Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Μαΐου 02, 2015

Είναι καλύτερος ο αιφνίδιος θάνατος;



Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς  

Άκουσες πως μερικοί επιθυμούν τον αιφνίδιο θάνατο. Αφού ο θάνατος είναι να έρθει τουλάχιστον ας είναι αιφνίδιος, ώστε να δώσει μία κι' έξω τέλος σ' αυτή τη ζωή. Καλύτερα έτσι παρά να βασανιζόμαστε από τις αρρώστιες και να βασανίζουμε τους άλλους. Η προσμονή του θανάτου είναι φοβερό πράγμα ενώ ο απρόσμενος θάνατος δεν είναι τίποτα. Στο χωριό μας ένα αυτοκίνητο χτύπησε μια γυναίκα και τη σκότωσε. Αυτό το γεγονός έδωσε αφορμή για διάφορες συζητήσεις. Κάποιοι ισχυρίζονταν ότι τέτοιου είδους θάνατος είναι καλύτερος. Κάποιος μάλιστα είπε για τον θάνατο το εξής: ας έρθει, αρκεί να μην μας δαγκώσει! Γι' αυτό γράφεις και ζητάς μια εξήγηση.


Δεν πρέπει να επιθυμούμε τον αιφνίδιο θάνατο, αλλά  να είμαστε έτοιμοι για τον θάνατο κάθε στιγμή. Έτσι μας διδάσκει η Εκκλησία μας. Υπάρχουν καθορισμένες προσευχές στον Θεό για να μας φυλά από διάφορες συμφορές μέσα στις οποίες απαριθμείται και αυτή για τον αιφνίδιο θάνατο. Αλλά Εκείνος που έχει την εξουσία πάνω στη ζωή και τον θάνατο δρα κατά την Αγία Πρόνοιά του με γνώμονα την ευεργεσία των ανθρώπινων ψυχών, είτε τους παίρνει είτε τους αφήνει στη ζωή. Συνήθως χτυπά με αιφνίδιο θάνατο τους αμαρτωλούς, αλλά μερικές φορές -σπάνια- και τους δίκαιους. Δεν διαβάζουμε άραγε στην Παλαιά Διαθήκη πως ο Θεός τιμώρησε με αιφνίδιο θάνατο τους γιους του Ααρών, για την αυτόβουλη θυσία, όπως και τους ξεσηκωμένους ενάντια στον Μωυσή; Ο Ανανίας και η Σαπφήρα έπεσαν νεκροί επειδή είπαν ψέμματα στους Αποστόλους. Πολλοί χριστιανοί μάρτυρες πέθαναν με αιφνίδιο θάνατο όπως διαβάζουμε στους βίους των αγίων μαρτύρων του Χριστού. Μερικές φορές συνέβη και ευσεβείς να πεθάνουν από αιφνίδιο θάνατο, πράγματι πολύ πιο σπάνια. Έτσι συνέβη με τον Άγιο Αθανάσιο τον Αθωνίτη, όπου καθώς έχτιζε έναν τοίχο, έπεσε ο τοίχος και σκότωσε μαζί μ'  αυτόν και μερικούς μοναχούς.
Στέλνοντας τον αιφνίδιο θάνατο σε μερικούς αμαρτωλούς ο Θεός πετυχαίνει δύο στόχους: τους μεν νεκρούς αμαρτωλούς τους τιμωρεί, τους δε υπόλοιπους τους φοβίζει ώστε να μην αμαρτάνουν. Όπως συνέβη και με τον αιφνίδιο θάνατο του Ανανία και της Σαπφήρας: «ακούων δε ο Ανανίας τους λόγους τούτους πεσών εξέψυξε, και εγένετο φόβος μέγας επί πάντας τους ακούοντας ταύτα. αναστάντες δε οι νεώτεροι συνέστειλαν αυτόν και εξενέγκαντες έθαψαν. Εγένετο δε ως ωρών τριών διάστημα και η γυνή αυτού, μη ειδυία το γεγονός, εισήλθεν. απεκρίθη δε αυτή ο Πέτρος· ειπέ μοι, ει τοσούτου το χωρίον απέδοσθε; η δε είπε· ναι, τοσούτου. ο δε Πέτρος είπε προς αυτήν· τι ότι συνεφωνήθη υμίν πειράσαι το Πνεύμα Κυρίου; ιδοz οι πόδες των θαψάντων τον άνδρα σου επι τη θύρα και εξοίσουσί σε. έπεσε δε παραχρήμα παρά τους πόδας αυτού και εξέψυξεν· εισελθόντες δε οι νεανίσκοι εύρον αυτήν νεκράν, και εξενέγκαντες έθαψαν προς τον άνδρα αυτής.και εγένετο φόβος μέγας εφ' όλην την εκκλησίαν και επv πάντας τους ακούοντας ταύτα». (Πραξ. 5, 5-11).
Όταν οι άνθρωποι ανυψώνουν περισσότερο κάποιον δίκαιο και αρχίζουν, κατά κάποιο τρόπο, να τον αποθεώνουν, όπως στην περίπτωση του Αγίου Αθανασίου, τότε ο Θεός παίρνει την ψυχή του δικαίου αιφνίδια, ώστε να αποδείξει στους ανθρώπους ότι μόνον Αυτός είναι ο Θεός και ότι δεν υπάρχει κανείς άλλος πλην Αυτού. Σε κάθε περίπτωση όμως ο αιφνίδιος θάνατος αποτελεί ξεκάθαρο δίδαγμα για τους άλλους που βρίσκονται στη ζωή: ότι όλοι πρέπει να σκεπτόμαστε τον θάνατό μας και να ετοιμάζουμε την ψυχή μας με μετάνοια, με προσευχή και ελεημοσύνη για τη σύντομη έξοδο από αυτόν τον κόσμο.
Λέγεται για τον συγχωρεμένο γέροντα Νικήτα του Βαλαάμ (+1907) ότι φοβόταν πολύ τον αιφνίδιο θάνατο και διαρκώς προσευχόταν παρακαλώντας τον Θεό να του στείλει πριν τον θάνατο αρρώστια. Έλεγε χαρακτηριστικά: «Με την υπομονή στην αρρώστια τουλάχιστον θα με ελεήσει ο Δίκαιος Κριτής ο Οποίος αν θέλει μπορεί να το υπολογίσει στα αγαθά έργα τα οποία εγώ δεν έκανα». Κάποιος άλλος ξαπλωμένος στο νεκρικό κρεβάτι παρηγορούσε τους φίλους του λέγοντας: «Εννέα μήνες ταλαιπωριόμουν για να έρθω σ' αυτόν τον κόσμο, είναι άραγε πολύ οι εννέα μήνες για να βγω απ' αυτόν;»
Και πράγματι η αρρώστια πριν τον θάνατο έχει πολύ μεγάλη σημασία. Η αρρώστια έσωσε πολλούς αμαρτωλούς φέρνοντάς τους την αιώνια σωτηρία. Πολλές χιλιάδες από αυτούς έμαθαν για τον Θεό και την ψυχή τους μόλις έφθασαν στην επιθανάτια ασθένεια. Γνωρίζοντας έτσι αυτές τις δύο μεγάλες πραγματικότητες τις οποίες σ' ολόκληρη την ζωή τους αγνοούσαν, μετάνιωσαν πικρά, κλαίγοντας για την ανόητη ζωή τους, μετέλαβαν και έτσι με δάκρυα και αίμα Χριστού αξιώθηκαν να μπουν στη φωτεινή ουράνια αυλή.
Είναι σαφές, λοιπόν, ότι η αρρώστια πριν τον θάνατο έρχεται ως έλεος Θεού. Δεν πρέπει να μας ενοχλεί καθόλου εάν οι συγγενείς και οι φίλοι μας παιδεύονται γύρω από μας κατά την περίοδο της επιθανάτιας ασθένειάς μας. Αυτό πάλι γίνεται για τον δικό τους καλό. Μ' αυτές τις υπηρεσίες τους χρεώνουν τον Δημιουργό  οι άνθρωποι και Αυτός θα τους το επιστρέψει πληρώνοντάς τους εκατονταπλάσια.-


Πηγή: (ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ, «Δρόμος δίχως Θεό δεν αντέχεται ..., ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ Α΄», Εκδόσεις «Εν Πλω», Σελ. 137-140), Η Πλατυτέρα των Ουρανών

Μακάριοι οι ελεήμονες (Mικρή σπουδή στο μεγάλο θέμα της ελεημοσύνης)


ΔΙΔΑΚΤΙΚΟΤΑΤΕΣ ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ
Πριν από μερικές δεκαετίες, και για την ακρίβεια πριν από το 1940, σε μια κωμόπολη της Ηλείας ζούσε μια χαριτωμένη από τον Θεό ψυχή, η κυρία Κατερίνα. Δεν ήξερε καθόλου γράμματα. Ήταν όμως ένας πολύ φωτισμένος άνθρωπος, με ακλόνητη ζωντανή την πίστη, σαν εκείνη που είχαν οι πρώτοι χριστιανοί, που έπεφταν και στη φωτιά για το Χριστό, προκειμένου να μην τον αρνηθούν. Και έτσι εκπληρώθηκαν τα λόγια του Κυρίου στη ζωή της ευλογημένης αυτής ψυχής «και πάντα όσα αιτήσετε εν τη προσευχή πιστεύοντες, λήψεσθε». Διότι όντως ήταν άνθρωπος της πολλής προσευχής.
Όταν μερικές φορές τον Ιούλιο μήνα σκοτείνιαζε ο ήλιος από τα σύννεφα και προμηνύονταν βροχή μεγάλη, επειδή οι θημωνιές με τα στάχυα περίμεναν εκείνη την εποχή για αλώνισμα στα αλώνια, αν έβρεχε οπωσδήποτε θα καταστρεφόταν η σοδειά τους, γι’ αυτό και οι χωρικοί έτρεχαν στην κυρία Κατερίνα, και της ζητούσαν να προσευχηθεί για να μη βρέξει. Και κείνη πήγαινε μπροστά στην εικόνα του Χριστού, προσευχόταν και δεν έβρεχε. Αυτό μας θυμίζει τον προφήτη Ηλία ο οποίος ήταν άνθρωπος ομοιοπαθής, – όμοιος με μας, με τις αδυναμίες και τα πάθη, και βέβαια ασφαλώς και τις πολλές αρετές και τη δυνατή πίστη στην προσευχή, κι όταν παρακάλεσε τον Θεόν για να πάρουν ένα μάθημα οι συμπατριώτες του οι Ιουδαίοι, δεν έβρεξε επί τρισήμισι χρόνια. Κι όταν πάλι έκανε προσευχή ο Θεός έστειλε υετόν, βροχή. – Όταν αρρώσταινε κάποιος, κατέφευγαν πάλι στην Αικατερίνη, πάλι εκεί να προσευχηθεί, και αν υπήρχε κάποιο τραύμα, κάποιος δυνατός πόνος σε κάποιο σημείο του σώματος, κάποιος τραυματισμός, βουτούσε τα δάκτυλά της στην κανδήλα και το άλειφε σταυροειδώς με λάδι. Και ανάλογα με την πίστη που είχανε οι χριστιανοί, ανταποκρινόταν και ο Θεός με θαύμα.
Ποτέ η αγιασμένη γυναίκα, δε δέχτηκε δώρα, διότι ήτο και καλά αποκατεστημένη. Ό,τι έκανε, το έκανε ανιδιοτελώς, με μεγάλη απλότητα και φυσική ταπεινοφροσύνη. Οι σκέψις ήτανε παρθενική, και δεν την εμόλυνε η αυταρέσκεια, η υπερηφάνεια ή και ο εγωισμός. Γι’ αυτό, αυτό το χάρισμα του Θεού, δεν το έχασε μέχρι το τέλος της ωραίας ζωής της που ελαμπρύνετο ακόμα πολύ περισσότερο, από την πολλή της ελεημοσύνη και μάλιστα εν κρυπτώ.
Κάποτε ο καινούργιος παπάς του χωριού εντυπωσιασμένος από τα αποτελέσματα της προσευχής, αυτής της πιστής γυναίκας, και υποψιαζόμενος μήπως υπάρχουν μαγγανείες και άλλου είδους γητεύματα, τη φώναξε και ιδιαιτέρως τη ρώτησε.
– Για πες μου Κατερίνα, παιδί μου, τι προσευχή κάνεις όταν οι διάφοροι χριστιανοί σου ζητούν κάποιο αίτημα να κάμεις στο Θεό; Ή και όταν είσαι μόνη σου, τι προσευχές κάνεις συνήθως;
Και εκείνη απάντησε με όλη της την φυσική απλότητα.
– Εγώ παππούλη μου όπως γνωρίζεις δεν ξέρω γράμματα. Λέω μόνο μια προσευχή που μου έμαθε η γιαγιά μου.
– Ποια;
– «Εν αρχή ην ο Λόγος, και ο Λόγος ην προς τον Θεόν, και Θεός ην ο Λόγος». Και κατόπιν ζητάω από τον Θεό, αυτό που με παρακαλούνε οι συχωριανοί μου να το ζητήσω με την προσευχή μου, είτε από το Χριστό, είτε από την Παναγία, είτε από κάποιον Άγιον.
Ο ιερεύς έμεινε κατάπληκτος, όταν άκουσε τον πρώτο στίχο του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου, και έτσι βεβαιώθηκε για το άδολον αυτής της ψυχής και την απλή βαθειά πίστη της η οποία είχε σαν αποτέλεσμα τόση δύναμη στην προσευχή της.
Τον ρώτησε η κυρά Κατερίνα, μήπως δεν είναι σωστό; Αυτό που κάνω, να κάνω κάτι άλλο; Δεν ξέρω βέβαια, αλλά αν πρέπει …
– Όχι, όχι, όχι, της λέει εκείνος, προς Θεού μην αλλάξεις αυτή την προσευχή, αυτή που ξέρεις, αυτή που έμαθες, αυτήν και να κάνεις.
Μεταξύ των άλλων λοιπόν, στο κελάρι του σπιτιού της, υπήρχαν και πάνω από χίλιες οκάδες στάρι, και δυο μεγάλα πιθάρια λάδι. Όταν ήρθε η φοβερή Γερμανική κατοχή του 1941, και οι Έλληνες καταδικάστηκαν σε λιμοκτονία, και ο κόσμος πέθαινε από την πείνα, τότε φάνηκε και το μεγαλείο της Κατερίνας. Ο συγχωρεμένος ο άνδρας της, της είχε αφήσει αρκετή περιουσία, την οποία όμως είχε από τον πατέρα του, τον κύριο Αλέξη. Έτσι λοιπόν είχε αρκετά αποθέματα στις αποθήκες.
Η Κατερίνα λοιπόν, στην Κατοχή αυτή την σκληρή, και την μεγάλη πείνα, άρχισε την διανομή στους πεινασμένους. Είχε ένα πιάτο βαθύ, το γέμιζε, και μοίραζε γενναιόδωρα. Όταν οι ελεηθέντες της έδιναν ευχές, εκείνη έλεγε «όχι, μην με ευχαριστείτε εμένα, το σιτάρι είναι από την περιουσία του πεθερού μου, του μπάρμπα Αλέξη, να λέτε «Θεός σχωρέσ’ τον κυρ Αλέξη».
Όταν μοίρασε τις περισσότερες από τα μισά, είδε στον ύπνο της τον πεθερό της, για τον οποίον έλεγαν ότι ήταν ο φοβερότερος τσιγκούνης του χωριού, παρόλον που ήτανε αρκετά ευκατάστατος. Τον είδε λοιπόν σαν κατάδικο με τα μαλλιά μεγαλωμένα μέχρι κάτω, σε κακά χάλια, με γένια και βρώμικον πολύ. Η Κατερίνα τότε πήρε ένα ψαλίδι, – στον ύπνο της αυτά – πήρε ένα ψαλίδι, του έκοψε τα μαλλιά, τον καθάρισε. Τον ξύρισε, τον περιποιήθηκε, τον έπλυνε, του φόρεσε και καινούργια άσπρα ρούχα και έτσι το πρόσωπο του κεκοιμημένου φωτίσθηκε. Έλαμπε ολόκληρος. Τότε γύρισε και της είπε με ανακούφιση.
– Νάσαι ευλογημένη Κατερίνα μου. Με τις ελεημοσύνες σου με έβγαλες από τον Άδη, και μ’ έκαμες στρατηγό, πρίγκιπα.
undefinedΆλλη μια περίπτωση που αποδεικνύεται πόσο οι ελεημοσύνες, ανακουφίζουν τις ψυχές των κεκοιμημένων, όπως και οι προσευχές που γίνονται ιδιαιτέρως στην εκκλησία κατά την προσκομιδή και μετά τον καθαγιασμόν των Τιμίων Δώρων, και οι προσευχές που κάνουν οι χριστιανοί στα σπίτια τους, για τους κεκοιμημένους,
Επιβεβαιώνεται εδώ ο λόγος του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, ο οποίος λέγει «όταν οι ελεημοσύνες γίνονται με πίστη, με αγάπη, και με καθαρή καρδιά, βγάζουν ψυχές από την Κόλαση και τις πηγαίνουν στον Παράδεισο.
Αυτά όλα τα αφηγήθηκαν με συγκίνηση, ο γιος της ευλογημένης αυτής ψυχής, της κυρά Κατερίνας, μαζί με την γυναίκα του, τη νύφη της δηλαδή, σε ένα προσκύνημά τους που έκαναν στην Παναγία την Βαρνάκοβα, την Διακαινίσιμο εβδομάδα φέτος, το 2009.

