Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Φεβρουαρίου 13, 2016

Ἡ πίστη τῆς Χαναναίας (Ματθ. ιε΄ 21-28)




(Κυριακὴ ΙΖ΄Ματθαίου)


Ἡ Χαναναία γυναίκα ἐκπροσωπεῖ τὸν ἐθνικὸ καὶ εἰδωλολατρικὸ κόσμο. Ἀπὸ τοὺς παραδοσιακοὺς Ἰσραηλίτες δὲν θεωρεῖται μόνο ἀλλοεθνὴς ἀλλὰ καὶ ἀλλόθρησκη. Κατὰ συνέπεια, ἡ γυναίκα αὐτὴ καθὼς καὶ ὅλος ὁ κόσμος ποὺ ἐκπροσωπεῖ, εἶναι ἄπιστος καὶ ἁμαρτωλός. Ἀξίζει, λοιπόν, τῆς ἀπόρριψης καὶ τῆς αἰώνιας καταδίκης. Ἐξάλλου ὑπάρχει γενικὴ πεποίθηση σὲ ὅλο τὸν πιστὸ κόσμο τῶν ἑβραίων, ὅτι ὁ Θεὸς δὲν ἔχει περιλάβει αὐτοὺς στὸ σχέδιο τῆς σωτηρίας καὶ ἄρα τοὺς ἀξίζει μία γενικὴ περιφρόνηση.

Αὐτὸ τὸ ἀρνητικὸ πνεῦμα ἐκφράζουν καὶ οἱ μαθητὲς πρὸς τὸν Ἰησοῦ, ὅταν ἐνοχλοῦνται ἀπὸ τὶς κραυγὲς τῆς ἀπελπισμένης γυναίκας ποὺ παρακαλεῖ τὸν Διδάσκαλο νὰ θεραπεύσει τὴν κόρη της· «ἐλέησόν με, Κύριε…, ἡ θυγάτηρ μου κακῶς δαιμονίζεται». Ἐθνικὸς κόσμος σημαίνει στὴν θρησκευτικὴ καὶ θεολογικὴ γλώσσα, κόσμος δαιμονοκρατούμενος. Ὁ Θεὸς ἔχει καταδικάσει αὐτὸν τὸν κόσμο ἀπὸ τώρα. Αὐτὴ εἶναι ἡ κοινὴ πεποίθηση ὅλων.

Ὁ Κύριος, ὅμως, ἐκτιμᾶ τὰ πράγματα διαφορετικά. Δὲν μένει στὰ ἐξωτερικὰ γεγονότα καὶ οὔτε κρίνει τοὺς ἀνθρώπους μὲ κριτήρια ἐθνικά, φυλετικὰ ἢ θρησκευτικά. Διαβλέπει στὴ Χαναναία μιὰ θαυμαστὴ πίστη, ἔξω ἀπὸ θρησκευτικὲς κατηγορίες ἀξιολόγησης. Πρέπει αὐτὴ ἡ πίστη νὰ προβληθεῖ, νὰ φανεῖ καὶ στοὺς ἄλλους καὶ νὰ ἐκτιμηθεῖ δεόντως ἀπὸ ὅλους. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Ἰησοῦς μπαίνει σὲ μία διαδικασία περίεργη, μιᾶς φαινομενικῆς περιφρόνησης τῆς γυναίκας αὐτῆς, χρησιμοποιώντας μάλιστα μιὰ σκληρὴ γλώσσα ποὺ δὲν ταιριάζει μὲ τὴ γνωστὴ ἤπια καὶ φιλάνθρωπη φρασεολογία του. Αὐτὴ ἡ τακτικὴ ἀντιμετώπισης τῆς ἁμαρτωλῆς ἔστω καὶ ταλαίπωρης αὐτῆς γυναίκας ξαφνιάζει καὶ αὐτοὺς τοὺς μαθητὲς ἀκόμη.

Ὁμιλεῖ γιὰ «τέκνα» καὶ γιὰ «κυνάρια». Τέκνα εἶναι ὁ λαὸς Ἰσραὴλ καὶ κυνάρια ὁ κόσμος τῶν ἐθνικῶν. Φοβερὴ διάκριση. Αὐτὴ ἡ ὠμὴ σὲ σκληρότητα γλώσσα φανερώνει τὰ κριτήρια τοῦ θρησκευτικοῦ κόσμου τῆς ἐποχῆς καὶ ὄχι τοῦ Κυρίου τὴν κρίση. Σὲ λίγο, ὅταν θὰ μιλήσει γιὰ τὴν ὑποχρέωση τῶν γονέων νὰ δίνουν ψωμὶ στὰ παιδιά τους καὶ ὄχι στὰ σκυλιά τους καὶ μετὰ τὴν ἐπιμονὴ τῆς γυναίκας ὅτι καὶ τὰ σκυλιὰ τρέφονται ἀπὸ τὰ ψίχουλα τῶν πλουσίων, ὁ Ἰησοῦς ἀποκαλύπτει τὴ βαθιὰ πίστη αὐτῆς τῆς σεμνῆς καὶ ταπεινῆς μητέρας: «ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις»! Καὶ τὸ θαῦμα τῆς θεραπείας τῆς θυγατέρας τῆς Χαναναίας μάνας ἔγινε, ἐξαιτίας μιᾶς πίστεως ποὺ προέρχεται ἀπὸ μιὰ ἁμαρτωλὴ καὶ ἄθρησκη γυναίκα.

Εἶναι ἐνδιαφέρουσα καὶ ἡ παρατήρηση ἐκ μέρους τοῦ εὐαγγελιστοῦ Μάρκου, κατὰ τὴν ἐξιστόρηση τοῦ γεγονότος αὐτοῦ. Ἀναφέρει, ὅτι ἡ Χαναναία ἦταν ἑλληνικῆς καταγωγῆς καὶ κάτοικος στὴν περιοχὴ τῆς Συροφοινίκης. Γνωρίζουμε, ὅτι στὶς περιοχὲς αὐτὲς τῆς Τύρου, τῆς Σιδῶνος καὶ τῆς εὐρύτερης περιοχῆς τῆς Χαναὰν καὶ Συροφοινίκης, ὑπῆρχε μεγάλη ἑλληνικὴ κοινότητα ποὺ ἀσχολεῖτο κατὰ κύριο λόγο μὲ τὸ ἐμπόριο. Σ’ αὐτὸ τὸν ἑλληνικὸ κόσμο τῆς περιοχῆς αὐτῆς δραστηριοποιήθηκε ὁ Ἰησοῦς μὲ πολὺ θετικὰ ἀποτελέσματα, συνάντησε μιὰ ἐκπληκτικὴ πίστη, πνευματικῆς ποιότητας ψυχή, ποὺ ἔδωσε καὶ ἕνα πρῶτο δεῖγμα μελλοντικῆς προοπτικῆς τῆς χριστιανικῆς ἐποποιίας πρὸς τὸν κόσμο τῶν ἐθνῶν.



Νέα κριτήρια ἀληθινῆς πίστεως

Ἡ συγκεκριμένη περίπτωση συνάντησης τοῦ Ἰησοῦ μὲ τὸν κόσμο τῶν ἐθνικῶν μᾶς ἀποκαλύπτει μίαν ἄλλη εἰκόνα περὶ πίστεως, ποὺ ὑπερβαίνει τὰ γνωστὰ θρησκευτικὰ κριτήρια. Ὅσο κι ἂν αἰφνιδιάζει αὐτὴ ἡ προσέγγιση, ἕνα εἶναι γεγονός, ὅτι μὲ τὸ εὐαγγελικὸ μήνυμα τοῦ Κυρίου μπήκαμε σὲ μιὰ νέα ἐποχή, νέας ἀντίληψης τῶν πνευματικῶν ἀνθρώπων. Δυστυχῶς κι ἐμεῖς ἀκόμη σήμερα, μετὰ ἀπὸ εἴκοσι αἰῶνες χριστιανικῆς ἐμπειρίας, παραμένουμε καὶ κρίνουμε τοὺς ἀνθρώπους μὲ ἰουδαϊκὰ καὶ καθαρὰ νομικὰ κριτήρια.

Ἡ ἑλληνίδα γυναίκα ἀπὸ τὴ Χαναάν, παρόλη τὴν ἐθνική της καταγωγή, διατηροῦσε μία θαυμαστὴ ἀντίληψη πίστεως καὶ πνευματικότητας. Παρουσιάζεται στὸν Ἰησοῦ σεμνὴ καὶ ταπεινή, χωρὶς νὰ κομπάζει καὶ νὰ διεκδικεῖ, ὅπως θὰ ἔπραττε μία Ἰουδαία πιστὴ γυναίκα. Ἀσήμαντη μπροστὰ στὴν Ἁγιότητα καὶ τελειότητα τοῦ συνομιλητῆ της. Ἄξια ἀπόρριψης καὶ περιφρόνησης ἀπὸ τοὺς ἐκλεκτούς τῆς ἰουδαϊκῆς θρησκείας. Ὅμως ἀληθινή, μὲ μία βαθιὰ ἀγάπη καὶ ταπεινοφροσύνη, ποὺ μεταμορφώνεται σὲ μία ἰσχυρὴ καὶ δυνατὴ πίστη. Μία πίστη ποὺ ὁ Ἰησοῦς δὲν βρῆκε ἄλλη ὅμοια οὔτε στὸν κόσμο τῶν πιστῶν.

Ἡ πίστη τῆς ἐθνικῆς γυναίκας γίνεται κριτήριο πλέον ἀξιολόγησης τῆς πίστεως τοῦ κάθε ἀνθρώπου. Ἀπὸ ἐξωτερικὰ καὶ τυπικὰ κριτήρια μπήκαμε σὲ μία διαδικασία ἐσωτερικῶν κριτηρίων ποιότητας καὶ ἀληθινότητας. Ἡ πίστη δὲν εἶναι ἀποκλειστικὸ γνώρισμα, ὅπως συνήθως θεωρεῖται, μόνο τῶν θρησκευόμενων ἀνθρώπων. Εἶναι φορές, ποὺ οἱ κοσμικοὶ ἄνθρωποι διαθέτουν μία ἀνυποψίαστη καὶ συγκλονιστικὴ πίστη, συνδυασμένη συνήθως μὲ μιὰ ἐκπληκτικὴ ποιότητα ζωῆς. Αὐτοὶ προσεγγίζουν πιὸ πολὺ τὴ διδασκαλία τοῦ Ἰησοῦ καὶ τὸ δικό του προβαλλόμενο πνευματικὸ ἦθος ζωῆς, παρὰ οἱ ἐκ παραδόσεως καὶ ἐξ ἐπαγγέλματος θρησκευτικοὶ ἄνθρωποι.

Αὐτὸ τὸν ὑγιῆ προβληματισμὸ προβάλλουν οἱ εὐαγγελιστὲς Ματθαῖος καὶ Μάρκος μὲ τὴ διάσωση τοῦ γεγονότος αὐτοῦ τῆς ἐθνικῆς γυναίκας. Ἡ περιγραφὴ ἐκ μέρους τῶν Εὐαγγελιστῶν εἶναι ἄκρως ἐνδιαφέρουσα, ρεαλιστικὴ καὶ ἀποκαλυπτική. Ἀπὸ τὴ μιὰ προβάλλεται ἡ περιφρόνηση τῆς γυναίκας αὐτῆς καὶ τοῦ κόσμου της ποὺ ἐκπροσωπεῖ ἀπὸ τοὺς ἰουδαίους καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη ἐξαίρεται ἡ πίστη της καὶ ἡ ἐμμονή της στὸ δικαίωμα τοῦ θαύματος καὶ τῆς σωτηρίας. Οἱ Ἰουδαῖοι ἔβλεπαν τὸν Ἰησοῦ μόνο ὡς ἕνα Ραββὶ καὶ Διδάσκαλο καὶ ἡ Χαναναία τὸν ἔβλεπε καὶ τὸν πίστευε ὡς Λυτρωτὴ καὶ Σωτήρα. Ἡ γυναίκα αὐτὴ ξεπέρασε τὴν ἁπλὴ καὶ ἐξωτερικὴ ἐντύπωση τῆς ἐμφάνισης τοῦ Κυρίου στὴν ἱστορία καὶ μπῆκε στὸ μυστήριο τῆς σωτηριολογικῆς παρουσίας του στὸν κόσμο τῶν ἀνθρώπων.

Ἡ πίστη μιᾶς ἀληθινῆς μάνας καὶ ἡ ἀληθινότητα μιᾶς πραγματικῆς γυναίκας εἶναι ἱκανὴ νὰ κάνει καὶ τὸν Θεὸ ἀκόμη νὰ «ἀλλάξει» τακτικὴ ἔναντι τῶν ταπεινῶν καὶ ἁμαρτωλῶν ἀνθρώπων. Ἡ πίστη αὐτῆς τῆς Χαναναίας μάνας, ποὺ ξέρει καὶ ἔχει τὴ δύναμη νὰ ταπεινώνεται καὶ νὰ παρακαλεῖ κραυγάζουσα πρὸς τὸν Θεό, γίνεται ἱκανὴ νὰ τελεσθεῖ τὸ θαῦμα στὴ ζωή. Πράγματι, μὲ αὐτὴ τὴν εὐαγγελικὴ περικοπὴ ἀνατρέπεται μιὰ λανθασμένη θρησκευτικὴ ἀντίληψη αἰώνων καὶ προβάλλεται ἕνας νέος «τύπος» πιστοῦ ἀνθρώπου, ποὺ συνδέεται ἄμεσα ἂν ὄχι μὲ τὴ θρησκεία, ὁπωσδήποτε ὅμως μὲ τὸ θαῦμα.

Αὐτὸ ποὺ πρωτεύει στὸ Χριστιανισμὸ δὲν εἶναι ἡ θρησκευτικὴ νομικὴ κατοχύρωση τῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ ἡ ἐμμονὴ στὴν ἀληθινὴ πίστη καὶ ἡ ἐπιμονὴ στὴν ἀναγκαιότητα λειτουργίας τοῦ θαύματος στὴ ζωή μας. Τὸ θαῦμα, δηλαδὴ ἡ χάρη, σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴν πίστη στὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁδηγεῖ τὰ πράγματα τῆς πνευματικῆς ζωῆς στὴν ἀληθινή τους ἔκφραση.

Τὸ πρόβλημα δὲν εἶναι, ἂν ἡ θρησκευτικότητα παρεμποδίζει τὴν ἀληθινὴ πίστη καὶ ἂν οἱ θρησκευτικοὶ κανόνες ἐγκλωβίζουν τὴν πνευματικὴ ζωὴ νὰ ἐξελιχθεῖ καὶ ἀναπτυχθεῖ φυσιολογικά. Τὸ ζητούμενο εἶναι, πὼς εἶναι δυνατόν, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὶς θρησκευτικὲς τοποθετήσεις, εἴτε Ἰουδαῖος εἴτε ἐθνικὸς εἶναι κάποιος, νὰ ἔχει μία ἐντιμότητα καὶ νὰ διαθέτει μία βαθιὰ ἀναγκαιότητα κοινωνίας μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστό, γιατί σ’ αὐτὸν τελικὰ βρίσκεται ἡ ὁδός, ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή.

