Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 03, 2020

νεοταξίτες ή άνθρωποι;

 Νέα τάξη πραγμάτων - ΠΑΤΡΙΣ

Δεξιοί και αριστεροί δεν υπάρχουν. Και, κατά την ταπεινή γνώμη του γράφοντος, ποτέ δεν υπήρξαν. Απλά εφευρέθηκαν κάποια λεκτικά σχήματα, κάποια «αδειανά πουκάμισα», όπως θα ’λεγε κι ο Σεφέρης, για να μαντρώσουν τους αφελείς και να δικαιολογήσουν οι παγκόσμιοι δολοφόνοι  τους παγκόσμιους και  αλληλοσπαραγμούς.

Στις μέρες μας όμως, όπως φαίνεται, έχει αποκαλυφθεί ένα ευδιάκριτο σύνορο ανάμεσα στις παγκόσμιες ή  τοπικές  φατρίες: Είναι από το ένα μέρος οι άνθρωποι κι από το άλλο οι νεοταξίτες. Άνθρωποι είναι αυτοί που πραγματικά πιστεύουν-και όχι απλά χρησιμοποιούν σαν προπαγανδιστικό καμουφλάζ-πατρίδα, θρησκεία και οικογένεια. Ή μήπως πολλοί, μέχρι σήμερα, δεν μας μίλησαν γι’ αυτές τις ιερές έννοιες και πραγματικότητες, χωρίς να πιστεύουν απολύτως τίποτε; Και το έκαμαν απλά, για να παραπλανήσουν τους αφελείς και να ντοπάρουν τα κομματικά τους κοπάδια. Ενώ ταυτόχρονα επιμελήθηκαν την προδοσία  και διάβρωση των πατρογονικών αυτών θεμελιωδών αξιών. Για χάρη των οποίων χύθηκαν ποταμοί αίματος. Αφού  σήμερα η θρησκεία απροκάλυπτα διώκεται. Η πατρίδα ακρωτηριάζεται. Και η οικογένεια συστηματικά διαλύεται. 

Πέρα όμως απ’ αυτές τις αξίες, που απαξιώνονται και πολεμιούνται  υπάρχουν και άλλες καθιερωμένες αξίες, που εκριζώνονται και ανατρέπονται:

Μήπως η έννοια της δικαιοσύνης δεν έχει αλωθεί από μια συστηματικά άδικη και εγκληματική νομιμότητα; Ή η λογική, πάνω στην οποία θεμελιώνεται ο αρχαιοελληνικός αλλά και ο χριστιανικός πολιτισμός: Με τον Ηράκλειτο , που μας μιλάει για την θεμελιώδη αξία και σημασία του Λόγου, ο οποίος αποτελεί την εντελέχεια του κοινωνικού γίγνεσθαι. Και ο Σωκράτης τον ανακηρύσσει θεμέλιο των εννοιών, ενώ ο  ο Αριστοτέλης τον ανάγει σε θεμέλιο των επιστημών. Για να να μην παραλείψουμε το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο, όπου ο Χριστός ταυτίζεται με το Λόγο.

Αυτός, λοιπόν, ο αρχαιοελληνικός και ο χριστιανικός  λόγος έχει γίνει βραχνάς και εφιάλτης των νεοταξιτών δολοφόνων, γιατί δεν συμβιβάζεται με τον κατεδαφιστικό των πάντων αμοραλισμό και παραλογισμό τους. Ο οποίος μας επιστρέφει στον διαβόητο Καλιγούλα, που σύμφωνα με τον Τάκιτο έβαζε τους συζύγους να παρίστανται στον βιασμό των συζύγων τους και τους εξανάγκαζε να γελούν.

Όπως τώρα οι νεοταξίτες χουντικοί μας, οι οποίοι, αντί τανκς, βάζουν πάνω από τα κεφάλια μας τη δαμόκλειο σπάθη των προστίμων, που γι’ αυτούς είναι αμελητέα ενώ για το φτωχό λαό εφιαλτικά. Επιβάλλοντάς  μας το φίμωτρο, ακόμη και όταν βρισκόμαστε στο δρόμο, ή το δάσος ή την ακρογιαλιά.  Λες και ο αέρας είναι γεμάτος κορονοϊούς, απ’ τους οποίους θα μας προστατεύσει το διοξείδιο της εκπνοής μας, που αναπνέουμε απ’ το φίμωτρο.

Όλοι οι πολιτισμένοι λαοί της Γης μας μιλούν για δημοκρατία. Και προπαντός οι ντόπιοι τσιφλικάδες με τα «δημοκρατικά» τους τόξα, οι οποίοι ασταμάτητα εκτοξεύουν εναντίον της πατρίδας μας τα «δημοκρατικά» τους βέλη,  μνημονιακά και κορονοϊκά, με τα οποία χτυπούν κατάστηθα το λαό μας. Εκτελώντας σκοτεινές εντολές σκοτεινών κύκλων. Όπως η διαβόητη Μπίλντεμπεργκ, για την οποία δεν γνωρίζουμε τι κάθε φορά για τον καθένα λαό και για μας μαγειρεύει στα βρώμικα μαγειρεία της. Και όμως υπάρχουν κάποιοι δήθεν ευσεβείς και ορθόδοξοι χριστιανοί, που περιμένουν απ’ τους σατανικούς αυτούς ανθρώπους να ιδούν για την πατρίδα μας και το λαό μας καλύτερες μέρες.

Αλλά τι να πει κανείς και για τους «δημοκράτες» των ΗΠΑ, οι οποίοι συνεχώς δολοφονούν τους λαούς, που δεν σκύβουν τον αυχένα στην ιταμότητά τους. Και ευημερούσες χώρες τις μεταβάλουν σε σωρούς ερειπίων και σπρώχνουν τους λαούς τους στην περιπέτεια των μεταναστεύσεων. Και  που  τώρα, με καλπονοθείες προσπαθούν να επιστρέψουν ξανά στο ολέθριο έργο τους.

Αλλά δημοκρατία δεν σημαίνει να ευημερεί ο λαός μιας χώρας σε βάρος των λαών άλλων χωρών. Ούτε μέσα στην ίδια χώρα, μέσα στα πλαίσια μιας επίφασης ισονομίας, να πλουτίζουν οι «ημέτεροι» της εκάστοτε επικρατούσας κομματικής μαφίας και να δυστυχούν οι υπόλοιποι. Δημοκρατία είναι το ιδανικό της πρωτοχριστιανικής κοινότητας. Όπου «δεν υπήρχε κανένας φτωχός ανάμεσά τους. Γιατί ο καθένας πρόσφερε ανάλογα με τις δυνάμεις του και έπαιρνε ανάλογα με τις ανάγκες του».

Κοντολογίς: Δεν γνωρίζω ποια έννοια δίνει η Νέα Τάξη πραγμάτων στη λέξη «πράγμα». Με βάση όμως τον όλο βίο και την πολιτεία της και την γενική απαξίωση των καθιερωμένων αξιών, μας δίνει την εντύπωση  ότι μέσα στα «πράγματα» συμπεριλαμβάνει και τον άνθρωπο. Άλλωστε μήπως έτσι δεν μας αντιμετωπίζει; Ιδιαίτερα στην τωρινή συγκυρία του κορονοϊού, που με τόση εωσφορική ευρηματικότητα  επινόησε, για να πετύχει την ολοσχερή  εξουθένωση και εξαθλίωσή μας! Αφού πιστεύει ότι μπορεί να εξολοθρεύει τους ανθρώπους, μέχρις ότου φτάσει στο επιθυμητό γι’ αυτήν όριο των ελαχίστων εκλεκτών, οι οποίοι θα μπουν στην υπηρεσία του αναμενόμενου Μεσία τους.

Και βέβαια μια τέτοιου είδους αντιμετώπιση του ανθρώπου δίνει και το μέτρο κρίσεως για τους ίδιους. Που σημαίνει ότι και οι ίδιοι δεν ξεφεύγουν από τον γενικό κανόνα, που καθορίζουν για τους άλλους, όντας, δηλαδή, και οι ίδιοι πράγματα. Αφού είναι χωρίς πίστη στην ψυχή και τα μέχρι τώρα ιδανικά του ανθρώπου. 

Και αυτό που απομένει σε μας είναι ν’ αφήσουμε τους μέχρι τώρα στρουθοκαμηλισμούς και ν’ αποφασίσουμε οριστικά και αμετάκλητα, αν θέλουμε να είμαστε νεοταξίτες ή άνθρωποι. Που σε τελική ανάλυση σημαίνει ν’ αφήσουμε πίσω μας τους απροκάλυπτα νεοταξίτες μνημονιακούς προδότες  και ν’ ακολουθήσουμε την πατροπαράδοτη πίστη μας και τα ιδανικά μας, που εξανθρωπίζουν και θεώνουν τον άνθρωπο!

https://papailiasyfantis.wordpress.com/



Κυριακή Ι΄ Λουκᾶ (Λουκ. ιγ΄ 10-17)

 


5 Δεκεμβρίου 1965

Ἀγαπητοὶ χριστιανοί,

Ὁ Θεὸς δὲν ἀγαπᾶ τίποτα πιὸ πολὺ ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο καὶ δὲ μισεῖ τίποτα πιὸ πολὺ ἀπὸ τὴν ὑποκρισία. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὅταν ἦταν ἐδῶ στὴ γῆ, στάθηκε ἀπέναντι σ' ὅλους τοὺς ἀνθρώπους γεμάτος ἀγάπη καὶ μόνο ἦταν σκληρὸς ἀπέναντι στοὺς ὑποκριτάς. Τοὺς ἁμαρτωλούς, ποὺ ἐρχότανε ζητώντας τὸ ἔλεός του, τοὺς δεχότανε μὲ καλωσύνη· τοὺς ὑποκριτάς, ποὺ ἦσαν μέσ' ἁμαρτωλοὶ κι ἔκαναν ἔξω τοὺς ἁγίους, τοὺς ἐμαστίγωνε ἀλύπητα. Ἂς ἀκούσουμε τί μᾶς λέγει τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο.

Ἐκεῖνο τὸν καιρὸ ἐδίδασκε ὁ Ἰησοῦς σὲ μία ἀπὸ τὶς συναγωγὲς κι ἦταν ἡμέρα Σάββατο. Κι ἦταν ἐκεῖ μία γυναίκα, ποὺ εἶχε πονηρὸ πνεῦμα κι ἦταν ἄρρωστη δεκαοκτὼ χρόνια κι ἦταν σκυφτὴ καὶ δὲ μποροῦσε νὰ σηκώση τὸ κορμὶ της καθόλου. Κι ὅταν τὴν εἶδε, ὁ Ἰησοῦς τῆς μίλησε καὶ τῆς εἶπε· Γυναίκα, εἶσαι λυμένη ἀπὸ τὴν ἀρρώστια σου· κι ἀκούμπησε ἀπάνω της τὰ χέρια του κι ἀμέσως ἐκείνη ἀνασηκώθηκε καὶ δόξαζε τὸ Θεό. Καὶ ἀποκρίθηκε ὁ ἀρχισυνάγωγος μὲ ἀγανάκτηση, γιατί τὸ Σάββατο ἔκαμε τὴ θεραπεία ὁ Ἰησοῦς, κι ἔλεγε στὸ λαό. Ἕξη ἥμερες εἶναι, ὅπου σ' αὐτὲς πρέπει νὰ ἐργαζώμαστε, σ' αὐτὲς λοιπὸν νὰ 'ρχεσθε καὶ νὰ θεραπευώσαστε κι ὄχι στὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου. Τοῦ ἀποκρίθηκε λοιπὸν ὁ Κύριος καὶ εἶπε· Ὑποκριτή, ὁ καθένας σας τὸ Σάββατο δὲ λύνει τὸ βόδι του καὶ τὸν ὄνο ἀπὸ τὸ παχνὶ καὶ τὰ πάει καὶ τὰ ποτίζει; Κι αὐτὴ ἐδῶ ποὺ εἶναι κόρη τοῦ Ἀβραὰμ καὶ τὴν ἔδεσε ὁ Σατανᾶς δεκαοχτὼ χρόνια, δὲν ἔπρεπε νὰ λυθῆ ἀπὸ τοῦτο τὸ δέσιμο τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου; Κι ἐνῶ ἔλεγε τοῦτα ὁ Ἰησοῦς καταντροπιαζότανε ὅλοι οἱ ἐχθροὶ του· κι ὅλος ὁ λαὸς εἶχε χαρὰ γιὰ τὰ θαύματα ποὺ γινότανε ἀπ' αὐτόν.

Αὐτὴ ἡ ἄρρωστη γυναίκα, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ποὺ βρέθηκε κεῖνο τὸ Σάββατο στὴ συναγωγή, μᾶς εἶν' ἕνα καλὸ παράδειγμα. Μᾶς διδάσκει πὼς κι ἐμεῖς τὴν Κυριακὴ πρέπει νὰ ἐρχώμαστε στὴν Ἐκκλησία γιὰ τὴν προσευχὴ καὶ γιὰ τὸ θεῖο κήρυγμα. Γι' αὐτὰ τὰ δύο πῆγε στὴ συναγωγὴ ἐκείνη τὴν ἡμέρα ἡ συγκύπτουσα γιὰ νὰ 'βρη παρηγοριὰ στὴν ταλαιπωρία της. Καὶ βρῆκε πολὺ περισσότερο ἀπ' ὅ,τι περίμενε· λυτρώθηκε ἀπὸ τὴν ἀρρώστια ποὺ τὴν βασάνιζε δεκαοκτὼ χρόνια.

Θὰ πρέπει νὰ αἰσθανότανε κατάνυξη, καθὼς ἄκουε τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ νὰ διδάσκη· θὰ πρέπει νὰ καθότανε ταπεινὴ σὲ κάποια γωνιά, βασανισμένη μέσα στὴν πολύχρονη ἀρρώστια της, ζητώντας τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ κι ἕτοιμη νὰ δεχθῆ τὴ θεία χάρη. Μετὰ τὸ κήρυγμα, πλησίασε τὸ Χριστὸ κι ἐκεῖνος ποὺ τὴν εἶδε, ὄχι μόνο μὲ σκυφτὸ καὶ καμπουριασμένο τὸ κορμί της, μὰ καὶ μὲ τὴν ψυχὴ της γονατιστὴ καὶ σκυμμένη, τῆς μίλησε καὶ τῆς εἶπε· «Εἶσαι λυμένη ἀπὸ τὴν ἀρρώστια σου». Καὶ γιὰ νὰ τῆς μεταδοθῆ ἡ θεία δύναμη, ἀκούμπησε τὰ χέρια του ἐπάνω της. Κι ἐπειδὴ ὁ θεῖος λόγος τὴν ἴδια ὥρα εἶναι καὶ ἔργο, ἡ γυναίκα ἔγινε ἀμέσως καλά.

