Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Δευτέρα, Απριλίου 06, 2015

Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΔΕΚΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ



ΚΑΤΆ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΚΕ 1 – 13. 
1 Τότε, η βασιλεία των ουρανών θα είναι όμοια με δέκα παρθένες, οι οποίες, αφού πήραν τα λυχνάρια τους, βγήκαν σε συνάντηση του νυμφίου.
2 Όμως, απ' αυτές πέντε ήσαν φρόνιμες, και πέντε μωρές.
3 Οι οποίες μωρές, αφού πήραν τα λυχνάρια τους, δεν πήραν μαζί τους λάδι•
4 οι φρόνιμες, όμως, πήραν λάδι στα δοχεία τους μαζί με τα λυχνάρια τους.
5 Και επειδή ο νυμφίος καθυστερούσε, νύσταξαν όλες και κοιμόνταν.
6 Στο μέσον, όμως, της νύχτας έγινε μια κραυγή: Να! ο νυμφίος έρχεται• βγείτε έξω σε συνάντησή του.
7 Τότε, σηκώθηκαν όλες εκείνες οι παρθένες, και ετοίμασαν τα λυχνάρια τους.
8 Και οι μωρές είπαν στις φρόνιμες: Δώστε μας από το λάδι σας• επειδή, τα λυχνάρια μας σβήνουν.
9 Και οι φρόνιμες απάντησαν, λέγοντας: Μήπως και δεν φτάσει για μας και για σας• γι' αυτό, καλύτερα πηγαίνετε σ' αυτούς που πουλάνε, κι αγοράστε για τον εαυτό σας.
10 Και ενώ έφευγαν για να αγοράσουν, ήρθε ο νυμφίος• και οι έτοιμες μπήκαν μαζί του μέσα στους γάμους, και η θύρα κλείστηκε.
11 Και ύστερα, έρχονται και οι υπόλοιπες παρθένες, λέγοντας: Κύριε, Κύριε, άνοιξέ μας.
12 Και εκείνος απαντώντας είπε: Σας διαβεβαιώνω, δεν σας γνωρίζω.
13 Αγρυπνείτε, λοιπόν, επειδή δεν ξέρετε την ημέρα ούτε την ώρα, κατά την οποία έρχεται ο Υιός τού ανθρώπου.