Μακάριοι οι ελεήμονες, λοιπόν, ότι αυτοί ελεηθήσονται. Η ελεημοσύνη όμως αδελφοί μου έχει πολλές μορφές και πολλές πνευματικές διαστάσεις.
– Και πρώτα πρώτα η ελεημοσύνη δηλώνει την ευσπλαχνία του Αγίου Θεού προς τον άνθρωπο. Ούτος ο άνθρωπος, λέγει η Αγία Γραφή, λήψεται ευλογίαν παρά Κυρίου, και ελεημοσύνην παρά Θεού Σωτήρος αυτού. Έτσι κάθε μορφή δικαιοσύνης του Θεού προς τον άνθρωπον, είναι και μορφή ελεημοσύνης και αγάπης προς αυτόν, αφού ο ίδιος ο Κύριος οδήγησε ή οδηγείται, ως πρόβατον επί σφαγήν, και πεθαίνει αντί γι’ αυτόν πάνω στο Σταυρό.
– Δεύτερον. Η ελεημοσύνη είναι ακόμα η δικαία ανταπόκρισις του αγωνιζομένου χριστιανού, προς τον Θεόν. «Ελεημοσύνη έσται υμίν, εάν φυλασσόμεθα ποιείν πάσας τας εντολάς ταύτας, εναντίον Κυρίου του Θεού ημών, καθ’ ά ενατήλατο ημίν». Να το ερμηνεύσουμε. Το έλεος του Κυρίου θα είναι μαζί σας. Εάν φροντίσουμε να τηρούμε όλες τις εντολές ενώπιον του Θεού μας, όπως Αυτός μας διέταξε. Από το Δευτερονόμιον. Με αυτό θέλει να μας πει ο Θεός, ότι ο Θεός μας δικαιώνει και μας ελεεί, όταν εμείς εφαρμόζουμε τις άγιες εντολές Του. Ο αγαπών με, λέει, τας εντολάς μου τηρήσει. Και έτσι δικαιώνεται.
– Τρίτον. Η ελεημοσύνη είναι η έμπρακτη και ανιδιοτελής ευσπλαχνία του χριστιανού προς τον πλησίον του, του χριστιανού προς τον συνάνθρωπόν του. Ακόμα και προς τον εχθρόν του. Με ενεργουμένη την συμπαράσταση προς αυτόν. Και με τρόπο υλικόν, και με τρόπο πνευματικόν. Δεν είναι δηλαδή η μετάδοσις μόνον χρημάτων, ρούχων, τροφίμων, και άλλων υλικών αναγκών, αλλά και ένας άρρηκτος σύνδεσμος, και με τις άλλες Ευαγγελικές αρετές και κυρίως με την προσευχή και τη νηστεία. Και εξηγούμαι. Ο Κύριος, στην επί του όρους ομιλία του, βλέπουμε να θεωρεί τις τρείς αυτές αρετές, την ελεημοσύνη, την νηστεία και την προσευχή, σαν στύλους της αληθινής θρησκευτικής ζωής, και μάλιστα εν κρυπτώ. Και στις τρείς περιπτώσεις. Εν κρυπτώ. Δηλαδή στα κρυφά, πολύ κρυφά. Αυτό σημαίνει ότι κάθε μορφής ελεημοσύνη είναι προέκτασις της πνευματικής υγείας του χριστιανού. Δηλαδή της πραγματικής αγάπης που έχει και προς τον Θεόν και προς τον πλησίον. Μερικοί πατέρες μας λέγουν ότι η πραγματική ελεημοσύνη, με τη μορφή των κρυφών έργων, και με ταυτόχρονη νηστεία και προσευχή, μόνο από καθαρή και ταπεινή καρδιά μπορεί να πραγματοποιηθεί. Αλλά τις καρδιές των ανθρώπων δεν τις γνωρίζουμε εμείς. Τις γνωρίζει μόνον ο Θεός διότι Αυτός είναι ο Παντογνώστης, Αυτός ετάζει καρδίας και νεφρούς. Και δω ακριβώς συνδέεται με τη δικαιοσύνη. Τι θα πει αυτό. Δεν μπορούμε να κλέβουμε και ύστερα να δίνουμε ελεημοσύνη. Δεν αγιάζει ο σκοπός τα μέσα, όπως πολύ κακώς υποστηρίζει η αιρετική παπική δήθεν εκκλησία. Ούτε μπορούμε να καταπατούμε το δίκαιον του αδυνάτου. Να αισχροκερδούμε εις βάρος του, και κατόπιν να προσφέρουμε λίγα ψίχουλα στους φτωχούς, στους αστέγους, στους αναπήρους, στους σεισμοπαθείς και λοιπά, ή ακόμα και σε ναούς και σε μοναστήρια και νάχομε κατόπιν τη συνείδησή μας ήσυχη και αναπαυμένη, όχι, αυτό δεν είναι ούτε ελεημοσύνη ούτε φιλανθρωπία. Μόνον ο ολοκληρωμένος χριστιανός, ο ευσεβής και φιλόθεος έχει αληθινή κατά Θεόν φιλανθρωπία. Εάν έχει συσσωρεύσει με αδικία πλούτον πολύ, δεν θα κάνει ελεημοσύνη; Θα την κάνει, αλλά θα την κάνει όπως την έκανε ο Ζακχαίος. «Ιδού τα ημίσυ των υπαρχόνταν μοι, δίδωμι τοις πτωχοίς». Πόσα έχω; Τα μισά θα τα μοιράσω. Και όποιον έχω αδικήσει, θα τον αποκαταστήσω στο τετραπλούν. Τον αδίκησα χίλια ευρώ; Θα του δώσω τέσσερεις χιλιάδες. Τότε πιάνει τόπο η ελεημοσύνη του πλουσίου που έγινε πλούσιος με αδικίες.
Ο ελεήμων, λέγει ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, είναι εκείνος που βοηθά τον πλησίον του με ό,τι του έχει δώσει ο Θεός, είτε χρήματα, είτε τρόφιμα, για να καλυφτούν οι ανάγκες των πτωχών. Και συμπληρώνει. Αν όμως έχεις δύναμη και εξουσία, προσέξτε, αν έχεις δύναμη και εξουσία, από μας δεν είναι κανένας, αλλά, το λέει ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, να θυμίσει λίγο τα καθήκοντα των δυνατών, τότε να προστατεύεις τον αδύνατο. Να δικαιώνεις τον αδικούμενον, και να ελέγχεις τον παρανομούντα. Εάν πάλι έχεις δύναμη στο λόγο, χάρισμα στο λόγο, μνήμη καλή από τας Αγίας Γραφάς και τους Πατέρας, τότε οφείλεις να στηρίζεις τον αδύνατο στην πίστη. Να κατηχείς και να καταρτίζεις αυτούς που αγνοούν τις Ευαγγελικές αλήθειες και να ελέγχεις τους αιρετικούς και πλανεμένους. Και τέλος αν έχεις δύναμη και παρρησία στην προσευχή, τότε μετά δακρύων να επικαλείσαι το έλεος του Αγίου Θεού για κάθε άνθρωπο που αμαρτάνει, για όλους δηλαδή, γιατί όλοι αμαρτάνουμε, όλοι είμεθα αμαρτωλοί, και πρώτος εγώ. Τα λόγια αυτά του Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, έχουν μια προέκταση της ελεημοσύνης, που είναι πέρα για πέρα καθαρά πνευματική.
Μακάριοι οι ελεήμονες. Άρα οι ελεήμονες επαναλαμβάνω, δεν είναι μόνον εκείνοι που προσφέρουν υλικά αγαθά, αλλά και κείνοι που προσφέρουν το σωστικό λόγο μετά ταπεινώσεως και την προσευχή μετά δακρύων και εν κρυπτώ, και ο Θεός ο βλέπων εν τω κρυπτώ, αποδώσει εν τω φανερώ.
Οι υλικές ανάγκες των πτωχών στην εποχή μας αδελφοί μου, είναι πάρα πολλές, ιδίως στον τρίτο κόσμο όπου οι άνθρωποι και μάλιστα τα παιδιά πεθαίνουν κατά χιλιάδες κάθε μέρα. Έτσι υπολογίζεται ότι δύο τρείς χιλιάδες παιδιά, πεθαίνουν κάθε μέρα από την πείνα, διότι δεν έχουν ούτε νερό να πιούν. Ασυγκρίτως όμως μεγαλύτερες και ουσιαστικότερες, είναι οι πνευματικές ανάγκες για πίστη στον αληθινό Θεό και το Ευαγγέλιό Του, ανάγκες που τις έχουν όλοι οι άνθρωποι σε ολόκληρο τον κόσμο. Και πολύ περισσότερο αυτές τις ανάγκες τις έχουμε εμείς οι Νεοέλληνες Ορθόδοξοι χριστιανοί, που ενώ κατέχουμε ανόθευτη την αποκεκαλυμμένη αλήθεια δια του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, εν τούτοις την αγνοούμε. Την αγνοούμε αυτήν την αλήθεια, αγνοούμε το Ευαγγέλιο, αγνοούμε τον λόγον του Θεού, επειδή θέλουμε να τα αγνοούμε αυτά. Και τα αγνοούμε γιατί αμαρτάνουμε, και δεν θέλουμε να τα μάθουμε για να μην μας ελέγχουν. Και προπαντός όταν αναφερόμεθα στην Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου, τότε λέμε «δεν υπάρχει τίποτα απολύτως».
Ο δε Άγιος Ισαάκ ο Σύρος βεβαιώνει ότι η αρετή της πνευματικής ελεημοσύνης, είναι μερικές φορές πολυτιμότερη, και ευρύτερη της προσφοράς των υλικών αγαθών. Εγώ θα σας το διαβάσω όπως το τονίζει και θα το ερμηνεύσομε. «Ελεημοσύνη εστί καύσις καρδίας υπέρ πάσης της κτίσεως», για όλη την κτίση, καίγεται η καρδιά μου, για ολόκληρη την κτίση. Υπέρ πάντων των ανθρώπων, για όλους τους ανθρώπους, υπερ πάντων των επί γης και του ουρανού, και ότι βρίσκεται στον ουρανό και ό,τι βρίσκεται στη γή. Υπερ των εν βασάνοις προγευσαμένων. Για αυτούς που προγεύονται δηλαδή την Κόλαση. Έχω κάυση καρδίας, πονώ. Και αυτών ακόμα των καταχθονίων, – λυπάμαι και τους δαίμονες.- Και υπερ παντός κτίσματος, και της μνήμης και της θεωρίας όλων αυτών, όταν τα φέρνω όλα αυτά μέσα στη μνήμη μου, μέσα στο κεφάλι μου, και τα λοιπά, τότε αρχίζουν οι ποταμοί των δακρύων από τα μάτια μου.
Και προχωρώντας ο Άγιος ακόμα υψηλότερα, μας λέγει ότι η νοερά ησυχία μετά της καρδιακής προσευχής και θέρμης, είναι πολύ ανώτερη της προσφοράς πάσης υλικής ελεημοσύνης και παντός υλικού αγαθού. Η εσωτερική ειρήνη, λέγει, και η δακρύβρεκτη ολονύχτια προσευχή, τονίζει ο Άγιος, έχουν μεγαλύτερη αξία στα μάτια του Θεού, από το να τρέφεις πεινώντας, να καταπλήττεις τα πλήθη με τους λόγους σου, να κάνεις δηλαδή φοβερά κηρύγματα, και να κρέμονται όλοι από τα χείλη σου, και να λένε «α, πα πα , τα είπε ωραία … φοβερά !..» και να ειρηνεύεις με την διδασκαλία σου τους διεστώτας. Η ολονύχτια λοιπόν δακρύβρεχτη προσευχή είναι ασυγκρίτως πολυτιμότερη αυτών των τριών πραγμάτων που αναφέρομε, δηλαδή από του να τρέφομε τους πεινούντας πρώτον, δεύτερον από το να καταπλήσσουμε τα πλήθη με τα κηρύγματά μας, και τρίτον από το να ειρηνεύομε με το λόγο μας και τη διδασκαλία μας, εκείνους που βρίσκονται μεταξύ τους σε διχόνοια και αντιπαράθεση με πολλή κακία. Ασφαλώς εδώ, ο ιερός ησυχαστής, δεν καταργεί με αυτά που λέγει την ελεημοσύνη των έργων, αλλά τονίζει τη μεγάλη αξία της καθαρής και συντετριμμένης προσευχής. Άλλωστε ο Θεός αμείβει και ένα ποτήρι νερό δροσερό που θα δώσουμε στο διψασμένο, γι αυτό και βεβαιώνει ότι ου μη απωλέσωμεν τον μισθόν ημών – δεν θα χάσουμε τον μισθό μας αν προσφέρουμε ένα ποτήρι νερό. Και ως γνωστόν ο ίδιος ο Κύριος είναι αυτός που θα βραβεύσει κατά την Δευτέραν αυτού Παρουσία και Κρίση, όλους τους δικαίους και ευσεβείς που ίσχυσαν πρακτικά έργα ελεημοσύνης και αγάπης.
Το διαβάζουμε σαν Ευαγγελικό Ανάγνωσμα την Κυριακή των Απόκρεω. «Επείνασα γαρ και εδώκατέ μοι φαγείν, εδίψησα και εποτίσατέ μοι, ξένος ήμην και συναγάγετέ μοι, γυμνός και περιεβάλετέ μοι, ησθένησα και επισκέψασθέ με, εν φυλακή ήμην και ήλθετε προς με. Και εφόσον εποιήσατε ενί τούτων των ελαχίστων των αδελφών μου, εμοί εποιήσατε». Και ας μην ξεχνάμε ότι όλα αυτά τα πρακτικά έργα φιλανθρωπίας και ελεημοσύνης πρέπει να γίνονται με καλοσύνη, με ευγένεια, με ιλαρότητα, με ανοιχτή την καρδιά. Μη εκ λύπης ή εξ ανάγκης, ιλαρόν γαρ δότην αγαπά ο Θεός.
Στα χρόνια της Κατοχής, 1941 – 1945, και στην μετέπειτα δεκαετία (ή δεκαετίες), υπήρξε μια γυναίκα στο Βόλο, χριστιανή, ολοκληρωμένη χριστιανή, με νηστείες, αγρυπνίες, προσευχές, Θεία Κοινωνία και άλλα, η οποία εμάζευε τα ονόματα όλων των ζητιάνων της πόλεως και των συνοικιών, για τους οποίους έπαιρνε, με τις δικές της έρευνες, πολλές πληροφορίες για την πραγματική τους κατάσταση, που όντως ήταν αξιοθρήνητη. Κάλυπτε όσο μπορούσε τις υλικές τους ανάγκες, αλλά όταν πέθαιναν, και εδώ είναι το μεγαλείον, το μεγαλείο της και η μεγαλοψυχία της, – τόχουμε δει μόνο στον Άγιο Μαρκίονα αυτό – φρόντιζε όχι μόνο για μια κανονική κηδεία, αλλά τους έκανε και τα τριήμερα και τα εννιάμερα, και τα σαράντα, και το χρόνο, ακόμα και για την εκταφή τους μεριμνούσε, και αυτό το έργο το είχε σαν διακόνημα, η κυρία Μαρία, μέχρι που εκοιμήθη οσιακώς το 1962.
Αυτά από τις βιωματικές εμπειρίες της αείμνηστης γερόντισσας Μακρίνας απ’ την Πορταριά του Βόλου.

