Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 13, 2014

Εις την ύψωση του Τιμίου Σταυρού


Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός σε ομιλία του για τον Σταυρό θα αναφέρει: «Ο σταυρός είναι το τρόπαιο του Χριστού, που έγινε βέβαια μία φορά, αλλά τρέπει πάντοτε σε φυγή τους δαίμονες. Πράγματι που είναι τα είδωλα και οι μάταιοι φόνοι των ζώων; Πού είναι οι ναοί και η φωτιά της δυσεβείας; Σβήστηκαν όλα από ένα άγιο αίμα και γκρεμίστηκαν, και μένει ο σταυρός η πολυδύναμη δύναμη, αόρατο βέλος, άυλο φάρμακο, παυσίπονο πλήγμα, δόξα γεμάτη όνειδος· ώστε, κι αν μύρια άλλα διηγηθώ για τον Χριστό, κι αν καταπλήξω τον ακροατή μου διηγούμενος μύρια θαύματα, δεν καυχιέμαι τόσο για εκείνα, όσο για τον σταυρό».

Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς στην ομιλία του στον Τίμιο και Ζωοποιό Σταυρό λέγει: «Να ακολουθεί ο πιστός τον Χριστό σημαίνει να ζει κατά το ευαγγέλιό του παρουσιάζοντας κάθε αρετή και ευσέβεια. Να απαρνείται τον εαυτό του αυτός που θέλει να ακολουθήσει και να σηκώσει τον σταυρό του, σημαίνει να μη λυπάται τον εαυτό του, όταν το απαιτεί ο καιρός, αλλά να είναι έτοιμος για τον ατιμωτικό θάνατο υπέρ της αρετής και της αληθείας των θείων δογμάτων. Τούτο δε, το να αρνηθεί κανείς τον εαυτό του και να παραδοθεί σε εσχάτη ατιμία και θάνατο, αν και είναι μέγα και υπερφυές, δεν είναι παράλογο· διότι οι βασιλείς της γης δεν θα εδέχονταν ποτέ, όταν μάλιστα μεταβαίνουν σε πόλεμο, να τους ακολουθήσουν άνθρωποι που δεν είναι έτοιμοι να πεθάνουν για αυτούς. Πού είναι το αξιοθαύμαστο, εάν και ο βασιλεύς των ουρανών τέτοιους ακολούθους ζητεί προς αντιμετώπιση του κοινού εχθρού του γένους».

Ο άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσανίνωφ λέγει ότι «Για κάθε άνθρωπο “ο σταυρός του” είναι οι θλίψεις και οι οδύνες της επίγειας ζωής, θλίψεις και οδύνες προσωπικές. Για κάθε άνθρωπο “ο σταυρός του” είναι οι αμαρτωλές αδυναμίες και τα πάθη, προσωπικά επίσης. Με ορισμένα από αυτά γεννιέται, ενώ άλλα τα αποκτά στην πορεία της επίγειας ζωής του. Ο Σταυρός του Χριστού είναι η διδασκαλία του Χριστού. Μάταιος και ατελέσφερος ο σταυρός, όσο βαρύς κι αν είναι, που σηκώνουμε, ακολουθώντας τον Χριστό, αν δεν μεταβληθεί σε Σταυρό του Χριστού. Για τον μαθητή του Χριστού “ο σταυρός του” γίνεται Σταυρός του Χριστού. Ο μαθητής του Χριστού σηκώνει ορθά τον σταυρό του, όταν παραδέχεται ότι οι θλίψεις είναι απαραίτητες για την μεταμόρφωσή του, την ομοίωσή του με τον Χριστό και την σωτηρία του. Η καρτερική άρση του σταυρού σου είναι η καθαρή θέαση και επίγνωση της αμαρτωλότητάς σου. Σε αυτή την επίγνωση δεν υπάρχει αυταπάτη. Απεναντίας, αν ομολογείς πως είσαι αμαρτωλός, αλλά βαρυγκωμάς για τον σταυρό σου, αποδεικνύεις πως έχεις επιφανειακή γνώση της αμαρτωλότητάς σου».

Ο άγιος Νικόλαος Καβάσιλας σε λόγο του σημειώνει: «Γιατί δεν συμμετέχουμε και στις πληγές και τον θάνατο του Κυρίου. Αλλά μόνος Του σήκωσε αυτόν τον αγώνα, και, όταν επρόκειτο να στεφανωθεί, τότε μας έκανε κοινωνούς Του. Είναι και αυτό χαρακτηριστικό της άρρητης φιλανθρωπίας Του και μάλιστα όχι παράλογο και ανακόλουθο. Γιατί μετά τον Σταυρό ενωθήκαμε με τον Χριστό. Πριν τον θάνατό Του δεν είχαμε τίποτε κοινό μαζί Του. Εκείνος ήταν Υιός, και μάλιστα αγαπητός. Εμείς ελεεινοί και δούλοι και εχθροί κατά το φρόνημα. Όταν όμως πέθανε και δόθηκε το λύτρο και καταστράφηκε το δεσμωτήριο του διαβόλου, τότε αποκτήσαμε την ελευθερία και την υιοθεσία και γίναμε μέλη της μακαρίας εκείνης Κεφαλής. Από τον Σταυρό και έπειτα γίνονται και δικά μας όσα ανήκουν στην Κεφαλή».

Ο άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς ερμηνεύοντας στην επιστολή προς Φιλιππησίους “τους εχθρούς του σταυρού του Χριστού” γράφει: «Αντίθετα στην ζωή εν Χριστώ στέκει η ζωή χωρίς τον Χριστό και ενάντια στο Χριστό. Αυτή ζουν οι αντίπαλοι του Χριστού, “οι εχθροί του Χριστού”. Μπορούν να υπάρχουν τέτοιοι; Μα ο σταυρός του Χριστού είναι η σωτηρία του κόσμου από τον θάνατο, από την αμαρτία, από τον διάβολο, από την κόλαση. Ο σταυρός είναι η “δύναμη του Θεού” και η δόξα του Θεού, γι αυτό είναι και ανθρώπινη δόξα και δύναμη. Ο σταυρός του Χριστού είναι θεμέλιο της νέας ζωής, της αιώνιας ζωής, θεμέλιο όλου του ευαγγελίου και της πίστης και της ελπίδας. Ναι, είναι η δύναμη του Θεού, με την οποία οι άνθρωποι νικούν όλους τους θανάτους, όλες τις αμαρτίες, όλα τα κακά. Και το ότι υπάρχουν άνθρωποι ενάντιοι στο σταυρό, τούτο είναι αξιοθρήνητο. Και οι εχθροί του σταυρού του Χριστού είναι πρωτίστως εχθροί του εαυτού τους, αλλά και των άλλων».
………………………………………………………………………………..
1. Ι. Δαμασκηνού Ε.Π.Ε. τομ. 9 σελ.79
2. Γρηγ. Παλαμά Ε.Π.Ε. τομ. 9 σελ. 307
3. Αγ. Ιγνατίου Μπριαντσανίνωφ Ασκητικές Εμπειρίες Β΄ σελ. 95
4. Περί της εν Χριστώ ζωής Αγ. Νικολάου Καβάσιλα Εκδ. Ιερού Ησυχ. Ευαγγελιστής Ιωάννης Θεολόγος Σουρωτή Θεσ\νίκης σελ. 39
5.Αγ. Ιουστίνου Πόποβιτς, Ερμηνεία της προς Φιλιππησίους επιστολής Εκδ. Εν πλω σελ. 163.

Ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου - Μητροπολίτης Νικοπόλεως καί Πρεβέζης Μελέτιος

 



Ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου μας εἶναι γιὰ μᾶς κάτι τὸ τόσο συνηθισμένο. Ὅλο αὐτὸν βλέπομε μπροστά μας. Ὅλο γι’ αὐτὸν μιλᾶμε. Ὅλο τὸν κάνομε.

Ὅμως. Τί εἶναι ὁ Σταυρός; Ποιὰ ἡ σημασία Του γιά μᾶς; Ποιὰ ἡ σημασία Του γιὰ τὸν ἴδιον τὸν Κύριον Ἰησοῦν καὶ τὸν ἄναρχον πανάγαθον Πατέρα καὶ τὸ ἅγιον Πνεῦμα;

Τὰ ἐρωτήματα αὐτὰ δὲν εἶναι τυχαῖα. Καὶ ἡ ἀπάντησις σ’ αὐτὰ δὲν εἶναι κάτι τὸ ἀδιάφορο. Εἶναι ζήτημα σωτηρίας. Π.χ. Εἶναι δυνατόν, ὅταν δύο λένε γιὰ τὸν Σταυρό: ὁ ἕνας ὅτι εἶναι ἡ δόξα τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν Χριστιανῶν, ὁ ἄλλος ὅτι εἶναι μυσαρὸς καὶ δαιμονικὸς (ἰεχωβίτες) νὰ εἶναι καὶ οἱ δύο εὐάρεστοι στὸ Θεό; Πρῶτο βῆμα γιὰ τὴν σωτηρία δὲν εἶναι ἡ ὁποιαδήποτε πίστις, ἀλλὰ ἡ ὀρθὴ πίστις. Ἡ μὴ ὀρθὴ πίστις βλασφημεῖ καὶ ὑβρίζει τὸν Θεόν, καὶ ὅσοι τὴν ἔχουν εἶναι θεοστυγεῖς καὶ θεομίσητοι, ἔστω καὶ ἂν κάνουν ἔργα θαυμάσια καὶ ἔχουν μεγάλην θυσίαν.

Ἀλλὰ ἂς ἰδοῦμε:

Α: Τί εἶναι ὁ Σταυρός;

Ὄχι βέβαια ὅ,τι ὁ καθένας φαντάζεται. Αὐτὸ ποὺ φανταζόμεθα εἶναι φαντασιοπληξία μας. Ἡ ἀλήθεια μᾶς παρεδόθη ἀπὸ τὸν Κύριον, τοὺς Ἀποστόλους καὶ τοὺς Πατέρας.

Πηγὴ τῆς Σοφίας, πηγὴ τῆς Ἀληθείας, ἡ μᾶλλον ἡ Σοφία καὶ ἡ Ἀλήθεια εἶναι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός.

Ὁ Κύριος λοιπὸν νοσταλγοῦσε τὸν Σταυρόν. Ἔλεγε μὲ ἀδημονία «βάπτισμα ἔχω βαπτισθῆναι καὶ πῶς συνέχομαι ἕως οὗ τελεσθῇ αὐτό». (Λουκ. 12,50). Γι’ αὐτὸ ἐνοσταλγοῦσε τὸν Σταυρόν; Γιὰ δύο λόγους: Ἐπειδὴ ἦταν σωτηρία τοῦ κόσμου. Καὶ ἐπειδὴ ἦταν γιὰ τὸν Ἴδιον δόξα καὶ ὕψωσις. Ὅταν ἔφθασε ἡ ὥρα νὰ Σταυρωθῆ, ὁ Κύριος εἶπε· « Ἐλήλυθεν ἡ ὥρα, ἵνα δοξασθῇ ὁ Υἱὸς τοῦ Ἀνθρώπου» ( Ἰωάν. 12,16). Πῶς θὰ δοξαζόταν; Μὲ τὸν θάνατόν Του καὶ τὸν Σταυρόν Του: Ὁ θάνατος ἁπλῶς ἦταν ἡ δόξα τοῦ Χριστοῦ; Ὄχι, ἀλλὰ ὁ θάνατός Του στὸν Σταυρό: Συνεπῶς: Δόξα Του, ὄργανον τῆς δόξης Του καὶ σημεῖον τῆς δόξης Του εἶναι ὁ Σταυρός. Καὶ πράγματι ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος παρατηρεῖ: «Δόξαν ἔλεγε τὸν Σταυρόν».

Ἂς ἰδοῦμε τώρα τί δόξα ἦταν γιὰ τὸν Χριστὸν ὁ Σταυρός.


Τί ἦταν ὁ Χριστός; Φῶς ἐκ Φωτός, Θεὸς ἀληθινὸς ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ, ὁμοούσιος τῷ Πατρί. Ὁ ἕνας τῆς Τριάδος. Ὁ Θεὸς τῆς δόξης. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέγει γιὰ τοὺς Ἑβραίους: «Τὸν Κύριον τῆς δόξης ἐσταύρωσαν» (Α' Κορ. 2,8). Τὸν Κύριον τῆς δόξης: θὰ ἐρωτήση κανεὶς μὲ τὸ δίκιο του: Καλά, μὰ μπορεῖ νὰ δοξασθῆ, περισσότερο ἀκόμη ὁ Κύριος τῆς δόξης; Ὑπάρχει γι’ Αὐτὸν αὔξησι δόξης καὶ προσθήκη δόξης; Ἡ ἀπάντησις εἶναι: ὄχι. Καὶ ὅμως ὁ Σταυρὸς εἶναι γιὰ τὸν Χριστὸν δόξα. Πῶς; Ἀπαντῶ: Μπορεῖ μία γυναίκα νὰ εἶναι καὶ μητέρα καὶ παρθένος; Ὄχι. Καὶ ὅμως ἡ Παναγία ἦτο. Μπορεῖ ἕνας ἄνθρωπος νὰ εἶναι ταυτόχρονα καὶ νεκρὸς καὶ ζωντανός; Ὄχι. Καὶ ὅμως ὁ Χριστὸς ὅταν εὑρίσκετο «νεκρὸς» στὸν τάφο, ὄχι ἁπλῶς ἦταν ζωντανὸς ἀλλὰ καὶ ζωοδότης· καὶ ὁ τάφος του ζωοδόχος, ὄχι «πτωματοδόχος».

Συνεπῶς ὁ Σταυρὸς εἶναι δόξα τοῦ Κυρίου μας. Καὶ συνεπῶς δόξα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος, τοῦ ἑνὸς καὶ μόνου ἀληθινοῦ Θεοῦ μας.


Β: Ὁ Σταυρὸς ὅμως δὲν εἶναι μόνον δόξα γιὰ τὸν Κύριόν μας τὸν ἴδιον. Εἶναι καὶ τὸ ὄργανον τῆς φανερώσεως τῆς δόξης Του στὸν κόσμον.

Ποιὰ εἶναι ἡ μεγαλύτερη φανέρωσις τῆς δόξης τοῦ Χριστοῦ στὸν κόσμον; Ἡ εὐσπλαγχνία Του. Τὸ ἔλεός Του. Πῶς μᾶς ἐδόθησαν; «Ἰδοὺ γὰρ ἦλθε διὰ τοῦ Σταύρου χαρὰ ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ». Διὰ τοῦ Σταυροῦ ἡ καταλλαγή. Διὰ τοῦ Σταυροῦ ἡ συγχώρησις. Διὰ τοῦ Σταυροῦ ἡ υἱοθεσία. Διὰ τοῦ Σταυροῦ τὸ ἅγιον Πνεῦμα. Τὰ πάντα διὰ τοῦ Σταυροῦ. Γι’ αὐτὸ τὴν ἡμέρα τῆς χαρᾶς τῆς Ἀναστάσεως λέγομε: «Ἰδοὺ γὰρ ἦλθε διὰ τοῦ Σταυροῦ χαρὰ ἐν ὅλῳ τῷ κόσμω» «Σταυρὸν ὑπομείνας δι' ἡμᾶς θανάτῳ θάνατον ὤλεσε».

