Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Δευτέρα, Ιουνίου 30, 2014

Η ΣΎΝΑΞΗ ΤΩΝ ΑΓΊΩΝ ΑΠΟΣΤΌΛΩΝ

Στις 30 Ιουνίου η Αγία μας Εκκλησία εορτάζει με ξεχωριστή λαμπρότητα τη Σύναξη των Δώδεκα Αποστόλων. Βεβαίως υπάρχουν και οι προσωπικές μνήμες τους σε διάφορες ημερομηνίες του έτους, αλλά με αυτόν τον συλλογικό εορτασμό τιμάται σύμπασα η χορεία των μεγάλων αυτών ανδρών, οι οποίοι ως συνεχιστές του σωτηριώδους έργου του Κυρίου επί της γης, έστρεψαν τον ρου της ιστορίας και άλλαξαν κυριολεκτικά την μορφή του κόσμου! Εμείς ως συνειδητό εκκλησιαστικό σώμα γνωρίζουμε την ανεκτίμητη προσφορά τους στην εδραίωση και επέκταση της Εκκλησίας στον κόσμο και γι’ αυτό με την ευκαιρία της σεπτής εορτής τους εναποθέτουμε σ’ ατούς τη βαθιά μας ευγνωμοσύνη και τις ευχαριστίες μας.
Οι ιερές μορφές τους είναι ιστορημένες σε περίοπτες θέσεις στους ναούς μας και η μνεία και αναφοράς τους στις ιερές ακολουθίες είναι συχνές, διότι αυτοί αποτελούν τη σπουδαιότερη αγιολογική χορεία της Εκκλησίας μας. Χάρη στο δικό τους τιτάνιο αγώνα, τις αφάνταστες προσωπικές τους θυσίες, θεμελιώθηκε η Εκκλησία στον κόσμο, μέσα σε ένα εξαιρετικά εχθρικό για την εν Χριστώ σωτηρία και αλήθεια περιβάλλον. Επισφράγισμα του έργου τους υπήρξε ο εμποτισμός του με το αίμα τους. Στο σύνολό τους έδωσαν και αυτή τη ζωή τους για τον ευαγγελισμό του κόσμου.
Είναι πάντως γεγονός πως πολλοί χριστιανοί γνωρίζουν ελάχιστα για τα πρόσωπα και το έργο των αγίων Αποστόλων. Η σύντομη αυτή εργασία έχει ως στόχο να κάμει γνωστές τις προσωπικότητες και το έργο τους. Όμως ο συνειδητός χριστιανός δεν είναι παθητικός οπαδός και ουραγός κανενός αρχηγού, αλλά ενεργό κύτταρο του εκκλησιαστικού σώματος με γνώση, γνώμη και δημιουργική πρωτοβουλία στη ζωή της Εκκλησίας. Έτσι τον θέλει η ορθόδοξη παράδοσή μας.
Η λέξη απόστολος σημαίνει τον απεσταλμένο. Απόστολοι ονομάσθηκαν οι εκλεγμένοι και καλεσμένοι από τον Κύριο μαθητές Του να συνεχίσουν το σωστικό Του έργο, μετά την εις τους ουρανούς Ανάληψή Του. Επίσης, σύμφωνα με την χαρακτηριστική Του προτροπή έγιναν οι μάρτυρες της Αναστάσεώς Του «έως εσχάτου της γης» ( Πράξ.1,8).
Η εκλογή και η κλήση των Αποστόλων, οι οποίοι ως την Πεντηκοστή καλούνταν μαθητές, έγινε αμέσως με την αρχή της δημόσιας δράσης του Κυρίου, στη Γαλιλαία. Ευθύς μετά τη Βάπτισή Του κατευθύνθηκε στις όχθες της λίμνης Γενησαρέτ, όπου απευθύνθηκε στους εκεί αλιείς, στους οποίους είπε: «δεύτε οπίσω μου και ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων» (Ματθ.4,20). Αυτοί «ευθέως αφέντες τα δίκτυα ηκολούθησαν αυτώ» (Ματθ.4,21). Άλλοι«αφέντες τον πατέρα αυτών Ζεβεδαίον εν τω πλοίω μετά των μισθωτών απήλθον οπίσω αυτού» (Μαρκ.1,20).
Οι μαθητές ορίσθηκαν από τον Κύριο σε τρεις κύκλους ήτοι: τον στενό κύκλο των δώδεκα, τον ευρύτερο κύκλο των εβδομήκοντα και τον ευρύτατο κύκλο των πολυπληθών φίλων Του. Μεγαλύτερη σημασία είχε ο κύκλος των δώδεκα. Αυτοί βρισκόταν πλησίον Του και σ’ αυτούς αποκάλυψε τα μυστήρια του Θεού. Αυτοί έλαβαν την ειδική χάρη της ιεροσύνης να επιτελούν τις αγιαστικές και λειτουργικές πράξεις της Εκκλησίας και να τη μεταδίδουν στους διαδόχους τους. Αυτοί είχαν την τιμή να ορισθούν ως οι κατ’ εξοχήν συνεχιστές του έργου Του, διότι μόνο σε αυτούς είπε: «Εγώ εξελεξάμην υμάς, και έθηκα υμάς ίνα υμείς υπάγετε και καρπόν φέρητε, και ο καρπός υμών μένη» (Ιωάν.15,16). Μετά τη Ανάσταση τους κατέστησε επίσημα διαδόχους του έργου Του:  «καθώς απεσταλκέ με ο Πατήρ, καγώ πέμπω υμάς. Και τούτο ειπών ενεφύσησε και λέγει αυτοίς΄ λάβετε Πνεύμα Άγιον΄ αν τινών αφήτε τας αμαρτίας αφίενται αυτοίς, αν τινών κρατήτε, κεκράτηνται» (Ιωάν.20,21). Επίσης στο όρος της Γαλιλαίας, όπου είχαν συναχθεί οι έντεκα μαθητές, λίγο πριν την Ανάληψη τους είπε: «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντας αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Αγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αυτούς τηρείν πάντα όσα ενετειλάμην υμίν» (Ματθ.28,19-20).
Ο Κύριος Ιησούς Χριστός δεν επέλεξε τους Αποστόλους Του από την ελίτ της τότε αριστοκρατίας, ή από τις τάξεις των πολιτικά ισχυρών, των οικονομικά δυνατών, ή τους κλειστούς κύκλους της διανόησης, διότι η διαφθορά, η κατάπτωση και η έπαρση ήταν το κύριο χαρακτηριστικό αυτών των ανθρώπων. Αντίθετα τους επέλεξε από τους άσημους, αδύναμους και αγράμματους ανθρώπους, οι οποίοι βίωναν την δυστυχία και την κακοδαιμονία της πτώσεως και της αμαρτίας καλλίτερα από τους πρώτους και καλλιεργούσαν έντονα στην ψυχή τους την προσδοκία της από το Θεό απολυτρώσεως. Είναι χαρακτηριστικά τα λόγια του αποστόλου Παύλου: «Επειδή γαρ εν τη σοφία του Θεού ουκ έγνω ο κόσμος δια της σοφίας τον Θεόν…  τα μωρά του κόσμου εξελέξατο ο Θεός ίνα τους σοφούς καταισχύνη, και τα ασθενή του κόσμου εξελέξατο ο Θεός ίνα καταισχύνη τα ισχυρά και τα αγενή του κόσμου και τα εξουθενημένα εξελέξατο ο Θεός, και τα μη όντα, ίνα τα όντα καταργήση, όπως μη καυχήσηται πάσα σάρξ ενώπιον του Θεού.» (Α΄Κορ.1,21-29). Η άσημη προέλευση των Αποστόλων είναι από τα πρωτοχριστιανικά χρόνια ως σήμερα σημείο αναφοράς όλων των πολεμίων του Χριστιανισμού, ως δήθεν θρησκεία των παρακατιανών ανθρώπων. Η σάπια ψευτοδιανόηση θα ήθελε έναν Χριστιανισμό «φιλοσοφικό», ο οποίος θα έδινε έναυσμα για ανώφελες συζητήσεις  στους κλειστούς κύκλους των «πνευματικών ανθρώπων», αποκομμένο από τον αγιαστικό και σωστικό του ρόλο. Επειδή αυτός δεν ταιριάζει στα δικά τους μέτρα, γι’ αυτό απορρίπτεται από αυτούς και πολεμείται λυσσαλέα σε όλες τις εποχές!
Το Άγιο Πνεύμα κατά την αγία ημέρα της Πεντηκοστής (Πραξ.2ο κεφ.) μεταμόρφωσε τους άσημους, δειλούς και αγραμμάτους ψαράδες σε σοφούς άνδρες, σε πανίσχυρες προσωπικότητες, σε ολόφωτες υπάρξεις, οι οποίοι καταύγασαν την οικουμένη. Η συγκλονιστική εμπειρία της Αναστάσεως του Κυρίου και η επέλευση της δυνάμεως του Αγίου Πνεύματος έδωσαν σε αυτούς αφάνταστη ορμή. Διασκορπίστηκαν σε όλον τον κόσμο για να διαλαλήσουν το νέο, ελπιδοφόρο και σωτήριο μήνυμα της εν Χριστώ απολυτρώσεως του ανθρωπίνου γένους. Οι πυρωμένες από θείο ζήλο καρδιές τους και το φλογερό τους κήρυγμα έκαναν τις καρδιές των ανθρώπων να δονούνται από λαχτάρα για λύτρωση. Ο σπόρος του Ευαγγελίου ρίχνονταν από αυτούς τους άοκνους και θείους εργάτες σε κάθε μέρος της οικουμένης και αύξανε θεαματικά.
Τα σκοτάδια της πλάνης διαλύονταν με το άκουσμα της ευαγγελικής αλήθειας. Οι δεισιδαίμονες τυραννικές αντιλήψεις παραμερίζονταν μπροστά στην πνευματική ελευθερία του χριστιανικού μηνύματος. Οι ασήμαντοι αυτοί αλιείς της Γαλιλαίας έστρεψαν την ιστορία του κόσμου στον δρόμο της ανθρωπιάς, του πολιτισμού και της προόδου. Οι ταπεινοί και καταφρονημένοι άνθρωποι της παλαιάς εποχής, οι οποίοι δεν είχαν μεγαλύτερη αξία από εκείνη των ζώων και των πραγμάτων, αναδείχτηκαν, χάρις στο κήρυγμα εκείνων, για πρώτη φορά σε ανθρώπινες αξίες και ακόμα περισσότερο, σε ζωντανές εικόνες του Θεού! Πολλοί ισχυροί κατάλαβαν ότι η εγκόσμια ισχύς τους δεν είχε πραγματική αξία και γι’ αυτό την αποποιήθηκαν. Μια νέα πρωτόγνωρη παγκόσμια αδελφότητα γεννήθηκε στον κόσμο, η Εκκλησία του Χριστού, ως μια νέα πραγματικότητα αγάπης και συναδελφώσεως των ανθρώπων και των λαών μέσα στον απάνθρωπο κόσμο της αμαρτίας και του κακού, ως μέσον σωτηρίας και απολυτρώσεως από την δουλεία της αμαρτίας και της φθοράς.
Η ανθρωπότητα και ο σύγχρονος πολιτισμός οφείλει μεγάλη ευγνωμοσύνη στους αγίους Αποστόλους. Ό,τι δεν κατόρθωσε η διανόηση και η δύναμη του αρχαίου κόσμου, το κατόρθωσε η χορεία των Μαθητών και Αποστόλων του Χριστού. Όμως ο κόσμος, δυστυχώς, όχι μόνο δεν εκτίμησε την προσφορά τους, αλλά το αντίθετο, έκαμε ό,τι μπορούσε για να ματαιώσει και να γκρεμίσει ό,τι εκείνοι έκτιζαν. Ο απόστολος Παύλος περιέγραψε πολύ παραστατικά τις δυσκολίες της αποστολής τους ως εξής: «ημάς τους αποστόλους εσχάτους απέδειξεν, ως επιθανατίους, ότι θέατρον εγεννήθημεν τω κόσμω, και αγγέλοις και ανθρώποις, ημείς μωροί δια Χριστόν, υμείς φρόνιμοι εν Χριστώ, ημείς ασθενείς, υμείς δε ισχυροί ΄υμείς ένδοξοι, ημείς δε άτιμοι. Άχρι της άρτι ώρας και πεινώμεν και διψώμεν και γυμνητεύομεν και κολαφιζόμεθα και αστατούμεν και κοπιώμεν εργαζόμενοι ταις ιδίαις χερσί΄ λοιδορούμενοι ευλογούμεν, διωκόμενοι ανεχόμεθα, βλασφημούμενοι παρακαλούμεν΄ ως περικαθάρματα του κόσμου εγεννήθημεν, πάντων ερίψημα έως άρτι» (Α΄Κορ.4,9-13). Οι μύριες αυτές δυσκολίες, οι κακουχίες, οι κόποι και προπαντός οι απάνθρωποι διωγμοί δεν τους πτόησαν. Το έργο τους καρποφορούσε, διότι το αύξανε το ενοικούν στην Εκκλησία Άγιο Πνεύμα (Ιωάν.15,26).
Το έργο των αγίων Αποστόλων συνεχίστηκε και συνεχίζεται δια των διαδόχων αυτών. Σε κάθε μέρος, όπου ίδρυαν τοπικές εκκλησίες, χειροτονούσαν επισκόπους και πρεσβυτέρους για να συνεχίσουν το έργο τους. Γράφει ο άγιος Λουκάς στο βιβλίο των Πράξεων, το κατ’ εξοχήν βιβλίο της ιεραποστολής της Εκκλησίας μας: «Χειροτονήσαντες δε αυτοίς πρεσβυτέρους κατ’ εκκλησίαν και προσευξάμενοι μετά νηστειών παρέθετο αυτούς τω Κυρίω, εις ον πεπιστεύκασι» (Πράξ.14,23). Αυτή η αδιάκοπη διαδοχή συνεχίζεται ως σήμερα και χαρακτηρίζεται ως αδιάκοπη διαδοχή προσώπων και πίστεως και γι’ αυτό ονομάζεται η Εκκλησία μας Αποστολική.  Όλοι λοιπόν όσοι εργάζονται στην Εκκλησία του Χριστού, κληρικοί και λαϊκοί συνεχίζουν κατ’ ουσίαν το έργο των αγίων Αποστόλων. Τόσο μεγάλο είναι το έργο που επιτελούν!
Όλοι εμείς οι πιστοί του Χριστού και προσκυνητές της σεπτής εορτής των Αγίων Αποστόλων, των «Συνεργών του Χριστού» (Β΄Κορ.6,1), έχουμε χρέος να αποδίδουμε σε αυτούς την αρμόζουσα τιμή, διότι η αγία μας Εκκλησία είναι θεμελιωμένη πάνω σε αυτές τις μεγάλες προσωπικότητες. Αυτό το βεβαιώνει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, ο οποίος είδε στην Αποκάλυψη την θριαμβεύουσα εν ουρανοίς Εκκλησία του Χριστού, θεμελιωμένη επί «θεμελίους δώδεκα και επ’ αυτών δώδεκα ονόματα των δώδεκα αποστόλων του Αρνίου» (Αποκ.10,21).
Παραθέτουμε στη συνέχεια σύντομες βιογραφίες των Αγίων Αποστόλων.
Petros
1. Πέτρος
Ο κορυφαίος αυτός Απόστολος του Χριστού ήταν Ιουδαίος και ονομαζόταν Σίμων. Γεννήθηκε στην μικρή και άσημη πόλη τη Βησθαϊδά. Ο Πατέρας του ονομαζόταν Ιωνάς. Έζησε σε αφάνταστη φτώχεια και στερήσεις. Όμως μεγάλωσε σε περιβάλλον ευσέβειας. Οι γονείς του ανήκαν στους λιγοστούς πιστούς ευσεβείς Ιουδαίους της εποχής τους, οι οποίοι περίμεναν εναγώνια τον Μεσσία και την μεσσιανική εποχή κατά την οποία θα τερματίζονταν η κακοδαιμονία της ανθρωπότητας. Αυτή την πίστη και την ευσέβεια μετέδωσαν στα παιδιά τους. Γράμματα έμαθε ελάχιστα, προφανώς γνώριζε μόνο γραφή και ανάγνωση. Αδελφός του υπήρξε ο πρωτόκλητος Ανδρέας.
Μετά το θάνατο του πατέρα του ο Πέτρος νυμφεύτηκε την κόρη του Αριστοβούλου, ανεψιά του Αποστόλου Βαρνάβα, σε αντίθεση με τον Ανδρέα, ο οποίος δεν νυμφεύτηκε ποτέ. Έκαμε δύο παιδιά, ένα γιο και μια κόρη, των οποίων αγνοούμε τα ονόματα. Αγνοούμε επίσης και το όνομα της συζύγου του. Εγκαταστάθηκε στο σπίτι του πεθερού του στην Καπερναούμ και ασκούσε μαζί με τον αδελφό του Ανδρέα, το επάγγελμα του ψαρά στην παρακείμενη λίμνη της Γενισαρέτ.
Μετά την σύλληψη του Ιωάννου του Βαπτιστού, ο Κύριος πήγε στα μέρη της Γαλιλαίας, στις περιοχές γύρω από την μαγευτική λίμνη, για να κηρύξει το ευαγγέλιο της σωτηρίας του κόσμου. Εκεί συνάντησε τους περισσότερους από τους μαθητές του, ψαράδες το επάγγελμα, τους οποίους κάλεσε να γίνουν στο εξής «αλιείς ανθρώπων» (Ματθ.4,20), συνεργοί Του στο έργο της σωτηρίας του κόσμου.
Ο ενθουσιώδης και ευσεβής Πέτρος πέταξε τα δίχτυα από τους πρώτους και Τον ακολούθησε πιστά. Λόγω του δυναμικού χαρακτήρα του και της ιδιαίτερης αφοσίωσής του στον Κύριο αξιώθηκε να έχει το προβάδισμα έναντι των άλλων αποστόλων και να ομιλεί συχνά εκ μέρους αυτών. Ομολόγησε πρώτος ότι ο Χριστός είναι «ο Υιός του Θεού του ζώντος» (Ματθ.16,17). Ο Κύριος εξετίμησε αυτή την ομολογία, και τον διαβεβαίωσε πως πάνω σε αυτή την ομολογία πίστεως «οικοδομήσω μου την Εκκλησίαν» (Ματθ.16,18).
Ακολούθησε το Χριστό πιστά σε όλη την τριετή δράση Του. Την ώρα της σύλληψής Του αντέδρασε βίαια. Τον ακολούθησε επίσης γεμάτος αγωνία και θλίψη στο ανίερο δικαστήριο του ιουδαϊκού ιερατείου, παρ’ όλο ότι σε μια στιγμή αδυναμίας και φόβου Τον αρνήθηκε, έστω και λεκτικά και γι’ αυτό μετάνιωσε πικρά και έκλεγε σε όλη του τη ζωή (Ματθ.26,75).
Αξιώθηκε να δει από τους πρώτους το κενό μνημείο και να διαπιστώσει την Ανάσταση του Χριστού. Το συγκλονιστικό αυτό το γεγονός τον μεταμόρφωσε κυριολεκτικά. Το φλογερό του κήρυγμα την ημέρα της Πεντηκοστής έκαμε  να πιστέψουν τρεις χιλιάδες ψυχές, να βαπτιστούν και να ιδρυθεί έτσι η ιστορική επίγεια Εκκλησία του Χριστού.
