάζοντας τον έσω άνθρωπο. Όμως η κλήση γίνεται ελπίδα, κοιτάζοντας την ευλογία. Εκείνος θέλησε πρώτος και μας καλεί «ίνα ζωήν έχωμεν».
Το Δείπνο είναι εδώ, σήμερα. Ο οικοδεσπότης είναι έτοιμος για να σταυρωθεί «ταύτη τη νυκτί». Να παραδώσει τον εαυτό Του για τους σταυρωτές Του και «της του κόσμου ζωής και σωτηρίας». Έτοιμος για τη θυσία και το θρίαμβο. Το δόσιμο για τους αδελφούς είναι η δόξα Του. Η αγάπη Του γι’ αυτούς είναι η ζωή Του και η Ανάστασή Του.
Κι εμείς, ακόμη στο θάνατο, πορευόμαστε προς Θείαν Κοινωνίαν: του Σταυρωμένου και Αναστημένου Κυρίου. Στηριζόμενοι στην κλήση Του , τη μεγάλη και επιφανή. Παραβλέποντας τα εκούσια και τα ακούσια, τα εν λόγω και έργω, τα κατά νουν και διάνοιαν, τα … Δεν είναι ώρα γι’ αυτά … Είναι η ώρα της Συνάντησης: με τον «Βασιλέα της Δόξης» που «δορυφορείται από τα αγγελικά τάγματα αοράτως». Είναι η ώρα που εν σιωπή και ταπεινώση, δέχεσαι το Δώρο και μένεις εκστατικός μπροστά στον Δωροδότη.
Ρίχνεσαι στο έλεός Του. Σε παραλαμβάνει, σε καθαίρει, σε αγιάζει, σε θεώνει. Γίνεσαι «σύναιμος» και «σύσσωμος» μαζί Του και προχωρείς : στη ζωή τούτη την «τεθλιμμένη» και γεμάτη πόνο, για την Βασιλεία Του τη γεμάτη χαρά και ανάπαυση.

Δευτέρα, Απριλίου 14, 2014

Η μυστική βίωση της Μ.Εβδομάδας

0505Η Μεγάλη Εβδομάδα είναι το τελευταίο στάδιο της Μεγάλης Σαρακοστής. Οι ακολουθίες, τα γεγονότα των παθών που προβάλλονται, η όλη ατμόσφαιρα που κυριαρχεί, ετοιμάζουν την ολόφωτη νύχτα του Πάσχα. Στις καρδιές των πιστών, ως κοινή εμπειρία, βιώνεται το μυστήριο των παθών και της αναστάσεως του Κυρίου. Κι επειδή το μυστήριο ως μυστήριο δεν μπορεί να αναλυθεί, καταφεύγομε σε αισθητά μέσα, όπως η αναπαράσταση της Σταύρωσης, της Αποκαθήλωσης, της Ταφής, το «Ανάστα ο Θεός». Σταδιακά, καθημερινά, από το βράδυ της Κυριακής των Βαΐων με το Νυμφίο μέχρι το βράδυ του Πάσχα, πορευόμαστε όλοι μαζί με τον Κύριο και Θεό μας, όχι συνειδητά ούτε αισθητά αλλά μυστηριακά.
Βέβαια, θα μπορούσε να πει κάποιος για το ότι οι περισσότεροι που προσέρχονται στους ναούς, όχι μόνο δεν κατανοούν τα γενόμενα, αλλά και τα παρεξηγούν ως συναισθηματικές ευκαιρίες θρησκευτικής συγκίνησης, ανίκανες να μεταμορφώσουν τη ζωή ή να δώσουν το βάθος της θεολογικής κατανόησης. Αν και αυτά έχουν βάση, αγνοούμε όμως τη δυναμική της επίδρασης του Αγίου Πνεύματος μέσω των τελουμένων στους ναούς, όπως και τις βαθειές ρίζες της Ορθόδοξης παράδοσής μας στις καρδιές των ανθρώπων.
Μπαίνουμε στη Μ. Εβδομάδα και καλούμαστε από τους ύμνους να «συμπορευθώμεν» με το Χριστό, να «συσταυρωθώμεν» για να μπορέσουμε και να «συναναστηθώμεν Αυτώ». Δε χρειάζεται, νομίζω, να προσπαθήσουμε να εννοήσουμε το μυστήριο ή να πείσουμε τον εαυτό μας να νιώσει τα Πάθη του Κυρίου. Αρκεί η προσέλευση στην εκκλησία, όσο γίνεται πιο νωρίς, ώστε μαζί με τους άλλους, που είναι αδελφοί μας και μέλη του ιδίου σώματος, να ζήσουμε τα όσα μάς παρουσιάζονται.
Αυτή η κοινή εμπειρία, που γίνεται οικουμενική, διευρύνει τα προσωπικά πνευματικά μας αισθητήρια και σμικραίνει τον εγωκεντρισμό μας με όλες τις εκδηλώσεις του (συνεχής ενασχόληση με τα προβλήματα, αγωνία για το αύριο το δικό μας και των δικών μας, εμμονή στις αδυναμίες και αμαρτίες μας κ.ά.)
Για να υπάρξει όμως «κοινή εμπειρία» κατά τη Μ. Εβδομάδα, χρειάζεται η προσωπική μετάνοια ως ταπείνωση και ως επιθυμία να ζήσουμε τη ζωή του Χριστού. Τότε η Θεία Κοινωνία, που καλούμαστε καθημερινά σχεδόν να συμμετέχουμε, θα γίνεται μέσο ενώσεως με το Θεό και τους ανθρώπους κι όχι για ατομική σωτηρία.
Σε μια κοινωνία που ζει αντικοινωνικά, με τον ατομισμό, το συμφέρον και το «εμόν αντί το ημέτερον», η εκκλησία προβάλλει το δικό της τρόπο ζωής που μιλά για ενότητα και συλλογικότητα, ιδιαίτερα τη Μ. Εβδομάδα όπου ο ιδρυτής της θυσιάζεται «υπέρ της του κόσμου ζωής και σωτηρίας». Ως χριστιανοί καλούμαστε να ζήσουμε εκκλησιαστικά, δηλαδή κοινά, αδελφικά, με τους άλλους, όχι μόνο στους ναούς με «κοινές λειτουργικές εμπειρίες, αλλά και ενδιαφερόμενοι για τις ανάγκες, τις δυσκολίες και τις ελλείψεις τους. Έτσι, συμπορευόμαστε με το Χριστό, βιώνουμε το πάθος Του και ετοιμαζόμαστε για το Πάσχα ως προάγγελο του αιώνιου Πάσχα «εν τη ανεσπέρω ημέρα της Βασιλείας Του».
 π. Ανδρέας Αγαθοκλέους  

Παρασκευή, Μαρτίου 28, 2014

Η ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

1π. Ανδρέα Αγαθοκλέους

Το Ευαγγέλιο της Κυριακής της Σταυροπροσκύνησης, στη μέση της Μ. Σαρακοστής, θα παραμένει πάντα η πρόσκληση για ανταπόκριση στη θεϊκή αγάπη. Καθώς ο Σταυρός του Κυρίου θα υψώνεται στο μέσο του ναού, ως βεβαίωση της μέχρι θανάτου θυσίας του Υιού του Θεού, ο Λόγος Του θα προσκαλεί για ελεύθερη άρση του δικού μας σταυρού ως έκφραση της αγάπης μας προς Εκείνον.

