Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Χερουβείμ Βελέντζας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Χερουβείμ Βελέντζας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη, Ιουνίου 24, 2015

Απόστολος Κυριακής δ' Εβδομάδος (28-6-2015) Δούλοι και λεύτεροι

Απόστολος Κυριακής δ' Εβδομάδος (28-6-2015)


 Δούλοι και λεύτεροι Ρωμ. 6.18-23


 Ἀδελφοί, ἐλευθερωθέντες δὲ ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας ἐδουλώθητε τῇ δικαιοσύνῃ. Ἀνθρώπινον λέγω, διὰ τὴν ἀσθένειαν τῆς σαρκὸς ὑμῶν· ὥσπερ γὰρ παρεστήσατε τὰ μέλη ὑμῶν δοῦλα τῇ ἀκαθαρσίᾳ καὶ τῇ ἀνομίᾳ εἰς τὴν ἀνομίαν, οὕτω νῦν παραστήσατε τὰ μέλη ὑμῶν δοῦλα τῇ δικαιοσύνῃ εἰς ἁγιασμόν. Ὅτε γὰρ δοῦλοι ἦτε τῆς ἁμαρτίας, ἐλεύθεροι ἦτε τῇ δικαιοσύνῃ. Τίνα οὖν καρπὸν εἴχετε τότε, ἐφ᾿ οἷς νῦν ἐπαισχύνεσθε; τὸ γὰρ τέλος ἐκείνων θάνατος. Νυνὶ δὲ ἐλευθερωθέντες ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας δουλωθέντες δὲ τῷ Θεῷ, ἔχετε τὸν καρπὸν ὑμῶν εἰς ἁγιασμόν, τὸ δὲ τέλος ζωὴν αἰώνιον. Τὰ γὰρ ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας θάνατος· τὸ δὲ χάρισμα τοῦ Θεοῦ ζωὴ αἰώνιος ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν.


 Δούλους μάς αποκαλεί σήμερα ο απόστολος Παύλος· δούλους της δικαιοσύνης. Σε μια εποχή, κατά την οποία έχει εκλείψει η δουλεία μεταξύ των ανθρώπων, επισήμως τουλάχιστον, τι σημασία μπορεί να έχουν τέτοιου είδους παρομοιάσεις με τους σύγχρονους ανθρώπους, και δη τους χριστιανούς; Ας δούμε όμως πρώτα το περιεχόμενο της σημερινής αποστολικής περικοπής, και θα επανέλθουμε. «Αδελφοί», μάς λέει, «αφού έχετε απελευθερωθεί από την αμαρτία, γίνατε δούλοι της δικαιοσύνης. Ανθρώπινο παράδειγμα μεταχειρίζομαι, εξαιτίας της αδυναμίας της σάρκας σας. Γιατί, όπως ακριβώς καταστήσατε τα μέλη σας υπόδουλα στην ακαθαρσία και στην ανομία, για να πράττετε την ανομία, έτσι τώρα παρουσιάστε τα μέλη σας ως δούλα στην δικαιοσύνη προς αγιασμό. Γιατί όταν ήσασταν δούλοι της αμαρτίας, ήσασταν ελεύθεροι από την δικαιοσύνη. Τί λοιπόν καρπό είχατε τότε, για τα οποία τώρα ντρέπεστε; γιατί η κατάληξη εκείνων είναι θάνατος. Τώρα όμως, αφού ελευθερωθήκατε από την αμαρτία και γίνατε δούλοι του Θεού, ο μεν καρπός των έργων σας είναι ο αγιασμός, το δε τέλος η αιώνιος ζωή. Διότι ο μισθός της αμαρτίας είναι ο θάνατος, ενώ το δώρο του Θεού η αιώνιος ζωή διά του Κυρίου μας Ιησού Χριστού». Αντιπαραβάλει, όπως είδαμε, ο απόστολος Παύλος την αμαρτία και την δικαιοσύνη του Θεού. Δηλώνει μάλιστα, όταν ομιλεί για δούλους, ότι το σχήμα λόγου που χρησιμοποιεί είναι ανθρώπινο. Άλλωστε, ο σκοπός μιας παρομοίωσης είναι να δείξει κάποια σημεία τα οποία είναι κοινά ανάμεσα στο παράδειγμα και στο πραγματευόμενο θέμα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι τα δύο αυτά είναι όμοια κατά πάντα. Η ουσιώδης ομοιότητα ανάμεσα σε έναν δούλο και στον δούλο της αμαρτίας ή τον δούλο του Θεού, είναι ότι πράττουν αυτό που επιτάσσει ο κύριός τους. Η ουσιώδης πάλι διαφορά, είναι ότι στη μεν κυριολεκτική δουλεία ο δούλος με τη βία έγινε δούλος και δεν μπορεί να απαλλαγεί από τα δεσμά που τού επιβάλλει ο ιδιοκτήτης του, ενώ στην πνευματική δουλεία (είτε στην αμαρτία είτε στο θέλημα του Θεού) βρισκόμαστε με δική μας επιλογή και μπορούμε, εάν το θέλουμε, να μεταβούμε από την μία κατάσταση στην άλλη. Αυτό είναι και το νόημα των λόγων του Χριστού, ότι «Οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν· ἢ γὰρ τὸν ἕνα μισήσει καὶ τὸν ἕτερον ἀγαπήσει, ἢ ἑνὸς ἀνθέξεται καὶ τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει· οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καὶ μαμωνᾷ»[1]. Αλλά και διάφορες παροιμίες της θυμοσοφίας του λαού, δηλώνουν αυτή την αυτονόητη αλήθεια, ότι δηλαδή δεν μπορεί ένας άνθρωπος να υπηρετεί εκ διαμέτρου αντίθετους σκοπούς. Ότι η αμαρτία καθίσταται αληθινή δουλεία, είναι σε όλους μας φανερό, τουλάχιστον από τις δικές μας πτώσεις. Όταν ενδώσουμε στην αμαρτία, τότε μάς δυναστεύει, θολώνει το μυαλό μας και σκεφτόμαστε συνέχεια τρόπους για να την διαπράξουμε, και δεν μάς αφήνει εύκολα να ξεφύγουμε. Γι αυτό, όταν η αμαρτία χρονίσει, γίνεται πάθος, συνήθεια, δεύτερη φύση. Γι αυτό και όταν πάρουμε την απόφαση να αποδεσμευθούμε από τα δεσμά της, χρειάζεται σταθερή απόφαση και αγώνας χωρίς εκπτώσεις, και προσευχή πολλή, ώστε όσα δε μπορούμε από μόνοι μας να τα πραγματοποιήσει η χάρις του Θεού. Σε αντίθεση με τα ολέθρια και θανατηφόρα αποτελέσματα της αμαρτίας, όταν γίνουμε δούλοι στο θέλημα του Θεού, δηλαδή όταν με τη θέλησή μας υπακούμε στο Ευαγγέλιο της θείας δικαιοσύνης, οι καρποί που δρέπουμε είναι ο αγιασμός της ύπαρξής μας, και το αποτέλεσμα είναι η αιώνιος ζωή. Και τούτο, γιατί όσο εργαζόμαστε τα έργα της δικαιοσύνης, την αγάπη, την πίστη, την μακροθυμία, την αρετή, τόσο καθαρίζεται και φωτίζεται ο έσω άνθρωπος, και έρχεται η χάρις του Αγίου Πνεύματος και καταυγάζει ολόκληρο τον άνθρωπο και τον γεμίζει με την κατά Θεόν χαρά. Όταν τέλος επισκεφθεί τον άνθρωπο το Άγιο Πνεύμα, τότε γινεται κατά χάριν θεός, δεν καθαίρεται μόνο αλλά και ζωοποιείται, νικά με την χάρη του Θεού το κοσμικό φρόνημα και καθίσταται ουρανοπολίτης [2] και κληρονόμος των επουρανίων αγαθών. Ας τρέχουμε, επομένως, τον καλόν αγώνα της πίστεως, ας αφήσουμε κατά μέρος την αμαρτία, η οποία περιπλέκει την ζωή μας και μάς ταλαιπωρεί, οδηγώντας μας σε ολισθηρές ατραπούς. Ας συνταχθούμε με τον αγαθό Κύριο, ας γίνουμε υπήκοοι των εντολών του και ας βάλουμε αρχή, ώστε να εργαζόμαστε το θέλημά του και να καλλιεργούμε τις αρετές. Και ο αγαθός Κύριός μας, ο οποίος βλέπει την προαίρεση και την διάθεση της καρδιάς και τιμά τον εργάτη της ενδεκάτης ώρας εξίσου με εκείνον της πρώτης, θα δει την διάθεση της καρδιάς μας, θα σπεύσει σε βοήθεια, θα αγιάσει την ζωή μας ολόκληρη και θα μάς χαρίσει πλούσια τα αγαθά της Βασιλείας του [3], τα οποία ετοίμασε για τους αγγέλους και για όλους τους δίκαιους. Αμήν.

 π. Χερουβείμ Βελέτζας 

Απλά και Ορθόδοξα 


[1] Ματθ. 6.24 
[2] Φιλιπ. 3.20: «ἡμῶν γὰρ τὸ πολίτευμα ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει, ἐξ οὗ καὶ σωτῆρα ἀπεκδεχόμεθα Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν». 
[3] Βλ. Ματθ. 25.31-46


Σάββατο, Ιουνίου 20, 2015

Κυριακή Γ' Ματθαίου π. Χερουβείμ Βελέτζας

Ματθ. 6, 22-33  

Την περασμένη Κυριακή είδαμε ότι ο Χριστός περιμένει από όλους μας να Τον ακολουθήσουμε, εγκαταλείποντας ει δυνατόν τα πάντα, ακόμα και τους ίδιους μας τους συγγενείς, αν είναι απαραίτητο. Και ίσως κανείς αναρωτηθεί “μα πώς θα ζήσουμε, αν αφήσουμε τα πάντα;” την απάντηση μας τη δίνει σήμερα ο ίδιος ο Κύριός μας, μέσα από το απόσπασμα της επί του Όρους Ομιλίας Του που μας μεταφέρει ο ευαγγελιστής Ματθαίος. Τα μάτια του ανθρώπου, μας λέει, είναι ο λύχνος δηλαδή το φως του σώματός του. Επομένως, αν τα μάτια του είναι φωτεινά, όλο το σώμα του είναι φωτεινό. Αντίθετα, αν τα μάτια είναι σκοτεινά, όλο το σώμα είναι σκοτεινό. Αληθινά, αναρωτιέται, αν το φως του σώματός μας είναι σκοτάδι, τότε το σκοτάδι πώς μοιάζει; Με τα λόγια αυτά θέλει να μας τονίσει ότι αν όντως ενδιαφερόμαστε να φωτίσουμε την ύπαρξη και τη ζωή μας, θα πρέπει να αφήσουμε πίσω οτιδήποτε αντιστρατεύεται στο θέλημα του Θεού, ότι οφείλουμε να μεριμνήσουμε για τον πνευματικό μας κόσμο και να μη φορτώνουμε τη ζωή μας με μέριμνες περιττές και ανούσιες. Και για να το καταστήσει πιο σαφές, συνεχίζει λέγοντας ότι δεν μπορεί να δουλεύει κανείς σε δύο κυρίους, στον Θεό και στον μαμμωνά. Ή τον ένα θα αγαπήσει και τον άλλο θα μισήσει, ή θα υπακούσει στις επιταγές του ενός και θα καταφρονήσει τον άλλο. Με τον όρο “μαμμωνά” υπονοεί ο Κύριος τόσο τον ίδιο το διάβολο και τα έργα του σκότους, όσο και τις βιοτικές μέριμνες, οι οποίες αποσπούν την προσοχή μας από τη μελέτη και εφαρμογή του θελήματος του Θεού. Γι αυτό σας λέω, συνεχίζει, μη μεριμνάτε και μην απασχολείτε την ψυχή σας με το τι θα φάτε ή τι θα πιείτε, ούτε το σώμα σας, με το τι θα ντυθείτε. Στα αλήθεια, η ψυχή δεν είναι παραπάνω από την τροφή και το σώμα από την ενδυμασία; κοιτάξτε τα πουλιά, δεν σπέρνουν, δεν θερίζουν, δεν αποθηκεύουν σε αποθήκες, και ο Πατέρας σας ο επουράνιος τα τρέφει. Δε νομίζετε ότι διαφέρετε τόσο πολύ από αυτά, ώστε ο Θεός να σας σκέφτεται ακόμα περισσότερο; ποιος μπορεί, όσο κι αν μεριμνήσει, να προσθέσει μια πιθαμή στο ύψος του; Και για την ενδυμασία σας τι αγωνιάτε; πάρτε μάθημα από τα κρίνα του αγρού, που δεν υφαίνουν ούτε γνέθουν, κι όμως είναι ντυμένα πιο λαμπρά κι από τον Σολομώντα. Αν επομένως ο Θεός ντύνει τόσο όμορφα τα αγριόχορτα, που σήμερα είναι και αύριο, σαν ξεραθούν, καίγονται στον κλίβανο, πόσο περισσότερο δεν θα ενδιαφερθεί για σας, ολιγόπιστοι; Μην μεριμνάτε λοιπόν, λέγοντας τι θα φάμε; ή τι θα πιούμε;ή τι θα ντυθούμε; διότι ο Πατέρας σας ο επουράνιος γνωρίζει τις ανάγκες σας. Αλλά να επιζητείτε πρώτα τη Βασιλεία του Θεού και την δικαιοσύνη Του, και όλα τα άλλα θα σας δοθούν. Ο Χριστός χρησιμοποιεί το παράδειγμα των άγριων πουλιών και λουλουδιών, που είναι εφήμερα κι όμως επιβιώνουν με την πρόνοια του Θεού, για να καταδείξει ότι ο άνθρωπος, που ως έλλογο ον έχει μεγαλύτερη αξία και σημασία, δεν μπορεί παρά να ελκύει και το ενδιαφέρον και την πρόνοια του Θεού. Γι αυτό και αποκαλεί ολιγόπιστους όλους εκείνους που θέτουν ως προτεραιότητα στη ζωή τους την κάλυψη των βιοτικών τους αναγκών. Η υπέρμετρη ενασχόληση με την εξασφάλιση της καθημερινής τροφής, με τα ενδύματα και με τα υλικά αγαθά, περιέχει τον κίνδυνο της εγκατάλειψης ή της περιφρόνησης του Θεού, σύμφωνα με τα όσα μας είπε ο Χριστός στην πρώτη συνάφεια της σημερινής περικοπής. Δείχνει έλλειμμα πίστεως, έλλειμμα εμπιστοσύνης στην αγάπη και στην πρόνοια του Θεού για τον άνθρωπο. Αν ο Θεός έστειλε τον Υιό Του τον μονογενή στον κόσμο, με σκοπό να θεραπεύσει και να αναστήσει τον έσω άνθρωπο, θα αφήσει άραγε κανέναν να χαθεί από έλλειψη των στοιχειωδών αγαθών; Κι όμως, στην καθημερινότητά μας λησμονούμε αυτή τη μεγάλη αλήθεια. Θεωρούμε τους εαυτούς μας πιστούς χριστιανούς, και παρόλα αυτά αναλώνουμε όλο το χρόνο μας στο κυνήγι των υλικών αγαθών, στην ικανοποίηση των βιοτικών μας αναγκών και μόνο. Οι συνθήκες του σύγχρονου τρόπου ζωής και οι συγκυρίες των τελευταίων ετών επιτείνουν αυτή τη μονοσήμαντη αγωνία μας και μας απορροφούν κάθε ικμάδα σωματική και ψυχική. Και όσο εξαρτάμε την ευτυχία μας από τα υλικά και τα γήινα, τόσο οι δυσκολίες της ζωής μάς οδηγούν σε όλο και μεγαλύτερη απελπισία και απόγνωση. “Ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού”. Αυτή είναι η απάντηση του Χριστού, αυτή είναι η μόνη προοπτική για να ξεφύγουμε από τα απελπιστικά δεσμά του μαμμωνά, στον οποίο έχει υποδουλωθεί η ύπαρξή μας. Αυτή είναι η μόνη διέξοδος από κάθε ανθρώπινη κρίση, ιδιαίτερα σήμερα. Όσο κι αν αγωνιζόμαστε χωρίς Θεό, η ζωή μας και οι κοινωνίες μας θα σκοτεινιάζουν. Ας στραφούμε, επομένως, στην αναζήτηση του Θεού, ας Τον εμπιστευτούμε, και θα φροντίσει Εκείνος για τα υπόλοιπα
πηγή

Σάββατο, Ιουνίου 06, 2015

Κυριακή των Αγίων Πάντων (7-6-2015) Ας τρέχουμε τον καλόν αγώνα π. Χερουβείμ Βελέτζας

