Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τετάρτη, Απριλίου 03, 2013

Ομιλία του Μητροπολίτου Δημητριάδος κ. Ιγνατίου στην Γ' στάση των Χαιρετισμών




Η ομιλία που πραγματοποίησε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Δημητριάδος και Αλμυρού κ. Ιγνάτιος, κατά τη διάρκεια της Β´ Ακολουθίας της Γ´ Στάσεως των Χαιρετισμών της Παρασκευής 16 Μαρτίου 2012 στον Ιερό Ναό Ευαγγελιστρίας Πειραιώς.



Εις την Γ Στάση των ΧαιρετισμώνΗ τροπική αποξένωσις από τα πράγματα του κόσμου και της αμαρτίας και ο μύθος του Αισώπου π.Στέφανος Αναγνωστόπουλος


«Ξένον τόκον ειδόντες, ξενοθώμεν του κόσμου, τον νουν προς ουρανόν μεταθέντες».

Πέντε αισθήσεις έχει κάθε άνθρωπος, όλοι μας έχουμε πέντε αισθήσεις, και με τις πέντε αυτές αισθήσεις συμμετέχουμε συχνά στη Θεία Λατρεία. Έτσι με τα μάτια μας βλέπουμε τα τελούμενα, βλέπουμε τις ιερές εικόνες, τις παραστάσεις εδώ από την θεανθρώπινη ζωή του Κυρίου μας, και βλέπουμε επίσης και τα διαδραματιζόμενα μέσα στη Θεία Λατρεία.
Με την ακοή ακούμε τις ευχές και τους ύμνους, τα αναγνώσματα και το ιερό κήρυγμα. Με την όσφρηση απολαμβάνουμε το μοσχοθυμίαμα, πολλές φορές έχομε όσφρηση και της Θείας Κοινωνίας, όπως και τη Χάρη και την ευωδία του Παναγίου Πνεύματος. Με την αφή ασπαζόμαστε τις ιερές εικόνες και τον Τίμιο Σταυρό, και με τη γεύση μετέχουμε της μυστικής τραπέζης, και γευόμεθα της Θείας Κοινωνίας, του Σώματος και του Αίματος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.

Αλλά έχουμε όμως και μια έκτη αίσθηση. Και αυτή η έκτη αίσθησις για μας τους χριστιανούς είναι η πίστις. Η πίστις λοιπόν κάνει τα μάτια μας ώστε να βλέπουν θαυμαστά και ουράνια πράγματα. Η πίστις κάνει τ’ αυτιά μας να ακούνε υπερφυσικά λόγια και ουράνιους ακόμα ύμνους, ακατάληπτα για τα σαρκικά αυτιά. Η πίστις δίνει συμβολική σημασία στο λιβάνι, όταν μ’ αυτό μας θυμιατίζουν, η πίστις πνευματοποιεί το άναμα του κανδηλιού και ενός κεριού όταν το ανάβουμε, για να έχει υγεία ένας άρρωστος συγγενής μας ή για τον φωτισμό ενός παιδιού μας, ή για την ανάπαυση ενός κεκοιμημένου φίλου και συγγενούς. Η πίστις δίνει δύναμη, όχι μόνον δύναμη αλλά παντοδυναμία, στο απλό σημείον του Σταυρού που θα κάνουμε. Η πίστις λοιπόν δίνει ακόμα και θεολογική διάσταση, στον ασπασμό της εικόνας, όπως θα κάνετε ύστερα από λίγο, στην Παναγία εδώ το Ρόδο το Αμάραντο, και ο ασπασμός αυτός δεν θα μένει πάνω στο ξύλο, στις μπογιές και στο χρώμα, αλλά θα μεταβεί στο πρωτότυπο, δηλαδή θ’ ανέβη ψηλά στον ουρανό. Η πίστις κάνει τον χριστιανό να αισθάνεται ότι αληθινά κοινωνεί Σώματος και Αίματος Ιησού Χριστού. Χωρίς την πίστη τα πάντα στην Εκκλησία είναι ξεροί τύποι. Και η τυπολατρεία είναι ο τάφος του Χριστιανισμού.
Όταν έχουμε πίστη σαν «κόκκο σινάπεως» τότε μπορούμε δια της πίστεως αυτής να κάνουμε θαύμα αλλά και να παρακολουθήσουμε όμως το θαύμα που τελείται σε κάθε ιερή ακολουθία και ειδικότερα ό,τι γίνεται μέσα στο ναό, και μάλιστα κατά τη διάρκειαν της Θείας Λειτουργίας.

Θαύμα είναι και ο Ακάθιστος αυτός Ύμνος με τους Χαιρετισμούς που παρακολουθούμε κάθε Παρασκευή την Μεγαλη Σαρακοστή, αλλά όταν και μείς από μόνοι μας τα βράδια με το Μικρό Απόδειπνο απαγγέλουμε τους Χαιρετισμούς. Θαύμα σαν άσμα, θαύμα σαν έκφρασις, θαύμα σαν σύνθεσις. Έχουν περάσει χίλια τόσα χρόνια από τότε που έχει γραφεί αυτός ο Ακάθιστος Ύμνος και οι Χαιρετισμοί, και όμως χιλιάδες και μυριάδες είναι εκείνες οι ψυχές οι οποίες εξακολουθούν να συγκινούνται απ’ τους Χαιρετισμούς και τον Ακάθιστο Ύμνο, και μάλιστα πολλές φορές να βλέπουν και θαυμαστά αποτελέσματα στην οικογένειά τους.
Ο Ακάθιστος Ύμνος κυρίως είναι θαύμα για το περιεχόμενό του. Τι μας περιγράφει; Μας περιγράφει εκείνο το οποίον αποτελεί την βάση του Χριστιανισμού. Και όποιος απορρίπτει αυτό που περιγράφει ο Ακάθιστος Ύμνος, που είναι ένα γεγονός, απορρίπτει την πίστη και το δόγμα μας, το δόγμα δηλαδή και την πίστη της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Και το γεγονός αυτό είναι η ενανθρώπισις του Θεού Λόγου. Όποιος λοιπόν απορρίπτει την Θεαθρωπότητα του Ιησού Χριστού ότι δηλαδή ο Χριστός είναι τέλειος άνθρωπος και τέλειος Θεός, απορρίπτει συγχρόνως και το δόγμα της Αγίας Τριάδος όπως και το δόγμα της Θεοτόκου, η οποία Παναγία είναι και Θεοτόκος είναι και Θεομήτωρ είναι και Αειπάρθενος, σύμφωνα με τους δογματικούς όρους και τις αποφάσεις της Τετάρτης Οικουμενικής Συνόδου. Αυτό το γεγονός λοιπόν εξυμνεί ο Ακάθιστος Ύμνος. Γέννησις από Παρθένον. Φοβερό και παράξενο και τρομακτικό, πολλές φορές γίνεται συζήτησις και περίγελος και ειρωνεία των ανθρώπων.
«Ξένον τόκον ειδόντες ξενοθώμεν του κόσμου». Λογικά επιχειρήματα δεν χρειάζονται για να πιστέψει κανείς. Αν είμαστε ολιγόπιστοι, χλιαροί και δεν ξέρω τι άλλο, τότε οπωσδήποτε οι λογισμοί που θα έρχονται μέσα στην καρδιά μας, θα ταράζουν το νου μας, θα ταράζουν την ψυχή μας, αλλά και στο τέλος θα χάσομε και αυτήν.

Για όσους λοιπόν είναι ολιγόπιστοι και χλιαροί και αμφιβάλλοντες να πούμε ένα δύο έτσι ας το πούμε λογικά επιχειρήματα, ας το πούμε έτσι. Τι είναι δυσκολότερο πράγμα, από την ανυπαρξία ο Θεός να φτιάξει ολόκληρο αυτό το αστρικόν Σύμπαν και να φτιάξει έναν άνθρωπον, ή από έναν άνθρωπον να κάνει άλλον άνθρωπο; Ποιο είναι πιο δυσκολότερο, το πρώτο ή το δεύτερο; Ασφαλώς το πρώτο. Διότι από την ανυπαρξία να φέρει ολόκληρο αυτό το Σύμπαν που βλέπουμε με τα δισεκατομμύρια των γαλαξιών, αλλά και να πλάσει άνθρωπον από το τίποτα; Από το μηδέν; Και όμως ο Θεός έκαμε το δύσκολο εύκολο. Από την ανυπαρξία δεν έφερε μόνον τον άνθρωπο και από τον άνθρωπο έπλασε άνθρωπο, δηλαδή από τον πρώτο Αδάμ τον παλαιό Αδάμ έκαμε την Εύα αλλά και από την Νέα Εύα όμως έκαμε τον Νέον Άνθρωπον, τον Νέον Αδάμ, τον Θεάνθρωπο Ιησού Χριστό. Ο Θεός που έδωσε τον φυσικό τρόπο να γεννιώνται οι άνθρωποι επί της γης, δεν θα μπορούσε να δώσει, αφού είναι Θεός παντοδύναμος, και έναν υπερφυσικό τρόπο για να γεννηθεί το παιδί του ουρανού, δηλαδή ο Θεάνθρωπος Κύριος; Ασφαλώς και μπορούσε, διότι ήτο Θεός και είναι Θεός. Παράξενος τόκος και παράξενο θαύμα. Ο Θεός όμως απ’ τον ουρανό κατέβηκε στη γη για να ανεβή ο άνθρωπος από τη γη στον ουρανόν.