Κατόπιν η ζωή και η δράση του υπήρξε θαυμαστή. Κήρυξε με ζήλο και θάρρος στην Παλαιστίνη και εδραίωσε την Εκκλησία. Άπειρα επίσης θαύματα έκανε για τη δόξα του Χριστού. Για την όλη δράση του διώχτηκε σκληρά από τους ομοφύλους του. Κατόπιν πήγε στη Αντιόχεια και ίδρυσε εκεί την τοπική Εκκλησία, μια από τις σημαντικότερες πρωτοχριστιανικές κοινότητες. Ύστερα περιόδευσε την Γαλατία, την Καππαδοκία, την Βιθυνία, τον Πόντο, την Ελλάδα. Υπάρχουν πληροφορίες ότι έμεινε για πολύ στην Κόρινθο, κηρύττοντας και νουθετώντας.
Στην ορθόδοξη παράδοσή μας δεν υπάρχουν πληροφορίες για το τέλος του μεγάλου αυτού Αποστόλου. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι γέρος και κατάκοπος βρήκε μαρτυρικό θάνατο στην Αντιόχεια.
Υπάρχει βέβαια και η παράδοση Ρωμαιοκαθολικών περί μεταβάσεως του Πέτρου στη Ρώμη. Την παράδοση αυτή πολλοί ορθόδοξοι μελετητές την αμφισβητούν, διότι στηρίζεται σε μεταγενέστερα ψευδεπίγραφα κείμενα, τις λεγόμενες «Ψευδοϊσιδώρειες Διατάξεις», τις οποίες εφεύραν οι παπικοί προκειμένου να στηρίξει το παπικό πρωτείο εξουσίας σε ολόκληρη την Εκκλησία.
Σύμφωνα με αυτή την παράδοση ο Πέτρος κατέληξε στην πολυάριθμη πρωτεύουσα της απέραντης Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, την Ρώμη. Ίδρυσε την τοπική εκκλησία και έγινε ο πρώτος επίσκοπός της. Κήρυττε νυχθημερόν στη μεγάλη πόλη και κατόρθωσε να μεταστρέψει πλήθος κατοίκων στον Χριστιανισμό. Την ίδια εποχή βρισκόταν στη Ρώμη και ο διαβόητος Σίμων ο μάγος, γνωστός από τις Πράξεις των Αποστόλων (κεφ. 8:9). Εκεί με τις διάφορες μαγγανείες και τα μαγικά κόλπα προκαλούσε τον θαυμασμό του πλήθους και γι’ αυτό απέκτησε πολλούς οπαδούς. Όμως βρήκε μπροστά του τον αληθινό άνθρωπο του Θεού, τον Απόστολο Πέτρο, ο οποίος με σειρά θαυμάτων ξεσκέπασε τον απατεώνα μάγο, τον απέδειξε ως συνεργό των δαιμόνων και φανέρωσε την ανίκητη δύναμη του αληθινού Θεού.
Στα χρόνια εκείνα βασίλευε στη Ρώμη ο παράφρονας Νέρων, ένας από τους πιο μισητούς και αιμοδιψείς δικτάτορες της ιστορίας. Προκειμένου να αποποιηθεί από το προσωπικό του έγκλημα για την πυρπόληση της Ρώμης, το απέδωσε στους Χριστιανούς. Για να γίνει πιστευτός, κήρυξε σκληρό διωγμό κατά της νέας πίστεως. Χιλιάδες Χριστιανοί συνελήφθησαν και οδηγήθηκαν σε φρικτά μαρτύρια και στο θάνατο.
Ο Πέτρος, ένα από τα κορυφαία μέλη της Εκκλησίας που παρεπιδημούσε στη Ρώμη, έγινε ο κυριότερος στόχος των διωκτών. Γι’ αυτό και έκρινε σκόπιμο να φύγει κρυφά από την πόλη και να γλιτώσει. Καθώς βάδιζε βιαστικά την περίφημη Απία οδό είδε μπροστά του τον Κύριο, ο Οποίος τον ρώτησε «Quo Vadis?» δηλαδή «που πηγαίνεις;». Τότε ο ένθερμος Απόστολος κατάλαβε πως η φυγή του αυτή ισοδυναμούσε με νέα άρνηση του Χριστού. Γι’ αυτό με δάκρυα στα μάτια γύρισε πίσω και συνελήφθη και καταδικάστηκε σε σταυρικό θάνατο. Όταν οδηγήθηκε στο μαρτύριο παρακάλεσε τους δημίους του να τον σταυρώσουν ανάποδα, με το κεφάλι προς τα κάτω, διότι όπως είπε δεν θεωρούσε τον εαυτό άξιο να σταυρωθεί σαν τον αγαπημένο Δάσκαλο και Θεό του! Έτσι παρέδωσε την αγία του ψυχή στον Χριστό, το δε αγιασμένο λείψανό του το περιμάζεψαν οι πιστοί και το έθαψαν σε τόπο έξω από την πόλη. Η σεπτή του μνήμη εορτάζεται στις 29 Ιουνίου, μαζί με τον κορυφαίο απόστολο Παύλο.
Ο Απόστολος Πέτρος έγραψε δύο Καθολικές Επιστολές. Αυτές, η μεν πρώτη απευθύνονταν στους Χριστιανούς του Πόντου, της Γαλατίας, της Καππαδοκίας, της Ασίας και της Βιθυνίας, η δε δεύτερη σε όλους τους Χριστιανούς. Μέσα από αυτές προσπαθεί να στηρίξει τους πιστούς στις θλίψεις που υφίστανται εξ’ αιτίας της πίστης   των στον Ιησού Χριστό.
Petros2. Ανδρέας
O Απόστολος Ανδρέας ήταν αδελφός του Σίμωνος Πέτρου, γιοι του Ιωνά. Πιθανότατα ήταν μεγαλύτερος στην ηλικία από τον Πέτρο. Συγκατοικούσε με αυτόν στην Καπερναούμ και συνεργαζόταν ως αλιέας στην λίμνη της Γενησαρέτ (Ματθ.4,18, Μαρκ.1,29). Πρωτύτερα είχε χρηματίσει μαθητής του Ιωάννου του Βαπτιστού. Εκεί κοντά στον Τίμιο Πρόδρομο απέκτησε σπάνια ευσέβεια και το σπουδαιότερο έμαθε για τον ερχόμενο Μεσσία. Φαίνεται ότι ήταν παρών όταν ο Ιωάννης έδειξε με το δάκτυλό του τον Κύριο και είπε: «ίδε ο αμνός του Θεού, ο αίρων τας αμαρτίας του κόσμου» (Ιωάν.1,30). Αυτή η φανέρωση του Μεσσία έκαμε προφανώς τον ευσεβή ψαρά να ακολουθήσει πρώτος τον Κύριο, χωρίς κανέναν δισταγμό και γι’ αυτό ονομάστηκε «Πρωτόκλητος»(Ιωάν.1,35-41).
Το όνομα του Ανδρέα αναφέρεται στην Καινή Διαθήκη πάντοτε μαζί με του Φιλίππου, ο οποίος καταγόταν, όπως και εκείνος, από την Βηθσαϊδά. Μαζί με αυτόν είχε εκφράσει τη δυσπιστία του για τον χορτασμό των πεντακισχιλίων ανθρώπων με τους πέντε κρίθινους άρτους και τους δύο ιχθείς (Ιωάν.6,6-9). Αναφέρεται επίσης και στην περίπτωση της παρακλήσεως των Ελλήνων να ιδούν τον Κύριο (Ιωάν.12,20-22). Για τελευταία φορά αναφέρεται το όνομα του Ανδρέα στην Καινή Διαθήκη, όταν ανέβηκε μαζί με τους άλλους Αποστόλους στο υπερώο της Ιερουσαλήμ «προσκαρτερούντες ομοθυμαδόν τη προσευχή και τη δεήσει συν γυναιξί και Μαρία τη μητρί του Ιησού και συν τοις αδελφοίς αυτού» (Πραξ.1,13-14), όπου και έλαβε μαζί με τους άλλους τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος (Πράξ.2,4).
Μετά την Πεντηκοστή έλαχε σ’ αυτόν να αποσταλεί για ευαγγελισμό στην Έφεσο, όπου μαζί με τον Απόστολο Ιωάννη κήρυξαν μαζί και εδραίωσαν την Εκκλησία της μεγάλης αυτής πόλεως. Στη συνέχεια, σύμφωνα με τον ιστορικό Ευσέβιο μετέβηκε και κήρυξε στη Σκυθία. Κατά τον άγιο Γρηγόριο το Ναζιανζηνό πέρασε στο Βυζάντιο, όπου ίδρυσε και εκεί Εκκλησία, γι’ αυτό θεωρείται ως ο ιδρυτής της αποστολικής Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως. Από εκεί ήρθε στην Ελλάδα και κήρυξε κατ’ αρχάς στην Ήπειρο. Σύμφωνα με τον άγιο Ιερώνυμο έφθασε στην Αχαϊα, όπου ίδρυσε Εκκλησία. Εκεί στην Πάτρα συνελήφθη από τους διώκτες ειδωλολάτρες και υπέστη μαρτυρικό θάνατο, σταυρώθηκε κατακεφαλής επί σταυρού που είχε το σχήμα του γράμματος Χ, γι’ αυτό και ο τύπος αυτός του σταυρού καλείται «Σταυρός του Αγίου Ανδρέου». Το λείψανό του φυλασσόταν από τους Χριστιανούς με ευλάβεια ως τα χρόνια των σταυροφοριών, οπότε το άρπαξαν οι Λατίνοι και το μετακόμισαν στην Ιταλία. Τα τελευταία χρόνια δωρίθηκε η τίμια κάρα του στην Αποστολική Εκκλησία των Πατρών και φυλάσσεται στον μεγαλοπρεπή ναό του στην πρωτεύουσα της Πελοποννήσου. Η μνήμη του εορτάζεται στις 30 Νοεμβρίου.
Iakovos Zevedaiou3. Ιάκωβος ο Ζεβεδαίου
Ο Απόστολος Ιάκωβος ήταν γιος του Ζεβεδαίου (Ματθ.4,21, Μαρκ.1,19. 3,17, Λουκ.5,10) και της Σαλώμης (Ματθ.20,20, Μαρκ.15,40.16,1) και πρεσβύτερος αδελφός του μαθητού και Ευαγγελιστού Ιωάννου (Μαρκ.5,37). Καταγόταν και αυτός από την Βησθαϊδά της Γαλιλαίας. Ασχολούνταν με την αλιεία στη λίμνη της Γενησαρέτ, μαζί με τον Ιωάννη, έχοντας μαζί τους και τον πατέρα τους, καθώς και πολλούς εργάτες. Είχαν δικό τους πλοίο και φαίνεται πως διεύθυναν αρκετά εύρωστη επιχείρηση, με οποία συνεργαζόταν και ο Πέτρος (Λουκ.5,10). Παρ’ όλα αυτά όταν άκουσαν το κήρυγμα του Ιησού «αφέντες τον πατέρα αυτών Ζεβεδαίον εν τω πλοίω μετά των μισθωτών απήλθον οπίσω αυτού» (Μαρκ.1,20).
Ο Ιάκωβος μαζί με τον Πέτρο και τον Ιωάννη βρισκόταν πλησιέστερα στον Κύριο και γι’ αυτό έγιναν μάρτυρες πολλών μεγάλων γεγονότων, που δεν τα βίωσαν οι άλλοι Απόστολοι. Έγιναν αποκλειστικοί μάρτυρες της Μεταμορφώσεως του Κυρίου (Ματθ.17,1, Μαρκ.9,2, Λουκ.9,28). Είδαν την θαυμαστή ανάσταση της κόρης του αρχισυνάγωγου Ιάειρου (Μάρκ.5,27, Λουκ.8,51). Είχαν την τιμή να προσκληθούν από τον Ιησού κοντά Του κατά τις ώρες της αγωνίας στον κήπο της Γεθσημανή (Μάρκ.14,33, Ματθ.26,37). Η οικειότητα αυτή οδήγησαν προφανώς τον Ιάκωβο με τον αδελφό του Ιωάννη να ζητήσουν μέσω της μητέρας τους από τον Κύριο πρωτοκαθεδρία στην εγκόσμια βασιλεία Του, παρανοώντας την αποστολή του Μεσσία (Ματθ.20,20-23, Μαρκ.10,35).
Τον Ιάκωβο χαρακτήριζε ζωηρός ενθουσιασμός και βαθιά πίστη. Μετά την Πεντηκοστή του έλαχε να κηρύξει το Ευαγγέλιο στην ευρύτερη περιοχή της Παλαιστίνης. Μεγάλο πλήθος ανθρώπων μεταστρέφονταν στη νέα πίστη και άλλαζε τρόπο ζωής χάρις στο έργο του Ιακώβου. Αυτό θορύβησε ιδιαίτερα τους άρχοντες των Ιουδαίων, οι οποίοι τον συνέλαβαν και τον αποκεφάλισαν, με διαταγή του Ηρώδη, το 44 μ.Χ. (Πράξ.12,2). Ο Ιάκωβος είναι ο πρώτος μάρτυρας μεταξύ των Αποστόλων. Η μνήμη του εορτάζεται από την Εκκλησία στις 30 Απριλίου.
Ioannis4. Ιωάννης
Ήταν γιος του Ζεβεδαίου και της Σαλώμης (Ματθ.4,21, Μαρκ.15,40) και αδελφός του αποστόλου Ιακώβου. Η μητέρα τους Σαλώμη ήταν πιθανότατα συγγενής, ίσως εξαδέλφη της Θεοτόκου, που σημαίνει ότι οι δυο αδελφοί απόστολοι ήταν κατά σάρκα εξαδέλφια του Κυρίου και σ’ αυτό ίσως έγκειται η οικειότητά τους με Αυτόν, ιδιαίτερα του Ιωάννη, ο οποίος αυτοχαρακτηρίζεται στο Ευαγγέλιό του ως «ο μαθητής ον ηγάπα ο Ιησούς» (Ιωάν.13,23). Όπως αναφέραμε και για τον Ιάκωβο, ο Ιωάννης ζούσε με την οικογένειά του στην Γαλιλαία και διατηρούσε επικερδή και εύρωστη αλιευτική επιχείρηση, έχοντας δικό τους πλοίο και εργάτες (Μαρκ.1,20). Φαίνεται πως οι οικογένεια του Ιωάννη ήταν εύπορη. Αυτό συμπεραίνεται από το γεγονός ότι η Σαλώμη, η μητέρα του, ήταν μια από τις μαθήτριες του Κυρίου, η οποία τον υπηρετούσε από των υπαρχόντων της (Λουκ.8,3, Μαρκ.15,40). Η αγορά επίσης των πανάκριβων αρωμάτων για να αλείψουν το νεκρό σώμα του Χριστού μαρτυρεί αυτόν τον ισχυρισμό (Μαρκ.16,1). Ότι επίσης ο Ιωάννης έλαβε την μητέρα του Ιησού υπό την δική του φροντίδα είναι ένδειξη οικονομικής ανέσεως της οικογένειάς του. Φαίνεται επίσης πως η οικογένεια του Ιωάννη είχε και κοινωνική καταξίωση. Το γεγονός ότι αυτός ήταν γνωστός στον πανίσχυρο και απλησίαστο αρχιερέα Καϊάφα και έτσι δυνήθηκε να εισέλθει στο συνέδριο, που δίκαζε τον Ιησού μαζί με τον Πέτρο, επιβεβαιώνει αυτόν τον ισχυρισμό (Ιωάν.18,15).
Ο Ιωάννης από μικρός υπήρξε πιστός μαθητής του Ιωάννου του Βαπτιστού. Με μεγάλη προσοχή άκουε από τον μεγάλο ερημίτη και προφήτη τις περί του Μεσσία προαγγελίες του. Επιθυμούσε με λαχτάρα να έρθει Εκείνος στις μέρες του και να τον γνωρίσει. Κάποια μέρα ο Βαπτιστής, έχοντας μαζί του τους δυο μαθητές του Ιωάννη και Ανδρέα, είδε τον Ιησού να βαδίζει κοντά. Τότε μαρτύρησε γι’ Αυτόν λέγοντας: «ίδε ο Αμνός του Θεού»(Ιωάν.1,37). Αμέσως οι δυο μαθητές ακολούθησαν τον Ιησού και τον ρώτησαν που μένει. Αυτός τους είπε: «έρχεσθε και ίδετε» (Ιωάν.1,40). Αυτοί είδαν που μένει και έμειναν μαζί Του όλη την ημέρα. Ο Ιωάννης συγκινήθηκε αφάνταστα από αυτή τη συνάντηση γι’ αυτό πήρε τη μεγάλη απόφαση, μαζί με τον αδελφό του Ιάκωβο. Άφησαν την αλιευτική επιχείρηση και ακολούθησαν τον Κύριο (Μαρκ.1,20).
Όπως αναφέραμε και στη βιογραφία του Ιακώβου, ο Ιωάννης ανήκε στον στενό κύκλο των τριών μαθητών του Κυρίου. Συμπεραίνεται ότι ήταν ο μικρότερος στην ηλικία μαθητής του Κυρίου, σχεδόν έφηβος. Ο υπέροχος χαρακτήρας του, η υπακοή του, η πίστη και η αφοσίωσή του στον Κύριο, είχαν ως συνέπεια να είναι λίαν αγαπητός από τον Ιησού και τους άλλους αποστόλους. Εξ’ αιτίας του σπάνιου αυθορμητισμού του επονομάστηκε από τον Κύριο Βοαναργές (= υιός βροντής), όπως και ο αδελφός του Ιάκωβος. Κάποια ημέρα όταν διέρχονταν κώμη της Σαμάρειας και οι κάτοικοι δεν τους δέχτηκαν, ζήτησε από τον Κύριο να πέσει φωτιά από τον ουρανό και να τους αφανίσει. Φυσικά ο Χριστός τους απάντησε πως: «Ουκ οίδατε ποίου πνεύματος εστέ υμείς΄ ο υιός του ανθρώπου ουκ ήλθε ψυχάς ανθώπων απολέσαι, αλλά σώσαι» (Λουκ.9,54).
Ως στενός μαθητής του Χριστού ευτύχησε να δει το θαύμα της Μεταμορφώσεως του Κυρίου (Ματθ.17,1, Μάρκ.9,2), την ανάσταση της κόρης του Ιαείρου (Μαρκ.5,35.Λουκ.8,51) και να βιώσει την αγωνία του Διδασκάλου Του στον κήπο της Γεθσημανή (Ματθ.26,37, Μαρκ.14,33). Μαζί με τον Πέτρο στάλθηκε να ετοιμάσει τον Πασχάλιο Δείπνο (Λουκ.22,8). Κατά την ώρα του Δείπνου έπεσε στο στήθος του Κυρίου, παρακαλώντας Του να τους αποκαλύψει ποιος είναι υποψήφιος προδότης μαθητής (Ιωάν.13,25). Βρήκε το θάρρος και παρέστη στη δίκη του Ιησού (ιωάν.18,16) και παραστάθηκε περίλυπος κάτω από το σταυρό στον φρικτό Γολγοθά. Ευτύχησε επίσης να γίνει ο προστάτης της Θεομήτορος κατά παράκληση του Εσταυρωμένου Διδασκάλου Του (Ιωάν.19,26). Αξιώθηκε να είναι ο πρώτος μαθητής που είδε το κενό μνημείο (Ιωάν.20,2-4).
Το άτοπο της αιτήσεως πρωτοκαθεδρίας στην εγκόσμιο βασιλεία του Χριστού, όπως εσφαλμένα την φανταζόταν, προκάλεσε την αγανάκτηση των άλλων μαθητών, όμως όπως φαίνεται αμέσως  συνετίσθηκε (Μάρκ.10,35).
Μετά την Πεντηκοστή έμεινε κατ’ αρχήν στην Ιερουσαλήμ ως σημαίνον στέλεχος της Εκκλησίας (Γαλ.2,9). Μαζί με τον Πέτρο ποιούσαν, δια του Κυρίου εξαίσια θαύματα (Πράξ.3,7). Στάθηκαν με παρρησία απέναντι στους αρχιερείς και ομολόγησαν τον Χριστό (Πράξ.4,13-22). Απεστάλη μαζί με τον Πέτρο στην Σαμάρεια να κηρύξουν το λόγο του Θεού (Πράξ.8,14).
Αργότερα μετέβη στην Μ. Ασία, όπου έγινε επίσκοπος της Εφέσου. Το 95 μ. Χ. εξορίσθηκε στην Πάτμο, όπου έγραψε το βιβλίο της Αποκαλύψεως. Πέθανε σε βαθύτατο γήρας περί το 100 μ. Χ. στην Έφεσο. Κατά την παράδοση δεν βρέθηκε το σεπτό του λείψανο, πιστεύοντας ότι μετέστη από τον Κύριο. Η μνήμη του εορτάζεται στις 24 Σεπτεμβρίου.
