Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Απριλίου 04, 2015

Κυριακή τῶν Βαΐων

Κυριακή τῶν Βαΐων
(Ἰω. ιβ΄ 1-18)
Κυριακὴ τῶν Βαΐων σήμερα καὶ ὁ Χριστὸς εἰσέρχεται στὴν πόλη τῶν Ἱεροσολύμων μετὰ βαΐων καὶ φοινίκων. Ἐπευφημεῖται ἀπ᾿ αὐτοὺς ποὺ βγῆκαν ἀπὸ τὴν πόλη γιὰ νὰ τὸν ὑποδεχθοῦν.
Ποιοί ἦταν ὅμως αὐτοί; Μήπως οἱ ἄρχοντες καὶ οἱ τῆς ἀνωτέρας τάξεως κάτοικοι τῆς πόλεως; Μήπως οἱ μεγάλοι καὶ οἱ τρανοὶ τῆς ἐποχῆς αὐτῆς; Ποιοί ἦσαν; Μὰ ὁ ἴδιος ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης θὰ μᾶς δώσει τὴν ἀπάντηση: «ὁ πολὺς λαός, ὁ ὁποῖος εἶχεν ἔλθει εἰς τὴν ἑορτήν». Καὶ αὐτὸς ὁ λαός, κρατώντας στὰ «χέρια τους κλαδιὰ ἀπὸ χουρμαδιές, ποὺ ἦσαν κατὰ μῆκος τοῦ δρόμου, ἐβγῆκε ἀπὸ τὴν πόλη διὰ νὰ ὑποδεχθεῖ καὶ φώναζε δυνατά. Δόξα καὶ τιμὴ εἰς αὐτὸν ποὺ ὑποδεχόμαστε…»
Οἱ φοίνικες δὲ ποὺ κρατοῦσε ὁ λαός, συμβολίζουν τὴν νίκη τοῦ Χριστοῦ ἐνάντια στὸ θάνατο καὶ προμηνύουν τὴν Ἀνάστασή Του. Θὰ σημειώνει σχετικὰ ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας, «εὐπειθέστεροι λοιπὸν οἱ ἄλλοι καὶ ὑπακούοντες στὸ μεγάλο σημεῖο, προϋπάντησαν τὸν Χριστὸ ὑμνοῦντες Αὐτὸν ὡς τὸν νικητὴν τοῦ θανάτου μετὰ βαΐων».
Ἔτσι μὲ τὸν ἁπλὸ καὶ πρόχειρο αὐτὸ τρόπο, ὁ λαὸς ἐκδήλωσε τὸν σεβασμὸ καὶ τὴν ἀναγνώρισή του πρὸς τὸν Χριστό. Μὲ θερμότητα καὶ ἐνθουσιασμὸ ἀποτελοῦσαν τὴν συνοδεία τοῦ Χριστοῦ πρὸς τὴ θυσία Του. Μὰ καὶ συνοδεία νίκης καὶ θριάμβου γιὰ τὴν Ἀνάστασή Του.
«Δόξα καὶ τιμὴ σ᾿ αὐτὸν ποὺ ὑποδεχόμαστε· εὐλογημένος καὶ δοξασμένος νὰ εἶναι αὐτὸς ποὺ ἔρχεται ἀπεσταλμένος ἀπὸ τὸν Κύριο ὡς ἀντιπρόσωπός του…» θὰ τονίζει ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης καὶ θὰ περιγράφει μέσα σ᾿ αὐτὲς τὶς γραμμὲς τὸν ἐνθουσιασμὸ τοῦ πλήθους.
Ἐτοῦτος ὁ λαὸς μὲ θερμότητα καὶ ἐνθουσιασμὸ ἐπευφημεῖ σήμερα τὸ Διδάσκαλο. Ζητωκραυγάζει τὸν Χριστὸ ὡς βασιλέα ἐπίγειο καὶ ἄρχοντά του. Τὸν ἀποκαλεῖ εὐλογημένο καὶ ἀπεσταλμένο τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ τὸν Μεσσία. «Καὶ τῷ εἰπεῖν δὲ ἐν ὀνόματι Κυρίου, ταὐτὸ τοῦτο ἐμφαίνουσι, τὸν ἀληθινὸν Θεὸν αὐτὸν εἶναι». Καὶ στρώνει τὰ ἱμάτιά του γιὰ νὰ διαβεῖ.
Καὶ ὅλ᾿ αὐτὰ ἴσαμε ἐδῶ καλά. Καὶ ἐπαινετὰ καὶ πρεπούμενα. Γιατὶ αὔριο, σὲ λίγες ἡμέρες, ὁ ἴδιος ὁ λαὸς θὰ ἀποδοκιμάζει τὸ Διδάσκαλο. Θὰ τὸν ἀποδιώχνει ἀπὸ τὴ ζωή του καὶ θὰ τὸν παραδίδει στὸ θάνατο. Αὐτὸν τὸν εὐεργέτη, τὸν τίμιο καὶ ἀληθινό! Τὸν σωτῆρα!
Πῶς μεταβάλλεται καὶ πόσο ἀλλάζει ὁ λαός; Κατευθύνεται ἐπιπόλαια καὶ ἀξιολογεῖ ἐπιφανειακὰ τὰ πρόσωπα καὶ τὰ πράγματα. Θαυμάζει καὶ ἐνθουσιάζεται ἀπὸ θαυμαστὰ γεγονότα. Καὶ σύρεται πίσω ἀπὸ τὸ φόβο καὶ τὴ δύναμη τῶν πραγμάτων.
Γι᾿ αὐτὸ παρασυρόμενος ζητεῖ τὸ θάνατο τοῦ Χριστοῦ καὶ κράζει «σταυρωθήτω». Ἡ πρώτη ἐπευφημία ξεχάστηκε. Οἱ ζητωκραυγὲς γιὰ τὸν εὐλογημένο, πετάχθηκαν στὴν ἄκρη. Τώρα «σταυρωθήτω».
Καὶ ὅλ᾿ αὐτὰ γιατί; Διότι ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ γιὰ κάποιους εἶναι ἐνοχλητική. Εἶναι οἱ ἄρχοντες, οἱ μεγάλοι καὶ οἱ ἰσχυροί. Καὶ ἀμέσως ἔβαλαν σὲ ἐνέργεια τὸ πονηρὸ σχεδιό τους. Μὲ δημαγωγικὸ καὶ ὑποκριτικὸ τρόπο ἔπεισαν τὸν λαὸ γιὰ τὸν «κίνδυνο» τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ λαὸς δὲ «ὁ μὴ γνωρίζων» παρασύρεται ἀπ᾿ αὐτούς. Ἀπεμπολεῖ τὰ θαυμαστὰ ἔργα τοῦ Χριστοῦ. Ξεχνάει τὸν σωτήριο λόγο τοῦ Διδασκάλου. Κλείνει τὰ μάτια του στὰ θαύματα καὶ τὶς ἰατρικὲς ἐπεμβάσεις Του. Καὶ δὲν ἀκούει πλέον τὶς δικὲς του ζητωκραυγές.
Καὶ τελικά, αὐτὸ ποὺ προκύπτει εἶναι ὅτι οἱ περισσότεροι στέκονται ἐνάντια στὸν Χριστό. Καὶ οἱ λιγότεροι κοντά Του. Οἱ περισσότεροι, συνειδητὰ ἢ ἀσυνείδητα ζητοῦν τὴ θανάτωσή Του. Δίχως καλὰ-καλὰ νὰ γνωρίζουν τὸ γιατί. Ἔτσι ἁπλά, ἐπειδὴ τοὺς τὸ εἶπαν οἱ ἄρχοντες καὶ οἱ διδάσκαλοί τους.
Ὁ λαὸς, ποὺ αἰσθάνεται ἀδύναμος καὶ ἀπροστάτευτος, ἀκολουθεῖ τοὺς ἄρχοντες καὶ ἰσχυρούς. Ἐπιθυμεῖ νὰ τἄχει καλὰ μαζί τους. Γιατὶ ποθεῖ μὲν τὸ δίκαιο καὶ τὴν ἀλήθεια, μὰ δὲν γνωρίζει δὲ πῶς καὶ ποῦ θὰ τὰ βρεῖ.
Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ἂν εἴμαστε μ᾿ αὐτούς, δηλαδὴ τοὺς πολλοὺς, ποὺ ζητωκραυγάζουν καὶ ἐπευφημοῦν. Ἂν μόνο κραδένουμε τὰ βαΐα καὶ τὰ σύουμε θριαμβευτικά. Δὲν ἔχουμε καταλάβει πὼς ὁ Χριστὸς δὲν ψάχνει νὰ βρεῖ κειροκροτητὲς καὶ φωνασκοῦντες τῆς στιγμῆς. Θορυβοῦντες ἐπιπολαίως καὶ παρασυρομένους ἀνοήτως.
Ψάχνει νὰ βρεῖ αὐτοὺς ποὺ μὲ θέληση, θὰ Τὸν ἀκολουθήσουν πιστὰ καὶ στὶς χαρές, μὰ καὶ στὸ πάθος Του. Αὐτοὺς ποὺ θὰ συνταυτιστοῦν μὲ τὸ θάνατό Του καὶ θὰ γευτοῦν τὶς χαρὲς τῆς Ἀνάστασεώς Του.
Ἐκείνους, ποὺ θὰ ὁμολογήσουν μαζὶ μὲ τὸν ἀπόστολο Πέτρο, «Κύριε πρὸς ποῖον ἄλλον διδάσκαλο νὰ ἀπέλθουμε . Ἐσὺ ἔχεις λόγια ποὺ μεταδίδουν ζωὴ τὴν αἰώνιο!»
Ἀρχιμ. Ν.Π.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ, Αποστ.Ανάγνωσμα: Φιλιπ. 4.4-9

Η Κυριακή των Βαΐων μας εισάγει στο λειτουργικό κλίμα της Μεγάλης Εβδομάδας. Άλλωστε ο κύκλος των εορταζόμενων γεγονότων έχει αρχίσει από εχθές με την εορτή της αναστάσεως του Λαζάρου στη Βηθανία. Γίνεται περιγραφή δύο γεγονότων της Ανάστασης του Λαζάρου και της θριαμβευτικής εισόδου του Χριστού στα Ιεροσόλυμα. Η θεολογική σκέψη του Απ. Παύλου περιστρέφεται γύρω απ την προαγγελία που κάνει ότι ο Κύριος εγγύς, δηλαδή ο Κύριος έρχεται σύντομα. Ο Απόστολος Παύλος όταν αναγγέλλει και βεβαιώνει για την εγγύτητα  της ελεύσεως του Χριστού, εννοεί τη Δευτέρα Παρουσία και τη φανέρωση της δόξας του Υιού του Θεού να κάθεται δοξασμένος στα δεξιά του Πατέρα και ως κριτή της Οικουμένης. Λειτουργικά η προειδοποίηση ότι «ο Κύριος εγγύς» σημαίνει τη πορεία του Χριστού προς το Πάθος, μια πορεία που άρχισε από σήμερα με την είσοδο του Χριστού στα Ιεροσόλυμα και θα κορυφωθεί με το σταυρικό θάνατο, την ταφή και την Ανάστασή του. Μέσα από αυτά τα γεγονότα θα φανερωθεί η θεϊκή δόξα του πάσχοντος και αναστημένου Χριστού. Έτσι γίνεται προετοιμασία για την υποδοχή του Κυρίου. Εντούτοις η αποστολική περικοπή μας δίνει ορισμένες προτροπές  για το πώς να προετοιμασθούμε και να δεχθούμε το Χριστό. Πρώτη προτροπή του Απ. Παύλου είναι το «χαίρετε εν Κυρίω πάντοτε, πάλιν ερώ χαίρετε». Η χαρά είναι ένα από τα κεντρικά θέματα της επιστολής προς Φιλιππησίους. Ο ιερός Χρυσόστομος σχολιάζει ότι «όποιος είναι με το Θεό πάντοτε, πάντοτε χαίρει» (P.G 62, 283). Η χαρά των Χριστιανών πηγάζει από τον Κύριο, απορρέει από την πίστη μας στον Κύριο. Είναι καρπός της αδιάκοπης κοινωνίας μαζί του. Τότε μπορεί να χαίρεται ο πιστός και η χαρά του να είναι γνήσια όταν είναι ενωμένος με τον Κύριό του και αγωνίζεται να ζήσει κατά το θέλημα του Κυρίου. Η χριστιανική χαρά είναι συνεχής. Διαποτίζει ολόκληρη τη ζωή των πιστών. Εφόσον η χαρά μας πηγάζει από τον ίδιο τον Κύριο, τον ζώντα και αληθινό Θεό, τότε είναι αδιάκοπη διότι και η πηγή της είναι αστείρευτη και ανεξάντλητη. Μπορούμε και πρέπει να χαιρόμαστε πάντοτε. Ακόμη και κατά την ώρα των δοκιμασιών και των θλίψεων που αναπόφευκτα παρακολουθούν τη ζωή μας στον παρόντα κόσμο. Αυτό ακριβώς εννοεί ο Παύλος, όταν συνιστά οι πιστοί να χαίρονται πάντοτε. Η ταυτόχρονη  συνύπαρξη  στη ζωή των Χριστιανών  της λύπης και της χαράς, που προκαλεί στους πιστούς ο διάβολος και ο κόσμος (Ιω.16,33), και της χαράς που τους παρέχει η κοινωνία τους με τον Χριστό αποτελεί ένα από τα αξιοθαύμαστα γνωρίσματα του χριστιανικού αγώνα. Δεύτερη προτροπή του Αποστόλου Παύλου είναι  το «επιεικές υμών γνωσθήτω πάσιν ανθρώποις». Η επιείκεια σημαίνει τη σωστή και πρέπουσα συμπεριφορά του ανθρώπου έναντι του άλλου και γενικά σημαίνει την ηπιότητα και καλοσύνη και στον τρόπο αντιμετωπίσεως του συνανθρώπου.  Ο Απ. Παύλος προτρέπει τους Χριστιανούς να δείξουν τέτοια συμπεριφορά έναντι όλων των ανθρώπων. Η επιείκεια πρέπει να επιδεικνύεται όχι μόνο στους αδελφούς μας, λέγει ο ιερός Χρυσόστομος, αλλά και προς τους εχθρούς και προς τους αντιπάλους μας (PG 62, 283).  Ο επιεικής είναι ευγενής, γνωρίζει να αποφεύγει τη σκληρή συμπεριφορά και τους λόγους, γιατί πολλές φορές μας πληγώνουν. Η επιείκεια δεν φανερώνει  αδυναμία, αλλά είναι συνέπεια της εσχατολογικής βεβαιότητας ότι ο «Κύριος εγγύς». Ωστόσο μέσα στο ίδιο κλίμα εντάσσεται και η τρίτη προτροπή του Αποστόλου: «Μηδέν μεριμνάτε, αλλ’ εν παντί τη προσευχή και τη δεήσει  μετά ευχαριστίας τα αιτήματα υμών γνωριζέσθω προς τον Θεόν». Εφόσον ο ερχομός του Κυρίου είναι αδιαμφισβήτητη αλήθεια και κάτι που βρίσκεται πολύ κοντά, οι Χριστιανοί καλούμαστε να σταθούμε ελεύθεροι από την αγωνιώδη μέριμνα και τις ατελείωτες βιοτικές φροντίδες που κλονίζουν την πίστη στην πρόνοια του Θεού, που αφαιρούν από τις ψυχές μας τη χαρά που μας γεμίζουν άγχος και αγωνία. Ο Απόστολος δεν προσδιορίζει συγκεκριμένα τη μέριμνα για την οποία αναφέρεται. Είναι ενδεχόμενο να εννοεί τόσο τη μέριμνα για την οποία μίλησε ο Κύριος (Ματθ. 6,25) όσο και τη μέριμνα των Φιλιππησίων για τα ζητήματα της Εκκλησίας τους ή ακόμη για την κατάσταση  του ιδίου του Παύλου που βρισκόταν στη φυλακή. Αυτό που θέλει να διδάξει ο Απ. Παύλος είναι ότι οι Χριστιανοί οφείλουν να εμπιστεύονται τα πάντα στην πρόνοια του Θεού και αν διατηρούν τις καρδιές τους απρόσβλητες από τη σύγχυση και την αγωνία που προκαλεί η αγχώδης μέριμνα. Έπειτα η προσευχή ως τρόπος επικοινωνίας με τον Θεό μπορεί να είναι δέηση και παράκληση να μας διαφυλάξει από τις θλίψεις  και τους κινδύνους. Ακόμη πρέπει να ευχαριστούμε τον Θεό για όλα τα πράγματα ακόμη και γι’ αυτά που φαίνονται να είναι δυσάρεστα. Το να ευχαριστεί κάποιος τον Θεό όταν όλα στη ζωή του έρχονται κατ’ ευχήν είναι κάτι το φυσικό. Όμως το να τον  ευχαριστεί και για τις θλίψεις και τις δοκιμασίες που επιτρέπει αυτό αποτελεί γνώρισμα πραγματικά ευγνώμονος ψυχής. Οι προτροπές του απ. Παύλου προς τους Φιλιππησίους ολοκληρώνονται όταν ο Απόστολος καλεί  τους παραλήπτες  της επιστολής να σκέπτονται και να προσέχουν με σκοπό ασφαλώς να επιδιώξουν στη συνέχεια και τη εφαρμογή τους «όσα εστίν αληθή, όσα σεμνά, όσα δίκαια, όσα αγνά, όσα προσφιλή, όσα εύφημα, εις τις αρετή και ει τις έπαινος». Εν κατακλείδι, όπως επανειλημμένως είπαμε, ο Απ. Παύλος απευθύνει αυτή τη σειρά συμβουλών και προτροπών έχοντας υπ’ όψη και λέγοντας ότι «ο Κύριος εγγύς» Για μας αυτή η προειδοποίηση  ότι «ο Κύριος εγγύς» έχει την ισχύ της κατά διπλό τρόπο. Η πρώτη  είναι η  εσχατολογική έλευση του Χριστού για την οποία πρέπει απαραιτήτως να προετοιμαζόμαστε ανά πάσα στιγμή. Η δεύτερη είναι αυτή του ερχομού και της πορείας του Χριστού προς το Πάθος και την Ανάσταση. Έτσι, καλούμαστε σήμερα Κυριακή των Βαΐων, εν όψει της εισόδου μας στη Μεγάλη Εβδομάδα, να εντείνουμε την πνευματική μας προετοιμασία για την υποδοχή του σταυρωθέντος και αναστάντος Κυρίου μας εφαρμόζοντας το σύνολο των συμβουλών  και προτροπών του Απ. Παύλου. - See more at: 

