Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Μαρτίου 23, 2014

Γ' Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν (Σταυροπροσκυνήσεως)




Η τρίτη Κυριακή των Νηστειών ονομάζεται «Κυριακή της Σταυροπροσκύνησης». Μετά από τη μεγάλη Δοξολογία στον όρθρο, ο Σταυρός μεταφέρεται σε μια σεμνή πομπή στο κέντρο του ναού και παραμένει εκεί όλη την υπόλοιπη εβδομάδα, οπότε στο τέλος κάθε ακολουθίας γίνεται προσκύνηση του Σταυρού.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το θέμα του Σταυρού, που κυριαρχεί στην υμνολογία αυτής της Κυριακής, παρουσιάζεται όχι μέσα στα πλαίσια του πόνου, αλλά της νίκης και της χαράς.
Βρισκόμαστε στη μέση της Μεγάλης Σαρακοστής. Από τη μια πλευρά η φυσική και πνευματική προσπάθεια, αν είναι συστηματική και συνεχής, αρχίζει να μας γίνεται αισθητή, το φόρτωμα να γίνεται πιο βαρύ, η κόπωση πιο φανερή. Έχουμε ανάγκη από βοήθεια και ενθάρρυνση. Από την άλλη πλευρά, αφού αντέξουμε αυτή τη κόπωση και έχουμε αναρριχηθεί στο βουνό μέχρι αυτό το σημείο, αρχίζουμε να βλέπουμε το τέλος της πορείας μας και η ακτινοβολία του Πάσχα γίνεται πιο έντονη.
Η Σαρακοστή είναι η σταύρωση του εαυτού μας, είναι η εμπειρία - περιορισμένη βέβαια - που αποκομίζουμε από την εντολή του Χριστού που ακούγεται στο ευαγγελικό ανάγνωσμα αυτής της Κυριακής: «όποιος θέλει να με ακολουθεί, ας απαρνηθεί τον εαυτό του ας σηκώσει το σταυρό του, και έτσι ας με ακολουθεί» (Μαρκ.8,34). 
Αλλά δεν μπορούμε να σηκώσουμε το σταυρό μας και ν' ακολουθήσουμε το Χριστό αν δεν ατενίζουμε το Σταυρό που Εκείνος σήκωσε για να μας σώσει. Ο δικός Του Σταυρός είναι εκείνος που δίνει νόημα αλλά και δύναμη στους άλλους. Αυτό μας εξηγεί το συναξάρι της Κυριακής:
Στη διάρκεια της νηστείας των σαράντα ημερών, κατά κάποιο τρόπο, και μείς σταυρωνόμαστε, νεκρωνόμαστε από τα πάθη, έχουμε την πίκρα της ακηδίας και της πτώσης, γι' αυτό υψώνεται ο τίμιος και ζωοποιός Σταυρός, για αναψυχή και υποστήριξή μας. Μας θυμίζει τα πάθη του Κυρίου και μας παρηγορεί.. Είμαστε σαν τους οδοιπόρους σε δύσκολο και μακρινό δρόμο που, κατάκοποι, κάθονται για λίγο να αναπαυθούν. Με το ζωοποιό Σταυρό γλυκαίνει την πίκρα που νοιώθουμε από τη νηστεία, μας ενισχύει στη πορεία μας στην έρημο εωσότου φθάσουμε στην πνευματική Ιερουσαλήμ με την ανάστασή Του.. Επειδή ο Σταυρός λέγεται Ξύλο Ζωής και είναι εκείνο το ξύλο που φυτεύτηκε στον Παράδεισο, γι' αυτό και οι θείοι Πατέρες τοποθέτησαν τούτο στο μέσο της Σαρακοστής, για να μας θυμίζει του Αδάμ την ευδαιμονία και την πτώση του από αυτή, να μας θυμίζει ακόμα ότι με τη συμμετοχή μας στο παρόν Ξύλο δεν πεθαίνουμε πια αλλά ζωογονούμαστε».

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’.Σῶσον Κύριε τὸν λαόν σου, καὶ εὐλόγησον τὴν κληρονομίαν σου, νίκας τοῖς βασιλεῦσι, κατὰ βαρβάρων δωρούμενος, καὶ τὸν σὸν φυλάττων, διὰ τοῦ Σταυροῦ σου πολίτευμα.

Ὁ Ὅσιος Νίκων καθηγούμενος τῆς Λαύρας τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου




Ὁ Ὅσιος Νίκων ἔζησε στὴν Ρωσία κατὰ τὸν 11ο αἰῶνα μ.Χ. καὶ ἦταν μαθητὴς τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου († 10 Ἰουλίου). Ἦταν μοναχὸς στὴ Λαύρα τοῦ Κιέβου καὶ εἶχε τιμηθεῖ ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ τὸ ἱερατικὸ ἀξίωμα. Μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου ἔκειρε μετὰ ἀπὸ κανονικὴ δοκιμασία καὶ κατάλληλη πνευματικὴ προετοιμασία ὅσους ζητοῦσαν μὲ πόθο τὸ ἀγγελικὸ σχῆμα. Ἀξιώθηκε μάλιστα τῆς μεγάλης τιμῆς νὰ κείρει μὲ τὰ χέρια του τὸν Ὅσιο Θεοδόσιο († 3 Μαΐου), τὸν μεγάλο θεμελιωτὴ τῆς μοναχικῆς ζωῆς στὴ Ρωσία. Ἔκειρε ἀκόμη, περὶ τὸ ἔτος 1062, δύο μεγάλες μορφὲς τῆς Λαύρας, τὸν ἐπιφανὴ βογιάρο Βαρλαὰμ καὶ τὸν εὐνοῦχο ἡγεμόνα Ἐφραίμ.

Γι’ αὐτὲς ὅμως τὶς μοναχικὲς κουρὲς ὑπέμεινε μεγάλη θλίψη. Ὁ ἡγεμόνας Ἰζιασλάβος ὀργίσθηκε πολύ, ἐπειδὴ ἔχασε ἀπὸ κοντά του δύο σπουδαῖα πρόσωπα, δύο χρήσιμους συνεργάτες καὶ θύμωσε μὲ τοὺς Ὁσίους. Διέταξε νὰ φέρουν μπροστά του ἐκεῖνον ποὺ τόλμησε νὰ τοὺς κείρει μοναχούς. Ὁ Ὅσιος Νίκων ὁδηγήθηκε στὸν ἡγεμόνα. Ἐκεῖνος τὸν κοίταξε μὲ περισσὴ ὀργὴ καὶ φώναξε:

Ἐσὺ καλόγερε, τόλμησες νὰ κάνεις σὰν κι ἐσένα, τὸν βογιάρο καὶ τὸν εὐνοῦχο μου;

Ναί, ἐγώ, μὲ τὴν ἐντολὴ τοῦ Ὁσίου πατέρα μου καὶ τὴν εὐλογία τοῦ οὐράνιου Βασιλέως Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ τοὺς κάλεσε σὲ αὐτὸ τὸ δρόμο τῆς ἀσκήσεως, ἀποκρίθηκε ὁ Ὅσιος ἤρεμα καὶ θαρρετά.

Ὁ ἡγεμόνας μὲ μανία τοῦ ἔδωσε ἐντολὴ οἱ νέοι μοναχοὶ νὰ ἐπιστρέψουν στὴν πρότερή τους κατάσταση. Σὲ ἀντίθεση περίπτωση θὰ κατέστρεφε τὸ σπήλαιο.

Μετὰ ἀπὸ τὸ ἐπεισόδιο αὐτό, οἱ ἀδελφοὶ ἀναγκάσθηκαν νὰ ἐγκαταλείψουν τὸ σπήλαιο καὶ νὰ φύγουν μακριά, σὲ ἄλλο τόπο, ὅπου δὲν θὰ ἔφθανε ἡ ἡγεμονικὴ ὀργή. Τότε ὁ Ὅσιος Νίκων πῆγε στὸ Τμουταρακᾶν καὶ ἐκεῖ, κοντὰ στὴν πολίχνη, βρῆκε ἕναν ἔρημο τόπο, ὅπου ἐγκαταστάθηκε. Ἐπιδόθηκε ἀμέσως σὲ σκληροὺς ἀσκητικοὺς ἀγῶνες, ζωντας μὲ σιωπή, «μόνος μόνω τῷ Θεῷ προσευχόμενος». Ἡ παρουσία του δὲν ἄργησε νὰ γίνει γνωστὴ καὶ ἡ φήμη του νὰ ἁπλωθεῖ σὲ ὁλόκληρη τὴν περιοχή.

Ἡ Ὀρθόδοξη χριστιανικὴ πίστη δὲν εἶχε ἀκόμη στερεωθεῖ ἐκεῖ καὶ ἡ μοναχικὴ ζωὴ ἦταν τελείως ἄγνωστη. Σιγὰ – σιγὰ οἱ κάτοικοι ἄρχισαν νὰ πλησιάζουν τὸν Ὅσιο καὶ νὰ ἐντυπωσιάζονται ἀπὸ τὴν παράξενη γι’ αὐτοὺς ζωή του. Ἐκεῖνος τότε, γιὰ τὴν δόξα τοῦ Κυρίου, ἔλυνε τὴν σιωπή του καὶ τοὺς μιλοῦσε γιὰ τὸν ἀληθινὸ Τριαδικὸ Θεὸ καὶ τὴν Ὀρθόδοξη πίστη. Ὅλοι σαγηνεύονταν ἀπὸ τὴ σοφία, τὴν γνώση καὶ τὴν ἁγιότητά του, μετανοοῦσαν καὶ δόξαζαν τὸν Κύριο μὲ τὴν ζωὴ καὶ τὰ ἔργα τους. Ἀργότερα, ὁρισμένοι ζήτησαν ἀπὸ τὸν Ὅσιο νὰ τοὺς κάνει μοναχούς. Καί ἐκεῖνος, ἀφοῦ τοὺς δοκίμαζε καὶ τοὺς νουθετοῦσε, τοὺς ἔκειρε. Ἔτσι τέθηκαν τὰ θεμέλια γιὰ τὴν κατοπινὴ ἀνέγερση τῆς μονῆς τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ποὺ ἔγινε σπουδαῖο μοναστικὸ κέντρο, ἰσάξιο τῆς μονῆς τῶν Σπηλαίων.

Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ ἡγεμόνα τοῦ Τμουταρακᾶν Ροστισλάβου Βλαντιμίροβιτς, οἱ κάτοικοι τῆς χώρας παρακάλεσαν τὸν Ὅσιο Νίκωνα, στὸν ὁποῖο ἔτρεφαν ἀπεριόριστη ἐμπιστοσύνη καὶ ἀφοσίωση, νὰ πάει στὸν ἡγεμόνα τοῦ Τσερνιγκὼφ Σβιατοσλάβο Γιαροσλάβιτς καὶ νὰ ζητήσει τὸν υἱό του Γκλὲμπ γιὰ τὴν ἡγεμονία τοῦ Τμουταρακᾶν.

Ὁ Ὅσιος ἐκτέλεσε μὲ ἐπιτυχία τὴν δακονία ποὺ τοῦ ἀνέθεσε τὸ ποίμνιό του. Ἐπιστρέφοντας μαζὶ μὲ τὸν πρίγκιπα Γκλὲμπ Σβιατοσλάβιτς, πέρασε ἀπὸ τὸ Κίεβο καὶ ἐπισκέφθηκε τὴ μονὴ τῶν Σπηλαίων. Ὅταν ὁ μακάριος ἡγούμενος Θεοδόσιος ἀντίκρισε, μετὰ ἀπὸ τόσα χρόνια, τὸν παλαιὸ συνασκητή του, σκίρτησε ἀπὸ χαρά. Ἔπεσαν καὶ οἱ δύο στὴν γῆ καὶ ἔβαλαν βαθιὰ μετάνοια ὁ ἕνας στὸν ἄλλο. Ὕστερα ἀγκαλιάσθηκαν κλαίγοντας ἀπὸ συγκίνηση καὶ κάθισαν νὰ συζητήσουν.

Ὅταν ὁ Ὅσιος Νίκων, μετὰ ἀπὸ πολὺ ὥρα ἑτοιμάσθηκε νὰ φύγει, ὁ μακάριος Θεοδόσιος ξέσπασε πάλι σὲ λυγμοὺς καὶ τὸν παρακαλοῦσε νὰ μείνει στὰ Σπήλαια, γιὰ νὰ συνεχίσουν μαζὶ τὴν ἐπίγεια ἀσκητικὴ ὁδοιπορία τους.

Πρέπει νὰ πάω, εἶπε ὁ Νίκων, νὰ ρυθμίσω ὅτι ἀφορᾶ στὸ μοναστήρι μου. Ἔπειτα, ἂν εἶναι θέλημα Θεοῦ, θὰ ἐπιστρέψω.

