Με αταλάντευτα σαφή τρόπο και φιλάνθρωπα σοφό λόγο το ιερό Ευαγγέλιο παραμένει σταθερά στις αμετακίνητες ράγες της αλήθειας προκειμένου να διαφυλάξει και να διασώσει τον άνθρωπο και τΆανθρώπινα. Με παραδειγματική τόλμη και αδιαπραγμάτευτη ελευθερία απαντάει στον ανήσυχο προβληματισμό του ανίσχυρου, «ευκολόπιστου και πάντα προδωμένου», ανθρώπου.
Έτσι και σήμερα, διαζωγραφίζοντας την εσωτερική τρικυμία και προβάλλοντας την πνευματική τραγωδία, με τις απίθανα υπαρξιακές προεκτάσεις, του «πλουσίου» της παραβολής οριοθετεί τα ανθρώπινα και υποδεικνύει την ασχήμια ή το μεγαλείο, την πνυκτική βαρβαρότητα ή την γόνιμη δημιουργικότητα, την αστοχία ή την επιτυχία, το λάθος ή το κέρδος των επιλογών του ανθρώπου.
Ενώ την ίδια στιγμή, με απόλυτα πετυχημένη σιωπηρή αξιολογική προέκταση, δίδει άμεση απάντηση στο διαχρονικό δράμα του ανθρώπου, που συχνά οδηγεί σε εκρηκτικές περιπέτειες τις κοινωνίες. Που μέσα από την πνευματική του ατροφία μολύνει ηθικά, απονευρώνει αξιολογικά, εκτροχιάζει διαπροσωπικά και παγιδεύει, δίχως διάκριση, στο πληκτικό, άγονο και ατροφικό υλιστικό «εδώ και τώρα», που ασύδοτα δηλητηριάζει και αδιάκοπα φθείρει ο ανεξέλεγκτος και τυφλός οχετός του εγωισμού. Αυτός ο επικίνδυνος και εσωτερικός υδροφόρος ορίζοντας, ο οποίος επιμένει να αγνοεί και αρνείται να υπηρετεί την μεταμορφωτική αγωνία του πνεύματος και προκλητικά στηρίζει την τυφλή ύλη και το άγονο υλιστικό συμφέρον.
Εκφραστικό παράδειγμα αστοχίας, εκτροπής και μολυσμού, όχι μονάχα της σκέψης αλλά και της συνείδησης του ανθρώπου, είναι ο πλούσιος της παραβολής. Στενόψυχη η λογική του, κοντόφθαλμη η σκέψη του, προβληματική η απόφαση του να εγκλωβιστεί στην πληθωρικότητα των αδιέξοδων υλιστικών του επιτυχιών, αγνοώντας επιδεικτικά την φιλάνθρωπη θέση και στάση του πολυεύσπλαχνου Θεού. Μέχρις ότου η φωνή της Αγάπης να φρενάρει την κατηφορική του πορεία και να θέση σε τροχιά «έντονης προβληματικής την επικίνδυνη απόφαση του».
Σίγουρα ο πλούσιος επιδεικτικά αγνοούσε πως ο άνθρωπος δεν είναι μονάχα ισχυρό στοιχείο ύλης, δύναμη χοϊκή, γήινη αλλά και πνευματική. Δεν τον ενδιαφέρει καθόλου η μέριμνα της διαφύλαξης της πνευματικής του μεγαλωσύνης, αφού αυτή αποτελούσε δυνατό και μαρτυρικό άθλημα ζωής. Πάνω στου πλούτου την εύθραυστη επιφάνεια πύργωνε τα όνειρα, τους στόχους και τις επιδιώξεις της παρούσης ζωής. Ενώ ταυτόχρονα πεισματικά αρνιόταν και τον υποψιασμό ακόμη της ύπαρξης της μέλλουσας ζωής.