Διὰ τοῦ Σταυροῦ ἦλθε ἡ χάρις καὶ ἡ δωρεὰ τοῦ Θεοῦ. Διὰ τοῦ Σταυροῦ καὶ διανέμεται.

Ἂς ἰδοῦμε πῶς.

Στὴν ἁγία Γραφὴ ὁ Σταυρὸς ὀνομάζεται «σφραγὶς» καὶ «σημεῖον τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου».

Σφραγίδα τοῦ Χριστοῦ εἶναι τὸ σημεῖον τοῦ Σταυροῦ. Καὶ ἐπειδὴ εἶναι σφραγίδα τοῦ Παντοδυνάμου, εἶναι καὶ αὐτὴ παντοδύναμη, φρίκη καὶ τρόμος τῶν δαιμόνων. Ὅπως λέγει ἡ ἀποκάλυψις (κεφ. 7,2 καὶ 9,4) ὅσοι ἔχουν τὴν σφραγίδα τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἀπρόσβλητοι ἀπὸ τὸν Διάβολον.

Ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ μεταδίδεται μὲ τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, ποὺ κάνει ὁ ἱερεὺς ἐπάνω στὸ ἁγιαζόμενο. Στὰ λειτουργικὰ βιβλία τῆς Ἐκκλησίας μας, παντοῦ, εἰς ὅλα τους ἀνεξαιρέτως μπορεῖ νὰ εἰπῆ κανεὶς τὰ σημεῖα, ἡ εὐλογία τοῦ ἱερέως ὀνομάζεται «σφραγίς». Καὶ ὅπως ξέρομε ἡ εὐλογία τοῦ ἱερέως εἶναι πάντοτε ἕνας «σταυρός».

Ἂς πάρωμε ἕνα μόνον παράδειγμα.

Ἡ πρώτη εὐχὴ ποὺ παίρνει ὁ ἄνθρωπος εἶναι «εὐχὴ εἰς τὸ κατασφραγίσαι βρέφος τῇ ὀγδόῃ ἡμέρᾳ μετὰ τὴν γέννησιν αὐτοῦ». Τότε ὁ ἱερεὺς «σφραγίζει τὸ μέτωπον τοῦ βρέφους» λέγων τὴν εὐχήν: «Κύριε, ὁ Θεὸς ἡμῶν, σημειωθήτω ὁ Σταυρὸς τοῦ μονογενοῦς Σου Υἱοῦ ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ κ.λ.π., ἵνα κατὰ τὰς ἐντολὰς Σου πολιτευσάμενος καὶ φυλάξας τὴν σφραγίδα ἄθραυστον τύχῃ τῆς μακαριότητος τῶν ἐκλεκτῶν σου».

Τὴν σφραγίδα τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ὁ Διάβολος δὲν μπορεῖ νὰ τὴν θραύση. Ἀτυχῶς τὴν θραύομε ἐμεῖς μὲ τὶς ἁμαρτίες μας.

Δὲν πρέπει νὰ κουραζώμεθα νὰ λέμε τὰ ἴδια πράγματα, ὅταν εἶναι ἡ θεία σοφία.

Ὁ Σταυρὸς εἶναι ἡ δόξα τοῦ Χριστοῦ. Ὅμως ἡ δόξα τοῦ Χριστοῦ δὲν εἶναι μία «ἀφηρημένη ἔννοια». Εἶναι δύναμις. Ἡ ἴδια θεία παντοδυναμία. Θυμηθῆτε τὰ λόγια τῆς Γραφῆς: «Τῷ πλήθει τῆς δόξης σου συνέτριψας τοὺς ὑπεναντίους» (Ἐξόδου 15,7).

Ἄρα ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ, σφραγίδα Του, εἶναι δύναμις γιά μᾶς καὶ συντριβὴ τοῦ διαβόλου. «Σταυρὸς ὁ φύλαξ πάσης τῆς Οἰκουμένης. Σταυρὸς ἡ ὡραιότης τῆς Ἐκκλησίας. Σταυρὸς βασιλέως τὸ κραταίωμα. Σταυρὸς πιστῶν τὸ στήριγμα. Σταυρὸς ἀγγέλων ἡ δόξα καὶ τῶν δαιμόνων τὸ τραῦμα».


Γ: Ἀκόμη ὅμως ὁ Σταυρὸς εἶναι τὸ «σημεῖον τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου» (Ματθ. 24,30). Τὸ σημεῖον ποὺ τὴν ἡμέρα τῆς Δευτέρας Παρουσίας θὰ φανῆ στὸν Οὐρανὸν γιὰ νὰ ἐξέλθουν οἱ πιστοὶ εἰς ἀπάντησιν τοῦ ἐρχομένου Νυμφίου καὶ Βασιλέως.

«Σημεῖον» σημαίνει σημάδι, σημαία, σύνθημα. Καὶ πράγματι. Ὁ Σταυρὸς εἶναι ἡ σημαία τῆς βασιλείας τοῦ Χριστοῦ. Στολίζει τὶς Ἐκκλησίες, τὶς εἰκόνες, τὰ σπίτια, τὰ στήθη μας, κάθε τι ποὺ εἶναι τοῦ Χριστοῦ.

Ὁ Σταυρὸς εἶναι τὸ σημάδι, ἀπὸ τὸ ὁποῖον οἱ πιστοὶ γνωρίζουν τὸν Χριστὸν καὶ Θεόν τους, ὁ Χριστὸς τοὺς δούλους του, οἱ πιστοὶ ἀναγνωρίζουν ὁ ἕνας τὸν ἄλλον.

Λοιπόν. Ἔχω τὸν σταυρόν, ἡ κάνω τὸν σταυρόν μου σημαίνει δίνω μαρτυρία σὲ ὅλον τὸν κόσμο ἀπὸ τὸν Κύριον καὶ Παμβασιλέα καὶ Σωτήρα μου μέχρι καὶ τοῦ χειρότερου ἐχθροῦ του, τοῦ διαβόλου, ὅτι εἶμαι μέλος τῆς βασιλείας Του, Χριστιανὸς Ὀρθόδοξος.

Ὁποῖος δὲν κάνει τὸν σταυρό του, δὲν ἔχει καμμία σχέσι μὲ τὴν βασιλεία τοῦ Χριστοῦ.

Οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ ἀκολουθοῦν τὸν ἅγιον ἀπόστολον Παῦλον ποὺ ἔλεγε: «Ἐμοὶ μὴ γένοιτο καυχᾶσθαι εἰ μὴ ἐν τῷ Σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Γαλ. 6,14). Δηλ. δὲν ἤθελε νὰ ἔχη καμμία ἄλλη καύχησι, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Σταυρόν.

Καὶ ὅμως μερικοὶ μισοῦν τὸν Σταυρὸν τοῦ Χριστοῦ. Ποῖοι; Οἱ αἱρετικοὶ καὶ ἰδίως οἱ χιλιασταί. Ποιὸ εἶναι τὸ κατάντημά τους ἐξ αἰτίας αὐτοῦ;

Ἂς ἀφήσωμε νὰ μᾶς τὸ περιγράψη ὁ ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος. «Ὁ λόγος ὁ τοῦ Σταυροῦ, λέγει, τοῖς μὲν ἀπολλυμένοις μωρία ἐστὶ τοῖς δὲ σωζομένοις, ἡμῖν, δύναμις Θεοῦ ἐστιν» (Α' Κορ. 1,18). Τί θεωροῦν τὸν Σταυρὸν οἱ αἱρετικοί; Μωρίαν καὶ μίασμα· τί εἶναι; ἀπολλυμένοι, χαμένοι, παγιδευμένοι τοῦ Διαβόλου, κατηραμένοι. Τί εἶναι γιὰ μᾶς τοὺς Ὀρθοδόξους ὁ Σταυρός; Δύναμις. Τί εἴμεθα ἐμεῖς; Σωζόμενοι.

Ἄλλο ἕνα ἀκόμη. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἔγραφε στοὺς Φιλιππησίους:
Πολλοὶ δὲν βαδίζουν καλά. Σᾶς μίλησα πολλὲς φορὲς γι’ αὐτοὺς «νῦν δὲ καὶ κλαίων λέγω, ὅτι εἶναι ἐχθροί τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ, ὧν τὸ τέλος ἀπώλεια» (Φιλ. 3,18). Γιὰ τοὺς ἐχθρούς τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ ὁ Παῦλος λέγει: τὸ τέλος τους εἶναι ἡ ἀπώλεια. Καὶ κλαίει γι’ αὐτούς. Καὶ μαζί του τοὺς θρηνοῦν οἱ ἄγγελοι καὶ οἱ δίκαιοι καὶ Ἐκεῖνος ποὺ εἶπε «Ἱερουσαλήμ, Ἱερουσαλήμ, ποσάκις ἠθέλησα ἐπισυναγαγεῖν τὰ τέκνα σου, καὶ οὐκ ἠθελήσατε», καὶ ἔκλαυσε γιὰ τὴν ἀπώλειά τους.

Ἂς τελειώσωμε μὲ τὰ λόγια τοῦ τροπαρίου τῆς ἑορτῆς.

«Δεῦτε, πιστοί, τὸ ζωοποιὸν ξύλον προσκυνήσωμεν, ἐν ᾧ Χριστὸς ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης ἑκουσίως χεῖρας ἐκτείνας ὕψωσεν ἡμᾶς εἰς τὴν ἀρχαίαν μακαριότητα, οὕς ὁ ἐχθρός, δι’ ἡδονῆς συλήσας, ἐξόριστους Θεοῦ πεποίηκε. Δεῦτε, πιστοί, ξύλον προσκυνήσωμεν, δι’ οὗ ἠξιώθημεν τῶν ἀοράτων ἐχθρῶν συντρίβειν τὰς κάρας».

