Στό μέσον τῆς περιόδου τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς προβάλλει ἡ Ἐκκλησία μας κατά τήν Γ΄ Κυριακή τῶν νηστειῶν τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ γιά νά τόν προσκυνήσουν οἱ πιστοί καί νά συνεχίσουν ἔτσι ἐνισχυμένοι τόν πνευματικό ἀγώνα, πού θά τούς φέρει στή Μ. Ἑβδομάδα καί τό Πάσχα, διαβάζει δέ κατά τήν ἡμέρα αὐτή τήν περικοπή μέ τά ἀκόλουθα λόγια πού ὁ Χριστοῦ ἀπηύθυνε πρός τούς μαθητές του μόλις προανήγγειλε πρός αὐτούς τόν ἐπικείμενο σταυρικό του θάνατο:
«Ὅποιος θέλει νά μέ ἀκολουθήσει, ἄς ἀπαρνηθεῖ τόν ἑαυτό του, ἄς σηκώσει τόν σταυρό του κι ἄς μέ ἀκολουθεῖ. Γιατί ὅποιος θέλει νά σώσει τή ζωή του θά τή χάσει· ὅποιος ὅμως χάσει τή ζωή του ἐξαιτίας μου καί ἐξαιτίας τοῦ εὐαγγελίου, αὐτός θά τή σώσει. Τί θά ὠφεληθεῖ ὁ ἄνθρωπος, ἄν κερδίσει ὁλόκληρο τόν κόσμο ἀλλά χάσει τή ζωή του; Τί μπορεῖ νά δώσει ὁ ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα γιά τή ζωή του; Ὅποιος, ζώντας μέσα σ' αὐτή τή γενιά τήν ἄπιστη κι ἁμαρτωλή, ντραπεῖ γιά μένα καί γιά τή διδασκαλία μου, θά ντραπεῖ γι' αὐτόν καί ὁ Υἱός τοῦ Ἀνθρώπου, ὅταν ἔρθει μέ ὅλη τή λαμπρότητα τοῦ Πατέρα του, μαζί μέ τούς ἁγίους ἀγγέλους».
Καί τούς ἔλεγε ἀκόμη: «Σᾶς βεβαιώνω πώς ὑπάρχουν μερικοί ἀνάμεσα σ' αὐτούς πού βρίσκονται ἐδῶ, οἱ ὁποῖοι δέν θά γευτοῦν τόν θάνατο, πρίν δοῦν νά ἔρχεται δυναμικά ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ» (Μάρκ. 8,34 - 9,1).
Τά λόγια αὐτά εἶναι πολύ σημαντικά καί βαριά γι’ αὐτούς πού θέλουν νά εἶναι μαθητές τοῦ Ἰησοῦ. Ἐφόσον ὁ Ἰησοῦς ἔχει νά ἀντιμετωπίσει ὄχι τή δόξα ἀλλά τόν σταυρό καί τό πάθος, δέν μπορεῖ νά εἶναι διαφορετική καί ἡ τύχη τῶν μαθητῶν του, ἐάν θέλουν βέβαια νά εἶναι στήν οὐσία, ὄχι μόνο στό ὄνομα, μαθητές του, μαθητές βέβαια μέ τήν εὐρύτερη ἔννοια τοῦ ὅρου, δηλ. τοῦ χριστιανοῦ πού ἀκολουθεῖ πιστά καί συνειδητά τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό.