Με μια τέτοιας τακτικής υλιστική αντίληψη ήλθε αντιμέτωπος με τον Θεό και τον άνθρωπο. Εγκλωβίστηκε στα πληθωρικά και φθοροποιά αδιέξοδα της μοναδικής έγνοιας του να διασώσει τον πλούτο του, να διασφαλίσει την άνεση του μέσα από το πελώριο κέρδος των «αγαθών» του, γιατί μονάχα εκεί πίστευε πως θα στηρίξει την ευτυχία του. Έτσι σύρθηκε αιχμάλωτος στην ταραγμένη και φθοροποιό αγωνία του σκληρού «εδώ και τώρα». Η συλλογή της καθημερινής του ζωής ήταν το φθοροποιό άγχος? η διαλυτική αγωνία? η παραλυτική αβεβαιότητα? η αδύναμη ψευδαίσθηση της «καλής ζωής» μέσα από του υλικού πλούτου την παρουσία? ο τρόμος για κάποια απάντεχη ανατροπή κι ο αδιέξοδος φόβος, που κυοφορεί η λαχτάρα να παραμένουν τα «αγαθά» αυξημένα.
Και η ζωή μιάς τέτοιας αντίληψης ανθρώπου είναι αγκυλωμένη στα υλικά αγαθά και αφτέρουγη πνευματικά πελαγοδρομεί, βασανίζεται και φθείρεται. Διαρκώς κινείται, υπάρχει και δημιουργεί μέσα στην ολισθηρότητα και την αβεβαιότητα της καθημερινότητας. Δεν ησυχάζει, αφού ο πνευματικός του ορίζοντας είναι κενός και θολός. Υποχωρεί εύκολα στις πρώτες προκλήσεις και βασανιστικά επιβιώνει ανάμεσα από ποικίλα ερωτηματικά. Μοιάζει με το φτερό στον άνεμο των καιρών. Είναι το ευτελισμένο καρυδότσουφλο στον ανταριασμένο ωκεανό της ζωής. Δεν πατάει σε ακλόνητες αξιολογικά βάσεις και κινείται ασυγκίνητα, όπως το αερόστατο.
Κι η συμπεριφορά του, την οποία τροφοδοτεί η άγονη και στραγγισμένη καρδιά, η ατροφική συνείδηση, είναι το ίδιο προβληματική. Ο άγιος Κύριλλος ο Αλεξανδρείας ερμηνεύοντας την λέξη «ευφραίνου» μιλάει για τα πληθωρικά πάθη, τα σκληρά σαρκικά λάθη, που συνταράσσουν, συγκλονίζουν, φθείρουν και ευτελίζουν το ανθρώπινο πρόσωπο. Το μετατρέπουν σε «σπασμό οδύνης» και ευτελές «δοχείο ηδονής». Μιλάει για την τυραννία των μεγάλων σαρκικών δεινών, που ψαλιδίζουν τα νοητικά νεύρα, νεκρώνουν την ψυχική ικμάδα, κατακρεουργούν την καρδιά και αποδυναμώνουν πολύμορφα τον άνθρωπο. Τον μεταβάλλουν σε ασυγκίνητο και ακατανόητο ναυαγό, ξεπεσμένο στις άγριες ξέρες του εξαγριωμένου σήμερα.
Του προσφέρουν την ικανότητα να διαχειρίζεται με εγωϊστική αντίληψη τα αγαθά, που του χαρίζει ο Θεός, να αισθάνεται ευχαριστημένος, όταν κολυμπάει στα λιμνάζοντα τέλματα της υλιστικής αυτάρκειας, να τον «γεμίζει» εσωτερικά η αίσθηση των «πολλών αγαθών» και να αφήνεται κυριολεκτικά δέσμιος αυτών. Δίχως εσωτερική αναπνοή, που την δωρίζει η αγάπη για τον «άλλον», τον συνάνθρωπο, ο οποίος υπάρχει δίπλα και συνοιδοιπορεί μαζί του. Η αντίληψη για την αξία του πλούτου στην ατομική χρήση και ζωή νεκρώνει κάθε πνευματική εσωτερική αντίσταση υποδουλώνει σε πολύ φτηνές αναζητήσεις, εγκλωβίζει στην ψυχρή και άφιλη ατομικότητα. Έτσι καταστρέφει την ιερότητα και την ένθεη αξία του προσώπου. Μεταβάλλει αυτό το θεούφαντο ανθρώπινο πρόσωπο σΆ ένα ευτελισμένο «κινούμενο μηδενικό που διαρκώς τρέχει πίσω από ψευδαισθήσεις». Δεν διαθέτει την δύναμη, ούτε την δυνατότητα να ξεγλυστρά πέρα από τα πυκνά και πνιγηρά οδοφράγματα των υλιστικών του αναζητήσεων και απολαυών. Και σταθερά οδηγείται, όπως ο τραγικός πλούσιος, σε μια ανεπανόρθωτη αυτοκαταστροφή.