Η Ύψωση του Τιμίου Σταυρού π. Χρίστος Πιτυρίνης


ypsosis



Μέ κατάνυξη καί δέος ἡ  Ἐκκλησία µἄς ἑορτάζει καί πανηγυρίζει τήν παγκόσμιο ὕψωση τοῦ Τιµίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ καί καλεῖ τά πνευµατικά τῆς παιδιά νά προσέλθουν µἐ εὐλάβεια νά ἀσπασθοῦν τό Τίµιο Ξύλο πάνω στό ὁποῖο ἔχυσε τό αἴµά Του γιά τίς ἀµαρτίες µἄς ὁ Θεάνθρωπος. Χαρά καί φόβο αἰσθανόµαστε στήν καρδιά καθώς προσεγγίζουµε τόν Τρισµακάριστο Σταυρό. Χαρά γιά τή σωτηρία ποῦ ἔφερε στόν κόσµο, φόβο γιά τίς ἁμαρτίες ποῦ ἀκόµα φωλιάζουν στό εἶναι µἄς.
Ἀλήθεια πῶς νά πλησιάσει κανείς τό Σταυρό τοῦ Χριστοῦ χωρίς δέος; Αὐτόν ποῦ οἱ ἄγγελοι εὐλαβοῦνται ἐµεῖς οἱ ἄνθρωποι πῶς νά ἀγγίζουµε; 'Ὅμως µἔ τήν πίστη, ὅτι ὁ Τίµιος Σταυρός εἶναι «Χριστιανῶν ἡ ἐλπίς» δειλά-δειλά πλησιάζουµε τό Μυστήριό του καί µἐ γνήσια εὐλάβεια γονατιστοί µπροστά τοῦ ψελίζουµε: «Σύ µοὐ σκέπη κραταιά ὑπάρχεις ... ἁγίασον µἐ τήδυναµεί σου». Ἡ σηµερινή ἑορτή τήν ὁποία ἐορτάζουµε µἐ τόση λαµπρότητα εἶναι ἀναµνηση ἑνός µἐγάλου γεγονότος πού ἔγινε τό 326.
Στό Συναξαριστή τῆς Ἐκκλησίας µἄς διαβάζουµε ὅτι ὅταν ὁ πρῶτος χριστιανός βασιλεύς ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ἐξεστράτευσε κατά τοῦ Μαξεντίου, βρισκόµενος σέ δύσκολη θέση καί κινδυνεύοντας νά νικηθεῖ ἀπό τά πολυάριθµα στρατεύµατα τοῦ ἐχθροῦ, ἐκεῖ στόν Τίβερη ποταµό, µἔρα µἐσηµέρι, εἶδε στόν οὐρανό τό σχηµα τοῦ Τιµίου Σταυροῦ µἐ τήν ἐπιγραφή στά Ρωµαϊκά «Ἐν τούτω νίκα». Θεωρώντας τό σηµεῖο αὐτό εὐλογία τοῦ Θεοῦ καί προµήνυµα νίκης διέταξε τούς στρατιῶτες του νά ἀναρτήσουν στά πολεµικά λάβαρα τό σχχήµα τοῦ Σταυροῦ µἐ τίς θεϊκές λέξεις.
Μέ τή δύναµη τοῦ Σταυροῦ νίκησε ὁ Κωνσταντῖνος καί σάν ἀπόδειξη εὐγνωµοσύνης στό Χριστό κήρυξε τήν ἀνεξιθρησκεία. Ἔτσι ὑψώθηκε ὁ Σταυρός στούς τρούλλους τῶν Ἐκκλησιῶν. Ἐλεύθερα οἱ χριστιανοί λάτρευσαν τόν Σσταυρωµένο καί ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ ἔγινε τό σύµβολο τῆς αὐτοκρατορίας. Εµφορούµενος ἀπό τόν ζῆλο νά προσκυνήσει τό ἴδιο ξύλο ἐπάνω στό ὁποῖο σταυρώθηκε ὁ Χριστός, ἔστειλε τή Μητέρα τοῦ Ἁγία Ἑλένη στά Ἱεροσόλυµα µἐ ὑπηρέτες καί χρήµατα πολλά µἐ σκοπό νά ἀνασύρει ἀπό τή γῆ τό θαµµένο Τίµιο Σταυρό. Ὕστερα ἀπό κοπιώδη ἔρευνα ἀξιώθηκε ἡ Ἁγία Ἑλένη νά βρεῖ στό λόφο τοῦ Γολγοθά τρεῖς Σταυρούς. Τῶν δύο ληστῶν καί τοῦ Χριστοῦ.
Τήν ἀπορία τῆς ποιός ἄραγε ἦταν ὁ Σταυρός τοῦ' Χριστοῦ τήν ἔλυσε τό θαύµα τῆς ἀναστάσεως µἰᾶς νεκρῆς γυναίκας στήν ὁποία ἀκούµπησαν πρῶτα τους δύο σταυρούς χωρίς νά συµβεῖ τίποτα τό θαυµατουργικό, καί ὅταν ἀκούµπησαν τόν τρίτο ἀµέσως ἡ νεκρή ἀναστήθηκε. Τότε ἡ Βασίλισσα κατάλαβε ὅτι ἦταν ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ καί µἀζί µἐ τή Σύγκλητο µἐ συγκίνηση τόν προσκύνησε. Ἐπειδή ζητοῦσε ὁ λαός νά προσκυνήσει τόν Τίµιο Σταυρό καί δέν µποροῦσε λόγο τῆς κοσµοσυρροῆς παρακάλεσε τήν Ἁγία τουλάχιστον νά τόν δεῖ.
Τότε ὁ Πατριάρχης Ἵεροσολυµων Μακάριος, ἀνέβηκε στόν ἄµβωνα τῆς Ἐκκλησίας καί ὕψωσε τόν Τίµιο Σταυρό. Καί κάτω ὁ λαός µἐ δακρυσµένα µἄτια γονατιστός ἔψαλε τό «Κύριε ἐλέησον». Ἀπό τότε ἐπικράτησε ἡ τιµία ἑορτή τῆς Ὑψώσεως. Σήµερα πού γιά τούς πολλούς µὀντέρνους ἀνθρώπους ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ εἶναι «µὠρία», σήµερα πού οἱ λεγόµενοι µἄρτυρες τοῦ Ἰεχωβά παρασύρουν ἀνύποπτους ἀδελφούς µἄς στήν ἄρνηση τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ, σήµερα πού οἱ περισσότεροι ἀπό τούς λεγοµένους ὀρθόδοξους χριστιανούς µὄνο τυπικά καί ἐπιφανειακά προσκυνοῦν τό Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, σήµερα πού ἡ τεχνολογική ἐξέλιξη ἔκανε τόν ἄνθρωπο νά παραθεωρήσει τή δύναµη τοῦ Σταυροῦ.
Σήµερα ποῦ ὁ Σταυρός καί ὁ Ἐσταυρωµένος καθαιρέθηκαν ἀπό τό εἰκονοστάσι τῆς ψυχῆς µἄς, καλούµαστε ὅσοι ἀκόµα συγκινούµαστε ἀπό τό πάθος τοῦ Χριστοῦ, ὅσοι ἀκόµα πιστεύουµε στή δύναµη τοῦ Σταυροῦ του, νά ἐµβαθύνουµε στό Μυστήριο καί στή Θεολογία του, καί νά ὁδηγηθούµε ἀπό τόν ἐξωτερικό ἀσπασµό στήν ἐσωτερική ἕνωση µἄς µἐ τόν Ἐσταυρωµένο. Τότε µὄνο ἡ ἑορτή τῆς ὑψώσεως θά ὑψώσει καί τή δική µἄς ψυχή σέ οὐράνια βιώµατα. Εἶναι γεγονός ὅτι ὁ λαός µἄς εὐλαβεῖται ἰδιαίτερα τή σηµερινή ἑορτή. Τρέχει στίς ἐκκλησίες νά ἀκούσει τά ὡραία τροπάρια, περιµένει µἐ ὑποµονή νά πάρει ἀπό τό χέρι τοῦ ἱερέως τόν βασιλικό, πού ὕστερα βάζει στό εἰκονοστάσι γιά φυλακτό καί µἐ κάθε τρόπο ἐκδηλώνει τά αἰσθήµατα τῆς εὐσέβειάς του.
Πόσοι ὄµως ἀπό αὐτούς τούς καλούς χριστιανούς προσπάθησαν νά ἐµβαθύνουν στό νόηµα τῆς ἑορτῆς; Πόσοι σκέφθηκαν ὅτι πίσω ἀπό τό σύµβολο ὑπάρχει µἰά ὁλόκληρη θεολογία; Ἀλήθεια πόσοι ξέρουν ὅτι Σταυρός σηµαίνει πάθος, πόνος, θλίψις, µἀρτύριο; Εἴµαστε γεµάτοι ἀπό Σταυρούς. Στίς ἐκκλησίες µἄς, στά σπίτια µἄς, στούς δρόµους, στά λεωφορεῖα, παντοῦ βλέπει κανείς νά δεσπόζει ὁ Σταυρός. Στό στῆθος µἄς, πάνω ἀπό τό κρεβάτι µἄς, στίς σηµαῖες µἄς, στήν κορυφή τῆς ἀνεγειρόµενης οἰκοδοµῆς, στά θεµέλια κάθε κτίσµατος, στό αὐτοκίνητο µἄς, στά στέφανα τῶν νεονύµφων, στόν τάφο τῶν νεκρῶν, στά κατάρτια τῶν πλοίων, παντοῦ, σέ κάθε ἔκφανση τῆς ζωῆς δεσπόζει ὁ Τίµιος Σταυρός.
Καί ἐνῶ ζούµε ἀναµεσα σέ τόσους σταυρούς, δυστυχῶς, εἴµαστε ξένοι πρός τό Σταυρό τοῦ Χριστοῦ. Ἄν δοκιµάσει κανείς νά δώσει σέ ἕνα ὁποιοδήποτε ἄνθρωπο τῶν ἀνατολικῶν ἀθεϊστικῶν χωρῶν ἕνα µἰκρό σταυρουδάκι θά µεἴνει ἔκθαµβος ἀπό τή λαχτάρα µἐ τήν ὁποία θά ἀσπασθεῖ καί θά ἀγκαλιάσει τό Σταυρό τοῦ Χριστοῦ. Θά δεῖ δάκρυα νά κυλοῦν καί θεϊκή ἀλλοίωση νά ζωγραφίζεται στό πρόσωπό του. Καί τοῦτο γιατί µἔσα στήν πνευµατική στέρηση καί στόν πόνο ζεῖ τή θεολoγία τοῦ Σταυροῦ. Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ μᾶς θυμίζει τό θεῖο πάθος του. Ἐκεῖ ἔπαθε γιά τίς ἁμαρτίες μας.
Ἐκεῖ δόθηκε ἡ μάχη κατά τῆς φθορᾶς. Ἀπό τό Σταυρό τοῦ Χριστοῦ βλάστησε ὁ καρπός τῆς ἀθανασίας. Στό Σταυρό σχίσθηκε τό χειρόγραφο τῶν ἁμαρτιῶν μας. Ἀτενίζοντας τό Σταυρό θυµόµαστε ὅτι ὁ Χριστός φόρεσε ἀκάνθινο στεφάνι γιά νά µἄς καθαρίσει τούς λογισµούς. Ραπίσθηκε γιά νά µἄς διδάξει τήν ὑποµονή. Χλευάσθηκε γιά νά µἄς διδάξει τήν ἀξία τῆς πραότητος. Λογχεύθηκε τήν πλευρά, ἐµπτύσθηκε, προπηλακίσθηκε, ποτίσθηκε ξύδι καί χολή, ἐγκαταλείφθηκε, ἔπαθε ὅσα κανείς ἀπό τούς ἀνθρώπους γιά νά σώσει τόν κόσµο καί τόν καθένα µἄς ἀπό τήν τυραννία τοῦ διαβόλου καί τοῦ θανάτου.
Ἔτσι ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ γίνεται «Χριστιανῶν ἡ ἐλπίς, πεπλανηµένων ὁδηγός, χειµαζοµένων λιµήν, ἐν πολέµοις νίκος, οἰκουµένης ἀσφάλεια, νοσούντων ἰατρός, νεκρῶν ἡ ἀνάστασις». Ὁ Σταυρός µἄς θυµίζει τή λύτρωση µἄς καί τή σωτηρία µἄς. Γιά µἄς τούς ὀρθοδόξους Ἕλληνες ὁ Σταυρός θυµίζει ἀγῶνες ἐθνικούς κατά τούς ὁποίους χωρίς τή δυναµή του ἦταν ἀδύνατο νά ἐπιβιώσουµε. «Σταυρός πιστῶν τό στήριγµα» ψάλλουµε θριαµβευτικᾶ. Ὁ Τίµιος Σταυρός ἦταν καί εἶναι τό ἐθνικό µἄς σύµβολο ποε ἐμψύχωνε τούς ἀγωνιστές µἄς. Τά βυζαντινά στρατεύµατα µἔσα στά πεδία τῶν µἀχῶν ἔφεραν τά λάβαρα τοῦ Σταυροῦ µἐ τά ὅποια ἐνίσχυαν τούς µἀχητές.
Ὅ ἱερός λόχος µἐ καύχηση διεκήρυττε «ἐν τούτω τῷ σηµείω νικώµεν». Καί ὁ θαλασσινός ἀγωνιστής Κανάρης ὕψωσε στή φρεγάτα τοῦ τόν Τίµιο Σταυρό µἐ τή φράση «Σταυροῦ τύπος ἐχθροῖς τρόµος». Ἄς µἤ µεἴνουµε ἀγαπητοί μου ἀδελφοί µὄνο θεατές τοῦ µἐγάλου τούτου σηµερινοῦ µὑστηρίου. Καθώς ἀσπαζόµαστε «τό Ζωοποιόν ξύλον». Ἄς ἀφήσουµε τή σκέψη µἄς νά ἀγκαλιάσει τόν Ἐσταυρωμένο καί νά μᾶς θυµίζει κάθε λεπτό τά περιστατικά τοῦ ἀχράντου πάθους τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καί ἀκόµα, ὅπου ἀτενίζουµε τόν Τίµιο Σταυρό ἄς φέρουµε στή µνήµη µἄς τά προστάγµατα καί τίς ὑποθῆκες τοῦ Ἐσταυρωµένου Χριστοῦ. Τότε ὁ Σταυρός δέν θά εἶναι γιά µἄς ἕνα ἄψυχο ξύλο, ἀλλά θά γίνει «ζωή καί ἀνάστασις», δέν θά εἶναι ἕνα πολυτιµο κειµήλιο, ἀλλά θά ἀποβεῖ ἡ µὀναδική ἀξία ἀπό τήν ὁποία θά παίρνει νόηµα ἡ ζωή µἄς. Ἀμήν

Η Παγκόσμια Ύψωση του Τιμίου Σταυρού – Μητροπολίτου Γόρτυνος Ιερεμίου.

1.
Η αγία μας Εκκλησία εορτάζει μια μεγάλη εορτή, για την οποία μας προετοίμασε από καιρό. Το ότι είναι μεγάλη η εορτή αυτή φαίνεται όχι μόνον από τα μεγάλα της προεόρτια, αλλά και από τα εξής δύο:
Πρώτον, την ημέρα αυτή, είναι απόλυτος νηστεία, δηλαδή ούτε λάδι. Το Ευαγγέλιο που θα ακούσουμε, μας μεταθέτει στα γεγονότα της Μεγάλης Παρασκευής. Είναι σαν μεγάλη Παρασκευή η εορτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού. Απόλυτη νηστεία, ξαναλέγω, σ’ αυτήν.
Δεύτερον, στις 14 Σεπτεμβρίου έχουμε την εορτή ενός μεγάλου Πατέρα της Εκκλησίας μας, του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου. Αυτή την ημέρα κοιμήθηκε ο άγιος αυτός Πατέρας και χρυσός πραγματικά στον θεολογικό του λόγο και μάρτυρας της Εκκλησίας μας για τους διωγμούς του. Αλλά, για να μη σκεπάσει η εορτή του Χρυσοστόμου την εορτή του Σταυρού, μετατέθηκε η εορτή αυτή στις 13 Νοεμβρίου.
Είναι λοιπόν μεγάλη η εορτή του Σταυρού και όχι μόνο μεγάλη, αλλά και παλαιά εορτή, αφού σώζονται ομιλίες παλαιών Πατέρων για την εορτή αυτή. Ο άγιος Χρυσόστομος, για παράδειγμα, έχει ομιλία στην Ύψωση του Τιμίου Σταυρού.
2.
Θα σας πω, αδελφοί μου χριστιανοί, με λίγα λόγια το ιστορικό της εορτής. Ο Άγιος Κωνσταντίνος έστειλε την μητέρα του Ελένη στα Ιεροσόλυμα, για να προσκυνήσει τον ζωοποιό Τάφο του Ιησού Χριστού, αλλά και για να ερευνήσει με σπουδή να βρει τον Τίμιο Σταυρό Του. Είχε εντυπωσιαστεί πολύ ο άγιος Κωνσταντίνος με τον Τίμιο Σταυρό, γιατί αυτό ήταν το σημείο, με το οποίο τον κάλεσε ο Θεός στην πίστη. Όπως ξέρουμε, όταν ο βασιλεύς Κωνσταντίνος βάδιζε εναντίον του Μαξεντίου, για ενίσχυσή του στον πόλεμο, μέρα μεσημέρι είδε θέαμα στον ουρανό. Είδε να σημειώνεται με αστέρια ο Σταυρός και γύρω από τον Σταυρό να σημειώνονται, πάλι με αστέρια τα γράμματα «Εν τούτω νίκα». Και ο βασιλιάς θαμπωθείς και εντυπωσιασθείς από το θέαμα, πρόσταξε να του κατασκευάσουν λάβαρο με Σταυρό όμοιο με εκείνον που του παρουσιάστηκε στον ουρανό, για να πηγαίνει μπροστά από το στράτευμά του. Στον αγώνα του εκείνον ο βασιλιάς Κωνσταντίνος κέρδισε μεγάλη νίκη κατά του εχθρού του. Από το θαύμα δε αυτό κατενόησε την δύναμη του Σταυρού και εννόησε ότι ο σταυρωθείς σ αυτόν Ιησούς Χριστός, είναι αληθινός Θεός. Έτσι λοιπόν έστειλε την μητέρα του Ελένη στα Ιεροσόλυμα, για να ερευνήσει και να βρει τον Τίμιο Σταυρό.
3.
Η αγία Ελένη μετά από έρευνα βρήκε πραγματικά τον Τίμιο Σταυρό του σταυρωθέντος Χριστού. Η αλήθεια είναι ότι βρήκε τρεις σταυρούς. Ήταν και οι δύο σταυροί των δύο ληστών που σταυρώθηκαν μαζί με τον Χριστό. Και η βασιλομήτωρ βρισκόταν σε απορία, για το ποιός από τους τρεις είναι ο Σταυρός του Κυρίου. Αλλά έγινε θαύμα. Με τον πραγματικό Σταυρό του Χριστού άγγιξαν το πεθαμένο σώμα μιας χήρας γυναίκας και η γυναίκα αναστήθηκε! Ενώ δεν συνέβη αυτό, όταν το νεκρό σώμα της γυναίκας το άγγιξαν οι δύο άλλοι σταυροί.
Βρέθηκε λοιπόν ο Σταυρός του Χριστού στα Ιεροσόλυμα και η αγία Ελένη, μαζί με όλη την σύγκλητο των αρχόντων, Τον προσκύνησαν με πολλή ευλάβεια και πίστη. Έπειτα παρέδωσαν τον ευρεθέντα Σταυρό του Κυρίου στον Πατριάρχη Μακάριο. Ο Πατριάρχης ήθελε όλοι οι χριστιανοί να δουν τον Τίμιο Σταυρό και να τους ευλογήσει με Αυτόν. Βρήκε μία τέτοια μέρα, που ήταν πλήθος χριστιανών στα Ιεροσόλυμα, και τότε ανέβηκε στον άμβωνα του Ιερού Ναού της Αναστάσεως του Χριστού και σήκωσε ψηλά με τα δυό του χέρια τον Τίμιο Σταυρό, για να τον δουν οι κάτω ευρισκόμενοι χριστιανοί, οπότε και τους ευλόγησε με Αυτόν. Και όταν, αδελφοί μου, ο λαός είδε για πρώτη φορά υψούμενο τον Τίμιο Σταυρό, φώναζε μέσα από την καρδιά του το «Κύριε ελέησον». Από τότε καθορίστηκε από την Εκκλησία μας η εορτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, για την δόξα του Ιησού Χριστού που σταυρώθηκε σ’ Αυτόν.
4.
Πότε έγινε η εύρεσις του Τιμίου Σταυρού για την οποία σας μίλησα, αδελφοί μου χριστιανοί; Έγινε στις 6 Μαρτίου. Αλλά, γιατί δεν την εορτάζουμε την 6η Μαρτίου ως εύρεση του Τιμίου Σταυρού; Ο μήνας Μάρτιος, χριστιανοί μου, πέφτει την Τεσσαρακοστή. Την Τεσσαρακοστή όμως δεν επιτρέπεται Θεία Λειτουργία παρά μόνο την Κυριακή ή και το Σάββατο. Έτσι λοιπόν η Εκκλησία μας, αντί για την 6η Μαρτίου, καθόρισε την Γ/ Κυριακή των Νηστειών να προσκυνούμε τον Τίμιο Σταυρό και την Κυριακή αυτή την λέμε Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως.
Αλλά πως φτάσαμε και εορτάζουμε την Ύψωση στις 14 Σεπτεμβρίου; Η αγιολογική έρευνα έχει αποδείξει ότι, ενώ η εύρεση του Τιμίου Σταυρού έγινε πραγματικά στις 6 Μαρτίου, η Ύψωσή Του όμως από τον Πατριάρχη, για να Τον δει ο λαός, όπως σας είπα παραπάνω, έγινε στις 14 Σεπτεμβρίου. Γιατί τότε συγκεντρώνονταν στα Ιεροσόλυμα πολλοί χριστιανοί από όλη την υφήλιο, για την μεγάλη εορτή των Εγκαινίων του Ι. Ναού της Αναστάσεως του Χριστού. Η εορτή αυτή των Εγκαινίων, γινόταν στις 13 Σεπτεμβρίου• και την δεύτερη ημέρα της εορτής, δηλαδή την 14η Σεπτεμβρίου, έκανε ο Πατριάρχης την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού, που είχε όμως ευρεθεί, όπως είπαμε, από την αγία Ελένη την 6η Μαρτίου. Επειδή δε η Ύψωση του Σταυρού έγινε σε χριστιανούς συγκεντρωμένους από διάφορα μέρη του κόσμου, γι’ αυτό και την εορτή την λέμε Παγκόσμια Ύψωση του Τιμίου Σταυρού. Έκτοτε καθορίστηκε η 14η Σεπτεμβρίου ως ημέρα Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού.
Χριστιανοί μου, να τιμούμε τον Τίμιο Σταυρό και να σταυρώνουμε με Αυτόν το σώμα μας, το σπίτι μας και όλα τα πράγματά μας, που βάζουμε σε αυτό. Και ιδιαίτερα να μάθετε τα μικρά σας παιδιά, προτού να κοιμηθούν το βράδυ, να σταυρώνουν με τα τρία δάκτυλα ενωμένα τρεις φορές το μαξιλάρι τους, λέγοντας: «Εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, Αμήν». Αυτήν την ωραία πράξη και συνήθεια να την κάνετε και σεις οι μεγάλοι.
Με πολλές ευχές,
† Ο Μητροπολίτης Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως Ιερεμίας

