Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Πέμπτη, Ιανουαρίου 05, 2012

Λόγος στα Άγια Θεοφάνεια(Του εν Αγίοις πατρός ημών Πρόκλου Πατριάρχου Κων/λεως)





Ἐν Ἰορδάνῃ βαπτιζομένου Σου Κύριε,
ἡ τῆς Τριάδος ἐφανερώθη προσκύνησις·
τοῦ γάρ γεννήτορος ἡ φωνή προσεμαρτύρει
Σοι, ἀγαπητόν Σε Υἱόν ὀνομάζουσα·
καί τό Πνεῦμα ἐν εἴδει περιστερᾶς
ἐβεβαίου τοῦ λόγου τό ἀσφαλές.
Ὁ ἐπιφανείς Χριστέ ὁ Θεός,
καί τόν κόσμον φωτίσας, δόξα Σοι.

Φάνηκε ὁ Χρι στός στόν κόσμο καί τόν ἄχαρο κόσμο στόλισε μ᾿ ἀπέραντη εὐφροσύνη. Σή κω σε πάνω Του τήν ἁ μαρ τία τοῦ κόσμου, καί κατα πάτησε γιά πάντα τόν ἐχθρό τοῦ κόσμου. Ἁγία σε τίς πηγές τῶν ὑδάτων καί φώτισε τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων. Θαύματα ἀναμείχ θη καν μέ μεγαλύτερα θαύ μα τα.
Σήμερα, ἀπό τή χαρά πού ἔφερε ὁ Σωτή ρας μας Χριστός, χωρί στηκαν ἡ γῆ καί ἡ θάλασ σα καί ἀπ᾿ ἄκρη ὡς ἄκρη γέμισε ὁ κόσμος εὐφροσύνη. Ἡ σημερινή γιορτή ἀποκαλύπτει μεγαλύτερα θαύματα ἀπό ἐκείνη τῆς Χριστουγεννιάτικης νυ χτιᾶς.
Γιατί ἐκείνη τήν νύχτα πού μᾶς πέρασε χαιρότανε μονάχα ἡ γῆ, καθώς βάσταζε πάνω της στήν ἀγκαλιά τῆς φάτνης τόν Παντοκράτορα Θεό. Σήμερα ὅμως, πού γιορ τά ζουμε τά Θεοφάνεια, εὐφραίνεται μαζί της καί ἡ θάλασσα. Καί εὐφραί νε ται γιατί διά μέσου τοῦ Ἰορδάνη λαμβάνει μέρος καί αὐτή στήν εὐλογία τοῦ ἁγιασμοῦ.
Στή γιορτή τῆς θείας Γέννησης ὁ Θεός φάνηκε βρέφος μικρό, νιογέννητο, δείχνοντας ἔτσι τή δική μας νηπιό τητα. Σήμερα ὅμως τόν βλέπουμε τέλειο ἄνθρω πο, τέλειο Υἱό, ἀπό τέλειο Πατέρα γεννημένον. Ἐκεῖ φανέρωσε τό θεῖο βρέφος τό ἀστέρι πού ἀνέτειλε ἀπό τήν ἀνατολή, καί ἐδῶ ὁμολογεῖ γι᾿ Αὐτόν ἀπό τόν οὐρανό ὁ Θεός Πατέρας, ἀπό Τόν ὁποῖ ον γεννήθηκε πρό τῶν αἰ ώ νων.
Ἐκεῖ Τοῦ πρόσφε ραν – ὡσάν σέ βασιλιά – δῶ ρα οἱ Μάγοι, πού πεζο πόρησαν ἀπό τήν ἀνα τολή. Ἐδῶ ἄγγελοι ἀπό τόν οὐρανό φερμένοι Τοῦ πρόσφεραν τή διακονία πού πρέπει μόνο σέ Θεό. Ἐκεῖ τυλίχτηκε μέσα στά σπάργανα καί ἐδῶ λύνει μέ τό βάπτισμα τίς σειρές τῶν παραπτωμάτων καί τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας μας. Ἐκεῖ ὁ βασιλιάς τῶν οὐρανῶν ντύθηκε σάν βασιλική ἀλουργίδα τόν κόσμο, ἐδῶ ἡ πηγή τῆς ζωῆς ντύνεται ὁλόγυρα τά ποταμίσια κύματα.
Ἐλᾶτε λοιπόν νά ἰδεῖτε παράδοξα θαύμα τα. Ὁ Ἥλιος τῆς δικαιο σύ νης λούζεται στοῦ Ἰορ δάνη τά νερά. Ἡ φωτιά βου τάει καί σμίγει μέ τά νερά. Καί ὁ Θεός ἀπ̉ ἄν θρωπο ἁγιάζεται.
Σήμερα ὁλόκληρη ἡ κτίση βροντοφωνάζει καί ἀνυμνεῖ:
«Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου!!» Σύ πού ἔρχεσαι διά τῆς Προνοίας Σου μέσα ἀπ᾿ ὅλα τά κτίσματά Σου. Σύ πού συντηρεῖς τό ὕψος τοῦ στερεώματος καί ἔντεχνα ὁδηγεῖς σάν ἥμερο ἄλογο μέ χαλινάρι τήν τροχιά τοῦ Ἥλιου. Σύ πού βάζεις σέ τάξη χωρίς διόλου ν᾿ ἀνακατεύονται τά πλήθη τῶν ἀστέρων καί μᾶς κερνᾶς πλούσια ἀγέρα γιά νά ἀναπνέουμε ἀστα μά τητα ζωή.
Σύ πού ζε σταίνεις καί ζωογονεῖς τή μάννα γῆ ὥστε νά μᾶς χαρίζει τούς καρπούς της ὁλοχρονίς. Σύ πού δαμά ζεις καί σταματᾶς τήν πολυ κύμαντη θάλασσα ζώνο ντάς την ὁλοτρόγυρα μ᾿ ἕνα μικρούτσικο χαλινάρι ἀπό ἀμμοχάλικο. Σύ πού σπρώχνεις τά νερά ἀπό τῆς γῆς τά σπλάχνα καί φτιάχνεις τίς πηγές. Σύ πού καθοδηγεῖς τίς ποταμί σιες ὄχθες νά πορεύονται χωρίς χαμό καί περιπλά νηση ὡς τή θάλασσα.
Τοῦτα ὅλα τά θαυ μά σια ἀναλογιζόμαστε καί ἀπό τά κατάβαθά μας βγαί νει ἡ κραυγή: «Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου».
Πές μας λοιπόν, Ποιός εἶν᾿ Αὐτός, μακάριε Δαυΐδ;
Ὁ Κύριος καί ὁ Θε ός μας πού μᾶς φανερώθηκε μ᾿ ἀνθρώπινη μορφή.
Ἀλλά δέν τό λέει αὐ τό μόνον ὁ προφήτης Δαυ ΐδ. Τό λέει καί ὁ Ἀπό στολος Παῦλος πού συμ φωνεῖ μαζί του καί διδάσκει: «Μᾶς φανερώ θηκε ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ πού σώζει κάθε ἄν θρωπο καί μᾶς διδάσκει ὅλους μας». Ὄχι μερικούς ἀλλά ὅλους μας. Σ᾿ ὅλους, Ἰουδαίους καί Ἕλληνες χα ρίζει μέ τό βάπτισμα τή σωτηρία καί ὑποδείχνει τό σωτήριο αὐτό λουτρό σάν εὐεργέτημα δοσμένο δωρεάν σέ κάθε ἀνθρώπινη ψυχή πού τό ζητάει.
Ἐλᾶτε νά δεῖτε πρω τό γνωρο κατακλυ σμό, πολύ μεγαλύτερον καί δυνατότερον ἀπ᾿ ἐκεῖ νον πού γίνηκε τήν ἐποχή τοῦ Νῶε. Ἐκεῖ τό νερό ἔπνιξε τούς ἀνθρώπους καί ἐδῶ τό νερό τοῦ βαπτίσματος, κείνους πού εἶχαν πεθάνει πνευματικά ξαναζωντάνεψε, μέ τή δύναμη τοῦ Θεοῦ πού σήμερα βαπτίστηκε.
Ἐκεῖ ὁ Νῶε ἔφτιαξε κιβωτό στέρεα ἀπό ξύλα καί ἐδῶ ὁ Χριστός ὁ νοητός Νῶε, προσέλαβε ἀπό τήν ἄφθορο παρθένο Μαρία τήν κιβωτό τοῦ σώματος. Ἐκεῖ ὁ Νῶε ἄλοιψε τήν κιβωτό ἐξωτερικά μέ ἄσ φαλτο πίσσα. Ἐδῶ ὁ Χρι στός δυνάμωσε καί περι φρού ρησε τήν κιβωτό τοῦ σώματος μέ τό χρῖσμα τῆς πίστεως. Ἐκεῖ περιστερά πού βάσταζε κλαδί ἐλιᾶς προμήνυσε τήν εὐωδία τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ. Ἐδῶ τό Πνεῦμα τό Ἅγιον μέ τή μορφή ὁλόασπρης περιστερᾶς παρουσιάστη κε καί σ᾿ ὅλους φανέρωσε τόν ἐλεήμονα Κύριο.
Ἀλλά μέ κατα πλήτ τει ἡ ὑπερβολική τα πεί νωση τοῦ Κυρίου. Γιατί δέν ἀρκέστηκε, Αὐτός ὁ γεννημένος τέλειος Υἱός ἀπό τέλειο Πατέρα, νά γεννηθεῖ καί ἐπί γῆς τέλειο βρέφος ἀπό τά σπλάχνα μιᾶς γυναίκας. Δέν ἀρκέ στηκε Ἐκεῖνος πού εἶναι σύνθρονος μέ τόν Θεό Πα τέρα νά λάβει τή μορφή τοῦ δούλου ἀλλά καί σάν τόν τελευταῖο ἁμαρτωλό προσέρχεται νά βαπτισθεῖ.
