Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 01, 2012

Τὰ ὄνειρα Αγ. Ιγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ


Αγ. Ιγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ
Οἱ δαίμονες χρησιμοποιοῦν τὰ ὄνειρα γιὰ νὰ ἐνοχλήσουν καὶ νὰ πληγώσουν τὶς ἀνθρώπινες ψυχές. Μὲ παρόμοιο τρόπο οἱ ἄπειροι στὸν πνευματικὸ ἀγώνα Χριστιανοὶ ποὺ δίδουν σημασία στὰ ὄνειρα κάνουν
 κακὸ στὸν ἑαυτό τους. Εἶναι, ἔτσι, σημαντικὸ νὰ διακρίνουμε τὴν ἀκριβῆ σημασία τῶν ὀνείρων σὲ κάποιο πρόσωπο ποὺ ἡ φύση του δὲν ἔχει ἀνανεωθεῖ μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.
Κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ ὕπνου ἡ κατάσταση ἑνὸς κοιμωμένου προσώπου εἶναι τέτοια ὥστε ὁλόκληρος ὁ ἄνθρωπος χάνει τὴν αὐτοσυνειδησία τῆς ὑπάρξεώς του καὶ εἶναι σὲ μία κατάσταση λήθης. Κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ ὕπνου ὅλες οἱ ἑκούσιες δραστηριότητες καὶ ἐργασίες σταματοῦν.
Συνεχίζει μόνο αὐτὴ ἡ δραστηριότητα ποὺ εἶναι ἀναγκαία γιὰ τὴν ὕπαρξη καὶ δὲν μπορεῖ νὰ σταματήσει. Στὸ σῶμα τὸ αἷμα συνεχίζει τὴν κυκλοφορία του, τὸ στομάχι χωνεύει τὴν τροφή, οἱ πνεύμονες διατηροῦν τὴν ἀναπνοή, τὸ δέρμα ἐφιδρώνει. Στὴν ψυχὴ οἱ σκέψεις, οἱ φαντασίες καὶ οἱ αἰσθήσεις συνεχίζουν νὰ παράγονται, χωρίς, ὅμως, τὴν ἐξάρτηση τῆς θελήσεως καὶ τῆς λογικῆς ἀλλὰ μὲ τὴ δράση τῆς ὑποσυνείδητης φύσεώς μας.
Ἕνα ὄνειρο ἀποτελεῖται ἀπὸ τέτοιες φαντασίες συνοδευόμενες ἀπὸ παράξενες σκέψεις καὶ αἰσθήματα. 
Συχνὰ φαίνεται παράξενο ὅτι ὅλα αὐτὰ δὲν ἔχουν καμιὰ σχέση μὲ τὶς θεληματικὲς καὶ ἐν ἐπιγνώσει σκέψεις τοῦ ἀνθρώπου. Ἀντίθετα παρουσιάζονται ξαφνικὰ καὶ παράδοξα σύμφωνα μὲ τοὺς νόμους καὶ ἀπαιτήσεις τῆς φύσεως. Συχνὰ ἕνα ὄνειρο ἔχει μία χωρὶς συνοχὴ ἐντύπωση τῶν ἑκουσίων σκέψεων καὶ ἐπιθυμιῶν ἐνῶ ἄλλες εἶναι ἀποτέλεσμα μιᾶς ἰδιαίτερα ἠθικῆς καταστάσεως τοῦ λογικοῦ.
Ἔτσι ἕνα ὄνειρο δὲν μπορεῖ καὶ δὲν πρέπει καθ’ αὐτὸ νὰ ἔχει ὁποιαδήποτε σημασία. Ἡ ἐπιθυμία μερικῶν ἀνθρώπων νὰ δοῦν στὰ παραληρήματα τῶν ὀνείρων τους πρόβλεψη γιὰ τὸ μέλλον τους 
ἤ τὸ μέλλον ἄλλων ἀνθρώπων ἤ κάποιο ἄλλο νόημα εἶναι ἀνόητη καὶ παράλογη.
Πῶς μπορεῖ αὐτὸ νὰ εἶναι ἔτσι, αὐτὸ ποὺ δὲν ἔχει αἰτία ὑπάρξεως; Οἱ δαίμονες ποὺ ἔχουν πρόσβαση στὶς ψυχές μας κατὰ τὴ διάρκεια τῶν ὡρῶν ποὺ εἴμαστε ξύπνιοι ἔχουν ἐπίσης πρόσβαση σ’ αὐτὲς κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ ὕπνου. Ἐπίσης κατὰ τὴδιάρκεια τοῦ ὕπνου μᾶς πειράζουν στὸ νὰ ἁμαρτήσουμε μὲ τὸ νὰ ἀναμιγνύουν τὴ δική τους φαντασία μὲ τὴ δική μας. Ἀκόμη ὅταν δοῦν μέσα μας ἕνα ἐνδιαφέρον γιὰ ὄνειρα προσπαθοῦν νὰ αὐξήσουν τὸ ἐνδιαφέρον μας γιὰ τὰ ὄνειρά μας. Σιγὰ - σιγὰμάλιστα μᾶς πείθουν νὰ τὰ ἐμπιστευόμαστε. Μία τέτοια ἐμπιστοσύνη συνοδεύεται πάντα ἀπὸ πλάνη καὶ ἡ πλάνη κάνει τὶς διανοητικές μας ἀπόψεις γιὰ τὸν ἑαυτό μας νὰ λανθάνονται, ὁπότε ὅλη μας ἡ ἐνεργητικότητα γίνεται σαθρή. Αὐτὸ ἀκριβῶς θέλουν καὶ οἱ δαίμονες.
Σ’ αὐτοὺς ποὺ εἶναι προχωρημένοι σ’ αὐτὴ τὴν ἐγωιστικὴ αὐτοθεώρηση οἱ δαίμονες ἀρχίζουν νὰ παρουσιάζονται σὰν ἄγγελοι φωτὸς στὴ μορφὴ μαρτύρων καὶ ἁγίων ἀκόμη καὶ αὐτῆς τῆς Μητέρας τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ. Χαίρονται μὲτὸν τρόπο ποὺ ζοῦν αὐτοὶ οἱ πλανεμένοι, τοὺς ὑπόσχονται οὐράνια στέμματα καὶ μ’ αὐτὸ τὸν τρόπο τοὺς ὁδηγοῦν σὲ μεγάλο ὕψος αὐτοεκτιμήσεως καὶ ὑπερηφάνειας. Αὐτὸ τὸ ὕψος εἶναι ταυτόχρονα καὶ ἡ ἄβυσσος τοῦ ὀλέθρου τους.
Πρέπει νὰ ξέρουμε ὅτι ἀναμφίβολα στὴν παροῦσα μας κατάσταση, ποὺ ἀκόμη δὲν ἔχει ἀνανεωθεῖ μὲ τὴ χάρη, δὲν εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ δοῦμε ἄλλα ὄνειρα ἐκτὸς ἀπὸ αὐτὰ ποὺ ὕπουλα ἑτοιμάζουν γιὰ μᾶς οἱ δαίμονες. Ὅπως κατὰ τὴ διάρκεια ποὺεἴμαστε ξύπνιοι ξεσηκώνονται μέσα ἀπὸ τὴν πεπτωκυία φύση μας ἤ προκαλοῦνται ἀπὸ δαίμονες σκέψεις καὶ ἐπιθυμίες — ἔτσι συμβαίνει καὶ ὅταν κοιμόμαστε. Ὅπως καὶ ὅταν εἴμαστε ξύπνιοι νοιώθουμε θεία παρηγοριὰ ποὺ πηγάζει ἀπὸ κατάνυξη (λόγω τῆς ἀντιλήψεως τῆς ἁμαρτωλότητάς μας, τῆς μνήμης θανάτου καὶ τῆς Τελικῆς Κρίσεως). Μόνο αὐτὲς οἱ σκέψεις ἐμφανίζονται μέσα ἀπὸ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ ποὺ φυτεύτηκε μέσα μας μὲ τὸ ἅγιο βάπτισμα καὶ μᾶς μεταφέρονται μέσα μας σὲἀναλογία μὲ τὴ μετάνοιά μας. Ἔτσι μὲ παρόμοιο τρόπο πολὺ σπάνια καὶ σὲ ἐξαιρετικὴ ἀνάγκη οἱ Ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ μᾶς ἀπεικονίζουν ἤ μᾶς παρουσιάζουν τὸ τέλος μας ἤ τὰ βάσανα τῆς κολάσεως ἤ τὴν Τελικὴ Κρίση τοῦ Θεοῦ πέραν τοῦ Τάφου. Ἀπὸτέτοια ὄνειρα ἐρχόμαστε σὲ συναίσθηση καὶ φόβο Θεοῦ σὲ κατάνυξη, σὲ μετάνοια. Ἀλλὰ τέτοια ὄνειρα δίδονται πολὺ σπάνια σὲ ἐξαιρετικὴ ἀνάγκη σὲ ἁγιασμένες ψυχὲς ἀλλὰ καὶ σὲ πολὺ ἁμαρτωλοὺς σύμφωνα μὲ τὴν ἀνεξιχνίαστη καὶ εἰδικὴ πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Δίδονται ἐξαιρετικὰ σπάνια ὄχι λόγω τῆς «τσιγγουνιᾶς» τῆς Θείας Χάρης — ὄχι! Ἀλλὰ διότι ὅ,τι γίνεται σὲ μᾶς ἔξω ἀπὸ τὴ ρουτίνα μᾶς ὁδηγεῖ σὲ ὑπερηφάνεια καὶ αὐτοεκτίμηση καὶ ὑποσκάπτει τὴν ταπείνωσή μας ποὺ εἶναι τόσο σημαντικὴγιὰ τὴ σωτηρία μας.
Τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἡ ἐκπλήρωση τοῦ ὁποίου ὁδηγεῖ στὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου ἔχει ἐκφρασθεῖ στὴν Ἁγία Γραφὴ τόσο καθαρά, τόσο δυναμικὰ καὶ μὲ τόση λεπτομέρεια οὕτως ὥστε εἶναι ἐντελῶς περιττὸ τὸ νὰ βοηθεῖται ἡ σωτηρία τοῦἀνθρώπου μὲ τὸ νὰ διασπᾶται ἡ συνηθισμένη ὁδὸς τῶν πραγμάτων.
Σ’ αὐτὸν ποὺ ζητοῦσε τὴν ἀνάσταση ἑνὸς νεκροῦ ἀνθρώπου ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ ἀποσταλεῖ καὶ νὰ προειδοποιήσει τοὺς ἀδελφούς του εἰπώθηκε: «ἔχουσι Μωϋσέα καὶ τοὺς προφήτας· ἀκουσάτωσαν αὐτῶν. Ὁ δὲ εἶπεν οὐχὶ πάτερ Ἀβραάμ, ἀλλ’ ἐὰν τὶς ἀπὸ νεκρῶν πορευθῆ πρὸς αὐτοὺς μετανοήσουσιν. Εἶπε δὲ αὐτῷ· εἰ Μωϋσέως καὶ τῶν προφητῶν οὐκ ἀκούουσιν, οὐδὲ ἐὰν τὶς ἐκ νεκρῶν ἀναστῇ πεισθήσονται» (Λουκ. ιστ’, 27-31).
Ἡ πείρα ἔχει δείξει ὅτι πολλοὶ ποὺ τοὺς παραχωρήθηκε νὰ δοῦν στὸν ὕπνο τους ὁράματα βασάνων — συγκλονίστηκαν ἀπὸ τὸ ὅραμα γιὰ λίγο καὶ μετὰ ὅμως ξεχάστηκαν καὶ μαζὶ ξέχασαν ὅ,τι εἶδαν καὶ ζοῦσαν μιὰ ἀπρόσεκτη πνευματικὰ ζωή.
Ἀπὸ τὴν ἄλλη αὐτοὶ ποὺ δὲν εἶχαν ὁποιαδήποτε ὁράματα ἀλλὰ προσεκτικὰ μελετοῦσαν τὸ θεῖο Νόμο, σταδιακὰ ὁδηγήθηκαν στὸ φόβο Θεοῦ, ἀπέκτησαν πνευματικὴ δύναμη καὶ νίκη καὶ μὲ χαρὰ ποὺ γεννιέται ἀπὸ τὴν οἰκειοποίηση τῆς σωτηρίαςπέρασαν ἀπὸ τὸ ἐπίγειο πέπλο τῶν θλίψεων στὴν εὐλογημένη αἰωνιότητα.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος συζητᾶ τὸ ρόλο ποὺ παίζεται ἀπὸ τοὺς δαίμονες στὰ ὄνειρα μὲ τὸν ἀκόλουθο τρόπο: «… Ἀφοῦ ἐγκαταλείψουμε γιὰ τὸν Κύριον τὰ σπίτια μας καὶ τοὺς οἰκείους μας καὶ μὲ τὴν ξενιτεία γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦπωλήσουμε τὸν ἑαυτό μας, τότε οἱ δαίμονες ἐπιχειροῦν νὰ μᾶς ταράζουν μὲ ὄνειρα. Παρουσιάζουν δὲ σ’ αὐτὰ τοὺς ἰδικούς μας ὅτι θρηνοῦν, πεθαίνουν, καταστενοχωροῦνται καὶ βασανίζονται ἐξ αἰτίας μας. Ἐκεῖνος, λοιπόν, ποὺ πιστεύει στὰ ὄνειραὁμοιάζει μ’ αὐτὸν ποὺ κυνηγᾶ τὴ σκιὰ του καὶ προσπαθεῖ νὰ τὴν πιάσει» (Σοφ. Σειρὰχ λδ’, 2).
Οἱ δαίμονες τῆς κενοδοξίας ἐμφανίζονται στὸν ὕπνο μας σὰν προφῆτες. Συμπεραίνουν, σὰν πανοῦργοι ποὺ εἶναι, μερικὰ ἀπὸ τὰ μέλλοντα νὰ συμβοῦν καὶ νὰ μᾶς τὰ προαναγγέλουν. Καὶ ὅταν αὐτὰ πραγματοποιηθοῦν ἐμεῖς μένουμε ἔκθαμβοι καὶ ὑπερηφανεύεται ὁ λογισμός μας μὲ τὴν ἰδέα ὅτι πλησιάσαμε στὸ προορατικὸ χάρισμα». (Κεφ. Γ’, 38 – 39).
Ὁ ἅγιος Κασσιανὸς διηγεῖται γιὰ ἕνα μοναχὸ στὴ Μεσοποταμία ποὺ ζοῦσε μία πάρα πολὺ ἐρημικὴ καὶ ἀσκητικὴ ζωὴ ἀλλὰ ἀπώλεσε τὴν ψυχή του, διότι πλανήθηκε ἀπὸ διαβολικὰ ὄνειρα. Παρατήρησε ὅτι ὁ μοναχὸς δὲν πολυπρόσεχε τὴν πνευματική του πρόοδο ἀλλὰ ἐνδιαφερόταν μόνο γιὰ τοὺς σωματικοὺς κόπους γιὰ τοὺς ὁποίους καὶ αἰσθανόταν περήφανος. Ὁ διάβολος τότε, λοιπόν, ἄρχισε νὰ τοῦ παρουσιάζει ὄνειρα ποὺ μὲ τὴ διαβολικὴ πονηρία του ἄρχισαν νὰ ἐπαληθεύονται.Ὅταν ἡ ἐμπιστοσύνη τοῦ μοναχοῦ στὰ ὄνειρα καὶ στὸν ἑαυτὸ του ἐνισχύθηκε, ὁ διάβολος τοῦ παρουσίασε μπροστά του ἕνα θαυμάσιο ὄνειρο: Ἑβραίους νὰ ἀπολαμβάνουν τὶς ὀμορφιὲς τοῦ Παραδείσου — ἐνῶ οἱ Χριστιανοὶ νὰ τυραννιοῦνται μὲ τὰβάσανα τῆς κολάσεως.
Τότε ὁ διάβολος (ντυμένος σὰν Ἄγγελος φωτὸς) συμβούλεψε τὸ μοναχὸ νὰ ἀποδεχθεῖ τὸν Ἰουδαϊσμὸ ἔτσι ὥστε νὰ εἶναι ἱκανὸς νὰ ἔχει ἕνα μερίδιο ἀπὸ τὴν εὐτυχία τῶν Ἰουδαίων. Αὐτὸ τὸ ἔκανε ὁ μοναχὸς χωρὶς τὸν παραμικρὸ δισταγμό.
Συνεπῶς ἀρκετὰ ἔχουν εἰπωθεῖ, γιὰ νὰ ἐξηγήσουν στοὺς ἀγαπητούς μας ἀδελφοὺς Χριστιανούς, πόσο ἀνόητο εἶναι νὰ δίνουν σημασία στὰ ὄνειρα καὶ ἀκόμη περισσότερο νὰ τὰ πιστεύουν καὶ νὰ τὰ ἐμπιστεύονται. Ἀπὸ τὴν προσοχὴ στὰ ὄνειραὁπωσδήποτε θὰ μπεῖ μέσα στὴν ψυχή μας ἡ ἐμπιστοσύνη σ’ αὐτά. Συνεπῶς ἀπαγορεύεται αὐστηρὰ ἀκόμη καὶ τὸ νὰ προσέχουμε στὰ ὄνειρα.
Ἡ ἀνθρώπινη φύση ἀνανεωμένη μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κυβερνᾶται ἀπὸ ἐντελῶς διαφορετικοὺς νόμους ἀπὸ τὴν πεπτωκυία φύση τοῦ ἀνθρώπου ποὺ ἐπιμένει στὴν ἁμαρτωλὴ κατάσταση.
Ὁ κυβερνήτης τοῦ ἀναγεννημένου ἀνθρώπου εἶναι τὸ Ἅγιον Πνεῦμα. «Ἡ χάρη τοῦ Θείου Πνεύματος τοὺς φωτίζει» λέει ὁ Μέγας Μακάριος, «καὶ κατακάθεται στὰ βάθη τοῦ νοῦ τους». Καὶ ἔτσι εἴτε ξύπνιοι εἶναι ἤ κοιμοῦνται ἡ ψυχὴ τους παραμένει μὲ τὸν Κύριο χωρὶς ἁμαρτία, χωρὶς γήινες ἤ σαρκικὲς ἀπολαύσεις καὶ φαντασίες. Οἱ σκέψεις καὶ οἱ φαντασίες ποὺ κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ ὕπνου εἶναι ἐκτός τοῦ ἐλέγχου τῆς ἀνθρώπινης λογικῆς καὶ θελήσεως, καὶ ποὺ ἐνεργοῦν ὑποσυνείδητα στὶς ἀπαιτήσεις τῆς φύσεως, δροῦν μέσα τους κάτω ἀπὸ τὸν ἔλεγχο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ τὰ ὄνειρα τέτοιων ἀνθρώπων ἔχουν πνευματικὴ σπουδαιότητα. Ἔτσι ὁ δίκαιος Ἰωσὴφ ἔμαθε ἀπὸ ἕνα ὄνειρο τὸ μυστήριο τῆς ἐνσαρκώσεως τοῦ Θείου Λόγου. Μ’ ἕνα ὄνειρο διατάχθηκε νὰ φύγει στὴν Αἴγυπτο καὶ σ’ ἄλλο νὰ ἐπιστρέψει στὸ Ἰσραήλ. Τὰ ὄνειρα ποὺ ἐστάλησαν ἀπὸ τὸ Θεὸ φέρνουν μαζί τους μιὰ ἀναμφισβήτητη πειθὼ ἤ βεβαιότητα. Αὐτὴ ἡ βεβαιότητα μπορεῖ νὰ κατανοηθεῖ ἀπὸ τοὺς ἁγίους του Θεοῦ ἀλλὰ ὄχι ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ ἀκόμη ἀγωνίζονται κατὰ τῶν παθῶν τους.
(Περιοδικό «ρθόδοξη Μαρτυρία», τεχος 28. Μετάφραση: Πρεσβύτερος ναστάσιος Τελεβάντος)

