Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Ιουνίου 08, 2014

Αγίου Γρηγορίου Θεολόγου - Λόγος περί του Αγίου Πνεύματος

3. Ἐκεῖνοι, λοιπόν, oι ὁποῖοι εἶναι δυσαρεστημένοι καὶ μὲ σφοδρότητα ὑπερασπίζονται τὸ «γράμμα», ἐπειδὴ ἐμεῖς τάχα εἰσάγουμε κάποιον ξένο καὶ παρείσακτο Θεό, νὰ ξέρουν καλὰ ὅτι φοβοῦνται ἐκεῖ ποὺ δὲν ὑπάρχει φόβος. Καὶ ἂς γνωρίζουν σαφῶς, ὅτι κάλυμμα τῆς ἀσέβειάς τους εἶναι ἡ φιλία τοῦ «γράμματος», ὅπως θὰ φανεῖ ἐντὸς ὀλίγου, ὅταν, ὅσο εἶναι δυνατόν, θὰ ἀνατρέψουμε τὰ ἐπιχειρήματά τους. Ἐμεῖς βέβαια ἔχουμε τόση πίστη στὴ θεότητα τοῦ Πνεύματος, τὸ ὁποῖο λατρεύουμε, ὥστε ἀπὸ Αὐτὸ θ’ ἀρχίσουμε τὸ λόγο γιὰ τὸ Θεό, ἀναφέροντας τὶς ἴδιες ἐκφράσεις γιὰ τὴν Τριάδα, ἔστω κι ἂν φανεῖ σὲ μερικοὺς πολὺ τολμηρό. «Ἦταν τὸ φῶς τὸ ἀληθινό, τὸ ὁποῖο φωτίζει κάθε ἄνθρωπο ποὺ ἔρχεται στὸν κόσμο», ὁ Πατέρας. «Ἦταν τὸ φῶς τὸ ἀληθινό, τὸ ὁποῖο φωτίζει κάθε ἄνθρωπο ποὺ ἔρχεται στὸν κόσμο», ὁ Υἱός. «Ἦταν τὸ φῶς τὸ ἀληθινό, τὸ ὁποῖο φωτίζει κάθε ἄνθρωπο ποὺ ἔρχεται στὸν κόσμο», ὁ ἄλλος Παράκλητος· «ἦταν» καὶ «ἦταν» καὶ «ἦταν»· ὅμως ἕνα «ἦταν» ὑπάρχει. «Φῶς» καὶ «φῶς» καὶ «φῶς», ἀλλὰ ἕνα φῶς, ἕνας Θεός.

Αὐτὸ εἶναι ἐκεῖνο ποὺ ὁ Δαβὶδ παλαιότερα κατανόησε, ὅταν ἔλεγε· «στὸ φῶς σου θὰ δοῦμε τὸ φῶς». Καὶ τώρα ἐμεῖς καὶ ἔχουμε ἰδεῖ καὶ διακηρύσσουμε ὅτι κατανοοῦμε τὸν Υἱὸ ὡς φῶς ποὺ προέρχεται ἀπὸ φῶς, τὸν Πατέρα, μέσα στὸ φῶς, τοῦ Πνεύματος. Ἔτσι ἔχουμε μία σύντομη καὶ ἁπλὴ θεολογία γιὰ τὴν Τριάδα. Ὅποιος θέλει νὰ περιφρονήσει ὅσα λέμε, ἂς τὰ περιφρονήσει. Κι ὅποιος θέλει ν’ ἁμαρτάνει, ἂς ἁμαρτάνει· ἐμεῖς κηρύσσουμε αὐτὸ ποὺ ἔχουμε καταλάβει καλά. Καὶ ἂν ἀπὸ ἐδῶ κάτω δὲν ἀκουγόμαστε, σὲ ὑψηλὸ βουνὸ θ’ ἀνεβοῦμε καὶ θὰ φωνάξουμε. Θὰ «ὑψώσουμε» τὸ Πνεῦμα, δὲν θὰ φοβηθοῦμε. Καὶ ἂν φοβηθοῦμε, (αὐτὸ θὰ γίνει) ὄχι τὴν ὥρα ποὺ κηρύσσουμε, ἀλλὰ ὅταν σιωποῦμε (ἡσυχάζουμε).

4. Ἂν ὑπῆρξε χρόνος κατὰ τὸν ὁποῖο δὲν ὑπῆρχε ὁ Πατήρ, ἄλλο τόσο ὑπῆρξε χρόνος ποὺ δὲν ὑπῆρχε ὁ Υἱός. Καὶ ἂν ὑπῆρξε χρόνος ποὺ δὲν ὑπῆρχε ὁ Υἱός, τότε ὑπῆρξε χρόνος ποὺ δὲν ὑπῆρχε οὔτε τὸ ἅγιο Πνεῦμα. Ἂν τὸ ἕνα ὑπῆρχε ἀπὸ τὴν ἀρχή, τότε καὶ τὰ τρία ὑπῆρξαν τὸ ἴδιο. Τολμῶ νὰ πῶ, πὼς ἂν τὸ ἕνα ὑποβιβάσεις, οὔτε τὰ ἄλλα δύο νὰ ἐξυψώσεις. Ποιὰ ἄραγε ὠφέλεια ὑπάρχει ἀπὸ μία ἀτελῆ θεότητα; Ἀκόμη περισσότερο, τί εἴδους θεότητα εἶναι αὐτή, ἂν δὲν εἶναι τέλεια; Κατὰ κάποιον τρόπο δὲν ὑπάρχει, ἐὰν δὲν ἔχει τὴν ἁγιότητα· καὶ πῶς θὰ τὴν ἔχει, ἂν δὲν ἔχει τὸ Πνεῦμα; Ἐκτὸς ἐὰν ὑπάρχει ἄλλη ἁγιότητα ἐκτὸς ἀπὸ τὸ Πνεῦμα· ἂς μᾶς πεῖ κάποιος πὼς αὐτὴ κατανοεῖται ἀλλιῶς. Ἂν ὅμως ἡ ἁγιότητα εἶναι τὸ Πνεῦμα, πῶς τότε δὲν ὑπῆρχε ἀπὸ τὴν ἀρχή; Σὰν νὰ ἦταν καλλίτερο γιὰ τὸν Θεὸ νὰ ὑπῆρξε ποτὲ ἀτελὴς καὶ χωρὶς τὸ Πνεῦμα. Ἂν δὲν ὑπῆρξε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τὸ Πνεῦμα, τότε τοποθετεῖται στὴν ἴδια κατηγορία μὲ μένα(1), ἀκόμη κι ἂν δημιουργήθηκε λίγο πρὶν ἀπὸ μένα. Διότι ὡς πρὸς τὸ χρόνο ἐμεῖς ἀντιδιαστελλόμαστε ἀπὸ τὸν Θεό. Ἐὰν τοποθετεῖται τὸ Πνεῦμα στὴν ἴδια κατηγορία μὲ μένα, πῶς ἐμένα μὲ θεοποιεῖ ἢ πῶς μὲ ἑνώνει μὲ τὴ θεότητα;

5. Ὅμως θ’ ἀσχοληθῶ γιὰ χάρη σου λίγο περισσότερο μὲ τὸ θέμα αὐτό. Ὅσα ἔχουν σχέση βέβαια μὲ τὴν ἁγία Τριάδα ἐπεξηγήσαμε καὶ προηγουμένως. Οἱ Σαδδουκαῖοι κατ’ ἀρχήν, νόμισαν ὅτι δὲν ὑπάρχει καθόλου τὸ ἅγιο Πνεῦμα, οὔτε βέβαια ἄγγελοι, οὔτε ἀνάσταση· δὲν ξέρω γιατί περιφρόνησαν ἐντελῶς τὶς τόσες μαρτυρίες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες πάλι, oι περισσότεροι θεολόγοι καὶ ὅσοι βρίσκονται πιὸ κοντὰ στὴ δική μας ἀλήθεια, τὸ συνέλαβαν μὲ τὴ φαντασία τους, ὅπως μου φαίνεται· σχετικὰ ὅμως μὲ τὴν ὀνομασία τοῦ διαφοροποιήθηκαν, καλώντας τὸ «νοῦ τοῦ παντὸς» καὶ «θύραθεν νοῦ» καὶ ἄλλες σχετικὲς ὀνομασίες(2). Ἀπὸ τοὺς δικούς μας σοφοὺς τώρα, ἄλλοι τὸ ἐξέλαβαν ὡς ἐνέργεια, ἄλλοι ὡς κτίσμα, ἄλλοι ὡς Θεὸ καὶ ἄλλοι δὲν ξέρουν πιὸ ἀπὸ τὰ δύο αὐτά, σεβόμενοι τὴ Γραφή, διότι, ὅπως ἰσχυρίζονται, δὲν φανέρωσε καθαρὰ οὔτε τὸ ἕνα οὔτε τὸ ἄλλο. Καὶ γι’ αὐτὸ οὔτε τὸ σέβονται, οὔτε τὸ περιφρονοῦν, κρατώντας κάπως μία μέση στάση γι’ αὐτό, μᾶλλον ὅμως πολὺ ἄθλια. Ἀπ’ ὅσους πάλι τὸ θεώρησαν Θεό, ἄλλοι εἶναι εὐσεβεῖς μόνο μέχρι τὴ σκέψη, ἐνῶ ἄλλοι τολμοῦν νὰ ἐκφράζουν τὴν εὐσέβεια καὶ μὲ τὰ χείλη. Ἄκουσα ἀκόμη ἄλλους σοφότερους ν’ ἀξιολογοῦν τὴ θεότητα. Αὐτοὶ λοιπόν, ὅπως καὶ μεῖς, τρία ὁμολογοῦν μὲ ττ νοῦ τους ὅτι ὑπάρχουν, τόσο ὅμως διαχωρίζονται μεταξύ τους, ὥστε τὸ μὲν ἕνα (δήλ. τὸν Πατέρα) καὶ ὡς πρὸς τὴν οὐσία καὶ ὡς πρὸς τὴ δύναμη νὰ παρουσιάζουν ἀόριστο· τὸ ἄλλο (τὸν Υἱό), ὡς πρὸς τὴ δύναμη, ὄχι ὅμως ὡς πρὸς τὴν οὐσία· τὸ τρίτο (τὸ Πνεῦμα) καὶ ὡς πρὸς τὰ δύο περιγραπτό· μὲ ἄλλον τρόπο μιμοῦνται αὐτοὺς ποὺ ὀνομάζουν «δημιουργὸ» καὶ «συνεργὸ» καὶ «λειτουργὸ» τὰ πρόσωπα, ἐκλαμβάνοντας τὴ σειρὰ τῶν ὀνομάτων καὶ διαβάθμιση τῶν προσώπων ποὺ ἀντιπροσωπεύουν.

7. Ἐδῶ ὁ δικός σου λόγος· oι σφενδόνες ἂς μποῦν σὲ δράση, oι συλλογισμοὶ ἂς γίνουν περίπλοκοι. Ὁπωσδήποτε, ἢ ἀγέννητο εἶναι τὸ Πνεῦμα ἢ γεννητό. Καὶ ἂν εἶναι ἀγέννητο, τότε δύο εἶναι τὰ ἄναρχα. Ἐὰν πάλι εἶναι γεννητό, πάλι θὰ ὑποδιαιρέσεις· ἢ ἀπὸ τὸν Πατέρα προέρχεται τοῦτο, ἢ ἀπὸ τὸν Υἱό. Καὶ ἂν βέβαια γεννιέται ἀπὸ τὸν Πατέρα, τότε ὑπάρχουν δύο γιοὶ καὶ ἀδελφοί. Ἂν

θέλεις, φτιάξε τους καὶ διδύμους, ἢ τὸν ἕνα μεγαλύτερο καὶ τὸν ἄλλο νεώτερο, ἀφοῦ εἶσαι τόσο φιλοσώματος. Ἐὰν πάλι ἔχει φανεῖ ἀπὸ τὸν Υἱό, λέγει, μᾶς φανερώνεται καὶ Θεὸς-ἐγγονός! Τί πιὸ παράξενο ἀπὸ αὐτὸ θὰ μποροῦσε νὰ ὑπάρξει; Αὐτὴ εἶναι ἡ γλώσσα ὅσων εἶναι σοφοὶ στὸ νὰ πράττουν τὸ κακό, μὴ θέλοντας νὰ γράφουν τὰ καλά. Ὅμως ἐγώ, ἂν ἔβλεπα ὅτι εἶναι ἀναγκαία ἡ διαίρεση, θὰ δεχόμουν τὶς πραγματικότητες ποὺ ἐκφράζει, χωρὶς νὰ φοβᾶμαι νὰ τὶς κατονομάσω. Οὔτε ὅμως, ἐπειδὴ ὁ Υἱὸς εἶναι Υἱὸς σύμφωνα μὲ κάποια ἀνώτερη σχέση ποὺ ἔχουν μεταξύ τους, ἐξαιτίας τοῦ ὅτι δὲν θὰ μπορούσαμε μὲ ἄλλο τρόπο παρὰ μόνο ἔτσι νὰ δείξουμε ὅτι προέρχεται ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ εἶναι ὁμοούσιος, πρέπει νὰ νομισθεῖ ὅτι εἶναι ἀπαραίτητο ὅλες τὶς ἐπίγειες ὀνομασίες καὶ μάλιστα αὐτὲς ποὺ δηλώνουν συγγένεια, νὰ τὶς μεταφέρουμε στὸ Θεό. Ἢ μήπως θὰ ἐκλάβεις καὶ ἀρσενικοῦ γένους τὸν Θεὸ σύμφωνα μὲ τὸν λόγο αὐτό, ἐπειδὴ ὀνομάζεται Θεὸς καὶ Πατήρ; καὶ ὡς κάποιο θηλυκὸ τὴ θεότητα, σύμφωνα μὲ τὸ γένος τῶν λέξεων καὶ οὐδέτερο τὸ Πνεῦμα, ἐπειδὴ δὲν γεννάει; Κι ἂν μᾶς πεῖς καὶ αὐτὸ τὸ κωμικό, ὅτι δηλαδὴ ὁ Θεὸς γέννησε τὸν Υἱὸ ἀφοῦ συνενώθηκε μὲ τὴ θέλησή του, σύμφωνα μὲ κάποιες παλιὲς ἀνοησίες καὶ μυθοπλασίες, τότε μᾶς εἰσήχθη κάποιος ἀρσενικοθήλυκος Θεὸς τοῦ Μαρκίωνα καὶ τοῦ Οὐαλεντίνου, ὁ ὁποῖος ἐφεῦρε μὲ τὸ νοῦ τοῦ τοὺς νέους αἰῶνες(3).