«Ξένον τόκον ειδόντες ξενοθωμεν του κόσμου, τον νουν εις ουρανόν μεταθέντες». Μιλάει εδωπέρα ο υμνογράφος για μια μετάθεση και τη μετάθεση τη ζητούμε όλοι μας, απ’ το χειρότερο βέβαια στο καλύτερο. Απ’ το κατώτερο στο ανώτερο. Ο Χριστός λοιπόν ήλθε εδώ κάτω στη γη, για να πραγματοποιήσει και αυτός μια μετάθεση ασυγκρίτως από εκείνην την οποία επιδιώκουν οι άνθρωποι. Δηλαδή να πάρει τον άνθρωπο από τη γη και να τον μεταφέρει στον ουρανόν. Και κάτι καλύτερο. Να μεταθέσει το μυαλό μας, να μεταθέσει τη σκέψη μας, από τα γήινα στα ουράνια. Αλλά όπως βλέπομε είμαστε πολύ πεζοί. Κάθε άνθρωπος σχεδόν. Τα ενδιαφέροντά μας περιορίστηκαν μόνον στη γη και στα υλικά πράγματα και στη απόκτηση πολλών αγαθών. Τα όνειρά μας τα περισσότερα περπατούν μέσα στη λάσπη. Δεν έχουμε σκέψεις ουράνιες. Δεν έχουμε πνευματικές ανησυχίες. Δεν έχουμε εμπιστοσύνη και εξάρτηση από τον Άγιο Θεό. Η νοοτροπία μας είναι η βελτίωσις των οικονομικών πραγμάτων της ζωής μας.
Για να καταλάβουμε καλύτερα να πούμε – ας μου επιτρέψετε με δυο λόγια έναν μύθο του Αισώπου για να καταλάβουμε την νοοτροπία των σημερινών ανθρώπων, έναν μύθο ο οποίος γράφτηκε πριν δύο χιλιάδες εξακόσια χρόνια - . Κάποτε λέει τα ζώα θέλησαν να εκλέξουν αρχηγό. Σκέφτηκαν λοιπόν να δώσουν την αρχηγία στον αετό, διότι αυτός πετούσε στα ουράνια ψηλά. Αλλά κατάλαβαν ότι δεν μπορούσε να ασχοληθεί με τα χαμηλά και με τα γήινα. Άλλωστε λοιπόν σε όλα τα ζώα υπήρχε και η άφθονη ζήλεια βλέποντάς τον πόσο άπιαστος ήταν όταν πετούσε στα ουράνια, διότι ο αετός όπως ξέρουμε πετάει περισσότερο ψηλά από όλα τα πουλιά. Κι έτσι λοιπόν μεταξύ των υποψηφιοτήτων αφού απέρριψαν τον αετό, έκαναν λοιπόν ψήφους σαν τους δικούς μας, και εξέλεξαν, τι εξέλεξαν για αρχηγό, ξέρετε ποιο ζώο εξέλεξαν, για αρχηγό τότε εκείνη την εποχή, λέει ο Αίσωπος; Το γουρούνι. Το γουρούνι λοιπόν πήρε αμέσως ύφος αρχηγού, έβαλε στέμμα στο κεφάλι, - σας το μεταφράζω από τα αρχαία όπως το έχει γραμμένο ο Αίσωπος – και κάλεσε συνεδρίαση το Διοικητικό Συμβούλιο των ζώων. Η συνεδρίασις έγινε που αλλού, μέσα στη λάσπη. Ήταν το βασίλειον του νέου αρχηγού. Ύστερα από θυελλώδη συνεδρίαση αποφάσισαν λοιπόν να βελτιώσουν την χαμώδη και λασπώδη ζωή τους. Δηλαδή αν θα έχουν λιγότερη ή περισσότερη λάσπη, αν θα είναι η λάσπη πιο σκληρή ή πιο υγρή, αν θα τρώνε λιγότερα ή περισσότερα βελανίδια και άλλα τέτοια. Και την ώρα εκείνη πέρασε ένας αετός από πάνω, και με μια στροφή του κεφαλιού του έδειξε τα ύψη του ουρανού. Τον καθαρόν αέρα και τις ψηλές κορφές. Αμέσως το Συμβούλιον των Ζώων με αρχηγό το γουρούνι, ξεσηκώθηκαν εναντίον του ανεδαφικού αετού. Και τελικά τον διέγραψαν από τα μητρώα τους, μια και δεν ήθελε να προσγειωθεί ο αετός στη λασπώδη και χοιρώδη ζωή τους.
Τι δηλωνει ο μύθος αυτός; Δίνει εξήγηση ο ίδιος ο Αίσωπος αλλά και πολλοί από τους νεωτέρους συγγραφείς ασχολούμενοι, μας λένε ότι η χοιρώδης αυτή κατάστασις είναι κατάστασις του σημερινού κόσμου. Αν ήταν τέτοια η κατάστασις πριν δύο χιλιάδες εξακόσια χρόνια, εξακολουθεί να είναι και στις ημέρες μας. Και αν κάποιος χριστιανός από μας μέσα σε μια ομήγυρη, μέσα σε μια συντροφιά θελήσει να μιλήσει για τα ύψη του Ουρανού, να μιλήσει για τον Παράδεισο, να μιλήσει για την Κόλαση, να μιλήσει για την Δευτέρα Παρουσία και την Κρίση του Θεού, να μιλήσει για το άπλωμα του κακού, για μετάνοια και Εξομολόγηση και Θεία Λειτουργία. Αν θέλει να μιλήσει για το Ευαγγέλιο και για το κήρυγμα που άκουσε, για κάτι που διάβασε στους βίους των Αγίων και τα Γεροντικά, αν θέλει να μιλήσει για πνευματική ζωή, για πνευματικούς αγώνες, για προσευχή και εγκράτεια και νηστεία και άλλα, ε, τότε θα τον θεωρήσουν όχι μόνον αντικοινωνικό, και γω δεν ξέρω τι άλλη μομφή θα του δώσουν.

Και όμως οι άνθρωποι είναι πλασμένοι για τον ουρανό, «ουκ επ’ άρτον μόνον ζήσεται άνθρωπος», λέγει η Αγία Γραφή, δεν ζει ο άνθρωπος μόνον με το ψωμί, χρειάζεται αλλά δε ζει μόνον με αυτό. Και κάπου αλλού μας τονίζει ιδιαιτέρως, -τι μας λέγει ιδιαιτέρως;- ότι ζητείτε πρώτα την Βασιλεία του Θεού και την δικαιοσύνην του και όλες οι υλικές ανάγκες σας θα τις καλύψω εγώ, ως Παντοδύναμος Θεός, αρκεί να μου έχετε εμπιστοσύνη, εμπιστοσύνη ότι είμαι Πατέρας σας, εμπιστοσύνη ότι είμαι ο παντοδύναμος Τριαδικός Θεός, ότι είμαι ο Πλάστης σας και Δημιουργός. Τι φωνάζει ο Απόστολος Παύλος, «τα άνω ζητείτε, τα άνω φρονείτε μη τα επί της γης», εκεί από την Προς Καλασσαείς Επιστολή του.

«Ξενοθώμεν του κόσμου λοιπόν, τον νουν εις ουρανόν μεταθέντες». Ακούγοντας όσα είπαμε μέχρι τώρα, μερικοί μπορεί να μας πουν ότι έχουν δίκιο που μας κατηγορούν εμάς τους χριστιανούς, ότι ενδιαφερόμαστε μόνο για τα ουράνια και για την άλλη ζωή, και αδιαφορούμε για τα γήινα προβλήματα. Περιμένουν μόνον την άλλη ζωή και αρνούνται λέει να συμμετάσχουν στην πρόοδο του πολιτισμού, και της επιστήμης και της τέχνης, και ότι η θρησκεία είναι το όπιον του λαού που κοιμίζει τους χριστιανούς, για να μην μπορούν να κάμουν κοινωνικές επαναστάσεις, έτσι μας κατηγορούν, και αφήνουμε λέει ανενόχλητους τους διεφθαρμένους να εκμεταλλεύονται το λαό. Υπάρχουν και άλλοι που λένε και άλλα πολλά διάφορα, με κοσμοθεωρίες τις οποίες δυστυχώς πολλές φορές αυτές τις υλιστικές θεωρίες τις ασπάζονται και τα διάφορα πολιτικά κόμματα. Σ’ αυτούς βέβαια οι οποίοι μας κατηγορούν κάτι τέτοια, έχουμε να απαντήσουμε ότι πρόκειται περί παρεξηγήσεως. Ο χριστιανός δεν αδιαφορεί για τη γη. Διότι ο Θεός έγινε άνθρωπος στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού και ήλθε στη γη. Και έδειξε το ενδιαφέρον Του για τους ανθρώπους. «Διά τούτο γαρ ο υψηλός Θεός, επι γης εφάνη ταπεινός άνθρωπος». Ενδιαφέρεται για τη γη. Διότι αυτή η γη καλλιεργείται. Διότι αυτή η γη δίνει τους καρπούς της τους οποίους εμείς γευόμεθα όλοι μας. Ο χριστιανός ενδιαφέρεται και για τη γη, ενδιαφέρεται και για τον κόσμο, ενδιαφέρεται και για την κοινωνία.
Όλες οι Μητροπόλεις στην Ελλάδα έχουν πολλαπλές φιλανθρωπικές δραστηριότητες, έχουν ένα πλήθος από γηροκομεία, από φιλόπτωχα ταμεία, από καθημερινά συσσίτια, αλλά βλέπετε τα μέσα μαζικής ενημερώσεως, οι τηλεοράσεις, δεν ασχολούνται με τις φιλανθρωπικές δραστηριότητες, μήπως ασχολήθηκαν ποτέ ότι υπάρχουν σε αρκετές μητροπόλεις και σε νησιά φιλανθρωπικοί σύλλογοι υπό την προστασία των μητροπολιτών, που προσφέρουν πλήρη προστασία στις άγαμες κοπέλες που είναι έγκυες, αρκεί να μην κάνουν έκτρωση; Και δω στας Αθήνας υπάρχει φιλανθρωπικός σύλλογος εκκλησιαστικός του αγεννήτου παιδιού, στις οποίες πρόεδρος είναι η σύζυγος του πατρός Γεωργίου Μεταλληνού η πρεσβυτέρα. Επίσης υπάρχει στη Θέρμη της Θεσσαλονίκης φιλανθρωπικός συλλογος πάλι για το αγέννητο παιδί που ονομάζεται «Ευγγελιστής Μάρκος», και της οποίας προϊσταται ο πατήρ Κωνσταντίνος Πλευράκης.
Θα μπορούσαμε βέβαια να πούμε και άλλα φοβερά πράγματα και ενδιαφέροντα, είναι για τα κακά εκείνα τα οποία σήμερα θα κάμουν και θα μας φέρουν και θα πλημμυρίσουν και την πατρίδα μας αλλά και ολόκληρο τον κόσμο από δεινά. Ιδιαίτερα όμως μας δίδονται οι πληροφορίες από το Άγιον Όρος, και από Αγίους ερημιτάς και ασκητάς και άλλους αγίους ανθρώπους, ότι η Ελλάδα έχει να τραβήξει στο άμεσο μέλλον πολλά δεινά εξαιτίας των εκτρώσεων, διότι είναι από διακόσιες έως τετρακόσιες χιλιάδες το χρόνο εκτρώσεις. Για βάλτε τις αυτές σε μία εικοσαετία, θα βλέπατε λοιπόν ότι σήμερα θα είχαμε τρία εκατομμύρια νέους ανθρώπους, εκ των οποίων άλλοι θάταν στρατιώτες, άλλοι θάταν στα Λύκεια, άλλοι στα Γυμνάσια, άλλοι στα Δημοτικά, άλλοι στα Νηπιαγωγεία, και θα εζητούντο πλήθος δασκάλων και καθηγητών για να μπορέσουν να μορφώσουν τούτα τα παιδιά. Και όμως όλα αυτά εσφάχτηκαν από τους λεγομένους γονείς και μητέρες, αν λέγονται μητέρες αυτές.
Ώσπου να οργανωθεί το κράτος μας σε μια ολοκληρωμένη κοινωνική και νοσοκομειακή πρόνοια, τα πάντα τα είχε η Εκκλησία. Όλα τα είχε η Εκκλησία τότε. Αυτό φαίνεται βέβαια και στα τετρακόσια χρόνια της σκλαβιάς. Αλλά τέτοια ιστορία όμως ούτε την διαβάζουμε, ούτε και διδάσκεται στα σχολεία μας.