Νά, χριστιανοί μου, ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, πῶς φανερώνεται καὶ πῶς ξεχύνεται στὸν ἄνθρωπο. Κανένα ἐμπόδιο δὲ μπορεῖ νὰ μπῆ ἀνάμεσα στὸ Θεὸ ποὺ ζητάει τὸν ἄνθρωπο καὶ στὸν ἄνθρωπο ποὺ ζητάει τὸ Θεό. Οὔτε καὶ τὸ Σάββατο. Γιατί παραπάνω ἀπ' ὅλα εἶναι ὁ ἄνθρωπος, παραπάνω κι ἀπὸ τὸ νόμο καὶ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Γιατί ὁ νόμος κι οἱ ἐντολὲς καὶ τὸ Σάββατο δόθηκαν ὅλα γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ δὲν ἔγινε ὁ ἄνθρωπος γιὰ ὅλα ἐτοῦτα. Μέσα στὸ νόμο καὶ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ ὑπάρχει ὁ ἄνθρωπος, ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν ἄνθρωπο· καὶ μέσα σ' ὅλους τοὺς νόμους τῶν ἀνθρώπων πρέπει νὰ ὑπάρχη ὁ ἄνθρωπος, ἀλλιῶς εἶναι ἄδικοι οἱ νόμοι καὶ ἀπάνθρωποι. Οἱ νόμοι εἶναι γιὰ τοὺς κακούς· γιὰ νὰ μὴν ἀφίνουν τοὺς κακοὺς νὰ κάνουν τὸ κακό. Γιὰ τοὺς καλοὺς δὲν ὑπάρχουν νόμοι. Ἕνας νόμος ὑπάρχει γιὰ τοὺς καλούς, ὁ νόμος τῆς ἀγάπης. Αὐτὸς ὁ νόμος λέγει, ὄχι νὰ μὴν κάνης τὸ κακό, μὰ παντοῦ καὶ πάντα νὰ κάνης τὸ καλό. Ἐμπόδιο δὲ μπορεῖ νὰ σταθῆ στὸ νόμο τοῦ καλοῦ.

Κι ὅμως πολλὰ ἐμπόδια, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, βγαίνουνε μπροστά, γιὰ νὰ σταματήσουν τὸ καλό. Πρῶτο ἀπὸ τὰ ἐμπόδια ἐτοῦτα εἶναι ἡ ὑποκρισία. Ὑποκρισία εἶναι νὰ φαίνεσαι ἐκεῖνο ποὺ δὲν εἶσαι, νὰ λὲς πὼς ἐνδιαφέρεσαι γιὰ τὸν νόμο καὶ γιὰ τὴν ἐντολή, μὲ σκοπὸ νὰ ματαίωσης τὸ καλό. Νὰ παρασταίνης τὸ φρουρὸ τοῦ θείου νόμου, νὰ κόβεσαι καὶ γιὰ τὸν ἀνθρώπινο νόμο, νὰ κάνης ἐπανάσταση, νὰ βάζης φωτιά, νὰ ξεθεμελιώνης τὰ πάντα, γιατί σὲ πῆρε ὁ πόνος γιὰ τὸ νόμο. Πὼς χάνονται ἄνθρωποι, πὼς ἀδικιέται ἡ ἀλήθεια, πὼς σταυρώνονται ἀθῶοι, πὼς γκρεμίζονται ἱεροὶ θεσμοί, πὼς χαίρουν οἱ ἐχθροί, πὼς χορεύει ὁ διάβολος, τίποτ' ἀπ' ὅλα ἐτοῦτα δὲ σὲ τρομάζει.

Ὁ ἀρχισυνάγωγος, χριστιανοί μου, ἐκείνη τὴν ἡμέρα στὴν συναγωγή, γιὰ χάρη τάχα τοῦ Σαββάτου, ἦταν ἕτοιμος, ἂν μποροῦσε, νὰ σφάξη καὶ τὸ Χριστὸ καὶ τὴ συγκύπτουσα. Δὲν τὸν συγκίνησε τὸ καλὸ ποὺ γίνηκε ἐμπρὸς στὰ μάτια του. Ἐκεῖνο ποὺ τὸν ἔτρωγε μέσα του ἦταν ὁ φθόνος, μὰ σκέπαζε τὸ πάθος του μὲ τέχνη κι ἔδειχνε πὼς γνοιάζεται γιὰ τὸ Σάββατο καὶ γιὰ τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ. Ὁποῖος δὲν τὸν ἤξερε θὰ τὸν πίστευε, μὰ ὁ Χριστὸς τὸν ξεσκέπασε καὶ τὸν ἀποστόμωσε. Τὸν εἶπε ὑποκριτή, ψεύτη δηλαδὴ καὶ θεατρίνο, ποὺ ἄλλα αἰσθανότανε κι ἄλλα ἔλεγε, ἄλλα εἶχε μέσα του κι ἄλλα ἔδειχνε στοὺς ἀνθρώπους.

Τέτοιους ὑποκριτάς, χριστιανοί, εἶναι πάντα γεμάτος ὁ κόσμος καὶ πρέπει νὰ τοὺς φυλαγώμαστε. Ἀπ' ἔξω φαίνονται ἅγιοι καὶ μέσα τους εἶναι γεμάτοι μ' ὅλες τὶς κακίες. Μὰ εἶναι τεχνίτες καὶ δὲν τὸ δείχνουνε· σκεπάζονται μὲ τὸ ἔνδυμα τῆς εὐσέβειας καὶ δὲν τὸ 'χουνε γιὰ τίποτα νὰ κάμουνε κάθε κακό. Νὰ τοὺς πῆς λόγο, δὲν ἀκοῦνε· νὰ τοὺς κάμης καλό, δὲ συγκινοῦνται. Πάνω ἀπ' ὅλα, λένε, εἶναι ὁ νόμος, οἱ ἐντολές, οἱ ἱεροὶ Κανόνες, ἡ τάξη κι ἡ ἀλήθεια. Ποιὸς τὸ ἀρνήθηκε; Μὰ ὁ νόμος κι οἱ ἐντολὲς κι οἱ Κανόνες εἶναι ὅλα γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Ὅταν σκοτώνης τὸν ἄνθρωπο, τί σοῦ χρειάζεται ὁ νόμος; Ὅταν γκρεμίζης τὴν Ἐκκλησία, τί τοὺς θέλεις τοὺς κανόνες; Ὅσο γιὰ τὴν τάξη καὶ τὴν ἀλήθεια, ὅποιοι τὰ πολυφωνάζουνε αὐτὰ τὰ δυό, αὐτοὶ μήτε τὰ ξέρουν μήτε τὰ 'μαθαν μήτε τὰ σεβάστηκαν ποτέ τους.

Τὸ σκάνδαλο τῆς ἀσθένειας

 


Ἀκούγοντας πολλές φορές τά αἰτήματα τῶν χριστιανῶν μας καί τούς λόγους γιά τούς ὁποίους προσεύχονται, διακρίνει κανείς νά κυριαρχεῖ τό αἴτημα ὑπέρ ὑγείας. Χιλιάδες χαρτάκια ἔρχονται στήν Ἁγία Πρόθεση ὅλων τῶν Ναῶν μέ δεδηλωμένο τό αἴτημα αὐτό. Ἀλλά καί στήν καθημερινότητά μας, στήν ἀποστροφή τοῦ λόγου γιά ὅσα συμβαίνουν γύρω μας, συνήθης εἶναι ἡ κατακλείδα « τήν ὑγειά μας νά ’χουμε, νά μποροῦμε νά τά βγάλουμε πέρα». Ἰσχυρό πρόταγμα τό αἴτημα τῆς ὑγείας. Καί πολλοί, ἰδίως ἀπό ὅσους ἔχουν συγκεχυμένη ἀντίληψη περί Ἐκκλησίας καί τήν ἀντιμετωπίζουν μέ μιά διάσταση μαγείας, τό δηλώνουν ξεκάθαρα ὅτι πάνε Ἐκκλησία γιά νά τούς ἔχει ὁ Θεός «γερούς», θεωρώντας τή Θεία Χάρη ὡς μορφή ἀσπίδας ἐναντίον τῆς ὅποιας ἀσθένειας.

Κι ἐκεῖ ἀρχίζει τό σκάνδαλο. Φαίνεται τό αἴτημα νά μήν εἰσακούεται, καθώς καί οἱ Ναοί εἶναι γεμάτοι ἀσθενεῖς, καί οἱ Χριστιανοί ἀρρωσταίνουν καί τελικά τόσες παρακλήσεις καί προσευχές ὑπέρ ὑγείας φαίνεται νά μήν εἰσακούονται, καθώς τά ἀντίστοιχα αἰτήματα δέν ἐκπληρώνονται πάντα. Γιατί λοιπόν, ἐνῶ ἀπό τή μιά ἡ Ἐκκλησία προβάλλει τά πολλά θαύματα τοῦ Χριστοῦ μας, πού χάρισαν τήν ὑγεία σέ ὅσους τά ἀπόλαυσαν, ἀπό τήν ἄλλη σήμερα φαίνεται σάν νά μή γίνονται θαύματα, ἤ τουλάχιστον σάν νά μήν προστατεύει ὁ Ἅγιος Θεός τούς δικούς του ἐπαρκῶς; Ἡ ἀπάντηση θά μποροῦσε νά εἶναι πολύ εὔκολη. Πῶς ζητᾶμε τά ἴσα μέ παλαιότερες ἐποχές, τότε πού ἡ πίστη τῶν ἀνθρώπων, γνήσια καί ἄδολη, κόχλαζε στίς καρδίες καί τούς ὁδηγοῦσε σέ ὁμολογίες «μέχρις αἵματος»; Γιατί ζητᾶμε θαύματα ὅταν ὁ τρόπος τῆς ζωῆς μας καί ἡ ποιότητα τῶν ἠθῶν μας, τά ἀποκλείει; Μήν ξεχνᾶμε ὅτι τό θαῦμα, ἐκτός ἀπό πίστη, χρειάζεται καί ἀρετή.


Ἡ θεραπεία τῆς «συγκύπτουσας» γυναίκας

Στό σημερινό Εὐαγγέλιο ὁ Χριστός μᾶς δίνει ἀνάγλυφα μιά διαφορετική καί πρωτότυπη ἀπάντηση στό ἐρώτημα πού παραπάνω διατυπώσαμε. Περιγράφεται ἡ θεραπεία τῆς συγκυπτουσας, δηλαδή τῆς γυναίκας ἐκείνης πού δέν μποροῦσε καθόλου νά σηκώσει τό κεφάλι της πρός τά ἐπάνω, καθώς τό κυρτωμένο ἀπό τήν ἀσθένεια σῶμα τήν ὑποχρέωνε νά εἶναι διαρκῶς σκυμμένη. Ἡ ὁποιαδήποτε τάση γιά ἀνόρθωση ἐπέφερε φοβερούς πόνους, οἱ ὁποῖοι περιόριζαν τό εὖρος τῶν δραστηριοτήτων της. Κι ὅμως, αὐτή ἡ γυναίκα δέν ντρεπόταν στήν κατάστασή της νά κυκλοφορεῖ. Δέν δίσταζε νά ταλαιπωρηθεῖ. Καί μάλιστα κυρίως πηγαίνοντας στή Συναγωγή γιά ν’ ἀκούει τόν Νόμο τοῦ Θεοῦ καί τήν ἑρμηνεία του.

Πολλές φορές κάποια ἀσθένεια καί οἱ συνέπειές της δημιουργοῦν ἄσχημη ψυχολογία στόν ἀσθενῆ καί τόν ὁδηγοῦν στό νά ντρέπεται γιά τό σῶμα του ἤ τοῦ ἀποστεροῦν τήν ὄρεξη γιά τή ζωή. Ἐάν ὁ ἀσθενής δέν ἔχει ψυχικά ἀποθέματα ἀντοχῆς, τά ὁποῖα κυρίως ἐπαυξάνει ἡ πίστη στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ, συνήθως ὁδηγεῖται σέ ψυχοπαθολογικές καταστάσεις, ἀκόμη καί ἀκραῖες, μέ συνέπεια νά καθιστᾶ τή ζωή ἀκόμη πιό μαρτυρική καί γιά τόν ἴδιο καί γιά τούς δικούς του. Συνήθως τίς σχετικές ἀπαισιόδοξες σκέψεις τίς καλλιεργεῖ ἡ ἴδια ἡ κοινωνία ὅταν ἐμφορεῖται ἀπό ἀπαράδεκτα πιστεύματα λατρείας τοῦ νιτσεϊκοῦ ὑπερανθρώπου, ὅταν γεμάτη μικροψυχία ἀντιμετωπίζει τούς ἀσθενεῖς ὡς ὑποδεέστερους καί βάρος, ὅταν ὑποκριτικά κλείνει τά ματιά στόν πόνο ἀρνούμενη νά ἑτοιμάσει τά μέλη της γιά τήν ἀντιμετώπισή του, προπαγανδίζοντας ἀντ’ αὐτοῦ, τό μάταιο κυνήγι τῆς φρούδας ἐλπίδας τῆς ἀπόλυτης εὐτυχίας ἐπί γῆς.

Ἡ συγκυπτουσα τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου ὅμως δέν συμπεριφέρεται ἔτσι. Ὁμολογεῖ τήν πίστη καί τήν ἐλπίδα της στόν Θεό, κυρίως μέ αὐτό πού κάνει, νά πηγαίνει δηλαδή μέ κόπο καί πόνο στή λατρεία τοῦ Θεοῦ, νά συμμετέχει καί νά ἀντλεῖ ἀπό ἐκεῖ δύναμη. Δέν μιλᾶ καθόλου γιά νά ξέρουμε τό περιεχόμενο τῆς προσευχῆς της, τό εἶδος τῶν αἰτημάτων της, ἡ ἀκόμη καί τά παράπονά της. Σπάνιο πράγμα ἄρρωστος ἄνθρωπος νά σιωπᾶ. Συνήθως σημαίνει ἀποθέματα ψυχικῆς δύναμης καί ὑπομονῆς, πού τοῦ ὑπαγορεύουν νά μήν κουράζει ἄλλους, ἀλλά νά βαστάζει μόνος μέ θάρρος τόν σταυρό τῆς ὅποιας ἀσθένειας.