Ας τρέχουμε τον καλόν αγώνα Eβρ. 11.33 -12.2 Ἀδελφοί, οἱ Ἅγιοι πάντες διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, εἰργάσαντο δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν, ἔφραξαν στόματα λεόντων, ἔσβεσαν δύναμιν πυρός, ἔφυγον στόματα μαχαίρας, ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας, ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ, παρεμβολὰς ἔκλιναν ἀλλοτρίων· ἔλαβον γυναῖκες ἐξ ἀναστάσεως τοὺς νεκροὺς αὐτῶν· ἄλλοι δὲ ἐτυμπανίσθησαν, οὐ προσδεξάμενοι τὴν ἀπολύτρωσιν, ἵνα Κρείττονος ἀναστάσεως τύχωσιν· ἕτεροι δὲ ἐμπαιγμῶν καὶ μαστίγων πεῖραν ἔλαβον, ἔτι δὲ δεσμῶν καὶ φυλακῆς· ἐλιθάσθησαν, ἐπρίσθησαν, ἐπειράσθησαν, ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον, περιῆλθον ἐν μηλωταῖς, ἐν αἰγείοις δέρμασιν, ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος, ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς. Καὶ οὗτοι πάντες μαρτυρηθέντες διὰ τῆς πίστεως οὐκ ἐκομίσαντο τὴν ἐπαγγελίαν, τοῦ Θεοῦ περὶ ἡμῶν κρεῖττόν τι προβλεψαμένου, ἵνα μὴ χωρὶς ἡμῶν τελειωθῶσι. Τοιγαροῦν καὶ ἡμεῖς, τοσοῦτον ἔχοντες περικείμενον ἡμῖν νέφος μαρτύρων, ὄγκον ἀποθέμενοι πάντα καὶ τὴν εὐπερίστατον ἁμαρτίαν, δι᾿ ὑπομονῆς τρέχωμεν τὸν προκείμενον ἡμῖν ἀγῶνα, ἀφορῶντες εἰς τὸν τῆς πίστεως ἀρχηγὸν καὶ τελειωτὴν ᾿Ιησοῦν. Τιμά και εορτάζει σήμερα η αγία μας Εκκλησία τους Αγίους Πάντες, όλους τους γνωστούς και τους άγνωστους αδελφούς μας οι οποίοι έζησαν κατά Χριστόν και αξιώθηκαν των επουρανίων στεφάνων. Η περικοπή από την προς Εβραίους επιστολή, μάς παρουσιάζει τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν οι άγιοι, και την δύναμη που άντλησαν από την πίστη, προκειμένου να διεξέλθουν τον κάθε αγώνα τους. «Αδελφοί», μάς λέει ο απόστολος Παύλος, «οι Άγιοι Πάντες διά της πίστεως κατέρριψαν βασίλεια, εργάστηκαν την δικαιοσύνη, γεύτηκαν όσα υποσχέθηκε ο Θεός σε αυτούς, έφραξαν στόματα λεόντων, διέφυγαν κάθε κίνδυνο, είτε από φωτιά, είτε από μαχαίρι, είτε από ασθένεια. Άλλοι από αυτούς ξυλοκοπήθηκαν μέχρι θανάτου και δεν δέχτηκαν να γλιτώσουν τη ζωή τους, προκειμένου να πετύχουν μια καλύτερη ανάσταση. Άλλοι πάλι υπέμειναν μύριες όσες κακουχίες, εμπαιγμούς, μαστιγώσεις και φυλακίσεις· λιθοβολήθηκαν, πριονίστηκαν, θανατώθηκαν με μαχαίρι, έζησαν φορώντας προβιές με στερήσεις, με θλίψεις και κακουχίες σαν να μη τούς άξιζε ο κόσμος, περιπλανώμενοι σε σπηλιές και βουνά και στις τρύπες της γης. Και όμως όλοι αυτοί, αν και έδωσαν την καλή μαρτυρία της πίστεως, δεν απέκτησαν την υπόσχεση, επειδή ο Θεός προέβλεψε για μάς κάτι καλύτερο, για να μη τελειωθούν χωρίς εμάς. Γι αυτό λοιπόν κι εμείς, έχοντας γύρω μας τόσο μεγάλο νέφος μαρτύρων, αφού αποτινάξουμε κάθε βαρύ φορτίο και την αμαρτία που μάς περιπλέκει, ας τρέχουμε με υπομονή τον αγώνα που βρίσκεται μπροστά μας, προσβλέποντας στον αρχηγό της πίστεώς μας και τελειοποιητή Ιησού Χριστό». Είναι σε όλους γνωστά τα παθήματα των πρώτων χριστιανών, οι φυλακίσεις, τα βασανιστήρια που υπέστησαν, οι διωγμοί, οι ταλαιπωρίες· είναι γνωστές επίσης οι συκοφαντίες, η περιφρόνηση, ο χλευασμός του κόσμου προς τους μαθητές του Χριστού, κάθε εποχής. «Εἰ ὁ κόσμος ὑμᾶς μισεῖ, γινώσκετε ὅτι ἐμὲ πρῶτον ὑμῶν μεμίσηκεν... οὐκ ἔστι δοῦλος μείζων τοῦ κυρίου αὐτοῦ. εἰ ἐμὲ ἐδίωξαν, καὶ ὑμᾶς διώξουσιν· εἰ τὸν λόγον μου ἐτήρησαν, καὶ τὸν ὑμέτερον τηρήσουσιν», είπε ο Κύριος (Ιω. 15.18-20). Επομένως, αν ο κόσμος δεν αγαπά τον Χριστό, το ίδιο δεν αγαπά και τους μαθητές του· και κατά συνέπεια, οι άνθρωποι που σκέφτονται κοσμικά, αντί να πράξουν εκείνα που θα τους οδηγήσουν κοντά στον Χριστό, ενεργούν τα αντίθετα, πολεμούν το Ευαγγέλιο της αγάπης, της συγγνώμης και της μετανοίας. Γιατί, είναι ευκολότερο γι αυτούς να γκρεμίσουν τους άλλους, παρά να οικοδομήσουν τον εαυτό τους, εγκαταλείποντας τις συνήθειες του παλαιού ανθρώπου, του αποκομμένου από την αγάπη του Θεού. Ας μη τούς κρίνουμε όμως, αφού ο Χριστός θυσιάστηκε και γι αυτούς· ας έλθουμε καλύτερα να δούμε τους μάρτυρες της πίστεως, τους Αγίους Πάντες, προκειμένου να ωφεληθούμε και να διδαχθούμε από το παράδειγμά τους. Οι άγιοι υπέμειναν τα πάντα· ακόμα και όσοι δεν θανατώθηκαν, έδωσαν το μαρτύριο της πίστεως, υπέμειναν θλίψεις και στενοχώριες, είτε αυτές προέρχονταν από τις συγκυρίες του βίου, είτε από τους ανθρώπους, είτε από τον πειρασμό. Παρέδωσαν την ύπαρξή τους στον Χριστό και θεώρησαν τα πάντα ως σκύβαλα, ως ανάξια λόγου και ήσσονος σημασίας. Γι αυτό και δεν ενδιαφέρθηκαν για την δόξα του κόσμου, ή για τιμές ή για πλούτο ή για ανέσεις. Δεν έδωσαν τόπο ούτε στις επιθυμίες τους, αφού το μόνο που ποθούσαν ήταν ο Χριστός. Όλος ο αγώνας τους ήταν πώς θα ευαρεστήσουν τον Κύριο, πώς θα καταπολεμήσουν τα πάθη, πώς θα καλλιεργήσουν τις αρετές, πώς θα κάνουν πράξη την αγάπη προς τον Θεό και προς τον πλησίον. Κινητήριος δύναμη στην προσπάθεια των ανθρώπων του Θεού είναι η πίστη· και τούτο, επειδή η πίστη γεννά την υπομονή, αφού παρέχει τα υγιή κριτήρια της θεώρησης του κόσμου και του βίου μας, τι δηλαδή είναι σημαντικό και τι λιγότερο. Έχοντας επομένως διά της πίστεως αξιολογήσει και ιεραρχήσει όλα όσα απαρτίζουν τον ανθρώπινο βίο, τρέχουμε τον καλόν αγώνα της πίστεως παίρνοντας δύναμη από τον Κύριο, διά της προς αυτόν πίστεως, και ελπίζουμε στον επουράνιο στέφανο της νίκης και στην αιώνια δόξα και τιμή, την οποία γεύτηκαν και αξιώθηκαν οι Άγιοι Πάντες. Καθώς συναχθήκαμε σήμερα να τιμήσουμε όλους τους Αγίους, ας γίνουμε μιμητές τους στην πίστη, στους αγώνες, στην υπομονή· ας επιμελούμαστε την ψυχή και ας αναζητούμε τα πνευματικά, καθότι ο πρόσκαιρος τούτος βίος «ως όναρ παρέρχεται» και όλα τα επίγεια τα τρώει η φθορά. Ας πάρουμε παράδειγμα από την προσήλωσή τους στον Χριστό, ενθυμούμενοι τα λόγια του αποστόλου Παύλου: «τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ; θλῖψις ἢ στενοχωρία ἢ διωγμὸς ἢ λιμὸς ἢ γυμνότης ἢ κίνδυνος ἢ μάχαιρα; καθὼς γέγραπται ὅτι ἕνεκά σου θανατούμεθα ὅλην τὴν ἡμέραν· ἐλογίσθημεν ὡς πρόβατα σφαγῆς» (Ρωμ. 8.35-36). Και ας κάνουμε πράξη την προτροπή με την οποία κλείνει την σημερινή περικοπή, ας αποβάλουμε δηλαδή κάθε βιοτική μέριμνα και την αμαρτία, η οποία περιπλέκει την ζωή μας, και ας τρέχουμε με υπομονή τον αγώνα που ο καλός αγωνοθέτης Χριστός μάς όρισε, έχοντας την προσδοκία μας προς αυτόν, ο οποίος δίνει την δύναμη και τελειοποιεί τον κάθε αγωνιστή. Αμήν.
 π. Χ.Β.
π. Χερουβείμ Βελέτζας

«Τὸ γὰρ ὄνομα τοῦ Θεοῦ δι᾿ ἡμᾶς βλασφημεῖται ἐν τοῖς ἔθνεσι» (Ρωμ. 2.24)

«Τὸ γὰρ ὄνομα τοῦ Θεοῦ δι᾿ ἡμᾶς βλασφημεῖται ἐν τοῖς ἔθνεσι» (Ρωμ. 2.24) 

Πολλοί από εμάς, τους «καθώς πρέπει» χριστιανούς, έχουμε μάθει να κοιμίζουμε την συνείδησή μας, αντί να αγωνιζόμαστε ώστε να βρίσκεται σε νήψη, δηλαδή σε εγρήγορση, με αποτέλεσμα να αδρανούμε πνευματικά και μάλιστα να ωραιοποιούμε την εσωτερική μας ασχήμια, εφευρίσκοντες ακόμη και «ιεροπρεπείς» όρους, προκειμένου να δικαιολογήσουμε τα αδικαιολόγητα. Δεν είναι απαραίτητο να κατονομασθούν εδώ τέτοιες συμπεριφορές, πολλές από τις οποίες «αἰσχρόν ἐστι καί λέγειν» (Εφεσ. 5.12)· άλλωστε, τα γνωρίζουμε καλά οι παροικούντες εν Ιερουσαλήμ, κι ας κάνουμε πως δεν ξέρουμε τίποτα. Τα διαισθάνονται και οι μη παροικούντες, οι οποίοι μάς κατηγορούν συλλήβδην όλους για ασυνέπεια και υποκρισία, ότι δηλαδή δεν συνάδει η ζωή μας με τα λόγια μας. Το διαισθάνονται οι νέοι, ότι είμαστε κίβδηλοι, και γι αυτό στην πλειονότητά τους δεν θέλουν να έχουν παρτίδες με κληρικούς και με «καλούς» χριστιανούς, κι ας βουρκώνουν τα μάτια τους από αγάπη για τον Θεό και από ταπείνωση, κάθε φορά που θα αναφέρουν ακόμα και το όνομά Του. Ίσως πει κανείς ότι αυτή η κατάσταση αποτελεί σημείο της εποχής μας· το αποστολικό ανάγνωσμα που σήμερα, Παρασκευή της εβδομάδας μετά την Πεντηκοστή, ακούστηκε στις εκκλησιές, και από το οποίο είναι παρμένος ο τίτλος του παρόντος σχολίου, μαρτυρεί ότι πρόκειται για διαχρονική ασθένεια των χριστιανών. Και όπως μού το μετέφερε σήμερα το πρωί ένας αγαπητός αδελφός και συμπρεσβύτερος, λέει ο απόστολος «λες τον άλλο κλέφτη, αλλά εσύ κλέβεις, λες τον άλλο μοιχό, αλλά εσύ μοιχεύεις και πορνεύεις, παριστάνεις τον δάσκαλο και κουνάς το δάχτυλο, αλλά τίποτα από όσα λες δεν πράττεις». Το όνομα του Χριστού δεν βεβηλώνεται από όσους βρίσκονται εκτός Εκκλησίας και ασχημονούν ή αμαρτάνουν, αλλά από εμάς τους ίδιους, που ενώ ονομάζουμε τους εαυτούς μας χριστιανούς, έχουμε φτάσει στην έσχατη αλαζονεία να πιστεύουμε ότι μπορούμε να πολιτευόμαστε όπως ο κόσμος, και επιπλέον να βαφτίζουμε π.χ. το κρέας «κολοκυθάκι» και τις αμαρτίες μας σε αρετές. Κι από πάνω, σαν γνήσιοι φαρισαίοι, κάνουμε κήρυγμα «για να σώσουμε τους αμαρτωλούς» ή κρίνουμε, καταλαλούμε και κατακρίνουμε τους αδελφούς μας. Μία ανάγνωση του δεύτερου κεφαλαίου της προς Ρωμαίους επιστολής, ίσως αφυπνίσει μερικούς από εμάς (και τον γράφοντα, που κρίνει τώρα δα τους κρίνοντας). Για να μην πέσω στην κατάκριση, παραχωρώ τον λόγο στον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο: «Επομένως, ας μη ραθυμούμε· γιατί με τον τρόπο αυτό θα μπορέσουμε να αποσπάσουμε τους Έλληνες[1] από την πλάνη. Όταν όμως στα μεν λόγια φιλοσοφούμε, ενώ στα έργα ασχημονούμε, με τι μάτια θα τους ατενίσουμε; με ποια στόματα θα κάνουμε διάλεξη περί του δόγματος; Γιατί θα πει προς τον καθένα από εμάς “–Σύ που δεν κατόρθωσες το ελάχιστο, πώς έχεις την αξίωση να διδάσκεις για το μείζον; συ που δεν έμαθες ποτέ ότι η πλεονεξία είναι κακό, πώς φιλοσοφείς για τα επουράνια πράγματα; Αλλά τι; γνωρίζεις ότι είναι κακό; άρα, ακόμα μεγαλύτερο το έγκλημα, διότι αν και γνωρίζεις είσαι πλημμελής”. Και γιατί λέω για τον Έλληνα; αφού ούτε οι δικοί μας νόμοι μάς επιτρέπουν να έχουμε τέτοια παρρησία, όταν ο βίος μας είναι διεφθαρμένος. Γιατί λέει ότι “στον αμαρτωλό είπε ο Θεός -Γιατί διηγείσαι τα δικαιώματά μου;”[2]. Απήχθησαν κάποτε αιχμάλωτοι οι Ιουδαίοι και όταν οι Πέρσες αξίωσαν να τούς ψάλλουν εκείνα τα θεία άσματα, έλεγαν: “πώς να ψάλουμε την ωδή του Κυρίου σε ξένη γη;”[3]. Αν λοιπόν δεν ήταν θεμιτό να ψάλλουν τα λόγια του Θεού σε ξένη γη, δεν είναι πολύ περισσότερο στην βάρβαρη ψυχή; γιατί βάρβαρη είναι η ανηλεής ψυχή. Διότι εάν εκείνους που ήταν αιχμάλωτοι και είχαν υποδουλωθεί σε ανθρώπους σε ξένη γη, ο νόμος τούς κάθισε σε σιγή, πολύ περισσότερο είναι δίκαιο να κλείνουν το στόμα τους εκείνοι που είναι δούλοι της αμαρτίας και βρίσκονται σε ξένη (προς τον νόμο του Θεού) πολιτεία (δηλ. βιοτή). Και όμως, εκείνοι είχαν (μαζί τους) και τα όργανα· γιατί λέει ότι “στις ιτιές κρεμάσαμε τα όργανά μας”[4], αλλά ούτε έτσι ήταν επιτρεπτό. Επομένως, ούτε σε εμάς είναι θεμιτό να έχουμε παρρησία, ακόμα κι αν έχουμε στόμα και γλώσσα, τα οποία είναι τα όργανα του λόγου, όσο δουλεύουμε στην τυραννικώτερη από όλους τους βαρβάρους αμαρτία. Γιατί πες μου, τι θα πεις προς τον Έλληνα όταν είσαι άρπαγας και πλεονέκτης; “φύγε μακριά από την ειδωλολατρεία; γνώρισε τον Θεό και μην προσκολλάσαι στον χρυσό και στον άργυρο”; Γιατί θα γελάσει και θα πει: “-Αυτά τα συζήτησες πρώτα με τον εαυτό σου;”· γιατί δεν είναι το ίδιο αυτός που είναι Έλληνας να ειδωλολατρεί και εκείνος που είναι Χριστιανός να μην εφαρμόζει. Πώς λοιπόν θα μπορέσουμε να αποσπάσουμε άλλους από εκείνη την ειδωλολατρεία, όταν δεν αποσπούμε από αυτή τον εαυτό μας; γιατί εμείς βρισκόμαστε πιο κοντά στον εαυτό μας από τον πλησίον. Όταν λοιπόν δεν πείθουμε τον εαυτό μας, πώς θα πείσουμε άλλους; γιατί, εάν εκείνος που δεν προΐσταται καλώς της οικίας του, ούτε τα της Εκκλησίας θα φροντίσει, πώς αυτός που δεν κυβερνά την ψυχή του θα μπορέσει να διορθώσει άλλους; Γιατί μη μού πεις τούτο, ότι δεν προσκυνείς είδωλο χρυσό· αλλά δείξε μου εκείνο, ότι δεν πράττεις αυτά που προστάζει ο χρυσός. Γιατί υπάρχουν διάφοροι τρόποι της ειδωλολατρίας· και άλλος μεν έχει σαν κύριό του τον μαμμωνά (δηλ. τα χρήματα), άλλος ως θεό την κοιλία, άλλος δε την χαλεπώτατη (σαρκική) επιθυμία. Αλλά δεν θυσιάζεις σε αυτούς βόδια, σαν τους Έλληνες; Αλλά, πολύ χειρότερα, κατασφάζεις την ίδια σου την ψυχή. Αλλά δεν λυγίζεις τα γόνατα και δεν προσκυνείς (τα είδωλα); Κι όμως, με περισσή υπακοή κάνεις όλα, όσα αν διατάξουν και η κοιλιά και το χρυσάφι και η τυραννία της επιθυμίας· γιατί και οι Έλληνες γι αυτό είναι βδελυκτοί, επειδή θεοποιούσαν τα πάθη και την μεν επιθυμία αποκάλεσαν Αφροδίτη, τον δε θυμό Άρη και την μέθη Διόνυσο. Εάν λοιπόν εσύ δεν σμιλεύεις είδωλα, όπως εκείνοι, ωστόσο με πολλή προθυμία υποκύπτεις στα ίδια πάθη, κάνονας τα μέλη Χριστού μέλη πόρνης, και λούζοντας τον εαυτό σου με άλλες παρανομίες. Γι αυτό παρακαλώ, αφού κατανοήσουμε την υπερβολή της ατοπίας, ας αποφεύγουμε την ειδωλολατρεία· γιατί έτσι ο Παύλος αποκαλεί την πλεονεξία[5]. Να αποφεύγουμε όχι μόνο την πλεονεξία στα χρήματα, αλλά και στην πονηρή επιθυμία, και στα ενδύματα και στα τραπέζια και σε όλα τα άλλα. Γιατί εμείς θα δώσουμε χειρότερη απολογία επειδή δεν υπακούμε στους νόμους του Κυρίου. Γιατί λέει, ότι ο δούλος ο οποίος γνωρίζει το θέλημα του Κυρίου του και δεν το πράττει, θα δαρθεί πολύ[6]. Προκειμένου, επομένως, και την κόλαση αυτή να διαφύγουμε και να γίνουμε χρήσιμοι στους άλλους και στον εαυτό μας, αφού εκβάλουμε από την ψυχή κάθε κακία, ας προτιμήσουμε την αρετή». Ιω. Χρυσοστόμου, ερμηνεία εις την προς Ρωμαίους Επιστολήν, PG 60.440 (απόδοση στη Νεοελληνική, π. Χερουβείμ Βελέτζας) -------------- Σημ.: Οι εντός παρενθέσεως λέξεις και φράσεις αποτελούν επεξηγήσεις του γράφοντος, οι οποίες προκύπτουν από τα συμφραζόμενα. Οι εντός αγκύλης παραπομπές έχουν προστεθεί κατά την μετάφραση. [1] Έλληνες αποκαλεί τους εθνικούς, στους οποίους αναφέρεται η περικοπή· και τότε μεν η αντιδιαστολή ήταν ανάμεσα στους Ιουδαίους και στους μη ιουδαίους, εδώ ο Ιερός Χρυσόστομος εννοεί εκείνους που δεν πιστεύουν και δεν αποδέχονται το Ευαγγέλιο, και στην θέση των ιουδαίων της περικοπής βάζει τους χριστιανούς. «Εἰπὼν͵ ὅτι οὐδὲν λείπει τῷ Ἕλληνι πρὸς τὸ σωθῆναι͵ ἐὰν τοῦ νόμου ᾖ ποιητὴς͵ καὶ τὴν θαυμαστὴν σύγκρισιν ποιησάμενος ἐκείνην͵ τίθησι λοιπὸν καὶ τὰ σεμνὰ τῶν Ἰουδαίων͵ ἀφ΄ ὧν κατὰ τῶν Ἑλλήνων ἐφρόνουν. Καὶ πρῶτον αὐτὸ τὸ ὄνομα ὃ σφόδρα σεμνὸν ἦν͵ ὥσπερ νῦν ὁ Χριστιανισμός· καὶ γὰρ ἀπὸ τῆς προσηγορίας πολλὴ ἦν ἡ διαφορὰ καὶ τότε· διὸ καὶ ἐντεῦθεν ἄρχεται» (PG 60.431-432). [2] Βλ. Ψαλμ. 49.16-22: «τῷ δὲ ἁμαρτωλῷ εἶπεν ὁ Θεός· ἱνατί σὺ διηγῇ τὰ δικαιώματά μου καὶ ἀναλαμβάνεις τὴν διαθήκην μου διὰ στόματός σου; σὺ δὲ ἐμίσησας παιδείαν καὶ ἐξέβαλες τοὺς λόγους μου εἰς τὰ ὀπίσω. εἰ ἐθεώρεις κλέπτην, συνέτρεχες αὐτῷ, καὶ μετὰ μοιχοῦ τὴν μερίδα σου ἐτίθεις. τὸ στόμα σου ἐπλεόνασε κακίαν, καὶ ἡ γλῶσσά σου περιέπλεκε δολιότητα· καθήμενος κατὰ τοῦ ἀδελφοῦ σου κατελάλεις καὶ κατὰ τοῦ υἱοῦ τῆς μητρός σου ἐτίθεις σκάνδαλον. ταῦτα ἐποίησας, καὶ ἐσίγησα· ὑπέλαβες ἀνομίαν, ὅτι ἔσομαί σοι ὅμοιος· ἐλέγξω σε καὶ παραστήσω κατὰ πρόσωπόν σου τὰς ἁμαρτίας σου. σύνετε δὴ ταῦτα, οἱ ἐπιλανθανόμενοι τοῦ Θεοῦ, μήποτε ἁρπάσῃ, καὶ οὐ μὴ ᾖ ὁ ρυόμενος». [3] Βλ. Ψαλμ. 136.1-4: «Ἐπί τῶν ποταμῶν Βαβυλῶνος ἐκεῖ ἐκαθίσαμεν καὶ ἐκλαύσαμεν ἐν τῷ μνησθῆναι ἡμᾶς τῆς Σιών. ἐπὶ ταῖς ἰτέαις ἐν μέσῳ αὐτῆς ἐκρεμάσαμεν τὰ ὄργανα ἡμῶν· ὅτι ἐκεῖ ἐπηρώτησαν ἡμᾶς οἱ αἰχμαλωτεύσαντες ἡμᾶς λόγους ᾠδῶν καὶ οἱ ἀπαγαγόντες ἡμᾶς ὕμνον· ᾄσατε ἡμῖν ἐκ τῶν ᾠδῶν Σιών. πῶς ᾄσωμεν τὴν ᾠδὴν Κυρίου ἐπὶ γῆς ἀλλοτρίας;». [4]Βλ. ό.π. [5] Κολοσ. 3.5: «Νεκρώσατε οὖν τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, πορνείαν, ἀκαθαρσίαν, πάθος, ἐπιθυμίαν κακήν, καὶ τὴν πλεονεξίαν, ἥτις ἐστὶν εἰδωλολατρία». [6] Λουκ. 12.46-47: «ἐκεῖνος δὲ ὁ δοῦλος, ὁ γνοὺς τὸ θέλημα τοῦ κυρίου ἑαυτοῦ καὶ μὴ ἑτοιμάσας μηδὲ ποιήσας πρὸς τὸ θέλημα αὐτοῦ, δαρήσεται πολλάς· 48 ὁ δὲ μὴ γνούς, ποιήσας δὲ ἄξια πληγῶν, δαρήσεται ὀλίγας. παντὶ δὲ ᾧ ἐδόθη πολύ, πολὺ ζητηθήσεται παρ᾿ αὐτοῦ, καὶ ᾧ παρέθεντο πολύ, περισσότερον αἰτήσουσιν αὐτόν».
πηγή

