Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 20, 2018

Το άγνωστο μήνυμα των Χριστουγέννων: να γίνεις θεός! Ο άνθρωπος γίνεται θεός;




Το άγνωστο μήνυμα των Χριστουγέννων:
να γίνεις θεός!


Ποιο είναι το νόημα και το μήνυμα των Χριστουγέννων, αν ξεφύγουμε από τα λαμπερά περιτυλίγματα, τα φωτάκια και τον καταναλωτισμό; «Η αγάπη» ασφαλώς θα πουν όλοι. Είναι μέρες αγάπης. «Και επί γης ειρήνη»:αυτό είναι το μήνυμα των Χριστουγέννων.

Αν και η απάντηση αυτή βασίζεται σε μια μεγάλη αλήθεια (η αγάπη πράγματι είναι το θεμέλιο όλων των χριστιανικών εορτών και πράξεων, όταν γίνονται σωστά), όμως κι αυτή η απάντηση δε φτάνει στο βάθος και στην αλήθεια της εορτής, όπως μας την παραδίδει η πνευματική μας κληρονομιά και όπως την εκφράζουν οι άγιοι της Ορθοδοξίας, αλλά και οι μεγάλοι και άγιοι ποιητές και μουσικοί που έγραψαν τα μουσικά έργα (κανόνες, κοντάκια, άλλα τροπάρια) που ψάλλουμε στην εκκλησία τη μέρα της γιορτής.
  • Σύμφωνα με όλους αυτούς, το νόημα των Χριστουγέννων είναι: ο Θεός έγινε άνθρωπος, για να γίνει ο άνθρωπος θεός.
Το ότι ο Θεός έγινε άνθρωπος (σύμφωνα με τους χριστιανούς) το ξέρουν και το καταλαβαίνουν, σε γενικές γραμμές, όλοι: ο Θεός είναι η Αγία Τριάδα. Το ένα από τα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδας, ο Υιός του Θεού Πατέρα (που είναι κι αυτός Θεός), πήρε ανθρώπινο σώμα (ΚΑΙ ψυχή) και έγινε άνθρωπος, δίδαξε την αγάπη και σταυρώθηκε, λυτρώνοντας το ανθρώπινο γένος (από τι όμως το λύτρωσε;).
  • Ο άνθρωπος γίνεται θεός;
Αλλά το δεύτερο, ότι ο Χριστός γεννήθηκε για να γίνει θεός ο άνθρωπος, σίγουρα πρώτη φορά το ακούνε οι πιο πολλοί και ασφαλώς χρειάζεται εξήγηση.

Να πούμε κατ’ αρχάς ότι μιλάμε κυριολεκτικά: στ’ αλήθεια γίνεται θεός ο άνθρωπος, όχι συμβολικά ή μεταφορικά. Γιατί; Επειδή με το να γίνει άνθρωπος ο Θεός, δημιούργησε μια γέφυρα που ενώνει Θεό και ανθρώπους. Έτσι, όταν κάποιος βαφτίζεται ορθόδοξος χριστιανός, μεταλαβαίνει το σώμα και το αίμα του Χριστού και αξιοποιεί τις δυνάμεις του για να καθαρίσει την καρδιά του από τα πάθη (τον εγωισμό, το μίσος, την ιδιοτέλεια, το ν’ αγαπάει το χρήμα, τις απολαύσεις ή τη δόξα πιο πολύ απ’ όσο αγαπά τους συνανθρώπους του κ.λ.π.) και να εγκαταστήσει μέσα του την ταπεινή και ανιδιοτελή αγάπη (που περιλαμβάνει οπωσδήποτε συγχώρεση των εχθρών, άσχετα αν αυτοί μετανοούν ή όχι), τότε ο άνθρωπος ενώνεται με το Χριστό.

Και, επειδή ο Χριστός είναι Θεός, η ένωση αυτή φέρνει τον άνθρωπο σε ένωση με το Θεό. Έτσι ο άνθρωπος γίνεται άγιος, δηλαδή θεός «κατά χάριν» (αποκτά έντονα θεϊκά στοιχεία, που τα διατηρεί αιώνια, χωρίς όμως να πάψει να είναι άνθρωπος). Γι’ αυτό οι άγιοι κάνουν θαύματα: επειδή δεν είναι πια κοινοί άνθρωποι, αλλά έχουν γίνει πλάσματα ανώτερου επιπέδου: θεϊκά όντα.

Βέβαια οι άγιοι – το ξαναλέω – παραμένουν άνθρωποι, δε γίνονται θεοί «κατά φύσιν». Μόνο ο Θεός είναι Θεός κατά φύσιν. Γι’ αυτό, τους αγίους ΔΕΝ τους λατρεύουμε, δεν είναι «οι θεοί μας», αλλά πάντα είναι συνάνθρωποι και αδελφοί μας. Αυτή είναι και μια μεγάλη διαφορά των αγίων από τους άλλους ανθρώπους, που ονειρεύονται να γίνουν «θεοί» εγωιστικά: ότι όλοι, λίγο πολύ, θέλουμε να γίνουμε οι «θεοί» των άλλων και να έχουμε εξουσία και δύναμη πάνω τους, ενώ οι άγιοι δεν ζητούν λατρεία από κανέναν, γιατί αυτό που έχουν μέσα τους είναι η ταπείνωση και η αγάπη, όχι η δίψα για δύναμη και εξουσία.

Καταλαβαίνετε τώρα, ελπίζω, γιατί έχει τεράστια διαφορά αν ο Χριστός είναι Θεός από το αν είναι απλά «ένας σοφός άνθρωπος που μίλησε για αγάπη και δικαιοσύνη». Αν ο Χριστός δεν είναι Θεός, τότε δεν υπάρχει ένωση ανθρώπου και Θεού, άρα δεν υπάρχει και σωτηρία. Τελικός νικητής είναι ο θάνατος.

Αλλά το ότι ο Χριστός είναι Θεός και υπάρχει αγιότητα και σωτηρία, αποδεικνύεται από την ύπαρξη των αγίων σε κάθε εποχή και, φυσικά, και στην εποχή μας. Οι σύγχρονοι άγιοι, όπως οι μεγάλοι Γέροντες Ευμένιος από τα Ρούστικα, Γεννάδιος της Ακουμιανής Γιαλιάς, Πορφύριος, ΠαΐσιοςΙάκωβος της Εύβοιας κ.π.ά., σύγχρονες αγίες όπως η Σοφία της Κλεισούρας, η Ταρσώ η διά Χριστόν σαλή κ.π.ά., είναι η απόδειξη ότι ο χριστιανισμός είναι αληθινός και ότι ο δρόμος του Χριστού οδηγεί πράγματι τον άνθρωπο στην αγιότητα – σε αυτό που οι θεολόγοι λέμε «θέωση», δηλ. στο να γίνει ο άνθρωπος θεός.
  • Μικροί καθημερινοί άγιοι
Να πούμε εδώ ότι, ενώ μεγάλοι άγιοι είναι σχετικά λίγοι σε κάθε εποχή, υπάρχουν χιλιάδες «μικροί άγιοι», που ζουν δίπλα μας ή ίσως και μέσα στο σπίτι μας…

Άνθρωποι γεμάτοι πίστη και ταπεινή αγάπη, που συγχωρούν εύκολα και τους πάντες και αγαπούν τους πάντες με καρδιά μικρού παιδιού. Άνθρωποι που υπομένουν τρομερές δυσκολίες, αλλά έχουν πάντα μέσα τους πίστη στο Θεό, αγάπη και συγχώρεση (ανεξικακία) για τους άλλους.

Αλλά και πόσες μανάδες δεν προσεύχονται για τα παιδιά τους μέρα νύχτα και οι προσευχές αυτές δεν ωφελούν τα παιδιά τους, χωρίς οι ίδιες – ή τα ίδια – να το μαθαίνουν ποτέ… Κι αυτές οι μανάδες, λόγω της αγάπης τους, έχουν μια αγιότητα, γιατί οι φλογερές προσευχές τους, με τη βοήθεια του Θεού, κάνουν αυτό το μικρό θαύμα.

Επίσης, αρκετοί παπάδες και μοναχοί (καλόγεροι) είναι μικροί άγιοι και κάνουν τον αγώνα τους για τη σωτηρία της ψυχής τους και για τη σωτηρία όλων μας. Αν κοιτάξουμε με ειλικρίνεια γύρω μας, θα δούμε σίγουρα μερικούς.

Υπάρχουν και παιδιά ή έφηβοι, που πιστεύουν στο Θεό, προσεύχονται, πηγαίνουν στην εκκλησία, νηστεύουν, εξομολογούνται και μεταλαβαίνουν – και συχνά γίνονται στόχος των άλλων, υπομένουν πόλεμο, όχι μόνο από τα πειραχτήρια του σχολείου, αλλά και από την ίδια την οικογένειά τους, που… ανησυχεί για τα παιδιά τους, ενώ αν ήταν εγωιστικά, αν κοιτούσαν μόνο το συμφέρον τους ή τη διασκέδασή τους, θα τα θεωρούσαν φυσιολογικά και θα τα αποδέχονταν εύκολα.

Γενικά, κάθε σοβαρός χριστιανός αντιμετωπίζει προβλήματα στην κοινωνία, γιατί είναι τόσο καλός, που οι περισσότεροι γύρω του τον θεωρούν αφελή και τον λυπούνται ή τον εκμεταλλεύονται. Αυτός το καταλαβαίνει και πικραίνεται, αλλά πάντα συγχωρεί και πάντα επιμένει στην πίστη και την αγάπη. Και ζητάει βοήθεια απ’ το Χριστό για να συνεχίσει ν’ αγωνίζεται, συγχωρώντας, πιστεύοντας και αγαπώντας, και θυσιάζοντας πολλές φορές το συμφέρον του για τους άλλους, χωρίς αντάλλαγμα. Αυτή η βοήθεια του Χριστού είναι απαραίτητη για να μπορέσει ο άνθρωπος ν’ αντέξει έναν τόσο μεγάλο αγώνα…

Έτσι ο Χριστός λυτρώνει τον άνθρωπο: τον λυτρώνει από τα πάθη, που φέρνουν τη μοναξιά, το θάνατο και την αιώνια μοναξιά, που ονομάζεται κόλαση. Και τον οδηγεί στην αιώνια αγάπη και συνύπαρξη, που φέρνει την αιώνια χαρά και ονομάζεται παράδεισος.
  • Ο δρόμος της αγάπης και του Χριστού
Ολόκληρη η πνευματική ζωή και η ασκητική προσπάθεια του χριστιανού αποσκοπεί σ’ αυτό ακριβώς: στην προσωπική μας μεταμόρφωση σε θεία όντα γεμάτα αγάπη, που σημαίνει την ένωσή μας με τον Τριαδικό Θεό μέσα από την οδό (το δρόμο) του Ιησού Χριστού.

Η οδός αυτή (κυριολεκτικά «ο δρόμος ο λιγότερο ταξιδεμένος», για να δανειστώ μια φράση από άλλη συνάφεια) μάς έχει αποκαλυφθεί από το Χριστό (που είπε «εγώ ειμί η οδός», «δεύτε προς με», κατά Ιωάννην, 14, 6, κατά Ματθαίον, 11, 28) και έχει αναλυθεί από τους αγίους διδασκάλους του ορθόδοξου χριστιανισμού, που δίδαξαν και διδάσκουν τους ανθρώπους με βάση την εμπειρία τους κι όχι θεωρητικές διανοητικές κατασκευές.

