Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Μαΐου 31, 2014

Η ΛΕΗΛΑΣΙΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΥΠΟ ΤOY ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ, ΤΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΜΕΡΙΚΗΣ

Η ΛΕΗΛΑΣΙΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΥΠΟ ΤOY ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ, ΤΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΜΕΡΙΚΗΣ Οἰκουμενιστικὴ συμπροσευχὴ ἐντός τοῦ Κουβουκλίου τοῦ Παναγίου Τάφου ὑπὸ τοῦ Αἱρεσιάρχου Πάπα καὶ τοῦ Οἰκουμ. Πατριάρχου
Ὁ αἱρεσιάρχης Πάπας καὶ ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης ἀπήγγειλαν τὸ «Πάτερ Ἡμῶν» (Ἰταλιστὶ) καὶ εὐαγγελικάς περικοπάς, ἐνῶ εἰς τὴν κοινὴν διακήρυξιν τὴν ὁποίαν ὑπέγραψαν, ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης: 1ον) διακηρύσσει ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία δὲν κατέχει ὁλόκληρον τὴν ἀληθείαν τῆς πίστεως ἀλλὰ τμῆμα της, 2ον) ἐπαναφέρει εἰς τὸ προσκήνιον τὴν βλάσφημον θεωρίαν τοῦ Ἀθηναγόρου περὶ ἐπανιδρύσεως τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας (Ἄρα μᾶς λέγει ὅτι δὲν εἶναι αὐτὴ τὴν ὁποίαν πιστεύομεν καὶ ἀκολουθοῦμεν) σπέρνων τὴν σύγχυσιν εἰς τοὺς πιστοὺς καὶ καταλύων τὰ δόγματα τῆς Ἐκκλησίας, 3ον) ἀναγνωρίζει τὸν ἀρχηγὸν τοῦ κρατιδίου τοῦ Βατικανοῦ κανονικὸν ἐπίσκοπον καὶ τὴν «Ἐκκλησίαν» του κανονικὴν καὶ 4ον) υἱοθετεῖ ὅλας τὰς ἀρχὰς τοῦ Ἀθηναγόρου καὶ δι᾽αὐτὸ ἀποδέχεται τὴν διπλωματίαν τῆς ἀγαπολογίας τοῦ Βατικανοῦ εἰς τὴν πορείαν πρὸς τὴν ψευδοένωσιν.
Ὁ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων κ. Θεόφιλος ἀποκαλεῖ τὸν Αἱρεσιάρχην Πάπαν Ἁγιώτατον (ὅταν δὲν ἔχη παραιτηθῆ τοῦ ἀλαθήτου, ποὺ τὸν ἐξομοιώνει μὲ τὸν Θεόν, ἀφοῦ μόνον ὁ Θεὸς εἶναι ἀλάθητος), τὸν ἀναγνωρίζει ὄχι ὡς ἀρχηγὸν κρατιδίου καὶ Αἱρεσιάρχην, ἀλλὰ ὡς κανονικὸν Προκαθημένον Ἐκκλησίας. Τὰ ὅσα ἔχουν διακηρύξει οἱ ἀντιπαπικοὶ ἀντιαιρετικοὶ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας δὲν ἔχουν οὐδεμίαν ἰσχὺν καὶ διά τὸνΠατριάρχην Ἱεροσολύμων κ.Θεόφιλον, ὀπαδὸν τῶν διαθρησκειακῶν διαλόγων καὶ ὄχι μόνον. Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀμερικῆς κ. Δημήτριος ἀποδεικνύεται ἐκ δηλώσεών του ὅτι εἶναι ὀπαδὸς τοῦ Λαϊκοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ ὁμιλεῖ περὶ διαιρέσεως τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὄχι περὶ Σχίσματος καὶ Αἱρέσεως.
Ἐνῶ ἡ Ἑλλὰς ἐψήφιζε διὰ τὴν ἀνάδειξιν Eὐρωβουλευτῶν, Δημάρχων καὶ Περιφερειαρχῶν καὶ οἱ πολῖται εἶχον ἐστραμμένην τὴν προσοχήν των εἰς τὰ πολιτικὰ καὶ ἐθνικὰ μηνύματα τῆς κάλπης, ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος, βέβαιος ὅτι ὁ πιστὸς λαὸς καὶ ὁ ἔντιμος κλῆρος δὲν θὰ ἠσχολοῦντο μαζί του, συνηντᾶτο μετὰ τῆς «κουστωδίας» του μὲ τὸν Αἱρεσιάρχην Πάπαν εἰς τόν Πανάγιον Τάφον, ἀνταλλάσσων φιλοφρονήσεις καὶ ἀσπασμὸν εἰρήνης. Ἐξ ἀφορμῆς ὅμως αὐτῆς τῆς συναντήσεως εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα, προέκυψαν δηλώσεις καὶ διακηρύξεις, αἱ ὁποῖαι συνιστοῦν τὴν λεηλασίαν τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τῆς Πατερικῆς Θεολογίας. Ἡ λεηλασία ἔγινεν ὑπὸ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου, τοῦ Πατριάρχου Ἱεροσολύμων καὶ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀμερικῆς, ὁ ὁποῖος συνώδευε τὸν Οἰκουμενικὸν Πατριάρχην εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα.
Ὁ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων κ. Θεόφιλος, εἰς ἀντίθεσιν μὲ τὸν μακαριστὸν Πατριάρχην Βενέδικτον, ὁ ὁποῖος ἦτο ἀντίθετος εἰς τὴν συνάντησιν τοῦ Πάπα ΣΤ´ μετὰ τοῦ ἀειμνήστου Πατριάρχου Ἀθηναγόρου (πρὸ πεντήκοντα ἐτῶν) ἐπέτρεψε τὴν συμπροσευχὴν Πάπα Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου, ὅταν ὁ πρῶτος εἶναι προσηλωμένος εἰς τὰς αἱρέσεις καὶ τὰς κακοδοξίας τοῦ Παπισμοῦ. Παραλλήλως ἀπεκάλεσε τὸν Πάπαν Ἁγιώτατον (εἰς ἀνακοίνωσιν διὰ τὸ ἐπίσημον πρόγραμμα τῆς ἐπισκέψεως), ὅταν οὗτος συνεχίζει νὰ ὑπηρετῆ τὰς αἱρέσεις τοῦ Παπισμοῦ διὰ τὸ φιλιόκβε, τὸ Πρωτεῖον, τὰ ἀλάθητον (ποὺ τὸν καθιστᾶ ἡμίθεον, ἀφοῦ μόνον ὁ Θεὸς εἶναι ἀλάνθαστος) τὴν θρασεῖαν ἄποψιν ὅτι εἶναι ὁ ἀποκλειστικὸς ἀντιπρόσωπος τοῦ Χριστοῦ εἰς τὴν γῆν. Μὲ τὴν στάσιν του ὁ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων κ. Θεόφιλος κατέδειξεν ὅτι ἡ κρίσις, ἡ ὁποία ἐδημιουργήθη μὲ τὸν προκάτοχόν του, ἦτο κατευθυνομένη, μὲ σκοπὸν τὴν ἀνάδειξιν ἑνὸς νέου Πατριάρχου, τοῦ σημερινοῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι ὑπὲρ τοῦ δέοντος ὀπαδὸς τῶν διαθρησκειακῶν διασκέψεων καὶ τοῦ διαλόγου μὲ τοὺς ἑτεροδόξους, τοὺς ὁποίους ὡς προκύπτει ἔναντι τοῦ Παπισμοῦ, θεωρεῖ ὅτι ἀνήκουν εἰς «Ἐκκλησίας» σωζούσας καὶ κανονικάς. Διὰ τὸν Πατριάρχην Ἱεροσολύμων, ὅπως ἄλλωστε καὶ διὰ ὅλας τὰς κεφαλὰς τῆς Ἑλληνοφώνου Ὀρθοδοξίας, ἡ ὁποία ἔχει τὸ ἀποκλειστικὸν προνόμιον τῆς προδοσίας τῆς Πίστεως, δὲν ἰσχύουν οἱ Ἱεροὶ Κανόνες, ποὺ ἀπαγορεύουν τὰς συμπροσευχὰς μὲ αἱρετικούς.
Ὁ Ἀμερικῆς
Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀμερικῆς κ. Δημήτριος, πρὸς μεγάλην ἔκπληξιν ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν καὶ κληρικῶν εἶναι ὀπαδὸς τοῦ λαϊκοῦ Οἰκουμενισμοῦ (ἀρίστη συν εργασία εἰς θέματα ποὺ ἀντιμετωπίζει ἡ κοινωνία) καὶ ἀφῆκε νὰ ἐννοηθῆ ὅτι ἡ συνάντησις τοῦ Πάπα ΣΤ´ μὲ τὸν Πατριάρχην Ἀθηναγόραν, πρὸ πεντήκοντα ἐτῶν εἶχεν ὡς ἀποτέλεσμα τὸν παραμερισμὸν τῆς διαιρέσεως. Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος ὁμιλεῖ περὶ διαιρέσεως καὶ ὄχι περὶ Σχίσματος καὶ αἱρέσεως. Τὰς σχετικὰς δηλώσεις ἔκαμνε πρὸ τῆς συν αντήσεως τοῦ Πάπα μὲ τὸν Οἰκουμενικὸν Πατριάρχην καὶ μετὰ τὴν συνάντησιν τοῦ ἰδίου μὲ τὸν ὑπεύθυνον τοῦ Βατικανοῦ διὰ τὴν Ἑνότητα ὅλων τῶν «Ἐκκλησιῶν». Σχετικῶς τὸ Ἐκκλησιαστικὸν Πρακτορεῖον Εἰδήσεων «Ἁγιορείτικον Βῆμα» μετέδωσε, κατὰ τὴν 21ην Μαΐου τὰ ἀκόλουθα:
«“Ἡ ἱστορικὴ συνάντηση μεταξὺ τοῦ Πάπα Παύλου ΣΤ´ καὶ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη Ἀθηναγόρα στὰ Ἱεροσόλυμα τὸν Ἰανουάριο τοῦ 1964 ἦταν μία εὐτυχὴς εὐκαιρία, ποὺ παραμέρισε αἰῶνες διαίρεσης καὶ γέννησε καλὸ καρπό”, εἶπαν ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Joseph E. Kurtz τοῦ Louisville Kentucky, πρόεδρος τῆς Διάσκεψης τῶν Ἀμερικανῶν Καθολικῶν ἐπισκόπων καὶ ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Δημήτριος, προκαθήμενος τῆς ἑλληνικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στὴν Ἀμερικὴ καὶ πρόεδρος τῆς Συνέλευσης τῶν Κανονικῶν Ὀρθοδόξων ἐπισκόπων τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν τῆς Ἀμερικῆς, σὲ μία κοινὴ δήλωση.
Ἡ δήλωση παρέπεμπε στὴ συν άντηση τῆς 25ης Μαΐου μεταξὺ τοῦ Πάπα Φραγκίσκου καὶ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη Βαρθολομαίου στὴν Ἱερουσαλήμ.
Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀμερικῆς κ. Δημήτριος καὶ ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Kurtz δήλωσαν ὅτι ἡ αὐξανόμενη ἐγγύτητα μεταξὺ Καθολικῶν καὶ Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν κατὰ τὰ τελευταῖα 50 χρόνια τοὺς ἔχει ἐπιτρέψει “νὰ ὁμιλοῦν μὲ μία φωνὴ” σὲ θέματα, ποὺ ἀντιμετωπίζει ἡ κοινωνία.
“Δεσμευόμαστε γιὰ τὴν αὐξημένη συνεργασία σὲ αὐτοὺς τοὺς τομεῖς, συμπεριλαμβανομένων τῶν κοινωνικῶν, οἰκονομικῶν καὶ ἠθικῶν διλημμάτων, καὶ καλοῦμε τοὺς ἀνθρώπους μας νὰ προσευχηθοῦν γιὰ τὴν ἐπιτυχία τῆς ἐπικείμενης συνάντησης μεταξὺ τοῦ Πάπα Φραγκίσκου καὶ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη Βαρθολομαίου στὴν Ἱερουσαλὴμ γιὰ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν προώθηση τοῦ χριστιανισμοῦ στὸν τραυματισμένο κόσμο μας”, ἀνέφερε ἡ δήλωση.
Ὁ ἴδιος ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Kurtz μίλησε καὶ μεμονωμένα γιὰ τὴ συν άντηση, τὴν ὁποία χαρακτήρισε “σπουδαῖο δῶρο”, ἐνῶ ἔκανε λόγο γιὰ “ἀμοιβαῖο σεβασμὸ καὶ κατανόηση”».
Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης
Ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος κατὰ τὴν συνάντησίν του διεκήρυξεν εἰς τὴν κοινὴν διακήρυξιν μὲ τὸν Ἰησουίτην Πάπαν κ. Φραγκίσκον ὅτι εἶναι πιστὸς εἰς τὰς ἀρχὰς καὶ τὰς θέσεις τοῦ οἰκουμενιστοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρου, ὁ ὁποῖος εἰσήγαγεν εἰς τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν τὴν ἀνταρσίαν ἐναντίον τῶν θεοπνεύστων Ἱερῶν Κανόνων καὶ τῶν δογμάτων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἀνεγνώρισε τὸν Πάπαν ὡς Ἐπίσκοπον, τὸ Βατικανὸν ὡς ἀδελφὴν Ἐκκλησίαν, συμπροσευχήθη εἰς τὸν Πανάγιον Τάφον μὲ τὸν Αἱρεσιάρχην διετύπωσε τὴν βλασφημίαν ἀπὸ κοινοῦ μὲ τὸν Αἱρεσιάρχην ὅτι τὰ βήματα πρὸς τὴν ἑνότητα καθοδηγεῖ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, ὅταν οὗτος ἀμφισβητεῖ τὴν ἐπενέργειαν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἰς τοὺς ἀντιπαπικοὺς Ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ διακηρύσσει εἰς τὴν κοινὴν διακήρυξιν, τὴν ὁποίαν ὑπογράφει μὲ τὸν Πάπαν, ὅτι παραμένει πιστὸς εἰς τὰς ἀρχὰς τοῦ Ἀθηναγόρου διὰ τὴν δημιουργίαν μιᾶς νέας Ἐκκλησίας. Διὰ νὰ κατανοήση ὁ πιστὸς τὸ πνεῦμα τῆς κοινῆς διακηρύξεως τοῦ σημερινοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου μὲ τὸν σημερινὸν Πάπαν, ἀρκεῖ νὰ ἀναγνώση τὰ ἀκόλουθα ἀποσπάσματα τῆς συνεντεύξεως, τὰ ὁποῖα εἶχε δώσει ὁ ἀείμνηστος Πατριάρχης, κατὰ τὴν θητείαν του:
