Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 13, 2014

Η ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

Η ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

ΓΙΑΤΙ ΟΙ ΕΤΕΡΟΔΟΞΟΙ ΔΕΝ ΠΙΣΤΕΥΟΥΝ ΣΤΟΝ ΤΙΜΙΟ ΣΤΑΥΡΟ
ΤΟ ΚΟΡΥΦΑΙΟ ΣΥΜΒΟΛΟ ΘΥΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΓΙΑΣΜΟΥ
ΠΑΣΑΛΟ ΤΟΝ ΑΝΑΦΕΡΟΥΝ ΟΙ ΙΕΧΩΒΑΔΕΣ ΚΑΙ ΞΥΛΟ ΣΤΗΝ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ
Η μεγάλη εορτή της Παγκοσμίου Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού είναι ένας ακόμα σημαντικός εορτολογικός σταθμός της Εκκλησίας μας.
Οι πιστοί την ημέρα αυτή καλούνται να τιμήσουν και να προσκυνήσουν τον Τίμιο Σταυρό του Κυρίου ώστε να αντλήσουν δύναμη και χάρη από αυτόν.
Η μεγάλη αυτή Δεσποτική εορτή δίνει επίσης την ευκαιρία σε όλους μας να σκεφτούμε ορισμένες βασικές αρχές και αλήθειες της πίστης μας, οι οποίες είναι συνυφασμένες με τη θεολογία του Σταυρού.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, η οποία διασώζει μόνη Αυτή ανόθευτη την βιβλική και πατερική διδασκαλία, αποδίδει την προσήκουσα τιμή στο Σταυρό του Χριστού, ως το κατ’ εξοχήν όργανο και σύμβολο της απολυτρώσεως του ανθρωπίνου γένους. Σε αντίθεση με την ποικίλη ετεροδοξία, η οποία, είτε αδιαφορεί να αποδώσει τιμή στο Σταυρό (Προτεσταντισμός), είτε πολεμά ευθέως Αυτόν, ως ειδωλολατρικό σύμβολο (Mάρτυρες του Ιεχωβά). Η Εκκλησία μας θέσπισε πολλές φορές προσκύνησης και τιμής του Σταυρού καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, με αποκορύφωμα τη μεγάλη εορτή της Παγκοσμίου Υψώσεως, στις 14 Σεπτεμβρίου.
Ο Σταυρός του Κυρίου αποτελεί για τη χριστιανική πίστη κορυφαίο σύμβολο θυσίας και αγιασμού, διότι η σημασία του είναι πραγματικά τεράστια. Ο Σταυρός μαζί με την Ανάσταση λειτουργούν ως δυο βασικοί άξονες πάνω στους οποίους κινείται η ζωή των πιστών χριστιανών. Η Ανάσταση έπεται του Σταυρού και προϋποθέτει το Σταυρό και ο Σταυρός προμηνύει την Ανάσταση. Χωρίς Σταυρό δεν γίνεται Ανάσταση. Πάνω σε αυτές τις αρχές στηρίζεται η θεολογία του Σταυρού και η σπουδαία σημασία του για τη ζωή της Εκκλησίας.
Ο μέγας απόστολος των Εθνών Παύλος, ο κατ’ εξοχήν θεολόγος του Σταυρού, τονίζει συχνά στις θεόπνευστες επιστολές του ότι ο Σταυρός του Χριστού είναι γι’ αυτόν και για την Εκκλησία καύχηση. «εμοί δε μη γένοιτο καυχάσθαι ει μη εν τω σταυρώ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού» (Γαλ.6:13), διότι « ο λόγος γαρ ο του σταυρού τοις μεν απολλυμένοις μωρία εστί τοις δε σωζομένοις ημίν δύναμις Θεού εστι,»(Α΄Κορ. 1:17»,επιεδή ο Ιησούς Χριστός «εγενήθη εν σοφία από Θεού, δικαιοσύνη τε και αγιασμός και απολύτρωσις» (1 Κορ.1:30) ως ο «Εσταυρωμένος» (1 Κορ.1:23). Ο Κύριος της δόξης «υπό χειρών ανόμων» καρφώθηκε επάνω στο ξύλο του Σταυρού, για να υποστεί το επώδυνο μαρτύριο της σταυρώσεως και να πεθάνει ως έσχιστος κακούργος. Αλλά όμως η ανθρώπινη αυτή κακουργία, εξ αιτίας της άμετρης θείας αγάπης, λειτούργησε ευεργετικά για το θεοκτόνο ανθρώπινο γένος, «συνίστησι δε την εαυτού αγάπην εις ημάς ο Θεός, ότι αμαρτωλών όντων ημών Χριστός υπέρ ημών απέθανε. Πολλώ ουν μάλλον δικαιοθέντες νυν εν τω αίματι αυτού σωθησόμεθα δι’ αυτού από της οργής. Ει γαρ εχθροί όντες κατηλλάγημεν τω Θεώ διά του θανάτου του υιού αυτού, πολλώ μάλλον καταλλαγέντες σωθησόμεθα εν τη ζωή αυτού» (Ρωμ.5:8-10).
Ο Σταυρός πριν τη μεγάλη σταυρική θυσία του Χριστού ήταν έχθιστο φονικό όργανο εκτέλεσης κακούργων. Όποιος πέθαινε δια της σταυρώσεως χαρακτηρίζονταν «επικατάρατος» (Γαλ.3:1). Αφότου όμως ο σαρκωμένος Θεός πέθανε ως κακούργος πάνω στο εγκάρσιο ξύλο, αυτό κατέστη πηγή απολυτρώσεως. Από μέσο θανατώσεως μεταβλήθηκε σε ακένωτη πηγή ζωής, από αποκρουστικό και απαίσιο όργανο των δημίων έγινε φωτεινό σύμβολο και δίαυλος ευλογιών, από ξύλο πόνου και ωδίνων κατέστη καταφύγιο ανάπαυσης και χαράς.
Η παράδοξη αυτή και μεγάλη αλλαγή συντελέσθηκε επειδή η άμετρη θεία αγάπη και ευσπλαχνία δε λειτούργησε εκδικητικά προς την ανθρώπινη αγνωμοσύνη και κακουργία. Μέσα στην απύθμενη θεία φιλανθρωπία δεν υπάρχει «χώρος» για μίσος, θυμό και εκδίκηση. Ο Θεός, ως η απόλυτη αγάπη (Α΄ Ιωάν.4:8,) αντί εκδίκησης ανταπέδωσε στον άνθρωπο ευσπλαχνία και του δώρισε τη λύτρωση από τα πικρά δεσμά της αμαρτίας και του κακού και του χάρισε την αιώνια ζωή.
Χάρη λοιπόν στην άμετρη αγάπη του Θεού, το φρικτό φονικό όργανο των ανθρώπων μετεβλήθη σε πηγή αγιασμού και απολυτρώσεως.
Σύμφωνα με την υψηλή θεολογία του ουρανοβάμωνος Παύλου ο Σταυρός του Χριστού από ατιμωτικό και φρικτό φονικό όργανο θανατώσεως των κακούργων ανθρώπων, μετεβλήθη, μετά το σταυρικό θάνατο του Κυρίου, σύμβολο σωτηρίας, μέσο συμφιλίωσης με το Θεό και πηγή αγιασμού. Η ανθρώπινη κακία έδωσε στο Θεό πόνο και θάνατο δια του ξύλου του Σταυρού, η θεία ανεξικακία και άκρα φιλανθρωπία, έδωσε, αντίθετα, στο δήμιό Του αγάπη και λύτρωση! Η δύναμη λοιπόν του Σταυρού έγκειται στην ακένωτη αγάπη του Θεού, η οποία διοχετεύεται πλέον στην ανθρωπότητα και σε ολόκληρη τη δημιουργία μέσω του Σταυρού.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας έχοντας υπόψη τους αυτή τη μεγάλη αλήθεια διατύπωσαν την περίφημη θεολογία του Σταυρού. Το ιερότατο αυτό σύμβολο είναι πια συνυφασμένο με τον Κύριο Ιησού Χριστό. Από Εκείνον αντλεί την ανίκητη δύναμή του, τον αγιασμό και τη χάρη. Γι’ αυτό και δεν είναι ειδωλολατρία να προσκυνείται από τους πιστούς, διότι προσκύνηση του Τιμίου Σταυρού, σημαίνει προσκύνηση του ιδίου του Χριστού, του Οποίου είναι το σημείο και η ενθύμηση της απολυτρωτικής Του θυσίας.
Ο Σταυρός του Χριστού αποτελεί πλέον την ενοποιό δύναμη της ανθρωπότητας. Αν το ξύλο της γνώσεως του καλού και του κακού στην Εδέμ (Γεν. γ΄ κεφ.) έγινε πρόξενος κακού και έχθρας του ανθρωπίνου γένους, το ξύλο του Σταυρού έγινε σημείο επανένωσης των ανθρώπων στο Σώμα Του Κυρίου Ιησού Χριστού. Τα δύο εγκάρσια ξύλα, που συνθέτουν το σύμβολο του Σταυρού, συμβολίζουν την ένωση των ανθρώπων με το Θεό (κάθετο ξύλο) και την ένωση των ανθρώπων μεταξύ τους (εγκάρσιο ξύλο). Φυσικά η ένωση των ανθρώπων περνά αναγκαστικά από τη σχέση τους με το Θεό. Το εγκάρσιο ξύλο παριστά, επίσης, τα δύο χέρια του Εσταυρωμένου Λυτρωτή μας, τα οποία είναι ανοιγμένα για να αγκαλιάσουν ολόκληρη την ανθρωπότητα. Μέσα σε αυτή τη θεώρηση η νέα εν Χριστώ ανθρώπινη κοινωνία έχει διαφορετική υφή από τις προχριστιανικές και εξωχριστιανικές κοινωνίες. Η ενοποιός δύναμη του Σταυρού του Χριστού αδελφοποιεί τους ανθρώπους, δημιουργώντας την κοινωνία της αγάπης, της αδελφοσύνης, της δικαιοσύνης και της ειρήνης.
Το σύμβολο του Τιμίου Σταυρού είναι ακόμα η φοβερή δύναμη κατά των αντίθεων δυνάμεων. Μέχρι το σταυρικό θάνατο του Χριστού, ως όργανο του κακού, χρησιμοποιούνταν για την καταστροφή και το θάνατο. Αφότου ο Θεός καταδέχτηκε να καρφωθεί και να πεθάνει πάνω σ’ αυτόν μεταβλήθηκε σε όπλο εναντίων εκείνων που το χρησιμοποιούσαν.
Η Εκκλησία μας ψάλλει θριαμβευτικά: «Κύριε όπλον κατά του διαβόλου τον σταυρόν Σου ημίν δέδωκας, φρύττει γαρ και τρέμει μη φέρων καθοράν αυτού την δύναμιν, ότι νεκρούς ανιστά και θάνατον κατήργησεν». Το σύμβολο του Τιμίου Σταυρού είναι το θαυμαστό φυλακτήριο των πιστών. Δεν υπάρχει αγιαστική πράξη της Εκκλησίας μας που να μην σταυρώνονται οι πιστοί, δεν υπάρχει στιγμή προσευχής που να μην ποιούμε το σημείο του Σταυρού, δεν υπάρχει δύσκολη στιγμή που να μην αγιάζουμε το σώμα μας με το σημείο του Σταυρού για να θωρακιζόμαστε έτσι κατά των δυνάμεων του κακού. Ο Τίμιος Σταυρός αντικατέστησε όλα τα δεισιδαίμονα και αναποτελεσματικά φυλακτήρια του παρελθόντος.
Οι πιστοί πλέον φέρουν με καμάρι Αυτόν ως πολύτιμο και αποτελεσματικό φυλακτήριο κατά του κακού, αλλά και ως ομολογία της πίστης τους στην μεγάλη απολυτρωτική θυσία του Χριστού. Πρέπει να επισημάνουμε εδώ την φανερή αποστροφή, ακόμα και την έχθρα προς τον Σταυρό του Χριστού, πολλών αιρετικών χριστιανικών ομάδων. Στο σύνολό του, λοιπόν, ο προτεσταντικός κόσμος δεν αποδίδει καμιά τιμή στο Σταυρό. Είναι γνωστό πως οι προτεστάντες δεν κάνουν το σημείο του Σταυρού και χρησιμοποιούν αυτόν μόνο ως διακοσμητικό στοιχείο!.
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά μάλιστα, χειρότερα από αυτούς μάχονται με λύσσα το σημείο του Σταυρού. Δεν προφέρουν καν το όνομα Σταυρός και αντ’ αυτού τον ονομάζουν πάσαλο. Στην Καινή Διαθήκη έχουν αντικαταστήσει την ονομασία του Σταυρού με ξύλο!
Η κατάσταση της κατάνυξης και της χαρμολύπης που δημιουργεί στην ψυχή μας η παρουσία και θέα του Τιμίου Σταυρού μας κάνει να υπομένουμε με καρτερία και υπομονή τα προβλήματα της ζωής, δηλαδή να υπομένουμε τον προσωπικό μας σταυρό (Ματθ.16:24), ελπίζοντας εξάπαντος στην επερχόμενη ανάσταση, μεταφορικά και κυριολεκτικά. Αυτή η ακράδαντη πίστη μας δίνει δύναμη και μας κάνει να αντιμετωπίζουμε τη ζωή με αισιοδοξία, σε αντίθεση με την παποπροτεστατική Δύση, η οποία ζητά εναγωνίως την ευδαιμονία χωρίς τη θυσία, δηλαδή ζητά την ανάσταση χωρίς το σταυρό. Γι’ αυτό και δεν μπορεί να τη συναντήσει πουθενά.
Η ελληνορθόδοξη παράδοσή μας έχει ως βάση την παύλειο αρχή «ει δε απεθάνομεν συν Χριστώ, πιστεύομεν ότι και συζήσομεν αυτώ, ειδότες ότι Χριστός εγερθείς εκ νεκρών ουκέτι αποθνήσκει, θάνατος αυτού ουκέτι κυριεύει»(Ρωμ.6:8-9). Αυτό μας κάνει να ξεχωρίζουμε από την αιρετική Δύση, η οποία όζει από απαισιοδοξία, εξαιτίας του πνευματικού της θανάτου, μη έχοντας ελπίδα αναστάσεως, διότι δεν πιστεύει στη δύναμη του Σταυρού του Χριστού και δεν έχει την ταπεινή διάθεση να συσταυρωθεί μαζί Του, για να μπορέσει έτσι να συναναστηθεί με Αυτόν.
Για να μπορεί όμως ο άνθρωπος να λάβει τον θείο αγιασμό μέσω του Σταυρού είναι απαραίτητο να πιστέψει στο Λυτρωτή Χριστό και στην σταυρική απολυτρωτική Του Θυσία. Επίσης πρέπει να σταυρώσει και αυτός τον εαυτό του όπως και ο Χριστός, να συσταυρωθεί μαζί Του, όχι βέβαια κυριολεκτικά όπως κάνουν κάποιοι παπικοί, που κάθε χρόνο τη Μ. Παρασκευή σταυρώνονται σε ξύλο σταυρού, αλλά πρέπει να σταυρώσει ο άνθρωπος όχι το σαρκίο του, αλλά τον αμαρτωλό και κακό εαυτό του, «ταις του βίου ηδοναίς», όπως προτρέπει ο ιερός υμνογράφος της Μ. Εβδομάδος. «ίνα και συζήσωμεν αυτώ (τω Χριστώ)».
Η μεγάλη εορτή της Παγκοσμίου Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού είναι μια ακόμα ευκαιρία για όλους μας να σκεφτούμε τις άπειρες δωρεές του Θεού στη ζωή μας. Να στρέψουμε το βλέμμα μας στο εκθαμβωτικό φως του Σταυρού προκειμένου να διαλύσουμε το σκοτεινό έρεβος των αμαρτιών της ψυχής μας.
Δεν έχουμε πολλές επιλογές, ή αποδεχόμαστε τη λυτρωτική δύναμη του Σταυρού του Χριστού και σωζόμαστε, ή παραμένουμε δούλοι της αμαρτίας και φορείς του κακού και χανόμαστε. Η κλήση προς τη λύτρωση είναι πάντα ανοιχτή, φτάνει να πάρουμε τη μεγάλη απόφαση και να την αποδεχτούμε. Ο Κύριος μας περιμένει.
Πηγή: Ιερά Μητρόπολις Πατρών

«ΤΟΝ ΣΤΑΥΡΟΝ ΣΟΥ ΠΡΟΣΚΥΝΟΥΜΕΝ ΔΕΣΠΟΤΑ» ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ

ΤΟΝ ΣΤΑΥΡΟΝ ΣΟΥ ΠΡΟΣΚΥΝΟΥΜΕΝ ΔΕΣΠΟΤΑ»
ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητού
Η Παγκόσμια Ύψωση του Τιμίου Σταυρού αποτελεί έναν σπουδαίο εορτολογικό σταθμό του εκκλησιαστικού έτους. Στις 14 Σεπτεμβρίου σύμπασα η Ορθοδοξία τιμά τον Σταυρό του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, ο οποίος χαρακτηρίζεται ως το «καύχημά» Της και η «δόξα» Της. Πηγές της εκκλησιαστικής μας ιστορίας αναφέρουν ότι η εορτή της Παγκόσμιας Ύψωσης είχε καθιερωθεί από τα αρχαία χρόνια, ίσως μάλιστα να είχε καθιερωθεί και από αυτόν τον Μέγα Κωνσταντίνο, κατά προτροπή προφανώς της μητέρας του αγίας Ελένης, αμέσως μετά την εύρεση του Τιμίου Ξύλου στα Ιεροσόλυμα, γύρω στο 330 μ.Χ.
Η τιμή προς τον Τίμιο Σταυρό ανάγεται στους αποστολικούς χρόνους. Οι επιστολές του αποστόλου Παύλου είναι γεμάτες από χωρία με τα οποία ο μέγας απόστολος εξαίρει τον ρόλο του Σταυρού στην διαδικασία της σωτηρίας του κόσμου. Πρώτος ο Παύλος ομίλησε για την καύχηση του Σταυρού του Χριστού. Οι αποστολικοί Πατέρες ομιλούν και αυτοί με σεβασμό και τιμή προς το ιερό σύμβολο, μέσω του οποίου έγινε η καταλλαγή με το Θεό και επιτεύχθηκε η σωτηρία με την απολυτρωτική θυσία του Χριστού.
Οι κατακόμβες είναι γεμάτες από χαραγμένους σταυρούς. Οι διωκόμενοι χριστιανοί από τους φανατικούς ειδωλολάτρες θεωρούσαν τους εαυτούς τους τύπους του αδίκως παθόντος Κυρίου Ιησού Χριστού. Πίστευαν ότι εξαιτίας της πίστεώς τους στο Χριστό έφεραν και αυτοί το δικό τους σταυρό, γι’ αυτό το ιερό αυτό σύμβολο ήταν τόσο αγαπητό σε αυτούς. Αυτό τους εμψύχωνε και τους έδινε τη δύναμη του μαρτυρίου.
Η δύναμη του Τιμίου Σταυρού φάνηκε στο θαυμαστό όραμα του Μεγάλου Κωνσταντίνου, στα 312, ενώ βάδιζε εναντίον του Μαξεντίου κοντά στη Ρώμη. Ο Κωνσταντίνος εξέφραζε την νέα εποχή, σε αντίθεση με τους συναυτοκράτορές του, οι οποίοι εξέφραζαν και προσπαθούσαν να συντηρήσουν τον παλιό κόσμο, που κατέρρεε ραγδαία. Ο μεγάλος αυτοκράτορας είδε στον ουρανό, ημέρα μεσημέρι, το σημείο του σταυρού, σχηματισμένο με αστέρια, και την επιγραφή «ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΝΙΚΑ», επίσης σχηματισμένη με αστέρια. Ήταν η 28η Οκτωβρίου 312. Από εκείνη την ώρα έδωσε διαταγή το σημείο αυτό να γίνει το σύμβολο του στρατού του. Χαράχτηκε παντού, στις ασπίδες των στρατιωτών, στα κράνη, στα λάβαρα, και αλλού.
Ο εχθρός κατατροπώθηκε και ο Κωνσταντίνος έγινε μονοκράτωρ του απέραντου κράτους. Δεν είχε καμιά αμφιβολία ότι η δύναμη του Σταυρού του είχε χαρίσει αυτή την περήφανη νίκη, γι’ αυτό προσέγγισε τη νέα ανερχόμενη θρησκευτική πίστη των χριστιανών. Κατάλαβε ο μεγάλος και διορατικός εκείνος άνδρας ότι το μέλλον της ανθρωπότητας ανήκε στον Χριστιανισμό, όπως και έγινε. Έτσι έδωσε αμέσως διαταγή να σταματήσουν οι διωγμοί εναντίον των χριστιανών, καθώς και όλων όσων διώκονταν για τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις. Με το γνωστό «Διάταγμα των Μεδιολάνων» κατοχυρώθηκε η ανεξιθρησκία στο κράτος. Παράλληλα υιοθέτησε τις ευαγγελικές αρχές για να γίνουν η βάση του δικαίου και της νομοθεσίας του (κατάργηση δουλείας, κοινωνική πρόνοια, αργία Κυριακής, κλπ). Για να είναι δίκαιος με όλους τους υπηκόους παρέμεινε προστάτης και της εθνικής θρησκείας (Μέγας Αρχιερεύς).
Το 326 αναχώρησε για τους Αγίους Τόπους η ευσεβής χριστιανή μητέρα του αγία Ελένη. Με την γενναία επιχορήγηση του Κωνσταντίνου άρχισε το κτίσιμο λαμπρών ναών επί των ιερών προσκυνημάτων. Επίκεντρο ήταν ο Πανάγιος Τάφος του Κυρίου. Στο σημείο εκείνο ο αυτοκράτορας Αδριανός είχε κτίσει το 135, κατά τη δεύτερη καταστροφή της Ιερουσαλήμ, ναό της Αφροδίτης.
Πρώτη ενέργεια της αγίας Ελένης ήταν η ανεύρεση του Τιμίου Σταυρού, ο οποίος είχε ριχτεί από τους ρωμαίους σε παρακείμενη χωματερή. Σύμφωνα με την παράδοση οδηγήθηκε εκεί από ένα αρωματικό φυτό που φύτρωνε στο μέρος εκείνο, το γνωστό μας βασιλικό. Ύστερα από επίπονες ανασκαφές τελικά βρέθηκαν τρεις σταυροί, του Κυρίου και των δύο ληστών. Οι εκκλησιαστικοί ιστορικοί Φιλοστόργιος και Νικηφόρος αναφέρουν ότι ο Σταυρός του Κυρίου εντοπίσθηκε ύστερα από θαύμα, τοποθετήθηκε πάνω σε νεκρή γυναίκα και αυτή αναστήθηκε!
Η πιστή βασιλομήτωρ, με δάκρυα στα μάτια παρέδωσε τον Τίμιο Σταυρό στον Πατριάρχη Μακάριο, ο οποίος στις 14 Σεπτεμβρίου του έτους 335 τον ύψωσε στον φρικτό Γολγοθά και τον τοποθέτησε στον πανίερο και περικαλλή ναό της Αναστάσεως, τον οποίο είχε ανεγείρει η αγία πάνω από τον Πανάγιο Τάφο και ο οποίος σώζεται ως σήμερα. Το σημαντικό αυτό γεγονός σημάδεψε την ζωή της Εκκλησίας και γι’ αυτό άρχισε να εορτάζεται ως λαμπρή ανάμνηση. Έτσι καθιερώθηκε η μεγάλη εορτή της Παγκόσμιας Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού.
Όμως την αγία αυτή ημέρα εορτάζουμε και την δεύτερη ύψωση. Στα 613 οι Πέρσες κυρίεψαν την Παλαιστίνη, λεηλάτησαν και κατέστρεψαν τα ιερά προσκυνήματα και πήραν ως λάφυρο τον Τίμιο Σταυρό και τον μετέφεραν στη χώρα τους. Η παράδοση αναφέρει ότι άπειρα θαύματα γινόταν εκεί. Οι πυρολάτρες Πέρσες θεώρησαν το Τίμιο Ξύλο μαγικό και γι’ αυτό το φύλασσαν και το προσκυνούσαν, χωρίς να γνωρίζουν την πραγματική του φύση και ιδιότητα! Ο αυτοκράτορας Ηράκλειος μετά την νίκη του εναντίον των Περσών παρέλαβε τον Τίμιο Σταυρό και τον μετέφερε στην Ιερουσαλήμ. Ο Πατριάρχης Ζαχαρίας τον ύψωσε εκ νέου στο ναό της Αναστάσεως. Ήταν 14 Σεπτεμβρίου του 626.
Ο εκκλησιαστικός συγγραφέας Παυλίνος αναφέρει στην ενδέκατη επιστολή του ότι η τοπική εκκλησία των Ιεροσολύμων θεώρησε ότι ο Σταυρός του Χριστού ανήκει σε όλη την χριστιανοσύνη και γι’ αυτό αποφάσισε να τεμαχίσει το Τίμιο Ξύλο και να το διανείμει σε όλη την Εκκλησία. Έτσι διασώθηκαν μέχρι σήμερα πολλά τεμάχια, τα οποία φυλάσσονται ως τα πολυτιμότερα κειμήλια, κυρίως στις ιερές μονές του Αγίου Όρους. Μια εσχατολογική προφητεία λέγει πως ένα από τα συγκλονιστικά γεγονότα του τέλους του κόσμου θα είναι και η επανένωση του Τιμίου Σταυρού!
Οι ορθόδοξοι πιστοί τιμούμε με ιδιαίτερο τρόπο την αγία ημέρα της Υψώσεως του Σταυρού του Κυρίου μας. Η ιερές ακολουθίες έχουν πανηγυρικό χαρακτήρα, ενώ έχει θεσπισθεί αυστηρή νηστεία. Κατακλύζουμε του ιερούς ναούς προκειμένου να προσκυνήσουμε τον Τίμιο Σταυρό και να αντλήσουμε δύναμη και χάρη ουράνια από αυτόν. Παίρνουμε μαζί μας κλώνους βασιλικού ως ευλογία και τον εναποθέτουμε στα εικονίσματα ως ελιξίριο κατά του κακού. Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι η τιμή και η προσκύνηση του Σταυρού είναι προσκύνηση του Ίδιου του Εσταυρωμένου Λυτρωτή μας Χριστού και όχι ειδωλολατρική πράξη, όπως κακόβουλα μας κατηγορούν οι ποικιλώνυμοι αιρετικοί. Ο Σταυρός του Κυρίου μας είναι το καύχημά μας, το νικηφόρο λάβαρο κατά του μεγαλύτερου εχθρού μας, του διαβόλου, το αήττητο όπλο κατά του πολυπρόσωπου κακού. Με ένα στόμα και με μια καρδιά ψάλλουμε τον υπέροχο παιάνα – τροπάριο της μεγάλης εορτής: «Σώσον Κύριε τον λαόν Σου και ευλόγησον την κληρονομίαν Σου…».

Ομιλία στην Ύψωση του Τιμίου Σταυρού, του μακαριστού Μητροπολίτου Νικοπόλεως π. Μελετίου Καλαμαρά Διαβάστε περισσότερα: Ομιλία στην Ύψωση του Τιμίου Σταυρού, του μακαριστού Μητροπολίτου Νικοπόλεως π. Μελετίου Καλαμαρά

Σήμερα, πού ἔχομε τήν ἑορτή τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, στρέφομε τή σκέψη μας πρός τούς πρώτους χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι ὅταν ζωγράφισαν τόν Τίμιο Σταυρό, ἔβαλαν ἐπάνω Του καί τά λόγια: «Φῶς, Ζωή». Στή μία πλευρά «Φῶς» καί στήν ἄλλη «Ζωή». Ὁ Σταυρός εἶναι Φῶς καί Ζωή. Ἀκόμη, στρέφομε τήν σκέψη μας, πρός τήν Ἁγία καί ἔνδοξη Βασίλισσα, μητέρα τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου, Ἑλένη, ἡ ὁποία ζώντας τήν πίστη τήν ἀληθινή καί ζώντας τή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας ὅτι ὁ Σταυρός εἶναι Φῶς καί Ζωή, ἐπεθύμησε νά ἔρθει καί νά ἀσπαστεῖ τόν ἴδιον τόν Τίμιο Σταυρό τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος κατά τήν παράδοση ἦταν πεταμένος ἀπό τούς Ἑβραίους στόν σκουπιδότοπο καί ἦταν σκεπασμένος μέ ὅλων τῶν εἰδῶν τίς βρωμιές καί τίς ἀκαθαρσίες. Καί πῆγε ἐκεῖ πού μέχρι τότε κανείς δέν τολμοῦσε, λόγῳ τῶν διωγμῶν καί λόγῳ τοῦ πλήθους τῶν Ἑβραίων, νά πατήσει. Πῆγε μέ τή δύναμη καί μέ τό ὄνομα τοῦ υἱοῦ της μεγίστου καί ἰσαποστόλου Κωνσταντίνου καί ἔψαξε καί ἔσκαψε κάτω ἀπό τίς βρωμιές καί τίς ἀκαθαρσίες τῶν Ἑβραίων, πού εἶχαν πετάξει μετά ἀπό τή μεγάλη ἐκείνη Ἁγία Παρασκευή τῆς σταύρωσης τοῦ Χριστοῦ. Στίς 3 Αὐγούστου, βρῆκε τούς τρεῖς σταυρούς. Τῶν δύο ληστῶν καί τοῦ Σωτήρα μας. Καί ἀπορώντας ποιός ἀπό τούς τρεῖς εἶναι ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ, ἔκανε στή σκέψη ὅτι οἱ μέν σταυροί τῶν ἀνθρώπων εἶναι ἄχρηστα καί νεκρά ξύλα, ὁ δέ Σταυρός πάνω στόν ὁποῖον ἀπέθανε ἡ Ζωή τοῦ κόσμου, ὁ Κύριος καί Σωτήρ ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, εἶναι ζωοποιός καί δύναμη ζωῆς. Εἶναι φῶς καί ζωή. Καί τότε, κατά τήν παράδοση, βρέθηκε ἐκεῖ ἕνας νεκρός ἄνθρωπος, μία νεκρή γυναίκα, πού εἶχε πεθάνει ἐκείνη τήν ἡμέρα. Ἀκούμπησε τήν νεκρή πρῶτα στόν πρῶτο σταυρό καί μετά στόν δεύτερο χωρίς ἀποτέλεσμα. Τέλος, ὅταν ἀκούμπησαν τήν νεκρή ἐπάνω στό ζωοποιό Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, ἀναστήθηκε καί δοξολόγησε τό Σωτήρα τοῦ κόσμου, δείχνοντας ἔτσι τί εἶναι ἡ δύναμις τῆς πίστης. Ἔτσι ὁ Θεός ἔδειξε σέ ὅλους, ὅτι αὐτός ἦταν ὁ ζωοποιός Του Σταυρός. Ἐπάνω στό Σταυρό τοῦ Χριστοῦ βρῆκαν νά ἔχει φυτρώσει καί ν’ ἀνθίζει ἕνα εὐῶδες φυτό, τό ὁποῖο, ἀπό τότε, ὀνομάζεται βασιλικός. Γιατί ἦταν ἐπάνω στό Σταυρό τοῦ Βασιλέως Χριστοῦ. Καί τό ὁποῖο εἶναι τό σύμβολον ὅτι ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι μόνον Φῶς καί Ζωή καί Ἀνάσταση, ἀλλά εἶναι καί Εὐωδία. Ἡ εὐωδία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ἡ εὐωδία τῆς ζωῆς, πού εἶναι ἀφιερωμένη στή δόξα τοῦ Θεοῦ καί στόν Θεόν. Δέν πρέπει ποτέ νά τό ξεχνᾶμε, ὅτι ὁ Χριστός ἦρθε στόν κόσμο γιά νά «πληρώσει τά σύμπαντα εὐωδίας» πνευματικῆς. Ἄς φανταστοῦμε τώρα μία σκηνή. Ἄς ποῦμε ὅτι κατεβήκαμε ἀπό τά ἄστρα, ἀπό τό φεγγάρι, ὅτι εἴμαστε ἐξωγήινοι. Ἐρχόμαστε στή γῆ καί κοιτάζομε νά δοῦμε τί εἶναι αὐτός ὁ κόσμος. Τί θά ἰδοῦμε, ἀδελφοί μου; Ἐγκλήματα, βλασφήμιες, κλεψιές, βρωμιές, ἀνηθικότητες, μίση, πάθη. Μανία γιά ἁρπαγή. Σέ τί βαθμό; Σέ βαθμό πού ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου ὅταν τά σκέπτεται, ἰλιγγιᾶ καί λέγει: «μά, εἶναι κόσμος αὐτός καί κοινωνία; Ἤ εἶναι ζούγκλα»; Ἄν κανείς τό φιλοσοφήσει καλά, πραγματικά ὁ κόσμος μας, δέν εἶναι κοινωνία ἀνθρώπων λογικῶν καί μέ βάσεις ἠθικές καί πνευματικές ἀλλά εἶναι ζούγκλα. Ἐνῶ, ὅμως σκέφτεται κανείς, ὅτι ἡ ἀνθρωπότητα εἶναι ζούγκλα, γιατί νοιάζεται μόνο γι’ αὐτό πού τή συμφέρει καί τό κακό εἶναι βοῶν καί κρᾶζον, ὑπάρχει καί κάτι πού τοῦ δίνει ἐλπίδα. Καί τό βλέπει κανείς, ἐάν στρέψει τά μάτια του λιγάκι πιό ἐρευνητικά καί δεῖ μέσα στίς ἐκκλησίες καί δεῖ μέσα στά σπίτια, πού ζοῦν ἥσυχα καί ἤρεμα οἱ ἄνθρωποι τῆς καλωσύνης, τῆς ἀγάπης, τῆς θυσίας, τῆς φιλαλληλίας, τῆς βοηθείας. Οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖνοι, πού στενοχωροῦνται ἄν περάσει ἡμέρα χωρίς νά κάνουν κάποιο καλό. Καί οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖνοι, πού θλίβονται ὄχι γιατί ἔκαναν κάτι πού εἶναι ὁλοφάνερα ἁμαρτία καί ρυπαρότητα, ἀλλά στενοχωροῦνται ἀκόμη καί ἄν περάσει ἀπό τή διάνοια καί ἀπό τήν ἐπιθυμία τους κάτι τό κακό. Μία κακή σκέψη. Ἄν λοιπόν στρέψομε τά μάτια μας σ’ αὐτούς τούς ἀνθρώπους, τότε, παίρνομε θάρρος καί ἐλπίδα. Γιατί δέν γίνονται ὅμοιοι μέ τούς ἄλλους; Ἀλλά, μέσα σ’ αὐτόν τόν κόσμο, τόν τόσο διαφορετικό, πού ἡ ποιότητά του κυμαίνεται ἀπό τό ὕψος τῆς ἀρετῆς μέχρι τά βάθη τῆς κακίας καί τῆς ἁμαρτίας, θά μποροῦσε κανείς νά πεῖ: «Καλά, αὐτοί οἱ ταλαίπωροι πού νοιάζονται γιά τό καλό γιατί τό κάνουν; Γιατί προσεύχονται; Γιατί θυσιάζονται; Γιατί κοπιοῦν; Γιατί πάσχουν καί ὑποφέρουν; Γιά ποιούς; Γιατί δέν τά κλωτσᾶνε ὅλα αὐτά, νά γίνουν καί αὐτοί ὅμοιοι μέ τούς ἄλλους»; Ἡ ἀπάντηση εἶναι: Γιατί κάποια ἡμέρα, κατέβηκε στόν κόσμο ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ καί ἀφοῦ ἔζησε στόν κόσμο γεμάτος ἀπό ἀγάπη καί ἀπό καλωσύνη, ἀνέβηκε στό Σταυρό ἐπισήμως. Γιατί ἀνέβηκε στό Σταυρό ἐπισήμως; Γιά νά δείξει καί στούς μέν καί στούς δέ, ποιό εἶναι τό σωστό. Καί πῶς πρέπει νά ἀντιμετωπίζουν κακίες, μίση, πάθη. Καί σέ ἐκείνους πού εἶναι μακρυά του, νά δείξει τί; Ὅτι δέν πρέπει ποτέ νά ἀπογοητεύονται. Γιατί; Γιατί, ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ, ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ ἐπάνω στό Σταυρό εἶναι Φῶς καί Ζωή. Πῶς εἶναι φῶς καί ζωή; Μέ τό νά μᾶς δείχνει ποῖο εἶναι τό νόημα τῆς ζωῆς καί τοῦ κόσμου. Ἀλλοίμονο, στόν ἄνθρωπο πού δέν θά καταλάβει ὅτι πρέπει νά ξεπεράσει ὅλο τόν κακό του ἑαυτό, ὅλες τίς κακές του ἐπιθυμίες καί δέν θέλει νά καταλάβει, ὅτι ἡ ἀληθινή ζωή εἶναι γιά νά περάσει μέ ὑπακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Νά συμπορευθοῦμε καί νά συσταυρωθοῦμε μέ Αὐτόν Ἀλλοίμονο, στόν ἄνθρωπο πού δέν θά καταλάβει ὅτι πρέπει καί ὁ ἴδιος νά σταυρωθεῖ γιά τό Θεό, πού εἶναι ὁ Κτίστης καί Δημιουργός τῶν ἁπάντων, ὅπως σταυρώθηκε ὁ Χριστός γιά μᾶς. Νά σταυρωθεῖ ὄχι σωματικά, ἀλλά νά σταυρωθεῖ γιά τά πάθη, γιά τίς κακές του ἐπιθυμίες, γιά τά μίση του, γιά τήν ἁρπαχτική του μανία, γιά τήν ἀπέραντη φιληδονία πού τόν μαστίζει. Ὅποιος αὐτό τό καταλάβει καί ἀρχίσει νά σταυρώνει τόν ἑαυτό του, ὅπως ὁ Χριστός σταύρωσε τόν ἑαυτό Του γιά μᾶς, ἀρχίζει ἡ ζωή του νά πλημμυρίζει στό φῶς καί νά γίνεται ἀληθινή ζωή. Καί ἀρχίζει ἡ ψυχή του νά ἀποκτᾶ τήν εὐωδία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Νά μυρίζει σάν τό βασιλικό, πού βρέθηκε ἐπάνω στόν Τίμιο Σταυρό. Ἀδελφοί, ὁ Χριστός ἀπέθανε μέν στό Σταυρό «τῇ ἁμαρτία». Ἀπέθανε, γιά νά πεθάνει ἡ ἁμαρτία. Ὄχι ἡ δική Του πού δέν εἶχε, ἀλλά ἡ δική μας. Γιατί ὅταν ὁ Χριστός ἀπέθανε ὑπέρ ἡμῶν, ἀπέθανε ὑπέρ τῶν ἁμαρτιῶν τοῦ κόσμου. Καί ἔδωσε τό αἷμα Του εἰς «ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καί εἰς ζωήν αἰώνιον». Πρέπει, λοιπόν καί ἐμεῖς νά πεθάνομε γιά τήν ἁμαρτία, γιά νά ἀναστηθοῦμε γιά τήν αἰώνιο ζωή. Καί νά μπορέσομε ν’ ἀποκτήσομε τήν ἐλπίδα καί τήν προϋπόθεση τῆς σωτηρίας. Ὥστε ὅταν θά ἔρθει ἡ ἡμέρα τῆς ἀναστάσεως, τῆς κοινῆς ἀναστάσεως, ὅπως λέγει στόν Ἀπόστολο, πού διαβάζομε στίς κηδεῖες, τότε πού «θά ἀκουστεῖ ἡ σάλπιγγα τοῦ ἀγγέλου», τότε πού ὅλοι θά ἀναστηθοῦμε, νά ἐξέλθομε εἰς ἀπάντησιν τοῦ ἐρχομένου μετά δόξης, Σωτῆρος τοῦ κόσμου. Καί τότε, «ἁρπαγησόμεθα ἐν νεφέλαις εἰς ἀπάντησιν τοῦ Κυρίου εἰς ἀέρα, καί οὕτω πάντοτε σύν Κυρίῳ ἐσόμεθα». Θά ἀναληφθοῦμε, καί ἐμεῖς, στούς οὐρανούς, ὅπως ἀνελήφθη πρῶτος ὁ Χριστός καί εἰσῆλθε στό πέραν τοῦ οὐρανοῦ καταπέτασμα καί θυσιαστήριο, στόν ἐπουράνιο Ναό τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, στή αἰώνιο Βασιλεία Του, ὁ Κύριος καί Σωτήρας μας Ἰησοῦς Χριστός. Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ εἶναι τό σύμβολο ὁλόκληρης τῆς χριστιανικῆς πίστης. Γι’ αὐτό ἀκριβῶς, ὅποιος εἶναι χριστιανός ἀγαπᾶ τόν Σταυρό. Τόν ἔχει στό στῆθος του, τόν ἔχει στήν καρδιά του, τόν ἔχει στό νοῦ του. Καί ὅσο καί ἄν τόν βλέπει, τόσο περισσότερο τόν καμαρώνει καί τόσο περισσότερο δέν τόν χορταίνει. Γιατί ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ εἶναι Φῶς καί Ζωή. Καί εἶναι ἡ εὐωδία τοῦ κόσμου. Ἡ εὐωδία τῶν ψυχῶν μας, ἡ ἐλπίδα τῆς αἰώνιας ἀνάστασης καί δικαιώσεως στήν ἐπουράνιο Βασιλεία. Ἀμήν.
- Τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Νικοπόλεως κυροῦ Μελετίου, ὁμιλία στόν Άγιο Χαράλαμπο Πρέβεζας στίς 14/9/1991
πηγή

ΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΚΑΙ ΖΩΟΠΟΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ (ΦΙΛΟΘΕΟΥ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως)

α´ ᾿Επειδή ἀπεκόπημεν ἀπό τήν πρώτη καί θεία καί μακαρία ζωή λόγῳ τῆς παραβάσεως τοῦ προπάτορος, καί μακρυνθέντες ἀπό τόν Θεόν, ἐγίναμε ἐξόριστοι τοῦ Παραδείσου, καί ξεπέσαμε εἰς μία πολύ ἁμαρτωλή ζωή, καί κατεκρίθημεν εἰς τό νά ἀποθάνωμε, καί κατατεμαχισθήκαμε σέ ἀναρίθμητες γνῶμες, καί πλάνες καί ἀσέβειες, ὡς δοῦλοι τοῦ ἐχθροῦ διαβόλου μέ τίς φιληδονίες καί τά πάθη τῆς σαρκός, καί διά τοῦτο εἴχαμε ἀνάγκη νά σαρκωθῇ ὁ Θεός, ὁ ῾Οποῖος δέν ὑπέφερε τήν ζημία τοῦ πλάσματός Του, οὔτε ἤθελε νά τό ἀφήσῃ νά καταστραφῇ·
προκειμένου ἀπό Αὐτόν πού ἐπλάσθημεν, ἀπό Αὐτόν καί νά ἀναπλασθῶμεν, δι᾿ αὐτόν ἀκριβῶς τόν λόγον, ὁ μονογενής Υἱός τοῦ Θεοῦ καί Λόγος, ὁ ῾Οποῖος ἀπ᾿ αἰῶνος ὑπάρχει μαζί μέ τόν Πατέρα, ἄχρονος ὤν, εὐσπλαγχνισθείς τήν φύσιν μας, ἡ ὁποία ἐγλίστρησε καί ἀπεμακρύνθη ἀπό τό καλό, καί ἐξ αἰτίας τῆς ἁμαρτίας ἔφθασε εἰς τά βάθη τοῦ ᾅδου· εὐδόκησε καί ἠθέλησε νά γίνῃ ἄνθρωπος σέ μία ὡρισμένη στιγμή, καί νά εἰσέλθῃ μέσα εἰς τόν χρόνον, καί νά γίνῃ ὅμοιος κατά πάντα μέ ἡμᾶς, πλήν τῆς ἁμαρτίας.
Διά τοῦτο ὁ ᾿Αχώρητος χωρεῖται μέσα σέ Παρθενικά σπλάγχνα, καί περιγράφεται κατά τήν σάρκα ὁ ᾿Απερίγραπτος, καί διά τῆς κοινωνίας αὐτῆς θεώνει τό πρόσλημμα, καί γίνεται ἀληθινός καί τέλειος ἄνθρωπος, Αὐτός πού πάντοτε ἦτο τέλειος Θεός.
β´ ᾿Αφοῦ λοιπόν συνανεστράφη καί ἔζησε μέσα εἰς τόν κόσμον, ἔδωσε ἐντολάς δικαιοσύνης καί ἀρετῆς, καί ἔδειξε τήν ἐπίγνωσι τῆς ἀληθείας, ἐδίδαξε τά ὠφέλιμα καί σωτηριώδη, ἔκαμε θαύματα ὑπερφυσικά, μεγάλα καί θαυμαστά. ῞Υστερα παραδίδεται ἑκουσίως εἰς χεῖρας ἀνθρώπων ἁμαρτωλῶν καί ἀδίκων, καί κατακρίνεται, καί καταδικάζεται, καί πάσχει, καί ὑπομένει τά φρικτά Πάθη, φέροντας ᾿Εκεῖνος ἀντί γιά μᾶς τούς ἁμαρτωλούς, τήν σωτήριον τιμωρίαν, καί ὀδύνην, καί κάκωσιν σύμφωνα μέ ἐκεῖνο πού ἔχει γραφῇ· «Οὗτος τάς ἁμαρτίας ἡμῶν φέρει καί περί ἡμῶν ὀδυνᾶται· Αὐτός τάς ἀσθενείας ἡμῶν ἔλαβε καί τάς νόσους ἐβάστασεν».
Καταδέχεται ὁ Κύριος τῆς δόξης καί πτυσίματα καί κτυπήματα εἰς τό πρόσωπον, κολαφίσματα, καί ὕβρεις, καί γέλωτα, τόν κόκκινον μανδύαν καί τόν ἀκάνθινον στέφανον, κάλαμον καί σπόγγον καί χολήν μέ ξύδι, τούς ἥλους καί τήν λόγχην, καί μαζί μέ ὅλα αὐτά τόν Σταυρόν καί τόν θάνατον· ἔτσι ἀφ᾿ ἑνός μέν, καταργεῖ διά τοῦ Σταυροῦ καί τοῦ θανάτου Του τήν καταδίκη καί τήν ἀπόφασι τῆς παλαιᾶς κατάρας, μέ τό νά γίνῃ κατάρα γιά χάρι μας, καθώς ἔχει γραφῇ· «᾿Επικατάρατος πᾶς ὁ κρεμάμενος ἐπί ξύλου»· ἀφ᾿ ἑτέρου δέ, διά τῆς ταφῆς καί τῆς ἀναστάσεως μᾶς ἐξάγει ἀπό τό σκοτάδι τῆς πικρᾶς καταδίκης, μᾶς ἐλευθερώνει ἀπό τά ἄλυτα δεσμά τοῦ τυράννου διαβόλου, καί χαρίζει κάθε ἐλευθερία. Διότι ὁ Κύριος ἀνίσταται τήν τρίτην ἡμέραν, καί ἀναβαίνει εἰς τούς Οὐρανούς μεσιτεύων καί προσευχόμενος γιά μᾶς ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί Πατρός· καί πρόκειται πάλιν νά ἔλθῃ μέ δόξα, διά νά κρίνῃ ὅλην τήν γῆν, καί νά ἀποδώσῃ εἰς τόν καθ᾿ ἕνα κατά τά ἔργα αὐτοῦ.
γ´ ῎Ετσι ἐπρονόησε γιά μᾶς ὁ Θεός, καί ἔτσι ἐφρόντισε νά μᾶς βγάλῃ ἀπό τήν τυραννία καί τήν ἀπάτη τοῦ διαβόλου. ῎Ετσι ηὐδόκησε νά γίνῃ ἄνθρωπος ὑπέρ ἡμῶν, καί μᾶς ἔδωσε ὡς φάρμακα πρός θεραπείαν τῆς ἀσθενείας μας τά θεῖά Του Πάθη. Καί μέ αὐτά ἀνεπλάσθημεν, καί ἀξιωθήκαμε τῆς αἰωνίου ζωῆς, καί ἐγίναμε μέτοχοι θείων Μυστηρίων, καί ἀπολαμβάνομε τά Χαρίσματα καί τάς Δωρεάς τοῦ Πνεύματος. Κατά τόν θεῖον ᾿Απόστολον· «Χριστός ἡμᾶς ἐξηγόρασεν ἐκ τῆς κατάρας τοῦ Νόμου, γενόμενος ὑπέρ ἡμῶν κατάρα». ῎Εγινε κατάρα γιά μᾶς ὁ Χριστός, ἐπειδή θυσίασε τόν ἑαυτόν Του ὑπέρ ἡμῶν, μέ τό νά ἀποθάνῃ μέ τήν θέλησίν Του τόν ἐπονείδιστον καί ἀδοξότατον θάνατον. Μᾶς ἐξηγόρασε ἀπό τήν κατάρα, διότι προσέφερε τό θεῖον καί ῞Αγιον Αἷμά Του καί μᾶς ἐλύτρωσε ἀπό τήν δουλεία τοῦ διαβόλου καί τοῦ θανάτου, καθώς καί ἀπό τήν καταδίκη καί τήν φθορά τοῦ ᾅδου.
῎Εγινε κατάρα ὁ Χριστός, ἐπειδή ἀπέθανε τόν θάνατον τῶν ἐπικαταράτων καί κακούργων. ᾿Επειδή δέ, «ἁμαρτίαν οὐκ ἐποίησεν, οὐδέ εὑρέθη δόλος ἐν τῷ στόματι Αὐτοῦ», διά τοῦτο μετέβαλε τήν κατάρα εἰς εὐλογίαν, καί βέβαια, ἀπεμάκρυνε καί συνέτριψε τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου, καί μᾶς ἐχάρισε ὁδόν σωτηρίας. Διότι ἦλθε ὁ Κύριος διά νά βαστάσῃ καί νά ἐξαλείψῃ τήν ἐναντίον μας κατάραν. Δι᾿ αὐτό καί ἐδέχθη τόν σταυρικόν θάνατον. Διότι πῶς ἠμποροῦσε διαφορετικά νά γίνῃ κατάρα, παρά μέ τό νά δεχθῇ τόν σταυρικόν θάνατον, τόν ὁποῖον ἐδοκίμαζον οἱ ἐπικατάρατοι; Πῶς ἐπίσης θά μᾶς προσκαλοῦσε εἰς τήν ὁδόν τῆς σωτηρίας, ἐάν δέν ἐσταυρώνετο; Διότι μόνον ἐπάνω σέ σταυρό ἀποθνήσκει κανείς ἔχοντας ἐκτεταμένα τά χέρια του. ῞Απλωσε λοιπόν τάς παλάμας ὁ Κύριος διά νά ἑλκύσῃ ὅλους κοντά Του καί νά τούς ἑνώσῃ μέ μίαν μυστικήν καί θείαν κοινωνίαν μεθ᾿ ἑαυτοῦ, καθώς Αὐτός εἶπεν· «῞Οταν ὑψωθῶ ἐκ τῆς γῆς, πάντας ἑλκύσω πρός ἐμαυτόν».
δ´ Διότι ὁ διάβολος πεσών ἀπό τόν Οὐρανόν μαζί μέ τούς συναποστάτας του πονηρούς δαίμονες, περιπλανᾶται τριγύρω εἰς τόν ἀέρα, καί προσπαθεῖ νά ἐμποδίσῃ αὐτούς πού ἀνέρχονται εἰς τόν Οὐρανόν. ῏Ηλθε λοιπόν ὁ Κύριος, διά νά συντρίψῃ τόν διάβολον, καί τόν ἀέρα νά καθαρίσῃ, καί νά ἀνοίξῃ γιά μᾶς δρόμο πρός τόν Οὐρανόν διά τῆς σαρκός Του, καί νά δείξῃ ὅτι Αὐτός εἶναι πού συνέχει καί διακρατεῖ τά πάντα. ᾿Επειδή λοιπόν ὁ θάνατός Του ἁγιάζει τά σύμπαντα, διά τοῦτο εὐλόγως ἐδέχθη νά ὑποστῇ τόν ἀτιμότατον σταυρικόν θάνατον.
Τοῦτο τό σχῆμα τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἐγκωμίασε καί ὁ θεῖος Δαυίδ λέγων· «Ποῦ πορευθῶ ἀπό τοῦ πνεύματός Σου, καί ἀπό τοῦ προσώπου Σου ποῦ φύγω; ᾿Εάν ἀναβῶ εἰς τόν οὐρανόν», τοῦτο φανερώνει τό ὕψος, «ἐάν καταβῶ εἰς τόν ᾅδην», τοῦτο φανερώνει τό βάθος, «ἐάν ἀναλάβοιμι τάς πτέρυγάς μου κατ’ ὄρθρον», τό ὁποῖον εἶναι ἡ ἀνατολή τοῦ ἡλίου· τοῦτο φανερώνει τό πλάτος, «καί κατασκηνώσω εἰς τά ἔσχατα τῆς θαλάσσης», τάς δυσμάς ὀνομάζει ἔτσι· τοῦτο φανερώνει τό μῆκος.
ε´ Καί ὁ θεῖος Παῦλος τοῦτο τό σχῆμα ὑπονοοῦσε γράφων πρός ᾿Εφεσίους· «῞Ινα ἐξισχύσητε», λέγει, «καταλαβέσθαι σύν πᾶσι τοῖς ἁγίοις, τί τό μῆκος, καί πλάτος, καί βάθος, καί ὕψος»· ἐννοῶντας διά μέν τοῦ ὕψους τά ἐπουράνια, διά δέ τοῦ βάθους τά ὑπόγεια τοῦ ᾅδου, διά δέ τοῦ πλάτους καί μήκους τά ἑκατέρωθεν ἄκρα, τά ὁποῖα κατέχονται ἀπό τήν δύναμι τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία βαστάζει καί διακρατεῖ τά πάντα. Διά τοῦτο ἔλεγε ὁ Κύριος, ὅτι· «Δεῖ τόν υἱόν τοῦ ἀνθρώπου σταυρωθῆναι», δηλαδή, δέν μπορεῖ διαφορετικά νά γίνῃ τό Πάθος, παρά μόνο διά τοῦ Σταυροῦ· καί ἐνῶ ὑπῆρχαν πολλά ἄλλα μέσα θανατικῆς καταδίκης, διά τῶν ὁποίων θά μποροῦσε ὁ Κύριος νά πληρώσῃ τήν οἰκονομίαν τοῦ θανάτου ὑπέρ ἡμῶν, ἀπό ὅλα τά ἄλλα εἴδη, προετιμήθη ὁ σταυρικός θάνατος, ὡς ἀναγκαῖος καί ἀπαραίτητος.
῎Ετσι τώρα ὅπου καί νά χαραχθῇ ὁ Σταυρός, εὐλογεῖ, ἁγιάζει, φωτίζει, καί δίδει ὅλα τά σωτήρια. Τοῦτον λοιπόν, ἀδελφοί μου, ἔχοντας ἀκατανίκητον ὅπλον, ἄς μή τρέμωμε, καί ἄς μή φοβούμεθα τούς ἐχθρούς· διότι αὐτοί τρέμουν τόν θεῖον Σταυρόν, καί φοβοῦνται, καί φεύγουν, ἐπειδή δέν μποροῦν, οὔτε γιά λίγο, νά ἀντικρύσουν τό σημεῖο του. Δι᾿ αὐτόν τόν λόγον, ὅλα μας τά ἔργα ἄς τά ἐπιτελοῦμε καί τελειώνουμε μέ τό σημεῖον τοῦ θείου Σταυροῦ. Διά τοῦτο ὑψώνοντες καί προσκυνοῦντες αὐτόν, μεγαλύνομε καί δοξάζομε τόν Χριστόν, ὁ ῾Οποῖος ἐσταυρώθη ἐπ᾿ αὐτοῦ. Διότι ἐκεῖνος πού ἐγκωμιάζει τόν Σταυρόν, τιμᾷ καί δοξάζει καί προσκυνεῖ τόν Σταυρωθέντα Χριστόν. Διότι διά τοῦ Σταυροῦ ὁ τύραννος διάβολος ᾐχμαλωτίσθη· διά Σταυροῦ ὁ θάνατος ἐνικήθη καί ἐξηφανίσθη, καί ὁ ᾅδης ἀπεγυμνώθη. ῎Επρεπε δηλαδή, μέ ἐκεῖνα πού μᾶς ἐνίκησε ὁ διάβολος, μέ ἐκεῖνα πάλιν νά ὑπερισχύσῃ καί νά ἐπικρατήσῃ ὁ Χριστός.
