Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Μαρτίου 05, 2017

Συζήτησις μὲ ἕναν …σωῤῥο-ἕλληνα!!!

Μοῦ προέκυψε κι αὐτό…
Δὲν πάει καιρός… Λίγες ἡμέρες μόνον…
Βρέθηκα λοιπὸν σὲ κάποια παρέα, σὲ συγγενικό μου περιβάλλον, καὶ τὴν …πάτησα!!!
Ἀπέναντί μου, ὁμοτράπεζος, στενὸς φίλος τοῦ σπιτιοῦ, ποὺ ὅμως ΔΕΝ μᾶς ἔδωσε ἐξ ἀρχῆς τὰ …διαπιστευτήριά του, πρὸ κειμένου νὰ ἀποφύγῳ τὴν …βουτιά!!!
Κουβέντα στὴν κουβέντα λοιπόν, κι ἐκεῖ ποὺ δὲν τὸ περίμενα, ξεκινᾶ ὁ ὁμοτράπεζος νὰ μιλᾶ γιὰ τὰ διάφορα παιχνίδια ποὺ μᾶς ἔχουν στήσει. Καί πῶς νά διαφωνήσῳ μαζύ του;
Κάτι γιὰ τὶς τράπεζες εἶπε, κάτι γιὰ τοὺς σπόρους, κάτι γιὰ τὶς πουλημένες κυβερνήσεις…
Τὸν ἄκουγα καὶ συμφωνοῦσα.
Οἱ οἰκοδεσπότες ὅλο ἀπορίες…
Κι ἔτσι, ὁμαλὰ θὰ πήγαινε, ἐὰν δὲν μᾶς πετοῦσε τὸ …τοῦβλο γιὰ τὰ δισεκατοτρισεκατομμύρια.
Ἐκεῖ τινάχθηκα…
  • -Μά τί λές; (ἐρωτῶ ἐγώ, μέσα στὶς ἀπορίες…!!!)
  • -Καλά, δέν ξέρεις πώς ὁ Σῶῤῥας δίνει δισεκατομμύρια στήν κυβέρνησιν κι αὐτή δέν τά παίρνει; Γιὰ αὐτὸ εἶναι ὅλοι τους προδότες.
  • -Δῆλα δή, εἶναι προδότες γιατὶ δὲν παίρνουν τὰ δισεκατοτρισεκατομμύρια τοῦ Σῶῤῥα ἀλλὰ δὲν εἶναι προδότες γιὰ ὅλα τὰ ἄλλα.
  • -Ναί, γιὰ αὐτό.
  • -Κι ἀπό ποῦ προκύπτει πώς ὁ Σῶῤῤας ἔχει δισεκατοτρισεκατομμύρια;
  • -Ἀπὸ τὰ παγκόσμια καταπιστεύματα…
  • -Δῆλα δή μᾶς τελείωσαν τά δισεκατοτρισεκατομμύρια ἀπό τήν διαστημική τεχνολογία, πού πούλησε στά ἀμερικανά καί πού ἔπρεπε νά πληρωθοῦν τόν περασμένο Αὔγουστο;
  • -Ἄστα αὐτά. Αὐτὰ τὰ παίρνει ὅποτε θέλει. Ἐδῶ μιλᾶμε γιὰ τὰ καταπιστεύματα.
  • -Ποιά καταπιστεύματα μωρέ;
  • -Δέν διάβασες τό ΦΕΚ τοῦ 2007;
  • -Κι ἐὰν ὑπάρχουν αὐτὰ τὰ καταπιστεύματα, λέμε τώρα, γιατί νά μπορῇ νά τά πάρῃ ὁ Σῶῤῥας; Γιατί ἔχει τό δακτυλίδι τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου, κατὰ πῶς λέει ἤ γιατί ἔχει τόν κ@λο πίσω, ἐν ἀντιθέσει μέ ἐμᾶς, τούς ὑπολοίπους, ποὺ μᾶλλον, τὸν ἔχουμε …ἐμπρός;
  • -Δὲν ξέρεις τὶ λές… Δὲν ἐνημερώνεσαι. Νὰ πᾷς νὰ διαβάσῃς τὰ ΦΕΚ.
  • -Θὰ πάω… Ἀλλά γιατί αὐτός μπορεῖ νά πάρῃ χρῆμα πού δέν μποροῦν νά πάρουν οἱ κυβερνήσεις καί οἱ Ἕλληνες γενικότερα;
  • -Γιατὶ εἶναι προδότες.
  • -Ἄ, μόνον γιά αὐτό εἶναι προδότες;…………
    …………………………….
Κι ἐδῶ κάπου, ἐπεὶ δὴ ὁ καυγὰς ξεκινοῦσε καὶ παραμένει ἄγνωστον τὸ ποῦ θὰ κατέληγε, ἐπενέβη ὁ οἰκοδεσπότης. Κάτι μὲ φωνές, κάτι μὲ παρακάλια, κάτι μὲ ἀπειλὲς τὴν σταμάτησε τὴν συζήτησιν. (Καὶ μὲ τὸ δίκιο του ὁ ἄνθρωπος ἐδῶ ποὺ τὰ λέμε… Τί ὀρέξεις νά εἶχε νά μάθῃ γιά σωῤῥοκαταστάσεις καί σωῤῤοκομπίνες;)
Τί νά κάνῳ; Εἶχα ἐκνευρισθῆ πολύ. Πάρα πολύ. Μὰ σταμάτησα, γιὰ τὴν ὥρα, νὰ συμμετέχῳ στὶς κουβέντες.
Δὲν μποροῦσα νὰ διανοηθῷ πὼς ὑπάρχουν τόσο φανατικοὶ γύρω μας. Κι ἀκόμη χειρότερα, δὲν μποροῦσα νὰ φαντασθῷ πὼς μποροῦν νὰ γίνουν τόσο ἐπιθετικοί.
Διότι ὁ …«δικός» μου σωῤῥοέλλην ἦταν ἀρκούντως ἐπιθετικὸς καὶ στὸν λόγο του, μὰ κυρίως μὲ τὴν στάσιν τοῦ σώματός του. Κάτι ποὺ διεπίστωσα λίγο ἀργότερα, ὅταν θέλοντας καὶ μή, ἐπανῆλθε τὸ θέμα τῶν δισεκατοτρισεκατομμυρίων στὴν συζήτησιν.
Λίγο πρὶν ἀναχωρήσῳ ἀπὸ τὴν οἰκία τῶν συγγενῶν μου, κι ἐνᾦ εἶχα σηκωθῆ γιὰ νὰ χαιρετήσῳ, ὁ σωῤῥοέλλην τὸ …ξανάπιασε τὸ θέμα, ἀλλὰ ἀπὸ …ἄλλην σκοπιά.
  • -Γίναμε πολλοὶ σὲ αὐτὸν τὸν τόπο…
  • -Λές; (πετάγομαι ἐγώ…)
  • -Ναί, πολλοί… Κι ἐπὶ τέλους πρέπει νά ξεχωρίσουμε…
  • -Πῶς θά ξεχωρίσουμε μωρέ; Θά κάνουμε ἐκκαθαρίσεις;
  • -Ναί, γιατί ὄχι;
  • -Καί ποιός εἶναι αὐτός πού ἔχει δικαίωμα ζωῆς καί θανάτου ἐπάνω στούς ἄλλους; Ποιός θά ἀποφασίση γιά τό ποιοί θά μείνουν καί ποιοί θά φύγουν;;  Ἐσύ ἤ ἐγώ;
  • -Ἔρχεται ἡ ὥρα…
  • -Ποιά ὥρα; Ἔ;;;
Ἔκλεισε τὰ αὐτιά του γιὰ νὰ μὴν μὲ ἀκούῃ ἀλλὰ συνέχιζε νὰ λέῃ, νὰ λέῃ… Τόσο ποὺ καὶ οἱ δικοί του τὸν πῆραν στὸ ψιλό…
Σηκώθηκα κι ἔφυγα ἀπὸ ἐκεῖ μέσα  ἀπογοητευμένη, ἀηδιασμένη καὶ λίγο μουδιασμένη…
Κάτι στὸ μάτι του γυάλιζε… Κάτι πολὺ ἄσχημο. Κάτι ποὺ δὲν μοῦ ἄρεσε…
Κάτι ποὺ βρώμαγε κατάντια ἐνδεδυμένη μὲ τὰ κουρέλια ἀπὸ τὸ «…περασμένα μεγαλεῖα καὶ διηγώντας τα νὰ κλαῖς», ἀλλὰ ἀπὸ τὴν πλευρὰ τοῦ ἀδαοῦς, τοῦ …χασάπη, ποὺ …ὅλα τὰ σφάζει κι ὅλα τὰ μαχαιρώνει, ἐὰν κάποιος τοῦ φέρῃ ἀντιῤῥήσεις.
Κάτι ποὺ ὑπογραμμίζει τὴν κατάντια, τὸν ὠχαδελφισμὸ κι ὁπωσδήποτε ΟΧΙ τὴν ἔννοια Ἑλλάς.
Διότι αὐτὴν τὴν ἔννοια τὴν ὑπηρετοῦν Ἐραστὲς τοῦ Κάλλους, τοῦ Ὡραίου, τοῦ Δικαίου, τοῦ Λόγου, τῆς Σκέψεως, τῆς Ἐπιστήμης, τῆς Ἀληθείας κι ὄχι τοῦ φανατισμοῦ, τῆς ἡμιμαθείας καὶ τῆς προχειρότητος.
Τύποι ποὺ ἀκολουθοῦν …«ἐθνικὰ ἀπόβλητα», τὰ ὁποῖα ἰσχυρίζονται πὼς ὅσοι ῥωτοῦν τὸ ποῦ βρῆκε ὁ …κουβάς τους τὰ λεφτά, εἶναι ζῷα, εἶναι ἡ τελευταία ἀναλαμπὴ τοῦ παρακράτους τῶν τραμπούκων, ποὺ μᾶς ἄφησε ὁ ἐμφύλιος ὡς κατάλοιπο.

Ὁ …ἐκπρόσωπος τῶν μαϊμούδων, ποὺ θέλει νὰ μᾶς διδάξῃ, σὲ ὅλες του τὶς λεπτομέρειες, τὸ τὶ ΔΕΝ σημαίνει Ἕλλην!!!
Κι ἐπεὶ δὴ τάζει λαγοὺς μὲ πετραχήλια τρέχουν ἀπὸ πίσω του νὰ τὸν …δοξάσουν.
Ἀλήθεια, σέ τί διαφέρει ἀπό τό κάθε ὄργιο, πού ἔως σήμερα, μέ τόν ὁποιονδήποτε τρόπο μᾶς ἐξαπατᾶ, γιά νά ὑφαρπάξῃ τήν ψῆφο μας;
Δυστυχῶς σὲ τίποτα…
Πολὺ φοβᾶμαι λοιπὸν πὼς δὲν εἶναι ἰδέα μου ὅλες αὐτὲς οἱ σκέψεις ποὺ μοῦ προέκυψαν μετὰ τὴν …«συζήτησιν» μὲ τὸν σωῤῥοέλληνα…
Οὔτε εἶναι μόνον τὸ δικό του μάτι ποὺ γυαλίζει ἔτσι… Ἐπικίνδυνα…
Πολὺ φοβᾶμαι πὼς ὅλοι αὐτοί, οἱ ὅμοιοί του, ἔχουν καταντήσει μία στρατιὰ ἀνεγκεφάλων ποὺ εἶναι ἱκανοὶ ἀκόμη καὶ νέα γενοκτονία νὰ μᾶς φέρουν.
Πολὺ τὸ φοβᾶμαι… Πάρα πολύ…