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ (Ιωάν. ΙΒ΄ 1-18) ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ ΙΩΗΛ ΚΩΝΣΤΑΝΤΑΡΟΣ

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ
(Ιωάν. ΙΒ΄ 1-18)
Για μια ακόμα φορά, η ανέκφραστη αγάπη του Θεού, μας αξιώνει να ακούσουμε και να ζήσουμε τα γεγονότα της Αγίας και Μεγάλης Εβδομάδος. Από την Κυριακή των Βαΐων το βράδυ, σ΄ όλους τους ναούς μας, θα ακούγεται ο συγκλονιστικός ύμνος: «Ιδού ο Νυμφίος έρχεται…».
Βεβαίως, όπως βλέπουμε στην Ευαγγελική περικοπή, οι Ιουδαίοι, με τους κλάδους των φοινίκων στα χέρια, έτρεξαν με ενθουσιασμό να υποδεχθούν τον Κύριο Ιησού στα Ιεροσόλυμα. «Και έκραζον ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου, ο βασιλεύς του Ισραήλ» (Ιωάν. ΙΒ΄ 13). Δηλ. Δόξα και τιμή σε Αυτόν που υποδεχόμαστε. Ευλογημένος και δοξασμένος να είναι αυτός, που έρχεται απεσταλμένος από τον Κύριο ως αντιπρόσωπός του. Αυτός είναι ο ένδοξος βασιλεύς του Ισραήλ, που τόσο καιρό περιμέναμε.
Έτσι, τη στιγμή εκείνη πραγματοποιήθηκε αυτό που αιώνες πριν είχε προφητεύσει ο προφήτης Ζαχαρίας: «Μη φοβού, θύγατερ Σιών, ιδού ο βασιλεύς σου έρχεται καθήμενος επί πώλου όνου» (Ιωάν. ΙΒ΄ 15). Δηλ. Μη φοβάσαι, Ιερουσαλήμ, κόρη του όρους Σιών, ιδού ο βασιλεύς σου έρχεται, όχι ως τύραννος και κατακτητής επάνω σε ίππο ή σε άρμα πολεμικό, αλλά καθήμενος επάνω σε πουλάρι όνου.
Ας εμβαθύνουμε όμως για λίγο στον θαυμαστό αυτόν προφητικό λόγο.
Ο Προφ. Ζαχαρίας, ο οποίος γεννήθηκε στην Βαβυλώνα κατά την περίοδο της αιχμαλωσίας, στο Θ΄κεφάλαιο του βιβλίου του κάνει λόγο περί του θριάμβου της βασιλείας του Θεού.
Στους πρώτους οκτώ στίχους, βλέπει την νέα γη της επαγγελίας. Μοναδικές δηλ. και καταπληκτικές οράσεις!…, ενώ στους στίχους εννέα και δέκα, βλέπει τον ελευθερωτή Βασιλιά! Ξαφνικά ο ορίζοντας της σκέψεώς του, ευρύνεται όλως παραδόξως, ώστε εκ των στενών ορίων της Παλαιστίνης, μεταπηδά στην Μεσσιανική πραγματικότητα της παγκοσμίου ειρήνης, και μπροστά του εμφανίζεται ο Βασιλέας, ο οποίος θα έλθει ειρηνικός και ταπεινός. Το γεγονός άλλωστε ότι ο Μεσσίας Χριστός είναι αυτός ο «Βασιλεύς», γίνεται πλέον φανερό και πραγματικότητα, από την θριαμβευτική είσοδο του Ιησού στα Ιεροσόλυμα.
Ο Βασιλέας Χριστός είναι ο απόλυτος και κυρίαρχος άρχοντας ουρανού και γης!
Ο Θεός Πατήρ, τον κατέστησε Βασιλέα «Επί Σιών όρος το άγιον αυτού». Η αναμονή αιώνων ολοκλήρων της ελεύσεώς του, από τον Ισραήλ αλλά και ολόκληρο τον κόσμο «πάντα τα έθνη», έχει πλέον λήξει. Το «πλήρωμα του χρόνου» ήρθε. Και τώρα «ιδού έρχεται», βρίσκεται «επί θύραις»! «Έρχεταί σοι». Έρχεται σε σένα Σιών. Ο Προφ. Ζαχαρίας, βλέπει εναργώς τον Θεό Λόγο που θα σαρκωθεί και θα γίνει εν χρόνω άνθρωπος. Θα έλθει «εις τα ίδια», στην χώρα η οποία ως γη της επαγγελίας ήταν ξεχωρισμένη προ πολλού από τον Θεό ως ιδιαιτέρως δική του. Γι΄αυτό λοιπόν «χαίρε σφόδρα, θύγατερ Σιών. Κήρυσσε, θύγατερ Ιερουσαλήμ», και ετοιμάσου να τον υποδεχθείς με το «Ωσαννά»!
Ήδη λοιπόν η προφητεία αφού θραύει τα στενά Ιουδαϊκά όρια, μας μεταφέρει εντός του Σώματος του Χριστού, δηλ. της Εκκλησίας Του! Δεν περιορίζεται σε κάποιο έθνος ο Μεσσίας, αλλά ελευθερώνει ως Βασιλιάς όλους τους ανθρώπους που είναι υποδουλωμένοι στην αμαρτία, στον διάβολο και στον θάνατο. (Εννοείται ότι ελευθερώνει όσους θέλουν να ελευθερωθούν και αποδέχονται την Θεότητά Του και άρα την ελευθερία Του).
Η προφητεία τώρα παρουσιάζει δυναμικά το βασιλικό αξίωμα του Χριστού, το οποίο φυσικά συνδέεται άμεσα τόσο με το Αρχιερατικό, όσο και με το Προφητικό του αξίωμα!
Οπωσδήποτε η μεγαλοπρεπής περιγραφή του Μεσσία, τον καθιστά κατεξοχήν αξιαγάπητο στα συνειδητά μέλη της Εκκλησίας του. Είναι το πρόσωπο που λαχταρούμε και αγαπούμε. Είναι αυτός που προσδοκούμε αργά ή γρήγορα να βρεθούμε κοντά του. Στην Βασιλεία του, της οποίας «ουκ έσται τέλος».
Και πάλι κατα το Ιερό κείμενο της Παλαιάς Διαθήκης, ο Μεσσίας Χριστός είναι α) Δίκαιος β)Σώζων γ)Πραΰς!
Είναι ο κατεξοχήν πράος και ταπεινός από την αρχή έως το τέλος. Ο ίδιος άλλωστε το διακήρυξε ξεκάθαρα «…πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία» (Ματθ. ΙΑ΄29). Και ακριβώς επειδή είναι ταπεινός και απλούς και πράος, παρόλο ότι είναι «Ο Βασιλεύς», γι΄αυτό, εισερχόμενος στην πόλη του, δεν εισέρχεται καθήμενος σε μεγαλοπρεπή ίππον ή σε κάποιο πολεμικό άρμα, όπως δηλαδή συνήθιζαν οι άρχοντες και οι βασιλείς τον καιρό εκείνο ή και σήμερα, με διαφορετικά βεβαίως μέσα, αλλά έρχεται επάνω «επί υποζύγιον και πώλον νέον». Επάνω δηλ. σε ζώο που χαρακτηρίζεται για την ευτέλεια, την αργοπορία στις κινήσεις του και ικανό να παρέχει μόνο υπηρεσία μεταφορική. Έρχεται σ΄ένα ζώο που χρησιμοποιείτο από τις λαϊκές τάξεις. Από του πτωχούς και ταπεινούς. Ήλθε ο Κύριος στην Ιερουσαλήμ, καθήμενος «επί πώλου όνου», επάνω στον οποίον είχαν απλώσει τα πτωχά ενδύματά τους οι πτωχοί και απλοϊκοί μαθητές του.
Αλλ΄ ας μη λησμονούμε ότι ο Κύριος όταν ήλθε στη γη «εαυτόν εκένωσε μορφήν δούλου λαβών» (Φιλιπ. Β΄ 7) και έζησε μέσα στην εσχάτη πτωχεία! Και το σημαντικότερο, η βασιλεία του «Βασιλέως» Χριστού, δεν είναι εκ του κόσμου τούτου!
Αγαπητοί μου. Ο Ιουδαϊκός λαός, ο τόσο άστατος, μέσα σε όλη την έκταση της ιστορίας του, υποδέχθηκε τον βασιλέα των βασιλευόντων, Κύριον Ιησούν με το «ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου». Δυστυχώς για τον λαό αυτό, μετά από λίγες ημέρες, παρασυρόμενος από το σαπισμένο θρησκευτικό του κατεστημένο, φώναζε «άρον άρον στάυρωσον αυτόν» (Ιωάν. ΙΘ΄15), και το ακόμα χειρότερο «το αίμα αυτού εφ΄ημάς και επί τα τέκνα ημών» (Ματθ. ΚΖ΄ 25)! (Γεγονός δηλ. που πραγματοποιείται σε κάθε εποχή… αρκεί κανείς να θέλει να βλέπει κατάματα την ιστορική πραγματικότητα).
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι κι εμείς, από σήμερα υποδεχόμαστε με τα βαΐα των κλάδων στα χέρια (δηλ. τα καλά και θεάρεστα έργα) τον Κύριο ο οποίος έρχεται «ίνα σταυρωθή».
Ας προσέξουμε  όμως μήπως παρασυρθούμε στις επιλογές της ζωής μας (από τα μικρότερα έως και τα μεγαλύτερα), και καταντήσουμε αρνητές της Θεότητός του με ό,τι αυτό συνεπάγεται στην ζωή μας, διότι, «αδύνατον γαρ τους άπαξ φωτισθέντας γευσαμένους της δωρεάς της επουρανίου και μετόχους γενηθέντας Πνεύματος Αγίου και καλόν γευσαμένους Θεού ρήμα δυνάμεις τε μέλλοντος αιώνος, και παραπεσόντας, πάλιν ανακαινίζειν εις μετάνοιαν, ανασταυρούντας εαυτοίς τον υιόν του Θεού και παραδειγματίζοντας» (Εβρ. ΣΤ΄4-6). Δηλ. Είναι αδύνατο εκείνους, που μια φορά βαπτίστηκαν, και γεύθηκαν την δωρεά την επουράνια, και έγιναν μέτοχοι Πνεύματος Αγίου, και απήλαυσαν τον ωραίο λόγο του Θεού και τα θαύματα του νέου κόσμου που έμελλε να έρθει (διά του Μεσσίου), και παρ΄όλα αυτά εξέπεσαν, είναι αδύνατον (μετά την ανακαίνιση διά του βαπτίσματος) να τους ανακαινίσει κανείς πάλι διά μετανοίας, ανθρώπους που ξανασταυρώνουν όσον εξαρτάται απ΄αυτούς και διαπομπεύουν τον Υιόν του Θεού.
Αδελφοί μου. Καλή και ευλογημένη Μεγάλη Εβδομάδα.
Είθε το Θείον δράμα που θα ζήσουμε μέσω των ιερών ακολουθιών στους ναούς μας, να συγκλονίσει την ύπαρξή μας, και ο «πράος και ταπεινός Βασιλεύς Ιησούς» να μας αξιώσει και της ενδόξου Αναστάσεώς Του!
Αμήν. π. Ιωήλ.

Κυριακή των Βαΐων – «Ιδού αναβαίνομεν…». «Ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου»

Κυριακή των Βαΐων – «Ιδού αναβαίνομεν…».

«Ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου»
Αν στο πρώτο μέρος της Μεγάλης Σαρακοστής η προσπάθεια μας αποσκοπούσε στην κάθαρση του νου και της καρδιάς με τη νηστεία, την προσευχή, τη συμμετοχή μας στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, τώρα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι αυτή η κάθαρση δεν είναι αυτοσκοπός. Τώρα όλα πρέπει να μας οδηγήσουν στην οικειοποίησή μας με τον Σταυρικό θάνατο και την Ανάσταση.
«Την κοινήν ανάστασιν…»
Η Ανάσταση του Λαζάρου προεικονίζει ήδη την Ανάσταση του ιδίου του Χριστού. Και ενώ μέχρι σήμερα γνωρίζαμε ότι το Σάββατο είναι η ανάμνηση των απανταχού κεκοιμημένων, το Σάββατο αυτό του Λαζάρου εορτάζεται ως μια αναστάσιμη ημέρα. Μας προετοιμάζει να κατανοήσουμε τη νίκη του Χριστού απέναντι στον αιώνιο εχθρό, τον άδη. Μια νίκη που κάνει τον ίδιο τον άδη να τρέμει και πικρά να κλαίει. Ο φίλος του Χριστού ο Λάζαρος αποτελεί την προσωποποίηση του κάθε ανθρώπου και η Βηθανία, όπου βρίσκεται το σπίτι του, σύμβολο ολόκληρης της οικουμένης, ο τόπος όπου κατοικεί ο κάθε άνθρωπος. Ακολουθούμε τον Ιησού προς τα Ιεροσόλυμα, μέχρι τον τάφο του Λαζάρου, και ακούμε τη συγκλονιστική εντολή Του: «Λάζαρε, δεύρο έξω». Κατανοούμε τώρα ότι είναι η δύναμη της αγάπης, της αγάπης που γίνεται δύναμη και μπορεί να νικά τον θάνατο. Ο Θεός είναι Αγάπη και η Αγάπη είναι Ζωή. Είναι «η πάντων χαρά. Χριστός η αλήθεια, το φως και η ζωή. του κόσμου η ανάστασης…» (Κοντάκιο της εορτής).
«Ευλογημένος ο ερχόμενος»
Στη Βαϊοφόρο εικόνα, που προσκυνούμε την Κυριακή των Βαΐων, βλέπουμε τον Χριστό να εικονίζεται επάνω στον «υιόν υποζυγίου» και να πορεύεται επάνω στα Βάια των κλάδων και στα λουλούδια. Η πορεία μας φθάνει στο τέλος της. Φθάνουμε στην Εβδομάδα των Παθών. Οι ημέρες που ακολουθούν είναι Άγιες και Μεγάλες και έχουν ένα ορισμένο στόχο. Μας υπενθυμίζουν την εσχατολογική σημασία του Πάσχα. Σήμερα, όλοι μας λίγο πολύ θεωρούμε τη Μεγάλη Εβδομάδα ως μία όμορφη παράδοση. Όμως, Πάσχα σημαίνει το τέλος του κόσμου. Πάσχα σημαίνει το πέρασμα στην αιώνια Βασιλεία του Θεού. Τα γεγονότα της Μεγάλης Εβδομάδας, που θα ακολουθούσουν, δεν αποτελούν μια απλή ανάμνηση, αλλά γίνονται.
«Σήμερον…»
Ποιό μπορεί να είναι το νόημα του «σήμερον»; Ασφαλώς και όλα αυτά δε γίνονται «σήμερον». «Σήμερον» μπορούμε να θυμόμαστε αυτές τις πράξεις μας και η Εκκλησία είναι βασικά το δώρο και η δύναμη αυτής της ανάμνησης, που μεταβάλλει τις πράξεις από το παρελθόν σε αιώνια πραγματικά γεγονότα. Ο χρόνος παύει να υπάρχει με τη μορφή του παρόντος και του μέλλοντος και τον βιώνουμε σαν ένα διαρκές παρόν. «Τα Πάθη τα σεπτά η παρούσα ημέρα, ως φώτα σωστικά ανατέλλει τω κόσμω », μας διαβεβαιώνει ο υμνωδός. Άλλωστε αυτό δε βιώνουμε σε κάθε Θεία Λειτουργία; Ολόκληρο το έργο της Θείας Οικονομίας: «Μεμνημένοι… πάντων των υπέρ γεγενημένων… και της Δευτέρας και ενδόξου πάλιν Παρουσίας».
Από το εσπέρας της Κυριακής των Βαΐων εισερχόμεθα στον λειτουργικό χρόνο της Αγίας και Μεγάλης Εβδομάδας. «Ιδού ο Νυμφίος έρχεται…». Μαζί μ’ εμάς και όλη η ανθρωπότητα που ζει το κακό, την απόγνωση, τήν απελπισία, αλλά και προσδοκά.
Πιστεύουμε στην Ανάσταση και προσδοκούμε την Ανάσταση. Ξέρουμε ότι ο θάνατος του Χριστού εκμηδένισε τη δύναμη του θανάτου. Και περιμένουμε με χαρά και ελπίδα. Όταν βαπτιζόμαστε στο όνομα της Αγίας Τριάδας, βαπτιζόμαστε στον θάνατο του Χριστού και από εκείνη τη στιγμή συμμετέχουμε στη ζωή Του που βγήκε από τον Τάφο. Κοινωνούμε το Σώμα και το Αίμα Του, που είναι η τροφή της αθανασίας, της αιωνιότητας.
Ο Χριστός έρχεται στην καρδιά μας, για να μας αναγεννήσει και να μας αναστήσει. Είναι η αγάπη Εκείνου που δημιουργεί εκ του μηδενός ανθρώπινες υπάρξεις, κατά την εικόνα Του. Αυτή η οδυνώμενη αγάπη του Θεού περνά από τον Σταυρό και τον θάνατό Του και μεταμορφώνεται σε δύναμη και Ανάσταση. Ας πάμε κι εμείς κοντά σ’ Εκείνον, για να εορτάσουμε μαζί με τη δική Του και τη δική μας Ανάσταση.
(Αγαθαγγέλου, Επισκόπου Φαναρίου, «Η ζύμη του Ευαγγελίου», εκδ. Αποστ. Διακονία, σ. 108-110)

Ομιλία στην Κυριακή των Βαίων

Ἀγαπητοί ἀδελφοί ἀκροατές καί ἀκροάτριες τοῦ Ἑλληνικοῦ Ραδιοφώνου Λονδίνου καλημέρα σας. Βρισκόμαστε ἤδη στή τελευταία Κυριακή τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Σήμερα γιορτάζουμε τήν πανηγυρική εἴσοδο τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ στήν Ἱερουσαλήμ καί ἀπό τό ἀπόγευμα εἰσερχόμεθα στή Μεγάλη Ἑβδομάδα. Κατά τούς πρώτους αἰῶνες τοῦ Χριστιανισμοῦ ἡ ἑορτή τῆς εἰσόδου τοῦ Χριστοῦ στήν Ἱερουσαλήμ   ἑορταζόταν μαζί μέ τήν ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου. Ἀργότερα μετατέθηκε κατά μία ἡμέρα μετά, δηλαδή τήν έπομένη τού Σαββάτου τοῦ Λαζάρου. Οἱ δυό αὐτές γιορτές ἔχουν ἕνα κοινό θέμα: τό θρίαμβο καί τή νίκη. Σύμφωνα μέ τούς Ἱερούς Εὐαγγελιστές, ἐρχόμενος ὁ Ἰησοῦς ἀπό τή Βηθανία στήν Ἱερουσαλήμ, ἔστειλε δυό ἀπό τούς Μαθητές του νά φέρουν ἕνα γαϊδουράκι γιά νά πάει στούς ἑορτασμούς γιά τό Ἑβραϊκό Πάσχα. Ἀφοῦ τοῦ τό ἔφεραν καί τοῦ τό παρέδωσαν ἄρχιζέ ἡ εἴσοδός του στήν πόλη. Ὁ λαός ἀκούγοντας γιά τήν ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου καί γιά τήν ὑπόλοιπη δράση τοῦ Ἰησοῦ ἔτρεξε νά τόν ὑποδεχτεῖ. Εἶχε σχηματίσει λανθασμένη ἄποψη γιά τόν ρόλο τοῦ Χριστοῦ.  Νόμισε ὄτι ἦταν πολιτικός αρχηγός ὁ ὁποῑος θά τόν ἐλευθέρωνε άπό τήν δυναστεία τῶν Ρωμαίων καί τήν σκλαβιά. Γιά τόν λόγο τοῦτο τοῦ ἔκαναν ὑποδοχή ὄπως ὅριζε τό τυπικό τῆς ἐποχῆς γιά τούς βασιλιάδες. Πῆραν στά χέρια τους κλαδιά ἀπό φοινικόδεντρα καί βγῆκαν νά τόν ὑποδεχτοῦν. Ἄλλοι ἀπλώνοντας τά ροῦχα τους, ἄλλοι δέ κόβοντας κλαδιά ἀπό τά δέντρα, ἔστρωναν ὅλοι τό δρόμο ἀπ’ ὅπου ὁ Ἰησοῦς θά περνοῦσε.  Ὅλοι φώναζαν:  «Ὡσαννά· εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου, ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ». Νά σημειώσουμε ὅτι ἡ Βηθανία ἀπό τά Ἱεροσόλυμα ἀπέχει μόνο δυόμιση χιλιόμετρα. Ἔνεκα τούτου εὔκολα ὁ κόσμος μάθαινε τά συμβάντα. Σέ ὅλη τή διάρκεια τῆς ἐπίγειας ζωῆς τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἡ σεμνή εἴσοδός Του στήν Ἁγία Πόλη ἦταν τό μόνο ὁρατό σημεῖο θριάμβου. Μέχρι αὐτή τή στιγμή ὁ Ἰησοῦς ἀπόφευγε κάθε εἴδους θριαμβολογίες καί τιμές. Μέ τήν εἴσοδο τοῦ Ἰησοῦ στά Ἱεροσόλυμα καθημένου στή ράχη ἑνός γαϊδουριοῦ φανερωνόταν ἡ ταπείνωσή Του καί ταυτόχρονα  πραγματωνόταν ἡ προφητεία  τοῦ προφήτου Ζαχαρία: «ἰδού ὁ Βασιλεύς σου ἔρχεται σοί πραΰς καί ἐπιβεβηκώς ἐπί ὑποζύγιον καί πῶλον νέον» (Ζάχ. 9, 9). Ὁ Χριστός λοιπόν, εἰσέρχεται στά Ἱεροσόλυμα «ἐπί πῶλον ὄνου» (Ιωαν. 12,15). Πορεύεται καί οἱ Ἰσραηλῖτες τόν ὑποδέχονται μέ τιμές ἐπίγειου Βασιλιά. Ἐκεῖνος δέν δίνει σημασία στίς τιμές, δέν περιορίζεται στά πανηγύρια, στήν πρόσκαιρη δόξα ἀφοῦ σκοπός του ἦταν να ελευθερώσει τόν ἄνθρωπον ἀπό τήν ἁμαρτία καί ὄχι ἀπό τήν ἀνθρώπινη δουλεία. Ἡ εἴσοδος τοῦ Χριστοῦ στά Ἱεροσόλυμα συμβολίζει τήν εἴσοδος τοῦ μαρτυρίου στήν ἐπίγεια ζωή τοῦ Κυρίου. Σέ λίγες ἡμέρες θά μαρτυρήσει καί θά θανατωθεῖ πάνω στό Σταυρό, γιά νά νικήσει τό θάνατο καί νά χαρίσει τή ζωή σέ ὅλο τό ἀνθρώπινο γένος. Ἡ Κυριακή τῶν Βαΐων μᾶς θυμίζει νά τιμᾶμε αὐτό τό ἱερό καί μέγιστο ταυτόχρονα γεγονός. Ταυτιζόμαστε μέ τό λαό τῆς Ἱερουσαλήμ. Χαιρετίζουμε τόν Κύριο καί Βασιλέα ψάλοντας στους ναούς: «Ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου».  Μέ τά λόγια αὐτά  κάνουμε ὁμολογία ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁ Βασιλέας καί Κύριός μας. Πολύ συχνά, στήν καθημερινή ζωή μας, ξεχνᾶμε ὅτι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἔχει ἤδη ἐγκατασταθεῖ στή γῆ ἀπό τή μέρα τῆς Ἀναστάσεως Του καί ὅτι ἀπό τήν ἡμέρα τῆς βαπτίσεώς μας προγευόμαστε αὐτή τή Βασιλεία. Τό βιβλικό νόημα τῆς πόλης Ἱερουσαλήμ, εἶναι ὄτι γίνεται σημεῖο ὅλης της ἱστορίας τῆς σωτηρίας καί τοῦ λυτρωμοῦ, εἶναι ἡ Ἁγία Πόλη τῆς ἔλευσης τοῦ Θεοῦ στή γῆ. Ἔτσι λοιπόν ἡ Βασιλεία πού ἐγκαταστάθηκε στήν Ἱερουσαλήμ εἶναι μία παγκόσμια Βασιλεία πού ἀγκαλιάζει οἰκουμενικά τόν ἄνθρωπο καί ὅλη τή δημιουργία. Σέ λίγο χρονικό διάστημα πραγματοποιήθηκε ἡ ἐκπλήρωση ὅλων τῶν ὑποσχέσεων πού εἶχε δώσει ὁ Θεός στόν ἄνθρωπό. Ἡ θριαμβευτική εἴσοδος τοῦ Ἰησοῦ στά Ἱεροσόλυμα ἀποκτάει ἕνα αἰώνιο νόημα. Εἰσάγει τόν ἄνθρωπο στήν πραγματικότητα τῆς θείας καί αἰώνιας Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Αὐτή ἡ Βασιλεία δίνει νόημα στό χρόνο καί γίνεται ὁ ἀπώτερος καί αἰώνιος σκοπός του. Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἀποκαλύφθηκε στόν κόσμο μέ τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καί ἡ παρουσία της μεταμορφώνει τήν ἀνθρώπινη ἱστορία. Μέ τήν συμμετοχή μας στήν τήν Κυριακή τῶν Βαΐων ἀνανεώνουμε καί ὁμολογοῦμε, ὅτι ἡ Βασιλεία Τοῦ Θεοῦ δίνει τό τελικό νόημα καί περιεχόμενο στή ζωή μας. Ὁμολογοῦμε ὅτι τό καθετί στή ζωή μας καί στόν κόσμο ἀνήκει στόν Χριστό καί τίποτε δέν μπορεῖ νά ἀφαιρεθεῖ ἀπό τόν μοναδικό, ἀληθινό Κτήτορά του, γιατί δέν ὑπάρχει περιοχή ὅπου δέν κυβερνᾶ Ἐκεῖνος, δέ σώζει, δέ λυτρώνει. Διακηρύττουμε ἔτσι τήν παγκόσμια καί οἰκουμενική εὐθύνη τοῦ καθένα μας γιά τήν ἀνθρώπινη ἱστορία καί ἐπιβεβαιώνεται ἡ παγκόσμια ἀποστολή τῆς έκκλησίας. Αὐτό γίνεται γιατί ἡ ἐκκλησία εἶναι ὁ σίγουρος δρόμος πού ὁδηγεῖ στή σωτηρία μέ ὅλη τήν μυστηριακή ζωή της. Ξέρουμε, βέβαια, ὅτι ὁ Βασιλέας τόν ὁποῖο οἱ Ἰουδαῖοι ζητωκραύγαζαν τότε καί τόν ὁποῖο ἐμεῖς σήμερα ἐπιδοκιμάζουμε μέ τόν τρόπο πού ζοῦμε, βρίσκεται στό δρόμο πρός τό Γολγοθά, πρός τό Σταυρό καί τόν τάφο. Ξέρουμε, ἐπίσης, πώς αὐτός ὁ σύντομος θρίαμβος εἶναι ὁ πρόλογος τῆς θυσίας Του. Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι φανερή ἄλλά ὁ κόσμος τήν ἀγνοεῖ καί ζεῖ σήμερα σάν νά μήν ἔχουν συμβεῖ ὅλα αὐτά τά συγκλονιστικά γεγονότα. Σάν νά μήν ἔχει πεθάνει στό Σταυρό καί νά μήν ἔχει Ἀναστηθεῖ ὁ Θεάνθρωπος. Ὅμως ἐμεῖς οἱ χριστιανοί πιστεύουμε στήν ἐρχόμενη Βασιλεία καί τό ὁμολογοῦμε συνεχῶς μέ τήν ἀπαγγελία τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως. Στή Βασιλεία αὐτή ὁ Θεός εἶναι καί θά εἶναι «ὁ τά πάντα πληρῶν» καί ὁ Χριστός ὁ μόνος Βασιλέας. Στη Θεία Λειτουργία θυμόμαστε τά γεγονότα τοῦ παρελθόντος. Ἀλλά ὅλο τό νόημα καί ἡ δύναμη τῆς Θείας Λειτουργίας βρίσκεται στό γεγονός ὅτι μετατρέπει τήν ἀνάμνηση σέ παρόν, σέ παροῦσα πραγματικότητα. Τήν Κυριακή τῶν Βαΐων αὐτή ἡ πραγματικότητα φαίνετε μέ τή συμμετοχή μας στά γεγονότα καί τή ἀνταπόκρισή μας σέ αὐτά. Ὁ Χριστός δέν μπαίνει πιά στά Ἱεροσόλυμα θριαμβευτής. Τό ἔκανε μία φορᾶ γιά πάντα.  Δέν χρειάζεται πιά «σύμβολα», γιατί δέν πέθανε στό Σταυρό γιά νά μποροῦμε ἐμεῖς αἰώνια νά «συμβολίζουμε» τή ζωή Του. Ἀλλά ζητάει ἀπό μᾶς μία πραγματική, εἰλικρινή ἀποδοχή τῆς Βασιλείας πού μᾶς δώρισε μέ τήν Σταύρωσή Του καί τήν Ανάστασή Του. Καλό εἶναι νά εἴμαστε ἕτοιμοι νά κρατήσουμε τήν ἱερή ὑπόσχεση πού δώσαμε μέ τό βάπτισμά μας. Αὐτή τήν ἀνανεώνουμε κάθε χρόνο τήν Κυριακή τῶν Βαΐων. Ἀς ἐπιμένουμε νά κάνουμε τή Βασιλεία τοῦ θεοῦ κανόνα ὅλης της ζωῆς μας, ὦστε τά Βάια πού παίρνουμε ἀπό τήν Ἐκκλησία γιά τό σπίτι μας νά άποκτούν τό πραγματικό τους νόημα. Ἄν πράγματι θέλουμε νά πλησιάσουμε τόν Χριστό, πρέπει νά δοῦμε τήν ζωή στήν ὀριζόντια καί κατακόρυφη διαστασή της. Τότε μόνο θά μπορέσουμε νά κατανοήσουμε ὅτι ὁ Σταυρός καί ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ σωτήριος ὀδός γιά ὅλους τους ἀνθρώπους. Εἰσερχόμενοι στήν ἱερότερη ἑβδομάδα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ χρόνου, τήν Μεγάλη Ἑβδομάδα, ἀς ὑποδεχθοῦμε τόν Κύριό μας ὁ ὁποῖος πορεύεται πρός τό ἑκούσιο Πάθος. Νά μήν μείνουμε ἀπλοί θεατές σέ ἐξωτερικές συγκινήσεις καθώς θά Τόν βλέπουμε ὀδυνώμενο στό Σταυρό. Οὔτε νά μιμηθοῦμε τούς ὄχλους τῆς Ἱερουσαλήμ στίς μεταπτώσεις τους καί τήν ἐπιπολαιότητά τους. Ἀλλά νά λατρεύσουμε τόν Νυμφίο τῆς Ἐκκλησίας μας μέ πίστη ἀταλάντευτη. Κατανοώντας ὅτι αὐτός ὁ Κύριος πού πάσχει γιά μᾶς, πού πεθαίνει γιά μᾶς, εἶναι ὁ Κύριος τῶν κυριευόντων καί βασιλεύς τῶν βασιλευόντων.  Ἅς Τόν ὑποδεχθοῦμε ὡς Ἀρχηγό τῆς ζωῆς μας καί μόνιμο κατακτητή τῆς καρδιᾶς μας. Ἡ ἐκκλησία ἀναμένει τή συμμετοχή ὅλων μας στὶς ἱερές ἀκολουθίες τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, γιά νά βιώσουμε «τά πάθη τά σεπτά» τοῦ Κυρίου. Εὔχομαι ὅλοι μέ ὑγεία καί προθυμία νά δώσουμε τό παρόν μας στίς Ἱερές Ἀκολουθείες γιά νά ὠφεληθοῦμε πνευματικά καί νά εὐλογηθοῦμε ἀπό τόν Σταυρωθέντα καί Ἀναστάντα Κύριο. Ἀμήν.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΙΩΝ ΩΣΑΝΝΑ…