στ´ Τά αἴτια, δηλαδή, τῆς καταδίκης καί τῆς φθορᾶς μας ἦσαν ἡ γυναῖκα, τό ξύλον καί ὁ θάνατος. Διότι ἡ Εὔα ἐξηπατήθη ἀπό τόν ὄφιν διάβολον. Τό ξύλον ἦτο τό δένδρον ἐκεῖνο ἀπό τό ὁποῖον καί ἡ Εὔα καί ὁ ᾿Αδάμ ἔφαγον παρανόμως. ῾Ο θάνατος δέ, ἦτο ἡ τιμωρία τῆς παρανόμου αὐτῆς γεύσεως. ᾿Αλλ᾿ ὅμως, νά ὅτι πάλι Παρθένος καί Ξύλον καί Θάνατος! Καί ἐκεῖνα πού ἦσαν τότε αἴτια τῆς κατακρίσεως καί τῆς καταδίκης μας, τώρα ἔχουν γίνει πρόξενα τῆς νίκης καί τῆς πνευματικῆς ἐλευθερίας μας. ᾿Αντί τῆς Εὔας ἡ ὑπερευλογημένη καί ᾿Αειπάρθενος Μαριάμ· ἀντί τοῦ ξύλου πού ἦτο εἰς τόν Παράδεισον, τό Ξύλον τοῦ Σταυροῦ· ἀντί τοῦ θανάτου τοῦ ᾿Αδάμ, ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ.
Διότι μέ ἐκεῖνα πού ἐνίκησεν ὁ διάβολος, μέ αὐτά πάλι κατηργήθη καί συνετρίβη. Διά τοῦ δένδρου ἐκείνου ὁ ἐχθρός ἐνίκησε τόν ᾿Αδάμ· διά τοῦ Σταυροῦ συνέτριψε τόν ἐχθρόν ὁ Χριστός. Καί ἐκεῖνο μέν τό ξύλον τοῦ Παραδείσου ἔγινε αἰτία θανάτου καί μᾶς ὡδήγησε εἰς τόν ᾅδην· τό Ξύλον ὅμως τοῦ Σταυροῦ καί αὐτούς πού εὑρίσκοντο εἰς τόν ᾅδην τούς ἠλευθέρωσε. Τό ξύλον τοῦ Παραδείσου ἔκαμε τόν ᾿Αδάμ αἰχμάλωτον καί γυμνόν, καί τόν ἠνάγκασε νά κρυβῇ· τό Ξύλον ὅμως τοῦ Σταυροῦ ἔδειξε ἀπό ψηλά πρός ὅλους τόν νικητήν Χριστόν ἐπάνω εἰς τό Ξύλον τοῦ Σταυροῦ, ἐνίκησε τελείως, ὡσάν ἄλλος γενναῖος ἀθλητής, τάς ἐχθρικάς δυνάμεις τοῦ Πονηροῦ. Καί ὁ μέν θάνατος τοῦ ᾿Αδάμ, καί τούς ἀπογόνους του κατεδίκασε, κατέκρινε καί ἐθανάτωσε· ἐνῶ ἀντιθέτως, ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ, καί τούς πρίν ἀπό Αὐτόν πεσόντας καί θανατωθέντας ἀνέστησε, καί ἐζωοποίησε, καί εἰς ὅλους τούς ἀνθρώπους ἐχάρισε τήν ὁδόν τῆς σωτηρίας.
ζ´ «Χριστός ἡμᾶς ἐξηγόρασεν ἐκ τῆς κατάρας τοῦ νόμου γενόμενος ὑπέρ ἡμῶν κατάρα». ῎Ας προσέχωμε τούς ἑαυτούς μας, ἀγαπητοί, μήπως πάλι πέσωμεν ὑπό κατάραν, μέ τό νά ἀμελήσωμε τόν φόβον τοῦ Θεοῦ καί τάς σωτηρίους ἐντολάς τοῦ Χριστοῦ. Μᾶς ἔλουσε ὁ Χριστός μέσα εἰς τό ῞Αγιον Βάπτισμα «διά λουτροῦ παλιγγενεσίας καί ἀνακαινώσεως Πνεύματος ῾Αγίου»· ἄς μήν ἐπιστρέψωμε πάλιν «ἐπί τόν ἴδιον ἔμετον».
Μᾶς ἔκαμε ὁ Χριστός συμμόρφους καί συσσώμους μέ τόν ἑαυτόν Του· μή λοιπόν κάνωμε «τά μέλη τοῦ Χριστοῦ μέλη πόρνης», καταμολύνοντες τό σῶμα, καί ἀμαυροῦντες τήν βασιλικήν εἰκόνα. Μᾶς ἁγίασε ὁ Χριστός, καί μᾶς ἐκαθάρισε ἀπό τίς ἁμαρτίες μας διά τοῦ τιμίου καί ἀχράντου Αἵματός Του, ὥστε νά «μή ἔχωμε κανένα σπῖλο ἤ ῥυτίδα», οὔτε κάτι ἀπό ἐκεῖνα πού δημιουργοῦν ἀσχήμιαν ἤ ἀποκρουστικότητα. ῎Ας μή ἐγκαταλείψωμε τήν ἀρετή, διά νά ὑπάγωμεν εἰς τήν ἁμαρτίαν, μήτε νά ἀγαπήσωμε τήν δυσωδία τῶν παθῶν, καί τήν ἀκαθαρσία τοῦ ῥύπου τῶν ἡδονῶν πού προέρχεται ἀπό αὐτά.
Μᾶς ἐγέμισε ὁ Χριστός ἀπό φῶς λαμπρότατο καί καθαρό· ἄς μή προτιμήσωμε πάλι τό ζοφερό σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας. Μᾶς ἔκαμε ὁ Θεός συμπολίτας μέ τούς ἁγίους ᾿Αγγέλους, καί μᾶς ἀξίωσε νά γίνωμε συγκληρονόμοι τῶν αἰωνίων Του ἀγαθῶν· ἄς μή διαλέξωμε πάλι τήν ἀδοξίαν, τήν φθοράν καί τήν καταδίκην, ἀλλά ἄς παραμείνωμε σταθεροί εἰς τήν πνευματικήν ἐλευθερίαν πού μᾶς ἐξησφάλισε ὁ Χριστός, ἁγιαζόμενοι ἐν τῇ δόξῃ Αὐτοῦ· καί ἄς πολιτευώμεθα, ἀδελφοί μου, μέ κάθε νῆψι καί προσοχή, ὥστε νά μείνωμε σταθεροί εἰς τήν πίστιν καί τήν σωτηρίαν πού μᾶς ἐκάλεσε ὁ Θεός, καί διά τῆς ὁποίας δικαιούμεθα καί σωζόμεθα. Διότι ἐάν δέν μείνωμεν ἔτσι σταθεροί, ἀλλά γυρίσωμεν εἰς τά ὀπίσω, θά τιμωρηθοῦμε αὐστηρά, ὅταν ἔλθῃ ὁ Κύριος διά νά κρίνῃ τήν γῆν. Διά νά μή γίνῃ λοιπόν αὐτό, ἄς ζήσωμε μέ εὐλάβεια καί μετάνοια, ὅπως ἀρέσει εἰς τόν Θεόν, ἀγωνιζόμενοι νά ἀποκτήσωμε τήν καθαρότητα τοῦ βίου, τάς ἀρετάς τῶν δακρύων καί τῆς κατανύξεως, ὑποτάσσοντες καί δουλαγωγοῦντες τό σῶμα, ζωογονοῦντες καί διατρέφοντες τήν ψυχήν, μέ Πνευματικά λόγια καί ἔργα, ἐργαζόμενοι τά ἔργα τοῦ Θεοῦ χωρίς ῥαθυμίαν, καί χωρίς νυσταγμόν καί ἀμέλειαν.
η´ ᾿Εάν δέ ῥαθυμήσωμε καί ἀμελήσωμε, ἐπειδή ἡ φύσις μας εἶναι ἀσθενής καί εὔκολα γλιστρᾷ, πάλιν ἄς μετανοῶμεν, ἄς μεταμελώμεθα καί ἄς ἐξομολογούμεθα τά ἁμαρτήματά μας. ῎Ας συντρίβωμε τάς καρδίας μας μέ μετάνοια καί νῆψι, καί ἔτσι ἄς ἐπανερχώμεθα εἰς τήν προηγουμένην καλήν κατάστασίν μας.
῎Ας φυλάττωμε τήν καλήν «παρακαταθήκην», καί τόν σεβασμό πρός τόν νέον βασιλέα μας, «τόν χριστόν Κυρίου», ὁ ὁποῖος ἔχει τήν βασιλείαν ἐκ πατρός καί πάππου καί προπάππου. ῎Ας ὑποτασσώμεθα εἰς τήν δικαίαν καί νόμιμον ἐξουσίαν του σέ ὅλα. ῎Ετσι ἀγαπῶντες καί διακονοῦντες αὐτόν, θά ζήσωμε μέ εὐσέβειαν, θά ἀναδειχθῶμεν καθαροί ἐνώπιον Θεοῦ καί ἀνθρώπων, καί θά ἀκούσωμε τόν Θεόν νά μᾶς λέγῃ· ᾿Εγώ «ὕψωσα τόν δοῦλόν μου» τόν βασιλέα, διά τῆς ᾿Εκκλησίας μου· «ἐν ἐλέει ἁγίῳ μου ἔχρισα αὐτόν· ἡ γάρ χείρ μου συναντιλήψεται αὐτῷ καί ὁ βραχίων μου κατισχύσει αὐτόν· οὐκ ὠφελήσει ἐχθρός ἐν αὐτῷ, καί υἱός ἀνομίας οὐ προσθήσει τοῦ κακῶσαι αὐτόν. Καί συγκόψω ἀπό προσώπου αὐτοῦ τούς ἐχθρούς αὐτοῦ καί τούς μισοῦντας αὐτόν τροπώσομαι.
Καί ἡ ἀλήθειά μου καί τό ἔλεός μου μετ᾿ αὐτοῦ, καί ἐν τῷ ὀνόματί μου ὑψωθήσεται τό κέρας αὐτοῦ. Καί θήσομαι ἐν θαλάσσῃ χεῖρα αὐτοῦ καί ἐν ποταμοῖς δεξιάν αὐτοῦ». ᾿Εγώ εἶμαι ὁ Πατέρας σας, ἐγώ ἡ ῥίζα, ἐγώ τό θεμέλιον, ἐγώ ὁ τροφεύς, ἐγώ τό σπίτι, ἐγώ τό ἱμάτιον, κάθε τι πού θελήσετε, ἐγώ εἶμαι γιά σᾶς. Τίποτε δέν θά ἔχετε ἀνάγκη, ἀρκεῖ νά εὑρίσκεσθε κοντά μου διά τῆς ἀρετῆς. Σεῖς εἶσθε δι᾿ ἐμέ ὅλα· καί φίλοι, καί μέλη, καί συγκληρονόμοι, ἀρκεῖ μόνον νά πορεύεσθε, κατά τά προστάγματά μου καί νά φυλάσσετε τάς ἐντολάς μου, μέ τό νά ποιῆτε αὐτάς· παραλλήλως δέ, νά δείχνετε κάθε φροντίδα καί προστασίαν καί εὐσπλαχνίαν πρός τούς πτωχούς τοῦ λαοῦ μου.
θ´ Εἰς τάς κρίσεις σας μή κάμετε καμμία ἀδικία, οὔτε νά διαστρέψετε καί νά καταπατήσετε τό δίκαιον τοῦ πτωχοῦ. Νά μή σᾶς ἐπηρεάζῃ καμμία προσωποληψία ἀρχόντων, οὔτε νά ἔχετε σχέσεις μέ δωροδοκίας. ᾿Εξ ἴσου νά κρίνεται καί τούς ταπεινούς καί ἀσήμους, καί τούς ἀξιωματούχους καί ἐπισήμους καί νά ἀποσπάσετε τόν ἀθῷον ἀπό τά χέρια ἐκείνου πού τόν ἀδικεῖ. Μή θέλετε νά ἀκούετε λόγους πονηρούς καί ματαίους. Διότι ὑπάρχουν μερικοί πού δέν ἔχουν καλή συμπεριφορά, καί μή ἔχοντες προσωπικάς ἀρετάς, διά τῶν ὁποίων θά μποροῦσαν νά ἐκτιμηθοῦν, διαμορφώνουν τόν ἑαυτό τους παρασυρόμενοι ἀπό τήν κακίαν τοῦ περιβάλλοντος.
Μή στηρίζετε τάς ἐλπίδας σας εἰς τόν πλοῦτον καί εἰς τήν ἀδικίαν. Μή φλογίζεσθε ἀπό τόν πόθον διά πλούτη, πού προέρχονται ἀπό ἁρπαγάς. Κάμετε κρίσεις δικαίας, διά νά σκεπασθῆτε κατά τήν φοβεράν ἡμέραν τῆς Κρίσεώς μου. Καμμία χήραν καί κανένα ὀρφανόν νά μή ἀδικήσετε. ᾿Εάν ἀδικήσετε αὐτούς καί κράξουν πρός ἐμέ ἐναντίον σας, ἐγώ θά ἀκούσω τήν φωνήν των καί θά ὀργισθῶ καί θά ἐπιτρέψω νά φονευθῆτε ἐν στόματι μαχαίρας καί ἔτσι αἱ γυναῖκες σας θά γίνουν χῆραι καί τά παιδιά σας ὀρφανά, ὡσάν ἐκεῖνα πού ἐσεῖς ἠδικήσατε.
῎Ας φοβηθῶμεν καί ἄς φρίξωμεν, ἀδελφοί μου, ἀκούοντες αὐτά, καί ὅσοι εὑρίσκεσθε μέσα εἰς τήν κακίαν, τήν ἀδικίαν, τήν ἁρπαγήν, τήν πλεονεξία καί τήν ἀπιστίαν, ἐπιστρέψατε καί μετανοήσατε.
῞Οσοι δέ στέκεσθε εἰς τήν ἀρετήν, τήν δικαιοσύνην, τήν ἀλήθειαν καί τήν πίστιν, μή ῥαθυμήσετε, οὔτε νά ὑποχωρήσετε· ὥστε καί ὁ Σταυρός ὁ Τίμιος, ὁ ἄξιος προσκυνήσεως καί σεβασμοῦ, ἡ ἰσχύς τῆς οἰκουμένης, τό στερεό φρούριον τῆς Χριστιανικῆς ᾿Εκκλησίας, τό ἀνίκητον ὅπλον τῶν ᾿Ορθοδόξων βασιλέων, τό ἄθραυστο ὀχύρωμα, νά μᾶς ἐνδυναμώσῃ μέ τήν ἀήττητον δύναμίν του, καί νά μᾶς καταξιώσῃ νά διέλθωμε τό ὑπόλοιπον τῆς ζωῆς μας μέ ἁγιασμόν καί θεάρεστον πολιτείαν· καθώς ἐπίσης νά ἀναδείξῃ τούς ᾿Ορθοδόξους καί ἁγίους βασιλεῖς μας νικητάς κατά τῶν ἐχθρῶν πού μᾶς πολεμοῦν, μᾶς ἀδικοῦν καί μᾶς μισοῦν· καί ἔτσι νά λάβωμε κάποια παρηγορία, εἰρήνη καί γαλήνη, ὅπως ἐλπίζομε καί προσευχόμεθα, κατά τόν παρόντα βίον. Εἰς δέ τόν μέλλοντα αἰώνα νά ἀπολαύσωμε τήν ἄφατον χαράν καί ἀγαλλίασιν τῶν δικαίων· αὐτῆς εἴθε νά ἀξιωθῶμεν ὅλοι διά τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Θεοῦ ἡμῶν· ῟ῼ πρέπει δόξα καί κράτος σύν τῷ ἀνάρχῳ Αὐτοῦ Πατρί καί Ζωοποιͺῷ Πνεύματι, νῦν καί ἀεί, καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων· ᾿Αμήν.

Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΚΑΙ ΖΩΟΠΟΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ Η δύναμη του Σταυρωμένου Λυτρωτή μας

Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΚΑΙ ΖΩΟΠΟΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ
Απόστολος: Α΄ Κορ. Α΄18-24
Ευαγγέλιο: Ιωάν. ΙΘ΄ 6-11, 13-20, 25-28 και 30
14 Σεπτεμβρίου 2014



Η δύναμη του Σταυρωμένου Λυτρωτή μας

Από την μέρα που πάνω στο φρικτό Γολγοθά στήνεται ο Σταυρός του Χριστού, αγαπητοί μου αδελφοί, το σύμβολο της αδοξίας γίνεται σύμβολο δόξης και το σύμβολο της ατιμίας γίνεται σύμβολο σωτηρίας και ηθικής ωραιότητος. Με το Θείο αίμα Του, που άφθονο χύνεται πάνω στον Σταυρό από τα άγια χέρια και τα άχραντα πόδια Του, ο Ιησούς μας εξαγοράζει από την αρχαία κατάρα. Παράλληλα όμως καθαγιάζει και τον Σταυρό και τον καταγλαΐζει με το άπλετο φως της άπειρης θείας αγάπης, της τέλειας αγιότητος και της πλήρους δικαιοσύνης. Και από σύμβολο φρίκης καθιστά αυτόν χρυσό κρίκο του ουρανού και της γης και τον μεταβάλλει έτσι σε ασφαλισμένο γεφύρι για εύκολη μετάβαση του ανθρώπου στην αιώνια μακαριότητα.
Είναι πράγματι, μεγάλο και τρομακτικό το πλήγμα που υφίσταται στον Σταυρό η ανθρώπινη κακία. Και είναι μεγάλο και τρομακτικό το πλήγμα γιατί ο Σταυρός του Χριστού σημειώνει το τέλος του κόσμου της αμαρτίας και γίνεται η αρχή της παλιγγενεσίας του ανθρώπου. Πάνω σ’ Αυτόν βρίσκουν την οριστική και τέλεια καταδίκη τους ο ανθρώπινος εγωϊσμός και η υλιστική και κτηνώδης ιδεολογία του κόσμου. Αντίθετα η αγάπη προς όλους, η συγγνώμη, η ανεξικακία, η ταπεινοφροσύνη και η αυταπάρνηση μαζί με πολλές άλλες ουράνιες αρετές, από τον Σταυρό διαχέονται στις ανθρώπινες ψυχές για να ιδρύσουν πάνω στην γη το κράτος του χριστιανικού πολιτισμού και της ευαγγελικής ηθικής ωραιότητας.
Το κράτος του Σταυρωμένου αιώνιου Βασιλιά μας, δεν περιορίζεται μόνο στα στενά όρια των Ιεροσολύμων και της Παλαιστίνης. Εξέρχεται πιο πέρα από αυτά και επιτελεί θαυμάσιες κατακτήσεις στις καρδιές όλων των ανθρώπων. Η Ασία και η Ευρώπη, η Αθήνα και η Ρώμη, προσφέρουν την προσκύνηση και την λατρεία τους στον κατάδικο του Γολγοθά. Δεν έχει στέμμα ο Σταυρωμένος Λυτρωτής και Βασιλιάς μας. Αντί για στέμμα φορεί στην κεφαλή ένα αγκάθινο στεφάνι. Δεν κρατά σκήπτρο. Αντ’ αυτού έχει μόνο καλάμι στο δεξί Του χέρι. Δεν φέρει βασιλική πορφύρα. Αντ’ αυτής φορεί κόκκινη χλαμύδα. Δεν ακούει επαίνους, αλλά χλευασμούς. Δεν δέχεται φιλήματα αγάπης, αλλά πτυσίματα ντροπής. Και το τέλος Του; Είναι τέλος κακούργου. Πεθαίνει κατάδικος περιφρονημένος για να αναδειχθή δια μέσου των αιώνων νικητής και θριαμβευτής. Οι προσκυνητές Του αυξάνουν συνεχώς. Οι λατρευτές Του πολλαπλασιάζονται. Ο Σταυρωμένος Κύριος βασιλεύει και η βασιλεία Του κατακτά αδιάκοπα έδαφος στις καρδιές των ανθρώπων, παρά τον πόλεμο και την αντίδραση μιας μερίδας από αυτούς.
Η μερίδα αυτή των ανθρώπων που είναι οι εχθροί Του, Τον διαβάλλει, Τον ατιμάζει και Τον πολεμά. Τον πολεμά και τον διώκει άγρια. Οι Φαρισαίοι Τον αποκαλούν πλάνο και αγύρτη. Οι αρχιερείς του εβραϊκού λαού Τον κηρύττουν σφετεριστή των δικαιωμάτων του Θεού. Ο Νέρων ορκίζεται να Τον εξοντώσει. Ο Τραϊανός συστηματοποιεί τον διωγμό εναντίον Του. Ο Δέκιος ορύεται, ο Διοκλητιανός λυσσά. Ο Άρειος αμφισβητεί την θεότητά Του και συνταράσσει την Εκκλησία για ένα αιώνα. Ο Ιουλιανός ο παραβάτης μελετά και αποφασίζει και ενεργεί την εξάλειψη του ονόματός Του. Οι λόγιοι και οι επιστήμονες εν ονόματι της επιστήμης και του ορθού λόγου επιτίθενται εναντίον Του. Ο Γάλλος Ρενάν χλευάζει και εμπαίζει κατά τον χυδαιότερο τρόπο την θεότητα του Σταυρωμένου Κυρίου μας. Ο Γερμανός Στράους αρνείται να Τον προσκυνήσει. Οι πλανώμενοι και μεγαλόσχημοι εχθροί Του, αρχαίοι και νέοι, βάλλουν ακατάπαυστα εναντίον Του με τα βέλη της απιστίας και της πλάνης. Παρά δε τον λυσσώδη αγώνα που διεξάγουν εναντίον Του, ο Σταυρωμένος Λυτρωτής μας ζει. Διαφεύγει τις συκοφαντίες των Εβραίων και ντροπιάζει τους σοφούς του κόσμου. Μωραίνει τους δήθεν συνετούς και συντρίβει τους εχθρούς Του και τους καθιστά υποπόδιο των ποδών Του.
Αυτό αποδεικνύει ότι ο Σταυρωμένος Λυτρωτής μας είναι δύναμη, δύναμη Θεού. Δεν είναι απλός άνθρωπος, αλλά Θεός τέλειος και αληθινός, αφού καμμιά δύναμη και καμμιά σοφία και επιστήμη και μάθηση δεν μπόρεσε να σείση το κράτος Του και να εξαλείψει το όνομά Του. Το μνημόσυνο άλλων μεγάλων και τρανών του κόσμου εξαφανίστηκε. Οι κατακτήσεις τους απωλέσθησαν. Το κράτος τους κατέρρευσε. Ο Σταυρωμένος όμως βασιλεύει και εκτείνει ακατάπαυστα το κράτος της βασιλείας Του. Δεν πρέπει λοιπόν να απομένει έστω και η ελάχιστη αμφιβολία για την δύναμη του Σταυρού. Ας μαίνονται οι νεώτεροι Νέρωνες και ας πληθαίνουν οι εχθροί Του. Ας βεβηλώνουν τον Σταυρό Του, τις Εκκλησίες Του οι βάρβαροι και άπιστοι κατακτητές των ιερών χωμάτων μας. Δεν θ’ αργήσει η μέρα που και αυτοί θα ακούσουν «το είναι σκληρό για σε να κλωτσάς πάνω στα σιδερένια καρφιά των βουκέντρων», χωρίς βέβαια να υπάρχει και γι’ αυτούς η ελπίδα του ελέους του Θεού.
Όμως, όπως πάντοτε έτσι και σήμερα, ο Σταυρός του Κυρίου αποτελεί πηγή δύναμης. Ο Σταυρωμένος Κύριος για μας τους πιστούς είναι «Δύναμη Θεού» (Α΄Κορ. Α΄23). Η αήττητη δύναμή Του που έλαμψε στον Γολγοθά και που θεμελιώθηκε πάνω στον Σταυρό, δωρίζεται σήμερα, δια μέσου των Ιερών Μυστηρίων της Εκκλησίας σε κάθε πιστό. Με την δύναμή Του αυτή γινόμαστε και εμείς δυνατοί και τρέπουμε σε φυγή τον διάβολο. Γιατί, ο μισάνθρωπος διάβολος φρίττει μπροστά στην σταυρική θυσία του Κυρίου και πρέπει να ξέρουμε ότι με την δύναμή Του η ψυχή μας ελευθερώνεται από τα πάθη και προοδεύει στην αρετή. Με την δύναμη του Σταυρωμένου αποκτούμε την δύναμη εκείνη ώστε να μπορέσουμε και εμείς να ανεβούμε το ένα μετά το άλλο όλα τα σκαλοπάτια που οδηγούν στον ουρανό. Και πρέπει αυτό να το καταλάβουμε όλοι, ότι δεν έχουμε άλλο στήριγμα και άλλη καταφυγή. Η σταυρική θυσία είναι το θεμέλιο που στηρίζονται οι ελπίδες μας τόσο για το πρόσκαιρο, όσο και για το αιώνιο μέλλον μας.
Αδελφοί μου! Εκείνο που πρέπει σήμερα να επισημάνουμε είναι ότι τα τελευταία χρόνια, που θα μπορούσαν να αποκληθούν χρόνια αποστασίας και υποβάθμισης της πίστης, ο Σταυρός δεν έχει την πρώτη θέση στις καρδιές μας και τούτο είναι εξόχως επικίνδυνο τόσο για τον καθένα μας ξεχωριστά, όσο και για το έθνος ολόκληρο. Γι’ αυτό και χρειάζεται αναβαπτισμός στις μεγάλες ηθικές αξίες και βαθειά πίστη στο Χριστό και στον Σταυρό του. Πηγή χαρισμάτων είναι ο Πανσεβάσμιος Σταυρός. Πηγή ανεξάντλητος από την οποία αναβλύζουν συνεχώς τα νάματα της Θείας Χάριτος. Γι’ αυτό καλό θα είναι, στις δύσκολες μέρες που ζούμε σήμερα να καταφεύγουμε σ’ Αυτόν με πίστη για να ανακουφιζόμαστε και να παίρνουμε τόνωση στον δρόμο της ζωής μας. Να παίρνουμε νέες δυνάμεις, για να συνεχίσουμε την πορεία μας, φορτωμένοι ο καθένας μας με τον σταυρό του και να ακολουθούμε Εκείνον που υψώθηκε στον Σταυρό για να μας χαρίσει την αιώνια λύτρωση και μακαριότητα. Είθε η εφετινή επέτειος της Ύψωσής Του να αποτελέσει κίνητρο για ένα τέτοιο αναβαπτισμό.

Ηγούμενος Χρυσορροϊατίσσης Διονύσιος

ΑΓΙΟΥ ΛΟΥΚΑ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΣΥΜΦΕΡΟΥΠΟΛΕΩΣ, ΤΟΥ ΙΑΤΡΟΥ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΥ Η ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

ΑΓΙΟΥ ΛΟΥΚΑ
ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΣΥΜΦΕΡΟΥΠΟΛΕΩΣ, ΤΟΥ ΙΑΤΡΟΥ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΥ
Η ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ
Ὁμιλίες», τ. Γ´ ἐκδ. «Ὀρθόδοξος Κυψέλη»Θεσσαλονίκη 2003)

Στοιχειοθεσία «ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ»

.         Ἡ γιορτὴ τῆς Ὑψώσεως τοῦ τιμίου Σταυροῦ τοῦ Κυρίου εἶναι πολὺ παλαιά. Γνωρίζουμε ὅτι αὐτὴ ὑπῆρχε ἤδη τὸν Ε΄ αἰώνα καὶ καθιερώθηκε ὡς ἀνάμνηση ἑνὸς μεγάλου γεγονότος – τῆς εὑρέσεως τοῦ τιμίου Σταυροῦ τοῦ Κυρίου.
.       Ἡ ἁγία Ἑλένη, μητέρα τοῦ πρώτου χριστιανοῦ αὐτοκράτορα τῆς Ρώμης, τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, πῆγε στὰ Ἱεροσόλυμα μὲ σκοπὸ νὰ ἀνακαλύψει τὸν Σταυρὸ τοῦ Κυρίου. Ἦταν ἕνα δύσκολο ἔργο, διότι μετὰ τὸν μαρτυρικὸ θάνατο τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ πάνω στὸν Σταυρὸ τοῦ Γολγοθᾶ οἱ Ρωμαῖοι δύο φορὲς κατέστρεψαν τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ τὸν καιρὸ ποὺ πῆγε ἐκεῖ ἡ ἁγία Ἑλένη στὴ θέση της ὑπῆρχαν μόνο ἐρείπια. Ὁ εἰδωλολάτρης αὐτοκράτορας Ἀδριανός, γιὰ νὰ ἐξαφανίσει κάθε ἀνάμνηση τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ, ἔδωσε διαταγὴ νὰ δημιουργηθεῖ ἕνας τεχνητὸς λόφος στὴ θέση τοῦ μαρτυρίου καὶ νὰ φτιαχτεῖ πάνω του ὁ ναὸς τῆς Ἀφροδίτης.
.       Ἡ ἁγία Ἑλένη δὲν ἤξερε ἀπὸ ποῦ ν’ ἀρχίσει τὴν ἔρευνά της. Τότε ὁ Κύριος τῆς ἔστειλε ἕναν ἡλικιωμένο Ἑβραῖο ποὺ ὀνομαζόταν Ἰούδας καὶ ἐκεῖνος τῆς εἶπε ὅτι ὁ Σταυρὸς βρίσκεται κάτω ἀπὸ τὸ ναὸ τῆς Ἀφροδίτης. Ἡ αὐτοκράτειρα διέταξε νὰ ἰσοπεδωθεῖ ὁ εἰδωλολατρικὸς ναὸς καὶ τότε βρῆκαν κάτω ἀπὸ τὰ θεμέλιά του τρεῖς σταυρούς. Ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ δὲν εἶχε πάνω του τὴν ἐπιγραφὴ καὶ κατάλαβαν ὅτι ἦταν ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου, διότι ἀναστήθηκε ἕνας νεκρὸς στὸν ὁποῖο πάνω ἔβαλαν τὸν Σταυρό. Ἕνα μεγάλο πλῆθος ἀνθρώπων συγκεντρώθηκε γύρω ἀπὸ τὸν Σταυρὸ καὶ ὁ πατριάρχης Ἱεροσολύμων Μακάριος τὸν ὕψωσε γιὰ νὰ τὸν βλέπουν ὅλοι. Ταυτόχρονα ὅλος ὁ λαὸς μὲ χαρὰ ἔψαλλε˙ «Κύριε ἐλέησον! Κύριε ἐλέησον! Κύριε ἐλέησον!» Ἔτσι ψάλλαμε καὶ ἐμεῖς χτὲς στὴν παννυχίδα.

