Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Πέμπτη, Απριλίου 04, 2013

Κυριακή Γ' Νηστειών(Σταυροπροσκυνήσεως) (Μαρκ. η’, 34 - θ΄, 1) κήρυγμα επί του Ευαγγελίου του Ιωάννη Δήμου


από την ιστοσελίδα του:  www.sostikalogia.com
Κυριακή   σήμερα  της  Σταυροπροσκυνήσεως  μας δίνεται   η   ευκαιρία   να  αναφερθούμε,  με λίγα  λογία  βέβαια,  στο  υπέροχο  αυτό  σύμβολο  του Χριστιανισμού,  δηλαδή   στο  Σταυρό. Το σημείο του Τιμίου και ζωοποιού Σταυρού εμπνέει σεβασμό  σε όλους τους Χριστιανούς.
Δεν  έπαυσαν  όμως  να  υπάρχουν  δυστυχώς  και  μερικοί  τυφλοί  πνευματικά   άνθρωποι, αιρετικοί  και  κακόδοξοι,  που  αμφισβητούν  την αξία  του  σημείου  του  Σταυρού και το θεωρούν φονικό όργανο  με το οποίο  σταυρώθηκε  ο  Χριστός.  Προσπαθούν μάλιστα  να  παρασύρουν  και άλλους ανθρώπους στην  πλάνη  τους.
Οι  αιρετικοί  αυτοί  παρακολουθούν  συνεχώς  τους Χριστιανούς,  για  να  τους  παρασύρουν στην πλάνη τους. Είναι δε φοβερό το ότι υπάρχουν αφελείς μεταξύ του Χριστιανικού κόσμου που ακολουθούν τους ζωντανούς αυτούς νεκρούς και γίνονται όργανα και θύματά τους. Οι αιρετικοί αυτοί έχουν πάθει τόση σύγχυση ώστε δεν μπορούν να καταλάβουν ότι η ευθύνη για  το  έγκλημα του  Γολγοθά  βρίσκεται  στην  εγκληματική  διάθεση  των  σταυρωτών  και  όχι  στο  μέσο  που χρησιμοποιήθηκε από αυτούς, δηλ  αδή στο Σταυρό.
 Ανεξάρτητα όμως από τις απόψεις αυτές των ψευδοσπουδαστών   της Γραφής η πραγματικότητα, όσον αφορά την αξία του Σταυρού, δεν καταργείται, γιατί η σημασία του είναι αιώνια. Ο Σταυρός έχει  προτυπωθεί  στην Παλαιά  Διαθήκη, όπως φαίνεται, πρώτον στη μωσαϊκή ράβδο που το αήτητον όπλο του Σταυρού χαράχτηκε στην επιφάνεια της Ερυθράς θάλασσας. Δεύτερον η έκταση των  χειρών  του  Μωϋσή  κατά  τη  σύγκρουση του Ισραήλ  με  τον Αμαλήκ,  σχημάτισε το  σημείο του  Σταυρού. Τρίτον ο όφις που υψώθηκε από το Μωϋσή στην έρημο και το ξύλο στα νερά της Μερρά συμβόλιζαν τον ζωοποιό Σταυρό.
Όλα   αυτά   μαρτυρούν   ότι   ο   Σταυρός   δεν   είναι  φονικό  όργανο, όπως  ανόητα   νομίζουν οι αιρετικοί  αλλά  παγκόσμιο  σχήμα,  ο φύλαξ  της   οικουμένης,   η   κλίμακα   και   γέφυρα  μεταξύ  ουρανού  και  γης.   Ο   Σταυρός   είναι   το   ξύλο  της  υπακοής  με  το  οποίο  εκδηλώθηκε     η   υπακοή   του   Υιού  του Θεού προς τον Πατέρα Του, είναι το όργανο που προξενεί  φόβο  και  τρόμο  στον  πονηρό,  του   οποίου  την  κεφαλή συνέτριψε.
Και  πράγματι  ενώ  σκοπός  του  σατανά  ήταν  να  απομακρύνει το Χριστό από τη ζωή, γιατί με τη διδασκαλία Του παρέλυε τη δύναμή του και άρπαζε τους   ανθρώπους   από τις   παγίδες   του,  όμως   απέτυχε, γιατί   έπεσε  από εκεί  που  δεν  το  περίμενε αφού ο Σταυρός  του Κυρίου τον συνέτριψε  κυριολεκτικά.  Ο  σατανάς  δεν  κατάλαβε  ότι  ανεβάζοντας το Χριστό στο Σταυρό θα ζημιωνόταν ο ίδιος, και δε φαντάστηκε ότι η  πανσοφία του Θεού θα αντέστρεφε τους όρους και όχι μόνο θα αχρηστεύονταν  τα δολοφόνα σχέδιά  του αλλά και θα βρισκόταν η κεφαλή του ποδοπατημένη κάτω από το Σταυρό.
Έτσι  ενώ  ο  Αδάμ έχασε τον Παράδεισο, επειδή έφαγε από το ξύλο του δένδρου, κατά τον ίδιο τρόπο  άνοιξε  πάλι  η  πύλη  του  ουρανού  για  να δεχθεί τον  άνθρωπο με τη δύναμη του ξύλου του Σταυρού.
Ο  Σταυρός  σου  Κύριε, ζωή και ανάστασις υπάρχει τω λαώ σου. Ο Σταυρός  είναι  σύμβολο  της σταυρικής  θυσίας  του  Κυρίου  αλλά και της αυταπαρνήσεως των Χριστιανών, αφού ο κάθε πιστός συμμετέχει στα παθήματα του Χριστού, όπως βεβαιώνει ο Απόστολος Παύλος. «Εγώ γαρ τα στίγματα του Κυρίου Ιησού εν τω σώματι μου βαστάζω».
Ο   Σταυρός   είναι   το   σύμβολο   της  θυσίας  και της υπακοής  στο  θέλημα  του  Θεού,  αφού ο  Ίδιος  ο Κύριος «εταπείνωσεν  εαυτόν  γενόμενος  υπήκοος  μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού». Ας τον μιμούμαστε.  Αμήν.

Κυριακή Γ’ Νηστειών – Της Σταυροπροσκυνήσεως Να σηκώνουμε τον Σταυρό μας


Καθώς βρισκόμαστε στο μέσο της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής, η Εκκλησία μας προβάλλει στους ιερούς Ναούς μας τον Τίμιο Σταυρό του Κυρίου και μας καλεί να τον προσκυνήσουμε με δέος και πίστη και να πάρουμε χάρη πολλή και δύναμη για τον πνευματικό αγώνα που διεξάγουμε την περίοδο αυτή.

Τι θα πει αυταπάρνηση

Λίγες εβδομάδες πριν από το πάθος του ο Κύριος κάλεσε τους μαθητές του και τα πλήθη του λαού για να τους πει λόγια βαρυσήμαντα για τη ζωή τους και τη ζωή όλων μας. Όποιος θέλει, είπε, να με ακολουθήσει και να γίνει μαθητής μου, ας απαρνηθεί τον εαυτό του κι ας πάρει τη σταθερή απόφαση να υποστεί για μένα όχι μόνο κάθε θλίψη και δοκιμασία αλλά και θάνατο σταυρικό, και τότε ας με ακολουθεί.
Τι σημαίνει όμως «απαρνούμαι τον εαυτό μου»; Σημαίνει δυο πράγματα. Πρώτα ότι νεκρώνω τον παλαιό εαυτό που κρύβω μέσα μου, τον διαγράφω από τη ζωή μου. Παύω να υπάρχω γι’ αυτόν. Αρνούμαι δηλαδή και νεκρώνω τα θελήματα, τις επιθυμίες και τις ροπές του παλαιού ανθρώπου. Ακόμη κι αν τον δω να επαναστατεί, να αντιδρά, να επιζητεί με μανία και επιμονή καθετί αμαρτωλό, εγώ δεν υποκύπτω, δεν του δίνω σημασία. Έχω αρνηθεί όχι μόνο κάτι από τον εαυτό μου αλλά όλο τον παλαιό εαυτό μου.
Αρνούμαι τον παλαιό εαυτό μου σημαίνει ταυτόχρονα ότι υποτάσσομαι στο άγιο θέλημα του Θεού. Αυτό σημαίνει ότι ακολουθώ τον Κύριο όπου με οδηγεί. Και υπομένω όλες τις θλίψεις που επιτρέπει στη ζωή μου για τον εξαγιασμό μου. Μέχρι του σημείου να περιφρονώ ακόμη και το θάνατο. Διότι αυτό σημαίνει να σηκώνω διαρκώς τον σταυρό των θλίψεων και της θυσίας. Όπως κάθε κατάδικος σήκωνε ως μελλοθάνατος τον σταυρό του, έτσι κι εγώ πρέπει να σηκώνω τον δικό μου σταυρό περιμένοντας το μαρτύριο. Με την απόφαση να είμαι έτοιμος σε κάθε στιγμή, αργά ή γρήγορα, να πεθάνω, αν μου το ζητήσει ο Κύριος. Και να προχωρώ με τέτοια διάθεση όχι για λίγο αλλά σε όλη μου τη ζωή. Να σηκώνω τον σταυρό των θλίψεων όχι αναγκαστικά, επειδή δεν μπορώ να κάνω αλλιώς, αλλά με χαρά κι ελπίδα, με τη συναίσθηση ότι ο δρόμος της υποταγής στο θέλημα του Θεού, τον οποίο βαδίζω σηκώνοντας τον σταυρό των θλίψεων, είναι ο μοναδικός δρόμος που οδηγεί στη σωτηρία μου, στον Παράδεισο.
Όλη η ζωή του Κυρίου άλλωστε ήταν μία διαρκής αυταπάρνηση, προσφορά και θυσία, που κορυφώθηκε και ολοκληρώθηκε στη σταυρική θυσία. Κι επειδή αυτός πρώτος εφάρμοσε την τέλεια αυταπάρνηση, ζητά κι από μας ν’ ακολουθήσουμε ολόψυχα το παράδειγμά του.

Πόσο αξίζει μια ψυχή

Ο Κύριος συνέχισε τη διδασκαλία του λέγοντας: όποιος θέλει να σώσει την επίγεια ζωή του, θα χάσει την αιώνια. Όποιος όμως θυσιάσει τη ζωή του για μένα και το Ευαγγέλιό μου, αυτός θα σώσει την ψυχή του. Διότι τι θα ωφελήσει τον άνθρωπο εάν κερδίσει ολόκληρο τον κόσμο και χάσει την ψυχή του; Και τι μπορεί να δώσει ως αντάλλαγμα για να την εξαγοράσει; Όποιος ντραπεί εμένα και τους λόγους μου επειδή φοβάται τους χλευασμούς των ανθρώπων της αποστατημένης και αμαρτωλής αυτής γενιάς, αυτόν θα τον αποκηρύξω κι εγώ όταν θα έλθω μέσα στη θεϊκή δόξα μου μαζί με τους αγίους αγγέλους.
Και ο Κύριος επισφράγισε τους λόγους του λέγοντας: Πολλοί από σας, πριν πεθάνουν, θα δουν να θεμελιώνεται με δύναμη ακαταγώνιστη η Βασιλεία του Θεού στη γη, δηλαδή η Εκκλησία μου.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Σ’ όλη αυτή τη διδασκαλία του ο Κύριος τονίζει την αξία της ψυχής μας. Και τι λέει; Πόσο αξίζει η ψυχή μας; Ανυπολόγιστα. Δεν συγκρίνεται με όλα τα αγαθά του κόσμου αυτού. Έχει ασυγκρίτως ανώτερη αξία από όλα τα πλούτη, τις τιμές και τις απολαύσεις αυτής της ζωής. Γι’ αυτήν ο Θεός έγινε άνθρωπος, γι’ αυτήν έχυσε το αίμα του επάνω στο σταυρό και μας εξαγόρασε με το τίμιο Αίμα του. Κι αν εμείς περιφρονήσουμε το πολυτιμότατο αυτό λύτρο που έδωσε ο Χριστός για την ψυχή μας, η καταστροφή μας θα είναι ανεπανόρθωτη. Διότι, όταν εμείς αμαρτάνουμε συστηματικά και ασύστολα, κινδυνεύουμε να χάσουμε την ψυχή μας για πάντα στην αιώνια κόλαση. Εκεί η ψυχή θα χωρισθεί αιωνίως από τον Θεό, τη χάρη του και την αγάπη του και θα βυθισθεί στο αιώνιο σκοτάδι. Γι’ αυτό λέει ο Κύριος ότι το χειρότερο κακό που μπορούμε να πάθουμε οι άνθρωποι, είναι το να χάσουμε την ψυχή μας. Και αν χάσουμε την ψυχή μας, χάσαμε τον Θεό, χάσαμε τον εαυτό μας, χάσαμε τα πάντα. Κι αυτή η απώλεια είναι αμετάκλητη. Μήπως έχουμε και άλλη ψυχή, ώστε να δώσουμε μία στον σατανά και μία στον Θεό; Ή να δώσουμε τη μία αντάλλαγμα για την απώλεια της άλλης; Τα χρήματα και τα κτήματα και τα σπίτια μπορούμε να τα ανταλλάξουμε. Την ψυχή όμως ποτέ.
Και δεν είναι δύσκολο να τη χάσουμε. Σ’ αυτή τη ζωή φοβερός πόλεμος διεξάγεται. Με λύσσα οι δαίμονες ζητούν να αρπάξουν και να κατασπαράξουν την ψυχή μας. Ας αντισταθούμε λοιπόν κι ας αγωνισθούμε. Ώστε, όταν κλείσουμε τα μάτια μας, να παραλάβουν την ψυχή μας οι παμφώτεινοι άγγελοι στην αγκαλιά του Θεού.