Αυτό το «ὅστις θέλει» δείχνει τη μεγάλη αξία του κάθε ανθρώπου, που ως εικόνα Θεού έχει, ως δώρο, μεταξύ των άλλων, την ελευθερία.Κανείς δε μπορεί να τον αναγκάσει, να εκβιάσει τον ιδιαίτερο χώρο της καρδιάς του, να τον κάνει να θέλει. Μπορεί να στερήσει τις εκδηλώσεις της ελευθερίας του, όπως τις κινήσεις, τα λόγια, τη συμπεριφορά του, όχι όμως τη θέλησή του. 

Το δώρο της ελευθερίας, δοσμένο από το Θεό της αγάπης και της όντως ελευθερίας, καθορίζει τον κόπο, την επιθυμία, την άσκηση, που θα μας οδηγήσουν στην ένωση μαζί Του. Αγάπη χωρίς την ελευθερία δεν υπάρχει. Γιατί η αγάπη, που στηρίζεται στην ελευθερία, οδηγεί στη σχέση με το Θεό και με τους ανθρώπους.

Στους βίους των αγίων, παλαιοτέρων και συγχρόνων, παρατηρούμε να γίνεται προσπάθεια και αγώνας, κάποτε υπεράνθρωπος. Τι άλλο δείχνει αυτό παρά την ελεύθερη θέλησή τους ν’ αγαπήσουν το Θεό της καρδίας τους; Κι αν μας κυριαρχεί η αδιαφορία και η αδυναμία να κάνουμε κάτι, τι άλλο δείχνει παρά τη ψυχρότητα της αγάπης μας; Έτσι, το δώρο της ελευθερίας μας γίνεται το κριτήριο που οδηγεί στην ένωση με το Θεό ή την απομάκρυνσή μας, δηλαδή τον παραδείσο ή την κόλασή μας. Η αδυναμία και η ασθένειά μας υπερβαίνονται με τη Χάρη, που έρχεται δυναμικά σε όσους την καλούν καταθέτοντας τη θέλησή τους για προσπάθεια.

Ο Θεός του Χριστιανισμού, «ὁ Θεός τῶν πατέρων ἡμῶν», δεν είναι ο κυρίαρχος των ανθρώπων, δίκη δικτάτορα, αλλά ο «πάσχων», ο Εσταυρωμένος, ο προσκαλών τον άνθρωπο εν ελευθερία. Μια ελευθερία, βέβαια, που δύσκολα κατανοείται από τη λογική μας και μάλλον παρεξηγείται ως αδυναμία ή αδιαφορία. Επηρεαζόμενοι από την ανθρώπινη συμπεριφορά, αδυνατούμε να δούμε πίσω από την ελευθερία το σεβασμό του προσώπου και την αγάπη.

Αρχίζοντας να δημιουργούμε σχέση μαζί Του, με την προσευχή, τη μυστηριακή ζωή και την τήρηση των εντολών Του, κατανοούμε το «φοβερό της ελευθερίας», κατά το Γέροντα Σωφρόνιο του Essex, αλλά και το μεγαλείο της αγάπης Του. Ο άνθρωπος στέκεται απέναντι στο Θεό του ως «ίσος προς ίσον», δεχόμενος να ζήσει τη ζωή Του ως ζωή του ή αρνούμενος να το κάνει. Ο Θεός του δεν τον εκδικείται για την άρνησή του ούτε τον απειλεί για τα επακόλουθα, παρά μόνο αναμένει την ώρα που τα γεγονότα της ζωής θα οδηγήσουν τον άνθρωπο κοντά Του και Αυτός θα χαρεί την επιστροφή του αγαπημένου.

Τελικά, το «ὅστις θέλει» γίνεται το «παρακάλιο του Θεού» που ζητιανεύει την αγάπη μας ακολουθώντας Τον «ὅπου ἄν ὑπάγῃ». Τότε κατανοούμεν ότι το «ὅστις θέλει», από την πλευρά μας, γίνεται άρνηση του εαυτού μας και άρση του σταυρού μας – καταστάσεις επώδυνες και «θανατηφόρες».

Η συμπόρευση Χριστού και χριστιανού είναι στην ουσία συσταύρωση και συνανάσταση, Γολγοθάς και «κενό μνημείο». «Δεῦτε οὖν καί ἡμεῖς συμπορευθῶμεν Αὐτῷ …» 

Πέμπτη, Μαρτίου 06, 2014

Ο πόνος μέσα από τον πόνο



Τα «γιατί» του όποιου πόνου μας φαίνεται πως θα μένουν αναπάντητα, όσο προσπαθούμε να δούμε την αιτία έξω από τον εαυτό μας. Για όσους, με καλή διάθεση, κάνουν το δικηγόρο του Θεού, φαίνεται πως δεν θα αποδεικτούν καλοί δικηγόροι, μια και η λογική Του δεν συμβαδίζει με τη δική μας.
Θάθελα σ’ αυτό το σημείωμα να εντοπίσω μια αιτία που γίνεται κάποτε ο λόγος του δικού μας πόνου. Είναι εκείνη που προκαλούμε εμείς τον πόνο του άλλου, εκούσια ή ακούσια
Ζώντας με ανθρώπους, αναπόφευκτα, συγκρουόμαστε, ψυχραινόμαστε, προκαλούμε και δεχόμαστε πόνο. Η ατέλειά μας, όπως και των γύρω μας, είναι δεδομένη και η μη συνειδητοποίησή της θα μας προκαλεί συχνά απογοήτευση και απαίτηση , είτε από τον εαυτό μας είτε από τους άλλους.Όμως, εκείνες οι φορές που ο λόγος μας ή η σιωπή μας ως αδιαφορία, πλήγωσε τον πλησίον μας, μένουν στη ζωή μας ως αμετανόητες αμαρτίες. Δεν μπορείς να δικαιολογηθείς και να καλύψεις τη συνείδησή σου! Χρειάζεται να περάσεις τον πόνο της μετάνοιας, που συντρίβει την έπαρση και την αυτάρκεια μέχρις «Άδου κατωτάτου» και φτάνεις στην ανάστασή σου. «Ο πόνος της μετάνοιας», κατά τον όσιο Γέροντα της Κύπρου, Παναή τον εκ Λύσης, «είναι ο μεγαλύτερος πόνος στον άνθρωπο». Όταν, βέβαια, είναι αληθινή μετάνοια, η οποία και δίνει την εμπειρία της νεκρανάστασης.
Αν αυτή η μετάνοια δεν υπάρξει, τότε λειτουργεί ο πνευματικός νόμος που θα φέρει πόνο από τον πόνο που προκαλέσαμε εμείς στον άλλο. Γιατί δεν υπάρχει άλλος τρόπος για ν’ απαλλαγούμε από το βάρος της αμαρτίας μας, παρά να δεκτούμε το φάρμακο του πόνου. Είτε μέσω της μετάνοιας είτε μέσω του ακούσιου πόνου των θλίψεων.Πώς να καλυφτούν οι «μικρές» αμαρτίες μας έναντι των συνανθρώπων μας; Πώς να παραθεωρηθούν οι κρυφοί βαθιοί αναστεναγμοί τους; Πώς να αδιαφορήσεις για τον καρδιακό τους πόνο; Είναι εκεί, αναμένοντας την καρδιακή μας συγγνώμη για να εξαλειφτούν και να θεωρηθούν «ως μη γενόμενες». Κι αν αυτό δεν γίνει, τότε ο καλός Θεός αφήνει να πειρακτούμε, να δοκιμαστούμε, να συντριβούμε, για να λυτρωθούμε. Δεν είναι αυτό έκφραση της αγάπης Του;
Τα χρόνια που ζούμε έχουν ημερομηνία λήξης. Είναι το μόνο σίγουρο για τον καθένα μας. ΄Ετσι η αναβολή για την τακτοποίηση των εκκρεμοτήτων μας είναι επιπολαιότητα που στοιχίζει. Οι έξυπνοι, ως ξύπνοι ευρισκόμενοι εν εγρηγόρση, δεν περιμένουν την τελευταία στιγμή για ν’ απαλλαγούν από τα βάρη της συνείδησης. Τακτοποιούν τις σχέσεις τους, ελευθερώνονται και πορεύονται προς συνάντηση του Κυρίου τους με τη χαρά των αγίων Του.
π. Ανδρέα Αγαθοκλέους  