.          Αὐτὴ λοιπὸν εἶναι ἡ ἱστορία τῆς σημερινῆς γιορτῆς. Καὶ κάνοντας ἀνάμνηση αὐτοῦ τοῦ γεγονότος, ἐνθυμούμενοι τὴν σταύρωση καὶ τὴν σωτηρία τοῦ κόσμου μὲ τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, πρέπει νὰ προσπαθήσουμε νὰ καταλάβουμε τὸ βάθος τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας περὶ τοῦ Σταυροῦ.
Γιὰ τὴν σημασία τοῦ Σταυροῦ τοῦ Κυρίου μιλάει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρώτη ἐπιστολή του πρὸς Κορινθίους. Ἀκοῦστε τὸν λόγο του καὶ προσπαθῆστε νὰ καταλάβετε τὴν σημασία του˙ «Ὁ λόγος γὰρ ὁ τοῦ σταυροῦ τοῖς μὲν ἀπολλυμένοις μωρία ἐστι, τοῖς δὲ σωζομένοις ἡμῖν δύναμις Θεοῦ ἐστιν» (Α΄ Κορ. α´18).
.          Μωρία καὶ τρέλα εἶναι ὁ λόγος περὶ τοῦ Σταυροῦ, γιὰ ἐκείνους ποὺ χάνονται, γιὰ μᾶς ὅμως εἶναι ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ «γέγραπται γάρ˙ ἀπολῶ τὴν σοφίαν τῶν σοφῶν, καὶ τὴν σύνεσιν τῶν συνετῶν ἀθετήσω» (Α΄ Κορ. α´19). Τὸ ἔλεγε ἤδη ὁ προφήτης Ἠσαΐας. «Ποῦ σοφός; ποῦ γραμματεύς; ποῦ συζητητὴς τοῦ αἰῶνος τούτου; Οὐχὶ ἐμώρανεν ὁ Θεὸς τὴν σοφίαν τοῦ κόσμου τούτου» (Α΄ Κορ. α´ 20).
Ἔκανε μωρία ὁ Θεὸς ὅλη τὴν σοφία αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Ἀπὸ παλαιὰ χρόνια ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ σοφοὺς λαοὺς θεωροῦνταν οἱ Γερμανοί. Ὁ λαὸς αὐτὸς ἦταν φορέας ὅλης τῆς κοσμικῆς σοφίας. Ἀπὸ μέσα του βγῆκαν οἱ μεγάλοι φιλόσοφοι ὅπως ὁ Κάντιος, ὁ Φίχτε καὶ ὁ Γέγελ. Στὴ Γερμανία ἡ ἐπιστήμη προχώρησε πιὸ πολὺ ἀπὸ ὅσο σὲ ἄλλες χῶρες τῆς Εὐρώπης.
.              Εἴδατε πῶς κατήσχυνε ὁ Κύριος αὐτὴ τὴν σοφία τοῦ γερμανικοῦ λαοῦ καὶ τὴν μετέτρεψε σὲ μωρία. Ὑπῆρχε ποτὲ μωρία φοβερότερη ἀπ’ αὐτὴ τῆς ὁποίας ἐμεῖς ἤμασταν μάρτυρες; Εἶχε φτάσει ποτὲ κανένας λαὸς σὲ τέτοιο σημεῖο τρέλας, ὥστε νὰ ἐξοντώνει μὲ τὸν πιὸ ἄγριο τρόπο ἑκατομμύρια ἀνθρώπους καὶ νὰ καταστρέφει τὶς ἐκκλησίες τοῦ Θεοῦ;
.           Δὲν πραγματοποιήθηκε πάνω στὸν γερμανικὸ λαὸ ἐκεῖνος ὁ λόγος τοῦ ἀποστόλου Παύλου ποὺ λέει˙ «Οὐχὶ ἐμώρανεν ὁ Θεὸς τὴν σοφίαν τοῦ κόσμου τούτου; ἐπειδὴ γὰρ ἐν τῇ σοφίᾳ τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔγνω ὁ κόσμος διὰ τῆς σοφίας τὸν Θεόν, εὐδόκησεν ὁ Θεὸς διὰ τῆς μωρίας τοῦ κηρύγματος σῶσαι τοὺς πιστεύοντας, ἐπειδὴ καὶ Ἰουδαῖοι σημεῖον αἰτοῦσι καὶ ἕλληνες σοφίαν ζητοῦσιν»(Α΄ Κορ. α´ 20-22).

.           Πολλὲς φορὲς ἀκούσατε στὸ Εὐαγγέλιο πὼς οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι ζητοῦσαν ἀπὸ τὸν Κύριον Ἰησοῦ Χριστὸ νὰ τοὺς δείξει σημεῖα, γιὰ νὰ ἀποδείξει ὅτι ἔχει τὴν ἐξουσία νὰ κάνει ἐκεῖνα ποὺ ἔκανε, ζητοῦσαν ἀπ’ Αὐτὸν θαύματα.
Ποιά ἄλλα θαύματα ἤθελαν, ἀφοῦ ὁ Κύριος τὰ ἔκανε συνεχῶς; Ἦταν τυφλοί, γι’ αὐτὸ ζητοῦσαν καὶ ἄλλα θαύματα, μὲ τὰ ὁποῖα ἤθελαν νὰ ἀποδείξει ὁ Κύριος τὴν ἄνω κλήση του.
.      «Ἕλληνες σοφίαν ζητοῦσιν». Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες ἦταν λαὸς πολὺ βαθυστόχαστος. Ἀπὸ τοὺς κόπους αὐτοῦ τοῦ λαοῦ βγῆκαν οἱ μεγαλύτεροι φιλόσοφοι τοῦ ἀρχαίου κόσμου, ὅπως ὁ Πυθαγόρας, ὁ Σωκράτης, ὁ Πλάτων καὶ ὁ Ἀριστοτέλης, οἱ ὁποῖοι μέχρι καὶ σήμερα παραμένουν ἀξεπέραστοι.
.       Ὁ Ἀριστοτέλης, παραδείγματος χάριν, εἶναι φορέας μιᾶς ἀξεπέραστης σοφίας καὶ βαθύτατος νοῦς. Οἱ Ἕλληνες ἦταν ἕνας λαὸς ὁ ὁποῖος γνώριζε ὅλη τὴν ἀνθρώπινη σοφία, ἕνας λαὸς ποὺ διψοῦσε νὰ ἀκούει κάθε τί τὸ σοφό, λαὸς ποὺ οἱ ἐκπρόσωποί του ἄκουγαν μὲ προσοχὴ στὸν Ἄρειο Πάγο τὸν λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ἔχοντας τὴν αἴσθηση ὅτι ἐκεῖνος μιλάει γιὰ κάτι ποὺ αὐτοὶ δὲν γνωρίζουν.
«Ἕλληνες σοφίαν ζητοῦσιν, ἡμεῖς δὲ κηρύσσομεν Χριστὸν ἐσταυρωμένον, Ἰουδαίοις μὲν σκάνδαλον, Ἕλλησι δὲ μωρίαν» (Α΄ Κορ. α´ 22-23). Οἱ Ἰουδαῖοι στὸ πρόσωπο τοῦ Μεσσία περίμεναν ἕνα μεγάλο βασιλιά, ὁ ὁποῖος θὰ γινόταν ἀρχηγὸς τοῦ λαοῦ τοῦ Ἰσραὴλ καὶ θὰ ὑπέτασσε σ’ αὐτὸν ὅλο τὸν κόσμο. Ἦταν σκάνδαλο γι’ αὐτούς, ν’ ἀκοῦνε ὅτι Μεσσία θεωροῦν Αὐτὸν τὸν ὁποῖο ἐκεῖνοι σταύρωσαν.
Καὶ γιὰ τοὺς Ἕλληνες αὐτὸ ἦταν μωρία καὶ μὲ πολλὴ περιφρόνηση μιλοῦσαν ἐκεῖνοι γιὰ τὸν Χριστὸ τὴν ἐποχὴ τῶν μεγάλων διωγμῶν κατὰ τοῦ χριστιανισμοῦ ἀπὸ τοὺς Ρωμαίους στοὺς πρώτους αἰῶνες. Περιέπαιζαν τοὺς χριστιανοὺς γιὰ τὸ ὅτι θεωροῦν Θεὸ ἕνα δυστυχισμένο ἄνθρωπο, ποὺ πέθανε πάνω στὸν σταυρό. Γιὰ ἐκείνους ὅμως ποὺ τοὺς κάλεσε ὁ Θεός, Ἰουδαίους καὶ Ἕλληνες, ποὺ πίστεψαν στὸν Χριστό, Αὐτὸς ἦταν ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ Θεοῦ σοφία.

.        Γιὰ ὅλους ἐμᾶς κήρυγμα γιὰ τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, κήρυγμα γιὰ τὸν ἐσταυρωμένο Κύριο Ἰησοῦ εἶναι κήρυγμα γιὰ τὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν σοφία του. Διότι, πεῖτε μου, ποιός ποτὲ σ’ ὅλη τὴν ἱστορία τοῦ κόσμου φανέρωσε τέτοια δύναμη ποὺ φανέρωσε ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, ὄχι μόνο μὲ τὸ δικό του κήρυγμα ἀλλὰ καὶ μὲ τὸ φοβερὸ καὶ θαυμαστὸ θάνατο γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, μὲ τὸ δικό του Αἷμα καὶ τὸν Σταυρό του;
Αὐτὴ εἶναι ἡ δύναμη ποὺ νίκησε τὸν κόσμο καὶ κατήργησε τὴν ἐξουσία τοῦ διαβόλου γι’ αὐτοὺς ποὺ πίστεψαν στὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ χάραξαν πάνω στὴν καρδιά τους τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ.

.        Ἐμεῖς κηρύττουμε τὸν Χριστό, λέγοντας ὅτι Αὐτὸς εἶναι ἡ ὑπέρτατη δύναμη τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ Σοφία Του, σοφία ἡ ὁποία ἀπέδειξε μωρία ὅλη τὴν σοφία τοῦ κόσμου. Δὲν ὑπάρχει γιὰ μᾶς σοφία ἀνώτερη ἀπ’ αὐτὴ ποὺ ἐμεῖς ἀκούσαμε ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Γνωρίζουμε τώρα ὅτι ἡ ἀρχὴ τῆς σοφίας δὲν βρίσκεται σὲ βιβλία, γραμμένα ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ στὸ φόβο τοῦ Θεοῦ… Πάντα ἔχουμε στὸ νοῦ μας τὸν λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου γιὰ τὸν Χριστὸ «ἐν ᾧ εἰσι πάντες οἱ θησαυροὶ τῆς σοφίας καὶ τῆς γνώσεως ἀπόκρυφοι»(Κολ. β´3). Ἀναζητοῦμε τὴ σοφία μόνο σ’ αὐτὸ τὸν θησαυρὸ καὶ πουθενὰ ἀλλοῦ. Γνωρίζουμε ὅτι ἀληθινὸς εἶναι ὁ λόγος τοῦ σοφοῦ Σολομῶντος˙ «Στόμα δικαίου ἀποστάζει σοφίαν» (Παρ. Ι´ 31).
Πεῖτε μου ποιά στόματα ἀνέβλυζαν περισσότερη σοφία ἀπὸ τὰ στόματα τῶν μεγάλων ἱεραρχῶν καὶ τῶν διδασκάλων τῆς Ἐκκλησίας, τοῦ Μεγ. Βασιλείου, τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καὶ πολλῶν ἄλλων ἁγίων; Ποιό στόμα ἀνάβλυζε σοφία μεγαλύτερη ἀπὸ τὴ σοφία τῶν ὁσίων Θεοδοσίου τοῦ Κιέβου; Γνωρίζουμε ὅτι τὸ στόμα τῶν δικαίων ἀναβλύζει σοφία. Γνωρίζουμε ὅτι ἀληθινὸς εἶναι ὁ λόγος τοῦ Σοφοῦ Σολομῶντος˙ «στόμα δὲ ταπεινῶν μελετᾶ σοφίαν» (Παρ. ΙΑ´ 2), ἐκείνων ποὺ ποτὲ δὲν θεωροῦν τὸν ἑαυτό τους σοφό, βλέπουν τὸν ἑαυτό τους χειρότερο ἀπ’ ὅλους καὶ δὲν περιφρονοῦν κανέναν. Αὐτοὶ οἱ ταπεινοὶ ἄνθρωποι κατέχουν τὴ γνήσια καὶ ἀληθινὴ σοφία, μία σοφία ξεχωριστή, αὐτὴ γιὰ τὴν ὁποία μιλοῦσε ὁ ἀπόστολος Ἰάκωβος, λέγοντας τὸ ἑξῆς˙ «Ἡ δὲ ἄνωθεν σοφία πρῶτον μὲν ἁγνὴ ἐστιν, ἔπειτα εἰρηνική, ἐπιεικής, εὐπειθής, μεστὴ ἐλέους καὶ καρπῶν ἀγαθῶν, ἀδιάκριτος καὶ ἀνυπόκριτος» (Ἰακ. γ´ 17). Μὲ τέτοια σοφία ἦταν γεμάτοι ὅλοι οἱ ἅγιοι. Τέτοια σοφία πρέπει καὶ ἐμεῖς, ἁπλοὶ καὶ ἀδύναμοι χριστιανοί, νὰ ζητᾶμε ἀπὸ τὸν Θεό. Γι’ αὐτὴ τὴν ἀληθινὴ σοφία ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέει˙ «Τὸ μωρὸν τοῦ Θεοῦ σοφώτερον τῶν ἀνθρώπων ἐστι, καὶ τὸ ἀσθενὲς τοῦ Θεοῦ ἰσχυρότερον τῶν ἀνθρώπων ἐστὶ» (Α΄ Κορ. α´ 25).
.          Αὐτοὺς ποὺ ὁ κόσμος τοὺς θεωρεῖ μωρούς, ποὺ ὁ κόσμος δὲν δίνει σημασία ἢ ἀκόμα καὶ τοὺς περιφρονεῖ, αὐτὸ «τὸ μωρὸν τοῦ Θεοῦ» εἶναι σοφότερο ὅλων τῶν ἀνθρώπων. «Τὸ ἀσθενὲς τοῦ Θεοῦ ἰσχυρότερον τῶν ἀνθρώπων ἐστι». Ἡ ἀδυναμία τῶν ταπεινῶν, τῶν πράων καὶ τῶν καθαρῶν τῇ καρδίᾳ εἶναι ἀσύγκριτα πιὸ δυνατὴ ἀπὸ ὅλη τὴν ἀνθρώπινη δύναμη.

.          «Βλέπετε γὰρ τὴν κλῆσιν ὑμῶν, ἀδελφοί, ὅτι οὐ πολλοὶ σοφοὶ κατὰ σάρκα, οὐ πολλοὶ δυνατοί, οὐ πολλοὶ εὐγενεῖς» (Α΄ Κορ. 1, 26). Καὶ αὐτοὶ εἶστε ὅλοι ἐσεῖς, οἱ ἁπλοὶ ἄνθρωποι, ποὺ ἀνοίξατε τὴν καρδιά σας στὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ ἀγαπήσατε τὸν Σταυρό Του. Γιὰ σᾶς μιλάει ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὅταν λέει˙ «Τὰ μωρὰ τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεὸς ἵνα τοὺς σοφοὺς καταισχύνῃ, καὶ τὰ ἀσθενῆ τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεὸς ἵνα καταισχύνῃ τὰ ἰσχυρά, καὶ τὰ ἀγενῆ του κόσμου καὶ τὰ ἐξουθενημένα ἐξελέξατο ὁ Θεός, καὶ τὰ μὴ ὄντα, ἵνα τὰ ὄντα καταργήσῃ» (Α΄ Κορ. α´ 27-28).
.            Ὁ Κύριος γνωρίζει σὲ ποιά καρδιὰ ὑπάρχει ἀληθινὴ σοφία. Ὁ Κύριος βλέπει τοὺς σοφούς, ποὺ οἱ ἄνθρωποι δὲν προσέχουν. Ὑπάρχουν μεταξύ μας, στοὺς ἁπλοὺς ἀνθρώπους, σοφοί, ποὺ στὰ μάτια τοῦ κόσμου εἶναι ἐντελῶς ἀσήμαντοι. Ὑπάρχουν τέτοιοι σοφοὶ καὶ μεταξὺ τῶν φτωχῶν. Αὐτοὺς ὁ θεῖος Παῦλος τοὺς θεωρεῖ ἀληθινοὺς φορεῖς τῆς σοφίας καὶ τῆς δυνάμεως τοῦ Θεοῦ, γιατί αὐτοὶ μὲ ὅλη τὴν καρδιὰ ἀγάπησαν τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, πάνω στὸν ὁποῖο ὁ Κύριος συμφιλίωσε μαζὶ μὲ τὸν Θεὸ ὅλο τὸν κόσμο καὶ ὁρατὸ καὶ ἀόρατο.