Σύμφωνα, λοιπόν, με αυτούς, πρώτο βήμα είναι η κάθαρση της καρδιάς μας από τα πάθη, δηλαδή η απελευθέρωσή μας απ’ ό,τι μας προκαλεί εξάρτηση μονοπωλώντας την αγάπη μας και μας εμποδίζει ν’ αγαπήσουμε ολοκληρωτικά και χωρίς όρους το Θεό, το συνάνθρωπο και κατ’ επέκτασιν όλα τα όντα.

Η απελευθέρωση αυτή προϋποθέτει σκληρό αγώνα εναντίον των παθών, που μπορεί να κρατήσει και μια ολόκληρη ζωή. Περιέχει επίσης και μια παγίδα, τοποθετημένη όχι απ’ το Θεό, αλλά από τον εχθρό του ανθρώπινου γένους (το διάβολο) ή από τον εαυτό μας, που εύκολα παρασύρεται: η παγίδα είναι το ν’ αγωνιστούμε ενάντια στα πάθη με κίνητρο «να είμαστε δυνατοί», δηλ. υπηρετώντας και τροφοδοτώντας ένα απ’ αυτά τα πάθη, το χειρότερο, τον εγωισμό μας.

Ο αγώνας, όπως διδάσκεται στην πνευματική μας παράδοση, έχει αποτέλεσμα όταν γίνεται με ταπείνωση, ή μάλλον, για να είμαι πιο ακριβής, αποσκοπεί ακριβώς στην απόχτηση της ταπείνωσης, χωρίς την οποία δε μπορεί να υπάρξει εντός μας ούτε αγάπη ούτε φως. «Μία είναι η αρετή, η ταπείνωση», έλεγε ο Γέροντας Παΐσιος, «αλλά, επειδή δε θα το καταλάβετε, άντε, ας πω και την αγάπη»… Μόνο ο ταπεινός άνθρωπος μπορεί να πραγματοποιήσει όσα ζητάει ο Ιησούς στο κατά Λουκάν, κεφ. 6, που συνοψίζονται σε μια φράση: αγάπη στους εχθρούς και παραίτηση υπέρ των άλλων από τα δικαιώματά μας.

Ο κόσμος ποτέ δε θα συγχωρήσει τον Ιησού που δίδαξε τέτοια πράγματα – ποτέ δε θα Τον συγχωρήσει που αποκάλυψε στους ανθρώπους πως αυτός είναι ο δρόμος που οδηγεί στην πνευματική τελειότητα και μάλιστα πως αυτός ο δρόμος περνάει απ’ τη συνάντηση με τον ίδιο το Χριστό. Δεν τους άφησε να πιστεύουν πως η τελειότητα έρχεται αποχτώντας δύναμη, όπως για χιλιάδες χρόνια μας είχε παραπλανήσει ο όφις, ή πως έρχεται κάνοντας ατομικό αγώνα, με σκοπό καθαρά ατομικό, όπως μας παραπλανά τώρα.

Γιατί ο Χριστός, βλέπεις, είπε πως αυτός ο αγώνας γίνεται μέσα στην Εκκλησία, δηλαδή με την ένταξή μας στο πανανθρώπινο σώμα Του, όπου όλοι μαζί κι όχι κατά μόνας, στηρίζοντας ο ένας τους άλλους, κατευθυνόμαστε προς το Θεό (το Φως – ή μάλλον «το Φως που δεν είναι Φως και γνωρίζει το όνομά μας», όπως το χαρακτήρισε ο Νείλος Στράικερ, ο Αμερικανός βουδιστής ιερέας που έγινε ορθόδοξος χριστιανός μετά από ένα πολυήμερο χριστιανικό βίωμα).

Τα στοιχεία που περιέχει η εκκλησιαστική ζωή του χριστιανού (η θεία μετάληψη, η εξομολόγηση, η νηστεία, η προσευχή και ο εκκλησιασμός) είναι τα μέσα που παρέχει ο Χριστός στους ανθρώπους ως ενίσχυση στον αγώνα για την κάθαρση της καρδιάς. Και στη συνέχεια είναι τα μέσα για την εγκατάσταση μέσα μας της θείας χάριτος, δηλαδή της άκτιστης θείας ενέργειας, που σημαίνει εγκατάσταση του ίδιου του Χριστού (κατά Ιωάννην 14, 23) και φέρνει τον άνθρωπο στην τελειότητα.
  • Μήπως αυτά μοιάζουν με… βουδιστικά;
Ο ορθόδοξος δρόμος προς την τελειότητα (την αγιότητα, τη σωτηρία, τον παράδεισο – τρεις λέξεις για το ίδιο πράγμα) διαφοροποιείται από τους δρόμους που διδάσκει η σοφία των ανατολικών θρησκειών και οι διάσημες δυτικοποιημένες εκδοχές τους, κυρίως κατά τρία στοιχεία του:

Ο χριστιανός προσπαθεί ν’ ακολουθήσει το δρόμο που χάραξε ο Χριστός κι όχι να χαράξει ο ίδιος το δρόμο που προτιμά ή που θεωρεί ότι «του ταιριάζει». Έτσι πρέπει να γίνει, για να νικηθεί ο εγωισμός μας, που είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο, κατά τους Πατέρες ανυπέρβλητο χωρίς τη βοήθεια του Θεού.

Αν και η πνευματική πρόοδος μπορεί να συνοδεύεται από την παροχή «υπερφυσικών χαρισμάτων» που κάνουν κάποιον να είναι ιαματικός, διορατικός, αδέσμευτος από χώρο και χρόνο κ.π.ά., αλλά και να συνειδητοποιήσει την ενότητά του με όλα τα όντα και να μπορεί να επικοινωνήσει μαζί τους και να τα βοηθήσει με την προσευχή του κ.τ.λ., τα χαρίσματα αυτά θεωρούνται δώρα του Αγίου Πνεύματος κι όχι ανάδυση δικών μας εσωτερικών δυνάμεων, που μπορεί να γίνει και με απλή εξάσκηση, χωρίς ενότητα με το Θεό. Εξάλλου, κίνητρο του αγώνα δεν είναι καθόλου μια τέτοια πνευματική ανάπτυξη, αλλά ο πόθος του Χριστού.

Ο χριστιανός αγωνιστής είναι «εραστής του Χριστού», Αυτόν επιθυμεί και απορρίπτει κάθε άλλη υπόσχεση (ανώτερης συνειδητότητας, σοφίας, γνώσης, ευεργετικών δυνάμεων κ.τ.λ.), γιατί μπορεί να τον αποπροσανατολίσει.

Τέλος, οι χριστιανοί αγωνιστές και οι άγιοι χριστιανοί διδάσκαλοι γνωρίζουν πολύ καλά και προειδοποιούν τους ανθρώπους ότι μπορεί ένα πνευματικό βίωμα, εντελώς όμοιο με αγαθό και θεϊκό, να είναι στην πραγματικότητα δαιμονικό και απατηλό.

Διδάσκουν επίσης την αποφυγή τέτοιων παγίδων με την επιστήμη της «διάκρισης των πνευμάτων». Ίσως δεν είναι τυχαίο, που έχοντας αναπτύξει στο έπακρο αυτή την επιστήμη, απορρίπτουν τις μεθόδους τελειοποίησης των ανατολικών θρησκειών ως ατελείς, ενώ σε μερικές περιπτώσεις διακρίνουν και σκοτεινό υπόβαθρο.

*★ ☆★ ΚΑΛΕΣ ΑΓΙΕΣ ΜΕΡΕΣ!
ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ! *★ ☆★
www.sophia-ntrekou.gr

Γιατί ο Θεός έγινε άνθρωπος;


Αποτέλεσμα εικόνας για εικονα χριστουγεννων
Αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς

Πράγματι η αγάπη του Θεού προς τους ανθρώπους δεν μπορούσε με τίποτα να καταδειχθεί καλύτερα παρά με τούτο: «απέσταλκεν ο Θεός εις τον κόσμον» (τον Θεό Λόγο), ώστε οι άνθρωποι να «ζήσωμεν δι’ αυτού».
Η ζωή του Θεού με την ενσάρκωση του Λόγου έγινε η δική μας, ανθρώπινη ζωή. Ο λόγος έγινε άνθρωπος, για μα δώσει στον άνθρωπο την ζωή του Θεού, να τον μάθει αυτήν την ζωή και να του δώσει τις δυνάμεις να μπορεί να πραγματώνει τούτη την ζωή και ανθρώπινες συνθήκες.

Ποια είναι η θεϊκή ζωή; Η ζωή του Ιησού Χριστού στην γη. Σε τι έγκειται τούτη η θεϊκή ζωή; Στο βίωμα της θείας Αλήθειας, της θείας Αγάπης, της θείας Δικαιοσύνης, της θείας Αγιοσύνης, και των υπολοίπων θείων ιδιοτήτων. Όλες αυτές τις θεϊκές ζωτικές δυνάμεις ο Θεάνθρωπος τις μετέφερε στο δικό μας ανθρώπινο κόσμο και τις μεταμόρφωσε στη δική μας ανθρώπινη ζωή. Εκείνος μπήκε στην ζωή μας, έφερε μέσα της τις δυνάμεις της θεϊκής ζωής κι έτσι μεταμόρφωσε τη δική μας ανθρώπινη ζωή σε θεοζωή. Σε τούτο έγκειται όλο το μυστήριο, όλη η αγάπη του Θεού προς εμάς τους ανθρώπους.
Έτσι ο Θεάνθρωπος με τον πιο τέλειο τρόπο έλυσε το πρόβλημα της ανθρώπινης ζωής.
Οι άνθρωποι είναι κτισμένοι θεόμορφοι λόγω τούτης της θεοζωής. Εάν οι άνθρωποι ζούσαν με τις δυνάμεις της θεομορφίας και του θεοπόθου, όλο και περισσότερο και πληρέστερα θα πραγμάτωναν την θεοζωή και έτσι για πάντα θα παρέμεναν στον παράδεισο. Επειδή ο παράδεισος δεν είναι τίποτε άλλο παρά η εν Θεώ ζωή, η ζωή με τον Θεό, η θεοζωή. Μόλις ο άνθρωπος έβαλε την αμαρτία μέσα του, στην ζωή του, άρχισε να μεταμορφώνει την ζωή του σε διαβολοζωή. Επειδή ζωή με την αμαρτία σημαίνει ζωή με τον διάβολο, επειδή ο διάβολος ζεί μόνο με την αμαρτία. Θέλεις να μάθεις με τι ζει ο διάβολος; Πράττε την αμαρτία και θα μάθεις. Επειδή στην αμαρτία είναι όλο το μυστικό της ζωής του.
Ο διάβολος είναι όλος στην αμαρτία και ούτε καν υφίσταται έξω απ’ αυτήν. Και όπου είναι ο διάβολος, εκεί είναι και η κόλαση. Η κόλαση δεν είναι τίποτα άλλο παρά η ζωή μέσα στις αμαρτίες. Στην πραγματικότητα, η θεοζωή και η διαβολοζωή, η θεοφιλία και η διαβολοφιλία, είναι οι μόνοι δύο τρόποι ανθρώπινης ζωής στην γη και σε άλλους κόσμους, οι μόνες δύο κατηγορίες της ανθρώπινης ύπαρξης σε οποιονδήποτε κόσμο. Είναι οι δύο αιώνιοι καθορισμοί του ανθρωπίνου όντος. Ο άνθρωπος με τίποτα δεν μπορεί να ξεφύγει απ’ αυτούς. Εάν μπορούσε να απελευθερωθεί απ’ αυτούς, θα έπαυε να είναι ανθρώπινο ον.
«Ίνα ζήσωμεν δι’ αυτού», εν Χριστώ. Και εμείς θα ζήσουμε «δι’ αυτού», όταν ζούμε με την Αλήθεια Του, με την Αγάπη Του, με την Δικαιοσύνη Του, με την Καλωσύνη Του. Δηλαδή όταν ζούμε με το Ευαγγέλιό Του, με την Εκκλησία Του. Δεν είναι μόνο το Ευαγγέλιό Του στην Εκκλησία, αλλά και Αυτός ο ίδιος, ο θαυμαστός Θεάνθρωπος, με όλες τις τελειότητές Του και όλες τις άγιες δυνάμεις Του και αρετές. Και κάτι ακόμα περισσότερο βρίσκεται εδώ: η Εκκλησία είναι το αείζωο Σώμα του Θεανθρώπου Χριστού, ο αείζωος οργανισμός Του και τα μέλη της Εκκλησίας είναι μόρια και κύτταρα αυτού του οργανισμού, και όλοι «ζήσωμεν δι’ Αυτού», με τον Θεάνθρωπο.
Ως εκ τούτου, το μεγάλο Ευαγγέλιο του αγίου Βοανεργές «ίνα ζήσωμεν δι’ αυτού», διαρκώς πραγματώνεται στην Εκκλησία, σε όλα τα μέλη της, από την αρχή της έως και σήμερα, επειδή όλοι αυτοί ζούν εν Αυτώ και δι’ Αυτού. Είναι μία αδιάκοπη ανέλιξη της θεοζωής. Σ’ αυτήν εισέρχεσαι με τα άγια μυστήρια. Σ’ αυτήν για πάντα μένεις με τις άγιες αρετέςΗ Εκκλησία δεν είναι άλλο, παρά ο Θεάνθρωπος παρατεταμένος δι’ όλων των αιώνων, και εν Αυτώ η θεοζωή.