Η ελεημοσύνη έλκει τη Χάρη του Θεού


Ο άγιος Γρηγόριος ο Διάλογος, που έγραψε τους βίους των αγίων της Ιταλίας σε μορφή διαλόγου κι έγινε πάπας και πατριάρχης της Ρώμης, πριν χειροτονηθεί αρχιερέας ήταν μοναχός και ηγούμενος της μονής του αγίου Ανδρέα, που είχε την επωνυμία Κλιοσκαίρη.
Μια μέρα λοιπόν, ενώ καθόταν στο κελλί του και καλλιγραφούσε, ήρθε ένα φτωχός. Ο άγιος, σαν αληθινός δούλος του Χριστού, κάλεσε το διακονητή του και τον πρόσταξε να του δώσει έξι νομίσματα. Εκείνος εκπλήρωσε την εντολή του.
Την ίδια μέρα όμως και ύστερα από λίγη ώρα, ξανάρχεται ο φτωχός στον άγιο και του λέει:
-Ελέησέ με, δούλε του Θεού του Υψίστου, γιατί έχασα πολλά και μου έδωσες λίγα!
Ο άγιος φώναξε πάλι τον υποτακτικό του.
-Πήγαινε, αδελφέ, του είπε, και δώσ’ του άλλα έξι νομίσματα.
Ο αδελφός το έκανε, και ο φτωχός έφυγε, έχοντας τώρα δώδεκα νομίσματα.
Αλλά μετά από λίγο έρχεται πάλι ο φτωχός, για Τρίτη φορά μέσα στην ίδια μέρα, λέγοντας:
-Ελέησέ με, δούλε του Θεού του Υψίστου! Δώσε μου κι άλλη ευλογία, γιατί πολλά έχασα!
Ξανακάλεσε το διακονητή του ο άγιος και του λέει:
-Δώσ’ του, αδελφέ, άλλα έξι νομίσματα.
Μα τούτη τη φορά ο αδελφός αποκρίθηκε:
-Πίστεψέ με, πάτερ, πως δεν έχει μείνει ούτε ένα νόμισμα στο ταμείο.
Τότε τον ρωτάει ο μακάριος Γρηγόριος:
-Δεν έχεις λοιπόν κάποιο σκεύος ή ρούχο να του δώσεις;
-Άλλο σκεύος, άγιε πάτερ, δεν έχουμε, παρά μόνο το ασημένιο λεκανάκι, που μας έστειλε, όπως συνηθίζει, η μεγάλη κυρία με λίγα βρεγμένα όσπρια.
-Πήγαινε, αδελφέ, και δωσ’ του το λεκανάκι, είπε ο δούλος του Θεού.
Εκείνος έκανε ό,τι τον πρόσταξε ο μακάριος. Και ο φτωχός, αφού πήρε μαζί με τα δώδεκα νομίσματα και το ασημένιο σκεύος, έφυγε.
Όταν ο άγιος Γρηγόριος έγινε πατριάρχης, έδωσε μια μέρα εντολή στο σακελλάριό του, σύμφωνα με μια συνήθεια των τότε πατριαρχών, να καλέσει δώδεκα άτομα για να φάνε μαζί του. Εκείνος έκανε όπως τον πρόσταξε. Όταν όμως κάθισαν στο τραπέζι, ο άγιος έβλεπε δεκατρείς. Κάλεσε λοιπόν το σακελλάριο και του λέει:
-Δεν σου είπα να καλέσεις δώδεκα άτομα; Πώς τότε, παρά την υπόδειξή μου, κάλεσες δεκατρείς;
Με φόβο και έκπληξη τον άκουσε ο σακελλάριος.
-Πίστεψέ με, σεβάσμιε δέσποτα, δώδεκα μόνο είναι, αποκρίθηκε.
Τον δέκατο τρίτο δεν τον έβλεπε άλλος, παρά μόνο ο πατριάρχης. Καθώς έτρωγαν, τον παρατηρούσε, καθισμένο στην άκρη του τραπεζιού, ν’ αλλάζει κάθε τόσο μορφές: Άλλοτε του φαινόταν γέρος και άλλοτε νέος!
Όταν λοιπόν σηκώθηκαν απ’ το τραπέζι, ο μακάριος Γρηγόριος άφησε όλους τους άλλους να φύγουν, εκείνον όμως τον δέκατο τρίτο, που του φαινόταν τόσο θαυμαστός, τον έπιασε απ’ το χέρι, τον οδήγησε στο δωμάτιό του και του είπε:
-Σε ορκίζω στη μεγάλη δύναμη του Θεού, ποιος είσαι; Και ποιο είναι τ’ όνομά σου;
-Και γιατί ρωτάς τ’ όνομά μου; είπε ο άλλος με τη σειρά του. Είναι θαυμαστό κι αυτό! Μάθε όμως, πως εγώ είμαι ο φτωχός που σ’ επισκέφθηκα στη μονή του αγίου αποστόλου Ανδρέα, και μου έδωσες τα δώδεκα νομίσματα και το ασημένιο λεκανάκι που σου είχε στείλει με βρεγμένα όσπρια η μητέρα σου, η μακαρία Συλβία. Να ξέρεις λοιπόν, πως από την ημέρα εκείνη που με τόση μακροθυμία μου πρόσφερες αυτά τα πράγματα, ο Κύριος όρισε να γίνεις πρόεδρος της Εκκλησίας Του, για την οποία έχυσε το αίμα Του, και να είσαι διάδοχος του κορυφαίου αποστόλου Πέτρου. Γιατί μιμήθηκες την αρετή εκείνου, που με απλότητα καρδιάς μοίραζε στους φτωχούς, στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του, όσα έθεταν στη διάθεσή του οι χριστιανοί.
Του λέει τότε ο μακάριος Γρηγόριος:
-Και πώς ξέρεις εσύ, πως από τότε είχε ορίσει ο Κύριος να γίνω πατριάρχης;
-Επειδή είμαι άγγελος του παντοκράτορα Κυρίου, γι’ αυτό το ξέρω! Εμένα είχε στείλει και τότε ο Θεός για να δοκιμάσω την προαίρεσή σου, αν δηλαδή κάνεις την ελεημοσύνη από γνήσια φιλανθρωπία ή για επίδειξη.
Ακούγοντάς τον ο άγιος φοβήθηκε, γιατί ποτέ ως τότε δεν είχε αντικρίσει άγγελο. Εκείνος πάλι του φερόταν και του μιλούσε σαν άνθρωπος.
-Μη φοβάσαι, του είπε τότε ο άγγελος. Μ’ έστειλε ο Κύριος για να μείνω κοντά σου όσο θα βρίσκεσαι σ’ αυτή τη ζωή. Και ό,τι θέλεις, θα το ζητάς από τον Κύριο με τη δική μου μεσολάβηση.
Μόλις ο άγιος το άκουσε κι αυτό, έπεσε με το πρόσωπο καταγής και προσκύνησε το Θεό, λέγοντας:
-Αν για τη μικρή, τη μηδαμινή τούτη προαίρεση, ο παντελεήμων Κύριος μού έδειξε τέτοιο πλήθος οικτιρμών, ώστε και τον άγγελό Του να μου στείλει για να είναι μαζί μου παντοτινά, ποια δόξα θ’ αξιωθούν άραγε αυτοί που τηρούν τις εντολές Του και ζουν ενάρετα; Ναι, αψευδής είναι εκείνος που είπε, ότι «κατακαυχάται έλεος κρίσεως» (Ιακ. β΄ 13) και «δανείζει Θεώ ο ελεών πτωχόν» (Παροιμ. ιθ΄ 17).
(Από το βιβλίο «Μικρός Ευεργετινός» των εκδόσεων «Ιερό Μονή Παρακλήτου»)

