Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Μαΐου 11, 2013

Κυριακή του Θωμά Η ΣΩΤΗΡΙΑ ΟΜΟΛΟΓΙΑ «Ο Κύριος μου και ο Θεός μου»





Η ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΑΥΤΗ του Θωμά δεν αποτελεί μόνο μια μεγαλειώδη διακήρυξη της θεότητος του Κυρίου μας από έναν μαθητή Του που προς στιγμήν – καθώς φαίνεται – κατελήφθη από τη δυσπιστία. Ούτε ακόμη μια από τις πλέον αδιάσειστες αποδείξεις της Αναστάσεως Του. Ταυτόχρονα συνιστά και μια από τις πλέον ενθουσιώδεις ομολογίες αγάπης και αφοσίωσης προς το λατρευτό πρόσωπο του αναστημένου Λυτρωτή μας.
Για τον απόστολο Θωμά ο Ιησούς Χριστός ήταν «ο Κύριος και ο Θεός του». Το ίδιο και για τους άλλους μαθητές του Ιησού. Το ίδιο και για τους χριστιανούς όλων των εποχών. Ο Ιησούς έγινε ο «Κύριος και ο Θεός» τους. «Το Α και το Ω, η αρχή και το τέλος» της υπάρξεως τους κατά την ωραία έκφραση του βιβλίου της Αποκαλύψεως (21, 6).
Ό,τι ήταν για τους πρώτους μαθητές, ό,τι ήταν για τα αναρίθμητα πλήθη των χριστιανών που προηγήθηκαν, το ίδιο είναι και για μας, τους σημερινούς πιστούς. Από τη στιγμή που πιστέψαμε στο Χριστό, από την ώρα που βαπτιστήκαμε στο όνομα της Αγίας και Ζωοποιού Τριάδος και γίναμε μέλη της Εκκλησίας, πολίτες της θείας Βασιλείας, ο Ιησούς Χριστός είναι ο «Κύριος και Θεός» μας. Τι να σημαίνει άραγε αυτό πιο συγκεκριμένα στη καθημερινή πράξη και ζωή;

Αγαπούμε θερμά τον Χριστό

ΠΡΩΤΑ – ΠΡΩΤΑ ότι αγαπάμε τον Χριστό πάνω απ’ όλα και πέρα απ’ όλα. Πάνω από οποιοδήποτε πρόσωπο και πέρα από οτιδήποτε πράγμα. Η αγάπη του Χριστού στην καρδιά του χριστιανού θα πρέπει να έχει απόλυτη προτεραιότητα. Κατά τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, αυτός που αγαπά πραγματικά τον Θεό «ουδέν των όντων της του Θεού γνώσεως προτιμά».
Η αγάπη του Θεού αποτελεί θεμελιώδη εντολή της Παλαιάς Διαθήκης, την οποία επανέλαβε και επιβεβαίωσε και ο Χριστός μας: «Αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης της καρδίας σου και εξ όλης της ψυχής σου και εξ όλης της διανοίας σου και εξ όλης της ισχύος σου» (Μαρκ. 12, 30 – Δευτ. 6,5). Χριστιανός που δεν αγαπά με αυτόν τον τρόπο τον Χριστό, που δεν του δίνει την πρώτη θέση στην καρδιά του, δεν μπορεί να θεωρηθεί γνήσιος μαθητής Του. Κατά τον άγιο Μάξιμο, η αγάπη προς τον Θεό είναι «το προτιμάν αυτόν (τον Θεό) του κόσμου και την ψυχήν της σαρκός». Και η αγάπη μας αυτή τότε είναι γνήσια, όταν «δι’ αυτής της αγάπης τα πάθη αποβάλλομεν».

Τηρούμε με αυταπάρνηση τις εντολές Του

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ο «Κύριος και ο Θεός» μας και όταν τον ακολουθούμε, όταν δηλαδή υπακούομε στο θέλημα Του που μας αποκάλυψε, και τηρούμε με αυταπάρνηση τις ζωηφόρες εντολές του Ευαγγελίου Του που μας παρέδωσε.
Η αγάπη του Χριστού, σύμφωνα με τα όσα Εκείνος μας διδάσκει, είναι αξεχώριστα συνδεδεμένη με την ανταπόκριση μας προς το Ευαγγέλιο Του, με την τήρηση των εντολών Του. «Εάν αγαπάτε με», παραγγέλλει, «τας εντολάς τας εμάς τηρήσατε» (Ιω. 14, 15). Και ο ευαγγελιστής Ιωάννης μας διευκρινίζει: «Αύτη γαρ εστιν η αγάπη του Θεού, ίνα τας εντολάς αυτού τηρώμεν» (Α' Ιω. 5,3). Δηλαδή, αγάπη προς τον Θεό είναι να τηρούμε τις εντολές Του.
Υπακούομε, λοιπόν, στο Ευαγγέλιο. Και τηρούμε όλες τις εντολές του Χριστού, χωρίς να κάνουμε την παραμικρή διάκριση. Γράφει ο Μ. Βασίλειος, αναφερόμενος στα λόγια του Κυρίου: «Πορευθέντες γαρ, φησίν ο Κύριος, μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, διδάσκοντες αυτούς ουχί τα μεν τηρείν, των δε αμελείν. Αλλά τηρείν πάντα όσα ενετειλάμην υμίν». Και συνεχίζοντας παρατηρεί: «Γιατί αν δεν μας ήταν αναγκαίες για το σκοπό της σωτηρίας, ούτε θα είχα γραφεί όλες οι εντολές, ούτε θα δινόταν η παραγγελία να τις τηρούμε υποχρεωτικά όλες». Και, καθώς διδάσκει ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος, την τήρηση των θείων εντολών ο χριστιανός την επιδιώκει «δια την αγάπην του τεθεικότος αυτάς και μη δια φόβον ή αμοιβήν μισθού».
Χωρίς αυτή τη συγκεκριμένη στάση ζωής, την ανταπόκριση μας δηλαδή στις εντολές που μας παρέδωσε ο Χριστός, η αγάπη μας γι' αυτόν δεν είναι αληθινή. Η χριστιανική ζωή ως υπακοή στο Ευαγγέλιο και πιστή εφαρμογή των όσων μας διδάσκει, αποτελεί την μόνη και αδιαμφισβήτητη απόδειξη γνησιότητας της αγάπης μας προς τον Κύριο και Σωτήρα μας. Καθώς μάλιστα παρατηρεί ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος, αν δεν τηρούμε τις θείες εντολές, «ουδέν των εθνικών και απίστων διενηνόχαμεν». Δηλαδή, δεν διαφέρουμε καθόλου από τους ειδωλολάτρες και τους απίστους.

Ομολογούμε άφοβα την πίστη μας

«Ο ΚΥΡΙΟΣ ΜΟΥ και ο Θεός μου» ομολόγησε ο απόστολος Θωμάς. Και από τη στιγμή εκείνη έγινε ο κήρυκας της Αναστάσεως του Χριστού, ο ομολογητής του ονόματος Του, αυτός που μαζί με τους άλλους Αποστόλους ανέλαβε το έργο του ευαγγελισμού των ανθρώπων.
Αν, λοιπόν, ο Ιησούς είναι για μας «ο Κύριος και ο Θεός» μας, αυτό οφείλουμε να το ομολογούμε. Ενώπιον των ανθρώπων. Με θάρρος και με τόλμη. Χωρίς φόβο και χωρίς ντροπή. Χριστιανός που ντρέπεται να ομολογήσει πως είναι χριστιανός, πως πάνω απ' όλα αγαπά τον Χριστό, πως ύψιστη επιδίωξη του είναι να ζήσει την καινούργια ζωή που ο Χριστός εμπνέει, δεν είναι γνήσιος χριστιανός. Η δειλία στη χριστιανική πίστη ισοδυναμεί με προδοσία και άρνηση του Χριστού. Και οι συνέπειες κατά την ώρα της κρίσεως θα είναι τραγικές γι' αυτούς που θ' απαρνηθούν τον Χριστό από δειλία ή από ανθρωπαρέσκεια. Το υπογραμμίζει με έμφαση ο ίδιος ο Κύριος: «Όποιος ομολογήσει μπροστά στους ανθρώπους ότι ανήκει σε μένα, θα τον αναγνωρίσω κι εγώ για δικό μου μπροστά στον ουράνιο Πατέρα μου. Όποιος όμως με απαρνηθεί μπροστά στους ανθρώπους, θα τον απαρνηθώ κι εγώ μπροστά στον ουράνιο Πατέρα μου» (Ματθ. 10, 32-33).
Όλοι μας φέρουμε το τιμημένο όνομα του χριστιανού. Ομολογούμε όμως άραγε καθημερινά την πίστη μας και την αγάπη μας προς τον Χριστό; Ή η στάση που υιοθετούμε στην καθημερινή μας ζωή δείχνει σαν να τον αρνούμαστε; Πόσοι παραμείναμε το βράδυ της Αναστάσεως στην πασχαλινή Λειτουργία Ή δεν αποτελεί άρνηση του Χριστού το να εγκαταλείπουμε την πασχάλια σύναξη και το θεϊκό τραπέζι της Ευχαριστίας για χάρη της μαγειρίτσας; Πόσοι στο κοινωνικό ή στο εργασιακό περιβάλλον μας ομολογούμε, αν προκληθούμε, ότι πιστεύουμε στον Χριστό και ότι αγωνιζόμαστε να ζούμε σύμφωνα με το Ευαγγέλιο του Κυρίου; Πόσοι, όταν άλλοι βλασφημούν τον Χριστό και ειρωνεύονται πράγματα ιερά και αξιοσέβαστα για μας, εμείς τα υπερασπιζόμαστε; Πόσοι, όταν περνούμε από ένα ναό, τολμούμε με παρρησία να κάνουμε το σημείο του σταυρού ως ομολογία πίστεως και έκφραση αγάπης προς τον Κύριο μας;

* * *
Αδελφοί μου,
Η σωτήρια ομολογία του αποστόλου Θωμά, ομολογία πίστεως και αγάπης προς τον αναστάντα Κύριο, θα πρέπει να μας συνεγείρει.
Να μας εμπνεύσει να αγαπήσουμε περισσότερο τον Κύριο και Θεό μας.
Ν' ακολουθούμε με περισσότερη αυταπάρνηση το Ευαγγέλιο Του και να τηρούμε με μεγαλύτερη ακρίβεια τις ζωηφόρες εντολές Του.
Να τον ομολογούμε με θάρρος όπου και αν χρειάζεται. Αμή
ν. 

Κυριακή του Θωμά «Ἐάν μή ἴδω ἐν ταῖς χερσίν αὐτοῦ τόν τύπον τῶν ἥλων» π. Αλέξιος Αλεξόπουλος


Ἐάν μή ἴδω ἐν ταῖς χερσίν αὐτοῦ τόν τύπον τῶν ἥλων» «μακάριοι οἱ μή ἰδόντες και πιστεύσαντες»
Ο Θωμάς για να πιστέψει στην Ανάσταση, ζήτησε να δει κατά πρώτο λόγο τα χέρια του Χριστού. Το ίδιο ζητάει και σήμερα ο κόσμος από τους φίλους του Χριστού. Θέλει να δει τα χέρια τους. Αν είναι καθαρά στις δοσοληψίες τους. Φιλάνθρωπα στις πράξεις τους. Ευγενικά στις εκδηλώσεις τους. Αν είναι χέρια σφραγισμένα με πληγές από τα καρφιά της θυσίας για τη σταυρωμένη Αγάπη.
Μέσα  στην Μεγάλη εβδομάδα πολλές φορές οι ύμνοι αναφέρονταν στον προδότη μαθητή και μας καλούσαν να απορρίψουμε τη συμπεριφορά του. Τα δικά μας όμως χέρια, πως ενεργούν κάθε φορά;
Όταν ο Χριστός                                                                   
δίνει στους μαθητές Του το Σώμα και το Αίμα Του, μήπως τα δικά μας χέρια παίρνουν τα χρήματα ή εργάζονται τα πάθη και την αμαρτία επισφραγίζοντας τη προδοσία; Πόσες φορές αντί να σηκωθούμε το πρωί της Κυριακής για εκκλησιασμό προτιμούμε τον ύπνο; Ή αντί της αλήθειας που θέλει ο Χριστός, βολευόμαστε με το ψέμα; Ή ποδοπατούμε μυστήρια ιερά όπως ο γάμος για να βολέψουμε τα οικονομικά μας πρώτα; 
Όταν ο Χριστός ζητά από τους μαθητές Του να προσευχηθούν, να Τον εμπιστευθούν, να αφήσουν τη ζωή τους πάνω Του, εμείς αγχωνόμαστε και απελπιζόμαστε σχεδιάζοντας τρόπους εξασφάλισης της ζωής και της περιουσία μας;  
Μήπως και σήμερα ξεχνάμε την φιλανθρωπία  που συγχωρούσε τον ληστή που μετανόησε και εμείς άπιστοι και σκληροί δεν μετανοούμε για τα έργα μας και δεν συγχωρούμε τους συνανθρώπους μας;
Τέλος, ενώ ο Χριστός με την Ανάστασή Του άνοιξε τις πόρτες του παραδείσου, εμείς με πάθος περνάμε την πόρτα της Κολάσεως καμαρώνοντας για τα έργα της απιστίας μας;  
Ο μακαρισμός του Χριστού: «μακάριοι οἱ μή ἰδόντες και πιστεύσαντες», έχει διατυπωθεί για μας, για τον καθένα μας. Ας τον γευθούμε! 

ΚΥΑΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΘΩΜΑ Η ΠΙΣΤΗ ΑΠΙΣΤΙΑ ΤΟΥ ΘΩΜΑ π.Δημήτριος Φορτετσανάκης



Αγαπητοί μου αδελφοί και φίλοι

Χριστός Ανέστη.

Διανύσαμε, χάριτη Θεού, το της νηστείας μέγα πέλαγος μπήκαμε στην εβδομάδα των παθών και του Σταυρού και τώρα διαλαλούμε όλοι περίτρανα και χαιρόμαστε φωνάζοντάς Χριστός Ανέστη. Κάποιοι άνθρωποι μας απαντούν και αυτοί φωναχτά και χαίρονται μαζί μας το Αληθώς Ανέστη και κάποιοι άλλοι μιμούμενοι τον Απόστολο Θωμά μας λένε μα είναι δυνατόν να Ανέστη Αληθώς, από των νεκρών δε γίνονται αυτά τα πράγματα.

 Αγαπητοί μου το πιο σπουδαίο όμως, είναι ότι δεν προσέχουμε καθόλου εκείνο το, «ότι εώρακάς Με πεπίστευκας», με το οποίο ο Χριστός απορρίπτει ουσιαστικά τον τύπο αυτό της πίστης του Θωμά, συνακόλουθα και των άλλων δέκα. Όπως επίσης δεν προσέχουμε τη θαυμάσια συνέχεια του λόγου Του,«μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες» με την οποία εγκαινιάζει μια πίστη άλλης μορφής, μια πίστη που θα κάλυπτε σε λίγο και τους Μαθητές και όσους θα Τον ακολουθούσαν στο πέρασμα των αιώνων. Για τούτο και δεν καταπιανόμαστε με την πίστη αυτής της μορφής, ούτε και εξετάζουμε πού θα τη βρούμε.

Το πρωταρχικό, κυρίαρχο και απόλυτο γεγονός της παρουσίας του Αναστημένου που αλλάζει όλα τα δεδομένα. Και η αλλαγή αυτή φαίνεται καθαρά από εκείνο το: «εωράκαμεν τον Κύριον» με το οποίο «οι άλλοι μαθηταί» πληροφορούν το Θωμά για την συνάντησή τους με τον Αναστάντα Κύριο από την οποία έλειπε αυτός και του μεταφέρουν τη χαρά τους.

Και που με όλα κατά βάθος είναι σαν να του λένε, «ξαναπήγε στον τόπο της η καρδιά μας», σαν να τον κοινωνούν με μια τέτοια αίσθηση. Κάποιοι θα έλεγαν ότι τους είχε δοθεί προτύπωση, όχι μόνο απλή ενημέρωση, των συνταρακτικά δραματικών όσο και θαυμαστών και παράδοξων, ότι θα έβρισκαν το Χριστό.

Και ήταν τότε που «ην εναντίος ο άνεμος», κι αυτοί παράδερναν στα ανοιχτά τις λίμνης Γεννησαρέτ, «σταδίους πολλούς από γης», σε δεινή θαλασσοταραχή πάνω σ' ένα σαπιοκάραβο, «βασανιζομένων υπό των κυμάτων». Και «την τέταρτη φυλακή της νυκτός», ένας περίπατος του Χριστού πάνω στα αφρισμένα κύματα της θύελλας στάθηκε αρκετός να κοπάσει τον άνεμο και να γαληνέψει μαζί με τη θάλασσα και τη ψυχή τους.

Η τρικυμία από το Σταυρό και το θάνατο του Χριστού είχε λειτουργήσει μέσα τους καταλυτικά, είχε επενεργήσει σαν σεισμός τεκτονικός που τα είχε γκρεμίσει όλα. Είχε κάνει να λησμονηθούν όχι μόνο οι πρόσφατες διαβεβαιώσεις Του πως θα Αναστηθεί, αλλά και όσα θαυμάσια και θαυμαστά είχαν ακούσει και δει κοντά Του τρία ολόκληρα χρόνια.

Για τούτο, έγκλειστοι σε σπίτι φιλικό «δια τον φόβον των Ιουδαίων» φτάνουν να αρνούνται να πιστέψουν το χαρμόσυνο άγγελμα, «Ανέστη ο Κύριος» που τους κομίζουν ασθμαίνουσες πλην περιχαρείς οι Μυροφόρες, οι «από θέας γυναίκες ευαγγελίστριαι» του Υμνογράφου της Εκκλησίας. Θεωρούν το μέγιστο αυτό άγγελμα παραλήρημα αφελών γυναικών, «εφάνησαν ωσεί λήρος τα ρήματα ταύτα» και δεν τις πιστεύουν - «και ηπίστουν αυταίς».

Αλλά και οι δύο της πορείας προς Εμμαούς που συμπορεύονται τόση ώρα με τον Αναστάντα ανάμεσά τους, φτάνουν να Του πετούν κατά πρόσωπο την μαύρη τους απελπισιά πως χάθηκαν όλα πια με Κείνον που, «ημείς δε ηλπίζομεν ότι αυτός εστίν ο μέλλων λυτρούσθαι τον Ισραήλ».

Αυτά οφείλουμε να τα διαβάζουμε προσεκτικά, σχεδόν σαν να ακούμε να ηχούν στα αυτιά μας, για να πιάνουμε το σφυγμό των πραγμάτων, την ατμόσφαιρα που επικράτησε εκείνες τις δραματικές ώρες στο στενό και ευρύ κύκλο των ανθρώπων του Χριστού. Για να βλέπουμε πόσο «ανθρώπινα, πολύ ανθρώπινα» ήταν όλα. Για να μπορούμε έτσι να βλέπουμε την κατοπινή διαφορά, τουτέστιν για να κατανοούμε το θαύμα της μεγάλης αλλαγής που έγινε την Πεντηκοστή στα ίδια αυτά τα πρόσωπα, για να ομολογούμε με τονΑπ. Παύλο ότι «και τούτο, δηλαδή η πίστη, ουκ εξ ημών, Θεού το δώρον!»

Για να καταλαβαίνουμε και το λάθος που κάνουμε κατευθύνοντας την προσοχή μας στο παρεμπίπτον περιστατικό της απιστίας του Θωμά και μη επικεντρώνοντάς την στο πρωταρχικό, στο κυρίαρχο, στο απόλυτο γεγονός της παρουσίας του Αναστημένου που αλλάζει όλα τα δεδομένα.

Για να βλέπουμε ότι ο Χριστός δεν απέρριψε ουσιαστικά την απιστία του Θωμά, αλλά τον τύπο της πίστης που ήθελε να εισαγάγει, φυσικά και τον ανάλογο των άλλων. «Ότι εώρακάς Με πεπίστευκας», του είπε, η πίστη σου δεν είναι πίστη, είναι απλή φυσική θέα! Και η απλή φυσική θέα δεν είναι παρά κοινή διαπίστωση και αίσθηση μιας παρουσίας. Η πίστη όμως είναι ένα βαθύ βίωμα που κρατάει ολοζώντανη μέσα μας μια παρουσία και στην απουσία της και δεν χάνει ούτε λεπτό τα παρεπόμενά της.

Κα τα παρεπόμενά της είναι η αγάπη και η εμπιστοσύνη στο πρόσωπο της απουσίας, πράγματα που αποκτούν ιδιαίτερη ως και απόλυτη αξία όταν την απουσία προκάλεσε θύελλα και διωγμός. Η πίστη του Θωμά και των άλλων εκείνη την ώρα ήταν μια πίστη de facto άχρηστη. Είχε νικηθεί από τον πειρασμό του κήπου της Γεθσημανή, αυτόν που υπονοούσε ο Χριστός όταν τους σήκωσε από τον ύπνο και τους είπε: «Γρηγορείτε και προσεύχεσθε, ίνα μη εισέλθητε εις πειρασμόν». Δεν ξέρει κανείς αν Τον άκουσαν. Τα πράγματα όμως έδειξαν πως βγήκε αληθινή η συνέχεια του λόγου, «το μεν πνεύμα πρόθυμον η δε σαρξ ασθενής»!

Γι' αυτό και ‘κείνο το: «ότι εώρακάς Με πεπίστευκας», που απευθύνει τώρα στο Θωμά δείχνοντας και στους άλλους, είναι και κάτι σαν δικαιολογημένο παράπονο και ευδιάκριτη πικρία. Κάτι σαν εκείνο το, «ούτε μίαν ώραν ουκ ισχύσατε γρηγορήσαι μετ' Εμου»! Είναι όμως ο Χριστός που τα λέει αυτά, Αυτός που μπορεί να πηγαίνει και παραπέρα. «Μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες». Έρχεται μια πίστη άλλης μορφής, αυτή που εγκαινιάζω τώρα, έρχεται η πίστη της δικής Μου ευλογίας. Έρχεται η πίστη που θα ενδυναμώσει και ‘σας και όσους δεν θα Με έχουν δει στο πέρασμα των αιώνων.

Και εδώ είναι το πιο σπουδαίο που δεν το προσέχουμε, ότι σπέρνει αυτή την πίστη ακριβώς και εκείνη την ώρα στην ψυχή τους. «Ειρήνη υμίν...» τους λέει και προχωρεί: «λάβετε Πνεύμα Άγιον»! Εσείς που κυριολεκτικά έχετε καταρρεύσει, εσείς που στείλατε την πίστη στο πρόσωπό Μου, περίπατο. Ακριβώς γι' αυτό! Ιδιαίτερα γι' αυτό! Ήταν βλέπετε και Άνθρωπος ο Χριστός και το ήξερε, δεν τα αντέχει αυτά τα πράγματα η αδυναμία της ανθρώπινης φύσης.

Εκείνο που κρατάει κάποιον πιστό σε πρόσωπα μεγάλης ελπίδας και προσδοκίας είναι η δωρεά της ειρήνης του Χριστού, της χάρης του Πνεύματος του Αγίου. Η εκπληκτική χωρίς όρους και όρια Αγάπη του Θεού, που αποκαλύφτηκε στο πρόσωπο και στο έργο του Χριστού, αυτή η ανερμήνευτη μεγαλοσύνη της θείας πρωτοβουλίας. Που περιμένει το «ναι» της ελευθερίας της φύσης μας, ένα νεύμα κατάφασης, ακόμα και όταν όλα έχουν καταρεύσει. Ακόμα και όταν έχει βυθιστεί κανείς στα βάραθρα της αμαρτίας. Το διαβεβαιώνει με τον Απόστολο, «ου δε επλεόνασεν η αμαρτία, υπερεπερίσσευσεν η χάρις»!

Περιμένει να ακούσει από τον όποιο άνθρωπο, «Σε εμπιστεύομαι Χριστέ, κι ας μη σε έχω ούτε μια φορά αντικρίσει». Εμπιστεύομαι την απεραντοσύνη της Αγάπης, που Εσύ μόνο ξέρεις να δείχνεις. «Έρχου, λοιπόν, Κύριε Ιησού Χριστέ» με τα δώρα της ειρήνης και της χάρης Σου, στύλωσε και τα παραμελημένα γόνατα της δικής μου απιστίας μεταποιώντας την σε πίστη αληθινή.

Αυτά αποκτούν ιδιαίτερο ενδιαφέρον σήμερα, που πάει να περάσει η πίστη σαν «γυμναστική του νου», σαν τελικό συμπέρασμα μιας αλυσιδωτής σειράς συλλογισμών. Αυτά αποκτούν ξεχωριστή σημασία σε εποχή μεγάλου κενού και «μεταμοντέρνου χάους». Και είναι τόσο αληθινός ο λόγος του Δανού χριστιανού φιλοσόφου Σαίρεν Κίρκεγκααρτ πως: «ο Θεός δεν είναι μια ιδέα που την αποδεικνύουμε, είναι ένα Πρόσωπο σε σχέση με το Οποίο ζούμε».

Για τούτο η πίστη που ζητάει να δει «τύπους των ήλων» ή «να βάλει το δάκτυλο στην πληγή της πλευράς του Χριστού», δεν είναι πίστη αληθινή, δεν είναι χριστιανική πίστη, είναι κοινή αίσθηση, απλή γνώση και εμπειρία. Δεν δέχτηκε την ειρήνη του Χριστού, ούτε τη Χάρη του Πνεύματος του Αγίου. Δεν τρέφεται με «Σώμα και Αίμα Χριστού», αλλά με τα ξυλοκέρατα που δεν χόρταιναν την πείνα του ασώτου. Για τούτο και δεν έχει «ζωή και περισσόν ζωής», ζωή με το παραπάνω, ζωή που νικάει το θάνατο. Γι' αυτό μπορεί να βλέπει να γίνονται μπροστά στα μάτια της θαύματα και να τα αποδίδει, καθώς τότε οι Φαρισαίοι στον «Βεελζεβούλ τον άρχοντα των δαιμονίων».