Πηγή: π. Ιουστίνου Πόποβιτς, Ερμηνεία των Επιστολών του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, εκδόσεις εν Πλώ

Χριστούγεννα Παράλαβε τό παιδίον καί τήν μητέρα αὐτοῦ.

Παράλαβε τό παιδίον καί τήν μητέρα αὐτοῦ.

   Ἀπό τήν σημερινή μεγάλη ἡμέρα τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ θά βγάλουμε καί θά κρατήσουμε κάποια διδάγματα, ἀπό τό ἱερό Εὐαγγέλιο καί ἀπό τήν ἱστορία. Ὅταν ὁ βασιλιάς Ἡρώδης κατάλαβε, ὅτι τόν ἐνέπαιξαν οἱ Μάγοι, ὅτι ἔφυγαν στήν πατρίδα τους ἀπό ἄλλο δρόμο, θύμωσε πάρα πολύ καί διέταξε νά σφαγοῦν ὅλα τά νήπια τῆς Βηθλεέμ καί τῆς γύρω περιοχῆς, ἀπό ἡλικίας δύο ἐτῶν καί κάτω. Ἔτσι ὑπολόγιζε, ὅτι μεταξύ αὐτῶν θά εἶναι καί ὁ Χριστός, ὁ βασιλιάς τῶν Ἰουδαίων. Ἀλλά λέμε, ἄλλαι αἱ βουλαί ἀνθρώπων, ἄλλα ὁ Θεός κελεύει. Ἄγγελος Κυρίου παρουσιάστηκε στόν Ἰωσήφ καί τοῦ εἶπε: Σήκω, πᾶρε τό παιδί καί τήν μητέρα του καί πήγαινε στήν Αἴγυπτο, γιατί πρόκειται ὁ Ἡρώδης νά τό σκοτώσει. Καί ὁ Ἰωσήφ σηκώθηκε ἀμέσως, τούς πῆρε καί ἔφυγε. Ἐδῶ τί ἔχουμε νά παρατηρήσουμε; Τί μᾶς λένε τά λόγια αὐτά;
  Ὅτι ὁ Χριστός δέν εἶναι παιδί τοῦ Ἰωσήφ, οὔτε ἡ Μαρία εἶναι γυναίκα του. Διαφορετικά θά ἔλεγε, πᾶρε τό παιδί σου καί τήν γυναίκα σου. Ὅμως οὔτε ὁ Χριστός ἦταν παιδί τοῦ Ἰωσήφ, οὔτε ἡ Παναγία γυναίκα του. Γι᾿ αὐτό λέγει τό παιδί καί τήν μητέρα του.  Στήν ἀρχή τοῦ εὐαγγελίου του γράφει ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος τό γενεαλογικό δέντρο τοῦ Μεσία: Ἀβραάμ ἐγέννησε τόν Ἰσαάκ, Ἰσαάκ δέ ἐγέννησε τόν Ἰακώβ κλπ. Ἡ ἀρχαία ἑλληνική γλώσσα γιά μέν τόν ἄνδρα χρησιμοποιεῖ τό ρῆμα γεννῶ, ἐγέννησεν, γιά δέ τήν γυναίκα τό ρῆμα τίκτω, ἔτεκεν.  Ὅταν ὅμως φτάνει στήν Παναγία, ἐνῷ θά ἔπρεπε νά γράψει ἐξ ἧς ἐτέχθη, γράφει ἐξ ἧς ἐγεννήθη Ἰησοῦς, ὁ λεγόμενος Χριστός.   Αὐτό φανερώνει, ὅτι ἡ Παναγία ἐγέννησε τόν Ἰησοῦ ἄνευ ἀνδρός. 
Ἐπίσης, ὅταν φάνηκε ἡ ἐγκυμοσύνη τῆς Παναγίας, φίδια ἔζωσαν τόν Ἰωσήφ. Τί νά εἶναι    τώρα αὐτό; τί νά συμβαίνει, ἀφοῦ τό κυοφορούμενο δέν εἶναι δικό μου παιδί;  Ἔτσι σκέφθηκε νά τήν ἀποπέμψει, νά τήν διώξει, νά τήν χωρίσει στά κρυφά. 
Ὅταν πάλι πῆγαν στή Βηθλεέμ γιά νά ἀπογραφοῦν, λέγει τό ἱερό κείμενο, ὅτι πῆγε ὁ Ἰωσήφ μέ τήν Μαριάμ, πού ἦταν μνηστή του καί ὄχι γυναίκα του. Μνηστή, πού μάλιστα ἦταν ἔγκυος. 
Ἄρα λοιπόν ὁ Ἰωσήφ δέν ὑπῆρξε σύζυγος τῆς Παναγίας, οὔτε ὁ Χριστός ἦταν γυιός του.  
Λοιπόν σηκώνεται ἀπό τόν ὕπνο, τούς παίρνει καί φεύγουν γιά τήν Αἴγυπτο. Αὐτό πάλι μᾶς λέει πολλά καί σπουδαῖα.
Δέν διαμαρτυρήθηκε, δέν παραπονέθηκε. Δέν εἶπε, ποῦ νά πάω, Κύριε; Ποῦ θά πήγαινε στό ἄγνωστο ἀνάμεσα σέ ξένους χωρίς κανένα γνωστό, συγγενῆ ἤ φίλο; Δέν εἶχε κάνει καμμιά προετοιμασία, δέν εἶχε χρήματα, συνάλλαγμα θά λέγαμε σήμερα, οὔτε φαγητό, οὔτε ροῦχα γιά τόσο μακρινό ταξίδι. Κι᾿ ἐκεῖ πού θά πάνε, πῶς θά ζήσουν; πῶς θά τά βγάλουν πέρα; πόσο καιρό θά κάνουν; δέν γνωρίζει τίποτε. Καί ὅμως κάνει ὑπακοή καί φεύγει. Ἀφοῦ τό λέει ὁ Θεός, ἔτσι πρέπει νά γίνει. Λέγει τό εὐαγγέλιο, ὅτι ὁ Ἰωσήφ ἦταν ἄνθρωπος δίκαιος, δηλαδή εὐσεβής καί ἐνάρετος. Εἶχε μεγάλη πίστη καί ἐμπιστοσύνη στό Θεό. Ἔχει ὁ Θεός, θά τά οἰκονομήσει, θά τά φέρει βολικά. Σύμφωνα μέ κάποια παράδοση τῆς Ἐκκλησίας καί τούς λόγους κάποιων Πατέρων, ἔμειναν στήν Αἴγυπτο ἑπτά χρόνια.
Αὐτό, ἀγαπητοί μου, εἶναι μεγάλο δίδαγμα γιά μᾶς. Νά ἔχουμε ἐμπιστοσύνη στό Θεό. Νά μή ἀμφιβάλουμε γιά τήν θεία Του πρόνοια. Ὅταν ἐμεῖς θελήσουμε νά ἐφαρμώσουμε τό ἅγιο θέλημά Του, Ἐκεῖνος θά μᾶς βοηθήσει νά τό ἐπιτύχουμε. Τό λάθος εἶναι, ὅταν μόνοι μας, μέ τίς δικές μας δυνάμεις προσπαθοῦμε νά τά βγάλουμε πέρα, χωρίς τόν Θεό. Τότε εἶναι πού  θά ἀποτύχουμε, θά φᾶμε τά μοῦτρα μας.
Πολλοί διερωτῶνται, τί θά κάνουμε στά δύσκολα χρόνια τοῦ ἀντιχρίστου; Ὅσοι δέν δεχτοῦν τό χάραγμά του πῶς θά ζήσουν; Ὅπως ἔζησε ὁ Ἰωσήφ μέ τήν Παναγία καί τόν διετῆ Χριστό κάτω ἀπό τήν προστασία τοῦ Θεοῦ στήν Αἴγυπτο. Ἔχει ὁ Θεός πολλούς τρόπους νά φροντίσει τούς δικούς του. Ὅταν ἔρθει ἐκεῖνος ὁ καιρός, θά μᾶς τό δείξει ὁ Θεός. Δέν θά ἀφήσει τούς δικούς του στά χέρια καί στήν τυραννία τοῦ ἀντιχρίστου.
Ἀκόμη κάτι πολύ σπουδαῖο, πού πρέπει νά προσέξουμε. Μέσα στό κρύο καί στή νύχτα ἡ Ἁγία Οἰκογένεια φεύγει γιά τήν Αἴγυπτο. Ἄν κάποιος τούς ἔβλεπε καί τούς ρωτοῦσε, γιατί φεύγετε; Τί θά ἀπαντοῦσαν; Ἀποφεύγουμε τήν ὀργή τοῦ Ἡρώδη. Δέν μποροῦσε διαφορετικά νά γλυτώσει ὁ Χριστός; Ἀσφαλῶς καί μποροῦσε, Θεός εἶναι. Χίλιους δυό τρόπους μποροῦσε νά χρησιμοποιήσει. Γιατί χρησιμοποιεῖ αὐτόν τόν συγκεκριμένο τρόπο τῆς φυγῆς; Γιά νά διδάξει ἐμᾶς. Τί νά μᾶς διδάξει; Νά δίνουμε τόπο στήν ὀργή καί νά ἀποφεύγουμε τίς ἐντάσεις. Ὅταν ἕνας Θεός δίνει τόπο στήν ὀργή, ἐμεῖς τί πρέπει νά κάνουμε; Θά ἐπιμένουμε μέ πεῖσμα στήν δική μας ἄποψη καί θά χαλᾶμε τίς καρδιές μας;
Αὐτά ἀπό τό ἱερό Εὐαγγέλιο. Ἄς μάθουμε τό τέλος τοῦ Ἡρώδη. Νά δοῦμε καί νά τρομάξουμε γιά τό τέλος τῶν ἀσεβῶν. Γιά νά σώσει τόν θρόνο του, πού οὕτως ἤ ἄλλως κάποια μέρα θά τόν ἔχανε, σκότωσε τήν γυναίκα του, τήν πεθερά του, ἀκόμη καί δύο παιδιά του. Μετά τήν γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἔσφαξε 14.000 νήπια. Εἶναι αἱμοσταγής, παρανοϊκός καί ἀδίστακτος ἐγκληματίας.
Ἀλλά τό τέλος τῶν ἀσεβῶν εἶναι ἄθλιο καί ὀδυνηρό. Λέγει ἡ Ἁγία Γραφή, θάνατος ἁμαρτωλῶν πονηρός. Ὁ θάνατος τῶν ἁμαρτωλῶν εἶναι φοβερός, γεμάτος πόνο. Αὐτό ἔπαθε καί ὁ Ἡρώδης. Ὅλο του τό σῶμα, ἀπό τήν κορφή μέχρι τά νύχια γέμισε πληγές, σάπησε καί τόν ἔτρωγαν τά σκουλίκια. Ἔπεφταν οἱ σάρκες καί φαινόταν γυμνά τά ὀστᾶ του. Ὁ πόνος ἦταν ἀφόρητος, γι᾿ αὐτό καί πολλές φορές ἀποπειράθηκε νά αὐτοκτονήσει. Τοῦ ἔπαιρναν ὅμως τά μαχαίρι ἀπό τά χέρια καί ἔτσι τό μαρτύριό του συνεχιζόταν. Ἡ βρώμα καί ἡ δυσοσμία ἦταν ἀνυπόφορη. Κανείς δέν μποροῦσε νά τόν πλησιάσει. Μέ ἕνα μακρύ φτυάρι, σάν αὐτό πού χρησιμοποιοῦν οἱ ἀρτοποιοί, τοῦ ἔδιναν φαγητό.
Γνώριζε πολύ καλά πώς, σάν πεθάνει, ὅλοι θά χαίρωνται καί θά πανηγυρίζουν. Γι᾿ αὐτό ἔδωσε ἐντολή καί ἔκλεισαν στή φυλακή πολλούς ἀξιωματούχους, μέ τήν ἐντολή, ὅταν οἱ σάλπιγγες ἀνακοινώσουν τόν θάνατό του, οἱ στρατιῶται  νά σφάξουν τούς φυλακισμένους, γιά νά κλαῖνε κάποιοι τήν ὥρα τοῦ θανάτου του. Βέβαια ἡ διαταγή αὐτή δέν ἐκτελέσθηκε ποτέ. Τόσο πολύ δέ εἶχε πρησθεῖ, ὥστε μετά τόν θάνατό του, γιά νά τόν βγάλουν καί νά τόν κηδεύσουν χάλασαν τήν πόρτα τοῦ δωματίου του. Τέτοιο ἄσχημο τέλος θά ἔχουν οἱ ἁμαρτωλοί καί ὅλοι ἐκεῖνοι γονεῖς καί γιατροί, πού σκοτώνουν τά παιδιά, εἴτε γεννημένα, εἴτε ἀγέννητα, ἄν δέν μετανοήσουν εἰλικρινά.
Ἀγαπητοί μου,
Ἄς ἔχουμε ἐμπιστοσύνη πάντοτε στήν πρόνοια καί στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Νά ζοῦμε κατά τό ἅγιο θέλημά Του καί νά ἀποφεύγουμε τήν ἁμαρτία, τήν κάθε εἴδους ἁμαρτία. Νά παρακαλοῦμε δέν τόν δίκαιο Ἰωσήφ καί τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, νά μεσιτεύουν γιά μᾶς, ὥστε ὁ ἐν σπηλαίῳ τεχθείς Κύριος νά μᾶς συναριθμήσει μέ τούς δικούς  Του ἀνθρώπους, νά μᾶς κατατάξει στήν δική Του οἰκογένεια, στήν οἰκογένεια τοῦ οὐρανοῦ. Ἀμήν.-