Δευτέρα, Μαρτίου 03, 2014

Η Θεία Κοινωνία τη Μ. Σαρακοστή



Το γνώρισμα της Μεγάλης Σαρακοστής δεν είναι μόνο η νηστεία αλλά και η προσευχή και η συχνότερη συμμετοχή στη Θεία Κοινωνία. Πώς αλλιώς θα γινόταν άλλωστε, αφού είναι το «στάδιο των αρετών»; Όταν κανείς αγωνίζεται για να πετύχει κάτι μεγάλο, χρειάζεται εφόδια, δυνάμεις. Κι όσο πιο σπουδαίος και σημαντικός είναι ο στόχος, τόσο και οι ενισχύσεις θα πρέπει να είναι σημαντικές.
Την περίοδο της Μ. Σαρακοστής καλούμαστε να πορευτούμε πιο δυναμικά από το θάνατο τής αμαρτίας στη ζωή του Θεού. Αυτή η αλλαγή, η μετάβαση, ονομάζεται, στη γλώσσα της Εκκλησίας, μετάνοια. Άλλο η μεταμέλεια κι άλλο η μετάνοια. Το πρώτο σημαίνει συνειδητοποίηση του λάθους, το δεύτερο αλλαγή νοοτροπίας. Το πρώτο αναγκαίο για το δεύτερο αλλά δεν σημαίνει ότι πάντα οδηγεί στη μετάνοια, που είναι μια συνεχής πορεία προς την ατέλευτη τελειότητα, που είναι το γνώρισμα κάθε χριστιανού για όλη τη ζωή του και κυρίως για την Εκκλησιαστική περίοδο που διανύουμε.

Επειδή στην πορεία της Μ. Σαρακοστής είναι απαραίτητη η συμπόρευση του Θεού μας, η συμμετοχή μας στη Θεία Κοινωνία γίνεται πηγή Ζωής. Γιατί η Θεία Κοινωνία δεν είναι βραβείο για την όποια πιθανή αρετή μας, δεν είναι επιβράβευση του αγώνα μας, αλλά είναι «εις άφεσιν αμαρτιών και ζωήν αιώνιον». Γι’ αυτό, όσο πιο συχνά συμμετέχει κανείς τόσο πιο πολλή αίσθηση έχει της αφέσεως των αμαρτιών του και της αιωνίου ζωής, εφόσον η «αιώνια ζωή» είναι, κατά το λόγο του Κυρίου, η εμπειρική γνώση του Θεού (Ιω. 17,3).
Την περίοδο της Μ. Σαρακοστής τελούνται τρεις λειτουργίες: Του αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου, του Μεγάλου Βασιλείου και των Προηγιασμένων Δώρων. Η πρώτη, που είναι η πιο γνωστή, τελείται κάθε Σάββατο και την Κυριακή των Βαΐων. Η δεύτερη, τις πέντε Κυριακές της Μ. Σαρακοστής, τη Μ. Πέμπτη και το Μ. Σάββατο. Των Προηγιασμένων Δώρων, τελείται συνήθως Τετάρτη και Παρασκευή αλλά μπορεί και να τελεστεί από Δευτέρα μέχρι Παρασκευή μόνο τη Μ. Σαρακοστή.
Ο λόγος που τελείται η λειτουργία των Προηγιασμένων, είναι γιατί η περίοδος αυτή έχει πένθιμο χαρακτήρα – γι’ αυτό και η νηστεία. Η κανονική Λειτουργία, όπως του Χρυσοστόμου και του Βασιλείου, έχει χαρούμενο χαρακτήρα, εφόσον επαναλαμβάνεται η ζωή του Χριστού. Ενώ στην Προηγιασμένη, είναι αγιασμένος ο άρτος και ο οίνος από την προηγούμενη κανονική Λειτουργία, γι’ αυτό και λέγεται των Προηγιασμένων Δώρων.
Έτσι τη Μ. Σαρακοστή, που ’ναι κατεξοχήν περίοδος μετάνοιας, ο Χριστός, με τη συχνή Θεία Κοινωνία, γίνεται συνοδοιπόρος, «βοηθός και σκεπαστής», οικείος και Κύριός μας, ανάλογα με τη δεκτικότητα και τη μετάνοια του καθενός.
Αλήθεια, μέσα στον κυκεώνα που ζούμε, με τις αντιπαλότητες, τα συμφέροντα, τα πάθη και τα μίση του κόσμου, δεν είναι σημαντικό να έχουμε το Χριστό μέσα μας; Δεν είναι ωραίο το Φως Του να γεμίσει την ύπαρξή μας και να γινόμαστε και ’μεις για τους γύρω μας ένα κερί που θα δείχνει την εικόνα Του; Το εύχομαι!
 

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 05, 2013

Τί θέλουμε; Να έρθουν ή να μην έρθουν τα Χριστούγεννα;


.Πόσο λυπήθηκα, όταν άκουσα μια κοπέλα να λέει με πόνο: «Δεν θέλω να έλθουν τα Χριστούγεννα. Μελαγχολώ». 

Λυπήθηκα για το πώς νιώθει, αλλά και για το πώς κατάντησε μια τέτοια γιορτή.

Τα Χριστούγεννα, σ’ αντίθεση με το Πάσχα, έχουν έντονο το κοσμικό στοιχείο. Η περιρρέουσα ατμόσφαιρα, με τονισμό των τύπων, της κατανάλωσης και του τρεξίματος, μας τονίζουν την απουσία του Θεού. 

Δεν μπορεί να έχουν σχέση όλα όσα γίνονται τούτες τις μέρες «για να γιορτάσουμε Χριστούγεννα» με το Χριστό της ταπείνωσης, της φτώχειας, της ειρήνης. Όλα μιλούν για την ύλη, την απόλαυση, την κοσμικότητα. Ένταση, τρέξιμο, πίεση.