Πέμπτη, Μαΐου 28, 2015

Κυριακή της Πεντηκοστής (31-5-2015) Πάντα χορηγεί το Πνεύμα το Άγιον

Πάντα χορηγεί το Πνεύμα το Άγιον
 Πράξ. 2.1-11 
Ἐν τῷ συμπληροῦσθαι τὴν ἡμέραν τῆς πεντηκοστῆς ἦσαν ἅπαντες οἱ ἀπόστολοι ὁμοθυμαδὸν ἐπὶ τὸ αὐτό. Καὶ ἐγένετο ἄφνω ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἦχος ὥσπερ φερομένης πνοῆς βιαίας, καὶ ἐπλήρωσεν ὅλον τὸν οἶκον οὗ ἦσαν καθήμενοι· καὶ ὤφθησαν αὐτοῖς διαμεριζόμεναι γλῶσσαι ὡσεὶ πυρός, ἐκάθισέ τε ἐφ᾿ ἕνα ἕκαστον αὐτῶν, καὶ ἐπλήσθησαν ἅπαντες Πνεύματος ῾Αγίου, καὶ ἤρξαντο λαλεῖν ἑτέραις γλώσσαις καθὼς τὸ Πνεῦμα ἐδίδου αὐτοῖς ἀποφθέγγεσθαι. ῏Ησαν δὲ ἐν ῾Ιερουσαλὴμ κατοικοῦντες ᾿Ιουδαῖοι, ἄνδρες εὐλαβεῖς ἀπὸ παντὸς ἔθνους τῶν ὑπὸ τὸν οὐρανόν· γενομένης δὲ τῆς φωνῆς ταύτης συνῆλθε τὸ πλῆθος καὶ συνεχύθη, ὅτι ἤκουον εἷς ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ λαλούντων αὐτῶν. Ἐξίσταντο δὲ πάντες καὶ ἐθαύμαζον λέγοντες πρὸς ἀλλήλους· Οὐκ ἰδοὺ πάντες οὗτοί εἰσιν οἱ λαλοῦντες Γαλιλαῖοι; Καὶ πῶς ἡμεῖς ἀκούομεν ἕκαστος τῇ ἰδίᾳ διαλέκτῳ ἡμῶν ἐν ᾗ ἐγεννήθημεν, Πάρθοι καὶ Μῆδοι καὶ ᾿Ελαμῖται, καὶ οἱ κατοικοῦντες τὴν Μεσοποταμίαν, ᾿Ιουδαίαν τε καὶ Καππαδοκίαν, Πόντον καὶ τὴν ᾿Ασίαν, Φρυγίαν τε καὶ Παμφυλίαν, Αἴγυπτον καὶ τὰ μέρη τῆς Λιβύης τῆς κατὰ Κυρήνην, καὶ οἱ ἐπιδημοῦντες ῾Ρωμαῖοι, ᾿Ιουδαῖοί τε καὶ προσήλυτοι, Κρῆτες καὶ ῎Αραβες, ἀκούομεν λαλούντων αὐτῶν ταῖς ἡμετέραις γλώσσαις τὰ μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ; 

                                         

Πεντηκοστή σήμερα, ημέρα εορτής και ευφρόσυνος, με την οποία εγκαινιάζεται η παρουσία του Αγίου Πνεύματος στον κόσμο, το οποίο «ὅλον συγκροτεῖ τόν θεσμόν τῆς ἐκκλησίας»[1]. Ο ευαγγελιστής Λουκάς, περιγράφει το γεγονός στις Πράξεις των Αποστόλων, απόσπασμα του οποίου ακούσαμε κατά την σημερινή Θεία Λειτουργία. “Όταν έφτασε η Πεντηκοστή”, μάς λέει, “ήταν όλοι οι μαθητές συγκεντρωμένοι. Άξαφνα, από τον ουρανό έγινε θόρυβος, σαν να φυσούσε βίαιος άνεμος, και γέμισε το σπίτι. Και πύρινες γλώσσες κάθισαν πάνω από τον καθένα και όλοι γέμισαν με το Άγιο Πνεύμα, και άρχισαν να ομιλούν σε ξένες γλώσσες, κατά πως τούς έδινε το Άγιο Πνεύμα να ομιλούν. Ήταν τότε συγκεντρωμένοι Ιουδαίοι από κάθε άκρη της γης και μόλις ακούστηκε εκείνος ο θόρυβος, συγκεντρώθηκε το πλήθος και αναστατώθηκε, γιατί άκουγαν τους μαθητές να μιλούν στην διάλεκτο του καθενός. Εθαύμαζαν όλοι και έλεγαν, αυτοί εδώ δεν είναι Ιουδαίοι; και πώς εμείς ακούμε ο καθένας στη μητρική του διάλεκτο, από κάθε περιοχή της γης, ετούτους να ομιλούν για τα μεγαλεία του Θεού;” Την απάντηση στην απορία τους έδωσε ο απόστολος Πέτρος, στο κείμενο που έπεται της σημερινής περικοπής. Σήμερα συμβαίνει, τούς είπε, αυτό που προφήτεψε ο Θεός, ότι “στις έσχατες ημέρες θα στείλω το Πνεύμα μου σε κάθε άνθρωπο και τα παιδιά σας θα προφητέψουν και οι νέοι θα δουν οράματα και οι γεροντότεροι θα δουν όνειρα” (Πράξ. 2.17)[2]. Έσχατες ημέρες εδώ εννοεί την εκπλήρωση του σχεδίου του Θεού, την παρουσία του Υιού και μετά ταύτα του Αγίου Πνεύματος στον κόσμο[3]. Ξεχύθηκε, λοιπόν, το Άγιο Πνεύμα και εκάθισε στους μαθητές, μεταμορφώνοντάς τους σε γνώστες των μυστηρίων του Θεού. Ξεχύθηκε σαν πύρινες γλώσσες, για να φωτίσει τον κόσμο και για να πυρακτώσει την καρδιά κάθε ανθρώπου που πιστεύει στον Χριστό. Όπως ενήργησε στους αποστόλους, έτσι - μάς πληροφορούν οι Πράξεις των Αποστόλων - ερχόταν και σε κάθε άνθρωπο που πίστευε και βαπτιζόταν και τον γέμιζε με πλούσια και έκτακτα χαρίσματα. Με την ίδια ζέση πύρωσε τις καρδιές των μαρτύρων και των ομολογητών, οι οποίοι δεν κάμφθηκαν στις απειλές και στα βασανιστήρια των τυράννων. Με το ίδιο φως εφώτισε τους αγίους, τους Πατέρες της Εκκλησίας, τους ταπεινούς ασκητές της ερήμου, και τους ανέδειξε απλανείς αστέρες του νοητού στερεώματος. Οδήγησε αυτούς και την Εκκλησία «εἰς πᾶσαν τήν ἀλήθειαν» (Ιω. 16.13). Αν είναι έτσι, θα αναρωτηθεί κανείς, τότε γιατί σπουδαίοι άνθρωποι πλανήθηκαν; πώς προέκυψαν οι αιρέσεις; γιατί οι χριστιανοί δεν διαφέρουμε από εκείνους που δεν πιστεύουν στον Χριστό και παραδινόμαστε σε κάθε είδους αμαρτία; Διότι το Άγιο Πνεύμα δεν αναπαύεται σε όλους, δεν αναγκάζεται, επειδή βαπτιστήκαμε, να κατοικήσει μέσα μας, αλλά «ὅπου θέλει πνεῖ» (Ιω. 3.8). Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος εξηγεί ότι «Ἐνεργεῖ τὸ Πνεῦμα͵ οὐκ ἐνεργεῖται͵ καὶ ἐνεργεῖ ὡς βούλεται͵ οὐ καθὼς κελεύεται»[4], και μάς λέει ότι όταν επιμένουμε στην προσευχή και όταν έχουμε αγάπη, τότε έρχεται το Άγιο Πνεύμα[5]. Δεν αναγκάζεται, αλλά βρίσκει την καρδιά μας δεκτική, καθαρή και κατάλληλη για να κατοικήσει, και μετά έρχεται. Ας είμαστε όμως προσεκτικοί· συχνά ακούμε για χαρισματούχους ανθρώπους, και σπεύδουμε να ωφεληθούμε, ή να δούμε υπεράνθρωπα και θαυμαστά σημεία. Το Άγιο Πνεύμα δεν επιδεικνύει την παρουσία του· φωτίζει και καθαρίζει τον έσω άνθρωπο, και γνωρίζεται από τους καρπούς του. «Ὁ δὲ καρπὸς τοῦ Πνεύματός ἐστιν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις, πρᾳότης, ἐγκράτεια» (Γαλ. 5.22-23). Η παρουσία του Αγίου Πνεύματος συμβαδίζει, επομένως, με την απάθεια, με την παρουσία των αρετών και με την κατά Θεόν σοφία. Είναι δύσκολο, αδελφοί μου, να μιλήσει κανείς για το Άγιο Πνεύμα, γιατί προσπαθεί να εξηγήσει πράγματα που δεν βλέπει, δεν γνωρίζει και δεν αισθάνεται, τα οποία ωστόσο μαρτυρεί η διαχρονική εμπειρία της αγίας μας Εκκλησίας. Εκείνο που γνωρίζουμε εκ του ασφαλούς, είναι ότι το Άγιο Πνεύμα εστάλη από τον Κύριό μας Ιησού Χριστό την ημέρα της Πεντηκοστής και παραμένει μέχρι την συντέλεια του κόσμου. Γνωρίζουμε επίσης ότι φωτίζει και αγιάζει κάθε άνθρωπο, μάς διδάσκει την αλήθεια και συγκροτεί την Εκκλησία, συναρμόζει δηλαδή όλους μας στο σώμα του Χριστού. Είναι τέλος αυτό που επιτελεί τα Μυστήρια της Εκκλησίας μας και μάς προσφέρει τον αγιασμό, «εἰς ἵασιν ψυχῆς τε καί σώματος». Ας προσευχόμαστε, επομένως, με επιμονή και με ζέση καρδιάς, ας έχουμε αγάπη προς τον Θεό και προς τον πλησίον, ας προσπαθούμε να καθαρίζουμε τον έσω άνθρωπο μας «ἀπό παντός μολυσμοῦ σαρκός καί πνεύματος» (Β' Κορ. 7.1), και ας μετέχουμε επαξίως των Αχράντων Μυστηρίων, ώστε η ύπαρξή μας να γίνει δεκτική της χάριτος του Αγίου Πνεύματος, το οποίο μακάρι να μάς συνοδεύει και να μάς φωτίζει σε κάθε βήμα της ζωής μας, προς δόξαν Θεού.
 Αμήν.
 π.Χ.Β.   
 --------------------
 [1] Ιδιόμελο της Πεντηκοστής.
 [2] Η προφητεία είναι από τον Ιωήλ 3.1.
 [3] Βλ. Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου, Εἰς Ἠσαΐαν, κεφ. 2: «“ Ὅτι ἔσται ἐν ταῖς ἐσχάταις ἡμέραις ἐμφανὲς τὸ ὄρος Κυρίου”. Ὅρα ἀκρίβειαν προφήτου͵ οὐ τὰ πράγματα λέγοντος μόνον͵ ἀλλὰ καὶ τὸν χρόνον ἐπισημαινομένου. Ὅπερ γάρ φησιν ὁ Παῦλος· Ὅτε δὲ ἦλθε τὸ πλήρωμα τῶν καιρῶν͵ καὶ ἑτέρωθι πάλιν· Εἰς οἰκονομίαν τοῦ πληρώματος τῶν καιρῶν͵ τοῦτο ὁ προφήτης φησίν· Ἐν ταῖς ἐσχάταις ἡμέραις. Ὄρος δὲ τὴν Ἐκκλησίαν καὶ τὸ τῶν δογμάτων ἀκαταγώνιστον καλεῖ».
 [4] PG 61.246 [5] PG 60.43
 πηγή