Πλούσια σε πνευματικά μηνύματα η σημερινή μας παραβολή. Την ονομάζουμε η παραβολή των 10 παρθένων, θα μπορούσαμε όμως να την ονομάσουμε και η παραβολή της κλειστής πόρτας. 
Ο σκοπός της ιδιαίτερα σοβαρός, αλλά και ιδιαίτερα επίκαιρος. Θέλει να τονίσει το πνεύμα του Θεού την εγρήγορση, την ετοιμότητα, την προετοιμασία και γενικότερα την κατάσταση στην οποία θα πρέπει να βρίσκεται ο χριστιανός, ιδιαίτερα στις έσχατες μέρες που διανύουμε.
Ημέρες που δείχνουν πόσο κοντά είναι η ημέρα του Κυρίου. Καθώς παρατηρούμε τα σημεία γύρω μας, μία σκέψη μέσα από το λόγο του Θεού θα πρέπει να διακατέχει όλους μας : «Καταβήσεται εξ’ ουρανού, με κέλευσμα, με φωνή αρχαγγέλου, με σάλπισμα Θεού» (Α΄ Θεσσαλ Δ. 16).
Η παραβολή μας μιλάει για 10 παρθένες που είχαν σκοπό να προϋπαντήσουν τον ερχόμενο νυμφίο που θα ερχόταν μέσα στη νύκτα για να λάβει τη νύφη του και να ζήσει μαζί της. Ήταν όλες λευκές, απαστράπτουσες, εκλεκτές, κρατούσαν ωραίες, στολισμένες λαμπάδες, όλα γιορταστικά.
Μεγάλος ο ενθουσιασμός, η χαρά, όμως καθώς η ώρα περνούσε διαπίστωναν, όλο και πιο πολύ, ότι ο νυμφίος αργούσε να έρθει. Για να μην σπεύσουμε να βρούμε δικαιολογίες και να ρίξουμε αλλού τις ευθύνες, ο Λόγος του Θεού μας δίνει μια πολύτιμη πληροφορία. (Β΄Πέτρου Γ 8,9). «Εν δε τούτο ας μη σας λανθάνει αγαπητοί, ότι παρά Κυρίω μια ημέρα είναι ως χίλια έτη, και χίλια έτη ως ημέρα μία. Δεν βραδύνει ο Κύριος την υπόσχεσιν αυτού, ως τινές λογίζονται τούτο βραδύτητα, αλλά μακροθυμεί εις ημάς, μη θέλων να απολεσθώσιν τινές, αλλά πάντες να έλθωσιν εις μετάνοιαν».
Δεν βραδύνει, μακροθυμεί ο Κύριος…… Δεν ήρθε εδώ και 2011 χρόνια, τώρα θα έρθει;;….. λένε οι αρνητές. Δεν καθυστερούσε ο Κύριος τον κατακλυσμό για 130 χρόνια, που κατασκευάζετο η κιβωτός, περίμενε ο Κύριος, δεν βιαζόταν, περίμενε κάποιες, κάποια ψυχή να μπει μέσα στην κιβωτό. Έχει μια αρχή ο Κύριος, θέλει «πάντες να σωθούν και να έρθουν σε μετάνοια». (Β΄ Πέτρου Γ : 9).
Μια ωραία ομάδα από 10 αγνές, παρθένες. Καμία διαφορά μεταξύ τους. Η μία καλύτερη από την άλλη και το κυριότερο ήσαν μέσα από την ίδια εκκλησία, είχαν τα ίδια πιστεύω, την ίδια θεολογία, έψελναν τους ίδιους ψαλμούς, λάτρευαν μαζί τον Κύριο και περίμεναν και οι 10 να έρθει ο νυμφίος για να τον προϋπαντήσουν, ήταν έτοιμες, με αναμμένες τις λαμπάδες περίμεναν μέσα σ’ ένα κλίμα γιορταστικό. Κάποια στιγμή, η μία μετά την άλλη, και οι δέκα νύσταξαν και αποκοιμήθηκαν. 
Καμία απολύτως διαφορά δεν μπορούσαν να διαπιστώσουν τα ανθρώπινα μάτια, γιατί οι άνθρωποι αποβλέπουν στο φαινόμενο, όμως η κρίση του Θεού ήταν άλλη. Ο Κύριος, που αποβλέπει στην καρδιά έρχεται να μας δώσει μια άλλη πληροφορία. Οι πέντε από αυτές ήταν φρόνιμες, οι άλλες πέντε ήταν μωρές (εδ. 2). 
Ξαφνικά μέσα στην νύκτα (καθ’ ήν ώραν δεν στοχάζεστε Ματθ. ΚΔ : 44) ακούστηκαν, πολύ κοντά, δυνατές φωνές : «Ιδού ο νυμφίος έρχεται». 
Τότε φρόνιμες και μωρές ξύπνησαν μέσα από τον ύπνο και έτρεξαν να ετοιμασθούν για να συναντήσουν τον νυμφίο. Εδώ ακριβώς συνέβη και η τραγωδία. Μόνον οι 5 μπήκαν μέσα στους γάμους, οι άλλες 5 έμειναν απ’ έξω. Τι έφταιξε, τι είχε συμβεί. Καθώς και οι 10 ξύπνησαν και βγήκαν έξω να προϋπαντήσουν τον νυμφίο, οι πέντε απ’ αυτές δεν πήραν μαζί τους λάδι για τις λαμπάδες τους. Αυτή είναι η διαφορά μεταξύ τους. 
Φαίνεται εδώ ο λάδι να είναι κάτι πολύ σημαντικό. Να είναι κάτι καθοριστικό για τη δικαίωση του ανθρώπου. Θα λέγαμε ότι είναι το πιο σημαντικό στη σχέση μας με το Θεό, το οποίο δεν είναι από μας, αλλά χρειάζεται να το λάβουμε απ’ αλλού και είναι αυτό που μας δίνει φως.
Άραγε τι να συμβολίζει εδώ το λάδι. Μήπως την πίστη. Όχι. Και οι 10 παρθένες πίστευαν ότι θα έρθει ο νυμφίος. Την αγάπη. Όχι. Είχαν αγάπη. Το λάδι συμβολίζει το Πνεύμα το Άγιο του Θεού. Μονάχα το πνεύμα του Θεού μπορεί να δώσει είναι ικανό να δώσει μια ζωή γεμάτη με το φως του Χριστού και να διαλύσει το πνευματικό σκοτάδι, που όλο και πιο πολύ απλώνεται γύρω μας. 
Υπάρχουν μέλη των εκκλησιών που αρκούνται σε μια γενική, ακαθόριστη πίστη. Αρκούνται σε μια πίστη που διακρίνεται από εξωτερικούς τύπους (λυχνάρι), χωρίς εσωτερικό περιεχόμενο (πίστη). 
Προσέχουν πάρα πολύ το λυχνάρι, αλλά εσωτερικά μέσα στη ζωή τους, δεν υπάρχει η ενέργεια του Αγίου Πνεύματος. Κρατούν το λυχνάρι, αλλά δεν έχουν φροντίσει για το περιεχόμενο του λυχναριού που είναι το λάδι, το οποίο θα δώσει το φως στον άνθρωπο. Έτσι το ωραίο και καλλωπισμένο λυχνάρι μένει σβηστό. Πρόκειται για μία τυπολατρική πίστη, αληθινά νεκρή. 
Τούτες οι 10 παρθένες, μπορεί να είχαν την ίδια θρησκεία, όμως δεν είχαν το ίδιο πνευματικό περιεχόμενο. Οι πέντε απ’ αυτές ήταν θρησκευόμενες, αλλά δεν ήταν πνευματικές. Δεν είχαν εκείνη τη στενή σχέση ζωής και καθοδήγησης από το Θεό. Υπάρχει τεράστια διαφορά μεταξύ θρησκευόμενου και πνευματικού ανθρώπου. Το πρώτο είναι φυσικό και το έχουν όλοι οι άνθρωποι. Το δεύτερο είναι αποτέλεσμα προσωπικής πείρας με το θεό. Είναι μια ζωή συνέχειας και συνέπειας μέσα στο θέλημα Εκείνου, καθοδηγούμενη από το Πνεύμα το Άγιο. 
Αυτή η θρησκευτικότητα έκανε τις 5 μωρές να ζητήσουν τη συντροφιά με τις φρόνιμες. Όμως εκείνη την κρίσιμη ώρα αυτό δεν τις βοήθησε ώστε να έρθουν κοντά στο νυμφίο. Ικανοποιούσαν τη σχέση τους με το Θεό, ώστε να μείνουν θρησκευόμενες. Δεν προχώρησαν σε μια εσωτερική αναγέννηση, σε μία ζωντανή επικοινωνία με τον ζωντανό και αναστημένο και δοξασμένο Ιησού Χριστό. Πόσοι τέτοιοι άνθρωποι υπάρχουν μέσα στις εκκλησίες. Χριστιανοί, χωρίς το Πνεύμα του Χριστού. 
Πρόκειται ασφαλώς για τραγωδία. Είναι πολύ καλύτερα να είναι κανείς του κόσμου. Αρνητής του Χριστού, παρά να είναι Χριστιανός, χωρίς το Πνεύμα του Χριστού. Των 5 μωρών παρθένων είχε αλλάξει η ζωή τους, αλλά δεν είχαν αναγεννηθεί. Αλλαγή σημαίνει. Ο αμαρτωλός καθώς ακούει το λόγο του Θεού, αλλάζει κατεύθυνση ως προς την αμαρτία. Ο μέθυσος δεν μεθάει, ο κλέπτης δεν κλέβει, και ο κλέπτης δεν κλέβει πλέον. Όλα αυτά είναι καλά και απαραίτητα. Όμως δεν θα πρέπει να στεκόμαστε εκεί. Όλα τούτα τα τηρούσε απαρέγκλιτα ένας μεγάλος θεολόγος που υπήρχε στον Ισραήλ την εποχή του Χριστού και που άκουγε στο όνομα, Νικόδημος. Καλά όλα αυτά, αλλά Νικόδημε, του είπε ο Κύριος, αλλά αν δεν γεννηθείς άνωθεν (αναγεννηθείς) δεν μπορείς να μπεις στη βασιλεία των ουρανών. (Ιωάνν. Γ : 3). 
Αργούσε ο Νυμφίος, σύμφωνα με τους ανθρώπινους υπολογισμούς. Η νύχτα απλώθηκε παντού. Αλήθεια πόσο σκοτάδι έχει απλωθεί γύρω μας. Σκοτάδι πνευματικό. Νομίζει ο άνθρωπος ότι έχει προοδεύσει, στηριζόμενος στην τεχνολογική του πρόοδο, όμως έχει βαθύ σκοτάδι για τα πράγματα του Θεού. Παντού σκοτάδι. Μέσα σε τούτο το σκοτάδι καθώς βρέθηκαν οι 10 παρθένες, άρχισε τη μία μετά την άλλη να τις παίρνει ο ύπνος. 
Κοιμήθηκαν τις τελευταίες στιγμές, την ώρα που θα έπρεπε να είναι ιδιαίτερα θερμές, ζωντανές, ξάγρυπνες. Το είχαν ανάγκη οι ίδιες, το είχαν ανάγκη οι γύρω τους να τις βλέπουν ξάγρυπνες να διαλαλούν εκείνο το «καταβήσεται εξ’ ουρανού και οι αποθανώντες εν χριστώ, αναστήσονται πρώτον. Οι ζώντες οι περιληπόμενοι αρπαγησόμενθα εν νεφέλαις, εις απάντησιν του Κυρίου, και μετά του Κυρίου εσώμεθα. (Α΄ Θεσσαλ. Δ : 16).
Είχαν το μεγάλο προνόμιο να γνωρίζουν, για τον ερχομό του Κυρίου και δεν έμειναν ξάγρυπνες για να το διακηρύξουν, να το ακούσουν και άλλες ψυχές και να σωθούν, έστω και την τελευταία ώρα. Μέρες έσχατες, πονηρές, πόσο ο καθένας από μας κοιμάται πάνω στην κόψη του ξυραφιού. Και τι συνέπειες έχει τούτος ο ύπνος για μας, για τους αδελφούς μας, για τους ανθρώπους γύρω μας. 
Πότε ένας πιστός, μία εκκλησία έχει κοιμηθεί. Όταν δεν μιλάει για τον Κύριο. Μπορεί σε άλλους τομείς να υπάρχει πλούσια δραστηριότητα, ωραία κηρύγματα, φυλλάδια, εκδηλώσεις κλπ. Όμως όλα τούτα δεν αρκούν. Υπάρχει μέσα στην καρδιά μας ο πόθος και το πάθος για τον ερχομό του Κυρίου Ιησού Χριστού. Υπάρχει άσβεστη αγάπη για Εκείνον, που τόσο πολύ μας αγάπησε; (Ιωάννης Γ: 16). Τούτο το διακηρύττουμε ή ντρεπόμαστε να το πούμε για να ξυπνήσουν και άλλες ψυχές. 
Πράγματι στην εποχή μας είναι δύσκολο να συναντήσεις έναν ξάγρυπνο Χριστιανό. Να έχει την καρδιά του αφιερωμένη στον Κύριο και να κράζει : «Ναι έρχου Κύριε» (Αποκαλ. ΚΒ : 20). Να μένει ξάγρυπνος για να ξυπνάει και τους άλλους γύρω του. 
Φρόνιμες και μωρές κοιμήθηκαν. Ξαφνικά μέσα στο βαθύ ύπνο και μέσα στο πυκνό σκοτάδι, ακούστηκαν τα όργανα, οι φωνές: «Ιδού, ο νυμφίος έρχεται, εν τω μέσω της νυκτός….». Είχαν αρχίσει από πολύ μακριά να ακούγονται οι χαρούμενες κραυγές, αλλά λόγω του ύπνου δεν κατάλαβαν τίποτα. Τα σημεία των καιρών βοούν στις ημέρες μας ότι ο Κύριος έρχεται, όμως ο πνευματικός ύπνος δεν μας αφήνει να το κατανοήσουμε. Την τελευταία στιγμή, φρόνιμες και μωρές ξύπνησαν. 
Ξύπνησαν και έτρεξαν να ανάψουν τις λαμπάδες τους. Όμως τι κρίμα, οι μισές απ’ αυτές άναψαν. Οι άλλες μισές έμειναν σβηστές γιατί δεν είχαν λάδι. Τρέξανε εκείνη την ώρα να αγοράσουν αλλά δεν πρόλαβαν. 
Και όταν ο Θεός έκλεισε την πόρτα της κιβωτού και άρχισε ο κατακλυσμός, οι άνθρωποι ξύπνησαν, όμως ήταν αργά πλέον. Όταν ο Θεός άρχισε να βρέχει πυρ και θείον στα Σόδομα και τα Γόμορρα, οι άνθρωποι ξύπνησαν, όμως ήταν πολύ αργά πλέον. 
Τούτη η αρνησίθεη ανθρωπότητα, που χλευάζει το Θεό, που αρνείται τον Ιησού Χριστό, ως κεχρησμένο από το Θεό Σωτήρα, που απορρίπτει τον αιώνιο Λόγο του Θεού, που διώκει εκείνους που έμειναν ξάγρυπνοι και κηρύττουν Εκείνον, θα έρθει η ώρα που θα ξυπνήσουν, όμως θα είναι πολύ αργά. 
Οι λαμπάδες τους έμειναν σβηστές γιατί δεν είχαν λάδι. Πόσες ευκαιρίες τους είχε δώσει ο Κύριος να συλλογιστούν τα πράγματα τα δικά Του. Να αγοράσουν λάδι, να πληρωθούν με το Πνεύμα το Άγιο και τις αμέλησαν. Πόσες ευκαιρίες τους έδωσε για να γνωρίσουν πνευματικά το Θεό να συνδεθούν μαζί του και να λατρεύσουν αυτόν «εν πνεύματι και αληθεία» (Ιωάνν. Δ. 24), και όχι τυπικά, τυπολατρικά. Αλήθεια πόσες ευκαιρίες δίνει και σήμερα ο Θεός στον καθένα από μας για να αποκτήσουμε μια στενή πνευματική σύνδεση μαζί του και πόσο εμείς αμελούμε. Τούτες οι μωρές παρθένες διακήρυτταν ότι θα έλθει ο νυμφίος, όμως στο βάθος της καρδιάς τους δεν το πίστευαν, γι’ αυτό άλλωστε και κοιμήθηκαν, χωρίς να είναι προετοιμασμένες.
Οι φρόνιμες πίστευαν πραγματικά ότι θα έρθει ο νυμφίος και είχαν προετοιμαστεί για το σκοπό αυτό, όμως καθώς και αυτές ατόνησαν, καθώς και αυτές κοιμήθηκαν, έχασαν τη μεγάλη ευκαιρία να ξυπνήσουν και τις μωρές, την τελευταία ώρα. Έπαψαν τις έσχατες ώρες να φέγγουν μέσα στο σκοτάδι. Να φέγγουν για να ξυπνήσουν και άλλες ψυχές που το είχαν ανάγκη. 
Ξαφνικά, φρόνιμες και μωρές, ξύπνησαν.
Τι τραγωδία οι μισές λαμπάδες δεν άναβαν. 
Εκείνη την ημέρα μπροστά στον Κύριο θα παρουσιαστούν ψυχές κρατώντας διάφορες λαμπάδες. Τις λαμπάδες των καλών έργων και της αυτοσωτηρίας τους. Της προσπάθειάς τους να σωθούν με μόνοι τους με τα έργα τους, όμως τούτες οι λαμπάδες, εκείνη την κρίσιμη ώρα θα μένουν σβηστές, δεν θα ανάβουν, δεν θα έχουν λάδι, γιατί όλη τούτη η προσπάθεια δεν ήταν από το Πνεύμα το Άγιο. 
Δεν θα ανάβουν τούτες οι λαμπάδες γιατί ο άνθρωπος δεν μπορεί να σωθεί από μόνος του, όσα έργα, όσους τύπους και αν ακολουθήσει. Ο Παύλος διακηρύττει : «Εάν ο άνθρωπος σωζώταν με τα έργα του Νόμου, τότε ο Χριστός, εις μάτην απέθανε» (Γαλάτ. Β: 21). Η Βίβλος διακηρύττει: «Η σωτηρία είναι του Θεού ημών και του Αρνίου» (Αποκ. Ζ : 10).
Η αυτοσωτηρία (η προσπάθεια του ανθρώπου να σωθεί από μόνος του), εκείνη την ημέρα είναι καταδικασμένη να σβήσει γιατί είναι ανθρώπινο κατασκεύασμα. Πίστη, ύμνος, κήρυγμα, αγάπη, που δεν είναι από το Πνεύμα του Θεού, αλλά είναι, χωρίς πίστη, φτιαχτά και ανθρώπινα, εκείνη την ημέρα μπροστά στο αιώνιο βήμα θα καταρρεύσουν.
Μια άλλη λαμπάδα που δεν θα ανάβει στην παρουσία Εκείνου είναι η «άδεια ομολογία». «Κύριε εμείς δεν μιλήσαμε στις πλατείες για το όνομά σου, δεν κάναμε θαύματα», (Λουκ. ΙΓ : 26). Αλήθεια σας λέω, δεν σας γνωρίζω. Ομολογία που θα είναι ένα ωραίο χρυσό, γυαλισμένο λυχνάρι, χωρίς λάδι. 
Μια άλλη λαμπάδα που θα μένει σβηστή είναι η «Ψεύτικη ελπίδα». Νόμιζαν ότι ήταν εντάξει με τον Κύριο, ότι ήταν πιστές και αφιερωμένες σ’ αυτόν, αλλά δεν ήταν έτσι τα πράγματα. Πόσες φορές τούτη η ψεύτικη ελπίδα εξαπατά τον άνθρωπο και τον εμποδίζει στο να διακρίνει την πραγματική του θέση απέναντι στο Θεό και να τακτοποιηθεί. Χρειάζεται ταπεινότητα, μελέτη, προσευχή. Ο Κύριος να αποκαλύψει στον καθένα από μας που πραγματικά βρισκόμαστε στη σχέση μας με Εκείνον. 
Υπάρχει και μια άλλη λαμπάδα που δεν θα ανάβει. Λέγεται «θρησκευτική συναναστροφή». Φρόνιμες και μωρές ήταν μαζί. Κοιμόντουσαν στο ίδιο κρεβάτι, (δύο θα κοιμούνται στο ίδιο κρεβάτι, ο ένας θα αρπάζεται, ο άλλος θα αφήνεται Λουκ. ΙΖ : 35), είχαν στενή θρησκευτική συναναστροφή. Μαζί στην πίστη, στις συναθροίσεις, στη διδασκαλία, στις διάφορες εργασίες, όμως δεν είχαν όλες την ίδια συναναστροφή με το Πνεύμα το Αγιο. Ταύτα εγράφησαν για τη διδαχή μας. 
Οι 5 μωρές παρθένες δεν είχαν συναντήσει οι ίδιες το Θεό. Μπορούσαν να λένε για το Θεό, αλλά δεν μπορούσαν να πουν εκείνο το θαυμαστό : «ο Θεός μου». Δεν είχαν, δια Ιησού Χριστού, συμφιλιωθεί μαζί του, γνώριζαν εξ’ ακοής για το Θεό, αλλά η καρδιά τους δεν είχε αφεθεί σ’ αυτόν. Στην καλύτερη περίπτωση, κάπου σε μια γωνία της καρδιάς τους, προσπαθούσαν να βάλουν και τον Κύριο. 
Όλες τούτες οι λαμπάδες δεν ανάβουν εκείνη την ημέρα μπροστά στην παρουσία του Κυρίου. Δεν θα ανάβουν γιατί είναι ανθρώπινα κατασκευάσματα. Είναι υποκατάστατα τα οποία έφτιαξε ο άνθρωπος μέσα στην αμαρτία του και μέσα στην κενή πνευματική του ζωή. 
Οι μωρές παρθένες δεν είχαν ζωντανή επαφή με τον αληθινό Θεό, είχαν μάθει να στηρίζονται στην πίστη των άλλων και γι’ αυτό όταν κατάλαβαν ότι δεν είχαν λάδι, φώναξαν στις άλλες, «Δότε εις ημάς εκ του ελαίου σας, διότι αι λαμπάδαι ημών σβήνονται». Τι δύσκολη εκείνη ώρα αντί να ταπεινωθούν και να ζητήσουν συγνώμη, έτρεξαν στους ανθρώπους για να λάβουν βοήθεια. Πόσοι άνθρωποι καθημερινά ενεργούν κατά τον ίδιο τρόπο. 
Η απάντηση των φρονίμων. «Υπάγετε αγοράσατε εις εαυτάς». Πρέπει να συναντηθείς ο ίδιος με το Θεό, να αναγνωρίσεις την αμαρτωλότητά σου, να δεχθείς το έλεος και την αγάπη του, να ζητήσεις να σε πλύνει με το αίμα του Ιησού Χριστό και να σωθείς. Άλλος δρόμος δεν υπάρχει για σωθεί ο άνθρωπος από την αμαρτία του
Ο νυμφίος μπήκε στο σπίτι και οι «έτοιμοι εισήλθον μετ’ αυτού εις τους γάμους». Ϋστερον δε έρχονται και αι λοιπαί παρθένοι λέγουσαι. Κύριε άνοιξον εις ημάς. Ο δε αποκριθείς είπε: Αληθώς σας λέγω, δεν σας γνωρίζω».
Τραγωδία. Ναυάγιο, όλεθρος, καταστροφή, ίσως και αυτές οι λέξεις να μην αρκούν για να χαρακτηρίσουν το μέγεθος του κακού. Να είσαι άφρων και να λες καθημερινά. Δεν υπάρχει Θεός. Είναι κάτι που επέλεξες και θα δεχθείς τα αποτελέσματα μέσα στη ζωή. Όμως να είσαι μέσα στην εκκλησία, να περιμένεις μια ζωή το Χριστό και Αυτός έλθει να μείνεις απ’ έξω από την πόρτα. Να διακηρύττεις ότι είσαι μέλος της Εκκλησίας του Χριστού και να μοιραστείς τη μοίρα του κόσμου, να είσαι η νύμφη του Χριστού και να μην παραβρεθείς στους γάμους, αυτό δεν μπορεί με ανθρώπινα λόγια να χαρακτηριστεί. 
Είναι τώρα που οι μουσικές ακούγονται από μακριά. Τα βήματα του ερχόμενου νυμφίου πλησιάζουν. Ο Κύριος έρχεται. Ας κοιτάξουμε τις λαμπάδες μας, ας εξετάσουμε την πνευματική μας ζωή μας. Είναι πληρωμένη με το Πνεύμα το Άγιο. Ας αναλογισθούμε την κλειστή πόρτα. Ας αναλογιστούμε την φωνή Εκείνου. «Αληθώς σας λέγω, δεν σας γνωρίζω».
Ας παραμείνουμε μέσα στο σκοτάδι που απλώνεται γύρω μας, φώτα αναμμένα, για μας και για τους γύρω μας και ας περιμένουμε Εκείνον που θα έρθει για να παραλάβει τους δικούς Του. 
Ας θυμόμαστε πάντοτε το παράπονο του Ιησού προς τους μαθητές του, μετά την προσευχή του στη Γεσθημανή. (Ματθ. ΚΣ 40 – 45) Και έρχεται προς τους μαθητάς και ευρίσκει αυτούς κοιμωμένους, και λέγει προς τον Πέτρον• Ούτω δεν ηδυνήθητε μίαν ώραν να αγρυπνήσητε μετ' εμού;
41 αγρυπνείτε και προσεύχεσθε, διά να μη εισέλθητε εις πειρασμόν. Το μεν πνεύμα πρόθυμον, η δε σαρξ ασθενής.
42 Πάλιν εκ δευτέρου υπήγε και προσευχήθη, λέγων• Πάτερ μου, εάν δεν ήναι δυνατόν τούτο το ποτήριον να παρέλθη απ' εμού χωρίς να πίω αυτό, γενηθήτω το θέλημά σου.
43 Και ελθών ευρίσκει αυτούς πάλιν κοιμωμένους• διότι οι οφθαλμοί αυτών ήσαν βεβαρημένοι.
44 Και αφήσας αυτούς υπήγε πάλιν και προσευχήθη εκ τρίτου, ειπών τον αυτόν λόγον.
45 Τότε έρχεται προς τους μαθητάς αυτού και λέγει προς αυτούς• Κοιμάσθε το λοιπόν και αναπαύεσθε• ιδού, επλησίασεν η ώρα και ο Υιός του ανθρώπου παραδίδεται εις χείρας αμαρτωλών.
Το παράπονο του Κυρίου. Λίγο χρειάστηκε να μείνετε ξάγρυπνοι….. και δεν μπορέσατε. 
Εύχομαι όλοι εκείνη την ημέρα να μπούμε πλούσια στη βασιλεία του Θεού. Να ακούσουμε από τον ίδιο το Θεό, εκείνα τα ευλογημένα λόγια : «Εύγε δούλε αγαθέ και πιστέ, εις τα ολίγα εστάθεις σωστός, σε πολλά θέλω σε καταστήσει». (Ματθ. ΚΕ : 21).
Μακάριος ο Δούλος ων ευρίσκει γρηγορούντα. (Αποκ. ΙΣ : 15). Ο Κύριος έρχεται και μετ’ Αυτού φέρει τον μισθόν Αυτού ….. 

