Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Φεβρουαρίου 21, 2016

«Τη θλίψει υπομένοντες» Του Σεβ. Μητροπολίτου Καστορίας κ. Σεραφείμ

Του Σεβ. Μητροπολίτου Καστορίας κ. Σεραφείμ
«Τη θλίψει υπομένοντες»1
Είναι πανανθρώπινο το φαινόμενο της θλίψεως και του πόνου. Από τότε που ο πρώτος άνθρωπος επαναστάτησε κατά του Θεού, απέκτησε ως μόνιμο σύντροφο στη ζωή του την παρουσία της θλίψεως και του πόνου. Έτσι η θλίψη απλώθηκε σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης και κανείς δεν κατόρθωσε να ξεφύγει από αυτή.
Μοιάζει, η θλίψη, με ένα ασήκωτο βάρος, με μία βαριά πέτρα, την οποία σηκώνουν πλούσιοι και πένητες, άρχοντες και αρχόμενοι, σοφοί και αγράμματοι. Για τη θλίψη μάς μίλησε ο ίδιος ο Σαρκωμένος Λόγος του Θεού, ο Ιησούς Χριστός, στην επίγεια πορεία Του: «Εν τω κόσμω θλίψιν έξετε· αλλά θαρσείτε, εγώ νενίκηκα τον κόσμον»2.
Γι΄ αυτό ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος θα πει ότι αυτός είναι και ο «κανόνας» για τους Χριστιανούς. «Δεν άκουσες το Χριστό που λέει: "Σ΄ αυτό τον κόσμο θα έχετε θλίψεις;" Γιατί λοιπόν ζητάς άνεση, αφού Εκείνος είπε αυτά; Δεν Τον άκουσες να λέει: "Ο κόσμος θα χαρεί, εσείς όμως θα δοκιμάζεσθε από λύπη;"»3.
Θα προσθέσει, ακόμη, πως ο πόνος συνοδεύει την επίγεια ζωή μας, αφού «αυτός είναι ο καιρός των σκαμμάτων και των αγώνων, εκείνος δε των στεφάνων και των βραβείων»4, και πως τα ανθρώπινα είναι ασταθή και γεμάτα κινδύνους, που δημιουργούν θλίψεις: «Τίποτε δεν είναι βέβαιο, τίποτε δεν είναι σταθερό από τα ανθρώπινα πράγματα, αλλά μιμούνται τη μανιασμένη θάλασσα και γεννούν καθημερινά παράξενα και φοβερά ναυάγια. Όλα τα ανθρώπινα είναι γεμάτα από θορύβους και ταραχή· όλα μοιάζουν με σκοπέλους και γκρεμούς· ... όλα περικλείουν φόβους και κινδύνους και υποψίες και τρόμους και αγωνίες. Κανείς δεν έχει εμπιστοσύνη σε κανένα, όλοι φοβούνται τους γύρω τους ... Δεν υπάρχει ασφαλής φίλος, ούτε βέβαιος αδελφός. Το καλό της αγάπης έχει εξαφανισθεί ... Άπειρα προσωπεία παντού ... Αυτοί που ως χθες περιποιούνταν, αυτοί που κολάκευαν, αυτοί που καταφιλούσαν τα χέρια, ξαφνικά τώρα παρουσιάσθηκαν ως εχθροί, και αφού πέταξαν τα προσωπεία, έγιναν πικρότεροι από όλους τους κατηγόρους, κατηγορώντας και συκοφαντώντας εκείνους ακριβώς, προς τους οποίους προηγουμένως εξέφραζαν την ευγνωμοσύνη τους»5.
Α. « Τη θλίψει υπομένοντες»
Θλιβόμαστε από την παρουσία του σωματικού πόνου λόγω των διαφόρων ασθενειών και παθήσεων ή ακόμη από τη στέρηση, τη φτώχεια και τις διάφορες δυσκολίες της παρούσης ζωής.
Στο πρόσωπό μας ζωγραφίζεται η θλίψη εξαιτίας θανάτων προσφιλών μας προσώπων, καθώς και άλλων δύσκολων ή τραγικών καταστάσεων, τις οποίες συναντούμε στην καθημερινότητα, όπως αποτυχίες, προδοσίες φίλων και συγγενών, διάψευση ελπίδων που στηρίχθηκαν σε ανθρώπινα δεδομένα.
Την θλίψη, επίσης, την προκαλεί ιδιαιτέρως και η παρουσία της αμαρτίας και των παθών. Ο χρυσορρήμων πατήρ της Εκκλησίας θα υπογραμμίσει χαρακτηριστικά πως η κύρια αιτία των εσωτερικών θλίψεων είναι η παρουσία των παθών : «Τίποτε δεν δημιουργεί τόση θλίψη, όσο το να πολιορκείται η ψυχήαπό ταπάθη. Επειδή οι μεν άλλες θλίψεις έρχονται και μας προσβάλλουν απ΄ έξω, ενώ οι θλίψεις των παθών φυτρώνουν από μέσα μας. Και αυτή πραγματικά είναι η μεγάλη θλίψη»6.
Β. «Τη θλίψει υπομένοντες»
Γιατί οι θλίψεις και οι δοκιμασίες;
Γιατί οι ασθένειες;
Γιατί σε μένα;
Πάρα πολλά «γιατί» θα μπορούσε να απαριθμήσει ο κάθε πονεμένος και θλιμμένος στην κοιλάδα αυτή του κλαθμώνος. Όμως, από το σχολείο του πόνου και από το καμίνι των θλίψεων, μας τονίζει ο Απόστολος των εθνών Παύλος, βγήκαν οι πιο φωτισμένοι, οι πιο φημισμένες σε αγιότητα μορφές της πίστεώς μας. Πόσο διδακτικός είναι ο λόγος του στην προς Εβραίους επιστολή : «άλλοι ετυμπανίσθησαν ... έτεροι δε εμπαιγμών και μαστίγων πείραν έλαβον, έτι δε δεσμών και φυλακής . ελιθάσθησαν, επρίσθησαν, επειράσθησαν, εν φόνω μαχαίρας απέθανον, περιήλθον εν μηλωταίς, εν αιγείοις δέρμασιν, υστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ων ουκ ην άξιος ο κόσμος, εν ερημίαις πλανώμενοι και όρεσι και σπηλαίοις και ταις οπαίς της γης»7. Και για ποιο λόγο; «εις το μεταλαβείν της αγιότητος αυτού»8.
Στην ευεργετική παρουσία των θλίψεων αναφέρεται σε μία επιστολή του προς τον Επίσκοπο Ελπίδιο και ο θαυμαστός Ιεράρχης της Εκκλησίας Μέγας Βασίλειος : «Πληροφορήθηκα ότι σε λύπησε ο θάνατος του παιδιού. Η στέρησή του είναι φυσικό βέβαια να είναι λυπηρή σε σένα τον παππού του. Αλλά για έναν άνδρα που έχει φθάσει σε τέτοιο σημείο αρετής και γνωρίζει καλά τη φύση των ανθρωπίνων πραγμάτων ... είναι επόμενο να μην είναι τόσο αφόρητος ο χωρισμός των συγγενών. Γιατί ο Κύριος δεν ζητεί τα ίδια από εμάς (τους Χριστιανούς) και από τους άλλους. Πράγματι, ενώ εκείνοι ζουν μία συνηθισμένη ανθρώπινη ζωή, εμείς ακολουθούμε ως κανόνα ζωής την εντολή του Κυρίου και τα προηγούμενα παραδείγματα αγίων ανδρών, των οποίων το μεγαλοφυές της διανοίας τους κυρίως φανερώνεται σε δύσκολες περιστάσεις»9. Και σε μία άλλη επιστολή του ο Ιεράρχης της Καισαρείας αποσαφηνίζει πως «ό,τι είναι η κάμινος για το χρυσάφι, αυτό είναι και η θλίψη γι΄ αυτούς που αγωνίζονται να αποκτήσουν την αρετή χάριν της ελπίδος στο Θεό»10.
Οι θλίψεις μας και ο πόνος μάς συγκρατούν στην ταπείνωση. Ο Απόστολος Παύλος είναι αποκαλυπτικός για τον εαυτό του : «εδόθη μοι σκόλοψ τη σαρκί, άγγελος Σατάν ίνα με κολαφίζει, ίνα μη υπεραίρωμαι»11. Έτσι το επιτελείο των θλίψεων μάς προφυλάσσει από το θανατηφόρο ιό της υπερηφανείας, μας κάνει συμπαθείς προς τον πόνο των συνανθρώπων μας, μας δίνει φτερά να τους διακονήσουμε και να τους συντρέξουμε, αφού στο πρόσωπό τους βλέπουμε και το δικό μας πόνο, ο οποίος γίνεται έτσι ελαφρύτερος.
Οι θλίψεις, ακόμη, είναι ένα είδος εξετάσεων, που δείχνουν τα στοιχεία της γνησιότητός μας, της βαθιάς πίστεώς μας, της επικοινωνίας μας με το Θεό, της παρουσίας της χάριτος του Θεού μέσα στο χώρο της καρδιάς μας. Ο Μέγας Βασίλειος μάς επισημαίνει στο σημείο αυτό: «Κυβερνήτην μεν ο χειμών, και τον αθλητήν το στάδιον, τον στρατηγόν η παράταξις, τον μεγαλόψυχον η συμφορά, τον Χριστιανόν δε πειρασμός δοκιμάζει και βασανίζει. Και αι λύπαι την ψυχήν ως το πυρ τον χρυσόν, απελέγχουσι. Πένης ει; μή αθυμήσης. Αλλ΄ έχε την ελπίδα προς τον Θεόν»12.
Ερμηνεύοντας δε τον 33ο Ψαλμό θα προσθέσει: « Θλιβόμαστε σε κάθε τόπο, σε κάθε περίσταση, αλλά οι θλίψεις αυτές δεν μας δημιουργούν αδιέξοδο και αγωνιώδη στενοχώρια ... εκείνος που λέει ότι δεν αρμόζει στον δίκαιο και ευσεβή η θλίψη, δεν λέει τίποτε άλλο παρά ότι δεν ταιριάζει στον αθλητή ο αντίπαλος. Αλλά εάν ο αθλητής δεν αγωνίζεται με αντίπαλο, ποιες αφορμές θα έχει για να στεφανωθεί;»13.
Γ. «Τη θλίψει υπομένοντες»
Το κλειδί στην αντιμετώπιση των θλίψεων είναι η πίστη στον Τριαδικό Θεό και η βεβαιότητα της αγάπης Του. Μας το υπενθυμίζει ο Απόστολος Παύλος βεβαιώνοντας πως «τοις αγαπώσι τον Θεόν πάντα συνεργεί εις αγαθόν»14.
Είναι η ελπίδα στις υποσχέσεις του Θεού: «Ου μη σε ανώ ουδ΄ ου μη σε εγκαταλίπω»15,
«Πολλαί αι θλίψεις των δικαίων και εκ πασών αυτών ρύσεται αυτούς ο Κύριος»16,
«Υμών δε και αι τρίχες της κεφαλής πάσαι ηριθμημέναι εισί. Μη ουν φοβηθήτε»17,
«Πιστός ο Θεός, ουκ εάσει υμάς πειρασθήναι υπέρ ο δύνασθε»18,
«Ιδού εγώ μεθ΄ υμών ειμί πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος»19.
Φάρμακο, επίσης, είναι η προσευχή. Μας το βεβαιώνει ο Προφήτης Δαβίδ : «Και εν τω θλίβεσθαί με επεκαλεσάμην τον Κύριον και προς τον Θεόν μου εκέκραξα. Ήκουσεν εκ ναού αγίου αυτού φωνής μου»20. Ο Απόστολος Παύλος είναι κατηγορηματικός: τίποτε δεν είναι ακατόρθωτο για κείνον που προσκαρτερεί τη προσευχή21.
Βασικό όπλο εναντίον των θλίψεων και των δοκιμασιών είναι η αρετή της υπομονής. Ο ίδιος ο Χριστός αναφέρεται σ΄ αυτήν: «Ο δε υπομείνας εις τέλος, ούτος σωθήσεται»22. Το στόμα του Χριστού, ο Απόστολος Παύλος, θα προσθέσει τη δική του εμπειρία στο μαθητή του Τιμόθεο: « Ει υπομένομεν, και συμβασιλεύσoμεν»23. Και τούτο, γιατί η υπομονή είναι στάση ζωής, ανδρεία ψυχής και ηρωισμός. Χωρίς την υπομονή δεν θα έχουμε τη δυνατότητα να αποκτήσουμε την υγεία της ψυχής και του σώματος και να αντιμετωπίσουμε τα όσα επιτρέπει η χάρη του Θεού. Ο Άγιος Ιωάνννης ο Χρυσόστομος θα παρατηρήσει πολύ εύστοχα : «Ει μαθητής ει, τον διδάσκαλον μιμού· τούτο γαρ εστί μαθητού. Ει δε αυτός μεν διά θλίψεως ήλθε, συ δε δι΄ ανέσεως, ουκέτι την αυτήν βαδίζεις οδόν, ην εκείνος, αλλ΄ ετέραν. Πώς ουν ακολουθείς, μη ακολουθών; ... Μέγα άρα θλίψις, αγαπητοί. Δύο γαρ τα μέγιστα κατορθοί, και αμαρτίας εξαλείφει, και στερρούς ποιεί»24.
« Μη ταρασσέσθω υμών η καρδία . πιστεύετε εις τον Θεόν και εις εμέ πιστεύετε»25.
«Θαρσείτε, εγώ νενίκηκα τον κόσμον»26.
«μη λυπήσθε καθώς και οι λοιποί οι μη έχοντες ελπίδα»27.
Όταν, αδελφοί μου θλιμμένοι, τα κύματα της ζωής υψώνονται πελώρια και ο πόνος από τις θλίψεις και τις δοκιμασίες αυλακώνει το πρόσωπό μας, ας καταφεύγουμε με εμπιστοσύνη στον Άγιο Τριαδικό Θεό και με τον Ιερό Αυγουστίνο ας επαναλαμβάνουμε: « Συ ουν, Κύριε ο Θεός μου, ο μάστιγας έξωθεν εμοί επιτρίβων, δος έσωθεν υπομονήν την εσαεί μοι παρεσομένην αδιαλείπτως, ως μηδέποτε τον σον αίνον απείναι του στόματός μου. Ελέησόν με ο Θεός, ελέησόν με και βοήθησόν μοι ως αυτός οίδας, αναγκαίόν μοι είναι και τη ψυχή και τω σώματι. Πάντα επίστασαι, πάντα δύνασαι ο ζων εις τους αιώνας»28.