«“Ἀπατώμεθα καὶ ἁμαρτάνομεν (ἔλεγε), ἐὰν νομίζωμεν, ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος πίστις κατῆλθεν ἐξ οὐρανοῦ καὶ ὅτι τὰ ἄλλα δόγματα εἶναι ἀνάξια. Τριακόσια ἑκατομμύρια ἀνθρώπων ἐξέλεξαν τὸν Μουσουλμανισμόν, διά νὰ φθάσουν εἰς τὸν Θεόν των καὶ ἄλλαι ἑκατοντάδες ἑκατομμυρίων εἶναι Διαμαρτυρόμενοι, Καθολικοί, Βουδισταί. Σκοπὸς κάθε θρησκείας εἶναι νὰ βελτιώσει τὸν ἄνθρωπον”. “Εἰς τὴν κίνησιν πρὸς τὴν ἕνωσιν, δὲν πρόκειται ἡ μία Ἐκκλησία νὰ βαδίσει πρὸς τὴν ἄλλην, ἀλλ᾽ ὅλαι ὁμοῦ νὰ ἐπανιδρύσωμεν τὴν Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν, καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν, ἐν συνυπάρξει εἰς τὴν Ἀνατολὴν καὶ τὴν Δύσιν, ὅπως ἐζῶμεν μέχρι τοῦ 1054, παρὰ καὶ τὰς τότε ὑφισταμένας θεολογικὰς διαφοράς”. “Ὁ αἰὼν τοῦ δόγματος παρῆλθε”. “Καλούμεθα ν᾽ ἁπαλλαγῶμεν τοῦ πλέγματος τῆς πολεμικῆς καὶ τῆς ἀντιρρήσεως ἐν τῇ Θεολογίᾳ καὶ νὰ ἐφοδιάσωμεν αὐτὴν διά τοῦ πνεύματος τῆς ζητήσεως καὶ τῆς διατυπώσεως τῆς ἀληθείας ἐν τῇ ἀγάπῃ καὶ τῇ ὑπομονῇ. Ὁ Χριστιανισμὸς ἔχει ἀνάγκη σήμερον μιᾶς Θεολογίας τῆς καταλλαγῆς».
Ὁ ἀείμνηστος Οἰκουμενικὸς ἦτο ἐναντίον τῶν δογμάτων καὶ τῆς Ὀρθοδόξου θεολογίας, ἡ ὁποία εἶναι ἐμπόδιον πρὸς τὴν ψευδοένωσιν. Τὰς θέσεις του υἱοθέτησεν ὁ διάδοχός του εἰς τὸν θρόνον τοῦ Φαναρίου ἀείμνηστος Πατριάρχης Δημήτριος, ὅπως καὶ ὁ σημερινὸς κ. Βαρθολομαῖος. Εἰς οὐδὲν σημεῖον τῆς διακηρύξεως τοῦ σημερινοῦ Πατριάρχου καὶ τοῦ Αἱρεσιάρχου Πάπα γίνεται ἀναφορὰ εἰς τὰ δόγματα.
Ἡ ἀγαπολογία εἰς τὴν διακήρυξιν
Ἀντὶ ἀναφορᾶς εἰς τὰ δόγματα, «ἀγαπολογία». Ἐὰν μελετήσετε προσεκτικῶς τὴν διακήρυξιν, θὰ διαπιστώσετε πὼς ὅσα καθώριζεν ὁ ἀείμνηστος Πατριάρχης Ἀθηναγόρας περιγράφονται εἰς τὴν κοινὴν διακήρυξιν τῶν Ἱεροσολύμων.
Αὕτη ἔχει ὡς ἀκολούθως:
«Στὴν κοινή τους δήλωση, ὁ Πάπας Φραγκίσκος καὶ ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Βαρθολομαῖος ἀναφέρουν ὅτι εἶναι καθῆκον τους νὰ συνεργαστοῦν γιὰ τὴν προστασία τῆς ἀνθρώπινης ἀξιοπρέπειας καὶ τὴν οἰκογένεια καὶ νὰ οἰκοδομήσουν μία δίκαιη καὶ ἀνθρώπινη κοινωνία, στὴν ὁποία κανεὶς νὰ μὴ νιώθει ὅτι ἐξαιρεῖται.
Τόνισαν ἐπίσης τὴν ἀνάγκη προστασίας τοῦ περιβάλλοντος μέσῳ τῆς διασφάλισης τῆς δημιουργίας τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἀναφέρουν, καὶ ἐπίσης ἔκαναν λόγο γιὰ τὸ δικαίωμα τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας. Οἱ δύο ἡγέτες ἐξέφρασαν ἀνησυχία γιὰ τὴν κατάσταση ποὺ ἀντιμετωπίζουν οἱ Χριστιανοὶ τῆς Μέσης Ἀνατολῆς ἐν μέσῳ τῶν συγκρούσεων καὶ μίλησαν γιὰ τὸν ἐπείγοντα χαρακτήρα τῆς στιγμῆς, ποὺ τοὺς ἀναγκάζει νὰ ἀναζητήσουν τὴ συμφιλίωση καὶ τὴν ἑνότητα τῆς ἀνθρώπινης οἰκογένειας, μὲ πλήρη σεβασμὸ σὲ θεμιτὲς διαφορές.
Οἱ σημαντικότερες ἀναφορὲς τοῦ κειμένου εἶναι οἱ ἑξῆς:
1. Ὅπως καὶ οἱ ἀείμνηστοι προκάτοχοί μας ὁ Πάπας Παῦλος Ι´ καὶ ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Ἀθηναγόρας, οἱ ὁποῖοι συναντήθηκαν ἐδῶ στὴν Ἱερουσαλήμ, πρὶν ἀπὸ πενήντα χρόνια, ἔτσι κι ἐμεῖς, ὁ Πάπας Φραγκίσκος καὶ ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Βαρθολομαῖος, εἴμασταν ἀποφασισμένοι νὰ συν αντηθοῦμε στοὺς Ἁγίους Τόπους”, ὅπου ὁ κοινός μας Λυτρωτής, Ἰησοῦς Χριστὸς ὁ Κύριός μας, ἔζησε, δίδαξε, πέθανε, ἀναστήθηκε καὶ ἀναλήφθηκε στοὺς οὐρανούς, ἀπ᾽ ὅπου ἔστειλε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα γιὰ τὴ νέα Ἐκκλησία” (Κοινὸ ἀνακοινωθὲν τοῦ Πάπα Παύλου Ι´ καὶ τοῦ Πατριάρχη Ἀθηναγόρα, ποὺ δημοσιεύθηκε μετὰ τὴ συνάντησή τους στὶς 6 Ἰανουαρίου 1964). Ἡ συνάντησή μας, μία ἀκόμη συνάντηση τῶν Ἐπισκόπων τῶν Ἐκκλησιῶν τῆς Ρώμης καὶ τῆς Κωνσταντινούπολης, ποὺ ἱδρύθηκαν ἀντίστοιχα ἐκ δύο ἀδελφῶν, ὅπως οἱ Ἀπόστολοι Πέτρος καὶ Ἀνδρέας, εἶναι μία πηγὴ βαθιᾶς πνευματικῆς χαρᾶς γιά μᾶς. Παρουσιάζεται μία θεόσταλτη εὐκαιρία νὰ προβληματιστοῦμε σχετικὰ μὲ τὸ βάθος καὶ τὴν αὐθεντικότητα τῶν ὑφιστάμενων ὁμολογιῶν μας, γιὰ τὸν καρπὸ ἑνὸς γεμάτου χάριτος ταξιδιοῦ, στὸ ὁποῖο ὁ Κύριός μας μᾶς ὁδήγησε ἀπὸ ἐκείνη τὴν εὐλογημένη ἡμέρα πρὶν ἀπὸ πενήντα χρόνια.
2. Ἡ Ἀδελφικὴ συνάντησή μας σήμερα εἶναι ἕνα νέο καὶ ἀπαραίτητο βῆμα στὴν πορεία πρὸς τὴν ἑνότητα, στὴν ὁποία μόνο τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μπορεῖ νὰ μᾶς ὁδηγήσει, (…) Κατὰ τὴ διάρκεια αὐτῶν τῶν ἐτῶν, ὁ Θεός, ἡ πηγὴ ὅλης τῆς εἰρήνης καὶ τῆς ἀγάπης, μᾶς ἔχει διδάξει νὰ θεωροῦμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο ὡς μέλη τῆς ἴδιας χριστιανικῆς οἰκογένειας, ὑπὸ τὸν Κύριο καὶ Σωτήρα, τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ νὰ ἀγαποῦμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο, ἔτσι ὥστε νὰ μποροῦμε νὰ ὁμολογήσουμε πίστη στὸ ἴδιο Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ, ὅπως τὸ παρέλαβαν οἱ Ἀπόστολοι καὶ ἐκφράστηκε καὶ διαβιβάστηκε σὲ μᾶς ἀπὸ τὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους καὶ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Ἂν καὶ ἔχουμε πλήρη ἐπίγνωση ὅτι δὲν ἔχουμε ἐπιτύχει τὸ στόχο τῆς πλήρους κοινωνίας, σήμερα ἐπιβεβαιώνουμε τὴ δέσμευσή μας νὰ συνεχίσουμε νὰ πορευόμαστε μαζὶ πρὸς τὴν ἑνότητα γιὰ τὴν ὁποία ὁ Χριστός, ὁ Κύριός μας προσευχήθηκε στὸν Πατέρα, ὥστε «νὰ εἶναι ὅλοι ἕνα» (Ἰωάννης 17:21).
3. Γνωρίζοντας πολὺ καλὰ ὅτι ἡ ἑνότητα ἐκδηλώνεται στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ στὴν ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον, προσβλέπουμε μὲ ἀνυπομονησία στὴν ἡμέρα στὴν ὁποία θὰ συμμετάσχουμε τελικὰ μαζὶ στὴ Θεία Εὐχαριστία. Ὡς Χριστιανοί, καλούμαστε νὰ προετοιμαστοῦμε, γιὰ νὰ λάβουμε αὐτὸ τὸ δῶρο τῆς εὐχαριστιακῆς κοινωνίας, σύμφωνα μὲ τὴν διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Εἰρηναίου τῆς Λυὼν (Κατὰ Αἱρέσεων, IV, 18,5, PG 7,1028), μὲ τὴν ὁμολογία μίας πίστης, μὲ ἐπιμονὴ στὴν προσευχή, ἐσωτερικὴ μετατροπή, ἀνανέωση τῆς ζωῆς καὶ ἀδελφικὸ διάλογο.
4. Γιὰ τὸ σκοπὸ αὐτὸ ὁ θεολογικὸς διάλογος, ποὺ βρίσκεται σὲ ἐξέλιξη ἀπὸ τὴ Μικτὴ Διεθνῆ Ἐπιτροπή, ἀποτελεῖ μία οὐσιαστικὴ συμβολὴ στὴν ἀναζήτηση τῆς πλήρους κοινωνίας μεταξὺ Καθολικῶν καὶ Ὀρθοδόξων.
Καθ᾽ ὅλη τὴν ἐποχὴ τοῦ Πάπα Ἰωάννη Παύλου Β´ καὶ μετέπειτα τοῦ Βενέδικτου XVI καὶ τοῦ Πατριάρχη Δημήτριου, ἡ πρόοδος τῶν θεολογικῶν συναντήσεών μας ὑπῆρξε οὐσιαστική. Σήμερα ἐκ φράζουμε τὴν εἰλικρινῆ ἐκτίμηση γιὰ τὰ μέχρι σήμερα ἐπιτεύγματα, καθὼς καὶ γιὰ τὶς τρέχουσες προσ πάθειες. Αὐτὸ δὲν εἶναι ἁπλῶς θεωρητικὴ ἄσκηση, ἀλλὰ μία ἄσκηση στὴν ἀλήθεια καὶ τὴν ἀγάπη, ποὺ ἀπαιτεῖ μία ὅλο καὶ βαθύτερη γνώση τῶν παραδόσεων τοῦ ἄλλου, προκειμένου νὰ τοὺς καταλάβουμε καὶ νὰ μάθουμε ἀπὸ αὐτούς.
Ἔτσι ἐπιβεβαιώνουμε γιὰ ἄλλη μία φορά ὅτι ὁ θεολογικὸς διάλογος δὲν ἐπιδιώκει ἕνα θεολογικὸ ἐλάχιστο κοινὸ παρονομαστή, γιὰ νὰ πλησιάσουμε σὲ ἕνα συμβιβασμό, ἀλλὰ μᾶλλον τὴν ἐμβάθυνση στὴν κατανόηση τῆς ἀλήθειας, ποὺ ὁ Χριστὸς ἔχει δώσει στὴν Ἐκκλησία Του, μία ἀλήθεια ποὺ δὲ θὰ πάψουμε νὰ κατανοοῦμε καλύτερα ὅσο ἀκολουθοῦμε τὶς παροτρύνσεις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὡς ἐκ τούτου, ἐπιβεβαιώνουμε μαζὶ ὅτι ἡ πίστη μας στὸν Κύριο ἀπαιτεῖ ἀδελφικὴ συνάντηση καὶ ἀληθινὸ διάλογο.
5. (…) ἔχουμε τὸ καθῆκον νὰ προσφέρουμε κοινὴ μαρτυρία γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους μὲ τὴ συνεργασία μας στὴν ὑπηρεσία τῆς ἀνθρωπότητας, κυρίως γιὰ τὴν ὑπεράσπιση τῆς ἀξιοπρέπειας τοῦ ἀνθρώπου σὲ κάθε στάδιο τῆς ζωῆς καὶ τῆς ἱερότητας τῆς οἰκογένειας βασιζόμενης στὸ γάμο, στὴν προώθηση τῆς εἰρήνης γιὰ τὸ κοινὸ καλό, καὶ γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τῶν δεινῶν, ποὺ συνεχίζουν νὰ πλήττουν τὸν κόσμο μας. Ἀναγνωρίζουμε ὅτι ἡ πεῖνα, ἡ φτώχεια, ὁ ἀναλφαβητισμὸς, ἡ ἄνιση κατανομὴ τῶν πόρων θὰ πρέπει νὰ ἀντιμετωπιστοῦν. Εἶναι καθῆκον μας νὰ ἐπιδιώξουμε νὰ οἰκοδομήσουμε μαζὶ μία δίκαιη καὶ ἀνθρώπινη κοινωνία, στὴν ὁποία κανεὶς δὲν αἰσθάνεται ὅτι ἀποκλείεται
6. Εἶναι βαθιὰ πεποίθησή μας ὅτι τὸ μέλλον τῆς ἀνθρώπινης οἰκογένειας, ἐξαρτᾶται ἐπίσης ἀπὸ τὸ πῶς θὰ διασφαλιστεῖ τὸ δῶρο τῆς δημιουργίας, ποὺ ὁ Δημιουργὸς μᾶς ἔχει ἀναθέσει. Ὡς ἐκ τούτου, ἀναγνωρίζουμε ἐν μετανοίᾳ τὴν παράνομη κακομεταχείριση τοῦ πλανήτη μας, ἡ ὁποία ἰσοδυναμεῖ μὲ ἁμαρτία στὰ μάτια τοῦ Θεοῦ. (…) Κάνουμε ἔκκληση σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους καλῆς θέλησης νὰ ἐξετάσουν τρόπους, γιὰ νὰ ζοῦμε λιγότερο σπάταλα καὶ πιὸ λιτά, νὰ ἐκδηλώνεται λιγότερη ἀπληστία καὶ περισσότερη γενναιοδωρία γιὰ τὴν προστασία τοῦ κόσμου τοῦ Θεοῦ καὶ τὸ ὄφελος τοῦ λαοῦ Του.