Σημειώσεις-Ἔρευνα

Περὶ ΦΕΚ καὶ λοιπῶν ἀνοησιῶν:
Περὶ καταπιστευμάτων καὶ «θείων» …ἐγγυητῶν (!!!!!!!):
Στὶς 26 Δεκεμβρίου 1945 ὁ Θεμιστοκλῆς Σοφούλης ἐπικηρώνει-(ΣΥΝ)ὑπογράφει, μαζὺ μὲ δεκάδες ἄλλους ἠγέτες, ἀλλὰ καὶ μὲ κυβερνητικοὺς παράγοντες, τὴν συνθήκη τοῦ Μπρέτον Γούντς, ποὺ ὅμως, ἐκτὸς ἀπὸ τὶς διεθνεῖς ἰσοτιμίες καὶ τὴν σύνδεσιν χρυσοῦ νομισμάτων, ἀναφέρεται ΚΑΙ στὴν δημιουργία τοῦ …ΔΝΤ!!!
Μία συμφωνία ποὺ ὑπεγράφη, διὰ ἐξουσιοδοτημένων ἀντιπροσώπων, στὶς 22 Ἰουλίου 1944, γιὰ τὴν δημιουργία τοῦ ΔΝΤ, ἀλλὰ καὶ τὶς δικαιοδοσίες-ἁρμοδιότητες διαφόρων διεθνῶν ὀργανισμῶν, καθὼς καὶ τὴν ἰσοτιμία χρυσοῦ-δολλαρίου, ὑπὸ τὴν ἐποπτεία τῶν ΗΠΑ!!! Ὄχι, δὲν ἀναφέρεται κάτι γιὰ τὰ  παγκόσμια καταπιστεύματα.
Ποῦ στά κομμάτια τό βρῆκαν αὐτό τό καραγκιοζιλίκι;;; Ἔ;
Συζήτησις (;;;) μὲ ἕναν ...σωῤῥο-ἕλληνα!!!1
 Ἀπὸ σχόλια ποὺ διάβασα, κατόπιν τῶν δύο παραπάνω ἀναρτήσεων, στὸ φατσοβιβλίο, τὰ σωῤῥοπληγμένα σωῤῥοελληνόφωνα, πίσω ἀπὸ τὶς λέξεις βλέπουν πὼς ἔρχεται ὁ …alexis!!!
Ἤ, γιὰ νὰ τὸ λέμε στὴν δική τους γλῶσσα, τὸ παραπάνω ΦΕΚ λέει μὲν πὼς ὑπεγράφη ἀπὸ ὅλους αὐτοὺς τοὺς ἡγέτες ἡ συνθήκη δημιουργίας τοῦ ΔΝΤ καὶ τῆς Παγκοσμίου τραπέζης, ἀλλὰ τὴν ἵδρυσιν τῶν καταπιστευμάτων τὴν …ἐννοοῦν, δὲν τὴν ἀναφέρουν!!!
Ἐν τάξει… Ὅ,τι πεῖτε.
Διότι σημασία δὲν ἔχει τὸ τὶ λέει κάποιος, οὔτε τὸ τὶ γράφεται σὲ ἕνα τόσο ἐπίσημο ἔγγραφο, ἀλλὰ τὸ τὶ …φαντάζονται ἤ ἀντιλαμβάνονται αὐτοὶ ποὺ τὸ βλέπουν. (Ὄχι τὸ διαβάζουν… Ἀ πὰ πά… Ἀπαγορεύεται!!!)
Νά ὑποθέσῳ τά χειρότερα ἤ νά τά θεωρήσῳ βέβαια;

Λάμπρος Σκόντζος, Η σημασία των ιερών εικόνων στην ελληνορθόδοξη παράδοσή μας



Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΕΙΚΟΝΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΜΑΣ                ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητού
       Η Α΄ Κυριακή των Νηστειών είναι αφιερωμένη στην μεγάλη εορτή της Ορθοδοξίας μας. Σύμπασα η Εκκλησία εορτάζει με κάθε λαμπρότητα, με κύριο  χαρακτηριστικό του εορτασμού την περιφορά των ιερών εικόνων και την ανάγνωση του Συνοδικού της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου σε όλους τους ναούς.
     Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας όρισαν να εορτάζεται η ημέρα αυτή σε ανάμνηση της παύσης της εικονομαχίας και της οριστικής αναστήλωσης των ιερών εικόνων από την  ευσεβή βασίλισσα  του Βυζαντίου Θεοδώρα (μετέπειτα αγία της Εκκλησίας μας) στις 4-3-843. Το γεγονός αυτό θεωρήθηκε μείζονος σημασίας διότι με τις αποφάσεις της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου (787), ολοκληρώθηκε η διατύπωση της δογματικής διδασκαλίας της Εκκλησίας μας (τριαδολογικό και χριστολογικό δόγμα). Η εικονομαχική έριδα (726-843) υπήρξε άλλωστε ένας θλιβερός σταθμός της εκκλησιαστικής ιστορίας, η οποία προξένησε αφάνταστη φθορά στο σώμα της Εκκλησίας. Μέσα όμως από αυτή τη λαίλαπα βγήκε και κάτι θετικό, η διατύπωση της θεολογίας των ιερών εικόνων, η οποία κατ ουσίαν, όπως θα δούμε, είναι επέκταση και ανάπτυξη του χριστολογικού δόγματος.

      Όπως είναι γνωστό το πρόβλημα της εικονομαχίας το προκάλεσαν παράγοντες έξω από την Ελληνορθοδοξία. Ο Ιουδαϊσμός και ο Ισλαμισμός θεωρούν τον εικονισμό ως ειδωλολατρία. Γενικά η λαοί της Μέσης Ανατολής απεχθάνονται την εικονική τέχνη, γι’ αυτό και πέρασε αυτή η νοοτροπία στις θρησκείες τους. Αντίθετα ο Ελληνισμός, η πιο ευγενική έκφραση του παγκοσμίου πολιτισμού, όχι μόνο δέχεται τον εικονισμό, αλλά και τον προήγαγε σε ύψιστη τέχνη.
        Ο Χριστιανισμός στην ορθόδοξη μορφή του, όπως είναι γνωστό, απόρριψε  τις προλήψεις του  παρελθόντος και υιοθέτησε κάθε άξία που προάγει την ανθρώπινη προσωπικότητα. Ο Ελληνισμός  έδωσε άπειρα στοιχεία χρήσιμα στη νέα πίστη. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο Ελληνισμός στην γνήσια μορφή του μεταστοιχειώθηκε ως Χριστιανισμός και συγκεκριμένα σε Ελληνορθοδοξία!
        Η απαράμιλλη εικονική  ελληνική τέχνη παραλήφθηκε από την Εκκλησία και χρησιμοποιήθηκε για την ποιμαντική Της διακονία. Η εικόνα από την εποχή των κατακομβών μέχρι σήμερα λειτουργεί ως το βιβλίο των αγραμμάτων στους ναούς. Για να είναι αυτό σύμφωνο με την θεολογία της Εκκλησίας μας, οι Πατέρες διατύπωσαν  προσεκτική διδασκαλία σύμφωνη με τις βιβλικές επιταγές.
      Βεβαίως η Παλαιά Διαθήκη απαγορεύει ρητά την προσκύνηση ομοιωμάτων -ειδώλων του Θεού (Έξοδ.20,4), αλλά μέχρι τότε ο Θεός ήταν άγνωστος στους ανθρώπους,  και γι' αυτό είχαν αντικαταστήσει τη λατρεία του Θεού με ξόανα και άλλα ομοιώματα. Αυτή τη λατρεία απαγορεύει η Παλαιά Διαθήκη. Στην Καινή Διαθήκη, την εποχή της χάρητος, ο Θεός έγινε άνθρωπος στο πρόσωπο του Χριστού, «ο Λόγος σάρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν, και εθεασάμεθα την δόξαν αυτού» (Ιωάν.1,14). Τον είδαμε, τον ακούσαμε «και αι χείρες ημών εψηλάφησαν» Αυτόν (Α΄Ιωάν.1,1), «Ημείς δε ανακεκαλυμμένω προσώπω την δόξαν Κυρίου κατοπτριζόμεθα» (Ι.Δαμασκ. P.G.94,1328). Η πραγματική ενανθρώπησή Του μας υποχρεώνει να Τον θεωρούμε τέλειο άνθρωπο, όπως και τέλειο Θεό. Κατά συνέπεια ως πραγματικός άνθρωπος μπορεί ακόμα και να εικονισθεί, διαφορετικά η μη παραδοχή του εικονισμού Του σημαίνει μη παραδοχή της πραγματικής ενανθρώπησής Του.
       Οι μεγάλοι Πατέρες και διδάσκαλοι της Εκκλησίας μας, που αναδείχθηκαν μέσα από τη λαίλαπα της εικονομαχίας, διατύπωσαν το ορθόδοξο δόγμα με προσοχή και ευλάβεια. Η προσκύνηση της ιερής εικόνας του Χριστού και των άλλων ιερών προσώπων του Χριστιανισμού δεν είναι ειδωλολατρία, όπως κατηγορούνταν από τους εικονομάχους, αλλά η τιμή απευθύνεται προς το εικονιζόμενο πρόσωπο, καθότι «η της εικόνος τιμή επί το πρωτότυπον διαβαίνει» (Μ.Βασίλειος P.G. 32,149) και «Προσκυνούμεν δε ταις εικόσιν ου τη ύλη προσφέροντες την προσκύνησιν, αλλά δι΄αυτών τοις εν αυταίς εικονιζομένοις» (Ι. Δαμασκ. P.G.94 1356). Η  ευλογία και η χάρη που λαμβάνει ο πιστός από την προσκύνηση των ιερών εικόνων δίνεται από το ζωντανό ιερό πρόσωπο και όχι από την ύλη της εικόνας.
      Η εικόνα έχει επίσης τεράστια ποιμαντική χρησιμότητα. Μια εικόνα, σύμφωνα με  γλωσσική έκφραση, αξίζει περισσότερο από χίλιες λέξεις. Αυτό σημαίνει ότι μέσω της εκκλησιαστικής εικονογραφίας οι πιστοί βοηθούνται να αναχθούν στις υψηλές πνευματικές θεωρίες και στο θείο.
       Οι εικονοκλαστικές αρχές της εικονομαχικής περιόδου δυστυχώς υιοθετήθηκαν στη συνέχεια από διάφορες αιρετικές ομάδες και διασώζονται ως τις μέρες μας. Οι διάφορες προτεσταντικές ομάδες έχουν ως κύρια αρχή τους τον ανεικονισμό και πολεμούν με λύσσα την Ορθοδοξία μας, η οποία δέχεται την τιμητική προσκύνηση των ιερών προσώπων της πίστεώς μας μέσω των ιερών εικόνων.
      Απαντάμε στους σύγχρονους εικονοκλάστες ότι η Αγία μας Καθολική Εκκλησία καθόρισε επακριβώς τα όρια της αλήθειας και της πλάνης. Μια προσεκτική ανάγνωση του «Συνοδικού» της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου, που διαβάζεται στους ναούς την Κυριακή της Ορθοδοξίας, περιχαρακώνει την βιβλική αλήθεια και δίνει πειστική απάντηση στους επικριτές της Εκκλησίας μας. Η εικονομαχία είναι αποστροφή προς την ύλη, απόρροια των αιρετικών μανιχαϊστικών δοξασιών, οι οποίες δυστυχώς πέρασαν μέσα στις διδασκαλίες πολλών αιρετικών ομάδων, όπως και των συγχρόνων μας αιρετικών προτεσταντών.
     Αλλά δεν έχει μόνο σημασία για την Εκκλησία η αναστήλωση των Ιερών Εικόνων, αλλά και για τον παγκόσμιο πολιτισμό. Ο μονολιθικός θρησκευτικός ανεικονισμός είχε αναμφίβολα αρνητικές συνέπειες για την προαγωγή της εικονικής ωραιότητας. Η εικόνα και μάλιστα η θρησκευτική απεικόνιση, αποτελεί βασικό στοιχείο του παγκόσμιου πολιτισμού. Η παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά έχει να επιδείξει ανυπολόγιστης καλλιτεχνικής αξίας έργα θρησκευτικής ζωγραφικής. Τα σπουδαιότερα μνημεία – ναοί του κόσμου είναι καταστόλιστοι από εικονογραφίες άφθαστης τεχνοτροπίας. Το ίδιο και τα μεγάλα μουσεία επιδεικνύουν με καμάρι εικόνες θρησκευτικής τέχνης. Είναι γνωστό σε όλους το παγκόσμιο ενδιαφέρον για την ορθόδοξη εικονογραφία και γι’ αυτό οργανώνονται εκθέσεις με τεράστια επιτυχία.  Μπορούμε να σκεφτούμε ποια θα ήταν τα αποτελέσματα, αν επικρατούσαν οι εικονομάχοι στο Βυζάντιο. Δε θα είχαμε τη δυνατότητα να θαυμάζουμε αυτούς τους θησαυρούς, οι οποίοι είναι για μας τους ορθοδόξους το ξεχείλισμα της πίστεως των διαχρονικών ιερών εικονογράφων. Άλλωστε η εικονογραφία για την Ορθοδοξία μας δεν ήταν μια μονοσήμαντη καλλιτεχνική έκφραση, αλλά βαθειά μυστική λειτουργία του εικονογράφου, ο οποίος ζωγράφιζε νηστεύοντας και προσευχόμενος!
    Μελετώντας επίσης με προσοχή το «Συνοδικό», που διαβάζεται αυτή τη μεγάλη ημέρα στους ναούς, κατά την τελετή της περιφοράς των Ιερών Εικόνων, μπορούμε να δούμε ξεκάθαρα τη μέριμνα των Πατέρων της αγίας Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου να αποκαθαρθεί η πίστη της Εκκλησίας από περιρρέουσες ιδέες του παρελθόντος, τις οποίες κάποιοι αναμίγνυαν με την διδασκαλία Της, ώστε να επικρατεί σύγχυση στους πιστούς. Βεβαίως το θέμα αυτό είναι μεγάλο δεν εξαντλείται σε μια παράγραφο του παρόντος άρθρου. Κάποιοι, τα τελευταία χρόνια, που αρέσκονται να παριστάνουν τους «ελληναράδες», ασκούν σκληρή κριτική κατά των «όρων» της αγίας Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου, ότι δήθεν μέσω αυτών …υβρίζεται ο ελληνισμός! Δεν κάνουν τον κόπο όμως να μελετήσουν την αντιφατικότητα και το ξεπερασμένο αυτών των απόψεων, τις οποίες αν και κάποιες από αυτές τις διατύπωσαν διακεκριμένοι σοφοί και συγγραφείς της αρχαίας Ελλάδος, όπως είναι οι πλατωνικές ιδέες για την προΰπαρξη των ψυχών, τις οποίες πρώτοι (η πλειοψηφία) των άλλων αρχαίων σοφών τις απέρριπτε (π.χ. σοφιστές, επικούρειοι, κλπ)! Ή έστω την άποψη κάποιων άλλων σοφών, οι οποίοι δίδασκαν την αιωνιότητα του υλικού κόσμου, την οποία και αυτή είχαν απορρίψει πάμπολλοι άλλοι σοφοί, όπως οι νεοπλατωνικοί, διότι έρχεται σε κραυγαλέα αντίθεση με το «Ένα», την πρωταρχική αρχή του κόσμου! Αφού λοιπόν οι θεωρίες αυτές ήταν απορριπτόμενες από άλλους σοφούς της αρχαίας Ελλάδος, γιατί να τις υιοθετήσει η Εκκλησία, για την Οποία αυτές ήταν αντίθετες  με τη διδασκαλία Της; Ας αποκαλέσουν πρώτα υβριστές της Ελλάδος τους σοφιστές και τους επικούρειους, οι οποίοι δεν δέχονταν και πολεμούσαν το ιδεοκρατικό σύστημα του Πλάτωνος. Επίσης ας αποκαλέσουν πρώτα τον Πλάτωνα υβριστή της Ελλάδος, διότι θεωρούσε μόνες πραγματικότητες τις αρχετυπικές ιδέες και τον υλικό κόσμο μη πραγματικό, «φάσμα των ιδεών» και μετά την Αγία μας Εκκλησία και τους θεοφόρους Πατέρες μας! Ασφαλώς θα τρίζουν τα τιμημένα κόκκαλα όλων των αρχαίων σοφών προγόνων μας, οι οποίοι ήξεραν να βιώνουν το σεβασμό προς τον άλλον, έστω και αν διαφωνούσε μαζί τους! Θα τρίζουν από αγανάκτηση, διότι κάποιοι φανατικοί, αμαθείς και εμπαθείς έχρισαν τους εαυτούς τους σε όψιμους τιμητές και υπερασπιστές τους, μη γνωρίζοντας οι δύστυχοι ότι ο διαχρονικός ελληνικός πολιτισμός, από τα βάθη της ιστορίας, ως τα σήμερα, είναι σύνθεση και όχι δογματική μονολιθικότητα! Οι θεοφόροι Πατέρες της Εκκλησίας μας, ως γνήσιοι Έλληνες (στην καταγωγή, τη σκέψη και τη νοοτροπία) και εν προκειμένω οι Πατέρες της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου, σκέφτηκαν και έπραξαν ελληνικά, εκφράστηκαν σύμφωνα με τα πιστεύω τους, ελεύθερα και απέκλεισαν κάποιες ιδέες από την επίσημη διδασκαλία της Εκκλησίας, οι οποίες δε συμφωνούσαν με Αυτήν. Σκέφτηκαν και έπραξαν όπως οι φημισμένοι πρόγονοί τους, οι οποίοι ήταν εκλεκτικοί, και όπως κάνουν οι Έλληνες οι μεταγενέστεροι. Έπραξαν ό, τι έπρατταν οι σοφιστές ή ηδονιστές, κατά των ιδεοκρατών ή ό, τι έπραττε ο μέγας Σωκράτης κατά των σοφιστών, οι οποίοι υπεράσπιζαν τις αρχές τους, απορρίπτοντας ό, τι δε συμφωνούσε με αυτές. Θλιβερή εξαίρεση στη μακραίωνη παράδοσή μας είναι οι σύγχρονοι αρχαιόπληκτοι «αρχαιολάτρες» και άλλοι θωλοκουλτουριάρηδες, οι οποίοι πάσχουν από ανίατο μονισμό για την αρχαία Ελλάδα. Λες και οι αρχαίοι τους «διόρισαν αγροφύλακες» στα αθάνατα διαχρονικά τους κτήματα, τα οποία είναι πια κτήματα όλου του πολιτισμένου κόσμου και πιο πολύ σε μας τους απογόνους τους! Υβριστής των αρχαίων προγόνων μας δεν είναι η Εκκλησία με τον απόλυτα δικαιολογημένο εκλεκτισμό Της, αλλά πραγματικοί υβριστές είναι όσοι βρίζουν τον διαχρονικό Ελληνισμό. Εν προκειμένω, πραγματικοί και μάλιστα άθλιοι υβριστές είναι όσοι βρίζουν, με τη γνωστή ψυχοπαθολογική υστερία, την πίστη εκατομμυρίων νεοελλήνων, οι οποίοι σε πείσμα των υβριστών τους βιώνουν το ελληνικό ιδεώδες ίσως γνησιότερα από εκείνους!   

