Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 23, 2013

Από την απάτη των Christmas στη γιορτή των Χριστουγέννων




Το τοπίο θυμίζει έντονα αυτό της Αμερικής μετά το μεγάλο οικονομικό κραχ του 1929. Η μουδιασμένη τότε και απελπισμένη κοινωνία δεχόταν ασμένως την προ τριών ετών (1926) ανακάλυψη της Coca Cola ως παυσίπονο στα δεινά της. Αναφέρομαι στον Santa Claus (τον ψευδεπίγραφο Άη Βασίλη), ο οποίος προβλήθηκε – κυρίως στα παιδιά, το καλύτερο αγοραστικό κοινό – ως η ελπίδα μέσα στις δυσκολίες, ως το αμυδρό φως μέσα στο σκοτάδι της οικονομικής κατάρρευσης με τα υλικά δωράκια που έφερνε μέσα από τις καμινάδες. Εμπόριο με ισχυρές δόσεις καπήλευσης της θρησκείας: το καλύτερο όπιο για το λαό. Πόσο δίκιο είχες, Κάρολε!!
Περνώντας τα χρόνια, η χαζοχαρούμενη φυσιογνωμία του Santa επιβλήθηκε ως σήμα κατατεθέν της εορταστικής περιόδου ακόμη και σε αυτούς που είναι αντίθετοι με τον καπιταλισμό, ακόμη και σε αυτούς που αντιτίθενται στον οδοστρωτήρα των πολυεθνικών. Βάλαμε κι άλλα εμπορικά και διανοητικά κατασκευάσματα για να «εμπλουτίσουμε» τις άγιες ημέρες. Έτσι φτάσαμε σήμερα σε μια γλυκανάλατη γιορτή, με κούφιες και μηχανικές ευχές για αγάπη, ειρήνη και υγεία. Φτάσαμε στον ωραίο μύθο περί Χριστού και στη μαγική νύχτα των Χριστουγέννων. Έτσι, η θρησκεία που φοράει «τα γιορτινά της» είναι μόνο μια ωραία ιστορία δίπλα στο τζάκι, ο Χριστούλης είναι απλά ένα ροδοκόκκινο πλαστικό μωράκι, η καρδιά μας γίνεται πρόσκαιρα γλυκιά και απλόχερη (προς φίλους και συγγενείς βέβαια…). Ως συνέπεια, το συμπέρασμα ότι οι γιορτές είναι για τα παιδιά με τη βασική έννοια ότι σε αυτά αρέσουν τα παραμυθάκια, είναι αναπόφευκτο.
Ο οίκτος μας για τα παιδάκια που πεινάνε, εύκολα παραμερίζεται μετά από δυό μπουκιές ροδοψημένη γαλοπούλα. Μπορεί να αγοράσαμε και ευχετήριες κάρτες από φιλανθρωπικούς συλλόγους ή να δώσαμε κατιτίς στον ταλαίπωρο που μας καθάρισε το τζάμι του αυτοκινήτου στο φανάρι, χωρίς βέβαια να καταφέρουμε να απωθήσουμε αρκετά βαθιά την αμφιβολία μήπως δεν έχει πραγματική ανάγκη. Ε, αυτές τις μέρες η φιλανθρωπική μας διάθεση φουντώνει, άσχετα αν λίγο πριν αναστενάξαμε όταν πληροφορηθήκαμε πόσο κοστίζει το καλάθι της νοικοκυράς. Χαρήκαμε που θα γίνουν από τους δήμους εορταστικά συσσίτια για τους απόρους και άστεγους, λες και τις άλλες ημέρες του χρόνου έχουν πού να φάνε και να μείνουν. (Ας είναι καλά κάποιες ενορίες)…
Όλα αυτά τα συναισθήματα λίγες ημέρες μετά την Πρωτοχρονιά θα τα κλείσουμε στο κουτί με τα Χριστουγεννιάτικα για να τα βάλουμε στο πατάρι ή θα τα αποθέσουμε στον κάδο απορριμμάτων μαζί με το πλαστικό δεντράκι και τις στιμμένες λεμονόκουπες για το ψητό, εφόσον του χρόνου θα αγοράσουμε καινούρια. 
Δυστυχώς, αυτή τη γιορτή στην «ορθόδοξη» Ελλάδα την έχουμε καταντήσει αγνώριστη. Μια ματιά να ρίξει κανείς γύρω του, ελάχιστα θυμίζουν την παράδοσή μας και την ορθόδοξη θεολογία περί της γέννησης του Χριστού. Ακόμη και τα λόγια από τα κάλαντα αντί να γίνονται αντικείμενο προσοχής συχνά χάνονται στον αέρα, καθώς έχουμε άλλα πιο σημαντικά να κάνουμε. Αλήθεια, ποιος επιλέγει να διαβάσει τις χριστουγεννιάτικες ιστορίες του Παπαδιαμάντη από το να δει τα «Μαγικά Χριστούγεννα» της Disney;
Προσωπικά, δεν θα είχα κανένα πρόβλημα με το κοσμικό – εορταστικό περιτύλιγμα των Χριστουγέννων (που δεν είναι απαραίτητα κακό), εάν ήταν έντονη και η εκκλησιαστική και ορθόδοξη διάσταση της γιορτής. Μήπως όμως και εμείς οι «εκκλησιαστικοί» (κληρικοί, θεολόγοι, πιστός λαός) χάσκουμε αποβλακωμένοι ενώπιον των ψεύτικων λαμπιονιών που αναβοσβήνουν; 
Είναι ο Χριστός ο αληθινός Θεός μας που γίνεται άνθρωπος για να διώξει το σκοτάδι της αμαρτίας και να μας οδηγήσει πάλι στη ζωή του Παραδείσου; Λέει κάτι στην προσωπική μας ζωή η γέννησή Του; Στη γέννησή Του συγκλονίζεται κανένας ή οι προετοιμασίες μας περιορίζονται στην ετοιμασία των μελομακάρονων, στην προμήθεια του άφθονου κρέατος και στην αγορά των ρούχων που θα κάνουν εντύπωση; Λίγο να προσεγγίζαμε το μυστήριο της γέννησης του Θεανθρώπου μέσα από την υμνολογία της Εκκλησίας θα κατανοούσαμε πόσο κενό είναι το περίφημο «πνεύμα των Χριστουγέννων» μπροστά στην αληθινά χριστουγεννιάτικη φράση ότι «ο Θεός έγινε άνθρωπος για να κάνει τον άνθρωπο Θεό».
Τι έχουμε κάνει και ως διοικούσα Εκκλησία και ως χριστιανικό πλήρωμα, ώστε να προβάλουμε την προσωπικότητα, το έργο και τη διδασκαλία του ασκητή επισκόπου Μεγάλου Βασιλείου απέναντι στο χαζοχαρούμενο κατασκεύασμα των πολυεθνικών κερδοσκοπικών εταιριών; Ενοχλείται κανείς από την πλαστογράφηση του ονόματος του σπουδαίου αυτού Πατέρα της Εκκλησίας, του μεγάλου θεολόγου και σπουδαίου κοινωνικού αγωνιστή, στον οποίο αποδίδονται ιδιότητες προσβλητικές και αντιχριστιανικές;
Ρώτησαν κάποιον τι σημαίνουν γι’ αυτόν τα Χριστούγεννα. Και είπε: «Στα παιδικά μου χρόνια ένα ωραίο παραμύθι για να κοιμάμαι γλυκά, αργότερα άγχος και τρέξιμο για να προλάβω να αγοράσω, να στολίσω, να φάω και να διασκεδάσω και τώρα… τίποτα». Τελικά, μήπως να ξανακοιταχτούμε στον καθρέπτη της πίστης και να αναρωτηθούμε αν βλέπουμε πουθενά το Χριστό; Φανταστείτε στο σπίτι μας να πηγαίναμε στο παιδικό δωμάτιο, να κοιτάζαμε την κούνια και… το μωρό μας να έλειπε. Να μην βρίσκαμε τίποτα. Άραγε, τι θα κάναμε; Έχει το Χριστό μέσα η φάτνη της καρδιάς μας ή είναι άδεια; Σε λίγο η περιλάλητη «μαγεία των ημερών» θα φύγει. Ο Χριστός θα μείνει; Θα Τον ακολουθήσει κανείς μας μετά τη φάτνη ξέροντας ότι τον περιμένει σταυρός; Έχουμε κατανοήσει ότι η χριστιανική ζωή για όσους την επιλέγουν δεν είναι μια μαγική θρησκευτική υπόθεση, αλλά συνοδοιπόρευση με το Χριστό, μια σταυροαναστάσιμη πορεία; Θα φορτώσουμε πάλι στην πλάτη του Χριστού τα λάθη των Χριστιανών ώστε να έχουμε ένα ωραίο πρόσχημα για να Του κλείσουμε την πόρτα; Θα κάνουμε και τα φετινά Χριστούγεννα άλλο ένα αποπροσανατολιστικό ψυχοναρκωτικό ή θα γίνουμε πραγματικοί μαθητές Αυτού που είπε ότι η Βασιλεία του Θεού είναι μέσα μας; 
Καλά Χριστούγεννα μαζί με το Χριστό. Ας μην είναι τα Χρόνια μας Πολλά, αρκεί να είμαστε μαζί Του…

πηγή

Μοναχισμός, ἡ αὐθεντικὴ βίωση τοῦ Εὐαγγελίου


 



«Τὸ Εὐαγγέλιον εἶναι ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Τὸ Εὐαγγέλιον εἶναι τὸ Μέγα τῆς εὐσεβείας Μυστήριον• ὅτι ὁ Θεὸς ἐφανερώθη ἐν σαρκί.