Να αδελφοί μου μια μεγάλη πράξη ελεημοσύνης διαφορετικής μορφής απ’ αυτές που ξέρουμε μέχρι σήμερα. Αυτό μας διδάσκει και μας προτρέπει, στο να την μιμηθούμε αν γνωρίζουμε κάποιους αξιοθρήνητους συμπολίτες μας, που δεν έχουν μοίρα στον ήλιο, όπως λέει ο λαός μας. Όταν πεθαίνουν και δεν έχουν κανέναν στον κόσμο, να αναλαμβάνουμε εμείς προσωπικά και με την συνδρομή άλλων χριστιανών, την φροντίδα της ταφής, των μνημοσύνων, ακόμα και της εκταφής τους. Ο τρόπος που ενεργούσε αυτή η ευλογημένη ψυχή, που η καταγωγή της ήταν από τη Μικρά Ασία, βλέπετε γεμάτο πρόσφυγες ήταν, και είναι ο Βόλος, ήταν απολύτως σύμφωνη με τους Ευαγγελικούς λόγους που αναφέραμε. Όλες αυτές οι πράξεις εγίνοντο εν κρυπτώ, με χαρά και καλοσύνη. Ποιος τις απεκάλυψε; Ο πνευματικός της, – μετά το θάνατό της.
Οι δε αγρυπνίες της είχαν αναφορά μαζί με τους πτωχούς και όλους Ορθοδόξους ιερείς παντός βαθμού. Γι’ αυτό και ο Θεός στις προσευχές της, κατά τη διάρκεια των νυχτερινών της προσευχών, την έλουζε συχνά με αναστάσιμο φώς.

Για να πάμε και σε κάτι άλλο. Γιατί καμιά φορά, τα παραδείγματα είναι πιο δυνατά από τα λόγια.
Κάποτε χριστιανοί μου κάποιος μοναχός, έφυγε από το κοινόβιο και την ευλογημένη υπακοή και πήγε στην έρημο να γίνει ησυχαστής. Ο λογισμός του απαιτούσε να αφοσιωθεί μέρα νύχτα στη μελέτη και θεωρία του ονόματος του Ιησού Χριστού και μάλιστα στο μυστήριο της Τριαδικότητος του Αγίου Θεού. Έτσι πίστευε ότι θα μπορούσε μέσα στην ερημιά και στη γαλήνη της ησυχίας να ενωθεί με τον Θεόν χωρίς μέριμνες και χωρίς σκοτούρες. Ύστερα όμως από δυο τρείς ημέρες, δεν μπορεί κανένας να αντέξει και παραπάνω εδώ που τα λέμε, σε κάποια στιγμή των ιερών του στοχασμών, αισθάνθηκε κοντά του την παρουσία κάποιου… Τι ήταν? Ένα μικρό ποντίκι. Είχε ανεβεί στην μπαλωμένη και τρύπια παντούφλα του, και μύριζε το μεγάλο δάκτυλο του ποδιού του. Έτσι αποσπάσθηκε η προσοχή του και ήταν αδύνατον να κρατήσει αμετακίνητο το νου του, στην ενθύμηση του Θεού και στην προσευχή του. Το είδε και είπε μέσα του, τι είπε μέσα του τώρα, «Εγώ άφησα τα πάντα για να επικοινωνώ αμέριμνα και σωστά με τον Θεόν και να έρχεται τώρα να μου την χάλασε ένας ποντικός. Ε, αυτό δα, παρατραβάει το κορδόνι, και λέγει νευριασμένος στο ποντίκι, δυνατά τώρα:
-«Γιατί βρε σιχαμένο μου διακόπτεις την προσευχή μου;»
-«Γιατί πεινάω, απάντησε το ποντίκι».
Και ο ησυχαστής ανταπάντησε με αγανάκτηση, χωρίς να αναρωτηθεί, πώς το ποντίκι μίλησε με ανθρώπινη φωνή,
-«Φύγε από δω βρέ μαγαρισμένο, εγώ προσπαθώ με χίλιους κόπους να δώ πώς θα ενωθώ με τον Θεό, και συ ήρθες να μου ζητήσεις να ασχοληθώ με την κοιλιά σου;» και φράπ, τίναξε το πόδι του και πέταξε τον ποντικό στην απέναντι γωνία της σπηλιάς του.
Και τότε το ποντίκι γυρίζει και με πολύ ηρεμία, αφού τον κοίταξε στα μάτια, του απάντησε, με ανθρώπινη γλώσσα:
– «Μάθε το μια για πάντα, πάτερ, αν δεν μπορέσεις με τους γύρω συνασκητάς σου και με τον γέρο Αβακούμ, που ψήνεται στον πυρετό, και πεθαίνει από την πείνα μέσα σε μια διπλανή σου σπηλιά, αλλά και με τον κάθε Αβακούμ, δηλαδή τον πλησίον σου, που πονάει και υποφέρει, που πεινάει και διψάει και κείται γυμνός και πληγιασμένος, και δεν τον συμπονέσεις, και δεν του σταθείς, στα προβλήματά του, τότε, ποτέ, μα ποτέ δεν θα μπορέσεις να ενωθείς με τον Θεόν της αγάπης και του ελέους. Και χάθηκε ο ποντικός.