     Σε αντίθεση με όλους τους λογίς εικονοκλάστες, εμείς, ως ορθόδοξοι χριστιανοί, μετέχουμε της αλήθειας και ταυτόχρονα, ως έλληνες, μετέχουμε του ωραίου. Χάρη σ' αυτές τις δύο σταθερές διαφέρουμε από όλους όσους έχουν μονοσήμαντες πίστεις και αναγάγουν τον μονισμό σε  έχουμε το προβάδισμα στην αληθινή πρόοδο και τον παγκόσμιο πολιτισμό και αναγκάζονται οι άλλοι να μας ακολουθούν…

Κυριακή της Ορθοδοξίας (Α΄ Νηστειών) - Στο κέντρο της προσοχής

Αποτέλεσμα εικόνας για Κυριακή της Ορθοδοξίας
Κυριακή της Ορθοδοξίας σήμερα και γιορτάζουμε την αναστήλωση των ιερών εικόνων με την απόφαση της Έβδομης Οικουμενικής συνόδου το 787. Ποιο είναι όμως το κεντρικό μήνυμα της εορτής; Το θεολογικό νόημα της; Πολλές σελίδες έχουν γραφτεί για την κρίση της εικονομαχίας που βασάνισε το Βυζάντιο για σχεδόν ενάμιση αιώνα. 

Κάποιοι ιστορικοί εστίασαν την προσοχή τους στις πολιτιστικές και οικονομικές αφορμές. Άλλοι υποστήριξαν πως η όλη διαμάχη ήταν μια υπόθεση που αφορούσε την εξωτερική, τυπική και τελετουργική λατρεία: τη χρήση εικόνων και την αποδιδόμενη τιμή σε αυτές. Άλλοι, τέλος, και νομίζουμε σωστά, είπαν πως η διαμάχη αφορούσε κάτι πολύ βαθύτερο και ουσιαστικότερο για τη ζωή της Εκκλησίας. Τόσο σημαντικό ώστε η τελική επίλυση του να οδηγήσει την Εκκλησιά να ονομάσει την ημέρα ανάμνησης αυτού του γεγονότος Κυριακή της Ορθοδοξίας.
Το κρίσιμο θεολογικό ερώτημα που βρισκόταν πίσω από τη διαμάχη για τις εικόνες ήταν το ακόλουθο: ποια είναι η σημασία της ενανθρώπησης; Τι σημαίνει ότι ο Θεός έγινε άνθρωπος; Τι σηματοδοτεί η παρουσία του Ιησού Χριστού στον κόσμο; Στους πρώτους χριστιανικούς καιρούς υπήρχε διάχυτη μια φιλοσοφική αντίληψη που θεωρούσε κάθε ιστορικό γεγονός παροδικό και περιστασιακό. Κανένα γεγονός δεν έμοιαζε να έχει μια τελική σημασία, μια αξία ως γεγονός καθεαυτό. Όλα αντιμετωπίζονταν ως σύμβολα μιας υψηλότερης πραγματικότητας, πέρα από τον χρόνο και πέρα από την ανθρώπινη ιστορία. Υπήρχε έτσι ο κίνδυνος να ιδωθεί και η Καινή Διαθήκη όπως η Παλαιά: όχι ως πραγματοποίηση της επαγγελίας του Θεού, αλλά σαν φανέρωση μιας νέας υπόσχεσης. Ο Χριστός ως σύμβολο της αλήθειας και όχι ως ο σωτήρας του κόσμου.
Αυτό είναι το θέμα και του σημερινού Ευαγγελίου. Φίλιππος και Ναθαναήλ συζητούν. Ο Φίλιππος υποστηρίζει πως έχει βρει τον αναμενόμενο Μεσσία. Ο Ναθαναήλ δυσπιστεί. Θα πειστεί, εντέλει, όταν συναντήσει τον Χριστό και αυτός του φανερώσει κάτι που φυσιολογικά δεν θα μπορούσε να ξέρει ως άνθρωπος. Ο Χριστός είχε δει τον Ναθαναήλ να κάθεται κάτω από τη συκιά, ενώ ο ίδιος βρισκόταν πολύ μακριά από εκεί. Ο Ναθαναήλ θα εκπλαγεί, αλλά ο Χριστός θα του πει πως αυτός, όπως και οι άλλοι μελλοντικοί απόστολοι, θα γίνουν αποδέκτες και άλλων, πολύ μεγαλύτερων αποκαλύψεων. «Μείζω τούτων όψει», θα του πει. Και θα συνεχίσει: «Αμήν αμήν λέγω υμίν, απ’ άρτι όψεσθε τον ουρανόν ανεωγότα, και τους αγγέλους του Θεού αναβαίνοντας και καταβαίνοντας επί τον υιόν του ανθρώπου».
 Η εικόνα αυτή του ουρανού που ανοίγει και ενώνεται με τη γη με μια κλίμακα, μια σκάλα, είναι μια εικόνα που επανέρχεται συχνά στην Αγία Γραφή. Ο Ιακώβ κοιμάται και βλέπει σε όραμα μια σκάλα να ενώνει ουρανό και γη. Πάνω της ανεβοκατεβαίνουν άγγελοι. Και μια φωνή ακούγεται: εγώ είμαι ο Κύριος, ο Θεός των πατέρων σου Αβραάμ και Ισαάκ. Αυτή τη χώρα θα δώσω σε σένα και τους απογόνους σου. Αυτή η φωνή είναι η φωνή του Χριστού που ως άσαρκος ακόμη Λόγος μιλά στους προπάτορες και τους προφήτες, αποκαλύπτοντας τι θα πράξει εν καιρώ ως ο Σαρκωθείς Υιός και Λόγος του Θεού.
Κατά τη βάπτιση του Χριστού ανοίγουν και πάλι οι ουρανοί και κατέρχεται από τον ουρανό στη γη το Πνεύμα του Θεού εν είδει περιστέρας. Και ακούγεται φωνή εξ’ ουρανού: «Ούτος εστίν ο υιός μου ο αγαπητός, εν ω ευδόκησα». Αυτός που βαπτίζεται εκείνη τη μέρα από τον Ιωάννη στον Ιορδάνη δεν είναι ένας ακόμα άνθρωπος που προσέρχεται σε έναν προφήτη για να δεχθεί βάπτισμα μετάνοιας. Είναι ο Υιός του Θεού που έγινε άνθρωπος. Και εδώ ουρανός και γη ενώνονται στο πρόσωπο του Χριστού.
Ναθαναήλ, Ιακώβ, Χριστός στη βάπτιση. Τρεις διαφορετικές διηγήσεις που γίνονται αφορμή να δηλωθεί μια κοινή αλήθεια. Αυτό που θέτουμε ως αίτημα στην καθημερινή μας προσευχή, ελθέτω η βασιλεία σου ως εν ουρανώ και επί της γης, γίνεται πραγματικότητα στο πρόσωπο του Χριστού. Η παρουσία του Θεού στον κόσμο δεν γίνεται πια αντιληπτή με σύμβολα, αλλά μέσα στην ίδια την ανθρώπινη ιστορία. Ο άνθρωπος δεν προσεγγίζει τον Θεό μόνο μέσα από τη φύση που διηγείται το δόξα του Θεού, όπως μας λέει ο Ψαλμωδός. Τον βλέπει πρόσωπο προς πρόσωπο. Αυτή είναι η πρωτοφανής αλήθεια που φέρνει στους ανθρώπους το Ευαγγέλιο. Αυτό βροντοφωνάζει η Εκκλησία μας κατά τη σημερινή εορτή. Έτσι το γεγονός πως οι εκκλησίες μας είναι γεμάτες από ζωγραφιές απεικονίσεις του Ιησού Χριστού από το σύνολο της επίγειας ζωής του δεν είναι ένα θέμα που αφορά την τέχνη. Αφορά την πίστη και τη ζωή των χριστιανών.
Είπαμε πως όλα αυτά δεν αφορούν μόνο την τέχνη. Οφείλουμε να προσθέσουμε ακόμη πως δεν αφορούν μόνο την εκκλησιαστική ιστορία ή την ακαδημαϊκή θεολογία. Αφορούν εμάς σήμερα. Το κρίσιμο ερώτημα που έθεσε ο Χριστός στους μαθητές του παραμένει: «Τίνα με λέγουσιν οι άνθρωποι είναι;» Η άποψη που κυριαρχεί στις μέρες μας, άλλοτε ανοικτά και άλλοτε κεκαλυμμένα, είναι πως ο Χριστός είναι μια σπουδαία ηθική προσωπικότητα, ένας δάσκαλος που διδάσκει στους ανθρώπους πώς να ζήσουν. Ένα παράδειγμα αγάπης και συγχωρητικότητας. Πίσω όμως από όλες αυτές τις απόψεις υποκρύπτεται η άποψη πως ο Χριστός είναι ένας άνθρωπος και μόνο. Σπουδαίος, ξεχωριστός, παραδειγματικός, αλλά άνθρωπος. Μέσα από άλλους δρόμους ξαναφτάνουμε στον παλαιό πειρασμό: ο Χριστός ως σύμβολο μιας αφηρημένης φιλοσοφικής αλήθειας περί του νοήματος της ζωής.
Η Εκκλησία θέτει λοιπόν κάθε χρόνο στο κέντρο της προσοχής τη σημερινή ημέρα για να μας δείξει ότι ο Χριστός δεν είναι σύμβολο μιας αφηρημένης φιλοσοφικής αλήθειας. Ο Χριστός είναι η ίδια η αλήθεια. Ενσαρκωμένη αλήθεια που έζησε ανάμεσά μας, δοκίμασε τους πειρασμούς της ανθρώπινης φύσης, αντιμετώπισε την απόρριψη των ανθρώπων, την αγωνία και την οδύνη του θανάτου. Αλλά ο Χριστός είναι και αυτός που θα συναντήσουμε στο τέλος αυτής της πορείας που λέγεται Μεγάλη Σαρακοστή, ως Αναστάντα. Ο Χριστός είναι η εγγύηση της δικής μας ανάστασης, της μεταμόρφωσης της φθαρτής επώδυνης ζωής, της γεμάτης δάκρυα και πόνο, σε ζωή χαράς και ευφροσύνης, σε ζωή στη βασιλεία του Θεού. Αυτή που φανερώνεται όταν ανοίγουν οι ουρανοί. Αυτήν που είδε ο Ναθαναήλ, ο Ιακώβ, ο Στέφανος. Αυτήν που θα δούμε και εμείς την ευλογημένη εκείνη ημέρα της δεύτερης παρουσίας του Κυρίου μας.