Η πίστη είναι δωρεά της ειρήνης του Χριστού και της Χάρης του Πνεύματος του Αγίου και δεν έχει ανάγκη ούτε να δει ούτε να πιάσει κάτι. Βλέπει διάχυτη την αβυσσαλέα αγάπη του Θεού και το λαλεί και το φωνάζει, «κατενόησα τα έργα Σου και εδόξασά Σου την θεότητα»! Την Τριαδική θεότητα που «Αγάπη εστί»! Για τούτο είναι πίστη ζωντανή και μένει ακλόνητη στην απουσία, ιδιαίτερα αν αυτή την προκάλεσε η όποιας μορφής και έντασης θύελλα ή μπόρα. Και έτσι είναι άξια του υπέροχου μακαρισμού του Κυρίου: «Μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες».

Η αλήθεια αυτών φαίνεται καθαρά από την στάση των ίδιων αυτών Μαθητών μετά την Πεντηκοστή, από την ανάλογη στάση της χρυσής αλυσίδας των μαρτύρων και των αγίων της Εκκλησίας στους αιώνες των αιώνων. Η χριστιανική πίστη είναι δωρεά της ειρήνης του Χριστού, της Χάρης του Πνεύματος του Αγίου. Δικός μας μερτικό, η απιστία της πίστης μας - από την εκπληκτικά εκφραστική κραυγή του πατέρα του δαιμονιζόμενου νέου: «Πιστεύω Κύριε. Βοήθει μου τη απιστία». Και η ολοκλήρωση έρχεται από την ωραία παράκληση των Mαθητών: «Κύριε, πρόσθες ημίν πίστιν»!

Αγαπητοί μου αδελφοί και φίλοι εύχομαι ολόψυχα να έχουμε όλοι την πιστή απιστία του Θωμά, και ναι μεν να λέμε, ένα δε βάλω στον τύπο των ήλων και αν δε βάλω την χείρα μου εις την Πλευρά ου μη Πιστεύσω, Αλλά και να κραυγάζουμε μετά χαρά μεγάλης και λέμε Ο Κύριος μου και Ο Θεός μου Δόξα Σοι.

Γόρτυνα 11/05/13



 

Τι συμβαίνει με την Ελλάδα .ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ .ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΔΟΧΕΙΑΡΙΟΥ

.ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ .ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΔΟΧΕΙΑΡΙΟΥ

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΘΩΜΑ π.Ευάγγελος Ρουσέτης.

Κύριο χαρακτηριστικό της εποχής μας είναι η απιστία. Η δυσκολία δηλ. να δεχθούμε ότι πάνω από εμάς βρίσκεται, όχι απλά μια  ανώτερη δύναμη, αλλά ο Θεός ο οποίος μας βλέπει και ακολουθεί πατρικά κάθε μας βήμα. Η άρνηση της ύπαρξης του Θεού εντοπίζεται στο επιχείρημα ότι αφού δεν βλέπουμε τον Θεό, άρα δεν υπάρχει. Μόνο ότι βλέπουμε, ότι ψηλαφίζουμε, ότι πιάνουμε είναι πραγματικό ενώ από κει και πέρα όλες οι θεωρίες περί υπάρξεως Θεού ανήκουν στην σφαίρα της φαντασίας.
       Θα μου επιτρέψετε να χρησιμοποιήσω ένα ανέκδοτο στο οποίο φαίνεται το παράλογο εκείνων που υποστηρίζουν ότι δεν υπάρχει Θεός : Ένας δάσκαλος λοιπόν κατά την ώρα της διδασκαλίας με βεβαιότητα υποστήριξε ότι δεν υπάρχει Θεός, αφού δεν τον βλέπουμε. Τότε ένας έξυπνος μαθητής παίρνει τον λόγο και του απαντά : Με αυτό το σκεπτικό κύριε και εσείς δεν έχετε μυαλό διότι δεν το βλέπουμε. Βλέπουμε εσάς, το κεφάλι σας αλλά εάν έχει μέσα μυαλό κ εάν είναι άμυαλο δεν το βλέπουμε. Τότε όλοι οι μαθητές ξέσπασαν σε χειροκροτήματα ενώ ο Δάσκαλος έσκυψε ντροπιασμένος κάτω το κεφάλι. Η τάση του να μην πιστεύει κανείς δεν είναι κάτι το καινούργιο. Δεν είναι δηλαδή χαρακτηριστικό  μόνο της σημερινής εποχής. Ανέκαθεν υπήρξαν άνθρωποι οι οποίοι και  αν ακόμα είχαν μπροστά τους χειροπιαστές αποδείξεις ότι υπάρχει Θεός εκείνοι τον αρνήθηκαν και τον πολέμησαν. Από την άλλη υπήρξαν και υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι αναζητούν αποδείξεις για να πιστέψουν όπως ακριβώς έκανε ο άπιστος στην αρχή και κατόπιν πιστός μαθητής του Χριστού ο Θωμάς.
        Φοβισμένοι λοιπόν οι μαθητές του Χριστού μας μετά την Ανάσταση είχαν κλεισθεί σ΄ ένα σπίτι συζητώντας τα καταπληκτικά γεγονότα των ημερών. Και περίμεναν. Περίμεναν να εκπληρωθούν όλες οι υποσχέσεις του Διδασκάλου, αφού εκπληρώθηκε αυτή η απίστευτη πρόβλεψη η εκ Νεκρών Ανάστασή Του. Βέβαια σύννεφα αμφιβολίας και απιστίας είχαν εμφανισθεί αλλά την κατάλληλη ώρα παρουσιάζεται ανάμεσα τους ο Θεάνθρωπος, ο νεκραναστημένος Χριστός διαλύοντας την ομίχλη των δισταγμών, σκορπίζοντας τις αμφιβολίες με τον Αναστάσιμο χαιρετισμό «Ειρήνη υμίν…»! Ναι! Μπροστά τους έχουν τον Διδάσκαλο με τα τρυπημένα χέρια από τα καρφιά, και την ματωμένη πληγή από την λόγχη ο ίδιος ο Κύριος με σώμα άφθαρτο, αναστημένο.
        Η χαρά των μαθητών είναι απερίγραπτη «Έωρακαμεν τον Κύριον»! Είδαμε τον Κύριο φώναζαν. Δεν δοκίμασαν όμως όλοι αυτήν την υπερκόσμια χαρά της αναστάσιμης Παρουσίας του Χριστού. Ο Θωμάς έλειπε από την συντροφιά των μαθητών, και όταν συναντήθηκε μαζί τους και άκουσε για την εμφάνιση του νεκραναστημένου δεν έδειξε τον ίδιο ενθουσιασμό δεν ένιωσε την ίδια χαρά. Ο Απόστολος Θωμάς ήταν δύσπιστος χαρακτήρας, ήταν θετικός τύπος, ζητούσε αποδείξεις. Δεν ήταν από εκείνους τους σημερινούς χριστιανούς που λένε : «Πίστευε και μην ερεύνα…» αλλά εκπροσωπούσε τους ερευνητές και αναζητητές της αλήθειας. Ήθελε μία προσωπική εμπειρία. Δεν αρκέσθηκε στα όσα του είπαν οι υπόλοιποι μαθητές…
      Τον είδε μαζί με τους άλλους να δαμάζει τα στοιχεία της φύσεως, να διατάζει τα κύματα και εκείνα να γαληνεύουν, τον είδε να ανασταίνει νεκρούς, τον είδε να σηκώνει παράλυτους, τον είδε να συγχωρεί τους εχθρούς του επάνω στον Σταυρό, είδε την γη να τρέμει κάτω από τα πόδια του όταν ο Εσταυρωμένος είπε το «Τετέλεσται», άκουσε ότι το Σώμα του δεν βρέθηκε στον Τάφο μετά τρεις ημέρες, όμως παρά ταύτα δεν πίστεψε. Γιατί ; Γιατί η απιστία είναι ζυμωμένη με την ανθρώπινη φύση. Όλοι μας πιστεύουμε, αλλά σε καιρό πειρασμού, η πίστη μας χαλαρώνει, ζητούμε από τον Θεό να κάνει έντονη την παρουσία του και έτσι γίνεται μόνο που ο Θεός εμφανίζεται μπροστά μας όπως θέλει εκείνος όχι όπως θέλουμε εμείς.
       Μετά από οκτώ ημέρες ο Αναστημένος Σωτήρας εμφανίζεται και πάλι. Παρόντες είναι όλοι οι μαθηταί και ο Θωμάς. «Έλα Θωμά. Φέρε τον δακτυλόν Σου εδώ. Και κοίταξε τα χέρια μου και φέρε το χέρι Σου και βάλε στην πλευρά μου και μην γίνεσαι άπιστος αλλά πιστός»! Να η ώρα της σωτηρίας,της ομολογίας. Ο μαθητής συντετριμμένος, ταπεινωμένος μετά την έρευνα, σωριάστηκε μπροστά στα πόδια του Διδασκάλου και άφησε να βγουν από τα ευτυχισμένα στήθη του τούτα τα λόγια :«Ο Κύριος μου και ο Θεός μου».
       Αγαπητοί μου αδελφοί! Ας γίνουμε και εμείς ομολογητές  της πίστεως μας, ας απομακρύνουμε τα σύννεφα της απιστίας και της αμφιβολίας που σκεπάζουν τον ουρανό της πίστης μας και ας αφήσουμε το γεγονός της Αναστάσεως του Χριστού να διαποτίσει όλη την ζωή μας έτσι ώστε όλη η εβδομάδα μας να φωτίζεται από το Πανάγιο φως της Αναστάσεως, αφού η Κυριακή είναι η καρδιά της εβδομάδας, η ημέρα εκείνη που γιορτάζουμε το μέγιστο θαύμα της εκ νεκρών Αναστάσεως. Γι΄ αυτό είναι απαραίτητο όλη η ζωή μας να κινείται γύρω από την Αναστάσιμη Θ. Λειτουργία της Κυριακής που είναι το κέντρο της πίστεως μας και της Σωτηρίας μας. Ο π. Ιουστίνος Πόποβιτς γράφει ότι ολόκληρο το Ευαγγέλιο των Ορθόδοξων κλείνεται μέσα σε τέσσερις λέξεις: ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ ΑΛΗΘΩΣ ΑΝΕΣΤΗ!
        Η άνοιξη που ήδη ξεκίνησε ας δώσει την θέση της στην πνευματική άνοιξη της ζωής μας η οποία θα απομακρύνει τον πνευματικό χειμώνα της αμαρτίας κάτω από το φως της Αναστάσεως. Αμήν.     



ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΘΩΜΑ Ομολογία Πίστεως εκ της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κύπρου