8. Ἀφοῦ λοιπὸν δὲν δεχόμαστε τὴν πρώτη σου διαίρεση σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία δὲν ὑπάρχει τίποτε ἐνδιάμεσο μεταξὺ ἀγέννητου καὶ γεννητού, ἀμέσως χάνονται μαζὶ μὲ τὴν περίφημη διαίρεσή σου oι ἀδελφοὶ καὶ oι ἐγγονοί, oι ὁποῖοι χάθηκαν, ὅπως ἀκριβῶς ἑνὸς πολυπλόκου δεσμοῦ τοῦ ὁποίου, ἀφοῦ λύθηκε ὁ πρῶτος κόμπος καὶ ὑποχώρησαν μαζί, μὴ ἔχοντας θέση πλέον στὴ θεολογία. Ποῦ τάχα θὰ τοποθετήσεις τὸ ἐκπορευτό, πές μου, τὸ ὁποῖο διαφαίνεται στὸ μέσον της δικῆς σου διαιρέσεως καὶ τὸ ὁποῖο εἰσάγεται ἀπὸ κάποιον καλύτερο ἀπὸ σένα θεολόγο, τὸ Σωτήρα μας; Ἐκτὸς ἐὰν τὴ φράση ἐκείνη ποὺ λέγει: «Τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, τὸ ὁποῖο ἐκπορεύεται ἀπὸ τὸν Πατέρα», τὴν ἔβγαλες ἀπὸ τὰ δικά σου εὐαγγέλια γιὰ νὰ φτιάξεις μία τρίτη δική σου Διαθήκη· τὸ ὁποῖο, ἐφόσον ἐκπορεύεται ἀπὸ ἐκεῖ, δὲν εἶναι κτίσμα· ἐφόσον πάλι δὲν εἶναι γεννητό, δὲν εἶναι Υἱός· ἐφόσον, τέλος, βρίσκεται στὸ μέσον μεταξὺ ἀγεννήτου καὶ γεννητοϋ, εἶναι ὁ Θεός. Καὶ ἔτσι, πιὸ ἰσχυρὸς ἀπὸ τὶς διαιρέσεις σου. Τί εἶναι αὐτὴ ἡ ἐκπόρευση; Πές μου ἐσὺ τί εἶναι ἡ ἀγεννησία τοῦ Πατρός, κι ἐγὼ θὰ σοὺ ἐξηγήσω τὴ γέννηση τοῦ Υἱοῦ καὶ τὴν ἐκπόρευση τοῦ Πνεύματος καὶ θὰ παραφρονήσουμε καὶ oι δύο καθὼς θὰ ζητᾶμε νὰ ἐξερευνήσουμε τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ. Καὶ αὐτὰ ποιοὶ θὰ τὰ κάνουν; Ἐμεῖς, oι ὁποῖοι δὲν μποροῦμε οὔτε αὐτὰ ποὺ βρίσκονται στὰ πόδια μας νὰ ἐννοήσουμε, οὔτε τὴν ἄμμο τῶν θαλασσῶν καὶ τὶς σταγόνες τῆς βροχῆς καὶ τὶς ἡμέρες τῆς αἰωνιότητας νὰ ὑπολογίσουμε, ἀκόμη περισσότερο δέ, νὰ εἰσέλθουμε στὰ βάθη τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ κάνουμε λόγο γιὰ τὴν ἄρρητη καὶ πέρα ἀπὸ κάθε λογικὴ κατανόηση φύση τοῦ Θεοῦ.

9. Τί λοιπὸν εἶναι αὐτό, λέγει, τὸ ὁποῖο λείπει ἀπὸ τὸ Πνεῦμα γιὰ νὰ εἶναι αὐτὸ Υἱός; Διότι ἂν δὲν ἔλειπε κάτι, θὰ ἦταν Υἱός. Ἐμεῖς ἰσχυριζόμαστε ὅτι δὲν τοῦ λείπει τίποτε· διότι δὲν εἶναι ἐλλειπῆς ὁ Θεός. Ὁ τρόπος τῆς φανερώσεως, γιὰ νὰ τὸ πῶ ἔτσι, ἢ ἡ διαφορὰ τῆς σχέσεως ποὺ ἔχουν μεταξύ τους, δημιουργεῖ καὶ τὴ διαφορὰ ποὺ ἔχουν στὴν ὀνομασία τους. Διότι τίποτε δὲν λείπει ἀπὸ τὸν Υἱὸ γιὰ νὰ εἶναι Πατέρας -ἐφόσον δὲν εἶναι ἔλλειψη ἡ υἱότητα-, ἀλλὰ παρὰ ταῦτα δὲν εἶναι Πατέρας. Ἢ δὲν λείπει κάτι ἀπὸ τὸν Πατέρα γιὰ νὰ εἶναι Υἱός· δὲν εἶναι ὅμως Υἱὸς ὁ Πατέρας. Ἀλλὰ oι ὄροι αὐτοὶ δὲν ἐκφράζουν κάποια ἔλλειψη, οὔτε ἐλάττωση κατὰ τὴν οὐσία. Αὐτὸ τὸ ὅτι «δὲν ἔχει γεννηθεῖ» Τὸν μὲν Πατέρα, τὸ ὅτι «ἔχει γεννηθεῖ» Τὸν δὲ Υἱὸ καὶ τὸ ὅτι «ἐκπορεύεται» αὐτὸ τὸ ὁποῖο ἀκριβῶς λέγεται ἅγιο Πνεῦμα ὀνόμασε, γιὰ νὰ διασώζεται τὸ ἀσύγχυτο τῶν τριῶν ὑποστάσεων μέσα καὶ στὴ μία φύση καὶ τὸ ἕνα μεγαλεῖο της θεότητας. Οὔτε πράγματι ὁ Υἱὸς εἶναι Πατέρας, διότι ἕνας εἶναι ὁ Πατέρας, ἀλλὰ εἶναι ὅτι εἶναι ὁ Πατέρας. Οὔτε τὸ Πνεῦμα εἶναι Υἱός, ἂν καὶ προέρχεται ἀπὸ τὸν Θεό, διότι ἕνας εἶναι ὁ Μονογενής, ἀλλὰ εἶναι ὅ,τι ὁ Υἱός. Ἕνα εἶναι καὶ τὰ τρία, ὡς πρὸς τὴ θεότητα, καὶ τὸ ἕνα εἶναι τρία ὡς πρὸς τὶς ἰδιότητες· ἔτσι ὥστε, οὔτε τὸ ἕνα εἶναι ὅπως τὸ κατανοοῦσε ὁ Σαβέλλιος, οὔτε τὰ τρία νὰ εἶναι τῆς τωρινῆς πονηρῆς διαιρέσεως.

10. Τί λοιπόν; Εἶναι Θεὸς τὸ Πνεῦμα; Βεβαιότατα. Καὶ τί ἄλλο, εἶναι ὁμοούσιο; Ἀσφαλῶς, ἐφόσον εἶναι Θεός.

12. Ἀλλὰ ποιὸς προσκύνησε ποτὲ τὸ Πνεῦμα; ἰσχυρίζεται (ὁ αἱρετικός). Ποιὸς (ἀπὸ τοὺς ἁγίους) της Παλαιᾶς ἢ τῆς Καινῆς Διαθήκης; Ποιὸς προσευχήθηκε σ’ αὐτό; Ποῦ εἶναι γραμμένο ὅτι πρέπει νὰ τὸ προσκυνοῦμε ἢ νὰ προσευχόμαστε σ’ αὐτό; Καὶ ἀπὸ ποῦ τὸ ἔχεις πάρει; Τὴν πιὸ πλήρη αἰτιολόγηση θὰ τὴ δώσουμε ἀργότερα, ὅταν συζητήσουμε γιὰ τὶς ἀλήθειες τῆς πίστεως ποὺ δὲν ἀπαντοῦν στὴν Γραφή. Τώρα θὰ εἶναι ἀρκετὸ νὰ ποῦμε μόνο αὐτό: Τὸ Πνεῦμα εἶναι αὐτό, μέσα ἀπὸ τὸ ὁποῖο προσκυνοῦμε τὸν Θεὸ καὶ μὲ τὴ βοήθεια τοῦ ὁποίου προσευχόμαστε. Διότι Πνεῦμα λέγει ἡ Γραφὴ πὼς εἶναι ὁ Θεὸς καὶ αὐτοὶ ποὺ τὸν λατρεύουν πρέπει νὰ τὸν λατρεύουν μὲ τὴ δύναμη τοῦ Πνεύματος, ποὺ φανερώνει τὴν ἀλήθεια. Καὶ ἀλλοῦ λέγει πάλι ἡ Γραφή: Ἐμεῖς δὲν ξέρουμε οὔτε τί οὔτε πῶς νὰ προσευχηθοῦμε. Τὸ Πνεῦμα ὅμως μεσιτεύει τὸ ἴδιο στὸ Θεὸ γιὰ μᾶς μὲ στεναγμοὺς ποὺ δὲν μποροῦν νὰ ἐκφραστοῦν μὲ λέξεις. Καὶ ἀλλοῦ: Θὰ προσευχηθῶ μὲ τὸ Πνεῦμα, θὰ προσευχηθῶ καὶ μὲ τὸ νοῦ, δηλαδὴ μὲ τὸ νοῦ καὶ τὸ Πνεῦμα. Τὸ νὰ προσκυνῶ λοιπὸν τὸ Πνεῦμα ἢ νὰ προσεύχομαι, δὲν μοῦ φαίνεται ὅτι εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ τὸ ὅτι τὸ ἴδιο τὸ Πνεῦμα προσφέρει στὸν ἑαυτὸ τοῦ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν προσκύνηση, Ποιὸς ἀπὸ τοὺς ἔνθεους καὶ ἀπὸ αὐτούς, ποὺ γνωρίζουν πολὺ καλό, δὲν θὰ ἐπαινοῦσε αὐτὸ τὸ πράγμα, ὅτι δηλαδὴ ἡ προσκύνηση τοῦ ἑνός, καὶ τῶν τριῶν εἶναι προσκύνηση, ἀφοῦ εἶναι ὁμότιμη καὶ στὰ τρία πρόσωπα ἡ ἀξία καὶ ἡ θεότητα; Καὶ βέβαια οὔτε ἐκεῖνο ποὺ λέγεται στὴ Γραφὴ θὰ φοβηθῶ, ὅτι δηλαδὴ τὰ πάντα ἔχουν γίνει μέσω τοῦ Υἱοῦ, σὰν νὰ ἦταν ἕνα ἀπὸ τὰ πάντα καὶ τὸ ἅγιο Πνεῦμα. Διότι, τὰ πάντα ὅσα ἔχουν γίνει λέγει ἡ Γραφή, ὄχι ἁπλῶς τὰ πάντα χωρὶς περιορισμό. Οὔτε βέβαια περιλαμβάνεται ὁ Πατέρας, οὔτε ὅσα δὲν ἔχουν γίνει. Ἀπόδειξε πρῶτα ὅτι ἔχει γίνει μέσα στὸ χρόνο, καὶ τότε ἀποδοσὲ τὸ στὸν Υἱὸ καὶ συναρίθμησε τὸ μὲ τὰ κτίσματα. Ὅσο ἐσὺ δὲν τὸ ἀποδεικνύεις, αὐτὴ ἡ περιεκτικὴ φράση δὲν θὰ σὲ βοηθήσει στὴν ἀσέβειά σου. Διότι ἂν ἔχει γίνει, ὁπωσδήποτε διὰ τοῦ Χριστοῦ ἔχει γίνει. Οὔτε ἐγὼ ὁ ἴδιος θὰ τὸ ἀρνηθῶ. Ἐὰν ὅμως δὲν ἔχει γίνει, πῶς εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ πάντα ἢ ἔχει γίνει μέσω τοῦ Χριστοῦ; Σταμάτα λοιπὸν ν’ ἀτιμάζεις καὶ τὸν Πατέρα περιφρονώντας τὸ Μονογενῆ Υἱὸ τοῦ – διότι εἶναι ἀτιμία γιὰ τὸν Πατέρα, θεωρώντας κτίσμα τὸ ὕψιστο (τὸν Υἱό), νὰ τὸν στερεῖς ἀπὸ τὸν Υἱό Του -καὶ τὸν Υἱὸ περιφρονώντας τὸ Πνεῦμα. Διότι (ὁ Υἱὸς) δὲν εἶναι δημιουργὸς κάποιου δούλου ὅμοιου μ’ αὐτόν, ἀλλ’ αὐτὸς ποὺ συνδοξάζεται μὲ τὸν ὁμότιμό του, τὸ Πνεῦμα. Τίποτε ἀπὸ τὴν ἁγία Τριάδα νὰ μὴ βάλλεις στὴν ἴδια κατηγορία μὲ σένα, γιὰ νὰ μὴν πέσεις ἐσὺ ἀπὸ τὴν Τριάδα. Καὶ μὲ κανένα τρόπο νὰ μὴν περικόψεις τὴ μία φύση καὶ ἐξίσου ἄξια σεβασμοῦ, διότι ἂν κάτι καθαιρέσεις ἀπὸ τὰ τρία πρόσωπα, θὰ ἔχεις καθαιρέσει μαζί του τὸ σύνολο, ἢ μᾶλλον θὰ ἔχεις ξεπέσει ἐσὺ ἀπ’ ὅλα. Καλύτερα νὰ σχηματίσεις μία ἀτελῆ ἰδέα γιὰ τὸν τρόπο τῆς ἑνώσεως, παρὰ ν’ ἀποτολμήσεις μία τόσο μεγάλη ἀσέβεια.

13. Ἔφτασε ὅμως ὁ λόγος μας καὶ σὲ αὐτὸ τὸ οὐσιαστικὸ κεφάλαιο· καὶ στενάζω βέβαια, διότι ζήτημα τὸ ὁποῖο εἶχε σβήσει ἀπὸ παλιὰ καὶ εἶχε ὑποχωρήσει μπροστὰ στὴν ἀλήθεια, τώρα ἀναζωπυρώνεται. Εἶναι ἀνάγκη ὅμως ν’ἀντιταχθοϋμε στοὺς φλύαρους καὶ νὰ μὴ νικηθοῦμε λόγω τῆς ἀπουσίας μας, μὲ τὸ νὰ ἔχουμε λόγο καὶ νὰ συνηγοροῦμε ὑπὲρ τοῦ Πνεύματος. Ἐάν, λέγει, ὑπάρχει Θεὸς καὶ Θεὸς καὶ Θεός, πῶς δὲν ὑπάρχουν τρεῖς Θεοί; Καὶ πῶς αὐτὸ ποῦ δοξολογεῖται, δὲν εἶναι πολυαρχία; Ποιοὶ εἶναι αὐτοὶ ποῦ λένε τέτοια πράγματα; Ἐκεῖνοι, oι ὁποῖοι εἶναι τελειότεροι στὴν ἀσέβεια, ἢ καὶ ἐκεῖνοι ποῦ ἀνήκουν στὴ δεύτερη κατηγορία, ἐννοῶ δηλαδὴ αὐτοὺς ποῦ εἶναι κάπως σώφρονες σχετικὰ μὲ τὸν Υἱό; Ἡ μία μου ἀπάντηση θὰ εἶναι κοινὴ καὶ γιὰ τοὺς δύο, ἡ ἄλλη μου ἀπάντηση θὰ εἶναι ἰδιαίτερη γιὰ τοὺς δεύτερους. Ἡ ἀπάντησή μου λοιπὸν πρὸς τοὺς τελευταίους εἶναι αὐτή: Τί λέτε σὲ μᾶς τοὺς τριθεΐτες ἐσεῖς ποῦ σέβεστε τὸν Υἱό, ἀλλὰ ἐπαναστατήσατε κατὰ τοῦ Πνεύματος; Ἐσεῖς δὲν εἴσαστε διθεΐτες; Ἐὰν ἐπιπλέον ἀρνεῖσθε καὶ τὴν προσκύνηση τοῦ Μονογενοῦς, ἔχετε σαφῶς ταχθεῖ μὲ τὸ μέρος τῶν ἀντιπάλων. Καὶ τότε γιατί νὰ σᾶς φερόμαστε φιλάνθρωπα σὰν τάχα νὰ μὴν εἴσαστε ἐντελῶς νεκρωμένοι; Ἂν ὅμως σέβεσθε τὸν Υἱὸ καὶ πιστεύετε ὀρθὰ καὶ σωτήρια μέχρι αὐτὸ τὸ σημεῖο, τότε θὰ σᾶς ρωτήσουμε: Ποιὸς εἶναι ὁ λόγος τῆς διθεΐας σας, ἂν κατηγορηθεῖτε γι’ αὐτό; Ἐὰν ὑπάρχει κάποια ἀπάντηση συνετή, ἀποκριθεῖτε καὶ δεῖξτε καὶ σὲ μᾶς τὸν τρόπο ν’ ἀπαντᾶμε. Διότι μὲ ὅποια ἐπιχειρήματα θ’ ἀποκρούσετε ἐσεῖς τὴν διθεΐα, αὐτὰ θ’ ἀρκέσουν καὶ σὲ μᾶς γιὰ ν’ ἀποκρούσουμε τὴν τριθεΐα. Κι ἔτσι θὰ νικᾶμε χρησιμοποιώντας ἐσᾶς τοὺς κατήγορους ὡς συνήγορους. Τί πιὸ γενναῖο ἀπ’ αὐτό;

14. Ἀλλὰ πῶς θ’ ἀγωνιστοῦμε καὶ θ’ ἀποκριθοῦμε ἐνάντια καὶ στοὺς δύο; Γιὰ μᾶς ἕνας Θεὸς ὑπάρχει, διότι μία εἶναι ἡ θεότητα. Καὶ στὸ ἕνα ἀναφέρονται τὰ προερχόμενα ἀπὸ αὐτό, ἀκόμη κι ἂν θεωροῦνται τρία. Διότι δὲν εἶναι ἄλλο ἀπὸ τὰ πρόσωπα περισσότερο Θεὸς καὶ ἄλλο λιγότερο Θεὸς οὔτε ὑπάρχει ἄλλο προγενέστερο καὶ ἄλλο μεταγενέστερο· οὔτε χωρίζονται ὡς πρὸς τὸ θέλημα, οὔτε διαιροῦνται ὡς πρὸς τὴ δύναμη. Οὔτε εἶναι δυνατὸν νὰ βρίσκει κανένας σ’ αὐτά, κάτι ἀπ’ αὐτὰ ποὺ ὕπαρχουν στὰ κτιστὰ ὄντα, ποὺ μποροῦν νὰ διαχωριστοῦν. Ἀλλὰ ἐὰν πρέπει νὰ ἐκφραστοῦμε μὲ συντομία, ἡ θεότητα εἶναι ἀδιαίρετη, ἂν καὶ διακρίνεται σὲ πρόσωπα. Καὶ ὅπως συμβαίνει μὲ τρεῖς ἥλιους oι ὁποῖοι εἶναι ἑνωμένοι μεταξύ τους: μία εἶναι ἡ ἔκχυση τοῦ φωτός. Ὅταν λοιπὸν ἀναβλέψουμε πρὸς τὴ θεότητα καὶ τὴν πρώτη αἰτία καὶ τὴ μοναρχία, ἕνα εἶναι αὐτὸ ποὺ μᾶς ἐμφανίζεται. Ὅταν πάλι ἀναβλέψουμε σ’αὐτά, στὰ ὁποῖα ἐνυπάρχει ἡ θεότητα καὶ τὰ ὁποία προέρχονται ἀχρόνως ἀπὸ τὴν πρώτη αἰτία ἔχοντας τὴν ἴδια δόξα, τότε τρία εἶναι τὰ προσκυνούμενα.