1. Ρωμ. 12,11.
2. Ιω. 16,33.
3. Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Ομιλία εις τον Ζ΄ Ψαλμόν, κεφ. 8, ΕΠΕ 5,328.
4. Του ιδίου, Ομιλία εις τον Δ΄ Ψαλμόν, κεφ.9, ΕΠΕ 5,178.
5. Του ιδίου, Ομιλία ότε Σατορνίνος και Αυρηλιανός εξωρίσθησαν, και Γαϊνάς εξήλθε της πόλεως· και περί φιλαργυρίας, κεφ. α΄, PG 52,415.
6. Του ιδίου, Ομιλία εις τον Δ΄ Ψαλμόν, κεφ.2, ΕΠΕ 5,134.
7. Εβρ. 11,35-38.
8. Εβρ. 12,10.
9. Μεγάλου Βασιλείου, Ελπιδίω Επισκόπω, ΕΠΕ 2,150-151.
10. Του ιδίου Επιστολή 183, Πολιτευομένοις Σαμοσάτων, ΕΠΕ 1,290.
11. Β΄ Κορ. 12,7.
12. Μεγάλου Βασιλείου, Ομιλία ρηθείσα εν λιμώ και αυχμώ, κεφ.5, PG 31,317C.
13. Του ιδίου, Ομιλία εις τον ΛΓ΄ Ψαλμόν, κεφ. 12, ΕΠΕ 5,246.
14. Ρωμ. 8,28.
15. Εβρ. 13,5.
16. Ψαλμ. 33,19.
17. Ματθ. 10,30.
18. Α΄ Κορ. 10,13.
19. Ματθ. 28,20.
20. Ψαλμ. 17, 6-7.
21. Ρωμ. 12,12.
22. Ματθ. 10,22.
23. Β΄ Τιμ. 2,12.
24. Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου, Ερμηνεία εις την προς Εβραίους Επιστολήν, Ομιλία ΚΗ΄, κεφ. γ΄, PG 63,196.
25. Ιω. 14,1.
26. Ιω. 16,33.
27. Α΄ Θεσσ. 4,13.
28. Δέησις επί συνοχή θλίψεως, Από το Κεκραγάριον του Ιερού Αυγουστίνου, Προσευχητάριον Α.Δ. Σιμωνώφ, εκδ. Σχοινάς, Βόλος 1971, σελ. 302-303.