 Χριστός Ανέστη.  
Κλεισμένοι στο υπερώο των Ιεροσολύμων ήταν οι δέκα μαθητές (απουσίαζε ο Θωμάς).  Και αυτό γιατί τους διακατείχε μεγάλος φόβος μετά από τα όσα έζησαν κατά τη διάρκεια του Πάθους του Διδασκάλου τους. Ιδιαίτερα μετά το μεγάλο γεγονός της Αναστάσεως ο κίνδυνος καταδίωξής τους ήταν ιδιαίτερα έντονος.
Έτσι εξηγείται γιατί το βράδυ της Αναστάσεως ήταν τρομοκρατημένοι και βρίσκονταν σε αμηχανία για το τί έπρεπε να πράξουν.  Ξαφνικά όμως και χωρίς να ανοίξει η πόρτα του υπερώου εμφανίσθηκε ο Αναστάς Κύριος και είπε: “Ειρήνη υμίν”. Βέβαια δεν εμφανίσθηκε με το φθαρτό ανθρώπινο σώμα, αλλά με το νέο, το αφθαρτοποιημένο.  Η εμφάνιση αυτή συνδέεται πιο πολύ με την ανάγκη να τους ενημερώσει και να τους διαβεβαιώσει ότι το έργο της σωτηρίας του ανθρώπου, στο οποίο είχαν κληθεί να γίνουν συνεργοί, θα συνεχιζόταν. Για να τους στηρίξει στην πίστη και να μην τους αφήσει περιθώρια αμφιβολιών τους έδειξε τα χέρια και την πλευρά Του για να δουν τα σημάδια των πληγών Του που άφησε στο σώμα Του η Σταύρωση.
Παρών και ο Θωμάς
“Μεθ’ ημέρας οκτώ” στον ίδιο χώρο του υπερώου ο Αναστάς Κύριος πραγματοποιεί νέα εμφάνιση, παρόντος τώρα και του Θωμά.  Όταν είχε έλθει του διηγήθηκαν οι άλλοι μαθητές τα όσα συνέβησαν.  Εκείνος από υπερβολικό ζήλο για να συναντήσει τον Κύριο τους είπε: “Εάν μη ίδω εν ταις χερσίν Αυτού τον τύπον των ήλων,  και βάλω τον δάκτυλόν μου εις τον τύπον των ήλων, και βάλω την χείραν μου εις την πλευράν Αυτού, ου μή πιστεύσω”. Θα πρέπει να σημειώσουμε εδώ ότι ο μαθητής του Κυρίου δεν έσπευσε να ψηλαφίσει τις πληγές του Διδασκάλου του διότι η “απιστία” του, αν μπορούσε να χαρακτηριστεί έτσι, ήταν καλή σύμφωνα με τα όσα μας λένε οι Πατέρες της Εκκλησίας μας.
Ο εσωτερικός κόσμος του Θωμά δεν διέλαθε της προσοχής του Παντογνώστη Κυρίου.  Φαινόταν καθαρά η καλή προαίρεσή του και ο μεγάλος σεβασμός που έτρεφε απέναντι στον Διδάσκαλό του.  Έτσι ο Χριστός αφού του απηύθυνε τον ίδιο χαιρετισμό, είπε αμέσως στον Θωμά: “Φέρε τον δάκτυλό σου εδώ και βάλε το χέρι σου στην πλευράν μου και μήν μένεις άπιστος αλλά γίνε πιστός”.
Ο Κύριος του μίλησε τόσο απλά και ήρεμα που ο Θωμάς συγκλονίστηκε από τα βάθη της ψυχής του.  Δονήθηκαν τόσο όμορφα οι χορδές της καρδιάς του που αντί για μουσική μελωδία απέδωσαν τη σωτήρια ομολογία: “Ο Κύριός μου και ο Θεός μου”.
Η ομολογία αυτή του Θωμά που είναι ομολογία πίστεως στην Θεότητα του Κυρίου μας μπορεί να αποδίδεται και από τις χορδές της δικής μας καρδιάς και να εκπέμπεται σαν πράξη καθημερινής ζωής.  Αυτό σημαίνει ότι η ομολογία του Θωμά μπορεί να εκφράζεται στην καθημερινή μας ζωή ως μια γενήτρια πίστεως που να μας υποκινεί να επαναλαμβάνουμε κι΄ εμείς με τον δικό μας τρόπο: “Ο Κύριός μου και ο Θεός μου”.
Αγαπητοί αδελφοί, η  ομολογία αυτή δεν μπορεί να περιορίζεται μόνο φραστικά αλλά θα πρέπει να λειτουργεί σαν  οδοδείκτης στην πορεία του κάθε ορθόδοξου Χριστιανού που ακολουθεί για να ενωθεί με το Θεό.  Η αναγνώριση της θεότητας του Αναστημένου Κυρίου μας γίνεται ιδιαίτερα μετά από την άξια συμμετοχή μας στο Ευχαριστιακό Δείπνο το οποίο μας προσφέρει σε κάθε Θεία Λειτουργία ως ευκαιρία για να συνδεθεί το θνητό με το αθάνατο, το φθαρτό με το άφθαρτο. Γι΄ αυτό και μετά τη μετάληψη της Θείας Κοινωνίας διακηρύσσουμε ότι “είδομεν το Φως το αληθινόν” που μπορεί να παραλληλισθεί με το “Ο Κύριός μου και ο Θεός μου”.
Χριστάκης Ευσταθίου, Θεολόγος.


«ο Κύριός μου και ο Θεός μου» 

Κυριακή του Θωμά -Κήρυγμα του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ζιμπάμπουε Σεραφείμ

 Μέσα στη χαρά της Αναστάσεως προβάλλει η Εκκλησία μας το παράδειγμα του άπιστου Θωμά που τελικά το μεγαλείον της πίστης του αποτελεί δίδαγμα για όλους εκείνους που περνούν μέσα από το στάδιο της απιστίας.
 
΄Ετσι, έστω κι αν ο άπιστος Θωμάς για τρία ολόκληρα χρόνια ήταν κοντά στο Χριστό όπου είδε θαύματα και πράγματα, εντούτοις βρέθηκε να αμφισβητεί για την Ανάσταση του Χριστού, επιμένοντας ν’ αγγίξει και να ψηλαφίσει  τα σημάδια των καρφιών του σταυρωμένου σώματος του Ιησού.
 
Η έννοια της απιστίας έχει καλοπροαίρετο χαρακτήρα ή κακοπροαίρετο.
 
΄Εχει καλοπροαίρετο χαρακτήρα όταν δυσκολεύεσαι να πιστέψεις κάτι γιατί σου φαίνεται απίθανον και ζητάς περισσότερα στοιχεία, περισσότερες πληροφορίες για να πεισθείς.
΄Εχει όμως η απιστία και κακοπροαίρετον χαρακτήρα όταν απορρίπτεις κάτι που μπορεί να σε βοηθήσει απλώς και μόνο γιατί είσαι προκατελλειμμένος αρνητικά με ό,τι δεν μπορείς να κατανοήσεις.
 
Φυσικά ο όρος απιστία έχει πολλές σημασίες, όπως η απιστία ανάμεσα σε συζύγους όταν η αγάπη τους αρχίζει να ξεφτίζει. Πέραν όμως από τον ηθικό και υλικό χαρακτήρα της απιστίας υπάρχει κι ο θρησκευτικός χαρακτήρας της απιστίας. Είναι η περίπτωση που ο άνθρωπος πέφτει στην πλάνη της απορρίψεως κάθε θρησκείας και θρησκευτικότητας.
 
Είναι η περίπτωση που ο άνθρωπος γίνεται αλαζόνας, υπερόπτης και εγωιστής, που ισοπεδώνει τα πάντα, που απορρίπτει τα πάντα, για να δίνει μια αποκλειστική προτεραιότητα στον εαυτό του, στο εγώ του, στον εγωισμό του.Μπορεί όμως ένας να είναι άπιστος και στη σχέση του με την σύγχρονη επιστήμη, όπου αδυνατεί να εμπιστευθεί τα νέα δεδομένα της επιστήμης κι επιμένει να ζει μέσα στο σκοταδισμό του.
Η σημερινή Ευαγγελική Περικοπή  αναφέρεται στην καλοπροαίρετη απιστία όπου ο άνθρωπος με καλή πρόθεση αναζητάει περισσότερες μαρτυρίες για να μπορέσει να πιστέψει ό,τι δυσκολεύεται να πιστέψει λόγω της περιορισμένης γνώσεώς του.
 
Θα μπορούσαμε ακόμη να πούμε ότι προβάλλοντας η Εκκλησία μας το παράδειγμα του άπιστου Θωμά, έρχεται να μας παρηγορήσει και να μας ενθαρρύνει και να μας στηρίξει όταν περνάμε κι εμείς αυτό το στάδιο της απιστίας του Αποστόλου Θωμά. Αν δηλαδή ένας από τους Αποστόλους του Χριστού που έζησε από κοντά τόσα θαύματα του Χριστού έφθασε στο σημείο να αμφισβητεί την Ανάσταση και τη θεότητα του Χριστού, δεν είναι επίσης δυνατόν μερικοί από εμάς, μετά από δύο χιλιάδες χρόνια, που δεν ζήσαμε προσωπικά τα θαύματα του Χριστού, να περνάμε κάποιες στιγμές μέσα απ’ αυτό το στάδιο της αμφιβολίας, που στην πραγματικότητα είναι έκφραση απιστίας;
 
Πρέπει όμως στις δύσκολες στιγμές της δοκιμασίας της δικής μας απιστίας με υπομονή, προσευχή και την πνευματική καθοδήγηση του πνευματικού μας να ενισχύσουμε τη πίστη μας. Το παράδειγμα του Αποστόλου Θωμά έρχεται να μας παρηγορήσει και ταυτόχρονα να μας υπενθυμίσει τη δική του ομολογία για το πρόσωπο του Ιησού Χριστού ως του αληθινού Θεού.
 
Το σημαντικό σημείο της σημερινής Ευαγγελικής Περικοπής δεν είναι τόσο η απιστία του άπιστου Θωμά, αλλά η ομολογία της πίστεως του Αποστόλου Θωμά ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο Υιός και ο Λόγος του Θεού, ο Κύριος μας και ο Θεός μας.
 
Η πραγματική εκ μέρους μας συνειδητοποίηση για την Θεότητα του Χριστού εκδηλώνεται με την αποφασιστικότητα μας να ακολουθούμε τις θείες Του εντολές. Να ζούμε σύμφωνα μ’ αυτές για όλη μας τη ζωή. Αυτό ακριβώς που έκαναν όλοι οι Απόστολοι του Χριστού, όπως ο Απόστολος Θωμάς κι όλοι οι άγιοι της Εκκλησίας μας.
 
Το πλαίσιο μέσα στο οποίο μπορούμε να ακολουθούμε το παράδειγμα των αγίων μας είναι μέσα από την άδολη κι αδιάκριτη αγάπη μας προς κάθε άνθρωπον που χρειάζεται την βοήθεια μας, μαύρον, άσπρο, συγγενή, φίλον, άγνωστον, μικρόν, μεγάλον. ΄Οπως ακριβώς θα έκανε ο Χριστός κι οι μαθητές του και οι άγιοι μας.

Γραπτό κήρυγμα στήν Κυριακή τοῦ Θωμᾶ. π. Κωνσταντίνος Θεοχάρους.