Ἡ Γιορτὴ καὶ τὸ γιατί

Γιανναρᾶς Χρῆστος



Τὸ μέγα σκάνδαλο στὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ σκέψη ἦταν ὁ περιορισμὸς τῆς ἐλευθερίας σὲ μόνη τὴ βούληση, ὁ ἀποκλεισμός της ἀπὸ τὸ πεδίο τῆς ὕπαρξης. O ἄνθρωπος εἶναι ἐλεύθερος νὰ θέλει, νὰ ὀρέγεται, νὰ ἐπιθυμεῖ ἀκόμα καὶ τὸ ἀνέφικτο. Ὅμως τὸ νὰ ὑπάρχει καὶ τὸ πῶς ὑπάρχει εἶναι δεδομένο, δὲν τὸ ἐπιλέγει, τὸ ὑφίσταται ὡς ἀναγκαιότητα. H ἐλευθερία γιὰ τοὺς Ἕλληνες τελείωνε στὰ ὅρια τῆς βούλησης, τῆς συμπεριφορᾶς – στὸ πεδίο τοῦ ἤθους. Ἀπέκλειε τὸ πεδίο τοῦ εἶναι.

H ὕπαρξη ἦταν μία νομοτέλεια, ἀνερμήνευτη ἀναγκαιότητα. Ποὺ θὰ πεῖ: ὅ,τι ὑπάρχει εἶναι προϊὸν ἑνὸς δεδομένου λόγου-τρόπου ποὺ πρὸ-καθορίζει τὸ πῶς καὶ τὸ γιατί τῶν ὑπαρκτῶν. Ἕνας «ξυνὸς» (κοινὸς) λόγος προηγεῖται καὶ δίνει εἶδος, μορφικὴ καὶ τροπικὴ ἑτερότητα, σὲ κάθε ὑπαρκτό, ἐνῶ ταυτόχρονα συνιστᾶ καὶ τὸ πῶς (τὸν τρόπο) τῆς συνύπαρξης τῶν ὑπαρκτῶν. Ὁρίζει τὴν ποικιλότητα τῶν εἰδῶν-οὐσιῶν, ἀλλὰ καὶ τὴ λογική τους συνύπαρξη, τὸν συσχετισμό τους. Ἡ «κατὰ λόγον», συνύπαρξη τῶν ἐπιμέρους λόγων-τρόπων καθιστᾶ τὸ σύμπαν «κόσμον», δηλαδὴ κόσμημα, ὁλοκληρία ἁρμονίας καὶ κάλλους.

Αὐτὴ ἡ ὀντολογικὴ ὀπτικὴ ἀναδείχνει τὸ κάλλος, τὸ μέτρο, τὴν ἁρμονία, τὴν κοσμιότητα ὡς τὸ μόνο αὐθύπαρκτο δεδομένο τῆς πραγματικότητας, τὸ μόνο πραγματικὰ ὑπαρκτὸ (τὸ «ὄντως ὄν»). Εἶναι ἡ ἀλήθεια: αὐτὸ ποὺ δὲν μεταβάλλεται, δὲν φθείρεται, δὲν πεθαίνει. Ἄρα καὶ τὸ «κριτήριον ἀληθείας», ποὺ ἀναζητᾶμε οἱ ἄνθρωποι γιὰ νὰ ξεχωρίσουμε τὸ σωστὸ ἀπὸ τὸ λάθος, δὲν εἶναι ἕνα «τί» (κάτι τί) ἀλλὰ ἕνα «πῶς»: ὁ τρόπος τῆς τοῦ παντὸς διοικήσεως. Ἂν θέλουμε λοιπὸν νὰ «ἀληθεύει» ὁ συλλογικός μας βίος, νὰ εἶναι «κατ’ ἀλήθειαν», δὲν ἔχουμε παρὰ νὰ καταστήσουμε τὴ συλλογικότητα «κοινὸν ἄθλημα» μετοχῆς στὸν τρόπο τῆς συμπαντικῆς λογικότητας καὶ κοσμιότητας. Ἔτσι γεννιέται ἡ «πόλις» καὶ τὸ «πολιτικὸν ἄθλημα ἀληθείας».

Ἀλλὰ καὶ πάλι ἡ ἐλευθερία παραμένει ἐγκλωβισμένη στὸ ἐπίπεδο τῶν ἐπιλογῶν τοῦ πράττειν, ἐπίπεδο συμπεριφορᾶς, δὲν ἀφορᾶ στὴν ὕπαρξη τὴν κατ’ ἀναγκαιότητα δεδομένη. Προηγεῖται ὁ ἀνερμήνευτος λόγος ὁ καθοριστικός τοῦ τρόπου τῆς ὕπαρξης κάθε ὑπαρκτοῦ, ἀκόμα καὶ τῶν θεῶν. Στὴν ὀντολογικὴ προοπτικὴ τῶν Ἑλλήνων, αὐτὸ ποὺ κάνει τὸν Θεὸ νὰ εἶναι Θεός: τὸ «ἀκίνητον πρῶτον κινοῦν», καθαρὴ ἐνέργεια, ἐνέργεια νοῦ, εἶναι ὁ ἐπίσης δεδομένος λόγος-τρόπος (ἡ οὐσία) τῆς ὕπαρξής του – ὁ Θεὸς εἶναι ὑποχρεωμένος, «ὡς ἐκ τοῦ λόγου τῆς οὐσίας» του, νὰ εἶναι αὐτὸ ποὺ εἶναι, δὲν μπορεῖ νὰ μὴν εἶναι αὐτὸ ποὺ εἶναι ὑποταγμένος στὴν ἀνάγκη ποὺ τὸν καθορίζει ὑπαρκτικά.

Τὸ σκάνδαλο τῆς ἀνελεύθερης ὕπαρξης εἶναι τὸ κεντρικὸ συνήθως θέμα στὴν τραγωδία: Ὁ τραγικὸς ἥρως ἐπαναστατεῖ ἐνάντια στὸν τυφλὸ προκαθορισμὸ τῆς ὕπαρξής του, ἡ ἐπανάστασή του εἶναι «ὕβρις» ποὺ νομοτελειακὰ τιμωρεῖται, ἀλλὰ μέσα ἀπὸ τὴν ἀπονενοημένη ἀνταρσία του φωτίζεται ἡ δίψα τοῦ Ἕλληνα γιὰ ὑπαρκτικὴ ἐλευθερία.
* * *

Αὐτὴ ἡ δίψα εἶναι τὸ μόνο δεδομένο ποὺ μπορεῖ νὰ ἑρμηνεύσει τὸν ραγδαῖο ἐκχριστιανισμὸ τῶν Ἑλλήνων – μέσα σὲ ἕναν μόλις αἰώνα καὶ μὲ συνθῆκες ἐφιαλτικοῦ διωγμοῦ τῶν Χριστιανῶν ἀπὸ τὴ ρωμαϊκὴ ἐξουσία, τῆς ὁποίας ὑπονόμευε τὴ religio imperii, τὴ βάση τῆς πολιτικῆς της ἑνότητας.