15. Ὅμως, τί θὰ ἰσχυρίζονταν, δὲν ὑπάρχει καὶ στοὺς Ἕλληνες μία θεότητα, ὅπως διδάσκουν ὅσοι ἀπὸ ἐκείνους φιλοσοφοῦν βαθύτερα, καὶ γιὰ μᾶς δὲν ὑπάρχει μία ἀνθρωπότητα, ὅλο δηλαδὴ τὸ ἀνθρώπινο γένος; Ἀλλὰ ὅμως ὑπάρχουν γι’ αὐτοὺς πολλοὶ θεοὶ καὶ ὄχι ἕνας, ὅπως καὶ ἄνθρωποι πολλοί; Ἐκεῖ ὅμως τὸ ἕνα μπορεῖ ἡ κοινωνία νὰ τὸ φανταστεῖ μόνο μὲ τὴ σκέψη· τὰ δὲ ἐπιμέρους ἄτομα εἶναι διαχωρισμένα στὸν ὕψιστο βαθμὸ μεταξύ τους καὶ ὡς πρὸς τὸ χρόνο καὶ ὡς πρὸς τὰ πάθη καὶ ὡς πρὸς τὴ δύναμη. Διότι ἐμεῖς oι ἄνθρωποι δὲν εἴμαστε μόνο σύνθετοι, ἀλλὰ καὶ ἀντίθετοι καὶ μεταξὺ μας ἀλλὰ καὶ μὲ τὸν ἴδιο μας τὸν ἑαυτό, μὴ παραμένοντας ἀπόλυτα οἱ ἴδιοι οὔτε καὶ γιὰ μία μέρα, ἀλλὰ ὄχι ὅλη τὴ ζωή μας, ἀλλὰ καὶ σωματικὰ καὶ ψυχικὰ συνεχῶς ἀλλάζουμε καὶ μεταβαλλόμαστε. Δὲν ξέρω μάλιστα, μήπως καὶ oι ἄγγελοι (μεταβάλλονται) καὶ ὅλη ἡ ἀνώτερη φύση μετὰ τὴν Τριάδα, ἔστω κι ἂν μερικοὶ εἶναι ἁπλοὶ καὶ περισσότερο παγιωμένοι πρὸς τὸ καλό, ἐπειδὴ εἶναι πλησίον του ὕψιστου Ἀγαθοῦ.

21. Πολλὲς φορὲς καὶ πάλι ἐπανέρχεσαι καὶ μᾶς κατηγορεῖς ὅτι δὲν στηριζόμαστε στὴν ἁγία Γραφὴ (γιὰ νὰ καταδείξουμε τὴ θεότητα τοῦ Πνεύματος). Ὅτι βέβαια δὲν εἶναι ξένο τὸ Πνεῦμα, οὔτε παρείσακτο, ἀλλὰ καὶ στοὺς ἁγίους της Παλαιᾶς Διαθήκης καὶ στοὺς σημερινοὺς φανερώνεται καὶ ἀποκαλύπτεται, ἔχει ἤδη ἀποδειχθεῖ ἀπὸ πολλούς, oι ὁποῖοι ἀσχολήθηκαν μ’ αὐτό, ὅσοι βέβαια ἀφοῦ μελέτησαν ὄχι μὲ ραθυμία ἢ ἐπιπολαιδτητα τὶς θεῖες γραφές, ἀλλὰ διέσχισαν τὸ «γράμμα» καὶ ἔσκυψαν νὰ δοῦν μέσα ἀπὸ αὐτό, ἀξιώθηκαν νὰ δοῦν τὴν κρυμμένη ὀμορφιὰ καὶ καταυγάσθηκαν ἀπὸ τὸ φωτισμὸ τῆς γνώσεως(4).

25. Δύο λαμπρὲς ἀλλαγὲς τοῦ τρόπου τῆς ζωῆς μᾶς ἔχουν γίνει στὸ διάβα ὅλου του χρόνου, oι ὁποῖες καὶ δύο Διαθῆκες καλοῦνται, καὶ σεισμοὶ τῆς γής, διότι ἀποτελοῦν μία περιβόητη πραγματικότητα. Ἡ πρώτη εἶναι ἡ μετάβαση ἀπὸ τὰ εἴδωλα στὸ νόμο καὶ ἡ δεύτερη ἀπὸ τὸ νόμο στὸ Εὐαγγέλιο. Ὅμως καὶ τρίτος σεισμὸς μᾶς ἔχει ἀναγγελθεῖ, ἡ μετάσταση δηλαδὴ ἀπὸ τὸ ἐδῶ στὰ ἐκεῖ, τὰ μὴ πλέον κινούμενα καὶ σαλευόμενα. Αὐτὸ ἔχουν πάθει καὶ oι δύο Διαθῆκες. Τί εἶναι αὐτό; Δὲν μετακινήθηκαν ξαφνικά, οὔτε μὲ τὴν πρώτη κίνηση γιὰ πραγματοποίηση τοῦ ἐγχειρήματος. Γιὰ ποιὸ λόγο; Διότι εἶναι ἀναγκαῖο νὰ ξέρουμε. Γιὰ νὰ μὴν πιεσθοῦμε ἀλλὰ νὰ πεισθοῦμε. Διότι αὐτὸ ποὺ γίνεται παρὰ τὴ θέλησή μας, δὲν εἶναι μόνιμο, ὅπως ἀκριβῶς ὅσα συγκρατοῦνται βίαια ἀπὸ τὰ ρεύματα καὶ τὰ φυτά. Ὅμως αὐτὸ ποὺ γίνεται μὲ τὴ θέλησή μας, καὶ μονιμότερο εἶναι καὶ ἀσφαλέστερο. Τὸ ἕνα εἶναι ἔργο αὐτοῦ ποὺ μᾶς ἐξαναγκάζει, τὸ ἄλλο εἶναι δικό μας· καὶ τὸ ἕνα πάλι εἶναι ἔργο τῆς ἐπιείκειας τοῦ Θεοῦ, τὸ ἄλλο τῆς τυραννικῆς ἐξουσίας. Δὲν ἐνόμισε λοιπὸν ὅτι πρέπει χωρὶς νὰ θέλουμε νὰ μᾶς κάνει καλό, ἀλλὰ νὰ μᾶς εὐεργετεῖ, ὅταν ἐμεῖς τὸ θέλουμε. Γι’ αὐτό, γιὰ παιδαγωγικοὺς καὶ ἰατρικοὺς λόγους, ἄλλα ἀφαιρεῖ ἀπὸ τὰ πατροπαράδοτα ἔθιμα καὶ ἄλλα ἐπιτρέπει, ὑποχωρώντας λίγο σὲ αὐτὰ ποὺ δίνουν χαρά. Ἔτσι, ὅπως ἀκριβῶς κάνουν καὶ oι γιατροὶ στοὺς ἀρρώστους, δηλαδὴ γιὰ νὰ γίνει ἀποδεκτὴ ἡ θεραπεία μὲ φάρμακα, ἀλλάζουν ἐπιτήδεια τὴ γεύση τους μὲ προϊόντα περισσότερο εὐχάριστα. Διότι δὲν εἶναι εὔκολη ἡ ἀλλαγὴ σ’ αὐτὰ ποὺ εἶχαν γίνει συνήθεια καὶ τιμοῦνταν γιὰ μεγάλο χρονικὸ διάστημα. Τί ἐννοῶ δηλαδή; Ἡ πρώτη ἀλλαγὴ περιέκοψε βέβαια τὰ εἴδωλα, ἀλλὰ ἐπέτρεψε τὶς θυσίες· ἡ δεύτερη ἀλλαγὴ κατάργησε τὶς θυσίες, ἀλλὰ δὲν ἐμπόδισε τὴν περιτομή. Ἔπειτα, ὅταν ὁριστικὰ συμβιβάστηκαν μὲ αὐτὴ τὴν ἀφαίρεση, τότε παραδέχτηκαν καὶ τὴν παραχώρηση ποὺ εἶχε γίνει σ’ αὐτούς, δηλαδὴ oι Ἰουδαῖοι τὶς θυσίες καὶ oι χριστιανοὶ τὴν περιτομή. Καὶ ἔγιναν ἀπὸ ἐθνικοὶ ἰουδαῖοι καὶ ἀπὸ ἰουδαῖοι χριστιανοί, ἀφοῦ ὁδηγήθηκαν ἀνεπαίσθητα πρὸς τὸ Εὐαγγέλιο μὲ αὐτὲς τὶς ἐπιμέρους ἀλλαγές. Θὰ σὲ πείσει γι’ αὐτὸ ὁ Παῦλος, ὁ ὁποῖος προερχόμενος ἀπὸ περιτομὲς καὶ ἁγνισμοὺς ἔλεγε: «Ὅσο γιὰ μένα ἀδελφοί μου, γιατί μὲ καταδιώκουν, ἐὰν κηρύττω τὴν ἀναγκαιότητα τῆς περιτομῆς;». Ἐκεῖνο ἦταν σημεῖο οἰκονομίας αὐτὸ εἶναι δεῖγμα τῆς τελειότητας.

26. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο μπορῶ νὰ εἰκάζω ὅ,τι ἀφόρα στὴν θεολογία, ὅσο ὅμως εἶναι δυνατόν, ἀπὸ τ’ ἀντίθετα. Διότι, πράγματι ἐκεῖ, ἀπὸ τὶς ἀφαιρέσεις γίνεται ἡ ἀλλαγή· ἐδῶ ὅμως μὲ τὶς προσθῆκες ἐπιτυγχάνεται ἡ τελειότητα. Βέβαια, ἔτσι εἶναι. Ἐκήρυττε φανερὸ ἡ Παλαιὰ Διαθήκη τὸν Πατέρα καὶ ἀμυδρότερα τὸν Υἱό. Φανέρωσε ἡ Καινὴ Διαθήκη τὸν Υἱό, ὑπέδειξε τὴ θεότητα τοῦ Πνεύματος. Δρᾶ τώρα τὸ Πνεῦμα, κάνοντάς μας σαφέστερη τὴ φανέρωσή του. Διότι δὲν θὰ ἦταν ἀσφαλές, χωρὶς πρωτύτερα νὰ ὁμολογηθεῖ ἡ θεότητα τοῦ Πατρός, νὰ κηρύσσεται φανερὸ ὁ Υἱὸς οὔτε προτοῦ νὰ γίνει παραδεκτὴ ἡ θεότητα τοῦ Υἱοῦ, νὰ «ἐπιφορτισθοῦμε» μὲ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο, γιὰ νὰ χρησιμοποιήσω μία ἔκφραση λίγο τολμηρότερη· μήπως κινδυνεύσουν καὶ στὸ κατὰ δύναμη, ὅπως ἀκριβῶς μὲ ὅσους, oι ὁποῖοι ἀφοῦ φᾶνε πάνω ἀπὸ τὴν ἀντοχὴ τοὺς βαραίνουν καὶ ἀφοῦ προσβάλουν τὴν δράση πάνω ἀπὸ τὴ δύναμη κοιτάζοντας τὸ φῶς τοῦ ἥλιου τὴν καθιστοῦν ἀσθενέστερη. Ἀντιθέτως, μὲ τὶς βαθμιαῖες προσθῆκες καὶ ὅπως εἶπε ὁ Δαβίδ, μὲ τὶς ἀναβάσεις καὶ μὲ τὶς ἀπὸ δόξα σὲ δόξα προόδους καὶ προκοπές, τὸ φῶς τῆς Τριάδας θὰ λάμψει στοὺς πιὸ φωτισμένους. Καὶ νομίζω, ὅτι γι’ αὐτὸ τὸν λόγο καὶ στοὺς μαθητὲς ἐπιδημεῖ σταδιακά, ἀνάλογα μὲ τὴν ἱκανότητα ἐκείνων ποὺ τὸ δέχονται, δηλαδὴ στὴν ἀρχὴ τοῦ Εὐαγγελίου, μετὰ τὸ πάθος, μετὰ τὴν Ἀνάληψη, ὅταν ἐπιτελεῖ τὰ θαύματα, ὅταν ἐμφυσεῖται καὶ ὅταν ἐμφανίζεται ὡς πύρινες γλῶσσες. Καὶ ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ φανερώνεται σταδιακά, ὅπως θὰ διαπιστώσεις κι ἐσὺ ὁ ἴδιος, ἂν μελετήσεις μὲ περισσότερο ἐπιμέλεια: Θὰ παρακαλέσω, λέγει ἡ Γραφή, τὸν Πατέρα νὰ σᾶς δώσει ἄλλον Παράκλητο, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, γιὰ νὰ μὴ νομίσει κανένας ὅτι εἶναι ἀντίθετος ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ πὼς μιλάει ἀπὸ κάποια ἄλλη ἐξουσία. Ἔπειτα «θὰ στείλει» ὁ Πατέρας, ἀλλὰ «στὸ ὄνομά μου» ἀφοῦ ἄφησε στὴν ἄκρη τὸ «θὰ ρωτήσω», τὸ «θὰ στείλει» διατήρησε. Στὴν συνέχεια μὲ τὸ «θὰ στείλω» διακήρυξε τὸ δικό του ἀξίωμα· κατόπιν μὲ τὸ «θὰ ἔλθει» διακηρύσσεται ἡ ἐξουσία τοῦ Πνεύματος.