Η ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

Η ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

ΓΙΑΤΙ ΟΙ ΕΤΕΡΟΔΟΞΟΙ ΔΕΝ ΠΙΣΤΕΥΟΥΝ ΣΤΟΝ ΤΙΜΙΟ ΣΤΑΥΡΟ
ΤΟ ΚΟΡΥΦΑΙΟ ΣΥΜΒΟΛΟ ΘΥΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΓΙΑΣΜΟΥ
ΠΑΣΑΛΟ ΤΟΝ ΑΝΑΦΕΡΟΥΝ ΟΙ ΙΕΧΩΒΑΔΕΣ ΚΑΙ ΞΥΛΟ ΣΤΗΝ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ
Η μεγάλη εορτή της Παγκοσμίου Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού είναι ένας ακόμα σημαντικός εορτολογικός σταθμός της Εκκλησίας μας.
Οι πιστοί την ημέρα αυτή καλούνται να τιμήσουν και να προσκυνήσουν τον Τίμιο Σταυρό του Κυρίου ώστε να αντλήσουν δύναμη και χάρη από αυτόν.
Η μεγάλη αυτή Δεσποτική εορτή δίνει επίσης την ευκαιρία σε όλους μας να σκεφτούμε ορισμένες βασικές αρχές και αλήθειες της πίστης μας, οι οποίες είναι συνυφασμένες με τη θεολογία του Σταυρού.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, η οποία διασώζει μόνη Αυτή ανόθευτη την βιβλική και πατερική διδασκαλία, αποδίδει την προσήκουσα τιμή στο Σταυρό του Χριστού, ως το κατ’ εξοχήν όργανο και σύμβολο της απολυτρώσεως του ανθρωπίνου γένους. Σε αντίθεση με την ποικίλη ετεροδοξία, η οποία, είτε αδιαφορεί να αποδώσει τιμή στο Σταυρό (Προτεσταντισμός), είτε πολεμά ευθέως Αυτόν, ως ειδωλολατρικό σύμβολο (Mάρτυρες του Ιεχωβά). Η Εκκλησία μας θέσπισε πολλές φορές προσκύνησης και τιμής του Σταυρού καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, με αποκορύφωμα τη μεγάλη εορτή της Παγκοσμίου Υψώσεως, στις 14 Σεπτεμβρίου.
Ο Σταυρός του Κυρίου αποτελεί για τη χριστιανική πίστη κορυφαίο σύμβολο θυσίας και αγιασμού, διότι η σημασία του είναι πραγματικά τεράστια. Ο Σταυρός μαζί με την Ανάσταση λειτουργούν ως δυο βασικοί άξονες πάνω στους οποίους κινείται η ζωή των πιστών χριστιανών. Η Ανάσταση έπεται του Σταυρού και προϋποθέτει το Σταυρό και ο Σταυρός προμηνύει την Ανάσταση. Χωρίς Σταυρό δεν γίνεται Ανάσταση. Πάνω σε αυτές τις αρχές στηρίζεται η θεολογία του Σταυρού και η σπουδαία σημασία του για τη ζωή της Εκκλησίας.
Ο μέγας απόστολος των Εθνών Παύλος, ο κατ’ εξοχήν θεολόγος του Σταυρού, τονίζει συχνά στις θεόπνευστες επιστολές του ότι ο Σταυρός του Χριστού είναι γι’ αυτόν και για την Εκκλησία καύχηση. «εμοί δε μη γένοιτο καυχάσθαι ει μη εν τω σταυρώ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού» (Γαλ.6:13), διότι « ο λόγος γαρ ο του σταυρού τοις μεν απολλυμένοις μωρία εστί τοις δε σωζομένοις ημίν δύναμις Θεού εστι,»(Α΄Κορ. 1:17»,επιεδή ο Ιησούς Χριστός «εγενήθη εν σοφία από Θεού, δικαιοσύνη τε και αγιασμός και απολύτρωσις» (1 Κορ.1:30) ως ο «Εσταυρωμένος» (1 Κορ.1:23). Ο Κύριος της δόξης «υπό χειρών ανόμων» καρφώθηκε επάνω στο ξύλο του Σταυρού, για να υποστεί το επώδυνο μαρτύριο της σταυρώσεως και να πεθάνει ως έσχιστος κακούργος. Αλλά όμως η ανθρώπινη αυτή κακουργία, εξ αιτίας της άμετρης θείας αγάπης, λειτούργησε ευεργετικά για το θεοκτόνο ανθρώπινο γένος, «συνίστησι δε την εαυτού αγάπην εις ημάς ο Θεός, ότι αμαρτωλών όντων ημών Χριστός υπέρ ημών απέθανε. Πολλώ ουν μάλλον δικαιοθέντες νυν εν τω αίματι αυτού σωθησόμεθα δι’ αυτού από της οργής. Ει γαρ εχθροί όντες κατηλλάγημεν τω Θεώ διά του θανάτου του υιού αυτού, πολλώ μάλλον καταλλαγέντες σωθησόμεθα εν τη ζωή αυτού» (Ρωμ.5:8-10).
Ο Σταυρός πριν τη μεγάλη σταυρική θυσία του Χριστού ήταν έχθιστο φονικό όργανο εκτέλεσης κακούργων. Όποιος πέθαινε δια της σταυρώσεως χαρακτηρίζονταν «επικατάρατος» (Γαλ.3:1). Αφότου όμως ο σαρκωμένος Θεός πέθανε ως κακούργος πάνω στο εγκάρσιο ξύλο, αυτό κατέστη πηγή απολυτρώσεως. Από μέσο θανατώσεως μεταβλήθηκε σε ακένωτη πηγή ζωής, από αποκρουστικό και απαίσιο όργανο των δημίων έγινε φωτεινό σύμβολο και δίαυλος ευλογιών, από ξύλο πόνου και ωδίνων κατέστη καταφύγιο ανάπαυσης και χαράς.
Η παράδοξη αυτή και μεγάλη αλλαγή συντελέσθηκε επειδή η άμετρη θεία αγάπη και ευσπλαχνία δε λειτούργησε εκδικητικά προς την ανθρώπινη αγνωμοσύνη και κακουργία. Μέσα στην απύθμενη θεία φιλανθρωπία δεν υπάρχει «χώρος» για μίσος, θυμό και εκδίκηση. Ο Θεός, ως η απόλυτη αγάπη (Α΄ Ιωάν.4:8,) αντί εκδίκησης ανταπέδωσε στον άνθρωπο ευσπλαχνία και του δώρισε τη λύτρωση από τα πικρά δεσμά της αμαρτίας και του κακού και του χάρισε την αιώνια ζωή.
Χάρη λοιπόν στην άμετρη αγάπη του Θεού, το φρικτό φονικό όργανο των ανθρώπων μετεβλήθη σε πηγή αγιασμού και απολυτρώσεως.
Σύμφωνα με την υψηλή θεολογία του ουρανοβάμωνος Παύλου ο Σταυρός του Χριστού από ατιμωτικό και φρικτό φονικό όργανο θανατώσεως των κακούργων ανθρώπων, μετεβλήθη, μετά το σταυρικό θάνατο του Κυρίου, σύμβολο σωτηρίας, μέσο συμφιλίωσης με το Θεό και πηγή αγιασμού. Η ανθρώπινη κακία έδωσε στο Θεό πόνο και θάνατο δια του ξύλου του Σταυρού, η θεία ανεξικακία και άκρα φιλανθρωπία, έδωσε, αντίθετα, στο δήμιό Του αγάπη και λύτρωση! Η δύναμη λοιπόν του Σταυρού έγκειται στην ακένωτη αγάπη του Θεού, η οποία διοχετεύεται πλέον στην ανθρωπότητα και σε ολόκληρη τη δημιουργία μέσω του Σταυρού.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας έχοντας υπόψη τους αυτή τη μεγάλη αλήθεια διατύπωσαν την περίφημη θεολογία του Σταυρού. Το ιερότατο αυτό σύμβολο είναι πια συνυφασμένο με τον Κύριο Ιησού Χριστό. Από Εκείνον αντλεί την ανίκητη δύναμή του, τον αγιασμό και τη χάρη. Γι’ αυτό και δεν είναι ειδωλολατρία να προσκυνείται από τους πιστούς, διότι προσκύνηση του Τιμίου Σταυρού, σημαίνει προσκύνηση του ιδίου του Χριστού, του Οποίου είναι το σημείο και η ενθύμηση της απολυτρωτικής Του θυσίας.
Ο Σταυρός του Χριστού αποτελεί πλέον την ενοποιό δύναμη της ανθρωπότητας. Αν το ξύλο της γνώσεως του καλού και του κακού στην Εδέμ (Γεν. γ΄ κεφ.) έγινε πρόξενος κακού και έχθρας του ανθρωπίνου γένους, το ξύλο του Σταυρού έγινε σημείο επανένωσης των ανθρώπων στο Σώμα Του Κυρίου Ιησού Χριστού. Τα δύο εγκάρσια ξύλα, που συνθέτουν το σύμβολο του Σταυρού, συμβολίζουν την ένωση των ανθρώπων με το Θεό (κάθετο ξύλο) και την ένωση των ανθρώπων μεταξύ τους (εγκάρσιο ξύλο). Φυσικά η ένωση των ανθρώπων περνά αναγκαστικά από τη σχέση τους με το Θεό. Το εγκάρσιο ξύλο παριστά, επίσης, τα δύο χέρια του Εσταυρωμένου Λυτρωτή μας, τα οποία είναι ανοιγμένα για να αγκαλιάσουν ολόκληρη την ανθρωπότητα. Μέσα σε αυτή τη θεώρηση η νέα εν Χριστώ ανθρώπινη κοινωνία έχει διαφορετική υφή από τις προχριστιανικές και εξωχριστιανικές κοινωνίες. Η ενοποιός δύναμη του Σταυρού του Χριστού αδελφοποιεί τους ανθρώπους, δημιουργώντας την κοινωνία της αγάπης, της αδελφοσύνης, της δικαιοσύνης και της ειρήνης.
Το σύμβολο του Τιμίου Σταυρού είναι ακόμα η φοβερή δύναμη κατά των αντίθεων δυνάμεων. Μέχρι το σταυρικό θάνατο του Χριστού, ως όργανο του κακού, χρησιμοποιούνταν για την καταστροφή και το θάνατο. Αφότου ο Θεός καταδέχτηκε να καρφωθεί και να πεθάνει πάνω σ’ αυτόν μεταβλήθηκε σε όπλο εναντίων εκείνων που το χρησιμοποιούσαν.
Η Εκκλησία μας ψάλλει θριαμβευτικά: «Κύριε όπλον κατά του διαβόλου τον σταυρόν Σου ημίν δέδωκας, φρύττει γαρ και τρέμει μη φέρων καθοράν αυτού την δύναμιν, ότι νεκρούς ανιστά και θάνατον κατήργησεν». Το σύμβολο του Τιμίου Σταυρού είναι το θαυμαστό φυλακτήριο των πιστών. Δεν υπάρχει αγιαστική πράξη της Εκκλησίας μας που να μην σταυρώνονται οι πιστοί, δεν υπάρχει στιγμή προσευχής που να μην ποιούμε το σημείο του Σταυρού, δεν υπάρχει δύσκολη στιγμή που να μην αγιάζουμε το σώμα μας με το σημείο του Σταυρού για να θωρακιζόμαστε έτσι κατά των δυνάμεων του κακού. Ο Τίμιος Σταυρός αντικατέστησε όλα τα δεισιδαίμονα και αναποτελεσματικά φυλακτήρια του παρελθόντος.
Οι πιστοί πλέον φέρουν με καμάρι Αυτόν ως πολύτιμο και αποτελεσματικό φυλακτήριο κατά του κακού, αλλά και ως ομολογία της πίστης τους στην μεγάλη απολυτρωτική θυσία του Χριστού. Πρέπει να επισημάνουμε εδώ την φανερή αποστροφή, ακόμα και την έχθρα προς τον Σταυρό του Χριστού, πολλών αιρετικών χριστιανικών ομάδων. Στο σύνολό του, λοιπόν, ο προτεσταντικός κόσμος δεν αποδίδει καμιά τιμή στο Σταυρό. Είναι γνωστό πως οι προτεστάντες δεν κάνουν το σημείο του Σταυρού και χρησιμοποιούν αυτόν μόνο ως διακοσμητικό στοιχείο!.
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά μάλιστα, χειρότερα από αυτούς μάχονται με λύσσα το σημείο του Σταυρού. Δεν προφέρουν καν το όνομα Σταυρός και αντ’ αυτού τον ονομάζουν πάσαλο. Στην Καινή Διαθήκη έχουν αντικαταστήσει την ονομασία του Σταυρού με ξύλο!
Η κατάσταση της κατάνυξης και της χαρμολύπης που δημιουργεί στην ψυχή μας η παρουσία και θέα του Τιμίου Σταυρού μας κάνει να υπομένουμε με καρτερία και υπομονή τα προβλήματα της ζωής, δηλαδή να υπομένουμε τον προσωπικό μας σταυρό (Ματθ.16:24), ελπίζοντας εξάπαντος στην επερχόμενη ανάσταση, μεταφορικά και κυριολεκτικά. Αυτή η ακράδαντη πίστη μας δίνει δύναμη και μας κάνει να αντιμετωπίζουμε τη ζωή με αισιοδοξία, σε αντίθεση με την παποπροτεστατική Δύση, η οποία ζητά εναγωνίως την ευδαιμονία χωρίς τη θυσία, δηλαδή ζητά την ανάσταση χωρίς το σταυρό. Γι’ αυτό και δεν μπορεί να τη συναντήσει πουθενά.
Η ελληνορθόδοξη παράδοσή μας έχει ως βάση την παύλειο αρχή «ει δε απεθάνομεν συν Χριστώ, πιστεύομεν ότι και συζήσομεν αυτώ, ειδότες ότι Χριστός εγερθείς εκ νεκρών ουκέτι αποθνήσκει, θάνατος αυτού ουκέτι κυριεύει»(Ρωμ.6:8-9). Αυτό μας κάνει να ξεχωρίζουμε από την αιρετική Δύση, η οποία όζει από απαισιοδοξία, εξαιτίας του πνευματικού της θανάτου, μη έχοντας ελπίδα αναστάσεως, διότι δεν πιστεύει στη δύναμη του Σταυρού του Χριστού και δεν έχει την ταπεινή διάθεση να συσταυρωθεί μαζί Του, για να μπορέσει έτσι να συναναστηθεί με Αυτόν.
Για να μπορεί όμως ο άνθρωπος να λάβει τον θείο αγιασμό μέσω του Σταυρού είναι απαραίτητο να πιστέψει στο Λυτρωτή Χριστό και στην σταυρική απολυτρωτική Του Θυσία. Επίσης πρέπει να σταυρώσει και αυτός τον εαυτό του όπως και ο Χριστός, να συσταυρωθεί μαζί Του, όχι βέβαια κυριολεκτικά όπως κάνουν κάποιοι παπικοί, που κάθε χρόνο τη Μ. Παρασκευή σταυρώνονται σε ξύλο σταυρού, αλλά πρέπει να σταυρώσει ο άνθρωπος όχι το σαρκίο του, αλλά τον αμαρτωλό και κακό εαυτό του, «ταις του βίου ηδοναίς», όπως προτρέπει ο ιερός υμνογράφος της Μ. Εβδομάδος. «ίνα και συζήσωμεν αυτώ (τω Χριστώ)».
Η μεγάλη εορτή της Παγκοσμίου Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού είναι μια ακόμα ευκαιρία για όλους μας να σκεφτούμε τις άπειρες δωρεές του Θεού στη ζωή μας. Να στρέψουμε το βλέμμα μας στο εκθαμβωτικό φως του Σταυρού προκειμένου να διαλύσουμε το σκοτεινό έρεβος των αμαρτιών της ψυχής μας.
Δεν έχουμε πολλές επιλογές, ή αποδεχόμαστε τη λυτρωτική δύναμη του Σταυρού του Χριστού και σωζόμαστε, ή παραμένουμε δούλοι της αμαρτίας και φορείς του κακού και χανόμαστε. Η κλήση προς τη λύτρωση είναι πάντα ανοιχτή, φτάνει να πάρουμε τη μεγάλη απόφαση και να την αποδεχτούμε. Ο Κύριος μας περιμένει.
Πηγή: Ιερά Μητρόπολις Πατρών