Εἰς αὐτὸ τὸ Εὐαγγέλιον, εἰς τὸ γεγονὸς τῆς Θείας Ἐνανθρωπήσεως θεμελιοῦται ἡ Ἐκκλησία. Αὐτὸ εἶναι τὸ περιεχόμενόν Της, Αὐτὸ εἶναι ἡ ζωή Της, Αὐτὸ εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Εἰς τὴν Ἐκκλησίαν βιώνομε τὸ γεγονὸς τῆς Θείας Ἐνανθρωπήσεως, ὡς προϋπόθεσιν τῆς ἰδικῆς μας θεώσεως. Ἐπειδὴ ὁ Θεὸς ἐνηνθρώπησε δύναται νὰ θεωθῆ ὁ ἄνθρωπος. Καὶ αὐτὴν τὴν θέωσιν, αὐτὴν τὴ μοναδικὴν δυνατότητα ὑπερβάσεως τοῦ θανάτου, ἀναζητοῦμεν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν, δι’ αὐτὸ ὑπάρχει ἡ Ἐκκλησία, αὐτὸ προσφέρει ἡ Ἐκκλησία.

Ὁ Μοναχισμός, ὡς ἡ γρηγοροῦσα συνείδησις τῆς Ἐκκλησίας ὑπενθυμίζει διαρκῶς αὐτὴν τὴν ἀλήθειαν. Καλεῖ ὅλον τὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας νὰ μὴν λησμονήση αὐτὸν τὸν στόχον, νὰ μὴν παγιδευθῆ εἰς τὸ σχῆμα τοῦ κόσμου τούτου τὸ ὁποῖον παράγεται. Ὁ Μοναχισμὸς εἶναι μία διαρκὴς μαρτυρία τοῦ νοήματος τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου, μαρτυρία καὶ τοῦ στόχου, ἀλλὰ καὶ τοῦ τρόπου τῆς ζωῆς. Ὁ Μοναχισμὸς πτερούμενος ὑπὸ τοῦ Θείου ἔρωτος εἶναι μία διαρκὴς μαρτυρία, ἀλλὰ καὶ διαμαρτυρία, διὰ τὸν κίνδυνον ἡ σχέσις τοῦ ἀνθρώπου μετὰ τοῦ Θεοῦ νὰ γίνη μία συμβατικὴ σχέσις.

Ὁ Μοναχὸς ἐξέρχεται τοῦ κόσμου διὰ νὰ ζήση τὴν παρουσίαν τοῦ Θεοῦ, αὐτὸ τὸ ὁποῖον ἀποτελεῖ τὸν σκοπὸ τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἔξοδος αὐτὴ δὲν σημαίνει ἄρνησιν τῆς κοινωνίας ἢ τῆς κοινωνικῆς ζωῆς ἀλλὰ ἔνταξιν αὐτῶν εἰς τὴν κοινωνίαν τοῦ Θεοῦ.

Ἡ ἔξοδος πραγματοποιεῖται ὡς πορεία πρὸς τὴν ἐλευθερίαν τοῦ Θεοῦ καὶ μετοχὴ εἰς αὐτὴν καὶ συντελεῖται μὲ τὴν τήρησιν τῶν ἐντολῶν. Ὁ Ὀρθόδοξος Μοναχισμὸς εἶναι ἡσυχαστικός. Ἡ νοερὰ ἡσυχία τοῦ ὀρθοδόξου Μοναχοῦ γεννᾶται ἀπὸ τὴν μετάνοιαν καὶ τὴν ἐκζήτησιν τῆς φυλάξεως τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Ὁ Μοναχὸς εἶναι ὁ τύπος τοῦ ἀληθινοῦ Χριστιανοῦ, μία νήφουσα καὶ συνεχῶς ἀσκουμένη ὕπαρξις, ἀσκουμένη εἰς τὸ νὰ ἀπαρνηθῆ κάθε τι ποὺ δὲν εἶναι Θεὸς ἢ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ἐπιτύχη τὴν ὁλοκληρωτικὴν ἀναφορὰν καὶ ἀφιέρωσιν εἰς τὸν Κύριον.

Αἱ Μοναχικαὶ ὑποσχέσεις αἱ ὁποῖαι σκελετώνουν τὴν αὐθεντικὴν ζωὴν τῶν Μοναχῶν εὑρίσκονται εἰς τὴν Καινὴν Διαθήκην καὶ ἀπηχοῦν τὰς ἀπαντήσεις τοῦ Κυρίου εἰς τοὺς πειρασμοὺς τῆς Ἐρήμου. Μὲ τὰς ὑποσχέσεις αὐτὰς ἡ μοναχικὴ ἄσκησις διατηρεῖ τὸν εὐαγγελικὸ αὐτῆς χαρακτήρα καὶ νικᾶ τοὺς δαιμονικοὺς πειρασμοὺς μὲ τοὺς ὁποίους ἐπιχειρεῖται ἡ διαφθορὰ τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως καὶ ἡ αἰχμαλωσία εἰς τὸν «ζωώδη εὐτυχισμόν».

Ὁ Μοναχισμὸς βιοῦται ὡς μυστήριον μετανοίας ἀλλὰ καὶ ὡς μυστήριον ἀγάπης. Ὁ Μοναχισμὸς εἶναι φιλάνθρωπος καὶ μετρᾶ τὰ πάντα μὲ τὸ μέτρον τῆς ἀγάπης, τῆς καθολικῆς σωτηρίας τῶν πάντων.

Ὀφείλομεν νὰ διαφυλάξωμεν τὸν Μοναχισμὸν ἀπὸ τὸν κίνδυνον παραχαράξεώς του καὶ ἐκδυτικισμοῦ του. Βασικὴ μέριμνα τοῦ ἀληθινοῦ Μοναχοῦ δὲν εἶναι νὰ κάνει κάτι, ἀλλὰ νὰ εἶναι κάτι. Ἔργον τοῦ Μοναχοῦ εἶναι ἡ φανέρωσις τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ ἐν τῇ θνητὶ σαρκὶ αὐτοῦ.

Ἀποστολὴ τοῦ Μοναχισμοῦ δὲν εἶναι ἡ ὑποκατάστασις τοῦ Ἐνοριακοῦ ἔργου καὶ τῆς Ἐνοριακῆς ποιμαντικῆς δραστηριότητος. Οἱ ἄνθρωποι καὶ δὴ οἱ νέοι δὲν περιμένουν ἀπὸ τοὺς Μοναχοὺς αὐτὰ τὰ ὁποῖα τοὺς προσφέρει ὁ κόσμος ἀλλὰ αὐτὸ τὸ ὁποῖον ἀληθῶς ἀναζητοῦν, ἁγιότητα, ἀλήθειαν καὶ ἀγάπην, δηλαδὴ τὴν οὐσίαν τῆς Μοναχικῆς Πολιτείας.

Εἰς τὸ κατώφλιον τῆς νέας χιλιετίας ὁ πατερικὸς λόγος ὡς κατάθεσις ἀληθείας ἀλλὰ καὶ ὡς στόχος ζωῆς «Φῶς μοναχοῖς ἄγγελοι, φῶς δὲ ἀνθρώποις Μοναχικὴ πολιτεία» εἶναι ὑπὲρ ποτὲ ἄλλοτε σήμερον ἐπίκαιρος».
πηγή

Χριστονοσταλγικά και Χριστοπεπληρωμένα Χριστούγεννα αγάπης

"Υπεράνω όλων η αγάπη. Εκείνο που πρέπει να μας απασχολεί, παιδιά μου, είναι η αγάπη για τόν άλλο, η ψυχή του. Ο,τι κάνομε, προσευχή, συμβουλή, υπόδειξη, να το κάνομε με αγάπη. Χωρίς την αγάπη η προσευχή δέν ωφελεί, η συμβουλή πληγώνει, η υπόδειξη βλάπτει και καταστρέφει τον άλλον, που αισθάνεται αν τόν αγαπάμε ή δέν τον αγαπάμε και αντιδρά αναλόγως.

Αγάπη, αγάπη, αγάπη! 

Image Hosted by ImageShack.us 

Η αγάπη στον αδελφό μας προετοιμάζει ν' αγαπήσουμε περισσότερο τόν Χριστό. Ωραίο δεν είναι;

Ας σκορπίζαμε σε όλους την αγάπη μας ανιδιοτελώς, αδιαφορώντας για τη στάση τους.

Οταν έλθει μέσα μας η χάρις του Θεού, δέν θα ενδιαφερόμαστε αν μας αγαπάνε ή όχι, αν μας μιλάνε με καλοσύνη.

Θα νιώθομε την ανάγκη εμείς να τους αγαπάμε όλους . Είναι εγωισμός να θέλομε οι άλλοι να μας μιλάνε με καλοσύνη. Ας μη μας στενοχωρεί το αντίθετο. Ας αφήσομε τους άλλους να μας μιλάνε όπως αισθάνονται.

Ας μη ζητιανεύουμε την αγάπη...


...Να μην βιαζόμαστε να κρίνομε από πράγματα επιφανειακά κι εξωτερικά. Αν, για παράδειγμα, βλέπετε μία γυναίκα γυμνή ή άσεμνα ντυ­μένη, να μη μένετε στο εξωτερικό, αλλά να μπαίνετε στο βάθος, στην ψυχή της.