Όλα, βέβαια, τα πιο πάνω εκφράζουν την παγίδα που μας έχουν στήσει: Θα πρέπει να κάνουμε το άλφα και το βήτα, για να νιώσουμε Χριστούγεννα. Θα πρέπει να είμαστε όλοι χαρούμενοι. Θα πρέπει να έχουμε στολισμένο και με πολλά φαγητά τραπέζι. Θα πρέπει να στολιστεί το δέντρο. Θα πρέπει ν’ ανταλλάξουμε δώρα. Ε, θα πρέπει και να νηστέψουμε και να βοηθήσουμε κάποιο φτωχό, για να νιώσουμε ωραία…

Τελικά, τι; Τίποτε! Γιορτάζουμε τον ερχομό του Θεού της Αλήθειας με ψεύτικα μέσα! Η ειρήνη της καρδιάς, που ήλθε και μας έφερε, απουσιάζει. Η κατάφαση της ύλης, που πηγάζει από την ενανθρώπηση του Θεού, γίνεται ειδωλολατρία. Θα μπορούσε κάποιος να θεωρήσει ότι, γράφοντας τα πιο πάνω περί προετοιμασίας, αρνούμαι τα υλικά και την απόλαυσή τους. Καθόλου! Ο Χριστός πήρε την ανθρώπινη φύση κι έδειξε έμπρακτα ότι αποδέχεται τα υλικά κι οτιδήποτε άλλο στο οποίο ο άνθρωπος συμμετέχει. Γι’ αυτό, άλλωστε, η Εκκλησία απέρριψε το Μονοφυσιτισμό, για να διασωθεί η ομορφιά των ανθρωπίνων.

Όμως ο τονισμός των υλικών καταλήγει στην ακρότητα της ειδωλολατρίας. Δυστυχώς αυτό γίνεται τούτες τις μέρες, ακόμα και από ανθρώπους που θέλουν να έχουν εκκλησιαστική ζωή.

Νομίζω ότι το πρόβλημα προέρχεται από μια επιφανειακή προσέγγιση της πνευματικής ζωής. Δεν έχουμε συλλάβει το πνεύμα, την ουσία, και ζούμε με τα εξωτερικά που μας δίνουν την ψευδαίσθησή της.

Με αυτή τη θεώρηση, ασφαλώς και τα Χριστούγεννα προσεγγίζονται επιφανειακά και τυπικά, αν λάβουμε υπόψη και τον κοσμικό χαρακτήρα που υπάρχει γύρω μας.

Όσοι τολμούν να επαναστατούν ενάντια του κατεστημένου, οποιασδήποτε μορφής, αυτοί μπορούν να απολαμβάνουν την ελευθερία.

Όσοι την επανάστασή τους την κάνουν ενάντια του εαυτού τους, αυτοί μπορούν να απολαμβάνουν την αληθινή ελευθερία, σύμφωνα και με το λόγο του Ντοστογιέφσκι: «Νίκησε τον εαυτό σου και θα γίνεις ελεύθερος, τόσο ελεύθερος όσο δεν φαντάστηκες ποτέ σου, και θ’ αρχίσεις μια νέα ζωή. Και θα κάνεις και τους άλλους ελεύθερους και θα νιώσεις την ευτυχία, γιατί θα πάρει η ζωή σου νόημα».

Κι όσοι τα Χριστούγεννα γιορτάσουν εσωτερικά χωρίς ν’ αρνούνται τα όποια υλικά, αυτοί θ’ απολαύσουν την ειρήνην «την επί γης» που έφερε στις καρδιές μας το Θείο Βρέφος.

Κι όσοι, για το γιορτασμό των Χριστουγέννων, έχουν κέντρο την Εκκλησία ως τόπο αλλά και τρόπο ζωής, δεν θα γνωρίσουν τη μελαγχολία και τη θλίψη των ημερών, αφού θα ψηλαφίσουν το Θεό της όντως χαράς, της γαλήνης, της ειρήνης. Σας το εύχομαι!

π. Ανδρέας Αγαθοκλέους 
πηγή
 

Τετάρτη, Αυγούστου 14, 2013

Η Μάνα μας. Κοντά μας, κι ας είναι η Βασίλισσα των ουρανών. Οικεία, κι ας δοξάζεται πολύ πιο πάνω από τους Αγγέλους.

«Η μητέρα του Θεού καλείται ‘έρκος των διαβόλων’, γιατί δεν είναι δυνατό ο διάβολος να καταστρέψει έναν άνθρωπο, εφόσον ο άνθρωπος αυτός καταφεύγει στη βοήθεια της Μητέρας του Θεού»
(Όσιος Σεραφείμ του Σαρώφ)

Στην καύση του Αυγούστου υπάρχει η δροσιά της ουράνιας Μάνας που καλύπτει όλο το μήνα, λες και δεν θέλει να μας εγκαταλείψει ούτε στις δυσκολίες ούτε στις διακοπές μας… Είναι εκεί ως παρουσία που η αγάπη κι όχι ο έλεγχός της μας προστατεύει. Κοντά μας, κι ας είναι η Βασίλισσα των ουρανών. Οικεία, κι ας δοξάζεται πολύ πιο πάνω από τους Αγγέλους.
   
«Όποιος δεν έζησε μάνα δεν μπορεί να νιώσει την Παναγία», μου είπε μια μέρα ο ποιητής Θεοδόσης Νικολάου. Είναι αλήθεια! Αλλά «το Πνεύμα όπου θέλει πνει» κι ανατρέπει τους ανθρώπινους υπολογισμούς. Άλλωστε, κι όσοι έχουν μάνα νιώθουν απαραίτητα και την Παναγία;
Ο Κύριος μας βεβαίωσε ότι «αδελφοί Του και μάνα Του είναι όσοι εφαρμόζουν το θέλημα του ουράνιου Πατέρα Του» (Ματθ. 12,50). Μια άλλη συγγένεια και μια άλλη σχέση δημιουργείται με το Χριστό, την Θεοτόκο και τους Αγίους, όταν αρχίσουμε να ζούμε κατά το θέλημα του Θεού.

Έτσι, η Παναγία γίνεται δική μας, όσο εμείς γινόμαστε δικοί τού Υιού Της. Να γιατί οι άγιοι είχαν ιδιαίτερη σχέση με τη «Μητέρα του Φωτός». Της έγραφαν ύμνους, τη χαιρετούσαν με τους Χαιρετισμούς, αγρυπνούσαν κουβεντιάζοντας μαζί Της. Είχαν την άνεση και την καλή παρρησία που έχουν τα υπάκουα παιδιά με τη μάνα τους. Αλλά και τα άτακτα, κι αυτά ως παιδιά Της, έτρεχαν σ’ αυτή με το θάρρος που πηγάζει από τη βεβαιότητα της στοργής της. Κι όλ’ αυτά όχι μόνο τότε, αλλά και τώρα και στους αιώνας.

Γιατί, όπως ο Χριστός είναι ο ίδιος «χθες και σήμερον και εις τους αιώνας», έτσι και η Παναγία παραμένει για τους χριστιανούς, ως «Μητέρα του Θεού ημών», η καταφυγή και η δύναμή μας, η παρηγοριά και η ελπίδα μας.