«ΤΟΝ ΣΤΑΥΡΟΝ ΣΟΥ ΠΡΟΣΚΥΝΟΥΜΕΝ ΔΕΣΠΟΤΑ» ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ

ΤΟΝ ΣΤΑΥΡΟΝ ΣΟΥ ΠΡΟΣΚΥΝΟΥΜΕΝ ΔΕΣΠΟΤΑ»
ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητού
Η Παγκόσμια Ύψωση του Τιμίου Σταυρού αποτελεί έναν σπουδαίο εορτολογικό σταθμό του εκκλησιαστικού έτους. Στις 14 Σεπτεμβρίου σύμπασα η Ορθοδοξία τιμά τον Σταυρό του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, ο οποίος χαρακτηρίζεται ως το «καύχημά» Της και η «δόξα» Της. Πηγές της εκκλησιαστικής μας ιστορίας αναφέρουν ότι η εορτή της Παγκόσμιας Ύψωσης είχε καθιερωθεί από τα αρχαία χρόνια, ίσως μάλιστα να είχε καθιερωθεί και από αυτόν τον Μέγα Κωνσταντίνο, κατά προτροπή προφανώς της μητέρας του αγίας Ελένης, αμέσως μετά την εύρεση του Τιμίου Ξύλου στα Ιεροσόλυμα, γύρω στο 330 μ.Χ.
Η τιμή προς τον Τίμιο Σταυρό ανάγεται στους αποστολικούς χρόνους. Οι επιστολές του αποστόλου Παύλου είναι γεμάτες από χωρία με τα οποία ο μέγας απόστολος εξαίρει τον ρόλο του Σταυρού στην διαδικασία της σωτηρίας του κόσμου. Πρώτος ο Παύλος ομίλησε για την καύχηση του Σταυρού του Χριστού. Οι αποστολικοί Πατέρες ομιλούν και αυτοί με σεβασμό και τιμή προς το ιερό σύμβολο, μέσω του οποίου έγινε η καταλλαγή με το Θεό και επιτεύχθηκε η σωτηρία με την απολυτρωτική θυσία του Χριστού.
Οι κατακόμβες είναι γεμάτες από χαραγμένους σταυρούς. Οι διωκόμενοι χριστιανοί από τους φανατικούς ειδωλολάτρες θεωρούσαν τους εαυτούς τους τύπους του αδίκως παθόντος Κυρίου Ιησού Χριστού. Πίστευαν ότι εξαιτίας της πίστεώς τους στο Χριστό έφεραν και αυτοί το δικό τους σταυρό, γι’ αυτό το ιερό αυτό σύμβολο ήταν τόσο αγαπητό σε αυτούς. Αυτό τους εμψύχωνε και τους έδινε τη δύναμη του μαρτυρίου.
Η δύναμη του Τιμίου Σταυρού φάνηκε στο θαυμαστό όραμα του Μεγάλου Κωνσταντίνου, στα 312, ενώ βάδιζε εναντίον του Μαξεντίου κοντά στη Ρώμη. Ο Κωνσταντίνος εξέφραζε την νέα εποχή, σε αντίθεση με τους συναυτοκράτορές του, οι οποίοι εξέφραζαν και προσπαθούσαν να συντηρήσουν τον παλιό κόσμο, που κατέρρεε ραγδαία. Ο μεγάλος αυτοκράτορας είδε στον ουρανό, ημέρα μεσημέρι, το σημείο του σταυρού, σχηματισμένο με αστέρια, και την επιγραφή «ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΝΙΚΑ», επίσης σχηματισμένη με αστέρια. Ήταν η 28η Οκτωβρίου 312. Από εκείνη την ώρα έδωσε διαταγή το σημείο αυτό να γίνει το σύμβολο του στρατού του. Χαράχτηκε παντού, στις ασπίδες των στρατιωτών, στα κράνη, στα λάβαρα, και αλλού.
Ο εχθρός κατατροπώθηκε και ο Κωνσταντίνος έγινε μονοκράτωρ του απέραντου κράτους. Δεν είχε καμιά αμφιβολία ότι η δύναμη του Σταυρού του είχε χαρίσει αυτή την περήφανη νίκη, γι’ αυτό προσέγγισε τη νέα ανερχόμενη θρησκευτική πίστη των χριστιανών. Κατάλαβε ο μεγάλος και διορατικός εκείνος άνδρας ότι το μέλλον της ανθρωπότητας ανήκε στον Χριστιανισμό, όπως και έγινε. Έτσι έδωσε αμέσως διαταγή να σταματήσουν οι διωγμοί εναντίον των χριστιανών, καθώς και όλων όσων διώκονταν για τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις. Με το γνωστό «Διάταγμα των Μεδιολάνων» κατοχυρώθηκε η ανεξιθρησκία στο κράτος. Παράλληλα υιοθέτησε τις ευαγγελικές αρχές για να γίνουν η βάση του δικαίου και της νομοθεσίας του (κατάργηση δουλείας, κοινωνική πρόνοια, αργία Κυριακής, κλπ). Για να είναι δίκαιος με όλους τους υπηκόους παρέμεινε προστάτης και της εθνικής θρησκείας (Μέγας Αρχιερεύς).
Το 326 αναχώρησε για τους Αγίους Τόπους η ευσεβής χριστιανή μητέρα του αγία Ελένη. Με την γενναία επιχορήγηση του Κωνσταντίνου άρχισε το κτίσιμο λαμπρών ναών επί των ιερών προσκυνημάτων. Επίκεντρο ήταν ο Πανάγιος Τάφος του Κυρίου. Στο σημείο εκείνο ο αυτοκράτορας Αδριανός είχε κτίσει το 135, κατά τη δεύτερη καταστροφή της Ιερουσαλήμ, ναό της Αφροδίτης.
Πρώτη ενέργεια της αγίας Ελένης ήταν η ανεύρεση του Τιμίου Σταυρού, ο οποίος είχε ριχτεί από τους ρωμαίους σε παρακείμενη χωματερή. Σύμφωνα με την παράδοση οδηγήθηκε εκεί από ένα αρωματικό φυτό που φύτρωνε στο μέρος εκείνο, το γνωστό μας βασιλικό. Ύστερα από επίπονες ανασκαφές τελικά βρέθηκαν τρεις σταυροί, του Κυρίου και των δύο ληστών. Οι εκκλησιαστικοί ιστορικοί Φιλοστόργιος και Νικηφόρος αναφέρουν ότι ο Σταυρός του Κυρίου εντοπίσθηκε ύστερα από θαύμα, τοποθετήθηκε πάνω σε νεκρή γυναίκα και αυτή αναστήθηκε!
Η πιστή βασιλομήτωρ, με δάκρυα στα μάτια παρέδωσε τον Τίμιο Σταυρό στον Πατριάρχη Μακάριο, ο οποίος στις 14 Σεπτεμβρίου του έτους 335 τον ύψωσε στον φρικτό Γολγοθά και τον τοποθέτησε στον πανίερο και περικαλλή ναό της Αναστάσεως, τον οποίο είχε ανεγείρει η αγία πάνω από τον Πανάγιο Τάφο και ο οποίος σώζεται ως σήμερα. Το σημαντικό αυτό γεγονός σημάδεψε την ζωή της Εκκλησίας και γι’ αυτό άρχισε να εορτάζεται ως λαμπρή ανάμνηση. Έτσι καθιερώθηκε η μεγάλη εορτή της Παγκόσμιας Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού.
Όμως την αγία αυτή ημέρα εορτάζουμε και την δεύτερη ύψωση. Στα 613 οι Πέρσες κυρίεψαν την Παλαιστίνη, λεηλάτησαν και κατέστρεψαν τα ιερά προσκυνήματα και πήραν ως λάφυρο τον Τίμιο Σταυρό και τον μετέφεραν στη χώρα τους. Η παράδοση αναφέρει ότι άπειρα θαύματα γινόταν εκεί. Οι πυρολάτρες Πέρσες θεώρησαν το Τίμιο Ξύλο μαγικό και γι’ αυτό το φύλασσαν και το προσκυνούσαν, χωρίς να γνωρίζουν την πραγματική του φύση και ιδιότητα! Ο αυτοκράτορας Ηράκλειος μετά την νίκη του εναντίον των Περσών παρέλαβε τον Τίμιο Σταυρό και τον μετέφερε στην Ιερουσαλήμ. Ο Πατριάρχης Ζαχαρίας τον ύψωσε εκ νέου στο ναό της Αναστάσεως. Ήταν 14 Σεπτεμβρίου του 626.
Ο εκκλησιαστικός συγγραφέας Παυλίνος αναφέρει στην ενδέκατη επιστολή του ότι η τοπική εκκλησία των Ιεροσολύμων θεώρησε ότι ο Σταυρός του Χριστού ανήκει σε όλη την χριστιανοσύνη και γι’ αυτό αποφάσισε να τεμαχίσει το Τίμιο Ξύλο και να το διανείμει σε όλη την Εκκλησία. Έτσι διασώθηκαν μέχρι σήμερα πολλά τεμάχια, τα οποία φυλάσσονται ως τα πολυτιμότερα κειμήλια, κυρίως στις ιερές μονές του Αγίου Όρους. Μια εσχατολογική προφητεία λέγει πως ένα από τα συγκλονιστικά γεγονότα του τέλους του κόσμου θα είναι και η επανένωση του Τιμίου Σταυρού!
Οι ορθόδοξοι πιστοί τιμούμε με ιδιαίτερο τρόπο την αγία ημέρα της Υψώσεως του Σταυρού του Κυρίου μας. Η ιερές ακολουθίες έχουν πανηγυρικό χαρακτήρα, ενώ έχει θεσπισθεί αυστηρή νηστεία. Κατακλύζουμε του ιερούς ναούς προκειμένου να προσκυνήσουμε τον Τίμιο Σταυρό και να αντλήσουμε δύναμη και χάρη ουράνια από αυτόν. Παίρνουμε μαζί μας κλώνους βασιλικού ως ευλογία και τον εναποθέτουμε στα εικονίσματα ως ελιξίριο κατά του κακού. Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι η τιμή και η προσκύνηση του Σταυρού είναι προσκύνηση του Ίδιου του Εσταυρωμένου Λυτρωτή μας Χριστού και όχι ειδωλολατρική πράξη, όπως κακόβουλα μας κατηγορούν οι ποικιλώνυμοι αιρετικοί. Ο Σταυρός του Κυρίου μας είναι το καύχημά μας, το νικηφόρο λάβαρο κατά του μεγαλύτερου εχθρού μας, του διαβόλου, το αήττητο όπλο κατά του πολυπρόσωπου κακού. Με ένα στόμα και με μια καρδιά ψάλλουμε τον υπέροχο παιάνα – τροπάριο της μεγάλης εορτής: «Σώσον Κύριε τον λαόν Σου και ευλόγησον την κληρονομίαν Σου…».

