Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Ιουνίου 16, 2012

ΠΡΟΚΛΗΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΚΑ ΜΕΤΕΩΡΗ Η ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΟΙΚ. ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟ

 
 
ΠΡΟΚΛΗΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΚΑ ΜΕΤΕΩΡΗ Η ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΟΙΚ. ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟ
 
 
 
Εἰσαγωγή
 
 
Τό ὕφος καί τό ἦθος τῆς Πατριαρχικῆς Ἐπιστολῆς
 
 
Μεσούσης τῆς Ἁγίας Τεσσαρακοστῆς, στίς 16.3.2012, ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος ἀπέστειλε ἐπιστολή πρός τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν κ. Ἱερώνυμο, ἡ ὁποία ἀναφέρεται σέ θέματα τῆς Οἰκουμενικῆς Κινήσεως.
Ἡ πατριαρχική ἐπιστολή μᾶς ὑπενθυμίζει ἄλλη παλαιότερη (τοῦ 2009), πα ρομοίου περιεχομένου, με τήν ὁποία ὁ Πατριάρχης κατήγγειλε τήν Ὁμολογία Πίστεως κατά τοῦΟἰκουμενισμοῦ ὡς πρόξενο σχίσματος καί ζητοῦσε τήν ἐπι βολή αὐστηρῶν ποινῶν στούς πρωτεργάτες της. Ὅμως ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ ἄλλως τά οἰκονόμησε καί –δόξα τῷ Θεῷ– ἡ ἐπιστολή αὐτή ἔγινε ἀφορμή, ὥστε γιά πρώτη φορά νά συζητηθεῖ ἀναλυτικά ἐπί διήμερον (15– 16.10.09) στήν Ἱερά Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας ἡ πορεία τοῦ Διμεροῦς Θεολογικοῦ Διαλόγου μέ τούς Ρωμαιοκαθολικούς. Στή συζήτηση στην Ἱεραρχία ἀποκαλύφθηκαν πρακτικές καί στοιχεῖα τῆς Οἰκουμενικῆς Κινήσεως τά ὁποῖα ἐπιμελῶς ἐκρατοῦντο κρυφά ἀπό τούς Ἱεράρχες μας. Ἡ Ἱεραρχία μας ὀρθῶς ἐνεργοῦσα δέν καταδίκασε τήν Ὁμολογία Πίστεως κατά τοῦ Οἰκουμενισμοῦ οὔτε τούς πρωτεργάτες της, ὅπως φορτικά τῆς εἶχε ζητηθῆ ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη. Δέν εἶναι τῆς παρούσης ὁ σχολιασμός ἐκείνης τῆς ἀποφάσεως, πού εἶχε τότε γίνει ἀπό μέλη τῆς Συνάξεώς μας.
Ὅμως διαβάζοντας τήν πρόσφατη ἐπιστολή τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου καί βλέποντας τό ὕφος με τό ὁποῖο εἶναι γραμμένη, δέν μποροῦμε νά μή ἐνθυμηθοῦμε την παρ. 6 τοῦ ἀνακοινωθέντος τῆς Ἱεραρχίας (16.10.2009), μέ τήν ὁποία ἀπευθύνεται στό πλήρωμα τῶν πιστῶν μέ τήν ἄκρως συγκινητική φράση: ἡ Ἱεραρχία παρακαλεῖτους πιστούς νά ἐμπιστεύονται τούς ποιμένες. Εἶναι πρόδηλη  διαφορά ἤθους καί ὕφους τῆς παλαιᾶς συνοδικῆς ἀποφάσεως καί τῆς παρούσης πατριαρχικῆς ἐπιστολῆς: Ἡ Ἱεραρχία ἐκφράζουσα τήν Ἐκκλησία – μάνα ἀπευθύνεται στά παιδιά της. Ὁ ἐπίσκοπος, ὡς πατέρας καί ὄχι ὡς πατριός, ὁμιλεῖ στά παιδιά του. Ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀπευθύνεται μέ ἰδιαίτερο σεβασμό στά πρόσωπα τῶν πιστῶν καί κατανοεῖ τήν εὔλογη ἀνησυχία τοῦ πιστοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ γιά ὅσα τεκταίνονται στά πλαίσια τῆς Οἰκουμενικῆς Κινήσεως. Δυστυχῶς τέτοια ὑγιῆ ἐκκλησιολογικά στοιχεῖα δεν μποροῦμε νά βροῦμε στήν πατριαρχική ἐπιστολή. Ἀντίθετα μέ πολλή λύπη διαπιστώνουμε ἱεροκρατικές ἀντιλήψεις ἐπιβολῆς, φίμωσης και πάταξης τῆς φωνῆς, τῆς ἀγωνίας και τῆς ἀνησυχίας τοῦ Λαοῦ τοῦ Θεοῦ.
Ἄς ἐξετάσουμε ὅμως τά βασικά σημεῖα τῆς πατριαρχικῆς ἐπιστολῆς:
 
 
Α/. Βατικάνεια Ἐκκλησιολογία
 
 
Τό πατριαρχικό ἔγγραφο, δυστυχῶς, ἑδράζεται ἐπί στοιχείων βατικανείου ἐκκλησιολογίας, σύμφωνα μέ τήν ὁποία ἕνας ἐπίσκοπος, ὡς δῆθεν πρῶτος τῆς παγκοσμίου Ἐκκλησίας, μπορεῖ νά ἀπολαμβάνειἀνωτάτη, πλήρη, ἄμεση καί παγκόσμια κανονική ἐξουσία στήν Ἐκκλησία, τήν ὁποία μπορεῖ πάνταἐλεύθερα νά ἀσκεῖ! Διότι, πῶς ἀλλιῶς μπορεῖ νά ἑρμηνευθεῖ ἡ ἔμμεση, ἀλλά σαφής ἀπαίτηση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου νά ἐγκρίνει αὐτός σέ ποιά θεολογικά συνέδρια θά στέλνει ἐκπρόσωπο ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καί θα μποροῦν νά συμμετέχουν οἱ Ἱεράρχες τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος; Πῶς ἀλλιῶς μπορεῖ νά ἑρμηνευθεῖ τόὕφος τῆς πατριαρχικῆς ἐπιστολῆς,  συντάκτης τῆς ὁποίας ἀπευθύνεται ὡσάν σέ ἕνα ὑπό τήν κανονική του δικαιο δοσία ἁπλό κληρικό; Εἶναι ὕφος αὐτό ἐπιστολῆς σέ ὁμότιμο ἀδελφό, συνεπίσκοπο καί μάλιστα Ἀρχιεπίσκοπο Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας; Τό ταπεινό φρόνημα τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν παραβλέπει ἀσφαλῶς τήν πρός τό πρόσωπό του ἀπρεπῆ λεκτική συμπεριφορά, ὅμως τά θέματα κανονικῆς τάξεως στή διοίκηση τῶν Ἐκκλησιῶν ἐπιβάλλουν τόν ἐνδεδειγμένο σεβασμό πρός τόν πρῶτον τῆς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Πῶς ἀλλιῶς νά ἑρμηνευθεῖ  ἀπαίτηση τοῦΟἰκουμενικοῦ Πατριάρχου νά ἀπορρίψει καί καταδικάσει  Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας ὅ,τι αὐτός θεωρεῖ ἄξιο καταδίκης; Λυπούμαστε, ἀλλά προφανῶς διέλαθε τήν προσοχή τοῦ συντάκτου τῆς πατριαρχικῆς ἐπιστολῆς, ὅτι μόνον ὅταν ὑπάρχει ἔκπτωση ἀπό την Ὀρθόδοξη πίστη ἤ σοβαρή παραβίαση τῶν Ἱερῶν Κανόνων, δικαιοῦται ἤ μᾶλλον ὑποχρεοῦ ται ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης νά ἐνεργεῖ ὑπερορίως καί νά ἐπισημαίνει τήν ἐκτροπή. Αὐτή ἡ ὑποχρέωση ὅμως δεν εἶναι ἀποκλειστικό δικαίωμα τοῦ Οἰκουμενικοῦ, ἀλλά ὑποχρέωση – δικαίωμα κάθε Ὀρθοδόξου ἐπισκόπου. Τέτοια ὅμως περίπτωση ἐκτροπῆς ἀπό τήν Ὀρθόδοξη πίστη καί κανονική τάξη, πού νά θεμελιώνει ὑπερόρια δικαιοδοσία, δέν στοιχειοθετεῖται στό πατριαρχικό ἔγγραφο. Συνεπῶς,  πατριαρχικήἐπιστολή ὄχι μόνο παραβιάζει τόν Τόμο Αὐτοκεφαλίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί πάγιες κανονικέςἀρχές πού διέπουν τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἀλλά καί ἐκφράζει ἐκτροπή σέ παπικές ἐκκλησιολογικές θέσεις. Στήν περίπτωσή μας, ἄλλωστε, ὅπως καί σέ πληθώρα ἄλλων στις ἡμέρες μας, οἱ ὅροι ἔχουν δυστυχῶς ἀντιστραφῆ, καθώς ὄχι λαϊκοί ἤ κληρικοί, ἀλλά ὁ ἴδιος ὁ ΟἰκουμενικόςΠατριάρχης καί Ἀρχιερεῖς τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου,και ἄλλων δικαιοδοσιῶν, προβαίνουν μέ ἐνέργειές τους στήν παραβίαση τῶν Ἱερῶν Κανόνων καί συμβάλλουν μέ τους λόγους καί τίς ἐπιλογές τους στην ἀλλοίωση τῆς ὀρθοδόξου πίστεώς
μας. Ἀναγκάζονται, ἔτσι, ὁπιστός λαός καί οἱ ἁπλοί κληρικοί καί μοναχοί να ἐντοπίζουν καί νά ἐπισημαίνουν τις παραβιάσεις αὐτές, ὡς ἐκφραστές τῆς ὀρθοδόξου ἐκκλησιολογικῆς και δογματικῆς συνειδήσεως (βλ. Ἀπόφαση Πατριαρχῶν Ἀνατολῆς, 1848), ὅταν μάλιστα ἀποφεύγουν, νά πράξουν τό ἴδιο, ἐκτός μεμονωμένων ἐξαιρέσεων, αὐτοί τῶν ὁποίων εἶναι πρώτιστο καθῆκον καί ὑποχρέωση, οἱ Ὀρθόδοξοι, δηλαδή, Ἐπίσκοποι, καί τά συνοδικά ὄργανα τῶν τοπικῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, λόγῳ τῆς κακῶς νοουμένης φιλαδελφίας, εὐγενείας, ὑπακοῆς,τοῦ δῆθεν σεβασμοῦ πρός θεσμούς ἤ καί τῆς ἐπικλήσεως εἰδικῶν συνθηκῶν.
 
 
Β/. Μέ τούς ἑτεροδόξους διαλεγόμεθα. Τῶν Ὀρθοδόξων κλείνουμε τό στόμα.
 
 
Στό πατριαρχικό ἔγγραφο ἐκφράζεται  λύπη καί  ἀγωνία τοῦ Πατριαρχείου ἐκ τῶν δηλώσεων,ἐκδηλώσεων καί ἐν γένει κινήσεων ἐντός τῶν κόλπων τῆς Ὑμετέρας Ἐκκλησίας, καθ᾽ ἅς ἐκφράζονται θέσεις καί ἐκτιμήσεις καί ἀπόψεις ἥκιστα συμβιβαζόμεναι πρός το Ὀρθόδοξον ἦθος καί ἔθος. Στή συνέχεια προσδιορίζει ὅτι τό πρόβλημα ἔγκειται στην ἀσκουμένην κριτικήν… εἰς τούς διεξαγομένους μετά τῶνἑτεροδόξων διμερεῖς και πολυμερεῖς Θεολογικούς Διαλόγους καί τάς διαχριστιανικάς συναντήσεις ἐν τῷΠαγκοσμίῳ Συμβουλίῳ Ἐκκλησιῶν, τῷ Συμβουλίῳ Εὐρωπαϊκῶν Ἐκκλησιῶν και ἄλλοις παρεμφερέσι διαχριστιανικοῖς ὀργανισμοῖς.
Διερωτώμαστε ὅμως με ὅλο τό σεβασμό στό θεσμό τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου:
 
 
α) Ἀπό πότε καί βάσει ποιᾶς ἁγιογραφικῆς, πατερικῆς ἤ κανονικῆς διατάξεως ἡ ἀγωνία τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ γιά τήν Ἀλήθεια τῆς πίστεως καί τήν ἐν Ἀληθείᾳ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας καί συνακόλουθα ἡ ἄσκηση εὐπρεποῦς καί τεκμηριωμένης κριτικῆς σέ πράξεις ἤ λόγους ἐκκλησιαστικῶν φορέων ἀποτελεῖ κανονικό ἐκκλησιαστικό ἀδίκημα, καί θά πρέπει νά ἐπιβληθοῦν ποινές στούς δῆθεν παρανομοῦντες; Μήπως ἀπέκτησε καί ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀλάθητο πάπα, κατά τῶν ἀποφάσεων τοῦ ὁποίου δέν χωρεῖ οἱαδήποτε κριτική;
 
 
β) Δέν θά ἔπρεπε νά εἶναι πρόξενος χαρᾶς στούς ποιμένες ἡ ἐναγώνια ἐνασχόληση τῶν πιστῶν μέ θέματα πίστεως; Ἤ μήπως αὐτή εἶναι ἀποδεκτή καί ἐπιτρεπτή μόνον, ὅταν ὁ λαός συμφωνεῖ καί ἐπικροτεῖ τά λεχθέντα καί πραχθέντα τῆς ἡγεσίας; Ὅμως μία τέτοια προσέγγιση δέν εἶναι ἐκκλησιολογικῶς ὑγιής, διότι ὑποδηλώνει ὑποβόσκουσα κληρικαλιστική καί παπίζουσα νοοτροπία! Καυχώμεθα γιά τό συνοδικό πολίτευμα διοικήσεως τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐν συνόλῳ, ἀλλά και τῶν κατά τόπους Ἁγιωτάτων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν. Ἀσφαλῶς στις συνόδους συμμετέχουν ἐπίσκοποι, ἀλλά καθοριστικός εἶναι καί ὁ ρόλος τοῦ πληρώματος (κλήρου καί λαοῦ) μέ τήν ἀποδοχή ἤ ἀπόρριψη τῶν συνόδων. Τά παραδείγματα ἀπό την ἐκκλησιαστική ἱστορία εἶναι πολλά: οἱ σύνοδοι Ἐφέσου (449), Ἱερείας (754) καί Φεράρρας – Φλωρεντίας (1439) ἀπορρίφθηκαν ἀρχικά ἀπό τήν ἐκκλησιαστική συνείδηση τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ (κλήρου – λαοῦ) ὡς ληστρικές, καί μετά ἦλθε ἡ συνοδική ἔκφραση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐτυμηγορίας τοῦ πληρώματος. Πῶς λοιπόν ποινικοποιεῖται, ἐλαφρᾶ τῇ καρδίᾳ,  ἄσκηση κριτικῆς στίς ἀποφάσεις συνόδων  προκαθημένων; Ἄς μή ξεχνοῦμε καί τήν πανορθόδοξη ἀπόφαση τῶν τεσσάρων Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς (1848), πού συμπυκνώνουν τήν ὀρθόδοξη – πατερική ἐκκλησιολο γία γιά τό ρόλο τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ: Παρ᾽ ἡμῖν οὔτε πατριάρχαι οὔτε σύνοδοι ἐδυνήθησαν ποτέ εἰσαγαγεῖν νέα, διότιὁ ὑπερασπιστής τῆς θρησκείας ἐστίν αὐτό τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἤτοι αὐτός  λαός, ὅστις ἐθέλει τό θρήσκευμα αὐτοῦ αἰωνίως ἀμετάβλητον καί ὁμοειδές τῷ τῶν Πατέρων αὐτοῦ.
 
 
γ) Στό πατριαρχικό ἔγγραφο γίνεται μνεία τῆς ἀσκουμένης κριτικῆς στούς διαλόγους. Ποιά λοιπόν ἀπάντηση προτείνει ἡ πρωτόθρονη Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως στήν ἀσκούμενη κριτική; Δυστυχῶς, μόνο φίμωση καί τι μωρία! Λυπούμαστε πού ἀναγκαζόμαστε νά φωνάξουμε μέ ὅλη τή δύναμη τῆς ψυχῆς μας: Ἔτσι συμπεριφέρεται  πατέρας στά παιδιά του; Αὐτό ἐπιβάλλει  ὑπεύθυνη ποιμαντική – ἐπισκοπικήσυνείδηση; Ἔτσι νομίζουν κάποιοι ὅτι καλλιεργοῦν τό σεβασμό τοῦ λαοῦ στήν ἐκκλησιαστική ἡγεσία; Μέ τέτοια νοοτροπία ὁδηγοῦν το λαό τοῦ Θεοῦ πρός διατήρησιν ἀκλονήτου τῆς ἐμπιστοσύνης αὐτοῦἔναντι τῶν ποιμένων αὐτοῦ  ἐπιτυγχάνουν ἀκριβῶς τό ἀντίθετο;
Ὅμως, ἀλίμονο στόν πατέρα πού περιφρονεῖ τήν κραυγή ἀγωνίας τῶν παιδιῶν του. Ὁ ἴδιος κλονίζει στη συνείδησή τους τό πατρικό κῦρος. Καί μή μᾶς διαφεύγει ὅτι ἡ πατρική αὐθεντία δέν ἐπιβάλλεται μέ τή φίμωση τῆς κριτικῆς, ἀλλά ἐμπνέεται ἀκόμα καί στά ἄτακτα παιδιά. Ἄν αὐτό ἰσχύει στή βιολογική πατρότητα, πολλῷ μᾶλλον ἔχει ἐφαρμογή στήν πνευματική. Ὁ λόγος μας εἶναι κραυγή πόνου καί ἀνησυχίας γιά την ἀλλοίωση τοῦ ποιμαντικοῦ φρονήματος, τό ὁποῖο θά ἔπρεπε νά εἶναι ἰδιαίτερα αὐξημένο στό συντάκτη τῆς πατριαρχικῆς ἐπιστολῆς. Δέν ἔχουν ὑποχρέωση οἱ ποιμένες νά ἔρθουν σέ διάλογο μέ τό ποίμνιο, νά φροντίσουν νά γίνουν κατανοητές οἱ ἀποφάσεις τους; Ἄλογο εἶναι τό ποίμνιο, ὥστε νά ἄγεται καί νά φέρεται κατά τίς ἐπιθυμίες τῶν ποιμένων, χωρίς τό ἴδιο νά μπορεῖ νά ἐκφράζει τόν παραμικρό προβληματισμό; Δυστυχῶς, παρατηρεῖται ἀπό πλευρᾶς τῶν Ὀρθοδόξων πού πρωτοστατοῦν στήν Οἰκουμενική Κίνηση νά διασαλπίζουν μέ τον πλέον ἔντονο τρόπο τό διάλογο με ἑτεροδόξους καί ἀλλοθρήσκους ἀκόμα, ἀλλά νά ἀποφεύγουν προκλητικά, νά τρέμουν, κυριολεκτικά, τήν παραμικρή συζήτηση μέ τους ὁμοδόξους ἀδελφούς, τά παιδιά τους καί συνδιακόνους στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ!
Μάλιστα στήν πατριαρχική ἐπιστολή εἶναι ἔκδηλη ἡ ἐντονότατη ἐνόχληση τοῦ συντάκτου ἀπό τη διοργανωθεῖσα ὑπό τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πειραιῶς Ἡμερίδα ἀναφορικά μέ τήν Μεταπατερική Θεολογία (λαϊκή σύναξις χαρακτηρίζεται στήν ἐπιστολή). Εἶναι προφανέστατη ἡ ἐπιτυχία τῆς ἡμερίδος: τάραξε τά θολά νερά τῆς ἀντιπατερικότητας καί τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἐξύπνησε συνειδήσεις, ἐνόχλησε τούς ὑπευθύνους. Δόξα τῷ Θεῷ. Εἶναι πρόδηλο γιατί φοβοῦνται το λαό καί τή σύναξή του: διότι δέν τον θέλουν κατηχημένο καί ἐνη μερωμένο, γιά νά κάνουν ὅ,τι θέλουν χωρίς ἀντίσταση! Δέν πρέπει νά γνωρίζει ὁ λαός! Ἀπαγορεύεται ἡ ὑπεύθυνη ἐνημέρωσή του! Εἶναι στοιχεῖο παρακμῆς ἡ ἐκκλησιαστική ἡγεσία να δαιμονοποιεῖ τή γνώση, τήν παιδεία, τήν ἐνημέρωση τοῦ λαοῦ γιά τά συμβαίνοντα στήν Οἰκουμενική Κίνηση!
 