Ἂν καὶ πλῆθος ἀνθρώπων, ἀκολούθων καὶ θαυμαστῶν, συνωθοῦνταν γύρω ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ, ὅπως καὶ οἱ μαθητὲς του ἀκόμη, ὅλοι ἔμειναν ἀνυποψίαστοι γιὰ τὴν ἀληθινὴ πίστη τῆς Χαναναίας γυναίκας. Οἱ κραυγὲς καὶ οἱ παρακλήσεις της, ἡ ταπείνωση καὶ ἡ ἐπιμονή της, ἄφησαν ὅλους ἀσυγκίνητους ἐξαιτίας τῆς διαφορετικῆς κοινωνικῆς καὶ θρησκευτικῆς τοποθέτησης. Μόνο ὁ Κύριος διέγνωσε τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς της καὶ τῶν αἰσθημάτων της καὶ ἐκεῖ ἀναγνώρισε ἕναν σπάνιο ἄνθρωπο καὶ μία ἐκλεκτὴ ψυχή.

Μήπως εἶναι καιρὸς καὶ τὰ δικά μας κριτήρια γιὰ τοὺς ἄλλους νὰ τὰ ἀναθεωρήσουμε καὶ νὰ μποῦμε στὴ λογική τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἀποσκοπεῖ τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο, ὥστε νὰ ἐπικεντρώσουμε τὴν προσοχή μας στὴν ἐσωτερικὴ ποιότητα τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὄχι στὴν ἐξωτερικὴ ἐμφάνιση καὶ προέλευσή του;

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΖ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ – ΧΑΝΑΝΑΙΑΣ 14 Φεβρουαρίου 2016 «Γενηθήτω σοι ως θέλεις.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΖ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ – ΧΑΝΑΝΑΙΑΣ

Ευαγγέλιο: Ματθ. ΙΕ΄ 21 – 28
14 Φεβρουαρίου 2016
«Γενηθήτω σοι ως θέλεις.»


Σε απομακρυσμένη περιοχή της Γαλιλαίας έχει αποσυρθεί ο Κύριος με τους μαθητές Του. Στα σύνορα Τύρου και Σιδώνος. Εκεί, μια γυναίκα Χαναναία, βγαίνει έξω από τα σύνορα της περιοχής εκείνης και Του φωνάζει δυνατά: «Ελέησέ με Κύριε, Υιέ του Δαβίδ, η θυγατέρα μου βασανίζεται από δαιμόνιο». Όπως θα δούμε στη συνέχεια, πρόκειται για μια γυναίκα με πονεμένη ψυχή, που έχει μεγάλη θλίψη και δοκιμασία. Γιατί η κόρη της είναι κυριευμένη από δαιμόνιο και υποφέρει φρικτά. Από αυτό καταλαβαίνει κανείς πόσο βασανιστική έχει καταντήσει η ζωή της γυναίκας αυτής. Πρόκειται για μια από τις οδυνηρότερες δοκιμασίες για τους γονείς, το να βλέπουν το παιδί τους, που το ανέστησαν με τόση ελπίδα, να γίνεται θύμα των πονηρών πνευμάτων.
Οι μαθητές του Κυρίου που παρακολουθούν τα συμβάντα, Τον πλησιάζουν και Τον παρακαλούν, λέγοντας: «Διώξε την Κύριε, γιατί μας ακολουθεί και φωνάζει». Κι ο Ιησούς, λεει: «Έχω αποσταλεί μόνο για τους πλανεμένους Ισραηλίτες». Κι εκείνη τότε, έρχεται και Τον προσκυνά, λέγοντας: « Κύριε βοήθησέ με». Κι ο Ιησούς βλέποντας την πίστη της, της λεει: «Μεγάλη είναι η πίστη σου γυναίκα. Ας γίνει όπως θέλεις». Και από εκείνη τη στιγμή γιατρεύεται η θυγατέρα της. Το αξιοθαύμαστο τούτο παράδειγμα της Χαναναίας, μας διδάσκει πως πρέπει να είναι κι η δική μας προσευχή, για να εισακούεται από τον Πανάγαθο Θεό.
Το πρώτο που χρειάζεται στην προσευχή για να εισακούεται στον Κύριο είναι η ακράδαντη πίστη. Η πίστη η μεγάλη και ακλόνητη στον Κύριο των δυνάμεων. Πίστη που δεν θα τη σκιάζει κανένας λογισμός δισταγμού και αμφιβολίας. Πίστη που να βλέπουμε τα πράγματα όχι από τη δική μας ανθρώπινη και αδύνατη πλευρά, αλλά από την πλευρά του Παντοδύναμου και Πανάγαθου Θεού μας. «Σας βεβαιώνω», μας λεει ο Κύριος, «ότι όλα όσα ζητήσετε στην προσευχή με πίστη, θα λάβετε και ότι αν έχετε πίστη χωρίς να αμφιβάλλετε...αν πείτε σ’ αυτό το βουνό σήκω και πέσε στη θάλασσα θα γίνει» (Ματθ. ΚΑ΄ 21, 22).
Αν κάποιος, πάλιν, θέλει να πάρει κάτι από τον Θεό, γράφει ο Άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος, θα πρέπει να το ζητά με πίστη. «Ότι ζητούμε», μας λέει, «να το ζητούμε με πίστη και να μη έχουμε αμφιβολίες» (Ιακ. Α΄ 6). «Οποιοσδήποτε πιστεύει στον Κύριο», προσθέτει ο Θείος Παύλος, δεν θα ντροπιαστεί» (Ρωμ. Ι΄ 11).
Βλέπουμε, δηλαδή, ότι με την πίστη πραγματοποιούνται ακόμα και αυτά, που φαίνονται αδύνατα και ακατόρθωτα από τον άνθρωπο.
Μαζί, όμως, με την πίστη χρειάζεται να υπάρχει και θερμότητα καρδιάς.
Θερμότητα σαν αυτή που αισθάνθηκε η πονεμένη Χαναναία μητέρα, τα λόγια της οποίας έβγαιναν από τα φλογισμένα βάθη της καρδιάς της. Θερμότητα, σαν αυτή του Μωυσή, τότε που προσευχόταν, όταν τους καταδίωκαν τα άρματα του Φαραώ και εφαίνοντο χαμένοι όλοι οι Ισραηλίτες. Και μολονότι η προσευχή του ήταν μυστική, έφτανε ως βροντή στον Ουρανό. «Μη φοβείστε», είπε στο λαό ο Μωυσής, «σταθείτε και θα δείτε πως θα σας γλιτώσει σήμερα ο Κύριος. Τους Αιγυπτίους που βλέπετε σήμερα δεν θα τους ξαναδείτε ποτέ πια. Ο Κύριος θα πολεμήσει για σας. 
Εσείς μην ανησυχείτε.» (Εξοδ. ΙΔ΄ 13 – 14. Τέτοια θερμότητα σαν εκείνη του βασιλιά του Ισραήλ Εζεκία, που προσευχήθηκε στον Θεό για να αποφύγει τον θάνατο. Εκείνη την εποχή ο βασιλιάς Εζεκίας, γράφει ο Προφήτης Ησαΐας, αρρώστησε βαριά να πεθάνει. Τότε τον επισκέφθηκε ο Προφήτης Ησαΐας, γιος του Αμώς και του είπε: «Άκου τι λέει ο Κύριος. Τακτοποίησε τις υποθέσεις του σπιτιού σου, γιατί δεν θα ζήσεις για πολύ ακόμα. Θα πεθάνεις.» Ο Εζεκίας γύρισε τότε το πρόσωπό στον τοίχο και προσευχήθηκε στον Κύριο. «Κύριε», είπε, «θυμήσου σε παρακαλώ, πως έζησα ενώπιόν σου με πιστότητα και ευθύτητα καρδιάς και έπραξα ό, τι σου ήταν αρεστό. Κι άρχισε να κλαίει γοερά. Τότε ήρθε στον προφήτη Ησαϊα λόγος του Κυρίου. Γύρνα πίσω, του είπε ο Κύριος και πες στον Εζεκία. Ο κύριος, ο Θεός του Δαβίδ του προγόνου σου, λέει: Άκουσα την προσευχή σου και είδα τα δάκρυά σου. Θα προσθέσω, λοιπόν, στη ζωή σου δεκαπέντε χρόνια.» (Ησ. ΛΗ΄ 1 – 6).
Αυτή την θερμότητα της καρδιάς είχαν και όλοι οι άγιοι της Εκκλησίας μας, όταν προσευχόντουσαν. Γι’ αυτό και έβλεπαν να γίνονται συχνά θαύματα με την προσευχή τους. Άλλως τε, αυτήν την θερμότητα την αισθανόμαστε κι εμείς, όταν προσευχόμαστε, με τις προσευχές αυτές των αγίων μας, που είναι καταχωρισμένες στις ιερές Ακολουθίες της Εκκλησίας μας. Οι προσευχές αυτές, με τον κατανυκτικό χαρακτήρα τους, μας λένε επίσης, ότι για να εισακούονται, θα πρέπει να γίνονται με ταπείνωση. Αυτή η βαθειά ταπείνωση χαρακτήριζε και την προσευχή της Χαναναίας, που δεν θίγηκε, όταν δεν της έδινε σημασία ο Κύριος και δεν προσβλήθηκε όταν ο Κύριος την ονόμασε «κυνάριον». Αυτή την ταπείνωση είχε και ο Αβραάμ, που ενώ συνομιλούσε διά της προσευχής «πρόσωπον προς πρόσωπον» με τον Θεό, εν τούτοις είχε για τον εαυτό του το φρόνημα ότι ήταν «γη και σποδός», χώμα και στάχτη. «Συγχώρησέ με Κύριε μου», λέει, «που τολμώ να σου μιλώ, ενώ είμαι χώμα και σκόνη» (Γεν. ΙΗ΄ 27). Αυτή την ταπείνωση δείχνει και ο τελώνης, όταν τύπτει με συντριβή στην άκρη του Ναού το στήθος του, επαναλαμβάνοντας συνεχώς το: «Ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ» (Λουκ. ΙΗ΄ 13).
Είναι τόσο άπειρα Πανάγαθος και Πάνσοφος ο Θεός, ώστε δεν αρκεί να ικανοποιεί τα όσα μικρά και ασήμαντα εμείς οι φτωχοί του ζητούμε. Βλέπει βαθύτερα στην καρδιά μας. Στοχεύει μακρύτερα στο πραγματικό, το αιώνιο συμφέρον μας. Και γι’ αυτό μερικές φορές μας παιδαγωγεί. Δοκιμάζει την πίστη μας, ασκεί την υπομονή μας και μας καταρτίζει σε ταπείνωση και υποταγή. Σιωπά συχνά στις προσευχές μας. Άλλοτε προσθέτει καινούργιες θλίψεις και πειρασμούς στον αγώνα μας. Επιτρέπει ζημιές, αποτυχίες, ταπεινώσεις, απογοητεύσεις, αρρώστιες, αγωνίες και δάκρυα. Και περιμένει. Περιμένει να προβάλει ο αγιασμός της ψυχής.
Αδελφοί μου! Δεν γνωρίζουμε πιο είναι το σχέδιο του Θεού στη ζωή μας, για πόσο ακόμα η αγάπη Του θα επιτρέπει δοκιμασίες σε μας, αν προσθέσει και άλλες ή αν θα δώσει τέλος στον πόνο μας. Θα πρέπει, όμως, να γνωρίζουμε ότι ο βίος μας είναι δοκιμαστήριο. Με τις θλίψεις και τα βάσανα της ζωής μας, πληρώνουμε βέβαια τις αμαρτίες μας, αλλά δοκιμάζεται και η πίστη μας. Μη αποκάμνουμε, λοιπόν. Ας υπομένουμε. Η υπομονή μας, η βαθειά μας ταπείνωση, η πολλή προσευχή μας, θα μεγαλώνει την πίστη μας και θα ελκύει το έλεος του Θεού επάνω μας. Ας εμπιστευθούμε, λοιπόν, τη ζωή μας στα χέρια του Θεού, να την κατευθύνει όπως η αγάπη Του ξέρει καλύτερα για μας.
Ηγούμενος Χρυσορροϊατίσσης Διονύσιος

Κυριακὴ ΙΖ΄ Ματθαίου. Tὸ κ α μ π α ν α ρ ι ό! (†) ἐπίσκοπος Γεώργιος Παυλίδης Μητροπολίτης Νικαίας

Κυριακὴ ΙΖ΄ Ματθαίου
(Ματθ. ιέ 21-28)

Tὸ  κ α μ π α ν α ρ ι ό!
«Ὦ γύναι, μεγάλη σου, ἡ πίστις!...»

 (†) ἐπισκόπου Γεωργίου Παυλίδου Μητροπολίτου Νικαίας

Μὲ τὸ βαθὺ τραῦμα στὴν καρδιά της ἡ δυστυχισμένη γυναίκα τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου, ἔρχεται, ἀγαπητὲ ἀναγνῶστα, εἰς τὸν Κύριον.  Δὲν εἶναι Ἰουδαία.  Εἶναι ἀλλόθρησκος. Εἰδωλολάτρις.  Καὶ ἀλλόφυλος. Συροφοινίκισσα. Ἕμαθε ὅτι κάπου ἐκεῖ ἦτο ὁ Χριστός. Εἶχεν ἀκούσει, φαίνεται, διὰ τὰ θαύματά Του.


Ὅταν, λοιπόν, Τὸν εἶδεν, ἤρχισεν ἀπὸ μακρυὰ νὰ Τὸν παρακαλῇ: «Ἰησοῦ, ἐλέησέ με.  Τὸ κοριτσάκι μου ὑποφέρει ἀπὸ δαιμόνια. Τὸ βλέπω καὶ λυώνει ἡ καρδιά μου. Ἐλέησέ με».
Ὁ Κύριος δὲν ἀπαντᾷ. Αὐτὴ ὅμως συνεχίζει τὰς ἱκεσίας της. Οἱ μαθηταὶ δυσανασχετοῦν.  Τὸν παρακαλοῦν νὰ τῆς δώσῃ αὐτὸ ποὺ ζητεῖ, διὰ νὰ ἀπαλλαγοῦν ἀπὸ τὶς φωνές της.  Καὶ εἰς μίαν στιγμήν, ποὺ ἡ γυναίκα ἦτο κοντά τους, στρέφεται ὁ Κύριος καὶ μὲ σοβαρὸν ὕφος τῆς λέγει: «Δὲν ἀπεστάλην ἀπὸ τὸν Πατέρα μου παρὰ διὰ τὰ χαμένα πρόβατα τοῦ Ἰσραλήλ».