Ἰησοῦς Χριστός, ὁ «ἰατρός ψυχῶν καί σωμάτων»

Καί ὁ Χριστός μας ἀπό τήν ἄλλη, δρᾶ πρωτότυπα. Βλέπει τή συγκυπτουσα καί διακόπτει τό κήρυγμά του, ἀποδείξη τοῦ ἐνδιαφέροντος τοῦ Πλάστη γιά τό πλάσμα του. Χωρίς ἡ γυναίκα νά τοῦ μιλήσει ἤ νά τοῦ ζητήσει τίποτε, ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ἀκουμπώντας τό κεφάλι της ἀμέσως τῆς λέει: γυναίκα εἶσαι λυμένη καί ἐλευθερωμένη ἀπό τήν ἀρρώστια σου. Κανείς δέν τοῦ ζήτησε τίποτε κι ὅμως ὁ Χριστός ἐνεργεῖ εὐεργετικά. Εἶναι ὁ τρόπος πού μέχρι σήμερα ἐνεργοῦν οἱ Ἅγιοί μας, ἀκόμη καί σέ ὅσους δέν τούς γνωρίζουν, ἀκόμη καί σέ ὅσους δέν τούς ἔχουν ζητήσει τίποτε.

Σέ ἄλλες περιπτώσεις ὁ Χριστός διεκδίκει νά διαπιστώσει τήν πίστη ὅποιου τοῦ ζητᾶ ἕνα θαῦμα. Ἐδῶ, δέν τό κάνει, γιατί δέν χρειάζεται νά διαπιστώσει τίποτε. Ἡ ὑπομονή στήν ἀσθένεια καί τό συνακόλουθο σμίλεμα τῆς ψυχῆς, εἶναι ὑπεραρκετά γιά νά μαρτυρήσουν τήν ὁλοκληρωτική ἐξάρτηση ἀπό τόν Ἅγιο Θεό, ὡς τόν μόνον ἱκανό ὄχι ἁπλῶς νά παραχωρήσει τήν ἴαση τοῦ σώματος, ἀλλ’ ἐπιπλέον καί τόν ἁγιασμό τῆς ψυχῆς. Γι’ αὐτό καί Ἐκεῖνος πού γνωρίζει καλά τά μύχια τῶν καρδιῶν τῶν ἀνθρώπων καί μπορεῖ νά διαπιστώσει τή γνήσια καί ἀνιδιοτελῆ τους ἀγάπη πρός Αὐτόν, ξέρει νά διακριβώνει ὄχι μόνο τήν κάθε ἀνάγκη τοῦ πλάσματός του, ἀλλά καί νά ἐπεμβαίνει κατά τό πνευματικῶς συμφέρον καί νά ἀποδίδει στόν καθένα ὅ,τι τοῦ χρειάζεται.

Ἀδελφοί μου, πολλές φορές οἱ Ἅγιοι τῆς πίστης μας ἀντιμετώπιζαν τήν ἀσθένεια στή ζωή τους ὡς ἐπίσκεψη Θεοῦ, ὡς ἀφορμή ἐντονότερης καί θερμοτερης προσευχῆς, ὡς αἰτία ὑπομονῆς καί συνακόλουθα εὐλογίας. Τό παράδειγμά τους ὑπάρχει γιά νά μᾶς μάθει πῶς μποροῦμε καί ἀπό τέτοιες δύσκολες καταστάσεις, ὅπως τῆς ἀσθένειας, νά λαμβάνουμε ἀφορμές πρακτικῆς φιλοσοφίας καί θεολογίας, γιά νά πλησιάζουμε ἀκόμη περισσότερο τόν Θεό, κατανοώντας τή θεία παντοδυναμία καί τήν ἀνθρώπινη ἀδυναμία, συναισθανόμενοι ὅτι πατρίδα μας εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὄχι ἡ γῆ αὐτή, καί αἰώνια κληρονομιά μας ἡ ἀποκατάστασή μας στήν ἀγκάλη τοῦ Θεοῦ καί Πατρός. Ἀμήν.

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 02, 2020

η εξουσία του σκότους…

 Αέναη επΑνάσταση: Γιατί η Σύλληψη Του Χριστού έγινε χωρίς την παρουσία του  λαού;

Ο Χριστός είπε στη σπείρα των γραμματέων και των φαρισαίων, όταν πήγαν να τον συλλάβουν: «Κάθε μέρα ήμουνα ανάμεσά σας και δεν με συλλαμβάνατε. Και ήρθατε μέσα στη νύχτα με ξύλα και μαχαίρια σαν να είμαι ληστής. Για ν’ αποδείξετε έτσι ότι αυτή είναι η δική σας εξουσία και η ώρα του σκότους»!

Παρόμοια ενεργεί και σήμερα η σπείρα των παγκόσμιων δολοφόνων. Έχει φροντίσει να επιβάλει με όλα τα πανίσχυρα μέσα, που διαθέτει, το εφτάδιπλο σκοτάδι του νεοταξικού μεσαίωνα. Γιατί, όπως λέει το Ευαγγέλιο «πας ο φαύλα πράσσων μισεί το φως και ουκ έρχεται προς το φως, ίνα μη αποκαλυφθώσι τα έργα αυτού, ότι πονηρά εισί». Γνωρίζουν ότι η εγκληματική τους δραστηριότητα προσκρούει στον βαθύτερο πυρήνα του ανθρώπου. Τον οποίο προσπαθούν τώρα με τα εμβόλια, όπως λέγεται, να τον μεταλλάξουν. Και είναι έτοιμοι να τιμωρήσουν σκληρά όσους αντιτάσσουν τη λογική και την ηθική τους συνέπεια. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι έφτασαν στο σημείο να διακόψουν ακόμη και ομιλία του Προέδρου Τραμπ.

Θεός τους ο Σατανάς. Ηθική τους το έγκλημα. Ηδονίζονται με την κακουργία σε βάρος της ανθρωπότητας. Πανηγυρίζουν με τον κορονοϊό. Όχι μόνο για την δουλαγώγηση, που επιβάλλουν με την κορονοϊοτρομοκρατία, αλλά και τον άφθονο μαμωνά, που προσπορίζονται. Θέλουν όμως με κάθε τρόπο να αποκρύπτουν  την εγκληματική τους δραστηριότητα. Κι αλλοίμονο σ’ αυτούς, που τολμούν να την αποκαλύπτουν.

Άκουγα παλιότερα τον μακαριστό Μητροπολίτη Φλωρίνης Αυγουστίνο, που φώναζε «κλείστε τις τηλεοράσεις» και εύρισκα υπερβολική τη θέση του. Τώρα όμως κατάλαβα πόσο σοφή ήταν η συμβουλή του.  Και πόσο αναγκαίο να κλείσουμε τ’ αυτιά μας στα μπουκωμένα μέσα μαζικής εξαπάτησης(ΜΜΕ). Για τον προφανή λόγο ότι συστηματικά προπαγανδίζουν «τα καλά και συμφέροντα» για τα νεοταξικά αφεντικά τους. Ενώ έχουν συστηματικά αποκλεισμένους αυτούς, που έχουν να πούνε κάτι ουσιαστικό.

Τα ίδια ισχύουν και στο χώρο του ίντερνετ: Οι θαμώνες του έχουν μια περιορισμένη ακτίνα δράσεως. Όπως γινόταν παλιά με τ’ άλογα, που τα δένανε με τριχιά  από ένα μπηγμένο στη γη παλούκι, προκειμένου,  να βοσκήσουν, γύρω απ’ αυτό. Στο ίντερνετ τριχιά είναι οι όροι, που καθορίζουν τ’ αφεντικά  των σκοτεινών νεοταξικών παρασκηνίων. Που επιτρέπουν να λέει κάποιος τετριμμένα πράγματα, αλλά αν τολμήσει να προχωρήσει πιο πέρα τον τρώει το σκοτάδι.

Όπως όμως είναι ευνόητο δημοσιογραφία δεν σημαίνει να συσκοτίζεις την πραγματικότητα, για να πορεύονται οι συμπολίτες σου ως «πρόβατα επί σφαγήν», από παγίδα σε παγίδα. Επειδή  έτσι σου κανοναρχεί η άρχουσα αναρχία, που εξαργυρώνει με εκατομμύρια την ένοχη σιωπή και την σιχαμερή ψευδολογία . Δημοσιογραφία σημαίνει να ενημερώνεις το δήμο (=το λαό) και να του δίνεις, όσο γίνεται ξεκάθαρη εικόνα για τα όσα συμβαίνουν γύρω μας.

Εξάλλου αποφεύγω ν’ ακούω, εκτός σπανίων εξαιρέσεων, τους δεκάρικους λόγους των πολιτικών. Όπως επίσης δεν αντέχω τις γλυκανάλατες αγαπολογίες κάποιων δεσποτάδων. Εκτός σπανιοτάτων εξαιρέσεων, όπως ο Νεόφυτος Μόρφου που και με το λόγο του και το έργο του ορθοτομεί το λόγο της αληθείας, Ή όπως ο πρώην Καλαβρύτων Αμβρόσιος ή ο Κυθήρων Σεραφείμ και ο Νεκτάριος Κέρκυρας και ευάριθμοι άλλοι που όλο και κάτι έχουν να πουν ή να κάμουν, για να εμψυχώνουν το λαό. Οι υπόλοιποι παραμένουν εγκλωβισμένοι στο δεσποτικό ναρκισσισμό τους.  Χαϊδεύοντας τους θρόνους, τις πατερίτσες και τις αυτοκρατορικές μίτρες τους και καμαρώνουν σαν παγώνια μέσα στα χρυσοστόλιστα άμφιά τους!

Κάποιοι, μάλιστα ανάμεσά τους, σαν τα όρνια περιμένουν να πεθάνει  ο έτσι κι αλλιώς ανύπαρκτος αρχιεπίσκοπος, για ν’ αρπάξουν, γλείφοντας τον αμερικανό ανθύπατο, το θρόνο. Προσθέτοντας κι αυτοί τη δική τους ανυπαρξία, πάντα πολύτιμοι υπηρέτες  σ’ αυτούς, που τους επιτρέπουν να γλείφουν το κόκαλο της αρχιδεσποτικής εξουσίας. Επαληθεύοντας έτσι, σε τελική ανάλυση, τον Πρωθυπουργό, που μίλησε για «κότες». Τη στιγμή βέβαια, που κι αυτός, όπως και προκάτοχοί του (Τσίπρας, Σαμαράς, ΓΑΠ, Σημίτης, κλπ) που έκαναν και κάνουν τον κόκορα στους δεσποτάδες, συμπεριφέρονται απέναντι  στην Κίρκη του Βερολίνου ή τους Αμερικάνους -για να θυμηθούμε και την ρήση του  κ. Πολάκη-σαν κότες λειράτες. Όπως τώρα ο πρωθυπουργός, που αποκρούει το Σύμφωνο Αμοιβαίας Αμυντικής Συνδρομής με τη Γαλλία. Για χάρη προφανώς των αμερικανογερμανικών  συμφερόντων και προπαντός των Τουρκικών.

Και επειδή κάποιοι μπορεί να υποστηρίξουν ότι τους αδικούμε, ας μας πούνε τι έχουν να φοβούνται οι δεσποτάδες και δεν ανοίγουν το στοματάκι τους να πούνε ένα λόγο για όσα απαράδεκτα και απίστευτα συμβαίνουν γύρω μας! Όχι μόνο τα τωρινά αλλά και κατά το παρελθόν για τα τόσα άλλα που προηγήθηκαν σε βάρος του λαού μας και της χώρας μας. Κι αν ακόμη τους διώξουν, θα πεινάσουν μήπως τα παιδιά τους; Τη στιγμή που απλοί άγαμοι κληρικοί, όπως οι ιερομόναχοι π. Αρσένιος  Βλιαγκόφτης ή ο παιδοψυχίατρος  π. Αντώνιος Στυλιανακης  λένε, χωρίς φόβο και πάθος, τα πράγματα με τ’ όνομά τους, τεκμηριωμένα και υπεύθυνα.  Κι ακόμη έγγαμοι, όπως  οι εκπρόσωποι του ΙΣΚΕ με την εξαίρετη επιστολή τους προς τον Αρχιεπίσκοπο. Στην οποία βέβαια ο Αρχιεπίσκοπος και οι πολιτικοί απατεώνες  κλείνουν τ’ αυτιά τους, ενώ  τα εξωνημένα ΜΜΕ πολεμούν ή προσπαθούν οι γελοιωδέστατοι να τα γελοιοποιήσουν. Συσκοτίζοντας, κατά την προσφιλή τους τακτική την αλήθεια και  κάνοντας,  το άσπρο μαύρο.

Όμως ας μην απελπιζόμαστε. Το «Μέγα Φως»  του Χριστού, που προανήγγειλε ο Ησαΐας, θα νικήσει το σκοτάδι της σατανικής νεοταξικής εξουσίας. Αρκεί να μείνουμε πιστοί σ’ αυτό!

https://papailiasyfantis.wordpress.com





https://papailiasyfantis.wordpress.com/

Ἀγαπᾶτε τοὺς φίλους σας

 



Ἡ ἀγάπη πρὸς τοὺς φίλους εἶναι ἀκριβή. Ἐγὼ μιλῶ γιὰ τὴν ἀληθινή, θεία ἀγάπη. Βοήθησε τὸ φίλο σου γιὰ τὸ καλὸ -καὶ ζήτησε τὴ βοήθειά του γιὰ τὸ καλὸ- μόνον αὐτὸ μπορεῖ νὰ ὀνομαστεῖ πραγματικὴ φιλικὴ ἀγάπη. Ἐπιθυμῶ τὸ φίλο ὄχι γιὰ νὰ κολακεύει τὶς ἀδυναμίες μου καὶ νὰ σκεπάζει καὶ νὰ δικαιολογεῖ τὰ λάθη μου ἀλλά, ἀντίθετα, νὰ μὲ διορθώνει στὸ κακὸ καὶ νὰ μὲ ὑποστηρίζει στὸ καλό. Τέτοια φιλία εἶναι καθαρτήριο, στὸ ὁποῖο ὁ ἄνθρωπος καθαρίζεται ἀπὸ τὶς ἄγριες καὶ χαμηλὲς συνήθειες καὶ διαθέσεις. Ἡ φιλία εἶναι πιὸ ἀπαραίτητη στὴν ψυχὴ παρὰ στὸ σῶμα. Στὴ θλίψη ἡ σκέψη τοῦ φίλου φέρνει εὐχάριστη ὄψη στὸ πρόσωπο. Στὸ νεκρικὸ κρεβάτι ἡ παρουσία τοῦ φίλου ὀμορφαίνει τὸ πρόσωπο τοῦ θανάτου. Ἡ φιλία εἶναι πάντοτε ἡ ζωοδότρα πνοὴ τοῦ ἀγγέλου ποὺ μᾶς παρακολουθεῖ στὴ ζωή, ποὺ μᾶς σηκώνει ὅταν πέφτουμε καὶ μᾶς ἐμπνέει ὅταν ἀποδυναμωνόμαστε.

