Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τρίτη, Απριλίου 07, 2015

«Εις τί η απώλεια αύτη;» (Μεγάλη Τετάρτη)

Η Μεγάλη Τετάρτη είναι αφιερωμένη σε δύο εκ διαμέτρου αντίθετες φυσιογνωμίες, δύο ψυχικές καταστάσεις, δύο πράξεις: μία γυναίκα έρχεται να αλείψει την κεφαλή του Ιησού με πανάκριβα μύρα κι ένας μαθητής, ο Ιούδας, προδίδει τον Διδάσκαλο. Αυτές οι δύο πράξεις δεν είναι ασύνδετες μεταξύ τους, γιατί ο ίδιος μαθητής διαμαρτύρεται γι’ αυτή την ολοφάνερη σπατάλη.
Το γεγονός μάς το διηγείται το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο (26: 6-16): «Του Ιησού γε­νομένου εν Βηθανία, εν τη οικία Σίμωνος του λεπρού, προσήλθεν αυτώ γυνή αλάβαστρον μύρου έχουσα βαρυτίμου και κατέχεεν επί την κεφαλήν αυτού ανακειμένου…». Οι μαθητές αγανάκτησαν. Γιατί τόση σπατάλη; Αυτό μπορούσε να πωληθεί και να δοθούν τα χρήματα στους φτωχούς. Ο Ιησούς απαντά επαινώντας την πράξη της γυναίκας: «Τους πτωχούς πάντοτε έχετε μεθ’ εαυτών, εμέ δε ου πάντοτε έχετε». Κι αν άλειψε το μύρο στο σώμα μου, το έκανε ως προτύπωση του ενταφιασμού μου. Τότε ο Ιούδας έφυγε για να συναντήσει τους ιερείς. «Τί μοι θέλετε δούναι, καγώ υμίν παραδώσω αυτόν;» Συμφώνησαν στα τριάντα αργύρια.
Ο Ιησούς επιδοκίμασε την πράξη της γυναίκας, καταρχάς μεν, επειδή προτύπωνε τον θάνατο και τον ενταφιασμό Του, και, εν συ­νεχεία, επειδή ήταν έκφραση μεγάλης αγάπης που νόμιμα απευθυνόταν προς Αυτόν που θα ήταν κοντά τους για λίγο μόνο ακόμη. Εμείς όμως μπορούμε να συμπεράνουμε κάτι για τη δική μας ζωή από τα λόγια του Ιησού; Φαίνεται πως ναι. Αφενός, ο Ιησούς επαινεί τη σπατάλη της γυναίκας λόγω κάποιων πολύ συγκεκριμένων συγκυριών: σωματικά και ορατά θα είναι για πολύ λίγο ακόμη κοντά τους, και η ταφή Του πλησιάζει. Τώρα όμως που οι συγκυρίες αυτές δεν υφίστανται πια, το δικό μας καθήκον είναι διαφορετικό. Χωρίς να έχουμε αντίρρηση στο να τίθενται η ομορφιά και τα πλούτη στην υπηρεσία του Θεού, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι την κεφα­λή την τιμούμε στο πρόσωπο των μελών του σώματος της που υποφέρουν. Θα ήταν προσβολή προς τον Θεό να κτίζουμε πολυτελείς εκκλησίες, αφήνοντας τους φτωχούς να πεθαίνουν από την πείνα.
Αφετέρου, το περιστατικό στη Βηθανία έχει σημασία ευρύτερη από την προσφορά ενός δοχείου με πολύτιμο μύρο. Μπορούμε να προσφέρουμε πλουσιοπάροχα στον Ιησού, αφιερώνοντάς Του όχι μόνο υλικά αγαθά, αλλά αγαθά άυλα: μια ζωή προσευχής και άσκησης, κάποια θυσία ακριβή μα φαινομενικά άχρηστη. Ο κόσμος θα διαμαρτυρηθεί, όπως και οι μαθητές στη Βηθανία: προς τι τόση σπατάλη, τόση απώλεια; Μια κανονική ζωή αφιερωμένη στους ανθρώπους δεν θα ήταν πιο χρήσιμη; Και, όμως, αυτές οι «άχρηστες αξίες» παραμένουν η ραχοκοκαλιά κάθε αληθινά ζωντανής πίστης. Εάν τελικά έχουμε χρέος να στραφούμε προς τη χειροπιαστή ή κραυγαλέα απόγνωση των συνανθρώπων μας, έχουμε κάθε δικαίωμα, όσον αφορά τον εαυτό μας, να χύσουμε το αόρατο μύρο στην κεφαλή του Ιησού, να «χάσουμε» δηλαδή (και στην πραγματικότητα να κερδίσουμε) το καλύτερο κομμάτι της ζωής μας.
Η καρδιά μας είναι το πρώτο μυροδοχείο που πρέπει να σπάσει μπροστά Του και για χάρη Του. Η περίπτωση του Ιούδα είναι τόσο τρομερή και τόσο σκοτεινή που δεν τολμούμε να διεισδύσουμε σ’ αυτή και να την εξηγήσουμε. Ας κρατήσουμε όμως μια φράση από την ακολουθία του Νυμφίου της Μεγάλης Τρίτης: «…καπηλεύων ο δεινός Ιούδας την φιλόθεον χάριν…». Είναι δυνατόν να καπηλευτούμε τη χάρη, αφού πρώτα έχουμε γεμίσει από αυτή. Και πόσοι δεν είναι οι χριστιανοί που στη διάρκεια της ζωής τους έχουν πει στο κυρίαρχο πάθος τους -τη σάρκα, το χρήμα, το εγώ-: «είμαι έτοιμος να πουλήσω τον Ιησού. Πες μου τι θα μου προσφέρεις κι εγώ θα σου τον παραδώσω».
(Lev Gillet, «Πασχαλινή κατάνυξη», εκδ. Ακρίτας)

Μια πόρνη διαμάντι! Αρχιμανδρίτης Δανιήλ Αεράκης

Μια πόρνη διαμάντι! Πέρασαν δυο χιλιάδες χρόνια, κι όμως εξακολουθεί το παράδειγμα της γυναίκας αυτής να προβάλλεται κάθε χρόνο τη Μεγ. Τρίτη το βράδυ. Την περίπτωσή της την απαθανάτισαν οι ιεροί Ευαγγελιστές, και μάλιστα ο Λουκάς (7,36-50). Για μια παρόμοια γυναίκα, που το σχετικό επεισόδιο το διασώζουν οι Ευαγγελιστές Ματθαίος (26,6-13) και Μάρκος (14,3-9), ο Κύριος προφήτευσε τη διάδοση του γεγονότος σε παγκόσμια κλίμακα «Αμήν λέγω υμίν, όπου εάν κηρυχθή το ευαγγέλιον τούτο εν όλω τω κόσμω, λαληθήσεται και ό εποίησεν αύτη εις μνημόσυνον αυτής» (Ματθ. 26,13). 