Πράγματι ὁ Ὅσιος, πῆγε στὸ Τμουταρακᾶν μὲ τὸν πρίγκιπα Γκλέμπ, ὁ ὁποῖος ἀνέλαβε καὶ τὴν ἡγεμονία τῆς χώρας. Ὁ ἴδιος φρόντισε νὰ τακτοποιήσει μὲ ἐπιμέλεια τὶς ὑποθέσεις τῆς μονῆς του καὶ κατόπιν, σύμφωνα μὲ τὴν ὑπόσχεσή του, γύρισε στὴ Λαύρα, κοντὰ στὸν Ὅσιο Θεοδόσιο. Ὑποτάχθηκε μὲ ταπείνωση στὸν Ἅγιο ἡγούμενο καὶ ἐκτελοῦσε μὲ ἀκρίβεια ὅλες του τὶς ἐντολές, νεκρώνοντας τὸ δικό του θέλημα. Καὶ ὁ μακάριος Θεοδόσιος, ὅταν χρειαζόταν νὰ λείψει ἀπὸ τὴ μονή, ἄφηνε ὡς ἀντικαταστάτη του, στὴ διαποίμανση τῆς ἀδελφότητας, τὸν Νίκωνα.

Πολλὲς φορὲς ὁ Ὅσιος Νίκων, ποὺ γνώριζε τὴν τέχνη τῆς βιβλιοδεσίας, ἔραβε καὶ ἔδενε βιβλία. Τότε ὁ Θεοδόσιος καθόταν ταπεινὰ δίπλα του, ἂν καὶ ἦταν ἡγούμενος καὶ τοῦ ἑτοίμαζε τοὺς σπόγγους ποὺ χρειαζόταν γιὰ τὸ ἐργόχειρό του. Τὴν ὥρα ἐκείνη, ἀλλὰ καὶ σὲ ἄλλες εὐκαιρίες, οἱ δυὸ Ὅσιοι μάζευαν γύρω τους τοὺς ἀδελφοὺς καὶ τοὺς νουθετοῦσαν μὲ πνευματικὲς διδαχὲς καὶ ἀσκητικοὺς λόγους.

Ἀργότερα ὅμως, ὅταν ξέσπασε ἡ γνωστὴ διαμάχη ἀνάμεσα στοὺς τρεῖς ἀδελφοὺς ἡγεμόνες, τοῦ Κιέβου Ἰζιασλάβο, τοῦ Τσερνιγκὼφ Σβιατοσλάβο καὶ τοῦ Περεγιασλὰβ Βσέβολοντ, ὁ Ὅσιος Νίκων ἐπέστρεψε στὸ Τμουταρακᾶν, ὅπου ἔζησε μερικὰ χρόνια μὲ τὸν ἴδιο ἀσκητικὸ ζῆλο.

Ὅταν ἔμαθε ὅτι εἰρήνευσε ὁ τόπος τοῦ Κιέβου, ὁ Ὅσιος πῆρε πάλι τὸν δρόμο γιὰ τὴν Λαύρα. Φθάνοντας ὅμως ἐκεῖ, διαπίστωσε πὼς ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος δὲν ἦταν πιὰ στὴν ζωή. Ἡγούμενος τώρα ἦταν ὁ φιλόθεος Στέφανος. Ὁ Ὅσιος Νίκων ἀποφάσισε νὰ τελειώσει τὸν ἐπίγειο βίο του στὴ μονὴ τῆς μετάνοιάς του. Ἔμεινε λοιπὸν ἐκεῖ καὶ ἐπισκεπτόταν συχνὰ τὸν τάφο τοῦ Ὁσίου Θεοδοσίου, λούζοντάς τον κάθε φορὰ μὲ δάκρυα χαρμολύπης.

Ὅταν μὲ τὴ συνεργία τοῦ πονηροῦ, ὁρισμένοι ἀδελφοὶ δημιούργησαν ἀναταραχὴ στὴν ἀδελφότητα καὶ ἀπομάκρυναν τὸν μακάριο Στέφανο ἀπὸ τὴν ἡγεμονία τῆς μονῆς, ἡγούμενος ἀναδείχθηκε ὁ Ὅσιος Νίκων. Μὲ διάκριση καὶ σοφία ἀγωνίσθηκε ὁ Ὅσιος νὰ φέρει τὴν εἰρήνη καὶ τὴν ὁμόνοια στὴν ἀδελφότητα. Καὶ τὸ κατόρθωσε μὲ μεγάλο κόπο, πολὺ ὑπομονὴ καὶ περισσότερη προσευχή. Οἱ ἀδελφοί, ἀναγνωρίζοντας τὴν ἀκεραιότητα, τὴν σύνεση καὶ τὴν ἁγιότητά του, ἡσύχασαν καὶ ὑποτάχθηκαν σὲ αὐτόν, ὡς σὲ φωτισμένο πατέρα, διδάσκαλο καὶ πνευματικὸ ὁδηγό.

Πολλὲς φορὲς ὁ μοχθηρὸς διάβολος προσπάθησε νὰ δημιουργήσει νέα σκάνδαλα καὶ νὰ βάλει ἐμπόδια στὴν ἀνύσταχτη φροντίδα τοῦ Ὁσίου νὰ καθοδηγεῖ στὸν δρόμο τῆς σωτηρίας τὶς ψυχὲς ποὺ τοῦ ἐμπιστεύθηκε ὁ Κύριος. Οἱ σκοτεινοὶ σκοποί του ὅμως δὲν μποροῦσαν νὰ σβήσουν τὸ φῶς τῶν ἀρετῶν τοῦ πιστοῦ δούλου τοῦ Θεοῦ.

Στὰ χρόνια τῆς ἡγουμενίας τοῦ Ὁσίου Νίκωνος, ἔγινε μὲ τρόπο θαυμαστὸ ἡ ἁγιογράφηση τοῦ ναοῦ τῶν Σπηλαίων ἀπὸ Ἕλληνες ἁγιογράφους, σταλμένους ἀπὸ τὴν Κυρία Θεοτόκο.

Ὁ Ὅσιος Νίκων κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1088. Ἐνταφιάσθηκε στὴ μονὴ τῶν Σπηλαίων, ὅπου μέχρι σήμερα τὸ τίμιο λείψανό του ἀναπαύεται ἄφθορο καὶ ἀκέραιο, τιμημένο μὲ τὴ δόξα καὶ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ ἐπιτελεῖ πολλὰ θαύματα.

Ὁ Ἅγιος Λουκᾶς ὁ Ὁσιομάρτυρας ὁ Ἁγιαννανίτης

Ὁ Ἅγιος Ὁσιομάρτυς Λουκᾶς γεννήθηκε στὴν Ἀνδριανούπολη τῆς Θράκης καὶ οἱ γονεῖς του ὀνομάζονταν Ἀθανάσιος καὶ Δομνίτσα. Σὲ ἡλικία ἕξι ἐτῶν ὀρφάνεψε ἀπὸ πατέρα καὶ παραδόθηκε ἀπὸ τὴν μητέρα του σὲ κάποιο Ζαγοραῖο, μετὰ τοῦ ὁποίου ἐγκαταστάθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη. Σὲ ἡλικία δεκατριῶν ἐτῶν, μετὰ ἀπὸ κάποιο ἄτυχο περιστατικὸ φιλονικίας μὲ κάποιον τουρκόπαιδα, ἀναγκάστηκε νὰ ἀλλαξοπιστήσει καὶ νὰ γίνει Μωαμεθανός. Ἐπειδὴ ἔνιωθε τύψεις συνειδήσεως, ἔφυγε κρυφὰ ἀπὸ τὸ σπίτι τοῦ Τούρκου ἀφέντη του καὶ μετὰ ἀπὸ πολλὴ περιπλάνηση, ἀφοῦ ἦλθε στὴ Σμύρνη καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὴ Θήρα, ἔφθασε στὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἐκεῖ παρέμεινε ἀρκετὸ καιρὸ διερχόμενος μονὲς καὶ σκῆτες. Στὸ τέλος ἐκάρη μοναχὸς στὴ μονὴ Σταυρονικήτα.
Φλεγόμενος ἀπὸ τὸν πόθο τοῦ μαρτυρίου, ὁ Λουκᾶς ἀναχώρησε τὸν μῆνα Μάρτιο τοῦ 1802, ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ μετέβη στὴ Μυτιλήνη. Παρουσιάσθηκε στὸν κριτὴ τῆς πόλης, ἔλεγξε μὲ θάρρος τὴ μωαμεθανικὴ θρησκεία καὶ κήρυξε τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Καὶ παρὰ τὶς κολακεῖες καὶ τὶς ἀπειλές, ὁ Μάρτυς παρέμεινε στερεωμένος στὴν πατρώα εὐσέβεια.
Ὁδηγούμενος πρὸς τὴν οἰκία τοῦ Ναζήρη, συνάντησε τὸν Μητροπολίτη Μυτιλήνης, ποὺ ὁδηγοῦνταν καὶ αὐτὸς πρὸς τὸ κριτήριο. Ὁ Ἅγιος ἔσκυψε τὴν κεφαλή του καὶ ζήτησε τὴν εὐλογία καὶ τὶς προσευχὲς τοῦ Ἀρχιερέως. Οἱ Τοῦρκοι, μόλις τὸ εἶδαν αὐτό, ἐξεμάνησαν καὶ τὸν ἔδειραν ἀνηλεῶς. Παρὰ τὸν ἐπικείμενο φόβο καὶ τὴν ἀπειλούμενη γενικὴ σφαγὴ ὁ Ἐπίσκοπος διέταξε νὰ γίνει δέηση σὲ ὅλους τούς ναοὺς ὑπὲρ τοῦ δούλου τοῦ Θεοῦ, Λουκᾶ.
Ὁ Ἅγιος, μόλις παρουσιάσθηκε ἐνώπιον τοῦ Ναζήρη καὶ ἐνώπιον πλήθους Τούρκων, ὁμολόγησε καὶ πάλι τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Μετὰ τὴν ἀνάκριση, τοῦ δόθηκε τριήμερη προθεσμία, γιὰ νὰ σκεφθεῖ καὶ νὰ ἀποφασίσει. Ὅταν πέρασαν οἱ τρεῖς ἡμέρες καὶ ἐξέπνευσε ἡ προθεσμία, ὁ Ἅγιος Λουκᾶς συνέχισε νὰ παραμένει ἀμετακίνητος στὴν Ὀρθόδοξη πίστη. Γι’ αὐτὸ καταδικάσθηκε στὸν διὰ ἀπαγχονισμοῦ θάνατο.Τὸ ἱερὸ λείψανό του παρέμεινε τρεῖς ἡμέρες στὴν ἀγχόνη καὶ μετὰ ταῦτα τὸ ἔριξαν στὴ θάλασσα.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.Ὁσίων ἰσότιμος, καὶ Ἀθλητῶν κοινωνός, ὑστέροις ἐν ἔτεσιν, ἐν ἀμφοτέροις Χριστόν, δοξάσας γεγένησαι· ὅθεν ἡ τῆς Προγόνου, τοῦ Χριστοῦ σεπτὴ Σκήτη, χαίρει Ὁσιομάρτυς, τῇ ἁγίᾳ σου δόξῃ, καὶ πόθῳ μακαρίζει σε, Λουκᾶ παμμακάριστε.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.Τὸν Χριστὸν ἐδόξασας ἐσχάτοις χρόνοις, τῇ στερρᾷ ἀθλήσει σου, καταβαλὼν τὸν δυσμενῆ· διό σοι χαῖρε κραυγάζομεν, Ὁσιομάρτυς Λουκᾶ παναοίδιμε.

Μεγαλυνάριον.Χαίροις τῶν Ὁσίων ὁ μιμητής, καὶ τῶν Ἀθλοφόρων, ἰσοστάσιος ἐν παντί· χαίροις ὁ τῆς δόξης, Χριστοῦ κατατρυφήσας, Λουκᾶ Ὁσιομάρτυς, ἀθλήσας ἄριστα.

Συναξαριστής της 23ης Μαρτίου

Ὁ Ἅγιος Νίκων Ἱερομάρτυρας καὶ οἱ 199 μαθητές του

 


Ὁ Νίκων γεννήθηκε στὴ Νεάπολη τῆς Ἰταλίας, ἀπὸ πατέρα εἰδωλολάτρη καὶ μητέρα χριστιανή, ἡ ὁποία δὲν παρέλειπε νὰ μιλάει στὸ γιό της γιὰ τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ νὰ τὸν παιδαγωγεῖ σύμφωνα μὲ τὰ εὐαγγελικὰ διδάγματα.

Ὅταν μεγάλωσε ὁ Νίκων, ἔγινε στρατιωτικὸς καὶ ἡ ἀνδρεία του ἦταν παραδειγματική. Ἄνοιγε λαμπρὸ μέλλον γι᾿ αὐτόν, στὸ στρατιωτικὸ στάδιο. Δὲν τὸ θέλησε, ὅμως. Ἡ καρδιά του δὲν ἤθελε νὰ δουλεύει σὲ αὐτοκράτορες ποὺ πολεμοῦσαν τὴν χριστιανικὴ θρησκεία.