Πρέπει να βαφτίζουμε τα παιδιά μας όταν είναι μωρά ή νήπια;

Φωτο από το Διαδίκτυο

Μερικές σκέψεις γι' αρχή:

Ο νηπιοβαπτισμός, στην πραγματικότητα, δεν αποτελεί καινοτομία της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Όλες οι οικογένειες, σε όλες τις κοινωνίες, τις θρησκείες και τους πολιτισμούς, όλων των εποχών, κατά κανόνα μεγαλώνουν τα παιδιά τους μεταδίδοντάς τους, από τη γέννησή τους, τις αξίες και τις πεποιθήσεις των γονιών τους.
Αν είσαι οικολόγος, θέλεις να γίνουν τα παιδιά σου οικολόγοι και αυτό φροντίζεις να συμβεί, όχι επειδή είσαι εγωιστής και καταπιεστής, αλλά επειδή το θεωρείς σωστό και σημαντικό. Το ίδιο αν είσαι πολιτικοποιημένος, κοινωνικά ευαισθητοποιημένος, ειρηνιστής ή αριβίστας, ανάλγητος επιχειρηματίας, μέλος οποιασδήποτε θρησκείας, ακόμη και αγνωστικιστής ή άθεος. Αν δεν πεις τίποτα στα παιδιά σου για το Θεό, και πάλι τους έχεις μεταδώσει μια οπτική για τον κόσμο και μια στάση ζωής: χωρίς Θεό.
Ακόμη κι αν δεν τους μεταδίδεις με λόγια τις αξίες και τις πεποιθήσεις σου, το κάνεις με τη συμπεριφορά σου και τα μηνύματα που περνάς είναι σαφή και, μάλιστα, συνειδητά και επιθυμητά.
Και οι προτεστάντες, που απορρίπτουν μετά βδελυγμίας το νηπιοβαπτισμό, ανατρέφουν τα παιδιά τους ως ενταγμένα από μικρά στη θρησκευτική τους κοινότητα, ανεξάρτητα πότε το θεσμοθετούν αυτό με κάποια βαπτισματική τελετή.
Είναι ανθρώπινο και θεμιτό: όλοι οι άνθρωποι επιθυμούν να μεταδώσουν στα παιδιά τους ό,τι θεωρούν πιο πολύτιμο και αυθεντικό. Είναι η κληρονομιά τους. Μάλιστα, οι αξίες και οι πεποιθήσεις μας είναι, νομίζω, στη συνείδηση του καθενός μας ασύγκριτα πολυτιμότερη κληρονομιά για τα παιδιά μας από τα υλικά αγαθά. Κληρονομιά ζωής, ο αληθινός θησαυρός μας. "Διότι όπου είναι ο θησαυρός σας, εκεί είναι και η καρδιά σας", είχε πει κάποιος (Ματθ. 6, 21 - στ' αρχαία, εδώ).
Ατυχώς, ο σύγχρονος δυτικός άνθρωπος συχνά χαρακτηρίζεται από έντονη χριστιανοφοβία. Ας το παραδεχτεί, δεν είναι ντροπή. Έχει ελαφρυντικά . Όμως η χριστιανοφοβία στο δυτικό κόσμο έχει λάβει διαστάσεις επιδημίας. Γι' αυτό, οποιαδήποτε ανατροφή των παιδιών και τελετή ένταξής τους σε μια κουλτούρα (θρησκευτική ή άλλη) ο δυτικός άνθρωπος μπορεί να την ανεχτεί , εκτός από το χριστιανικό βάπτισμα!...
Σας καλούμε, τώρα, αν θέλετε, για μια περιήγηση σε μερικά άρθρα σχετικά με το πώς βλέπουμε οι ορθόδοξοι χριστιανοί το βάπτισμα των παιδιών μας και γιατί το θεωρούμε θεμιτό (απαντώντας κυρίως στις αντιρρήσεις των προτεσταντών διαφόρων αποχρώσεων), αλλά και σύμφωνο με το πνεύμα και τις πηγές του χριστιανισμού.
Ένα απ' αυτά τα άρθρα θα παραθέσουμε ολόκληρο.


Για το νηπιοβαπτισμό:

Ορθόδοξες πρακτικές (ενότητα άρθρων)
 

Νηπιοβαπτισμός: Μια αγιογραφική αλήθεια

Κεφάλαιο από το βιβλίο Ερμηνευτικές Αντιαιρετικές Μελέτες του ερευνητή Γεωργίου Π. Τσιμπιρίδη.


Κατά τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, αλλά και πολλούς άλλους ετεροδόξους, μόνον άτομα ώριμα και σε θέση να κατανοήσουν την πίστη, να πιστέψουν και να ομολογήσουν πρέπει να βαπτίζονται. Τα νήπια, ως μη έχοντα τις ανωτέρω προϋποθέσεις, αποκλείονται του βαπτίσματος. Επικαλούνται διάφορα χωρία προκειμένου να στηρίξουν την κακοδοξία τους μεταξύ αυτών το Μάρκ. 16:16 «ο πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται». Το χωρίο αυτό βεβαίως, εφόσον το ευαγγέλιο θα κηρύσσετο εις ενήλικες, αφορά αυτούς που θα πίστευαν και δεν απορρίπτει την βάπτιση νηπίων.
   Οι δε Πεντηκοστιανοί διδάσκουν, ότι τα νήπια δεν έχουν ανάγκη βαπτίσεως, διότι ο Χριστός αναγνωρίζει εις αυτά προϋποθέσεις σωτηρίας με το να λέγει:«Αφετε τα παιδία και μη κωλύετε αυτά ελθείν προς με, τών γαρ τοιούτων εστίν η βασιλεία τών ουρανών». Μας παρουσιάζουν όμως το μισό χωρίο, διότι ολόκληρο έχει ως εξής: «Τότε προσηνέχθησαν αυτώ παιδία, ίνα τας χείρας επιθή αυτοίς και προσεύξηται· οι δε μαθηταί επετίμησαν αυτοίς. ο δε Ιησούς είπεν, Αφετε τα παιδία και μη κωλύετε αυτά ελθείν προς με, τών γαρ τοιούτων εστίν η βασιλεία τών ουρανών. και επιθείς τας χείρας αυτοίς επορεύθη εκείθεν» (Ματθ. 19:13-15).
   Το περιστατικό περιγράφεται και εις τους Μάρκ. 10:13-16 και Λουκ. 18:15-17δηλαδή «Τότε έφεραν σ’ Αυτόν παιδιά για να τα ευλογήσει θέτοντας επάνω τους τα χέρια και να προσευχηθεί, αλλά οι μαθητές τους επέπληξαν. Ο Ιησούς όμως είπε: ‘Αφήστε τα παιδιά και μην τα εμποδίζετε να έλθουν προς Εμένα, διότι η βασιλεία των ουρανών είναι γι’ αυτούς που είναι σαν αυτά’. Και αφού τα ευλόγησε θέτοντας επάνω τους τα χέρια, αναχώρησε από εκεί».
   Κατά τους Ευαγγελιστές, γονείς ή και άλλοι έφεραν νήπια προς τον Χριστό για να τα ευλογήσει, θέτοντας τα χέρια Του εις τα κεφάλια τους. Κατά πάσα πιθανότητα ο λαός είχε αντιληφθεί, ότι όποιον άγγιζε ο Χριστός ελάμβανε πλήθος ευλογιών (Λουκ. 4:40, 8:44-47). Ίσως δε είχαν και εσωτερική πληροφορία, ότι τα βρέφη τους είχαν την ανάγκη των ευλογιών του Χριστού. Αλλά οι μαθητές εμπόδιζαν τους γονείς, ίσως με το σκεπτικό ότι ενοχλείτο ο Διδάσκαλος ή ότι τα βρέφη δεν είχαν ανάγκη ευλογιών, όπως δυστυχώς νομίζουν και οι σημερινοί αιρετικοί, και με την πεπλανημένη γνώμη τους στερούν από τα νήπια των ευλογιών του Ιησού.
   Ο Χριστός όμως απορρίπτει μίαν τέτοια γνώμη και επιτιμά αγανακτισμένος αυτούς που εμποδίζουν τα βρέφη και γίνονται αιτία να στερηθούν των θείων ευλογιών. Δυστυχώς για τους αιρετικούς, ο Χριστός όχι μόνον αγκαλιάζει αλλά και κατευλογεί τα βρέφη (Μαρκ. 10:16) δείχνοντας, ότι ΚΑΙ ΑΥΤΑ πρέπει να καρπώνονται τις ευλογίες Του, τις οποίες ολόκληρη η ανθρωπότης είχε στερηθεί(Ρωμ. 3:23), όπως ΚΑΙ αυτά τα νήπια, εξ αιτίας της αρχαίας παραβάσεως των πρωτοπλάστων.
   Το υπό εξέτασιν λοιπόν γεγονός δείχνει, ότι και τα άωρα βρέφη, αν και δεν κατανοούν ποίος είναι ο Ευλογών και τι παρέχει, μπορούν να απολαμβάνουν των δωρεών Του. Εάν δεν επενέβαινε ο Χριστός να επιτιμήσει τους μαθητάς Του, τα νήπια θα εστερούντο των θείων ευλογιών. Το ότι ο Χριστός επενέβη και ανέτρεψε την γνώμη τους, μάλιστα ελέγξας αυτούς αυστηρώς, διδάσκει, ότι και τα αθώα και άκακα βρέφη έχουν ανάγκη της Θείας Χάριτος.
   Η φράσις άλλωστε «τών γαρ τοιούτων εστίν η βασιλεία τών ουρανών» (Ματθ. 19:14), που επικαλούνται οι αιρετικοί, δεν σημαίνει ότι εις τα νήπια ανήκει η βασιλεία του Θεού, διότι τότε ο ορθή διατύπωσις θα ήτο ως εξής: ‘αυτών γαρ εστιν η βασιλεία τών ουρανών’. Ως έχει όμως το χωρίο σημαίνει, ότι η βασιλεία ανήκει εις όσους είναι άδολοι, αγαθοί, άκακοι και απονήρευτοι όπως τα νήπια. Πρέπει δε να έχουν και άλλες προϋποθέσεις όπως βάπτισμα, μετάνοια, Θεία Κοινωνία κ.τ.λ.
   Εάν ο υπό εξέτασιν λόγος του Χριστού σημαίνει, ότι τα νήπια είναι σεσωσμένα χωρίς να έχουν ανάγκη από οτιδήποτε άλλο, τότε και οι υπαγόμενοι εις τους μακαρισμούς: «Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι, ότι αυτών εστιν η βασιλεία τών ουρανών» και «μακάριοι οι δεδιωγμένοι ένεκεν δικαιοσύνης, ότι αυτών εστιν η βασιλεία τών ουρανών» (Ματθ. 5:3, 10), θα πρέπει, χωρίς κάτι επιπλέον, να πληρούν τις προϋποθέσεις προς σωτηρία, δηλαδή χωρίς μετάνοια, βάπτισμα, Θεία Κοινωνία κ.τ.λ. Το δέχονται αυτό οι αιρετικοί; Ασφαλώς όχι! Ώστε τα νήπια, έχουν μεν την καθαρότητα από αμαρτίες που δεν έχουν οι μεγάλοι, πρέπει όμως να έχουν και τα υπόλοιπα που προανεφέραμε, έστω κι αν δεν τα κατανοούν!
   Είπε ο Χριστός: «αμήν λέγω υμίν, ος αν μη δέξηται την βασιλείαν τού θεού ως παιδίον, ου μη εισέλθη εις αυτήν» (Λουκ. 18:17) δηλαδή «Αληθινά σας λέγω, όποιος δεν δεχθεί την βασιλεία του Θεού σαν παιδί, δεν θα μπει εις αυτήν». Ερωτούμε τους αιρετικούς: Τα βρέφη, εις τα οποία αναφέρεται ο Χριστός, κατανοούν τι είναι η βασιλεία του Θεού; Ένα βρέφος μερικών μηνών, τι κατανοεί και τι αντιλαμβάνεται περί Βασιλείας Θεού; Ασφαλώς τίποτε! Και όμως ο Χριστός λέγει, ότι αυτά δέχονται την Βασιλεία του Θεού! Πώς την δέχονται; Την δέχονται όπως κάθε βρέφος που δέχεται ο,τιδήποτε του παρέχουν οι γονείς του, τροφή, παιγνίδια, φάρμακα κ.τ.λ. χωρίς να τα κατανοεί και να μπορεί να τα εξετάσει! Κι αυτό δε το βρέφος γίνεται δεκτό εις την Βασιλεία του Θεού.
   Ερωτούμε λοιπόν τους Μάρτυρες του Ιεχωβά και τους λοιπούς ετεροδόξους:Πώς, αυτό το βρέφος, είναι κατάλληλο για την Βασιλεία του Θεού (την οποίαν σημειωτέον δεν κατανοεί όμως την απολαμβάνει), ενώ για την χάρη και δωρεά που παρέχεται δια του βαπτίσματος πρέπει να είναι εις θέσιν να κατανοεί; Ώστε, αγαπητοί αιρετικοί, ένα βρέφος τα του Παραδείσου είναι δυνατόν να τα απολαμβάνει, έστω κι αν δεν τα κατανοεί, αλλά οι ευλογίες και οι δωρεές των Μυστηρίων δεν πρέπει να του παρέχονται, διότι δεν τις κατανοεί! Ω! μέγεθος Προτεσταντικής, Πεντηκοστιανής, Ευαγγελικής, Ιεχωβίτικης και λοιπής αιρετικής ανοησίας!
 
ΛΕΠΤΟΜΕΡΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΚΑΤΑ ΜΑΤΘ. ΚΗ:19-20

   Το χωρίο όμως που έχουν ως το δήθεν ‘δυνατό χαρτί’ τους κι επικαλούνται σε κάθε συζήτηση περί Νηπιοβαπτισμού άπαντες οι ετερόδοξοι, είναι η περίφημος ρήση του Χριστού εις το τέλος του Ευαγγελίου του Ματθαίου «πορευθέντεςμαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα τού Πατρός και τού Υιού και τού Αγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αυτούς τηρείν πάντα όσα ενετειλάμην υμίν· και ιδού εγώ μεθ υμών ειμι πάσας τας ημέρας έως τής συντελείας τού αιώνος» (Ματθ. 28:19-20). Θα προβούμε λοιπόν εις λεπτομερή ανάλυση του συγκεκριμένου χωρίου για να αποδειχθεί περιτράνως, ότι το συγκεκριμένο χωρίο, όχι μόνον είναι ένδειξις κατά του Νηπιοβαπτισμού, αλλά αντιθέτως είναι ισχυρόν επιχείρημα ΥΠΕΡ του Νηπιοβαπτισμού!
   Οι ετερόδοξοι δίνουν εις το ρήμα ‘μαθητεύσατε’ την έννοια του ‘διδάξατε’ ή ‘καταστήσατε μαθητές’ και παρασύρονται έτσι εις την εξής εσφαλμένη εξήγηση: «Διδάξατε τα έθνη με το να βαπτίζετε...με το να διδάσκετε...». Με αυτή δε την εξήγηση η μετοχή ‘βαπτίζοντες’ είναι ασυμβίβαστη και ακατανόητη με το ‘διδάξατε’, η δε άλλη μετοχή ‘διδάσκοντες’ καταλήγει ως ταυτολογία με το ‘διδάξατε’! Το ‘μαθητεύσατε’ δεν σημαίνει μέθοδο η τρόπο, δηλαδή διδαχή και μαθητεία με σκοπό να καταστούν οι άνθρωποι μέλη της Εκκλησίας, αλλά σημαίνει αυτόν τούτον τον σκοπό, το να καταστούν δηλαδή μέλη της Εκκλησίας. Με άλλα λόγια το ‘μαθητεύσατε’ σημαίνει ‘καταστήσατε χριστιανούς’, με μία λέξη ‘εκχριστιανίσατε’.
   Το ότι το ‘μαθητεύσατε’ δεν έχει την έννοια της διδαχής αλλά τηςεκχριστιανίσεως, αποδεικνύεται από το ότι εις τις Πράξεις των Αποστόλων το ουσιαστικό ‘μαθητής’ σημαίνει ‘πιστός’, ‘μέλος της Εκκλησίας’, ‘χριστιανός’. «Παραγενόμενος δε εις Ιερουσαλήμ επείραζεν κολλάσθαι τοις μαθηταίς· και πάντες εφοβούντο αυτόν, μη πιστεύοντες ότι εστίν μαθητής» (Πράξ. 9:26)δηλαδή «Όταν ο Σαύλος πήγε στην Ιερουσαλήμ, προσπαθούσε να συνδεθεί με τους μαθητές (τους πιστούς, τους Χριστιανούς), αλλά όλοι τον φοβούνταν, διότι δεν πίστευαν ότι είναι μαθητής (πιστός, Χριστιανός)», «ευαγγελισάμενοί τε την πόλιν εκείνην και μαθητεύσαντες ικανούς υπέστρεψαν εις την Λύστραν και Ικόνιον και Αντιόχειαν» (Πράξ. 14:21) δηλαδή «Και αφού κήρυξαν το ευαγγέλιο εις εκείνη την πόλη και έκαναν αρκετούς μαθητές (Χριστιανούς), επέστρεψαν στην Λύστρα και στο Ικόνιο και στην Αντιόχεια».
   Εις δε τις Πράξ. 11:26 αναφέρεται: «Εγένετο δε αυτοίς και ενιαυτόν όλον συναχθήναι εν τη εκκλησία και διδάξαι όχλον ικανόν͵ χρηματίσαι τε πρώτον εν Αντιοχεία τους μαθητάς Χριστιανούς» δηλαδή «Ολόκληρο δε έτος πήγαιναν εις τις εκκλησιαστικές συνάξεις και δίδασκαν πολύ λαό, και πρώτα εις την Αντιόχεια οι μαθητές (οι πιστοί) ονομάστηκαν Χριστιανοί». Για πρώτη φορά εις την Αντιόχεια ‘οι μαθητές’, δηλαδή τα μέλη της Εκκλησίας, ονομάστηκαν–συνωνύμως–‘Χριστιανοί’.
   Αφού αποδείξαμε την ορθή έννοια του ‘μαθητεύσατε’ μεταφράζουμε το υπό έρευνα χωρίο ως εξής: «Εκχριστιανίσατε τα έθνη με το να βαπτίζετε, με το να διδάσκετε»! Άξιον παρατηρήσεως εις την εντολήν αυτή του Χριστού, είναι ότι προηγείται το ‘βαπτίζοντες’ και ακολουθεί μετά το ‘διδάσκοντες’. Γιατί άραγε; Έχουν προβληματιστεί καθόλου επ’ αυτού οι Μάρτυρες του Ιεχωβά και οι λοιποί ετερόδοξοι που θεωρούν την Αγία Γραφή ένα απλό κι εύκολο εις την κατανόηση βιβλίο; Η παράδοξη αυτή διατύπωση δεν εξηγείται μόνο από το γεγονός, ότι κάποιος γίνεται Χριστιανός κυρίως δια του μυστηρίου του βαπτίσματος, αλλά και από το ότι ο Χριστός αποβλέπει, αποσκοπεί εις ΤΑ ΝΗΠΙΑ, τα οποία πρώτα βαπτίζονται και ύστερα διδάσκονται.
   Άξιον επίσης παρατηρήσεως είναι ότι οι μετοχές ‘βαπτίζοντες’, ‘διδάσκοντες’ έχουν τεθεί ασυνδέτως. Δεν υπάρχει κάποιος συμπλεκτικός σύνδεσμος ανάμεσα. Δεν λέγει δηλαδή ‘βαπτίζοντες ΚΑΙ διδάσκοντες’ ώστε να υπάρχει μία υποχρεωτική σειρά (πρώτα δηλαδή το βάπτισμα και μετά η διδαχή), αλλά ‘βαπτίζοντες, διδάσκοντες’. Αυτό σημαίνει, ότι είτε το βάπτισμα είτε η διδαχή πρέπει να εφαρμόζονται ανάλογα με την περίπτωση. Το βάπτισμα εις τα νήπια, η διδαχή εις τους ενήλικες (ακολουθούμενη βεβαίως από το βάπτισμα). Συμφώνως λοιπόν προς την ανωτέρω λεπτομερή ανάλυση του λόγου του Χριστού, το υπό έρευνα χωρίο είναι επιχείρημα ΥΠΕΡ του Νηπιοβαπτισμού και ΟΧΙ ένδειξη κατά του Νηπιοβαπτισμού, όπως νομίζουν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά και λοιποί ετερόδοξοι, παρερμηνεύοντας το ‘μαθητεύσατε’ και τονίζοντας την προτεραιότητά του ως προς το ‘βαπτίζοντες’. Μετά λοιπόν από όλα τα ανωτέρω, η ορθή απόδοση του συγκεκριμένου χωρίου είναι η εξής:
«Αφού πορευθείτε, εκχριστιανίσατε (δηλαδή κάντε χριστιανούς) όλα τα έθνη, με το να βαπτίζετε αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, με το να διδάσκετε αυτούς να τηρούν όλα όσα σας διέταξα (ή σας είπα). Και ιδού εγώ θα είμαι μαζί σας όλες τις ημέρες έως το τέλος του κόσμου».
 