Ο Ιωάννης έγραψε το ομώνυμο Ευαγγέλιο, καθώς τις τρεις Καθολικές Επιστολές και την Αποκάλυψη. Στα ιερά αυτά συγγράμματα είναι έκδηλη η προτροπή του για αγάπη των ανθρώπων, όπως τη δίδαξε ο Χριστός, γι’ αυτό και ονομάστηκε απόστολος και ευαγγελιστής της αγάπης.
Filippos5. Φίλιππος
Καταγόταν από την Βησθαϊδά της Γαλιλαίας, από όπου καταγόταν ο Ανδρέας και ο Πέτρος, ίσως και ο Βαρθολομαίος (Ιωάν.1,44). Το όνομά του είναι ελληνικό και σημαίνει τον φίλο των ίππων. Αυτό υποδηλώνει ότι ήταν ελληνιστής, δηλαδή Ιουδαίος εξελληνισμένος. Όπως είναι γνωστό η περιοχή της Γαλιλαίας ονομαζόταν«Γαλιλαία των Εθνών», διότι είχε εξελληνισθεί σε σημείο τέτοιο που οι υπόλοιποι Ιουδαίοι κατηγορούσαν τους κατοίκους αυτής της περιοχής για έκπτωση από την ορθοδοξία του Ιουδαϊσμού. Για κάποιους άλλους ο Φίλιππος ήταν Έλληνας προσήλυτος στον Ιουδαϊσμό. Αν αυτός ο ισχυρισμός είναι πραγματικός η σημασία είναι πολλή μεγάλη. Ο Φίλιππος είναι ο εκπρόσωπος του εθνισμού στη χορεία των μαθητών του Κυρίου!
Ο Φίλιππος ήταν πιθανότατα μαθητής του Ιωάννου του Προδρόμου και άρα είχε ακούσει για την επικείμενη έλευση του Μεσσία. Φαίνεται πως η προσδοκία του για τον αναμενόμενο Σωτήρα του κόσμου υπήρξε σφοδρή. Επίσης φαίνεται πως ο Φίλιππος συνδεόταν με τον Πέτρο και τον Ανδρέα και πως τους συνέδεαν οι κοινές μεσσιανικές τους ελπίδες.
Το Ευαγγέλιο μας πληροφορεί πως ο Ιησούς αναζητούσε τον Φίλιππο και τον βρήκε (Ιωάν.1,43). Αυτό σημαίνει πως γνώριζε προφανώς από τους άλλους δύο την μεσσιανική προσδοκία του και γι’ αυτό τον αναζητούσε για να τον εντάξει στην ομάδα των μαθητών Του. Ο Φίλιππος είναι από τους πρώτους μαθητές που ακολούθησαν τον Κύριο. Είναι χαρακτηριστική η μαρτυρία του στον φίλο του Ναθαναήλ: «ον έγραψε Μωυσής εν τω νόμω και οι προφήται, ευρήκαμεν, Ιησούν τον υιόν Ιωσήφτον από Ναζαρέτ» (Ιωάν.1,44). Τον διέκρινε η ειλικρίνεια και ο ενθουσιασμός για το έργο του θείου Διδασκάλου του. Ως ελληνιστής μεσολάβησε να πραγματοποιηθεί η συνάντηση των Ελλήνων με τον Κύριο (Ιωάν.12,20).
Σύμφωνα με αρχαία παράδοση ο Φίλιππος στάλθηκε να κηρύξει στην Φρυγία της Μ. Ασίας. Βρήκε μαρτυρικό θάνατο στην Ιεράπολη της Συρίας. Σταυρώθηκε με το κεφάλι προς τα κάτω. Η μνήμη του εορτάζεται στις 14 Νοεμβρίου.
Bartholomaios6. Βαρθολομαίος ή Ναθαναήλ
Το όνομά του σημαίνει υιός του Θολομαίου. Οι πληροφορίες γι’  αυτόν στην Καινή Διαθήκη και την εκκλησιαστική παράδοση είναι ελάχιστες. Το όνομά του αναγράφεται μόνον στην αναφορά των ονομάτων των δώδεκα αποστόλων (Ματθ.10,3, Μαρκ.3,18, Λουκ.6,14, Πραξ,1,13). Η Εκκλησία τον ταύτισε με τον Ναθαναήλ, του οποίου το όνομα αναφέρεται πάντοτε με αυτό του Φιλίππου. Καταγόταν από την Κανά της Γαλιλαίας. Προφανώς το όνομα Βαρθολομαίος χαρακτηρίζει το πατρώνυμο του Ναθαναήλ.
Ο εκκλησιαστικός ιστορικός Ευσέβιος αναφέρει την πληροφορία ότι ο Βαρθολομαίος κήρυξε στην Ινδία, όπου θανατώθηκε στην πόλη Ουρβανούπολη. Κάποιες άλλες πληροφορίες λένε πως κήρυξε στην Ευδαίμονα Αραβία, την Καραμανία και την Αιθιοπία. Σύμφωνα με άλλη παράδοση στα τέλη της ζωής του βρέθηκε να κηρύττει στη Μεγάλη Αρμενία, όπου συνελήφθη από τους ειδωλολάτρες και θανατώθηκε με σταυρικό θάνατο, με το κεφάλι προς τα κάτω, κατά διαταγή του βασιλιά Αστυάγη. Το λείψανό του κλείστηκε σε λίθινη σαρκοφάγο, ρίχτηκε σε θάλασσα και εκβράστηκε στις νήσους Λιπάρες.  Η μνήμη του εορτάζεται στις 11 Ιουνίου.
Thomas7. Θωμάς
Το όνομά του στην αραμαϊκή γλώσσα «Τέομα» σημαίνει δίδυμος. Στο ιερό Ευαγγέλιο του δίδεται όντως η προσωνυμία «Δίδυμος» (Ιωάν.11,16). Οι αγιογραφικές πληροφορίες για το Θωμά είναι σχετικά λίγες και γι’ αυτό έχουν εγερθεί κατά καιρούς αυθαίρετες ερμηνείες για το πρόσωπό του. Προσπάθησαν να εντοπίσουν τίνος δίδυμος αδελφός ή αδελφής υπήρξε. Κάποιοι τον ταυτίζουν με τον αναφερόμενο από τον Ματθαίο (13,55) αδελφόθεο Ιούδα. Μάλιστα οι πολέμιοι του Χριστού συγγραφείς υποστηρίζουν ότι αυτός υπήρξε δίδυμος αδελφός του Κυρίου, παρά τις αντίθετες μαρτυρίες των Ευαγγελίων, θέλοντας να πλήξουν την υπερφυσική ενανθρώπηση του Θεού Λόγου! Αρχαία παράδοση, την οποία αποδέχεται η Εκκλησία μας ο Θωμάς ήταν δίδυμος αδελφός κάποιας Λυδίας ή Λυσίας. Κάποιοι άλλη παράδοση αναφέρει ότι ήταν δίδυμος αδελφός κάποιου Ελεάζαρου.
Ο Θωμάς καταγόταν από την Αντιόχεια, σε αντίθεση με την πλειοψηφία των μαθητών, που ήταν Γαλιλαίοι (Ιωάν.21,2). Κλήθηκε από τον Κύριο να τον ακολουθήσει και αυτός υπάκουσε (Ματθ.10,3, Μάρκ.3,18, Λουκ.6,15). Γενικά υπήρξε από τους πιο αφοσιωμένους μαθητές, τον οποίο διέκρινε το θάρρος. Όταν οι άλλοι μαθητές προσπαθούσαν να αποτρέψουν το Χριστό να μεταβεί στη Βηθανία να αναστήσει το Λάζαρο, για το φόβο κακοποιήσεώς τους από τους φανατικούς Ιουδαίους, ο Θωμάς αψηφώντας τον κίνδυνο τους είπε: «άγωμεν και ημείς ίνα αποθάνωμεν μετ’ αυτού» (Ιωάν.11,16). Ταυτόχρονα υπήρξε και σχετικά ορθολογιστής. Στο Μυστικό Δείπνο δε δίστασε να ρωτήσει τον Κύριο: «Κύριε, ουκ οίδαμεν που υπάγεις και πως δυνάμεθα την οδόν ειδέναι;»(Ιωάν.14,5). Επίσης ήταν και σκεπτικιστής και δύσπιστος. Για να πιστέψει στην Ανάσταση του Κυρίου ζήτησε να έχει απτή βεβαίωση, να ψηλαφίσει με τα ίδια του τα χέρια τις πληγές του διδασκάλου του. Μετά την ψηλάφηση ομολόγησε με ενθουσιασμό και αυθορμητισμό: «Ο Κύριός μου και ο Θεός μου» (Ιωάν.20,28).
Αρχαία παράδοση αναφέρει ότι κήρυξε το Ευαγγέλιο στην Περσία και την αχανή χώρα των Ινδιών. Ως τα σήμερα θεωρείται ο φωτιστής των χωρών αυτών. Το τέλος της ζωής του υπήρξε μαρτυρικό. Οι φανατικοί ειδωλολάτρες τον θανάτωσαν δια λογχισμού. Η μνήμη του εορτάζεται στις 6 Οκτωβρίου.
Στο όνομα του Θωμά έχουν διασωθεί τρία απόκρυφα κείμενα του 2ου μ. Χ. αιώνα. Πρόκειται αναμφίβολα για ψευδεπίγραφα κείμενα αρχαίων αιρετικών γνωστικών, οι οποίοι θέλοντας να δώσουν κύρος στις αιρετικές τους δοξασίες, τις απέδωσαν στον απόστολο Θωμά.
Matthaios8. Ματθαίος
Το όνομά του είναι συγκεκομμένος τύπος του Ματταθία, που σημαίνει «δώρο Θεού». Καταγόταν από την Γαλιλαία και ήταν γιος του Αλφαίου του επονομαζόμενου Λευί (Μάρκ.2,14, Λουκ.5,27). Δε γνωρίζουμε αν πρόκειται για τον πατέρα του Ιακώβου του λεγομένου μικρού, μάλλον πρόκειται για άλλο πρόσωπο.
Κατοικούσε στην Καπερναούμ και ασκούσε το επάγγελμα του τελώνη, δηλαδή εργολάβου φοροεισπράκτορα για λογαριασμό των Ρωμαίων κατακτητών. Οι τελώνες ήταν συνήθως άνθρωπο σκληροί, απάνθρωποι και άπληστοι. Συχνά προέβαιναν σε πράξεις αδικίας και εκβιασμών, έχοντας ως κάλυψη τις ρωμαϊκές αρχές. Γι’ αυτούς τους λόγους περιφρονούνταν από τους Ιουδαίους.
Η Καπερναούμ ήταν μια σπουδαία εμπορική πόλη, η οποία απέφερε μεγάλα οφέλη στον τελώνη Ματθαίο. Όμως, από ότι φαίνεται, αυτός ήταν καλοπροαίρετος άνθρωπος και ίσως είχε ακούσει για το κήρυγμα του Ιησού. Όταν κάποια ημέρα περνούσε ο Κύριος από την Καπερναούμ, είδε τον Ματθαίο «καθήμενον επί το τελώνιον» και του είπε: «ακολούθει μοι» και τότε αμέσως αυτός σηκώθηκε και τον ακολούθησε (Ματθ.9,9). Ύστερα τον προσκάλεσε στον οίκο του, όπου του παρέθεσε πλούσιο γεύμα για να τον ευχαριστήσει για την τιμή που του έκαμε να του μιλήσει και να τον καλέσει κοντά Του (Λουκ.5,29). Το γεύμα προφανώς έγινε και για να αποχαιρετήσει τους συνεργάτες του, αφού άφησε για πάντα το τελώνιο και τις αμαρτωλές συναλλαγές και προσκολήθηκε για πάντα στο Χριστό, αφού «πολλοί τελώναι και αμαρτωλοί ελθόντες συνανέκειντο τω Ιησού και τοις μαθηταίς αυτού» (Ματθ.9,10).
Η κατοπινή ζωή του κοντά στο Χριστό δε θύμιζε σε τίποτε την προηγούμενη αμαρτωλή βιωτή του. Υπήρξε ένας συνετός και πιστός μαθητής του Κυρίου. Μετά την Πεντηκοστή λέει η παράδοση ότι κήρυττε για δώδεκα έτη στην Παλαιστίνη και κατόπιν πορεύτηκε στα έθνη. Κήρυξε με θέρμη στην Αιθιοπία, στην Αραβία, στην Περσία, στη Μηδία και ίσως την Μακεδονία. Τελεύτησε τη ζωή του με μαρτύριο, άγνωστο όμως που. Η μνήμη του τιμάται στις 16 Νοεμβρίου.
Ο απόστολος Ματθαίος είναι σύμφωνα με την παράδοση της Εκκλησίας μας ο συγγραφέας του πρώτου Ευαγγελίου. Γράφηκε από αυτόν με σκοπό να κάνει γνωστό στους ομοφύλους του Εβραίους ότι ο αναμενόμενος Μεσσίας της Παλαιάς Διαθήκης είναι ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ.
9. Ιάκωβος ο του Αλφαίου ή μικρόςIakovos Alfaiou
Έτερο πρόσωπο από τη χορεία των αποστόλων με το όνομα αυτό. Για να διακρίνεται από τον Ιάκωβο του Ζεβεδαίου αποκαλούνταν ο του Αλφαίου ή μικρός. Ήταν υιός του Αλφαίου ή Κλεόπα (Ματθ.10,3, Μαρκ.3,18, Λουκ.6,15, Πραξ.1,13) και της Μαρίας, συγγενούς της Θεομήτορος (Ματθ.27,56, Μαρκ.15,15,40, Λουκ.24,10). Κάποιοι υποστηρίζουν ότι ήταν αδελφός του Ματθαίου, λόγω συνωνυμίας των πατέρων τους Αλφαίου, μάλλον πρόκειται για άλλο πρόσωπο. Κάποιοι άλλοι τον ταυτίζουν εσφαλμένα με τον Αδελφόθεο Ιάκωβο.
Δυστυχώς δε γνωρίζουμε περισσότερα για τη ζωή του. Η μνήμη του εορτάζεται στις 9 Οκτωβρίου.
Thadaios10. Θαδδαίος ή Λεββαίος
Το όνομα του αποστόλου Θαδδαίου αναφέρεται από τον Ευαγγελιστή Μάρκο (3,18). Ο Ματθαίος τον αναφέρει ως Λεββαίο, του οποίου το Θαδδαίος είναι επώνυμο. Συνδυάζοντας όμως τους καταλόγους του Ευαγγελίου του Λουκά (6,16) και των Πράξεων (1,13) συμπεραίνουμε ότι τα τρία αποστολικά ονόματα Θαδδαίος, Λεββαίος και Ιούδας είναι το ίδιο πρόσωπο. Άρα το πραγματικό όνομά του ήταν Ιούδας και το Λεββαίος και Θαδδαίος ήταν το επώνυμό του.
Κάποιοι θέλουν να ταυτίσουν τον Ιούδα – Θαδδαίο με τον αδελφόθεο Ιούδα, ο οποίος έγραψε και την ομώνυμη Καθολική Επιστολή. Αυτό είναι αμφίβολο και αυθαίρετη υπόθεση, χωρίς σοβαρά ερείσματα στα αγιογραφικά κείμενα και την εκκλησιαστική παράδοση.
Περαιτέρω πληροφορίες για το βίο και τη δράση του αποστόλου Θαδδαίου είναι ελάχιστες. Στο όνομά του κυκλοφόρησε το 2ο ή 3ο αιώνα απόκρυφο κείμενο με τίτλο: «Αποστόλου Θαδδαίου ή Λεββαίου Πράξεις», που είναι καλλίτερα γνωστό ως «Εδεσσηναί Πράξεις». Αυτό απηχεί ίσως αρχαία παράδοση ότι ο Θαδδαίος κήρυξε στα μέρη της Εδέσσης στη Μεσοποταμία. Αυτό ενισχύει το γεγονός της ευλάβειας προς το πρόσωπό του από τους Χριστιανούς της περιοχής αυτής. Η μνήμη του εορτάζεται στις  21 Αυγούστου.
Simon Zilotis11. Σίμων ο Καναναίος ή Ζηλωτής
Ο απόστολος Σίμων είχε την επωνυμία Καναναίος, ή Κανανίτης, το οποίο δεν ήταν δηλωτικό της καταγωγής του από την Χαναάν ή την Κανά της Γαλιλαίας. Η λέξη «Καναναίος» είναι Χαλδαϊκή και σημαίνει «Ζηλωτής». Πράγματι ο Λουκάς τον προσονομάζει ως «Ζηλωτή» (Λουκ.6,15, Πράξ.1,13).  Οι ζηλωτές αποτελούσαν μια ξεχωριστή κοινωνική τάξη στην ιουδαϊκή κοινωνία στα χρόνια του Χριστού. Αποτελούνταν από λαϊκούς αγωνιστές, οι οποίοι μάχονταν εναντίον των Ρωμαίων κατακτητών, συνεχίζοντας την παράδοση των Μακκαβαίων επαναστατών. Όμως συχνά, πολλοί από αυτούς, εκμεταλλεύονταν τον απελευθερωτικό αγώνα και καταντούσαν τύραννοι του ιδίου του λαού τους. Προέβαιναν σε παράνομες πράξεις βίας και ληστειών για ίδιο όφελος και γι’ αυτό τον 1ο μ. Χ. αιώνα είχε αναπτυχθεί λαϊκή δυσαρέσκεια κατά του κινήματος των ζηλωτών. Οι συσταυρούμενοι με τον Κύριο ληστές ήταν ζηλωτές.
Δε γνωρίζουμε αν ο Σίμων ανήκε στην μερίδα των ζηλωτών ή προέρχονταν από αυτό. Το πιο πιθανό είναι να προέρχονταν από τους ζηλωτές. Σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να ανήκε ταυτόχρονα και στους ζηλωτές, διότι το ζηλωτικό κίνημα ήταν αντίθετο με την διδασκαλία του Χριστού. Υπάρχει και μια άλλη υπόθεση για τον Σίμωνα. Είναι πιθανό να μην είχε καμιά σχέση με τους ζηλωτές και το προσωνύμιο «Ζηλωτής» να σήμαινε τον ένθερμο μαθητή του Χριστού.
Κάποιοι ταυτίζουν τον Σίμωνα με τον νημφίο του γάμου της Κανά, όπου ο Κύριος έκαμε το πρώτο θαύμα Του, μεταβάλλοντας το νερό σε κρασί (Ιωάν.2,1-11). Ο ισχυρισμός αυτός δεν έχει κανένα ιστορικό έρεισμα και πρόκειται για αυθαίρετη υπόθεση.
Δεν υπάρχουν επαρκείς πληροφορίες για τη δράση του Σίμωνα. Η μνήμη του εορτάζεται στις 10 Μαϊου.
Matthias12. Ματθίας
Ο απόστολος Ματθίας είναι ο δωδέκατος απόστολος, ο οποίος εκλέχτηκε από τους έντεκα αποστόλους για να πάρει τη θέση του προδότη μαθητή Ιούδα του Ισκαριώτη. Αμέσως μετά τη θεία Ανάληψη συγκεντρώθηκαν οι απόστολοι και κατά προτροπή του Πέτρου «έστησαν δύο άνδρες, τον Ιωσήφ τον καλούμενον Βαρσαββάν, ος επεκλήθη Ιούστος, και Ματθίαν, και προσευξάμενοι είπον΄ συ Κύριε, καρδιογνώστα πάντων, ανάδειξον όν εξελέξω εκ τούτων των δύο ένα, λαβείν τον κλήρον της διακονίας ταύτης και αποστολής, εξ’ ής παρέβη Ιούδας πορευθήναι εις τον τόπον τον ίδιον» (Πράξ.1,23-26). Έριξαν λοιπόν κλήρους. «Ο κλήρος έπεσεν επί Ματθίαν, και συγκατεψηφίσθη μετά των ένδεκα αποστόλων» (Πράξ.1,26).
Η Καινή Διαθήκη δεν αναφέρει τίποτε άλλο για τον απόστολο Ματθία. Κατά πάσα πιθανότητα ανήκε στον ευρύτερο κύκλο των 70 αποστόλων. Αρχαιότατη εκκλησιαστική παράδοση αναφέρει πως κήρυξε κατ’ αρχήν στην Ιουδαία και κατόπιν πήγε στην Αιθιοπία, όπου βρήκε μαρτυρικό σταυρικό θάνατο από τους ειδωλολάτρες της χώρας αυτής. Άλλη παράδοση αναφέρει πως θανατώθηκε στη Σεβαστούπολη και άλλη στην Ιερουσαλήμ. Η μνήμη του εορτάζεται στις 9 Αυγούστου.