Ομιλία στην Ύψωση του Τιμίου Σταυρού, του μακαριστού Μητροπολίτου Νικοπόλεως π. Μελετίου Καλαμαρά Διαβάστε περισσότερα: Ομιλία στην Ύψωση του Τιμίου Σταυρού, του μακαριστού Μητροπολίτου Νικοπόλεως π. Μελετίου Καλαμαρά

Σήμερα, πού ἔχομε τήν ἑορτή τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, στρέφομε τή σκέψη μας πρός τούς πρώτους χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι ὅταν ζωγράφισαν τόν Τίμιο Σταυρό, ἔβαλαν ἐπάνω Του καί τά λόγια: «Φῶς, Ζωή». Στή μία πλευρά «Φῶς» καί στήν ἄλλη «Ζωή». Ὁ Σταυρός εἶναι Φῶς καί Ζωή. Ἀκόμη, στρέφομε τήν σκέψη μας, πρός τήν Ἁγία καί ἔνδοξη Βασίλισσα, μητέρα τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου, Ἑλένη, ἡ ὁποία ζώντας τήν πίστη τήν ἀληθινή καί ζώντας τή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας ὅτι ὁ Σταυρός εἶναι Φῶς καί Ζωή, ἐπεθύμησε νά ἔρθει καί νά ἀσπαστεῖ τόν ἴδιον τόν Τίμιο Σταυρό τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος κατά τήν παράδοση ἦταν πεταμένος ἀπό τούς Ἑβραίους στόν σκουπιδότοπο καί ἦταν σκεπασμένος μέ ὅλων τῶν εἰδῶν τίς βρωμιές καί τίς ἀκαθαρσίες. Καί πῆγε ἐκεῖ πού μέχρι τότε κανείς δέν τολμοῦσε, λόγῳ τῶν διωγμῶν καί λόγῳ τοῦ πλήθους τῶν Ἑβραίων, νά πατήσει. Πῆγε μέ τή δύναμη καί μέ τό ὄνομα τοῦ υἱοῦ της μεγίστου καί ἰσαποστόλου Κωνσταντίνου καί ἔψαξε καί ἔσκαψε κάτω ἀπό τίς βρωμιές καί τίς ἀκαθαρσίες τῶν Ἑβραίων, πού εἶχαν πετάξει μετά ἀπό τή μεγάλη ἐκείνη Ἁγία Παρασκευή τῆς σταύρωσης τοῦ Χριστοῦ. Στίς 3 Αὐγούστου, βρῆκε τούς τρεῖς σταυρούς. Τῶν δύο ληστῶν καί τοῦ Σωτήρα μας. Καί ἀπορώντας ποιός ἀπό τούς τρεῖς εἶναι ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ, ἔκανε στή σκέψη ὅτι οἱ μέν σταυροί τῶν ἀνθρώπων εἶναι ἄχρηστα καί νεκρά ξύλα, ὁ δέ Σταυρός πάνω στόν ὁποῖον ἀπέθανε ἡ Ζωή τοῦ κόσμου, ὁ Κύριος καί Σωτήρ ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, εἶναι ζωοποιός καί δύναμη ζωῆς. Εἶναι φῶς καί ζωή. Καί τότε, κατά τήν παράδοση, βρέθηκε ἐκεῖ ἕνας νεκρός ἄνθρωπος, μία νεκρή γυναίκα, πού εἶχε πεθάνει ἐκείνη τήν ἡμέρα. Ἀκούμπησε τήν νεκρή πρῶτα στόν πρῶτο σταυρό καί μετά στόν δεύτερο χωρίς ἀποτέλεσμα. Τέλος, ὅταν ἀκούμπησαν τήν νεκρή ἐπάνω στό ζωοποιό Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, ἀναστήθηκε καί δοξολόγησε τό Σωτήρα τοῦ κόσμου, δείχνοντας ἔτσι τί εἶναι ἡ δύναμις τῆς πίστης. Ἔτσι ὁ Θεός ἔδειξε σέ ὅλους, ὅτι αὐτός ἦταν ὁ ζωοποιός Του Σταυρός. Ἐπάνω στό Σταυρό τοῦ Χριστοῦ βρῆκαν νά ἔχει φυτρώσει καί ν’ ἀνθίζει ἕνα εὐῶδες φυτό, τό ὁποῖο, ἀπό τότε, ὀνομάζεται βασιλικός. Γιατί ἦταν ἐπάνω στό Σταυρό τοῦ Βασιλέως Χριστοῦ. Καί τό ὁποῖο εἶναι τό σύμβολον ὅτι ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι μόνον Φῶς καί Ζωή καί Ἀνάσταση, ἀλλά εἶναι καί Εὐωδία. Ἡ εὐωδία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ἡ εὐωδία τῆς ζωῆς, πού εἶναι ἀφιερωμένη στή δόξα τοῦ Θεοῦ καί στόν Θεόν. Δέν πρέπει ποτέ νά τό ξεχνᾶμε, ὅτι ὁ Χριστός ἦρθε στόν κόσμο γιά νά «πληρώσει τά σύμπαντα εὐωδίας» πνευματικῆς. Ἄς φανταστοῦμε τώρα μία σκηνή. Ἄς ποῦμε ὅτι κατεβήκαμε ἀπό τά ἄστρα, ἀπό τό φεγγάρι, ὅτι εἴμαστε ἐξωγήινοι. Ἐρχόμαστε στή γῆ καί κοιτάζομε νά δοῦμε τί εἶναι αὐτός ὁ κόσμος. Τί θά ἰδοῦμε, ἀδελφοί μου; Ἐγκλήματα, βλασφήμιες, κλεψιές, βρωμιές, ἀνηθικότητες, μίση, πάθη. Μανία γιά ἁρπαγή. Σέ τί βαθμό; Σέ βαθμό πού ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου ὅταν τά σκέπτεται, ἰλιγγιᾶ καί λέγει: «μά, εἶναι κόσμος αὐτός καί κοινωνία; Ἤ εἶναι ζούγκλα»; Ἄν κανείς τό φιλοσοφήσει καλά, πραγματικά ὁ κόσμος μας, δέν εἶναι κοινωνία ἀνθρώπων λογικῶν καί μέ βάσεις ἠθικές καί πνευματικές ἀλλά εἶναι ζούγκλα. Ἐνῶ, ὅμως σκέφτεται κανείς, ὅτι ἡ ἀνθρωπότητα εἶναι ζούγκλα, γιατί νοιάζεται μόνο γι’ αὐτό πού τή συμφέρει καί τό κακό εἶναι βοῶν καί κρᾶζον, ὑπάρχει καί κάτι πού τοῦ δίνει ἐλπίδα. Καί τό βλέπει κανείς, ἐάν στρέψει τά μάτια του λιγάκι πιό ἐρευνητικά καί δεῖ μέσα στίς ἐκκλησίες καί δεῖ μέσα στά σπίτια, πού ζοῦν ἥσυχα καί ἤρεμα οἱ ἄνθρωποι τῆς καλωσύνης, τῆς ἀγάπης, τῆς θυσίας, τῆς φιλαλληλίας, τῆς βοηθείας. Οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖνοι, πού στενοχωροῦνται ἄν περάσει ἡμέρα χωρίς νά κάνουν κάποιο καλό. Καί οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖνοι, πού θλίβονται ὄχι γιατί ἔκαναν κάτι πού εἶναι ὁλοφάνερα ἁμαρτία καί ρυπαρότητα, ἀλλά στενοχωροῦνται ἀκόμη καί ἄν περάσει ἀπό τή διάνοια καί ἀπό τήν ἐπιθυμία τους κάτι τό κακό. Μία κακή σκέψη. Ἄν λοιπόν στρέψομε τά μάτια μας σ’ αὐτούς τούς ἀνθρώπους, τότε, παίρνομε θάρρος καί ἐλπίδα. Γιατί δέν γίνονται ὅμοιοι μέ τούς ἄλλους; Ἀλλά, μέσα σ’ αὐτόν τόν κόσμο, τόν τόσο διαφορετικό, πού ἡ ποιότητά του κυμαίνεται ἀπό τό ὕψος τῆς ἀρετῆς μέχρι τά βάθη τῆς κακίας καί τῆς ἁμαρτίας, θά μποροῦσε κανείς νά πεῖ: «Καλά, αὐτοί οἱ ταλαίπωροι πού νοιάζονται γιά τό καλό γιατί τό κάνουν; Γιατί προσεύχονται; Γιατί θυσιάζονται; Γιατί κοπιοῦν; Γιατί πάσχουν καί ὑποφέρουν; Γιά ποιούς; Γιατί δέν τά κλωτσᾶνε ὅλα αὐτά, νά γίνουν καί αὐτοί ὅμοιοι μέ τούς ἄλλους»; Ἡ ἀπάντηση εἶναι: Γιατί κάποια ἡμέρα, κατέβηκε στόν κόσμο ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ καί ἀφοῦ ἔζησε στόν κόσμο γεμάτος ἀπό ἀγάπη καί ἀπό καλωσύνη, ἀνέβηκε στό Σταυρό ἐπισήμως. Γιατί ἀνέβηκε στό Σταυρό ἐπισήμως; Γιά νά δείξει καί στούς μέν καί στούς δέ, ποιό εἶναι τό σωστό. Καί πῶς πρέπει νά ἀντιμετωπίζουν κακίες, μίση, πάθη. Καί σέ ἐκείνους πού εἶναι μακρυά του, νά δείξει τί; Ὅτι δέν πρέπει ποτέ νά ἀπογοητεύονται. Γιατί; Γιατί, ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ, ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ ἐπάνω στό Σταυρό εἶναι Φῶς καί Ζωή. Πῶς εἶναι φῶς καί ζωή; Μέ τό νά μᾶς δείχνει ποῖο εἶναι τό νόημα τῆς ζωῆς καί τοῦ κόσμου. Ἀλλοίμονο, στόν ἄνθρωπο πού δέν θά καταλάβει ὅτι πρέπει νά ξεπεράσει ὅλο τόν κακό του ἑαυτό, ὅλες τίς κακές του ἐπιθυμίες καί δέν θέλει νά καταλάβει, ὅτι ἡ ἀληθινή ζωή εἶναι γιά νά περάσει μέ ὑπακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Νά συμπορευθοῦμε καί νά συσταυρωθοῦμε μέ Αὐτόν Ἀλλοίμονο, στόν ἄνθρωπο πού δέν θά καταλάβει ὅτι πρέπει καί ὁ ἴδιος νά σταυρωθεῖ γιά τό Θεό, πού εἶναι ὁ Κτίστης καί Δημιουργός τῶν ἁπάντων, ὅπως σταυρώθηκε ὁ Χριστός γιά μᾶς. Νά σταυρωθεῖ ὄχι σωματικά, ἀλλά νά σταυρωθεῖ γιά τά πάθη, γιά τίς κακές του ἐπιθυμίες, γιά τά μίση του, γιά τήν ἁρπαχτική του μανία, γιά τήν ἀπέραντη φιληδονία πού τόν μαστίζει. Ὅποιος αὐτό τό καταλάβει καί ἀρχίσει νά σταυρώνει τόν ἑαυτό του, ὅπως ὁ Χριστός σταύρωσε τόν ἑαυτό Του γιά μᾶς, ἀρχίζει ἡ ζωή του νά πλημμυρίζει στό φῶς καί νά γίνεται ἀληθινή ζωή. Καί ἀρχίζει ἡ ψυχή του νά ἀποκτᾶ τήν εὐωδία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Νά μυρίζει σάν τό βασιλικό, πού βρέθηκε ἐπάνω στόν Τίμιο Σταυρό. Ἀδελφοί, ὁ Χριστός ἀπέθανε μέν στό Σταυρό «τῇ ἁμαρτία». Ἀπέθανε, γιά νά πεθάνει ἡ ἁμαρτία. Ὄχι ἡ δική Του πού δέν εἶχε, ἀλλά ἡ δική μας. Γιατί ὅταν ὁ Χριστός ἀπέθανε ὑπέρ ἡμῶν, ἀπέθανε ὑπέρ τῶν ἁμαρτιῶν τοῦ κόσμου. Καί ἔδωσε τό αἷμα Του εἰς «ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καί εἰς ζωήν αἰώνιον». Πρέπει, λοιπόν καί ἐμεῖς νά πεθάνομε γιά τήν ἁμαρτία, γιά νά ἀναστηθοῦμε γιά τήν αἰώνιο ζωή. Καί νά μπορέσομε ν’ ἀποκτήσομε τήν ἐλπίδα καί τήν προϋπόθεση τῆς σωτηρίας. Ὥστε ὅταν θά ἔρθει ἡ ἡμέρα τῆς ἀναστάσεως, τῆς κοινῆς ἀναστάσεως, ὅπως λέγει στόν Ἀπόστολο, πού διαβάζομε στίς κηδεῖες, τότε πού «θά ἀκουστεῖ ἡ σάλπιγγα τοῦ ἀγγέλου», τότε πού ὅλοι θά ἀναστηθοῦμε, νά ἐξέλθομε εἰς ἀπάντησιν τοῦ ἐρχομένου μετά δόξης, Σωτῆρος τοῦ κόσμου. Καί τότε, «ἁρπαγησόμεθα ἐν νεφέλαις εἰς ἀπάντησιν τοῦ Κυρίου εἰς ἀέρα, καί οὕτω πάντοτε σύν Κυρίῳ ἐσόμεθα». Θά ἀναληφθοῦμε, καί ἐμεῖς, στούς οὐρανούς, ὅπως ἀνελήφθη πρῶτος ὁ Χριστός καί εἰσῆλθε στό πέραν τοῦ οὐρανοῦ καταπέτασμα καί θυσιαστήριο, στόν ἐπουράνιο Ναό τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, στή αἰώνιο Βασιλεία Του, ὁ Κύριος καί Σωτήρας μας Ἰησοῦς Χριστός. Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ εἶναι τό σύμβολο ὁλόκληρης τῆς χριστιανικῆς πίστης. Γι’ αὐτό ἀκριβῶς, ὅποιος εἶναι χριστιανός ἀγαπᾶ τόν Σταυρό. Τόν ἔχει στό στῆθος του, τόν ἔχει στήν καρδιά του, τόν ἔχει στό νοῦ του. Καί ὅσο καί ἄν τόν βλέπει, τόσο περισσότερο τόν καμαρώνει καί τόσο περισσότερο δέν τόν χορταίνει. Γιατί ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ εἶναι Φῶς καί Ζωή. Καί εἶναι ἡ εὐωδία τοῦ κόσμου. Ἡ εὐωδία τῶν ψυχῶν μας, ἡ ἐλπίδα τῆς αἰώνιας ἀνάστασης καί δικαιώσεως στήν ἐπουράνιο Βασιλεία. Ἀμήν.
- Τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Νικοπόλεως κυροῦ Μελετίου, ὁμιλία στόν Άγιο Χαράλαμπο Πρέβεζας στίς 14/9/1991
πηγή

ΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΚΑΙ ΖΩΟΠΟΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ (ΦΙΛΟΘΕΟΥ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως)