Τετάρτη, Μαΐου 20, 2015

Κήρυγμα εις την εορτή των Ισαποστόλων Κωνσταντίνου και Ελένης -Εν τούτω νίκα


Τιμά και εορτάζει η Αγία μας Εκκλησία στις 21 Μαΐου την μνήμη του Αγίου Κωνσταντίνου, που η ιστορία του απέδωσε και τον τίτλο του Μεγάλου. Δεν θα σταθούμε στην ζωή και το όντως μεγάλο έργο του για τον χριστιανισμό. Θα επικεντρώσουμε την προσοχή μας σε ένα γεγονός που συχνά περνά ασχολίαστο: στη νίκη του, όταν στη μάχη προέταξε ως λάβαρο τον Σταυρό. Πολλοί βέβαια ίσως θεωρήσουν υπερβολή την διήγηση για το όραμα που είδε ο Μέγας Κωνσταντίνος: έναν σταυρό και την επιγραφή «Εν τούτω νίκα». Δεν γνωρίζουν όμως τους λόγους για τους οποίους έγινε αυτό το θαύμα και την σημασία που είχε στον τότε κόσμο.
Στην αρχαιότητα οι πόλεμοι δεν είχαν μόνο πολιτικό χαρακτήρα, αλλά ανάγονταν σε σύγκρουση μεταξύ των θεών, και επομένως, οποιαδήποτε νίκη θεωρούνταν νίκη του ισχυρότερου θεού. Για τον λόγο αυτό και οι πολεμικές προετοιμασίες περιελάμβαναν και θυσίες στους θεούς, ώστε να τους προσελκύσουν συμμάχους τους. Η συμμετοχή του ιερέα των ειδώλων σε μια εκστρατεία ήταν τόσο σημαντική, όσο και του αρχιστράτηγου. Διάφοροι λοιπόν λαοί, και εν προκειμένω οι Ρωμαίοι, όταν επρόκειτο να παραταχθούν σε μια μάχη έβαζαν μπροστά τα ομοιώματα των θεών τους υψωμένα σε λάβαρα, ώστε οι μεν θεοί να βρίσκονται στο πλάι τους όταν πολεμούν, οι δε αντίπαλοι να δειλιάζουν βλέποντας τους θεούς που τους υποστηρίζουν. Έτσι η έκβαση της μάχης ήταν αποτέλεσμα και απόδειξη της ισχύος των θεών.
Η νίκη λοιπόν του Μεγάλου Κωνσταντίνου που είχε ως έμβλημά του τον Σταυρό, αμέσως θεωρήθηκε και αναγνωρίστηκε ως νίκη του μόνου αληθινού και πραγματικά ισχυρού Θεού, του Θεού των Χριστιανών. Η νίκη αυτή απετέλεσε ένα μεγάλο κήρυγμα προς όλες τις κατευθύνσεις και έφερε ως επακόλουθο την πρώτη διακήρυξη της ανεξιθρησκείας και, οπωσδήποτε, έγινε αφορμή να προσέλθουν στον Χριστό πολλές ψυχές. Άφησε όμως και σε όλους μας διαχρονικά την εντολή και παρακαταθήκη του Θεού, να νικάμε πάντοτε το κακό, το ορατό και το αόρατο, το νοητό και το αισθητό, το εμπράγματο και το πνευματικό, προτάσσοντας και αντλώντας δύναμη από τον Σταυρό του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
«Ονόματι Ιησού μάστιζε πολεμίους», συμβουλεύει ο Άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης. Η θερμή επίκληση του ονόματος του Χριστού μέσα από την προσευχή μας και η αρραγής ελπίδα μας προς Αυτόν και το σημείο του Τιμίου Σταυρού, είναι ικανά από μόνα τους να αποτρέψουν τις δυνάμεις της αμαρτίας και της φθοράς που καθημερινά μας ωθούν στην πτώση και την αποστασία, είναι ικανά να διαλύσουν κάθε μαγεία, κάθε πονηρία, ακόμα και να αποτρέψουν τον θάνατο, σύμφωνα με την βεβαίωση του Αναστημένου Χριστού: «εν τω ονόματί μου δαιμόνια εκβαλούσι, γλώσσαις λαλήσουσι καιναίς, όφεις αρούσι, καν θανάσιμόν τι πίωσιν, ου μη αυτοίς βλάψει, επί αρρώστους χείρας επιθήσουσι και καλώς έξουσι.» (Μαρ. 16, 17-18).
Είναι λοιπόν κέρδος και καθήκον μας να βαδίζουμε με τον Σταυρό στο χέρι. Όχι όμως παθητικά και κακομοιριασμένα, όπως κάποιοι θέλουν ή πιστεύουν, αλλά ρηξικέλευθα και δυναμικά. Γιατί το άλλο μας χέρι, ο ίδιος ο Κύριος το όπλισε με μάχαιρα, και μας έσπρωξε στον πόλεμο. Μας όπλισε με την μάχαιρα και την ρομφαία του Πνεύματος και της Αληθείας, με τον κατά Θεόν φωτισμό, γνώση και σοφία και μας οδήγησε νικητές στον πόλεμο ενάντια στο σκότος και τους σκοτεινούς ανθρώπους, ακόμα και τους ισχυρούς της γης. Διότι κι αν ακόμα θανατώσουν το σώμα μας, όπως κάποτε έκαναν στους διωγμούς, ποτέ δεν θα μπορέσουν όχι μόνο να νικήσουν, αλλά ούτε καν να αναμετρηθούν στην δύναμη του πνεύματος.
Ποιος άραγε είναι ο αληθινά ελεύθερος; Αυτός που τολμά και εναντιώνεται στον ισχυρό διαπερνώντας τον με την ρομφαία του Πνεύματος, ή αυτός που, ανίσχυρος να αναμετρηθεί στο πεδίο αυτό, εκδικείται την πνευματική ήττα με την σωματική προσβολή, με όποια μορφή κι αν εκδηλώνεται; Οι απαντήσεις δικές σας….


πηγή

Δευτέρα, Μαΐου 18, 2015

Πέμπτη της Αναλήψεως (21-5-2015)Ο αναληφθείς και πάλιν ερχόμενος

Ο αναληφθείς και πάλιν ερχόμενος   Πράξ. 1.1-12 Τὸν μὲν πρῶτον λόγον ἐποιησάμην περὶ πάντων, ὦ Θεόφιλε, ὧν ἤρξατο ὁ Ἰησοῦς ποιεῖν τε καὶ διδάσκειν ἄχρι ἧς ἡμέρας ἐντειλάμενος τοῖς Ἀποστόλοις διὰ Πνεύματος Ἁγίου οὓς ἐξελέξατο ἀνελήφθη· οἷς καὶ παρέστησεν ἑαυτὸν ζῶντα μετὰ τὸ παθεῖν αὐτὸν ἐν πολλοῖς τεκμηρίοις, δι΄ ἡμερῶν τεσσαράκοντα ὀπτανόμενος αὐτοῖς καὶ λέγων τὰ περὶ τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Καὶ συναλιζόμενος παρήγγειλεν αὐτοῖς ἀπὸ Ἱεροσολύμων μὴ χωρίζεσθαι, ἀλλὰ περιμένειν τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ Πατρὸς ἣν ἠκούσατέ μου· ὅτι Ἰωάννης μὲν ἐβάπτισεν ὕδατι, ὑμεῖς δὲ ἐν πνεύματι βαπτισθήσεσθε ἁγίῳ οὐ μετὰ πολλὰς ταύτας ἡμέρας. Οἱ μὲν οὖν συνελθόντες ἐπηρώτων αὐτὸν λέγοντες· Κύριε, εἰ ἐν τῷ χρόνῳ τούτῳ ἀποκαθιστάνεις τὴν βασιλείαν τῷ Ἰσραήλ; Εἶπεν δὲ πρὸς αὐτούς· Οὐχ ὑμῶν ἐστιν γνῶναι χρόνους ἢ καιροὺς οὓς ὁ πατὴρ ἔθετο ἐν τῇ ἰδίᾳ ἐξουσίᾳ· ἀλλὰ λήψεσθε δύναμιν ἐπελθόντος τοῦ ἁγίου Πνεύματος ἐφ΄ ὑμᾶς, καὶ ἔσεσθέ μου μάρτυρες ἔν τε Ἰερουσαλὴμ καὶ ἐν πάσῃ τῇ Ἰουδαίᾳ καὶ Σαμαρείᾳ καὶ ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς. Καὶ ταῦτα εἰπὼν βλεπόντων αὐτῶν ἐπήρθη καὶ νεφέλη ὑπέλαβεν αὐτὸν ἀπὸ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν. Καὶ ὡς ἀτενίζοντες ἦσαν εἰς τὸν οὐρανὸν πορευομένου αὐτοῦ, καὶ ἰδοὺ ἄνδρες δύο παρειστήκεισαν αὐτοῖς ἐν ἐσθῆτι λευκῇ, οἳ καὶ εἶπον· Ἄνδρες Γαλιλαῖοι, τί ἑστήκατε ἐμβλέποντες εἰς τὸν οὐρανόν; Οὗτος ὁ ᾿Ιησοῦς ὁ ἀναληφθεὶς ἀφ᾿ ὑμῶν εἰς τὸν οὐρανόν, οὕτως ἐλεύσεται, ὃν τρόπον ἐθεάσασθε αὐτὸν πορευόμενον εἰς τὸν οὐρανόν. Τότε ὑπέστρεψαν εἰς ῾Ιερουσαλὴμ ἀπὸ ὄρους τοῦ καλουμένου ἐλαιῶνος, ὅ ἐστιν ἐγγὺς ῾Ιερουσαλήμ, σαββάτου ἔχον ὁδόν. Στη σημερινή περικοπή από την αρχή των Πράξεων των Αποστόλων, ο ευαγγελιστής Λουκάς μάς περιγράφει το θαυμαστό γεγονός της Αναλήψεως του Χριστού. Από την Ανάστασή του και επί σαράντα ημέρες, ο Κύριος εμφανίστηκε πολλές φορές ζωντανός στους μαθητές του, φέρνοντας και τεκμήρια της Αναστάσεώς του, και τούς δίδασκε για την Βασιλεία του Θεού. Τούς παρήγγειλε μάλιστα να μη φύγουν από τα Ιεροσόλυμα, αλλά να περιμένουν την έλευση του Αγίου Πνεύματος. Παρόλο που πλέον τούς δίδασκε φανερά, κάποιοι από αυτούς τον ρώτησαν εάν πρόκειται σύντομα να αποκαταστήσει το κράτος του Ισραήλ. - Δεν είναι δουλειά σας, τους απάντησε, να γνωρίζετε τους χρόνους ή τους καιρούς που έχει ορίσει ο Θεός· αλλά θα λάβετε δύναμη όταν έλθει το Άγιο Πνεύμα και θα γίνετε μάρτυρές μου στην Ιερουσαλήμ και στη Σαμάρεια και σε όλον τον κόσμο. Και λέγοντας αυτά, ανελήφθη ενώπιόν τους βασταζόμενος επί νεφελών. Τότε εμφανίστηκαν δύο άγγελοι, ντυμένοι στα λευκά, και τούς είπαν: - Μη απορείτε· ο Ιησούς Χριστός, με τον ίδιο τρόπο που αναλήφθηκε θα έλθει πάλι. Η περίοδος ανάμεσα στο Πάσχα και στην Ανάληψη του Κυρίου, όπως φανερώνει ο ευαγγελιστής Λουκάς, ήταν χαρμόσυνη και αποκαλυπτική για τους μαθητές του Χριστού. Χαρμόσυνη, επειδή έβλεπαν ανάμεσά τους ζωντανό τον σταυρωθέντα και αναστάντα Χριστό, είχαν ενώπιόν τους τα τεκμήρια της νίκης του επάνω στον θάνατο· και αποκαλυπτική, γιατί πλέον κατά τις εμφανίσεις του «διερμήνευσεν αὐτοῖς ἐν πάσαις ταῖς γραφαῖς τὰ περὶ ἑαυτοῦ» (Λουκ. 24.27) και τους φανέρωσε τα μυστήρια της Βασιλείας του Θεού. Αυτή η διπλή μαρτυρία, θα μεταμορφωθεί μετά από λίγες ημέρες, με την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος, θα εμπνεύσει πίστη στους μαθητές και παρρησία, ώστε να γίνουν οι διαπρύσιοι κήρυκες του Ευαγγελίου και της Αναστάσεως του Χριστού. Το δε κήρυγμά τους, μετά ταύτα, δεν είναι απλά προϊόν μαθητείας, αλλά εμπειρίας και αποκαλύψεως του Θεού. Αυτόπτες και αυτήκοοι, συνδαιτυμόνες του Κυρίου πριν και μετά την Ανάσταση, καταθέτουν τη ζωντανή εμπειρία τους στους «μη ειδότας», στα πέρατα της γης, προκειμένου πάντες να πιστέψουμε και να γίνουμε κοινωνοί των μυστηρίων του Θεού. Μερικοί από τους μαθητές, παρόλο που ο Χριστός τούς μιλούσε για τα πνευματικά και για τα επουράνια, είχαν ακόμα στο μυαλό τους την εντύπωση ότι η Βασιλεία του Θεού ταυτίζεται με κοσμική εξουσία, με την αποκατάσταση του βασιλείου του Ισραήλ. Ο Κύριος απαντά ότι δεν σάς αφορούν οι καιροί που ο Θεός έχει ορίσει. Στην πραγματικότητα, οι μαθητές έχουν γνωρίσει μεγαλύτερα και σπουδαιότερα πράγματα από το μέλλον των επίγειων βασιλιάδων· έμαθαν ότι ο Χριστός είναι υιός του Θεού, Θεός αληθινός εκ Θεού αληθινού, έμαθαν ότι υπάρχει ανάσταση και σωτηρία και ζωή ατελεύτητος, έμαθαν ότι ανελήφθη και εκάθισε «εκ δεξιών του Πατρός» και στο πρόσωπό του η ανθρώπινη φύση προσκυνείται από τους αγγέλους, έμαθαν ότι θα έλθει πάλι εν δόξη για να κρίνει όλο τον κόσμο, ότι θα καθίσουν δεξιά του και αριστερά του κρίνοντες τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ, έμαθαν ότι η Βασιλεία του Θεού χωρεί «πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τόν κόσμον». Αυτά είναι όντως μεγάλα, όχι το εάν ή πότε ή ποιος θα βασιλεύσει επί της γης. Γι αυτό και στρέφει την κουβέντα στην έλευση και στην παρουσία του Αγίου Πνεύματος, το οποίο πνέει στις καρδιές των πιστών, εμπνέει και ενισχύει την πίστη, φωτίζει το νου και αναβιβάζει τον νου στην μελέτη των επουρανίων μυστηρίων. Ταπεινοί προσκυνητές κι εμείς σήμερα της λαμπροφόρου Αναλήψεως, ας κρατήσουμε στην καρδιά μας τις προτροπές του Κυρίου μας. Ο κόσμος ζητά καθημερινά να μάθει για το επίγειο μέλλον του, τρέχει αγωνιωδώς σε κάθε είδους «προφήτες» και εξαρτά την ζωή του από τις αμφίβολες και ανούσιες ρήσεις τους. Δυστυχώς, πολλοί από εμάς αντιμετωπίζουμε και την εκκλησιαστική μας ζωή με τον ίδιο τρόπο· δεν αγωνιούμε για τον Χριστό, δεν ασχολούμαστε με την επιμέλεια της ψυχής μας, αλλά σπεύδουμε να μάθουμε «προφητείες» για τα δήθεν επερχόμενα δεινά της ανθρωπότητας, για το αν και πότε «θα πάρουμε την Πόλη», αν θα γίνει πόλεμος ή αν θα έχουμε άνεση βιοτική και πληθώρα υλικών αγαθών. Και δυστυχώς, αποπροσανατολιζόμαστε από την πρωταρχική μας μέριμνα, δεν ζητούμε την Βασιλεία του Θεού, αδρανούμε πνευματικά και αναλωνόμαστε σε εφήμερα και ψεύτικα πράγματα. Ο λόγος του Κυρίου μας σήμερα, η Ανάληψή του και η μετά ταύτα μαρτυρία των αγγέλων, μάς διδάσκουν τί πρέπει να προσέχουμε. Η περιέργεια για τα επίγεια γεγονότα δεν είναι δουλειά των χριστιανών, πολλώ δε μάλλον η αγωνία ή ο φόβος μπροστά στα επερχόμενα. Οι Πατέρες της Εκκλησίας διδάσκουν ότι ο Θεός έχει αποκρύψει τους καιρούς και τους χρόνους για δική μας ωφέλεια, για να είμαστε πάντοτε έτοιμοι σαν τις φρόνιμες παρθένες, περιμένοντας τον Νυμφίο της Εκκλησίας Χριστό. Η δύναμή μας και η οχύρωσή μας απέναντι σε κάθε κίνδυνο είναι η παρουσία του Αγίου Πνεύματος, το οποίο δίνει λόγο στους μάρτυρες της πίστεως, διασώζει από κάθε πνευματικό κίνδυνο και θαυματουργεί με ανέκφραστο τρόπο. Μέριμνά μας, η Βασιλεία του Θεού, η καθαρότητα της συνειδήσεώς μας, η πλήρωση της ύπαρξής μας από την παρουσία του Αγίου Πνεύματος. Και ενατένισή μας, το τέλος της ανθρώπινης ιστορίας, δηλαδή η μετά δόξης έλευση του Κυρίου μας και η αιώνιος Ανάσταση και Ζωή. Αμήν.   
Απλά και Ορθόδοξα