Γ΄ Κυριακή των Νηστειών - της Σταυροπροσκυνήσεως


 

 Η άσκηση των αρετών δεν είναι εύκολη υπόθεση. Πέρα από την προσωπική ισχυρή θέληση, είναι απαραίτητη και η αγιαστική δύναμη της Εκκλησίας μας. Έτσι οι άγιοι Πατέρες όρισαν, καταμεσής της αγίας Τεσσαρακοστής να προσκυνείται ο Τίμιος Σταυρός του Κυρίου, για να λαμβάνουμε οι πιστοί από αυτόν χάρη και δύναμη για να συνεχίσουμε με σθένος τον πνευματικό μας αγώνα. Ο Σταυρός του Χριστού είναι το καύχημα της Εκκλησίας μας και το αήττητο όπλο κατά των δυνάμεων του κακού. Πάνω σε αυτόν συντρίφτηκε το κράτος του διαβόλου και εκμηδενίστηκε η δύναμή του. Από αυτόν πήγασε η απολύτρωση και η αθανασία στο ανθρώπινο γένος. Η Εκκλησία μας ψάλλει θριαμβευτικά: «Κύριε όπλον κατά του διαβόλου τον Σταυρόν Σου ημίν δέδωκας , φρίττει γαρ και τρέμει, μη φέρων καθοράν αυτού την δύναμιν » και «Νυν εμφανιζόμενος ο Σταυρός, δύναμιν παρέχη εν τω μέσω των νηστειών, τοις το θείον σκάμμα, ανύουσι προθύμως ΄ αυτόν μετ ' ευάβείας , κατασπαζόμεθα ». Από φονικό και έχθιστο μέσον εκτέλεσης κακούργων μεταβλήθηκε σε μέσον αγιασμού και νοητή ασπίδα προστασίας από τις επιβουλές του Εωσφόρου και των σκοτεινών πεσόντων αγγέλων του. Άλλοι τον παρομοιάζουν με ισχυρό κυματοθραύστη κατά των κλυδωνισμών της ζωής, που προκαλεί το κακό και η αμαρτία. Η σωματική κόπωση της νηστείας και η ψυχική νωχέλεια του πνευματικού αγώνα είναι δυο βασικοί παράγοντες, οι οποίοι μπορούν να αναστείλουν τη νηπτική πορεία του πιστού. Η αγιαστική δύναμη του Σταυρού είναι το αντίδοτο σ' αυτή την κατάσταση. Ο Σταυρός του Χριστού, εκτός από θείο σύμβολο της Εκκλησίας μας, έχει και ηθική σημασία για τον κάθε πιστό. Όπως ο Κύριος έφερε το δικό Του Σταυρό στο Γολγοθά, φορτωμένος τις ανομίες ολοκλήρου του ανθρωπίνου γένους, έτσι και ο πιστός του Χριστού, φέρει αυτός τον προσωπικό του σταυρό, τον αγώνα για σωτηρία και τελείωση. Ο δρόμος για τη σωτηρία είναι πραγματικός Γολγοθάς και απαιτεί αυταπάρνηση σε όσους τον ανεβαίνουν. Το βεβαίωσε ο Κύριος: « όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν , απαρνησάσθω ευατόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθήτω μοι » (Μαρκ.8,34). Η αγία περίοδος του Τριωδίου είναι κατ' εξοχήν σταυρική πορεία και νοητή σταύρωση των παθών μας. Γι' αυτό η αγία μας Εκκλησία αφιέρωσε την Κυριακή αυτή στην προσκύνηση του Τιμίου Σταυρού. Οι πιστοί αντλώντας χάρη από αυτόν, δυναμωμένοι πια και ανανεωμένοι, αντιπαρερχόμαστε τα εμπόδια που στήνει ο πονηρός και βαδίζουμε την ουρανοδρόμο ατραπό με οδηγό τη χαρά και τη λαχτάρα να συναντήσουμε τον αναστάντα Κύριό μας Ιησού Χριστό την αγία και λαμπροφόρο η ημέρα της εγέρσεώς Του.

Ομιλία εις την Γ΄ Κυριακήν των Νηστειών (Αγ. Ιουστίνος Πόποβιτς)

«Όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάσθω εαυ­τόν και αράτω τον σταυρόν αυτού, και ακολουθείτω μοι» (Μάρκ. η' 34).

Αίροντες τον σταυρό, ευαρεστούμε τον Κύριο Ιησού Χρι­στό, Τον ακολουθούμε. Αν ακολουθούμε τον εαυτό μας, δεν μπορούμε να ακολουθούμε Εκείνον. Όποιος δεν απαρνηθή τον εαυτό του, δεν μπορεί να Με ακολουθήση (Ματθ. ι' 38).
Αν ακολουθήσης τον δικό σου νου και όχι τον νου του Χριστού, αν ακολουθήσης το θέλημά σου και όχι το θέλημα του Χριστού, όπως αναφέρεται στο άγιο Ευαγγέλιο, η ψυ­χή σου δεν είναι καθαρή, δεν είναι αγιασμένη, είναι χαμένη στην ζούγκλα των ψυχοφθόρων και φρικτών πλανών. Διότι η αμαρτία, το κακό, κατόρθωσε να χτίση μέσα μας, δίπλα σε εκείνη την θεοειδή ψυχή που ελάβαμε από τον Θεό, την δική της ψυχή. Αν η αμαρτία μας γίνη έξις, δημιουργεί μέσα μας την δική της ψυχή. Αν πράττωμε την αμαρτία, εκείνη σταδια­κά μορφώνεται στην ψυχή μας. Κοντά σε εκείνη την θεοειδή ψυχή, την οποία ο Θεός σου έδωσε, εσύ φέρνεις ένα ξένο, ο οποίος σε αιχμαλωτίζει. Αυτός διαφεντεύει, ενώ ό,τι θεϊκό είναι μέσα σου, είναι σαν κοιμισμένο, σαν μουδιασμένο. Το απέρριψες, και εκείνο δεν ζη μέσα σου, πεθαίνει.