Ἡ χριστιανικὴ «ἐκκλησία» κόμιζε στὸν Ἕλληνα (μὲ τὸν ἑλληνικὸ τρόπο τῆς ἐμπειρικῆς, κοινωνούμενης μετοχῆς καὶ ὄχι τῆς ἀτομικῆς κατα-νόησης) τὴ μαρτυρία γιὰ τὴν ἐλευθερία ὡς καταγωγικὴ Αἰτία τοῦ ὑπάρχειν καὶ στόχο-σκοπὸ τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης. Αὐτὴ τὴν Αἰτία δὲν μποροῦμε νὰ τὴ σημάνουμε μὲ τὴ λέξη «Θεός», γιατί προϋποθέτει δεδομένο τὸν λόγο-τρόπο (τὴν οὐσία) τῆς θεότητας ὡς ὑπαρκτικὸ προκαθορισμὸ τῆς Πρώτης Αἰτίας. Αἰτία τοῦ ὑπάρχειν εἶναι μία λογικὴ αὐτοσυνείδητη ἐλευθερία, ποὺ ὑπάρχει, ἐπειδὴ θέλει νὰ ὑπάρχει, καὶ θέλει νὰ ὑπάρχει, ἐπειδὴ ἀγαπάει. Ἡ ἀγάπη, γιὰ νὰ εἶναι ἀγάπη, προϋποθέτει τὴν ἐλευθερία ἀπὸ κάθε ἀναγκαιότητα.

Δὲν εἶναι «ἰδιότητα» τῆς Αἰτιώδους Ἀρχῆς ἡ ἀγάπη, δὲν ὑπάρχει πρῶτα καὶ στὴ συνέχεια ἀγαπάει, δὲν εἶναι «ἀρετή», ἠθικὴ ποιότητα, εἶναι ὁ τρόπος της νὰ ὑπάρχει. Αὐτὸν τὸν τρόπο τὸν σημαίνουμε, στὴ συμβατική μας γλώσσα, μὲ τοὺς ὅρους πατρότητα, υἱότητα, ἐκπόρευση. Ὁ πάντων Αἴτιος εἶναι ὁ Πατήρ, ποὺ πραγματοποιεῖ τὸ εἶναι του ὡς ἐλευθερία πατρότητας: «γεννᾶ» τὸν Υἱὸ καὶ «ἐκπορεύει» τὸ Πνεῦμα. Καὶ οἱ τρεῖς γλωσσικοὶ προσδιορισμοὶ παραπέμπουν ὄχι σὲ αὐτόνομες ἀτομικὲς ὀντότητες. (Δίας, Κρόνος, Ποσειδών) ἀλλὰ σὲ ὑπάρξεις ποὺ ὑπάρχουν μόνο ὡς πρός, μόνο ὡς σχέση: Δὲν ὑπάρχει πρῶτα ὁ Πατὴρ καὶ στὴ συνέχεια «γεννᾶ» τὸν Υἱὸ καὶ «ἐκπορεύει» τὸ Πνεῦμα, ὑπάρχει ἐπειδὴ «γεννᾶ» καὶ «ἐκπορεύει», δηλαδὴ ἐπειδὴ ἐλεύθερα ἀγαπάει. Τὸ ἴδιο καὶ ὁ Υἱὸς - Λόγος τοῦ Πατρὸς καὶ τὸ Πνεῦμα τοῦ Πατρός. Ὁ Θεὸς ποὺ μαρτυρεῖται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία «ἀγάπη ἐστι», εἶναι (ὄχι ἔχει) ἀγάπη, ἀπόλυτη πληρωματικὴ ἐλευθερία.

Ὅλα τὰ παραπάνω θὰ ἦταν ἕνα εὐφυὲς καὶ εὐφραντικό, ἀφηρημένο φιλοσόφημα, ἂν δὲν συνιστοῦσε μαρτυρία μιᾶς πολὺ συγκεκριμένης ἱστορικῆς ἐμπειρίας: Μὲ ἀκριβέστατες ἱστορικὲς χρονολογήσεις («ἐν ἔτει πέντε καὶ δεκάτῳ τῆς ἡγεμονίας Τιβερίου Καίσαρος, ἡγεμονεύοντος Ποντίου Πιλάτου τῆς Ἰουδαίας, τετραρχοῦντος τῆς Γαλιλαίας Ἡρώδου» κ.λπ., κ.λπ.) γεννιέται στὴ Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας ἕνα βρέφος, ποὺ τόσο ἡ γέννησή του ὅσο καὶ πολλὰ μεταγενέστερα «σημεῖα» (σημαδιακὰ γεγονότα) τῆς μαρτυρούμενης ἱστορικῆς του παρουσίας, δηλώνουν ἐλευθερία ἀπὸ κάθε ὑπαρκτικὸ περιορισμὸ τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξής του.

Στὸ πρόσωπό του ὅσοι συγκροτοῦν διαχρονικὰ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, εἴκοσι αἰῶνες τώρα, ψηλαφοῦν τὴν ἀπόλυτη ὑπαρκτικὴ ἐλευθερία τοῦ Θεοῦ ἀπὸ κάθε προκαθορισμὸ καὶ ἀναγκαιότητα. Ἐλεύθερος ἀπὸ τὴ θεότητά του ὁ Θεός, «δι’ ὑπερβολὴν ἔρωτος», προσλαμβάνει στὸν τρόπο τῆς ἀπόλυτης ὑπαρκτικῆς ἐλευθερίας καὶ τὸν «κατ’ εἰκόνα» του ἄνθρωπο: Χαρίζει στὴ σχετικὴ ἀνθρώπινη ἐλευθερία τὴ δυναμική τῆς μετοχῆς στὴν ἀπόλυτη ὑπαρκτικὴ ἐλευθερία τοῦ Ἀκτίστου, ἐλευθερία ἐρωτικῆς αὐτοπραγμάτωσης σὲ συνεχῆ αὐτοπροσφορὰ «ἀπὸ δόξης εἰς δόξαν».

Εὐτυχισμένοι («μακάριοι» λέει ἡ Ἐκκλησία) ὅσοι στὸ κλαυθμηρίζον βρέφος τῆς Βηθλεὲμ μποροῦν νὰ δοῦν τὴ δυνατότητα τὴ χαρισμένη στὸν ἄνθρωπο γιὰ τὴν πληρωματικὴ ἐλευθερία, ὅταν ἐπίπονα καταθέσει τὸ «ναὶ» τῆς χιλιοπεριορισμένης θέλησής του στὸν μανικὸ ἔρωτα τοῦ Θεοῦ Νυμφίου, τοῦ «διὰ τὴν ἐρωτικὴν αὐτοῦ ἀγαθότητα ἐνανθρωπήσαντος».

Η γέννηση του Ιησού, είναι η Γέννηση του Χριστού

ιησού

Τι σημαίνει ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός;
Η σωτηρία του ανθρώπου δεν ήταν θέμα διδασκαλίας και καθοδήγησης.
Εάν ήταν τέτοιο ζήτημα, ο Θεός θα μπορούσε να διδάξει με διάφορους τρόπους τον άνθρωπο και να τον οδηγήσει στην σωτηρία.
Το θέμα όμως αυτό ήταν οντολογικό, πολύ πιο βαθύ από μία απλή τήρηση κάποιων εντολών. Ο άνθρωπος δεν μπορούσε να νικήσει τον θάνατο και την φθορά. Ακόμα και ως δίκαιος -μετα θάνατον- κατέληγε στον Άδη. Ο Θεός λοιπόν για να σώσει τον άνθρωπο γίνεται Άνθρωπος. Η Ζωή γίνεται ένας θνητός για να νικήσει δια του θανάτου τον Θάνατο. Η ενανθρώπηση του Λόγου του Θεού είναι σημαντική όχι με τον τρόπο που έγινε αλλά για το ότι έγινε. Πολλές φορές μένουμε σε μία συναισθηματική προσέγγιση της Γέννησης του Θεανθρώπου ξεχνώντας τον Γεγονός. Μένουμε στη φάτνη, στο κρύο, στη νύχτα (βεβαίως και αυτά δείχνουν την ταπείνωση και την απλότητα του Θεού) και όχι στην πραγμάτωση της Σωτηρίας του Ανθρώπου δια της Ενανθρωπήσεως. Είναι συνηθισμένο το φαινόμενο να εορτάζουμε Χριστούγεννα ρομαντικά και όχι εκκλησιαστικά. Και ακριβώς εδώ βρίσκεται το πρόβλημα, διότι ουσιαστικά καταλήγουμε να χαιρόμαστε χωρίς τον Λόγο της εορτής. Μένουμε στα πέριξ και όχι στην ουσία των Θείων γεγονότων.
Διαβάζοντας τα σχετικά κείμενα στην Καινή Διαθήκη, βλέπουμε ότι οι Ευαγγελιστές δεν μένουνε στις λεπτομέρειες, στο πώς δηλαδή γεννήθηκε ο Ιησούς, διότι δεν είναι το μείζον αυτό. Το μείζον είναι ότι γεννήθηκε.
Το μείζον είναι ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός και πλέον δια του Ιησού Χριστού η ανθρώπινη φύση θεώνεται.
Η Γέννηση του Ιησού Χριστού είναι το γεγονός αυτό που αλλάζει πλέον την ιστορία της ανθρωπότητας, όχι επειδή απλά την χωρίζει σε π.Χ. και μ. Χ. αλλά διότι πλέον η ανθρώπινη φύση μπορεί να γίνει κοινωνός Θείας φύσεως δια Ιησού Χριστού εν Πνεύματι Αγίω.
Το σημαντικό είναι νομίζω, αυτές τις ημέρες να εμβαθύνουμε σ’αυτό το μυστήριο της Ενανθρωπήσεως του Σωτήρος Χριστού βλέποντας την Γέννησή Του ως το γεγονός της προσωπικής μας σωτηρίας, της προσωπικής μας δυνατότητας όχι απλά να μπούμε στον αισθητό παράδεισο των πρωτοπλάστων αλλά να εισέλθουμε σε κάτι απείρος ανώτερο, στην Βασιλεία του Θεού Πατρός.
Ο Θεός σώζει τον άνθρωπος από αγάπη και όχι από ανάγκη. Ο Θεός μπαίνει σ’αυτήν την διαδικασία της σωτηρίας του ανθρώπου ό,τι κι αν Του «στοιχίσει». Αυτός είναι ο Θεός μας. Πατέρας.
Η αγάπη του Θεού κινεί την Θεία Οικονομία και ο Θεός σώζει τον άνθρωπο.
αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 19, 2018

ΧΡΕΙΑΖΟΝΤΑΙ ΧΡΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ;

Γράφει ο Δημήτρης Σωτηρόπουλος

«Τι Χριστούγεννα να κάνεις φέτος χωρίς λεφτά; Άστο καλύτερα...» 
«Πού να τη βρω τη γιορτινή διάθεση, όταν δεν έχω να φάω ψωμί και να ζεσταθώ;» 
«Δεν έχει Χριστούγεννα φέτος. Περιμένουμε να περάσουν οι μέρες για να πληρώσουμε τους νέους φόρους» 


Αυτά και άλλα πολλά, είναι ελάχιστα απ' όσα ακούγονται στην Ελλάδα του 2012, παραμονές Χριστουγέννων. Μια απέραντη κατήφεια, μελαγχολία, κατάθλιψη και απογοήτευση.