Ἀλλά ἄς μή γίνει ἡ κοινή γιά ὅλους τούς ἀν θρώ πους εὐεργεσία σκάν δα λο γι᾿ αὐτούς πού τούτη τήν ὥρα μέ ἀκοῦνε. Γιατί βαπτίζεται ὁ Δεσπότης πάντων Χριστός ὄχι γιατί ἔχει ἀνάγκη ἀπό ψυχικό καθαρισμό, ἀλλά γιά νά οἰκονομήσει μέ δυό τρό πους τό συμφέρον τῶν ψυ χῶν μας, ὥστε καί μέ τό νερό νά μᾶς δωρίσει τήν ἁγιαστική χάρη καί νά προτρέψει τόν καθένα μας νά βαπτιστεῖ.
Καθώς μᾶς λέει ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής, ἦρθε ὁ Ἰησοῦς ἀπό τή Γαλιλαία στόν Ἰορδάνη ὅπου βρι σκόταν ὁ Ἰωάννης γιά νά βαπτιστεῖ ἀπ̉ αὐτόν.  Τό τί συνέβηκε τότε ἀδερ φοί μου δέν μπορεῖ νά τό χωρέσει νοῦς ἀνθρώπινος. Γιατί ξεπερνᾶνε κάθε θέαμα καί ἄκουσμα ὅσα συνέβηκαν ἐκεῖ. Τρέμει ὁ νοῦς. Χάνεται ἡ λαλιά μή τολμώντας νά ἐξιστορήσει τά ἀνέκφραστα. Γι‹ αὐτό λοιπόν καί ὅταν εἶδε ὁ Ἰωάννης τόν Δεσπότη μας Χριστό νά τόν πλησιάζει, μέ πολύ καρδιοχτύπι, πέφτοντας καί ἀγκαλιάζο ντας τά πόδια Του τοῦ εἶπε παρακλητικά:
Γιατί βιάζει ἐμένα τόν ἀδύνατο ἄνθρωπο ὁ Παντοδύναμος Θεός μου νά κάνω κάτι πού ξεπερ νάει τίς δυνάμεις μου; Δέν εἶμαι ἐγώ σέ θέση νά ἐπι χειρήσω κάτι τέτοιο. Πῶς νά τολμήσω νά Σέ βα πτί σω; Πότε συνέβηκε νά καθαριστεῖ ἡ φωτιά ἀπό τό ξερό χορτάρι;
Πότε ἔ πλυ νε ἡ λάσπη τήν πηγή; Πῶς νά βαπτίσω Ἐσένα τόν Κριτή τῆς οἰκουμένης ἐγώ ὁ ὑπεύθυνος γιά τόσες ἁμαρτίες; Πῶς νά Σέ βα πτί σω Δέσποτά μου; Δέν βλέπω ἁμαρτία πάνω Σου. Δέν ἔχεις πέσει θῦμα τῆς κατάρας τοῦ προπάτορα Ἀδάμ. Δέν ἔχεις καθόλου λερωθεῖ ἀπό τήν ἁμαρτία. Γιατί ἄν καί ἔκλινες οὐρανούς καί κατέβηκες, τίποτα ἀπό τά θελήματα τοῦ Θεοῦ Πατέρα δέν παρέβηκες.
Τί κάνεις Δέ σπο τά μου;
Γιατί μ᾿ ἀνα γκάζεις νά κάνω κάτι πού ξεπερνάει τίς δυνάμεις μου; Ποτέ καί τίποτα δέν τόλμησα νά κάνω ἀπ᾿ ὅλα ὅσα παροργίζουν τήν ἀ γα θω σύνη Σου.
Σάν δοῦ λος πιστός γεμάτος ἀγάπη καί σεβασμό γιά τόν ἀφέντη του πρότρεξα καί ἐμήνυσα στόν κόσμο τήν παρουσία Σου. Ἐνῶ βρι σκό μουνα ἀκόμη μέσ᾿ τήν κοιλιά τῆς μάννας μου, δανείστηκα τή γλώσσα της καί Θεό τοῦ κόσμου Σέ ἐκήρυξα. Ὅλους τούς προετοίμασα νά Σέ δεχθοῦν, νά Σ᾿ ἀπαντήσουν.
Πές μου λοιπόν Κύριέ μου, πῶς θ᾿ ἀνεχθεῖ νά δεῖ ὁ ἥλιος τόν Παντοκρά τορα Θεό ἔτσι νά ἐξευ τε λίζεται ἀπό τήν τόλμη ἑνός δούλου Του καί δέν θά ρίξει καυτερές φωτο βολίδες νά μέ κατακάψει, ὅπως ἔκανε ἐκείνους τούς καιρούς τούς ἄσωτους Σο δο μίτες; Πῶς θά ἀντέξει ἡ γῆ νά δεῖ Ἐκεῖνον πού ἁγιάζει τούς ἀγγέλους, ἀ πέ ριτ τα νά βαπτίζεται ἀ πό χέρι ἀνθρώπου ἁμα ρτω λοῦ καί δέν θ᾿ ἀνοίξει τά σπλάχνα της γιά νά μέ καταπιεῖ, ὅπως ἔκανε τόν Ἀβειρών καί τόν Δαθάν;
Πῶς νά βαπτίσω Δέσποτά μου Ἐσένα πού δέν μο λύνθηκες ἀπό τής φυσικῆς γέννησης τό λέρωμα; «Ἐξ ἀσπόρου γαστρός, ἄσπο ρος προῆλθε καρπός». Πῶς λοιπόν ἐγώ ὁ χιλιο λερωμένος ἀπό τήν ἁμα ρ τία ἄνθρωπος νά ἁγνίσω τόν Θεό; Θεό ἀναμάρτητο;
Ἐγώ ἔχω ἀνάγκη νά βαπτιστῶ ἀπό Σένα καί Σύ ἔρχεσαι σέ μένα; Μ᾿ ἔστειλες νά βαπτίζω, Κύ ριέ μου, καί δέν παράκου σα τήν ἐντολή Σου. Πρό τρεπα ὅλους πρός τό βά πτι σμα καί τούς ἔλεγα: «Ὁμολογῆστε ἐνώπιον τοῦ Κυρίου τίς ἁμαρτίες σας, γιατί Αὐτός εἶναι ὁ μό νος ἀγαθός. Αὐτός πού ἔρχεται πίσω μου δέν εἶναι βλοσυρός καί αὐ στη ρός. Εἶναι ἀγαθός καί Υἱός Πατέρα Ἀγαθοῦ. Δέν φέρεται γιά λίγο μονάχα μ᾿ ἀγαθωσύνη καί ὕστερα ἀλλάζει διάθεση γιά τόν ἁμαρτωλό ἄνθρωπο, ἀλλά τό ἔλεός Του μένει εἰς τόν αἰώνα. Καί ἐπειδή τό ἔλεός Του εἶναι ἀμέ τρητο γι᾿ αὐτό καί οἱ οὐράνιες δυνάμεις ἀνυ μνώ ντας Τοῦ ἔλεγαν:
«Εὐλογημένος Σύ πού ἔρχεσαι στ̉  ὄνομα τοῦ Κυρίου». Ὁ Κύριος καί ὁ Θεός μας μᾶς φανερώθηκε. Μᾶς φανερώθηκε ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης καί διέ λυ σε τό σκοτάδι τῆς ἄγ νοιας πού μᾶς περιέλουζε. Μᾶς φανερώθηκε ὁ οὐρά νιος τσοπάνης καί ἔδιωξε ἀπό τό κοπάδι τῶν παι διῶν Του τούς λύκους τοῦ  διαβόλου. Μᾶς φανερώ θηκε ὁ Μονογενής Υἱός τοῦ Πατρός καί χάρισε μέ τό βάπτισμα τήν υἱοθεσία στούς πιστούς. Μᾶς φανε ρώ θηκε ἡ ζωή ὁλόκληρου τοῦ κόσμου καί μέ τό θάνατό Του θανάτωσε τόν θάνατο ὡς ἀθάνατος καί ἀξίωσε νά ζήσουν ζωή ἀθάνατη, ἐκεῖνοι πού εἶ χαν πέσει στή φθορά καί στό θάνατο.
Ἀλλά ἐνῶ ἐγίνο νταν ὅλα αὐτά, ὁ Θεός Πατέρας ἀγαλλώμενος μέ τήν ὑπερβολική ταπείνω ση τοῦ Υἱοῦ, ἀνοίγει διά πλα τα τίς πύλες τοῦ οὐ ρα νοῦ καί μέ βροντερή φωνή ξεχειλισμένη ἀπό αἰσθήματα πού πλημμυρί ζουνε μιά πατρική καρ διά, ἀνακράζει: «Αὐτός εἶναι ὁ Υἱός μου ὁ ἀγα πητός».
Καί γιά νά μήν μπερδευτεῖ ὁ νοῦς ὅσων ἀκούγανε ὅλα τοῦτα – ἄν εἶναι δηλαδή Υἱός ὁ Βαπτι στής ἤ ὁ Χριστός- ἔρχεται τό Ἅγιον Πνεῦμα, σάν ἄσπρο περιστέρι καί δείχνει Ἐκεῖνον πού βαπτι ζόταν καί πού ὁ Θεός Πατέρας τόν μαρτυροῦσε στούς ἀνθρώπους σάν μονογενή Υἱό Του.
Σ᾿ Αὐτόν πρέπει ἡ δόξα, τό κράτος, ἡ τιμή καί ἡ προσκύνηση σή μερα καί πάντοτε καί εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώ νων. Ἀμήν
Δεκαπενθήμερο φυλλάδιο Ἱ.Ν.Ἁγίου Νικολάου Νικαίας  Τεῦχος 107 6-1-2008
 http://fdathanasiou.wordpress.com/category/%CE%B8%CE%B5%CE%BF%CF%86%CE%B1%CE%BD%CE%B5%CE%B9%CE%B1/page/2/