Η ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ ΥΠΟΣΤΗΡΙΖΕΙ ΤΟΝ ΝΗΠΙΟΒΑΠΤΙΣΜΟ

«Πίστει πεποίηκεν το πάσχα και την πρόσχυσιν τού αίματος, ίνα μη ο ολοθρεύων τα πρωτότοκα θίγη αυτών» (Εβρ. ια:28) δηλαδή «Από πίστη (ο Μωυσής) τέλεσε το Πάσχα και την χρίση (των θυρών) με αίμα, για να μην κτυπήσει ο εξολοθρευτής άγγελος τα πρωτότοκα παιδιά των Ισραηλιτών». Η πίστη δηλαδή του Μωυσέως εις το αίμα του αμνού, έσωσε τα πρωτότοκα, όπως την σήμερον ημέρα η πίστη των αναδόχων εις το αίμα του Αμνού του Θεού σώζει τα δικά μας νήπια! Ερωτούμε τους Μάρτυρες του Ιεχωβά: Ρώτησε ο Μωυσής τα πρωτότοκα εάν ήθελαν να σωθούν; Όχι! Όπως δηλαδή δεν τα ρώτησε εάν ήθελαν να σωθούν, αλλά τα έσωσε με την δική του πίστη, έτσι και εμείς σήμερα δεν τα ρωτάμε εάν θέλουμε να σωθούν, αλλά τα σώζουμε με την δική μας πίστη!
«εν ω και περιετμήθητε περιτομή αχειροποιήτω εν τη απεκδύσει τού σώματος των αμαρτιών τής σαρκός, εν τη περιτομή τού Χριστού, συνταφέντες αυτώ εν τω βαπτίσματι, εν ω και συνηγέρθητε δια τής πίστεως τής ενεργείας τού Θεού τού εγείραντος αυτόν εκ νεκρών» (Κολασ. β:11-12) δηλαδή:
«Δι’ αυτού (του Χριστού) επίσης περιτμηθήκατε με περιτομή αχειροποίητη δια της αποβολής του συνόλου των αμαρτιών της διεφθαρμένης ανθρωπίνης φύσεως, με την Χριστιανική περιτομή. Θαφτήκατε μαζί Του κατά το βάπτισμα, κατά το οποίο και αναστηθήκατε μαζί, διότι επιστεύσατε εις την ενέργεια του Θεού, ο οποίος τον ανέστησε εκ νεκρών».
   Ο Απόστολος Παύλος λέγει, ότι και εμείς οι Χριστιανοί έχουμε περιτομή η οποία, εν αντιθέσει με αυτήν των Εβραίων, είναι αχειροποίητος, δηλαδή πνευματική, και γίνεται κατά την ώρα του βαπτίσματος, που αποβάλλεται το σύνολο των αμαρτιών της ανθρωπίνης φύσεως.
   Ερωτούμε λοιπόν τους Μάρτυρες του Ιεχωβά και τους λοιπούς ετεροδόξους: Πότε ακριβώς γινόταν η σαρκική περιτομή; Δεν γινόταν την 8η ημέρα της γεννήσεως του βρέφους; (Γεν. ιζ:12) Εφόσον κατά τον Απόστολο η περιτομή της Παλαιάς Διαθήκης ήταν τύπος του βαπτίσματος και γινόταν εις νηπιακή ηλικία, γιατί ο αντίτυπος, η νέα πνευματική περιτομή, δηλαδή το βάπτισμα, δεν θα πρέπει να γίνεται εις νηπιακή ηλικία;

«έσται γαρ μέγας ενώπιον τού Κυρίου, και οίνον και σίκερα ου μη πίη, και Πνεύματος Αγίου πλησθήσεται έτι εκ κοιλίας μητρός αυτού» (Λουκ. α:15) δηλαδή «Θα είναι δε μεγάλος μπροστά εις τα μάτια του Κυρίου, και κρασί και άλλα μεθυστικά ποτά δεν θα πιεί, και θα γεμίσει από Πνεύμα Άγιο ακόμη από την κοιλία της μητέρας του». 
Το ανωτέρω χωρίο είναι ισχυρότατο επιχείρημα υπέρ του Νηπιοβαπτισμού, διότι εις τον Ιωάννη τον Πρόδρομο ο Θεός έδωσε Άγιον Πνεύμα, ενώ ακόμη ήταν μέσα εις την κοιλία της μητρός του!!! Τον ερώτησε ο Θεός τον Ιωάννη εάν ήθελε να δεχθεί το Άγιον Πνεύμα; Όχι! Άρα ο Θεός δίδει τις δωρεές Του ανεξαρτήτως κατανοήσεως από τους αποδέκτες. Το ίδιο δηλαδή που κάνει και η Εκκλησία. Αγιάζει τα νήπια ανεξαρτήτως κατανοήσεως εκ μέρους των!
το είδαμε εδώ

«Σε παρακαλώ γέροντα, προσευχήσου για μένα»


«Σε παρακαλώ γέροντα, προσευχήσου για μένα»