7. Ὑπάρχει ἐπίσης ἐπείγουσα ἀνάγκη γιὰ ἀποτελεσματικὴ συν εργασία τῶν Χριστιανῶν προκειμένου νὰ διασφαλιστεῖ παντοῦ τὸ δικαίωμα νὰ ἐκφράζουν δημοσίως τὴν πίστη τους καὶ νὰ τυγχάνουν δίκαιης μεταχείρισης(…) Σὲ αὐτὸ τὸ πλαίσιο, καλοῦμε ὅλους τοὺς Χριστιανοὺς νὰ προωθήσουν ἕνα αὐθεντικὸ διάλογο μὲ τὸν Ἰουδαϊσμό, τὸ Ἰσλὰμ καὶ ἄλλες θρησκευτικὲς παραδόσεις. Ἡ ἀδιαφορία καὶ ἡ ἀμοιβαία ἄγνοια μπορεῖ νὰ ὁδηγήσει μόνο σὲ δυσπιστία καί, δυσ τυχῶς, ἀκόμα καὶ σὲ συγκρούσεις.
8. Ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἱερὴ πόλη τῆς Ἱερουσαλήμ, ἐκφράζουμε τὴν κοινὴ βαθιὰ ἀνησυχία μας γιὰ τὴν κατάσταση τῶν Χριστιανῶν στὴ Μέση Ἀνατολὴ καὶ γιὰ τὸ δικαίωμά τους νὰ παραμείνουν πλήρως πολίτες τῆς πατρίδας τους. Μὲ ἐμπιστοσύνη στρεφόμαστε πρὸς τὸν Παντοδύναμο καὶ ἐλεήμονα Θεό, σὲ μία προσευχὴ γιὰ τὴν εἰρήνη στοὺς Ἁγίους Τόπους καὶ στὴ Μέση Ἀνατολὴ γενικότερα. Ἰδιαίτερα προσευχόμαστε γιὰ τὶς ἐκκλησίες στὴν Αἴγυπτο, τὴ Συρία καὶ τὸ Ἰράκ, ποὺ ἔχουν πληγεῖ πιὸ οἰκτρὰ λόγῳ πρόσφατων γεγονότων. Ἐνθαρρύνουμε ὅλα τὰ κόμματα, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὶς θρησκευτικές τους πεποιθήσεις, νὰ συνεχίσουν νὰ ἐργάζονται γιὰ τὴ συμφιλίωση καὶ γιὰ τὴ δίκαιη ἀναγνώριση τῶν δικαιωμάτων τῶν λαῶν”. Εἴμαστε πεπεισμένοι ὅτι δὲν εἶναι τὰ ὅπλα, ἀλλὰ ὁ διάλογος, ἡ χάρη καὶ ἡ συμφιλίωση τὰ μόνα δυνατὰ μέσα γιὰ τὴν ἐπίτευξη τῆς εἰρήνης.
9. Σὲ ἕνα ἱστορικὸ πλαίσιο, ποὺ χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὴ βία, τὴν ἀδιαφορία καὶ τὸν ἐγωϊσμό, πολλοὶ ἄνδρες καὶ γυναῖκες σήμερα αἰσθάνονται ὅτι ἔχουν χάσει τὸν προσανατολισμό τους. (…) Καλοῦμε ὅλους τοὺς Χριστιανούς, μαζὶ μὲ τοὺς πιστοὺς τῆς κάθε θρησκευτικῆς παράδοσης καὶ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους καλῆς θέλησης, νὰ ἀναγνωρίσουν τὴν ἐπείγουσα ἀνάγκη συμφιλίωσης καὶ ἑνότητας τῆς ἀνθρώπινης οἰκογένειας, σεβόμενη ταυτόχρονα πλήρως θεμιτὲς διαφορές, γιὰ τὸ καλὸ ὅλης τῆς ἀνθρωπότητας καὶ τῶν μελλοντικῶν γενεῶν.
Τί περιελάμβανε ἡ συμπροσευχή
Ἡ συμπροσευχὴ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου μὲ τὸν Αἱρεσιάρχην ἔγινε, συμφώνως πρὸς ἀνακοινωθὲν τοῦ Πατριαρχείου Ἱεροσολύμων, ἔμπροσθεν τοῦ Κουβουκλίου τοῦ Παναγίου Τάφου. Εἰς τὸ ἀνακοινωθὲν μεταξὺ ἄλλων ἐπισημαίνονται τὰ ἀκόλουθα:
«Προελθόντες ἀπὸ τῶν δύο Πυλῶν τούτων, ὁ Πάπας καὶ ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης, εἰς τὴν ἀρχὴν καὶ τὸ κέντρον τῆς Αὐλῆς τοῦ Πανίερου Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως, ἠσπάσαντο ἀλλήλους εἰς ἔνδειξιν καὶ μαρτυρίαν ἀγάπης καὶ διαθέσεως συνεχίσεως τοῦ πρὸ πεντηκονταετίας ἀρξαμένου θεολογικοῦ διαλόγου.
Ἐντεῦθεν οἱ δύο Προκαθήμενοι προεχώρησαν πρὸς τὴν Πύλην τοῦ Πανίερου Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως, ἔνθα ὑπεδέχθησαν Αὐτοὺς οἱ τρεῖς ἡγούμενοι τοῦ Ἱ. Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως, ἤτοι ὁ ἡμέτερος Ἀρχιεπίσκοπος Ἱεραπόλεως κ. Ἰσίδωρος, ὁ Φραγκισκανὸς καὶ ὁ Ἀρμένιος.
Ἐν συνεχείᾳ οἱ Προκαθήμενοι ἠσπάσαντο τὸν λίθον τῆς Ἁγίας Ἀποκαθηλώσεως, ἐνῷ ὑπὸ τῆς Ἑλληνικῆς χορωδίας τοῦ Ἱ. Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως, διευθυνομένης ὑπὸ τοῦ Πρωτοψάλτου αὐτῆς Ἀρχιμανδρίτου π. Ἀριστοβούλου ἐψάλλετο τὸ “Εἰσελεύσομαι…” καὶ ἐνῷ οἱ δύο Πατριάρχαι μετέβαινον ἀπὸ τῆς Ἁγίας Ἀποκαθηλώσεως πρὸς τὸν Πανάγιον Τάφον ἐψάλλετο τό: “Τὸν Τάφον Σου Σωτήρ”.
Φθάσαντες ἐνώπιον τοῦ Ἁγίου Κουβουκλίου οἱ δύο Προκαθήμενοι, ἐκάθισαν, κατὰ τὴν ὁρισθεῖσαν ἐν τῷ προγράμματι τάξιν, Αὐτοὶ καὶ οἱ μετ’ Αὐτῶν, ἐνῷ ὁ λαός, 400 πιστοί, εἶχον προσέλθει καὶ προκαθίσει εἰς τὰς καθορισθείσας θέσεις αὐτῶν.
Πάντων κατὰ τάξιν καὶ ἡσυχίαν καθισαμένων, ἠκολούθησε συμφώνως πρὸς τὸ πρόγραμμα ἡ προσ φώνησις τοῦ Μακαριωτάτου Πατριάρχου Ἱεροσολύμων κ. Θεοφίλου ἐξ ὀνόματος τοῦ Πατριαρχείου Ἱεροσολύμων, τῶν Φραγκισκανῶν καὶ τῶν Ἀρμενίων.
Ἀκολούθως δὲ ἐψάλησαν ὕμνοι τινὲς καὶ ἀνεγνώσθησαν αἱ Εὐαγγελικαὶ περικοπαὶ τῆς Ἀναστάσεως.
Ἠκολούθησαν αἱ ὁμιλίαι τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου καὶ τοῦ Πάπα Ρώμης Φραγκίσκου καὶ ἡ ἀνταλλαγὴ τοῦ ἀσπασμοῦ τῆς εἰρήνης.
Μετὰ ταῦτα ἀπηγγέλθη τὸ «Πάτερ ἡμῶν» ἰταλιστὶ ὑπὸ τοῦ Πάπα Ρώμης καὶ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου καὶ εἰς τὴν ἰδίαν ἑκάστου γλῶσσαν ὑπὸ τῶν προσκεκλημένων, μεθ’ ὃ καὶ οἱ Προκαθήμενοι προσεκύνησαν εἰς τὸ ἐνδότερον τοῦ Κουβουκλίου τοῦ Παναγίου Τάφου.
Σημειωθήτω ὅτι οἱ ὕμνοι ἐψάλησαν καὶ αἱ Εὐαγγελικαὶ περικοπαὶ ἀνεγνώσθησαν ἄνευ λειτουργικῶν ἀμφίων, λόγῳ τῆς ἐλλείψεως πλήρους κοινωνίας μεταξὺ Ρωμαιοκαθολικῆς καὶ Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Μετὰ τὴν λῆξιν τῆς τελετῆς ταύτης οἱ Προκαθήμενοι μετὰ μικρᾶς συνοδείας ἀνῆλθον καὶ προσεκύνησαν εἰς τὸν Φρικτὸν Γολγοθᾶν».
Φρικτόν
Συμπροσευχὴ λοιπὸν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου, ὁ ὁποῖος θεωρεῖται ὁ θεματοφύλαξ τῶν Ἱερῶν Κανόνων μὲ τὸν ἀρχηγὸν τοῦ κρατιδίου τοῦ Βατικανοῦ καὶ ἡγέτου μιᾶς αἱρετικῆς χριστιανικῆς «Ἐκκλησίας» εἰς τὸν Πανάγιον Τάφον. Θυσιάζει ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης τὴν Ἀλήθειαν τῆς Πίστεως εἰς τὸ «συμφέρον» τῆς Χριστιανικῆς Αἱρέσεως. Ἐὰν συμπεριφερθοῦν ὅπως αὐτὸς οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, τότε εἴτε θὰ παύση νὰ ὑπάρχη Ὀρθοδοξία, εἴτε θὰ δημιουργηθοῦν σχίσματα εἰς τὸ ὄνομα τῆς Ὀρθοδοξίας. Δὲν εἶναι τυχαῖα τὰ ὅσα τραγικὰ συμβαίνουν εἰς τὸν Ὀρθόδοξον Κόσμον. Ὑπεύθυνα διὰ αὐτὰ δὲν εἶναι μόνον ἡ ἀσέβεια τῆς καταναλωτικῆς Κοινωνίας, ἀλλὰ ἡ ἔλλειψις σεβασμοῦ πρὸς τὰ Ἱερὰ Συντάγματα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκ κλησίας ὑπὸ Πατριαρχῶν, Ἀρχιεπισκόπων κ.λπ. Εἰς τὴν ἀνακοίνωσιν τοῦ Πατριαρχείου Ἱεροσολύμων προσφωνεῖται ὁ Αἱρεσιάρχης Πάπας ὡς προκαθήμενος τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας. Τὸ Πατριαρχεῖον Ἱεροσολύμων οὐσιαστικῶς ἐξισώνει τὴν Κεφαλὴν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, (Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολική) τὸν Χριστὸν μὲ τὴν «παντούφλαν» τοῦ Αἱρεσιάρχου καὶ τὴν θείαν Σοφίαν τοῦ Χριστοῦ μὲ τὴν μωρίαν τοῦ Πάπα, ὁ ὁποῖος ἐμφανίζεται ὡς ἀλάθητος, ἐνῷ εἶναι ἄνθρωπος.
Ὁ Οἰκουμενικὸς ἀμφισβητεῖ τὴν Ἀλήθειαν τῆς Ὀρθοδοξίας
Μὲ τὴν κοινὴν διακήρυξιν, τὴν ὁποίαν ὑπέγραψαν ὁ Αἱρεσιάρχης μὲ τὸν Οἰκουμενικὸν Πατριάρχην, ὁ τελευταῖος ἀρνεῖται τὴν Ἀλήθειαν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Γράφουν μεταξὺ ἄλλων:
«Οὕτω, βεβαιοῦμεν διά μίαν εἰσέτι φοράν ὅτι ὁ θεολογικός διάλογος δέν ἐπιζητεῖ ἕνα ἐλάχιστον κοινόν παρανομαστήν, ἐπί τοῦ ὁποίου νά ἐπιτευχθῇ συμβιβασμός, ἀλλά πρόκειται μᾶλλον περί τῆς ἐμβαθύνσεως εἰς τήν κατανόησιν συνόλου τῆς ἀληθείας, τήν ὁποίαν ὁ Χριστός παρέδωκεν εἰς τήν Ἐκκλησίαν Του, μιᾶς ἀληθείας, τήν ὁποίαν οὐδέποτε παύομεν νά κατανοῶμεν καλλίτερον καθώς ἀκολουθοῦμεν τάς ὁδηγίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Οὕτω, βεβαιοῦμεν ἀπό κοινοῦ ὅτι ἡ πιστότης μας εἰς τόν Κύριον ἀπαιτεῖ ἀδελφικήν συνάντησιν καί ἀληθῆ διάλογον. Μία τοιαύτη ἀναζήτησις δέν μᾶς ἀπομακρύνει ἀπό τήν ἀλήθειαν· μᾶλλον, διά τῆς ἀνταλλαγῆς τῶν δωρεῶν, διά τῆς καθοδηγήσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, θά μᾶς ὁδηγήσῃ εἰς πᾶσαν τήν ἀλήθειαν (πρβλ. Ἰω. 16, 13)».
Οὐσιαστικῶς ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης μᾶς λέγει μὲ τὴν ὑπογραφεῖσαν διακήρυξιν ὅτι οἱ Ὀρθόδοξοι δὲν κατέχομεν τὴν Ἀλήθειαν τῆς Πίστεως καὶ ὅτι κατέχομεν ἕν τμῆμα της καὶ δι᾽ αὐτὸ πρέπει νὰ τὴν ἀναζητήσωμεν, (ὡς τοῦτο διακηρύσσουν καὶ οἱ Προτεστάνται), διὰ νὰ ὁδηγηθῶμεν εἰς «πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν». Ἐὰν ὑπῆρχον ὄργανα εἰς τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν πλὴν τῆς Πανορθοδόξου Συνόδουὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης θὰ ἠλέγχετο διὰ τὰς θέσεις του αὐτάς. Διὰ δὲ τὴν ἀπόφασίν του νὰ ἀναγνωρίση τὸν Πάπαν Ἰωάννην τὸν 23ον ὡς ἅγιον θὰ εἶχε τεθῆ ἐκτὸς Ἐκκλησίας. Δυστυχῶς ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης δὲν ὑπηρετεῖ τὴν Ὀρθοδοξίαν, τοὺς Ἱεροὺς Κανόνας, τὰς Οἰκουμενικὰς Συνόδους καὶ τὰς παρακαταθήκας τῶν ἀντιαιρετικῶν ἀντιπαπικῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἐὰν συνεχίση αὐτὴν τὴν γραμμήν, ἄνευ ἀποφάσεων Πανορθοδόξου Συνόδου, ἴσως χρειασθῆ νὰ ἐπανεξετάσωμεν ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι τὴν στάσιν μας ἔναντί του. Διότι σκεφθεῖτε οἱ ἀσκοῦν τες τὴν Ἱεραποστολὴν νὰ διδάσκουν ὅτι οἱ Ὀρθόδοξοι δὲν κατέχομεν τὴν Ἀλήθειαν τῆς Πίστεως, τὴν ὁποίαν ἐκφράζει ἡ Ἐκκλησία μας (εἶναι συνέχεια τῆς πρώτης ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας). Διατὶ τότε Προτεστάνται, Παπικοί, Ἀγγλικανοί, Κόπται νὰ γίνουν Ὀρθόδοξοι, ἀφοῦ κατέχουν κι αὐτοὶ ἕν τμῆμα τῆς ἀληθείας; Αἱ ἐνέργειαι καὶ θέσεις τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου εἶναι ἐξωπραγματικοὶ διὰ τὴν Ὀρθοδοξίαν. Ἴσως διότι ὁμιλεῖ διὰ τὴν ὀρθόδοξον Ἑλλάδα ἐκ τοῦ μακρόθεν.
Γ. ΖΕΡΒΟΣ
Ορθόδοξος Τύπος, α.φ. 2024, 30 Μαΐου 2014