Ισως είναι πολύ καλή ψυχή κι έχει υπαρξιακές αναζητήσεις, που τις εκδηλώνει με την έξαλλη εμφάνιση.

Εχει μέσα της δυναμισμό, έχει τη δύναμη της προβολής, θέλει να ελκύσει τα βλέμματα των άλλων...

Σκεφθείτε αυτή να γνωρίσει τον Χριστό, θα πιστέψει, κι όλη αυτή την ορμή θα τη στρέψει στον Χριστό, θα κάνει το πάν, για να ελκύσει την χάρι του Θεού. Θα γίνει αγία.

Είναι ένα είδος προβολής του εαυτού μας να επιμένουμε να γίνουν οι άλλοι καλοί. Στην πραγματικότητα, θέλομε εμείς να γίνομε καλοί κι επειδή δεν μπορούμε, το απαιτούμε απ' τους άλλους κι επιμένουμε σ' αυτό." 


Άγιος   Πορφύριος - Καυσοκαλυβίτης.
πηγή

ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΔΕΚΑ ΜΑΡΤΥΡΩΝ ΠΟΥ ΜΑΡΤΥΡΗΣΑΝ ΣΤΗ ΚΡΗΤΗ

15Γιορτάζουμε σήμερα 23 Δεκεμβρίου, ημέρα μνήμης των Αγίων Δέκα Μαρτύρων που Μαρτύρησαν στη Κρήτη.

Οι άγιοι Δέκα μάρτυρες μαρτύρησαν τον 3ο αιώνα μ.Χ., όταν αυτοκράτορας ήταν ο Δέκιος. Από αυτούς, οι μεν Θεόδουλος, Σατορνίνος, Εύπορος, Γελάσιος και Ευνικιανός, ήταν από τη Γορτυνία της Κρήτης. Ο Ζωτικός, από την Κνωσό. Ο Αγαθόπους από το λιμένα Πανούρμου. Ο Βασιλειάδης (ή Βασιλείδης) από την Κυδωνιά. Ο Ευάρεστος και ο Μόβιος (ή Πόμπιος, ή Πόντιος) από το Ηράκλειο.

Και οι δέκα με πολύ ζήλο εργάζονταν για τη διάδοση του Ευαγγελίου στο νησί. Καταγγέλθηκαν στον έπαρχο Κρήτης, που ήταν συνώνυμος του αυτοκράτορα, ονομαζόταν δηλαδή κι αυτός Δέκιος. Ο έπαρχος, όταν είδε την ανθηρή νεότητά τους και το αρρενωπό τους παράστημα, προσπάθησε να τους παρασύρει με πολλές υποσχέσεις εγκόσμιων απολαύσεων και ηδονών. Αλλά όταν είδε ότι τίποτα δεν πετύχαινε, διέταξε να τους μαστιγώσουν, και κατόπιν τους λιθοβόλησαν.

Οι γενναίοι μάρτυρες του Χριστού υπέμειναν ηρωικά τα βασανιστήρια, ενθυμούμενοι τα λόγια του ψαλμωδού: «Ἀνδρίζεσθε καὶ κραταιούσθω ἡ καρδία ὑμῶν, πάντες οἱ ἐλπίζοντες ἐπὶ Κύριον» (Ψαλμός Λ' στ. 25). Δηλαδή, να έχετε γενναίο και ανδρείο φρόνημα, και η καρδιά σας ας γίνεται κραταιά και ατρόμητη, όλοι εσείς που ελπίζετε στον Κύριο. Κατόπιν, με διαταγή του έπαρχου, οι στρατιώτες έκοψαν με τα ξίφη τους τις τίμιες κεφαλές των δέκα χριστιανών Αγίων.

Στους εορτάζοντες και στις εορτάζουσες, χρόνια πολλά και ευάρεστα στο Θεό !!!

Απολυτίκιο:
Ήχος γ’. Την ωραιότητα.
Την πολυθαύμαστον Κρήτην τιμήσωμεν, την εξανθήσασαν άνθη τα τίμια, τους μαργαρίτας του Χριστού, Μαρτύρων τους ακρέμονας. Δέκα γαρ υπάρχοντες, αριθμώ οι μακάριοι, δύναμιν μυρίοπλον των δαιμόνων κατήσχυναν· διό και τους στεφάνους εδέξαντο, Μάρτυρες Χριστού οι καρτερόψυχοι.

Κυριακή, Δεκεμβρίου 22, 2013

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΦΘΙΩΤΙΔΟΣ: "ΘΑ ΕΞΕΓΕΡΘΕΙ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΣΑΣ Ο ΛΑΟΣ"



ΕΝΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΛΙΓΟΥΣ ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΙΕΡΑΡΧΕΣ ΠΟΥ ΣΕΒΕΤΑΙ ΤΗΝ ΡΑΒΔΟ ΠΟΥ ΤΟΥ ΕΔΩΣΑΝ

                                                          



Μητροπολίτης Φθιώτιδος: "Θα εξεγερθεί εναντίον σας ο λαός"

Η πολιτική αναλγησία είναι και ανεπίτρεπτη αλλά έχει και τα όρια της δήλωσε σε δελτίο ραδιοφωνικού σταθμού ο Μητροπολίτης Φθιώτιδας κ. Νικόλαος,

αναφερόμενος στην εμμονή της κυβέρνησης να διατηρεί υψηλό τον φόρο στο πετρέλαιο θέρμανσης και εξ αιτίας αυτού του μέτρου να υποφέρουν ακόμη και να πεθαίνουν άνθρωποι είτε από το κρύο είτε από την χρήση επικίνδυνων αυτοσχέδιων θερμαντικών μέσων όπως τα μαγκάλια.


"Η αρωγή της εκκλησίας είναι δεδομένη πάντα στα πλαίσια των δυνατοτήτων της και στις κρύες ήμερες του χειμώνα μπορούν οι πολίτες να περνούν κάποιες ώρες της ημέρας σε αρκετούς ιερούς ναούς, δηλώνει ο κ. Νικόλαος, αλλά γιατί να φτάσουμε έως εδώ;"

"Η εκκλησία που συντηρεί και οίκους αρωγής και φιλοξενίας ηλικωμένων και κατακοίτων προσπαθεί να ανταποκριθεί στις πάμπολλες πλέον ανάγκες του χειμαζόμενου λαού, συλλέγει για παράδειγμα ενδύματα και μάλιστα η ανταπόκριση του κόσμου ήταν συγκινητική έως του σημείου να παρακαλέσουμε να μην μας φέρουν αλλά ρούχα.

Κυριώς ανάγκες υπάρχουν σε τρόφιμα τα οποία η εκκλησία μας διανέμει στους έχοντες ανάγκη συμπολίτες μας εκ παραλλήλου με την λειτουργία των συσσιτίων για τους απόρους και ανήμπορους να αυτοσυντηριθούν, όμως, προσθέτει, η δυστυχία, ή ανέχεια και η ένδεια έχουν ξεπεράσει τα όρια της αντοχής του λαού, πού θα πάει αυτό;

Δεν μπορεί το κράτος στο όνομα επιλογών ή επιταγών της τρόϊκας ή του ΔΝΤ και άλλων διευθυντηρίων να κάνει αβίωτη την ζωή των φτωχών ελλήνων.

Ας έχουν υπόψη τους καταλήγει οι κυβερνώντες, ότι ο λαός μας έχει μεν μεγάλα αποθέματα αντοχής αλλά όταν ξεπεράσει στα όρια του θα εξεγερθεί και τότε κανείς δεν μπορεί να προβλέψει ως που θα φτάσει η κοινωνική αυτή έκρηξη."

«Ομιλία περί της κατά σάρκα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού Οικονομίας» του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά


Σχετικά με τη συγκαταβατική ενσάρκωση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και τα όσα προσφέρθηκαν εξαιτίας της σ’ αυτούς που τον εμπιστεύτηκαν αληθινά· και σχετικά με την αιτία που ο Θεός, αν και μπορούσε να ελευθερώσει με ποικίλους άλλους τρόπους το ανθρώπινο γένος από την υποταγή στο διάβολο, προτίμησε να χρησιμοποιήσει αυτή τη συγκαταβατική τακτική.
Μπορούσε, οπωσδήποτε, ο προαιώνιος και απεριόριστος και παντοκράτορας Λόγος και παντοδύναμος Υιός του Θεού, και χωρίς ο ίδιος να περιβληθεί την ανθρώπινη φύση, να απαλλάξει τους ανθρώπους από την υποτέλεια στο θάνατο και την υποδούλωση στο διάβολο, γιατί όλα υπακούουν στις εντολές του και το καθετί εξαρτιέται από τη θεϊκή εξουσία του· όλα έχει τη δύναμη να τα ενεργεί και, συμφωνά με τον Ιώβ, τίποτε δε βρίσκεται έξω από τις δυνατότητές του, άλλωστε, απέναντι στην απόλυτη υπεροχή του δημιουργού, η δύναμη αντίστασης των δημιουργημάτων χρεοκοπεί, κανένα δεν είναι ισχυρότερο από τον Παντοκράτορα.
Όμως, αυτή η τακτική σωτηρίας, δηλαδή με την ενανθρώπηση του Λόγου του Θεού, ήταν η πιο προσαρμοσμένη στη δική μας φύση, την ανθρώπινη αδυναμία μας κι ακόμα ήταν η πιο αντάξια του Θεού που την εφάρμοζε μια και χαρακτηριζόταν από το στοιχείο της δικαιοσύνης, χωρίς το οποίο καμιά ενέργεια του Θεού δεν πραγματοποιείται. «Δίκαιος γαρ ο Θεός, και δικαιοσύνας ηγάπησε, και ουκ έστιν αδικία εν αύτω», όπως λέει κι ό ψαλμωδός Προφήτης.
Ο άνθρωπος εγκατέλειψε το Θεό πρώτος και, κατά συνέπεια, δίκαια εγκαταλείφθηκε από το Θεό· τότε κατέφυγε, με τη θέλησή του, στον αρχηγό της κακίας, που τον είχε παρασύρει με τις δόλιες αντίθεες συμβουλές του, δίκαια, πάλι· κατά συνέπεια, παραδόθηκε σ’ αυτόν, έτσι εισχώρησε στον κόσμο ο θάνατος, ως αποτέλεσμα του φθόνου του πονηρού και με την άδεια, τη δίκαιη, του αγαθού Θεού. Και ο θάνατος, εξαιτίας της υπερβάλλουσας κακότητας του αρχηγού της κακίας διπλασιάστηκε. Κοντά σε κείνον που προσκολλήθηκε στην ανθρώπινη φύση, προστέθηκε κι ο άλλος που αυτός ο ίδιος ο διάβολος βίαια τον προξενεί.
Επειδή, λοιπόν, η υποταγή στο διάβολο και η παράδοση στο θάνατο επήλθε ως δίκαιη συνέπεια, έπρεπε και η επάνοδος του ανθρώπινου γένους στην ελευθερία και τη ζωή να συντελεστεί από το Θεό πάλι ως δίκαιη συνέπεια. Και δεν ήταν μόνο η παράδοση του ανθρώπου στο φθονερό εχθρό του, που πρόκυψε ως συνέπεια της θείας δικαιοσύνης, ήταν και το γεγονός ότι ο ίδιος ο διάβολος, που αποξενώθηκε από τη δικαιοσύνη του Θεού και επεδίωξε άδικα να εξουσιάζει και να μην υπακούει πουθενά και να καταπιέζει, βρισκόμενος σε διάσταση με τη δικαιοσύνη, χρησιμοποίησε τη δύναμή του ενάντια στον άνθρωπο.
Ο Θεός, λοιπόν, θεώρησε ότι προείχε να νικηθεί πρώτα ο διάβολος με τη δικαιοσύνη, με την οποία έχει ανοιχτή διαμάχη, και κατόπιν να νικηθεί με τη θεϊκή υπεροχή, δηλαδή με την ανάσταση και τη μέλλουσα κρίση. Γιατί αυτή είναι η σωστή σειρά, να προηγείται η δικαιοσύνη από τη δύναμη· αυτό αρμόζει αληθινά στη θεϊκή αγαθή διακυβέρνηση του κόσμου. Όχι στην καταπιεστική επιβολή: να ακολουθεί η δύναμη, αφού πρώτα επιβληθεί η δικαιοσύνη.
Και, όπως ο διάβολος, ο παμπάλαιος φονιάς του ανθρώπου, ξεσηκώθηκε εναντίον μας από φθόνο και μίσος, έτσι κι ο ζωοδότης μπήκε στη μάχη με το μέρος μας από άπειρη αγαθότητα κι αγάπη για τον άνθρωπο. Και όπως εκείνος, χωρίς να του έχει παρασχεθεί το δικαίωμα, έβαλε σκοπό του να καταστρέψει το πλάσμα του Θεού, έτσι κι ο πλάστης, έχοντας αντίθετα, κάθε δικαίωμα, αποφάσισε να σώσει το δημιούργημά του. Και όπως εκείνος πέτυχε με την αδικία και τη δολιότητα να καταγάγει νίκη και να γκρεμίσει τον άνθρωπο από το θεοδώρητο αξίωμά του, έτσι κι ο ελευθερωτής με δικαιοσύνη και σοφό σχέδιο επέφερε την πανωλεθρία του αρχηγού της κακίας και την ανακαίνιση του ανθρώπου.
Λοιπόν, ο Θεός απέφευγε να χρησιμοποιήσει, πράγμα που μπορούσε, τη δύναμη, ώσπου να προχωρήσει στην απόδοση της δικαιοσύνης, πράγμα που ήταν αναγκαίο. Έτσι άλλωστε φάνηκε ξεκάθαρα η δύναμη της δικαιοσύνης, αφού προτιμήθηκε ως τακτική από τον παντοδύναμο που κανένας δεν μπορεί να τον νικήσει. Απ’ αυτό μάλιστα θα ‘πρεπε και οι άνθρωποι να παραδειγματιστούν, ώστε να ζουν με δικαιοσύνη την επίγεια ζωή τους, ώστε στην αιώνια ζωή της αθανασίας ν’ αναλάβουν τη δύναμη και να μη τη χάσουν ποτέ.
Κι ακόμα έπρεπε ο διάβολος που τότε νίκησε τον άνθρωπο, να νικηθεί από τη νικημένη ανθρώπινη φύση και να κατατροπωθεί αυτός που με τόση πανουργία παγίδευσε τον άνθρωπο. Γι’ αυτό το σκοπό χρειαζόταν απαραίτητα να υπάρξει ένας άνθρωπος αναμάρτητος. Όμως κάτι τέτοιο ήταν αδύνατο. «Ουδείς γαρ, λέει η Γραφή, αναμάρτητος, ουδ’ αν μία ημέρα η ζωή αυτού» και «τίς καυχήσεται αγνήν έχειν την καρδίαν;»Μονάχα ο Θεός, κανένας άλλος, δεν μπορεί να είναι αναμάρτητος. Γι’ αυτό ακριβώς ο Θεός Λόγος, ο γεννημένος από το Θεό ευθύς, απ’ την αρχή της ύπαρξής του, και πάντοτε ενωμένος μ’ Αυτόν (δεν είναι δυνατό να υπάρξει ή να εννοηθεί ποτέ Θεός στερημένος λόγου) και ουδέποτε διαχωρισμένος απ’ Αυτόν, ο ένας υπαρκτός Θεός (το αντιφέγγισμα του ήλιου δεν είναι άλλο φως διαφορετικό απ’ τον ήλιο και οι ηλιακές ακτίνες δεν είναι άλλοι ήλιοι), γι’ αυτό, λοιπόν, ο μόνος αναμάρτητος Υιός και Λόγος του Θεού καθίσταται γιος άνθρωπου, χωρίς βέβαια, να αλλάζει τίποτε ως προς τη θεότητά του, μένοντας, όμως, ακηλίδωτος ως προς την ανθρώπινή του ιδιότητα.
«Ος, όπως προφήτευσε ο Ησαΐας, αμαρτίαν ουκ εποίησεν, ουδέ ευρέθη δόλος εν τω στόματι αυτού». Και όχι μόνο αυτό, αλλά και κείνος που δεν «συνελήφθη εν ανομίαις» και δεν «εκυήθη εν αμαρτίαις» καθώς διαπιστώνει, μιλώντας για τον εαυτό του, ή μάλλον για ολόκληρο το γένος των ανθρώπων, ο Δαβίδ στους Ψαλμούς. Γιατί η επανάσταση της σάρκας έχει ως αυτόματη συνέπεια την καταδίκη που είναι και λέγεται φθορά.
Αυτή η επανάσταση αν και δεν γίνεται με τη θέληση του ανθρώπου, αν και φανερά βρίσκεται σε αντίθεση με τους νόμους της νόησης και παρά το γεγονός ότι τιθασεύεται από τους ενάρετους και προσανατολίζεται μόνο προς τον τομέα δημιουργίας παιδιών, έτσι ή αλλιώς σπρώχνει τον άνθρωπο προς τη φθορά και δεν είναι παρά έφεση για ικανοποίηση των παθών αυτού που δεν συνειδητοποίησε την τιμή που αξιώθηκε η φύση μας από το Θεό, αλλά εξομοιώθηκε με τα κτήνη.
Γι’ αυτό και δε γεννήθηκε, απλώς Θεός ανάμεσα στους ανθρώπους, αλλά και από Παρθένο επίλεκτη και απαλλαγμένη από βρώμικους σαρκικούς λογισμούς, σύμφωνα με τους προφήτες· γεννήθηκε από Παρθένο στη μήτρα της οποίας επέφερε τη σύλληψη όχι κάποια σαρκική όρεξη, αλλά ο ερχομός του Αγίου Πνεύματος. Αυτό που συνέβηκε ήταν η υποδοχή και η αποδοχή του ουράνιου χαρμόσυνου μηνύματος, όχι υποχώρηση και δοκιμή στη γεμάτη πάθος σαρκική επιθυμία.
Μακριά από κάθε τέτοια εμπειρία, η σύλληψη έγινε μέσα στην πνευματική ευφροσύνη και την επικοινωνία με το Θεό. «Ιδού γαρ η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου», απάντησε η άσπιλη Παρθένος στον άγγελο που της έφερε το μήνυμα της χαράς, συνέλαβε και γέννησε. Προκειμένου έτσι ο νικητής του διαβόλου, όντας άνθρωπος-θεάνθρωπος να κατάγεται, βέβαια, από το ανθρώπινο γένος, να μη μετέχει όμως στην κληρονομούμενη αμαρτία. Αυτός μόνος απ’ όλους τους ανθρώπους να συλληφθεί χωρίς να συντρέχει το γεγονός της παρακοής, μόνος αυτός να μπει στη μήτρα της μητέρας του χωρίς να μεσολαβήσει η εμπαθής ηδονή της σάρκας και οι βρώμικες επιθυμίες που χαρακτηρίζουν τη μιασμένη από την παρακοή ανθρώπινη φύση.
Προκειμένου έτσι ο Χριστός να υπάρξει τέλεια απαλλαγμένος από κάθε μόλυνση που μεταδίδεται στους απογόνους, με αποτέλεσμα να μην έχει καμιά ανάγκη κάθαρσης ο ίδιος, και να δέχεται τα πάντα με σοφία για χάρη μας. Και έτσι να γίνει ο ολοκληρωτικά νέος Άνθρωπος και να παραμείνει νέος πραγματικά κι αταλάντευτα, χωρίς καθόλου να παλιώνει πάλι, και να ανοικοδομήσει, προσφερόμενος ο ίδιος ως θεμέλιο και ως όργανο, τον παλαιό Άνθρωπο και να τον διατηρήσει πάντα νέο, μια και μπορεί να διώξει μακριά κάθε στοιχείο παλιό και φθαρμένο.
Γιατί και κείνος, ο πρώτος Άνθρωπος δημιουργήθηκε καταρχήν πεντακάθαρος και ήταν νέος ωσότου με τη θέλησή του ακολούθησε το διάβολο και εκτράπηκε στις σαρκικές ηδονές και ξέπεσε μέσα στο βούρκο της αμαρτίας με αποτέλεσμα να παλιωθεί και να κατρακυλήσει στην παραφθορά της φυσικής του κατάστασης.
Γι’ αυτό ο Κυβερνήτης του κόσμου δεν ανακαινίζει τον άνθρωπο, παράδοξα, μόνο με κάποια εξωτερική ενέργειά του, αλλά τον προσλαμβάνει και τον αγκαλιάζει. Και δεν ανορθώνει μόνο και ξαναστεριώνει την ανθρώπινη φύση, αλλά και την περιβάλλεται με τρόπο απερίγραπτο και ενώνεται και ταυτίζεται μαζί της, και γεννιέται συγχρόνως Θεός και άνθρωπος από γυναίκα βέβαια, ώστε να πάρει πίσω τη φύση του που ο ίδιος έπλασε κι ο πονηρός με τη συμβουλή του έκλεψε, παρθένο όμως, για να καταστήσει τον άνθρωπο νέο· γιατί αν γεννιόταν με σπέρμα ανδρός, θα έφερνε την κληρονομιά της αμαρτίας και δε θα ήταν καινούριος άνθρωπος, δε θα ήταν ο αρχηγός και χορηγός της ζωής εκείνης που ποτέ δεν παλιώνει, δε θα κατάφερνε, αν άνηκε στην παλιά ξεπεσμένη κατάσταση, να προσλάβει ολόκληρη τη διαφανή θεότητα και να καταστήσει τη σάρκα ανεξάντλητη πηγή αγιασμού τόσο, ώστε να ξεπλύνει και να καθαρίσει πλέρια το μολυσμό των προπατόρων και να επαρκέσει για τον εξαγιασμό και όλων των επιγόνων. Γι’ αυτό ακριβώς, ούτε άγγελος, ούτε άνθρωπος, αλλά αυτός ο ίδιος ο Κύριος, νικημένος από την αγάπη του για μας, θέλησε να μας σώσει και να μας αναπλάσει, με το να γεννηθεί τέλειος άνθρωπος όπως και μείς, μένοντας όμως συγχρόνως αναλλοίωτα Θεός».