Ἀφοῦ, λοιπόν, συζήτησε μὲ τὴν μητέρα του, ἀναχώρησε γιὰ τὴν Ἑλλάδα, στὸ νησὶ Χίος. Ἐκεῖ δέχθηκε τὸ ἅγιο Βάπτισμα καὶ ἀφιερώθηκε στὴν ἀσκητικὴ ζωή, μὲ ἐγκράτεια, προσευχὴ καὶ ἱερὴ μελέτη. Ὁ ἐκεῖ ἐπίσκοπος διέκρινε τὰ χαρίσματά του καὶ τὸν χειροτόνησε πρεσβύτερο.

Κατόπιν, τὸν ἔθεσε ἡγούμενο 190 ἀδελφῶν, γιὰ νὰ τοὺς καθοδηγεῖ. Ὅταν ὅμως πέθαναν οἱ γονεῖς του, πῆγε καὶ ἐγκαταστάθηκε στὴ Σικελία, ὅπου ἦλθαν καὶ οἱ 190 μαθητές του. Μαζί με ἄλλους ἐννέα, σχημάτισαν μία εὐσεβέστατη ἀδελφότητα.

Καὶ ὅταν ὁ ἡγεμόνας τῆς Σικελίας διέταξε νὰ ἀλλαξοπιστήσουν, αὐτοὶ «τὴν αὐτὴν ἀγάπην ἔχοντες, σύμψυχοι τὸ ἓν φρονοῦντες» δηλαδή, ἔχοντας ὅλοι τὴν ἴδια ἀγάπη μεταξύ τους, μὲ μία ψυχὴ καὶ μὲ τὸ ἴδιο φρόνημα, ἔλαβαν μαρτυρικὸ θάνατο.

 
Ὁ Ἅγιος Δομέτιος

Ὁ Μάρτυς τοῦ Χριστοῦ Δομέτιος ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου (361 – 363 μ.Χ.) καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν χώρα τῆς Φρυγίας. Βλέποντας ὅμως ὅτι πολλοὶ ἀρνοῦνταν τὸν Χριστὸ καὶ προσκυνοῦσαν τὰ εἴδωλα, δυσφοροῦσε καὶ ἀγανακτοῦσε. Μία ἡμέρα, λοιπόν, ἐνῷ γινόταν ἱπποδρομία καὶ προσφερόταν θυσία στὰ εἴδωλα, δὲν μπόρεσε νὰ ὑπομείνει ἄλλο.

Ποθώντας μὲ θεϊκὸ ζῆλο νὰ μαρτυρήσει τὸ Ὄνομα τοῦ Θεοῦ, στάθηκε στὸ μέσο τοῦ θεάτρου καὶ μὲ μεγάλη φωνὴ καταράστηκε τὸν ἀποστάτη Ἰουλιανό, ἔπτυσε ὅλους ὅσους λάτρευαν τὰ εἴδωλα καὶ χλεύασε τοὺς ψεύτικους θεούς. Γι’ αὐτὸ συνελήφθη καὶ ὑπέστη πολλὰ βασανιστήρια. Στὸ τέλος, ἐπειδὴ δὲν ἀρνιόταν τὸν Χριστό, τοῦ ἀπέκοψαν διὰ ξίφους τὴν ἱερὰ κεφαλή του.

(Ἡ μνήμη του περιττῶς ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὴν 30ην Ὀκτωβρίου).

 
Ὁ Ἅγιος Λουκᾶς ὁ Ἀδριανουπολίτης

Γεννήθηκε ἀπὸ τὸν Ἀθανάσιο καὶ τὴν Δομνίτσα στὴν Ἀδριανούπολη τῆς Θρᾴκης. Σὲ ἡλικία ἕξι χρονῶν ἔμεινε ὀρφανὸς ἀπὸ πατέρα καὶ ἡ μητέρα του τὸν παρέδωσε σ᾿ ἕναν Ζαγοραῖο πραγματευτή, μὲ τὸν ὁποῖο ἐγκαταστάθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη.

Ὅταν ἦταν 13 χρονῶν ὁ Λουκᾶς, φιλονίκησε μ᾿ ἕνα τουρκόπουλο ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι τοῦ κυρίου του καὶ τὸ ἔδειρε. Αὐτὸ τὸ εἶδαν οἱ ἐκεῖ παρευρισκόμενοι Τοῦρκοι καὶ ὅρμησαν μὲ θυμὸ ἐναντίον τοῦ Χριστιανόπουλου. Ὁ Λουκᾶς γιὰ ν᾿ ἀποφύγει τὴν τιμωρία εἶπε στοὺς Τούρκους: «Ἀφῆστε με κι ἐγὼ θὰ τουρκέψω». Τότε καταλάγιασε ὁ θυμὸς τῶν Τούρκων καὶ τὸν πῆγαν σ᾿ ἕνα εὐγενῆ Τοῦρκο, ποὺ πέτυχε τὸν ἐξισλαμισμό του.

Ἐλεγχόμενος ὅμως ἀπὸ τὴν συνείδησή του, ὁ Λουκᾶς ζήτησε τὴν βοήθεια τοῦ κυρίου του ἀπὸ τὴν Ζαγορά, ὁ ὁποῖος καὶ προσπάθησε νὰ τὸν ἀπελευθερώσει μὲ τὴν ἐπέμβαση τῆς Ῥωσικῆς Πρεσβείας. Ἀλλ᾿ ἡ Ῥωσικὴ Πρεσβεία, γιὰ ν᾿ ἀποφύγει τυχὸν ἀνωμαλίες, εἶπε ὅτι θὰ δεχόταν τὸν Λουκᾶ μόνο ἂν αὐτὸς διέφευγε ἀπὸ τὸ σπίτι τοῦ Τούρκου ἀφέντη του.

Πράγματι μετὰ ἀπὸ λίγες ἡμέρες ὁ Λουκᾶς κατόρθωσε καὶ ἀπέδρασε ἀπὸ τὸ σπίτι τοῦ ἀφέντη του καὶ ἀφοῦ ἐπιβιβάστηκε σὲ πλοῖο πῆγε στὴ Σμύρνη, καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὴ Θήρα. Ἐκεῖ μὲ τὴν συμβουλὴ ἑνὸς πνευματικοῦ ἦλθε στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου παρέμεινε ἀρκετά. Ἐκεῖ ἀφοῦ γύρισε διάφορες Σκῆτες καὶ Μονές, τελικὰ ἐκάρη μοναχὸς στὴ Μονὴ Σταυρονικήτα.

Τὸν κατέλαβε ὅμως ὁ πόθος τοῦ μαρτυρίου καὶ ἀναχώρησε γιὰ τὴν Μυτιλήνη κατὰ τὸν Μάρτιο τοῦ 1802. Λόγω κάποιου γεγονότος, ἡ Μυτιλήνη ἐκείνη τὴν ἐποχὴ βρισκόταν σὲ μεγάλη ἀναταραχή. Ὁ Λουκᾶς, μὲ τὶς εὐχὲς τῶν Πατέρων τοῦ Ἁγίου Ὄρους, παρουσιάστηκε στὸν κριτὴ τῆς πόλης καὶ ὁμολόγησε μὲ θάῤῥος τὸν Χριστό.

Παρὰ τὶς κολακεῖες καὶ τοὺς φοβερισμοὺς τῶν Τούρκων, ὁ Θρακιώτης μάρτυρας παρέμεινε ἀμετακίνητος στὴν πίστη καὶ τὴν ἀπόφασή του νὰ μαρτυρήσει. Ὁδηγούμενος πρὸς τὸν Ναζήρη, στὸ δρόμο συνάντησε τὸν Μητροπολίτη Μυτιλήνης, ποὺ τὸν πήγαιναν στὸ κριτήριο, ἔσκυψε τοῦ φίλησε τὸ χέρι καὶ ζήτησε τὶς προσευχές του.

Γιὰ τὴν ἐνέργεια τοῦ αὐτή, οἱ συνοδοὶ Τοῦρκοι τὸν ἔδειραν ἀνελέητα. Μπροστὰ στὸν Ναζήρη, ὁ Λουκᾶς μὲ εὐτολμία κήρυξε τὸν Χριστὸ καὶ κατηγόρησε τὴν μουσουλμανικὴ θρησκεία. Μετὰ ἀπὸ τριήμερη προθεσμία, ποὺ ἐξέπνευσε χωρὶς ἀποτέλεσμα γιὰ τοὺς Τούρκους, ὁ Ναζήρης ἐξέδωσε καταδικαστικὴ ἀπόφαση.

Ἔτσι στὶς 23 Μαρτίου 1802, ὁ Λουκᾶς ἀπαγχονίστηκε στὴ Μυτιλήνη καὶ ἔλαβε τὸ ἔνδοξο στεφάνι τοῦ μαρτυρίου. Τὸ Ἅγιο λείψανό του παρέμεινε γιὰ τρεῖς μέρες στὴν ἀγχόνη, κατόπιν τὸ ἔριξαν στὴ θάλασσα.

 
Οἱ Ὅσιοι Ῥῶσοι Πατέρες Ἐφραίμ ὁ ἐν σπηλαίῳ, Θεοδόσιος ὁ ἐν τῆς Τοτίμῃ Μονῆς τοῦ Σωτῆρος δομήτωρ καὶ ἀρχηγὸς καὶ νεοφανὴς Θαυματουργὸς

Ὁ Ὅσιοι ἀσκήτεψαν στὴ μονὴ τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου κατὰ τὸν 13ο αἰῶνα μ.Χ., καὶ κοιμήθηκαν μὲ εἰρήνη.

 
Ὁ Ὅσιος Παχώμιος (Ῥῶσος)

Ὁ Ὅσιος Παχώμιος τοῦ Νερέχτα, κατὰ κόσμον Ἰωακείμ, γεννήθηκε κοντὰ στὴν πόλη τοῦ Βλαντιμὶρ στὴ Ρωσία τὸν 14ο αἰῶνα μ.Χ. Ἦταν κτήτορας τῆς μονῆς τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1384.

 

 
Ὁ Ἅγιος Βασσιανὸς Ἐπίσκοπος Ροστὼβ τῆς Ρωσίας

Ὁ Ἅγιος Βασσιανὸς ἔζησε στὴ Ρωσία κατὰ τὸν 15ο αἰῶνα μ.Χ. Ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Ροστὼβ καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1481.

 
Ὁ Ἅγιος Λουκᾶς ὁ Ὁσιομάρτυρας ὁ Ἁγιαννανίτης

Ὁ Ἅγιος Ὁσιομάρτυς Λουκᾶς γεννήθηκε στὴν Ἀνδριανούπολη τῆς Θράκης καὶ οἱ γονεῖς του ὀνομάζονταν Ἀθανάσιος καὶ Δομνίτσα. Σὲ ἡλικία ἕξι ἐτῶν ὀρφάνεψε ἀπὸ πατέρα καὶ παραδόθηκε ἀπὸ τὴν μητέρα του σὲ κάποιο Ζαγοραῖο, μετὰ τοῦ ὁποίου ἐγκαταστάθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη. Σὲ ἡλικία δεκατριῶν ἐτῶν, μετὰ ἀπὸ κάποιο ἄτυχο περιστατικὸ φιλονικίας μὲ κάποιον τουρκόπαιδα, ἀναγκάστηκε νὰ ἀλλαξοπιστήσει καὶ νὰ γίνει Μωαμεθανός. Ἐπειδὴ ἔνιωθε τύψεις συνειδήσεως, ἔφυγε κρυφὰ ἀπὸ τὸ σπίτι τοῦ Τούρκου ἀφέντη του καὶ μετὰ ἀπὸ πολλὴ περιπλάνηση, ἀφοῦ ἦλθε στὴ Σμύρνη καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὴ Θήρα, ἔφθασε στὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἐκεῖ παρέμεινε ἀρκετὸ καιρὸ διερχόμενος μονὲς καὶ σκῆτες. Στὸ τέλος ἐκάρη μοναχὸς στὴ μονὴ Σταυρονικήτα.

Φλεγόμενος ἀπὸ τὸν πόθο τοῦ μαρτυρίου, ὁ Λουκᾶς ἀναχώρησε τὸν μῆνα Μάρτιο τοῦ 1802, ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ μετέβη στὴ Μυτιλήνη. Παρουσιάσθηκε στὸν κριτὴ τῆς πόλης, ἔλεγξε μὲ θάρρος τὴ μωαμεθανικὴ θρησκεία καὶ κήρυξε τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Καὶ παρὰ τὶς κολακεῖες καὶ τὶς ἀπειλές, ὁ Μάρτυς παρέμεινε στερεωμένος στὴν πατρώα εὐσέβεια.