Παρασκευή, Μαΐου 15, 2015

Κυριακή του Τυφλού -π. Χερουβείμ Βελέντζας

Ιω. 9, 1-38

Κυριακή του τυφλού Συνάντησαν στο δρόμο, ο Ιησούς και οι μαθητές Του, έναν εκ γενετής τυφλό. Και η πρώτη απορία των μαθητών ήταν “Κύριε, ποιός αμάρτησε, αυτός ή οι γονείς του, για να γεννηθεί τυφλός;”. “Ούτε αυτός, ούτε οι γονείς του”, απαντά ο Χριστός, “αλλά για να φανερωθούν τα έργα του Θεού”. Και αφού με το σάλιο Του έφτιαξε πηλό, τονίζοντας ότι Αυτός ο ίδιος είναι το φώς του κόσμου, τον έβαλε επάνω στα μάτια του τυφλού και του είπε να πάει να πλυθεί στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ. Ο Κύριος επαναλαμβάνει μπροστά στα μάτια των μαθητών Του το έργο της Δημιουργίας, αποδεικνύοντας έμπρακτα ότι είναι ο Υιός και Λόγος του Θεού. Τόσο μεγάλο είναι το θαύμα, ώστε ακόμα και οι γείτονες του πρώην τυφλού, αδυνατούν να πιστέψουν ότι είναι το ίδιο πρόσωπο. Τον ρωτούν επανειλημμένα να τους εξηγήσει πώς, ενώ δεν είχε μάτια, τώρα έχει και βλέπει. Κι εκείνος, με απλότητα τους διηγείται το περιστατικό και με πίστη ομολογεί ότι ο Ιησούς, που τον θεράπευσε, είναι Προφήτης, δηλαδή απεσταλμένος του Θεού. Κι ενώ ο σωματικά τυφλός τώρα βλέπει, οι γραμαμτείς και οι Φαρισαίοι εμμένουν στην πνευματική τους τύφλωση, διώχνοντας από τη συναγωγή όποιον τολμούσε να ομολογήσει τον Χριστό. Αρνούνται αρχικά το θαύμα, καλούν τους γονείς του τυφλού για να βεβαιωθούν ότι πράγματι γεννήθηκε τυφλός, και τέλος κατηγορούν τον Χριστό ως αμαρτωλό, επειδή έφτιαξε πηλό την ημέρα του Σαββάτου. Στην τύφλωσή τους και την πόρωση της καρδιάς τους, ο μόνος που τολμά να αντισταθεί και να επιχειρηματολογήσει είναι ο θεραπευθείς τυφλός. “Δεν δέχεστε τον Ιησού ως απεσταλμένο του Θεού”, τους απαντά, “εκείνο όμως που γνωρίζουμε όλοι είναι ότι ο Θεός δεν ακούει τους αμαρτωλούς, αλλά τους θεοσεβείς. Και από τη στιγμή που πραγματοποίησε ένα τόσο μεγάλο και πρωτάκουστο θαύμα, δεν μπορεί να μην προέρχεται από τον Θεό”. Η πνευματική όμως τύφλωση, η οποία πάντοτε συνοδεύεται από τον εγωισμό, υπαγορεύει στους φαρισαίους να εκφραστούν υπεροπτικά: “εσύ, που γεννήθηκες μέσα στην αμαρτία, τολμάς να μας διδάσκεις;” και με τα λόγια αυτά τον έδιωξαν από τη συναγωγή. Όταν άκουσε ο Ιησούς ότι τον έδιωξαν από τη συναγωγή, τον συνάτησε και τον ρωτά: “πιστεύεις στον υιό του Θεού;” -”και ποιός είναι, Κύριε, για να πιστέψω σε αυτόν;”, ρωτά εκείνος. Και όταν ο Χριστός αποκαλύπτεται πλέον στον πρώην τυφλό, τότε εκείνος αναφωνεί “Πιστεύω, Κύριε” και Τον προσκυνάει. Το κύριο νόημα της σημερινής Ευαγγελικής περικοπής, που αποτελεί και τον λόγο για τον οποίο η Εκκλησία μας την έχει συμπεριλάβει στον κύκλο των Κυριακών του Πεντηκοσταρίου, είναι τα λόγια του Χριστού, ότι “ὅταν ἐν τῷ κόσμῳ ὦ, φῶς εἰμι τοῦ κόσμου”. Ο Χριστός είναι το φως του κόσμου, είναι εκείνος που μπορεί να ανοίξει τα πνευματικά μας μάτια, ώστε να δούμε την πραγματική διάσταση και κατάσταση της ψυχής μας. Οι φαρισαίοι, παρόλο που καθημερινά μελετούσαν το λόγο του Θεού, από τη στιγμή που δεν δέχονται τον Ιησού αποδεικνύονται τυφλοί και παράλογοι, θεωρούν την αλήθεια και το φως του Χριστού ως απειλή, αμφισβητούν τα θαύματά Του, απιστούν και Τον αρνούνται. Οι ταπεινοί ψαράδες πάλι, από τη στιγμή που γνωρίζουν τον Χριστό, μετετρέπονται σε κήρυκες της Αληθείας, σε Αποστόλους του Ευαγγελίου. Και όχι μόνο αυτοί, αλλά κάθε άνθρωπος που έρχεται σε επαφή με το Χριστό και Τον γνωρίζει, απολαμβάνει αυτού του φωτισμού, όπως φαίνεται χαρακτηριστικά από τις διηγἠσεις του Ευαγγελίου και από τους βίους των Αγίων. Αυτό ακριβώς το νόημα έχει και η φράση του Χριστού, ότι δηλαδή είναι το φως του κόσμου, όταν και εφόσον βρίσκεται στον κόσμο. Δεν εννοεί εδώ ο Χριστός τη φυσική Του παρουσία. Αλλά την αποδοχή του προσώπου Του και των λόγων Του από τον κόσμο, από την κοινωνία, από τον κάθε άνθρωπο. Για να φωτισθεί ο κόσμος, πρέπει να έρθει ο Χριστός. Για να φωτιστεί πνευματικά ο κόσμος δεν αρκούν οι σοφοί και οι τεχνοκράτες, αλλά χρειάζεται να έλθει το αληθινό Φως, είναι ανάγκη να Τον προσκαλέσουμε και πάλι στη ζωή μας, να Του ανοίξουμε τις θύρες και τα παράθυρα της καρδιάς μας, για να την φωτίσει και να τη ζεστάνει. Σε μια εποχή που η κοινωνία παραπαίει ανάμεσα στην αδικία, την ατομοκεντρικότητα και την πνευματική σύγχιση, το μεγαλύτερο έλλειμμα είναι αυτό του πνευματικού πλούτου, το έλλειμμα της αγάπης και της γνώσεως του Θεού. Αν θέλουμε να αλλάξει η ζωή μας, και μαζί με εμάς σταδιακά όλος ο κόσμος, τότε οφείλουμε να ανακαινίσουμε τον έσω άνθρωπο, να προσκαλέσουμε και να δεχτούμε τον Αναστάντα Κύριο Ιησού Χριστό, που είναι η οδός και η αλήθεια και η ζωή. 
Το είδαμε : εδώ

Τετάρτη, Απριλίου 01, 2015

"Ωσαννά" (Κυριακή των Βαΐων)

"Ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου". Με τούτη την επευφημία, με κλαδιά φοινίκων  -το σύμβολο της νίκης- στα χέρια, επεφύλαξε υποδοχή στον Χριστό το πλήθος των Εβραίων, που είχε συγκεντρωθεί στην Ιερουσαλήμ για να γιορτάσει σε λίγες ημέρες το Πάσχα (την έξοδο δηλαδή του Ισραήλ από την Αίγυπτο). Ο ευαγγελιστής Ιωάννης, στην περικοπή που διαβάζουμε κατά τη Θεία Λειτουργία της Κυριακής των Βαΐων, μας εξηγεί και τον λόγο που παρακίνησε το πλήθος σε μια τέτοια ενθουσιώδη εκδήλωση, που δεν είναι άλλος από την ανάσταση του Λαζάρου. Ο εντυπωσιασμός, το θάμβος από το υπερκόσμιο και ακατάληπτο θαύμα, το τόσο μεγάλο που παρόμοιό του δεν ξανακούστηκε ποτέ, κάνει το λαό όχι μόνο να ατενίζει με δέος τον Ιησού, αλλά να επενδύει και να προβάλλει στο πρόσωπό Του, για άλλη μια φορά, ένα πλήθος προσδοκιών. Κάπως έτσι συνέβη και παλιότερα, όταν ο Χριστός, μετά την επί του Όρους Ομιλία, έθρεψε το συγκεντρωμένο πλήθος με το θαύμα του πολλαπλασιασμού των πέντε άρτων και δύο ψαριών. Αμέσως έσπευσαν θαμπωμένοι να Τον ανακηρύξουν βασιλιά τους, προσδοκώντας να τους χορτάσει εύκολα και χωρίς κόπο. Έτσι και σήμερα, θαμπωμένοι από το θαύμα της ανάστασης του Λαζάρου σπεύδουν να "αποθεώσουν" τον θαυματοποιό, προσδοκώντας μύχια ότι στη συνέχεια θα ικανοποιήσει κάθε προσωπική ή συλλογική τους επιθυμία, προσδοκία ή επιδίωξη. Δεν μπορεί κανείς απόλυτα να τους επικρίνει γι αυτό. Ανέκαθεν οι άνθρωποι, όταν βρεθούμε μπροστά σε κάτι που φαίνεται έστω να ξεπερνά τις δικές μας δυνάμεις ή ικανότητες, αντιμετωπίζουμε με ανάλογες εκδηλώσεις τον θαυμασμό μας. Το λάθος όμως των ανθρώπων αυτών, το οποίο εξάλλου θα κάνει τον ίδιο όχλο λίγες μέρες αργότερα να φωνάζει "Άρον, άρον, σταύρωσον αυτόν", έγκειται στην αδυναμία τους να κατανοήσουν ότι ο Χριστός δεν ήρθε στον κόσμο για να μας εντυπωσιάσει με τα θαύματά του, ούτε να μας χορτάσει ψωμί, ούτε να εξαλείψει τους κακούς και αμαρτωλούς, ή την φτώχεια και τη δυστυχία. Για τα γεγονότα αυτά άλλωστε δεν ευθύνεται ο Θεός, αλλά τα προσωπικά μας πάθη, η αδιαφορία προς τους συνανθρώπους μας και η πλεονεξία μας, τόσο σε προσωπικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο.  Ο Χριστός ήρθε στον κόσμο για να σώσει τον κόσμο, για να μας προσφέρει την προοπτική της Αναστάσεως, και τρανή απόδειξη ότι μπορεί να μας οδηγήσει στην Ανάσταση αποτελεί η ανάσταση του Λαζάρου και βέβαια, σε λίγες ημέρες, η δική Του. Ήρθε να σώσει τον κόσμο και να αναστήσει το ανθρώπινο γένος, όχι όμως ερήμην ημών των ανθρώπων, όχι χωρίς τη δική μας θέληση, συμμετοχή και προσπάθεια. Όπως επέτρεψε να συμβεί η πρώτη πτώση -γιατί αν δεν το επέτρεπε θα παραβίαζε την ελευθερία του ανθρώπινου προσώπου-, με τον ίδιο τρόπο αφήνει τον κάθε άνθρωπο να διαλέξει αν θα ακολουθήσει την προοπτική και την οδό της σωτηρίας, ή το μονοπάτι των δικών του επιθυμιών. Αυτή τη μεγάλη αλήθεια, τούτο το πανανθρώπινο γεγονός δεν μπόρεσαν να το συλλάβουν οι άνθρωποι της εποχής του Χριστού, αλλά και οι μεταγενέστεροι. Από ότι φαίνεται όμως, ακόμα και μέσα στον κύκλο των εκλεκτών, των Μαθητών που ο ίδιος ο Ιησούς επέλεξε,  υπήρξε ένα πρόσωπο που δεν μπόρεσε να κατανοήσει το απώτερο νόημα της διδασκαλίας του Χριστού. Πρόκειται ασφαλώς για τον Ιούδα. Όπως πάλι μας διηγείται ο ευαγγελιστής Ιωάννης στην περικοπή της Κυριακής των Βαΐων, όταν η Μαρία, η αδελφή του Λαζάρου, από ευγνωμοσύνη για το θαύμα της ανάστασης του αδελφού της, άλειψε με μύρο τα πόδια του Ιησού, ο Ιούδας δυσανασχέτησε για την σπατάλη του πολύτιμου αρώματος, το οποίο θα μπορούσε να πουληθεί και να δοθεί στους φτωχούς. Δυσανασχέτησε υπέρ των φτωχών, εκείνος που έκλεβε το κοινό ταμείο των Μαθητών, ο καταχραστής της εμπιστοσύνης του Χριστού και των υπόλοιπων Αποστόλων. Παραδομένος στο πάθος της φιλαργυρίας κατακρίνει τον Διδάσκαλο και σε λίγες ημέρες θα Τον προδώσει έναντι τριάκοντα αργυρίων. Η στάση του Ιούδα και η στάση του όχλου, που ακολουθούν και επευφημούν τον Χριστό κινούμενοι από λάθος αφετηρία και αποβλέποντες σε λάθος ωφέλεια, συναντάται δυστυχώς όλες τις εποχές και κάποιες φορές σε όλους τους ανθρώπους. Επιφυλάσσουμε επευφημίες όταν ακούσουμε ή δούμε κάποιο εξαιρετικό πρόσωπο ή γεγονός και σύντομα, όταν δεν ικανοποιηθούν οι επιδιώξεις μας, γινόμαστε οι επικριτές και οι σταυρωτές του. Αλλά και η στάση μας απέναντι στον Θεό περνά συχνά από παρόμοιες διακυμάνσεις. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που νομίζουν ότι ζώντας μέσα στην Εκκλησία θα επιλύσουν κάθε γήινο πρόβλημά τους με έναν τρόπο μαγικό και για τον λόγο αυτό, όταν τους τύχει κάποια ασθένεια ή κάποια δυστυχία, κατηγορούν τον Θεό για τη συμφορά που τους βρήκε.  Ο Χριστός όμως δεν μας υποσχέθηκε ευημερία: "εν τω κόσμω θλίψιν έχετε, αλλά θαρσείτε, εγώ νενίκηκα τον κόσμο" θα μας πει, υποσχόμενος τη νίκη ενάντια σε κάθε τι που θλίβει τη ζωή μας, και προσφέροντας, με τη διδασκαλία και το Πάθος Του, ζωή και Ανάσταση. Μια ανάσταση που καλούμαστε να ανακαλύψουμε και πάλι τούτες τις ημέρες, να εμβαθύνουμε, και να τη ζήσουμε πραγματικά.
πηγή

Το δάκρυ του Ιησού (Σάββατο του Λαζάρου)

Σήμερα η αγία μας Εκκλησία εορτάζει το θαύμα της έγερσης του Λαζάρου, όπως μας το περιγράφει ο ευαγγελιστής Ιωάννης. Βλέπουμεμε τον Χριστό να αποκαλύπτει με θαυμαστό τρόπο την παντοδυναμία Του:  αντιστρέφει την πορεία του θανάτου, αναδομεί την σάρκα του τετραήμερου Λάζαρου και τέλος ανασταίνει  εκ νεκρών τον φίλο Του. Αξίζει ωστόσο να σταθούμε σε μια λεπτομέρεια της διήγησης του Ευαγγελίου: όταν ο Ιησούς οδηγήθηκε στον τάφο του φίλου Του και άκουσε από την Μάρθα να Του λέει «Κύριε, ήδη όζει» και ατένισε τον λίθο που έφραζε την θύρα του μνήματος, τότε εδάκρυσε και οι παρευρισκόμενοι σχολίασαν «ίδε πώς εφίλει αυτόν». Τούτο το δάκρυ του Ιησού δεν είναι τόσο απλό όσο φαίνεται, γιατί ο Χριστός δεν ήταν απλά ένας φίλος του Λάζαρου και δεν πήγε απλά να δει τον τόπο που τον έθαψαν, αλλά είναι ο σαρκωθείς Λόγος του Θεού που πήγε στην Βηθανία με σκοπό να αναστήσει τον Λάζαρο, όπως φαίνεται ξεκάθαρα μέσα από την διήγηση του ευαγγελιστή Ιωάννη. Με δεδομένα λοιπόν ετούτα τα στοιχεία, ο Ιησούς δακρύζει. Είναι η μοναδική φορά που στην ζωή Του δάκρυσε. Και το δάκρυ αυτό είναι θεανθρώπινο, αφού ο Ιησούς Χριστός είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος. Δακρύζει λοιπόν ως άνθρωπος, γιατί πραγματικά αγαπά πολύ τον φίλο Του, γιατί νιώθει θλίψη για τον χωρισμό. Δακρύζει και ως Θεός, γιατί βλέπει τον θάνατο να κυριεύει τα πλάσματά Του, την δημιουργία Του να φθείρεται, την θλίψη να ταλαιπωρεί τους ανθρώπους, την απελπισία να τους καταβάλλει. Δακρύζει γιατί βρίσκεται μπροστά σε μια πραγματικότητα που ο ίδιος δεν έκαμε, γιατί βλέπει την έσχατη μοίρα του ανθρώπου που είναι δέσμιος της αμαρτίας, της φθοράς και του θανάτου. Έξω από το μνήμα του Λάζαρου βρίσκεται ο Θεός. Μέσα στο μνήμα είναι ο θάνατος, η φθορά, η σαπίλα. Έρχεται δηλαδή τρόπον τινά ο Θεός πρόσωπο με πρόσωπο με τον προαιώνιο εχθρό Του. Είναι η ώρα της πρώτης μεγάλης αναμέτρησης ανάμεσα στην Ζωή και τον θάνατο. Γιατί μέχρι τώρα η καταδίκη του θανάτου συνόδευε όλους τους ανθρώπους. Ο λίθος μετακινείται. Μα πριν προλάβει η οσμή του θανάτου να σκορπίσει στον αέρα, ο Ιησούς φωνάζει: «Λάζαρε, δεύρο έξω!». Το θαύμα έχει γίνει. Η Ζωή έχει καταγράψει την πρώτη της ΝΊΚΗ. Σύντομα, με την πορεία του Χριστού στον Άδη και την Ανάστασή Του, θα επιτευχθεί ο οριστικός θρίαμβος και θα καταλυθεί το κράτος του θανάτου. Από τούτη τη στιγμή ανατέλλει η ελπίδα και της δικής μας ανάστασης, που σε λίγες ημέρες θα γίνει βεβαιότητα, πίστη, γεγονός. Αρκεί να έχουμε την ταπείνωση να ακολουθήσουμε τον Ιησού στην δύσκολη ανάβαση στο Γολγοθά. Μετά, σίγουρα θ’ ανατείλει το φως της Αναστάσεως! 
πηγή