 
Γ/. Ποιοί παραβαίνουν τίς πανορθόδοξες ἀποφάσεις;
 
 
Ἐγκαλούμεθα ὅτι περιφρονοῦμε πανορθόδοξες ἀποφάσεις. Εἶναι ἡ εὔκολη καραμέλα πού συχνά, ἀλλά ἀναπόδεικτα, πιπιλίζουν οἱ κατήγοροί μας. Εἶναι ἀπαραίτητες στο σημεῖο αὐτό τρεῖς ἐπισημάνσεις:
 
 
α) Οἱ πανορθόδοξες ἀποφάσεις δέν εἶναι ἀποφάσεις Οἰκουμενικῶν Συνόδων, στίς ὁποῖες δέ χωρεῖ κριτική. Γι᾽ αὐτό καί συχνά, ὄχι μόνο ἀσκεῖται σέ αὐτές κριτική, ἀλλά ἀκόμα καί δέν ἐφαρμόζονται ἀπό τίς τοπικές Ἐκκλησίες, χωρίς νά ἐπισύρεται ἐναντίον τῶν Ἐκκλησιῶν αὐτῶν ὁποιαδήποτε κύρωση.
 
 
β) Σύμφωνα μέ ὅλες τίς πανορθόδοξες ἀποφάσεις ἡ συμμετοχή τῆς Ὀρθοδοξίας στήν Οἰκουμενική Κίνηση δέν εἶναι ἀπροϋπόθετη τίθενται ὁρισμένες προϋποθέσεις, τις ὁποῖες ὑποχρεοῦνται ὅλοι νά σέβονται καί νά τηροῦν. Ἐν ἐναντίᾳ περιπτώσει, ἡ παραμονή τῶν Ὀρθοδόξων σέ Οἰκουμενιστικά fora γίνεται κατά παράβαση αὐτῶν τῶν πανορθοδόξων ἀποφάσεων. Ἐπειδή, δυστυχῶς, δέν τηροῦνται οἱ πανοροδόξως τεθεῖσες προϋποθέσεις, ὑπάρχουν τοπικές Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες πού ἔχουν ἀποχωρήσει ἐξ ὁλοκλήρου ἀπό τήν Οἰκουμενική Κίνηση προσωρινά ἤ μόνιμα ἤ ἀπό ὁρισμένες μόνο πτυχές της: π.χ. ὁριστικά ἔχουν ἀποχωρήσει ἀπό τό ΠΣΕ τό Πατριαρχεῖο Γεωργίας, τό Πατριαρχεῖο Βουλγαρίας, καί γιά μεγάλο χρονικό διάστημα παλαιότερα το Πατριαρχεῖο Ἱεροσολύμων στή δεκαετία τοῦ 1990 προσωρινά ἀποχώρησαν ἀπό τό διμερῆ Θεολογικό Διάλογο μέ τούς Παπικούς οἱ περισσότερες Αὐτοκέφαλες Ὀρθόδοξες Ἑκκλησίες καί τά Πατριαρχεῖα (Πατριαρχεῖο Ἱεροσολύμων, Πατριαρχεῖο Ρωσίας, Πατριαρχεῖο Σερβίας, Πατριαρχεῖο Βουλγαρίας, Πατριαρχεῖο Γεωργίας, Ἐκκλησία Ἑλλάδος, Τσεχίας καί Σλοβακίας). Σύμφωνα μέ τή συνεπῆ ἐφαρμογή τῆς πατριαρχικῆς ἐπιστολῆς θά ἔπρεπε οἱ προκαθήμενοι καί οἱ σύνοδοι τῶν ἀνωτέρω τοπικῶν Ἐκκλησιῶν νά τιμωρηθοῦν γιά ἀθέτηση, περιφρόνηση καί ἀπείθεια στίς πανορθόδοξες ἀποφάσεις, πού προβλέπουν τή συμμετοχή ὅλων στήν Οἰκουμενική Κίνηση. Ἐγκαλούμεθα ἐμεῖς πού σε τελική ἀνάλυση ἁπλή κριτική κάνουμε στά συμβαίνοντα στόν οἰκουμενιστικό χῶρο, ἐνῶ οἱ ἀνωτέρω Ἐκκλησίες προέβησαν σέ σημαντικές ἐνέργειες καί ἀρνήθηκαν τή συμμετοχή τους παραβαίνοντας Πανορθόδοξες ἀποφάσεις. Ὅμως γι᾽ αὐτούς δέν τολμᾶ νά πεῖ λέξη ἡ Πατριαρχική ἐπιστολή.
 
 
γ) Ἄν μελετήσουμε προσεκτικά τίς πανορθόδοξες ἀποφάσεις, θα δοῦμε ὅτι δέν τίς περιφρονοῦν ὅσοι ἀσκοῦν κριτική γιά τά οἰκουμενιστικά λεχθέντα καί πραχθέντα ἐνίων Ὀρθοδόξων, ἀλλά οἱ ἴδιοι οἱ πρωτοστατοῦντες Ὀρθόδοξοι στήν Οἰκουμενική Κίνηση, οἱ τά πρῶτα φέροντες τῶν διαλόγων. Ναί! οἱ Οἰκου μενιστές περιφρονοῦν καί ἀσχημονοῦν ἐπί τῶν πανορθοδόξων ἀποφάσεων:
Οἱ πανορθόδοξες ἀποφάσεις ἔχουν καταδικάσει ἀπερίφραστα την Οὐνία. Συνάδει μέ τίς ἀποφάσεις αὐτές, ἡ ὑπογραφή ἀπό ἐκπροσώπους τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου τῆς ἐπαίσχυντης συμφωνίας Balamand (1993), μέ τήν ὁποία γιά πρώτη φορά στήν ἱστορία ἀναγνωρίσθηκε ἡ Οὐνία;
Δείχνει σεβασμό στίς Πανορθόδοξες ἀποφάσεις πού ἔχουν καταδικάσει τήν Οὐνία  προσφορά τοῦΟἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου ἑνός Ἁγίου Ποτηρίου ὡς δώρου, μέ βαθύτατο συμβολισμό,στόν νεοεκλεγέντα Οὐνίτη Ἐπίσκοπο Ἀθηνῶν;
Δείχνει σεβασμό στίς πανορθόδοξες ἀποφάσεις πού ἔχουν καταδικάσει ρητῶς τήν Οὐνία, ὁθεωρούμενος πολύς τῆς Ὀρθοδόξου Θεολογίας Μύστης (!) Μητροπολίτης Περγάμου Ἰωάννης νά δηλώνει,ὅτι τό ζήτημα τῆς Οὐνίας δέν ἀποτελεῖ Ἐκκλησιολογίαν, ἀλλά πρακτικόν ἐρώτημα, τό ὁποῖον ὀφείλει νάἀντιμετωπίσει κάθε Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καθ᾽ ἑαυτήν, σύμφωνα μέ ἐπιστολή τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Αὐστραλίας κ. Στυλιανοῦ σέ μέλος τῆς Συνάξεώς μας;
Σύμφωνα μέ τήν ἀπό 31.1.1952 ἐγκύκλιο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου –πού ἐξέφραζε τήν πανορθόδοξη ὁμοφωνία μέσα στους αἰῶνες– ἀπαγορεύονται ἀπερίφραστα οἱ συμπροσευχές ὡς ἀντικείμεναι πρός τούςἱερούς κανόνας και ἀμβλύνουσαι τήν ὁμολογιακήν εὐθιξίαν τῶν Ὀρθοδόξων. Δυστυχῶς ὅμως αὐτοί πού δέν σέβονται την πανορθόδοξη παράδοση εἶναι οἱ ἐκπρόσωποι τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου· καί ἔχουν τήν ἄνεση, ἐλαφρᾷ τῇ καρδίᾳ, νά καταγγέλουν ἐμᾶς ὡς παραβάτες! Νά ὑπενθυμίσουμε με συνοχή καρδίας:
 
 
α) Ἐγκρίνεται τό 2002 ὁ κανονισμός γιά τήν ὁμολογιακήδιομολογιακή κοινή προσευχή στίς συναντήσεις τοῦ ΠΣΕ ἀπό τους ἐκπροσώπους τοῦ Πατριαρχείου!
 
 
β)Ὑμνεῖ ἡ Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως τον ἐμμένοντα ἐν τῇ αἱρέσει πάπα ὡς σεπτό Ποιμένα καί Πρόεδρο καί μάλιστα ἐντός τοῦ πατριαρχικοῦ Ναοῦ καί παρουσίᾳ τοῦ Ὀρθοδόξου Πατριάρχου!
 
 
γ) Ὑμνεῖται ἀπό τήν πρωτόθρονη Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἡ αἵρεση τοῦ Παπισμοῦ ὡς Ἐκκλησία σεπτή, Καθέδρα τοῦ Πέτρου καί μάλιστα ἐντός τοῦ πατριαρχικοῦ Ναοῦ καί παρουσίᾳ τοῦ Πατριάρχου!
 
 
δ) Ὁ ἐμμένων ἐν τῇ αἱρέσει Πάπας, ἐνδεδυμένος ἄμφια, συμμετέχει ἐνεργῶς στή Θ. Εὐχαριστία στον Πατριαρχικό Ναό (30.11.2006) δίδοντας καί λαμβάνον τας λειτουργικό ἀσπασμό μέ τόν (...συλλειτουργό του;) Πατριάρχη καί ἐκφωνώντας ἐκ μέρους τοῦ Ὀρθοδόξου πληρώματος τήν Κυριακή Προσευχή!
 
 
ε) Οἱ Παπικός καί Ἀρμένιος κληρικοί, ἐνδεδυμένοι ἄμφια, διαβάζουν τό Εὐαγγέλιο στον Ἑσπερινό τῆς Ἀγάπης στόν Πατριαρχικό Ναό (2011, 2012) καί εἰσέρχονται στο Ἱερό Βῆμα ἀπό τῆς Ὡραίας Πύλης, ὡσάν κανονικοί ὀρθόδοξοι κληρικοί!
 
 
στ)  Μητροπολίτης Γερμανίας κ. Αὐγουστῖνος συμμετεῖχε στήν Trier τῆς Γερμανίας σέ ἐκδήλωσηἀφιερωμένη στήν ἀνάμνηση τοῦ Βαπτίσματος κατά τήν Ἡμέρα τῆς Οἰκουμένης (5 Μαΐου 2012)! Συμπροσευχήθηκε ἀκόμα καί μέ ἱέρειες καί ἐπισκοπίνες καί δέχθηκε νά ραντισθεῖ στό μέτωπο ἀπό παπικόἘπίσκοπο σέ ἀνάμνηση τοῦ Βαπτίσματος! Ἐξίσου τραγική γιά Ὀρθόδοξο Ἐπίσκοπο ἦταν καί ἡστιγμή στην ὁποία  Μητροπολίτης Γερμανίας, ὡς ἄλλος παπικός κληρικός,ραντίζει στό μέτωπο λαϊκούς παπικούς και προτεστάντες σέ ἀνάμνηση τοῦ Βαπτίσματος! Θά μποροῦσε ἄραγε,  Ρώμη, νάἐξασφαλίσει καλύτερη ἐκκλησιαστική νομιμοποίηση τοῦ διά ραντισμοῦ παπικοῦ βαπτίσματος ἀπόἐπιφανῆ Ὀρθόδοξο Ἐπίσκοπο, ἐκπρόσωπο τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως; Στήν ἴδια τελετή ὁἴδιος Μητροπολίτης φωτογραφήθηκε νά περιμένει στή σειρά πίσω ἀπό μία ἱέρεια  ἐπισκοπίνα,  ὁποίαἁγιάζει (!) τόν παπικό ἐπίσκοπο στο μέτωπό του! Πραγματικά miserabile visu!
 
 
ζ) Παπικοί ἐπίσκοποι συμμετεῖχαν σέ Ναούς τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου στή λιτάνευση τῶν Εἰκόνων κατά τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας! Ὤ τῆς συγχύσεως καί παραφροσύνης!
 
 
η) Ὁ Μητροπολίτης Προύσης και Σχολάρχης τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Χάλκης κ. Ἐλπιδοφόρος διδάσκει σε φοιτητές ὅτι ἐπιτρέπονται οἱ συμπροσευχές μέ τούς ἑτεροδόξους καί δέ συνιστοῦν πλέον κανονικό παράπτωμα, κατά παρά βαση τῶν Ἱερῶν Κανόνων, τῆς ἀπό 31.1.1952 Πατριαρχικῆς ἐγκυκλίου καί τῆς ἀπό 3.7.1999 Ἐπιστολῆς τοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου στήν Ἱερά Κοινότητα τοῦ Ἁγίου Ὄρους1.
 
 
Περιφρόνηση
Τά ἀνωτέρω δέν ἀποτελοῦν πρα γματική περιφρόνηση στίς πανορθόδοξες ἀποφάσεις; Πότε ὁ Οἰκουμενικός Θρόνος ἐγκάλεσε τούς ἀνωτέρω γιά παραβίασή τους; Συνάδει μέ τίς πανορθόδοξες ἀποφάσεις, πού ἐπιμένουν στή μαρτυρία τῆς Ὀρθόδοξης αὐτοσυνειδησίας στόν Οἰκουμενικό χῶρο, το προκλητικό κείμενο πού ὑπέγραψαν οἱ ἐκπρόσωποιτοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου στήν Θ´ Γεν. Συνέλευση τοῦ ΠΣΕ στό Porto Alegre (Φεβρουάριος 2006), σύμφωνα μέ το ὁποῖο κάθε ἐκκλησία (σημ. ἀπό τις 340 προτεσταντικές ὁμάδες τοῦ ΠΣΕ) εἶναιἘκκλη σία καθολική και ὄχι ἁπλά ἕνα μέρος της. Κάθε ἐκκλησία εἶναι Ἐκκλησία καθολι κή, ἀλλά ὄχι στήνὁλότητά της. Κάθε ἐκκλησία ἐκπληρώνει τήν καθολικότητά της, ὅταν εἶναι σέ κοινωνία με τίς ἄλλεςἐκκλησίες (δηλ. τίς προτεσταντικές ὁμάδες!)! Ἐπίσης στο ἴδιο κείμενο ἀναγνωρίστηκε ἐκκλησιαστική ὑπόσταση σέ ὅλες τίς προτεσταντικές αἱρετικές ἐκκλησίες τοῦ Π.Σ.Ε. καί ἔγινε ἀποδεκτό ὅτι ἡ πληθώρα τῶν κακοδοξιῶν καί τῶν πλανῶν τους, εἶναι διαφορετικοί τρόποι διατύπωσης τῆς ἴδιας Πίστης καί ποικιλία Χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος! Ἐπί τέλους εἶναι δυνατόν νά ὑπάρχει πανορθόδοξη ἔγκριση γιά τίς βλασφημίες αὐτές; Αὐτές οἱ λίγες περιπτώσεις γιά να δοῦμε ποιός πραγματικά περιφρονεῖ καί παραβιάζει τίςπανορθόδοξες ἀποφάσεις! Ὡς μέλη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἔχουμε τήν ἀπαίτηση ἀπό τούς ποιμένες μας νά σέβονται καί νά τηροῦν ὅλες τίς πανορθόδοξες ἀποφάσεις. Ὅλες τις ἀποφάσεις καί ὄχι μόνο ὅσες θέλουν κάποιοι. Διότι ποτέ καί καμία Πανορθόδοξη Σύνοδος δέν ἀλλοίωσε τήν Ὀρθόδοξη ἐκκλησιολογία, δέν κατήργησε Ἱερούς Κανόνες Οἰκουμενικῶν Συνόδων, οὔτε και ἔδωσε σέ κανένα τό δικαίωμα περιφρονήσεως καί ἀθετήσεως τῆς ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως καί τάξεως, ὅπως συμβαίνει συχνά στονοἰκουμενικό χῶρο. Ἄν ποτέ συνέβαινε αὐτό, τότε, ἡ ὁποιαδήποτε – ἀκόμη καί Πανορθόδοξη– Σύνοδος θά αὐτοαναιρεῖτο καί θά μετατρεπόταν σέσυνέδριο ἀνόμων και συναγωγή πονηρευομένων. Ἄλλωστε ἡ οἰκουμενικότης ἤ ἡ ληστρικότης μιᾶς συνόδου δέν προσδιορίζεται ἀπό τόν ἀριθμό καί την ἐκπροσώπηση τῶν συμμετεχόντων, ἀλλά πρωτίστως ἀπό τίς ἀποφάσεις της.
 
 
Δ/. Διάλογος μέσα στά Ὀρθόδοξα ἐκκλησιολογικά καί κανονικά 
πλαίσια.
 
