Κάθε εκκλησιαστική σύνοδος η οποία συγκαλείται από Επισκόπους ή και Πατριάρχες είναι έγκυρη σύνοδος της Εκκλησίας, ανεξαρτήτως από το τί αυτή αποφασίζει, απλώς και μόνον επειδή την συνεκάλεσαν υψηλά ιστάμενοι άνθρωποι της Εκκλησίας; Με άλλα λόγια, το Άγιον Πνεύμα «υποχρεούται» να επικυρώση τις αποφάσεις κάθε Συνόδου, δυνάμει του αξιώματος αυτών που συμμετέχουν, ασχέτως αν αυτοί αποφασίζουν αντιθέτως από τη διαχρονική Πίστη της Εκκλησίας;
ΕΙΝΑΙ ΟΛΕΣ ΟΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΕΣ ΣΥΝΟΔΟΙ ΕΓΚΥΡΕΣ;
Κάθε εκκλησιαστική Σύνοδος είναι αλάθητη; Σε κάθε εκκλησιαστική Σύνοδο επιφοιτά «αναγκαστικώς» το Άγιον Πνεύμα, επειδή απλώς αυτοί που την συνεκάλεσαν ήταν Επίσκοποι; Επειδή μία Σύνοδος επιδιώκει να ονομασθή και αναγνωρισθή ως «Οικουμενική», γι' αυτό «αναγκάζεται» το Άγιον Πνεύμα να επικυρώση οπωσδήποτε τις αποφάσεις της; Οι αποφάσεις μιας εκκλησιαστικής Συνόδου είναι δεσμευτικές για τους Χριστιανούς, όπως οι διαταγές ενός στρατιωτικού στους υφισταμένους του, αν οι αποφάσεις αυτές συγκρούονται με την ως τότε Πίστι και διδασκαλία της Εκκλησίας; Αυτά είναι μερικά ερωτήματα που ανακύπτουν στη συνείδησι πολλών Χριστιανών, όταν συγκεκριμένα γεγονότα τούς φέρνουν σε αντίθεσι με τις απόψεις της διοικήσεως της Εκκλησίας και με τις συνοδικές Της αποφάσεις.
Η εμπειρία της Εκκλησίας από την ως τώρα ιστορία Της, δίνει μια ολοκάθαρη απάντησι στα παραπάνω ερωτήματα : «Ο Χ Ι»!
Εν πρώτοις, προτού αναφερθούμε σε συγκεκριμένα παραδείγματα, μεταφέρουμε συνοπτικώς τα επί τούτου γραφόμενα έγκριτου Καθηγητού της Θεολογίας: «Η ίδια η μακραίων ιστορία της Εκκλησίας μαρτυρεί αδιαμφισβήτητα, ότι δεν εγγυάται και κάθε σύνοδος επισκόπων για την αλήθεια ή είναι απαλλαγμένη κάθε πλάνης. Το γεγονός, ότι άγιοι και μεγάλοι άνδρες της Εκκλησίας, όπως ο Μέγας Αθανάσιος και ο θείος Χρυσόστομος καθαιρέθηκαν από επισκοπικές συνόδους, δικαιολογεί πληρέστατα το παράπονο Γρηγορίου του Θεολόγου ... (...) Είναι ιστορικό γεγονός πολλαπλά μαρτυρημένο, ότι ούτε το πλήθος των παρακαθημένων Επισκόπων, ούτε η προέλευσή τους από κάθε μέρος της οικουμένης και από τις Εκκλησίες οι οποίες ευρίσκονται σε κάθε μέρος, ούτε η συμμετοχή όλων των κεντρικών θρόνων και Αρχιεπισκόπων, αρκούν για τη συγκρότηση Οικουμενικής Συνόδου. Έτσι, στη δικαίως ονομασθείσαληστρική σύνοδο της Εφέσου (το 449) παρεκάθησαν 135 επίσκοποι, ανάμεσα στους οποίους ο Διόσκορος [Πατριάρχης] Αλεξανδρείας και ο [Αρχιεπίσκοπος] Ιεροσολύμων Ιουβενάλιος και ο Θαλάσσιος [Αρχιεπίσκοπος] της Καισαρείας της Καππαδοκίας»1.