Η φωνή του Θεού «άφρων, άφρων ταύτη τη νυκτί?» τον αιφνιδιάζει. Του αφαιρεί την ανάσα της συνέχειας. Του ακρωτηριάζει την δυνατότητα της επιβίωσης μέσα στο χαλασμό και τον χορτασμό της ύλης. Τον απελευθερώνει από τον μετεωρισμό των ψευδαισθήσεων και τον οδηγεί σε σοβαρούς προβληματισμούς, μέσα από την εικόνα των οποίων αντιλαμβάνεται το αδύναμο, το ευτελές, το ψεύτικο και το ανόητο της κυριαρχίας της ύλης.
ΒΆ
Κι ενώ ακόμη η φωνή της ελπίδος και της ανάστασης ηχεί στο βάθος της συνείδησης του πλούσιου, η πρόκληση της ελευθερίας αποτελεί την επίσημη διαβεβαίωση του Ουρανού σε κείνον, που αντέχει, μπορεί να θέλει να ιεραρχεί τις αξίες και ανάλογα να τις υπηρετεί. Γιατί η ελευθερία δεν αποτελεί τον μυρωμένο καρπό της δένδρου των πλούσιων αγαθών του κόσμου τούτου. Δεν ευρίσκεται στον εξαντλητικό και καρπογόνο βηματισμό του ανθρώπου μέσα στον πλούτο και την ασυνόρευτη διασκέδαση. Τότε χορταίνει το σώμα, αναπαύονται οι αισθήσεις, δυναμώνουν τα ένστικτα. Αδειάζει όμως η καρδιά, ξηραίνονται τα πνευματικά αιμοφόρα αγγεία, αποδυναμώνονται οι ψυχές από αισθήματα φιλανθρωπίας και φιλαδελφείας, παύει ο άνθρωπος να είναι ελεύθερος. Παύει να είναι άνθρωπος.
Η ελευθερία είναι δύναμη πνευματική, δώρο της αγάπης του Θεού στον δραπέτη του παραδείσου άνθρωπο. Για να μπορεί αυτός να διακρίνει το «άγιο, το αληθινό και ωραίο» από το ευτελές, το επικίνδυνο και το βέβηλο. Για να είναι σε θέση να υψώνεται πάνω από τα υλιστικά ναρκοπέδια, έξω από τα παθογόνα σχήματα, μακρυά από το άστοχο και το α-νόητο, έστω και αν αυτό καταλαγιάζει τους πυρωμένους ατμούς των ενστίκτων και κλονίζει τα σαθρά θεμέλια των υλιστικών ψευδαισθήσεων. Για να διαθέτει την νοητική ευελιξία και την ψυχική τόλμη να συμπορεύεται με τον «άλλον» δίπλα του και να βρίσκεται σε μία θαυμαστή συνεργασία.