Ἐρμηνεία Εὐαγγελικού ἀναγνώσματος
Τοῦτες τὶς μέρες ζοῦμε ἰδιαιτέρως τὴ χαρά πού φέρνει ἡ κοσμοσωτήριος ἐορτή τῆς  Ἀνάστασης τοῦ Χριστοῦ. Ζοῦμε τή νίκη τῆς ζωῆς σέ βάρος τοῦ Θανάτου. Ἠχεῖ στὰ αὐτιά καὶ στὴν καρδία μας ὁ χαρμόσυνος χαιρετισμὸς «Χριστὸς Ἀνέστη» «Ἀληθῶς Ἀνέστη». Τὴ σημερινὴ Κυριακὴ ἡ ἐκκλησία ἀφιέρωσε στὸν Ἀπόστολο Θωμᾶ. Τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἀναφέρεται σὲ δύο ἀπό τίς ἕνδεκα ἐμφανίσεις τοῦ Ἀναστάντος Ἰησοῦ Χριστοῦ στοὺς Μαθητές Του πρίν τήν Ἀνάληψη. Ὅλες οἱ ἐμφανίσεις εἶναι οἱ ἀκόλουθες:
1.     Στό Σίμωνα Πέτρο (Α’ Κορ. ιε’, 5, Λουκ. κδ’, 35).
2.     Στή Μαρία τή Μαγδαληνή (Μάρκ. ιστ’, 9-11, Ιω. κ’, 11-18).
3.     Στίς Μυροφόρες γυναῖκες (Ματθ. κη’, 9-10).
4.     Στούς δύο Μαθητές πού πορεύονταν πρός Ἐμμαούς (Μάρκ. ιστ’, 12-13, Λουκ. κδ’, 13-15).
5.     Στούς δέκα Ἀποστόλους, ὅταν ἀπουσίαζε ὁ Θωμᾶς (Μάρκ. ιστ’, 14,       Λουκ. κδ’, 36-43, Ιω. κ’, 19-25).
6.     Στούς ἕνδεκα Ἀποστόλους, παρόντος καί τοῦ Θωμᾶ (Ιω. κ’, 26-   29).
7.     Στούς ἑπτά Ἀποστόλους στή λίμνη τῆς Τιβεριάδος (Ιω. κα’, 1-23).
8.     Στούς ἕνδεκα στή Γαλιλαία (Ματθ. κη’, 16).
9.     Στούς Ἀποστόλους στήν Βηθανία, ὅταν άναλήφθηκε (Μάρκ. ιστ’,         19-20, Λουκ. κδ’, 50, Πράξ. α’, 6-11, Α’ Κορ. ιε’, 7).
10.    Στόν Ἀδελφόθεο Ἰάκωβο (Α’ Κορ. ιε’, 7).
11.    Στόν Ἀπόστολο Παῦλο (Α’ Κορ. ιε’, 8-9).
Στη συνέχεια θά ἀναφερθοῦμε στίς δύο ἐμφανίσεις τίς ὁποῖες περιέχει ἡ περικοπή μας. Ἡ πρώτη ἐμφάνιση ἡ ὁποία ἀναφέρεται στό παρόν εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα ἔγινε ἀργὰ τὸ βράδυ τῆς Κυριακῆς τῆς Ἀναστάσεως, κι ἐνῶ οἱ Ἀπόστολοι ἦταν συγκεντρωμένοι στὸ ὑπερῶο τῆς Ἱερουσαλήμ, διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων. Κι ἐκεῖ, καθὼς ἦταν σκυθρωποὶ, ἀπελπισμένοι καὶ φοβισμένοι, κι ἐνῶ οἱ πόρτες ἦταν κλειστές, ἦρθε ὁ Ἰησοῦς. Στάθηκε στὴ μέση του ὑπερώου γιὰ νὰ εἶναι ὁρατὸς ἀπὸ παντοῦ καὶ μὴ θεωρηθεῖ πὼς εἶναι φάντασμα. Καί τοὺς εἶπε: «Εἰρήνη σὲ σᾶς».
Ὁ Χριστὸς τοὺς χαιρέτισε δίνοντάς τους τὴν εἰρήνη τῆς Ἀναστάσεως, τὴν εἰρήνη τῆς συμφιλιώσεως μέ τὸν Τριαδικὸ Θεό. Τήν εἰρήνη τοῦ δημιουργήματος μὲ τὸν Δημιουργό. Στὴ συνέχεια ὁ Κύριος τούς ἔδειξε τὰ τρυπημένα χέρια καὶ πόδια Του ἀπὸ τὰ καρφιὰ καί τήν τραυματισμένη άπό τή λόγχη πλευρά του, γιὰ νὰ βεβαιωθοῦν πὼς Ἐκεῖνος εἶναι ὁ Σταυρωθείς καὶ Ἀναστάς ἐκ νεκρῶν. Καὶ οἱ Μαθητές τότε χάρηκαν ποὺ εἶδαν τὸν Κύριο.
Ὁ Κύριος, ἀφοῦ τοὺς εἰρήνευσε καὶ πάλι, τοὺς ὑπενθύμισε τὴν ἀποστολή τους. Τοὺς ἔδωσε Πνεῦμα Ἅγιο γιά νὰ συγχωροῦν ἁμαρτίες, ἀφοῦ ὁ Κύριος σταυρώθηκε γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας καὶ ἀναστήθηκε γιὰ τὴ σωτηρία μας.
Ὁ Ἀπόστολος Θωμᾶς δὲν ἦταν παρὼν σὲ αὐτὴν τὴν ἐμφάνιση τοῦ Χριστοῦ. Ὅταν πληροφορήθηκε τὰ σχετικὰ μέ τὴν ἐπίσκεψη τοῦ Χριστοῦ, γιά νά πεισθεῖ, ζήτησε νὰ Τὸν δεῖ καὶ νὰ ψηλαφήσει τὶς πληγὲς στὰ χέρια καὶ τὴν πλευρά Του. Ὁ Χριστὸς ὅταν ἐπισκέφθηκε καὶ πάλι τοὺς Μαθητὲς Του μετὰ ἀπὸ ὀκτὼ ἡμέρες, κάλεσε τὸν Ἀπόστολο Θωμᾶ νὰ ψηλαφήσει τὰ σημάδια τῶν πληγῶν στὸ Σῶμα Του. Τότε ὁ Ἀπόστολος Θωμᾶς Τὸν ἀναγνώρισε καὶ Τὸν ὁμολόγησε Κύριο καὶ Θεό του. Τὸν ἀναγνώρισε ἀπὸ τὶς πληγὲς τῶν καρφιῶν, οἱ ὁποῖες ἀποτελοῦν σημάδι τῆς ἀγάπης Του πρὸς τὸν πεπτωκώτα ἄνθρωπο, ἀλλὰ καὶ τῆς δυνάμεώς Του πρὸς τὸν θάνατο. Ὁ Χριστὸς σὲ ἀπάντηση τοῦ Θωμᾶ εἶπε τὸν μακαρισμὸν «Μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες». Μακαριότεροι εἶναι ἐκεῖνοι, ποὺ ἂν καὶ δὲν μὲ εἶδαν, πίστεψαν. Ἡ ὁμολογία τοῦ Θωμᾶ ἔχει σωτηριολογικὸ χαρακτήρα ἀφοῦ ὅσοι τὸν ὁμολογοῦν τοὺς ὁδηγεῖ στὴν σωτηρία καὶ τοὺς χορηγεῖ πλούσιο τὸ ἔλεός Του.
Τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Ἀπόστολος Θωμὰς ἀρχικὰ ἀπουσίαζε κατὰ τὴν ἐμφάνιση τοῦ Χριστοῦ στοὺς Μαθητές Του, φαίνεται ὅτι ἦταν οἰκονομία Θεοῦ, γιὰ νὰ γίνει πιστευτὸ τὸ θαῦμα τῆς Ἀναστάσεως καὶ νὰ διαλυθεῖ κάθε εἴδους ἀμφιβολία.
Στὸ σημεῖο αὐτὸ νὰ ἀναφέρουμε κάποια βιογραφικὰ στοιχεῖα τοῦ Ἀποστόλου. Ὁ Θωμᾶς ἦταν Ἰουδαῖος στὴν καταγωγὴ καὶ ἀσκοῦσε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ ψαρᾶ. Ἐγκατέλειψε τὸ ἐπάγγελμά του καὶ ἀκολούθησε τὸ Χριστό, ὅταν Ἐκεῖνος τοῦ τὸ ζήτησε. Ἦταν ἀπὸ τοὺς ἔνθερμους μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ.  Μετὰ τὴν Πεντηκοστὴ καὶ τὴν ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὁ Θωμᾶς τήρησε τὸ «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη», καὶ σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση ταξίδεψε σὲ μακρινοὺς τόπους μεταφέροντας τὸν Θεῖο Λόγο.  Κήρυξε τὸ Εὐαγγέλιο στοὺς Πάρθους, τοὺς Πέρσες, τοὺς Μήδους καὶ τοὺς Ἰνδούς.  Εἶχε μαρτυρικὸ τέλος.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τιμᾶ τὴ μνήμη τοῦ Ἁγίου Θωμᾶ ἐκτὸς ἀπὸ σήμερα καὶ στὶς 6 Ὀκτωβρίου.  Ἄς κλείσουμε τοῦτο τό σύντομο κήρυγμα μέ τήν ἀκόλουθη προσευχή: Ἅγιε Ἀπόστολε Θωμᾶ πρέσβευε στὸν Ἀναστάντα ἐκ νεκρῶν νά μᾶς χορηγεῖ ἀκράδαντη καί σταθερή πίστη ἡ ὁποία θά μᾶς ὀδηγήσει στή σωτηρία.  Ἀμήν.

Κυριακὴ του Θωμά - Ένα σπουδαιότατο ευαγγέλιο +Μητροπολίτου Φλωρίνης Αυγουστίνου


Ἕνα σπουδαιότατο εὐαγγέλιο
(Ομιλία του †Επισκόπου Φλωρίνης Αυγουστίνου Καντιώτου)
Σήμερα, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἡ Κυριακὴ τοῦ Ἀντίπασχα ἢ τοῦ Θωμᾶ. Σχετικὴ εἶνε καὶ ἡ εὐαγγελικὴ περικοπὴ ποὺ ἀκούστηκε (Ἰω. 20,19-31).Τὸ εὐαγγέλιο αὐτὸ εἶνε σπουδαιότατο. Τὰ λόγια ποὺ εἶπε ὁ ἀναστὰς Κύριος κατὰ τὴν ἐμφάνισί του μὲ τὸ Θωμᾶ ἀφοροῦν ὄχι μόνο τοὺς μαθητάς, ἀλλὰ κάθε ἄνθρωπο, σὲ ὁποιοδήποτε χρόνο καὶ τόπο καὶ ἂν ζῇ. Διότι ὅσο κι ἂν προοδεύσῃ τεχνικῶς καὶ ἐπιστημονικῶς, μέσα στὰ βάθη τῆς ὑπάρξεώς του ἔχει κάποιο δρᾶμα. Ζῇ τὸ αἴσθημα τῆς ἐνοχῆς ποὺ δημιουργεῖ ἡ ἁμαρτία. Θά ᾿πρεπε τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο νὰ τ᾿ ἀκούσῃ ὅλος ὁ κόσμος.
Τί λέει; Ὅτι οἱ μαθηταὶ ἦταν κλεισμένοι μέσα σ᾽ ἕνα σπίτι καὶ δὲν τολμοῦσαν νὰ βγοῦν ἀπὸ ᾿κεῖ, οὔτε κἂν τὰ παράθυρα ν᾿ ἀνοίξουν, «διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων», γιατὶ φοβοῦνταν τοὺς Ἰουδαίους(ἔ.ἀ. 20,19). Ἀλλ᾿ αὐτὸ δὲν συμβαίνει καὶ σήμερα; Τὰ ἔθνη, μικρὰ καὶ μεγάλα, εἶνε κλεισμένα στὸν χῶρο τους καὶ φοβοῦνται τὸ ἕνα τὸ ἄλλο.