Τότε θα πείτε τι σημαίνει «ξενοθώμεν του κόσμου;». Δε σημαίνει να αποξενοθούμε από τον κόσμο τοπικά, αλλά τροπικά. Θα ζούμε στο κόσμο αλλά δεν θα γινόμεθα κόσμος. Και μάλιστα κόσμος μέσα στην αμαρτία. Μέσα στον κόσμον αλλά όχι κόσμος. Ο κόσμος της φθοράς και της αμαρτίας. Αυτό το στίχο, αυτό το στόχο μάλλον είχε και η αγωνιώδης εκείνη προσευχή που έκανε ο Κύριος το βράδυ της Μεγάλης Πέμπτης πριν αρχίσει το φοβερό του πάθος, όταν έκαμε προσευχή στον ουράνιο Πατέρα και είπε «Πάτερ ουκ ερωτώ ίνα άρεις αυτούς εκ του κόσμου, αλλ’ ίνα τηρήσεις αυτούς εκ του πονηρού». Δεν σου ζητώ να τους πάρεις μέσα απ’ τον κόσμο, τους δώσεκα αυτούς Αποστόλους, και τους διαδόχους αυτών και να τους πας στας ερήμους και στα βουνά, αλλά θέλω να τους διατηρείς σώους και αβλαβείς από τον πόλεμον του πονηρού, των παθών και της κακίας. Αυτή ήταν η προσευχή του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και αυτό θα πει «ξενοθώμεν του κόσμου».
Ο χριστιανός ζει την αγωνίαν του κόσμου αλλά δεν παρασύρεται από το πνεύμα του κόσμου, από το κοσμικό φρόνημα, το φρόνημα της αμαρτίας. Ενδιαφέρον για τη γη, αγάπη για τον άνθρωπο, αγώνας για κοινωνική δικαιοσύνη, ή πάλι για μια καλύτερη κοινωνία, αυτά εξασφαλίζουν συγχρόνως, όταν γίνονται με αρετή, εξασφαλίζουν και το εισιτήριο για τον ουρανό. Ο χριστιανός αν είναι αληθινός χριστιανός δεν αδικεί τον πλησίον, δεν απατά, δεν κλέβει, δεν προδίδει, δεν εκμεταλλεύεται τις ανάγκες του πλησίον, δεν βλασφημά τα θεία, δεν σκοτώνει τα έμβρυα, δεν δημιουργεί κοινωνικές αναταραχές, δεν αδικεί, δεν κοροϊδεύει, δεν συκοφαντεί, σέβεται την ελευθερία του πλησίον, αυτός είναι ο χριστιανός. Φυλάγεται από την χαρτοπαιξία, φυλάγεται από τον αλκοολισμό, φυλάγεται από τον ιππόδρομο, τα ναρκωτικά και την αναρχία. Φροντίζει να μην φανατίζεται για τίποτα και δεν είναι θορυβοποιός.

Θα μπορούσαμε να πούμε και άλλα πολλά για να καταδείξομε ότι ο χριστιανός ζώντας μέσα στην κοινωνία, είναι ο μόνος νομοταγής πολίτης, ο θεοσεβής πιστός χριστιανός. Με όλα αυτά απεδείχτηκε ότι ο αληθινός χριστιανός αγωνιζόμενος μέσα στην πληθωρική κακία και αδικία, σεβόμενος τον εαυτόν του και τον πλησίον, είναι ευεργέτης της κοινωνίας. Και όταν ο πιστός αυτός και σωστός χριστιανός, γίνει και άγιος, τότε καθίσταται ο κοινωνικότερος όλων των ανθρώπων. Όταν εσύ ο χριστιανός, και συ, και συ και γω, γίνομε άγιοι είμαστε οι κοινωνικότεροι όλων των ανθρώπων, όλων των ανθρώπων της γης. Γιατί; Γιατί αποκτούμε ως άγιοι αγιασμένη επικοινωνία με τον Θεόν, που σημαίνει ότι δια των προσευχών του ο Άγιος στηρίζει ολόκληρη την οικουμένη, όλους τους ανθρώπους. Αγαπώντας τον Θεόν, αγαπάς και τον πλησίον, και πρακτικά, και έμπρακτα. Είσαι ευεργέτης. Είσαι ο διακονών της κοινωνίας.

Χριστιανοί μου, άνω σχώμεν τας καρδίας. Αυτό θα πει «ξενοθώμεν του κόσμου και τον νουν εις ουρανόν μεταθέντες». Άνω σχώμεν τας καρδίας, και το φωνάζομεν αυτό. Και τον παρακαλούμε σε κάθε μας λειτουργία. Φτάνει πια, αρκετά χρόνια ζήσαμε κολλημένοι μέσα στη λάσπη της αμαρτίας. Καιρός πλέον να ξεκολλήσουμε από τη λάσπη δια της μετανοίας και να πετάξομε ψηλά, ψηλά στον ουρανόν όπου ο θρόνος του Τριαδικού Θεού, δια πρεσβειών της Υπεραγίας Θεοτόκου Δεσποίνης ημών κα Αειπαρθένου Μαρίας,

Αμήν.

π. Θεόδωρος Ζήσης - Κήρυγμα, Γ' Χαιρετισμοί 2012 (mp3)



ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΑ   

Οι προσευχές που δεν εισακούγονται


ΑΝ ΘΕΛΕΤΕ ΝΑ ΓΛΥΤΩΣΟΥΜΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΟΚΙΜΑΣΙΑ
ΔΕΙΤΕ ΤΟ VIDEO. AN TO ΔΕΙΤΕ ΟΛΟ ΘΑ ΞΕΡΕΤΕ ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΑΝΕΤΕ
ΓΙΑ ΝΑ ΓΛΥΤΩΣΟΥΜΕ ΣΑΝ ΕΘΝΟΣ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ.
Οι προσευχές που δεν εισακούγονται
ΚΑΠΟΙΟΣ ΠΟΥ ΣΑΣ ΕΧΕΙ ΠΕΙ ΠΟΛΛΑ

Ἐμφανίσθηκε ὁ ἅγιος Παντελεήμων. Θαυμαστές Ἱεραποστολικές ἱστορίες


Ἐμφανίσθηκε ὁ ἅγιος Παντελεήμων

«Τό ἔτος 1997, μᾶς λέγει ὁ π. Σπυρίδων, ἡ γυναῖκα μου, Μαρίνα τ' ὄνομά της, ἦταν ἔγκυος.    Τό  γεγονός αὐτό τῆς προκαλοῦσε πολλούς πόνους. Τούς τρεῖς πρώτους μῆνες ἦταν στό κρεββάτι, χωρίς νά ἠμπορεῖ νά κάνει κάτι. Οἱ προσπάθειες τοῦ γιατροῦ ἔμειναν ἄκαρπες. Βλέποντας ἐγώ, ὁ ἄνδρας της, ὅτι ἡ κατάστασίς της χειροτερεύει καί ἦτο δυνατόν ἀκόμη καί νά πεθάνει, ἐπῆρα τό βιβλιαράκι μέ τήν Παράκλησι τῆς Κυρίας Θεοτόκου.
Τήν ἐδιάβασα. Μετά ἐπῆρα τό κομποσχοίνι μου καί προσευχήθηκα 100 κόμπους στόν Χριστό μας, 100 στήν



Παναγία μας καί 100 στόν ἅγιο καί ἰαματικό Παντελεήμονα. Καλοῦσα μέ πολύ πόνο καί πίστι τόν ἅγιο Παντελεήμονα νά θεραπεύσει τήν σύζυγό μου, διότι ἐγνώριζα ὅτι εἶναι μεγάλος θαυματουργός.
Μετά ἔπεσα καί ἐξάπλωσα κάτω στό χωματένιο δάπεδο τοῦ καλυβιοῦ μου. Ἐνῶ ἐκοιμώμουν, αἰσθάνθηκα μιά μεγάλη χαρά μέσα στήν καρδιά μου. Ταυτόχρονα ἄκουσα βήματα ἔξω ἀπό τήν πόρτα. Σηκώθηκα. Εἶδα ὅτι ἡ γυναῖκα μου ἦταν στό κρεββάτι της. Βγῆκα ἔξω. Βρέθηκα μπροστά σ᾿ἕνα λαμπρό νεανία.
Ἐξεπλάγην. Ἐτρόμαξα. Κατάλαβα ὅτι ἦταν  ὁ ἅγιος Παντελεήμων. Ἔμεινε δευτερόλεπτα καί ἀμέσως ἐξαφανίσθηκε ἀπό μπροστά μου, χωρίς νά μοῦ μιλήσει.
Ἐγώ ἐδόξασα τόν Θεό καί τόν Ἅγιο. Μπῆκα στό φτωχικό μου. Ἀπό ἐκείνη τήν ἡμέρα ἡ Μαρίνα ἐπήγαινε πρός τό καλλίτερο. Ἦλθε ἡ καιρός τοῦ τοκετοῦ της. Ἐγέννησε χωρίς πόνους καί ἀγωνία. Ὁ ἅγιος Παντελεήμων εἶχε κάνει τό θαῦμα του. Τό παιδάκι πού γεννήθηκε ἦτο ἀγοράκι καί τοῦ ἔδωσα τό ὄνομα τοῦ Ἁγίου.
Εὐχαριστῶ καί δοξάζω τόν Πανάγαθο Θεό μας.
Διάκονος Σπυρίδων καί Κατηχητής τῆς ἐνορίας Ἁγίας Σοφίας καί τῶν Θυγατέρων της στήν πόλι Κιπούσι τῆς περιοχῆς Λουμπουμπάσι Κογκό.

Ἐπιμέλεια κειμένου Αναβάσεις
___________________________________________

Τό κείμενο προέρχεται ἀπό τά ἀρχεῖα τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου, τόν ὁποῖον καί εὐχαριστοῦμε θερμά γιά τήν παραχώρηση τῶν ἀρχείων, ὅπως ἐπίσης εὐχαριστοῦμε καί τόν γέροντα τῆς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου πατέρα Γεώργιο Καψάνη γιά τήν εὐλογία καί τήν ἄδεια δημοσίευσης.

  Διαβάστε τά ὑπόλοιπα πατώντας π. Δαμασκηνός - Ιεραποστολικές ιστορίες

Απίστευτη χαρά η προσευχή (γέροντας Θαδδαίος)


 

ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΗΣ

O πατήρ Θαδδαίος γεννήθηκε το 1914. Όταν έκλεισε τα 18 πήγε σε μοναστήρι. Η επιθυμία του ήταν να υποβάλει τον εαυτό του σε πολύ σκληρούς κανόνες της μοναχικής ζωής. Γι αυτό το λόγο πήγε στο μοναδικό Ρώσικο μοναστήρι στη Σερβία, στο μοναστήρι Μιλίκοβο δίπλα στο Σβιλαΐνατς. Από το 1928 οι περισσότεροι από την αδελφότητα του μοναστηριού ήταν Ρώσοι μοναχοί από την έρημο της Όπτινα, οι οποίοι ξέφυγαν από την κομμουνιστική εξορία στη Ρωσία.

