Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 25, 2022

Μπροστά στο «Τριώδιο»

 

Μπροστά στο «Τριώδιο»

Δημήτριος Παναγόπουλος

Πολύς λόγος γίνεται κάθε χρόνο κατά τις ημέρες που ανοίγει το Τριώδιο, τόσο από τους λεγόμενους πιστούς, όσο και από τους άπιστους, τους αδιάφορους, και μάλιστα κυρίως από αυτούς.

Υπάρχει όμως μία παρανόηση αναφορικά με το τι ερμηνεία έχουν οι λέξεις «ανοίγει το Τριώδιο».

Διότι βλέπουμε οι άπιστοι, οι ψυχροί, οι αδιάφοροι ως προς τα θέματα της θρησκείας, αλλά και πολλοί από τους κατ’ όνομα χριστιανούς, να ερμηνεύουν τις λέξεις «ανοίγει το Τριώδιο» με το ότι ήρθε περίοδος γλεντιού, μασκαρέματος, ξεφαντώματος, κραιπάλης, διαφθοράς ψυχής και σώματος. Γι’ αυτό βλέπουμε τόσα και τόσα παράξενα να λαμβάνουν χώρα κατά τις ημέρες αυτές.

Η πραγματική όμως ερμηνεία του «ανοίγματος του Τριωδίου» δεν είναι τα ανωτέρω, αλλά τα κατωτέρω.

Πρώτον, η περίοδος αυτή λέγεται περίοδος του Τριωδίου, και ακόμη ότι «ανοίγει το Τριώδιο», εξαιτίας ενός βιβλίου της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας που ονομάζεται «Κατανυκτικόν Τριώδιον» και που το ανασύρει η Εκκλησία από τη βιβλιοθήκη της το Σάββατο το απόγευμα, την παραμονή δηλαδή της Κυριακής του Τελώνου και του Φαρισαίου, και θέτοντάς το στο αναλόγιο διαβάζει και ψάλλει από αυτό μέχρι το μεσονύκτιο του Μ. Σαββάτου που γίνεται η Ανάσταση, και κατόπιν το αποσύρει βάζοντας στη θέση του ενα άλλο βιβλίο της που λέγεται «Πεντηκοστάριον».

Με το βιβλίο αυτό, το «Κατανυκτικό» δηλαδή «Τριώδιο», η Εκκλησία διδάσκει τους ανθρώπους σχετικά με θέματα σωτηρίας.

Το μεγάλο αυτό βιβλίο είναι χωρισμένο σε τρεις περιόδους.

Η πρώτη αρχίζει από την Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου και τελειώνει την Κυριακή της Τυροφάγου.

Η δεύτερη αρχίζει από τη λεγόμενη Καθαρά Δευτέρα, την επομένη της Τυροφάγου, και τελειώνει των Βαΐων.

Και η τρίτη αρχίζει από την Μ. Δευτέρα, την επομένη των Βαΐων, και τελειώνει το μεσονύκτιο του Μ. Σαββάτου προς την Κυριακή, όπου σύμφωνα με τις Διαταγές των Αποστόλων έγινε η Ανάσταση.

Στην πρώτη του περίοδο παρουσιάζει τέσσερεις Ευαγγελικές περικοπές πολύ διδακτικές και απαραίτητες σε καθέναν που θέλει να γνωρίζει ορθά τα θέματα της σωτηρίας του.

Η πρώτη περικοπή είναι η λεγόμενη του Τελώνου και Φαρισαίου (Λουκ. 18:10-14), η οποία παρουσιάζει δύο ανθρώπους που ο ένας είχε έργα κατά κόσμον (ο Φαρισαίος) και απορρίφθηκε από τον Θεό, και ο άλλος (ο Τελώνης) δικαιώθηκε διότι αναγνώρισε την αμαρτωλότητά του, ζητώντας έλεος από τον Θεό με τα λόγια· «Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ».

Η δεύτερη περικοπή είναι η λεγόμενη του Ασώτου (Λουκ. 15:25-32), η οποία επίσης παρουσιάζει δύο ανθρώπους, όπου ο ένας, παρότι αμάρτησε (ο άσωτος) μετανόησε, εξομολογήθηκε, κοινώνησε (από τον Μόσχο τον σιτευτό) και σώθηκε, ενώ ο άλλος που αρκέστηκε στη δικαιοσύνη του, στα έργα του· «Ιδού τοσαύτα έτη δουλεύω σοι και ουδέποτε έντολήν σου παρήλθον» (Λουκ. 15:29), απορρίφθηκε, δεν εισήλθε.

Αφού λοιπόν παρουσιάσει τις δύο αυτές μεγάλες ευαγγελικές περικοπές, στις οποίες διδάσκεται σαφώς ο τρόπος της σωτηρίας του ανθρώπου, ότι δηλαδή δεν σώζεται με τα έργα του μόνο, αλλά με τη θυσία του Υιού του Θεού, του «Μόσχου του σιτευτού», έρχεται την τρίτη Κυριακή της Αποκριάς και διδάσκει ότι πρέπει να προσέξουμε, διότι μία ημέρα θα καθίσει ως δικαστής πλέον να μας κρίνει. Γι’ αυτό μας διαβάζει το Ευαγγέλιο της Κρίσεως (Ματθ. 25:31-46) που είναι παραβολή και προφητεία μαζί. Παραβολή μεν, διότι παρομοιάζει τους δικαίους με πρόβατα και τους απίστους με ερίφια, προφητεία δε, διότι λέει: «Όταν έλθη ο Υιός του ανθρώπου» κλπ.

Και τέλος, προκειμένου να μας εισαγάγει στο δεύτερο μέρος της προετοιμασίας της Μ. Τεσσαρακοστής, για να δεχτούμε τον στο τέλος της περιόδου ερχόμενο σταυρωθέντα, ταφέντα και αναστάντα Θεό μας, μας θυμίζει την έξωση του Αδάμ και της Εύας από τον Παράδεισο την Κυριακή της Τυροφάγου (που τη λέμε τελευταία αποκριά, ψευδώς βεβαίως), και έτσι κλείνει το πρώτο μέρος της μεγάλης αυτής περιόδου του Τριωδίου.

Κατόπιν μας εισάγει στο δεύτερο μέρος της περιόδου που είναι η λεγόμενη Μεγάλη Τεσσαρακοστή και αρχίζει με την Καθαρή Εβδομάδα, και μάλιστα τη λεγόμενη Καθαρή Δευτέρα, που εμείς με την απιστία μας την καταντούμε την πιο βρωμερή του έτους. Η Καθαρή Δευτέρα βρίσκει τους Πρωτοπλάστους εξωσμένους από την Εδέμ να κλαίνε και να κτυπούν το πρόσωπό τους ζητώντας έλεος. Η αγία μας Εκκλησία για το θέμα αυτό ψάλλει:

«Αδάμ εξωστράκισται παρακοή Παραδείσου, και τρυφής εκβέβληται, γυναικός τοις ρήμασιν απατώμενος, και γυμνός κάθηται, του χωρίου οίμοι! εναντίον οδυρόμενος. Διο σπουδάσωμεν, πάντες τον καιρόν υποδέξασθαι, νηστείας, υπακούοντες ευαγγελικαίς παραδόσεσιν· ίνα δια τούτων, ευάρεστοι γενόμενοι Χριστώ, του Παραδείσου την οίκησιν πάλιν απολάβωμεν».

Κατά τις εβδομάδες αυτές της περιόδου της Μ. Τεσσαρακοστής, τις Τετάρτες και τις Παρασκευές η αγία μας Εκκλησία κάνει τις Ακολουθίες των Προηγιασμένων, όπου οι πιστοί μπορούν να πυκνώσουν την προσέλευσή των στο Ποτήριο της Ζωής (την Θεία Κοινωνία), ώστε να παίρνουν δύναμη για τον αγώνα της νηστείας και της εγκράτειας της Μ. Τεσσαρακοστής.

Τέλος φτάνουμε στην Κυριακή των Βαΐων που είναι το τέλος της δεύτερης περιόδου, και μπαίνουμε πλέον στη Μεγάλη Εβδομάδα, τη λεγόμενη εβδομάδα των Αγίων Παθών, όπου ολοκληρώνεται η διδασκαλία της ενανθρωπήσεως του Ιησού με τη Σταύρωση, την Ταφή και την Ανάσταση.

Αυτό είναι λοιπόν συνοπτικά το «Τριώδιον» και ο σκοπός του ανοίγματός του.

Επειδή όμως αυτό εργάζεται σκοπό σωτήριο, βάλλεται από τον Διάβολο και τα όργανά του, ο οποίος ανοίγει και αυτός το δικό του Τριώδιο και μας καλεί προς τα εκεί, υποσχόμενος αντί για νηστεία, φαγοπότι, αντί για εγκράτεια και σωφροσύνη, απόλαυση και ηδονές, και αντί για πένθος και δάκρυα, γέλια και καρναβάλια.

Πάντως ας μη ξεχνούμε ότι στο ένα «Τριώδιο» της Εκκλησίας πρωταγωνιστεί ο Χριστός, ενώ στο άλλο «Τριώδιο» του κόσμου πρωταγωνιστεί ο Διάβολος.

Ο ένας καλεί σε σωτηρία, ο άλλος σε απώλεια. Σ’ εμάς εναπόκειται να εκλέξουμε: τον Ιησού ή τον Βαραββά.

Χαρά σε αυτούς που θα συνταχθούν με τον Ιησού και αλίμονο σε όσους θα συνταχθούν με τον Βαραββά.

Από το περιοδικό «Όσιος Φιλόθεος της Πάρου» τ. 16, εκδ. Ορθ. Κυψέλης, σελ. 17

koinoniaorthodoxias

πηγή

Πατριάρχης... κατώτερος τῶν περιστάσεων

 

Ὅσο κι ἄν μᾶς βολεύει νά τό ξεχνᾶμε, ἡ κρίση στήν Οὐκρανία δέν εἶναι καθόλου ἄσχετη μέ τή διχαστική καί ἔξωθεν ἐπιβληθεῖσα πρωτοβουλία τοῦ Πατριάρχη Βαρθολομαίου νά ἀναγνωρίσει τό Αὐτοκέφαλο τῆς Οὐκρανικῆς Ἐκκλησίας, συντείνοντας στήν ἀποξένωση τοῦ πολυπληθοῦς ρωσικοῦ στοιχείου ἀπό τίς θρησκευτικές δομές τῆς... χώρας αὐτῆς.

Ἡ ἀπόφαση αὐτή τοῦ Πατριάρχη, πού ἀντιμετωπίστηκε μέ σοβαρή ἐπιφύλαξη ἀκόμη καί ἀπό τίς πιό νηφάλιες -πλήν, ὅμως, ἐμβληματικές- μορφές τῆς Ὀρθοδοξίας, ὅπως ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλβανίας Ἀναστάσιος, λειτούργησε βλαπτικά καί γιά τά συμφέροντα τῆς πολυπληθοῦς ἑλληνικῆς κοινότητας, πού ταυτίζεται πολύ περισσότερο συναισθηματικά μέ τό ρωσικό στοιχεῖο, ἀφοῦ ἔχει ὡς μητρόπολη ἐθνικῆς ἀναφορᾶς τή Μόσχα, ὄχι τό Κίεβο.

Ἡ σημερινή Οὐκρανία, ἐξάλλου, πού προβάλλεται ὡς ἀγαπημένο pet τῶν Γερμανῶν, τῶν Ἀμερικανῶν καί τῶν ἀκολούθων τους, ἀποτελεῖ ἕνα πολύ περίεργο μεῖγμα. Διαθέτει μιά πολύ σημαντική παρουσία φιλοναζιστῶν, πού ἀναπολοῦν τίς «ἔνδοξες» μέρες τῆς συνεργασίας μέ τα Ἐς -Ἕς, μιά μεγάλη θρησκευτική μερίδα οὐνιτῶν (περίπου τό 10% τοῦ πληθυσμοῦ), πού λογοδοτεῖ στό Βατικανό, καί μιά μειονότητα μουσουλμάνων Τατάρων, πού διατηροῦν προνομιακή σχέση μέ τήν Τουρκία. Ἐξακολουθεῖ ὅμως νά ἀποτελεῖ «μπαξέ» τοῦ εὐρύτερου ρωσικοῦ αὐλόγυρου, καί ὁ Πούτιν ἔχει διαμηνύσει ὅτι δέν θά ἀφήσει αὐτό τό καθεστώς νά ἀλλάξει μέ τήν ὑπαγωγή της στό ΝΑΤΟ. Γιά αὐτό, ἄλλωστε, γίνεται καί ὅλη ἡ φασαρία.