Η πόρνη γυναίκα, που με τη μετάνοιά της έλαμψε και λάμπει, είναι ανώνυμη. Το όνομά της άγνωστο, η πράξη της πασίγνωστη.
Γιατί η Εκκλησία την παρουσιάζει κατά τη Μεγ. Εβδομάδα; Το σχετικό «υπόμνημα του Τριωδίου» δίνει την έξης εξήγηση:
«Τη Αγία και Μεγάλη Τετάρτη της αλειψάσης τον Κύριον μύρω πόρνης γυναικός μνείαν ποιείσθαι οι θειότατοι Πατέρες εθέσπισαν, ότι προ του σωτηρίου πάθους μικρόν τούτο γέγονεν».
Πέρα από το λόγο αυτό, το χρονικό, υπάρχει και άλλος λόγος, πνευματικός. Στο πορτραίτο της γυναίκας εκείνης βλέπει κανείς τη φωτογραφία του. Τρεις λέξεις δεσπόζουν στη ζωή της γυναίκας. Τρεις λέξεις, που εκφράζουν τρεις πραγματικότητες: Αμαρτία – Δάκρυα – Άφεσις. Τρία στάδια της ζωής της: Το πρώτο το ζούμε όλοι, Το δεύτερο και το τρίτο λίγοι το έχουν ζήσει, Στα δύο πρώτα στάδια πρωταγωνιστεί ο άνθρωπος, δικοί του καρποί η αμαρτία και τα δάκρυα. Στο τρίτο, την άφεση, πρωταγωνιστεί ο Θεός,
Αμαρτία
Όποιος ισχυρισθεί ότι δεν έχει αμαρτίες, αυτός ζει με ψευδαισθήσεις, απατά τον εαυτό του, και δεν έχει σχέση με την αλήθεια. «Εάν είπωμεν ότι αμαρτίαν ουκ έχομεν, εαυ­τούς πλανώμεν και η αλήθεια ουκ έστιν εν ημίν» (Α΄ Ιωάν. 1,8). Η ψευδαίσθηση για έναν άρρωστο είναι το μεγάλο εμπόδιο, που του κλείνει το δρόμο προς το γιατρό και τη θεραπεία. Δυστυχώς ψευδαίσθηση έχουν πολλοί. Πιστεύουν για τον εαυτό τους ότι είναι σπουδαίοι και καλοί. Κι αν δεν το λένε εξωτερικά, όμως εσωτερικά έχουν μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους.
Όποιος δεν ζει με ψευδαισθήσεις, αλλ’ έχει συναίσθηση της καταστάσεώς του, όποιος είναι τίμιος με τον εαυτό του και με το Θεό, αυτός βλέπει και αισθάνεται, ότι έχει πολλές αμαρτίες. Ο ιερός υμνογράφος στο κοντάκιο της ημέρας λέει κάτι, που φαίνεται υπερβολή και ίσως και να σκανδαλίζει: «Υπέρ την πόρνην. Αγαθέ, ανομήσας, δακρύων όμβρους ουδαμώς σοι προσήξα»· εγώ, Θεέ Αγαθέ, έχω αμαρτήσει περισσότερο από την πόρνη εκείνη γυναίκα, που ήταν βουτηγμένη στο βούρκο και είχε καταντήσει κουρέλι της αμαρτίας, δακτυλοδεικτούμενη από τον κόσμο. Εγώ, Θεέ, έχω αμαρτήσει πιο πολύ από αυτήν…
«Υπέρ την πόρνην» ! Δεν είναι σχήμα λόγου. Δεν είναι ταπεινολογία. Είναι λόγος πραγματικός. Εκφράζει πραγματικότητα. Ισχύει για όλους. Πώς; θα ρωτήσει κανείς. Εμείς δεν δουλέψαμε σε καταγώγια. Δεν πουλήσαμε το κορμί μας, Δεν κάναμε επάγγελμα την αμαρτία Πώς λοιπόν είμαστε όχι απλώς σαν την πόρνη, αλλά και χειρότεροι απ’ αυτή; Αν εξετάσουμε κάπως προσεκτικά και ειλικρινά και με βαθειά ταπείνωση τα πράγματα, τότε θα δούμε, πως ο λόγος αυτός δεν είναι υπερβολή, δεν λέγεται «ποιητική αδεία», όπως δεν είναι υπερβολή ο λόγος του αποστόλου Παύλου: «Πιστός ο λόγος και πάσης αποδοχής άξιος, ότι Χριστός Ιησούς ήλθεν εις τον κόσμον αμαρτωλούς σώσαι, ων πρώτος ειμί εγώ» (Α’ Τιμ. 1,15).
Δάκρυα
Αμαρτία! Η τραγική πραγματικότητα της ζωής μας. Το μόνο ιδιόκτητο πράγμα. Όλα είναι ξένα. Η αμαρτία είναι δική μας.
Θα σταματήσουμε στην αμαρτία; Πέσαμε στο λάκκο. Εκεί μοιρολατρικά θα μείνουμε; Καμιά αντίδραση δεν θα κάνουμε; Όχι! Υπάρχει τρόπος αντιδράσεως. Είναι τα δάκρυα. Η δεύτερη πραγματικότητα της γυναίκας του Ευαγγελίου.
Αν έμενε στον πρώτο σταθμό, καμιά αναφορά σ’ αυτήν, κανένα εγκώμιο, θα ήταν μια από τις πολλές πόρνες της αρχαιότητας. Ανάγκη να τονισθεί αυτό. Διότι υπάρχουν ορισμένοι, που διαστρεβλώνουν το νόημα του Ευαγγελίου και λένε: – Στις πόρνες και στους αμαρτωλούς άνοιξε τις πόρτες ο Χριστός. Η αλήθεια είναι: -Στις πόρνες που μετανόησαν άνοιξε την πόρτα της σωτηρίας ο Χριστός. Η Εκκλησία δεν είναι Εκκλησία των αμαρτωλών (απλώς), αλλά των αμαρτωλών που μετανοούν.
Η αξία της αμαρτωλής γυναίκας κρύβεται στα δάκρυα. Είναι τα δάκρυα της μετανοίας. Είναι τα δάκρυα, που μοσχοβολούν περισσότερο από το ευωδέστερο μύρο. Αν ένας τόπος προκαλεί δυσοσμία και βρωμιά, ρίχνουμε άρωμα για να εξουδετερωθεί η βρώμα. Κι όσο πιο πολλή είναι η βρώμα, τόσο πιο πολύ άρωμα χύνουμε. Βρώμα η αμαρτία, προκαλεί δυσοσμία ανυπόφορη. Ένα το αποσμητικό από πλευράς ανθρώπου: Τα δάκρυα. Είναι το ευωδέστερο άρωμα.
Τα δάκρυα της μετανοίας! Ποιός μπορεί να μετρήσει την άξια τους; Είναι πολύ γνωστό το ανέκδοτο με τους τρεις αγγέλους. Το αναφέρουμε, γιατί είναι πολύ χαρακτηριστικό. Στάλθηκαν τρεις άγγελοι στη γη, να βρουν και να φέρουν στον ουρανό το ωραιότερο πράγμα της γης. Ο πρώτος βρήκε λίγες σταγόνες από τον ιδρώτα μιας ψυχής, που μέρα νύχτα δούλευε για το καλό της κοινωνίας. Ο δεύτερος πήρε λίγες σταγόνες από τα δάκρυα, που έχυναν από ευγνωμοσύνη οι φτωχοί πίσω από το φέρετρο κάποιου που έκανε πολλές φιλανθρωπίες. Φάνηκε πως ευχαριστήθηκε ο Θεός, μα σαν να περίμενε κάτι ακόμα πιο ωραίο να του φέρουν οι άγγελοι του από τη γη. Και να, έρχεται ο τρίτος. Με την άφιξή του συναγερμός στον ουρανό. Χτυπούν ουράνιες καμπάνες. Στήνουν πανηγύρι οι ουράνιες δυνάμεις. Άγγελοι κι αρχάγγελοι ψάλλουν γλυκά, χορεύουν από χαρά. Μα τί λοιπόν έφερε από τη γη ο τρίτος άγγελος; Ένα δάκρυ! Ήταν το δάκρυ μεγάλου αμαρτωλού, που ειλικρινά μετανοούσε. Ένα δάκρυ, που σαν το πήρε ο άγγελος και το έφερε ψηλά, έγινε διαμάντι, που άστραψε κάτω από τις ακτίνες του θεϊκού φωτός.
Το ανέκδοτο αυτό αποδίδει παραστατικά το λόγο του Κυρίου: «Χαρά γίνεται ενώπιον των αγγέλων του Θεού επί ενί αμαρτωλώ μετανοούντι» (Λουκ. 15,10).
Άφεση
Από τα μάτια της αμαρτωλής γυναίκας δεν βγήκε ένα μόνο δάκρυ. Έτρεξαν πολλά. Ποτάμι τα δάκρυά της. Κι ύστερα από τα δάκρυα αυτά η τρίτη πραγματικότητα: η άφεση. Από το στόμα του Χριστού ακούγεται η πιο χαρμόσυνη γι’ αυτήν φράση: «Αφέωνται αι αμαρτίαι αυτής αι πολλαί, ότι ηγάπησε πολύ» (Λουκ. 7,47).
Άφεση! Το μεγάλο δώρο του Ουρανού στη γη· του Θεού στους ανθρώπους. Είναι το αποτέλεσμα της λυτρωτικής θυσίας του Χριστού πάνω στο Σταυρό. Τα δάκρυα του αμαρτωλού, χωρίς το Σταυρό του Χριστού, χωρίς το αίμα του Εσταυρωμένου, θα ήταν επιταγή χωρίς αντίκρυσμα, Τα δάκρυα του αμαρτωλού έχουν αξία, γιατί προηγήθηκε ο σταυρός, η προσφορά του θείου αίματος.
Ας φαντασθούμε κάποιο φτωχό. Ένας φίλος του μια ημέρα τον προτρέπει: -Τρέξε στην τάδε τράπεζα. Ξέρω καλά, πως υπάρχει ειδικός λογαριασμός για σένα. Κάποιος έχει καταθέσει στο όνομά σου ένα μεγάλο ποσό. Τρέξε!… Πραγματικά, ο φτωχός τρέχει. Φτερά στα πόδια μέχρι να φτάσει στην τράπεζα, που θα του έλυνε το πρόβλημα της φτώχειας.
- Αλήθεια, του λέει ο υπάλληλος, υπάρχει για σένα αυτή η δωρεά. Πρέπει όμως να βάλεις την υπογραφή σου, για να παραλάβεις τα χρήματα. Και μια δήλωση θα υπογράψεις. πως δεν θα σπαταλήσεις άσκοπα τα χρήματα αυτά…
Στην τράπεζα του Ουρανού είναι η διαθήκη για τη μεγάλη δωρεά, για την προσωπική μας δωρεά, για την άφεση των αμαρτιών του καθενός μας. Τη διαθήκη αυτή την υπέγραψε ο Ιησούς Χριστός με το καταπόρφυρο αίμα του. Δεν φτάνει αυτό. Για να οικειοποιηθούμε τη διαθήκη, χρειάζεται και η δική μας υπογραφή. Εκείνος υπέγραψε με το αίμα του. Εμείς με τα δάκρυά μας. Αίμα Χριστού και δάκρυα δικά μας, σμίγουν μαζί και δίνουν την άφεση.
 Αρχιμ. Δανιήλ Αεράκη, «Στη Μεγάλη Εβδομάδα».

«ΥΠΕΡ ΤΗΝ ΠΟΡΝΗΝ ΑΓΑΘΕ ΑΝΟΜΗΣΑΣ»

(Θεολογικό σχόλιο στο περιεχόμενο και το νόημα της Μεγάλης Τετάρτης)
«ΥΠΕΡ ΤΗΝ ΠΟΡΝΗΝ ΑΓΑΘΕ ΑΝΟΜΗΣΑΣ»
«Τη αγία και μεγάλη Τετάρτη της αλειψάσης τον Κύριον μύρω πόρνης γυναικός μνείαν ποιούμεθα οι θειότατοι πατέρες εθέσπισαν, ότι προ του σωτηρίου πάθους μικρόν τούτο γέγονεν». Αυτό είναι το συναξάρι της σημερινής ημέρας, της Μεγάλης Τετάρτης. Οι συνοδοιπόροι του πάθους του Χριστού μας πιστοί καλούμαστε αυτή την ιερή ημέρα να τιμήσουμε την έμπρακτη και ειλικρινή μετάνοια της πρώην πόρνης γυναικός, η οποία έγινε συνώνυμη με την συντριβή και την αλλαγή ζωής.
Το σημαντικότατο, συγκινητικότατο και διδακτικότατο γεγονός της αλείψεως του Κυρίου με πολύτιμο μύρο από την αμαρτωλή γυναίκα διασώζουν με μικρές παραλλαγές και οι τέσσερις ευαγγελιστές. Ο Ματθαίος (26:6-13), ο Μάρκος (14:3-9) και ο Ιωάννης (12:1-8) ομιλούν για την ίδια γυναίκα, την Μαρία, την αδελφή του Λαζάρου, η οποία, όπως αναφέραμε, από ευγνωμοσύνη για την ανάσταση του αδελφού της, έκαμε αυτή την σπουδαία πράξη. Αντίθετα ο Λουκάς αναφέρει πως η γυναίκα, που δεν αναφέρεται το όνομά της, ήταν αμαρτωλή πόρνη. Είναι προφανές ότι πρόκειται για διαφορετικό περιστατικό. Ίσως να ήταν η πόρνη γυναίκα, την οποία έσωσε ο Κύριος από το λιθοβολισμό των υποκριτών Ιουδαίων (Ιωάν.8:5).              Βεβαίως στον Εσπερινό της ημέρες διαβάζεται η περικοπή από το Ευαγγέλιο του Ιωάννη, όμως το περιεχόμενο και η θαυμάσια υμνολογία της ημέρας είναι εμπνευσμένη από την περικοπή του Ευαγγελίου του Λουκά.
        Σύμφωνα με τον ιερό ευαγγελιστή ο Ιησούς προσκλήθηκε σε δείπνο στο σπίτι κάποιου Σίμωνος, ο οποίος ανήκε στην τάξη των Φαρισαίων. Κάποια γυναίκα αμαρτωλή όταν έμαθε ότι ο Κύριος ήλθε στην πόλη, ζήτησε να μάθει σε πιο σπίτι έχει καταλύσει. Και ενώ έτρωγαν και συζητούσαν, ξάφνου μπήκε στο σπίτι η γυναίκα εκείνη, κρατώντας στα χέρια της αλαβάστρινο δοχείο γεμάτο πολύτιμο μύρο. Προχώρησε στο μέρος του Ιησού και αφού στάθηκε πίσω Του, γονάτισε και άρχισε να κλέει και να οδύρεται γοερά. ’νοιξε αμέσως το δοχείο και άρχισε να ρίχνει απλόχερα το μύρο και να πλένει με αυτό πόδια του Ιησού. Μαζί με το πολύτιμο μύρο έσμιγε και τα καυτά δάκρυά της, τα οποία έτρεχαν σαν ποτάμι από τα μάτια της. Αφού άδειασε το δοχείο ξέπλεξε τα πλούσια μαλλιά της και σκούπισε με αυτά τα πόδια Του, καταφιλώντας τα αδιάκοπα. 
      Ο Φαρισαίος οικοδεσπότης απόρησε με το γεγονός και διαλογιζόταν: Αυτός εδώ είναι προφήτης, δε γνωρίζει το ποιόν αυτής τη γυναίκας και την αφήνει να τον αγγίξει; Ο καρδιογνώστης Χριστός είπε στον Σίμωνα: Έχω να σου πω το εξής για τις σκέψεις σου: Εκείνος είπε: μίλα μου δάσκάλε. Κάποιος, του είπε, δάνεισε χρήματα σε δύο ανθρώπους, στον πρώτο πεντακόσια δηνάρια και στον δεύτερο πενήντα. Όταν έπρεπε να τα επιστρέψουν αυτοί δεν είχαν και ο δανειστής τους τα χάρισε. Και ρωτά το Σίμωνα: ποιος από τους δυο θα χρωστάει μεγαλύτερη χάρη στον δανειστή; Ο Σίμων απάντησε: αυτός που του χαρίστηκε το μεγαλύτερο ποσό. Σωστά απάντησες του είπε ο Ιησούς. Για κοίταξε αυτή τη γυναίκα. Εγώ μπήκα στο σπίτι σου και δεν μου έπλυνες τα πόδια με νερό, όμως εκείνη μου τα έπλυνε με τα δάκρυά της και τα σκούπισε με τα μαλλιά της. Χαιρετισμό δε μου έδωκες, όμως αυτή δε σταμάτησε στιγμή να μου φιλάει τα πόδια. Με λάδι δεν μου άλειψες το κεφάλι, όμως αυτή με πανάκριβο μύρο μου άλειψε τα πόδια. Δεν αξίζει να της πω: «σου συγχωρούνται οι τόσες πολλές αμαρτίες σου, διότι με αγάπησες τόσο πολύ»; Γυρίζοντας προς τη γυναίκα της είπε: «σου συγχωρούνται οι αμαρτίες σου». Τότε άρχισαν οι συνδαιτυμόνες να διερωτώνται: ποιος είναι αυτός που μπορεί να συγχωρεί αμαρτίες; Ο Χριστός ξαναλέγει στη γυναίκα: «Η πίστη σου σε έσωσε, πήγαινε στο καλό».
        Η γυναίκα αυτή ήταν διαβόητη για την αμαρτωλότητά της. Οι υποκριτές συντοπίτες της την ήθελαν πόρνη, για να ικανοποιεί τις πορνικές τους αμαρτωλές έξεις. Ένα σκεύος αμαρτωλής ηδονής και τίποτε περισσότερο. Στην κοινωνική και θρησκευτική ζωή της πόλεως δεν είχε θέση, ήταν το μίασμα, την οποία έπρεπε να αποφεύγουν. Κάπως έτσι σκέφτηκε και ο Σίμων ο οικοδεσπότης, όταν είδε να μπαίνει στο «καθώς πρέπει» σπίτι του εκείνη και να το «μιαίνει». Πολλώ δε μάλλον να αγγίζει τον υψηλό καλεσμένο του ραβίνο.
    Το σώμα της αμαρτωλής αυτής γυναίκας έχε παραδοθεί εξ' ολοκλήρου στο βόρβορο της αμαρτίας και της διαφθοράς. Όμως μέσα στα κατάβαθα της ψυχής της σιγόκαιγε αμυδρή φλόγα λυτρώσεως. Ο ψυχικός της κόσμος δεν είχε διαφθαρεί ολοκληρωτικά. Η παρουσία του Σωτήρα Χριστού στην πόλη εκείνη λειτούργησε στην καρδιά της ως ισχυρότατος άνεμος, ο οποίος θέριεψε την αδύναμη φλόγα λυτρώσεως και την έκαμε πυρακτωμένο καμίνι, ασυγκράτητη ορμή για μετάνοια και σωτηρία και γι' αυτό έτρεξε κοντά Του με τον χαρακτηριστικό αυτό τρόπο.               
     Ο Χριστός, εγκαινίασε μια νέα αντίληψη για τον αμαρτωλό άνθρωπο, εντελώς διάφορη από εκείνη της ιουδαϊκής κοινωνίας. Δεν είναι ο αμαρτωλός άνθρωπος μιασμένος από τη φύση του, αλλά ένας πνευματικά ασθενής, ο οποίος χρειάζεται βοήθεια. Έθεσε ως αντίδοτο της πνευματικής ασθένειας τη μετάνοια, η οποία είναι ο ισχυρότατος εκείνος μοχλός, ο οποίος γκρεμίζει το οικοδόμημα της αμαρτίας και αναγεννά τον άνθρωπο. Δια του Κυρίου μας Ιησού Χριστού παρήλθε ανεπιστρεπτί το καθεστώς του νόμου και της μισθαποδοσίας, και ανέτειλε η εποχή της χάρητος και του ελέους.
       Η αφιέρωση της ημέρας αυτής στην μακάρια πρώην πόρνη γυναίκα έγινε σκόπιμα από τους αγίους πατέρες. Η μορφή της προβάλλει ως φωτεινό ορόσημο καταμεσής στην οδοιπορία προς το Θείο Πάθος για να δείξει και σε μας πως αν δεν συντριβούμε, σαν και εκείνη, και δεν δείξουμε έμπρακτη μετάνοια δεν μπορούμε να ακολουθήσουμε το Χριστό στο Πάθος και την Ανάσταση. Η αγία μας Εκκλησία θέσπισε τη μετάνοια ως ύψιστη δωρεά η οποία ανανεώνει την ουρανοδρόμο πορεία μας προς το Χριστό και την τελείωσή μας. Καλός χριστιανός δεν είναι εκείνος, ο οποίος γεμάτο κομπασμό και εγωιστική αυτάρκια, ισχυρίζεται ότι έφτασε σε επίπεδο αγιότητας και δεν χρειάζεται πια άλλο αγώνα, αλλά ο διατελών σε διαρκή μετάνοια. 