Ποιες είναι οί αιτίες των συμφορών μας


Πνευματική σφαλιάρα – χωρίς προηγούμενο – από τον 14ο αιώνα (…και μυαλό δεν βάζουμε και τα ίδια κάνουμε και τα ίδια θα μας βρούνε…)
Σας παραθέτουμε έναν συγκλονιστικό λόγο του Μοναχού Ιωσήφ Βρυεννίου (1350-1431), διδασκάλου του Αγίου Μάρκου του Ευγενικού, μοναχού με μεγάλη μόρφωση και επιρροή στα τελευταία χρόνια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και της Βασιλεύουσας, στην Κωνσταντινούπολη. Στον λόγο αυτό, ο οποίος ανήκει στα Ευρεθέντα,  ο Μοναχός Ιωσήφ κάνει μια λίστα, θα λέγαμε απλά, όλων των παραπτωμάτων της εποχής εκείνης (τα οποία δεν διαφέρουν και πολύ από τα σημερινά παραπτώματά μας, διότι αμαρτία ίδια είναι σε όλους τους αιώνες, όπως και η σωτηρία είναι ίδια). Αξίζει να το διαβάσετε μέχρι τέλους και θα καταλάβετε και εσείς ποιές είναι οι αιτίες των συμφορών μας σήμερα. Κάθε πρόταση είναι και μια πνευματική σφαλιάρα….χωρίς να αποκλείω το δεδομένο ότι κάποιες προτάσεις είναι κάτι παραπάνω…
Τίνες αίτίαι των καθ’ ημάς λυπηρών
Μονάχου ‘Ιωσήφ Βρυεννίου, Κεφαλαία έπτάκις επτά, κεφ. ΜΖ’, εν Μονάχου ‘Ιωσήφ Βρυεννίου, Τά Παραλειπόμενα, έκδ. Βασιλείου Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 1991, σελ. 129-132.
Το κάτωθι κείμενο το οποίο είναι ο πλήρης λόγος, έχει μεταφερθεί εδώ από το βιβλίο ”Τα Πνευματικά Αίτια της Άλωσης της Πόλης’ των εκδόσεων Ορθόδοξος Κυψέλη και αναδημοσιεύεται κατόπιν ευγενικής άδειας από τον εκδότη. 
Ποιες είναι οί αιτίες των συμφορών μας
Εάν κάποιος έκπληκτος απορεί βλέποντας τις τόσες παιδαγωγίες πού έρχονται πάνω μας από τό Θεό, πρέπει νά λογαριάζη όχι μόνο αυτές, άλλα και όσες παρανομίες γίνονται από εμάς, και νά θαυμάζη πώς δέν πέφτουν ακό­μα πάνω μας κεραυνοί και θεομηνίες. Διότι δέν υπάρχει είδος κακίας, πού νά μή τό πραγματοποιούμε επιμελώς στή ζωή μας, όπως:
Βαπτιζόμαστε άλλοι μέν μέ μία κατάδυσι και άλλοι μέ τρεις μέν καταδύσεις, σέ τόσες όμως και ονομασίες της άγιας Τριάδος.
Οί περισσότεροι άπό εμάς, όχι μόνο τί είναι Χριστιανός, άλλα οΰτε αυτόν τό σταυρό γνωρίζουν νά κά­νουν, ή γνωρίζουν μέν, άλλα περιφρονούν νά τόν κάνουν.
Οί ιερείς μας μέ πληρωμή χρημάτων χειροτονούνται και πριν άπό τό γάμο, όπως οί πολλοί, συνευρίσκονται μέ τις γυναίκες τους.
Ή έξομολόγησις, ή άφεσις τών αμαρτημά­των και ή μετάληψις τών θείων δώρων δίδονται έναντι δώ­ρων άπό τους λεγόμενους πνευματικούς.
Μοναχοί πού υπο­σχέθηκαν παρθενία, χωρίς ντροπή συνοικούν μέ μονάστριες.
‘Οταν βλασφημείται τό θείον όνομα, δέν διαμαρ­τυρόμαστε, ενώ οφείλουμε νά πεθάνουμε υπέρ του θείου ονόματος. Τό όνομα των έχθρων του σταυρού (σ.μ. των δια­βόλων) τό κάναμε κοινό όνομα μας καί συνεχώς τό επικα­λούμαστε. Εμάς τους ίδιους καί τους άλλους όλη μέρα άναθεματίζομε καί σέ μύριες κατάρες ρίχνουμε. Σέ κάθε όρκο, πού λέγεται καί δέν λέγεται, ορκιζόμαστε χωρίς φόβο αλλά καί στό άγιο καί φρικτό όνομα του Σωτήρος Θεού κάθε ώρα γινόμαστε επίορκοι, καί όλα αυτά χωρίς νά υπάρχη καμμία ανάγκη.
Συνεχώς γογγύζομε εναντίον του Θεοϋ, άλλοτε γιατί βρέχει, άλλοτε γιατί δέν βρέχει. Γιατί κάνει ζέστη ή κάνει κρύο. Γιατί σέ κείνους έδωσε πλούτο, καί σέ άλλους επιτρέπει την φτώχεια. Γιατί σηκώθηκε νοτιάς, για­τί φυσάει δυνατός βορριάς. Έτσι άπλα γινόμαστε κριτές σκληροί του Θεού.
Πολλοί άπό εμάς βλασφημούν τήν ορθό­δοξο πίστη, τό σταυρό, τό νόμο, τά άγια, τόν ίδιο τό Θεό μέ τόσο θράσος, πού δέν έχει ούτε ό άσεβης, καί κοντά στη βλασφημία προσθέτομε καί τήν άρνησι, καί πάλι κανένας από όσους ακούνε δέν διαμαρτύρεται.
Προστρέχομε σέ Εβραίους ιατρούς, καί όσα μέ τά χέρια τους πιάνουν καί τά μολύνουν μέ τά σάλια τους, τά τρώμε άσυλλόγιστα. Πνικτά, θνησιμαία, φαγωμένα άπό ζώα, αίματα ζώων, απερί­σκεπτα, όπως οι εθνικοί έτσι καί οι ορθόδοξοι, κατεσθίουν.
Γυμνοί, όπως γεννήθηκαν, όχι μόνον άνδρες, άλλα καί γυναίκες, χωρίς ντροπή κοιμούνται. Τις θυγατέρες τους τις παραδίδουν νά φθαρούν άπό άνδρες, πριν ακόμα ενηλικιωθούν. Μέ στολές ανδρικές ντύνουν τις γυναίκες τους.
Τις ιερές εορτές δέν ντρεπόμαστε νά τις επιτελούμε μέ όργα­να καί χορούς, μέ τελείως σατανικά τραγούδια, μέ μεθύ­σια καί όργια καί παραπλήσια άλλα έθιμα.
Μέ βλασφημίες πού δέν λέγονται, καί πού δέν είναι σωστό ούτε νά γραφούν, τόν μέν Θεό αρνούμαστε, στό δέ εχθρό παραδι­δόμαστε.
