Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 13, 2014

TOY EN ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ Λόγος εις την Ύψωσιν του Τιμίου Σταυρού και εις την Αγίαν Ανάστασιν.

Σταυρού πανήγυρις και ποίος να μην σκιρτήση; Αναστάσεως διακήρυξις και ποίος χαρούμενα να μην γελάση;
Ναι, ανασκίρτησις διά τον Σταυρόν: Διότι όταν αυτός ενεπήχθη εις τον τόπον του Κρανίου έχοντας καρφωμένον επάνω του τον Δεσπότην της κτίσεως, έσχισε το εις βάρος μας χρεωστικόν έγγραφον1, το οποίον είχεν υπογράψει ο προπάτωρ μας ο Αδάμ, όταν παρέβη τας εντολάς του Θεού. Ούτως ο Σταυρός μας ηλευθέρωσεν από τα δεσμά της αμαρτίας κάμνοντάς μας να αναπηδούμε με εύθυμα σκιρτήματα σαν μικροί μόσχοι που έχουν λυθή από κάποια δεσμά. Διότι όπου η αμαρτία επλεόνασεν, εκεί επερίσσευσεν η χάρις του Θεού2.
Διά δε την Ανάστασιν γέλως χαράς: Διότι αυτή εξώρισε την φθοράν του θανάτου και εξεδίωξε το ζοφερόν σκότος του Άδου και ανέστησε τους νεκρούς από τους τάφους. Εξήλειψε το δάκρυον από κάθε πρόσωπον, όπως λέγει ο προφήτης3, και αντ’ αυτού εχάρισε την πραγματικώς ατελείωτον χαράν εις κάθε άνθρωπον. Και αληθώς, το δώρημα της Αναστάσεως δεν είναι μόνον διά μερικούς ούτε το κατόρθωμά της επραγματοποιήθη προς χάριν κάποιων ολίγων. Διότι κατ’ αυτήν εκείνος ο οποίος επραγματοποίησε με ανθρωπίνην σάρκα την ταφήν, μάλλον δε την Ανάστασιν, δεν ήτο άλλος από τον Θεόν ολοκλήρου της κτίσεως, ο οποίος ποτέ δεν χορηγεί χαρίσματα εις μερικούς μόνον ούτε υπάρχει εις Αυτόν καμμία προσωποληψία4. Αποδεικνύοντας λοιπόν τον εαυτόν του αληθή Θεόν των όλων, απλώνει την δωρεάν της σωτηρίας εις όλους τους ανθρώπους, ευσπλαχνιζόμενος την ιδικήν του εικόνα και ανακαινίζοντάς την εξ ολοκλήρου. διότι κατ’ εικόνα Θεού έχει πλασθή κάθε άνθρωπος επί της γης.
Του Σταυρού η επέτειος επρόβαλε. και ποίος άνθρωπος να μην σταυρώση τον εαυτόν του; Διότι ο Σταυρός γνωρίζει ως απολύτως γνήσιον προσκυνητήν του, μόνον εκείνον ο οποίος εσταύρωσε τον εαυτόν του ως προς τον κόσμον5 και απέδειξε έτσι εμπράκτως διά τον εαυτόν του, ότι είναι απροκαλύπτως γνήσιος φίλος του Σταυρού.
Αναστάσεως τα εγκαίνια. και ποίος πιστός δεν θα ανακαινισθή, απορρίπτοντας κάθε νέκρωσιν την εκ των παθών και ενδυόμενος αφθαρσίαν ψυχής; Διότι αλλιώς ορίζεται ο θάνατος της ψυχής και αλλιώς γνωρίζεται ο θάνατος του περί αυτήν σώματος. Τον πρώτον τον κυοφορεί η αμαρτία, όπως έγραψε ο αρχηγέτης και προεξάρχων αυτού του θρόνου, ο αδελφόθεος Ιάκωβος6. Τον δε δεύτερον είναι νόμος της φύσεως να τον γεννά η διάλυσις των στοιχείων τα οποία συνθέτουν την ουσίαν των όντων. Εκτός αυτού δε τον γεννά και η αναχώρησις της αθανάτου ψυχής, κι ας μην είναι αυτό ορατό από τους ιατρούς, των οποίων επάγγελμα είναι να θεραπεύουν μόνον τα σώματα. διότι αφ’ ότου ο άνθρωπος παρήκουσε την θείαν εντολήν, αυτό ακριβώς του εδόθη ως επιτίμιον από τον Κτίστην του.
Ο Σταυρός υψώνεται και ποίος δεν θα υψωθή μυστικώς από την γην; Διότι όπου υπερυψούται ο Λυτρωτής, εκεί πέρα πηδά και παρίσταται και ο λυτρωθείς, ποθώντας να ευρίσκεται πάντοτε μαζί με τον Σωτήρα του και να τρυγά Εκείνου την άφθαρτον βοήθειαν.
Σήμερον προβάλλει η Ανάστασις και με την εμφάνισίν της φαιδρύνει τα πάντα. Αύριον εμφανίζεται ο Σταυρός και παρέχει τα δώρα του εις τους προσκυνητάς του.
Σήμερον η Ανάστασις έχει απλωθή και αύριον ο Σταυρός υπεράνω αυτής θα πετασθή. Αυτή στηλιτεύει την φθοράν, εκείνος τας φάλαγγας των δαιμόνων. Αυτή αποτελεί αφ’ εαυτής μίαν διακήρυξιν, ότι αληθώς εθανατώθη ο θάνατος. εκείνος διαλαλεί εις πάντας ότι κατηργήθη κάθε κακουργία των δαιμόνων και απενεκρώθη κάθε μιαρά και ψυχοφθόρος ενέργειά τους.
Και, ω του θαύματος! Απορώ με τι λόγους να εκφράσω το μυστήριον! Διότι, ενώ παλαιά της Αναστάσεως είχε προηγήθη ο Σταυρός, τώρα ο Σταυρός έχει προπομπόν και πρόδρομον την Ανάστασιν. Τι θαυμαστή εναλλαγή! Βλέπω λοιπόν και εδώ εις αυτά τα δύο να εκπληρώνεται εμφανέστατα ο λόγος του Σωτήρος. Διότι, ιδού, οι έσχατοι έγιναν πρώτοι και αντιστρόφως οι πρώτοι ανεδείχθησαν έσχατοι7. Και ποίος άραγε θα ημπορέση να εξηγήση την αιτίαν αυτών των εναλλαγών και μεταβολών; Όχι βεβαίως ότι έκαμαν κανένα αγώνα δρόμου και αυτή μεν δι’ άλματος εβγήκε μπροστά, ενώ εκείνος ως βραδύς έμεινε πίσω. Διατί λοιπόν ο θείος Σταυρός να μην αστράψη ανατέλλοντας πρώτος όπως και πριν και η φωτοφόρος Ανάστασις να λάμψη τρεις ημέρας μετά από εκείνον;
Όσον αφορά το τί είχαν εις τον νουν τους οι πατέρες μας και έκαμαν αυτήν την εναλλαγήν, τίποτε δεν ημπορούμε να ειπούμε με απόλυτον βεβαιότητα. Υποθέτουμε όμως και στοχαζόμεθα, πως η αιτία αυτής της αμοιβαίας καθυστερήσεως και προπορεύσεως είναι ο κόσμος, ο οποίος καταφθάνει εδώ από τα πέρατα της γης χάριν της ζωηφόρου προσκυνήσεως αυτών των δύο. Ώστε να εορτάζουν αυτοί πρώτα την περιχαρή και λαμπράν εορτήν της Αναστάσεως και αμέσως μετά από αυτήν να βλέπουν την μακαρίαν ύψωσιν του Σταυρού, ούτως ώστε φεύγοντας να έχουν ως καλόν και σωτήριον εφόδιον διά τον δρόμον τους την παντοδύναμον συνοδείαν του, η οποία να τρέχη μαζί τους κατά τας οδοιπορίας, να συμπλέη εις το πέλαγος, να τους διασώζη εις κάθε τόπον, να τους φυλάγη από όλες τις κακοτυχίες και να σας8 αποδεικνύη εμπράκτως, ότι η πανίσχυρος δύναμις του Σταυρού έχει περιλάβει όλα τα πέρατα της οικουμένης, ότι γεμίζει τα πάντα διά της παρουσίας της και χωρίς κόπον παρευρίσκεται παντού, διασώζει τους πιστούς από τας δυσκολίας και, εφ’ όσον αυτοί ζουν ευσεβώς, τους μεταλαμπαδεύει την σωτηρίαν και καταργεί τα σχέδια όλων των εχθρών.
Ίσως δε να υπάρχη και κάποιος άλλος λόγος κρυφός, τον οποίον εγνώριζαν και είχαν κατά νουν εκείνοι που υπήρξαν παλαιά διδάσκαλοι αυτής εδώ της Εκκλησίας, τον οποίον τώρα εμείς οι ελάχιστοι δεν ντρεπόμαστε να ομολογήσουμε ότι δεν τον γνωρίζουμε σαφώς. Είθε να δώση ο Θεός να γίνη και αυτός γνωστός, όπως και ακράδαντα πιστεύουμε ότι θα γίνη, μόνον και μόνον διά την ωφέλειαν την ιδικήν σας, που τόσο πιστοί είσθε και ευλαβείς9.
Τι έχουμε λοιπόν υψηλότερον από αυτάς τας μακαρίας εορτάς; Ποίον από όλα όσα έχουμε είναι ιερώτερον από αυτάς τας ιεράς πανηγύρεις; Πώς δεν θα χαρούμε και δεν θα σκιρτήσουμε επιτελώντας τούτων των δύο τας εορτάς; Αναστάσεως ολόλαμπρος φωταψία και Σταυρού πυρσοφώτιστος προσκύνησις! Αυτά τα δύο είναι δι’ ημάς τα τρόπαια ολοκλήρου της σωτηρίας μας. Αυτά μας ελύτρωσαν από τον θάνατον και τα πάθη και την χειρίστην κακοποίησιν των δαιμόνων και μας ωδήγησαν πίσω εις τον Δεσπότην μας. Αυτά κατέλυσαν κάθε κατήφειαν και σκυθρωπότητα και ανέτειλαν εις ημάς την αυγήν της χαράς. — Ή μήπως η ζωοδότρια Ανάστασις δεν μας δωρίζει την είσοδον της αθανάτου ζωής; και ο Σταυρός που υψούται δεν γεννά μέσα μας την απολύτρωσιν των παθών;10 Διότι πράγματι, αυτά μας ανέδειξαν και πάλιν μετόχους της προς τον Θεόν οικειώσεως, χάριν της οποίας και ήλθαν εις τον κόσμον και ανέτειλαν εις όλους εμάς τους γηγενείς.
Γνωρίζοντας λοιπόν εμείς την μυστικήν δύναμίν των και πόσον αυτά μας ευηργέτησαν και ποίων αγαθών υπήρξαν πρόξενα, ας τα εορτάσουμε καλώς και ευσεβώς, όπως δηλαδή αυτά τα ίδια θέλουν να τιμώνται. «Όχι με ακολασίας και ασελγείας, όχι με έριδας και ζηλοτυπίας»11, όχι με αρπαγάς και αδικίας και τα υπόλοιπα όλα, που δεν θέλω τώρα να απαριθμήσω.
Διότι, αδελφοί μου γνησιώτατοι και συγκληρονόμοι της ιδίας πίστεως και συμμέτοχοι της ιδίας πνευματικής γεννήσεως με εμάς, τολμώ να ειπώ, πως τα ιερά μας σεβάσματα όχι μόνον δεν στρέφονται καν να ιδούν και δεν προσδέχονται όποιον θέλει να τα εορτάζη με εκείνα που απηρίθμησα, αλλά και τον αποστρέφονται και τον βδελύττονται, διότι συμπεριφέρεται απρεπώς απέναντί τους και πράττει πράγματα εντελώς μισητά εις αυτά12. Διά τούτο παρακαλώ και προτρέπω να μισούμε και να αποφεύγουμε εκείνα που μισούν τα σεβάσματά μας και μόνο εκείνα να αγαπούμε και να πράττουμε, όσα είμαστε βέβαιοι πως τους είναι ευάρεστα. Εκείνα δε τα έργα τα οποία είναι αρεστά και ευχάριστα, είναι όσα επαναφέρουν προς σωτηρίαν και οδηγούν προς την αιώνιον ζωήν εκείνον που τα πράττει. Ή μήπως όταν αυτά τα σεβάσματά μας εξέλαμψαν από τον Χριστόν εις τους ανθρώπους, δεν ηκτινοβόλησαν εις ημάς ζωήν που δεν τελειώνει και φως που δεν δύει ποτέ;
Ας αλλάξουμε λοιπόν και εμείς την πολιτείαν μας, ας εκδυθούμε τον προηγούμενον τρόπον ζωής μας ως βλαβερόν και ολέθριον και ας βαδίσουμε εις τον καλόν δρόμον μιας νέας ζωής. — Ή μήπως η Ανάστασις δεν μας δωρίζει την κληρονομίαν της ζωής; και ο Σταυρός δεν εσταύρωσε τον παλαιόν μας άνθρωπον;13
Εάν λοιπόν ευλαβούμεθα την Ανάστασιν και πανηγυρίζουμε την εορτήν της ας αγαπήσουμε και την νέαν ζωήν, διά της οποίας δεν θα είμεθα πλέον φίλοι της μόνον εις τα λόγια, αλλά και οικειότατοι μύσται της. Εφ’ όσον δε ασπαζόμεθα και τον Σταυρόν, διατί δεν συσταυρώνουμε και εμείς τα επίγεια μέλη μας14, δηλαδή τα γήινα πάθη, ώστε να φωνάξουμε και εμείς μαζί με τον Παύλον: «Έχω σταυρωθή μαζί με τον Χριστόν. Δεν ζω δε πλέον εγώ, αλλά ζη μέσα μου ο Χριστός»;15 Αν λοιπόν εκείνοι με τους οποίους υπόσχεται να ζη ο Χριστός είναι όσοι εσταύρωσαν τους εαυτούς τους ως προς τον κόσμον16 και ενέκρωσαν τα επίγεια μέλη τους17, όπως βοά και μαρτυρεί ο Παύλος, διατί και εμείς δεν πράττουμε τα ίδια και δεν νεκρώνουμε κάθε επίγειον μέλος μας, δηλαδή τα πάθη, τας κακάς επιθυμίας και όσα άλλα συναριθμούνται εκεί, ώστε να ζήση μέσα μας ο Χριστός και να μας δωρίση την ζωήν της αφθαρσίας;
Λοιπόν ας επιδιώκουμε να έχουμε ειρήνην με όλους και μαζί με αυτήν ας αποκτήσουμε και τον αγιασμόν. Διότι χωρίς αυτά δεν θα ημπορέση ποτέ να ιδή κανείς τον Κύριον, όπως πάλιν ο Παύλος μας διεβεβαίωσε18. Και δι’ αυτόν τον λόγον ο Χριστός και ειρήνη αποκαλείται («διότι αυτός είναι», λέγει, «η ειρήνη μας»19) και αγιασμός ονομάζεται20. Ειρήνη μεν, διότι έφερε εις τον κόσμον ειρηνοποιόν ομόνοιαν, αφού ήνωσε τα ουράνια με τα επίγεια και εκ των δύο απειργάσθη μίαν και μόνην εκκλησίαν. Αγιασμός δε και απολύτρωσις (διότι κοντά εις τα προηγούμενα και με τούτο το όνομα κηρύττεται: απολύτρωσις21), καθ’ όσον έγινε ελευθερωτής ημών των αιχμαλώτων και όχι μόνον μας ελύτρωσεν από τους δαίμονας και τα πάθη, αλλά και ενεφύτευσε μέσα μας τον θειικόν αγιασμόν.
Όσα λοιπόν ηκούσατε από το στόμα μου, ας τα επιδιώκουμε με όλον μας τον ζήλον και την προαίρεσιν, ας τα κατακτούμε, ας τα αρπάζουμε και δι’ αυτών ας συναπτώμεθα μετά του Χριστού με την καλήν και μακαρίαν συνάφειαν. Διότι εκείνον που με τέτοιαν διάθεσιν έρχεται προς αυτόν δεν θα τον εκβάλη έξω22 από την αγαθότητα και μακαριότητά Του, όχι! Ας σπεύσουμε λοιπόν να αποκτήσουμε αυτήν εδώ την συμφωνίαν με Αυτόν, από την οποίαν τίποτε δεν υπάρχει προτιμότερον, και ας τρέξουμε να οικειωθούμε το να ζη ο Χριστός μέσα μας, του οποίου τίποτε δεν υπάρχει ανώτερον. Και έτσι, αφού αυτόν τον πλούτον αποκτήσουμε, να απολαύσουμε και την βασιλείαν των ουρανών και να βρούμε την αιώνιον ζωήν μέσα εις τον ίδιον τον Χριστόν, τον Θεόν και Σωτήρα μας, μετά του οποίου ας είναι δόξα εις τον Πατέρα και το Άγιον Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
1.    βλ. Κολασ. β’ 14
2.    πρβλ. Ρωμ. ε’ 21
3.    πρβλ. Ησ. κε’ 8
4.    βλ. Εφ. ς’ 9
5.    πρβλ. Γαλ. ς’ 14
6.    βλ. Ιακ. α’ 15
7.     πρβλ. Ματθ. ιθ’ 30
8. Η αιφνιδία χρήσις β’ πληθυντικού προσώπου αποτελεί απροσδόκητον αποστροφήν του ιερού συγγραφέως προς τους ακροατάς του, οι οποίοι δεν είναι άλλοι παρά τα πλήθη των συγκεντρωθέντων διά την εορτήν από τα πέρατα της γης, διά τους οποίους ωμίλησεν αμέσως προηγουμένως.
9.    Η ομιλία αυτή εξεφωνήθη μάλλον κατά το πρώτον έτος της αρχιερατείας του αγίου Σωφρονίου. Διά τούτο ως νεοαφιχθείς δεν γνωρίζει ακόμη πλήρως την παράδοσιν, αλλά ελπίζει συν τω χρόνω είτε να ενημερωθή καλύτερα είτε να δώση ο Θεός με κάποιον τρόπον να λυθή η απορία. Από ιστορικής απόψεως η προσκύνησις του Τιμίου Σταυρού κατά την δευτέραν ημέραν της εορτής των Εγκαινίων του Ναού της Αναστάσεως εξηγείται, διότι η πανήγυρις των Εγκαινίων καθιερώθη πρώτη, ενώ η επί αρχιεπισκόπου Ιεροσολύμων Μακαρίου μαρτυρουμένη πρώτη Ύψωσις του Τιμίου Σταυρού έγινεν επ’ ευκαιρία εκείνης και διά να δυνηθή το συρρεύσαν πλήθος να ίδη και να προσκυνήση τον άρτι υπό της αγίας Ελένης ανακαλυφθέντα Τίμιον Σταυρόν.
10.    Με αυτάς τας ερωτήσεις ο ιερός Πατήρ επιχειρεί να αφυπνίση τεχνηέντως τας συνειδήσεις των ακροατών του.
11.    Ρωμ. ιγ’ 13
12.    Η ευλάβεια του ιερού Πατρός φθάνει εδώ μέχρι κάποιου είδους προσωποποιήσεως του Σταυρού και της Αναστάσεως.
13.    βλ. αν. υποσ. 10
14.    βλ. Κολ. γ’ 5
15.    Γαλ. β’ 20
16.    πρβλ. Γαλ. ς’  14
17.    πρβλ. Κολ. γ’ 5
18.    βλ. Εβρ. ιβ’ 14
19.    Εφ. β’ 14
20.    βλ. Α’ Κορ. α’ 30
21.    ένθ. αν.
22.    βλ. Ιωάν. ς’ 37
ΠΗΓΗ: “ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ” 1989
Τριμηνιαία έκδοσις της Ιεράς Μονής Ξηροποτάμου