Χριστιανοί μου, αυτή η ιστορία είναι βγαλμένη από την πείρα των αγίων γερόντων, ή των αγίων ασκητών, μας λέγει ότι για να ελεηθούμε και ενωθούμε με τον Θεόν, απαιτείται, χρειάζεται, πέρα από την πνευματική ελεημοσύνη της προσευχής και η πρακτική συμπαράστασή μας στις ανάγκες του πλησίον, ακόμα και του εχθρού μας. Μακάριοι λοιπόν οι ελεήμονες, ότι αυτοί ελεηθήσονται. Και μάλιστα την πρακτική μας ελεημοσύνη να την κάνουμε με καλοσύνη και αγάπη, και πάντοτε αν είναι δυνατόν, και όσο μας είναι δυνατόν, εν κρυπτώ.
Χριστιανοί μου έχει σημασία το πρόσωπό μας να είναι ιλαρό, καλοσυνάτο και γεμάτο αγάπη. Να δείχνουμε και να είμεθα από καρδιά χαρούμενοι. Γιατί εκείνη τη στιγμή το κέρδος της ελεημοσύνης είναι πολύ μεγάλο. Με λίγα ευρώ ή τρόφιμα εξαγοράζουμε τον ουρανό και τον Παράδεισο. Γι’ αυτό και Παύλος στην προς Ρωμαίους Επιστολή του, επαναλαμβάνει ότι «ο ελεών εν ιλαρότητι», αυτός δηλαδή που ελεεί, να ελεεί με ιλαρότητα. Παρακάτω λέγει, «ταις χρείαις των αγίων κοινωνούντες», να βοηθάτε δηλαδή τους άλλους χριστιανούς όταν έχουν ανάγκη. Και με αυτό ήθελε να δείξει ότι η ελεημοσύνη στους ευσεβείς χριστιανούς, σε μας όλους που βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή σ’ αυτόν εδώ τον ναό, είναι σχέσις και πνευματική ανταλλαγή. Είναι κοινωνία αγαθών, είναι εμπόριο ουρανίων και επιγείων αγαθών, διότι εκείνοι που ελεούν προσφέρουν όπως είπαμε υλικά αγαθά για να καλυφθούν βασικές ανάγκες διατροφής, ενδυμασίες, θερμάνσεως, ενοικίου και λοιπά, αλλά και οι ελεούμενοι όμως, ανταποδίδουν τον ουρανό και την θεία ευλογία στην καρδιά του ελεούντος. Δηλαδή ο πτωχός ευσεβής χριστιανός όταν ελεείται, σαν ανταπόδωση, προσφέρει στον ελεούντα την παρρησία του στον Θεό. Τι θα πεί αυτό; Αυτό σημαίνει ότι προσεύχεται ο ελεημένος και η προσευχή του πιάνει τόπο. Εισακούεται. Αυτό το ξέρουν πολύ καλά μερικοί ζητιάνοι που είναι έξυπνοι. Τι λένε; «Θεός σχωρές τα πεθαμένα σου». Έτσι η ελεημοσύνη είναι το πλέον κερδοφόρο εμπόριο. Προσφέρουμε στους πτωχούς αδελφούς μας υλικά αγαθά, πρόσκαιρα και φθαρτά, και εισπράττουμε αιώνια και άφθαρτα, δηλαδή τα αγαθά της βασιλείας των ουρανών.
Και να πως μας τα διδάσκει ο θεοφώτιστος άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Ενώ κάθεσαι στο σπίτι σου, έρχεται ο πτωχός να σου πουλήσει τον Παράδεισο, και σου λέει, δώσμου λίγο ψωμί και πάρε τον Παράδεισο.
Δώσμου ένα ρούχο και πάρε την Βασιλεία των Ουρανών.
Δώσμου λίγα χρήματα και πάρε τη χαρά των αγγέλων.
Γι’ αυτό και συ χριστιανέ μου, δώσε λίγο ψωμί. Δεν έχεις ψωμί; Δώσε ένα ευρώ. Δεν έχεις λίγα ευρώ; Δώσε ρούχα. Δώσε ένα ποτήρι νερό. Δώσε ένα πιάτο φαγητό. Δώσε λίγο λάδι. Κι αν δεν έχεις τίποτα από όλα αυτά, βγάλε και δώσε το μαντήλι σου. Δώσε κάτι. Μόνον δώσε.
Δώσε και αγόρασε τον Παράδεισο.
Ντύσε τον Χριστό για να σε ντύσει και σένα εν ημέρα κρίσεως.
Σκέπασέ τον στο πρόσωπο του γυμνού αδελφού, για να σε σκεπάσει και εσένα εν ημέρα οργής.
Συγχώρεσέ τον. Έκφρασις απείρου ελεημοσύνης.
Συγχώρεσέ τον, για να σε συγχωρέσει και σένα ο Θεός.
Ω αγία ελεημοσύνη.
Δίνεις έλεος και παίρνεις έλεος χιλιαπλάσιον.
Και τότε και τώρα και πάντοτε.
Αδελφοί μου, μακάριοι οι ελεήμονες ότι αυτοί ελεηθήσονται.
Κάποτε όταν ήμουν μόλις δεκαπέντε χρονών, διηγείται ο Άγιος Ιωάννης ο Ελεήμων, είδα μια νύχτα στον ύπνο μου μια ωραιοτάτη κοπέλα, τόσο πανέμορφη που δεν μπορώ να περιγράψω την ομορφιά της. Με πλησίασε και με ξύπνησε. Την ξαναβλέπω κοντά μου. Έλαμπε ολόκληρη από ένα ωραιότατο παράδοξο φως. Δεν ήταν όνειρο, ήταν μια ζωντανή πραγματικότητα.
-Ποια είσαι, τη ρωτάω. Από πού έρχεσαι, τι θέλεις;
Μου χαμογέλασε και με πολύ γλυκειά φωνή μου είπε.
-Είμαι η πρωτότοκος κόρη ενός μεγάλου βασιλεως, τον οποίον θα σου γνωρίσω εάν με εκτιμήσεις αληθινά. Έχω όλη την εμπιστοσύνη του. Όταν κατέβηκε στη γη και έλαβε σάρκα και οστά, εμένα συμβουλεύτηκε. Είμαι η ευσπλαχνία, η ελεημοσύνη, η αγάπη.
Και αμέσως εξαφανίστηκε.
Το θείο αυτό όραμα με απασχόλησε όλη τη νύχτα.
Το πρωί σηκώθηκα, ντύθηκα καλά, γιατί έκανε δυνατό κρύο, ήταν χειμώνας, και κατευθύνθηκα προς την εκκλησία για την πρωινή ακολουθία και Θεία Λειτουργία. Καθώς προχωρούσα, παρόλο που ήτο πολύ πρωί και με πολύ κρύο, συνάντησα στο δρόμο ένα ζητιάνο. Έτρεμε από το κρύο. Έβγαλα αμέσως το ζεστό μανδύα που φορούσα, τον τύλιξα στον ζητιάνο και συνέχισα το δρόμο μου. Λίγο πριν φθάσω στην εκκλησία συνήντησα έναν νέο άνδρα ωραιότατον, και όλως παραδόξως ντυμένο στα λευκά.
-Φίλε, μου είπε, σου προσφέρω αυτό το δώρο.
Και μου έδωσε ένα βαλάντιο γεμάτο νομίσματα χρυσά. Το πήρα με απορία. Και παρά την ανεξήγητη χαρά που ένοιωσα, σκέφτηκα ότι δεν έπρεπε να τα δεχθώ, αφού δεν τα είχα ανάγκη. Έτσι γύρισα για να επιστρέψω το βαλάντιο. Ο άγνωστος όμως δωρεοδότης είχε εξαφανιστεί. Και τότε φωτίσθηκα και κατάλαβα. Όση ελεημοσύνη δίνεις στον πλησίον σου για την αγάπη του Θεού, αυτή επιστρέφεται εκατονταπλάσια, για να συνεχίζεις το έργο της αγάπης. Από τότε απεφάσισα, να είμαι αδιακρίτως ελεήμων. Και να αφοσιωθώ στην εξυπηρέτηση των πτωχών και δεινοπαθούντων μέχρι το τέλος της ζωής μου. Ανεξάρτητα αν μερικοί απ’ αυτούς, το εκμεταλλεύονταν αυτό. Γι’ αυτό και πήρε το όνομα, ο Άγιος αυτός, Ελεήμων. Ελεούσε αδιακρίτως. Αυτά μας διηγείται.
Να τον μιμηθούμε κατά το δυνατόν; Ε, έστω και λίγο και μετά διακρίσεως. Τώρα δεν είναι ο καιρός να βάζουμε τον οποιονδήποτε στο σπίτι μας … Τώρα έχουμε εγκληματίες, έχουμε φονιάδες, έχουμε κακοποιούς, έχουμε κλέφτες, έχουμε λωποδύτες και χίλια δυο άλλα πράγματα. Μας ταλαιπωρούν και στο δρόμο και στο λεωφορείο, και στο τραμ, γι’ αυτό είπα μετά διακρίσεως… Θα ζητάμε από τον Θεόν να μας βοηθήσει. Και να μας φωτίσει, πότε, πού και πώς. Θέλεις πού, πότε, ποιόν και πως.

Οι πατέρες ερμηνεύοντες το «επείνασα γαρ και εδώκατέ μοι φαγείν» λέγουν, ότι υπάρχουν σεσωσμένοι με πρώτον τον συστραυρούμενον εκ δεξιών του Χριστού ληστήν, και πολλούς αγίους όπως η Οσία Μαρία η Αιγυπτία, που δεν έκαναν κανένα έργο πρακτικής ελεημοσύνης. Άρα ο παραπάνω λόγος του Κυρίου, έχει σχέση και με την πνευματική τροφή, «επείνασα γαρ και εδώκατέ μοι φαγείν», και όχι μόνον με την σωματικήν. Άλλωστε υπάρχουν και αναγωγικές ερμηνείες πολλές σ’ αυτούς τους λόγους. Ο Χριστός όταν είπε ότι «εμόν βρώμα» τροφή δηλαδή, εμόν βρώμα, «εστίν ίνα ποιώ το θέλημα του πέμψαντός με Πατρός», αυτό το θέλημα ποιό είναι; Ποια είναι η τροφή μου; Η σωτηρία όλων των ανθρώπων! «Εγώ ήλθον ουχί ίνα κρίνω τον κόσμον, αλλ’ ίνα σώσω τον κόσμον».
Και ο Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος, ερμηνεύοντας αυτόν τον στίχο, μας λέγει τα εξής: Όταν εφαρμόζουμε από αγάπη τις Ευαγγελικές εντολές, που εκφράζουν το θέλημα του Θεού, τρέφεται από μας ο Θεάνθρωπος Σωτήρας Χριστός. Διότι όπως καθώς από τα πονηρά μας έργα, τρέφονται τα πάθη μας, και τρέφονται και οι ακάθαρτοι δαίμονες, που παίρνουν δύναμη για να μας πολεμούν, έτσι και πάλι, όταν απέχουμε από την αμαρτίαν και το κακό, δηλαδή τον εγωισμό, την υπερηφάνεια, το φθόνο, τη μνησικακία, την οργή, το θυμό, τη ζήλεια, και τόσα και τόσα άλλα, εκείνοι οι βρωμεροί δαίμονες, αρχίζουν και πεινούν, και αδυνατίζουν, όπως αδυνατίζουν και τα πάθη μας. Το ίδιο και ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, που πτώχευσε για τη δική μας σωτηρία, τρέφεται και χορταίνει, όταν εφαρμόζουμε εμείς τις άγιες εντολές του. Και πάλι λυπείται, και στενοχωρείται, να πούμε και πεινά, όταν δεν τηρούμε εμείς, το Πανάγιον θέλημά του. Αυτή ήταν η ερμηνεία, του Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου.
«Μακάριοι οι ελεήμονες ότι αυτοί ελεηθήσονται».
Μακάριοι χριστιανοί μου, ή άγιοι χριστιανοί μου, τα τέκνα της Ορθοδόξου Εκκλησίας, τα μυρύπνοα αυτά άνθη του Παραδείσου, είναι οι πραγματικοί ελεήμονες διότι αυτοί πρεσβεύουν, στο Θεό πάνω στον ουρανό για μας. Και αυτούς πρέπει άλλωστε να μοιάσουμε. «Μνήμη αγίου, μίμησις Αγίου». Μας αγαπούν οι Άγιοι. Μας τρέφουν, μας προστατεύουν, μας θεραπεύουν, και μας ελεούν και ιδιαιτέρως, όλως ιδιαιτέρως η Υπεραγία Θεοτόκος. Αλήθεια ποιο το όφελος αν έχουμε λύσει τα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα και παραμένουν άλυτα τα της ψυχής μας; Όλοι αγωνίζονται όλος ο κόσμος τώρα να λύσουν το οικονομικό πρόβλημα. Την ψυχή ποιος τη σκέπτεται; Κανείς. Μόνον η Ορθόδοξη Εκκλησία πούναι κιβωτός σωτηρίας.
Ποιος θα μας τα λύσει αυτά, αν όχι το έλεος του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, που πηγάζει μέσα απ’ την Εκκλησία Του και τα μυστήριά της;
Ποιος θα γεμίσει το κενό μέσα μας, αν όχι ο Χριστός με την Ευαγγελική Του διδασκαλία.
Ποιος θα μας στηρίξει στην πίστη;
Ποιος θα μας χαρίσει ελπίδα;
Ποιος μας χαρίσει σπλάχνα οικτιρμών;
Ο Χριστός και η Παναγία Μητέρα Του!