Η Γέννηση του Θεανθρώπου, το μέγα και παράδοξο μυστήριο




Μυστήριο ξένον, λέγει ὁ Ὑμνωδός, τὴ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, τὸ νὰ γεννηθῆ σὰν ἄνθρωπος, ὄχι κανένας προφήτης, ὄχι κανένας ἄγγελος, ἄλλα ὁ ἴδιος ὁ Θεός! Ὁ ἄνθρωπος, θὰ μποροῦσε νὰ φθάσει σὲ μία τέτοια πίστη; Οἱ φιλόσοφοι καὶ οἱ ἄλλοι τετραπέρατοι σπουδασμένοι ἤτανε δυνατὸ νὰ παραδεχθοῦν ἕνα τέτοιο πράγμα; Ἀπὸ τὴν κρισάρα τῆς λογικῆς τους δὲν μποροῦσε νὰ περάσει ἢ παραμικρὴ ψευτιά, ὄχι ἕνα τέτοιο τερατολόγημα! Ὁ Πυθαγόρας, ὁ Ἐμπεδοκλῆς κι ἄλλοι τέτοιοι θαυματουργοί, ποὺ ἤτανε καὶ σπουδαῖοι φιλόσοφοι, δὲ μπορέσανε νὰ τοὺς κάνουνε νὰ πιστέψουνε κάποια πράγματα πολὺ πιστευτά, καὶ θὰ πιστεύανε ἕνα τέτοιο τερατολόγημα; Γι᾿ αὐτὸ ὁ Χριστὸς γεννήθηκε ἀνάμεσα σὲ ἁπλοὺς ἀνθρώπους, ἀνάμεσα σὲ ἀπονήρευτους τσοπάνηδες, μέσα σε μία σπηλιά, μέσα στὸ παχνί, ποὺ τρώγανε τὰ βόδια.
Κανένας δὲν τὸν πῆρε εἴδηση, μέσα σε ἐκεῖνον τὸν ἀπέραντο κόσμο, ποὺ ἐξουσιάζανε οἱ Ῥωμαῖοι, γιὰ τοῦτο εἶχε πεῖ ὁ προφήτης Γεδεών, πὼς θὰ κατέβαινε ἥσυχα στὸν κόσμο, ὅπως κατεβαίνει ἡ δροσιὰ ἀπάνω στὸ μπουμπούκι τοῦ λουλουδιοῦ, «ὡς ὑετὸς ἐπὶ πόκον». Ἀνάμεσα σὲ τόσες μυριάδες νεογέννητα παιδιά, ποιὸς νὰ πάρει εἴδηση τὸ πιὸ πτωχὸ ἀπὸ τὰ πτωχά, ἐκεῖνο ποῦ γεννήθηκε ὄχι σὲ καλύβι, ὄχι σὲ στρούγκα, ἀλλὰ σὲ μία σπηλιά; Καὶ κείνη ξένη, γιατὶ τὴν εἴχανε οἱ τσομπαναρέοι νὰ σταλιάζουνε τὰ πρόβατά τους.
Τὸ «ὑπερεξαίσιον καὶ φρικτὸν μυστήριο» τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ ἔγινε τὸν καιρὸ ποὺ βασίλευε ἕνας μοναχὰ αὐτοκράτορας ἀπάνω στὴ γῆ, ὁ Αὔγουστος, ὁ ἀνιψιὸς τοῦ Καίσαρα, ὕστερα ἀπὸ μεγάλη ταραχὴ καὶ αἱματοχυσία ἀνάμεσα στὸν Ἀντώνιο ἀπὸ τὴ μία μεριά, καὶ στὸν Βροῦτο καὶ τὸν Κάσσιο ἀπὸ τὴν ἄλλη. Τότε γεννήθηκε κι ὁ ἕνας καὶ μοναχὸς πνευματικὸς βασιλιάς, ὁ Χριστός. Κι᾿ αὐτὸ τὸ λέγει ἡ ποιήτρια Κασσιανὴ στὸ δοξαστικὸ ποὺ σύνθεσε, καὶ ποὺ τὸ ψέλνουνε κατὰ τὸν Ἑσπερινὸ τῶν Χριστουγέννων: «Αὐγούστου μοναρχήσαντος ἐπὶ τῆς γῆς, ἡ πολυαρχία τῶν ἄνθρωπων ἐπαύσατο. Καὶ Σοῦ ἐνανθρωπήσαντος ἐκ τῆς ἁγνῆς ἡ πολυθεΐα τῶν εἰδώλων κατήργηται. Ὑπὸ μίαν βασιλείαν ἐγκόσμιον αἱ πόλεις γεγένηνται. Καὶ εἰς μίαν δεσποτείαν Θεότητος τὰ ἔθνη ἐπίστευσαν...».
Τὴ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ τὴν προφητέψανε οἱ Προφῆτες. Πρῶτος ἀπ᾿ ὅλους τὴν προφήτεψε ὁ πατριάρχης Ἰακώβ, τὴ μέρα ποὺ εὐλόγησε τοὺς δώδεκα υἱούς του, καὶ εἶπε στὸν Ἰούδα «δὲν θὰ λείψει ἄρχοντας ἀπὸ τὸν Ἰούδα μήτε βασιλιὰς ἀπὸ τὸ αἷμά του, ὡς ποὺ νὰ ἔλθει ἐκεῖνος, γιὰ τὸν ὁποῖον εἶναι γραμμένο νὰ βασιλεύει ἀπάν᾿ ἀπ᾿ ὅλους, κι αὐτὸν τὸν περιμένουμε ὅλα τὰ ἔθνη». Ὡς τὸν καιρὸ ποὺ γεννήθηκε ὁ Χριστός, οἱ Ἰουδαῖοι, τὸ γένος τοῦ Ἰούδα, εἴχανε ἄρχοντες, δηλαδὴ κριτὲς καὶ ἀρχιερεῖς, ποὺ ἤτανε κ᾿ οἱ πολιτικοὶ ἄρχοντές τους. Ἀλλὰ τότε γιὰ πρώτη φορὰ ἔγινε ἄρχοντας τῆς Ἰουδαίας ὁ Ἡρώδης, ποὺ ἤτανε ἐθνικὸς καὶ ἔβαλε ἀρχιερέα τὸν Ἀνάνιλον «ἀλλογενῆ», ἐνῶ οἱ ἀρχιερεῖς εἴχανε πάντα μητέρα Ἰουδαία. Τελευταῖος Ἰουδαῖος ἀρχιερεὺς στάθηκε ὁ Ὑρκανός. Καὶ οἱ ἄλλοι προφῆτες προφητέψανε τὴ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, προπάντων ὁ Ἡσαΐας. Τὴ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ τὴ λένε οἱ ὑμνωδοὶ «τὸ πρὸ αἰώνων ἀπόκρυφον καὶ Ἀγγέλοις ἄγνωστον μυστήριον», κατὰ τὰ λόγια του Παύλου ποὺ γράφει: «Ἐμοὶ τῷ ἐλαχιστοτέρῳ πάντων τῶν ἁγίων ἐδόθη ἡ χάρις αὐτὴ ἐν τοῖς ἔθνεσιν εὐαγγελίσασθαι τὸν ἀνεξιχνίαστον πλοῦτον τοῦ Χριστοῦ καὶ φωτίσαι πάντας τίς ἡ οἰκονομία τοῦ μυστηρίου τὸν ἀποκεκρυμμένου ἀπὸ τῶν αἰώνων ἐν τῷ Θεῷ, τῷ τὰ πάντα κτίσαντι διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἵνα γνωρισθῇ νῦν ταῖς ἀρχαῖς καὶ ταῖς ἐξουσίαις ἐν τοῖς ἐπουρανίοις διὰ τῆς ἐκκλησίας ἡ πολυποίκιλος σοφία τοῦ Θεοῦ» (Ἐφεσ. γ´ 8-10). Ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέγει, πὼς αὐτὸ τὸ μυστήριο δὲν τὸ γνωρίζανε καθαρὰ καὶ μὲ σαφήνεια οὔτε οἱ Ἄγγελοι, γι᾿ αὐτὸ ὁ ἀρχάγγελος Γαβριὴλ μὲ τρόμο τὸ εἶπε στὴν Παναγία. Καὶ στοὺς Κολασσαεῖς γράφοντας ὁ θεόγλωσσος Παῦλος, λέγει: «Τὸ μυστήριον τὸ ἀποκεκρυμμένον ἀπὸ τῶν αἰώνων καὶ ἀπὸ τῶν γενεῶν, νυνὶ ἐφανερώθη τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ, οἷς ἠθέλησε ὁ Θεὸς γνωρίσαι τὶς ὁ πλοῦτος, τῆς δόξης τοῦ μυστηρίου τούτου ἐν τοῖς ἔθνεσιν, ὃς ἐστὶ Χριστὸς ἐν ἡμῖν ἡ ἐλπὶς τῆς δόξης». Λέγει, πῶς φανερώθηκε αὐτὸ τὸ μυστήριο στοὺς ἁγίους, ποὺ θέλησε ὁ Θεὸς νὰ τὸ μάθουνε, καὶ αὐτοὶ θὰ τὸ διδάσκανε στὰ ἔθνη; στοὺς εἰδωλολάτρες, ποὺ προσκυνούσανε γιὰ θεοὺς πέτρες καὶ ζῶα καὶ διάφορα ἀλλὰ κτίσματα.