Άδειοι δρόμοι, θλιβερές κενές βιτρίνες με "ενοικιάζεται" και "πωλείται", σκοτεινές πολυκατοικίες. Ακόμα και στα χριστουγεννιάτικα στολίδια έφτασε η κρίση...!
Μοιάζουν αλλόκοτες αυτές οι ημέρες. Διαφορετικές από τις προηγούμενες χρονιές. Σα να μην περιμένουμε ένα σπουδαίο γεργονός, αλλά απλώς να καρτερούμε να περάσει, για να συνεχίσουμε στη μιζέρια των φόρων, των χαρατσιών και της ανεργίας.
Κάνουμε αγγαρεία. Μήπως όμως κάναμε και μέχρι τώρα; 
Μήπως απλά είχαμε συνηθίσει να γεμίζουμε αυτή την "μη διάθεση" με πανάκριβα δώρα, συνεχείς διασκεδάσεις και ατελείωτο ξεφάντωμα;

Τι απέμενε απ' όλα αυτά; Η "μελαγχολία των γιορτών", όπως αποφάνθηκαν κάποιοι επιστήμονες. ΤΟ ΑΠΟΛΥΤΟ ΚΕΝΟ, όπως είναι η πραγματικότητα. 

Γιατί; Διότι συνδέσαμε ΤΗΝ ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ (!!!) με το τι θα αγοράσουμε. Τι θα φάμε. Τι θα πιούμε. Πού θα διασκεδάσουμε. Πώς θα ξοδέψουμε.


Απασχολημένοι με τις εφόδους μας στις λαμπερές βιτρίνες, σκασμένοι από τις υπεργεμισμένες γαλοπούλες και εν τέλει αποβλακωμένοι από το άκρατο κυνήγι του καταναλωτισμού, αφοσιωθήκαμε στα περιττά. Και ξεχάσαμε τα ουσιώδη.

Όμως, το υλιστικό τέρας λαβώθηκε. Το "επιτυχημένο" μοντέλο "ζωής" ταρακουνήθηκε. Η πεπλασμένη"ευμάρεια" αμφισβητήθηκε. Τα μετρητά και δανεικά στέρεψαν. Τα ψέματα τελείωσαν. 
Έχουμε κρίση τώρα. Τι κάνουμε λοιπόν; Χώνουμε το κεφάλι ακόμα πιο βαθιά στη γη, ως άλλοι στρουθοκάμηλοι. Κλεινόμαστε ακόμα περισσότερο στον εαυτό μας, όντας αποξενωμένοι από τον κοινωνικό μας περίγυρο. Ξορκίζουμε τις "γιορτές", γιατί πλέον δεν έχουμε λόγο να τις "γιορτάσουμε". Κάποιοι, δυστυχώς πολλοί, παραμένουν αμετανόητοι κι αποζητούν να περάσουν όσο το δυνατόν καλύτερα. "Η φτώχεια θέλει καλοπέραση", είναι το μότο τους, "πόσο μάλλον στις γιορτές". 

Αλήθεια, ποιες "γιορτές"; Φτάσαμε να ονομάζουμε έτσι τα ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ, για να καλύψουμε τις ενοχές των Α - Χριστουγέννων που ζούσαμε.

Τι γιορτάζουμε; Κανείς δεν ξέρει. Κανείς δεν ασχολείται.
Βλέπεις, ενοχλεί η Γέννηση του Χριστού. 


Εμποδίζει τον υλιστικό τρόπο ζωής μας η ταπεινή φάτνη της Βηθλεέμ.
Μας ελέγχουν οι βοσκοί με τα τριμμένα ρούχα, εμάς με τα αστραφτερά ενδύματα των "ρεβεγιόν".
Μας προκαλούν ενοχές τα άλογα, το σανό και ο στάβλος, εμάς που συνηθίσαμε να περνάμε εκείνες τις μέρες σε σαλόνια και κέντρα διασκέδασης.

Κι ο Χριστός; Αυτός κι αν μας ενοχλεί! 

Η ΑΓΑΠΗ που πρεσβεύει, δεν ταιριάζει με την "αγάπη" που εννοούμε.

Η ΕΥΤΥΧΙΑ που φέρνει η εορτή της Γέννησής Του, είναι διαφορετική από την "ευτυχία" των ολίγων λεπτών που προκαλεί ένα ωραίο δώρο ή μια καλή διασκέδαση.

Μα πάνω απ' όλα, είναι εντελώς ξένη Η ΥΨΙΣΤΗ, ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ, απέναντι στον κατώτατης υποστάθμης υλισμό της καλοπέρασης και του "δε βαριέσαι". 


Καιρός να σκεφτούμε. Να αναλογιστούμε τι γιορτάζουμε ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ τα Χριστούγεννα. Ν' αλλάξουμε τρόπο εορτασμού τους. 
Και να πάμε, καταρχήν, στην Εκκλησία της γειτονιάς μας το βράδυ της μεγάλης γιορτής. Έτσι θα τιμήσουμε το τιμώμενο πρόσωπο της ημέρας, που παρότι Θεός, γεννιέται όπως όλοι οι άνθρωποι. 

Έπειτα, να κάτσουμε στο οικογενειακό τραπέζι με ό,τι διαθέτουμε. Παλιότερα την έβγαζαν, χρονιάρες μέρες, με ξερό ψωμί. Μήπως τα ξέχασαν, ακόμα και οι γηραιότεροι; 
Να υπάρξει επιτέλους η ζεστασιά και θαλπωρή του σπιτικού, που δεν μπορεί να αναπληρώσει κανένα ξενοδοχείο, κανένα "σαλέ" και καμία άλλη "διασκέδαση". 


Να σκεφτούμε τους φτωχούς ή πιο φτωχούς από μάς. Και να κάνουμε αυτή τη φιλανθρωπία πράξη, μακριά από τα πλαστικά χαμόγελα της τηλεοπτικής υποκρισίας επαγγελματιών "φιλανθρώπων", που κοιτάζουν να έχουν κέρδος και από τη βοήθεια στον συνάνθρωπο. 

Έτσι, θα γιορτάσουμε επιτέλους Χριστούγεννα!
Χωρίς πολλά λεφτά, με άδειες τσέπες, αλλά γεμάτες καρδιές! 
Θα καταλάβουμε επιτέλους πως δεν πρόκειται για "γιορτές", γενικώς και αορίστως, αλλά για την ΓΕΝΝΗΣΗ του Χριστού! 

Και ταυτόχρονα, το τέλος των υλιστικών μας ψευδαισθήσεων, μια για πάντα...! 


ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ!!!

Ήταν οι τρεις Μάγοι αστρολόγοι

μάγοι



Οι αστρολόγοι επικαλούνται επίσης τους Μάγους εξ Ανατολών και το αστέρι της Βηθλεέμ. Στη Βαβυλώνα, λένε, γνώριζαν ότι η αστρική Σύνοδος των Ιχθύων επεδείκνυε ένα νέο άνδρα, που γεννιέται στις Ιουδαϊκές πόλεις της Παλαιστίνης.

Οι αστρολόγοι λένε ότι αυτό το σπάνιο ουράνιο γεγο­νός ήταν για τους σοφούς από την Ανατολή σίγουρο ση­μείο για την γέννηση ενός πνευματικού ηγέτη. Έτσι από όλο τον αστρολογικό συσχετισμό αναγνωρίσθηκε, όχι μόνο το γεγονός της γεννήσεως τού ηγέτη αυτού, αλλά προσδιορίσθηκε και η γεωγραφική θέση που επρόκειτο να γεννηθεί (Dr. Lohmer, Christus und die Astrologie, Baumgartenverlag, Warpe-Billerbeck 1955, σ. 16).
Κατ’ αρχήν στο Ματθ. β’ 1 δεν αναφέρονται μάγοι εκ Βαβυλώνος, αλλά μάγοι από ανατολών. Εδώ μπορούμε να υποθέσουμε την ανατολή τού ήλιου, μπορούμε όμως να εκλάβουμε ως ανατολάς και κάποια περιοχή που βρίσκεται ανατολικά της Ιουδαίας. Επομένως ο Ι­σχυρισμός ότι ήσαν μάγοι από την Βαβυλώνα είναι καθα­ρή φαντασία.
Οι αστρολόγοι συνδέουν το πρόσωπο τού Χριστού με τον Κυρίαρχο πάνω σε μια Εποχή ή σε ένα Κοσμι­κό Μήνα. Ο Χριστός, λέγουν, είναι ο Δάσκαλος της Εποχής των Ιχθύων. Κατά συνέπεια, με την έναρξη της Εποχής αυτής ανεμένετο από τους αστρολόγους να εμφανισθεί στη γη και ο Δάσκαλος (Αβατάρ) αυτής της εποχής, δηλαδή ο Χριστός.
Όμως οι μάγοι, σύμφωνα με το Ευαγγέλιο, δεν αναζητούν κάποιο Ηγέτη τού Κοσμικού Μήνα των Ι­χθύων, αλλά ρωτούν: που έστιν ο τεχθείς βασιλεύς των Ιουδαίων; (Ματθ. 6′ 2). Το Ευαγγέλιο δεν μιλάει για κάποιο υπολογισμό τού τόπου γεννήσεως με βάση τους συνδυασμούς των αστέρων. Οι μάγοι ακολουθούν ένα ο­ρατό αστέρι: είδομεν γαρ αυτού τον αστέρα εν τη ανα­τολή και ήλθομεν…. Παρετήρησαν δηλαδή το αστέρι ε­κείνο και δεν έκαναν κάποιους υπολογισμούς.
Ο F.W. Haack, συγκρίνοντας τους μάγους από ανα­τολών με τους σημερινούς αστρολόγους, υπογραμμίζει ότι οι μάγοι εκείνοι δεν μπορούν να ταυτιστούν με τους σημερινούς αστρολόγους. Ο σημερινός αστρολόγος βρί­σκεται σε αντίθεση με τον αστρονόμο η με τον επιστημονι­κό παρατηρητή των άστρων. Η διάκριση ανάμεσα στον αστρονόμο και τον αστρολόγο δεν υπήρχε κατά την επο­χή τού Ιησού Χριστού. Στους ειδικούς, που κατά την αρ­χαιότητα εξέταζαν τα άστρα, δεν έχουμε μόνο τους προ­γόνους των αστρονόμων, αλλά και τους προπάτορες των αστρολόγων. Δίπλα από τους μάγους, δηλαδή τους σο­φούς από την Ανατολή, υπήρχαν και οι επαγγελματίες μάντεις, που στη μέθοδο τους δεν διέφεραν καθόλου από τους σημερινούς αστρολόγους των ωροσκοπίων. Για τέ­τοιους μάντεις δεν γίνεται λόγος στο δεύτερο κεφάλαιο του Ευαγγελίου τού Ματθαίου.
Το αστέρι, λοιπόν, της Βηθλεέμ δεν έχει καμμία απο­λύτως σχέση με τους σημερινούς αστρολόγους. Αλλά και οποιοδήποτε άλλο εδάφιο της Αγίας Γραφής κι αν επικαλεσθούν οι αστρολόγοι, δεν λέει γι’ αυτούς τίποτα, γιατί σίγουρα είναι άσχετο: Δεν μπορούμε να το ερμη­νεύσουμε με τρόπο που να ακυρώνει το κύριο μήνυμα της Βίβλου. Τα μόνα σχετικά εδάφια της Γραφής, που αφορούν τους αστρολόγους και όλους τους μάντεις, είναι ε­κείνα, με τα οποία ο Θεός μας συνιστά να μην έχουμε σχέση μ’ αυτούς. Δεν παραλείπει μάλιστα να υπογραμμί­σει τις συνέπειες, στην περίπτωση που θα παραβούμε το θέλημά Του.
Πηγή: Βιβλίο: Η αστρολογία στο φως της Ορθοδοξίας – Αθήνα 1995

Η Γέννηση του Χριστού και τα Απόκρυφα Ευαγγέλια - Η πορεία στη Βηθλεέμ, η φυγή στην Αίγυπτο και οι αγιογράφοι (Σχόλια και Διάλογοι)


Τα βιβλία των αποστόλων, αυτά που στη συνέχεια αποτέλεσαν την Καινή Διαθήκη, παραδόθηκαν στους χριστιανούς ήδη από την πρώτη γενιά, από τους ίδιους τους αποστόλους. Αν και αρχικά μάλλον οι χριστιανοί δεν τα θεωρούσαν ως ένα είδος «αγίας γραφής», όμως τα θεωρούσαν βασική πηγή πληροφόρησης για την πίστη που είχαν παραλάβει οι κατά τόπους Εκκλησίες από τα χείλη των ίδιων των αποστόλων.