Φόβος κυριαρχεῖ . Ἀγωνία καὶ ἄγχος πνίγει τὸν κόσμο, μήπως ἀπὸ κάποιο διαβολικὸ λάθος πέσῃ φωτιὰ πυρηνικῆς ἐνεργείας.
 Πόσο εὐτυχὴς θὰ ἦταν ὁ ταραγμένος κόσμος, ἐὰν μέσα στὰ διεθνῆ συνέδρια, ποὺ μαζεύονται οἱ μεγάλοι καὶ σπάζουν τὰ κεφάλιατους νὰ βροῦν λύσι στὰ προβλήματα Ἀνατολῆς καὶ Δύσεως, καλοῦσαν τὸ Χριστό! Ὅπως τότε «ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον» τῶν φοβισμένων μαθητῶν(ἔ.ἀ.), ἔτσι θὰ ἐρχόταν πάλι, γιὰ νὰ πῇ τὴ λέξι ποὺ ἀκούσαμε σήμερα,«Εἰρήνη ὑμῖν»(ἔ.ἀ.), καὶ νὰ προσφέρῃ τὸ πολυτιμότερο δῶρο, τὴν εἰρήνη . Διότι ὁ Χριστὸς εἶνε ἡ εἰρήνη καὶ δίδει τὴν εἰρήνη. Πρέπει ὅμως ὁ καθένας καὶ ὅλοι νὰ εἴμαστε ἄξιοι γιὰ νὰ λάβουμε τὸ ἀνεκτίμητο αὐτὸ δῶρο.
 Μέσα στὸν ταραγμένο κόσμο, τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο θά ᾿πρεπε νὰ τ᾿ ἀκούσουν ἰδίως ὅλοι οἱ ἄπιστοι καὶ ὀλιγόπιστοι, οἱ διανοούμενοι καὶ ἐπιστήμονες τῆς ἐποχῆς μας, αὐτοὶ ποὺ ζητοῦν πειστήρια καὶ ἀποδείξεις σὰν τὸ Θωμᾶ. Τέτοιος ἦταν καὶ αὐτός. Ἐπὶ μία ἑβδομάδα εἶχε μεγάλα ἐρωτηματικά, ἐκυμαίνετο μεταξὺ πίστεως καὶ ἀπιστίας. Ἀμφέβαλλε ἂν ἀναστήθηκε ὁ Χριστός. Ἀλλ᾿ ὁ Κύριος δὲν τὸν ἔδιωξε, δὲν τὸν ἀπεδοκίμασε, δὲν ἀπέκλεισε τὴν ἔρευνα. Εἰδικῶς γι᾿ αὐτὸν ἐμφανίσθηκε,τὸν κάλεσε καὶ τοῦ εἶπε· Παιδί μου, ἀμφιβάλλεις; ἔλα νὰ ἐρευνήσῃς· ἄγγιξε μὲ τὸ δάχτυλό σου στὶς πληγές μου καὶ θὰ πεισθῇς ὅτι εἶμαι ἐγώ. Καὶ πράγματι ὁ Θωμᾶς, ποὺ ἔλεγε«Δὲν θὰ πιστέψω ποτέ ἂν δὲν τὸν δῶ», μετὰ τὴν αὐτοψία ποὺ ἔκανε ὁ ἴδιος, ὡμολόγησε τὴν πίστι του· μιὰ πίστι ὄχι τυφλή, ἀλλὰ τεκμηριωμένη μὲ ντοκουμέντα καὶ ἀποδείξεις.Καὶ τώρα ὑπάρχουν Θωμᾶδες.
Αὐτοὶ ἑορτάζουν σήμερα. Ἡ σημερινὴ Κυριακὴ εἶνε ἡμέρα τῶν Θωμάδων, τῶν δυσπίστων καὶ ἀπίστων. Αὐτοὺς καλεῖ σήμερα ὁ Χριστὸς καὶτοὺς λέει· Ἐλᾶτε, παιδιά μου, ἐσεῖς ποὺ ἀμφιβάλλετε γιὰ μένα· ἐλᾶτε κοντά μου, ψηλαφῆστε με, ψάξτε, ἐρευνῆστε τὸ Εὐαγγέλιο καὶμιὰ καὶ δυὸ καὶ τρεῖς καὶ πολλὲς φορές· καὶμετὰ τὴν ἔρευνα θὰ πεισθῆτε.
 Θά ᾿πρεπε ἀκόμη τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιονὰ τ᾿ ἀκούσουν – ποιοί; Νὰ τ᾿ ἀκούσῃ ὁ Ἄρειος . Μὰ πέθανε, θὰ πῆτε. Δυστυχῶς ὁ Ἄρειος δὲν πέθανε· στὶς μέρες μας παρουσιάστηκαν τὰ ἐγγόνια καὶ τρισέγγονά του, οἱ πράκτορες τοῦ Μπρούκλιν, μὲ ἄλλα λόγια οἱ χιλιασταί ,ποὺ συγγενεύουν μὲ τὸν Ἄρειο· γιατὶ ὅ,τι ἔλεγε ἐκεῖνος λένε κι αὐτοί. Αὐτοὶ παίρνουν μιὰ γομμολάστιχα καὶ σβήνουν μέσα ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε Θεός. Ἂς ἀκούσουν ὅμως σήμερα τὸ Θωμᾶ, ποὺ ἦταν κοντὰ στὸ Χριστό, τὸν εἶδε, τὸν ἄγγιξε, τὸν ψηλάφησε, καὶ λέει· «Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου» (ἔ.ἀ. 20,28) . Κι ὅταν ἕνας ἄπιστος Θωμᾶς ὁμολογῇ σήμερα μὲ ὅλη του τὴν πεποίθησι «Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου» , ποιός εἶσαι σύ, κύριε χιλιαστά, ποὺ ἀρνεῖσαι τὸ δόγματῆς θεότητος τοῦ Χριστοῦ;
 Τέλος τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο θά ᾿πρεπε νὰτ᾿ ἀκούσουν καὶ κάποιοι ἄλλοι αἱρετικοί, οἱ προτεστάντες ἢ εὐαγγελικοί . Αὐτοὶ παίρνουν ἄλλη γομμολάστιχα τοῦ διαβόλου καὶ σβήνουν τὴν ἱερωσύνη. Οὔτε ἱερατεῖο, οὔτε πα-πᾶ, οὔτε μυστήρια, τίποτε δὲν παραδέχονται.Καθένας τους θεωρεῖ τὸν ἑαυτό του παπᾶ.Ἀλλὰ κοντὰ σ᾿ αὐτοὺς ἂς τ᾿ ἀκούσουν καὶ ὡρισμένοι ὀρθόδοξοι πού, ἐνῷ παραδέχονται ἱερωσύνη, ἐν τούτοις στὸ ἱερατεῖο δὲν δείχνουν τὸν πρέποντα σεβασμό.Ὅλοι αὐτοὶ ἂς ἀκούσουν τί λέει τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο. Ἀπ᾿ ὅλα τὰ λόγια του τὰ σπουδαιότερα εἶνε αὐτά· «Λάβετε Πνεῦμα ἅγιον· ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται»(ἔ.ἀ. 20, 23).
 Τι σημαίνουν αὐτά; Ὅτι σήμερα, πρὶν φύγῃ στοὺς οὐρανούς, ὁ Χριστὸς παραδίδει τὴνἐξουσία του . Ποῦ τὴν παραδίδει; Σὲ ὅλους;Ὄχι. Σὲ ποιούς; Στοὺς μαθητάς. Κι ὅταν πεθάνουν αὐτοί, ποῦ; Στοὺς διαδόχους των. Καὶοἱ διάδοχοι στοὺς διαδόχους των. Αὐτὴ εἶνεἡ λεγομένη ἀποστολικὴ διαδοχή . Καὶ ἔτσι μιὰ χρυσῆ ἁλυσίδα, ἡ ἱερατικὴ ἐξουσία, ἀπὸ γενεὰ σὲ γενεὰ φθάνει μέχρι σ᾽ ἐμᾶς, μέχρι τὸντελευταῖο σημερινὸ ἱερέα. «Λάβετε Πνεῦμα ἅγιον…»· ἐπάνω σ᾿ αὐτὰ τὰ λόγια στηρίζεται ἡ ἱερατικὴ ἐξουσία.
Ναί, ἀγαπητοί μου· αὐτὸς ὁ παπᾶς μὲ τὸ σχισμένο ῥάσο, αὐτὸς ὁ ἀγράμματος ποὺ τὸν κοροϊδεύουν οἱ δῆθεν ἐπιστήμονες, αὐτός,ὅταν φορῇ τὸ πετραχήλι καὶ ἱερουργῇ, δὲν εἶνε πλέον ὁ ἄλφα ἢ ὁ βῆτα ἄνθρωπος, ὁ Ἀντώνης, ὁ Κώστας, ὁ Γιάννης. Τὴν ὥρα ἐκείνη κρατάει τὰ κλειδιὰ τοῦ οὐρανοῦ, ποὺ δὲν τὰ ἔχει κανένας ἄλλος. «Λάβετε Πνεῦμα ἅγιον· ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς…» · ὅποιους συγχωρεῖτε ἐσεῖς, συγχωρῶ κ᾿ ἐγώ. Τὴν ἐξουσία αὐτὴ ὁ ἀναστὰς Χριστὸς δὲν τὴν ἔδωσε οὔτε σὲ ἀγγέλους καὶ ἀρχαγγέλους. Τὴν ἔδωσε στοὺς ἱερεῖς. Καὶ οἱ ἱερεῖς τὴν ἀσκοῦν ἐν ὀνόματι τοῦ Χριστοῦ.Ναί· τὴν ὥρα ποὺ ὁ ἁμαρτωλὸς γονατίζει μὲδάκρυα μπροστὰ στὸν πνευματικὸ πατέρα,εἶνε τότε μπροστὰ στὸ Χριστό, καὶ ὁ ἱερεὺςἐν ὀνόματι τοῦ Χριστοῦ τοῦ λέει·«Τέκνον,ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου» (Ματθ. 9,2. Μᾶρκ. 2,5) . Ἀλλὰ δὲν εἶπα τίποτα.
Τὸ ὕψος τῆς ἱερωσύνης φαίνεται στὴ θεία λειτουργία. Ἔχετε πίστι; Τίεἶνε πάνω στὴν ἁγία τράπεζα; Ψωμὶ καὶ κρασί. Ποιός θὰ κάνῃ τὸ ψωμὶ σῶμα Χριστοῦ καὶτὸ κρασὶ αἷμα Χριστοῦ; Χιλιάδες λαϊκοὶ νὰ μα-ζευτοῦν, ὅλος ὁ κόσμος, ἀλλὰ καὶ ὅλοι οἱ ἄγγελοι νὰ μαζευτοῦν, δὲν μποροῦν νὰ κάνουντὸ μυστήριο αὐτό. Ἕνας παπᾶς ἔχει αὐτὸ τὸ χάρισμα – ὤ θαῦμα τῶν θαυμάτων!Γι᾿ αὐτὸ κάποιος ἅγιος εἶπε· Ἂν συναντήσῃς ἕναν ἄγγελο καὶ ἕνα παπᾶ , νὰ χαιρετίσῃςπρῶτα τὸν παπᾶ· νὰ φιλήσῃς πρῶτα τὸ χέρι τοῦ παπᾶ, κ᾿ ἔπειτα τὸ χέρι τοῦ ἀγγέλου.Γιατὶ στὸν ἱερέα ἔδωσε ἐξουσία μεγαλύτερη ὁ Χριστὸς ἀπ᾿ ὅ,τι ἔδωσε στοὺς ἀγγέλους.
 –Ὥστε ὁ ῥασοφόρος εἶνε ἄγγελος; θὰ πῇς.Τότε πρέπει καὶ νὰ ζῇ σὰν ἄγγελος. Ὅμως ὁ ἄλφα παπᾶς κάνει τοῦτο, ὁ βῆτα δεσπότης κάνει ἐκεῖνο… Νά γιατί ἐγὼ δὲν πατάω στὴν ἐκκλησία…Ἀδελφέ μου, δὲν εἶμαι ὀπαδὸς τῆς συγκαλύψεως τῶν σφαλμάτων τοῦ κλήρου.
Ἀντιθέτως· ζητῶ, ἡ ἐκκλησία νὰ καθαριστῇ ἀπὸ ὅ,τι σαπρὸ καὶ νὰ ἐπανέλθῃ στὴν παλαιά της δό-ξα, τῶν πατέρων. Ἀλλ᾿ ἀπὸ τὸ σημεῖο αὐτὸμέχρι τὸ σημεῖο νὰ λές, Ἐγὼ δὲν πατάω στὴνἐκκλησία γιατὶ τάχα ὁ παπᾶς εἶνε ἁμαρτωλὸς –κ᾿ ἐσὺ εἶσαι ἅγιος–, ὑπάρχει τεραστία ἀπόστασις. Ἄνθρωπέ μου· ἡ λειτουργία , ἢ τὴν κάνει ὁ πιὸ ἅγιος παπᾶς ἢ τὴν κάνει ὁ πιὸ ἁ-μαρτωλός, ἐφ᾿ ὅσον εἶνε κανονικῶς χειροτονημένος, ἔχει τὴν ἴδια δύναμι . Μὴν ἔχεις καμμιά ἀμφιβολία.
Ἕνας Χριστιανὸς ζύγιζε τοὺς παπᾶδες καὶτοὺς εὕρισκε ὅλους σκάρτους. Κανένας δὲν ἦταν ἄξιος νὰ τὸν ἐξομολογήσῃ καὶ νὰ τὸν κοινωνήσῃ αὐτόν. Περίμενε νὰ βρῇ παπᾶ ποὺ νά ᾿νε ἄγγελος καὶ ἀρχάγγελος. Μιὰ μέρα λοιπὸν βρέθηκε σ᾿ ἕνα ἔρημο μέρος καὶ δίψασε.Βλέποντας ἐκεῖ ἕνα ῥυάκι ἔσκυψε καὶ ἤπιε. –Τί ὡραῖο νερό! εἶπε· ἀπὸ ποῦ βγαίνει ἆραγε; Προχώρησε κ᾿ ἔφθασε στὴν πηγή. Ἀλλ᾿ἐκεῖ τί νὰ δῇ· βρώμα καὶ δυσωδία. Μέσα στὴν πηγὴ ἦταν ἕνα ψόφιο σκυλὶ καὶ μέσα ἀπὸ τὰσπλάχνα του περνοῦσε τὸ νερό. –Τί ἔπαθα! εἶπε. Τότε παρουσιάστηκε ἄγγελος καὶ τοῦ λέει· –Τὸ νεράκι ποὺ σὲ δρόσισε εἶνε ἡ Ὀρθοδοξία μας. Τὸ ψόφιο σκυλὶ εἶνε ὁ παπᾶς ὁ ἁμαρτωλός. Ἀλλὰ καὶ ψόφιο σκυλὶ νά ᾿νε, ὁ ποταμὸς τῆς θείας χάριτος φθάνει σ᾿ ἐσένα δι᾿αὐτοῦ.
Ἀγαπητοί μου! Νὰ τιμοῦμε τὴν ἱερωσύνη .Τιμώντας τὸν ἱερέα τιμοῦμε τὸ Χριστό· ὅν,παῖδες, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος-
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία ὁποία ἔγινε στὸν ναὸ ἉγἈλεξάνδρου Ν. Φαλήρου - Ἀθηνῶν τὴν 16-4-1961.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΘΩΜΑ ῾῏Ω, καλή ἀπιστία τοῦ Θωμᾶ!’ π. Γεωργίου Δορμπαράκη