«Εκ βαϊων και κλάδων ως εκ θείας εορτής εις θείαν μεταβάντες εορτήν, προς σεβασμίαν του Χριστού Παθημάτων , πιστοί συνδράμωμεν, τελετήν σωτήριον και τούτον υπέρ ημών πάθος υφιστάμενον, κατοπτεύχωμεν εκούσιον…» (απόστιχον Λυχνικού Κυριακής Βαϊων).
Την ημέρα αυτή γιορτάζουμε την πανηγυρική είσοδο του Κυρίου Ιησού Χριστού στην Ιερουσαλήμ.
 Τότε, ερχόμενος ο Ιησούς από τη Βηθανία στα Ιεροσόλυμα, έστειλαε δύο από τους Μαθητές του και του έφεραν ένα γαϊδουράκι.
 Και κάθισε πάνω του για να μπει στην πόλη.
Ο δε λαός, ακούγοντας ότι ο Ιησούς έρχεται, πήραν αμέσως στα χέρια τους βάγια από φοίνικες και βγήκαν να τον υποδεχτούν.
Και άλλοι μεν με τα ρούχα τους, άλλοι δε κόβοντας κλαδιά από τα δέντρα, έστρωναν το δρόμο απ’ όπου ο Ιησούς θα περνούσε.
 Και όλοι μαζί, ακόμα και τα μικρά παιδιά, φώναζαν:
«Ὡσαννά· εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου, ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ».
Ο Χριστός εισέρχεται στα Ιεροσόλυμα «επί πώλον όνου».
Πορεύεται και οι Ισραηλίτες τον υποδέχονται με τιμές ως Βασιλιά.
Εκείνος δεν δίνει ιδιαίτερη σημασία στις τιμές, δεν περιορίζεται στο πανηγύρι, στην πρόσκαιρη δόξα, αλλά προχωρεί στο σταυρό και την Ανάσταση.
Η είσοδος του Χριστού στα Ιεροσόλυμα είναι τελικά η είσοδος του μαρτυρίου στην επίγεια ζωή του Κυρίου.
Σε λίγες ημέρες θα μαρτυρήσει και θα θανατωθεί στο σταυρό, για να θανατώσει το θάνατο και να χαρίσει τη ζωή.
Περιμένουμε και εμείς το Χριστό να περάσει…
Φοράμε καινούρια ρούχα, ανάβουμε κεριά, κάνουμε γιορτές, συγκινούμαστε, ενθουσιαζόμαστε.
 Αλλά δεν τον ακολουθούμε. Παραμένουμε στις εξωτερικές εκδηλώσεις.
 Μένουμε στην Κυριακή των Βαΐων.
 Δεν τον ακολουθούμε στο μαρτύριο, στη θυσία, στο σταυρό.
Η πορεία του ανθρώπου στο μαρτύριο είναι ήσυχη, μυστική. Βιώνει τη χαρά της προσμονής και της συνάντησης με το Χριστό, μα δεν έχει σχέση η χαρά αυτή με τις εξωτερικές εκδηλώσεις που συνηθίζουμε.
 Είναι και αυτές απαραίτητες αλλά δεν είναι μόνο αυτές.
Αν πράγματι θέλουμε να πλησιάσουμε τον Χριστό, πρέπει να έχουμε διάθεση να βρεθούμε κοντά Του τη στιγμή της δόξας Του, να Τον ακολουθήσουμε, να μην Τον χάσουμε ούτε στιγμή από τα μάτια μας. Γιατί τελικά η θέληση μας λείπει, για όλα τα άλλα φροντίζει Αυτός.
 Τότε μόνο θα μπορέσουμε να κατανοήσουμε ότι ο σταυρός και η Ανάσταση είναι πραγματικότητα για όλους τους ανθρώπους.