Η Γέννηση του Χριστού και τα Απόκρυφα Ευαγγέλια
Γράφει ο καθ. Ιωάννης Δ. Καραβιδόπουλος

Τα ανώνυμα χριστιανικά κείμενα του 2ου αιώνα μ.Χ., αν και δεν συμπεριλαμβάνονται στην Καινή Διαθήκη, αποτελούν πολύτιμη πηγή για τους ιστορικούς.

Οι βυζαντινές παραστάσεις της Γέννησης του Χριστού τοποθετούν το νεογέννητο βρέφος και την Παναγία Μητέρα του μέσα σε ένα σπήλαιο, όπου απεικονίζονται επίσης δίπλα στο βρέφος και δύο εκπρόσωποι του ζωικού κόσμου, ένα βόδι και ένας όνος.

Αν όμως διαβάσει κανείς τις διηγήσεις των δύο Ευαγγελίων της Καινής Διαθήκης που αφηγούνται τη Γέννηση (κατά Ματθαίον 2, 1-12 και κατά Λουκάν 2, 1-20), δεν θα δει πουθενά να γίνεται λόγος για σπήλαιο ούτε για βόδι και όνο. Δίκαια λοιπόν θα αναρωτηθεί: Από πού αντλούν οι βυζαντινοί αγιογράφοι τα εικονογραφικά αυτά θέματα;

Τα δύο αυτά γνωστά μας εικονογραφικά στοιχεία προέρχονται από άλλα αρχαία κείμενα που δεν αποτελούν μέρος της Καινής Διαθήκης, από τα λεγόμενα Απόκρυφα Ευαγγέλια. Τι ακριβώς είναι αυτά; Είναι απαραίτητο να προτάξουμε μερικές εισαγωγικές πληροφορίες για τον χαρακτήρα και τον στόχο αυτών των κειμένων και γενικότερα για τη θέση τους μέσα στη ζωή της Εκκλησίας.

«Απόκρυφα χριστιανικά κείμενα» ­ ή, σύμφωνα με άλλη επικρατούσα ονομασία, «Απόκρυφα της Καινής Διαθήκης» ­ ονομάζονται διάφορα ανώνυμα ή ψευδεπίγραφα χριστιανικά κείμενα, γραμμένα από τον 2ο αιώνα μ.Χ. και εξής, που δεν συμπεριλαμβάνονται στον «κανόνα» των 27 βιβλίων της Καινής Διαθήκης αλλά διαβάζονται απλώς ή, σε ορισμένες περιπτώσεις, απορρίπτονται από τους εκκλησιαστικούς συγγραφείς των πρώτων αιώνων. 

Σχετίζονται όμως με την Καινή Διαθήκη (και έτσι εξηγείται η επικρατούσα ονομασία τους) τόσο από πλευράς φιλολογικού είδους (είναι Ευαγγέλια, Πράξεις, Επιστολές, Αποκαλύψεις, αλλά και Διάλογοι, Ερωτήσεις) όσο και από πλευράς περιεχομένου, διότι τα κείμενα αυτά αναφέρονται σε γεγονότα ή πρόσωπα που περιέχονται στην Καινή Διαθήκη, συνήθως τροποποιώντας τα, ή βρίσκονται στην προέκτασή τους.


Ποια ήταν τα αίτια που οδήγησαν στην παραγωγή αυτής της απόκρυφης φιλολογίας; Πρώτα πρώτα η ευσεβής φαντασία ορισμένων αγνώστων συγγραφέων, που απέδωσαν τα έργα τους σε γνωστά πρόσωπα της Εκκλησίας, θέλησε να καλύψει τα «κενά» της Καινής Διαθήκης, ιδιαίτερα της ζωής του Ιησού και της Παναγίας καθώς και των Αποστόλων, με στόχο συνήθως διδακτικό ή απολογητικό.

Πολλές φορές δευτερεύοντα ή ανώνυμα πρόσωπα της Καινής Διαθήκης αναφέρονται με συγκεκριμένο όνομα στα Απόκρυφα ­ όνομα που επικράτησε τελικά στην παράδοση της Εκκλησίας, κυρίως τη λειτουργική και γίνονται πρωταγωνιστές ή διαδραματίζουν έναν πιο σημαντικό ρόλο σε αυτά.

Οι τρεις μάγοι, για παράδειγμα, που προσφέρουν δώρα στον νεογέννητο Χριστό φέρουν τα ονόματα Γασπάρ, Βαλτάσαρ και Μελχιώρ, ο ανώνυμος εκατόνταρχος κατά τη σταύρωση του Ιησού ονομάζεται Λογγίνος, οι δύο ληστές Γίστας και Δισμάς, η αιμορροούσα γυναίκα Βερονίκη. 

Συνήθως παρουσιάζονται μυθώδεις και φανταστικές διηγήσεις για περιόδους της ζωής του Ιησού, για τις οποίες δεν υπάρχουν πληροφορίες στα ευαγγέλια. Επίσης γίνεται λόγος για τη γέννηση και την παιδική ηλικία της Παναγίας, για τα θαύματα της παιδικής ηλικίας του Ιησού, για τη φυγή στην Αίγυπτο και την εκεί κατάρρευση των ειδώλων, την κάθοδο του Χριστού στον Αδη, την Ανάσταση, την ιεραποστολική δραστηριότητα των Αποστόλων, την περιγραφή του τέλους του κόσμου κ.ά.π.

Η απόκρυφη γραμματεία έγινε αμέσως το όχημα και το μέσο για τη διατύπωση και τη διάδοση αιρετικών διδασκαλιών. Για τον αιρετικό ή όχι χαρακτήρα ορισμένων Αποκρύφων γίνονται συζητήσεις σήμερα στην έρευνα. Στη διάρκεια των αιώνων τα απόκρυφα κείμενα έτυχαν διαφορετικής αντιμετώπισης: άλλοτε καταδικάστηκαν από την Εκκλησία (ιδιαίτερα στη Δύση), άλλοτε τροφοδότησαν τη λαϊκή ευσέβεια ή ενέπνευσαν έργα τέχνης.

Η βυζαντινή τέχνη παρουσιάζει πλούσια θεματική που η πηγή έμπνευσής της βρίσκεται στα Απόκρυφα. Αρκεί να αναφέρουμε εδώ για παράδειγμα τις τοιχογραφίες σε ναούς της Καππαδοκίας, τα ψηφιδωτά του νάρθηκα της Μονής της Χώρας στην Κωνσταντινούπολη, τις τοιχογραφίες του Καθολικού της Μονής Χιλανδαρίου (Αγίου Όρους), της Περιβλέπτου του Μιστρά, της Santa Maria Maggiore της Ρώμης κ.ά., που είναι εμπνευσμένα από το Πρωτευαγγέλιον Ιακώβου και περιέχουν σκηνές από την παιδική ηλικία της Παναγίας.

Η έρευνα των Αποκρύφων προωθείται σήμερα από μια επιστημονική εταιρεία που ιδρύθηκε πρόσφατα, την Εταιρεία για τη Μελέτη της Απόκρυφης Χριστιανικής Γραμματείας, με έδρα τη Λωζάννη και μέλη από πολλά άλλα πανεπιστήμια του κόσμου. 

Η πορεία στη Βηθλεέμ, 
η φυγή στην Αίγυπτο

και οι αγιογράφοι

Φυγή Ιησού Χριστού στην Αίγυπτο - Λυδία Γουριώτη

Ένα από τα γνωστότερα και σημαντικότερα Απόκρυφα, το λεγόμενο Πρωτευαγγέλιον Ιακώβου (του 2ου αιώνα μ.Χ.), κάνει λόγο για το σπήλαιο μέσα στο οποίο γεννήθηκε ο Χριστός, πληροφορία που αξιοποιούν οι βυζαντινοί αγιογράφοι.

«Καθώς ο Ιωσήφ με την έγκυο Μαρία πορεύονται προς τη Βηθλεέμ για να απογραφούν κατόπιν του σχετικού διατάγματος του αυτοκράτορα Αυγούστου, ο Ιωσήφ αναλογίζεται:

«Εγώ θα απογράψω τους υιούς μου, με αυτό το κορίτσι όμως τι να κάνω; Πώς θα την απογράψω; Ως γυναίκα μου; Ντρέπομαι. Ως θυγατέρα μου; Μα όλοι οι υιοί Ισραήλ γνωρίζουν καλά ότι δεν είναι κόρη μου. Αυτή είναι η ημέρα του Κυρίου, ας ενεργήσει όπως θέλει».
Έστρωσε το υποζύγιο, την έβαλε να καθήσει και πορεύτηκαν κοντά τρία μίλια έτσι.

Σε μια στιγμή ο Ιωσήφ στράφηκε και είδε τη Μαρία σκυθρωπή και αναλογίστηκε: «Ίσως ο καρπός της την κάνει να πονά». Γυρίζει πάλι ο Ιωσήφ και την είδε να γελά, και είπε: «Μαρία, τι συμβαίνει;Το πρόσωπό σου το βλέπω πότε γελαστό και πότε σκυθρωπό».

Η Μαρία απάντησε: «Είναι επειδή βλέπω ενώπιόν μου δύο λαούς, έναν που κλαίει και θρηνεί και έναν που χαίρεται και αναγαλλιάζει».

Είχαν διασχίσει τη μισή διαδρομή και είπε τότε η Μαριάμ: «Κατέβασέ με από το υποζύγιο, επειδή αυτό που υπάρχει μέσα μου με πιέζει να εξέλθει». Την κατέβασε από το υποζύγιο και της είπε: «Πού να σε πάω; Ο τόπος είναι έρημος». Εκεί βρήκε ένα σπήλαιο και την έβαλε μέσα...» (17, 1 - 18, 1).