Σε μια μικρή συνάθροιση με λαϊκούς, ένας ευλαβής νέος είπε στον Γέροντα Αρσένιο τον Σπηλαιώτη:
- Παππού, σε παρακαλώ να εύχεσαι και για μένα.
- Πώς σε λένε;
- Με λένε Ανδρέα.
- Εγώ να εύχομαι για τον Ανδρέα, αλλά για να πιάσει η δική μου προσευχή πρέπει να ενδιαφέρεται και να εύχεται και ο Ανδρέας για τον εαυτόν του. Ο Άγιος Αντώνιος λέγει, «ούτε εγώ σ΄ ελεώ ούτε ο Θεός σ΄ ελεεί, αν δεν ελεήσεις εσύ πρώτα τον εαυτόν σου».
- Δηλαδή, Γέροντα;
- Μα δεν το καταλαβαίνεις; Καλά. τότε να σου πω κάτι που συνέβη εδώ, επί των ημερών μου. Πέρασε ένας προσκυνητής από την έρημο ψάχνοντας αγίους, όπως κι εσύ τώρα, για να του κάνουν προσευχή.
Βρίσκει ένα ασκητή και του λέγει: «Σε παρακαλώ γέροντα, προσευχήσου για μένα. έχω σοβαρά προβλήματα». Ο ασκητής τον λυπήθηκε και κάθε βράδυ στην αγρυπνία, δώστου προσευχή για τον κοσμικό. Μια νύχτα ενώ προσευχόταν, βλέπει έξω από το κελί του τον σατανά, να γελά σαρκαστικά και να κοροϊδεύει.
Του λέει ο Μοναχός: «γιατί ρε καταραμένε μου χαλάς την ησυχία;», και ο σατανάς, «χα, χα, χα. γελώ που αγρυπνάς άδικα για τον δικό μου (τον Γιάννη). Κι αυτός αγρυπνά, αλλά στα στέκια τα δικά μου (εννοώντας ασφαλώς τα κέντρα διαφθοράς). Πριν λίγο τελείωσε την αγρυπνία του και τώρα ροχαλίζει!».
Ε, τώρα κατάλαβες τι θέλω να πω;
- Ναι, Γέροντα, τώρα κατάλαβα, ότι πρέπει κι εμείς να ζούμε χριστιανικά και να προσπαθούμε όσο μπορούμε.
«Ο Γέρων Αρσένιος ο Σπηλαιώτης»

Βίντεο: 102 χρόνια από την Απελευθέρωση των Ιωαννίνων







21 Φεβρουαρίου 1913, η απελευθέρωση.

 Το πρωί ο αρχιστράτηγος διάδοχος Κωνσταντίνος Α’ και ο ελληνικός στρατός μπαίνουν στα Ιωάννινα.

Έπειτα από πολιορκία τεσσάρων μηνών και πολύνεκρες μάχες, το πρωί της 21ης Φεβρουαρίου 1913 ο ελληνικός στρατός απελευθέρωσε τα Ιωάννινα από τον τουρκικό ζυγό που κράτησε 483 χρόνια.
Η νίκη-«κλειδί» της απελευθέρωσης, όχι μόνο των Ιωαννίνων αλλά και ολόκληρης της Ηπείρου, ήταν η τετραήμερη μάχη του Μπιζανίου. Ο αρχιστράτηγος διάδοχος Κωνσταντίνος Α’, ο οποίος ανέλαβε τη διοίκηση της Στρατιάς Ηπείρου στα μέσαΙανουαρίου 1913, έθεσε σε εφαρμογή σχέδιο παραπλάνησης με βολές πυροβολικού και επιθέσεις μονάδων πεζικού.
Εξαιτίας της γεωφυσικής ιδιαιτερότητας της περιοχής του Μπιζανίου, ο ελληνικός στρατός, με έναν κυκλωτικό ελιγμό, κατάφερε και περικύκλωσε τα τουρκικά στρατεύματα αιφνιδιάζοντας τον αντίπαλο αναγκάζοντας τον Εσάτ Πασά, αρχηγό του τουρκικού στρατού, σε άμεση παράδοση της περιοχής.
Δείτε το βίντεο.. 


«Μετανοίας ο καιρός και δεήσεως ώρα…»


Ένας ύμνος των ημερών αυτών αρχίζει με τη φράση «Μετανοίας ο καιρός και δεήσεως ώρα…» και δίνει κατά κάποιο τρόπο το στίγμα της όλης περιόδου του Τριωδίου. Είναι καιρός μετανοίας και δεήσεως, προσευχής.
Και πράγματι· από τον Όρθρο, από το πρωί της πρώτης Κυριακής του Τριωδίου ακούμε να ψάλλεται στους Ναούς μας ο συγκινητικός εκείνος ύμνος «Της μετανοίας άνοιξόν μοι πύλας, Ζωοδότα…» και κατανύσσεται η καρδιά μας. Μας παρακινεί ο ύμνος να καταφεύγουμε εν μετανοία στη Χάρη του πολυελέου και ζωοδότου Θεού.
Μας εγγίζει όλους ο ιερός αυτός ύμνος, καθώς τον ακούμε να ψάλλεται μελωδικά. Γιατί όλοι μας, μηδενός εξαιρουμένου, έχουμε ανάγκη μετανοίας. Μόνο ο Θεός είναι αναμάρτητος. «Ουδείς αναμάρτητος, ει μή σύ ο δυνάμενος· Σύ γάρ μόνος εκτός αμαρτίας υπάρχεις», ακούμε να λέει απευθυνόμενος προς τον Θεό στις Νεκρώσιμες Ακολουθίες ο Λειτουργός και συμφωνούμε όλοι μας. Ποιος μπορεί να καυχηθεί ότι έχει αγνή και καθαρή την καρδιά του από αμαρτίες; ρωτούσε ο θεόπνευστος Σοφός της Παλαιάς Διαθήκης. Ποιος έχει παρρησία, πρόσθετε, ότι είναι «καθαρός από αμαρτιών;» (Παροιμ. κ΄ 9).
Όλοι μας, εφόσον είμαστε στα λογικά μας, αισθανόμαστε αμαρτωλοί και παραβάτες του θελήματος του Θεού. Και νιώθουμε την ανάγκη να Του το ομολογήσουμε, να αναγνωρίσουμε τα σφάλματά μας, να εξαγορευτούμε. Και όχι μόνο την ώρα την ιερή του Μυστηρίου της Εξομολογήσεως ενώπιον του αντιπροσώπου του Θεού, όπου κατά τακτά χρονικά διαστήματα εξαγορευόμαστε τα κρίματά μας, αλλά και κάθε μέρα στην προσευχή μας. Να προσευχόμαστε συντετριμμένοι για τα λάθη και τις αμαρτίες της κάθε ημέρας μας και να ζητούμε το έλεος του Κυρίου, όπως το έκανε ο τελώνης, τον οποίο βάζει ως πρότυπο συναισθήσεως της αμαρτωλότητος και μετανοίας στην αρχή του Τριωδίου η Εκκλησία μας.
Και δεν είναι το μόνο παράδειγμα μετανοίας αυτό που μας προβάλλει τώρα στο Τριώδιο η Εκκλησία. Θα μας δείξει τον δρόμο της επιστροφής του ασώτου υιού, για να μας συγκινήσει με τη μετάνοιά του. Θα μας υποδείξει και τη μετάνοια της οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας που χάρη στη μετάνοιά της έγινε επίγειος άγγελος. Θα μας παρουσιάσει και τη μετάνοια της αμαρτωλής γυναίκας και του ληστού, που είναι συγκλονιστικά παραδείγματα μετανοίας.
Και όλα αυτά για να μας βοηθήσει να πάρουμε κι εμείς τον δρόμο της μετανοίας που οδηγεί στον ουρανό. Μετάνοια άλλωστε δεν είναι μία απλώς πράξη του παρελθόντος, πήγα μια φορά και εξομολογήθηκα, αλλά ένα διαρκές παρόν, ένας τρόπος ζωής, μία συνεχής αποστροφή της αμαρτίας.
Και μαζί με τη μετάνοια και η προσευχή. «Καιρός δεήσεως», είπαμε, το Τριώδιο. Πυκνότερες τώρα οι ιερές Ακολουθίες της Εκκλησίας. Ακολουθίες «Χαιρετισμών», «Μεγάλου Αποδείπνου», Λειτουργίες Προηγιασμένων Θείων Δώρων, Κατανυκτικοί Εσπερινοί, που δεν τελούνται σε άλλες εποχές του έτους, μας βοηθούν να συνδεόμαστε συχνότερα με τον «Κύριον των Δυνάμεων». Να επικοινωνούμε με Εκείνον, που είναι «το φως» και «η ζωή» του κόσμου (Ιω. η΄ 12, ιδ΄ 6) και να ζωογονείται η ψυχή μας.
Πόσο γλυκαίνεται αλήθεια η καρδιά μας με τις ιερές αυτές Ακολουθίες του Τριωδίου! Πόσο ενισχύεται η ύπαρξή μας στις ώρες αυτές της κοινής προσευχής, όταν συναγμένοι στους Ναούς μας οι πιστοί λατρεύουμε τον Κύριο και Θεό μας και νιώθουμε τη θεϊκή παρουσία του ανάμεσά μας! Και επηρεασμένοι από την πνευματική ατμόσφαιρα της κοινής προσευχής συνεχίζουμε κατόπιν και στο σπίτι, στην ησυχία του δωματίου μας την προσευχή, ανοίγοντας την καρδιά μας στον Κύριο για τα προσωπικά και οικογενειακά μας θέματα.
Και ο μεν κόσμος, που αγνοεί το θέλημα του Θεού και δεν είχε ίσως τις ευκαιρίες που είχαμε εμείς να γνωρίσει τι σημαίνει προσευχή και σύνδεσμος με τον Κύριο, τρέχει τις ημέρες αυτές σε χορούς και ξεφαντώματα. Όσοι όμως με τη Χάρη του Θεού πιστεύουμε αληθινά σ’ Εκείνον, απολαμβάνουμε ουσιαστικά τις ημέρες αυτές του Τριωδίου. Με την προσευχή. Με τις λατρευτικές Συνάξεις της Εκκλησίας. Με την υπέρβαση των αδυναμιών και ελαττωμάτων μας διά της μετανοίας. Με τον καλό αγώνα να ευαρεστούμε στον Κύριο και Θεό μας σε κάθε εκδήλωση της ζωής μας. Με τη σκέψη στον ουρανό, στους Αγίους και στην Παναγία μας, που μας περιμένουν για να βρεθούμε μαζί τους στον Παράδεισο και να δοξολογούμε τρισευτυχισμένοι αιωνίως τον Τρισάγιο Θεό μας.
Περιοδικό “Ο Σωτήρ”