Εἰς τὴν παραβολὴν τῶν δέκα παρθένων, καὶ περὶ ἐλεημοσύνης. Τῇ ἁγίᾳ καὶ μεγάλῃ Τρίτη


Παραβολή Δέκα Παρθένων
Ὅταν τὸ εὐδαπάνητον τῆς ζωῆς ἐννοήσω,
καὶ τοῦ ἐνιαυτοῦ τὸν ἐπινεύοντα κύκλον,
καὶ τὴν πολύσκυλτον τῶν ἀνθρώπων διαγωγὴν,
καὶ τὰς βιωτικὰς περιστάσεις,
τό τε παρατρέχον τοῦ παρόντος αἰῶνος,
καὶ τὴν σκιὰν τῶν πραγμάτων,
τῆς δόξης τὸ πρόσκαιρον,
τῆς δυναστείας τὸ εὐδιάλυτον,
τῆς εὐημερίας τὴν φαντασίαν,
καὶ τοῦ πλούτου τὸ ὄναρ·
εἶτα σκοπήσω τὴν τοῦ τέλους ἡμέραν,
καὶ τῆς συντελείας ἐκεῖνο τὸ ἀπαραίτητον τάχος,
τόν τε τοῦ λογοθεσίου καιρὸν,
καὶ τὸν ἀκολάκευτον δικαστὴν,
καὶ τὴν γέμουσαν φρίκης κατάστασιν,
πῶς ἀστράπτων ὁ κριτὴς παραγίνεται ἐξ οὐρανῶν,
πῶς ταραττόμεναι αἱ δυνάμεις προτρέχουσι,
πῶς ὁ φοβερὸς ἑτοιμάζεται θρόνος,
πῶς ὁ οὐρανὸς ὡς βιβλίον εἱλίσσεται,
πῶς καυσοῦνται τὰ στοιχεῖα τῷ φόβῳ λυόμενα,
πῶς κλονεῖται τὸ ἔδαφος προσδεχόμενον τὴν τοῦ κριτοῦ ἐπίβασιν,
πῶς φοβερῶς ἀλαλάζουσι σάλπιγγες,
πῶς ἀνοίγονται τὰ μνήματα,
πῶς ἐκτινάσσονται τάφοι,
πῶς ὡς ἐξ ὕπνου ἀποπηδῶσιν οἱ νεκροὶ,
πῶς ὁ χοῦς ὡς ἐν ῥιπῇ ὀφθαλμοῦ πρὸς τὴν οἰκείαν ἐπανέρχεται τάξιν,
πῶς παλινδρομοῦσιν αἱ ψυχαὶ πρὸς τὰ σώματα,
πῶς εἰς ἀπάντησιν οἱ δίκαιοι τρέχουσι,
πῶς ἐφίσταται ὁ νυμφίος μεσονυκτίῳ,
πῶς ἀξιοῦνται τῆς εἰσόδου οἱ δίκαιοι,
πῶς τοῖς ῥᾳθύμοις ἀποκέκλεισται ἡ θύρα τοῦ νυμφῶνος·
ὅταν ταῦτα πάντα ἐν τῇ ψυχῇ μου μεριμνήσω,
μακαρίζω τὰς φρονίμους ἐκείνας παρθένους,
ἃς ἡμῖν ἀρτίως ἡ τῶν Εὐαγγελίων παρήγαγε βίβλος,
ὅτι πρὸς τοῦ ὕπνου κατηγωνίσαντο τοῦ πάθους,
ὅτι τὸ εὐόλισθον καὶ ἐμπαθὲς τῆς ἐπικήρου ζωῆς βδελυξάμεναι,
τῆς ἀκηράτου καὶ θείας ζωῆς ἀξίως ἐφρόντισαν,
ὅτι τὸ ἀπαραίτητον τοῦ χρόνου σκοπήσασαι,
τὴν ὥραν τῆς παρουσίας ἐτήρησαν,
καὶ τῆς ἐπιστασίας ἐκείνου τοῦ ἀφθάρτου νυμφίου τὸν φόβον ἐνεθυμήθησαν,
καὶ τὸ νυκτερινὸν δοκιμάσασαι σκότος,
ἀκριβῶς τῶν λαμπάδων ἐφρόντισαν.
Οὐδὲν δὲ κωλύει καὶ αὐτὰς τὰς θείας τοῦ Εὐαγγελίου διεξελθεῖν συλλαβάς.
Ὡμοιώθη γὰρ, φησὶν, ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν δέκα παρθένοις,
αἵτινες λαβοῦσαι τὰς λαμπάδας αὐτῶν,
ἐξῆλθον εἰς ἀπάντησιν τοῦ νυμφίου.
Πότε ἐξῆλθον;
ἆρα μὴ ὅτε κατέλαβεν αὐτὰς τῆς ζωῆς τὸ ἐμπρόθεσμον;
ὅτε ἔφθασε τὸ πρόσταγμα;
ὅτε ἐπέστη τοῦ θανάτου ἡ ἀπόφασις;
ὅτε ἀπεστάλησαν οἱ κατεπείγοντες τοῦ τέλους ἄγγελοι,
τότε ἐξῆλθον εἰς ἀπάντησιν τοῦ νυμφίου;
Οὐδαμῶς.
Ἀλλὰ πότε ἐξῆλθον;
Ὅτε τοῖς βιωτικοῖς περισπασμοῖς ἀπετάξαντο,
ὅτε τὴν στενὴν καὶ τεθλιμμένην ὁδὸν βαδίζειν προείλοντο,
ὅτε τὴν ἑκούσιον σκληραγωγίαν ἠγάπησαν,
ὅτε τοῖς γάμου οὐχ ὑπετάγησαν νόμοις,
ὅτε τῶν τοῦ βίου ἡδονῶν κατεφρόνησαν,
ὅτε τὴν ἀγαθὴν μερίδα τῆς ἀφθαρσίας ἐξελέξαντο,
ὅτε τῆς εὐφροσύνης τὸν τρόπον ἠγάπησαν,
ὅτε τὸν τῆς ἁμαρτίας ἐβδελύξαντο ῥύπον,
ὅτε τὰ τῆς σωφροσύνης συνέθεντο,
ὅτε τοῦ καθαροῦ νυμφίου ἠράσθησαν,
ὅτε τοῦ τῆς βασιλείας ἐπεθύμησαν κάλλους,
ὅτε πᾶσαν βιωτικὴν ἀπεδύσαντο φροντίδα,
τότε ἐξῆλθον εἰς ἀπάντησιν τοῦ νυμφίου.
Ἦσαν δὲ, φησὶν, αἱ πέντε φρόνιμοι, καὶ αἱ πέντε μωραί.
Καὶ τί τῶν φρονίμων τὸ γνώρισμα;
Ὅτι συνῆψαν τῇ σωφροσύνῃ τὴν ἐλεημοσύνην,
ἐκόσμησαν τὴν παρθενίαν τῇ εὐποιίᾳ,
ἔγνωσαν ὅτι ἡ πίστις χωρὶς τῶν ἔργων νεκρά ἐστιν,
ἐδοκίμασαν ὅτι τὸ ἓν οὐκ ἐπαρκεῖ πρὸς σωτηρίαν κατόρθωμα·
ἑνὶ γὰρ πτερῷ ἀετὸς εἰς ὕψος οὐκ ἐφικνεῖται·
Ἐμνημόνευσαν τῆς τοῦ νυμφίου φωνῆς τῆς λεγούσης.
Ἔλεον θέλω, καὶ οὐ θυσίαν·
καὶ πάλιν, ὅτι κατακαυχᾶται ἔλεος κρίσεως.
Ταῦτα καλῶς βουλευόμεναι,
ἐπλήρωσαν τὰ ἀγγεῖα αὐτῶν ἐλαίου.
Ποῖα ἄρα ἀγγεῖα;
Τὰς τῶν πεινώντων κοιλίας.
Μεσίτας γὰρ τοῦ πνευματικοῦ γάμου τοὺς πτωχοὺς ἐπορίσαντο, ἐσκεύασαν μεθ' ἑαυτῶν τῶν οἰκτιρμῶν τὰ ἐφόδια·
οἱ πεινῶντες ἐτρέφοντο, καὶ αἱ λαμπάδες ἐφαιδρύνοντο·
οἱ πτωχοὶ ηὐχαρίστουν, καὶ ὁ νυμφίος ἐτέρπετο·
ἡ ἐλεημοσύνη ἐσπείρετο, καὶ ὁ προσδοκώμενος μισθὸς ηὐτρεπίζετο.
Καὶ αἱ φρόνιμοι τὰ τοῦ ∆αυῒδ ἐβόων·
Ἡτοιμάσθημεν, καὶ οὐκ ἐταράχθημεν·
αἱ δὲ μωραὶ τὰς λαμπάδας κρατοῦσαι χωρὶς ἐλαίου πόῤῥωθεν ἀπὸ τοῦ νυμφίου ἐβλέποντο.
Πῶς εἴχοντο ἑνὶ κατορθώματι;
πῶς τὴν μὲν ἁγνείαν ἐκτήσαντο,
τὴν δὲ φιλανθρωπίαν ἀπώσαντο;
πῶς ἀπάθειαν μὲν τῷ σώματι περιεποιήσαντο,
συμπάθειαν δὲ περὶ τοὺς δεομένους οὐκ ἐπεδείξαντο;
πῶς τὴν μὲν σωφροσύνην ἠγάπησαν,
τὴν δὲ φιλοξενίαν ἀπεστράφησαν;
Τί οὖν τὸ πέρας;
Χρονίζοντος γοῦν τοῦ νυμφίου, φησὶν,
ἐνύσταξαν πᾶσαι, καὶ ἐκάθευδον.
Ἀλλ' αἱ μὲν προαποθέμεναι τὸ ἔλαιον,
εἶχον τὸ ἀσφαλὲς, ὅτι αἱ λαμπάδες αὐτῶν οὐ σβεσθήσονται·
αἱ δὲ μωραὶ τὸν τῆς ἀνάγκης καιρὸν ἐξεδέχοντο.
Τί οὖν συντόμως οὐ λέγω;
Ἐπέστη ἡ ὥρα,
ἔφθασεν ὁ καιρὸς,
οἱ κτύποι κατήρξαντο,
ἤχουν αἱ σάλπιγγες,
ἐδονοῦντο τὰ στοιχεῖα,
ὁ ἀνὴρ ἐκλονεῖτο,
ἐκλίνετο ὁ οὐρανὸς,
ἔτρεμε τὸ στερέωμα,
ἀστέρες ἐλύοντο,
ἐταράττοντο αἱ δυνάμεις,
προέτρεχον ἄγγελοι,
ἀστραπαὶ προεβάδιζον,
μέγαν εἶχεν ἡ κτίσις τὸν θόρυβον.
Οὐ γὰρ ἐν ἡμέρᾳ,
ἀλλ' ἐν μεσονυκτίῳ ὁ δικαστὴς παραγίνεται.
Εἶτα τί;
Γίνεται κραυγὴ καλοῦσα πρὸς τὴν ἀπάντησιν·
Ἰδοὺ ὁ νυμφίος ἔρχεται, ἐξέλθετε εἰς ἀπάντησιν αὐτοῦ.
Τί οὖν τὸ γινόμενον;
Ἐξανέστησαν πᾶσαι αἱ παρθένοι,
ἀπετινάξαντο τὸν ὕπνον,
ἐπελάβοντο τῶν λαμπάδων·
ἀλλ' αἱ μὲν ἐκαίοντο, αἱ δὲ οὐκ ἔφαινον.
Αἱ τῶν φρονίμων τῷ ἐλαίῳ τῆς εὐποιίας ἠρδεύοντο,
αἱ δὲ τῶν μωρῶν ἀπεσβέννυντο.
Ὄντως ἐλεεινὸν ἦν τὸ πρᾶγμα.
Ἄφευκτος ἐκύκλωσεν ἀνάγκη τὰ γύναια·
οὐκ εἶχεν ἡ ἀποτυχία ἀφορμὴν παρακλήσεως.
Τότε οὖν προσελθοῦσαι ταῖς φρονίμοις ἐπεζήτουν,
ὅπερ λαβεῖν οὐκ ἠδύναντο.
∆ότε γὰρ ἡμῖν ἐκ τοῦ ἐλαίου ὑμῶν,
ὅτι αἱ λαμπάδες ἡμῶν σβέννυνται.
Ἔδει οὖν πάλαι αὐτὰς μιμήσασθαι, καὶ μὴ νῦν ἱκετεύειν·
ἔδει γὰρ παρὰ τῶν πωλούντων ἀγοράσαι τὸ ἔλαιον.
∆ότε ὑμεῖς ἔλαιον, φασὶν, ἡμῖν.
Μάτην παρακαλεῖτε τὰς φρονίμους, ὦ ῥᾴθυμοι·
ἔφθασε λυθῆναι τῆς ζωῆς ἡ πανήγυρις,
παρῆλθε τοῦ βίου τὸ θέατρον·
οὐκ ἔστι νῦν συναλλαγμάτων καιρός·
νῦν ἡ τῶν ἔργων ἐπιζητεῖται ἐπίδειξις.
Ἔδει προθεωρεῖν τὸν κίνδυνον τοῦ παρόντος αἰῶνος·
ἔδει ταύτης φροντίσαι τῆς ἀπαντήσεως·
ἔδει ἐνθυμηθῆναι, ὅτι αἱ λαμπάδες χωρὶς ἐλαίου φωτίζειν οὐ δύνανται.
Λέγετε, ∆ότε ἡμῖν ἐκ τοῦ ἐλαίου ὑμῶν.
Οὐδεὶς ἀλλοτρίοις ἐγκαλλωπίζεται ἔργοις·
ἕκαστος θερίζει ὅπερ ἔσπειρε.
«∆ότε ὑμεῖς ἡμῖν ἔλαιον.»
Τί οὖν πρὸς αὐτὰς αἱ φρόνιμοι;
Μήποτε οὐκ ἀρκέσῃ ἡμῖν καὶ ὑμῖν·
πορεύεσθε δὲ μᾶλλον πρὸς τοὺς πωλοῦντας, καὶ ἀγοράσατε.
Ἔτι κἂν μικρά τις ὑπολέλειπται ὥρα, δράμετε, κάμετε·
οὔπω ἐφέστηκεν ὁ νυμφίος·
σπεύσατε πρὸ τοῦ κλεισθῆναι τὰς θύρας,
πρὸς τοὺς πωλοῦντας ἀπέλθετε.
Καὶ τίνες, ὦ φρόνιμοι, οἱ πωλοῦντες; εἴπατε·
ἀγνοοῦσι γὰρ αὗται μὴ κτησάμεναι συναλλάγματος τοιούτου συνήθειαν.
Τίνες οἱ πωλοῦντες;
Οἱ ταῖς θύραις τῶν ἐκκλησιῶν παρακαθήμενοι πένητες,
αἱ λογικαὶ χελιδόνες,
αἱ τῶν ψυχῶν εὐαγγελιζόμεναι λογικὸν ἔαρ,
οἱ αἰδέσιμοι πρὸς τὸν ∆εσπότην μεσῖται,
οἱ ἀήττητοι ῥήτορες ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῆς διαγνώσεως.
Ἀπερχομένων δὲ αὐτῶν ἀγοράσαι τὸ ἔλαιον,