 π. Ανδρέας Αγαθοκλέους

Τετάρτη, Μαΐου 01, 2013

Του Δείπνου Σου του Μυστικού…


π. Ανδρέας Αγαθοκλέους
«Του Δείπνου Σου του Μυστικού, σήμερον, Υιέ Θεού, κοινωνόν με παράλαβε…»: Ο Υιός παραθέτει το Δείπνο προς τιμή των αδελφών. Η κλήση γίνεται κρίση, κοιτάζοντας τον έσω άνθρωπο. Όμως η κλήση γίνεται ελπίδα, κοιτάζοντας την ευλογία. Εκείνος θέλησε πρώτος και μας καλεί «ίνα ζωήν έχωμεν».
Το Δείπνο είναι εδώ, σήμερα. Ο οικοδεσπότης είναι έτοιμος για να σταυρωθεί «ταύτη τη νυκτί». Να παραδώσει τον εαυτό Του για τους σταυρωτές Του και «της του κόσμου ζωής και σωτηρίας». Έτοιμος για τη θυσία και το θρίαμβο. Το δόσιμο για τους αδελφούς είναι η δόξα Του. Η αγάπη Του γι’ αυτούς είναι η ζωή Του και η Ανάστασή Του.
Κι εμείς, ακόμη στο θάνατο, πορευόμαστε προς Θείαν Κοινωνίαν: του Σταυρωμένου και Αναστημένου Κυρίου. Στηριζόμενοι στην κλήση Του , τη μεγάλη και επιφανή. Παραβλέποντας τα εκούσια και τα ακούσια, τα εν λόγω και έργω, τα κατά νουν και διάνοιαν, τα … Δεν είναι ώρα γι’ αυτά … Είναι η ώρα της Συνάντησης: με τον «Βασιλέα της Δόξης» που «δορυφορείται από τα αγγελικά τάγματα αοράτως». Είναι η ώρα που εν σιωπή και ταπεινώση, δέχεσαι το Δώρο και μένεις εκστατικός μπροστά στον Δωροδότη.
Ρίχνεσαι στο έλεός Του. Σε παραλαμβάνει, σε καθαίρει, σε αγιάζει, σε θεώνει. Γίνεσαι «σύναιμος» και «σύσσωμος» μαζί Του και προχωρείς : στη ζωή τούτη την «τεθλιμμένη» και γεμάτη πόνο, για την Βασιλεία Του τη γεμάτη χαρά και ανάπαυση.

Πέμπτη, Μαρτίου 14, 2013

Η Θεία Κοινωνία τη Μ. Σαρακοστή



Το γνώρισμα της Μεγάλης Σαρακοστής δεν είναι μόνο η νηστεία αλλά και η προσευχή και η συχνότερη συμμετοχή στη Θεία Κοινωνία. Πώς αλλιώς θα γινόταν άλλωστε, αφού είναι το «στάδιο των αρετών»; Όταν κανείς αγωνίζεται για να πετύχει κάτι μεγάλο, χρειάζεται εφόδια, δυνάμεις. Κι όσο πιο σπουδαίος και σημαντικός είναι ο στόχος, τόσο και οι ενισχύσεις θα πρέπει να είναι σημαντικές.
Την περίοδο της Μ. Σαρακοστής καλούμαστε να πορευτούμε πιο δυναμικά από το θάνατο τής αμαρτίας στη ζωή του Θεού. Αυτή η αλλαγή, η μετάβαση, ονομάζεται, στη γλώσσα της Εκκλησίας, μετάνοια. Άλλο η μεταμέλεια κι άλλο η μετάνοια. Το πρώτο σημαίνει συνειδητοποίηση του λάθους, το δεύτερο αλλαγή νοοτροπίας. Το πρώτο αναγκαίο για το δεύτερο αλλά δεν σημαίνει ότι πάντα οδηγεί στη μετάνοια, που είναι μια συνεχής πορεία προς την ατέλευτη τελειότητα, που είναι το γνώρισμα κάθε χριστιανού για όλη τη ζωή του και κυρίως για την Εκκλησιαστική περίοδο που διανύουμε.

Επειδή στην πορεία της Μ. Σαρακοστής είναι απαραίτητη η συμπόρευση του Θεού μας, η συμμετοχή μας στη Θεία Κοινωνία γίνεται πηγή Ζωής. Γιατί η Θεία Κοινωνία δεν είναι βραβείο για την όποια πιθανή αρετή μας, δεν είναι επιβράβευση του αγώνα μας, αλλά είναι «εις άφεσιν αμαρτιών και ζωήν αιώνιον». Γι’ αυτό, όσο πιο συχνά συμμετέχει κανείς τόσο πιο πολλή αίσθηση έχει της αφέσεως των αμαρτιών του και της αιωνίου ζωής, εφόσον η «αιώνια ζωή» είναι, κατά το λόγο του Κυρίου, η εμπειρική γνώση του Θεού (Ιω. 17,3).
Την περίοδο της Μ. Σαρακοστής τελούνται τρεις λειτουργίες: Του αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου, του Μεγάλου Βασιλείου και των Προηγιασμένων Δώρων. Η πρώτη, που είναι η πιο γνωστή, τελείται κάθε Σάββατο και την Κυριακή των Βαΐων. Η δεύτερη, τις πέντε Κυριακές της Μ. Σαρακοστής, τη Μ. Πέμπτη και το Μ. Σάββατο. Των Προηγιασμένων Δώρων, τελείται συνήθως Τετάρτη και Παρασκευή αλλά μπορεί και να τελεστεί από Δευτέρα μέχρι Παρασκευή μόνο τη Μ. Σαρακοστή.
Ο λόγος που τελείται η λειτουργία των Προηγιασμένων, είναι γιατί η περίοδος αυτή έχει πένθιμο χαρακτήρα – γι’ αυτό και η νηστεία. Η κανονική Λειτουργία, όπως του Χρυσοστόμου και του Βασιλείου, έχει χαρούμενο χαρακτήρα, εφόσον επαναλαμβάνεται η ζωή του Χριστού. Ενώ στην Προηγιασμένη, είναι αγιασμένος ο άρτος και ο οίνος από την προηγούμενη κανονική Λειτουργία, γι’ αυτό και λέγεται των Προηγιασμένων Δώρων.
Έτσι τη Μ. Σαρακοστή, που ’ναι κατεξοχήν περίοδος μετάνοιας, ο Χριστός, με τη συχνή Θεία Κοινωνία, γίνεται συνοδοιπόρος, «βοηθός και σκεπαστής», οικείος και Κύριός μας, ανάλογα με τη δεκτικότητα και τη μετάνοια του καθενός.
Αλήθεια, μέσα στον κυκεώνα που ζούμε, με τις αντιπαλότητες, τα συμφέροντα, τα πάθη και τα μίση του κόσμου, δεν είναι σημαντικό να έχουμε το Χριστό μέσα μας; Δεν είναι ωραίο το Φως Του να γεμίσει την ύπαρξή μας και να γινόμαστε και ’μεις για τους γύρω μας ένα κερί που θα δείχνει την εικόνα Του; Το εύχομαι!
π. Ανδρέας Αγαθοκλέους

Τετάρτη, Ιανουαρίου 23, 2013

Η προετοιμασία μας για Τη Θεία Κοινωνία




Το θέμα της προετοιμασίας για να κοινωνήσουμε το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, ως μέλη της εκκλησίας, νομίζω ότι κινδυνεύει από δύο ακρότητες. Η μία είναι η μη προετοιμασία. Δηλαδή, επιπόλαια, χωρίς εσωτερική λαχτάρα και επιθυμία για συμμετοχή στο Ποτήριο της Ζωής, χωρίς μετάνοια και «τυχαία». Η άλλη είναι το αποτέλεσμα της έντονης συναίσθησης για το Μεγάλο Μυστήριο, σε τέτοιο σημείο που να προκαλεί φόβο. Τόσο πολύ, στην προκειμένη περίπτωση, εξετάζει τον εαυτό του ο Χριστιανός που πάντα τον βρίσκει απροετοίμαστο, γι’ αυτό και σπάνια ή ποτέ δεν κοινωνά.