Πράγματι, ας δούμε και ολίγα ακόμη ιστορικά στοιχεία περί συνόδων:
Οι «δίδυμες σύνοδοι» Αριμίνου (Ρίμινι Ιταλίας) και Σελευκείας της Ισαυρίας, που συγκλήθηκαν (359 μ.Χ.) από τον αιρετικό (αρειανόφρονα) Αυτοκράτορα Κωνστάντιο για την επίλυση των αρειανικών ερίδων, και στις οποίες πήραν μέρος Επίσκοποι αντιστοίχως της Δύσεως και της Ανατολής, αποτελούμενες η μεν πρώτη από 400 Επισκόπους (στους οποίους 80 αρειανόφρονες) και η δεύτερη από 160 επισκόπους(στους οποίους 15 Ορθόδοξοι), τελικώς αποδέχθηκαν τον Δεκέμβριο του 359 μ.Χ.το αρειανικό σύμβολο πίστεως «της Νίκης», πόλεως της Θράκης, επειδή το επέβαλε ο Αυτοκράτωρ και στις δύο συνόδους, παρά τις αντίθετες αποφάσεις που αυτές είχαν λάβει.
Η ληστρική (δηλ. των ληστών) σύνοδος της Εφέσου (Αύγουστος 449 μ.Χ.), συγκλήθηκε από τον Αυτοκράτορα Θεοδόσιο Β' (408-450) με πρόεδρο τον (μετριοπαθή) μονοφυσίτη Πατριάρχη Αλεξανδρείας Διόσκορο, για την αθώωση του ακραίου μονοφυσίτη αιρεσιάρχη Αρχιμανδρίτη Ευτυχούς, που ήταν επόπτης των Μοναχών της ΚΠόλεως. Η σύνοδος αυτή καθήρεσε τον Άγιον Φλαβιανόν Πατριάρχην ΚΠόλεως2 και τον Ευσέβιον Επίσκοπον Δορυλαίου κ.α. Ο Άγιος Φλαβιανός εκοιμήθη λίγο αργότερα από τις κακώσεις που υπέστη από τους οπαδούς του Διοσκόρου.
Οι εικονομαχικές σύνοδοι Ιερείας (754 μ.Χ.) και Φραγκφούρτης (794 μ.Χ.). Η πρώτη συγκλήθηκε υπό την προστασία του εικονομάχου Αυτοκράτορος Κωνσταντίνου Ε' (741-775) με τη συμμετοχή 338 εικονομάχων επισκόπων · στη Σύνοδο αυτή εκφωνήθηκαν και αναθέματα κατά του Πατριάρχη ΚΠόλεως Αγίου Γερμανού Α΄ (715-730 μ.Χ.), αλλά ιδίως κατά του Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού (ca. 680-749 μ.Χ.), λόγω της τεραστίας του συμβολής στη θεολογική κατάρριψη της εικονομαχίας, ο οποίος αναθεματίσθηκε ως «κακώνυμος και σαρακηνόφρων» και «επίβουλος της βασιλείας». Η σύνοδος της Φραγκφούρτης συγκλήθηκε από τον Βασιλέα των Φράγκων Καρλομάγνο και ουσιαστικώς απέρριψε την τιμή των ιερών Εικόνων στη Δύση, θεωρώντας τις ιερές Εικόνες μόνον ως διακοσμητικό στοιχείο (όχι δηλ. προςσχετική προσκύνηση), πράγμα το οποίον ισχύει και μέχρι σήμερα στον αιρετικό παπισμό.