Η αμαρτία δημιουργεί μέσα μας δικό της κόσμο, δημι­ουργεί μέσα μας δική της φιλοσοφία, δική της αντίληψι για τον κόσμο. Η αμαρτία επιδιώκει να καταλάβη την θέσι του Θεού στην ψυχή σου, την θέσι της Εικόνος του Θεού. Αυτό θέλει να κάνη η αμαρτία. Η αμαρτία στην πραγματικότητα θέλει να στερήση τον άνθρωπο από εκείνες τις θεϊκές ωραιότητες που έχει στην ψυχή του. Ναι, αυτός ο διάβολος αγωνί­ζεται δια μέσου της αμαρτίας να δημιουργήση μέσα σου και μέσα μου την δική του εικόνα. Διότι η αμαρτία πάντοτε ο­μοιάζει στον διάβολο. Πάντοτε, όταν την εναγκαλιζόμαστε, τυπώνει σιγά-σιγά στην ψυχή μας την δική του σκοτισμένη μορφή. Έτσι, με την αμαρτία, με την έξι στην αμαρτία, μορ­φώνεται μέσα μας ένα άλλο εγώ, μία άλλη ψυχή, ένας άλ­λος εαυτός, εκείνος ο εαυτός, τον οποίο ζητεί ο Κύριος να απαρνηθούμε: «ου γαρ ο θέλω ποιώ αγαθόν, αλλ' ο ου θέλω κακόν τούτο πράσσω» (Ρωμ. ζ' 19). Το κακό το δημιουργή­σαμε εμείς οι ίδιοι, ενώ το καλό είναι από τον Θεό, λέγει ο απόστολος Παύλος (Α' Τιμ. δ' 4). Εγώ θέλω να ζω σωστά, αλλά την δύναμι να το κάνω δεν την έχω. Δεν βρίσκω την δύναμι γι' αυτό, δεν βρίσκω την δύναμι μέσα μου.
Να, το σημερινό Ευαγγέλιο μας αποκαλύπτει τον τρόπο για να πραγματοποιήσουμε στην ζωή μας το καλό που επιθυ­μούμε. Αυτός είναι η απάρνησις του εαυτού σου, της αμαρ­τίας σου, αυτής της αμαρτωλής ψυχής που δημιουργήθηκε, χτίστηκε, μορφώθηκε μέσα σου. Με την νηστεία στην πρα­γματικότητα απωθούμε την αμαρτωλότητα που είναι μέσα μας. Αντικαθιστούμε σταδιακά τον εαυτό μας με τον Χρι­στό, μέχρις ότου φθάσουμε στην τελειότητα που έφθασε ο απόστολος Παύλος, ο οποίος λέγει: «Ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός» (Γαλ. β' 20). Να, τι σημαίνει «απαρνησάσθω εαυτόν»: Σημαίνει να απαλείψουμε όλες τις (κακές) μας επιθυμίες, κάθε τι ανθρώπινο, εφάμαρτο, και να τα αντικα­ταστήσουμε με τον Χριστό. Να αλλάξουν, να γίνουν όλα Χριστός!
«Ος γαρ αν θέλη την ψυχήν αυτού σώσαι, απολέσει αυ­τήν· ος δ' αν απολέση την ψυχήν αυτού ένεκεν εμού και του ευαγγελίου, ούτος σώσει αυτήν» (Μάρκ. η' 35). Εάν, βεβαί­ως, απαρνηθούμε κάθε αμαρτία μας, κάθε πάθος μας· και αν ξέρουμε, αν αισθανόμαστε και αν θέλουμε να γίνη ο Χρι­στός ψυχή μέσα στην ψυχή μας, καρδιά μέσα στην καρδιά μας, να αντικαταστήση τον εαυτό μας, το εγώ μας με τον Εαυτό Του. Αυτή είναι η μόνη οδός, για να φυλάξουμε εγώ και εσύ και κάθε άνθρωπος την ψυχή μας από την κόλασι, α­πό την καταστροφή, από τον διάβολο, από κάθε κακό, από τα αιώνια βάσανα, να βρούμε μέσα μας εκείνη την θεοειδή ψυχή, εκείνη την θεϊκή ψυχή, την οποία ο Θεός μας έδωσε.
Θεοειδής ψυχή! -Πού είναι άραγε;- Στον Χριστό. Ο Χρι­στός έγινε άνθρωπος για να μας ειπή: Να, έτσι πρέπει να εί­ναι ο άνθρωπος. Εκείνος, ο Θεός, έγινε άνθρωπος. Εκείνος έδειξε στον εαυτό Του την Εικόνα του Θεού. Εμείς είμαστε πλασμένοι κατ' Εικόνα Θεού. Οφείλουμε να ζούμε σύμφωνα με αυτήν. Τί είναι ο νους μας; Εικόνα του νου του Χριστού, του νου του Θεού. Η δική μας υποχρέωσις είναι να κάνουμε τον νου μας όμοιο με τον νου του Χριστού, δηλαδή να χριστοποιήσουμε όλο τον νου μας και να μπορούμε να πούμε με τον απόστολο Παύλο: «ημείς νουν Χριστού έχομεν» (Α' Κορ. β' 16). Αλλά μέχρι να ταυτίσουμε το θέλημά μας με το θέλημα του Χριστού, του Θεού, το δικό μας θέλημα πάντα περιπλανιέται, είναι πάντα αδύνατο, πάντα σκοντάφτει και βυθίζεται στην αμαρτία. Εάν έχουμε τον Κύριο Ιησού Χρι­στό ως το αιώνιο πρότυπό μας, το αιώνιο όραμά μας, τότε ταυτίζουμε τον εαυτό μας με το δικό Του θέλημα. Τότε λέμε: δεν θέλω να γίνη το θέλημά μου, αλλά το δικό Σου (Κύριε). «Πάτερ ημών, γενηθήτω το θέλημά σου ως εν ουρανώ και επί της γης».
Όταν εμείς, τηρώντας τις εντολές του Θεού, θέλουμε να θεραπεύσουμε το θέλημά μας από όλες τις αδυναμίες, από όλες τις αρρώστειες του, από όλο τον θάνατό του, στην πρα­γματικότητα θεραπεύουμε τον εαυτό μας από κάθε αμαρτία και εξορίζουμε από τον εαυτό μας κάθε τι εφάμαρτο. Ναί! Όσο ολόκληρος ο άνθρωπος επιποθεί τον Θεό, όσο στ' α­λήθεια αγωνίζεται να απαρνηθή τον εαυτό του και να ακο­λουθή τον Χριστό, να σηκώνη τον Σταυρό, να σηκώνη τον Σταυρό του Χριστού, τότε αληθινά λαμβάνει από τον Κύριο Ιησού Χριστό την θεία δύναμι. Διότι, όπως έχει λεχθή, ο Σταυρός «ημίν τοις σωζομένοις δύναμις Θεού εστί» (Α' Κορ. α' 18). Ημίν, για μένα και για σένα και για κάθε άνθρωπο. Όταν αποφασίσης να βιάσης τον εαυτό σου να σηκώσης τον σταυρό σου, να! εσύ την ίδια στιγμή λαμβάνεις θεία δύ­ναμι. Αυτή την δύναμι την δίνει ο Κύριος για να μπορέσης να νικήσης κάθε αμαρτία μέσα σου, να μπορέσης να νικήσης κάθε κακό, κάθε κακή συνήθεια, να μπορέσης να παιδαγωγήσης την γλώσσα σου να μη λέγη άπρεπα λόγια, να παιδαγωγήσης το μάτι σου να μη βλέπη εκείνα που δεν πρέπει να βλέπη. Όλη η ζωή σου να γίνη χριστοειδής. Χάριν τίνος; Χά­ριν του Χριστού. Για να εγκατοικίσης τον Χριστό μέσα σου! Να, αυτός είναι ο σκοπός μας, αυτό είναι το όραμά μας, αυ­τό είναι η ανάπαυσις και η ειρήνη και ο αιώνιος παράδεισος της ψυχής μας, κάθε ανθρώπινης ψυχής. Χωρίς τον Χριστό η ανθρώπινη ψυχή δεν ειρηνεύει...
Η δική μας οδός, η οδός των Αγίων και της νηστείας, είναι βία στον εαυτό μας να πράττωμε κάθε αγαθό, διηνε­κής βία του εαυτού μας προς κάθε καλό. Διότι η φύσις μας δεν θέλει το καλό. Εκείνη κλίνει στο κακό. Εσύ όμως βίασε τον εαυτό σου να πνίγης κάθε κακό που υπάρχει μέσα σου. Ο Κύριος θα σου δώση την δύναμι της Αναστάσεως για να κάνης πραγματικά κάθε καλό. Να σηκώνουμε τον σταυρό μας, να χριστοποιούμε τον εαυτό μας και να προσέχουμε ότι νηστεία δεν είναι άλλο από το να αντικαταστήσουμε τον ε­αυτό μας με τον Χριστό, τον Θεό μας. Μέσω κάθε αρετής ο άνθρωπος πρέπει να αντικαθιστά τον εαυτό του με τον Θεό, τον Κύριο Ιησού Χριστό. Διότι, «θεός η αρετή», όπως λέγει ο άγιος Μάξιμος. Και αυτή η θεία δύναμις είναι πιο δυνατή από αυτόν εδώ τον κόσμο, αυτή η δύναμις μας χαρίσθηκε για να υπερνικούμε κάθε κακό, να υπερνικούμε κάθε αμαρτία, κάθε διαβολική δύναμι. Βίασε τον εαυτό σου σε κάθε καλό και ο Αγαθός Κύριος θα σου δώση την δύναμι της Αναστάσεως, ώστε να πορεύεσαι από την μεγαλύτερη θλίψι στην μικρότερη και από την μικρότερη χαρά στην μεγαλύτε­ρη χαρά. Να βαδίζουμε όλοι προς την βασιλεία των ουρα­νών, έως ότου μπορέσουμε να πούμε με την Χάρι του Θεού και εμείς: «Κύριε Ιησού Χριστέ, δεν ζω πλέον εγώ· εσύ ζης μέ­σα μου δια των αγίων Μυστηρίων και των αγίων αρετών». Σε Εσένα ανήκει η δόξα και η ευχαριστία, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

[Μετάφρασις αδελφών της Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους, από το βιβλίο PASHALNE BESEDE (Πασχαλινές Ομιλίες), Βελιγράδι 1998]

(Πηγή: «Ο ΟΣΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ», τ.31, 2006, Περιοδική έκδοσις υπό των πατέρων της Ι.Μ. Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους)

Γ’ Κυριακή των Νηστειών, Σταυροπροσκυνήσεως: Ομιλία εις τον Τίμιο και Ζωοποιό Σταυρό (Αγ. Γρηγόριος Παλαμάς)

Μικρή περίληψη ομιλίας 11: Εις τον Τίμιον Σταυρόν, την Κυριακήν της Σταυροηροσκυνήσεως. Την ημέραν αυτήν εορτάζεται ο Σταυρός προ του Σταυρού· αυτή είναι προτύπωσις της πραγματικής εορ­τής του Σταύρου, κατά την 14 Σεπτεμβρίου, και το εορταζόμενον γεγονός είναι προτύπωσις του Σταύρου του Χριστου. Ο Σταυρός είναι αιώνιον φαινόμενον και κανείς ποτέ δεν συνεφιλιώθη με τον Θεόν χωρίς την δύναμιν του Σταύρου. Διότι ο Σταυρός του υπήρχε πάντοτε ως προτύπωσις και προαγγελία του Σταύρου του Κυρίου. Προϋπήρχεν αναμέσον των προπατόρων, ενεργών εις αυτούς το μυστήριον του Σταυρού. Το μυστήριον του Σταυρού είναι διπλούν, σημαίνον πρώτον μεν φυγήν ημών από τον κόσμον, δεύτερον δε φυγήν των παθών από ημάς· το πρώτον είναι σταύρωσις του κόσμου δι' ημάς, ήτοι η πραξις, το δεύτερον είναι σταύρωσις ημών δια τον κόσμον, ήτοι η θεω­ρία.


(απόσπασμα της ομιλίας) … ο ίδιος ο Κύριος, για τον οποίο και δια του οποίου έγιναν τα πάντα, δεν έλεγε πριν από τον Σταυρό, «όποιος δεν παίρνει τον σταυρό του για να με ακολουθήση, δεν είναι άξιός μου» (Ματθ. 10, 38); Βλέπετε ότι και πριν εμπηχθή, ο Σταυρός ήταν που έσωζε; Αλλά και όταν ο Κύριος προέλεγε καθαρά στους μαθητάς το πάθος του και τον θάνατο δια του Σταυρού, ο δε Πέτρος μη υποφέροντας να τ' ακούση και γνωρίζοντας ότι αυτός έχει εξουσία τον παρακαλούσε, «έλεος σ' εσένα, Κύριε, δεν θα σου συμβή τούτο» (Ματθ. 16, 22), αυτόν μεν ο Κύριος τον επετίμησε, διότι στο θέμα τούτο συλλογιζόταν ανθρωπίνως και όχι θείως· αφού δε προσκάλεσε τον όχλο μαζί με τους μαθητάς του τους είπε· «όποιος θέλει να έλθη οπίσω μου, ας απαρνηθή τον εαυτό του, ας σήκωση τον σταυρό του και ας με ακολουθήση· διότι όποιος θέλει να σώση την ψυχή του, θα την χάση, όποιος δε χάση την ψυχή εξ αιτίας εμού και του ευαγγελίου, αυτός θα την σώση» (Ματθ. 16, 25).

Προσκαλεί βέβαια και τον όχλο μαζί με τους μαθητάς και τότε διαμαρτύρεται και παραγγέλλει αυτά τα μεγάλα και υπερφυή φρονήματα, τα πραγματικά όχι ανθρώπινα αλλά θεία, για να δείξη ότι δεν απαιτεί αυτές τις προσπάθειες μόνο από τους εκλεκτούς μαθητάς, αλλά και από κάθε άνθρωπο που πιστεύει σ' αυτόν. Ν' ακολουθή τον Χριστό σημαίνει να ζη κατά το ευαγγέλιό του παρουσιάζοντας κάθε αρετή και ευσέβεια. Ν' απαρνήται τον εαυτό του αυτός που θέλει ν' ακολουθήση και να σηκώνη τον σταυρό του, σημαίνει να μη λυπήται τον εαυτό του όταν το απαιτή ο καιρός, αλλά να είναι έτοιμος για τον ατιμωτι­κό θάνατο υπέρ της αρετής και της αληθείας των θείων δογμά­των. Τούτο δε, το ν' αρνηθή κανείς τον εαυτό του και να παραδοθή σ' έσχατη ατιμία και θάνατο, αν και είναι μέγα και υπερφυές, δεν είναι παράλογο· διότι οι βασιλείς της γης δεν θα εδέχονταν ποτέ, όταν μάλιστα μεταβαίνουν σε πόλεμο, να τους ακολουθήσουν άνθρωποι που δεν είναι έτοιμοι να πεθάνουν γι' αυτούς. Πού λοιπόν είναι το αξιοθαύμαστο, εάν και ο βασιλεύς των ουρανών, αφού επεδήμησε στη γη κατά την επαγγελία του, τέτοιους ακολούθους ζητεί προς αντιμετώπισι του κοινού εχθρού του γένους; Αλλά οι μεν βασιλείς της γης δεν μπορούν να αναζωώσουν τους φονευθέντας στον πόλεμο ούτε ν' ανταπο­δώσουν κάτι ταιριαστό στους πρωταγωνιστάς από αυτούς· τί θα μπορούσε τάχα να λάβη από αυτούς κάποιος που δεν ζη πλέον; Αλλά και γι' αυτούς, αν ο θάνατος είναι υπέρ ευσεβών, η ελπίς είναι στον Κύριο· έτσι δε ο Κύριος ανταποδίδει ζωή αιώνια σ' αυτούς που επρωτοστάτησαν στο να τον ακολουθούν.