Καταναγκασμός δέν ὑπάρχει στή διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ. Μπορεῖ κανείς ἐλεύθερα νά ἀποφασίσει τόν δρόμο τοῦ σταυροῦ ἀφοῦ ἀναλογισθεῖ πρῶτα τίς δυσκολίες καί ἀναλάβει ἀποφασιστικά τίς εὐθύνες του: «Ὅποιος θέλει νά μέ ἀκολουθήσει, ἄς ἀπαρνηθεῖ τόν ἑαυτό του, ἄς σηκώσει τόν σταυρό του κι ἄς μέ ἀκολουθεῖ». Ἡ ἀπάρνηση τοῦ ἑαυτοῦ μας καί ἡ ἄρση τοῦ σταυροῦ ἐπί τῶν ὤμων εἶναι οἱ βασικές προϋποθέσεις γιά νά ἀκολουθήσουμε τόν Χριστό. Ἀρνοῦμαι τόν ἑαυτόν μου, σημαίνει: ἐγκαταλείπω τίς νόμιμες καί δίκαιες ἀπαιτήσεις, τίς φυσιολογικές καί δικαιολογημένες ἐπιθυμίες πού ἔχει τό ἐγώ μου μέσα στή ζωή, ἀρνοῦμαι τήν ἀσφάλεια μίας καλοβολεμένης ζωῆς, γιά νά ἀποδυθῶ στήν κατά τά κριτήρια τοῦ κόσμου ἀβεβαιότητα καί ἀνασφάλεια πού συνεπάγεται τό νά ἀκολουθῶ τόν Χριστό στόν δρόμο τοῦ πάθους. Ὁ ἐμπειρικός ἄνθρωπος, ὅπως τόν γνωρίζουμε ὅλοι μας, ζητεῖ τήν τακτοποίηση καί τήν ἀσφάλεια, τήν ἀποφυγή τῆς σκέψης τοῦ θανάτου, τήν παράταση τῆς ζωῆς του μέ κάθε τρόπο.
Μέ μία παράξενη ὅμως ἐπιχειρηματολογία γιά τήν ἀνθρώπινη λογική ὁ Χριστός διδάσκει ὅτι ἡ ζωή κερδίζεται μόνον ὅταν χαθεῖ. Ἡ θυσία τῆς ζωῆς ὁδηγεῖ στήν κατ’ ἐξοχή ζωή. Ὁ Χριστός χρησιμοποιεῖ στίς φράσεις του αὐτές τή λέξη «ψυχή» μέ τήν διπλή ἔννοια τῆς ζωῆς, τῆς βιολογικῆς ζωῆς καί τῆς αἰώνιας ζωῆς πού εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ. Ὅποιος θέλει τήν πραγματική ζωή, πρέπει νά θυσιάσει τήν εὔκολη ζωή τοῦ κόσμου.
Τά λόγια αὐτά προϋποθέτουν ἤ προβλέπουν συνθῆκες διωγμοῦ μπροστά στόν ὁποῖο εἶναι δυνατό νά φοβηθεῖ κανείς καί νά ἀρνηθεῖ τήν πίστη του μέ ἀποτέλεσμα νά χάσει τήν πραγματική ζωή. Δέν χάνουν τή βαρύτητά τους ὅμως τά λόγια αὐτά ἀκόμη κι ὅταν δέν ὑπάρχει διωγμός. Εἶναι βέβαια αὐτονόητο ὅτι, ὅταν κανείς συμβιβασθεῖ μέ τίς δυνάμεις τῆς ζωῆς μέσα στόν κόσμο καί βολευτεῖ μέσα στήν ἀσφάλεια τῆς ὀργανωμένης κοινωνίας, δέν ἀντιμετωπίζει θέμα διωγμοῦ ἤ πάθους ἤ θυσίας τῆς ζωῆς του.
Σέ ποιές ὅμως περιπτώσεις μπορεῖ κανείς σήμερα νά μιλᾶ γιά σταυρό καί γιά μαρτύριο; Μήπως αὐτά εἶναι ἡρωϊκές πραγματικότητες τοῦ παρελθόντος τῆς Ἐκκλησίας; Ὁ συνεπής Χριστιανισμός δέν εἶναι μόνο ἱστορικό παρελθόν, ἀλλά μπορεῖ νά εἶναι καί ζωντανό παρόν. Ὅταν μέσα σ’ ἕνα κόσμο πεσμένων ἀξιῶν μπορεῖς νά πιστεύεις στίς ἀξίες τῆς πίστης, ὅταν μέσα στό συνηθισμένο ψέμα ἐσύ συντάσσεσαι μέ τό μέρος τῆς ἀλήθειας, ὅταν ὅλοι κάνουν τά πάντα γιά νά ἱκανοποιήσουν τόν ἑαυτό τους καί σύ τόν ἀρνεῖσαι, ὅταν ὅλοι συμβιβάζονται γιά νά ἐξασφαλισθοῦν κι ἐσύ δέν προδίδεις τίς ἀρχές σου μέ κίνδυνο νά ζημιωθεῖς καί νά χάσεις τή θέση σου, ὅταν οἱ ἄλλοι ὀρθολογιστικά ἐξηγοῦν τά πάντα μέ ἐνδοκοσμικό πρίσμα, ἐνῶ τή δική σου καρδιά τήν ζεσταίνει ἡ ἐλπίδα τῆς ἀναστάσεως, τότε εἶσαι πραγματικός μαθητής τοῦ Ἰησοῦ, πού τόν ἀκολουθεῖς στό δύσκολο δρόμο τῆς θυσίας.