 
Μία ἄλλη μομφή πού εὐκαίρως ἀκαίρως ἐξαπολύεται ἐναντίον μας εἶναι ὅτι ἀρνούμαστε κάθε διάλογο μέ τούς ἑτεροδόξους. Οὐδέν ψευδέστερον αὐτοῦ. Καθαρή κατασυκοφάντηση τοῦ λόγου μας. Ἀποδεχόμαστε τό διάλογο, ὅπως ὁ Κύριος καί οἱ Ἀπόστολοι καί οἱ Πατέρες· ταυτόχρονα ὅμως τόν ἀρνούμαστε, ὅπως ὁ Κύριος ἀρνήθηκε ὁποιαδήποτε συζήτηση μέ τόν Πιλάτο, τον Ἄννα καί τόν Καϊάφα. Συμφωνοῦμε καί ἐπικροτοῦμε τήν ἀπόφαση τῆς ἱεραρχίας μας (16.10.2009) σύμφωνα μέ τήν ὁποία  Διάλογος πρέπει να συνεχισθεῖ, μέσα ὅμως στά Ὀρθόδοξαἐκκλησιολογικά καί κανονικά πλαίσια≫. Ἡ ἐπισήμανση ≪μέσα ὅμως στά Ὀρθόδοξα ἐκκλησιολογικά και κανονικά πλαίσια≫ ἐκρίθη ἀπαραίτητη, διότι, προφανῶς, κατά την Ἱεραρχία μας, δέν συνέβαινε αὐτό. Ἡ εὐγένεια καί ἡ λεπτότητα στή διατύπωση τοῦ ἀνακοινωθέντος τῆς Ἱεραρχίας θά ἔπρεπε νά ἐμβάλει σε σκέψεις τούς οἰκουμενιστές γιά την μέχρι τώρα πορεία τους, ἄν θέλουν νά σέβονται τίς συνοδικές ἀπόψεις καί ἀποφάσεις. Συνεπῶς, δέν εἴμαστε μόνοι ἐμεῖς οἱ ὁποῖοι ἐπισημαίνουμε τήν ἐκτροπή ἀπό τά ≪Ὀρθόδοξα ἐκκλησιολογικά καί κανονικά πλαίσια≫. Καί δέν εἶναι μόνο ἡ Ἱεραρχία μας. Ἀκόμα καί Ἱεράρχες τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου διατυπώνουν τήν βαθιά ἀνησυχία τους γιά τήν ἐκτροπή τοῦ Διαλόγου. Παραπέμπουμε μόνο σέ ἐπιφανῆ ἐξ αὐτῶν, λόγῳ τῆς θεολογικῆς καταρτίσεως καί τῆς 20ετοῦς συμμετοχῆς του στή θέση τοῦ συμπροέδρου στο Διμερῆ Θεολογικό Διάλογο μέ τους Ρωμαιοκαθολικούς, τόν Ἀρχιεπίσκοπο Αὐστραλίας κ. Στυλιανό, ὁ ὁποῖος ἔχει καταγγείλει τήν ἔκπτωση τοῦ Διαλόγου μέ τούς Παπικούς σε ≪ἀνόσιο παίγνιο≫, ἐνῶ σέ ἐπιστολή του σέ μέλος τῆς Συνάξεώς μας μεταξύ ἄλλων ὁμιλεῖ περί ≪ἐκτρόπων περί τήν δογματικήν ἀκρίβειαν τῆς Ὀρθοδόξου συμπεριφορᾶς≫, πού ἔχουν συντελεσθῆ στό διάλογο και δηλώνει ὅτι ὅπως ἔχει ἐξελιχθῆ ὁ διμερής θεολογικός διάλογος ≪σήμερον, ἀτυχῶς, οὐδόλως διαφέρομεν τῶν Οὐνιτῶν≫! Ὅταν λοιπόν, ἀκόμα καί τά μέχρι πρότινος πλέον προβεβλημένα στελέχη τοῦ Διαλόγου και τῆς Οἰκουμενικῆς Κινήσεως, πού διακονοῦν σέ ὑπεύθυνες θέσεις στο Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, ὁμιλοῦν γιά ≪ἐκτροπές στή δογματική διδασκαλία≫ καί γιά ἀνίερο παιχνίδι, πῶς εἶναι δυνατόν ὁ Πατριάρχης να ἐγκαλεῖ ἐμᾶς ὅτι ἀσκοῦμε κριτική στά συμβαίνοντα στούς διαλόγους καί ἐνημερώνουμε τό λαό τοῦ Θεοῦ;
 
 
Ε/. Τόν θεσμό τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ὑπονομεύουν οἱ Οἰκουμενισταί.
 
 
Στήν πατριαρχική ἐπιστολή διατυπώνεται ἡ μομφή ἐναντίον μας ὅτι στρεφόμεθα ≪κατά αὐτοῦ τοῦ πανιέρου θεσμοῦ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου≫. Μεγάλο λάθος και συκοφαντία!
 
 
α) Σεβόμεθα τό θεσμό τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, διότι πρά γματι, ὅπως ἀναφέρεται στήν πατριαρχική ἐπιστολή ≪ἡ Κωνσταντινουπολῖτις Ἐκκλησία, ἐγαλούχησεν εἰς τά νάματα τῆς ἀμωμήτου ἡμῶν Ὀρθοδόξου πίστεως, εἰς ἥν ἐτήρησε τοῦτον ἐν καιροῖς δισέκτοις και χαλεποῖς διά τό ἡμέτερον εὐσεβές Γένος, ὀρθοτομοῦσα τόν λόγον τῆς ἀληθείας≫. Καί πιό κάτω ≪διά τοῦ παραδείγματος καί τῆς θυσιαστικῆς μαρτυρίας καί τῶν ἀνά τούς αἰῶνας ἀγώνων αὐτοῦ ὑπάρξαν τος... κήρυκος, προασπιστοῦ καί φύλακος τῆς Ὀρθοδόξου ἡμῶν πίστεως καί μαρτυρίας καί τῆς κανονικῆς τάξεως ἐν τῇ Ἁγιωτάτῃ ἡμῶν Ἐκκλησίᾳ≫. Πραγματικά αὐτός ἦταν ὁ οἰκουμενικός θρόνος μέχρι τῶν ἀρχῶν τοῦ 20οῦ αἰ. Μᾶς γαλούχησε μέ τά νάματα τῆς Ὀρθοδόξου Θεολογίας. Καί μόνο ἡ περίφημη Ἐγκύκλιος τοῦ 1848 συνταχθεῖσα ὑπό τοῦ Κωνσταντινουπόλεως Ἀνθίμου Στ´, ἐπικυρωθεῖσα ὑπό τῶν Συνόδων τῶν τεσσάρων Πατριαρχείων τῆς Ἀνατολῆς καί ὑπογραφεῖσα καί ἐκδοθεῖσα ὑπό τῶν τεσσάρων Πατριαρχῶν (πραγματικά πανορθόδο ξη ἀπόφαση), ἐπιβεβαιώνει τόν ἰσχυρισμό μας γιά τόν Οἰκουμενικό Θρόνο. Ὅμως μέ συνοχή καρδίας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ὁμολογοῦμε ὅτι παρά τήν καλή μας διάθεση δέν μποροῦμε νά
διακρίνουμε τά ἴδια στοιχεῖα καί σήμερα. Διότι ποιά σχέση μπορεῖ να ἔχει ἡ πανορθόδοξη Ἐγκύκλιος τῶν Πατριαρχῶν τοῦ 1848 μέ τίς πατριαρχικές ἐγκυκλίους τοῦ 1904, 1920, κ.ἄ. ἤ μέ τά ὅσα ἔλαβαν χώρα κατά τήν Θρονική Ἑορτή τοῦ 2006 στόν Πατριαρχικό Ναό τῆς Κωνσταντινουπόλεως;
 
 
β) Γιά νά καταστεῖ σαφέστερο το ἀβάσιμο τῆς μομφῆς ὅτι στρεφόμεθα ≪κατά αὐτοῦ τοῦ πανιέρου θεσμοῦ τοῦΟἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου≫, ἀναγκαζόμαστε νά ὑπενθυμίσουμε ὅτι οἱ ἐκ τῶν πρωτεργατῶν τῆς Συνάξεώς μας Ὁμότιμοι Καθηγηταί πολλάκις πάλαι τε καί νῦν ἔχουν προσφέρει στήν ὑπηρεσία τοῦ Θρόνου τήν ἐπιστημονική και ἀκαδημαϊκή τους διακονία. Πόσα πατριαρχικά καί συνοδικά ἔγγραφα δέν συνέταξαν ἤ πόσες χιλιάδες σελίδες δέν ἔγραψαν τά ἀνωτέρω μέλη τῆς Συνάξεώς μας διακονώντας καί στηρίζοντας καί προβάλλοντας τήν προσφορά τοῦ Θρόνου στην Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί τό Γένος; Σέ πόσα ἐπιστημονικά, διορθόδοξα καί διαχριστιανικά συνέδρια και συναντήσεις δέν ὑποστηρίχθηκαν οἱ ἀπόψεις καί ἐκπροσωπήθηκε ἐπαξίως –μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ– ὁ Οἰκουμενικός Θρόνος ἀπό τά ἀκαδημαϊκά μέλη τῆς Συνάξεώς μας; Τόσο εὔκολα λησμονοῦνται καί διαγράφονται ὅλα αὐτά; Καί σήμερα ἀκόμα, παρά τή θλίψη πού μᾶς προκαλοῦν λόγοι καί πράξεις παραγόντων τοῦ Θρόνου εἴμαστε καί παραμένουμε ἐργάτες του. Ὅμως θα πρέπει νά καταστεῖ ἀπολύτως σαφές ὅτι πάνω ἀπό πρόσωπα καί θεσμούς βρίσκεται ἡ Ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου καί ἡ Ἐκκλησία. Οἱ θεσμοί και τά πρόσωπα λαμβάνουν ἀξία μόνον, ὅταν συνεχῶς καί ἀδιαλείπτως διακονοῦν τήν Ἀλήθεια τῆς πίστεως και τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ὑπάρχει κάποιος πού μπορεῖ νά διαφωνήσει μέ τόν πρῶτο μετά τήν ἅλωση Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως και ἐθνάρχη Γεννάδιο Β´ Σχολάριο, ὅτι χωρίς τήν συνέχιση καί ὑπεράσπιση τῆς Ὀρθοδοξίας ≪οὔτε ἔσται  Ἐκκλησία Κωνσταντινουπόλεως ἐν λόγῳ τοῖς Ὀρθοδόξοις≫, ἤ μέ την γνωστή ἐπιστολή τοῦ ἀειμνήστου π. Ἐπιφανίου πρός τόν Πατριάρχη Ἀθηναγόρα;
 
 
γ) Τότε, ποιός ὑπονομεύει τον ≪πανίερο θεσμό τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου≫; Ἡ ἐκκλησιαστική ἱστορία εἶναι σαφής: Τό θεσμό ὑπονομεύουν ὅσοι τόν χρησιμοποιοῦν, γιά νά στηρίξουν τόν Οἰκουμενισμό. Αὐτό δέν συνέβη μετά τή σύνοδο Φεράρρας – Φλωρεντίας; Ἡ Μόσχα βρῆκε τότε τήν εὐκαιρία νά παρουσιασθεῖ ὡς Γ´ Ρώμη, ἐπειδή ἡ Κωνσταντινούπολη πρόδωσε τήν Ὀρθοδοξία συμπράττοντας μέ τούς Λατίνους. Δέν ὑπονόμευσαν τό θεσμό τοῦ θρόνου οἱ Οἰκουμενιστές τῆς ἐποχῆς τους, πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως Βέκκος καί Καλέκας; Μήπως πρέπει καί αὐτούς νά τους τιμοῦμε, σεβόμενοι τόν ≪πανίερο Θεσμό τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου≫; Μήπως δέν σεβάσθηκαν ≪τόν πανίερο Θεσμό τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου≫ ἡ Β´ καί Γ´ Οἰκουμενικές Σύνοδοι πού κατεδίκασαν τούς Κωνσταντινουπόλεως Μακεδόνιο καί Νεστόριο ἤ ἡ Στ´ Οἰκουμενική Σύνοδος, καταδικάσασα τέσσερις Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως (Σέργιο, Πύρρο, Παῦλο Β´ καί Πέτρο); Κατά τήν παράδοση τῶν Ἁγίων μας, πάνω καί πέρα ἀπό θεσμούς καί πρόσωπα ὑπάρχει ἡ Ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας. Γι᾽ αὐτό ἡ παράδοσή μας γνωρίζει νά διακρίνει τούς φορεῖς ἀπό τούς ἀχθοφόρους τῶν Θεσμῶν, καί τούς μέν πρώτους ὑπερβαλλόντως τιμᾶ, τούς δέ δευτέρους παραδίδει στήν ἀρά τῆς ἱστορίας, παρά τήν πρόσκαιρη δόξα πού ἀπολαμβάνουν. Ἐμεῖς δεόμεθα εἰλικρινῶς τοῦ Κυρίου νά φωτίζει και νά χαριτώνει τούς τά πρῶτα φέροντες τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου και ὁλοκλήρου τῆς Ἐκκλησίας μας, ὥστε νά τούς καθιστᾶ ≪καί τρόπων μετόχους καί θρόνων διαδόχους τῶν Ἀποστόλων≫, γιά νά ποιμαίνουν τό λογικό ποίμνιο καί νά μᾶς ὁδηγοῦν στήν ὁδό τῆς Ἀληθείας. Ἔτσι θά ἐξαλειφθοῦν καί ἀπό τίς καρδιές μας οἱ σκιές καί ἡ πίκρα πού ἔχουν συσσωρευθῆ.
 
 
ΣΤ/. Δικαιολογοῦνται τά ἀναθέματα πού ἐξεφώνησε  Μητροπολίτης Πειραιῶς;
 
 
Στήν ἐπιστολή του ὁ Πατριάρχης σημειώνει ὅτι οἱ καταδικαστέες ≪κινήσεις καί ἐκδηλώσεις… ἔλαβον προσφάτωςἀπαραδέκτους διαστάσεις≫ καί ἀναφέρεται στήν ἐκφώνηση ὑπό τοῦ Μητροπολίτου Πειραιῶς≪”ἀναθεματισμῶν” κατά ἑτεροδόξων καί ἀλλοθρήσκων, ὡς καί πάντων τῶν μετεχόντων εἰς τήν λεγομένην Οἰκουμενικήν Κίνησιν≫. Κρίνουμε σκόπιμο νά ἐπισημάνουμε:
 
 
α) Δέν διευκρινίζεται στήν πατριαρχική ἐπιστολή ποῦ ἔγκειται το ≪ἀπαράδεκτο≫ ≪τῆς ἐκφωνήσεως…“ἀναθεματισμῶν”≫. Στό ὅτι ἐκφωνήθηκαν οἱ ἀναθεματισμοί ἤ ὡς προς τό περιεχόμενό τους; Μά ἡ ἀνάγνωση τῶν ἀναθεματισμῶν δέν προβλέπεται στό πρός χρῆσιν λειτουργικό βιβλίο τοῦ Τριωδίου; Τό ὅτι δέν ἀναγινώσκονται στούς περισσότερους
Ναούς δέν σημαίνει ὅτι εἶναι λάθος ἡ ἐκφώνησή τους ἤ ὅτι δημιουργεῖται κίνδυνος πρόκλησης σχίσματος ἀπό τήν ἀνάγνωσή τους!
 
 
β) Πρός ἀποκατάσταση τῆς ἀληθείας καί γιά νά μή δημιουργοῦνται λανθασμένες ἐντυπώσεις σημειώνουμε ὅτι, ὅπως προκύπτει ἀπό τη μαγνητοσκόπηση, πού ἔχει ἀναρτηθῆ στό Διαδίκτυο, ὁ Μητροπολίτης Πειραιῶς δέν ἐκφώνησε ἀναθεματισμό ≪κατά πάντων τῶν μετεχόντων εἰς τήν λεγομένην Οἰκουμενικήν Κίνησιν≫, ὅπως ἐσφαλμένως ἀναφέρεται στήν πατριαρχική ἐπιστολή, ἀλλά μόνο ἐναντίον ὅσων κηρύττουν καί διδάσκουν τόν συγκρητιστικό Οἰκουμενισμό: ≪Τοῖς κηρύσσουσι καί διδάσκουσι τήν παναίρεσιν τοῦ διαχριστιανικοῦ καί διαθρησκειακοῦ συγκρητιστικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἀνάθεμα≫. Νομίζουμε ὅτι εἶναι πρόδηλος ἡ διαφορά τῶν δύο φράσεων· ἀπορία μᾶς προκαλεῖ πῶς αὐτό διέλαθε τήν προσοχή τοῦ συντάκτου τῆς πατριαρχικῆς ἐπιστολῆς. Ἐπί πλέον δέ, μήπως ὑπάρχει ἔστω καί ἕνας συνειδητός Ὀρθόδοξος πού νά μή καταδικάζει τόν ≪διαχριστιανικό καί διαθρησκειακό συγκρητιστικό Οἰκουμενισμό≫; Γιατί λοιπόν τόση ταραχή ἀπό τήν ρητή καταδίκη του ἐν Ἐκκλησίᾳ; Πόθεν προκύπτει ὁ κίνδυνος σχίσματος ἤ ἀταξίας ἐν τῇ Ὀρθοδοξίᾳ, πού ἀναφέρεται στήν πατριαρχική ἐπιστολή; Μήπως σκιαμαχοῦμε;
 
 
γ) Στά ἀναγνωσθέντα ὑπό τοῦ Μητροπολίτου Πειραιῶς ἀναθέματα προστέθηκαν καί ἀναφορές στον πάπα, στούς πρωτεργάτες τῆς Διαμαρτυρήσεως, στούς Μονοφυσίτες, στούς ὀπαδούς τῆς ≪Ἑταιρείας Σκοπιά≫, καί στούς Σιωνιστές καί Ἰσλαμιστές, πού δέν ἀναφέρονται στό ἐν χρήσει Τριώδιο. Τέθηκε τό ἐρώτημα: μά ὅλοι αὐτοί ἐκ τῶν πραγμάτων εἶναι ἐκτός Ἐκκλησίας· τί νόημα λοιπόν ἔχει ἡ ἐκφώνηση ≪ἀναθέματος≫ ἐναντίον τους; Θά πρέπει νά κατανοήσου με ὅτι ἡ σκοπιμότητα ἐκφωνήσεως τῶν ἀναθεμάτων στήν ἐκκλησιαστική μας παράδοση ἔχει πρώτιστα ποιμαντική διάσταση. Ἡ ἐκκλησία μέ τά ≪ἀναθέματα≫ τῶν Οἰκουμενικῶν καί Τοπικῶν Συνόδων κεντᾶ τήν εὐαισθησία τῶν πλανεμένων ἀδελφῶν καί κρούει τόν κώδωνα τοῦ κινδύνου στά μέλη της ἐπισημαίνοντας τήν ἀλλοίωση και διαστροφή τῆς Ἀληθείας. Γι᾽ αὐτό ἀκόμα καί στήν Ζ´ Οἰκουμενική Σύνοδο ἐπαναλαμβάνονται οἱ καταδίκες τῶν αἱρετικῶν Ἀρείου, Μακεδονίου, Νεστορίου, Διοσκόρου, Εὐτυχοῦς, κ.ἄ. αἱρεσιαρχῶν καί τῶν ὀπαδῶν τους, πού ἦσαν ἤδη ἀπό αἰῶνες ἐκτός Ἐκκλησίας. Τότε, γιατί ἡ Ἐκκλησία ἐπαναλαμβάνει τούς ἀναθεματισμούς; Διότι πάντα ὑπάρχει ὁ κίνδυνος οἱ αἱρετικές ἀπόψεις τους νά διαχυθοῦν στό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καί νά δηλητηριάσουν τά μέλη Του. Ἡ Ἐκκλησία ἐκφωνώντας τά ἀναθέματα φωνάζει στεντορείᾳ τῇ φωνῇ: ≪Λαέ τοῦ Θεοῦ πρόσεχε· ὑπάρχει κίνδυνος γιά τή σωτηρία· ὑπάρχει ἀλλοίωση τῆς Ἀλήθειας τοῦ Εὐαγγελίου· δέν μπορεῖς νά εἶσαι μέλος τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας καί ταυτόχρονα νάπιστεύεις πλάνες καί ἀνακρίβειες· δέν εἶναι ἡ Ἀλήθεια ἴδια μέ τήν πλάνη καί τήν αἵρεση≫.
 