Διδακτικό περιστατικό Αγίου Γρηγορίου του Διαλόγου: Όταν ένα παιδί βλασφημεί...



Πέτρος: Επειδή, άγιε δέσποτα, το ανθρώπινο γένος έχει υποδουλωθεί σε πολλά και αμέτρητα πάθη, υποθέτω ότι στο μεγαλύτερο μέρος της η επουράνια Ιερουσαλήμ θα γεμίσει από νήπια.
Γρηγόριος: Δεν αμφιβάλλουμε ότι όλα τα βαφτισμένα νήπια, τα οποία πεθαίνουν σε ηλικία που ακόμη δεν μιλούν, πηγαίνουν στη βασιλεία των ουρανών. Δεν πρέπει όμως να πιστέψουμε το ίδιο και για όσα αρχίζουν να μιλούν· γιατί σε πολλά τέτοια νήπια η θύρα της ουράνιας βασιλείας κλείνεται και εξαιτίας των γονιών τους, αν τα ανατρέφουν με κακό τρόπο.
Κάποιος από την πόλη μας, γνωστός σε όλους, πριν από τρία χρόνια είχε έναν γιο, πέντε χρόνων νομίζω. Του είχε μεγάλη αδυναμία και τον ανέτρεφε χωρίς αυστηρότητα· έτσι το παιδί αυτό πήρε τη συνήθεια, όποτε ήθελε κάτι, να βλαστημά -και μόνο που το αναφέρω είναι επικίνδυνο- τη μεγαλοσύνη του Θεού. Αυτό λοιπόν το παιδί χτυπήθηκε από το θανατικό που έγινε πριν από τρία χρόνια στην πόλη μας και κόντευε να πεθάνει. Καθώς το κρατούσε ο πατέρας του στην αγκαλιά, όπως αναφέρουν όσοι ήταν εκεί παρόντες, το παιδί είδε να έρχονται σε αυτό τα πονηρά πνεύματα και άρχισε να φωνάζει, τρέμοντας και κλείνοντας τα μάτια: «Προστάτεψέ με, πατέρα, προστάτεψέ με». Και με τις φωνές αυτές γύρισε το πρόσωπο στο στήθος του πατέρα, θέλοντας να κρυφτεί.
Βλέποντάς το ο πατέρας να τρέμει, το ρώτησε τι βλέπει, και το παιδί αποκρίθηκε: «Μαύροι άνθρωποι ήρθαν και θέλουν να με πάρουν». Και λέγοντας αυτά, αμέσως βλαστήμησε το όνομα του μεγάλου Θεού και στη συνέχεια ξεψύχησε. Θέλοντας δηλαδή ο παντοδύναμος Θεός να δείξει για ποιο αμάρτημα το παιδί παραδόθηκε σε τέτοιους δεσμοφύλακες, το οποίο, όσο ζούσε, ο πατέρας του δεν θέλησε να το εμποδίσει, παραχώρησε να το επαναλάβει όταν πέθαινε. Και το παιδί αυτό ο Θεός, που με την ευσπλαχνία του το ανεχόταν να ζει βλαστημώντας, παραχώρησε με δίκαιη κρίση να βλαστημήσει και όταν πέθαινε, για να καταλάβει τη δική του αμαρτία ο πατέρας, ο οποίος, αδιαφορώντας για την ψυχή του μικρού του γιου, ανέθρεψε για τη γέεννα της φωτιάς έναν αμαρτωλό όχι μικρό, αλλά μεγάλο.
    
Από το Γεροντικό    
Έλεγαν οι γέροντες: «Παιδαγωγήστε τα παιδιά, αδελφοί, για να μη σας παιδέψουν αυτά».

Ἅγιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος: Ἀπαραίτητα καί σωτήρια τά ἀναθέματα σήμερα


Μέ ἁπλές σκέψεις καί συγκρίσεις ἀπό τήν καθημερινή ζωή καί μέ ἐπίκληση τῆς κοινῆς λογικῆς ὁ ἅγιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος (Ρωσία, 1815-1894) παρουσιάζει ἀποδεικτικῶς τήν πνευματική ὠφέλεια καί ἀναγκαιότητα τῶν ἐπισήμων ἀναθεμάτων τοῦ Συνοδικοῦ τῆς Ὀρθοδοξίας (οἱ τίτλοι κεφαλαίων εἶναι πρόσθετοι, τῆς μεταφράσεως).

Τί εἶναι ἕνα Ἀνάθεμα;
ὑπό τοῦ Ἐπισκόπου Θεοφάνους τοῦ Ἐγκλείστου

Σπανίως τό Συνοδικόν τῆς Ὀρθοδοξίας, τό ὁποῖο τώρα ἐπιτελεῖται, λαμβάνει χώρα ἄνευ ἐπικρίσεων καί ἐπιτιμήσεων ἐκ μέρους κάποιου. Καί ἀνεξαρτήτως ἀπό τό πόσες ὁμιλίες γίνονται ἐξηγώντας ὅτι στό σημεῖο αὐτό ἡ Ἐκκλησία ἐνεργεῖ σοφῶς γιά τή σωτηρία τῶν παιδιῶν της, παρά ταῦτα οἱ δυσαρεστημένοι ἁπλῶς συνεχίζουν νά ἐπαναλαμβάνουν τό στίχο τους. Εἴτε δέν ἀκοῦν τίς ὁμιλίες, εἴτε αὐτές οἱ ὁμιλίες δέν «χτυποῦν κέντρο» ὅσον ἀφορᾷ στίς παρεξηγήσεις τοῦ τελευταίου, ἤ ἴσως ἔχουν διαμορφώσει τή δική τους ἀντίληψη περί τοῦ Συνοδικοῦ αὐτοῦ καί δέν θέλουν νά τήν ἐγκαταλείψουν, ἀνεξαρτήτως ἀπό τό τί τούς λέγεις.Τά ἀναθέματά μας σέ κάποιους ἀνθρώπους φαίνονται ἀπάνθρωπα, σέ ἄλλους περιοριστικά. Τέτοιες κατηγορίες μπορεῖ νά ἰσχύουν σέ ἄλλες περιστάσεις, ἀλλά μέ κανένα τρόπο δέν μποροῦν νά ἐφαρμοσθοῦν στό δικό μας Συνοδικόν τῆς Ὀρθοδοξίας. Θά διευκρινήσω γιά χάρη σας ἐν συντομίᾳ γιατί ἡ Ἐκκλησία ἐνεργεῖ ἔτσι, καί νομίζω ὅτι καί ἐσεῖς οἱ ἴδιοι θά συμφωνήσετε μαζί μου ὅτι ἡ Ἐκκλησία πράττοντας ἔτσι, ἐνεργεῖ μέ σοφό τρόπο.

Ἡ Ἐκκλησία ὡς κοινότητα ὁμοφρόνων πιστῶν
Τί εἶναι ἡ ἁγία Ἐκκλησία; Εἶναι μία κοινότητα πιστευόντων, ἑνωμένων μεταξύ τους μέ μία ἑνότητα ὁμολογίας θεϊκῶς ἀποκαλυμμένων ἀληθειῶν, μέ μία ἑνότητα ἐξαγιασμοῦ μέσῳ θεϊκῶς καθιερωμένων Μυστηρίων, καί μέ μία ἑνότητα διοικήσεως καί καθοδηγήσεως ἀπό ποιμένες δοσμένους ἀπό τόν Θεό. Ἡ ἑνότητα τῆς ὁμολογίας, τοῦ ἐξαγιασμοῦ καί τῆς διοικήσεως συνιστᾷ τόν κανονισμό αὐτῆς τῆς κοινότητας, πού εἶναι ὑποχρεωτικός γιά ὁποιονδήποτε ἐντάσσεται σέ Αὐτήν. Ἡ ἰδιότητα τοῦ μέλους σέ αὐτή τήν κοινότητα ἐξαρτᾶται ἀπό τήν ἀποδοχή αὐτοῦ τοῦ κανονισμοῦ καί τήν συμφωνία μέ αὐτόν· ἡ παραμονή σέ αὐτήν τήν κοινότητα ἐξαρτᾶται ἀπό τήν τήρησή του. Ἄς δοῦμε πῶς ἡ ἁγία Ἐκκλησία ἀναπτύχθηκε καί πῶς συνεχίζει νά ἀναπτύσσεται. Οἱ ἱεροκήρυκες κηρύττουν. Μερικοί ἀπό τούς ἀκροατές δέν παραδέχονται τό κήρυγμα καί φεύγουν· ἄλλοι τό ἀποδέχονται καί σάν ἀποτέλεσμα τῆς ἀποδοχῆς του ἁγιάζονται ἀπό τά ἅγια Μυστήρια, ἀκολουθοῦν τήν καθοδήγηση τῶν ποιμένων, καί ἔτσι ἐνσωματώνονται μέσα στήν ἁγία Ἐκκλησία - ἐκκλησιοποιοῦνται. Αὐτός εἶναι ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο ὅλα τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας εἰσάγονται σέ Αὐτήν. Κατά τήν εἰσαγωγή τους, μείγνυνται μέ ὅλα τά μέλη Της, ἑνώνονται μαζί τους, καί παραμένουν στήν Ἐκκλησία μόνον καθ΄ὅσον συνεχίζουν νά εἶναι ἕνα μέ αὐτά ὅλα.