ἦλθεν ὁ νυμφίος, καὶ ἐκλείσθησαν αἱ θύραι.
Ὢ τῆς ἐπιβλαβοῦς ῥᾳθυμίας·
ὢ τῆς ἀθεραπεύτου ὀδύνης·
ὢ τῆς ἀπαραμυθήτου ζημίας·
ὢ πένθους ἀπαρακλήτου.
Ἀπερχομένων δὲ αὐτῶν ἀγοράσαι,
ἦλθεν ὁ νυμφίος.
Ἦλθεν ἡ προσδοκωμένη χαρὰ,
ἦλθε τῶν δικαίων τὸ καύχημα,
ἦλθε μεσονυκτίῳ τὸ φῶς.
Ἀπήντησαν αἱ φρόνιμοι,
συνεισῆλθον τῷ νυμφίῳ, καὶ ἐκλείσθησαν αἱ θύραι.
Φρίττω, τὸ γενόμενον ἐνθυμούμενος·
τρέμω, τὸ συμβὰν τοῖς γυναίοις ἀστόχημα διηγούμενος.
Τὴν παστάδα τὴν φοβερὰν ἰδεῖν ἐπεθύμουν·
δι' αὐτὴν γὰρ τοῖς τοῦ κόσμου τερπνοῖς ἀπετάξαντο,
τρυφῆς κατεφρόνησαν,
δόξης ὑπερεῖδον,
ὁδοὺς σκληρὰς ἐφυλάξαντο,
παθῶν κατεκράτησαν,
ἡδονῶν κατηγωνίσαντο·
καὶ ἐπειδὴ ἔλαιον οὐκ εἶχον,
εὗρον ἀπαράνοικτα τῆς βασιλείας τὰ κλεῖθρα.
Ἐλθοῦσαι γὰρ ἔκρουον, λέγουσαι·
Κύριε, Κύριε, ἄνοιξον ἡμῖν·
ἔνδοθεν τοῦ Κριτοῦ φοβερῶς κεκραγότος·
Ἀμὴν, ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐκ οἶδα ὑμᾶς.
Ὢ τῆς ἐσχάτης ἀποφάσεως·
κἂν οὔτε δι' ἀγγέλου,
ἀλλὰ δι' ἑαυτοῦ τὴν ὀδυνηρὰν ἀπόκρισιν δέδωκεν·
ἵνα τῆς φωνῆς ἀκούσασαι,
καὶ τὸ πρόσωπον ἰδεῖν μὴ δυνάμεναι,
μείζονα τὴν βάσανον ὑπομείνωσιν.
Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐκ οἶδα ὑμᾶς.
Οὐκ οἶδας ἡμᾶς, ∆έσποτα;
ἐκ μήτρας ἐπὶ σὲ ἐπεῤῥίφημεν,
ἠκολουθήσαμεν ὀπίσω σου ἐκ νεότητος ἡμῶν,
τὴν ἁγνείαν διεφυλάξαμεν, ὅπερ ἔπλασας ἡμῖν σῶμα, ἄφθαρτον διετηρήσαμεν,
οὐ προυδώκαμεν τὰ μέλη τοῖς πάθεσι,
στεφάνους παρὰ τῆς σῆς δεξιᾶς προσεδοκήσαμεν δέξασθαι·
καὶ νῦν τὰς θύρας ἐπέκλεισας καὶ λέγεις, «Οὐκ οἶδα ὑμᾶς;» Ναὶ, ὄντως οὐκ οἶδα ὑμᾶς.
∆ιὰ τί, ὦ ∆έσποτα;
Ὁ ∆εσπότης· ∆ιὰ τί;
Ἐπειδὴ ἐπείνασα, καὶ οὐκ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν·
ἐδίψησα, καὶ οὐκ ἐποτίσατέ με·
ξένος ἤμην, καὶ οὐ συνηγάγετέ με·
γυμνὸς, καὶ οὐ περιεβάλλετέ με·
ἀσθενὴς καὶ ἐν φυλακῇ, καὶ οὐκ ἤλθετε πρός με.
Ἐγγράφως διεστειλάμην ὑμῖν, λέγων·
Ἐφ' ὅσον οὐκ ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων καὶ μικρῶν, οὐδὲ ἐμοὶ ἐποιήσατε.
Αἱ δὲ εἶπον·
Μάτην οὖν, ∆έσποτα,
τὸν πόνον καὶ τὴν ταλαιπωρίαν τῆς σαρκὸς ὑπεμείναμεν;
μάτην ἀγρυπνίαις καὶ νηστείαις ἑαυτὰς κατετήξαμεν;
μάτην τὸν οὐράνιον νυμφίον μέχρι τέλους ποθήσασαι,
τὴν παρθενίαν ἄτρωτον διεφυλάξαμεν;
Ναὶ, φησὶ, παρθένοι μέν ἐστε, ἀλλὰ προῖκας οὐκ ἔχετε·
παρθένοι μὲν, ἀλλὰ νυμφικὸν οὐ περίκεισθε κόσμον·
τὴν τῆς σαρκὸς ἠσκήσατε ἁγνείαν,
ἀλλὰ ἀπανθρωπίᾳ τὴν ἁγνείαν ἐτρώσατε·
ἀμόλυντον ὑμῶν τὸ σῶμα,
ἀλλ' ὁ τρόπος ἀνελεὴς, οὐ φύσεως, ἀλλ' ἀπανθρωπίας.
Ὁ ἐμός ἐστι νυμφὼν κτησαμένων τῆς εὐποιίας τὸ ἔλαιον.
∆εῖ τοίνυν τὰς ἐμοὶ νυμφευομένας κατάλληλον τῷ κόσμῳ περικεῖσθαι καὶ τρόπον.
Οὐ δύναμαι τοῖς ἐμοῖς θαλάμοις μαχομένην νύμφην λαβεῖν·
οὐκ εἰσάγω πόλεμον εἰς παστάδας εἰρηνικάς.
Λοιπὸν ἀπέλθετε ἀπ' ἐμοῦ, μή μου μάτην ταῖς θύραις ἐνοχλεῖτε·
τῶν ἐλεημόνων ἐστὶν οἰκητήριον ἡ ἐμὴ βασιλεία.
Ἐκεῖνος ἐμοὶ εὐκόλως συνεισέρχεται,
ὁ τὴν ἐμὴν μιμησάμενος περὶ τοὺς πτωχοὺς εὐσπλαγχνίαν,
ὁ πτωχεύσας τῷ πνεύματι,
ὁ τοῖς δεομένοις τὴν ἀκοὴν ὑποκλίνας,
ὁ τὰ τοῦ πλησίον οἰκειωσάμενος πάθη,
ὁ δακρύσας ἐπὶ συμφοραῖς ἀλλοτρίαις,
ὁ ἐμπλήσας ἀγαθῶν τὴν ψυχὴν τοῦ πεινῶντος,
ὁ τῶν γυμνῶν διαθερμάνας τοὺς ὤμους,
ὁ μὴ παρακούσας τῆς φωνῆς τοῦ νοσοῦντος,
ὁ δανείσας ὀλιγοψύχῳ παρακλήσεως λόγον,
ὁ τὸν ξένον ὑπὸ τὴν στέγην δεξάμενος,
ὁ τῷ σπόγγῳ τῆς συμπαθείας τῶν χηρῶν ἀποσμήξας τὸ δάκρυον,
ὁ ἐλαφρύνας τῇ προστασίᾳ τῆς ὀρφανίας τὸ βάρος.
Ταῦτα εἰδότες, ἀδελφοὶ, μὴ τῇ γλώσσῃ θαυμάζετε,
ἀλλὰ τοῖς ἔργοις μιμήσασθε.
Σφραγὶς γὰρ γλώσσης ἡ χεὶρ,
καὶ ταύτην ἑρμηνεύει τῆς δεξιᾶς ἡ ἐπίδοσις,
ζηλοῦσα τὰ ῥήματα.
Τὴν φιλοπτωχίαν περὶ πολλοῦ ποιησώμεθα,
σκορπίζειν τοῖς πένησι τοὺς ὀβολοὺς μὴ φεισώμεθα, παρακαλῶ·
τῶν δεσποτικῶν φωνῶν ἐπακούσωμεν·
τοῦ φόβου μαθόντες τὴν πεῖραν ἐκκλίνωμεν·
ἑαυτῶν διὰ τῶν πενήτων φροντίσωμεν.
Αἱ γὰρ παρθένοι φιλανθρωπίαν μὴ τιμήσασαι,
τοῦ νυμφῶνος ἐκβάλλονται.
Ποία λοιπὸν τοῖς ἁμαρτωλοῖς ἐλπὶς περιλείπεται ἀπανθρωπίᾳ ὑβρίσασι;
Ταῦτα πρὸς τὸ πλῆθος λέγων,
τῶν ῥᾳθυμοτέρων τὸ συνειδὸς ἀσφαλίζομαι,
βλάπτων οὐδὲν τοὺς εὐγνώμονας,
ἀλλὰ καὶ θερμοτέρους πρὸς τὴν εὐσέβειαν ἐργαζόμενος.
Οὐκοῦν σκόρπισον, ἀδελφὲ,
ἕως ἔτι συνέστηκεν ἡ τοῦ βίου πανήγυρις.
Τὰ τῆς ἀπολογίας πραγμάτευσαι·
πρὸ τοῦ τεθῶσιν οἱ θρόνοι, θρῆνον ἐπίδειξαι·
φθάσον τοῦ νυμφίου τὴν παρουσίαν·
δράμε τῆς ἁμαρτίας ὀξύτερον·
πρόλαβε τὴν ἐμπρόθεσμον διάγνωσιν·
θεράπευσον τὸν κριτήν·
μὴ καταδέξῃ τῷ βήματι παραστῆναι γυμνός.
Νῦν σκόρπισον χρήματα,
ἵνα τότε διαλύσῃς ἐγκλήματα·
λάλησον τῷ δικαστῇ καταμόνας,
ἵνα μὴ ἐπὶ πάντων καταδικάσῃ σε·
λάβε μεσίτην πρὸς τὴν αὐτοῦ θεραπείαν τὸν πένητα·
δι' αὐτοῦ τὸν κριτὴν δωροδόκησον·
αὐτῷ μόνῳ θάῤῥει τὸ τοιοῦτον μυστήριον·
δι' αὐτοῦ πώλει τοῖς καταδίκοις τὸ δίκαιον.
Ὁ πτωχὸς λαμβάνει,
καὶ ὁ κριτὴς ὑπογράφει συγχώρησιν·
ἀγράφως δέχεται, καὶ προσφέρει χειρόγραφα.
Ὁ γὰρ ἐλεῶν πτωχὸν, δανείζει Θεῷ.
Ὅπερ ἂν νῦν βάλλῃς ἐν τῇ χειρὶ τοῦ πτωχοῦ,
γνωρίσεις ἐν τῇ παλάμῃ τοῦ δικαστοῦ.
Εἰ διαδράσαι τὴν κρίσιν τοίνυν σπουδάσωμεν,
ἐντεῦθεν ἤδη τὸν δικαστὴν διὰ τῶν πτωχῶν δυσωπήσωμεν.
Εἰ καὶ ὁπηνίκα τελευταῖα διατυποῖς, γράψον μετὰ τῶν συγγενῶν ἢ φίλων τὴν ἀποδημοῦσαν τοῦ βίου ψυχήν·
δὸς αὐτῇ κἂν μικρὰ τῆς ἀνάγκης ἐφόδια·
ἐχέτω τοῦ δικαστοῦ τὸ ὄνομα τῆς διαθήκης τὰ γράμματα·
μνήμης πτωχοῦ μὴ ἀμοιρείτω ὁ χάρτης.
Χαρᾶς πρόξενον, καὶ μὴ θρήνων ἄξιον ἔργασαι τὸν θάνατον·
συνηγόρων ἐκτὸς μὴ παραστῇς τῷ φοβερῷ κριτηρίῳ·
χόρτασον τὰς κοιλίας τῶν ὀφειλόντων ταῖς γλώσσαις ὑπὲρ σοῦ ῥητορεῦσαι πρὸς τὸν Κύριον.
Κτησώμεθα δι' αὐτῶν χρεώστην τὸν κτίσαντα,
τοῦ μὴ δοῦναι δίκην κατ' ἐκείνην τὴν ἡμέραν·
ὠνησώμεθα χρήμασι τῆς τοιαύτης ἐπιτυχίας ῥήτορας.
Ἔχεις γὰρ, φησὶ, μάρτυρα τῆς περὶ ἐμὲ φιλίας τὸν πένητα·
οἶδάς με τὰ τῶν πτωχῶν οἰκειούμενον.
Ἐξανατέλλω χόρτον τοῖς κτήνεσι,
καὶ πᾶσι τὴν τροφὴν χορηγῶ·
καὶ ὅμως σοῦ ποιοῦντος τὴν ἐλεημοσύνην,
ἐγὼ τῷ πένητι συγκλίνω τὴν χεῖρα,
καὶ τὸν ὀβολὸν ὑποδέχομαι.
Ἀναβάλλομαι τὸ φῶς ὡς ἱμάτιον·
κἂν μόνον σὺ τὸν πτωχὸν περιβάλῃς,
ἐγὼ τῆς θέρμης αἰσθάνομαι.
Οἶδάς με ἐν οὐρανῷ τῷ Πατρὶ συγκαθήμενον·
κἂν μόνον ὁρμήσῃς τοὺς ἐν φυλακῇ ἐπισκέψασθαι,
εὑρήσεις με τοῖς δεσμοῖς συγκαθήμενον·
κἂν δράμῃς πρὸς νοσοῦντας, τῆς κλίνης οὐκ ἀπολιμπάνομαι.
Πανταχοῦ γάρ εἰμι, καὶ τοῖς ἐν ἀνάγκῃ προΐσταμαι.
Ὅπερ ἂν δώσῃς τῷ πένητι, ὄψει τοῦτο παρ' ἐμοῦ πληθυνόμενον.
Ἐὰν εἰσάγῃς εἰς τὴν οἰκίαν σου τὸν ἄστεγον,
καὶ δι' αὐτοῦ λάβῃς με ἐν οἴκῳ σου,
τρία ταῦτα παρέξω σοι·
καὶ τὸ κέρδος αὐξήσω,
καὶ τὸν οἶκόν σου φυλάξω,
καὶ μονὴν ἐν οὐρανοῖς ἑτοιμάσω σοι·
ἐν ᾗ ἀπέδρα ὀδύνη καὶ λύπη καὶ στεναγμὸς, ἐν Θεῷ Πατρὶ, ἅμα τῷ ἁγίῳ Πνεύματι, ᾧ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος, νῦν καὶ ἀεὶ, καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Αγρυπνείτε! (Σχόλια στην παραβολή των δέκα παρθένων )+ Μητροπολίτης Φλωρίνης Αυγουστίνος