Ὅλα αὐτά ὅμως πού φαίνονται ἀδύνατα γιά τόν φυσιολογικό ἄνθρωπο, γίνονται πραγματικότητες μέσα στήν περιοχή τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ πού ἀναγεννᾶ καί μεταβάλλει τόν ἄνθρωπο σέ νέο δημιούργημα, σέ «καινή κτίση».
Ἕνα μήνυμα, λοιπόν, ἑκούσιας αὐταπαρνήσεως μᾶς ἀπευθύνει τό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα, αὐταπαρνήσεως ὄχι γιά ὁποιοδήποτε ἄλλο λόγο ἀλλά γιά τόν Χριστό καί τό Εὐαγγέλιο. Οἱ ἥρωες τῆς πίστης καί οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας δέν εἶναι μόνον μορφές τοῦ μακρινοῦ παρελθόντος· μποροῦν νά γίνουν καί ζωντανές πραγματικότητες στήν ἐποχή μας.
Ἡ περικοπή τελειώνει μέ τή βεβαιότητα τῆς δυναμικῆς παρουσίας τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Αὐτή εἶναι πού δίνει τή δυνατότητα στόν χριστιανό νά πραγματοποιήσει ὅλα τά παραπάνω, καί δέν εἶναι ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ μελλοντικό μόνο ὅραμα ἀλλά καί τωρινή πραγματικότητα, εἶναι ἡ δυνατότητα νά ζεῖ κανείς τή μελλοντική πληρότητα τῆς βασιλείας ἤδη στό παρόν.
«Ὅποιος θέλει νά μέ ἀκολουθήσει, ἄς ἀπαρνηθεῖ τόν ἑαυτό του, ἄς σηκώσει τόν σταυρό του κι ἄς μέ ἀκολουθεῖ. Γιατί ὅποιος θέλει νά σώσει τή ζωή του θά τή χάσει· ὅποιος ὅμως χάσει τή ζωή του ἐξαιτίας μου καί ἐξαιτίας τοῦ εὐαγγελίου, αὐτός θά τή σώσει. Τί θά ὠφεληθεῖ ὁ ἄνθρωπος, ἄν κερδίσει ὁλόκληρο τόν κόσμο ἀλλά χάσει τή ζωή του; Τί μπορεῖ νά δώσει ὁ ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα γιά τή ζωή του; Ὅποιος, ζώντας μέσα σ' αὐτή τή γενιά τήν ἄπιστη κι ἁμαρτωλή, ντραπεῖ γιά μένα καί γιά τή διδασκαλία μου, θά ντραπεῖ γι' αὐτόν καί ὁ Υἱός τοῦ Ἀνθρώπου, ὅταν ἔρθει μέ ὅλη τή λαμπρότητα τοῦ Πατέρα του, μαζί μέ τούς ἁγίους ἀγγέλους».
Καί τούς ἔλεγε ἀκόμη: «Σᾶς βεβαιώνω πώς ὑπάρχουν μερικοί ἀνάμεσα σ' αὐτούς πού βρίσκονται ἐδῶ, οἱ ὁποῖοι δέν θά γευτοῦν τόν θάνατο, πρίν δοῦν νά ἔρχεται δυναμικά ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ» (Μάρκ. 8,34 - 9,1).
Τά λόγια αὐτά εἶναι πολύ σημαντικά καί βαριά γι’ αὐτούς πού θέλουν νά εἶναι μαθητές τοῦ Ἰησοῦ. Ἐφόσον ὁ Ἰησοῦς ἔχει νά ἀντιμετωπίσει ὄχι τή δόξα ἀλλά τόν σταυρό καί τό πάθος, δέν μπορεῖ νά εἶναι διαφορετική καί ἡ τύχη τῶν μαθητῶν του, ἐάν θέλουν βέβαια νά εἶναι στήν οὐσία, ὄχι μόνο στό ὄνομα, μαθητές του, μαθητές βέβαια μέ τήν εὐρύτερη ἔννοια τοῦ ὅρου, δηλ. τοῦ χριστιανοῦ πού ἀκολουθεῖ πιστά καί συνειδητά τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό.
Καταναγκασμός δέν ὑπάρχει στή διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ. Μπορεῖ κανείς ἐλεύθερα νά ἀποφασίσει τόν δρόμο τοῦ σταυροῦ ἀφοῦ ἀναλογισθεῖ πρῶτα τίς δυσκολίες καί ἀναλάβει ἀποφασιστικά τίς εὐθύνες του: «Ὅποιος θέλει νά μέ ἀκολουθήσει, ἄς ἀπαρνηθεῖ τόν ἑαυτό του, ἄς σηκώσει τόν σταυρό του κι ἄς μέ ἀκολουθεῖ». Ἡ ἀπάρνηση τοῦ ἑαυτοῦ μας καί ἡ ἄρση τοῦ σταυροῦ ἐπί τῶν ὤμων εἶναι οἱ βασικές προϋποθέσεις γιά νά ἀκολουθήσουμε τόν Χριστό. Ἀρνοῦμαι τόν ἑαυτόν μου, σημαίνει: ἐγκαταλείπω τίς νόμιμες καί δίκαιες ἀπαιτήσεις, τίς φυσιολογικές καί δικαιολογημένες ἐπιθυμίες πού ἔχει τό ἐγώ μου μέσα στή ζωή, ἀρνοῦμαι τήν ἀσφάλεια μίας καλοβολεμένης ζωῆς, γιά νά ἀποδυθῶ στήν κατά τά κριτήρια τοῦ κόσμου ἀβεβαιότητα καί ἀνασφάλεια πού συνεπάγεται τό νά ἀκολουθῶ τόν Χριστό στόν δρόμο τοῦ πάθους. Ὁ ἐμπειρικός ἄνθρωπος, ὅπως τόν γνωρίζουμε ὅλοι μας, ζητεῖ τήν τακτοποίηση καί τήν ἀσφάλεια, τήν ἀποφυγή τῆς σκέψης τοῦ θανάτου, τήν παράταση τῆς ζωῆς του μέ κάθε τρόπο.
Μέ μία παράξενη ὅμως ἐπιχειρηματολογία γιά τήν ἀνθρώπινη λογική ὁ Χριστός διδάσκει ὅτι ἡ ζωή κερδίζεται μόνον ὅταν χαθεῖ. Ἡ θυσία τῆς ζωῆς ὁδηγεῖ στήν κατ’ ἐξοχή ζωή. Ὁ Χριστός χρησιμοποιεῖ στίς φράσεις του αὐτές τή λέξη «ψυχή» μέ τήν διπλή ἔννοια τῆς ζωῆς, τῆς βιολογικῆς ζωῆς καί τῆς αἰώνιας ζωῆς πού εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ. Ὅποιος θέλει τήν πραγματική ζωή, πρέπει νά θυσιάσει τήν εὔκολη ζωή τοῦ κόσμου.