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ Ευαγγέλιο: Λκ.18, 10-14 ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΩΣΗ


ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΩΣΗ

          Εν ολίγοις



          Με την γνωστή παραβολή του Τελώνου και  του Φαρισαίου αρχίζει η κατανυκτική περίοδος  του Τριωδίου, που μας οδηγεί προς το πάθος κα την ανάσταση του Κυρίου. Η παραβολή αυτή μέσα σε λίγες γραμμές ο Χριστός μας προσφέρει  διδάγματα, ικανά ν’ αποτελέσουν το πλαίσιο μιας θεοφιλούς πνευματικής ζωής.

          Το παραβολικό κείμενο φαίνεται τόσο από την εισαγωγή όσο και από τα πρόσωπα, ότι ειπώθηκε για  κάποια θρησκευτική Ιουδαϊκή ομάδα της εποχής  και συγκεκριμένα τους Φαρισαίους. Το ηθικό όμως συμπέρασμα που κλείνει η σύντομη έκθεσή της, τις δίνει ένα χαρακτήρα υπερχρονικό.

          Πάντως η αφορμή της παραβολής μας οδηγεί στην ασφαλή ερμηνεία της. Οι Φαρισαίοι και η μεγάλη τους αυτοπεποίθηση αποτέλεσαν το έναυσμα για να πει ο Χριστός τη σημερινή παραβολή, αποσκοπώντας να θεραπεύσει το αρρωστημένου τους φρόνημα.

          Οι Φαρισαίοι ήταν από τις κυρίαρχες ομάδες μέσα στην Ιουδαϊκή κοινωνία και οι περγαμηνές τους στην ιστορία του περιούσιου λαού δεν ήταν και ευκαταφρόνητες. Ήταν οι πνευματικοί απόγονοι των ευσεβών Ιουδαίων, οι οποίοι υπερασπίζονταν το Νόμο της Π. Δ. εναντίον όσων επεδίωκαν να νοθεύσουν με ελληνιστικά στοιχεία. Γι’ αυτό και στα χρόνια των Μακκαβαίων έδειξαν μεγάλη γενναιότητα μέχρις αίματος, στον αγώνα για την υπεράσπιση του πατρίου εδάφους. Απ’ αυτούς τους ήρωες της Μακκαβαικής εποχής προέρχονταν οι Φαρισαίοι. Στην εποχή όμως του Κυρίου είχαν εκφυλισθεί και παρουσιάζουν μια επιφανειακή θρησκευτικότητα χωρίς πνευματικό βάθος. Είχαν καταντήσει παλαιοί ασκοί.

          Παρ’ όλα αυτά οι Φαρισαίου πίστευαν πως ήταν δίκαιοι και ενάρετοι και απαιτούσαν την επιβράβευσή τους από τον Θεό περιφρονώντας τους άλλους ανθρώπους. Και ενώ ήταν βαρειά άρρωστοι, αυτοί νόμιζαν, ότι ήταν υγιείς οργανισμοί. Τέτοια αυταπάτη είχαν.

          Αυτή λοιπόν την απαράδεκτη αυτοπεποίθησή τους θέλησε να διορθώσει ο Κύριος με την περιεκτικότατη αυτή παραβολή που ακούσαμε σήμερα. Καυχιόταν στο Θεό για τις νηστείες, τις προσευχές και τις ελεημοσύνες, όλα όσα αποτελούσαν την πηγή τους θρησκευτικού τους ναρκισσισμού.

          Βέβαια η αυτοπεποίθηση με μέτρο είναι οπωσδήποτε χρήσιμη, διότι χωρίς αυτή ο άνθρωπος δεν θα επιχειρούσε ακόμη και την πιο μικρή απασχόληση, διότι η θέλησή του απονεκρώνεται και κλείνεται μέσα σε πιεστικά συμπλέγματα.

          Το ερώτημα όμως είναι: Ποια είναι η πηγή αυτής της αυτοπεποίθησης; Μήπως τα θρησκευτικά και ηθικά έργα του Φαρισαίου της παραβολής; Τότε τι νόημα έχει ο ευαγγελικός λόγος: « Όταν ποιείτε πάντα τα διαταχθέντα υμίν, λέγετε, ότι αχρείοι δούλοι εσμέν, ότι ο οφείλομεν ποιείσαι πεποιήκαμεν». Ή μήπως αυτή η αυτοπεποίθηση έχει ως αιτία τον πλούτο των γνώσεων, τη δύναμη της ωραιότητος του σώματος και τα περιφανή αξιώματα;

          Εάν είναι έτσι, τότε  αυτή η αυτοπεποίθηση είναι επισφαλής και ετοιμόρροπη.

          Φαίνεται, ότι κάπου  αλλού στηρίζεται η αληθινή αυτοπεποίθηση. Σε κάποιο στήριγμα απαρασάλευτο, απρόσιτο στις δυνάμεις της φθοράς. Και το στήριγμα αυτό που μπορεί κανείς άφοβα να στηρίξει την αυτοπεποίθησή του, είναι ο Θεός. Ο Φαρισαίος, αν και φαινομενικά άνθρωπος του Θεού, διαπνέεται από ανθρωποκεντρισμό. Όλη τη λάμψη του την στήριζε στις υποτιθέμενες αρετές του. Τον Θεό τον ήθελε απλά για να επιβεβαιώσει το μεγαλείο του. Γι’ αυτό και έμεινε αδικαίωτος από τον Θεό.

          Ο χριστιανός παίρνοντας μάθημα από την περίπτωση του Φαρισαίου έχει την πίστη του χορηγό στο Θεό και την αυτοπεποίθησή του. Ο πιστός εμπιστεύεται τον εαυτό του, γιατί εμπιστεύεται την δύναμη του Θεού. «Ου φοβηθήσομαι από μυριάδων λαού των κύκλω συνεπετιθεμένων μου». Άφοβος ο πιστός απέναντι σε ανθρώπους και σκοτεινές δυνάμεις.

          Δυστυχώς αυτή η φαρισαϊκή αυτοπεποίθηση δεν είναι άγνωστη στην εποχή μας. Ιδιαίτερα από τότε που η επιστήμη και η σύγχρονη τεχνολογία φούσκωσε από εγωισμό τον άνθρωπο και στέγνωσε την θεοκεντρική αντίληψη της ζωής και  την καρδιά του από κάθε πνευματικό πόθο και μεταφυσική προσδοκία. Μάλιστα εξελίχθηκε στην αρχαία «ύβριν» και εκφράστηκε στο χώρο της φιλοσοφίας με τη θεωρία « του θανάτου του Θεού».

          Και το ερώτημα παραμένει: τί κέρδισε ο σύγχρονος άνθρωπος με τον υπερφίαλο εγωισμό του, όταν στηρίχθηκε στον εαυτό του και όχι στην αγάπη του Θεού; Κέρδισε… αίμα, πολέμους, λιμούς, εκατόμβες θυμάτων… κέρδισε αγωνία, άγχος, ανασφάλεια, ασθένειες που τον αποδεκατίζουν. Ένα ιός εμφανίζεται και τρομοκρατιέται ολόκληρος ο κόσμος.

          Όπως φαίνεται ο Θεός και η ιστορία δεν δικαίωσαν την υπερηφάνεια του ανθρώπου. Διότι είναι απαρασάλευτη η αλήθεια που διατυπώνεται από τον αιώνιο Θεό: «Πας ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται, ο δε ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται (Λκ. 18, 14).