Η βάπτιση του Ιησού και η σημασία της



Μετά την προσέγγιση του γεγονότος της γνωριμίας και συνάντησης Ιησού και Ιωάννη είναι ανάγκη για μια ευρύτερη διερεύνηση και της βάπτισης του Ιησού από τον Βαπτιστή. Το βάπτισμα του Ιωάννη μπορεί να Θεωρηθεί ως ένα βάπτισμα μετανοίας, για την ουσιαστική ένταξη κάποιου στον πιστό λαό του Θεού, τον αληθινό Ισραήλ. Με το βάπτισμα πραγματοποιόταν ένα είδος κάθαρσης για την πραγματική ενσωμάτωση στην κοινότητα των αληθινών «τέκνων Αβραάμ» (Ματθ. 3,9· 7ωάν. 8,33 εξ. Ρωμ. 4,12). Γι’ αυτό και η πρόσκληση προς μετάνοια πριν από τη βάπτιση απευθυνόταν από τον Ιωάννη όχι μόνο προς τους αμαρτωλούς ή τους προσήλυτους στην ιουδαϊκή κοινότητα και πίστη, αλλά και προς όλους εκείνους που επιθυμούσαν ν’ ανήκουν στους προσδοκώντες τη Βασιλεία του Θεού. Επρόκειτο για ένα βάπτισμα μοναδικό, που δεν το συναντούμε στο ιουδαϊκό τελετουργικό τυπικό, και που ετελείτο αποκλειστικά και μόνο από τον Ιωάννη στα νερά του πόταμου Ιορδάνη και στην περιοχή της έρημου, όπου και το κήρυγμα μετανοίας. «Ονομάζεται «βάπτισμα μετανοίας εις άφεσιν αμαρτιών» (Μάρκ. 1,4).
Το βάπτισμα αυτό προϋποθέτει, ασφαλώς, την εξομολόγηση των αμαρτιών και την οριστική απόφαση για ουσιαστική μεταστροφή, όχι μόνο στην καθημερινή πράξη αλλά και στην καθόλου στάση έναντι των μεγάλων προβλημάτων της ζωής (βλ. Ματθ. 3,6 εξ.). Το βάπτισμα ύδατος του Ιωάννη είχε και θεωρητικό, συμβολικό χαρακτήρα. Συμβόλιζε την ηθική καθαρότητα και αγνότητα του ανθρώπου. Στη θεολογική δε γλώσσα εθεωρείτο αναγκαίο και για την προπαρασκευή του ανθρώπου εν όψει του εσχατολογικού βαπτίσματος. Το επικείμενο μεσσιανικό βάπτισμα «εν πνεύματι και πυρί» της νέας εποχής, έρχεται ως συνέχεια και προϋποθέτει πάντοτε το βάπτισμα ύδατος του Ιωάννη (Ματ. 3,11- Πράξ. 1,5• 11,16).
Η σημασία της βάπτισης του Ιησού
Η βάπτιση του Ιησού, τώρα, από τον Ιωάννη θεωρείται ως ένα πολύ σημαντικό και ιδιαίτερα ενδιαφέρον γεγονός για την ευαγγελική ιστορία και παράδοση. Είναι ένα γεγονός που επισημοποιεί, θα λέγαμε, τη δημόσια αναγνώριση και ύψωση του Ιησού στη μεσσιανική ιδιότητά του. Και οι τέσσερις Ευαγγελιστές περιγράφουν το γεγονός αυτό σε έκταση και με ιδιαίτερη σπουδή και το αναφέρουν όλοι πριν από τη δημόσια δράση του Ιησού, κατά τρόπο πολύ αποκαλυπτικό. Θεωρείται δε ιδιαίτερα χαρακτηριστική στο σημείο αυτό η σύγκλιση που παρατηρείται και στις δύο παραδόσεις, τη συνοπτική και την ιωάννεια, για την παρουσίαση και προβολή του Ιησού ως του μοναδικού και «αγαπητού» Υιού του Θεού η οποία γίνεται διά μέσου της βάπτισης και της θεοφάνειας. Ευγλωττότερος στην περιγραφή και στην έκθεση των λεπτομερειών της όλης σκηνής είναι ο Ευαγγελιστής Ματθαίος, (Ματθ. 3,13-17). Οι παρατηρούμενες διαφορές στις ευαγγελικές αυτές διηγήσεις είναι ελάχιστες και στρέφονται κυρίως γύρω από την επισήμανση του χρόνου της εμφάνισης του «πνεύματος του Θεού ωσεί περιστερά» (Ματθ. 3,16) και της ακριβούς στιγμής της επίσημης καθιέρωσης του Ιησού στη μεσσιανική αποστολή του.
Κατά τον Ματθαίο, ο Ιησούς έρχεται από τη Γαλιλαία στον Ιορδάνη ποταμό με μοναδικό σκοπό τη συνάντηση του Ιωάννη ώστε «βαπτισθήναι υπ’ αυτού». Με την ενέργειά του αυτή ο Ιησούς θέλει να φανερώσει εκτός των άλλων και ότι με δική του προσωπική θέληση και απόφαση έρχεται και υποτάσσεται στο θέλημα του Πατρός και ταπεινά μετέχει στα ανθρώπινα. Αν και κατά τη διαβεβαίωση του Βαπτιστή, ο Ιησούς δεν είχε «χρείαν» ούτε για
βάπτισμα, ούτε πολύ περισσότερο για άφεση αμαρτιών, αφού ήταν αναμάρτητος, εντούτοις προσέρχεται «του βαπτισθήναι υπ’ αυτού» και του «πληρώσαι πάσαν δικαιοσύνην» (Ματθ. 3,13-15). Χρονικά το γεγονός αυτό της βάπτισης θα πρέπει να έγινε κατά το μήνα Φεβρουάριο του έτους 28 μ.Χ. και κατ’ άλλους αρκετά ενωρίτερα.
Η όλη περιγραφή της συνάντησης Ιησού και Ιωάννη δεν αφήνει περιθώρια για τη δημιουργία της εντύπωσης, ότι οι δύο άνδρες ήσαν εντελώς άγνωστοι μεταξύ τους και ότι δεν θα είχαν προηγηθεί κάποια άλλη ή πολλές άλλες συναντήσεις πριν από αυτή της βάπτισης. Αντίθετα, μάλιστα, με την εμφάνιση του Ιησού μπροστά στον Ιωάννη και στο σημείο ακριβώς εκείνο του ποταμού όπου εβάπτιζε τους προσερχόμενους μετανοούντες, βλέπουμε τον Βαπτιστή ν’ αντιδρά έντονα στη θέα του Ερχόμενου και στη διάθεσή του να δεχθεί «βάπτισμα μετανοίας». Η όλη σκηνή φανερώνει μάλλον δύο πολύ γνώριμους μεταξύ τους άνδρες, που ενώ ο ένας επιμένει στο σκοπό της άφιξής του, ο άλλος αντιδρά, διότι «γνωρίζει» καλά τον προσερχόμενο και λέει: «εγώ χρείαν έχω υπό σου βαπτισθήναι, και συ έρχη προς με;» (Ματθ. 3,Κι). Αλλά όπως αποκαλύπτει ο Ιησούς, «ούτως γαρ πρέπον εστίν πληρώσαι πάσαν δικαιοσύνην». Έτσι ο Ιωάννης πειθαρχεί και υποτάσσεται στο «πρέπον» της θείας Οικονομίας και «αναγκάζεται» να βαπτίσει το νέο Ραββί, χωρίς ασφαλώς τη διαδικασία της εξομολόγησης των αμαρτιών, όπως συνέβαινε με όλους τους άλλους. Ο Ιησούς εισέρχεται στα νερά του Ιορδάνη, βαπτίζεται και «ο βαπτισθείς ευθύς ανέβη από του ύδατος», χωρίς καμία άλλη ενέργεια ή πράξη (Μχτθ. 3,16).
Αυτό το «ευθύς ανέβη» της περίπτωσης του Ιησού κατά τον Ματθαίο είναι ιδιαίτερα ενδεικτικό και μοναδικό, γιατί όπως ξέρουμε σε όλες τις άλλες περιπτώσεις βαπτίσεων παρουσιαζόταν μεγάλη καθυστέρηση και χρονοτριβή, αφού είχαμε εκτεταμένη αναφορά στη ζωή του βαπτιζομένου και σχετική «δημόσια» εξομολόγηση. Αυτό το «ευθύς ανέβη» υπογραμμίζεται με έμφαση και από την ιδιαίτερα περιληπτική διήγηση του αρχαιότερου των Ευαγγελίων, εκείνου του Μάρκου (1,10). Και τούτο, γιατί η εξομολόγηση των αμαρτιών γινόταν κατά τη διάρκεια της παραμονής του υποψηφίου εντός του ύδατος, είτε αμέσως με την είσοδό του στον Ιορδάνη είτε κατά την «τελετή» της βάπτισης. Για τον Ιησού υπογραμμίζεται από όλη την ευαγγελική παράδοση, ότι με την είσοδό του στα νερά του ποταμού «ευθύς ανέβη από του ύδατος» (Ματθ. 3, 16) ή «ευθύς αναβαίνων εκ του ύδατος…» (Ματθ. 1,10), για να γίνει σαφής διαστολή από όλες τις άλλες βαπτίσεις που έκανε ο Ιωάννης προς «άπαντα τον λαόν» (Λουκ. 3,21).
Βέβαια αυτό δεν σημαίνει πως το βάπτισμα του Ιησού δεν είχε καμιά σχέση με αυτό που αποκαλούμε «άφεσιν των αμαρτιών». Δεν έχουμε πράξη εξομολόγησης, γιατί δεν έχουμε προσωπικές αμαρτίες, αλλά το βάπτισμα του Ιησού έχει μεγάλη σχέση με τη σωτηρία του κόσμου και βαθύτατη σημασία για τις αμαρτίες των ανθρώπων. Ο Ιησούς ήταν αναμάρτητος αλλ’ έγινε «αμνός του Θεού» που πήρε επάνω του όλες τις αμαρτίες των ανθρώπων (Ιωαν. 1,29• 1,36). Έτσι το βάπτισμα του Ιορδάνη «προτυπώνει» και προαναγγέλλει το άλλο «βάπτισμα» του Ιησού, το θυσιαστικό του θανάτου του πάνω στο σταυρό (Μαρκ. 10,38• Λουκ. 12,50), όπου κατ’ ουσιαστικό τρόπο πραγματοποιήθηκε όχι μόνο η «άφεσις των αμαρτιών ημών» αλλά και η λύτρωση του κόσμου. Η δημόσια δράση και ζωή του Ιησού, βλέπουμε ότι πλαισιώνεται μεταξύ δύο ειδών βαπτίσματος, του πρώτου «ύδατι» και του δευτέρου «πυρί», δηλαδή μεταξύ ταπείνωσης, θυσίας και μαρτυρίου.
Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής παρουσιάζεται από τις ευαγγελικές περικοπές ωσάν να εγνώριζε καλά τον Ιησού από προηγούμενες συναντήσεις τους, να εκτιμούσε βαθύτατα τον άνδρα, και γι’ αυτό κατά τη στιγμή της προσέλευσής του στον Ιορδάνη αρνείται επίμονα τη βάπτισή του. Και μόνο όταν ο Ιησούς επιμένει και του αποκαλύπτει ότι «πρέπον εστίν», τότε και μόνο υποχωρεί και τον βαπτίζει. Ως εδώ τα πράγματα εξελίσσονται απλά και φυσιολογικά περίπου και υπογραμμίζεται με ιδιαίτερη έμφαση η βαθύτατη εκτίμηση και ο αλληλοσεβασμός που διέκρινε τη σβέση των δυο ανδρών.
Πιθανώς δε να υπονοείται στα κείμενα και κάποιο είδος «πρόγνωσης» που μπορεί να είχε ο Ιωάννης σχετικά με το «ποιός άραγε να είναι αυτός ο ερχόμενος». Αλλά τίποτε περισσότερο και τίποτε ουσιαστικότερο. Όλα βρίσκονται ως εδώ στο επίπεδο της προσωπικής και «προφητικής» του γνώσης και εμπειρίας. Η μεγάλη αποκαλυπτική στιγμή δεν έχει ακόμη φανερωθεί. Η αποφασιστική παρέμβαση του Ουρανού δεν φάνηκε ακόμη να πραγματοποιείται για να υποδείξει και να χρίσει τον Εκλεκτό. Μέσα σ’ αυτή την «αναμονή» και μόνο μετά το τέλος της σύντομης και «τυπικής» διαδικασίας της βάπτισης του Ιησού, έχουμε το «άνοιγμα» του Ουρανού και την «κάθοδο» του αποκαλυπτικού «σημείου» της θεοφάνειας (Ματθ. 3,16· Μαρκ. 1,10).
(Γεωργίου Π. Πατρώνου, «Η ιστορική πορεία του Ιησού», εκδ. Δόμος, σ. 241-245)

Λόγος εις τα Θεοφάνεια(Φώτα) 6 Ιανουαρίου π. Χερουβείμ Βελέντζας




 
 
Εορτάζει σήμερα η αγία μας Εκκλησία την μεγάλη εορτή των Θεοφανίων, δηλαδή της Βαπτίσεως του Χριστού στον Ιορδάνη ποταμό από τον Πρόδρομο και Βαπτιστή Ιωάννη. Και ονομάζεται Θεοφάνεια τούτο το γεγονός, διότι φανερώνεται στον κόσμο ο Τριαδικός Θεός και η παρουσία του Χριστού επί της γης, με σκοπό την σωτηρία των ανθρώπων. Με τη Γέννηση του Χριστού έχουμε την απαρχή της παρουσίας του Θεού επί της γης, με τα Θεοφάνια όμως γίνεται η φανέρωση της παρουσίας Του και μετά τη Βάπτιση αρχίζει ουσιαστικά το σωτήριο έργο και η διδασκαλία του Χριστού.