Κάθε κοινότητα ἔχει θεμελιακούς κανονισμούς
Ἀπό αὐτή τήν ἁπλῆ ἔνδειξη σχετικῶς μέ τό πῶς σχηματίζεται ἡ Ἐκκλησία, μπορεῖτε νά δεῖτε ὅτι ὡς μία κοινότητα, ἡ ἁγία Ἐκκλησία ἦλθε στήν ὕπαρξη καί συνεχίζει νά ὑφίσταται καθώς κάθε ἄλλη κοινότητα. Καί ἔτσι νά Τήν βλέπετε, καθώς θά βλέπατε κάθε ἄλλη, καί μή Τήν ἀποστερεῖτε ἀπό τά δικαιώματα πού ἀνήκουν σέ κάθε κοινότητα. Ἄς πάρουμε, γιά παράδειγμα, μία ἀντι-αλκοολική κοινότητα. Ἕχει κανονισμούς πού κάθε μέλος πρέπει νά ἐκπληρώνει. Καί κάθε μέλος της εἶναι μέλος ἀκριβῶς ἐπειδή ἀποδέχεται καί τηρεῖ τούς κανονισμούς της. Τώρα ὑποθέστε ὅτι κάποιο μέλος ὄχι μόνον ἀρνεῖται νά τηρεῖ τούς κανονισμούς, ἀλλά διατηρεῖ καί πολλές ἀπόψεις ἐντελῶς ἀντίθετες πρός ἐκεῖνες τῆς κοινότητας καί ἀκόμη ἐξεγείρεται ἐναντίον τοῦ ἰδίου τοῦ σκοποῦ της. Ὄχι μόνον δέν τηρεῖ ὁ ἴδιος ἐγκράτεια, ἀλλά μάλιστα διαβάλλει τήν ἴδια τήν ἐγκράτεια καί διασπείρει ἰδέες πού μπορεῖ νά βάλουν ἄλλους σέ πειρασμό καί νά τούς παρασύρουν μακριά ἀπό τήν ἐγκράτεια. Τί κάνει κατά κανόνα ἡ κοινότητα μέ τέτοιους ἀνθρώπους; Πρῶτα, τούς προειδοποιεῖ καί ἔπειτα τούς ἀποβάλλει. Ἐκεῖ ἔχεις ἕνα «ἀνάθεμα»! Κανείς δέν διαμαρτύρεται γι΄ αὐτό, κανείς δέν ἐπικρίνει τήν κοινότητα, ὅτι εἶναι ἀπάνθρωπη. Ὅλοι ἀποδέχονται ὅτι ἡ κοινότητα ἐνεργεῖ μέ τρόπο τελείως νόμιμο καί ὅτι ἄν ἦταν νά πράξει διαφορετικῶς, δέν θά μποροῦσε νά ὑπάρξει.

Τό παράδειγμα τοῦ Ἀρείου
Συνεπῶς, γιά τί μπορεῖ νά ἐπικρίνει κανείς τήν ἁγία Ἐκκλησία ὅταν ἐνεργεῖ παρομοίως; Στό τέλος τῆς γραφῆς, ἕνα «ἀνάθεμα» εἶναι ἀκριβῶς χωρισμός ἀπό τήν Ἐκκλησία, ἤ ἀποκλεισμός ἀπό αὐτήν ὅσων δέν πληροῦν τίς προϋποθέσεις τῆς ἑνότητας μέ Αὐτήν καί ἀρχίζουν νά σκέπτονται διαφορετικῶς ἀπό τόν τρόπο πού Αὐτή σκέπτεται, διαφορετικῶς ἀπό τόν τρόπο πού αὐτοί οἱ ἴδιοι ὑποσχέθηκαν νά σκέπτονται κατά τήν ἔνταξή τους σέ Αὐτήν. Θυμηθεῖτε πῶς συνέβη! Ἐμφανίσθηκε ὁ Ἄρειος, ὁ ὁποῖος διατηροῦσε ἀσεβεῖς γνῶμες ὅσον ἀφορᾷ στόν Χριστό τόν Σωτῆρα, ὥστε μέ ἐκεῖνες τίς ἀπόψεις διαστρέβλωνε αὐτή τήν ἴδια τήν πράξη τῆς σωτηρίας μας. Τί ἔγινε μέ αὐτόν; Πρῶτα προειδοποιήθηκε, καί προειδοποιήθηκε πολλές φορές μέ κάθε δυνατό μέσο πειθοῦς καί συναισθήματος. Ἀλλ΄ ἐφ΄ ὅσον πεισμωδῶς ἐπέμεινε στήν ἄποψή του, καταδικάσθηκε καί ἔγινε ἀκοινώνητος ἀπό τήν Ἐκκλησία – δηλαδή: «ἀποβάλλεται ἀπό τήν κοινότητά μας. Προσέξτε, μή ἔχετε κοινωνία μέ αὐτόν καί μέ τούς ὁμοίους του. Μή κρατεῖτε οἱ ἴδιοι τέτοιες ἀπόψεις, καί μή ἀκούετε ἤ μή ἀποδέχεσθε ἐκείνους πού τό κάνουν». Ἔτσι ἔπραξε ἡ ἁγία Ἐκκλησία μέ τόν Ἄρειο· ἔτσι ἔχει πράξει καί μέ ὅλους τούς ἄλλους αἱρετικούς· καί ἔτσι θά κάνει καί τώρα, ἐπίσης, ἐάν κάποιος ἐμφανισθεῖ κάπου μέ ἀσεβεῖς ἀπόψεις. Λοιπόν, πεῖτε μου, τί εἶναι ἀξιόμεμπτο ἐδῶ; Τί ἄλλο θά μποροῦσε νά κάνει ἡ ἁγία Ἐκκλησία; Καί θά μποροῦσε νά συνεχίσει νά ὑπάρχει ἐάν δέν ἐφάρμοζε τέτοια αὐστηρότητα καί δέν προειδοποιοῦσε τά παιδιά Της μέ τόση φροντίδα ἔναντι ἐκείνων πού μπορεῖ νά τά διαφθείρουν καί νά τά καταστρέψουν;

Ἡ προστασία τῶν σωτηρίων ἐκκλησιαστικῶν δογμάτων
Ἄς δοῦμε: ποιές ψευδεῖς διδασκαλίες καί ποιοί ψευδεῖς διδάσκαλοι γίνονται ἀκοινώνητοι; Ἐκεῖνοι πού ἀρνοῦνται τήν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ, τήν ἀθανασία τῆς ψυχῆς, τή θεία Πρόνοια· ἐκεῖνοι πού δέν ὁμολογοῦν τήν Παναγίαν Τριάδα, Πατέρα, Υἱόν, καί Ἅγιον Πνεῦμα, τόν ἕνα Θεόν· ἐκεῖνοι πού δέν ἀναγνωρίζουν τή Θεότητα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τή σωτηρία μας μέσῳ τοῦ θανάτου Του ἐπί τοῦ Σταυροῦ· ἐκεῖνοι πού ἀρνοῦνται τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί τά θεῖα μυστήρια πού τήν παρέχουν, καί οὕτω καθεξῆς. Βλέπετε, τίνος εἴδους θεμάτων ἅπτονται; Αὐτά εἶναι θέματα τά ὁποῖα συνιστοῦν τήν ἴδια τήν αἰτία πού ἡ ἁγία Ἐκκλησία εἶναι ἡ Ἐκκλησία, ἀρχές ἐπί τῶν ὁποίων εἶναι θεμελιωμένη καί ἄνευ τῶν ὁποίων δέν θά μποροῦσε νά εἶναι αὐτό πού εἶναι. Ὡς ἐκ τούτου, ἐκεῖνοι πού ἐξεγείρονται ἐναντίον τέτοιων ἀληθειῶν εἶναι γιά τήν Ἐκκλησία, ὅ,τι εἶναι γιά μᾶς στήν καθημερινή ζωή ἐκεῖνοι πού κάνουν ἀπόπειρες κατά τῆς ζωῆς μας καί τῆς περιουσίας μας. Ληστές καί κλέπτες, στό κάτω-κάτω, πουθενά δέν ἐπιτρέπεται νά συνεχίζουν ἐλευθέρως καί νά  φεύγουν ἀτιμώρητοι. Καί ὅταν δένονται καί παραδίδονται στό νόμο καί τήν τιμωρία, κανείς δέν τό θεωρεῖ αὐτό ἀπάνθρωπο ἤ παραβίαση τῆς ἐλευθερίας. Ἀντιθέτως, οἱ ἄνθρωποι βλέπουν στό ἴδιο αὐτό πρᾶγμα ἐξ ἴσου μία πράξη ἀγάπης γιά τόν ἄνθρωπο, καί διαφύλαξη τῆς ἐλευθερίας - ἀναφορικῶς πρός ὅλα τά μέλη τῆς κοινωνίας. Ἐάν ἔτσι κρίνετε ἐδῶ, παρομοίως νά κρίνετε σχετικῶς καί μέ τήν κοινότητα τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτοί οἱ ψευδο-διδάσκαλοι, καθώς οἱ κλέπτες καί οἱ ληστές, λεηλατοῦν τήν περιουσία τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας καί τοῦ Θεοῦ, διαφθείροντας τά τέκνα της καί καταστρέφοντάς τα. Σφάλλει ἡ ἁγία Ἐκκλησία κρίνοντάς τους, δένοντάς τους, καί πετώντας τους ἔξω; Καί θά ἦταν πράγματι ἀγάπη πρός τόν ἄνθρωπο, ἐάν αὐτή θά ἔβλεπε τίς ἐνέργειες τέτοιων ἀνθρώπων μέ ἀδιαφορία καί τούς ἄφηνε ἐν ἐλευθερίᾳ νά καταστρέψουν κάθε ἄλλον; Μία μητέρα θά ἐπέτρεπε σέ ἕνα φίδι ἐλευθέρως νά σκαρφαλώσει καί νά δαγκώσει τό παιδάκι της; Ποιός δέν κατανοεῖ τόν κίνδυνο; Ἐάν κάποια ἀνήθικα πρόσωπα ἦταν νά ἀποκτήσουν πρόσβαση στήν οἰκογένειά σας καί νά ἀρχίσουν νά ἐκπειράζουν τήν κόρη σας, ἤ τόν γυιό σας, θά μπορούσατε νά δεῖτε μέ ἀδιαφορία τίς πράξεις καί τούς λόγους τους; Φοβούμενοι μήπως ἀποκτήσετε τή φήμη ἀπανθρώπου καί «παλαιῶν ἀρχῶν», θά δένατε τά χέρια σας; Δέν θά σπρώχνατε ἕνα τέτοιο πρόσωπο ἔξω ἀπό τήν πόρτα καί θά τήν κλείνατε πίσω του γιά πάντα; Θά ἔπρεπε νά δεῖτε τίς ἐνέργειες τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας μέ τόν ἴδιο τρόπο. Βλέπει Αὐτή ὅτι ἐμφανίζονται ἄτομα μέ διεφθαρμένο νοῦ, καί διαφθείρουν ἄλλους – καί ἐξεγείρεται ἐναντίον τους, τούς ἀποδιώκει, καί φωνάζει σέ ὅλους ἐκείνους πού εἶναι δικοί Της: προσέξτε - ἔτσι καί ἔτσι, ἄνθρωποι τέτοιοι καί τέτοιοι θέλουν νά καταστρέψουν τίς ψυχές σας. Μή τούς ἀκούσετε· φύγετε ἀπό αὐτούς. Ἔτσι ἐκπληρώνει τό καθῆκον τῆς μητρικῆς ἀγάπης, καί συνεπῶς ἐνεργεῖ μέ ἀγάπη - ἤ, ὅπως τό λέτε - ἀνθρωπιστικῶς.