Αδελφοί μου κάθε πράξη ελεημοσύνης πρέπει να είναι πράξις θρησκευτική και όχι καρποί φιλανθρωπικών χορών και κοινωνικών εκδηλώσεων. Οφείλει δηλαδή η ελεημοσύνη να συνδέεται με τα Άγια Μυστήρια. Με τη Θεία Λατρεία, την προσευχή, τη νηστεία, τη μετάνοια, τη μελέτη των γραφών. Η αξία της ελεημοσύνης αποδεικνύεται από το πόσο καθαρή φθάνει στον Θρόνον του Αγίου Θεού, διότι μόνο διαμέσου της Θείας Χάριτος, που κατέρχεται πάλι και σε μας και στον πλησίον τον οποίον βοηθάμε πνευματικά. Ό,τι και να κάνουμε, πρώτα αναβαίνει στο Θεό και απ’ το Θεό κατεβαίνει στην ψυχή και στο σώμα του ανθρώπου.
Κάτι πολύ θαυμαστό λέγει η Αγία Γραφή στη Σοφία Σειράχ. «Πύρ φλογιζόμενον αποσβέσει ύδωρ και ελεημοσύνη εξιλάσσεται αμαρτίας», δηλαδή όπως την αναμμένη φλόγα τη σβήνει το νερό, έτσι και τις αμαρτίες μας, τις εξιλεώνει η ελεημοσύνη. Μ’ αυτό θέλει να πει ότι η ελεημοσύνη βοηθάει τον άνθρωπο να φθάσει στη μετάνοια, και δια της μετανοίας να συγχωρηθούν οι αμαρτίες και να ακολουθήσει πλέον μία σωστή χριστιανική ζωή.
Στο βιβλίο του προφήτου Δανιήλ διαβάζουμε τα εξής.
«Και τας αμαρτίας σου εν ελεημοσύναις λύτρωσε και τας αδικίας εν οικτιρμοίς πενήτων».
Φρόντισε, λέγει ο προφήτης, – σε ποιόν όμως το λέει, στο βασιλιά Ναβουχοδονόσορα- να εξαλήψεις τις αμαρτίες σου με ελεημοσύνες, και τις αδικίες σου με έμπρακτη ευσπλαχνία προς τους πτωχούς. Και συμπληρώνει λέγοντας στον βασιλιά. «Ίσως έσται μακρόθυμος τοις παραπτώμασί σου ο Θεός». Ίσως, του λέει. Αν αυτά γίνουν πράξις, ίσως φανεί ο Θεός μακρόθυμος στα μεγάλα σου παραπτώματα, βασιλιά. Αν αυτά είχαν δύναμη στα χρόνια της Παλαιάς Διαθήκης, πόσο πολύ περισσότερο ισχύουν σήμερα που ζούμε στην εποχή της Θείας Χάριτος; Που τις αμαρτίες μας τις ανέλαβε και τις φορτώθηκε ο Χριστός στο Σταυρό; Δεν έχουμε παρά εμείς να τις εξομολογηθούμε στον πνευματικό, και κείνος να σχίσει το χειρόγραφον των αμαρτιών μας. Γι’ αυτό λέμε ότι η ελεημοσύνη συνδέεται με μυστηριακή πνευματική ζωή. Άρα και με την μετάνοια και την κατά δύναμιν, άσκηση, υπομονή, αγάπη, για να μπορεί να φθάσει στο θρόνο του Θεού, ως θυμίαμα ευωδιαστό.

Στο βιβλίο του Τωβίτ βεβαιώνεται ότι «ελεημοσύνη εκ θανάτου ρύεται και ουκ εά εισελθείν εις το σκότος». Η ελεημοσύνη λέγει, ο πατέρας στο γιό, ο Τωβίας δηλαδή στον Τωβίτ, σε απαλλάσσει από το θάνατο και δεν σε αφήνει να εισέλθεις στο αιώνιο σκοτάδι της κολάσεως. Εδώ οι Πατέρες της Εκκλησίας, μας λέγουν ότι ελεημοσύνη, μπορεί να μας δώσει και λύτρωση απ’ τον αιώνιο θάνατο. Το είπαμε άλλωστε, τι μας βεβαιώνει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ότι οι ελεημοσύνες βγάζουν άνθρωπο απ’ την κόλαση και τον πάνε στον Παράδεισο, αρκεί να προκαλείται από καθαρή καρδιά, που έχει πίστη και αγάπη, ταπείνωση και προσευχή, μετάνοια και συντριβή, δηλαδή από καθαρή καρδιά που είναι γεμάτη από τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Και τότε ξεχειλίζει από ενεργουμένη αγάπη, προς τον πλησίον, με σκοπό όχι μόνον την κάλυψη των υλικών αναγκών, αλλά και της ψυχικής μου σωτηρίας. Οδηγώντας τον πλησίον στην μετάνοια, στο πετραχήλι του πνευματικού, στο Άγιον Ποτήριον, στη Θεία Κοινωνία, στη λύτρωση και στην σωτηρία.
Η αγάπη του Θεού νάναι πάντοτε μαζί σας.
Αμήν.
 
Απομαγνητοφωνημένα (και ηχητικά) κηρύγματα του Πρωτοπρεσβυτέρου π. Στεφάνου Αναγνωστοπούλου
http://agia-varvara.blogspot.com/2010/07/blog-post.html
http://pneumatikixara.blogspot.com/2011/10/m.html#more 
 Πηγή εἰκόνας: Ἱ. Ἡσ. Ἀνάστασις Χριστοῦ-Ἐμμαούς, Ἅγ. Βασίλειος Λαγκαδᾶ.
το είδαμε εδώ

Η μόνη ακατανίκητη αμαρτία

ανάγκη_αγωνιστικότηταςπ. Φιλοθέου Φάρου
Η μόνη ακατανίκητη αμαρτία είναι η αμαρτία που αρνούμεθα να παραδεχθούμε και η μόνη αμαρτία που δεν συγχωρεί ο Θεός είναι η αμαρτία που την περιβάλλουμε με ένδυμα αρετής. Οι δικαιολογίες και η αυτοάμυνα μεγιστοποιούν την αμαρτία.
Ακόμη και ένα ακούσιο λάθος γίνεται αμαρτία όταν προσπαθούμε να το δικαιολογήσουμε. Αλλά ένα λάθος που αναγνωρίζει κανείς ελεύθερα, μπορεί να γίνει πηγή δυνάμεως.
Ο οποιοσδήποτε θα συγχωρούσε ένα έντιμο λάθος που ομολογείται έντιμα, ενώ κανείς δεν θα συγχωρήσει ένα λάθος όταν το δικαιολογούμε, ή αρνούμεθα να το παραδεχθούμε.
Πηγή: isagiastriados.com

το είδαμε εδώ

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ

Ι Ε Ρ Α Μ Η Τ Ρ Ο Π Ο Λ Ι Σ Θ Η Β Ω Ν κ α ι Λ Ε Β Α Δ Ε Ι Α Σ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ Οι άγιοι πατέρες που με σύνεση και διάκριση ρύθμισαν τα πάντα μέσα στην Εκκλησία, καθόρισαν αυτή την Κυριακή του Πεντηκοσταρίου να διαβάζεται η Ευαγγελική περικοπή, που αναφέρεται στη θαυματουργική θεραπεία του παραλύτου της Βηθεσδά. Είναι πιθανόν με την επιλογή αυτή να ήθελαν να καταδείξουν ότι ο Αναστημένος Χριστός, που νίκησε τον «ἔσχατο ἐχθρό» μας, τον θάνατο, νίκησε και κατήργησε και τα παρεπόμενα του θανάτου: τον πόνο, τη φθορά, την ασθένεια. Κάποιοι ερμηνευτές θεώρησαν τον παράλυτο ως τύπο και σύμβολο του πεπτωκότος ανθρώπου, τον οποίο ο Αναστάς Κύριος ήγειρε με τη χάρη του από την παραλυσία μιας αποξενωμένης από το Θεό ζωής. Μπροστά στο μέγιστο εκθαμβωτικό θαύμα της Αναστάσεως, όλα τα άλλα θαύματα του Χριστού αξιολογούνται απλά σαν περιστατικά που απορρέουν από την ακατάβλητη ισχύ του πρωταρχικού αυτού θαύματος. Με την Ανάσταση, που τη λυτρωτική της δύναμη θα δώσει στους πιστούς ανθρώπους το βάπτισμα, καθιστώντας περιττό το σημείο της σαρκικής περιτομής των Ιουδαίων και που η ανάμνησή της θα γίνεται την πρώτη ημέρα της εβδομάδας, την Κυριακή υποκαθιστώντας το σημείο του νομικού Σαββάτου, με την Ανάσταση, λοιπόν, ο κόσμος προεισάγεται «ἐν ταῖς ἐσχάταις ἡμέραις». Η έναρξη αυτών των εσχάτων καιρών επισφραγίζεται με την έλευση του Παρακλήτου, δηλαδή του Αγίου Πνεύματος, κατά την Πεντηκοστή, και έτσι αρχίζει το μέγα θαύμα της παρουσίας και σωστικής πορείας του Σώματος του Χριστού, της Εκκλησίας στον ιστορικό χρόνο. Όσοι είναι δεκτικοί και ειλικρινείς αξιώνονται να αποδεχθούν το «σημεῖον τοῦ Ἰωνᾶ», που αποτελεί προτύπωση της Αναστάσεως του Χριστού. Στις ευαγγελικές αφηγήσεις αναφέρονται πολλές εκπληκτικές θαυματουργίες, που συνέβησαν κατά τη διάρκεια της δημόσιας δράσης του Ιησού. Ο Ιησούς όπου και αν βρεθεί θεραπεύει «πᾶσαν νόσον και πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ», έτσι που η φήμη του ως θαυματουργού θεραπευτή διαδίδεται και έξω από τα όρια της Παλαιστίνης, ώστε να του προσφέρουν «πάντας τούς κακῶς ἔχοντας ποικίλαις νόσοις» τους οποίους και θεράπευε. Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης υπαινίσσεται πάμπολλα θαύματα του Χριστού, που αν καταγράφονταν όλα, δεν θα χωρούσε ο κόσμος τους τόμους της Βίβλου. Σαράντα, τελικά, είναι τα θαύματα που αναφέρονται στα τέσσερα Ευαγγέλια και ασφαλώς θα επιλέχτηκαν ως τα πλέον αντιπροσωπευτικά. Τα πιο λίγα σε σύγκριση με τους συνοπτικούς Ευαγγελιστές, μόλις εννέα, αναφέρει ο Ιωάννης. Μεταξύ αυτών είναι και το θαύμα για το οποίο ακούσαμε στο σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα. Τι είναι, όμως, το θαύμα και γιατί ο Χριστός έκανε θαύμα; Το θαύμα ή σημείο είναι ένα έκτακτο γεγονός πάνω από την τάξη των συνηθισμένων φυσικών νόμων, το οποίο δεν μπορεί να κατανοηθεί και να εξηγηθεί με την ανθρώπινη λογική. Το θαύμα επισφραγίζει και επιβεβαιώνει τη θρησκευτική διδασκαλία ή την γνησιότητα των θεϊκών απεσταλμένων. Ο Χριστός δεν κάνει θαύματα για να καταπλήξει τους ανθρώπους με την παντοδυναμία του και να τους καταστήσει έμφοβους και περιδεείς οπαδούς του. Θέλει ελεύθερους και υπεύθυνους πιστούς και γι΄ αυτό απαιτεί η πίστη να προηγείται του θαύματος. Χωρίς αυτή συνήθως το αρνείται. Με τα θαύματα του Χριστού επιβεβαιώνεται η μεσσιανική του ταυτότητα. Οι προφήτες της Π. Διαθήκης είχαν ταυτίσει την έλευση του Μεσσία και την έναρξη της μεσσιανικής βασιλείας με πολλά σημεία, κυρίως θαυματουργικές θεραπείες ασθενών, δαιμονισμένων ακόμη και με αναστάσεις νεκρών. Ενεργώντας τα θαύματα ο Ιησούς εκπληρώνει τις προφητείες και φανερώνει ότι αυτός είναι ο μέγας προσδοκώμενος. Πιστοποιεί ακόμη ότι είναι ο δημιουργικός Θεός Λόγος «δι’ οὗ τά πάντα ἐγένετο». Ο παντοδύναμος δημιουργός αποκαλύπτεται και ως αναδημιουργός, αφού αυτός που έθεσε τους φυσικούς νόμους μπορεί και να τους αναστείλει κατά βούλησιν. Έτσι το θαύμα τίθεται στην υπηρεσία της στήριξης της πίστης. Όλα τα θαύματα του Ιησού, σε αντίθεση με τα εντυπωσιακά απατηλά θαύματα των μάγων και των ειδωλολατρών θεουργών, γίνονται με κίνητρο τη φιλανθρωπία και την αγάπη για να θεραπεύσουν κάποια ανθρώπινη ανάγκη και ασθένεια, όταν όλα τα άλλα μέσα έχουν εξαντληθεί ή αποτύχει. Αυτό, άλλωστε, είδαμε και στο σημερινό Ευαγγέλιο. Όταν ο επί τριανταοχτώ χρόνια βασανισμένος παράλυτος εκφράζει προς τον Χριστό το παράπονο «Ἄνθρωπον οὐκ ἔχω» που συνοψίζει όλη την τραγικότητα του ανθρωπίνου όντος, ο Κύριος με τη στάση του και την ενέργειά του αποδεικνύει ότι γι΄ αυτό Εκείνος ο άπειρος και τέλειος Θεός, έγινε και τέλειος άνθρωπος, για να είναι τα πάντα για τον καθένα...
Εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Θηβών και Λεβαδείας

Η ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΣΤΙΓΜΗ Κήρυγμα στην Κυριακή του Παραλύτου


Η ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΣΤΙΓΜΗ
Κήρυγμα στην Κυριακή του Παραλύτου