 1. Ἡ πρώτη Κυριακή μετά τήν ᾽Ανάσταση τοῦ Κυρίου, ἡ καί ᾽Αντίπασχα ὀνομαζομένη, εἶναι ἀφιερωμένη στόν μαθητή τοῦ Χριστοῦ, τόν Θωμᾶ, ὁ ὁποῖος γίνεται πιά τό ῾μέσον᾽ διά τῆς ἀπιστίας του προκειμένου νά καταστεῖ βέβαιο τό γεγονός τῆς νίκης κατά τοῦ θανάτου. ῾᾽Απιστία πίστιν βεβαίαν ἐγέννησε᾽, κατά τόν ὑμνογράφο. Καί τοῦτο γιατί ἡ ἀπιστία αὐτή ῾προκαλεῖ᾽ τόν Κύριον νά τοῦ φανερώσει πιό ἔντονα τά σημάδια τῆς παρουσίας Του καί νά τόν ὁδηγήσει στή σωτήρια ὁμολογία: ῾ὁ Κύριός μου καί ὁ Θεός μου᾽.
2. Ἡ ἀπιστία τοῦ Θωμᾶ ἔτσι γίνεται καλή ἀπιστία. Ὅσο παράδοξα κι ἄν ἠχεῖ τοῦτο, ἡ πραγματικότητα εἶναι αὐτή: ὑπάρχει καλή, ἀλλά καί κακή ἀπιστία.
 Καλή ἀπιστία εἶναι αὐτή πού σέ πρώτη φάση ἐγκλωβίζει τόν ἄνθρωπο στήν ἀμφισβήτηση καί τήν ἄρνηση, θέτοντάς του ὡς προτεραιότητα τήν πίστη στή λογική καί τίς αἰσθήσεις. ῾᾽Εάν μή ἴδω, οὐ μή πιστεύσω᾽. Εἶναι ὁ σκεπτικισμός πού συναντᾶμε πολλές φορές μέσα στίς εὐαγγελικές διηγήσεις, σάν τήν περίπτωση γιά παράδειγμα τοῦ Ναθαναήλ, ὅταν καλεῖται νά γνωρίσει τόν Μεσσία ἀπό τόν φίλο του Φίλιππο - ῾ἐκ Ναζαρέτ δύναταί τι ἀγαθόν εἶναι;᾽ - ἤ σάν τήν περίπτωση τοῦ τραγικοῦ πατέρα πού προσφεύγει μέν στόν ᾽Ιησοῦ γιά νά θεραπεύσει τό παιδί του, ἀλλά γεμάτος ἐρωτηματικά καί ἀμφισβήτηση: ῾᾽Αλλ᾽ εἴ τι δύνασαι, βοήθησον ἡμῖν᾽. Κι ὁ Κύριος τήν ἀμφισβήτηση καί τόν σκεπτικισμό αὐτόν δέν τά ἀπορρίπτει. Τά παίρνει ὡς τά πρῶτα ἐναύσματα τῆς πίστεως, πού θά ὁδηγήσουν στή στέρεα καί βεβαία πίστη. Διότι ῾βλέπει᾽ ὅτι ἡ ἀπιστία αὐτή πηγάζει ἀπό μιά καρδιά πού πάσχει καί ἀγωνιᾶ. ῎Ετσι τό γνώρισμα τῆς καλῆς ἀπιστίας φαίνεται νά εἶναι αὐτό: ἡ ὀδυνωμένη καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, πού παλεύει μεταξύ τῆς πίστεως καί τῆς ἀπιστίας. ῾Πιστεύω, Κύριε,᾽ - γιά νά θυμηθοῦμε καί πάλι τό προαναφερθέντα πατέρα - ῾βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ᾽. Θυμᾶται κανείς ἐδῶ καί τό παρόμοιο γεγονός ἀπιστίας, πού πέρασε καί ὁ Γέρων Παΐσιος στά παιδικά του χρόνια, ὅταν ἡ ἀπιστία ἑνός φοιτητῆ κλόνισε τίς μέχρι τότε βεβαιότητές του. Καί μᾶς περιγράφει τήν ὀδύνη τῆς καταστάσεως αὐτῆς: ῾Θόλωσε ὁ πνευματικός μου ὁρίζοντας. Γέμισα ἀπό ἀμφιβολίες. Θλίψη κατέλαβε τήν ψυχή μου᾽. Εἶναι ἡ παρόμοια κατάσταση πού περνάει κάθε ἄνθρωπος, μέχρις ὅτου στερεωθεῖ στήν πίστη του στόν Χριστό, γεγονός πού σημαίνει ὅτι ἡ φάση αὐτή τῆς ἀπιστίας δέν θεωρεῖται ὡς κάτι ἀρνητικό καί παράδοξο, ἀλλά φυσιολογικό σκαλοπάτι στήν πορεία τῆς πνευματικῆς ὡριμάνσεως τοῦ ἀνθρώπου.
3. Πότε ἡ ἀπιστία θεωρεῖται κακή; Ὅταν δέν θεωρεῖται καρπός ἐσωτερικῆς πάλης, ἀλλά ἀφορμή γιά νά ὁριστικοποιηθεῖ ἡ ἀπομάκρυνση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν Χριστό, κάτι πού προφανῶς ἔχει ἤδη ἀποφασιστεῖ ἀπό αὐτόν. Μέ ἄλλα λόγια, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀποφασίσει νά δουλεύει στά πάθη του, ὅταν ἡ προτεραιότητά του εἶναι ἡ ἐμπαθής προσκόλλησή του στόν κόσμο τοῦτο, εἴτε ὡς φιληδονία εἴτε ὡς φιλοδοξία καί φιλαργυρία, ὅταν μέ ἄλλα λόγια τήν πρώτη θέση τήν καταλαμβάνει ὁ ἑαυτός του, τότε τήν ἀπιστία τήν χρησιμοποιεῖ ὡς ἀφορμή γιά νά δικαιώσει τίς ἐπιλογές του. Στήν περίπτωση αὐτή δέν βοηθεῖται ἀπό τή χάρη τοῦ Θεοῦ κατά τρόπο θετικό, ἤ μᾶλλον βοηθεῖται, ἀλλά μέ τρόπο πού παραπέμπει στό ῾φοβερόν τό ἐμπεσεῖν εἰς χεῖρας Θεοῦ ζῶντος᾽. Ἡ περίπτωση τοῦ προδότη μαθητῆ τοῦ Χριστοῦ ᾽Ιούδα, πού καί αὐτός πέρασε ἀπό τό καμίνι τῆς ἀπιστίας, εἶναι, νομίζουμε, ἐν προκειμένῳ ἐνδεικτική.
4. Ποιό φαίνεται νά εἶναι τό ἀποφασιστικό σημεῖο τοῦ περάσματος ἀπό τήν ἀπιστία στήν πίστη; Ἡ ὕπαρξη ἑνός ἔστω ἐλάχιστου ποσοστοῦ ταπείνωσης, δηλ. ἡ ἀμφισβήτηση τοῦ ἀπόλυτου τῶν ἐπιλογῶν τοῦ ἴδιου τοῦ ἀνθρώπου, πού τόν κάνει νά ἐμπιστευτεῖ τήν κοινή ἐμπειρία τῶν ἄλλων καί πού τόν ὁδηγεῖ στήν ᾽Εκκλησία. Ὁ Θωμᾶς κατορθώνει νά ἀπεγκλωβιστεῖ ἀπό τήν ἀπιστία του, μόλις ἀποφασίζει νά βγεῖ ἀπό τό ῾καβούκι᾽ του. Ἡ ταπείνωση πού ἐπιδεικνύει, ὡς στροφή πρός τούς ἄλλους καί ὄχι τόν ἑαυτό του, εἶναι τό ρίσκο πού ἀναλαμβάνει γιά νά μπεῖ στό χῶρο τῆς ἔκπληξης: τῆς ἐμπειρίας τοῦ ἀναστημένου Χριστοῦ. Ὁ Κύριος βλέπουμε ἐκεῖ τοῦ φανερώνεται: στή σύναξη τῶν μαθητῶν, στήν ᾽Εκκλησία, καί ὄχι στό θολό σύννεφο τῶν λογισμῶν τῆς μοναξιᾶς του. Καί τόν καλεῖ μ᾽ ἕναν ἀπόλυτα προσωπικό τρόπο, πού διαλύει τίς ἀμφιβολίες του: ῾φέρε τόν δάκτυλόν σου ὧδε καί ἴδε τάς χεῖράς μου, καί φέρε τήν χεῖρά σου καί βάλε εἰς τήν πλευράν μου, καί μή γίνου ἄπιστος, ἀλλά πιστός᾽. Ἡ συγκλονιστική αὐτή ἐμπειρία τοῦ Θωμᾶ τόν ὁδηγεῖ πιά στή φυσιολογική στάση τῶν πιστῶν μαθητῶν: στήν προσκύνηση τοῦ Χριστοῦ καί στήν ὁμολογία τῆς πίστεως: ῾ ὁ Κύριός μου καί ὁ Θεός μου᾽.
5. ῎Ετσι ἡ πίστη στήν ᾽Ανάσταση τοῦ Κυρίου διαπιστώνεται ὅτι εἶναι γεγονός βιούμενο στήν ᾽Εκκλησία καί μόνον ἐκεῖ. Μόνον ὁ ἐν τῇ ᾽Εκκλησίᾳ ζῶν καί μάλιστα αὐτός πού ἀγωνίζεται νά βαδίζει τήν ὁδό τοῦ Κυρίου, δηλ. νά τηρεῖ τίς ἅγιες ἐντολές Του, μπορεῖ καί νά βλέπει καί νά νιώθει τήν ἀναστημένη παρουσία ᾽Εκείνου. ῾Ὅτι ἑώρακάς με, πεπίστευκας. Μακάριοι οἱ μή ἰδόντες καί πιστεύσαντες᾽. Πέραν τοῦ γεγονότος μέ τόν Θωμᾶ, ὁ Κύριος τό εἶχε προείπει στούς μαθητές Του, στήν ἐκτεταμένη διδασκαλία Του στά πλαίσια τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου: μετά τή Σταυρική Του θυσία θά εἶναι ὁρατός καί θά Τόν αἰσθάνεται μόνον ὁ μαθητής Του. Στήν ἔνσταση τοῦ ᾽Ιούδα, ὄχι τοῦ ᾽Ισκαριώτη, ῾Κύριε, καί τί γέγονεν ὅτι ἡμῖν μέλλεις ἐμφανίζειν Σεαυτόν καί οὐχί τῷ κόσμῳ;᾽, στήν ἔνσταση δηλ. τῆς κοσμικῆς λογικῆς πού ἀπαιτεῖ μιάν ἐξωτερική ἐπιβολή καί νίκη κατά τῶν ἐχθρῶν τῆς πίστεως, ὁ Κύριος εἶναι ἀπόλυτος καί σαφής: Μόνον ὅποιος τηρεῖ τίς ἐντολές Του, δηλ. οἱ πιστοί μαθητές Του, θά Τόν ζοῦν καί θά Τόν βλέπουν. ῾᾽Εάν τις ἀγαπᾷ με, τόν λόγον μου τηρήσει, καί ὁ πατήρ μου ἀγαπήσει αὐτόν, καί πρός αὐτόν ἐλευσόμεθα καί μονήν παρ᾽ αὐτῷ ποιήσομεν᾽. Κι εἶναι τοῦτο καί ἡ μόνιμη ἀπάντηση, πέραν τῶν ὅσων εἴπαμε, γιά τό πῶς βεβαιώνεται κανείς στήν πίστη τοῦ Χριστοῦ: μόνον διά τῆς ἀγάπης στόν συνάνθρωπο. ῾Πίστις δι᾽ ἀγάπης ἐνεργουμένη᾽, πού σημειώνει ὁ ἀπ. Παῦλος. Μέ ἄλλα λόγια, ὅταν ἡ ἀμφιβολία καί ἡ ἀπιστία ἀρχίζουν νά μέ ταλαιπωροῦν, ἡ ἀπάντηση εἶναι νά θερμαίνω τήν καρδιά μου ἐντονότερα γιά τόν κάθε πλησίον μου, καί μάλιστα τόν θεωρούμενο ἐχθρό μου. Τήν ὥρα πού θά παλεύω ν᾽ ἀγαπῶ ἐκεῖνον μέ τόν ὁποῖο φαίνεται νά ἔχω πρόβλημα, τήν ὥρα ἀκριβῶς αὐτή θά νιώθω καί τή χάρη τοῦ ἀναστημένου Χριστοῦ νά εἰσρέει στήν καρδιά μου. Εἶναι μιά ἐμπειρία τῆς ᾽Αναστάσεως πού βεβαίως, εἶναι αὐτονόητο, πρέπει κανείς νά πειραματιστεῖ στόν ἴδιο του τόν ἑαυτό γιά νά τή νιώσει.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΘΩΜΑ (Ιω. κ΄, 19-31) εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Παροναξίας