Τότε μπορεί να κάνει την σωτήρια έξοδο από την πνιγηρό εαυτό του, στους άλλους, που κινούνται δίπλα του. Τότε ακριβώς ζει μία ζωντανά αληθινή και τίμια ελεύθερη κοινωνική σχέση, που αποτελεί το εφαλτήριο προς την αμόλευτη συνεργατικότητα. Φεύγει από το ταραχώδες, μονόχνωτο και υποκριτικό «εγώ» και απλώνεται στο δημιουργικό, ειρηνοφόρο και γόνιμο «εμείς». Δίχως αυτή την κίνηση δεν υπάρχει ελεύθερο φρόνημα, αγονάτιστη συνείδηση, ισορροπημένη εσωτερικότητα, γνησιότητα σχέσεων, αλήθεια εκφράσεων, πόθος και πάθος ιερής αγάπης. Δεν υπάρχει ανθρώπινη σχέση, γιατί ο συνδετικός κρίκος που ονομάζεται σεβασμός στον άνθρωπο έχει χαθεί πίσω από τους φονικούς ογκόλιθους των υλιστικών απολαυών και αναζητήσεων.
Ο πλούσιος, παγιδευμένος στα «αγαθά» του εγκλωβισμένος στην αγωνία της υλιστικής του περιουσίας, εξαντλούσε κάθε αναζήτησή του σε κείνον τον ογκόλιθο, ο οποίος συνέτριβε και την καρδιά του. Ο άγιος Θεοφύλακτος μας λέει πως ο πλούσιος μιλάει για τον εαυτό του και υποστηρίζει πως «δεν έχω κανέναν που να συμμεριστεί τα πλούτη μου, κανένας δεν θα τα μοιραστεί μαζί μου, δεν είναι του Θεού, τα δικά μου μόνος μου θα τα απολαύσω». Η σύγχυση, ο παραλογισμός και η οδύνη της αιχμαλωσίας ξεπηδούν σαν λάβα ηφαιστείου από το μαρτυρικό βάθος της τραγικής ύπαρξης του.
Πόσο όμως εκφραστικά και πονεμένα η ιστορία επαναλαμβάνεται! Σε κείνους που επένδυσαν σε ποικίλα υλιστικά ή ιδεολογικά σχήματα της εποχής, σε κοινωνικά συστήματα, που έδιωξαν τον Θεό από τον άνθρωπο και νόμισαν πως θα ευτυχίσουν με τα «αγαθά» της γης. Εύκολα και απλά κατέστρεψαν την ύπαρξη τους κι έσπειραν τον θάνατο στις κοινωνίες των ανθρώπων.
Πρωτοπρεσβύτερος ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΖΑΜΠΕΛΗΣ
Έτσι και σήμερα, διαζωγραφίζοντας την εσωτερική τρικυμία και προβάλλοντας την πνευματική τραγωδία, με τις απίθανα υπαρξιακές προεκτάσεις, του «πλουσίου» της παραβολής οριοθετεί τα ανθρώπινα και υποδεικνύει την ασχήμια ή το μεγαλείο, την πνυκτική βαρβαρότητα ή την γόνιμη δημιουργικότητα, την αστοχία ή την επιτυχία, το λάθος ή το κέρδος των επιλογών του ανθρώπου.
Ενώ την ίδια στιγμή, με απόλυτα πετυχημένη σιωπηρή αξιολογική προέκταση, δίδει άμεση απάντηση στο διαχρονικό δράμα του ανθρώπου, που συχνά οδηγεί σε εκρηκτικές περιπέτειες τις κοινωνίες. Που μέσα από την πνευματική του ατροφία μολύνει ηθικά, απονευρώνει αξιολογικά, εκτροχιάζει διαπροσωπικά και παγιδεύει, δίχως διάκριση, στο πληκτικό, άγονο και ατροφικό υλιστικό «εδώ και τώρα», που ασύδοτα δηλητηριάζει και αδιάκοπα φθείρει ο ανεξέλεγκτος και τυφλός οχετός του εγωισμού. Αυτός ο επικίνδυνος και εσωτερικός υδροφόρος ορίζοντας, ο οποίος επιμένει να αγνοεί και αρνείται να υπηρετεί την μεταμορφωτική αγωνία του πνεύματος και προκλητικά στηρίζει την τυφλή ύλη και το άγονο υλιστικό συμφέρον.