Ποιός από μας, αδελφοί, έχει την δύναμη και το κουράγιο να περιμένει τριάντα-οχτώ χρόνια για οτιδήποτε πράγμα; Τρέχοντας κάθε μέρα, είμαστε στενοχωρημένοι αν πρέπει να περιμένουμε λίγες ώρες ή λίγα λεπτά. Δεν σταματάμε. Σιγά-σιγά ξεχάσαμε τι μπορεί να μας διδάξει η υπομονή.  Εκείνος ο άνθρωπος στα Ιεροσόλυμα έστω και αν ήταν άρρωστος, είχε την ικανότητα, την δύναμη να περιμένει. Περίμενε με υπομονή και με ταπείνωση – επειδή η πηγή της υπομονής είναι η ταπείνωση –, και δεν απελπίσθηκε επί 38 χρόνια. Σχεδόν τέσσερις δεκαετίες πέρασαν, όντας μεταξύ τυφλών, δαιμονισμένων, ετοιμοθάνατων, και σίγουρα πολλές φορές έλεγε στον εαυτό του: δεν μπορώ, δεν αντέχω πιά. Νομίζω όμως, ότι σ’αυτές στις στιγμές της απελπισίας πρόσθεσε και κάτι άλλο: δεν μπορώ, δεν αντέχω πιά, Κύριε, ελέησον. Καθώς πέρασε ο καιρός, και δεν βρήκε ευσπλαγχνία από τους ανθρώπους, σίγουρα άρχισε να καλεί τον Θεό. Και όσο πιο πολλές φορές μνημόνευε το όνομά Του, τόσο πιο πολύ υσήχαζε. Μην νομίζουμε, ότι από την αρχή είχε την γαλήνη της υπομονής. Βεβαίως πικραινόταν πολλές φορές βλέποντας τους άλλους να κατεβαίνουν στην κολυμβήθρα και να φεύγουν θεραπευμένοι. Δυστυχώς, θέλει καιρό και κόπο να μάθουμε την τέχνη της υπομονής. Ο παράλυτος είχε όμως μία μεγάλη βοήθεια στις δύσκολες στιγμές – το «Κύριε, ελέησον». Σίγουρα παρακαλούσε και τους άλλους ανθρώπους στην στοά, ασθενούς, πτωχούς, δούλους και κυρίους, για να τον βοηθήσουν, ο καθένας όμως είχε την δική του δουλειά, το δικό του πρόβλημα. Επιτέλους, μετά από χρόνια, δεν έμεινε τίποτα άλλο παρά αυτό το Κύριε, ελέησον. Ποιός από μας, αδελφοί, θα μπορούσε να κάνει το ίδιο; Εμείς, οι χριστιανοί οι οποίοι είμαστε καλεσμένοι να ακολουθήσουμε τον Χριστό – μπορούμε να ακολουθήσουμε το παράδειγμα του παραλύτου; Αφού πολλές φορές ντρεπόμαστε να ζητήσουμε βοήθεια ακόμη και από τους άλλους ανθρώπους, από αδελφούς μας είτε στην οικογένειά μας, είτε στην εκκλησία, όταν χρειαζόμαστε – και πιο πολλές φορές ξεχνάμε να ζητάμε βοήθεια από τον Θεό τον Υψίστο. Τι καύχημα δεν μας αφήνει να ζητάμε συγχώρηση και να πούμε στους άλλους και στον Κύριο μας: Ήμαρτον, συγχώρησέ με, ελεησόν με;
Πριν τρεις εβδομάδες, την λαμπρή νύχτα του Πάσχα ανάψαμε λαμπάδες – λαμπάδες της ελπίδας και της Αναστάσεως. Για πόσον καιρό όμως έμειναν αναμμένα; Για μία εβδομάδα; Για λίγες μέρες; Για λίγες ώρες; Εκείνος ο παράλυτος είχε την λαμπάδα της ελπίδας αναμμένη συνεχώς, αφού αυτός ο ίδιος έγινε λαμπάδα, φωτισμένη από το «Κύριε, ελέησον». Και ό,τι και να συνέβαινε, ό,τι αέρας φυσούσε, δεν μπορούσε να σβήσει την λαμπάδα της ελπίδας στην καρδιά του. Και αυτό το φώς είδε ο Χριστός: «Θέλεις ὑγιής γενέσθαι;»
«Κύριε, ἄνθρωπον οὐκ ἔχω» απαντάει εκείνος· δεν έχω κανέναν να με βοηθήσει και να με πάρει στην κολυμβήθρα την ώρα που κατεβαίνει ο άγγελος. Και πραγματικά: δεν ήρθε άνθρωπος να τον βοηθήσει, ήρθε όμως ο Θεάνθρωπος. Το φώς, το οποίο φώτιζε μέσα στην καρδιά του έμενε κρυμμένο για τους ανθρώπους, το κατάλαβε όμως  ο Θεός. Και δεν θεράπευσε μόνο εκείνον, αλλά θεραπεύει όλους μας, οι οποίοι ακούμε το Ευαγγέλιο, το θεραπευτικό και λυτροτικό μήνυμά του.
Ο παράλυτος ήταν πολίτης Ιεροσολύμων, εμείς είμαστε πολίτες της Νέας Ιερουσαλήμ. Τότε, στα Ιεροσόλυμα ύπηρξε μόνο μία κολυμβήθρα και το θαύμα κρατούσε μόνο για μία στιγμή. Μόνο ο πρώτος θεραπευόταν. Τώρα όμως η κολυμβήθρα μας είναι η Εκκλησία, και κατεβαίνουμε στα νερά του βαπτιστηρίου της Εκκλησίας, το οποίο θεραπεύει όλους μας. Δεν είναι ο άγγελος που έρχεται να κάνει θαύμα, αλλά το Πνεύμα το Άγιο το ίδιο κατεβαίνει και μας παραδίδει την θεϊκή ζωή. Το έλεος του Θεού δεν χωράει πιά σε μία κολυμβήθρα, και δεν ισχυεί για μία μόνο στιγμή. Είναι θάλασσα αιώνιος. Τι να φοβόμαστε; Τι να απελπιζόμαστε; Ας είμαστε προσεχτικοί, να μην σβήσει τις λαμπάδες της αναστάσεως κανένας αέρας ή λογισμός, και να φυλάμε το φώς της στις καρδιές μας σαν θησαυρό, όπως ο Παράλυτος. Ας φωτίζει η Νέα Ιερουσαλήμ, στην οποία «ἡ δόξα Κυρίου ἀνέτειλε».

Π. Γρηγόριος Νατσινάκ

Κυριακή του Παραλύτου Το νοσοκομείο του Θεού Δεν είμαστε μόνοι

Το νοσοκομείο του Θεού

Δεν είμαστε μόνοι

Δίπλα στην προβατική πύλη του τείχους της Ιερουσαλήμ βρισκόταν η Βηθεσδά, η κολυμβήθρα του ελέους. Είχε γύρω της πέντε στοές πλημμυρισμένες από λογής – λογής αρρώστους, ένα νοσοκομείο του Θεού ήταν. Διότι όλοι αυτοί, τυφλοί, ανάπηροι, παράλυτοι, περίμεναν με αγωνία κι ελπίδα να κατέβει κάθε τόσο ο άγγελος, ο απεσταλμένος του Θεού, να ταράξει τα νερά της δεξαμενής. Και τότε! Ω τότε! Όποιος προλάβαινε να πέσει μέσα στα νερά την ώρα εκείνη γινόταν αμέσως καλά, από οποιαδήποτε αρρώστια κι αν έπασχε. Απ’ όλους αυτούς τους βασανισμένους αρρώστους όμως ένας άνθρωπος ξεχώριζε. Τριανταοκτώ ολόκληρα χρόνια παράλυτος. Κι ήταν μόνος, κατάμονος. Δεν είχε κανένα να τον βοηθήσει. Μα σήμερα κάτι άλλαξε στη ζωή του. Δεν είναι μόνος. Τον πλησίασε ο Χριστός, ο Θεός που έγινε άνθρωπος για να θεραπεύσει τον πληγωμένο άνθρωπο. Ο Κύριος λοιπόν μόλις αντίκρισε τον παράλυτο, του είπε: «Θέλεις να γίνεις καλά»; Κι εκείνος με πόνο του απάντησε: «Κύριε, δεν έχω άνθρωπο να με βοηθήσει να πέσω πρώτος μέσα στα νερά όταν τα κινήσει ο άγγελος. Πάντοτε κάποιος άλλος προλαβαίνει να πέσει πρώτος».
Πόσο δραματική ήταν αλήθεια η ζωή αυτού του ανθρώπου! Πώς ζούσε τόσα χρόνια; Πού έβρισκε φαγητό; Ποιος τον διακονούσε στις καθημερινές του ανάγκες; Μπορούμε να τον φαντασθούμε στα τριανταοκτώ αυτά χρόνια της δοκιμασίας του; Μπορούμε να κατανοήσουμε το δράμα του εκεί στην κολυμβήθρα; Μόνος, έρημος κι αβοήθητος ανάμεσα σε τόσους ανθρώπους. Κι από τον τρόπο που αποκρίνεται στον Κύριο φαίνεται ότι ο παράλυτος αυτός υποφέρει, μα δεν γογγύζει. Βλέπει την περιφρόνηση και δεν βλασφημεί ούτε τον Θεό ούτε την ώρα που γεννήθηκε. Δεν κατηγορεί κανένα. Δεν μιλάει με οργή. Αντίθετα περιμένει. Περιμένει την κάθοδο του αγγέλου, την επίσκεψη της θείας χάριτος.
Πόσοι άνθρωποι αλήθεια και σήμερα, σε διαφορετικές βέβαια συνθήκες υποφέρουν όπως ο παράλυτος του Ευαγγελίου. Μόνοι κι εγκαταλελειμμένοι, σ’ ένα απόμακρο χωριό, σ’ ένα Γηροκομείο ξεχασμένων ψυχών, σ’ ένα παρατημένο διαμέρισμα, σ’ ένα σπίτι χωρίς αγάπη. Όλοι αυτοί ακούγοντας σήμερα το ιερό αυτό Ευαγγέλιο, θα πρέπει να διδαχθούν από δυο μεγάλες αλήθειες. Πρώτον ότι μέσα στη μοναξιά μας, αντί να κλαίμε για την κατάστασή μας, έχουμε χρέος να καλλιεργούμαστε στην αρετή, να συνειδητοποιούμε τη μηδαμινότητά μας, να εξαγιαζόμαστε. Και δεύτερον να κατανοήσουμε ότι δεν είμαστε μόνοι. Δίπλα μας είναι αοράτως ο Χριστός. Μπορεί βέβαια να μην επεμβαίνει ακόμη στο δράμα μας. Αλλά ξέρει τον πόνο μας και τη μοναξιά μας. Ας Τον παρακαλούμε λοιπόν να σταθεί σύντροφος στο πρόβλημά μας και στη δυστυχία μας και να μας στείλει ανθρώπους του να μας συμπαρασταθούν και να γλυκάνουν τη μοναξιά μας και τη δυστυχία μας. Δεν είμαστε μόνοι. Δίπλα μας είναι ο Θεάνθρωπος έτοιμος να μας βοηθήσει.

Ευγνωμοσύνη

Ο Κύριος εκεί στη δεξαμενή της Βηθεσδά, αφού άκουσε τα πονεμένα λόγια του παραλύτου, του είπε: «Σήκω επάνω. Πάρε το κρεβάτι σου και περπάτα». Πώς έγιναν όλα τόσο ξαφνικά! Πώς αυτός που δεν μπορούσε να περπατήσει τριανταοκτώ ολόκληρα χρόνια σηκώθηκε υγιέστατος; Πώς σήκωσε το κρεβάτι του και περπάτησε και διάβαινε ολόρθος τους δρόμους της Ιερουσαλήμ;
Κάποιοι που τον είδαν, αυτόν τον πασίγνωστο παράλυτο, να περπατά, αντί να χαρούν για το πρωτοφανές θαύμα που έβλεπαν, παραλογίσθηκαν. Κι άρχισαν να τον κατηγορούν, διότι δεν ήταν επιτρεπτό σύμφωνα με το νόμο ημέρα Σάββατο να σηκώνει το κρεβάτι του. Αυτός όμως με θάρρος τους απαντά: «Εκείνος που με θεράπευσε, εκείνος μού ‘πε να σηκώσω και το κρεβάτι μου». «Και ποιος είναι αυτός;», τον ρωτούν. Ο πρώην παράλυτος όμως δεν ήξερε ποιο ήταν το όνομα του Κυρίου, ο Οποίος μετά το θαύμα είχε απομακρυνθεί διακριτικά. Κάποια ημέρα όμως ο Κύριος Ιησούς τον συναντά στο ιερό και του λέει: «Κοίταξε, έγινες καλά. Πρόσεξε όμως να μην αμαρτάνεις στο εξής, για να μην πάθεις χειρότερο κακό». Κι εκείνος γεμάτος ευγνωμοσύνη και χαρά, ψάχνει και βρίσκει ξανά τους Ιουδαίους που τον είχαν ρωτήσει, για να τους αποκαλύψει με ενθουσιασμό τον ευεργέτη του:  Ο Ιησούς είναι αυτός που με έκανε υγιή, τους είπε χαρούμενος.
Αυτή η πηγαία ομολογία του ανθρώπου εκείνου που εκδήλωνε τη βαθιά του ευγνωμοσύνη προς τον ευεργέτη του πρέπει να μας διδάξει πολύ. Διότι κι εμείς δεχόμαστε καθημερινά τις μεγάλες και θαυμαστές ευεργεσίες του Θεού που μυστικά ή φανερά ενεργεί στη ζωή μας από τα παιδικά μας χρόνια μέχρι σήμερα. Μπροστά στις αναρίθμητες ευεργεσίες λοιπόν που δεχόμαστε τόσα χρόνια, να μάθουμε να λέμε καθημερινά μέσα από την καρδιά μας το «δόξα σοι ο Θεός». Χωρίς να γκρινιάζουμε γι’ αυτά που μας λείπουν και χωρίς να ερμηνεύουμε τα γεγονότα της ζωής μας ως αποτέλεσμα συγκυριών ή ως συνέπειες των προσωπικών μας προσπαθειών. Αλλά να έχουμε μέσα μας κυρίαρχο το αίσθημα της ευγνωμοσύνης προς τον Κύριο για όλες τις δωρεές που δεχόμαστε. Να Τον ευχαριστούμε με όλη μας τη δύναμη για όλα όσα γνωρίζουμε και όσα δεν γνωρίζουμε, για τις αφανείς και φανερές ευεργεσίες που έχει κάνει σε μας. Και να ομολογούμε στους γύρω μας ότι ο Κύριος Ιησούς είναι ο ευεργέτης της ζωής μας, ο «ιατρός των ψυχών και των σωμάτων» μας, ο Πατέρας μας και ο κυβερνήτης της ζωής μας.