27. Βλέπεις, λοιπόν, σταδιακοὺς φωτισμοὺς ποὺ μᾶς φωτίζουν καὶ τὴν τάξη τῆς θεολογίας, τὴν ὁποία καλύτερα νὰ τηροῦμε καὶ ἐμεῖς, καὶ οὔτε νὰ τὴ φανερώνουμε μία καὶ καλή, οὔτε νὰ τὴν ἀποκρύπτουμε τελείως. Διότι τὸ ἕνα δείχνει ἔλλειψη διακρίσεως, τὸ ἄλλο ἀθεΐα. Καὶ τὸ ἕνα πάλι μπορεῖ νὰ βλάψει τοὺς ἄπιστους, ἐνῶ τὸ ἄλλο ν’ ἀποδιώξει τοὺς δικούς μας. Ὅμως, αὐτὸ τὸ ὁποῖο ἴσως ἦλθε καὶ στὸ μυαλὸ ἄλλων, ἀλλὰ ἐγὼ θεωρῶ καρπὸ τῆς δικῆς μου διανοίας, θὰ τὸ προσθέσω σ’ αὐτά, ποὺ ἔχουν ἤδη εἰπωθεῖ. Κατὰ τὸν Σωτήρα ἤσαν μερικά, γιὰ τὰ ὁποία ἔλεγε στοὺς μαθητὲς ὅτι δὲν μποροῦσαν τότε νὰ τὰ βαστάσουν, ἂν καὶ εἶχαν χορτάσει μὲ διδασκαλίες, ἴσως γιὰ τοὺς λόγους ποὺ ἀνέφερα, καὶ γι’ αὐτὸ δὲν τὰ ἀποκάλυψε. Ἔλεγε πάλι, ὅτι ὅλα αὐτὰ θὰ μᾶς τὰ διδάξει τὸ ἅγιο Πνεῦμα, ὅταν θὰ κατέλθει. Ἕνα ἀπὸ αὐτὰ (ποὺ θὰ μᾶς διδάξει) εἶναι, νομίζω, καὶ ἢ ἴδια ἡ θεότητα τοῦ Πνεύματος, ἡ ὁποία ἀποσαφηνίζεται ἀργότερα, ἀφοῦ μετὰ τὴν ἀποκατάσταση τοῦ Σωτήρα, τυχαίνει νὰ εἶναι ὥριμη καὶ καταληπτὴ ἡ γνώση, ἀφοῦ κανένας πλέον δὲν ἀπιστεῖ στὸ θαῦμα. Τί λοιπὸν θὰ ἦταν πιὸ μεγάλο, αὐτὸ ποῦ ἐκεῖνος ὑποσχέθηκε ἢ αὐτὸ ποῦ τὸ Πνεῦμα δίδαξε; Ἐὰν βέβαια πρέπει σὰν κάτι μεγάλο νὰ νομίζουμε καὶ ἄξιό της μεγαλοπρέπειας τοῦ Θεοῦ, αὐτὸ τὸ ὁποῖο ὑπόσχεται, ἢ αὐτὸ τὸ ὁποῖο διδάσκεται.

28. Ἔτσι λοιπὸν πιστεύω γι’ αὐτὰ καὶ μακάρι ἔτσι νὰ πιστεύω ἐγώ, καὶ ὅποιος μου εἶναι ἀγαπητός. Νὰ τιμᾶμε δηλαδὴ ὡς Θεὸ τὸν Πατέρα, Θεὸ τὸν Υἱό, Θεὸ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο, τρεῖς oι ἰδιότητες, ἀλλὰ μία ἡ θεότητα, χωρὶς νὰ διαιρεῖται ὡς πρὸς τὴ δόξα, τὴν τιμὴ καὶ τὴ βασιλεία, ὅπως θεολόγησε κάποιος ἀπὸ τοὺς θεοφόρους ἄνδρες λίγο προγενέστερα. Καὶ ὅποιος δὲν πιστεύει ἔτσι ἢ προσαρμόζεται ἀνάλογα μὲ τὶς περιστάσεις, ἀλλάζοντας συνεχῶς τὴν πίστη του καὶ σκέπτεται μὲ ἐπιπολαιότητα, γι’ αὐτὰ ποὺ εἶναι τόσο σπουδαία, ἂς μὴ δεῖ τὸν ἥλιο ν’ ἀνατέλλει, ὅπως λέγει ἡ Γραφή, οὔτε τὴ δόξα τῆς οὐράνιας λαμπρότητας. Διότι ἂν τὸ Πνεῦμα δὲν εἶναι προσκυνητόν, πῶς μὲ θεώνει μὲ τὸ βάπτισμα;

Ἂν πάλι προσκυνεῖται, πῶς νὰ μὴ λατρεύεται; Καὶ ἂν λατρεύεται, πῶς δὲν εἶναι Θεός; Τὸ ἕνα ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ ἄλλο, κι ἔτσι ἔχουμε πράγματι μία χρυσὴ καὶ σωτήρια ἁλυσίδα. Ἀπὸ τὸ Πνεῦμα συμβαίνει ἡ ἀναγέννηση σὲ μᾶς ἀπὸ τὴν ἀναγέννηση ἀκολουθεῖ ἡ ἀνάπλαση καὶ ἀπὸ τὴν ἀνάπλαση ἡ ἐπίγνωση τῆς ἀξίας ἐκείνου ποὺ μᾶς ἀνέπλασε.

29. Αὐτὰ λοιπὸν θὰ μποροῦσε νὰ πεῖ κανένας, ἂν προϋπέθετε ὅτι δὲν ὑπάρχει στὴν Γραφή. Ἤδη ὅμως θὰ ἔλθει σὲ σένα τὸ πλῆθος τῶν μαρτυριῶν, μὲ τὶς ὁποῖες θ’ ἀποδειχθεῖ ὅτι ἀναφέρεται καὶ μὲ τὸ παραπάνω μέσα στὴν ἁγία Γραφὴ ἡ θεότητα τοῦ Πνεύματος, σὲ ὅσους βέβαια δὲν εἶναι πολὺ ἀνόητοι, οὔτε ἀποξενωμένοι ἀπὸ τὸ Πνεῦμα. Σκέψου λοιπὸν τὰ ἑξῆς: Γεννιέται ὁ Χριστός; Τὸ Πνεῦμα προηγεῖται· βαπτίζεται; Αὐτὸ δίνει μαρτυρία· δέχεται πειρασμούς; Τὸν ὁδηγεῖ. Ἐπιτελεῖ θαύματα; Τὸν συνοδεύει. Ἀνέρχεται; Τὸν διαδέχεται. Ποιὸ ἄραγε ἀπὸ τὰ μεγάλα καὶ ἀπ’ ὅσα κάνει ὁ Θεός, δὲν μπορεῖ τὸ Πνεῦμα; Ποιὰ πάλι ὀνομασία δὲν ἔχει ἀπ’ ὅσες ἔχει ὁ Θεὸς ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἀγεννησία καὶ τὴ γέννηση; Διότι ἔπρεπε νὰ μείνουν oι ἰδιότητες στὸν Πατέρα καὶ στὸν Υἱό, γιὰ νὰ μὴν ὑπάρχει σύγχυση στὴ θεότητα, ἡ ὁποία καὶ τ’ ἄλλα ὁδηγεῖ σὲ τάξη καὶ κοσμιότητα. Ἐγὼ φρίττω ἀναλογιζόμενος τὸν πλοῦτο τῶν ὀνομασιῶν τοῦ Πνεύματος καὶ σὲ πόσες ἀπὸ αὐτὲς δείχνουν τὴν ἀσέβειά τους αὐτοὶ ποὺ ἐπιτίθενται στὸ Πνεῦμα. Λέγεται λοιπὸν Πνεῦμα Θεοῦ, Πνεῦμα Χριστοῦ, νοῦς Χριστοῦ, Πνεῦμα Κυρίου, τὸ ἴδιο ἐπίσης Κύριος, Πνεῦμα υἱοθεσίας, ἀληθείας, ἐλευθερίας· Πνεῦμα σοφίας, συνέσεως, θελήσεως, δυνάμεως, γνώσεως, εὐσεβείας, φόβου Θεοῦ. Διότι αὐτὸ εἶναι τὸ ὁποῖο προκαλεῖ ὅλα αὐτά. Ὅλα τὰ γεμίζει μὲ τὸ εἶναι του, ὅλα τὰ συγκρατεῖ. Μὲ τὴν ὕπαρξή του γεμίζει ὅλο τὸν κόσμο, δὲν περιορίζεται ὅμως ἡ δύναμή του στὸν κόσμο. Εἶναι ἀγαθό, εὐθές, ἡγεμονικό, ἁγιάζει ἀπὸ τὴ φύση του καὶ ὄχι λόγω θέσεως, δὲν ἁγιάζεται, εἶναι τὸ μέτρο, δὲν μετριέται, μετέχεται δὲν μετέχει, πληροί, δὲν πληροῦται, συγκρατεῖ δὲν συγκρατεῖται, κληρονομεῖται, δοξάζεται, συναριθμεῖται, ἀπειλεῖται, λέγεται δάκτυλος Θεοῦ καὶ φωτιὰ ὅπως ὁ Θεός, γιὰ νὰ δοθεῖ νομίζω, ἔμφαση στὸ ὁμοούσιο. Τὸ Πνεῦμα εἶναι αὐτὸ ποὺ δημιούργησε, ποὺ μᾶς ἀνακαινίζει μὲ τὸ βάπτισμα καὶ τὴν ἀνάσταση. Τὸ Πνεῦμα εἶναι αὐτὸ ποὺ γνωρίζει τὰ πάντα, ποὺ διδάσκει, ποὺ πνέει ὅπου καὶ ὅσο θέλει, ποὺ ὁδηγεῖ, λαλεῖ, ἀποστέλλει, ἀφορίζει, παροργίζεται, πειράζεται, ἀποκαλύπτει, φωτίζει, δίνει ζωή, μᾶλλον εἶναι τὸ ἴδιο φῶς καὶ ζωή. Εἶναι αὐτὸ ποὺ μᾶς κάνει ναούς, μᾶς θεώνει, μᾶς τελειοποιεῖ, ὥστε καὶ νὰ προηγεῖται τοῦ βαπτίσματος, ἀλλὰ καὶ νὰ ἐπιζητεῖται μετὰ τὸ βάπτισμα. Ἐνεργεῖ ἐπίσης ὅσα κι ὁ Θεός, διαμοιράζεται σὲ γλῶσσες πύρινες , μοιράζει χαρίσματα, καθιστὰ ἀποστόλους, προφῆτες, εὐαγγελιστές, ποιμένες καὶ διδασκάλους. Εἶναι νοερό, πολυμερές, σαφές, τρανό, ἀνεμπόδιστο, ἀμόλυντο. Αὐτὸ σημαίνει μὲ ἰσοδύναμες λέξεις, πὼς εἶναι ἡ ὕψιστη σοφία καὶ μπορεῖ νὰ ἐνεργεῖ μὲ πολλοὺς τρόπους καὶ ἀποσαφηνίζει τὰ πάντα καὶ τὰ διατρανώνει. Καὶ εἶναι αὐτεξούσιο καὶ ἀναλλοίωτο, παντοδύναμο, ἐπιβλέπει τὰ πάντα καὶ διεισδύει σὲ ὅλα τὰ νοερὰ πνεύματα, τὰ καθαρὰ καὶ λεπτότατα, δηλαδὴ ἐννοῶ τὶς ἀγγελικὲς δυνάμεις, ὅπως καὶ στὰ πνεύματα τῶν προφητῶν καὶ τῶν ἀποστόλων, τὴν ἴδια στιγμὴ ἀλλὰ ὄχι στοὺς ἴδιους τόπους, ἀφοῦ εἶναι διασκορπισμένα ἐδῶ κι ἐκεῖ. Μὲ τὸ νὰ ἔχουν ἀπονεμηθεῖ ἄλλα σὲ ἄλλο μέρος φανερώνεται τὸ ἀπερίγραπτο (αὐτοῦ).

30. Αὐτοὶ ποὺ λένε καὶ διδάσκουν αὐτὰ καὶ ἐπιπλέον τὸ ὀνομάζουν «ἄλλον Παράκλητον», δηλαδὴ ἄλλον Θεό, αὐτοὶ oι ὁποῖοι γνωρίζουν ὅτι ἡ μόνη ἀσυγχώρητη ἁμαρτία εἶναι ἡ βλασφημία σ’αὐτό, αὐτοὶ ποὺ τόσο φοβερὰ στηλίτευσαν τὸν Ἀνανία καὶ τὴ Σαπφείρα, ἐπειδὴ εἶπαν ψέματα στὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο, σὰν νὰ εἶπαν ψέματα στὸν Θεὸ καὶ ὄχι σὲ ἄνθρωπο, αὐτοὶ λοιπὸν τί σου φαίνεται ἀπὸ τὰ δύο, ὅτι κηρύττουν πῶς τὸ ἅγιο Πνεῦμα εἶναι Θεὸς ἢ κάτι ἄλλο; Πόσο στ’ ἀλήθεια ἀνόητος εἶσαι καὶ μακριὰ ἀπὸ τὸ Πνεῦμα, ἐὰν ἀπορεῖς γι’ αὐτὸ καὶ χρειάζεσαι κάποιον νὰ σὲ διδάξει. Οἱ ὀνομασίες λοιπὸν τοῦ Πνεύματος εἶναι τόσες πολλὲς καὶ τόσο ζωντανές. Γιατί λοιπὸν πρέπει νὰ σοὺ παραθέσω τὶς μαρτυρίες γι’ αὐτὲς τὶς λέξεις; Καὶ ὅσα ἐδῶ λέγονται μὲ τρόπο ταπεινό, ὅτι δηλαδὴ δίδεται, ὅτι ἀποστέλλεται, ὅτι μερίζεται, ὅτι εἶναι χάρισμα, δώρημα, ἐμφύσημα, ἐπαγγελία, μεσιτεία, εἴτε κάτι ἄλλο σὰν αὐτά, γιὰ νὰ μὴν ἀπαριθμῶ τὸ καθένα ξεχωριστά, πρέπει νὰ τὸ ἀναγάγουμε στὴν πρώτη αἰτία, γιὰ νὰ καταδειχθεῖ ἀπὸ ποῦ προέρχεται καὶ νὰ μὴν γίνουν παραδεκτὲς ἀπὸ κάποιους, τρεῖς ἀρχὲς διαχωρισμένες μεταξύ τους, σὰν νὰ ὑπάρχει πολυθεΐα. Διότι εἶναι ἐξίσου ἀσέβεια νὰ ταυτίσει κανένας τὰ πρόσωπα, ὅπως ὁ Σαβέλλιος(5) καὶ νὰ διαχωρίσει τὶς φύσεις ὅπως ὁ Ἄρειος(6).

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Δηλαδὴ δὲν εἶναι Θεός, ἀλλὰ κτίσμα, ὅπως ὁ ἄνθρωπος.
2. Βλ. Πλάτωνα, Φαίδων 97 c-d καὶ Ἀριστοτέλη, Περὶ ζώων γενέσεως ΙΙ, 3. Ὁ «νοῦς» ὅμως τῶν φιλοσόφων αὐτῶν δὲν μπορεῖ νὰ συνδεθεῖ μὲ τὸ ἅγιο Πνεῦμα (βλ. Σ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καὶ aι προϋποθέσεις πνευματολογίας αὐτοῦ, Ἀθῆναι 1980, σσ. 99-101 ).
3. Ὁ Μαρκίωνας ἦταν ἕνας γνωστικὸς συγγραφέας τοῦ β’ αἰῶνος. Ἡ θεολογία τοῦ διέφερε ὅμως σὲ πολλὰ σημεῖα ἀπὸ αὐτὴ τῶν γνωστικῶν. Παραδεχόταν δύο θεούς, τὸν ἀγαθὸ καὶ τὸν κακό. Ἀπέρριπτε τὴν Παλαιὰ Διαθήκη καὶ πολλὰ βιβλία τῆς Καινῆς. Μερικοὶ κώδικες περιέχουν τὴ γραφὴ «Μαρκίωνος καὶ Οὐαλεντίνου», καθὼς τὸ σύστημα τῶν «νέων αἰώνων» ἔχει τὴ σφραγίδα τοῦ δεύτερου. Σχετικὰ βλ. Ρ. GALLAY-Μ. JOURJON, Gregoire de Nazianze, Discours Theologiques ἐν Sources Chretiennes, τ. 250, Cerf, Paris 1978, σ. 288, ὑποσημ. 2.
4. Ὑπάρχουν κάποιες ἀλήθειες, λέγει ὁ ἄγ. Γρηγόριος, μέσα στὴν Ἁγία Γραφή, οἱ ὁποῖες δὲν ἀναφέρονται ρητά. Ὁ φωτισμένος ἀπὸ τὸ ἅγιο Πνεῦμα πιστὸς νομιμοποιεῖται νὰ ὑπερκεράσει (ξεπεράσει) τὸ γράμμα γιὰ νὰ βρεῖ τὰ κρυμμένα νοήματα, τὰ ὁποῖα θὰ χρησιμοποιήσει στὸν ἀγώνα τοῦ ἐναντίον τῶν αἱρετικῶν.
5. Ὁ αἱρετικὸς Σαβέλλιος (γ’ αἵ.) δίδασκε ὅτι τὰ πρόσωπα τῆς ἁγίας Τριάδας δὲν συνιστοῦν τρεῖς διακεκριμένες ὑποστάσεις, ἀλλὰ μία οὐσία, ποὺ ἐμφανίσθηκε μὲ τρία πρόσωπα, δήλ. ὡς Πατέρας τὴν ἐποχὴ τῆς Πάλ.Διαθήκης, ὡς Υἱὸς στὴν Καινὴ Διαθήκη καὶ ὡς ἅγιο Πνεῦμα στὴν Ἐκκλησία.
6. Ὁ Ἄρειος (δ’ αἵ.) ἐπέφερε μεγάλη κρίση στὴν Ἐκκλησία. Δίδασκε ὅτι ὁ Υἱὸς εἶναι κτίσμα. Καταδικάστηκε ἀπὸ τὴν Ἃ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο τῆς Νίκαιας (325 μ.Χ.).