Εκφραστικό παράδειγμα αστοχίας, εκτροπής και μολυσμού, όχι μονάχα της σκέψης αλλά και της συνείδησης του ανθρώπου, είναι ο πλούσιος της παραβολής. Στενόψυχη η λογική του, κοντόφθαλμη η σκέψη του, προβληματική η απόφαση του να εγκλωβιστεί στην πληθωρικότητα των αδιέξοδων υλιστικών του επιτυχιών, αγνοώντας επιδεικτικά την φιλάνθρωπη θέση και στάση του πολυεύσπλαχνου Θεού. Μέχρις ότου η φωνή της Αγάπης να φρενάρει την κατηφορική του πορεία και να θέση σε τροχιά «έντονης προβληματικής την επικίνδυνη απόφαση του».
Σίγουρα ο πλούσιος επιδεικτικά αγνοούσε πως ο άνθρωπος δεν είναι μονάχα ισχυρό στοιχείο ύλης, δύναμη χοϊκή, γήινη αλλά και πνευματική. Δεν τον ενδιαφέρει καθόλου η μέριμνα της διαφύλαξης της πνευματικής του μεγαλωσύνης, αφού αυτή αποτελούσε δυνατό και μαρτυρικό άθλημα ζωής. Πάνω στου πλούτου την εύθραυστη επιφάνεια πύργωνε τα όνειρα, τους στόχους και τις επιδιώξεις της παρούσης ζωής. Ενώ ταυτόχρονα πεισματικά αρνιόταν και τον υποψιασμό ακόμη της ύπαρξης της μέλλουσας ζωής.
Με μια τέτοιας τακτικής υλιστική αντίληψη ήλθε αντιμέτωπος με τον Θεό και τον άνθρωπο. Εγκλωβίστηκε στα πληθωρικά και φθοροποιά αδιέξοδα της μοναδικής έγνοιας του να διασώσει τον πλούτο του, να διασφαλίσει την άνεση του μέσα από το πελώριο κέρδος των «αγαθών» του, γιατί μονάχα εκεί πίστευε πως θα στηρίξει την ευτυχία του. Έτσι σύρθηκε αιχμάλωτος στην ταραγμένη και φθοροποιό αγωνία του σκληρού «εδώ και τώρα». Η συλλογή της καθημερινής του ζωής ήταν το φθοροποιό άγχος? η διαλυτική αγωνία? η παραλυτική αβεβαιότητα? η αδύναμη ψευδαίσθηση της «καλής ζωής» μέσα από του υλικού πλούτου την παρουσία? ο τρόμος για κάποια απάντεχη ανατροπή κι ο αδιέξοδος φόβος, που κυοφορεί η λαχτάρα να παραμένουν τα «αγαθά» αυξημένα.
Και η ζωή μιάς τέτοιας αντίληψης ανθρώπου είναι αγκυλωμένη στα υλικά αγαθά και αφτέρουγη πνευματικά πελαγοδρομεί, βασανίζεται και φθείρεται. Διαρκώς κινείται, υπάρχει και δημιουργεί μέσα στην ολισθηρότητα και την αβεβαιότητα της καθημερινότητας. Δεν ησυχάζει, αφού ο πνευματικός του ορίζοντας είναι κενός και θολός. Υποχωρεί εύκολα στις πρώτες προκλήσεις και βασανιστικά επιβιώνει ανάμεσα από ποικίλα ερωτηματικά. Μοιάζει με το φτερό στον άνεμο των καιρών. Είναι το ευτελισμένο καρυδότσουφλο στον ανταριασμένο ωκεανό της ζωής. Δεν πατάει σε ακλόνητες αξιολογικά βάσεις και κινείται ασυγκίνητα, όπως το αερόστατο.