Ὁδηγούμενος πρὸς τὴν οἰκία τοῦ Ναζήρη, συνάντησε τὸν Μητροπολίτη Μυτιλήνης, ποὺ ὁδηγοῦνταν καὶ αὐτὸς πρὸς τὸ κριτήριο. Ὁ Ἅγιος ἔσκυψε τὴν κεφαλή του καὶ ζήτησε τὴν εὐλογία καὶ τὶς προσευχὲς τοῦ Ἀρχιερέως. Οἱ Τοῦρκοι, μόλις τὸ εἶδαν αὐτό, ἐξεμάνησαν καὶ τὸν ἔδειραν ἀνηλεῶς. Παρὰ τὸν ἐπικείμενο φόβο καὶ τὴν ἀπειλούμενη γενικὴ σφαγὴ ὁ Ἐπίσκοπος διέταξε νὰ γίνει δέηση σὲ ὅλους τούς ναοὺς ὑπὲρ τοῦ δούλου τοῦ Θεοῦ, Λουκᾶ.

Ὁ Ἅγιος, μόλις παρουσιάσθηκε ἐνώπιον τοῦ Ναζήρη καὶ ἐνώπιον πλήθους Τούρκων, ὁμολόγησε καὶ πάλι τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Μετὰ τὴν ἀνάκριση, τοῦ δόθηκε τριήμερη προθεσμία, γιὰ νὰ σκεφθεῖ καὶ νὰ ἀποφασίσει. Ὅταν πέρασαν οἱ τρεῖς ἡμέρες καὶ ἐξέπνευσε ἡ προθεσμία, ὁ Ἅγιος Λουκᾶς συνέχισε νὰ παραμένει ἀμετακίνητος στὴν Ὀρθόδοξη πίστη. Γι’ αὐτὸ καταδικάσθηκε στὸν διὰ ἀπαγχονισμοῦ θάνατο.
Τὸ ἱερὸ λείψανό του παρέμεινε τρεῖς ἡμέρες στὴν ἀγχόνη καὶ μετὰ ταῦτα τὸ ἔριξαν στὴ θάλασσα.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὁσίων ἰσότιμος, καὶ Ἀθλητῶν κοινωνός, ὑστέροις ἐν ἔτεσιν, ἐν ἀμφοτέροις Χριστόν, δοξάσας γεγένησαι· ὅθεν ἡ τῆς Προγόνου, τοῦ Χριστοῦ σεπτὴ Σκήτη, χαίρει Ὁσιομάρτυς, τῇ ἁγίᾳ σου δόξῃ, καὶ πόθῳ μακαρίζει σε, Λουκᾶ παμμακάριστε.

Κοντάκιον

Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τὸν Χριστὸν ἐδόξασας ἐσχάτοις χρόνοις, τῇ στερρᾷ ἀθλήσει σου, καταβαλὼν τὸν δυσμενῆ· διό σοι χαῖρε κραυγάζομεν, Ὁσιομάρτυς Λουκᾶ παναοίδιμε.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις τῶν Ὁσίων ὁ μιμητής, καὶ τῶν Ἀθλοφόρων, ἰσοστάσιος ἐν παντί· χαίροις ὁ τῆς δόξης, Χριστοῦ κατατρυφήσας, Λουκᾶ Ὁσιομάρτυς, ἀθλήσας ἄριστα.

 
Ὁ Ἅγιος Λουκᾶς ὁ Ὁσιομάρτυρας ὁ Ἁγιαννανίτης

Ὁ Ἅγιος Ὁσιομάρτυς Λουκᾶς γεννήθηκε στὴν Ἀνδριανούπολη τῆς Θράκης καὶ οἱ γονεῖς του ὀνομάζονταν Ἀθανάσιος καὶ Δομνίτσα. Σὲ ἡλικία ἕξι ἐτῶν ὀρφάνεψε ἀπὸ πατέρα καὶ παραδόθηκε ἀπὸ τὴν μητέρα του σὲ κάποιο Ζαγοραῖο, μετὰ τοῦ ὁποίου ἐγκαταστάθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη. Σὲ ἡλικία δεκατριῶν ἐτῶν, μετὰ ἀπὸ κάποιο ἄτυχο περιστατικὸ φιλονικίας μὲ κάποιον τουρκόπαιδα, ἀναγκάστηκε νὰ ἀλλαξοπιστήσει καὶ νὰ γίνει Μωαμεθανός. Ἐπειδὴ ἔνιωθε τύψεις συνειδήσεως, ἔφυγε κρυφὰ ἀπὸ τὸ σπίτι τοῦ Τούρκου ἀφέντη του καὶ μετὰ ἀπὸ πολλὴ περιπλάνηση, ἀφοῦ ἦλθε στὴ Σμύρνη καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὴ Θήρα, ἔφθασε στὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἐκεῖ παρέμεινε ἀρκετὸ καιρὸ διερχόμενος μονὲς καὶ σκῆτες. Στὸ τέλος ἐκάρη μοναχὸς στὴ μονὴ Σταυρονικήτα.

Φλεγόμενος ἀπὸ τὸν πόθο τοῦ μαρτυρίου, ὁ Λουκᾶς ἀναχώρησε τὸν μῆνα Μάρτιο τοῦ 1802, ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ μετέβη στὴ Μυτιλήνη. Παρουσιάσθηκε στὸν κριτὴ τῆς πόλης, ἔλεγξε μὲ θάρρος τὴ μωαμεθανικὴ θρησκεία καὶ κήρυξε τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Καὶ παρὰ τὶς κολακεῖες καὶ τὶς ἀπειλές, ὁ Μάρτυς παρέμεινε στερεωμένος στὴν πατρώα εὐσέβεια.

Ὁδηγούμενος πρὸς τὴν οἰκία τοῦ Ναζήρη, συνάντησε τὸν Μητροπολίτη Μυτιλήνης, ποὺ ὁδηγοῦνταν καὶ αὐτὸς πρὸς τὸ κριτήριο. Ὁ Ἅγιος ἔσκυψε τὴν κεφαλή του καὶ ζήτησε τὴν εὐλογία καὶ τὶς προσευχὲς τοῦ Ἀρχιερέως. Οἱ Τοῦρκοι, μόλις τὸ εἶδαν αὐτό, ἐξεμάνησαν καὶ τὸν ἔδειραν ἀνηλεῶς. Παρὰ τὸν ἐπικείμενο φόβο καὶ τὴν ἀπειλούμενη γενικὴ σφαγὴ ὁ Ἐπίσκοπος διέταξε νὰ γίνει δέηση σὲ ὅλους τούς ναοὺς ὑπὲρ τοῦ δούλου τοῦ Θεοῦ, Λουκᾶ.

Ὁ Ἅγιος, μόλις παρουσιάσθηκε ἐνώπιον τοῦ Ναζήρη καὶ ἐνώπιον πλήθους Τούρκων, ὁμολόγησε καὶ πάλι τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Μετὰ τὴν ἀνάκριση, τοῦ δόθηκε τριήμερη προθεσμία, γιὰ νὰ σκεφθεῖ καὶ νὰ ἀποφασίσει. Ὅταν πέρασαν οἱ τρεῖς ἡμέρες καὶ ἐξέπνευσε ἡ προθεσμία, ὁ Ἅγιος Λουκᾶς συνέχισε νὰ παραμένει ἀμετακίνητος στὴν Ὀρθόδοξη πίστη. Γι’ αὐτὸ καταδικάσθηκε στὸν διὰ ἀπαγχονισμοῦ θάνατο.
Τὸ ἱερὸ λείψανό του παρέμεινε τρεῖς ἡμέρες στὴν ἀγχόνη καὶ μετὰ ταῦτα τὸ ἔριξαν στὴ θάλασσα.

Ἀπολυτίκιον Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὁσίων ἰσότιμος, καὶ Ἀθλητῶν κοινωνός, ὑστέροις ἐν ἔτεσιν, ἐν ἀμφοτέροις Χριστόν, δοξάσας γεγένησαι· ὅθεν ἡ τῆς Προγόνου, τοῦ Χριστοῦ σεπτὴ Σκήτη, χαίρει Ὁσιομάρτυς, τῇ ἁγίᾳ σου δόξῃ, καὶ πόθῳ μακαρίζει σε, Λουκᾶ παμμακάριστε.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τὸν Χριστὸν ἐδόξασας ἐσχάτοις χρόνοις, τῇ στερρᾷ ἀθλήσει σου, καταβαλὼν τὸν δυσμενῆ· διό σοι χαῖρε κραυγάζομεν, Ὁσιομάρτυς Λουκᾶ παναοίδιμε.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις τῶν Ὁσίων ὁ μιμητής, καὶ τῶν Ἀθλοφόρων, ἰσοστάσιος ἐν παντί· χαίροις ὁ τῆς δόξης, Χριστοῦ κατατρυφήσας, Λουκᾶ Ὁσιομάρτυς, ἀθλήσας ἄριστα.

 
Ὁ Ὅσιος Νίκων καθηγούμενος τῆς Λαύρας τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου

 


Ὁ Ὅσιος Νίκων ἔζησε στὴν Ρωσία κατὰ τὸν 11ο αἰῶνα μ.Χ. καὶ ἦταν μαθητὴς τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου († 10 Ἰουλίου). Ἦταν μοναχὸς στὴ Λαύρα τοῦ Κιέβου καὶ εἶχε τιμηθεῖ ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ τὸ ἱερατικὸ ἀξίωμα. Μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου ἔκειρε μετὰ ἀπὸ κανονικὴ δοκιμασία καὶ κατάλληλη πνευματικὴ προετοιμασία ὅσους ζητοῦσαν μὲ πόθο τὸ ἀγγελικὸ σχῆμα. Ἀξιώθηκε μάλιστα τῆς μεγάλης τιμῆς νὰ κείρει μὲ τὰ χέρια του τὸν Ὅσιο Θεοδόσιο († 3 Μαΐου), τὸν μεγάλο θεμελιωτὴ τῆς μοναχικῆς ζωῆς στὴ Ρωσία. Ἔκειρε ἀκόμη, περὶ τὸ ἔτος 1062, δύο μεγάλες μορφὲς τῆς Λαύρας, τὸν ἐπιφανὴ βογιάρο Βαρλαὰμ καὶ τὸν εὐνοῦχο ἡγεμόνα Ἐφραίμ.

Γι’ αὐτὲς ὅμως τὶς μοναχικὲς κουρὲς ὑπέμεινε μεγάλη θλίψη. Ὁ ἡγεμόνας Ἰζιασλάβος ὀργίσθηκε πολύ, ἐπειδὴ ἔχασε ἀπὸ κοντά του δύο σπουδαῖα πρόσωπα, δύο χρήσιμους συνεργάτες καὶ θύμωσε μὲ τοὺς Ὁσίους. Διέταξε νὰ φέρουν μπροστά του ἐκεῖνον ποὺ τόλμησε νὰ τοὺς κείρει μοναχούς. Ὁ Ὅσιος Νίκων ὁδηγήθηκε στὸν ἡγεμόνα. Ἐκεῖνος τὸν κοίταξε μὲ περισσὴ ὀργὴ καὶ φώναξε:

Ἐσὺ καλόγερε, τόλμησες νὰ κάνεις σὰν κι ἐσένα, τὸν βογιάρο καὶ τὸν εὐνοῦχο μου;

Ναί, ἐγώ, μὲ τὴν ἐντολὴ τοῦ Ὁσίου πατέρα μου καὶ τὴν εὐλογία τοῦ οὐράνιου Βασιλέως Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ τοὺς κάλεσε σὲ αὐτὸ τὸ δρόμο τῆς ἀσκήσεως, ἀποκρίθηκε ὁ Ὅσιος ἤρεμα καὶ θαρρετά.

Ὁ ἡγεμόνας μὲ μανία τοῦ ἔδωσε ἐντολὴ οἱ νέοι μοναχοὶ νὰ ἐπιστρέψουν στὴν πρότερή τους κατάσταση. Σὲ ἀντίθεση περίπτωση θὰ κατέστρεφε τὸ σπήλαιο.

Μετὰ ἀπὸ τὸ ἐπεισόδιο αὐτό, οἱ ἀδελφοὶ ἀναγκάσθηκαν νὰ ἐγκαταλείψουν τὸ σπήλαιο καὶ νὰ φύγουν μακριά, σὲ ἄλλο τόπο, ὅπου δὲν θὰ ἔφθανε ἡ ἡγεμονικὴ ὀργή. Τότε ὁ Ὅσιος Νίκων πῆγε στὸ Τμουταρακᾶν καὶ ἐκεῖ, κοντὰ στὴν πολίχνη, βρῆκε ἕναν ἔρημο τόπο, ὅπου ἐγκαταστάθηκε. Ἐπιδόθηκε ἀμέσως σὲ σκληροὺς ἀσκητικοὺς ἀγῶνες, ζωντας μὲ σιωπή, «μόνος μόνω τῷ Θεῷ προσευχόμενος». Ἡ παρουσία του δὲν ἄργησε νὰ γίνει γνωστὴ καὶ ἡ φήμη του νὰ ἁπλωθεῖ σὲ ὁλόκληρη τὴν περιοχή.