Μέ άτακτες κινήσεις τών εικόνων προβλέπουμε δήθεν τό μέλλον άπό τις κινήσεις τους. Τά περισσότερα άπό τά αμαρτήματα μας μένουν άνεξαγόρευτα, άρα καί ασυγχώρητα. Όλα τά μέλη του σώματός μας τά παραδίδομε μέ τις παρατηρήσεις ως όργανα στον εχθρό (διάβο­λο): Φαγούρα χεριών καί μύτης, παίξιμο του ματιού, βούισμα αιτιου, καί γενικά άπό φυσικές κινήσεις τών μελών του σώματος μας βγάζουμε συμπέρασμα γιά τό μέλλον. Άπό τό συναπάντημα καί τόν χαιρετισμό τών ανθρώπων βγάζουμε οιωνούς. Προσέχομε τις φωνές τών κατοικίδιων ζώων, τις κραυγές τών πτηνών καί τών κοράκων καί βγά­ζουμε άπό τά όρνεα συμπεράσματα γιά τό μέλλον μας. Έξαπατώμαστε σάν τους αστρολόγους, όταν πιστεύομε ότι οι εποχές, οι τύχες, οι μοίρες, τά ριζικά, τά ζώδια καί οι πλανήτες κατευθύνουν τό βίο μας. Έχομε πεισθή ότι υπάρ­χουν νεράιδες στή θάλασσα καί ξωτικά σέ καθορισμένους τόπους στή στεριά. Δίνομε σημασία στις Δευτέρες καί Τρί­τες καί Πέμπτες καί Πρωτομηνιές, στις πρώτες ημέρες του Αυγούστου. Τις συκιές καί τις πεπονιές καί τά στοιχεία τών οικιών θυμιάζουν κάποιοι άπό εμάς, καί αυτά ορθό­δοξοι. Είναι υπό παρατήρησι ακόμη τό νά δώση κανείς στον γείτονα του κάρβουνα αναμμένα ή φωτιά. Κάποιοι υποδέχονται τήν νέα σελήνη καί τήν προσκυνούν. Τελούμε κάλανδα, καί μαρτίνια φορούμε, καί τό Μάϊο μέ στεφάνι υποδεχόμαστε, καί κλήδωνες κάνουμε καί πηδάμε πάνω άπό τις φωτιές. Δίνομε ιδιαίτερη προσοχή στά όνειρα καί πιστεύομε ότι καθορίζουν τό μέλλον. Κρεμάμε φυλακτήρια καί άποτροπιαστικά στον τράχηλο, καί μαντεύομε άπό τό κριθάρι. Στους μάγους καί μάντεις, στις τσιγγάνες καί αγύρτες συχνάζουμε κάθε ήμερα. Καί γιά κάθε άρρώστεια τρέχομε στους τσαρλατάνους. Με τη μαγεία ζώα καί ανθρώ­πους άλλοτε δένομε καί άλλοτε λύομε. Γιά την ευφορία τών χωραφιών, γιά τήν αυξηση τών κοπαδιών, γιά την υγεία, γιά τήν επιτυχία στό κυνήγι, τήν εύκαρπία τών αμπελιών καταφεύγομε στά ξόρκια. Όλο καί μεγαλώνει ή αποφυγή της αρετής, καί αυξάνει ή έπιδίωξις της αμαρτίας.
Γι’ αυτό καί χάθηκε τό αγαθό τής αγάπης, πού αντικαταστάθηκε από τό πλήθος τής βασκανίας. Κάθε αδελφός κλωτσάει τόν αδελφό καί κάθε φίλος πορεύεται δόλια.
‘Απομακρύνθη­κε ή εύσπλαγχνία, χάθηκε ή συμπάθεια, έφθασε τό μίσος, πολλαπλασιάσθηκε ή ίταμότητα.
Οι άρχοντες μας είναι άδικοι, οι επιστάτες τών πραγμάτων είναι άρπαγες, οι δι­καστές παίρνουν δώρα, οι μεσίτες είναι ψεύτες, οι αστικοί είναι έμπαϊκτες, οι χωρικοί παράλογοι, καί οι πάντες φαύλοι.
Οι παρθένες μας έγιναν πιό ξεδιάντροπες από τις πόρνες, οί χήρες περισσότερο άπό όσο πρέπει περίεργες, οι παν­τρεμένες περιφρονούν καί δέν τηρούν τή συζυγική πίστι, οί νεώτεροι έγιναν ακόλαστοι καί οί γέροντες φίλοι τού κρασιού.
Οί μοναχές εξευτέλισαν τό μοναστικό βίο, οί ιε­ρείς ξέχασαν τό Θεό, οί μοναχοί ξέφυγαν τελείως άπό τόν ευθύ δρόμο, καί οί κοσμικοί βγήκαν τελείως έξω άπό τους εαυτούς τους, αφού εμφανίζονται εξωτερικά νά έχουν μόρφωσι ευσέβειας, στην πράξι όμως τήν αρνούνται.
Ή εικό­να μας είναι εικόνα πόρνης, πρόοδος τής αμαρτίας, πώρωσις, λησμονιά καί σκοτισμός, ώστε νά μή θεωρούμε, όταν πράττομε ή πάσχομε τά χειρότερα κακά, ότι διαπράττομε ή πάσχομε κάτι κακό.
Γι’ αυτό καί όλοι προς όλους φερό­μαστε αναίσχυντα. Φαίνεται ότι πήγαν χαμένες καί έγιναν μάταια όλες οί διδασκαλίες. Μέ φλυαρία καί πολυλογία μοιάζουν οί συμβουλές καί σάν νά λέγονται άπό άκαιρη φιλοτιμία καί χάριν επιδείξεως.
Τιμώνται περισσότερο όσοι κάνουν τώρα αισχρή ζωή, παρά όσοι προσπαθούν νά ζουν διά βίου μέ αρετή.
Κουράσθηκαν νά κράζουν κάθε ημέρα οί άγιοι Πατέρες μας. Τί έπρεπε νά κάνω καί δέν τό έκα­να σε σας; λέγει καί πάλι ό Χριστός.
Δέν περνάει ημέρα ή ώρα πού νά μή κατατρώγουμε τους αδελφούς μας μέ συ­κοφαντίες καί κατακρίσεις όλοι μας.
Μέ γαστριμαργίες, μέθες, πορνείες, μοιχείες, ακαθαρσίες, ασέλγειες, έχθρες, ζήλιες, φθόνους καί κλοπές συζούν πολλοί άπό εμάς.
Γί­ναμε υπερήφανοι, αλαζόνες, φιλάργυροι, φίλαυτοι, αχά­ριστοι, άπειθεΐς, λιποτάκτες, άρπαγες, προδότες, ανόσιοι, άδικοι, αμετανόητοι, αδιάλλακτοι.
Νά πώ κάτι βαρύτερο; “Οτι πολλοί άπό τόν κλήρο, καί όταν ασελγούν, πλησιά­ζουν στην άγια Τράπεζα καί ίερουργοΰν. “Ω Κύριε, λυ­πήσου μας! Αυτό πρό πάντων καί πάνω άπ’ όλα, ότι δηλ. γινόμαστε βδελυροί καί θεομίσητοι μάς κάνει ενόχους γιά μυριάδες δεινά.
Καί αφήνω τά άλλα, όσα δηλ. γίνονται κατ’ ιδίαν, κρυφά καί χωρίς ντροπή άπό τους πολλούς. Αυτά είναι πράγματι άξια σιωπής, περιθωρίου καί σκό­τους.
Όλα αυτά λοιπόν, καί τά παρόμοια έφεραν πάνω μας τις παιδαγωγίες του Θεού, πού είναι αναιρετικές τών προαναφερθέντων κακών καί άλλων παρομοίων.
Γιατί κατ’ αυτόν τόν τρόπο παιδαγωγεί ό Κύριος τους δικούς του.