PavlosΟ Απόστολος Παύλος

Ο μέγας Απόστολος των Εθνών Παύλος, δεν ανήκε στη χορεία των Αγίων Αποστόλων. Δε γνώρισε τον Κύριο όσο ζούσε στη γη, αλλά αποκαλύφθηκε κατόπιν σε αυτόν και κλήθηθηκε να γίνει απόστολός Του, όντας αυτός πολέμιος της Εκκλησίας.
Η Εκκλησία μας χαρακτήρισε τον Απόστολο Παύλο ως τον «Πρώτον μετά τον Ένα», δηλαδή τον σημαντικότερο άνδρα επί γης μετά τον Χριστό και ως το «πολύτιμο σκεύος Χριστού». Δίκαια, διότι ο μέγας αυτός Απόστολος προσέφερε στην Εκκλησία του Χριστού τις πιο ανεκτίμητες υπηρεσίες της ιστορίας Της! Αυτός είναι ο ουσιαστικός θεμελιωτής Της στα έθνη, ως τα πέρατα της οικουμένης!
Τις πληροφορίες για τον βίο και το έργο του μεγάλου Αποστόλου αντλούμε από το βιβλίο των «Πράξεων των Αποστόλων» και από τις Επιστολές του, αλλά και από άλλες αρχαιότατες εξωβιβλικές μαρτυρίες. Αναφέρουμε ενδεικτικά τα εξής χωρία: Πραξ.9,1-29, 22,3-21,26,9-20, Γαλ.1,13-24, A΄Κορ.15,8, Εφ.3,8, Φιλιπ.3,12, κλπ. Το ιεραποστολικό του έργο περιγράφεται στα κεφάλαια 13ο – 28ο του βιβλίου των «Πράξεων των Αποστόλων».
Γεννήθηκε γύρω στο 15 μ.Χ. στην Ταρσό της Κιλικίας από Iουδαίους γονείς, οι οποίοι κατάγονταν από την φυλή του Βενιαμίν. Ονομαζόταν Σαούλ ή Σαύλος και επίσης είχε και το ρωμαϊκό όνομα Παύλος. Οι εύποροι γονείς του έδωσαν στον φιλομαθή γιο τους υψηλή παιδεία. Επίσης το αξιόλογο ελληνιστικό πνευματικό κλίμα της Ταρσού επέδρασαν θετικά στην διαμόρφωση της προσωπικότητάς του. Τόσο ο πατέρας του όσο και ο Παύλος ανήκε στην αίρεση των Φαρισαίων. Αυτό σημαίνει ότι από μικρός είχε καλλιεργήσει στην ανήσυχη ψυχή του θέρμη και ζήλο για την πίστη του.
Γύρω στο 34 μ.Χ. βρέθηκε στην Ιερουσαλήμ να σπουδάζει κοντά στον ονομαστό νομοδιδάσκαλο Γαμαλιήλ (Πράξ.22,3). Ο νεαρός φαρισαίος μαθητής έδειξε ιδιαίτερο ζήλο για τη διάσωση της θρησκείας του. Τον συναντούμε συμμέτοχο στον λιθοβολισμό του Πρωτομάρτυρα Στεφάνου (Πραξ.7,54) και λίγο αργότερα φανατισμένο διώκτη των Χριστιανών. Διαβάζουμε στο ιερό κείμενο: «Σαύλος ελυμαίνετο την εκκλησίαν κατά τους οίκους εισπορευόμενος, σύρων τε άνδρας και γυναίκας παρεδίδου εις φυλακήν» (Πραξ.8,3). Εξαιτίας του υπέρμετρου μάλιστα ζήλου του και του μίσους κατά των πιστών του Ιησού, ζήτησε από τον αρχιερέα να τεθεί επικεφαλής αποσπάσματος, το οποίο θα βάδιζε προς τη Δαμασκό, προκειμένου να τιμωρήσει παραδειγματικά τους εκεί Ιουδαίους που είχαν γίνει Χριστιανοί και να τους σύρει δεμένους στην Ιερουσαλήμ  (Πραξ.9,1).
Όμως καθ’ οδόν έγινε το μεγάλο θαύμα. Ο διώκτης Παύλος είδε ένα εκτυφλωτικό φως, το οποίο τον έριξε από το άλογο και τον τύφλωσε. Ταυτόχρονα άκουσε μια φωνή να του λέγει: «Σαούλ, Σαούλ, τι με διώκεις;». Ο τρομοκρατημένος Παύλος ρώτησε: «Τις ει, Κύριε;» και απάντησε: «Εγώ ειμι Ιησούς ον συ διώκεις΄ αλλά ανάστηθι και είσελθε εις την πόλιν, και λαληθήσεται σοι τι σε δει ποιείν» (Παρξ.9,4-6). Το συγκλονιστικό αυτό γεγονός συντάραξε κυριολεκτικά τον Παύλο, μετανόησε και αφού μπήκε στην πόλη συναντήθηκε με τον επί κεφαλής της Εκκλησίας Ανανία, ο οποίος τον θεράπευσε από την τύφλωση, τον κατήχησε και τον βάπτισε. Το γεγονός αυτό έγινε χρονολογικά πιθανότατα το 36 μ.Χ.
Από τότε ο Παύλος έθεσε τον εαυτό του στην υπηρεσία της Εκκλησίας. Ύστερα από μια επιμελή προετοιμασία ανέλαβε να εκχριστιανίσει τους εθνικούς, δηλαδή τους μη Ιουδαίους.
Με συνοδεία άξιων συνεργατών, όπως του Βαρνάβα και του Μάρκου ως ένα σημείο, ο Παύλος ξεκίνησε το 48 μ.Χ. την πρώτη μεγάλη αποστολική περιοδεία του, η οποία περιγράφεται λεπτομερώς στα 13ο και 14ο κεφάλαια των «Πράξεων των Αποστόλων». Πρώτος σταθμός τους ήταν η Σαλαμίνα και ύστερα η Πάφος της Κύπρου, όπου κήρυξαν και ίδρυσαν εκκλησίες. Κατόπιν διάβηκαν στην Μικρά Ασία και περιόδευσαν στις πόλεις Πέργη της Παμφυλίας, στην Αντιόχεια της Πισιδίας, στο Ικόνιο, τα Λύστρα, την Δέρβη και αλλού. Παρ’ όλες τις δυσκολίες που συνάντησαν και τις διώξεις που υπέστησαν, το κήρυγμά τους σημείωσε επιτυχία. Σε όλες τις πόλεις ίδρυσαν τοπικές εκκλησίες. Μέσω της Αττάλειας επέστρεψαν στην Αντιόχεια, όπου «συναγαγόντες την εκκλησίαν ανήγγειλαν όσα εποίησεν ο Θεός μετ’ αυτών και ότι ήνοιξε τοις έθνεσι θύραν πίστεως»(Πραξ.14,27).
Στη συνέχεια έλαβε μέρος στην Σύνοδο της Ιερουσαλήμ (48 μ.Χ.), η οποία έλυσε σοβαρά θέματα ιεραποστολής (Πράξ.15ο κεφ.). Σε αυτή ο Παύλος έπαιξε καθοριστικό ρόλο. Κατόρθωσε να πείσει ότι η αποστολή του Ιουδαϊσμού τελείωσε και πως η χάρη του Θεού έρχεται σε κάθε άνθρωπο, που συντάσσεται με το Χριστό.
Ύστερα με συνεργάτη του τον Σίλα αναχώρησε για την δεύτερη αποστολική περιοδεία του, η οποία περιγράφεται στα 16ο , 17ο και 18ο κεφάλαια των «Πράξεων των Αποστόλων».   Μέσω της Συρίας και Κιλικίας περιόδευσε τις πόλεις της Ασίας Δέρβη και Λύστρα. Εκεί συνάντησε τον ευσεβή και ένθερμο νέο Τιμόθεο, το οποίο πήρε και αυτόν μαζί του. Διάβηκαν την Φρυγία, την Γαλατία, έφτασαν στην Μυσία και κατόπιν στην Τρωάδα. Κατόπιν οράματος πέρασαν στην Μακεδονία και ίδρυσαν εκκλησίες στους Φιλίππους, την Θεσσαλονίκη, την Βέροια, την Αθήνα και την Κόρινθο, στην οποία έμειναν περίπου ενάμισι χρόνο στο σπίτι του Ακύλα και της Πρίσκιλας. Με το τέλος και της δεύτερης περιοδείας ο Παύλος έφτασε στην Έφεσο και από εκεί μέσω Καισάρειας στην Ιερουσαλήμ. Κατόπιν επέστρεψε στην Αντιόχεια για ανάπαυση.
Σύντομα ανέλαβε να επιτελέσει και την Τρίτη αποστολική περιοδεία του. Περιγράφεται στα 19ο και 20ο κεφάλαια των «Πράξεων των Αποστόλων». Επισκέφτηκε την Γαλατία, την Φρυγία και κατέληξε στην Έφεσο, όπου έμεινε τρία χρόνια διδάσκοντας και στηρίζοντας την εκκλησία της μεγάλης ασιατικής αυτής πόλεως. Μετά ήλθε στην Τρωάδα, πέρασε ξανά στους Φιλίππους, στην Θεσσαλονίκη, στην Βέροια, ίσως στην Ήπειρο και τερμάτισε στην Κόρινθο, όπου έμεινε τρεις μήνες.
Μέσω Τρωάδος, Μιλήτου και Καισάρειας έφτασε και πάλι στην Ιερουσαλήμ. Εκεί συνελήφθη ως ταραχοποιός και οδηγήθηκε σε δίκη (Πράξ.21οκεφ.). Ως ρωμαίος πολίτης (Ρωμ.11,1) απαίτησε να δικαστεί στο αυτοκρατορικό δικαστήριο της Ρώμης. Γι’ αυτό αναχώρησε δέσμιος ακτοπλοϊκώς για την πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας. Κοντά στη νήσο Μελίτη ναυάγησε το πλοίο και βγήκαν στην ξηρά όπου κήρυξε και ίδρυσε και εκεί εκκλησία. Τελικά έφθασε στη Ρώμη, όπου ύστερα από δύο χρόνια σχετικού περιορισμού δικάστηκε και αθωώθηκε (Πράξ.27ο και 28ο κεφ.). Στο σημείο αυτό τελειώνει και το ιερό βιβλίο των «Πράξεων των Αποστόλων».
Από την Ρώμη έπλευσε στην Κρήτη, όπου αφήκε επίσκοπο τον εκλεκτό και πιστό συνεργάτη του Τίτο, ανέβηκε στην Κόρινθο, στην Μακεδονία και επισκέφτηκε πιθανότατα την Νικόπολη της Ηπείρου το Φθινόπωρο του 66 μ.Χ., όπου και παραχείμασε (Τιτ.3,12). Μετά πέρασε και πάλι στην Ασία, όπου αφήκε τον αγαπητό του συνοδό Τιμόθεο, αφού τον κατέστησε επίσκοπο στην Έφεσο. Η τέταρτη και τελευταία περιοδεία του μεγάλου αποστόλου τερματίστηκε στην Δύση. Έφτασε σύμφωνα με μαρτυρία του αγίου Κλήμεντα Ρώμης στις εσχατιές της Δύσης, στην Ισπανία. Κατόπιν κατάκοπος και τσακισμένος από τις κακουχίες κατέληξε στην Ρώμη. Κατάλαβε το τέλος του και έγραψε στον αγαπημένο του μαθητή Τιμόθεο: «εγώ ήδη σπένδομαι και ο καιρός της εμής αναλύσεως εφέστηκε» (Β΄Τιμ.4,6-8). Οι διωγμοί κατά των Χριστιανών, που είχε κηρύξει ο παράφρονας Νέρων βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη. Ο Παύλος κατέστη ο κύριος στόχος των ειδωλολατρών δημίων. Έτσι γύρω στο 67 μ.Χ. συνελήφθη και αποκεφαλίσθηκε, σφραγίζοντας έτσι το τιτάνιο ιεραποστολικό του έργο με το μαρτύριό του.
Ο μεγάλος αυτός Απόστολος μας άφησε και δεκατέσσερις επιστολές, οι οποίες κατέχουν σπουδαία θέση στον Κανόνα της Καινής Διαθήκης. Αυτές είναι: 1) προς Ρωμαίους, 2) προς Κορινθίους Α΄, 3) προς Κορινθίους Β΄ 4) προς Γαλάτας, 5) προς Εφεσίους, 6) προς Φιλιππησίους, 7) προς Κολασσαείς, 8)προς Θεσσαλονικείς Α΄, 9) προς Θεσσαλονικείς Β΄,10) προς Τιμόθεον Α΄,11) προς Τιμόθεον Β΄,12) προς Τίτον, 13) προς Φιλήμονα και 14) προς Εβραίους.
Η σεπτή του μνήμη εορτάζεται ομού με του άλλου κορυφαίου απόστόλου Πέτρου στις 29 Ιουνίου.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Όπως όλες οι θρησκείες, οι φιλοσοφίες, οι διάφορες κοινωνικές ομάδες έχουν τις δικές τους προσωπικότητες, οι οποίες συνέβαλλαν στη διαμόρφωσή τους έτσι και η αγία μας Εκκλησία έχει τα δικά Της ιερά πρόσωπα, τα οποία έθεσαν την προσωπική τους σφραγίδα στη θεμελίωση, την ανάπτυξη και την εδραίωσή της σωστικής Της παρουσίας στον κόσμο. Είναι τα αμέτρητα νέφη των αγίων Της, οι οποίοι στο δισχιλιόχρονο διάβα Της έδωσαν, δίνουν και θα δίνουν τον «καλόν αγώνα» για να επικρατήσει το θέλημα του Θεού «ως εν ουρανώ και επί της γης», να επεκταθεί η Βασιλεία Του σε όλους τους κόσμους, να εξοβελιστεί το παρείσακτο κακό από τη θεία δημιουργία μαζί με τον ενσαρκωτή του το διάβολο. Αγωνίστηκαν και αγωνίζονται να τύχουν όλες οι ανθρώπινες υπάρξεις της εν Χριστώ απολυτρώσεως και να ανυψωθεί το ανθρώπινο γένος στον θεόσδοτο στόχο του, στην κατά χάριν θέωσή του.
Πρωτοπόροι σε αυτόν τον τιτάνιο αγώνα υπήρξαν οι άγιοι Απόστολοι, οι οποίοι εστάλησαν από τον Κύριο «εν μέσω λύκων» (Ματθ.10,16) για να αναγγείλουν το ευαγγέλιο της σωτηρίας σε όλα τα έθνη. Δηλαδή να γνωρίσουν στην «εν σκότει και σκιά θανάτου» (Ματθ.4,16) καθήμενη ανθρωπότητα ότι ο μεγάλος Θεός της αγάπης ευδόκησε να σωθεί ο κόσμος διά του Ιησού Χριστού. Να διακηρύξουν με όλη τη δύναμη της ψυχής τους πως «ουκ έστι εν άλλω ουδενί η σωτηρία» (Πραξ.4,12), καταδεικνύοντας τα εγκόσμια σχήματα ανεπαρκή  να σώσουν πραγματικά και καθολικά το ανθρώπινο γένος. Δεν είχαν φήμη, ούτε χρήματα, ούτε μόρφωση, ούτε ευγενική καταγωγή, ούτε συστάσεις, ούτε καμιά άλλη βοήθεια όταν στάλθηκαν στα έθνη. Είχαν όμως κάτι ασύγκριτα ανώτερο από όλα αυτά: τη ζέση του Παναγίου Πνεύματος, το Οποίο τους μεταμόρφωσε κατά την αγία ημέρα της Πεντηκοστής στο υπερώο της Ιερουσαλήμ και τους κατέστησε πολύτιμα δοχεία της χάρητός Του, ολόφωτους νοητούς φωστήρες, αστραφτερά ορόσημα για τους λαούς του κόσμου. Είχαν επίσης και κάτι άλλο, το ίδιο σημαντικό: τη συγκλονιστική εμπειρία της τριετούς μαθητείας τους κοντά στον Κύριο Ιησού Χριστό, της παναγίας ζωής Του, της υπερτέλειας διδασκαλίας Του, των άπειρων θαυμάτων Του και πάνω απ’ όλα της λαμπροφόρου αναστάσεώς Του από τους νεκρούς. Έχοντας αυτά τα πνευματικά εφόδια κατόρθωσαν το ακατόρθωτο: να καταυγάσουν και να μεταμορφώσουν την ανθρωπότητα. Πέτυχαν σε ελάχιστο χρόνο αυτό που δεν πέτυχε η ανθρώπινη δύναμη και διανόηση από την αρχή της ιστορίας, αλλάζοντάς κυριολεκτικά τον ρου της!
Αυτό βεβαίως δεν κατορθώθηκε χωρίς τίμημα. Το έργο της μεταμορφώσεως του κόσμου επισφραγίστηκε με το τίμιο αίμα τους. Οι άγιοι Απόστολοι  κατέχουν στη χωρία των αγίων της Εκκλησίας μας διπλή τιμητική ιδιότητα: του Αποστόλου και του Μάρτυρα, γι’ αυτό και απολαμβάνουν τέτοιας μεγάλης τιμής από τους πιστούς!