Ἡ Ὀρθόδοξη χριστιανικὴ πίστη δὲν εἶχε ἀκόμη στερεωθεῖ ἐκεῖ καὶ ἡ μοναχικὴ ζωὴ ἦταν τελείως ἄγνωστη. Σιγὰ – σιγὰ οἱ κάτοικοι ἄρχισαν νὰ πλησιάζουν τὸν Ὅσιο καὶ νὰ ἐντυπωσιάζονται ἀπὸ τὴν παράξενη γι’ αὐτοὺς ζωή του. Ἐκεῖνος τότε, γιὰ τὴν δόξα τοῦ Κυρίου, ἔλυνε τὴν σιωπή του καὶ τοὺς μιλοῦσε γιὰ τὸν ἀληθινὸ Τριαδικὸ Θεὸ καὶ τὴν Ὀρθόδοξη πίστη. Ὅλοι σαγηνεύονταν ἀπὸ τὴ σοφία, τὴν γνώση καὶ τὴν ἁγιότητά του, μετανοοῦσαν καὶ δόξαζαν τὸν Κύριο μὲ τὴν ζωὴ καὶ τὰ ἔργα τους. Ἀργότερα, ὁρισμένοι ζήτησαν ἀπὸ τὸν Ὅσιο νὰ τοὺς κάνει μοναχούς. Καί ἐκεῖνος, ἀφοῦ τοὺς δοκίμαζε καὶ τοὺς νουθετοῦσε, τοὺς ἔκειρε. Ἔτσι τέθηκαν τὰ θεμέλια γιὰ τὴν κατοπινὴ ἀνέγερση τῆς μονῆς τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ποὺ ἔγινε σπουδαῖο μοναστικὸ κέντρο, ἰσάξιο τῆς μονῆς τῶν Σπηλαίων.

Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ ἡγεμόνα τοῦ Τμουταρακᾶν Ροστισλάβου Βλαντιμίροβιτς, οἱ κάτοικοι τῆς χώρας παρακάλεσαν τὸν Ὅσιο Νίκωνα, στὸν ὁποῖο ἔτρεφαν ἀπεριόριστη ἐμπιστοσύνη καὶ ἀφοσίωση, νὰ πάει στὸν ἡγεμόνα τοῦ Τσερνιγκὼφ Σβιατοσλάβο Γιαροσλάβιτς καὶ νὰ ζητήσει τὸν υἱό του Γκλὲμπ γιὰ τὴν ἡγεμονία τοῦ Τμουταρακᾶν.

Ὁ Ὅσιος ἐκτέλεσε μὲ ἐπιτυχία τὴν δακονία ποὺ τοῦ ἀνέθεσε τὸ ποίμνιό του. Ἐπιστρέφοντας μαζὶ μὲ τὸν πρίγκιπα Γκλὲμπ Σβιατοσλάβιτς, πέρασε ἀπὸ τὸ Κίεβο καὶ ἐπισκέφθηκε τὴ μονὴ τῶν Σπηλαίων. Ὅταν ὁ μακάριος ἡγούμενος Θεοδόσιος ἀντίκρισε, μετὰ ἀπὸ τόσα χρόνια, τὸν παλαιὸ συνασκητή του, σκίρτησε ἀπὸ χαρά. Ἔπεσαν καὶ οἱ δύο στὴν γῆ καὶ ἔβαλαν βαθιὰ μετάνοια ὁ ἕνας στὸν ἄλλο. Ὕστερα ἀγκαλιάσθηκαν κλαίγοντας ἀπὸ συγκίνηση καὶ κάθισαν νὰ συζητήσουν.

Ὅταν ὁ Ὅσιος Νίκων, μετὰ ἀπὸ πολὺ ὥρα ἑτοιμάσθηκε νὰ φύγει, ὁ μακάριος Θεοδόσιος ξέσπασε πάλι σὲ λυγμοὺς καὶ τὸν παρακαλοῦσε νὰ μείνει στὰ Σπήλαια, γιὰ νὰ συνεχίσουν μαζὶ τὴν ἐπίγεια ἀσκητικὴ ὁδοιπορία τους.

Πρέπει νὰ πάω, εἶπε ὁ Νίκων, νὰ ρυθμίσω ὅτι ἀφορᾶ στὸ μοναστήρι μου. Ἔπειτα, ἂν εἶναι θέλημα Θεοῦ, θὰ ἐπιστρέψω.

Πράγματι ὁ Ὅσιος, πῆγε στὸ Τμουταρακᾶν μὲ τὸν πρίγκιπα Γκλέμπ, ὁ ὁποῖος ἀνέλαβε καὶ τὴν ἡγεμονία τῆς χώρας. Ὁ ἴδιος φρόντισε νὰ τακτοποιήσει μὲ ἐπιμέλεια τὶς ὑποθέσεις τῆς μονῆς του καὶ κατόπιν, σύμφωνα μὲ τὴν ὑπόσχεσή του, γύρισε στὴ Λαύρα, κοντὰ στὸν Ὅσιο Θεοδόσιο. Ὑποτάχθηκε μὲ ταπείνωση στὸν Ἅγιο ἡγούμενο καὶ ἐκτελοῦσε μὲ ἀκρίβεια ὅλες του τὶς ἐντολές, νεκρώνοντας τὸ δικό του θέλημα. Καὶ ὁ μακάριος Θεοδόσιος, ὅταν χρειαζόταν νὰ λείψει ἀπὸ τὴ μονή, ἄφηνε ὡς ἀντικαταστάτη του, στὴ διαποίμανση τῆς ἀδελφότητας, τὸν Νίκωνα.

Πολλὲς φορὲς ὁ Ὅσιος Νίκων, ποὺ γνώριζε τὴν τέχνη τῆς βιβλιοδεσίας, ἔραβε καὶ ἔδενε βιβλία. Τότε ὁ Θεοδόσιος καθόταν ταπεινὰ δίπλα του, ἂν καὶ ἦταν ἡγούμενος καὶ τοῦ ἑτοίμαζε τοὺς σπόγγους ποὺ χρειαζόταν γιὰ τὸ ἐργόχειρό του. Τὴν ὥρα ἐκείνη, ἀλλὰ καὶ σὲ ἄλλες εὐκαιρίες, οἱ δυὸ Ὅσιοι μάζευαν γύρω τους τοὺς ἀδελφοὺς καὶ τοὺς νουθετοῦσαν μὲ πνευματικὲς διδαχὲς καὶ ἀσκητικοὺς λόγους.

Ἀργότερα ὅμως, ὅταν ξέσπασε ἡ γνωστὴ διαμάχη ἀνάμεσα στοὺς τρεῖς ἀδελφοὺς ἡγεμόνες, τοῦ Κιέβου Ἰζιασλάβο, τοῦ Τσερνιγκὼφ Σβιατοσλάβο καὶ τοῦ Περεγιασλὰβ Βσέβολοντ, ὁ Ὅσιος Νίκων ἐπέστρεψε στὸ Τμουταρακᾶν, ὅπου ἔζησε μερικὰ χρόνια μὲ τὸν ἴδιο ἀσκητικὸ ζῆλο.

Ὅταν ἔμαθε ὅτι εἰρήνευσε ὁ τόπος τοῦ Κιέβου, ὁ Ὅσιος πῆρε πάλι τὸν δρόμο γιὰ τὴν Λαύρα. Φθάνοντας ὅμως ἐκεῖ, διαπίστωσε πὼς ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος δὲν ἦταν πιὰ στὴν ζωή. Ἡγούμενος τώρα ἦταν ὁ φιλόθεος Στέφανος. Ὁ Ὅσιος Νίκων ἀποφάσισε νὰ τελειώσει τὸν ἐπίγειο βίο του στὴ μονὴ τῆς μετάνοιάς του. Ἔμεινε λοιπὸν ἐκεῖ καὶ ἐπισκεπτόταν συχνὰ τὸν τάφο τοῦ Ὁσίου Θεοδοσίου, λούζοντάς τον κάθε φορὰ μὲ δάκρυα χαρμολύπης.

Ὅταν μὲ τὴ συνεργία τοῦ πονηροῦ, ὁρισμένοι ἀδελφοὶ δημιούργησαν ἀναταραχὴ στὴν ἀδελφότητα καὶ ἀπομάκρυναν τὸν μακάριο Στέφανο ἀπὸ τὴν ἡγεμονία τῆς μονῆς, ἡγούμενος ἀναδείχθηκε ὁ Ὅσιος Νίκων. Μὲ διάκριση καὶ σοφία ἀγωνίσθηκε ὁ Ὅσιος νὰ φέρει τὴν εἰρήνη καὶ τὴν ὁμόνοια στὴν ἀδελφότητα. Καὶ τὸ κατόρθωσε μὲ μεγάλο κόπο, πολὺ ὑπομονὴ καὶ περισσότερη προσευχή. Οἱ ἀδελφοί, ἀναγνωρίζοντας τὴν ἀκεραιότητα, τὴν σύνεση καὶ τὴν ἁγιότητά του, ἡσύχασαν καὶ ὑποτάχθηκαν σὲ αὐτόν, ὡς σὲ φωτισμένο πατέρα, διδάσκαλο καὶ πνευματικὸ ὁδηγό.

Πολλὲς φορὲς ὁ μοχθηρὸς διάβολος προσπάθησε νὰ δημιουργήσει νέα σκάνδαλα καὶ νὰ βάλει ἐμπόδια στὴν ἀνύσταχτη φροντίδα τοῦ Ὁσίου νὰ καθοδηγεῖ στὸν δρόμο τῆς σωτηρίας τὶς ψυχὲς ποὺ τοῦ ἐμπιστεύθηκε ὁ Κύριος. Οἱ σκοτεινοὶ σκοποί του ὅμως δὲν μποροῦσαν νὰ σβήσουν τὸ φῶς τῶν ἀρετῶν τοῦ πιστοῦ δούλου τοῦ Θεοῦ.

Στὰ χρόνια τῆς ἡγουμενίας τοῦ Ὁσίου Νίκωνος, ἔγινε μὲ τρόπο θαυμαστὸ ἡ ἁγιογράφηση τοῦ ναοῦ τῶν Σπηλαίων ἀπὸ Ἕλληνες ἁγιογράφους, σταλμένους ἀπὸ τὴν Κυρία Θεοτόκο.

Ὁ Ὅσιος Νίκων κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1088. Ἐνταφιάσθηκε στὴ μονὴ τῶν Σπηλαίων, ὅπου μέχρι σήμερα τὸ τίμιο λείψανό του ἀναπαύεται ἄφθορο καὶ ἀκέραιο, τιμημένο μὲ τὴ δόξα καὶ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ ἐπιτελεῖ πολλὰ θαύματα.

Προσευχή για την εργατικότητα


Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ Θεός μας,
Ἐσύ πού ἐργάσθηκες τά ἔργα τῶν ἀνθρώπων καί γεύθηκες τόν κόπο καί τόν μόχθο, γιά νά μᾶς διδάξεις ὅτι εἶναι εὐλογημένη κάθε τίμια ἐργασία,
Ἐσύ πού καί τούς ἁγίους Σου Ἀποστόλους κάλεσες ἀνάμεσα ἀπό τούς ἐργάτες, γιά νά ἁγιάσεις μέ τήν εὐλογία Σου τήν ἐργασία,
Ἐσύ, Κύριε, πού εἶσαι ὁ πρῶτος Ἐργάτης καί Τεχνίτης τοῦ κόσμου,

Σέ παρακαλοῦμε νά εὐλογήσεις καί τή δική μας ἐργασία.
Βοήθησέ μας νά ἐπιτελοῦμε τίς σχολικές μας ἐργασίες μέ προθυμία.
Νά βοηθοῦμε τήν οἰκογένεια καί τούς ἀδελφούς μας μέ τήν ἐργατικότητά μας.
Νά μήν παραλείπουμε τά πνευματικά μας καθήκοντα καί νά ἐργαζόμαστε πρόθυμα γιά τή βελτίωση τοῦ χαρακτήρα μας καί τήν κατάκτηση τῶν ἀρετῶν.
Φώτισέ μας τό νοῦ, ὥστε νά κάνουμε πάντα τό ἀγαθό καί νά εἴμαστε ἐργάτες τοῦ φωτός καί τῆς ἀλήθειας.
Κι ὅπως Ἐσύ, Κύριε, δόξασες σ’αὐτή τή γῆ τόν Πατέρα Σου ἐκτελώντας τά ἔργα Του, κάνε ὥστε κι ἐμεῖς μέ τήν ἐργατικότητά μας νά γινόμαστε ἀφορμή νά δοξάζεται τό πανάγιο Ὄνομά Του. ΑΜΗΝ.
πηγή  το είδαμε εδώ

''Χαρά γίνεται ενώπιον των αγγέλων του Θεού επι ενι αμαρτωλώ μετανοούντι''.