  • Ακολουθεί μια πρωτότυπη και εξόχως ενδιαφέρουσα περιγραφή της αναστολής λειτουργίας του χρόνου και της κίνησης κατά την ώρα της γέννησης του Χριστού.
Κατά την ιστορική στιγμή της γέννησης το Σύμπαν έκθαμβο σταμάτησε τη ροή και την κίνησή του, οι φωνές εσίγησαν, οι κινήσεις ανθρώπων και ζώων διακόπηκαν, τα πουλιά ακινητοποιήθηκαν στον αέρα, τα μέλη κάθε ζωντανού σώματος έμειναν μετέωρα στο σημείο όπου βρίσκονταν την ώρα εκείνη.
  • Η αφήγηση γίνεται σε πρώτο πρόσωπο από τον Ιωσήφ:
«Εγώ ο Ιωσήφ περπατούσα και όμως δεν προχωρούσα, έστρεψα το βλέμμα μου ψηλά και είδα τον αέρα πλημμυρισμένο με φως, σήκωσα τα μάτια μου στον ουρανό και τον είδα σταματημένο και τα ουράνια πουλιά ακίνητα. Και κοίταξα προς τη γη και είδα χάμω μια σκάφη και εργάτες ανασηκωμένους με τα χέρια μέσα στη σκάφη. Όσοι έτρωγαν δεν έτρωγαν και όσοι σήκωναν το κεφάλι δεν μπορούσαν να το κατεβάσουν, όσοι πάλι άνοιγαν το στόμα τους δεν μπορούσαν να το κλείσουν, αλλά ολωνών τα πρόσωπα ήταν στραμμένα προς τον ουρανό. Είδα και πρόβατα να περνούν και τα πρόβατα στάθηκαν ακίνητα και, όταν σήκωσε το χέρι του ο βοσκός για να τα χτυπήσει, έμεινε ψηλά. Και έριξα τα μάτια μου στον χείμαρρο και διέκρινα τα στόματα των μικρών προβάτων ανοιχτά χωρίς να πίνουν. Και ξαφνικά όλα εξακολούθησαν την πορεία τους» (18, 2). 

Ύστερα από τα αποσπάσματα του Πρωτευαγγελίου Ιακώβου που παραθέσαμε είναι φανερή η πηγή έμπνευσης των ζωγράφων αναφορικά με το σπήλαιο της Γέννησης. Τα δύο όμως ζώα στη γνωστή παράσταση της Γέννησης; Αυτά προέρχονται από ένα άλλο μεταγενέστερο Απόκρυφο, το Ευαγγέλιο του Ψευδο-Ματθαίου (8ος αιώνας) που γράφει τα εξής: «Και την τρίτη ημέρα από τη γέννηση του κυρίου μας Ιησού Χριστού η μακαριοτάτη Μαρία βγήκε από τη σπηλιά και μπήκε σ' έναν στάβλο, όπου απέθεσε σε φάτνη τον γιο της, τον οποίο προσκύνησαν το βόδι και ο όνος.

Τότε εκπληρώθηκε ο λόγος του προφήτη Ησαΐα: «Το βόδι γνώρισε τον αφέντη του και ο όνος τη φάτνη του κυρίου του». Τα ίδια λοιπόν τα ζωντανά, το βόδι και ο όνος έχοντας Αυτόν στη μέση αδιαλείπτως τον προσκυνούσαν. Τότε εκπληρώθηκε ο λόγος του προφήτη Αββακούμ: «Εν μέσω δύο ζωντανών θα φανερωθείς». Στο ίδιο μέρος παρέμεινε ο Ιωσήφ με τη Μαρία για τρεις ημέρες» (14).

  • Το ίδιο κείμενο αφηγείται θαυμαστά γεγονότα που έλαβαν χώρα κατά το ταξίδι του Ιησού με την κατά κόσμο οικογένειά του στην Αίγυπτο. Μιλάει για λιοντάρια, λύκους και λεοπαρδάλεις που συνοδεύουν την οικογένεια χωρίς να βλάψουν κανέναν, καθώς και για ένα φοινικόδενδρο που λυγίζει τα κλαδιά του, κατόπιν εντολής του μικρού Ιησού, ώστε να δροσιστεί η μητέρα του από τον καρπό του, πράξη για την οποία αμείβεται το δένδρο με τα ακόλουθα λόγια του βρέφους: «Αυτό το προνόμιο σου δίνω, φοίνικα,να μεταφερθεί από τους αγγέλους μου ένας από τους κλώνους σου και να φυτευθεί στον παράδεισο του Πατέρα μου. Και αυτή την ευλογία σού δίνω, ώστε σε όλους όσοι θα έχουν νικήσει σε κάποιον αγώνα, να λένε: κερδίσατε τον φοίνικα της νίκης» (21).
Όταν οι ταξιδιώτες έφθασαν στην Ερμούπολη της Αιγύπτου, μπήκαν για να καταλύσουν σε ένα ιερό που ονομαζόταν «Καπιτώλιο της Αιγύπτου» και στέγαζε 365 είδωλα. «Και συνέβη» αφηγείται το ίδιο κείμενο «όταν η Μαρία μαζί με το νήπιο εισήλθε στο ιερό, όλα τα είδωλα να γκρεμιστούν στο έδαφος... Όταν το ανήγγειλαν αυτό στον Αφροδίσιο, ηγεμόνα της πόλης εκείνης, ήρθε στο ιερό με όλο του το στράτευμα.

Οι ιερείς όμως του ναού, μόλις είδαν τον Αφροδίσιο να έρχεται στο ιερό με όλο του το στράτευμα, νόμιζαν ότι θα τον δουν να παίρνει εκδίκηση από αυτούς εξαιτίας των οποίων οι θεοί είχαν καταρρεύσει. Και εκείνος κατά την είσοδό του στο ιερό, μόλις είδε όλα τα είδωλα να κείτονται πεσμένα με το πρόσωπό τους, πλησίασε τη Μαρία, η οποία έφερε στην αγκαλιά της τον Κύριο, και αφού τον προσκύνησε είπε σε όλο το στράτευμα και τους φίλους του:

  1. «Αν αυτός δεν ήταν ο Θεός των δικών μας θεών, οι θεοί μας δεν θα είχαν πέσει πάνω στα πρόσωπά τους ενώπιόν του, ούτε θα κείτονταν σωριασμένοι στη θέα του. Αν λοιπόν όλοι μας δεν κάνουμε με μεγαλύτερη ευλάβεια αυτό που είδαμε να πράττουν οι θεοί μας, θα μπορούσαμε να επισείσουμε τον κίνδυνο της οργής του και όλοι να χαθούμε, όπως συνέβη στον Φαραώ, τον βασιλιά των Αιγυπτίων, ο οποίος καταποντίστηκε στη θάλασσα μαζί με όλο του το στράτευμα, επειδή δεν πίστεψε σε τόσο μεγάλες δυνάμεις. Τότε όλος ο λαός της πόλης αυτής πίστεψε στον Κύριο τον Θεό μέσω του Ιησού Χριστού» (23-24).
Τα κείμενα αυτά μπορεί σε σύγκριση με τα Ευαγγέλια της Καινής Διαθήκης να υπολείπονται από πλευράς εμβάθυνσης στο μυστήριο της θείας οικονομίας, καθώς επίσης και από πλευράς ιστορικών στοιχείων και λυτρωτικού μηνύματος, είχαν όμως τη δική τους ιστορία στην περιφέρεια της ζωής της Εκκλησίας. Έθρεψαν πολλές γενιές απλών χριστιανών, αλλά και αναδυόμενα από την περιφέρεια στο κέντρο της εκκλησιαστικής ζωής ενέπνευσαν υμνογράφους και ιδίως καλλιτέχνες και αγιογράφους.

Καιρός είναι πλέον η υποκρυπτόμενη ή φανερά εκφραζόμενη από πολλούς άποψη ότι τα Απόκρυφα περιέχουν συγκλονιστικές και ύποπτες για τη χριστιανική πίστη πληροφορίες, και γι' αυτό η Εκκλησία και η θεολογία τα κρατούν μακριά από το αναγνωστικό κοινό, να δώσει τη θέση της σε μια νηφαλιότερη επιστημονική αποτίμηση των κειμένων αυτών.


ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ: Οι διαφορές με τα «κανονικά» Ευαγγέλια


Συγκρίνοντας τις διηγήσεις των Αποκρύφων με αυτές των «κανονικών» Ευαγγελίων(κανονικών, με την τεχνική έννοια ότι ανήκουν στον «κανόνα» της Καινής Διαθήκης, όπως τον όρισε η Εκκλησία στους πρώτους αιώνες) διαπιστώνουμε τα εξής:


1. Τα τέσσερα «κανονικά» Ευαγγέλια έχουν βέβαια το καθένα από αυτά τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του και τις ιδιαίτερα τονιζόμενες θεολογικές ιδέες του συγγραφέα του, στο σύνολό τους όμως απηχούν την πίστη της Εκκλησίας για το πρόσωπο του Χριστού. Με άλλα λόγια είναι έργα της Εκκλησίας και διαβάζονται στις λατρευτικές συνάξεις της. Τα Απόκρυφα, αντίθετα, είναι ατομικά έργα μη αναγνωρισμένα από το σύνολο του σώματος της Εκκλησίας, έστω κι αν επικράτησαν σε ορισμένες ομάδες και διαβάστηκαν για κάποια μικρότερα ή μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα.

2. Ενώ στα Ευαγγέλια της Καινής Διαθήκης το πρόσωπο της Παναγίας μνημονεύεται πάντα σε σχέση με το κεντρικό πρόσωπο της Αγίας Γραφής, που είναι ο Ιησούς Χριστός, και σε καμία περίπτωση αυτοτελώς και ανεξάρτητα από το μυστήριο της ενανθρώπισης, στα Απόκρυφα Ευαγγέλια παρέχονται πληροφορίες για τη ζωή της Παναγίας, όχι κατ' ανάγκη σε σχέση με τον Χριστό. Οι άγνωστοι συγγραφείς αυτών των κειμένων θεωρούν λίγες τις πληροφορίες των Ευαγγελίων και, αντλώντας από προφορικές παραδόσεις, όταν δεν στηρίζονται εξ ολοκλήρου στη φαντασία τους, «συμπληρώνουν» την εικόνα της Παναγίας.

3. Οι διηγήσεις των Ευαγγελίων της Καινής Διαθήκης διακρίνονται για τη λιτότητά τους και έχουν έναν δωρικό χαρακτήρα. Οι διηγήσεις των Αποκρύφων δεν αρκούνται σε απλές αναφορές ή εξιστορήσεις, κυρίως αποσκοπούν στο να πείσουν τον αναγνώστη, δίδοντας πιο εντυπωσιακές διαστάσεις στα πρόσωπα και στα γεγονότα και καταφεύγοντας σε λυρικές εξάρσεις. Θέλουν να πείσουν, με κάθε τρόπο και με στόχο κυρίως απολογητικό, για την υπερφυσική διάσταση των γεγονότων.

4. Το θεϊκό σχέδιο για τη σωτηρία του κόσμου αποτελεί τον πυρήνα και τον στόχο των Ευαγγελίων της Καινής Διαθήκης, ενώ η ιστορία, πραγματική ή φανταστική, και ο εντυπωσιασμός συνιστούν τον στόχο των Αποκρύφων. Πρέπει να προσθέσουμε ότι τα κείμενα αυτά, τα απόκρυφα, συγκρινόμενα προς τα καινοδιαθηκικά, υπολείπονται σαφώς από πλευράς θεολογικής εμβάθυνσης, καθώς και από πλευράς ιστορικών στοιχείων, πνευματικού πλούτου και ηθικού βάθους. Έθρεψαν ωστόσο πολλές γενιές πιστών και ενέπνευσαν υμνογράφους και αγιογράφους της Εκκλησίας.

Οι μεταφράσεις των απόκρυφων αποσπασμάτων που παρατίθενται εδώ είναι από το βιβλίο του Ι. Καραβιδόπουλου, Απόκρυφα Χριστιανικά Κείμενα. Τόμ. Ι: Απόκρυφα Ευαγγέλια, εκδ. Π. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 1999.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα το «ΒΗΜΑ» στις 24/12/2000

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...