Οι Άγιοι Απόστολοι και η αποστολή τους

Η σημαντικότερη κλήση και αποστολή στην ιστορία της ανθρωπότητας  έγινε στη λίμνη της Γαλιλαίας. Όπως αναφέρει ο Ευαγγελιστής Λουκάς "προσεφώνησε τους μαθητάς αυτού, και εκλεξάμενος απ΄ αυτών δώδεκα, ούς και αποστόλους ωνόμασε…"(Λουκ. 6, 13). Η αποστολή τους τώρα, δεν ήταν η αλιεία ψαριών, αλλά ανθρώπων. Το κάλεσμα "δεύτε οπίσω μου και ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων " ήταν αρκετό ώστε "ευθέως "(Ματθ. 4, 20),(Μαρκ. 1, 18) να αφήσουν τα δίκτυα, το πλοίο, τον πατέρα τους και να ακολουθήσουν το Διδάσκαλό τους .
Έτσι, η Γαλιλαία, αποτέλεσε το μεγαλύτερο σχολείο της ουράνιας διδασκαλίας. Οι δώδεκα Μαθητές επρόκειτο να γίνουν μετά τη μαθητεία τους Απόστολοι σε όλο τον κόσμο για να κηρύξουν την παγκόσμια σωτηρία. Έγιναν οι συνεχιστές του λυτρωτικού έργου. Όπως χαρακτηριστικά μάς βεβαιώνει Κύριος ημών Ιησούς Χριστός "καθώς απέσταλκέ με ο πατήρ, καγώ πέμπω υμάς". Έτσι, με την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος την ημέρα της Πεντηκοστής, η διάνοία τους φωτίστηκε, αναδείχθηκαν πάνσοφοι και σαγήνευσαν την οικουμένη.
Στην Καινή Διαθήκη, τα ονόματα των δώδεκα Αποστόλων, αναγράφονται σε τέσσερις καταλόγους: Ματθ. 10, 1-4 , Μαρκ, 3 ,13-19, Λουκ.6 ,12-16 , Πραξ. 1 ,13.   Όλοι τους, ήταν άνθρωποι άσημοι και απλοϊκοί, που όμως επιβεβαιώνουν τη ρήση του Αποστόλου Παύλου "τα μωρά του κόσμου εξελέξατο ο Θεός ίνα τους σοφούς καταισχύνη, και τα ασθενή του κόσμου εξελέξατο ο Θεός, ίνα καταισχύνη τα ισχυρά" (Α΄ Κορ. 1,  27) . Και πράγματι, όπως οι δώδεκα Πατριάρχες, οι υιοί του Ιακώβ, αποτέλεσαν το λαό του Ισραήλ, έτσι και οι δώδεκα Απόστολοι, με το Ευαγγελικό κήρυγμα, γέννησαν τα αναρίθμητα τέκνα της Εκκλησίας. Όπως δώδεκα ήταν οι πηγές των υδάτων που πότισαν τον Ισραηλιτικό λαό στην έρημο, έτσι και οι Απόστολοι πότισαν τον κόσμο με τα "ζωήρρυτα νάματα της θείας διδασκαλίας". Όπως οι δώδεκα βόες κρατούσαν τη χάλκινη θάλασσα στο ναό του Σολωμόντος , έτσι και οι Απόστολοι, ως νοητοί βόες με το άροτρο του Σταυρού, γεώργησαν την Εκκλησία και θυσιάστηκαν στο βωμό του μαρτυρίου. Ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, στην Αποκάλυψη, είδε δώδεκα άστρα (Αποκ. 12,  1) να στέφουν την κεφαλή της γυναίκας -Εκκλησίας, αλλά και δώδεκα πολύτιμους λίθους με γραμμένα τα ονόματα των Αποστόλων (Αποκ. 21, 14) και πάνω σε αυτούς να είναι θεμελιωμένο το τείχος της Άνω Ιερουσαλήμ . 
Παρά τις διώξεις, τις κακουχίες, τις θλίψεις, οι Απόστολοι δε λύγισαν, γιατί πάντοτε θυμούνταν τα λόγια του Διδασκάλου τους "ύβρεσι πάντες υμάς πλυνούσι, φυλακαίς εμβάλλοντες και δεσμούντες πικρώς τοις άρχουσι παραδώσουσιν, αλλ΄ορφανούς υμάς ουκ εάσω" (Ρωμανού του Μελωδού, των Αγίων Αποστόλων) και έτσι, χάριτι Θεού, καταξιώθηκαν το στέφανο του μαρτυρίου.
Οι Πρωτοκορυφαίοι των Αποστόλων, Πέτρος και Παύλος, ξεπέρασαν τις ανθρώπινες δυνάμεις τους, διαδίδοντας το λόγο του Ευαγγελίου σε όλη την Οικουμένη. Η Εκκλησία τελεί τη μνήμη τους στις 29 Ιουνίου, γιατί, όπως αναφέρουν οι Άγιοι Ιουστίνος και Ειρηναίος, μαρτύρησαν ακριβώς την ίδια ημέρα, με ένα χρόνο διαφορά, στη Ρώμη. Ο μεν Πέτρος σταυρώθηκε χιαστί με το κεφάλι προς τη γη, ο δε Παύλος αποκεφαλίστηκε .
Ο αδελφός του Πέτρου, ο πρωτόκλητος Απόστολος Ανδρέας, κήρυξε το Ευαγγέλιο σε όλα τα παραθαλάσσια μέρη του Ευξείνου Πόντου, της Βιθυνίας και της Αρμενίας. Περνώντας από τη Βυζαντίδα, έφτασε στην Πάτρα, όπου σταυρώθηκε από τον Αιγεάτη.
Ο Ιάκωβος, γιος του Ζεβεδαίου, κήρυξε σε όλη την Ιουδαία και εξαιτίας της παρρησίας του θανατώθηκε "διά μαχαίρας"  από τον Ηρώδη Αγρίππα.
Ο Ιωάννης ο Θεολόγος και Ευαγγελιστής, αδελφός του Ιακώβου, κήρυξε στην Ασία και εξορίστηκε στην Πάτμο από το Δομιτιανό. Είναι ο μόνος Απόστολος, ο οποίος μετέστη εν ειρήνη και πλήρης ημερών στην Έφεσο. Η Εκκλησία μας τιμά την μετάστασή του στις 26 Σεπτεμβρίου.
Ο Φίλιππος από τη Βησθαιδά της Γαλιλαίας, κήρυξε στην Ασία και στην Ιεράπολη, μαζί με την αδελφή του Μαριάμνη και το Βαρθολομαίο. Στην Ιεράπολη σταυρώθηκε.
Ο Θωμάς ο Δίδυμος, πήγε στους Πάρθους, Μήδους, Πέρσες και Ινδούς. Στην Ινδία  μαρτύρησε, αφού τον κτύπησαν με ακόντιο .
Ο Βαρθολομαίος, κήρυξε στους Ινδούς και σταυρώθηκε στην Ουρβανούπολη.
Ο γιος του Αλφαίου, ο  Ματθαίος, ο τελώνης και Ευαγγελιστής, πήγε στην Ιεράπολη της Συρίας, όπου μαρτύρησε διά λιθοβολισμού. Ο δε αδελφός του Ιάκωβος, σταυρώθηκε, γιατί έλεγξε τους απαίδευτους λαούς.
Ο Σίμων ο Ζηλωτής, ή Κανανίτης, ή όπως ονομάζεται στο κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο Ναθαναήλ, κήρυξε στη Μαυριτανία και στην Αφρική, όπου υπέστη σταυρικό μαρτύριο.
Ο Θαδδαίος, έφτασε μέχρι τη Μεσοποταμία, ενώ στην πόλη Αραράτ "κρεμασθείς και τοξευθείς" από τους απίστους ετελειώθη.
Ο Ματθίας, ο οποίος εκλέχθηκε Απόστολος, μετά την ανάληψη του Ιησού Χριστού, προκειμένου να συμπληρωθεί ο κύκλος των δώδεκα Μαθητών, κήρυξε στην Αιθιοπία, όπου και μαρτύρησε.
Βέβαια, η ευθύνη της  ιεραποστολής, δεν περιορίζεται μόνο στην χορεία των δώδεκα Αποστόλων, αλλά καλούνται προς τούτο και οι Εβδομήκοντα κρυφοί Μαθητές, οι οποίοι αντιστοιχούν με τους εβδομήντα πρεσβυτέρους του Μωυσή και είχαν τυπολογική σχέση προς τα εβδομήντα έθνη της Οικουμένης.
Τέλος, αξιοσημείωτη είναι η διαχρονικότητα της πρόσκλησης που δέχθηκε,  μετά την Πεντηκοστή, και  ο Απόστολος Παύλος. Άλλωστε, η Εκκλησία μας, τελεί τη μνήμη του, μαζί με τον Απόστολο Πέτρο, προκειμένου να διαφανεί ότι ο φωτισμός δεν περιορίζεται στο χρόνο και στο χώρο. Ο Πέτρος και ο Παύλος, αντίστοιχα, αντιπροσωπεύουν όλες τις ανθρώπινες κατηγορίες: έγγαμους και άγαμους, αμόρφωτους και μορφωμένους, Ιουδαίους και εθνικούς, μαθητές και μαχητές τού Χριστού, γι΄ αυτό και θεωρούνται Πρωτοκορυφαίοι, Πρωτόθρονοι των Αποστόλων και της Οικουμένης διδάσκαλοι. Η κλήση αυτή απευθύνεται και στους ανθρώπους τής σύγχρονης εποχής, προτρέποντάς τους, να γίνουν απόστολοι της εποχής τους, πάντοτε με την ενέργεια και το φωτισμό τού Αγίου Πνεύματος.
Δίκαια, λοιπόν, η Εκκλησία μας, τιμά τους Αγίους Αποστόλους, και ξεχωριστά την ημέρα της κοιμήσεώς τους, αλλά και όλους μαζί, γιατί όλοι έγιναν τα "θεόπνευστα στόματα τού Θεανθρώπου Λόγου, οι θεόκλητοι συνεργοί της θείας οικονομίας, οι πνευματέμφοροι κήρυκες της παγκοσμίου σωτηρίας και οι ασάλευτοι στύλοι της Εκκλησίας". 
Πρεσβυτέρα
Δέσποινα Ιωάννου – Βασιλείου,
Εκπαιδευτικός

Τα παιδιά είναι ένα κομμάτι τ’ ουρανού στη γη


Μέσα στον κόσμο του εμπορίου, των αντιδικιών, της τάσης για επικράτηση και επιβολή, τα παιδιά αποτελούν την πιο όμορφη παραφωνία. Δεν είναι μόνο η απλότητα που τα κάνει να ξεχωρίζουν, δεν είναι η ανεμελιά τους. Είναι ότι ζουν σε μία άλλη διάσταση, όπου τα «σπουδαία», τα «μεγάλα», τα «σημαντικά» χάνουν κάθε αξία. Οι αγωνιώδεις φροντίδες μας και οι ανόητες μέριμνες δεν έχουν τη δύναμη ν’ αγγίξουν τα παιγνίδια τους. Ζουν τόσο έντονα, τόσο δυνατά το παρόν, που ελευθερώνονται από το παρελθόν και δεν χάνονται στο μέλλον.
Τα παιδιά είναι μία μαρτυρία χαράς, ένα τραγούδι ελπίδας που ομορφαίνει τη ζωή μας.
Σίγουρα η επιστροφή στην παιδική ηλικία είναι αδύνατη, αλλά η αντιμετώπιση των καταστάσεων με τη λογική της καρδιάς είναι δυνατή και αναγκαία, γιατί πέρα από την ειρήνη που προσφέρει θα’ ναι και η λύση πολλών προβλημάτων που μας ταλαιπωρούν και μας πνίγουν.

πηγή

Προσευχή για τις δυσκολίες της ζωής και του καθημερινού βίου

Προσευχή για τις δυσκολίες της ζωής και του καθημερινού βίου     

    Εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος . Ἀμήν.
Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος Ἰσχυρός, Ἅγιος Ἀθάνατος ἐλέησον ἠμᾶς. (τρεῖς φορές).
Παναγία τριάς, ἐλέησον ἠμᾶς. Κύριε ἰλάσθητι ταῖς ἁμαρτίαις ἠμῶν. Δέσποτα, συγχώρισον τάς ἀνομίας ἠμίν. Ἅγιε, ἐπισκεψε καί ἴασαι τάς ἀσθενείας ἠμῶν, ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός σου.


Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον.
Πάτερ ἠμῶν, ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, ἁγιασθήτω τό ὄνομά Σου, ἐλθέτω ἡ βασιλεία Σου, γεννηθήτω τό θέλημά Σου ὡς ἐν οὐρανό καί ἐπί τῆς γής. Τόν ἄρτον ἠμῶν τόν ἐπιούσιον δός ἠμίν σήμερον, καί ἅφες ἠμίν τά ὀφειλήματα ἠμῶν, ὡς καί ἠμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἠμῶν, καί μή εἰσενέγκης ἠμᾶς εἰς πειρασμόν ἀλλά ρύσαι ἠμᾶς ἀπό τοῦ πονηροῦ.
Δί’ εὐχῶν τῶν ἁγίων πατέρων ἠμῶν, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ὁ Θεός, ἐλέησον καί σῶσον ἠμᾶς. Ἀμήν.
Θεοτόκε Παρθένε, χαῖρε κεχαριτωμένη Μαρία, ὁ Κύριος μετά Σου. Εὐλογημένη Σύ ἐν γυναιξί, καί εὐλογημένος ὁ καρπός τῆς κοιλίας Σου, ὅτι Σωτήρα ἔτεκες, τῶν ψυχῶν ἠμῶν.
Βαπτιστά τοῦ Χριστοῦ, πάντων ἠμῶν μνήσθητι, ἴνα ρυσθῶμεν τῶν ἀνομιῶν ἠμῶν, σοί γάρ ἐδόθη χάρις, πρεσβεύειν ὑπέρ ἠμῶν.
Βίον ἔνθεον, καλῶς ἀνύσας, σκεῦος τίμιόν του Παρακλήτου, ἀνεδείχθης θεοφόρε Ἀρσένιε, καί τῶν θαυμάτων τήν χάριν δεξάμενος, πάσι παρέχεις ταχείαν βοήθειαν, πάτερ Ὅσιε, Χριστόν τόν Θεόν ἱκέτευε, δωρήσασθαι, ἠμίν τό μέγα ἔλεος.
Δεῦτε προσκυνήσομεν καί προσπέσωμεν τῷ Βασιλεῖ ἠμῶν Θεῶ.
Δεῦτε προσκυνήσομεν καί προσπέσωμεν Χριστό τῷ Βασιλεῖ ἠμῶν Θεῶ.
Δεῦτε προσκυνήσομεν καί προσπέσωμεν Αὐτῶ Χριστῷ τῷ Βασιλεῖ καί Θεῶ ἠμῶν.
Ψαλμός 24
Προς σέ, Κύριε, ἦρα τὴν ψυχήν μου, ὁ Θεός μου. ἐπὶ σοὶ πέποιθα• μὴ καταισχυνθείην, μηδὲ καταγελασάτωσάν με οἱ ἐχθροί μου. καὶ γὰρ πάντες οἱ ὑπομένοντές σε οὐ μὴ καταισχυνθῶσιν• αἰσχυνθήτωσαν οἱ ἀνομοῦντες διακενῆς. τὰς ὁδούς σου, Κύριε, γνώρισόν μοι, καὶ τὰς τρίβους σου δίδαξόν με. ὁδήγησόν με ἐπὶ τὴν ἀλήθειάν σου καὶ δίδαξόν με, ὅτι σὺ εἶ ὁ Θεὸς ὁ σωτήρ μου, καὶ σὲ ὑπέμεινα ὅλην τὴν ἡμέραν. μνήσθητι τῶν οἰκτιρμῶν σου, Κύριε, καὶ τὰ ἐλέη σου, ὅτι ἀπὸ τοῦ αἰῶνός εἰσιν. ἁμαρτίας νεότητός μου καὶ ἀγνοίας μου μὴ μνησθῇς• κατὰ τὸ ἔλεός σου μνήσθητί μου, σύ, ἕνεκεν χρηστότητός σου, Κύριε. χρηστὸς καὶ εὐθὴς ὁ Κύριος• διὰ τοῦτο νομοθετήσει ἁμαρτάνοντας ἐν ὁδῷ. ὁδηγήσει πραεῖς ἐν κρίσει, διδάξει πραεῖς ὁδοὺς αὐτοῦ. πᾶσαι αἱ ὁδοὶ Κυρίου ἔλεος καὶ ἀλήθεια τοῖς ἐκζητοῦσι τὴν διαθήκην αὐτοῦ καὶ τὰ μαρτύρια αὐτοῦ. ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός σου, Κύριε, καὶ ἱλάσῃ τῇ ἁμαρτίᾳ μου, πολλὴ γάρ ἐστι. τίς ἐστιν ἄνθρωπος ὁ φοβούμενος τὸν Κύριον; νομοθετήσει αὐτῷ ἐν ὁδῷ, ᾗ ᾑρετίσατο. ἡ ψυχὴ αὐτοῦ ἐν ἀγαθοῖς αὐλισθήσεται, καὶ τὸ σπέρμα αὐτοῦ κληρονομήσει γῆν. κραταίωμα Κύριος τῶν φοβουμένων αὐτόν, καὶ ἡ διαθήκη αὐτοῦ δηλώσει αὐτοῖς. οἱ ὀφθαλμοί μου διὰ παντὸς πρὸς τὸν Κύριον, ὅτι αὐτὸς ἐκσπάσει ἐκ παγίδος τοὺς πόδας μου. ἐπίβλεψον ἐπ᾿ ἐμὲ καὶ ἐλέησόν με, ὅτι μονογενὴς καὶ πτωχός εἰμι ἐγώ. αἱ θλίψεις τῆς καρδίας μου ἐπληθύνθησαν• ἐκ τῶν ἀναγκῶν μου ἐξάγαγέ με. ἴδε τὴν ταπείνωσίν μου καὶ τὸν κόπον μου καὶ ἄφες πάσας τὰς ἁμαρτίας μου. ἴδε τοὺς ἐχθρούς μου, ὅτι ἐπληθύνθησαν καὶ μῖσος ἄδικον ἐμίσησάν με. φύλαξον τὴν ψυχήν μου καὶ ῥῦσαί με• μὴ καταισχυνθείην, ὅτι ἤλπισα ἐπὶ σέ. ἄκακοι καὶ εὐθεῖς ἐκολλῶντό μοι, ὅτι ὑπέμεινά σε, Κύριε. λύτρωσαι, ὁ Θεός, τὸν ᾿Ισραὴλ ἐκ πασῶν τῶν θλίψεων αὐτοῦ.
Ευαγγέλιο
Κατά Μάρκον, Κεφάλαιο 9/14-29
Καὶ ἐλθὼν πρὸς τοὺς μαθητὰς εἶδεν ὄχλον πολὺν περὶ αὐτούς, καὶ γραμματεῖς συζητοῦντας αὐτοῖς. καὶ εὐθέως πᾶς ὁ ὄχλος ἰδόντες αὐτὸν ἐξεθαμβήθησαν, καὶ προστρέχοντες ἠσπάζοντο αὐτόν. καὶ
ἐπηρώτησε τοὺς γραμματεῖς• τί συζητεῖτε πρὸς ἑαυτούς; καὶ ἀποκριθεὶς εἷς ἐκ τοῦ ὄχλου εἶπε• διδάσκαλε, ἤνεγκα τὸν υἱόν μου πρός σε, ἔχοντα πνεῦμα ἄλαλον. καὶ ὅπου ἂν αὐτὸν καταλάβῃ, ρήσσει αὐτόν, καὶ ἀφρίζει καὶ τρίζει τοὺς ὀδόντας αὐτοῦ, καὶ ξηραίνεται• καὶ εἶπον τοῖς μαθηταῖς σου ἵνα αὐτὸ ἐκβάλωσι, καὶ οὐκ ἴσχυσαν. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς αὐτῷ λέγει• ὦ γενεὰ ἄπιστος, ἕως πότε πρὸς ὑμᾶς ἔσομαι; ἕως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν; φέρετε αὐτὸν πρός με. καὶ ἤνεγκαν αὐτὸν πρὸς αὐτόν. καὶ ἰδὼν αὐτὸν εὐθέως τὸ πνεῦμα ἐσπάραξεν αὐτόν, καὶ πεσὼν ἐπὶ τῆς γῆς ἐκυλίετο ἀφρίζων. καὶ ἐπηρώτησε τὸν πατέρα αὐτοῦ• πόσος χρόνος ἐστὶν ὡς τοῦτο γέγονεν αὐτῷ; ὁ δὲ εἶπε• παιδιόθεν. καὶ πολλάκις αὐτὸν καὶ εἰς πῦρ ἔβαλε καὶ εἰς ὕδατα, ἵνα ἀπολέσῃ αὐτόν• ἀλλ᾿ εἴ τι δύνασαι, βοήθησον ἡμῖν σπλαγχνισθεὶς ἐφ᾿ ἡμᾶς. ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτῷ τὸ εἰ δύνασαι πιστεῦσαι, πάντα δυνατὰ τῷ πιστεύοντι. καὶ εὐθέως κράξας ὁ πατὴρ τοῦ παιδίου μετὰ δακρύων ἔλεγε• πιστεύω, κύριε• βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ. ἰδὼν δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς ὅτι ἐπισυντρέχει ὄχλος, ἐπετίμησε τῷ πνεύματι τῷ ἀκαθάρτῳ λέγων αὐτῷ• τὸ πνεῦμα τὸ ἄλαλον καὶ κωφόν, ἐγώ σοι ἐπιτάσσω, ἔξελθε ἐξ αὐτοῦ καὶ μηκέτι εἰσέλθῃς εἰς αὐτόν. καὶ κράξαν καὶ πολλὰ σπαράξαν αὐτὸν ἐξῆλθε, καὶ ἐγένετο ὡσεὶ νεκρός, ὥστε πολλοὺς λέγειν ὅτι ἀπέθανεν. ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς κρατήσας αὐτὸν τῆς χειρὸς ἤγειρεν αὐτόν, καὶ ἀνέστη. Καὶ εἰσελθόντα αὐτὸν εἰς οἶκον οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἐπηρώτων αὐτὸν κατ᾿ ἰδίαν, ὅτι ἡμεῖς οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν αὐτό. καὶ εἶπεν αὐτοῖς• τοῦτο τὸ γένος ἐν οὐδενὶ δύναται ἐξελθεῖν εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ.
Κομβοσχοίνι: Το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» & «Άγιε Αρσένιε, πρέσβευε υπέρ ημών»
Δί’ εὐχῶν τῶν ἁγίων πατέρων ἠμῶν, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ὁ Θεός, ἐλέησον καί σῶσον ἠμᾶς. Ἀμήν.
Τοῦ Ἁγίου Ἀρσενίου τοῦ Καππαδόκη

Το κήρυγμα των Αποστόλων (30 Ιουνίου) του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού

Και να ηξεύρετε, παιδιά μου, ετούτην την γην, όπου κατοικούμεν, την έχει ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός.
Καθώς έχει ένας βασιλεύς και μαζώνει όλα τα βασιλικά χρέη και παίρνει από χωράφια, από αμπέλια και από τους ανθρώπους, και στέλνει ανθρώπους ιδικούς του και τα μαζώνουν κάθε χρόνον, και όταν τα πηγαίνουν εκείνοι έμπροσθεν εις τον βασιλέα χαίρεται ο βασιλεύς και τους δίδει μεγάλα χαρίσματα και τους έχει φίλους ήγαπημένους, έτσι έχει ο Χριστός την γην ωσάν αμπέλι, όλον τον κόσμον.
Και έβαλεν εργάτας τους δώδεκα Αποστόλους, τους ευλόγησε και τους έδωκε την χάριν του Αγίου Πνεύματος και ευθύς έμαθον τα γράμματα και όλες τις γλώσσες, ότι πρώτον οι Απόστολοι ήταν αγράμματοι και μίαν γλώσσαν μόνον ήξευραν, και αφού τους ηυλόγησε και τους εφύσησε εις το στόμα τους και έλαβον χάριν, όλα τα γράμματα και τις γλώσσες τις εμαθον. Και τους εστειλεν ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ο αληθινός Θεός, εις όλον τον κόσμον και τους είπεν: Σύρτε εις όλον τον τόπον και εις όλην την γην, κάστρα και χωριά, και ειπέτε τους, αν ίσως θέλουν να ζήσουν και εδώ καλά και ειρηνικά και να τους βάλω εις τον παράδεισον, να πιστεύσουν και να βαπτίζωνται εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, και να φυλάγουν τα προστάγματα του αγίου Ευαγγελίου. Και εις οποίαν χώραν επήγαιναν οι Απόστολοι, είπεν ο Κύριος να ευλογούν την χώραν εκείνην. Και εις οποίαν χώραν και δεν τους δέχονται οι άνθρωποι, είπεν ο Κύριος: Να τινάζετε και τα παπούτσια σας από τον κονιορτόν και να φύγετε. Και ωσάν έλαβον οι Απόστολοι την χάριν και την ευλογίαν του Αγίου Πνεύματος, ευθύς έτρεξαν ωσάν αστραπή εις όλον τον κόσμον και μετ’ εκείνην την χάριν του Αγίου Πνεύματος ιάτρευον τυφλούς, λεπρούς, αρρώστους και τους δαιμονιζομένους, και, το μεγαλύτερον, με το όνομα του Χριστού μας επρόσταζαν τους νεκρούς και ανεσταίνονταν. Και εις οποίαν χώραν επήγαιναν οι Απόστολοι και τους εδέχονταν οι άνθρωποι, αρχιερείς, ιερείς, διακόνους, αναγνώστας έκαμναν και εκκλησίας, και ευλογούνταν η χώρα εκείνη και εγίνονταν ένας επίγειος παράδεισος, μία μεγάλη χαρά και ευφροσύνη, κατοικία των Αγγέλων, κατοικία του Χριστού μας. Και εις οποίαν χώραν επήγαιναν οι Απόστολοι και δεν τους εδέχονταν οι άνθρωποι, δεν ευλογούνταν η χώρα εκείνη, έμενε κατάρα και όχι ευλογία, κατοικία του διαβόλου και όχι του Χριστού μας.