Ἀπὸ τὸ βιβλίο:Μιλάει ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος,
ἔκδ. Ἀποστολικὴ Διακονία, Ἀθήνα 1991

Σάββατο, Ιουνίου 07, 2014

ΠΑΤΕΡ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ!!!![ΒΙΝΤΕΟ]ΠΩΣ ΕΙΝΑΙ ΤΩΡΑ ΚΑΙ ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΗΛΙΑΣ ΚΑΙ Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΕΝΩΧ!!!ΞΕΡΟΥΜΕ ΟΤΙ ΔΕΝ ΠΕΘΑΝΑΝ!!!ΠΟΤΕ ΘΑ ΕΜΦΑΝΙΣΤΟΥΝ ΚΑΙ ΓΙΑΤΙ!!!


ΠΩΣ ΕΙΝΑΙ ΤΩΡΑ!!!
Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΗΛΙΑΣ!!!
ΚΑΙ Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΕΝΩΧ!!!!
ΚΑΙ ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ!!!!
ΞΕΡΟΥΜΕ ΟΤΙ ΔΕΝ ΠΕΘΑΝΑΝ!!!!ΠΟΤΕ ΘΑ ΕΜΦΑΝΙΣΤΟΥΝ!!!

  πηγή

Η ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ - Ἀρχιμανδρίτης Ἀρσένιος Κατερέλος

Η ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ (44 Ν - 2)


Ὁ ἔσχατος σκοπός τῆς Ἐνανθρωπήσεως, ἀγαπητοί μου ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, δέν ἦτο ἄλλος παρά ἡ ἐκ νέου ἀποστολή τῆς ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἰς τόν κόσμον, ἡ ὁποία ἐνέργειά Του, ὡς γνωστόν, εἶχε ἀρθῆ μετά τό προπατορικό ἁμάρτημα τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας. Διότι ὁ Παράδεισος εἰς τόν ὁποῖον ἐζοῦσαν οἱ πρωτόπλαστοι ἦτο μέν ἕνας τόπος, ἀλλά ἐπάνω καί πέρα ἀπ᾽ ὅλα ἦτο μία κατάστασις νομίμου καί ἀπλήστου ἡδονῆς ἐν Θεῷ καί εὐτυχίας καί θεοκοινωνίας.
Λοιπόν, μετά ἀπό τό προπατορικό ἁμάρτημα ἐδημιουργήθη τρόπον τινά μία ἔχθρα μεταξύ τοῦ ἀνθρωπίνου γένους καί τοῦ ἁγίου ἐνδόξου Τριαδικοῦ Θεοῦ. Ἔπρεπε λοιπόν κάποιος νά ἀναλάβη ἕναν ρόλο γιά νά σπάση, νά διαλύση καί νά τελειώση αὐτή ἡ ἔχθρα μεταξύ Θεοῦ καί ἀνθρώπων. Ἔπρεπε κάποιος νά εὑρεθῆ γιά νά ξεχρεώσωμε ὅλοι μας τό χρέος μας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.
Ἀλλά ποιός νά εὑρεθῆ; Ὅλοι ἤμαστε ἁμαρτωλοί, γιατί ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας ὅλο τό ἀνθρώπινο γένος ἁμάρτησε. Ἄλλωστε καί τώρα ἐν ψυχρῷ πολλές φορές ὅλοι μας ἁμαρτάνομε.
Γι᾽ αὐτό λοιπόν καί τό Δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὁ Θεός Λόγος, ἔγινε ὁ ἴδιος ἄνθρωπος, ἔκανε ὅ,τι ἔκανε, δηλαδή ὡμίλησε, ἐθαυματούργησε καί πρό πάντων ἐσταυρώθη, ἀνεστήθη καί ἀνελήφθη. Γι᾽ αὐτόν ἀκριβῶς τόν λόγο ἀνελήφθη, γιά νά μᾶς συμφιλιώση μέ τόν Θεό Πατέρα, νά μᾶς συμφιλιώση ὁ Χριστός ὡς ἄνθρωπος. Ὅ,τι εἶχε ὁ Χριστός ἀχρόνως, ἀϊδίως, ἀνέκαθεν ὡς Θεός, τό ἀπέκτησε ἐν χρόνῳ καί ὡς ἄνθρωπος. Ἐπί παραδείγματι, λέγει ὁ Χριστός «... Ἐδόθη μοι πᾶσα ἐξουσία ἐν οὐρανῷ καί ἐπί γῆς» (Ματθ. 28, 18). Ἀλλά ποία ἐξουσία Σοῦ ἐδόθη Κύριε; Δέν εἶχες πάντα τήν ἐξουσία; Ἀναμφισβήτητα, ὡς Θεός τήν εἶχε πάντα, ἐφ᾽ ὅσον ἦταν ὁ Ἕνας τῆς Τριάδος. Τώρα Τοῦ ἐδόθη ἡ ἐξουσία καί ὡς ἀνθρώπου.
Καί ἄν τό θέλετε, τό κεντρικό νόημα τῆς Ἀναλήψεως ποιό εἶναι; Εἶναι ὅτι ἡ ἀνθρωπίνη φύσις μας ἀνυψώθη εἰς αὐτό τό ὕψος τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ποῦ εἶναι οἱ ὑλισταί, πού λένε ὅτι ὁ Χριστιανισμός περιφρονεῖ τήν ὕλη; Ἡ ὕλη μας ὑψώθηκε, κατά Χάριν βέβαια, εἰς τό ὕψος τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ὁ Χριστιανισμός δέν περιφρονεῖ τήν ὕλη, ὅπως - γιατί νά μή τό ποῦμε; - τήν περιφρονοῦσε καί ὁ Πλάτων καί οἱ περισσότεροι ἀρχαῖοι φιλόσοφοι. Ὁ Χριστιανισμός ἀνυψώνει τήν ὕλη εἰς τό ὕψος τῆς Θεότητος. Ἁπλῶς μισεῖ τήν ἁμαρτία γιατί εἶναι αἴτιο ἡ ἁμαρτία τοῦ χωρισμοῦ μας ἀπό τόν Θεό.
Ἔτσι λοιπόν μέ τήν Ἀνάληψι ἀνυψωθήκαμε σ᾽ αὐτό τό ὕψος τῆς Θεότητος, γιατί ἁπλούστατα, στόν Χριστό πλέον δέν μποροῦμε νά ξεχωρίσωμε τήν Θεότητα ἀπό τήν ἀνθρωπότητα. Δέν μποροῦμε νά ποῦμε ''ξέρεις, ἀπό ἐδῶ εἶναι ὁ Θεός, ἀπό ἐκεῖ εἶναι ὁ ἄνθρωπος''. Αὐτά τά δύο, χωρίς νά συγχέωνται, δέν μποροῦν ὅμως καί νά διαιρεθοῦν.
Ταυτόχρονα ὅμως ὁ Χριστός, ὅπως ἤδη προαναφέραμε καί ὅπως ὅλοι σας ξέρετε, εἶναι ὁ ἕνας τῆς Τριάδος εἰς τόν Ὁποῖον κατοικεῖ ὅλο τό πλήρωμα τῆς Θεότητος. Καί ἐφ᾽ ὅσον δέν μπορεῖ νά χωρισθῆ εἰς τόν Χριστόν ἡ ἀνθρωπότητα ἀπό τήν Θεότητα, ἡ ἀνθρωπίνη φύσις τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, δηλαδή ὅλοι ἐμεῖς ἐν προσώπῳ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀνυψώθημεν κατά Χάριν σέ αὐτό τό ὕψος τῆς Θεότητος.