Κι η συμπεριφορά του, την οποία τροφοδοτεί η άγονη και στραγγισμένη καρδιά, η ατροφική συνείδηση, είναι το ίδιο προβληματική. Ο άγιος Κύριλλος ο Αλεξανδρείας ερμηνεύοντας την λέξη «ευφραίνου» μιλάει για τα πληθωρικά πάθη, τα σκληρά σαρκικά λάθη, που συνταράσσουν, συγκλονίζουν, φθείρουν και ευτελίζουν το ανθρώπινο πρόσωπο. Το μετατρέπουν σε «σπασμό οδύνης» και ευτελές «δοχείο ηδονής». Μιλάει για την τυραννία των μεγάλων σαρκικών δεινών, που ψαλιδίζουν τα νοητικά νεύρα, νεκρώνουν την ψυχική ικμάδα, κατακρεουργούν την καρδιά και αποδυναμώνουν πολύμορφα τον άνθρωπο. Τον μεταβάλλουν σε ασυγκίνητο και ακατανόητο ναυαγό, ξεπεσμένο στις άγριες ξέρες του εξαγριωμένου σήμερα.
Του προσφέρουν την ικανότητα να διαχειρίζεται με εγωϊστική αντίληψη τα αγαθά, που του χαρίζει ο Θεός, να αισθάνεται ευχαριστημένος, όταν κολυμπάει στα λιμνάζοντα τέλματα της υλιστικής αυτάρκειας, να τον «γεμίζει» εσωτερικά η αίσθηση των «πολλών αγαθών» και να αφήνεται κυριολεκτικά δέσμιος αυτών. Δίχως εσωτερική αναπνοή, που την δωρίζει η αγάπη για τον «άλλον», τον συνάνθρωπο, ο οποίος υπάρχει δίπλα και συνοιδοιπορεί μαζί του. Η αντίληψη για την αξία του πλούτου στην ατομική χρήση και ζωή νεκρώνει κάθε πνευματική εσωτερική αντίσταση υποδουλώνει σε πολύ φτηνές αναζητήσεις, εγκλωβίζει στην ψυχρή και άφιλη ατομικότητα. Έτσι καταστρέφει την ιερότητα και την ένθεη αξία του προσώπου. Μεταβάλλει αυτό το θεούφαντο ανθρώπινο πρόσωπο σΆ ένα ευτελισμένο «κινούμενο μηδενικό που διαρκώς τρέχει πίσω από ψευδαισθήσεις». Δεν διαθέτει την δύναμη, ούτε την δυνατότητα να ξεγλυστρά πέρα από τα πυκνά και πνιγηρά οδοφράγματα των υλιστικών του αναζητήσεων και απολαυών. Και σταθερά οδηγείται, όπως ο τραγικός πλούσιος, σε μια ανεπανόρθωτη αυτοκαταστροφή.
Η φωνή του Θεού «άφρων, άφρων ταύτη τη νυκτί?» τον αιφνιδιάζει. Του αφαιρεί την ανάσα της συνέχειας. Του ακρωτηριάζει την δυνατότητα της επιβίωσης μέσα στο χαλασμό και τον χορτασμό της ύλης. Τον απελευθερώνει από τον μετεωρισμό των ψευδαισθήσεων και τον οδηγεί σε σοβαρούς προβληματισμούς, μέσα από την εικόνα των οποίων αντιλαμβάνεται το αδύναμο, το ευτελές, το ψεύτικο και το ανόητο της κυριαρχίας της ύλης.
ΒΆ
Κι ενώ ακόμη η φωνή της ελπίδος και της ανάστασης ηχεί στο βάθος της συνείδησης του πλούσιου, η πρόκληση της ελευθερίας αποτελεί την επίσημη διαβεβαίωση του Ουρανού σε κείνον, που αντέχει, μπορεί να θέλει να ιεραρχεί τις αξίες και ανάλογα να τις υπηρετεί. Γιατί η ελευθερία δεν αποτελεί τον μυρωμένο καρπό της δένδρου των πλούσιων αγαθών του κόσμου τούτου. Δεν ευρίσκεται στον εξαντλητικό και καρπογόνο βηματισμό του ανθρώπου μέσα στον πλούτο και την ασυνόρευτη διασκέδαση. Τότε χορταίνει το σώμα, αναπαύονται οι αισθήσεις, δυναμώνουν τα ένστικτα. Αδειάζει όμως η καρδιά, ξηραίνονται τα πνευματικά αιμοφόρα αγγεία, αποδυναμώνονται οι ψυχές από αισθήματα φιλανθρωπίας και φιλαδελφείας, παύει ο άνθρωπος να είναι ελεύθερος. Παύει να είναι άνθρωπος.