paravoli 10parthenon

Διανύουμε,αγαπητοί μου, την αγία και Μεγάλη Εβδομάδα. Αν όλες οι ημέρες οι ώρες και τα λεπτά του χρόνου πρέπη να φέρουν τη σφραγίδα της αγιότητος, πολύ περισσότερο η εβδομάδα αυτή. Όλα τώρα πρέπει να είνε άγια. Η σκέψι μας, η καρδιά μας,η θέλησί μας, η γλώσσα μας, όλη η υπαρξί μας να είνε στο Χριστό 100%.
Αυτή την εβδομάδα δεν επιτρέπεται καμμιά αμαρτία.Η αμαρτία είνε κατακριτέα οποιαδήποτε ημέρα• αλλά αν γίνεται τη Μεγάλη Εβδομάδα,είνε φρικτή. Άλλο ν αμαρτάνῃ κανείς την καθημερινή, και άλλο την Κυριακή και τη Μεγάλη Παρασκευή.
Δεν είναι πολύς καιρός που κάποιος Χριστιανός ήρθε και μου είπε• «Πάτερ, εξωμολογήθηκα• είπα τ αμαρτήματά μου, αλλά ένα αμάρτημα με τρώει, δε μπορώ να ησυχάσω», κι άρχισε να κλαίη• «είνε μια αμαρτία που την έκανα Μεγάλη Παρασκευή…». Είδα κ έπαθα να τον παρηγορήσω. Είναι όντως φοβερό ν αμαρτάνῃ κανείς την ημέρα που σείεται η γη, που κτυπούν πένθιμα οι καμπάνες, που κλαίνε οι μοναχοί, που ψάλλουν οι ψάλτες το «Σήμερον κρεμάται επί ξύλου …ο Υιός της Παρθένου».
Για τους αναίσθητους αυτούς αρμόζουν τα «ουαί»του σημερινού ευαγγελίου (Ματθ. 23,13-39). Ο Κύριος είπε οκτώ «ουαί» στους πωρωμένους γραμματείς και φαρισαίους, αλλά εκατόν οκτώ «ουαί» αρμόζουν σε όσους δεν σέβονται τη Μεγάλη Εβδομάδα και αμαρτάνουν. Από χθες το βράδι, για να μιλήσω με γλώσσα σύγχρονη, άνοιξε η τηλεόρασι. Όχι η βρωμερή τηλεόρασις επιγείων σταθμών, αλλά η τηλεόρασι του ουρανού. Οι ακολουθίες της Μεγάλης Εβδομάδος είνε η πνευματική τηλεόρασι .Τέτοιες ακολουθίες δεν υπάρχουν σε καμμιά θρησκεία του κόσμου. Κάθε μέρα παρουσιάζονται νοερώς μπροστά μας διάφορα πρόσωπα με τα έξοχα τροπάρια, με τα ευαγγέλια και τις άλλες περικοπές. Χθες ο Ιωσήφ ο πάγκαλος. Και σήμερα; Το είπαν οι ψαλτάδες, αλλά ποιός προσέχει; Απόψε η πνευματική τηλεόρασι έδειξε τις δέκα παρθένες.
Για να καταλάβουμε την παραβολή αυτή, αγαπητοί μου, πρέπει να γνωρίζουμε τα έθιμα του γάμου στο Ισραήλ, που μένουν τα ίδια εδώ και τόσες χιλιάδες χρόνια. Εμείς τα ωραία χριστιανικά έθιμα, που μυρίζουν θυμάρι και λιβάνι, πάμε σιγά – σιγά να τα ξεχάσουμε, για να γίνουμε Ευρωπαίοι• το Ισραήλ διατηρεί τα εθιμά του. Μεταξύ αυτών είνε και τα έθιμα του γάμου.Η νύφη μπαίνει στο σπίτι στολισμένη. Τη συνοδεύουν δέκα παρθένες, δέκα νέα κορίτσια,ντυμένα στα άσπρα. Κρατούν στα χέρια τους λουλούδια και λυχνάρια. Σταματούν έξω από το σπίτι, εμπρός στο δρόμο, και περιμένουν να έρθη ο γαμπρός από το σπίτι του πατέρα του. Τον περιμένουν με αναμμένα τα λυχνάρια, με τραγούδια και ετοιμασία.Κι όταν έρθη, τον συνοδεύουν, μπαίνουν μαζί στο σπίτι και η πόρτα κλείνει.Σ αυτό το έθιμο του Ισραηλιτικού γάμου στηρίζεται η παραβολή που είπε ο Κύριος για δέκα παρθένες, που περίμεναν μέχρι αργά τη νύχτα να έρθη ο νυμφίος κ εκείνος αργούσε.
Νύσταξαν όλες και κοιμήθηκαν. Κατά τα μεσάνυχτα άκουσαν φωνή• «Ιδού ο νυμφίος έρχεται…» (Ματθ. 25,6). Ξύπνησαν να ετοιμάσουν τα λυχνάρια. Οι πέντε ήταν φρόνιμες• είχαν μαζί τους λάδι, γέμισαν τα λυχνάρια, συνώδευσαν με τα φώτα το νυμφίο στο σπίτι που θα γινόταν ο γάμος, και έκλεισε η θύρα. Οι άλλες πέντε ήταν μωρές• δεν είχαν λάδι, έσβησαν τα λυχνάρια τους, κ ἔμειναν έξω από το γάμο (βλ. ε.α. 25,1-13).
Στην παραβολή ο Κύριος άλλα λέει και άλλα εννοεί.Νυμφίος, γαμπρός , είνε μια λέξι που συγκινεί τους νέους και την έχουν στολίσει με πολλά τραγούδια. Εδώ νυμφίος, ο «ωραίος κάλλει παρά τους υιούς των ανθρώπων»(Ψαλμ.44,3), είνε ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός .Αυτό το Νυμφίο, αδελφοί μου, πρέπει ν ἀγαπήσουμε. Εάν η νύφη αγαπά το νυμφίο της μια φορά, εμείς εκατό και χίλιες φορές πρέπει ν ἀγαπήσουμε το Χριστό. Δυστυχώς όμως μόνο γήινες αγάπες έχουμε• τον «αντρούλη» μας,τη «γυναικούλα» μας, το «παιδάκι» μας.Δεν κατηγορώ τις αγάπες αυτές• είνε φυσικές, ο Θεός τις φύτευσε. Αλλοίμονο στον άντρα που δεν αγαπά τη γυναίκα του και στη γυναίκα που δεν αγαπά τον άντρα της. Αλλ υπάρχουν και αγάπες μεγαλύτερες.Γυναίκα,αν αγαπάς μια φορά τον άντρα σου, χίλιεςφορές ν ἀγαπήσῃς το Χριστό!Κρύες οι καρδιές των γυναικών, Βόρειος Πόλος οι καρδιές των αντρών• και έτσι περιοριζόμαστε στις μικρές αγάπες.Νυμφίος λοιπόν είνε ο Χριστός. Και νύμφη ,καλλονή έξοχη, μοναδική, υπέροχη και αιώνια, είνε η Ορθόδοξος Εκκλησία μας. Κανέ-νας γαμπρός δεν αγάπησε τόσο δυνατά τήνύφη του όπως ο Χριστός την Εκκλησία. Γιαχ άρι της έχυσε το τίμιο αίμα του. Γι αυτὸ τήθέλει να λάμπη και να είνε πολύ ψηλά. Μέλη της Εκκλησίας είμαστε εμείς, που βαπτισθήκαμε στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του αγίου Πνεύματος. Και εμείς, όπως οι δέκα παρθένες, πρέπει να περιμένουμε•να περιμένουμε τον ερχομό του Κυρίου ,τη δευτέρα παρουσία. – Παραμύθι των παπάδων και των δεσποτάδων είνε αυτά, λένε οι άθεοι.Όχι, κύριοι• δεν είνε παραμύθι, είνε γεγονός πραγματικό. Το είπε το στόμα εκείνου,που δεν λέει ποτέ ψέματα• το είπε ο Χριστός. Κι αυτό είνε γεγονός αληθινό 100%. Θ ἀλλάξῃ ο κόσμος και θα έρθη ο Κύριος, είτε μας αρέσει είτε όχι. Το λέμε στο Πιστεύω• «…Και πάλιν ερχόμενον μετά δόξης κρίναι ζώντας και νεκρούς»(7).
Θα έρθη ο Κύριος. Το σκεφτήκατε αυτό καλά; Ο χρόνος που θα έρθη μας είνε άγνωστος. Μόνο οι χιλιασταί, που είνε ψευδοπροφήτες,ορίζουν ημερομηνίες κ εξευτελίζονται. Θα έρθη ο Κύριος απροειδοποίητα, όπως ο κλέφτης. Γι αυτό πρέπει να είμαστε πάντοτε έτοιμοι και να τον περιμένουμε. Μας έδωσε και μερικά σημάδια που θα προηγηθούν πριν από τον ερχομό του. Ποιά ειν᾽ αυτά;Ω κόσμε, ο Χριστός σε ειδοποιεί•γιατί μένεις αδιάφορος; Το μικρόβιο της απιστίας έχει μπη πολύ βαθειά, και χρειάζονται μεγάλα γεγονότα και σεισμός ισχυρός, για να συνέλθουμε και ν ανακτήσουμε την πίστι που χάσαμε. Από συνήθεια ερχόμαστε στην εκκλησία τις άγιες αυτές ημέρες. Δεν μας συγκινούν τα άγια πάθη του Χριστού. Μερικά σημάδια, που θα προηγηθούν της ελεύσεως του Κυρίου, είναι οι σεισμοί. Οι σεισμοί, που γίνονται «κατά τόπους» (Ματθ. 24,7. Μαρκ. 13,8.Λουκ. 21,11), μικροί και μεγάλοι, είναι προάγγελοι του παγκοσμίου σεισμού, που δεν θα γκρεμίση πλέον σπίτια, αλλά θα σείση συνειδήσεις• θα συντρίψη τις καρδιές εκείνες που πωρώθη-καν, έγιναν μπετόν αρμέ, και δεν δέχτηκαντόν Κύριο.Τότε «όψονται εις ον εξεκέντησαν» (Ιω. 19,37) .Και τότε «κόψονται» (Ματθ. 24,30) . Τότε και οι βλάσφημοι οι άθεοι και οι ανήθικοι, που δεν σεβάστηκαν ούτε τη Μεγάλη Παρασκευή, θα γονατίσουν . Ναι, θα γονατίσουν και θα φωνάξουν• Ανοίξτε, βουνά, να μας γλυτώσετε από την οργή του Θεού!… (πρβλ. Λουκ. 23,30). Αυτά δεν είναι παραμύθια. Θα έρθη ο Κύριος • και είναι τόσο βέβαιο όσο είναι ότι αυτή τη στιγμή πατούμε τούτη τη γη.
Άντρες γυναίκες και παιδιά, που με ακούτε! Δεν σας κοροϊδεύω, σας λέω την αλήθεια και μόνο την αλήθεια. Όπως η νύφη ετοιμάζεται για να υποδεχθή το γαμπρό, έτσι ας ετοιμάσουμε κ εμείς τις ψυχές μας για να υποδεχθούμε το Νυμφίο της Εκκλησίας, τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν.
Λυχνάρια και μανουάλια αναμμένα να γίνουμε, αδελφοί μου, και να φωτίζουμε μέσα στο σκοτάδι του κόσμου. Πολλά καντήλια έχει η εκκλησία.Το βράδυ όλα θα σβήσουν• ένα δεν πρέπει να σβήση, αυτό που καίει μπροστά στον Εσταυρωμένο.Ο νεωκόρος τροφοδοτεί με λάδι αυτή την κανδήλα, για να μένη ακοίμητη. Κ εμείς να τροφοδοτήσουμε την πίστι , εις πείσμα των δαιμόνων και χαράν των αγγέλων. Ν ανάψουμε τα καντήλια της ψυχής μας, που είνε η πίστις η πατρίδα και η οικογένεια,και να γίνουμε φώτα , στον σκοτεινό αιώνα της διαφθοράς και απιστίας που ζούμε,για να δοξάζεται ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός• ον, παίδες, υμνείτε εις πάντας τους αιώνας• αμήν.
(†) επίσκοπος Αυγουστίνος-
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία, η οποία έγινε στον ι. ναὸ Αγ. Κων/νου & Ελένης Αμυνταίου την 4-4-1977.

«ΜΗ ΜΕΙΝΩΜΕΝ ΕΞΩ ΤΟΥ ΝΥΜΦΩΝΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ»

(Θεολογικό σχόλιο στο περιεχόμενο και το νόημα της Μεγάλης Τρίτης)

«ΜΗ ΜΕΙΝΩΜΕΝ ΕΞΩ ΤΟΥ ΝΥΜΦΩΝΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ»           

«Τη αγία και μεγάλη Τρίτη της των δέκα παρθένων παραβολής, της εκ του ιερού Ευαγγελίου, μνείαν ποιούμεθα». Αυτό είναι το συναξάρι της δεύτερης ημέρας της Μεγάλης Εβδομάδος. Ο Νυμφίος της Εκκλησίας και της ψυχής μας, «ο ωραίος κάλλει παρά πάντας βροτούς», οδεύει προς το εκούσιο Πάθος Του, καλώντας κοντά Του όλους εμάς τους πιστούς Του, για να μας κάνει κοινωνούς των σωτηριωδών παθημάτων Του και του θριάμβου της Αναστάσεώς Του.
Οι θείοι Πατέρες όρισαν την αγία αυτή ημέρα να θυμηθούμε μια από τις πιο παραστατικές και διδακτικές παραβολές του Κυρίου μας: την παραβολή των Δέκα Παρθένων. Κι' είχαν το σκοπό τους. Η συνοδοιπορία με το Χριστό μας προς το Θείο Πάθος δεν θα πρέπει να είναι τυπική και απλά συναισθηματική, αλλά να είναι ολοκληρωτική συμμετοχή στην εν Χριστώ πορεία και να συνοδεύεται από οντολογική αλλαγή  του είναι μας.  Η ενθύμηση της παραβολής των δέκα παρθένων είναι μια άριστη πνευματική άσκηση για να μην διαφεύγει από τη σκέψη μας η επερχόμενη μεγάλη, επιφανής και συνάμα φοβερή ημέρα της Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου μας.
        Την παραβολή των δέκα Παρθένων διασώζει ο ευαγγελιστής Ματθαίος στο 25ο  κεφάλαιο του Ευαγγελίου του. Με την ευκαιρία μιας καταπληκτικής εσχατολογικής ομιλίας Του ο Κύριος είπε και την εξής παραβολή: Η Βασιλεία των ουρανών μοιάζει με δέκα παρθένες οι οποίες αφού πήραν μαζί τους τα λυχνάρια τους πήγαν να υποδεχθούν τον νυμφίο. Πέντε από αυτές ήταν σώφρονες και φρόντισαν να έχουν μαζί τους απόθεμα λαδιού για τα λυχνάρια τους, ενώ οι άλλες πέντε ήταν ανόητες και δεν φρόντισαν να έχουν μαζί τους το αναγκαίο απόθεμα λαδιού. Επειδή δε αργούσε ο νυμφίος και η νύχτα προχωρούσε έπεσαν να κοιμηθούν. Τα μεσάνυχτα ακούστηκε μια γοερή κραυγή η οποία ανήγγειλε τον ερχομό του νυμφίου. Οι παρθένες σηκώθηκαν για να προαπαντήσουν τον νυμφίο. Οι μεν σώφρονες παρθένες που είχαν απόθεμα λαδιού άναψαν τα λυχνάρια τους, οι δε μωρές ζητούσαν απεγνωσμένα από τις σώφρονες να τους δώσουν λίγο λάδι. Εκείνες τους απάντησαν πως μόλις αρκεί για τα δικά τους τα λυχνάρια και καλά θα κάνουν να πάνε να αγοράσουν. Οι ανόητες παρθένες έτρεξαν να αγοράσουν λάδι, αλλά εν τω μεταξύ ο νυμφίος έφθασε και μπήκε στο χώρο του γάμου με τις πέντε φρόνιμες και έκλεισε την πόρτα. Οι ανόητες παρθένες έφθασαν μετά και άρχισαν να φωνάζουν Κύριε, Κύριε άνοιξέ μας. Αυτός τους απάντησε αλήθεια σας λέγω πως δεν σας γνωρίζω και έμειναν τελικά έξω του νυμφώνος. Κλείνει την παραστατική αυτή παραβολή του ο Κύριος με την εξής σωτήρια προτροπή: «Γρηγορείτε ουν, ότι ουκ οίδατε την ημέραν ουδε την ώραν εν η ο Υιός του ανθρώπου έρχεται» (Ματθ.κε΄13 ) και «γρηγορείτε ουν΄ ουκ οίδατε γαρ πότε ο κύριος της οικίας έρχεται, οψέ ή μεσονυκτίου ή αλεκτροφωνίας ή πρωί΄ μη ελθών εξαίφνης εύρη υμάς καδεύδοντας»(Μάρκ.13:35).
         Η παραβολή αυτή έχει ως σκοπό να θυμίσει στους πιστούς πως η Δευτέρα και ένδοξη Παρουσία του Κυρίου θα γίνει ξαφνικά, θα έρθει «ως κλέπτης εν νυκτί» (Α΄Θεσ.5:2). Γι' αυτό θα πρέπει οι πιστοί να είναι πάντοτε, ανά πάσα στιγμή έτοιμοι, για την υποδοχή Του, διαφορετικά θα μείνουν έξω από τη βασιλεία του Θεού και θα χαθούν. Έτσι οι θείοι Πατέρες έκριναν σκόπιμο να αφιερώσουν μια ημέρα της Αγίας και Μεγάλης Εβδομάδος στην ανάμνηση της εσχατολογικής αυτής παραβολής των δέκα παρθένων. Το κατανυκτικό κλίμα αυτών των αγίων ημερών είναι η καλλίτερη στιγμή για να υπενθυμίσει η αγία μας Εκκλησία στους πιστούς το φοβερό και απρόοπτο της Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου. Επίσης  η εγρήγορση   είναι συνυφασμένη με το Πάθος του Θεανθρώπου. Ο Ίδιος ο Κύριος κατά τη δραματική νύκτα της συλλήψεως Του στον κήπο της Γεθσημανή τόνιζε στους μαθητές του «Γρηγορείτε και προσεύχεσθε» (Μάρκ.14:38)!
       Μέσα στην κατανυκτική ατμόσφαιρα της Μεγάλης Εβδομάδος η μνεία της Δευτέρας Παρουσίας και η ανάγκη της συνεχούς ετοιμασίας για την τρομερή εκείνη ημέρα, είναι επιτακτική. Ο επίγειος βίος μας είναι καθοριστικός για τον επέκεινα της ζωής αυτής προορισμού μας. Οι φρόνιμες παρθένες φρόντισαν να είναι έτοιμες για την υποδοχή του Νυμφίου, σε αντίθεση με τις μωρές και νωθρές παρθένες, οι οποίες είχαν διασπάσει την προσοχή τους σε άλλες δευτερευούσης σημασίας έννοιες και δεν φρόντισαν να έχουν τα απαραίτητα εφόδια για την υποδοχή του Νυμφίου και να εξασφαλίσουν την είσοδό τους στη λαμπρή γαμήλια ευφροσύνη.
       Οι παρθένες είναι οι ψυχές μας και η προμήθεια λαδιού για το λυχνάρι είναι ο επίγειος συνεχής αγώνας για να κάνουμε το θέλημα του Θεού, να κάνουμε έργα ευποιίας, να παραμερίζουμε από την ύπαρξή μας συνεχώς όλα εκείνα τα στοιχεία που είναι παρείσακτα στη φύση μας και αντιστρατεύονται την πνευματική μας πρόοδο και τελείωση. Το λυχνάρι είναι η παρρησία μας μπροστά στο Θεό. Οι φρόνιμες παρθένες συμβολίζουν  τις αγαθής προαίρεσης ψυχές, οι οποίες ζουν αδιάκοπα την λαχτάρα της ένωσής τους με το Νυμφίο της Εκκλησίας, τον σωτήρα Χριστό. Γι' αυτό αγωνίζονται αέναα να αποκτούν αρετές και πνευματική προκοπή και να περιθωριοποιούν όλα εκείνα τα στοιχεία, τα οποία αντιστρατεύονται την ένωσή τους με το Θεό. Οι μωρές παρθένες συμβολίζουν τις ράθυμες, αδιάφορες και εν πολλοίς εχθρικά προς το Χριστό διατελούσες ψυχές. Είναι εκείνες οι ψυχές οι οποίες απορροφημένες από την υλιστική ευδαιμονία, αδιαφορούν για την πνευματική πρόοδο και την εν Χριστώ σωτηρία.
         Το φοβερό γεγονός της Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου θα γίνει, όπως αναφέραμε ξαφνικά και σε χρόνο ανύποπτο και θα πληρώσει με χαρά ανείπωτη τις φρόνιμες και αγαθές ψυχές και θα φέρει φόβο και αγωνία τις μωρές ψυχές. Οι μεν πρώτες θα επιβραβευτούν για την σώφρονα στάση τους και θα εισέλθουν στην ατέρμονη βασιλεία του Θεού, ενώ οι δεύτερες εξ' αιτίας της αμέλειά τους θα αποκλειστούν από τη βασιλεία του Θεού και θα βυθισθούν στην κατάσταση της παντοτινής λύπης και της τιμωρίας, «εις το πυρ το αιώνιον το ητοιμασμένον τω διαβόλω και τοις αγγέλοις αυτού»(Ματθ.25:41) 
          Ως συνοδοιπόροι του Θείου Πάθους θα πρέπει να έχουμε συνεχώς στραμμένη τη σκέψη μας πως θα ενώσουμε την ψυχή μας με το Νυμφίο Χριστό. Τα φτηνά και εφήμερα πράγματα πρέπει να τα θέτουμε σε δεύτερη μοίρα, αν θέλουμε κι' εμείς να βρεθούμε στην ομάδα των φρονίμων παρθένων κατά τη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου. Ο δρόμος του Θείου Πάθους δείχνει και σε μας το δικό μας δρόμο, ο οποίος είναι ατραπός μαρτυρίου, ο οποίος όμως οδηγεί στη εν Χριστώ λύτρωση και στην αιώνια ζωή.