Στην αρχή της δεκαετίας του ΄50, το Μιλίκοβο γίνεται γυναικείο μοναστήρι. Ο πατήρ Θαδδαίος έμενε στα μοναστήρια Γόρνιακ και Τούμαν και μετά πήγε στο Κόσσοβο και σε Μετόχια. Ήταν ο ηγούμενος του Πατριαρχείου της Πέκης και μετά ο ηγούμενος στο μοναστήρι Βιτόβνιτσα. Στο μοναστήρι Βιτόβνιτσα ο πατήρ Θαδδαίος γίνεται ένας από τους πιο γνωστούς πνευματικούς στη Σερβία. Πολλοί θέλουν να τον συναντήσουν, να εξομολογηθούν, να μιλήσουν για λίγο μαζί του, να πάρουν την ευχή του. Για τον πατέρα Θαδδαίο μιλάνε πολλοί πιστοί οι οποίοι ένιωσαν την πνευματική του δύναμη. Για τον θαυματουργό γέροντα από το Βιτόβνιτσα μιλάνε όλα τα ΜΜΕ στη Σερβία.

Αναπαύθηκε στις 16 Απριλίου και η εξόδιος ακολουθία έγινε 19 Απριλίου 2003.


Από το βιβλίο του Γέροντα Θαδδαίου "Οι λογισμοί καθορίζουν τη ζωή μας"(από εδώ):
Οι λογισμοί καθορίζουν τη ζωή μας Η ζωή μας εξαρτάται από το είδος των λογισμών που καλλιεργούμε. Αν οι λογισμοί μας είναι ειρηνικοί και ήρεμοι, αν έχουν πραότητα και καλοσύνη, τότε έτσι είναι και η ζωή μας.
Αν η προσοχή μας είναι στραμμένη στις συνθήκες του βίου μας, τότε μας καταπίνει μια δίνη λογισμών, και δεν μπορούμε να έχουμε ούτε ειρήνη ούτε γαλήνη.

Το σημείο εκκίνησής μας είναι πάντοτε εσφαλμένο. Αντί να ξεκινούμε με τον εαυτό μας, εμείς θέλουμε πάντοτε να αλλάξουμε πρώτα τους άλλους και τελευταίους εμάς. Αν ο καθένας ξεκινούσε πρώτα με τον εαυτό του, θα είχαμε παντού τριγύρω ειρήνη! Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέει ότι κανείς δεν μπορεί να βλάψει τον άνθρωπο εκείνο που δεν βλάπτει τον εαυτό του - ούτε κι ο ίδιος ο διάβολος. Βλέπετε; Εμείς είμαστε οι αρχιτέκτονες, οι μοναδικοί αρχιτέκτονες, του μέλλοντός μας.

Με τους λογισμούς του ο άνθρωπος αναστατώνει ενίοτε την τάξη της Δημιουργίας. Έτσι καταστράφηκαν οι πρώτοι άνθρωποι -με έναν κατακλυσμό- εξαιτίας των κακών λογισμών και προθέσεών τους. Αυτό αληθεύει ακόμα και σήμερα - οι λογισμοί μας είναι κακοί και γι’ αυτό δεν αποκομίζουμε καλή καρποφορία. Πρέπει να αλλάξουμε. Καθένας μας πρέπει να
αλλάξει, αλλά είναι κρίμα που δεν έχουμε παραδείγματα να μας καθοδηγήσουν, ούτε στις οικογένειές μας ούτε στην κοινωνία μας.

Βλέπετε συνεπώς πως έχουν τα πράγματα. Όταν καλλιεργούμε κακές σκέψεις, γινόμαστε κακοί. Ίσως εμείς να νομίζουμε ότι είμαστε καλοί, αλλά το κακό είναι εντός μας. Δεν έχουμε τη δύναμη να του αντισταθούμε. Και γνωρίζουμε ως χριστιανοί ότι δεν πρέπει καν να σκεφτόμαστε το κακό, πόσο μάλλον να το διαπράττουμε.

Εμείς ωστόσο, έχουμε θεία δύναμη, θεία ζωή και θεία ενέργεια. Την ημέρα της τελικής κρίσεως θα ερωτηθούμε για το τι είδους χρήση κάναμε αυτής της δύναμης, της ζωής και της ενέργειας, που μας δόθηκαν: συμβάλαμε στην αρμονία του σύμπαντος ή σπείραμε δυσαρμονία;


 

Ο Κύριος πήρε πάνω του όλες μας τις οδύνες και τις μέριμνες, και είπε ότι θα μας παράσχει καθετί που χρειαζόμαστε. Και παρόλα αυτά εμείς κρατιόμαστε τόσο σφιχτά από τις μέριμνές μας, που δεν αφήνουμε το νου και την καρδιά μας, τις οικογένειες και καθένα τριγύρω μας, να βρει ανάπαυση.

Όποτε τα προβλήματα πέφτουν πάνω μου σαν άχθος δυσβάσταχτο κι εγώ προσπαθώ να σηκώσω όλες τις μέριμνες του μοναστηριού και της αδελφότητας μόνος μου, συσσωρεύω μπελάδες σε μένα και την αδελφότητα. Ακόμα και το ευκολότερο έργο επιτελείται με τεράστια δυσκολία. Όταν όμως εναποθέτω τον εαυτό μου, την αδελφότητα και καθετί άλλο στον Κύριο, τότε ακόμα και τα δυσκολότερα έργα επιτελούνται με ευκολία. Δεν υπάρχει πίεση και βασιλεύει ειρήνη στην αδελφότητα.

Ο άνθρωπος εκείνος που ζει μέσα του τη Βασιλεία των Ουρανών ακτινοβολεί άγιους λογισμούς. Θείους λογισμούς. Η Βασιλεία του Θεού δημιουργεί μέσα μας μια ατμόσφαιρα παραδείσου, εν αντιθέσει προς την ατμόσφαιρα της κολάσεως, την οποία ακτινοβολεί όποιος έχει τον Άδη στην καρδιά του. Ο ρόλος των χριστιανών στον κόσμο είναι να φιλτράρουν την ατμόσφαιρα της γης, ώστε να κερδίζει διαρκώς έδαφος η ατμόσφαιρα της Βασιλείας του Θεού.

Μπορούμε να περιφρουρούμε ολόκληρο τον κόσμο περιφρουρώντας την ατμόσφαιρα του παραδείσου μέσα μας, διότι αν χάσουμε τη Βασιλεία των Ουρανών, δεν θα σώσουμε ούτε τον εαυτό μας ούτε τους άλλους. Εκείνος που έχει μέσα του τη Βασιλεία του Θεού θα τη μεταδώσει ανεπαίσθητα και στους άλλους. Οι άνθρωποι θα ελκύονται από την εντός μας ειρήνη και ζεστασιά˙ θα θέλουν να είναι κοντά μας, και η ατμόσφαιρα του ουρανού θα περάσει σταδιακά και σε κείνους. Σχεδόν δεν είναι καν απαραίτητο να μιλάμε στους
ανθρώπους γι’ αυτή. Η ατμόσφαιρα του παραδείσου θα ακτινοβολεί από μέσα μας ακόμα κι όταν σιωπούμε ή μιλάμε για πράγματα καθημερινά. Θα ακτινοβολεί από μέσα μας ακόμα κι αν δεν έχουμε συναίσθηση ότι το κάνει.

Ο Κύριος κάλεσε τον καθένα από μας στην ύπαρξη με ένα συγκεκριμένο στόχο και σχέδιο. Και το παραμικρό χορταράκι αυτού του πλανήτη έχει ένα είδος αποστολής εδώ στη γη.
Και πόσο αληθεύει αυτό για τα ανθρώπινα όντα! Ωστόσο, εμείς διαταράσσουμε ενίοτε και εμποδίζουμε το σχέδιο του Θεού. Έχουμε την ελευθερία είτε να αποδεχτούμε το θέλημά Του είτε να το απορρίψουμε˙ ο Θεός που είναι αγάπη, δεν θέλει να άρει αυτή την ελευθερία από μας. Μάς δόθηκε απόλυτη ελευθερία, αλλά εμείς, πάνω στην τρέλα μας, ποθούμε συχνά άχρηστα πράγματα.

Δεν μπορούμε να επιτύχουμε τη σωτηρία με κανέναν τρόπο πέρα από τη μεταμόρφωση του νου μας, τη μεταμόρφωσή του σε κάτι διαφορετικό από αυτό που ήταν. Ο νους μας θεώνεται από μια ιδιάζουσα ενέργεια της χάριτος του Θεού. Γίνεται απαθής και άγιος. Ένας θεωμένος νους ζει ακατάπαυστα με τη μνήμη του Θεού. Γνωρίζοντας ότι ο Θεός είναι μέσα μας κι εμείς εν Αυτώ, ο θεωμένος νους είναι ολότελα οικείος με τον Θεό. Ο Θεός είναι παντού κι εμείς είμαστε σαν ψάρια μέσα στο νερό όταν είμαστε εν Θεώ. Τη στιγμή που
οι λογισμοί μας Τον εγκαταλείπουν, αφανιζόμαστε πνευματικά.

Εκκοσμίκευση και Εξομολόγηση - π. Αλέξανδρος Σμέμαν




Η εκκλησιαστική ζωή μας απλά βασίζεται σε ένα σύστημα αμοιβαίων επαίνων και λατρείας. Μια ενορία είναι πάντα ευχαριστημένη με τον εαυτό της και απαιτεί από τον ιερέα να ευχαριστεί διαρκώς το "καλό" του ποίμνιο για τις εισφορές, τις προσπάθειες, τη βοήθεια και γενναιοδωρία τους, να είναι ο καθρέφτης μέσα στον οποίο μπορούν να θαυμάζουν τον εαυτό τους. Το ίδιο πνεύμα επιτυχίας, "καλής γειτονίας" και εξωτερικών δραστηριοτήτων διαπερνά τη ζωή μας από την κορυφή ως τα νύχια.
 