(†) Μητροπολίτου Τρίκκης καὶ Σταγῶν Διονυσίου: Ὁμιλία εἰς τὰ Βάϊα

Ἄς εἶναι ἀκράτητη ἡ χαρά σου, θυγατέρα τῆς Σιών, εὐχαριστήσου κι ἀναγάλλιασε, ὁλόκληρη τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία. Ἔρχεται πάλι σὲ σένα ὁ Βασιλιᾶς. Ὁ νυμφίος σου ἔρχεται καθισμένος στὸ πουλάρι, ὅπως σὲ θρόνο. Ἄς βγοῦμε νὰ τὸν προϋπαντήσωμε. Ἄς βιαστοῦμε νὰ δοῦμε τὴν δόξα του. Ἄς προλάβωμε νὰ τιμήσωμε τὸν ἐρχομό του μὲ χαρά. Ἄλλη μιὰ φορὰ σωτηρία στὸν κόσμο, πάλι ὁ Θεὸς ἔρχεται γιὰ νὰ σταυρωθῆ. Ὁ Βασιλιὰς τῆς Σιών, ἡ προσδοκία τῶν ἐθνῶν, ξαναέρχεται σ’ αὐτὴν καὶ χαρίζει πάλι τὴ σωτηρία στὸν κόσμο. Τὸ φῶς ἄλλη μιὰ φορὰ μᾶς ἐπισκέπτεται κι ἡ πλάνη διαλύεται, ἡ ἀλήθεια λουλουδίζει, χορεύει ἡ Ἐκκλησία καὶ χηρεύει ἡ Συναγωγή. Πάλι ντροπιάζονται οἱ δαίμονες, σκορπίζει ἡ κατάρα, καὶ πάλι ταράζονται οἱ Ἑβραῖοι, συντρίβεται ὁ δράκοντας, χαίρονται τὰ Ἔθνη, καὶ ἡ Σιὼν στολίζεται. Ἔρχεται ὁ Χριστὸς καθισμένος στὸ πουλάρι, ὅπως σὲ θρόνο. Ἀναγαλλιάστε, οὐρανοί· ὑμνῆστε, ἄγγελοι· εὐφρανθῆτε τὰ βουνά, σκιρτῆστε λόφοι·  παφλάσατε ποταμοί· ὁ λαὸς τῆς Σιὼν χορέψετε, οἱ Ἐκκλησίες χαρῆτε· ψάλλετε, ἱερεῖς· προφῆτες, ἐλᾶτε πρῶτοι· εὐαγγελιστῆτε, μαθηταί· ὑποδεχθῆτε, λαοί, τρέξτε μαζί κι οἱ γέροντες· χορέψετε μητέρες καὶ τὰ νήπια τρραγουδῆστε· φωνάξτε νέοι, οἱ φυλές, μαζευτῆτε. Κάθε πλάσμα, κάθε ὕπαρξη κάθε ὁμοταξία, κάθε τι ποὺ ἀναπνέει, ὅλη ἡ γῆ, ὅ,τι εἶναι ἄξιο, ὅλες οἱ ἡλικίες, ὅλες οἱ ἀρχὲς τῶν ἐθνῶν, ὅλες οἱ βασιλεῖς, ἄς ὑποδεχθοῦν βασιλικὰ τὸ βασιλιὰ τῶν βασιλέων, δεσποτικά, τῶν δεσποτῶν τὸ Δεσπότη ἄς προσκηνήσωμε, ἄς τραγουδήσωμε θεϊκὰ τραγούδια στὸ Θεὸ τῶν Θεῶν, στὸν αἰώνιο νυμφίο θεϊκοὺς νηφιάτικους χοροὺς ἄς χορέψωμε. Χαρούμενοι ἄς ἀνάψωμε τὶς χαρωπὲς λαμπάδες μας, τοὺς χιτῶνες τῶν ψυχῶν μας, ὅπως ταιριάζει στὸ Θεό, ἄς ἀλλάξωμε ἄς ἑτοιμάσωμε ὅμορφα τοὺς δρόμους τῆς ζωῆς, τὰ βάϊα τῆς νίκης, ἄς κρατήσωμε  γιὰ τὸ νικητὴ του θανάτου, κι ἄς σείσωμε τοὺς βλαστοὺς τῆς ἐλιᾶς στὸ βλαστὸ τῆς Μαρίας. Ἀγγελικὰ ἄς ὑμνήσωμε τὸ Θεὸ τῶν ἀγγέλων. Μαζί μὲ τὰ παιδιὰ, ὅπως πρέπει στὸ Θεό, ἄς κραυγάσωμε, μαζὶ μὲ τὸ πλῆθος κι ἐμεῖς τὴν κραυγὴ τοῦ πλήθους ἄς ποῦμε· Ὡσαννά, στὸν οὐρανό, Εὑλογημένος αὐτὸς ποὺ ἔχεται στ’ ὄνομα τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεὸς καὶ ὁ Κύριος φάνηκε σὰν φῶς, ἔλαμψε σ’ ἐμᾶς ποὺ καθόμασταν στὸ σκότος καὶ τὴ σκιὰ τοῦ θανάτου. Ἐφάνηκε ἠ ἐπανόρθωση γιὰ ὅσους ἔπεσαν, φάνηκε ἡ σωτηρία τῶν αἰχμαλώτων, φάνηκε ἡ ἀνάβλεψη τῶν τυφλῶν, φάνηκε ἡ παρηγορία γιὰ ὅσους πενθοῦν, φάνηκε ἡ ἀνάπαυση ὅσων κοπιάζουν, φάνηκε τῶν διψασμένων τὸ ξεδίψασμα, φάνηκε ἡ δικαίωση τὼν ἀδικημένων, φάνηκε τῶν ἀπελπισμένων ἡ λύτρωση, φάνηκε ἡ θεραπεία ὅσων ἀσθενοῦν, φάνηκε ἡ γαλήνη ὅσων εἶχαν βρεθῆ σὲ τρικυμία.
Γι’ αὐτὸ κι ἐμεῖς μαζὶ μὲ τὸ πλῆθος ἄς φωνάξωμε σήμερα στὸ Χριστὸ· Ὡσαννά, ποὺ θὰ πῆ Σῶσε μας ὁ οὐράνιος Θεός. Ὤ καινούργια πράγματα, θαύματα ἀνέλπιστα! Χτὲς  ὁ Χριστὸς ἐσήκωσε τὸ Λάζαρο ἀπὸ τοὺς νεκρούς, σήμερα βαδίζει πρὸς τὸ θάνατο ὁ ἴδιος. Σὲ ἄλλον χτὲς, σὰν ζωή, τὴ ζωὴ ἐχάρισε καὶ σήμερα ὁ ζωοδότης ἔρχεται στὸ θάνατο. Χτὲς ἔλυσε τὰ σάβανα τοῦ Λαζάρου, σήμερα ἔρχεται στὰ σάβανα ὁ ἴδιος νὰ τυλιχτῆ θεληματικά.  Χτὲς ἀπὸ τὸ σκοτάδι ἔβγαλε τὸν ἄνθρωπο, σήμερα γιὰ τὸν ἄνθρωπο ἔρχεται νὰ μπῆ στὰ σκότη καὶ τὴ σκιὰ τοῦ θανάτου. Χτές, ἕξι μέρες πρὶν ἀπὸ τὸ Πάσχα, καὶ μὲ τὶς πέντε αἰσθήσεις τὸν τετραήμερο ὁ τριήμερος στὶς δυὸ ἀδελφὲς τὸν ἕνα ἀδελφό τους χαρίζει καὶ σήμερα βαδίζει στὸ σταυρό, Στὴ Μαρία τὸν τετραήμερο νεκρό χαρίζει·  ἐνῶ στὴν Ἐκκλησία τριήμερο χαρίζει τὸν ἑαυτό του ὁ Χριστός. Ἐκεῖ μόνο ἡ Βηθανία θαυμάζει·  ἐδῶ ἑορτάζει ὁλόκληρη ἡ Ἐκκλησία. Ἑορτάζει τὴν ἐορτὴ τῶν ἑορτῶν, ἔχοντας στὸ μέσο τὸ βασιλιὰ τῶν ἀύλων δυνάμεων, ὅπως νυμφίο μαζὶ καὶ βασιλιά. Ἑορτάζει ἑορτή, σὰν ἐλιὰ κατάκαρπη στὸν κῆπο τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἀφυλλορρόητη σκιάζει. Ἑορτάζει ἑορτή, κι εἶναι σὰν κρίνο ἀνοιξιάτικο, ὅπου ὁ Χριστὸς, τὸ κρίνο τὸ θαλερὸ ἀληθινά, που δὲν κρίνει ἀλλὰ σώζει τὸν κόσμο. Ὅπου ὁ Χριστὸς τὸ ἴο, ποὺ ἰαίνει ἀληθινὰ τὰ πάθη τῶν ἀρρώστων. Ὅπου τὸ ἀμπέλι ποὺ λέει· Ἐγὼ εἶμαι τὸ ἀμπέλι τὸ ἀληθινό. Ὅπου ὁ ἐλαιώνας ποὺ ἀληθινὰ ἐλεεῖ ὅσους ἐλπίζουν σ’ αὐτόν. Ὅπου ἐβλάστησε ὁ κλάδος ὀ προαιώνιος ἀπὸ τὴ ρίζα τοῦ Ἰεσσαί, χωρὶς νὰ καλλιεργήση καὶ νὰ σκάψη ὁ καλλιεργητής.  Ὅπου ἡ ἀέναη πηγή. Ὅπου δὲν ὑπάρχει Φυσὼν καὶ Γεὼν, Τίγρης καὶ Εὐφράτης ἀλλὰ Ματθαῖος, Μᾶρκος, Λουκᾶς καὶ Ἰωάννης, ποὺ ποτίζουν τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ τὸ περιβόλι. Ὅπου ὅλη σήμερα ἡ νεολαία, καθὼς ἐλαία κατάκαρπη γεμάτη ἀπὸ ἐλιὲς, τὸν ἐλεήμονα Χριστὸ παρακαλοῦμε. Φυτεμένοι στὸ κτῆμα τοῦ Χριστοῦ, ἀνοιξιάτικα μέσα στὸ κῆππο του ἀνθισμένοι, ἑορτάζομε τὴν ἑορτή μας, βλέοτνας ὅτι ἔχει ὑποχωρήσει ἡ χειμωνιὰ τοῦ νόμου.
Γιορτάζε, Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ὄχι τυπικὰ, ὄχι σμωατικὰ ἀλλὰ χορεύοτνας χορὸ πνευματικό. Γιόρταζε τὴ γιορτή σου, βλέποντας τὴν κατάπτωση τῶν εἰδώλων καὶ ζῶντας τὴ δικὴ σου ἀνάσταση. Προσθέτω τὴ φωνή μου στὴν ἱερὴ κι ἰσχυρὴ φωνὴ τοῦ Παύλου. Πέρασαν τὰ παλιά· ὅλα ἰδού, ἔχουν γίνει καινούργια· ἀλλὰ καὶ ἀνέλπιστα. Γι’ αὐτὸ χαρῆτε, χαρῆτε, νεολαία τοῦ Χριστοῦ. Χάρου ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ· γιόρτασε, κόρη τοῦ Θεοῦ κι εὐχαριστήσου. Δική σου εἶναι  ἀκέραια ἡ δόξα, κόρη τοῦ βασιλιᾶ Χριστοῦ περά γιὰ πέρα. Καὶ δὲν εἶσαι ἡ χήρα κάποιου ἀλλὰ τοῦ Θεοῦ ἡ σύζυγος, ποὺ ἀνθίζεις, ὄχι στ’ ἀριστερὰ τοῦ Θεοῦ γιὰ τοὺς εἰδωλολάτρες, ἀλλὰ στὰ δεξιὰ τὸ λουλούδι τῆς θεογνωσίας.  Δὲ σὲ μολύνει αἷμα δουλικὸ ἀλλὰ τοῦ Θεοῦ τὸ αἷμα σὲ σφραγίζει. Δὲ λατρεύεις τὸν Ὠβὴλ ἀλλὰ τὸν Ἐμμανουήλ. Δὲν ἀνυμνεῖς τὴν Τρωάδα ἀλλὰ τὴν Τριάδα. Δὲν τιμᾶς τὸν Πλάτωνα παρὰ τὸν Παντοκράτορα Θεό μας. Ὄχι τὸν ἀλεξίκακο Ἡρακλῆ ἀλλὰ τὸν Παράκλητο, τὸν ποιητὴ τῶν ὅλων.  Δὲν προσκυνεῖς τὸν Ἀριστοτέλη ποὺ σ’ ἔκαμε σοφό, ἀλλὰ τὸ Θεὸ ποὺ σ’ ἔσωσε γιὰ ὅλους τοὺς αἰῶνες. Ἔπεσε ὁ Κρόνος γιατὶ ἔλαβε σάρκα ὁ Θεὸς Λόγος. Ὄχι ὅμως ἀπὸ ἐπίδραση ἀνδρὸς ἀλλὰ γεννήθηκε μὲ δύναμη Θεοῦ ἀπὸ τὴ Μαρία. Προσέξετε τὴ χάρη τῆς ἡμέρας. Δῆτε τὴ λαμπρότητα τῆς ἑορτῆς. Χάρου λοιπὸν κι εὐχαριστήσου, τῆς Σιὼν κόρη, ἱκανοποιήσου κι ἀναγάλλιασε, ἀκέρια ἡ ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Γύρισε γύρω τὰ μάτια σου καὶ κοίταξε μαζεμένα τώρα, τὰ σκορπισμένα πρῶτα στὰ ἔθνη παιδιά σου. Κοίταξε τῆς γιορτῆς τὴν εὐλάβεια. Πρόσεξε τοῦ λαοῦ μας τοὺς  σύμφωνους ὕμνους, πρόσεξε κάθε γλῶσσα στὴ ἴδια δοξολογία κι ὅλα τὰ στόματα σὰν ἕνα, κοίταξε τὰ ἐθνικὰ ἀγρίμια σὰν πρόβατα κοντά σου, ἄκουσε τῶν ἐθνῶν τὴν ἐπιφήμιση, ποὺ εἶναι τῶν ἀσωματων ἀγγέλων ἡ μίμηση, πρόσεξε τὴν ἀρμονία ποὺ εἶναι τῶν ἀγγέλων συντονισμένοι χοροί, πρόσεξε σειρὲς που μοιάζουν μὲ παρατάξεις ἀγγέλων. Θεώρησε τοὺς ψαλμοὺς σὰν ὕνμους ἀγγέλων καὶ τὰ παιδιὰ καθὼς καινούργια ἀρνιὰ ποὺ ψάλλουν στὸ Χριστό·  Ὡσαννὰ στὸν οὐράνιο Θεό, Εὐλογημένος αὐτὸς ποὺ ἔρχεται. Μαζί τους, βροντερὰ χτύπησε τὸ χέρι καὶ φώναξε μὲ καθαρὴ καὶ λιονταρήσια φωνὴ λόγους ἑόρτιους εὐχαριστήριους. Ἰδοὺ ἐγὼ καὶ τὰ παιδιὰ ποὺ μοῦ ἔδωσε ὁ Θεός, σ’ ἐμένα ποὺ ἤμουν κάποτε ἄτεκνη καὶ ἀσήμαντη στεῖρα. Εὐλογημένος αὐτὸς ποὺ ἦρθε, ἀλλὰ ποὺ ἔρχεται στ’ ὄνομα τοῦ Θεοῦ. Θεός μας καὶ Κύριος εἶναι καὶ φάνηκε γιὰ μᾶς Αὑτὸς ποὺ ἔρχεται καὶ δὲ χωράει πουθενά, καὶ τίποτα δὲν τὸν κρατεῖ. Εὐλογημένος αὐτὸς ποὺ ἔρχεται, χωρὶς ν’ ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὸν οὐρανό. Εὐλογημένος ἄς εἶναι ὅπως τοῦ ἀξίζει, καὶ ποὺ θὰ ξανάρθη μὲ θεϊκὸ μεγαλεῖο. Εὐλογημένος αὐτὸς ποὺ ἦρθε σ’ ἐμένα συμβολικὰ καβαλικεύοντας σὲ πουλάρι, ὅπως σὲ χερουβίμ. Ἄκουσε τί μᾶς λέει ὁ ἱεροκήρυκας εὐαγγελιστὴς τῆς ἐορτῆς.
Ὅταν πλησίαζε ὁ Κύριος στὴ Βηθφαγὴ καὶ στὴ Βηθανία, κοντὰ στὸ βουνὸ ποὺ λεγόταν τῶν Ἐλαιῶν, ἔστειλε δύο ἀπὸ τοὺς μαθητὰς του παραγγέλλοντάς τους. Πηγαίνετε στὸ ἀπέναντι χωριὸ καὶ καθὼς μπαίνετε θὰ βρῆτε νεραρὸ πουλάρι δεμένο. Λύσετε το καὶ φέρτε μού το. Ἔκαμαν οἱ μαθηταὶ ὅπως τοὺς παράγγειλε ὁ Ἰησοῦς. Ἔστρωσαν τὰ ροῦχα τους στὸ πουλάρι καὶ καβαλλίκεψε ὁ Ἰησοῦς. Κι ὅταν ἔφτασε στοὺς πρόποδες τοῦ βουνοῦ, ὁ κόσμος ποὺ εἶχε  συναχτῆ γιὰ τὴν ἑορτή, πῆραν κλαδιὰ φοινίκων καὶ βγήκαν νὰ ὑποδεχθοῦν τὸν Ἰησοῦ. Κι ὅσοι πήγαινα μπροστὰ κι ὅσοι ἀκολουθοῦσαν φώναζαν· Ὡσαννὰ, στὸ γιὸ τοῦ Δαυΐδ, εὐλογημένος αὐτὸς ποὺ ἔρχεται στ’ ὄνομα του Κυρίου. Αὐτὴ εἶναι ἡ Δεσποτικὴ παρουσία στὴν παροῦσα ἑορτή μας. Αὐτὴ εἶναι ἡ παλαιὰ καὶ ἡ νέα παραμονὴ στὴ Σιὼν τοῦ Βασιλέως τῶν Βασιλέων. Αὐτὴ εἶναι ἡ πανηγυρικὴ  καὶ πάνδημη ἔλευση τῆς σημερινῆς ἡμέρας τοῦ δημιουργοῦ τῶν ὅλων. Γι’ αὐτὸ, ἀδελφοί μου, τώρα, ὅλο τὸ πλῆθος ποὺ ἤρθαμε στὴν ἑορτή, ἄς βγοῦμε νὰ τὸν ὑποδεχτοῦμε, ὁρατοὶ καὶ ἀόρατοι ἑορτασταί,  οἱ προφῆτες ποὺ προηγοῦνται χρονικά, καὶ οἱ διδάσκαλοι καὶ ὅσοι ἀκολουθοῦν τὸ πουλάρι οἰ συνδεδεμένοι μὲ τὴν πίστη στὸ Θεό. Σήμερα τὰ οὐράνια μὲ τὰ ἐπίγεια καὶ τὰ καταχθόνια μαζὶ ἄς ψάλλουν, κάθε στόμα καὶ πνεῦμα ἄς ἀνοίξη γιὰ τὴ δοξολογία τοῦ Θεοῦ. Τὰ Χερουβὶμ βροντοφωνῆστε Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος, Κύριος, ὁ Τρισάγιος, Σαβαώθ· ἀπὸ τὴ δόξα του γεμᾶτος ὁ οὐρανὸς κι ἡ γῆ. Σεραφείμ, ὑμνῆστε, πορφῆτες κηρύξετε. Ἄς λέη ὁ ἕνας·  Ἄς εὐφρανθοῦν οἱ οὐρανοὶ κι ἄς ἀναγαλιάση ἡ γῆ. Κι ἄς λέη ὁ ἄλλος· Χάρου ἀκράτητα, Κόρη τῆς Σιών,  διαλάλησε, Κόρη τῆς Ἰερουσαλήμ. Κι ὁ ἄλλος ἄς κραυγάση ἀτενίζοντας τὸ βασιλέα Χριστό·  Ἰδοὺ τὸ ἀρνὶ τοῦ Θεοῦ, ποὺ σηκώνει τὴν ἁμαρτία τοῦ κόσμου. Κι ἄλλος ἄς διαλαλήση γιὰ τὸν ἴδιο τὸν Κύριο·  Αὐτὸς εἶναι ὁ Θεός μας· δὲ θὰ σταθῆ ἄλλος κοντά του.  Καὶ κάποιος ἄλλος ἄς προσθέση· Ἰδοὺ ὁ ἄνθρωπος μαζὶ καὶ ὁ Θεός, Ἀνατολὴ εἶναι τὸ ὄνομά του.  Καὶ ὁ Δαυΐδ ἀτενίζοντας τὸ Χριστὸ ποὺ προῆλθε ἀπὸ τὴ γενιὰ του ἄς ψάλλη· Εἶναι Θεὸς καὶ Κύριος μας καὶ παρουσιάστηκε γιὰ μᾶς. Κάποιος ἄλλος τὸ γόνυ κλίνοντας ἄς πῆ στὸν Χριστὸ· Ὁλόκληρη ἡ γῆ ἄς σὲ προσκυνήση.  Κι ἄλλος ἄς προτρέψη τοὺς λαούς· Συγκροτῆστε στὴ γιορτὴ στὸν ἴσκιο ὡς τὶς ἄκρες τοῦ θυσιαστηρίου.
Ἔτσι γινόταν παλιὰ ὁ ἐρχομὸς τοῦ Κυρίου μας μὲ τὸ πουλάρι στὴ Σιών· πάνδημη ὁμόνοια, οἱ χοροὶ τῶν πατέρων, τῶν προφητῶν, τὰ παιδιὰ τῶν Ἑβραίων, τὰ νήπια τῶν μητέρων, τὰ πλήθη τῶν ἀγγέλων. Ἄλλοι ἅπλωναν τὶς φτεροῦγες τους, ἄλλοι κρατοῦσαν τὰ βάγια κι ἄλλοι ἀκολουθοῦσαν.  Τοῦτοι ἔκοβαν κλαδιά, ἐκεῖνοι ἔπλεκαν στεφάνια, αὐτοὶ ἔλυναν τὸ πουλάρι, ἄλλοι ἔστρωναν τὰ ροῦχα τους, ἄλλοι ἄνοιγαν τὶς πύλες κι ἄλλοι καθάριζαν τοὺς δρόμους. Αὑτοὶ ἑτοίμαζαν τὸ πουλάρι κι ἐκεῖνοι διαλαλοῦσαν τὴ νίκη, ἄλλοι κουνοῦσαν τὰ κλαδιὰ κι ἄλλοι ἔλεγαν στὰ νήπια· Ὑμνῆστε, παιδιὰ τὸν Κύριο.  Τὰ παιδιὰ ἀποκρίνονταν, Ὡσανὰ εὐλογημένος αὐτὸς ποὺ ἔρχεται στὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου. Ὤ καινούργια πράγματα ἀνέλπιστα θαύματα τῆς ἑορτῆς. Τὰ παιδιὰ σὰ θεολόγοι χαρακτηρίζουν ὡς Θεὸ τὸ Χριστὸ καὶ οἱ ἱερεῖς τὸν ὑβρίζουν. Τὸν προσκυνοῦν παιδιὰ ποὺ θηλάζουν καὶ δείχνουν ἀσέβεια οἱ διδάσκαλοι. Τὰ παιδιᾶ τραγουδοῦν. Ὡσαννὰ καὶ οἱ Ἑβραῖοι κραυγάζουν νὰ σταυρωθῆ. Αὐτὰ ἔρχονται μὲ τὰ βάΐα στὸ Χριστὸ κι ἐκεῖνοι τὸν ζυγώνουν μὲ μαχαίρια. Αὐτὰ κόβουν κλαδιὰ κι ἐκεῖνοι ἑτοιμάζουν τὸ ξύλο τοῦ σταυροῦ. Τὰ παιδιὰ στρώνουν τὰ ροῦχα τους στὸ Χριστὸ καὶ οἱ ἱερεῖς σκίζουν τὰ ροῦχα τοῦ Χριστοῦ. Τὰ παιδιὰ ἀνεβάζουν τὸ Χριστὸ στὸ πουλάρι κι οἱ γέροντες ἀνεβάζουν τὸ Χριστὸ στὸ σταυρό. Τὰ παιδιὰ προσκύνησαν τὰ πόδια τοῦ Χριστοῦ κι ἐκεῖνοι κάρφωσαν μὲ τὰ καρφιὰ τὰ πόδια τοῦ Χριστοῦ. Τὰ παιδιὰ τοῦ ἀφιερώνουν τὸν ὕμνο κι αὐτοὶ τοῦ προσφέρουν τὸ ξίδι. Τὰ παιδιὰ τὴν τιμὴ καὶ τὴ χολὴ ἐκεῖνοι. Τὰ παιδιὰ κουνοῦν τὰ βάγια κι αὐτοὶ μὲ τὴ ρομφαία τὸν τρυποῦν. Τὰ παιδιὰ ὑμνοῦν τὸ Χριστὸ πάνω στὸ πουλάρι κι αὐτοὶ τὸν ἀναβάτη τοῦ πουλαριοῦ πουλοῦν.
Τὸ βόδι κατάλαβε τὸν Κύριό του, ὅταν πλησίασε στὴν φάτνη του κι οἱ λαοὶ ἀναγνώρισαν τὸν κατακτητή τους. Ὁ Ἰσραήλ μόνο δὲν ἀναγνώρισε τὸ Χριστὸ τὸ Θεό του. Οἱ ἄγριες κάποτε φυλές, θεοφίλητες ἔγιναν, οἱ ἄνομοι ἔννομοι καὶ οἱ ἔννομοι παράνομοι. Ἄς εἶναι· δὲν ντράπηκες τοὺς προφῆτες, σκότωσες τοὺς ἱερεῖς, διέστρεψες τὶς Γραφὲς κατέλυσες τὸ νόμο, καταπριόνισες τοὺς δικαίους, ἀψήφησες τὸ Μωϋσῆ, κατέσφαξες τοὺς γιούς, ἐβεβήλωσες τὸ ναό, παράτησες τὸ Θεό, δὲν ἐπίστεψες στὸ Χριστό, ἐξευτέλισες τὰ θαύματα, δυσπίστησες γιὰ τὸ Λάζαρο δὲν ἐπίστεψες στοὺς τυφλοὺς ποὺ ξαναβρῆκαν τὸ φῶς τους. Καλὰ ὅλα αὐτά. Τί ἔχεις ὅμως νὰ πῆς γι’ αὐτὰ τὰ παιδιά; Τί δογματίζεις γιὰ τὸν ὕμνο τῶν νηπίων; Πές μου ποιός τὰ ἐφώτισε; Ποιός τοὺς ἐδίδαξε;Ἤ ποιός τοὺς παρώτρυνε καὶ τοὺς ἔδωσε τὴ γνώση; Ποιός ξαφνικὰ στ’ ἀμάθητα παιδιὰ ἔδωσε τὸ λόγο, ἄν ὄχι ὁ Χριστός ὁ προαίωνιος Λόγος; Τώρα οἱ νέοι καὶ τὰ παιδιὰ καὶ τὰ νήπια ποὺ μὲ τὸ ἕνα χέρι κρατοῦν  τὸ μητρικὸ μαστό, τὸν ἀγγελικὸ ὕμνο ἀναμέλπουν. Κρατοῦνε τὸ μαστὸ μὲ τὸ ἕνα χέρι καὶ μὲ τὸ ἄλλο κουνοῦνε τὰ κλαδιὰ στὸ Χριστό· ἡ φύση ποὺ χωρὶς νὰ ἔχη πεῖρα τοῦ λόγου θεολογεῖ· ἀμέσως τὸ λόγο τὸν προφητικό, τῶν ἀγγέλων τὸν ὕμνο προσφέρουν σὰν δῶρο στὸ Θεὸ καὶ κραυγάζουν. Ὡσαννὰ στὸν οὐρανό. Εὐλογημένος αὐτὸς ποὺ ἔρχεται στὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου. Εἶναι ὁ Θεὸς καὶ Κύριός μας κι ἦρθε γιὰ μᾶς.
Μέσα στὸ ξέσπασμα τῆς χαρᾶς καὶ τὴς ἑορτῆς, παίρνοντας θάρρος ἀπευθύνω τὶς ἐρωτήσεις μου σ’ αὐτὰ τὰ ἔνθεα παιδιά.  Τί λέτε, παιδιὰ τοῦ Θεοῦ, τοῦ Θεοῦ ὑμνολόγοι. Πῶς ἰσοζυγίζετε στὸν ἑαυτὸ σας τὸν ὕμνο τῶν Χερουβίμ; Καὶ πῶς, ἐνῶ σὰν ἄνθρωπο βλέπετε τὸ Χριστὸ στὸ πουλάρι, κραυγάζετε ὅπως ταιριάζει στὸ Θεὸ Ὡσαννὰ στὸν οὐράνιο; Ναὶ, μᾶς λένε τὰ παιδιὰ μὲ τὴ θεία γλῶσσα. Στὸ σωματικὸ πουλάρι κάθεται ὁ Χριστός, μὰ δὲν ἀπομακρύνεται καθόλου ἀπὸ τὸ πατρικὸ κόλπο. Στὸ πουλάρι κάθεται ἀλλὰ τὸ θρόνο τῶν Χερουβὶμ δὲν ἐγκαταλείπει. Ἀλλὰ αὐτὸς ὁ ἔνσαρκος ποὺ δὲν ἀφίνει τοὺς θνητούς, τὸ ἴδιο αὐτὸς καὶ στὸν οὐρανὸ ὑπάρχει ἀληθινὸς Θεὸς, ὁ Κύριος τῶν πάντων, τοῦ κόσμου, τῶν ἐθνῶν, ἀληθινὸς Θεὸς καὶ δωρητής, ὁ δημιουργὸς καὶ ὁ ὁδηγὸς καὶ Σωτήρας ὅλων. Αὑτὸς κάμει τὴν εἰσοδό του στὴν κάτω Ἱερουσαλὴμ καὶ δὲν ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὴν ἐπάνω. Αὑτὸς εἶναι ὁ δημιουργὸς τῶν αἰώνων·  ἔρχεται ἀπὸ τοὺς αἰῶνες καὶ πορεύεται στοὺς αἰῶνες· Αὐτὸς εἶναι ποὺ μόνος του ἅπλωσε τὸν οὐρανό. Αὐτὸς βαδίζει στὴ θάλασσα σὰ νὰ εἶναι γῆ. Αὐτὸς τυλίγει τὴ θάλασσα μὲ τὴν ὁμίχλη. Αὐτὸς περιέγραψε τὴν περιοχὴ τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτὸς ἐρρύθμισε τὰ ὅρια τῶν θαλασσῶν. Αὐτὸς ἅπλωσε τὴ γῆ μετέωρη στὸ κενό. Αὐτὸς φρόντισε τὴν ὀμορφιὰ τῶν λουλουδιῶν. Αὐτὸς ἅπλωσε σὰ ροῦχο τὸν οὐρανὸ καὶ μὲ λαμπρὰ τὸν ἐστόλισε ἀστέρια. Αὐτὸν τρέμουν τὰ Χερουβίμ καὶ τὰ Σεραφεὶμ φοβοῦνται. Αὐτὸν ὑμνεῖ ὁ ἥλιος καὶ δοξολογεῖ ἡ σελήνη. Αὐτὸν ψάλλουν τὰ ἄστρα κι ὑπηρετοῦν οἱ πηγές. Αὐτὸν ἀνατριχιάζουν οἱ ἄβυσσοι, καὶ τὰ τάρταρα δειλιάζουν. Σ’ αὐτὸν ὑπακούουν τὰ θηρία τῆς θάλασσας κι οἰ δράκοντες τρέμουν. Αὐτὸν ὑπηρετοῦν οἱ βροχὲς καὶ τὰ πνεύματα σέβονται. Αὐτὸς ἔδωσε στὸν καθένα τὸ φυσικό του, ἐδημιούργησε τὰ πλάσματα, χώρισε τὶς τάξεις, αὐτὸς εἶναι ὁ δημιουργὸς τῶν ὄντων τῆς γῆς καὶ τοῦ οὐρανοῦ, ὁ Θεὸς καὶ Κύριος μας. Σ’ αὐτὸν ἀνήκει ἡ δόξα καὶ ἡ δύναμη στοὺς αἰῶνες. Ἀμήν.