Ιδού ο Νυμφίος έρχεται…


νυμφίος
Ο Νυμφίος της Εκκλησίας δεν ήρθε μόνο για μια φορά, «τω καιρώ εκείνω». Αλλά έρχεται πάντοτε και από παντού, κάθε στιγμή και σε κάθε τόπο. Κι αν εμείς δεν τον βλέπουμε και δεν τον γνωρίζουμε είναι γιατί έρχεται «εν τω μέσω της νυκτός». Που σημαίνει μέσα στα πιο βαθιά μεσάνυχτα και το πιο βαθύ σκοτάδι. Και ποιο σκοτάδι;
Πρώτα-πρώτα το σκοτάδι του παραλογισμού: Όπου η αφροσύνη και η παραφροσύνη περνιέται για ευφυΐα –και ενδεχομένως μεγαλοφυΐα- ενώ η σοφία εμπαίζεται ως μωρία και παραλογισμός. Έπειτα το σκοτάδι του αμοραλισμού: Όπου η ηθική ανωμαλία γίνεται καθεστώς και παρελαύνει και προελαύνει, ενώ το ήθος χλευάζεται και διώκεται. Κατόπιν το σκοτάδι της λεγόμενης δικαιοσύνης: Όπου οι άνθρωποι του λαού «δι’ ασήμαντον αφορμήν» καταδικάζονται, ενώ οι κανακάρηδες της Μπίλντεμπεργκ, για παράδειγμα, διέρχονται «αβρόχοις ποσί» τον ωκεανό της κακουργίας τους. Μετά το οικονομικό σκοτάδι: Όπου οι λήσταρχοι τραπεζίτες και οι απατεώνες πολιτικοί δανείζονται υπέρογκα ποσά για λογαριασμό δικό τους και της οικονομικής ολιγαρχίας, τα οποία όμως εξαναγκάζουν το λαό να τα πληρώνει. Κι ακόμη το πνευματικό σκοτάδι: Όπου οι ηλίθιοι αποφαίνονται επί παντός του επιστητού και ο λαός κάθεται μπροστά στους τηλεοπτικούς δέκτες και τους ακούει με ανοιχτό το στόμα και αποχαυνωμένη συνείδηση. Και πάνω απ’ όλα το θρησκευτικό σκοτάδι: Όπου η υποκρισία γίνεται δόγμα πίστεως, ενώ η πίστη διώκεται και σπιλώνεται παντοιοτρόπως. Που σημαίνει ότι:
Ο Νυμφίος της Εκκλησίας δεν είναι σαν τους θρησκευτικούς και πολιτικούς πρίγκιπες της καθωσπρέπει κοινωνίας. Τους «κεκονιαμένους, δηλαδή, τάφους», (Ματθαίου ΚΓ: 27), οι οποίοι απέξω φαίνονται αστραφτεροί και ωραίοι, ενώ από μέσα είναι γεμάτοι από δυσωδία και αδικία. Δεν είναι σαν τους κατ’ επάγγελμα απατεώνες, που τους ραίνουμε με ροδοπέταλα και τους χειροκροτούμε. Και τους δίνουμε άπειρες ευκαιρίες, για να εκμεταλλεύονται άπειρες φορές την αφέλεια και την ευπιστία μας. Δεν έχει στο κεφάλι του βασιλικό στέμμα ή τιάρα και μίτρα, όπως οι βασιλιάδες, οι πάπες και οι δεσποτάδες. Ούτε τον βλέπουμε να φορεί χρυσοστόλιστα άμφια και αδαμαντοποίκιλτα εγκόλπια ή να κρατεί βασιλικό σκήπτρο ή την χαρακτηριστική της αντιχριστιανικής, δεσποτικής εξουσίας ποιμαντορική ράβδο. Αλλά τον βλέπουμε να έχει στο κεφάλι του το αγκαθένιο στεφάνι της χλεύης, να περιβάλλεται με τη χλαίνα του εμπαιγμού και να κρατεί στο χέρι του το καλάμι του έσχατου εξευτελισμού. Που σημαίνει ότι δεν μοιάζει, σε καμιά περίπτωση, μ’ όλους αυτούς, που όχι μόνο με την αμφίεσή τους, αλλά και το βίο και την πολιτεία τους διακηρύττουν πως δεν θέλουν καθόλου να του μοιάζουν…
Μοιάζει αντίθετα με όλους τους «ελάχιστους αδελφούς» του. Τους ταπεινωμένους και καταφρονεμένους της Γης. Τους ανάπηρους και ρακένδυτους, τους αιχμάλωτους και τους σκλαβωμένους. Μοιάζει με τους άρρωστους και τους φυλακισμένους. Ακόμη και τους έγκλειστους σε φυλακές υψίστης ασφαλείας. Γιατί κι αυτός φυλακίστηκε και καταδικάστηκε να πεθάνει με ατιμωτικό θάνατο. Και είναι αυτός ,που πάνω απ’ τον οδυνηρό σταυρικό του θρόνο έδωσε χάρη στο συσταυρωμένο του ληστή.
Είναι δε χαρακτηριστικό ότι αυτοί, που τον σταύρωσαν δεν ήταν κάποιοι σαν αυτούς, που η καθωσπρέπει κοινωνία χαρακτηρίζει ως κακούργους και δολοφόνους, αλλά η αφρόκρεμα της καθωσπρέπει κοινωνίας: Το νομικό και θρησκευτικό κατεστημένο. Γεγονός, που σημαίνει ότι, αφού σταύρωσαν τον ίδιο το Θεό, το έγκλημά τους μαρτυρεί ότι είναι οι κακουργότεροι μεταξύ των κακούργων. Μπροστά στην κακουργία των οποίων όλοι οι άλλοι κακούργοι μοιάζουν ψιλικατζήδες του είδους.
Όπως βέβαια συνένοχος για το σταυρικό θάνατο του Χριστού είναι και ο εκπρόσωπος της πολιτικής εξουσίας Πιλάτος. Ο οποίος, παρότι κατάλαβε ότι ήταν αθώος και ότι από φθόνο επιζητούσαν το θάνατό του, τους τον παρέδωσε, για να τον σταυρώσουν. Όπως συμβαίνει και στις μέρες μας με τους Ιρακινούς και τους Αφγανούς, τους Παλαιστίνιους, τους Λίβυους, τους Σύρους και τόσους άλλους. Που σταυρώνονται, χρόνια τώρα, απ’ τους αρχιτρομοκράτες, γραμματείς και φαρισαίους των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ. Με πρόσχημα την τρομοκρατία ή τα χημικά και πυρηνικά όπλα, που δεν διαθέτουν. Την ίδια στιγμή, που ο Πιλάτος ΟΗΕ «νίπτει», υποκριτικά και ξεδιάντροπα «τας αιμοσταγείς χείρας» του.
Όμως συνένοχος ήταν και ο όχλος, που πριν από λίγες μέρες, του φώναζε «ωσαννά», ενώ μπροστά στο πραιτώριο απαιτούσε «άρον-άρον» τη σταύρωσή του. Κι όχι μόνο όχλος, αλλά και οι ίδιοι οι μαθητές του. Μεταξύ των οποίων δεν είναι μόνο ο Ιούδας, που τον πρόδωσε ή ο Πέτρος, που τον αρνήθηκε, αλλά και οι υπόλοιποι, που τον εγκατέλειψαν…
Όπως συνένοχοι για το σταυρικό θάνατο του Χριστού είμαστε κι εμείς, που στις εκκλησιές μας διεκτραγωδούμε τα πάθη τού Χριστού απ’ τους γραμματείς και φαρισαίους και παράλληλα με ύμνους και κηρύγματα κατακεραυνώνουμε την προδοσία του Ιούδα, ενώ την ίδια στιγμή μπορεί να είμαστε χειρότεροι προδότες και αρνητές και σταυρωτές. Όταν σαν τους όχλους, φωνάζουμε το «άρον-άρον σταύρωσον αυτούς» για πολλούς αθώους συνανθρώπους μας. Κι όχι μόνο για τους «ελάχιστούς αδελφούς» του Χριστού, αλλά και για τον ίδιο το λαό μας και την πατρίδα μας. Στο βαθμό που επιδοκιμάζουμε τους σταυρωτές, που σχεδίασαν και έστησαν σε βάρος του λαού μας και της πατρίδας μας την αγχόνη του χρέους και της γενοκτονίας. Και στηρίζουμε και υποστηρίζουμε τους ντόπιους πολιτικούς και πνευματικούς εφιάλτες, που στηρίζουν και υποστηρίζουν τους νομικούς και οικονομικούς δολοφόνους μας…
παπα-Ηλίας
https://papailiasyfantis.wordpress.com
e mail: yfantis.lias@gmail.com

Στην Παραβολή των Δέκα παρθένων



Στην παραβολή των Δέκα παρθένων είναι αφιερωμένη η αποψινή βραδιά, που ψάλλεται ο όρθρος της Μεγ. Τρίτης. Τί σχέση έχει η παραβολή των Δέκα παρθένων με τη Μεγ. Εβδομάδα; Γιατί γίνεται ιδιαίτερη μνεία γι’ αυτήν κατά τη Μεγ. Εβδομάδα;

     Ένας λόγος: Την παραβολή αυτή είπε ο Χριστός λίγο πριν από το εκούσιο Πάθος. Η τελευταία διδασκαλία του Χριστού πριν από το Μυστικό Δείπνο περιέχεται στο 25ο κεφάλαιο του κατά Ματθαίον Ευαγγελίου, και είναι καθαρά εσχατολογική. Αναφέρεται στη βασιλεία των ουρανών και στη δευτέρα παρουσία του Χριστού. Στην αρχή είναι οι δύο γνωστές και συγγενείς παραβολές: η παραβολή των Δέκα παρθένων (Ματθ. 25,1-13) και η παραβολή των ταλάντων, ή μάλλον του κρύψαντος το τάλαντον (Ματθ, 25,14-30). Και ακολουθεί η γνωστή περικοπή της μελλούσης κρίσεως (Ματθ. 25,31-46). Το βράδυ της Μεγ, Δευτέρας οι ύμνοι μιλάνε και για τα τρία αυτά, και για την παραβολή των Δέκα παρθένων, και για την παραβολή του κρύψαντος το τάλαντον και για την περικοπή της μελλούσης κρίσεως.


      Περισσότερο μιλάνε οι ύμνοι για την παραβολή των Δέκα παρθένων. Αυτό δε γίνεται και για έναδεύτερο λόγο. Στην παραβολή ακούγεται η κραυγή: «Ιδού ο Νυμφίος έρχεται, εξέρχεσθε εις απάντησιν αυτού» (Ματθ. 25,6). Και στις πρώτες μέρες της Μεγ. Εβδομάδας ακούγεται η ίδια κραυγή: «Ιδού ο Νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός». Ακολουθίες του Νυμφίου λέγονται οι ακολουθίες των τριών πρώτων ημερών. Έρχεται ο Νυμφίος. Ο Νυμφίος της παραβολής έρχεται, για να μπει στο νυμφώνα και να γίνουν οι γάμοι. Και ο Νυμφίος Χριστός έρχεται την εβδομάδα αυτή, για να μπει θριαμβευτικά στο Νυμφώνα του ουρανού. Έρχεται να δώσει τη μάχη, για ν’ ανοίξει ο κλειστός νυμφώνας στους ανθρώπους. Έρχεται! Καλούμεθα να τον υπαντήσουμε, να τον υποδεχτούμε.


      Αλλά και για τρίτο λόγο γίνεται μνεία της παραβολής των Δέκα παρθένων απόψε. Ο Χριστός είναι ο Νυμφίος. Χρειάζεται πίστη για να το δεχθεί κανείς αυτό. Γιατί; Μπροστά μας τις μέρες αυτές βλέπουμε πληγωμένο και βασανισμένο το πρόσωπο του Χριστού, του Νυμφίου. Ο προφήτης Ησαΐας, 800 χρόνια προ Χρίστου, είδε με καταπληκτική ενάργεια όλα τα πάθη του Σωτήρος, και στην περίφημη προφητεία του 53ου κεφαλαίου του βιβλίου του, που την ακούμε το πρωί της Μεγ. Παρασκευής, παρουσιάζει αυτή την παραμόρφωση του προσώπου του Μεσσία, του πάσχοντος Λυτρωτή: «Και είδομεν αυ­τόν, και ουκ είχεν είδος ουδέ κάλλος» (Ησ. 53,2).