 
 
 
 
Η επιτυχία της Εκκλησίας μετριέται με βάση την προσέλευση, την οικονομική ευρωστία και τον αριθμό των "ενοριακών υποθέσεων" όλων των ειδών. Πού μέσα σ' όλα αυτά μένει χώρος για μετάνοια; Είναι αληθινά απούσα από την υφή του κηρύγματος και της δράσης της Εκκλησίας. Ένας ιερέας μπορεί να καλεί τους ενορίτες του σε μεγαλύτερα και καλύτερα κατορθώματα υλικής φύσεως, μπορεί καμιά φορά να εκφράζει την δυσαρέσκειά του με την "προσέλευση" και τις "υποχρεώσεις" τους, μπορεί να μάχεται τους μασόνους και τους εκκλησιαστικούς συλλόγους, αλλά ο ίδιος δεν σκέφτεται συνήθως ότι "παν το εν τω κόσμω η επιθυμία της σαρκός και η επιθυμία των οφθαλμών και η αλαζονεία του βίου"(Α'Ιω.β'16).
 Ούτε ο ίδιος πιστεύει πραγματικά στην Εκκλησία ως σωτηρία από την απελπισία και το σκοτάδι της αμαρτίας παρά (την βλέπει) ως ένα θεσμό για την ικανοποίηση των θρησκευτικών αναγκών των "ενυπόστατων" μελών της. Μέσα σε αυτές τις πνευματικές συνθήκες, σε αυτήν την ψευδοχριστιανική ηθική κατάσταση, η εξομολόγηση δεν μπορεί να είναι άλλο από αυτό που πράγματι είναι: είτε ακόμα ένα θρησκευτικό καθήκον που πραγματοποιείται μια φορά το χρόνο για την ικανοποίηση μιας αφηρημένης κανονικής φόρμας, ένας αληθινός "αυτοσκοπός" χωρίς καθόλου πνευματικές συνέπειες ή μια συζήτηση των προβλημάτων κάποιου, (όχι της αμαρτίας του, γιατί μια αμαρτία, μόλις αναγνωριστεί ως τέτοια, παύει να είναι "πρόβλημα"), τα οποία τις περισσότερες φορές δεν έχουν λύση ακριβώς γιατί η μόνη λύση τους θα ήταν η στροφή στην αληθινή Χριστιανοσύνη.
Πρωτοπρεσβύτερος Αλέξανδρος Σμέμαν

πηγή

Εὐλογημένο ἤ καταραμένο τό γιατί;Μητροπολίτης Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς Νικόλαος


Εὐλογημένα «γιατί»!

Ἐρώτημα τόσο συχνό, τόσο βαθύ, τόσο δυνατό στήν ἐκφορά του, τόσο δύσκολο στήν ἀπάντησή του. Ἐρώτημα τόσο ἀληθινό, τόσο ἀνθρώπινο, τόσο ἀπαιτητικό, πού ὅμως ἀπό τή φύση του δέν ἀντέχει στόν λόγο, δέν ἐκφράζεται μέ τό στόμα, δέν μπαίνει σέ λέξεις, δέν δημοσιοποιεῖται σέ ἀκροατήριο, πολύ δέ περισσότερο, δέν ἐπιδέχεται μονοσήμαντες ἀπαντήσεις ἀπό κάποιους πού δῆθεν γνωρίζουν πρός κάποιους ἄλλους πού σίγουρα πονοῦν. Ἴσως εἶναι τό κατ’ ἐξοχήν θέμα γιά τό ὁποῖο δέν μπορεῖ καί δέν πρέπει νά γίνονται ὁμιλίες. Εἶναι πολύ βαθύ γιά νά ἔλθει στήν ἐπιφάνεια τῆς συνειδητοποίησης. Εἶναι πολύ ἐπώδυνο γιά νά χωρέσει στόν ὁρίζοντα τῶν ἀντοχῶν μας. Εἶναι πολύ προσωπικό γιά νά ἐντοπισθεῖ στό στερέωμα τοῦ δημόσιου λόγου. Ἴσως αὐτό τό ἐρώτημα νά πονάει πιό πολύ καί ἀπό τήν αἰτία πού τό δημιουργεῖ. Γιατί ὅλοι ξέρουμε πώς δέν ἔχει εὔκολη ἀπάντηση. Καί ὅμως εἶναι τόσο ἐπίμονο καί ἀληθινό.

Γιατί σέ μένα, Θεέ μου; Ἠχεῖ στά αὐτιά μου αὐτό τό ἐρώτημα καί ἀντηχεῖ βαθιά στήν καρδιά μου. Εἶναι τό ἐρώτημα κάθε γονιοῦ πού τό παιδί του πάσχει ἤ κάθε ἄνθρωπου πού ἔχει χτυπηθεῖ ἀπό ἀνίατη ἀσθένεια. Πῶς εἶναι δυνατόν αὐτό τό ἐρώτημα νά μεταμορφωθεῖ σέ ὁμιλία, συμβουλή, γνώμη ἤ ἀπάντηση;

Τό ἐρώτημα αὐτό συνεχῶς διατυπώνεται καί ἀπαντᾶται μόνο μέ δάκρυα, ὄχι μέ λέξεις, μέ αἰσθήματα, ὄχι μέ σκέψεις, μέ σιωπή, ὄχι μέ ἀπόψεις, μέ συμπόνια, ὄχι μέ ἀπαντήσεις. Πῶς νά τό κάνουμε; Συχνά τά μάτια μιλοῦν πιό εὔγλωττα ἀπό τό στόμα, ὁ ἀναστεναγμός πιό δυνατά ἀπό τή σκέψη καί ἡ πονεμένη ἀπορία ἐκφράζει περισσότερο τήν ἀλήθεια ἀπό τήν ὅποια ἀπάντηση.



Γιατί;


Γιατί ὁ πόνος; γιατί ἡ ἀδικία; γιατί τά παιδάκια; γιατί τόσο πρόωρα; γιατί μέ αὐτόν τόν τρόπο; γιατί τήν ἀπερίγραπτη χαρά τῆς ἀθώας παρουσίας τους νά τή διαδέχεται ὁ ἀβάσταχτος πόνος; γιατί; Καί ἄν εἶναι γιά τό ἄγνωστο καλό μας, γιατί αὐτό τό καλό μας νά εἶναι τόσο πικρό;



Γιατί σέ μένα;

Τί κακό ἔκανα; Ποῦ νά ψάξω νά βρῶ μέσα μου τήν ἄγνωστη σέ μένα αἰτία; Καί ἄν φταίω ἐγώ, δέν μπορῶ κάτι νά κάνω γιά νά ἀναστρέψω τά πράγματα; Καί ποιός ὁ λόγος ἐξ αἰτίας μου νά ὑποφέρει αὐτό τό ἀθῶο πλασματάκι; Αὐτό μοῦ φαίνεται πιό ἀδύνατο νά τό ἀντέξω. Κινδυνεύω νά χάσω καί τή λίγη καί ἀσθενική πίστη μου. Τελικά, ποιό τό ὄφελος αὐτῆς τῆς ἱστορίας;



Γιατί σέ μένα, Θεέ μου;

Δέν εἶμαι παιδί σου; δέν εἶσαι Θεός ἀγάπης; τί σχέση μπορεῖ νά ἔχει ἡ ἀγάπη Σου μέ τό μαρτύριό μου; Πῶς νά μέ προσελκύσουν τά μαστιγώματά Σου; Πῶς συνδυάζεται ἡ καλωσύνη Σου μέ τήν ἀνερμήνευτη λογική τοῦ πόνου, μέ τή θλίψη, μέ τό ἐνδεχόμενο τοῦ σκανδαλισμοῦ;



Ἡ «εὐλογία» τοῦ πόνου. Εὐλογημένα «γιατί»!

Τά καθαγίασε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός στόν σταυρό «Θεέ μου, Θεέ μου, ἵνα τί μέ ἐγκατέλιπες;» Θεέ μου, γιατί μοῦ τό ’κανες αὐτό; Τί σοῦ ἔκανα; Δέν εἶμαι ὁ Υἱός σου; Τό ἴδιο ἀκριβῶς ἐρώτημα μέ τό δικό μου τό ὁποῖο ἔμεινε καί αὐτό ἀναπάντητο. Ἔμεινε ἀναπάντητο στά φαινόμενα. Τά γεγονότα ὅμως φανέρωσαν τήν ἀπάντηση.

Τέτοια πολλά «γιατί» βγῆκαν καί ἀπό τό στόμα τοῦ πολυάθλου Ἰώβ ἤ τή γραφίδα τοῦ τραυματισμένου Δαυίδ, δύο ἀνθρώπων πού οἱ τραγικοί θάνατοι τῶν παιδιῶν τους σφράγισαν τό πέρασμά τους ἀπό τήν ἱστορία καί πού μᾶς παρουσιάζονται συχνά ὡς μοναδικά πρότυπα πίστης, ἐγκαρτέρησης καί ὑπομονῆς.

Τό ἐρώτημα αὐτό τό ἀπευθύνουμε στόν Θεό, τό λέμε στόν ἑαυτό μας, τό ἐπαναλαμβάνουμε στούς ἀνθρώπους πού νοιώθουμε ὅτι ἰδιαίτερα μᾶς ἀγαποῦν. Τό λέμε κυρίως γιά νά ἐκφράσουμε τό μέσα μας, τό λέμε ὅμως καί προσδοκώντας τό χάδι μιᾶς ἀπάντησης. Ποιός ὅμως μπορεῖ νά δώσει μία ἀπάντηση; Ἀκόμη κι ἄν τήν ξέρει, ποιός μπορεῖ νά μᾶς τήν πεῖ;

Λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος πρός πενθοῦντα πατέρα ὅτι ὁ πόνος κάνει τόν ἄνθρωπο τόσο εὐαίσθητο, ὥστε μοιάζει μέ τό μάτι πού δέν ἀνέχεται οὔτε τό πούπουλο. Καί ἡ πιό τρυφερή κίνηση αὐξάνει τόν πόνο τοῦ πονεμένου. Καί ἡ πιό διακριτική ἀναλογία δέν ἀντέχεται. Ὁ λόγος πού ἐκφέρεται ὡς λογικό ἐπιχείρημα ἐνοχλεῖ ἀβάσταχτα. Μόνο τό δάκρυ, ἡ κοινωνία τῆς ἀπορίας, ἡ σιωπή, ἡ ἐσωτερική προσευχή θά μποροῦσαν νά ἀνακουφίσουν τόν πόνο, νά φωτίσουν τό σκοτάδι ἤ νά γεννήσουν μία μικρή ἐλπίδα.



Ὁ πόνος γεννᾶ ἀλήθεια, συμπόνια, κοινωνία.


Ὁ πόνος δέν ξυπνάει μόνον ἐμᾶς, ἀλλά γεννάει καί τήν ἀγάπη στούς γύρω μας. Προσπαθοῦν νά μποῦν στή θέση μας. Ἀγωνίζονται στόν καιρό τῆς ἀσφάλειάς τους νά μοιραστοῦν τά πιό ἀνεπιθύμητα γι’ αὐτούς δικά μας αἰσθήματα. Καί τό κάνουν. Ὁ πόνος γεννᾶ τήν ὑπομονή μας, ταυτόχρονα ὅμως γεννᾶ καί τόν ἐξ ἀγάπης σύνδεσμο μέ τούς ἀδελφούς μας. Ὁ πόνος γεννᾶ τήν ἀλήθεια. Ἡ συμπόνια τῶν ἄλλων τή φυτεύει στή δική μας καρδιά. Ἐκεῖ διακριτικά κρύβεται καί ἡ ἀπάντηση.