Η ενωτική (ψευδο)-σύνοδος Φερράρας-Φλωρεντίας (1438-1439 μ.Χ.) στην Ιταλία. Το συμφέρον του Πάπα Ρώμης Ευγενίου Δ΄ (1431-1447) και του Ρωμηού Αυτοκράτορος Ιωάννου Η΄ Παλαιολόγου (1425-1448) να ενωθή η δυτική χριστιανωσύνη με την Ορθόδοξη Εκκλησία, ώστε ο μεν Πάπας να υπερισχύση έναντι της μεταρρυθμιστικής Συνόδου της Βασιλείας (1431-1449), ο δε Αυτοκράτωρ να τύχη της παπικής βοηθείας έναντι της προελάσεως των Τούρκων, οδήγησαν στη σύνοδο αυτή. Μετά από πολύμηνες διαπραγματεύσεις και αφόρητη πίεση επί των Ορθοδόξων Αρχιερέων εκ μέρους των παπικών και του Αυτοκράτορος Ιωάννου, η σύνοδος κατέληξε στην υπογραφή «Όρου», ο οποίος ευνοούσε τις παπικές αξιώσεις και αιρέσεις. Μόνον ο Άγιος Μάρκος Εφέσου ο Ευγενικός, το κυριώτερο θεολογικό ανάστημα των Ορθοδόξων, και άλλοι πέντε αντιπρόσωποι, καθώς και οι αντιπρόσωποι της Ιβηρίας (Γεωργίας) δεν υπέγραψαν τον «Όρο» και απεχώρησαν. Η εκκλησιαστική συνείδηση των Ορθοδόξων δεν επέτρεψε τελικώς την επικράτηση της ψευδενώσεως στην Ανατολή, παρά τις μεθοδεύσεις του Αυτοκράτορος, και ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός ανεδείχθη σε «άτλαντα» της Ορθοδοξίας, ο οποίος μόνος έφερε το βάρος της αντιπαραθέσεως και της νίκης κατά των παπικών και των «ορθοδόξων» λατινοφρόνων (τους οποίους ο Άγιος Μάρκος ονόμαζε«Γραικολατίνους»).
Υπάρχουν βεβαίως και πολλές άλλες ακόμη αιρετικές και ληστρικές Σύνοδοι.
Ας υπενθυμίσουμε, ότι όταν συγκαλούνταν αυτές οι Σύνοδοι, δεν χαρακτηρίζονταν ως «αιρετικές» ούτε υπήρχε κάποια άλλη επίσημη ένδειξη για την ετεροδοξία τους, αλλά οι περισσότερες από αυτές ήταν διοργανωμένες από την «επίσημη Εκκλησία» της πολιτείας, και με την προστασία των τοπικών (βασιλικών ή και αυτοκρατορικών) αρχών και με το πρόσχημα της επιδιώξεως της εκκλησιαστικής και κοινωνικής ειρήνης. Μόνον οι μεταγενέστερες ορθόδοξες Σύνοδοι στιγμάτιζαν και κατεδίκαζαν τις προηγηθείσες αιρετικές.
Ο σπουδαίος θεολόγος π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ, αποτυπώνοντας την ιστορική πραγματικότητα για το αν ευρίσκεται η αλήθεια πάντα μαζί με το πλήθος ή όχι, γράφει : «Πολύ συχνά το μέτρον της αληθείας είναι η μαρτυρία της μειοψηφίας. Είναι δυνατόν να είναι Καθολική Εκκλησία το μικρόν ποίμνιον [Λουκ.12, 32]. Ίσως υπάρχουν περισσότεροι ετερόδοξοι παρά ορθόδοξοι. Είναι δυνατόν να εξαπλωθούν οι αιρετικοί παντού, ubique, και να καταλήξη η Εκκλησία εις το περιθώριον της Ιστορίας ή να αποσυρθή εις την έρημον. Αυτό συνέβη κατ' επανάληψιν εις την Ιστορίαν και είναι πολύ πιθανόν να συμβή και πάλιν (...) Το καθήκον της υπακοής παύει όταν ο επίσκοπος παρεκκλίνει από τον καθολικόν κανόνα και ο Λαός έχει το δικαίωμα να τον κατηγορήση, ακόμη δε και να τον καθαιρέση»3.