Ὕψωσις τοῦ Τιμίου Σταυροῦ π. Γεώργιος Ρ. Ζουμῆς

Τό ἔτος 326 μ.Χ. ἡ ἁγία Ἑλένη πῆγε στά Ἱεροσόλυμα, γιά νά προσκυνήσει τούς Ἁγίους Τόπους καί νά εὐχαριστήσει τόν Θεό γιά τίς νίκες καί τούς θριάμβους τοῦ γυιοῦ της Μ. Κωνσταντίνου. Θεῖος ζῆλος τήν ἔκανε νά χτίσει 365 Ἐκκλησίες καί Μοναστήρια, γιά νά γιορτάζει κάθε μέρα τοῦ χρόνου καί ἕνα. Παράλληλα ἔκανε ἔρευνες-ἀνασκαφές, γιά τήν ἀνεύρεση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ.
Μετά ἀπό πολλούς κόπους καί περιπέτειες βρέθηκαν καί οἱ τρεῖς σταυροί. Ποιός ὅμως ἦταν τοῦ Χριστοῦ; Ὁ πατριάρχης Ἱεροσολύμων Μακάριος μέ πολλούς ἱερεῖς ἔκαναν δέηση, γιά νά τούς τό ἀποκαλύψει ὁ Θεός. Κάποια φορά περνοῦσε ἀπό ἐκεῖ μία κηδεία. Εἶχε πεθάνει μία εὐσεβής γυναίκα. Πῆραν τούς σταυρούς καί σταύρωσαν, ἄγγιξαν τό σῶμα τῆς κεκοιμημένης. Στούς δύο πρώτους δέν ἔγινε τίποτε. Στό ἄγγιγμα τοῦ τρίτου ἡ πεθαμένη γυναίκα ἀμέσως σηκώθηκε, ἀναστήθηκε. Ἔτσι κατάλαβαν, ὅτι αὐτός εἶναι ὁ Ζωοποιός Σταυρός τοῦ Κυρίου.
Σάν ἀστραπή διαδόθηκε ἡ εἴδηση καί πολύς κόσμος ἀπό ὅλα τά μέρη τῶν Ἱεροσολύμων καί τῆς Παλαιστίνης συνέρρεαν, γιά νά προσκυνήσουν τό Τίμιο Ξύλο. Ὅμως ἀπό τόν συνωστισμό συνέβαιναν πολλά δυστυχήματα. Δυστυχῶς αὐτό γίνεται καί σήμερα. Πολλοί χριστιανοί μας δημιουργοῦν μεγάλη φασαρία καί ἀταξία κατά τήν θεία λειτουργία μέσα στούς Ναούς κι᾿ εἶναι πολύ κακό αὐτό. Ἔτσι πῆραν τόν Τίμιο Σταυρό καί τόν ὕψωσαν στό κέντρο τοῦ Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως, γιά νά τόν δοῦν ὅλοι οἱ πιστοί. Τήν ὥρα ἐκείνη ὅλοι μαζί προσκυνοῦσαν καί ἔλεγαν τό Κύριε ἐλέησον. Γι᾿ αὐτό κι᾿ ἐμεῖς σήμερα κατά τήν τελετή τῆς ὑψώσεως λέμε πολλές φορές τόΚύριε ἐλέησον.
Πάνω ἀπό τό σημεῖο πού ἦταν ὁ Τίμιος Σταυρός φύτρωσε ἕνα φυτό πού εὐωδίαζε καί κατά κάποιο τρόπο ὑπεδείκνυε, πρόδιδε τήν θέση τοῦ Σταυροῦ. Οἱ Ἑβραῖοι τό ἔκοβαν καί τό πετοῦσαν, ἀλλά ἐκεῖνο ξαναέβγαζε νέα βλαστάρια. Καί ἐπειδή ἦταν πάνω ἀπό τόν Σταυρό τοῦ Βασιλέως Χριστοῦ, τό φυτό αὐτό ὀνομάσθηκε βασιλικός. Ἀπό τότε πάντοτε συνοδεύει τόν Τίμιο Σταυρό σέ κάθε περίπτωση, εἴτε εἶναι τοῦ Σταυροῦ,εἴτε κάνουμε ἁγιασμό ἤ ὅ,τι δήποτε ἄλλο. Αὐτή ἡ τελετή ἔγινε στίς 14 Σεπτεμβρίου, γι᾿ αὐτό καθιερώθηκε αὐτήν τήν ἡμέρα νά ὑψώνουμε κι᾿ ἐμεῖς τόν Τίμιο Σταυρό.
Αὐτή ἡ ὕψωσις εἶναι ἡ δεύτερη. Ἡ πρώτη ἦταν τότε πού ὑψώθηκε στόν λόφο τοῦ Γολγοθᾶ καί σταυρώθηκε πάνω του ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ σωτήρας καί λυτρωτής τοῦ κόσμου. Τότε ἔσχισε τό χειρόγραφο τῶν ἁμαρτιῶν μας. Τότε ἔδωσε σέ ὅλους τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν. Τότε συνέτριψε τήν δύναμη τοῦ διαβόλου. Τότε κατήργησε τόν θάνατο καί ἄδειασε τά μνήματα.
Ὅμως, ἀγαπητοί μου, ἔχουμε καί ἄλλη ὕψωση. Τό 614 οἱ Πέρσες κατέλαβαν τά Ἱεροσόλυμα καί ὁλόκληρη τήν Παλαιστίνη. Ἔκαψαν, σκότωσαν, λεηλάτησαν. Πῆραν αἰχμαλώτους καί μεταξύ αὐτῶν τόν Πατριάρχη Ἱεροσολύμων Ζαχαρία. Ἅρπαξαν πολλά λάφυρα καθώς καί τόν Τίμιο Σταυρό. Δεκατρία χρόνια ἀργότερα ὁ εὐσεβέστατος αὐτοκράτορας Ἡράκλειος ἔκανε ἱερό πολεμο ἐναντίον τους καί τούς νίκησε. Κατόρθωσε νά ἐλευθερώσει τόν Πατριάρχη καί νά φέρει πίσω στά Ἱεροσόλυμα τόν Τίμιο Σταυρό. Περίμενε τήν 14 Σεπτεμβρίου τοῦ 629, γιά νά ὑψώσει καί πάλι στόν Γολγοθᾶ τόν Τίμιο Σταυρό.
Ὅμως καθώς ἀνέβαινε τά σκαλοπάτια σκόνταψε καί ἔπεσε τό στέμα ἀπό τό κεφάλι του. Τό ἐθεώρησε σάν ὑπόδειξη καί ὑπενθύμιση τοῦ Χριστοῦ, ὅτι βασιλιάς ἐδῶ εἶναι ὁ ἴδιος. Ἔτσι ὁ Ἡράκλειος ἀνέβηκε τόν Γολγοθᾶ ἀσκεπής, χωρίς τό στέμα του.  Μάλιστα ἀπό τότε ὁ Πατριάρχης καί οἱ οἱ ἄλλοι Ἀρχιερεῖς, ὅταν λειτουργοῦν, δέν φοροῦν μίτρα, ἀλλά τό ταπεινό μοναχικό ἐπανωκαλύμαυχο.
Μετά ἀπό αὐτά ὁ Πατριάρχης τεμμάχισε τόν Τίμιο Σταυρό καί τόν μοίρασε σέ πολλά μέρη, γιατί θεώρησε ὅτι τό Τίμιο Ξύλο ἀνήκει σέ ὅλον τόν κόσμο. Μία ἐσχατολογική προφητεία λέει, ὅτι κατά τήν δευτέρα παρουσία τοῦ Κυρίου, ἕνα ἀπό τά συγκλονιστικά γεγονότα πού θά γίνουν εἶναι, ὅτι ὅλα αὐτά τό κομμάτια ἑνωθοῦν πάλι σέ ἕνα καί θά σχηματίσουν κανονικά τόν Τίμιο Σταυρό, ὅπως ἦταν στήν ἀρχή. Σύμφωνα μέ τήν μαρτυρία τοῦ  ἱεροῦ Χρυσοστόμου οἱ διαστάσεις του ἦταν 4,50Χ2,40 καί τό πάχος του μία σπιθαμή.
Γιά νά τελειώσουμε ὅμως πρέπει νά ποῦμε, ὅτι ἔχουμε καί μία ἀκόμη ὕψωση. Νά ὑψώσουμε τόν Τίμιο Σταυρό μέσα στήν ψυχή μας, γιά νά πολεμοῦμε μέ αὐτόν καί νά νικοῦμε τήν ἁμαρτία καί τόν διάβολο. Ἀπό τότε πού ὁ Χριστός καρφώθηκε καί πέθανε πάνω σ᾿ αὐτόν, ἔγινε ὅπλο ἐναντίον ἐκείνων πού τό χρησιμοποιοῦσαν. Ὅπλο ἐναντίον τῶν ἀπίστων καί εἰδωλολατρῶν. Θά μποροῦσε νά ἀποβεῖ ὅπλο καί ἐναντίον μας, ἄν ἐμεῖς δέν προσέχουμε τήν ζωή μας, ἄν δέν τόν ἀσπαζώμαστε μέ μεγάλη εὐλάβεια, ἄν δέν τόν σχηματίζουμε κανονικά στό σῶμα μας. Γράφει τό Πηδαλιο: Ὁ Τίμιος Σταυρός προσκυνεῖται δεύτερος μετά τό ἱερό Εὐαγγέλιο. Προσκυνοῦντες τόν Σταυρόν, προσκυνοῦμεν τόν Ἐσταυρωμένο Χριστό.
Ἀγαπητοί μου,
Ψάλλουμε στό σημερινό ἀπολυτίκιο, Σῶσον, Κύριε, τόν λαόν σου... Τί θέλει νά μᾶς πεῖ αὐτό; Ὅτι ὁ λαός ἀνήκει στόν Θεό καί ὄχι στούς κοσμικούς ἄρχοντες. Εἴμαστε λαός τοῦ Θεοῦ. Ἑπομένως οἱ ἄρχοντες δέν ἔχουν κανένα δικαίωμα νά συμπεριφέρωνται στόν λαό σάν νά εἶναι κτῆμα τους, ἰδιοκτησία τους καί νά τόν κατευθύνουν ὅπου αὐτοί θέλουν. Πολύ δέ περισσότερο δέν μποροῦν νά τόν ἀπομακρύνουν ἀπό τόν Θεό, νά ψηφίζουν ἀντιχριστιανικούς νόμους ἤ νά βάζουν στό περιθόριο τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.
Ἀρχηγός καί βασιλιάς μας εἶναι μόνο ὁ Χριστός, ὁ Ὁποῖος μέ τό σκῆπτρο τοῦ Σταυροῦ μᾶς ὁδηγεῖ στήν Βασιλεία του, στόν Παράδεισο. Ἡ δύναμις τοῦ Τιμίου Σταυροῦ εἶναι προστατευτική, ἀλλά καί ἁγιαστική. Αὐτός νά φυλάει ὅλους μας, τίς οἰκογένειές μας καί τά παιδιά μας, τό Ἔθνος μας, τήν Πατρίδα μας, τήν οἰκουμένη ὅλη. Ἀμήν.-