.          Ὅλοι οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοὶ τιμοῦν καὶ σέβονται μὲ ὅλη τους τὴν καρδιὰ τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, πράγμα ποὺ δὲν μποροῦμε νὰ ποῦμε γιὰ τοὺς αἱρετικούς… Ὅλοι τους εἶναι ἐχθροὶ τοῦ Σταυροῦ. Γι’ αὐτοὺς ὁ ἀπόστ. Παῦλος εἶπε˙ «Ὁ λόγος γὰρ ὁ τοῦ σταυροῦ τοῖς μὲν ἀπολλυμένοις μωρία ἐστὶ» (Α΄ Κορ. α´18). Θεωροῦν παραλογισμὸ τὴν τιμὴ ποὺ ἐμεῖς ἀποδίδουμε στὸν Σταυρὸ τοῦ Κυρίου. Μέσα σ’ αὐτὴ τὴν ἀνοησία τους βρίζουν τὸν τίμιο Σταυρὸ μὲ τὰ πιὸ ἄσχημα λόγια. Τὸν παρομοιάζουν μὲ ἀγχόνη καὶ μᾶς περιγελοῦν λέγοντας πὼς αὐτὸ τὸ ὄργανο θανάτου ἐμεῖς μὲ ὅλη μας τὴν καρδιὰ τὸ τιμᾶμε καὶ τὸ ἀνυψώνουμε πάνω ἀπ’ ὅλο τὸν κόσμο.
.          Οἱ δυστυχισμένοι αὐτοὶ ἄνθρωποι δὲν καταλαβαίνουν ὅτι μὲ τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ ἦλθε ἡ σωτηρία τοῦ κόσμου, ὅτι πάνω του κρεμάστηκαν οἱ ἁμαρτίες ὅλου τοῦ κόσμου καὶ ὅτι ὁ Σταυρὸς εἶναι ἁγιασμένος μὲ τὸν πιὸ μεγάλο ἁγιασμὸ – μὲ τὸ τίμιο Αἷμα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ τὸ ἔργο ποὺ Ἐκεῖνος πραγματοποίησε πάνω του˙ τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους.
.        Μπορεῖ γιὰ μᾶς νὰ ὑπάρχει θησαυρὸς μεγαλύτερος ἀπὸ τὸν Σταυρὸ ποὺ ἁγιάστηκε μὲ τὸ τίμιο Αἷμα τοῦ Κυρίου; Ἂν στὴν Παλαιὰ Διαθήκη τὸ θυσιαστήριο ποὺ ὑπῆρχε μέσα στὸ ναὸ τῶν Ἱεροσολύμων ἐθεωρεῖτο ἱερό, ἂν τὸ σπαθὶ τοῦ Γολιάθ, μὲ τὸ ὁποῖο ὁ Δαβὶδ ἀποκεφάλισε αὐτὸν τὸν γίγαντα, φυλαγόταν μέσα στὸ ναὸ τυλιγμένο σὲ πολύτιμο ὕφασμα, τότε πῶς μποροῦμε ἐμεῖς νὰ μὴν τιμᾶμε τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ;
.          Γνωρίζετε ὅτι τὰ πράγματα τῶν μεγάλων ἀνδρῶν φυλάγονται σὰν κειμήλια, ὅτι δημιουργοῦνται μουσεῖα ὅπου αὐτὰ φυλάγονται μὲ πολλὴ προσοχὴ καὶ πὼς τιμοῦν οἱ ἄνθρωποι ὅλα αὐτὰ τὰ πράγματα. Ἐμεῖς λοιπὸν νὰ μὴν τιμᾶμε μὲ ὅλη μας τὴν καρδιὰ τὸν Σταυρὸ τοῦ Κυρίου, ποὺ ἡ ἁγία Ἑλένη βρῆκε τὸ 326 μ.Χ.; Δὲν πρέπει νὰ ἀποστρεφόμαστε τοὺς δυστυχισμένους ἐκείνους αἱρετικοὺς ποὺ τὸν βλασφημοῦν; Δὲν πρέπει, σύμφωνα μὲ τὸν λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου, νὰ τοὺς θεωροῦμε ἀνθρώπους ποὺ σκόνταψαν στὸν λίθο τοῦ προσκόμματος καὶ ἄδικα νομίζουν πὼς κατέχουν τὴν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ;
.          Ἂς μὴν ἔχουμε καμία κοινωνία μ’ αὐτοὺς τοὺς δυστυχισμένους ἀνθρώπους, ποὺ βλασφημοῦν τὸν Σταυρὸ τοῦ Κυρίου. Ἂς ἔχουμε πάντα μπροστὰ μας τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ! Ἂς μὴν ὑπάρχει μεταξύ μας κανεὶς ποὺ νὰ μὴν φοράει σταυρό!
Ξέρω ὅτι δὲν τὸν φορᾶτε ὅλοι. Φορᾶτε χάντρες καὶ μενταγιὸν καὶ τὸν σταυρὸ δὲν φορᾶτε. Μὴν δικαιολογεῖτε τὸν ἑαυτό σας μὲ τὸ ὅτι δὲν ἔχετε ποῦ νὰ τὸν ἀγοράσετε, γιατί ἂν ἀγαπούσατε τὸν Σταυρὸ θὰ βρίσκατε δυνατότητα, θὰ παίρνατε ἕνα κομμάτι ξύλο καὶ θὰ τὸ κάνατε σταυρό. Σκεφτεῖτε το καὶ βάλτε ὅλοι σας στὸ λαιμὸ τὸν σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ καὶ ὅλοι σας νὰ τὸν χαράξετε μέσα στὴ δική σας καρδιά! Αὐτὸς θὰ σᾶς σώσει καὶ θὰ σᾶς ὁδηγήσει στὴν αἰώνια ζωή.

Η ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΟΥΛΟΣ

Η ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

Ο  Τίμιος Σταυρός είναι το κορυφαίο σύμβολο θυσίας και αγιασμού, για την Εκκλησία του Σταυρωμένου και  εν ταυτώ Αναστημένου Χριστού, διότι ο Σταυρός μαζί με την Ανάσταση είναι οι δύο σημαντικοί πυλώνες πάνω στους οποίους στηρίζεται  η ζωή όσων «εις Χριστόν» έχουν βαφτισθεί και ενδυθεί. Ο απόστολος Παύλος αναφερόμενος στο Σταυρό, δεν κρύβει την καύχησή του, για το Ιερό Σύμβολο. Στις επιστολές του συναντάμε πλείστα χωρία στα οποία εξυμνεί  τη σημασία του Σταυρού, για τη σωτηρία του ανθρώπου και του κόσμου. Αλλά και οι αποστολικοί Πατέρες ομιλούν και αυτοί με σεβασμό και τιμή προς το Ιερό Σύμβολο, μέσω του οποίου επιτεύχθηκε η σωτηρία του ανθρώπου, με την απολυτρωτική θυσία του Χριστού.
Η τιμή που αποδίδει η Ορθόδοξη Εκκλησία, προς τον Τίμιο Σταυρό, τη 14η Σεπτεμβρίου και όχι μόνο, ξεκινά στους πρώτους αποστολικούς χρόνους, δια των  αποστόλων και των επακολουθησάντων αποστολικών Πατέρων.  Έτσι μέχρι τους τωρινούς καιρούς, η Ορθόδοξη Εκκλησίας μας, διασώζει ανόθευτη τη βιβλική και πατερική διδασκαλία και αποδίδει την προσήκουσα τιμή στο Σταυρό του Χριστού, ως το κατ’ εξοχήν όργανο και σύμβολο της απολυτρώσεως του ανθρωπίνου γένους, προσφέροντας στον καθένα τη δυνατότητα να προσέλθει, στις ιερές ακολουθίες  του υψωμένου Τιμίου Σταυρού, ο οποίος για πρώτη φορά, υψώθηκε  από τον πατριάρχη Ιεροσολύμων Μακάριο, όταν αυτοκράτορας στο βυζάντιο ήταν ο Μ. Κωνσταντίνος. Σύμφωνα με την ιερή παράδοση της Εκκλησίας μας, αμέσως μετά την εύρεση του Τιμίου Σταυρού, η αγία Ελένη τον ασπάσθηκε και τον παρέδωσε στον πατριάρχη Ιεροσολύμων Μακάριο, ο οποίος ύψωσε ψηλά τον Σταυρό του Χριστού για να τον δουν οι παρευρισκόμενοι χριστιανοί.  Ένα παρόμοιο περιστατικό έγινε λίγα χρόνια μετά, το 335, την επομένη των εγκαινίων του Ναού της Αναστάσεως. Για μία τρίτη και τελευταία φορά πραγματοποιήθηκε η ύψωση του Τιμίου Σταυρού το έτος 628. Είναι η εποχή που ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου Ηράκλειος πολεμά τους Πέρσες. Ο λαός αυτός, προ 14 ετών, έχει καταλάβει την Παλαιστίνη και έχει αρπάξει από τούς χριστιανούς τον Τίμιο Σταυρό. Ο Ηράκλειος νικά και επανακτά τον Σταυρό. Στις 14 Σεπτεμβρίου έρχεται στα Ιεροσόλυμα φέροντας στους ώμους του τον Σταυρό. Φθάνει στο Ναό της Αναστάσεως και παραδίδει τον Σταυρό στα χέρια του πατριάρχη Ζαχαρία. Εκείνος υψώνει τον Τίμιο και Ζωοποιό Σταυρό και ευλογεί τα πλήθη των χριστιανών, ψάλλοντας για πρώτη φορά τον πολύ γνωστό ύμνο «Σώσον Κύριε τον λαόν Σου και ευλόγησον την κληρονομίαν Σου …».
Θεολογικά «Σταυρός» σημαίνει το «παθείν», ενώ γενικότερα, σημαίνει πόνος, πενία, εξάρτηση, ανελευθερία, καταπίεση, βία, ασθένεια και θάνατος, τα οποία απειλούν διαρκώς τον άνθρωπο. Άρα, Ύψωση του Σταυρού σημαίνει εμφάνεια του «παθείν». Η Ύψωση δηλώνει τη διαρκή υπόμνηση, τη διαρκή θέα του μυστηρίου του σταυρού. Ο σταυρός, σύμβολο πολυσήμαντο και σχήμα πανάρχαιο, ενώνει παραδοξολογικά τα αντίθετα: τον ουρανό με τη γη, το άκτιστο με το κτιστό, το Θείο με το ανθρώπινο, τη ζωή με τον θάνατο, τη χαρά με τη λύπη (χαρμολύπη), το συνειδητό με το ασυνείδητο. Ο άγιος Κλήμης ο Αλεξανδρείας (ΒΕΠΕΣ 7, 72) γράφει χαρακτηριστικά, ότι ο Σταυρωμένος Κύριος γίνεται «σπονδοφόρος» της ψυχής μας, ειρηνεύοντας τις ασυνείδητες συγκρούσεις μας. Ενώ σαν αλεξικέραυνο ο σταυρός γειώνει τις αμαρτίες μας, ταυτόχρονα σαν γερανός μας ανεβάζει στον ουρανό (Ιγνάτιος ο Θεοφόρος, Προς Εφεσ. ΙΧ, Ι). Όσο θυσιάζεται ο Θεάνθρωπος, τόσο δοξάζεται η Εκκλησία, που είναι το Σώμα Σου. Όσο αυτοπροσφέρεται, όσο κενώνεται ο άνθρωπος, τόσο ο ίδιος «πληρούται», αφού μόνο ένας «σταυρωμένος» μπορεί να υψωθεί! Όσο νεκρώνονται και σταυρώνονται τα πάθη μας, τόσο δυναμώνει το πνεύμα μας. Όσο καθημερινά σταυρωνόμαστε ή «θανατούμεθα», τόσο αληθινά ζούμε: «Ο ευρών την ψυχήν αυτού απολέσει αυτήν, και ο απολέσας την ψυχήν αυτού ένεκεν εμού ευρήσει αυτήν» (Ματθ. 10, 38-39)! Τότε το «παθείν», δηλαδή ο σταυρός μας μεταβάλλεται σε χριστιανικό μαρτύριο, όπως συνέβη με τον ένα εκ των δυο ληστών. Γι’ αυτό, κάτω από κάθε αγία Τράπεζα τίθενται λείψανα Αγίων, ώστε να μας θυμίζει, ότι η «δύναμη» της Εκκλησίας «εν ασθενεία τελειούται» (Β’ Κορ. 12, 9) 
Έτσι, λοιπόν, όσο θεάται, υψούμενος, ο σταυρός, το σύμβολο του θανάτου, τόσο απομακρύνεται ο θάνατος: «θανάτω θάνατον πατήσας»! Έφαγαν οι Πρωτόπλαστοι από το «δένδρο της γνώσης του καλού και του κακού» και ασθένησαν πνευματικά, ενώ εμείς σήμερα, τρώμε από το ξύλο του Σταυρού, κοινωνώντας το σώμα και το αίμα του Κυρίου και θεραπευόμαστε πνευματικά: «Ξύλω γαρ έδει το ξύλον ιάσασθαι» (Δοξαστικό του μεγάλου Εσπερινού).
Αλλά, για μας σήμερα τι νόημα έχουν όλα αυτά; Πώς μπορούν να λειτουργήσουν πρακτικά στην καθημερινή μας ζωή; Τί σημαίνει καθημερινή Ύψωση του δικού μας «σταυρού»; Καθημερινό σταύρωμα σημαίνει αδιάλειπτο πνευματικό αγώνα κατά των παθών και των σατανικών πειρασμών. Η ψυχική αυτή σταυρική θυσία διενεργείται στο κέντρο της καρδιάς μας, στο δικό μας Γολγοθά, όπου ο νους μεταβάλλεται σε βωμό Αγίας Τραπέζης και ολόκληρο το σώμα μας, σε Ναό του Αγίου Πνεύματος. «Αυτοί που ανήκουν στο Χριστό», λέει ο ι. Χρυσόστομος, έχουν σταυρώσει τη σάρκα τους με τα πάθη και τις επιθυμίες της, όπως ακριβώς κάποιος θα έλεγε, αυτοί έχουν δείξει ότι η σάρκα έχει καταστεί ανίκανη και ανενεργής, για αμαρτωλές πράξεις. Έχουν παλέψει μαζί της τόσο αποτελεσματικά, ώστε έχει καταστεί γι’ αυτούς υπεράνω παθών και επιθυμιών, διότι όταν είναι καρφωμένος κανείς σε ένα σταυρό και έχει τρυπηθεί με εκείνα τα καρφιά, αυτός είναι τσακισμένος,  διαλυμένος από τον πόνο και βασανισμένος, ούτως ειπείν, σε κάθε ίνα της ύπαρξής του. σε αυτήν την κατάσταση αυτός δε θα μπορούσε να ενοχλείται από τις επιθυμίες της σάρκας, αλλά κάθε πάθος και πονηρή επιθυμία θα τρεπόταν σε άτακτη φυγή από τον πόνο, που δεν αφήνει τόπο για εκείνα τα πάθη».
 Έτσι, καθημερινή ύψωση του προσωπικού μας σταυρού σημαίνει εμφάνεια, σημαίνει διαρκής ορατότητα, αναγνωρισιμότητα και παραδοχή των συνειδητών και ασυνείδητων ενοχών, υπαρξιακών κρίσεων και εσωτερικών μας συγκρούσεων. Η ύψωση των προσωπικών μας προβλημάτων είναι αναγκαία, γιατί χωρίς την ανάδειξη και ανάδυση του προβλήματος, σε διάσταση εξομολόγησης, δεν είναι δυνατή καμία αυτοδιάγνωση ή ετεροδιάγνωση και άρα δεν υπάρχει θεραπεία. Ο πόνος ή ο «σταυρός» κάθε άπιστου ή άθεου παραμένει αγιάτρευτος, αφού αρνείται στρουθοκαμηλικά όχι μόνο την Ανάσταση και Ύψωση του Χριστού, άρα και τη δική του, αλλά και αυτή τη «σταύρωση» τη δική του, που είναι η αβεβαιότητα, η αγωνία, ο πόνο, ο θάνατος. Η τυχόν απώθηση του  «σταυρού» είναι πειρασμός δαιμονικός. Αν δεν βυθιστεί κανείς στον Άδη της υπάρξεώς του, δε θα μπορέσει να ανέλθει στο αληθινό φως. Η αναγνώριση των παθών του ασυνειδήτου είναι προϋπόθεση, για την οποιαδήποτε θεραπεία. Η ύψωση του προσωπικού μας σταυρού παρέχει ελπίδα και θάρρος, για να συνεχίσουμε τον υπόλοιπο ψυχοπνευματικό αγώνα της ζωής, αφού μας θυμίζει, ότι με τη σταυρική θυσία του Υιού του Θεού και Λόγου, επήλθε η καταλλαγή μας με τον Θεό, και άρα η νίκη, ως ψυχοσωματική σωτηρία του Ανθρώπου. Ας μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι η 14η Σεπτεμβρίου ήταν για το Βυζάντιο επέτειος πολιτικής νίκης, εξαιτίας τόσο του «εν τούτω νίκα» του Μ. Κωνσταντίνου, όσο και της ανάκτησης του Σταυρού από τους Πέρσες.
Πράγματι, στην εορτή της Υψώσεως υπολανθάνει μια πολεμική ψυχολογία. Έτσι, η Ύψωση του Σταυρού λειτουργούσε για τους Βυζαντινούς ως κίνητρο υπαρκτικής ανάστασης και πολιτικής επαναβίωσης. Συνεπώς, η σταυρική Ύψωση δηλώνει θεολογικά την πρόγευση μιας νίκης, που επιτυγχάνεται μέσα από το «παθείν» και τον θάνατο. Η «νίκη» αυτή, που μας χάρισε ο Χριστός, δεν είναι μια νίκη ηθική, νομική ή «πνευματική», αλλά οντολογική και αναφέρεται σε ολόκληρη την κτίση, ως η καθολική σωτηρία της. Ενώ προχριστιανικά ο «σταυρός» προκαλούσε φθορά και θάνατο, μετά Χριστό καθίσταται «θεραπεία της κτίσεως», παρατηρεί ο Μ. Αθανάσιος. Κατά τον άγιο Ειρηναίο (MPG 7, 1086), ο Κύριος με τους ήλους του σταυρού καθάρισε την άγρια γη. Επίσης, κατά τον Μ. Αθανάσιο (ΒΕΠΕΣ 30, 95.112), η Σταύρωση του Κυρίου καθάρισε τον αέρα και κάθε μέρος της κτίσεως. Τούτο εφαρμόζει η Εκκλησία στον  Αγιασμό των υδάτων κατά τη εορτή των Θεοφανείων.
Έτσι, πανηγυρίζουμε και εορτάζουμε σήμερα το κατόρθωμα του «σταυρού», του οποίου αναστάσιμη χρήση έκανε πρώτος ο Κύριος. Ενώ δηλαδή, πρόκειται για θυσία και θάνατο, αισθανόμαστε χαρά. Πρόκειται για το φαινόμενο της ιερής αμφιθυμίας: «Αυτόν ασπασώμεθα τη χαρά και τω φόβω, φόβω δια την αμαρτίαν, ως ανάξιοι όντες, χαρά δε δια την σωτηρίαν, ην παρέχει τω κόσμω» (Δοξαστικό των Αίνων του Σταυρού).
 Αλλά, με τι τρόπο θα μπορέσουμε να επιτύχουμε στην καθημερινή μας ζωή την ύψωση του προσωπικού μας «σταυρού»; Εμφάνεια του σταυρού σημαίνει το να μη θεωρούμε πως η όλη πραγματικότητα εξαντλείται στο λογικό, «επειδή και Ιουδαίοι σημείον αιτούσι και Έλληνες σοφίαν ζητούσιν, ημείς δε κηρύσσομεν Χριστόν εσταυρωμένον, Ιουδαίοις μεν σκάνδαλον, Έλλησι δε μωρίαν» (Α’ Κορ. 22-23), κάτι που σχετικά πρόσφατα αποδέχτηκε και η Κβαντοφυσική. Ακόμη, ο προσωπικός μας σταυρός υψώνεται συνειδητά καθημερινά, όταν διαρκώς έχουμε προ οφθαλμών τη «νίκη» κατά του κακού, που πέτυχε ο Χριστός πάνω στο Σταυρό. Ακόμα, η ύψωση μέσα μας διενεργείται με τη συμμετοχή μας στο θάνατο του Χριστού, δηλαδή, με την κοινωνία μας στα μυστήρια του Βαπτίσματος και της Θ. Ευχαριστίας, όπου ο πιστός αποκτά τη Χάρη, που έρευσε από το Σταυρό.  Στην κατάσταση της θέωσης, ο πιστός όχι μόνο «βλέπει», προγευόμενος, αοράτως, σαν αληθινός προφήτης τη δόξα της αναστάσεώς του, αλλά και της δικής του υψώσεως: «Πάτερ, ους δέδωκάς μοι, θέλω ίνα όπου ειμί εγώ κακείνοι ώσι μετ’ εμού, ίνα θεωρώσι την δόξαν την εμήν ην δέδωκάς μοι» (Ιω. 17,24). Τέλος, επειδή η Χάρη τού Σταυρού δεν λειτουργεί αυτόματα, πάγια και μαγικά, επιβάλλεται και η από μέρους μας, συνεργιακώς, ασκητική «θυσία», ψυχική νήψη, εγρήγορση, προσευχή, σωματική νηστεία, εγκράτεια και υλική φιλανθρωπία. Η κατάσταση της κατάνυξης και της χαρμολύπης που δημιουργεί στην ψυχή μας η παρουσία και θέα του Τιμίου Σταυρού μας κάνει να υπομένουμε με καρτερία και υπομονή τα προβλήματα της ζωής, δηλαδή να υπομένουμε τον προσωπικό μας σταυρό (Ματθ.16:24), ελπίζοντας εξάπαντος στην επερχόμενη ανάσταση, μεταφορικά και κυριολεκτικά. Αυτή η ακράδαντη πίστη μας δίνει δύναμη και μας κάνει να αντιμετωπίζουμε τη ζωή με αισιοδοξία..
Η ελληνορθόδοξη παράδοσή μας έχει ως βάση την παύλειο αρχή «ει δε απεθάνομεν συν Χριστώ, πιστεύομεν ότι και συζήσομεν αυτώ, ειδότες ότι Χριστός εγερθείς εκ νεκρών ουκέτι αποθνήσκει, θάνατος αυτού ουκέτι κυριεύει» (Ρωμ.6,8-9). Για να μπορεί όμως ο άνθρωπος να λάβει τον θείο αγιασμό μέσω του Σταυρού είναι απαραίτητο να πιστέψει στο Λυτρωτή Χριστό και στην σταυρική απολυτρωτική Του Θυσία. Επίσης πρέπει να σταυρώσει και αυτός τον εαυτό του, όπως και ο Χριστός, να συσταυρωθεί μαζί Του. Η μεγάλη εορτή της Παγκοσμίου Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού είναι μια ακόμα ευκαιρία για όλους μας να σκεφτούμε τις άπειρες δωρεές του Θεού στη ζωή μας. Να στρέψουμε το βλέμμα μας στο εκθαμβωτικό φως του Σταυρού προκειμένου να διαλύσουμε το σκοτεινό έρεβος των αμαρτιών της ψυχής μας. Δεν έχουμε πολλές επιλογές, ή αποδεχόμαστε τη λυτρωτική δύναμη του Σταυρού του Χριστού και σωζόμαστε, ή παραμένουμε δούλοι της αμαρτίας και φορείς του κακού και χανόμαστε. Η πρόσκληση και η πρόκληση, προς τη λύτρωση είναι πάντα ανοιχτή, αρκεί να πάρουμε τη μεγάλη απόφαση και να την αποδεχτούμε.