Ἡ Χαναναία ὅμως δὲν ἀποθαρρύνεται. Συνεχίζει καὶ παρακαλεῖ.
Ὁ Χριστὸς καὶ πάλιν ἀρνεῖται.  Μάλιστα τώρα μὲ μίαν πολὺ βαρεῖαν φράσιν: «Δὲν εἶναι σωστὸ νὰ πάρῃ κανεὶς τὸ ψωμὶ τῶν παιδιῶν του καὶ νὰ τὸ ρίψῃ στὰ σκυλάκια».
Σκληρὸς λόγος. Θέλει νὰ τὴν δοκιμάσῃ. Ἀλλὰ καὶ ἡ πονεμένη μητέρα δὲν ὑποχωρεῖ. «Ναὶ, Κύριε, δέχομαι ὅτι εἶμαι σκυλάκι.  Καὶ τὰ σκυλάκια ὅμως ἀποζοῦν ἀπὸ τὰ ψίχουλα, ποὺ πίπτουν ἀπὸ τὸ τραπέζι τῶν κυρίων των». Αὐτὸ ἦτο... Ἡ γυναίκα εἶχε νικήσει.
Ὁ Κύριος, κατάπληκτος ἀπὸ τὴν σταθερότητα τῆς πίστεως τῆς Χαναναίας, τῆς λέγει: «Ὦ γυναίκα, μεγάλη σου ἡ πίστις! Ἄς γίνῃ ὅπως θέλεις».  Καὶ τὸ Εὐαγγέλιον σημειώνει, ὅτι ἐθεραπεύθη ἡ θυγατέρα της ἀπὸ τὴν ὥρα ἐκείνην.
Ἀλήθεια! Ὁμολογοῦμεν, ὅτι μᾶς κάμνει ἰδιαιτέραν ἐντύπωσιν ἡ φλογερὰ αὐτὴ πίστις.
Διὰ τὴν πίστιν αὐτὴν γενικώτερον θὰ ἠθέλαμεν νὰ γίνῃ λόγος εἰς τὸ σημερινὸν μας κήρυγμα.
Δ ι ὰ  τ ὰ  ε ὐ ε ρ γ ε τ ι κ ὰ  κ α ὶ  σ ω τ ή ρ ι α  ἀ π ο τ ε λ έ σ μ α τ α  τ ῆ ς  π ί σ τ ε ω ς  ε ἰ ς  τ ὴ ν  ζ ω ή ν  μ α ς.
1.Ἡ  πίστις ἀπαντᾶ εἰς ὅλα τὰ μεγάλα θέματα τῆς ζωῆς.
Ἀπὸ τότε ποὺ ἀρχίζει νὰ ἀντιλαμβάνεται ὁ ἄνθρωπος, τοῦ δημιουργοῦνται προβλήματα καὶ αἰνίγματα. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, ὅλων τῶν ἐποχῶν, τὰ ἀντιμετώπισαν. Λ.χ. πόθεν ἐρχόμεθα· ποῦ πηγαίνομεν· ποῖος ὁ σκοπὸς τῆς ζωῆς μας· τί ὑπάρχει μετὰ θάνατον· πῶς ἐδημιουργήθη ὁ κόσμος κλπ.  Ποιός ὅμως θὰ μᾶς ἀπαντήσῃ ὑπευθύνως καὶ ἱκανοποιητικῶς εἰς τὰ ἐρωτήματα αὐτά;
Ὁ ἄνθρωπος προσεπάθησε. Ἕκαμε συλλογισμούς. Διετύπωσε θεωρίας. Ἔγραψεν, ἐδίδαξεν. Ἐδημιούργησε σχολάς. Λυχνάρι ὅμως στὸ βαθὺ σκοτάδι. Κάτι βρῆκε. Ἀλλὰ τόσο λίγο, τόσο φτωχό.  Μόνον ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἀποκαλύπτει τὴν ἀλήθειαν. Ἁπλᾶ.  Θετικά.
Ἀλλὰ χρειάζεται κάτι ὡς προϋποθέσεις: Ἡ πίστις.  Μόλις ὁ ἄνθρωπος πιστεύσῃ, τότε πλέον ἡ ψυχὴ μὲ τὰ ἐρωτιματικά της εἰρηνεύει. Ἀναπαύεται.  Καὶ ἔτσι, ὅ,τι οἱ σοφοὶ καὶ οἱ γίγαντες τῆς σκέψεως δὲν ἠμποροῦν νὰ ἑρμηνεύσουν, τὸ ἐπιτυγχάνει ὁ ἁπλοῦς καὶ κοινὸς ἄνθρωπος μὲ τὸ μέγα ἐφόδιον τῆς πίστεως εἰς τὰς βεβαιώσεις τοῦ Θεοῦ.  Καὶ δὲν εἶναι ἡ πίστις αὐτὴ μία ἀνόητος καὶ τυφλὴ παραδοχὴ μυθικῶν πραγμάτων.
Εἶναι μία φωτισμένη καὶ μεθοδικὴ ἀποδοχὴ ἀληθειῶν, ποὺ διετύπωσε τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καὶ παρεδέχθη μὲ ἀνεπιφύλακτον ἐμπιστοσύνην ἀτελεύτητος σειρὰ εἰλικρινῶν ἀνθρώπων διὰ μέσου τῶν αἰώνων.  Καὶ εὗρον εἰς τὴν πίστιν αὐτὴν τὸ μυστικὸ κλειδὶ τῆς λύσεως ὅλων τῶν ἀγωνιωδῶν προβλημάτων τῆς ζωῆς.
Ἀληθῶς! Εὐτυχισμένη ἡ ψυχή, πού πιστεύει....
2. Σωσίβιον εἰς τὰς τρικυμίας τοῦ βίου.
Ἀλλ’ ἡ πίστις δίδει κάτι περισσότερον. Εἶπαν, ὅτι ἡ ζωὴ ὁμοιάζει μὲ θάλασσαν. Τὴν γαλήνην ἀποτόμως τὴν διαδέχεται ἡ τρικυμία.  Κύματα ἀπειλοῦν τὴν εὐτυχίαν μας. Ἀτυχήματα καὶ ἀσθένειαι, θάνατοι καὶ πτωχεία, κατατρεγμοὶ καὶ συκοφαντίαι, πικρίαι καὶ ἀφόρητα οἰκογενειακὰ δράματα.  Καὶ ὁ ἄνθρωπος, σὰν τὸν ναυαγόν, στὴν ἀφρισμένη θάλασσα, ποῦ θὰ εὑρῇ τὸ σωσίβιο, διὰ νὰ μὴ πνιγῇ;
Ποῦ ἀλλοῦ ἀπὸ τὴν  πίστιν; Ἀπὸ τὴν πίστιν εἰς τὸν Θεόν, τὸν μόνον μέγαν καὶ δυνατὸν προστάτην, τὸ μοναδικὸν καταφύγιον;
Οἱ ἄνθρωποι συνήθως δὲν ἐνδιαφέρονται.  Δὲν θέλουν. Ἀλλὰ καὶ νὰ θέλουν, τὶς πιὸ πολλὲς φορὲς δὲν ἠμποροῦν.  Μένομεν τότε ἀβοήθητοι.  Καὶ πολλοὶ ἀπογοητεύονται καὶ τὰ χάνουν. Εἰς τὰς ὥρας αὐτὰς λύσις δὲν εἶναι τὸ περίστροφον καὶ ἡ αὐτοκτονία. Ἄνθρωπε, ποὺ πονᾶς, ψηλὰ τὰ μάτια! Εἰς τὸν Θεόν.  Κοίτα.  Τὸ χέρι Του εἶναι ἕτοιμον νὰ σὲ βοηθήσῃ.
Ἀρκεῖ νὰ πιστεύσῃς ἀπόλυτα εἰς τὴν ἀγάπην Του καὶ τὴν δύναμίν Του. Ὅπως ἡ Χαναναία.  Φώναξε καὶ σύ: «Κύριε, ἐλέησόν με».  Καὶ θὰ ἔλθῃ ὁ Θεός.
Πόσοι ἀπηλπισμένοι ἀπὸ τὰ συνεχῆ κτυπήματα καὶ τὰ συμφορὰς δὲν εὗρον εἰς τὴν πίστιν αὐτὴν παρηγορίαν καὶ δύναμιν, διὰ νὰ μὴ λυγίσουν!  Καί, ἐνῷ ὅλα γύρω των ἐκλονίζοντο, αὐτοὶ ἔμενον σταθεροί.  Βράχοι ἀμετακίνητοι!
Γιὰ ἐνθυμηθῆτε τὸν Ἰώβ; Ἄρχων, πλούσιος, εὐτυχής.  Σὲ μιὰ στιγμὴ τὰ ἔχασεν ὅλα.  Περιουσίαν, παιδιά, ὑγείαν. Ἀλλὰ τοῦ ἔμεινε τὸ σπουδαιότερο. Ἡ πίστις καὶ ἡ ἐλπὶς πρὸς τὸν Θεὸν. Αὐτὸ του ἔφθασε. Δὲν ἐλύγισε.  Καὶ ὁ Θεὸς τὸν ἤμειψε. Τοῦ ἔδωσε περισσότερα, ἀπ’ ὅσα εἶχε χάσει.
Χιλιάδες παλαιῶν καὶ συγχρόνων Ἰὼβ ἐπέρασαν ἀπ’ αὐτὴν τὴν κατάστασιν. Ἀλλὰ δὲν ἐκάμφθησαν. Ἐνίκησαν. Οἱ πιστεύοντες δὲν φοβοῦνται. Εἶναι ἀσφαλισμένοι. Ἀνήκουν εἰς τὸν Θεόν.
Θὰ ἔχῃς ἀκούσει διὰ τὸν Ρωμαῖον ἐκεῖνον αὐτοκράτορα, ὁ ὁποῖος εἶχεν ἕνα ἐλάφι, ἐλάφι, ποὺ τὸ ἀγαποῦσε πολύ.  Γιὰ νὰ εἶναι βέβαιος, ὅτι κανένας δὲν θὰ τὸ κακοποιήσῃ, ἐπέρασεν εἰς τὸν λαιμόν του μιὰ χρυσῆ ἁλυσίδα μὲ τὴν  ἐπιγραφήν: «Μὴ μὲ ἐγγιζῃς ἀνήκω εἰς τὸν Καίσαρα». Ἔτσι καὶ ὁ πιστεύων. Ἀνήκει εἰς τὸν Θεόν.  Καὶ εἶναι ἀσφαλισμένος.  Διατί νὰ ἀνησυχῇ;
3. Μία ἀπορία.
Ἀκούω ὅμως μίαν ἀπορίαν σου. «Ναί, ἀλλ’ ἐνῷ ἐγὼ πιστεύω καὶ παρακαλῶ, ὑποφέρω συνεχῶς. Ὁ Θεὸς δὲν μὲ ἀκούει».  Φίλε μου, δοκιμάζει ὁ Θεός.  Δὲν εἶδες τὴν Χαναναία; Τὴν ἐδοκίμασεν ὁ Χριστός. Ἐφαίνετο ὅτι δὲν τὴν ἤκουε· ὅτι τὴν περιφρονοῦσε. Ἐκείνη ὅμως τόσον περισσότερον ἐφώναξεν. Ἐπέμεινεν. Ἐπολέμησεν ἀκούραστα. Καὶ ἐνίκησεν εἰς τὸ τέλος πανηγυρικά. Ἔτσι καὶ μὲ ἡμᾶς.
Θὰ χρειασθῇ ὑπομονὴ καὶ ὑποταγή. Ὁ Θεὸς οὔτε ἄδικος εἶναι, οὔτε ἀσυγκίνητος. Ἀγαπᾷ. Καὶ ἄν εἶναι συμφέρον μας, θὰ μᾶς δώσῃ αὐτό, ποὺ τοῦ ζητᾶμε. Εἶναι ἀδύνατον νὰ γίνῃ διαφορετικά.  Τὸ ἰδικόν μας καθῆκον εἶναι νὰ μὴν ἀνησυχοῦμε. Νὰ μὴ χάνωμεν τὴν πίστιν. Ἔλεγεν ἕνας ἱερεὺς σὲ κάποιον πονεμένον, ποὺ εἶχε χάσει τὴν πίστιν του: «Ὁ σταυρός σου εἶναι ξύλινος.  Χωρὶς ὅμως τὴν πίστιν γίνεται βαρύς. Εἶναι σἄν νὰ προσθέτῃς μίαν ἐπένδυσιν ἀπὸ μολύβι».
Ἔτσι εἶναι. Ὅσοι βαδίζουν στὴ ζωή τους χωρὶς τὴν πίστιν, χωρὶς ἐλπίδα, λυγίζουν. Εἶναι ἐκεῖνο τὸ μολύβι....τὸ βαρύ.
4.Ἀναδεικνύει ἥρωας.
Ἔτσι ἀναδεικνύονται οἱ ἥρωες. Οἱ ἥρωες εἰς τὴν μάχην τῆς καθημερινῆς ζωῆς. Ὅλοι οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, «οἵ διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, εἰργάσαντο δικαιοσύνην, ἔφραξαν στόματα λεόντων, ἔσβεσαν δύναμιν πυρὸς, ἔφυγον στόματα μαχαίρας, ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας...»(Ἕβρ. ια΄, 33-34), ἦσαν ἀληθινοὶ ἥρωες.  Κατέπληξαν τοὺς δημίους των, τοὺς ἐχθρούς των μὲ τὴν ἀνδρείαν των.
Καὶ ὄχι μόνον ἄτομα, ἀλλὰ καὶ λαοὺς ἀναδεικνύει ἡρωϊκοὺς ἡ πίστις. Τὸ ἰδικόν μας ἰδίως Ἔθνος ἔχει μίαν ἱστορίαν, ὅπου ἡ πίστις κατήγαγε θριάμβους. Ὑπῆρξε ὅπλον ἀκατανίκητον.  Διότι ἡ πίστις πυρώνει τὰ στήθη· θερμαίνει τὴν ψυχή· χαλυβδώνει τὴν θέλησιν· ἀνοίγει δρόμους ζωῆς. Τί χάνουν ἐκεῖνοι, ποὺ προχωροῦν χωρὶς πίστιν!... Τί χάνουν! .....
Ἀγαπητοί,
Πρὸ ἐτῶν ἡ καταιγὶς κατέστρεψεν ἕνα μικρὸ ναό, χτισμένο στὰ παράλια κάποιας χώρας. Ὁ λαὸς δὲν μπόρεσε νὰ τὸν ἀνοικοδομήσῃ. Ἦταν πτωχός.  Μιὰν ἡμέραν ἕνας ἀντιπρόσωπος τοῦ Ναυαρχείου ἦλθε στὸ Ἐφημέριο, διὰ νὰ ἐρωτήσῃ, ἄν σκέπτωνται νὰ ἀνοικοδομήσουν τὸν ναόν. Ὁ Ἐφημέριος εἶπεν, ὅτι ἡ φτώχεια τοῦ λαοῦ εἶναι μεγάλη. «Τότε, ἀπήντησεν ὁ ἀξιωματικός, ἀφοῦ δὲν μπορεῖτε σεῖς, θὰ τὸν ἀνοικοδομήσουμε ἐμεῖς. Ἐκεῖνο τὸ κωδωνοστάσιον εἶναι στοὺς χάρτας μας ἐπάνω χαραγμένο. Τὰ πλοῖά μας καθορίζουν ἔτσι τὴν πορείαν των.  Μᾶς εἶναι, λοιπόν, ἀπαραίτητο».
Ἕνας λαὸς πονεμένος, ναυαγισμένος, τώρα, τελευταῖα, ἔρχεται πάλιν πίσω στὴν Ἐκκλησία του, τὴν εὐλογημένην αὐτὴν κιβωτὸν τῆς σωτηρίας, καὶ λέγει:
-«Θέλω νὰ μοῦ στερεώσετε καὶ πάλιν τὸ καμπαναριό. Ἔφταιξα. Ἐγὼ τὸ ἐγκρέμισα στὸ βάθος τῆς ψυχῆς μου».
Κι’ εἶναι γεμάτη πόνο καὶ ἐλπίδα αὐτή του ἡ φωνή:
Στῆστε καὶ πάλιν μέσα μου τῆς πίστεως τὸ ποθητὸ καμπαναριό! 
Ἐπισκόπου Γεωργίου Παυλίδου
Μητροπολίτου Νικαίας
Λύχνος τοῖς ποσί μου
Λόγοι εἰς τὰ Εὐαγγέλια τῶν Κυριακῶν
Ἐκδόσεις Β΄
Ἀποστολική διακονία
τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος 


ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΖ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (ΤΗΣ ΧΑΝΑΝΑΙΑΣ) Κυριακή 14η Φεβρουαρίου 2016 «Ὁ δὲ οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῇ λόγον»

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΖ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (ΤΗΣ ΧΑΝΑΝΑΙΑΣ)

Κυριακή  14η  Φεβρουαρίου 2016

«Ὁ δὲ οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῇ λόγον»

Προσέξατε, ἀδελφοὶ χριστιανοί, προσέξατε τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα; Στὴν εὐαγγελικὴ αὐτὴ περικοπὴ παρουσιάζεται ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς ἀδιάφορος στὸν ἀνθρώπινο πόνο. Ποιός; Αὐτὸς ποὺ ἀφουγκράζεται τὸν πόνο κάθε ἀθρώπινης ψυχῆς εἴτε πιστεύει σ᾽ αὐτὸν εἴτε ὄχι, εἴτε προστρέχει σ᾽ αὐτὸν εἴτε ὄχι.