Αλλά τότε, πότε μία Σύνοδος αναγνωρίζεται ως Οικουμενική ή ως γενικώς αποδεκτή; Ποιά είναι η σημασία της συμμετοχής Αγίων ανθρώπων σ' αυτήν; Ποιά είναι η σημασία της γνώμης του πληρώματος της Εκκλησίας (τοπικώς και διαχρονικώς) για την ισχύ των αποφάσεων μιας Συνόδου; Πόσο αποφασιστικός παράγων είναι η διατήρηση αναλλοίωτης της Παραδόσεως της Καθολικής Εκκλησίας, για την αποδοχή ή κατάκριση των αποφάσεων μιας Συνόδου από τον Λαό των Ορθοδόξων πιστών;
Τελικώς, το κύρος μιας Συνόδου κρίνεται από την ευθυγράμμισή της με την Αλήθεια την αποκαλυμμένη στους Αγίους (Πατριάρχες, Προφήτες, Αποστόλους, Πατέρες). Οι Ορθόδοξοι Πατριάρχες της Ανατολής στην απάντησή τους στον Πάπα Πίο τον 9ο, το 1848, διεκήρυξαν, σύμφωνα με την εκκλησιαστική Παράδοση, ότι «σε μάς, ούτε Πατριάρχες, ούτε Σύνοδοι μπόρεσαν ποτέ να εισαγάγουν νέα [δόγματα και έθη], διότι ο υπερασπιστής της θρησκείας είναι το ίδιο το σώμα της Εκκλησίας, δηλαδή ο ίδιος ο λαός, ο οποίος θέλει το θρήσκευμά του αιωνίως αμετάβλητο και ομοειδές με αυτό των πατέρων του»4.
Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, τον οποίον η Εκκλησία μας τιμά (στις 21 Ιανουαρίου) ως «οδηγόν Ορθοδοξίας και διδάσκαλον της ευσεβείας» και ακόμη ως«πυρ καιόμενον κατά των αιρέσεων», εκφράζει ρητώς την αλήθεια σχετικώς με το κύρος των εκκλησιαστικών Συνόδων· οι Σύνοδοι δεν είναι αλάθητες «εκ των προτέρων» και «εξ αξιώματος», αλλά κρίνονται βάσει της ορθότητος των δογμάτων της πίστεως την οποίαν αυτές διατυπώνουν, κρίνονται δε με μέτρο συγκρίσεως την αναλλοίωτη και διαχρονική ευσεβή Πίστη της Εκκλησίας. Ο Άγιος Μάξιμος σε διάλογό του με τον μονοθελήτη επίσκοπο Καισαρείας της Βιθυνίας Θεοδόσιο (απεσταλμένο του μονοθελήτου αιρετικού Πατριάρχου ΚΠόλεως Πέτρου), κατά την πρώτη εξορία του στη Βιζύη, διατυπώνει την αλήθεια αυτή με τις φράσεις «τας γενομένας συνόδους η ευσεβής πίστις κυροί» (μτφρ. «τις Συνόδους που έγιναν τις επικυρώνει η ευσεβής Πίστη»)5 και «η των δογμάτων ορθότης εγκρίνει τας συνόδους» (μτφρ. «η ορθότητα των δογμάτων εγκρίνει τις συνόδους»)6. Ιδού όλο το σχετικό κείμενο σε νεοελληνική απόδοση:
«ΜΑΞ. Να δεχθούν την κατάκριση τούτων [των αιρετικών δογμάτων] που εκτέθηκε στη Ρώμη συνοδικώς με ευσεβή δόγματα και Κανόνες, και τότε έχει λυθεί το μεσότειχο και δεν χρειαζόμαστε προτροπή. ΘΕΟΔ. Δεν ισχύει η σύνοδος της Ρώμης, επειδή έχει γίνει χωρίς εντολή του βασιλέως7. ΜΑΞ. Αν τις συνόδους που έγιναν τις επικυρώνουν οι εντολές των βασιλέων και όχι ευσεβής Πίστη, τότε να δεχθούν και τις συνόδους που έγιναν κατά του ομοουσίου, επειδή έχουν γίνει με εντολή βασιλέων· και εννοώ αυτήν της Τύρου, της Αντιοχείας, της Σελευκείας, της Κωνσταντινουπόλεως επί Ευδοξίου του Αρειανού· αυτήν στη Νίκη της Θράκης, αυτήν του Σιρμίου· και μετά από αυτές, ύστερα από πολλά έτη, την δεύτερη της Εφέσου, της οποίας προεξήρχε ο Διόσκορος· διότι όλες αυτές τις συνήθροισε εντολή βασιλέων, και όμως όλες κατεκρίθησαν λόγω της αθεΐας των δογμάτων που επικυρώθηκαν ασεβώς. Γιατί όμως δεν διαγράφετε και εκείνην που καθήρεσε τον Παύλον τον Σαμοσατέα, επί των αγίων και μακαρίων Πατέρων Διονυσίου Πάπα Ρώμης και Διονυσίου του Αλεξανδρείας και Γρηγορίου του Θαυματουργού, ο οποίος προεξήρξε στην ίδια αυτή σύνοδο, επειδή δεν έχει γίνει με εντολή βασιλέως; Και ποιος Κανών διαγορεύει ότι μόνες εκείνες εγκρίνονται οι Σύνοδοι, οι οποίες συναθροίσθηκαν με εντολή βασιλέως, ή γενικώς ότι όλες οι σύνοδοι συναθροίζονται με εντολή βασιλέως; Ο ευσεβής κανών της Εκκλησίας εκείνες γνωρίζει άγιες και έγκριτες Συνόδους, τις οποίες έκρινε η ορθότητα των δογμάτων [...] ΘΕΟΔ. Όπως λέγεις, είναι : η ορθότητα των δογμάτων εγκρίνει τις συνόδους»8.