“εν δεσμοίς αγαπήσεως Αυτού” (Ωσηέ, ια' 4) Ύψωσις Τιμίου Σταυρού

εν δεσμοίς αγαπήσεως Αυτού” (Ωσηέ, ια' 4)
Ύψωσις Τιμίου Σταυρού

Μία εκ των μεγαλυτέρων παγίδων της πνευματικής ζωής είναι η συνήθεια. Δυστυχώς ο άνθρωπος, με τον καιρό όλα τα συνηθίζει και δεν του κάνουν εντύπωση, με αποτέλεσμα αυτή η νοοτροπία να περνά και στο σύμβολο της νίκης και της θυσίας του Κυρίου μας. Στο σύμβολο του Τιμίου και ζωοποιού Σταυρού.
Λησμονούμε την μοναδική του αξία και σημασία για την ίδια τη σωτηρία μας. Έτσι λοιπόν η μητέρα μας εκκλησία, για να έχουμε πάντοτε μέσα στη συνείδησή μας, αλλά και για λόγους ιστορικούς, καθιέρωσε την εορτή της επισήμου υψώσεώς Του. Της εορτής που τελείται κάθε ενιαυτόν της Χριστότητος του Κυρίου στις 14 του μηνός Σεπτεμβρίου και μας υπενθυμίζει πόσα οφείλουμε στον σταυρό του Κυρίου μας, αλλά και την ευλάβεια με την οποία πρέπει να τον τιμούμε, προσκυνούμε και περιβάλλουμε.
Αυτός δε είναι και ο λόγος για τον οποίον, εάν δεν συμπέσει η εορτή της υψώσεως Σαββατοκύριακο, κατά το οποίο καταλύεται το έλαιον, έχουμε νηστείαν άνευ ελαίου. Τα παλαιότερα μάλιστα χρόνια κατά τα οποία η Ορθόδοξος πίστις βρισκόταν σε υψηλότερα επίπεδα, η ημέρα αυτή είχε πολύ χαρακτηριστική θέση στη ζωή των πιστών γι' αυτό και είχε καθιερωθεί γενική αργία προς τιμήν του σταυρού.
Αλλά γιατί αυτό; Γιατί αυτή η ιδιαίτερη αναφορά και η τελετή τής υψώσεως; Διότι στο σύμβολο του σταυρού, συνοψίζεται ολόκληρη η πίστη μας. Εμπεριέχεται όλο το σχέδιον της θείας οικονομίας για την σωτηρία του ανθρώπου. Προτυπώνεται σε πολλά σημεία στον χώρο της Παλαιάς Διαθήκης και καθίσταται το όργανο της σωτηρίας μας, αφού επάνω στο ξύλο του σταυρού, θυσιάζεται ο Λυτρωτής του κόσμου.
Διά του σταυρού μάς εξηγόρασε ο Κύριος από τη δουλεία της αμαρτίας και μας συμφιλίωσε προς τον Πατέρα. Τονίζει αυτή την αλήθεια τόσο δυναμικά ο Απόστολος Παύλος στους Κολασσαείς και δι' αυτών προς όλο το χριστεπώνυμο πλήρωμα: “Εξήλειψε το καθ' ημών χειρόγραφον τοις δόγμασιν ο ην υπεναντίον ημίν, και αυτό ήρεν εκ του μέσου προσηλώσας αυτό τω σταυρώ” (Κολασ. β' 14), δηλ. Ο Χριστός έσβησε το εναντίον μας χρεωστικό γραμμάτιο με τις διατάξεις, το οποίο ήταν απέναντι στα μάτια μας, ναι, το έβγαλε από τη μέση και το κάρφωσε στο σταυρό. Και επειδή αυτή είναι η αλήθεια για τον σταυρό που έγινε όργανο της σωτηρίας μας, γι' αυτό και ο εχθρός μας, ο διάβολος, τίποτε δεν φοβάται και τίποτε άλλο δεν τρέμει τόσο, όσο το ιερό αυτό σύμβολο, όταν βεβαίως ο πιστός γνωρίζει την σημασία του και το σχηματίζει σωστά σφραγίζοντας με αυτό την ύπαρξή του.
Ανέκαθεν οι πιστοί χριστιανοί έκαμαν ευρείαν χρήση του ιερού αυτού συμβόλου. Γνώριζαν την ακατάλυτη δύναμή του και με την παρρησία της πίστεως, όπου και αν βρίσκονταν, σχημάτιζαν το σύμβολο της νίκης που αποτελεί ως ήδη τονίσαμε την συμπύκνωση της πίστεώς μας.
Ο Ιερός Χρυσόστομος, εκφράζοντας και περιγράφοντας την πίστη αυτή της εκκλησίας και την ευρεία χρήση του σταυρού, με την ιδιαιτέρα του αγιαστική έκφραση και τον αξεπέραστο ρητορικό του λόγο, θα κηρύξει: “Ούτως εν τη Ιερά Τραπέζη, ούτως εν ταις των ιερέων χειροτονίες, ούτως πάλιν μετά του Σώματος του Χριστού επό του Μυστικού Δείπνου διαλάμπει. Τούτον πανταχού χορεύοντα ίδοι τις αν, εν οικίαις, εν αγοραίς, εν ερημίαις, εν οδοίς, εν όρεσιν, εν νάπαις (δασώδεις κοιλάδες), εν βουνοίς, εν θαλάσση, και πλοίοις και νήσοις, εν κλίναις, εν ιματίοις, εν όπλοις και εν παστάσιν (δωμάτια σπιτιών), εν συμποσίοις, εν σκεύεσιν αργυροίς, εν χρυσαίοις, εν μαργαρίταις, εν τοίχον γραφές, εν σώμασιν αλόγων, πολλά πεπονηκότων (στα σώματα ζώων που έχουν ταλαιπωρηθεί από αρρώστιες), εν σώμασιν υπο δαιμόνων πολιορκουμένων, εν πολέμοις, εν ειρήνη, εν ημέραις, εν νυξί... Ούτω περιμάχητον (ζηλευτό, επιθυμητό) άπασι γέγονε το θαυμαστόν αυτό δώρον” (Ομιλία προς Ιουδαίους και Έλληνες, ότι εστί Θεός ο Χριστός).
Παντού λοιπόν ο Τίμιος του Κυρίου σταυρός! Από τα μικρότερα, έως τα πλέον μεγάλα και σοβαρά που καθημερινώς αντιμετωπίζουμε και που απασχολούν την ζωή μας. Και άνευ αμφιβολίας, ο σταυρός αποτελεί το κριτήριο των λόγων μας και των ενεργειών μας.
Ό,τι δηλ. είναι αδύνατον να συνδυασθεί με τον σταυρό και ό,τι είναι αδύνατον να επιφέρει την ευλογία του και την προστασία του, ασυζητητί θα πρέπει εκ μέρους μας να απορρίπτεται.
Όπλο λοιπόν και δύναμις, ταυτοχρόνως δε και ομολογία τής κάθε υπάρξεως που σχηματίζει το ιερό σύμβολο, που τιμητικώς το επιφέρει επί του στήθους. Εκεί δηλ. που βρίσκεται η καρδιά. Εκεί που χρειάζεται η άγρυπνη προσευχή και η μονολόγιστη ευχή του Ιησού ώστε να προφυλάσσει, να χαριτώνει και να χριστοποιεί τον όλο άνθρωπο.
Φυσικά, μόνο τυχαία δεν είναι η προσπάθεια που τον τελευταίο καιρό ολονέν και περισσότερον βλέπουμε να αυξάνεται. Η προσπάθεια που εκπορεύεται από κέντρα ζοφερά και τρισάθλια τα οποία θεωρούν τον σταυρό “σκάνδαλον”. Από φορείς που επιζητούν την κατάργηση του ιερού μας συμβόλου, με απώτερο σκοπό την απορθοδοξοποίηση του λαού μας και γενικώς την αλλοίωση της ελληνικής αυτοσυνειδησίας του έθνους μας. Αλλά στο σημείο αυτό αποκαλύπτονται όχι μόνο τα άνομα σχέδια όσων, πατέρα έχουν αυτόν που καίγεται και συνθλίβεται από την χάρη που εκπηγάζει το ξύλον του σταυρού, αυτόν που συνετρίβη η κεφαλή του στο βάθρο του σταυρού, τουτέστιν τον διάβολον, αλλά εδώ φίλοι μου αποκαλύπτεται είτε το θάρρος είτε αλλοίμονον η δειλία και ο φόβος των όσων πιστεύουν στην δύναμη του σταυρού και αποδέχονται την λυτρωτική θυσία της χάριτος, διστάζουν όμως να εκφράσουν δημοσία την πίστη τους.
Πλέον συγκεκριμένα, αποτελεί ντροπή και όνειδος για τον κάθε πιστό, για το όλο έθνος και μάλιστα γι' αυτή την Ελλαδική Εκκλησία, εάν τα τέκνα του σκότους, κατορθώσουν να καταργήσουν τον σταυρό από την σημαία μας και να απαγορεύσουν την δημοσία θέα και φυσικά την ευλογία του. Και ας παραδεχθούμε ότι η έως τώρα “επιτυχίες” των αντιφρονούντων και γενικώς όσων λυσσούν εναντίον της Ορθοδόξου πίστεώς μας, κατά ένα μεγάλο ποσοστό οφείλονται στην αδράνεια και τον συμβιβασμό ημών των χριστιανών.
Ελπίζουμε ότι στην μεγάλη πνευματική μάχη που θάττον ή βράδιον, νομοτελειακώς θα ξεσπάσει, ελπίζουμε λοιπόν ότι και πάλι οι πιστοί εν ενί σώματι θα ψάλλουμε θριαμβευτικά “νίκας κατά βαρβάρων”, αποδίδοντας την νίκη στον σταυρό, αναδεικνύοντας ταυτοχρόνως και το “πνεύμα δυνάμεως”. Το πνεύμα δυνάμεως που εμπνέει ο εσταυρωμένος Κύριος στους συνειδητούς πιστούς οι οποίοι αποτελούν και τα μέλη του Σώματός Του, δηλ. της Εκκλησίας Του.
Πράγματι, όπως και ο ίδιος ο Χριστός, έτσι και ο Σταυρός Του αποτελεί λίθον προσκόμματος και σκανδάλου. Και αυτό μεν για όσους έχουν “κεκαυστηριασμένη την ιδίαν συνείδησιν” (Α΄Τιμ. δ΄2) και αρνούνται φανερώς ή βεβηλώνουν στις ανίερες συνάξεις τον Τίμιο Σταυρό. Για εκείνους όμως που πιστεύουν και αγωνίζονται, ο “τριμερής” σταυρός του Χριστού γίνεται όπλον ακαταμάχητον αλλά και μαγνήτης ισχυρότατος. Μαγνήτης που ελκύει εκατομμύρια και δισεκατομμύρια ψυχών. Τελικώς το πόσες είναι οι ευλογημένες αυτές ψυχές, μόνο Αυτός ο Εσταυρωμένος γνωρίζει. Αυτός που ελκύει όχι δια της βίας, αλλ' “εν δεσμοίς αγαπήσεως Αυτού” (Ωσηέ, ια' 4), δια δεσμών αγάπης, δια τρυφερών φροντίδων και ευεργεσιών που εκπηγάζουν από του ζωοποιού ξύλου. Από του ξύλου δε αυτού, κρεμάμενος ο Κύριος της δόξης, ψιθυρίζει μυστικά και μέσα στην καρδιά τού κάθε καλοδιάθετου και αγωνιστού πιστού Του: “Αγάπησιν αιώνιον ηγάπησά σε, δια τούτο είλκυσά σε εις οικτείρημα” (Ιερεμ. Λη' 3). Με αγάπη αιώνια σε αγάπησα. Γι' αυτό σε είλκυσα κοντά μου, για ν' απολαύσεις τα δώρα των οικτιρμών μου!
Αδελφοί μου, μπροστά σε αυτό το μέγεθος της θεϊκής αγάπης, ενώπιον της ταπεινώσεως αυτής του Κυρίου και Θεού μας και ατενίζοντας το σύμβολο της νίκης στο μέσον του ναού, καθώς θα ψάλουμε την ακολουθία της υψώσεώς του, εμείς ας κάνουμε το ελάχιστο. Ας αγαπήσουμε τον Εσταυρωμένο, ας τιμούμε το όργανον της δόξης και συνειδητά και υποκαρδίως ας μέλπουμε ακαταπαύστως “Τον σταυρόν Σου προσκυνούμεν Δέσποτα και την αγίαν σου Ανάστασιν υμνούμεν και δοξάζομεν”.
Αμήν