Γιώργος Σαββίδης

Κυριακή της Ορθοδοξίας - «Οι εξ ασεβείας, εις ευσέβειαν προβάντες, και τω φωτί της γνώσεως ελλαμφθέντες…..»



ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ - ‘’ΕΞ ΑΣΕΒΕΙΑΣ, ΕΙΣ ΕΥΣΕΒΕΙΑΝ ΠΡΟΒΑΝΤΕΣ, ΚΑΙ ΤΩ ΦΩΤΙ ΤΗΣ ΓΝΩΣΕΩΣ ΕΛΛΑΜΦΘΕΝΤΕΣ...»*
Του   Β. Χαραλάμπους, θεολόγου
Με της ομολογίας το κάλλος, «των αγώνων τον καιρόν απαρξώμεθα» (Κανών β΄ Ωδή α΄ Τριωδίου).  Η Εκκλησία μας όρισε με Ορθόδοξη σοφία, να εορτάζομε την πρώτη Κυριακή των Νηστειών της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής, την αναστήλωση των αγίων και σεπτών Εικόνων.  Την  Κυριακής  της Ορθοδοξίας «ανάμνησιν ποιούμεθα της αναστηλώσεως των αγίων και σεπτών Εικόνων, γενομένης παρά των αειμνήστων Αυτοκρατόρων Κωνσταντινουπόλεως, Μιχαήλ και της μητρός αυτού Θεοδώρας, επί της Πατριαρχείας του Αγίου και Ομολογητού Μεθοδίου» , όπως το Συναξάριον του Μηναίου αναφέρει.

«Οι εξ ασεβείας, εις ευσέβειαν προβάντες, και τω φωτί της γνώσεως ελλαμφθέντες,  ψαλμικώς τας χείρας κροτήσωμεν, ευχαριστήριον αίνον Θεώ προσάγοντες, και τας εν τοίχοις και πίναξι, και ιεροίς σκεύσιν εγχαραχθείσας ιεράς του Χριστού Εικόνας, της Πανάγνου, και πάντων των Αγίων, τιμητικώς προσκυνήσωμεν, αποβαλλόμενοι την δυσσεβή των κακοδόξων θρησκείαν∙ η γαρ τιμή της Εικόνος, ως φησι Βασίλειος, επί το πρωτότυπον διαβαίνει, αιτούμενοι ταις πρεσβείαις της αχράντου σου Μητρός, Χριστέ ο Θεός ημών, και πάντων των Αγίων, δωρηθήναι ημίν το μέγα έλεος», ψάλλομε στην Ακολουθία της εορτής Κυριακής  της Ορθοδοξίας.
H ομολογία της Πίστεως είναι προϋπόθεση στον πνευματικό αγώνα.  Και η σημασία της εορτής Κυριακής  της Ορθοδοξίας, είναι πολύ μεγάλη για την Εκκλησία μας και δικαίως οι Ορθόδοξοι την «χαρμονικήν ταύτην ημέραν», «ευσεβοφρόνως καυχώνται εν Χριστώ», για «την  αναστηλώσιν των αγίων και σεπτών Εικόνων».  Η σημασία  των Αγίων εικόνων στη ζωή της Εκκλησίας είναι πολύ μεγάλη, για τούτο ψάλλομε «Υπέρτιμον κόσμησιν, η του Χριστού Εκκλησία, των σεπτών απείληφε, και αγίων Εικόνων, του Σωτήρος Χριστού, και της Θεομήτωρος και Αγίων πάντων, φαιδροτάτην αναστήλωσιν» και «Ευσεβοφρόνως Εικόνας σεπτάς, προσκυνούντες οι Ορθόδοξοι».  Είναι μεγάλη η συμβολή των Αγίων εικόνων, στη ζωή Λειτουργική ζωή της Εκκλησίας και την εν γένει Εκκλησιαστική ζωή.
Το Πηδάλιον της Εκκλησίας μας σε αυτό που η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος λέγει, γράφει  :  «...εκείνο όπου η Γραφή και το Ευαγγέλιον φανερώνει δια των ρημάτων, τούτο ο ζωγράφος παριστάνει δια των εικόνων». Στη Ωδή θ΄ την Κυριακή της Ορθοδοξίας ψάλλομε «Ιερογραφίαις Εικόνων, κεκοσμημένην καθορώντες, πάλιν την σεπτήν Εκκλησίαν, μετ’ ευλαβείας πάντες προσδράμωμεν και τω Χριστώ βοήσωμεν· Σε μεγαλύνωμεν Τρισάγιε». «Α γαρ ο λόγος της ιστορίας δι’ ακοής παρίστησι, ταύτα γραφική σιωπώσα δια μιμήσεως δείκνυσι»,  λέγει Ο Άγιος Βασίλειος. «Προς το πρωτότυπον φέρει, φησί Βασίλειος, τιμή η της εικόνος», ψάλλομε στην Ακουλουθία της Εορτής της Κυριακής της Ορθοδοξίας.
«Η λειτουργική Εικών έχει θεολογικήν έννοιαν», σημειώνει ο Φώτης Κόντογλου.  «Και γαρ ο λογογράφος έγραψε το βιβλίον και τι έγραψεν εν τω Ευαγγελίω;  Πάσαν την ένσαρκον οικονομίαν του Χριστού και παρέδωκεν τη Εκκλησία.  Ομοίως και ο ζωγράφος ποιεί.  Εζωγράφισεν εν τω πίνακι της Εκλησίας την ευπρέπειαν από του πρώτου Αδάμ Αδάμ έως της Χριστού Γεννήσεως, και πάσαν την ένσαρκον οικονομίαν του Χριστού και τας μαρτυρίας των Αγίων, και παρέδωκεν και αυτός τη Εκκλησία.  Ως μάλλον αμφότεροι μίαν εξήγησιν απεγράψαντο, και διδάσκουσιν ημάς», λέγει ο Άγιος.  Ιωάννης ο Χρυσόστομος.
Αυτή την Αγία ημέρα της Εορτής της Κυριακής  της Ορθοδοξίας, που η Εκκλησία μας εορτάζει την αναστήλωση των αγίων και σεπτών Εικόνων, ο Ορθόδοξος λαός ‘’άπασαν την Ορθόδοξον διδασκαλίαν’’ εορτάζει.  Έτσι όταν λέγει ότι σήμερον εορτάζομε την Κυριακή  της Ορθοδοξίας, θεωρεί ότι σήμερα εορτάζει η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, η Ορθόδοξη Εκκλησία. 

 *Aπό την Ακουλουθία της Εορτής της Κυριακής της Ορθοδοξίας

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ:Ορθοδοξία και παιδεία

π.ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ ΜΟΥΡΤΖΑΝΟΣ

 Οι άνθρωποι ταυτίζουν την πίστη στο Θεό με μία εσωτερική, βιωματική κατάσταση που πηγάζει από την παράδοση της κοινότητας στην οποία ο άνθρωπος είναι ενταγμένος, από την οικογένεια, από την αναζήτηση του καθενός, από τον φόβο και την ανάγκη, που ενισχύουν την ανθρώπινη αγωνία για στηρίγματα, τα οποία υπερβαίνουν τα όρια του αισθητού.

 Χωρίς να αρνείται κάποιος αυτές τις ταυτίσεις, εντούτοις δεν μπορεί παρά να σταθεί σε μία παράμετρο, η οποία μας διαφεύγει. Είναι η παιδεία εκείνων των πνευματικών μορφών, οι οποίοι τόλμησαν να τα βάλουν με τους αυτοκράτορες και τα ιδεολογικά, πολιτικά και θρησκευτικά κατεστημένα της εποχής τους και να κρατήσουν ανόθευτη την πίστη στην τιμή των εικόνων.  



Η Ορθοδοξία είναι και παιδεία και μάλιστα, αυτή που ο Απόστολος Παύλος χαρακτηρίζει ως παίδευση, άσκηση, δοκιμασία.«Ει παιδείαν υπομένετε, ως υιοίς υμίν προσφέρεται ο Θεός» (Εβρ. 12.7). «Δείξτε υπομονή κατά τη διαπαιδαγώγησή σας. Ο Θεός σας μεταχειρίζεται σαν παιδιά του».



  Ο Θεός επιτρέπει μέσα από την πίστη να διαπαιδαγωγούμαστε, να δοκιμαζόμαστε, ακόμη και να αισθανόμαστε τιμωρημένοι μέσα από αυτή τη σχέση Πατέρα και παιδιών.
 Σκοπός της παιδαγωγίας «το μεταλαβείν της αγιότητος» του Θεού, το να μετάσχουμε στην αγιότητά Του (Εβρ. 12,10), να γίνουμε κι εμείς άγιοι όχι λαμβάνοντας μία εξωτερική δωρεά, αλλά μετέχοντας σ’ αυτό που ο Θεός είναι: «άγιοι γίνεσθε ότι εγώ άγιος ειμί» (Α’ Πέτρ. 1, 16).