Ας προσέξουμε, ότι ο Άγιος Μάξιμος δεν αντιπαραβάλλει έναντι του αυτοκρατορικού κύρους κάποιο κύρος ενός Θρόνου, ενός προσώπου Επισκόπου, ή έστω μιας τοπικής Συνόδου, δήθεν αλαθήτων, αλλά τη διαχρονική ευσέβεια της Εκκλησίας, δηλαδή την«ορθότητα των δογμάτων» και την «ευσεβή πίστιν».
Γι' αυτό στα Πρακτικά της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου (787 μ.Χ.), κατά της εικονομαχίας, αναφέρονται και τα εξής λόγια των Αγίων Πατέρων: «Αυτή είναι η Πίστη των Αποστόλων · αυτή είναι η Πίστη των Πατέρων· αυτή είναι η Πίστη των Ορθοδόξων · αυτή η Πίστη στήριξε την οικουμένη. [...] Εμείς ακολουθούμε την αρχαία θεσμοθεσία της Καθολικής [ορθόδοξης] Εκκλησίας· εμείς όσους προσθέτουν κάτι ή αφαιρούν από την Καθολική Εκκλησία τους αναθεματίζουμε»9.
Περισσότερα στα επόμενα ...
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΤΕΛΟΥΣ
1. Π.Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, Δογματική, τόμ. Β΄, εκδ. «Σωτήρ», Αθήναι 2003, σελ. 403.404.
2. Η μνήμη του εορτάζεται στις 16 Φεβρουαρίου.
3. ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. Γ. ΦΛΩΡΟΦΣΚΥ, Αγία Γραφή, Εκκλησία, Παράδοση, εκδ. Π. Πουρναρά, Θεσσα-λονίκη 1976, σελ. 71.75.
4. (§17), εν ΙΩ. ΚΑΡΜΙΡΗ, Τα Δογματικά και Συμβολικά Μνημεία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, τόμ. Β΄, εν Αθήναις 1953, σελ. 920.
5. Περί των πραχθέντων εν τη πρώτη αυτού εξορία, ήτοι εν Βιζύη 12, PG 90, 145C.D· «Ει τας γενομένας συνόδους αι κελεύσεις των βασιλέων κυρούσιν, αλλ' ουχί ευσεβής πίστις, δέξωνται και τας κατά του ομοουσίου γενομένας συνόδους, επειδή κελεύσει βασιλέων γεγόνασι».
6. Αυτόθι 12.13, PG 90, 148A.B· «Εκείνας οίδεν αγίας και εγκρίτους συνόδους ο ευσεβής της Εκκλησίας κανών, ας ορθότης δογμάτων έκρινεν [...] ΘΕΟΔ. Ως λέγεις εστίν· η των δογμάτων ορθότης εγκρίνει τας συνόδους».
7. Εννοείται η ορθόδοξος, αντι-μονοθελητική Σύνοδος του Λατερανού της Ρώμης, το649 μ.Χ.
8. Αυτόθι 12.13 PG 90, 145C-148B.
9. Mansi 13, 416.
Οι γενικές ιστορικές πληροφορίες ελήφθησαν από διάφορα εγχειρίδια Πατρολογίας και εκκλησιαστικής και γενικής «βυζαντινής» ιστορίας (π.χ. ελλογιμ. ΚαθηγητώνΠαν. Χρήστου, Βλ. Φειδά, Ιω. Καραγιαννόπολου κ.α.).