Η αήττητη δύναμη «Ο λόγος γάρ ο του σταυρού τοις μεν απολλυμένοις μωρία εστί, τοις δε σωζομένοις ημίν δύναμις Θεού εστι»

ΚΥΡΙΑΚΗ 14 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2014 – Η ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΚΑΙ ΖΩΟΠΟΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ
Η αήττητη δύναμη

                       
«Ο λόγος γάρ ο του σταυρού τοις μεν απολλυμένοις μωρία εστί, τοις δε σωζομένοις ημίν δύναμις Θεού εστι»
Ο Σταυρός είναι η δύναμη που καταξιώνει τον άνθρωπο να εισέρχεται στο χώρο θεϊκής παρουσίας και ν’ αναδεικνύεται αιώνια ύπαρξη, με την κατάργηση της φθοράς και του θανάτου. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ο απόστολος Παύλος προβάλλει το Σταυρό ως την ανεπανάληπτη ενέργεια του Θεού εν Χριστώ για την αποκατάσταση του ανθρώπου στην κοινωνία της αγάπης του.
Με τον Σταυρό ο Χριστός αποκαλύπτει στον κόσμο το μυστήριο της αγάπης του Θεού, ως τον κατ’  εξοχήν τρόπο καταξίωσης και ανάδειξής του σε τροχιές ουράνιας και αιώνιας εμβέλειας. Μάλιστα, η πατερική σκέψη μάς πληροφορεί ότι το μυστήριο του Σταυρού άρχισε «αϊδίως», δηλαδή προαιωνίως. Και αυτό, γιατί η φανέρωση της αγάπης του Θεού εν Χριστώ αποκαλύπτεται πάντοτε σταυρωμένη και θυσιαζόμενη.
Βέβαια, ο εγωκεντρικός άνθρωπος που αφήνει τον εαυτό του να βυθίζεται στην αμαρτία, δεν είναι σε θέση να κατανοήσει και να δεχθεί στη ζωή και την ύπαρξή του ότι η θυσιαζόμενη αγάπη είναι η κατ’ εξοχήν δύναμη που ακυρώνει τον θάνατο. Εδώ εστιάζεται και η υπέρβαση που συνιστά η δύναμη του Σταυρού, αφού ο θάνατος αποτελεί το επιστέγασμα της βιολογικής αναγκαιότητας ως κατάσταση που προέκυψε μετά από την πτώση, δηλαδή την άρνηση του ανθρώπου να δεχθεί στη ζωή του την αγάπη του Θεού. Ο άνθρωπος όμως που βιώνει ως πράξη ζωής το θυσιαστικό στοιχείο της αγάπης, όπως απορρέει από την πραγματικότητα του Σταυρού, μπορεί ν’ αντικρίζει το μεγάλο αυτό σύμβολο ως τη δύναμη που τον σώζει από τον θάνατο.
Ζωή και Ανάσταση
Ο Μέγας Βασίλειος σημειώνει χαρακτηριστικά ότι ο Θεός οικονομικώς επέτρεψε τον θάνατο «ίνα μή το κακόν αθάνατον γένηται». Γι’ αυτό και «ο αποθανών δεδικαίωται από της αμαρτίας», αναφέρει από την πλευρά του ο απόστολος Παύλος. Δηλαδή με τον θάνατο σταματά να αμαρτάνει και με αυτό τον τρόπο η αμαρτία δεν διαιωνίζεται. Ο θάνατος όμως παύει να έχει ισχύ γιατί λύεται από τη δύναμη του Σταυρού και της Ανάστασης. 
Αυτό που αρνήθηκε ο άνθρωπος στον Θεό το ανέλαβε ο Θεάνθρωπος Κύριος προκειμένου να αποκαταστήσει τη διασαλευθείσα σχέση, η οποία δεν είχε απλώς ηθικό χαρακτήρα αλλά είχε σαφώς οντολογική διάσταση. «Εδεήθημεν Θεού σαρκουμένου και νεκρουμένου, ίνα ζήσωμεν», τονίζει πολύ εμφαντικά σε σχέση με το πιο πάνω ο Γρηγόριος ο Θεολόγος. Για να συμπληρώσει μια άλλη μεγάλη πατερική μορφή, ο Μέγας Αθανάσιος: « Ο Λόγος σαρξ εγένετο διά να παύσει και να εξαφανίσει την φθοράν. Ο θάνατος νικάται όχι μόνο με την παρουσία της ζωής στο ανθρώπινο σώμα, αλλά και με τον εκούσιο θάνατο του Κυρίου». Αυτός αποκαλύπτεται ως μια προσφορά θυσίας που αναδεικνύει την αγάπη στην πιο αυθεντική της μορφή. Η αγάπη του Κυρίου είναι ακριβώς η εκούσια θυσία του στο Σταυρό «υπέρ της του κόσμου ζωής και σωτηρίας». Μάλιστα, η διά του Σταυρού προσφερόμενη σωτηρία δεν συνιστά απλή υπέρβαση της αμαρτίας αλλά και καταξίωση του ανθρώπου στην εμπειρία της θείας δόξας. Ο θάνατος με αυτό τον τρόπο από χωρισμός και φθορά μεταβάλλεται σε δίοδο αληθινής ζωής.
Ο Σταυρός του Κυρίου, την παγκόσμια ύψωση του οποίου γιορτάζουμε σήμερα, δεν είναι ένα απλό σύμβολο, έστω φορτισμένο με συναισθηματικές εξάρσεις και ανυψώσεις, αλλά είναι η ίδια η σφραγίδα της σωτηρίας, η διαπόμπευση του θανάτου. Η δύναμη του Σταυρού είναι τελικά η δύναμη της Ανάστασης.
Αγαπητοί αδελφοί, ο Σταυρός είναι η πραγματικότητα εκείνη που στη θέση του άκρατου εγωκεντρισμού που κυριαρχεί στη ζωή του σημερινού ανθρώπου, προβάλλει τη θυσιαζόμενη αγάπη ως την κατ’ εξοχήν ζωή που τόσο εναγωνίως ψάχνουμε στην εποχή μας. Με τη Δεσποτική εορτή της Παγκόσμιας Ύψωσης του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού, η Εκκλησία καλεί τον κάθε άνθρωπο να αποτολμήσει μια μεγάλη υπέρβαση. Να αγκαλιάσει το ακαταμάχητο όπλο «δι ού κατήργηται και εξηφάνισται η φθορά και κατεπόθη του θανάτου η δύναμις και υψώθημεν από γης εις ουράνια».
Χριστάκης Ευσταθίου, Θεολόγος.

Παγκόσμια ύψωση του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού



Σήμερα η Εκκλησία εορτάζει την παγκόσμια ύψωση του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού. Η γιορτή είναι αρχαιότατη και μια από τις Δεσποτικές γιορτές, τις γιορτές δηλαδή τις αφιερωμένες στο Δεσπότη Χριστό. Η γιορτή συνδέεται με μεγάλα ιστορικά γεγονότα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, γι’ αυτό έχει πανηγυρικό χαρακτήρα. Συγχρόνως όμως αναφέρεται στη σταύρωση και το θάνατο του Κυρίου, γι΄ αυτό και τιμάται με αυστηρή νηστεία, όπως η Μεγάλη Παρασκευή. Το Ευαγγέλιο, που διαβάζεται στη θεία Λειτουργία, είναι το ίδιο που διαβάζεται και τη Μεγ. Παρασκευή. Μέχρι πριν λίγα χρόνια η εορτή της Υψώσεως του τιμίου Σταυρού ήταν ημέρα γενικής αργίας, αλλά μετά τον πόλεμο οι εργάσιμες ημέρες της εβδομάδας, ενώ από έξη έγιναν πέντε, η εορτή του Σταυρού είναι εργάσιμη ημέρα.
Το 326, ένα χρόνο μετά την πρώτη οικουμενική Σύνοδο, η αγία Ελένη πήγε στα Ιεροσόλυμα, να προσκυνήσει τους αγίους τόπους και να ευχαριστήσει το Θεό, για τις νίκες και τις θριαμβευτικές επιτυχίες του παιδιού της και πρώτου χριστιανού αυτοκράτορα Κωνσταντίνου. Τότε έκτισε διάφορους ναούς, όπως στο όρος των Ελαιών και στο σπήλαιο της Βηθλεέμ. Με διαταγή του Κωνσταντίνου ανέλαβε να κτίσει μεγάλο ναό στο λόφο του Γολγοθά, εκεί που σταυρώθηκε ο Ιησούς Χριστός. Εκεί, πριν από διακόσια χρόνια, ο αυτοκράτορας Αδριανός, για να εμποδίσει τους χριστιανούς να προσκυνούν τον άγιο τόπο, είχε αναγείρει ναό αφιερωμένο στην Αφροδίτη. Η άγια Ελένη κατεδάφισε τον ειδωλολατρικό ναό, ξεκαθάρισε τον τόπο, εξακρίβωσε τη θέση που σταυρώθηκε ο Κύριος και βρήκε τον τίμιο Σταυρό.
Η είδηση ότι βρέθηκε ο τίμιος Σταυρός διαδόθηκε σ’ όλο τον τότε χριστιανικό κόσμο. Έτρεξαν λοιπόν όλοι, και μάλιστα οι πιστοί της Παλαιστίνης, για να προσκυνήσουν το τίμιο ξύλο. Όταν τελείωσε ο ναός της Αναστάσεως, που έκτισε η αγία Ελένη πάνω στο λόφο του Γολγοθά, στις 14 Σεπτεμβρίου του 336 έγιναν επίσημα και με κάθε λαμπρότητα τα εγκαίνια. Τότε ο Πατριάρχης των Ιεροσολύμων Μακάριος, επειδή το πλήθος του λαού ήταν πολύ, για να δουν όλοι και να προσκυνήσουν, ανέβηκε στον άμβωνα, που ήταν στη μέση του ναού και ύψωσε τον τίμιο Σταυρό. Οι πιστοί προσκυνούσαν, κάνοντας το σταυρό τους κι έλεγαν «Κύριε, ελέησον». Αυτή λοιπόν την ύψωση του τιμίου Σταυρού γιορτάζει σήμερα η Εκκλησία και υψώνει τον τίμιο Σταυρό στη μέση του ναού.
Ύστερα από 280 περίπου χρόνια, το 614, οι Πέρσες κυρίευσαν τα Ιεροσόλυμα, έκαναν μεγάλες καταστροφές, πήραν αιχμάλωτο τον Πατριάρχη Ζαχαρία και μαζί τη μεγάλη ασημένια λειψανοθήκη, στην οποία η αγία Ελένη είχε φυλάξει τον τίμιο Σταυρό. Ο αυτοκράτορας Ηρά­κλειος, ύστερα από 14 χρόνια, έκανε εκστρατεία, έφτασε νικητής ως την πρωτεύουσα της Περσίας, ελευθέρωσε τους αιχμαλώτους χριστιανούς, πήρε τον τίμιο Σταυρό και τον Πατριάρχη Ζαχαρία και γύρισε στην Κωνσταντινούπολη. Από εκεί κατέβηκε στα Ιεροσόλυμα, έβγαλε το βασιλικό στέμμα και ανυπόδητος, σηκώνοντας το κιβώτιο με το τίμιο ξύλο το έφερε στο Γολγοθά. Εκεί, πάλι στις 14 Σεπτεμβρίου και στο ναό της Αναστάσεως, ο Πατριάρχης Ζαχαρίας ύψωσε στον άμβωνα τον Σταυρό κι ο λαός έψαλλε «Σώσον, Κύριε, τον λαόν σον…»,
Η ανεύρεση του τιμίου Σταύρου από την αγία Ελένη και η δεύτερη ύψωσή του στον άμβωνα από τον Πατριάρχη Ζαχαρία συνοδεύονται με δύο θαύματα. Το πρώτο θαύμα είναι η θεραπεία μιας ετοιμοθάνατης γυναίκας. Η αγία Ελένη βρήκε τρεις σταυρούς· οι άλλοι δύο ήσαν των δύο ληστών. Γεννήθηκε λοιπόν απορία ποιός ήταν ο Σταυρός του Κυρίου. Εκεί κοντά βέβαια βρέθηκε η επιγραφή του Πιλάτου «Ιησούς ο Ναζωραίος ο Βασιλεύς των Ιουδαίων», αλλά ο Πατριάρχης Μακάριος άγγιξε την ετοιμοθάνατη γυναίκα με το τίμιο Ξύλο κι η άρρωστη αμέσως έγινε καλά. Το δεύτερο θαύμα είναι ότι, ανεβαίνοντας με το τίμιο Ξύλο προς το Γολγοθά, ο αυτοκράτορας Ηράκλειος σταμάτησε και δεν μπορούσε να προχωρήσει. Τότε ο Πατριάρχης Ζα­χαρίας του είπε κι έβγαλε το βασιλικό στέμμα και τα υποδήματά του. Κι αμέσως ξεκίνησε.
Η Εκκλησία, τιμά και προσκυνεί τιμητικά τα ιερά λείψανα των Αγίων και τα άμφια της υπεραγίας Θεοτόκου. Πολύ περισσότερο τον τίμιο Σταυρό του Κυρίου, που είναι «ο φύλαξ πάσης της οικουμένης, η ωραιότης της Εκ­κλησίας και πιστών το στήριγμα». Από τότε που η αγία Ελένη βρήκε τον τίμιο Σταυρό στα Ιεροσόλυμα, είναι μεγάλο απόκτημα και θησαυρός για κάθε πόλη και μοναστήρι, που μπορεί να έχει ένα ελάχιστο κομμάτι από το τίμιο Ξύλο.
«Χριστός ο αληθινός Θεός ημών… δυνάμει του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού… ελεήσαι και σώσαι ημάς». Αμήν.
Μητροπ. Σερβίων και Κοζάνης +Διονυσίου, «Εικόνες έμψυχοι»

Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΥΨΩΣΙΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΚΑΙ ΖΩΟΠΟΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΟΡΜΠΑΡΑΚΗΣ

 
 
 
«Ο Μέγας Κωνσταντίνος, ο πρώτος μεταξύ των χριστιανών βασιλέων, είχε κάποτε πόλεμο, όπως λένε κάποιοι ιστορικοί, στη Ρώμη κατά του Μαξεντίου, πριν να γίνει αυτοκράτορας. Άλλοι ιστορικοί όμως λένε ότι είχε πόλεμο κατά των Σκυθών, στον Δούναβη ποταμό. Βλέποντας δε το πλήθος των εχθρών να είναι πολλαπλάσιο του δικού του στρατεύματος, διακατεχόταν από απορία και φόβο. Ευρισκόμενος λοιπόν σε μία τέτοια κατάσταση, φάνηκε  στον ουρανό, ενώ ήταν ακόμη ημέρα, ο τύπος του σταυρού με αστέρια, και γραφή γύρω από τον σταυρό, με ρωμαϊκά στοιχεία, κι αυτά τυπωμένα με αστέρια, που έλεγε: «Εν τούτω νίκα». Αμέσως λοιπόν έδωσε εντολή να σχεδιάσουν από χρυσό τον Σταυρό, κατά τον τύπο που του φανερώθηκε, και Αυτόν να βάλουν να προπορεύεται στο στράτευμά του. Επιτίθεται λοιπόν έτσι κατά των εχθρών και νικά, ώστε οι περισσότεροι από αυτούς να φονευτούν, οι δε άλλοι να τραπούν σε φυγή. Από το γεγονός αυτό κατάλαβε τη δύναμη του Εσταυρωμένου Χριστού, τον Οποίον πίστεψε ως αληθινό Θεό, γι’  αυτό και βαπτίστηκε στον όνομά Του. Έπειτα έστειλε τη μητέρα του αγία Ελένη στα Ιεροσόλυμα, για να βρει τον Σταυρό του Χριστού. Αυτή πράγματι Τον βρήκε κρυμμένο, μαζί με τους δύο άλλους σταυρούς, στους οποίους είχαν σταυρωθεί οι ληστές, όπως βρήκε και τα καρφιά του Σταυρού του Χριστού. Στην αρχή όμως, όταν βρήκε τους σταυρούς, απορούσε η βασίλισσα ποιος να ήταν ο Σταυρός του Κυρίου, κάτι που της απεκαλύφθη μ’ ένα θαύμα: τοποθέτησαν μία χήρα γυναίκα που έτυχε να πεθάνει εκεί πάνω στους σταυρούς, και ενώ οι δύο σταυροί των ληστών δεν έκαναν τίποτε, ο Σταυρός του Κυρίου, με το άγγιγμά Του την ανέστησε. Τον τίμιο Σταυρό λοιπόν του Κυρίου προσκύνησε η βασίλισσα, και μαζί της και όλη η Σύγκλητος. Ο λαός όμως ζητούσε και αυτός να προσκυνήσει, αλλά λόγω του πλήθους τούτο ήταν αδύνατο, οπότε ζήτησε τουλάχιστον να Τον δει. Τότε ανέβηκε ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Μακάριος πάνω στον άμβωνα και ύψωσε εκεί τον τίμιο Σταυρό, ο δε πιστός λαός κατανυγμένος άρχισε να κραυγάζει το «Κύριε, ελέησον». Έκτοτε επικράτησε να γίνεται η εορτή της υψώσεως του Σταυρού. Μετά τριακόσια χρόνια, ο αυτοκράτορας Ηράκλειος, αφού πήρε πίσω τον Σταυρό του Κυρίου, που Τον είχαν διαρπάσει οι Πέρσες, όταν κυρίευσαν τα Ιεροσόλυμα, μπήκε με Αυτόν νικηφόρος και θριαμβευτής στην Κωνσταντινούπολη, και ανύψωσε το ζωηφόρο ξύλο για δεύτερη φορά στην αγία Σοφία, ενώπιον του ζητωκραυγάζοντος λαού της Κωνσταντινουπόλεως».
Η παγκόσμια ύψωση του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού προβάλλει κάθε χρόνο ενώπιόν μας το γεγονός εκείνο με το οποίο ο άνθρωπος εισήλθε στη βασιλεία του Θεού: τη σταυρική θυσία του Κυρίου. Διότι  κατά τον υμνογράφο «εν τω Σταυρώ ο Κύριος κτείνας τον ημάς κτείναντα, νεκρωθέντας ανεζώωσε και κατεκάλλυνε, και εις ουρανούς πολιτεύεσθαι ηξίωσεν ως εύσπλαγχνος, δι’ υπερβολήν αγαθότητος» (Πάνω στον Σταυρό ο Κύριος αφού εξολόθρευσε αυτόν που μας είχε εξολοθρεύσει, μας ξαναζωντάνεψε και μας καταομόρφυνε, όπως  και μας αξίωσε ως εύσπλαγχνος, λόγω της υπερβολικής αγαθότητάς Του, να ζούμε και πάλι στους ουρανούς). Μερικές από τις όψεις αυτού του μυστηρίου του σταυρού διά του οποίου και σωθήκαμε θα επισημάνουμε και στη συνέχεια.
1. Ο Σταυρός του Κυρίου: ιστορία και μυστήριο.
Η προσέγγιση λοιπόν της Σταυρικής Θυσίας του Κυρίου δεν είναι εύκολο εγχείρημα. Μολονότι έχει ιστορικές συντεταγμένες – συνέβη εν χρόνω και τόπω: στην Ιουδαία επί Ποντίου Πιλάτου, όπως το ομολογούμε στο Σύμβολο της Πίστεως, «σταυρωθέντα τε υπέρ ημών επί Ποντίου Πιλάτου» - κάτι που κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί, έστω κι αν είναι ο μεγαλύτερος άθεος, όμως υπερβαίνει κατά πολύ αυτό που οι ανθρώπινες αισθήσεις και δυνάμεις μπορούν να επισημάνουν: έναν άνθρωπο που πάσχει με σκληρά βασανιστήρια. Ο Σταυρός αποτελεί μέγιστο μυστήριο, διότι πάνω Του πάσχει ο Θεός που έγινε άνθρωπος, ο ίδιος ο Θεός κατά το ανθρώπινο.
Η πραγματικότητα αυτή δεν είναι εφικτή στα ανθρώπινα. Συνιστά το βάθος που για να το συναντήσει ο άνθρωπος πρέπει να επιστρατεύσει την πίστη του. Μόνον ο πιστός στον Χριστό άνθρωπος μπορεί να «δει», εν μέρει και χαρισματικά πάντα, το τι διαδραματίζεται πίσω από τα φαινόμενα. Κι αυτό που διαδραματίζεται  αποτελεί και το μυστήριο της λύτρωσης του ανθρώπου. Διότι πάνω  στον Σταυρό ο Χριστός, ως Θεός και άνθρωπος που είναι, «αίρει την αμαρτίαν του κόσμου», καταργεί το σώμα της αμαρτίας εν τη σαρκί Αυτού, μας συμφιλιώνει με τον Θεό, μας ανοίγει τη Βασιλεία του Θεού. Ο άνθρωπος πια δεν είναι ξένος και παρεπίδημος στον κόσμο, αλλά οικείος του Θεού και φίλος των αγίων (Πρβλ. Εφεσ.2,19). Τα πάντα ανατρέπονται, δηλ. επανέρχονται στην απαρχής κανονική και φυσική τους κατάσταση: τον Θεό Τον ζούμε ως Πατέρα, τους συνανθρώπους ως αδελφούς, τη φύση ως συνάδελφη, τον εαυτό μας ως ένα με εμάς. Με τον Σταυρό του Κυρίου η ανθρωπότητα θεραπεύτηκε. Το δηλητήριο της αμαρτίας βγήκε. Η Ανάσταση είναι γεγονός για τους ανθρώπους.
Η άρση της αμαρτίας του κόσμου δεν σχετίζεται με την εποχή μόνο του Χριστού. Όταν στον Σταυρό ο Χριστός αίρει την αμαρτία του κόσμου, σημαίνει ότι τούτο κυριολεκτείται: αίρει την αμαρτία του κάθε κόσμου, του προ Αυτού, της εποχής Του, της μετά από Αυτόν. Οι αμαρτίες όλων των ανθρώπων όλων των εποχών σηκώθηκαν πάνω στον Σταυρό και ξεπλύθηκαν. Δεν υπάρχει πια αμαρτία ασυγχώρητη. Όσες αμαρτίες ο καθένας μας έχει κάνει, κάνει ή θα κάνει, ήδη γι’  αυτές έχει πάθει ο Χριστός. Ο καθένας δηλαδή υπήρξε κι ένα αγκάθι στον Χριστό – κι είναι τούτο μέσα στη μυστηριακή διάσταση του Πάθους Του – που σημαίνει ότι και για μας ο Χριστός πληγώθηκε και πόνεσε. Εκείνος που θα επικαλεστεί τις πολλές και μεγάλες του ίσως αμαρτίες για να μένει μακριά από τον Θεό, απλώς βλασφημεί τον Σταυρό του Κυρίου.
2. Ο Σταυρός: φανέρωση της αγάπης του Θεού.
Η αποδοχή του Σταυρού του Κυρίου ως μυστηριακού γεγονότος οδηγεί στην υπέρβαση της παγίδας των «αναλύσεων». Οι «αναλύσεις» σχετικοποιούν το μυστήριο του Σταυρού και το υποβιβάζουν στο επίπεδο της ανθρώπινης λογικής. Στην παγίδα αυτή δυστυχώς έπεσαν στο παρελθόν η Δυτική θεολογία και όσοι από τους ορθοδόξους θεολόγησαν με δυτικά κριτήρια. Δεν ξεχνάμε για παράδειγμα την προσπάθεια του Ανσέλμου Κανταουρίας, που προβληματιζόταν πάνω στο ερώτημα «γιατί έγινε άνθρωπος ο Θεός και γιατί έπαθε». Και η απάντηση που έδινε, αποκάλυπτε τη δικανική – νομική κατανόηση της σωτηρίας του ανθρώπου από τον Θεό: να εξιλεωθεί ο Θεός με το πάθος του Υιού Του.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία απέφυγε τον πειρασμό. Προβληματίστηκε μόνον πάνω στο «έδει παθείν τον Χριστόν» - έπρεπε να πάθει ο Χριστός – που σήμαινε γι’  αυτήν κυρίως δύο πράγματα: 1. Το μέγεθος της αμαρτίας του ανθρώπου∙ τέτοιας που η διδασκαλία μόνη του Χριστού ή και τα θαύματά Του δεν ήταν ικανά προς σωτηρία. Έπρεπε να θυσιαστεί για να αρθεί το χάσμα που η αμαρτία είχε θέσει μεταξύ ανθρώπου και Θεού. 2. Την άπειρη αγάπη του Θεού, που δεν διστάζει να θυσιάσει και τον μονογενή Του Υιό για να σωθεί ο κόσμος. «Ούτω γαρ ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον Υιόν αυτού τον μονογενή έδωκεν, ίνα πας ο πιστεύων εις Αυτόν μη απόληται, αλλ’  έχη ζωήν αιώνιον» (Ιωάν. 3, 16).
Ο προβληματισμός πάνω στην αγάπη του Θεού έθετε για την Ορθόδοξη Εκκλησία και το θέμα της δικαιοσύνης Του. Η δικαιοσύνη του Θεού φανερώθηκε στον Σταυρό ως αγάπη, που σήμαινε κατ’  άνθρωπον αδικία. Και τούτο γιατί ανθρώπινα δεν μπορεί να νοηθεί η καταδίκη του αθώου, του Χριστού δηλαδή που πάσχει υπέρ του αμαρτωλού κόσμου, και η δικαίωση των ενόχων, των ανθρώπων δηλαδή που απαλλάσσονται από την καταδίκη. Η ανθρώπινη δικαιοσύνη απαιτεί το αντίθετο. Την καταδίκη του ενόχου και την απαλλαγή του αθώου. Έτσι με τον Σταυρό ιδίως του Χριστού διαπιστώθηκε ότι η θεία δικαιοσύνη δεν λειτουργεί με τα ανθρώπινα μέτρα. Αν λειτουργούσε έτσι, το ανθρώπινο γένος θα έπρεπε λόγω της αμαρτίας του να αφανιστεί. Ευτυχώς για εμάς μέτρο της δικαιοσύνης του Θεού είναι η άπειρη αγάπη Του.
3. Ο Σταυρός: κλήση προς μετοχή.
Η απορροή τόσων μεγάλων δωρεών για τον άνθρωπο από τον Σταυρό του Χριστού: κατάργηση της αμαρτίας, συμφιλίωση με τον Θεό, επανένταξη στη Βασιλεία του Θεού, είναι γνωστό ότι προϋποθέτει και την αποδοχή του ανθρώπου. Αν ο άνθρωπος δεν πιστέψει στον Χριστό, αν δεν γίνει μέλος του μυστικού σώματός Του, της Εκκλησίας, οι δωρεές αυτές παραμένουν ανενέργητες γι’  αυτόν και κενές περιεχομένου. Διότι προς σωτηρία του ανθρώπου απαιτείται, όπως όλοι γνωρίζουμε, όχι μόνον η χάρη του Θεού, αλλά και η δική του η θέληση. Πώς λοιπόν πιο συγκεκριμένα μετέχει κανείς στον Χριστό, δηλαδή γίνεται μέτοχος των δωρεών της σταυρικής Του θυσίας;
(1) Με το βάπτισμα. Το βάπτισμα αποτελεί συμμετοχή στον θάνατο και την Ανάσταση του Κυρίου. Όταν τριττώς καταδύεται και τριττώς αναδύεται ο άνθρωπος από την κολυμβήθρα, την «κοιλιά» της Εκκλησίας, συμμετέχει στον θάνατο και την Ανάσταση του Χριστού. Με τη συμμετοχή του αυτή καθαρίζεται, «πεθαίνει», από κάθε αναγκαστική ροπή αμαρτίας και βγαίνει νέος και αναστημένος άνθρωπος. Ο Χριστός γεννιέται μέσα του και γίνεται μέλος του σώματός Του. «Πραγματικά, το βάπτισμά μας σημαίνει πως συμμετέχουμε στον θάνατο και στην ταφή του Χριστού. Κι όπως ο Πατέρας Θεός με τη δύναμή Του ανέστησε τον Χριστό από τους νεκρούς, το ίδιο κι εμείς μπορούμε να ζήσουμε μια νέα ζωή. Όπως δηλαδή ενταχτήκαμε οργανικά στο σώμα του Χριστού με μία πράξη που συμβολίζει συμμετοχή στον θάνατό του, έτσι θα συμμετάσχουμε πραγματικά και στην ανάστασή Του» (Ρωμ. 6, 4-5).
(2) Με τη Θεία Κοινωνία. Η μετοχή του ανθρώπου στον Σταυρό δεν σταματά με το βάπτισμα και το συνακόλουθο βεβαίως χρίσμα. Συνεχίζεται διαρκώς με την εν μετανοία μετοχή του πιστού στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Διότι η Θεία Ευχαριστία προσφέρει τη διακράτηση και την αύξηση της χάρης του Θεού, που εισήλθε στο βάθος της ψυχής δια του βαπτίσματος. Έτσι χωρίς το σώμα και το αίμα του Χριστού ο πιστός αδυνατίζει και μαραίνεται πνευματικά, που σημαίνει ότι οι δωρεές του Σταυρού με τη Θεία Ευχαριστία ανανεώνονται και πολλαπλασιάζονται. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος μιλώντας για τη Θεία Ευχαριστία τονίζει τον σταυρικό, και αναστάσιμο ταυτοχρόνως, χαρακτήρα αυτής: «Όταν προσίης τω φρικτώ ποτηρίω, ως απ’ αυτής πίνων της πλευράς, ούτω προσίης», δηλαδή όταν προσέρχεσαι στο φρικτό ποτήριο, να προσέρχεσαι σαν να πίνεις από την ίδια την πλευρά του Σωτήρος.
(3) Με τον αγώνα για πνευματική ζωή. Ο Χριστιανός δεν γίνεται πνευματικός, μέτοχος δηλαδή των δωρεών του Πνεύματος του Θεού, μόνον με τη συμμετοχή του στα μυστήρια. Μία τέτοια θεώρηση θα έδειχνε ότι η σωτηρία είναι αποτέλεσμα αποκλειστικά της χάρης του Θεού, χωρίς την ανθρώπινη συνέργεια. Γίνεται και με τον αγώνα του για τήρηση των εντολών του Χριστού. Η τήρηση των εντολών, κυρίως της πίστεως στον Χριστό και της αγάπης στον συνάνθρωπο, τον καθιστά «ανοιχτό» στη χάρη του Θεού και του δημιουργεί τις συνθήκες ορθής μετοχής του στα μυστήρια. Η τήρηση όμως αυτή δεν είναι εύκολη. Απαιτεί σκληρό αγώνα κατά των παθών και των αμαρτιών, ακόμη δε και κατά του αρχεκάκου διαβόλου, που μας πειράζει μέσω των παθών. Έτσι η πνευματική ζωή αποτελεί κυριολεκτικά «μάτωμα» της ψυχής, δόση αίματος, κατά το «δος αίμα και λάβε Πνεύμα», μ’  ένα λόγο κατανοείται ως συσταύρωση με τον Χριστό. «Ει τις θέλει οπίσω μου έρχεσθαι, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού καθ’  ημέραν και ακολουθείτω μοι» (Λουκ. 9, 23).
Έχει ειπωθεί ανθρωποπαθώς ότι το σχήμα της θύρας της Βασιλείας του Θεού είναι σταυρικό. Κανείς δηλαδή δεν μπορεί να εισέλθει σ’ αυτήν, παρακάμπτοντας τον Σταυρό. Ο Σταυρός, ως συσταύρωση ουσιαστικά, όπως είδαμε, με τον Χριστό, είναι ο κλήρος του χριστιανού. Αυτός είναι η δόξα του, όπως ακριβώς μαρτυρείται από το Ευαγγέλιο για τον ίδιο τον Χριστό. Δι’  Αυτού σωθήκαμε, δι’  Αυτού θεωθήκαμε, με Αυτόν προχωράμε. Τα λόγια που ακούγονται «με τον σταυρό στο χέρι τίποτε δεν πετυχαίνεις», που τα λένε δυστυχώς και χείλη «χριστιανών», είναι λόγια που μόνον ο διάβολος θα μπορούσε να εκστομίσει. Διότι για εκείνον ο Σταυρός συνιστά «το τραύμα» του. Για εμάς όμως πάντοτε ο Σταυρός είναι «ο φύλαξ πάσης της οικουμένης, η ωραιότης της Εκκλησίας, βασιλέων το κραταίωμα και των πιστών το στήριγμα», όπως βεβαίως είναι και «των αγγέλων η δόξα».

ΣΤΗΝ ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ


14. ΤΙΜΙΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ (17)«Σταυρόν χαράξας Μωσής επ’ ευθείας ράβδω, την Ερυθράν διέτεμε»: Από την ημέρα της Μεταμορφώσεως, ακούμε τις όμορφες Καταβασίες  να μας προετοιμάζουν για τη μεγαλύτερη γιορτή του Φθινοπώρου. Έτσι, στις αρχές του, η Εκκλησία μας, με πολλή μεγαλοπρέπεια, γιορτάζει την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού και μας καλεί να τον προσκυνήσομε και να αντλήσουμε από τη δύναμη και την αγιότητά του.
«Ω τρισμακάριον ξύλον»
Όποιος θα επιχειρούσε μια απλή περιδιάβαση σε τούτη τη σπουδαία γιορτή, θα εκπλησσόταν από τον πλούτο των θρύλων, των τοπικών παραδόσεων, καθώς έχει διαποτίσει, εδώ και πάρα πολλούς αιώνες, τη ζωή των χριστιανών, σ’ Ανατολή και Δύση. Αναρίθμητα έθιμα, ιδιαίτερα από τη γεωργική και την ποιμενική ζωή, καθώς και τις εμπειρίες των ναυτικών, διασώζονται μέχρι σήμερα, που  η αλλοτρίωση και η εκκοσμίκευση έχουν εισχωρήσει βαθιά στη ζωή μας, αποκόπτοντας  σε βαθμό ανησυχητικό τις νέες γενιές από τις παραδόσεις και τον πολιτισμό μας.
Όμως, εκείνο που σίγουρα διατηρεί την αξεπέραστη ομορφιά και τον θαυμαστό δυναμισμό του, είναι το όλο λειτουργικό κλίμα των εκκλησιαστικών ακολουθιών, που ανοίγουν το νου, την καρδιά, την ύπαρξη, για ν’ αγκαλιάσει το Θεό, τους ανθρώπους και τον κόσμο, μέσα στην ορθόδοξη χαρμολύπη. Άραγε, από πού πηγάζει αυτή η μυστική γοητεία του Τιμίου Σταυρού; Πώς, με τη θέασή του, γλυκαίνουν τα δάκρυα κι ομορφαίνει η ζωή, για να κυοφορήσει τους καρπούς της;
Από το Συναξάρι της ημέρας πληροφορούμαστε για τα εξής γεγονότα: Πρώτο, το περίφημο όραμα του Μεγάλου Κωνσταντίνου, με το σημείο του Σταυρού στον ουρανό, μέρα μεσημέρι, και τη γνωστή φράση, «Εν τούτω νίκα». Δεύτερο, τη θαυμαστή εύρεση του Τιμίου Ξύλου στα Ιεροσόλυμα από την Αγία Ελένη, την ύψωσή του από τον Πατριάρχη Μακάριο και την προσκύνησή του από το πλήθος των πιστών. Και, τρίτο,  τη δεύτερη ύψωσή του, τριακόσια χρόνια αργότερα, από τον αυτοκράτορα Ηράκλειο, ο οποίος τον απέσπασε από τους Πέρσες, που τον είχαν αρπάξει με τις καταστροφικές επιδρομές τους.
Η εξαιρετική υμνολογία παραπέμπει στις εκπληκτικές προεικονίσεις του Σταυρού στην Παλαιά Διαθήκη. Περισσότερες, όμως, είναι οι αναφορές σε γεγονότα που συνέβησαν με την έξοδο του Ισραηλιτικού λαού από την Αίγυπτο και κατά τη σαραντάχρονη πορεία του προς τη Γη της Επαγγελίας, όπως: η διάβαση της Ερυθράς Θάλασσας, ο γλυκασμός των υδάτων της Μερρά, η κατατρόπωση του στρατού του Αμαλήκ, κ. ά.
Συγχρόνως, οι υμνογράφοι, θεολογώντας με το δικό τους τρόπο, παραπέμπουν στο αρχέγονο δράμα του ανθρωπίνου γένους, καθώς, δια της βρώσεως του «ξύλου», απώλεσε τον Παράδεισο και οδηγήθηκε στο θάνατο, παραπλανημένο από το δόλιο όφη (διάβολο). Τα αντίθετα, όμως, ενεργεί ο Σταυρός του Κυρίου: λειτουργώντας ως «δόλωμα» του εχθρού, με το πάθος του απαθούς, με το αίμα του αθώου, φέρνει τη θεραπεία, τη ζωή, τη σωτηρία. Έτσι, ο Σταυρός δεν θα είχε από μόνος του καμία αξία, αν δεν τον εξαγίαζε με το θάνατό Του ο Χριστός. Μ’ αυτόν ζωοποιεί της ανθρώπους, τους ανυψώνει στους ουρανούς. Και, ενώ οι άγγελοι χαίρονται και πανηγυρίζουν με τη θέα του Σταυρού  και οι πιστοί ευφραίνονται, οι υποχθόνιες δυνάμεις, τα πονηρά πνεύματα, φρίττουν και διαλύονται, μη αντέχοντας τη δύναμή του.
Μια σπουδαία, επίσης, προσέγγιση του μυστηρίου του Σταυρού μάς προσφέρει ο «Οίκος» της Εορτής. Αναφέρεται στον Παύλο, που αξιώθηκε να ανεβεί ως τον «τρίτο ουρανό», και θεωρεί ως μόνο του «καύχημα» το Σταυρό του Κυρίου. Ομοίως κι εμείς, λέει ο συντάκτης, καλούμαστε να μιμηθούμε τον Απόστολο, γιατί το τίμιο ξύλο είναι «σωτήριον, όπλον ειρήνης, αήττητον τρόπαιον».
16
Το μυστήριο του Σταυρού
 Πράγματι, εδώ ανοίγεται μπροστά μας ένας «δρόμος», για να φωτίσουμε τη σκέψη, αλλά και τη ζωή μας, αν σκύψομε με προσοχή στις έξοχες μαρτυρίες του Αποστόλου των εθνών, που βίωσε στο βάθος το μυστήριο του Σταυρού και μας βεβαιώνει ότι «ο Χριστός απέθανεν υπέρ των αμαρτιών ημών, κατά τας Γραφάς» ( Α΄Κορ. 15,3). Βλέπει στο σταυρό τη σοφία του Θεού, που μας απάλλαξε από την «κατάρα του Νόμου». Εξαφάνισε το «χειρόγραφον» των αμαρτιών μας. Έφερε την «καταλλαγή» με  όλα τα πλάσματά Του, την ειρήνη  Ιουδαίων και ειδωλολατρών με την ένωση των «πριν διεστώτων». Είναι, λοιπόν, αμέτρητες οι δωρεές  που έφερε ο Σταυρός στην ανθρωπότητα, ώστε να χαραχτεί βαθιά στις ψυχές, να καθορίσει τη ζωή και να αναγεννήσει και να μεταμορφώσει τη ζωή, όχι μόνο των Αποστόλων, αλλά και των Πατέρων, Ομολογητών, Μαρτύρων,  Οσίων: όλων των Αγίων της Εκκλησίας.
Ξέρομε ότι ο Σταυρός του Κυρίου έχει διαμοιραστεί σ’ όλο τον κόσμο. Τεμάχιά του φυλάσσονται στα Ιεροσόλυμα, στο Άγιο Όρος κι αλλού, και θαυματουργούν-όπως και στο νησί μας. Τα θαύματά του δεν έχουν τελειωμό. Το ξέρομε  από τους βίους των Αγίων, το βλέπομε  στη ζωή μας.  Τελευταία πληροφορούμαστε πως ένας Τούρκος βυζαντινολόγος  υποστηρίζει ότι, εκείνο το τεμάχιο του Τιμίου Σταυρού, που, σύμφωνα με ιστορικές μαρτυρίες, μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη, βρίσκεται εκεί, κρυμμένο από το 1204, λόγω της επιδρομής των κατ’ επίφαση Σταυροφόρων!
Προσκυνούμε το Σταυρό, με πολλή συγκίνηση και βαθύ σεβασμό στο ανεξιχνίαστο μυστήριό του. Ακούγοντας τις ωραιότατες ψαλμωδίες και πλημμυρισμένοι με τις ευωδίες των βασιλικών που τον στολίζουν, η σκέψη μας πηγαίνει  στην ευλογημένη εκείνη ώρα, που τον βρήκε η Αγία Ελένη. Σιγοψάλλουμε τα «Κύριε ελέησον», που, κατά την παράδοση, κραύγαζε ο λαός, όταν  το Τίμιο Ξύλο υψώθηκε στο Ναό της Αναστάσεως, με την αγάπη μας στον Κύριο, που μας υποσχέθηκε να δοξαστούμε μαζί Του στη Βασιλεία των Ουρανών.
Σταυροαναστάσιμη πορεία         
Η εορτή της Υψώσεως του Σταυρού εντυπωσιάζει με τη λαμπρότητά της. Όμως, το νόημα και ο σκοπός της δεν εξαντλούνται στους εξωτερικούς πανηγυρισμούς. Ο σταυρός δεν είναι μόνο σύμβολο. Πάνω απ’ όλα, για τους αληθινούς χριστιανούς είναι δρόμος προς το Γολγοθά. Διαρκής αγώνας εναντίον των παθών. Είναι τρόπος ζωής. Πάλι ο Παύλος μάς θυμίζει ότι «τα στίγματα του Κυρίου» σηκώνει στο σώμα του κι ότι, «οι του Χριστού την σάρκα εσταύρωσαν συν τοις παθήμασι και ταις επιθυμίαις» (Γαλ. Ε΄, 24).
Η «καρδιακή», ή, «προσευχή του Ιησού», καθώς εκπέμπεται  με τους στεναγμούς αμέτρητων υπάρξεων που ξαγρυπνούν και αγωνίζονται στις «ερήμους» των πόλεων και στις «πολιτείες της ερήμου», ως ευωδία πνευματική χιλιάδων ανθέων ανεβαίνει στους ουρανούς, πλησιάζοντας το Βασιλέα των καρδιών, της γης και του Ουρανού. Σε μια εποχή, με αμέτρητους σταυρούς και μαρτύρια αθώων ανθρώπων, οι προσευχές μας πρέπει να πυκνώνουν συνεχώς, για να γλυκάνει τον πόνο τους ο  Χριστός.
Οι «κουρασμένοι» πιστοί, όπως έλεγε κι ο μακαριστός  Αλέξανδρος Σμέμαν, οφείλουν να αναζητήσουν το έσχατο νόημα και το αληθινό περιεχόμενο του Σταυρού, όχι, βέβαια, στο χρυσό, τον άργυρο, τη χλιδή, την καταδυνάστευση και τη λατρεία του παρελθόντος, αλλά, στην πίστη στον πάμπτωχο, ανίσχυρο, ταπεινωμένο, Εσταυρωμένο Κύριο. Η «βασιλική  εξουσία» Του αποκαλύπτεται στο Γολγοθά, καθώς από δω αρχίζει η άπειρη αγάπη του Θεού να φωτίζει τον κόσμο. Κι αυτό το φως, αναστάσιμο και χαροποιό, όσο κι αν σκιάζεται από το σκοτάδι της αμαρτίας, να είμαστε σίγουροι πως, τελικά, θα κυριαρχήσει, ως νίκη του Εσφαγμένου Αρνίου της Αποκαλύψεως, του Αναστημένου και  ερχομένου εν δόξη Ιησού Χριστού.