Ἀνάλογα μὲ τὸ εἶδος τῆς ἀγάπης ποὺ προσφέρει ἕνας ἄνθρωπος στοὺς φίλους του, τέτοιους φίλους θὰ βρεῖ. Ὁ καθένας ἔχει τὸ φίλο ποὺ τοῦ ἀξίζει. Ἀνάλογα μὲ τὴν ποιότητα ἢ τὸ μέγεθος τῆς θυσίας βρίσκονται οἱ φίλοι. Θὰ πρέπει νὰ ἀπαρνηθῶ ὁτιδήποτε εὐτελὲς γιὰ νὰ μπορέσω νὰ ἔχω γιὰ φίλο ἐκεῖνον ποὺ τὸ ὕψος τῆς ψυχῆς του μ΄ ἀρέσει. Καὶ πρέπει νὰ ἀποβάλω τὸν ἐγωισμὸ ἀγαπώντας ἕναν μὴ ἐγωιστὴ φίλο. Καὶ πρέπει νὰ ἀποβάλω τὴ θηριωδία ἀγαπώντας ἕναν εὐγενῆ φίλο.

Ἡ φιλία εἶναι σχολεῖο. Ὅ,τι εἴδους εἶναι ἡ φιλία τέτοιου εἴδους εἶναι καὶ τὸ σχολεῖο. Κάποιον ἡ φιλία τὸν ἀνεβάζει στὸν οὐρανὸ καὶ ἄλλον τὸν τραβᾶ στὴν κόλαση. Φιλίες οἱ ὁποῖες εἶναι συνωμοσία ἐνάντια στὸ καλὸ ὑπάρχουν ἀρκετές. Τέτοιες φιλίες ὑπάρχουν πολλὲς καὶ στὸ περιβάλλον μας. Φίλοι μποροῦν νὰ γίνουν κι ἐκεῖνοι ποὺ οὔτε γνωρίζονται οὔτε σέβονται οὔτε θυσιάζονται ὁ ἕνας γιὰ τὸν ἄλλον. Φίλοι μποροῦν νὰ γίνουν ἄνθρωποι διαφορετικῆς ψυχοσύνθεσης γιὰ τὸ κέρδος. Φίλοι γίνονται ἄνθρωποι διαφορετικῶν ἀρχῶν ὄχι λόγω τῶν ἀρχῶν ἀλλὰ γιὰ τὸν πλοῦτο. Λόγω εἰδικοῦ καθεστῶτος γιὰ νὰ πάρουν ἄδεια ἐργασίας καὶ λόγω προμηθειῶν, λόγω πλιάτσικου καὶ κλοπῆς.

Φίλοι συχνὰ ἀποκαλοῦνται προσωρινὰ καὶ ἐκεῖνοι ποὺ στὸ βάθος τῆς ψυχῆς τους περιφρονοῦν ὁ ἕνας τὸν ἄλλον. Χαμογελοῦν ὁ ἕνας στὸν ἄλλον συχνὰ ἐκεῖνοι ποὺ μὲ χαμόγελα καταπιέζουν ξεσπάσματα μίσους ὁ ἕνας γιὰ τὸν ἄλλον. Ἂχ αὐτὰ τὰ φιλικὰ χαμόγελα! Συχνὰ σημαίνουν αὐλαία πάνω ἀπὸ τὴν κόλαση. Φίλοι γίνονται συχνὰ ἄνθρωποι λόγω δειλίας, συχνὰ ἀπὸ φόβο τοῦ ἑνὸς πρὸς τὸν ἄλλον, πολλὲς φορὲς ἀπὸ ματαιοδοξία, συχνὰ λόγω τοῦ ὅτι βαριοῦνται. Αὐτὴ εἶναι πρόσκαιρη καὶ συμφεροντολογικὴ φιλία -τὸ μεγαλύτερο ζιζάνιο ποὺ μεγαλώνει στὴ γῆ καὶ ἡ μεγαλύτερη ντροπὴ τῶν ἀνθρώπων.

Εἶναι λοιπὸν περίεργο ποὺ οἱ ἄνθρωποι δὲν ἀγαποῦν τοὺς ἐχθρούς τους, ὅταν δὲν ξέρουν νὰ ἀγαποῦν οὔτε τοὺς φίλους τους; Εἶναι παράξενο νὰ μὴν μπορεῖ νὰ διαβάσει βιβλία τὸ παιδὶ ποὺ δὲν ἔμαθε τὸ ἀλφάβητο; Πῶς μπορεῖ νὰ ἀγαπήσει ὁ ἄνθρωπος τὸν ἀπόμακρό του, ὅταν δὲν μπορεῖ νὰ ἀγαπήσει τὸν πλησίον του; Πῶς μπορεῖ ὁ Σέρβος νὰ ἀγαπήσει τὸν Γερμανό, ὅταν ὁ Σέρβος δὲν ἔμαθε νὰ ἀγαπᾶ τὸ Σέρβο; Πῶς οἱ μὴ γνωρίζοντες τὸν Θεὸ Ἰάπωνες νὰ ἀγαπήσουν τοὺς χριστιανοὺς Ρώσους, ὅταν οἱ Ρῶσοι δὲν ἀγαποῦν ὁ ἕνας τὸν ἄλλο; Ποτὲ δὲ θὰ ὑπάρξει ἀγάπη πρὸς τοὺς ἐχθρούς, μέχρι νὰ ὑπάρξει ἀγάπη ἀνάμεσα στοὺς φίλους. Καὶ δὲ θὰ ὑπάρξει ἀγάπη ἀνάμεσα σὲ φίλους, μέχρι νὰ οἰκοδομηθεῖ ἐπάνω στὴ γνώση τῶν ἄλλων, τὸ σεβασμὸ καὶ τὴ θυσία.

Ὅσο ἡ φιλία θὰ ἀποτελεῖ μόνο ὑπηρέτρια τῶν κατώτερων στόχων, τόσο θὰ κυβερνᾶ στὸν κόσμο τὸ κακό.

Ἡ χριστιανικὴ ἀγάπη κινεῖται κυκλικά.

Πρῶτα ἔρχεται ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν ἑαυτό μας, κατόπιν ἡ ἀγάπη πρὸς τοὺς φίλους μας, μετὰ ἡ ἀγάπη πρὸς τοὺς ἐχθρούς μας καί, τέλος, ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό. Ὁ Χριστὸς τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν ἑαυτό μας τὴν πῆρε γιὰ μέτρο τῆς ἀγάπης μας γιὰ τοὺς ἀνθρώπους καὶ γιὰ τὸν Θεό. “Όπως ἀγαπᾶς τὸν ἑαυτὸ σου”, λέει ὁ Χριστός, “νὰ ἀγαπᾶς καὶ τὸν πλησίον”. Ἂν οἱ ἄνθρωποι εἶχαν χριστιανικὴ ἀγάπη πρὸς τὸν ἑαυτό τους, γρήγορα θὰ εἶχαν καὶ χριστιανικὴ ἀγάπη πρὸς τοὺς φίλους τους καὶ πρὸς τοὺς ἐχθρούς τους. Ἀλλὰ αὐτὴ ἡ βασικὴ ἀγάπη τῶν ἀνθρώπων -ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν ἑαυτό μας- ἀκόμα πλειοψηφεῖ ὡς ζωώδης, ἐγωιστική, ἀδηφάγα, ἀκάθαρτη, ὁπότε καὶ κάθε ἄλλη ἀγάπη, βασιζόμενη σὲ τέτοια ἀγάπη εἶναι ὁμοίως τέτοια.

Ὅμως, θὰ ἔρθει μία καλύτερη ἐποχή, κατὰ τὴν ὁποία οἱ ἄνθρωποι θὰ ἀγαπιοῦνται περισσότερο μὲ τὸ πνεῦμα καὶ τὴν ἀλήθεια, καὶ λόγω τοῦ πνεύματος καὶ τῆς ἀλήθειας, καὶ θὰ ἔχουν ἀληθινὴ ἀγάπη τόση ὅση εἶναι σήμερα ἡ ψευδὴς ἀγάπη.

Θὰ ἔρθει ἐποχὴ κατὰ τὴν ὁποία ὁ φίλος γιὰ τὸν φίλο θὰ εἶναι ἱερέας καὶ ἐξομολόγος, καὶ ὄχι συνεργάτης στὴν συγκέντρωση πλούτου καὶ τὴν ἀπόλαυση αὐτοῦ τοῦ κόσμου.

Θὰ ἔρθει ἐποχὴ κατὰ τὴν ὁποία ὁ φίλος θὰ εἶναι γιὰ τὸν φίλο παρηγορητὴς καὶ γιατρός, καὶ ὄχι ἀποπλανητὴς καὶ ἐξολοθρευτὴς τῆς ψυχῆς.

Ὅταν ἔρθει αὐτὴ ἡ ἐποχή, τότε θὰ ἀρχίσει ἡ ἀγάπη ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους. Μὰ ὅσο μακριὰ καὶ ἂν εἶναι αὐτὴ ἡ ἐποχή, βρίσκεται κὰθ΄ ὁδὸν καὶ θὰ ἔρθει.

Ἡ ἀγάπη μὲ τὴν ὁποία σήμερα οἱ ἄνθρωποι ἀγαπιοῦνται ὁδηγεῖ στὴν αὐτοκτονία. Ἀλλὰ ὅταν ἔρθει ἐκείνη ἡ ἐποχὴ θὰ φέρει μαζί της καὶ τὴν ἀγάπη ἡ ὁποία θὰ καθοδηγεῖ πρὸς τὴ ζωή.

Ἀκόμα δὲν ἦρθε ἡ ἐποχὴ τῆς ἀγάπης πρὸς τοὺς ἐχθρούς, ἀφοῦ ἀκόμα δὲν πληροῦμε τὴν ἐντολὴ γιὰ τὴν ἀγάπη πρὸς τοὺς φίλους.

Ἀλλὰ θὰ ἐκπληρωθεῖ καὶ ἡ μία καὶ ἡ ἄλλη ἐντολή, γιατί δὲν προέρχονται ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο ἀλλὰ ἀπὸ τὸν Θεό. Καὶ ἡ θεϊκὴ ἐντολὴ δὲν μπορεῖ νὰ μείνει ἀνεκπλήρωτη. Δὲν μπορῶ, ἐγώ, ἀδελφοί μου, νὰ σᾶς παρακινήσω μὲ τοὺς ἀδύναμους λόγους μου, ὥστε νὰ ἐκπληρώσετε τὶς θεϊκὲς ἐντολὲς περὶ ἀγάπης. Ὅμως, θὰ σᾶς κινήσει σὲ αὐτὸ ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος κινεῖ τοὺς ἥλιους. Δὲν μπορῶ νὰ σᾶς δώσω οὔτε τὴ δύναμη γιὰ τὴ γνώση οὔτε τὴ δύναμη γιὰ τὸ σεβασμὸ οὔτε τὴ δύναμη γιὰ τὴ θυσία. Αὐτὴ ἡ δύναμη θὰ σᾶς τὴ δώσει Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει τὴν παντοδυναμία στὰ χέρια Του καὶ ποὺ κινεῖ τὰ σύννεφα μὲ τὶς σκέψεις.

Ὁ λόγος περὶ Θεοῦ θὰ καταστεφόταν ἂν ἑξαρτιόταν ἀπὸ τοὺς λόγους μου καὶ ἀπὸ τὶς δικές σας συνήθειες. Ἀλλὰ ὁ λόγος περὶ Θεοῦ, ἀνεξάρτητα ἀπ΄ ὅλους ἐμᾶς θὰ πετύχει καὶ θὰ νικήσει. Ἐκεῖνος τοῦ ὁποίου τὰ χρόνια δὲν ἔχουν ἀριθμὸ καὶ ἡ ὀντότητά του δὲν ἔχει τέλος δὲν μπορεῖ νὰ ἀφήσει τὸ ἐπίγειο σπίτι του στὶς διαθέσεις μας, στὰ ἀδύναμα δημιουργήματά του, τῶν ὁποίων ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος σχεδὸν συναντιοῦνται σ΄ ἕνα σημεῖο καὶ τῶν ὁποίων ἡ ὀντότητα εἶναι μία κουκκίδα.

Δὲν εἶναι ὁ ἄνθρωπος ἀλλὰ ὁ Θεὸς φερέγγυος καὶ πιστὸς ἐγγυητὴς τῆς βασιλείας τῆς ἀγάπης στὴ γῆ. Ὁ Θεὸς μας εἶναι ἐγγυητὴς ὅτι ὁ ἥλιος δὲ θὰ σβήσει πρὶν νὰ δεῖ τὰ τέκνα Του ἐπὶ τῆς γῆς νὰ μοιάζουν στὸν ἐπουράνιο Πατέρα τους. Κοίτα, σὲ λίγο καιρὸ θὰ σβήσει γιὰ μᾶς ὁ ἥλιος: Σκεπασμένοι ἀπὸ τὸ μαῦρο πέπλο τοῦ θανάτου, θὰ μείνουμε κρυμμένοι ἀπὸ τὸν ἥλιο. Ἀλλὰ γιατί νὰ μὴ μᾶς δεῖ ὁ ἥλιος, ὅσο ζοῦμε, σὰν τέκνα ποὺ μοιάζουν στὸν ἐπουράνιο Πατέρα τους;

Ἂς ὑποσχεθοῦμε ὅτι θὰ δώσουμε τέτοια εὐχαρίστηση στὸν ἥλιο καὶ πόσο μεγαλύτερη εὐχαρίστηση σ΄ ἐμᾶς καὶ τοὺς φίλους μας! Ἂς εἶναι ἀρωγός μας σ΄ αὐτὸ ὁ ἐπουράνιος Πατέρας μας, καὶ τώρα καὶ στοὺς αἰῶνες.

το είδαμε εδώ

Τρίτη, Δεκεμβρίου 01, 2020

ρωμιοσύνη ή βαρβαρότητα…

 

Όλοι θέλουν να αλλάξει η σημερινή κοινωνία!

Aλλά κανείς δεν λέει τίποτε για την κοινωνία, που θέλει να την αντικαταστήσει.

Kι ούτε για τον τρόπο, που μπορεί να γίνει αυτή η αλλαγή…

Για τους χριστιανούς όμως και ιδιαίτερα για μας τους ορθοδόξους είναι δεδομένα και η κοινωνία και ο τρόπος για την πραγματοποίησή της.

1) ΤΟ ΟΡΑΜΑ ΤΟΥ ΥΠΑΡΚΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ:

Για τους Ορθοδόξους δεν υπάρχουν άσχετες με την πίστη τους πράξεις.

Κατά συνέπεια κάθε τους δράση πρέπει να είναι Χριστοκεντρική και η κοινωνία τους επίσης Χριστοκεντρική.

Χριστοκεντρική κοινωνία οραματιζόταν και ο Πατροκοσμάς.