Γιατί ὅμως ὁ Χριστὸς φαίνεται σήμερα νὰ ἀδιαφορῇ στὸν πόνο μιᾶς γυναίκας, ἡ ὁποία ἀκολουθώντας τὴν συνοδεία του φώναζε καὶ τὸν ἐκλιπαροῦσε νὰ τὴν ἐλεήσῃ ἐλευθερώνοντας τὴν κόρη της ἀπὸ τὸ φοβερὸ δαιμόνιο ποὺ τὴν ταλαιπωροῦσε καὶ τὴν βασάνιζε; Γιατί αὐτὴ ἡ ἀδιαφορία;


Ὄχι βέβαια ἀπὸ σκληροκαρδία. Μακριὰ ἀπὸ τὴν σκέψι μας τέτοια βλασφημία. Ὁ Χριστὸς ἦταν καὶ εἶναι ἡ πιὸ εὐαίσθητη καρδιά. Ἄλλος ἦταν ὁ λόγος τῆς φαινομενικῆς ἀδιαφορίας. Ποιός;

Ἡ γυναίκα, ποὺ τοὺς ἀκολουθοῦσε φωνάζοντας σπαρακτικά, δὲν ἦταν Ἰσραηλίτισσα· ἦταν Χαναναία, Συροφοινίκισσα, δηλαδὴ Ἑλληνίδα. Ἔκρυβε ὅμως μέσα της αὐτὴ ἡ εἰδωλολάτρισσα ἕνα μεγάλο θησαυρό. Εἶχε στὴν καρδιά της τὴ μεγάλη πίστι, ὅτι μόνο ὁ Χριστὸς μποροῦσε νὰ θεραπεύσῃ τὴ δαιμονισμένη κόρη της. Καὶ ἡ πίστι αὐτή, μπολιασμένη μὲ τὴν ταπεινοφροσύνη, ἔκανε τὸ θαῦμα.

Ποῦ φαίνεται ἡ πίστι τῆς Χαναναίας καὶ ποῦ ἡ ταπεινοφροσύνη της; Ἡ πίστι της φαίνεται στὴν ἐπιμονή, μὲ τὴν ὁποία παρακαλοῦσε γιὰ τὴν θεραπεία τῆς κόρης της. «Ἀπόλυσον αὐτήν, ὅτι κράζει ὄπισθεν ἡμῶν» (Ματθ. 15,23), εἶπαν οἱ μαθηταὶ μεσολαβώντας ὑπὲρ τῆς πονεμένης μητέρας. Ἀπόλυσέ την, ἱκανοποίησε τὸ αἴτημά της, διότι μᾶς ξεκούφανε, θὰ λέγαμε σὲ μιὰ πιὸ ἐλεύθερη ἀπόδοσι. Καὶ ὁ Χριστὸς στὴν φαινομενική του ἀδιαφορία πρόσθεσε καὶ μιὰ ταπεινωτικὴ γιὰ τὴν πονεμένη γυναῖκα φράσι· «Δὲν εἶναι σωστό», εἶπε, «νὰ πάρω τὸ ψωμὶ ἀπὸ τὰ παιδιὰ καὶ νὰ τὸ ῥίξω στὰ σκυλιά». Τὴν εἶπε «σκυλί», χρησιμοποιώντας τὴν Ἰουδαϊκὴ φρασιολογία γιὰ τοὺς ἐθνικούς. Ἐκείνη ὅμως δὲν προσβλήθηκε  ἀπὸ τὴ βρισιά, ἀλλὰ τὴ δέχθηκε· καί, μὲ τὴν ταπεινοφροσύνη ποὺ εἶχε, ταπείνωσε ἀκόμη περισσότερο τὴν ἑαυτό της. Ὠνόμασε τὸν ἑαυτό της «σκυλάκι», ζῷο δηλαδὴ ποὺ δὲν προσφέρει καμμιά ὑπηρεσία στὰ ἀφεντικά του, ὅπως ἕνας σκύλος ποὺ προσφέρει ὑπηρεσία φύλακα. «Ναί, Κύριε», ἀπήντησε ἡ Χαναναία· «ἀλλὰ καὶ τὰ σκυλάκια προσπαθοῦν νὰ χορτάσουν ἀπ᾽ τὰ ψίχουλα ποὺ πέφτουν ἀπὸ τὸ τραπέζι τῶν κυρίων τους». Στὰ λόγια αὐτὰ φαίνεται ἡ μεγάλη ταπεινοφροσύνη της. Νά πιὸ ἁπλούστερα τὰ λόγια τῆς Χαναναίας· Δὲν ζητῶ ἕνα κομμάτι ψωμί, δὲν ζητῶ ἕνα κομμάτι, ἕνα μέρος ἀπὸ τὴν ἀγάπη σου, Κύριε, ἀλλὰ ἕνα μικρὸ ψίχουλο ζητῶ, γιὰ νὰ θεραπευθῇ ἡ κόρη μου. Πίστευε ἡ βασανισμένη ἐκείνη μητέρα, ὅτι ἕνα ψίχουλο τῆς παντοδυνάμου ἀγάπης τοῦ Ἰησοῦ θὰ θεράπευε τὴν δαιμονισμένη κόρη της.

Ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ μεγάλος παιδαγωγός, μὲ πολλοὺς τρόπους παιδαγωγεῖ τὰ παιδιά του γιὰ νὰ τὰ ὁδηγήση στὴ σωτηρία. Ἕνας ἀπὸ τοὺς τρόπους του εἶναι καὶ ἡ «ἀδιαφορία». Προσποιεῖται τὸν ἀδιάφορο, ἄλλοτε γιὰ νὰ δυναμώσῃ ἡ λιγοστὴ πίστι τοῦ προσερχομένου σ᾽ αὐτόν, καὶ ἄλλοτε γιὰ νὰ ἀποκαλυφθῇ στοὺς ἀνθρώπους ἡ μεγάλη πίστι του ἢ κάποια ἄλλη ἀρετή του. Πολλὰ τέτοια περιστατικὰ περιέχονται στὰ ἱερὰ βιβλία τῆς Ἐκλησίας μας, τόσο στὴν ἁγία Γραφὴ ὅσο καὶ στὰ ἱερὰ συναξάρια, ποὺ ἀποτελοῦν τὴν ἐφαρμοσμένη ἁγία Γραφή. Στὴ συνέχεια θὰ σᾶς ἀναφέρω ἕνα περιστατικὸ ἀπὸ τὴ ζωὴ τοῦ μεγάλου καθηγητοῦ τῆς ἐρήμου, τοῦ ἁγίου Ἀντωνίου.

Κάποια μέρα ὁ ἅγιος Ἀντώνιος δέχθηκε ἐπίθεσι πολλῶν δαιμόνων, οἱ ὁποῖοι τὸν ἔδερναν ἀνηλεῶς. Στὸν πόνο του ἐπάνω ὁ Ἅγιος ἐπικαλεῖτο τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου ζητώντας νὰ τὸν λυτρώσῃ ἀπὸ τὴν δαιμονικὴ αὐτὴ πάταξι. Ἀπάντησι ὅμως δὲν ἔπαιρνε. Καὶ ἀφοῦ εἶχε περάσει ἀρκετὴ ὥρα, τότε ὁ Κύριος τὸν ἐρωτᾷ· –Τί θέλεις, Ἀντώνιε; –Ποῦ εἶσαι, Κύριε; –Ἐδῶ κοντά σου εἶμαι. –Καὶ γιατί δὲν μὲ ἔβγαλες ἀπὸ τὰ χέρια τῶν δαιμόνων; –Γιὰ νὰ φανῇ στοὺς ἀνθρώπους ἡ ὑπομονὴ καὶ ἡ ἀντοχή σου… Ἡ φαινομενικὴ ἀδιαφορία τοῦ Ἰησοῦ μᾶς ἔκανε γνωστὴ τὴν ἀρετὴ τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς ἀγάπης τοῦ μεγάλου Ἀντωνίου πρὸς τὸν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό.

Γι᾽ αὐτό, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, κάθε φορὰ ποὺ ζητοῦμε κάτι ἀπὸ τὸν Κύριο καὶ δὲν μᾶς τὸ δίνει ἀμέσως, νὰ μὴ λέμε τὸ βλάσφημο ἐκεῖνο λόγο «Μὲ ξέχασε ὁ Θεός». Ὄχι! ὁ Θεὸς δὲν μᾶς ξεχνάει, οὔτε ἀδιαφορεῖ γιὰ ὅ,τι τοῦ ζητοῦμε. Ἂν καθυστερῇ νὰ ἔλθῃ ἡ ἀπάντησι, αὐτὸ μπορεῖ νὰ ὀφείλεται στὸ ὅτι ἡ πίστι μας δὲν εἶναι αὐτὴ ποὺ χρειάζεται γιὰ νὰ ἐνεργοποιήσῃ τὴν χάρι τοῦ Θεοῦ· μπορεῖ νὰ εἶναι λίγη, καὶ πρέπει νὰ τὴν αὐξήσουμε. Ἢ μπορεῖ νὰ πρέπῃ νὰ ἀσκηθοῦμε στὴν ἐπιμονή, στὸ νὰ ζητοῦμε ἐπίμονα καὶ ἀκούραστα ἀπὸ τὸ Θεὸ νὰ ἱκανοποιήσῃ τὸ αἴτημά μας. Ἢ τέλος μπορεῖ ἡ ἱκανοποίησι τοῦ αἰτήματός μας νὰ μὴν εἶναι γιὰ τὸ συμφέρον μας. Πολλὲς φορὲς ὁ Κύριος εἶπε στοὺς μαθητάς του· «Οὐκ οἴδατε τί αἰτεῖσθε», δὲν ξέρετε τί ζητᾶτε (Ματθ. 20,22. Μᾶρκ. 10,38). Ἔτσι, ἀδελφοί μου, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν πίστι, τὴν ταπεινοφροσύνη, τὴν ἐπιμονὴ καὶ τὴν ὑπομονή, ποὺ χρειάζονται τὰ αἰτήματά μας πρὸς τὸν Κύριο, ἂς τὰ συνοδεύῃ καὶ ἡ φράσι· «Ἂν, Κύριε, αὐτὸ ποὺ ζητῶ εἶναι σύμφωνο μὲ τὸ θέλημά σου καὶ θὰ συμβάλῃ γιὰ τὴν σωτηρία μου, τότε ἂς γίνͺῃ».

Καὶ νὰ μὴν ξεχνᾶμε, ὅτι ὁ Κύριος γνωρίζει ἀπὸ τί πραγματικὰ ἔχουμε ἀνάγκη· καὶ θὰ μᾶς τὸ δώσῃ, ὅπως τὸ ἔδωσε στὴν Χαναναία, ἀρκεῖ νὰ ἔχουμε κ᾽ ἐμεῖς τὶς ἀρετές της. Ἀμήν.

Ὁμιλία, σὺν Θεῷ ἁγίῳ, εἰς τὸ Εὐαγγέλιον τῆς ΙΖ΄ Κυριακῆς τοῦ Ματθαίου (τῆς Χαναναίας) Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ

«Ὢ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις· γενηθήτω σοι ὡς θέλεις»

Ἕνα θαυμαστὸ σημεῖο τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, πολλὲς μεγάλες ἀρετὲς μιᾶς εἰδωλολάτριδας γυναίκας μαζὶ μὲ ποικίλα ψυχωφελῆ διδάγματα μᾶς παρουσιάζει ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή, ἀγαπητοὶ ἐν Κυρίῳ ἀδελφοί.

Ἂς προσπαθήσουμε, μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ, νὰ ἐμβαθύνουμε σὲ ὅσα μόλις ἀκούσαμε, γιὰ νὰ ἀντλήσουμε θεϊκὰ δωρήματα καὶ φῶς στὸ δύσβατο δρόμο τῆς πνευματικῆς ζωῆς.


Περιοδεύοντας ὁ Χριστός μας σὲ πόλεις καὶ χωριὰ τῆς Παλαιστίνης, κηρύσσοντας τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ θεραπεύοντας ἀσθενεῖς, ἔφθασε κάποτε στὰ μέρη τῆς Φοινίκης, τοῦ σημερινοῦ δηλαδὴ Λιβάνου, στὴν περιοχὴ τῶν παραλιακῶν πόλεων Τύρου καὶ Σιδώνας, ποὺ δὲν ἀπέχουν πολὺ ἀπὸ τὰ ἀνατολικὰ παράλια τῆς Κύπρου μας. Στὴν περιοχὴ ἐκείνη, ἀπὸ ἀρχαιότατους χρόνους, κατοικοῦσαν εἰδωλολάτρες. Τότε λοιπὸν μιὰ γυναίκα, εἰδωλολά-τριδα στὴν πίστη καὶ ταλαιπωρημένη στὴ ζωή, ποὺ ἀσφαλῶς θὰ εἶχε ἀκούσει γιὰ τὰ ἐξαίσια θαύματα ποὺ τελοῦσε ὁ ἅγιος ἐκεῖνος Διδάσκαλος, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, καὶ πληροφορημένη πὼς ἔφθασε στὰ μέρη της, ἔτρεξε νὰ τὸν συναντήσει. Νὰ τὸν συναντήσει ὅμως μὲ πόθο καὶ πίστη, μὲ ἐλπίδα καὶ ἐπιμονὴ στὴν ἐλπίδα της αὐτή. Γιατί ὅμως; Εἶχε ἕνα παιδί, ἕνα κοριτσάκι, ποὺ τὸ βασάνιζε σκληρὰ ἄγριο δαιμόνιο. Καὶ τὸ ταλαιπωροῦσε ἀφάνταστα ψυχικὰ καὶ σωματικά, χωρὶς νὰ ἀφήνει, οὔτε τὴν ἴδια, οὔτε τὴν οἰκογένειά της νὰ ἡσυχάσει. Ὁ πόνος καὶ ἡ θλίψη ὅμως δὲν τὴν ἀπέλπισαν, παρόλο ποὺ ἦταν εἰδωλολάτριδα, ἀλλὰ τὴν ὁδήγησαν, μὲ τὴ φώτιση τῆς θείας Πρόνοιας, στὸν ἀληθινὸ Θεό, τὸν ἐνανθρωπήσαντα Σωτῆρα τοῦ κόσμου. Ἔτρεξε λοιπὸν νὰ συναντήσει τὸν Χριστό, γιὰ νὰ θεραπεύσει τὸ παιδί της. Κι ὅπως τονίζει τὸ Εὐαγγέλιο, ἐξῆλθε «τῶν ὁρίων αὐτῆς», βγῆκε δηλαδὴ ἀπὸ τὰ ὅρια ποὺ διέμενε, ἔτρεξε μακρυά -ἀσύνηθες πρᾶγμα γιὰ γυναίκα-, γιὰ νὰ βρεῖ τὸν ποθούμενο Λυτρωτή.

Πρῶτο τοῦτο μάθημα γιὰ μᾶς, ἀδελφοί. Στὸν πόνο καὶ στὴν θλίψη καὶ τὴν δοκιμασία μας, ναί, θὰ πᾶμε καὶ στὸν γιατρό, ἀλλὰ πρώτιστα νὰ προστρέξουμε καὶ νὰ προσπέσουμε στὸν μέγα καὶ ἀληθινὸ Ἰατρὸ ψυχῶν καὶ σωμάτων, στὸν Χριστό μας. Οὔτε θὰ ἀπελπιστοῦμε, γιατί ὅλα στὴ ζωή μας εἶναι στὰ χέρια, στὴν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴ σωτηρία μας. Οὔτε πολλῷ μᾶλλον θὰ καταφύγουμε σὲ μάγους καὶ μέντιουμ -πράγμα, ποὺ δυστυχῶς σήμερα γίνεται συχνότατα-, γιατὶ αὐτοὶ μόνο ζημιὰ θὰ μᾶς προξενήσουν, καὶ σωματική καί, κυρίως, ψυχική.

Φώναζε λοιπὸν στὸν Κύριο ἡ εὐλογημένη ἐκείνη ψυχή: «Ἐλέησέ με, Κύριε, ἀπόγονε τοῦ Δαβίδ, γιατὶ τὸ κορίτσι μου ταλαιπωρεῖται πολὺ ἀπὸ δαιμόνιο!» Μ᾿ αὐτὸ τό, «ἐλέησόν με», παρέστησε τὸ πόσο ἐλεεινὸ ἦταν τὸ δράμα, ἡ ψυχική της ὀδύνη, λέγει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος. Καί, πῶς ἀντέδρασε στὶς σπαραξικάρδιες ἐκεῖνες κραυγές της ὁ ἐλεήμων Ἰησοῦς; Παράξενο! Οὔτε νὰ τὴ δεῖ γύρισε, οὔτε ἕνα λόγο δὲν τῆς εἶπε. Εἶχε τὸ σχέδιό Του ὁ καρδιογνώστης Κύριος. Δοκίμαζε ξανὰ τὴν πίστη τῆς γυναίκας ἐκείνης! Καὶ οἱ μαθητὲς τοῦ Δεσπότου, ἁπλοὶ καὶ πονόψυχοι ἄνθρωποι -λὲς καὶ χρειαζόταν μεσίτες ὁ Κύριος-, τὸν παρακάλεσαν τοὐλάχιστον νὰ τὴ διώξει, νὰ τὴν ἀπομακρύνει, καθὼς τοὺς ἀκολουθοῦσε φωνάζοντας καὶ ζητώντας ἔλεος. Ὁ Κύριος ὅμως καὶ πάλιν δοκιμάζει τὴν πίστη τῆς Χαναναίας, λέγοντας πὼς εἶχε ἀποσταλεῖ γιὰ τὰ χαμένα πρόβατα, τοὺς ἀνθρώπους δηλαδή, τοῦ «οἴκου Ἰσραήλ». Ἀσφαλῶς ἐδῶ ὁ Κύριος παραβολικὰ ἐννοοῦσε, ὄχι μόνο τοὺς κατὰ σάρκα Ἰσραηλίτες, ἀλλὰ καὶ τὸν νέο Ἰσραήλ, τοὺς ἐθνικοὺς ἢ εἰδωλολάτρες, ποὺ κι αὐτοὶ ἦταν χαμένα πρόβατα στὰ ὄρη τῆς ἀπιστίας καὶ ἁμαρτίας, καὶ ποὺ ἦλθε νὰ περιμαζέψει στὴ μάνδρα Του, τὴν Ἐκκλησία, ὁ Καλὸς Ποιμένας Χριστός. Καὶ προσέξετε, λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, τὴν πίστη καὶ ἐπιμονὴ τῆς γυναίκας, τὶς δύο τοῦτες μεγάλες της ἀρετές. Πρῶτα, εἶδε τὴν (φαινομενικὴ ἀσφαλῶς) ἀδιαφορία τοῦ Χριστοῦ. Ὕστερα ἄκουσε τὴν ἀπάντησή Του πρὸς τοὺς μεσίτες της, τοὺς ἀποστόλους. Οὔτε τότε ὅμως ἀπελπίσθηκε, οὔτε ὀλιγοπίστησε, ἀλλά, παίρνοντας τὴν καλὴ ἀναισχυντία, ἔτρεξε καὶ ἔπεσε στὰ πόδια τοῦ Κυρίου, ζητῶντας καὶ πάλιν μὲ πίστη καὶ ἐλπίδα βοήθεια: «Κύριε, βοήθει μοι»!  Μά, ἡ δοκιμασία τοῦ Φιλανθρώπου Ἰησοῦ συνεχίζεται, γιὰ νὰ ἀναδείξει, «ἔτι καὶ ἔτι», τὴν πίστη καὶ ἀρετὴ τῆς γυναίκας αὐτῆς. Τὴν ἀποπαίρνει μὲ ἕνα σκληρό, θὰ λέγαμε, τρόπο: «Δὲν εἶναι καλὸ νὰ παίρνουμε τὸ ψωμὶ τῶν παιδιῶν, καὶ νὰ τὸ ρίχνουμε στὰ σκυλιά», τῆς εἶπε. Σὰν νὰ τῆς ἔλεγε δηλαδή, δὲν εἶναι σωστό, τὴ χάρη τῶν ἰάσεων ποὺ δικαιοῦνται πρῶτα τὰ γνήσια παιδιὰ τοῦ Θεοῦ, οἱ Ἰσραηλίτες, νὰ τοὺς τὴν στερῶ καὶ νὰ τὴν δίνω σ᾽ ἐσᾶς τοὺς ἀλλόπιστους, ποὺ εἶστε καὶ ζεῖτε σὰν σκύλοι! Ἀλλά, ἀκοῦστε ἀρετὴ τῆς γυναίκας! Ὄχι μόνο δὲν σκανδαλίσθηκε, ἀλλὰ καὶ ταπεινώθηκε, καὶ θεώρησε τὸν ἑαυτό της σκυλί, γιὰ νὰ πεῖ στὸν Κύριο: «Ναί, δὲν εἶμαι γνήσιο τέκνο σου, Χριστέ μου, ἀλλὰ καὶ σὰν σκυλάκι τοῦ σπιτιοῦ, τῆς μάνδρας Σου, δὲν εἶμαι ξένη. Ἄρα κι ἐγὼ δικαιοῦμαι νὰ πάρω κάτι ἀπ᾿ τὰ ψίχουλα, ποὺ περισσεύουνε στὸ τραπέζι τῶν παιδιῶν Σου.»

Εἴδατε σύνεση καὶ πίστη καὶ ταπείνωση καὶ θεάρεστη ἐπιμονὴ γιὰ τὸ καλό, αὐτῆς τῆς Χαναναίας; Γι᾿ αὐτὸ κι ὁ φιλάνθρωπος Κύριος φάνηκε μέχρι τότε τόσο σκληρὸς μαζί της, γιὰ ν᾿ ἀποκαλύψει ὅλο αὐτὸ τὸν κρυμμένο θησαυρὸ τῆς καρδιᾶς της. Καὶ τότε, τὴν ἐπαίνεσε, τὴν στεφάνωσε, τὴν ἀξίωσε τοῦ ποθουμένου: «Ὤ, εὐλογημένη γυναίκα! Πράγματι ἀποδείχθηκε μεγάλη ἡ πίστη σου. Ἂς γίνει ὅπως θέλεις, ὅπως ζήτησες.» Καὶ ἰατρεύθηκε ἀπ᾿ ἐκείνη τὴ στιγμὴ τὸ κοριτσάκι της. Φυγαδεύθηκε γιὰ πάντα ἀπὸ τὸ πονηρὸ δαιμόνιο ποὺ τὴ βαζάνιζε. Καί, μαζὶ μὲ ὅλα αὐτά, στὸ πρόσωπο τῆς Χαναναίας αὐτῆς προβάλλει ὁ τύπος τῆς πραγματικῆς μάνας. Τῆς μάνας, ποὺ δὲν ὑπολογίζει κόστος καὶ θυσίες γιὰ τὸ καλὸ τοῦ παιδιοῦ της.

Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, πολλὰ ἔχει νὰ μᾶς διδάξει ἡ Χαναναία τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου. Ἰδιαιτέρως, ἂς κρατήσουμε, ἂς μιμηθοῦμε τὴν πίστη καὶ τὴν ἐπιμονή της στὸ καλό. Ὅλοι στὴ ζωή μας, τὴν προσωπική, τὴν οἰκογενειακή, στὶς μέρες μας ὡς κοινωνία καὶ ὡς ἔθνος, διερχόμαστε ποικίλες δοκιμασίες. Οὐδέποτε νὰ ἀποθαρρυνόμαστε, νὰ χάνουμε τὴν πίστη μας, τὴν ἐλπίδα μας στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Πρέπει νὰ ἐπιμελούμαστε, ὅσο μποροῦμε, καὶ τὴν ἀρετὴ τῆς προσευχῆς. Καὶ νὰ δείχνουμε, ὅπως ἡ Χαναναία, τὴν καλὴ ἐπιμονή. Ὅ,τι μᾶς ἀπασχολεῖ, νὰ τὰ ἀναφέρουμε στὸν Χριστό μας, στὴν Παναγία μας. Καὶ μᾶς ἀκοῦνε. Ἔστω κι ἂν νομίζουμε ὅτι δὲν εἰσακουόμαστε, δὲν λαμβάνουμε ἐκεῖνο ποὺ ζητοῦμε. Γιατὶ ὁ Κύριος μᾶς δοκιμάζει, καὶ θὰ μᾶς δώσει ἐκεῖνο ποὺ εἶναι συμφέρον γιὰ τὴν ψυχή μας, ὅταν καὶ ὅπως Ἐκεῖνος γνωρίζει ὅτι εἶναι καλύτερο.

Κι ὅταν ἀγωνιζόμαστε ἔτσι, μὲ πίστη καὶ μετάνοια καὶ διόρθωση τῆς ζωῆς μας, μὲ ἐνσυνείδητη μυστηριακὴ ζωή, μὲ ἀγάπη στὸν Θεὸ καὶ τὸν κάθε πλησίον μας, τότε τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ θὰ μᾶς ἐπισκιάσει, θὰ εὐλογήσει τὴ ζωή μας, τὴν οἰκογένεια, τὸν τόπο μας, ὥστε νὰ διέλθουμε εἰρηνικὰ τὸ ἐπίλοιπο τῆς ζωῆς μας, καὶ θὰ μᾶς ἀξιώσει καὶ τῆς ἀνέκφραστης ἐκείνης χαρᾶς τῆς αἰωνίου βασιλείας Του, μὲ τὶς εὐχὲς καὶ ἰκεσίες τῆς ὑπερευλογημένης Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας καὶ πάντων τῶν ἁγίων. Ἀμήν!

Κυριακὴ ιζ´(Β´Κορινθ. στ´16-ζ´1)



25 Σεπτεμβρίου 1966



Ἀγαπητοὶ χριστιανοί,

Γνώρισμα καὶ χρέος τῶν χριστιανῶν εἶναι ἡ ἁγιοσύνη. Χριστιανὸς θὰ πῆ ἄνθρωπος ἅγιος. Καὶ ἅγιος θὰ πῆ ἁγνός, καθαρός, εἰλικρινὴς καὶ φωτεινὸς στὸ σῶμα καὶ στὴν ψυχή, δηλαδὴ στὰ φρονήματα καὶ τὰ αἰσθήματά του, στὰ λόγια καὶ τὶς πράξεις του, στὶς ἐπιθυμίες καὶ τοὺς πόθους του, στὶς ἀναστροφὲς καὶ τὶς σχέσεις του. Ὁ χριστιανός, κάθε ἡμέρα ποὺ λέγει τὸ «Πάτερ ἡμῶν...», θυμᾶται τὸ χρέος του νὰ εἶναι ἅγιος· γιατί ὅποιος θέλει νὰ εἶναι παιδὶ τοῦ Θεοῦ δὲν πρέπει νὰ ξεχνᾶ πὼς ὁ Θεὸς δὲν ξέρει γιὰ παιδιὰ του ἐκείνους ποὺ ἀμετανόητα ἁμαρταίνουν. Ἂς ἀκούσουμε τώρα στὸ σημερινὸ Ἀνάγνωσμα πῶς ὁ Ἀπόστολος ὁμιλεῖ γιὰ τὴν ἁγιωσύνη τῶν χριστιανῶν, σύμφωνα μὲ τὶς ἐπαγγελίες τοῦ Θεοῦ.

Ἀδελφοί, ἐσεῖς εἴσαστε ναὸς τοῦ Θεοῦ ποὺ ζῆ στοὺς αἰώνας, καθὼς τὸ εἶπεν ὁ Θεός, ὅτι δηλαδὴ θὰ κατοικήσω ἀνάμεσα σ' αὐτοὺς καὶ θὰ περπατήσω μαζί τους καὶ θὰ εἶμαι Θεός τους κι αὐτοὶ θὰ εἶναι λαός μου. Γι' αὐτὸ λέγει ὁ Κύριος· βγῆτε ἀπὸ μεταξύ τους καὶ ξεχωρίστε τὸν ἑαυτό σας καὶ μὴν πλησιάζετε στὴν ἁμαρτία κι ἐγὼ θὰ σᾶς δεχτῶ κοντὰ μου· καί, ὅπως πάλι λέγει ὁ παντοκράτορας Κύριος, θὰ εἶμαι σὲ σᾶς γιὰ πατέρας καὶ σεῖς θὰ εἴσασθε σὲ μένα γιὰ παιδιὰ καὶ θυγατέρες. Ἔχοντας λοιπὸν ἐτοῦτες τὶς ὑποσχέσεις, ἀγαπητοί, ἂς καθαρίσουμε τὸν ἑαυτό μας ἀπὸ κάθε σαρκικὸ καὶ πνευματικὸ μολυσμὸ κι ἂς γινώμαστε ὅλο καὶ πιὸ ἅγιοι μὲ τὸ φόβο τοῦ Θεοῦ.