Στά ἐπιμέρους τοῦ ὀρθόδοξου δόγματος, δέν εἶμαι εἰδικός, τό ὁμολογῶ. Ἀλλά, ὑπό τό εὐρύτερο πρίσμα προάσπισης τῆς παγκόσμιας εἰρήνης καί βεβαίως τῶν συμφερόντων τῆς ὁμογένειας στήν περιοχή, ὁ Πατριάρχης ὄφειλε νά ἔχει ἀφήσει τό ὀρθόδοξο ποίμνιο στήν καθοδήγηση τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας. Καί ὄχι νά συμβάλει σέ διχαστικές πρακτικές, πού ἐνισχύουν τήν ἀπομόνωση τοῦ ρωσικοῦ πληθυσμοῦ (καί, κατ' ἐπέκταση, τῆς ἑλληνικῆς κοινότητας), ἐπειδή κάποιοι, στήν ἄλλη ἀκτή τοῦ Ἀτλαντικοῦ, τοῦ συνέστησαν νά μπεῖ «στό μάτι» τῆς Μόσχας.

Στό σημεῖο αὐτό, λοιπόν, ἀρχίζω νά διερωτῶμαι ἄν ὁ Βαρθολομαῖος ἔχει ἐπίγνωση τῆς ἱστορικῆς του ἀποστολῆς. Προσοχή: Ὄχι τοῦ θρησκευτικοῦ του ρόλου, πού δέν ἀμφισβητεῖται, ἀλλά τῆς ἰδιαίτερης ἀποστολῆς τοῦ ὡς Ἀρχιεπισκόπου Κωσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης καί Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη.

Φοβοῦμαι πώς, ἄν εἶχε ἔστω στοιχειώδη ἐπίγνωση αὐτῆς τῆς ἀποστολῆς, θά εἶχε σπεύσει πρῶτος νά ἀντιδράσει δυναμικά στή βεβήλωση τῆς Ἁγίας Σοφίας καί πρόσφατα τῆς ἱστορικῆς Μονῆς τῆς Παναγίας Σουμελά. Ὄχι μέ χλιαρές ἐπιστολές, πού γράφονται γιά τά μάτια τοῦ κόσμου, ἀλλά μέ καθιστική διαμαρτυρία ἔξω ἀπό τό γραφεῖο τοῦ Ἐρντογάν.

Ἐνας ἄλλος Πατριάρχης θά εἶχε κινήσει γῆ καί οὐρανό γιά νά καταγγείλει διεθνῶς τίς τουρκικές ἀσχήμιες εἰς βάρος ὄχι τῆς Ἑλλάδας, ἀλλά τῆς παγκόσμιας Ὀρθοδοξίας. Ἀντ' αὐτοῦ, ὁ παναγιότατος;;;; περιορίζεται σέ παρακλητικές ἀνακοινώσεις, προσβλέποντας στή... μεγαθυμία τοῦ πολυχρονεμένου ἐφέντη. Τήν ἴδια ὥρα ἀγωνίζεται μέ ζέση γιά τήν προστασία του...αργυροπελεκάνου καί τῆς μεσογειακῆς φῶκιας, γιά τήν ἀποτροπή τῆς κλιματικῆς ἀλλαγῆς, πιθανόν καί γιά τή διάδοση τῆς «πράσινης» ἠλεκτροκίνησης. Καλό εἶναι κι αὐτό, ἀλλά ἄσχετο μέ τή βασική ἀποστολή του, πού εἶναι ἡ ἔμπρακτη προάσπιση τῆς Ὀρθοδοξίας ἀπό κάθε εἴδους ἐπιβουλή. Φοβικότητα καί «χαμηλοί τόνοι» δέν νοοῦνται, ὅταν μαγαρίζονται μνημεῖα τῆς θρησκείας καί τοῦ Γένους μέ ἀνεκτίμητο ἱστορικό συμβολισμό. Τελεία καί παῦλα!

«Μά, δέν μπορεῖ νά μιλήσει» γιατί θά τον...πάρει σηκωτό ὁ Ἐρντογάν, λένε κάποιοι. Ε, ἄς τόν πάρει! Κι ἄς τόν βάλει σέ κατ' οἶκον περιορισμό. Ἄς φανεῖ, ἐπιτέλους, ὁ Βαρθολομαῖος διωκόμενος. Ἄς ταλαιπωρηθεῖ ἐν ἀνάγκῃ, ἐπειδή βρῆκε τό θάρρος νά μιλήσει. Μεγαλύτερη ὑπηρεσία στήν Ὀρθοδοξία, πού ἀργοσβήνει, δέν θά μποροῦσε νά προσφέρει. Ἀνάλογη μέ αὐτήν πού κάποιοι ἄλλοι λαμπροί ἱεράρχες προσέφεραν στό παρελθόν, θυσιάζοντας ἀκόμη καί τή ζωή τους.

Οἱ καιροί, ἄλλωστε, ἔχουν ἀλλάξει. Ἔτσι καί ἀγγίξει μία τρίχα τοῦ Πατριάρχη ἡ Τουρκία, εἶναι βέβαιο ὅτι θά προκληθεῖ τέτοια διεθνής κατακραυγή, πού οὔτε ὁ ἀλαζονικός «σουλτᾶνος» δέν θά μπορέσει νά ἀγνοήσει. Ἐδῶ γιά καλλιτέχνες καί γιά δημοσιογράφους γίνεται κακός χαμός στά ξένα μέσα ἐνημέρωσης. Ὑπάρχει κάποιος πού πιστεύει ὅτι θά τολμήσει νά ρίξει ὁλόκληρο Πατριάρχη, θρησκευτικό ἡγέτη 250.000.000 ὀρθόδοξων πιστῶν, στή φυλακή;

Τό ἐρώτημα λοιπόν, πού ξανάρχεται στό τραπέζι εἶναι ἄν ὁ Βαρθολομαῖος ἐπιθυμεῖ νά ἀσκήσει τά καθήκοντά του παίρνοντας καί προσωπικό ρίσκο ἤ προτιμᾶ νά ζεῖ ἀσφαλής στή σκιά τοῦ τουρκικοῦ κράτους. Δέν τοῦ ζήτησε κανείς νά παλέψει γιά τά ἱερά καί τά ὅσια τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους, ὅπως θά ἔκαναν ὁ Γρηγόριος ὁ 5ος, ὁ Χρυσόστομος Σμύρνης, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός, ἀκόμη καί ὁ ἀείμνηστος Χριστόδουλος. Δέν εἶναι Ἑλληνας ὑπήκοος, τό καταλαβαίνουμε. Ἀλλά τήν Ὀρθοδοξία ὀφείλει νά τήν προστατέψει. Καί ὄχι νά τή διχάζει.

Δυστυχῶς, τά καθεστωτικά μέσα ἐνημέρωσης, τά ἴδια πού καθημερινά βυσσοδομοῦν κατά τῆς Ἐκκλησίας, χλευάζοντας τή θρησκεία μας, ἔχουν τόν Πατριάρχη στό ἀπόλυτο ἀπυρόβλητο. Φταίει καί τό γεγονός ὅτι μοιράζει τίτλους, παράσημα καί ὀφίτσια σέ ἐκλεκτά μέλη τῆς ἑλληνικῆς ὀλιγαρχίας. Ἀλλά τό ζήτημα -ξαναλέω- εἶναι πόσο ἐξυπηρετεῖ τά συμφέροντα τῆς Ὀρθοδοξίας καί τοῦ Ἑλληνισμοῦ ἡ εἰκόνα τοῦ αἰχμάλωτου, «βωβοῦ» Πατριάρχη, πού βρίσκει τή φωνή του μόνο γιά νά πεῖ «Σκασίλα μου γιά τούς Ρώσους!».

Εἶναι ὁμολογουμένως τεράστιος ὁ συμβολισμός τῆς Κωνσταντινούπολης ὡς ἱστορικοῦ κέντρου μιᾶς μεγάλης Ἑλλάδας, ἀλλά, ἀπό τή στιγμή πού ὁ Πατριάρχης συμπεριφέρεται ὡς ἁπλός ἐντεταλμένος τοῦ τουρκικοῦ κράτους καί δέν ὑπάρχει κανένας ὁρίζοντας ἀξιοπρεποῦς διαδοχῆς του, θά πρέπει νά ξανασκεφτοῦμε ἄν ὠφελεῖ ἡ παραμονή τοῦ Πατριαρχείου ἐκεῖ. Μιά ἡρωική ἔξοδος πρός τήν ἱστορική μητέρα πατρίδα εἶναι ἴσως προτιμότερη ἀπό τόν σταδιακό ἐκφυλισμό ἑνός θεσμοῦ, ὁ ὁποῖος ἀδυνατεῖ νά σταθεῖ στό ὕψος τῆς ἀποστολῆς του, ἀναλώνεται σέ ἀνούσιες θρησκευτικές ἴντριγκες, ἑτεροπροσδιορίζεται καί ἐν τέλει λειτουργεῖ ὑπό τήν πίεση τοῦ ὠμοῦ τουρκικοῦ ἐκβιασμοῦ.

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 24, 2022

Παρακλητικός Κανων εις τον Κύριον ημών Ιησού Χριστόν δια την Ειρήνη Ποίημα Μητροπολίτου Κρήτης Τιμοθέου Παπουτσάκη Χανιά 1948




 Εὐλογητὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν πάντοτε, νῦν καὶ ἀεί, καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰῶνων. Ἀμήν.

Εἰσάκουσόν μου Κύριε, κατὰ τὸ πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν Σου. Συνέτισόν με καὶ δίδαξόν με τὰ δικαιώματά σου· ὅτι ἐγὼ ἐν τῷ πλήθει τοῦ ἐλέους Σου εἰσελευσομαι εἰς τὸν οἴκόν Σου, προσκυνήσω πρὸς ναὸν ἅγιόν Σου ἐν φόβῳ Σου. Κύριε ὁ Θεός μου ἐπί Σοι ἤλπισα, σῶσόν με ἐκ πάντων τῶν διωκόντων με καὶ ῥῦσαί με, μήποτε ὁ ἐχθρὸς ἁρπάση ὡς λέων τὴν ψυχήν μου μὴ ὄντος λυτρουμένου, μηδὲ σῴζοντος. Βοήθησόν μοι καὶ σωθήσομαι. Λύτρωσαί με ἀπὸ συκοφαντίας ἀνθρώπων καὶ ἀπὸ γλώσσης δολίας. Αἱ θλίψεις τῆς καρδίας μου ἐπληθύνθησαν, ἐκ τῶν ἀναγκῶν μου ἑξάγαγέ με. Ἴδε τὴν ταπείνωσίνμου καὶ τὸν κόπο μου. Ἀγαθόν μοι ὅτι ἐταπείνωσάς με, ὅπως ἂν μάθω τὰς ἐντολάς Σου. Ἐκολλήθη ἡ ψυχή μου τῷ ἐδάφει, ζῆσόν με κατὰ τὸν λόγον σΣου. Ἀνάστα Κύριε, σῶσόν με ὁ Θεός μου, ὅτι Σὺ ἐπάταξας πάντας τοὺς ἐχθραίνοντάς μοι ματαίως. Ὁ Θεός μου βοηθός μου, ὅτι περιέσχον με ὠδῖνες θανάτου καὶ χείμαῤῥοι ἀνομίας ἐξετάραξάν με, ὠδῖνες ᾅδου περιεκύκλωσάν με, προέφθασάν με παγῖδες θανάτου. Κύριε, ἴδε τὴν ταπείνωσίν μου καὶ σῶσόν με, ὅτι θλίψεις καὶ ἀνάγκαι εὕροσάν με. Ἐξελοῦ με ὁ Θεός, ὅτι εἰσήλθοσαν ὕδατα ἕως ψυχῆς μου. Ἐνεπάγην εἰς ἱλὺν βυθοῦ. Ἦλθον εἰς τὰ βάθη τῆς θαλάσσης καὶ καταιγὶς κατεπόντισέ με. Σῶσόν με ἀπὸ πηλοῦ, ἵνα μὴ ἐμπαγῶ, ῥῦσαί με ἐκ τῶν μισοῦντών με. Ἀναβήτω ἐκ φθορᾶς ἡ ζωή μου πρὸς Σὲ ὁ Θεός. Κύριε ὁ Θεὸς φωτιεῖς τὸ σκότος μου, ὅτι ἐν Σοὶ ῥυσθήσομαι ἀπὸ πειρατηρίου. Μὴ ἀποστρέψης τὸ πρόσωπόν σου ἀπὸ τοῦ παιδός Σου, ὅτι θλίβομαι. Ταχὺ ἐπακοῦσόν μου, πρόσχες τῇ ψυχῇ μου καὶ λύτρωσαι αὐτήν. Μὴ ἐγκαταλείπῃς με Κύριε, ὁ Θεός μου, μὴ ἀποστῆς ἀπ’ ἐμοῦ. Ὅτι Σὺ Κύριε, οἰκτίρμων καὶ ἐλεήμων, μακρόθυμος καὶ ἀληθινός.