Και οι μεν βασιλείς της γης ζητούν από τους ακολούθους των να είναι έτοιμοι προς θάνατο, ο δε Κύριος τον μεν εαυτό του έδωσε σε θάνατο υπέρ ημών, σ' εμάς δε παραγγέλλει να εί­μαστε έτοιμοι για θάνατο όχι υπέρ αυτού αλλά υπέρ ημών των ιδίων. Και δεικνύοντας τούτο, ότι ο θάνατος είναι υπέρ των εαυτών μας, προσθέτει, «όποιος θέλει να σώση την ψυχή του θα την χάση και όποιος την χάση εξ αιτίας εμού και του ευαγ­γελίου, αυτός θα την σώση» (Μάρκ. 8, 35). Τί σημαίνει τούτο, όποιος θέλη να την σώση, θα την χάση, και όποιος θα την χάση, θα την σώση; Διπλός είναι ο άνθρωπος, ο εκτός, δηλαδή το σώμα, και ο εντός μας, δηλαδή η ψυχή. Όταν λοιπόν ο εκτός από εμάς άνθρωπος παραδώση τον εαυτό του στον θάνατο, χάνει την ψυχή του που χωρίζεται από αυτόν· αυτός λοιπόν που την έχα­σε έτσι υπέρ του Χριστού και του ευαγγελίου, πραγματικά θα την σώση και θα την κερδίση, προξενώντας σ' αυτήν ζωή ουρά­νια και αιώνια και παραλαμβάνοντάς την κατά την ανάστασι σ' αυτήν την κατάστασι, ενώ δι' αυτής θα φανή και αυτός ουρά­νιος και αιώνιος, ακόμη και στο σώμα. Ο φιλόζωος όμως που δεν είναι έτσι έτοιμος να χάση τη ζωή, διότι αγαπά τον πρόσ­καιρο τούτον αιώνα και τα πράγματα του αιώνος τούτου, θα ζημιώση την ψυχή του στερώντας την την πραγματική ζωή και θα την χάση, παραδίδοντάς την, αλλοίμονο, στην αιώνια κόλασι μαζί του. Αυτόν θρηνώντας κατά κάποιον τρόπο και ο πανοικτίρμων Δεσπότης και δεικνύοντας το μέγεθος του δεινού, λέγει,«τί θα ωφελήση τον άνθρωπο, αν κερδίση όλον τον κόσμο, αλλά χάση την ψυχή του; Ή τί μπορεί να δώση ο άνθρωπος αντάλλαγμα για την ψυχή του;» (Μάρκ. 8, 36). Διότι δεν πρόκειται να κατεβή μαζί του η δόξα του ούτε τίποτε άλλο από αυτά που φαίνον­ται πολύτιμα και τερπνά στον αιώνα τούτο, τα οποία προέκρινε από τον σωτηριώδη θάνατο. Τί δε μεταξύ αυτών θα μπορούσε να ευρεθή αντάλλαγμα της λογικής ψυχής, της οποίας δεν είναι ισάξιος όλος αυτός ο κόσμος;

Εάν λοιπόν και τον κόσμο όλον ημπορούσε να κερδίση ένας άνθρωπος, αδελφοί, τούτο δεν θα πρόσφερε σ' αυτόν κανένα όφελος, εφ' όσον θα έχανε την ψυχή του· πόσο είναι το κακό, αφού ο καθένας μόνο ελάχιστο πολλοστημόριο απ' αυτόν τον κόσμο μπορεί ν' αποκτήση, αν με την προσπάθεια για το ελάχιστο τούτο χάση την ψυχή του, μη επιθυμώντας να σήκωση τον τύπο και το λόγο του Σταυρού και ν' ακολουθήση τον δοτήρα της ζωής; Διότι σταυρός είναι και ο προσκυνητός τύπος και ο λόγος του τύπου τούτου.

Αλλ' επειδή προηγήθηκε ο λόγος και το μυστήριο αυτού του τύπου, κι' εμείς σήμερα θα εξηγήσωμε τούτο προηγουμέ­νως προς την αγάπη σας. Μάλλον δε πριν από μας εξήγησε και τούτο ο Παύλος· ο Παύλος που καυχάται στον Σταυρό, που φρονεί ότι δεν γνωρίζει τίποτε έκτος από τον Κύριο Ιησού, κι' αυτόν εσταυρωμένον. Τί λέγει λοιπόν εκείνος; Σταυρός είναι το να σταυρώσωμε την σάρκα μαζί με τα πάθη και τις επιθυμίες (Γαλ. 5, 24). Νομίζετε ότι είπε τούτο μόνο για την τρυφή και τα υπογάστρια; Πώς τότε γράφει στους Κορινθίους ότι, «επειδή υπάρχουν έρι­δες ανάμεσά σας, είσθε ακόμη σαρκικοί και περιπατείτε κατά το ανθρώπινο φρόνημα» (Α’ Κορ. 3, 3); Ώστε και αυτός που αγαπά δόξα ή χρήματα, ή απλώς θέλει να επιβάλη το θέλημά του και προσπα­θεί έτσι να νικήση, είναι σαρκικός και περιπατεί κατά την σάρ­κα. Γι' αυτά ακριβώς δημιουργούνται και οι έριδες, όπως λέγει και ο Ιάκωβος ο Αδελφόθεος· «από πού προέρχονται οι μεταξύ σας πόλεμοι και μάχες; Δεν προέρχονται από εδώ, δηλαδή από τις ηδονές σας που αγωνίζονται μέσα στα μέλη σας; Αγωνίζεσθε αλλά δεν μπορείτε να επιτύχετε, μάχεσθε και πολεμείτε» (Ιακ. 4, 1). Τούτο λοιπόν είναι το να σταυρώση την σάρκα μαζί με τα πάθη και τις επιθυμίες, το να καταστή ο άνθρωπος αδρανής προς κάθε τι που απαρέσκει στον Θεό. Εάν δε και το σώμα τον τα­λαιπωρή και τον στενοχωρή, πρέπει ο καθένας να το ανεβάζει εναγωνίως προς το ύψος του Σταυρού. Τί θέλω να ειπώ; Ο Κύ­ριος, όταν ήλθε επί της γης, έζησε βίον ακτήμονα, και δεν έζη­σε μόνο, αλλά και εκήρυξε λέγοντας, «όποιος δεν αποτάσσεται από όλα τα υπάρχοντά του, δεν μπορεί να είναι μαθητής μου» (Λουκά 14. 33).

Αλλά κανείς, παρακαλώ, αδελφοί, ας μη δυσανασχετή, όταν ακούη που διακηρύσσομε ανόθευτο το θέλημα του Θεού, το αγαθό και ευάρεστο και τέλειο, μήτε να δυσαρεστηθή νομί­ζοντας δυσκολοκατόρθωτα τα παραγγέλματα· αλλά πρώτο μεν να αντιλαμβάνεται εκείνο, ότι η βασιλεία των ουρανών είναι βιαστή και βιασταί την αρπάζουν, και ν' ακούη τον κορυφαίο των Αποστόλων του Χριστού Πέτρο, ότι «ο Χριστός έπαθε για χάρι μας, αφήνοντας σ' εμάς υπογραμμό, για ν' ακολουθήσωμε τα ίχνη του» (Α' Πέτρ. 2, 21). Έπειτα να συλλογίζεται επίσης και τούτο, ότι ο καθένας, αφού κατανοήση αληθινά πόσα οφείλει στον Δεσπό­τη, όταν δεν μπορή ν' ανταποδώση το παν, το ένα μέρος να το προσφέρη με μετριοφροσύνη, όσο μπορεί και προαιρείται, ως προς δε το μέρος πάλι που ελλείπει να ταπεινώνεται εμπρός του και ελκύοντας την συμπάθεια δια της ταπεινώσεως αυτού του είδους αναπληρώνει την έλλειψι. Εάν λοιπόν κανείς βλέπη τον λογισμό του να ορέγεται πλούτο και πολυκτημοσύνη, ας γνωρίζη ότι ο λογισμός αυτός είναι σαρκικός, και γι' αυτό κινείται έτσι· αντιθέτως ο προσηλωμένος στον Σταυρό δεν μπορεί να κινήται προς κάτι τέτοιο. Είναι γι' αυτό ανάγκη να τον ανεβάσωμε τον λογισμό στο ύψος του Σταυρού, για να μη ρίψη ο ίδιος τον εαυτό του κάτω και χωρισθή από τον σταυρωθέντα σ' αυτόν Χριστό.

Πώς λοιπόν θ' αρχίση να τον ανεβάζη στο ύψος του Σταυρού; Ελπίζοντας στον Χριστό, τον χορηγό και τροφέα του σύμπαντος, ας απόσχη από κάθε πόρο που προέρχεται από αδικία, το δε εισόδημα που έχει από δίκαιο πορισμό, χωρίς να προσκολλάται πολύ ούτε σ' αυτό, ας το χρησιμοποιή καλά, καθιστώντας όσο είναι δυνατό κοινωνούς σ' αυτό τους πτωχούςΗ εντολή διατάσσει ν' αρνήται κανείς το σώμα και να σηκώνη τον σταυρό του· και το έχουν μεν το σώμα οι φίλοι του Θεού και ζώντες κατά τον Θεό, αλλά αν δεν είναι πολύ προσδεδεμένοι σ' αυτό, το χρησιμοποιούν ως συνεργό στα αναγκαία, αν δε το καλέση ο καιρός, είναι έτοι­μοι να το προδώσουν και αυτό. Το ίδιο συμβαίνει και με τα σωματικά κτήματα και μέσα· ενεργώντας κανείς κατά τον ίδιο τρόπο, αν δεν μπορή να κάμη τίποτε μεγαλύτερο, καλώς και θεαρέστως πράττει. Βλέπει κανείς πάλι μέσα του να κινήται βιαιότερα ο λογισμός της πορνείας; Αυτός ας γνωρίζη ότι δεν έχει ακόμη σταυρώσει τον εαυτό του. Πώς λοιπόν θα τον σταυρώση; Ας αποφεύγη τις περίεργες θέες των γυναικών, καθώς και τις αταίριαστες προς αυτές συνήθειες και τις άκαιρες συνομιλίες, ας μειώνη τις τροφές που ενισχύουν το πάθος, ας απέχη από την πολυποσία, από την οινοφλυγία, την αδηφαγία, την πολυϋπνία· ας αναμιγνύη την ταπεινοφρο­σύνη με αυτήν την αποχή των παθών, επικαλούμενος με συν­τριβή καρδίας τον Θεό κατά του πάθους· τότε θα ειπή και αυτός, «είδα τον ασεβή να υπερυψώνεται και ν’ ανεβαίνη σαν οι κέδροι του Λιβάνου, και προσπέρασα δια της εγκρα­τείας, και δεν ήταν εκεί, και τον ανεζήτησα δια της προσευ­χής με ταπείνωσι, και δεν ευρέθηκε σε μένα ο τόπος του» (Ψαλμ. 36, 35 ε. ερμηνευτική απόδοσις).

Πάλι, ενοχλεί ο λογισμός της φιλοδοξίας; Εσύ στη σύγκλητο και στην συνεδρίασι να ενθυμήσαι την γι' αυτό συμβου­λή του Κυρίου στα ευαγγέλια·στις συνομιλίες να μη ζητής να υπερέχης των άλλων, τις αρετές, αν έχης, να τις ασκής μόνο στα κρυφά, αποβλέποντας μόνο προς τον Θεό και από αυτόν μόνο βλεπόμενος και ο Πατέρας σου που βλέπει στα κρυφά θα σου το ανταποδώση στα φανερά (Ματθ. 6, 6). Εάν δε και μετά την αποκο­πή κάθε πάθους πάλι σ' ενοχλή ο εσωτερικός λογισμός, να μη φοβηθής· διότι σου γίνεται πρόξενος στεφάνων, επειδή δεν πεί­θει με τις ενοχλήσεις του ούτε ενεργεί, αλλ' είναι κίνημα νε­κρό, νικημένο από τον αγώνα σου κατά Θεόν.

Τέτοιος είναι ο λόγος του Σταυρού, ως τέτοιος δε, όχι μόνο στους προφήτες πριν συντελεσθή, αλλά και τώρα μετά την τέλεσί του, είναι μυστήριο μέγακαι πραγματικά θείο. Πώς; Διότι φαινομενικώς μεν παρουσιάζεται να προξενή ατίμωσι στον εαυτό του αυτός που εξευτελίζει τον εαυτό του και τον τα­πεινώνει σε όλα, και πόνο και οδύνη αυτός που αποφεύγει τις σωματικές ηδονές, και αυτός που δίδει τα υπάρχοντα καθίστα­ται αίτιος πτωχείας στον εαυτό του· αλλά δια της δυνάμεως του Θεού αυτή η πτωχεία και η οδύνη και η ατιμία γέννα δόξα αιώ­νια και ηδονή ανέκφραστη και πλούτο ανεξάντλητο, τόσο στον παρόντα όσο και στον μέλλοντα εκείνον κόσμο. Εκείνους δε που δεν πιστεύουν σ' αυτόν και δεν επιδεικνύουν δι' έργων την πίστι ο Παύλος τους τοποθετεί δίπλα στους αφανιζομένους, και σ' αυτούς τους ειδωλολάτρες μάλιστα. Διότι λέγει, «κηρύσσομε Χριστόν εσταυρωμένο, που είναι στους Ιουδαίους μεν σκάνδα­λο λόγω της απιστίας των προς το σωτηριώδες πάθος, στους Έλληνες δε μωρία, διότι δεν προτιμούν τίποτε άλλο εκτός από τα πρόσκαιρα λόγω της απιστίας προς τις θείες επαγγελίες οπωσδήποτε· σ' εμάς δε τους προσκεκλημένους Θεού δύναμις και Θεού σοφία» (Α’ Κορ. 1, 23).