Μια τέτοια κοινωνία πρέπει να γίνει και η πατρίδα μας μαζί με όλες τις πατρίδες του κόσμου. Αφού, όπως τόνιζε ο Πατροκοσμάς η πραγματική πατρίδα μας είναι η Βασιλεία των Ουρανών.

Που πρέπει να είναι και το κοινωνικό όραμα όλων των ανθρώπων, επί της γης!

Αυτό το όραμα δεν είναι ένα άπιαστο όνειρο.

Υπήρχε στις πρώτες κοινωνίες των Χριστιανών. Υπήρχε και υπάρχει (σε μικρότερο βαθμό) σε όλες τις ορθόδοξες οικογένειες του κόσμου. Υπήρχε και υπάρχει (σε μικρότερο βαθμό) σε όλα τα ορθόδοξα χωριά του κόσμου. Και φυσικά υπήρχε και υπάρχει ( σε μικρότερο βαθμό) σε όλα τα ορθόδοξα μοναστήρια του κόσμου.

Επομένως η κοινωνία, που οραματιζόμαστε, δεν είναι μια κοινωνία, που υπάρχει μόνο στο μυαλό μας.

Ούτε, εξάλλου, είναι μια πλούσια κοινωνία, αλλά, απλά και μόνο, μια κοινωνία αγάπης.

Και σε καμιά περίπτωση μια κοινωνία όπου το ψωμί μας θα βγαίνει άνετα και χωρίς κόπο. Ή μια κοινωνία από την οποία θα λείπει ο πόνος.

Τα γράφω αυτά γιατί πολλοί θεωρούν ιδανική κοινωνία μια κοινωνία καλοπερασάκηδων.

Αλλά οι κοινωνίες των καλοπερασάκηδων, εκτός του ότι είναι άπιαστα όνειρα, δεν έχουν και καμία σχέση με το χριστιανικό ήθος.

Για τον Χριστιανό όμορφος είναι ο δύσκολος δρόμος.

Ο Χριστιανός αρκείται στα απαραίτητα. Βγάζει το ψωμί του με τον ιδρώτα του. Ξέρει πως ο πόνος και ο θάνατος είναι μέρος της ζωής του.
Και ο σκοπός του δεν είναι η απόκτηση του υλικού πλούτου, αλλά η απόκτηση των αρετών.
Με το διαβατήριο των οποίων, μετά το θάνατό του, θα περάσει στην αιώνια ζωή.

2) ΚΑΛΗΜΕΡΑ ΚΕΜΑΛ!

Σε ένα υπέροχο τραγούδι του Χατζηδάκι ο ποιητής Γκάτσος με τους στίχους του καληνυχτίζει τον Κεμάλ.

Λέγοντας του πως αυτός ο κόσμος δεν θα αλλάξει ποτέ και πάντα θα προχωρά με φωτιά και με μαχαίρι.

Είναι γεγονός πως όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται άρρωστοι μέσα σε ένα άρρωστο σύμπαν.

Κάθε λάθος μας έχει επιπτώσεις και σε μας και σε ολόκληρο τον κόσμο. Και κάθε καλοσύνη μας έχει επιπτώσεις και σε μας και σε ολόκληρο τον κόσμο.

Που σημαίνει ότι η Εκκλησία είναι μεγάλο νοσοκομείο για τον κάθε άνθρωπο, αλλά και για ολόκληρο το σύμπαν.
Κατά συνέπεια ο Γκάτσος έχει δίκιο, όταν λέει ότι ο άρρωστος κόσμος προχωρά μόνο με φωτιά και με μαχαίρι.

Αλλά έχει άδικο, όταν λέει ότι ο κόσμος δεν αλλάζει.

Αν θέλουμε, μπορούμε ν’ αλλάξουμε τον κόσμο. Αρκεί να ζήσουμε μέσα στην Εκκλησία.

Γιατί άλλος τρόπος αλλαγής του κόσμου δεν υπάρχει.

3) ΛΕΦΤΑ ΥΠΑΡΧΟΥΝ…. ΗΘΙΚΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ!

Το σημερινό πρόβλημα της πατρίδας μας, για παράδειγμα, δεν είναι τα χρήματα.

Όσο και αν ακούγεται παράξενο, η αλήθεια είναι ότι λεφτά υπάρχουν.

Ο ορυκτός πλούτος της χώρας μας φτάνει και περισσεύει. Οι Γερμανικές αποζημιώσεις, που, περιέργως, δεν διεκδικεί η Ελλάδα, φτάνουν και περισσεύουν….

Αυτά το δύο παραδείγματα-και πάμπολλα άλλα- δείχνουν ότι το πρόβλημά μας είναι οι πολιτικοί μας:

Άνθρωποι που δεν έχουν δουλέψει ποτέ στην ζωή τους και που κολυμπούν μέσα στο χρήμα, δεν είναι δυνατόν, παρά να καταστρέφουν τους Έλληνες. Τόσο περισσότερο, όσο περισσότερο ισχυρίζονται ότι θέλουν να σώσουν την Ελλάδα!

Οι πιο κουτοί άνθρωποι στον κόσμο είναι οι αλαζόνες.

Και, στην προκειμένη περίπτωση, κινδυνεύουμε από την μωραλαζονεία των πολιτικών μας.

Η απάντηση σε αυτήν την πραγματικότητα είναι η δημιουργία Ρωμαίικων παρατάξεων και στην τοπική αυτοδιοίκηση και στο κεντρικό πολιτικό επίπεδο.

Άξιοι και ανάξιοι Ρωμιοί ας κάνουμε μια τέτοια προσπάθεια.

Κίνητρο μας ας είναι η αγάπη μας για τον Χριστό και την Ελλάδα!

Χρήστος Δημάρης

https://papailiasyfantis.wordpress.com

Η φτώχεια του αγίου Νεκταρίου - Χριστιανοί & φτώχεια

 Ο άγιος Νεκτάριος και η κατά Χριστόν πενία



 Τι & πώς (απόσπασμα εισήγησης σε συνέδριο για τον Άγιο)

" ....Ο άγιος Νεκτάριος, δεν έγραψε ποτέ κάτι πάνω στο θέμα της «κατά Χριστόν πενίας», καίτοι πολυγραφότατος κατά τα άλλα. Εν τούτοις ήτανε ο ίδιος η προσωποποίηση της χριστιανικής πτωχείας. Υλοποίησε και εκδήλωσε σ' όλη του τη ζωή την μεγάλη αυτή αρετή, της κατά Χριστόν πενίας και ακτημοσύνης. Και βέβαια είναι αυτό η καλύτερη και αυθεντικότερη πραγματεία και επιστολή που άφησε στην εκκλησία μας.
«Νεκτάριος και χρήματα είναι δύο πράγματα ασυμβίβαστα». Αυτό κυκλοφορούσε και μάλιστα διαχρονικά ανάμεσα στους χριστιανούς όχι μόνο της Αιγύπτου όπου έδρασε στα καλύτερα χρόνια της ζωής του, αλλά και σε όλα τα μέρη της Ελλάδος όπου βρέθηκε.