Αυτή ήταν η γυναίκα του τροπαρίου της Κασσιανής


Πρόκειται ίσως για το πιο παρεξηγημένο πρόσωπο της θρησκείας μας. Μια γυναίκα, ξεχωριστή με τη δική της παρουσία στην Ιστορία και με ένα έργο που αν μη τι άλλο έμεινε αθάνατο.

Η Κασσιανή είναι η γυναίκα που «έδωσε» το όνομα της στο γνωστό τροπάριο «κερδίζοντας» ταυτόχρονα το στίγμα της «εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσας Γυνής».

Η πρώτη της «γνωριμία» με την Ιστορία έγινε εξαιτίας μια στιχομυθίας που είχε με τον παραλίγο σύζυγο της Αυτοκράτορα Θεόφιλο του Βυζαντίου.

Λένε πως ήταν αρκετά όμορφη, τόσο ώστε να επιλεχθεί ως υποψήφια νύφη του Αυτοκράτορα. Όταν ο Θεοδόσιος την πλησίασε σχεδόν έτοιμος να της δώσει το χρυσό μήλο που συμβόλιζε ότι την είχε επιλέξει, της είπε την φράση «Εκ γυναικός τα χείρω» Δηλαδή από την γυναίκα ήρθαν στον κόσμο τα κακά, υπονοώντας την αμαρτία της Ευας με το μήλο που στέρησε τον Παράδεισο από τους ανθρώπους.

Εκείνη δεν δίστασε και του έδωσε μια «πληρωμένη» απάντηση που όπως φάνηκε εκ του αποτελέσματος, σόκαρε τον Αυτοκράτορα. «Kαι εκ γυναικός τα κρείττω» του είπε.

Αυτό το «και από τη γυναίκα έρχονται τα καλύτερα» σύμφωνα με τους χρονογράφους σήμαινε ότι από μια γυναίκα, την Παναγία, ήρθε η ελπίδα και η σωτηρία στους ανθρώπους.

Όμορφη μεν, ετοιμόλογη και αυθάδης για τα δεδομένα της εποχής, έχασε το χρυσό μήλο που τελικά πήγε στη Θεοδώρα, και εκείνη κατέληξε σε μοναστήρι.

Στην Κασσιανή αποδίδονται γύρω στα 45 έργα, από τα οποία τα 23 τουλάχιστον είναι χωρίς αμφιβολία δικά της, ενώ τα υπόλοιπα είναι αγνώστου προελεύσεως.

Η ΕΝ ΠΟΛΛΑΙΣ ΑΜΑΡΤΙΕΣ

Όπως είναι γνωστό, ακόμη και σε ανθρώπους που δεν πηγαίνουν καν στην Εκκλησία, το πιο γνωστό κείμενο της είναι το ομώνυμο της τροπάριο. Μιλά για μια πόρνη που προσφέρει μύρα στον Ιησού, πριν τον ενταφιασμό Του.

Πρόκειται για ένα απίστευτης δυναμικής κείμενο που μέσα σε μόλις 116 λέξεις κάνει τον αναγνώστη του να νιώθει ένα χείμαρρο συναισθημάτων.

Πρέπει να σημειώσουμε εδώ ότι μόνο γι αυτό το τροπάριο, αρκετοί κάθε χρόνο αναζητούν έμπειρους ψάλτες που να μπορούν να αποδώσουν σωστά το κείμενο.

Γεννημένη κάπου 800 χρόνια μετά τον Χριστό δεν θα μπορούσε να είναι η πόρνη του τροπαρίου. Η ζωή της πάλι, δεν ήταν σε καμία περίπτωση τέτοια που να μπορούσε να «ταυτιστεί» με την πόρνη. Έναν άνδρα ερωτεύτηκε και η απόρριψη του στάθηκε αρκετή για να την στείλει σε μοναστήρι.

ΗΤΑΝ Η ΜΑΡΙΑ Η ΜΑΓΔΑΛΗΝΗ;

Μια άλλη γυναίκα, σύγχρονη αυτή τη φορά του Ιησού που επίσης έχει δεχθεί μια ιστορική «ρετσινιά» είναι η Μαρία η Μαγδαληνή.

Η Μαγδαληνή είναι το πρώτο όνομα που λένε όσοι μαθαίνουν πως η γυναίκα που περιγράφεται στο τροπάριο δεν είναι η Κασσιανή. Ούτε όμως κι εκείνη ήταν αυτή.

Η Μαγδαληνή ήταν μια γυναίκα δαιμονισμένη κατά το Ευαγγέλιο, που αφού ο Χριστός την απελευθέρωσε. Εκείνη Τον ακολούθησε μέχρι την τελευταία στιγμή.

Η γυναίκα λοιπόν αυτή «η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα» είναι άγνωστη.

Λέγεται πως ο Ευαγγελιστής Λουκάς που περιγράφει στο Ευαγγέλιο του την σκηνή που αλείφει τα πόδια του Ιησού με το πιο ακριβό μύρο, δεν διέσωσε το όνομα της για να μην την στιγματίσει.

Για την ιστορία να σημειώσω πως η Κασσιανή θεωρείται Οσία της Εκκλησίας και τιμάται στις 7 Σεπτεμβρίου. Όσο για το τροπάριο; Το κείμενο του που ακολουθεί είναι η πραγματικά ζωντανή απόδειξη της απίστευτης δυναμικής της αθάνατης ελληνικής γλώσσας που δυστυχώς δεν μιλάμε σήμερα

Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα Γυνή,
την σην αισθομένη Θεότητα, μυροφόρου αναλαβούσα τάξιν,
οδυρομένη μύρα σοι, προ του ενταφιασμού κομίζει.
Οίμοι! λέγουσα, ότι νυξ μοι, υπάρχει, οίστρος ακολασίας,
ζοφώδης τε και ασέληνος, έρως της αμαρτίας.
Δέξαι μου τας πηγάς των δακρύων,
ο νεφέλαις διεξάγων της θαλάσσης το ύδωρ•
κάμφθητί μοι προς τους στεναγμούς της καρδίας,
ο κλίνας τους Ουρανούς, τη αφάτω σου κενώσει•
καταφιλήσω τους αχράντους σου πόδας,
αποσμήξω τούτους δε πάλιν, τοις της κεφαλής μου βοστρύχοις•
ων εν τω Παραδείσω Εύα το δειλινόν,
κρότον τοις ωσίν ηχηθείσα, τω φόβω εκρύβη.
Αμαρτιών μου τα πλήθη και κριμάτων σου αβύσσους,
τις εξιχνιάσει ψυχοσώστα Σωτήρ μου;
Μη με την σην δούλην παρίδης, ο αμέτρητον έχων το έλεος.


Ακούστε μια σπουδαία εκτέλεση από την χορωδία του πρωτοψάλτη Θ. Βασιλικού


 


πηγή

Το τάλαντο.