 
δ) Ἰδιαίτερη ἀναφορά πρέπει να γίνει στά ἀναγνωσθέντα ≪ἀναθέματα≫ κατά τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ καί τοῦ Ἰσλάμ. Ὡς γνωστόν, πρόκειται για ἐντελῶς ἄλλες θρησκεῖες, οἱ ὁποῖες οὐδεμία σχέση ἔχουν μέ τό Εὐαγγέλιο καί σέ τελική ἀνάλυση, θά μποροῦσε κάποιος νά ἰσχυρισθεῖ ὅτι οὐδεμία περίπτωση συγχύσεως ἤ ἀλλοιώσεως τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως μπορεῖ νά ὑπάρξει ἀπό τή δράση τους. Ποιά λοιπόν ἡ ποιμαντική ἀνάγκη ἐκφωνήσεως ἀναθεματισμῶν; Παλαιό τερα αὐτά ἦταν τά δεδομένα· σήμερα ὅμως τά πράγματα εἶναι πολύ διαφορετικά: ὅποιος μελετᾶ μέ προσοχή τό κίνημα τῆς Νέας Ἐποχῆς καί τή γέννηση καί ἀνάπτυξη τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἀντιλαμβάνεται τήν ἀναγκαιότητα αὐτῶν τῶν ἀναθεματισμῶν: Ὁ Γάλλος ἰ σλαμολόγος καί μυστικιστής Louis Massignon (1883–1962), διατύπωσε τή θεωρία τῶν ≪ἀβρααμικῶν θρησκειῶν≫, ἡ ὁποία πρεσβεύει ὅτι ὁ Χριστιανισμός, ὁ Ἰουδαϊσμός καί το Ἰσλάμ λατρεύουμε τόν ἴδιο ἕνα Θεό καί ἀνήκουμε στήν ἴδια οἰκογένεια τῶν μονοθεϊστικῶν ἀβρααμικῶν θρησκειῶν, εἴμαστε περίπου ἀδέλφια ἐν τῇ μιᾷ πίστει τοῦ Ἀβραάμ. Παρόμοιες ἀντι λήψεις ἔχουν διατυπωθῆ στή Διακήρυξη ≪Nostrae Aetate ≫ (§ 3–4) τῆς Β´ Βατικανῆς Συνόδου. Οἱ ἀντιλήψεις αὐτές ἔχουν βρῆ εὐήκοον οὖς στήν προτεσταντική Δύση καί δειλά–δειλά σερβίρονται ἀπό ὀρθοδόξους ταγούς καί ἀκαδημαϊκούς θεολόγους στήν Ἀνατολή. Δέν φτάσαμε βέβαια ἀκόμα στον Ὀρθόδοξο χῶρο νά ὁμιλοῦμε περί CRISLAM (Cristus καί ISLAM), καί να θέτουμε στόν ἄμβωνα ἤ στήν Ἁγ. Τράπεζα δίπλα–δίπλα Εὐαγγέλιο και Κοράνιο, διδάσκοντας καί ἀπό τά δύο, ὅπως γίνεται σέ προτεσταντικές ἐκκλησίες τῶν ΗΠΑ2, ἀλλά δυστυχῶς πρός τά ἐκεῖ ὁδεύουμε, ἀφοῦ Ὀρθόδοξοι Ἀρχιερεῖς ὁμιλοῦν ὅλο καί πιό συχνά καί πιό ἔντονα περί ≪Ἱεροῦ Κορανίου≫ καί δέν διστάζουν νά τό δίνουν ὡς δῶρο. Ἐπίσης, τή διδασκαλία περί τῆς ἐκ τοῦ Ἀβραάμ πατρότητος Χριστιανῶν καί Ἰουδαίων τήν ἀκούσαμε καί ἀπό τά χείλη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου στή Συναγωγή ParkEast τῆς Ν. Ὑόρκης3. Μήπως θέλουν νά προετοιμάσουν τόν Ὀρθόδοξο λαό νά δεχθεῖ τά περί ἀβρααμικῆς θρησκευτικῆς οἰκογενείας καί ἑνότητος τῶν θρησκειῶν της; Ὁ διαθρησκειακός συγκρητιστικός Οἰκουμενισμός προχωρεῖ. Μπροστά σέ αὐτή τή νεοεποχίτικη ἀλλοίωση, διαστροφή καί καταστροφή τοῦ εὐαγ γελικοῦ κηρύγματος, μπροστά σέ αὐτή τήν πραγματική βλασφημία τῆς Ἁγίας Τριάδος, πού δόλια προσφέρεται στό λαό μας, βρέθηκε –ἐπιτέλους– ἕνας Μητροπολίτης μέ αὐξημένη ποιμαντική εὐθύνη καί μέ τόν προκλητικό για τόν ἐφησυχασμό τῶν ὑπνούντων τρόπο νά βροντοφωνάξει ἐν μέσῃ ᾽Εκκλησίᾳ ≪ἀνάθεμα≫, μήπως καί ξυπνήσουμε ἀπό τό βαρύ λήθαργο πού πασχίζουν νά μᾶς προκαλέσουν! Πιθανόν ὁρισμένοι νά ξαφνιάστηκαν ἤ ἄλλοι νά στενοχωρήθηκαν πού κάποιοι στέκονται ἐμπόδιο στίς μεθοδεύσεις τους. Γι᾽ αὐτό ταμπουρώθηκαν πίσω ἀπό τήν τυπική ἀλλοίωση τοῦ γράμματοςτοῦ ≪Συνοδικοῦ τῆς Ὀρθοδοξίας≫. Αὐτή ὅμως ἡ δῆθεν παράτυπη προσθήκη στό ≪Συνοδικό τῆς Ὀρθοδοξίας≫, διέσωσε ἀ διαμφισβήτητα τό πνεῦμα του. Ἄς σκεφτοῦμε: ἄν αὐτό γινόταν σέ ὅλες τίς Μητροπόλεις, θά μποροῦσαν νά βροῦν ἔδαφος στό λαό μας οἱ βλασφημίες περί ἀβρααμικῶν θρησκειῶν;
Ἀναφερόμαστε σέ δῆθεν παράτυπη προσθήκη, διότι στόν ἀρχικό πυρήνα τοῦ ≪Συνοδικοῦ τῆς Ὀρθοδοξίας≫, πού συνετάγη τό 843, ἡ Ἐκκλησία προσέθεσε καί νέες καταδίκες νεωτέρων πλανῶν καί αἱρέσεων τοῦ 14ου αἰ. γιά λόγους ποιμαντικῆς φροντίδας, γιά νά προφυλάξει τους πιστούς ἀπό τίς νέες πλάνες καί για νά μή μένουν οἱ πιστοί ἀνενημέρωτοι. Τό ἴδιο ἔγινε καί στόν Πειραιᾶ.
 
 
ε) Ὁλοκληρώνοντας τήν ἀναφορά στήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας, θά θέλαμε νά ἐπισημάνουμε ὅτι ὅσοι ἐξέφρασαν τό θυμό τους γιά την προσθήκη νέων ἀναθεματισμῶν σιώπησαν προκλητικῶς – καί οἱ ἔχοντες εὐθύνην καί ἐνόχως– για τήν κακοποίηση τῆς Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας μέ τή συμμετοχή και παπικῶν καρδιναλίων καί ἀρχιεπισκόπων στή Λιτάνευση τῶν Ἱερῶν Εἰκόνων σέ Ναούς τῆς δικαιοδοσίας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου. Πραγματικά οἰκτρό θέαμα νά λιτανεύουν τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας μαζί μέ Ὀρθοδόξους ἐπισκόπους και αὐτοί πού οὐσιαστικά ὑβρίζουν την Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας, θεωρώντας την ≪ἐλλειμματική≫, ἐπειδή δεν ἀναγνωρίζει τό παπικό πρωτεῖο και ἀλάθητο. Λυπούμεθα πού διαπιστώνουμε ὅτι ὁ Οἰκουμενικός Θρόνος γιά τά συμβάντα τῆς Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας προβαίνει σέ ὑπερόριες ἐνέργειες στήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ἀλλά σιωπᾶ γιά τήν ἀποκατάσταση τῆς τάξεως σέ χῶρο τῆς δικαιοδοσίας του. Διερωτώμεθα τελικά ποιός ὑποσκάπτει τό κῦρος τοῦ Θρόνου καί διχάζει τό λαό τοῦ Θεοῦ;
 
 
Ζ/. Ἐνδεικτικές παρεκκλίσεις σέ θέματα πίστεως.
 
 
Στήν πατριαρχική ἐπιστολή σημειώνεται μέ ἔμφαση ὅτι ἡ συμμετοχή στήν Οἰκουμενική Κίνηση γίνεται ≪ἄνευ οὐδεμιᾶς ὑποχωρήσεως ἐκ τῶν καιρίων τῆς ἀμωμήτου ἡμῶν Ὀρθοδόξου πίστεως≫ καί ἐκδηλώνεται ἡ ἔκπληξη, διότι ἡ κριτική μας ἐντοπίζεται σέ ≪μονομερεῖς καί ἐπιλεκτικάς ἀναφοράς καί ἑρμηνείας≫. Θά εἴμασταν εὐτυχεῖς, ἄν μπορούσαμε νά συμφωνήσουμε μέ την πατριαρχική ἐπιστολή. Δυστυχῶς ὅμως φοβούμεθα ὅτι οἱ ὑποχωρήσεις καί οἱ ἀβαρίες στά θέματα τῆς πίστεως εἶναι πολλές καί σοβαρότατες. Ἡ Σύναξή μας ἐπιφυλάσσεται νά παρουσιάσει τόμο ὁλόκληρο ἀπό τά πραχθέντα καί λεχθέντα ἐκ μέρους Ὀρθοδόξων ἰθυνόντων στα πλαίσια τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Εἴμαστε βέ βαιοι ὅτι ἡ δημοσίευσή τους θά ἐξεγείρει καί τήν πλέον νωθρή ὀρθόδοξη συνείδηση. Στήν παροῦσα περιοριζόμαστε μόνο σέ πολύ λίγα καί ὄχι ἀπό τά πλέον αἰχμηρά και ἀπαράδεκτα πού ἔχουν γραφῆ και λεχθῆ:
 
 
α) Ἡ ἀναπτυχθεῖσα στό χῶρο τοῦ Οἰκουμενισμοῦ βαπτισματική θεολογία, σύμφωνα μέ τήν ὁποία τά ὅρια τῆς Ἐκκλησίας καθορίζονται ἀπό τό Βάπτισμα. Δηλαδή ὅποιος ἔχει βαπτισθῆ στό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀνήκει στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἀνεξάρτητα μέ τό τί πιστεύει σέ βασικά θέματα πίστεως.
 
 
β) Ἀναφερθήκαμε ἤδη στήν Θ´ Γενική Συνέλευση τοῦ ΠΣΕ στο Πόρτο Ἀλέγκρε (2006), στήν ὁποία οἱ Ὀρθόδοξοι ἐκπρόσωποι οὐσιαστικά ἀρνήθηκαν τήν Καθολικότητα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας την ὁποία ὁμολογοῦμε στό Σύμβολο τῆς Πίστεως. Ὑπέγραψαν ὅτι ἡ πληρότητα τῆς καθολικότητος τῆς Ἐκκλησίας ἐξαρτᾶται ἀπό τό ἄν κοινωνεῖ μέ τίς προτεσταντικές παραφυάδες τοῦ ΠΣΕ!
 
 
γ) Στήν Κοινή Δήλωση τῆς Μικτῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ Θεολογικοῦ Διαλόγου μέ τούς Μονοφυσίτες οἱ Ὀρθόδοξοι ἀντιπρόσωποι ὑπέγραψαν ὅτι οἱ Μονοφυσίτες ≪διατήρησαν αὐθεντικῶς τήν αὐτήν ὀρθόδοξον πίστιν≫. Μέ ἄλλα λόγια κακῶς οἱ Πατέρες τῆς Δ´ Οἰκουμ. Συνόδου τούς ἀπέκοψαν ὡς αἱρετικούς. Καί προφανῶς πλανήθηκαν καί οἱ Πατέρες τῶν ὑπολοίπων Ε´, Στ´, Πενθέκτης καί Ζ´ Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί ἐπανέλαβαν τις καταδίκες!
 
 
δ) Ἀναφερθήκαμε στή συμφωνία τοῦ Balamand (1993), στήν ὁποία για πρώτη φορά οἱ Ὀρθόδοξοι ἀντιπρόσωποι, κατά παράβαση πανορθοδόξων ἀποφάσεων, ἀναγνώρισαν την Οὐνία. Στό Balamand ὅμως ὑπῆρξε καί ἄλλη ἀπαράδεκτη ὑποχώρηση στίς Παπικές ἀξιώσεις. Οἱ Ὀρθόδοξοι ἀντιπρόσωποι ἀναγνώρισαν ὅτι κάτοχος τῆς ἀποστολικῆς διδαχῆς καί διαδοχῆς δέν εἶναι μόνο ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀλλά καί ὁ Παπισμός. Ἐπί λέξει: ≪καίἀπό τίς δύο πλευρές  ναγνωρίζεται ὅτι αὐτό πού  Χριστός ἐνεπιστεύθη εἰς την Ἐκκλησίαν Του –ὁμο λογία τῆςἀποστολικῆς πίστεως, συμμετοχή στα ἴδια μυστήρια, πρό πάντων στή μοναδική Ἱερωσύνη πού τελεῖ τή μοναδική θυσία τοῦ Χριστοῦ, ἀποστολική διαδοχή τῶν Ἐπισκόπων– δεν δύναται νά θεωρεῖται ὡς  ἰδιοκτησία τῆς μιᾶς μόνο ἀπό τίς Ἐκκλησίες μας≫! Διερωτώμαστε αὐτοί πού ὑπέγραψαν τό κείμενο αὐτό ἔχουν συναίσθηση τί ὑπέγραψαν; Ἀποδέχονται ὅτι ὁ Παπισμός διασώζει τήν ἀποστολική διδαχή, δηλαδή ὅτι τά δόγματα τοῦ filioque, τοῦ παπικοῦ πρωτείου, παπικοῦ ἀλαθήτου, ἡ κτιστή χάρη, οἱ ἀξιομισθίες τῶν ἁγίων, ἡ ἄσπιλη σύλληψη τῆς Θεοτόκου εἶναι μέρος τῆς ἀποστολικῆς διδαχῆς; Παράλληλα ὅμως καί οἱ ἐντελῶς ἀντίθετες διδασκαλίες τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἶναι καί αὐτές μέρος τῆς ἀποστολικῆς διδαχῆς! Ἡ ἀπόλυτη θεολογική παράκρουση ἤ ἡ σύγχρονη νεοεποχίτικη θεολογία, σύμφωνα μέ τήν ὁποία καί ἐδῶ και ἐκεῖ ὑπάρχει ἀλήθεια. Κατά τά ἄλλα ἡ συμμετοχή μας στόν Οἰκουμενισμό γίνεται ≪ἄνευ οὐδεμιᾶς ὑποχωρήσεως ἐκ τῶν καιρίων τῆς ἀμωμήτου ἡμῶνὈρθοδόξου πίστεως≫
 
Ἤ μή πως τά ἀνωτέρω ≪εἶναι μονομερεῖς καί ἐπιλεκτικαί ἀναφοραί καί ἑρμηνεῖαι≫,ὅπως ἰσχυρίζεται ἡ πατριαρχική ἐπιστολή;
Δικαίως λοιπόν ἀκόμα καί ὁ ἐκ τῶν προβεβλημένων ἱεραρχῶν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Αὐστραλίας, ὁμιλεῖ περί ≪ἐκτρόπων περί τήν δογματικήν ἀκρίβειαν τῆς Ὀρθοδόξου συμπεριφορᾶς≫ καί ὅτι≪σήμερον, ἀτυχῶς, οὐδόλως διαφέρομεν τῶν Οὐνιτῶν≫ καί χαρακτηρίζει τόν Οἰκουμενικό Διάλογο μέ τή φοβερή φράση ≪ἀνόσιο παίγνιο≫!
 
 
Η/. «Ἀποφασίζομεν καί διατάσσομεν»
 
 
Τέλος, ἡ πατριαρχική ἐπιστολή με ὕφος προϊσταμένης ἐκκλησιαστικῆς Ἀρχῆς δέν ζητεῖ ἀπό τή Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος νά μελετήσει τά καταγγελλόμενα καί νά λάβει θέση ἐπ᾽ αὐτῶν, ἀλλά ἐπιτάσσει και ὁρίζει τήν ἀπόφαση πού ὀφείλει να λάβει ἡ Σύνοδος: ἵνα ≪ἀπορρίψητε καί καταδικάσητε ταύτας ἐπισήμως ὡςἀνεδαφικάς καί ἐπικινδύνους, λάβητε δέ καί ὡς ἐκκλησιαστικόν σῶμα τάς προσηκούσας ἀποφάσεις πρός εὐρυτέραν καταδίκην και ἀπόρριψιν τῶν ἐνεργειῶν τούτων≫. Παρόμοιο αἴτημα εἶχε ὑποβληθῆ και μέ τήν παλαιό τερη ἐπιστολή, τοῦ 2009.
 
 
Ἰδιαίτερα ἐνδιαφέρουσα εἶναι ἡ καταληκτική παράγραφος τῆς ἐπιστολῆς, ἡ ὁποία καί τή διακρίνει ἀπό τήν παλαιότερη τοῦ 2009 παρομοία ἐπιστολή κατά τῆς ≪Ὁμολογίας πίστεως κατά τοῦ Οἰκουμενισμοῦ≫. Σημειώνεται στήν πατριαρχική ἐπιστολή, ὅτι ἄν δέ συμμορφωθεῖ ἡ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μέ τά κελεύσματά της, ὅπως περιγράφονται ἀνωτέρω, ἡ Κωνσταντινούπολις ≪ἐπιφυλάσσεται… ἵνα ὀφειλετικῶς προβῇ καί αὕτη εἰς τάς δεούσας πανορθοδόξους ἐνεργείας διά την ἔγκαιρον πρόληψιν ἐπαπειλουμένων ἀπευκταίων καταστάσεων≫.
 
 
Ἄν κατανοοῦμε καλῶς, πρόκειται περί εὐθείας ἀπειλῆς κατά τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος: ἤ συμμορφώνεσθε μέ τίς ἀπαιτήσεις μου ἤ θα συγκαλέσω Πανορθόδοξη Σύνοδο, γιά νά καταδικάσω ἐγώ!
Ἐπίλογος. Μακάρι νά συγκληθεῖ γιά τό θέμα πανορθόδοξη σύνοδος.
 