Ἡ Ἐκκλησία μας, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, τιμᾶ τοὺς Ἁγίους, ἐκείνους δηλαδὴ ποὺ διακρίθηκαν γιὰ τὴν πίστη καὶ γιὰ τὴν καθαρότητα τοῦ βίου των. Κάθε χρόνο ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει τὶς μνῆμες τῶν Ἁγίων, ἐπικαλεῖται τὶς εὐχὲς καὶ τὴν πρεσβεία τους κοντὰ στὸ Θεὸ καὶ τοὺς παρουσιάζει ἐμπρὸς στὰ μάτια μας γιὰ ζωντανὰ παραδείγματα τῆς πίστεως καὶ τῆς ἀρετῆς. Οἱ ἑορτὲς καὶ οἱ μνῆμες τῶν Ἁγίων εἶναι σὲ μᾶς οἱ ἄριστες εὐκαιρίες, γιὰ νὰ καταλάβουμε τὴ συνέχεια καὶ τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας ἐδῶ καὶ στοὺς οὐρανούς, στὰ περασμένα χρόνια καὶ στὰ τωρινά, καὶ γιὰ νὰ μαθητέψουμε στὸ σχολεῖο τῆς ἔμπρακτης ἐφαρμογῆς τῶν διδαγμάτων τοῦ Εὐαγγελίου. Ὁ βίος καὶ ἡ πείρα τῶν Ἁγίων εἶναι ὁ ὁδηγός μας γιὰ νὰ γινώμαστε κι ἐμεῖς ἅγιοι καὶ συγχρόνως εἶναι ἡ βεβαίωση πὼς τὸ Εὐαγγέλιο δὲν εἶναι ἀνεφάρμοστο κι ἡ ἁγιωσύνη δὲν εἶναι ἀκατόρθωτη. Οἱ Ἅγιοι, ποὺ τοὺς τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία, εἶναι πολὺ περισσότερο ἀπὸ ἁπλὰ παραδείγματα γιὰ νὰ τὰ μιμηθοῦμε· εἶναι, ὅπως τὸ γράφει ὁ Ἀπόστολος σήμερα, ναοὶ «Θεοῦ ζῶντος»· καί, καθὼς τὸ διδάσκει ὁ Μέγας Βασίλειος, οἱ Ἅγιοι εἶναι «εἰκόνες ἔμψυχοι» τοῦ Θεοῦ. Κι ἂν θὲς νὰ δῆς τί εἶναι ἐκεῖνο ποὺ λέγει ἡ θεία Γραφή, πὼς ὁ ἄνθρωπος δηλαδὴ πλάσθηκε «κατ' εἰκόνα καὶ καθ' ὁμοίωσιν Θεοῦ», τὸ βλέπεις λοιπὸν στοὺς Ἁγίους της Ἐκκλησίας.

Ὅμως, ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία μᾶς φέρνει κοντά μας τοὺς Ἁγίους, ἀφιερώνοντας τὴν κάθε ἡμέρά τοῦ χρόνου στὴ μνήμη τους, γιὰ νὰ ἁγιάση τὸ βίο μας καὶ γιὰ νὰ μᾶς θυμίση τὸ χρέος μας, ἐμεῖς μένουμε μᾶλλον μὲ τὴν ἐντύπωση πὼς ἡ ἁγιωσύνη τώρα εἶναι πολὺ μακρυὰ ἀπό μᾶς, πὼς εἶναι κατόρθωμα τοῦ παλιοῦ καιροῦ, πὼς ἔκλεισε πιὰ ὁ ἀριθμὸς τῶν Ἁγίων μὲ ὅσους ἐμαρτύρησαν καὶ μὲ ὅσους ἀσκήτεψαν στὰ περασμένα χρόνια. Ἔτσι ἡ ἁγιωσύνη στὸ λογισμὸ μας εἶναι σὰν ἐκεῖνα τὰ παληὰ ἀντικείμενα, ποὺ τὰ βλέπουμε, τὰ μελετοῦμε ἤ καὶ τὰ θαυμάζουμε στὰ διάφορα μουσεῖα. Μὰ ἡ ἁγιωσύνη, χριστιανοί μου, δὲν εἶναι κειμήλιο στὸ μουσεῖο· εἶναι τὸ «σήμερα» στὴν Ἐκκλησία, εἶναι τὸ γνώρισμα καὶ τὸ χρέος τῶν πιστῶν πάντα σὲ κάθε ἐποχή· εἶναι ἡ Ἐκκλησία, ποὺ δὲν εἶναι μόνο «μία», «καθολικὴ» καὶ «ἀποστολική», μὰ εἶναι καὶ «ἁγία». Πιστεύουμε καὶ ὁμολογοῦμε ἁγία τὴν Ἐκκλησία σ' ὅλους τοὺς καιρούς, στοὺς περασμένους καὶ στοὺς τωρινούς· καὶ σ' ὅλους τοὺς τόπους, στὸν οὐρανὸ καὶ στὴ γῆ. Σὲ πειράζει τάχα ποὺ πλεονάζει στὸν κόσμο ἡ ἁμαρτία; Σὲ σκανδαλίζει ποὺ βλέπεις ἐλλείψεις, καὶ μεγάλες ἐλλείψεις, στοὺς πιστοὺς ἤ καὶ στοὺς ποιμένας τῆς Ἐκκλησίας; Μὴν κρίνεις «κατ' ὄψιν» καὶ μὴ γελιέσαι· εἶναι καὶ σήμερα μεταξὺ μας πολλοὶ ἅγιοι, κι ἂς μὴν τοὺς βλέπουμε, μάρτυρες καὶ ὅσιοι, ποὺ ἐπιτελοῦν ἁγιωσύνη. Γιατί ἡ ἁγιωσύνη ἐδῶ στὴ γῆ δὲν ὑπάρχει ποτὲ στὴν τέλεια μορφή της, ἐπειδὴ δὲν ὑπάρχει ὅριο καὶ τέλος στὴν πνευματικὴ καὶ ἠθικὴ τελείωση τῶν ἁγίων. Τὸ «ἐπιτελοῦντες», ποὺ γράφει ὁ Ἀπόστολος, αὐτὸ θὰ πῆ, νὰ γινώμαστε κάθε μέρα ὅλο καὶ πιὸ ἅγιοι. Ἡ ἁγιωσύνη δὲν ἔχει τέλος καὶ τέρμα, εἶναι πορεία τελειώσεως· ἡ πορεία τῶν ἁμαρτωλῶν στὸ δρόμο τῆς σωτηρίας. Γι' αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία μας, ὅταν ἑορτάζη μνήμη ἁγίου Μάρτυρος, λέγει· «Ξίφει τελειοῦται»· κι ὅταν ἑορτάζη μνήμη ὁσίου Ἀσκητοῦ, λέγει· «Ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται». Αὐτὸ τὸ «τελειοῦται» δὲν θέλει νὰ πῆ πὼς ὁ Ἅγιος ἔφθασε στὸ τέλος τοῦ βίου του, ἀλλὰ πὼς πῆρε τὸ βαθμὸ τῆς τελειώσεώς του στὴν πορεία τῆς πνευματικῆς καὶ ἠθικῆς του ζωῆς.

Ἀλλὰ ὁ Ἀπόστολος, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, στὸ «ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην» προσθέτει τὸ «ἐν φόβῳ Θεοῦ». Τὸ ἴδιο πράγμα γράφει σὲ μιά του ἐπιστολὴ ὁ ἀπόστολος Πέτρος, λέγοντας· «ἐν φόβῳ τὸν τῆς παροικίας ὑμῶν χρόνον ἀναστράφητε»· δηλαδή, νὰ περάσετε τὸν χρόνο τῆς ἐδῶ ζωῆς σας μὲ φόβο. Αὐτὰ θέλουνε νὰ ποῦνε πὼς ἡ ἁγιωσύνη δὲν κατορθώνεται παρὰ μὲ τὸ φόβο τοῦ Θεοῦ. Γιατί καὶ ἡ ἁμαρτία, δηλαδὴ τὸ ἀντίθετο ἀπὸ τὴν ἁγιωσύνη, ὅπως διδάσκει κάπου ὁ Μέγας Βασίλειος, «κατ' ἀπουσίαν τοῦ θείου φόβου γίνεται». Ὅταν λείψη ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, τότε μήτε ἁγιωσύνη μήτε ἀρετὴ στέκει, καὶ οἱ ἄνθρωποι ἀδίσταχτοι δὲν ξέρουνε καὶ δὲν ἔχουνε ὅριο στὶς ἁμαρτωλὲς ἐπιθυμίες τους καὶ φραγμὸ στὶς ἐγκληματικές τους πράξεις. Γι' αὐτὸ πάλι ἡ θεία Γραφὴ λέγει πὼς «ἀρχὴ σοφίας φόβος Κυρίου»· ἀρχὴ καὶ βάση τῆς εὐσέβειας καὶ τῆς ἀρετῆς, δηλαδὴ τῆς ἁγιωσύνης, εἶναι ὁ φόβος τοῦ Κυρίου. Γνώρισμα τῶν Ἁγίων εἶναι ὅτι φοβοῦνται· ὅλοι οἱ Ἅγιοι ἔχουν μέσα τους ριζωμένο τὸ φόβο τοῦ Θεοῦ. Ὁ φόβος βέβαια δὲν εἶναι εὐγενικὸ συναίσθημα, παρεκτὸς ὅμως ἀπὸ τὸ φόβο τοῦ Θεοῦ. Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ γλυτώνει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ κάθε ἄλλο φόβο, ὅποιος δηλαδὴ φοβᾶται τὸ Θεὸ δὲν ἔχει νὰ φοβηθῆ τίποτ' ἄλλο. Συμβαίνει ὅμως νὰ μὴ φοβοῦνται οἱ ἄνθρωποι τὸ Θεὸ καὶ γι' αὐτὸ εἶναι κυριευμένοι ἀπὸ πολλοὺς ἄλλους φόβους. Οἱ φόβοι αὐτοὶ δὲν εἶναι οἱ φόβοι τῆς ἁγιωσύνης, εἶναι οἱ φόβοι τῆς ἁμαρτίας. Ὁ φόβος τῆς ἁγιωσύνης προηγεῖται καὶ μᾶς συγκρατεῖ, γιὰ νὰ μὴν πέσουμε καὶ νὰ μὴν ἁμαρτήσουμε· ὁ φόβος τῆς ἁμαρτίας ἀκολουθεῖ, ἔρχεται ὕστερα ἀπὸ τὴν παράβαση τοῦ θείου νόμου, εἶναι ἔλεγχος καὶ συναίσθημα ἐνοχῆς καὶ προσμονὴ τῆς δίκαιης τιμωρίας ποὺ ἔρχεται. Ὁ φόβος γράφει ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, «κόλασιν ἔχει»· πρόκειται γιὰ τὸ φόβο τῆς ἁμαρτίας, φοβόμαστε δηλαδὴ τὴ δίκαιη τιμωρία ποὺ μᾶς περιμένει, φοβόμαστε καὶ ντρεπόμαστε ἀκριβῶς ὅπως οἱ Πρωτόπλαστοι στὸν Παράδεισο μετὰ τὴν παρακοή. Τέλος πάντων εἶναι κι αὐτὸς ὁ φόβος ὠφέλιμος, γιατί μπορεῖ νὰ ὁδήγηση στὴ μετάνοια. Μὰ τί νὰ πῆς γιὰ κείνους, ποὺ ξεπέρασαν τὰ ὅρια τοῦ φόβου; Γιὰ κείνους ποὺ μήτε πρῶτα μήτε ὕστερα φοβοῦνται; Αὐτοὶ πιὰ εἶναι πωρωμένοι ἄνθρωποι, ἔγινε πέτρα ἡ καρδιά τους. Ἄλλοι ὅμως ἀκοῦνε τὸν Εὐαγγελιστὴ ποὺ λέγει ὅτι «φόβος οὐκ ἔστιν ἐν τῇ ἀγάπῃ» καὶ ὅτι «ἡ τελεία ἀγάπη ἔξω βάλλει τὸν φόβον», ὅτι δηλαδὴ ὁποῖος ἀγαπᾶ δὲν φοβᾶται, γιατί ἡ ἀληθινὴ ἀγάπη διώχνει τὸ φόβο, ἀκοῦνε λοιπὸν τὸν Εὐαγγελιστὴ νὰ λέγη ἐτοῦτα τὰ λόγια καὶ θαρροῦνε πὼς μποροῦνε νὰ πετάξουνε τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ, ἐπειδὴ ἔχουνε τάχα τὴν ἀγάπη. Μὰ κανένας, χριστιανοί μου, δὲν φθάνει στὴν ἀγάπη, ἂν δὲν ξεκινήση ἀπὸ τὸ φόβο· ὄχι τὸν κάθε φόβο, μὰ τὸ φόβο τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ ἁγιωσύνη, ἡ ἀρετὴ δηλαδὴ τῶν Ἁγίων· μὰ κανένας δὲν προάγεται σὲ ἁγιωσύνη καὶ δὲν φθάνει στὴν τέλεια ἀγάπη, ἂν δὲν ἔχη μέσα του τὸ φόβο τοῦ Θεοῦ. Τὸ λέγει καθαρὰ ὁ Ἀπόστολος καὶ δὲν χωρεῖ ἀντιλογία· «ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ».



Ἀγαπητοὶ χριστιανοί,

Ἡ ἁγιωσύνη δὲν εἶναι μόνο ἀνθρώπινο κατόρθωμα· εἶναι καρπὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ τὸν παράγει τὸ δένδρο τοῦ φόβου τοῦ Θεοῦ, ριζωμένο στὸν ἀγρὸ τῆς πίστεως. Ἐσὺ πίστευε κι ἔχε φόβο Θεοῦ κι ὁ Θεὸς θὰ σοῦ δώση τὴ δύναμη νὰ εἶσαι ἅγιος. Ὅπου δὲν ὑπάρχει φόβος Θεοῦ οἱ ἄνθρωποι δὲν ἐπιτελοῦν ἁγιωσύνη, δὲν προάγονται στὴν ἀρετή, δὲν ἀνεβαίνουν ἕνα ἕνα τὰ σκαλοπάτια τῆς τελειώσεώς των. Ἀντίθετα δικαιολογοῦνε τὴν ἁμαρτία γιὰ φυσικὸ πράγμα κι ἀντὶ νὰ ἀνεβαίνουν καὶ νὰ γίνονται ὅλο καὶ πιὸ ἅγιοι, πέφτουν καὶ κάθε μέρα καταντοῦνε ὅλο καὶ πιὸ ἁμαρτωλοί. Μὴν ἔχοντας μέσα τους τὸ θεῖο φόβο, μένουνε ἀμετανόητοι, καὶ μένοντας ἀμετανόητοι, δὲν ἔχουνε τὴ θεία χάρη· ἡ ἀμετανοησία κλείνει τὴ θύρα τῆς θείας χάριτος. Ἡ ἁγιωσύνη εἶναι σωτηρία γιατί κανένας δὲν σώζεται, ἂν δὲν εἶναι ἅγιος. Ἂς ἔχουμε λοιπὸν κι ἐμεῖς φόβο Θεοῦ, γιὰ νὰ ἐπιτελοῦμε ἁγιωσύνη, γιὰ νὰ βροῦμε σωτηρία μαζὶ μὲ ὅλους τοὺς Ἁγίους. Ἀμήν.