Ἑξακόσια χρόνια πρὸ Χριστοῦ ὁ βασιλιὰς Ναβουχοδονόσορ εἶδε στὸ Ὄνειρό του, πὼς βρέθηκε μπροστά του ἕνα θεόρατο φοβερὸ ἄγαλμα, καμωμένο ἀπὸ χρυσάφι, ἀσήμι, χάλκωμα, σίδερο καὶ σεντέφι: Κι ἄξαφνα ἕνας βράχος ξεκόλλησε ἀπὸ ἕνα βουνὸ καὶ χτύπησε τὸ ἄγαλμα καὶ τό ῾κανε σκόνη. Καὶ σηκώθηκε ἕνας δυνατὸς ἄνεμος καὶ σκόρπισε τὴ σκόνη, καὶ δὲν ἀπόμεινε τίποτα. Ὁ βράχος ὅμως ποὺ τσάκισε τὸ ἄγαλμα ἔγινε ἕνα μεγάλο βουνό, καὶ σκέπασε ὅλη τη γῆ. Τότε ὁ βασιλιὰς φώναξε τὸν προφήτη Δανιὴλ καὶ ζήτησε νὰ τοῦ ἐξήγησει τὸ ὄνειρο.
Κι ὁ Δανιὴλ τὸ ἐξήγησε καταλεπτῶς, λέγοντας πὼς τὰ διάφορα μέρη τοῦ ἀγάλματος ἤτανε οἱ διάφορες βασιλεῖες, ποὺ θὰ περνούσανε ἀπὸ τὸν κόσμο ὕστερα ἀπὸ τὸν Ναβουχοδονόσορα καὶ πὼς στὸ τέλος ὁ Θεὸς θὰ ἀναστήσει κάποια βασιλεία ποὺ θὰ καταλύσει ὅλες τὶς βασιλεῖες, ὅπως ὁ βράχος ποὺ εἶχε δεῖ στὸ ἐνύπνιό του ἐξαφάνισε τὸ ἄγαλμα μὲ τὰ πολλὰ συστατικά του: «Καὶ ἐν ταῖς ἡμέραις τῶν βασελέων ἐκείνων, ἀναστήσει ὁ Θεὸς τοῦ οὐρανοῦ βασιλείαν, ἥτις εἰς τοὺς αἰῶνας οὐ διαφθαρήσεται», «κάποιο βασίλειο, λέγει, ποὺ δὲν θὰ καταλυθεῖ ποτὲ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων».
Αὐτὴ ἡ βασιλεία ἡ αἰώνια, ἡ ἄφθαρτη, εἶναι ἡ βασιλεία τοῦ Χριστοῦ, ἡ βασιλεία τῆς ἀγάπης στὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων καὶ ἱδρύθηκε μὲ τὴν ἁγία Γέννηση τοῦ Κυρίου ποὺ γιορτάζουμε σήμερα. Καὶ ἐπειδὴ εἶναι τέτοια βασιλεία, γ᾿ αὐτὸ θὰ εἶναι αἰώνια, γὶ αὐτὸ δὲν θὰ χαλάσει ποτέ, ὅπως γίνεται μὲ τὶς ἄλλες ἐπίγειες καὶ ὑλικὲς βασιλεῖες. Ὅπως ὁ βράχος μεγάλωνε κι ἔγινε ὄρος μέγα καὶ σκέπασε τὴ γῆ, ἔτσι καὶ τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου ξαπλώθηκε σ᾿ ὅλη τὴν οἰκουμένη, μὲ τὸ κήρυγμα τῶν Ἀποστόλων: « Εἰς πᾶσαν τὴν γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος αὐτῶν, καὶ εἰς τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης τὰ ῥήματα αὐτῶν».
Ὥστε βγῆκε ἀληθινὴ ἡ ἀρχαιότερη προφητεία τοῦ Ἰακώβ, πὼς σὰν πάψει ἡ ἐγκόσμια ἐξουσία τῶν Ἰουδαίων, θὰ ἔρθει στὸν κόσμο ἐκεῖνος ποὺ προορίστηκε, «ἡ προσδοκία τῶν ἐθνῶν».Σημείωσε πὼς οἱ Ἑβραῖοι πιστεύανε πὼς ἡ φυλή τους μονάχα ἦταν βλογημένη, καὶ πὼς ὁ Θεὸς φρόντιζε μονάχα γι᾿ αὐτή, καὶ πὼς οἱ ἄλλοι λαοί, «τὰ ἔθνη», ἦταν καταραμένα καὶ μολυσμένα κι ἀνάξια νὰ δεχτοῦν τὴ φώτιση τοῦ Θεοῦ. Λοιπὸν εἶναι παράξενο νὰ μιλᾶ ἡ προφητεία τοῦ Ἰακὼβ γιὰ τὰ ἔθνη, γιὰ τοὺς εἰδωλολάτρες θὰ περιμένουν τὸν Μεσσία νὰ τοὺς σώσει καὶ μάλιστα νὰ μὴ λέει κἂν πὼς τὸν ἀναμενόμενο Σωτῆρα τὸν περιμένανε οἱ Ἰουδαῖοι μαζὶ μὲ τὰ ἔθνη, ἀλλὰ νὰ λέει πὼς τὸν περιμένανε μονάχα οἱ ἐθνικοί: «καὶ αὐτὸς προσδοκία ἐθνῶν». Ὅπως κι ἔγινε. Γιατί, τὴ βασιλεία ποὺ ἵδρυσε ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο, τὴ θεμελίωσαν μὲν οἱ ἀπόστολοι, ποὺ ἦταν Ἰουδαῖοι, ἀλλὰ τὴν ξαπλώσανε καὶ τὴν στερεώσανε μὲ τοὺς ἀγῶνες τους καὶ μὲ τὸ αἷμα τοὺς οἱ ἄλλες φυλές, «τὰ ἔθνη».
Εἶναι ὁλότελα ἀκατανόητο, γιὰ τὸ πνεῦμα μας, τὸ ὅτι κατέβηκε ὁ Θεὸς ἀνάμεσά μας σὰν ἄνθρωπος συνηθισμένος καὶ μάλιστα σὰν ὁ φτωχότερος ἀπὸ τοὺς φτωχούς. Αὐτὴ τὴ μακροθυμία μονάχα ἅγιες ψυχὲς εἶναι σὲ θέση νὰ τὴ νιώσουνε ἀληθινά, καὶ νὰ κλάψουνε ἀπὸ κατάνυξη.
Κάποιοι, μ᾿ ὅλα αὐτὰ ποὺ εἴπαμε, δὲν θὰ νιώσουμε τίποτα ἀπὸ τὸ Μυστήριο, ποὺ γιορτάζουμε. Σ᾿ αὐτούς, ἐγὼ ὁ τιποτένιος, δὲ μπορῶ νὰ πῶ τίποτα. Μοναχὰ θὰ τοὺς θυμίσω τὰ αὐστηρὰ λόγια ποὺ γράφει στὴν ἐπιστολή του ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Εὐαγγελιστής, ὁ ἀγαπημένος μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ, κι᾿ ὁ θερμότατος κήρυκας τῆς ἀγάπης: «Πᾶν πνεῦμα, ὃ ὁμολογεῖ Ἰησοῦν Χριστὸν ἐν σαρκὶ ἐληλυθότα, ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστι. Καὶ πᾶν πνεῦμα, ὃ μὴ ὁμολογεῖ Ἰησοῦν Χριστὸν ἐν σαρκὶ ἐληλυθότα, ἐκ τοῦ Θεοῦ οὐκ ἐστίν. Οὗτος ἐστὶν ἀντίχριστος»