 Οι άνθρωποι θέλουμε να πιστεύουμε σε έναν Θεό ο Οποίος μας δίδει το καλό, ικανοποιεί τις επιθυμίες μαςΈχουμε μάθει να ζητούμε από Εκείνον και να ταυτίζουμε την πίστη με μία ιδιοτέλεια. Δεν πιστεύουμε ότι ο Θεός επιτρέπει να συμβαίνουν δοκιμασίες στη ζωή μας. Είμαστε βέβαιοι ότι αγαπά χωρίς να μας δίνει παιδαγωγία. Έχουμε ταυτίσει την παιδεία με την θετική διάσταση της ζωής. Έτσι αρνούμαστε να δεχτούμε ότι ο Θεός λειτουργεί όπως ο κατά σάρκα πατέρας, όταν αγαπάει αληθινά. Ότι ο Θεός επιτρέπει να συμβούν δυσκολίες. Ότι ο Θεός ευλογεί τον κόπο. Ότι δεν φείδεται  ακόμη και τον έλεγχο. Δεν είναι τιμωρός ο Θεός, γιατί η δοκιμασία, η τιμωρία την οποία επιτρέπει να λάβουμε, δεν είναι το κύριο χαρακτηριστικό Του. Όμως η αγάπη πρέπει να είναι και σκληρή, όταν χρειάζεται. Προς το αληθινό μας συμφέρον, που είναι η στόχευσή μας στην κοινωνία με το Θεό χωρίς αστερίσκους. Η πληρωτική σχέση, η οποία στηρίζεται στην απόλυτη εμπιστοσύνη. Η επίγνωση των λαθών και των αμαρτιών. Και την ίδια στιγμή η ταπείνωση της αποδοχής του θελήματός Του, ακόμη κι αν αυτό δεν είναι πάντοτε ευχάριστο.


«Μη ολιγώρει παιδείας Κυρίου» (Παροιμ. 3,11).  Μην περιφρονείς την διαπαιδαγώγηση του Κυρίου, μας συμβουλεύει το βιβλίο των Παροιμιών  της Παλαιάς Διαθήκης, αλλά και ο Παύλος. Θέλει θάρρος όμως να αποδεχτούμε το θέλημα και την αγάπη του Θεού, που δεν είναι όπως την θέλουμε, όπως την φανταζόμαστε, ωραιοποιημένη. Είναι όμως αληθινή. Έχει να κάνει με την κοινωνία μαζί Του και την μετοχή σ’ Αυτόν, στην αγιότητά Του.



 Αγιότητα σημαίνει καθαρότητα από αμαρτία, κάτι που για μας δεν είναι εφικτό. Μπορούμε όμως να προσφέρουμε σ’ Αυτόν την μετάνοιά μας.
 Αγιότητα σημαίνει αγάπη που γίνεται συγχώρεση για τους πάντες, κάτι που δεν είναι και πάλι εφικτό για μας. Μπορούμε όμως να Του προσφέρουμε την διάθεσή μας να αγαπήσουμε και Εκείνος θα αναπληρώσει τις ελλείψεις μας. 
Αγιότητα σημαίνει αποδοχή του θελήματός Του, γιατί αυτό αποσκοπεί στη σωτηρία, στη λύτρωσή μας από το κακό και το θάνατο, δηλαδή στην αληθινή ελευθερία. Και από μόνοι μας δεν μπορούμε να αποδεχτούμε μια τέτοια προοπτική. Μπορούμε όμως να Του προσφέρουμε την λιγοστή μας άσκηση, την προσπάθειά μας να υπερβούμε τον εαυτό μας, την λιγοστή υπακοή μας κι Εκείνος και πάλι θα θεραπεύσει την αδυναμία μας.



Οι άνθρωποι ταυτίζουν την Ορθοδοξία με την παράδοση, με τους θεσμούς, με τα αξιώματα, με το ιερατείο, με την ιστορία. Την θεωρούν κάτι το ξεπερασμένο, απαραίτητο όμως γιατί πολλοί και αδύναμοι εξακολουθούν να την εμπιστεύονται. Την θέλουν όμως ευχάριστη. Βοηθητική και παρακλητική. Που να συμβάλλει στο να βλέπουν τη ζωή θετικά. Που να προβάλλει έναν Θεό που δεν ζητά τίποτε, αλλά μόνο δίνει. Και δεν μπορούν να αποδεχθούν έναν Θεό που παιδαγωγεί τον άνθρωπο. Μια Εκκλησία που χωρίς να παραθεωρεί την δοτικότητα, κηρύττει δρόμους δύσκολους.Που τολμά να μιλά και να δείχνει δρόμους μαρτυρικούς. Αυταπάρνησης. Ρήξης με τη νοοτροπία κάθε εποχής. Ακόμη κι αν αυτή η ρήξη δεν κάνει θόρυβο.


 Ίσως κι εμείς οι χριστιανοί, μέσα από την ανάγκη για αυτοβεβαίωση που ως άνθρωποι αισθανόμαστε, λόγω του ότι εξακολουθούμε να πιστεύουμε σε αξίες και τρόπους που δεν είναι συμβατές με τη νοοτροπία του κόσμου και της σύγχρονης πραγματικότητας, να συμβάλουμε στην αίσθηση ότι η πίστη στο Θεό και η Ορθοδοξία είναι δρόμος και τρόπος εύκολος, που δίνει μαγικές λύσεις στον άνθρωπο.


 Ίσως να αισθανόμαστε περισσότερο από όσο πρέπει την ανάγκη να αποδείξουμε την χρησιμότητά μας στον κόσμο. Ότι έχουμε λόγο ύπαρξης. Όμως η Ορθοδοξία χωρίς παιδεία, χωρίς διαπαιδαγώγηση, δεν είναι αληθινά ακέραιη. Ωραιοποιεί, αλλά δεν λυτρώνει. Ζητά από τους ανθρώπους να παραδώσουν τα φορτία τους χωρίς καν να κουραστούν να τα κουβαλήσουν. Μετατοπίζει τις ευθύνες στο Θεό, τους θεσμούς, το ιερατείο και αφήνει στην άκρη την ανάληψη του προσωπικού σταυρού από τον καθέναν. Έτσι όμως παραποιεί και το τι σημαίνει αληθινή χαρά, η οποία πηγάζει μέσα από την κοινωνία με το Θεό, την μετοχή στην αγιότητά Του. Είναι κοπιώδης ο δρόμος και ο τρόπος της Ορθοδοξίας.Στενός και τεθλιμμένος. Αλλά όχι μοναχικός. Είναι παρών ο Χριστός στη ζωή αυτού που Τον ακολουθεί. Και είναι τόση πολλή η αγάπη, το φως και η αλήθεια την οποία βιώνει αυτός που δεν φοβάται την παιδεία, ώστε να αλλάζει και να βοηθά και άλλους να αλλάξουν μαζί του.



Μια τέτοια Ορθοδοξία χρειαζόμαστε. Όχι ως θεωρητικό πρότυπο, αλλά ως στάση ύπαρξης και ζωής. Στην ενορία. Στο μοναστήρι. Στο διακόνημά του ο καθένας. Στην μικρότερη ή μεγαλύτερη κοινότητα. Στην πατρίδα. Στον κόσμο. Κι ας μην φαίνεται χρήσιμη μια τέτοια Ορθοδοξία. Ποτέ δεν ήμασταν «χαλκός ηχών ή κύμβαλον αλαλάζον» (Α’ Κορ. 13, 1). Πάντοτε θα παραμένουμε η μικρά ζύμη, ο κόκκος του σιναπιού, το άλας της γης.  Οι έχοντες επιλέξει τα δύσκολα. Του Σταυρού που φέρνει Ανάσταση.


το είδαμε εδώ

Ορθοδοξία: ευλογημένη λιτότητα!

 Σκέψεις στην Κυριακή της Ορθοδοξίας


Κάποιος γέροντας είπε: “πες με αχρείο, πες με αμαρτωλό, πες με τιποτένιο… μη με πεις μονάχα αιρετικό!” 
Κυριακή της Ορθοδοξίας: σύναξη αγία στ’ όνομα του αναστημένου Χριστού, μνήμη ιερή των αγίων που ομολόγησαν τον Αναστάντα, συστύλωσαν μαζί με το αίμα του Χριστού, δίνοντας το δικό τους αίμα, την Εκκλησία. Την Εκκλησία που ‘ναι μάνα, την Εκκλησία που ‘ναι ζωή και φως ακόμα και γι’ αυτούς που προτιμούν το θάνατο και το σκοτάδι. Οι μανάδες; Καρτερικές… ξέρουν να περιμένουν. Η Εκκλησία είναι ζωντανή γιατί την ίδρυσε ο Χριστός, που ‘ναι Θεός των ζωντανών κι όχι των πεθαμένων.

Ο πολιτισμός που ζούμε τώρα αγαπά το σκοτάδι. Το σκοτάδι κρύβει τις ατέλειές του. Ο πολιτισμός που ζούμε τώρα δε θέλει να καταλάβει τι είναι Χριστός, τι είν’ Ορθοδοξία. Αν ήθελε, θα προτιμούσε το φως. Ο πολιτισμός μας αγαπά τα σύνθετα: βλέπεις παντού ανθρώπους μπερδεμένους, συνειδήσεις, χώρες, κοινωνίες σε σύγχυση. Τα δικά μας όμως, των Ορθοδόξων, είναι λιτά όπως η φωνή του Θεού, όπως οι Άγιοί μας: ευλογημένη λιτότητα.


Όταν βαφτιστήκαμε μας έδωσε ο παπάς αναμμένη λαμπάδα και μας κάλεσε να γίνουμε φως μπροστά στα μάτια των ανθρώπων.
Ας διδαχτούμε απ’ το Φως για να γίνουμε Φως. 
Το φως μεγαλύνεται στην απλότητά του, αυτή ας είναι η ομολογία μας. Την εποχή των αγίων μαρτύρων αρκούσε ένα “χριστιανός εἰμί” για να στείλει τους μάρτυρες στο θάνατο. Οι άγιοι πατέρες που υπεραμύνθηκαν των αγίων εικόνων κατά την εικονομαχία ήσανε ασκητές και μοναχοί, πράγμα που σημαίνει ότι όλη τους η ζωή ήταν συναρμοσμένη με την λιτότητα.

Η αγία μας Ορθοδοξία ομολογείται απ’ όλα τα παιδιά της. Ο καθένας μας καλείται να ομολογήσει τον Χριστό, ανεξάρτητα απ’ την εργασία του, ανεξάρτητα απ’ το μηνιαίο εισόδημά του. Ομολογώ τον Χριστό σημαίνει ότι κοσκινίζω τα πάντα με Χριστό στη ζωή μου: απ’ τις σχέσεις μου με τους άλλους ανθρώπους ως τον τρόπο που βλέπω την ίδια μου τη ζωή. Βλέπω δηλαδή στα πάντα την απουσία του αρχέκακου εχθρού μου, του θανάτου γιατί ο Χριστός που ομολογώ ως κυβερνήτη τη ζωής μου -για χάρη μου- κατέλυσε το θάνατο.
Απλά είν’ τα πράγματα. Λιτός ο Θεός, λιτή η Παναγιά μας, λιτοί οι Άγιοί μας. Αυτή την αγία λιτότητα δεν αντέχει η πολυσυνθετότητα του σήμεραΟι τεχνοκρατικές μας κοινωνίες δεν θα μπορέσουν ποτέ να καταλάβουν πως μεγαλύνεται ο Θεός στα ταπεινά ασκηταριά των Καρουλίων του Αγίου Όρους, στο λιβανάκι που με το δίλεπτό της η χήρα προσέφερε στο ναό, στο παιδάκι που κρατά τη λαμπάδα και θυμιάζει τ’ Άγια στη Μεγάλη Είσοδο, εικονίζοντας τις ταξιαρχίες των Αγγέλων, στον απλό ιερέα της υπαίθρου που μνημονεύει χιλιάδες ονόματα στην Αγία Πρόθεση.

 Σ’ αυτά φανερώνεται ο Θεός, σ’ αυτά μεγαλύνεται η Ορθόδοξή μας πίστη: στην αλήθεια της σάρκωσης του Θεού, στην αλήθεια και την μοναδικότητα του ανθρωπίνου προσώπου, στη λιτότητα του θυμιάματος που ενώνει τις ικεσίες των Ορθοδόξων, αναβιβάζοντας αυτές στο υπερουράνιο θυσιαστήριο. 
Απλά είν᾽ τα πράγματα, η ομολογία μας λιτή:
Αὕτη ἡ πίστις τῶν Ἀποστόλων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Πατέρων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Ὀρθοδόξων, αὕτη ἡ πίστις την Οἰκουμένην ἐστήριξεν!

Ιάσων Ιερομ.