Τετάρτη, Μαρτίου 11, 2015

Απόστολος Τρίτης Κυριακής των Νηστειών (15-3-2015) -Ας κρατούμε σταθερή την ομολογία της πίστεως

Ας κρατούμε σταθερή την ομολογία της πίστεως Ἑβρ. 4.14 – 5.6 Ἀδελφοί, ἔχοντες Ἀρχιερέα μέγαν διεληλυθότα τοὺς οὐρανούς, ᾽Ιησοῦν τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ, κρατῶμεν τῆς ὁμολογίας. Οὐ γὰρ ἔχομεν ἀρχιερέα μὴ δυνάμενον συμπαθῆσαι ταῖς ἀσθενείαις ἡμῶν, πεπειρασμένον δὲ κατὰ πάντα καθ᾽ ὁμοιότητα χωρὶς ἁμαρτίας. Προσερχώμεθα οὖν μετὰ παρρησίας τῷ θρόνῳ τῆς χάριτος, ἵνα λάβωμεν ἔλεον καὶ χάριν εὕρωμεν εἰς εὔκαιρον βοήθειαν. Πᾶς γὰρ Ἀρχιερεὺς ἐξ ἀνθρώπων λαμβανόμενος ὑπὲρ ἀνθρώπων καθίσταται τὰ πρὸς τὸν Θεόν, ἵνα προσφέρῃ δῶρά τε καὶ θυσίας ὑπὲρ ἁμαρτιῶν· μετριοπαθεῖν δυνάμενος τοῖς ἀγνοοῦσι καὶ πλανωμένοις, ἐπεὶ καὶ αὐτὸς περίκειται ἀσθένειαν· καὶ διὰ ταύτην ὀφείλει, καθὼς περὶ τοῦ λαοῦ, οὕτω καὶ περὶ ἑαυτοῦ προσφέρειν ὑπὲρ ἁμαρτιῶν. Καὶ οὐχ ἑαυτῷ τις λαμβάνει τὴν τιμήν, ἀλλὰ καλούμενος ὑπὸ τοῦ Θεοῦ, καθάπερ καὶ ὁ ᾽Ααρών. Οὔτω καὶ ὁ Χριστὸς οὐχ ἑαυτὸν ἐδόξασε γενηθῆναι ἀρχιερέα, ἀλλ᾽ ὁ λαλήσας πρὸς αὐτόν· Υἱός μου εἶ σύ, ἐγὼ σήμερον γεγέννηκά σε· καθὼς καὶ ἐν ἑτέρῳ λέγει· σὺ ἱερεὺς εἰς τὸν αἰῶνα κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδέκ. Τρίτη Κυριακή των Νηστειών σήμερα, και ο απόστολος Παύλος μάς προτρέπει να κρατούμε σταθερή την ομολογία της πίστεώς μας· προβάλλει δε για τον σκοπό αυτό, τον μέγα Αρχιερέα Χριστό. «Έχοντας λοιπόν», μάς λέει, «μέγα αρχιερέα τον Ιησού, τον Υιό του Θεού, ο οποίος έφτασε στους ουρανούς, ας κρατούμε την ομολογία της πίστεως. Διότι δεν έχουμε αρχιερέα ο οποίος δεν δύναται να μάς συμπαθήσει εξαιτίας των ασθενειών μας, αλλά έχει δοκιμασθεί σε όλα όμοια με εμάς, εκτός από την αμαρτία. Ας προσερχόμαστε λοιπόν με θάρρος στον θρόνο της χάριτος του Θεού, ώστε να λάβουμε έλεος και να βρούμε χάρη προς βοήθειά μας στον κατάλληλο καιρό. Γιατί, κάθε αρχιερέας που προέρχεται από τους ανθρώπους εγκαθίσταται για να αναφέρεται προς τον Θεό υπέρ των ανθρώπων, για να προσφέρει δώρα και θυσίες για τις αμαρτίες τους· δύναται δε να είναι μετριοπαθής προς εκείνους που βρίσκονται στην άγνοια και στην πλάνη, επειδή και ο ίδιος περιβάλλεται από ασθένεια· και εξαιτίας αυτής οφείλει, όπως για τον λαό έτσι και για τον εαυτό του, να προσφέρει θυσίες για τις αμαρτίες. Και κανείς δεν λαμβάνει από μόνος του ετούτη την τιμή, αλλά αφού τον καλέσει ο Θεός, όπως κάλεσε τον Ααρών. Έτσι και ο Χριστός, δεν δόξασε ο ίδιος τον εαυτό του να γίνει αρχιερέας, αλλά τον δόξασε εκείνος που τού είπε “εσύ είσαι ο Υιός μου, εγώ σήμερα σε γέννησα”, όπως λέει και αλλού, ότι “εσύ είσαι ιερέας για πάντα κατά την τάξη του Μελχισεδέκ”». Ο Χριστός, μάς λέει ο απόστολος, είναι ο Μέγας Αρχιερεύς της σωτηρίας μας· είναι τέλειος άνθρωπος, όμοιος κατά πάντα με εμάς, εκτός από την αμαρτία, και ως άνθρωπος συμπαθεί κάθε άνθρωπο. Είναι επίσης Υιός του Θεού και τέλειος Θεός, ο οποίος ήλθε στον κόσμο, έπαθε και αναστήθηκε για την δική μας σωτηρία· προσέφερε τον εαυτό του ως θυσία για τις αμαρτίες όλου του κόσμου, και ανελήφθη στους ουρανούς αναβιβάζοντας ταυτόχρονα την ανθρώπινη φύση δίπλα στον θρόνο του Θεού. Εφόσον, επομένως, έχουμε έναν τόσο ισχυρό και αιώνιο μεσίτη προς τον Θεό, ο οποίος δεν μεταφέρει απλά τις ικεσίες μας αλλά προσφέρεται ο ίδιος και προσφέρει σε εμάς τα αναγκαία για την σωτηρία μας, ας κρατούμε σταθερή την πίστη μας, και ας προσερχόμαστε με θάρρος προς τον Χριστό, ο οποίος είναι η πηγή της χάριτος του Θεού για εμάς, ώστε να λαμβάνουμε την άφεση των αμαρτιών μας και την αναγκαία βοήθεια προκειμένου να διεξέλθουμε τις τρικυμίες του βίου. Οι λόγοι αυτοί του αποστόλου έχουν άμεση σχέση με τον Σταυρό του Κυρίου μας, τον οποίο σήμερα λιτανεύουμε στους ναούς και προσκυνούμε· γιατί ο Σταυρός είναι το όργανο και το σύμβολο της θυσίας του Χριστού, ο οποίος έπαθε εκουσίως προκειμένου να λυτρώσει από την φθορά και από την αμαρτία όλο το ανθρώπινο γένος. Η σταύρωση δεν ήταν ένα γεγονός αναπόφευκτο για τον Χριστό, αλλά επέλεξε να θυσιαστεί με αυτόν τον τρόπο· ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ακολουθώντας την διδασκαλία της Εκκλησίας μας, λέει ότι δεν κατέβηκε από τον Σταυρό ο Χριστός όχι επειδή δεν μπορούσε, αλλά επειδή βιαζόταν να αναστηθεί. Αλλά και η δική μας ζωή δεν είναι άμοιρη δοκιμασιών· το άφησε να εννοηθεί ο Χριστός, όταν μάς κάλεσε κοντά του λέγοντας «εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθείτω μοι» (ματθ. 16.24). Σταυρική είναι η πορεία μας προς τον ουρανό, γιατί δίχως σταυρό δεν υπάρχει ανάσταση· εάν δεν νεκρώσουμε τις αμαρτίες και τα πάθη τα οποία καταδυναστεύουν την καρδιά μας, δεν θα μπορέσουμε να ενδυθούμε την κατά Θεόν αγάπη ούτε να ενωθούμε με τον Χριστό, ο οποίος είναι η πηγή της ζωής· και οι όποιες αγαθοεργίες μας θα είναι εύθραυστες και επίπλαστες, γιατί θα λείπει η σταθερή και ακλόνητη βάση. Έχοντας, επομένως, διανύσει το μίσο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, ας μη αποκάμουμε στον αγώνα μας τον πνευματικό, ας μη απελπιζόμαστε, ας μη εγκαταλείψουμε κάθε προσπάθεια. Είμαστε ασθενείς, είμαστε άνθρωποι με αδυναμίες, ίσως να μη κατορθώνουμε και πολλά, ίσως πάλι ο πειρασμός ή η συνήθεια να μάς καθηλώνουν στα γήινα και στα μικρά. Ας κρατήσουμε σταθερή την ομολογία της πίστεώς μας, ότι δηλαδή ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός είναι ο Θεός και λυτρωτής μας, ότι η σταυρική του θυσία αποτελεί το μέσο της συγγνώμης που σκόρπισε στον κόσμο, ότι συμπαθεί όλους τους κοπιώτας και πεφορτισμένους [1] και δίδει έλεος και χάριν σε όλους όσους προστρέχουν κοντά του. 

Αμήν. 
π. Χ.Β.
 ------------------- 
[1] Βλ. Ματθ. 11.28: «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς».
πηγή

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 20, 2015

Μεγάλη Τεσσαρακοστή: Ο δρόμος από το Γολγοθά στην Ανάσταση, από την πτώση στην ανύψωση, από την αμαρτία στην σωτηρία.




Περίοδος αγώνα είναι η Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Περίοδος αγώνα πνευματικού. Μας καλεί η Αγία μας Εκκλησία σε προσευχή, σε νηστεία, σε εγρήγορση. Μας δείχνει το δρόμο που οδηγεί από το Γολγοθά στην Ανάσταση, από την πτώση στην ανύψωση, από την αμαρτία στην σωτηρία.
Όταν ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο, τον έπλασε για να είναι παντοτινά ενωμένος μαζί Του, για να κοινωνεί την αγάπη του Θεού και να λαμβάνει διαρκώς από τον Δημιουργό την ζωή και την τελειότητα. Δυστυχώς όμως, ο πρώτος εκείνος άνθρωπος, ο Αδάμ, παρήκουσε την μία και μοναδική εντολή του Θεού, προτίμησε να γευτεί τον απαγορευμένο καρπό και στη συνέχεια, δηλητηριασμένος από το μικρόβιο της αμαρτίας, εκδιώχθηκε από τον Παράδεισο
Κι έπειτα, όπως μας περιγράφει ένα θαυμάσιο τροπάριο των ημερών, έκατσε ο Αδάμ απέναντι από τον κλειστό και σφραγισμένο πλέον Παράδεισο, και ατενίζοντας αυτό που με την παρακοή του είχε χάσει, έκλαψε πικρά, γιατί τότε πλέον είχε αντιληφθεί το μέγεθος της αμαρτίας που είχε διαπράξει.
Όλοι μας είμαστε εξόριστοι από τον Παράδεισο, εξαιτίας αυτής της πρώτης αμαρτίας. Όλοι μας λοιπόν έχουμε ένα κοινό σκοπό: να κατοικήσουμε και πάλι στον Παράδεισο. Ο αγώνας επομένως του Χριστιανού είναι αγώνας με στόχο τον Παράδεισο. Και τα σημεία του αγώνα μας είναι η καθαρότητα του βίου, η απόκτηση των αρετών, η προσέγγιση του Θεού μέσα από την Μυστηριακή ζωή.
Ειδικά όμως αυτή την περίοδο, την Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή, η Εκκλησία μας μάς ωθεί να αγωνιστούμε εντονότερα, να προσπαθήσουμε περισσότερο, να αναθερμάνουμε το ζήλο μας, να ζήσουμε όλο το Μυστήριο της Θείας Οικονομίας, ώστε κι εμείς, μαζί με τον Αναστημένο Ιησού Χριστό, να πορευθούμε προς τον Πατέρα!
Γι αυτό λοιπόν, την περίοδο αυτή της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής, ασκούμαστε με την νηστεία, ώστε να περιορίσουμε και να πειθαρχήσουμε τον εαυτό μας. Με τον τρόπο αυτό της νηστείας ισχυροποιούμε τη θέλησή μας και μαθαίνουμε να αντιστεκόμαστε στις προκλήσεις και τις επιθυμίες των πειρασμών, μαθαίνουμε να κυριαρχούμε πάνω στα πάθη μας, να τα περιορίζουμε και σιγά - σιγά να τα εξορίζουμε από μέσα μας.
Άλλο όπλο της Σαρακοστής είναι και η εντονότερη προσευχή, η ατομική και η Μυστηριακή στην εκκλησία. Η προσευχή είναι επικοινωνία με τον Θεό, συνομιλία μαζί Του. Τη στιγμή της προσευχής η καρδιά μας και ο νους μας φεύγει από τα γήινα και ταξιδεύει στο χώρο του πνεύματος. Ο άνθρωπος που προσεύχεται αντλεί δύναμη και κουράγιο από την προσευχή, για να μπορέσει να αντισταθεί στο ρεύμα του κόσμου που μας περιτριγυρίζει, και να συνεχίσει τον πνευματικό του αγώνα. Προσευχή λοιπόν εντονότερη αυτή την περίοδο, τόσο μόνοι μας, όσο και στην εκκλησία, με τους Χαιρετισμούς, τα Απόδειπνα, τις Προηγιασμένες Θείες Λειτουργίες.
Την νηστεία και την προσευχή συνοδεύει η καλλιέργεια των αρετών. Αυτή η περίοδος είναι η καταλληλότερη για να προσπαθήσουμε πιο εντατικά για την απόκτηση των αρετών. Η ελεημοσύνη προς τον πλησίον που έχει την ανάγκη μας, η φιλανθρωπία που δεν γίνεται για επίδειξη και αυτοέπαινο, η ταπείνωση που υψώνει τον άνθρωπο, η αληθινή, γνήσια αγάπη προς τον Θεό και τους ανθρώπους, η πραότητα, η εγκράτεια, η σωφροσύνη, είναι άνθη πνευματικά που οφείλουμε να φυτέψουμε και να καλλιεργήσουμε μέσα μας. Μόνο τότε θα μπορέσουμε να δεχθούμε μέσα μας τον Θεό και να ζήσουμε την χαρά της Αναστάσεως, αυτού του μεγάλου γεγονότος που εορτάζουμε με το πέρας της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.
Ας αγωνιστούμε, λοιπόν. Ας αγωνιστούμε με μεγαλύτερη προθυμία και ένταση, με την νηστεία, την προσευχή, την Μυστηριακή ζωή, την μελέτη του Ευαγγελίου, με την αγαθοσύνη και την καλλιέργεια των αρετών. Ας αγωνιστούμε για να τελειοποιήσουμε τους εαυτούς μας και να καθαριστούμε από κάθε ρύπο πνευματικό που λεκιάζει το ένδυμα της ψυχής μας. Ας αγωνιστούμε κι ας τρέξουμε για να συναντήσουμε τον Κύριό μας Ιησού Χριστό. Γιατί η Μεγάλη Τεσσαρακοστή δεν είναι τίποτε άλλο, παρά η μεγάλη συνάντηση του Θεού και του ανθρώπου. Είναι το σημείο στο οποίο ο Θεός, ταπεινούμενος θυσιάζεται για μας, προσφέρει θυσία τον Υιό Του, λύτρο για τις αμαρτίες μας, και συναντά τον άνθρωπο, εμάς, όλους μαζί και τον καθένα μας ξεχωριστά, που ανυψώνουμε το πνεύμα και την διάνοιά μας για να Τον συναντήσουμε και να οδηγηθούμε από Αυτόν στην Ουράνια Πατρίδα, τον χαμένο Παράδεισο

Πηγή: π Χερουβείμ Βελέντζας, Απλά και Ορθόδοξα
Το είδαμε εδώ

Τρίτη, Φεβρουαρίου 17, 2015

Κυριακή της Τυρινής (22-2-2015) Απόστολος Κυριακής της Τυρινής Το νόημα της αληθινής νηστείας