Ο Τιμωρημένος Άγγελος


Ένας Γέροντας είπε ότι υπήρχε κάποιος αναχωρητής, που κατοικούσε στην πιο βαθιά έρημο από αρκετά χρόνια κι είχε αποκτήσει χάρισμα διορατικό, ώστε να συναναστρέφεται με τους αγγέλους. Και συνέβη το εξής: Δυό αδελφοί μοναχοί άκουσαν τα σχετικά μ  αυτὸν και είχαν την επιθυμία να τον γνωρίσουν και να ωφεληθούν. Βγήκαν από τα κελιά τους και πήγαιναν προς αυτόν με εμπιστοσύνη στην καρδιά. Και αναζητούσαν τον δούλο του Θεού στην έρημο.
Ύστερα από μερικές μέρες πλησίασαν στη σπηλιά του Γέροντα.
Από μακριά βλέπουν κάποιον σαν άνθρωπο ντυμένο στα λευκά να στέκεται πάνω σε έναν από τους λόφους που ήταν κοντά στον όσιο σε απόσταση περίπου τριών σημείων.
Τους φώναξε:
«Αδελφοί, αδελφοί».
Αυτοί τον ρώτησαν:
«Ποιός είσαι και τι θέλεις;»
«Να πείτε, τους αποκρίθηκε, στον αββά εκείνον που θα συναντήσετε: θυμήσου αυτό που σε παρακάλεσα».
Οι αδελφοί ήρθαν, βρήκαν τον Γέροντα, τον χαιρέτισαν και πέφτοντας στα πόδια του παρακαλούσαν να ακούσουν από το στόμα του λόγο σωτηρίας. Πράγματι, διδάχτηκαν απ  αυτὸν και ωφελήθηκαν πολύ. Του μίλησαν και για τον άνθρωπο που είδαν καθώς έρχονταν, και την παράκλησή του. Ο Γέροντας κατάλαβε ποιός ήταν, αλλά προσποιούνταν ότι δεν τον ήξερε. Μάλιστα έλεγε: «Κανένας άλλος άνθρωπος δεν κατοικεί εδώ».
Οι αδελφοί όμως βάζοντας συνέχεια μετάνοιες και αγκαλιάζοντας τα πόδια του τον υποχρέωναν να πει ποιός ήταν αυτός που είδαν.
Ο Γέροντας τους σήκωσε όρθιους και τους είπε:
«Δώστε μου τον λόγο σας ότι δεν θα μιλήσετε επαινετικά σε κανέναν για μένα σαν για κάποιον άγιο, μέχρι να φύγω στον Κύριο, και τότε θα σας μιλήσω καθαρά για την υπόθεση». Εκείνοι έκαναν όπως τους ζήτησε. Τους λέει λοιπόν: «Αυτός που έχετε δει ντυμένο στα λευκά είναι άγγελος Κυρίου, που ήρθε εδώ και παρακαλεί εμένα τον αδύναμο και μου λέει: Ικέτευσε τον Κύριο για μένα, να ξαναγυρίσω στον τόπο μου, γιατί έχει πια συμπληρωθεί η προθεσμία που ορίσθηκε σε βάρος μου από τον Θεό». Στην ερώτησή μου «ποιά είναι η αιτία της ποινής σου;»
απάντησε:
«Συνέβη σε μία επαρχιακή πόλη πολλοί άνθρωποι να παροργίζουν τον Θεό με
τις αμαρτίες τους για μεγάλο χρονικό διάστημα, και μ  έστειλε να τους παιδεύσω με ευσπλαχνία. Εγώ όμως όταν τους είδα πολύ να ασεβούν, τους επέβαλα μεγαλύτερο παιδεμό, με αποτέλεσμα πολλοί να εξοντωθούν. Γι  αυτὸ μου επεβλήθη η απομάκρυνσή μου από προσώπου του Θεού που μου είχε αναθέσει την αποστολή».
Όταν του είπα «και πως είμαι άξιος να παρακαλέσω τον Θεό για έναν άγγελο;»,
εκείνος είπε:
«Αν δεν ήξερα ότι ο Θεός δέχεται την προσευχή των γνήσιων δούλων του, δεν θα ερχόμουν και δεν θα σε ενοχλούσα».
Εγώ αναλογίσθηκα εκείνη τη στιγμή το αμέτρητο έλεος του Κυρίου και την άπειρη αγάπη του προς τον άνθρωπο, που τον έκανε άξιο να μιλάει μαζί του και να τον βλέπει, επίσης οι άγγελοί του να υπηρετούν τους ανθρώπους και να έχουν επαφή μαζί τους, όπως έχει γίνει με τους μακάριους δούλους του Ζαχαρία και Κορνήλιο και τον προφήτη Ηλία και τους άλλους αγίους. Ένιωσα κατάπληξη μ  αὐτὰ και δόξασα την ευσπλαχνία του».
Μετά απ  τὸ περιστατικό αυτό ο τρισμακάριστος πατέρας μας αναπαύτηκε. Οι αδελφοί τον έθαψαν τιμητικά με ύμνους και προσευχές. Κι εμείς ας επιδιώξουμε να μιμηθούμε τις αρετές αυτού του Γέροντα με τη δύναμη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, που θέλει όλοι οι άνθρωποι να σωθούν και να φτάσουν στην επίγνωση της αληθείας του».

Η ομορφιά της σιωπής


 
Η σιωπή συντροφεύει τις μεγάλες ώρες των αγίων, τις ιερές ώρες της περισυλλογής, της αυτοσυγκέντρωσης, της αυτομεμψίας, της μελέτης, της προσευχής. Η σιωπή καλύπτει την έρευνα, την αγρυπνία, την ανακάλυψη του σοφού επιστήμονα. Η σιωπή σκεπάζει το μαρτύριο του πονεμένου, του αναγκεμένου, του δυστυχισμένου. Τις ώρες της σιωπής τελεσιουργούνται τα μεγάλα θαύματα, οι αδιαφήμιστες ηρωικές πράξεις, οι μυστικές προσωπικές επαναστάσεις, η γνωριμία με τον άγνωστο εαυτό μας. Έτσι έχουμε τη σημαντική σιωπή του αγίου, την κορυφαία σιωπή του σοφού, την υπομονετική σιωπή του ήρωα, την ακριβή σιωπή του υπομονετικού κι επίμονου, την ευαγγελική σιωπή του αυτοθυσιαζόμενου.
Κουραστήκαμε από την ακατάσχετη πολυλογία, προχειρολογία και φθηνολογία. Το κόστος τους είναι βαρύ, αλλοιώνουν την ουσία, τα πρώτα, τα σημαντικά, τα καίρια και ιερά. Έχουμε ανάγκη από την ανάπαυση στη χρυσή σιωπή, την πολύτιμη ακοή, τη βιωματικότητα των απαραίτητων λόγων. Χρειάζεται μία αντίσταση στους πρόχειρους κι εύκολους λόγους. Αξίζει να καταλαγιάσουμε, να ησυχάσουμε, να ξαποστάσουμε για ν” ακούσουμε μέσα στην ησυχία τη χαμηλία φωνή του Θεού, την εναγώνια φωνή της συνειδήσεώς μας, τη διδακτική φωνή του ιερού παρελθόντος, για να μετανοήσουμε ειλικρινά. 
μοναχός Μωυσής Αγιορείτης

γερ.Παϊσιος:o σκαντζόχοιρος ,ο λαγός και το κοσμικό πνεύμα



,
Ο διάβολος κυβερνάει την ματαιότητα - Γέροντα γιατί τον διάβολο τον λένε «κοσμοκράτορα»; Είναι πράγματι;
- Ακόμη αυτό έλειπε, να κυβερνά ο διάβολος τον κόσμο! Όταν είπε ο Χριστός για τον διάβολο «ο άρχων του κόσμου τούτου», δεν εννοούσε ότι είναι κοσμοκράτορας, αλλά ότι κυριαρχεί στην ματαιότητα, στην ψευτιά. Αλλοίμονο, θα άφηνε ο Θεός τον διάβολο κοσμοκράτορα! Όσοι όμως έχουν δοσμένη την καρδιά τους στα μάταια. στα κοσμικά. αυτοί ζουν υπό την εξουσία «του κοσμοκράτορος του αιώνος τούτου». Ο διάβολος δηλαδή κυβερνάει την ματαιότητα και τους ανθρώπους που είναι κυριευμένοι από την ματαιότητα, από τον «κόσμο». «Κόσμος» τι θα πει; Δεν θα πει κόσμημα, μάταιο στολίδι;

Όποιος λοιπόν είναι κυριευμένος από την ματαιότητα είναι υπό την κατοχή του διαβόλου.
Η αιχμαλωτισμένη καρδιά από τον μάταιο κόσμο διατηρεί και την ψυχή ατροφική και το νου σκοτισμένο. 
Τότε, ενώ φαίνεται κανείς ότι είναι άνθρωπος, στην ουσία είναι πνευματικό έκτρωμα.

Μου λέει ο λογισμός ότι ο μεγαλύτερος εχθρός της ψυχής μας ακόμη και από τον διάβολο είναι το κοσμικό πνεύμα, γιατί μας παρασύρει γλυκά και μας πικραίνει τελικά αιώνια. Ενώ, αν βλέπαμε τον ίδιο τον διάβολο, θα μας έπιανε τρόμος, θα αναγκαζόμασταν να καταφύγουμε στον Θεό και θα εξασφαλίζαμε τότε τον Παράδεισο. Στην εποχή μας, πολύς «κόσμος» - το κοσμικό πνεύμα -; μπήκε στον κόσμο και αυτός ο «κόσμος» θα τον καταστρέψει. Έβαλαν οι άνθρωποι μέσα τους τον «κόσμο» και διώξανε από μέσα τους τον Χριστό.


- Γέροντα, γιατί δεν καταλαβαίνουμε πόσο κακό κάνει το κοσμικό πνεύμα και 
παρασυρόμαστε από αυτό;


Γιατί το κοσμικό πνεύμα μπαίνει σιγά-σιγά, όπως ο σκαντζόχοιρος μπήκε 
στην φωλιά του λαγού. Στην αρχή ο σκαντζόχοιρος παρακάλεσε τον λαγό να βάλει λίγο το κεφάλι του μέσα στην φωλιά του, για να μη βρέχεται. Μετά έβαλε το ένα πόδι, μετά το άλλο, και τελικά μπήκε ολόκληρος, και με τα αγκάθια του έβγαλε τελείως έξω τον λαγό.

Έτσι και το κοσμικό φρόνημα μας ξεγελάει με μικρές παραχωρήσεις και σιγά-σιγά μας κυριεύει. Το κακό λίγο-λίγο προχωράει. Αν ερχόταν απότομα, δεν θα ξεγελιόμασταν. Βλέπεις, αν θέλεις να ζεματίσεις έναν βάτραχο, πρέπει να του ρίξεις λίγο-λίγο το ζεματιστό νερό. Αν το ρίξεις απότομα όλο μαζί, πετιέται και φεύγει' γλιτώνει. Ενώ, αν του ρίξεις λίγο καυτό νερό, στην αρχή θα το τινάξει λίγο, και σιγά-σιγά θα ζεματιστεί, χωρίς να το καταλάβει. «Βρε, βάτραχε, αφού σου έριξε λίγο καυτό νερό, σήκω και φύγε!» Δεν φεύγει. Φουσκώνει-φουσκώνει και μετά ζεματιέται. Έτσι κάνει και ο διάβολος μάς ζεματίζει λίγο-λίγο, και τελικά, χωρίς να το καταλάβουμε, βρισκόμαστε ζεματισμένοι!