Έρχεται ο Ιησούς στον Ιορδάνη, εκεί που ο Ιωάννης ο Πρόδρομος κήρυττε μετάνοια και βάπτιζε το λαό, και του ζητά να βαπτίσει και τον ίδιο. Εκείνος όμως τον εμπόδιζε, λέγοντάς Του ότι ο ίδιος είχε ανάγκη από το βάπτισμα του Θεανθρώπου. Τότε ο Ιησούς του απάντησε ότι έτσι πρέπει να γίνει, και να μη φέρει αντιρρήσεις. Και τούτο, για να φανερωθεί στη συνέχεια η θεότητα του Ιησού. Υποχώρησε ο Ιωάννης, και μόλις ο Χριστός βαπτίστηκε, “ευθύς ανέβη από του ύδατος”, και ο Ιορδάνης “εστράφη εις τα οπίσω”, δείχνοντας με το θαύμα αυτό ότι όντως ο Χριστός ως μόνος αναμάρτητος δεν είχε ανάγκη το βάπτισμα της μετανοίας, ούτε τον συμβολικό εξαγνισμό του ύδατος. Παράλληλα, άνοιξαν οι ουρανοί και το Πνεύμα του Θεού, “εν είδει περιστεράς”, ήλθε επάνω από τον Χριστό, και ακούστηκε φωνή από τον ουρανό που έλεγε “ούτος εστίν ο Υιός μου ο αγαπητός, εν ώ ηυδόκησα”.
Αυτή η φωνή του Θεού, έχει διπλό περιεχόμενο. Δηλώνει καταρχήν ότι όντως ο Χριστός είναι ο Υιός και Λόγος του Θεού, Θεός αληθινός εκ Θεού αληθινού, που σαρκώθηκε, δίδαξε, έπαθε, σταυρώθηκε και αναστήθηκε, “υπέρ της του κόσμου σωτηρίας”. Είναι ο Υιός του Θεού, στον οποίο το Πνεύμα του Θεού αναπαύεται, το Πνεύμα της αληθείας και της ειρήνης. Και δεύτερον ότι είναι ο Υιός του Θεού, στον οποίο ο Πατέρας “ευδόκησε”, δηλαδή συγκατατέθηκε με χαρά στο να πραγματώσει το έργο της σωτηρίας.
Πρώτη φορά ακούμε τη λέξη αυτή στη Γέννηση του Χριστού, όταν οι άγγελοι ψάλλουν το “Δόξα εν υψίστοις Θεώ, και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία”, δηλαδή χαρά και ευφροσύνη για τους ανθρώπους, και απαλλαγή από τη θλίψη και την απελπισία. Σήμερα ο ίδιος ο Θεός Πατήρ δηλώνει ότι ευφραίνεται, διότι φανερώνεται επίσημα πλέον η παρουσία του μονογενούς του Υιού στη γη, και γίνεται πράξη η ελπίδα όλου του κόσμου. Ο Χριστός βαπτίζεται στον Ιορδάνη, και ταυτόχρονα τελειώνει το βάπτισμα του Ιωάννη, που ήταν βάπτισμα μετανοίας και αφέσεως αμαρτιών, και αρχίζει η περίοδος της χάριτος του Θεού, της αποκαταστάσεως της αγάπης στις καρδιές των ανθρώπων, του βαπτίσματος εν Αγίω Πνεύματι.
Αυτά είναι και τα στάδια που οφείλει να ακολουθήσει η προσωπική μας πνευματική ζωή. Η μετάνοια, η εξομολόγηση και η πνευματική μας αναγέννηση με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Όσο ο άνθρωπος παραμένει εγκλωβισμένος από το σκοτάδι της αμαρτίας και των προσωπικών του παθών, είναι αδύνατο να προσεγγίσει και να κατανοήσει τον Θεό. Χρειάζεται επομένως η μετάνοια, η αλλαγή δηλαδή του τρόπου με τον οποίο σκεπτόμαστε και στη συνέχεια η εξομολόγηση και η συγγνώμη. Δεν είναι τυχαίο που ο Χριστός, όταν αμέσως μετά την Βάπτισή Του στον Ιορδάνη άρχισε το δημόσιο κήρυγμά Του, χρησιμοποίησε τα ίδια ακριβώς λόγια του Ιωάννη του Βαπτιστή: “Μετανοείτε, ήγγικεν γαρ η Βασιλεία των Ουρανών”[1]. Μέσα πάλι από τα Ευαγγέλια βλέπουμε ότι ενώ δεν κατέκρινε τον αμαρτωλό, έδινε προτεραιότητα στη μετάνοια, στην επιστροφή του ανθρώπου κοντά στον Θεό, στην απαλλαγή του από την αμαρτία, στην πνευματική του μεταστροφή και μεταμόρφωση. Αλλά και κατά την Ανάληψή Του, λέει στους αγίους Αποστόλους να κηρύξουν την μετάνοια σε όλα τα έθνη[2].
Την ίδια προτροπή κάνει διαχρονικά σε όλους μας, σε όσους επιθυμούν ειλικρινά να Τον ακολουθήσουν, να Τον ενστερνιστούν, να Τον συμπεριλάβουν στη ζωή τους, να γίνουν μέτοχοι του σώματός Του και κοινωνοί της ζωοποιού χάριτος του Αγίου Πνεύματος. Ο ρόλος μας δεν είναι να παραμείνουμε απλοί θεατές του θαύματος, αλλά μέτοχοι του Βαπτίσματος, του Σταυρού και της Αναστάσεώς Του. Να αφήσουμε σε δεύτερη μοίρα τα βιοτικά, χωρίς βέβαια να σταματήσουμε να ασχολούμαστε με τα απαραίτητα, αλλά και χωρίς να τα θεωρούμε ως το βασικό σκοπό της ύπαρξής μας. Να βάλουμε “αρχή μετανοίας” στη ζωή μας, και να αναζητήσουμε στην καθημερινότητά μας την παρουσία Του και την ευλογία Του, που έχει τη δύναμη να μεταμορφώσει τη ζωή μας.
Τότε μόνον θα έχουν αξία οι εορτές του Αγίου Δωδεκαημέρου, που ξεκινά από τα Χριστούγεννα και τελειώνει σήμερα, όταν έστω και λίγο αγγίξουν την ψυχή μας, όταν για την αγάπη του Θεού αποφασίσουμε να αναγεννηθούμε πνευματικά, όταν από αδιάφοροι θεατές γίνουμε γνήσιοι μαθητές του Χριστού. 
 
________________
[1]. Βλ. Ματθ. 4, 17. Μαρκ. 1, 15.
[2]. Βλ.. Λουκ. 24, 47.


Πρωτότυπο κείμενο από Απλά & Ορθόδοξα - π. Χερουβείμ Βελέτζας:

Θεοφάνεια (+Ι. Μ. Φουντούλη)