† Κυριακῇ 5 Μαρτίου 2017 (Α' Νηστειῶν) (Κυριακῇ τῆς Ὀρθοδοξίας)





Τὸ Εὐαγγέλιον

Ἐκ τοῦ κατά Ἰωάννην
Κεφ. α' : 44-52

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἠθέλησεν ὁ ᾿Ιησοῦς ἐξελθεῖν εἰς τὴν Γαλιλαίαν· καὶ εὑρίσκει Φίλιππον καὶ λέγει αὐτῷ· Ἀκολούθει μοι. Ἦν δὲ ὁ Φίλιππος ἀπὸ Βηθσαῑδά, ἐκ τῆς πόλεως ᾿Ανδρέου καὶ Πέτρου. Εὑρίσκει Φίλιππος τὸν Ναθαναὴλ, καὶ λέγει αὐτῷ· Ὅν ἔγραψε Μωσῆς ἐν τῷ νόμῳ καὶ οἱ Προφῆται, εὑρήκαμεν, ᾿Ιησοῦν τὸν υἱὸν τοῦ ᾿Ιωσὴφ, τὸν ἀπὸ Ναζαρέτ. Καὶ εἶπεν αὐτῷ Ναθαναήλ· Ἐκ Ναζαρὲτ δύναταί τι ἀγαθὸν εἶναι; Λέγει αὐτῷ Φίλιππος· Ἔρχου καὶ ἴδε. Εἶδεν ὁ ᾿Ιησοῦς τὸν Ναθαναὴλ ἐρχόμενον πρὸς αὐτὸν, καὶ λέγει περὶ αὐτοῦ· Ἴδε ἀληθῶς ᾿Ισραηλίτης, ἐν ᾧ δόλος οὐκ ἔστι. Λέγει αὐτῷ Ναθαναήλ· Πόθεν μὲ γινώσκεις; Ἀπεκρίθη ὁ ᾿Ιησοῦς, καὶ εἶπεν αὐτῷ· Πρὸ τοῦ σε Φίλιππον φωνῆσαι, ὄντα ὑπὸ τὴν συκῆν, εἶδόν σε.

Ἀπεκρίθη Ναθαναὴλ καὶ λέγει αὐτῷ· Ῥαββί, σὺ εἶ ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, σὺ εἶ ὁ Βασιλεὺς τοῦ ᾿Ισραήλ. Ἀπεκρίθη ᾿Ιησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῷ· Ὅτι εἶπόν σοι, εἶδόν σε ὑποκάτω τῆς συκῆς, πιστεύεις; μείζω τούτων ὄψει. Καὶ λέγει αὐτῷ· Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἀπ᾿ ἄρτι ὄψεσθε τὸν οὐρανὸν ἀνεῳγότα, καὶ τοὺς Ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ ἀναβαίνοντας, καὶ καταβαίνοντας ἐπὶ τὸν Υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου.



Ὁ Ἀπόστολος

Πρὸς Ἑβραίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ ᾽Ανάγνωσμα
Κεφ. ια' : 24-26, 32-40

δελφοί, πίστει Μωϋσῆς μέγας γενόμενος ἠρνήσατο λέγεσθαι υἱὸς θυγατρὸς Φαραώ, μᾶλλον ἑλόμενος συγκακουχεῖσθαι τῷ λαῷ τοῦ Θεοῦ ἢ πρόσκαιρον ἔχειν ἁμαρτίας ἀπόλαυσιν, μείζονα πλοῦτον ἡγησάμενος τῶν Αἰγύπτου θησαυρῶν τὸν ὀνειδισμὸν τοῦ Χριστοῦ· ἀπέβλεπε γὰρ εἰς τὴν μισθαποδοσίαν. Καὶ τί ἔτι λέγω; Ἐπιλείψει γάρ με διηγούμενον ὁ χρόνος περὶ Γεδεών, Βαράκ τε καὶ Σαμψὼν καὶ ᾿Ιεφθάε, Δαυΐδ τε καὶ Σαμουὴλ καὶ τῶν προφητῶν, οἳ διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, εἰργάσαντο δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν, ἔφραξαν στόματα λεόντων, ἔσβεσαν δύναμιν πυρός, ἔφυγον στόματα μαχαίρας, ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας, ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ, παρεμβολὰς ἔκλιναν ἀλλοτρίων· ἔλαβον γυναῖκες ἐξ ἀναστάσεως τοὺς νεκροὺς αὐτῶν· ἄλλοι δὲ ἐτυμπανίσθησαν, οὐ προσδεξάμενοι τὴν ἀπολύτρωσιν, ἵνα κρείττονος ἀναστάσεως τύχωσιν· ἕτεροι δὲ ἐμπαιγμῶν καὶ μαστίγων πεῖραν ἔλαβον, ἔτι δὲ δεσμῶν καὶ φυλακῆς· ἐλιθάσθησαν, ἐπρίσθησαν, ἐπειράσθησαν, ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον, περιῆλθον ἐν μηλωταῖς, ἐν αἰγείοις δέρμασιν, ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος, ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς. Καὶ οὗτοι πάντες μαρτυρηθέντες διὰ τῆς πίστεως οὐκ ἐκομίσαντο τὴν ἐπαγγελίαν, τοῦ Θεοῦ περὶ ἡμῶν κρεῖττόν τι προβλεψαμένου, ἵνα μὴ χωρὶς ἡμῶν τελειωθῶσι.


Εἰς τόν Ὄρθρον
Τὸ Δ΄ Ἑωθινόν Εὐαγγέλιον

Ἐκ τοῦ κατά Λουκᾶν 
Κεφ. 24:1-12


Τῇ μιᾷ τῶν Σαββάτων, ὄρθρου βαθέος, ἦλθον γυναῖκες ἐπὶ τὸ μνῆμα φέρουσαι ἃ ἡτοίμασαν ἀρώματα, καί τινες σὺν αὐταῖς. Εὗρον δὲ τὸν λίθον ἀποκεκυλισμένον ἀπὸ τοῦ μνημείου· καὶ εἰσελθοῦσαι οὐχ εὗρον τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου ᾿Ιησοῦ. Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ διαπορεῖσθαι αὐτὰς περὶ τούτου, καὶ ἰδοὺ δύο ἄνδρες ἐπέστησαν αὐταῖς ἐν ἐσθήσεσιν ἀστραπτούσαις. Ἐμφόβων δὲ γενομένων αὐτῶν, καὶ κλινουσῶν τὸ πρόσωπον εἰς τὴν γῆν, εἶπον πρὸς αὐτάς· Τί ζητεῖτε τὸν ζῶντα μετὰ τῶν νεκρῶν; οὐκ ἔστιν ὧδε, ἀλλ᾿ ἠγέρθη· μνήσθητε ὡς ἐλάλησεν ὑμῖν ἔτι ὦν ἐν τῇ Γαλιλαίᾳ, λέγων· Ὅτι δεῖ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου παραδοθῆναι εἰς χεῖρας ἀνθρώπων ἁμαρτωλῶν, καὶ σταυρωθῆναι, καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστῆναι. Καὶ ἐμνήσθησαν τῶν ῥημάτων αὐτοῦ· καὶ ὑποστρέψασαι ἀπὸ τοῦ μνημείου, ἀπήγγειλαν ταῦτα πάντα τοῖς ἕνδεκα καὶ πᾶσι τοῖς λοιποῖς. Ἦσαν δὲ ἡ Μαγδαληνὴ Μαρία καὶ ᾿Ιωάννα καὶ Μαρία ᾿Ιακώβου, καὶ αἱ λοιπαὶ σὺν αὐταῖς, αἳ ἔλεγον πρὸς τοὺς Ἀποστόλους ταῦτα. Καὶ ἐφάνησαν ἐνώπιον αὐτῶν ὡσεὶ λῆρος τὰ ῥήματα αὐτῶν, καὶ ἠπίστουν αὐταῖς. Ὁ δὲ Πέτρος, ἀναστὰς ἔδραμεν ἐπὶ τὸ μνημεῖον· καὶ παρακύψας βλέπει τὰ ὀθόνια κείμενα μόνα· καὶ ἀπῆλθε, πρὸς ἑαυτόν θαυμάζων τὸ γεγονός.

Συναξαριστής της 5ης Μαρτίου

Ὁ Ἅγιος Κόνων ὁ Ἴσαυρος



Ὁ Ἅγιος Κόνων ἔζησε στὰ ἀποστολικὰ χρόνια καὶ καταγόταν ἀπὸ ἕνα χωριὸ (τὴ Βιδανή) τῆς Ἰσαυρίας. Οἱ γονεῖς του Νέστωρ καὶ Νάδα στὴν ἀρχὴ ἦταν εἰδωλολάτρες. Ἀλλ᾿ ἔπειτα δέχθηκαν τὴν χριστιανικὴ πίστη, μαζὶ μὲ τὸν ὡραῖο, ἔφηβο τότε, γιό τους.

Ὁ Κόνων νυμφεύθηκε μία χριστιανὴ κόρη (τὴν Ἄννα), μέσα ἀπὸ τὸ χριστιανικὸ ὅμιλο τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Ἀπὸ τὴν ἀρχὴ συμφώνησαν καὶ οἱ δυὸ νὰ ζοῦν σὰν ἀδέλφια καὶ νὰ ἀφιερωθοῦν στὴ διάδοση τῆς χριστιανικῆς ἀλήθειας. Οἱ εἰδωλολάτρες συμπολῖτες τοῦ Κόνωνα ἔβλεπαν μὲ πολὺ δυσαρέσκεια τὶς χριστιανικές του δραστηριότητες.

Ἔφεραν τοὺς πιὸ δυνατοὺς στὸ λόγο ἐθνικοὺς γιὰ νὰ τὸν ἀποστομώσουν, ἀλλὰ αὐτὸς μὲ τὸ φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τοὺς φίμωνε. Ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ ἀπὸ ἐγωισμὸ γίνονταν χειρότεροι. Μία μέρα, πῆγε σ᾿ ἕναν εἰδωλολατρικὸ ναὸ καὶ ἔκανε γιὰ τὴν ἰδιαίτερη αὐτὴ περίσταση αὐτὸ ποὺ λέει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ: «Διὰ πάσης προσευχῆς καὶ δεήσεως, προσευχόμενοι ἐν παντὶ καιρῷ ἐν Πνεύματι». Νὰ παρακαλεῖτε, δηλαδή, τὸ Θεό, μὲ κάθε εἶδος προσευχῆς καὶ αἴτησης. Νὰ προσεύχεσθε σὲ κάθε καιρό, μὲ τὸ φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Προσευχήθηκε, λοιπόν, καὶ ὁ Κόνων στὸ Χριστό, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ γίνει κομμάτια τὸ εἴδωλο τοῦ ναοῦ. Φωνὴ θρηνώδης ἀκούστηκε ἀπ᾿ ὅλους καὶ ὁμολόγησαν τὸ Χριστὸ ὡς Υἱὸ τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι ὁ Κόνων μὲ τὰ ἔργα του, καὶ κυρίως μὲ τὴν προσευχή, πέτυχε νὰ σωθοῦν πολλὲς ψυχὲς ἀπὸ τὴν εἰδωλολατρία.

Ἄλλη δὲ μαρτυρία ἀναφέρει, ὅτι ἐπὶ ἡγεμόνος τῆς Ἰσαυρίας Μάγνου, συνελήφθη καὶ κακοποιήθηκε. Ἀλλ᾿ οἱ χριστιανοὶ ποὺ φωτίστηκαν ἀπὸ τὸν Ἅγιο, ἔτρεξαν ἐπὶ τόπου καὶ ἀπείλησαν νὰ σκοτώσουν τὸν ἡγεμόνα, ὁ ὁποῖος φοβήθηκε, ἔφυγε καὶ ἄφησε ἐλεύθερο τὸν Κόνωνα.
Μετὰ τὸ περιστατικὸ αὐτό, ἔζησε ἀλλὰ δυὸ χρόνια καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Ἀπολυτίκιον. 
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τὴν χάριν τοῦ Πνεύματος, ἐνδεδυμένος σοφέ, τὸ κράτος διέλυσας, τῆς ἀσεβείας στερρῶς, ἐκλάμπων τοῖς θαύμασιν· ὅθεν πεφοινιγμένος, ταῖς ῥοαῖς τῶν αἱμάτων, Κόνων Ὁσιομάρτυς, τὸν Δεσπότην δοξάζεις, τὸν παρέχοντα ἡμῖν διὰ σοῦ, χάριν καὶ ἔλεος.

Κοντάκιον.
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ἀγγελικῆς ἀξιωθεὶς ὀπτασίας, τὴν ἐν Χριστῷ μεμυσταγώγησαι πίστιν, καὶ τῶν θαυμάτων εἴληφας τὴν δύναμιν σοφέ·ὅθεν καθυπέταξας, τὴν ὀφρὺν τῶν δαιμόνων, καὶ τῆς πλάνης ἔσβεσας, ἐναθλήσας τὴν φλόγα. Ὁσιομάρτυς Κόνων Ἀθλητά, ἐξευμενίζου, ἡμῖν τὸν Φιλάνθρωπον.