ο μυθικός Ανταίος

Ζούμε σε κατάσταση πολιορκίας. Και το χειρότερο είναι πως οι πολιορκητικές μηχανές δεν βρίσκονται μόνο εκτός αλλά και εντός των τειχών. Αφού οι εφιάλτες, που μας κυβερνούσαν άνοιγαν από παντού κερκόπορτες.
Και ασφαλώς ως πιο επαχθής για μας, πολιορκητική μηχανή φαντάζει  το, υποτιθέμενο, δημόσιο χρέος. Το κακοηθέστατο αυτό κατασκεύασμα που χάλκευσαν οι διεθνείς τοκογλύφοι και οι ντόπιοι εφιάλτες. Και που ωστόσο αυτό που τους ενδιαφέρει δεν είναι τα χρήματά που υποτίθεται ότι τους χρωστάμε αλλά η δυνατότητα να μας εκβιάζουν και να προωθούν ολοένα και περισσότερο την εξαθλίωσή μας.Γι’ αυτό και κάθε φορά, που πάει να επιτευχθεί κάποια συμφωνία, ανεβάζουν τον πήχυ των απαιτήσεών τους, ώστε να διαιωνίζεται το μαρτύριο του Σισύφου.
Εξίσου επαχθέστατη πολιορκητική μηχανή  είναι τα ιδιωτικά χρέη, που μεθόδευσαν σε βάρος μας οι απατεώνες πολιτικοί και οι λήσταρχοι τραπεζίτες. Θυμηθείτε τα στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια και τις πιστωτικές κάρτες, με τις οποίες μας βομβάρδιζαν διαρκώς. Με αποτέλεσμα πάμπολλοι, με δεδομένες τις τότε αποδοχές τους,να καταπιούν το δόλωμα. Ενώ στο μεταξύ οι μαφιόζοι φρόντισαν να λεηλατήσουν τις ιδιωτικές οικονομίες. Με την απάτη του  χρηματιστηρίου και την καταλήστευση των ασφαλιστικών ταμείων. Και άλλες παμπόνηρες πατέντες. Τις οποίες ακολούθησαν οι εξοντωτικές περικοπές μισθών και συντάξεων και η ανεργία. Που εκ των πραγμάτων οδήγησαν τα νοικοκυριά στην προσχεδιασμένη ολοσχερή αδυναμία να ανταποκριθούν στις δανειακές τους υποχρεώσεις. Για να καταλήξουμε έτσι στα «κόκκινα» δάνεια, με τις τόσες οδυνηρέςσυνέπειες.
Τις  πατέντες όμως του δημόσιου και του ιδιωτικού χρέους ακολούθησαν και άλλα δόλια εφευρήματα, που αποσκοπούν στην πνευματική, ηθική, φυλετική και καθολική μας μετάλλαξη. Με απώτερο σκοπό, να πληγεί ο ελληνορθόδοξος πολιτισμός μας, που αποτελεί γι’ αυτούς, όπως επανειλημμένα έχουμε τονίσει,  το πιο επικίνδυνο αντίπαλο δέος. Δεδομένου ότι αποτελεί το πλέον αμείλικτο κατηγορώ ενάντια στον αμοραλισμό και την απανθρωπιά τους. Και γι’ αυτό, όπως βλέπουμε , παράλληλα με την οικονομική μας εξόντωση προωθούν με αγχώδεις ρυθμούς σε όλα τα επίπεδα και την πολιτισμική μας αποσάθρωση.
Αδιαμφισβήτητα, λοιπόν,  είναι τα στοιχεία που φωνάζουν ότι οι εσωτερικοί και εξωτερικοί εχθροί μας έχουν κηρύξει τον μέχρις εσχάτων πόλεμο. Γεγονός που συνεπάγεται για μας την επιτακτική μας ανάγκη να οργανώσουμε την άμυνά μας. Η οποία, για να αντέξει είναι ανάγκη να διαθέτουμε πρώτα-πρώτα, όπως όλοι οι πολιορκημένοι, διατροφική επάρκεια. Και τη στιγμή αυτή, με το ξεχαρβάλωμα που έχουμε υποστεί,  κάθε άλλο παρά τέτοιες δυνατότητες διαθέτουμε. Γιατί αυτοί, που με περισσή μεθοδικότητα και ζήλο συνεργάζονται για την οικονομική μας εξαθλίωση, φρόντισαν παράλληλα να υπονομεύσουν καίρια και την διατροφική μας επάρκεια. Ή μήπως δεν μας έβαλαν να κόψουμε τις ελιές μας, να ξεριζώσουμε τ’ αμπέλια μας και ν’ αναστείλουμε τις διάφορες προσοδοφόρες καλλιέργειές μας; Με το πρόσχημα τάχα ότι θα επιδιδόμασταν σε κάποιες άλλες καλλιέργειες, περισσότερο εξευγενισμένες και επικερδείς! Με το πρόσχημα εξάλλου ότι καταστρέφονταν τα δάση, που οι ίδιοι αργότερα έκαψαν, προκειμένου να μας εξασφαλίσουν τον «παράδεισο» του ΔΝΤ, συνετέλεσαν στη δραματική συρρίκνωση της ελεύθερης κτηνοτροφίας και το ξερίζωμα των κτηνοτρόφων και των μικροκαλλιεργητών απ’ την ελληνική ύπαιθρο. Όπου μια σημαντική μερίδα του ελληνικού πληθυσμού ζούσε με αυτάρκεια και παράλληλα τροφοδοτούσε με επάρκεια τα αστικά κέντρα με κτηνοτροφικά και γεωργικά προϊόντα. Με αποτέλεσμα η συντριπτική πλειονότητα αυτών των ανθρώπων να εξαναγκαστεί να μεταναστεύσει στα αστικά κέντρα, όπου ζουν παρασιτικά,  άλλοτε ως ιδιωτικοί και άλλοτε και ως δημόσιοι ακόμη υπάλληλοι. Και ο πόλεμοςαυτός συνεχίζεται και τώρα αδυσώπητος εναντίον της αγροτιάς. Με απώτερο σκοπό την εξαφάνιση κάθε είδους γεωργικής καλλιέργειας. Και κατά συνέπεια της οποιασδήποτε δυνατότητας άμυνας και επιβίωσης συνόλου του πληθυσμού.
Και προβάλλει, στη συγκεκριμένη περίπτωση μπροστά μας το παράδειγμα του μυθικού Ανταίου. Ο οποίος πατώντας στη γη, νικούσε όλους τους αντιπάλους του, αλλά όχι και τον Ηρακλή, ο οποίος μαντεύοντας το μυστικό του τον κράτησε μετέωρο. Που σημαίνει ότι προκειμένου να απαγκιστρωθούμε στοιχειωδώς απ’ τον θανάσιμο κλοιό των τοκογλύφων άμεση και πρωταρχική ανάγκη έχουμε να στηριχτούμε στη γη μας. Σε τρόπον ώστε, αν οι θανάσιμοι εχθροί μας επιβάλουν οικονομικό αποκλεισμό, να έχουμε πρώτα απ’ όλα διατροφική αυτάρκεια και επάρκεια. Κι όχι να εισάγουμε σε μεγάλο ποσοστό από άλλες χώρες τα οποιαδήποτε προϊόντα, που άφθονα μπορεί να παράγει η χώρα μας. Γιατί κάτω απ’ τις τωρινές συνθήκες το grexit φαίνεται η πιο σωτήρια λύση, προκειμένου ν’ αποφύγουμε τον έσχατο όλεθρο. Και φαίνεται πως σκόπιμα ο τόσο αντιπαθητικός Σόιμπλε το υποστηρίζει και τα εξωνημένα ΜΜ Ε (=ξαπατήσεως) το παρουσιάζουν ως μορμολύκειο, για να τρέμουμε στο άκουσμά του.
Πολύ σωστά  ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας επανασύστησε τη ΜΟΜΑ για την πραγματοποίηση διαφόρων δημόσιων έργων. Κατά τον ίδιο τρόπο θα μπορούσε να επανασυσταθεί και κάποια υπηρεσία ανάλογη με την Υπηρεσία Εγγείων Βελτιώσεων, που υπήρχε κατά το παρελθόν στο Υπουργείο Γεωργίας. Έτσι ώστε να μην αφήσουμε ούτε σπιθαμή γης αναξιοποίητη.
Είναι λυπηρό το θέαμα χιλιάδων στρεμμάτων ακαλλιέργητης γης. Κι από το άλλο μέρος το θέαμα τόσων νέων να σκοτώνουν το χρόνο τους αργόσχολοι στις καφετέριες. Και δεν αναλογίζονται τι θα γίνουν αύριο, όταν οι γονείς και οι παππούδες, που τώρα τους χαρτζιλικώνουν, θ’ αναχωρήσουν για το αιώνιο ταξίδι.
Και δεν ντρεπόμαστε καθόλου, που δίνουμε το δικαίωμα να μας κουνούν επιτιμητικά το δάχτυλο οι διάφοροι νεοναζί και σιωνιστές μαφιόζοι, χλευάζοντάς μας παντοιοτρόπως και εξευτελίζοντάς μας στα πέρατα της Γης…

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΖ΄ ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ (Β’ Κορ. 6, 16 - 7, 1)



Τὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα κάνει λόγο γιὰ τὸν ἀληθινὸ Χριστιανό, ὁ ὁποῖος δὲν εἶναι ἁπλῶς ὁ εὐσεβὴς ἄνθρωπος ἢ αὐτὸς ποὺ προσπαθεῖ νὰ εἶναι καλὸς καὶ ἠθικὸς χαρακτῆρας, ἀλλὰ αὐτὸς ποὺ ἀγωνίζεται στὴν τήρηση τοῦ θείου θελήματος καὶ τὴν κάθαρση ἀπὸ τὰ πάθη. Τοιουτοτρόπως, ἑνώνεται μὲ τὸν Χριστὸ καὶ ἀποτελεῖ «ναό», δηλαδὴ κατοικητήριο, τοῦ «ζῶντος Θεοῦ».



Ὁ ἄνθρωπος γίνεται πραγματικὸς Χριστιανός, ἔμψυχος ναὸς τοῦ Θεοῦ, ὅταν γεννηθεῖ καὶ ζήσει μέσα στὴν Ἐκκλησία. Πῶς, ὅμως, γίνεται αὐτό; Διὰ τῶν μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ προσωπικοῦ του ἀγώνα. Ἡ ἀπαρχὴ γίνεται μὲ τὸ μυστήριο τοῦ βαπτίσματος, τὸ ὁποῖο ἀποτελεῖ μία νέα ἐν Χριστῷ γέννηση. Τὴ γέννηση ἀκολουθεῖ ἡ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι πνευματικὴ αὔξηση, ὁ ἀγώνας τήρησης τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, ἡ προσπάθεια κάθαρσης ἀπὸ τὰ πάθη καὶ ἡ μετοχὴ στὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τοῦ Κυρίου.

Γιὰ νὰ ἐνοικήσει λοιπὸν ὁ Θεὸς στὸν ἄνθρωπο πρέπει ὁ ἄνθρωπος, κατὰ πῶς μᾶς διδάσκει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, νὰ καθαρίσει, διὰ τῆς μετανοίας καὶ τῆς τήρησης τοῦ θείου θελήματος, τὸν ἑαυτό του «ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ σαρκὸς καὶ πνεύματος», ἀπὸ τὰ ποικίλα δηλαδὴ πάθη, τὴν πάσης φύσεως ἀδικία, τὴν ἐκμετάλλευση, τὸν δόλο, τὴ μνησικακία, τὴν πλεονεξία, τὴν κενοδοξία, τὴν πορνεία, τὴ μοιχεία. Ταυτόχρονα, πρέπει νὰ στραφεῖ ἀγαπητικὰ καὶ φιλάνθρωπα πρὸς τὸν συνάνθρωπό του, νὰ τὸν ἐλεήσει, νὰ τὸν συγχωρήσει καὶ νὰ τὸν ἀναπαύσει στὶς ἀνάγκες του. Ἔτσι ἀγωνιζόμενος, ἐπιτελεῖ ὁ ἄνθρωπος τὴν ἁγιωσύνη, δηλαδὴ φτάνει στὴν πνευματικὴ καθαρότητα. Αὐτὴ ἡ καθαρότητα ἐπιτρέπει στὸν Θεὸ νὰ κατοικήσει μέσα μας˙ ἡ ἐν ἡμῖν κατοίκηση τοῦ Θεοῦ σημαίνει τὴν ἕνωσή μας μὲ τὸν Χριστό, καὶ διὰ τοῦ Χριστοῦ, μὲ τὸν ὅλο τριαδικὸ Θεό.

Τοιουτοτρόπως, ζῶντας ὁ ἄνθρωπος τὴν πνευματικὴ ζωή, τὴν ἄσκηση καὶ τὴν κάθαρση ἀπὸ τὰ πάθη, γίνεται ἀληθινὸς Χριστιανός, ἔμψυχος ναὸς τοῦ Θεοῦ. Ὡς ἀληθινὸς Χριστιανὸς πλέον ὁ ἄνθρωπος, ὡς ἑνωμένος μὲ τὸν Χριστό, προκόπτει καὶ σὲ θεάρεστα ἔργα καὶ ὠφελεῖ καὶ τοὺς συνανθρώπους του.

Αὐτὴ εἶναι ἡ ὀρθόδοξη ὀπτικὴ τῶν πραγμάτων. Ὁ ἀναγεννημένος ἐν Χριστῷ ἄνθρωπος, αὐτός, ὁ ὁποῖος βιώνει συνειδητὰ τὸ μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας, αὐτὸς ποὺ γαλουχεῖται μέσα στὴν ὀρθόδοξη παράδοση καὶ ζωὴ μὲ τὴν ἄσκηση καὶ τὸν ἀγῶνα κάθαρσης ἀπὸ τὰ πάθη καὶ τὶς ἀδυναμίες, αὐτὸς ποὺ ἀποτελεῖ θεῖο κατοικητήριο, εἶναι ἀγαθός, μακρόθυμος, δίκαιος, εἰρηνικός, πρᾶος, φιλάδελφος, φιλάνθρωπος. Αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὁ ἀληθινὸς Χριστιανός, ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖ φωτεινὸ παράδειγμα γιὰ τοὺς γύρω του καὶ ὄαση πραγματικῆς φιλαδελφείας. Οἱ πράξεις του εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἁγιότητάς του καὶ ὅλες τείνουν στὴν ὑπηρεσία τοῦ συνανθρώπου του. Τέτοιοι ἁγιασμένοι ἄνθρωποι ἀποτελοῦν τὴ μαγιὰ γιὰ τὴν ἀλλαγὴ πρὸς τὸ καλύτερο τοῦ κόσμου. Διότι τὸν κόσμο τὸν ἀλλάζει ἡ ἁγιότητα, ὄχι τὰ ποικιλώνυμα πολιτικὰ ἢ ἄλλως πῶς συστήματα. 