Η ποιμαντική της Εκκλησίας για συμμετοχή των πιστών στη Θεία Κοινωνία, βρίσκεται βασικά στις ευχές «προ της Θείας Μεταλήψεως». Εκεί βλέπει κανείς ότι τονίζεται η ανθρώπινη αμαρτωλότητα αφενός και το έλεος του Θεού αφετέρου. Αυτά τα δύο σημεία είναι που οδηγούν στην πραγματική αλλαγή της ζωής μας, δηλαδή στη μετάνοια. Επομένως, εκείνο που μας κάνει «ικανούς» να μπορούμε να κοινωνούμε είναι η μετάνοια ως ανανέωση του βαπτίσματός μας.

Είναι αυτονόητο ότι μόνο όσοι έχουν βαπτιστεί και ανήκουν στην Ορθόδοξη Εκκλησία, ως την Εκκλησία του Χριστού, μπορούν να συμμετέχουν στη Θεία Κοινωνία. Οι αβάπτιστοι, οι αλλόθρησκοι, οι αιρετικοί δεν μπορούν να κοινωνούν, όσες αρετές και να έχουν. Η λειτουργία γίνεται για τους Χριστιανούς, οι οποίοι, βέβαια, προσεύχονται «υπέρ του σύμπαντος κόσμου». Η συμμετοχή όμως δεν εξασφαλίζει και τη σωτηρία, αν δεν γίνεται με κάποιες προϋποθέσεις.

Η μετάνοια, για τον Χριστιανό, είναι η βασική προϋπόθεση. Αλλιώς γίνεται «εις κρίμα και κατάκριμα», αν προσέρχεται στη Θεία Κοινωνία με την αίσθηση ότι «αξίζει», έχοντας την αυτάρκεια του Φαρισσαίου. Τόσο οι «ευχές προ της Θείας Κοινωνίας», όσο και η ίδια η Θεία Λειτουργία τονίζουν ότι ο Θεός μας χαρίζει ως δώρο τον εαυτό του «προς βρώσιν και πόσιν τοις πιστοίς» και όχι ως αμοιβή ή βραβείο.

Η νηστεία των φαγητών δεν υπάρχει στους κανόνες της Εκκλησίας ως προϋπόθεση. Μένει προαιρετική ως κάτι που ευκολύνει την προετοιμασία. Η νηστεία όμως στις αισθήσεις, στις πράξεις και στους λογισμούς γίνεται αναγκαία.

Η εξομολόγηση χρειάζεται ως κοινοποίηση της προσωπικής μετάνοιας στην Εκκλησία, που αντιπροσωπεύεται από τον ιερέα – πατέρα της κοινότητας. Αλλά αυτό δεν μπορεί να γίνεται καθημερινά ούτε εβδομαδιαία, αλλά όποτε νιώσει ο Χριστιανός ότι απομακρύνθηκε από το Θεό και τους ανθρώπους με τις αμαρτίες του κι ότι για να επιστρέψει θέλει ενίσχυση. Η χάρις του μυστηρίου ενεργοποιεί το νου και την καρδιά και βοηθά για νέα αρχή.

Όπως καμία ανθρώπινη σχέση δεν μπορεί να έχει ζωή , χαρά και πληρότητα, αν γίνεται ως καθήκον και πιεστικά, έτσι και η σχέση μας με το Θεό. Στην αγάπη, που εκφράζεται με επιθυμία για ένωση, βρίσκεται ο τρόπος της προετοιμασίας μας για τη Θεία Κοινωνία. Όσοι αγαπούν το Χριστό δεν μένουν σε ξηρή – τυπική προετοιμασία, αλλά βασίζονται στην καρδιακή λαχτάρα για να γίνουν «σύσσωμοι και σύναιμοι» Χριστού. Αυτή η λαχτάρα θα καθορίσει και την προσωπική προετοιμασία.

Τότε η Θεία Κοινωνία θα γίνεται μέσο που θα οδηγεί στην άλλη λαχτάρα: να ζήσουμε αιώνια με τον Χριστό το Θεό μας « συν πάσι τοις Αγίοις». 

π. Ανδρέας Αγαθοκλέους
Ιερό Ησυχαστήριο Αγίας Τριάδας
Λυθροδόντας

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 17, 2012

Η Ουσία των Χριστουγέννων



 
 
Στη μοναξιά του σύγχρονου ανθρώπου, στα απλά και δύσκολα προβλήματά του, στη γενική προσπάθεια για το περιβάλλον και την επιβίωση του, τα Χριστούγεννα φαντάζουν ως η μερική έξοδος από το άγχος και η είσοδος της χαράς στη ζωή μας.

Ωστόσο η Ορθόδοξη Εκκλησία, η Εκκλησία των Πατέρων μας, αιώνες τώρα, μιλά για την ενανθρώπιση του Θεού, για να δώσει τη δυνατότητα στον άνθρωπο να γίνει Θεός. Μας λέει ότι ο Θεός μας δεν είναι απρόσιτος, άγνωστος και μια «ανώτερη δύναμη», αλλά ένας Θεός - πρόσωπο που έρχεται κοντά μας και γίνεται «ως εις εξ ημών», διαλέγεται, μας αγαπά, νοιάζεται για μας. Μας αποκαλύπτει μια νέα ζωή, τη ζωή των αγίων, που, ενώ δεν αρνείται ότι έχει σχέση με τα ανθρώπινα και την ύλη, – πώς άλλωστε θα γινόταν αυτό, αφού ο Θεός μας δεν την αρνήθηκε αλλά τη προσέλαβε κι άρα την αγίασε; - όμως δεν απολυτοποιεί τη ζωή αυτή και την ύλη ως να είναι αιώνια.