Άγιος Πέτρος ο πρίγκηπας και η εμφάνιση των Αγ.Αποστόλων


Peter Tsarevich της Horde, σε συνομιλία.  XVII-XIX αιώνα.
Ὁ Ἅγιος Πέτρος, πρίγκιπας τῆς χρυσῆς Ὀρδῆς, ἦταν ἀνηψιὸς τοῦ Χάνου τῆς Χρυσῆς Ὀρδῆς. 
Ὅταν, τὸ 1253, ὁ Ἅγιος Κύριλλος ( 21 Μαΐου), Ἐπίσκοπος Ροστώβ, ἐπισκέφθηκε τὸν Χὰν καὶ ὁμίλησε γιὰ τὶς ἀνάγκες τῶν ἐκκλησιῶν τῆς περιοχῆς καὶ περὶ τῶν θαυμάτων τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου Λεοντίου τοῦ Ροστώβ ( 23 Μαΐου), ἔκανε μεγάλη ἐντύπωση στὸν Πέτρο καὶ ἄγγιξε τὴν καρδιά του. 
Ἔτσι ἀκολούθησε τὸν Ἅγιο Ἐπίσκοπο, ἐβαπτίσθηκε καὶ ἐνυμφεύθηκε. 
Στὸ βίο του διακρίθηκε γιὰ τὴν ἀγάπη του στὴν ἡσυχία καὶ τὴν προσευχή. 
Μια φορά,ενώ είχε αποκοιμηθεί στην όχθη του ποταμού Νέρα εμφανίστηκαν ενώπιοόν του λουσμένοι σε θεικό φως οι Άγιοι Απόστολοι Πέτρος και Παύλος.Του έδωσαν ένα πουγγί με χρυσό και του είπαν να παρουσιαστεί στον επίσκοπο Ροστώβ Ιγνάτιο και σε αυτό το σημείο να χτίσουν ένα μοναστήρι  προς τιμήν τους. 

Μετὰ τὸ θάνατο τῆς συζύγου του, ὁ Πέτρος πρέπει νὰ ἔγινε μοναχὸς καὶ ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ  1290.
πηγή

Η αποκοπή ενός Μάρτυρα του Ιεχωβά από την Οργάνωσή του


ΟΟΔΕ - Παρατηρητής της Σκοπιάς

1. Τι είναι η Αποκοπή και πώς εφαρμόζεται

Φωτο από εδώ
Πρόκειται για την πρακτική των Μαρτύρων του Ιεχωβά να διώχνουν από τη θρησκεία τους οποιονδήποτε βαπτισμένο ("Ν": στο δικό τους βάπτισμα) θεωρούν ότι αμάρτησε αμετανόητα για τα αμαρτήματα εκείνα που θεωρούν σοβαρά. Η αποκοπή επιβάλλεται από θρησκευτικό δικαστήριο που αποτελείται από πρεσβυτέρους των Μαρτύρων του Ιεχωβά, και τελείται κεκλεισμένων των θυρών, χωρίς ακροατήριο, εκτός αν κάποιος πρέπει να παρίσταται για να καταθέσει ως μάρτυρας.
Σοβαρά αμαρτήματα άξια αποκοπής, θεωρούνται η πορνεία με όλες τις υποκατηγορίες της, η ψευδορκία, η κλοπή, ο φόνος, η μετάγγιση αίματος εν γνώσει του ανθρώπου, (στον εαυτό του ή σε παιδί του), η στράτευση, η παρακολούθηση συνάξεων άλλης θρησκείας, η αντίρρηση ή αμφισβήτηση των βασικών δογμάτων και της εξουσίας που ασκεί στους Μάρτυρες του Ιεχωβά το Κυβερνών Σώμα, κλπ.
Η αποκοπή, ισχύει για τον αμφισβητία βασικών δογμάτων της οργάνωσης, ακόμα και αν ΔΕΝ του δοθεί επιχειρηματολογία και απάντηση στα δόγματα στα οποία διαφωνεί ή αμφισβητεί. Οφείλει να τα αποδεχθεί χωρίς αντίρρηση, για να παραμείνει Μάρτυς του Ιεχωβά.
Ως κριτήρια αποκοπής, εξετάζονται η εμμονή (ή επανάληψη) του ανθρώπου σε κάποιο "αδίκημα", και το πόση δημοσιότητα έλαβε η πράξη, για το φόβο σκανδαλισμού κάποιων.
Αν αποφασισθεί η αποκοπή κάποιου, ο αποκομμένος έχει δικαίωμα να ζητήσει έφεση της υπόθεσής του, που συγκαλείται σε λίγες ημέρες, και διαπιστώνει απλώς αν οι διαδικασίες έγιναν με τον προβλεπόμενο τρόπο, ή όχι.
Ο άνθρωπος που αποκόπτεται, δεν θεωρείται πλέον Μάρτυς του Ιεχωβά από τους πρώην ομοπίστους του, και δεν μπορεί να συμμετέχει στις δραστηριότητες της οργάνωσης.
Αν δείξει σημάδια μετανοίας, μπορεί να του επιτραπεί να παρακολουθεί τις συνάξεις των Μαρτύρων του Ιεχωβά, αλλά χωρίς να συμμετέχει, και χωρίς να μιλάει, ούτε να του μιλά κανένας τους. Εξαίρεση αποτελούν κάποιοι πρεσβύτεροι, που έρχονται κατά καιρούς σε συνδιαλλαγή μαζί του, ή τον ελέγχουν αν είναι έτοιμος για επανένταξη. Μια τέτοια επαφή Πρεσβυτέρων όμως με ανθρώπους που αποκόπηκαν με την κατηγορία της Αποστασίας από τη Σκοπιά, δεν συνηθίζεται, αντιθέτως αποφεύγεται.
Επίσης, απαγορεύεται στους άλλους να χαιρετούν έναν αποκομμένο, και να του μιλούν ακόμα. Δεν μπορούν να κάνουν παρέα μαζί του, να τρώνε μαζί του, να τον επισκέπτονται, ή να έχουν οποιαδήποτε άλλη κοινωνική επαφή. Ακόμα και σε θέματα εργασίας, (όσο περνάει από το χέρι του Μάρτυρα του Ιεχωβά), θα πρέπει να αποφεύγει τις εργασιακές σχέσεις με έναν Αποκομμένο.
Εάν ο Αποκομμένος είναι συγγενής, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά έχουν δικαίωμα να του μιλούν και να τον επισκέπτονται ΜΟΝΟ όταν βρίσκονται στο ίδιο σπίτι. Αν ο συγγενής τους βρίσκεται σε άλλο σπίτι, οφείλουν να τον αποφεύγουν, έστω και αν είναι συγγενής πρώτου βαθμού, όπως γονέας ή παιδιά.
Εάν ο Αποκομμένος βρίσκεται στο ίδιο σπίτι, οι επαφές και συνομιλίες των Μαρτύρων του Ιεχωβά μαζί του, θα πρέπει να περιορίζονται σε οτιδήποτε άλλο, εκτός από θρησκευτική συζήτηση, έστω και αν αυτός είναι γονέας ή παιδί του Μάρτυρα.
Οποιοσδήποτε Μάρτυρας του Ιεχωβά συλληφθεί να μην τηρεί την εντολή απομάκρυνσης και μη συνομιλίας με Αποκομμένους, αρχικά επιπλήττεται από τους Πρεσβυτέρους, και αν συνεχίσει περνάει από δικαστική επιτροπή, (θρησκευτικό δικαστήριο), αντιμετωπίζοντας και ο ίδιος την ποινή της Αποκοπής, αν συνεχίσει να μην υπακούει στην εντολή αυτή της Οργάνωσης.
Παλαιότερα η εταιρία Σκοπιά απέκοπτε και ανθρώπους αβάπτιστους σε αυτή, που απλώς έδιναν στην οργάνωση δελτίο έργου, δηλαδή περιοδική στατιστική των ευαγγελιστικών τους δραστηριοτήτων. Αλλά αργότερα περιορίσθηκε μόνο στους βαπτισμένους.
Φωτο από εδώ
Ο Αποκομμένος κατά την πίστη των Μαρτύρων του Ιεχωβά, αν πεθάνει, ή αν έρθει ο Αρμαγεδώνας (που κατά τους Μάρτυρες του Ιεχωβά είναι το τέλος του παρόντος συστήματος) και τον βρει εκτός οργάνωσης, θα πεθάνει, χωρίς δικαίωμα ανάστασης. Για τους Μάρτυρες του Ιεχωβά λοιπόν, η αποκοπή, ισοδυναμεί με θανατική εκτέλεση του πρώην μέλους τους, καθώς τον θέτουν με αυτήν εκτός ελπίδας σωτηρίας.
Η αποκοπή δεν είναι απαραίτητα μόνιμη. Εάν ένα αποκομμένο άτομο μετανοήσει από την προηγούμενη διαγωγή του, μπορεί να γίνει αποδεκτός στην εκκλησία των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Δεν υπάρχει καθορισμένη χρονική περίοδος για να συμβεί αυτό. Στις περισσότερες περιπτώσεις, περνούν τουλάχιστο έξι μήνες, και σε αρκετές περιπτώσεις, αρκετά μεγαλύτερος καιρός. Οι στατιστικές δείχνουν ότι περίπου το ένα τρίτο από αυτούς που αποκόπτονται τελικά επιστρέφουν στην εκκλησία των Μαρτύρων του Ιεχωβά.
Αυτοί που δεν επιστρέφουν, παραμένουν εφ' όρου ζωής απόβλητοι και απαγορευμένη συναναστροφή για τους υπόλοιπους.

2. Αποσυνταύτιση

Εκτός από τους αποκομμένους, υπάρχει και η κατηγορία των Αποσυνταυτισμένων. Πρόκειται για ανθρώπους που για οποιονδήποτε λόγο επιθυμούν να μην ονομάζονται πλέον Μάρτυρες του Ιεχωβά. Αυτοί πρέπει να υπογράψουν ένα χαρτί ότι πράγματι δεν επιθυμούν να είναι πλέον Μάρτυρες του Ιεχωβά, και από τη στιγμή εκείνη παύουν να είναι.
Η συμπεριφορά των Μαρτύρων του Ιεχωβά προς τους Αποσυνταυτισμένους, είναι ακριβώς η ίδια με αυτήν προς τους Αποκομμένους, έστω και αν οι Αποσυνταυτισμένοι δεν βαρύνονται με απολύτως καμία κατηγορία παραπτώματος. Το ότι υπήρξαν Μάρτυρες του Ιεχωβά και πλέον δεν είναι, είναι επαρκής κατηγορία για να θεωρηθούν ανάξιοι συναναστροφής, χαιρετισμού,  συνομιλίας και σωτηρίας.

3. Αποστασία

Μια ειδική κατηγορία Αποκομμένων ή Αποσυνταυτισμένων, είναι οι Αποστάτες από τη Σκοπιά. Πρόκειται για ανθρώπους που δεν πιστεύουν πλέον στα δόγματα των Μαρτύρων του Ιεχωβά, και δεν επιθυμούν πλέον να επιστρέψουν, επειδή θεωρούν ότι βρήκαν κάτι σωστότερο.
Για τους ανθρώπους αυτούς υπάρχει ειδική υπόδειξη της οργάνωσης της Σκοπιάς, με τακτικότατα άρθρα στα έντυπα των Μαρτύρων του Ιεχωβά, να είναι όσο το δυνατόν πιο απομονωμένοι από τα μέλη τους.
Αν κάποιος χαρακτηρισμένος "Αποστάτης" δραστηριοποιείται με δημοσιεύσεις ή ευαγγελισμό της πίστης του μεταξύ των Μαρτύρων του Ιεχωβά (κρυφά φυσικά), τότε στις συνάξεις των Μαρτύρων του Ιεχωβά γίνεται ανάγνωση ειδικών επιστολών (από την ηγεσία) γι' αυτόν ονομαστικά, ώστε να τον αποφεύγουν όσο το δυνατόν περισσότερο, και να μη συζητήσουν μαζί του, ή να μη δουν τα όσα δημοσιεύει.
Όταν ο Αποστάτης, λάμβανε άρτο και οίνο στις ετήσιες εορτές της Ανάμνησης των Μαρτύρων του Ιεχωβά όταν ήταν μέλος τους, και μετά αποστατήσει (=αποστασιοποιηθεί) από αυτούς για δογματικούς λόγους, χαρακτηρίζεται επιπλέον και "Πονηρός Δούλος", καθώς οι Μάρτυρες του Ιεχωβά τον τοποθετούν σε ειδική κατηγορία "αγίου που ξέπεσε".

4. Αντιρρήσεις ως προς τα ανθρώπινα δικαιώματα

Πέραν από τις ερμηνευτικές αντιρρήσεις που έχουμε εκθέσει σε πλήθος άρθρα μας, οι αρνητές της πρακτικής αυτής της εταιρίας Σκοπιά, επικεντρώνουν κυρίως στα κοινωνικά, συνταγματικά και ηθικά προβλήματα που δημιουργεί η πρακτική αυτή, τα οποία συνοψίζονται περιληπτικά ως εξής:
1. Καταστρατηγείται το συνταγματικό δικαίωμα της ανεξιθρησκείας, καθώς η αλλαγή θρησκείας τους κωλύεται και τιμωρείται με τα παρακάτω προβλήματα.
2. Κλονίζεται η οικογενειακή τους ενότητα και επαφή, καθώς απαγορεύεται στα μέλη της οικογενείας τους να έχουν μαζί τους πνευματική επαφή.
3. Αποστερούνται συγγενείς που δεν μένουν στο ίδιο σπίτι, ακόμα και από την απλή κοινωνική επαφή των μελών της οικογενείας τους που είναι ακόμα Μάρτυρες του Ιεχωβά.
4. Κινδυνεύει η εργασία αποκομμένων που εργάζονται σε Μάρτυρες του Ιεχωβά εργοδότες.
5. Καταστρέφονται κοινωνικές γνωριμίες και φιλίες χρόνων, λόγω της απαγόρευσης των Μαρτύρων του Ιεχωβά, ακόμα και να μιλούν με αποκομμένους φίλους τους.
6. Αποθαρρύνεται έτσι η αποχώρηση μελών της οργάνωσης των Μαρτύρων του Ιεχωβά που επιθυμούν να αποχωρήσουν, και παραμένουν εκεί παρά τη θέλησή τους, για να μην υποστούν τις ανωτέρω συνέπειες.
7. Δημιουργείται κοινωνική πίεση σε ανθρώπους να επανέλθουν παρά τη θέλησή τους στην οργάνωση της Σκοπιάς, για να πάψουν οι ανωτέρω "ποινές".
8. Δημιουργούνται "στεγανά" για να μη μάθουν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά τους πραγματικούς (ίσως και άδικους) λόγους αποκοπής κάποιου, μια και μετά δεν του μιλούν, και να μη μάθουν τους λόγους για τους οποίου διαφώνησε με το δόγμα της εταιρίας Σκοπιά, και τα επιχειρήματα που διαθέτει εναντίον της οργάνωσης.
9. Δημιουργείται ΜΕΣΑ στη Σκοπιά μεγάλος αριθμός ανθρώπων που αμαρτάνουν κρυφά επειδή δεν πιστεύουν πλέον τη Σκοπιά, αλλά δεν αποχωρούν για να μην υποστούν τις συνέπειες.
10. Διαλύονται οικογένειες, μένουν παιδιά με χωρισμένους γονείς, μένουν ηλικιωμένοι χωρίς τα παιδιά και τα εγγόνια τους, παιδιά διώχνονται από το σπίτι, και άλλα τέτοια, λόγω της αποκοπής τους.

Τα παραπάνω δέκα σημεία είναι ενδεικτικά των απαράδεκτων συνεπειών της αποκοπής σε πολλούς ανθρώπους, που τόλμησαν να ασκήσουν το νόμιμο δικαίωμα της ανεξιθρησκείας, και να φύγουν από τη Σκοπιά για να προσχωρήσουν σε μια άλλη πίστη που θεωρούν σωστότερη.

Ὁ κάλαμος καὶ τὰ καλάμια Ἀρχιμανδρίτης Βαρνάβας Λαμπρόπουλος



Μιλώντας κάποτε γιά τόν Καρυωτάκη, ὁ κριτικός λογο­τε­χνίας Ἡρακλῆς Ἀποστολίδης εἶπε τά ἑξῆς:

«Ἡ βαθύτερη ἀρρώστεια τοῦ Καρυωτάκη εἶναι ἡ ἀρρώστεια τῶν περισ­σο­τέρων ἀπό τούς λογίους μας. Ἀπό ἐγωκεντρισμό πάσχουν ὅλοι. Τούς φοβίζει φο­βε­ρά ὁ θάνατος! Καί δέν θέλουν νά καταλάβουν, πώς ὁ κόσμος θά ἐξακο­λουθήσει τόν δρόμο του καί χωρίς αὐτούς· ὁ κόσμος θά ὑπάρχει καί ὕστερα ἀπό αὐτούς. Τήν ἀπρόσωπη συμβολή στήν ζωή δέν θέλουν οὔτε νά τήν ἀκούσουν. Καί ὅμως ἡ ζωή χρωστᾶ - νομίζω – τά ἴδια, ἄν μή πε­ρισ­σότερα, στήν ἀπρόσωπη αὐτή συμβολή τῶν ἀγνώ­στων, στήν ἀνώνυμη ἀνθρω­πό­τη­τα, ὅσα καί στίς προσω­πι­κότητες...».