Δ΄ Κυριακή μετά το Πάσχα Του Παραλύτου Υπό Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Αντινόης κ.κ. ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΟΣ

Μητροπολίτης Αντινόης κ. Παντελεήμων: Δ΄ Κυριακή μετά το Πάσχα Του Παραλύτου
Δ΄ Κυριακή μετά το Πάσχα
Του Παραλύτου
Υπό
Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Αντινόης
κ.κ. ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΟΣ
Χριστός Ανέστη!  Αληθώς Ανέστη ο Κύριος!

Δραματική ήταν η ζωή του σημερινού παραλύτου της προβατικής κολυμβήθρας, που κατά την εβραϊκή διάλεκτο ονομάζετο Βηθεσδά. Για τριάντα οκτώ ολόκληρα χρόνια ευρίσκετο σε κατάσταση παραλυσίας και εγκατάλειψης.  Μόνος, ανάμεσα σε τόσο πλήθος ασθενών και συμπατριωτών, περίμενε υπομονετικά την εξ ουρανού κίνηση των υδάτων της κολυμβήθρας, που θεράπευε θαυματουργικά μια φορά τον χρόνο τον πρώτο ασθενή που θα έπεφτε μέσα.  Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον πραγματοποιεί ο Κύριος την συνάντησή Του με τον παράλυτο.  Συναντάται ο Θεός με το πλάσμα Του• ο Θεάνθρωπος με τον άνθρωπο.

Με φιλάνθρωπο πνεύμα ο Κύριος πλησιάζει τον παράλυτο και τον ερωτά:  “Θέλεις υγιής γενέσθαι”; Ο Κύριος με πολλή διακριτικότητα και λεπτότητα ερωτά, προκειμένου να θεραπεύσει•  με αγάπη αναζητά, για να σώσει.

Ο παράλυτος περίμενε υπομονετικά τριάντα οκτώ ολόκληρα χρόνια και οι ελπίδες του δεν κάμφθηκαν, δεν ολιγοπίστησε, δεν υποχώρησε.  Περίμενε, παρ’ όλο που όλοι οι δικοί του τον εγκατέλειψαν.  Όλοι γύρισαν στα σπίτια τους, στις δουλειές τους, στις οικογένειές τους, γιατί έβλεπαν, ότι τίποτε δεν γινόταν.  Μάταια προσπαθούσαν να ρίξουν τον συγγενή τους μέσα στην κολυμβήθρα.  Άλλοι πιo γρήγοροι προλάμβαναν, και εκείνος έμενε αθεράπευτος.  Η πίστη και οι ελπίδες τους απόκαμαν και εγκαταλείπουν τον άνθρωπό τους.  Ο ίδιος ο παραλυτικός εκφράζει αυτό το παράπονο στον Κύριο λέγοντας, “Κύριε, άνθρωπον ουκ έχω”.

Κύριε, άνθρωπο δεν έχω!  Δεν έχω κανένα συγγενή!  Δεν έχω κανένα φίλο!  Δεν έχω κάποιο συνάνθρωπο, που να θέλει να μένει μαζί μου!  Παρέμεινα μόνος, μέσα στη μοναξιά της αρρώστιας και του πόνου μου, και κανείς δεν βρίσκεται να μου δώσει ένα χέρι βοηθείας!  

Κάθε μέρα οι πέντε στοές της προβατικής κολυμβήθρας Βηθεσδά γέμιζαν από πολυάριθμο κόσμο και ασθενείς, και παρ’ όλο αυτά κανείς δεν βρισκόταν να συμμερισθεί τον πόνο του παραλυτικού.  Όπως και σήμερα, εκατομμύρια άνθρωποι πάσχουν από φοβερές ασθένειες, είτε σωματικές, είτε νοητικές, είτε πνευματικές, και όλοι με μια φωνή φωνάζουν: “Κύριε, άνθρωπον ουκ έχωμεν!”   Ασθένειες, που θερίζουν κυριολεκτικά τον άνθρωπο και τον παραδίδουν στην αθυμία και την θλίψη, την απομόνωση και την μοναξιά, και οι άνθρωποι με παράπονο υψώνουν την φωνή τους λέγοντας: “Κύριε, άνθρωπον ουκ έχωμεν”!

Η θλίψη και ο πόνος είναι συνυφασμένα με τον άνθρωπο.  Ο πλούτος και τα υλικά αγαθά δεν εμποδίζουν την είσοδο της θλίψης  και του πόνου στη ζωή μας.  Τις εισάγουν οι αδιαθεσίες και οι ασθένειες των συγγενών και προσφιλών μας προσώπων.  Τις εισάγουν οι αχαριστίες των φίλων και οι θάνατοι των συγγενών μας.  Τις εισάγουν οι διαβολές και τα συκοφαντικά λόγια.  Τις εισάγουν οι καχυποψίες και οι παρεξηγήσεις.  Τις εισάγουν οι υπηρεσίες που δεν εκτιμήθηκαν, οι ικανότητες που καταφρονήθηκαν, τα αισθήματα που αποκρούστηκαν και οι πόθοι που δεν ικανοποιήθηκαν.  

Η θλίψη και ο πόνος στέκονται έξω από την ανθρώπινη ζωή και κρούουν την θύρα όλων των ανθρώπων.  Δεν γνωρίζουν πρόσωπα ή κοινωνικές καταστάσεις και θέσεις.  Δεν κάμνουν διακρίσεις μεταξύ πτωχών και πλουσίων, μορφωμένων και αγραμμάτων.

Ο παράλυτος της σημερινής ευαγγελικής περικοπής είχε θέσει σαν πρόγραμμα της ζωής του την παραλυμένη ζωή της αμαρτίας.  Ο Κύριος, δεν αρκείται στο να του δώσει την υγεία του.  Οι αμαρτίες του παραλύτου τον είχαν καταστρέψει.  Θα άξιζε να γίνει καλά, αλλά με μία προϋπόθεση, να μην αμαρτάνει πλέον.  

Η αμαρτία και η άσωτη ζωή είναι πρόξενοι μυρίων κακών στον άνθρωπο.  Οι υλικές, ηθικές και οικογενειακές μας δυστυχίες προήλθαν εξ αιτίας της δικής μας θέλησης.  Τις προκαλέσαμε με τις δικές μας ανόητες και αμαρτωλές πράξεις.  Γι’ αυτό ο Κύριος συνιστά στον παραλυτικό, “ίδε υγιής γέγονας• μηκέτι αμάρτανε, ίνα μη χείρον σοι τι γένηται”, δηλαδή, τώρα έγινες καλά• πρόσεξε στο εξής να μη ακολουθείς μια αμαρτωλή ζωή, για να μη σου συμβούν χειρότερα.

Δυστυχώς όμως, ενώ γνωρίζομε όλοι, ότι η σύσταση αυτή είναι τόσο λογική, τόσο ανθρώπινη, την αθετούμε. Αφήνομε τον εγωϊσμό μας να κυριαρχήσει επάνω στο λογικό.  Κινδυνεύομε από τις άτακτες διασκεδάσεις, από το παράλογο μεθύσι, από το παρανοϊκό κάπνισμα, από τις ανώφελες αγρυπνίες της χαρτοπαιξίας, από τις άνομες σαρκικές απολαύσεις, από τις ολέθριες συναναστροφές, από τις απάνθρωπες εκτρώσεις, από τα θανατηφόρα ναρκωτικά.  

Πόσες φορές, ενώ υποσχεθήκαμε, ότι δεν θα ξαναμαρτήσουμε, ξαναβρεθήκαμε μέσα στα θανατηφόρα πλοκάμια της αμαρτίας;  Πόσες φορές, ενώ θελήσαμε να αντισταθούμε στις αμαρτωλές μας ορέξεις, παραδοθήκαμε από της πρώτης κιόλας στιγμής στα πάθη της σάρκας;  Πόσες φορές αισθανθήκαμε ισχυροί, αλλά αποδειχθήκαμε αδύνατοι;
  
Όπου η ψυχή δεν φρόντισε να  επισκιάζεται από τη Χάρη του Χριστού, νικάτε από την αμαρτία, η οποία σέρνει και εξευτελίζει τον άνθρωπο. Γι’ αυτό πολύ χαρακτηριστικά αναφωνεί ο Προφητάναξ Δαβίδ, “Εάν μη Κύριος οικοδομήσει πόλιν, μάτην εκοπίασαν οι οικοδομούντες.  Εάν μη Κύριος φυλάξει πόλιν, εις μάτην ηγρύπνησαν οι φυλάσοντες φυλακάς νυκτός”.  

Λειτουργεί μιά θέληση χωρίς ηθική δύναμη.  Έτσι ο άνθρωπος, που είναι αιχμάλωτος στην αμαρτία, παρομοιάζεται με ακυβέρνητο πλοίο, που δεν έχει ούτε πηδάλιο, ούτε πυξίδα και ούτε άγκυρα.  Μιά τέτοια κατάσταση καθιστά τον άνθρωπο παράλυτο πνευματικά και σωματικά.  Στο τέλος, τον οδηγεί σ’ αυτό τον θάνατο.  Και σ’ αυτό ακριβώς το σημείο, ο Μέγας των Εθνών Απόστολος Παύλος διακηρύσσει λέγοντας, “Τα γαρ οψώνεια της αμαρτίας θάνατος” (Ρωμ 6:23). “Ταλαίπωρος εγώ άνθρωπος’ τις με ρύσεται εκ του σώματος του θανάτου τούτου;” και απαντά: “διά Ιησού Χριστού του Κυρίου ημών” (Ρωμ. 7:24-25), διότι “το δε χάρισμα του Θεού ζωή αιώνιος” (Ρωμ. 6:23).

Και πράγματι, αγαπητοί μου εν Χριστώ αδελφοί, η αμαρτία νικάτε μόνο με την Χάρη του Θεού.  Ο ίδιος ο Κύριος μας το διαβεβαίωσε λέγοντας, “ότι χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν” (Ιωάν. 15:5).

Ο άγιος Απόστολος Παύλος διακήρυξε λέγοντας:  “Συνίστησι δε την εαυτού αγάπην εις ημάς ο Θεός, ότι έτι αμαρτωλών όντων ημών Χριστός υπέρ υμών έπαθε” (Ρωμ. 5:8), γιά να μας χαρίσει το χάρισμα της υιοθεσίας (Γαλ. 4:5) και να καταξιωθούμε να γίνουμε “κληρονόμοι μεν Θεού, συγκληρονόμοι δε Ιησού Χριστού” (Ρωμ 8:17).  

Ας αγωνισθούμε, λοιπόν, να αποτινάξουμε από πάνω μας την παραλυσία της αμαρτωλής ζωής, της θρησκευτικής αδιαφορίας και της πνευματικής νέκρωσης.  Με τη Χάρη του Αναστάντος Σωτήρος μας Ιησού Χριστού, να αξιωθούμε της θεραπείας της ψυχής και του σώματος μας, της προσωπικότητάς μας, και γενικά της όλης ύπαρξής μας, διότι αυτό αποτελεί την δοξολογία του Αγίου Θεού.