Ἐπίβλεψον ἐπ᾿ ἐμὲ καὶ ἐλέησόν με. Φώτισον τοὺς ὀφθαλμούς μου, μήποτε ὑπνώσω εἰς θάνατον, μήποτε εἴπῃ ὁ ἐχθρός μου, ἴσχυσα πρὸς αὐτόν. Ποίησον μετ᾿ ἑμοῦ σημεῖον εἰς ἀγαθὸν καὶ ἰδέτωσαν οἱ μισοῦντές με καὶ αἰσχυνθήτωσαν, ὅτι Σὺ Κύριε ἐβοήθησάς με καὶ παρεκάλεσάς με. Ἐπὶ Σοὶ Κύριε ἤλπισα, σῶσόν με ὁ Θεός μου, ὅτι Σὺ ἡ ἰσχύς μου, στερέωμά μου καὶ καταφυγή μου καὶ ῥύστης μου. Καὶ ἐὰν πορευθῶ ἐν σκότει καὶ σκιᾷ θανάτου οὐ φοβηθήσομαι κακὰ ὅτι Σὺ μετ᾿ἐμοῦ εἰ. Σὺ εἰσακούση Κύριε ὁ Θεός μου, ἐλέησόν με καὶ σῶσόν με.

Ἡμάρτομεν ἐνώπιόν Σου Κύριε. Διὰ τοῦτο ἐταπείνωσας ἡμᾶς καὶ ἐκάλυψεν ἡμᾶς σκιὰ θανάτου. Ἡμάρτομεν ἠνομήσαμεν· καὶ τῶν ἐντολῶν Σου οὐκ ἠκούσαμεν. Ἐν ἀληθείᾳ καὶ κρίσει ἐπήγαγες πάντα ταῦτα ἐφ’ ἡμᾶς, διὰ τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν. Ἐδοκίμασας ἡμᾶς ὁ Θεός. Εἰσήγαγες ἡμᾶς εἰς τὴν παγίδα. Ἔθου θλίψεις ἐπὶ τῶν νώτων ἡμῶν. Ἐπεβίβασας ἀνθρώπους ἐπὶ τὰς κεφαλὰς ἡμῶν. Ἀλλά Σὺ Κύριε ἕως πότε; Μακροθύμησον καὶ σῶσον ἡμᾶς κατὰ τὸ μέγα Σου ἔλεος. Μνήσθητι ὅτι χοῦς ἐσμεν. Ἐπιφάνηθι Κύριε καὶ λύτρωσαι ἡμᾶς, ὅτι ἐπὶ Σὲ ἠλπίσαμεν. Σὺ εἰ ὁ Θεὸς ἡμῶν ἐκτός Σου ἄλλον οὐκ οἴδαμεν.

Θεὸς Κύριος, καὶ ἐπέφανεν ἡμῖν, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.
Στίχ. α´. Ἐξομολογεῖσθε τῷ Κυρίῳ, ὅτι ἀγαθός, ὅτι εἰς τὸν αἰῶνα τὸ ἔλεος αὐτοῦ.
Θεὸς Κύριος, καὶ ἐπέφανεν ἡμῖν, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.
Στίχος β’. Πάντα τὰ ἔθνη ἐκύκλωσάν με, καὶ τῷ ὀνόματι Κυρίου ἡμυνάμην αὐτοῦς.
Θεὸς Κύριος, καὶ ἐπέφανεν ἡμῖν, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.
Στίχος γ’. Παρὰ Κυρίου ἐγένετο αὕτη, καὶ ἔστι θαυμαστὴ ἐν ὀφθαλμοῖς ἡμῶν.
Θεὸς Κύριος, καὶ ἐπέφανεν ἡμῖν, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.

καὶ τὰ τροπάρια.
Σῶσον, Κύριε, τὸν λαόν Σου καὶ εὐλόγησον τῆν κληρονομίαν Σου, νίκας τοῖς βασιλεῦσι κατά βαρβάρων δωρούμενος καὶ τὸ σον φυλάττων, διὰ τοῦ Σταυρού Σου, πολίτευμα.

Δόξα. Τῆς τυχούσης ἑορτῆς ἤ τοῦ Ἁγίου τοῦ Ναοῦ.

Καὶ νῦν. Θεοτοκίον
Οἱ τὴν Σὴν προστασίαν κεκτημένοι Ἄχραντε καὶ ταῖς Σαῖς ἱκεσίαις τῶν δεινῶν ἐκλυτρούμενοι, τῷ σταυρῷ τοῦ Υἱοῦ Σου ἐν παντὶ φρουρούμενοι, κατὰ χρέος Σὲ πάντες εὐσεβῶς μεγαλύνομεν.

Ὁ Ν΄ (50) Ψαλμός.
Ἐλέησόν με, ὁ Θεός, κατά τό μέγα ἔλεός Σου καί κατά τό πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν Σου, ἐξάλειψον τό ἀνόμημά μου. Ἐπὶ πλεῖον πλῦνόν με ἀπὸ τῆς ἀνομίας μου καί ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας μου καθάρισόν με. Ὅτι τήν ἀνομίαν μου ἐγώ γινώσκω καί ἡ ἁμαρτία μου ἐνώπιόν μου ἐστι διά παντός. Σοί μόνῳ ἥμαρτον καί τό πονηρόν ἐνώπιόν Σου ἐποίησα, ὅπως ἄν δικαιωθῇς ἐν τοῖς λόγοις Σου καί νικήσῃς ἐν τῷ κρίνεσθαί Σε. Ἰδοὺ γάρ ἐν ἀνομίαις συνελήφθην καί ἐν ἁμαρτίαις ἐκίσσησέ με ἡ μήτηρ μου. Ἰδοὺ γάρ ἀλήθειαν ἠγάπησας, τὰ ἄδηλα καί τὰ κρύφια τῆς σοφίας Σου ἐδήλωσάς μοι. Ῥαντιεῖς με ὑσσώπῳ καί καθαρισθήσομαι, πλυνεῖς με καί ὑπέρ χιόνα λευκανθήσομαι. Ἀκουτιεῖς μοι ἀγαλλίασιν καί εὐφροσύνην, ἀγαλλιάσονται ὀστέα τεταπεινωμένα. Ἀπόστρεψον τό πρόσωπόν Σου ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν μου καί πάσας τάς ἀνομίας μου ἐξάλειψον. Καρδίαν καθαράν κτίσον ἐν ἐμοί ὁ Θεός καί πνεῦμα εὐθὲς ἐγκαίνισον ἐν τοῖς ἐγκάτοις μου. Μὴ ἀποῤῥίψῃς με ἀπὸ τοῦ προσώπου Σου καί τό Πνεῦμα Σου τό Ἅγιον μὴ ἀντανέλῃς ἀπ’ ἐμοῦ. Ἀπόδος μοι τήν ἀγαλλίασιν τοῦ σωτηρίου Σου καί πνεύματι ἡγεμονικῷ στήριξόν με. Διδάξω ἀνόμους τάς ὁδούς Σου καί ἀσεβεῖς ἐπὶ σέ ἐπιστρέψουσιν. Ῥῦσαι με ἐξ αἱμάτων ὁ Θεός, ὁ Θεός τῆς σωτηρίας μου, ἀγαλλιάσεται ἡ γλῶσσα μου τήν δικαιοσύνην Σου. Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις καί τό στόμα μου ἀναγγελεῖ τήν αἴνεσίν Σου. Ὅτι, εἰ ἠθέλησας θυσίαν, ἔδωκα ἄν, ὁλοκαυτώματα οὐκ εὐδοκήσεις. Θυσίᾳ τῷ Θεῷ πνεῦμα  συντετριμμένον, καρδίαν συντετριμμένην καί τεταπεινωμένην ὁ Θεός οὐκ ἐξουδενώσει. Ἀγάθυνον, Κύριε, ἐν τῇ εὐδοκίᾳ Σου τήν Σιών καί οἰκοδομηθήτω τὰ τείχη Ἱερουσαλήμ. Τότε εὐδοκήσεις θυσίαν δικαιοσύνης, ἀναφορὰν καί ὁλοκαυτώματα. Τότε ἀνοίσουσιν ἐπὶ τό θυσιαστήριόν Σου μόσχους..

Καὶ ὁ Κανών.

ᾨδὴ α΄. Ἦχος πλ. δ΄. Ὑγρὰν διοδεύσας.
Δέσποτα Χριστὲ ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς.
Ἰησοῦ τοὺς ἀπείρους Σου οἰκτιρμούς, καὶ τὴν εὐσπλαγχνίαν κνδυνεύων ἐπιζητῶ. Ὦ Κύριε τοῦ κόσμου μὴ παρίδης, τὸν δυστυχῆ καὶ ἀχρεῖον ἱκέτην Σου.

Ἰησοῦ Παντοδύναμε Λυτρωτά, κατάργησον πολέμους ἐκδικήσεις καὶ σπαραγμούς, καὶ παῦσον τὰ μίση καὶ τὰ πάθη, τῶν ἀδελφῶν ἡμῶν φιλάνθρωπε.

Ἰησοῦ εὐσπλαχνίας θεία πηγή, μὴ παρίδῃς τὰ δάκρυα ἀναξίων σων ἰκετῶν. Ἐπίβλεψον Κύριε καὶ σῶσον, ἐκ τῶν κινδύνων καὶ θλίψεων ἅπαντας.

Θεοτοκίον.
Θεοτόκε Παρθένε ὡς ἀγαθή, τὸν Σωτῆρα τοῦ κόσμου, δυσωποῦσα ὑπὲρ ἡμῶν, μὴ παύσῃς πανάχραντε βοῶμεν, ἁμαρτῶλοι καὶ ἀνάξιοι δοῦλοί Σου.

ᾨδὴ γ΄.
Ἰησοῦ μου, τὰ κύματα τῆς ζωῆς καὶ αἱ τρικυμίαι τῶν πολέμων μὲ ἀπειλοῦν καὶ ἄνεμοι σφόδρα ἐναντίοι, ὡς Πέτρος κράζω σοι, Κύριε σῶσόν με.

Ἰησοῦ τὴν σκληρότητα τῆς ψυχῆς, πάντων τῶν ἀνθρώπων διασκέδασον ἀγαθέ, ἀγάπην καὶ πίστιν καὶ εἰρήνην, πολυέλεε Κύριε δώρησαι.

Ἰησοῦ, ἐμακρύνθημεν ἀπὸ σοῦ, καὶ κατεποντίσθημεν εἰς τὸ βάθος τῆς συμφορᾶς, ὡς Ἰωνᾶς Κύριε βοῶμεν, ἐκ φθορᾶς τὴν ζωὴν ἡμῶν ἀνάγαγε.

Θεοτοκίον.
Παναγία Παρθένε Μήτηρ Θεοῦ, τοῦς παρόντας κινδύνους καὶ τὴν πλήρη καταστροφήν, πρόφθασον Ἄχραντε καὶ σῶσον, ταῖς σαῖς πρεσβείαις, λαὸν τυραννούμενον.

Μακρόθυμε, φιλάνθρωπε Κύριε, τοὺς δούλους σου, ἀπὸ πάσης ἀνάγκης καὶ θλίψεως λύτρωσαι, ὅτι ἄπειρον ἔχεις τὸ ἔλεος.

Ἐπίβλεψον, ἐν εὐμενείᾳ πανύμνητε Θεοτόκε, ἐπὶ τὴν ἐμὴν χαλεπὴν τοῦ σώματος κάκωσιν, καὶ ἴασαι τῆς ψυχῆς μου τὸ ἄλγος.

Αἴτησις.
Ἐλέησον ἡμᾶς ὁ Θεός…
Ἐτι δεόμεθα, ὑπὲρ τῶν εὐσεβῶν καὶ ὀρθοδόξων χριστιανῶν.
Ἐτι δεόμεθα, ὑπὲρ τοῦ Ἐπισκόπου ἡμῶν…
Ἐτι δεόμεθα, ὑπὲρ τῶν Ἐνοριτῶν…
Ἐτι δεόμεθα, ὑπὲρ τῆς ὁμονοίας καὶ εἰρηνεύσεως τοῦ λαοῦ ἡμῶν, τῆς καταπαύσεως τοῦ ἐμφυλίου πολέμου καὶ τοῦ ἀδελφοκτόνου σπαραγμοῦ, τῆς διασώσεως καὶ εὐημερίας τοῦ ἔθνους ἡμῶν καὶ ὑπὲρ τῆς εἰρήνης τοῦ σύμπαντος κόσμου.
Ὅτι ἐλεήμων…

Καὶ το Κάθισμα.
Ἦχος β΄. Πρεσβεία θερμή.

Χριστέ μου Ἰησοῦ, βοηθείας δεόμεθα, οἱ πάντες δειναῶς πολεμούμενοι Κύριε, ἀλλ’ ἐν πίστει κραυγάζομεν· Ἰησοῦ μακρόθυμε ἀκοῦσον, τὴν ἐκ καρδίας δέησιν ἡμῶν, καὶ σῶσον ἡμᾶς πολυέλεε.

ᾨδὴ δ΄. Ἦχος β΄. Ἐν βυθῷ κατέστρωσε.
Ἰησοῦ, γλυκύτατε Χριστέ, Ἰησοῦ πολυεύσπλαγχνε, ἐκ βυθοῦ ἀπωλείας σοὶ κράζομεν, Ἰησοῦ ἀνάγαγε, ἐκ φθορᾶς τὴν ζωὴν ἡμῶν, καὶ τῆς σωτήριας πάντας καταξίωσον.

Ἰῆσοῦ, γλυκύτατε Χριστέ, Ἰησοῦ πολυέλεε, μὴ παρίδῃς τὰ δάκρυα, τοὺς στεναγμούς, καὶ τὴν δέησιν, ἀχρείων δούλων, βοῶντών Σοι· ἡμάρτομεν Ἰησοῦ Σωτήρ, δεῖξον ἡμῖν τὸ μέγα σου ἔλεος.

Ἰησοῦ, γλυκύτατε Χριστέ, Ἰησοῦ φιλάνθρωπε, αἱ ἁμαρτίαι ἡμῶν ἐπληθύνθησαν, ὁ ἐχθρὸς ὑπερίσχυσεν καὶ εἰς ἱλὺν βυθοῦ ἐνεπάγημεν, Ἰησοῦ μου πρόφθασον, πάσης περιστασεως λυτρούμενος.

Θεοτοκίον.
Θεότοκε Δέσποινα ἁγνή, βοήθησον δεόμεθα, τοὺς ἀναξίους ἰκέτας σου Ἄχραντε, ἵνα τῶν κινδύνων καὶ θλίψεων, λυτρωθῶμεν κραυγάζοντες· Χαῖρε, τῶν χριστιανῶν τὸ καταφύγιον.

ᾨδή ε΄.
Ἰησοῦ, μακρόθυμε Χριστέ, τῶν πιστῶν τὸ καύχημα, τὴν ἐπὶ γῆς ἐκκλησίαν στερέωσον, τῶν ἐχθρῶν τὴν μανίαν, Ἰησοῦ κατάργησον, τῶν πειρασμῶν καὶ κινδύνων ἐλευθέρωσον, ὁ Λυτρωτὴς ἡμῶν καὶ Κύριος.

Ἰησοῦ, ἀγάπης ἀρχηγέ, τὴν φλόγα κατάσβεσον, ἀδελφοκτόνου μανίας μακρόθυμε, Ἰησοῦ παντοδυναμε, εἰρήνην καὶ ἀγάπην δωρούμενος, ἡ πηγὴ τῶν οἰκτιρμῶν καὶ ἁμαρτημάτων ἡ συγχώρησις.

Ἰησοῦ, εἰρήνης χορηγέ, τοὺς πολέμους κατάργησον καὶ σπαραγμοὺς ἐμφυλίους ἑξάλειψαν καὶ τὰς στάσεις ἀφάνισον, τὸν λαόν σου σπλαχνίσθητι Κύριε· καὶ τὸν κόμον σου εἰρήνευσον.

Θεοτοκίον.
Θεοτόκε Δέσποινα ἁγνή, πρόφθασον βοῶμέν σοι, καὶ τὸν κόσμον εἰρήνευσον Ἄχραντε, διαιρέσεις καὶ μίση τὸν λαόν σου κατέλαβον· καὶ τυραννούμενον, ταῖς σαῖς πτρεσβείαις λύτρωσαι, Μήτηρ Θεοῦ παμμακάριστε.

ᾨδὴ στ΄.
Ἰησοῦ, πανάγαθε Θεέ, τὸν κόσμον Σου πράϋνον, τὰ ἔθνη εἰρήνευσον, Ἰησοῦ κατάργησον, τοὺς πολέμους καὶ μίση, βοῶμέν σοι· Ἰησοῦ Σωτήρ μου, τῶν χριστιανῶν ἡ ἀπολύτρωσις.

Ἰησοῦ, γλυκύτατε Χριστέ, Ἰησοῦ ἐξάλειψον, ἐκ τῆς ψυχῆς τῶν ἀνθρώπων δεόμεθα, τὰ πάθη καὶ ὁδήγησον, πρὸς ὁδὸν ἀρετῆς καὶ εὐθύτητος, Ἰησοῦ Σωτήρ μου, πίστιν καὶ μετάνοιαν δωρούμενος.

Ἰησοῦ, γλυκύτατε Χριστέ, πάντες ἐξεκλίναμεν, τὰς ἐντολάς Σου παρέβημεν Κύριε, ταχὺ ἐπίστρεψον, τὰς καρδίας ἡμῶν πρὸς μετάνοιαν κράζομεν, Σωτὴρ τοῦ κόσμου, ἵνα τὴν ἀγάπην Σου γεραίρωμεν,

Ἰησοῦ, γλυκύτατε Χριστέ, ὧν ἐπράξαμεν ἀξία, οἱ ἁμαρτωλοὶ ἀπελαύομεν, ἀπιστίας καρπούς, Ἰησοῦ ἐθερίσαμεν, αἵματα, πολέμους καὶ θάνατον, ἵλεως γενοῦ ἡμῖν, φιλάνθρωπε.

Θεοτοκίον.
Θεοτόκε Δέσποινα ἁγνή, θερμὴν παράκλησιν, πρὸς τὸν Υἰόν σου καὶ Κύριον ἔχομεν, καὶ πίστει προστρέχομεν, ἐκ πάντων θλίψεων ἐλευθέρωσαν, ἵνα σὲ δοξάζομεν, πανύμνητε.

Αἴτησις ὡς ἀνώτερω.
Κοντάκιον. Προστασία τῶν Χριστιανῶν.

Παντοδύναμε Λυτρωτά, λαὸν τυραννούμενον, ἐκ δεινῶν περιστάσεων, Κύριε λύτρωσαι καὶ ἐκ κινδύνων ἐλευθέρωσον, προστρέχοντας ἡμᾶς, καὶ προστάτευσον, ὡς ἀγαθὸς, ἀπειλουμένους ἱκέτας σου, ἐν μετανοίᾳ κραυγάζοντας· ἡμάρτομεν Σωτήρ μου, γλυκύτατε Ἰησοῦ μου, ὦ πολυέλεε Χριστέ, σῶσον ἡμᾶς, τῇ εὐσπλαχνίᾳ Σου.

Προκείμενον
Ἀνάστα Κύριε, βοήθησον ἡμῖν καὶ λύτρωσαι ἡμᾶς, ἕνεκεν τῆς δόξης του ὀνόματός Σου.
Στίχος: Ἐν θλίψει ἐμνήσθημεν Σου Κύριε.

ΕΚ ΤΟΥ ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΑΓΙΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ
Εἶπεν ὁ Κύριος· Βλέπετε μὴ πλανηθῆτε. Ὅταν ἀκούσητε πολέμους καὶ ἀκαταστασίας, μὴ πτοηθῆτε. Ἐγερθήσεται γὰρ ἔθνος ἐπὶ ἔθνος καὶ βασιλεία ἐπὶ βασιλείαν, σεισμοί τε μεγάλοι, κατὰ τόπους καὶ λοιμοὶ καὶ λιμοὶ ἕπονται, φόβητρά τε καὶ σημεῖα ἀπ’ οὐρανοῦ μεγάλα ἔσται. Πρὸ δὲ πάντων τούτων, ἐπιβαλοῦσιν ἐφ’ ὑμᾶς τὰς χεῖρας αὐτῶν καὶ διώξουσιν, ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός μου. Ἀποβήσεται δὲ ὑμῖν εἰς μαρτύριον, παραδοθήσεσθε δὲ καὶ ὑπὸ γονέων καὶ συγγενῶν καὶ φίλων καὶ ἀδελφῶν καὶ θανατώσουσίν ἐξ ὑμῶν καὶ ἔσεσθε μισούμενοι ὑπὸ πάντων, διὰ τὸ ὄνομά μου. Ἐν τῇ ὑπομονῇ ὑμῶν κτήσασθε τὰς ψυχὰς ὑμῶν. Λέγω δὲ ὑμῖν τοῖς φίλοις μου: Μὴ φοβηθῆτε ἀπὸ τῶν ἀποκτεινόντων τὸ σῶμα καὶ μετὰ ταῦτα μὴ ἐχόντων περισσότερόν τι ποιῆσαι. Μὴ φοβοῦ τὸ μικρὸν ποίμνιον, ὅτι εὐδοκησεν ὁ Πατήρ ὕμων, δοῦναι ὑμῖν τὴν βασίλειαν. Γίνεσθε οὖν, ὑμεῖς ἕτοιμοι. Ἔστωσαν ὑμῶν αἱ ὀσφῦες περιεζωσμέναι καὶ οἱ λύχνοι καιόμενοι καὶ ὑμεῖς ὅμοιοι ἀνθρώποις προσδεχομένοις τὸν κύριον ἑαυτῶν. Μακάριοι οἱ δοῦλοι ἐκεῖνοι, οὓς ἐλθὼν ὁ Κύριος εὑρήσει γρηγοροῦντας. Ἐλεύσονται δὲ ἡμέραι, ὅτε ἐπιθυμήσετε μίαν τῶν ἡμέρων τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου· καὶ οὐκ ὄψεσθε. Καὶ ἔσται ἐπὶ γῆς συνοχὴ ἐθνῶν ἐν ἀπορίᾳ, ἠχούσης θαλάσσης καὶ σάλου, ἀποψυχόντων ἀνθρώπων, ἀπὸ φόβου καὶ προσδοκίας τῶν ἐπερχομένων τῇ οἰκουμένῃ. Προσέχετε ἑαυτοῖς, μήποτε βαρυθῶσιν ὑμῶν αἱ καρδίαι, ἐν κραιπάλῃ καὶ μέθῃ καὶ μερίμναις βιοτικαῖς καὶ αἰφνίδιος ἐφ᾿ ἡμᾶς ἐπιστῇ ἡ ἡμέρα ἐκείνη· ὡς παγὶς γὰρ ἐπελεύσεται, ἐπὶ πάντα τοὺς καθημένους, ἐπὶ πρόσωπον πάσης τῆς γῆς. Ἀγρυπνεῖτε οὖν, ἐν παντὶ καιρῷ δεόμενοι, ἵνα καταξιωθῆτε ἐκφυγεῖν πάντα ταῦτα τὰ μέλλοντα γίνεσθαι καὶ σταθῆναι ἔμπροσθεν τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθωσι.

Δόξα.
Πάτερ Λόγε Πνεῦμα, Τριὰς ἡ ἐν Μονάδι, ἀπαλλάξαν τὸν κόσμον, τῶν πολέμων καὶ θλίψεων.

Καὶ νῦν.
Ταῖς τῆς Θεοτόκου πρεσβείαις ἐλεῆμον, σπλαχνίσου τὸν λαόν σου καὶ τὰ ἔθνη εἰρήνευσον.

Στιχ. Ἐλεῆμον, ἐλέησόν με ὁ Θεός…
Προσόμοιον.
Ἦχος πλ. β΄. Ὅλην ἀποθέμενοι.
Ἰησοῦ μου γλυκύτατε, ἡ οἰκουμένη βοᾷ σοι· Ἰησοῦ μοῦ ἐξάλειψον, τῶν πολέμων Δέσποτα τὴν σκοτόμαιναν, Ἰησοῦ ἄκουσον, ἱκετῶν ἀχρείων, Ἰησοῦ μου ὡραιότατε, ταχεῖαν βοήθειαν ἑξαπόστειλον, πρεσβείαις τῆς τεκούσης Σε, καὶ πάντων Ἰησοῦ τῶν ἁγίων Σου. Κύριε τοῦ κόσμου εἰρήνην καὶ ἀγάπην δὸς ἡμῖν, καὶ τῶν πταισμάτων συγχώρησιν, Ἰησοῦ φιλάνθρωπε.

ᾨδὴ ζ΄. Ἦχος πλ. δ΄. Σκέπη γενοῦ.
Κύριε, δώρησαι εἰρήνην καὶ κατάπαυσον τὸν πόλεμον Ἰησοῦ μου, διαιρέσεις καὶ πᾶσαν κακουργίαν, διὰ παντὸς ἐξάλειψον, τῇ ἀῤῥήτῳ Σου δυνάμει.

Μίση καὶ πάθη τὸν λαόν Σου, καὶ ἐκδίκησις καὶ πόλεμος Ἰησοῦ μου, ἀθλιότης καὶ στέρησις καὶ φθόνος, καταπονοῦν τὸν κόσμον Σου, φιλάνθρωπε βοήθει.

Μὴ παρίδῃς τῶν δούλων σου τὰς δεήσεις, εἰς δεινὰς περιστάσεις Ἰησοῦ μου, ἐκ κινδύνων καὶ πάσης δυστυχίας, ἡμᾶς ἐλευθέρωσον, ἀμετρήτῳ σου ἐλέει.

Θεοτοκίον.
Παναγία Παρθένε, δέομαι σου, πρόσδεξαι ἁγνή, τοὺς στεναγμοὺς τῆς καρδίας καὶ λύτρωσαί με τῶν δεινῶν καὶ κινδύνων καὶ πρόφθασον τὸν κόσμον σου, ἐλπὶς ἀπηλπισμένων.

ᾨδὴ η΄.
Ἰησοῦ ἐκδικήσεις φανατισμοί, μεταβάλου εἰς κοιλάδα τῶν στεναγμῶν, τέκνα γονεῖς σύζυγοι καὶ φίλοι, μανιακῶς κατασπαράσσονται.

Ἰησοῦ μου τὴν εἰρήνην, ἐν τῇ ψυχῇ πάντων τῶν ἀνθρώπων καὶ μετάνοιαν ἀληθῆ, πίστιν, ἐλπίδα καὶ ἀγάπη τῶν ἀγαθῶν, χορηγέ, ἐξαπόστειλον.

Ἰησοῦ μου προστρέχομεν ἐπὶ Σὲ καὶ ἐν κατανύξει γόνυ κλίνομεν ταπεινῶς. Εἰσάκουσον Κύριε καὶ ἴδε τοὺς στεναγμοὺς τῶν πιστῶν Σου φιλάνθρωπε.

Θεοτοκίον.
Θεοτόκε Παρθένε ὁ γλυκασμός, τῶν ἁγίων ἀγγέλων, καὶ ἀνθρώπων ἡ χαρμονή, ὦ Δέσποινα πρόφθασον καὶ σῶσον, ἐκ τῶν κινδύνων τοὺς δούλους σου Ἄχραντε.

ᾨδὴ θ΄. Ἦχος β΄. Ἐν βυθῷ κατέστρωσε.
Ἰησοῦ μου εὐσπλαχνε Σωτήρ, Ἰησοῦ γλυκύτατε, πῶς ἀτενίσω τὴν δόξαν Σου ἅγιε, ἀφόβως ἡμάρτησα καὶ τὰς ἐντολάς Σου κατεπάτησα Κύριε, ἐκ νεότητός μου, μὴ ἀπωλεσθῶ Ἰησοῦ μου βοήθησον.

Ἰησοῦ ἐλέους ἡ πηγή, θρηνῶ ὁ ἄθλιος, ὅταν συλλογίζομαι, πόσον ἡμάρτησα καὶ παρεπίκρανα, τὴν Θείαν σου ἀγαθότητα, Ἰησοῦ Σωτήρ μου, πάσης καταδίκης με ἀπάλλαξον.

Ἰησοῦ, δοτὴρ τῶν ἀγαθῶν, Ἰησοῦ σῆς χαρᾶς ἐστερήθημεν ἅπαντες, ἀσώτως σκορπίσαντες, τοῦ Πατρὸς ἡμῶν τὰ χαρίσματα Κύριε, καὶ δεόμεθά σου, δέξαι ἀγαθὲ ἡμᾶς ἐπιστρέφοντας.

Θεοτοκίον.
Θεοτόκε Δέσποινα ἁγνή, ἁμαρτωλοῦ σπλαχνίσθητι, ἄβυσσος ἐκύκλωσεν ἡμᾶς Ἄχραντε, καὶ δεινῶς πολεμούμενοι, ἐκ τῶν πυλῶν τοῦ θανάτου καὶ τῆς φθορᾶς ἑξαρπασον, ἵνα σὲ δοξάξωμεν, Πανύμνητε.

Τὸ Τρισάγιον
Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος Ἰσχυρός, Ἅγιος Ἀθάνατος, ἐλέησον ἡμᾶς. (Τρίς).
Δόξα Πατρί, καί Υἱῶ, καί ἁγίῳ Πνεύματι,
καί νῦν, καί ἀεί, καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Παναγία Τριάς, ἐλέησον ἡμᾶς· Κύριε, ἱλάσθητι ταῖς ἁμαρτίαις ἡμῶν. Δέσποτα, συγχώρησον τάς ἀνομίας ἡμῖν· Ἅγιε, ἐπίσκεψαι καί ἴασαι τάς ἀσθενείας ἡμῶν, ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός σου.

Κύριε, ἐλέησον· Κύριε, ἐλέησον· Κύριε, ἐλέησον.
Δόξα Πατρί…

Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, ἁγιασθήτω τό ὄνομά σου· ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου· γενηθήτω τό θέλημά σου, ὡς ἐν οὐρανῷ, καί ἐπί τῆς γῆς. Τόν ἄρτον ἡμῶν τόν ἐπιούσιον δός ἡμῖν σήμερον· καί ἄφες ἡμῖν τά ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καί ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν· καί μή εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν, ἀλλά ῥῦσαι ἡμᾶς ἀπό τοῦ πονηροῦ.

Ὅτι σοῦ ἐστιν ἡ βασιλεία καί ἡ δύναμις καί ἡ δόξα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί
τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.

Τροπάριον. Ἦχος α΄.
Τὴν πρεσβεία Κύριε πάντων τῶν ἁγίων καὶ τῆς Θεοτόκου, τὴν σὴν εἰρήνην δὸς ἡμῖν καὶ ἐλέησον ἡμᾶς ὡς μόνος οἰκτίρμων.

Προσευχή.
Τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν.

Θεὲ καὶ Κύριε τοῦ ἐλέους, βασιλεῦ τῶν αἰώνων, ·Πάτερ Παντοκράτορ, συναισθανόμεθα ὅτι εἴμεθα ἔνοχοι ἐνώπιόν Σου, καὶ ἀνάξιοι νὰ ἀτενίσωμεν εἰς τὸ ὕψος τῆς δόξης Σου καὶ νὰ ἐπικαλεσθῶμεν τὸ ἅγιον ὄομά σου. Σὺ Κύριε, ὁ πάνσοφος καὶ πανάγαθος Δημιουργὸς πάσης ὁρατῆς καὶ ἀοράτου κτίσεως, κατευθύνεις τὰ πάντα εἰς τὸν προορισμόν των, συντηρῶν αὐτὰ διὰ τῆς παντοδυναμίας, τῆς πανσοφίας καὶ τῆς παναγαθότητός Σου. Ἕνεκα τούτου, εἰς Σὲ τὸν Δημιουργὸν καὶ Κτίστην τοῦ κόσμου ἀνήκει πάσα δόξα, τιμὴ καὶ προσκύνησις. Διὰ τοῦτο καὶ ἡμεῖς οἰ ἁμαρτωλοί, κλίνομεν τὰ γόνατα ἐνώπιον τῆς παναγάθου Μεγαλειότητός Σου καὶ δεόμεθα, ἵνα κινήσῃς τὰ ῥυπαρὰ ἡμῶν χείλη, εἰς δοξολογίαν τοῦ Παναγίου Σου ὀνόματος καὶ τὴν ἀθλίαν ἡμῶν γλῶσσαν εἰς ἔπαινον καὶ τιμὴν τῆς Μεγαλοσύνης Σου. Σὺ Κύριε, εἶσαι ἡ πηγὴ παντὸς καλοῦ καὶ ἀπὸ Σοῦ προέρχεται πᾶσα δόσις ἀγαθὴ καὶ πᾶν δώρημα τέλειον. Διὰ τοῦτο φώτισον τὸν ἐσκοτισμένον νοῦν μας, εἰς τὴν κατανόησιν τῆς πανσόφου Σου Προνοίας καὶ τὴν ἀναίσθητον καρδίαν μας, εἰς συναίσθησιν τῆς ἀπείρου Σου φιλανθρωπίας, ἵνα καὶ ἡμεῖς Σὲ εὐλογοῦμεν ἀξίως, καθὼς καὶ οἱ ἀναρίθμητοι Ἄγγελοι καὶ πάντες οἱ ἅγιοι, Σὲ δοξολογοῦν ἀκαταπαύστως εἰς τοὺς οὐρανούς.