H Ύψωση του Τιμίου Σταυρού – Ο Σταυρός, «Δύναμις Θεού»




ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ: Α΄ Κορ. Α΄18-24
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ: Ιωάν. ΙΘ΄ 6-11, 13-20, 25-28 και 30
Ο ΣΤΑΥΡΟΣ, «ΔΥΝΑΜΙΣ ΘΕΟΥ»
1. Ἡ «μωρία» τοῦ Σταυροῦ
Ἑορτάζει σήμερα ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία τὴν «Παγκόσμιον Ὕψωσιν τοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ» καὶ μᾶς καλεῖ νὰ προσκυνήσουμε τὸ «τρισμακάριστον ξύλον», νὰ πάρουμε κλάδους βασιλικοῦ ποὺ τὸ στολίζουν καὶ νὰ λάβουμε χάρη καὶ εὐλογία. Δὲν ἀρκεῖ ὅμως μόνο αὐτό. Τὸ σημαντικότερο εἶναι νὰ πιστέψουμε στὴ δύναμη τοῦ Ἐσταυρωμένου καὶ μὲ προθυμία νὰ βαστάζουμε καθημερινὰ καὶ τὸν δικό μας σταυρό.
Βέβαια, κάτι τέτοιο εἶναι ἐντελῶς ἀντίθετο μὲ τὴ λογικὴ τοῦ κόσμου. «Ὁ λόγος ὁ τοῦ σταυροῦ τοῖς ἀπολλυμένοις μωρία ἐστί», λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὸ σχετικὸ ἀνάγνωσμα τῆς σημερινῆς ἑορτῆς· τὸ κήρυ­γμα γιὰ τὸν Σταυρὸ σ’ ἐκείνους ποὺ βαδίζουν τὸν δρόμο τῆς ἀπώλειας φαίνεται ἀνοησία. Πράγματι· ὁ κόσμος ποὺ εἶναι παραδομένος στὰ ἀχαλίνωτα πάθη καὶ τὶς ἁμαρτωλὲς ἐπιθυμίες δὲν μπορεῖ νὰ καταλάβει τί σημαίνει ἄσκηση καὶ ἐγκράτεια. Ὅποιος ἔχει μάθει νὰ κυνηγᾶ τὸν πλοῦτο καὶ τὴ δόξα δὲν μπορεῖ νὰ νιώσει τὴ χάρη ποὺ κρύβεται μέσα στὴν πτωχεία καὶ τὴν ταπείνωση. Ὅποιος δὲν ἔχει μάθει νὰ ἀντιμετωπίζει ἀποτυχίες καὶ θλίψεις καὶ πλησιάζει τὸν Θεὸ μὲ στόχο νὰ κερδίζει διαρκῶς προσωπικὰ ὀφέλη, ἀδυνατεῖ νὰ πιστέψει ὅτι ὁ Θεὸς πέθανε ὡς κατάδικος πάνω στὸ Σταυρό...

Κι ὅμως, αὐτὴ εἶναι ἡ ἀλήθεια. Ὁ Θεάνθρωπος πέθανε πάνω στὸ Σταυρὸ μὲ τὴ δική Του θέληση, γιὰ νὰ χαρίσει στοὺς ἀνθρώπους τὴν αἰώνια ζωή. Ἔγινε ὁ Ἴδιος κατάρα γιὰ νὰ μεταδώσει σὲ μᾶς τὴν εὐλογία. Δέχθηκε νὰ καταδικαστεῖ σὲ σταυρικὸ θάνατο γιὰ νὰ βροῦμε ἐμεῖς δικαίωση καὶ σωτηρία. Ποιὸς μπορεῖ νὰ καταλάβει αὐτὰ τὰ παράδοξα μυστήρια;... Μόνο ὅποιος ἀκολουθεῖ τὰ ἴχνη τοῦ Χριστοῦ· ὅποιος σηκώνει τὸν σταυρό του μὲ ὑπομονὴ καὶ αὐταπάρνηση.
2. Τὸ σκάνδαλο τῆς ἥττας
Ἐκτὸς ἀπὸ «μωρία», γιὰ τοὺς κατὰ κόσμον σοφοὺς ὁ Ἐσταυρωμένος ἀποτελεῖ καὶ σκάνδαλο. Αὐτὸ ἐπισημαίνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, καθὼς λέγει ὅτι «κηρύσσομεν Χρι­στὸν ἐσταυρωμένον, Ἰου­­­­­δαίοις μὲν σκάνδαλον, Ἕλλησι δὲ μωρίαν». 
Πράγματι, γιὰ τοὺς Ἰουδαίους, ποὺ περίμεναν τὸν Μεσσία Χριστὸ ὡς ἐπίγειο βασιλιὰ ποὺ θὰ τοὺς ἀπελευθέρωνε ἀ­­πὸ τὴ ρωμαϊκὴ ἐξουσία καὶ θὰ τοὺς ­χάρι­­ζε ἐγκόσμια κυριαρχία καὶ ἐκλεκτὰ προ­νόμια, ἡ Σταύρωση τοῦ Χριστοῦ ἀποτε­λεῖ σκάνδαλο, δηλαδὴ ἐμπόδιο πάνω στὸ ὁποῖο σκοντάφτουν καὶ δὲν πιστεύουν. Δὲν μποροῦν νὰ δεχθοῦν τὸ γεγο­νὸς ὅ­­­­τι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ­καταδικάστηκε στὸν πλέ­­­ον ἐπονείδιστο θάνατο. Ἀποροῦν ­γιατί δὲν ἔκανε κάποιο θαῦμα γιὰ νὰ σωθεῖ ἢ γιατί δὲν ἔκανε κάποιο ­ἐ­­­­­­­­­­­­­­­­πα­­ναστατικὸ κίνημα, ἀφοῦ εἶχε τόσο μεγά­­­λη ἐπιρροή. 
Ἐνῶ ὅμως ὁ Κύριος φαινόταν ἡττημένος πάνω στὸ Σταυρό, στὴν πραγματικότητα ἀποδείχθηκε Αἰώνιος Νικητής. Μὲ τὴν Ἀνάστασή Του νίκησε τὸν θάνατο, καὶ ἀπὸ τότε ὁ Σταυρός Του ἔγινε «ὅπλον εἰρήνης, ἀήττητον τρόπαιον». Μυριάδες ψυχὲς ἑλκύονται ἀπὸ τὴ χάρη τοῦ Ἐσταυρωμένου, καὶ τὸ «σκάνδαλο» τοῦ Σταυροῦ ἐξακολουθεῖ νὰ προκαλεῖ τὴ λογικὴ ὄχι μόνο τῶν Ἰουδαίων ἀλλὰ ὅλου τοῦ κόσμου.
Πῶς μπορεῖ νὰ ἐξηγηθεῖ τὸ γεγονὸς ὅτι μιὰ μικρὴ ὁμάδα μαθητῶν τοῦ Κυρί­ου κατόρθωσε νὰ διαδώσει τὸ ­Εὐαγγέλιο σ’ ὅλη τὴν οἰκουμένη, κόντρα στὸ πο­λι­τικὸ καὶ θρησκευτικὸ κατεστημένο τῆς ἐποχῆς; Πῶς μπορεῖ νὰ ­ἐξηγηθεῖ τὸ θαῦ­μα τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία παραμένει ­ἀ­­­λώβητη καὶ συνεχίζει νὰ ἐξαπλώ­νεται, παρὰ τὶς λυσσαλέες ­ἐπιθέσεις τῶν ἐ­­­χθρῶν της; Τελικά, ποιὸς εἶναι ὁ ­νικητής; Ὁ τύραννος ποὺ ὁδηγεῖ στὸ μαρτύριο ἕν­­­α χριστιανὸ ἢ ὁ πιστὸς χριστια­νὸς ποὺ μένει ἀλύγιστος καὶ δοξάζεται μὲ τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου;
3. «Δύναμις Θεοῦ»
Ὁ Σταυρὸς ποὺ φαίνεται ὡς ἥττα καὶ γίνεται σκάνδαλο γιὰ πολλούς, στὴν πρα­γματικότητα ἀποτελεῖ τὴ μυστικὴ δύναμη τῶν πιστῶν. Αὐτὴ τὴ δύναμη τοῦ Σταυροῦ διακηρύτ­τει ὁ θεῖος Ἀπόστολος μὲ παρρησία στὸ σημερινὸ ἀνάγνωσμα. ­Κηρύττουμε, γράφει, «Χριστὸν Θεοῦ δύναμιν καὶ Θε­οῦ σο­φίαν», δηλαδὴ τὸν Χριστὸ ποὺ σταυρώ­θηκε καὶ ἀναστήθηκε, ὁ Ὁποῖος εἶναι Θεοῦ δύναμη ποὺ ἀναγεννᾶ καὶ ἁγιάζει, καὶ Θεοῦ σοφία ποὺ φωτίζει κά­θε πιστό. 
Ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου, γιὰ ὅσους πιστεύουν, ἀποτελεῖ πηγὴ φωτισμοῦ, δυνάμεως, χαρᾶς καὶ ἐλπίδας. Εἶναι πηγὴ ζωῆς καὶ σωτηρίας, διότι γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς σταυρώθηκε ὁ Χριστός, «ἵνα ζήσωμεν δι’ αὐτοῦ» (Α΄ Ἰω. δ΄ 9).
Ὁ Σταυρὸς χαρίζει στὸν κάθε πιστὸ τὴ χαρὰ τῆς θείας παρηγορίας, τὴν αἴσθηση τῆς προστασίας τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς διαρκοῦς παρουσίας Του στὸν πόνο καὶ τὴ θλίψη, τὴν ἐλπίδα τῆς ­Ἀναστάσεως. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ σταυρωμένος πιστὸς εἶναι συγ­χρόνως καὶ ἀναστημένος: ­ἀντέχει στὴ δοκιμασία του, παρηγορεῖ τοὺς ἄλ­λους στὴ θλίψη τους, αἰσθάνεται εὐτυ­χὴς μέσα στὸν ἄδικο διωγμό του, ξεκου­ράζεται στὸν κόπο του, χαίρεται τὸν σταυρό του, διότι αἰσθάνεται ὅτι τελικὰ ὁ σταυρὸς δὲν εἶναι βάρος οὔτε χαμένη ὑπόθεση, ἀλλὰ «δύναμις Θεοῦ», πρα­γματικὴ εὐλογία!

Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”
πηγή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...