      Ένας που γνωρίζει το θεϊκό μεγαλείο, το άρρητο κάλλος και την απερίγραπτη ομορφιά του Λόγου του Θεού, του θεανθρώπου Ιησού, βλέποντάς τον το πρωί της Μεγ. Παρασκευής ραπισμένο, πληγωμένο, μαστιγωμένο, ματωμένο, θα μπορούσε ν’ αναφωνήσει: – Πω, πω! Πώς έγινε έτσι το ωραιότερο πρόσωπο τού κόσμου! Είναι και τούτο ένα στάδιο της ταπεινώσεως, της κενώσεως του Θεού Λόγου. Ταπείνωσε τον εαυτό του. Τον κατέβασε στη γη από τον ουρανό. Του φόρεσε την ανθρώπινη σάρκα. Τον περιτύλιξε μέσα στα άχυρα του σταύλου. Και τώρα η ταπείνωση πάλι τον περιτυλίγει μέσα στα αίματα και στον πόνο. Πω, πω! Πώς καταδέχτηκε να γίνει για μας ο Νυμφίος Χριστός!


     Κι όμως δεν παύει να είναι ο ωραιότερος Νυμφίος του κόσμουΣτο Ψαλτήρι εμφανίζεται ασύγκριτη η ομορφιά του: «Ωραίος κάλλει παρά τους υιούς των ανθρώπων» (Ψαλμ. 44,2).



Η παραβολή των Δέκα παρθένων


      Είπαμε τους τρεις λόγους, για τους οποίους η αποψινή βραδυά είναι αφιερωμένη στην παραβολή των Δέκα παρθένων.


     Είναι γνωστή η παραβολή. Μιλάει για δέκα παρθένες. Περιμένουν νάρθει ο νυμφίος, κατά τη συνήθεια που είχαν τότε. Ο νυμφίος στη περίπτωση εκείνη καθυστέρησε και θα έφθανε τη νύχτα για να παραλάβει τη νύμφη. Οι παρθένες κόρες τον περίμεναν με λαμπάδες αναμμένες λίγο πιο πέρα από το νυφικό σπίτι, να τον υποδεχθούν. Οι λαμπάδες ήταν τότε λυχνάρια, που άναβαν μόνο με λάδι. Αν σωνόταν το λάδι, έσβηναν οι λαμπάδες.


     Από τις δέκα παρθένες οι πέντε ήταν συνετές, μυαλωμένες. Μαζί με το λυχνάρι τους, τη λαμπάδα τους, πήραν και λάδι, να τροφοδοτούν τη λαμπάδα. Οι πέντε άλλες ήταν ανόητες, ασύνετες, άμυαλες, επιπόλαιες. Πήραν τη λαμπάδα χωρίς λάδι.


     Οι ώρες περνούσαν, ο νυμφίος αργούσε. Και νύσταξαν και έπεσαν να κοιμηθούν. Κατά τα μεσάνυχτα ακούστηκε φωνή. Ο αγγελιοφόρος προειδοποιεί: «Ιδού ο νυμφίος έρχεται…». Πετάχτηκαν και οι δέκα. Οι πέντε μυαλωμένες άναψαν τις λαμπάδες τους. Έτοιμες για την υποδοχή. Οι άμυαλες όμως! Πώς ν’ ανάψει το λυχνάρι τους; Λάδι δεν είχαν. Πώς να βρουν τελευταία στιγμή; Να πάρουν από τις άλλες πέντε; Δεν μπορούσαν, γιατί δεν θάφτανε για το δικό τους λυχνάρι το λάδι που θα τους έμενε. Να πάνε ν’ αγοράσουν; Άραγε θα προλάβουν; Μα δεν μπορούν να κάνουν τίποτε άλλο. Τρέχουν ν’ αγοράσουν.


      Ο νυμφίος όμως πλησιάζει. Οι πέντε σοφές τον υποδέχονται με αναμμένη τη λαμπάδα. Μπαίνουν μαζί του στο νυμφώνα. Μαζί στο γαμήλιο πανηγύρι, στη μεγάλη χαρά. Σε λίγο, να και φτάνουν, ασθμαίνουσες και καταϊδρωμένες, οι πέντε ασύνετες και άμυαλες. Προχωρούν να μπουν. Μα βρίσκουν κατάκλειστη την πόρτα. Χτυπάνε. Ξαναχτυπάνε. Μα απόκριση καμιά. Φωνάζουν με αγωνία: «Κύριε, Κύριε άνοιξον ημίν». Κι ακούγεται η απόκριση από μέσα. Απόκριση αυστηρή, απόλυτη, τραγική: «Αμήν λέγω υμίν, ουκ οίδα υμάς». Δεν σάς ξέρω… Μια για πάντα έξω από το νυμφώνα. (Αρχιμ. Δανιήλ Γ. Αεράκη, «Στη Μεγάλη Εβδομάδα»).



Tον νυμφώνα Σου βλέπω, Σωτήρ μου, κεκοσμημένον 
και ένδυμα ουκ έχω, ίνα εισέλθω εν αυτώ˙ 
λάμπρυνόν μου την στολήν της ψυχής, 
Φωτοδότα, και σώσον με.

το είδαμε εδώ

ΜΕΛΗ ΤΗΣ Μ. ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΠΑΤΡΩΝ ΝΙΚΟΔΗΜΟ (1915-2008)


Με την ευκαιρία του Έτους Μητροπολίτου Πατρών Νικοδήμου Βαλληνδρά (1915-2015/100 χρόνια από την γέννησή του), παραθέτουμε εδώ μέλη της Μ. Εβδομάδος όπως τα έψαλε ο μακαριστός Μητροπολίτης, τα οποία προέρχονται από το προσωπικό αρχείο του Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου. 


"Πάσα Πνοή", ήχος α', μέλος Νικολάου Πρωτοψάλτου Σμύρνης. 


"Ερχόμενος ο Κύριος προς το εκούσιον πάθος", ιδιόμελον Όρθρου Μ. Δευτέρας, ήχος α', μέλος Κωνσταντίνου Πρίγγου, Άρχοντος Πρωτοψάλτου της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας. Ζωντανή ηχογράφηση από τον Μητροπολιτικό Ναό Ευαγγελιστρίας Πατρών.


 "Εν ταις λαμπρότησι", ήχος α', μέλος Νικολάου Πρωτοψάλτου Σμύρνης


Μεγάλη Δευτέρα


nymfiosΧθες, αγαπητοί μου, μιλήσαμε για το θαύμα της ξηρανθείσης συκής, πού είναι σύμβολο του ανθρώπου ή του λαού πού δεν έχει να παρουσίαση καρπούς. Συνεχίζουμε τώρα.  Ο Χριστός τη νύχτα της Μεγάλης Δευτέρας βγήκε πάλι έξω από τα Ιεροσόλυμα, βρήκε ένα τόπο έρημο, και εκεί διανυκτέρευσε με τους μαθητές του. Το πρωΐ της Τρίτης επέστρεψε στην πόλη.
Ανέβηκε στο ναό του Σολομώντος και στάθηκε στο προαύλιο. Εκεί τον περίμενε λαός, που διψούσε να ακούσει τα θεϊκά του λόγια. Τον περίμεναν όμως και εχθροί. Εχθροί του Χριστού ήταν τα τρία μεγάλα κόμματα που κυριαρχούσαν τότε στην δημοσία ζωή. Το ένα κόμμα ήταν οι Ηρωδιανοί, το δεύτερο οι Σαδδουκαίοι, και το τρίτο οι Φαρισαίοι. Όπως σήμερα έχουμε κόμματα που διαιρούν το λαό, έτσι και την εποχή εκείνη. Και δυστυχώς τα κόμματα δεν θα εκλείψουν όσο διαρκεί αυτή ή ζωή.
Οι Ηρωδιανοί ήταν οι άνθρωποι του Ηρώδου, του βασιλέως της Ιουδαίας τον οποίο είχε εγκαταστήσει η ρωμαϊκή εξουσία ήταν φίλοι του Καίσαρα. Οι Σαδδουκαίοι ήταν τρόπον τινά οι υλιστές της εποχής εκείνης δεν παρεδεχόντουσαν  την αθανασία της ψυχής και την ανάσταση των νεκρών, και έλεγαν ότι ό άνθρωπος ψοφάει όπως το ζώο. Οι δε Φαρισαίοι καυχόντουσαν για τις αρετές τους θεωρούσαν τον εαυτό τους ως την αφρόκρεμα της κοινωνίας, και περιφρονούσαν τους άλλους ως αμαρτωλούς.
Τρία κόμματα. Είχαν διαφωνίες, μισούσε το ένα το άλλο, αλλά —περίεργο πράγμα σ' ένα σημείο συμφωνούσαν. Όπως και σήμερα τα κόμματα διαφωνούν μέσα στη βουλή, αλλά σ' ένα σημείο είναι όλα σύμφωνα, από την άκρα δεξιά μέχρι την άκρα αριστερά συμφωνούν στο να βάλλουν εναντίον της αγίας μας πίστεως. Έτσι και τότε τα τρία κόμματα συμφωνούσαν στο να εξοντώσουν το Χριστό. και ναι μεν δεν μπορούσαν να τον συλλάβουν άπ' ευθείας, γιατί ήταν αγαπητός στο λαό, συμμάχησαν όμως αύτη τη φορά κατ' άλλο τρόπο. Προσπάθησαν να τον συλλάβουν στο λόγο.
Τι έκαναν δηλαδή. Ετοίμασαν ερωτήσεις, στις οποίες νόμιζαν ότι ό Χριστός δέ' θα μπόρεση ν' απάντηση, θα τον μπλέξουν και θα κλονίσουν το κύρος του ως διδασκάλου, ως ραβί του Ισραήλ. Έκαναν ό,τι κάνουν στα δικαστήρια οΐ δικηγόροι, πού νύχτες ολόκληρες ετοιμάζουν ερωτήσεις, και την ώρα της δίκης περιπλέκουν μ' αυτές τον αθώο και τον εξευτελίζουν, ότι τάχα δεν έχει το δίκαιο. Έτσι σχεδίαζαν κι αυτοί να κάνουν στο Χριστό. Ποιοι; Οι νάνοι!
Ήθελαν οι νάνοι να τα βάλουν με το γίγαντα Τι λέω γίγαντα, με το Θεό, με τον Υιό και Λόγο του Θεού. Ήθελαν οι πυγολαμπίδες να τα βάλουν με τον ήλιο, τον άδυτο ήλιο, πού είπε ότι «Εγώ ειμί ή οδός και ή αλήθεια και ή ζωή» .Απ' όλο το ευαγγέλιο πού ακούσαμε (Ματθ. 22,1523,39) ας στρέψουμε την προσοχή μας στις ερωτήσεις τους. Θέλετε να μάθετε τις ερωτήσεις; Μία, δύο, τρεις. Η πρώτη ερώτησης είναι των Ηρωδιανών. Τι λένε οι Ήρωδιανοί;
Πλησίασαν με πονηρία και του λένε Διδάσκαλε, ξέρουμε ότι λες πάντα την αλήθεια του Θεού και δεν υπολογίζεις κανένα. Πες μας λοιπόν, πρέπει να πληρώνουμε φόρους στο δημόσιο; Πονηρά ή έρώτησις. Πάντοτε οι λαοί αναστενάζουν κάτω από φόρους. Εάν καταργηθούν οΐ φόροι, μεγάλη ανακούφιση θα αισθανθούν οι άνθρωποι. είναι βαρύτατοι οι φόροι πού επιβάλλουν όλα τα κράτη, και μάλιστα τα σημερινά για τους εξοπλισμούς. Αυτοί λοιπόν ερωτούν πονηρά, «Να πληρώνουμε φόρους στη Ρώμη;», και θέτουν τον Κύριο προ διλήμματος.
Αν ό Χριστός απαντούσε ότι πρέπει να πληρώνουν, θα έλεγαν Αυτός είναι εναντίον του έθνους, θέλει να δουλεύει ό λαός μας σαν σκλάβος στο κατεστημένο, στους Ρωμαίους αυτοκράτορες, εμείς περιμέναμε απ' αυτόν μεγάλα συνθήματα, και τώρα βλέπουμε να συμβιβάζεται μην τον ακούτε λοιπόν. .. "Αν πάλι έλεγε να μην πληρώνουν, τότε θα έτρεχαν στον Ηρώδη και στον Πιλάτο και θα τους έλεγαν Αυτός είναι εναντίον του κράτους, κάνει ανταρσία, συλλάβετε τον... Δύσκολη ή απάντησης.
Ο Χριστός Τι απήντησε; —Δείξτε μου, λέει, ένα νόμισμα απ' αυτά πού κυκλοφορούν. Του έδειξαν ένα δηνάριο. Τους έρωτα. Τίνος είναι ή εικόνα και ή επιγραφή πού φέρει; (πάντοτε πάνω στα νομίσματα, όπως και σήμερα στις χρυσές λίρες Αγγλίας, υπάρχουν σκαλισμένες οι εικόνες των βασιλέων και τα γράμματα του κράτους). Του απαντούν. Του Καίσαρος. Ε λοιπόν, τους λέει, χρησιμοποιώντας το νόμισμα αναγνωρίζετε την εξουσία του καίσαρας. συνεπώς, δώστε στον καίσαρα ότι του χρωστάτε, και στο Θεό δώστε ό,τι του χρωστάτε.
«Απόδοτε ουν τα καίσαρας καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ» (έ.ά. 22,21). Δεν είναι του παρόντος ν' αναπτύξουμε Τι μεγάλα νοήματα περικλείει αυτή ή απάντηση του Χριστού για τις σχέσεις Εκκλησίας και κράτους. Έτσι οι Ηρωδιανοί αποστομώθηκαν. Έρχονται τώρα οι Σαδδουκαίοι, πού δεν πίστευαν σε άλλη ζωή και σε ύπαρξη πνεύματος. Αυτοί με την ερώτηση τους κάνουν μία φανταστική υπόθεση της αισχράς διανοίας τους. Διδάσκαλε, λένε, θέλουμε να μας λύσης ένα πρόβλημα.
Ένας άντρας πήρε μια γυναίκα, αλλά πέθανε άτεκνος. Σύμφωνα με μια διάταξη του μωσαϊκού νόμου, επιτρέπετο τότε ή γυναίκα να πάρη τον αδελφό του άτέκνου. Παντρεύτηκε λοιπόν το δεύτερο αδελφό του, αλλά τίποτα πεθαίνει και αυτός άτεκνος. Παίρνει τον τρίτο αδελφό κι αυτός άτεκνος. Παίρνει τον τέταρτο τίποτα. Παίρνει τον πέμπτο, παίρνει τον έκτο, παίρνει τον έβδομο τίποτα. Όλοι πέθαναν άτεκνοι. Στον άλλο κόσμο τώρα, πού πιστεύετε εσείς, Τι θα γίνει; τίνος γυναίκα θα είναι; Αυτά τα εφτά αδέρφια θα μαλώνουν για αυτή τη μια γυναίκα; Γιατί όλοι την είχαν σύζυγο.
Κι ό Χριστός τους άπαντα. «Πλανάσθε μη ειδότες τάς γραφάς μηδέ την δύναμιν του Θεού» (έ.ά. 22,29). Στον άλλο κόσμο, εκεί πλέον θα δημιουργηθούν νέες συνθήκες εκεί δέ' θα υπάρχει αρσενικό και θηλυκό γένος, εκεί δέ' θα υπάρχει άντρας και γυναίκα. Εκεί θα είναι κάτι άλλο θα υποστούν αλλοίωση, μια μεταμόρφωση τα πρόσωπα των ανθρώπων, και θα ζούνε πλέον ζωή πνευματική θα ζουν όπως οι άγγελοι στον ουρανό. Γάμοι, συνοικέσια και διαζύγια δέ' θα υπάρχουν εκεί. Όλα αυτά, οι αδυναμίες αυτές πού παρουσιάζονται εδώ στη γη, δέ' θα υπάρχουν εκεί. Αποστομώθηκαν και αυτοί.
Τέλος έρχεται ή σειρά των Φαρισαίων. Αυτοί Τι έκαναν; Κάθονταν και ψιλοκοσκίνιζαν το νόμο του Μωϋσέως και λεπτολογούσαν γύρω από τις διατάξεις των ραβίνων. Έτσι είχαν φτιάξη εκατοντάδες εντολές, ένα πλήθος διατάξεις, ολόκληρο κατάλογο εντολών, 618 και πλέον εντολές! Ή πολυνομία όμως, όπως είναι φυσικό, επιφέρει σύγχυση. Διεπληκτίζοντο λοιπόν μεταξύ τους, ποια από τις αμέτρητες αυτές εντολές είναι ή μεγαλύτερη και σπουδαιότερη.
Και αυτό ήταν το ερώτημα πού υπέβαλε ένας άπ' αυτούς στο Χριστό. Διδάσκαλε, ποια είναι ή μεγαλύτερη εντολή του νόμου; και ό Χριστός του απήντησε, Μεγαλύτερη εντολή είναι ή εντολή της αγάπης προς τον Θεό και αγάπης προς τον πλησίον. Έτσι αποστομώθηκαν και αυτοί. 'Αφού ό Χριστός τους αποστόμωσε, στη συνέχεια περνάει στην αντεπίθεση και ρωτάει τους Φαρισαίους. Δέ' μου λέτε, ό Χριστός τίνος υιός είναι; —Ό Χριστός, λένε, είναι υιός του Δαβίδ, κατάγεται απ' το Δαβίδ.
Ναι, άλλ' αφού είναι απόγονος του Δαβίδ, πώς ό Δαβίδ τον λέει Κύριο και μάλιστα «εν Πνεύματι», φωτιζόμενος δηλαδή από το άγιο Πνεύμα; (έ.ά. 22,43) Τον έχει απόγονο, και τον ονομάζει Κύριο, πώς είναι δυνατόν; Πώς μπορεί να είναι και απόγονος και Κύριος; Πάνε μαζί αυτά τα πράγματα;... Κανένας τους δε' μπορούσε ν' απάντηση. αποστομώθηκαν, κι από την ήμερα εκείνη δεν τόλμησε πλέον κανείς να του θέση τέτοια ερωτήματα. αποστομώθηκαν και δε' μπορούσαν ν' απαντήσουν, διότι το πρόβλημα αυτό λύνεται μόνο αν παραδεχθούμε ότι ό Χριστός είναι Θεός.
Αυτοί όμως έπ' ουδενί λόγω μπορούσαν να δεχθούν ότι ό Χριστός είναι Θεός. Έτσι έπαψαν να τον ενοχλούν. Ό Χριστός, αδελφοί μου, απεστόμωσε τους εχθρούς του. Δε' θα μπορούσε λοιπόν, με τη θεία δύναμη του, ν' αποφυγή και την σύλληψη κα! το σταυρό; Ασφαλώς. Παρ' όλα αυτά δεν αποφεύγει το ποτήριο. Ενσυνείδητος και εκουσίως βαδίζει προς τη θυσία υπέρ ημών.