α´ ᾿Επειδή ἀπεκόπημεν ἀπό τήν πρώτη καί θεία καί μακαρία ζωή λόγῳ τῆς παραβάσεως τοῦ προπάτορος, καί μακρυνθέντες ἀπό τόν Θεόν, ἐγίναμε ἐξόριστοι τοῦ Παραδείσου, καί ξεπέσαμε εἰς μία πολύ ἁμαρτωλή ζωή, καί κατεκρίθημεν εἰς τό νά ἀποθάνωμε, καί κατατεμαχισθήκαμε σέ ἀναρίθμητες γνῶμες, καί πλάνες καί ἀσέβειες, ὡς δοῦλοι τοῦ ἐχθροῦ διαβόλου μέ τίς φιληδονίες καί τά πάθη τῆς σαρκός, καί διά τοῦτο εἴχαμε ἀνάγκη νά σαρκωθῇ ὁ Θεός, ὁ ῾Οποῖος δέν ὑπέφερε τήν ζημία τοῦ πλάσματός Του, οὔτε ἤθελε νά τό ἀφήσῃ νά καταστραφῇ·
προκειμένου ἀπό Αὐτόν πού ἐπλάσθημεν, ἀπό Αὐτόν καί νά ἀναπλασθῶμεν, δι᾿ αὐτόν ἀκριβῶς τόν λόγον, ὁ μονογενής Υἱός τοῦ Θεοῦ καί Λόγος, ὁ ῾Οποῖος ἀπ᾿ αἰῶνος ὑπάρχει μαζί μέ τόν Πατέρα, ἄχρονος ὤν, εὐσπλαγχνισθείς τήν φύσιν μας, ἡ ὁποία ἐγλίστρησε καί ἀπεμακρύνθη ἀπό τό καλό, καί ἐξ αἰτίας τῆς ἁμαρτίας ἔφθασε εἰς τά βάθη τοῦ ᾅδου· εὐδόκησε καί ἠθέλησε νά γίνῃ ἄνθρωπος σέ μία ὡρισμένη στιγμή, καί νά εἰσέλθῃ μέσα εἰς τόν χρόνον, καί νά γίνῃ ὅμοιος κατά πάντα μέ ἡμᾶς, πλήν τῆς ἁμαρτίας.
Διά τοῦτο ὁ ᾿Αχώρητος χωρεῖται μέσα σέ Παρθενικά σπλάγχνα, καί περιγράφεται κατά τήν σάρκα ὁ ᾿Απερίγραπτος, καί διά τῆς κοινωνίας αὐτῆς θεώνει τό πρόσλημμα, καί γίνεται ἀληθινός καί τέλειος ἄνθρωπος, Αὐτός πού πάντοτε ἦτο τέλειος Θεός.
β´ ᾿Αφοῦ λοιπόν συνανεστράφη καί ἔζησε μέσα εἰς τόν κόσμον, ἔδωσε ἐντολάς δικαιοσύνης καί ἀρετῆς, καί ἔδειξε τήν ἐπίγνωσι τῆς ἀληθείας, ἐδίδαξε τά ὠφέλιμα καί σωτηριώδη, ἔκαμε θαύματα ὑπερφυσικά, μεγάλα καί θαυμαστά. ῞Υστερα παραδίδεται ἑκουσίως εἰς χεῖρας ἀνθρώπων ἁμαρτωλῶν καί ἀδίκων, καί κατακρίνεται, καί καταδικάζεται, καί πάσχει, καί ὑπομένει τά φρικτά Πάθη, φέροντας ᾿Εκεῖνος ἀντί γιά μᾶς τούς ἁμαρτωλούς, τήν σωτήριον τιμωρίαν, καί ὀδύνην, καί κάκωσιν σύμφωνα μέ ἐκεῖνο πού ἔχει γραφῇ· «Οὗτος τάς ἁμαρτίας ἡμῶν φέρει καί περί ἡμῶν ὀδυνᾶται· Αὐτός τάς ἀσθενείας ἡμῶν ἔλαβε καί τάς νόσους ἐβάστασεν».
Καταδέχεται ὁ Κύριος τῆς δόξης καί πτυσίματα καί κτυπήματα εἰς τό πρόσωπον, κολαφίσματα, καί ὕβρεις, καί γέλωτα, τόν κόκκινον μανδύαν καί τόν ἀκάνθινον στέφανον, κάλαμον καί σπόγγον καί χολήν μέ ξύδι, τούς ἥλους καί τήν λόγχην, καί μαζί μέ ὅλα αὐτά τόν Σταυρόν καί τόν θάνατον· ἔτσι ἀφ᾿ ἑνός μέν, καταργεῖ διά τοῦ Σταυροῦ καί τοῦ θανάτου Του τήν καταδίκη καί τήν ἀπόφασι τῆς παλαιᾶς κατάρας, μέ τό νά γίνῃ κατάρα γιά χάρι μας, καθώς ἔχει γραφῇ· «᾿Επικατάρατος πᾶς ὁ κρεμάμενος ἐπί ξύλου»· ἀφ᾿ ἑτέρου δέ, διά τῆς ταφῆς καί τῆς ἀναστάσεως μᾶς ἐξάγει ἀπό τό σκοτάδι τῆς πικρᾶς καταδίκης, μᾶς ἐλευθερώνει ἀπό τά ἄλυτα δεσμά τοῦ τυράννου διαβόλου, καί χαρίζει κάθε ἐλευθερία. Διότι ὁ Κύριος ἀνίσταται τήν τρίτην ἡμέραν, καί ἀναβαίνει εἰς τούς Οὐρανούς μεσιτεύων καί προσευχόμενος γιά μᾶς ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί Πατρός· καί πρόκειται πάλιν νά ἔλθῃ μέ δόξα, διά νά κρίνῃ ὅλην τήν γῆν, καί νά ἀποδώσῃ εἰς τόν καθ᾿ ἕνα κατά τά ἔργα αὐτοῦ.
γ´ ῎Ετσι ἐπρονόησε γιά μᾶς ὁ Θεός, καί ἔτσι ἐφρόντισε νά μᾶς βγάλῃ ἀπό τήν τυραννία καί τήν ἀπάτη τοῦ διαβόλου. ῎Ετσι ηὐδόκησε νά γίνῃ ἄνθρωπος ὑπέρ ἡμῶν, καί μᾶς ἔδωσε ὡς φάρμακα πρός θεραπείαν τῆς ἀσθενείας μας τά θεῖά Του Πάθη. Καί μέ αὐτά ἀνεπλάσθημεν, καί ἀξιωθήκαμε τῆς αἰωνίου ζωῆς, καί ἐγίναμε μέτοχοι θείων Μυστηρίων, καί ἀπολαμβάνομε τά Χαρίσματα καί τάς Δωρεάς τοῦ Πνεύματος. Κατά τόν θεῖον ᾿Απόστολον· «Χριστός ἡμᾶς ἐξηγόρασεν ἐκ τῆς κατάρας τοῦ Νόμου, γενόμενος ὑπέρ ἡμῶν κατάρα». ῎Εγινε κατάρα γιά μᾶς ὁ Χριστός, ἐπειδή θυσίασε τόν ἑαυτόν Του ὑπέρ ἡμῶν, μέ τό νά ἀποθάνῃ μέ τήν θέλησίν Του τόν ἐπονείδιστον καί ἀδοξότατον θάνατον. Μᾶς ἐξηγόρασε ἀπό τήν κατάρα, διότι προσέφερε τό θεῖον καί ῞Αγιον Αἷμά Του καί μᾶς ἐλύτρωσε ἀπό τήν δουλεία τοῦ διαβόλου καί τοῦ θανάτου, καθώς καί ἀπό τήν καταδίκη καί τήν φθορά τοῦ ᾅδου.
῎Εγινε κατάρα ὁ Χριστός, ἐπειδή ἀπέθανε τόν θάνατον τῶν ἐπικαταράτων καί κακούργων. ᾿Επειδή δέ, «ἁμαρτίαν οὐκ ἐποίησεν, οὐδέ εὑρέθη δόλος ἐν τῷ στόματι Αὐτοῦ», διά τοῦτο μετέβαλε τήν κατάρα εἰς εὐλογίαν, καί βέβαια, ἀπεμάκρυνε καί συνέτριψε τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου, καί μᾶς ἐχάρισε ὁδόν σωτηρίας. Διότι ἦλθε ὁ Κύριος διά νά βαστάσῃ καί νά ἐξαλείψῃ τήν ἐναντίον μας κατάραν. Δι᾿ αὐτό καί ἐδέχθη τόν σταυρικόν θάνατον. Διότι πῶς ἠμποροῦσε διαφορετικά νά γίνῃ κατάρα, παρά μέ τό νά δεχθῇ τόν σταυρικόν θάνατον, τόν ὁποῖον ἐδοκίμαζον οἱ ἐπικατάρατοι; Πῶς ἐπίσης θά μᾶς προσκαλοῦσε εἰς τήν ὁδόν τῆς σωτηρίας, ἐάν δέν ἐσταυρώνετο; Διότι μόνον ἐπάνω σέ σταυρό ἀποθνήσκει κανείς ἔχοντας ἐκτεταμένα τά χέρια του. ῞Απλωσε λοιπόν τάς παλάμας ὁ Κύριος διά νά ἑλκύσῃ ὅλους κοντά Του καί νά τούς ἑνώσῃ μέ μίαν μυστικήν καί θείαν κοινωνίαν μεθ᾿ ἑαυτοῦ, καθώς Αὐτός εἶπεν· «῞Οταν ὑψωθῶ ἐκ τῆς γῆς, πάντας ἑλκύσω πρός ἐμαυτόν».
δ´ Διότι ὁ διάβολος πεσών ἀπό τόν Οὐρανόν μαζί μέ τούς συναποστάτας του πονηρούς δαίμονες, περιπλανᾶται τριγύρω εἰς τόν ἀέρα, καί προσπαθεῖ νά ἐμποδίσῃ αὐτούς πού ἀνέρχονται εἰς τόν Οὐρανόν. ῏Ηλθε λοιπόν ὁ Κύριος, διά νά συντρίψῃ τόν διάβολον, καί τόν ἀέρα νά καθαρίσῃ, καί νά ἀνοίξῃ γιά μᾶς δρόμο πρός τόν Οὐρανόν διά τῆς σαρκός Του, καί νά δείξῃ ὅτι Αὐτός εἶναι πού συνέχει καί διακρατεῖ τά πάντα. ᾿Επειδή λοιπόν ὁ θάνατός Του ἁγιάζει τά σύμπαντα, διά τοῦτο εὐλόγως ἐδέχθη νά ὑποστῇ τόν ἀτιμότατον σταυρικόν θάνατον.
Τοῦτο τό σχῆμα τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἐγκωμίασε καί ὁ θεῖος Δαυίδ λέγων· «Ποῦ πορευθῶ ἀπό τοῦ πνεύματός Σου, καί ἀπό τοῦ προσώπου Σου ποῦ φύγω; ᾿Εάν ἀναβῶ εἰς τόν οὐρανόν», τοῦτο φανερώνει τό ὕψος, «ἐάν καταβῶ εἰς τόν ᾅδην», τοῦτο φανερώνει τό βάθος, «ἐάν ἀναλάβοιμι τάς πτέρυγάς μου κατ’ ὄρθρον», τό ὁποῖον εἶναι ἡ ἀνατολή τοῦ ἡλίου· τοῦτο φανερώνει τό πλάτος, «καί κατασκηνώσω εἰς τά ἔσχατα τῆς θαλάσσης», τάς δυσμάς ὀνομάζει ἔτσι· τοῦτο φανερώνει τό μῆκος.
ε´ Καί ὁ θεῖος Παῦλος τοῦτο τό σχῆμα ὑπονοοῦσε γράφων πρός ᾿Εφεσίους· «῞Ινα ἐξισχύσητε», λέγει, «καταλαβέσθαι σύν πᾶσι τοῖς ἁγίοις, τί τό μῆκος, καί πλάτος, καί βάθος, καί ὕψος»· ἐννοῶντας διά μέν τοῦ ὕψους τά ἐπουράνια, διά δέ τοῦ βάθους τά ὑπόγεια τοῦ ᾅδου, διά δέ τοῦ πλάτους καί μήκους τά ἑκατέρωθεν ἄκρα, τά ὁποῖα κατέχονται ἀπό τήν δύναμι τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία βαστάζει καί διακρατεῖ τά πάντα. Διά τοῦτο ἔλεγε ὁ Κύριος, ὅτι· «Δεῖ τόν υἱόν τοῦ ἀνθρώπου σταυρωθῆναι», δηλαδή, δέν μπορεῖ διαφορετικά νά γίνῃ τό Πάθος, παρά μόνο διά τοῦ Σταυροῦ· καί ἐνῶ ὑπῆρχαν πολλά ἄλλα μέσα θανατικῆς καταδίκης, διά τῶν ὁποίων θά μποροῦσε ὁ Κύριος νά πληρώσῃ τήν οἰκονομίαν τοῦ θανάτου ὑπέρ ἡμῶν, ἀπό ὅλα τά ἄλλα εἴδη, προετιμήθη ὁ σταυρικός θάνατος, ὡς ἀναγκαῖος καί ἀπαραίτητος.
῎Ετσι τώρα ὅπου καί νά χαραχθῇ ὁ Σταυρός, εὐλογεῖ, ἁγιάζει, φωτίζει, καί δίδει ὅλα τά σωτήρια. Τοῦτον λοιπόν, ἀδελφοί μου, ἔχοντας ἀκατανίκητον ὅπλον, ἄς μή τρέμωμε, καί ἄς μή φοβούμεθα τούς ἐχθρούς· διότι αὐτοί τρέμουν τόν θεῖον Σταυρόν, καί φοβοῦνται, καί φεύγουν, ἐπειδή δέν μποροῦν, οὔτε γιά λίγο, νά ἀντικρύσουν τό σημεῖο του. Δι᾿ αὐτόν τόν λόγον, ὅλα μας τά ἔργα ἄς τά ἐπιτελοῦμε καί τελειώνουμε μέ τό σημεῖον τοῦ θείου Σταυροῦ. Διά τοῦτο ὑψώνοντες καί προσκυνοῦντες αὐτόν, μεγαλύνομε καί δοξάζομε τόν Χριστόν, ὁ ῾Οποῖος ἐσταυρώθη ἐπ᾿ αὐτοῦ. Διότι ἐκεῖνος πού ἐγκωμιάζει τόν Σταυρόν, τιμᾷ καί δοξάζει καί προσκυνεῖ τόν Σταυρωθέντα Χριστόν. Διότι διά τοῦ Σταυροῦ ὁ τύραννος διάβολος ᾐχμαλωτίσθη· διά Σταυροῦ ὁ θάνατος ἐνικήθη καί ἐξηφανίσθη, καί ὁ ᾅδης ἀπεγυμνώθη. ῎Επρεπε δηλαδή, μέ ἐκεῖνα πού μᾶς ἐνίκησε ὁ διάβολος, μέ ἐκεῖνα πάλιν νά ὑπερισχύσῃ καί νά ἐπικρατήσῃ ὁ Χριστός.