Καποια στιγμη στον ουρανό ζήτησε ο Θεός απο τους αγγέλους να του φέρουν τα πιο πολύτιμα πράγματα,που υπάρχουν στη γή. 

Οι άγγελοι ξεκίνησαν και έψαξαν ολόκληρη τηγή.Πολλοί ομολογουμένως έφεραν πολλά ωραία και πολύτιμα πράγματα.Ξεχώρισαν όμως τρείς. 

Ο ένας έφερε και απέθεσε στον θρόνο του Θεού ένα ωραιότατο μαργαριτάρι.Ήτανμια σταγόνα ιδρώτα.Είχε πέσει απο το μέτωπο κάποιου που τίμια προσπαθούσε να ζήσει την οικογένειά του. 

-Ωραίο το εύρημα σου,είπε ο Θεός,αλλά υπάρχει και πιο ωραίο απο αυτό 

.Ήρθε τότε δεύτερος άγγελος.Αυτός απέθεσε με σεβασμό μπροστά στον Θεό ένα κατακόκκινο ρουμπίνι.Ήταν μια σταγόνα αίματος ενος ήρωα,που είχε πέσει στο πεδίο της τιμής.Οι άγγελοι έμειναν εκστατικοί.Ασφαλώς αυτός θα κέρδιζε το βραβείο. 

-Υπάρχει κάτι πιο πολύτιμο ακόμη,είπε ο Θεός. Τότε όλοι στράφηκαν προς το μέρος του τρίτου αγγέλου, που εκείνη την ώρα ερχόταν και με πολλή ευλάβεια άφησε να κυλίσει στον θρόνο του Θεού ένα ασταφτερό διαμάντι,που όμοιο μ'αυτό ποτέ δεν είχαν δεί.Ήταν ένα δάκρυ κάποιου αμαρτωλού,που γονατιστός ομολογούσε τις αμαρτίες του μπροστά στον πνευματικό. 

-Αυτό είναι το πιο πολύτιμο πράγμα ,είπε τότε ο Θεός,και το βραβείο 

δόθηκε στον τελευταίο άγγελο.Αλήθεια,πόσο αξίζει η μετάνοια και η εξομολόγηση. 

Αυτό το βεβαιώνει ο ίδιος ο Κύριος,που λέγει<χαρά γίνεται ενώπιον των αγγέλων του Θεού επι ενι αμαρτωλώ 

μετανοούντι>.(Λουκ.ιε΄10). 

πηγή

Γ΄Κυριακή των Νηστειών (Σταυροπροσκυνήσεως) - «Όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι»





Απόστολος: Εβρ. δ΄ 14-ε΄ 6
Ευαγγέλιο: Μαρκ. η΄ 34-θ΄1
«Όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι» (Μαρκ. η΄ 34).
Παρά το ότι από το ύψος του εικονοστασίου προβάλλει η μορφή του Εσταυρωμένου, εντούτοις η Εκκλησία προβάλλει και ανάμεσα μας το Σταυρό του Κυρίου για να μας θυμίζει από τη μια το αντίτιμο της εξαγοράς μας από  την αμαρτία και από την άλλη τη δική μας υποχρέωση για το σήκωμα του δικού μας σταυρού. Επειδή δε «στενή η πύλη και τεθλιμμένη η οδός η απάγουσα εις την ζωήν και ολίγοι εισίν οι ευρίσκοντες αυτήν» (Ματθ. ζ΄14), για τούτο και χρειαζόμαστε τη στήριξη και βοήθεια του Θεού στο δύσκολο αυτό αγώνα.

Διπλός, λοιπόν, ο στόχος της σημερινής γιορτής. Πρώτον να συνειδητοποιήσουμε τη σημασία της σταυρικής θυσίας του Κυρίου ξεχωριστά και δεύτερον να βρούμε τους τρόπους με τους οποίους θα φανούμε αντάξιοι αυτής της μεγάλης θυσίας, αυτής τη μεγάλης αγάπης. Ιδιαίτερα βοηθητικά είναι τα σημερινά αναγνώσματα. Ο «Απόστολος» μας καλεί να «κρατήσουμε σταθερή την πίστη που ομολογούμε. Γιατί έχουμε μέγαν αρχιερέα που έφτασε ως το θρόνο του Θεού, τον Ιησού, τον Υιό του Θεού. Δεν έχουμε αρχιερέα που να μην μπορεί να συμμεριστεί τις αδυναμίες μας. Αντίθετα, έχει δοκιμαστεί σε όλα, επειδή έγινε άνθρωπος σαν κι εμάς, χωρίς όμως να αμαρτήσει. Ας πλησιάσουμε, λοιπόν, με θάρρος το θρόνο της χάριτος του Θεού, για να μας σπλαχνιστεί και να μας δωρίσει τη χάρη του, την ώρα που τη χρειαζόμαστε».
Για να τολμήσουμε να πλησιάσουμε με το θρόνο της χάριτος του Θεού και να γίνουμε κοινωνοί αυτής της μεγάλης του αγάπης θα πρέπει να υλοποιήσουμε τις σημερινές συστάσεις του κυρίου όπως αυτές διατυπώνονται στο σημερινό «ευαγγέλιο». Δηλαδή, όποιος θέλει να τον ακολουθήσει θα πρέπει να απαρνηθεί τον εαυτό του, να σηκώσει το σταυρό του και να τον ακολουθεί.
Είναι ιδιαίτερα σημαντικό το γεγονός ότι, ενώ πριν λίγο μιλώντας για το δικό του Σταυρό χρησιμοποίησε το όρο «δει», πρέπει, όταν απευθύνθηκε στον κόσμο και τους Μαθητές του χρησιμοποίησε τις λέξεις «όστις θέλει». Ο ίδιος προσφέρει της δυνατότητα της σωτηρίας για όλους μαζί, αλλά και για τον καθένα ξεχωριστά. Για να γίνουμε δέκτες και συμμέτοχοι της χάριτος του Θεού θα πρέπει να το θελήσουμε κι εμείς. Ο Θεός θέλει ελεύθερα να δεχθούμε αυτή τη δωρεά και μέσα από την πίστη και τον τρόπο της καθημερινής μας ζωής να φαινόμαστε αντάξιοι αυτής της δωρεάς. Αν παρ’ ελπίδα δεν ανταποκριθούμε επάξια σ’ αυτή τη δωρεά, είτε με την πλήρη άρνηση μας, είτε με τη μη συμμόρφωση στο θέλημα του, τότε ως αξιοκατάκριτοι πλέον θα περιφρονηθούμε και από το Υιό του ανθρώπου «όταν έλθη εν τη δόξη του Πατρός αυτού μετά των αγγέλων των αγίων».
Σαφής, λοιπόν, και ξεκάθαρος σήμερα ο Ιησούς. Αυτός, ως η ελπίδα του κόσμου που πρόβαλε μέσα από το ευαγγέλιο της περασμένης Κυριακής, έρχεται σήμερα να καλέσει τον άνθρωπο να τον ακολουθήσει. Επειδή δε η υλοποίηση αυτής της ελπίδας δε θα είναι δοτή ή και αποτέλεσμα εξαναγκασμού για τούτο και απευθύνει ανοικτή πρόσκληση σε όλους.  Η σωτηρία είναι για όλους. «Ο Θεός θέλει να σωθούν όλοι οι άνθρωποι» (Α΄ Τιμ. β΄ 4). Όμως, το ότι δεν σώζονται όλοι οι άνθρωποι αυτό οφείλεται στους ίδιους τους ανθρώπους, επειδή αρνούνται να γίνουν μέτοχοι της σωτηρίας που τους προσφέρεται.
Έτσι ο Κύριος απευθύνει πρόσκληση σε όλους. Απευθύνει πρόσκληση γενική, καθολική, αλλά και πρόσκληση προσωπική. Ακούσαμε στο σημερινό ευαγγέλιο: «Ο Ιησούς κάλεσε τότε τον κόσμο μαζί με τους μαθητές και τους είπε: Όποιος θέλει να με ακολουθήσει, ας απαρνηθεί τον εαυτό του, ας σηκώσει το σταυρό του και ας με ακολουθεί».
Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός της υλοποίησης αυτής της πρόσκλησης. Προσκαλεί όλους, αλλά στη συνέχεια προχωρεί στον καθένα ξεχωριστά θέτοντας κάποιες προϋποθέσεις. (α) Να απαρνηθούμε τον εαυτό μας (β) Να σηκώσουμε το σταυρό μας και (γ) Να τον ακολουθούμε δια βίου.
Ο Ιησούς θέλει ανθρώπους ελεύθερους και όχι δούλους, θέλει να τους διακρίνει η αγάπη πάνω από τον ίδιο τον εαυτό τους, έχοντας σαν πρότυπο τη δική του αγάπη. Σε ότι αφορά το σταυρό κάνει διάκριση από το δικό του Σταυρό. Ο Σταυρός Του ήταν μέσο σωτηρίας όλων των άλλων ανθρώπων. Ο ανθρώπινος σταυρός είναι ξεχωριστός του καθενός και αποβλέπει στη δική του και μόνο σωτηρία. Πολλές φορές το Χριστιανικό χρέος, το Χριστιανικό καθήκον, είναι στ’ αλήθεια σταυρός βαρύς, γιατί μέσα από την αυταπάρνηση καλείται να προχωρήσει σε θυσία, ακόμα και αυτοθυσία.
Σταυρός βαρύς και μάλιστα με δύο έννοιες. Πρώτον, γιατί μέσα από την αποδοχή του δικού μας σταυρού θα εκφραστεί ο βαθμός της πίστεως μας και δεύτερον μέσα από τον τρόπο που εμείς θα σηκώνουμε το δικό μας σταυρό θα γινόμαστε το ζωντανό παράδειγμα τόσο στο χώρο της οικογένειας, όσο και στο χώρο της κοινωνίας. Το παράδειγμα της υπομονής την ώρα της μεγάλης δοκιμασίας, η δύναμη της πίστης και της ελπίδας ότι θα τα καταφέρουμε με τη δύναμη και τη βοήθεια του Θεού. Μέσα από την όλη αναστροφή μας θα δώσουμε στην πράξη τις πιο πειστικές αποδείξεις για την ανωτερότητα και την ορθότητα της χριστιανικής μας πίστεως. Μιας πίστεως που οικοδομεί, που ομολογεί με παρρησία και εκφράζεται πρακτικά σαν ήθος και σαν τρόπος καθημερινής ζωής. Μέσα από αυτό το ήθος και αυτό τον τρόπο ζωής θα γινόμαστε αφορμή για να δοξάζεται το όνομα του Θεού. Βαρύ το φορτίο, μεγάλη όμως και η δύναμη του Θεού. Ας μην ξεχνούμε τους λόγους του Αποστόλου Παύλου: «Πάντα ισχύω εν τω ενδυναμούντι με Χριστώ» (Φίλιπ. δ΄ 13). Όλα τα μπορώ χάρη στο Χριστό που με δυναμώνει.
Αδελφοί μου, ο Σταυρός του Κυρίου προβάλλει και σήμερα μπροστά μας για προσκύνηση στέλλοντας μας ταυτόχρονα το μήνυμα ότι Αυτός που υψώθηκε πάνω στο σταυρό βρίσκεται ανάμεσα μας, δίπλα μας, για να μας στηρίξει. Αυτό το γεγονός μας δίνει δύναμη και μαζί με τον υμνωδό ομολογούμε: «Ο Σταύρος Σου Κύριε, ζωή και Ανάστασις υπάρχει τω λαώ σου». Άρα και για μας. Είναι ταυτόχρονα πηγή δύναμης και ελπίδας ότι και ο δικός μας σταυρός θα έχει σαν τελική κατάληξη και τη δική μας ανάσταση. Ας παρακαλέσουμε το Θεό να μας δίνει δύναμη και υπομονή σ’ αυτόν τον αγώνα. Μέσα από αυτή την υπομονή θα εκφραστεί η δύναμη της πίστης μας, αλλά και η πιο γνήσια και ειλικρινής προσκύνηση του Σταυρού του Κυρίου. Ναι, Κύριε, Φιλάνθρωπε κι’ εμείς μετά του υμνωδού αναφωνούμεν: «Τον Σταυρόν σου προσκυνούμεν Δέσποτα, κα την Αγίαν Σου Ανάστασιν δοξάζομεν». Αμήν.

Η Μονή Γηροκομείου ορφάνεψε, και η Πάτρα επίσης ! Ο θάνατος του γέροντα Χριστοφόρου Μεϊντανά…














Ο πρό ηγούμενος, τής ιστορικής Μονής Γηροκομείου Πατρών παπά Χριστόφορος, έτοιμος γιά τό τελευταίο ταξίδι του...