Τά λόγια αὐτά προϋποθέτουν ἤ προβλέπουν συνθῆκες διωγμοῦ μπροστά στόν ὁποῖο εἶναι δυνατό νά φοβηθεῖ κανείς καί νά ἀρνηθεῖ τήν πίστη του μέ ἀποτέλεσμα νά χάσει τήν πραγματική ζωή. Δέν χάνουν τή βαρύτητά τους ὅμως τά λόγια αὐτά ἀκόμη κι ὅταν δέν ὑπάρχει διωγμός. Εἶναι βέβαια αὐτονόητο ὅτι, ὅταν κανείς συμβιβασθεῖ μέ τίς δυνάμεις τῆς ζωῆς μέσα στόν κόσμο καί βολευτεῖ μέσα στήν ἀσφάλεια τῆς ὀργανωμένης κοινωνίας, δέν ἀντιμετωπίζει θέμα διωγμοῦ ἤ πάθους ἤ θυσίας τῆς ζωῆς του.
Σέ ποιές ὅμως περιπτώσεις μπορεῖ κανείς σήμερα νά μιλᾶ γιά σταυρό καί γιά μαρτύριο; Μήπως αὐτά εἶναι ἡρωϊκές πραγματικότητες τοῦ παρελθόντος τῆς Ἐκκλησίας; Ὁ συνεπής Χριστιανισμός δέν εἶναι μόνο ἱστορικό παρελθόν, ἀλλά μπορεῖ νά εἶναι καί ζωντανό παρόν. Ὅταν μέσα σ’ ἕνα κόσμο πεσμένων ἀξιῶν μπορεῖς νά πιστεύεις στίς ἀξίες τῆς πίστης, ὅταν μέσα στό συνηθισμένο ψέμα ἐσύ συντάσσεσαι μέ τό μέρος τῆς ἀλήθειας, ὅταν ὅλοι κάνουν τά πάντα γιά νά ἱκανοποιήσουν τόν ἑαυτό τους καί σύ τόν ἀρνεῖσαι, ὅταν ὅλοι συμβιβάζονται γιά νά ἐξασφαλισθοῦν κι ἐσύ δέν προδίδεις τίς ἀρχές σου μέ κίνδυνο νά ζημιωθεῖς καί νά χάσεις τή θέση σου, ὅταν οἱ ἄλλοι ὀρθολογιστικά ἐξηγοῦν τά πάντα μέ ἐνδοκοσμικό πρίσμα, ἐνῶ τή δική σου καρδιά τήν ζεσταίνει ἡ ἐλπίδα τῆς ἀναστάσεως, τότε εἶσαι πραγματικός μαθητής τοῦ Ἰησοῦ, πού τόν ἀκολουθεῖς στό δύσκολο δρόμο τῆς θυσίας.
Ὅλα αὐτά ὅμως πού φαίνονται ἀδύνατα γιά τόν φυσιολογικό ἄνθρωπο, γίνονται πραγματικότητες μέσα στήν περιοχή τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ πού ἀναγεννᾶ καί μεταβάλλει τόν ἄνθρωπο σέ νέο δημιούργημα, σέ «καινή κτίση».
Ἕνα μήνυμα, λοιπόν, ἑκούσιας αὐταπαρνήσεως μᾶς ἀπευθύνει τό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα, αὐταπαρνήσεως ὄχι γιά ὁποιοδήποτε ἄλλο λόγο ἀλλά γιά τόν Χριστό καί τό Εὐαγγέλιο. Οἱ ἥρωες τῆς πίστης καί οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας δέν εἶναι μόνον μορφές τοῦ μακρινοῦ παρελθόντος· μποροῦν νά γίνουν καί ζωντανές πραγματικότητες στήν ἐποχή μας.
Ἡ περικοπή τελειώνει μέ τή βεβαιότητα τῆς δυναμικῆς παρουσίας τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Αὐτή εἶναι πού δίνει τή δυνατότητα στόν χριστιανό νά πραγματοποιήσει ὅλα τά παραπάνω, καί δέν εἶναι ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ μελλοντικό μόνο ὅραμα ἀλλά καί τωρινή πραγματικότητα, εἶναι ἡ δυνατότητα νά ζεῖ κανείς τή μελλοντική πληρότητα τῆς βασιλείας ἤδη στό παρόν.