Σὲ εὐχαριστοῦμεν Κύριε, διὰ τὰς ἀπείρους Σου εὐεργεσίας, τὰς ὑλικὰς καὶ πνευματικάς, τὰς φανερὰς καὶ ἀφανεῖς τὰς ὁποίας ἀνὰ πᾶσαν στιγμὴν μᾶς χορηγεῖς. Σὲ εὐχαριστοῦμεν διὰ τὴν ἄπειρον ἀγάπην Σου πρὸς ἡμᾶς, ἡ ὁποῖα ἐκορυφώθη διὰ τῆς ἐνανθρωπήσεως καὶ τοῦ σταυρικοῦ Σου θανάτου. Διότι δὲν μᾶς ἔφερες μόνον εἰς τὴν ζωήν, ἀλλὰ μᾶς διεφύλαξες μέχρι τῆς ὥρας ταύτης καὶ διὰ πάντων τῶν μέσων τὰ ὁποία ἐνεπιστεύθης εἰς τὴν ἐπὶ γῆς ἐκκλησίαν Σου, μὰς ἐπιδαψιλεύεις τὴν ἀπολύτρωσιν ἀπὸ τὴν ἁμαρτίαν καὶ ἀπὸ τὰ δεσμὰ τοῦ διαβόλου καὶ μᾶς χαρίζεις τὰ ἄπειρα ἀγαθὰ τῆς σταυρικῆς Σου θυσίας. Σὲ εὐχαριστοῦμεν καὶ διὰ πάντα τὰ περιστατικὰ τῆς ζωῆς μας, τὰ λυπηρὰ καὶ εὐχάριστα, διότι διὰ πάντων τούτων, μᾶς κατευθύνεις εἰς τὸν ἀληθῆ καὶ αἰώνιον προορισμὸν μας.
Ἀξίωσον ἡμᾶς Κύριε, νὰ σὲ γνωρίσωμεν καὶ νὰ σὲ ἀγαπήσωμεν, ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς μας καὶ νὰ σὲ πιστεύωμεν σταθερῶς, ἵνα μὴ προσκολλώμεθα εἰς τὴν ματαιότητα τοῦ κόσμου καὶ νὰ μὴ ὑποκύπτωμεν εἰς τὰ δελεάσματα τοῦ διαβόλου, ἀλλὰ μετὰ πάσης ταπεινώσεως, νὰ ὑποτασσώμεθα εἰς τὸν νόμον Σου καὶ νὰ ἀκολουθῶμεν τὴν ὁδὸν τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς ἁγιότητος. Τοῦτο Κύριε, εἶναι τὸ θέλημά Σου, ὁ ἁγιασμὸς ἡμῶν. Ἡμεῖς ὅμως εἴμεθα ἁμαρτωλοὶ καὶ οὐδεὶς ὑπάρχει καθαρὸς ἀπὸ ῥύπου. Πῶς θὰ Σὲ πλησιάσωμεν, πῶς θὰ σωθῶμεν; Σὺ Κύριε ἐν τῇ ἀπείρῳ Σου εὐσπλαχνίᾳ, ἦλθες καὶ ἔσωσας ἡμᾶς, διά του αἵματός Σου. Ποῖος δύναται νὰ μετρήσῃ τὰ πλήθη τῶν οἰκτιρμῶν Σου; Σὺ Κύριε, εἶσαι φιλάνθρωπος, ἐξαλείφεις τὰς ἁμαρτίας μας, διότι γνωρίζεις ὅτι ἔχομεν κλίσιν πρὸς τὸ κακόν, ἐκ νεότητός μας, καὶ δὲν θέλεις τὸν θάνατον τοῦ ἁμαρτωλοῦ, ἀλλὰ μακροθυμεῖς καὶ πάντας καλεῖς εἰς μετάνοιαν. Σὺ Κύριε, ηὐδόκησες νὰ γίνης ἄνθρωπος ὅμοιος μὲ ἡμᾶς καὶ κατεδέχθης νὰ γεννηθῇς εἰς τὸ ταπεινὸν σπήλαιον καὶ πᾶσαν τὴν ἐπίγειον ζωήν Σου, διήλθες ἐν ἀφανείᾳ εὐεργετῶν καὶ διδάσκων τὴν ἀλήθειαν, διὰ τὴν σωτηρίαν τῶν ἀνθρώπων. Σὺ Κύριε, εἶσαι ὁ ποίμην ὁ καλός, ὅστις ἦλθες νὰ ζητήσῃς καὶ νάὰ σώσῃς, τὸ ἀπολωλὸς καὶ εἶπες ὅτι γίνεται χαρὰ εἰς τὸν οὐρανὸν, ὅταν ἕνας ἁμαρτωλὸς μετανοήσῃ, διότι δεν ἦλθες νὰ καλέσης δικαίους, ἀλλὰ ἁμαρτωλοὺς εἰς μετάνοιαν. Σὺ Κύριε ἐῤῥαπίσθης, ἐμαστιγώθης, ἐφόρεσες τὸν ἀκάνθινον στέφανον καὶ τὴν πορφύραν καὶ τέλος ἐσήκωσες τὸν σταυρόν Σου, καὶ ἀπέθανες ἐπ’ αὐτοῦ διὰ νὰ ἐξιλεώσης τὴν θείαν δικαιοσύνην καὶ νὰ ἀπαλλάξῃς τὴν ἀνθρωπότητα ἐκ τῆς αἰωνίου καταδίκης.

Σὲ παρακαλοῦμεν Κύριε, διὰ τοὺς πόνους καὶ τὴν ὀδύνην τοῦ σταυρικοῦ Σου μαρτυρίου, διὰ τὸ αἷμα τὸ ὁποῖον, ἐξεχύθη ἀπὸ τὰς πληγάς Σου, διὰ τὸν ἐπονείδιστον θάνατον τὸν ὁποῖον ἑκουσίως ὑπέμεινες, ἐπάκουσον ἡμῶν τῶν ἁμαρτωλῶν, ἐν τῇ ὥρᾳ ταύτῃ καὶ προδεξαι τὴν δέησιν ἡμῶν, ὡς θυμίαμα ἐνώπιόν Σου. Γενοῦ ἡμῖν βοηθὸς καὶ μὴ μνησθῆς τῶν ἀνομιῶν ἠμῶν. Ἴδε τὴν κάκωσιν τῶν ψυχῶν ἡμῶν καὶ λύτρωσαι ἡμᾶς ἐκ τῶν ἐπαπειλούντων δεινῶν καὶ τῶν θλιβερῶ τούτων περιστάσεων. Ἐλευθέρωσον ἡμᾶς Κύριε, ἐκ τῆς ἐλεεινῆς ταύτης καταστάσεως. Ἐπλανήθημεν μακράν σου καὶ διὰ τοῦτο μᾶς περιεκύκλωσαν αἱ καταιγῖδες καὶ ἡ καταστροφή. Ἐμακρύνθημεν ἀπὸ τὴν ἀγάπην Σου καὶ εὑρισκόμεθα δυστυχεῖς καὶ ἀπεγνωσμένοι, ὑπὸ τὴν σκιὰν τοῦ θανάτου. Κατεπατήσαμεν τὸν Νόμον Σου καὶ μας κατεπάτησαν τὰ βάρη τῆς ἁμαρτίας καὶ καταθλίβουν τὴν ψυχὴν μας αἱ ὀδύνες τῆς ἀνομίας. Ἐλησμονήσαμεν τὰς ἐντολάς Σου καὶ ἐφυγαδεύθη ἡ εἰρήνη ἀπὸ τὴν καρδίαν μας καὶ ἡ ὁμόνοια ἀπὸ τὸν λαόν μας. Περιεφρονήσαμεν τὸν δρόμον τοῦ Εὐαγγελίου Σου καὶ παρεσύρθημεν εἰς τοὺς διεστραμμένους δρόμους τῆς ἀποστασίας, μὲ ὁδηγὸν τὸν ἐχθρὸν τῆς ψυχῆς μας καὶ τῆς σωτηρίας μας, τὸν διάβολον, ὅστις μᾶς δελεάζει διὰ νὰ μᾶς τραυματίσει, μᾶς ἐξαπατᾶ διὰ νὰ μᾶς θανατώση. Γνωρίζομεν Κύριε, ὅτι αἱ θλιβεραὶ περιστάσεις τὰς ὁποίας διερχόμεθα, εἶναι βλαστοὶ τῆς ἀσεβείας μας καὶ σήμερον θερίζομεν τοὺς πικροὺς καὶ θανατηφόρους καρποὺς τῆς πνευματικῆς ἀδιαφορίας καὶ τῆς ἠθικῆς καταπτώσεως. Ἀγνωμονες πρὸ τῶν ἀπείρων Σου εὐεργεσιῶν καὶ ἀσεβεῖς πρὸ τῆς μακροθυμίας Σου, ἐδείξαμεν διὰ λόγων καὶ ἔργων ὅτι εἴμεθα ἀνάξιοι καὶ τῆς προσκαίρου ζωῆς. Ἀλλ’ ὡς ἐδέχθης Κύριε, τοὺς ποικιλοτρόπως ἁμαρτήσαντας καὶ τοὺς συνεχώρησες μετανοοῦντας, δέξαι καὶ ἡμᾶς ἐπιστρέφοντας καὶ ἀξιῶσαν ἡμᾶς νὰ προσερχώμεθα μετὰ πάσης ταπεινοφροσύνης, εὐλαβείας καὶ κατανύξεως ἐνώπιον Σου. Φώτισον τοὺς ὀφθαλμοὺς τῆς ἐσκοτισμένης μας διανοίας, ὥστε νὰ διακρίνωμεν τὸ βάραθρον τῆς ἀπωλείας, πρὸς τὸ ὁποῖον ἡ κακία καὶ τὰ πάθη μᾶς παρασύρουν. Καθάρισαν τὴν ἐσπιλωμένην καρδίαν μας, ἀπὸ τὰς ἀτελείας καὶ ἀπὸ κάθε πάθος καὶ ἐνίσχυσον τήν ἐξασθενημένην θέλησίν μας, ὥστε νὰ διακρίνωμεν πλέον μόνον διὰ τὴν δόξαν σου καὶ νὰ ὑπάρχωμεν διὰ τὸ θέλημά Σου.

Σὲ παρακαλοῦμεν Κύριε, νὰ γνωρίσουν τὸ θέλημά Σου πάντες οἱ ἄνθρωποι καὶ νὰ ζήσουν κατὰ τὰς ἐντολάς Σου πάντες οἱ λαοί, Νὰ ἐπιλάμψη εἰς τὰς ψυχὰς ἀνθρώπων το Πανάγιόν Σου Πνεῦμα καὶ νὰ ἐπικρατήσῃ ἡ βασιλεία Σου εἰς πάντα τὰ ἔθνη, διὰ νὰ ἐκλείψουν τὰ μίση, αἱ διαιρέσεις, αἱ ἀδικίαι, οἱ πόλεμοι καὶ πάντα τὰ δεινά, τὰ ὁποῖα κατατυραννοῦν τὴν ἀνθρωπότητα καὶ νὰ ὑπερισχύση ἡ ἀλήθεια, ἡ δικαιοσύνη, ἡ ἀγάπη καὶ ἡ εἰρήνη Σου εἰς ὁλόκληρον τὸν κόσμον·. Ἕνωσαν Κύριε πάντας τοὺς χριστιανοὺς εἰς ἕν πνεύμα καὶ μιὰν καρδίαν καὶ εἰς τὴν ἀληθῆ πίστιν καὶ ἐπίγνωσιν, ὥστε νὰ γίνουν μία ποίμνη. Στερέωσον τὴν Ἐκκλησίαν Σου καὶ ἀνάδειξον καλοὺς ποιμένας εἰς τὰ λογικά Σου πρόβατα, ἵνα μὴ κατασπαράσσωνται ὑπὸ τῶν λύκων, ἀλλὰ μετὰ πάσης ἐπιμελείας νὰ διαφυλάσσωναι καὶ νὰ ὁδηγοῦνται ἐπὶ ὕδατος ἀναπαύσεως καὶ εἰς νομὰς σωτηρίους.

Σὲ παρακαλοῦμεν Κύριε, ὑπὲρ τοῦ ἔθνους ἡμῶν, ὅπως τὸ διαφύλαξης καὶ τὸ σώσῃς ἐκ τῆς καταιγίδος ταύτης τῶν πολέμων καὶ τοῦ ἐμφυλίου σπαραγμοῦ. Δὸς Κύριε φωτισμόν εἰς τοὺς ἄρχοντας ἡμῶν καὶ ἐμφύτευσον εἰς τὰς καρδίας αὐτῶν τὸ θέλημά σου καὶ τὸν φόβον Σου. Εἰρήνευσον τὸν λαὸν ἡμῶν. Στῆσον τὴν αἱμοῤῥαγίαν, σβέσον τὴν φλόγα τῆς κακίας καὶ τῆς διχονοίας, πράϋνον τὴν μανίαν καὶ τὸ μῖσος, ἀπότρεψον τὴν ὁρμὴν τῆς ἐκδικήσεως. Ἐξάλειψον Κύριε τὰ πάθη καὶ τὰ μίση. Ἴδε τὸ φρβερὸν ἡμῶν κατάντημα, τὴν ἐσχάτην καταπτῶσιν. Ἀνόητοι καὶ παράφρονες, εἰς ψυχοφθόρα πάθη δουλεύομεν. Ἐξέλιπεν ἡ ἀγάπη, ἐσβέσθη τὸ φίλτρον τῆς συγγενείας, ἐξηφανίσθη ἡ σύνεσις, ἐχάθη ὁ σεβασμὸς τῶν γειτόνων, διεσπασθησαν οἱ δεσμοὶ τῆς φιλίας. Πάντες κατεστάθημεν ἐχθροὶ ἀλλήλων. Τέκνα ἐξηγέρθησαν κατὰ τῶν γονέων καὶ γονεῖς κατὰ τέκνων. Ἐγίναμεν ἐχθροὶ καὶ θηρία ἀλληλοσπαρασσόμενα. Σὺ Κύριε, θεράπευσον τὴν τύφλωσιν τῆς ψυχῆς μας καὶ ὁδήγησον ἡμᾶς εἰς ὁδὸν εἰρήνης. Διαλῦσον τὴν ἔχθραν, ἐξομάλυνον τὰς ἀντιθέσεις, ἐπιδαψίλευσον τὴν εὐλογία σου. Ἴδε τὸ πένθος ἡμῶν καὶ τὰ δάκρυα. Ἄκουσον τοὺς στεναγμούς, καὶ τοὺς θρήνους. Θέρμανον τὴν καρδίαν ἡμῶν εἰς ἀγάπην καὶ μὴ εἰς πάθη διαιρεσεων καὶ πολέμων.