Μή δώσεις τὴν καρδιά σου σὲ γέροντα που –σε θέματα Πίστεως– βάζει τη διάκριση και την υπακοή πάνω από το Ευαγγέλιο και τους Αγίους. ΓΕΡΟΝΤΙΣΜΟΣ: ΦΤΑΙΝΕ ΜΟΝΟ ΟΙ ΓΕΡΟΝΤΕΣ ;

Γ Ε Ρ Ο Ν Τ Ι Σ Μ Ο Σ
ΦΤΑΙΝΕ ΜΟΝΟ ΟΙ "ΓΕΡΟΝΤΕΣ";
Ζούμε όντως στον χρυσό αιώνα του μοναχισμού;

«Έλεγαν για τον αββά Χομαί ότι, όταν πέθαινε, είπε στα πνευματικά του παιδιά (δηλ. μοναχούς): «Να μην κατοικήσετε μαζί με αιρετικούς ούτε να έχετε γνωριμίες με άρχοντες ούτε τα χέρια σας να είναι απλωμένα για να μαζεύουν, αλλά μάλλον να είναι απλωμένα για να δίνουν.» (Αββάς Χομαί, σελ. 354)
«Είπε ο αββάς Ζήνων, ο μαθητής του μακαρίου Σιλουανού: «Να μην κατοικήσεις σε τόπο ονομαστό ούτε να καθίσεις μαζί με άνθρωπο που έχει μεγάλο όνομα ούτε να βάλεις ποτέ θεμέλιο για να κτίσεις για τον εαυτό σου κελλί.» (Αββάς Ζήνων, διήγηση υπ’ αριθμ. 1, σελ. 107)

«Κάποιος αδελφός ρώτησε τον αββά Ποιμένα: «Ζημιώνω την ψυχή μου κοντά στον αββά μου· να καθίσω και άλλο κοντά του;» Ο γέροντας γνώριζε ότι βλάπτεται και απορούσε με αυτόν που τον ρωτούσε αν πρέπει να καθίσει και άλλο. Ωστόσο τού είπε: «Αν θέλεις κάθισε». Έφυγε λοιπόν και κάθισε. Στη συνέχεια ήρθε πάλι και του είπε: «Ζημιώνω την ψυχή μου», και ο γέροντας δεν του είπε: «Να φύγεις». Ήρθε και τρίτη φορά λέγοντας: «Πραγματικά, δεν κάθομαι άλλο», και ο αββάς Ποιμήν τού απάντησε: «Αυτή τη φορά είθε να σωθείς· πήγαινε και μην καθίσεις πλέον». Έλεγε λοιπόν ο γέροντας: «Άνθρωπος που βλέπει τη ζημία της ψυχής του χρειάζεται να ρωτά; Για τους κρυφούς λογισμούς ρωτά κανείς, και έργο των γερόντων είναι να δώσουν την ορθή απάντηση· για φανερή αμαρτία όμως δεν χρειάζεται να ρωτά κανείς, αλλά αμέσως να την κόβει.»» (Αββάς Ποιμήν, διήγηση υπ’ αριθμ. 189, σελ. 283-284)
(Σήμερα κάποιοι διδάσκουν ότι κάποιος πρέπει να κάνει υπακοή στον γέροντα ασχέτως του είδους της καθοδήγησης που εκείνος του δίνει και ότι όποιος έχει γέροντα δεν χρειάζεται να φοβάται τον Θεό ή να απασχολείται με τις εντολές Του.)
«Επίσης είπε: «Μη δώσεις την προσοχή σου σ’ εκείνον, για τον οποίο η καρδιά σου δεν νιώθει σιγουριά.» (Αββάς Ποιμήν, διήγηση υπ’ αριθμ. 80, σελ. 261)
«Είπε ακόμη: «Να μην εμπιστευτείς τη συνείδησή σου σ’ εκείνον, για τον οποίο η καρδιά σου δεν νιώθει σιγουριά.» (Αββάς Ποιμήν, διήγηση υπ’ αριθμ. 200, σελ. 285)
  
(Σήμερα κάποιοι διδάσκουν ότι αν κάποιος νιώθει αβεβαιότητα για έναν γέροντα που είναι γκουρού, το κάνει ο διάβολος και ως εκ τούτου αυτός πρέπει να αγνοήσει ό,τι βλέπει και αισθάνεται και καταλαβαίνει σχετικά με το ποιον του γέροντα με αποτέλεσμα να οδηγηθεί, στην καλύτερη των περιπτώσεων, στην παράνοια).

Ο πνευματικός μου και εγώ.


15«Επί τέλους η ευλογημένη ώρα ήθε. Παρά τις πολλές μου αντιρρήσεις βρίσκομαι μπροστά στον πνευματικό. Δεν ξέρω πώς νιώθω.Οπωσδήποτε αμήχανα.
 
Ένας κρύος ίδρώτας περιλούζει ολόκληρο το σώμα μου. Είπα να ζητήσω συγγνώμη και να φύγω. Σκέφτηκα όμως πως για να φθάσω εδώ έκανα μεγάλη προσπάθεια Δε θα γίνει του Σατανά, είπα.

Ο πνευματικός είδε την αμηχανία μου. Κατάλαβε. Μην ανησυχείς, παιδί μου, μου είπε. Εδώ που ήλθες θα ανακουφισθείς. Το φορτίο σου θα ελαφρώσει. Να θεωρείς τον εαυτό σου ευτυχή γι' αυτή σου την απόφαση.Θα το διαπιστώσεις, άλλωστε, γι' αυτό δε χρειάζεται να χρονοτριβούμε.

Πήρα θάρρος. Η μορφή του με ενέπνεε. Χωρίς να το καταλάβω δέθηκα μαζί του.Νόμισα προς στιγμή ότι γνωριζόμαστε χρόνια.Τον ένιωσα πιο κοντά από κάθε άλλο γνωστό καί φίλο μου. Απ' εκείνη τη στιγμή έγινε ο πατέρας μου. Τώρα, είπα, μπορώ να μιλήσω ελεύθερα Η γλώσσα μου λύθηκε. Πήρα θάρρος. Πατέρα μου, είπα, πολύ καιρό ζητούσα αυτή τη στιγμή. Ο Θεός μου τη χάρισε.

Μιλήστε μου. Πέστε μου για το μυστήριο που λυτρώνει. Πέστε μου αν ο Θεός μπορεί να συγχωρήσει καί τα δικά μου αμαρτήματα Διαβεβαιώστε με ότι στο χώρο της Αγίας μας Εκκλησίας υπάρχει μια γωνιά καί για μένα. Θέλω να λυτρωθώ.Βοηθήστε με. Θα κάνω αυτό που θα μου πείτε.

Ο πνευματικός κατάλαβε. Είχε μπροστά του ένα νέο άνθρωπο με πλήρη συναίσθηση. Μια ψυχή που ζητούσε τη λύτρωση. Ένα πρόβατο απολωλός.

Απολωλώς είναι ο κάθε άνθρωπος που ζει μακριά από τη Χάρη του Θεού.Είχε όμως κοντά του έναν άνθρωπο με πλήρη επίγνωση.Ήξερε τι έκανε καί τι ήθελε. Δεν ήταν αυτά συγκινήσεις της στιγμής. Είχε την απόφαση να προσεγγίσει τον πνευματικό. Καί τώρα ήρθε η ώρα της χάριτος. Μια ώρα που την εκμεταλλεύτηκε με τον καλύτερο τρόπο.