Σχόλιο στην Μεγάλη Τρίτη
Το χάρισμα είναι «σημείον αντιλεγόμενον» στη ζωή μας. Ο χαρισματικός άνθρωπος θεωρείται πρότυπο, εμπνέει εμπιστοσύνη και μίμηση, οδηγεί σε προόδους όσους τον ακολουθούν. Το χάρισμα όμως είναι και παγίδα. Οδηγεί στην βεβαιότητα της αυτάρκειας, στον ναρκισσισμό, τον θρίαμβο του εγωισμού και μπορεί να προξενήσει περισσότερο κακό, τόσο στον χαρισματούχο όσο και στην κοινωνία.
Η Εκκλησία την Μεγάλη Τρίτη μας δίνει μια πολύτιμη συμβουλή. Ό,τι έχουμε ως χάρισμα δεν είναι δικό μας, αλλά μας δόθηκε από το Θεό. Και είναι ανάγκη να εργαστούμε πάνω σ’ αυτό «φιλοπόνως», για να μη μείνουμε «έξω του νυμφώνος Χριστού». Ο Κύριος, με την παραβολή του ανθρώπου που μοίρασε τα τάλαντα στους δούλους του και ζήτησε λογαριασμό για τη χρήση τους, μας υποδεικνύει ότι δεν αρκεί απλώς να κρατήσει κανείς το τάλαντο. Αν δεν το αύξησε, προσφέροντας, αποδεικνύεται πονηρός και οκνηρός και ο δρόμος του είναι το σκοτάδι της μοναξιάς, η κόλαση του ατομισμού, ο κλαυθμός και ο βρυγμός των οδόντων της ζωής χωρίς ελπίδα και κοινωνία.
Ο Χριστός ζητά από μας ό,τι έχουμε να το μοιραστούμε. Όποιου του δόθηκε αγάπη, να δώσει αγάπη. Όποιου του δόθηκε λόγος, να προσφέρει λόγο. Όποιου του δόθηκε πλούτος, να δώσει πλούτο. Όποιου του δόθηκε γνώση, να προσφέρει γνώση. Ο Κύριος αρνείται το δικαίωμά μας να κρατήσουμε για τον εαυτό μας το χάρισμα ή να το κρύψουμε «υπό γης». Συνεπώς, αρνείται τη φιλοσοφία του δικαιώματος ως στοιχείου ατομικής κατοχύρωσης και ευζωίας και ζητά κοινωνία, συλλογικότητα, φιλαδελφία.
Στην εποχή μας όλοι αγωνιζόμαστε για τα περισσότερα που είναι δικαίωμά μας να τα αποκτήσουμε. Χρήμα, πληροφορία, ηδονή, ελευθερία, εκτάσεις, υλικά αγαθά, δύναμη, εξουσία, μας ανήκουν. Είναι δικαίωμά μας. Η κοινωνία υποχρεώνεται να μας τα χαρίσει ή να μας επιτρέψει να τα κατακτήσουμε. Παρόλα αυτά, με τον πολιτισμό του δικαιώματος, δεν λιγόστεψε η αγωνία, δεν αυξήθηκε η χαρά.
Ο άνθρωπος που εγκλωβίζεται σε ό,τι δικαιούται και δεν μοιράζεται ό,τι του χαρίστηκε παίζει το παιχνίδι του θανάτου, του κακού και του διαβόλου. Αυτοεγκλωβίζεται στην αυτάρκειά του και δεν ζει αληθινά. Ο Κύριος, με το αυθεντικό παράδειγμα της θυσιαστικής αγάπης Του, μας φανερώνει ότι μόνο με το να χαρίζουμε τα χαρίσματά μας, να παραιτούμαστε από τα δικαιώματά μας χάριν της αγάπης για τους άλλους παίζουμε το παιχνίδι της όντως ζωής. Ό,τι μας βγάζει από τον εγωκεντρισμό μας, ό,τι δεν πληρώνεται, είναι το σημαντικό και σπουδαίο. Και αυτό γεννά νέα τάλαντα ή έστω τοκίζεται στην τράπεζα του Θεού. Αυτή που απαρτίζει την Εκκλησία, την στολισμένη από το αίμα των Αγίων, αυτών που δεν λυπήθηκαν τα χαρίσματά τους, τα νιάτα, τη ζωή τους, αλλά τα πρόσφεραν ολοκαύτωμα αγάπης για το Θεό και τον συνάνθρωπο. Δεν αρνούμαστε τα δικαιώματα των χαρισμάτων. Τα μεταμορφώνουμε υπό το πρίσμα του μείζονος. Και αυτό δεν είναι άλλο από τη δωρεά της σωτηρίας. Τους καρπούς του Πνεύματος. Την αγάπη, τη χαρά, την ειρήνη, την μακροθυμία, την καλοσύνη, την πίστη, την αρετή, την ασκητικότητα. Αυτά δεν αγοράζονται. Δωρίζονται. Και αποτελούν το μεγαλύτερο δικαίωμα που μας έδωσε ο Θεός. Αρκεί να παραιτηθούμε από τον ατομισμό και την αυτάρκειά μας. Και αν τα επιστρέψουμε στον Κύριό μας, τότε θα λάβουμε το αντίδωρο της αγάπης Του. Την είσοδό μας στη χαρά Του. Την βεβαιότητα και το γεγονός ότι Αυτός είναι ο προσωπικός Θεός και Σωτήρας μας.

Μεγάλη Τρίτη

Κείμενο από το βιβλίο του Τριωδίου
Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή, τήν σήν αἰσθομένη θεότητα, μυροφόρου ἀναβαλοῦσαν τάξιν, ὀδυρομένη μύρα σοι  πρό τοῦ ἐνταφιασμοῦ κομίζει.
Οἴμοι, λέγουσα, ὅτι νύξ μοι ὑπάρχει, οἶστρος ἀκολασίας, ζοφώδης τε καί ἀσέληνος ἔρως τῆς ἁμαρτίας.
Δέξαι μου τάς πηγάς τῶν δακρύων, ὁ νεφέλαις διεξάγων τῆς θαλάσσης τό ὕδωρ.
Κάμφθητί μοι πρός τούς στεναγμούς τῆς καρδίας, ὁ κλίνας τούς οὐρανούς τῇ ἀφάτῳ σου κενώσει.
Καταφιλήσω τούς ἀχράντους σου πόδας, ἀποσμήξω τούτους δέ πάλιν τοῖς τῆς κεφαλῆς μου βοστρύχοις΄
ὧν ἐν τῷ παραδείσῳ Εὔα τό δειλινόν, κρότον τοῖς ὠσίν ἠχηθεῖσα, τῷ φόβῳ ἐκρύβη.
Ἁμαρτιῶν μου τά πλήθη καί κριμάτων σου ἀβύσσους τίς ἐξιχνιάσει, ψυχοσῶστα Σωτήρ μου; Μή με τήν σήν δούλην παρίδης, ὁ ἀμέτρητον ἔχων τό μέγα ἔλεος.



Μετάφραση από τον Κωστή Παλαμά
Κύριε, γυναίκα αμαρτωλή, πολλά, πολλά, θολά, βαριά τα κρίματά μου. Μα, Ω Κύριε, πώς η θεότη Σου μιλά μέσ’την καρδιά μου! Κύριε, προτού Σέ κρύψ’η εντάφια γη από τη δροσαυγή λουλούδια πήρα κι απ’της λατρείας την τρίσβαθη πηγή Σού φέρνω μύρα.
Οίστρος με σέρνει ακολασίας... Νυχτιά, σκοτάδι αφέγγαρο, άναστρο με ζώνει, το σκοτάδι της αμαρτίας΄ φωτιά με καίει, με λιώνει.
Εσύ που από τα πέλαα τα νερά τα υψώνεις νέφη, πάρε τα, Έρωτά μου, κυλάνε, είναι ποτάμια φλογερά τα δάκρυά μου.
Γύρε σ’ εμέ. Η ψυχή μου πώς πονεί! Δέξου με Εσύ που δέχτηκες και γείραν άφραστα ως εδώ κάτου οι ουρανοί και σάρκα επήραν.
Στ’άχραντά Σου τα πόδια, βασιλιά μου Εσύ θα πέσω και θα στα φιλήσω και με της κεφαλής μου τα μαλλιά θα στα σφουγγίσω.
Τ’άκουσεν η Εύα μέσ’στο αποσπερνό της παράδεισος φως ν’αντιχτυπάνε, κι αλαφιασμένη κρύφτηκε... Πονώ, σώσε, έλεος κάνε.
Ψυχοσώστ’, οι αμαρτίες μου λαός΄ τα ξεδιάλυτα ποιός θα ξεδιαλύση; Αμέτρητό Σου το έλεος, ο Θεός! Άβυσσο η κρίση.

kasianiΗ Κασσιανή θεωρείται και είναι από τους σημαντικότερους υμνογράφους της εκκλησίας. Ζει στην Κωνσταντινούπολη, κατά τον 9οαιώνα, κατάγεται από οικογένεια ευγενών αριστοκρατών της εποχής, γεγονός που της επιτρέπει να αποκτήσει υψηλή μόρφωση, κυρίως θεολογική και φιλολογική. Σε νεαρή ηλικία αποφασίζει να μονάσει σε μοναστήρι της περιοχής της Κωνσταντινούπολης και εκεί αφιερώνεται ολοκληρωτικά στην εκκλησιαστική ποίηση και υμνογραφία.
Το Δοξαστικό των αποστίχων του όρθρου της Μ. Τετάρτης αποτελεί έναν από τους ωραιοτέρους ύμνους της εκκλησίας και υπενθυμίζει κατά πολύ τον 50ο ψαλμό, γνωστό, ως τον ψαλμό της μετανοίας: «Ἐλέησόν με ὁ Θεός». Ο ύμνος αναφέρεται σε γεγονός που εξιστορούν οι ευαγγελιστές και κατά τον οποίο η πόρνη πλένει τα πόδια του Ιησού με μύρον πολύτιμο, με τά δάκρυά της και εν συνεχεία τα σφουγγίζει με τα μαλλιά της. Η εικόνα παρουσιάζεται βέβαια εξειδανικευμένη, ο στόχος, όμως είναι να υπογραμμισθεί το γεγονός της μετάνοιας για τον άνθρωπο. Το περιστατικό υπενθυμίζει ένα άλλο ανάλογο γεγονός, κατά το οποίο οι Φαρισαίοι ζητούν από τον Ιησού να πάρει θέση έναντι μιας γυναίκας που είχε διαπράξει μοιχεία. Ο Ιησούς αφού έσκυψε και πήρε την πέτρα του λιθοβολισμού, την έτεινε προς τους «αγανακτισμένους» για την αμαρτία της γυναίκας ζηλωτές και τιμωρούς Ιουδαίους, λέγοντάς τους: «ὁ ἀναμάρτητος πρῶτος τόν λίθον βαλέτω».
Στην Ορθόδοξη θεολογία, η αμαρτία ταυτίζεται με την αστοχία. Ο άνθρωπος αποτυγχάνει με τις πράξεις του να πετύχει το στόχο του που δεν είναι άλλος παρά το πέρασμα από το κατ’εικόνα Θεού στο καθ’ομοίωσιν, στη θέωση. Αντιλαμβανόμενος ότι αστόχησε, επανεξετάζει την στάση του σε προσωπικό, ατομικό, κοινωνικό και κοσμικό επίπεδο και αναζητεί τρόπους αλλαγής της συμπεριφοράς του. Αλλάζει λοιπόν σκέψη, μυαλό για τη χρήση της δημιουργίας από τον ίδιο και μετα-νοεί. Αυτή η αλλαγή τού νου παίρνει τη μορφή της δημόσιας παραδοχής και ομολογίας για τα λάθη που έκανε και τον οδήγησαν στην αστοχία. Επειδή, όμως, αυτή η πορεία του προς τη θέωση είναι έντονα καί κοινωνική και κοινοτική ζητά από τους συνανθρώπους του να του επιτρέψουν την επανένταξη στο χώρο της εκκλησίας, έτσι ώστε όλοι μαζί να πορευθούν το δρόμο της ελευθερίας, της αγάπης και της θέωσης. Εδώ βρίσκεται η αξία της   συγ-χώρεσης, ως πράξης που απαιτεί υψηλό βαθμό κοινωνικοποίησης και ατομικής ευθύνης, καθώς η αμαρτία έχει έντονα αντικοινωνικά χαρακτηριστικά. Το σχήμα περιφραστικά μπορεί να αποδοθεί ως εξής: αμαρτία-μετάνοια-εξομολόγηση-συγχώρεση.
Ο άνθρωπος καλείται μέσα από την επαναπροσέγγιση του συνανθρώπου του και του κόσμου ως δημιουργίας του Θεού, να νιώσει ότι ο Θεός τον αγαπά, παρ’ότι αυτός τον λησμονεί και τον αποστρέφεται λογαριάζοντας τον ως εμπόδιο στις επιθυμίες του. Αυτή η αγάπη του Θεού, για τον άνθρωπο είναι αμέτρητη. Είναι το κύριο χαρακτηριστικό του Θεού που έχει ως μοναδικό του σκοπό να συγχωρεί και να αγαπά. Και ο άνθρωπος που κατανοεί και μετανοεί για τις άστοχες πράξεις του πλησιάζει τον Θεό με δάκρυα στα μάτια. Οι οποιεσδήποτε ανθρώπινες παρεμβάσεις για έλεγχο και τιμωρία των «αμαρτωλών» ανθρώπων χάνονται μπροστά στο μέγεθος της αγάπης του Θεού-Πατέρα για τα παιδιά του. Κάνουν λάθος όποιοι πιστεύουν ότι μπορούν  να τιμωρούν τους συνανθρώπους τους εν ονόματι του Θεού, γιατί απλούστατα ο Θεός από τη φύση του αδυνατεί να σκεφθεί ηθικοπλαστικά, ευσεβιστικά και καταδικαστικά. Δε θέτει κανόνες και νόρμες, γιατί δεν τον ενδιαφέρει να τιμωρήσει τους παραβάτες. Αυτό που τον ενδιαφέρει είναι με ποιό τρόπο θα συγχωρεί και με ποιό τρόπο θα δείχνει συνεχώς την αγάπη του. Το ίδιο καλείται να κάνει και ο άνθρωπος, για τους συνανθρώπους του. Να συγχωρεί και να αγαπά. Αυτό άλλωστε είναι και η μόνη προϋπόθεση για να προσέλθει κάποιος στή θεία Κοινωνία με τον Χριστό.
Χριστόφορος Αρβανίτης
Δρ. Θεολογίας, Kοινωνιολογίας της Θρησκείας
Διδ. στη Ανωτάτη Εκκλησιαστική Ακαδημία Ηρακλείου Κρήτης