Η ελευθερία είναι δύναμη πνευματική, δώρο της αγάπης του Θεού στον δραπέτη του παραδείσου άνθρωπο. Για να μπορεί αυτός να διακρίνει το «άγιο, το αληθινό και ωραίο» από το ευτελές, το επικίνδυνο και το βέβηλο. Για να είναι σε θέση να υψώνεται πάνω από τα υλιστικά ναρκοπέδια, έξω από τα παθογόνα σχήματα, μακρυά από το άστοχο και το α-νόητο, έστω και αν αυτό καταλαγιάζει τους πυρωμένους ατμούς των ενστίκτων και κλονίζει τα σαθρά θεμέλια των υλιστικών ψευδαισθήσεων. Για να διαθέτει την νοητική ευελιξία και την ψυχική τόλμη να συμπορεύεται με τον «άλλον» δίπλα του και να βρίσκεται σε μία θαυμαστή συνεργασία.
Τότε μπορεί να κάνει την σωτήρια έξοδο από την πνιγηρό εαυτό του, στους άλλους, που κινούνται δίπλα του. Τότε ακριβώς ζει μία ζωντανά αληθινή και τίμια ελεύθερη κοινωνική σχέση, που αποτελεί το εφαλτήριο προς την αμόλευτη συνεργατικότητα. Φεύγει από το ταραχώδες, μονόχνωτο και υποκριτικό «εγώ» και απλώνεται στο δημιουργικό, ειρηνοφόρο και γόνιμο «εμείς». Δίχως αυτή την κίνηση δεν υπάρχει ελεύθερο φρόνημα, αγονάτιστη συνείδηση, ισορροπημένη εσωτερικότητα, γνησιότητα σχέσεων, αλήθεια εκφράσεων, πόθος και πάθος ιερής αγάπης. Δεν υπάρχει ανθρώπινη σχέση, γιατί ο συνδετικός κρίκος που ονομάζεται σεβασμός στον άνθρωπο έχει χαθεί πίσω από τους φονικούς ογκόλιθους των υλιστικών απολαυών και αναζητήσεων.
Ο πλούσιος, παγιδευμένος στα «αγαθά» του εγκλωβισμένος στην αγωνία της υλιστικής του περιουσίας, εξαντλούσε κάθε αναζήτησή του σε κείνον τον ογκόλιθο, ο οποίος συνέτριβε και την καρδιά του. Ο άγιος Θεοφύλακτος μας λέει πως ο πλούσιος μιλάει για τον εαυτό του και υποστηρίζει πως «δεν έχω κανέναν που να συμμεριστεί τα πλούτη μου, κανένας δεν θα τα μοιραστεί μαζί μου, δεν είναι του Θεού, τα δικά μου μόνος μου θα τα απολαύσω». Η σύγχυση, ο παραλογισμός και η οδύνη της αιχμαλωσίας ξεπηδούν σαν λάβα ηφαιστείου από το μαρτυρικό βάθος της τραγικής ύπαρξης του.
Πόσο όμως εκφραστικά και πονεμένα η ιστορία επαναλαμβάνεται! Σε κείνους που επένδυσαν σε ποικίλα υλιστικά ή ιδεολογικά σχήματα της εποχής, σε κοινωνικά συστήματα, που έδιωξαν τον Θεό από τον άνθρωπο και νόμισαν πως θα ευτυχίσουν με τα «αγαθά» της γης. Εύκολα και απλά κατέστρεψαν την ύπαρξη τους κι έσπειραν τον θάνατο στις κοινωνίες των ανθρώπων.
Πρωτοπρεσβύτερος ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΖΑΜΠΕΛΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά