Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Παρασκευή, Απριλίου 03, 2015

Ὁ Ἅγιος Λάζαρος στὴν Ὀρθόδοξη Εἰκονογραφία




«Τὴν κοινὴν Ἀνάστασιν πρὸ τοῦ Σοῦ πάθους πιστούμενος, ἐκ νεκρῶν ἤγειρας τὸν Λάζαρον, Χριστὲ ὁ Θεός. Ὅθεν καὶ ἡμεῖς ὡς οἱ παῖδες, τὰ τῆς νίκης σύμβολα φέροντες, Σοὶ τῷ Νικητῇ τοῦ θανάτου βοῶμεν ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις, εὐλογημένος ὁ Ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου» (Ἀπολυτίκιο τοῦ Σαββάτου τοῦ Λαζάρου).

      Μὲ τὰ λόγια αὐτὰ δοξολογεῖ ἡ Ἐκκλησία μας τὴν Ἀνάσταση τοῦ ἐδῶ τιμωμένου Ἁγίου Λαζάρου. Καὶ ταυτόχρονα φανερώνει μὲ αὐτὰ τὸ βαθύτερο νόημα καὶ τοῦ θαύματος τῆς Ἀναστάσεώς του καὶ τῆς ἑορτῆς τῆς ἐκκλησιαστικῆς ποὺ σχετίζεται μὲ αὐτό. Ὅτι δηλαδὴ τὸ θαῦμα αὐτὸ τοῦ Κυρίου δὲν εἶναι μόνο ἕνα γεγονὸς τῆς ζωῆς τοῦ Λαζάρου, ἀλλὰ καὶ προτύπωση τῆς κοινῆς Ἀναστάσεως ὁλοκλήρου τοῦ γένους τῶν ἀνθρώπων. Τὴν ἴδια ὅμως ἀλήθεια ποὺ ἐκφράζει ἡ Ἐκκλησία μὲ τὴν θεολογικὴ ποίηση καὶ τὴν δοξολογικὴ μουσική της, τὴν ἴδια ἀκριβῶς ἐκφράζει καὶ μὲ μίαν ἄλλη γλώσσα, μὲ τὴν ζωγραφικὴ γλώσσα τῆς εἰκονογραφίας. Τὸ πώς, μὲ ποιοὺς τρόπους, ἡ ζωγραφικὴ ἐκκλησιαστικὴ γλώσσα τιμᾶ καὶ ὑμνεῖ τὸν τιμώμενο καὶ στὸ παρὸν συμπόσιο Ἅγιο Λάζαρο θὰ ἀποτελέσει τὸ θέμα τῆς εἰσηγήσεώς μας.


     Ἡ ὀρθόδοξη εἰκονογραφία ἔχει ἀφιερώσει στὸν Ἅγιο Λάζαρο δύο εἰκονογραφικὰ θέματα. Τὸ ἕνα ἀναφέρεται στὴν ὑπὸ τοῦ Κυρίου Ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου. Τὸ ἄλλο εἶναι ἡ ἰδιαίτερη προσωπικὴ εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Λαζάρου ὡς ἱεράρχου. Θὰ περιγράψουμε τὰ δύο αὐτὰ θέματα καὶ στὸ τέλος θὰ δοῦμε συνολικὰ τὴ θέση καὶ τὴ σημασία τοῦ Ἁγίου Λαζάρου στὴν ὀρθόδοξη εἰκονογραφία καὶ στὴ θεολογία τῆς Ἀναστάσεως.


Α΄ Τὸ Εἰκονογραφικὸ θέμα τῆς «Ἀναστάσεως τοῦ Λαζάρου»


     Τὸ θέμα αὐτὸ εἶναι εὐαγγελικὸ καὶ ἱστορικό. Βασίζεται σὲ διηγήσεις τῶν Εὐαγγελίων (Ἰω. 11, 1–44), καὶ δὲν εἶναι κατ’ ἀρχὴν συμβολικὴ παράσταση. Ἀποτελεῖ ἀπεικόνιση γεγονότος ἱστορικοῦ ποὺ ἔλαβε χώραν σὲ συγκεκριμένο τόπο καὶ χρόνο. Στὴ Βηθανία. στὸν τόπο ὅπου ἔμενε ὁ φίλος τοῦ Κυρίου μὲ τὶς ἀδελφές του λίγες ἡμέρες πρὸ τοῦ πάθους τοῦ Κυρίου. Περιέχει, λοιπόν, ἡ εἰκόνα τῆς «Ἀναστάσεως τοῦ Λαζάρου» συγκεκριμένα ἱστορικὰ στοιχεῖα τὰ ὁποῖα εἶναι τὰ ἀκόλουθα:

1) Τὰ τελούμενα συμβαίνουν ἔξω τῆς Βηθανίας, ἡ ὁποία φαίνεται στὸ βάθος.

2) Φαίνεται ὁ τάφος, ἀπὸ τὸν ὁποῖον ἄνθρωποι ἀφαιροῦν τὴν πλάκα.

3) Ὁ Λάζαρος φαίνεται μέσα στὸ μνημεῖο ὄρθιος ἢ νὰ ἀνακάθεται, τυλιγμένος μὲ τὰ σάβανα.

4) Ἕνας εἰκονιζόμενος φέρνει τὸ μανίκι του στὴ μύτη γιὰ νὰ ἀποφύγει τὴν δυσοσμία ποὺ ὅλοι περιμένουν ἀπὸ ἕναν τετραήμερο νεκρό.

5) Αὐτὸς ποὺ φέρει τὴν πλάκα τοῦ τάφου φαίνεται νὰ καταβάλλει μεγάλη μυϊκὴ δύναμη γιὰ νὰ σηκώσει τὸ βάρος τῆς πέτρας.

6) Φίλοι, γείτονες καὶ μαθητὲς παρακολουθοῦν ἔκθαμβοι.

7) Ἡ Μάρθα καὶ ἡ Μαρία προσκυνοῦν τὸν Κύριο καὶ τοῦ φιλοῦν τὰ πόδια μὲ εὐγνωμοσύνη.

8) Ὁ Ἰησοῦς εἶναι παρὼν καὶ ἀπευθύνει τὸ κάλεσμα πρὸς τὸν Λάζαρο εὐλογώντας τον μὲ τὸ δεξί του χέρι. Εἶναι τὸ κυριαρχοῦν στὴ σύνθεση πρόσωπο, τὸ ὁποῖο προσδίδει στὴν ζωγραφικὴ καὶ κάποιους ἄλλους χαρακτῆρες ποὺ ξεπερνοῦν τὰ ἱστορικὰ δεδομένα καὶ ἀνάγουν τὴν εἰκόνα σὲ ἕνα ἄλλο ἐπίπεδο, στὸ ὁποῖο θὰ ἀναφερθοῦμε σὲ λίγο. Πάντως ἤδη σ’ αὐτὰ τὰ ἱστορικὰ στοιχεῖα τῆς εἰκόνος καταβάλλεται προσπάθεια νὰ φανεῖ πὼς ὁ Ἰησοῦς εἶναι πηγὴ δυνάμεως καὶ ζωῆς. Ἡ ζωγραφικὴ ὡς τέχνη τῆς ὁράσεως καὶ ὄχι τῆς ἀκοῆς, ὡς τέχνη τοῦ χώρου καὶ ὄχι τοῦ χρόνου, δὲν μπορεῖ νὰ ἔχει κίνηση καὶ δράση, οὔτε νὰ μᾶς βάλει νὰ ἀκούσουμε τὸ «Λάζαρε, δεῦρο ἔξω». Ὅμως μπορεῖ ἀντ’ αὐτοῦ νὰ βρεῖ τὴ γόνιμη στιγμή, ὅπου ὁ Ἰησοῦς ἔχει πάρει τὴν παντοκρατορικὴ στάση σὰν Κύριος τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου καὶ κοιτάζοντας πρὸς τὸν νεκρὸ φίλο Του μὲ ἀστραφτερὴ ματιά, ἁπλώνει δυναμικὰ τὸ χέρι καὶ τὸν εὐλογεῖ, κι αὐτὴ ἡ χάρη ποὺ τοῦ δίνει εἶναι καὶ ἡ ζωὴ τοῦ Λαζάρου.

     Ἂς συγκρατήσουμε αὐτὰ τὰ ἱστορικὰ στοιχεῖα γιὰ τὴν περαιτέρω διερεύνηση τοῦ θέματος, ὑπογραμμίζοντας τὴν θέση–κλειδὶ ποὺ κατέχει ὁ Ἰησοῦς στὴν παράσταση. Καὶ ἂς ἐπιχειρήσουμε νὰ ἐντάξουμε τὴν εἰκόνα τῆς ἀναστάσεως τοῦ Λαζάρου μέσα στὸ ὅλο λειτουργικὸ πλαίσιο τῆς εἰκονογραφίας. Θὰ δοῦμε τότε ὅτι ἡ Ἐκκλησία δίνει στὸ εἰκονογραφικὸ θέμα τῆς ἀναστάσεως τοῦ Λαζάρου ἰδιαίτερη ἀξία. Δὲν τὸ θεωρεῖ ὡς ἕνα ἀπὸ τὰ θαύματα τοῦ Κυρίου μόνο, οὔτε ὡς ἕνα ἐπεισόδιο ἀπὸ τὸ βίο ἑνὸς ἁγίου της ἁπλῶς. Συμπεριλαμβάνει τὸ θέμα στὸ Δαιδεκάορτο, δηλαδὴ μέσα στὸν εἰκονογραφικὸ κύκλο τῶν δώδεκα γεγονότων ποὺ θεωρεῖ ὡς τὰ πλέον βασικὰ στὴν ἔνσαρκο Οἰκονομία τοῦ Χριστοῦ. Τὶς δώδεκα αὐτὲς σκηνὲς τοποθετεῖ ἢ στὶς καμάρες τῆς στέγης τοῦ ναοῦ ποὺ σχηματίζουν τὸ σταυρὸ τοῦ βυζαντινοῦ ρυθμοῦ ἢ στὶς φορητὲς εἰκόνες ποὺ σχηματίζουν τὸ Εἰκονοστάσι ἢ Τέμπλο.

       Εἶναι φανερὸ πὼς θέλει νὰ μᾶς χειραγωγήσει ἀπὸ τὰ κατώτερα διαζώματα τοιχογραφιῶν μὲ μεμονωμένους ἁγίους, σκηνὲς ἀπὸ τοὺς βίους καὶ θαύματά των, πρὸς τὴν ἔνσαρκο Οἰκονομία τοῦ Χριστοῦ (πάνω στὶς κεραῖες τῆς σταυροειδοῦς στέγης τοῦ ναοῦ) ποὺ παρουσιάζει τὸ Δωδεκάορτο καὶ μέσω τοῦ Δωδεκαόρτου πρὸς κάτι ἄλλο. Μᾶς ὁδηγεῖ πρὸς τὸν Ἐρχόμενο Παντοκράτορα Χριστό, ὁ ὁποῖος ἀνατέλλει ὡς νοητὸς ἥλιος τῆς δικαιοσύνης ἀπὸ τὸ βάθος τοῦ τρούλλου.

      Οἱ εἰκόνες πάλι τοῦ τέμπλου μᾶς εἰσοδεύουν στὸ Ἱερὸ Βῆμα, στὴν εὐχαριστιακὴ ἀτμόσφαιρα ποὺ δὲν εἶναι ἄλλο ἀπὸ πρόγευση τῆς ἐσχάτης ἡμέρας, πάλι δηλαδὴ τοῦ Ἐρχόμενου Χριστοῦ, ποὺ μᾶς ἀνοίγει τὴ Βασιλεία τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

     Πρέπει, λοιπόν, ἐκτός ἀπὸ τὴν καθαρὰ ἱστορικὴ διάσταση νὰ ἀναζητήσουμε στὰ θέματα τοῦ Δωδεκαόρτου (ἑπομένως καὶ στὴν Ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου) μίαν ἄλλη ἑρμηνεία καὶ σημασία. Ἡ λειτουργική τους θέση τῶν μὲν τοιχογραφιῶν μεταξὺ οὐρανοῦ καὶ γῆς, τῶν δὲ φορητῶν εἰκόνων μεταξὺ κυρίως Ναοῦ καὶ Βήματος σημαίνει λειτουργικὰ μία θέση ἀνάμεσα στὴν ἱστορία καὶ στὰ ἔσχατα. Καὶ πράγματι, ἂν προσέξουμε τὴν εἰκόνα τῆς ἀναστάσεως τοῦ Λαζάρου καὶ ἂν τὴν δοῦμε μέσα στὸ γενικὸ κλίμα τῆς ὀρθοδόξου εἰκονογραφίας, θὰ καταλήξουμε πὼς κάτω ἀπὸ τὸ ἱστορικὸ ἐπίπεδο κρύπτεται κάποιο ἄλλο. Κάθε λεπτομέρεια ἱστορική, ποὺ παρουσιάζεται στὴν εἰκόνα τῆς ἀναστάσεως τοῦ Λαζάρου, ἀποδίδεται τεχνοτροπία κατὰ τὸν γνωστὸ βυζαντινὸ τρόπο ποὺ δημιουργεῖ ἕνα ἄλλο, παράλληλο πρὸς τὸ ἱστορικό, ἐπίπεδο, ἕνα ἐπίπεδο ἐσχατολογικό, τὸ ὁποῖο στοιχειοθετεῖται ἀπὸ τὶς ἀκόλουθες λεπτομέρειες.

1. Ὁ νεκρὸς Λάζαρος δὲν ἔχει παθητικὴ στάση, ἀλλὰ σκύβει πρὸς τὸν Κύριο σὲ στάση ὑπακοῆς, σὰν ἡ Ἀνάστασή του νὰ εἶναι ἀποτέλεσμα ὑπακοῆς τῆς φθαρτῆς φύσεως στὸν Ἰησοῦ, ποὺ ἀποδεικνύεται πλέον στὴν εἰκόνα ὄχι μόνο ὡς ὁ ἱστορικὸς Ἰησοῦς, ἀλλὰ καὶ ὁ ἐσχατολογικὸς Χριστὸς Κυρίου, στὸν ὁποῖον ὑπακούουν τὰ πάντα. Ἔτσι ἐξηγεῖται ἡ παντοκρατορικὴ στάση, μὲ τὴν ὁποία εἴδαμε ὅτι παρουσιάζει τὸν ταπεινὸ Ἰησοῦ ἡ εἰκόνα. Ἔχει δηλαδὴ ἡ ὀρθόδοξη εἰκονογραφία μίαν ἰδιάζουσα ὅραση, ποὺ ἐπιπροβάλλει τὴν ἱστορία στὰ ἔσχατα. Βλέπει ἱστορικὰ γεγονότα, ἀλλὰ πίσω ἀπ’ αὐτὰ ὁραματίζεται τὸ ἐσχατολογικό τους «τέλος», τὴν ὁλοκλήρωσή τους.

2. Αὐτὸ δὲν συναντᾶται μόνο σὲ ἐπιμέρους λεπτομέρειες τῆς συνθέσεως, σὰν ὁ ἁγιογράφος νὰ ἐμπνεύσθηκε μία λεπτομέρεια γιὰ νὰ θεολογήσει στιγμιαία. Οὔτε εἶναι κάτι ποὺ συναντᾶμε σὲ μία εἰκόνα ἑνός, ἂς ποῦμε, ἐμπνευσμένου ἁγιογράφου, ἐνῶ λείπει ἀπὸ τὴν εἰκόνα ἑνὸς ἄλλου, μὴ ἐμπνευσμένου. Ἀλλὰ μία ἐσχατολογικὴ πνοὴ ὑπερβάσεως τοῦ θανάτου, τῆς φθορᾶς καὶ ὅλων τῶν νόμων τῆς φύσεως διαπερνᾶ ὁλόκληρη τὴν εἰκονογραφία, ἑπομένως καὶ κάθε εἰκόνα ποὺ ἀκολουθεῖ τὸ ὀρθόδοξο τυπικό, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴν ἀτομικὴ ἔμπνευση ἢ εὐσέβεια τοῦ κάθε ἁγιογράφου. Χαρακτηριστικὴ ὡς πρὸς αὐτὸ εἶναι ἡ ἑξῆς λεπτομέρεια. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ σηκώνει τὴν πλάκα τοῦ τάφου φαίνεται νὰ καταβάλλει μεγάλη μυϊκὴ δύναμη γιὰ νὰ μετακινήσει τὴ βαρειὰ πέτρα. Ὅμως ἂν δοῦμε πὼς εἰκονίζεται ἡ ἴδια ἡ πλάκα τοῦ τάφου, θὰ παρατηρήσουμε πὼς ζωγραφίζεται ἀβαρὴς καὶ ἀνάλαφρη. Αὐτὸ τεχνοτροπικὰ ἐπιτυγχάνεται μὲ τὸ ὅτι ἡ ὅλη σύνθεση δὲν φωτίζεται ἀπὸ συγκεκριμένη ἐνδοκοσμικὴ πηγὴ φωτὸς (ἥλιο κτλ.), ἀλλὰ ἀπὸ φῶς ποὺ δὲν ξέρουμε ἀπὸ ποὺ ἔρχεται καὶ ποὺ δὲν ἀκολουθεῖ τὸ νόμο τῆς εὐθύγραμμης διαδόσεως. Γι’ αὐτὸ δὲν ἀφήνει ἡ πλάκα σκιὲς στὸ ἔδαφος, δὲν ἔχει πάνω της πολλὲς καὶ κυρίως μονόπλευρες σκιές, δὲν ἔχει πάχος καὶ βάθος, καὶ ἑπομένως δὲν μᾶς πείθει πὼς ἔχει βάρος. Ἔχουμε, λοιπόν, ἀφ’ ἑνὸς ἕνα σχέδιο, ἕνα σκίτσο τῆς παραστάσεως ποὺ ὑποβάλλει τὸ αἴσθημα βαρύτητος καί, ἀφ’ ἑτέρου, ἕνα φῶς ποὺ φωτίζει ἰδιαζόντως αὐτὸ τὸ σχέδιο ἔτσι, ὥστε νὰ αἴρει τὸ αἴσθημα βαρύτητος. Νὰ ποιὰ εἶναι ἡ ζωγραφικὴ γλώσσα τῆς Ἐκκλησίας. Δείχνει τὸν πραγματικὸ κόσμο, ἀλλὰ μεταμορφωμένο κι ἀπελευθερωμένο ἀπὸ τὴ φθορά. Δείχνει μὲν τὰ πάντα σὲ ἕνα ἐπίπεδο ἱστορικὸ καὶ ρεαλιστικό, ἀλλὰ ταυτόχρονα τὰ ἀνάγει σὲ ἄλλο ἐπίπεδο ὑπεριστορικό, υ-περρεαλιστικό, ἐσχατολογικό.

3. Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ τὰ βουνὰ καὶ τὰ κάστρα, τὰ ὁποῖα μὴν ἀφήνοντας σκιὲς καὶ ὄντας ὁλόφωτα, οὔτε αἴσθημα βαρύτητος οὔτε φθορᾶς ὑποβάλλουν.

4. Μάλιστα τὰ βουνὰ στὶς περισσότερες εἰκόνες τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Λαζάρου ἔχουν τὴν ἰδιάζουσα πρισματικὴ δομὴ τῆς βυζαντινῆς ζωγραφικῆς ποὺ τὰ παρουσιάζει σὰν ἀνάλαφρα ἐλατήρια ποὺ ἐκτοξεύονται πρὸς τὰ πάνω, ἀντὶ νὰ βαραίνουν πρὸς τὴν κατεύθυνση τῆς βαρύτητος.

5. Τὸ φῶς, τέλος, τῆς εἰκόνος εἶναι τέτοιο, ποὺ δὲν μᾶς δημιουργεῖ τὸ αἴσθημα οὔτε πὼς ἀνατέλλει οὔτε πὼς δύει. Δὲν νιώθουμε πὼς ἡ εἰκόνα παρουσιάζει τὰ δρώμενα σὲ μία ὁρισμένη χρονικὴ στιγμὴ τῆς ἡμέρας.

    Τὰ ἐσχατολογικὰ αὐτὰ στοιχεῖα ποὺ συνυπάρχουν μὲ τὰ προαναφερθέντα ἱστορικὰ στοιχεῖα τῆς παραστάσεως ἑνοποιοῦν τὸ χρόνο καὶ τὸν χῶρο, δὲν τὸν δείχνουν κομματιασμένο καὶ ἑνώνουν ἱστορία καὶ ἔσχατα στὸ ἕνα πρόσωπο τοῦ ἱστορικοῦ Ἰησοῦ ποὺ ἀνέστησε τὸν Λάζαρο καὶ εἶναι ταυτόχρονα ὁ Ἐρχόμενος Παντοδύναμος Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ Παντοκράτωρ. Ὁπότε ἡ ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου ζωγραφιζόμενη ὀρθοδόξως ἀνάγεται σὲ εἰκόνα ὄχι μόνο Ἀναστάσεως τοῦ ἑνὸς ἀνθρωπίνου προσώπου, τῆς μίας ὑποστάσεως τοῦ Λαζάρου, ἀλλὰ καὶ Ἀναστάσεως ὁλόκληρου τοῦ ἀνθρωπίνου γένους καὶ μεταμορφώσεως ὁλόκληρης τῆς κτίσεως. Νά, λοιπόν, τὸ νόημα τῆς ἑορτῆς ποὺ —ὅπως εἴπαμε στὴν ἀρχὴ— φανερώνει ἡ ποίηση καὶ ἡ ὑμνογραφία, ὄχι λιγότερο ὅμως καταδεικνύει καὶ ἡ ζωγραφικὴ γλώσσα τῆς Ἐκκλησίας μας.


Β΄ Τὸ Εἰκονογραφικὸ θέμα τοῦ Ἁγίου Λαζάρου ὡς Ἐπισκόπου



    Ἡ Ἐκκλησία ὅμως δὲν μένει μόνο στὴν ἱστόρηση τῆς παραστάσεως τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Λαζάρου. Ἔχει καὶ τὴν ἰδιαίτερη εἰκόνα του, ὅπως καὶ κάθε ἁγίου. Τὰ ἐνδοϊστορικὰ στοιχεῖα τῆς εἰκόνος εἶναι παρμένα ἀπὸ τὴν παράδοση. Σύμφωνα μ’ αὐτὴν ὁ ἅγιος Λάζαρος μετὰ τὴν ἀνάστασή του ἔμεινε στὴ ζωὴ ἀκόμη τριάντα ἔτη, ἦλθε στὴν Κύπρο, ὅπου ἔγινε ἐπίσκοπος καὶ ἐκήρυξε τὸν Χριστό, ἐκοιμήθη δὲ καὶ ἐτάφη στὸ Κίτιο, ἀπὸ ὅπου μεταφέρθηκαν τὰ ἅγια λείψανά του τὸ 890 στὸν περικαλῆ ναὸ ποὺ ἀνήγειρε πρὸς τιμὴν του ὁ Λέων ΣΤ΄ ὁ Σοφός. Σύμφωνα, λοιπόν, μὲ τὴν παράδοση αὐτὴ εἰκονίζεται ὁ ἅγιος Λάζαρος μὲ ἀρχιερατικὰ ἄμφια, κρατώντας τὸ Εὐαγγέλιο μὲ τὸ ἀριστερό του χέρι.

     Ἰδιαίτερη ἐντύπωση προκαλεῖ τὸ πρόσωπό του. Ἔχει θλιμμένη ἔκφραση, εἶναι ρυτιδωμένο καὶ δὲν ἔχει μαλλιά, μουστάκια καὶ γένεια. Οἱ εἰκόνες αὐτὲς εἶναι πολὺ σπάνιες. Ἡ σημαντικότερη συναντᾶται στὴν πασίγνωστη ἐκκλησία τοῦ Ἄρακα στὰ Λαγουδερα καὶ εἶναι τοιχογραφία τοῦ 1192. Τὰ χαρακτηριστικά τοῦ προσώπου εἶναι ἰδιάζοντα καὶ μᾶς παραπέμπουν στὴν τοιχογραφία τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Λαζάρου στὸ ναὸ τοῦ ἁγίου Παντελεήμονος ποὺ βρίσκεται ἔξω ἀπὸ τὰ Σκόπια, γνωστὸς μὲ τὸ ὄνομα Νέρεζι καὶ μὲ θαυμάσιες τοιχογραφίες τοῦ 1164, δηλαδὴ μίας τριακονταετίας πρὶν ἀπὸ τὸ τῆς Κύπρου. Καὶ στὴν τοιχογραφία τοῦ Νέρεζι τὰ χαρακτηριστικά τοῦ Ἁγίου εἶναι ἰδιάζοντα σὲ σχέση πρὸς ἄλλα μνημεῖα. Ἡ κορυφὴ τῆς κεφαλῆς του δὲν σκεπάζεται, ὅπως σὲ εἰκόνες τοῦ Σινᾶ. Τὸ μέτωπο εἶναι ἰδιαίτερα στρογγυλὸ (στοιχεῖο ποὺ δὲν συναντᾶται ἀλλοῦ παρὰ μόνο στὸν Ἄρακα). Ἡ βαθειὰ ρυτίδα κάτω ἀπὸ τὸ μῆλο τοῦ προσώπου ἔχει ὁλόιδιο σχῆμα μὲ τοῦ Ἄρακα. Δὲν ἔχει καθόλου μουστάκια καὶ γένεια, ὅπως ἔχουν ὅλες οἱ μεταβυζαντινὲς εἰκόνες καὶ —ἔστω σὲ μικρότερο βαθμὸ— οἱ παλιὲς βυζαντινές. Ἐπίσης ἡ στροφὴ τῆς κεφαλῆς πρὸς τὰ δεξιὰ εἶναι ἴδια καὶ στὸ μνημεῖο τῆς Κύπρου καὶ στὸ Νέρεζι, σὰν ὁ ζωγράφος τοῦ Ἄρακα νὰ ἀντέγραψε τὸ Νέρεζι.

       Κάτι τέτοιο δὲν εἶναι ἀπίθανο, γιατί ἔχει μαρτυρηθεῖ ὁμοιότητα ἀνάμεσα σὲ βυζαντινὰ μνημεῖα τῆς Κύπρου καὶ ἀντίστοιχα μνημεῖα ὄχι μόνο τοῦ Σινᾶ (Γ. Σωτηρίου) ἀλλὰ καὶ τῶν Βαλκανίων. Ἔχει γραφεῖ μελέτη τοῦ Βόϊσλαβ Τζούριτς γιὰ τὶς ὁμοιότητες τῆς κυπριακῆς φορητῆς εἰκόνος τοῦ ἁγίου Πέτρου πρὸς τοιχογραφία τῆς ἐκκλησίας τοῦ ἁγίου Ἀνδρέα στὸν ποταμὸ Τρέσατς πάλι κοντὰ στὰ Σκόπια («Τὸ ἐργαστήριο τοῦ Μητροπολίτου Ἰωάννου», περιοδ. Ζograf τεῦχος Γ΄, 1969). Ἀλλὰ καὶ ἐμεῖς παρατηρήσαμε ὁμοιότητες μεταξὺ Ἐπιταφίου Θρήνου τοῦ Νέζερι καὶ Κουρμπίνοβο (1191) ἀφ’ ἑνός, καὶ Μονῆς Χρυσοστόμου στὸν Κουτσοβέντη στὴν Κύπρο, ἀφ’ ἑτέρου (πρβλ. τὰ χέρια καὶ στάση Θεοτόκου). Μποροῦμε, λοιπόν, νὰ ἀχθοῦμε στὸ συμπέρασμα πὼς ὁ ἁγιογράφος τοῦ Ἄρακα πῆρε τὸ πρόσωπο ἀπὸ τὴ σύνθεση τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Λαζάρου τοῦ Νέρεζι, τὸ ἐπεξεργάσθηκε βέβαια μὲ τὴ δική του τεχνοτροπία, καὶ τὸ ἔδεσε μὲ σχέδιο σώματος ἱεράρχου μὲ φελόνιο, ὠμοφόριο καὶ εὐαγγέλιο, πετυχαίνοντας ἔτσι καὶ στάση σιλουέττας δυνατὴ καὶ ἔκφραση προσώπου μοναδικὴ σὲ πνευματικὴ καὶ ἀσκητικὴ δύναμη. (Οἱ διαφορὲς μεταξὺ τῶν δύο προσώπων εἶναι ἐλάχιστες. Στὸ Νέρεζι συναντᾶμε ἀπαράμιλλη πλαστικότητα, φωτοσκίαση καὶ ἕνα βλέμμα μᾶλλον ἀπλανὲς σὰν νὰ ξυπνάει, ἐνῶ στὰ Λαγουδέρα περισσότερη γραμμικότητα, σχηματοποίηση καὶ σπάνια δύναμη ἐκφράσεως στὸ βλέμμα). Αὐτὴ ἡ χειρονομία τοῦ ζωγράφου τοῦ Ἄρακα, νὰ πάρει τὸ πρόσωπο τοῦ ἀνασταινόμενου Λαζάρου ἀπὸ τὸ Νέρεζι καὶ νὰ τὸ βάλει στὴν εἰκόνα του, δὲν εἶναι ἄμοιρη μίας θεολογικῆς ἀλήθειας, τὴν ὁποία ἀξίζει νὰ ἐπισημάνουμε καὶ ἀναπτύξουμε λίγο ἐδῶ, στὸ τέλος τῆς εἰσηγήσεώς μας.


Γ΄. Ὁ Ἅγιος Λάζαρος καὶ ἡ Ὀρθόδοξη Θεολογία τῆς Ἀναστάσεως


       Μὲ ἄλλα λόγια μποροῦμε νὰ ποῦμε πὼς ὁ ἁγιογράφος ἔκανε ὅ,τι κάνει ἡ ἁγιογραφία ὅταν ζωγραφίζει τὸν Χριστὸ στὶς ἐμφανίσεις Του μετὰ τὴν Ἀνάσταση. Τὸν παρουσιάζει νὰ ἔχει τὰ στίγματα στὴν πλευρά, στὰ χέρια καὶ στὰ πόδια. Μὲ τὰ στίγματα αὐτὰ Τὸν ἀναγνώριζαν οἱ μαθητές, παρ’ ὅλο ποὺ ἐμφανιζόταν μεταμορφωμένος «ἐν ἑτέρα μορφῇ». Τὰ στίγματα αὐτὰ βλέποντας καὶ ψηλαφώντας ὁ Θωμᾶς ὁμολόγησε «ὁ Κύριάς μου καὶ ὁ Θεός μου!». Συνέδεαν δηλαδὴ τοὺς δύο τρόπους ὑπάρξεως τοῦ Χριστοῦ, α) τὸν πρὸ τῆς Ἀναστάσεως καὶ β) τὸν μετὰ τὴν Ἀνάσταση «ἐν ἑτέρα μορφῇ», χάρη στὸ ἕνα καὶ μόνο σῶμα Του, ποὺ δὲν ἔπαυσε καὶ μετὰ τὴν Ἀνάσταση νὰ φέρει τὰ ἴδια στίγματα τῆς ἀγάπης Του. Ἡ σταυρικὴ θυσία Του ἐξ ἀγάπης, ἡ ὁποία δηλώνεται καὶ φαίνεται μὲ τὰ στίγματα, Τοῦ ἔδινε τὴν μία καὶ μοναδικὴ ταυτότητα μὲ τὴν ὁποία Τὸν ἀναγνώριζαν. Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ διατήρηση τῶν στιγμάτων τοῦ Πάθους Του μετὰ τὴν Ἀνάσταση δείχνει πώς, ἐνῶ κάθε φθορὰ θὰ καταργηθεῖ μὲ τὴν Ἀνάσταση, θὰ μείνουν τὰ σημάδια ἐκεῖνα ποὺ δίνουν ἐκκλησιαστικὴ ταυτότητα στὸν Ἅγιο, ἐπειδὴ προέρχονται ἀπὸ σχέσεις ποὺ τὸν συνὲδεσαν γιὰ πάντα μὲ τὸν Χριστὸ καὶ μὲ τὴν Ἐκκλησία. Στὸ Χριστὸ ἔμειναν τὰ στίγματα. Στὸν ἅγιο Λάζαρο ἔμειναν τὰ σημάδια ἀπὸ τὸν θάνατό του. Πάνω στὸν θάνατό του ἐπέδρασε ὁ Κύριος καὶ τὸν ἀνέστησε ἐξ ἀγάπης καὶ τώρα ἐμεῖς, τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ἀναγνωρίζουμε ἀμέσως τὴν εἰκόνα τοῦ Λαζάρου, ἐπειδὴ ἔχει τὰ σημάδια ποὺ τοῦ δίνουν τὴν ἐκκλησιαστική του ταυτότητα.

      Ὁ ἁγιογράφος, λοιπόν, ποὺ πῆρε τὸ πρόσωπο τοῦ Λαζάρου ἀπὸ τὴν σύνθεση τῆς Ἀναστάσεώς του καὶ τὸ χρησιμοποίησε στὴν εἰκόνα τοῦ ἁγίου Λαζάρου ὡς ἱεράρχου, ἐπανέλαβε ὅ,τι κάνει ἡ ἁγιογραφία καὶ στὶς ἐμφανίσεις τοῦ Χριστοῦ μετὰ τὴν Ἀνάσταση. Ἡ ἀνάσταση ἑπομένως τοῦ ἁγίου Λαζάρου καὶ ἡ ἐκ μέρους μας προσκύνηση τῆς εἰκόνας του εἶναι μία ἰδιαίτερη μέσα στὴν εἰκονογραφία μαρτυρία τοῦ δόγματος τῆς Ἀναστάσεως τῶν σωμάτων, τὴν ὁποία ἐξ ἄλλου ὁμολογοῦμε καὶ κάθε φορά ποὺ ἀπαγγέλλουμε στὴ Λειτουργία τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως, ὅπου ὁμολογοῦμε ὅτι πιστεύουμε σὲ «Ἀνάστασιν νεκρῶν».

     Αὐτό, κατ’ ἐπέκταση, σημαίνει πὼς ἡ εἰκόνα τοῦ ἁγίου Λαζάρου μᾶς φανερώνει τὴν ἀνεκτίμητη ἀξία τοῦ ἑνὸς καὶ μοναδικοῦ σώματός μας. Γιατί μ’ αὐτὸ τὸ ἕνα καὶ μοναδικὸ σῶμα ὑπάρχουμε καὶ δροῦμε τώρα μέσα στὴν ἱστορία, καὶ μὲ τὸ ἴδιο θὰ ὑπάρχουμε καὶ αἰώνια μετὰ τὴν ἱστορία, στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἡ ὀρθόδοξη εἰκονογραφία, δηλαδή, δίνει τὴν ἀπάντηση καὶ σὲ κάθε πλάνη μετεμψυχώσεως, μετενσαρκώσεις κτλ. Ἀλλὰ ἐπίσης ἡ εἰκόνα τοῦ ἁγίου Λαζάρου δείχνει καὶ τὴ μοναδικὴ ἀξία τῆς ἱστορίας, ἑπομένως καὶ τῆς κάθε στιγμῆς στὴ ζωὴ τοῦ κάθε ἀνθρώπου.

    Ἐδῶ πλέον ἐρχόμαστε στὸ μεγάλο θέμα τῆς ὀρθοδόξου ἀσκήσεως. Διότι διὰ τῆς ἀσκήσεως θὰ μετατρέψουμε τὴν ἱστορία ἀπὸ ἱστορία ἀρνήσεως καὶ πτώσεων σὲ ἱστορία καταφάσεως στὸν Θεὸ καὶ μετανοίας. Διὰ τῆς ἀσκήσεως θὰ ἐκφρασθεῖ πρὸς τὰ ἔξω καὶ συγκεκριμένα καὶ διὰ τοῦ σώματος (δηλ. διὰ συγκεκριμένων πράξεων ποὺ τελοῦνται ἀσφαλῶς διὰ τοῦ σώματος, ποὺ δὲν μποροῦν νὰ ἐπιτελεσθοῦν ἐρήμην τοῦ σώματος) ἡ βούλησή μας γιὰ κατάφαση στὸν Θεὸ καὶ στὸ θέλημά Του, τὸ ὁποῖο εἶναι ἡ σωτηρία καὶ ἡ αἰωνιότητα τοῦ ἀνθρώπου καὶ τῆς κτίσεως.

     Καὶ ὅλο αὐτὸ τὸ χριστιανικὸ ἦθος τῆς πίστεως στὴν Ἀνάσταση καὶ τῆς ἀναστάσιμης ἐλπίδας ποὺ ἀπορρέει ἀπ’ αὐτήν μᾶς τὸ φανερώνει ἡ εἰκόνα τοῦ τετραημέρου καὶ φίλου τοῦ Χριστοῦ Λαζάρου. Σ’ αὐτὸν καὶ τὸ Συμπόσιό μας δέεται νὰ πρεσβεύει στὸν Κύριο τῆς Ζωῆς γιὰ νὰ μᾶς σώζει ἀπὸ τὴ φθορά. Ἀπὸ κάθε φθορά, τῆς ἁμαρτίας τῆς προσωπικῆς, τῶν παθῶν, τῆς ἁμαρτίας τῆς συλλογικῆς ποὺ ὁδηγεῖ ἀναπόφευκτα στὴν οἰκολογικὴ φθορά, νὰ μᾶς σώζει ἀπὸ τὴ φθορὰ τῆς ὑγείας, ἀπὸ τὴ φθορὰ τῶν αἰσθημάτων μας τῆς ἀγάπης, ἀπὸ τὴ φθορὰ τοῦ ἐσχάτου ἐχθροῦ, τοῦ θανάτου. Νὰ πρεσβεύει ἀκόμη στὸν Κύριο τῆς Ζωῆς νὰ μᾶς θυμηθεῖ κατὰ τὴν Ἡμέρα τὴ Φοβερὰ καὶ νὰ μᾶς καλέσει κοντά Του στὸ Φῶς τῆς Ἀναστάσεως, ὡς αἰώνιους φίλους Του, σὰν τὸν φίλο Του τὸν Ἅγιο Λάζαρο.

Ἀπό τό βιβλίο:«Ἐν ἐσόπτρω -εἰκονολογικὰ μελετήμαστα», του π. Σταμάτη Σκλήρη
ἔκδ. Μ. Π. Γρηγόρης.


το είδαμε εδώ

Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Ἁγίου Λαζάρου,


 π. Ἀλεξάνδρου Σμέμαν
Τὸ προοίμιο τοῦ Σταυροῦ.
athens_lazaros[1]«Τὴν ψυχωφελῆ, πληρώσαντες Τεσσαρακοστήν, καὶ τὴν Ἁγίαν Ἑβδομάδα τὸ σόν πάθος, αἰτοῦμεν κατιδεῖν Φιλάνθρωπε …» Μὲ αὐτὰ τὰ λόγια τοῦ στιχηροῦ στὸν ἑσπερινό τῆς Παρασκευῆς, πρὶν τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων, τελειώνει ἡ Μεγάλη Σαρακοστή. Μπαίνουμε πιὰ στὴν «Ἁγία Ἑβδομάδα», στὴν περίοδο τοῦ ἑορτασμοῦ τῶν παθῶν τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Θανάτου καὶ τῆς Ἀναστάσεώς Του. Περίοδος ποὺ ἀρχίζει ἀπὸ τὸ Σάββατο τοῦ Λαζάρου.
Τὰ γεγονότα τῆς διπλῆς γιορτῆς, ἡ ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου καὶ ἡ εἴσοδος τοῦ Κυρίου στὰ Ἱεροσόλυμα, ἀναφέρονται στὰ λειτουργικὰ κείμενα σὰν «προοίμιο τοῦ Σταυροῦ». Ἔτσι, γιὰ νὰ καταλάβουμε καλύτερα αὐτὰ τὰ γεγονότα, θὰ πρέπει νὰ τὰ δοῦμε μέσα στὰ πλαίσια τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδας.
Τὸ κοινὸ ἀπολυτίκιο τῶν δύο αὐτῶν ἡμερῶν: «τὴν κοινὴν ἀνάστασιν πρὸ τοῦ σοῦ πάθους πιστούμενος, ἐκ νεκρῶν ἤγειρας τὸν Λάζαρον, Χριστὲ ὁ Θεός…» μᾶς βεβαιώνει, μὲ κατηγορηματικὸ τρόπο, γιὰ τὴν ἀλήθεια τῆς κοινῆς ἀνάστασης. Εἶναι πολὺ σημαντικὸ ὅτι μία ἀπὸ τὶς μεγάλες γιορτὲς τῆς Ἐκκλησίας μας, ἡ θριαμβευτικὴ εἴσοδος τοῦ Κυρίου στὰ Ἱεροσόλυμα, γίνεται ὁ ὁδηγὸς στὴν πορεία μας μέσα στὸ σκοτάδι τοῦ Σταυροῦ. Ἔτσι τὸ φῶς καὶ ἡ χαρὰ λάμπουν ὄχι μόνο στὸ τέλος τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδας ἀλλὰ καὶ στὴν ἀρχή της. Τὸ φῶς καὶ ἡ χαρὰ φωτίζουν αὐτὸ τὸ σκοτάδι καὶ ἀποκαλύπτουν τὸ βαθὺ καὶ τελικὸ νόημά του.
Ὅλοι ὅσοι εἶναι ἐξοικειωμένοι μὲ τὴν Ὀρθόδοξη λατρεία γνωρίζουν τὸν ἰδιότυπο, σχεδὸν παράδοξο, χαρακτήρα τῶν ἀκολουθιῶν τοῦ Σαββάτου τοῦ Λαζάρου. Εἶναι, θὰ λέγαμε, Κυριακὴ καὶ ὄχι Σάββατο, δηλαδὴ ἔχουμε μέσα στὸ Σάββατο ἀναστάσιμη ἀκολουθία. Ξέρουμε ὅτι τὸ Σάββατο εἶναι βασικὰ ἀφιερωμένο στοὺς τεθνεῶτες καὶ ἡ Θεία Λειτουργία γίνεται στὴ μνήμη τους. Ὅμως τὸ Σάββατο τοῦ Λαζάρου εἶναι διαφορετικό. Ἡ χαρὰ ποὺ διαποτίζει τὶς ἀκολουθίες αὐτῆς τῆς ἡμέρας τονίζει ἕνα κεντρικὸ θέμα: τὴν ἐπερχόμενη νίκη τοῦ Χριστοῦ κατὰ τοῦ Ἅδη.
Ἅδης εἶναι ὁ βιβλικὸς ὅρος ποὺ χρησιμοποιεῖται γιὰ νὰ ὁρίσει τὸ θάνατο μὲ τὴν παγκόσμια δύναμή του, ποὺ μὲ τὰ ἀδιαπέραστα σκότη καὶ τὴ φθορὰ καταπίνει κάθε ζωὴ καὶ δηλητηριάζει ὁλόκληρο τὸ σύμπαν. Ἀλλὰ τώρα, μὲ τὴν ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου, ὁ «θάνατος ἀρχίζει νὰ τρέμει». Ἀκριβῶς ἀπὸ δῶ ἀρχίζει ἡ ἀποφασιστικὴ μονομαχία ἀνάμεσα στὴ Ζωὴ καὶ τὸ Θάνατο καὶ μᾶς προσφέρει τὸ κλειδὶ γιὰ μία πλήρη κατανόηση τοῦ λειτουργικοῦ μυστηρίου τοῦ Πάσχα.
Στὴν πρώτη Ἐκκλησία, τὸ Σάββατο τοῦ Λαζάρου ὀνομαζόταν «ἀναγγελία τοῦ Πάσχα». Πραγματικὰ αὐτὸ τὸ Σάββατο ἀναγγέλει, προμηνύει, τὸ ὑπέροχο φῶς καὶ τὴ γαλήνη τοῦ ἑπομένου Σαββάτου, τοῦ Ἁγίου καὶ Μεγάλου Σαββάτου, ποὺ εἶναι ἡμέρα τοῦ Ζωηφόρου Τάφου.
Τὸ πρῶτο μας βῆμα ἂς εἶναι ἡ προσπάθεια νὰ καταλάβουμε τὸ ἑξῆς: ὁ Λάζαρος, ὁ φίλος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἶναι ἡ προσωποποίηση ὅλου τοῦ ἀνθρωπίνου γένους καὶ φυσικὰ κάθε ἀνθρώπου ξεχωριστὰ. Ἡ Βηθανία, ἡ πατρίδα τοῦ Λαζάρου, εἶναι τὸ σύμβολο ὅλου τοῦ κόσμου, εἶναι ἡ πατρίδα τοῦ καθενός. Ὁ καθένας ἀπὸ μᾶς δημιουργήθηκε νὰ εἶναι φίλος τοῦ Θεοῦ καὶ κλήθηκε σ’ αὐτὴ τὴ θεϊκὴ Φιλία ποὺ εἶναι ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ, ἡ κοινωνία μαζί Του, ἡ συμμετοχὴ στὴ ζωή Του. «Ἐν αὐτῷ ζωὴ ἦν, καὶ ἡ ζωὴ ἦν τὸ φῶς τῶν ἀνθρώπων» (Ἰω. 1, 4). Καὶ ὅμως αὐτὸς ὁ φίλος (ὁ ἄνθρωπος), τὸν ὁποῖο τόσο ἀγαπάει ὁ Θεὸς καὶ τὸν ὁποῖο μόνο ἀπὸ ἀγάπη δημιούργησε, δηλαδὴ τὸν ἔφερε στὴ ζωή, τώρα καταστρέφεται, ἐκμηδενίζεται ἀπὸ μία δύναμη ποὺ δὲν τὴ δημιούργησε ὁ Θεός: τὸ θάνατο. Ὁ Θεὸς συναντάει μέσα στὸν κόσμο, ποὺ Αὐτὸς δημιούργησε, μία δύναμη ποὺ καταστρέφει τὸ ἔργο Του καὶ ἐκμηδενίζει τὸ σχέδιό Του. Ἔτσι ὁ κόσμος δὲν εἶναι πιὰ παρὰ θρῆνος καὶ πόνος, δάκρυα καὶ θάνατος.
Πῶς εἶναι δυνατὸν αὐτό; Πῶς συνέβηκε κάτι τέτοιο; Αὐτὰ εἶναι ἐρωτήματα ποὺ διαφαίνονται στὴ λεπτομερῆ διήγηση ποὺ κάνει ὁ Ἰωάννης στὸ Εὐαγγέλιό του γιὰ τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ ὅταν ἔφτασε στὸν τάφο τοῦ φίλου Του Λαζάρου. «Ποῦ τεθείκατε αὐτόν; λέγουσι αὐτῷ· Κύριε ἔρχου καὶ ἴδε. Ἐδάκρυσεν ὁ Ἰησοῦς». (Ἰω. 11, 35). Γιατί, ἀλήθεια, ὁ Κύριος δακρύζει βλέποντας τὸ νεκρὸ Λάζαρο ἀφοῦ γνωρίζει ὅτι σὲ λίγα λεπτὰ ὁ ἴδιος θὰ τοῦ δώσει ζωή; Μερικοὶ Βυζαντινοὶ ὑμνογράφοι βρίσκονται σὲ ἀμηχανία σχετικὰ μὲ τὸ ἀληθινὸ νόημα αὐτῶν τῶν δακρύων. Μιλᾶνε γιὰ δάκρυα ποὺ χύνει ἡ ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ, ἐνῶ ἡ δύναμη τῆς ἀνάστασης ἀνήκει στὴ θεϊκή Του φύση. Ἡ Ὀρθόδοξη ὅμως Ἐκκλησία μᾶς διδάσκει ὅτι ὅλες οἱ πράξεις τοῦ Χριστοῦ ἦταν «Θεανδρικές», δηλαδὴ θεϊκὲς καὶ ἀνθρώπινες ταυτόχρονα. Οἱ πράξεις Του εἶναι πράξεις ἑνὸς καὶ τοῦ αὐτοῦ Θεοῦ-Ἀνθρώπου, τοῦ σαρκωμένου Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Αὐτός, λοιπόν, ποὺ δακρύζει δὲν εἶναι μόνο Ἄνθρωπος ἀλλὰ καὶ Θεός, καὶ Αὐτὸς ποὺ καλεῖ τὸν Λάζαρο νὰ βγεῖ ἀπὸ τὸν τάφο δὲν εἶναι μόνο Θεὸς ἀλλὰ καὶ Ἄνθρωπος ταυτόχρονα. Ἑπομένως αὐτὰ τὰ δάκρυα εἶναι θεία δάκρυα. Ὁ Ἰησοῦς κλαίει γιατί βλέπει τὸ θρίαμβο τοῦ θανάτου καὶ τῆς καταστροφῆς στὸν κόσμο τὸ δημιουργημένο ἀπὸ τὸν Θεό.
«Κύριε, ἤδη ὄζει…», λέει ἡ Μάρθα καὶ μαζί της oἱπαρεστῶτες Ἰουδαῖοι, προσπαθώντας νὰ ἐμποδίσουν τὸν Ἰησοῦ νὰ πλησιάσει τὸ νεκρό. Αὐτὴ ἡ φοβερὴ προειδοποίηση ἀφορᾶ ὁλόκληρο τὸν κόσμο, ὅλη τὴ ζωή. Ὁ Θεὸς εἶναι ἡ ζωὴ καὶ ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς. Αὐτὸς κάλεσε τὸν ἄνθρωπο νὰ ζήσει μέσα στὴ θεία πραγματικότητα τῆς ζωῆς καὶ ἐκεῖνος τώρα «ὄζει» (μυρίζει ἄσχημα). Ὁ κόσμος δημιουργήθηκε νὰ ἀντανακλᾶ καὶ νὰ φανερώνει τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ καὶ ἐκεῖνος «ὄζει»…
Στὸν τάφο τοῦ Λαζάρου ὁ Θεὸς συναντᾶ τὸ Θάνατο, τὴν πραγματικότητα ποὺ εἶναι ἀντὶ-ζωή, ποὺ εἶναι διάλυση καὶ ἀπόγνωση. Ὁ Θεὸς συναντᾶ τὸν ἐχθρό Του, ὁ ὁποῖος τοῦ ἀπέσπασε τὸν κόσμο Του καὶ ἔγινε ὁ ἴδιος «ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου». Καὶ ὅλοι ἐμεῖς ποὺ ἀκολουθοῦμε τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καθὼς πλησιάζει στὸν τάφο τοῦ Λαζάρου, μπαίνουμε μαζί Του στὴ «δική Του ὥρα» («ἰδοὺ ἤγγικεν ἡ ὥρα…»)· στὴν ὥρα γιὰ τὴν ὁποία πολὺ συχνὰ εἶχε μιλήσει καὶ τὴν εἶχε παρουσιάσει σὰν τὸ ἀποκορύφωμα, τὸ πλήρωμα ὁλοκλήρου τοῦ ἔργου Του.
Ὁ Σταυρός, ἡ ἀναγκαιότητά του καὶ τὸ παγκόσμιο νόημά του ἀποκαλύπτονται μὲ τὴν πολὺ σύντομη φράση τοῦ Εὐαγγελίου: «καὶ ἐδάκρυσεν ὁ Ἰησοῦς…». Τώρα μποροῦμε νὰ καταλάβουμε γιατί δάκρυσε : ἀγαποῦσε τὸ φίλο Του Λάζαρο καὶ γι’ αὐτὸ εἶχε τὴ δύναμη νὰ τὸν φέρει πίσω στὴ ζωή. Ἡ δύναμη τῆς Ἀνάστασης δὲν εἶναι ἁπλὰ μία θεϊκὴ «δύναμη αὐτὴ καθ’ ἑαυτήν», ἀλλὰ εἶναι δύναμη ἀγάπης, ἢ μᾶλλον ἡ ἀγάπη εἶναι δύναμη.
Ὁ Θεὸς εἶναι Ἀγάπη καὶ ἡ Ἀγάπη εἶναι Ζωή. Ἡ Ἀγάπη δημιουργεῖ Ζωή… Ἡ Ἀγάπη, λοιπόν, εἶναι ἐκείνη ποὺ κλαίει μπροστὰ στὸν τάφο καὶ ἡ Ἀγάπη εἶναι ἐκείνη ποὺ ἐπαναφέρει τὴ ζωή. Αὐτὸ εἶναι τὸ νόημα τῶν θεϊκῶν δακρύων τοῦ Ἰησοῦ. Μέσα ἀπ’ αὐτὰ ἡ ἀγάπη ἐνεργοποιεῖται καὶ πάλι· ἀναδημιουργεῖ, ἀπολυτρώνει, ἀποκαθιστᾶ τὴ σκοτεινὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου: «Λάζαρε, δεῦρο ἔξω!..» Προσταγὴ ἀπολύτρωσης. Κάλεσμα στὸ φῶς. Ἀκριβῶς γι’ αὐτὸ τὸ Σάββατο τοῦ Λαζάρου εἶναι τὸ προοίμιο καὶ τοῦ Σταυροῦ, σὰν τὴ μέγιστη θυσία τῆς ἀγάπης, καὶ τῆς Ἀνάστασης, σὰν τὸν τελικὸ θρίαμβο τῆς ἀγάπης.
Ἀπό τό βιβλίο: Η ΜΕΓΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ,
Ἔκδ. Ἀκρίτας 1990.
Το είδαμε εδώ

Εμείς Τον προδώσαμε, αλλά Εκείνος δεν μας απαρνήθηκε

Μολονότι τον προδώσαμε, δεν μας απαρνήθηκε, δεν μας ξέχασε, δεν μας άφησε αβοήθητους!
Τί ακριβώς πάθαμε μετά το προπατορικό αμάρτημα; Ποιό είναι, δηλαδή, το αποτέλεσμα της παρακοής των προπατόρων μας; Η φύση μας δεν άλλαξε. Τα μέρη και οι δυνάμεις της έμειναν όπως ήταν και πριν από την παράβαση, με τους ίδιους νόμους και τις ίδιες ανάγκες. Η προαίρεση μας, ωστόσο, η αυτοσυνειδησία μας, δεν ακολούθησε ελεύθερα την ίδια κατεύθυνση. Τα πάθη ανέτρεψαν την αρχική τάξη και την ομαλή αλληλεξάρτηση των μερών και των δυνάμεων της φύσεως μας, διατάραξαν την όλη ζωή και δραστηριότητα του ανθρώπου και γέννησαν μια ειδική κατηγορία επιβλαβών δυνάμεων. Τα πάθη, όπως έχω ξαναπεί, δεν είναι φυσικά. Έχουν, ωστόσο, τη δύναμη να ελέγχουν και να ρυθμίζουν όλες τις δυνάμεις μας όπως θέλουν. Αυτό, λοιπόν, έγινε.
xristos2
Ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο για να είναι ευτυχισμένος κοντά του, μόνο κοντά του, έχοντας ζωντανή σχέση και επικοινωνία μαζί Του. Γι’ αυτό και «φύσηξε στο πρόσωπο του πνοή ζωής» (Γεν. 2:7), του έδωσε δηλαδή το πνεύμα. Τα κύρια χαρακτηριστικά του πνεύματος είναι η αυτοσυνειδησία και η ελευθερία, ενώ οι κύριες εκδηλώσεις του είναι, πρώτον, η ομολογία του Θεού ως Δημιουργού, προνοητή και μισθαποδότη και, δεύτερον, ένα αίσθημα ολοκληρωτικής εξαρτήσεως από εκείνον. Το αίσθημα αυτό εκδηλώνεται με την αγαπητική πρόσβλεψη του Θεού, με τη σταθερή προσήλωση στο Θεό, με τον ευλαβικό φόβο του Θεού, με την εκτέλεση του θελήματος του Θεού, σύμφωνα με τα κελεύσματα της συνειδήσεως, και με την απάρνηση όλων των επίγειων για χάρη του Θεού.
Αυτοσυνειδησία και ελευθερία δόθηκαν με το πνεύμα στον άνθρωπο όχι για να ξιππαστεί και να ενεργεί αυθαίρετα, αλλά για να διαπιστώσει και να παραδεχτεί πως ό,τι έχει προέρχεται από το Θεό, κι έτσι, ζώντας σύμφωνα με τη φυσική τάξη που καθόρισε Εκείνος, να κατευθύνεται συνειδητά και ελεύθερα προς τον τελικό του σκοπό, την αιώνια ζωή μετά τον σωματικό θάνατο. Όταν το κάνει αυτό, μένει ενωμένος με το Θεό και Εκείνος μ’ αυτόν. Και όταν ο Θεός μένει ενωμένος μ’ έναν άνθρωπο, δίνει στο πνεύμα του τη δύναμη να ελέγχει και να κατευθύνει το σώμα και τη ψυχή, καθώς και τα εξωτερικά πράγματα. Αυτή ήταν η αρχική κατάσταση του ανθρώπου.
Το επιβεβαίωσε ο Κύριος με τον θείο λόγο του, προστάζοντας τους πρωτόπλαστους να γνωρίζουν ως Θεό εκείνον μόνο, να υπηρετούν εκείνον μόνο, να βαδίζουν σύμφωνα με το θέλημα εκείνου μόνο. Και για να μη βρεθούν σε αμηχανία ως προς τον τρόπο εκπληρώσεως του θείου θελήματος, τους έδωσε μια ασήμαντη εντολή: Να μη φάνε τον καρπό ενός δέντρου, του δέντρου της γνώσεως του καλού και του κακού, όπως το ονόμασε. Έτσι, λοιπόν, οι προπάτορές μας άρχισαν να ζουν ευφρόσυνα μέσα στον παράδεισο.
Ένα πνεύμα, όμως, που είχε πέσει πρωτύτερα από υπερηφάνεια, τους φθόνησε για τη μακαριότητά τους και τους έβγαλε από το δρόμο του Θεού, παρακινώντας τους να παραβούν την ασήμαντη εντολή που τους είχε δοθεί. Τους εξαπάτησε, λέγοντάς τους δελεαστικά, ότι, αν γεύονταν τον απαγορευμένο καρπό, θα γίνονταν σαν θεοί! Το πίστεψαν. Και δοκίμασαν τον καρπό. Το γεγονός αυτό καθεαυτό δεν είναι ίσως σημαντικό. Το κακό είναι ότι πίστεψαν το πονηρό πνεύμα, χωρίς καν να το γνωρίζουν. Ίσως κι αυτό ακόμα να μην ήταν τόσο φοβερό, αν ο διάβολος δεν είχε δηλητηριάσει τις ψυχές τους με πονηρούς λογισμούς και αμαρτωλά αισθήματα εναντίον του ίδιου του Θεού, πείθοντας τους ότι εκείνος τους απαγόρεψε να φάνε από το δέντρο της γνώσεως του καλού και του κακού, επειδή, αν το έκαναν, θα γίνονταν σαν θεοί.
Να τι πίστεψαν. Και πιστεύοντάς το, δεν μπορούσαν παρά να έχουν βλάσφημους λογισμούς για τον Πλάστη τους, όπως, λ.χ., ότι τους φθόνησε και τους φέρθηκε δίχως καλοσύνη. Αφού δέχτηκαν τέτοιους λογισμούς, δεν μπορούσαν ν’ αποφύγουν, στη συνέχεια, και κάποια δυσμενή αισθήματα εναντίον του Θεού, αισθήματα που τους οδήγησαν σε αυτόβουλες αποφάσεις: “Θα πάρουμε μόνοι μας ό,τι εκείνος δεν μας δίνει. Να ποιος είναι, κι εμείς τον θεωρούσαμε αγαθό! Δεν έχουμε, λοιπόν, παρά να τον αγνοήσουμε και να ρυθμίσουμε εμείς οι ίδιοι τη ζωή μας!”. Έτσι σκέφτηκαν. Και αυτονομήθηκαν, χωρίστηκαν από το Θεό, πιστεύοντας φιλόδοξα ότι, σύμφωνα με την υποβολή του πονηρού, θα γίνονταν σαν θεοί. «Θ’ ανέβω πάνω από τα σύννεφα, θα γίνω όμοιος με τον Ύψιστο!» (Ησ. 14:14). Αυτό δεν ήταν μόνο ένας μάταιος λογισμός. Ήταν μια εχθρική απόφαση.
Ο άνθρωπος, αναλαμβάνοντας πια ο ίδιος με αυτοπεποίθηση τον καθορισμό της πορείας του, κυριεύτηκε από έπαρση και αλαζονεία. Η κακή χρήση της ελευθερίας του, πάλι, τον έκανε κακόβουλο και πεισματάρη. Η απομάκρυνση από το Θεό ολοκληρώθηκε με την αποστροφή και την ανταρσία εναντίον Του. Γι’ αυτό κι εκείνος εγκατέλειψε τους παραβάτες. Έτσι η ζωντανή ενότητα Θεού και ανθρώπου διασπάστηκε. Ο Θεός είναι παντού και συντηρεί τα πάντα, αλλά ενώνεται με ελεύθερα όντα μόνο όταν υποτάσσονται σ’ αυτόν. Κανενός το αυτεξούσιο δεν παραβιάζει.
elkomenos2
Συντηρεί, βέβαια, και φυλάει ακόμα και τους πιο εγωιστές, αλλά δεν τούς πλησιάζει, δεν ενώνεται μαζί τους. Έτσι και οι προπάτορές μας αφέθηκαν μόνοι. Αν είχαν μετανοήσει έγκαιρα, ίσως ο Θεός να είχε επιστρέψει κοντά τους. Δυστυχώς, όμως, έμειναν αμετανόητοι. Παρά τα ολοφάνερα αποδεικτικά στοιχεία, ούτε ο Αδάμ ούτε η Εύα παραδέχτηκαν πως ήταν ένοχοι. Έτσι τιμωρήθηκαν με έξωση από τον παράδεισο. Συνήλθαν μετά την έξωσή τους, μα ήταν πια αργά. Δεν είχαν παρά να υπομείνουν τις συνέπειες της πτώσεώς τους, όπως τις υπομένει ολόκληρο το ανθρώπινο γένος, που κατάγεται απ’ αυτούς. Ας ευγνωμονούμε τον πανάγαθο Θεό, που, μολονότι τον προδώσαμε, δεν μας απαρνήθηκε, δεν μας ξέχασε, δεν μας άφησε αβοήθητους. Μ’ ένα θαυμαστό τρόπο οικονόμησε την επανένωση μας μαζί του.
Ξανοίχτηκα αρκετά. Ας επικεντρώσουμε, λοιπόν, την προσοχή μας στο τι συνέβη μέσα στον άνθρωπο: Το πνεύμα, όσο ήταν σε ζωντανή κοινωνία με το Θεό και έπαιρνε θεία δύναμη απ’ αυτόν, είχε εξουσία πάνω στη ψυχή και το σώμα. Όταν διακόπηκε η κοινωνία του με το Θεό, διακόπηκε και η ενίσχυσή του με θεία δύναμη. Μόνο του και αδύναμο πια, δεν μπορούσε να κυβερνήσει τη ψυχή και το σώμα, που το αιχμαλώτισαν και το υπέταξαν. Στον άνθρωπο κυριάρχησε η διάνοια και, μέσω της διάνοιας, η σαρκικότητα. Έτσι ο άνθρωπος, από πνευματικός, έγινε διανοητικός και σαρκικός. Το αποδυναμωμένο πνεύμα δεν έχει, από τότε μέχρι σήμερα, εξουσία πάνω του. Είναι το ίδιο πνεύμα που πήρε εξαρχής από το Θεό, αλλά ανίσχυρο.
Γνωστοποιεί, πάντως, την ύπαρξή του κάπου-κάπου, άλλοτε με το φόβο του Θεού, άλλοτε με τα ξυπνήματα της συνειδήσεως και άλλοτε με το ανικανοποίητο από τα κτιστά πράγματα. Σ’ αυτές τις εκδηλώσεις δεν δίνουμε πολλή προσοχή. Μόλις που τις αντιλαμβανόμαστε, καθώς όλο το ενδιαφέρον μας είναι στραμμένο στις μέριμνες της επίγειας ζωής. Η διάνοια μας έχει αφοσιωθεί σ’ αυτή τη ζωή, μια ζωή υλική. Την επίγεια ζωή, τη ζούμε όλοι με σώμα, και καθετί σωματικά απτό φαίνεται αναγκαίο.
Ο άνθρωπος, όταν συντελέστηκε η ανατροπή της τάξεως στις αμοιβαίες σχέσεις και στην αλληλεξάρτηση των μερών της φύσεώς του, δεν μπορούσε πια να δει τα πράγματα μέσα στην ορθή τους προοπτική, ούτε μπορούσε να διατηρήσει τις ανάγκες, τις επιθυμίες και τα συναισθήματά του σε ευταξία και ισορροπία. Σ’ όλα αυτά  -ανάγκες, επιθυμίες, συναισθήματα- επικράτησε σύγχυση και αταξία. Μα το χειρότερο ήταν ότι σ’ αυτή την κατάσταση προστέθηκαν και τα πάθη, που κυριάρχησαν στον άνθρωπο και άρχισαν να τον τυραννούν. Φοβερή είναι η τυραννία των παθών! Έχεις δει πώς η οργή ψήνει σαν πυρετός τον οργισμένο; Πώς ο φθόνος τρώει σαν σαράκι τον φθονερό;
Πώς η λύπη λιώνει σαν αργός θάνατος τον βυθισμένο σε πένθος; Έτσι συμβαίνει με όλα τα πάθη, που εμφανίστηκαν μέσα μας μαζί με τη φιλαυτία. Αυτή είναι η μάνα τους. Μόλις ο προπάτοράς μας είπε μέσα του, “εγώ ο ίδιος”, “ο εαυτός μου”, στη ψυχή του ρίζωσε η φιλαυτία, αυτό το δηλητήριο, αυτός ο σπόρος του σατανά. Από τη φιλαυτία αναπτύχθηκαν στη συνέχεια και τα άλλα πάθη -υπερηφάνεια, φθόνος, οργή, μίσος, λύπη, απελπισία, πλεονεξία, φιληδονία, κλπ.- με όλα τα επακόλουθα και τις συνέπειές τους. Ενωμένα πια με την ανθρώπινη φύση, επιδεινώνουν μια κατάσταση που, και χωρίς αυτά, ήταν κατάσταση διαταραχής της φυσικής τάξεως.
Να, λοιπόν, σε τι συνίσταται η αρρώστια μας: Το πνεύμα κυριεύθηκε από έπαρση και αλαζονεία, από κακοβουλία και πεισμονή. Έτσι έχασε την εξουσία του και υποτάχθηκε στη ψυχή, στο σώμα και στα εξωτερικά, στα υλικά πράγματα. Ακολούθησαν η σύγχυση και ο πολλαπλασιασμός των αναγκών και των επιθυμιών, διανοητικών και σωματικών. Αυτές καθαυτές οι ανάγκες του ανθρώπου είναι περιορισμένες και εύτακτες. Το αρρωστημένο πνεύμα, όμως, που από τη φύση του έχει απεριόριστη ενέργεια, τις πολλαπλασιάζει ακατάπαυστα και τις μπερδεύει, δημιουργώντας αυτή τη σύγχυση και την αταξία, για την οποία μιλήσαμε.

(Οσίου Θεοφάνους του Εγκλείστου, «Ο δρόμος της ζωής»,σ. 87-92, εκδ. Ι.Μ.Παρακλήτου)
πηγή

ΧΑΙΡΕΤΕ ΕΝ ΚΥΡΙΩ ΠΑΝΤΟΤΕ ΠΑΛΙΝ ΕΡΩ ΧΑΙΡΕΤΕ Αποστολικό ανάγνωσμα Κυριακής των Βαΐων (Φιλιπ. δ' 4-9)

ΧΑΙΡΕΤΕ ΕΝ ΚΥΡΙΩ ΠΑΝΤΟΤΕ ΠΑΛΙΝ ΕΡΩ ΧΑΙΡΕΤΕ
Αποστολικό ανάγνωσμα
Κυριακής των Βαΐων
(Φιλιπ. δ' 4-9)


Αποτέλεσμα εικόνας για ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΙΩΝΟυδέν ανθρώπινο σύστημα και ουδεμία φιλοσοφία μπορεί να διδάξει στον άνθρωπο την πραγματική χαρά και μάλιστα να την βιώνει όταν αυτός βρίσκεται κυκλωμένος από θλίψεις και πειρασμούς. Και όμως αυτό το κατά κόσμον παράδοξο το βλέπουμε να πραγματοποιείται όταν ο πιστός χριστιανός συνειδητά ζει και εφαρμόζει τις εντολές τού Θεού.
Χαίρετε εν Κυρίω πάντοτε. Πάλιν ερώ, χαίρετε”, γράφει ο θεόπνευστος Απόστολος στους Φιλιππησίους και δι' αυτών σε όλο το σώμα τής Εκκλησίας.
Χαρά λοιπόν, μολονότι με την Κυριακή των Βαίων εισερχόμεθα στην Μεγάλη Εβδομάδα όπου αποκορυφούται το πάθος τού Κυρίου και δεσπόζει ο οδυνηρός Σταυρός; Βεβαίως, διότι η ορθόδοξος πνευματικότης δεν είναι του κόσμου τούτου. Δεν ερμηνεύεται από τα βλεπόμενα, αλλά κυριαρχεί το υπέρλογο και οι διατάξεις τής χάριτος ακόμα και στις πλέον δύσκολες και οδυνηρές στιγμές που διανύουμε. Σε στιγμές που όλα φαίνονται να χάνονται και να κυριαρχεί το αρνητικό, τότε δηλ. που φαίνεται να χαίρονται οι εχθροί τού Χριστού. Όταν όμως υπάρχει η απόλυτη εμπιστοσύνη στον Εσταυρωμένο και Αναστάντα, τότε η χαρά πάντοτε μεσουρανεί και το ευλογημένο χαμόγελο στα χείλη αποδεικνύει τη χάρη και την ειρήνη τού Αγίου Πνεύματος. Και υπάρχουν λόγοι που ανθεί η χαρά στις χριστιανικές καρδιές.
Ο πρώτος λόγος που δικαιολογεί την χαρά είναι η αντιμετώπισις των προβλημάτων με την ζωντανή πίστη στον Χριστό. Τα βασανιστικά ερωτήματα που συνθλίβουν τους μακράν τής Εκκλησίας ανθρώπους “τι θα γίνουμε”! “πώς θα ζήσουμε”! “τι θα φάμε”! “πώς θα εξασφαλισθούμε”! Αλλά και τόσα άλλα που ως καταθλιπτική επωδός αναδύονται στα πικραμένα χείλη, όχι ότι τα αγνοούν οι πιστοί, αλλά τα βλέπουν αντικειμενικά και μέσα από το φως τής εις Χριστόν πίστεως. Ο Ορθόδοξος Χριστιανός δεν καταντά είλωτας της ζωής όπως αυτοί που δεν γνωρίζουν διάλειμμα και Κυριακή, ή όπως εκείνοι που μπορεί να διαθέτουν όλα τα αγαθά τής γης και όμως να νομίζουν ότι δεν έχουν τίποτε με αποτέλεσμα να καταντούν οι δυστυχέστεροι των ανθρώπων.
Όχι, ουδέποτε τέτοιες αποκρουστικές και ζοφερές καταστάσεις που οδηγούν ακόμα και σε ψυχοπάθειες και καταλήγουν σε πνευματική νέκρωση. Ο πιστός μελετά τον θείο λόγο όπως τον ερμηνεύουν οι θεοφόροι πατέρες, προσεύχεται καθημερινώς και ει δυνατόν ακαταπαύστως και την όλη του ζωή την έχει αναθέσει στην πατρική πρόνοια του Θεού. Κάνει βεβαίως ό,τι περνά από το χέρι του· ουδέποτε παραμελεί το καθήκον του· είναι κατά πάντα συνειδητός στις υποχρεώσεις του, όμως μετά και πάνω απ' όλα αυτά, ακόμα και στις θλίψεις και τα ατυχήματα δοξάζει τον Τριαδικό Θεό και δοκιμάζει την χάρη και την ευλογία.
Αλλά υφίσταται και δεύτερος σπουδαίος, ουσιωδέστερος λόγος για τον οποίο ο πιστός ουδέποτε αισθάνεται να τον εγκαταλείπει η καρδιακή χαρά. Και ποίος είναι αυτός; Μα, η άφεσις των αμαρτιών μας!
Ο Χριστιανός δεν είναι ο ένοχος που δεν έχει πού να κρυφτεί από τον έλεγχο της συνειδήσεως. Πολύ σωστά είπε κάποιος ότι: “ουδέποτε οι Ερινύες κυνήγησαν και συνέλαβαν συνειδητό πιστό”. Αλλά και πώς να συλλάβουν πιστό αφού την άφεση των αμαρτιών συνακολουθεί η ουράνια ευλογία;
Βεβαίως, Χριστιανός δεν θα πει αναμάρτητος. Κάποιες φορές μάλιστα τα πάθη και οι αδυναμίες, τη συνεργεία τού εχθρού, θεριεύουν σε τέτοιο βαθμό που ουδέποτε μπορούν να φανταστούν οι κοσμικοί τούς οποίους ο διάβολος “σέρνει από την μύτη”. Όχι, ο πιστός δεν είναι ο απείραστος, είναι όμως ο αγωνιστής που γνωρίζει ότι το έλεος του Θεού είναι άπειρο για όσους μετανοούν και ακαταπαύστως αγωνίζονται τον δύσκολο μεν, όμορφο δε και ανέκφραστο αγώνα των ευαγγελικών αρετών και της αγιότητος. Η δε τακτική μυστηριακή ζωή, ο αρραβώνας δηλ. της Βασιλείας των ουρανών δεν είναι παρά η μυστική χαρά που φέρει την κάθαρση, τον φωτισμό και πληρεί τον άνθρωπο με την “ειρήνην τού Θεού την υπερέχουσαν πάντα νουν” όπως λέει και εύχεται σε όλους ο Απόστολος Παύλος.
Θα μπορούσε όμως από την μυροβόλο δέσμη τής χαράς να λείπει και το τρίτο άνθος τού ουρανού; Αυτή δηλ. η ελπίδα για το υπέρλαμπρο μέλλον που μας αναμένει στο υπερουράνιο θυσιαστήριον· πλησίον τής Θεοτόκου και μητέρας του φωτός· και εκεί που όλες οι άγιες και εκλεκτές ψυχές μάς αναμένουν “ίνα μή χωρίς ημών τελειωθώσι”; (Εβρ. ια΄ 39).
Ποιός μπορεί αλήθεια να περιγράψει το υπέρλαμπρο εκείνο μέλλον; Όχι απλώς εκεί δεν υφίσταται ίχνος πόνου και δακρύων, πένθη και αδικίες ανθρώπινες, αλλά εκεί μάς αναμένει ο παράδεισος. Ο παράδεισος τον οποίον ο Θεός χαρίζει στα τέκνα Του που εκτίμησαν την αγάπη Του. Εκεί τα αιώνια. Η δόξα, η τιμή και τα αιώνια αγαθά, “ά οφθαλμός ουκ είδε και ους ουκ ήκουσε και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη, α ητοίμασεν ο Θεός τοις αγαπώσιν Αυτόν”!
Και είναι μεν αλήθεια ότι δεν βλέπουμε διά των αισθητών μας οφθαλμών όλες αυτές τις ευλογίες που αναμένουν τους πιστούς. Συμβαίνει όμως κάτι απείρως ανώτερο. Τα πιστεύουμε και τα αποδεχόμεθα απολύτως όλα αυτά που μας αποκάλυψε ο Χριστός. Τα πιστεύουμε με όλη τη δύναμη του “είναι” μας και με όλη τη θέρμη τής καρδιάς μας και επομένως, διά της ορθοδόξου πίστεώς μας, από του νυν βιώνουμε τα μέλλοντα, δοθέντος ότι αυτή η ορθόδοξος πίστις είναι “των ελπιζομένων υπόστασις και πραγμάτων έλεγχος ου βλεπομένων”.
Και μετά απ' όλα αυτά, από το αντίκρυσμα δηλ. των προβλημάτων της ζωής μέσω τής πίστεώς μας, την άφεση των αμαρτιών μας και τέλος το δοξασμένο μέλλον μας στην ουράνια Βασιλεία τού Θεού, είναι δυνατόν να καλλιεργούμε σκέψεις και να εκτρέφουμε αισθήματα που εκδιώκουν την χαρά από την ψυχή; “Παιδί μου, δεν έχεις δικαίωμα να φυγαδεύεις την χαρά μέσα από την ύπαρξή σου”, ετόνιζε ένας πνευματικός σε κάποια ψυχή που έρρεπε προς την μελαγχολία.
Αδελφοί “χαίρετε εν Κυρίω πάντοτε”. Η συστηματική καλλιέργεια της ορθοδόξου πνευματικότητας, νομοτελειακώς επιφέρει την δρόσον Αερμών τής χαράς και τις ριπές της δροσοβόλου χάριτος.
Το λοιπόν “χαίρετε εν Κυρίω πάντοτε. Πάλιν ερώ, χαίρετε”!
Αμήν




Άρχ. Ιωήλ Κωνστάνταρος

π. Συμεών Κραγιόπουλος: "Ομιλία εις την Κυριακή των Βαΐων"


 Η θριαμβευτική είσοδος του Κυρίου στην Ιερουσαλήμ

Καθώς ακούγαμε τώρα την όλη ευαγγελική περικοπή, η οποία αναγινώσκεται κάθε χρόνο αυτήν την ημέρα, μου 'κανε ακόμη μια φορά εντύπωση ότι όλοι λίγο πολύ, καθένας με τη διάθεσή του, καθένας με την πρόθεσή του, ανάλογα με την κατάστασή του, όλοι η, αν θέλετε, πολλοί είναι αυτοί οι οποίοι πλησιάζουν έτσι η αλλιώς τον Κύριο, αναφέρονται εις Αυτόν, συνομιλούν με Αυτόν ή  όπως στην ειδική περίπτωση σήμερα, ψάλλουν και υμνούν και δοξάζουν τ' όνομά Του καθώς τον υποδέχονται στην Ιερουσαλήμ.

Το τονίζει η ευαγγελική περικοπή ότι ο λαός, μόλις είδε τον Κύριο να εισέρχεται στην Ιερουσαλήμ «επί πώλου όνου καθήμενον», έσπευσε, καθώς και τα παιδία, να ψάλλουν το «Ωσαννά εν τοις υψίστοις ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου».

Είναι αυτός ο λαός που ύστερα από λίγες ημέρες, καίτοι είναι ο λαός που ευεργετήθηκε πιο μπροστά από τον Κύριο, ο ίδιος αυτός λαός ύστερα από λίγες ημέρες θα φωνάξει· «Αρον, άρον, σταύρωσον αυτόν», συμφωνώντας με τους γραμματείς, τους Φαρισαίους και τους αρχιερείς.

Βλέπουμε εδώ να είναι κόσμος πολύς, που έχει μαζευθεί στο σπίτι του Λαζάρου, τον οποίο ανέστησε ο Κύριος. Το άκουσαν και ήρθαν να δουν, λέει, τον Ιησού αλλά και τον Λάζαρο· και τον Λάζαρο, από περιέργεια, τον ανέστησε πραγματικά; Τι ακριβώς έγινε;

Πολύς κόσμος μπαίνει-βγαίνει στο σπίτι των αδελφών Μάρθας και Μαρίας όπου λαμβάνει χώραν αυτό το περιστατικό· η μία από τις αδελφές διαθέτει πολύτιμο μύρο για να πλύνει και να σπογγίσει τα πόδια του Κυρίου· και αγανακτούν οι μαθηταί, ιδιαίτερα ο Ιούδας, ο οποίος τάχα νοιάζεται για τους φτωχούς και στεναχωρείται που πετιέται τρόπον τινά το πολύτιμο μύρο, το οποίο εχει τόσο μεγάλη αξία και θα μπορούσε αντ' αυτού το ποσόν να δοθεί στους φτωχούς.

Οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι απ' την άλλη πλευρά συνεδριάζουν, συσκέπτονται, είχαν σκοπό να θανατώσουν, λέει, και τον Λάζαρο, γιατί και αυτός ξεσήκωνε τον λαό. Το θαύμα που έκανε σ' αυτόν ο Κύριος συντελούσε, ώστε να δημιουργείται ρεύμα για τον Κύριο. Και οι μαθηταί λοιπόν εδώ, και ο Λάζαρος και οι αδελφές του εδώ, και λαός πολύς εδώ, και οι αρχιερείς κάπου εκεί βρίσκονται, και όλοι οι άλλοι, και ο λαός ο οποίος ξεσηκώνεται την ώρα που εισέρχεται ο Κύριος στα Ιεροσόλυμα και ας πούμε ζητωκραυγάζει.


Όλοι συνωθούνται γύρω από τον Κύριο, αλλά λίγοι σώζονται

Όλη η παραπάνω εικόνα μας βοηθάει να προσέξουμε και να μελετήσουμε καλύτερα αυτά τα οποία θα συμβούν όλες αυτές τις ημέρες, που παρόμοια συμβαίνουν κάθε χρόνο, αλλά επίσης συμβαίνουν και σ' όλη μας τη ζωή. Όπως π.χ. όλοι, εδώ, συνωθούνται γύρω από το πρόσωπο του Κυρίου αλλά στο τέλος όμως, καθώς ξεκαθαρίζουν τα πράγματα μετά την Ανάστασή του, δεν είναι όλοι αυτοί που σώζονται. Όλοι συνωθούνται εδώ, όλοι έτσι ή αλλιώς έχουν μια σχέση με τον Κύριο, αναφέρονται σ' αυτόν, αλλά τελικά όμως λίγοι είναι εκείνοι που σώζονται. Ακόμη και από αυτούς που τώρα τον υποδέχονται στην Ιερουσαλήμ και έπειτα θα φωνάξουν «άρον, άρον», ναι, αρκετοί απ' αυτούς θα σωθούν την ημέρα της Πεντηκοστής, όταν θα έλθει το Πνεύμα το Άγιον. Θα ακούσουν την ομιλία του αποστόλου Πέτρου, θα κατανυγούν και κατανενυγμένοι θα ερωτήσουν σοβαρά τι πρέπει να κάνουν. Και παίρνουν την απάντηση «να μετανοήσετε και να βαπτισθείτε γιά να σωθείτε»· πράγμα που το κάνουν και λαμβάνουν όχι ως αμοιβή ή, αν θέλετε και έτσι, αλλά κυρίως ως επιβεβαίωση ότι τους δέχθηκε ο Κύριος, τους συγχώρησε, τους κάνει δικούς του, τους κάνει τέκνα του και τους δίδει το Πνεύμα το Άγιον και σ' αυτούς που ήταν τρεις χιλιάδες και στους άλλους που ακολούθησαν υστέρα από λίγες ημέρες.


Εάν απλώς οι προσωπικές μας εκτιμήσεις μας κατευθύνουν, θα εκπλαγούμε την ημέρα της Κρίσεως

Αυτές τις ημέρες και εμείς εδώ και αλλού και όπου γης, λίγο πολύ, όλοι τουλάχιστον όσοι είναι χριστιανοί, όσοι είναι βαπτισμένοι, θα τρέξουν, άλλος έτσι, άλλος αλλιώς, άλλος περισσότερο, άλλος λιγότερο, άλλος με την μια διάθεση, άλλος με την άλλη. Πλήθη και πλήθη κόσμου θα τρέξουν στους ναούς, θα έλεγε κανείς, θα τρέξουν στον Χριστό και εμείς μαζί τους όλοι.

Το θέμα όμως είναι, τελικά, πόσοι από μας θα σταθούμε με σοβαρότητα ενώπιον του σταυρωθέντος Κυρίου και του αναστάντος και αναληφθέντος Κυρίου, του αποστείλαντος το Άγιον Πνεύμα στον κόσμο Κυρίου, πόσοι θα σταθούμε σοβαρά-σοβαρά ενώπιόν του και θα ρωτήσουμε τι πρέπει να κάνουμε, και πόσοι από μας όντως θα κάνουμε αυτό το οποίο λέει το Πνεύμα του Θεού, αυτό το οποίο λέει ο Θεός; Άλλο τι κάνουμε εμείς· κάνουμε, όλοι μας κάνουμε. Και στην εκκλησία θα πάμε, και μια και δυο· και λαμπάδες θα ανάψουμε και κεριά θα ανάψουμε, αν θέλετε, πολλοί θα προσέλθουν να κοινωνήσουν, πολλοί θα προσέξουν, αν θέλετε, τις ακολουθίες, τα νοήματα όλα, αλλά θα κάνει ο καθένας αυτό που αυτός νομίζει, θα κάνει ο καθένας όπως αυτός νομίζει.

Λίγοι είναι εκείνοι οι οποίοι φθάνουν σε κατάνυξη, σε συναίσθηση, και βρίσκονται μπροστά στην αλήθεια τι να κάνουν. «Τι ποιήσωμεν»; λέει, την ημέρα της Πεντηκοστής. «Να μετανοήσετε και να βαπτισθείτε». Εάν τελικά δεν φθάσεις σ' αυτό το σημείο, ώστε να ρωτήσεις και να λάβεις την απάντηση και να συμμορφωθείς προς την απάντηση, αλλά και να έχεις την επιβεβαίωση ότι σε δέχθηκε ο Θεός, σε συγχώρησε ο Θεός, σε έβαλε στο δρόμο του ο Θεός, σε βάζει στη βασιλεία του ο Θεός· αν δεν γίνει έτσι, και μείνεις απλώς στις δικές σου εκτιμήσεις, μείνεις απλώς στις δικές σου όποιες ενέργειες, στην δική σου όποια ανταπόκριση, είναι πολύ πιθανό να μην έχεις κάνει τίποτε.

Και την ημέρα την κρίσιμη, την ημέρα που θα κληθούμε να δώσουμε λόγο, καθώς όλα στη ζωή σου τα υπολόγιζες εσύ και τα κανόνιζες εσύ, έτσι και την ημέρα εκείνη της κρίσεως κατά την δική σου αντίληψη, κατά την δική σου σκέψη και τους δικούς σου υπολογισμούς, ποιος ξέρει πως θα τα περιμένεις· αλλά δεν θα 'ναι καθόλου έτσι όπως θα τα περιμένεις, διότι ποτέ στη ζωή σου, όσο τάχα καλός κι αν ήσουν, όσο και αν κουράστηκες, κοπίασες ή έκανες κάποια πράγματα, ποτέ στη ζωή σου δεν έθεσες αυτό το ερώτημα σοβαρά-σοβαρά ενώπιον του Θεού· τι θέλει από σένα ο Θεός; Και ποτέ ίσως στη ζωή σου δεν ανταποκρίθηκες κατά τον λόγο του Θεού, κατά το θέλημα και τις εντολές του Θεού, αλλά έμεινες απλώς μόνο σ' αυτά που έκανες εσύ· και θα εκπλαγείς εκείνη την ημέρα που δεν θα 'σαι μεταξύ εκείνων οι οποίοι θα ακούσουν το «δεύτε οι ευλογημένοι του πατρός μου...», παρά τους υπολογισμούς σου, παρά τις εκτιμήσεις σου, παρά τη σιγουριά σου ότι ε καλώς εσύ τα εξετίμησες τα πράγματα, καλώς εσύ τα υπολόγισες, καλώς ενήργησες, έδινες και στον εαυτό σου το πιστοποιητικό του καλού χριστιανού.
Τέλος στην μέχρι τώρα ραθυμία μας. 
Ο Θεός οδηγείται στο Πάθος για μας.

Αυτές τις ημέρες, αδελφοί μου, θα ακούσουμε πολλά, όχι μόνο έτσι αόριστα, όχι μόνο θα φθάσουν στην ψυχή μας κάποιες έννοιες, κάποια νοήματα, αλλά θα προβάλουν αυτές τις ημέρες και συγκεκριμένα πρόσωπα· όπως εδώ σήμερα είναι η Μάρθα, η οποία προβαίνει σε μια καλή ενέργεια, αλλά θα ακούσουμε και για τους μαθητάς, θα ακούσουμε και για τον ληστή και για την άλλη αμαρτωλή γυναίκα, για συγκεκριμένα πρόσωπα. Θα ακούσουμε και για τα πρόσωπα εκείνα τα οποία, καίτοι ήρθαν σε επικοινωνία με τον Χριστό, τελικά έστρεψαν τα νώτα και χάθηκαν. Θα ακούσουμε και για κείνα τα πρόσωπα τα οποία, μπορεί να 'ταν σε άσχημη κατάσταση, μπορεί να έπεσαν σε μεγάλη αμαρτία, μπορεί να έπεσαν σε μεγάλη πλάνη, αλλά τελικά βρήκαν τον Κύριο, βρήκαν τον Θεό και σώθηκαν.

Και έχουμε αυτήν την ευκαιρία ο καθένας μας να βάλουμε τον εαυτό μας ακριβώς στον δρόμο που πρέπει να τον βάλουμε, και όχι ανεύθυνα και επιπόλαια να μείνουμε απλώς σε μια θρησκευτικότητα, να μείνουμε απλώς σε μια χριστιανική εξωτερική, ας πούμε, κατάσταση.

Θα δούμε αμαρτωλούς να σώζονται, να αγιάζονται, να μπαίνουν κατευθείαν στον παράδεισο, όπως ο ληστής· και θα δούμε άλλους που ευλογήθηκαν από τον Κύριο και τελικά χάθηκαν, ακριβώς γιατί πήραν επιπόλαια τα πράγματα, ακριβώς γιατί δεν πρόσεξαν, ακριβώς γιατί δεν υπάκουσαν ποτέ στον Χριστό. Πολλοί χριστιανοί και στις ημέρες μας και τον προηγούμενο καιρό και στους επόμενους χρόνους, πολλοί χριστιανοί έμειναν και θα μείνουν μόνον απλώς με ένα ενδιαφέρον, μόνον απλώς σε μια κάποια σχέση με τα της Εκκλησίας, με τα του Θεού, με το δράμα του Κυρίου, και ξεγελιούνται έτσι, πέφτουν έξω και τελικά χάνονται.

Δεν μπορεί, δεν μπορεί ο ίδιος ο Θεός να γίνεται άνθρωπος και να οδηγείται, Οπως οδηγείται, στον θάνατο, στο Πάθος, στον Σταυρό, να θυσιάζεται και να το κάνει όλο αυτό για σένα και εσύ να ξοφλάς, αν επιτρέπεται να πούμε έτσι, να θεωρείς ότι το τακτοποίησες το θέμα απλώς με το να ασχοληθείς κάπως. Και να μη φθάσει ποτέ μέσ' στην ψυχή σου αυτή η θυσία του Θεού για σένα, αυτή η αγάπη του Θεού για σένα, αυτή η συγκατάβαση, ώστε να φιλοτιμηθείς και συ να ξυπνήσεις, να φιλοτιμηθείς να συσταυρωθείς με τον Κύριο, να φιλοτιμηθείς να πάθεις με τον Κύριο, να θυσιάσεις τα θελήματά σου, να θυσιάσεις το εγώ σου, να θυσιάσεις όλα εκείνα τα οποία μαθηματικώς σε οδηγούν στην απώλεια. Μην το ξανακάνουμε αυτό, το κάναμε ίσως πολλές φορές μέχρι σήμερα· μην το ξανακάνουμε.

Θα ήταν ευχής έργον, αυτή η ώρα τώρα να 'ναι μία ώρα, μία στιγμή που θα είναι ένα τέλος της μέχρι τώρα ραθυμίας μας, της μέχρι τώρα απροθυμίας μας, της μέχρι τώρα αμετανοησίας μας, της μέχρι τώρα κακής μας στάσεως και να είναι επίσης η αρχή, η αρχή της καλής σχέσεώς μας με τον Χριστό, η αρχή της υπακοής μας στον Χριστό, να υπακούσουμε και μεις μέχρι θανάτου κατά το υπόδειγμά Του, να είναι η αρχή της αληθινής μετανοίας, να είναι η αρχή της αληθινής χριστιανικής ζωής.
Να ακολουθήσουμε τον Χριστό όπου πάει»· 
όχι απ' άλλο δρόμο εμείς 

Δεν χρειάζονται πολλά πράγματα· δεν χρειάζεται πολλή σκέψη, αν... αν ωρίμασαν τα πράγματα μέσα στην ψυχή μας. Γιατί είναι κι αυτό ένα θέμα. Όλοι ακούμε τώρα αυτά τα λόγια αλλά σε ολίγους ίσως θα φέρουν το αποτέλεσμα που πρέπει να φέρουν αυτά τα λόγια. Οι πολλοί ίσως δεν είναι ώριμοι ακόμη, όχι γιατί δεν θα μπορούσαν να είναι ώριμοι, αλλά γιατί δεν θέλουν, ίσως ούτε κι αυτήν την στιγμή.

Έχει μεγάλη σημασία, πώς αισθάνεσαι βαθιά, πώς σκέπτεσαι βαθιά, τι διάθεση έχεις, εάν συναντάς σήμερα τον Κύριο, αν τον συναντάς αληθινά, αν τον συναντάς όχι από περιέργεια, όχι από ανάγκη, αν τον συναντάς όχι επειδή και άλλοι βρέθηκαν κάπου εκεί, αλλά φωτιζόμενος από το φώς του Θεού, αν τον συναντάς πραγματικά, γίνεται αυτό που πρέπει να γίνει μέσα στην ψυχή. Ξυπνάει η ψυχή, συναισθάνεται η ψυχή ότι δεν ήταν καθόλου καλή η στάση της μέχρι τώρα, ότι αρεσκόταν απ' εδώ και απ' εκεί. Και έρχεται αυτήν την στιγμή η μετάνοια, έρχεται η κατάνυξη, έρχεται η συναίσθηση, έρχεται ο φωτισμός και αποφασίζει κανείς, τώρα όχι ύστερα, να γίνει τού Χριστού, να ακολουθήσει τον Χριστό, να ακολουθήσουμε τον Χριστό όπου πάει εκείνος· όχι απ' άλλο δρόμο εμείς και από μακριά, όχι απλώς να βλέπουμε, απλώς να ακούμε.