 
Δέν ἀνησυχοῦμε ἀπό τέτοιες ἀπειλές. Ἀντιθέτως χαιρόμεθα για μία τέτοια ἐξέλιξη, διότι ὅ,τι καί ἄν ἀπεργάζονται οἱ ἄνθρωποι, τόν τελευταῖο λόγο ἔχει ὁ Θεός. Και ὅπως ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος βοήθησε καί ἡ πρό τριετίας ἀπαίτηση τοῦ Πατριάρχου γιά καταδίκη τῆς ≪Ὁμολογίας Πίστεως κατά τοῦ Οἰκουμενισμοῦ≫ προκάλεσε, παρ᾽ ἐλπίδα, τήν ἀποκαλυπτική συζήτηση ἐνώπιον τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί τήν ἔκδοση τοῦ περιφήμου ἀνακοινωθέντος τῆς 16.10.2009, ἔτσι καί τώρα ἡ παροῦσα πατριαρχική ἐπιστολή ἴσως γίνει πρόξενος συζητήσεως τοῦ θέματος τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ για πρώτη φορά σέ Πανορθόδοξο ἐπίπεδο! Καί ἐκεῖ πλέον ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι ἐπίσκοποι ἐνώπιον τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, τῆς συνειδήσεώς των καί τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ θά πάρουν ὑπεύθυνη θέση. Ποιός ξέρει, ἄν ἔτσι θελήσει ὁ Θεός νά διακρίνει τούς πραγματικούς ποιμένες ἀπό τούς ψευδοποιμένες; Ποιός ξέρει, ἄν ἔτσι θελήσει ὁ Θεός νά ἐλευθερώσει τήν Ἐκκλησία Του ἀπό τά δεσμά τοῦ Οἰκουμενισμοῦ,πού μεθοδικά θέλουν κάποιοι νά τῆς ἐπιβάλουν;
 
 
Βέβαια ἀπό μία ἄλλη πλευρά μια τέτοια ἐξέλιξη θά ἔχει τραγικές συνέπειες γιά τό ἴδιο τό Πατριαρχεῖο καί συνακόλουθα γιά τήν Πανορθόδοξη ἑνότητα. Ἀλλά καί αὐτό ἀκόμη μπορεῖ νά συντελέσει, ὥστε νά ἐγερθοῦμε ἀπό τή ραστώνη τοῦ ἐφησυχασμοῦ καί νά ἀναλάβουμε ὅλοι μας, μικροί καί μεγάλοι, τις εὐθύνες μας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ και τῆς Ἐκκλησίας Του. Εἶναι βέβαιο ὅτι θά προκληθεῖ πολύς πόνος καί θλίψη, ἀλλά ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ γνωρίζει καί Αὐτή οἰκονομεῖ τή ζωή τῆς Ἐκκλησίας πρός τό συμφέρον τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ καί τῆς ἀμωμήτου πίστεως Του, τῆς ἀποστολικῆς και πατερικῆς Ὀρθοδοξίας.
 
 
Γιά τή Σύναξη Κληρικῶν καί Μοναχῶν
 
 
Ἀρχιμ. Ἀθανάσιος Ἀναστασίου, Προηγούμενος Ἱ. Μ. Μεγ. Μετεώρου.
Ἀρχιμ. Σαράντης Σαράντος, Ἐφημέριος Ἱ. Ν. Κοιμήσεως Θεοτόκου, Ἀμαρούσιον Ἀττικῆς.
Ἀρχιμ. Γρηγόριος Χατζηνικολάου, Καθηγούμενος Ἱ. Μ. Ἁγίας Τριάδος, Ἄνω Γατζέας Βόλου.
Γέρων Εὐστράτιος Ἱερομόναχος, Ἱ. Μ. Μεγίστης Λαύρας Ἁγ. Ὄρους.
Πρωτοπρ. Γεώργιος Μεταλληνός, Ὁμότιμος Καθηγητής Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπ. Ἀθηνῶν.
 
Ορθόδοξος Τύπος, 15/06/2012
 

Τυπικόν της 17ης Ἰουνίου 2012 † ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ.


 


᾿Ισαύρου διακόνου, Βα­σι­λείου καὶ ᾿Ιννο­κεν­τίου († γ΄ αἰ.)·
file://Σαβὲλ/ καὶ ᾿Ι­σμα­ὴλ τῶν μαρτύρων (†362).
 ῏Ηχος α΄, ἑω­θι­νὸν β΄
 † ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ.



 Εἰς τὴν θ΄.
᾿Απολυτίκιον «᾿Απόστολοι, μάρτυρες», Δόξα, «Μνή­σθητι, Κύριε»·
κοντάκιον «῾Ως ἀπαρχάς».
Εἰς τὸν ἑσπερινόν.
῾Ο προοιμιακὸς καὶ τὸ Ψαλτήριον.
ΕΙΣ ΤΟ «ΚΥΡΙΕ, ΕΚΕΚΡΑΞΑ» ἀναστάσι­μα 7 καὶ τοῦ Μη­ναί­ου
τὰ 3 πρῶτα προσόμοια
 «Πόνοις συντριβόμενοι» κ.λπ., Δόξα,
Καὶ νῦν,
«Τὴν παγκό­σμιον δό­ξαν».
ΕΙΣΟΔΟΣ
, «Φῶς ἱλαρόν», τὸ προκείμενον τῆς ἡμέρας.
ΑΠΟΣΤΙΧΑ
 τὰ ἀναστάσιμα «Τῷ πάθει σου, Χριστὲ» κ.λπ.,
 Δόξα, Καὶ νῦν,
 «᾿Ιδοὺ πε­πλή­ρωται».
ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ «Τοῦ λίθου σφραγισθέντος»,
Δόξα, Καὶ νῦν,
 «Τοῦ Γαβριὴλ φθεγξαμένου σοι».
Εἰς τὸ μεσονυκτικόν.
 Μετὰ τὸν ν΄ ψαλμόν, ὁ τριαδικὸς κανὼν τοῦ ἤχου
 «Μίαν τρισυπόστατον ἀρχήν», τὰ τριαδικὰ
«῎Αξιον ἐστί», τρισάγιον κ.λπ. καὶ ἡ ὑπακοὴ
«῾Η τοῦ λῃστοῦ μετάνοια».
Εἰς τὸν ὄρθρον.
Μετὰ τὸν ἑξάψαλμον, εἰς τὸ «Θεὸς Κύ­ριος» ἀπολυτίκιον
«Τοῦ λίθου σφραγισθέντος», Δόξα, τὸ αὐτό, Καὶ νῦν,
 «Τοῦ Γαβρι­ὴλ φθεγξαμένου σοι». [Τὸ Ψαλ­τή­ριον καὶ ὁ ῎Αμωμος.]
ΚΑΘΙΣΜΑΤΑ
 τὰ ἀναστάσιμα κατὰ σειρὰν καὶ τὰ εὐλο­γητάρια.
Ἡ ὑπακοή, οἱ ἀναβαθμοὶ καὶ τὸ προκείμενον τοῦ ἤχου.
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ
 ἑωθινὸν (β΄) μετὰ πάσης τῆς συνήθους τά­ξε­ως
αὐ­τοῦ.
ΚΑΝΟΝΕΣ
, ὁ ἀναστάσιμος μετὰ τῶν εἱρμῶν καὶ ὁ τοῦ Μη­ναίου·
 ἀπὸ γ΄ ᾠδῆς τὸ μεσῴδιον κάθισμα τοῦ Μηναίου μετὰ τοῦ
θεοτοκίου· ἀφ᾿ ϛ΄ τὸ ἀναστάσιμον κοντάκιον μετὰ τοῦ οἴ­κου
καὶ τὸ συναξάριον.
ΚΑΤΑΒΑΣΙΑΙ
οἱ εἱρμοὶ
«᾿Ανοίξω τὸ στόμα μου»·
«Τὴν τιμι­ω­τέραν
«῞Απας γηγενής».
ΕΞΑΠΟΣΤΕΙΛΑΡΙΑ
«῞Αγιος Κύριος», τὸ β΄ ἀναστάσι­μον
 «Τὸν λίθον θεωρήσασαι» καὶ τὸ θεοτοκίον αὐτοῦ
«῎Αγγελος μὲν ἐκόμισεν».
ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΑΙΝΟΥΣ
στιχηρὰ ἀναστάσιμα 8, Δόξα, τὸ β΄ ἑω­θι­νὸν
«Μετὰ μύρων προσελθούσαις», Καὶ νῦν,
«῾Υπερευ­λο­γη­μέ­νη». Δοξο­λογία μεγάλη,
«Σήμερον σωτηρία».
Εἰς τὴν λειτουργίαν.
 Τὰ ἀντίφωνα [ἢ τὰ τυπικὰ μετὰ τῶν μακα­ρισμῶν τοῦ ἤχου
] (βλέπε ἔμπρο­σθεν γεν. τυπ. διατάξεις §§64-66).
ΕΙΣΟΔΙΚΟΝ
«Δεῦτε προσκυνήσωμεν... Σῶσον ἡμᾶς... ὁ ἀναστάς».
ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΙΣΟΔΟΝ
ἀπολυτίκια «Τοῦ λίθου σφραγι­σθέν­τος»
καὶ τοῦ ναοῦ, κοντάκιον «Προ­στα­σία».
ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ.
 ᾿Απόστολος: Κυρ. β΄ ἐπιστ., «Δόξα καὶ τι­μὴ καὶ εἰρήνη» (῾Ρωμ. β΄ 10-16)·
Εὐαγγέλιον: Κυρ. β΄ Ματθ., «Περιπατῶν ὁ ᾿Ιησοῦς παρὰ τὴν θάλασσαν»
 (Μτθ. δ΄ 18-23).
Εἰς τὸ ᾿Εξαιρέτως «Ἄξιον ἐστίν».
ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΝ
«Αἰνεῖτε»·
«Εἴδομεν τὸ φῶς»·
«Πληρωθήτω, καὶ τὰ λοιπὰ τῆς λειτουργίας.

Συνείδηση και λογισμοί – ( Κυριακή Β΄Ματθαίου) π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

 

Συνείδηση και λογισμοί – ( Κυριακή Β΄Ματθαίου)
Η έννοια της συνείδησης αποτελεί έννοια-κλειδί για την ανθρώπινη ύπαρξη. Η επιστήμη θεωρεί ότι η συνείδηση έχει να κάνει με την αυτεπίγνωση, δηλαδή την βεβαιότητα του ανθρώπου ότι υπάρχει ως ξεχωριστή ύπαρξη, όπως επίσης και ότι είναι έτερος, διαφορετικός σε σχέση με τους άλλους ανθρώπους. Παράλληλα, η συνείδηση λειτουργεί ως ένας κρίκος που συνδέει τον άνθρωπο με την κοινωνία, γιατί κάνει τον άνθρωπο να εσωτερικεύει, συνειδητά ή ασυνείδητα, τις κοινωνικές επιταγές για το τι είναι ορθό και τι όχι, αλλά και να διαμορφώνει την συμπεριφορά του απέναντι στους άλλους ή απέναντι στο νόμο, σύμφωνα ή αντίθετα μ’ αυτές. Θα λέγαμε ότι η συνείδηση αποτελεί το ψυχικό υπόστρωμα που μαρτυρεί ότι ο ανθρώπινος νους, ο εγκέφαλος του ανθρώπου, λειτουργεί τόσο σε ατομικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο, καθιστώντας τον άνθρωπο λιγότερο ή περισσότερο ικανό να υπάρχει.
Για την πίστη η συνείδηση αποτελεί το σημείο εκείνο της ύπαρξης, που, εκτός των όσων αποτυπώθηκαν παραπάνω, μαρτυρεί την εγγραφή του νόμου του Θεού, του θελήματος του Θεού εντός του ανθρώπου. Και επειδή κάθε άνθρωπος υπάρχει κατ’ εικόνα Θεού, η συνείδηση δεν είναι προσόν και προνόμιο μόνο εκείνων που πιστεύουν στον αληθινό Θεό, αλλά ευλογία και δωρεά για τους πάντες. Έτσι εξηγείται η έμφυτη τάση των ανθρώπων να γνωρίζουν τι είναι καλό και τι είναι κακό στη ζωή τους, ακόμη κι αν δεν το πράττουν. Έτσι εξηγείται η αναζήτηση του Θεού, ακόμη κι αν Τον απορρίπτουν. Έτσι εξηγείται το γεγονός ότι, σύμφωνα με τις τελευταίες επιστημονικές έρευνες, υπάρχει το λεγόμενο «θρησκευτικό γονίδιο» στο ανθρώπινο DNA. Και γι’ αυτό το λόγο, ακόμη κι αν υπήρξαν και υπάρχουν και θα υπάρχουν άνθρωποι που δεν γνώρισαν τον αληθινό Θεό, εντούτοις θα υπάρχει κριτήριο για την σωτηρία τους, για την αιώνια δηλαδή σχέση τους μαζί Του. Κι αυτό δεν είναι άλλο από τον νόμο της συνείδησης.
Ο απόστολος Παύλος γράφει στους Ρωμαίους τα εξής: «Όσο για τα άλλα έθνη, που δεν γνωρίζουν τον νόμο, πολλές φορές κάνουν από μόνα τους αυτό που απαιτεί ο νόμος. Αυτό δείχνει πως, αν και δεν τους δόθηκε ο νόμος, μέσα τους υπάρχει νόμος. Η διαγωγή τους φανερώνει πως οι εντολές του νόμου είναι γραμμένες στις καρδιές τους. Και σ’ αυτό συμφωνεί και η συνείδησή τους και οι λογισμοί που αναπτύσσονται μέσα της, οι οποίοι τους κατηγορούν ή τους επαινούν, ανάλογα με τη διαγωγή τους. Και όλα αυτά θα γίνουν την ημέρα που ο Θεός θα κρίνει δια του Ιησού Χριστού τις κρυφές σκέψεις και έργα των ανθρώπων, όπως λέει το ευαγγέλιό μου» (Ρωμ. 2, 14-16). Μ’ αυτά τα συγκλονιστικά λόγια ο απόστολος μας δείχνει ότι εντός της συνείδησής μας υπάρχουν και αναπτύσσονται οι λογισμοί, οι οποίοι μας επαινούν ή μας κατηγορούν, ανάλογα με την διαγωγή μας. Και αυτός ο έπαινος ή η αυτή η κατηγορία θα αποτυπωθούν οριστικά και αμετάκλητα την ημέρα της κρίσεως, όταν θα επισυμβεί η Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου, οπότε και η ίδια η συνείδησή μας και οι λογισμοί τους θα μας κρίνουν και θα μας οδηγήσουν κοντά ή μακριά από τον Θεό.
Τι σημαίνει όμως ότι υπάρχουν στη συνείδησή μας λογισμοί που επαινούν ή κατηγορούν;
Λογισμός σημαίνει σκέψη η οποία προγραμματίζει τη ζωή του ανθρώπου προς την επιθυμία, το συναίσθημα, την πράξη. Ταυτόχρονα, ο λογισμός έχει μέσα του το στοιχείο της ίδιας της συνείδησης που μαρτυρεί το ορθό ή το λανθασμένο, το σύμφωνο ή το ενάντιο στο θέλημα του Θεού και αποτελεί την ανταπόδοση από και στον άνθρωπο του δώρου του Θεού που είναι η συνείδηση. Την συνείδηση την λάβαμε από το Θεό ως ευλογία και στοιχείο του κατ’ εικόνα Του. Ο λογισμός αποτελεί την δική μας συνεισφορά, την δική μας δημιουργία, τον δικό μας τρόπο με τον οποίο αξιοποιούμε εν τη ελευθερία μας την συνείδηση. Λογισμούς γεννά η συνείδηση, αλλά γεννάμε κι εμείς ως άνθρωποι. Δια των λογισμών συζητούμε με την συνείδησή μας, δηλαδή με τον νόμο του Θεού. Οι λογισμοί μας μπορεί να είναι επηρεασμένοι από την συνείδησή μας, μπορεί όμως να είναι και ανεξάρτητοι από αυτήν.
Παράλληλα, λογισμούς σπέρνουν στον άνθρωπο και οι εξωτερικοί παράγοντες. Ο διάβολος και ο κόσμος. Ο διάβολος αποσκοπεί δια των λογισμών να φιμώσει τη συνείδηση. Να οδηγήσει τον άνθρωπο στην απομάκρυνση από το Θεό και στην θεοποίηση του ιδίου θελήματος. Κατασκευάζει δηλαδή ο άνθρωπο, τη συνεργεία του διαβόλου, μία δεύτερη συνείδηση, η οποία απορρίπτει την πρώτη, αυτή που του δόθηκε από το Θεό και χτίζει τον δικό της νόμο, το δικό της θέλημα. Όμως αυτή η συνείδηση , επειδή δεν είναι η αυθεντική, στην ουσία δεν μπορεί να δώσει οντολογικό περιεχόμενο στον άνθρωπο, αλλά λειτουργεί ως ιός, χτίζοντας ένα πλασματικό κόσμο και οδηγώντας τελικά τον άνθρωπο στην πνευματική καταστροφή, στην απώλεια της αιωνιότητας. Στην ουσία το χτίσιμο αυτής της δεύτερης συνείδησης δεν είναι άλλο από τον παλαιό άνθρωπο, ο οποίος ενυπάρχει εντός μας και συγκρούεται με την δοθείσα από το Θεό συνείδηση, γεννώντας είτε τον διχασμό είτε την υποδούλωση του ανθρώπου ή δημιουργώντας προσκόμματα στον αγώνα του καθενός μας να ζήσει κατά Θεόν, δηλαδή να ενεργοποιήσει τον νέο άνθρωπο τον οποίο ενδύθηκε την ώρα του Βαπτίσματος.
Ανάλογη είναι και η λειτουργία του κόσμου, ο οποίος κείται εν τω πονηρώ. Μέσα από τον πολιτισμό, τις βιοτικές μέριμνες, την γνώση, τις αξίες που προβάλλει, όταν όλα αυτά ή κάποια από αυτά, αντίκεινται στην κατά Θεόν δοθείσα συνείδηση, σπέρνονται λογισμοί που συμβάλλουν στην κατασκευή και την στερέωση της δεύτερης συνείδησης, του παλαιού ανθρώπου, καθιστώντας την κατά Θεό πρόοδο διαδικασία που φαίνεται δύσκολη έως αδύνατη. Γιατί ο κόσμος έχει και ένα άλλο πλεονέκτημα. Την αμεσότητα της ευτυχίας. Το εδώ και τώρα, κάτι που η σχέση του ανθρώπου με το Θεό δεν το εξασφαλίζει άμεσα, διότι προϋποθέτει κόπο και αγώνα, εναντίον των λογισμών και της δεύτερης συνείδησης. Και οι άνθρωποι εύκολα απορρίπτουμε τον πνευματικό κόπο, όχι μόνο διότι αμφιβάλλουμε ή έχουμε εσφαλμένη αντίληψη περί του Θεού, αλλά και γιατί τόσο το γέμισμα του χρόνου μας με τις κοσμικές λειτουργίες, με κόμβο τους ιδρώτες της επιβίωσης και του χτισίματος των σχέσεων με τους άλλους δεν αφήνουν πολλά χρονικά περιθώρια να ακούσουμε την φωνή του Θεού εντός μας.
Δεν είναι όμως ακατόρθωτος ο εντοπισμός αυτής της φωνής. Χρειάζεται βέβαια την κατά Θεόν παιδεία, την νήψη, αλλά και την εμπιστοσύνη στην παρουσία και τις δωρεές του Αγίου Πνεύματος. Και τα τρία αυτά στοιχεία αποτυπώνονται στη ζωή της Εκκλησίας. Η κατά Θεόν παιδεία έχει να κάνει με την γνώση του Ευαγγελίου, τόσο την θεωρητική, όσο και την πρακτική. Γνώση σημαίνει σπουδή, μελέτη και προβληματισμό πάνω στο Λόγο του Θεού. Έχει να κάνει με την συνεχή ανακαίνιση της ανθρώπινης συνείδησης δια των μυστηρίων και της λατρείας του Θεού. Η νήψη έχει να κάνει με την απόφασή μας για ενεργοποίηση της συνείδησής μας και για αγώνα για έλεγχο των λογισμών μας, ποιοι είναι κατά Θεόν και ποιοι σπέρνονται μέσα μας από τον διάβολο και τον κόσμο. Για να επιτευχθεί αυτή η εγρήγορση χρειάζεται «νηστεία, αγρυπνία, προσευχή», δηλαδή ο ασκητικός δρόμος και τρόπος. Στην κοσμική πραγματικότητα η νηστεία έγκειται στην μη υποταγή μας στις επιθυμίες. Η αγρυπνία έγκειται στην απόφασή μας να αγωνιστούμε εναντίον οποιασδήποτε κίνησης και οποιουδήποτε λογισμού που καταλαβαίνουμε άμεσα ή σε βάθος χρόνου ότι μας χωρίζει από το Θεό. Και η προσευχή αποτελεί την φωνή της καρδιάς μας προς το Θεό να μην μας εγκαταλείψει, αλλά να είναι «μεθ’ ημών». Όλα αυτά μαρτυρούν και ότι τελικά εμπιστευόμαστε τη χάρη του Αγίου Πνεύματος στη ζωή μας, έχοντας ως πρότυπά μας τους αγίους της πίστης μας, οι οποίοι, πριν από εμάς ή και παράλληλα με εμάς, καθάρισαν τον εαυτό τους, με την συνέργεια του Αγίου Πνεύματος, απομακρύνοντας την κρούστα της δεύτερης συνείδησης και γνωρίζοντας τελικά τι θέλει ο Θεός από τον άνθρωπο. Και η χάρις του Αγίου Πνεύματος ουδόλως μας εγκαταλείπει, εάν την αναζητούμε.
Στον ταλαίπωρο κόσμο μας, στον κόσμο της κρίσης, αγνοούμε ότι κάθε στιγμή της ύπαρξής μας επισυμβαίνει αυτός ο αγώνας να μην αφήσουμε την δεύτερη, την πλαστή, την ιοβόλα συνείδηση, δια των λογισμών της, να μας νικήσει. Ο πνευματικός μας αγώνας έγκειται να διατηρήσουμε τη χάρη του βαπτίσματός μας ως επανεύρεση της από το Θεό δοθείσας συνείδησής μας, η οποία, είναι βέβαιο ότι έτσι κι αλλιώς θα μας κρίνει τελικά εν τη εσχάτη ημέρα. Ας μην αφεθούμε λοιπόν στην καταδίκη, χάριν του πρόσκαιρου και του ψεύτικου, το οποίο γεννά πλήθος ψυχικών και πνευματικών προβλημάτων, τα οποία δεν μπορούν εκτός της πνευματικής ζωής να αντιμετωπιστούν ριζικά.
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Κέρκυρα, 17 Ιουνίου 2012