Είχε κάνει ζωηρότατη εντύπωση η αφιλοχρηματία του και η έντιμη πενία με την οποία έζησε και μέσα στην οποία, άφησε την τελευταία του πνοή.
Γεννήθηκε φτωχός, έζησε φτωχός και απέθανε φτωχός. Υπήρξε ο άνθρωπος όχι του «έχειν» αλλά του «είναι». Πλήρως ανεξάρτητος από την ύλη.
Εκείνο που επιγραμματικά γράφει ο Μέγας Βασίλειος «ου το πένεσθαι επονείδιστον, αλλά το μη φέρειν ευγνωμόνως την πενίαν» όχι απλώς το ζούσε, αλλά και το αγαπούσε και το επεδίωκε επιμελώς και αδιαλείπτως.
Ζυμωμένος με την αρετή αυτή όχι μονάχα αγαπούσε την κατά Χριστόν πενία, όχι μόνο μοίραζε ό,τι είχε αλλά ήτανε πρόθυμος και τον ίδιο τον εαυτό του να μοιράζει στους συνανθρώπους του.
Μέσα του κυριαρχούσε το «συνυπάρχειν» και όχι απλώς το «συνέχειν»· η εσωτερική εκείνη συνοχή της υπάρξεως, η κοινωνία όχι ως ενότητα διαμερισμού των πραγμάτων, αλλά μερισμού του εαυτού του. Άλλο είναι το να κοινωνώ μοιράζοντας και άλλο το κοινωνείν μοιραζόμενος...
Στην πρώτη περίπτωση όλα περιορίζονται στην πράξη και στην πρόθεση της πράξεως. Στην δεύτερη, η σημασία της πράξεως υπερβαίνει τις προθέσεις, οπότε παίρνω επάνω μου και ό,τι δεν επεδίωξα· παραιτούμενος από ύψιστα δικαιώματα του ΕΓΩ. Αυτό θα πεί ακτημοσύνη γνήσια. Να βαστάζεις τα βάρη των άλλων, αναλαμβάνοντας πέραν των αποφάσεων σου και τις άδηλες προεκτάσεις των. Κι' αυτός ήτανε ο όσιος ο εν αγίοις πατήρ ημών Νεκτάριος ο Πενταπόλεως. Όχι ο κατά περίπτωσιν ακτήμων, αλλά ο αείποτε «πτωχός και πένης».
Και αυτό «φόβησε» τους πατριαρχικούς της Αλεξανδρείας. «Φόβισε» σχήμα λόγου. Απλώς χρησιμοποίησαν σαν επιχείρημα στη συκοφαντική σύσκεψη που γύρω στα 1890,χάλκεψαν-μαζί με άλλα συκοφαντικά και έωλα, οι φθονεροί και αδίστακτοι συκοφάντες του, της Αλεξανδρινής πατριαρχικής αυλής.
«Ο Νεκτάριος, είπε ένας απ' αυτούς τότε, φέρει παρωπίδες· δεν βλέπει τίποτα παραπέρα από τον ασκητικό βίο. Δεν αντιλαμβάνεται τον αγώνα που διεξάγει η πατρίδα μας· τη μέθοδο της διπλωματίας μας. Νομίζει ότι ζει στην εποχή των Πατέρων... Καταλαβαίνετε λοιπόν, τι θα πεί να γίνει Πατριάρχης... το παν θα εξανεμισθεί· θα μοιραστεί σε ξυπόλυτους και φελάχους και τα ταμεία θα βρεθούν άδεια. Αλλοίμονο στο ελληνικό στοιχείο... αλλοίμονό μας».
-Αναφέρω αυτό το περιστατικό όχι μόνο γιατί αποκαλύπτει τον ακτήμονα άγιο, αλλά σαν μια μαρτυρία ανθρώπων της εποχής του, που τον γνώρισαν. Κι' είναι αυτό που βάρυνε μέσα στη συνείδησή του εκκλησιαστικού πληρώματος, και που μαζί με τα άλλα χαρίσματά του, τις θαυματουργίες του κυρίως και τις άλλες αρετές του για να αναγνωριστεί άγιος και να επισημοποιηθεί η αγιότητά του μέσα σε 30 περίπου χρόνια από το θάνατό του απ' το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Δηλαδή κατάπ ολύ νωρίτερα απ' ότι ορίζει η παράδοση και οι κανόνες...
Θ' αναφερθώ σε δύο περιστατικά:
Το ένα συνέβη στην αυγή της ηλικίας του όταν ήτανε ακόμη αγόρι 13-14 χρόνων και το άλλο στο τέλος της ηλικίας του όταν συμπλήρωνε 74 χρόνια ζωής πάνω στη γη.
Βρισκόμαστε γύρω στα 1860. Θάταν τότε -γράφουν οι βιογράφοι του- 13 χρόνων με ντρίλινα ρούχα και πλεχτό σκούφο. Αδέκαρος, πάμπτωχος, κρατώντας όλο του το βιός, ένα μπογαλάκι· κι' έφτασε στο λιμάνι κοντά στη Σηλυβρία, την πατρίδα του. Δε βαστούσε ούτε το ναύλο για να μπεί στο σκάφος, κι' ο καπετάνιος το έβλεπε από τη γέφυρα κι' έκανε κέφι, χαμογελώντας. «Για που τόβαλες λεβεντονιέ μου;» - Για την Πόλη είπε ο μικρός· αλλά είμαι φτωχός· δεν έχω λεφτά. «Στην Πόλη δεν πάνε οι τζαμπατζήδες» του απαντάει εκείνος. Κι' ο μικρός Αναστάσης, αυτό ήτανε το βαφτιστικό του όνομα, δεν είπε λέξη. Έστεκε συμμαζεμένος σε μια γωνιά του μουράγιου, περίλυπος, με βουρκωμένα μάτια, καταγεμάτος ικεσία, ενώ οι επιβάτες είχανε πια μπεί στο κατάστρωμα...Το πλοίο έβαλε μπρός αλλά έμενε ακίνητο. Ο καπετάνιος δεν μπορούσε να εξηγήσει τι συνέβη... Σε μια στιγμή ανταμώθηκαν οι ματιές τους. «Πάρε με, πάρε με κι' εμένα», ψιθύρισε ο μικρός Αναστάσης. Και τότε, ω τότε του έγνεψε να μπαρκάρει. Και το αγόρι μ' ένα πήδημα βρέθηκε ψηλά στο κατάστρωμα...Το πλοίο σαλπάρισε, κι' όταν έπλεε ανοιχτά στη θάλασσα ήρθανε οι ελεγκτές για να τσεκάρουν τα εισιτήρια...Αλλά ο καπετάνιος αφού τέλειωσε τη βάρδια του, αποσύρθηκε ν' αναπαυθεί. Νέα εμπλοκή για τον Αναστάση. Τι θα κάμει τώρα; Τι θα πεί πάλι; Θα τον πιστέψουν πως δεν έχει χρήματα;....
Οι ναυτικοί του μιλάνε -εισητήριο μικρέ!-Είμαι φτωχός, λέει. Δεν έχω καθόλου χρήματα. Ο καπετάνιος... αυτός μου επέτρεψε να ταξιδέψω. Πηγαίνω να μάθω γράμματα· να δουλέψω· να ζήσω και να βοηθήσω τους γονείς μου, γιατί είμαστε πάμπτωχοι...Σάς παρακαλώ...Τον συνεπήραν λυγμοί, δεν μπόρεσε να συνεχίσει...
Μέχρις εδώ περιγράφει το επεισόδιο ο Χονδρόπουλος... «Αλλά τα λόγια του παιδιού ήτανε τόσο πειστικά, συνεχίζει άλλος βιογράφος του (ο Δ. Παναγόπουλος), η έκφραση του προσώπου τόσο χαρακτηριστική και τα εκφραστικά αθώα του μάτια έδωσαν την απάντηση και έγινε αδιαμαρτύρητα πιστευτός. Κάποιος βρέθηκε τη στιγμή εκείνη ενδιαφερόμενος που άκουσε την ιστορία του, σίγουρα πλήρωσε το ναύλο, κι' αργότερα αυτός έγινε αιτία να σπουδάσει, να ταξιδέψει, να προχωρήσει. Ήτανε ανηψιός του μεγάλου Ιω. Χωρέμη, του άρχοντα της Χίου που τόσο τον ευεργέτησε αργότερα».
Το συγκινητικότατο περιστατικό που συνέβη στο πρώτο ξεκίνημα του αγίου, φανερώνει, εκτός των άλλων, πως και πόσο η ψυχή του ήτανε βαφτισμένη μέσα στην άγια Πενία, τη χριστιανική αυτή αρετή, που τον συνόδευσε σ' όλη την κατοπινή ζωή του, μέχρι τη στιγμή που παντελώς άπορος μεταφέρθηκε στο Αρεταίειο Νοσοκομείο Αθηνών σφαδάζοντας από δυνατούς πόνους, λόγω της αρρώστειας του προστάτη.
-Καλόγερος είναι; ρωτάει ο υπάλληλος τη μοναχή, που τον συνόδευε.
-Όχι, του απαντά εκείνη, Δεσπότης.
Κι ο υπάλληλος, χαμογελώντας ειρωνικά
-Αφήστε τ' αστεία γερόντισσα· πέστε μου το όνομά του να συμπληρώσω το δελτίο εισαγωγής του.
-Δεσπότης είναι, παιδί μου, του απαντά πάλι εκείνη. Είναι ο σεβασμιότατος Μητροπολίτης Πενταπόλεως.
-Πρώτη φορά βλέπω Δεσπότη (μονολόγησε ο υπάλληλος) χωρίς εγκόλπιο, χωρίς σταυρό, και το σπουδαιότερο, χωρίς χρήματα.
Και ο υπάλληλος κατάπληκτος, απ' όσα του εξιστόρησε με λίγα λόγια η μοναχή, έδωσε εντολή να τοποθετήσουν τον άρρωστο σ' έναν θάλαμο3ης θέσεως προορισμένο αποκλειστικά για εντελώς άπορους, όπου υπήρχαν μερικά κρεββάτια .
Νοσηλεύθηκε 2 σχεδόν μήνες για ν' αφήσει την τελευταία του αναπνοή το βράδυ 10.30' της 8ηςΝοεμβρίου του 1920.
Τα δύο αυτά περιστατικά, σημάδεψαν τον κύκλο της επίγειας ζωής του αγίου Νεκταρίου για να φανούν τα χαρακτηριστικά ενός κατά Χριστόν φτωχού και να παραδειγματιζόμαστε όλοι οι ορθόδοξοι πιστοί. Ζώσα και βοώσα πραγματικότης της κατά Χριστόν πενίας, που δεν είναι πολυτέλεια αρετής για μερικούς μόνο, πιστούς και αγίους, αλλά υποχρέωση για όλους τους χριστιανούς.
Η χριστιανική πενία είναι κάτι το ευρύτερο και το περιεκτικότερο από την απλή υλική, οικονομική πτωχεία. Είναι η κένωση με την βιβλική έννοια του όρου· η απαραίτητη αυτή προϋπόθεση δια την πλήρωση του ανθρώπου από τον Θεό.
Πολλοί άνθρωποι γεννηθήκανε, ζήσανε και πεθάνανε πτωχοί. Αλλά η πνευματική τους στάση ήτανε ριζικά αντίθετη προς τη φτώχεια τους. Ήτανε φτωχοί, αλλά ζήσανε και πεθάνανε με τον καημό και τη λαχτάρα του πλούτου, εκτός ελαχίστων περιπτώσεων.
Ο άνθρωπος που ζει με τον καημό του πλούτου δεν διαφέρει σε τίποτε από τον πλούσιο. Ο πλούτος είναι το ιδανικό του. Για το χρυσό χτυπά η καρδιά του. Το όνειρό του είναι η πληθώρα των υλικών αγαθών και η αδυναμία του να τα φτάσει είναι το αίτιο της δυστυχίας του. Όλα όμως αυτά τα επιμέρους αγαθά, τα χρήματα (με την αρχαία ερμηνεία της λέξεως) είναι πεπερασμένα. Γι' αυτό και δεν μπορούν να ικανοποιήσουν τη δίψα του ανθρώπου για το Απόλυτο.
Έτσι ο άνθρωπος όταν είναι «χρημάτων εραστής», αγωνίζεται να συγκεντρώσει, να απορροφήσει, να αναλώσει και καταναλώσει όσο το δυνατό περισσότερα επί μέρους αγαθά (υλικά, οικονομικά η άλλα) με την ελπίδα ότι έτσι θα θεραπεύσει την ένδειά του, θα γεμίσει το κενό του. Αλλά εις μάτην. Το κενόν όχι μόνο δεν γεμίζει, αλλά ευρύνεται όλο και παραπέρα. Ο «xρημάτων εραστής» όχι μόνο δεν «πλουταίνει», αλλά διαρκώς περισσότερο «φτωχαίνει», και μάλιστα σκορπίζει την πτωχεία και γύρω του.
Βέβαια η «xριστιανική πενία» δεν είναι αυτοσκοπός. Είναι μέσον. Ο άνθρωπος δεν επλάσθη δια την πτωχείαν και την ένδεια, αλλά δια την πληρότητα και τον πλούτον. Η τραγωδία είναι ότι ο άνθρωπος, παρασυρόμενος από τον πατέρα του ψεύδους, προσπαθεί να φθάσει εις τον προορισμόν αυτόν, να γίνει δηλ. πλούσιος, αντλώντας όχι από τον Θησαυρόν των πραγματικών αγαθών, το Θεό, αλλ' από φρέατα συντετριμμένα. Γι' αυτό και η Εκκλησία σαν μέσο λυτρώσεως του ανθρώπου απ' αυτή την τραγωδία προτείνει την απόσπαση, την απεξάρτηση και απογύμνωση του ανθρώπου από τα φαινομενικά αγαθά, την «κένωση» όπως είπα και πρωτύτερα, η οποία θα επιτρέψει την «πλήρωση» του ανθρώπου από το εν αγαθόν ούτινος αληθώς εστι χρεία, το Θεό.
Αυτό το πέτυχε ο άγιος Νεκτάριος και όλοι οι άγιοι με πρωτοπόρους τους αναχωρητές. Ευχαριστούσε το Θεό για όσα του είχε χαρίσει. Τον ευχαριστούσε που τον αξίωσε να γεννηθεί πτωχός, να ζήσει πτωχός και να πεθάνει άπορος. Αγαπούσε την πενία, όχι από συνήθεια, η κάνοντας φιλοτιμία την ανάγκη, αλλά επειδή πίστευε πως το αντίθετο της πενίας, ο πλούτος, είναι αμαρτία. Άλλωστε και όταν έγινε η κουρά του σε μοναχό, στη Ν. Μονή της Χίου, εδήλωσεν επίσημα, πως μαζί με τις δύο άλλες αρετές του μοναχού, υπακοήν και παρθενία, θα τηρήσει δια βίου και την κατά Χριστόν πτωχείαν. Κι από τότε μπαίνει στην άσκηση αυτής της πενίας κατά την πιο οντολογική σημασία του όρου.
Ήξερε πολύ καλά το υπέροχο εκείνο απόφθεγμα του αγίου Ιωάννου της Κλίμακος στο λόγο του «περί ακτημοσύνης» (§ ιε') και το βίωσε σ' όλη του την πληρότητα: «ο γευσάμενος των άνω ευχερώς των κάτω καταφρονεί. ο δε εκείνων άγευστος επί κτήμασιν αγάλλεται».
Μέσα σ' αυτό το κλίμα, κλίμα ακτημοσύνης, έζησε ο άγιος Νεκτάριος από την παιδική του κιόλας ηλικία. Είχε σαφή και βαθειά εμπειρία «των άνω» γι' αυτό και του ήτανε εύκολη η υπέρβαση «των κάτω». Έζησε στιγμές που δεν είχε ούτε τις λίγες δεκάρες για να αγοράσει ψωμί.
Σ' ένα γράμμα του που έγραψε στον πατριάρχη Σωφρόνιο στις 11 Μαρτίου 1895 διαβάζουμε:«... τοσούτον, Παναγιώτατε, εγενόμην εγώ κακός προς Υμάς, ώστε μετά τέσσερα έτη από της αδικωτάτης από Αιγύπτου αναχωρήσεώς μου καθ' α εζήτουν (φυτοζωών) τον επιούσιον άρτον, όπως μερίζομαι αυτόν τοις φτωχοίς... κ.λ.π.)».
Η ιδιοκτήτρια του σπιτιού πούχε νοικιάσει στον άγιο μας πληροφορεί ότι αρκετές ημέρες έμενε εντελώς νηστικός, όταν ήρθε στην Αθήνα από την Αίγυπτο: «Ένας κοτζάμ δεσπότης να μην έχη μια δυο δεκάρες να γευτεί ψωμοτύρι;» «Στερούμαι και αυτού του επιουσίου» είπε στον Μελά εξ Αιγύπτου, πολιτευτή και παράγοντα της τότε Κυβέρνησης.
Πάμπολλες τέτοιες ομολογίες του ιδίου αλλά και των ανθρώπων που κινούνταν γύρω του, θα μπορούσε κανείς ν' αναφέρει, για να καταδειχθεί το βασικό γνώρισμα του αγίου: Λογάριαζε τη φτώχεια σαν ευλογία του Θεού. Χαιρότανε τη φτώχεια και ποτέ του δεν λαχτάρισε τον πλούτο, ούτε πεθύμησε τ' αγαθό του πλησίον. Ο άγιος Νεκτάριος είχε βαθιά συνείδηση της συζυγίας Χριστού και πενίας. Και γνωρίζοντας αυτή την ταύτιση, Χριστού και πενίας, είδε ολοκάθαρα σ' αυτή το βάθρο που πάνω σ' αυτό έστησεν ο Χριστός τον πένητα και τον ανέδειξε σε σφαίρες πανύψηλες. Έγινε ο ίδιος ο Χριστός, ο μεγάλος, ο ασύγκριτος πρόγονος του φτωχού.
Βέβαια είναι πολύ δύσκολο να τα καταλάβουν οι πλούσιοι κι όλοι οι άλλοι, που κι αν δεν είναι πλούσιοι, ζούνε με τη λαχτάρα του πλούτου κι έχουνε τον πλούτο για ιδανικό τους. Οι τέτοιας λογής πλούσιοι κι οι τέτοιας λογής φτωχοί είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος της πλουτολατρείας.
Όταν ο Κύριος απευθύνεται στους φτωχούς, την πενία ευαγγελίζεται. Κι όταν ο πλούσιος νεανίσκος, που είχε τηρήσει όλον τον Νόμον, ρωτάει τον Ιησού τι άλλο να κάνει για να εξασφαλίσει την Ουράνια Βασιλεία, ο Χριστός του λέει να μοιράσει τ' αγαθά του στους φτωχούς και να τον ακολουθήσει.
Έχει μεγάλη βαρύτητα, ξέρετε, ο λόγος αυτός του Κυρίου. Δεν είπε στον πλούσιο να δώσει τ' αγαθά του σ' ένα φτωχό, αλλά να τα μοιράσει στους φτωχούς. Σκοπός του Χριστού δεν ήταν να κάμει έναν πλούσιο φτωχό, δημιουργώντας ταυτοχρόνως έναν καινούργιο πλούσιο, αλλά να μεταλλάξει ένα πλούσιο σε φτωχό, χωρίς να μετακινήσει απ' την καθαγιασμένη περιοχή της πενίας κανένα φτωχό, κάνοντάς τον ανεπάντεχα πλούσιο.
Θυμηθείτε τι είπε στον Ιούδα ο Κύριος εξ αφορμής του μύρου που κόστισε 300 δηνάρια: «Tούς φτωχούς έχετε πάντοτε μεθ' εαυτών». Τι σημαίνει αυτό, παρά το ότι η πενία δεν είναι η καταραμένη εκείνη περιοχή που πρέπει να λείψει, αλλά περιοχή καθαγιασμένη που έχει πρόγονό της, πρόδρομο και παράδειγμα φωτεινό τον Ίδιο το Χριστό; Και ο λόγος αυτός δεν είναι καθόλου δικαίωση του πλούτου, όπως μπορεί να τον υποστηρίξουν οι δεξιοτέχνες της αρπαγής, αλλά υπογραμμισμός της ιερότητος της πενίας. Η Εκκλησία θα λέει πάντοτε πως ο πτωχός είναι η εικόνα και η ομοίωσις του Χριστού και κείνος που λατρεύει τον πλούτο είναι η εικό­να και η ομοίωση του Εωσφόρου. Και είναι θλιβερό ότι ο φτωχός, σήμε­ρα στον αιώνα της πλουτολατρείας, έχασε τη συνείδηση της ιερότητάς του.
Οι φτωχοί του Θεού δεν είναι οι οικονομικά εξαθλιωμένοι που επαναστατούν, αλλά οι εν τω ολίγω αναπαυόμενοι. Και πλούσιος δεν είναι εκείνος που έχει πολλά χρήματα, αλλά εκείνος που έχει απίθανα ελάχιστες ανάγκες. Πενία είναι η περιοχή που αρέσει στο Θεό και που ο Θεός ευλογεί και βοηθάει.
Το ιδανικό της δεν περιορίζεται μόνο στον υλικό τομέα. Υπάρχουν λογής λογής πλουτολατρείες. Άλλοι θησαυρίζουνε χρυσό και ασήμι, άλλοι συσσωρεύουνε άκαρπη μάθηση και παριστάνουν τους σοφούς, άλλοι εισπράττουνε τιμές και δόξες και διακρίσεις κι άλλοι έχουν την υστερία της εξουσίας.
Προς όλα αυτά ο κατά Χριστόν πένης Νεκτάριος ο Πενταπόλεως αντιδικούσε επίμονα και σταθερά. Και μη μου ειπείτε ότι παρ' όλα ταύτα διεκδικούσε επίμονα τους μισθούς 16 μηνών που του στέρησαν οι πατριαρχικοί της Αλεξανδρείας, η ότι κατεδέχετο να παίρνει από τα λεγόμενα «τυχερά» όταν ιεροπραττούσε, γιατί υπάρχει απάντηση από τον Ίδιο τον Κύριο, όστις «διέταξε τοις το Ευαγγέλιο καταγγέλουσι εκ του Ευαγγελίου ζήν».
Τέτοιου είδους προσφορά ελεημοσύνης, την θεωρούσε καρπό χριστιανικής αγάπης και την δεχότανε χωρίς να νοιώθει βαθύτερα ντροπιασμένος. Φτάνει να είναι οι προσφέροντες δότες ιλαροί. Κι αν ακόμη δεν ήτανε, ο κατά Χριστόν πένης άγιος Νεκτάριος, δεχότανε την πάσαν ελεημοσύνην με ταπείνωση, δίχως ν' αφήνει τον εγωισμό του να τον αποτραβά απ' την περιοχή της ταπεινής ζωής.
Το ίδιο έκανε και για τις προσφορές, τα χρηματικά βοηθήματα που του δίνανε οι χριστιανοί και οι φιλάνθρωποι. Τα μοίραζε όλα. Δεν κρατούσε τίποτα για τον εαυτό του. Ποτέ δεν ήξερε αν έχει κάτι στην τσέπη του και τι έχει. Αξιομνημόνευτο είναι και κείνο -ένα από τα πολλά- που έγινε όταν κάποιος ταλαίπωρος φτωχός βιοπαλαιστής και πολύτεκνος, που δεν είχε να εξοφλήσει το γραμμάτιο-χρέος των εικοσιπέντε δρχ. και την άλλη μέρα θα τον έκλειναν στη φυλακή. Πήγε στο Νεκτάριο και κείνος αφού πείσθηκε για την ειλικρίνεια του κατατρεγμένου φτωχού-αδελφού, φώναξε το βοηθό του Σακκόπουλο δίνοντας εντολή να ελεήσει τον άνθρωπο. Ξαναγυρίζει ο Σακκόπουλος -Μά... Σεβασμιώτατε, όλα κι όλα που έχουμε στο ταμείο είναι 25 δραχμές! -Δος' τα Κωστή, του λέει ο Δεσπότης, έχει ο Θεός. Θα μας τα δώσει 5πλάσια! Κι εκείνος έκανε υπακοή και τα έδωσε.
Το απόγευμα της ίδιας ημέρας, πήρε είδηση απ' την Αρχιεπισκοπή να πάει με 4-5 Ριζαρείτες να τελέσει στη Μητρόπολη Αθηνών γάμο κάποιου άρχοντα, γιατί αδυνατούσε να παραστεί ο Αρχιεπίσκοπος Θεόκλητος. Και το αποτέλεσμα ήτανε να προσφέρουν στο Νεκτάριο 100 δρχ. και στους Ριζαρείτες 20, που μπήκανε στο Ταμείο των 25 δραχμών!
Άλλοτε γύρισε στη Ριζάρειο απ' το ναό της Χρυσοσπηλαιώτισ­σας, φορώντας ένα πεπαλαιωμένο ράσο, γιατί το δικό του το πρόσφερε σε κάποιο επαρχιώτη φτωχό ιερέα. Ενώ κάποτε πήγε στη συνεδρία της Σχολής με τις προσωπικές του παντόφλες, γιατί τα παπούτσια του τα πρόσφερε σε κάποιον που δεν εύρισκε το νούμερό του.
Με τέτοια ελευθερία και απλότητα εκινείτο ο άγιος Νεκτάριος. Ήτανε πνευματικά ελεύθερος. Ο εσωτερικά ελεύθερος κινούμενος άνετα κι ανεξάρτητα από κοινωνικό η άλλο «ταμπού». Γιατί ήτανε ο λυτρωμένος από τον ίδιο τον εαυτό του.
Όταν ο Μελέτιος Μεταξάκης, αρχιεπίσκοπος τότε Αθηνών, πήγε αιφνιδιαστικά στην Αίγινα με άσχημες μάλιστα προθέσεις και τον βρήκε ρακένδυτο με τον κασμά στα χέρια, τού κανε δριμύτατη παρατήρηση για την περιβολή του και την πράξη του, να σκάβει δηλ. στον κήπο της Μονής, γιατί τάχα, κατεβάζει πολύ χαμηλά το αξίωμα του αρχιερέα, τότε ο Νεκτάριος, με άνεση πήγε να τον υποδεχθεί χωρίς καθόλου να πεί λέξη, χαρούμενος μάλιστα για την παρατήρηση-επίθεση του Αρχιεπισκόπου.
Ο άγιος Νεκτάριος είχε για πρότυπο και οδηγό το Χριστό, τη ζωή του από τη Ναζαρέτ μαραγκού που κατέβαζε τη θεότητα τόσο χαμηλά κι έδινε το «κακό» παράδειγμα. Στα ίχνη Εκείνου επορεύετο ο Νεκτάριος. Γιατί ήτανε ο εθελοντής πτωχός, ο ιδανικός πτωχός, ο συνεχιστής του Πρώτου Πτωχού, του Κυρίου Του. Θα μπορούσε να ζει άνετα, να κάνει μικρή αποταμίευση για τα γεράματά του, και να μοιράζει κι ελεημοσύνες. Δεν τόκανε όμως. Τα μοίραζε όλα. Δεν νοιαζότανε για την αύριο. Και πέθανε φτωχός, φτωχότατος, στο θάλαμο ενός νοσοκομείου που ήτανε μόνο για άπορους. Και ζωντάνεψε στην εποχή μας κατά τρόπο θαυμαστό την αρετή της «κατά Χριστόν πενίας».
Και ύστερα πως να μη μοσχοβολάει μύρο ουράνιο η μάλλινη φανέλα του την ώρα που τον έντυναν με τα σάβανα της κηδείας του και την απόθεσαν κατά λάθος στο διπλανό κρεβάτι ενός από χρόνια κατάκοιτου παραλύτου, που θεραπεύτηκε και αμέσως σηκώθηκε μόνος του για το σπίτι του. Και για να θυμηθούμε το φτωχό άγιο του Παπαδιαμάντη στο ομώνυμο διήγημά του, «πως να μη μοσχοβολά το χώμα που το έλουσε με το αίμα του ο πτωχός αιπόλος;».
Έστι και άλλα πολλά α εποίησεν δια της δυνάμεως του Θεού ο μεγάλος αυτός θαυματουργός ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ, τα οποία θα φανούν και θα τα ιδούμε την ημέρα εκείνη. Δικαιότατα ο λαός και ιδιαίτερα ο κοσμάκης της Αίγινας και του Πειραιά του απένειμε τον τίτλο: «Νεκτάριος, ο Δεσπότης της φτωχολογιάς».