Την 6η  Ιανουαρίου εορτάζει η Εκκλησία μας την μεγάλη δεσποτική εορτή των«Θεοφανείων» ή «Επιφανείων» ή «τα άγια Φώτα». Τα προεόρτιά της αρχίζουν την επομένη της πρωτοχρονιάς, την 2α  Ιανουαρίου. Μέσα στην προπαρασκευαστική αυτή περίοδο ευρίσκεται και η «Κυριακή προ των φώτων».Και αυτή εντάσσεται μέσα στην προεόρτιο λειτουργική ετοιμασία. Στα αναγνώσματα της θείας λειτουργίας της Κυριακής αυτής ακούμε την «Αρχή του Ευαγγελίου Ιησού Χριστού, Υιού του Θεού» από τον πρόλογο του Κατά Μάρκον Ευαγγελίου, που αφηγείται την εμφάνιση του Προδρόμου στην έρημο του Ιορδάνη, το κήρυγμά του και την προφητεία του περί του Χριστού. Ο Ιωάννης εβάπτισεν «εν ύδατι», ο «ισχυρότερός» του όμως, που έρχεται «οπίσω» του, θα βαπτίσει τον λαό «εν Πνεύματι αγίω» (Μάρκ. 1, 1-8).
Στην τετραήμερο προεόρτιο περίοδο, από της 2ας μέχρι της 5ης Ιανουαρίου στοιβάζονται οι κανόνες, τα τριώδια και τα άλλα προεόρτια ιερά άσματα. Εχομε και εδώ την «Μεγάλη Εβδομάδα» των Φώτων, όπως την είδαμε και στα Χριστούγεννα, με την διαφορά ότι ο χρόνος της προπαρασκευής εδώ είναι μικρότερος, λόγω της παρατάσεως των μεθεόρτων των Χριστουγέννων μέχρι της 31ης Δεκεμβρίου και της εορτής της Περιτομής του Χριστού της 1ηςΙανουαρίου. Και πάλι η επίδραση των ακολουθιών της Μεγάλης Εβδομάδος είναι έκδηλη, λόγω ακριβώς της προσπάθειας παραλληλισμού της εορτής των Θεοφανείων προς το Πάσχα. Και πάλι η προπαρασκευή κορυφώνεται την παραμονή με την λαμπρά ακολουθία των μεγάλων ωρών και του μεγάλου εσπερινού της εορτής.
Τα μεθέορτα εξάλλου παρατείνονται επί οκτώ ημέρες μετά την εορτή, με τρεις ημέρες ιδιαιτέρως εξαιρούμενες, την επομένη των Θεοφανείων με την εορτή της Συνάξεως του Προδρόμου και Βαπτιστού του Χριστού, 7η Ιανουαρίου, την«Κυριακή μετά τα Φώτα», και την τελευταία ημέρα της εορτής, την απόδοση της 14ης  Ιανουαρίου, κατά την οποία ψάλλεται και πάλι ολόκληρη η ακολουθία της εορτής.
Μέσα στο εξαίρετο αυτό λειτουργικό πλαίσιο διαλάμπει η μεγάλη δεσποτική εορτή των Θεοφανείων της 6ης Ιανουαρίου. Η αρχή της είναι ανάλογη προς την εορτή των Χριστουγέννων. Την 6η Ιανουαρίου εόρταζαν κατά το παλαιό ημερολόγιο το χειμερινό ηλιοστάσιο οι εθνικοί της Αιγύπτου και της Αραβίας. Κατά τις αρχές του Γ´ αιώνος πρώτοι οι αιρετικοί οπαδοί του Βασιλείδου επεχείρησαν την αντικατάσταση της ειδωλολατρικής αυτής εορτής με την εορτή του βαπτίσματος του Χριστού. Λίγο αργότερα η Εκκλησία της Ανατολής καθόρισε την 6η Ιανουαρίου ως ημέρα εορτής των Επιφανείων ή Θεοφανείων. Ο απόστολος Παύλος ομιλεί για την «επιφάνειαν της δόξης του μεγάλου Θεού»(Τίτ. 2, 13). Αλλού τονίζει, ότι διά του Χριστού «επεφάνη η χάρις του Θεού η σωτήριος πασιν ανθρώποις» (Τίτ. 2, 11). Ο ίδιος πάλι ομιλεί για τον Θεό, που«εφανερώθη εν σαρκί» (Α´ Τιμοθ. 3, 16). Κάτω από τις εκφράσεις αυτές του αποστόλου των εθνών αναγνωρίζει κανείς τους τόσο γνωστούς στους εθνικούς όρους «θεοφάνεια» και «επιφάνεια», που σήμαιναν την μεταξύ των ανθρώπων εμφάνιση της θεότητος ή του Θεού-αυτοκράτορος σε κάποια πόλη. Στην επιφάνεια των ψευδών θεών και των αυτοκρατόρων η χριστιανική Εκκλησία αντέταξε την επιφάνεια του αληθινού Θεού και βασιλέως Χριστού, την αληθινή Θεοφάνεια. Ακριβώς δε πάλι στην λατρεία του ηλίου, που νικά κατά το χειμερινό ηλιοστάσιο το σκότος της νύχτας, αντιπαράθεσε την λατρεία του αληθινού ηλίου, του Χριστού, που ανέτειλε, κατά τον προφήτη Ησαΐα, στον εν σκότει και σκιά καθήμενο κόσμο· «Γη Ζαβουλών και γη Νεφθαλείμ, οδόν θαλάσσης πέραν του Ιορδάνου, Γαλιλαία των εθνών, ο λαός ο καθήμενος εν σκότει είδε φως μέγα, και τοις καθημένοις εν χώρα και σκιά θανάτου, φως ανέτειλεν αυτοίς» (Ησ. 8, 23. 9, 1). Αυτήν εξάλλου την προφητεία ο ευαγγελιστής Ματθαίος εφαρμόζει ακριβώς στην έναρξη της δημοσίας δράσεως του Χριστού, της επιφανείας Του μεταξύ του λαού Του (Ματθ. 4, 12-17). Αυτήν την περικοπή θα ακούσουμε να διαβάζεται κατά την θεία λειτουργία των Θεοφανείων.
    Η έννοια όμως αυτή της θεοφανείας ή της επιφανείας του Χριστού δεν ήταν συνδεδεμένη προς ένα μόνο ιστορικό γεγονός του βίου Του. Είδαμε ότι ο Βασιλείδης και οι οπαδοί του εόρταζαν την 6η Ιανουαρίου το εν Ιορδάνη Βάπτισμα, κατά το οποίο, σύμφωνα προς την αιρετική τους διδασκαλία, η θεότης σαρκώθηκε στο Χριστό. Αλλά και κατά την ορθόδοξη διδασκαλία το βάπτισμα είναι η απαρχή, η πρώτη δημοσία εμφάνιση και ανάδειξη του Ιησού ως Μεσσία και Σωτήρα. Κατ’ αυτό αναγνωρίστηκε από τον εκπρόσωπο της Παλαιάς Διαθήκης, τον προφήτη Ιωάννη τον Πρόδρομο, που είδε το Πνεύμα το άγιον «καταβαίνον και μένον επ’ αυτόν» (Ιω. 1, 32-34) και που άκουσε τη φωνή του Πατρός «Ούτος έστιν ο Υιός μου ο αγαπητός, εν ω ηυδόκησα» (Ματθ. 3, 17. Μάρκ. 1, 11. Λουκ. 3, 22), τη βεβαίωση της υιότητος. Κατά το βάπτισμα εφάνη ο Υιός – Θεός, αλλά και αποκαλύφθηκε ο Θεός – Τριάς, όπως χαρακτηριστικά ψάλλει και ο ποιητής του απολυτίκιου της εορτής: «Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου σου, Κύριε, η της Τριάδος εφανερώθη προσκύνησις». Ο Υιός εβαπτίζετο, του Πατρός η φωνή ηκούετο και το άγιον Πνεύμα κατήρχετο εν είδει περιστεράς.«Τριάδος η φανέρωσις εν Ιορδάνη γέγονεν», όπως πάλι υμνωδεί ο ιερός Κοσμάς στο τρίτο τροπάριο της 8ης  ωδής του πρώτου κανόνα της εορτής.
Αλλά και με την γέννηση του Χριστού επεφάνη ο Θεός στον κόσμο. Και αυτή λοιπόν συνεορταζόταν  με τη βάπτιση κατά την εορτή της 6ης Ιανουαρίου. Και πάλι νέοι απολογισμοί ήρθαν να δικαιώσουν την κατά την 6η Ιανουαρίου γέννηση του Χριστού, αλλά και τον συνεορτασμό της την ιδία ημέρα με τη βάπτιση. Ο Χριστός, τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, έπρεπε να έχει τέλεια και πλήρη όλα όσα αφορούσαν και στον επί γης βίο Του. Τέλεια επομένως έπρεπε να είναι και τα έτη της επιγείου ζωής Του και όχι ελλιπή. Υπολόγιζαν ότι απέθανε επί του σταυρού 6 Απριλίου. Θα έπρεπε, κατά τους ανωτέρω συλλογισμούς αυτή να ήταν και η ημέρα της συλλήψεώς Του από την Παρθένο Μαρία, του Ευαγγελισμού. Επομένως η γέννησή Του μετά εννέα πλήρεις μήνες θα έπρεπε να συμπέσει με την 6η Ιανουαρίου. Εβαπτίσθη «αρχόμενος ωσεί ετών τριάκοντα» κατά τον ευαγγελιστή Λουκά (Κεφ. 3, 23), δηλαδή πάλι κατά την 6ηΙανουαρίου, εφ’ όσον η τελειότητα θα απαιτούσε και εδώ πλήρη τον αριθμό των ετών οπό της γεννήσεώς Του κατά την ημέρα της ενάρξεως της δημοσίας Του δράσεως.
Συναφή προς την γέννηση του Χριστού γεγονότα, με τα οποία επεφάνη η Θεότητα του Χριστού, ήσαν και η προσκύνηση των ποιμένων και η δωροφορία των μάγων. Οι πρώτοι ήσαν οι αντιπρόσωποι του ιουδαϊκού λαού και οι δεύτεροι οι απαρχές των ειδωλολατρών, που αναγνώρισαν και προσκύνησαν πρώτοι τον επιφανέντα Υιό του Θεού. Και ο εορτασμός των δύο αυτών γεγονότων ήλθε να εμπλουτίσει το θέμα της εορτής των Θεοφανείων. Τα εορταζόμενα γεγονότα έγιναν ήδη τέσσερα.
Αλλά και πέμπτο γεγονός Θεοφανείας εχομε στην αρχή της δράσεως του Κυρίου. Το πρώτο Του θαύμα στην Κανά της Γαλιλαίας, όπου κατά τον γάμο μετέβαλε το νερό σε οίνο. Και σημειώνει ο ευαγγελιστής Ιωάννης, που αφηγείται το περιστατικό: «Ταύτην εποίησεν αρχήν των σημείων ο Ιησούς εν Κανά της Γαλιλαίας και εφανέρωσε την δόξαν αυτού και επίστευσαν εις αυτόν οι μαθηταί αυτού». Η φανέρωση λοιπόν της θεϊκής δόξας του Χριστού στους μαθητές Του, η αρχή των σημείων Του, το θαύμα του γάμου της Κανά, προστέθηκε στα άλλα τέσσαρα εορταστικά θέματα.
Επικρατέστερα όμως ήσαν τα δύο πρώτα εορταστικά θέματα, η γέννηση και η βάπτιση του Χριστού, που ο συνεορτασμός τους κατά την 6η Ιανουαρίου διατηρήθηκε επί μακρόν στην Ανατολή και μέχρι σήμερα εξακολουθεί να διατηρείται στην αρμενική Εκκλησία. Όταν κατά τον Δ΄ αιώνα εισήχθη οπό την Ρώμη και στην Ανατολή η  εορτή των Χριστουγέννων της 25ης Δεκεμβρίου και βαθμηδόν επικράτησε και σ’ αυτή, το εορτολογικό περιεχόμενο της εορτής των Θεοφανείων διασπάσθηκε. Κατά τα Χριστούγεννα εορταζόταν η γέννηση και κατά τα Θεοφάνεια το εν Ιορδάνη Βάπτισμα. Αυτό ακριβώς είναι και το θέμα της σημερινής εορτής των Θεοφανείων.
Η αποσυμφόρηση αυτή δεν έβλαψε, αλλ’ αντιθέτως ήταν προς όφελος της μεγάλης εορτής. Η μείωση της επιφανείας της έδωσε τη δυνατότητα της αναπτύξεώς της σε βάθος. Το βάπτισμα του Κυρίου, η κατ’ αυτό Θεοφάνεια, οι προτυπώσεις της Παλαιάς Διαθήκης, η επέκτασή του και οι συνέπειές του στη ζωή της Εκκλησίας, έδωσαν θαυμάσια και πλούσια θέματα στους ποιητές των ευχών και των ύμνων της εορτής και στους ιερούς εγκωμιαστές της. Ιδιαίτερη λαμπρότητα της δίδει η ακολουθία του μεγάλου αγιασμού, που σήμερα για την εξυπηρέτηση των πιστών τελείται δύο φορές, την παραμονή και μετά την λειτουργία της εορτής. Είναι μία παραστατική εξεικόνιση του βαπτίσματος του Κυρίου. Πρώτος, απαρχή του νέου λαού και κεφαλή, βαπτίζεται ο Χριστός και αγιάζει την κτίση των υδάτων για να δημιουργηθεί δι’ αυτών ο νέος κόσμος, η καινή κτίση, οι νέοι άνθρωποι, οι Χριστοφόροι και Θεοφόροι πιστοί. Κατά την παννυχίδα των Θεοφανείων, μετά τον αγιασμό του ύδατος και την μετάληψη και τον ραντισμό των πιστών, βαπτίζονταν σ’ αυτό οι κατηχούμενοι. Ήταν η εορτή «των Φώτων». Του «φωτισμού», του βαπτίσματος του Χριστού και των χριστιανών.
Η υμνογραφία της εορτής των Θεοφανείων είναι απαράμιλλου κάλλους. Σ’ αυτήν περιλαμβάνονται έργα διασήμων αρχαίων υμνογράφων από τα λαμπρότερα της υμνογραφίας της Εκκλησίας μας.  Στην ακολουθία του όρθρου της ημέρας της εορτής στους ειρμούς του πρώτου κανόνος, ποίημα του Κοσμά επισκόπου Μαϊουμά, του β´ ήχου, που ψάλλονται και ως καταβασίες στο τέλος των ωδών, συνδυάζονται κατά ένα θαυμαστό τρόπο τα θέματα της κάθε μιας ωδής προς το θέμα της εορτής: Η διάβαση της Ερυθρός Θαλάσσης και η διά του ύδατος σωτηρία του λαού· ο από τον παντοδύναμο Θεό στηριγμός της ταπεινής Άννας και η συντριβή του δράκοντος στο ύδωρ του βαπτίσματος· η προφητική φωνή του Αβακούμ και η φωνή του βοώντος εν τη ερήμω Βαπτιστού· το ειρηνικό κήρυγμα του Ησαΐα και το σωτήριο για τον Αδάμ έργο του ειρηνοποιού Χριστού στον Ιορδάνη· ο θρήνος «εν θλίψει» του Ιωνά και το κήρυγμα της μετανοίας του Προδρόμου· η δρόσος της καμίνου της Βαβυλώνος το άυλο πυρ που δέχθηκαν τα ρείθρα του Ιορδάνη και η υμνολογία της Μητέρας του βαπτισθέντος. Όλα αυτά, Παλαιά και Καινή Διαθήκη, τύπος και αλήθεια, συμπλέκονται σε μία υπερκόσμια συζυγία.
(Ιωάννου Μ. Φουντούλη, «Λογική Λατρεία», εκδ. Πατερικό Ίδρυμα Πατερικών Μελετών, Θεσ/νίκη 1971, σ.354-361-απόσμασμα)

Εις τα Άγια Φώτα (Αγ. Γρηγορίου του Θεολόγου)