Οι ακολουθίες της Μεγάλης Εβδομάδας

Η καλύτερη γλώσσα της Εκκλησίας είναι η ιερή Ακολουθία. Αυτή είναι η γλώσσα, με την οποία η Εκκλησία μιλάει στον ορθόδοξο λαό. Η ιερή Ακολουθία είναι μια σύνθεση από αγιογραφικά αναγνώσματα, από ψαλτικά τροπάρια, κι από ιερατικές ευχές και δεήσεις. Ο ορθόδοξος λαός αυτή τη γλώσσα την ξέρει πολύ καλά σαν μητρική του γλώσσα και την αγαπά, σαν τον καλύτερο τρόπο προσευχής, αλλά και διδασκαλίας. Γιατί η Εκκλησία με τις ιερές ακολουθίες όχι μόνο προσεύχεται, αλλά και διδάσκει· τα καλύτερα και τα μεθοδικότερα μαθήματα θρησκευτικής και εκκλησιαστικής διδασκαλίας είναι οι ιερές Ακολουθίες. Γι’ αυτό η Εκκλησία έχει πολλές ιερές Ακολουθίες, για κάθε ώρα της ημέρας, για κάθε εποχή του εκκλησιαστικού έτους και για κάθε περίσταση του βίου των πιστών. Όλος ο βίος του χριστιανού, η κάθε μέρα του φυσικού έτους, το κάθε γεγονός της θείας οικονομίας, ο κάθε άγιος και η μνήμη του, όλα είναι δεμένα από την Εκκλησία με μια εορτή και με μια Ακολουθία.
k8iesmevd2
Οι πιο υποβλητικές Ακολουθίες της Εκκλησίας, που επιδρούν βαθειά μέσα στη ψυχή των χριστιανών, είναι οι Ακολουθίες της Μεγάλης Εβδομάδας. Ο τύπος τους είναι ο καθιερωμένος τύπος της ορθρινής και εσπερινής Ακολουθίας, πλουτισμένος με τα κατάλληλα αγιογραφικά αναγνώσματα και τους επίκαιρους ύμνους. Τα ευαγγελικά αναγνώσματα αναφέρονται διαδοχικά στα τελευταία γεγονότα της ζωής του Σωτήρα Χριστού και η υμνολογία σε εκλεκτά ποιητικά κείμενα και κατανυκτικές μουσικές μελωδίες, εξηγεί θεολογικά το εκούσιο πάθος του Κυρίου. Όσο πιο σεμνά και κατανυκτικά τελούνται αυτές οι Ακολουθίες τόσο πιο ζωηρά εκφράζουν το σκοπό τους και εντυπώνονται στη ψυχή των χριστιανών. Κάθε ακολουθία της Εκκλησίας, και περισσότερο οι Ακολουθίες της Μεγ. Εβδομάδας, δεν είναι θεαματικές ή θεατρικές παραστάσεις, αλλά κατανυκτικές και μυσταγωγικές πράξεις, με τις οποίες η Εκκλησία προσεύχεται και διδάσκει. Όπου γίνεται προσπάθεια να δραματοποιηθεί η Ακολουθία και να φύγει από την εκκλησιαστική της μορφή, εκεί χάνει το ιερό περιεχόμενο και το σκοπό της, με αποτέλεσμα οι πιστοί πια να μην προσεύχονται και να μη διδάσκονται θεολογικά, αλλά μόνο ίσως να συγκινούνται, σαν όταν βλέπουν ένα θέαμα. Αλλά πρέπει να ξέρουμε ότι άλλο είναι η λεγόμενη αισθητική συγκίνηση και άλλο η εκκλησιαστική κατάνυξη. Στην Εκκλησία μάς ενδιαφέρει να νιώσουμε αυτή την κατάνυξη και να ζήσουμε μέσα μας τα ιερά γεγονότα και όχι να συγκινηθούμε συναισθηματικά και εξωτερικά, γιατί δεν είναι θέατρο η Εκκλησία, αλλά οίκος προσευχής, ιερός άμβωνας και αγία Τράπεζα, δηλαδή ευαγγελική διδαχή και θεία κοινωνία. Είναι πολύ κακή συνήθεια αυτή, που με τις νεώτερες αντιλήψεις επικράτησε, να γίνεται θέατρο η Εκκλησία και να χάνει τον ιερό χαρακτήρα της η Ακολουθία, τη Μεγάλη Πέμπτη το βράδυ με την έξοδο του Εσταυρωμένου και τη Μεγάλη Παρασκευή με την περιφορά του Επιταφίου.
Στις ιερές Ακολουθίες της Μεγ. Εβδομάδας, για λόγους οικονομίας, γίνεται από την Εκκλησία μια αντιμετάθεση, οι πρωινές δηλαδή Ακολουθίες γίνονται την παραμονή το βράδυ και οι εσπερινές γίνονται το πρωί της κάθε ημέρας· κάθε βράδυ γίνεται ο Όρθρος της επομένης ημέρας και κάθε πρωί ο Εσπερινός και η θεία Λειτουργία. Είπαμε πως αυτό το κάνει η Εκκλησία για λόγους οικονομίας, για να μπορούν δηλαδή οι χριστιανοί να παρακολουθούν καλύτερα την Ακολουθία το βράδυ μετά την εργασία τους και να κοινωνούν το πρωί, αντί να μένουν όλη την ημέρα νηστικοί για να κοινωνήσουν το βράδυ. Γιατί όλες οι Λειτουργίες, και της Μεγ. Πέμπτης και του Μεγ. Σαββάτου, είναι Λειτουργίες εσπερινές, τοποθετημένες δηλαδή μέσα στην Ακολουθία του Εσπερινού. Και η Λειτουργία των Προηγιασμένων γενικά, όλη τη Μεγ. Τεσσαρακοστή μέχρι και τη Μεγ. Τετάρτη το πρωί, είναι Λειτουργία εσπερινή, γι’ αυτό ακούμε να ψάλλωνται σ’ αυτήν γνωστοί ύμνοι και ψαλμοί του Εσπερινού.
Θα πρέπει κι εδώ να προσέξουμε και να ευλαβηθούμε τη φροντίδα της Εκκλησίας, για να κάνει όσο μπορεί πιο εύκολη τη θρησκευτική ζωή των πιστών και να εξοικονομήσει την τάξη της θείας λατρείας με τις συνθήκες του βίου. Πολλές φορές όσοι δεν βαθαίνουν στα πράγματα απορούν ή και διαμαρτύρονται γι’ αυτό το δήθεν ανακάτεμα των ιερών Ακολουθιών τη Μεγ. Τεσσαρακοστή και μάλιστα τη Μεγ. Εβδομάδα· αλλ’ όμως αυτό δεν γίνεται παρά για την ευκολία και την εξυπηρέτηση των χριστιανών.
Ας θεωρήσουμε, καθώς και είναι, ξεχωριστές αυτές τις ημέρες στη ζωή μας και σαν πιστοί χριστιανοί, ας ακολουθήσουμε το Σωτήρα μας Χριστό, «ερχόμενον προς το εκούσιον πάθος». Ας καθίσουμε μαζί του στο μυστικό δείπνο κι ας μείνουμε κοντά του, σαν τον μαθητή και την παναγία Μητέρα του, κάτω από το Σταυρό. Μετανοιωμένοι, ας εξομολογηθούμε τις αμαρτίες μας κι ας κοινωνήσουμε από το κοινό άγιο ποτήριο· αυτό θα πει να καθίσουμε μαζί του στο μυστικό δείπνο. Έτσι, ας φτάσουμε στη μεγάλη και λαμπροφόρα εορτή της Αναστάσεως, που το θειο φως και η ουράνια χαρά της μακάρι να είναι πάντα μαζί σας, αδελφοί. Αμήν.
(Μητροπ. Σερβίων και Κοζάνης Διονυσίου(+), «Ο Λόγος του Θεού», τ. Β΄, εκδ. Αποστ. Διακονία, σ. 361-367)

Ανέραστα τον Νυμφίο δεν γνωρίζεις...




Για να υπάρχει Νυμφίος πρέπει να υπάρξει νύμφη. Και για να πραγματοποιηθεί συνάντηση χρειάζεται έρωτας. Μα για να ερωτευθείς πρέπει να μην έχεις χάσει την καρδιά και ανθρωπιά σου, εκείνη την αρχαϊκή παραδείσια αίσθηση της ομορφιάς. Και δυστυχώς πολλές φορές στον χώρο της θρησκείας και όχι της εκκλησίας, ο έρωτας παρουσιάζεται ως  αμαρτία και ματαιότητα. Ενοχοποιείται, γιατί ο ένοχος ελέγχεται καλύτερα.
Το όμως που αναδύεται  είναι, μπορεί ένας ανέραστος άνθρωπος να γνωρίσει τον Χριστό; Κάποιος που φοβάται να δοθεί, να αφεθεί, να τσαλακωθεί, να πέσει στα πατώματα, να κλάψει και να πενθήσει, μπορεί να αισθανθεί την παρουσία του Νυμφίου; Μονάχα η αγάπη ξέρει να δίνει χωρίς να ζητάει, να ζει χωρίς να υπολογίζει, να αφήνεται χωρίς να κρατιέται, να πεθαίνει για τον αγαπημένο της.
Η εκκλησία του Χριστού, του Αγίου Πορφυρίου και Ισαάκ του Σύρου, μας λέει ότι για σωθείς, πρέπει να προσέξεις κάτι πολύ σημαντικό, να μην χάσεις την καρδιά και την ανθρωπιά σου.
Πολλές φορές στην προσπάθεια μας να γίνουμε «πνευματικοί άνθρωποι» χάσαμε την ανθρωπιά μας. Αναζητώντας τον Θεό, χάσαμε τον άνθρωπο. Εάν δεν μάθεις να ερωτεύεσαι, να συνδέεσαι, να σχετίζεσαι, να αγαπάς και να μοιράζεσαι, να δίνεσαι και να ταπεινώνεσαι, δεν θα αναγνωρίσεις ποτέ στο πρόσωπο του Νυμφίου της Μεγάλης Εβδομάδος τον Χριστό. Θα βλέπεις τα κατορθώματα και τις πνευματικές αρετές σου. Τους νόμους και κανόνες που αρέσκεσαι να επιδίδεσαι ικανοποιώντας το "εγω" σου, μα δεν θα μάθεις ποτέ οτι "σε κάθε έρωτα ξαναζεί η εμπειρία της γεύσης του παραδείσου και της απώλειας του...."