Άλλο είναι να ακούς το τροπάριο, το οποίο τροπάριο, τις όλες αλήθειες αυτής της εβδομάδος που θα ακούσουμε και, έστω, να συγκινείσαι, να ευχαριστείσαι, να θαυμάζεις, και άλλο είναι να δώσεις την ψυχή σου σ' αυτά, να συμμορφωθείς προς το θέλημα του Θεού, να συμπορευθείς με τον Κύριο και όντως να συσταυρωθείς με τον Κύριο και να συναναστηθείς.

Δεν θα πω περισσότερα, θα σταματήσω εδώ με την θερμή ευχή -ο Κύριος μας ακούει, ο Κύριος μας βλέπει, ο Κύριος είναι εδώ, εκείνος ξέρει, εμείς λέμε, λέμε, τι λέμε; Εκείνος γνωρίζει- με την θερμή ευχή που ο Κύριος μάς ξέρει έναν έναν, όλους καλά, και ξέρει ακριβώς τι χρειάζεται να γίνει στην ψυχή τού καθενός μας, γνωρίζει ο Κύριος τι πρέπει να κάνει μέσα μας, αλλά και τι στάση εμείς πρέπει να πάρουμε απέναντί του, για να ενεργήσει εκείνος όπως θέλει μέσα μας.

Ο Κύριος λοιπόν που τα γνωρίζει όλα, που τα έχει όλα στο χέρι του, που τα μπορεί όλα, ο Κύριος, εύχομαι μέσα απ' την καρδιά μου και για μένα και για σας, ναι, αυτήν την ώρα, αυτήν την ημέρα, αυτήν τη στιγμή ο Κύριός μας, ο οποίος πηγαίνει προς το Πάθος -και αυτό δεν είναι φαντασία, μέσα στην λατρεία, είπαμε, ότι έχουμε αυτό τούτο το Πάθος, αυτά ταύτα τα γεγονότα- ο Κύριος λοιπόν, που πορεύεται προς το Πάθος αλλά πορεύεται και προς την Ανάσταση και την Ανάληψή του για να μας στείλει το Άγιον Πνεύμα, να μας αξιώσει να πορευθούμε μαζί του, να συναναστηθούμε και να σωθούμε αιώνια μαζί του στη βασιλεία Του.
7-4-1996

Μητροπολίτης Κυθήρων Σεραφείμ: Κήρυγμα για την Κυριακή των Βαΐων ΕΞΥΜΝΗΣΙΣ ΤΟΥ ΝΙΚΗΤΟΥ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ Ι. ΧΡΙΣΤΟΥ

ΕΞΥΜΝΗΣΙΣ ΤΟΥ ΝΙΚΗΤΟΥ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ Ι. ΧΡΙΣΤΟΥ
«…ὅθεν καί ἡμεῖς ὡς οἱ παῖδες, τά τῆς νίκης σύμβολα φέροντες, Σοί τῷ Νικητῇ τοῦ  θανάτου βοῶμεν˙ Ὡσαννά ἐν τοῖς ὑψίστοις, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου»(Ἀπολυτικίον ἑορτῆς)
Κατά τήν σημερινή ἑορτή τῆς Κυριακής τῶν Βαΐων, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, πού ἑορτάζεται ἡ θριαμβευτική εἴσοδος τοῦ Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ εἰς τά Ἱεροσόλυμα, ὑμνεῖται καί δοξάζεται ὁ Θεάνθρωπος Κύριός μας ὡς ὁ Νκητής τοῦ θανάτου.
Τά πλήθη τοῦ λαοῦ, μετά τό καταπληκτικό θαῦμα τῆς ἀναστάσεως τοῦ τετραημέρου νεκροῦ φίλου τοῦ Χριστοῦ Λαζάρου, κρατώντας στά χέρια τους τούς κλάδους τῶν φοινίκων ὡς τά σύμβολα τῆς νίκης κατά τοῦ θανάτου, τόν ζητωκραύγαζαν μέ τό «ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου». Ἄλλοι, ἡ μεγαλύτερη μάζα τοῦ λαοῦ, τόν ἐπευφημοῦσαν σάν κοσμικό βασιλέα, πού θά ἀνύψωνε τό ἔθνος τους σέ πρῶτο ἔθνος, ἀπελευθερώνοντάς το ἀπό τόν ρωμαϊκό ζυγό. Ἄλλοι, οἱ ὀλιγώτεροι καί πνευματικά ὥριμοι τόν τιμοῦσαν καί τόν ὑποδέχονταν ὡς πνευματικό βασιλέα καί νικητή τοῦ θανάτου. Καί ἄλλοι, ἡ ἄρχουσα θρησκευτική τάξις τῶν Ἑβραίων, οἱ Φαρισαῖοι, ἐνωχλοῦντο καί ἠλεκτρίζονταν ἀπ΄αὐτές τίς θερμές ἐκδηλώσεις ὑποδοχῆς τοῦ Θείου Διδάσκαλου Χριστοῦ καί ἐμελετοῦσαν ὄχι μόνο τήν ἐξόντωσι τοῦ ἰδίου, ἀλλά καί τήν θανάτωσι τοῦ ἀναστημένου Λαζάρου, χάριν τοῦ ὁποίου ἐπίστευαν οἱ ὄχλοι, διαπιστώνοντας τήν ἀνάστασί του.
Ἐμεῖς, ὅμως, οἱ σημερινοί ἄνθρωποι, τά μέλη τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ μας Ἐκκλησίας, σέ ποιά ἀπό τίς πιό πάνω μερίδες ἀνήκουμε; Ἀσφαλῶς, οὔτε στήν πρώτη, οὔτε στήν τελευταία ἁρμόζει νά εἴμαστε. Γιά μᾶς τούς Ὀρθοδόξους πιστούς ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ὁ Σωτήρας καί Λυτρωτής καί εὐεργέτης μας, ὁ Θεῖος Λυτρωτής τοῦ κόσμου καί τῆς ἀνθρωπότητος. Ὁ πνευματικός Ἄρχοντας καί Βασιλεύς Οὐρανοῦ καί γῆς. Ὁ Βασιλεύς τῶν βασιλευόντων καί ὁ Κύριος τῶν κυριευόντων. Ὁ Κυβερνήτης τῆς ζωῆς μας, ὁ Ἀρχηγός τῆς χριστιανικῆς μας πίστεως καί τῆς σωτηρίας μας. Ὁ μεγάλος καί θεῖος νομοθέτης καί Διδάσκαλος. Τό φῶς τοῦ κόσμου!
Αὐτόν ὑποδεχόμαστε σήμερα ὡς Νικητήν τοῦ θανάτου καί ὡς τόν ἀληθινόν Κύριον καί Θεόν μας. Μαζί μέ τά βαΐα τῶν δένδρων καλούμεθα νά κρατᾶμε καί τά βαΐα τῶν ἀρετῶν. Τῶν ἀρετῶν τῆς θείας ἀγάπης καί τῆς ἀφοσιώσεώς μας στόν Χριστό καί τήν Ἁγία μας Ἐκκλησία. Τῶν ἀρετῶν τῆς θερμῆς πίστεως καί τῆς χριστιανικῆς ἐλπίδος. Τῶν ἀρετῶν τῆς εὐσεβείας, τῆς μετανοίας καί τῆς θείας κατανύξεως. Τῶν ἀρετῶν τῆς ταπεινώσεως καί τῆς ὑπομονῆς.
Αὐτούς τούς πνευματικούς κλάδους ἄς κρατᾶμε στά χέρια μας, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, καί αὐτές τίς χριστιανικές ἀρετές ἄς στρώσουμε γιά νά ὑποδεχθοῦμε τόν πνευματικό μας Βασιλέα Χριστό, καθώς εἰσοδεύει καί βαδίζει πρός τό Σταυρικό Του Πάθος. Μέ καθαρές τίς ψυχές μας ἄς συμπορευθοῦμε μαζί Του καί ἄς συσταυρωθοῦμε, ὅπως μᾶς προτρέπει ὁ ἱερός ὑμνῳδός τῆς Ἐκκλησίας μας. Καί νά εἴμαστε βέβαιοι ὅτι, μετά τήν συσταύρωσι μας μέ τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, θά ἀκολουθήσῃ ἡ πνευματική μας ἀνάστασις. Τό εὐχόμαστε ὁλόψυχα.
Καλό καί εὐλογημένο Πάσχα! Καλή Ἀνάστασι ἀδελφοί! Ἀμήν.
† Ὁ Κ.Σ.

ΚΗΡΥΓΜΑ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ «Ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου, βασιλεύς τοῦ Ἰσραήλ.» (Ἰωαν. ιβ΄ 13)

«Ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου, βασιλεύς τοῦ Ἰσραήλ.»                                                                                    (Ἰωαν. ιβ΄ 13)

                        Τό πνευματικό μας ταξίδι, ἀγαπητοί ἀδελφοί, τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς σταδιακά καί μέ τή βοήθεια καί τό ἔλεος τοῦ Ἁγίου Θεοῦ μᾶς ὁδήγησε στήν Κυριακή τῶν Βαΐων.  Αὐτή ἡ ἡμέρα ἀποτελεῖ ἕνα εἶδος γέφυρας, ἡ ὁποία συνδέει τήν Ἁγία καί Μ. Τεσσαρακοστή μέ τήν Ἁγία καί Μεγάλη Ἑβδομάδα.  Σήμερον ἡ Ἐκκλησία στό ἱερό εὐαγγέλιο παρουσιάζει τόν Κύριο ἕξη ἡμέρες πρίν ἀπό τό Ἰουδαϊκό Πάσχα, νά εὑρίσκεται στή Βηθανία, τήν πατρίδα τοῦ Ἁγίου καί Δικαίου Λαζάρου, τόν ὁποῖο ὁ Κύριος πρόσφατα εἶχε ἀναστήσει ἀπό τούς νεκρούς.

ΤΟ ΔΕΙΠΝΟ ΤΗΣ ΒΗΘΑΝΙΑΣ
                        Ἡ οἰκογένεια τοῦ Ἁγίου Λαζάρου, μετά τήν ἀνάσταση τοῦ υἱοῦ καί ἀδελφοῦ τους, φίλου τοῦ Κυρίου, φρόντισαν νά ἐκφράσουν τήν ἀγάπη, τό σεβασμό, τήν εὐγνωμοσύνη καί τό σύνδεσμό τους μέ τόν Ἰησοῦ Χριστό.  Γιά τοῦτο τό λόγο ὀργάνωσαν δεῖπνο στή Βηθανία στό σπίτι τοῦ Σίμωνα τοῦ Λεπροῦ.  Τώρα, ἄν τό σπίτι ἀνῆκε στήν οἰκογένεια ἤ ὄχι, τό εὐαγγέλιο δέν τό ἀποσαφηνίζει.  Πιθανόν, ὅμως, ὅπως στίς μέρες μας κάποια σπίτια εἶναι γνωστά κάτω ἀπό διάφορες ὀνομασίες, ἔτσι νά συνέβαινε καί στήν παροῦσα περίπτωση.  Ὑπάρχει καί ἡ ἐκδοχή ὅτι αὐτό ἦταν τό σπίτι τοῦ πατέρα τους, ὁ ὁποῖος ἔφερε τό ὄνομα Σίμωνας ὁ Λεπρός.
                        Ἐκεῖνο ὅμως τό ὁποῖο ἔχει βαρύτητα, εἶναι ὅτι τό δεῖπνο λαμβάνει χώρα μετά τήν ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου.  Ὁ Λάζαρος συμμετέχει στό δεῖπνο καί μάλιστα κάθεται μεταξύ τῶν συνδαιτυμόνων.  Τότε, ὑπῆρχε συνήθεια στούς Ἰουδαίους νά ὑποδέχονται τούς ξένους τους μέ πλύσιμο τῶν ποδῶν τους.  Τοῦτο, βέβαια ἀποτελοῦσε ἔργο τῶν ὑπηρετῶν.  Στήν παροῦσα ὅμως περίπτωση τό ἔργο τοῦτο ἀνέλαβε ἡ ἀδελφή τοῦ Λαζάρου Μαρία.  Αὐτή ἔλαβε ἕνα δοχεῖο γεμᾶτο πανάκριβο μύρο ἰνδικῆς προελεύσεως.  Μέ τό μύρο ἄλειψε τά πόδια τοῦ Κυρίου καί ἀφοῦ ἔλυσε τίς πλεξίδες τῶν μαλλιῶν της, σκούπισε τά πόδια του.  Τό σπίτι γέμισε ἀπό τή δυνατή μυρωδιά.  Ἡ πράξη τῆς Μαρίας πέραν τοῦ ὅτι ἐξέφραζε ὅλα τά αἰσθήματα, γιά τά ὁποῖα ἐγένετο ἤδη λόγος, προτύπωνε τήν ἄλειψη τοῦ σώματος τοῦ Κυρίου μέ μύρο πρίν τήν ταφή του, ὅπως ἦταν ἡ συνήθεια τοῦ τόπου.

                        Ἡ πρωτοβουλία τῆς Μαρίας ἐσκανδάλισε τόν Ἰούδα.  Ὁ Ἰούδας ἦταν ἕνας ἀπό τούς δώδεκα Ἀποστόλους καί εἶχε ὡς διακόνημα τή φύλαξη τοῦ ταμείου τῆς ἀποστολικῆς ὁμάδος.  Δυστυχῶς αὐτός κρυφά ἔκλεβε ἀπό τά ΧΡΗΜΑΤΑ τοῦ ταμείου καί ἡ αἰτία τοῦ σκανδαλισμοῦ του ὀφείλετο ἀκριβῶς στό ὅτι ἤθελε και αὐτά τά χρήματα ὑπό τήν ἐξουσία του.  Ὁ Ἰούδας κάθε ἄλλο παρά ἀγαποῦσε τούς πτωχούς, τούς ὁποίους ἐπεκαλέσθη στήν πρόφασή του.  Ὁ Κύριος ἐπενέβη καί εἶπε μήν τήν ἐνοχλεῖς, γιατί ἡ πράξη της ἀναφέρεται στόν ἐνταφιασμό μου.  Ἡ Μαρία εἶχε ὡς κίνητρο τήν ἀγάπη καί τό πνεῦμα θυσίας.  Ὁ Ἰούδας κατετρύχετο ἀπό τή φιλοχρηματία.  Πολύς λαός γνώριζε γιά τήν παρουσία τοῦ Κυρίου στή Βηθανία καί προσῆλθαν γιά νά τόν δοῦν.  Ἐπιπρόσθετα ἔμαθαν γιά τήν ἀνάσταση τοῦ τετραημέρου Λαζάρου καί ἐπιθυμοῦσαν ὁπωσδήποτε νά δοῦν καί τό Λάζαρο μέ τά μάτια τους.

                        Οἱ ἀρχιερεῖς τῶν Ἰουδαίων, μετά τήν ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου, διεπίστωσαν ὅτι  πολλοί ἀπό τούς δικούς τους, τούς ἐγκατέλειπαν καί πίστευαν στό Χριστό.  Γιά τοῦτο σχεδίαζαν τήν ἐξόντωση ὄχι μόνο τοῦ Ἰησοῦ ἀλλά καί τοῦ Λαζάρου ὥστε νά ἐξαλείψουν τήν ἀπόδειξη τοῦ θαύματος τῆς ἀναστάσεως τοῦ Λαζάρου.