Ἔτσι γεννιέται στήν καρδιά ἡ παρηγοριά, ἡ γλύκα καί ἡ ἀνακούφιση τῆς ὁποίας εἶναι πολύ ἐντονότερες ὡς ἐμπειρίες ἀπό τό βάρος τοῦ πόνου.



Ὁ πόνος μᾶς βγάζει ἀπό τά ἀνθρώπινα μέτρα.

Τελικά αὐτά τά «γιατί» δέν ἔχουν τίς ἀπαντήσεις πού ἡ φτώχια καί ἡ ἀδυναμία μᾶς περιμένει. Στή λογική αὐτή συνήθως παραμένουν ἀναπάντητα. Γι’ αὐτό καί ὁ Χριστός γιά τόν θάνατο δέν εἶπε παρά ἐλάχιστα. Ἁπλά, ὁ Ἴδιος τόν ἐπέλεξε καί πόνεσε ὅσο κανένας ἄλλος. Καί ὅταν ἀναστήθηκε, τό στόμα Τοῦ ἔβγαλε περισσότερη πνοή καί λιγότερα λόγια. Δέν εἶπε τίποτε γιά ζωή καί θάνατο -μόνο προφήτευσε τό μαρτύριο τοῦ Πέτρου. Ὁ πόνος δέν ἀπαντιέται μέ ἐπιχειρήματα. Οὔτε ἡ ἀδικία καί ὁ θάνατος ἀντιμετωπίζονται μέ τή λογική. Τά προβλήματα αὐτά λύνονται μέ τό ἐμφύσημα καί τήν πνοή πού μόνον ὁ Θεός δίνει. Λύνονται μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ξεπερνιοῦνται μέ τήν ταπεινή ἀποδοχή τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ πού εἶναι τόσο ἀληθινό ἀλλά συνήθως καί τόσο ἀκατανόητο.

Στό διάβα της ἡ δοκιμασία συνοδεύεται ἀπό τό σφυροκόπημα τῶν ἀναπάντητων ἐρωτημάτων. Κι ἐμεῖς, γαντζωμένοι στά «μήπως», στά «γιατί», στά «ἄν» συντηροῦμε τίς ἐλπίδες καί ἀντέχουμε τήν ἐπιβίωση σέ αὐτόν τόν κόσμο, προσδοκώντας κάτι σίγουρο ἤ κάτι σταθερό. Αὐτό ὅμως συνήθως δέν ἐντοπίζεται στήν προτεινόμενη ἀπό μᾶς λύση, ἀλλά ἐπικεντρώνεται στήν ἀπροσδόκητη ὑπέρλογη θεϊκή παρηγοριά. Κάθε προσπάθεια ἀντικατάστασής της μέ ἀνθρώπινα ὑποκατάστατα ἀδικεῖ ἐμᾶς τούς ἴδιους. Κάθε περιορισμός στήν ἀσφυκτική θηλιά τῶν ὀρθολογιστικῶν ἀπαντήσεων μᾶς παγιδεύει βαθύτερα στό δράμα μας. Στόν διάλογο μέ τόν πόνο, τήν ἀδικία καί τόν θάνατο εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νά βγοῦμε ἀπό τά ἀνθρώπινα μέτρα. Αὐτή εἶναι ὄχι μόνον ἡ ἔξοδος ἀπό τή δοκιμασία ἀλλά καί ἡ εὐεργεσία της.



Ἡ μοναδική εὐκαιρία.

Τελικά, τό μέν ἐρώτημα μποροῦμε νά τό ὑποβάλλουμε, τήν δέ ἀπάντηση πρέπει νά τήν περιμένουμε. Ἤ ὁ Θεός δέν ὑπάρχει ἤ παραχωρεῖ μιὰ δοκιμασία γιά νά μᾶς δώσει μιὰ μοναδική εὐκαιρία. Ἄν δέν γινόταν ἡ Σταύρωση, δέν θά ὑπῆρχε ἡ Ἀνάσταση. Ὁ Χριστός θά ἦταν ἕνας καλός δάσκαλος· ὄχι ὁ Θεός. Ὁ Θεός δίνει τήν εὐκαιρία. Σέ μᾶς μένει νά τή δοῦμε καί νά τήν ἀξιοποιήσουμε. Ἡ δέ χαρά καί τό περιεχόμενο αὐτῆς τῆς εὐκαιρίας εἶναι πολύ μεγαλύτερα ἀπό τήν ἔνταση καί τόν πόνο τῆς δοκιμασίας. Ὁ θάνατος, ὁ πόνος, ἡ ἀδικία ἀποτελοῦν μυστήριο πού ἡ ὅποια ἀπάντηση τό διασαλεύει. Στίς περιπτώσεις αὐτές, ἡ ἀλήθεια δέν ἐκφράζεται ὡς ἄποψη ἤ ἐπιχείρημα, ἀλλά προσφέρεται ὡς ταπείνωση καί κοινός πόνος. Ἡ πορεία στό μεθόριο τῆς ζωῆς καί τοῦ θανάτου, τοῦ σκανδαλισμοῦ καί τῆς δοξολογίας, τοῦ θαύματος καί τῆς ἀδικίας παρουσιάζει στροφές καί κρυμμένες γωνιές, ὅπου διασφαλίζεται ἡ ἀλήθεια τῆς ζωῆς. Ἄν ξεφύγει κανείς τόν πειρασμό νά λυγίσει, τότε ἀντικρίζει τήν ἀλήθεια μέ τέτοια ὄψη, πού ποτέ του δέν εἶχε κἄν φαντασθεῖ. Ὁ πόνος, ἄν κάποιος καταφέρει νά τόν ἀγκαλιάσει, γεννᾶ πρωτόγνωρες εὐαισθησίες καί ξεδιπλώνει πραγματικότητες πού κανείς ἀλλιῶς δέν βλέπει. Ἡ πρόκληση δέν εἶναι νά συμβοῦν γεγονότα καί ἀποκαλύψεις· αὐτά ὑπάρχουν. Ἡ πρόκληση εἶναι νά ἀνοίξει κανείς τά μάτια του γιά νά μπορεῖ νά τά ἀντικρύσει.

Εἶναι ἀναντίλεκτη ἀλήθεια δυστυχῶς, συνήθως μόνο χάνοντας τά πολύ ἐπιθυμητά, γνωρίζουμε καί κερδίζουμε τά πολύ μεγάλα.

Σίγουρα ὁ πόνος καί ἡ ἀδικία δέν μποροῦν νά καταργήσουν τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός ὑπάρχει. Καί εἶναι ἀγάπη καί ζωή. Ἡ τέλεια ἀγάπη καί τό πλήρωμα τῆς ζωῆς. Καί τό μεγαλύτερο θαῦμα τῆς ὕπαρξής Του εἶναι ἡ συνύπαρξή Του μέ τόν πόνο, τήν ἀδικία καί τόν θάνατο.

Ἴσως καί ἡ μεγαλύτερη πρόκληση γιά τόν καθένα μας νά εἶναι ἡ συνύπαρξη μέ τόν δικό του προσωπικό πόνο, τό ἐλπιδοφόρο σφιχταγκάλιασμα μέ τά βαθύτερα αὐτά «γιατί», ἡ ταπεινή ἐσωτερική περιχώρηση στήν προσδοκία τοῦ Θεοῦ μέσα ἀπό τίς «ἀδικίες» πού νομίζουμε πώς Αὐτός μᾶς κάνει.

Πρό καιροῦ, μέ πλησίασε κάποια νεαρή κοπέλα πού τό καντηλάκι τῆς ζωῆς της φαίνεται νά τρεμοσβήνει. Μέσα στόν ἀβάσταχτο πόνο της διέκρινα τήν ἐλπίδα. Μέσα ἀπό τά δακρυσμένα μάτια της ἀντίκρισα τή χαρά, τή δύναμη καί τή σοφία.

-Θέλω νά ζήσω, μοῦ εἶπε. Ἀλλά δέν ἦλθα γιά νά μοῦ τό ἐπιβεβαιώσετε. Ἦλθα γιά νά μέ βοηθήσετε νά φύγω ἕτοιμη ἀπό αὐτόν τόν κόσμο.

-Ἐγώ εἶμαι παπάς τῆς ζωῆς καί ὄχι τοῦ θανάτου, τῆς ἀπαντῶ. Γι’ αὐτό καί θέλω νά ζήσεις. Ἐπίτρεψέ μου, ὅμως, νά σέ ρωτήσω κάτι• μέσα στή δοκιμασία σου, ρωτᾶς ποτέ «γιατί σέ μένα, Θεέ μου;»

-Δέν σᾶς καταλαβαίνω, πάτερ, μοῦ λέει. Ἐγώ ρωτῶ «γιατί ὄχι σέ μένα, Θεέ μου; Καί περιμένω ὄχι τόν θάνατό μου· προσδοκῶ τόν φωτισμό μου»!

Μετάνοια , Αγ. Δημητρίου του Ροστώφ


Να κρατάς αδιάκοπα την ψυχή σου σε κατάστασι μετανοίας και πένθους. Διαπίστωσε και τις πιο ασήμαντες αδυναμίες σου και πολέμησέ τες. Αν αδιαφορήσης για τις μικρές πτώσεις και τα μικρά αμαρτήματα, να είσαι βέβαιος ότι θα δεις κάποτε τον εαυτό σου ν' αδιαφορή και για τα μεγάλα. Από την πιο φευγαλέα και λεπτή αμαρτωλή σκέψι γεννιέται κάποτε το πιο σοβαρό αμάρτημα.

Αρχή της σωτηρίας είναι η αρχή της μετανοίας. Αρχή της μετανοίας είναι η αποχή από την αμαρτία. Αρχή της αποχής από την αμαρτία είναι η καλή πρόθεσις, η αγαθή προαίρεσις.
Η αγαθή προαίρεσις γεννά τους κόπους. Οι κόποι γεννούν τις αρετές. Οι αρετές γεννούν την πνευματική εργασία. Η πνευματική εργασία, τέλος, όταν είναι συνεχής και επίμονη, μονιμοποιεί στην ψυχή την αρετή και την κάνει φυσική κατάστασή της. Όταν φθάσης σ' αυτή την τελευταία βαθμίδα, λίγο θ' απέχεις από την ψηλάφησι του Θεού!