Όλα όσα μας περιτριγυρίζουν εδώ και αρκετές μέρες πριν τα Χριστούγεννα μας σπρώχνουν να χαρούμε με εξωτερικά μέσα τη γιορτή, όπως π.χ. δώρα, φαγητά, διασκέδαση, ντύσιμο κλπ. Γι αυτό και μετά τη γιορτή κυριαρχεί την καρδιά μας κάτι σαν μελαγχολία...... Απολαμβάνουμε αλλά δεν χαιρόμαστε, ευχαριστιόμαστε αλλά δεν αναπαυόμαστε. Γιατί η καρδιά ζητά κάτι βαθύτερο. Ζητά τη συνάντηση με το Θεάνθρωπο Κύριο καθώς ο Κύριος με τη γέννηση Του ζητά τη συνάντηση μαζί μας. Ζητά μια ζωή ειλικρίνειας, αλήθειας, ουσιαστική. Το ψεύτικο, το τυπικό, το επιφανειακό, δεν μπορεί να ικανοποιήσει το βάθος της ύπαρξης μας.

Η Εκκλησία, με τη θεολογία της που γίνεται βίωμα, μας καλεί σε κάθε γιορτή της να αφουγκραστούμε το βαθύτερο νόημα και μήνυμα της γιορτής. Έτσι και στη «Μητρόπολη των εορτών», τα Χριστούγεννα, μας καλεί να μην μείνουμε στην επιφάνεια, στα εξωτερικά, στους τύπους – αναγκαία κι αυτά ως έκφραση της ουσίας – αλλά να αφήσουμε την καρδιά μας να ζήσει τον ερχομό του Χριστού. Τότε η γέννηση Του δεν θα είναι απλά ένα ιστορικό γεγονός αλλά συγχρόνως θα γίνει και προσωπικό γεγονός.

Ως Χριστιανοί ας αντισταθούμε στο κοσμικό πνεύμα των ημερών που θεωρεί τα Χριστούγεννα μέσο χαλάρωσης και κατανάλωσης. Ας αφήσουμε χώρο καρδιακό και χρόνο να συλλογιστούμε το δώρο της ζωής μας που έχει ημερομηνία λήξης κι άρα να τη ζήσουμε ουσιαστικά. Ας αρχίσουμε να ευχαριστούμε τον Κύριο της Ζωής, ζώντας τη Ζωή Του ως ζωή μας, για να νικήσουμε το φόβο του θανάτου. Ας γιορτάσουμε Χριστούγεννα με Χριστό, καλλιεργώντας μέσα μας τη μετάνοια ως επιθυμία για αλλαγή, την ταπείνωση ως γνώση του Χριστού του «ταπεινού τη καρδία» και την αγάπη ως άνοιγμα προς τους ανθρώπους, τις ωραίες εικόνες του ενανθρωπήσαντος Θεού μας.


π. Ανδρέας Αγαθοκλέους

Πέμπτη, Αυγούστου 30, 2012

Η ενδεκάτη εντολή - π. Ανδρέας Aγαθοκλέους


πηγή

Ο Θεός θέλει να δώσει στους χριστιανούς ποταμούς ολόκληρους της αγάπης Του για να ξεδιψάσουν και στη συνέχεια να ξεδιψάσουν τον κόσμο Του. Αλλά εμείς αρκούμαστε με σταγόνες , οπότε ο άνθρωπος γύρω μας μένει στη δίψα του , προσπαθώντας να ξεδιψάσει με τη λάσπη της αμαρτίας. Και η τραγωδία είναι ότι '' χριστιανοί '' τον κατακρίνουν για την αναζήτηση της λυτρώσεως και της πληρώσεως με κάποιο φως ελπίδας μέσα στα μάταια του κόσμου. Μα είναι γεγονός ότι στο βάθος αυτή η αναζήτηση αποτελεί μια τάση και ελπίδα ευρέσεως του Θεού. Αν  οι '' χριστιανοί  '' είχαν φως θα έδιναν το πραγματικό φως και δεν θα κατέκριναν φαρισαϊκά τον αδελφό τους , όσο και αν η ζωή του τον ποιεί ένα νέο τελώνη ή πόρνη , άνθρωπο δυστυχισμένο. . .
Η ζωή ακολουθεί την πορεία της. Τα χρόνια φεύγουν . Ανυποψίαστοι ότι εν τη παρόδω του χρόνου ουσιαστικά εμείς φεύγουμε. '' Η Βασιλεία των Ουρανών βιάζεται , και βιασταί αρπάζουσιν αυτήν '' ( Ματθ. ια΄, 12 ) . Όσοι προλάβουν να υπερβούν τον εαυτό τους και να αγαπήσουν , αυτοί θα δεχτούν  '' εν τη ογδόη ημέρα '' τον Νυμφίο και εραστή των ψυχών.Όσοι ασχολούνται ακόμη με την επιφανειακή τήρηση του νόμου , χωρίς την ερωτική αυτοπροσφορά , αυτοί θα περιμένουν μάταια την έλευση του Θεού και θα βυθίζονται όλο και βαθύτερα στην απόγνωση της ανέλπιδης αναμονής.

                                                      '' ΓΕΥΣΑΣΘΕ ΚΑΙ ΙΔΕΤΕ ''

Τρίτη, Μαΐου 08, 2012

Περί ουρανίων και επιγείων π. Ανδρέας Αγαθοκλέους


Αναφέρεται στο Γεροντικο ότι πήγε κάποιος, σπουδαίος για τον τόπο του άνθρωπος, να επισκεφθεί τον Αββά Ποιμένα κι άρχισε να ρωτά για πνευματικά και ουράνια πράγματα. Τότε ο αββάς έστρεψε το πρόσωπο του και δεν απάντησε. Εκείνος, όταν είδε ότι δεν μιλά μαζί του, βγήκε λυπημένος και παραπονέθηκε στον υποτακτικό ότι ο γέροντας δεν θέλει να συνομιλήσει μαζί του.
Μπήκε τότε ο αδελφός προς τον Αββά Ποιμένα και του λέγει:Αββά, για σένα ήλθε ο μεγάλος αυτός άνθρωπος, που έχει τόση φήμη στη χώρα του, γιατί δεν μίλησες μαζί του;
Κι απαντά ο γέροντας: Αυτός ανήκει στα άνω και συζητά για επουράνια, εγώ ανήκω στα κάτω και συζητώ για επίγεια. Αν μου ανέφερε για πάθη ψυχής, εγώ θα του αποκρινόμουν, αφού μου ανέφερε για θεωρητικά, εγώ αυτά δεν τα γνωρίζω.
Όταν ο υποτακτικός βγαίνοντας είπε σ’ εκείνουν πώς ο γέροντας δεν συζητεί εύκολα σε αγιογραφικά θέματα, αλλ’ αν κανείς του μιλά για πάθη ψυχής του αποκρίνεται, μπήκε προς το γέροντα εντυπωσιασμένος και το ρωτά: Τι να κάνω αββά, που με κυριεύουν τα πάθη της ψυχής;
Κι ο γέροντας τον κοίταξε με χαρά και είπε: Καλώς ώρισες λοιπόν, και τώρα ρώτησέ με ότι θέλεις γ’ αυτά και θα σε γεμίσω αγαθά.
Εκείνος ωφελημένος πολύ, έλεγε: Πραγματικά αυτή είναι η αληθινή οδός. Κι επέστρεψε στη χώρα του ευχαριστώντας το Θεό που καταξιώθηκε να συναντήσει τέτοιον άγιο.
Η ενασχόληση στις μέρες μας ευκαίρως-ακαίρως «περί υψηλών και επουρανίων», μπορεί να δίνει την εντύπωση της πνευματικής αναζήτησης. Όμως πολλές φορές κρύβει την επιθυμία να καλύψουμε τη δική μας πνευματική οκνηρία να ασχοληθούμε ουσιαστικά με τον εαυτό μας και τις μεταξύ μας ανθρώπινες σχέσεις.
Κι ακόμα, η συνεχής προσπάθεια να ακούσουμε «ομιλίες θρησκευτικές» και να ρωτήσουμε «θέματα πνευματικά», χωρίς να προσπαθούμε να εφαρμόσουμε τα ακουόμενα, δεν οδηγεί παρά στην κρίση. Γιατί «ο γνούς και μη ποιήσας, δαρήσεται πολλά».
Το πιο πάνω περιστατικό από τη ζωή του αββά Ποιμένα, δείχνει πως οι αληθινοί άγιοι δεν ασχολούνται περί Θεού αλλά ζουν το Θεό. Γι’ αυτό και αναπαύονται και αναπαύουν.
Αυτό που χρειαζόμαστε είναι να ζήσουμε απλά το Ευαγγέλιο στην καθημερινότητα μας, αρχίζοντας από την υπέρβαση του εγωκεντρισμού μας, που θανατώνει την κοινωνία των προσώπων και κατ’ επέκταση την κοινωνία μας με το Θεό.
Μπορεί να έχουμε ακούσει σπουδαίους ιεροκήρυκες και αγίους ανθρώπους, μπορεί να έχουμε διαβάσει μεγάλες θεολογίες και περισπούδαστα πνευματικά συγγράμματα. Αλλά αν δεν αρχίσουμε από τα απλά και καθημερινά, αν δεν περάσουμε μέσα από τη θέα του εαυτού μας που προκαλεί πόνο, αν δεν ασχοληθούμε με τα «κάτω και τα επίγεια», δεν θα μπορέσουμε να γνωρίσουμε τα ουράνια.
Γιατί ο παράδεισος και η θέα του Θεού περνούν μέσα από την καρδιά μας, μέσα από τον πλησίον, μέσα από τον «κόσμον τούτο της βασάνου».
π. Ανδρέας Αγαθοκλέους