Τούτο λοιπόν είναι η σοφία και δύναμις του Θεού, το να νικήση δι' ασθενείας, το να υψωθή δια ταπεινώσεως, το να πλουτήση δια πτώχειας.Όχι μόνο δε ο λόγος και το μυστήριο του Σταυρού, αλλά και ο τύπος είναι θείος και προσκυνητός, διότι είναι σφραγίς ιερά, σωστική και σεβαστή, αγιαστική και τελεστική των υπερφυών και απορρήτων αγαθών που ενεργή­θηκαν στο γένος των ανθρώπων από τον Θεό, αναιρετική κατά­ρας και καταδίκης, καθαιρετική φθοράς και θανάτου, παρεκτική αϊδίου ζωής και ευλογίας, σωτηριώδες ξύλο, βασιλικό σκήπτρο, θείο τρόπαιο κατά ορατών και αοράτων εχθρών, έστω και αν οι οπαδοί των αιρετικών φρενοβλαβώς δυσαρεστούνται. Αυτοί οι τελευταίοι δεν επέτυχαν την αποστολική ευχή, ώστε να κατορθώσουν να καταλάβουν μαζί με όλους τους αγίους, τι είναι το πλάτος και το μήκος, το ύψος και το βάθος· ότι ο Σταυ­ρός του Κυρίου παριστάνει όλη την οικονομία της σαρκικής παρουσίας και περικλείει όλο το κατ’ αυτήν μυστήριο, εκτείνε­ται προς όλα τα πέρατα και περιλαμβάνει όλα, τα άνω, τα κάτω, τα γύρω, τα ενδιάμεσα. Προβάλλοντας δε κάποια πρόφασι, για την οποία έπρεπε κι' αυτοί, αν είχαν νου, να τον προσκυνούν μαζί μας, αποτροπιάζονται το σύμβολο του βασιλέως της δό­ξης, το οποίο κι' ο ίδιος ο Κύριος ονομάζει φανερώς ύψος και δόξα του, όταν επρόκειτο ν' ανεβή σ' αυτό· κατά την μέλλουσα δε παρουσία κι' επιφάνειά του προαναγγέλλει ότι θα έλθη το σημείο τούτου του Υιού του ανθρώπου με πολλή δύναμι και δόξα.

Αλλά, λέγουν· σ' αυτό προσηλωμένος επέθανε ο Χριστός και γι' αυτό δεν ανεχόμαστε να βλέπωμε το σχήμα και το ξύλο στο οποίο έχει θανατωθή. Το δε εναντίον μας χρεώγραφο, που συντάχθηκε δια της παρακοής μας ως προς το ξύλο, με το άπλωμα του χεριού του προπάτορος, σε τί προσηλώθηκε και με τί πράγμα έφυγε από τη μέση και αφανίσθηκε κι' έτσι επανήλ­θαμε στην ευλογία από τον Θεό; Με τί δε ο Χριστός απέβαλε και απεμάκρυνε τελείως τις αρχές και τις εξουσίες των πνευμά­των της πονηρίας, οι οποίες επεβλήθηκαν στην φύσι μας από το ξύλο της παρακοής, και τις κατήσχυνε θριαμβευτικώς και έτσι εμείς ανακτήσαμε την ελευθερία; Με τί ελύθηκε το μεσό­τοιχο και καταργήθηκε κι' εθανατώθηκε η προς τον Θεό έχθρα μας και δια μέσου τίνος συνδιαλλαγήκαμε με τον Θεό κι' εδιδαχθήκαμε την προς αυτόν ειρήνη; όχι στον Σταυρό και δια του Σταυρού; Ας ακούσουν τον απόστολο, που στους μεν Εφεσίους γράφει, «ο Χριστός είναι η ειρήνη σας, αυτός που έλυσε το μεσότοιχο του φραγμού, για να οικοδομήση μέσα του τους δύο σ' ένα νέον άνθρωπο, επιβάλλοντας ειρήνη, και για να συνδιαλλάξη και τους δύο σ' ένα σώμα με τον Θεό δια του Σταυ­ρού, φονεύοντας την έχθρα που είναι σ' αυτόν (Εφ. 2, 14-16). Προς τους Κολοσσαείς δε γράφει, «ενώ ήσαστε νεκροί από τα παραπτώματα και την ακροβυστία της σάρκας σας εζωοποίησε μαζί του, χα­ρίζοντάς σας όλα τα παραπτώματα, εξαλείφοντας το χειρόγρα­φο που περιείχε τις εναντίον μας αποφάσεις, σηκώνοντάς το από τη μέση και καρφώνοντάς το στον Σταυρό· ξεγυμνώνοντας δε τις αρχές και τις εξουσίες, τις διεπόμπευσε δημοσία θριαμ­βεύοντάς τες επάνω στο Σταυρό» (Κολ. 2, 13).

Δεν θα τιμήσωμε λοιπόν εμείς και δεν θα χρησιμοποιήσου­με το θείο τούτο τρόπαιο της κοινής ελευθερίας του γένους, το οποίο και μόνο με τη θέα του τον μεν αρχέκακο όφι φυγαδεύει και διαπομπεύει και καταισχύνει, διακηρύσσοντας την ήττα και την συντριβή του, δοξάζει δε και μεγαλύνει τον Χριστό, επιδει­κνύοντας στον κόσμο τη νίκη του; Και όμως, αν ο Σταυρός εί­ναι παραβλεπτέος, διότι σ' αυτόν υπέμεινε τον θάνατο ο Χρι­στός, ούτε ο θάνατός του δεν πρέπει να είναι σεβαστός και σωτήριος· πώς λοιπόν κατά τον απόστολο εβαπτισθήκαμε στον θάνατό του (Ρωμ. 6, 3); Πώς δε θα συμμετάσχωμε και στην ανάστασί του, αν βέβαια εγίναμε σύμφυτοι με τον θάνατό του (Ρωμ. 6, 5); Βέβαια, αν κα­νείς προσκυνούσε σχήμα σταυρού που δεν έφερε επιγεγραμμένο το δεσποτικό όνομα, δικαίως θα κατηγορείτο ότι πράττει κάτι ανάρμοστο. Επειδή δε «στο όνομα του Ιησού Χριστού θα καμφθούν όλα τα γόνατα, των επουρανίων και επιγείων και κα­ταχθονίων» (Ψαλμ. 131, 7), τούτο δε το προσκυνητό όνομα επιφέρει ο Σταυ­ρός, πόσο παράφρον δεν θα ήταν να μη γονατίζωμε στον Σταυ­ρό του Χριστού;

Αλλ' εμείς, κλίνοντας μαζί με τα γόνατα και τις καρδιές, εμπρός, ας προσκυνήσωμε μαζί με τον ψαλμωδό και προφήτη Δαβίδ (Ψαλμ. 131, 7) στον τόπο όπου εστάθηκαν τα πόδια του και όπου εξα­πλώθηκαν τα χέρια που συνέχουν το σύμπαν και όπου ετεντώθηκε για μας το ζωαρχικό σώμα, και, προσκυνώντας και ασπαζόμενοι αυτόν με πίστι, ας παίρνωμε πλούσιον τον από εκεί αγιασμό και ας τον φυλάττωμε. Έτσι και κατά την υπερένδοξη μέλλουσα παρουσία του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος μας Ιησού Χριστού, βλέποντάς τον να προηγήται λαμπρώς, θα αγαλλιάζωμε και θα χοροπηδούμε διαπαντός, διότι επετύχαμε την από τα δεξιά θέσι και την υπεσχημένη μακαρία φωνή και ευλο­γία, σε δόξα του σαρκικώς σταυρωθέντος για μας Υιού του Θεού.

Διότι σ' αυτόν πρέπει δοξολογία μαζί με τον άναρχο Πατέ­ρα του και το πανάγιο και αγαθό και ζωοποιό Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο.


(Πηγή: Γρηγορίου Παλαμά Έργα, ΕΠΕ, τόμος 9, Πατερικαί Εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»)

«ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ» ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (ΤΗΣ ΣΤΑΥΡΟΠΡΟΣΚΥΝΗΣΕΩΣ) ΕΚ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΠΑΡΟΝΑΞΙΑΣ


 «Τῇ τρίτῃ Κυριακή τῶν Νηστειῶν, τήν προσκύνησιν ἑορτάζομεν τοῦ Τιμίου καί ζωοποιοῦ Σταυροῦ…Τῇ αὐτοῦ δυνάμει, Χριστέ ὁ Θεός…τό τεσσαρακονθήμερον εὐμαρῶς διανύσαντες στάδιον· καί ἐλέησον ἡμᾶς, ὡς μόνος ἀγαθός καί φιλάνθρωπος»
          Αγαπητοί αδελφοί,
          Στο μέσο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, υψώνεται ο Τίμιος Σταυρός. Κυριακή της Ορθοδοξίας. Και ψάλλομεν «Τόν Σταυρόν Σου προσκυνοῦμεν Δέσποτα, καί τήν Ἁγίαν Σου Ἀνάστασιν δοξάζομεν».
          Ο Τίμιος Σταυρός είναι το νικηφόρο τρόπαιο της Εκκλησίας. Όπλον ειρήνης κατά των δαιμόνων και σύμβολο του πνευματικού αγώνος. Σήμερον Ακούσθηκε ο Κυριακός λόγος «όστις θέλει οπίσω μου ελθείν». Η Ακολουθία του Χριστού, προϋποθέτει και άρση του Σταυρού «ΑΡΑΤΩ ΤΟΝ ΣΤΑΥΡΟΝ ΑΥΤΟΥ» και τούτο ως αγώνας μετανοίας και όχι απλά των θλίψεων της ζωής.
          Με την θέληση μας σηκώνουμε τον Σταυρό της μετανοίας μας. Μόνο τότε έχει λυτρωτική ενέργεια ο Σταυρός του Χριστού. Διαβάσαμε σήμερον εις το Κοντάκιο της εορτής. «Το ξύλον του Σταυρού θανάτου το κέντρον και Άδου το νίκος ελήλαται».
          Από δε το πρώτο τροπάριο των Αίνων του Τριωδίου αντιλαμβανόμαστε τους λόγους αυτής της Ιεράς Σταυροπροσκυνήσεως «Εν φωναίς αλαλάξωμεν, εν ωδαίς μεγαλύνωμεν, τον Σταυρόν τον Τίμιον, ασπαζόμενοι, και προς αυτόν εκβοήσωμεν· Σταυρέ πανσεβάσμιε, καθαγίασον ημών, τας ψυχάς και τα σώματα, τη δυνάμει σου, και παντοίας εκ βλάβης εναντίων, διατήρησον ατρώτους, τους ευσεβώς προσκυνούντας σε».
          Χριστιανοί μου,
          Προσκυνούντες τον Τίμιον Σταυρόν τον παρακαλούμε να μας ενισχύει και εις τον υπόλοιπο χρόνο της Μ. Σαρακοστής και να μας διατηρεί άτρωτους από τους διαβολικούς πειρασμούς. Ενθυμούμενοι έναν Ύμνο του Όρθρου της Μεγάλης Δευτέρας προβληματιζόμαστε, διότι από σήμερα καλούμαστε να βαδίσουμε μαζί με τον Κύριο μας προς το πάθος και να συσταυρωθούμε μαζί Του. Και αυτό μπορεί να γίνει, μόνον αν καθαρίσουμε το πνεύμα μας από κάθε κακή σκέψη και αν νεκρώσουμε τις αμαρτωλές ηδονές της ζωής.
          Αν θέλουμε να ακολουθήσουμε τον Χριστό στο Σταυρό, θα πρέπει η καρδιά μας να είναι καθαρή. Άλλωστε η θέληση και ο αγώνας μας να συμμετάσχουμε στο πάθος θα μας βοηθήσουν να λυτρωθούμε από τα αμαρτήματά μας.
          Είναι ανεξάντλητη η απολυτρωτική δύναμη, που εκπηγάζει από τον Σταυρό του Χριστού.
          Δια του Σταυρού ο Κύριος κατέκτησε τις καρδιές των ανθρώπων. Και ημείς από ευγνωμοσύνη και αγάπη δια τον υπέρ ημών σταυρωθέντα, καλούμαστε να τον ακολουθήσουμε και αφοσιωθούμε σ΄ Αυτόν μέχρι θανάτου ως Σωτήρα και Λυτρωτή.
          Εις την προς Κορινθίους επιστολή τονίζει ο Απόστολος Παύλος, ότι ο λόγος περί του Σταυρού του Κυρίου φαίνεται εις πολλούς ως μωρία και σκάνδαλο.
          Πράγματι πως είναι δυνατόν να πιστεύει κάποιος εις ένα, ο οποίος εσταυρώθηκε ως ληστής εν μέσω δύο ληστών;
          Κι΄ όμως. Αυτό το μωρό κήρυγμα περί του Σταυρού έκαμε όσα δεν πέτυχαν οι σοφοί και οι δυνατοί του κόσμου τούτου. Με αυτό το κήρυγμα έσβησαν τα είδωλα, οι άνθρωποι εγνώρισαν τον αληθινό Θεό, αφήσαν την αμαρτία, τον διεφθαρμένο βίο και έγιναν Άγιοι.
          Αγαπητοί αδελφοί,
          Οι Χριστιανοί είναι γνωστόν, ότι από την αρχή ωνομάσθησαν Άγιοι, διότι στερέωσαν την ζωή τους επάνω εις την πίστη προς τον Θεό και τον Υιόν του Θεού τον Ιησού Χριστό, του οποίοι η ζωή επί της γης συνεχίζει η Εκκλησία ως Σώμα Του και ως Ευαγγελιστής της αληθείας Του.
          Η προτροπή της Εκκλησίας δια την προσευχή και την νηστεία και την εξομολόγηση και την τακτική Θεία Κοινωνία γίνεται αιτία να ενδυναμώνεται και να εξασκείται η πίστη μας και να καθαρίζεται το είναι μας και να αγιοποιείται η ζωή μας.
          Εκτός τούτου η συμβουλή της Εκκλησίας δια νηστεία και προσευχή ωφελεί και το σώμα, διότι βοηθάει τον δυναμισμό και την φυσική μας αντοχή.
          Χριστιανοί μου,
          Ας μιμηθούμε τους πατέρες μας. Ας προσευχηθούμε θερμότερα. Ας κοινωνούμε συχνότερα. Ας μελετούμε το Ευαγγελίου και πνευματικά βιβλία προσεκτικότερα και ας βοηθούμε τους ασθενείς και τους πτωχούς και τα Ιδρύματα της Ιεράς Μητροπόλεως μας συστηματικότερα.
          Επιπλέον καλούμαστε, προσκυνήσαντες τον Τίμιο Σταυρό, να πυκνώσουμε τις επισκέψεις και εις του Ιερούς Ναούς μας. Να παρακολουθούμε το Απόδειπνο, την συγκινητική ακολουθία των Χαιρετισμών της Παναγίας, τις Θείες Λειτουργίες των Προηγιασμένων και ιδιαιτέρως να συμμετάσχουμε εις την Ιερά Εξομολόγηση.
          Να καθαρίσουμε τον σ αυτόν μας από την αμαρτία και να ανανεώσουμε την πίστη μας εις τον Ιησού Χριστό, τον Σταυρωθέντα και Αναστάντα Σωτήρα του κόσμου, Αμήν