Απόστολος Κυριακής της Τυρινής
 Το νόημα της αληθινής νηστείας 
 Ρωμ. 13.11 – 14.4
 Ἀδελφοί, νῦν ἐγγύτερον ἡμῶν ἡ σωτηρία ἢ ὅτε ἐπιστεύσαμεν. Ἡ νὺξ προέκοψεν, ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικεν. Ἀποθώμεθα οὖν τὰ ἔργα τοῦ σκότους καὶ ἐνδυσώμεθα τὰ ὅπλα τοῦ φωτός. Ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως περιπατήσωμεν, μὴ κώμοις καὶ μέθαις, μὴ κοίταις καὶ ἀσελγείαις, μὴ ἔριδι καὶ ζήλῳ, ἀλλ᾽ ἐνδύσασθε τὸν Κύριον ᾽Ιησοῦν Χριστόν, καὶ τῆς σαρκὸς πρόνοιαν μὴ ποιεῖσθε εἰς ἐπιθυμίας. Τὸν δὲ ἀσθενοῦντα τῇ πίστει προσλαμβάνεσθε, μὴ εἰς διακρίσεις διαλογισμῶν. Ὃς μὲν πιστεύει φαγεῖν πάντα, ὁ δὲ ἀσθενῶν λάχανα ἐσθίει. Ὁ ἐσθίων τὸν μὴ ἐσθίοντα μὴ ἐξουθενείτω, καὶ ὁ μὴ ἐσθίων τὸν ἐσθίοντα μὴ κρινέτω· ὁ Θεὸς γὰρ αὐτὸν προσελάβετο. Σὺ τίς εἶ ὁ κρίνων ἀλλότριον οἰκέτην; τῷ ἰδίῳ Κυρίῳ στήκει ἢ πίπτει, σταθήσεται δέ· δυνατὸς γάρ ἐστιν ὁ Θεὸς στῆσαι αὐτόν. Η περικοπή από την προς Ρωμαίους επιστολή, την οποία ακούσαμε σήμερα, μάς εισάγει στο πνεύμα της αληθινής νηστείας, μιας που από αύριο αρχίζει η Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Αδελφοί, μας λέει, σήμερα η σωτηρία είναι πολύ πιο κοντά από τότε που πιστέψαμε. Η νύχτα έχει προχωρήσει, έχει φτάσει η ημέρα. Ας αποθέσουμε επομένως τα έργα του σκότους και ας ενδυθούμε τα όπλα του φωτός. Ας περπατήσουμε όπως όταν είναι ημέρα, όχι σε φαγοπότια και μεθύσια, όχι σε ανηθικότητες και ασέλγειες, όχι σε έριδα και ζήλεια, αλλά ενδυθείτε τον Κύριο Ιησού Χριστό, και μη προνοείτε για της επιθυμίες της σάρκας. Τον δε ασθενή στην πίστη να τον δέχεστε, χωρίς να κρίνετε τις γνώμες του. Ο ένας πιστεύει ότι μπορεί να φάει από όλα, ο ασθενής όμως τρώει λάχανα. Εκείνος που τρώει ας μη εξουθενώνει εκείνον που δεν τρώει, και εκείνος που δεν τρώει ας μην κρίνει εκείνον που τρώει, γιατί ο Θεός τον δέχτηκε. Εσύ ποιος είσαι που κρίνεις ξένον υπηρέτη; στον δικό του Κύριο στέκεται ή πέφτει, κι όμως θα σταθεί· γιατί ο Θεός έχει την δύναμη να τον κάνει να σταθεί. Αλήθεια, τι να θαυμάσει κανείς πρώτο από την διάκριση με την οποία θέτει την διάσταση και την σημασία της νηστείας; πρώτα από όλα την συνδέει με το πρόσωπο του Χριστού, όταν μάς λέει να ενδυθούμε τον Χριστό και να μη προνοούμε για τις γήινες επιθυμίες. Άρα, η νηστεία αποτελεί περιφρόνηση των κάθε είδους επιθυμιών και δεν είναι εύκολο να επιτευχθεί χωρίς την χάρη και την δύναμη του Χριστού. Γι αυτό μάλιστα τονίζει στο τέλος ότι ο Θεός έχει την δύναμη να στηρίξει, και να ανορθώσει ακόμα και εκείνους που πέφτουν. Η ημέρα η οποία έφτασε δεν είναι άλλη από την παρουσία του Χριστού, από την ζωηφόρο Ανάστασή του. Καθώς λοιπόν ετοιμαζόμαστε να υποδεχτούμε τούτο το ανέσπερο φως, μάς παροτρύνει να εγκαταλείψουμε τα έργα του σκότους και να ενδυθούμε τα όπλα του φωτός, γιατί από μόνη της η νηστεία δεν αρκεί, εάν ο αγώνας μας δεν επεκτείνεται και στα σημεία τα οποία απαριθμεί. Τα έργα του σκότους είναι φορτίο βαρύ για την ψυχή, γιαυτό λέει να τα αποθέσουμε. Όταν αναφέρεται στα φαγοπότια και στις μέθες, ο απόστολος Παύλος υποδηλώνει την φιλαυτία, με τις κοίταις (=κρεβάτια) και τις ασέλγειες υπονοεί την φιληδονία και με την έριδα και τον ζήλο φανερώνει την φιλαρχία, τα τρία κακά τα οποία κατά τους Πατέρες ταλαιπωρούν τους χριστιανούς. Την φιλαργυρία δεν την αναφέρει, είτε επειδή η κοινοκτημοσύνη ήταν κανόνας στις πρώτες χριστιανικές κοινότητες είτε γιατί δύναται να ενταχθεί στην φιλαυτία, μαζί με τις άλλες αμαρτίες που ικανοποιούν την σάρκα. Και μιας που αναφερθήκαμε στην «σάρκα», στην Καινή Διαθήκη η λέξη αυτή δεν σημαίνει την υλική φύση του ανθρώπου, δηλαδή το σώμα του ή τις ανάγκες και φυσιολογικές, αδιάβλητες επιθυμίες που αυτό γεννά. Μια τέτοια θεώρηση οδηγεί ευθέως στον μανιχαϊσμό. Όταν ο Χριστός, οι Απόστολοι, ή οι Πατέρες της Εκκλησίας αναφέρονται στην σάρκα, εννοούν το σαρκικό ή κοσμικό φρόνημα. Επομένως, ο Απόστολος Παύλος μάς καλεί να ξεφορτωθούμε τα έργα του σκότους - δηλαδή την φιλαυτία, την φιληδονία και την φιλαρχία - και να ενδυθούμε τα όπλα του φωτός, δηλαδή την νηστεία και την εγκράτεια, την σεμνότητα και την σωφροσύνη, την ειρήνη και την αγάπη, να ενδυθούμε τον ίδιο τον Χριστό και να μην ασχολούμαστε με την ικανοποίηση επιθυμιών που προκαλούνται ή οφείλονται στο κοσμικό φρόνημα. Μάς εφιστά στη συνέχεια την προσοχή, ώστε να δεχόμαστε με αγάπη τους ασθενέστερους αδελφούς μας και να μη τους κρίνουμε, πολλώ δε μάλλον να μη τους κατακρίνουμε. Γι αυτό και λέει ρητά, ότι αυτός που τρώει να μη καταπιέζει εκείνον που νηστεύει, και εκείνος που νηστεύει να μη κρίνει αυτόν που τρώει. Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός εξηγεί ως εξής: «Είναι καλόν η παρθενία, αλλά εάν παντρευτείς δεν αμάρτησες. Είναι καλό να νηστεύει κανείς κάθε ημέρα, αλλά εκείνος που νηστεύει να μη κρίνει εκείνον που τρώει. Σε αυτά τα θέματα ούτε να νομοθετεί, ούτε να πιέζει, ούτε να πειθαναγκάζει πρέπει κανείς το ποίμνιο που τού εμπιστεύτηκε ο Θεός, αλλά μάλλον με πειθώ και ηπιότητα, και με λόγο μεστό να τούς τα υπενθυμίζουμε» [1]. Επομένως, όσοι από εμάς επιθυμούμε να νηστέψουμε ή έτσι μάς έχει ορίσει ο Πνευματικός, ας μη προσπαθούμε να βάλουμε τους αδελφούς μας μέσα στο καλούπι της δικής μας άσκησης ή του δικού μας πνευματικού αγώνα. Εάν ήταν έτσι, τότε δεν θα είχαμε ανάγκη από τον Πνευματικό, ο οποίος ζυγίζει τις δυνάμεις και τις ανάγκες κάθε ανθρώπου χωριστά και αναλόγως ορίζει τα πνευματικά φάρμακα και το μέτρο και την ένταση της άσκησης. Γι αυτό ας μη μολύνουμε την νηστεία με την κατάκριση· όλοι είμαστε παιδιά του Θεού, και στον Θεό οφείλουμε να αποδώσουμε λόγο ο καθένας για τις δικές του πράξεις, λογισμούς και παραλείψεις. Ούτε πάλι τα καλά μας έργα είναι αυτά που μάς σώζουν, αλλά η αγάπη και η φιλανθρωπία του Θεού, ο οποίος μακροθυμεί και αναπληρώνει τις δικές μας αδυναμίες και μάς προσφέρει καθημερινά ευκαιρίες για να τον πλησιάσουμε και να γίνουμε κοινωνοί της αγάπης του. Επομένως, ας αγωνιστούμε έχοντας υπόψη όλα τα παραπάνω, τα οποία συνοψίζει με απλότητα ο Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης, λέγοντας τα εξής: «η αληθινή νηστεία είναι η αποχή από κάθε κακό. Ας νηστέψουμε λοιπόν πρώτα από τους πονηρούς λογισμούς που κατοικούν στην καρδιά και μάς φλογίζουν με έκτοπες επιθυμίες... ας νηστέψουμε και κατά δεύτερο λόγο από την ποσότητα και από την ποιότητα των τροφών σε τέτοιο βαθμό, όσο η δύναμη του σώματός μας αντέχει. Γιατί, λέει ο απόστολος, ο καθένας καθώς προαιρείται στην καρδιά του, όχι εξαιτίας λύπης ή ανάγκης, διότι το ιλαρόν αγαπά ο Θεός και το κατά δύναμιν» [2]. Αμήν.
 π. Χ.Β.
 ___________
 [1] Λόγος περί τῶν ἁγίων νηστειῶν, PG 95.68
 [2] Επιστολή Κατηχητική 
πηγή

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 18, 2014

Κυριακή προ της Χριστού Γεννήσεως (21-12-2014)

Η πίστη και το πλήρωμα της Επαγγελίας

 Εβρ. 11.9-10, 32-40 
Ἀδελφοί, πίστει παρῴκησεν Ἀβραὰμ εἰς τὴν γῆν τῆς ἐπαγγελίας ὡς ἀλλοτρίαν, ἐν σκηναῖς κατοικήσας μετὰ ᾿Ισαὰκ καὶ ᾿Ιακὼβ τῶν συγκληρονόμων τῆς ἐπαγγελίας τῆς αὐτῆς· ἐξεδέχετο γὰρ τὴν τοὺς θεμελίους ἔχουσαν πόλιν, ἧς τεχνίτης καὶ δημιουργὸς ὁ Θεός. Καὶ τί ἔτι λέγω; Ἐπιλείψει γάρ με διηγούμενον ὁ χρόνος περὶ Γεδεών, Βαράκ τε καὶ Σαμψὼν καὶ ᾿Ιεφθάε, Δαυΐδ τε καὶ Σαμουὴλ καὶ τῶν προφητῶν, οἳ διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, εἰργάσαντο δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν, ἔφραξαν στόματα λεόντων, ἔσβεσαν δύναμιν πυρός, ἔφυγον στόματα μαχαίρας, ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας, ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ, παρεμβολὰς ἔκλιναν ἀλλοτρίων· ἔλαβον γυναῖκες ἐξ ἀναστάσεως τοὺς νεκροὺς αὐτῶν· ἄλλοι δὲ ἐτυμπανίσθησαν, οὐ προσδεξάμενοι τὴν ἀπολύτρωσιν, ἵνα κρείττονος ἀναστάσεως τύχωσιν· ἕτεροι δὲ ἐμπαιγμῶν καὶ μαστίγων πεῖραν ἔλαβον, ἔτι δὲ δεσμῶν καὶ φυλακῆς· ἐλιθάσθησαν, ἐπρίσθησαν, ἐπειράσθησαν, ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον, περιῆλθον ἐν μηλωταῖς, ἐν αἰγείοις δέρμασιν, ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος, ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς. Καὶ οὗτοι πάντες μαρτυρηθέντες διὰ τῆς πίστεως οὐκ ἐκομίσαντο τὴν ἐπαγγελίαν, τοῦ Θεοῦ περὶ ἡμῶν κρεῖττόν τι προβλεψαμένου, ἵνα μὴ χωρὶς ἡμῶν τελειωθῶσι. Κυριακή προ των Χριστουγέννων σήμερα, η οποία είναι αφιερωμένη στην τιμή όλων των δικαίων και των προφητών της Παλαιάς Διαθήκης, από τον Αδάμ μέχρι και τον Ιωσήφ τον μνήστορα της Υπεραγίας Θεοτόκου, οι οποίοι ευηρέστησαν τον Θεό και έζησαν σύμφωνα με το θέλημά του. Και ο απόστολος Παύλος στο σημερινό ανάγνωσμα αναφέρεται σε όλους αυτούς, για να υπογραμμίσει το κοινό χαρακτηριστικό το οποίο είχαν όλοι, δηλαδή την πίστη στον Θεό. Έχοντας πίστη στον Θεό και στην υπόσχεση που τού έδωσε, ο Αβραάμ εγκατέλειψε την γη που κατοικούσε και ήλθε στην γη Χαναάν. Ομοίως και οι άλλοι πατριάρχες, ο Ισαάκ και ο Ιακώβ, επειδή είχαν πίστη στον Θεό, κατοίκησαν μέσα σε σκηνές, ως ξένοι, την Γη της Επαγγελίας, γιατί αποδέχτηκαν ως πατρίδα και πόλη τους εκείνη την οποία έχει γερά θεμέλια και τεχνίτη και δημιουργό της τον Θεό. Η πόλη αυτή δεν είναι άλλη από την άνω Ιερουσαλήμ, την Βασιλεία του Θεού, η οποία ήλθε με την ενανθρώπηση του Χριστού και με την Ανάστασή του. Και παρόλο που δεν είχε νικηθεί ακόμη το κράτος του θανάτου και όλοι οι κεκοιμημένοι κατέληγαν στον Άδη, ο Θεός τούς αντάμειψε για την πίστη τους με σημεία και τέρατα θαυμαστά, και τήρησε τις υποσχέσεις του. Έτσι, στους μεν πατριάρχες έδωσε την γη που τούς υποσχέθηκε, στον Ενώχ το να μη γευτεί θάνατο, τον Νώε τον έσωσε από την πλημμύρα, τον Λωτ από την καταστροφή, τους τρεις παίδες από την φωτιά και ούτω καθεξής. Επομένως, εφάρμοσε προ Χριστού εκείνο που μάς είπε ο Χριστός, «ζητεῖτε πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν» (Ματθ. 6.33). Δεν θα με πάρει ο χρόνος, συνεχίζει ο Απόστολος, να διηγούμαι για τον Γεδεών, τον Σαμψών, τον Δαβίδ, τον Σαμουήλ και όλους τους προφήτες, οι οποίοι διά της πίστεως κατέρριψαν βασίλεια, εργάστηκαν την δικαιοσύνη, γεύτηκαν όσα υποσχέθηκε ο Θεός σε αυτούς, έφραξαν στόματα λεόντων, διέφυγαν κάθε κίνδυνο, είτε από φωτιά, είτε από μαχαίρι, είτε από ασθένεια. Άλλοι από αυτούς ξυλοκοπήθηκαν μέχρι θανάτου και δεν δέχτηκαν να γλιτώσουν τη ζωή τους, προκειμένου να πετύχουν μια καλύτερη ανάσταση. Άλλοι πάλι υπέμειναν μύριες όσες κακουχίες, εμπαιγμούς, μαστιγώσεις και φυλακίσεις· λιθοβολήθηκαν, πριονίστηκαν, θανατώθηκαν με μαχαίρι, έζησαν φορώντας προβιές με στερήσεις, με θλίψεις και κακουχίες σαν να μη τούς άξιζε ο κόσμος, περιπλανώμενοι σε σπηλιές και βουνά και στις τρύπες της γης. Και όμως όλοι αυτοί, αν και έδωσαν την καλή μαρτυρία της πίστεως, δεν απέκτησαν την υπόσχεση, επειδή ο Θεός προέβλεψε για μάς κάτι καλύτερο, για να μη τελειωθούν χωρίς εμάς. Αυτό το καλύτερο, όπως είπαμε, είναι η Απολύτρωση, η σωτηρία δηλαδή μέσω της ενανθρωπήσεως του Θεού - την οποία σε λίγες ημέρες θα εορτάσουμε - του πάθους και της Αναστάσεως του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Όλα αυτά, δηλαδή η υπακοή στο θέλημα του Θεού, οι ευεργεσίες και η απαντοχή στις θλίψεις και τις κακουχίες, έχουν ως κύριο παρονομαστή την πίστη και την αναζήτηση της αγάπης και της δικαιοσύνης του Θεού. Αυτό τότε. Τώρα, «λύτρωσιν ἀπέστειλεν ὁ Θεός τῷ λαῷ αὐτοῦ», «Καὶ ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν, καὶ ἐθεασάμεθα τὴν δόξαν αὐτοῦ, δόξαν ὡς μονογενοῦς παρὰ πατρός, πλήρης χάριτος καὶ ἀληθείας ... Καὶ ἐκ τοῦ πληρώματος αὐτοῦ ἡμεῖς πάντες ἐλάβομεν, καὶ χάριν ἀντὶ χάριτος» (Ιω. 1.14, 16). Και πάλι, το ζητούμενο από μέρους μας προκειμένου να γευτούμε την λύτρωση και την σωτήριο χάρη του Χριστού, δεν είναι άλλο από την πίστη στον αληθινό Θεό και στον Υιό του τον οποίο απέστειλε στον κόσμο. Η πίστη και η αναζήτηση της αγάπης του Θεού δικαίωσε την πόρνη, τον ληστή και τον τελώνη, η πίστη στο πρόσωπο του Χριστού έφερε τα θαύματα και ανέδειξε τους αποστόλους, τους αγίους, τους μάρτυρες, τους ομολογητές, τους μεγάλους ασκητές. Η πίστη είναι αυτή η οποία έχει την δύναμη να ελκύσει την χάρη του Θεού, η οποία θερμαίνει και φωτίζει και καθαρίζει την καρδιά μας και μάς διδάσκει την εν Χριστώ αγάπη και φιλανθρωπία. Η πίστη των δικαίων της Παλαιάς Διαθήκης στηρίχτηκε στην ελπίδα της χάριτος του Θεού. Εμείς έχουμε το πλήρωμα της χάριτος, την βεβαιότητα της Αναστάσεως και της απολυτρώσεως, και την διαρκή παρουσία του Αγίου Πνεύματος, το οποίο φωτίζει και αγιάζει «πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τόν κόσμον». Επομένως, έχουμε τον ακρογωνιαίο λίθο, τον Κύριο Ιησού Χριστό, για να εδράσουμε την δική μας πίστη, και να ζήσουμε ουσιαστικά την Γέννηση του Κυρίου, η οποία συνδέεται άρρηκτα με το Πάθος και την Ανάσταση, με την κατάργηση του Άδη και με την Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου μας· κατά την οποία είθε να μάς αξιώσει να είμαστε μεταξύ εκείνων που θα καλέσει στα δεξιά του, ως γνήσιους φίλους του και ως αδελφούς εξ υιοθεσίας. Αμήν. 
π. Χ.Β.
π. Χερουβείμ Βελέτζας