Καί μετά απ' αυτά ο πνευματικός άρχισε να ομιλεί. Μίλησε στη μετανιωμένη ψυχή για την αγάπη του Θεού. Είπε για τη χαρά του ουρανού κατά τη σημερινή αυτή ήμέρα .«Χαρά έσται εν τω ουρανώ επί ενί αμαρτωλώ μετανοούντι» (Λουκ. 15, 7). Υπενθύμισε ότι ο Θεός συγχώρεσε το ληστή, την πόρνη, τον τελώνη, τον αρνητή μαθητή του. Είπε πολλά.

Καί η μετανιωμένη ψυχή μου άκουγε. Δε μιλούσε. Άκουγε από τον πνευματικό ότι ο Θεός είναι οικτίρμων και ελεήμων, μακρόθυμος και πολυέλεος και αληθινός (Ψαλμ 102) καί ότι η αγκαλιά του Θεού είναι ανοικτή και περιμένει. Άκουγε σιωπηλά χύνοντας δάκρυα, πολλά δάκρυα.

Κατόπιν άρχισα συγκλονισμένος να εξαγορεύω τις αμαρτίες μου.Ήταν η σειρά του πνευματικού να ακούσει προσεκτικά. Τα λόγια πνίγονταν από τα δάκρυα. Τα δάκρυα της συντριβής. Τα δάκρυα της μετανοίας.

Τα δάκρυα αυτά έγιναν αφορμή να μου διηγηθεί ο πνευματικός την παρακάτω πολύ διδακτική ιστορία:

«Κάποτε ο Θεός έστειλε τον Άγγελο του εδώ κάτω στη γη με την εντολή να του φέρει ο, τι πολυτιμότερο εύρισκε. Και ο άγγελος βρέθηκε σε μια μάχη. Πήρε μια σταγόνα αίμα από το στρατιώτη που υπερασπιζόταν την πατρίδα του και την πίστη του και το μετέφερε στο Θεό Πατέρα. Και ο Θεός του είπε: είναι πράγματι πολύτιμο το αίμα που χύνει κανείς υπερασπίζοντας πίστη και πατρίδα. Αλλά δεν είναι αυτό που θέλω. Κατόπιν ο Άγγελος κατέβηκε στη γη και πλησίασε έναν τίμιο οικογενειάρχη που έσκαβε σ' ένα αμπέλι, για να θρέψει τη φαμελιά του. Πήρε μια σταγόνα από τον ίδρώτα του και την πήγε στο Θεό. Και ο Κύριος του είπε: είναι ο ίδρώτας που χύνει κανείς για την οικογένειά του πολύτιμος, άλλά δεν είναι αυτό που θέλω.Πολλές φορές επανέλαβε ο άγγελος το ίδιο έργο φέρνοντας από τη γη ο, τι πολύτιμο, κατά τη γνώμη του, εύρισκε, χωρίς να ευαρεστήσει το Θεό.

Την τελευταία φορά βρέθηκε σε κάποια έρημο. Άκουσε αναστεναγμούς. Πλησίασε το βράχο. Βλέπει εκεί έναν ασκητή. Έκλαιγε με λυγμούς. Κατηγορούσε τον εαυτό του. Παίρνει τότε ένα δάκρυ και το μεταφέρει στο Θεό. Και ευαρεστήθηκε ο Κύριος. Ήταν αυτό που ζητούσε».

Όταν τελείωσε την ιστορία, μου είπε:

-Τα πολύτιμα δάκρυα που χύνεις είναι αυτά που θέλει ο Θεός. Όχι μόνο από σένα, αλλά και από μένα και από κάθε αμαρτωλό. Και, αφού διάβασε τη συγχωρητική ευχή, έφυγα, αφήνοντας στο εξομολογητάρι του πνευματικού τον «παλαιόν άνθρωπον» (Εφεσ. 4, 22).

Και ο πνευματικός συνέχισε το ιερό του έργο. Δε λησμόνησε όμως να βάλει μόνιμα στο κομβοσχοίνι του τη μετανιωμένη ψυχή που ο Θεός του εμπιστεύθηκε».

«ΛΥΤΡΩΤΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ» Πρωτοπρ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΑΚΡΙΒΟΠΟΥΛΟΥ
πηγή

Γέροντας Γερβάσιος Παρασκευόπουλος: «ΚΑΙ ΚΑΛΕΣΕΙΣ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΑΥΤΟΥ ΙΗΣΟΥΝ»

gennisi_1
«Και καλέσεις το όνομα αυτού  Ιησούν», λέει ο άγγελος προς τον Ιωσήφ, το Μνήστορα, διότι «Αυτός σώσει τον λαόν Αυτού από των αμαρτιών αυτών». Και δικαίως ονομάστηκε έτσι, διότι «Αυτός τας ασθενείας ημών έλαβε και τας νόσους εβάστασε» κατα τον Προφήτη Ησαϊαν, διότι «ούτος εστιν ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου, ο Αμνός του Θεού» κατά τον Πρόδρομο Ιωάννη, διότι «Αυτός ιλασμός εστι περί των αμαρτιών ημών, ου περί των ημετέρων μόνον, αλλά και περί όλου του κόσμου» κατά τον Ευαγγελιστή Ιωάννη, διότι αυτός εστιν «ον απέσταλκε σωτήρα του κόσμου ο Πατήρ» κατά τον ίδιο Ευαγγελιστή, διότι «ουτος εστιν αληθώς ο Σωτήρ του κόσμου, ο Χριστός» κατά την ομολογία και μαρτυρία των Σαμαρειτών. Τέλος, διότι Αυτός είναι « ον προέθετο ο Θεός ιλαστήριον δια της πίστεως εν των Αίματι Αυτού» κατά τον Απόστολον Παύλο.
Όλα αυτά βεβαιώνει και μαρτυρεί και η ιστορία δύο χιλιάδων και πλέον ετών…ο Ιησούς δεν σώζει αναπτύσσοντας θεωρίες, αλλά σώζει παρέχοντας τον ίδιο Του τον εαυτό στους ανθρώπους…σώζει πραγματοποιώντας και εφαρμόζοντας τη διδασκαλία Του. Η αγία του Ιησού διδασκαλία και η ζωή, των υπερ των πασχόντων ενδιαφέρον Του , η προς τους αμαρτωλούς συμπάθεια και αγάπη Του, η προς τις πόρνες άκρως συγκατάβασίς Του, η προς τους τελώνες και ληστές επιείκειά Του και ευσπλαχνία, η  υπερ των υπο πνευμάτων ακαθάρτων οχλουμένων ενέργειά Του και μέριμνα, ο υπέρ των πενθούντων πόνος Του και η συμπάθειά Του προς τους λεπρούς και τυφλούς, η υπερ των παιδιών και βρεφών απλότητα και στοργή Του, τέλος, η εν τω σπηλαίω ταπεινή  -χαριν των αμαρτωλών – Γέννησίς Του και όλα τα άλλα, μαρτυρούν και διακυρήσσουν , αποδεικνύουν και βεβαιώνουν ότι ο Ιησούς είναι τω όντι ο σώζων «τον λαόν Αυτού από των αμαρτιών αυτών». Ο Ιησούς από της Βηθλεέμ μέχρι του Γολγοθά, από του Γολγοθά μέχρι των κατωτάτων του άδου και από του άδου μέχρι της εκ δεξιών Καθέδρας, είναι «ο σώζων και αεί εντυγχάνων υπέρ ημών, ινα σώσει τον λαόν Αυτού». Να λοιπόν, η όλη έννοια του ονόματος Ιησούς, που εδόθηκε σε εμάς σήμερα ως Υιός και Βρέφος – για να έχουμε αύριο Αυτό ως  «Θεού δύναμιν και Θεού Σοφίαν». Είναι όνομα πλήρες σοφίας και δυνάμεως, στο άκουσμα και μόνο του οποίου «κάμπτει γόνυ παν γένος επουρανίων και επιγείων και καταχθονίων». Όνομα δια μέσου αυτού παράλυτοι σηκώνονται, νεκροί ανασταίνονται και δαίμονες απελαύνονται. Όνομα το οποίο δικαίως συγκινεί σήμερα κάθε πονεμένη καρδιά, κάθε θλιμμένη ψυχή και όλο το γένος των ανθρώπων που αισθάνεται την ανάγκη ενός αληθινού Λυτρωτή.
Ας είναι ευλογημένο το όνομα Τούτο στα χείλη όλων εκείνων που γνώρισαν και αισθάνθηκαν τη δύναμή Του, την αγάπη Του και σοφία. Και είναι και θα είναι, διότι το όνομα Τούτο ανέδειξε  ήρωας – αγίους σε κάθε περίσταση και ανάγκη, ελπίδα στους κινδύνους, ασπίδα εναντίον κάθε προσβολής και «Θεός εν ανθρώποις». Για αυτό «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και των εν Σπηλαίω τεχθέντι και εν τη φάτνη των αλόγων ανακλιθέντι».

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ : “ΕΥΣΕΒΕΙΣ ΜΕΛΕΤΑΙ…” ΑΡΧ. ΓΕΡΒΑΣΙΟΥ ΧΑΡ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΥ
Απόδοση στη νεοελληνικη: Χάδλα Παναγιώτα, Μορ.Βιολόγος, MSc
Ιδιαίτερες ευχαριστίες στον πνευματικό μου πατέρα Πρωτ. Παναγιώτη Δ. Ρούβαλη για τη δωρεά του ψυχωφελούς αυτού βιβλίου

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...