 Τώρα, ἀπόρροια καί ἄμεση συνέπεια αὐτοῦ τοῦ γεγονότος, ποιό εἶναι; Εἶναι ἡ ἐκ νέου ἀποστολή, ὄχι αὐτοῦ τοῦ ἰδίου τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό ὁποῖο πάντα ὑπῆρχε, ἀλλά τῆς ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό ὁποῖο Ἅγιο Πνεῦμα δρᾶ ἀπό τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς εἰς τήν Ἐκκλησία μας.
Ἡ Πεντηκοστή δέν εἶναι ὡραῖα λόγια. Εἶναι γεγονός ἱστορικό κατοχυρωμένο καί προφητικά, ἰδιαίτατα μέ τόν Προφήτη Ἰωήλ καί μέ ἄλλους βέβαια Προφῆτες, ἀλλά καί κατοχυρωμένο ἱστορικά, διότι ἔλαβε χώραν κάποια ἱστορική στιγμή σέ ἕνα ὑπερῶο. Ὅλοι ἄκουγαν μία ἰσχυροτάτη βοή ἀνέμου. Νά ἀκοῦς μία βροντώδη ἰαχή, καί ὅμως παρά τήν ἰαχή νά μή κουνιέται ἀπολύτως τίποτε, νά ὑπάρχη ἄπνοια, νά μή κουνιέται ἔστω καί τό παραμικρό φύλλο τοῦ πιό μικροῦ δένδρου.
Καί στό σημεῖο αὐτό θά θέλαμε νά τονίσωμε ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα δέν εἶναι μία δύναμις ἤ μία ἔννοια ἀφηρημένη, ἔστω κι ἄν στά Ἑλληνικά εἶναι σέ γένος οὐδέτερο. Εἶναι Πρόσωπο. Εἶναι τό Τρίτο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, εἰς τό Ὁποῖο, ὅπως καί εἰς τά ὑπολοιπα δύο, κατοικεῖ ὅλη ἡ θεία οὐσία.
Τό Ἅγιον Πνεῦμα εἶναι ἐκεῖνο τό ὁποῖο συγκροτεῖ ὅλον τόν θεσμόν τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι ὁ διάδοχος τοῦ Χριστοῦ εἰς τήν γῆ. Εἶναι ἐκεῖνο τό ὁποῖο τελετουργεῖ ὅλα τά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας, τά ὑπέρ λόγον καί ὑπέρ ἀνθρωπίνην κατάληψιν. Εἶναι θά λέγαμε πιό ἁπλᾶ, ὁ ''νοικοκύρης'' τῆς Ἐκκλησίας μας. Εἶναι Αὐτό πού ὅπως εἴπαμε τελεῖ ὅλα τά Μυστήρια, γι᾽ αὐτό λέγεται καί ''τελετουργικόν''.
Μόνον ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος προσδίδει εἰς τό Ἅγιο Πνεῦμα ἑξήντα διαφορετικά ὀνόματα, ἀνάλογα τῶν διαφόρων ἰδιοτήτων πού ἔχει τό Ἅγιον Πνεῦμα. Τῶν ἰδιοτήτων στόν σωτηριολογικό χαρακτῆρα πού ἔπαιξε τό Ἅγιον Πνεῦμα, γιατί ἄλλο εἶναι ὁ ἐνδοτριαδολογικός ρόλος τῶν τριῶν Προσώπων μέσα στήν Ἁγία Τριάδα καί ἄλλο τό τί ρόλο ἔπαιξαν αὐτά τά τρία Πρόσωπα γιά τήν σωτηρία μας.
Καί μάλιστα, στόν κανόνα τῆς σημερινῆς ἑορτῆς, στήν ὀγδόη ᾠδή, ὑπάρχει ἡ μεγαλυτέρως πολυσύλλαβη λέξις, ἡ ὁποία προσδίδεται εἰς τό Ἅγιον Πνεῦμα καί λέγεται ''ἀκτιστοσυμπλαστουργοσύνθρονον...''. Δηλαδή εἶναι καί ἄκτιστον καί συμπλαστουργόν καί σύνθρονον, εἶναι δηλαδή ἀδημιούργητον. Συνέβαλε καί Αὐτό εἰς τήν δημιουργία ὅλου τοῦ κόσμου καί ὅλων τῶν κτισμάτων καί εἶναι ἰσότιμο μέ τά ὑπόλοιπα δύο Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος.
Εἰς τό σημεῖο ὅμως αὐτό θά θέλαμε νά ξανατονίσωμε ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα ὡς τό τρίτο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος ὑπάρχει πάντα - ''οὔτε ἀρξάμενον, ὅπως ψάλλομε, οὔτε παυσόμενον...''. Ὑπάρχει ἀϊδίως καί ἀχρόνως. Ὅμως ἡ ἐνέργειά Του, πού ὅπως εἴπαμε εἶχε παυθῆ, δρᾶ ἀπό τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς μέσα εἰς τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Καί ἔτσι, γιά νά ὁμιλήσωμε τώρα καί πιό πρακτικά, ὁ σκοπός τῆς ζωῆς τώρα ὅλων ἡμῶν τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν πού ἀγωνιζόμαστε, ποιός εἶναι; Δέν εἶναι ἄλλος παρά ἡ ἀπόκτησις τώρα μέσα μας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἔτσι τό θέμα καί τό ζητούμενο δέν εἶναι τό πόσο καλοί νομίζομε ὅτι εἴμαστε ἐνώπιον τῶν ἄλλων καί ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, δέν εἶναι τό πόσες καλές πράξεις ἐπιδιώκομε - καί πρέπει νά ἐπιδιώκωμε - νά κάνωμε, καί ἀντίστροφα τό πόσες κακές πράξεις ἤ σκέψεις ἀποφεύγομε νά κάνωμε. Τό ζητούμενο, πέρα καί πάνω ἀπ᾽ ὅλα καί ἐκεῖνο πού ἔχει σημασία, εἶναι τελικά, μετά ἀπ᾽ ὅλα αὐτά φυσικά, πόσο Ἅγιο Πνεῦμα ὑπάρχει μέσα μας, πόσο τό Ἅγιον Πνεῦμα διέπει ὅλες τίς ἐνέργειές μας, τίς φανερές καί τίς κρυφές, πόσο Αὐτό διέπει ὅλο τό εἶναι μας. Κι ἄν τό θέλετε, ὅλος ὁ πνευματικός ἀγῶνας τί σκοπό ἔχει; Ἐκτός φυσικά τοῦ ὅτι πρέπει νά κάνωμε καί καλές πράξεις καί νά ἀποφεύγωμε ἀντίστροφα τίς κακές, ἀλλά πάνω καί πέρα ἀπ᾽ ὅλα, ὅπως λέγουν ὅλοι οἱ Πατέρες καί ἰδιαίτατα ὁ Ἅγιος Σεραφείμ τοῦ Σαρώφ, αὐτός ὁ μεγάλος Ἅγιος τῆς Ρωσίας, ὁ σκοπός τῆς πνευματικῆς ζωῆς εἶναι ἡ ἀπόκτησις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Μπορεῖ νά εἶναι δύο μοναχοί, ἄν τό θέλετε καί στό ἴδιο μοναστήρι, νά κάνουν τά ἴδια πράγματα ἐξωτερικά, καί ἄν τό θέλετε καί μέσα στό κελλί τους - δέν ἀναφερόμεθα στήν περίπτωσι τῆς ὑποκρισίας, ἄς ὑποθέσωμε ὅτι δέν ὑπάρχει ὑποκρισία -, λοιπόν ἄς ὑποθέσωμε ὅτι καί μέσα στό κελλί τους πάνω κάτω κάνουν τά ἴδια πράγματα, μετάνοιες, μελέτη, κλπ. Κι ὅμως, ἄν καί κάνουν τά ἴδια πράγματα ἐξωτερικά καί οἱ δύο, ὁ ἕνας μπορεῖ νά μιλάη μέ τόν Θεό, νά εἶναι δηλαδή σέ ὕψη ἁγιότητος, κι ὁ ἄλλος ''νά δέρη ἀέρα''. Κάτι ἀνάλογο, φυσικά, γιά νά μήν ἀναφέρωμε πολλά παραδείγματα, μπορεῖ νά ἰσχύη καί σέ μία εὐσεβῆ οἰκογένεια, ὅπου κάποιοι νά συμπεριφέρωνται μέ τόν ἴδιο τρόπο ἐξωτερικά, ἀκόμη καί μέσα στό δωμάτιό τους, κι ὅμως ὁ ἕνας νά εἶναι μέ τόν Θεό κι ὁ ἄλλος ἄς μήν ἀναφέρωμε μέχρι ποῦ μπορεῖ νά φθάση, μέχρι καί νά κολασθῆ δηλαδή.
῎Ετσι ἄς μήν ἐπαναπαυώμεθα οὔτε στά ἀσκητικά μας κατορθώματα, οὔτε στά κοινωνικά μας πνευματικῶς ἐκλαμβανόμενα κατορθώματα, ἀλλά πρέπει νά ἀνησυχοῦμε καί νά ψάχνωμε νά βροῦμε ἄν ἔχωμε μέσα μας τό Ἅγιο Πνεῦμα.
Κι ὅταν ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία μᾶς τονίζη ὅτι πρέπει νά γίνωμε πνευματικοί ἄνθρωποι, δέν ἐννοεῖ οὔτε νά γίνωμε εὐσεβισταί, οὔτε νά μισήσωμε τήν ὕλη, ἀλλά ἁπλούστατα νά ἀποκτήσωμε τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτά ὅμως τά χαρίσματα, πρῶτα ὁ Θεός, θά τά ἐξηγήσωμε τήν ἑπομένη Κυριακή τῶν Ἁγίων Πάντων, γιατί ἡ Κυριακή τῶν Ἁγίων Πάντων συνδέεται ἄρρηκτα καί ἄμεσα μέ τήν σημερινή Κυριακή τῆς Πεντηκοστῆς, διότι ὅ,τι ἔκαναν οἱ Ἅγιοι καί ὅλα τά χαρίσματα τά ὁποῖα εἶχαν οἱ Ἅγιοι δέν τά εἶχαν παρά μέ τήν δύναμι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Θέλετε ἕνα χάρισμα; Ἄς μήν ἀναφέρωμε τό προορατικό, τό διορατικό, τό ἰαματικό καί ἕνα σωρό ἄλλα χαρίσματα, ἀλλά ἐδῶ ἄς ἀναφέρωμε μόνο τό χάρισμα τῆς καρδιακῆς προσευχῆς. Ξέρεις τί εἶναι νά κοιμᾶσαι, νά γελᾶς, νά ἐργάζεσαι, νά κάνης χειρωνακτική ἐργασία, νά κάνης διανοητική ἐργασία, νά λύνης ἀσκήσεις στά μαθηματικά καί ὁ,τιδήποτε ἄλλο, καί ὅμως ἡ καρδιά ἀβίαστα χωρίς τόν παραμικρό κόπο νά λέγη τήν εὐχή καρδιακά καί ἀσταμάτητα, ἀκόμη καί στόν ὕπνο; Ἔ, αὐτό τί εἶναι; Δέν εἶναι παρά ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καί μάλιστα αὐτό τό μικρό παράδειγμα πού ἀναφέραμε εἶναι ἐντολή παρακαλῶ τῆς Καινῆς Διαθήκης. Οἱ ἐντολές τῆς Καινῆς Διαθήκης ἀναφέρονται σέ ὅλους τούς Χριστιανούς καί ὄχι μόνο στούς μοναχούς. Ὅπως λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος «ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε». Μά, πῶς μπορεῖ κανείς ἀδιαλείπτως νά προσεύχεται; Μόνον καί μόνον γίνεται αὐτό ὅταν ἔχη τό χάρισμα ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι τῆς καρδιακῆς προσευχῆς πού ἀναφέραμε ἁπλῶς παραδειγματικά εἰς τήν ἀγάπη σας.
Αὐτό ὅμως πού θέλομε σήμερα ἐν κατακλεῖδι νά τονίσωμε, γιά νά μήν ἀπογοητευθοῦμε κιόλας, εἶναι ὅτι μία πρώτη ἀρχική ἀπόδειξις ὅτι ἔχομε μέσα μας τό Ἅγιο Πνεῦμα, ποιά εἶναι; Εἶναι τό νά πιστεύη κάποιος εἰς τήν Θεότητα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὅπως λέγει πάλι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, δέν μπορεῖς νά πῆς τόν Ἰησοῦν ''Κύριον'', Θεόν δηλαδή, ''εἰ μή ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ''. Ἄν δέν ἔχης μέσα σου Ἅγιο Πνεῦμα, δέν μπορεῖς νά πιστεύης ἔμπρακτα, δηλαδή ἐσωτερικά καί ἐνσυνείδητα, ὅτι ὁ Χριστός εἶναι Θεός καί νά προσπαθῆς βέβαια νά προσαρμοσθῆς πρός τίς ἐπιταγές τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Δηλαδή τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι ἐκεῖνο πού μυστικά καί ἀόρατα καί ἀκατάληπτα μᾶς φωτίζη νά καταλάβωμε τήν Θεότητα τοῦ Χριστοῦ. Βέβαια, ὅπως θά ἐξηγήσωμε καί τήν ἑπομένη Κυριακή, οἱ Ἅγιοι δέν εἶχαν μόνο τήν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μυστικά καί ἀόρατα, ἀλλά εἶχαν ἔντονη ζωντανή ἐμπειρία, μεγάλη θεοηδονή, πού ἦταν προϊόν καί ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Καί ἄς μή κρυβώμαστε, ἄλλο πρᾶγμα εἶναι τό νά γνωρίζης, ἔστω καί ἄν δέν διδάσκης. Ἄν γνωρίζης, εἶσαι ἀπό μόνος σου ἕνα ἀνοικτό βιβλίο, εἶσαι μᾶλλον μία σιωπηλή κραυγή, ἐφ᾽ ὅσον γνωρίζης τά μυστήρια τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Ὅπως καί ἄλλο πρᾶγμα εἶναι ἁπλῶς νά πιστεύης, ἀλλά νά μή γνωρίζης σέ βάθος. Τότε, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σῦρος, ὅταν διδάσκης, ὁμοιάζεις μέ μία ζωγραφιστή λίμνη, πού μπορεῖ ὅποιος τήν βλέπει νά λέη ''τί ὡραία λίμνη'', ἀλλά κανείς δέν μπορεῖ νά ξεδιψάση - καταλαβαίνετε τί ἐννοοῦμε... - ἀπό τό νερό τῆς ζωγραφιστῆς αὐτῆς λίμνης. Καί ἄλλο πρᾶγμα - πού δέν θά ἤθελα νά τό ἀναφέρω, ἀλλά οἱ ἀνάγκες μᾶς τό ἐπιβάλλουν - ἄλλο πρᾶγμα εἶναι νά διδάσκης, καί μέ στόμφο, ἐκπαιδευμένα, πολύ ὡραῖα, καί αὐτά πού διδάσκεις, ὄχι μόνο νά μή τά πιστεύης, ἀλλά, ἀλλά, ἀλλά...
Ἄς σταματήσωμε ὅμως ἐδῶ, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, λέγοντας καί προτρέποντας: Μακρυά ἀπό τούς Πεντηκοστιανούς καί ἀπό τίς ψευδοφωτισμένες, ἤ ὅπως αὐτοαποκαλοῦνται, ''φωτισμένες''. Διότι, καί οἱ μέν πού βγάζουν ἀκαταλαβίστικες δαιμονικές κραυγές καί νομίζουν ὅτι δῆθεν τότε ὁμιλοῦν ξένες γλῶσσες, καί οἱ δέ μέ τά διάφορα δαιμονοκατευθυνόμενα ψευδοοράματά τους, ὅλοι αὐτοί εἶναι κωμικοτραγικά παίγνια τῶν δαιμόνων. Καί ἡ γλωσσολαλιά, ὅπως λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες, ἦταν ἕνα ἔκτακτο χάρισμα, πού ἐδόθη κατά τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, καί ἐδόθη γιά λόγους πρακτικῆς καί γιά λόγους ἀνάγκης, κι ἄν τό θέλετε, δέν ἐδόθη καθόλου γιά τούς πιστούς - ἄς μή μᾶς φαίνεται παράξενο, γιά τούς Ἀποστόλους δηλαδή -, ἀλλά ἡ γλωσσολαλιά ἐδόθη κατ᾽ ἀνάγκην γιά τούς ἀπίστους. Δέν ἐξαντλεῖται δηλαδή ἡ Πεντηκοστή στήν γλωσσολαλιά, ἀλλοίμονο.
Εὔχομαι, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἡ ζωή μας νά εἶναι τέτοια, πού νά ἀφήνωμε νά δρᾶ μέσα μας ἡ ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γιατί τό Ἅγιο Πνεῦμα ποτέ δέν μπορεῖ νά δράση μέσα μας παρά μόνον ἐάν ἐμεῖς τοῦ τό ἐπιτρέψωμε μέ τήν θεάρεστη ζωή μας. Καί ἄν δράση μέσα μας, τότε νά εἴμαστε σίγουροι ὅτι Αὐτό θά μᾶς ὁδηγήση ''εἰς πᾶσαν τήν ἀλήθειαν'' σέ ὅλες τίς ἐκφάνσεις τῆς ζωῆς μας.
Ἀμήν.


(Ἀρχιμανδρίτης Ἀρσένιος Κατερέλος,
Ἡγούμενος Ἱ. Μονῆς Ἁγίου Νικολάου Δίβρης Φθιώτιδος

Ὁμιλία κατά τήν Θεία Λειτουργία εἰς τήν Ἱερά Μονή Ἁγίου Νικολάου Δίβρης Φθιώτιδος - 3/6/2001)

Ο αγώνας της μετάνοιας.

Ένας νέος, παρασυρμένος από τη τρομερή δύναμη της κακής συνήθειας, έπεφτε συχνά σε βαρύ αμάρτημα. Δεν άφηνε όμως τον αγώνα. Ύστερα από κάθε κατρακύλισμα, έχυνε πύρινα δάκρυα και προσευχόταν στο Θεό μ’ αυτά τα πονεμένα λόγια:
- Κύριε, σώσε με, είτε θέλω, είτε δεν θέλω.Ο αγώνας της μετάνοιας 
Εγώ σαν χωματένιος που είμαι, τραβιέμαι εύκολα από τη λάσπη της αμαρτίας. Συ όμως έχεις τη δύναμη να μ’ εμποδίσεις. Δεν είναι θαυμαστό Θεέ μου, αν ελεήσεις τον δίκαιο, ούτε αν σώσεις τον ενάρετο, γιατί αυτοί είναι άξιοι να γευτούν την αγαθότητά Σου. Σε μένα τον αμαρτωλό δείξε, Κύριε, την φιλανθρωπία Σου, και το έλεός Σου, και σώσε με, με θαυματουργικό τρόπο, γιατί μ΄ όλη την αθλιότητά μου, σε Σένα μόνο καταφεύγω ο δυστυχής!
Αυτά έλεγε με συντριβή ο νέος και όταν κυριευόταν από το πάθος και όταν ακόμα ήταν ήρεμος. Κάποια φορά που πάλι νικήθηκε, ύστερα από αγωνιώδη αντίσταση, γονάτισε παρευθύς κι επανέλαβε τα ίδια λόγια, χύνοντας ποταμούς δακρύων.
Η ακατανίκητη ελπίδα του στην Θεία Ευσπλαχνία ερέθισε τον διάβολο. Παρουσιάστηκε μπροστά του όλος μανία και του φώναξε:
- Άθλιε, δεν νιώθεις λίγη ντροπή, όταν με τέτοια χάλια τολμάς να προσεύχεσαι και να παίρνεις στο στόμα σου του Θεού το όνομα; Μάθε μια για πάντα πως για σένα δεν υπάρχει σωτηρία.
Ο γενναίος αγωνιστής δεν φοβήθηκε, ούτε έχασε την ελπίδα του, όπως περίμενε ο διάβολος.
- ΜΑΘΕ ΚΙ ΕΣΥ, ΤΟΥ ΑΠΟΚΡΙΘΗΚΕ ΘΑΡΡΕΤΑ, ΠΩΣ ΤΟ ΔΩΜΑΤΙΟ ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΣΙΔΗΡΟΥΡΓΕΙΟ. ΜΙΑ ΣΦΥΡΙΑ ΔΙΝΕΙΣ ΚΑΙ ΜΙΑ ΠΑΙΡΝΕΙΣ. ΔΕΝ ΘΑ ΠΑΨΩ ΝΑ ΣΕ ΠΟΛΕΜΩ ΜΕ ΤΗ ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ, ΩΣΠΟΥ ΝΑ ΒΑΡΕΘΕΙΣ ΝΑ ΜΕ ΠΟΛΕΜΑΣ ΚΙ ΕΣΥ ΜΕ ΤΗΝ ΑΜΑΡΤΙΑ.
- Έτσι λοιπόν; φώναξε ο διάβολος με κακία. Από δω κι εμπρός παύω να σε πολεμώ, για να μην αυξηθούν τα βραβεία της υπομονής σου, κι έγινε άφαντος.
Από τη στιγμή εκείνη έπαψε ο πόλεμος του νέου. Εκείνος όμως ούτε μια στιγμή δεν έπαυε να προσέχει τον εαυτό του και έκλαιγε συχνά σαν θυμόταν τα σφάλματά του.
(ΑΠΟ ΤΟ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ)