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 12, 2014

Κυριακή ΙΑ' Λουκά [Των Προπατόρων]

Λουκά 14, 16-24)
 Η παραβολή του μεγάλου δείπνου που ακούσαμε στη σημερινή Θεία Λειτουργία είναι λίγο - πολύ σε όλους γνωστή. Ένας άνθρωπος κάλεσε κόσμο πολύ στο δείπνο που ετοίμασε, αλλά όταν ήρθε η ώρα και έστειλε τον υπηρέτη του να τους ειδοποιήσει πως όλα ήταν έτοιμα. Άρχισαν ο ένας μετά τον άλλο να αρνούνται την πρόσκληση, προφασιζόμενοι διάφορες αφορμές. Ο ένας είπε ότι αγόρασε ένα χωράφι, και πρέπει να πάει να το δει, ο άλλος ότι αγόρασε πέντε ζευγάρια βόδια και πρέπει να πάει να τα δοκιμάσει, κι ένας τρίτος ότι παντρεύτηκε, και όλοι τους παρακαλούν τον οικοδεσπότη να τους συγχωρήσει για την απουσία τους. Και τότε θύμωσε ο οικοδεσπότης, μας λέει ο Χριστός, και έστειλε τον δούλο του να καλέσει από τους δρόμους και τις πλατείες τους φτωχούς, τους ανάπηρους και τους τυφλούς. Και σαν είδε ότι ακόμα υπήρχε χώρος, τον έστειλε ξανά, λέγοντάς του να ψάξει περισσότερο και να βρει τους ενδεείς και αν είναι ανάγκη να τους πείσει να έλθουν, μιας που τελικά κανένας από όσους είχαν αρχικά κληθεί δεν πρόκειται να συμμετάσχει στο δείπνο. Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Χριστός παρομοιάζει τη Βασιλεία του Θεού με δείπνο, με τράπεζα εορταστική στην οποία καλεί τους φίλους Του και όλοι μαζί γεύονται την κοινωνία με το Θεό. Η σημερινή όμως παραβολή διαφέρει αρκετά από τις άλλες, όπου ο Κύριος τονίζει την ανάγκη της σωστής προετοιμασίας εκ μέρους μας, προκειμένου να συμμετάσχουμε στη Βασιλεία του Θεού. Γι αυτό και θυμόμαστε ότι δεν έγινε δεκτός εκείνος που δεν είχε “ένδυμα γάμου”[1], εκείνος δηλαδή που δεν ήταν κατάλληλα προετοιμασμένος. Εδώ όμως βλέπουμε να καλεί ο οικοδεσπότης τους φτωχούς, τους ρακένδυτους, τους ταλαιπωρημένους, χωρίς να δίνει σημασία ούτε στην εμφάνιση ούτε στην ενδυμασία τους. Δεν πρόκειται όμως για αντίφαση, αλλά για αναφορά του Χριστού σε διαφορετικούς τύπους ανθρώπων, σε αυτούς που έχουν κληθεί στη Βασιλεία Του και σε εκείνους που αγνοούν ακόμα και την ύπαρξη του αληθινού Θεού. Οι προσκεκλημένοι της σημερινής παραβολής είναι όλοι εκείνοι που έχουν γνώση του Θεού, που έχουν ακούσει το Ευαγγέλιο και καλούνται από το Χριστό να συμμετάσχουν στην αλήθεια της κοινωνίας μαζί Του. Εξέπεσαν ωστόσο, εξαιτίας του ασθενούς τους λογισμού και της προσκολλήσεώς τους στα υλικά και βιοτικά πράγματα. Αυτοί που είπαν “αγρόν ηγόρασα”είναι εκείνοι που απασχολούν τη διάνοιά τους με άλλες σκέψεις και κοσμοθεωρίες, παραιτούμενοι από τη μελέτη του λόγου του Θεού και της αληθινής Ζωής. Εκείνοι που αγόρασαν τα βόδια είναι που ασχολούνται με τις βιοτικές μέριμνες και καταναλώνουν σε αυτές όλο τους το ενδιαφέρον και την ενεργητικότητα, λησμονώντας τα πνευματικά. Και τέλος εκείνος που μόλις είχε παντρευτεί, επειδή θεωρεί ότι στην συζυγική κοινωνία βρίσκεται το παν, αντιπροσωπεύει τους ανθρώπους που προτιμούν τις επίγειες απολαύσεις από τις επουράνιες. “Διότι ο ανθρώπινος νους που προσκολλάται στην κοσμική φιληδονία, γίνεται αδρανής στα πνευματικά και δεν εργάζεται πλέον τα του Θεού. Και για το λόγο αυτό θα είναι αμέτοχος της ουράνιας και θείας εορτής”[2]. Η Βασιλεία όμως του Θεού δεν εξαρτάται από τη θέληση ή τη διάθεση των ανθρώπων, αλλά από την παρουσία του Θεού, που έχει τη δύναμη να μεταμορφώνει τον άνθρωπο και να τον ζωοποιεί. Καλεί λοιπόν τους πτωχούς τω πνεύματι, δηλαδή τους ταπεινούς και τους πλουτίζει με τη θεϊκή Του σοφία. Καλεί τους αναπήρους και τους κάνει υγιείς. Καλεί τους χωλούς και βαδίζουν τον ορθό δρόμο. Καλεί τους τυφλούς, ώστε να βλέπουν το φως το αληθινό [3]. Η σοφία του Θεού υπερβαίνει τις ανθρώπινες αδυναμίες και η Εκκλησία, όπου το πνευματικό δείπνο της Βασιλείας του Θεού προσφέρεται σε όλους μας κάθε Κυριακή και κάθε γιορτή, είναι ο χώρος όπου ο άνθρωπος θεραπεύεται από κάθε πνευματική ασθένεια ή αναπηρία και μεταμορφώνεται σε τέκνο του Θεού. Η Εκκλησία είναι η διαρκής υπενθύμιση και η διαρκής ανανέωση της πρόσκλησης που ο Χριστός απευθύνει σε όλους μας. Έχουμε το προνόμιο να ανήκουμε στους ανθρώπους που έχουν γνωρίσει την αλήθεια που ο Θεός αποκάλυψε στον κόσμο και ως εκ τούτου ανήκουμε σε αυτούς που έχουν δεχτεί την πρόσκληση να συμμετάσχουμε στο δείπνο της Βασιλείας Του. Απομένει σε μας να αποδεχτούμε τούτη την πρόσκληση, και να μη παρασυρθούμε ούτε από ανθρώπινες κοσμοθεωρίες, ούτε από βιοτικές μέριμνες, ούτε από τις προσωπικές μας επιθυμίες. Απομένει σε μας να αποδεχτούμε την πρόσκληση του Θεού και να προετοιμαστούμε κατάλληλα, ώστε να αξιωθούμε να ζήσουμε και την μεγάλη εορτή των Χριστουγέννων, που πλησιάζει, σε όλο της το πνευματικό μεγαλείο.
 _____________
[1] Βλ. Ματθ. 22, 11-12.
[2] Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Περί τῆς ἐν Πνεύματι καί Ἀληθείᾳ προσκυνήσεως καί λατρείας, PG 68, 313.
[3] Βλ. Ωριγένους, σχόλια εἰς τό κατά Λουκᾶν, PG 17, 361-362.

Πηγή

Κυριακή ΙΑ' Λουκά «Πολλοί γαρ εισί κλητοί, ολίγοι δε εκλεκτοί»


«Πολλοί γαρ εισί κλητοί, ολίγοι δε εκλεκτοί» 


Παρομοιάζει ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός στη σημερινή Ευαγγελική περικοπή, αγαπητοί μου αδελφοί, την Βασιλεία του Θεού με ένα μεγάλο και επίσημο Δείπνο, με ένα τραπέζι γιορτινό, στο οποίο έχει καλέσει ο Επουράνιος Βασιλιάς πολλούς επισήμους με σκοπό να τους τιμήσει και να συναναστραφεί μαζί τους. Και δεν είναι τυχαίο αυτό το παράδειγμα που χρησιμοποιεί ο Κύριός μας. Διότι ένα δείπνο, ένα τραπέζι στο οποίο παρευρισκόμαστε μαζί με τους οικείους μας και όλους αυτούς που αγαπάμε, είναι ακόμα και σήμερα ένας τρόπος έκφρασης χαράς για κάποιο σημαντικό και σπουδαίο γεγονός της ζωής μας, μιας χαράς που θέλουμε να μοιραστούμε με όλους και να την καταστήσουμε κοινή. Με αυτή την αντιστοιχία λοιπόν παρουσιάζει σήμερα ο Χριστός την Βασιλεία των Ουρανών σαν ένα μεγάλο Δείπνο. Ένα Δείπνο, στο οποίο οικοδεσπότης είναι ο ίδιος ο Θεός, και καλεσμένοι όλοι εμείς που έχουμε βαπτιστεί στο όνομα του Τριαδικού Θεού, του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Ας προσέξουμε όμως κάποια σημεία της παραβολής που νωρίτερα ακούσαμε: όταν ήρθε η ώρα του Δείπνου, ο οικοδεσπότης έστειλε τους δούλους του για να ενημερώσουν τους προσκεκλημένους πως όλα ήταν έτοιμα. Τότε, αντί όπως κανείς θα περίμενε, να σπεύσουν να συμμετάσχουν σ’ αυτή την επίσημη τράπεζα, ο ένας μετά τον άλλο άρχισαν να βρίσκουν διάφορες δικαιολογίες για να ξεφύγουν. Ένας είπε πως έπρεπε να πάει να επιθεωρήσει το χωράφι που μόλις είχε αγοράσει. Άλλος πως έπρεπε να δοκιμάσει τα ζώα που αγόρασε, αν όντως οργώνουν καλά. Ο τρίτος βρήκε μια κάπως πιο σοβαρή δικαιολογία· μόλις παντρεύτηκε και δεν προλαβαίνει, λόγω των αυξημένων οικογενειακών του υποχρεώσεων. Το Δείπνο όμως δεν περιμένει πότε και αν θα ευκαιρήσει ο καθένας. Το τραπέζι πρέπει να γεμίσει, και για τον λόγο αυτό προσκαλούνται πλέον οι απλοί άνθρωποι, οι ταπεινοί και καταφρονεμένοι, οι φτωχοί, οι κουτσοί και οι τυφλοί, από κάθε σημείο και από κάθε γωνιά της πόλης. Το μήνυμα πους μας κομίζουν, αδελφοί μου, αυτά τα λόγια του Κυρίου, είναι νομίζω σαφές. Ο Θεός μας καλεί όλους να συμμετάσχουμε στην Βασιλεία Του, να έλθουμε κοντά Του και να γίνουμε μέτοχοι και κληρονόμοι των επουρανίων αγαθών και δωρεών. Ας προσέξουμε όμως: η ενδεχόμενη απουσία μας θα είναι πάντοτε αδικαιολόγητη. Ας μην επαναπαύουμε την συνείδησή μας με επιπόλαιες δικαιολογίες για ότι μπορούσαμε να κάνουμε και δεν το έχουμε πράξει. Η επιλογή είναι καθαρά δική μας και τα εμπόδια που παρουσιάζονται στην ζωή μας δεν πρέπει να μας αποπροσανατολίζουν από την κατά Θεόν πορεία μας. Ας προσέξουμε τίποτα από τα γήινα και πρόσκαιρα και φθαρτά πράγματα να μην αγαπήσουμε περισσότερο από τον Κύριο και Θεό μας. Ούτε στο απειροελάχιστο. Διότι αν αυτό συμβεί, τότε στην ουσία θα έχουμε απορρίψει από μέσα μας τον Θεό και θα έχουμε θεοποιήσει αυτό που αγαπάμε περισσότερο, θα εξαρτάμε την ύπαρξή μας και την ζωή μας ολόκληρη από αυτό, είτε λέγεται χρήμα, είτε εξουσία, είτε περιουσία, είτε οικογένεια ή συγγενείς ή κάποιο άλλο πρόσωπο ή πράγμα επάνω σε αυτό τον κόσμο. Οπωσδήποτε οι μέριμνες και οι φροντίδες της ζωής μας απορροφούν συχνά και μάλιστα τείνουν να αποτελέσουν την μοναδική φροντίδα μας. Έτσι σταδιακά θα μπορούσαμε να πούμε πως μας αποσπούν από την ενασχόλησή μας με τα υψηλά και πνευματικά πράγματα, μας κάνουν να ξεχνάμε τον Θεό χωρίς να το θέλουμε κατά βάθος. Είναι επίσης και το ρεύμα της εποχής μέσα στην οποία ζούμε που συχνά μας παρασύρει. Η κοινωνία μας σήμερα προβάλλει πράγματα διαφορετικά και αταίριαστα με την χριστιανική ιδιότητα και νοοτροπία. Κυριαρχεί παντού ο υπέρ-καταναλωτισμός, προβάλλεται η αμαρτία, εκθειάζεται η παρεκτροπή, εξοβελίζεται κάθε ενασχόληση με τον Θεό και την αιωνιότητα, για να μην πω πως επιστρέφουμε σε καταστάσεις μεσαιωνικές όταν καταφεύγουμε σε μέντιουμ και αστρολόγους, όταν διαβάζουμε με θρησκευτική ευλάβεια τα ωροσκόπια και τρέχουμε να εφαρμόσουμε τις ανόητες συμβουλές κάθε αυτοαποκαλούμενου παρα-ψυχολόγου και μάγου. Μέσα από όλη αυτή την βαβυλωνία της σύγχρονης κοινωνίας καλούμαστε να συμμετάσχουμε στο Μεγάλο Δείπνο της Βασιλείας του Θεού. Να αφήσουμε κατά μέρος όλες αυτές τις ενασχολήσεις και απερίσπαστοι να επιδοθούμε στο μεγάλο έργο της σωτηρίας της ψυχής μας, τώρα μάλιστα που πλησιάζουν και οι άγιες ημέρες των Χριστουγέννων, της Ενανθρωπήσεως του Θεού με σκοπό την σωτηρία του ανθρώπου και την απεμπλοκή του από τα δεσμά της αμαρτίας και του πνευματικού θανάτου. Ο Χριστός μας καλεί, και στο χέρι μας είναι να αποδεχθούμε αυτή την μεγάλη και τιμητική πρόσκληση, ή βεβαίως και να την αρνηθούμε, προφασιζόμενοι διάφορα. Τότε όμως οι χαμένοι θα είμαστε μόνο εμείς. Η βασιλεία του Θεού θα γεμίσει και χωρίς τη δική μας παρουσία. Και τότε, εμείς που θα βρισκόμαστε μετανιωμένοι έξω από την κλειστή θύρα, θα βλέπουμε στις θέσεις που προοριζόταν για μας να έχουν καθίσει άνθρωποι περιφρονημένοι και ταπεινοί. Όλοι αυτοί που καθημερινά τους βλέπουμε και δεν τους δίνουμε καμιά σημασία, όλοι αυτοί που πάντοτε έχουν την ανάγκη μας, άσχετα από το εάν μας την ζητάνε ή όχι. Αυτοί οι ταπεινοί είναι που θα κληρονομήσουν την Βασιλεία του Θεού, κι εμείς, με την επιπόλαια στάση μας, κινδυνεύουμε να μείνουμε έξω. Αδελφοί μου, το μεγάλο Δείπνο της Βασιλείας του Θεού έχει ήδη στρωθεί με την Ενανθρώπηση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Προσκεκλημένοι είμαστε όλοι εμείς οι Χριστιανοί, αρκεί να παραμερίσουμε κάθε εμπόδιο που προβάλλει μπροστά μας και να εκδιώξουμε κάθε δικαιολογία από τις καρδιές μας, αρκεί να αποδεχθούμε αυτή την μεγάλη και τιμητική πρόσκληση και να τρέξουμε, ντυμένοι στα κατάλληλα ρούχα, που δεν είναι άλλα από τις αρετές, ώστε να καταλάβουμε την θέση που έχει ορίσει για μας ο Ουράνιος οικοδεσπότης. Κι ας μην ξεχνάμε πως ο φτωχός εκείνος τσαγκάρης της Αλεξάνδρειας, μέσα στην φασαρία της πόλης και την καθημερινότητα της βιοπάλης, είχε πετύχει την διαρκή παρουσία του Θεού στην ζωή του με μόνο το ‘Κύριε, ελέησον’ που ψέλλιζε στα χείλη του την ώρα της εργασίας του, φτάνοντας έτσι σε μεγαλύτερα ύψη αρετής και ταπεινώσεως από αυτόν ακόμα τον ασκητή της ερήμου, τον Μέγα Αντώνιο, που μόνο του μέλημα ήταν η προσευχή. Αμήν. 
πηγή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...