Θεοφάνεια 17ος αιώνας
Πάλιν ο Ιησούς μου, και πάλι μυστήριο. Μυστήριο δε που δεν είναι ούτε ψεύτικο ούτε άπρεπες, ούτε προέρχεται από την ειδωλολατρική πλάνη και τη μέθη (διότι εγώ έτσι αποκαλώ τα της λατρείας τους και νομίζω ότι αυτό κάνει και κάθε λογικός άνθρωπος), αλλά είναι μυστήριο και θείο και υψηλό και δημιουργεί λαμπρότητα. Διότι η αγία ημέρα των Φώτων, στην οποίαν έχουμε φθάσει και την οποίαν έχουμε αξιωθεί να εορτάσουμε σήμερα, έχει μεν ως αρχή το βάπτισμα του Χριστού μου, του αληθινού φωτός «το οποίο φωτίζει κάθε άνθρωπο ο οποίος έρχεται στον κόσμον», πραγματοποιεί δε τον καθαρισμό μου και βοηθεί το φως που έχουμε λάβει από τον Θεό κατά τη δημιουργία και το έχουμε κάνει να σκοτεινιάσει και να αδυνατίσει.
Ακούστε λοιπόν τη φωνή του Θεού, η οποία σ’ εμένα μεν, τον οπαδό και τον εξηγητή των τέτοιων πραγμάτων, ακούγεται πολύ δυνατά, μακάρι δε να ακουσθεί και σε σας: «Εγώ είμαι το φως του κόσμου» και γι’ αυτό το λόγο «πλησιάστε τον και πάρετε φως, και τα πρόσωπά σας δεν θα σκιασθούν από ντροπή», επειδή έχουν την σφραγίδα του αληθινού φωτός. Να, ευκαιρία αναγεννήσεως· ας γίνουμε ουράνιοι. Να, καιρός αναδημιουργίας· ας ξαναβρούμε τον πρώτο Αδάμ. Να μην μείνουμε εκείνο που είμαστε, αλλά να γίνουμε εκείνο που κάποτε είμαστε. «Το φως φωτίζει μέσα στο σκοτάδι με την παρούσα ζωή και τη σάρκα. Και το καταδιώκει μεν, αλλά δεν κατορθώνει να το εξουδετερώσει το σκοτάδι, η εχθρική δηλαδή δύναμη, η οποία επιτίθεται μεν από θρασύτητα σ’ εκείνον που μοιάζει στον Αδάμ, αλλά πέφτει επάνω στο Θεό και νικιέται, για να ρίχνουμε από πάνω μας το σκοτάδι και να πλησιάζουμε στο φως και να γινόμαστε τέλειο φως, παιδιά τελείου φωτός. Βλέπετε την ωραιότητα της ημέρας; Βλέπετε τη δύναμη του μυστηρίου; Δεν έχετε υψωθεί από τη γη; Δεν ανεβήκατε πιο πάνω, βοηθούμενοι από τη δική μου φωνή και τους λόγους μου; Θα τοποθετηθείτε δε ακόμη υψηλότερα όταν θα βοηθήσει ο Λόγος το δικό μου λόγο. [...]
Ο Ιωάννης όμως βαπτίζει και έρχεται να βαπτισθεί ο Ιησούς, για να αγιάσει μεν ενδεχομένως και τον βαπτιστή, όπως είναι δε καταφανές, για να θάψει μέσα στο νερό όλον τον παλαιό Αδάμ και να αγιάσει πριν απ’ αυτούς και για χάρη τους τον Ιορδάνη. Όπως δε ο ίδιος ήταν Πνεύμα και σάρκα, έτσι δίνει την πνευματική ολοκλήρωση με Πνεύμα και νερό. Ο βαπτιστής δεν δέχεται και ο Ιησούς αγωνίζεται (να τον πείσει). «Εγώ έχω ανάγκη να βαπτι¬σθώ από σένα» λέει το λυχνάρι στον Ήλιο, η φωνή στο Λόγο, ο φίλος στον Νυμφίο, ο ανώτερος από κάθε άλλο γέννημα γυναίκας στον Πρωτότοκο ολόκληρης της δημιουργίας, εκείνος που σκίρτησε ενώ βρισκόταν μέσα στην κοιλιά σ’ εκείνον που προσκυνήθηκε μέσα στην κοιλιά, εκείνος που προέτρεξε και ο οποίος θα προστρέξει σ’ εκείνον που φάνηκε και θα φανεί. «Εγώ έχω ανάγκη να βαπτισθώ από σένα» – πρόσθεσε και «δι’ εσέ» (διότι γνώριζε ότι επρόκειτο να βαπισθεί με το μαρτύριο) ή, όπως ο Πέτρος, το ότι θα καθαρίσεις όχι μόνον τα πόδια — «και συ έρχεσαι προς εμέ;». Και τούτο είναι προφητικό. Διότι γνώριζε ότι όπως μετά τον Ηρώδη επρόκειτο να καταληφθεί από μανία ο Πιλάτος, έτσι και μετά απ’ αυτόν, ο οποίος θα έφευγε προηγουμένως, θα ακολουθούσε ο Ιησούς. Τί δε λέει ο Ιησούς; «Άφησε τώρα τις αντιρρήσεις», διότι αυτό απαιτούσε το θείο σχέδιο. Διότι γνώριζε ότι μετά από λίγο επρόκειτο να βαπτίσει αυτός τον βαπτιστή. Τί δε είναι το φτυάρι; Η κάθαρση. Τί είναι δε το πυρ; Το κάψιμο κάθε ανόητου πράγματος και η αναζωπύρωση του πνεύματος. Τί είναι δε η αξίνα; Το κόψιμο της ψυχής, η οποία, αφού έχει γεμίσει με ακαθαρσίες, έχει καταστεί αθεράπευτη. Τί είναι δε το μαχαίρι; Η τομή την οποία κάνει ο Λόγος και η οποία ξεχωρίζει το κακό από το καλό και τον πιστό από τον άπιστο και η οποία κάνει τον υιό και τη θυγατέρα και την νύμφη να επαναστατούν κατά του πατέρα και της μητέρας και της πεθεράς, και τα νέα και πρόσφατα (να επαναστατούν) κατά των παλαιών τα οποία είναι σκιώδη. Τί είναι δε το κορδόνι του υποδήματος, που δε μπορείς να λύσεις συ που βαπτίζεις τον Ιησού, που έζησες στην έρημο με νηστεία, ο νέος Ηλίας, ο οποίος είσαι κάτι ανώτερο και από προφήτη, αφού είδες και εκείνον που είχες προφητεύσει και που συνδέεις την Πάλαια με την Καινή Διαθήκη; Τί είναι αυτό; Ενδεχομένως ο λόγος για την έλευση στη γη και περί της σαρκός, του οποίου και το ελάχιστο ακόμη τμήμα είναι αδύνατο να γίνει κατανοητό, όχι μόνον σ’ εκείνους οι οποίοι έχουν ακόμη σαρκικό φρόνημα και είναι ακόμη νήπια στο Χριστιανισμό, αλλά και σ’ εκείνους οι οποίοι διαθέτουν το Πνεύμα του Ιωάννη.
Αλλά και ανεβαίνει από το νερό ο Ιησούς. Ανεβάζει δε μαζί του και τον κόσμο και βλέπει να σχίζονται οι ουρανοί, τους οποίους ο Αδάμ είχε κλείσει για τον εαυτό του και για τους απογόνους του, όπως είχε κλείσει και με τη φλογίνη ρομφαία τον παράδεισο. Και το Πνεύμα μαρτυρεί τη Θεότητα (διότι το όμοιο σπεύδει προς το όμοιο) και η φωνή από τους ουρανούς (διότι απ’ εκεί προερχόταν εκείνος για τον οποίον διδόταν η μαρτυρία). Εμφανίζεται δε σαν περιστέρι (διότι τιμά το σώμα, αφού και αυτό γίνεται Θεός με τη θέωση, όταν αυτή θεωρείται από την πλευρά του σώματος) και λόγω του ότι είναι από πολύ παλαιά συνηθισμένο να φέρει την ευχάριστη αγγελία της παύσεως του κατακλυσμού το περιστέρι. Εάν δε κρίνεις την θεότητα με όγκους και με σταθμά, και για τον λόγο αυτόν σου φαίνεται μικρό το Πνεύμα, επειδή παρουσιάζεται με μορφή περιστεριού, ω ανόητε και μικρόψυχε για τα πιο μεγάλα, είναι καιρός να δυσφημίσεις και τη βασιλεία των ουρανών, επειδή παρομοιάζεται με ένα σπειρί από σινάπι, και να υπερυψώνεις το διάβολο Πιο πολύ από την μεγαλειότητα του Ιησού, επειδή αυτός μεν ονομάζεται βουνό μεγάλο και Λεβιάθαν και βασιλεύς όσων βρίσκονται στα νερά, ενώ ο Ιησούς ονομάζεται «αρνίον και μαργαρίτης και σταγών» και άλλα παρόμοια,
Επειδή δε σήμερα πανηγυρίζουμε το βάπτισμα και πρέπει να κακοπαθήσουμε λίγο για χάρη εκείνου ο οποίος για χάρη μας έγινε όπως εμείς και βαπτίσθηκε και σταυρώθηκε, ας εξετάσουμε φιλοσοφικά κάτι σχετικό με την διαφορά των Βαπτισμάτων, για να φύγουμε απ’ εδώ καθαρισμένοι. Ο Μωϋσής βάπτισε, αλλά βάπτισε στο νερό και πριν απ’ αυτό στη νεφέλη και στη θάλασσα. Αυτό δε αποτελούσε σύμβολο, όπως πιστεύει και ο Παύλος. Η θάλασσα του νερού, η νεφέλη του Πνεύματος, το μάννα του άρτου της ζωής, και το νερό, που έπιναν, του ουρανίου ποτού. Και ο Ιωάννης βάπτισε, αλλά όχι τελείως ιουδαϊκά, επειδή δεν βάπτισε μόνο στο νερό αλλά και στη μετάνοια. Όχι όμως και ολότελα πνευματικά, επειδή δεν προσθέτει και το «εις το Πνεύμα». Βαπτίζει και ο Ιησούς, αλλά στο Πνεύμα. Αυτό είναι η τελειότητα. Και πώς δεν είναι Θεός, για να γίνω και λίγο παράτολμος, εκείνος από τον οποίον θα γίνεις και συ Θεός; Γνωρίζω και τέταρτο βάπτισμα, το βάπτισμα του μαρτυρίου και του αίματος, στο οποίο βαπτίσθηκε και ο ίδιος ο Χριστός, και που είναι πολύ πιο αξιοσέβαστο από το άλλα, γιατί δεν μολύνεται από μεταγενέστερα αμαρτήματα. Γνωρίζω και πέμπτο ακόμη, το βάπτισμα των δακρύων, που είναι ακόμη πιο επίπονο, όπως «εκείνος ο οποίος βρέχει κάθε. νύκτα το κρεββάτι και το στρώμα του με δάκρυα», που «οι πληγές της κακίας μυρίζουν άσχημα και έχουν σαπίσει», που «πενθεί και βαδίζει με σκυμμένο κεφάλι» και που μιμείται την επιστροφή του Μανασσή και την ταπείνωση των κατοίκων της Νινευΐ, η οποία τους εξασφάλισε τη συγχώρηση·, ο οποίος, ακόμη, λέει αυτά που είπε ο τελώνης στο ναό και κέρδισε τη συγχώρηση αντί για τον καυχησιάρη φαρισαίο, και ο οποίος σκύβει με ταπείνωση, όπως η Χαναναία, και ζητά να τον ευσπλαγχνισθούν και να του δώσουν ως τροφή ψίχουλα, την τροφή δηλαδή που τρώει ο σκύλος όταν είναι πολύ πεινασμένος.
18. Εγώ λοιπόν (επειδή ομολογώ ότι ο άνθρωπος είναι ζώο που αλλάζει εύκολα και μεταβάλλεται η φύση του) και αυτό το δέχομαι με προθυμία, και προσκυνώ εκείνον που το έδωσε, και το δίνω και στους άλλους, και προσφέρω φιλανθρωπία έναντι της φιλανθρωπίας η οποία μου προσφέρεται. Διότι γνωρίζω ότι και εγώ είμαι άνθρωπος αδύνατος, και ότι με οποίο μέτρο θα κρίνω με το ίδιο θα κριθώ. Συ δε τί λες και τί νόμους βγάζεις, ω νέε φαρισαίε, ό οποίος είσαι καθαρός μεν ως προς το όνομα αλλά όχι και ως προς την ψυχική διάθεση, και που, ενώ είσαι το ίδιο αδύνατος με τους άλλους, διακηρύσσεις με έπαρση τις δοξασίας του Νοβάτου; Δεν δέχεσαι τη μετάνοια; Δεν συγκινείσαι με τους οδυρμούς; Δεν χύνεις ούτε ένα δάκρυ; Μακάρι να μην συναντήσεις ούτε συ τέτοιο κριτή. Δεν σέβεσαι τη φιλανθρωπία του Ιησού, ο οποίος πήρε τις αδυναμίας μας και σήκωσε τις ασθένειές μας, ο οποίος ήλθε όχι για τους δικαίους, αλλά για να μετανοήσουν οι αμαρτωλοί, ο οποίος «θέλει την ευσπλαχνία περισσότερό από τη θυσία», ο οποίος συγχωρεί τα αμαρτήματα «εβδομηκοντάκις επτά», δηλ. άπειρες φορές; Πόσο αξιομακάριστη θα ήταν η υψηλοφροσύνη σου, αν ήταν καθαρότητα και όχι ανόητη κενοδοξία, που θέτει νόμους ανώτερους από τις δυνάμεις του ανθρώπου και αντικαθιστά την επανόρθωση με την απόγνωση. Διότι το ίδιο κακό είναι και η χωρίς σωφροσύνη συγχώρηση και η χωρίς συγχώρηση καταδίκη. Επειδή η μεν πρώτη αφήνει τελείως ελεύθερα τα χαλινάρια ενώ η δεύτερη προκαλεί απόγνωση με την σκληρότητά της. Δείξε μου την καθαρότητα σου, και τότε θα δεχθώ να υπερηφανεύεσαι. Τώρα όμως φοβούμαι μήπως, ενώ είσαι γεμάτος από πληγές, βάλεις μέσα εκείνο το οποίο παραμένει αθεράπευτο. Ούτε δέχεσαι μετανοημένο τον Δαβίδ, ο οποίος με την μετάνοιά του διατήρησε το προφητικό του χάρισμα1; Ούτε τον Πέτρο τον μεγάλο, ο οποίος έπαθε κάτι ανθρώπινο κατά τη διάρκεια του σωτηρίου πάθους; Ο Ιησούς δε τον δέχθηκε και με την τριπλή ερώτηση και την τριπλή ομολογία θεράπευσε την τριπλή άρνηση. Η δεν δέχεσαι ούτε εκείνον ο οποίος τελειοποιήθηκε με το αίμα του; Και αυτό αποτελεί ένα ακόμη δείγμα της σκληρότητάς σου. Ούτε εκείνον ο οποίος παρανόμησε στην Κόρινθο; Ο Παύλος δε υπέδειξε ως ποινή την αγάπη, επειδή είδε τη διόρθωση και το αίτιο της διορθώσεως, «για να μη χαθεί εκείνος που είχε αμαρτήσει από την υπερβολική επιτίμηση». Ούτε επιτρέπεις στις νέες χήρες να παντρεύονται, επειδή η ηλικία τους είναι εύκολο να παρεκκλίνει προς την αμαρτία; Αυτό όμως το τόλμησε ο Παύλος, του οποίου συ γίνεσαι διδάσκαλος, σαν να είχες ανεβεί μέχρι τον τέταρτο ουρανό και σε άλλον παράδεισο, σαν να είχες ακούσει πιο απόρρητα πράγματα, και να είχες οδηγήσει στο Ευαγγέλιο μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων.[...]
Εμείς δε ας τιμήσουμε σήμερα το Βάπτισμα του Χριστού και ας το εορτάσουμε σωστά με το να χαιρόμαστε πνευματικά και όχι να περιποιούμαστε την κοιλία μας. Πώς δε θα χαρούμε; «Λουσθείτε για να καθαρισθείτε». Αν μεν είσθε κόκκινοι από την αμαρτία και λιγότερο κόκκινοι από το αίμα, τότε να γίνετε λευκοί όπως το χιόνι. Αν δε είσθε κόκκινοι και άνθρωποι γεμάτοι από αίματα, τότε ας φθάσετε έστω και τη λευκότητα του μαλλιού. Πάντως καθαρισθείτε και φροντίζετε να καθαρίζεστε, επειδή με τίποτε άλλο δεν χαίρεται τόσο πολύ ο Θεός, όσο με τη διόρθωση και τη σωτηρία του ανθρώπου, για χάρη του οποίου έχουν λεχθεί τα πάντα και έχουν δοθεί όλα τα μυστήρια· για να γίνετε φωτεινά αστέρια για τον κόσμο και δύναμη ζωτική για τους άλλους ανθρώπους. Για να παρουσιασθείτε σαν τέλεια φώτα στο μεγάλο φως, και να μυηθείτε στη φωταγωγία που πηγάζει από εκεί, παίρνοντας φως καθαρότερο και δυνατότερο από την Τριάδα, της οποίας σήμερα έχετε υποδεχτεί την μία αυγή από την μία θεότητα, στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού του Κυρίου μας, στον οποίον ανήκει η δόξα και η εξουσία στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
(Αγ. Γρηγορίου του Θεολόγου, Λόγος ΛΘ΄, «Εις τα Άγια Φώτα», ΕΠΕ, τ. 5ος , σ.73-113 –αποσπάσματα.)

ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΟΝΕΙΡΑ



 Γ. Μελέτη, Θεολόγου

            Τα όνειρα χρειάζονται πολλή προσοχή γιατί μπορεί να γίνουν εφιάλτης του ανθρώπου. Δυστυχώς δεν είναι λίγοι πιστοί που τα πιστεύουν, αιχμαλωτίζονται σ’ αυτά και τα κάνουν οδηγό στη ζωή τους. Αν δουν κάποιο όνειρο αναρωτιούνται τι σημαίνει ή αν θα επαληθευθεί.
            Έτσι αντί να αρχίσουν την ημέρα τους χαρούμενα και δημιουργικά, με ευχαριστία προς τον Θεό, είναι κατηφείς, ανήσυχοι, με αγωνία για το τι θα τους συμβεί, με αποτέλεσμα να δηλητηριάζουν την ημέρα τους.
            Εδώ πρέπει να προσέξουμε τις παγίδες του πονηρού, ο οποίος τα χρησιμοποιεί και τα εκμεταλλεύεται ακόμη και πραγματοποιώντας τα για να δεσμεύσει τον άνθρωπο και να αιχμαλωτίσει την ψυχή του.
            Υπάρχει όμως και κάποια ερμηνεία. Οι ψυχολόγοι  δίνουν διάφορες εξηγήσεις. Συνήθως τα αποδίδουν στη μερική ή ανάπλαση των καθημερινών γεγονότων. Ακόμη λένε ότι είναι επαναφορά απωθημένων καταστάσεων από τον κόσμο του υποσυνείδητου.O Μ. Βασίλειος χαρακτηρίζει τα όνειρα ως προέκταση και συνέχεια των φροντίδων της ημέρας. Πάντως τα περισσότερα όνειρα, είτε είναι ήρεμα είτε εφιαλτικά για τον ύπνο του ανθρώπου, προέρχονται από τις καθημερινές μέριμνες και  ασχολίες.
            Η Αγ. Γραφή γενικά καταδικάζει την πίστη στα όνειρα. Γι’ αυτούς που βλέπουν ευχάριστα όνειρα και ενθουσιάζονται, το βιβλίο της Σ. Σειράχ λέγει : « ασύνετος και άφρονας είναι αυτός που ζει με τις απατηλές ελπίδες των ονείρων. Μοιάζει με τον άνθρωπο που κυνηγά τη σκιά και τον άνεμο. Αλλοίμονο στον άνθρωπο που θα δώσει την καρδιά του στα όνειρα».
            Σε διάφορες εποχές παρουσιάζονταν στον Ισραηλιτικό λαό ψευδοπροφήτες, που τον εξαπατούσαν και του έλεγαν, ότι ο Θεός τους μίλησε και τους αποκάλυψε το θέλημα Του με όνειρα. Όλοι αυτοί απαιτούσαν πίστη στο ψεύδος και την απάτη ων ονείρων.
            Υπάρχουν βέβαια και τα αποκαλυπτικά όνειρα στη Π. Διαθήκη,  με τα οποία ο Θεός γνωστοποιεί κάποιες από τις βουλές Του στους ανθρώπους. Στην Κ. Διαθήκη τα όνειρα είναι σπάνια και έχουν το χαρακτήρα τα προειδοποιήσεως ορισμένων προσώπων από τον Θεό, για να ενεργήσουν σύμφωνα με το θέλημα Του. Οπωσδήποτε όμως δεν χρησιμοποιούνται ως μέσο αποκαλύψεως του Θεού. Γι’ αυτό θα ήταν μεγάλο λάθος αυτές τις εξαιρέσεις να τις προεκτείνουμε και στην εποχή μας. Η Αγ. Γραφή όχι μόνο τα απορρίπτει, αλλά και τα καταδικάζει.
            Ο Μ. Βασίλειος για να προφυλάξει τους χριστιανούς από την πλάνη γράφει : « όσοι προσέχουν στα όνειρα, στις μαντείες κ.λ.π. και ζητούν να παρασύρουν και μας, εξουθενώνουν την αλήθεια. Πίσω από τα όνειρα κρύβεται η πλάνη των δαιμόνων».

( « Ερωτήματα στον Ιησού 

Ὁσίας Συγκλητικῆς - Διδαχές (Ἡ Οργή)




Ἡ ὀργή εἶναι μικρό ἁμάρτημα. Τό πιό βαρύ ὅμως ἁμάρτημα ἀπ᾽ ὅλα εἶναι ἡ μνησικακία.
 Γιατί ὁ θυμός διαλύεται σάν τόν καπνό, πού θολώνει γιά λίγο τήν ψυχή, ἡ μνησικακία
 ὅμως σάν μόνιμη κατάσταση ἐξαγριώνει τήν ψυχή περισσότερο κι ἀπό θηρίο.
 Καί ὁ σκύλος, ὅταν χτυπήση κάποιο μέ μανία, μέ λίγη τροφή μαλακώνει, 
ὅπως καί τά ἄλλα θηρία, πού πραΰνονται μέ τήν ἀγάπη. Ἐκεῖνος ὅμως, πού κυριεύετα
ι ἀπό μνησικακία, οὔτε μέ παρακλήσεις ἀλλάζει, οὔτε μέ τροφή μαλακώνει, οὔτε μέ τόν χρόνο, 
πού μεταβάλλει τά πάντα, μπορεῖ νά θεραπευθῆ. Οἱ μνησίκακοι εἶναι οἱ πιό ἀσεβεῖς καί παράνομο
ι ἀπ᾽ ὅλους, γιατί δέν ὑπακούουν στά λόγια τοῦ Χριστοῦ πού λέει, «Ὕπαγε πρῶτον διαλλάγηθ
 τῷ ἀδελφῷ σου καί οὔτω προσάγαγε τό δῶρον» (Ματθ. 5,24) καί «μή ἐπιδυέτω ὁ ἥλιος ἐπί τῷ
 παροργισμῷ ὑμῶν» (Ἐφεσ. 4,26).