Δεῖκον Κύριε τὸ ἔλεός σου καὶ ἀπάλλαξον ἡμᾶς τῶν ἐμφυλίων πολέμων καὶ πάσης ἄλλης συμφορᾶς καὶ χάρισε εἰρήνην καὶ ὁμόνοιαν εἰς τὸν λαόν Σου· διότι ἡ φοβερὰ αὕτη διαίρεσις, :, ὄχι μόνον σώματα νεκρώνει, ἀλλὰ καὶ τὰς ψυχὰς εἰς αἰώνθιον κόλασιν καταδικάζει. Παῦσον Κύριε, τὴν ὀργήν Σου καὶ ἐξαπόστειλον εἰρήνην εἰς τὸν λαόν Σου. Ἕκτος Σοῦ ἄλλον οὐκ οἴδαμεν. Μὴ ἀποστραφῆς ἡμᾶς εἰς τέλος. Ἐλθὲ εἰς τὴν βοήθειαν ἡμῶν τῶν ἁμαρτωλῶν καὶ ὡς ἀνεξίκακος συγχώρησον :ἡμᾶς καὶ στῆσον τὴν καταιγίδα τῶν συμφορῶν. Δέξαι ἡμᾶς προσπίπτοντας καὶ βοῶντας, τὸ ἡμάρτομεν. Ἡ ἰσχὺς ἡμῶν ἐξέλιπε, ἀλλὰ Σὺ Κύριε, μὴ ἐγκαταλείπῃς ἡμᾶς. Ἐπίβλεψν ἐπὶ τὸν λαόν Σου καὶ ῥῦσαι αὐτόν, ἐκ τῶν ὁρατῶν καὶ τῶν ἀοράτων ἐχθρῶν. Λύτρωσαι ἡμᾶς ἐκ τῆς καταδυναστείας τοῦ διαβόλου καὶ διάλυσον τῆς καθ᾿ ἡμῶν παγίδας αὐτοῦ. Ἐπὶ σὲ ἠλπίσαμεν. Σῶσον ἡμᾶς ἐπιστρέφοντας καὶ βοῶντας· ὁ Θεὸς ἱλάσθητι ἡμῖν τοῖς ἁμαρτωλοῖς. Ὡς ἐδέχθης τὴν μετάνοιαν τῶν Νινευϊτῶν, δέξαι τὰ δάκρυα καὶ τοὺς στεναγμοὺς τοῦ λαοῦ Σου. Δέξαι τὴν ταπεινὴν ἡμῶν δέησιν καὶ τὰς ἐκ βάθους ἐκπεμπομένας Σοι κραυγάς. Δεξαι τοῦ ταλαιπωρημένου λαοῦ τὴν παράκλησιν. Σπλαχνίσθητι τὸν λαόν Σου καὶ λύτρωσαι αὐτὸν τῆς ἐξοντωτικῆς μανίας.

Ὡς ὁ εὐγνώμων λῃστὴς βοῶμεν· Μνήσθητι ἡμῶν Κύριε. Δεῖξον ἡμῖν τῆς φιλανθρωπίας Σου τὸ μέγεθος. Θραῦσον τὸ δρέπανον τοῦ θανάτου, ἵνα μὴ ἀπωλώμεθα εἰς τέλος. Σοὶ μόνῳ ἡμάρτομεν, ἀλλὰ καὶ Σοὶ μόνῳ προσπίπτομεν. Ἐπάκουσον καὶ μὴ παρίδης τὰς δεήσεις ἡμῶν. Γνωρίζομεν Κύριε, ὅτι εἴμεθα ἀνάξιοι τοῦ ἐλέους Σου καὶ ἱστάμεθα ἐνώπιόν Σου ἀναπολόγητοι, διότι ἠνομήσαμεν καὶ ἐπικράναμεν τὴν ἀγαθότητά Σου. Ἐπορεύθημεν κατὰ τὰς ἐπιθυμίας τῆς ἀθλίας καὶ ἁμαρτωλῆς μας καρδίας καὶ παρέβημεν τὰς ἐντολάς Σου. Ἐὰν μᾶς κρίνῃς κατὰ τὴν . δικαιοσύνην Σου, θὰ εὑρεθῶμεν ἔνοχοι καὶ ἄξιοι πάσης καταδίκης καὶ κολάσεως. Ἀλλὰ θαῤῥοῦντες εἰς τὴν ἄπειρον καὶ ἀνεκδιήγητόν Σου ἀγάπην καὶ εἰς τὴν χάριν τῆς σταυρικῆς Σου θυσίας, Σὲ ἱκετεύομεν, μὴ ἀποδοκιμάσῃς ἡμᾶς. Σὲ παρακαλοῦμεν νὰ καθαρίσης τὴν καρδίαν μας ἀπὸ πᾶσαν κακίαν καίὶ νὰ μᾶς ἀπαλλάξης ἀπὸ τὸν ἐγωϊσμόν, τὸ μῖσος, τὴν ἐκδίκησιν, τὴν ὑποκρισίαν, τὴν πλεονεξίαν καὶ ἀπὸ πᾶσαν/ ἀδυναμίαν καὶ ἀτέλειαν. Διὰ τοῦτο Σὲ παρακαλοῦμεν, νὰ συγχωρήσης πάντας τοὺς πταίοντας εἰς ἡμᾶς. Νὰ φωτίζης καὶ νὰ προστατεύης τοὺς οἰκείους καὶ συγγενεῖς ἡμῶν, τοὺς πνευματικοὺς ἀδελφοὺς καὶ συνεργάτας καὶ πάντας τοὺς ἐργαζομένους πρὸς δόξαν τοῦ ἁγίου Σου ὀνόματος. Χάριζε Κύριε, τὰ ἀπαραίτητα διὰ τὴν συντήρησιν τῆς προσκαίρου ἡμῶν ζωῆς καὶ μὴ ἐπιτρέψῃς νὰ ἐμπέσωμεν εἰς παγίδας τοῦ διαβόλου. Νέκρωσον ἐν τῇ καρδίᾳ ἡμῶν πᾶσαν ἁμαρτωλὴν κλίσιν καὶ πονηρὰν ἐπιθυμίαν καὶ κατάπεμψον ἡμῖν ἄγγελον εἰρηνικὸν ψυχῆς καὶ σώματος φύλακα. Συγχώρησον τοὺς μισοῦντας καὶ ἀδικοῦντας ἡμᾶς καὶ φώτισον αὐτούς. Ἐλέησον τοὺς ἐλεοῦντας καὶ πάντας τοὺς ἐντειλαμένους ἠμῖν τοῖς ἀναξίοις εὔχεσθαι ὑπὲρ αὐτῶν, ἐλέησον κατὰ τὸ μέγα Σου ἔλεος. Μνήσθηα Κύριε, καὶ τῶν προαπελθόντων πατέρων καὶ ἀδελφῶν ἡμῶν καὶ ἀναπαῦσον αὐτοὺς ἐν σκηναῖς δικαίων. Δὸς Κύριε, ἑνὶ ἑκάστῳ τὰ αἰτήματα καὶ πάντας ἀξίωσον νὰ διέλθωμεν τὰς ὑπολοίπους ἡμέρας τῆς ζωῆς ἡμῶν ἐργαζόμενοι τὰς ἐντολάς Σου. Ἵνα, ὅταν ἀπέλθωμεν τοῦ προσκαίρου τούτου βίου, εὕρωμεν εὐπρόσδεκτον καὶ καλὴν ἀπολογίαν, πρὸ τοῦ φοβεροῦ Σου βήματος καὶ ἀξιωθῶμεν μετὰ πάντων τῶν ἀπ᾿ αἰῶνος Ἁγίων Σου, νὰ δοξάζομεν τὸ Πανάγιον ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, εἰς τοὺς ἀπεράντους αἰῶνας. Ἀμήν.

Ἐκτενὴς Αίτησις καὶ Ἀπόλυσις, μεθ’ ἣν ψάλλομεν τα ἑξῆς

Ἐτι δεόμεθα ὑπὲρ τῶν συνελθόντων εἰς τὴν παράκλησιν ταύτην μετὰ τῶν οἰκείων καὶ συγγενῶν αὐτῶν.
Ἐτι δεόμεθα ὑπὲρ τοῦ διαφυλαχθῆναι…
Ἐτι δεόμεια ὑπὲρ τοῦ εἰσακοῦσαι…
Ἐπάκουσον ἡμῶν ὁ Θεός…
Εὐπρόσδεκτον, ποίησον τὴν δέησιν ἡμῶν…
Δόξα Σοι Χριστὲ ὁ Θεός….
Εὐξώμεθα…

Δέσποινα πρόσδεξαι τάς δεήσεις τῶν δούλων σου, καὶ λύτρωσαι ἡμᾶς, ἀπὸ πάσης ἀνάγκης καὶ θλίψεως.

Τὴν πᾶσαν ἐλπίδα μου εἰς σὲ ἀνατίθημι, Μῆτερ τοῦ Θεοῦ. φύλαξόν με ὑπὸ τὴν σκέπην σου.

Δι’ εὐχῶν τῶν Ἁγίων Πατέρων ἡμῶν.
Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ὅ Θεός ἡμῶν έλέησον ἡμᾶς.
’Ἀμήν.

πηγή

Κυριακή, Φεβρουαρίου 20, 2022

Είμαι γη και σποδός! (Όσιος Ιάκωβος ο εν Ευβοία)

«Ιδικόν μου ποτέ μου δεν επεθύμησα, μόνον λόγω της ασθενείας μου, διά τας ανάγκας, είχα αυτά τα πράγματα (σημ.: κάποια βιβλία και λίγα χρήματα). Ποτέ μου δεν εσκέφθην κάτι να το επιθυμήσω και έχω για τον εαυτό μου, γνωρίζοντας ότι είμαι γη και σποδός» (Όσιος Ιάκωβος ο εν Ευβοία).

 

Τα λόγια αυτά αποτελούν μέρος ενός μικρού σημειώματος που έγραψε ο σύγχρονος μεγάλος όσιος Ιάκωβος (Τσαλίκης), τον Μάιο του 1977, όταν θεώρησε ότι εγγίζει το τέλος του μετά από βαριά αρρώστια. Και αποκαλύπτουν αυτό που ήταν ολόκληρη η εν Χριστώ βιοτή του: την άκρα ακτημοσύνη του και τη βαθειά ταπείνωσή του. Όταν βεβαίως έχει κανείς υπ’ όψιν του το πόσα χρήματα πέρναγαν διαρκώς από τα χέρια του αγίου ηγουμένου Ιακώβου όσο ζούσε, τα οποία του έδιναν οι διάφοροι ευεργετημένοι από αυτόν προσκυνητές, τότε καταλαβαίνει πληρέστερα το σημείωμα του οσίου. Διότι δεν ήταν ακτήμων επειδή απλώς δεν είχε τίποτε, αλλά ήταν και παρέμενε ακτήμων την ώρα που πακτωλός χρημάτων γέμιζαν το «ταγαράκι» του. Και τι γίνονταν όλα αυτά τα χρήματα; Τα έδινε αμέσως μόλις τα έπαιρνε σε αναγκεμένους και πτωχούς ανθρώπους, των οποίων γνώριζε το δύσκολο ιστορικό. «Το ταγαράκι στεκότανε πάντοτε στη θέση του, πάντα γεμάτο» σημειώνει ο μακαριστός καθηγητής Πανεπιστημίου Στυλιανός (μοναχός Γεράσιμος) Παπαδόπουλος, που τον είχε γνωρίσει πολύ καλά. Ο ίδιος ο άγιος μάλιστα έλεγε: «Έρχονται οι φτωχοί μου και λέω και τους δίνω. Και κείνο, (το ταγαράκι), δεν αδειάζει. Γυρίζω και το βρίσκω ξεχειλισμένο».  