Παρασκευή Γ΄ Χαιρετισμῶν « Διανάστησον δέ ἡμᾶς ἐν τῷ καιρῷ τῆς προσευχῆς».π. Γεώργιος Ρ. Ζουμῆς


Στην ωραιότατη ευχή του Μικρού Αποδείπνου «Και δός ημίν, Δέσποτα», περιέχεται  η φράσις και η δέησις προς τον Ιησού Χριστό « διανάστησον δε ημάς εν τω καιρώ της προσευχής». Μέχρι σήμερα πάρα πολλά  είπαμε περί προσευχής, πολλά διαβάσαμε.,  πολλά ακούσαμε και ασφαλώς προσευχόμαστε  άλλος λιγότερο  και άλλος περισσότερο. Το θέμα  όμως είναι , ξέρουμε να προσευχώμαστε ; Οι απόστολοι κάποτε ζήτησαν από τον Χριστό να τους  διδάξει,  να τους  μάθει πώς πρέπει να προσεύχωνται. Κι’ Εκείνος μας έδωσε τον τύπο, ένα υπόδειγμα της προσευχής, ώστε με τέτοιο πνεύμα να προσευχώμαστε, για να εισακούεται η δέησίς μας  και να ωφελούμεθα από την προσευχή μας. Είναι το « Πάτερ ημών», η λεγομένη Κυριακή προσευχή.
Για να μας ωφελήσει  η προσευχή που κάνουμε πρέπει να γίνεται θεάρεστα. Να συντρέχουν κάποιοι λόγοι, να γίνεται κάτω από  τις κατάλληλες  προϋποθέσεις.
Άς δούμε κατ’ αρχήν, ποιός είναι ο καιρός της προσευχής. Λέγει  ο Σοφός Σολομών , « καιρός παντί πράγματι». Για κάθε πράγμα υπάρχει  ο κατάλληλος καιρός, ο  κατάλληλος χρόνος. Αυτό μας θυμίζει τα λόγια του απ. Παύλου « αδιαλείπτως προσεύχεσθε». Δεύτερον ο στίχος με τον οποίο αρχίσαμε  λέγει «διανάστησον»., που σημαίνει ότι προσευχόμαστε όρθιοι. Στεκόμαστε με ευλάβεια , με προσοχή, με φόβο Θεού. Δεν κινούνται μηχανικά μόνο τα χείλη μας, αλλά συμμετέχει, προσεύχεται και η καρδιά μας. Αν βέβαια  υπάρχει λόγος, κάποια ανάγκη και δεν μπορούμε να σταθούμε όρθιοι, τότε μπορούμε να προσευχηθούμε καθιστοί ακόμη και ξαπλωμένοι, όπως μας συμβουλεύουν οι πνευματικοί μας και οι Άγιοι Πατέρες. Το σώμα σαν ασθενικό θα κάθεται, η ψυχή όμως το πνεύμα θα  παραμένει όρθιο και η καρδιά θα αγρυπνεί. Δεν είναι σωστό να αφήνουμε την προσευχή τελευταία, αφού κάνουμε όλες τις άλλες εργασίες μας ,σαν να ήταν κάτι παρακατιανό η προσευχή, ή αφού περάσει η  ώρα, ή αφού ξενυχτήσουμε στην τηλεόραση και τότε κουρασμένοι και νυσταγμένοι θα πάμε να προσευχηθούμε. Τότε ασφαλώς δεν θα είναι προσευχή, αλλά αγγαρεία, κοροϊδία και ασέβεια. Ασφαλώς δεν θα είναι προσευχή και ποτέ δεν θα εισακουσθεί από τον Θεό. Έλεγε ένας χαρισματούχος  αγιορείτης μοναχός, όταν η προσευχή δεν φτάνει από το στόμα στο δικό μας το αυτί, πως θέλετε να φτάσει στον ουρανό και να εισακουσθεί από τον Θεό; Στην προσευχή πρέπει να είμαστε ξύπνιοι, όρθιοι και εν εγρηγόρσει. Έτσι είπε ο Κύριος: « Γρηγορείτε και προσεύχεσθε».
Το τρίτο σημείο που πρέπει να προσέξουμε είναι το περιεχόμενο της προσευχής. Αυτά που λέμε να είναι αληθινά, να ανταποκρίνωνται στην πραγματικότητα, να τα πιστεύουμε. Τι θέλω να πώ: Η Κυριακή προσευχή περιέχει επτά αιτήματα. Από αυτά τα έξι αναφέρονται σε πνευματικά θέματα. Το ένα μόνο αναφέρεται σε θέμα υλικό, αν και σ’ αυτό οι Πατέρες βλέπουν πάλι  νόημα πνευματικό. Στην αρχή της προσευχής λέμε « Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς». Δεν λέμε « Πάτερ μου», αλλά «Πάτερ ημών»,σε πληθυντικό αριθμό. Αυτό σημαίνει ότι  μεταξύ μας είμαστε αδέλφια. Το ερώτημα είναι, αυτό που λέμε το πιστεύουμε; Αφού είμαστε αδέλφια, έχουμε μεταξύ μας αδελφική αγάπη; Έχουμε τόσο ισχυρούς δεσμούς  αγάπης; Μήπως και την ώρα της προσευχής  λέμε ψέματα; Και δεν λέμε ψέματα σε άνθρωπο, αλλά στον Θεό, οπότε η αμαρτία μας είναι μεγαλύτερη. Αυτή η αγάπη τόσο πολύ μειώθηκε, τόσο ατόνησε, τόσο ξεθώριασε, ώστε δεν την συναντούμε ούτε και ανάμεσα στους συγγενείς, ούτε και σ’ αυτά τα αδέλφια, στα μέλη της οικογένειας. Υπάρχουν αδέλφια που έχουν διακόψει κάθε δεσμό και επικοινωνία μεταξύ τους, κάθε σχέση. Έχουν τέτοιο μίσος μέσα τους, που ούτε  στους ξένους, ούτε ανάμεσα στους εχθρούς δεν το συναντούμε. Γιατί είναι βαθιά βγαλμένο το μάτι σου; γιατί μου το έβγαλε ο αδελφός μου. Αν το έβγαζε ξένος, θα άφηνε λίγη ρίζα. Ο αδελφός έκανε μεγαλύτερη ζημία , το ξεπάτωσε εντελώς. Γιαυτό και όταν κάποιοι έχουν μεγάλο μίσος μέσα τους λέμε « μισούνται σαν αδέλφια».
Ανάμεσα στα ανδρόγυνα, στους συζύγους , υπάρχει πάντοτε η αναμενόμενη αγάπη; Με τι όνειρα ξεκινούν τον γάμο τους δύο νέοι και πού καταλήγουν λίγο αργότερα; Πού πήγε αυτή η αγάπη ,πώς χάθηκαν όλα αυτά τα ευγενή αισθήματα; Τι ύβρεις, τι κατηγορίες εκστομίζονται από τον ένα εναντίον του άλλου!
Παλαιότερα πρίν πάνε κάποιοι στα δικαστήρια, για να χωρίσουν, υπήρχε η λεγομένη απόπειρα συμβιβασμού. Προσπαθούσε δηλαδή ο Μητροπολίτης να τους συμβιβάσει και να τους συμφιλιώσει. Σε κάποια τέτοια περίπτωση είπε ένας Μητροπολίτης στην κοπέλα, μέχρι τώρα ήταν ο άγγελός σου, πώς τώρα έγινε ο διάβολός σου και δεν θέλεις ούτε να τον βλέπεις; Μέχρι τώρα ήσουν μελιστάλακτη, όλο γλυκόλογα, γιατί τώρα τόσο μίσος, τόση κακία μέσα σου, τόση περιφρόνηση και λές, αυτός, αυτός, ούτε το όνομά του θέλεις να αναφέρεις. Έτσι , αγαπητοί μου, όταν προσευχόμενοι  λέμε « Πάτερ ημών», ψευδόμεθα, δεν πιστεύουμε σ’ αυτά που λέμε,  δεν λέμε  αλήθεια.
Αλλά και στο τέλος της προσευχής, για να αφήσουμε όλα τα άλλα, λέμε, «άφες ημίν τα όφειλήματα  ημών, ως και ημείς  αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών». Συγχώρησέ μας, Κύριε και Θεέ μας, όπως κι’ εμείς συγχωρούμε όσους μας έβλαψαν , μας ελύπησαν και μας επίκραναν. Το κάνουμε όμως; Δυστυχώς ,τις περισσότερες φορές  όχι. Δεν τους συγχωρούμε , τους κατηγορούμε,  δεν θέλουμε ούτε να τους βλέπουμε, αισθανόμαστε μίσος και απέχθεια και αποστροφή. Όταν μάλιστα ο πνευματικός θέσει το δίλημμα, ή τους συγχωρείς και κοινωνείς , ή δεν τους συγχωρείς και συνεπώς δεν μπορείς να κοινωνήσεις πολλοί προτιμούν, ούτε να τους συγχωρήσουν, ούτε να κοινωνήσουν. Κατά τα άλλα είμαστε καλοί χριστιανοί.
Αγαπητοί μου, ας μάθουμε να προσευχώμαστε  όρθιοι και στην ψυχή και στο σώμα. Να προσευχώμαστε με ειλικρίνεια, με καθαρότητα, ει δυνατόν  μετά δακρύων, για να εισακούσει ο Θεός την προσευχή μας, να ικανοποιεί τα αιτήματα μας ,να μας αγιάζει και να μας οδηγεί στην σωτηρία. Αμήν.