Μέ ἄλλα λόγια, ὁ Ἀποστολίδης μᾶς λέει ὅτι τό σοβαρότερο πρόβλημα τῶν περισσοτέρων λο­γίων καί «σοφῶν τοῦ αἰῶνος τούτου» εἶναι ὅτι «ἔχουν καβαλήσει τό κα­λά­μι». Ἔχουν τήν ψευδαίσθηση ὅτι αὐτοί στηρίζουν τόν κόσμο μέ τήν σοφία τους καί μέ τήν ἐξυπνάδα τους! Καί ὅτι, χωρίς αὐτούς, ὁ κόσμος θά κατρακυλήσει σέ κατήφορο καί σέ σκοτάδι! Καί ὅλη τους ἡ ἔγνοια εἶναι, πῶς θά καταφέρουν νά μή ξεχαστῆ τό ὄνομά τους!


 


 
Στίς 30 Ἰουνίου εἶναι ἡ γιορτή τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων. Τιμᾶμε καί γιορ­τά­ζου­με δώδεκα ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι στήν πλειονότητά τους ἦταν ἀμόρφωτοι ψα­ρά­δες. Ἦταν ἄνθρωποι, πού ποτέ δέν τούς πέρασε ἀπό τό μυαλό νά ... σώσουν τόν κόσμο! Ποτέ δέν «καβάλησαν τό καλάμι» τοῦ κοινωνικοῦ ἀναμορφωτῆ καί τοῦ σω­τή­ρα τῆς οἰ­κου­μένης! Καί ποτέ δέν σκέφθηκαν νά ἀφήσουν «μεγάλο» ὄνομα μέσα στήν ἱστορία!

Καί ὅμως. Μέ τόν δικό τους «κάλαμο» (μέ τήν γραφίδα τους), δηλαδή μέ ὅσα ἔγρα­ψαν στά ἅγια Εὐαγ­γέλια, ἀναστάτωσαν ὅλους τούς φιλοσόφους καί τούς ρήτορες τοῦ κόσμου! «Ἁλιέων ὁ κάλαμος, φιλο­σό­φων τό φρύαγμα καί ρητόρων τά ρεύματα διετάραξε...». Διότι ἐκήρυξαν τό Εὐαγγέλιο τοῦ Σταυροῦ, πού γιά τούς ψευτοφιλοσοφοῦντες εἶναι «σκάνδαλο» καί «μωρία»! Γιά τούς δῆθεν «λογικούς» φιλοσόφους, ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ φαντάζει σάν ἡ μεγαλύτερη ἀνοησία...
 

* * *
 
- Τί τό σπουδαῖο ἔκαναν αὐτοί οἱ φτωχοί καί ἀγράμματοι, γιά νά ἀξιωθοῦν μιᾶς τόσο μεγάλης τιμῆς; Πῶς ἔγιναν τόσο μεγάλες προσωπικότητες, χωρίς ποτέ νά ἐπιδιώξουν ἀνθρώπινες δόξες;

Στό ἐρώτημα αὐτό ἀπαντάει μέ δυό λέξεις ἕνα ἐπίσης ὡραῖο τροπάριο τῆς γιορτῆς τους: Οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι, λέει, ἔβαλαν στόχο τους νά γίνουν «χωρητικά δοχεῖα τοῦ Φωτός». Αὐτό ἦταν τό κατόρθωμά τους. Αὐτός ἦταν ὁ κόπος τους. Αὐτό ἦταν τό ἄθλημά τους! Εἶδαν τό Φῶς. Τό ἔβαλαν μέσα τους. Καί τό κράτησαν.

Καί αὐτό εἶναι τό πιό ἀξιέπαινο ἄθλημα, διότι, γιά νά γίνει κάποιος «χωρητικό δοχεῖο τοῦ Φωτός τοῦ Χριστοῦ», χρειάζεται

νά ἀδειάσει τό ἐγώ του ἀπό τήν ἰδέα ὅτι τά ξέρει ὅλα·

νά καθαρίσει τήν καρδιά του ἀπό κάθε βρωμιά ἁμαρτίας καί αἰσχρότητας·

νά πάψει νά ἀπαιτεῖ ἀπό ὅλους ἀγάπες καί τιμές·

νά ξεκαβαλικέψει τό «καλάμι» ὅτι δικαιοῦται νά κρίνει τούς πάντες καί τά πάντα·

καί νά ἀναζητεῖ παντοῦ καί πάντοτε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τό μόνο ἅγιο καί σωτήριο.
 

* * *
 
Σ’ αὐτά τά ἀθλήματα οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι πῆραν «ἄριστα». Πῆραν «μετάλλιο χρυσό». Μέ τό «σπαθί» τους. Καί μέ τόν ἱδρῶτα τους.

Καί, ὅσο αὐτοί δέν ἐπεδίωξαν ποτέ ἀνθρώπινες τιμές, τόσο ὁ Θεός τούς δό­ξα­σε! Καί χωρίς νά τό ἔχουν ποτέ ὀνειρευτῆ, ἔγιναν οἱ δώδεκα στῦλοι πού κρατᾶνε ὁλό­κληρο τό τεῖχος τῆς Νέας Ἱερουσαλήμ, δηλαδή τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ! Ἔγι­ναν τά ἀσά­λευ­τα θε­μέ­λια τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο!

Εορτή της Συνάξεως των Αγίων Δώδεκα Αποστόλων

Εορτή της Συνάξεως των Αγίων Δώδεκα Αποστόλων
Γιορτάζουμε σήμερα 30 Ιουνίου, ημέρα της Συνάξεως των Αγίων Δώδεκα Αποστόλων.
Οι Απόστολοι του Χρίστου θα ξεχωρίζουν μέσα στην Ιστορία της Εκκλησίας, σαν οι υπέρλαμπροι αστέρες πρώτου μεγέθους της πνευματικής ζωής.
Την 30η Ιουνίου, η Εκκλησία γιορτάζει τους δώδεκα Αποστόλους που αρχικά εξέλεξε ο Κύριος, πλην του Ιούδα Ισκαριώτη.
Αυτοί είναι: Σίμωνας (Πέτρος), Ανδρέας, Ιάκωβος, Ιωάννης, Φίλιππος, Θωμάς, Βαρθολομαίος (Ναθαναήλ), Ματθαίος, Ιάκωβος του Αλφαίου, Σίμωνας ο Ζηλωτής, Ιούδας ο αδελφός του Ιακώβου του μικρού και ο Ματθίας,που εξελέγη μέσα στο υπερώο τις παραμονές της Πεντηκοστής, σε αντικατάσταση του Ιούδα του Ισκαριώτη.
Τη ζωή του καθενός των Αποστόλων αυτών, σκιαγραφούμε στις ιδιαίτερες γιορτές τους. Εδώ γίνεται υπενθύμιση της ενότητας που είχαν μεταξύ τους, αλλά και της ηθικής τους, που τόσο συνέβαλε στην πνευματική εν Χριστώ αναγέννηση του κόσμου.
Έχουμε, λοιπόν, χρέος και εμείς οι αγωνιζόμενοι χριστιανοί, να κινούμαστε στα ίχνη τους και με θερμό ζήλο για τη διάδοση του σωτηριώδους μηνύματος του Ευαγγελίου, που διέπνεε κι αυτούς, να γίνουμε μιμητές του έργου τους.
Στους εορτάζοντες και στις εορτάζουσες, χρόνια πολλά και ευάρεστα στο Θεό !!!
Απολυτίκιο:
Ήχος γ'. Την ωραιότητα.
Ως δωδεκάπυρσος, λυχνία έλαμψαν, οι Δωδεκάριθμοι, Χριστού Απόστολοι, Πέτρος και Παύλος συν Λουκά, Ανδρέας και Ιωάννης, Βαρθολομαίος Φίλιππος, συν Ματθαίω και Σίμωνι, Μάρκος και Ιάκωβος, και Θωμάς ο μακάριος, και ηύγασαν τους πίστει βοώντας χαίρετε Λόγου οι αυτόπται.

Ιερός συγκλονισμός στην Πάτρα κατά την ανακομιδή των λειψάνων του ηγιασμένου π. Γερβασίου Παρασκευόπουλου


Πενήντα χρόνια μετά τήν κοίμησή του, ἡ Πάτρα ἀσπάσθηκε τά Λείψανα τοῦ ἡγιασμένου «Παπούλη» της, τοῦ π. Γερβασίου (Παρασκευοπούλου), τοῦ διδασκάλου καί πνευματικοῦ της ὁδηγοῦ. Τοῦ λαμπροῦ κληρικοῦ μέ τό ἀδαμάντινο ἦθος, τοῦ ἐναρέτου, 

τοῦ ἀκαμάτου καί ἀσυμβιβάστου ἱεροκήρυκος, τοῦ παπᾶ τῆς φτωχολογιᾶς, τοῦ προστάτου τῶν προσφύγων, τοῦ ἱδρυτοῦ τῶν Κατηχητικῶν Σχολείων στήν Ἑλλάδα.

Πενήντα χρόνια μετά, ὁ Μητροπολίτης Πατρῶν κ.κ. Χρυσόστομος εὐλόγησε μέ τήν τιμία κάρα τοῦ ἁγίου Γέροντος τόν Λαό τῆς Ἀποστολικῆς Μητροπόλεως τῶν Πατρῶν, παρουσίᾳ τῶν Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτῶν Ὕδρας, Σπετσῶν καί Αἰγίνης κ.κ. Ἐφραίμ, Κηθύρων κ.κ. Σεραφείμ, καί Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως κ.κ. Ἱερεμίου, οἱ ὁποῖοι συμμετεῖχαν στίς συγκινητικές λατρευτικές ἐκδηλώσεις.

Πλῆθος Κληρικῶν καί Μοναχῶν καί πλήθη Λαοῦ ἔραναν μέ δάκρυα καί μύρα καί ροδοπέταλα, τά Λείψανα τοῦ «Παπούλη» τῆς Πάτρας, καί ἐπανέλαβαν ὅ,τι σύμπας ὁ Λαός ἐκραυγάσε κατά τήν ὥρα, τῆς Ἐξοδίου Ἀκολουθίας του τήν 1η Ἰουλίου 1964: «Εἶναι Ἅγιος!».

Συγκλονιστικό τό κήρυγμα τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Πατρῶν Χρυσοστόμου, ὁ ὁποῖος ἐσκιαγράφησε μέ λόγους μοναδικούς τήν προσωπικότητα τοῦ ἱεραποστολικῶς ἐργασθέντος καί ὁσιακῶς τελειωθέντος π. Γερβασίου, ὁ ὁποῖος ἔφυγε μικρό παιδί, πάμπτωχο καί πονεμένο, ἀπό τήν Ἀρκαδία γιά νά δώσῃ τά πλούτη καί τά βάθη τοῦ πνεύματος στόν Πατραϊκό Λαό καί νά φύγῃ πάλι πάμπτωχος γιά τήν οὐράνια πατρίδα.

Τά Λείψανα τοῦ π. Γερβασίου τοποθετήθηκαν σέ εἰδική Λειψανοθήκη ἐντός τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς τῶν Κατασκηνώσεων στά Συχαινά τῶν Πατρῶν, τόν ὁποῖο Ναό ἐκεῖνος ἔκτισε καί τίς ὁποῖες κατασκηνώσεις ἐκεῖνος ἵδρυσε.

ΛΟΓΟΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΑΝΑΚΟΜΙΔHΝ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΛΕΙΨΑΝΩΝ
ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ π. ΓΕΡΒΑΣΙΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΥ
(29/6/2014)

Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πατρῶν κ.κ. Χρυσοστόμου «Καί τήν ράβδον... λαβέ ἐν τῇ χειρί σου καί πορεύσῃ... καί πατάξεις τήν πέτραν, καί ἐξελεύσεται ἐξ αὐτῆς ὕδωρ, καί πίεται ὁ λαός» (Ἐξοδ. 17, 5-6).

Δοξολογίαν ἀναπέμπομε σήμερον πρός τόν Δομήτορα τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ ὁποῖος ἐχάρισε στόν Ὀρθόδοξο Λαό του, ἄνδρα πλήρη πνεύματος καί χάριτος οὐρανίου, ὅστις ἐν ταῖς ἐσχάταις ἡμέραις ἔλαμψεν ὡς ἀστήρ καί λύχνος ἐπί τήν λυχνίαν τῆς τοῦ Κυρίου φωτοφόρου Καθέδρας, τῆς μιᾶς δηλαδή, ἁγίας, καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς του Ἐκκλησίας.

Γονυπετεῖς προσκυνοῦμε τόν Τάφο, τήν Ἁγία Κάρα καί τόν Σταυρό τοῦ μαρτυρίου τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Ἀνδρέου τοῦ Πρωτοκλήτου, τοῦ ἱδρυτοῦ τῆς τῶν Πατρέων Ἐκκλησίας, ὁ ὁποῖος ἐκάλεσε ἐνταῦθα ἐξ ἄλλης Βησθαΐδά, τῆς ἁγιοτόκου δηλονότι γῆς τῆς Ἀρκαδίας, τόν μιμητή τῶν Ἀποστόλων, Γερβάσιον τόν ἀοίδιμο τοῦ Κυρίου θεράποντα.

Χρέος ἱερό καί καθῆκον ἅγιο ἐκπληροῦμε σήμερον πρός τόν στοργικό πατέρα καί διδασκάλο, τόν ἐπί δεκαετίας πνευματικῶς γεωργήσαντα καί ἱεραποστολικῶς κλεΐσαντα καί πνευματικῶς τόν Ἱερόν Ἀμπελῶνα τοῦ Κυρίου ἐν Πάτραις, ὑπέρ τοῦ ὁποίου πολλά ἐμόγησεν.

Τιμή ἀποδίδομε πρός τόν ἁπλοῦν καί σεμνό, τόν μαθητή τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως, τόν λιτό καί ἀσκητικό, τόν γλυκύ καί αὐστηρό, τόν ἀκριβῆ τηρητήν τῶν Ἀποστολικῶν καί Ἑλληνορθόδοξων παραδόσεων, τόν ἐμπνευσμένο, τόν πρωτοποριακό καί ρηξικέλευθο ἀναγεννητή τῆς αὐστηρᾶς καί ἁγίας λειτουργικῆς μας παραδόσεως, τόν γενναῖο καί ταλαντοῦχο πνευματικό, ὁ ὁποῖος συνεκίνει μέ τήν ἁπλουστάτη παρουσία του καί ἐνέπνεε μέ τήν πυρφόρο μορφή του.

Εὐγνωμοσύνη προσφέρομε πρός τόν ποικίλοις χαρίσμασι κεκοσμημένον, τόν ὡς ἥλιον λάμψαντα καί τήν γῆν τῶν Πατρῶν οὐρανώσαντα, τόν τάς ψυχάς πυρί τοῦ πνεύματος φλογίσαντα καί τάς καρδίας τῇ δρόσῳ τῇ οὐρανίῳ δροσίσαντα, τόν ἀνάργυρο, τόν ἀκτήμονα πλήν ὅμως μέγα ἐλεήμονα, τόν ἐπίγειον ἄγγελο καί θερμουργό λειτουργό τῶν Μυστηρίων τοῦ Θεοῦ, τόν μύστη τοῦ Λόγου, τόν φλογερό καί ἀσυμβίβαστο ἱεροκήρυκα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, τοῦ ὁποίου σύνθημα ἀγωνιστικό ἦτο τό λόγιο τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, «τόν γάρ ἄρχοντα παντός λαμπτῆρος λαμπρότερον εἶναι δεῖ καί βίον ἔχειν ἀκηλίδωτον, ὥστε πάντας πρός ἐκεῖνον ὁρᾷν καί πρός τόν αὐτοῦ βίον τόν οἰκεῖον χαρακτηρίζειν» (Ὁμιλία εἰς τήν Πρός Τιμόθ. PG 62. 547)

Εὐχαριστίαν ἐκ βάθους καρδίας ἐκφράζομε πρός τόν ζηλωτή πρεσβύτερο, τόν ἱδρυτή τῶν Κατηχητικῶν Σχολείων ἐν Ἑλλάδι, τόν παπά τῆς φτωχολογιᾶς, τόν προστάτη τῶν προσφύγων, τόν ἐν καιροῖς δυσχειμέροις πρωτοσύγκελλο καί πρωτέκδικο τοῦ μεγάλου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν Χρυσάνθου, τόν κατ’ ἴχνος τόν Χριστό ἀκολουθήσαντα, τόν γενναῖον τῇ ψυχῇ, τόν ἰσχυρόν τῷ φρονήματι, τόν τῇ πίστει ἀκλόνητον, τόν ἀνεπανάληπτο ἱερουργό τῶν τοῦ Θεοῦ ἱερῶν Μυστηρίων, τόν ἱδρυτή τῆς Ἀναπλαστικῆς Σχολῆς Πατρῶν, τῆς Σχολῆς Βιοτεχνίας καί Χειροτεχνίας, τῆς Σχολῆς Ἀναλφαβήτων ἐν Πάτραις, νηπιαγωγείου, παιδικῶν κατασκηνώσεων κλπ. (πρωτοποριακές κινήσεις γιά τήν ἐποχή του), μέγαν εὐεργέτη τῆς πόλεως καί τῆς κοινωνίας τῶν Πατρῶν.

Πάντες εὐλαβῶς ὑποκλινόμεθα ἐνώπιον τοῦ γνησίου Ἕλληνος Ὀρθοδόξου Κληρικοῦ, «εἰς τήν καρδίαν τοῦ ὁποίου ἤσκει μεγίστην γοητείαν ἡ Ἑλληνική Πατρίς, ὥστε νά προσληφθῇ κατόπιν αἰτήσεώς του κατά τήν θρυλικήν ἐξόρμησιν τοῦ 1912-13, ὡς ἐθελοντής στρατιωτικός Ἱερεύς εἰς τήν στρατιάν τῶν Εὐζώνων. Καί ἠγωνίσθη πορευόμενος μετά τῶν ἀετοπόδων αὐτῶν τέκνων τῆς Ἑλλάδος, ἀνερχόμενος εἰς δυσπροσίτους ὀροσειράς καί εἰς πολυνέκρους συγκρούσεις, τρέχων πολλάκις εἰς τήν πρώτην γραμμήν τοῦ πυρός, διά νά προσφέρῃ τάς ὑπηρεσίας του —Θείαν Μετάληψιν, ἱεράν ἐξομολόγησιν— εἴς τινα ἑτοιμοθάνατον εὔζωνον» (Μητροπολίτης πρώην Ὕδρας Ἱερόθεος Τσαντίλης).

Γόνυ ψυχῆς καί σώματος κλίνωμεν ἐνώπιον τοῦ πεπυρωμένου θείῳ ἔρωτι ἡγιασμένου Γέροντος, διά τόν ὁποῖον ἰσχύουν κατά πάντα οἱ λόγοι τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρός ἡμῶν Ἰωάννου τοῦ συγγραφέως τῆς Κλίμακος, ὁ ὁποῖος θέλει τόν Ἱερέα:

α) Πατέρα,

β) Διδάσκαλον,

γ) Ἰατρόν, καί

δ) Κυβερνήτην.

Ὂντως ὁ π. Γερβάσιος ἀνεδείχθη Πατήρ, ὁ ὁποῖος ἠγάπησεν ὑπερβαλλόντως τά τέκνα του καί ἠγωνίσθη προκειμένου νά τά προστατεύσῃ ἐκ τῶν προβατοσχήμων λύκων, τῶν αἱρετικῶν δηλαδή καί τῆς μανίας τοῦ πολεμήτορος ἐχθροῦ.

Ὡς πατήρ ἐχρησιμοποίησε ὅλη τήν δύναμη τῆς ψυχῆς του ἐν ἀγάπῃ, αὐστηρότητι παιδαγωγικῇ καί δικαιοσύνῃ. «Ὁ Ἱερεύς βιώνει ἕνα μαρτύριο, καθ’ ὅτι διά τῆς λειτουργικῆς προσευχῆς ὑπέρ ὅλης τῆς ἀνθρωπότητος, βυθίζεται στόν ὠκεανό τόν ἀνθρωπίνων παθημάτων» (Γέροντας Σωφρόνιος τοῦ Ἔσσεξ, Ὀψόμεθα τόν Θεόν καθώς ἐστί, σελ. 253).