Σταυρός η σκέπη της Εκκλησίας.-π.Δημητρίου Μπόκου



12ΣΕΠ
ΤΙΜΙΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ
Μιὰ ἐν­τε­λῶς θαυ­μα­στή, ὅ­σο καὶ πα­ρά­δο­ξη ἐμ­φά­νι­ση τοῦ Θε­οῦ ἔ­γι­νε στὸν πα­τριά­ρχη Ἀ­βρα­άμ, ἐ­νῶ αὐ­τὸς κα­θό­ταν στὴ θύ­ρα τῆς σκη­νῆς του, μέ­ρα με­ση­μέ­ρι, στὴ Χε­βρών, κον­τὰ στὴ δρῦ τοῦ Μαμ­βρῆ.
Κα­θὼς σή­κω­σε τὰ μά­τια του, εἶ­δε τρεῖς ἄν­δρες νὰ στέ­κον­ται ἀ­πέ­ναν­τί του. Ἔ­τρε­ξε ἀ­μέ­σως νὰ τοὺς προ­ϋ­παν­τή­σει καὶ τοὺς προ­σκύ­νη­σε ὣς τὴ γῆ.
-  Κύριέ μου­, εἶ­πε, ­ἂν ἔ­χω τὴν εὔ­νοι­ά σου, μὴν προ­σπε­ρά­σεις τὸν δοῦ­λο σου. Ἂς φέ­ρουν λί­γο νε­ρὸ νὰ πλύ­νε­τε τὰ πό­δια σας, καὶ με­τὰ μπο­ρεῖ­τε νὰ δρο­σι­στεῖ­τε κά­τω ἀ­πὸ τὸ δέν­τρο. Θὰ φέ­ρω καὶ λί­γο ψω­μὶ νὰ πά­ρε­τε δύ­να­μη, καὶ με­τὰ μπο­ρεῖ­τε νὰ πη­γαί­νε­τε. Πε­ρά­στε λοι­πὸν ἀ­πὸ τὸν δοῦ­λο σα­ς.
Ἐ­κεῖ­νοι ἀ­πάν­τη­σαν:
-  Κάνε ὅ­πως εἶ­πε­ς.
Τό­τε ὁ Ἀ­βρα­ὰμ ἔ­τρε­ξε στὴ σκη­νὴ καὶ εἶ­πε στὴ Σάρ­ρα:
-  Πάρε γρή­γο­ρα τρεῖς γα­βά­θες ἀ­λεύ­ρι ἐ­κλε­κτό, ζύ­μω­σέ το καὶ κά­νε πίτ­τε­ς.
Με­τὰ ἔ­τρε­ξε στὰ βό­δια, πῆ­ρε ἕ­να μο­σχά­ρι τρυ­φε­ρὸ καὶ κα­λό, τὸ ἔ­δω­σε στὸν ὑ­πη­ρέ­τη κι ἐ­κεῖ­νος τὸ ἑ­τοί­μα­σε γρή­γο­ρα. Πῆ­ρε ἀ­κό­μα βού­τυ­ρο, γά­λα καὶ μαζὶ μὲ τὸ μο­σχά­ρι ποὺ εἶ­χε ἑ­τοι­μά­σει,   τὰ πα­ρέ­θε­σε μπρο­στά τους. Καὶ ἐ­νῶ ἐ­κεῖ­νοι ἔ­τρω­γαν,  αὐ­τὸς τοὺς πα­ρα­στε­κό­ταν κά­τω ἀ­πὸ τὸ δέν­τρο (Γεν. 18, 1-8).
Τὸ πε­ρι­στα­τι­κὸ αὐ­τό, γνω­στὸ καὶ ὡς «Φιλοξενία τοῦ Ἀ­βραά­μ», θε­ω­ρεῖ­ται ὡς φα­νέ­ρω­ση τοῦ Τρι­α­δι­κοῦ Θε­οῦ, Πα­τρός, Υἱ­οῦ καὶ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος, καὶ κα­θι­ε­ρώ­θη­κε στὴν ὀρ­θό­δο­ξη εἰ­κο­νο­γρα­φί­α ὡς ἡ κα­τ’ ἐ­ξο­χὴν εἰ­κό­να τῆς Ἁ­γί­ας Τριά­δος. Εἶ­ναι χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό, ὅ­τι μι­λών­τας γιὰ τοὺς τρεῖς ἄν­δρες ἡ Ἁ­γί­α Γρα­φή, τοὺς προσ­δι­ο­ρί­ζει συ­νε­χῶς μὲ τὸ ὄ­νο­μα «­ὁ Κύ­ρι­ο­ς».
Πέ­ρα ὅ­μως ἀ­πὸ τὸ ὅ­τι τὸ γε­γο­νὸς αὐ­τὸ εἶ­ναι μιὰ φα­νε­ρὴ μαρ­τυ­ρί­α τῆς τρι­α­δι­κό­τη­τας τοῦ Θε­οῦ, ἐ­νυ­πάρ­χει καὶ μιὰ ἀ­κό­μη δι­ά­στα­ση σ’ αὐ­τό. Εἶ­ναι μιὰ προ­τύ­πω­ση, ἕ­νας συμ­βο­λι­σμὸς τοῦ γε­γο­νό­τος τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας: Ἔ­χου­με τὸν Τρι­α­δι­κὸ Θε­ό, τὸν δη­μι­ουρ­γὸ καὶ πα­τέ­ρα, σὲ μιὰ ἀ­ξι­ο­ζή­λευ­τη σκη­νὴ ἀ­λη­θι­νῆς κοι­νω­νί­ας μὲ τὰ ἐ­πὶ γῆς πι­στὰ τέ­κνα Του, τὸν Ἀ­βρα­ὰμ καὶ τὴ Σάρ­ρα. Μιὰ πρότυπη εἰ­κό­να, ἕνα ἀρχέτυπο τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, θρι­αμ­βεύ­ου­σας καὶ στρα­τευ­ο­μέ­νης.
Στὸ ὅ­λο σκη­νι­κὸ κά­τω ἀ­πὸ τὴν δρῦ τὴν Μαμ­βρῆ, ἕ­να δέν­τρο ρω­μα­λέ­ο, γε­μά­το ζω­ὴ καὶ δρο­σιά, ποὺ δὲν μνη­μο­νεύ­ε­ται τυ­χαῖ­α, ἀ­φοῦ ἡ Ἁ­γί­α Γρα­φὴ δὲν μᾶς συ­νη­θί­ζει σὲ ἄ­χρη­στες πλη­ρο­φο­ρί­ες καὶ λε­πτο­μέ­ρει­ες, ἀ­να­φέ­ρε­ται ὁ ἅ­γιος Ἰ­ω­άν­νης ὁ Χρυ­σό­στο­μος λέ­γον­τας: «Ποιὰ εἶ­ναι ἡ σκη­νὴ κά­τω ἀ­πὸ τὴν δρῦ τοῦ Μαμ­βρῆ; Εἶ­ναι ὁ­πωσ­δή­πο­τε ἡ Ἐκ­κλη­σί­α ὑ­πὸ τὴν σκέ­πη τοῦ Σταυ­ροῦ. Καὶ πα­ρο­μοι­ά­ζε­ται ὁ Σταυ­ρὸς μὲ τὴ βε­λα­νι­διά, ἐ­πει­δὴ τὸ ξύ­λο της εἶ­ναι γε­ρὸ καὶ ἀ­λύ­γι­στο».
Καὶ εἶ­ναι ἀ­πό­λυ­τα φυ­σι­κὸς ὁ συμ­βο­λι­σμὸς αὐ­τός, ἀ­φοῦ ὁ Σταυ­ρὸς πε­ρι­γρά­φε­ται παν­τοῦ σὰν ἕ­να ζω­η­φό­ρο φυ­τό, ποὺ φυ­τρώ­νει ἀ­πὸ τὰ ἄ­δυ­τα τῆς γῆς, ὑ­ψώ­νε­ται σὲ ὕ­ψος τε­ρά­στιο, γί­νε­ται σὲ εὗ­ρος καὶ μῆ­κος ἴ­σος μὲ τὸν οὐ­ρα­νὸ καὶ ἁ­γιά­ζει μὲ τὰ τέσ­σα­ρα ἄ­κρα του (τε­τρα­με­ρὴς) τὸν τε­τρα­πέ­ρα­το κό­σμο (=τὰ τέσ­σα­ρα πέ­ρα­τα τοῦ κό­σμου). Ποὺ βλα­στά­νει καὶ ἀ­να­πτύσ­σε­ται στὸ μυ­στι­κὸ πα­ρά­δει­σο (=κῆ­πο) ποὺ λέ­γε­ται Θε­ο­τό­κος. Καὶ μᾶς θυ­μί­ζει τὸ δέν­τρο τῆς ζω­ῆς στὸ μέ­σον τοῦ Πα­ρα­δεί­σου, ἀ­π’ τὸν καρ­πὸ τοῦ ὁ­ποί­ου ἔ­φα­γαν πα­ρά­και­ρα οἱ Πρω­τό­πλα­στοι, ὁ­δη­γών­τας ἔ­τσι τὸ γέ­νος μας στὸν πνευ­μα­τι­κὸ καὶ σω­μα­τι­κὸ θά­να­το. Αὐ­τὸν τὸν θά­να­το κα­ταρ­γεῖ τώ­ρα ὁ Σταυ­ρός, κα­θὼς μᾶς ὁ­δη­γεῖ πρὸς τὸν καρ­πὸ τοῦ ξύ­λου τῆς ζω­ῆς, τὸν Χριστό, ἀ­π’ τὸν ὁ­ποῖ­ο τρώ­γον­τας δὲν ἀ­πο­θνή­σκου­με. Εἶ­ναι ὁ Σταυ­ρός, μα­ζὶ μὲ τὴν Ἀ­νά­στα­ση, ἡ σω­τη­ρί­α ποὺ «πρὸ αἰ­ώ­νων εἰρ­γά­σα­το(=πραγματοποίησε) ἐν μέ­σῳ τῆς γῆς» ὁ Θε­ός. Σκε­πά­ζει τώ­ρα καὶ σώ­ζει ὁ­λό­κλη­ρη τὴν Ἐκ­κλη­σί­α,  ὅ­πως προ­στά­τευ­ε ἡ δρῦς τοῦ Μαμ­βρῆ τὴ σκη­νὴ τοῦ Ἀ­βρα­άμ.
Ἐ­μεῖς; Εἴ­μα­στε ἄ­ρα­γε κά­τω ἀ­πὸ αὐ­τὴν τὴν σκέ­πη τοῦ Σταυ­ροῦ;
(ΛΥΧΝΙΑ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ, ἀρ. φ. 350, Σεπτ. 2012)

Λόγος στήν ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ Ὕψωση τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ (Ἁγίου Ἀνδρέου Ἀρχιεπισκόπου Κρήτης)


ipsositimioustaurou11Ἑορτάζουμε τήν πανήγυρι τοῦ Σταυροῦ, καί ὅλο τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας καταφωτίζεται. Ἑορτάζουμε τήν πανήγυρι τοῦ Σταυροῦ, καί ὅλη ἡ οἰκουμένη φωταγωγεῖται καί γεμίζει μέ ἀκτίνες θεϊκῆς χαρᾶς. Ἑορτάζουμε τήν πανήγυρι τοῦ Σταυροῦ, διά τοῦ ὁποίου τό σκοτάδι (τῆς ἁμαρτίας) διώχθηκε, καί ἦλθε τό φῶς (τῆς ἀρετῆς). Ἑορτάζουμε τήν πανήγυρι τοῦ Σταυροῦ, καί ὑψούμεθα πνευματικά μαζί μέ τόν Σταυρωθέντα Σωτήρα μας, ἀφήνοντας κάτω τή γῆ μέ τήν ἁμαρτία, γιά νά κερδίσουμε τά ἄνω ἀγαθά.

Ὑψώνεται ὁ Σταυρός, καί ὑψώνει μαζί του τήν ἀνθρωπότητα, πού λόγω τῆς ἁμαρτίας της, ἦταν πεσμένη κάτω.
Ὑψώνεται ὁ Σταυρός, καί ταπεινώνει τήν αὐθάδη ἔπαρση τῶν δαιμόνων.
Ὑψώνεται ὁ Σταυρός, καί ἡ ἐναντία δύναμη τοῦ πονηροῦ ὑποχωρεῖ καί ταπεινώνεται.
Ὑψώνεται ὁ Σταυρός, καί συναθροίζεται τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας.
Ὑψώνεται ὁ Σταυρός, καί οἱ πόλεις ἑορτάζουν πανηγυρικά· οἱ δέ λαοί προσφέρουν χαρούμενοι τίς ἀναίμακτες θυσίες στόν Θεό. Διότι καί μόνη ἡ μνήμη τοῦ Σταυροῦ εἶναι ὑπόθεση μεγάλης χαρᾶς, καί ἀποδίωξη τῆς λύπης.