Χριστός Ανέστη!  Αληθώς Ανέστη ο Κύριος!
Δείτε την ιστοσελίδα του Σεβασμιωτάτου πατώντας εδώ

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ (Ιω. 5, 1-15) †ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ ΜΕΛΕΤΙΟΥ ;ΕΛΠΙΣΟΝ ΕΠΙ ΤΟΝ ΘΕΟΝ

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ (Ιω. 5, 1-15)
†ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ ΜΕΛΕΤΙΟΥ
(Διασκευή ομιλίας στο Γαλατά, στις 18/5/1997)
ΕΛΠΙΣΟΝ ΕΠΙ ΤΟΝ ΘΕΟΝ

1. Γαλήνια αναμονή

Ακούσαμε στο Ευαγγέλιο, ότι στην Ιερουσαλήμ υπήρχε μια κολυμβήθρα, που ήταν επάνω σε μια πηγή. Πότε-πότε κατέβαινε, σ’ αυτή ένας Άγγελος και ανατάραζε το νερό. Και τότε όποιος πρόφταινε και έμπαινε μέσα πρώτος, γινόταν υγιής οποιαδήποτε ασθένεια και αν είχε.
Πολλοί ασθενείς, από χίλιες δυό αρρώστειες, μαζευόντουσταν γύρω από την κολυμβήθρα και περίμεναν την ώρα και την στιγμή, που ο Άγγελος θα ανατάραζε το νερό. Όποιος πρόφταινε έμπαινε μέσα πρώτος.
Εκεί ήταν και ένας άνθρωπος που περίμενε, άρρωστος, τριάντα οχτώ χρόνια. Τριάντα οχτώ χρόνια, καθόταν έξω από την κολυμβήθρα και περίμενε να ταραχτεί το νερό, για να μπει μέσα να γίνει καλά. Αλλά ήταν παράλυτος· δηλαδή, χέρια και πόδια παράλυτα. Και να το έβλεπε να ταράζεται, όσο να κάνει να κινηθεί, -πώς να κινηθεί ο παράλυτος; και πού να κινηθεί;- πρόφταιναν άλλοι και έμπαιναν μέσα και γίνονταν καλά.
Και να ο παράλυτος στέκει δίπλα από την κολυμβήθρα, τριάντα οχτώ χρόνια. Και περιμένει. Περιμένει με την ελπίδα, ότι θα προφτάσει, κάποια φορά, να μπει πρώτος, ενώ θα ταράσσεται το νερό. Βέβαια θα πει κανείς, πώς να προφτάσει; Είναι δυνατόν ποτέ; Οι άνθρωποι αυτό έβλεπαν και το καταλάβαιναν. Αλλά ο ίδιος αντί να κάνει τέτοιες πικρές σκέψεις, και να λέει: «μάταιος ο κόπος για μένα», έκανε σκέψεις καλλίτερες και βαθύτερες: «Το νερό», σκεπτόταν, «έτσι και αλλιώς, δεν θεραπεύει μόνο του. Αν δεν κατεβεί ο Άγγελος του Κυρίου να το αναταράξει, αν δεν έρθει η χάρη και η δωρεά του Θεού, τίποτε δεν γίνεται για κανέναν». Και για να επισφραγίσει ο Θεός, ότι μόνο με την χάρη του γίνονταν οι θεραπείες, δεν θεραπεύονταν κάθε φορά πολλοί, σαν να είχε τάχα το νερό ιαματικές ιδιότητες, αλλά μόνο εκείνος που έμπαινε πρώτος.
Φανταστείτε λοιπόν με τι βιασύνη και ορμή έτρεχαν οι άνθρωποι, και πόσοι ορμούσαν ταυτόχρονα στο νερό. Και όμως μόνο ένας, ο πρώτος, λάβαινε την ίαση. Και ο παράλυτος, αντί να απογοητευτεί για τον εαυτό του, αντί να απογοητευτεί από τον Θεό, που έβαλλε κριτήριο το: «όποιος μπει πρώτος», δηλαδή, όποιος είναι καταφερτζής, όποιος είναι πιο γερός, ή στο κάτω-κάτω, όποιος έχει άνθρωπο, περίμενε υπομονετικά. Γιατί εκείνος ο ταλαίπωρος, όπως το ομολόγησε, ήταν έρημος στον κόσμο.
Πώς σκεπτόταν ο παράλυτος; Έλεγε:
«Ο Θεός είναι ο Πατέρας μας. Ο Θεός είναι οικτίρμων και ελεήμων, μακρόθυμος και πολυέλεος. Ο Θεός είναι Πατέρας των ορφανών. Ο Θεός είναι Πατέρας των φτωχών. Ο Θεός είναι Πατέρας των αδικημένων».
Είναι γεμάτη η Αγία Γραφή από τις διαβεβαιώσεις αυτές.
Και ο παράλυτος όλα αυτά τα έβαζε κάθε ημέρα στην καρδιά του, και βλέποντας την χάρη του Θεού να εξαπλώνεται, αντί να σκληραίνει, με το παράπονο «γιατί όχι σε μένα;» θαύμαζε την αγάπη του Θεού και την ευσπλαχνία Του, και έλεγε:
«Λίγο ακόμη και θαρθεί η σειρά μου. Υπομονή! Ο Θεός είναι ο Πατέρας των φτωχών. Ο Θεός είναι ο Πατέρας των πονεμένων και των θλιβομένων. Είναι Πατέρας του κάθε αδικημένου. Τι και αν αδικήθηκα εγώ, από οποιαδήποτε αιτία, και βρίσκομαι σ’ αυτή την κατάσταση; Ο Πατέρας μας θα απλώσει το χέρι Του και σε μένα!»
Και περνάνε έτσι τριάντα οχτώ ολόκληρα χρόνια.
Εμείς στη θέση του τι θα κάναμε;
Θα περιμέναμε υπομονετικά; Ή θα φεύγαμε και θα μουρμουρίζαμε: «τουλάχιστον να περνάει η ζωή μας με λιγότερο παράπονο, με λιγότερη αγωνία. Έτσι και αλλιώς παληοζωή είναι, τουλάχιστον ας τελειώσει ήρεμα. Γιατί ελπίδα δεν υπάρχει».
Ο άνθρωπος αυτός δεν είπε ποτέ: «ελπίδα δεν υπάρχει». Αφού Θεός υπάρχει, και ο Θεός είναι η ελπίδα μας, περίμενε. Περίμενε από το χέρι του Θεού, γιατί ο Θεός, είναι πολύ πιο εύσπλαχνος από τους ανθρώπους. Που κανένας από αυτούς δεν φιλοτιμιόταν, βλέποντας την κατάσταση και την αθλιότητά του, να τον σπρώξει στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ, όταν εταράζετο το ύδωρ. Όλοι κοίταζαν τον εαυτό τους.
Εκείνος περίμενε από τον Θεό.

2. Πρόσθεσέ μας πίστη Κύριε

Το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι υπάρχουν άνθρωποι τρελοί, κυριολεκτικά τρελοί, που καμαρώνουν για το ότι δεν έχουν καθόλου πίστη. Μεγαλύτερη αθλιότητα σε άνθρωπο δεν υπάρχει.
Στις 28 του Ιουνίου γιορτάζουν οι Άγιοι Ανάργυροι, Κύρος και Ιωάννης. Ήταν από την Αλεξάνδρεια. Εκεί, στον ναό των Αγίων Αναργύρων, είχε πάει ένας ασθενής και προσευχόταν ημέρες πολλές. Μια ημέρα, ενώ προσευχόταν, βλέπει όραμα: Τους Αγίους Αναργύρους να στέκουν μπροστά στον θρόνο του Χριστού, και να Τον παρακαλούν: «Χριστέ μου, λυπήσου το πλάσμα Σου που Σε παρακαλεί. Δος του την ίαση» Αλλά ο Χριστός, έκανε τον κουφό. Δεν έδινε σημασία, «ούτε ναι ούτε όχι».
Τότε κατεβαίνουν οι Άγιοι Ανάργυροι και λένε στον προσευχόμενο, τον επικαλούμενο αυτούς και τον Χριστό. «Μην απογοητεύεσαι, μην επηρεάζεσαι. Ο Χριστός είναι οικτίρμων και ελεήμων, θα μας ακούσει. Συνέχισε την προσευχή σου. Μην φεύγεις από την εκκλησία».
Μένει ο άνθρωπος στην εκκλησία και προσεύχεται συνεχώς. Και ξαναβλέπει το ίδιο όραμα. Οι Άγιοι Ανάργυροι, γονατιστοί, μπροστά στον θρόνο του Χριστού τον παρακαλούν. Και πάλι ο Χριστός κοιτάζει αλλού. Τότε κόβει τον άνθρωπο κρύος ιδρώτας: «Ο Χριστός ακούει την δέηση για μένα, αλλά δεν θέλει να την «ακούσει. Τι χάνω τον καιρό μου εδώ;»
Αλλά κάνοντας τον λογισμό αυτό βλέπει τους Αγίους Αναργύρους, πάλι δίπλα του και του λένε: «Μην απογοητεύεσαι, μην επηρεάζεσαι, ο Χριστός είναι οικτίρμων και ελεήμων, οπωσδήποτε θα μας ακούσει, γιατί μας αγαπάει και σε αγαπάει».
Προσεύχονται πάλι οι Άγιοι Ανάργυροι, γονατιστοί μπροστά στον θρόνο του Χριστού. Και γυρίζει ο Χριστός και τους λέει: «Επί τέλους πηγαίνετε και κάνετε καλά τον άνθρωπο αυτό. Μη χάνετε λεπτό. Πηγαίνετε τώρα».
Αυτή η ιστορία μάς δείχνει την απέραντη ευσπλαχνία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Και το Ευαγγέλιο, που ακούσαμε, έρχεται να την φανερώσει ακόμη περισσότερο.

3. Ποιοί θα μας πουν για την αμαρτία…

Ήρθε ο Χριστός, στην κολυμβήθρα, που ήταν στην Προβατική πύλη της Ιερουσαλήμ και πήγε κατ’ ευθείαν στον παράλυτο. Πήγε επίτηδες εκεί, για να τον βρει.
Του λέει:
-Θέλεις να γίνεις καλά;
Απάντησε εκείνος:
-Πώς να γίνω καλά; Δεν έχω κανένα να με βάλλει στο νερό, είμαι παράλυτος. Όσο να σειστώ εγώ, όταν ταράσσεται το ύδωρ, άλλος έχει μπει, άλλος έχει θεραπευτεί.
Του λέει ο Χριστός:
-Κοίταξε ποιός είμαι. Λες: «άνθρωπο δεν έχω». Και επειδή υπάρχουν άνθρωποι, που δεν έχουν άνθρωπο, γι’ αυτό Εγώ κατέβηκα στην γη και έγινα άνθρωπος. Μην τα επαναλάβεις ποτέ τα λόγια αυτά.
«Ίδε δια σε άνθρωπος γέγονα, δια σε σάρκα περιβέβλημαι, και λέγεις άνθρωπον ουκ έχω; Άρον τον κράββατόν σου και περιπάτει» Πάρε το κρεβάτι σου και φύγε. Και ο άνθρωπος έγινε καλά αμέσως.
Σήκωσε το κρεβάτι του στον ώμο, ο παράλυτος, που δεν μπορούσε να κινηθεί, και έφυγε.
Έφυγε, υπακούοντας στην εντολή του Χριστού, χωρίς να προσέξει, χωρίς να προλάβει να ρωτήσει, ποιός ήταν εκείνος που τον έκανε καλά. Και ο Χριστός εξαφανίστηκε ανάμεσα στο πλήθος. Ο παράλυτος, έτρεξε στο ναό, να ευχαριστήσει τον Θεό.
Τον βλέπουν οι Εβραίοι να βαστάζει το κρεβάτι του, ημέρα αργίας, ήταν Σάββατο, και του λένε:
-Πώς και κουβαλάς το κρεβάτι σου; Είναι αμαρτία.
Λέει εκείνος:
-Εκείνος που με έκαμε καλά, μου είπε να το κρατήσω και να το μεταφέρω. Και τον άκουσα. Γιατί αν δεν ήταν του Θεού, αν δεν ήταν Θεός, πώς θα έκανε τέτοιο πράγμα;
Τον βρίσκει αργότερα ο Χριστός και του λέει:
-Βλέπεις; Έγινες καλά. Μην αμαρτάνεις από εδώ και πέρα, γιατί αιτία όλων των κακών είναι η αμαρτία. Φρόντισε να είσαι, όσο το δυνατόν, ευάρεστος στον Θεό. Η αμαρτία φέρνει το κακό στον άνθρωπο. Η αμαρτία χωρίζει από τον Θεό. Η αμαρτία χωρίζει από την πίστη. Η αμαρτία καταστρέφει την ελπίδα.
-Ποιός είσαι Κύριε; Ρώτησε ο παράλυτος.
-Εγώ είμαι, που σε θεράπευσα.
Και πήγε ο άνθρωπος γεμάτος χαρά, να πει στους Εβραίους, ότι ο Ιησούς τον έκανε καλά, νομίζοντας ότι θα πίστευαν και εκείνοι στον Χριστό. Για να τους βοηθήσει το έκανε και να τους φωτίσει.

4. Όποιος ελπίζει στο Θεό δεν διαψεύδεται

Και εμείς πρέπει να φροντίσουμε να μεγαλώσουμε και να βαθύνουμε την πίστη μας στον Χριστό, με τα καλά μας έργα, με την υπομονή μας, με την ελπίδα μας, με την νηστεία μας, με την προσευχή μας, με το να τρέχουμε, όσο το δυνατόν μπορούμε περισσότερο, εκεί που είναι ο Θεός, στην εκκλησία Του, και μάλιστα την ώρα της Λειτουργίας.
Και να φροντίσουμε να παίρνουμε μέσα μας τον Χριστό, το Ζωοποιό Σώμα Του και το τίμιο Αίμα Του, που μας καθαρίζει από κάθε αμαρτία και μας δίνει την αιώνια ζωή.
Ας μάθουμε να πιστεύουμε στον Χριστό, να ελπίζουμε στον Χριστό, και να καρτερούμε τον Χριστό. Είναι ο Πατέρας μας. Κανένας δεν μας αγαπάει τόσο. Και δεν θα μας αφήσει ποτέ. Αμήν.-

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...