----------------------------------------

Τις μέρες αυτές,  όπου τα πάντα έχουν ανατραπεί, κι΄ όπου τα πάνω έχουν γίνει κάτω, τά δεξιά έχουν γίνει αριστερά και τά ίσα στραβά,  υπάρχουν, δόξα τώ Θεώ, καί κάποιοι άνθρωποι  πού φώτισαν, και με τις παρακαταθήκες τους θα φωτίζουν ακόμη τις ανθρώπινες κοινωνίες…
 

Ένας απ΄αυτούς τους ξεχωριστούς, σκληραγωγημένους, και θαρραλέους ανθρώπους  υπήρξε και ο γέροντας  Αρχιμανδρίτης  Χριστόφορος Μεϊντανάς,  πρώην ηγούμενος της  ιστορικής Μονής Γηροκομείου Πατρών, πού ατυχώς μέσα από μια σειρά δοκιμασιών υγείας κατέληξε στο τέλος τυφλός σε αναπηρικό καροτσάκι μέχρι πού χθές έφυγε για πάντα από κοντά μας...
 

Ψηλός, αδύνατος, ασκητικός στην εμφάνιση, απλός, καταδεκτικός, συγχωρητικός,πού γινόταν θυσία γιά όσους ζητούσαν όχι μόνο τίς ευχές του καί τίς προσευχές του, αλλά και την υλική βοήθειά του...
 
Κι΄ ακόμη, ευθύς και ίσος στον λόγο του, με το «ναι, ναι», το «όχι – όχι»  και την αλήθεια  πάντα στο στόμα του, όποιος κι΄ αν ήταν ο συνομιλητής του, παρηγορητικός στους φτωχούς, στους πονεμένους, και στους αμαρτωλούς, πού κατά δεκάδες  Εξομολογούνταν σ΄ αυτόν…
 
Βρήκα έναν παλιό φίλο πού τον ήξερε καλύτερα, άς τον πούμε εδώ κύρ Γιάννη,  και μού είπε τα εξής περίπου:
 

« Ο  γέροντας,  από πολύ καιρό τώρα υπέφερε μετά από εκείνο το «ιστορικό» ατύχημα και γκρέμισμα του αυτοκινήτου πού τον μετέφερε στην γνωστή σπηλιά της Υπαπαντής στην Οβρυά  πού πήγαινε τακτικά και λειτουργούσε με μεγάλη μάλιστα κοσμοσυρροή...



Τυφλός, λίγο πρίν πεθάνει....




 
Το αυτοκίνητο  είχε γίνει σμπαράλια, ο γέροντας με τον οδηγό τραυματίστηκαν ελαφρά, αλλά τον άφησε ο Θεός να ζήσει, γιατί είχε πολλά ακόμη να προσφέρει…Και πολύς κόσμος τον περίμενε και προσευχόταν στον Θεό  γι΄ αυτόν…Ήταν μία ακόμη επιβουλή του σατανά να τον σκοτώσει…
 
Διάβαζε στον κόσμο διάφορες ευχές γιά τα προβλήματά τους καί μάλιστα μέ τίς ώρες, αρχίζοντας από τό πρωϊ καί τελειώνοντας το βράδυ...Υπήρξαν άνθρωποι πού πηγαίνανε το πρωϊ και φεύγανε στις 2  μετά τά μεσάνυκτα !
 
Τόν ρώτησα παλαιότερα  

-- " πάτερ Χριστόφορε, τί θά ήθελες να κάνουμε γιά σένα όταν μάθουμε ότι πέθανες;". 
Χαμογέλασε καί μού είπε :

-- " Νά πείς κανένα Κύριε ελέησον, καί γιά μένα τό παλιοτόμαρο !!!!...."
 
Και δεν το έλεγε από ψευτοταπείνωση όπως κάνουμε συνήθως εμείς με τα λόγια μας, και  με τις πράξεις μας κάνουμε άλλα…
 

Ήταν ένας πραγματικά ταπεινός άνθρωπος !

Πρέπει να ξέρουμε ακόμη ότι η εργασία του παπά  Χριστόφορου ήταν όχι μόνο φανερή, αλλά  και μυστική . 

Φανερή μέν,
 από τά δεκάδες πρόσωπα πού έβλεπες να περιμένουν  υπομονετικά  κάτω από τις στοές του μοναστηριού στην αυλή, έξω από τό κελλάκι του, για να τους διαβάσει  κυρίως Εξορκιστικές ευχές εναντίον πειρασμών , μαγείας, και δαιμόνων, πράγμα πού ελάχιστοι σήμερα κληρικοί  διαβάζουν, ως και καθόλου... 

Και δεν τις διαβάζουν  γιατί πρέπει να έχεις πολύ θάρρος να τα βάλεις με τον ίδιο τον σατανά πού υπάρχει μέσα στην μαγεία. Είτε μαύρη μαγεία είναι αυτή, είτε λεγόμενη λευκή, το ίδιο είναι !
 
Αυτό όμως,  τον παπα-Χριστόφορο  ως  δεδηλωμένο αντίπαλο και εχθρό  του σατανά  ουδόλως τον απασχολούσε…
 

Η «μυστική» εργασία του ήταν οί ελεημοσύνες και οί τσάντες με τρόφιμα και με λεφτά πού έδινε σε πονεμένες και ορφανές οικογένειες γυρνώντας συνήθως βράδυ μ΄ ένα ταξί,  ή με κάποιους  άλλους νά τον πηγαίνουνε…. 
Ότι τού έδινε ο κόσμος, αυτός το έδινε αλλού, δεκάρα τρύπια δεν κράταγε επάνω του…

Εγώ τον θυμάμαι από πολύ παλιά, τότε πού τις μέρες αυτές της Σαρακοστής αλλά καί του 15Αύγουστου έπαιρνε το μουλάρι της Μονής και γυρνούσε περιοδεία  πάνω στα ορεινά χωριά της Αχαϊας για να Εξομολογήσει τον κόσμο !
 

Άντε να βρείς τώρα τέτοιον παπά Χριστόφορο !
 
Γι΄ αυτό λέω, και γράψτο αυτό, ότι η Πάτρα ορφάνεψε από την κοίμηση αυτού του ανθρώπου πού ήταν γνωστός για την ασκητικότητά του και για τους Εξορκισμούς πού διάβαζε, όχι μόνο στην Πάτρα και στα περίχωρα αλλά και πολύ πιο πέρα ακόμη. 

Κι΄ όπως είπε και ο Μητροπολίτης Πατρών στον επικήδειο λόγο του, οί πατέρες της Μονής ξέρουνε το πόσος κόσμος τον ζητούσε στο τηλέφωνο καθημερινά για να τον παρακαλέσουν να προσευχηθεί για τα οικογενειακά και άλλα προβλήματά τους…
Για τις αρρώστιες τους, για τα παιδιά τους…

Τηλεφωνούσαν ακόμη και από Αίγιο, Αθήνα, Λάρισα, Ελασσόνα, Θεσσαλονίκη, Καναδά, Αμερική, Αυστραλία, διάφορες ώρες την ημέρα ζητώντας τον παπά Χριστόφορο…
 
Άσε το άλλο, πού ανέφερε και ο Μητροπολίτης.
Υπήρχαν αρκετοί άνθρωποι πού έριχναν τους λογαριασμούς ρεύματος, νερού, τηλεφώνου πού δεν είχαν να πληρώσουν κάτω από την πόρτα του κελιού του.

Τους έπαιρνε ο γέροντας και πήγαινε αδιαμαρτύρητα να τους πληρώσει ο ίδιος !
 
Είχε μάλιστα πάρει ο ίδιος δάνειο από την Τράπεζα  και το εξοφλούσε ο ίδιος για να ξεπληρώσει ένα σπίτι φτωχών πού θα τους πέταγαν έξω !
 
Αυτός ήταν ο παπα Χριστόφορος !
 

Και πόσα άλλα πού εμείς δεν ξέρουμε…
Είχε όμως κι΄ένα παράπονο από αρκετές γυναίκες πού μαζεύονταν  έξω από το κελί του περιμένοντας με τις ώρες μάλιστα, να τους διαβάσει ευχές. 

Έλεγε λοιπόν περίπου αυτά :
 
« έρχονται εδώ να τους διαβάσω Εξορκιστικές ευχές, να παρακαλέσω τον Θεό γι΄ αυτές και άλλες έξω καπνίζουν, άλλες είναι ντυμένες προκλητικά και άσεμνα, άλλες αισχρολογούνε και λένε σόκιν, άλλες φοράνε παντελόνια, άλλες τσακώνονται απ΄ έξω, ή πάει η μία να κλέψει την σειρά της άλλης…Κάποιες έρχονται για πολλά χρόνια κάνοντας όλα αυτά και μετά λένε ότι δεν βλέπουν βελτίωση, ότι  δεν τις πιάνουν οί ευχές. Τί να τους κάνω εγώ, αφού δεν ακούνε τίποτα…»
 
Αυτά μού είπε ο κύρ Γιάννης για τον παπά Χριστόφορο πού έφυγε από την ζωή αυτή.
Την ευχή του να έχουμε…

ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΩΝΟΣ ΚΑΙ ΤΩΝ 199 ΜΑΘΗΤΩΝ ΤΟΥ

15Γιορτάζουμε σήμερα 23 Μαρτίου, ημέρα μνήμης του Αγίου Νίκωνος και των 199 μαθητών του.

O Άγιος Νίκων, γεννήθηκε στη Νεάπολη της Ιταλίας, την εποχή του ηγεμόνα Κυντιανού, από πατέρα ειδωλολάτρη και μητέρα Χριστιανή, η οποία τον γαλούχησε σύμφωνα με τα ευαγγελικά δόγματα. Σε νεαρή ηλικία έγινε στρατιωτικός και πολύ γρήγορα διακρίθηκε για την ανδρεία και την πειθαρχία του.

Η ψυχή του όμως, ποθούσε τον βίο της άσκησης και της αφιέρωσης. Γι' αυτό ξεκίνησε για την περιοχή της Κωνσταντινουπόλεως, Έκανε όμως μία πρώτη στάση στη Χίο. Εκεί δέχτηκε το Άγιο Βάπτισμα και αφιερώθηκε στην ασκητική ζωή και στη μελέτη των Αγίων Γραφών.

O τοπικός επίσκοπος, διέκρινε τα χαρίσματά του και τον χειροτόνησε πρεσβύτερο και λίγο αργότερα τον τοποθέτησε ηγούμενο 190 αδελφών για να τούς νουθετεί και να τούς καθοδηγεί. Πολύ γρήγορα, η συνοδεία απέκτησε μεγάλη φήμη.

Όμως όταν εκοιμήθησαν οι γονείς του, ο Άγιος και η συνοδεία του, μαζί με άλλους εννέα, σχημάτισαν μια ευσεβέστατη αδελφότητα και εγκαταστάθηκαν στη Σικελία.

Σύντομα όμως δέχθησαν την επίθεση του ηγεμόνα, αρνήθηκαν, συνελήφθησαν, υπέστησαν φρικτά βασανιστήρια και τέλος θανατώθηκαν.

Στους εορτάζοντες και στις εορτάζουσες, χρόνια πολλά και ευάρεστα στο Θεό !!!

Απολυτίκιο:
Ήχος δ'. Ταχύ προκατάλαβε.
Νικήσας τον δόλιον, άσκητικαις αγωγαίς, κανών εχρημάτισας, των σων κλεινών φοιτητών, ακρότητι βίου σου, όθεν συν τούτοις άμα, γεγονώς εν τη Δύσει, έδυσας εν αθλήσει, συν αυτοίς Πάτερ Νίκων, μεθ' ων και κατεφοίτησας αίγλη τη άνωθεν.

Σάββατο, Μαρτίου 22, 2014

Tὸ Ζωοποιὸν Ξύλον υπό του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Προικοννήσου Ιωσήφ



 

 
«Τῇ αὐτῆ ἡμέρᾳ, Κυριακῇ τρίτῃ τῶν Νηστειῶν, τὴν προσκύνησιν ἐορτάζομεν τοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταύρου» (1)

Βρισκόμαστε στὸ «στάδιο τῶν ἀρετῶν»,(2) τὴν Ἁγία καὶ Μεγάλη Σαρακοστή. Οἱ «βουλόμενοι ἀθλῆσαι» ὡς Ὀρθόδοξοι, ἀγωνίζονται «τὸν καλόν της νηστείας ἀγώνα», ὥστε ν' ἀξιωθοῦν μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ «κατιδεῖν τὸ πάνσεπτον Πάθος Χρίστου τοῦ Θεοῦ, καὶ τὸ Ἅγιον Πάσχα πνευματικῶς ἐναγαλλιώμενοι ».(3)

Ἀγωνίζονται ἀπέχοντες ὄχι μόνο ἀπὸ τὰ διάφορα φαγητὰ (κρέας, ψάρι, γάλα, αὐγὰ κ.λπ.), ἄλλα προπάντων ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, σύμφωνα καὶ μὲ τὴν προτροπὴ ἑνὸς τροπαρίου: «...ἁγνίσωμεν τὴν ψυχήν, τὴν σάρκα καθάρωμεν νηστεύσωμεν ὥσπερ ἐν τοῖς βρώμασιν ἐκ παντὸς πάθους, τὰς ἀρετὰς τρυφῶντες τοῦ Πνεύματος...»,(4) διότι, ἀληθὴς νηστεία ἡ τῶν κακῶν ἀλλοτρίωσις, ἐγκράτεια γλώσσης, θυμοῦ ἀποχή, ἐπιθυμιῶν χωρισμός, καταλαλιᾶς, ψεύδους καὶ ἐπιορκίας»,(5) ὅπως ὑπογραμμίζει ἡ ὑμνολογία τῆς Καθαρᾶς Δευτέρας.