Καί στή σημερινή ἐποχή ἀπαραίτητα τά ἀναθέματα
Στό παρόν, ἔχουμε μία ἁλματώδη ἐξάπλωση μηδενιστῶν, πνευματιστῶν καί ἄλλων ἐπιζήμιων ἔξυπνων πού παρασύρονται ἀπό τούς ψευδο-διδασκάλους τῆς Δύσεως. Νομίζετε ἀληθῶς ὅτι ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία θά τηροῦσε σιωπή καί δέν θά ὕψωνε τή φωνή Της γιά νά καταδικάσει καί νά τούς ἀναθεματίσει, ἐάν οἱ καταστροφικές διδασκαλίες τους ἦταν κάτι νέο; Μέ κανένα τρόπο. Θά συγκαλεῖτο κάποια Σύνοδος, καί στή Σύνοδο ὅλοι αὐτοί μαζί μέ τίς διδασκαλίες τους θά παρεδίδοντο σέ ἀνάθεμα, στό δέ τωρινό Συνοδικόν τῆς Ὀρθοδοξίας θά προσετίθετο ἕνα ἐπιπρόσθετο κεφάλαιο: «Στόν Φόϋερμπαχ, τόν Μποῦχνερ καί τόν Ρενάν, στούς πνευματιστές, καί ὅλους τούς ἀκολούθους τους – στούς μηδενιστές – “ἔστω ἀνάθεμα”». Ἀλλά δέν ὑπάρχει καμμία ἀνάγκη γιά τέτοια Σύνοδο καί δέν ὑπάρχει καμμία ἀνάγκη ἐπίσης γιά τέτοια προσθήκη. Οἱ ψευδο-διδασκαλίες τους ἔχουν ἤδη ὅλες ἀναθεματισθεῖ ἐκ τῶν προτέρων σέ ἐκεῖνα τά σημεῖα ὅπου ἐκφέρεται ἀνάθεμα γιά ἐκείνους πού ἀρνοῦνται τήν ὕπαρξιν τοῦ Θεοῦ, τήν πνευματικότητα καί ἀθανασία τῆς ψυχῆς, τίς διδαχές πού ἀφοροῦν στήν Παναγία Τριάδα καί πού ἀφοροῦν στή Θεότητα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Δέν βλέπετε μέ πόση σοφία καί προνοητικότητα δρᾷ ἡ ἁγία Ἐκκλησία, ὅταν μᾶς ὑποχρεώνει νά τελέσουμε τήν παροῦσα διακήρυξη καί νά τήν ἀκούσουμε; Καί ὅμως λένε: «Αὐτό εἶναι παρωχημένο». Ἀλλά εἶναι ἀκριβῶς τώρα πού εἶναι ἐπίκαιρο! Ἴσως πρό 100 ἐτῶν δέν ἦταν ἐπίκαιρο. Ἀντιθέτως, κάποιος πρέπει νά πεῖ σχετικῶς μέ τήν ἐποχή μας, ὅτι ἄν δέν ὑπῆρχε μέχρι τώρα Συνοδικόν τῆς Ὀρθοδοξίας, θά ἦταν ἀναγκαῖο νά εἰσαχθεῖ ἕνα καί νά τελεῖται ὄχι μόνον στίς κυριότερες πόλεις, ἀλλά σέ ὅλες τίς περιοχές καί σέ ὅλες τίς Ἐκκλησίες: ὥστε νά συναχθοῦν ὅλες οἱ διδασκαλίες τοῦ κακοῦ πού ἀντιτίθενται στόν Λόγο τοῦ Θεοῦ καί νά καταστοῦν γνωστές σέ ὅλους, ὥστε ὅλοι νά μποροῦν νά γνωρίζουν τί εἶναι ἀναγκαῖο νά προσέχουν καί ποιοῦ εἴδους διδασκαλίες νά ἀποφεύγουν. Πολλοί ἔχουν διαφθαρεῖ στό νοῦ, ἀποκλειστικῶς καί μόνον λόγῳ ἀγνοίας, ἐνῷ μία δημόσια καταδίκη τῶν καταστροφικῶν διδασκαλιῶν θά τούς ἔσωζε ἀπό τήν ἀπώλεια.
Συνεπῶς, ἡ Ἐκκλησία καθιστᾷ ἀκοικώνητους, ἐξορίζει ἀπό τίς τάξεις της (ὅταν λέγεται, «Ἀνάθεμα στόν τάδε καί τόν δεῖνα», αὐτό σημαίνει τό ἴδιο πρᾶγμα μέ τό «Ὁ τάδε καί ὁ δεῖνα, ἔξω ἀπό ἐδῶ!»), ἤ ἀναθεματίζει γιά τόν ἴδιο λόγο πού τό πράττει ὁποιαδήποτε κοινότητα. Καί εἶναι ὑποχρεωμένη νά τό κάνει γιά νά αὐτο-διατηρηθεῖ καί νά διατηρήσει τά τέκνα της ἀπό τήν καταστροφή. Γιά αὐτόν τόν λόγο,  δέν ὑπάρχει τίποτε ἀξιόμεμπτο ἤ ἀκατανόητο σχετικῶς μέ αὐτό τό παρόν Συνοδικόν. Ἐάν κάποιος φοβεῖται τήν ἐνέργεια τοῦ ἀναθέματος, ἄς ἀποφύγει τίς διδασκαλίες πού εἶναι ἡ αἰτία αὐτός νά τό ὑποστεῖ. Ἐάν κάποιος τό φοβεῖται γιά ἄλλους, ἄς τούς ἀποκαταστήσει στήν ὑγιῆ διδασκαλία. Ἀλλά ἄν ἔχεις ἤδη ἐγκαταλείψει τήν ὑγιῆ διδασκαλία, τότε τί δουλειά ἔχεις μέ τό τί γίνεται στήν Ἐκκλησία ἀπό αὐτούς πού δέν τήν ἔχουν ἐγκαταλείψει [τήν ὑγιῆ διδασκαλία] ; Καί μόνον ἀπό τό ἴδιο τό γεγονός ὅτι ἔχεις συλλάβει μία διαφορετική ἄποψη γιά τά πράγματα ἀπό ἐκείνη πού τηρεῖται στήν Ἐκκλησία, ἔχεις ἤδη διαχωρίσει τόν ἑαυτό σου ἀπό τήν Ἐκκλησία. Δέν εἶναι ἡ καταγραφή στούς βαπτισματικούς καταλόγους πού καθιστᾷ κάποιον μέλος τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά τό πνεῦμα καί τό περιεχόμενο τῶν ἀπόψεών του. Εἴτε ἡ διδασκαλία σου καί τό ὄνομά σου προφέρονται σάν νά εἶναι ὑπό τό ἀνάθεμα εἴτε ὄχι, ἤδη ὑπόκεισαι σέ αὐτό, ὅταν οἱ ἀπόψεις σου ἀντιτίθενται σέ ἐκεῖνες τίς Ἐκκλησίας, καί ὅταν ἐπιμένεις σέ αὐτές. Εἶναι φοβερό τό ἀνάθεμα. Ἐγκατάλειψε τίς κακές σου ἀπόψεις. Ἀμήν.
Ἐπίσκοπος Θεοφάνης

Μετάφραση (ἑλληνική ἐκ τοῦ ἀγγλικοῦ):  Ι. Μ. Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου
Πρωτότυπο κείμενο (ρωσσικό): στό περιοδικό Pravoslavnaya Rus ( Ὀρθόδοξη Ρωσσία), #4, 1974

Ο επίσκοπος και η χαρισματική προσευχή μιας απλής γυναίκας


ΦΩΤΟ:costasbalafas.gr
ΦΩΤΟ:costasbalafas.gr
Ὁ μακαριστός Μητροπολίτης Χαλκίδος Νικόλαος Σελέντης ἀνέφερε: «Μ’ ἔμαθε νά προσεύχωμαι κατανυκτικά καί μέ δάκρυα μία ἁπλῆ γυναικούλα, πού κατοικοῦσε στό Πέραμα Πειραιῶς καί τήν ἀποκαλοῦσαν περιφρονητικά ὄχι μέ τ’ ὄνομά της, ἀλλά μέ τό παρατσούκλι “ἡ Αὐγουλοῦ”, γιατί πούλαγε φρέσκα αὐγά, νά ἐξοικονομήση τόν “ἄρτον τόν ἐπιούσιον”.
Ὡς περιοδεύων πέρασα μιά μέρα ἀπ’ τό φτωχικό της σπίτι, γιά νά εἰσπράξω μιά συνδρομή γιά τό περιοδικό ΖΩΗ. Ἡ ἴδια ἀπουσίαζε καί βρισκόταν ἐκεῖ τό παιδί της, πού διήρχετο τήν ἐφηβεία. Ἔκαιγε τό καντήλι στό εἰκονοστάσι κι ἔκανα στό παιδί τήν πρότασι ἄν ἤθελε μέχρι νά ᾽λθη ἡ μητέρα του νά προσευχηθοῦμε λιγάκι. Κάπως ἀδιάφορα κούνησε καταφατικά τό κεφάλι του καί εἶπε ἄς προσευχηθοῦμε. Ὅταν τελειώσαμε τήν προσευχή, μοῦ λέει κάπως χαριτολογώντας: Α, ἐσύ δέν ξέρεις νά προσευχηθῆς! Ἐγώ κατεπλάγην ἀπ’ τήν τολμηρή αὐτή παρατήρησι καί τόν ρώτησα νά μοῦ ἐξηγήση, πῶς κατά τή γνώμη του πρέπει νά προσεύχεται ἕνας Ὀρθόδοξος Χριστιανός; Ἐγώ, κύριε, μοῦ λέει δέν ξέρω Θεολογία, ἀλλά βλέπω τό παράδειγμα τῆς μητέρας μου, πού ὅταν προσεύχεται κραυγάζει συνεχῶς “Κύριε Ἐλέησον”, πέφτει συνεχῶς σέ μετάνοιες, κτυπάει τό στῆθος της καί τρέχουν ποτάμι τά δάκρυά της!
Μετά ἀπ’ αὐτή τήν ἀφήγησι, μεγάλωσε ἡ ἐπιθυμία μου νά γνωρίσω αὐτή τήν ὑπέροχη γυναῖκα καί νά διδαχθῶ κάτι ἀπ’ τή χαρισματική προσευχή της.
Ἐκείνη τή μέρα δέν ἦλθε κι ἀποχώρησα. Μιά ἄλλη μέρα πέρασα νά τή συναντήσω καί βρέθηκα μπροστά σέ μιά συγκλονιστική σκηνή προσευχομένου ἀνθρώπου. Ὁ ἄνδρας της, ὅπως ἔμαθα, ἦταν ἕνας μέθυσος κι ἀχαΐρευτος, πού τῆς ἔπαιρνε ὅ,τι οἰκονομοῦσε ἀπ’ τά αὐγά καί μπεκρόπινε. Ἐκείνη τή μέρα κατά τήν ὁποία πῆγα, ἀπ’ τό μεθύσι του τήν εἶχε ξυλοκοπήσει, τῆς εἶχε πάρει τά χρήματα καί τῆς εἶχε πετάξει τήν Καινή Διαθήκη μέσα στό πηγάδι! Ἐγώ δέ, τή βρῆκα γονατιστή στό πηγάδι νά προσεύχεται καί νά λέη: Χριστέ μου καί Παναγία μου Μεγαλόχαρη, τό βιβλίο μέ τά ἱερά γράμματα, τό ὁποῖο ἔρριξε ὁ ἄνδρας μου στό πηγάδι δέν τό ἔκανε ἀπό ἀσέβεια, ἀλλά ἦταν μεθυσμένος. Κάνε Παναγία μου τά ἱερά αὐτά Γράμματα, πού θά λειώσουν καί θά γίνουν ἕνα μέ τό νερό, νά τά πιῆ ὁ ἄνδρας μου, νά μετανοήση, νά ἐξομολογηθῆ καί νά σωθῆ, νά μήν πάη στήν κόλασι, Χριστουλάκη μου, γιατί ὁ κόσμος μέ ἔχει γιά καλή, ἐνῶ ἐγώ ἡ τρισάθλια ἔχω πολλά ἀθεράπευτα πάθη κι ἁμαρτίες!

Σχόλια στο Ευαγγέλιο της Κυριακής των Αγἰων και Θεοφόρων Πατέρων.


 Καρποί θείας εμπειρίας

“Εφανέρωσά σου το όνομα τοις ανθρώποις  ους δέδωκάς μοι εκ του κόσμου”.

Για αιώνες ολόκληρους οι άνθρωποι τελούσαν υπό πλήρη άγνοια για τον αληθινό Θεό.  Στην προσπάθειά τους να ικανοποιήσουν εσωτερικές αναζητήσεις, στρέφονταν στη λατρεία των ειδώλων, η οποία χαρακτηριζόταν σαφώς από την ματαιότητα και την πλάνη. Κανένας άνθρωπος δεν μπορούσε να δώσει πληροφορίες για τον αληθινό Θεό.  Όπως άλλωστε μας πληροφορεί ο Ευαγγελιστής Ιωάννης: “Θεόν ουδείς εώρακεν πώποτε”.  Έτσι ο αληθινός Θεός γίνεται άνθρωπος για να δώσει τη δυνατότητα της αυθεντικής Θεογνωσίας.
Ο Υιός και Λόγος του Θεού που σαρκώθηκε, στην αρχιερατική Του προσευχή, που έγινε όπως είναι γνωστό λίγο πριν από το Πάθος, αναφέρθηκε και στο έργο Του για την αποκάλυψη του Θεού στους ανθρώπους.  Είπε χαρακτηριστικά: “Πάτερ, εφανέρωσά σου το όνομα τοις ανθρώποις”. Εδώ φαίνεται πως στο πρόσωπο του Χριστού αποκαλύπτεται ο αληθινός Θεός και δίνει τη δυνατότητα στον άνθρωπο να τον πλησιάσει και να ενωθεί μαζί Του.