Τα λόγια του δίνουν επαρκή εξήγηση της αφιλαργυρίας του: προέκρινε πάντοτε την προσφορά και την ελεημοσύνη, κατά τον λόγο του Κυρίου: «μακάριόν εστι διδόναι μάλλον ή λαμβάνειν», είναι ευλογία και μακαριότητα για τον άνθρωπο να δίνει μάλλον παρά να παίρνει, διότι όχι μόνον δεν επιθυμούσε χρήματα και ό,τι άλλο υλικό αγαθό, αλλ’  ούτε καν ως σκέψη δεν περνούσε τέτοιος λογισμός από το μυαλό του. Κι είναι ευνόητο πότε μπορεί να συμβαίνει μία τέτοια υπερφυής κατάσταση: όταν η διάνοια του ανθρώπου και η καρδιά του και όλη η ψυχή του είναι στραμμένα προς τον Θεό και την αγάπη Του.

 Ο άνθρωπος δεν μπορεί να βρίσκεται ταυτοχρόνως στραμμένος σε δύο αντιθετικές καταστάσεις. Δεν μπορεί να είναι και με τον Θεό και με τον διάβολο. «Ουδείς δύναται δυσίν κυρίοις δουλεύειν» κατά τον ευαγγελικό λόγο. Ο άγιος Ιάκωβος, παιδιόθεν κυριολεκτικά, είχε ελκυστεί από την αγάπη του Θεού. Το «αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης της ψυχής, εξ όλης της καρδίας, εξ όλης της διανοίας, εξ όλης της ισχύος και τον πλησίον σου ως σεαυτόν», η βασική εντολή δηλαδή του Θεού στον άνθρωπο, ήταν το αδιάκοπο και αταλάντευτο όραμα της ζωής του, που αγωνιζόταν με όλες τις δυνάμεις να το κάνει πράξη. Πώς λοιπόν ήταν δυνατόν να ρέπει επί τα αισθητά, πολλώ δε μάλλον επί τα πονηρά; Ο άγιος ζούσε ήδη από τη ζωή αυτή τη μακαριότητα του Παραδείσου ως πολίτης του Ουρανού. Σε τέτοιους ανθρώπους σαν τον άγιο ηγούμενο βλέπουμε εφαρμοσμένο τον λόγο του αποστόλου Παύλου: «δεν έχουμε εδώ στον κόσμο αυτό μόνιμη κατοικία, αλλά τη μελλοντική του Παραδείσου επιζητούμε».

Και ποιο το θεμέλιο της ολοσχερούς αυτής στροφής του αγίου Ιακώβου προς τον Ουρανό και την αγάπη του Θεού; Η βαθύτατη ταπείνωσή του. «Γη και σποδός ειμι», είμαι χώμα και στάκτη. Αυτό είναι το άνθος που ριζώνει στην καρδιά του ανθρώπου που ανταποκρίνεται στο κάλεσμα του Κυρίου Ιησού Χριστού: να ανοίγονται τα μάτια του για να βλέπει τη μηδαμινότητά του και να εκφράζεται η όραση αυτή ως αγάπη θυσιαστική προς τον συνάνθρωπό του, ιδίως τον πιο αδύναμο και αδικημένο ("οι φτωχοί μου": το "μου" αυτό πόση στοργή και φιλανθρωπία κρύβει!) - η μηδαμινότητα που αφήνει χώρο για την πλημμύρα του πλούτου της χάρης του Θεού. Πίστη στον Χριστό, ταπείνωση και αγάπη δηλαδή συνυπάρχουν αρμονικά και ταιριασμένα στον άνθρωπο του Θεού κι αυτός ο άνθρωπος, σαν τον μεγάλο Ιάκωβο, είναι εκείνος που τελικώς φανερώνεται ως ένας άλλος θεός επί της γης!

π. Γεώργιος Δορμπαράκης-Ακολουθείν

το μεταφέρουμε από εδώ

Σάββατο, Φεβρουαρίου 19, 2022

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ

 

asotou04

 

Πολλά είναι τα μηνύματα που κρύβονται στην παραβολή του Ασώτου υιού που ακούστηκε σήμερα από το ευαγγελικό ανάγνωσμα. Εμείς σήμερα θα προσπαθήσουμε να ανακαλύψουμε εκείνα  που σχετίζονται με τον πατέρα της παραβολής.

            Ο Κύριος μας λέγοντας αυτή την παραβολή  εκτός των άλλων μας φανέρωσε μια νέα σχέση που είναι δυνατόν να αναπτυχθεί ανάμεσα στον αμαρτωλό άνθρωπο και τον Θεό. Είναι γνωστό, ότι στη θέση του Ασώτου υιού βρίσκεται ο καθένας μας, όλη η ανθρωπότητα. Εγκαταλείψαμε τον πατρικόν Οίκον, διακόψαμε τη σχέση μας και την επικοινωνία μας με το Θεό, στο όραμα μιας ελεύθερης ζωής. Παραδοθήκαμε επίσης στη φιλαυτία μας και στα θελήματα μας. Και  εκείνα  μας συντρίβουν καθημερινά. Αυτή η  ταλαιπωρία μας που χαρακτηρίζεται από την πραγματική μας πτωχεία είναι το τίμημα της παρακοής μας, όπως λέγει ο προφήτης « θα σε τιμωρήσει η ίδια η απόστασία σου »(Ιερεμ.β΄19). Απομακρυνθήκαμε από το Θεό αφού θελήσαμε να ζήσουμε μια διαφορετική ζωή από αυτήν για την οποία Εκείνος μας δημιούργησε. Και να τα αποτελέσματα. Θέριεψαν και υποδούλωσαν τα πάθη ,όλες τις δυνάμεις μας. Μας θανατώνουν  συνεχώς έως ότου μας οδηγήσουν στο φυσικό και πνευματικό θάνατο.                Όμως η αγαθότητα του Θεού δεν μας εγκατέλειψε. Αλλά πάλι μας παρακινεί, πάλι μας παρηγορεί. Μας προσκαλεί: « ελάτε σε μένα όλοι οι κουρασμένοι και φορτωμένοι, και εγώ θα σας αναπαύσω »(Ματθ.ια΄28). Σαν να λέει: « κουραστήκατε, ταλαιπωρηθήκατε, αποκτήσατε πείρα των κακών αποτελεσμάτων της ανυποταξίας . Έλατε λοιπόν γυρίστε πίσω, κατανοήσετε το μέγεθος της αδυναμίας και της καταφρόνιας σας, για να βρείτε την ανάπαυση και την δόξα σας. Ελάτε ζήστε με ταπεινοφροσύνη εσείς που θανατωθήκατε από την υπερηφάνεια. Η ψυχή σας δοκιμάστηκε αρκετά από τον πόνο και το θάνατο. Αποστραφείτε αρνηθείτε λοιπόν τον κόσμο και τη ζωή της αμαρτίας που σας δώρισε  με τις υποδείξεις του ο διάβολος.

            Ο Κύριος μας ήρθε για αυτό ακριβώς το λόγο. Να μας ανακοινώσει ότι έχουμε πατέρα στον ουρανό, ότι ο Θεός είναι γεμάτος ευσπλαχνία για μας, ότι όποιες και όσες και αν είναι οι αμαρτίες μας. Εκείνος έχει την δύναμη να τις εξαλείψει και να τις δεχθεί. Ήθελε να μας μάθει, ότι ο Θεός είναι Πατέρας μας ότι η ζωή της αμαρτίας που ζούμε δεν είναι αυτή που μας ταιριάζει. Και ακόμα ότι οι αμαρτίες μας χωρίζουν από το Θεό Πατέρα, μας κάνουν εχθρούς του ενώ Εκείνος είναι γεμάτος Πατρική αγάπη και ευσπλαχνία για μας τα παιδιά του.

            Αλλά θα πρέπει να προσέξουμε ότι αν ο Θεός είναι γεμάτος αγάπη για όλους ανεξαρτήτως τους ανθρώπους, εν τούτοις όλοι δεν απολαμβάνουν την ευσπλαχνία του. Όλοι δεν αναπαύονται κοντά του. Όλοι δεν επιστρέφουν. Απολαμβάνουν την αγάπη του Θεού Πατέρα μόνο όσοι επιστρέφουν με μετάνοια  και ζουν υποταγμένοι στο θέλημα του. Όπως έκανε ο Άσωτος. Γνώρισε την αγάπη του πατέρα του όταν μετανιωμένος χωρίς εγωισμό, με ταπείνωση ζήτησε συγνώμη και μια μικρή θέση την τελευταία θέση μάλιστα  στην πατρική οικία. Αυτό τι μας διδάσκει; Ότι η αγάπη και η ευσπλαχνία του Θεού εκδηλώνεται μόνο στους μετανοούντες, μόνο στους ταπεινωμένους, όλους εκείνους που ζητάνε έλεος και συγγνώμη.

            Μόνο με τη μετάνοια αποκαθίστανται οι σχέσεις μας με το Θεό Πατέρα. Μετάνοια  δε σημαίνει άρνηση και υποταγή της αμαρτωλής ζωής. Αγώνα έναντι των παθών που γεννούν τις αμαρτίες. Ουδεμία σχέση με τον διάβολο. Ουδεμία επικοινωνία μαζί του. Άρνηση όλων όσων εκείνος μας προσφέρει για να αρνηθούμε το Θεό. Μετάνοια σημαίνει ταπείνωση και υποταγή στο Θεό. Εργασία των εντολών του. Αγάπη τελεία  για το Θεό και τον αδελφό μας. Τελεία δε αγάπη  είναι η  θυσία όλων όσων μας ανήκουν για χάρη του Θεού και των αδελφών μας.

Έτσι γινόμαστε αποδεκτοί από το Θεό Πατέρα. Έτσι ο Θεός δεν μας αποστρέφεται δε μας απορρίπτει. Αντίθετα μας ελεεί και μας δέχεται στην Βασίλεια του. Μας αναγνωρίζει για παιδιά του και μας υπόσχεται ότι θα μας χαρίσει αιώνια αγαθά, ότι θα ζήσουμε μαζί Του. Εκείνος θα ζει ανάμεσα μας και εμείς σε Αυτόν .

Αδελφοί μου,

            η σημερινή παραβολή είναι ολόκληρο το Ευαγγέλιο. Και μόνη αυτή είναι ικανή να μας οδηγήσει στη σωτηρία. Ο Χριστός σήμερα  μας έμαθε ότι δεν πλασθήκαμε  για τη ζωή της αμαρτίας. Ότι εάν βρισκόμαστε σε αυτή την κατάσταση της πτώσεως και της  εξαχρείωσης ευθυνόμαστε εμείς. Ότι αν και είμαστε αμαρτωλοί δεν χάσαμε την ελπίδα και τη δυνατότητα να επιστρέψουμε εκεί από όπου ξεπέσαμε. Ότι ο Θεός είναι Πατέρας μας γεμάτος φιλευσπλαχνία και στοργή. Ότι μπορούμε να απολαύσουμε το έλεος του Θεού Πατέρα υπό μία και μόνο προϋπόθεση : την ταπείνωση μας ενώπιον του, την υποταγή μας στο θέλημα του, την αναγνώριση της αποτυχίας μας, την ΜΕΤΑΝΟΙΑ μας.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...