Ὁ ἀγώνας εἶναι σκληρός, τραχὺς καὶ δύσκολος. Τὰ βραβεῖα, ὅμως, ποὺ προορίζονται γιὰ ὅσους θ' ἀγωνισθοῦν καλῶς μέχρι τὸ τέλος, εἶναι μεγάλα καὶ σπουδαῖα:

- Ἄνετο ἀνέβασμα στοὺς οὐρανούς, ὅπου οἱ χορεῖες τῶν Ἀγγέλων μὲ ἀσίγητες φωνὲς τὴν ἀδιαίρετη ὑμνοῦν Τριάδα, «καθορῶσαι τὸ ἀμήχανον κάλλος καὶ δεσποτικόν».(6)

- Ἀπόλαυση «ξενίας δεσποτικῆς καὶ ἀθανάτου τραπέζης»(7). Σωτηρία, Παράδεισος, Βασιλεία Θεοῦ δηλαδή! Γι' αὐτὸ καὶ ὁ ἀντίδικος τῶν Χριστιανῶν, ὁ «ὄφις ὁ ἀρχαῖος» (Ἀποκ. 12: 9), μὲ ζηλοφθονία καὶ λύσσα ἐπιχειρεῖ νὰ κάμψει, ν' ἀποθαρρύνει καὶ ν' ἀπογοητεύσει τοὺς ἀγωνιστές, ὥστε νὰ ἐγκαταλείψουν τὸν ἀγώνα καὶ νὰ τοὺς κερδίσει αὐτὸς μέσω τῆς ἀμέλειας, τῆς ἀκράτειας, τῆς καλοπέρασης καὶ τῶν ἡδονικῶν ἀπολαύσεων!

Εἶναι ἀνάγκη, λοιπόν, νὰ ἐνισχυθοῦν οἱ ἀγωνιστὲς Χριστιανοί! Γι' αὐτὸ τὸν σκοπό, μετὰ τὴ συμπλήρωση τριῶν ἑβδομάδων νηστείας, κατὰ τὴν τρίτη δηλαδὴ Κυριακή της Σαρακοστῆς, ἡ Μητέρα μας Ἐκκλησία προβάλλει σὲ προσκύνηση τὸν Τίμιο καὶ Ζωοποιὸ Σταυρὸ τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ καὶ ἀπευθύνει σὲ ὅλους: «Τὸν Σταυρὸν ἡ γῆ σύμπασα προσκυνησάτω, δι' οὗπερ ἔγνωκε Σὲ προσκυνεῖν, Λόγε».

Ὁ Τίμιος Σταυρὸς γιὰ μᾶς τοὺς Ὀρθοδόξους ἔχει ἰδιαίτερη φυσιογνωμία. Τὸν προσφωνοῦμε καὶ τὸν ἐπικαλούμαστε ὡς πρόσωπο. «Σταυρὲ τοῦ Χριστοῦ, σῶσον ἡμᾶς τῇ δυνάμει Σου», τὸν παρακαλοῦμε, ἐνῶ ἐπίσης τοῦ ἀπευθύνουμε καὶ χαιρετισμούς: «Χαίροις ὁ τοῦ Κυρίου Σταυρός», «Χαῖρε, Ξὺλον μακάριον» κ.λπ. Τὸν θεωροῦμε σύμβολο χαρᾶς. Ὄχι λύπης! Δι' αὐτοῦ «τῶν δακρύων ἐξηφανίσθη κατήφεια, καὶ τοῦ θανάτου τῶν παγίδων ἐρρύσθημεν, καὶ πρὸς ἄληκτον εὐφροσύνην μετήλθομεν».(8) Εἶναι «τῆς Ἐκκλησίας ὁ ὡραῖος Παράδεισος»,(9) τὸ «ξύλον τῆς ἀφθαρσίας, τὸ ἑξανθῆσαν ἡμῖν αἰωνίου δόξης τὴν ἀπόλαυσιν».(10) Εἶναι ἡ θύρα τὸ Παραδείσου, ὁ στηριγμὸς τῶν πιστῶν, τῆς Ἐκκλησίας τὸ περιτείχισμα! Μὲ τὴ δύναμή του ἐκδιώκονται οἱ φάλαγγες τῶν πονηρῶν δαιμόνων. Διὰ τοῦ Σταυροῦ ἐξαφανίσθηκε ἡ κατάρα καὶ καταργήθηκε καὶ καταπόθηκε ἡ δύναμη τοῦ θανάτου καὶ ὑψωθήκαμε ἀπ' τὴ γῆ στὰ οὐράνια, ὅπως διακηρύσσουν οἱ γλυκύτατοι ὕμνοι τῆς ἡμέρας. Τὸν θεωροῦμε σύμβολο ἀναστάσεως καὶ ἀφθαρσίας. Ὄχι θανάτου! Γι' αὐτὸ τὸν τοποθετοῦμε στοὺς τάφους τῶν κεκοιμημένων μας, σὲ ἔνδειξη καὶ βεβαίωση τῆς ἀναμενόμενης ἀναστάσεώς τους!

Καθὼς προσκυνοῦν τὸ «Ζωοποιὸν Ξύλον» οἱ πιστοί, ἀναλογίζονται τὰ σωτήρια Πάθη τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ ὑπέστη πάνω στὸν Σταυρό. Τοὺς φρικτοὺς πόνους, τοὺς ὀνειδισμούς, τὴ δίψα, τὸν καύσωνα, τὶς ὕβρεις, τὶς βλασφημίες, τὸν ποτισμὸ μὲ ξύδι καὶ χολή, καί, τέλος, τὸν θάνατο, τὸν ὁποῖο θεληματικὰ ὑπέμεινε πρὸς χάριν μας! Ἔτσι παρηγοροῦνται γιὰ τὴ μικροταλαιπωρία ποὺ γίνεται στὸ σῶμα ἀπὸ τὴ νηστεία, παίρνουν δύναμη γιὰ νὰ συνεχίσουν τὸν ἀγώνα τους καὶ φιλοτιμοῦνται νὰ ἐντείνουν τὴν προσπάθειά τους γιὰ νὰ νικήσουν τὸν «βύθιο δράκοντα»,(11) τὸν ἐχθρό τῆς σωτηρίας μας. Ἀκόμη, μαθαίνουν πὼς γιὰ νὰ δικαιοῦνται νὰ πάρουν μέρος στὴ χαρὰ τῆς Ζωῆς, πρέπει ἀπαραιτήτως νὰ πάρουν μέρος καὶ στὴ θλίψη τοῦ Σταυροῦ, μὲ θεληματικὴ κακοπάθεια καὶ ὑπομονή!

Ἡ ἑορτὴ τῆς προσκυνήσεως τοῦ «Μακαρίου Ξύλου» -κατὰ τὸ Συναξάρι τῆς ἡμέρας- εἶναι γιὰ τοὺς πιστούς, ὅ,τι ἕνα σκιερὸ δένδρο στὴ μέση του δρόμου γι' αὐτοὺς ποὺ διανύουν μακρὺ καὶ τραχὺ δρόμο σὲ καιρὸ καύσωνος! Μὲ τὴν προβολὴ τοῦ Τιμίου Σταυροῦ στὴ μέση της πικρῆς γιὰ τὸ σῶμα περιόδου τῆς νηστείας, παίρνουμε γλυκασμό, ὅπως τὸ πικρὸ νερὸ τῆς πηγῆς Μερρᾶ, μέσα στὸ ὁποῖο ὁ Μωυσῆς ἔβαλε τὸ ξύλο (προεικόνισμα τοῦ Τιμίου Σταυροῦ!) καὶ τὸ μετέτρεψε σὲ γλυκύ, καὶ παρηγορούμαστε ὥσπου νὰ φτάσουμε στὴ νοητὴ Ἱερουσαλὴμ διὰ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ.

Ἀνάμεσα στὸν Σταυρὸ καὶ τὴν Ἀνάσταση ὑπάρχει στενός, ἄρρηκτος δεσμός. Ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι, τὸ Μυστήριο τοῦ Σταυροῦ τὸ κατανοοῦμε μέσα στὸ φῶς τοῦ Μυστηρίου τῆς Ἀναστάσεως• καὶ τὸ Μυστήριο τῆς Ἀναστάσεως μέσα στὴν ὀδυνηρὴ ἐμπειρία τῆς καμίνου τοῦ Σταυροῦ! Τὸ Πάσχα μας εἶναι «Σταυροαναστάσιμο»! Αὐτὸ τὸ φανερώνει καὶ ὁ ὕμνος ποὺ ψάλλεται σήμερα, ἕναν ὁλόκληρο μήνα πρὶν ἀπὸ τὸ Πάσχα, στὴ θέση τοῦ Τρισάγιου Ὕμνου: «Τὸν Σταυρόν Σου προσκυνοῦμεν. Δέσποτα, καὶ τὴν ἁγίαν Σου Ἀνάστασιν δοξάζομεν».

Καθὼς σκύβουν, λοιπόν, καὶ προσκυνοῦν τὸν Τίμιο Σταυρὸ σήμερα, στὴ μέση σχεδὸν τῆς Σαρακοστῆς, ὅσοι μὲ σύντονη ἄσκηση καὶ ἐπιμελῆ ἐργασία τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ καὶ μὲ διαρκὴ ὑπαρξιακὴ μετάνοια σταυρώνονται μαζὶ μὲ τὸν Κύριο, λαμβάνουν καὶ σίγουρη τὴν ἐλπίδα τῆς Ἀναστάσεως, τοῦ φωτὸς τῆς ὁποίας εἴθε κανένας ἀπὸ τοὺς πιστοὺς νὰ μὴ στερηθεῖ!


 
------------------------------------------------------------------------------


1. Συναξαριακὸ ὑπόμνημα Τριωδίου τῆς Κυριακῆς τῆς Σταυροπροσκυνήσεως.

2. Δεύτερο Ἰδιόμελον τῶν Αἴνων τῆς Κυριακῆς τῆς Τυρινῆς.

3. Τρίτο Κεκραγάριον τοῦ Κατανυκτικοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς Κυριακῆς της Τυρινῆς.

4. ὅπ. παρ. Μετ.: «...νὰ ἐξαγνίσουμε τὴν ψυχή μας. νὰ καθαρίσουμε τὴ σάρκα μας νὰ νηστέψουμε, ὅπως ἀπὸ τὰ φαγητά, ἔτσι κι ἀπὸ κάθε πάθος, εὐχαριστούμενοι μὲ τὶς πνευματικὲς ἀρετές.

5. Ἰδιόμελο τῶν Ἀποστίχων τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς Καθαρᾶς Δευτέρας.

6. Μετ.: Ἀντικρύζοντας τὴν πανώρια ὀμορφιὰ τοῦ Κυρίου

7. Καταβασία τῆς Θ΄ Ὠδῆς τοῦ Ὄρθρου τῆς Μέγ.Πέμπτης. Μετ.: Ἀπόλαυση τῆς φιλοξενίας καὶ τοῦ αἰωνίου δείπνου τοῦ Κυρίου.

8. Α' Κεκραγάριον Ἑσπερινοῦ Σταυροπροσκυνήσεως. Μετ.: «[Δία τοῦ Σταυροῦ] ἐξαφανίσθηκε ἡ κατσουφιὰ τῶν δακρύων κι ἐμεῖς γλυτώσαμε ἀπὸ τὶς παγίδες τοῦ θανάτου καὶ μεταβήκαμε στὴν ἀτέλειωτη εὐτυχία [τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ]».

9. Παράδεισος (περσικὴ λέξη) = κῆπος.

10. Β' Κεκραγάριον Ἑσπερινοῦ Σταυροπροσκυνήσεως. Μετ.: «τὸ δένδρο τῆς ἀφθαρσίας, ποὺ ἄνθησε γιὰ μᾶς τῆς αἰώνιας ζωῆς τὴν ἀπόλαυση». Ξύλο = δένδρο.

11. Βύθιος δράκων = τὸ φίδι ποὺ ξεπροβάλλει ἀπὸ πολὺ βαθειά. δηλ. ὁ διάβολος.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...