Αδελφοί Χριστός Ανέστη!
Εδώ και μία εβδομάδα στη ζωή της Εκκλησίας μας, κυριαρχεί το μοναδικό, ανυπέρβλητο και σωτήριο γεγονός της Αναστάσεως του Χριστού! Τα πάντα λαμπροφορούν προκειμένου να τιμήσουν την μεγάλη αυτή εορτή. Οι λειτουργικοί ύμνοι αντηχούν την δόξα του Αναστημένου Χριστού. Τα ιερατικά άμφια αποτυπώνουν με τα λαμπρά χρώματά τους τη χαρά που υπάρχει στην ψυχή μας. Η ανθρωπότητα απολαμβάνει το δώρο της ζωής μέσα από την Ανάσταση του Κυρίου! Θα περίμενε κανείς ότι αυτό το συγκλονιστικό γεγονός θα είχε διαλύσει κάθε ίχνος αμφιβολίας και απιστίας από τις καρδιές των ανθρώπων. Κι όμως όπως φαίνεται και από την σημερινή Ευαγγελική περικοπή, οι άνθρωποι δεν έπαψαν στιγμή να απιστούν και να αμφιβάλλουν, ακόμα και εκείνοι που έζησαν ιστορικά το γεγονός της Αναστάσεως. Η διήγηση σήμερα του Ευαγγελίου Κυριακή του Αντιπάσχα ή του Θωμά όπως λέγεται είναι χαρακτηριστική.
Οι μαθητές, μετά τα φοβερά γεγονότα της σύλληψης, καταδίκης και σταύρωσης του Διδασκάλου τους, φοβούμενοι την οργή των Ιουδαίων είχαν κρυφτεί όλοι μαζί σε ένα σπίτι. Εκεί τους επισκέπτεται ο Αναστημένος Χριστός για να χαρίσει καταρχήν στις ταραγμένες τους καρδιές την ειρήνη λέγοντάς τους «ειρήνη υμίν», κατόπιν να τους βεβαιώσει ότι είναι Αυτός ο ίδιος δείχνοντας τους τα σημάδια από το πάθος στα χέρια τα πόδια και την πλευρά Του, αλλά και έπειτα να τους ενισχύσει με την χάρη του Αγίου Πνεύματος φυσώντας στα πρόσωπά τους και λέγοντάς  «Λάβετε πνεύμα άγιον».
Πράγματι, η καρδιά των μαθητών μετά από την μεγάλη ταραχή αλλά και απογοήτευση που δοκίμασαν, γεμίζει και πάλι με την χαρά της παρουσίας του Αναστημένου Χριστού. «Εχάρησαν ουν οι μαθηταί ιδόντες τον Κύριον». Τώρα γεμάτοι ελπίδα και έχοντας ξανά κοντά τους τον αγαπημένο τους διδάσκαλο, αισθάνονται και πάλι δυνατοί και έτοιμοι να αντιμετωπίσουν κάθε δυσκολία. Η αμφιβολία που γεννήθηκε μέσα τους βλέποντας Εκείνον στον οποίο είχαν στηρίξει κάθε ελπίδα τους να σταυρώνεται και να πεθαίνει, διαλύεται όταν τον βλέπουν και πάλι Αναστημένο πλέον να εισέρχεται στο σπίτι που βρίσκονταν «κεκλεισμένων των θυρών» υπερβαίνοντας δηλαδή κάθε φυσικό νόμο.
Ο Απόστολος Θωμάς όμως δεν ήταν μαζί τους στην συνάντηση αυτή. Όταν οι υπόλοιποι μαθητές του λένε με ενθουσιασμό «εωράκαμεν τον Κύριον» ο απογοητευμένος και κλονισμένος κατά την πίστη του Θωμάς αδυνατεί να δεχτεί αυτή την αλήθεια. Ζητούσε αποδείξεις χειροπιαστές για να πιστέψει ότι αυτό που άκουγε ήταν γεγονός. Η λογική του δεν το χωρούσε, πολύ δε περισσότερο δεν το χωρούσε η απελπισμένη του καρδιά. Ήθελε να βάλει το δάκτυλό του «επί των τύπων των ήλων». Ήθελε να αγγίξει με τα αισθητά του χέρια, αυτό που δεν μπορούσε αοράτως να κατανοήσει με την καρδιά του. Ήθελε να αισθανθεί το αποτύπωμα από της πληγές του Χριστού. Με λίγα λόγια ήθελε να δει για να πιστέψει. Και ο Χριστός του κάνει το χατίρι. Και μετά από οχτώ ημέρες όταν και ο Θωμάς ήταν μαζί με τους υπόλοιπους μαθητές, τους ξαναεπισκέπτεται. Τους δίνει και πάλι την ειρήνη και καλεί τον Θωμά να κάνει πράξη την επιθυμία του. «Φέρε τον δάκτυλόν σου ώδε»! Τότε ο Θωμάς, συγκλονισμένος από την παρουσία του Χριστού αλλά και συντετριμμένος από την πικρή γεύση της απιστίας του αναφωνεί «ο Κύριός μου και ο Θεός μου» και ομολογεί την αδιαμφισβήτητη και αδιαπραγμάτευτη πλέον πίστη του στον Αναστημένο Κύριο.
Αδελφοί μου θα μπορούσαμε να πούμε ότι στην σημερινή ευαγγελική περικοπή ο Θωμάς αντιπροσωπεύει ένα μεγάλο κομμάτι της ανθρωπότητας που ζητά να δει για να πιστέψει. Μέσα σε αυτό κομμάτι πολλές φορές ανήκουμε και εμείς που είμαστε κατ΄όνομα τουλάχιστον Χριστιανοί και ζούμε κοντά στην εκκλησία. Πολλές φορές και ειδικά τις στιγμές τις δοκιμασίας, η πίστη μας κλονίζεται και θέλουμε να δούμε για να πιστέψουμε. Και μπορεί ο Θωμάς στα μάτια τα δικά μας να είναι ο ευτυχής που είδε, αλλά οι πραγματικά μακάριοι κατά τον λόγο του Χριστού μας είναι «οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες».
Η πίστη δεν είναι κάτι που αναλύεται στα μικροσκόπια ούτε κάτι που μπορεί να το περιορίσει η φτωχή λογική μας. Εμείς μπορεί να μην είδαμε ποτέ τον Χριστό μας ζωντανό στη γη, να μην ακούσαμε με τα αυτιά μας τη φωνή του, να μην αγγίξαμε με τα χέρια μας το Θεανθρώπινο σώμα του. Είμαστε όμως εκείνοι που ζούμε και απολαμβάνουμε τα δώρα και τις ευλογίες της παρουσίας Του. Τι σημασία έχει αν δεν απολαύσαμε τον Χριστό με τις αισθήσεις μας; Εκείνοι που το έκαναν ήταν και εκείνοι που τον σταύρωσαν. Εμείς απολαμβάνουμε την παρουσία Του στην ψυχή μας, αισθανόμαστε τη χαρά της Αναστάσεως στην καρδιά μας και εμπιστευόμαστε τη ζωή μας στα χέρια Του. Εξάλλου πίστη δεν σημαίνει τίποτα άλλο από εμπιστοσύνη. Και πιστός στον Θεό δεν είναι εκείνος που τον αποδέχεται αλλά εκείνος που τον εμπιστεύεται.
Αν θέλουμε λοιπόν να δούμε για να πιστέψουμε, πρέπει πρώτα να ζήσουμε κοντά στο Θεό. Γιατί η πίστη είναι κυρίως βίωμα. Όταν ζήσουμε κοντά στο Θεό και βιώσουμε το μεγαλείο της παρουσίας Του, τότε θα ανοίξουν και τα πνευματικά μας μάτια και θα δούμε όλα εκείνα που είδαν οι μάρτυρες της πίστεώς μας και δεν δίστασαν να δώσουν το αίμα τους για τον Χριστό, όλα εκείνα που είδαν οι Άγιοι της πίστεώς μας και αφιέρωσαν όλο τους το είναι στον Κύριο, όλα εκείνα που έχει ετοιμάσει για εμάς ο Χριστός για να μας οδηγήσει και πάλι στην Βασιλεία Του. Ας μιμηθούμε λοιπόν τον Θωμά όχι στην απιστία του αλλά στην ομολογία του και ας αναφωνήσουμε και εμείς με όλη τη δύναμη της καρδιά μας προς τον Αναστημένο Χριστό «ο Κύριός μου και ο Θεός μου»!
 ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!!!

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΣ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΘΩΜΑ Ο λαός στήριγμα της Εκκλησίας


Αναγνώσματα:
Απόστολος: Πράξ. ε΄, 12 – 20. Ευαγγέλιο: Ιωάν. κ΄, 19 – 31

Ο λαός στήριγμα της Εκκλησίας
Από τις Πράξεις των Αποστόλων προέρχεται το σημερινό
Αποστολικό ανάγνωσμα, αδελφοί μου. Ο συγγραφέας των Πράξεων
αναφέρεται στην δράση των Αγίων Αποστόλων μετά την Ανάσταση του
Χριστού. Οι Μαθητές, ενδυναμωμένοι, πλέον, από την βεβαιότητα της
Αναστάσεως, διέδιδαν το Ευαγγέλιο, δοκιμάζοντας, αφενός μεν την
λατρεία και αποδοχή του απλού λαού, αφετέρου δε την εχθρότητα και
το μίσος των αμετανόητων θρησκευτικών ηγετών της εποχής τους.
Μάλιστα, στην περικοπή ακούσαμε ότι οι Απόστολοι επιτελούσαν
θαύματα, διά της απλής επιθέσεως των χειρών, κατά την υπόσχεση
Κυρίου, ότι «εκείνοι που θα πιστέψουν στο όνομά Του, θα βγάζουν
δαιμόνια, θα μιλούν καινούργιες γλώσσες, τα δηλητήρια των φιδιών δε
θα τους θανατώνουν, θα ακουμπούν τα χέρια τους στους ασθενείς και
θα θεραπεύονται»1
Στη συνέχεια της περικοπής περιγράφεται η εκ διαμέτρου
αντίθετη στάση του λαού και της θρησκευτικής του ηγεσίας, απέναντι
στους Αποστόλους. Είναι η ίδια εκείνη στάση που επισημάνθηκε
πολλάκις και κατά την επί γης δράση του Θεανθρώπου. Ο λαός έτρεφε
για τους Αποστόλους μεγάλο σεβασμό και πλήθη ανθρώπων τους
πλησίαζαν και ενώνονταν μαζί τους, επιδίωκαν την θεραπεία των
ασθενειών τους, ενώ πίστευαν ότι ακόμα και η σκιά του Πέτρου ήταν
ικανή να φέρει την ίαση. Την ίδια στιγμή, οι Αρχιερείς αποφάσιζαν να
φυλακίσουν τους Αποστόλους, αγνοώντας, όμως, ότι εκείνοι
βρίσκονταν κάτω από την προστασία του Θεού, τον Οποίο ουδείς
μπορεί να υπερβεί και να νικήσει. Οι Μαθητές απελευθερώνονται
θαυματουργικά και, κατ’ εντολήν του Κυρίου, συνεχίζουν το κήρυγμα
της αληθείας.
Η εικόνα που περιγράφει ο συγγραφέας των Πράξεων μάς
πληροφορεί πως «οι άρχοντες της εποχής έπαιρναν αρνητική,
καταδιωκτική στάση απέναντι στους Αποστόλους. Αντίθετα με τη
στάση αυτή του κατεστημένου της εξουσίας, ο πολύς λαός έδειχνε
σημεία προσπελάσεως προς τη νέα πίστη που θέριευε, έτσι, τη βάση
της πυραμίδος, εξασφαλίζοντας στην Εκκλησία θετικά στοιχεία
επιβιώσεως. Έτσι, ήδη από τα πρώτα βήματά της η Εκκλησία
στηρίχθηκε στην καρδιά του λαού, που αγκάλιασε, με την ψυχή του,
τον νέο αυτό θρησκευτικό κίνημα και το στερέωσε ακατάλυτα. Οι
1 Μάρκ. 16,18

πληροφορίες που έχουμε από αυθεντικές πηγές μαρτυρούν πως, καθώς
διευρυνόταν συνεχώς η λαϊκή βάση της Εκκλησίας, εξουδετερώνονταν
συστηματικά οι αντιδράσεις των ανθρώπων της εξουσίας, μέχρις ότου,
τελικά, υπέκυψαν κι αυτοί στην ιστορική αναγκαιότητα της
Χριστιανικής πραγματικότητας, που αναδυόταν μέσα από τους
ζοφερούς χρόνους των τριών αιώνων των διωγμών»2
Το γεγονός αυτό δείχνει πως, μετά την προστασία του Θεού, το
στήριγμα και η δύναμη της Εκκλησίας είναι ο πιστός λαός Της. Γι’
αυτό και οι εχθροί της Εκκλησίας, διαχρονικά, τη συνείδηση αυτού
του λαού προσπαθούν να δηλητηριάσουν και να αλώσουν,
προκειμένου η Εκκλησία να μείνει χωρίς ερείσματα μέσα στην
κοινωνία και εύκολα να καταλυθεί. Και αυτό το έπραξαν όταν
κατάλαβαν ότι η πίστη δεν ξεριζώνεται από τις καρδιές των ανθρώπων
με διώξεις, απειλές και βασανιστήρια. Η ιστορία απέδειξε πως, όταν
αυτά συνέβησαν, η πίστη στερεώθηκε περισσότερο και η Εκκλησία
βγήκε πιο δυνατή από τις δοκιμασίες. Γι’ αυτό οι αντικείμενοι στον
Χριστό και την Εκκλησία Του αποδύονται σε ένα διαρκή ιδεολογικό
αγώνα κατά της Εκκλησίας, σε μια προσπάθεια να Την εμφανίσουν
περιττή και ξεπερασμένη. Μάλιστα, δε διστάζουν να επενδύσουν πάνω
στις ανθρώπινες αδυναμίες και πτώσεις των στελεχών Της, για να
ποδηγετήσουν τις ανθρώπινες συνειδήσεις και να τις οδηγήσουν
μακράν του Θεού.
Γι’ αυτό, αγαπητοί μου, εμείς που συναπαρτίζουμε το λαό του
Θεού, οφείλουμε να έχουμε συναίσθηση της θέσης μας μέσα στην
Εκκλησία και αντίληψη της δύναμης που μάς χαρίζει η πίστη μας στο
Θεό. Να μην επιτρέψουμε στις αντίθεες δυνάμεις να κυριαρχήσουν
άλλο πάνω στις ανθρώπινες καρδιές. Είναι οι ίδιες που ευθύνονται για
το μαράζωμα της κοινωνίας, για την παρακμή των ηθών, για τον
ευτελισμό του πνεύματος στην εποχή μας. Έχουμε χρέος να σταθούμε
στο ύψος της αποστολής μας μέσα στην Εκκλησία, αποκρούοντας τις
επιθέσεις του κόσμου, που βάλλουν ευθέως κατά της Εκκλησιαστικής
μας συνείδησης. Η Εκκλησία είμαστε ο Χριστός και όλοι εμείς. Και
αυτή είναι η αυτοσυνειδησία μας, που συνιστά μεγίστη τιμή, αλλά και
διαρκή ευθύνη. ΑΜΗΝ!

Αρχιμ. Ε.Ο.


2 Χριστόδουλος (+), Αρχιεπίσκοπος Αθηνών & Πάσης Ελλάδος,
 «Κυριακάτικοι Αντίλαλοι Β΄», σελ. 13

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...