Κυριακή των Βαίων (Πρωτοπρεσβυτέρου Αλεξάνδρου Σμέμαν) Ωσαννά

Το Σάββατο του Λαζάρου, από λειτουργικής πλευράς, είναι τα προεόρτια της Κυριακής των Βαΐων – της Εισόδου του Κυρίου μας στα Ιεροσόλυμα. Και οι δύο αυτές γιορτές έχουν ένα κοινό θέμα: το θρίαμβο και τη νίκη. Το Σάββατο του Λαζάρου αποκαλύπτει τον Εχθρό, δηλαδή το Θάνατο · η Κυριακή των Βαΐων προαναγγέλλει το νόημα της νίκης ως θρίαμβο της Βασιλείας του Θεού και ως αποδοχή από τον κόσμο του μόνου Βασιλέως , του Ιησού Χριστού. Σε όλη τη διάρκεια της επί γης ζωής του Ιησού Χριστού, η σεμνή είσοδός Του στην Αγία Πόλη ήταν το μόνο ορατό σημείο θριάμβου. Μέχρι αυτή τη μέρα ο Ιησούς έδειχνε επίμονη άρνηση σε κάθε περίπτωση θριάμβου και δόξας Του. Έξι μέρες όμως πριν το Πάσχα, όχι μόνο δέχτηκε να δοξαστεί, αλλά ο ίδιος προκάλεσε και οργάνωσε αυτή τη δόξα. Κάνοντας αυτό που προανήγγειλε ο προφήτης Ζαχαρίας: «ιδού ο Βασιλεύς σου έρχεται σοι… πραύς και επιβεβηπώς επί υποζύγιον και πώλον νέον» (Ζαχ. 9, 9), φανέρωσε ότι ήθελε να επιδοκιμαστεί και να αναγνωριστεί ως Μεσσίας, Βασιλέας και Λυτρωτής του Ισραήλ. Οι Ευαγγελικές περικοπές τονίζουν όλα αυτά τα μεσσιανικά στοιχεία, δηλαδή τους κλάδους των βαΐων και τα Ωσαννά, τις επευφημίες για τον Ιησού Χριστό ότι είναι ο Υιός του Δαυίδ και Βασιλέας του Ισραήλ. Η ιστορία του Ισραήλ τώρα ολοκληρώνεται, φτάνει στο τέλος της, αυτό εξ άλλου είναι και το νόημα αυτού του γεγονότος, της αγγελίας της Βασιλείας του Θεού. Για την εκπλήρωση του σκοπού αυτής της ιστορίας έπρεπε να αναγγελθεί και να προετοιμαστεί η Βασιλεία του Θεού, η έλευση του Μεσσία. Και τώρα εκπληρώθηκε, γιατί ο Βασιλέας εισέρχεται στην Αγία Πόλη Του και όλες οι προφητείες και o ι προσδοκίες βρίσκουν την εκπλήρωση τους στο Πρόσωπο Του. Ο Χριστός εγκαθιστά τη Βασιλεία Του επί της γης. Την Κυριακή των Βαΐων θυμόμαστε και τιμάμε αυτό το μέγιστο γεγονός. Κρατώντας κλάδους βαΐων ταυτιζόμαστε με το λαό της Ιερουσαλήμ . Μαζί τους χαιρετίζουμε τον ταπεινό Κύριο και Βασιλέα ψέλνοντας: «Ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου». Άραγε ποιο είναι το αληθινό νόημα όλων αυτών σήμερα για μας; Πρώτα-πρώτα είναι η ομολογία μας ότι ο Χριστός είναι ο Βασιλέας και Κύριος μας. Πολύ συχνά, στην καθημερινή ζωή μας, ξεχνάμε ότι η Βασιλεία του Θεού έχει ήδη εγκατασταθεί στη γη και ότι την ημέρα της βαπτίσεώς μας γίναμε πολίτες αυτής της Βασιλείας και υποσχεθήκαμε η αφοσίωση και η πίστη μας σ’ αυτή να είναι πάνω από κάθε άλλη πίστη μας. Ας μην ξεχνάμε ότι ο Χριστός για λίγες ώρες ήταν πραγματικά ο Βασιλέας πάνω στη γη, σ’ αυτό τον κόσμο το δικό μας – για λίγες μόνο ώρες και σε μια συγκεκριμένη πόλη. Αλλά, όπως στο πρόσωπο του Λαζάρου αναγνωρίσαμε την εικόνα του καθενός από μας, του κάθε ανθρώπου ξεχωριστά, έτσι και σ’ αυτή την πόλη (την Ιερουσαλήμ) αναγνωρίζουμε το μυστηριακό κέντρο όλου του κόσμου και γενικά ολόκληρης της δημιουργίας. Γιατί ακριβώς αυτό είναι το βιβλικό νόημα της πόλης Ιερουσαλήμ, είναι δηλαδή το εστιακό σημείο όλης της ιστορίας της σωτηρίας και του λυτρωμού, είναι η Αγία Πόλη της έλευσης του θεού στη γη. Έτσι λοιπόν η Βασιλεία που εγκαταστάθηκε στην Ιερουσαλήμ είναι μια παγκόσμια Βασιλεία που αγκαλιάζει καθολικά τον άνθρωπο και όλη τη δημιουργία… Για λίγες ώρες – όμως αυτές οι ώρες ήταν πολύ αποφασιστικός χρόνος – φάνηκε επί της γης η τελική «ώρα του Ιησού», η ώρα της εκπλήρωσης από τον Θεό όλων των υποσχέσεων Του, όλων των αποφάσεων Του. Έφτασε στο τέλος όλη η προπαρασκευαστική πορεία που είχε αποκαλυφθεί στην Αγία Γραφή · ήρθε το τέλος όλων όσων ο Θεός έκανε για τον άνθρωπο. Έτσι αυτή η σύντομη ώρα του επί γης θριάμβου του Χριστού αποκτάει ένα αιώνιο νόημα. Εισάγει την πραγματικότητα της θείας Βασιλείας στο δικό μας χρόνο, στις δικές μας ώρες. Αυτή η Βασιλεία δίνει το νόημα στο χρόνο και γίνεται ο απώτερος, ο αιώνιος σκοπός του. Η Βασιλεία του Θεού αποκαλύφθηκε στον κόσμο τούτο και αυτή την ώρα · η παρουσία της κρίνει και μεταμορφώνει την ανθρώπινη ιστορία. Όταν, σε κάποια στιγμή της ακολουθίας, την Κυριακή των Βαΐων παίρνουμε από τον ιερέα έναν κλάδο βαΐων, ανανεώνουμε τον όρκο στον Βασιλέα μας, ομολογούμε ότι η Βασιλεία Του δίνει τελικό νόημα και περιεχόμενο στη ζωή μας. Ομολογούμε ότι το καθετί στη ζωή μας και στον κόσμο ανήκει στον Χριστό και τίποτε δεν μπορεί να αφαιρεθεί από τον μοναδικό, αληθινό Κτήτορά του, γιατί δεν υπάρχει περιοχή της ζωής όπου Εκείνος δεν κυβερνά, δεν σώζει, δεν λυτρώνει. Διακηρύττουμε την παγκόσμια, την καθολική ευθύνη της Εκκλησίας για την ανθρώπινη ιστορία και επιβεβαιώνουμε την παγκόσμια αποστολή της. Ξέρουμε, βέβαια, ότι ο Βασιλέας τον οποίο οι Ιουδαίοι ζητωκραύγαζαν τότε και τον οποίο εμείς σήμερα επιδοκιμάζουμε, βρίσκεται στο δρόμο προς το Γολγοθά, προς το Σταυρό και τον τάφο. Ξέρουμε, επίσης, πως αυτός ο σύντομος θρίαμβος δεν είναι παρά ο πρόλογος της θυσίας Του. Τα κλαδιά στα χέρια μας επιβεβαιώνουν την ετοιμότητα μας και τη διάθεση μας να Τον ακολουθήσουμε σ’ αυτό το δρόμο της θυσίας, και ότι αποδεχόμαστε τη θυσία και την αυταπάρνηση σαν τη μόνη βασιλική οδό προς τη θεία Βασιλεία. Τελικά αυτοί οι κλάδοι και η όλη γιορτή φανερώνουν την πίστη μας στην τελική νίκη του Χριστού. Η Βασιλεία του Θεού όμως είναι ακόμα κρυμμένη, ο κόσμος την αγνοεί και ζει σήμερα σαν να μην έχουν συμβεί όλα αυτά τα συγκλονιστικά γεγονότα. Σαν να μην έχει πεθάνει ατό Σταυρό και να μην έχει αναστηθεί ο Θεάνθρωπος. Εμείς όμως οι χριστιανοί πιστεύουμε στην ερχόμενη Βασιλεία στην όποια ο Θεός είναι «ο τα πάντα πληρών» και ο Χριστός είναι ο μόνος Βασιλέας. Στις ακολουθίες της Εκκλησίας μας θυμόμαστε τα γεγονότα του παρελθόντος. Αλλά όλο το νόημα και η δύναμη της Θείας Λειτουργίας βρίσκεται στο γεγονός ότι μετατρέπει την ανάμνηση σε παρόν, σε παρούσα πραγματικότητα. Την Κυριακή των Βαΐων αυτή η πραγματικότητα είναι η συμμετοχή μας στα γεγονότα, η ανταπόκριση μας σ’ αυτά, η ίδια η Βασιλεία του θεού. Ο Χριστός δεν μπαίνει πια στα Ιεροσόλυμα θριαμβευτής. Το έκανε μια φορά και για πάντα. Και δεν χρειάζεται πια «σύμβολα», γιατί δεν πέθανε στο Σταυρό για να μπορούμε εμείς αιώνια να «συμβολίζουμε» τη ζωή Του. Αλλά ζητάει από μας μια πραγματική, ειλικρινή αποδοχή της Βασιλείας που μας έφερε… Αν δεν είμαστε έτοιμοι να κρατήσουμε την ιερή υπόσχεση που δώσαμε με το βάπτισμα μας και που ανανεώνουμε κάθε χρόνο την Κυριακή των Βαΐων, αν δεν επιμένουμε να κάνουμε τη Βασιλεία του θεού κανόνα όλης της ζωής μας, μάταια γιορτάζουμε τούτη τη γιορτή και οι κλάδοι των βαΐων που παίρνουμε από την Εκκλησία για το σπίτι μας δεν έχουν κανένα νόημα, είναι άχρηστοι. 
Πρωτοπρεσβυτέρου Αλεξάνδρου Σμέμαν, Η ΜΕΓΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ, Σύντομη λειτουργική εξήγηση των ημερών της Μεγάλης Εβδομάδας. Εκδ. Ακρίτας 1990. 