Το μυστήριο της Εξομολόγησης (για ηλικία 6-13)


Ερωτήσεις που πρέπει να κάνουμε στον εαυτό μας πριν πάμε να εξομολογηθούμε (ηλικία 6-13)
1. Η ζωή μου μπροστά στο Θεό
• Προσευχήθηκα στο Θεό κάθε μέρα; Πριν και μετά το φαγητό;
• Τον ευχαρίστησα για τα δώρα που μου χαρίζει, τροφή, μόρφωση, υγεία κλπ ;
• Μήπως μίλησα χωρίς σεβασμό για το Θεό;
 
• Έδειξα αγάπη στο Θεό και προσπάθησα να ζήσω σύμφωνα με τις εντολές του; Ποιες εντολές του ξέχασα;
• Πηγαίνω τακτικά στην Εκκλησία; Κοινωνώ τακτικά;
2. Η συμπεριφορά μου στην οικογένειά μου και στους φίλους μου
• Θυμήθηκα στις προσευχές μου την οικογένειά μου, τους φίλους μου και άλλους ανθρώπους που έχουν ανάγκη την βοήθεια του Θεού;

• Ήμουν καλός κι έδειξα την αγάπη μου στους γονείς μου; Όταν με ρώτησαν για κάτι, τους είπα την αλήθεια; Μήπως τους είπα ψέματα; Μήπως ήμουν πεισματάρης κι έδειξα ασέβεια; Μήπως θύμωσα εναντίον τους; Μήπως δεν τους υπάκουσα; Μήπως φέρθηκα με αγένεια στον παππού και στη γιαγιά ή σε άλλα πρόσωπα της οικογένειας;
• Ήμουν καλός με τα αδέρφια μου; Τους έδινα ευχαρίστως τα πράγματά μου; Ή ήμουν εγωιστής και τα ήθελα όλα δικά μου; Τους βοήθησα; Έκανα, με τη σειρά μου, θελήματα και δουλειές του σπιτιού; Ενδιαφερόμουν γι’ αυτούς ή μήπως τους πείραζα και τους κορόιδευα; Μήπως τους ζηλεύω;
• Ήμουν καλός στους φίλους μου και τους δασκάλους μου; Μήπως θύμωσα και μάλωσα μαζί τους; Μήπως ήμουν εγωιστής και έδειξα ασέβεια; Μήπως πήρα κάτι που δεν ήταν δικό μου; Μήπως παραμέλησα τα μαθήματά μου ή ξεγέλασα τους δασκάλους μου; Προσπάθησα να βοηθήσω έστω και λίγο κάποιον συμμαθητή μου; Μήπως ειρωνεύτηκα ή μίσησα κάποιον;
• Προσπάθησα να κάνω φίλο κάποιον που ήταν «μόνος» του και δεν είχε άλλους φίλους;
• Μήπως μίλησα άσχημα για κάποιον άλλο ή τον χτύπησα; Είπα ψέματα για τον εαυτό μου ή για άλλους;
• Χρησιμοποίησα με καλό τρόπο τα πράγματα που ο Θεός , οι γονείς μου και οι φίλοι μου χάρισαν; Μήπως κακομεταχειρίστηκα σπίτια, δένδρα, μικρά ζώα ή πουλιά; Φέρθηκα καλά σ’ άλλους ανθρώπους; Έκανα ελεημοσύνες;
3. Η προσωπική μου ζωή
• Ήμουνα υπεύθυνος; έκανα δηλαδή ότι μου ζήτησαν να κάνω στο σπίτι, στο σχολείο ή σε κάποια άλλη συντροφιά;
• Υπερηφανεύτηκα για τον εαυτό μου, ότι είμαι τάχα καλύτερος από τους άλλους; Είμαι εγωιστής;
• Θυμώνω συχνά; Ζηλεύω τους άλλους; Τεμπελιάζω; Πεισμώνω; Λεω άσχημες λέξεις;
4. Γενικά
• Λυπάμαι ειλικρινά για τις αμαρτίες μου; Λυπάμαι ειλικρινά γιατί έβλαψα τους άλλους; Συγχωρώ τους άλλους που με έβλαψαν;
• Θέλω ν’ αλλάξω συμπεριφορά και συνήθειες και να ζήσω όπως θέλει ο Θεός;
• Γνωρίζω ότι ο Θεός μ’αγαπάει και ότι θα με βοηθήσει ν’ αλλάξω συμπεριφορά; Πιστεύω ότι ο Θεός είναι καλός και ότι θα με συγχωρέσει;
«Η αμαρτία αφήνει τέτοια κηλίδα στην ψυχή που κανένα απορρυπαντικό δεν μπορεί να την καθαρίσει, παρά μόνο τα δάκρυα και η εξομολόγηση»

Ο Τεκτονισμός / Μασωνία εις την "καθ' ημάς ανατολήν" Τοῦ πρωτ. Γεωργίου Δ. Μεταλληνοῦ




1. Ὁ Τεκτονισμὸς/Μασονία εἶναι ἐμβόλιμο μέγεθος στὴν ἑλληνορθόδοξη κοινωνία, ποὺ παρασιτεῖ στὸ σῶμα της, μὲ συνέπειες ὀδυνηρὲς γιὰ τὴν συνοχὴ καὶ ταυτότητά της. Τὸ σημαντικότερο: Ὁ Τεκτονισμὸς εἶναι τοκετὸς ξένων ὠδίνων, ξένος τελείως πρὸς τὴν ταυτότητα τοῦ Γένους/Ἔθνους μας, καὶ μάλιστα στὴν οὐσία του μὴ συμβατὸς μὲ αὐτήν. Ἔτσι, ἐνεργεῖ τὸν ἰδεολογικὸ διαμελισμὸ τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας, κυρίως στὰ «ὑψηλότερα» κοινωνικὰ στρώματά της, συμβάλλοντας στὴ διαιώνιση καὶ τὸ βάθεμα τοῦ ἰδεολογικοῦ μας διχασμοῦ. Ἡ δράση του (ἀπὸ τὸν 18ο αἰώνα) στὸν δικό μας γεωγραφικὸ χῶρο ἐθεμελίωσε τὴν βεβαιότητα ὅτι ἡ Μασονία ταυτίζεται μὲ τὸν ἀποκρυφισμὸ καὶ τὴν σκοτεινότητα λειτουργίας καὶ ἐνέργειας, κάτι ποὺ ὑποστασιώνεται στὴ γνωστὴ στὰ Ἰόνια Νησιὰ καὶ ἀπαξιωτικὴ γιὰ κάποιον διατύπωση «σὰν μασόνος»...

Ὁ Ἑλλαδικὸς Τεκτονισμὸς ἔχει προέλευση ἀγγλική. Τὸ βρετανικὸ στοιχεῖο, ὅποια καὶ ἂν ἦταν ἡ δραστηριότητά του ἐπιδόθηκε στὴν ἵδρυση (ἀγγλικῶν) τεκτονικῶν στοῶν. Ἡ «ἱεραποστολικὴ» αὐτὴ κινητικότητα ἐνίσχυε οὐσιαστικὰ καὶ τὴν προώθηση τῆς βρετανικῆς πολιτικῆς. Τὰ ἀρχειακὰ στοιχεῖα διαψεύδουν τὸν περὶ τοῦ ἀντιθέτου ἰσχυρισμὸ τῶν δικῶν μας τεκτόνων, πρὸ πάντων τὰ ἀρχεῖα τοῦ Colonial Office (ὑπουργείου ἀποικιῶν) γιὰ τὰ Ἑπτάνησα (1814-1864). Ἡ πρώτη Στοὰ στὴν «καθʼ ἡμᾶς Ἀνατολὴν» ἱδρύθηκε στὴ Σμύρνη μὲ πρωτοστάτη σὲ αὐτὴν τὴν κατεύθυνση τὸν
ἐπιφανή τέκτονα Ἀλέξανδρο Ντρυμόν. Ἀπὸ τὴ Σμύρνη ἐξαπλώθηκαν οἱ Στοὲς στὴν Κωνσταντινούπολη μὲ τὴν ἵδρυση καὶ ἐκεῖ Στοᾶς τὸ 1848. Τὸ εὐρωπαϊκὸ πολιτιστικὸ κλίμα καὶ ἡ κοσμοπολίτικη πληθυσμιακὴ σύνθεση εὐνοοῦσαν τὴν εἰσαγωγὴ νέων ἰδεῶν, ποὺ ἔβαινε παράλληλα μὲ τὴν ἀποδυνάμωση τῆς χριστιανικῆς πίστης καὶ τοῦ συνδέσμου μὲ τὴν ὀρθόδοξη παράδοση. Δὲν εἶναι συνεπῶς περίεργο, ποὺ τέκτονες κατεῖχαν θέσεις καὶ σὲ αὐτὸ τὸ Φανάρι καὶ τὸ Πατριαρχεῖο ἤδη περὶ τὸ 1755. Στὰ τέλη τοῦ 18ου αἰώνα, ἐξ ἄλλου, εἶχαν ἱδρυθεῖ Στοὲς στὴν Ἀθήνα, τὴν Ζαγορά, τὰ Ἀμπελάκια, τὰ Ἰωάννινα καὶ τὰ Ἰόνια Νησιὰ (πρῶτος «ἀπολογητὴς» τοῦ τεκτονισμοῦ στὴν Ζάκυνθο ὁ κληρικὸς Ἀντώνιος Κατήφορος). Ὁ Τεκτονισμὸς στηριζόταν κυρίως στὸ ἀστικὸ στοιχεῖο, κινήθηκε δὲ στὸν χῶρο τῶν λογίων, τῶν ἐμπόρων καὶ τῶν Φαναριωτῶν.

2. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, στὸ ἑλληνόφωνο τμῆμα της, ἔλαβε νωρὶς θέση ἀπέναντι στὸ Τεκτονισμὸ καὶ τὴν ἀπειλή του, γιὰ τὴν ἑλληνορθόδοξη παράδοση, τὴν ὁποία ἀναιρεῖ καὶ μόνη ἡ παρουσία του. Ἡ πρώτη θεωρητικὴ καταδίκη τοῦ Μασονισμοῦ στὸ κλίμα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἔγινε σχεδὸν σύγχρονα μὲ τὴν ἵδρυση Στοῶν του. Μαρτυρία ἁγιορείτικου χειρογράφου ὑποστηρίζει τὴν ἔκδοση συνοδικοῦ καταδικαστικοῦ γράμματος τὸ 1745. Ἀποκήρυττε τοὺς τέκτονες ὡς «ἀθέους», μὲ τὴν γνωστὴ ἔννοια ποὺ εἶχε ἡ λέξη ἤδη στὴν Καινὴ Διαθήκη (Ἐφεσ. 2, 12), ὡς ἀρνούμενους δηλαδὴ τὸν μόνο ἀληθινὸ Θεό, στὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὁ πατριαρχικὸς ἀφορισμός, ἐξ ἄλλου, τοῦ 1793 (Νεόφυτος Β΄) συμπεριελάμβανε «τοὺς Βολταίρους καὶ Φρανκμαζόνας καὶ Ροσσοὺς καὶ Σπινόζας» –τοὺς πρωτεργάτες δηλαδὴ τῆς Γαλλικῆς Ἐπανάστασης. Πρέπει δὲ ἐδῶ νὰ ὑπογραμμιστεῖ ὅτι ὁ Τεκτονισμὸς καὶ ἡ εἰσβολή του στὸ χῶρο τῆς Ρωμαίϊκης Ἐθναρχίας ἐπηρέασαν καὶ τὴ στάση της ἔναντι τῆς Γαλλικῆς Ἐπανάστασης καὶ τῶν Ἰδεῶν της. Ἄλλωστε, καὶ ὁ Ναπολέων μὲ τοὺς ἀδελφούς του ἦσαν διακεκριμένοι τέκτονες. Κατὰ τὸν καλὸ γνώστη τῶν πραγμάτων Στῆβεν Ράνσιμαν, «οἱ ἰδέες τοῦ Τεκτονισμοῦ τὸν ΙΘ΄ αἰ. ἦσαν ἐχθρικὲς πρὸς τὶς ἀρχαῖες ἐκκλησίες». Μὲ τὴν εἰσχώρηση μάλιστα καὶ μερικῶν Ἑλλήνων ἐκκλησιαστικῶν στὴ Μασονία ἐπιτεύχθηκε ἡ «ἐξασθένιση τῆς ἐπιρροῆς τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας».