Πιστοί ακόλουθοι
Ο Κύριος κατά την επί γης παρουσία Του όταν κήρυττε και θαυματουργούσε, είχε τους μαθητές και αποστόλους πάντοτε μαζί Του. Εκείνοι όταν κλήθηκαν από τον Ιησού, χωρίς οποιοδήποτε δισταγμό ή αναστολή, “αφέντες άπαντα ηκολούθησαν Αυτώ”. Τους δόθηκε έτσι ευκαιρία να μυηθούν στο βάθος της διδασκαλίας και του έργου Του.  Σε μερικές μάλιστα περιπτώσεις, όπως φανερώνει η γραφίδα των Ευαγγελιστών, έγιναν δέκτες μεγάλων αποκαλύψεων.  Με αυτό τον τρόπο κατέστησαν ικανοί να κηρύξουν το Ευαγγέλιο και την αλήθεια του σε όλα τα έθνη.  Έγιναν συνεργοί του Θεού στην αναγγελία του θελήματός Του, μεταβαίνοντας μάλιστα από τόπο σε τόπο, φθάνοντας μέχρι τα πέρατα του κόσμου.  
Ως εφόδια είχαν την στερεά πίστη τους, η οποία γινόταν μέσο για να μεταλαμπαδευθεί το αναστάσιμο μήνυμα σε όλο τον κόσμο. Έτσι η αλήθεια κρατήθηκε ανόθευτη από τις πλάνες και τις επιδράσεις των αιρετικών διδασκαλιών.
Δοχεία Χάριτος
Για τη διάδοση του σημαντικού αυτού μηνύματος, που τόσο ανόθευτα πρόσφεραν οι απόστολοι στον τότε κουρασμένο κόσμο, τη σκυτάλη πήραν αργότερα οι άγιοι και Θεοφόροι Πατέρες, οι οποίοι αφού με τη ζωή και το έργο τους άφησαν τον εαυτό τους να γίνει δοχείο της Θείας Χάριτος, διατράνωσαν θαρραλέα με τους πολύμοχθους αγώνες τους το αναστάσιμο μήνυμα του Ευαγγελίου και το διαφύλαξαν ανόθευτο από τις πλάνες των αιρέσεων. Έτσι η Εκκλησία μας σήμερα “εβδόμη Κυριακή από του Πάσχα, την εν Νικαία Πρώτην Οικουμενικήν Σύνοδον εορτάζει των τριακοσίων δέκα και οκτώ θεοφόρων Πατέρων”. Ήταν τότε που ο Άρειος με τις πλάνες του επεχείρησε να κτυπήσει την Εκκλησία, αμφισβητώντας τη Θεότητα του Κυρίου μας και επομένως τη δυνατότητα του ανθρώπου να σωθεί και να θεωθεί. Οι 318 Πατέρες που τιμά σήμερα η Εκκλησία μας, πρωτοστάτησαν σ’ ένα αγώνα που κορυφώθηκε με τη σύγκληση της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου στη Νίκαια της Βιθυνίας, προκειμένου η Ορθοδοξία μας ν’ ακτινοβολεί σήμερα και να μας προσφέρει τις αστείρευτες πηγές της αλήθειας της.
Αγαπητοί αδελφοί, η πίστη που μάς παρέδωσε ο Κύριός, αλλά και οι απόστολοι και οι πατέρες της Εκκλησίας μας, είναι ότι πιο πολύτιμο μπορούμε να έχουμε σαν πυξίδα στη ζωή μας.  Έχουμε λοιπόν χρέος να συντονιστούμε με τις δικές τους φωτεινές πυξίδες, οι οποίες μας ανεβάζουν σε κορυφές, όπου ο άνθρωπος μπορεί να γεύεται των καρπών της θείας εμπειρίας. Η ζωή και η μαρτυρία του Ιουστίνου του μάρτυρα, του οποίου τη μνήμη τιμά σήμερα η Εκκλησία, θεμελιώνει τη βεβαιότητα γι’ αυτή τη θεία ανάβαση. Ας μιμηθούμε, λοιπόν, κι εμείς το δικό του παράδειγμα, το οποίο παραπέμπει στην αλήθεια ότι ο άνθρωπος μπορεί να γίνει όχι μόνο υπερασπιστής της χριστιανικής πίστης, αλλά και μάρτυρας, δίνοντας όταν χρειαστεί ακόμα και αυτή τη ζωή του.

Χριστάκης Ευσταθίου, Θεολόγος.

Πηγή:Εκκλησία της Κύπρου

Μνήμη των Αγίων Πατέρων της Ζ’ Οικουμενικής Συνόδου Πρωτ. Γεώργιος Μ. Μεταλληνός


Πρωτ. Γεώργιος Μ. Μεταλληνός
Η ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ
1. Την μνήμη των Αγίων Πατέρων της Ζ’ Οικουμενικής Συνόδου (787) εορτάζει σήμερα η Εκκλησία μας. Μία αίρεση προκάλεσε και την σύνοδο αυτή, η αίρεση της Εικονομαχίας. Πέρα από το αναμφισβήτητο χριστολογικό περιεχόμενό της είχε η Εικονομαχία και σαφή εκκλησιολογικό χαρακτήρα. Ήταν μια απροκάλυπτη επίθεση της Πολιτείας, που δεν ενεργούσε πια ως «διάκονος Θεού εις το αγαθόν» (Ρωμ. ιγ’ 3), εναντίον της Εκκλησίας. Οι δύο διακονίες του Γένους, η «Ιερωσύνη» και η «Βασιλεία», η ιερατική και η πολιτειακή διακονία, βρίσκονται αντιμέτωπες. Εγείρεται η επιδίωξη της Πολιτείας να υποτάξει την Εκκλησία, σε μια πρωτοφανή έκρηξη πολιτειοκρατίας. Η αίρεση ήταν το πνευματικό υπόβαθρο του προβλήματος.
Αίρεση, λοιπόν, κυρίως η Εικονομαχία, όπως τόσες άλλες, που συγκλόνισαν την Εκκλησία μας στη διαιώνια πορεία της. Πώς όμως συνέβη τούτο; Πώς δηλαδή απείλησε η αίρεση την Εκκλησία και πώς εξουδετερώθηκε ο κίνδυνος αυτός; Αυτό θα επιχειρήσουμε να αναπτύξουμε στη συνέχεια.

2. Ό,τι είναι αναγκαίο για την σωτηρία μας μας το εφανέρωσε ο Θεός «πολυμερώς και πολυτρόπως», καθ’ όλη την εξέλιξη του σχεδίου της Θείας Οικονομίας, από τους χρόνους της Π. Διαθήκης, κυρίως όμως στο πρόσωπο του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Ο Θεάνθρωπος Κύριός μας έγινε «υπογραμμός, ίνα τοις ίχνεσιν αυτού επακολουθήσωμεν» (Α’ Πέτρ. β’ 21). Γιατί μας απεκάλυψε εκείνο που αυτός ήταν (την οδό, την αλήθεια και τη ζωή) και έζησε εκείνο, που εδίδαξε. Δεν μας εξήγησε δηλαδή μόνο τί είναι αλήθεια, αλλά μας εφανέρωσε την ίδια την Αλήθεια, το Πρόσωπό του δηλαδή που είναι η μόνη και γι’ αυτό αιώνια αλήθεια. Απάλλαξε τον άνθρωπο από την αγωνιώδη προσπάθεια να βρει την αλήθεια. Γιατί βλέποντας τον Χριστό και το έργο του, έχει ενώπιόν του την Αλήθεια και δεν του μένει παρά ν’ ακολουθήσει τον Χριστό, για να είναι και αυτός «εν τη αληθεία» (Β’ Ιωάν. 3). Όποιος ζει μέσα στην Εκκλησία του Χριστού δεν φοβάται να πλανηθεί, γιατί η Εκκλησία ως το σώμα του Χριστού είναι «στύλος και εδραίωμα της Αληθείας» (Α’ Τιμ. γ’ 15).
Αλλ’ ο Χριστός δεν είναι μόνο η κηρύττουσα και αποκαλύπτουσα, αλλά και η κηρυττομένη Αλήθεια. Στο πρόσωπό του συγκεκριμενοποιείται το κήρυγμα της Αληθείας. Για αυτό και οι Απόστολοί του τον Χριστό εκήρυξαν (πρβλ. Α’ Κορ. α’ 23 κ.ά.). Δεν ανέπτυξαν κήρυγμα φιλοσοφικό, αόριστο, νεφελώδες. Τί έλεγε ο Παύλος στους Κορινθίους; «Ου γαρ έκρινα του ειδέναι τι εν υμίν, ει μη Ιησούν Χριστόν και τούτον εσταυρωμένον» (Α’ Κορ. β’ 2). Τον Χριστό παρέλαβε η Εκκλησία, από τον Χριστό ιδρύθηκε και αυτόν εκήρυξε. Γιατί το έργο του Χριστού συνέχισαν στον κόσμο και οι απόστολοι και οι πρώτοι χριστιανοί. Για να είναι όμως το έργο τους έργο Χριστού, έπρεπε και αυτοί να κηρύττουν ό,τι και ο Χριστός εκήρυξε, και να ζουν όπως ο Χριστός έζησε. Αν έλειπε αυτή η συνέχεια και συνέπεια, δεν θα ήταν οι χριστιανοί μέλη του σώματος του Χριστού, της Εκκλησίας, αλλά ξένο σώμα.

3. Το έργο του Χριστού επολέμησε απ’ αρχής ο Σατανάς. Γιατί είδε να καταλύεται, να συντρίβεται η βασιλεία του. Ο Χριστός ήλθε να «λύση τα έργα του διαβόλου». Να συντρίψει το κράτος και την δυναστεία του και να χαρίσει την ελευθερία της ιδικής του βασιλείας. Γι’ αυτό ο Σατανάς, που θεωρεί τον εαυτό του άρχοντα και εξουσιαστή του κόσμου (πρβλ. Ματθ. δ’ 9), εκήρυξε ανοικτό πόλεμο ενάντια στη βασιλεία του Χριστού. Ως όργανά του -στρατιώτες του- χρησιμοποίησε τους άρχοντες του Ισραήλ και τους Ρωμαίους, την πολιτική εξουσία του κόσμου. Στόχος του ήταν στην αρχή το ίδιο το Πρόσωπο του Χριστού μας. Όταν όμως είδε να εξουδετερώνεται η επίθεσή του με την αναστάσιμη νίκη του Κυρίου και να γλυστρά το θύμα μέσα από τα χέρια του, εστράφηκε εναντίον του σώματος του Χριστού, της Εκκλησίας. Αν δεν συνέτριψε τον ίδιο τον Χριστό, να συντρίψει τη συνέχεια του Χριστού, την Εκκλησία. Όπλα του και πάλι οι διωγμοί. Σηκώνει διωγμούς εκ μέρους των Εβραίων και κατόπιν εκ μέρους των Ρωμαίων. Η Εκκλησία, ως συνέχεια του έργου του Χριστού, έρχεται σ’ αντίθεση και προς την ιουδαϊκή θρησκοληψία και τον εβραϊκό εθνικισμό, και προς την ειδωλολατρία και την ψευδοφιλοσοφία (π.χ. τον γνωστικισμό). Γιατί αυτή εκήρυττε την σώζουσα αλήθεια, την αληθινή μονοθεΐα και την αληθινή σοφία.
Παρ’ όλο τον πόλεμο εναντίον της κατόρθωσε η Εκκλησία με την αποστολική σύνοδο (49 μ.Χ.) να μην υποδουλωθεί στον ιουδαϊκό εθνικισμό, γιατί αποστολή της δεν είναι να εξυπηρετήσει σχέδια εθνικιστικά, δηλαδή εθνοφυλετικά. Με την ενότητα της πίστεώς της μπόρεσε πάλι να κρατήσει την ψευδοφιλοσοφία έξω από τους κόλπους της. Έτσι, παρ’ όλους τους διωγμούς η Εκκλησία αντί να μειώνεται, αυξάνει και συνεχίζει την ενότητα πίστεως και ζωής των Αγίων Αποστόλων. Αναγκάζει μάλιστα η Εκκλησία, ως σώμα Χριστού, τους Ιουδαίους να σταματήσουν τον ανοικτό πόλεμο εναντίον της, τους ειδωλολάτρες να την παραδεχθούν και να ζητήσουν την συμμαχία της, τους φιλοσόφους να γίνουν χριστιανοί και το κράτος να την αναγνωρίσει. Τα αίματα των μαρτύρων της έγραψαν τον θρίαμβό της.

4. Ο Σατανάς όμως ανασυντάσσεται. Ό,τι δεν πέτυχε με τους διωγμούς, από έξω, θα επιδιώξει να το επιτύχει τώρα από μέσα, με το νέο φοβερό του όπλο, την αίρεση. Πρώτα επίστευε πως θα νικήσει, αν εξοντώσει τον Χριστό και τους μαθητές του. Τώρα, μετά την αποτυχία του, επιτίθεται εναντίον της αληθείας του Χριστού. Και να πώς. Ο Χριστός μας έδωσε μια πίστη, μια διδασκαλία και ένα νέο τρόπο ζωής, που σώζουν. Ο Σατανάς προσπαθεί να καταστρέψει την ενότητα αυτή, να διαστρεβλώσει την θεία Αποκάλυψη. Αυτό το σκοπό έχει η αίρεση. Δεν είναι μια άλλη θρησκεία, που γίνεται εύκολα αντιληπτή. Είναι καταστροφή της πίστεως, ύπουλη και παραπλανητική. Γιατί εμφανίζεται ως η αλήθεια και ως διόρθωση της πλάνης. Η αίρεση άρα δεν προσβάλλει τα σώματα, αλλά την ψυχή και γι’ αυτό απειλεί την καρδιά της Εκκλησίας. Αν επικρατούσε, θα επέφερε αλλοίωση της ουσίας του Χριστιανισμού, γιατί μια ποικιλία στην πίστη, όπως δυστυχώς την επιδιώκει και σήμερα ο αθεμελίωτος Οικουμενισμός, θα σήμαινε καταστροφή της πίστεως, η οποία τότε μόνο είναι εκκλησιαστική Πίστις, όταν συνοδεύεται από την ενότητα.
Το σπουδαιότερο όμως. Μια Εκκλησία, στην οποία επιβάλλεται η αίρεση και η πλάνη, είναι ξένη προς εκείνη, που ο Χριστός μας «απέκτησε με το αίμα του» (Πράξ. κ’ 28). Δεν είναι άλλο παρά «κόσμος», μακρά από τον Χριστό και την χάρη του.
Από το θανάσιμο αυτό κίνδυνο της αιρέσεως έσωσαν την Εκκλησία, με την χάρη και το φωτισμό του Χριστού μας οι Άγιοι Πατέρες. Ως γνήσια της Εκκλησίας τέκνα έγιναν πνευματικοί πατέρες και καθοδηγηταί των τέκνων της. Συνελθόντες σε συνόδους, εχώρισαν με τη μάχαιρα του Πνεύματος το νόθο από το γνήσιο, την αλήθεια από την πλάνη, τον θάνατο από τη σωτηρία. Με τους συνοδικούς όρους και τους ιερούς κανόνες των μας παρέδωσαν το συγκεκριμένο της αλήθειας του Χριστού, την Ορθοδοξία. Έτσι έθεσαν τα πνευματικά οροθέσια, που χωρίζουν καθαρά και αποτελεσματικά την θεία αποκάλυψη από την αίρεση. Επειδή δε σε κάθε εποχή δεν παύει ο Θεός να αναδεικνύει Αγίους Πατέρες, γι’ αυτό, ως μέλη της Εκκλησίας, μένουμε πάντα με την βεβαιότητα, ότι ακολουθώντας το δρόμο των Αγίων Πατέρων μας, μένουμε μέσα στην αλήθεια του Χριστού μας και γινόμασθε μέτοχοι της σωτηρίας Του.