http://www.egolpion.com/
Το μεταφέρουμε από εδώ

«Κράτει τον νουν σου εις τον άδην και εις Εμέ»

 Ο Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος λέει ότι δεν ωφελούμαστε από τον «λαμπρό» τρόπο με τον οποίο εορτάζουμε μίαν εορτή στην Εκκλησία. Ακόμα κι αν πάρουμε όλα τα αστέρια από τον ουρανό για να διακοσμήσουμε την εκκλησία για την εορτή και ψάλλουμε όλους τους ειδικούς ύμνους, αν το κάνουμε μόνο για να επιστρέψουμε στην προηγούμενη μας κατάσταση μετά την εορτή, δεν έχουμε αποκομίσει κανένα όφελος. Το πραγματικό όφελος έρχεται όταν, μετά τον εορτασμό της μνήμης ενός Αγίου, διατηρούμε μέσα μας το πνευματικό φως που δίνει ο Θεός στην εορτή αυτή. Ένα τέτοιο φως, πολύ μεγάλο, βρίσκουμε στο πρόσωπο του Αγίου Πατέρα μας Σιλουανού. Η περίπτωσή του είναι εξαιρετική, γιατί δέχθηκε τη χάρη των τελείων στην αρχή της πνευματικής του ζωής.

Ο Γέροντας Σωφρόνιος προσθέτει ότι λίγοι είναι εκείνοι που καταφέρνουν να διατηρήσουν τη χάρη αυτή σε όλη την υπόλοιπη ζωή τους. Πολύ λίγοι είναι επίσης εκείνοι που μπορούν να εκπληρώσουν τον λόγο του Αγίου Σιλουανού και να διατηρήσουν την κατάσταση αυτή, να κρατούν τον νου τους στον άδη χωρίς να απελπίζονται. Ωστόσο, ο λόγος του μας αφορά όλους μας. Όλοι βιώνουμε την παρουσία του Θεού στη ζωή μας. Όταν κοινωνούμε το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, γευόμαστε την παρουσία Του. Επίσης, όταν στεκόμαστε στην παρουσία του Θεού με την ένωση του νου και της καρδιάς, βιώνουμε και πάλι την παρουσία του Χριστού που διεισδύει σε όλη μας την ύπαρξη.

Διαβάζουμε στην Αγία Γραφή ότι «ο Θεός ημών είναι πυρ καταναλίσκον» (Εβρ. 12, 29). Το πυρ του Θεού είναι το πυρ της θεϊκής Του αγάπης, το κρίμα του Θεού, για το οποίο μιλά ο απόστολος Πέτρος (Α’ Πέτρ. 4,17). Ο Χριστός φανέρωσε το κρίμα του Θεού, που είναι η εις τέλος αγάπη Του, με το Πάθος Του. Και εμείς εκδηλώνουμε την αγάπη μας προς τον Θεό και μυούμαστε στην αγάπη Του με τον πόνο, είτε εκούσιο είτε ακούσιο. Η μεγάλη επιστήμη των Πατέρων μας Σιλουανού και Σωφρονίου συνίσταται στο να μετατρέπουμε τον ακούσιο πόνο σε εκούσιο κρατώντας τον νου μας στον άδη χωρίς να απελπιζόμαστε. Ο Γέροντας Σωφρόνιος μας βεβαιώνει ότι μπορούμε να νικήσουμε κάθε επίγειο πόνο βυθίζοντας τον εαυτό μας εκουσίως σε μεγαλύτερο πόνο. Αυτό, λέει ο Άγιος, θα μας οδηγήσει στην ασάλευτη Βασιλεία, και τότε κατανοούμε το πραγματικό νόημα των λόγων: «Χριστός εγερθείς εκ νεκρών ουκέτι αποθνήσκει, θάνατος αυτού ουκέτι κυριεύει» (Ρωμ. 6,9). Για να εννοήσουμε τη μεγάλη αυτή επιστήμη, χρειάζεται να εξετάσουμε σε μεγαλύτερο βάθος το κρίμα του Χριστού και κυρίως να εστιάσουμε στις τελευταίες μέρες της ζωής Του, όταν εκούσια παρέδωσε τον εαυτό Του στο θέλημα του Πατρός, σφραγίζοντας τη θυσία αυτή με την προσευχή Του στη Γεθσημανή.

Πορευόμενος προς το Πάθος, υψώθηκε στον Σταυρό και πρόφερε τα φρικτά εκείνα λόγια: «Θεε μου, Θεε μου, ινατί με εγκατέλιπες;» (Ματθ. 27,46), που στην πραγματικότητα είναι η τέλεια φανέρωση της αγάπης του Θεού: για να μας θεραπεύσει, ο Χριστός πήρε πάνω Του εκούσια όλο τον ανθρώπινο πόνο στη θέση μας, ακόμη και την εγκατάλειψή μας. Στη δική μας περίπτωση, η Θεοεγκατάλειψη ίσως επέρχεται διότι μπορεί τόσο να προσβάλουμε τον Θεό με τις αμαρτίες μας που Αυτός αποσύρεται. Ωστόσο, ο Γ. Σωφρόνιος λέει ότι η Θεοεγκατάλειψη έρχεται και όταν ο ασκητής ζει με ακραία ένταση στην προσπάθειά του να τηρήσει την εντολή του Θεού «άσπιλη και ανεπίληπτη». Ο Άγιος Σιλουανός βίωσε την εγκατάλειψη αυτή κατά τα χρόνια που ζούσε με ακραία πνευματική αλλά και σωματική ένταση για να κρατήσει τη διαθήκη που είχε συνάψει με τον Θεό όταν Αυτός του εμφανίσθηκε. Ο άγιος παρέδωσε τον εαυτό του στην ακραία αυτή ένταση, και όμως ο Θεός αποσύρθηκε. Αυτού του είδους η Θεοεγκατάλειψη είναι το κρίμα του Χριστού. Όταν ο Χριστός λέει «ΚΡΑΤΑ τον νου σου στον άδη», σημαίνει ότι ακόμη και όταν έχουμε ξοδέψει όλη μας τη δύναμη προσπαθώντας να τηρήσουμε την εντολή του Θεού και όμως νιώθουμε εγκαταλελειμμένοι, ακόμη και τότε οφείλουμε να κρατάμε τον νου μας στον άδη, επειδή αυτή είναι η οδός του Ίδιου του Χριστού. Αυτό μας υπενθυμίζει τη μεγαλύτερη εντολή του Ευαγγελίου: αφού έχουμε δώσει όλη τη δύναμή μας για να εκπληρώσουμε όλες τις εντολές, πρέπει να συνεχίσουμε να κρατάμε τον νου μας στον άδη και να θεωρούμε ότι παραμένουμε «αχρείοι δούλοι» (Λκ. 17,10).

Ωστόσο, το πρόβλημα είναι ότι η κατάσταση αυτή δεν είναι μόνιμη, διότι οι επιθέσεις των δαιμόνων και των παθών μας έρχονται να διακόψουν την προσπάθεια που καταβάλλουμε για να παραμείνουμε στην παρουσία του Θεού. Γι’ αυτό πηγαίνουμε συνεχώς πάνω-κάτω, και παρόλο που ο Θεός είναι ελεήμων, στην πραγματικότητα κάθε φορά που πέφτουμε, δεν είμαστε ποτέ σίγουροι ότι θα μπορέσουμε να σηκωθούμε, γιατί κάθε φορά αποδυναμώνεται όλο και περισσότερο το θέλημά μας.

Στο πρόσωπο του Αγίου Σιλουανού βρίσκουμε μία τέλεια θεωρία και μία τέλεια απάντηση στο πρόβλημα αυτό. Αυτός βίωσε την παρουσία του Θεού «εν δυνάμει πολλή» όταν είδε τον ζώντα Χριστό στην αρχή της μοναχικής του ζωής. Ο Γέροντας Σωφρόνιος λέει ότι αυτό εννοούσε και ο απόστολος Παύλος όταν είπε ότι αρπάχθηκε «έως τρίτου ουρανού… και ήκουσεν άρρητα ρήματα» (Β’ Κορ 12,2-4). Μετά εμφανίστηκαν προσκόμματα στη ζωή του: Ο Γέρων Ανατόλιος τον επαίνεσε, και επίσης δεν μπορούσε να βρει έναν κατάλληλο οδηγό, έναν Γέροντα, ο οποίος να έχει την ίδια εμπειρία με αυτόν. Αυτό έκανε τον αγώνα του τιτάνειο, γιατί δεν κατείχε την επιστήμη της πάλης εναντίων των λογισμών. Παραδόθηκε στη φαντασία, η οποία τον οδήγησε στο να βιώσει ακόμη και την παρουσία δαιμονικού φωτός την ώρα της προσευχής.