π.Λίβυος 

το είδαμε εδώ

Τὸ μέλος τῆς Μ. Ἑβδομάδος κατὰ τὸν Παπαδιαμάντη



 



Τὴν Μεγάλη Παρασκευὴ ὁ ὑμνωδός, ἐκστατικὸς πρὸ τοῦ μεγαλείου τῆς θυσίας τοῦ Θεανθρώπου, ἀναφωνεῖ: «Ποῖα ἄσματα μέλψω τῇ σῇ ἐξόδῳ, οἰκτίρμον;» Ἡ ποίηση καὶ ἡ μουσική της Μεγάλης Ἑβδομάδος εἶναι σίγουρα ἡ κορύφωση τῆς Ὀρθόδοξης Ὑμνογραφίας, ποὺ προσφέρει στὸν ἄνθρωπο τὴν δυνατότητα βιώσεως τῆς σιωπῆς, τὴ δυνατότητα βιώσεως τοῦ μυστηρίου τῆς ἀνακεφαλαίωσης τῆς σωτηρίας ἀνθρώπου καὶ κόσμου, μέσα ἀπὸ τὴ λατρεία. Τὸ «σήμερον» τῆς θείας λατρείας, «σήμερον ὁ Χριστός παραγίνεται ἐν τῇ οἰκίᾳ τοῦ φαρισαίου», «σήμερον κρεμᾶται ἐπί ξύλου», «τὴν σήμερον μυστικῶς ὁ μέγας Μωϋσῆς προδιετυποῦτο», αὐτὴ ἡ ἀμεσότητα, ἡ παροντοποίηση τῶν σωτηριωδῶν γεγονότων ποὺ συνδέονται μὲ τὰ Πάθη τοῦ Χριστοῦ, πραγματοποιεῖται μὲ τὰ δρώμενα ποὺ προβλέπονται ἀπὸ τὸ Τυπικὸ τῆς Ἐκκλησίας - λιτάνευση τῆς εἰκόνας τοῦ Νυμφίου, τοῦ Σταυροῦ, τοῦ Ἐπιταφίου - ἀλλὰ κυρίως μὲ τὸ βασικότερο μέσον της ἐκκλησιαστικῆς μας λατρείας, τὸν λόγο τοῦ ὕμνου, καὶ τὸ μουσικὸ ἔνδυμά του. Ὁ θεολογικὸς καὶ πατερικὸς λόγος, γίνεται ποιητικός, γίνεται φωνὴ τῆς Ἐκκλησίας, περιβεβλημένος, μάλιστα, τὸ ἑλκυστικὸ ἔνδυμα τῆς μελωδίας.

Ἡ μελωδία ὑπάρχει γιὰ τὸν Λόγο, καὶ ὄχι ὡς αὐθυπόστατο καλλιτεχνικὸ μέσο. Σκοπός της δὲν εἶναι ἡ τέρψη ἢ ἡ συναισθηματικὴ διέγερση - τὴν Μεγάλη Ἑβδομάδα ἰδιαίτερα ἐλλοχεύει ὁ κίνδυνος τοῦ συναισθηματισμοῦ - ἀλλὰ ἡ ὑποβοήθηση τοῦ λόγου νὰ διεισδύσει στὰ βάθη τῆς ὑπάρξεως, δημιουργώντας διάθεση προσευχητική, κατάνυξη καὶ αὐτομεμψία. Δὲν εἶναι μουσικὴ ἀκροάματος, ἀλλὰ λειτουργική. Διακονεῖ τὸ μυστήριο του ἔνσαρκου Λόγου, ἐπενδύοντας τὸν θεολογικὸ λόγο, γιὰ νὰ μπορεῖ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας νὰ «πλέκει» στὸν Θεὸ Λόγο «ἐκ λόγων μελωδίαν». Γι᾿ αὐτὸ καὶ δὲν βρῆκαν στὴν Ὀρθόδοξη Λατρεία ποτὲ θέση τὰ μουσικὰ ὄργανα. Στὴν Ἐκκλησία, «ὄργανο» γλυκύφθογγο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος γίνεται ὁ πιστός, μὲ τὴν καθαρὴ καρδιά του. «Αὐτός ὁ ἄνθρωπος, ψαλτήριον γενόμενος», ὅπως λέει ὁ Μέγας Ἀθανάσιος. Ἀλλὰ οὔτε καὶ ἄλλες νεωτερίζουσες μορφὲς ἀποδόσεως τῶν ὕμνων ἔχουν θέση στὴν Ὀρθόδοξη Λατρεία.

Ὁ κυρ-Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης, ἐραστὴς τῆς γνήσιας Βυζαντινῆς μουσικῆς, προβαίνει σὲ διάφορα ἔργα του (ἄρθρα, διηγήματα, «ἀποσπάσματα σκέψεων») στὴν διατύπωση καίριων παρατηρήσεων γιὰ τὰ μέλος τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος.

Στὰ 1893 ἔγραψε σὲ ἀθηναϊκὴ ἐφημερίδα γιὰ τὸ περιώνυμο τροπάριο τῆς Κασσιανῆς: «Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή...»:

«...Ὅσῳ λαμπρὸν καὶ ὑψηλὸν ἀπὸ ἄποψιν ποιήσεως, τοσούτῳ περιπαθές κ᾿ ἐν σεμνότητι εὔστροφον ὑπὸ ἔποψιν μέλους. Μέλος δ᾿ ἡμεῖς ἐννοοῦμεν τὸ Βυζαντινόν, διότι ἡ ποίησις καὶ ὁ ρυθμὸς αὐτὸς τοῦ τροπαρίου, ὡς καὶ ὅλων τῶν τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, ἔχει τονισθεῖ ὑπὸ ἀρχαιοτάτου μουσικοσυνθέτου, συνδυάσαντος τὸν ρυθμὸν τῶν στίχων μὲ τοῦ μέλους τὴν ἀφελῆ χάριν. Δὲν χωρεῖ λοιπὸν εἰς ταῦτα οὐδεὶς νεωτερισμός, οὐδεμία καινοτομία τετραφωνική ἢ πολυφωνία, ὡς τὴν σήμερον ἀποπειρῶνται τοῦτο καινοτόμοι τινές. Δέν εἶνε δυνατόν νά τονίσῃ τις σήμερον αὐτὸ καλλίτερον ἢ ὁ ποιητὴς τοῦ τροπαρίου ὁ καὶ μελοποιὸς τυγχάνων. Ὥστε κατὰ τὰς ἡμέρας τουλάχιστον ταύτας ἄφετε τὴν μονοφωνίαν τῆς Βυζαντινῆς καὶ μὴ μιγνύετε ἐν αὐτῇ ξενισμούς, οἵτινες δὲν εἶνε ἄλλο παρά αὐτόχρημα βεβήλωσις τοῦ ἁγνοῦ θρησκευτικοῦ Βυζαντινοῦ μέλους...»

Ἡ Μεγάλη Ἑβδομάδα εἶναι ἴσως ἡ σημαντικότερη περίοδος τοῦ Λειτουργικοῦ ἔτους. Τὰ σωτηριώδη γεγονότα εἶναι φρικτά. Οἱ ὕμνοι τῆς Ἐκκλησίας ὁδηγοῦν τοὺς πιστοὺς σὲ κατάνυξη καὶ συντριβή. Γι᾿ αὐτὸ τὸ μέλος πρέπει νὰ εἶναι σεμνοπρεπές, λιτό, ἀλλὰ ταυτόχρονα καὶ δυναμικό, ὥστε νὰ δεσπόζει μέσα στὴ λατρεία. Ἀξίζει νὰ σημειωθεῖ ὅτι πολλὰ μέλη τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος φέρουν, στὰ μουσικὰ χειρόγραφα, τὴν ἔνδειξη «μέλος ἀρχαῖον». Κι αὐτὸ τὸ μέλος μᾶς πάει πολὺ πίσω καὶ μᾶς συνδέει μὲ ἤχους κι ἐποχὲς βυζαντινὲς καί, γιατί ὄχι, ἴσως καὶ πρωτοχριστιανικές, καθὼς πολλὰ στοιχεῖα τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας διασώζονται μέχρι σήμερα στὴν Μεγάλη Ἑβδομάδα, ὅπως π.χ. τὰ ἀντίφωνα τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς.

Στηριζόμενος ὁ Σκιαθίτης στὴν ἐκκλησιαστικὴ καὶ μουσική μας παράδοση ὑποστηρίζει ὅτι σὲ κάθε ἀρχαία καὶ σεμνὴ μουσικὴ «τό μέλος ἀνάσσει, ὁ δὲ ρυθμός ὑπουργεῖ». Ὁ Παπαδιαμάντης περιγράφει μὲ ἔνθεο ζῆλο τὴν μοναδικότητα τῆς Ἀκολουθίας τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς:

«...Ἀλλὰ μετὰ προσοχῆς κατόπιν παρακολουθήσατε τοὺς ἀπαραμίλλους τῶν μελῳδῶν ὕμνους ψαλλομένους ἐξόχως κατανυκτικά, οἵτινες καὶ ὡς ποίησις καὶ ὡς μέλος θὰ παραμείνωσιν ἐσαεὶ ἀθάνατα μνημεῖα τῆς Βυζαντίδος μούσης. Ἡ τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς ἀκολουθία εἶνε ἡ μόνη ἥτις περιλαμβάνει τόσην ποικιλίαν τροπαρίων ἁρμονικῶς καὶ μετὰ σπανίας χάριτος ἐναλλασσομένων τῶν ὀκτὼ ἤχων, οἵτινες ὅλοι ἀπόψε ψάλλουσιν ἐκθάμβως καὶ ἐπηρμένως ὑπὲρ τῆς Βυζαντινῆς μουσικῆς τὸν πειστικώτερον τῶν ρητορικῶν λόγων. Τὰ λεγόμενα Ἀντίφωνα σεμνοπρεπῆ καὶ κατανύττοντα, ἀναφερόμενα δὲ εἰς τὰ Πάθη τοῦ Σωτῆρος καθιστῶσι μελωδικωτάτην καὶ λίαν ἐπαγωγόν τὴν ἀκολουθίαν ταύτην, δεξιώτατα ποικίλλοντα εἰς ρυθμούς καὶ ἤχους καὶ μεταπίπτοντα ἐν μαγευτικῇ ἀντιθέσει ἀπὸ τοῦ χρωματικοῦ εἰς τὸ διατονικόν.

Μετὰ τὸ τέλος τοῦ ἐξοχωτέρου τῶν τροπαρίων «Σήμερον κρεμᾶται ἐπί ξύλου» ψάλλονται εἰς φαιδρόν ἦχον δ´ οἱ Μακαρισμοί, διότι ἐν τούτοις μεγάλην χαράν αἰσθανόμενος ὁ μελωδός, χαίρει ὅτι διὰ τῶν τοῦ Χριστοῦ παθημάτων ἐσώθη ὁ ἄνθρωπος καὶ μετ᾿ εὐφροσύνης ἀνακράζει: «Ἐσταυρώθης δι᾿ ἐμέ, ἵνα ἐμοὶ πηγάσης τὴν ἄφεσιν, ἐλογχεύθης τὴν πλευράν, ἵνα κρουνοὺς ἀφέσεως ἀναβλύσῃς μοι».