Ἐπόνεσε ὁ π. Γερβάσιος καί ἔκλαυσε μέ τόν πόνο τῶν ἀνθρώπων, τούς ἐστήριξε στήν ἀδυναμία καί στήν ταλαιπωρία τους, στήν ἀνεργία, στήν ἀνέχεια, ἀλλά καί χάρηκε ὁλόψυχα στήν χαρά τους. Ἄκουσε ἐπί ὧρες τίς ἀγωνίες τῶν νέων, ξενύχτησε προσευχόμενος γι’ αὐτούς. Γι’ αὐτό καί σήμερα τά ἄκγονα αὐτοῦ τοῦ Λαοῦ τοῦ προσφέρουν τά ἀντίδωρα τῆς υἱϊκῆς τους ἀγάπης.

Τί νά εἴπωμε περί τῆς ἰδιότητός του ὡς διδασκάλου τῶν ὑπό Θεοῦ ἀποκεκαλυμμένων ἀληθειῶν; Ὁ τρόπος του γλυκύς, πειστικός καί ὁ λόγος του τομώτερος ὑπέρ πᾶσαν μάχαιραν, συγκλονιστικός, ἀποφασιστικός, ἐπαναστατικός, μετάδοση φωτός καί πυρός, ἀφοῦ ἐγνώριζε πολύ καλά ὅτι ἡ πλέον οὐσιώδης ἀνάγκη τῆς ἀνθρωπίνης ψυχῆς εἶναι ἡ γνώση τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ.

Ἀσπαζόμεθα σήμερον τά Λείψανα τοῦ σοφωτάτου πνευματικού ἰατροῦ, ὁ ὁποῖος ἐχρησιμοποίησε τά ἀπαραίτητα πνευματικά ἐπιθήματα κατά περίπτωση, ὥστε καί τόν πόνο νά ἁπαλύνῃ καί τό τραῦμα νά ἐπουλώνῃ καί τήν θεραπεία νά ἐπιφέρῃ.

Καταφιλοῦμε τά ἅγια χέρια, τοῦ στιβαροῦ οἰακοστρόφου τῆς Ἱερᾶς Νηός, τήν ὁποία ὡδήγησε εἰς εὐδίους λιμένας.

Κλῆρος καί Λαός, ἐν ἑνί στόματι καί μιᾷ καρδίᾳ, ἐπαναλαμβάνομε ὅ,τι ἠκούσθη μυριόστομο ἐν Πάτραις, κατά τήν ὥρα τῆς ἐξοδίου Ἀκολουθίας του, πρό πεντήκοντα ἐτῶν, ἐν τῷ Ἱερῷ καί πανσέπτῳ τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου Ναῷ: «Ἅγιος! Ἅγιος! Ἅγιος!». Ὡς ἅγιος τιμᾶται στή συνείδηση Κλήρου καί Λαοῦ.

Ἀλήθεια ἀδελφοί μου, αὐτά δέν εἶναι τά στοιχεῖα που συνθέτουν τήν ζωή ἑνός ἁγίου; Ἡ ζέουσα πίστη δηλαδή, ἡ θυσιαστική ἀγάπη, ἡ προσευχή, ἡ βιωματική ἐμπειρία, τό ἐνάρετον, συνελόντ’ εἰπεῖν, κατά πάντα τοῦ ἤθους του καί τῆς πολιτείας του; Ἀκόμη, ἡ μαρτυρία τοῦ Λαοῦ, ἀλλά καί ἡ θεοσημία, ἀφοῦ Κύριος ὁ Θεός ηὐδόκησε νά φανῇ ὁ τύπος τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἐντός κορμοῦ δένδρου (ὁ πρῶτος καί μοναδικός ἀχειροποίητος Σταυρός πού πανορθοδόξως προσκυνεῖται), τό ὁποῖο ἐφύτευσε ὁ μακαριστός Γέροντας στόν χῶρο τῆς παιδικῆς ἐξοχῆς τοῦ Προφήτου Ἠλιού Πατρῶν;

Περί τῆς ἁγιότητος τοῦ μεγάλου πνευματικοῦ διδασκάλου καί ὁδηγοῦ τοῦ Λαοῦ τῆς Ἀποστολικῆς πόλεως τῶν Πατρῶν μαρτυρεῖ καί ἡ δοκιμασία, πού προσετέθη ἐκ τῆς συκοφαντίας τῶν ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι πλανηθέντες ὑπό τοῦ διαβόλου ὡδήγησαν τόν ἀοίδιμον π. Γερβάσιον εἰς ὀδύνην τήν ὁποίαν ἐν εὐχαριστίᾳ πρός τόν Θεόν καί ἐν γαλήνῃ ψυχῆς διεξῆλθε. Ἀλλά πάντα ταῦτα, διά νά λάμψῃ περισσότερον ἡ ἀλήθεια καί νά φωτισθῇ ἔτι πλέον ἡ προσωπικότης καί τό ἔργον τοῦ ἀοιδίμου ἱεραποστολικοῦ ἀνδρός, καί νά δειχθῇ ἡ μεγάλη ἀγάπη καί τιμή τοῦ Λαοῦ πρός αὐτόν. Ἐξ ἄλλου «ὁ γευθείς πνεύματος Χριστοῦ δέν δύναται νά ἀποφύγῃ τήν συνάντησιν μετά τοῦ ὠκεανοῦ τῶν θλίψεων καί τῶν δυστυχιῶν. Οὗτος συμμετέχει εἰς τήν προσευχήν τοῦ Κυρίου, ὅστις ἔδωκεν εἰς ἡμᾶς τό
‘ὑπόδειγμα’ (Ἰω. ιγ’ 15)» (Γέροντας Σωφρόνιος τοῦ Ἔσσεξ, Ὀψόμεθα τόν Θεόν καθώς ἐστί, σελ. 367).

Ὁ π. Γερβάσιος ὑπῆρξε διωκόμενος ἐκ τῆς νηπιακῆς αὐτοῦ ἡλικίας, πρῶτον ὑπό τῆς δυστρόπου μητρυιᾶς του. Διώκεται ἀκόμη ἀπό τήν πτωχεία, τήν στέρηση, τήν γυμνότητα. Διατρέχει πεζοπορῶν τήν ἀπόσταση ἀπό τήν Γορτυνία ἕως τήν Μονή Ταξιαρχῶν Αἰγιαλείας, ὅπου στό ἐκεῖ Σχολαρχεῖο διαπρέπει ὡς μαθητής, καί διά τοῦτο φθονεῖται, συκοφαντεῖται δεινῶς καί διώκεται. Δεδιωγμένος φθάνει στήν Μονή Γηροκομείου Πατρῶν, προστατευόμενος ὑπό τοῦ συντοπίτου του λαμπροῦ Ἱεράρχου Ἱεροθέου (τοῦ Μητροπούλου). Ἀλλά καί αὐτός φεύγει γιά τόν οὐρανό ἐνωρίς πρός μεγίστην ὀδύνη τοῦ νεαροῦ τότε Γεωργίου (Ἔτσι ἦτο τό κατά κόσμον ὄνομά του). Ὅταν ἀργότερα, Ἱερομόναχος πλέον, ὁ π. Γερβάσιος τοποθετεῖται Ἡγούμενος τῆς ἰδίας Μονῆς, ἐπιχειρεῖται ὑπό τῶν «παλαιοκαλογήρων» δολοφονική ἀπόπειρα ἐναντίον του καί ἀναγκάζεται νά κατέλθῃ καί αὐτοῦ τοῦ θρόνου, γιά νά φθάσῃ στά Προσφυγικά τῶν Πατρῶν, στόν τόπο τῶν διωγμένων μαρτυρικῶν ἀδελφῶν μας ἀπό τά Μικρασιατικά παράλια, ὥστε νά γίνῃ γι’ αὐτούς, ἀλλά καί γιά ὅλους τούς Πατρινούς, ὁ λατρεμένος «Παπούλης».

Δέν εἶναι τῆς παρούσης νά ἀναφέρωμε ἄλλα στοιχεῖα, τά ὁποῖα συνθέτουν τήν ὁλοφώτεινη προσωπικότητα τοῦ π. Γερβασίου καί τά ὁποῖα ἐν καιρῷ τῷ δέοντι θά ἴδουν τῆς δημοσιότητος τό φῶς.

Θα περιορισθῶ μόνον σέ δύο περιστατικά, τά οποῖα μαρτυροῦν περί τῆς ἁγιότητος τοῦ ἀοιδίμου πατρός.

1. Ἦτο μεσημέρι καί ὁ Γέροντας εὐλόγησε τήν τράπεζα στήν κατασκήνωση.

Τήν ὥρα τοῦ γεύματος, ὁ Παπούλης πετάχθηκε ἀναστατωμένος καί ἀναφώνησε: «Μιά ψυχή χάνεται!». Χωρίς νά πῇ σέ κανένα τίποτε ἄλλο, ἔφυγε βιαστικά, ἔτσι ὅπως ἦτο μέ τό ἀντερί καί τόν σκοῦφο του, καί μετέβη μέ τά πόδια σέ κάποιο σπίτι στήν περιοχή τῶν Μποζαϊτίκων, ὅπου διέμενε ἀνάπηρη κοπέλα.

Ὅταν εἰσῆλθε, βρέθηκε μπροστά σέ σκηνή συγκλονιστική. Ἡ ἀσθενής ἐπιχειροῦσε νά κόψῃ τίς φλέβες τῶν χεριῶν της, προκειμένου νά θέσῃ τέρμα στή ζωή της. Τῆς λέγει ὁ π. Γερβάσιος: «Τί σοῦ ἔκανα παιδάκι μου καί μέ ἔφερες, γέρο ἄνθρωπο, μέσα στό μεσημέρι ἐδῶ κάτω; Ἔχεις τό φωτοστέφανο στό κεφάλι σου καί πᾶς νά τά χάσῃς ὅλα;»

Τότε κατενόησε ἡ ἀσθενής τό λάθος της καί μέ δάκρυα στά μάτια ζήτησε συγγνώμη ἀπό τόν Θεό καί ἀπό τόν Γέροντα. Ἐπέστρεψε χαρούμενος στήν κατασκήνωση καί εἶπε: «Δόξα τῷ Θεῷ! Μιά ψυχή σώθηκε!».

2. Ἦταν παραμονή τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος, ἀρχές τῆς δεκαετίας τοῦ ’70. Στήν κατασκήνωση τῶν κοριτσιῶν στά Συχαινά ἀρχηγός ἦταν ἡ ἀείμνηστη Αἰκατερίνη Ἀνδρικοπούλου. Παρά τίς προσπάθειες τῶν ὑπευθύνων, δέν βρισκόταν Ἱερέας νά λειτουργήσῃ γιά τά παιδιά τήν ἑπόμενη ἡμέρα, πού ἦταν μεγάλη ἑορτή. Οὔτε γιά πρόσφορο ἐφρόντισαν. Ἐξάλλου, τί νά τό ἔκαναν; Στενοχωρημένες ἔπεσαν γιά ὕπνο, ἀφοῦ προσκύνησαν γεμάτες παράπονο τόν τάφο τοῦ Γέροντα. Τό πρωί τούς ξύπνησε ὁ κτύπος τῆς καμπάνας τοῦ Ναοῦ τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς. Πετάχτηκαν ξαφνιασμένες. Ποιός χτυπᾶ τήν καμπάνα; Ἔσπευσαν στήν Ἐκκλησία, ὅπου ἔκπληκτες βλέπουν τόν ἐνάρετο ἀείμνηστο Ἱερέα, π. Νικόλαο Κογιώνη, νά στέκεται ἐκεῖ καί νά περιμένῃ. «Πάτερ ποιός σᾶς εἶπε νά ἔλθετε σήμερα νά λειτουργήσετε, ἀλλά καί ποιός σᾶς ἄνοιξε τήν κλειδωμένη πόρτα τῆς Κατασκήνωσης;» «Ὁ Παπούλης, ὁ π. Γερβάσιος, ἐμφανίστηκε σέ μένα καί μέ κάλεσε νά λειτουργήσω γιά τά παιδιά του. Ὁ ἴδιος μου ἄνοιξε τήν πόρτα», ἀποκρίθηκε ὁ π. Νικόλαος. «Πάτερ, δέν ἔχουμε πρόσφορο», εἶπαν τό ἴδιο ἀπορημένες. «Θά φροντίσῃ καί γι’ αὐτό ὁ Παπούλης», εἶπε καί πάλι ὁ εὐλαβέστατος Ἱερεύς. Καί πράγματι. Μιά γυναίκα κατηφορίζει ἀπό τήν πύλη πρός τήν Ἐκκλησία, κρατῶντας σέ καθαρή πετσέτα τό πρόσφορό της. «Κυρία μου, ποῦ ἔμαθες ὅτι ἔχουμε Ἐκκλησιασμό καί πῶς ἦρθες τόσο πρωί;», τήν ρώτησαν. «Ξεκίνησα νά πάω τό πρόσφορό μου, πρωί-πρωί στόν Ἅγιο Νικόλαο τῶν Συχαινῶν γιά νά προλάβω τήν Προσκομιδή. Ἀλλά στόν δρόμο ἕνας γέροντας παπάς μέ σταμάτησε καί μοῦ εἶπε: “Κόρη μου, ποῦ πᾶς; Στόν Ἅγιο Νικόλαο ἔχει ὁ παπάς πρόσφορα. Νά τό πᾶς στήν Κατασκήνωση, γιά νά λειτουργήσουν”, μοῦ εἶπε καί ἐξαφανίστηκε. Ἔτσι ἦλθα». «Ποιός ἦταν ὁ παπάς;» Ἡ ἀπάντηση εἶναι φανερή.

Ἐπιτελοῦμε σήμερον ἀκόμη χρέος ἱερό καί πρός τόν μακαριστό Μητροπολίτη Ὕδρας Ἱερόθεο τόν Πατρέα, πνευματικό τέκνο καί ἀνάστημα τοῦ π. Γερβασίου, ὁ ὁποῖος πρό τῆς ὁσιακῆς κοιμήσεώς του, πολλάκις παρεκάλεσε τήν ἐλαχιστότητά μας διά τήν ἀνακομιδή τῶν λειψάνων «τοῦ ἀοιδίμου καί ἐν ἁγίοις ἀναπαυομένου», ὡς ἔλεγε χαρακτηριστικά, π. Γερβασίου.

Μάλιστα, μέχρι θαυμαστῆς λεπτομερείας, ἔδωσε ὁδηγίας περί τοῦ πρακτέου, ἅμα τῇ συμπληρώσει πεντήκοντα ἐτῶν ἀπό τῆς πρός Κύριον ἐκδημίας τοῦ Γέροντος καί Διδασκάλου τῶν Πατρῶν.

Δέος συνέχει τήν καρδία μου, ὅταν ἀναμιμνήσκωμαι τῶν λόγων τοῦ μακαριστοῦ καί λαμπροῦ, τοῦ πολυεδρικοῦ ἀδάμαντος, Μητροπολίτου Ὕδρας Ἱεροθέου, ὁ ὁποῖος τήν τελευταίαν φορά τῆς συναντήσεώς μας, μοῦ εἶπε χαρακτηριστικά: «Εἶναι ἐπιθυμία τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Γερβασίου νά γίνῃ ἡ ἀνακομιδή τῶν Λειψάνων του, ὑπό συντοπίτου του Ἀρχιερέως».

Εἶμαι δέ ἐξόχως συγκλονισμένος, διότι κατά τρόπον παράδοξο, οἱ ἐργασθέντες κατά τήν προεργασία διά τά τῆς ἀνακομιδῆς τεχνίτες, ἀκόμη καί ὁ βοηθός των, ἕλκουν τήν καταγωγήν των ἐξ Ἀρκαδίας, ἀπ’ ὅπου καί ὁ μακαριστός π. Γερβάσιος.

Ἀκόμη χρέος ἐπιτελοῦμε ἔναντι τοῦ μακαρία τῇ λήξει γενομένου, Ἱεράρχου Μαντινείας καί Κυνουρίας Θεοκλήτου, του χειροτονήσαντος ἡμᾶς Διάκονον καί Πρεσβύτερον, ὅστις μέ συμμαρτυρίαν τοῦ π. Γερβασίου εἰσῆλθεν εἰς τάς τάξεις τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου, καί ὁ ὁποῖος ἔχων ἐπί τοῦ Γραφείου του τήν φωτογραφία τοῦ μακαρίου Γερβασίου καί τήν εἰκόνα τοῦ θαυμαστῶς ἐντός τοῦ κορμοῦ τοῦ πεύκου φανέντος τύπου τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ὑπεδείκνυε ὁδόν ἀρίστη, ἐκείνη τήν ὁποίαν ἐβάδισε ὁ τοῦ Θεοῦ θεράπων κλεινός Γερβάσιος.

Πρό πάντων δέ καθῆκον ὀφειλόμενο πρός τόν Πατραϊκό Λαό, καί μάλιστα πρός τά πνευματικά τέκνα του Γέροντος, τῶν ὁποίων πόθος διακαής ἔκαιε τά ἐσώτατά τῆς καρδίας των, ὅπως πραγματοποιηθῇ ἡ ἀνακομιδή τῶν Λειψάνων τοῦ πολυσεβάστου καί ὡς ἁγίου ὑπ’ αὐτῶν τιμωμένου διδασκάλου των, καί ἀξιωθοῦν νά ἀσπασθοῦν τά ἱερά ὀστέα του, τά ὁποῖα ἡγιάσθησαν ἐκ τῶν ποικίλων πνευματικῶν καί σωματικῶν ἀγώνων του ὑπέρ τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ καί τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων.

Ἀοίδιμε Γέροντα, τήν ἡμέρα τῆς ἐξόδου σου ἐκ τοῦ ματαίου τούτου κόσμου, τά πνευματικά σου τέκνα «ἔπιπτον προσκυνητῶς πρό τοῦ σκηνώματός σου, ἔχοντος ἐστολισμένον τό πρόσωπον διά τήν τελικήν πορείαν. Ἠσπάζοντο χεῖρας καί πόδας, κλαίοντες καί ζητοῦντες τήν πολυπόθητον εὐχήν σου» (Μητροπ. Ὕδρας Ἱερόθεος).

Σήμερον πλῆθος τῶν ἐκγόνων σου, Κλῆρος καί Λαός, προσπίπτουσι καί πάλιν προσκυνητῶς πρό τῶν ἱερῶν Λειψάνων σου, καί ραίνουν μέ δάκρυα καί μύρα καί ρόδα τά ἡγιασμένα ὀστέα σου, καί λιτανεύοντες αὐτά ἐπί τῶν ὤμων ὡς θησαυρόν πολύτιμο καί ἀειλαμπῆ, ἐν χαρᾷ καί ἀγαλλιάσει ἱκετεύουσί σε:

«Ὡς παρρησίαν ἔχων πρός Θεόν, ἱκέτευε Χριστόν τόν ἀγαθόν, καί ταῖς σαῖς θερμαῖς πρεσβείαις τῶν κινδύνων καί περιστάσεων φύλαττε, ἱερώτατε πατήρ ἡμῶν Γερβάσιε.

Δεήθητι ὑπέρ τοῦ Ἐπισκόπου τῆς πόλεως ταύτης, τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου, τοῦ φιλοθέου καί φιλαγίου Λαοῦ, ὑπέρ τῶν ἀρνίων σου τῶν ἠγαπημένων, ὡς χαρακτηριστικά ἀποκαλοῦσες τά παιδιά καί τούς νέους».

Ἡμεῖς πάντες τόν Θεόν δοξάζοντες τόν σέ δοξάσαντα, χρεωστικῶς ὕμνους ἐκ καρδίας πλέκομεν καί προσφέρομέν σοι, τῷ ἀοιδίμῳ καί γεραρῷ, διδασκάλῳ καί πατρί:


«Χαίροις Ἀρκαδίας θεῖος βλαστός, χαίροις Ἐκκλησίας ἱερώτατος θησαυρός, χαίροις τῶν Πατρέων διδάσκαλος ὁ θεῖος, Γερβάσιε θεόφρον σκέπε τά τέκνα σου».


    
                                                   
                                              


ΠΗΓΗ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...