Κυριακή ΙΖ Ματθαίου-Χαναναίας Ἐλέησόν με, Κύριε. π. Γεώργιος Ρ. Ζουμῆς


  Εἶναι εὐλογία Θεοῦ, ἀγαπητοί μου, τό ὅτι  βρισκόμαστε μέσα στό Ναό, ὅτι μᾶς δέχεται ὁ Θεός στά ἀνάκτορά του. Στούς Ἑβραίους ἔλεγε, τέτοιοι πού εἶστε, οὔτε στήν αὐλή τοῦ ναοῦ θά σᾶς ἐπιτρέψω νά πατήσετε. Ἐμᾶς ἀκόμη μᾶς ἐπιτρέπει καί μᾶς ἀνέχεται, νά μπαίνουμε καθημερινά στό Ναό του. Ὄχι γιατί εἴμαστε καλύτεροι, ἀλλά γιατί κάνει τεράστια ὑπομονή καί δείχνει μακροθυμία.
  Ἐδῶ στό Ναό ἀκούονται οὐράνιες φωνές. Φωνές ἁγίων ἀγγέλων καί ἀρχαγγέλων. Φωνές ἁγίων μαρτύρων καί Πατριαρχῶν. Ἀκούονται οἱ φωνές τῶν Εὐαγγελιστῶν. Μέ τίς φωνές αὐτῶν ἑνώνουν τίς δικές τους φωνές οἱ Ἱερεῖς καί οἱ ψάλται. Οἱ πιστοί προσεύχονται ἐκ βαθέων καί στέλνουν στόν οὐρανό, στό θρόνο τοῦ Θεοῦ τά αἰτήματά τους μέ στεναγμούς ἀλαλήτους.
  Ἀπό αὐτές τίς φωνές ξεχωρίζουμε μία, τήν ὁποία, παρακαλῶ, νά προσέξουμε σήμερα ἰδιαίτερα. Κάποιος μιλάει δυνατά μέσα στήν Ἐκκλησία, κατά τήν θεία Λειτουργία καί μάλιστα τήν ὥρα τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου. Κάποιος φωνάζει καί γίνεται πολύ ἐνοχλητικός. Ἔχει πρόβλημα καί δημιουργεῖ προβλήματα καί στούς ἄλλους. Εἶναι μία γυναίκα δυστυχισμένη, ἡ Χαναναία, πού φωνάζει  καί δέν λέει νά σταματήσει. Ἐλέησόν με, Κύριε. Φωνάζει ἀπό μακρυά, πλησιάζει, ἀκολουθεῖ τόν Χριστό καί ἐξακολουθεῖ νά φωνάζει. Πέφτει στά πόδια καί παρακαλεῖ.    Ἐλέησόν με, Κύριε.
  Τί ἔχει; Εἶναι ἄρρωστη, τυφλή, κουτσή, τί συμβαίνει; Ἡ ἴδια εἶναι ὑγιής. Ἄλλο εἶναι τό πρόβλημά της. Δέν εἶναι καλά ἡ κόρη της. Ἔχει δαιμόνιο πού τήν ταλαιπορεῖ, τήν βασανίζει. Θά προτιμοῦσε χίλιες φορές αὐτή νά εἶχε πρόβλημα παρά τό παιδί της. Ἡ μεγάλη ἀγάπη, ἡ μεγάλη στοργή πού εἶχε γιά τήν κόρη της, ὁδήγησε τά βήματά της στό Χριστό. Τήν ἔκανε νά ἀφήσει κατά μέρος τήν ντροπή  καί νά φωνάζει μέσα στόν κόσμο, ἐλέησόν με, Κύριε. Τί κάνουν οἱ γονεῖς γιά τά παιδιά! Δέν λέει ἐλέησε τήν κόρη μου, ἀλλά ἐμένα ἐλέησε. Τό καλό πού κάνεις, σ᾿ ἐμένα θά τό κάνεις, σ᾿ ἐμένα θά ἀποβλέπει, γιατί ἐγώ πονάω, ἐγώ ὑποφέρω πολύ περισσότερο. Πονάω φοβερά, ὅταν βλέπω τό παιδί μου σέ τέτοιο κατάντημα.
  Σέ ἄλλη περίπτωση ἕνας πατέρας ἔφερε καί αὐτός τόν δαιμονισμένο γυιό του στό Χριστό μέ τά λόγια, ἐλέησόν μου τόν υἱόν. Ἡ σημερινή γυναίκα ἔχει μεγάλη ἀγάπη, γι᾿ αὐτό πονάει περισσότερο καί θεωρεῖ ὅτι τό καλό θά γίνει σ᾿ αὐτήν. Ὅταν δεῖ τήν κόρη της νά θεραπεύεται, τότε καί ἡ ἴδια θά ἡρεμήσει, τότε θά ἡσυχάσει, τότε ἡ ἴδια θά θεραπευτεῖ, θά γιατρευτεῖ ὁ δικός της πόνος.
  Ἔχουμε ἀνάγκη, ἀγαπητοί μου, ἀπό τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Πρέπει κι᾿ ἐμεῖς νά φωνάζουμε καί νά ζητοῦμε νά μᾶς ἐλεήσει ὁ Θεός. Ἔχουμε γίνει χειρότεροι ἀπό τήν Νινευή. Χειρότεροι ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Νῶε, πού ἔγινε ὁ κατακλυσμός. Γίναμε χειρότεροι ἀπό τά Σόδομα καί τά Γόμορα. Τί βλέπουν οἱ ἄγγελοι, τί βλέπει ὁ Θεός πάνω στή γῆ καί πῶς μᾶς ἀνέχεται ἀκόμη; Πέρα ἀπό τά σύγχρονα μέσα πού διαθέτουμε, τά κτήρια, τίς κατακτήσεις τῆς ἐπιστήμης, πού βλέπουμε ἐμεῖς, ὁ Θεός βλέπει τόν ἔσω ἄνθρωπο, βλέπει τίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων.
  Καί τί βλέπει; Διά τό πληθυνθῆναι τήν ἀνομίαν, ἐψύγη ἡ ἀγάπη τῶν πολλῶν. Βλέπει μέσα μας πάγο, ψυγεῖα κατάντησαν οἱ καρδιές μας, σκληρές σάν πέτρα. Ἀγρίεψαν οἱ ἄνθρωποι, γιατί ἐγκαταλείψαμε τόν Θεό, ἀφήσαμε τήν πίστη καί ἀκολουθοῦμε τόν διάβολο.
  Ἀκοῦς μικρά παιδιά πῶς ὁμιλοῦν, τί λεξεις χρησιμοποιοῦν καί κοκκινίζεις ἀπό ντροπή. Αὐτά ὅμως δέν ντρέπονται καί συνεχίζουν τό ἴδιο κακό. Βλέπεις τούς νέους νά ρίχνωνται στήν ἀκολασία, στά σαρκικά ἁμαρτήματα ἀσύστολα, δίχως νά φοβοῦνται τόν Θεό, μήτε τούς ἀνθρώπους νά ἐντρέπωνται. Κατάντησαν, ὅπως γράφει τό Εὐαγγέλιο ἀγέλη χοίρων βοσκομένη. Εἶναι νά ἀπορεῖ κανείς καί νά θαυμάζει, σέ αὐτήν τήν νεαρή ἡλικία, πότε πρόλαβαν καί διεφθάρησαν τόσο  πολύ; Πῶς ἡ σήψη προχώρησε τόσο βαθιά;
Ἀκόμη δέν εἶναι λίγοι ἐκεῖνοι, πού ἀσχολοῦνται μέ τόν σατανισμό, πού ἔδωσαν στόν διάβολο τήν καρδιά τους καί χτυπιοῦνται καί βασανίζονται ἀπό τόν διάβολο. Ἐμεῖς θέλουμε νά γίνουμε φίλοι του, ἀλλά ἐκεῖνος δέν γίνεται φίλος ποτέ. Ἕναν σκοπό ἔβαλε νά καταστρέψει ὅλους. Σέ ὅλους νά κάνει κακό. Ἐκεῖνος ἀνθρωποκτόνος ἐστίν ἀπ᾿ ἀρχῆς, εἶπε ὁ Κύριος.
  Ὅμως αὐτοί εἶναι νέοι καί ἔχουν κάποια ἐλαφρυντικά. Τό μεγάλο πρόβλημα εἶναι τί κάνουν οἱ γονεῖς; Πῶς ἀντιμετωπίζουν αὐτοί τήν τραγική κατάσταση;
   Δέν θέλω κἄν νά διανοηθῶ ἤ νά ὑποστηρίξω, ὅτι οἱ γονεῖς ἀδιαφόρησαν γιά τήν χριστιανική διαπαιδαγώγηση τῶν παιδιῶν τους. Πολύ δέ περισσότερο, ὅτι αὐτοί τά ἐδίδαξαν τήν ἀθεΐα καί τήν ἀπιστία. Ὅτι αὐτοί ἔκαναν τό τρομερό ἔγκλημα νά τά ἀπομακρύνουν ἀπό τόν Χριστό καί νά τά βγάλουν ἀπό τήν Ἐκκλησία.
  Σκέπτομαι ὅμως καί διετωρῶμαι, πῶς μποροῦν καί ἐφησυχάζουν μπροστά σέ μιά τέτοια κατάσταση; Καί κυρίως οἱ μητέρες, πού ὑποτίθεται εἶναι πιό συναισθηματικές καί συγκινοῦνται περισσότερο ἀπό τούς ἄνδρες.
  Πῶς μπορεῖς, μητέρα, νά κάθεσαι ἀδιάφορη γιά τό τί συμβαίνει στό παιδί σου, ὧρες ὁλόκληρες μπροστά στήν τηλεόραση; Πῶς μπορεῖς νά κάθεσαι μέ τίς φίλες σου στίς καφετέριες ξένοιαστη, πῶς μπορεῖς νά γελᾶς καί νά διασκεδάζεις, ὅταν τό παιδί σου κινδυνεύει, ὅταν βρίσκεται στό στόμα τοῦ λύκου, ὅταν ὁ διάβολος τό βασανίζει ἀλύπητα;
  Τί νά κάνουμε, πάτερ; Τί μποροῦμε νά κάνουμε; Τί περνάει ἀπό τό χέρι μας; Νά κάνουμε ὅ,τι καί ἡ σημερινή μητέρα, ἡ Χαναναία. Ἐκείνη ἔτρεξε πίσω ἀπό τόν Χριστό καί φώναζε δυνατά, ἐλέησόν με, Κύριε. Νά κάνεις ὅ,τι ὅλοι ἐμεῖς μέσα στήν Ἐκκλησία. Νά ἑνώσεις τήν φωνή σου μαζί μέ τήν δική μας φωνή καί νά λές μαζί μέ μᾶς, ἐλέησόν με, Κύριε. Τό παιδί μου δαιμονίζεται, ὑποφέρει καί ἐγώ σ᾿ ἐσένα καταφεύγω, σ᾿ ἐσένα ἐλπίζω.
  Σήμερα καί κάθε Κυριακή ὅλες οἱ μητέρες ἔπρεπε νά παρευρίσκωνται στήν θεία Λειτουργία, γιατί ὅλες καί ὅλοι ἔχουμε προβλήματα μέ τά παιδιά μας. Τό Κύριε, ἐλέησον, δέν πρέπει νά σταματήσει, νά σβύσει ἀπό τά χείλη μας καί τήν καρδιά μας. Μέσα σ᾿ ἕνα πρωϊνό, μέσα σέ μία θεία Λειτουργία, ξέρετε πόσες φορές λέμε τό Κύριε, ἐλέησον, μυστικῶς ἤ ἐκφώνως; Τοὐλάχιστον ἑκατόν ἑβδομῆντα δύο φορές. Εἶναι λίγο; Ὅλοι μαζί νά ἑνώσουμε τίς φωνές μας καί μία δυνατή φωνή, ὡς φωνή ὑδάτων πολλῶν, πιό δυνατή ἀπό τόν καταρράχτη τῆς πόλεώς μας, νά φτάσει στόν θρόνο τοῦ Θεοῦ, γιά νά μᾶς ἐλέήσει ὁ Θεός.
  Ἀγαπητοί μου,
  Ἡ εὐχή αὐτή, τό Κύριε ἐλέησον,  εἶναι μία μικρή προσευχή, μόνο δύο λέξεις, ἀλλά πολύ δυνατή προσευχή. Ἄν μάλιστα τήν λέμε μέ καθαρή καρδιά, θά μποροῦσε νά κάνει θαύματα. Μᾶς τό ἀπέδειξε πολύ πανηγυρικά σήμερα ἡ Χαναναία γυναίκα. Ὅλοι μας τό πρωΐ, Κύριε ἐλέησον. Τό βράδυ, Κύριε ἐλέησον. Πρίν κοιμηθοῦμε, Κύριε ἐλέησον. Ὅταν σηκωθοῦμε, Κύριε, ἐλέησον. Στό φαγητό, Κύριε ἐλέησον. Στήν ἐργασία μας, Κύριε ἐλέησον. Μικροί-μεγάλοι ὅλοι, Κύριε ἐλέησον. Μέ τά χείλη, μέ τόν νοῦ, μέ τήν καρδιά, Κύριε ἐλέησον. Καί νά εἴμαστε βέβαιοι, ὅτι θά μᾶς ἀκούσει ὁ πολυεύσπλαχνος  Κύριος καί θά μᾶς δώσει τό μέγα ἔλεός του. Ἀμήν.-

Εορτή των Αγίων Ακύλα και Πρίσκιλλας

Εορτάζουν στις 13 Φεβρουαρίου εκάστου έτους.
Οι Άγιοι Απόστολοι Ακύλας και Πρίσκιλλα ήταν ζευγάρι Ιουδαίων και καταγόταν από τον Πόντο. Κατοικούσαν στην Κόρινθο και εξασκούσαν το επάγγελμα του σκηνοποιού. Ήσαν δε άνθρωποι ενάρετοι και ευσεβείς.

Όταν ο απόστολος Παύλος, επισκέφθηκε την Κόρινθο, για να διδάξει την ορθόδοξη πίστη, το ζεύγος του προσέφερε θερμή φιλοξενία καθώς είχε εντυπωσιαστεί με το κήρυγμά του. 
Τόσο τους άγγιξε ο φλογερός και σωτήριος λόγος του απόστολου, ώστε αφού κατηχήθηκαν και βαπτίσθηκαν από αυτόν, αποφάσισαν να τον ακολουθήσουν στις περιοδείες του ως βοηθοί του.

O απόστολος εντυπωσιάσθηκε τόσο από τις αρετές και τη χριστιανική τους δράση ώστε τους μνημονεύει στις επιστολές του γράφοντας ότι για τις προσφερθείσες υπηρεσίες τους και το θάρρος είναι ευγνώμων όχι μόνον εκείνος, αλλά και όλες οι εκκλησίες των εθνών.

Αργότερα οι διώκτες του χριστιανισμού τούς συνέλαβαν και αποκεφάλισαν τούς Αγίους χαρίζοντάς τους μαζί με τον τίτλο των Αποστόλων και τον τίτλο των Μαρτύρων.

O Άγιος Aκύλας εορτάζεται και στις 14 Ιουλίου.

Απολυτίκιο:
Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.

Χριστόν αγαπήσαντες και φωτισθέντες τον νούν, τη πίστει ενούμενοι και συζυγία σεμνή, Ακύλας και Πρισκίλλα ήσαν μεν προεστώτες εκκλησίας κατ’ οίκον, Παύλου δε του φωστήρος συνεργοί και προστάται. Διό αυτούς τιμήσωμεν και μιμησώμεθα.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...