Κάθισμα. 
Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ.
Ἐκ βρέφους τῷ Θεῷ, κολληθεὶς Θεοφόρε, τοῦ Πνεύματος σεπτόν, ἀνεδείχθης δοχεῖον, καὶ τὰ πονηρότατα, καθυπέταξας πνεύματα, ἐναθλήσας δέ, ἐμεγαλύνθης ἀξίως· ὅθεν ἅπαντες, τὴν παναγίαν σου μνήμην, πιστῶς ἑορτάζομεν.

Μεγαλυνάριον.
Βίον καθαρώτατον γεωργῶν, χαίρων προσελάβου, ὡς βασίλειον στολισμόν, ἄθλησιν τὴν θείαν, Ὁσιομάρτυς Κόνων, ἀνθ’ ὧν διπλοῦν ἐδέξω, θεόθεν στέφανον.

Ὁ Ἅγιος Κόνων ὁ Κηπουρός



Ἔζησε τὸν 3ο αἰῶνα μ.Χ. καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Ναζαρέτ. Ἀναχώρησε ἀπὸ τὴν πατρίδα του καὶ πῆγε στὴν πόλη Μάνδρα τῆς Παμφυλίας, καὶ ἔμενε σὲ κάποια τοποθεσία ποὺ ὀνομαζόταν Κάρμηλα ἢ Κάρμενα. Ἐκεῖ καλλιεργοῦσε κῆπο, φυτεύοντας διάφορα λάχανα γιὰ νὰ ἐξοικονομήσει τὰ ἀναγκαῖα της ζωῆς.

Ἦταν τόσο ἀκέραιος στὸ φρόνημά του καὶ ἁπλός, ὥστε ὅταν συνάντησε ἐκείνους ποὺ εἶχαν διαταγὴ νὰ τὸν συλλάβουν καὶ εἶδε ὅτι τὸν χαιρετοῦσαν, ἀνταποκρίθηκε καὶ αὐτὸς μὲ ὅλη του τὴν καρδιά. Ὅταν τοῦ εἶπαν ὅτι τὸν καλεῖ ὁ ἡγεμόνας Πούπλιος, ἐκεῖνος ἀπάντησε: «Τί χρειάζομαι ἐγὼ στὸν ἡγεμόνα, τὴν στιγμὴ μάλιστα ποῦ εἶμαι χριστιανός; Ἂς καλέσει καλύτερα τοὺς ὁμοϊδεάτες του».

Τότε δεμένο τὸν ἔφεραν στὸν ἡγεμόνα, ποὺ τὸν παρακινοῦσε μὲ τὴν βία νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα. Μὲ βαριὰ καρδιὰ ὁ Ἅγιος, ἔβρισε τὸν τύραννο καὶ τοῦ εἶπε ὅτι εἶναι ἀληθινὸς χριστιανὸς καὶ ὅσα βασανιστήρια νὰ τοῦ κάνουν δὲν θὰ ἀλλαξοπιστήσει. Ἀμέσως τότε κάρφωσαν τὰ πόδια του καὶ τὸν ἀνάγκασαν νὰ τρέχει μπροστὰ ἀπὸ τὴν ἅμαξα τοῦ ἡγεμόνα μέχρι ποὺ ξεψύχησε. Ἔτσι ἔλαβε τὸ αἰώνιο στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.


-

Ὁ Ἅγιος Νικόλαος Ἐπίσκοπος Ἀχρίδος καὶ Ζίτσης



Ὁ Ἅγιος Νικόλαος γεννήθηκε στὶς 23 Δεκεμβρίου 1880 στὸ χωριὸ Λέλιτς τῆς κεντροδυτικῆς Σερβίας. Ἦταν τὸ πρῶτο ἀπὸ τὰ ἐννέα τέκνα τῶν εὐσεβῶν ἀγροτῶν Δραγομίρου καὶ Αἰκατερίνης. Ἀσθενικὸς στὴν σωματική του διάπλαση καὶ κράση, ἐπέδειξε ἀπὸ μικρὸς τὴν εὐφυΐα του, τὴ μεγάλη του ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν κλίση πρὸς τὸν μοναχικὸ βίο. Σπούδασε, παρὰ τὸ γεγονὸς τῆς μεγάλης πτωχείας τῆς οἰκογένειάς του, στὴ θεολογικὴ σχολὴ Βελιγραδίου, ἀνακηρύχθηκε διδάκτωρ τῆς Θεολογίας στὴ Βέρνη τῆς Ἐλβετίας (1908), διδάκτωρ στὴν Ὀξφόρδη τῆς Ἀγγλίας (1909) καὶ τὸ Χάλλε τῆς Γερμανίας (1911). Γνώριζε ἑπτὰ γλῶσσες, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ τὴν ἑλληνική.

Ὁ Νικόλαος λάτρευε τὸν Θεὸ ἐξ ὅλης τῆς καρδίας, ἰσχῦος καὶ διανοίας αὐτοῦ, καὶ ὁ Θεὸς τοῦ ἔδωσε στόμα καὶ σοφία ἀσυναγώνιστο καὶ ἀκαταγώνιστο. Ἐκάρη μοναχὸς καὶ χειροτονήθηκε πρεσβύτερος στὴ μονὴ Ρακόβιτσα, κοντὰ στὸ Βελιγράδι, τὸν Δεκέμβριο τοῦ ἔτους 1909. Εἶχε ἀρρωστήσει βαριὰ ἀπὸ δυσεντερία καὶ ἔταξε, ἐὰν ὁ Κύριος τὸν θεραπεύσει, νὰ Τοῦ ἀφιερωθεῖ διὰ βίου μὲ ὅλη του τὴν ὕπαρξη, ὅπως καὶ ἔγινε.

Κατὰ τὴν περίοδο 1915-1919 ἀπεστάλη στὴν Ἀμερικὴ καὶ στὴν Ἀγγλία, γιὰ νὰ συντρέξει καὶ νὰ ἐνισχύσει τὸν πολύπαθο Σερβικὸ λαό. Τὸ ἔτος 1919 ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Ζίτσης στὴν κεντρικὴ Σερβία καὶ τὸ ἔτος 1920 μεταφέρθηκε στὴν Ἀχρίδα, ὅπου ἀνέπτυξε ἕνα τεράστιο ἱεραποστολικό, ποιμαντικό, κοινωνικὸ καὶ φιλανθρωπικὸ ἔργο.

Ὁ Ἐπίσκοπος Νικόλαος, παρὰ τὴν τεράστια μόρφωσή του καὶ τὰ πολλά του χαρίσματα, διακρινόταν γιὰ τὴν ἁπλότητα τοῦ ἤθους του, τὴν καλοσύνη καὶ τὴν ἀγάπη του. Ἡ ἀρετή, ἡ ὁποία κατ’ ἐξοχὴν τὸν στόλιζε, ἦταν ἡ ταπείνωση. Ἡ μελέτη τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἡ συναναστροφή του μὲ Ἁγιορεῖτες Πατέρες πλούτιζαν τὴν πνευματικότητά του. Μὲ τὰ συγγράμματά του καὶ τὴν πνευματική του καθοδήγηση ὁ λαὸς ἀναγεννιέται πνευματικὰ καὶ ὁ μοναχισμὸς ἀνθίζει.

Τὸ 1941 οἱ ἀρχὲς κατοχῆς τῆς χώρας του, οἱ Γερμανοί, τὸν συλλαμβάνουν, τὸν περιορίζουν καὶ τὸ 1944 τὸν στέλνουν στὸ στρατόπεδο συγκεντρώσεως τοῦ Νταχάου στὴ Γερμανία, ὅπου ὑπέστη πάνδεινα βασανιστήρια. Ὁ δοῦλος τοῦ Κυρίου βάσταζε τὰ στίγματα τοῦ μαρτυρίου στὸ σῶμα του, ποὺ ὅλο εἶχε γίνει μία πληγή. Μάλιστα δέρμα στὴν πλάτη καὶ στὰ πέλματα δὲν ὑπῆρχε.

Μετὰ τὴν ἀπελευθέρωσή του, τὸ Μάιο τοῦ 1945, δὲν θέλησε πλέον νὰ ἐπιστρέψει στὴν πατρίδα του. Τὸ τότε καθεστὼς τὸν θεωροῦσε ἀνεπιθύμητο πρόσωπο. Πῆγε, λοιπόν, στὴν Ἀμερικὴ καὶ παρὰ τὴν κλονισμένη ὑγεία του συνέχισε τὸ φιλανθρωπικὸ καὶ ἱεραποστολικὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ. Δίδαξε στὴν ἱερατικὴ σχολὴ τῆς μονῆς τοῦ Ἁγίου Σάββα στὸ Λίμπερτβιλ τοῦ Ἰλλινόις καὶ ἀπὸ τὸ 1951 ἐγκαταστάθηκε στὴ Ρωσικὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Τύχωνος στὴν Πενσυλβάνια, ὅπου καθοδηγοῦσε τοὺς μοναχοὺς καὶ διηύθυνε τὸ θεολογικὸ σεμινάριο τῆς μονῆς. Οἱ δυσκολίες καὶ τὰ προβλήματα δὲν τὸν ἀποθάρρυναν ποτέ. Αἰσθανόταν ἔντονα τὴν παρουσία τῆς Θείας Πρόνοιας στὸ βίο του καὶ αὐτὸ τοῦ ἔδινε δύναμη, ἀνδρεία καὶ χαρά.

Ἡ προσευχή του ἦταν ἀδιάλειπτη καὶ ἔρεε ὡς ποταμὸς τοῦ παραδείσου. Πενθοῦσε ἀβίαστα καὶ ἔχυνε δάκρυα μετάνοιας, παρακλήσεως, μεσιτείας καὶ δοξολογίας. Προσευχόμενος τὸ πρωὶ τῆς Κυριακῆς τοῦ ἔτους 1956 στὸ ταπεινὸ κελί του καὶ προετοιμαζόμενος νά λειτουργήσει, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Ὁ Ὅσιος Μᾶρκος ὁ Ἀσκητὴς καὶ Θαυματουργός



Ἦταν Ἀθηναῖος καὶ ἔζησε τὸν 4ο αἰῶνα μ.Χ. Στὴν Ἀθήνα ἔλαβε ἀξιόλογη μόρφωση, καὶ μαζὶ μὲ τὴν ἐπίδοσή του στὴν ἑλληνικὴ φιλοσοφία διακρίθηκε καὶ στὴ μελέτη τῶν ἁγίων Γραφῶν. Κατόπιν ἀναχώρησε ἀπὸ τὴν Ἀθήνα καὶ πῆγε στὴν Ἀντιόχεια. Ἐκεῖ τὸν ἔφερε ἡ μεγάλη φήμη τοῦ ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Χρυσοστόμου, κοντὰ στὸν ὁποῖο καὶ μαθήτευσε.

Παρέμεινε μέσα στὴν κοσμικὴ κοινωνία, καταρτίζοντας τὸν ἑαυτό του τελειότερα στὴ σπουδὴ καὶ τὴν γνώση τῶν ἀνθρωπίνων πραγμάτων μέχρι τοῦ τεσσαρακοστοῦ ἔτους τῆς ἡλικίας του. Ἔπειτα ἀποσύρθηκε σὲ μία μικρὴ κοινοβιακὴ συντροφιά, ὅπου διακρίθηκε γιὰ τὴν φιλάδελφη καὶ προσεκτικὴ συμπεριφορά του.

Ἔγραψε ἀρκετὰ συγγράμματα, ἀπὸ τὰ ὁποῖα σῴζονται μόνο μερικοὶ λόγοι καὶ ἐπιστολές, καθὼς καὶ συμβουλευτικὲς πραγματεῖες. Εἶναι δὲ τόση ἡ πρακτικότητα καὶ ἡ ὠφέλειά τους, ὥστε ἐλέχθη γιὰ τὸν συγγραφέα τους, ὅτι: «Πάντα πώλησαν καὶ Μᾶρκον ἀγόρασαν».

Νὰ ὅμως, καὶ μερικὰ ἀπὸ τὰ πολύτιμα παραγγέλματά του: «Προτιμότερον, λέγει, νὰ σὲ βλάπτουν οἱ ἄνθρωποι παρὰ νὰ σὲ ἐξουσιάζουν οἱ δαίμονες. Ὁ ἁπλοῦς, ἀλλὰ ταπεινόφρων ἄνθρωπος εἶναι σοφώτερος ἀπὸ τοὺς σοφούς. Ὅποιος ἐνθυμεῖται τὰ προηγούμενα σφάλματά του, προφυλάσσεται ἀπὸ τὰ μέλλοντα. Ἐὰν δὲν ὑπέστῃς θλίψεις νὰ μὴ νομίζῃς ὅτι ἔχεις ἄρετην. Διότι δὲν εἶναι τίποτε ὅ,τι φύεται μέσα εἰς τὴν ἄνεσιν».