Ἀλλά καί τό νά βλέπει κανείς τόν τύπο τοῦ Σταυροῦ, πόσο μεγάλο πράγμα εἶναι! Διότι ἐκεῖνος πού βλέπει τό Σταυρό, γεμίζει ἀνδρεία καί διώχνει τή δειλία. Τόσο μεγάλο πράγμα εἶναι ὁ Σταυρός! Καί αὐτός πού τόν κάνει κτῆμα του, θά ἔχει ἀποκτήσει ἕνα θησαυρό. Ἴσως νά νομίζετε ὅτι ὀνομάζω θησαυρό τό χρυσό, ἤ τά μαργαριτάρια, τούς βαρύτιμους ἰνδικούς λίθους, γιά τά ὁποῖα χαίρουν οἱ σαρκικοί ἄνθρωποι, ἀσχολούμενοι μέ τά μικρά καί ἀνάξια λόγου πράγματα. Ἐγώ ὅμως ὀνομάζω θησαυρό –καί δίκαια– ἐκεῖνο τό ὡραιότατο καί πολύτιμο πράγμα καί ὄνομα ἐπάνω στό ὁποῖο καί μέ τό ὁποῖο ἐπιτεύχθηκε ὅλη ἡ ὑπόθεση τῆς σωτηρίας μας.

Γιατί τά λέγω αὐτά; Ἐάν δέν ὑπῆρχε Σταυρός, δέν θά συντριβόταν ὁ θάνατος, δέν θά γυμνωνόταν ὁ ἅδης, δέν θά νεκρωνόταν τό πονηρό φίδι, ὁ διάβολος. Γι᾽ αὐτό εἶναι πολύ μεγάλο καί τίμιο πράγμα ὁ Σταυρός. Μεγάλο, διότι πάρα πολλά ἀγαθά καί εὐεργεσίες ἔγιναν δι᾽ αὐτοῦ. Τόσο πολλά, καθόσο καί τά θαύματα καί τά Πάθη τοῦ Χριστοῦ ὑπερνικοῦν κάθε δύναμη λόγου καί ἔκφρασης. Εἶναι τίμιο, ἐπίσης, διότι ὁ Σταυρός σημαίνει θεῖο Πάθος καί τρόπαιο. Πάθος, λόγω τοῦ ὅτι ὁ ἀπαθής Χριστός, ἑκούσια ὑπέστη σταυρικό θάνατο· τρόπαιο δέ, διότι ὁ διάβολος τραυματίσθηκε διά τοῦ Σταυροῦ, καί μαζί του νικήθηκε καί ὁ θάνατος. Συνετρίβησαν ἐπίσης οἱ πύλες τοῦ ἅδη, καί τέλος, ὁ Σταυρός ἔγινε γιά ὅλο τόν κόσμο κοινή σωτηρία.


staurosagionorosὉ Σταυρός εἶναι ἐλπίδα τῶν Χριστιανῶν, σωτήρας τῶν ἀπεγνωσμένων, λιμάνι γι᾽ αὐτούς πού βρίσκονται σέ δύσκολες βιοτικές περιστάσεις, ἰατρός γιά τούς ἀσθενεῖς· ἀπομακρύνει τά πάθη, δίνει τήν ὑγεία, δίνει τή ζωή στούς πνευματικά νεκρούς, καθοδηγεῖ πρός τήν εὐσέβεια, ἀποστομώνει τή βλασφημία.
Ὁ Σταυρός εἶναι σκάλα πού ἀνεβάζει στούς οὐρανούς· ὁδός πού ὁδηγεῖ πρός τήν ἀρετή· εἶναι πρόξενος ζωῆς πνευματικῆς· κατάργηση τοῦ θανάτου, ἀπαλλαγή ἀπό τή φθορά. Ἔχει τή δύναμη νά σβήσει τή φλόγα τῶν παθῶν καί τοῦ αἰώνιου πνευματικοῦ θανάτου· δίνει στήν ψυχή τήν παρρησία πρός τόν Θεό· εἶναι τό κλειδί γιά τή Βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Ὁ Σταυρός εἶναι φύλακας κατά τή νύκτα, πύργος κατά τήν ἡμέρα, χειραγωγός μέσα στό σκοτάδι, χαλινάρι σέ περιπτώσεις ὑπερβολικῆς χαρᾶς, ψυχαγωγός σέ περιστάσεις θλίψεων, συντελεῖ σέ συμφιλίωση· εἶναι παρακλητικός, φιλικός, ὑπερασπιστής· μᾶς προφυλάσσει καί μᾶς βοηθεῖ.
Ὁ Σταυρός εἶναι φύλακας τῶν πόλεων, ἀσφάλεια τῶν σπιτιῶν, σύνδεσμος τῆς φιλίας, ὀχύρωμα κατά τῶν ἐχθρῶν, ἀντίπαλος τῶν πολεμίων, διώκτης τῶν παθῶν, σκόνταμα καί ἐμπόδιο τῶν βαρβάρων, βραβευτής τῆς εἰρήνης, συμφιλίωση τοῦ κόσμου, κατάργηση τῶν ὁρίων, παροχή καί ἐξασφάλιση τῆς ἀγάπης, ὕψος τοῦ οὐρανοῦ, βάθος τῆς γῆς, σύνθεση ὅλης τῆς κτίσης, τοῦ μήκους αὐτῆς πού βλέπουμε, καί τοῦ πλάτους τῆς οἰκουμένης· καί γιά νά πῶ μέ λίγα λόγια, ὁ Σταυρός εἶναι τό κεφάλαιο τῶν Ἀχράντων Παθῶν τοῦ Χριστοῦ, καί ἡ κορυφή τῶν θαυμάτων πού ἔγιναν γιά ἐμᾶς.

Ὑψώνεται λοιπόν ὁ Σταυρός σήμερα, γιά νά δοξασθεῖ ὁ Χριστός. Δέν ὑψώνεται ὁ Χριστός, γιά νά δοξασθεῖ ὁ Σταυρός· ἀλλά ὑψώνεται ὁ Σταυρός, γιά νά δοξασθεῖ ὁ Χριστός. Δοξάζεται δέ ὁ Χριστός, γιά νά ὑψώσει καί μᾶς μαζί μέ τόν ἑαυτό Του.
Ὑψώνεται ὁ Σταυρός, καί μαζί του ὑψώνει καί τό φρόνημα τῶν εὐσεβῶν χριστιανῶν. Δοξάζεται ὁ Χριστός, καί δοξάζει μαζί Του καί αὐτούς πού Τόν δοξάζουν.
Ὑψώνεται ὁ Σταυρός, καί συντρίβει τήν ὑπερηφάνεια τῶν δαιμόνων. Δοξάζεται ὁ Χριστός, καί ντροπιάζει τόν ἀρχέκακο διάβολο.
Ὑψώνεται ὁ Σταυρός, καί ἀνορθώνει ἐκείνους πού καταπίπτουν. Δοξάζεται ὁ Χριστός, καί διαλύει τήν ντροπή ἐκείνων πού ἔπεσαν στήν ἁμαρτία.
Ὑψώνεται ὁ Σταυρός, καί γκρεμίζονται τά εἴδωλα. Δοξάζεται ὁ Χριστός, καί τραυματίζεται ὁ διάβολος.
Ὑψώνεται ὁ Σταυρός, ὄχι μόνο διότι ὑψώθηκε ὁ Χριστός ἐπάνω σ’ αὐτόν, ἀλλά γιατί μέ τή φανέρωσή του, ἔλεγξε τή μωρία καί τήν ὑπερηφάνεια τῶν Ἰουδαίων. Ἀπό ποῦ φανερώθηκε; Ἀπό τά ἔγκατα τῆς γῆς. Πότε φανερώθηκε; Στήν ἐποχή τῶν Βασιλέων πού πίστευσαν στόν Χριστό· ὄχι ὅπως μερικοί ἔπλασαν τάχα μέ τή φαντασία τους, ἐξαπατώντας τούς πολλούς μέ πιθανολογίες, ἀλλά μέ μιά θεία καί ἁπλή δύναμη, μέ μιά ὄντως ἐπινόηση σταθερῆς πίστης· διότι ἐπρόκειτο γιά θεϊκό κειμήλιο. Φανερώθηκε ὁ κοινός αὐτός θησαυρός, αὐτός λέγω ὁ Τίμιος τοῦ Κυρίου Σταυρός, ὁ ὁποῖος σήμερα ὑψώνεται σέ ὅλο τόν κόσμο, μαζί μέ ὅλα ἐκεῖνα πού συνετέλεσαν στήν οἰκονομία τοῦ μακάριου καί σωτήριου γιά τόν κόσμο θείου Πάθους.

Αὐτό λοιπόν ἑορτάζουμε σήμερα· γιά τοῦτο πανηγυρίζουμε· γιά τό ὅτι φανερώθηκε σήμερα τό ἅγιο ἐκεῖνο Ξύλο πού ἀπό παλαιά ἐκρύπτετο· γιά τό ὅτι ὁ κρυμμένος θησαυρός ἔλαμψε σάν ἄλλος χρυσός μέσα ἀπό τά σπλάχνα τῆς γῆς· γιά τό ὅτι ἀποκαλύφθηκε τό μέχρι τώρα θαμμένο ἐπίσημο λάβαρο τῆς χριστιανοσύνης· γιά τό ὅτι ἡ ἀλαζονεία καί ἡ ἔπαρση τῶν δαιμόνων ἠρέμησε μέ τή φανέρωση τοῦ Σταυροῦ· γιά τό ὅτι αὐτό πού ἀπό τή φύση του εἶναι ξίφος κατά τῶν ἐχθρῶν, φανερώθηκε μέσα ἀπό τή γῆ· γιά τό ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἔλαβε πάλι τό στολισμό της.
Αὐτός εἶναι ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου, τό Δεσποτικό «σημεῖο», τό σωτήριο ὅπλο, ἡ βασιλική δύναμη, τό τρόπαιο τῆς νίκης, τό σημεῖο διαχωρισμοῦ ἀλλά καί τῆς ἑνώσεως τῶν οὐρανίων καί τῶν ἐπιγείων, ἡ νομοθεσία τῶν πιστῶν, ἡ κορυφή καί ὁ ἐπίλογος τῶν Ἀποστόλων, τό τηλεσκόπιο τῶν Προφητῶν, τό στεφάνι τῶν Μαρτύρων, ὁ ἀρραβώνας τῶν προσκυνούντων τόν Χριστό.
Ἀπό τότε πού ἔχουμε τό Σταυρό, ὁ Χριστός προσκυνεῖται· ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ γνωρίσθηκε καί πιστεύθηκε· ἡ Ἰουδαϊκή θρησκεία καταργήθηκε· ἡ εἰδωλολατρία ἔσβησε· ἡ χριστιανική πίστη καί ζωή ἀνέτειλε καί ἐπικράτησε· γευθήκαμε τήν ἀναίμακτη λατρεία. Καί γιατί νά λέγω πολλά; Ἀπό τότε πού ἔχουμε τό Σταυρό, οἱ ἄνθρωποι συμπολιτεύονται μέ τούς Ἀγγέλους, καί αὐτός ὁ οὐρανός εἶναι πλέον προσιτός γιά τούς ἐπιγείους· ὁ δέ Θεός, διά τῆς θείας Χάριτος καί ἐνεργείας του, γίνεται πλέον μεθεκτός ἀπό τούς ἀνθρώπους.
Πράγματι ὁ Σταυρός εἶναι κάτι πολύ μεγάλο, καί σέ πολλά μέρη τῆς Ἁγίας Γραφῆς μαρτυρεῖται ἤ προτυποῦται, καί πολλά θαύματα γίνονται καθημερινῶς μέ τή δύναμή του. Πρέπει νά προσκυνοῦμε λοιπόν τό Σταυρό, διότι δι’ αὐτοῦ γνωρίσαμε τόν Κύριο. Πρέπει νά προσκυνεῖται ὁ Σταυρός, διότι δι’ αὐτοῦ δοξάζουμε τόν Χριστό. Προσκυνοῦμε τό Σταυρό, διότι δι’ αὐτοῦ λάβαμε τήν εὐλογία, καί ἐλευθερωθήκαμε ἀπό τήν κατάρα. Προσκυνοῦμε τό Σταυρό, διότι δι’ αὐτοῦ ἀποβάλαμε τήν πικρή γεύση τοῦ «ξύλου τῆς παρακοῆς», καί γευθήκαμε τή γλυκύτητα τῆς σωτηρίας.
Εὐλογημένο εἶναι τό Ξύλο ἀπό τό ὁποῖο κατασκευάσθηκε ἡ νοητή κιβωτός τῆς Ἐκκλησίας, καί ἡ ὁποία ἔχει τή δύναμη νά διασώζει τόν κόσμο ἀπό τόν κατακλυσμό τῆς ἁμαρτίας. Ὑψῶστε, λοιπόν, σήμερα μαζί μου τή φωνή, καί ἄς ἀπευθύνουμε μαζί μέ τήν Ἁγία Γραφή τά λόγια της πρός τό θησαυρό τοῦ Σταυροῦ. Καί θησαυρό τοῦ Σταυροῦ, ὀνομάζω τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ, τόν Χριστό, πρός τόν Ὁποῖον πρέπει νά ἀπευθύνουμε τά λόγια μας λέγοντες: «Πάντα τά ἔθνη, ὅσα ἐποίησας, ἥξουσι καί προσκυνήσουσιν ἐνώπιόν σου, Κύριε, καί δοξάσουσι τό ὄνομα σου, ὅτι μέγας εἶ Σύ καί ποιῶν θαυμάσια, Σύ εἶ  Θεός μόνος» (Ψαλμ. 85,9-10). Σ’ Αὐτόν ἀνήκει ἡ δόξα στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

[Ἁγίου Ἀνδρέου τοῦ Ἱεροσολυμίτου (Ἀρχιεπισκόπου Κρήτης), Λόγος Ι΄, εἰς τήν παγκόσμιον Ὕψωσιν τοῦ τιμίου καί ζωοποιοῦ Σταυροῦ, PG 97, 1017-36. Ἀπόσπασμα στή νεοελληνική].

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...