Αδελφοί μου!

Τρεις φορές μέσα στο εκκλησιαστικό έτος τιμά η Εκκλησία μας Αγίους Πατέρες (της Α’, της Δ’ και της Ζ’ Οικουμενικής Συνόδου). Τρεις φορές μέσα σ’ ένα χρόνο ζούμε «Κυριακή των Αγίων Πατέρων». Δεν είναι συμπτωματικό φυσικά, γιατί τίποτε δεν είναι τυχαίο και συμπτωματικό στη ζωή της Εκκλησίας. Με τον τριπλό εορτασμό τονίζει η Εκκλησία την μεγάλη προσφορά των Αγίων Πατέρων στην εδραίωση της πίστεώς μας πάνω στο ανυπέρβλητο μυστήριο της Αγίας Τριάδος. Προβάλλοντας δε την πρώτη, την τέταρτη και την έβδομη Οικουμ. Σύνοδο, την αρχή, το μέσο και το τέλος των μέχρι τώρα (αναγνωρισμένων) Οικουμενικών Συνόδων, αγκαλιάζει όλους τους Αγίους εκείνους, που προσέφεραν τη ζωή και την ύπαρξή τους, για να μπορούμε εμείς, να ζούμε μέσα στην ελευθερία των τέκνων του Θεού. Αν τιμάμε, λοιπόν -και δίκαια- όσους μας χαρίζουν την εθνική μας ελευθερία, πόσο ευγνώμονες πρέπει να είμασθε σ’ αυτούς που μας έσωσαν από τη χειρότερη δουλεία που υπάρχει, την αίρεση. Δεν υπάρχει όμως μεγαλύτερη ένδειξη ευγνωμοσύνης από το να μιμηθούμε τον αγώνα τους και να γίνουμε και μείς με τη χάρη του Χριστού, πατέρες της Εκκλησίας, όπως εκείνοι. Αυτό όμως προϋποθέτει, ότι είμασθε πρώτα πιστά τέκνα της.
“ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΑ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΑ ΜΗΝΥΜΑΤΑ”
(Απάνθισμα κηρυγμάτων από την 
«ΦΩΝΗ ΚΥΡΙΟΥ» των ετών 1980 και 1983)
ΠΡΩΤΟΠΡ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ Μ. ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΥ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»

Γιατί πολλοί "Χριστιανοί" δεν εκκλησιάζονται;

Λέμε ότι η Ελλάδα είναι ορθόδοξη χώρα και ότι οι Έλληνες στην συντριπτική τους πλειοψηφία είναι Χριστιανοί Ορθόδοξοι. Όμως ένα πολύ μικρό ποσοστό εκκλησιάζονται κάθε Κυριακή και κάθε μεγάλη γιορτή.Γιατί πολλοί "Χριστιανοί" δεν εκκλησιάζονται;
Οι περισσότεροι ή εκκλησιάζονται πολύ αραιά ή δεν εκκλησιάζονται καθόλου. Γιατί άραγε συμβαίνει αυτό;
Οι κυριότεροι λόγοι για τους οποίους πολλοί Χριστιανοί δεν εκκλησιάζονται σήμερα είναι τρείς.
Πρώτος λόγος είναι η απιστία και η έλλειψη αγάπης προς το Θεό.
Όταν οι άνθρωποι δεν πιστεύουν ότι υπάρχει Θεός και ότι τα πάντα, και τα υλικά και τα πνευματικά αγαθά τα χρωστάνε σε Αυτόν θεωρούν περιττό να πάνε να εκκλησιαστούν. Ακόμη πολλοί άνθρωποι, ιδίως νέοι δεν εκκλησιάζονται διότι η πίστη τους έχει κλονιστεί από την αθεϊστική και αντιεκκλησιαστική προπαγάνδα και από τις εξυπνάδες διαφόρων ψευτοφιλοσόφων.
Όσο για την έλλειψη της αγάπης προς το Θεό, βλέπουμε σήμερα ότι οι άνθρωποι λατρεύουν τα πράγματα, τα σπίτια, τα χωράφια, τα πολυτελή αυτοκίνητα, τα ταξίδια και κάποια πρόσωπα, ενώ αντιθέτως δεν λατρεύουν τον μεγάλο ευεργέτη τους, το Θεό Πατέρα που τους χαρίζει όλα αυτά. Όταν αγαπάμε έναν άνθρωπο, θέλουμε να είμαστε συνέχεια κοντά του, να κουβεντιάζουμε μαζί του, να τον συμβουλευόμαστε, και να βοηθάμε ο ένας τον άλλον. Και μόνον που τον βλέπουμε, χαιρόμαστε, ενώ όταν τον αποχωριζόμαστε, λυπούμαστε. Έτσι, αν συνειδητοποιήσουμε ότι ο Θεός είναι Πατέρας μας τότε πολύ περισσότερο θα ποθούμε να βρισκόμαστε συνέχεια κοντά του είτε στην κατά ιδίαν προσευχή είτε την ώρα του εκκλησιασμού.

Δεύτερος λόγος είναι η υλιστική και αμαρτωλή ζωή. Ο Επίκουρος και οι Επικούρειοι πέθαναν πριν πολλούς αιώνες, όμως η νοοτροπία και ο τρόπος ζωής τους εξακολουθεί να υπάρχει σε πολλούς ανθρώπους. Οι άνθρωποι αυτοί έχουν καιρό και αγωνίζονται με άγχος να αποκτήσουν χρήματα και σπίτια, να απολαύσουν τα υλικά αγαθά και τις σαρκικές ηδονές, να ανέβουν σε ψηλές θέσεις και αξιώματα, όμως για ένα δεν έχουν καιρό το οποίο είναι και το σπουδαιότερο, να πάνε στην Εκκλησία και να φροντίσουν για την σωτηρία της ψυχής τους. 
Αλήθεια ακούσατε κανέναν να λέει δεν έχω καιρό να κάνω τις δουλειές μου ή δεν έχω καιρό να φάω ή δεν έχω καιρό να κοιμηθώ και να αναπαυθώ; Λοιπόν δεν είναι επιτυχία του διαβόλου να φροντίζουμε για όλα και να μην φροντίζουμε για την αθάνατη ψυχή μας; Όσο για την αμαρτωλή ζωή έχουμε να παρατηρήσουμε, ότι όταν οι άνθρωποι σαν άλογα ζώα πέφτουν με τα μούτρα στην απόλαυση των σαρκικών ηδονών, δεν έχουν διάθεση για πνευματική ζωή. Επίσης όταν οι άνθρωποι ξενυχτούν στα διάφορα αμαρτωλά κέντρα ή βλέποντας τηλεόραση, το πρωί δεν έχουν καθαρό νου για να σηκωθούν να πάνε στην εκκλησία.
Τρίτος λόγος είναι η άγνοια. Πολλοί άνθρωποι δεν ξέρουν τι είναι ο Χριστός και τι είναι η Εκκλησία και τι προσφέρουν ο Χριστός και η Εκκλησία στον άνθρωπο. Έτσι δεν εκκλησιάζονται, διότι δεν ξέρουν τι χάνουν. Πρώτα, πρώτα χάνουν την ειρήνη, τη χαρά, την ελπίδα και την ευτυχία που μόνο ο Χριστός χαρίζει στους ανθρώπους. Εδώ θυμάμαι έναν αγιορείτη ασκητή ο οποίος έλεγε: «Κλαίω από ευτυχία και παρακαλώ τον Θεό να κρατήσει το μυαλό μου μην τρελαθώ από ευτυχία».
Ακόμη χάνουν τη δυνατότητα και την ευκαιρία για θεραπεία, καλλιέργεια και σωτηρία της αθάνατης ψυχής τους. Ο Άγιος Νεκτάριος λέει χαρακτηριστικά, ότι η εκκλησία είναι το μόνο ιατρείο μέσα στο οποίο μπορεί να θεραπευτεί, να καλλιεργηθεί και να σωθεί η ψυχή του ανθρώπου. Ένα τρίτο κορυφαίο που χάνουν οι άνθρωποι, που από άγνοια δεν εκκλησιάζονται, είναι η ένωσή τους με το Θεό. Στο σπίτι μας όσο και να προσευχόμαστε, δεν μπορούμε να ενωθούμε με το σώμα και το αίμα του Χριστού, το οποίο μόνο στην Εκκλησία προσφέρεται κατά την θεία λειτουργία.
Υπάρχουν ακόμη πέντε προφάσεις για τον μή εκκλησιασμό. 
Α) Λένε μερικοί: «εμείς όλη την εβδομάδα κουραζόμαστε και θέλουμε την Κυριακή να κοιμηθούμε, να ξεκουραστούμε». Αυτός ο ισχυρισμός πέφτει στο κενό, διότι τώρα υπάρχει η πενθήμερη εργασία, αλλά δεν αξίζει να θυσιάσουμε από αγάπη προς τον Χριστό λίγο από τον ύπνο και την ανάπαυσή μας, τη στιγμή που ο Χριστός σταυρώθηκε από την απέραντη αγάπη Του για μας;
Β) Λένε μερικοί ότι ο παπάς της ενορίας τους δεν είναι καλός. Αλλά αδελφοί μου οι αμαρτίες του παπά, όσο μεγάλες και αν είναι, δεν εμποδίζουν την χάρη του Θεού. Αλλά και πάλιν, δεν υπάρχουν καλοί παπάδες; Δόξα τω Θεώ οι πλείστοι ιερείς είναι άξιοι της αποστολής τους. Μπορείτε, λοιπόν, κάλλιστα να πάτε να εκκλησιαστείτε σε άλλο ναό.
Γ) Λένε άλλοι: «Τί να κάνω να πάω στην Εκκλησία, να ακούω τα ίδια και τα ίδια;». Αγαπητοί μου, τον ίδιο αέρα αναπνέετε, το ίδιο νερό πίνετε, το ίδιο ψωμί τρώτε, ο ίδιος ήλιος σας ζωογονεί. Γιατί δεν διαμαρτύρεστε γι’ αυτά και διαμαρτύρεστε για τη λατρεία του Θεού;
Δ) Άλλοι διαμαρτύρονται για την ώρα που γίνεται η Θεία Λειτουργία. Πιστεύω όμως ότι, έστω και αν η Θεία Λειτουργία γινόταν στις δώδεκα το μεσημέρι, οι άνθρωποι αυτοί δεν θα πήγαιναν να εκκλησιαστούν, διότι το θέμα είναι όχι ότι δεν μπορούν, αλλά ότι δεν θέλουν να εκκλησιαστούν.
Ε) Διαμαρτύρονται κυρίως οι νέοι για τη γλώσσα της λατρείας. Όμως και αυτή η πρόφαση ξεπερνιέται, διότι υπάρχουν βιβλιαράκια με την ερμηνεία της θείας λειτουργίας και των άλλων ακολουθιών. Αλλά, διερωτώμαι: «Γιατί άνθρωποι αγράμματοι καταλαβαίνουν και ζουν την θεία λατρεία, ενώ άνθρωποι που έχουν βγάλει το Λύκειο και το Πανεπιστήμιο δεν την καταλαβαίνουν; Λοιπόν, μήπως είναι η θεία λατρεία περισσότερο θέμα καρδιάς και λιγότερο θέμα νου και γνώσεων;».
ΤΟΥ ΝΙΚΟΛ. ΒΟΪΝΕΣΚΟΥ

"Η σημερινή γενιά έχει σταματήσει ν' απευθύνει ευχαριστίες προς τον Κύριο & λέει μόνο αιτήματα σαν τον αχάριστο ζητιάνο"...


ΠροσκυνητήςΔιακόνημα 


Ο άγιος Νεκτάριος της Όπτινα υπενθύμιζε επανειλημμένως στα πνευματικά του τέκνα να ευχαριστούν τον Κύριο για όλα τα ελέη του. Σαν παράδειγμα ειλικρινούς ευγνωμοσύνης ανέφερε τον Όσιο Ελεάζαρ της Σκήτης του Ανζέρσκ:

Όσιος Ελεάζαρ του Ανζέρσκ

Ο Όσιος αυτός βγήκε μια νύχτα στον εξώστη του κελιού του και ατενίζοντας την ομορφιά και την γαλήνη της φύσεως της Σκήτης του Άνζέρσκ, πού τον περιέβαλλε, αισθάνθηκε συγκίνηση μέχρι του σημείου να δακρύσει. Και μέσα από την καρδιά του πού πλημμύρισε από θεία αγάπη, βγήκε ένας βαθύς αναστεναγμός: 

«Ω Κύριε, τι ομορφιά είναι αυτή που έχεις δημιουργήσει για μας! Με τι μέσα και τι τρόπους μπορώ εγώ, ένα αξιοκαταφρόνητο σκουλήκι, να σ' ευχαριστήσω για όλα τα μεγάλα και πλούσια ελέη πού μου έχεις δώσει;».
Η δύναμη του αναστεναγμού και η προσευχή του οσίου άνοιξαν τους ουρανούς και μπροστά στα μάτια της ψυχής του εμφανίστηκαν μυριάδες Άγγελοι φωτεινοί, που έψαλλαν την μεγάλη αγγελική δοξολογία "Δόξα εν ύψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη εν άνθρώποις ευδοκία", ενώ μια αόρατη φωνή είπε στον Όσιο:
-Και συ επίσης, Ελεάζαρ, να ευχαριστείς τον Πλάστη και Δημιουργό σου μ' αυτά τα λόγια της δοξολογίας.

Και ο στάρετς (=γέροντας) Νεκτάριος υπογράμμισε αναστενάζοντας:
- Η σημερινή γενιά έχει σταματήσει ν' απευθύνει ευχαριστήριες προσευχές προς τον Κύριο, και περιορίζεται να του απευθύνει συνεχώς μόνο αιτήματα σαν τον αχάριστο ζητιάνο.

πηγή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...