Μ Ἀθανασίου: Βίος τῆς Ὁσίας Συγκλητικῆς

Εὐφράνθητι ἔρημος διψῶσα, ἀγαλλιάσθω ἔρημος καὶ ἀνθείτω ὡς κρίνον



Τάδε λέγει Κύριος· Εὐφράνθητι ἔρημος διψῶσα, 
ἀγαλλιάσθω ἔρημος, καὶ ἀνθείτω ὡς κρίνον. Καὶ ἐξανθήσει,
 καὶ ὑλοχαρήσει, καὶ ἀγαλλιάσεται τὰ ἔρημα τοῦ Ἰορδάνου, 
καὶ ἡ δόξα τοῦ Λιβάνου ἐδόθη αὐτῇ, καὶ ἡ τιμὴ τοῦ Καρμήλου, 
καὶ ὁ λαός μου ὄψεται τὴν δόξαν Κυρίου, καὶ τὸ ὕψος τοῦ Θεοῦ,
ἰσχύσατε χεῖρες ἀνειμέναι, καὶ γόνατα παραλελυμένα. 
Παρακαλέσατε, καὶ εἴπατε τοῖς ὀλιγοψυχοις τῇ διανοίᾳ, 
ἰσχύσατε καὶ μὴ φοβεῖσθε· ἰδοὺ ὁ Θεὸς ἡμῶν κρίσιν
 ἀνταποδίδωσι, καὶ ἀνταποδώσει, αὐτὸς ἥξει καὶ σώσει
 ἡμᾶς. Τότε ἀνοιχθήσονται ὀφθαλμοὶ τυφλῶν,
 καὶ ὦτα κωφῶν ἀκούσονται. 
Τότε ἁλεῖται χωλὸς ὡς ἔλαφος, καὶ τρανὴ ἔσται γλῶσσα
 μογγιλάλων, ὅτι ἐρράγη ἐν τῇ ἐρήμῳ ὕδωρ, 
καὶ φάραγξ ἐν γῇ διψώσῃ. Καὶ ἔσται ἡ ἄνυδρος εἰς ἕλη,
 καὶ εἰς τὴν διψῶσαν γῆν πηγὴ ὕδατος ἔσται, 
ἐκεῖ ἔσται εὐφροσύνη ὀρνέων, ἐπαύλεις σειρήνων,
καὶ καλάμη καὶ ἕλη. Καὶ ἔσται ἐκεῖ ὁδὸς καθαρά, 
καὶ ὁδὸς ἁγία κληθήσεται, οὐ μὴ παρέλθῃ ἐκεῖ ἀκάθαρτος,
 οὐδὲ ἔσται ἐκεῖ ὁδὸς ἀκαθάρτου, οἱ δὲ διεσπαρμένοι
 πορεύσονται ἐπ᾽ αὐτῆς, καὶ οὐ μὴ πλανηθῶσι.
 Καὶ οὐκ ἔσται ἐκεῖ λέων, οὐδὲ τῶν πονηρῶν θηρίων,
 οὐ μὴ ἀναβῇ εἰς αὐτήν, οὐδὲ μὴ εὑρεθῇ ἐκεῖ, 
ἀλλὰ πορεύσονται ἐν αὐτῇ λελυτρωμένοι, 
καὶ συνηγμένοι διὰ Κύριον. Καὶ ἀποστραφήσονται, 
καὶ ἥξουσιν εἰς Σιὼν μετ᾽ εὐφροσύνης καὶ ἀγαλλιάσεως,
 καὶ εὐφροσύνη αἰώνιος ὑπὲρ κεφαλῆς αὐτῶν· 
ἐπὶ γὰρ τῆς κεφαλῆς αὐτῶν αἴνεσις καὶ ἀγαλλίαμα, 
καὶ εὐφροσύνη καταλήψεται αὐτούς· ἀπέδρα ὀδύνη, 
λύπη καὶ στεναγμός. 




ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΟΣΙΑΣ ΣΥΓΚΛΗΤΙΚΗΣ



ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΟΣΙΑΣ ΣΥΓΚΛΗΤΙΚΗΣΓιορτάζουμε σήμερα 5 Ιανουαρίου, ημέρα μνήμης της Οσίας Συγκλητικής, ας πούμε λίγα λόγια:

Η Οσία Συγκλητική έζησε στον καιρό του Μεγάλου Αθανασίου. Οι γονείς της ήταν πλούσιοι, και πολύ ευσεβείς. Πάντοτε βοηθούσαν τους ανθρώπους που είχαν πρόβλημα και είχαν ανάγκη, διότι αυτό ζητάει ο Κύριος από τους ανθρώπους, να βοηθούμε τον πλησίον μας. Τα πλούτη έφερναν διακεκριμένους και πολλούς γαμπρούς στο σπίτι τους για την ωραία Οσία Συγκλητική. Η Οσία, όμως, παρακάλεσε τους γονείς της να μην επιμένουν να παντρευτεί. Διότι ήθελε να αφιερωθεί στην αγάπη του πλησίον. Πράγματι, οι ευσεβείς γονείς σεβάστηκαν την απόφαση της κόρης τους.
Έτσι λοιπόν η Οσία Συγκλητική αφιέρωσε τη ζωή της για την ανακούφιση των ασθενών, των λυπημένων, των ορφανών και των φτωχών. Ευχαρίστησή της ήταν να βλέπει το γέλιο, εκεί όπου κυριαρχούσε πριν η θλίψη. Ο πολύς κόπος όμως, στην Ιερή αυτή διακονία, έκαναν το σώμα της Οσίας ασθενικό. Αλλά η Οσία μας, στη δοκιμασία αυτή υπήρξε καρτερική, χωρίς ποτέ να γογγύξει προς τον Θεό. Τελικά, παρέδωσε την ψυχή της στον Κύριο, σε ηλικία 80 χρονών.Χρόνια πολλά και ευάρεστα στο Θεό !!!



πηγη

Γέρων Παΐσιος, Άγνοια δεν δικαιολογείται.




-Μήπως, Γέροντα, μερικοί είναι αδιάφοροι, επειδή έχουν άγνοια;
-Τι άγνοια; Να σού πω μιά άγνοια; Φιλόλογος από την Χαλκιδική δεν ήξερε τι είναι το Άγιον Όρος. Ένας Γερ­μανός δάσκαλος τού μίλησε για το Άγιον Όρος και ήρθαν μαζί. Ό Γερμανός ήξερε ακόμη καί πόσα μονα­στήρια υπάρχουν στο Άγιον Όρος. Και παρόλο πού ήταν Προτεστάντης, ήξερε καί τι άγια Λείψανα υπάρχουν, πού βρίσκονται κ.λπ. Αυτή ή άγνοια δικαιολογείται; Άλλος από την Αμερική είπε σε κάποιον από την Χαλκιδική να’ρθει για ένα πρόβλημα του να τον βοηθήσω. Από την Αμερική! Να σας πω καί κάτι ακόμη. Ήρθε ένας στο Καλύβι πού ήταν από την Φλώρινα. «Μέσα από την Φλώρινα, τού λέω, είσαι;». «Ναι, από μέσα», μού λέει.
«Εσείς εκεί έχετε καί καλό μητροπολίτη», τού λέω. «Σε ποια ομάδα παίζει;», μου λέει. Αυτός νόμιζε ότι ήταν πο­δοσφαιριστής! Ήταν προσηλωμένος στο ποδόσφαιρο. Ούτε τον δεσπότη ήξερε τουλάχιστον τον Καντιώτη τον ξέρουν. Αυτά δεν δικαιολογούνται.
Όχι, άγνοια δεν δικαιολογείται σήμερα στον κόσμο. Λείπει ή καλή διάθεση, το φιλότιμο. Εκείνος πού έχει καλή διάθεση για να γνωρίσει τον Χριστό, θα Τον γνωρίσει. Θα πάρει στροφή. Και αν δεν βρεθεί ούτε ένας θεολόγος ούτε ένας καλόγερος, και δεν ακούσει τον λόγω του Θεού, άμα έχει καλή διάθεση, θα πάρει στροφή ή από ένα φίδι ή από ένα θηρίο ή από μια αστραπή, από έναν κατακλυσμό, ή από κάποιο άλλο γεγονός. Θα τον οικονομήσει ό Θεός. Ένα παιδί αναρχικό είχε πάει στην Γερμανία. Εκεί το έκλεισαν σε αναμορφωτήριο, γιατί είχε μπλέξει με ναρκωτικά κ.λπ. Δεν είχε βοηθηθεί από πουθενά. Στο ανα­μορφωτήριο του έδωσε κάποιος ένα Ευαγγέλιο. Το διά­βασε και άλλαξε αμέσως. «Θα πάω στην Ελλάδα, είπε· εκεί είναι ή Ορθοδοξία». Γύρισε στο χωριό του. Οι συγ­γενείς του βάλθηκαν να τον παντρέψουν. Τον πάντρεψαν απέκτησε καί ένα παιδάκι. Διάβαζε το Ευαγγέλιο, πήγαι­νε στην Εκκλησία, τηρούσε τις αργίες. Οι άλλοι πού τον έβλεπαν να ζει έτσι έλεγαν: «Αυτός, για να διάβαση Ευαγ­γέλιο, πάσχει, τρελλάθηκε»! Μετά από λίγο τον εγκατέ­λειψε καί ή γυναίκα του· πήρε μαζί της καί το παιδάκι. Όταν έφυγε ή γυναίκα του, εκείνος άφησε όλα όσα είχε στο χωριό, χωράφια, τρακτέρ κ.λπ. καί πήγε στις σπηλιές καί ασκήτευε. Ένας Πνευματικός όμως τού είπε: «Πρέ­πει να βρεις την γυναίκα σου, να συνεννοηθείτε, καί ύστε­ρα να αποφασίσεις τι θα κάνης». Ξεκίνησε λοιπόν να πάει στην Θεσσαλονίκη, για να βρει την γυναίκα του. Πίστευε ότι, αφού έτσι τού είπε ό Πνευματικός, θα τού την πα­ρουσίαση ό Χριστός.
Στην Θεσσαλονίκη δεν την παρου­σίασε την γυναίκα του ο Χριστός. Έν τω μεταξύ, βρήκε κάτι Γερμανούς, τους κατήχησε· ό ένας βαπτίσθηκε. Αυτοί τού έβαλαν τά ναύλα καί πήγε στην Αθήνα. Ούτε εκεί τού την παρουσίασε. Τού έβαλαν πάλι τά ναύλα καί πήγε στην Κρήτη. Έπιασε Εκεί μιά δουλειά καί πήγε σε έναν Πνευ­ματικό. Εκείνος, όταν άκουσε το πρόβλημα του, τού είπε: «Μήπως ή γυναίκα σου καί το παιδάκι είναι έτσι καί έτσι; Εδώ κάπου δουλεύει μιά γυναίκα. Δεν έχει πολύ καιρό πού ήρθε». Καί τού περιέγραψε πώς ήταν αυτή ή γυναίκα. «Αυτή πρέπει να είναι», λέει. Την ειδοποίησε ό Πνευ­ματικός. Εκείνη, μόλις τον είδε, τά έχασε. «Με μάγια με βρήκες, του είπε. Μάγος είσαι». Καί τον άφησε και έφυγε, πριν προλάβει να της μιλήσει. Την έχασε πάλι. Έμαθε καί για μένα και ήρθε στο Καλύβι. Χτύπησε μια φορά καί πε­ρίμενε. Τραβήχθηκε στην άκρη καί, ώσπου να ανοίξω, έκανε μετάνοιες. Φορούσε κάτι παλιά ρούχα. Μού τά διη­γήθηκε όλα. Είχα μερικά ξερά σύκα καί τού έδωσα. «Θέ­λεις σύκα;», τού λέω. «Δεν έχω δόντια», μού λέει. «Καί εγώ δεν έχω», τού λέω. «Έσύ πονάς; με ρωτάει. Έγώ πονώ. Μέσα από τον πόνο βγαίνει ή χαρά τού Χριστού», μού λέει. «Θέλεις καμμιά φανέλλα;», τον ρωτάω. «Έχω δυό, μού λέει. Αν ζεστάνει ό καιρός, θα την δώσω την μία». «Κοίταξε, τού λέω, μέχρι να ξεκαθαρίσεις καί να συνεννοηθείς με την γυναίκα σου, να προσέξεις την υγεία σου, γιατί έχεις ευθύνη καί για το παιδάκι». Τέτοια αυταπάρ­νηση! Τέτοια πίστη! Δεν ήταν ούτε είκοσι επτά χρονών. Πού να είχε γνωρίσει αυτός την μοναχική ζωή! Άγνοια τελεία είχε, άλλα είχε καλή διάθεση καί ό Θεός τον βοή­θησε καί προχώρησε βαθιά ευαγγελικά.
Γι’ αυτό λέω ότι άγνοια δεν δικαιολογείται με τίπο­τε σήμερα. Μόνον αν είναι κανείς λειψός ή μικρό παιδί, δικαιολογείται να έχει άγνοια. Αλλά καί τά μικρά παι­διά σήμερα είναι σπίρτα! Άμα θέλει κανείς, υπάρχουν πολλές δυνατότητες, για να γνωρίσει την αλήθεια.
(ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ – ΛΟΓΟΙ Β’ – ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ)

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...