ΚΥΡΙΑΚΗ Β’ ΜΑΤΘΑΙΟΥ «Οι δε ευθέως αφέντες τα δίκτυα ηκολούθησαν αυτώ» π. Περικλής Ρίπισης

ΚΥΡΙΑΚΗ Β’ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
 «Οι δε ευθέως αφέντες τα δίκτυα ηκολούθησαν αυτώ»

Η ΠΡΑΞΗ ΜΕ ΤΗΝ οποία εγκαινίασε ο Κύριος μας τη δημόσια δράση Του υπήρξε η κλήση των μαθητών Του. Αυτήν ακριβώς μας περιγράφει ο ευαγγελιστής Ματθαίος στην ευαγγελική περικοπή που ακούσαμε σήμερα.
Η σκηνή ξετυλίγεται «παρά την θάλασσαν της Γαλιλαίας», δηλαδή τη λίμνη της Τιβεριάδος ή της Γεννησαρέτ, όπως την ονόμαζαν αλλού τα ευαγγέλια λόγω των ομωνύμων πόλεων που ήταν χτισμένες στις όχθες της. Εδώ, λοιπόν, ο Χριστός εγκαινιάζει την δημόσια δράση Του. Από τους ψαράδες της Γαλιλαίας επιλέγει τους πρώτους μαθητές Του, τον Πέτρο και τον Ανδρέα, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, τους γιούς του Ζεβεδαίου.
«Δεύτε οπίσω μου, και ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων». Είναι το προσκλητήριο που τους απευθύνει. Ελάτε, ακολουθήστε με, και θα σας κάνω ψαράδες ανθρώπων. Και οι μαθητές, προετοιμασμένοι καθώς φαίνεται, σπεύδουν να τον ακολουθήσουν. «Οι δε ευθέως αφέντες τα δίκτυα», τονίζει ο ευαγγελιστής, ηκολούθησαν αυτώ»

Η στάση των μαθητών
απέναντι στο προσκλητήριο του Χριστού

ΤΑ ΛΟΓΙΑ ΑΥΤΑ του Ευαγγελιστού διερμηνεύουν τις διαθέσεις των μαθητών. Μας αποκαλύπτουν τον τρόπο με τον οποίο ανταποκρίθηκαν στο προσκλητήριο του Χριστού μας. «Οι δε ευθέως αφέντες τα δίκτυα ηκολούθησαν αυτώ». Ευθέως σημαίνει αμέσως. Και δηλώνει την προθυμία με την οποία οι μαθητές άφησαν τα δίχτυα και έσπευσαν να ακολουθήσουν τον Κύριο. Αποκαλύπτει την αποφασιστικότητα τους να υπακούσουν στην πρόσκληση Του αντί πάσης θυσίας. «Σκόπει δε αυτών την πίστιν και την υπακοήν», ερμηνεύει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. «Και γαρ εν μέσοις τοις έργοις όντες, ακούσατε αυτού κελεύοντος, ουκ ανεβάλοντο, ουχ υπερέθεντο, ουκ είπον. Υποστρέψαντες οίκαδε, διαλεχθώμεν τοις προσήκουιν, αλλά πάντα αφέντες είποντο».
Το παράδειγμα αυτό των μαθητών του Κυρίου, ο τρόπος με τον οποίον ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση Του, είναι ανάγκη να προσδιορίζει και τη δική μας στάση, τη συμπεριφορά μας ως χριστιανών απέναντι στον Κύριο μας Ιησού Χριστό και το ευαγγέλιο Του.
Ως χριστιανοί κι εμείς είμαστε «κλητοί Ιησού Χριστού» (Ρωμ,1,6). Από την ώρα του βαπτίσματος μας γίναμε «μέτοχοι κλήσεως επουρανίου» (Εβρ. 3, 1). Ο Κύριος μας κάλεσε «εις την εαυτού βασιλείαν και δόξαν» (Α’ Θεσσ.2, 12). Το καίριο ερώτημα, λοιπόν, που γεννιέται είναι: ποια στάση υιοθετούμε απέναντι στην κλήση μας αυτή; Με ποιόν τρόπο ανταποκρινόμαστε στα όσα πηγάζουν από τη χριστιανική μας ιδιότητα; Η στάση των αποστόλων του Χριστού, στην οποία αναφέρεται το σημερινό ευαγγέλιο, μας προσφέρει δυο βασικά στοιχεία που θα πρέπει να εμπνέουν κι εμάς τους χριστιανούς.

Η προθυμία και η αυταπάρνηση
βασικά γνωρίσματα του χριστιανού

ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΕΙΝΑΙ η π ρ ο θ υ μ ί α . Προθυμία σημαίνει θερμή διάθεση, ζήλος και ενθουσιασμός, αγάπη και αφοσίωση. Το αντίθετο της προθυμίας είναι η απροθυμία και η νωθρότητα, η ανία και η αδιαφορία.
Ως χριστιανοί οφείλουμε να είμαστε πρόθυμοι. Να μας διακρίνει ζήλος. Να μας εμπνέει ο κατά Χριστόν ενθουσιασμός. Να μας χαρακτηρίζει η αφοσίωση και η θερμότητα της καρδιάς. Αυτό ακριβώς θέλει να πει ο Κύριος όταν υπογραμμίζει ότι «η Βασιλεία των ουρανών βιάζεται, και βιασταί αρπάζουσιν αυτήν» (Ματθ. 11, 12). Χωρίς προθυμία δεν κατακτάται η Βασιλεία του Θεού. Χωρίς προσπάθεια δεν μπορούμε να τηρήσουμε το νόμο του Κυρίου. Χωρίς ζήλο και αποφασιστικότητα είναι αδύνατο να ζήσουμε τη χριστιανική ζωή.
Ο απόστολος Παύλος, γράφοντας προς τους χριστιανούς της Ρώμης, καλεί όλους μας να είμαστε «τω πνεύματι ζέοντες» (Ρωμ. 12,11), δηλαδή θερμοί στην αγάπη μας προς τον Χριστό, θερμοί και πρόθυμοι στον αγώνα της χριστιανικής ζωής. «Ζειν ημάς κελεύει τω πνεύματι», εξηγεί ένας αρχαίος ερμηνευτής, «και θερμόν έχει περί τα θεία πόθον» (Θεοδώρητος). Ή, όπως παρατηρεί ο Ζιγαβηνός, να είμαστε «τη ψυχή διάπυροι περί τας εντολάς του Θεού».
Το δεύτερο γνώρισμα που μας αποκαλύπτει η στάση των μαθητών είναι η α υ τ α π ά ρ ν η σ η, το πνεύμα της θυσίας. Οι μαθηταί πρόθυμα και ανεπιφύλακτα αφήνουν τα πάντα και σπεύδουν ν’ ακολουθήσουν τον Χριστό. Και η αποστολική πορεία που διέγραψαν σφραγίζεται από το πνεύμα της θυσίας και της αυταπάρνησης.
Η αυταπάρνηση είναι γνώρισμα και κάθε γνήσιου χριστιανού. Το πνεύμα της προσφοράς και της θυσίας αποτελεί το θεμέλιο της χριστιανικής ζωής. Αντίθετα, αυτό που την αλλοιώνει και την αναιρεί είναι ο ατομισμός, η εγωπάθεια, η τρυφή και η ευμάρεια. Ο λόγος του Κυρίου για το ζήτημα αυτό είναι ξεκάθαρος: «Εί τις θέλει οπίσω μου ελθείν αμαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθήτω μοι» (Ματθ. 16, 24).

Που και πως εκφράζεται
η προθυμία και η αυταπάρνηση

ΠΟΥ ΟΦΕΙΛΟΥΜΕ να εκδηλώνουμε προθυμία και ζήλο, θερμότητα και αυταπάρνηση; Μα, σε όλα. Σε κάθε πτυχή της χριστιανικής μας ζωής.
Στην λ α τ ρ ε ί α και την π ρ ο σ ε υ χ ή. Για να λατρεύσουμε τον Κύριο μας, για να συμμετάσχουμε στην ευχαριστιακή σύναξη της Κυριακής χρειάζεται να έχουμε προθυμία. Να το κάνουμε με διάθεση και αγάπη. Ξυπνώντας πρωί. Θυσιάζοντας λίγο από τον ύπνο μας. Αρνούμενοι κάτι άλλο πιο ελκυστικό: μια εκδρομή, ένα μπάνιο στη θάλασσα το καλοκαίρι. Αλλά και για να προσευχηθούμε στο σπίτι μας, κι αυτό προϋποθέτει προθυμία και θερμότητα ψυχής. Χρειάζεται να επιδείξουμε αποφασιστικότητα. Να διαθέσουμε λίγο χρόνο. Να επιμείνουμε.
Στο κ ή ρ υ γ μ α και τη μ ε λ έ τ η του θείου λόγου. Για τους πρώτους χριστιανούς της Βέροιας το βιβλίο των Πράξεων μας διασώζει μια θαυμάσια έκφραση: «εδέξαντο τον λόγον μετά πάσης προθυμίας» (Πραξ. 7,11). Κι εμείς, αγαπώντας το ζωντανό λόγο του Θεού, έχουμε χρέος να τον ακούμε με ζήλο και να τον μελετούμε με προθυμία. Η απροθυμία μας προς το κήρυγμα του θείου λόγου και η αδιαφορία μας για την μελέτη της Αγίας Γραφής είναι, δυστυχώς, η αιτία όλων των κακών που μας παραδέρνουν. Όλους μας, κληρικούς και λαϊκούς.
Τέλος, προθυμία και ζήλος στα κ α λ ά έ ρ γ α. Η μαρτυρία της πίστεως και τα έργα της αγάπης, χωρίς τα οποία δεν νοείται χριστιανική ζωή, προϋποθέτουν κι αυτά την ύπαρξη προθυμίας και ζήλου. Αν μας διακρίνει απροθυμία και νωθρότητα, τότε θα αδιαφορούμε για το χρέος μας. Και αν δεν έχουμε μέσα μας διάθεση αυταπάρνησης τότε θα στεκόμαστε ψυχροί και αδιάφοροι απέναντι των άλλων, στις ανάγκες και τον πόνο τους. Όμως η αποστολική σύσταση είναι να είμαστε «ζηλωταί καλών έργων» (Τιτ. 2, 14). Να επιδεικνύουμε «σπουδήν προς την πληροφορίαν της ελπίδος» και να μη γινόμαστε νωθροί (Εβρ. 6, 11).
π.Περικλής Ρίπισης

Κυριακή Β' Ματθαίου - Το Κήρυγμα του Ευαγγελίου Εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Χίου

Κυριακή Β' Ματθαίου - Το Κήρυγμα του Ευαγγελίου

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ
Ἀριθμός 38

Κυριακή 17 Ἰουνίου 2012 – Β΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
(Ματθ. δ΄ 18 – 23)

«Δεῦτε ὀπίσω μου καί ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων».

Εἶναι ἡ πρόσκληση μέ τήν ὁποία ὁ Μεγάλος Διδάσκαλος, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, καλεῖ τούς ψαράδες τῆς μαγευτικῆς Τιβεριάδος, μέ τίς ἁπλοίκές καρδιές, γιά νά γίνουν Ἀπόστολοι τῆς Ἰδέας καί τῆς θρησκείας τῆς μοναδικῆς, πού ἔρχεται νά διδάξῃ στόν κόσμο. Ἐλᾶτε κοντά μου, τούς λέγει: Ψαράδες θά εἴσαστε πάλι. Μά, ἀντί νά ρίχνετε αὐτά τά δίκτυα στή θάλασσα τῆς Γαλιλαίας, θά ρίχνετε τά δίκτυα τοῦ λόγου σας, πού θἆναι λόγος Θεοῦ, στή θάλασσα τῆς ζωῆς τῶν ἀνθρώπων καί μέ τή δύναμη του θά ἀνασύρετε ἀπό τόν βυθό τῆς ἀπωλείας τίς κουρασμένες ψυχές καί θἀ τίς ἀναπαύετε στό ὑπήνεμο λιμάνι τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ.

Αὐτοί εἶναι οἱ πρῶτοι ὑπέρθειοι μυσταγωγοί τῆς Καινῆς Διαθήκης. Αὐτοί ἔλαβαν πρῶτοι τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ καί τήν μετέδωκαν στούς διαδόχους τους. Καί ἐξακολουθεῖ ἡ ἴδια Χάρη νά χειροτονῇ τούς λειτουργούς τῆς Ἐκκλησίας, μέχρι σήμερα, τούς Ἱερεῖς. Γνήσιοι αὐτοί ἀκόλουθοι τοῦ Διδασκάλου τῆς ἀγάπης καί διάδοχοι τῶν Ἀποστόλων, ἔζησαν σκορπίζοντας παντοῦ ἀγάπη καί γαλήνη. Ναί, ὁ παπᾶς! Ὅ,τι θέλουν ἄς ποῦν οἱ ἐχθροί τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ Ἱ. Κλήρου. Ὁ παπᾶς, αὐτός ὁ μαυροφορεμένος ἐργάτης τοῦ καλοῦ, πού ἔχει «πεθάνει» γιά τόν κόσμο, ἀλλά «ζῆ» γιά τόν Χριστόν, εἶναι πάντα τῆς Θείας Βουλῆς τό ὄργανο. Εἶναι, ὅπως λέγουν οἱ ναυτικοί μας, «στῖγμα» σωστοῦ προσανατολισμοῦ στόν χάρτη τῆς πορείας τοῦ ἀνθρώπου, μέσα στό πέλαγος τῆς ζωῆς, στήν διάρκεια τῶν αἰώνων. Εἶναι ἡ μεγάλη δύναμη, πού μπορεῖ τό ἔθνος μας, ἄνευ ὅρων, νά ἐμπιστευθῇ τήν ὕπαρξη καί τήν πρόοδό του. Γι’ αὐτό καί τόν κυνηγοῦν, γι’ αὐτό καί τόν κτυποῦν, γι’ αὐτό καί δέχεται τίς πιό φοβερές ἐπιθέσεις τῶν δυνάμεων τοῦ σκότους. Ὅμως ἐκεῖνος δέν φοβᾶται ποτέ. Τό ἀπέδειξεν ἄλλωστε περίτρανα, σέ στιγμές δύσκολες γιά τό ἔθνος. Καί δέν φοβήθηκε οὔτε σκλαβιά, οὔτε μαχαίρι, οὔτε φωτιά. Ἔμεινε μόνος στή σκλαβωμένη Πατρίδα. Ἔγινε φῶς καί ἐφώτισε τήν ἑλληνική καρδιά. Ἐβασανίσθη, ἐσουβλίσθη, ἐκρεμάσθη, ἐσύρθη εἰς τούς δρόμους, ἐρρίφθη εἰς τήν θάλασσα, μά ὁ ἅγιος σκοπός του πραγματώθηκε. Καί εἶναι πάντα ὁ παρηγορητής τοῦ πόνου, μά καί ὁ ὁρμητικός ἀγωνιστής. Εἶναι ὁ βράχος, πού πάνω του σπάζει κάθε λύσσα καί κάθε ἐπιβουλή. Εἶναι τό στήριγμα, πάνω στό ὁποῖο στηρίζονται οἱ κουρασμένοι ὁδοιπόροι τῆς ζωῆς. Μόνον αὐτός εἶναι κοντά στόν ἄνθρωπο, σέ κάθε περίσταση. Στήν γέννησή του, κοντά. Συμμερίζεται τήν κάθε του χαρά. Μά καί μοιράζεται μαζί του τόν κάθε πόνο. Καί στήν τελευταία του ὥρα τόν προετοιμάζει μέ τά Μυστήρια καί τίς ἁγιαστικές ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας μας, γιά τήν αἰωνιότητα.

Αὐτός εἶναι ὁ παπᾶς, ἀδελφοί μου! Παντοτεινός καί μοναδικός κλειδοῦχος τῆς ἀνθρώπινης καρδιᾶς. Κι’ ἄν περιστάσεις διάφορες, λέγει κάποιος σύγχρονος συγγραφεύς, τοῦ κουρέλιασαν τά ράσα του, τήν καρδιά του κανείς δέν μπόρεσε νά τήν κουρελιάση. Ἄν τοῦ λύγισαν τό σῶμα, τό φρόνημα καί τήν ψυχή καμιά δύναμη δέν στάθηκε ἱκανή νά τήν γονατίση. Ἄς τόν περιφρονοῦν ὅσοι θέλουν ἄς μιλοῦν γι’αὐτόν μέ λόγια πικρά. Ἄς τόν κατατρέχουν ἄς τοῦ στεροῦν καμιά φορά καί τό ψωμί του στίς τρικυμίες τους θά τόν ἀποζητοῦν. Καί θἆναι πάντοτε ἐκεῖνος ὁ κυρίαρχος τῶν ψυχῶν. Γένοιτο!

Εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Χίου

Κυριακή Β΄ Ματθαίου – Η κλήση των πρώτων Μαθητών. εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Παροναξίας

 

Κυριακή Β΄ Ματθαίου – Η κλήση των πρώτων Μαθητών.
Τό σημερινό Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα, ἀγαπητοί ἀδελφοί, ἐξιστορεῖ τήν κλήση τῶν πρώτων Μαθητῶν. Μᾶς μεταφέρει στή λίμνη τῆς Γαλιλαίας, ὅπου ὁ Κύριος συναντᾶ δύο ἀδέλφια, τό Σίμωνα Πέτρο καί τόν Ἀνδρέα. Ἦταν καί οἱ δύο ψαράδες. Τούς καλεῖ νά Τόν ἀκολουθήσουν καί νά γίνουν ἁλιεῖς ἀνθρώπων. Κι ἐκεῖνοι, χωρίς δισταγμό καί δεύτερη σκέψη, ἐγκατέλειψαν πίσω τους τά πάντα καί Τόν ἀκολούθησαν. Στή συνέχεια συνάντησε ἄλλα δύο ἀδέλφια – ἁλιεῖς, τόν Ἰάκωβο καί τόν Ἰωάννη μέσα στή βάρκα μαζί μέ τόν πατέρα τους Ζεβεδαῖο νά ἑτοιμάζουν κι ἐκεῖνοι τά δίχτυα. Στό κάλεσμά Του ἄφησαν ἀμέσως τήν ψαρόβαρκα καί τόν πατέρα τους καί ἀκολούθησαν τόν Ἰησοῦ. Οὔτε γονεῖς σκέφτηκαν οἱ μαθητές τοῦ Χριστοῦ οὔτε περιουσία οὔτε τήν ἴδια τους τήν ἐργασία οὔτε καί τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο θά ἐξασφάλιζαν τά πρός τό ζῆν. Ἀκολούθησαν ἕναν ἄγνωστο, ὁ ὁποῖος ἀκόμα δέν εἶχε ἀποκτήσει τή φήμη τοῦ Διδασκάλου κι ὅμως ὁ λόγος Του τούς σαγήνεψε καί τούς γέμισε μέ τέτοια σιγουριά, ὥστε νά τολμήσουν μέσα σέ μιά στιγμή νά ἀλλάξουν τή ζωή τους ὁλόκληρη. Μιά τέτοια ἀπόφαση δέν εἶναι καθόλου ἁπλή οὔτε εὔκολη. Ἀπαιτεῖ τόλμη, πίστη καί καθαρότητα καρδιᾶς, στοιχεῖα πού ὁ Ἰησοῦς ἀναγνωρίζει στούς ψαράδες τούς ὁποίους καλεῖ νά Τόν ἀκολουθήσουν.
Οἱ ψαράδες τῆς Γενησαρέτ δέν γνωρίζουν πολλά γιά τίς Γραφές, δέν ἀσχολοῦνται σχολαστικά μέ τήν τήρηση τῶν κανόνων πού ἔχουν ἐπιβάλλει οἱ νομομαθεῖς. Οἱ γραμματεῖς καί οἱ Φαρισαῖοι γνώριζαν τό Νόμο, ὅμως ἡ ὑπερηφάνειά τους καί ἡ ἀσφάλεια πού ἔνιωθαν ἐξ αἰτίας τῶν γνώσεών τους καί τῆς διακεκριμένης θέσης τους στήν κοινωνία δέν τούς ἐπέτρεψε νά ἀναγνωρίζουν στό πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ τό Λυτρωτή τοῦ κόσμου. Διέθεταν γνώση, ἀλλά τούς ἔλλειπε ἡ ἀληθινή πίστη.
Ἔνιωθαν τέλειοι καί γι’ αὐτό δέν ἦταν διατεθειμένοι νά ἐγκαταλείψουν τήν ἀτομική τους ἀσφάλεια καί νά διακινδυνεύσουν νά γίνουν ὀπαδοί μιᾶς νέας διδασκαλίας.
Καί γιά τήν κατάστασή τους αὐτή δέν εὐθύνεται ἡ μελέτη καί ἡ γνώση τῶν Γραφῶν, ἀλλά ἡ αὐτοεκτίμηση καί ὁ ἐγωισμός τόν ὁποῖο εἶχαν καλλιεργήσει μέσα τους μέ ἀφορμή τήν ὑπεροχή τους ἔναντι τῶν ἄλλων, τῶν ταπεινῶν συνανθρώπων τους.
Γι’ αὐτό καί ὁ Χριστός καλεῖ τούς ταπεινούς ψαράδες, οἱ ὁποῖοι διαθέτουν τήν ἁπλότητα, τήν καθαρότητα καί τήν ταπείνωση, στοιχεῖα ἀπαραίτητα γιά νά δεχτοῦν τό μήνυμα τοῦ εὐαγγελίου. Γι’ αὐτό καί ὀ Χριστός ἐπιλέγει τά κατάλληλα ὄργανα καί ἀρχίζει τό ἔργο Του, τήν κατάκτηση τοῦ κόσμου, ὅλης τῆς ἀνθρωπότητας, τότε καί πάντοτε, τήν κατάκτηση τῆς ἀνθρώπινης καρδιᾶς καί διάνοιας. Τό ἔργο εἶναι μεγάλο καί δύσκολο, ἄρα καί τά ὄργανα πρέπει νά εἶναι τά καλύτερα σέ γνώσεις, δύναμη καί σοφία. Μόνο πού ὁ Ἰησοῦς ἐπιλέγει κάποιους ψαράδες.
Ἄν ἡ ἀνθρωπότητα γνώριζε ὅτι τό σχέδιο τοῦ Χριστοῦ ἦταν νά κατακτήσει τόν κόσμο ὄχι μέ πολλούς σοφούς καί ἰσχυρούς, ἀλλά μέ λίγους καί πτωχούς ἁλιεῖς, σίγουρα θά καταδίκαζε τήν ἐκλογή σέ βέβαιη ἀποτυχία. Κι ὅμως τά πράγματα δικαίωσαν τήν ἁγία ἐκλογή Του.
Τό ἔργο τοῦ Σωτήρα στέφθηκε ἀπό πλήρη ἐπιτυχία. Οἱ ὀλιγάριθμοι ἁλιεῖς γυρίζουν τόν κόσμο καί πείθουν τούς σοφούς. Νικοῦν τούς ἰσχυρούς. Καταβάλλουν τούς κοσμοκράτορες καί, ἐνῶ τά ἔργα τῶν ἰσχυρῶν διαλύονται καί ἐξαφανίζονται, τό ἔργο τῶν Μαθητῶν μένει εἰς τόν αἰώνα.
Στήν κλήση τῶν Μαθητῶν καταφαίνεται ἡ Πρόνοια τοῦ Θεοῦ· δικό της ἔργο καί τό ἀποτέλεσμα τῆς κλήσης, ὁ ἐμπλουτισμός τῆς Ἐκκλησίας διά τοῦ Ἀποστολικοῦ κηρύγματος.
Οἱ μαθητές ὑπάκουσαν στήν κλήση τοῦ Χριστοῦ καί τά ἔθνη ὁδηγήθηκαν ἀπ’ αὐτούς στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ Θεία Πρόνοια εἶναι διαρκῶς παροῦσα στό ἔργο πού άνέλαβαν, μέσα στό χρόνο οἱ διάδοχοι τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, τά στελέχη τῆς Ἐκκλησίας κλήθηκαν ν’ ἀντιμετωπίσουν ποικίλες δυσκολίες, προερχόμενες ἀπό ἐξωτερικές δυνάμεις πού ἐπιβουλεύονται διαχρονικά τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καί μάχονται γιά τήν κατάλυσή της. Στάθηκαν ἀπέναντι σέ ὕπουλους ἐσωτερικούς κραδασμούς πού μέ ποικίλα προσωπεῖα θέλησαν νά διαβρώσουν τό δόγμα, τή Θεολογία, τήν ἑνότητα καί τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ἐπιτελώντας ἔργο σατανικό. Ἀπέναντι σ’ ὅλους αὐτούς τούς κινδύνους τά ὄργανα τοῦ Θεοῦ στάθηκαν μέ σθένος καί πνευματική ἰσχύ, πού προέρχονταν ὄχι τόσο ἀπό τίς δικές τους μικρές δυνάμεις, ὅσο ἀπό τήν Πρόνοια τοῦ Ἁγίου Θεοῦ.
Ἡ ἴδια αὐτή Πρόνοια τοῦ Θεοῦ θά συνοδεύσει, ἀγαπητοί ἀδελφοί, καί θά σκεπάσει τήν Ἐκκλησία καί στήν ἐποχή μας, στόν καιρό τῆς παγκοσμιοποίησης καί τῶν μεγάλων ἀνατροπῶν, ὅπου καλεῖται ν’ ἀντιμετωπίσει νέους πειρασμούς, νεοφανεῖς προκλήσεις, ὀξεῖες ἀμφισβητήσεις, ὅσο καί ἐσωτερικές ἀγκυλώσεις. Καί ἀπό αὐτή τή διαδικασία θά προέλθει ἀνανεωμένη καί ἐνδυναμωμένη, ἀρκεῖ νά ἔχει πάντα πρό ὀφθαλμῶν, ὄχι τό τί θέλει τό πνεῦμα τοῦ κόσμου ἀπ’ Αὐτήν, ἀλλά τό τί ἐπιθυμεῖ τό Πνεῦμα καί ἡ Πρόνοια τοῦ Θεοῦ γιά τόν μετασχηματισμό καί τήν ἐν Χριστῶ ἀναγέννηση τοῦ κόσμου.
Ι. Μ. ΠΑΡΟΝΑΞΙΑΣ

ΚΥΡΙΑΚΗ Β´ ΜΑΤΘΑΙΟΥ π. Γεώργιος Δορμπαράκης

 



῾Οἱ δέ εὐθέως ἀφέντες τά δίκτυα ἠκολούθησαν αὐτῷ'

Στήν περίοδο τῆς κλήσης τῶν πρώτων μαθητῶν τοῦ Κυρίου μᾶς μεταφέρει τό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα τῆς Κυριακῆς Β´ Ματθαίου. Ὁ Κύριος περιδιαβαίνοντας τά παράλια τῆς λίμνης τῆς Γαλιλαίας καλεῖ τόν ᾽Ανδρέα καί τόν ἀδελφό του Σίμωνα Πέτρο, καί λίγο ἀργότερα τόν ᾽Ιάκωβο καί τόν ἀδελφό του ᾽Ιωάννη, πού ἦταν ὅλοι ψαράδες, νά Τόν ἀκολουθήσουν, ὥστε νά γίνουν ἁλιεῖς τῶν ἀνθρώπων. ῾Δεῦτε ὀπίσω μου, καί ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων᾽. Κι ἐκεῖνοι ῾εὐθέως ἀφέντες τά δίκτυα ἠκολούθησαν Αὐτῷ᾽.
 Ὁ ᾽Ανδρέας καί ὁ Σίμων Πέτρος, ὁ ᾽Ιάκωβος καί ὁ ᾽Ιωάννης,  ἀκολούθησαν τόν Χριστό ὄχι διότι ἐκεῖνοι Τόν διάλεξαν, μέσα στά πλαίσια ἴσως μίας μεταφυσικῆς ἀναζήτησής τους, ὥστε νά ἔχουν τήν καύχηση τῆς δικῆς τους πρωτοβουλίας, ἀλλά διότι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος τούς διάλεξε καί τούς κάλεσε, ὅπως σέ ἄλλη περίπτωση τούς τό σημείωσε: ῾οὐχ ὑμεῖς με ἐξελέξασθε, ἀλλ᾽ ἐγώ ἐξελεξάμην ὑμᾶς᾽. Κι αὐτό σημαίνει πολύ περισσότερο ὅτι κανείς ἀπό μόνος του δέν ἀκολουθεῖ τόν Χριστό, κανείς ἀπό μόνος του δηλαδή δέν γίνεται χριστιανός, ἄν δέν δεχθεῖ τήν κλήση ἀπό τόν Θεό, συνεπῶς ἄν δέν μπεῖ στόν ῾ζυγό᾽ τῆς ὑπακοῆς σ᾽ ᾽Εκεῖνον. ῾Οὐδείς δύναται ἐλθεῖν πρός με, ἐάν μή ὁ πατήρ μου ὁ πέμψας με ἑλκύσῃ αὐτόν᾽. Κι ἐννοοῦμε κλήση, ἡ ὁποία θά μιλήσει στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου καί ὄχι θά κρούσει ἁπλῶς τά τύμπανα τῶν αὐτιῶν του. ῾Πολλοί γάρ οἱ κλητοί, ὀλίγοι δέ ἐκλεκτοί᾽. Μέ ἄλλα λόγια μιλᾶμε γιά μία κλήση, ἡ ὁποία συναντᾶ τόν ἄνθρωπο σέ κατάσταση ἑτοιμότητας πρός ἀνταπόκριση, σέ κατάσταση δηλαδή ὡριμότητας γιά σχέση μέ τόν Θεό.
Πολύ συχνά, ἰδίως στό εὐαγγέλιο τοῦ ἁγίου ᾽Ιωάννη, ἡ κατάσταση αὐτή χαρακτηρίζεται ὡς ῾ὥρα᾽, πού προσδιορίζεται ἐπακριβῶς: εἶναι ἡ ὥρα τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ. Γι᾽ αὐτό καί ὁ Κύριος κατέληγε σχεδόν πάντα τόν ὅποιο λόγο Του πρός τούς ἀνθρώπους μέ τήν ἐπισήμανση: ῾ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω᾽. ῏Ωτα βεβαίως πνευματικά καί ὄχι σωματικά. Εἶναι εὐνόητο λοιπόν ὅτι οἱ μαθητές τοῦ Χριστοῦ, ὅπως ὁ ᾽Ανδρέας καί ὁ Σίμων Πέτρος, ἦταν ἕτοιμοι νά κληθοῦν, διότι εἶχαν ἑτοιμαστεῖ γι᾽ αὐτό καί ἀπό τή δική τους τή διάθεση ἀναζήτησης καί ἀπό τόν μέχρι τότε δάσκαλό τους μέγα ᾽Ιωάννη Πρόδρομο, ὁ ὁποῖος εἶχε ὡς ἔργο τήν κλήση πρός μετάνοια τῶν ἀνθρώπων καί τήν ἀναγγελία τοῦ ἐρχομοῦ τοῦ Μεσσία.
Ποιό τό χαρακηριστικό τῆς ἀκολουθίας τοῦ Χριστοῦ; Πῶς διακρίνει κανείς τή γνησιότητα τῆς κλήσης Του ; Ὁ Κύριος ἀπαντᾶ: ῾ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων᾽. Ἡ ἀκολουθία τοῦ Χριστοῦ δηλαδή ὁδηγεῖ ἀμέσως στό ἄνοιγμα πρός τόν συνάνθρωπο καί σέ ἱεραποστολική δράση. Δέν μπορεῖ εἰδικά ἕνας ἀπόστολος τοῦ Χριστοῦ νά εἶναι καί νά παραμένει ἀπόστολος, μέ τήν ἔννοια ὅτι ἀπέκτησε ἕνα ἀξίωμα πρός προσωπική ἀπόλαυσή του. Κάτι τέτοιο προϋποθέτει μία κοσμικοῦ τύπου κατανόηση τοῦ ἀξιώματος, πού ὁ Κύριος τό ἔλεγξε μέ ἰδιαίτερη βδελυγμία. ῾Οἱ δοκοῦντες ἄρχειν τῶν ἐθνῶν κατακυριεύουσιν αὐτῶν. Οὐχ οὕτως ἔσται ἐν ὑμῖν᾽. Ὁ Κύριος καλεῖ τόν ἄνθρωπο νά Τόν ἀκολουθήσει, γιά νά ἀγκαλιάσει καί νά διακονήσει τόν συνάνθρωπό του μέ σκοπό τή σωτηρία του, πού σημαίνει ὅτι ὁ ἀπόστολος γίνεται συνεργός τοῦ Θεοῦ. Κι αὐτό συμβαίνει ὄχι μόνο στούς ἀποστόλους τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά σέ ὅλους τούς πιστούς Του, ἀνεξάρτητα ἀπό τό διακόνημα πού μπορεῖ νά ἔχουν ἀναλάβει: εἶναι μαθητές, ἀκολουθοῦν τόν Χριστό, στό βαθμό πού ἀγαποῦν μέ ὅλη τή δύναμη τῆς ψυχῆς τους τόν ὅποιο συνάνθρωπό τους, ἀκόμη καί τόν ἐχθρό τους. Διότι ῾ὁ ἀγαπῶν τόν Θεόν και μισῶν τόν πλησίον ψεύστής ἐστι᾽.
Κατανοεῖ κανείς ὅτι μία τέτοια κατάσταση ἔχει τόν χαρακτήρα τῆς θυσίας. Διότι συνήθως οἱ ἄνθρωποι, μπροστά στήν ἀγάπη τοῦ χριστιανοῦ - συνέχεια τῆς ἀγάπης του πρός τόν Θεό - πού ἐκφράζεται πρωτίστως μέ τή συμπεριφορά του καί δευτερευόντως μέ τά λόγια του, ἀντιδροῦν καί ἐναντιώνονται, συχνά δέ τούς ὁδηγοῦν καί στό μαρτύριο. Ὁ Κύριος δέν ὑποσχέθηκε στούς ἀκολούθους Του δάφνες καί ροδοπέταλα. Τούς εἶπε ὅτι θά ὑποστοῦν βάσανα καί διωγμούς, ἀλλά μέ τόν τρόπο αὐτό θά παραμένουν ἑνωμένοι μέ ᾽Εκεῖνον καί θά βοηθοῦν οὐσιαστικά τούς ἀνθρώπους - ὅ,τι συνέβη δηλαδή καί στόν ῎Ιδιο: ῾ἰδού γάρ ἦλθε γιά τοῦ σταυροῦ χαρά ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ᾽. ῾᾽Ιδού ἀποστέλλω ὑμᾶς ὡς πρόβατα ἐν μέσῳ λύκων᾽. ῾᾽Εν τῷ κόσμῳ θλίψιν ἕξετε᾽. Καί κυρίως: ῾Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθείτω μοι᾽. Γι᾽ αὐτό καί ἡ χριστιανική πίστη δέν εἶναι πρός λαϊκή κατανάλωση καί δέν μπορεῖ ποτέ νά γίνει τοῦ ῾συρμοῦ᾽. ᾽Απαιτεῖ γενναιότητα καί πραγματική ἀγάπη πρός τόν Χριστό, κάτι πού ἐξηγεῖ καί τή συρρίκνωσή της σέ στατιστικά στοιχεῖα παγκοσμίως.
Ποιές οἱ προϋποθέσεις αὐτῆς τῆς ἀκολουθίας τοῦ Χριστοῦ; Στήν κλήση τῶν πρώτων μαθητῶν παίρνουμε ἐπίσης τήν ἀπάντηση:
(α)ἀφέντες τά δίκτυα᾽. Μπορεῖ καί ἀκολουθεῖ κανείς τόν Χριστό, ὅταν προβεῖ σέ ἀποταγή ὁποιουδήποτε στοιχείου τόν δένει μέ τόν κόσμο, ἔστω κι ἄν αὐτό θεωρεῖται, κοσμικά, καλό. Τό ζητούμενο δηλαδή πάντοτε γιά τόν Χριστιανό δέν εἶναι ἄλλο ἀπό αὐτό πού συνιστᾶ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. ῎Αν τό θέλημα ᾽Εκείνου περνᾶ μέσα ἀπό τό ῾ἄφημα᾽ ἀκόμα καί τῆς δουλειᾶς του, τῶν πάντων καλύτερα - ῾ἰδού ἡμεῖς ἀφήκαμεν πάντα καί ἠκολουθήσαμέν σοι᾽ θά ποῦν ἀλλοῦ οἱ ἀπόστολοι στόν Χριστό – τότε αὐτή εἶναι ἡ προτεραιότητα τοῦ πιστοῦ. Μέ ἄλλα λόγια, ἄν κάτι μέ ῾δένει᾽ παθολογικά μέ τόν κόσμο, ὅσο κι ἄν θεωρεῖται κοντινό καί ἀπαραίτητο σέ μένα, πρέπει νά εἶμαι ἕτοιμος νά τό ἀφήσω. Κι αὐτή ἡ ἀποταγή πού γίνεται πρός χάρη τοῦ Θεοῦ συνιστᾶ καί τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. ᾽Αρκεῖ βεβαίως νά ἔχω τή διάκριση νά καταλαβαίνω κάθε φορά ποιό εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
(β)εὐθέως᾽, δηλαδή χωρίς ἀναβολή, ἀμέσως. Ὅταν μέ καλεῖ ὁ Θεός, ὅταν γνωρίζω τό ἅγιο θέλημά Του, ἀλλά ἀναβάλλω τήν ἀνταπόκρισή μου καί τήν ἐφαρμογή αὐτοῦ τοῦ θελήματος στή ζωή μου, ἀπό κεῖ καί πέρα ἀρχίζει ἡ εὐθύνη τῆς ἐναντίωσής μου στόν Θεό. Γίνομαι, κατά κάποιο τρόπο, θεομάχος, συνεπῶς θέτω ἐμπόδιο στήν αἴσθηση τῆς χάρης Του στήν ὕπαρξή μου. Καί συνήθως συμβαίνει τό ἑξῆς: διαρκῶς καί μεταθέτω τήν ἀπόφαση ἀκολουθίας τοῦ Χριστοῦ γιά...ἀργότερα, ἄρα δέν Τόν ἀκολουθῶ ποτέ. ῞Ενα παλιό γνωμικό ἐπισημαίνει: ῾Ἡ ἀναβολή ὁδηγεῖ στή χώρα τοῦ ποτέ᾽. Ἡ κατάσταση αὐτή συνιστᾶ ἕνα ἐκ δεξιῶν λεγόμενο ὅπλο τοῦ διαβόλου. Δέν πολεμᾶ ὁ πονηρός κατευθεῖαν τόν πιστό, μέ ἄρνηση τοῦ Θεοῦ, ἀλλά μέ ἀποδοχή τοῦ θελήματός Του, ἀλλά γιά ἀργότερα. 
   ᾽Από τήν ἄποψη αὐτή, ἡ χριστιανική ζωή ἔχει τό στοιχεῖο τῆς ἀποφασιστικότητας. ῎Ανθρωπος πού ἔχει πειστεῖ γιά τήν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ καί γιά τή σωτηρία πού προσφέρει ὡς ζωντανή σχέση μέ τόν Θεό, δέν μπορεῖ νά ἀναβάλλει. ᾽Εκτός ἀπό τούς ἀποστόλους πού ἀνταποκρίθηκαν ἄμεσα, βλέπουμε τήν ἀμεσότητα ἀνταπόκρισης σέ ὅλους τούς ἁγίους, οἱ ὁποῖοι καί γι᾽ αὐτό ἅγιασαν. ᾽Εν προκειμένῳ ἄς θυμηθοῦμε καί τόν ἀπόστολο Παῦλο, ὁ ὁποῖος, μετά τή θαυμαστή συνάντησή του μέ τόν ἀναστημένο Χριστό, τήν ὥρα πού δίωκε τούς χριστιανούς στόν δρόμο τῆς Δαμασκοῦ, ἀμέσως ἀλλάζει ζωή, καί τήν ὁσία Μαρία τήν Αἰγυπτία, ἡ ὁποία μόλις καί αὐτή συνειδητοποιεῖ τήν κατάντια τῆς ζωῆς της καί ποῦ βρίσκεται ἡ ἀλήθεια, ἀμέσως φεύγει γιά τήν ἔρημο, χωρίς ποτέ νά ἐπιστρέψει στόν κόσμο.

Κυριακή β΄ Ματθαίου εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Κυδωνίας και Αποκορώνου

Κυριακή β΄ Ματθαίου

Ἡ ἡμέρα εἶναι ὄμορφη καί ὁ Κύριος περιπατεῖ στήν ἀκρογιαλιά τῆς θάλασσας τῆς Τιβεριάδος. Βλέπει δυό ψαράδες, πού εἶναι ἀδέλφια, τόν Ἀπόστολο Πέτρο καί τόν Ἀπόστολο Ἀνδρέα νά ψαρεύουν μέ τό δίχτυ τους. Τούς πλησιάζει, ἐκεῖνοι Τόν κοιτάζουν καί τότε τούς λέει: «Ἀκολουθῆστε μέ καί θά σᾶς κάνω ἁλιεῖς ἀνθρώπων».
Καί ἐκεῖνοι, χωρίς κανένα δισταγμό καί χωρίς καμία ἐρώτηση ἀφήνουν τό δίχτυ τους καί Τόν ἀκολουθοῦν.
Προχωροῦν στήν ἀκρογιαλιά καί βλέπουν ἄλλους δυό ψαράδες, ἀδέλφια κι αὐτοί, τόν Ἰάκωβο καί τόν Ἰωάννη πού μαζί μέ τόν πατέρα τούς ράβουν τά δίχτυα τούς ἐπάνω στό καΐκι τους.
Ὁ Κύριος τους πλησιάζει περισσότερο καί ἐκεῖνοι παραξενεμένοι Τόν κοιτάζουν καί ὅταν Ἐκεῖνος τούς λέει: «ἀκολουθῆστε μέ», ἀφήνουν τόν πατέρα τους, τά δίχτυα καί τό καΐκι τους καί τόν ἀκολουθοῦν. Ὁ Κύριος εἶχε διαλέξει πιά τούς πρώτους Μαθητές Του.
Ἀδελφοί μου,
Ἔτσι ἡ σημερινή Εὐαγγελική περικοπῆ μας παρουσίασε τόν Κύριο σέ ἕνα παράδοξο τόπο καί μέ ἕνα παράδοξο τρόπο νά ἐκλέγει ὡς μαθητές Τοῦ παράδοξους ἀνθρώπους.
Τόπος τῆς ἐκλογῆς ἡ ἀκρογιαλιά τῆς Τιβεριάδος, διαλέγει ἁπλοϊκούς καί ἀγράμματους ψαράδες πού ράβουν τά δίχτυά τους καί τούς καλεῖ μέ τήν ἁπλή φράση «δεῦτε ὀπίσω μου» μέ τήν ὑπόσχεση «θά σᾶς κάνω ἁλιεῖς ἀνθρώπων».
Ἑπομένως μας παρουσίασε ἕνα Θεό παράδοξο καί εἶναι παράδοξος ὁ Θεός γιατί εἶναι ὁ ἀληθινός Θεός καί ὁ ἀληθινός Θεός εἶναι παράδοξος ἀφοῦ δέν εἶναι Θεός κάποιας ἀνθρώπινης φαντασίας.
Ὅλα εἶναι πραγματικά παράδοξα, ὁ τόπος, οἱ ἄνθρωποι, ὁ τρόπος καί ἡ ὑπόσχεση καί εἶναι παράδοξα γιά τή λογική μας γιατί ὅλα ἔρχονται σέ ἀντίθεση μέ αὐτή πού θέλει ὡς τόπους πνευματικά ἱδρύματα, ἀνθρώπους μέ πτυχία καί τίτλους, συγγράμματα καί ὑπόσχεση μέ ὑψηλή ἀμοιβή.
Τίποτα ὅμως ἀπ’ ὅλα αὐτά. Γιατί ἄραγε ὁ Κύριος διάλεξε ἔτσι ὅπως διάλεξε; Φαίνεται ὅτι ἐκτύπησε κάποιες μυστικές χορδές τῆς ψυχῆς, τίς ὁποῖες μόνον Αὐτός γνωρίζει. Τίς ἐκτύπησε μέ τήν γοητεία τῶν λόγων Του καί τῆς ταπεινῆς ἐμφάνισής Του, γι’ αὐτό καί ἐκεῖνοι ἀρνήθηκαν ὅτι ἀποτελοῦσε μέχρι τή στιγμή ἐκείνη τῆς πρόσκλησης περιεχόμενο τῆς ζωῆς τους, ὅπως γονεῖς, συγγενεῖς, φίλους, ἐπάγγελμα κ.λ.π.
Μέσα στά μύχια βάθη τῆς ψυχῆς μας ὑπάρχει μία μυστική κοινωνία μαζί Του γι’ αὐτό καί ὅταν κάνει τήν πρόσκλησή Του, ἡ ψυχή μας δέχεται καί ἀκολουθεῖ εἴτε εἶναι θετική εἴτε ἀρνητική ἀπέναντί Του.
Ἀφοσιώνεται σέ Αὐτόν ἀρνούμενη κάθε ἄλλη σχέση καί πολλές φορές ἀκολουθεῖ τό μοναχικό βίο.
Αὐτή ἡ ἄρνηση πρός τόν κόσμο καί αὐτή ἡ ἀφοσίωση γίνεται σέ κάθε ἐποχή γιατί πάντοτε ὁ Κύριός μας προσκαλεῖ μέ αὐτό τό «δεῦτε ὀπίσω μου». Ἔτσι, πάντοτε θά ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού σάν τούς μαθητές Του θά ἀρνοῦνται τά πάντα καί θά τόν ἀκολουθοῦν. Εἴτε εἶναι νέοι, εἴτε μεγάλοι, εἴτε πλούσιοι, εἴτε φτωχοί, εἴτε μορφωμένοι, εἴτε ἀμόρφωτοι.
Ὅσοι δέν μποροῦν νά καταλάβουν τήν γοητεία πού ἀσκεῖ ὁ Θεός στή ψυχή καί ἔτσι, γιατί ὑπάρχουν ἄνθρωποι, πού ἀρνοῦνται τά κοσμικά, διαμαρτύρονται καί καταφέρονται δημιουργώντας σταυρούς στούς ἀφοσιωμένους.
Ἀδελφοί μου,
Ἀπό μία Πειραιώτικη οἰκογένεια φεύγει ἡ κόρη καί γίνεται μοναχή. Οἱ συγγενεῖς μέ ἀρχηγό τόν μεγάλο ἀδελφό τῆς  τόν Διονύση γεμάτοι ὀργή τήν ἀναζητοῦν παντοῦ. Παίρνουν τήν πληροφορία ὅτι εἶναι στό Μοναστήρι τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς στή Πάρνηθα.
Ἀποφασισμένοι νά πάρουν τήν ἀδελφή τους πηγαίνουν στό Μοναστήρι. Δέν τή θέλουν καλόγρια ἀλλά κοντά τους γιά νά χαρεῖ τή ζωή τῆς ὅπως λένε.
Μπαίνουν στήν αὐλή τοῦ μέ ἄγριες διαθέσεις. Σέ ἕνα μικρό μπαλκόνι, βλέπουν ἕνα Γέροντα Ἱερέα ὁ ὁποῖος σηκώνεται ἀπό τό κάθισμά του καί τούς φωνάζει:
«Καλῶς τό Διονύση. Ἐλᾶτε περάστε. Καλῶς ἤλθατε, ἐδῶ ἔχομε τήν ἀδελφή σας».
Ἔκπληκτοι τόν πλησιάζουν καί μένουν ἐμβρόντητοι διότι διαπιστώνουν ὅτι ὁ Γέροντας εἶναι τελείως τυφλός. Δέν ἤξεραν τί νά ὑποθέσουν. Ζοῦν τό ρίγος ἑνός μυστηρίου. Τυφλός ἄνθρωπος καί βλέπει. Ξέρει ποιοί εἶναι καί γιατί πῆγαν καί φωνάζει μέ τό ὄνομα. Αἰσθάνονται σάν νά ἔχουν ἀπέναντι τούς ἕνα προφήτη.
Τό ἀποτέλεσμα. Ὄχι μόνον δέν ἐνόχλησαν τήν ἀδελφή τους καί δέν ἐδημιούργησαν ἐπεισόδιο ἀλλά καί ἀπό ἄσπονδοι ἐχθροί του μοναχικοῦ βίου ἔγιναν ὑμνητές του. Στήν γειτονιά τούς ὅλοι συζητοῦσαν τήν ἀνέλπιστη μεταστροφή τους καί ἔτριβαν τά μάτια τους γιά τά παράδοξα πού ἔβλεπαν.
Ἀδελφοί μου,
Ναί! Παράδοξος καί ἀκατανόητος ἀπό τή λογική μας εἶναι ὁ Θεός μας. Παράδοξες καί ἀκατανόητες εἶναι καί οἱ ἀποφάσεις Του, γιατί αὐτό εἶναι τό γνώρισμα τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, γι’ αὐτό ποτέ δέν πρέπει νά κρίνουμε τίς ἀποφάσεις Του.
«Εἴμαστε ἀμαθεῖς» μας λέει ὁ Μέγας Βασίλειος.
Θά πρέπει ὅμως νά εἴμαστε βέβαιοι ὅτι οἱ ἀποφάσεις Τοῦ εὐεργετοῦν τίς ψυχές μας, γιατί αὐτός εἶναι ὁ σκοπός του, νά ὠφελήσει καί νά εὐεργετήσει γιά νά εἰσέλθουν στήν Βασιλεία Του καί νά ἀπολαύσουν τά ἀγαθά Του.
Ο Θεός να εἶναι  μαζί σας.

Μητροπολίτης Κυθήρων Σεραφείμ , Κυριακή Β΄ Ματθαίου – Οι Θείες αμοιβές των εργατών του καλού


ΟΙ ΘΕΙΕΣ ΑΜΟΙΒΕΣ ΤΩΝ ΕΡΓΑΤΩΝ ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ
«Δόξα καί τιμή καί εἰρήνη παντί τῷ ἐργαζομένῳ τό ἀγαθόν»
(Ρωμ. β' 10)
          Στό σημερινό Ἀποστολικό Ἀνάγνωσμα, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος διαβεβαιώνει ὅτι δόξα καί τιμή καί εἰρήνη προσμένουν ὅποιον κάνει τό καλό, ἀνεξάρτητα πρός τήν καταγωγή καί προέλευσή του, γιατί ὁ Θεός δέν κάνει διακρίσεις. Λίγο πιό πρίν ὁ θεῖος Παῦλος ἔδωσε τήν διαβεβαίωσι ὅτι θλῖψις καί στεναχώρια περιμένουν τό κάθε ἄνθρωπο πού ὑπηρετεῖ καί προωθεῖ τό κακό.
          Μέ ἄλλα λόγια οἱ ἐργάτες τοῦ καλοῦ καί ἀγαθοῦ θά ἔχουν πνευματικές ἀπολαυές, ὅπως εἶναι τά θεῖα ἀγαθά τῆς δόξης, τῆς τιμῆς καί τῆς εἰρήνης, πού χαρίζει ἀφθονοπάροχα ὁ Θεῖος Δωρεοδότης στούς πιστούς καί ἀφοσιωμένους χριστιανούς. Ἀντίθετα οἱ ἐργάτες τοῦ κακοῦ καί τῆς ἀνομίας θά ζοῦν μέσα στή θλῖψι καί τή στεναχώρια, θά γεύωνται διαρκῶς τά ἀποτελέσματα καί τίς συνέπειες τῆς κακῆς αὐτῆς ἐπιλογῆς τους. Ἡ συνείδησίς τους δέν θά ἠρεμῆ ποτέ, ἡ ζωή τους θά εἶναι μέσα στήν ταραχή καί τήν ἀνασφάλεια, τό μέλλον τους σκοτεινό καί γεμᾶτο ἀγωνίες καί ἀβεβαιότητες, ἡ καρδιά τους γεμάτη βάρη καί ἐνοχές, ἡ ἐλπίδα τους γιά ἕνα καλύτερο αὔριο καταπεσμένη καί ἀνύπαρκτη.


          Ἕνας ἀπό τούς νεώτερους Ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ Ὅσιος Σιλουανός ὁ Ἀθωνίτης, πού μαζί μέ ὅλους τούς ἁγίους Ἁγιορεῖτες Πατέρες γιορτάζει κατά τή σημερινή Κυριακή, ἔλεγε τό ἑξῆς σημαντικό : «Ψυχή ἁμαρτωλή, αἰχμάλωτη στά πάθη, δέν μπορεῖ νά ἔχῃ εἰρήνη καί χαρά ἐν Κυρίῳ, ἔστω καί ἄν ἔχει ὅλα τά πλούτη τῆς γῆς».
          Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος μᾶς συμβουλεύει πώς «πρέπει νά εἴμαστε εὐκολομετακίνητοι ἀπό τό κακό πρός τό καλύτερο καί ἀμετακίνητοι ἀπό τό καλό πρός τό χειρότερο». Καί προσθέτει : «Λάμπει ἄστρων μᾶλλον εὐσεβής βίος», δηλ. λάμπει περισσότερο ἀπό τά ἀστέρια ὁ εὐσεβής βίος.
          Οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας διδάσκουν ὅτι «ἀπό τούς κόπους καί ὄχι ἀπό τίς ἡδονές πρέπει νά περιμένουν οἱ νέοι τιμή καί δόξα». Καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὁ σοφός αὐτός διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας, μᾶς διαβεβαιώνει πώς «ἡ κακία καί ἡ ἀρετή δέν εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς φύσεως, ἀλλά τῆς προαιρέσεως». Καί συμπληρώνει ὁ ἱερός αὐτός Πατήρ˙ «τίποτε ἄλλο δέν εὐχαριστεῖ τόσο πολύ τόν Θεόν, ὅσο τό νά μην ἀνταποδίδουμε κακό ἀντί κακοῦ».
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
          Ἡ κοινωνία μας, τό ὀρθόδοξο Γένος μας καί ὅλος ὁ κόσμος ἔχει μεγάλη ἀνάγκη σήμερα, περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλη φορά, ἀπό τήν παρουσία ἐργατῶν τοῦ καλοῦ καί τοῦ ἀγαθοῦ. Ἔχει πλεονάσει ἡ κακία καί ἡ ἀνομία, ἡ βία καί ἡ ἁρπαγή, ἡ ἀνηθικότητα καί ἡ ἐγκληματικότητα, τό μῖσος καί ἡ ἀπανθρωπιά.
          Ἐργάτες τοῦ καλοῦ καί τοῦ ἀγαθοῦ μᾶς θέλει ὁ Πανάγαθος Θεός, ἡ πηγή κάθε ἀγαθοῦ καί καλοῦ. Αὐτόν τόν δρόμο ἄν ὁλοπρόθυμα ἐπιλέξωμε καί μέ ὑπομονή, τιμιότητα καί εἰλικρίνεια ἀκολουθήσωμε θά εἴμαστε οἱ συντελεστές τῆς προόδου καί τῆς εὐημερίας καί θά κερδίσωμε τόσο τά βιοτικά καί ἐπίγεια ἀγαθά, ὅσο καί τά ἐπουράνια καί ἄφθαρτα ἀγαθά τῆς αἰώνιας δόξας, τῆς τιμῆς καί τῆς εἰρήνης. Γένοιτο.
† Ὁ Κ.Σ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...