Ακουσε με πολλή προσοχή πως ορίζει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος την αληθινή μετάνοια: Μετάνοια σημαίνει ανανέωσις του βαπτίσματος. Μετάνοια σημαίνει συμφωνία με τον Θεό για νέα ζωή. Μετάνοια σημαίνει οριστική αποχή από την αμαρτία. Μετάνοια σημαίνει βαθιά συντριβή και ταπείνωσις. Μετάνοια σημαίνει μόνιμη απομάκρυνσις από κάθε σωματική απόλαυση. Μετάνοια σημαίνει διαρκής αυτoκατάκρισις. Μετάνοια σημαίνει αδιαφορία για τα πάντα και ενδιαφέρον μόνο για
τη σωτηρία της ψυχής σου. Μετάνοια σημαίνει έργα αρετής αντίθετα προς τις προηγούμενες αμαρτίες. Μετάνοια σημαίνει κάθαρσις της σκoτισμένης συνειδήσεως. Μετάνοια σημαίνει θεληματική υπομονή όλων των θλίψεων, από ανθρώπους και από δαίμονες. Μετάνοια σημαίνει αυτοτιμωρίες και συνεχείς
ταλαιπωρίες της σάρκας. Μετάνοια σημαίνει κάψιμο των αμαρτιών με τη φωτιά της αδιάλειπτης δακρύρροης προσευχής.
Όλα αυτά αποτελούν την αληθινή μετάνοια. Είναι όμως γνωρίσματα της δικής σου μετανοίας;

Αυτός ο κόσμος, που ξέχασε τον Θεό, δεν είναι παρά κοιλάδα της αμαρτίας και λαβύρινθος του θρήνου. Δεν έχει τίποτε καλό, τίποτε αξιέπαινο. Παντού βασιλεύει η αμαρτία, η παρανομία, η αποστασία· αλλά και οι άφευκτες συνέπειές τους: ο πόνος, η θλίψις, ο στεναγμός. «Πάσα κεφαλή εις πόνον και πάσα καρδία εις λύπην. Από ποδών έως κεφαλής ουκ εστίν εν αυτώ ολοκληρία... ουκ έστι μάλαγμα επιθήναι ούτε έλαιον ούτε καταδέσμους» (Ησ. 1. 5). Γι’ αυτό εσύ, αδελφέ μου, «κατάγαγε ως χειμάρρους δάκρυα ημέρας και νυκτός· μη δως έκνηψιν σεαυτώ μη σιωπήσαιτο ο οφθαλμός σου» (πρβλ. Θρην. Ιερεμ. 2.18).

Όλοι οι άγιοι έκλαψαν και πένθησαν πολύ, μετανοώντας για τις αμαρτίες τους, κι ας ήταν λιγότερες από τις δικές σου. «Εγενήθησαν τα δάκρυα αυτών αυτοίς άρτος ημέρας και νυκτός» και «το πόμα αυτών μετά κλαυθμού εκίρνων» (πρβλ. Ψαλμ. 41. 4 & 101.10). Και ο Κύριος έκλαψε, όχι γιατί είχε ανάγκη από τα δάκρυα της μετανοίας, αλλά για να θρηνήση την αμετανοησία και τη σκληροκαρδία των ανθρώπων: «Ιδών την πόλιν (την Ιερουσαλήμ) έκλαυσεν επ' αυτή, λέγων ότι ει έγνως και συ, και γε εν τη ημέρα σου ταύτη, τα προς ειρήνην σου! νυν δε εκρύβη από οφθαλμών σου» (Λουκ. 19. 41-42).

Πώς να μην κλάψης όταν η ζωή σου είναι γεμάτη από δοκιμασίες, θλίψεις, πόνο, συμφορές; «Ποία του βίου τρυφή διαμένει λύπης αμέτοχος; Ποία δόξα έστηκεν επί γης αμετάθετος; Πάντα σκιάς ασθενέστερα, πάντα ονείρων απατηλότερα· μία ροπή, και ταύτα πάντα θάνατος διαδέχεται». Πώς να μη θρηνήσης όταν και την άλλη ζωή, την αιώνια, κινδυνεύης να τη χάσης; Αυτή θα είναι η πιο μεγάλη συμφορά. Κανείς δεν ξέρει τι θα του συμβεί εκεί. Καμμιά είδησης, καμμιά πληροφορία... Θα έρθει σαν κλέφτης ο θάνατος, θα χωρισθεί η ψυχή από το σώμα και θ' ακολουθήση ο φοβερός τελωνισμός της από τα πονηρά πνεύματα. Ω, ποία ώρα τότε! Θα πάη η ψυχή εκεί που ποτέ δεν ήταν. Θα δη εκείνα που ποτέ δεν εγνώρισε. Θ' ακούση όσα ποτέ δεν άκουσε.

Κλάψε, λοιπόν. Μετανόησε και προσκόμισε στον Κύριο τα δάκρυά σου σαν μύρο μετανοίας. Το δάκρυ καθαρίζει την ψυχή και την ξεπλένει από κάθε κηλίδα, λαμπικάρει τη συνείδησι, φωτίζει τον νου, σπάζει τα δεσμά των παθών, σχίζει τα χειρόγραφα της αμαρτίας.
Κλάψε και θρήνησε με μετάνοια, για να ξεπλυθής κι εσύ από τις αμαρτίες σου, για να καθαρίσης τον ρύπο της ψυχής σου, για να θεραπευθής από την πνευματική τύφλωση, για να πνίξης στη θάλασσα των δακρύων τον νοητό διώκτη Φαραώ, για να σβήσης με τους κρουνούς των ματιών σου τη φλόγα της γεένης και ν' αξιωθής της αιωνίας ζωής εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών.
πηγή  /  αντιγραφή



(Από το βιβλίο "Πνευματικό Αλφάβητο" του Αγίου Δημητρίου Ροστώφ, ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ, 1996)




Συναξαριστής της 3ης Απριλίου


Ὁ Ὅσιος Νικήτας ὁ Ὁμολογητὴς Ἡγούμενος Μονῆς Μηδικίου

 


Ὁ Ὅσιος Νικήτας ἔζησε μεταξὺ 8ου καὶ 9ου μ.Χ. αἰῶνα. Καταγόταν ἀπὸ τὴν Καισάρεια τῆς Βιθυνίας, καὶ βρέφος ἀκόμα ἔμεινε ὀρφανὸς ἀπὸ μητέρα. Ἡ γιαγιά τους, ὅμως, ἀνέλαβε ἄγρυπνη φροντίδα γιὰ τὸν ἐγγονό της. Ὁ πατέρας του Φιλάρετος φρόντισε ἀπὸ πολὺ νωρὶς νὰ ἀρχίσει ἡ ἐκπαίδευσή του. Ὁ δάσκαλός του ἦταν κληρικὸς μὲ μεγάλη παιδαγωγικὴ ἱκανότητα.

Ἔτσι, ὁ νεαρὸς Νικήτας προόδευσε γραμματικὰ καὶ πνευματικά. Κατόπιν, πῆγε στὴν περίφημη Μονὴ τοῦ Μηδικίου. Ἐκεῖ, μὲ τὴν πρόθυμη καὶ ἐνάρετη ζωή του κατέκτησε γρήγορα τὴν ἐκτίμηση τῶν ἀδελφῶν του. Μετὰ τὸ θάνατο τοῦ ἡγουμένου τῆς Μονῆς, Νικηφόρου, σύσσωμη ἡ ἀδελφότητα τὸν ἔκανε ἡγούμενο.

Ἀπὸ τὴν νέα του θέση, ὁ Νικήτας ἔκανε σκληροὺς ἀγῶνες κατὰ τῶν εἰκονομάχων, ὅταν αὐτοκράτωρ ἦταν ὁ Λέων ὁ Ε´ ὁ Ἀρμένιος, στὸν ὁποῖο μάλιστα ἀπηύθυνε τὰ ἑξῆς θαῤῥαλέα λόγια, ὅταν αὐτὸς τὸν ἀπείλησε μὲ θάνατο: «Γνώριζε καὶ σὺ βασιλεῦ ἀρνησίθεε, ὅτι ἐμμένω εἰς τοὺς προτέρους λογισμούς μου καὶ τὰς εἰκόνας τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν ἁγίων σέβομαι, καὶ εἰς τὸ ἴδικόν σου θέλημα δὲν ὑπακούω... Διὰ τοῦτο καὶ σέ, ὁ ὁποῖος ἐπιμένεις νὰ ἀθετῇς τὴν προσκύνησιν τῶν ἁγίων εἰκόνων, καὶ τοὺς ὁμόφρονάς σου ἀναθεματίζω. Κᾶμε δὲ ὅ,τι θέλεις».

Ἡ θαῤῥαλέα αὐτὴ στάση τοῦ Νικήτα ἔγινε ἀφορμὴ νὰ ὑποστεῖ ὁ Ὅσιος πολλὲς φυλακίσεις καὶ ἐξορίες. Τελικά, ἐγκαταστάθηκε σὲ κάποιο μετόχι βόρεια τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ ἀναδείχθηκε ἀπὸ τοὺς περισσότερο πολύαθλους ὁμολογητές.

Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. δ’.
Ὀρθοδοξίας ὁδηγέ, εὐσεβείας Διδάσκαλε καί σεμνότητος, τῆς Οἰκουμένης ὁ φωστήρ, τῶν Μοναζόντων θεόπνευστον ἐγκαλλώπισμα, Νικήτα σοφέ, ταῖς διδαχαῖς σου πάντας ἐφώτισας, λύρα τοῦ Πνεύματος. Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς νίκης ἐπώνυμος τῶν θεοσδώτων θεσμῶν φρουρὸς ἀπερίτρεπτος καὶ στῦλος ὤφθης στερρός, Νικήτα μακάριε· σὺ γὰρ τῆς ἀπαθείας κοσμηθεὶς ταῖς ἀκτῖσιν αἴγλης ὁμολογίας τὸν σὸν βίον φαιδρύνεις. καὶ νῦν τῶν σοὶ προσιόντων δέχου τὴν αἴνεσιν.

Κοντάκιον 
Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Ὡς ἡσυχίας ὑποφήτης, πρακτικώτατος, τῆς ποιμανσίας ὀφθαλμός ὤφθης ἀκοίμητος τῆς Μονῆς καθηγησάμενος Μηδικίου· Ἀλλ᾽ὡς φύλαξ τῶν ἐνθέων παραδόσεων διαρρύθμισον Νικήτα θείῳ Πνεύματι τοὺς βοῶντάς σοι, χαίροις Πάτερ τρισόλβιε.

Κάθισμα 
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ηὐλίσθης ἐν ὄρεσι, τῆς ἡσυχίας σοφέ, ἐτράφης ἐν πόλεσι, τῆς ἐγκρατείας σαφῶς, ὑψώθης ἀμφοτέρωθεν, ἔλιπες χαμαιζήλου, ἡδονῆς πολιτείαν, ἔφθασας οὐρανίου, τὴν μονὴν κατοικίας, ἐν ᾗ καθικετεύεις ὑπὲρ ἡμῶν τὸν Θεόν. . 