Mια φωτογραφία για τους (αν)εγκέφαλους


πηγή

…που επεξεργάζονται σενάρια νέων μειώσεων για τους χαμηλοσυνταξιούχους…
Αν ήταν πατέρας σας θα του μειώνατε τη σύνταξη έστω και κατά ένα ευρώ;Όσο για αυτούς της πολιτικής που ακόμα επιμένουν πως «μαζί τα φάγαμε»,
θα πρέπει να αντιληφθούν επιτέλους πως τα χρήματα που χρειάστηκαν για να οργανώσουν κάποιοι απ’αυτούς γαμήλια γλέντια στο Παρίσι με σαμπάνια και χαβιάρι
  …είναι τα χρήματα που τώρα κόβονται απ΄τις πενιχρές συντάξεις κάποιων συνομίλικών τους, εξαθλιώνοντάς τους σε σημείο να ψάχνουν στα σκουπίδια για λίγο φαγητό.
,

ΕΛΛΑΣ +Μητροπολίτου Φλωρίνης Αυγουστίνου



π. Αυγουστίνου Καντιώτη

ΕΛΛΑΣ «Νικούσες; Και τους κόσμους ελευθέρωνες! Μιλούσες; Και τους αγρίους ημέρωνες! Ετραγουδούσες; Μάγευες και τις Σειρήνες! Φιλοσοφούσες; Και το νου στους ουρανούς εφτέρωνες!»
Αδελφοί! Η πατρίς μας δεν είναι χθεσινή. Αριθμεί ιστορίαν 3.000 ετών. Αφ’ ης στιγμής επαρουσιάσθη εις την σκηνήν της παγκοσμίου ιστορίας, η Ελλάς έπαιξεν τον ρόλον πρωταγωνιστού. Προς την Ελλάδα είχον στραμμένα τα βλέμματα όλοι. Από την Ελλάδα έπαιρναν φως. Το όνομα «ΕΛΛΗΝ» ήτο το πλέον τιμημένο όνομα. Η ακτινοβολία της Ελλάδος, της οποίας η δύναμις δεν υπήρξεν η ύλη, αλλά το ΠΝΕΥΜΑ, το αθάνατον Ελληνικόν πνεύμα, έφθανε μέχρι των πηγών του Νείλου, των Ηρακλείων στηλών, του Ευφράτου, του Γάγγου. Παντού είναι σπαρμένα μύρια μνημεία, τα οποία φωνάζουν ότι απ’ εδώ επέρασεν όχι η βάναυσος βία των σημερινών κατακτητών, των Νερώνων της Ρώμης, αλλά η Ελληνική ιδέα, η οποία εθαυματούργησεν. Ω Ελλάς, ποιος θα ψάλη την δόξαν σου;
Αλλά ήλθεν η ημερομηνία της 29ης Μαΐου 1453. Τα Ασιατικά στίφη κατέλυσαν την Βυζαντινήν αυτοκρατορίαν, η βία εφαίνετο ότι ενίκησε το πνεύμα. Επηκολούθησε η σκλαβιά 4 αιώνων, κατά τους οποίους παν μεν άλλο έθνος δεν θα έζη αλλά θα εξηφανίζετο, όπως τόσα άλλα έθνη εξηφανίσθησαν όταν κατεκτήθησαν. Αλλά η Πατρίς μας όχι. Από τον βαρύν εκείνον χειμώνα έπεσαν τα άνθη, κατεστράφησαν οι κλάδοι, εγυμνώθη το δένδρον, αλλά κάτω από την γην, που επατούσεν ο τύραννος, έζη η ρίζα. Πού είναι η Ελλάς; Ηρώτων με ειρωνείαν οι εχθροί της ολίγα έτη προ της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821. Αλλά να το θαύμα. Η 25η Μαρτίου 1821. Άγγελος Κυρίου λέγει εις την Παρθένον «χαίρε»! Αλλά και άγγελος Κυρίου λέγει προς την Ελλάδα, η οποία είχε πιεί το πικρότερον ποτήριον της δουλείας, «Ελλάς, χαίρε. Ανάστα». Και η Ελλάς ξεπετάχθηκε ορθή.
Αλλ’, αδελφοί! Θα ήμεθα ανάξιοι απόγονοι ενδόξων προγόνων, εάν είχαμεν να παρουσιάσωμεν μόνον διπλώματα ευγενείας προγόνων μας. Όχι! Δόξα τω Θεώ, επι των ημερών μας είδομεν το άστρον της Ελλάδος να μεσουρανή όσον ουδέποτε άλλοτε κατά την τρισχιλιετή ιστορία της Πατρίδος μας. «Στώμεν ευλαβώς». Δακρύσωμεν από χαράν, από ρήγος. Είναι 28η Οκτωβρίου 1940, κατά την οποίαν επανελήφθη το Ελληνικόν θαύμα. Ένα μυριόστομον «όχι» ηκούσθη από τα χείλη όλων των Ελλήνων. Και η ανθρωπότης είδε και εθαύμασε. Διότι εκεί εις τα Αλβανικά βουνά δεν συνετρίβη απλώς ο φασισμός, αλλ’ εκεί η Ελλάς, έδιδε την ΜΑΧΗΝ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΟΣ, της οποίας η σημασία δεν έχει κατανοηθεί πλήρως ακόμη.
Αδελφοί! «Στώμεν ευλαβώς» εμπρός εις το πολυάνδριον των μυριάδων νεκρών της φίλτατης Πατρίδος, των παλαιών και των νέων, οι οποίοι εξεψύχησαν τραγουδώντας «Χαίρε, ω χαίρε, ελευθεριά!».
«Στώμεν ευλαβώς! Στώμεν μετά φόβου». Εορτάζοντες εφέτος εν μέσω ερειπίων την Εθνικήν Εορτήν, ένα έχομεν καθήκον. Να ομονοήσωμεν.Ας ακουσθούν αι στροφαί του Εθνικού μας ποιητού:«Από στόμα όπου φθονάει, παλληκάρια, ας μην ‘πωθή, πώς το χέρι σας κτυπάει του αδελφού την κεφαλή.Μην ειπούν στο στοχασμό τους τα ξένα έθνη αληθινά: εάν μισούνται ανάμεσόν τους, δεν τους πρέπει ελευθερία.Στο αίμα αυτό, που δεν πονείτε για πατρίδα, αγκαλιασθήτε σαν αδέλφια καρδιακά.Πόσον λείπει, στοχασθήτε, πόσον ακόμη να παρθή. Πάντα η νίκη, αν ενωθείτε, πάντα εσάς ακολουθή.»Αδελφοί Έλληνες, κάτοικοι της πολυπαθούς ταύτης γωνίας της Δ. Μακεδονίας. Ας δοξάσωμεν τον Θεόν των πατέρων μας δια την σημερινήν ημέραν. Αλλά ας ενισχύωμεν, ας αυξάνωμεν καθημερινώς μέσα στα στήθη μας το αίσθημα της ΕΥΘΥΝΗΣ ΟΛΩΝ ΜΑΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ, ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ ΤΗΣ ΦΙΛΤΑΤΗΣ ΠΑΤΡΙΔΟΣ. Ας γραφή εις την καρδίαν μας ότι: «Μητρός τε και πατρός και των άλλων προγόνων απάντων τιμιώτερον εστί η Πατρίς και σεμνότερον και αγιώτερον και εν μείζονι μοίρα και παρά θεοίς και παρά ανθρώποις ΤΟΙΣ ΝΟΥΝ ΕΧΟΥΣΙ». Μη λησμονώμεν ότι, όπως ορθώς εγράφη, αυτήν την στιγμήν έχομεν εις τα χέρια μας ένα ένταλμα πληρωμής, και το ένταλμα αυτό λέγεται ΝΙΚΗ. Χίλιοι άνθρωποι ζητούν να πάρουν από τα χέρια μας, χίλια ξένα συμφέροντα προσπαθούν να το ακυρώσουν. Και δυστυχώς τους βοηθούμεν ημείς οι Έλληνες. Πώς; Με τα μίση μας. Λοιπόν, σύνθημά μας: ΑΣ ΑΠΟΘΑΝΟΥΝ ΤΑ ΜΙΣΗ, ΔΙΑ ΝΑ ΖΗΣΗ Η ΕΛΛΑΣ. ΑΛΛΑ ΤΑ ΜΙΣΗ ΔΕΝ ΘΑ ΑΠΟΘΑΝΟΥΝ ΠΑΡΑ ΜΟΝΟΝ ΟΤΑΝ ΟΛΟΚΛΗΡΟΣ Η ΖΩΗ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ ΘΕΜΕΛΙΩΘΗ ΕΠΑΝΩ ΕΙΣ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟΝ. ΚΑΙ ΕΚΕΙΝΟΣ ΟΣΤΙΣ ΤΗΝ ΕΔΟΞΑΣΕ ΕΙΣ ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ, ΘΑ ΤΗΝ ΔΟΞΑΣΗ ΚΑΙ ΕΙΣ ΜΕΛΛΟΝ.