ΑΝΟΙΧΤΟΙ ΣΤΗΝ ΠΝΟΗ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ

ΑΝΟΙΧΤΟΙ  ΣΤΗΝ  ΠΝΟΗ  ΤΟΥ  ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ

            Εάν οι εορτές της Εκκλησίας μας αποτελούν πνευματικά γεγονότα και σταθμούς πνευματικού ανεφοδιασμού, πόσο μάλλον η αλήθεια αυτή ισχύει για την εορτή της Πεντηκοστής.
            Όταν μάλιστα συνειδητοποιούμε μέσω της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας ότι η Σύναξις των πιστών στο «Κυριακό Δείπνο», δεν αποτελεί μια πράξη που φέρει απλώς αναμνήσεις, αλλά ουσιαστική συμμετοχή στα γεγονότα, διά της παρουσίας του Αγίου Πνεύματος, τότε γίνεται απολύτως κατανοητό ότι οι διαστάσεις του χώρου και του χρόνου είναι αδύνατον να αποτελέσουν εμπόδιο στο γεγονός της Πεντηκοστής και της ουσιαστικής και μονίμου παρουσίας του Παρακλήτου στη Σύναξη, αλλά και στην καθημερινή ζωή του πιστού.
            Βεβαίως, η δογματική διδασκαλία της Εκκλησίας μας, περί του τρίτου προσώπου της Αγίας Τριάδος, του Παρακλήτου, αλλά και των κοινών ενεργειών των Προσώπων, που ονομάζεται Άκτιστος Χάρις, είναι κάτι το απολύτως αποκαλυπτικό που δονεί την ψυχή αυτού που θέλει να καταστήσει την ύπαρξή του «ναόν του Αγίου Πνεύματος».
            Είναι δε απολύτως αναγκαίο, όταν υπάρχει δυνατότητα, να μελετούμε τις θεμελιώδεις αυτές αλήθειες της πίστεώς μας, όπως διαφυλάσσονται στην Εκκλησία, τόσο διά του λόγου της Αγίας Γραφής, όσο και διά της ερμηνείας των φωτισμένων και θεουμένων Αγίων, χάρις στους οποίους γνωρίζουμε την ασφαλή οδό της ζωής του «Ακτιστοσυμπλαστουργοσυνθρόνου Πνεύματος».
            Οι γνώσεις δε της ακριβούς δογματικής διδασκαλίας, και μέσω της ιεράς υμνολογίας, θα βοηθήσει ώστε να απαλλαγεί ο πιστός από τον υποκειμενισμό της πνευματικής ζωής, που μπορεί να οδηγήσει σε πλάνες. Πλάνες που ξεκινούν από μια άστοχη ευσέβεια, που εν πολλοίς εμπεριέχεται και σε βιβλία όπως «Η μίμησις του Χριστού» του παπικού Thomas a Kempis, όσο και σε ομολογιακές και κυρίως δογματικές αποκλίσεις, όπως είναι ο αθεολόγητος Οικουμενισμός και ο φαιδρός διαθρησκειακός συγκρητισμός.
            Αλλά ας έχει δόξα ο Θεός, διότι οι εκδόσεις των Πατερικών έργων, τα τελευταία έτη, αλλά και ιδίως οι σύγχρονοι άγιοι της Εκκλησίας μας, έκαναν την απομυθοποίηση, πολλών προσώπων και καταστάσεων. Πέταξαν την «μόρφωσιν της ευσεβείας», και έδειξαν και στην δική μας τη γενιά «τι το Πνεύμα λέγει ταις Εκκλησίαις...» (Αποκ. Β' 11).
            Και με τον λόγο αυτόν του βιβλίου της Αποκαλύψεως, βρεθήκαμε ενώπιον του ζητουμένου. Τόσο οι πιστοί ακούμε, όσο και η Εκκλησία ως σύνολον, κατά το ανθρώπινον, και δεχόμαστε «τι το Πνεύμα λέγει».
            Εάν φίλοι μου αρεσκόμαστε να βλέπουμε τα γεγονότα και τις καταστάσεις επιφανειακώς, τότε δε μπορεί να τεθεί καν το θέμα προς συζήτηση και διερεύνηση. Εάν όμως θελήσουμε να «αποφλοιώσουμε» την πραγματικότητα, τότε είμαστε υποχρεωμένοι για τα καλά να «αναθεωρήσουμε την έκβασιν της αναστροφής ημών».
            Και ας αρχίσουμε από τα «βαρύτερα του Νόμου». Έχουμε συνειδητοποιήσει ως τέκνα της Εκκλησίας, ναι μεν ότι είμαστε εντός του κόσμου, ταυτοχρόνως όμως θα πρέπει με τον τρόπο και την εν γένει νοοτροπία να βρισκόμαστε εκτός του κόσμου; Νεώτερος άγιος είπε μια συγκλονιστική φράση: «Ο Θεός έθεσε την Εκκλησία εντός του κόσμου, ώστε να καταστεί ο κόσμος Εκκλησία και να σωθεί, ο δε εχθρός προσπαθεί να βάλει τον κόσμο μέσα στην Εκκλησία, με αποτέλεσμα να εκκοσμικευθεί και οι πιστοί να χάσουν την πορεία τους προς το καθ' ομοίωσιν».
            Φοβερός πράγματι ο λόγος, πλην όμως αληθινός για την κάθε εποχή, πολύ όμως περισσότερο για την δική μας. Την δική μας που βλέπουμε το κοσμικό φρόνημα να έχει επηρεάσει κλήρο και λαό σε απίστευτο βαθμό. Υπάρχουν δε και περιπτώσεις, όχι ολίγες, που οι ποιμένες καταντούν ουραγοί των εξελίξεων και σπεύδουν αγχωτικώς να προσαρμοστούν, όχι τόσο για «ποιμαντική ανάγκη», αλλά διότι δεν αντέχουν την «ρετσινιά» του κόσμου, ότι δήθεν η νοοτροπία της Εκκλησίας παραπέμπει σε παρωχημένες εποχές. Έτσι φθάνουμε ώστε ακόμα και το μυστήριο της εξομολογήσεως, να καταντά μια απλή συζήτηση ή ο πνευματικός να αντιμετωπίζεται ως ένας «ψυχολόγος» που κλείνει ραντεβού για «προσωπική συνεδρία» και για απλή αντιμετώπιση διαφόρων καταστάσεων. Έτσι όμως, με τη νοοτροπία αυτή σε όλους τους τομείς, που δεν αφήνει περιθώρια για αγώνα και για άσκηση, για «μαρτύριον συνειδήσεως» και επίσκεψη της Χάριτος, επέρχεται ουσιαστική αλλοίωση στον χώρο της Εκκλησίας και στο Ορθόδοξο βίωμα.
            Τελικώς μήπως χάνουμε το αντικειμενικό κριτήριο στην ποιμαντική διάσταση, που είναι όχι η ποσότητα, αλλά η ποιότητα των πιστών, και που ως αποτέλεσμα χάριτος θα φέρει στην συνέχεια και την ποσότητα στην ορθή, εννοείται, βάση του εκχριστιανισμού;
            Μήπως ως Ορθόδοξοι Χριστιανοί θα πρέπει να προσέξουμε πιο σοβαρά το κατάντημα του παπισμού και το βδέλυγμα της ερημώσεως του κατακερματισμένου προτεσταντισμού;
            Μήπως οι ποιμένες όλων των βαθμίδων και πνευματικών επιπέδων, χρειάζεται να ενσκύψουμε εν ταπεινώσει, μετά φόβου Θεού και μετά μεγίστης της προσοχής, ώστε και πάλι να μελετήσουμε σε ορθές βάσεις και με την χειραγωγία των αγίων την σωστή ποιμαντική και αγιαστική μεθοδολογία, τόσο για τους «εντός της παρεμβολής», όσο και για τις ψυχές εκείνες που βρίσκονται εκτός του Σώματος, αλλά διακαώς διψούν το «ύδωρ το ζων»;
            Και στην παράγραφο αυτή ας προσθέσουμε ότι η ζωή όλων των μελών της Εκκλησίας είναι ανάγκη να διέπεται από κανόνες και νόμους πνευματικούς. Νόμους πνευματικούς οι οποίοι θα αποπνέουν «οσμήν ευωδίας πνευματικήν», και οι ποιμένες θα διατρανώνουν κυρίως προσευχητικώς «γλωττήματα πυρός». Επιπλέον δε θα έκαμε σε όλους μας καλό, ιδιαιτέρως σε όσους έχουν ταχθεί να είναι πρόμαχοι της πίστεως και να προασπίζονται το δόγμα και το ήθος της Εκκλησίας, να εφαρμόζουν τον λόγο του Αγίου Πνεύματος, διά του Απ. Παύλου: «Εξέλθετε εκ μέσου αυτών και αφορίσθητε... και ακαθάρτου μή άπτεσθε... και έσομαι υμίν εις πατέρα και υμείς έσεσθέ μοι εις υιούς και θυγατέρας, λέγει Κύριος Παντοκράτωρ» (Β' Κορ. ΣΤ' 17-18).
            Αλλά ας περάσουμε να δούμε και μια άλλη παράγραφο, διότι εάν όντως είμαστε άνθρωποι της «πυριπνόου δρόσου», θα πρέπει να αντιλαμβανόμαστε τις καταστάσεις που έρχονται, πριν αυτές μας αιφνιδιάσουν.
            Δυστυχώς, σε πολλές των περιπτώσεων και επί σειρά δεκαετιών, η Εκκλησία, δηλ. οι άνθρωποι της Εκκλησίας και δη οι ποιμένες, είχαν παρεξηγήσει για τα καλά τη συνδρομή της πολιτείας. Φαντάζονταν δηλ. ότι η πολιτεία συνεχώς, αδιαταράκτως και αδιασπάστως θα αποτελεί το δεκανίκι και τον επιχορηγό της Ελλαδικής Εκκλησίας. Και ναι μεν το κράτος το Ελληνικό, ως γνωστόν, χρωστά πάρα πολλά στην Εκκλησία. Πραγματικότητα μεγάλη φίλοι μου, που δεν είναι δυνατόν στα όρια ενός σημειώματος να εξαντλήσουμε το θέμα σε όλες του τις πτυχές. Τόσο τις θετικές που είναι η σοβαρή εξωτερική βοήθεια της πολιτείας προς την Εκκλησία, όσο και οι αρνητικές, που ακριβώς λόγω αυτής της συνδρομής, η πολιτεία θέλει την Εκκλησία θεραπαινίδα στα δικά της, εν πολλοίς σκοτεινά σχέδια. Και εδώ για όσους γνωρίζουν τα πράγματα, υφίστανται σελίδες αυτής της συνεργασίας, όχι απλώς μελανές, αλλά άθλιες έως και προδοτικές. Φαίνεται όμως πως αυτό το «σφιχταγκάλιασμα» βαίνει προς το τέλος του. Δεν έχει σημασία το ποιος πρώτος θα ζητήσει το «βελούδινο» ή άλλως «συναινετικό» διαζύγιον. Σημασία έχει πως η Εκκλησία θα πρέπει να συνηθίσει στην ιδέα ότι πλέον όχι ο κρατικός κορβανάς, ο χωροφύλακας και γενικώς ο νόμος του Καίσαρος θα την καλύπτουν, «όπως έως σήμερα», αλλά αυτή η ίδια χρειάζεται τώρα να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων που επιζητούν οι καιροί, ξεκινώντας από το ποία πρόσωπα εντάσσονται στον ιερό κλήρο.
            Για όσους βιώνουν την Ευαγγελική Αλήθεια και γνωρίζουν πως «το Πνεύμα όπου θέλει πνει», τέτοιες εξωτερικές αλλαγές, αναγκαίες θα λέγαμε ορισμένες φορές, και αυτό για να αφυπνισθούν οι υπό «μαδραγόραν τελούντες» ποιμένες και ποίμνιον, ανοίγουν νέους ορίζοντες και προσφέρουν νέες ευκαιρίες προς κάθαρση και ταυτοχρόνως προς επανευαγγελισμό των ήδη πιστών και ευαγγελισμό «εις πάντα τα έθνη».
            Αν και κινδυνεύουμε να περάσουμε στα όρια της κοινοτυπίας, θα πρέπει να τονίσουμε πως το σύνολο των πιστών, όχι μόνο δεν το αγγίζουν σήμερα οι ακραίοι και άνευ πνευματικού περιεχομένου «βαρύγδουποι βυζαντινισμοί» και τα δήθεν προνόμια που επισυνδέονται και με ένα  ξηρό πρωτόκολλο, μα και αυτοί οι «κοσμικοί» άνθρωποι, και όταν ακόμα δεν «θρησκεύουν», αισθάνονται την ανάγκη εντός της Εκκλησίας να συναντήσουν κάτι το οποίο θα είναι ανώτερο, αγνότερο και αγιότερο από αυτούς τους ίδιους.
            Δεν έχουμε, λοιπόν, για όλα αυτά μα και για άλλα περισσότερα να ανοίξουμε τα ώτα μας στο «τι το Πνεύμα λέγει ταις Εκκλησίαις».
            Δεν έχει η ποιμαίνουσα Εκκλησία, παρά να αντιληφθεί τα «σημεία των καιρών», ν' αδράξει την ευκαιρία και επιτέλους να ανοίξει τα έως τώρα μαζεμένα ιστία στην πνοή του Πνεύματος.
            Είθε αυτή η αύρα του Αγίου Πνεύματος να κολπώνει τα πανιά και το σκάφος να πλέει στην ρότα της σωτηρίας.


                                                                                                                     Αμήν.



Αμήν.Αρχιμ. Ιωήλ  Κωνστάνταρος

''Γαληνόμορφον εκτελείν την καρδίαν'' (Α' ωδή κανόνα Πεντηκοστής) Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καστορίας κ. Σεραφείμ