Οἱ ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας μας, διακρίνονται γιὰ τὴν ἔξαρση τὴν κατανυκτική, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν σεμνὴ μεγαλοπρέπειά τους. Οἱ ὕμνοι τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος εἶναι γλυκεῖς, χωρὶς νὰ διέπονται ἀπὸ ὁποιονδήποτε συναισθηματισμό, εἶναι ἀβίαστοι ρυθμοῦ καὶ μέλους, χωρὶς αὐτὸ νὰ σημαίνει ὅτι δὲν ἀπαιτοῦν τὴν δέουσα προσοχὴ ἀπὸ τοὺς ψάλτες, εἶναι περιπαθεῖς, χωρὶς βέβαια νὰ ἐξάπτουν τὰ γήινα πάθη, ἀλλὰ νὰ διεγείρουν πρὸς πόθον τοῦ Πάθους τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ποιητικότατοι, ἀλλὰ πάνω ἀπ᾿ ὅλα εἶναι θεόπνευστοι.

Ὁ Παπαδιαμάντης χαρακτηρίζει τοὺς ὕμνους τοῦ Ἐπιταφίου ὡς «παθητικά ἄσματα». Ἀκριβῶς διότι βιώνει τὸν λόγο τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου τοῦ Θεοφόρου: «ὁ ἐμὸς ἔρως ἐσταύρωται». Καὶ μαζὶ μὲ τὸν ἄνθρωπο πάσχει καὶ ἡ φύσις «ἐν Σταυρῷ καθορῶσα τόν Κύριον». Γιὰ τὸν Παπαδιαμάντη τὴν ὥρα τοῦ Ἐπιταφίου «καὶ ἡ θάλασσα φλοισβίζουσα καὶ μορμύρουσα παρὰ τὸν αἰγιαλὸν ἐπαναλάμβανε «οἴμοι γλυκύτατε Ἰησοῦ!»

Ἐξαιρετικὰ σημαντικὲς εἶναι καὶ οἱ παρατηρήσεις τοῦ Παπαδιαμάντη γιὰ τὸν τρόπο τῆς ἐμμελοῦς ἀπαγγελίας τῶν ἀναγνωσμάτων ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς καὶ τοὺς ψάλτες. Στὸ θέμα αὐτὸ σήμερα παρατηρεῖται μεγάλη ἀκαταστασία καὶ σύγχυση λόγω ἄγνοιας ἢ ἐπιδειξιομανίας. Ὁ Παπαδιαμάντης εἶναι πεπεισμένος ὅτι διὰ τοῦ λογαοιδικοῦ τρόπου τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς, «κατέστησαν γνωριμώτερα εἰς τὰς ἀκοάς καὶ τὰ λόγια τῶν θείων Εὐαγγελίων, ὡς καὶ τοῦ Ἀποστόλου. Ὁ λογαοιδικὸς οὗτος τρόπος τῆς ἀπαγγελίας, εἶναι ἀρχαιότατος ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ, καὶ εἶναι γνησίως Ἑλληνικός, ὅπως φαίνεται καὶ εἰς τὰ παλαιὰ δράματα.

Ὁ τρόπος οὗτος τῆς ἀπαγγελίας, διὰ τῆς παρατάσεως ὅλων μὲν τῶν συλλαβῶν, ἀλλὰ μάλιστα τῆς καταλήξεως ἑκάστης περιόδου ἢ ἑκάστου κώλου, σημαίνει καὶ μιμεῖται τὸ κήρυγμα, ἤτοι τὴν φωνὴν τοῦ κήρυκος, καὶ ἀνταποκρίνεται εἰς τὴν ἐντολὴν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, «κηρύξατε τὸ Εὐαγγέλιον πάσῃ τῇ κτίσει».

Ἐθίζεται δὲ ν᾿ ἀπαγγέληται ὁ μέν Ἀπόστολος μετά τινος ποικιλίας τόνων καὶ φθόγγων, τὸ δὲ Εὐαγγέλιον ἁπλούστερον καὶ ὅλως ἀπερίττως».

Ἤδη ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Παπαδιαμάντη ἐμφανίσθηκαν κάποιοι «καινοτόμοι» ἱερεῖς, οἱ ὁποῖοι «κατήργησαν αὐθαιρέτως τόν λογαοιδικὸν τρόπον καὶ ἀπαγγέλλουσιν τὰς περικοπὰς τῶν θείων ρημάτων δι᾿ ἁπλῆς ἀναγνώσεως. Εἰς τοὺς τοιούτους ἱερεῖς πρέπει ν᾿ ἀπαγορευθῇ ἁρμοδίως ἡ καινοτομία αὕτη».

Γιὰ τὸν Παπαδιαμάντη πρωτοτυπία στὶς τέχνες τῆς Ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως, στὶς λειτουργικὲς τέχνες, σημαίνει νὰ μένει κανεὶς πιστὸς στοὺς πρώτους τύπους τῆς τέχνης αὐτῆς. Ἡ Ἐκκλησία γιὰ τὸν Παπαδιαμάντη ἔχει ἕνα παραδεδεγμένο τύπο, τὸν ὁποῖον κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ παραβεῖ «ἀποινεί», ἀφοῦ, «ρητῶς ἀπαγορεύεται πᾶσα καινοτομία εἴτε εἰς τὴν ἀρχιτεκτονικὴν καὶ γραφικὴν καὶ τὴν λοιπὴν τῶν ναῶν διακόσμησιν, εἴτε εἰς τὴν μουσικὴν καὶ τὴν ἄλλην λατρείαν».

Ὁ λόγος τοῦ κύρ-Ἀλέξανδρου, κατὰ τὴν ἀρχὴ τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, εἶναι πατερικὸς καὶ προτρεπτικός. Καὶ σήμερα ἐπίκαιρος καὶ οὐσιαστικός: «...Ἀς ἀρθῶμεν ἀπὸ τῆς σήμερον ὑπὸ τῶν θείων τοῦ Νυμφίου μολπῶν ὑπὲρ τὸ ὑλιστικὸν πεδίον, ἐφ᾿ οὗ τὸν λοιπὸν βιοῦμεν χρόνον, καὶ κατανυσσόμενοι καὶ ἑνοῦντες τὴν φωνὴν τῆς ψυχῆς μας εἰς τοὺς λυρικοὺς τῆς Ἐκκλησίας ὕμνους τοὺς κατακηλοῦντας ἡμᾶς διὰ τῆς γλυκυτάτης βυζαντινῆς μούσας των, ἂς ἐνωτισθῶμεν τὴν μελαγχολικὴν κ᾿ ἐμπνέουσαν ἀκολουθίαν τοῦ Νυμφίου, ἐπιλαθόμενοι τοῦ γηΐνου κόσμου καὶ μετὰ τοῦ Θεοῦ συναδελφούμενοι.

Εἰσέλθωμεν εἰς τοὺς ναούς καὶ ἴδωμεν ἄλλον κόσμον, κόσμον Οὐράνιον. Ἑνωθῶμεν τοὐλάχιστον πνευματικῶς ἐκεῖ εἰς τὰς Ἐκκλησίας, γινόμενοι ὅλοι ἀδελφοί, ὅλοι ἴσοι ἀπέναντι τοῦ Ἐσταυρωμένου. Ἐκεῖ πρό τοῦ θυσιαστηρίου ἂς σιγήσουν τά πάθη, καὶ ἂς ὁμιλήσῃ ἡ καρδία, καὶ ἂς ἀκουσθῇ ἡ φωνὴ τῆς συνειδήσεως...».

Η μεγάλη πορεία...


Οδεύοντας στην Μεγάλη Εβδομάδα, παρακολουθώντας τις υπέροχες βραδυνές ακολουθίες, ζεις τα γεγονότα μέρα με την ημέρα, σε μια πορεία ταπεινή που οδηγεί στην δόξα. Βλέπεις τον Χριστό, ελκόμενο προς τος πάθος, δια την ημών σωτηρίαν, ακούς τα ψαλμικά μελωδήματα που σε μεταφέρουν νοερά μέσα από τον λειτουργικό αέναο χρόνο της Εκκλησίας , μπροστά στον Νυμφώνα του Χριστού όπου τον αντικρίζεις μέσα από την άκρα ταπείνωση να σε προσκαλεί σε κάλεσμα μεγάλο κάλεσμα ψυχικής ανάτασης και σωτηρίας.
Ο ωραίος κάλλει παρά πάντας βροτούς , κρύβει το κάλλος, μέσα στον πόνο που αποτυπώνεται στο πρόσωπο Του. Αντικρίζοντας τον Νυμφίο Χριστό, καταλαβαίνεις το μέγεθος της αγάπης του Θεού για τον άνθρωπο. Ο Θεός εξανθρωπίζεται και ταυτόχρονα ο άνθρωπος θεώνεται! Τι συναισθήματα εγείρονται από αυτές τις εικόνες που ξυπνούν ωραίες αναμνήσεις μέσα στο νου. Τα πένθιμα χρώματα, ανακατεύονται με τις ευωδιές των θυμιαμάτων που θυμίζουν την αέναη προσευχή των ανθρώπων που ξεκινά από την γη για να φτάσει στον θρόνο του Θεού!

Σε ποιό μέρος του κόσμου μπορείς να βρεις τόση γαλήνη ώστε να γεμίσεις την ψυχή σου, όσο στην ταπεινή μισοσκότεινη Εκκλησία την Μεγάλη Εβδομάδα, όπου ο άνθρωπος στέκει απέναντι στον Θεό, θεατής ενός δράματος που όμοιο του δεν υπάρχει στην ανθρώπινη ιστορία. Βλέπεις αμαρτωλούς να περνούν μπροστά σου, αγιασμένοι και καθάριοι όπως το απαλό βρόχινο νερό που όπου πέσει καθαρίζει και δροσίζει. 

Ο κόσμος νομίζει, πως η αγιότητα είναι προνόμιο των λίγων και ο Νυμφίος μας διαβεβαιώνει πως είναι κατόρθωμα των πολλών που συσταυρώθηκαν και συντάφηκαν μαζί Του, Για εμάς που αναβαίνωμεν εις Ιεροσόλυμα νοερά , συμπορευόμεθα συσταυρωμένοι και νεκρωμένοι για Εκείνον, τον παθόντα και ταφέντα για το ανθρώπινο γένος. 

Η πορεία μας προς προς το πάθος, συνεχίζεται και κλιμακώνεται μέρα με την ημέρα. Και εμείς, μέσα από την ματιά της λειτουργικής μας παραδόσεως, παρακολουθούμε τα γεγονότα σαν να είμαστε παρόντες στον χρόνον που τελούνται. Τα πρότυπα της Εκκλησίας μας, οι αγιασμένοι αμαρτωλοί, μας συμπαραστέκονται στον αγώνα , α' αυτό το μονοπάτι που ο διαβάτης της ζωής διέρχεται κουβαλώντας μαζί του, τον πόνο, το δάκρυ, αλλά και την χαρά και την ευτυχία. Ωραίες στιγμές! Μοναδικές για όσους θελήσουν, την Μεγαλοβδομάδα να την κάνουν πορεία ζωής και τρόπο σκέψης μέσα από μια μετάνοια που σημαίνει αναγνώριση του λάθους και προσπάθεια επανόρθωσης... 