Σάββατο, Απριλίου 21, 2012

Πέρασμα σε νέα ζωή Του π. Ανδρέα Αγαθοκλέους


Πέρασμα σε νέα ζωή
Του π. Ανδρέα Αγαθοκλέους
Αν ο θάνατος είναι «το συγκλονιστικότερο γεγονός της ζωής», τότε η Ανάσταση του Χριστού είναι πράγματι «η εορτή των εορτών και η πανήγυρις των πανηγύρεων».
Ό,τι και ν’ ακούσει ο άνθρωπος, ό,τι και να ζήσει στον κόσμο αυτό, θα γίνουν όλα τελικά άπιαστο παρελθόν… Στην παρουσία του θανάτου, βεβαιώνεται η ματαιότητα της δύναμης, της ύλης, των λεφτών, της δόξας, της ηδονής. Γιατί όλ’ αυτά «ουχ υπάρχει μετά θάνατον».
Ο εσταυρωμένος της Ιερουσαλήμ, «επί Ποντίου Πιλάτου», αποδέκτηκε το θάνατο μ’ όλες του τις πτυχές και μ’ όλη του τη δύναμη – δύναμη φθοράς, εξουσίας επί της ζωής, χωρισμού ψυχής και σώματος. Αποδεχόμενος όμως το θάνατο, με το να υπακούσει «έως τέλους» στον Πατέρα Του, συνέτριψε τη δύναμή του και ανέτρεψε την εξουσία του, χαρίζοντας σε όλους ζωή αιώνιον.
Κι έγινε η Ανάσταση του Ιησού Χριστού βεβαιότητα ανάστασης του σύμπαντος κόσμου, αφθαρτοποίηση της ύλης, έγερση των απ’ αιώνος κεκοιμημένων, αιτία χαράς όλων των ανθρώπων.
Γι’ αυτό η Ορθόδοξη Εκκλησία ως η αληθινή Εκκλησία που συνεχίζει τη διδασκαλία και εμπειρία του Χριστού, των Αποστόλων, των Πατέρων και Αγίων, τονίζει και γιορτάζει την Ανάσταση όσο καμιά άλλη ομολογία κι όσο καμιά άλλη γιορτή. Για σαράντα ημέρες ψάλλεται το «Χριστός Ανέστη». Όλες οι Κυριακές του χρόνου είναι αφιερωμένες στην Ανάσταση του Κυρίου. Η εβδομάδα μετά το Πάσχα, η διακαινήσιμος, θεωρείται ως μία μέρα, προαναγγέλοντας την 8η μέρα. Η χαρμόσυνη επίσης ακολουθία του Όρθρου και της Θείας Λειτουργίας την ολόφωτη νύκτα του Πάσχα, όλα μας εισάγουν στο θρίαμβο της νίκης κατά του θανάτου.
Ωστόστο, η όποια χαρά πηγάζει από την Ανάσταση του Κυρίου δεν κατανοείται παρά μόνο αν γίνει προσωπικό γεγονός. Στην εικόνα της «εις άδου καθόδου» ο Χριστός αρπάζει τα απλωμένα προς Εκείνον χέρια του Αδάμ και της Εύας και τους συν-ανασταίνει.
Η συνειδητοποίηση του εντός και γύρω μας ΄Αδη, η αίσθηση δηλαδή του θανάτου με τα χαρακτηριστικά της φθοράς, της αδικίας, της απόρριψης και της αποτυχίας, οδηγούν την καρδία σε έντονο πόνο. Είναι η ώρα που ο Χριστός, ως νικητής του θανάτου, μας απλώνει τα χέρια Του για να μας βγάλει από τον ΄Αδη στη Ζωή. Είναι η ώρα της δικής μας ανάστασης, ένεκα της δικής Του Ανάστασης.
Γι’ αυτό ας μη φοβόμαστε αδελφοί! Ό,τι και να υπήρξαμε, ό,τι και νάμαστε, ο Θεός μας, ως νικητής κάθε μορφής θανάτου, μας προσφέρει την όντως Ζωή. «Συγνώμη γαρ εκ του τάφου ανέτειλε». «Μηδείς φοβείσθω θάνατον ηλευθέρωσε γαρ ημάς του Σωτήρος ο θάνατος».
Aς γίνει, με την αληθινή μετάνοια, ο μέσα μας θάνατος πηγή ζωής και αφθαρσίας.
Ας αγωνιζόμαστε, όσο ζούμε, να μεταποιούμε το θάνατο της αμαρτίας σε ζωή του Θεού.
Ας κάνουμε το εφετινό Πάσχα ουσιαστικό Πάσχα-πέρασμα σε νέα ζωή, ουσιαστική, αιώνια.
Τότε η χαρά θα γεμίσει ολόκληρη την ύπαρξή μας, την ψυχή και το σώμα κι ο αναστάσιμος χαιρετισμός θα έχει περιεχόμενο και νόημα ζωής.
Χριστός Ανέστη!
Αληθώς Ανέστη!
π.Ανδρέας Αγαθοκλέους

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...