Κυριακή των Βαΐων Ο χαρμόσυνος χαρακτήρας της γιορτής και οι υποχρεώσεις των Χριστιανών.

Κυριακή των Βαΐων 2003
Η Μεγάλη Εβδομάδα χριστιανοί μου έφθασε και για φέτος. Και από σήμερα το βράδυ εισερχόμεθα στο Θείο Δράμα, που ολοκληρώνεται τη Μεγάλη Παρασκευή, αλλά σφραγίζεται με την Ανάσταση την Κυριακή, Κυριακή πρωί.
Η σημερινή Κυριακή των Βαΐων μαζί με την Κυριακή της Πεντηκοστής είναι αυτές και μόνες που δεν έχουν Αναστάσιμο χαρακτήρα. Σήμερα δεν ψάλαμε κανένα τροπάριο αναστάσιμο, ούτε απολυτίκιο, ούτε είπαμε Εωθινό Ευαγγέλιο, ούτε απαγγείλαμε το «Ανάσταση Χριστού θεασάμενοι».
Η Κυριακή των Βαΐων έχει δικό της ξεχωριστό χαρακτήρα, πανηγυρικό και χαρμόσυνο. Είναι χαρμόσυνος ο χαρακτήρας διότι αποτελεί καθαρό προμήνυμα της Αναστάσεως. Μας το είπε αυτό και η ευχή που διαβάσαμε στα βάγια το πρωί. Αυτά λοιπόν τα βάγια που θα κρατήσουμε στα χέρια μας, αυτό ακριβώς συμβολίζουν. Τη νίκη κατά του θανάτου δια της Αναστάσεως.
Συμβολίζουν όμως και άλλες δύο νίκες, της νίκης κατά του κακού και της αμαρτίας, και δεύτερον της νίκης εναντίον των δαιμόνων, δια της πίστεως προς τον Χριστόν. Άρα μας λένε οι Πατέρες, τα βάγια είναι σύμβολα αρετών και θείων πράξεων, δηλαδή έργων πίστεως.
Αλλά και το σημερινό Αποστολικό Ανάγνωσμα όσοι το ακούσαμε, έχει και αυτό χαρακτήρα χαρμόσυνο, τον χαρακτήρα της γιορτής.

Δεν διστάζει ο Απόστολος Παύλος μέσα από την φυλακή της Ρώμης, που ήτο φυλακισμένος, να γράψει στους Φιλιππισίους, και να τους προτρέψει «Χαίρετε εν Κυρίω πάντοτε», και να συνεχίσει επαναλαμβάνοντας «και πάλιν ερώ χαίρετε». Δηλαδή να χαίρεστε όχι από τις κοσμικές χαρές του κόσμου τούτου της αμαρτίας, αλλά να πλημμυρίζετε από την χαρά που χαρίζει ο Χριστός. Και αυτήν την χαρά να την έχετε πάντοτε.
Αυτό το «πάντοτε» έχει ιδιαιτέρα σημασία για όλους μας, διότι δεν εξαιρεί χρόνους, εποχές και καταστάσεις. Να χαίρεστε όταν σας βάζουν στην φυλακή για την πίστη σας, όπως εμένα, λέγει ο Απόστολος Παύλος, που είμαι αυτή τη στιγμή στη φυλακή, αλλά και όταν είστε ελεύθεροι από πιέσεις και διωγμούς.
Να έχετε την χαρά του Χριστού μέσα σας, όχι μόνο στον πλούτο, αλλά και στην φτώχεια. Χαρά όχι  μόνον στα πολλά αγαθά, αλλά και στις στερήσεις. Όχι μόνον όταν είστε γεροί και υγιείς, αλλά και όταν είστε άρρωστοι. Και στον πόνο, και στις θλίψεις και στην αγωνία, να χαίρεστε πάντοτε εν Κυρίω.
Δύσκολα θα μου πείτε, πολύ δύσκολα. Και είναι πράγματι γιατί και το ομολογούμε όλοι μας. Και όμως σε κάποιο άλλο σημείο της Αγίας Γραφής, ο Ιάκωβος ο Αδελφόθεος στην Επιστολή του, μας προτρέπει λέγοντας τα εξής: «Πάσαν χαράν ηγήσασθε αδελφοί μου, όταν ποικίλοις περιπέσητε πειρασμοίς». Που σημαίνει «να έχετε μεγάλη χαρά, όταν πέσετε σε διάφορες δοκιμασίες και πειρασμούς της ζωής. «Πάσαν χαράν», δηλαδή μεγάλη χαρά. Και τη χαρά αυτή να την έχετε μαζί με το Χριστό. Αυτά μας είπε ο λόγος του Θεού.
Όλα δύσκολα, όλα βουνά, όλα ακατόρθωτα, έτσι μας φαίνονται. Κι όμως αν πέσουμε στην αγκαλιά του Θεού την Πατρική, τότε τον Σταυρόν μας θα τον πάρει Εκείνος, ο Χριστός και θα μας ξελαφρώσει και θα μας χαρίσει την χαρά της Αναστάσεως.
«Τα αδύνατα παρά ανθρώποις, δυνατά παρά τω Θεώ εστί», μας βεβαιώνει ο ίδιος ο Κύριος. Ό,τι λοιπόν μας φαίνεται εμάς αδύνατο, είναι δυνατό για Εκείνο. Ό,τι μας φαίνεται άλυτο, μπορεί να το λύσει ο Θεός. Ό,τι ακατόρθωτο, διά μέσου Εκείνου να γίνει κατορθωτό.
«Και πάλιν ερώ χαίρετε». Σας το επαναλαμβάνω πάλιν και πολλάκις να χαίρεστε αλλά εν Κυρίω. Μαζί με τον Κύριο, μαζί με τον Χριστό.
Και συνεχίζει ο Απόστολος Παύλος στο σημερινό του Αποστολικό του Ανάγνωσμα. «Και πλημμυρισμένοι από τη χαρά του Χριστού να είστε επιεικείς προς όλους τους ανθρώπους, διότι μην το ξεχνάτε, ο Κύριος εγγύς». Αυτό σημαίνει ότι ο Κύριος είναι πολύ κοντά με τον ξαφνικό θάνατό μας, και τότε θα μας κρίνει. Θα έλθει βέβαια και ως δίκαιος Κριτής κατά την Δευτέραν Αυτού Παρουσία, για να κρίνει ζώντας και νεκρούς, αλλά είναι και «ο Κύριος εγγύς» τη στιγμή του θανάτου μας. Οπότε γίνεται και η πρώτη λεγομένη Κρίσις.
Άρα πρέπει να προσαρμόσουμε τη ζωή μας, προς τις βασικές εντολές του Αγίου Θεού, που με το στόμα σήμερα του Αποστόλου Παύλου, μας συνιστούν τα εξής πράγματα.
«Μηδέν μεριμνάτε» λέγει, και συνεχίζει ο ίδιος, «μη πνίγεσθε στις μέριμνες αυτής της πρόσκαιρης ζωής, αλλά όλα σας τα προβλήματα, μαζί με την μετάνοια και την ευγνωμοσύνη σας, να τα αναφέρετε στην καθημερινή σας προσευχήν προς τον Θεόν. Και τότε η ασύλληπτη για τα ανθρώπινα μυαλά, ειρήνη του Θεού, θα περιφρουρήσει τα αισθήματά σας και τη σκέψη σας από το άγχος και την αγωνία και τους πειρασμούς, και θα σας διατηρεί ενωμένους μαζί με τον Χριστό».
Και αμέσως γράφει και συνιστά, συνεχίζει δηλαδή, «το λοιπόν αδελφοί μου, όσα εστίν αληθή, όσα σεμνά, όσα δίκαια, όσα αγνά, όσα προσφιλή, όσα έφημα, ή τις αρετή και ή τις έπαινος, ταύτα λογίζεσθε». Λοιπόν αδελφοί μου, όσα είναι αληθινά, όσα είναι τίμια και σεβαστά, όσα είναι δίκαια ενώπιον του Αγίου Θεού, όσα είναι αμόλυντα και καθαρά, όσα είναι αγαπητά και ευάρεστα στο Θεό, όσα έχουν και δίδουν, καλή φήμη και αγαθή υπόληψη, κάθε αρετή και κάθε καλό που είναι άξιον επαίνου, αυτά και μόνον να σκέπτεσθε. «Ταύτα λογίζεσθε και ταύτα πράσσετε».
Και συνεχίζει, «αυτά που μάθατε και παραλάβατε, και ακούσατε από την προφορική μου διδασκαλία, και αυτά που είδατε σε ολόκληρη την προσωπική μου ζωή», προσέξτε, «σε ολόκληρη την προσωπική μου ζωή και συμπεριφορά, αυτά να κάμνετε». Η διαγωγή μας, η ζωή μας και η συμπεριφορά μας, αυτά διδάσκουν. Και όχι τα παχιά τα λόγια. Και «τότε», καταλήγει, «ο Θεός της ειρήνης, ο Θεός της αγάπης, θα είναι πάντοτε μαζί σας».
Άρα λοιπόν μας ενδιαφέρουν οι δύο εκείνες θαυμάσιες προτάσεις, «ταύτα λογίζεσθε και ταύτα πράσσετε».
Χριστιανοί μου, ζούμε σε έναν κόσμο τελείως διεφθαρμένον, άπιστον, άθεον και κτηνώδη, βρώμικον και τρισάθλιον. Παντού επικρατεί το συμφέρον, η διαβολή, η κακία, η πονηρία, ο πανσεξουαλισμός, η αναρχία, η βλασφημία και μύρια άλλα κακά. Λείπει το παράδειγμα της ζωντανής πίστεως, της αγάπης και της καλοσύνης, και του ταπεινού φρονήματος και της θεοσεβίας, και των άλλων θειοτάτων αρετών από τη ζωή μας. Αυτά λείπουν.
Έτσι δυσκολεύονται οι περισσότεροι από τους χριστιανούς, να εφαρμόσουν τις θεϊκές αυτές προτροπές του Αποστόλου Παύλου. «Ταύτα λογίζετε και ταύτα πράσσετε». Αυτά να σκέπτεσθε και αυτά να κάμνετε. Διότι μόνον αυτά θα μας χαρίσουν και θα εδραιώσουν μέσα μας την ειρήνη.
Και αν δεν έχουμε μέσα μας ειρήνη, ειρήνη στο νου και ειρήνη στην καρδιά, αυτό σημαίνει ότι ο Θεός της ειρήνης και της αγάπης δεν είναι μαζί μας. Στερούμεθα χάριτος και ευλογίας. Απουσιάζει ο Θεός από μέσα μας. Και δεν είναι μέσα μας ο Θεός και το επαναλαμβάνω, διότι δεν σκεπτόμαστε, και δεν εφαρμόζουμε όλα αυτά τα αληθινά, τα σεμνά, τα δίκαια, τα αγνά, τα ενάρετα, τα αξιέπαινα.
Αλλά τι σκεπτόμαστε; Μήπως το αισχρό και το ανήθικο ή το ηθικό; Τι σκεπτόμεθα; Το καλό ή το κακό; Το ψέμα ή την αλήθεια; Το δίκαιο ή το άδικο; Τι σκεπτόμεθα; Την αρετή ή την κακία; Και ο καθένας μας …