Ακολουθόντας τον Νυμφίο .Πορεία προς το Πάθος

“Ιδού ο Νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός και μακάριος ο δούλος ον ευρήσει γρηγορούντα, ανάξιος δε πάλιν, ον ευρήσει ραθυμούντα. Βλέπε ουν ψυχή μου, μη τω ύπνω κατενεχθής, ίνα μη τω θανάτω παραδοθείς και της βασιλείας έξω κλεισθής. Αλλά ανάνηψον κράζουσα, Άγιος, Άγιος, Αγιος ει ο Θεός ημών. Δια της Θεοτόκου ελέησον ημάς”.
Από σήμερα εισερχόμαστε στην Αγία και Μεγάλη Εβδομάδα στην ιερότερη εορτολογική περίοδο του έτους. Ονομάστηκε δε έτσι, όπως τονίζει ο ιερός Χρυσόστομος, όχι για τη χρονική διάρκεια των ημερών της, αλλά εξαιτίας των μεγάλων σωτηριολογικών γεγονότων που έλαβαν χώρα κατ’ αυτήν για τη σωτηρία του πεσόντος ανθρώπου.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας καθιέρωσαν την Αγία και Μεγάλη Εβδομάδα των Παθών του Κυρίου και Θεού μας Ιησού Χριστού ως σπουδαιότατο σταθμό πλουσίου πνευματικού ανεφοδιασμού των ψυχών των πιστών. Τα Άγια και Σεπτά Πάθη του Χριστού μας ελάχιστες ψυχές ανθρώπων αφήνουν ασυγκίνητες. Μόνο οι πωρωμένες από την αμαρτία και το κακό ψυχές παραμένουν απαθείς τις άγιες αυτές ημέρες. Το μεγάλο πλήθος των ανθρώπων, οι οποίοι μάλλον θα μπορούσε κάποιος να τους χαρακτηρίσει αδιάφορους, αυτές τις άγιες ημέρες κατακλύζει τους ναούς με τη “Σύνοψη” στο χέρι για να σιγοψάλλει μαζί με τους ψάλτες τους ύμνους των ιερών ακολουθιών.
Πρέπει να επισημάνουμε σε αυτούς που δεν γνωρίζουν την εκκλησιαστική τάξη, πως η Εκκλησία μας έχει καθιερώσει τη Μ. Εβδομάδα να ψάλλεται ο Όρθρος της ημέρας το προηγούμενο βράδυ, π.χ. ο Όρθρος της Μ. Δευτέρας ψάλλεται το βράδυ της Κυριακής, ο Όρθρος της Μ. Τρίτης το βράδυ της Μ. Δευτέρας κ.ο.κ. Αυτό γίνεται για να μπορούν οι εργαζόμενοι πιστοί να παρακολουθούν τις ιερές ακολουθίες.
Αποφασίσαμε να δημοσιεύουμε κάθε μέρα της Μ. Εβδομάδος ένα άρθρο που σκοπό θα έχει να εισάγει τους ακροατές στο σωτηριολογικό νόημα των αγίων ημερών. Τη σειρά αυτή την ονομάσαμε “Πορεία προς το Θείο Πάθος”,επειδή και η δομή της Μεγάλης Εβδομάδος είναι ακριβώς η αναπαράσταση της τελευταίας εβδομάδος της επί γης παρουσίας του Χριστού μας και κάθε ημέρα “μνείαν ποιούμεθα”, όπως αναφέρει το ιερό συναξάρι, κάποιου από εκείνα τα σωτήρια γεγονότα. Τη Μεγάλη Δευτέρα τιμάμε μια μεγάλη προσωπικότητα της Π.Δ. τον Ιωσήφ τον Πάγκαλο, ο οποίος είναι ο ίδιος, με τα άδικα παθήματά του, τύπος του Χριστού και επίσης ενθυμούμαστε το γεγονός της “ξηρανθείσης συκής” από τον Κύριο. Τη Μεγάλη Τρίτη ενθυμούμαστε την παραβολή των Δέκα Παρθένων που έχει υψίστη σημασία για τη σωτηρία μας. Την Μ. Τετάρτη τιμάμε τη μετάνοια της αμαρτωλής γυναικός, η οποία άλειψε με μύρο από ευγνωμοσύνη τα πόδια του Κυρίου, λίγο πριν το Πάθος Του. Τη Μ. Πέμπτη εορτάζουμε τα σωτήρια γεγονότα που συνέβηκαν κατά τη διάρκεια του Μυστικού Δείπνου, τον ιερό Νιπτήρα, την παράδοση της Θείας Ευχαριστίας, την Αρχιερατική Προσευχή του Κυρίου και την Προδοσία του Ιούδα. Την Μ. Παρασκευή προσκυνούμε τα άγια και σωτήρια και φρικτά Πάθη του Κυρίου μας και το Μ. Σάββατο τιμάμε τη θεόσωμο Ταφή του Κυρίου μας και την εις Άδου Κάθοδόν Του.
Οι άγιοι Πατέρες στόλισαν τη Μ. Εβδομάδα με υμνολογικό περιεχόμενο υψίστης ποιητικής και μουσικής αξίας. Η υμνολογία της Μ. Εβδομάδος αποτελεί το απόγειο της παγκοσμίου ποιήσεως. Ποια ανθρώπινη καρδιά δεν μένει ασυγκίνητη στο άκουσμα του “Ιδού ο Νημφίος έρχεται”, η του “Σήμερον Κρεμάται επί ξύλου”, ή του “Εξέδυσάν με τα ιματιά μου” ή του “Η Ζωή εν τάφω”;
Σήμερα θα σχολιάσουμε το νόημα της Μεγάλης Δευτέρας. Όπως προαναφέραμε, την πρώτη ημέρα της Μεγάλης Εβδομάδος τιμάμε τον Ιωσήφ τον Πάγκαλο, το γιο του Ιακώβ, τον οποίο πούλησαν, εξαιτίας μεγάλου φθόνου, τα αδέλφια του ως δούλο στην Αίγυπτο. Η πολύπαθη ιστορία του μας είναι λίγο πολύ γνωστή. Η φιλήδονη γυναίκα του Πεντεφρή, αυλικού του Φαραώ, αφού δεν μπόρεσε να τον παρασύρει στην!αμαρτία της μοιχείας, τον συκοφάντησε και τον έριξαν στη φυλακή. Μετά την εξήγηση των περιέργων ονείρων του Φαραώ κατέστη αντιβασιλέας της μεγάλης χώρας της Αιγύπτου. Συνάντησε τους αδελφούς του, τους οποίους όχι μόνο δεν τα τιμώρησε, αλλά τους ευεργέτησε και τους εγκατέστησε στο πιο έφορο μέρος της Αιγύπτου, προκειμένου να ζήσουν ευτυχισμένοι. Τη Μεγάλη Δευτέρα προβάλλεται η υπέροχη μορφή του Παγκάλου Ιωσήφ, γιατί αυτός σύμφωνα με τους Πατέρες της Εκκλησίας μας, αποτελεί προτύπωση και εικόνα του Χριστού. Όπως ο Κύριος υπέφερε άδικα εξαιτίας της ανθρώπινης κακίας, το ίδιο και εκείνος υπέφερε εξαιτίας της κακίας των αδελφών του και έδειξε όπως και ο Χριστός απέραντη ανεξικακία. Επίσης την ημέρα αυτή κάνουμε ανάμνηση του διδακτικού γεγονότος της ξηρανθείσης συκής από τον Κύριο πο συνέβηκε σύμφωνα με τα ιερά Ευαγγέλια την επομένη ημέρα της θριαμβευτικής Του εισόδου στην Ιερουσαλήμ. Μη βρίσκοντας καρπό στο δένδρο το καταράστηκε και αυτό αμέσως ξεράθηκε, θέλοντας να μας διδάξει με τον τρόπο αυτό, πως και εμείς αν δεν παράγουμε πνευματικούς καρπούς, μας περιμένει ο αιώνιος θάνατος! Επίσης η άκαρπος συκή συμβολίζει και την ιουδαϊκή Συναγωγή, και γενικότερα την ιουδαϊκή θρησκεία, η οποία δεν είχε πλέον να παρουσιάσει καμιά πνευματική υπηρεσία στο λαό, μάλλον αρνητικές υπηρεσίες προσέφερε και γι’ αυτό στηλιτεύτηκε έντονα από τον Κύριο. Οι άγιοι Πατέρες όρισαν να κάνουμε μνεία την Μ. Δευτέρα αφ’ ενός μεν του δικαίου Ιωσήφ και αφ’ ετέρου του γεγονότος της ξηρανθείσης συκής για να μιμηθούμε και εμείς τον Πάγκαλο Ιωσήφ στην αρετή και να αποφύγουμε την άκαρπη συκή και να στολισθούμε με αρετές και πνευματικούς καρπούς, προκειμένου να ακολουθήσουμε τον Κύριο στο σωτήριο Πάθος Του.
Υπέροχη είναι πραγματικά η υμνολογία της Μ. Δευτέρας, η οποία έχει ως στόχο να εισαγάγει τους πιστούς στο κατανυκτικό και πένθιμο κλίμα της εβδομάδος των Παθών του Κυρίου. Η ακολουθία του Όρθρου αρχίζει με το υπέροχο και πασίγνωστο τροπάριο “Ιδού ο Νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός…”. Ακολουθούν τα καθίσματα “Τα πάθη τα σεπτά…” , “Αόρατε κριτά…” και “Των παθών του Κυρίου τας απαρχάς…” εισαγωγικά του Θείου Πάθους. Μετά την ανάγνωση του ιερού Ευαγγελίου ψάλλεται ο περίφημος κανόνας “Τω την άβατον κυμαινομένην θάλασσαν…” ποίημα του αγίου Κοσμά του Μελωδού. Παρεμβάλλεται το γνωστό κοντάκιο “Ο Ιακώβ ωδύρετο του Ιωσήφ την στέρησιν…”. Ακολουθεί το κατανυκτικότατο εξαποστειλάριο “Τον νυμφώνα σου βλέπω Σωτήρ μου κεκοσμημένον…”. Στους Αίνους ψάλλονται τα περίφημα τροπάρια, επίσης ποιήματα του αγίου Κοσμά, “Ερχόμενος ο Κύριος προς το εκούσιον πάθος…”, “Φθάσαντες, πιστοί, το σωτήριον πάθος Χριστού του Θεού…”. Στα υπέροχα τροπάρια των αποστίχων, ποιήματα και αυτά του αγίου Κοσμά, γίνεται μνεία του επεισοδίου με τους υιούς Ζεβεδαίου, οι οποίοι ζητούσαν πρωτοκαθεδρία στη βασιλεία του Χριστού. “Κύριε προς το μυστήριον το απόρρητον της σης οικονομίας…”, “Κύριε, τα τελεώτατα φρονείν τους οικείους παιδεύων μαθητάς, μη ομοιούσθε τοις έθνεσιν έλεγες…” και το δοξαστικό “Δευτέραν Εύαν την Αιγυπτίαν ευρών ο δράκων δια ρημάτων, έσπευδε κολακίαις υποσκελίσαι τον Ιωσήφ…”, αναφέρεται στο γεγονός του πάθους του Παγκάλου Ιωσήφ.
Είναι ανάγκη αγαπητοί φίλοι και φίλες αυτές τις ημέρες να διορθώσουμε την πορεία της ζωής μας, να στραφούμε στο δρόμο του Χριστού και να ακολουθήσουμε τα βήματά Του προς το Πάθος. Στην αντίθετη περίπτωση θα παραμείνουμε για μια ακόμα φορά αμέτοχοι των δωρεών που απορρέουν από τα εκούσια Παθήματα και τη Σταυρική Θυσία του Λυτρωτή μας Ιησού Χριστού. Ο ιερός υμνογράφος της Μ. Δευτέρας μας καλεί επιτακτικά “Δεύτε ουν και ημείς κεκαθαρμέναις διανίαις συμπορευθώμεν αυτώ και συσταυρωθώμεν και νεκρωθώμεν δι’ αυτόν ταις του βίου ηδοναίς, ίνα και συζήσωμεν αυτώ”. Και “Τη αυτού ευσπλαχνία συνεγείρη και ημάς νεκρωθέντας τη αμαρτία”.
ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ
Θεολόγου - Καθηγητού

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...