«ΕΣΤΙΑ», αρ. φυλ. 12

(«ΜΙΑ ΖΩΝΤΑΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ, στην Κοζάνη» Νο1,
μέρος β΄, σελ. 173-175, Κοζάνη 2003, Ανδρονίκης Π. Καπλάνογλου)

Η παραβολή των κακών γεωργών - π. Αθανάσιος Μυτιληναίος

ΙΓ΄ Ματθαίου 21,33-42 (κακών γεωργών) Σε ποιούς δίνουμε την εμπιστοσύνη μας; του αρχιμ. Αθανασίου Σιαμακη



,




Ο Κύριος με την είσοδό του στα Ιεροσόλυμα έφτασε στο τέλος της κηρυκτικής του δράσεως. Λίγες μέρες είχαν απομείνει μέχρι να συλληφθεί και να σταυρωθεί. Τα καλά αποτελέσματα του κηρύγματος και των σημείων του είχαν κορυφώσει τον ενθουσιασμό του λαού, αλλ’ είχαν ανάψει στο έπακρο και το μίσος της άρχουσας θρησκευτικής τάξεως της ιουδαϊκής κοινωνίας εναντίον του, η οποία, κοχλάζοντας στο καζάνι της ζηλοτυπίας της, κυριολεκτικώς προσπαθούσε  φανερά πια να βρει κάποια αιτία για να τον ξεκάνει από τη μέση.


Για το σκοπό αυτό οι γραμματείς οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι του λαού οργάνωσαν εκστρατεία εναντίον του. Του έκαναν εμπαθή ερωτήματα, ώστε από κάποια απάντησή του να πιαστούν και να τον κατηγορήσουν. Αλλ’ ο Ιησούς με τη θεία σοφία του τους αποστόμωνε. Κάποια στιγμή αγανάχτησε και μπήκε στην αντεπίθεση με παραβολές. Μία απ’ αυτές είναι και το ανάγνωσμα του ευαγγελίου της ΙΓ΄ κυριακής του Ματθαίου, στην οποία τους αναγκάζει να βγάλουν απόφαση  οι ίδιοι εναντίον του εαυτού τους, χωρίς να καταλάβουν κατ’ αρχήν ότι καταδικάζουν τον εαυτό τους. Τους λέει·


Ένας νοικοκύρης φύτεψε ένα μεγάλο αμπέλι και έβαλε γύρω γύρω φράχτη, για να μη μπαίνουν μέσα τα θηρία και οι κλέφτες, και έσκαψε σ’ αυτό πατητήρι, και έκτισε (από πάνω)  ψηλό παρατηρητήριο, και το παρέδωσε στους γεωργούς, (για να το καλλιεργούν και το φυλάγουν), και έφυγε σ’ άλλη χώρα.
Ύστερα από τόση φροντίδα περίμενε καρπούς. Κι όταν πλησίασε ο καιρός της καρποφορίας, έστειλε τους δούλους του προς τους γεωργούς, για να παραλάβουν τους καρπούς του. Αλλ’ οι κακοί και τεμπέληδες εκείνοι γεωργοί, μη έχοντας καρπούς προς παράδοση, έπιασαν τους δούλους του αφεντικού και άλλους μεν έδειραν θανάσιμα, άλλους δε σκότωσαν, άλλους δε έθαψαν κάτω από τις πέτρες με λιθοβολισμό. Ο νοικοκύρης, μη βλέποντας να επιστρέφουν οι δούλοι του, έστειλε πάλι άλλους δούλους, περισσότερους αυτή τη φορά, αλλ’ οι κακοί εκείνοι γεωργοί τους έκαναν και αυτούς τα ίδια.


Ύστερα έστειλε σ’ αυτούς το γιό του, λέγοντας· «Θα ντραπούν το γιο μου» (και θα του παραδώσουν τη σοδειά). Εκείνοι, σαν είδαν το γιο του, καταλήφθηκαν από φονική μανία και είπαν μεταξύ τους· Αυτός είναι ο κληρονόμος του αμπελιού. Μπρος, ας τον σκοτώσουμε κι ας πάρουμε την κληρονομία του. Και τον πήραν (σηκωτό) και τον έβγαλαν έξω από το αμπέλι και τον σκότωσαν. Και ερωτάται· όταν έρθει ο κύριος του αμπελιού, τί θα τους κάνει τους γεωργούς εκείνους;




Εκείνοι, χωρίς να καταλάβουν πού το πάει ο Χριστός, του απαντούν· Τους κακούς αυτούς γεωργούς θα τους εξολοθρέψει με κακό τρόπο, και το αμπέλι θα το αναθέσει σ’ άλλους γεωργούς, που θα του δώσουν τους καρπούς στους κατάλληλους καιρούς. Και επιβεβαίωσε ο Ιησούς την απάντησή τους με μια πασίγνωστη προφητεία των Ψαλμών (117,22). Το λιθάρι, που οι οικοδόμοι το έβγαλαν άχρηστο, αυτό τελικά τοποθετήθηκε σε γωνία της οικοδομής και έγινε κεφαλάρι, πάνω στο οποίο στηρίχτηκε όλη η οικοδομή. Η σωστή χρήση αυτού του λιθαριού έγινε από το Θεό, γι’ αυτό και όλοι την είδαν και τη θαύμασαν.


Ποιος δεν καταλαβαίνει το νόημα; Σύμφωνα με την παραβολή, ο άνθρωπος που φύτεψε αμπέλι, είναι ο Θεός. Οι γεωργοί, που έβαλε μέσα να το δουλεύουν, και ιδιοποιήθηκαν τους καρπούς, και κακοποίησαν τους απεσταλμένους του νοικοκύρη, και σκότωσαν το γιό του, το νόμιμο κληρονόμο, για να σφετεριστούν το αμπέλι, είναι οι Ιουδαίοι. Με την παραβολή ο Ιησούς συγκεκαλυμμένα εκπέμπει το μήνυμα ότι ο Θεός αγάπησε τους Ιουδαίους, τους τίμησε, τους έδωσε νόμο, προνόμια, ευεργετήματα, αλλ’ αυτοί, αχάριστοι και κακότροποι, τον απέρριψαν και θέλησαν να τον υποκαταστήσουν.


Μέσα στις λίγες λέξεις της παραβολής ο σοφός Κύριος περιέκλεισε προφητικώς όλη την άδικη περιπέτεια του σταυρικού θανάτου, που επρόκειτο να υποστεί από τους Ιουδαίους, σε λίγες μέρες. Ήξερε πολύ καλά, τί τον περίμενε. Και δεν δειλιάζει, αλλά προχωρεί με θάρρος στο μαρτυρικό θάνατο. Ήξερε γιατί αυτός ο λαός με νόμο με προφήτες με τόση φροντίδα παρέμεινε άκαρπος, και ποιοί ευθύνονται γι’ αυτό. Ήξερε πώς έπρεπε να τιμωρηθούν, αλλ’ υπέμεινε αυτός το θάνατο απ’ αυτούς που έπρεπε να θανατωθούν, για να δώσει αιώνιο παράδειγμα καλωσύνης, και αιώνιο παράδειγμα μοχθηρίας. Αλλά τελικά δεν θα τη γλυτώσουν την τιμωρία. Διότι δεν πρέπει να θριαμβεύσει στον κόσμο το άδικο αλλά το δίκαιο. Θα έρθει ο Κύριος του παλιού και του νέου Ισραήλ και κατά τη δευτέρα παρουσία του θα τους εξολοθρεύσει, όχι από εκδίκηση, αλλά διότι το επιβάλλει η ηθική τάξη, που αυτοί την είχαν ανατρέψει με τις ψευδολογίες τους.


Ακόμη πιο μεγάλη ευθύνη κι απ’ αυτούς έχουν οι άθεοι και τα συστήματα της σημερινής εποχής, που επαναλαμβάνουν το λάθος της άρχουσας θρησκευτικής τάξεως του Ισραήλ, απορρίπτοντας εμμέσως και σιωπηρώς το Σωτήρα Χριστό από τις κοινωνίες των εθνών, και αναλαμβάνοντας αυτοί να δημιουργήσουν παράδεισο γήινο για τους ανθρώπους, δημιουργώντας όμως και μια απέραντη κόλαση, όπως την έχουν καταντήσει τη ζωή σήμερα. Με την τεχνολογία τους δίνουν ένα και καταστρέφουν χίλια. Και ρίχνουν τους ανθρώπους, τα θύματα του γαργαλιούνται από τα επιτεύγματα της τεχνολογίας, και τώρα στην επίγεια κόλαση και αύριο στην αιώνια τιμωρία. Προσοχή σε ποιους δίνουμε εμπιστοσύνη. Ένας είναι μόνο άξιος όλης της εμπιστοσύνης μας, ο Χριστός. Εμπιστευθείτε τον ανεπιφύλακτα.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...