Ὁ Ὅσιος Μᾶρκος ὁ Ἀθηναῖος



Συγκεχυμένες καὶ ἀσαφεῖς οἱ πληροφορίες γιὰ τὴν ζωή του. Ἀπὸ διήγηση τοῦ Ὁσίου Σεραπίωνος μαθαίνουμε ὅτι ἀσκήτευσε τὸν 4ο αἰῶνα μ.Χ. στὴν ἔρημο πέραν τῆς χώρας τῶν Χετταίων, μᾶλλον πέραν τῆς Αἰγύπτου, στὸ ὄρος τῆς Θρᾴκης (ὄχι βέβαια τῆς ἑλληνικῆς) γιὰ 95 ὁλόκληρα χρόνια. Πατρίδα του ἦταν ἡ Ἀθήνα. Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Ἴσως νὰ εἶναι τὸ ἴδιο πρόσωπο μὲ τὸν προηγούμενο ὅσιο Μᾶρκο τὸν Ἀσκητή.

Ὁ Ἅγιος Εὐλόγιος

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Εὐλόγιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Παλαιστίνη καὶ ἦταν υἱὸς πλούσιων εἰδωλολατρῶν γονέων. Ὁ ἴδιος, ἀφοῦ ἐπέστρεψε στὸν Χριστὸ καὶ βαπτίσθηκε, μετὰ τὸν θάνατο τῶν γονέων του, διαμοίρασε τὰ πλούτη του στοὺς πτωχοὺς καὶ περιερχόταν σὲ ὅλη τὴν πόλη καὶ τὴ χώρα, διδάσκοντας στοὺς εἰδωλολάτρες τὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ καὶ βαπτίζοντας πολλοὺς ἀπὸ αὐτοὺς στὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος.

Ὅμως κατηγορήθηκε ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες στὸν ἄρχοντα τῆς χώρας, ὁ ὁποῖος ἔδωσε ἐντολὴ ἂν τὸν συλλάβουν καὶ νὰ τὸν ὁδηγήσουν ἐνώπιόν του. Ὁ Ἅγιος μὲ θάρρος καὶ παρρησία ὁμολόγησε τὴν πίστη του στὸν Χριστὸ καὶ ἀρνήθηκε νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα. Ἀμέσως ἄρχισαν τὰ βασανιστήρια. Ἀφοῦ τὸν ἔγδυσαν, τὸν κτύπησαν βίαια μὲ σκληρὲς χορδὲς ἀπὸ νεῦρα βοδιῶν καὶ στὴν συνέχεια ἀπέκοψαν τὴν τίμια κεφαλὴ αὐτοῦ.

Ἔτσι ὁ Ἅγιος Εὐλόγιος ἔλαβε τὸ ἁμαράντινο στέφανο τῆς δόξας καὶ εἰσῆλθε στὴν οὐράνια ζωὴ τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.

Ὁ Ἅγιος Εὐλάμπιος

Μαρτύρησε στὴν Παλαιστίνη διὰ ξίφους.

Ὁ Ἅγιος Ἀρχέλαος καὶ οἱ μαζὶ μ᾿ αὐτὸν 152 Μάρτυρες

Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. (Στὸ Κουτλουμουσιανὸ Μηναῖο οἱ μάρτυρες ἀριθμοῦνται 142).

Οἱ Ἅγιοι Φώτιος καὶ Κύριλλος

Μᾶλλον ἀνῆκαν στοὺς 152 Μάρτυρες, ποὺ μαρτύρησαν μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Ἀρχέλαο.

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης νεομάρτυρας ἀπὸ τὴν Βουλγαρία

Ἦταν ὡραῖος στὸ σῶμα καὶ ἐγγράμματος. Κάποτε μπλέχτηκε σὲ μία περιπέτεια καὶ ἀρνήθηκε τὸν Χριστό. Οἱ τύψεις συνειδήσεως ὅμως, γιὰ τὴν ἀποστασία του, τὸν ἔφεραν ἀπὸ τὴν Βουλγαρία στὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἐκεῖ ὑποτάχθηκε σ᾿ ἕναν μονόχειρα μοναχό, τῆς Λαύρας τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου.

Ἦταν 18 χρονῶν ὅταν ἔφυγε ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη. Ἐκεῖ ντύθηκε τούρκικα ροῦχα, μπῆκε στὸ τέμενος τῆς Ἁγίας Σοφίας καὶ ἔκανε μπροστὰ στοὺς Τούρκους τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, καὶ προσκύνησε μὲ χριστιανοπρέπεια.

Οἱ Τοῦρκοι ἀμέσως τὸν συνέλαβαν καὶ ἐπειδὴ δὲν μπόρεσαν νὰ τὸν μεταστρέψουν στὴ θρησκεία τους, τὸν ἀποκεφάλισαν στὴν αὐλὴ τῆς Ἁγίας Σοφίας στὶς 5 Μαρτίου 1784.

Ὁ Ἅγιος Γεώργιος νεομάρτυρας ἀπὸ τὴν Ραψάνη

Ὁ νεομάρτυς ἅγιος Γεώργιος ὁ ἐκ Ραψάνης, ἦταν γόνος τῆς σπουδαίας οἰκογενείας τῶν Χατζηλασκαρέων καὶ ἀπόφοιτος τῆς φημισμένης σχολῆς τῆς πατρίδος του. Ἄσκησε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ γραμματοδιδασκάλου στὴ γενέτειρά του.

Ἡ ἀλλαγὴ ἑνὸς νεαροῦ ἀλλοθρήσκου ἀπετέλεσε τὴν αἰτία τοῦ μαρτυρίου τοῦ Γεωργίου. Τὸ συνέλαβαν, τὸν δίκασαν σύντομα καὶ τὸν κατεδίκασαν τελεσίδικα σὲ θάνατο μὲ βασανιστήρια. Παρέδωσε μὲ ἀποκεφαλισμὸ τὸ πνεῦμα του στὶς 5 Μαρτίου τοῦ 1818 σὲ ἡλικία 20 ἐτῶν.

Ὁ θάνατος ἀπετέλεσε «τὴν γενέθλιον ἡμέραν» τῆς ζωῆς του καὶ οἱ θαυμαστὲς ἀποκαλύψεις του πιστοποίησαν ἀκόμα μία φορὰ ὅτι «τοῖς ἁγίοις τοῖς ἐν τῇ γῇ αὐτοῦ ἐθαυμάστωσεν ὁ Κύριος».

Τὰ δὲ λείψανα τοῦ ἁγίου μετεφέρθησαν ἀπὸ τοὺς συγγενεῖς του μάρτυρος εἰς Ραψάνην καὶ εὑρίσκονται σήμερον εἰς τὴν οἰκίαν «Καραβασίλη» ὅπου καίει μπροστά τους ἀκοίμητη κανδήλα, καὶ εἶναι προσιτὰ εἰς κάθε εὐλαβὴ προσκυνητή.

Ὁ Ὅσιος Κόνων ἐκ Κύπρου



Ὁ Ὅσιος Κόνων ἔζησε περὶ τὸν 4ο αἰῶνα μ.Χ. Γεννήθηκε στὴν περιοχὴ τοῦ Ἀκάμα τῆς Κύπρου, λίγα χρόνια μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ Ὁσίου Ἰλαρίωνος τοῦ Μεγάλου (τιμᾶται 21 Ὀκτωβρίου), ἀπὸ εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεους γονεῖς. Ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία ἀγάπησε τὴν ἐγκράτεια, τὴν ἄσκηση καὶ τὴν ἀρετή. Ἔτσι ἀποφάσισε νὰ ἐγκαταλείψει τὸν κόσμο καὶ νὰ ἐγκατασταθεῖ σὲ ἕνα σπήλαιο μακριὰ ἀπὸ τὸ χωριό του.

Ἐκεῖ ὁ Ὅσιος ἀγωνιζόταν τὸν καλὸ ἀγῶνα καὶ προέκοπτε στὴν κατὰ Χριστὸν ζωή. Σιγὰ – σιγὰ γύρω του συγκεντρώθηκε μία ὁμάδα νέων ἀνθρώπων καὶ ἔτσι δημιουργήθηκε μία μοναστικὴ ἀδελφότητα.

Τὰ χρόνια ἦταν δύσκολα. Ἡ φτώχεια καὶ οἱ ἀσθένειες ταλαιπωροῦσαν τοὺς ἀνθρώπους. Ἔτσι ὁ Ὅσιος, τὸν ὁποῖο χαρακτήριζε ἡ φιλοθεΐα καὶ ἡ φιλανθρωπία, φρόντισε νὰ ἱδρύσει γύρω ἀπὸ τὴ μονὴ ἕνα νοσοκομεῖο, τὸ γνωστὸ Πτωχεῖο, γιὰ νὰ βρίσκουν ἐκεῖ ἐλπίδα καὶ καταφύγιο οἱ ἀσθενεῖς καὶ οἱ πτωχοί.

Ὁ Ὅσιος Κόνων, ἀφοῦ ἀγωνίσθηκε θεοφιλῶς μὲ τέλεια ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὸν ἄνθρωπο, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη σὲ βαθὺ γῆρας. Ἱερὰ λείψανά του φυλάσσονται στὶς μονὲς Κύκκου καὶ Μαχαιρὰ τῆς Κύπρου.

Οἱ Ὅσιοι Ἀδριανὸς καὶ Λεωνίδας οἱ Μάρτυρες ἐκ Ρωσίας

Ὁ Ὅσιος Ἀδριανὸς τοῦ Ποσεσόνε ἔζησε στὴ Ρωσία κατὰ τὸν 16ο αἰῶνα μ.Χ. Ἀρχικὰ μόνασε στὴν μονὴ τοῦ Ἁγίου Κορνηλίου τῆς περιοχῆς Κομέλ, ὅταν τὸ 1540 εἶδε σὲ ὅραμα ἕνα γηραιὸ μοναχὸ μὲ τὸ ὄνομα Βεστούζ, ποὺ τὸν καλοῦσε νὰ ἱδρύσει ἕνα καινούργιο μοναστῆρι.

Μὲ τὴν εὐλογία τοῦ ἡγουμένου, ποὺ τοῦ παρέδωσε μία εἰκόνα τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, ὁ Ὅσιος Ἀδριανὸς καὶ ὁ μαθητής του Ὅσιος Λεωνίδας, ἄφησαν τὴ μοναστικὴ κοινότητά τους.

Φθάνοντας στὰ βάθη ἐνὸς δάσους, οἱ δυὸ μοναχοὶ τοποθέτησαν τὴν εἰκόνα πάνω σὲ μία ψηλὴ βελανιδιὰ καὶ ἀπομακρύνθηκαν, γιὰ νὰ διαλέξουν τὸ νέο τόπο τῆς ἀσκήσεώς τους. Πέρασαν ὅμως ἀπὸ ἐκεῖνο τὸ σημεῖο κάποιοι ψαράδες καὶ βλέποντας τὴν εἰκόνα προσπάθησαν νὰ τὴν πάρουν. Μία μυστικὴ δύναμη ὅμως τοὺς ἀπωθοῦσε. Τρομαγμένοι ἀπὸ τὸ θαυμαστὸ γεγονὸς ἄφησαν ψωμὶ καὶ ψάρια κάτω στὸ δένδρο. Οἱ μοναχοὶ εὐχαρίστησαν τὸν Θεὸ γιὰ τὸ θεόσταλτο αὐτὸ δῶρο καὶ κατάλαβαν ὅτι ἐκεῖνο ἦταν τὸ μέρος ποὺ τοὺς παραχωρήθηκε γιὰ νὰ οἰκοδομήσουν τὸ νέο μοναστῆρι, πρὸς τιμὴν τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου.

Ὁ Ὅσιος Λεωνίδας, ἀφοῦ ἀσκήτεψε θεοφιλῶς, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1549.

Δέκα χρόνια μετὰ τὴν ἵδρυση τῆς μονῆς, στὶς 5 Μαρτίου 1550, μία συμμορία λῃστῶν λεηλάτησε τὸ μοναστῆρι, βασάνισε καὶ φόνευσε τὸν ἡγούμενο Ὅσιο Ἀδριανό.

Τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ Ὁσίου Ἀδριανοῦ εὑρέθησαν τὸ ἔτος 1626 καὶ μὲ εὐλάβεια, κατόπιν ἐντολῆς τοῦ Πατριάρχου Φιλάρετου, μετεκομίσθησαν στὸ μοναστῆρι ποὺ ὁ ἴδιος ἵδρυσε στὴν πόλη τοῦ Ποσεσόνε.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...