pentikosti
Για να μιλήσει κανείς για την παρουσία του Αγίου Πνεύματος, απαιτείται, κατά την έκφραση του Μεγάλου Βασιλείου, να διαθέτει καθαρότητα ψυχής και συγχρόνως να στολίζεται με την υψοποιό ταπείνωση.
Και όπως το περιστέρι δεν κάθεται ποτέ σε τόπους που είναι ακάθαρτοι και αποπνέουν δυσοσμία, έτσι και το Πανάγιο Πνεύμα δεν βρίσκεται σε καρδιές που δεν διαθέτουν την καθαρότητα και την ταπείνωση.
Και επειδή "ουδείς καθαρός από ρύπου", έστω κι αν η ζωή του είναι μία ημέρα, γι' αυτό και καταφεύγουμε στα καθαρότατα δοχεία του Παναγίου Πνεύματος, που είναι οι θεοφόροι Πατέρες της Εκκλησίας, προκειμένου να αντλήσουμε λόγο περί του Αγίου Πνεύματος.
Στον περίφημο κανόνα της μεγάλης εορτής της Πεντηκοστής και μάλιστα στον ιαμβικό, ο θεοφόρος Ιωάννης ο Δαμασκηνός στο δεύτερο τροπάριο ψάλλει τα εξής χαρακτηριστικά :
"Όρος βεβηκώς, ατρεκέστατος Λόγος,
Γαληνόμορφον εκτελεί τήν καρδίαν.
Έργον γάρ εκπεράνας, εύφρανε φίλους,
Πνοή βιαία, καί πυρός γλωττήμασι,
Νείμας τό Πνεύμα Χριστός, ως υπέσχετο."
Δηλαδή: "Ο Χριστός που έδωσε τον ακριβή και αληθέστατο ορισμό περί του Θεού γαληνεύει την καρδιά.Γιατί αφού τέλειωσε το (επίγειο) έργο Του, χαροποίησε τους αγαπημένους Του με το που τους μοίρασε, όπως υποσχέθηκε, το Πνεύμα το Άγιο με τη μορφή βιαίας πνοής και πυρίνων γλωσσών. " (Ανθούσης Μοναχής, Εορτοδρόμιον, τομ. Η΄, εκδ. Ι.Μ.Ευαγγελισμού Μητρός Ηγαπημένου Πάτμου, Αθήνα 1995, σελ. 125).
Α. Γαληνόμορφον εκτελεί την καρδίαν
Ανάμεσα στα χαρακτηριστικά γνωρίσματα (τα οποία δεν είναι τίποτα άλλο παρά οι ενέργειες του Αγίου Πνεύματος οι οποίες φτάνουν σε εμάς τους χοϊκούς ανθρώπους) που αποδίδει ο θεοφόρος Νείλος της Δαμασκού στο τρίτο πρόσωπο της Παναγίας Τριάδος, δηλαδή στο Άγιο Πνεύμα, είναι η γαλήνη και η ευφροσύνη.
Και αυτές οι ενέργειες κατά τον Μέγα Βασίλειο : "είναι άρρητοι μεν δια το μέγεθος, ανεξερίθμητοι δε δια το πλήθος". Έτσι το Άγιο Πνεύμα "γαληνόμορφον εκτελεί την καρδίαν", dηλαδή, έκανε τις καρδιές των Αγίων Αποστόλων, γαλήνιες, ιλαρές και ειρηνικές.
Ερμηνεύει δε ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, ότι οι καρδιές των Αποστόλων δεν είχαν τέλεια ειρήνη και αταραξία, αλλά ήταν κάτω από τον μανδύα των λογισμών και των αμφιβολιών γύρω από το πρόσωπο του Χριστού.
Ο θεατής της δόξης της Μεταμορφώσεως, ο Απόστολος Πέτρος, "μικρόν πριν από το πάθος" τον αρνείται τρις και μάλιστα μπροστά σε μία παιδίσκη και όχι θρασεία, κατά την έκφραση του ιερού Χρυσοστόμου. Γι' αυτό και μετά την Ανάσταση, "το τριτό της ερωτήσεως «Πέτρε φιλείς με;», το τριτό της αρνήσεως ο Χριστός διορθώσατο". Οι υιοί Ζεβεδαίου ζητούν να καθίσουν είς εκ δεξιών και είς εξ ευωνύμων. Το πλήθος των μαθητών μετά τα γεγονότα των παθημάτων και της Σταυρώσεως σκορπίζονται. Μάλιστα και την ημέρα της Πεντηκοστής είναι φοβισμένοι και κλεισμένοι στο υπερώο της Σιών.
Με την παρουσία όμως του Αγίου Πνεύματος, οι καρδιές τους ειρήνευσαν. Στερεώθηκαν οι λογισμοί τους. Η καρδιά τους έγινε πραεία, ειρηνική και γαληνόμορφος, όπως η θάλασσα τον καιρό της γαλήνης.
Γι' αυτό, όταν στην παγκόσμια σύναξη που βρέθηκαν άνθρωποι από όλη την οικουμένη και η πνοή του Παρακλήτου τους έφερε μπροστά στους τρομαγμένους μαθητές του Χριστού, όταν ο Απόστολος Πέτρος τώρα με ανδρεία και πόνο τους θυμίζει ποιοι ήταν και που έφτασαν και τι έκαναν στον Σωτήρα Χριστό, τότε τους υποβάλλουν και το ερώτημα : "Τι ποιήσωμεν;"
Δεν είναι αυτό μια ενέργεια του Παναγίου Πνεύματος;
Και συνεχίζει την ερμηνεία του ο θεοφώτιστος Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης : "Όπως η θάλασσα τον καιρό της γαλήνης δέχεται τις ακτίνες του ηλίου και αντανακλά αυτές τις ακτίνες, έτσι και οι καρδιές των Αποστόλων, φανέρωναν αυτήν την παρουσία του Αγίου Πνεύματος". Αυτήν την αλήθεια μας υπενθυμίζει πρωτίστως και ο θαυμαστός φωστήρας της Καισαρείας, Μέγας Βασίλειος.
Όπως τα σώματα των ανθρώπων, όταν πέσει επάνω τους μία ακτίνα του ηλίου, γίνονται διαφανή και περιλαμπή, έτσι και οι πνευματοφόρες ψυχές ελλαμφθείσες από το Άγιο Πνεύμα, μεταδίδουν και σε άλλους αυτήν την παρουσία του Ζωοποιού Πνεύματος (Μ. Βασιλείου, ΕΠΕ 10,338-340).
Πόση ειρήνη και γαλήνη δεν σκορπούν οι Άγιοι της Εκκλησίας μας; Πόση παρηγοριά και ελπίδα δεν έδιναν στους κουρασμένους ανθρώπους τα πρόσωπα του Αγίου Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτου, του Γέροντος Παϊσίου, του Σωφρονίου του Έσσεξ, του Ιωσήφ του Ησυχαστού, του Εφραίμ του Κατουνακιώτου, του γέροντος Ιακώβου της Ευβοίας, της Οσίας Σοφίας από το μοναστήρι της Κλεισούρας;
Να γιατί σήμερα ζητάμε τέτοια πνευματέμφορα πρόσωπα.
Να γιατί ο κόσμος μας έχει ανάγκη από τέτοιους θεουμένους ανθρώπους.
Να γιατί βρισκόμαστε σε λάθος δρόμο.
Γιατί απλούστατα σταθήκαμε μόνο στον "πολιτισμό" μας και στην λογική μας και δεν θελήσαμε ποτέ στην ζωή μας να δεχτούμε αυτήν την παρουσία του Αγίου Πνεύματος.
Β. Γαληνόμορφον εκτελεί την καρδίαν
Αντίθετο της γαλήνης είναι η ταραχή. Είναι η διαφορά του αγαθού πνεύματος από το κακό πνεύμα που είναι ο διάβολος, θα μας πιστοποιήσουν οι θεοφόροι Πατέρες της Εκκλησίας. Το Άγιο Πνεύμα προξενεί αταραξία και αφοβία, ενώ η ενέργεια του αντικειμένου εχθρού προξενεί φόβο και ταραχή. Κάθε σύγχυση, θα μας διαβεβαιώσει από την δική του εμπειρία ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος, είναι όχημα δαιμονικό, και ακόμη: ό,τι έχει ο άνθρωπος, αυτό και μεταδίδει στους άλλους.
Έχεις, για παράδειγμα, ειρήνη; Μεταδίδεις ειρήνη.
Έχεις χαρά; Γεμίζεις τον άλλον από χαρά.
Διαθέτεις το ψεύδος; Κάνεις και τον άλλον συνένοχο του ψεύδους.
Έχεις ταραχή; Γίνεται και ο άλλος όχημα της ταραχής και της συγχύσεως, και άρα της δαιμονικής ενέργειας.
Γι' αυτό και ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς θα μας τονίσει χαρακτηριστικά : "Το Πνεύμα το Άγιον ελθόν εις την ψυχήν του ανθρώπου, το χωρητικόν των χαρισμάτων δώρον, την των λογισμών ειρήνην, τα πρώτα χορηγεί" (ΕΠΕ 8,410).
Γ. Γαληνόμορφον εκτελεί την καρδίαν
Αυτή η γιορτή μας φανερώνει πόσο μακριά είμαστε από τον Θεό και πόσο πρέπει να βρεθούμε κοντά Του. Μας έχουν εξαπατήσει με αυτά τα οποία μας προσφέρουν καθημερινά.
Έχουμε απατήσει εμείς οι ίδιοι τον εαυτό μας. Θέλουμε να τρεφόμαστε με τα ξυλοκέρατα τα οποία μας προσφέρει η αμαρτία. Θέλουμε να πίνουμε μολυσμένο νερό και όχι από τα διαυγή ρείθρα της χάριτος του Αγίου Πνεύματος. Είμαστε σαν ορθόδοξος λαός, ταπεινωμένοι, θλιμμένοι και αδικημένοι.
Χρειαζόμαστε ανύψωση και σωστό προσανατολισμό. Θέλουμε στην ζωή μας την βιαία πνοή του Ουρανού. Θα πρέπει να επιθυμούμε και να επιδιώκομε τις πύρινες γλώσσες της Θείας Παρουσίας.
Τότε μόνο θα φωτιστεί το σκότος μας, τότε ο νους μας θα μετοικήσει από τα φθαρτά και τα πρόσκαιρα στα αληθινά και τα αιώνια.
Τότε θα αποκτήσουμε γαλήνη και ευφροσύνη.
Τότε πραγματικά θα βρισκόμαστε μέσα στην χάρη του Θεού, γιατί θα έχουμε "εν εαυτώ ενιδυμμένον τον Παράκλητον".

Κραυγή Αγωνίας Αγιορειτών Πατέρων.


images.jpeg
Κραυγή ἀγωνίας Ἁγιορειτῶν Πατέρων
Εἴμεθα μιὰ ὁμάδα ἀπὸ Ἁγιορεῖτες Πατέρες, ποὺ κατοικοῦμε ἐκτὸς Ἱερῶν Μονῶν σὲ ἐξαρτήματα, ὅπως Ἡσυχαστήρια, Κελλιά, Καλύβια καὶ Ἐρημητήρια. Τὴν ἐπιστολὴ αὐτὴ τὴν δημοσιεύουμε, ὡς διαμαρτυρία γιὰ ὅσα συμβαίνουν στὴν Πατρίδα μας καὶ στὸ Ἅγιον Ὄρος, τὸ «Περιβόλι τῆς Θεοτόκου». Ξεκαθαρίζουμε τὶς θέσεις μας ὅτι δὲν συμφωνοῦμε μὲ ὅσα γίνονται τὸν τελευταῖο καιρὸ καὶ κυρίως οἰκουμενιστικὰ καὶ νεοεποχίτικα. Τὰ θέματα, μὲ τὰ ὁποῖα δὲν συμφωνοῦμε εἶναι τὰ κάτωθι:
• Οἰκουμενιστικὲς ὑποδοχὲς Πατριάρχου χωρὶς καμιὰ διαμαρτυρία τῶν Ἱερῶν Μονῶν, τῶν Ἱερῶν Σκητῶν καὶ ἄλλων Σεμνείων. Ὑποδοχὴ Οἰκουμενιστῶν σημαίνει καὶ ἀποδοχὴ τῶν αἱρετικῶν φρονημάτων τους. Καὶ τὸ χειρότερον, ὄχι μόνον ὑποδοχὴ ἀλλὰ καὶ συλλείτουργα μετ᾽ αὐτῶν τῶν ἐγνωσμένων Οἰκουμενιστῶν γίνονται.
• Πλήρης ἀδιαφορία τῶν Ἱερῶν Μονῶν γιὰ τὰ θέματα Πίστεως καὶ Ἱερᾶς Παραδόσεως.
• Κοσμικοποίησις, τουριστικοποίησις ἀπὸ τὸ κακὸ στὸ χειρότερο, μαγαζιά, καφενεδάκια μὲ παραδοσιακὰ ἀλλὰ καὶ νεοεποχίτικα σκευάσματα καὶ ποτὰ μὲ καλαμάκι. Μόνο σουβλάκια δὲν ψήνουν (ἀκόμη) στὶς Καρυές.
• Πολλοὶ προσκυνητὲς ἐξαπατῶνται ἀγοράζοντας ἐργόχειρα ἀπὸ τὰ μαγαζάκια, νομίζοντας ὅτι εἶναι ἁγιορείτικα καὶ δὲν εἶναι. Τὰ περισσότερα εἶναι ἀπ᾽ ἔξω, ἀπὸ Κίνα, Ρουμανία, Ἀλβανία, ἀκόμη καὶ ἀπὸ μουσουλμάνους ὡς ἠκούσθη. (Μαγαζάκι στὶς Καρυὲς πωλοῦσε εἰκόνες τῆς  Ἁγίας Οἰκογένειας, Ἰωσὴφ μνηστῆρος, Παρθένου Μαρίας καὶ τοῦ Παιδὸς Χριστοῦ, προτεσταντικοῦ τύπου).
• Ὑποδοχὴ κοσμικῶν ἀρχόντων, Πρωθυπουργῶν, βουλευτῶν, πολιτικῶν, ἐγνωσμένων γιὰ τοὺς ἀντίχριστους καὶ ἀνθελληνικοὺς νόμους, ποὺ ψηφίζουν.
• Ἀπαγγέλλουν οἱ τοιοῦτοι τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως καὶ τὴν Κυριακὴ προσευχή, μασόνοι ὄντες, στὸν Ἱ. Ναὸ τοῦ Πρωτάτου στὶς Καρυές.
• Τοὺς ὑποδέχονται τὰ μοναστήρια μὲ τιμὲς καὶ δόξες, αὐτοὺς ποὺ πίνουν τὸ αἷμα τοῦ λαοῦ μὲ τὶς φορολογίες καὶ τὶς περικοπές.
• Πλήρη συμπόρευσις μὲ ὅλες τὶς ἐξουσίες ἀδιακρίτως.
• Συμπεριφορὰ ἀδιαφορίας γιὰ κάθε ἀξία, ἦθος, παράδοσι, Πατρίδα, Παιδεία καὶ τὰ λοιπά, ποὺ δηλώνει ἢ μασονικὴ συνείδησι ἢ αἰχμαλωσία στὴν Νέα Ἐποχή.
• Κονδήλια - χρῆμα ἔργα στὸ Ἅγιον Ὄρος, τὴν στιγμὴ ποὺ ὁ λαὸς ἔξω αὐτοκτονεῖ γιὰ ἕνα πιάτο φαΐ. Καὶ ἄλλοι ψάχνουν νὰ φᾶνε κάτι ἀπ᾽ τὰ σκουπίδια.
• Ἡ παναίρεσις τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ ἡ προδοτικὴ δουλοπρεπὴς καὶ ἀμφιρέπουσα στάσι τῶν Ἱερῶν Μονῶν.
• Ἡ ἀδιαφορία τοῦ Ἁγίου Ὄρους γιὰ τὸν πόνο, τὶς ἀγωνίες καὶ τὴν ἐξαθλίωσι τοῦ λαοῦ. (Μόνον ἐλάχιστοι ἐνδιαφέρθησαν).
• Γιὰ τὸ γκρέμισμα τῆς Παιδείας.
• Γιὰ τὴν κατάκτησι τῆς Πατρίδος ἀπὸ τοὺς μουσουλμάνους ψευδομετανάστες.
• Κατάργησι τοῦ ἀβάτου ἐν προδιατεταγμένῃ· μᾶς παραπλανοῦν καὶ οὔτε κἂν ἐνδιαφέρονται γιὰ τὴν τήρησι τοῦ πατροπαραδότου θεσμοῦ.
• Διαφωνοῦμε μὲ τὴν πρᾶξι κάποιων Ἱ. Μονῶν, ποὺ ἔβαλαν χαρτιὰ στὶς πόρτες Κελλιῶν ἐξ ἀλλοδαπῆς Μοναχῶν, γιὰ νὰ ἐγκαταλείψουν τοὺς τόπους τῆς ἀσκήσεώς τους καὶ τὸ Ἅγιον Ὄρος. (Κάποιοι Μοναχοὶ ἀπὸ Ὀρθόδοξες χῶρες ἔρχονται κατὰ καιροὺς ἀπὸ εὐλάβεια στὸ Ἅγιον Ὄρος, γιὰ νὰ μονάσουν. Οἱ πλῆστοι προκόβουν στὴν μοναχικὴ ζωὴ καὶ καρποφοροῦν πνευματικά. Μεταξὺ αὐτῶν ἔρχονται κάπου κάπου καὶ κάποιοι ἀπρόκοπτοι, μέθυσοι, θεληματάρηδες, ἀνυπάκουοι καὶ ἀκατάστατοι. Κάποιοι ἀπ᾽ αὐτοὺς ἔκοψαν κέδρα στὸν Ἄθωνα καὶ κατασκεύασαν κελλιά. Καὶ ἄλλες παρόμοιες ἀταξίες ἔκαμαν). Πρέπει νὰ ἐντοπίζωνται οἱ ἔνοχοι καὶ αὐτοὶ μόνο νὰ ἐκδιώκωνται. Ὄχι, ὅλοι γενικὰ οἱ ἀλλοδαποὶ Μοναχοί, οἱ πλῆστοι τῶν ὁποίων εἶναι ἀκτήμονες, ἀσκητικοὶ καὶ ἐνάρετοι πολλὲς φορὲς καλύτεροι καὶ ἀπὸ μᾶς. Τοὺς θέλει ἡ Παναγία.
• Νὰ ἐξέλθη τὸ ταχύτερον δυνατὸν ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καὶ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο ἀπὸ τὸν οἰκουμενιστικὸ ὀργανισμό, ποὺ λέγεται «Παγκόσμιον Συμβούλιον Ἐκκλησιῶν», διότι ἡ παγίδευσι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας σ᾽ αὐτὸν καὶ ἡ ἐμμονή της σ᾽ αὐτόν, θὰ φέρη ὀλέθρια ἀποτελέσματα. Διότι στόχος αὐτοῦ τοῦ Ὀργανισμοῦ εἶναι ἡ ὑποταγὴ ὅλων τῶν θρησκειῶν καὶ πιστῶν καὶ «Ἐκκλησιῶν» στὴν Πανθρησκεία. Διότι ὅπως ἔγραψε καὶ ὁ Ὅσιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς, «μὲ τὸ νὰ βρίσκεται ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία σ᾽ αὐτὸ τὸ Συμβούλιο, μόνο καὶ μόνο αὐτὸ ἀποτελεῖ ἀνήκουστον προδοσίαν».
• Ἀνησυχία πολλῶν Ἁγιορειτῶν ὅτι ἡ λῆψις ἀπὸ τὴν Εὐρώπη τῶν χρημάτων γιὰ ἀναπαλαίωσι τῶν Ἱ. Μονῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους, δίνει τὴν εὐκαιρία στοὺς Εὐρω-σιωνιστὲς καὶ τὸ δικαίωμα διὰ τὴν ἐπιβολὴ τῶν οἰκουμενιστικῶν τους στόχων καὶ σχεδίων καὶ στὸν Ἱερὸ τοῦτο Τόπο.
• Δὲν εἴμεθα σύμφωνοι μὲ τὴν δικέφαλον Ἀδελφότητα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἐσφιγμένου. Οἱ «ἰθαγενεῖς» εἶναι οἱ νόμιμοι. Νὰ προσέξουν ὅμως καὶ οἱ Ζηλωτὲς Πατέρες κάποιες ἀκρότητες ἐπικίνδυνες. (Ἀναβαπτισμοὺς Νεοημερολογιτῶν καὶ προσφυγὴ γιὰ δικαίωση σὲ Διεθνῆ Οἰκουμενιστικὰ Δικαστήρια).
• Ἐγράψαμε τὰ ἀνωτέρω, ὄχι γιὰ νὰ ἐπικρίνωμε κανένα, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἐξυπνήσωμε διανοίας ληθαργούσας, πρὸ τοῦ κινδύνου ἀλλοτριώσεως καὶ ἀλλοιώσεως τῶν πατροπαραδότων θεσμῶν τοῦ Ἱεροῦ Τόπου καὶ τῆς Ἱερᾶς ἡμῶν Παραδόσεως.
Ἁγιορεῖτες Πατέρες
Ορθόδοξος Τύπος, α.φ. 2025, 6 Ιουνίου 2014.             πηγή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...