Κάθε φορά που ενδίδουμε σε μία εισήγηση του εχθρού, αυτός διεκδικεί περισσότερα δικαιώματα στη ζωή μας. Ο Άγιος Σιλουανός ήταν πολύ δυνατός και βγήκε νικητής, και έγινε ένας μοναδικός πνευματικός οδηγός για όλο τον κόσμο, για όλους τους Χριστιανούς. Ωστόσο, είχε να παλέψει για δεκαπέντε χρόνια για να φτάσει σε αυτό το επίπεδο.

Σε σχέση με όλα τα παραπάνω, μία πτυχή που πρέπει να θίξουμε είναι η πτυχή της αποφασιστικότητας στην πνευματική μας ζωή. Ο Άγιος Σιλουανός σίγουρα ήξερε ότι έπρεπε να μέμφεται τον εαυτό του ως μοναχός, για να υπερνικήσει τις εισηγήσεις του εχθρού. Αυτό που του έλειπε ήταν η αποφασιστικότητα να το κάνει μέχρι τέλους με την καθοδήγηση ενός έμπειρου Γέροντα που θα μπορούσε να τον επιβεβαιώνει στην οδό αυτή. Γι’ αυτό ο αγ. Σιλουανός είχε στιγμές αμφιβολίας και ο εχθρός του επιτίθετο και τον οδηγούσε στην απελπισία.

Μπορούμε να εξάγουμε μία ολόκληρη διδασκαλία για κάθε λέξη του «Κράτα τον νου σου στον άδη και μην απελπίζεσαι». Το πρώτο μέρος που λέει, «Κράτα τον νου σου στον άδη» δείχνει ότι δεν πρέπει να είμαστε παθητικοί στην πνευματική μας ζωή, αλλά ότι πρέπει να δώσουμε εργασία στον νου μας, διαφορετικά ο εχθρός θα τον θρέφει. Όπως διαβάζουμε στη Φιλοκαλία, ο νους του ανθρώπου είναι σαν ένας μύλος, γυρίζει συνεχώς και το αποτέλεσμα εξαρτάται από το τι του δίνεις να αλέσει: αν του δώσεις σιτάρι, θα έχεις αλεύρι. Αν του δώσεις ακαθαρσία, θα λάβεις μόνο ακάθαρτο καρπό. Αν ο άνθρωπος ανοίξει τον νου του στις εισηγήσεις του εχθρού, ο νους γίνεται γι’ αυτόν θύρα θανάτου. Αν ανοίξει τον νου του στον λογισμό του Θεού, τότε γεμίζει με χάρη. Η λέξη «κράτα» έχει να κάνει και με τον χρόνο. Ο Άγιος Σιλουανός κρατούσε τον νου του στον άδη, στεκόμενος στο χείλος της απογνώσεως και άφηνε το πυρ του άδη να καίει κάθε πάθος μέσα του. Το έκανε αυτό για δεκαπέντε ακόμη χρόνια και μόνο τότε έφτασε στην απάθεια. Κατά συνέπεια, δεν πρέπει να χάσουμε τον κουράγιό μας: Αν αυτή η πρακτική απαιτούσε χρόνο ακόμη και για τον Άγιο έως ότου να μπορέσει να λάβει τον λόγο αυτό από τον Θεό, τότε ούτε εμείς πρέπει να βιαζόμαστε στη ζωή μας. Τα πράγματα που αποκτούμε μετά από μακρύ κόπο δεν χάνονται εύκολα.

Το δεύτερο μέρος, «μην απελπίζεσαι», που είναι στην πραγματικότητα το μέρος με το οποίο πρέπει να αρχίσουμε, είναι μία αποκάλυψη του Ιδίου του Χριστού, διότι η ελπίδα είναι ένα Πρόσωπο για εμάς, όχι μόνο μία ιδέα. Η Ελπίδα είναι ο Χριστός. Όταν λέει, «Μη φοβού το μικρόν ποίμνιον» (Λουκ. 12,32), «μην απελπίζεσαι», το κάνει για να φέρει τον νου μας σ’ Αυτόν. Έτσι, ένας άλλος τρόπος που θα μπορούσαμε να εκφράσουμε την εντολή αυτή θα μπορούσε να είναι «Κράτα τον νου σου στον άδη και σε Εμένα». Όταν λέει «μην απελπίζεσαι», είναι σαν να λέει «Μνημόνευε Εμένα» ή «Γνώρισόν με» διότι αν γνωρίζουμε τον Χριστό πως μπορούμε να απελπιστούμε; Αυτή είναι η ζωντανή μνήμη του Χριστού. Στις γραφές του Αγίου Σιλουανού βρίσκουμε, «Κρατώ τον νου μου στον άδη και στην καρδιά μου», δηλαδή, στην παρουσία του Χριστού. Είναι αυτό που λέει ο απόστολος Παύλος, «Μνημόνευε Ιησούν Χριστόν εγηγερμένον εκ νεκρών» (Β Tιμ. 2, 8). Η μνήμη του Θεού είναι η ζωή του Θεού. Όταν λέμε, «Μνήσθητι, Κύριε, του δούλου Σου», αυτό σημαίνει ότι ο Θεός τον φέρνει στη μνήμη Του, στη ζωή Του. Για να γνωρίσουμε τη δύναμη του να κρατάμε τον νου μας στον άδη χωρίς να απελπισθούμε, μπορεί να ωφεληθούμε περισσότερο αν αρχίσουμε με το δεύτερο μέρος, με το να κρατούμε τον νου μας στον Χριστό. Αυτό μπορεί να είναι μία πολύ ισχυρή προσευχή, αν κατά τη διάρκεια της παράστασής μας ενώπιον του Θεού, διατρέχουμε προσεκτικά τη ζωή μας θυμούμενοι όλες τις φορές που ο Θεός μας έχει επισκεφθεί με την ευσπλαχνία Του και προσφέρουμε βαθιά ευγνωμοσύνη για τις επισκέψεις αυτές. Αν παρατείνουμε την πράξη αυτήν και την κάνουμε πρόγραμμα ζωής, σίγουρα θα δούμε ότι δεν μπορούμε να τον ευχαριστήσουμε όπως Του αξίζει, και αυτό θα ανοίξει την καρδιά μας στο πρώτο μέρος, το οποίο σημαίνει να αναγνωρίσουμε ότι είμαστε ανάξιοι ενός τέτοιου Θεού.

Για τον αγ. Σιλουανό, το να κρατά τον νου του στον άδη έγινε πνευματική κατάσταση, ειδικά προς το τέλος της ζωής του. Καταδίκαζε τον εαυτό του στον άδη κρατώντας τον νου του στη μνήμη του Θεού, ο Οποίος πρώτος τον επισκέφτηκε. Αυτό δεν είναι μία νοσηρή καταδίκη με απόγνωση, αλλά μία προσευχητική αυτομεμψία, ενώ κρατούσε τον νου του στον Χριστό τον Οποίον γνώριζε. Ο Γέροντας Σωφρόνιος σημειώνει ότι δεν μπορούν όλοι να το αντέξουν αυτό, ότι ο καθένας πρέπει να γνωρίζει το μέτρο του και να μην το επιχειρίσουν χωρίς διάκριση. Για τους Πατέρες που είχαν την άσκηση αυτή, βλέπουμε ότι έγινε πρίσμα δια του οποίου μετρούσαν όλη τους τη ζωή. Έμαθαν να εισέρχονται στην παρουσία του Χριστού, καταδικάζοντας τον εαυτό τους στον άδη.

Θα μπορούσε κάποιος να ρωτήσει «Γιατί οι Άγιοι αγαπούν τον Θεό με έναν τέτοιο ακραίο τρόπο;». Επειδή η αγάπη του Θεού είναι απόλυτη και άπειρη, και ο Χριστός μας αποκάλυψε το περιεχόμενο της αγάπης του Θεού δια των παθημάτων Του, κατεβαίνοντας ακόμη και στα κατώτατα μέρη της γης, ακόμη και στον άδη. Επομένως, στη ζωή των Αγίων Του στη γη, η αγάπη του Θεού εκφράζεται παλι με τον ίδιο απόλυτο τρόπο.

 ***

Αρχιμανδρίτης Ζαχαρίας: Η λέξη «κράτα» είναι πραγματικά ευαγγελική κατάσταση, γιατί στο Ευαγγέλιο λέγεται ότι «η Βασιλεία των Ουρανών βιάζεται και βιασταί αρπάζουσιν αυτήν» (Ματθ. 11:12). Αφορά όχι μόνο τον χρόνο, αλλά και την αποφασιστικότητα του μοναχού μέχρι τέλους. Ακόμα και ο απόστολος Παύλος γράφει στον Τιμόθεο, «επιλαβού της αιωνίου ζωής» (Α’ Tιμ. 6,12). Αν περιμένουμε απλώς μέχρι να έρθει η συντριβή, μπορεί να μην έρθει ποτέ, ή μπορεί να έρθει πολύ σπάνια. Ο Γέροντας Σωφρόνιος είπε ότι πρέπει να ασκούμε βία στον εαυτό μας συνεχώς. «Κράτα τον νου σου στον άδη» είναι η στάση που πρέπει να έχουμε όχι μόνο όταν θέλουμε να κάψουμε τα πάθη μέσα μας, αλλά και θετικά, από αγάπη προς τον Θεό ώστε να δεχθούμε «την αύξησιν του Θεού» (Κολ. 2,19).

Ερώτηση: Είναι δύσκολο να κατανοήσει ο άνθρωπος ότι αφού έχει επενδύσει όλη του τη δύναμη και όλη του την ένταση στην τήρηση της εντολής, ο Θεός τον εγκαταλείπει αντί να τον ανταμείψει. Δεν τον σπρώχνει αυτό σε απελπισία;

Αρχιμανδρίτης Ζαχαρίας: Ναι, είναι δύσκολο, αλλά είναι ακριβώς σε αυτό το σημείο που σπάζει τον τελευταίο δεσμό και ο άνθρωπος γίνεται σαν σκόνη ώστε να μπορέσει να πει στον Θεό, «Εκολλήθη τω εδάφει η ψυχή μου ζήσόν με κατά τον λόγον σου» (Ψαλμ. 119,25). Είναι η στιγμή που γίνεται ένα μηδέν, κατάλληλο υλικό που αρμόζει στον Θεό για να μας αναδημιουργήσει, όπως λέει ο Γέροντας Σωφρόνιος. Στην ουσία, η τέλεια υπακοή στοχεύει να μας οδηγήσει στην επίγνωση ότι είμαστε ένα μηδέν, για να μπορέσει ο Θεός να μας αναπλάσει.

Αρχιμανδρίτης Πέτρος: Ο Άγιος Σωφρόνιος λέει ότι τότε είναι που αυτοκαθοριζόμαστε για πάντα και ότι τέτοιες στιγμές σημαδεύουν τη σχέση μας με τον Θεό για όλη την αιωνιότητα.

Ερώτηση: Ο Άγιος Σιλουανός λέει ότι η συνέπεια του λόγου που του έδωσε ο Χριστός ήταν ότι άρχισε να αναζητά την ταπείνωση του Χριστού.

Αρχιμανδρίτης Πέτρος: Όταν ο αγ. Σιλουανός δέχθηκε τον λόγο αυτό, τα μάτια του άνοιξαν λίγο περισσότερο για να καταλάβει το μυστήριο της ταπεινώσεως του Χριστού.

Αρχιμανδρίτης Ζαχαρίας: Εκείνοι που βάζουν τον εαυτό τους στη δυναμική του «Κράτα τον νου σου στον άδη και μην απελπίζεσαι», δέχονται θεία τόλμη, αν μπορώ να την ονομάσω έτσι: δεν σκέφτονται πλέον τον εαυτό τους και δεν θεωρούν πολύτιμη ακόμη και τη ζωή τους, γιατί είναι πεπεισμένοι και έχουν αποδεχθεί τον λόγο του Χριστού, ο οποίος λέει ότι ακόμα και ο «απολέσας την ψυχήν αυτού ένεκεν εμού, ευρήσει αυτήν». (Ματθ. 10,39). Αυτό είναι η τόλμη των Αγίων: γνωρίζουν ότι ακόμα κι αν χάσουν τη ζωή τους – και πρέπει να την χάσουν – θα την αποκτήσουν ξανά. Είναι σαν τον κόκκο του σίτου που πρέπει να πέσει στη γη, να σαπίσει, να πεθάνει και να φέρει καρπούς.

Ερώτηση: Όταν πέσουμε και δεν ξέρουμε αν θα ανορθωθούμε ποτέ, μπορεί να μας παραλύσει μεγάλος πανικός. Επομένως, δεν έχουμε τη δύναμη και την ταπείνωση να κρατήσουμε τον νου μας στον άδη. Πως μπορούμε να το αντιμετωπίσουμε;

Αρχιμανδρίτης Πέτρος: Αν, γενικά δεν κρατάμε τον νου μας στον Χριστό μέρα με τη μέρα, τότε τη στιγμή του πειρασμού δεν θα τα καταφέρουμε να σταθούμε. Γι’ αυτό και ο Ψαλμός λέει χαρακτηριστικά «ητοιμάσθην και ουκ εταράχθην» (Ψαλμ. 118, 60). Πρέπει να αρχίσουμε από το δεύτερο μέρος και να κρατάμε τον νου μας στον Χριστό, επικαλούμενοι το Όνομά Του, μελετώντας τον λόγο Του και τον λόγο των Πατέρων μας. Όταν κρατάμε τον νου μας στον Χριστό, τη στιγμή του πειρασμού, «δια τους λόγους των χειλέων Του» θα φυλάξουμε σκληρές οδούς (Ψαλμ. 118,60), ενώ αν δεν έχουμε οικοδομήσει την καρδιά μας στην καθημερινή μας ζωή κρατώντας τον νου μας στον Χριστό, δεν θα επιβιώσουμε.

Αρχιμανδρίτης Ζαχαρίας: Είναι το ίδιο με τον αγώνα των λογισμών: δεν πρέπει να περιμένουμε να έρθουν οι λογισμοί για να αρχίσουμε να πολεμούμε εναντίον τους, πρέπει να χτίζουμε μία κατάσταση μέσα μας ούτως ώστε να διατηρήσουμε την αίσθηση της παρουσίας του Θεού μέσα μας. Έπειτα, όταν έρθουν οι λογισμοί, εκβάλλονται έξω, επειδή συναντούν αυτή τη ζέση της καρδιάς. Είναι σε καιρούς ειρήνης που πρέπει να οικοδομήσουμε τα οχυρώματά μας και να προσπαθήσουμε να μαζέψουμε κάποια ίχνη χάριτος, ούτως ώστε να μπορέσουμε να προστατευθούμε «εις εύκαιρον βοήθειαν».

 

Πηγή Εδώ & εδώ








  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...