                                                                                                                π. Θωμάς Ανδρέου

Μεγάλη Τρίτη - Των Δέκα Παρθένων

Μεγάλη Τρίτη - Των Δέκα Παρθένων

Κατά την Μεγάλη Τρίτη επιτελούμε ανάμνηση της περί των δέκα παρθένων γνωστής παραβολής του Κυρίου.
Η Εκκλησία μας καλεί να είμεθα έτοιμοι για να υποδεχθούμε, κρατούντες τις λαμπάδες των αρετών μας, τον ουράνιον Νυμφίο, τον Κύριον Ιησού, ο Οποίος θα έλθει αιφνίδια, είτε ειδικά κατά τη στιγμή του θανάτου μας, είτε γενικά κατά τη Δευτέρα Παρουσία.
Επίσης μας καλεί, φέρουσα ενώπιό μας και τη παραβολή των ταλάντων, να καλλιεργήσουμε και να αυξήσουμε τα χαρίσματα που μας έδωσε ο Θεός.
Ο Κύριός μας, ο Ιησούς Χριστός, όταν ανέβαινε στα Ιεροσόλυμα και πλησίαζε προς το εκούσιο Πάθος, έλεγε στους μαθητές Του ορισμένες παραβολές για να τους προετοιμάσει. Μερικές, μάλιστα, τις έλεγε για να καυτηριάσει και να χτυπήσει του Γραμματείς και τους Φαρισαίους.
Μια από αυτές, τη σημερινή των δέκα παρθένων, την είπε για να παρακινήσει μεν όλους προς την ελεημοσύνη, αλλά και να διδάξει όλους μας να είμαστε έτοιμοι πριν μας προλάβει το τέλος του θανάτου. Επειδή έχει πολλή δόξα η παρθενία (πραγματικά είναι μεγάλο κατόρθωμα!) και για να μη βρεθεί κάποιος που κατορθώνει αυτό το μεγάλο έργο, αλλά παραμελεί τα άλλα και ιδίως την ελεημοσύνη, προβάλλει αυτή τη παραβολή.
Τρέχει πολύ γρήγορα η νύκτα της παρούσης ζωής, έτσι οι παρθένες όλες νύσταξαν και κοιμήθηκαν, δηλαδή πέθαναν, γιατί ο θάνατος λέγεται και ύπνος. Καθώς κοιμόντουσαν, στη μέση της νύχτας ακούσθηκε μια δυνατή φωνή που έλεγε: «Να ΄τος ο Νυμφίος, έρχεται! Βγείτε όλες να Τον προϋπαντήσετε!».
Τότε οι φρόνιμες παρθένες που είχαν φροντίσει να έχουν άφθονο λάδι, συνάντησαν τον Νυμφίο και μπήκαν μέσα μαζί Του, όταν ανοίχθηκαν οι πύλες. Αυτές κοντά στις άλλες αρετές και μάλιστα της παρθενίας, φρόντισαν να έχουν άφθονο και το λάδι της ελεημοσύνης.
Αντίθετα οι άλλες πέντε παρθένες που δεν είχαν αρκετό λάδι, όταν ξύπνησαν ζητούσαν λίγο από τις φρόνιμες, αλλά μετά θάνατο δεν είναι εύκολο να αγοράσεις λάδι από αυτούς που το πουλούν, δηλαδή τους φτωχούς.Αυτές, η παραβολή, τις ονομάζει μωρές, γατί ενώ κατόρθωσαν το δυσκολότερο, την ''παρθενία'', παραμέλησαν το ευκολότερο γιατί ήταν ανελεήμονες καρδιές.
Όποιος λοιπόν κατορθώσει μια αρετή - έστω μεγάλη - αλλά δε φροντίσει και για τις άλλες και ιδίως την ελεημοσύνη, δε μπορεί να μπει μαζί με το Χριστό στην αιώνια ανάπαυση και γυρίζει πίσω ντροπιασμένος. Και τίποτα δεν είναι πιό λυπηρό και πιο ντροπιαστικό από μια "παρθένο" που νικιέται απ' τον έρωτα των χρημάτων.
Απολυτίκιον:
Ήχος πλ. δ'.

Ιδού ο Νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός, και μακάριος ο δούλος, ον ευρήσει γρηγορούντα, ανάξιος δε πάλιν, ον ευρήσει ραθυμούντα. Βλέπε ούν ψυχή μου, μη τω ύπνω κατενεχθής, ίνα μη τω θανάτω παραδοθής, και της βασιλείας έξω κλεισθής, αλλά ανάνηψον κράζουσα· Άγιος, Άγιος, Άγιος ει ο Θεός, διά της Θεοτόκου ελέησον ημάς.

Δευτέρα, Απριλίου 06, 2015

Στήν Μαρία Ζ., πού ζητᾶ νά μάθει τή σημασία τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς τῶν δέκα παρθένων.

Ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς
Πέντε σοφές καί πέντε μωρές παρθένες. Διάβασε: πέντε σοφές καί πέντε μωρές ἀνθρώπινες ψυχές. Οἱ σοφές εἶχαν τά καντήλια καθαρά καί τό λάδι ἐνῶ οἱ μωρές μόνον τά καντήλια.
Τά καντήλια κατ᾿ ἀρχάς συμβολίζουν τό σῶμα καί τό λάδι τό ἔλεος. Ἴσως, ἡ ἑλληνική λέξη «ἔλαιον» νά ἔχει κάποια σχέση μέ τή λέξη ἔλεος. Ἀπό τή λέξη ἔλεος παράγεται καί ἡ λέξη πολυέλεος, πού σημαίνει αὐτόν πού ἔχει πολύ ἔλεος. Ὁ πολυέλεος τοῦ ναοῦ ἀνάβει κατά τή διάρκεια τοῦ ὄρθρου ὅταν ψέλνονται οἱ ψαλμοί περί τοῦ πολύ ἐλέους τοῦ Θεοῦ ἔναντι τοῦ ἐκλεκτοῦ Του λαοῦ μέ τήν ἐπανάληψη «ὄτι εἰς τόν αἰώνα τό ἔλεος Αὐτοῦ ἀλληλούια» 
(Ψαλμ. 135:1). Οἱ σοφές παρθένες εἶχαν, λοιπόν, παρθένο σῶμα μέ παρθένα ψυχή ἀλλά μαζί μ᾿ αὐτό καί μεγάλο ἔλεος.Ἔλεος ἀπέναντι στούς πιό ἀδύναμους ἀπό τίς ἴδιες, πού ἀκόμα δέν εἶχαν ἀπελευθερωθεῖ ἀπό τίς ἁμαρτίες. Οἱ μωρές παρθένες κρατοῦσαν αὐστηρά τή σωματική παρθενία ἀλλά ἦταν ἀνελέητες καί ἔβλεπαν περιφρονητικά τούς πιό ἀδύναμους ἀπό τίς ἴδιες. Τούς κατέκριναν μέ ἀλαζονεία καί τούς ἀποστρέφονταν μέ ὑπεροψία. «Δίκαια τίς ἀποκαλοῦν μωρές», λέει ὁ ἅγιος Νεῖλος τοῦ Σινᾶ, «ἀφοῦ πέτυχαν στό πολύ δύσκολο καί σχεδόν ἀδύνατο -δηλαδή τήν παρθενία- παρέβλεψαν ὅμως τό ἔλεος, τή συμπόνια, τή συγχώρεση».
Τό καντήλι τους ἦταν καθαρό, ἀλλά ἄδειο καί σκοτεινό! Ὅταν ἔρθει ὁ θάνατος καί τό σῶμα λιώσει κάτω ἀπό τό χῶμα ἐνῶ ἡ ψυχή ξεκινήσει πρός τόν δρόμο τῆς αἰώνιας κατοικίας τό λάδι τοῦ ἐλέους πρέπει νά τίς φωτίζει καί νά τίς ὁδηγεῖ. Ὅποιος μένει χωρίς αὐτό τό λάδι θά τόν περιτρυγυρίζει τό σκοτάδι. Πῶς θά διασχίσει τόν δύσκολο αὐτό χῶρο; Ἡ ψυχή διακατέχεται ἀπό φόβο καί τρέμει. Γύρω της φοβερές σκιές ἀπό ἀναλαμπές. Σάν τά ἀνατριχιαστικά ὄνειρα πού ταλαιπωροῦν τόν ὕπνο. Ποιός θά τήν ἐλεήσει τώρα;Ποιός θά προσφέρει ἔστω καί μία ἀχτίδα φωτός; Θά ἐλεήσει ὁ Θεός, ἀλλά τούς ἐλεήμονες. Ἀφοῦ ἔχει εἰπωθεῖ: «Μακάριοι οἱ ἐλεήμονες ὅτι αὐτοί ἐλεηθήσονται» (Ματθ. ε΄7). Αὐτοί πού ἔδειξαν ἔλεος ἔναντι τῶν δημιουργημάτων αὐτοί θά ἐλεηθοῦν ἀπό τόν Δημιουργό. Δέν εἶναι ἄραγε αὐτό δίκαιο καί παρηγορητικό;
Στή γειτονιά μας ζοῦσε μία μεγάλη κοπέλα. Γι᾿ αὐτήν ἦταν γνωστό ὅτι καθ᾿ ὅλη τή διάρκεια τῆς ζωῆς της παρέμεινε τίμια. Μέχρι ἐκεῖ καλά καί ἄξια συγχαρητηρίων. Ἀλλά ἀπό μέρα σέ μέρα ἡ γλώσσα της ἄρχισε νά ξερνᾶ δηλητηριώδη βέλη γιά ἐκείνους πού ζοῦσαν στόν γάμο καί οἱ ὁποῖοι ἁμαρτάνουν. Ἀπό τό πρωί μέχρι τό βράδυ περηφανευόταν γιά τήν παρθενία της καί λοιδοροῦσε ὅσους τῆς φαίνονταν χειρότεροι ἀπ᾿ αὐτήν. Ἕνας ἱερέας σέ μία συζήτηση μᾶς εἶπε γι᾿ αὐτήν: ἄν δέν ξέρετε τί εἶναι ἡ μωρή παρθένα ἀπό τήν εὐαγγελική περικοπή, νά την! Καί ὄντως, κατά κάποιο τρόπο, φαίνεται ἔντονα ἡ μωρία ὅταν ὁ ἄνρωπος διαθέτει μία καί μόνον ἀρετή καί τοῦ λείπουν οἱ ὑπόλοιπες. Ἡ μία ἀρετή μοιάζει ὅπως ἕνα μικρό φῶς μέσα στό σκοτάδι πού ἀναγκάζει τόν ταξιδιώτη νά γέρνει πότε ἀριστερά πότε δεξιά γιά νά μπορέσει νά δεῖ. Ἡ σοφία δέν βρίσκεται στήν μία ἀρετή ἀλλά στή συλλογή ὅλων τῶν ἀρετῶν. Ὅπως εἶπε καί ὁ Πάνσοφος: «Ἡ σοφία ᾠκοδόμησεν ἑαυτῇ οἶκον καί ὑπήρεισεν στύλους ἑπτά» (Παρ. Σολ. 9: 1). Σοφή εἶναι ἡ ψυχή ἐκείνη ἡ ὁποία διαθέτει τουλάχιστον ἑπτά ἀρετές.
Ἀκόμα αὐτή ἡ παραβολή τοῦ Χριστοῦ ἔχει καί βαθύτερη πνευματική σημασία. Μέ τίς πέντε μωρές παρθένες ὑπονοεῖ τίς πέντε βασικές αἰσθήσεις. Ὅποιος ζεῖ μ᾿ αὐτό πού βλέπει καί ἀκούει χωρίς κανέναν ἔλεγχο ἀπό τόν νοῦ, αὐτός ἔχει μωρή ψυχή. Ὅταν ὁ θάνατος ἁπλώσει τό πέπλο του σ᾿ αὐτόν τόν αἰσθητό κόσμο μία τέτοια ψυχή μένει στό ἀπόλυτο σκοτάδι. Μέ τίς πέντε σοφές παρθένες ὑπονοεῖ τίς πέντε ἐσωτερικές αἰσθήσεις, οἱ ὁποῖες ἐλέγχουν τόν νοῦ καί κυριαρχοῦν πάνω στίς ἐξωτερικές αἰσθήσεις. Ἀλλά θά μπορέσεις κατά τή διάρκεια τῆς ζωῆς σου νά τό ἀντιληφθεῖς αὐτό; Ὁχρόνος θά δείξει.
Εἰρήνη καί ὑγεία ἀπό τόν Θεό.


Ἀπό τό βιβλίο: «Δρόμος δίχως Θεό δέν ἀντέχεται…»
Ἱεραποστολικές ἐπιστολές  Α΄
Ἐκδόσεις «Ἐν πλῷ»
το είδαμε εδώ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...