στ´ Τά αἴτια, δηλαδή, τῆς καταδίκης καί τῆς φθορᾶς μας ἦσαν ἡ γυναῖκα, τό ξύλον καί ὁ θάνατος. Διότι ἡ Εὔα ἐξηπατήθη ἀπό τόν ὄφιν διάβολον. Τό ξύλον ἦτο τό δένδρον ἐκεῖνο ἀπό τό ὁποῖον καί ἡ Εὔα καί ὁ ᾿Αδάμ ἔφαγον παρανόμως. ῾Ο θάνατος δέ, ἦτο ἡ τιμωρία τῆς παρανόμου αὐτῆς γεύσεως. ᾿Αλλ᾿ ὅμως, νά ὅτι πάλι Παρθένος καί Ξύλον καί Θάνατος! Καί ἐκεῖνα πού ἦσαν τότε αἴτια τῆς κατακρίσεως καί τῆς καταδίκης μας, τώρα ἔχουν γίνει πρόξενα τῆς νίκης καί τῆς πνευματικῆς ἐλευθερίας μας. ᾿Αντί τῆς Εὔας ἡ ὑπερευλογημένη καί ᾿Αειπάρθενος Μαριάμ· ἀντί τοῦ ξύλου πού ἦτο εἰς τόν Παράδεισον, τό Ξύλον τοῦ Σταυροῦ· ἀντί τοῦ θανάτου τοῦ ᾿Αδάμ, ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ.
Διότι μέ ἐκεῖνα πού ἐνίκησεν ὁ διάβολος, μέ αὐτά πάλι κατηργήθη καί συνετρίβη. Διά τοῦ δένδρου ἐκείνου ὁ ἐχθρός ἐνίκησε τόν ᾿Αδάμ· διά τοῦ Σταυροῦ συνέτριψε τόν ἐχθρόν ὁ Χριστός. Καί ἐκεῖνο μέν τό ξύλον τοῦ Παραδείσου ἔγινε αἰτία θανάτου καί μᾶς ὡδήγησε εἰς τόν ᾅδην· τό Ξύλον ὅμως τοῦ Σταυροῦ καί αὐτούς πού εὑρίσκοντο εἰς τόν ᾅδην τούς ἠλευθέρωσε. Τό ξύλον τοῦ Παραδείσου ἔκαμε τόν ᾿Αδάμ αἰχμάλωτον καί γυμνόν, καί τόν ἠνάγκασε νά κρυβῇ· τό Ξύλον ὅμως τοῦ Σταυροῦ ἔδειξε ἀπό ψηλά πρός ὅλους τόν νικητήν Χριστόν ἐπάνω εἰς τό Ξύλον τοῦ Σταυροῦ, ἐνίκησε τελείως, ὡσάν ἄλλος γενναῖος ἀθλητής, τάς ἐχθρικάς δυνάμεις τοῦ Πονηροῦ. Καί ὁ μέν θάνατος τοῦ ᾿Αδάμ, καί τούς ἀπογόνους του κατεδίκασε, κατέκρινε καί ἐθανάτωσε· ἐνῶ ἀντιθέτως, ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ, καί τούς πρίν ἀπό Αὐτόν πεσόντας καί θανατωθέντας ἀνέστησε, καί ἐζωοποίησε, καί εἰς ὅλους τούς ἀνθρώπους ἐχάρισε τήν ὁδόν τῆς σωτηρίας.
ζ´ «Χριστός ἡμᾶς ἐξηγόρασεν ἐκ τῆς κατάρας τοῦ νόμου γενόμενος ὑπέρ ἡμῶν κατάρα». ῎Ας προσέχωμε τούς ἑαυτούς μας, ἀγαπητοί, μήπως πάλι πέσωμεν ὑπό κατάραν, μέ τό νά ἀμελήσωμε τόν φόβον τοῦ Θεοῦ καί τάς σωτηρίους ἐντολάς τοῦ Χριστοῦ. Μᾶς ἔλουσε ὁ Χριστός μέσα εἰς τό ῞Αγιον Βάπτισμα «διά λουτροῦ παλιγγενεσίας καί ἀνακαινώσεως Πνεύματος ῾Αγίου»· ἄς μήν ἐπιστρέψωμε πάλιν «ἐπί τόν ἴδιον ἔμετον».
Μᾶς ἔκαμε ὁ Χριστός συμμόρφους καί συσσώμους μέ τόν ἑαυτόν Του· μή λοιπόν κάνωμε «τά μέλη τοῦ Χριστοῦ μέλη πόρνης», καταμολύνοντες τό σῶμα, καί ἀμαυροῦντες τήν βασιλικήν εἰκόνα. Μᾶς ἁγίασε ὁ Χριστός, καί μᾶς ἐκαθάρισε ἀπό τίς ἁμαρτίες μας διά τοῦ τιμίου καί ἀχράντου Αἵματός Του, ὥστε νά «μή ἔχωμε κανένα σπῖλο ἤ ῥυτίδα», οὔτε κάτι ἀπό ἐκεῖνα πού δημιουργοῦν ἀσχήμιαν ἤ ἀποκρουστικότητα. ῎Ας μή ἐγκαταλείψωμε τήν ἀρετή, διά νά ὑπάγωμεν εἰς τήν ἁμαρτίαν, μήτε νά ἀγαπήσωμε τήν δυσωδία τῶν παθῶν, καί τήν ἀκαθαρσία τοῦ ῥύπου τῶν ἡδονῶν πού προέρχεται ἀπό αὐτά.
Μᾶς ἐγέμισε ὁ Χριστός ἀπό φῶς λαμπρότατο καί καθαρό· ἄς μή προτιμήσωμε πάλι τό ζοφερό σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας. Μᾶς ἔκαμε ὁ Θεός συμπολίτας μέ τούς ἁγίους ᾿Αγγέλους, καί μᾶς ἀξίωσε νά γίνωμε συγκληρονόμοι τῶν αἰωνίων Του ἀγαθῶν· ἄς μή διαλέξωμε πάλι τήν ἀδοξίαν, τήν φθοράν καί τήν καταδίκην, ἀλλά ἄς παραμείνωμε σταθεροί εἰς τήν πνευματικήν ἐλευθερίαν πού μᾶς ἐξησφάλισε ὁ Χριστός, ἁγιαζόμενοι ἐν τῇ δόξῃ Αὐτοῦ· καί ἄς πολιτευώμεθα, ἀδελφοί μου, μέ κάθε νῆψι καί προσοχή, ὥστε νά μείνωμε σταθεροί εἰς τήν πίστιν καί τήν σωτηρίαν πού μᾶς ἐκάλεσε ὁ Θεός, καί διά τῆς ὁποίας δικαιούμεθα καί σωζόμεθα. Διότι ἐάν δέν μείνωμεν ἔτσι σταθεροί, ἀλλά γυρίσωμεν εἰς τά ὀπίσω, θά τιμωρηθοῦμε αὐστηρά, ὅταν ἔλθῃ ὁ Κύριος διά νά κρίνῃ τήν γῆν. Διά νά μή γίνῃ λοιπόν αὐτό, ἄς ζήσωμε μέ εὐλάβεια καί μετάνοια, ὅπως ἀρέσει εἰς τόν Θεόν, ἀγωνιζόμενοι νά ἀποκτήσωμε τήν καθαρότητα τοῦ βίου, τάς ἀρετάς τῶν δακρύων καί τῆς κατανύξεως, ὑποτάσσοντες καί δουλαγωγοῦντες τό σῶμα, ζωογονοῦντες καί διατρέφοντες τήν ψυχήν, μέ Πνευματικά λόγια καί ἔργα, ἐργαζόμενοι τά ἔργα τοῦ Θεοῦ χωρίς ῥαθυμίαν, καί χωρίς νυσταγμόν καί ἀμέλειαν.
η´ ᾿Εάν δέ ῥαθυμήσωμε καί ἀμελήσωμε, ἐπειδή ἡ φύσις μας εἶναι ἀσθενής καί εὔκολα γλιστρᾷ, πάλιν ἄς μετανοῶμεν, ἄς μεταμελώμεθα καί ἄς ἐξομολογούμεθα τά ἁμαρτήματά μας. ῎Ας συντρίβωμε τάς καρδίας μας μέ μετάνοια καί νῆψι, καί ἔτσι ἄς ἐπανερχώμεθα εἰς τήν προηγουμένην καλήν κατάστασίν μας.
῎Ας φυλάττωμε τήν καλήν «παρακαταθήκην», καί τόν σεβασμό πρός τόν νέον βασιλέα μας, «τόν χριστόν Κυρίου», ὁ ὁποῖος ἔχει τήν βασιλείαν ἐκ πατρός καί πάππου καί προπάππου. ῎Ας ὑποτασσώμεθα εἰς τήν δικαίαν καί νόμιμον ἐξουσίαν του σέ ὅλα. ῎Ετσι ἀγαπῶντες καί διακονοῦντες αὐτόν, θά ζήσωμε μέ εὐσέβειαν, θά ἀναδειχθῶμεν καθαροί ἐνώπιον Θεοῦ καί ἀνθρώπων, καί θά ἀκούσωμε τόν Θεόν νά μᾶς λέγῃ· ᾿Εγώ «ὕψωσα τόν δοῦλόν μου» τόν βασιλέα, διά τῆς ᾿Εκκλησίας μου· «ἐν ἐλέει ἁγίῳ μου ἔχρισα αὐτόν· ἡ γάρ χείρ μου συναντιλήψεται αὐτῷ καί ὁ βραχίων μου κατισχύσει αὐτόν· οὐκ ὠφελήσει ἐχθρός ἐν αὐτῷ, καί υἱός ἀνομίας οὐ προσθήσει τοῦ κακῶσαι αὐτόν. Καί συγκόψω ἀπό προσώπου αὐτοῦ τούς ἐχθρούς αὐτοῦ καί τούς μισοῦντας αὐτόν τροπώσομαι.
Καί ἡ ἀλήθειά μου καί τό ἔλεός μου μετ᾿ αὐτοῦ, καί ἐν τῷ ὀνόματί μου ὑψωθήσεται τό κέρας αὐτοῦ. Καί θήσομαι ἐν θαλάσσῃ χεῖρα αὐτοῦ καί ἐν ποταμοῖς δεξιάν αὐτοῦ». ᾿Εγώ εἶμαι ὁ Πατέρας σας, ἐγώ ἡ ῥίζα, ἐγώ τό θεμέλιον, ἐγώ ὁ τροφεύς, ἐγώ τό σπίτι, ἐγώ τό ἱμάτιον, κάθε τι πού θελήσετε, ἐγώ εἶμαι γιά σᾶς. Τίποτε δέν θά ἔχετε ἀνάγκη, ἀρκεῖ νά εὑρίσκεσθε κοντά μου διά τῆς ἀρετῆς. Σεῖς εἶσθε δι᾿ ἐμέ ὅλα· καί φίλοι, καί μέλη, καί συγκληρονόμοι, ἀρκεῖ μόνον νά πορεύεσθε, κατά τά προστάγματά μου καί νά φυλάσσετε τάς ἐντολάς μου, μέ τό νά ποιῆτε αὐτάς· παραλλήλως δέ, νά δείχνετε κάθε φροντίδα καί προστασίαν καί εὐσπλαχνίαν πρός τούς πτωχούς τοῦ λαοῦ μου.
θ´ Εἰς τάς κρίσεις σας μή κάμετε καμμία ἀδικία, οὔτε νά διαστρέψετε καί νά καταπατήσετε τό δίκαιον τοῦ πτωχοῦ. Νά μή σᾶς ἐπηρεάζῃ καμμία προσωποληψία ἀρχόντων, οὔτε νά ἔχετε σχέσεις μέ δωροδοκίας. ᾿Εξ ἴσου νά κρίνεται καί τούς ταπεινούς καί ἀσήμους, καί τούς ἀξιωματούχους καί ἐπισήμους καί νά ἀποσπάσετε τόν ἀθῷον ἀπό τά χέρια ἐκείνου πού τόν ἀδικεῖ. Μή θέλετε νά ἀκούετε λόγους πονηρούς καί ματαίους. Διότι ὑπάρχουν μερικοί πού δέν ἔχουν καλή συμπεριφορά, καί μή ἔχοντες προσωπικάς ἀρετάς, διά τῶν ὁποίων θά μποροῦσαν νά ἐκτιμηθοῦν, διαμορφώνουν τόν ἑαυτό τους παρασυρόμενοι ἀπό τήν κακίαν τοῦ περιβάλλοντος.
Μή στηρίζετε τάς ἐλπίδας σας εἰς τόν πλοῦτον καί εἰς τήν ἀδικίαν. Μή φλογίζεσθε ἀπό τόν πόθον διά πλούτη, πού προέρχονται ἀπό ἁρπαγάς. Κάμετε κρίσεις δικαίας, διά νά σκεπασθῆτε κατά τήν φοβεράν ἡμέραν τῆς Κρίσεώς μου. Καμμία χήραν καί κανένα ὀρφανόν νά μή ἀδικήσετε. ᾿Εάν ἀδικήσετε αὐτούς καί κράξουν πρός ἐμέ ἐναντίον σας, ἐγώ θά ἀκούσω τήν φωνήν των καί θά ὀργισθῶ καί θά ἐπιτρέψω νά φονευθῆτε ἐν στόματι μαχαίρας καί ἔτσι αἱ γυναῖκες σας θά γίνουν χῆραι καί τά παιδιά σας ὀρφανά, ὡσάν ἐκεῖνα πού ἐσεῖς ἠδικήσατε.
῎Ας φοβηθῶμεν καί ἄς φρίξωμεν, ἀδελφοί μου, ἀκούοντες αὐτά, καί ὅσοι εὑρίσκεσθε μέσα εἰς τήν κακίαν, τήν ἀδικίαν, τήν ἁρπαγήν, τήν πλεονεξία καί τήν ἀπιστίαν, ἐπιστρέψατε καί μετανοήσατε.
῞Οσοι δέ στέκεσθε εἰς τήν ἀρετήν, τήν δικαιοσύνην, τήν ἀλήθειαν καί τήν πίστιν, μή ῥαθυμήσετε, οὔτε νά ὑποχωρήσετε· ὥστε καί ὁ Σταυρός ὁ Τίμιος, ὁ ἄξιος προσκυνήσεως καί σεβασμοῦ, ἡ ἰσχύς τῆς οἰκουμένης, τό στερεό φρούριον τῆς Χριστιανικῆς ᾿Εκκλησίας, τό ἀνίκητον ὅπλον τῶν ᾿Ορθοδόξων βασιλέων, τό ἄθραυστο ὀχύρωμα, νά μᾶς ἐνδυναμώσῃ μέ τήν ἀήττητον δύναμίν του, καί νά μᾶς καταξιώσῃ νά διέλθωμε τό ὑπόλοιπον τῆς ζωῆς μας μέ ἁγιασμόν καί θεάρεστον πολιτείαν· καθώς ἐπίσης νά ἀναδείξῃ τούς ᾿Ορθοδόξους καί ἁγίους βασιλεῖς μας νικητάς κατά τῶν ἐχθρῶν πού μᾶς πολεμοῦν, μᾶς ἀδικοῦν καί μᾶς μισοῦν· καί ἔτσι νά λάβωμε κάποια παρηγορία, εἰρήνη καί γαλήνη, ὅπως ἐλπίζομε καί προσευχόμεθα, κατά τόν παρόντα βίον. Εἰς δέ τόν μέλλοντα αἰώνα νά ἀπολαύσωμε τήν ἄφατον χαράν καί ἀγαλλίασιν τῶν δικαίων· αὐτῆς εἴθε νά ἀξιωθῶμεν ὅλοι διά τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Θεοῦ ἡμῶν· ῟ῼ πρέπει δόξα καί κράτος σύν τῷ ἀνάρχῳ Αὐτοῦ Πατρί καί Ζωοποιͺῷ Πνεύματι, νῦν καί ἀεί, καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων· ᾿Αμήν.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...