Πρό ἐτῶν συνεξέδωσα μὲ τὸν ἐκλεκτὸ φιλόλογο κ. Χαράλαμπο Μηνάογλου πολλὰ καὶ καλὰ ὑποσχόμενο, ἕνα ἔργο τοῦ 1782, γραμμένο ἀπὸ τὸν Ἀγάπιο Κολλυβὰ Παπαντωνάτο, μὲ τίτλο «Ἀνατροπὴ τῆς Φραγμασονικῆς πίστεως». Τὸ ὀγκῶδες αὐτό ἔργο δείχνει μία προχωρημένη καὶ τεκμηριωμένη γνώση τοῦ Μασονισμοῦ, ποὺ μάλιστα ἀντιμετωπίζεται ὡς θρησκεία, ἀναιρετική τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ γενικά τοῦ Χριστιανισμοῦ.

Τὸν 19ο αἰώνα ὁ Τεκτονισμός, ἡ φιλοσοφία καὶ οἱ ἐπιδιώξεις του, ἀλλὰ καὶ ἡ μέθοδός του, ἔγιναν πλέον σαφῆ στὰ ἀγγλοκρατούμενα Ἑπτάνησα. Τὸ 1839 συνέταξε πολυσέλιδη (ἀνέκδοτη ἀκόμη, ἀλλὰ παρουσιασμένη ἐπιστημονικὰ) ἀναίρεση τοῦ Τεκτονισμοῦ, ὁ τότε Ἔφορος (1837-1839) –πρύτανις– τῆς Ἰονίου Ἀκαδημίας καθηγητὴς τῆς Θεολογίας, ἱερομόναχος Κωνσταντῖνος Τυπάλδος- Ἰακωβάτος (1795-1867), ὁ μετέπειτα πρῶτος σχολάρχης τῆς Ἱ. Θεολογικῆς Σχολῆς τῆς Χάλκης (Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο). Εἶναι γνωστή ἐπίσης ἡ ἀντιμασονικὴ δράση τοῦ Κοσμᾶ Φλαμιάτου (†1852) καὶ τοῦ Ἀποστ. Μακράκη (†1905), ὅπως κατὰ τὸν 20ο αἰώνα τὰ ἀντιμασονικά ἔργα τοῦ Καθηγητοῦ Παν. Τρεμπέλα, τοῦ π. Ἐπιφανίου Θεοδωροπούλου, τοῦ Ν. Ψαρουδάκη, τοῦ Κ. Τσαρούχα, τοῦ Β. Λαμπρόπουλου, τοῦ Ν. Φιλιππόπουλου κ.ἄ.

3. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος μὲ τὴν πολυδημοσιευμένη Ἐγκύκλιό της τοῦ 1933, μετὰ τὴν γνωμάτευση τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Ἀθηνῶν, τηρεῖ στάση σαφῆ καὶ ρωμαλέα. Μὲ βάση τὰ κείμενα τῆς Ὀρθόδοξης Παράδοσης καὶ τὰ βιβλία τοῦ Τεκτονισμοῦ ἀκολουθεῖ τὴν ἄποψη τῆς Διορθόδοξης Ἐπιτροπῆς (Ἅγιον Ὄρος, 1930) και «καταδικάζει» τὸν Τεκτονισμό, ὅπως θὰ πράξει καὶ μὲ ἄλλα κείμενά της τὸ 1972, 1984 καὶ 1996. Ἤδη, τὸ 1933 ἡ Ἱερὰ Σύνοδος δέχεται τὸν χαρακτήρα τοῦ Τεκτονισμοῦ ὡς θρησκείας, ἐπιμένοντας στὴν ἐπικινδυνότητά του. «Ἡ Μασονία -δηλώνεται- δὲν εἶναι ἁπλῆ τις φιλανθρωπικὴ ἕνωσις ἢ φιλοσοφικὴ σχολή, ἀλλʼ ἀποτελεῖ μυσταγωγικὸν σύστημα, ὅπερ ὑπομιμνήσκει τὰς παλαιάς ἐθνικάς θρησκείας ἢ λατρείας,ἀπὸ τῶν ὁποίων κατάγεται καὶ τῶν ὁποίων συνέχειαν καὶ ἀναβίωσιν ἀποτελεῖ. Τοῦτο ὄχι ἁπλῶς ὁμολογοῦσιν, ἀλλὰ καὶ ἐναβρυνόμενοι διακηρύττουσιν αὐτοὶ οἱ πρόκριτοι τῶν ἐν ταῖς Στοαῖς διδασκάλων…». Τὰ συμπέρασμα: «Οὕτως ἡ Μασονία ἀποδεδειγμένως τυγχάνει θρησκεία μυστηριακή, ὅλως διάφορος, κεχωρισμένη καὶ ξένη τῆς Χριστιανικῆς Θρησκείας».

Βέβαια αὐτὰ τὰ ἀρνοῦνται ἐπισήμως οἱ Τέκτονες, διαφωνοῦν ὅμως πρὸς τὰ ἴδια τὰ κείμενα καὶ τὶς κατὰ καιροὺς διακηρύξεις γνωστῶν τεκτόνων. Ἀλλὰ καὶ ἡ Διορθόδοξη Διάσκεψη τοῦ 1930 ἐχαρακτήρισε τὴν Μασονία «ὡς σύστημα ἀντιχριστιανικὸν καὶ πεπλανημένον». Ὑπάρχει δηλαδὴ ἀδιατάρακτη συνέχεια στὴν περὶ Μασονίας ἀντίληψη καὶ στάση τῆς Ἐκκλησίας μας. Τὸ 1782 καὶ ὁ Ἀγάπιος Παπαντωνάτος εἶχε δηλώσει: «Ἡ φραγμασονικὴ πίστις εἶναι ἡ πλέα ἀσεβεστέρα καί ἡ πλέα ἐπιβλαβεστέρα εἰς τὸ ἀνθρώπινον γένος ἀπὸ ὅσας ἀσεβείας ἐστάθησαν ἀπὸ τὴν ἀρχὴν τοῦ αἰῶνος ἕως τῆς σήμερον». Καταλήγει δὲ στὸ συμπέρασμα, ὅτι ὁ εκτονισμὸς εἶναι ἀντιχριστιανικὸς καὶ πλήρης ἀνατροπὴ τοῦ Χριστιανισμοῦ.

Εἶναι γεγονὸς ὅτι ἡ Μασονία μὲ τὸν συγκρητιστικὸ της χαρακτήρα («ὅλα στὸ ἴδιο τσουκάλι») λειτουργεῖ ὡς ὑπερθρησκεία ὑπέρθεος ὁ θεὸς της Μ.Α.Τ.Σ.= Μέγας Ἀρχιτέκτων τοῦ Σύμπαντος), πού καταβροχθίζει τὰ διάφορα θρησκεύματα ὅσο καὶ ἂν ἰσχυρίζεται ὅτι δὲν τὰ θίγει. Ἰδιαίτερα τὸ ἀσυμβίβαστο μὲ τὴν Μασονία ἰσχύει γιὰ τὸν (ὀρθόδοξο) Χριστιανό, διότι ἰσοπεδώνει τὸν Χριστό μας, ταυτίζοντάς τον μὲ διάφορους «μύστες», ἀρνούμενη βάναυσα τὴν μοναδικότητα καὶ ἀποκλειστικότητα (Πράξ. 4,12) στὴ σωτηρία, τοῦ μόνου Ἀληθινοῦ Θεοῦ, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ ΜΟΝΟΣ μπορεῖ νὰ ὁδηγήσει στὴν θέωση ὡς ἕνωση μαζί Του. Διότι ὁ Χριστός δίνει στὸν ἄνθρωπο ὡς Θεάνθρωπος, ὅ,τι Αὐτὸς ἔχει, δηλαδὴ θεότητα, τὴν ἄκτιστη καὶ θεοποιὸ Χάρη Του. Ἀντίθετα, ὁ Χριστὸς μας χαρακτηρίζεται ἀπὸ ἐπιφανή τέκτονα (Βρατσάνος) «ὁ μεγάλος Ναζωραῖος Μύστης». Στὸ βιβλίο του («Τὸ βιβλίο τοῦ Μαθητοῦ») σημειώνει: «Ὁ σημερινὸς τέκτων γνωρίζει καλά, ὅτι ἡ μύησίς του στὰ τεκτονικὰ μυστήρια τὸν ἔκαμε τέκτονα ὅμοιο μὲ τὸν Ποσειδῶνα καὶ τὸν Ἀπόλλωνα καὶ τὸν Ἀμφίωνα καὶ τὸν Χριστό». Ὁ ἰσχυρισμὸς ἄρα Ἑλλήνων τεκτόνων, ὅτι παραμένουν πιστοὶ ὀρθόδοξοι χριστιανοί, ἀποδεικνύει ἤ ὅτι ἀγνοοῦν τὸν Χριστιανισμὸ στὸ σύνολό του ἢ ὅτι εἶναι ἀπατεῶνες. Τρίτον δὲν ὑπάρχει! Γι’ αὐτὸ καὶ ἰσχύει πάντοτε τὸ ἀσύμπτωτο καὶ ἀσυμβίβαστο τῆς ἰδιότητας τοῦ Τέκτονος μὲ τὴν ἰδιότητα τοῦ (ὀρθοδόξου) Χριστιανοῦ, κατὰ τὶς διακηρύξεις τῆς Ἱερᾶς Συνόδου μας, ποὺ ἐπαναβεβαιώθηκαν ἀπὸ τὸν μακαριστὸ Ἀρχιεπίσκοπο κυρὸ Χριστόδουλο τὸ 1988 μὲ ἕνα ἐγκύκλιο κείμενό του μὲ τίτλο: «Γιατί δὲν μπορεῖ νὰ εἶμαι μασῶνος. Ὡς Ἕλλην καὶ Ὀρθόδοξος Χριστιανὸς δὲν μπορεῖ νὰ ἀνήκω στὴν Μασωνία».

Τὸ κείμενο αὐτὸ παραθέτει δέκα σημεῖα, ποὺ αἰτιολογοῦν τὴν ἀποστροφή του στὴ μασονικὴ ἰδιότητα. Στὸ σημεῖο 10 γράφει συμπερασματικά:
«Ἡ Μασωνία κατὰ τὴν Ἐκκλησία μας, εἶναι σύστημα ἀντιχριστιανικὸν καὶ πεπλανημένον, διὰ τοῦτο καὶ δὲν συμβιβάζεται ἡ ἰδιότης τοῦ Χριστιανοῦ μὲ τὴν ἰδιότητα τοῦ Μασώνου. Οἱ πιστοὶ ὀφείλουν νὰ ἀπέχουν τῆς Μασωνίας, καὶ ὅσοι παρεπλανήθησαν καλοῦνται νὰ μετανοήσουν καὶ ἐπανέλθουν στοὺς κόλπους τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας». Καὶ ἡ ἀκροτελεύτια φράση τοῦ κειμένου: «Ἂν γίνω μασῶνος, πρέπει νὰ παύσω νὰ εἶμαι Ὀρθόδοξος καὶ Ἕλλην»! Συνεπῶς, οὐδὲν πρόβλημα θὰ ὑπάρξει, ἂν ἡ Ἱεραρχία μας, γιὰ μία ἀκόμη φορά, ἀνανεώσει τὶς παλαιότερες διακηρύξεις της γιὰ τὴν Μασονία.

Συμπερασματικά, δέν μπορεῖ νά τίθεται τό ἐρώτημα, ἄν ὁ Μασονισμός ἔχει καταδικασθεῖ ἀπό τήν Ἐκκλησία μας. Διότι ἔχει ἐλεγχθεῖ ἐπανειλημμένα, καί μάλιστα ὡς συγκρητιστική πολιτικοθρησκευτική πολυεθνική Ὀργάνωση, ἀσυμβίβαστη πρός τόν Χριστιανισμό ὡς Ὀρθοδοξία. Τόν πολιτικό του ρόλο σήμερα πραγματοποιεῖ ἡ Λέσχη Bilderberg, πού ἔχει αἰχμαλωτίσει τήν πλειονότητα τῶν πολιτικῶν δυνάμεων τοῦ τόπου μας.
πηγή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...