          Καλό Τριώδιο

ΤΑ ΙΕΡΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΤΑ ΔΥΝΑΜΕΝΑ ΣΕ ΣΟΦΙΣΑΙ


                Στον λειτουργικό χρόνο υπάρχουν σημεία – κλειδιά. Είναι οι σημαντικές περίοδοι, κατά τις οποίες η Εκκλησία μας καλεί να κάνουμε πιο έντονο αγώνα να συναντήσουμε τον Χριστό, να αφήσουμε κατά μέρος τις βιοτικές μας προτεραιότητες, ακόμη κι αυτές που έχουν να κάνουν με τις σχέσεις μας με τους άλλους ανθρώπους, και να αφουγκραστούμε την κλήση του Χριστού προς το πρόσωπο του καθενός μας ως ευκαιρία μνήμης, αφύπνισης και ανακαίνισης τόσο του εαυτού μας, όσο και της ζωής μας εν γένει. Αυτά τα σημεία- κλειδιά περιλαμβάνονται στην διατύπωση του Αποστόλου Παύλου στην δεύτερη επιστολή του προς τον μαθητή του Τιμόθεο ότι είναι «τα ιερά γράμματα, τα δυνάμενά σε σοφίσαι εις σωτηρίαν δια πίστεως της εν Χριστώ Ιησού»(Β’  Τιμ. 3, 15). Είναι ο λόγος του Θεού και η βίωσή του στη ζωή της Εκκλησίας  που μπορούν να κάνουν τον Τιμόθεο και τον κάθε χριστιανό σοφό, οδηγώντας μας στη σωτηρία δια της πίστεως στον Ιησού Χριστό. Είναι η πνευματική μας παράδοση και παρακαταθήκη. Το ότι έχουμε ταυτότητα, γνωρίζουμε ποιοι είμαστε και τι ζητούμε στη ζωή και τον κόσμο μας. Είναι το ότι έχουμε πυξίδα στη ζωή μας. Είναι ότι ο χρόνος μας δεν είναι προσκολλημένος στο σήμερα, στο εγώ, στις ανάγκες και επιθυμίες μας, αλλά έχει οδοδείκτες που τον οδηγούν στη Βασιλεία του Θεού, που του δίνουν νόημα.  
                Οι άνθρωποι όταν ακούνε για παράδοση ο νους τους πηγαίνει στην ύπαρξη ηθών και εθίμων. Στη διατήρηση δηλαδή εξωτερικά τύπων που απευθύνονται στη μνήμη μας. Και βεβαίως αυτό δεν είναι λανθασμένο. Διότι βάση της παράδοσης είναι η μνήμη. Ας μην ξεχνούμε ότι ο Χριστός ζήτησε από τους μαθητές Του να ζούνε το μυστήριο της Ευχαριστίας, της κοινωνίας δηλαδή του Σώματος και του Αίματός Του «εις την εμήν ανάμνησιν»  (Λουκ. 22,19). Όταν όμως απουσιάζουν τα άλλα δύο στοιχεία των «ιερών γραμμάτων», η αφύπνιση και η ανακαίνιση, τότε η μνήμη γίνεται παγίδα. Διότι καθίσταται τύπος, επιφάνεια, κάποτε και φαρισαϊσμός. Ανάλογη είναι η απαίτηση η μνήμη να θεάται αυτόνομη, χωρίς την παρουσία της αγάπης, στο γράμμα και όχι στο πνεύμα της. Όταν δηλαδή την κρατούμε ως αυτάρκεια και την βλέπουμε πιο πάνω από τον άνθρωπο ως εικόνα Θεού, τραυματισμένη και αμαυρωμένη, ίσως νεκρωμένη, όχι όμως νεκρή. Η αυτάρκεια της μνήμης γεννά αυτοδικαίωση, όχι όμως επίγνωση των αληθινών μας μέτρων και τελικά αίτημα για συγχώρεσή μας από τον  Θεό και παροχή συγχώρεσης στον πλησίον που δεν μπορεί να τηρήσει αυτά που η μνήμη επιτάσσει.
                Τα ιερά γράμματα λειτουργούν αφυπνιστικά για τη συνείδησή μας, για να καθαριστεί δια της μετανοίας και της εκζητήσεως του ελέους του Θεού. Να κατανοήσει την δωρεά της ζωής και των χαρισμάτων που λάβαμε από τον Θεό και την ίδια στιγμή την σμικρότητά μας, διότι ο χρόνος μάς ταξιδεύει στις απαιτήσεις, στην διασκέδαση του παρόντος, στην καταξίωση με βάση την επιβίωση, την κατανάλωση, τον εγωκεντρισμό, την ικανοποίηση των επιθυμιών μας, που μας καθιστούν όχι συνοδοιπόρους των άλλων, αλλά παντογνώστες κριτές τους. Τα ιερά γράμματα γεννούν την κλήση του να γίνουμε ταπεινοί. Του να βλέπουμε τις πτώσεις, τις αποτυχίες μας διότι δεν είμαστε όπως ο Θεός μας θέλει, αλλά την ίδια στιγμή ο Θεός ουδέποτε έπαψε να μας αγαπά και μας καλεί να μη νικηθούμε από την όποια απόγνωση ή από την αίσθηση ότι αν δεν μπορούμε τα πάντα, δεν αξίζουμε τίποτα. Ζητά από εμάς να έχουμε επίγνωση, να κάνουμε το λίγο ή το πολύ που μπορούμε και να αφήσουμε στο έλεός Του τα υπόλοιπα. Αυτό το έλεος που μας καταδιώκει πάσας τας ημέρας της ζωής μας.       
                Τα ιερά γράμματα μας ζητούν να ανακαινιστούμε στην Εκκλησία, δια της μυστηριακής ζωής, της αγάπης και της φιλανθρωπίας, της προσευχής και της άσκησης που είναι σημάδια ότι ο εαυτός μας αφυπνίστηκε, κυρίως όμως μέσα από την στάση ζωής που γεννιέται στην Εκκλησία, ότι υπάρχουμε για να συναντούμε τον πλησίον μας, όποιος κι αν είναι αυτός. Και η ανακαίνιση μας γίνεται βάση για να δείξουμε αυτόν τον δρόμο και στον συνάνθρωπό μας, όπου κι αν τον βρίσκουμε. Στο σπίτι, στην εργασία, στην αναστροφή, ακόμη και στους διωγμούς που μπορεί να ζήσουμε, ακόμα κι αν ο πλησίον φέρεται εχθρικά εναντίον μας. Η ανακαίνιση έρχεται όταν αφήνουμε τον Θεό να δράσει εντός μας δια της χάριτός Του, όταν εν Αγίω Πνεύματι ζητούμε το θέλημά Του, όταν είναι παρών ο Χριστός και η αγάπη μέσα μας.  Τότε τα ιερά γράμματα γεννούν παρόν και μέλλον στη ζωή μας. Δεν είναι μόνο μνήμη, αλλά και βιωματική πορεία προς την Ανάσταση.
                Η περίοδος του Τριωδίου στην οποία εισερχόμαστε είναι σημείο- κλειδί στον λειτουργικό χρόνο. Από την στάση μας έναντί της δείχνουμε πόσο τα ιερά γράμματα, με τα οποία μεγαλώσαμε, ή  αποφασίσαμε να αποδεχθούμε λειτουργούν ως βάση η πνευματική μας παράδοση να έχει σχέση με το σήμερα. Δεν είναι αρκετή η τήρηση των τύπων. Διότι τότε  για τους πολλούς μπορεί να έχουμε ταυτότητα, άλλοτε σεβαστή, άλλοτε αφορμή περιφρόνησης, όμως αυτή η ταυτότητα δεν λειτουργεί λυτρωτικά και ανακαινιστικά εντός μας. Μπορεί να χαρακτηριζόμαστε χριστιανοί, να ξεχωρίζουμε από τους άλλους ανθρώπους, όμως η καρδιά μας να μην είναι ανακαινισμένη. Αυτό δε σημαίνει ότι στη λογική του τι είναι πιο αυθεντικό ή επιθυμητό θα πρέπει να περιφρονήσουμε  τα εξωτερικά ή να τα εγκαταλείψουμε. Αν όμως δεν τα συνδυάσουμε με την αγάπη, την μετάνοια, την ταπείνωση, θα μείνουν τύποι που δεν μας κάνουν σοφούς, οδηγώντας μας στη σωτηρία, αλλά δηλωτικά χαμένων ευκαιριών. Αν δεν περάσουμε από τη γνώση στην εμπειρία της κοινωνίας με τον Χριστό και τον πλησίον, η προσκόλληση στη παράδοση θα την κάνει να μοιάζει με  έναν  βράχο που θα μας επιτρέπει να προφυλαχθούμε από το κύμα, αλλά δεν θα μας μάθει να κολυμπούμε και να βγούμε στο λιμάνι της αιωνιότητας. Κι εδώ είναι ο σκοπός μας. Να αξιοποιούμε τους βράχους, για να μην καταβληθούμε από την κούραση και τους σταυρούς της ζωής, και να γίνονται αυτοί εφαλτήρια ώστε να παλέψουμε στη θάλασσα για να συναντήσουμε Αυτόν που μας έδωσε τα ιερά γράμματα, τον Κύριό μας.


  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...