Ευλογημένος ο Ερχόμενος. Κυριακή των Βαΐων. Φώτης Κόντογλου

(Εκείνος που έχει θρόνο τον ουρανό και υποπόδιο τη γη, ο γυιός του Θεού και ο Λόγος του ο συναΐδιος, σήμερα τα­πεινώθηκε και ήρθε στη Βηθανία απάνω σ” ένα που­λάρι. Και τα παιδιά των Εβραίων τον υποδεχθήκανε φωνάζοντας: «Ωσαννά εν τοις υψίστοις, ευλογημένος ο ερχόμενος, ο βασιλιάς του Ισραήλ».
Οι πολέμαρχοι του κόσμου, σαν τελειώνανε τον πόλεμο και βάζανε κάτω τους οχ­τρούς τους, γυρίζανε δοξασμένοι και καθί­ζανε απάνω σε χρυσά αμάξια για να μπούνε στην πολιτεία τους.
Μπροστά πηγαίνανε οι σάλπιγγες κι οι σημαίες κ” οι αντρειωμένοι στρατηγοί και πλήθος στρατιώτες σκεπα­σμένοι με σίδερα άγρια και βαστώντας φονικά άρματα γύρω σ” ένα αμάξι φορτωμένο με λογής λογής αρματωσιές και σπαθιά και κοντάρια παρμένα από το νικημένο έθνος.
Όλοι οι πολεμιστές ήτανε σαν άγρια θηρία σιδεροντυμένα, τα κεφάλια τους ήτανε κλει­δωμένα μέσα σε φοβερές περικεφαλαίες, τα χοντρά και μαλλιαρά χέρια τους ήτανε μα­τωμένα από τον πόλεμο, τα γερά ποδάρια τους περπατούσανε περήφανα και τεντωμέ­να, σαν του λιονταριού που ξέσκισε με τα νύχια του το ζαρκάδι και τανύζεται με μουγκρητά και φοβερίζει τον κόσμο.
Ύστερα ερχότανε το χρυσό τ” αμάξι του πο­λεμάρχου, που καθότανε σ” ένα θρονί πλου­μισμένο μ” ακριβά πετράδια, περήφανος, ακατάδεχτος, φοβερός, που δεν μπορούσε να τον αντικρύσει μάτι δίχως να χαμηλώσει και βα­στούσε το τρομερό σκήπτρο του, που κάθε σάλεμά του ήτανε προσταγή, δίχως ν” ανοίξει τα στόμα του αυτός που το κρατούσε.
Άλο­γα ανήμερα, ήτανε ζεμένα σ” αυτά τ” αμάξι, με λουριά χρυσοκεντημένα με γαϊτάνια και περπατούσανε κι αυτά καμαρωτά και περή­φανα σαν τους ανθρώπους. Ένα κορίτσι έμορ­φο σαν νεράιδα, μεταξοντυμένο, βαστούσε ένα χρυσό στεφάνι απάνω από το κεφάλι του νικητή, κι άλλα κορίτσια κι αγόρια ρίχνανε λιβάνια κι άλλα μυρουδικά σε κάποια με­γάλα θυμιατήρια όμοια με μανουάλια.
Από πίσω έρχόντανε οι σκλάβοι άντρες και γυ­ναίκες κι όποιοι ήτανε άρρωστοι και λαβω­μένοι, τους σέρνανε και τους χτυπούσανε οι στρατιώτες. Όση δόξα είχανε αυτοί που πηγαίνανε μπροστά, άλλη τόση καταφρόνε­ση και δυστυχία είχανε όσοι ακολουθούσανε από πίσω.
Αυτοί ήτανε δεμένοι με σκοινιά και μ” αλυσίδες, πολλοί πιστάγκωνα, κουρε­λιασμένοι, πληγιασμένοι, κίτρινοι σαν πεθα­μένοι από τα μαρτύρια κι από την αγρύ­πνια. Πολλοί ήτανε μισόγυμνοι κ” οι πλά­τες τους ήτανε μελανιασμένες από το βούνευρο.
Ανάμεσά τους ήτανε γυναίκες, παρθέ­νες ντροπιασμένες, κλαμένες μανάδες με αθώα μωρά στην αγκαλιά τους, γρηές που βαστούσανε τα εγγόνια τους από το χέρι, όλες κατατρομαγμένες σαν τα αρνιά που τα πάνε στον μακελάρη. Γύρω ο κόσμος έκανε σαν τρελλός και φώναζε και δόξαζε τον νι­κητή κι από πολλά στόματα τρέχανε αφροί. Αλαλαγμός έβγαινε σαν καπνός απ” όλη την πολιτεία. Αυτή την παράταξη τη λέγανε «θρίαμβο».
Έναν τέτοιον θρίαμβο έκανε κι ο Χρι­στός σήμερα, ο άρχοντας της ειρήνης και της αγάπης. Μα, όπως τα άλλαξε όλα και τα έκανε ανάποδα απ’ ό,τι συνηθίζανε οι άνθρωποι, έτσι κι ο θρίαμβος που έκανε, ήτανε θρίαμβος της φτώχειας και της ταπεί­νωσης.
Ο Ρωμαίος ύπατος ήτανε καθισμένος απάνω σε θρόνο και σε χρυσό αμάξι, μα ο Χριστός ήτανε καβαλικεμένος απάνω σ” ένα πουλάρι, σ” ένα γαϊδουρόπουλο, πούνε το πιο ταπεινό και καταφρονεμένο ανάμεσα στα ζώα.
Κι” ο ίδιος ήτανε ταπεινός, πράος, ήσυχος, φτωχοντυμένος, κατά την  προφητεία που έλεγε: «Είπατε τη θυγατρί Σιών· Ιδού ο βασιλεύς σου έρχεταί σοι πράος και επιβεβηκώς επί όνον και πώλον, υιόν υποζυ­γίου». Το χέρι του δεν βαστούσε σκήπτρο, αλλά βλογούσε τον κόσμο. Από πόλεμο ερ­χότανε και κείνος, μα έναν πόλεμο πολύ δυσκολοκέρδιστον, πόλεμο καταπάνω στην κα­κία και στην ψευτιά και στην υποκρισία και στη φιλαργυρία.
Και δεν πήγαινε να ξεκου­ραστεί απ’ αυτόν τον πόλεμο, αλλά πήγαινε ν” αρχίσει άλλον, πιο σκληρόν, και να στεφανωθεί μ” αγκαθένιο στεφάνι και να δαρθεί και να περιπαιχθεί και στο τέλος να καρφωθεί απάνω σ” ένα ξύλο σαν κακούρ­γος.
Δεν ήτανε τριγυρισμένος από αγριεμέ­νους υποταχτικούς, αλλά από άκακους ψα­ράδες, καταφρονεμένους σαν και κείνον. Κι ούτε έσερνε από πίσω του σκλάβους τυραννισμένους, αλλά ανθρώπους που τους ελευ­θέρωσε από τη σκλαβιά του διαβόλου και πεθαμένους που αναστηθήκανε από τη φωνή του.
Σάλπιγγες και τούμπανα δεν φωνάζανε για να τον δοξάσουνε, αλλά παιδιά αθώα που συμβολίζανε την απλότητα που έχουνε οι χριστιανοί και που φωνάζανε «Ευλογη­μένος ο ερχόμενος» και κρατούσανε αντί για σημαίες και για μπαϊράκια κλαδιά πράσινα των δέντρων. Κλαδιά χλωρά και ρούχα στρώνανε χάμω για να πατήσει το γαϊ­δούρι και να περάσει.
Κι αυτό το βλογημένο πήγαινε με σκυμμένο το κεφάλι, ταπεινό, ανήξερο, σηκώνοντας τον Χριστό που καθότανε πρωτύτερα απάνω στα τρομερά εξαφτέρουγα σεραφείμ που είναι από φωτιά. Δεν αξιώθηκε να τον σηκώσει κανένα χρυσό αμάξι, μητε άλογο άκριβοσελωμένο, μητε καμμιά κούνια που να τη βαστάνε αντρειω­μένοι βαστάζοι, αλλά τον σήκωνε το γαϊ­δούρι. Ποιο μάτι δεν δακρύζει άμα συλλο­γιστεί αυτό το μυστήριο!
Ο Χριστός ανα­ποδογύρισε όσα είχε για σωστά και για α­ληθινά ο αμαρτωλός ο άνθρωπος. Ποιος όμως είναι σε θέση να νοιώσει την ελευθερία που μας έφερε και να ακολουθήσει το που­λάρι με το σκοινένιο καπίστρι κι όχι τ” αφρισμένα τάλογα που χλιμιντράνε καμαρω­τά και να μη μπει στη Ρώμη με τα πολλά τα είδωλα, παρά να μπει μαζί με τον βασι­λιά της ειρήνης στην Απάνω Ιερουσαλήμ;
Πολλοί, που είναι σοβαροί άνθρωποι, θα πούνε πως δεν τα καταλαβαίνουνε αυτά και πως τα παιδιά παιδιακίζουνε κ” οι άντρες αντρειεύουνται.
Τα ίδια λέγανε κ” οι αρχιε­ρείς κ” οι σπουδασμένοι. «Ιδόντες δε οι αρχιερείς και γραμματείς τα θαύματα α εποίησε και τους παίδας κράζοντας εν τω ιερώ και λέγοντας: Ωσαννά τω υιω Δαυίδ, ηγανάκτησαν και είπον αυτώ: Ακούεις τι ούτοι λέγουσιν;
Ο δε Ιησούς λέγει αυτοίς: Ναι· ουδεποτε ανέγνωτε ότι «εκ στόματος νηπίων και θηλαζόντων κατηρτίσω αίνον;» Και καταλιπών αυτούς εξήλθεν έξω της πό­λεως». Οι αρχιερείς κ” οι γραμματείς διαβάσανε τον ψαλμό του Δαυίδ που έλεγε πως θα προϋπαντήσουνε τον Χριστό τα νήπια και δεν πιστέψανε ωστόσο σ” αυτόν που υμνολογούσανε. Αμή εμείς που διαβάσαμε στο σημερινό Ευαγγέλιο και τον ψαλμό κι αυτά που είπε ο Χριστός στους Εβραίους, δεν θα κριθούμε πιο αυστηρά αν δεν τον πιστέψου­με;
Η ματαιότητα κ” η περηφάνεια μάς κάνουνε να μην καταδεχόμαστε να παμε μαζί με τη φτωχή συνοδεία του, ντρεπόμα­στε να ακολουθήσουμε ένα αρχηγό που πάει καβαλικεμένος απάνω σ” ένα γαϊδούρι. Τα ταπεινά, τα φτωχικά, δεν τα θέλουμε. Μα μπορεί να γίνει χριστιανός όποιος δεν α­γαπά αυτά που αγάπησε ο Χριστός;
Χθες, Σάββατο, ανάστησε έναν πεθαμένο άνθρωπο, τον Λάζαρο. Ποιος ήτανε αυτός ο Λάζαρος; Κανένας επίσημος άνθρωπος, κανένας τρα­νός; Ο Λάζαρος ήτανε φτωχός, χωριάτης, κι όπως λέγει το Ευαγγέλιο, ήτανε φίλος του Χριστού, που είχε φίλους όλους τους ανθρώπους. Έναν φίλο σημειώνει το Ευαγ­γέλιο πως είχε ο Χριστός στον κόσμο, κι αυτός ήτανε φτωχός κι αγράμματος. Μα ποιος από μας αγαπά αυτή την πλούσια φτώχια του Χριστού;
Απ” όπου λείπει ο Χριστός, εκεί είναι η φτώχια η αληθινή, όπως απ’ όπου λείπει ο Χριστός λείπει κ” η ζωή η αληθινή και βασιλεύει ο θάνατος. Αυτό θα το καταλάβεις καλώτατα αν γυρί­σεις και δεις γύρω σου κι ακουμπήσεις το κεφάλι σου και συλλογιστείς. Πού είναι εκείνοι οι Ρωμαίοι κ” οι παντοδύναμοι αφέν­τες που κάνανε τους θριάμβους οπού ιστορήσαμε πρωτύτερα;
Τι γινήκανε κι αυτοί κι οι μυριάδες που τους προσκυνούσανε και που γονατίζανε μπροστά τους σαν τα καλά­μια που τα γέρνει ο βοριάς; Ποιος τους φέρ­νει στον νου του εξόν κάποιοι που γράφουνε τα ιστορικά εκείνου του καιρού; Κορμιά, ψυχές, θρονιά, διαμαντόπετρες, άλογα, περηφάνειες, φοβέρες, φωνές,   όλα  πέσανε σ” έναν λάκκο και χαθήκανε και σβύσανε σαν να μη γινήκανε ποτές. Και τι απόμεινε από όλα τούτα στις καρδιές των ανθρώπων; Τί­ποτα κι ακόμα πιο λίγο από τίποτα.
Πλην ο άνθρωπος είναι άπιστος ακόμη και σ” αυτά που βλέπει και  σ” αυτά που πιάνει με τα χέρια του και τραβά τον δρόμο  που τραβή­ξανε και κείνοι  και σέρνει με  ευχαρίστηση το άρμα του Νέρωνα, γιατί  είναι   «νεύρον σιδηρούν ο τράχηλός του». Τ” αυτιά του εί­ναι σφαλιχτά σε Κείνον που λέγει:   «Εγώ ειμί Θεός πρώτος  και εις τα επερχόμενα εγώ ειμί.
Εγώ  βοσκήσω  τα  πρόβατά μου και εγώ αναπαύσω  αυτά».  Εκείνος  που καθότανε απάνω στο γαϊδούρι, εκείνος είναι ζωντανός μέσα στις απλές ψυχές στον αιώνα κ” είναι για δαύτες θροφή, πηγή αθανασίας, χαρά και αγαλλίαση, κατά τον λόγο που λέ­γει : «Ευφρανθήσεται καρδία ζητούντων τον Κύριον».
Ναι, όποιος ένοιωσε τη χαρά του Χριστού, είναι σαν τον πεθαμένο που αναστή­θηκε. Στον κόσμο υπάρχουνε πονεμένοι λογής λογής.   Όσοι πονάνε  στο   κορμί και στην ψυχή κι ο πόνος  τους  καθαρίζει και τους πηγαίνει στον Θεό, αυτοί είναι οι αγα­πημένοι του Χριστού  και  περπατάνε  στη στράτα του με το  φως του  το παρηγορη­τικό. Οι άλλοι υποφέρουνε άγονα.
Γι’ αυτό ο απόστολος Παύλος  γράφει  στους  Κορινθίους:   «Νυν  χαίρω,  ουχ ότι  ελυπήθητε, αλλ” ότι  ελυπήθητε  κατά  Θεόν,   ίνα  εν μηδενί ζημιωθήτε  εξ ημών. Η γαρ κατά Θεόν λύπη μετάνοιαν  εις σωτηρίαν  αμεταμέλητον κατεργάζεται·  η  δε  του  κόσμου λύπη  θάνατον   κατεργάζεται».   Γι” αυτούς που ελπίζουνε   στον Θεό,  δεν  μετάλλαξε ο Χριστός τον άγονον ίδρωτά τους  σε ιδρώτα σωτηρίας, «ιδρώτα ιδρώτι», αλλά  θρηνούνε και πονάνε παντοτινά σαν τους  ειδωλολάτρες, σφαζόμενοι με τα μαχαίρι της μοίρας. Γι” αυτούς δεν άλλαξε ο Χριστός τον ιδρώτα της αγωνίας τους σε ιδρώτα της προσευχής και της ελπίδας.
Όποιος δεν πιστεύει στον Χριστό και στο Ευαγγέλιο, είναι πεθαμένος, αφού δεν υπάρχει αληθινή ζωή μέσα του. Γιατί ζωή δεν θα πει να ανασαίνεις και να περπατάς και να τρως  και να πίνεις, αλλά να νοιώθεις τη χάρη της αθανασίας.
Τότε θα μπορείς να ψάλεις μαζί με τον υμνωδό τούτο το εξαίσιο απολυτίκιο: «Την κοινήν ανάστασιν προ του σου πάθους πιστούμενος, εκ νεκρών ήγειρας τον Λάζαρον, Χριστέ ο Θεός. Όθεν και ημείς, ως οι παίδες, τα της νίκης σύμβολα φέροντες, σοι τω νικητή του θανάτου βοώμεν. Ωσαννά εν τοις υψίστοις, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυ­ρίου».
ΚΙΒΩΤΟΣ ΜΗΝΙΑΙΟΝ ΦΥΛΛΑΔΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΔΙΔΑΧΗΣ ΕΤΟΣ Β’ ΜΑΡΤΙΟΣ 1953 ΑΡΙΘ. ΦΥΛΛΟΥ 15

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...