 
Ὁ Ὅσιος Ἰωσὴφ ὁ Ὑμνογράφος

 


Καταγόταν ἀπὸ τὴν Σικελία. Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Πλωτῖνος, ἡ δὲ μητέρα του Ἀγάθη, καὶ τὸν ἀνέθρεψαν μὲ τὰ διδάγματα καὶ τὸ ζωντανὸ πνεῦμα τῆς χριστιανικῆς εὐσέβειας. Ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία διακρίθηκε γιὰ τὴν προτίμηση ποὺ εἶχε στὰ ἱερὰ γράμματα καὶ τὴν ἀπαγγελία ἱερῶν ὕμνων, ποὺ ἔψαλλε μὲ πολλὴ αἰσθηματικότητα καὶ τέχνη.

Ὅταν πέθανε ὁ πατέρας του, μαζὶ μὲ τὴν μητέρα καὶ τὴν ἀδελφή του, κατέφυγε στὴν Πελοπόννησο. Ἀπὸ ἐκεῖ ὕστερα στὴ Θεσσαλονίκη, ὅπου ἔγινε μοναχὸς καὶ χειροτονήθηκε ἔπειτα Ἱερέας. Στὴ νέα του ζωὴ διακρίθηκε γιὰ τὸν ἱερὸ ζῆλο του καὶ τὴν ἀσκητικότητα τῶν συνηθειῶν του. Διέπλασε χαρακτῆρα σύμφωνα μὲ τὴν ἀκρίβεια τῶν χριστιανικῶν παραγγελμάτων, ἀναδείχθηκε πρᾶος, ταπεινόφρων καὶ ἄκακος. Ἐκεῖ ἐπίσης, συστηματοποίησε τὴν καλλιγραφικὴ ἀντιγραφὴ καὶ σύνθεση ἐκκλησιαστικῶν ὕμνων.

Μετὰ ἀπὸ καιρὸ πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου γνώρισε τὸ Γρηγόριο τὸ Δεκαπολίτη καὶ συγκατοίκησαν γιὰ λίγο μαζὶ σ᾿ ἕνα κελλί. Ἐπειδὴ ὅμως ἀντέδρασε στὰ διατάγματα τοῦ εἰκονομάχου βασιλιᾶ Λέοντα τοῦ Ε´, ἐξεδιώχθη στὴ Ῥώμη. Στὸ δρόμο τὸν ἀπήγαγαν πειρατὲς στὴν Κρήτη καὶ ἀπὸ κεῖ ἐπανῆλθε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου καὶ πέθανε σὲ βαθύ γῆρας τὸ 842. Δικό του ἔργο κατὰ μέγα μέρος, ἀποτελεῖ καὶ ἡ λεγόμενη Παρακλητική.

Ἀπολυτίκιον Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Τὸ δωδεκάχορδον τοῦ Λόγου ὄργανον, τὴν παναρμόνιον λύραν τῆς χάριτος, τὸ Ὑμνογράφον Ἰωσὴφ τιμήσωμεν ἐπαξίως• οὗτος γὰρ ἀνύμνησε, μελιχροὶς μελωδήμασι, Πνεύματι κινούμενος, τῶν Ἁγίων πᾶν σύστημα. Μεθ' ὧν καὶ ἱκετεύει ἀπαύστως, δοῦναι ἠμὶν πταισμάτων λύσιν. 

 
Ὁ Ἅγιος Ἐλπιδηφόρος (ἢ Ἐλπιδοφόρος)

Μαρτύρησε διὰ ξίφους.

 
Οἱ Ἅγιοι Δίος, Βυθόνιος (ἢ Βιθυνίας) καὶ Γάλυκος

Τὰ βιογραφικά τους στοιχεῖα εἶναι συγκεχυμένα. Στὸ Λαυρεωτικὸ Κώδικα 70 ἡ μνήμη τοὺς συνοδεύεται μὲ αὐτὴ τοῦ Μάρτυρα Ἰλαρίωνα, ὁ ὁποῖος ἀλλοῦ δὲν μνημονεύεται. Σύμφωνα λοιπὸν μὲ τὸν Κώδικα αὐτό, οἱ Ἅγιοι αὐτοί, αὐθόρμητα παρουσιάστηκαν στὸν ἄρχοντα τῆς πόλης τους καὶ τοῦ ἔκαναν δριμύτατη παρατήρηση, διότι θὰ θυσίαζε στὰ εἴδωλα. Καὶ συγχρόνως ὁμολόγησαν ὅτι εἶναι χριστιανοί.

Ὁ δὲ πονηρὸς ἄρχοντας τοὺς εἶπε νὰ ἔλθουν στὴ γιορτὴ τῶν εἰδώλων καὶ ἀφοῦ θυσιάσουν σ᾿ αὐτά, θὰ ἔκανε ὅ,τι αὐτοὶ τοῦ ἔλεγαν. Οἱ Ἅγιοι προσποιήθηκαν ὅτι θὰ πήγαιναν. Ὅταν ὅμως ἄρχισε ἡ γιορτὴ καὶ ἦλθε ἡ ὥρα νὰ θυσιάσουν, οἱ Ἅγιοι ἔριξαν κάτω τὰ εἰδωλόθυτα καὶ συνέτριψαν τοὺς εἰδωλολατρικοὺς βωμούς. Τότε οἱ φτωχοί της πόλης, ἔτρεξαν καὶ ἅρπαξαν τὸ χρυσάφι ἀπὸ τοὺς κατεστραμμένους βωμοὺς καὶ ἔφαγαν ὅλα τὰ εἰδωλόθυτα. Διότι τὴν ἐποχὴ ἐκείνη, στὴν πόλη αὐτή, ὑπῆρχε πολλὴ πεῖνα. Ὅταν τὸ εἶδε αὐτὸ ὁ ἄρχοντας καὶ οἱ εἰδωλολάτρες, τὸ θεώρησαν μεγάλη προσβολή.

Τοὺς ἔδεσαν λοιπὸν μὲ σχοινιὰ καὶ γιὰ τρία 24άωρα τοὺς ἔσερναν μέσα στοὺς δρόμους τῆς πόλης, καὶ τοὺς χτυποῦσαν ἀλύπητα μὲ πέτρες, ξύλα, καὶ τοὺς ἔκοβαν μὲ τὰ δόντια τὶς σάρκες τους. Στὸ τέλος, ἀφοῦ τοὺς ἔδεσαν μὲ ὀγκόλιθους, τοὺς ἔριξαν μέσα στὴ θάλασσα. Ἀλλ᾿ ἄγγελος Κυρίου τοὺς ἀνέσυρε σώους καὶ ἀβλαβεῖς. Μπροστὰ σ᾿ αὐτὸ τὸ θαῦμα, πολλοὶ εἰδωλολάτρες ἔγιναν χριστιανοί. Κατόπιν ὅμως, οἱ πιὸ πωρωμένοι ἀπ᾿ αὐτούς, τοὺς ἀποκεφάλισαν καὶ ἔτσι ἔλαβαν τὰ στεφάνια τοῦ μαρτυρίου. Ἄλλοι Συναξαριστὲς ὅμως γράφουν, ὅτι ὁ μὲν Βιθύνιος μαρτύρησε ἀφοῦ τὸν ἔριξαν στὴ θάλασσα, ὁ δὲ Γάλυκος ἀφοῦ τὸν ἔριξαν στὰ θηρία, καὶ ὁ Δίος μαρτύρησε ἀφοῦ δέχτηκε μία κεραμίδα στὸ κεφάλι.

 
Ὁ Ὅσιος Ἰλλύριος

Ἀσκήτευσε στὸ ὄρος τοῦ Μυρσινῶνος καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

 
Ὁ Ἅγιος Παῦλος ὁ Ῥῶσος ὁ Ἀπελεύθερος

Ὁ νεομάρτυρας αὐτὸς ἦταν Ῥῶσος στὴν καταγωγὴ καὶ σὲ παιδικὴ ἡλικία αἰχμαλωτίσθηκε ἀπὸ τοὺς Τατάρους, ἀπὸ τοὺς ὁποίους τὸν ἀγόρασε κάποιος χριστιανὸς στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ τὸν ἐλευθέρωσε.

Στὴν πόλη αὐτὴ ὁ Παῦλος παντρεύτηκε Ῥωσίδα γυναῖκα, πρώην αἰχμάλωτη, μὲ τὴν ὁποία ζοῦσε ζωὴ εὐσεβή. Κάποτε ὅμως τὸν κατέλαβε ἐπιληψία καὶ τὸν ὁδηγοῦσαν στὸν Ναὸ τῆς Θεομήτορος, τῆς ἐπονομαζόμενης τοῦ Μογλουνίου.

Στὸ δρόμο συνάντησε Τούρκους καὶ ἄρχισε νὰ ζητάει ἀπ᾿ αὐτοὺς βοήθεια, φωνάζοντας «Ἀγαρηνὸς εἶμαι». Οἱ Τοῦρκοι αὐτοὶ ἀνέφεραν τὸ γεγονὸς στὸν Βεζίρη, ποὺ πρόσταξε τὴν σύλληψη τῶν ἱερέων τοῦ προαναφερθέντος Ναοῦ καὶ τοῦ ἰδίου τοῦ μάρτυρα.

Ὅταν ὁ Παῦλος, κατὰ τὴν παραμονή του στὸν Ναό, ἔγινε καλά, παρουσιάστηκε στὸν ἄρχοντα, ὁ ὁποῖος τοῦ ζητοῦσε νὰ ὁμολογήσει ἐπίσημα τὸν μουσουλμανισμὸ καὶ θὰ τοῦ ἐξασφάλιζε δόξες καὶ τιμές. Ἐνῷ στὴν ἀντίθετη περίπτωση, τὸν ἀπειλοῦσε μὲ βασανιστήρια καὶ θάνατο.

Ὁ Παῦλος, ἐνδυναμούμενος ἀπὸ τὴν σύζυγό του, ποὺ τὸν συνόδευε, ὁμολογοῦσε μὲ θάῤῥος τὸν Χριστό. Ὁπότε τὸν ἔριξαν στὴ φυλακὴ καὶ ὑπέμεινε μὲ καρτερία τὰ βασανιστήρια. Ὅταν καὶ πάλι ὁμολόγησε τὸν Χριστὸ μπροστὰ στὸ Βεζίρη, ὁδηγήθηκε δέσμιος στὸν Ἱππόδρομο Ἂτ μεϊντάν, ὅπου ἔλαβε τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου, ἀφοῦ τὸν ἀποκεφάλισαν.

Ἦταν 3 Ἀπριλίου, Μεγάλη Παρασκευή, τὸ ἔτος 1683. Μαρτύριο τοῦ Ἁγίου συνέγραψε ὁ Ἰωάννης Καρυοφύλλης.

 
Ἡ Ἁγία Ἀγάπη ἡ Παρθενομάρτυς ἡ μετὰ τῆς Ἁγίας Μαρίνας ἐν Ἀντιοχείᾳ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...