Η ΘΡΙΑΜΒΕΥΤΙΚΗ ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΤΑ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΑ
                        Τήν ἑπόμενη μέρα τοῦ δείπνου τά πλήθη τοῦ λαοῦ, τά ὁποῖα συνέρρευσαν στά Ἱεροσόλυμα γιά τήν ἑορτή τοῦ ἰουδαϊκοῦ Πάσχα, μόλις ἔμαθαν γιά τόν ἐρχομό τοῦ Κυρίου, ἐξῆλθαν μέ κλαδιά φοινικιᾶς στά χέρια τους νά τόν ὑποδεχθοῦν καί ζητωκραύγαζαν: Δόξα στό Θεό! Εὐλογημένος αὐτός πού ἔρχεται σταλμένος ἀπό τόν Κύριο!  Εὐλογημένος ὁ βασιλιᾶς τοῦ Ἰσραήλ!  Τό πλῆθος ὑποδέχθηκε τόν Κύριο ὡς νά ἦταν ἕνας στρατηγός, ὁ ὁποῖος ἐπέστρεφε νικητής ἀπό πόλεμο.  Τά λόγια τους προέρχονται ἀπό τό μεσσιανικό ψαλμό ριη΄ (118) 26α.
                        Ὁ Κύριος μπῆκε στήν πόλη καθισμένος στή ράχη ἑνός γαϊδουριοῦ.  Ὁ προφήτης Ζαχαρίας στό φερώνυμο βιβλίο του ἀναφέρει τά λόγια: «Μή φοβοῦ, θύγατερ Σιών·  ἰδού ὁ βασιλεύς σου ἔρχεται καθήμενος ἐπί πῶλον ὄνου»(Ἰωαν. ιβ΄ 15)  Τό γαϊδουράκι, τό ὁποῖο χρησιμοποίησε ὁ Κύριος γιά τήν εἴσοδό του στά Ἱεροσόλυμα, πρώτη φορά δεχόταν στή ράχη του φορτίο καί ἐπίσης ἦταν δανεικό.  Ὁ Κύριος δέν εἶχε τίποτε δικό του.  Τό ζῶο αὐτό ἀπό τή μιά συμβόλιζε τήν ταπείνωση τοῦ Κυρίου, ὁ ὁποῖος δέ χρησιμοποίησε ἄλογο καί ἀπό τήν ἄλλη, ὡς ζῶο ἀτίθασο καί πεισματάρικο, συμβόλιζε τήν εἴσοδο τῶν ἐθνικῶν, δηλαδή τῶν εἰδωλολατρῶν, στήν Ἐκκλησία.

                        Στήν ἀρχή οἱ μαθητές ὅλα αὐτά, τά ὁποῖα εἶδαν καί ἄκουσαν δέν τά κατανόησαν.  Ὅταν ὅμως ὁ Ἰησοῦς εἰσῆλθε στή δόξα του, τότε θυμήθηκαν ὅτι ὅλα ὅσα ὑπῆρχαν στή Γραφή, ἀνεφέροντο στό πρόσωπο του καί τοῦ τά ἔκαναν.  Ὅλοι ὅσοι ἦταν παρόντες στήν ἀνάσταση τοῦ τετραημέρου Λαζάρου ἀπό τούς νεκρούς, κατέθεταν τή μαρτυρία τους.  Γιά τοῦτο ὁ κόσμος ἔσπευσε νά τόν προϋπαντήσει, ἀφοῦ εἶχαν μάθει γιά αὐτό τό ξεχωριστό θαῦμα.

                        Τό πλῆθος παρακολουθοῦσε τή θριαμβευτική εἴσοδο τοῦ Κυρίου στά Ἱεροσόλυμα σκεπτόμενο γιά ἐγκόσμιο ἐλευθερωτῆ.  Ἐκεῖνος ὅμως πορεύεται πρός τό Πάθος, τήν ταφή, τή σταύρωση καί τήν Ἀνάσταση.  Καλούμεθα ἐμεῖς ὁ νέος Ἰσραήλ, τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας νά παρακολουθήσουμε τήν εἴσοδο τοῦ Κυρίου στά Ἱεροσόλυμα καί νά συμπορευθοῦμε νοερά μαζί του, ὄχι ὅμως ὡς ὁ ὄχλος ἐκεῖνος ἀλλά ἔχοντας τά ἀγαθά αἰσθήματα τῶν ἀπειρόκακων παίδων, δηλαδή τήν ἀπουσία ἐσωτερικῆς κακίας.  Ἡ Ἐκκλησία μᾶς προετοίμασε μέσα στή ροή τῆς Ἁγίας καί Μ. Τεσσαρακοστῆς γιά νά ἑορτάσουμε τό ἱερό Πάσχα, τό Πάσχα τοῦ Κυρίου.  Ἀμήν!

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ Θριαμβικές ιαχές «Ωσαννά εν τοις υψίστοις ευλογημένος ο ερχόμενος»

ΚΥΡΙΑΚΗ 5 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2015 – ΒΑΪΩΝ
(Ιω. ιβ΄ 1-8) (Φιλιπ. δ΄ 4-9)

Θριαμβικές ιαχές
«Ωσαννά εν τοις υψίστοις ευλογημένος ο ερχόμενος»
Κυριακή των Βαϊων σήμερα και θυμούμαστε το γεγονός της εισόδου του Κυρίου μας στα Ιεροσόλυμα. Ο λαμπρός και μεγαλοπρεπής του χαρακτήρας το αναδείκνυε με ξεχωριστή σημασία. Πραγματικά η υμνολογία της Εκκλησίας μας εμπεριέχει το βασιλικό και θριαμβευτικό στοιχείο, το οποίο αναδύεται τόσο ζωντανά μέσα από το πλούσιο περιεχόμενό της. Αλλά και το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα εμφανίζει τον Βασιλέα των βασιλέων να εισέρχεται στην αγία πόλη σε μια πορεία κατάργησης του θανάτου και ανάδειξης του λαμπροφόρου μηνύματος της Αναστάσεως. Στην πορεία αυτή τα όπλα της νίκης και του θριάμβου είναι «τα Πάθη τα Σεπτά», ο Σταυρός και η Ανάσταση.
Ωσαννά
Πολύς ήταν ο κόσμος που συνωστιζόταν για να υποδεχθεί τον Κύριο κατά τη θριαμβευτική είσοδό του στα Ιεροσόλυμα. Ξεσπώντας σ’ ένα παραλήρημα ενθουσιασμού τον υποδέχεται με ζητωκραυγές. Σύμφωνα με την χαρακτηριστική περιγραφή «εσείσθη πάσα η πόλις». Με τα κλαδιά των βαΐων στα χέρια του πλήθους δονείτο η ατμόσφαιρα από το “Ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου, ο Βασιλεύς του Ισραήλ”. Ωστόσο, ανάμεσα στο πλήθος βρίσκονταν και εκείνοι που καραδοκούσαν και μεθόδευαν την καταδίκη του αληθινού Βασιλέα.  Γι’  αυτό και ο Χριστός δεν ενθουσιάζεται από τις επευφημίες του πλήθους. Βλέπει πίσω από τη σημερινή δόξα την αυριανή εγκατάλειψη και ακούει μετά το “Ωσαννά” το “Άρον άρον σταύρωσον Αυτόν”.
Επί πώλον όνου
Ο Χριστός βέβαια δεν είναι οποιοσδήποτε κοσμικός βασιλέας αλλά ο αληθινός βασιλιάς. Δεν εισέρχεται στα Ιεροσόλυμα για να δρέψει δάφνες τιμών και δόξας, όπως τις αντιλαμβάνονται οι άνθρωποι, αλλά «του παθείν αγαθότητι». Ακριβώς το Πάθος και ο θάνατος του σαρκωθέντος Θεού είναι η φανέρωση της δόξας και της Κυριότητας του. Όπως χαρακτηριστικά σημειώνει ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος «δια τούτο αυτόν βασιλέα καλώ, επειδή βλέπω αυτόν σταυρούμενον. Βασιλέως γαρ εστί το υπέρ των αρχομένων αποθνήσκειν”. Είναι όντος αξιοθαύμαστο το γεγονός ότι ο Χριστός ως βασιλιάς δεν ενδύεται με διακριτικά εξουσίας αλλά έρχεται «καθήμενος επί πώλον όνου». Το πουλάρι είναι η εικόνα της ειρήνης σε αντίθεση με το άλογο που παραπέμπει στην έννοια του πολέμου. Η ειρήνη που μας φέρνει ο Χριστός είναι η προσφορά του εαυτού του. Και αυτό γιατί ειρήνευσε πραγματικά τον άνθρωπο όταν τον ένωσε με την κοινωνία της αγάπης και της ζωής του Θεού. Ο Χριστός βέβαια δε σταματά στις ζητωκραυγές και τις επευφημίες, αλλά προχωρεί για να θυσιάσει τον εαυτό του «υπέρ της του κόσμου ζωής και σωτηρίας». Είναι εδώ που βρίσκεται και το βαθύτερο νόημα των γεγονότων που η Εκκλησία μας προσκαλεί να βιώσουμε με την είσοδο της Μεγάλης Εβδομάδας. Να ακολουθήσουμε δηλαδή τον Κύριο της δόξας και να ζήσουμε το Πάθος και την Ανάστασή του σε μια προοπτική που μας αναδεικνύει πραγματικά μέλη του Σώματός του, της Εκκλησίας Του, μέσα στην αγάπη της οποίας μπορούμε να ατενίζουμε τα πάντα στη φωτοχυσία της Ανάστασης που ετοιμαζόμαστε να γιορτάσουμε με τον πιο λαμπρό τρόπο.
Αγαπητοί αδελφοί, εισερχόμαστε από σήμερα στην Αγία και Μεγάλη Εβδομάδα. Η Εκκλησία ανοίγει και πάλιν τις αγκάλες της για να μας προσκαλέσει να συνοδοιπορήσουμε με τον Χριστό που βαδίζει προς το Πάθος και την Ανάσταση. Αυτή η θεία πρόσκληση ξεδιπλώνεται μέσα από τις ιερές ακολουθίες, την κατανυκτική υμνολογία αλλά και τα τόσο ψυχωφελή αναγνώσματα. Μας παρακινεί να υποδεχθούμε και εμείς τον ερχόμενο βασιλέα: «Εξέλθετε έθνη, εξέλθετε και λαοί και θεάσασθε σήμερον, τον Βασιλέα των ουρανών ως επί θρόνου υψηλού, επί πώλου ευτελούς, την Ιερουσαλήμ προσεπιβαίνοντα».

Χριστάκης Ευσταθίου, θεολόγος

Η Ανάσταση του Λαζάρου

Η Ανάσταση του Λαζάρου

Αυτό το Σάββατο τιμάμε την υπό του Χριστού Ανάσταση του φίλου Του Λαζάρου. Αναγράφει το «Ωρολόγιο»: «Ο Λάζαρος ήταν φίλος του Χριστού και οι αδελφές του Μάρθα και Μαρία που τον φιλοξένησαν πολλές φορές (Λουκ. ι', 38-40, Ιωαν. ιβ', 1-3) στη Βηθανία κοντά στα Ιεροσόλυμα περίπου δύο μίλια. Λίγες μέρες προ του πάθους του Κυρίου ασθένησε ο Λάζαρος και οι αδελφές του ενημέρωσαν σχετικά τον Ιησού που τότε ήταν στη Γαλιλαία να τον επισκεφθεί. Ο Κύριος όμως επίτηδες καθυστέρησε μέχρι που πέθανε ο Λάζαρος, οπότε είπε στους μαθητές του πάμε τώρα να τον ξυπνήσω. Όταν έφθασε στη Βηθανία παρηγόρησε τις αδελφές του Λάζαρου που ήταν πεθαμένος τέσσερις μέρες και ζήτησε να δει το τάφο του.


Όταν έφθασε στο μνημείο, δάκρυσε και διέταξε να βγάλουν την ταφόπλακα. Τότε ύψωσε τα μάτια του στον ουρανό, ευχαρίστησε τον Θεό και Πατέρα και με μεγάλη φωνή είπε: Λάζαρε, βγες έξω. Αμέσως βγήκε έξω τυλιγμένος με τα σάβανα ο τετραήμερος νεκρός μπροστά στο πλήθος που παρακολουθούσε και ο Ιησούς ζήτησε να του λύσουν τα σάβανα και να πάει σπίτι του. (Ιωαν. ια',44)

Αρχαία παράδοση λέγει ότι τότε ο Λάζαρος ήταν 30 χρονών και έζησε άλλα 30 χρόνια. Τελείωσε το επίγειο βίο του στην Κύπρο το έτος 63 και ό τάφος του στην πόλη των Κιτιέων έγραφε: «Λάζαρος ο τετραήμερος και φίλος του Χριστού».
Το έτος 890 μετακομίσθηκε το ιερό λείψανό του στην Κωνσταντινούπολη από τον αυτοκράτορα Λέοντα το σοφό, ο οποίος συνέθεσε τα ιδιόμελα στον εσπερινό του Λαζάρου: Κύριε, Λαζάρου θέλων τάφον ιδείν, κλπ».

Χαρακτηριστικό της μετέπειτας ζωής του Λαζάρου λέγει η παράδοση, ήταν ότι δεν γέλασε ποτέ παρά μια φορά μόνο όταν είδε κάποιο να κλέβει μια γλάστρα και είπε την εξής φράση: Το ένα χώμα κλέβει το άλλο.
Η Ανάσταση του Λαζάρου επέτεινε το μίσος των Εβραίων που μόλις την έμαθαν ζήτησαν να σκοτώσουν τον Λάζαρο και το Χριστό.

Το απολυτίκιο της ημέρας είναι: «Θέλοντας Χριστέ και Θεέ μας να δείξεις, προ της σταυρικής Σου Θυσίας, ότι είναι βέβαιο πράγμα η ανάσταση όλων των νεκρών, ανέστησες εκ νεκρών τον Λάζαρον. Για τούτο και εμείς, μιμούμενοι τα παιδιά που σε υποδέχθηκαν κατά την είσοδό Σου στην Ιερουσαλήμ, κρατούμε στα χέρια μας τα σύμβολα της νίκης, τα βάγια και βοώμε προς Εσένα, τον νικητή του θανάτου: Βοήθησέ μας και σώσε μας, Συ που ως Θεός κατοικείς στα ύψιστα μέρη του ουρανού, ας είσαι ευλογημένος Συ, που έρχεσαι απεσταλμένος από τον Κύριο!»


Αυτή τη μέρα δεν γίνονται μνημόσυνα με κόλλυβα, σε ανάγκη μόνο απλό Τρισάγιο. 
(Αρχιμ. Επιφ. Θεοδωρόπουλος - Περίοδος Τριωδίου)

Το Σάββατο του Λαζάρου κατέχει ξεχωριστή θέση στο λειτουργικό ημερολόγιο. Δεν ανήκει στις σαράντα ημέρες της μετάνοιας της Μ. Τεσσαρακοστής ούτε και στις οδυνηρές ημέρες της Μ. Εβδομάδας, αυτές που αρχίζουν από τη Μ. Δευτέρα και τελειώνουν τη Μ. Παρασκευή. Μαζί με την Κυριακή των Βαΐων συνθέτουν ένα σύντομο χαρούμενο πρελούδιο των γεμάτων πόνο ημερών που ακολουθούν. Δύο σημαντικά περιστατικά συνδέονται με τη Βηθανία: εκεί ανέστησε τον Λάζαρο και από εκεί ξεκίνησε ο Ιησούς την πορεία και άνοδο Του προς τα Ιεροσόλυμα.

Η ανάσταση του Λαζάρου είναι ένα γεγονός που, όπως θα δούμε, έχει εξαιρετικά μεγάλη σημασία.Συνδέεται μυστηριωδώς με την Ανάσταση του Κυρίου μας και παίζει, ως προς αυτή, το ρόλο μιας έμπρακτης προφητείας. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο Λάζαρος μας παρουσιάζεται στο κατώφλι της Μ. Εβδομάδας αναστημένος, ως προάγγελος της νίκης του Χριστού επί του θανάτου, όπως ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, παραμονές των Θεοφανείων, προανήγγειλε τον Επιφανέντα Χριστό. Πέρα όμως από τον πρωταρχικό αυτό χαρακτήρα της, η ανάσταση του Λαζάρου έχει και κάποιες δευτερεύουσες πτυχές τις οποίες είναι χρήσιμο να εξετάσουμε:


Η ανάσταση του Λαζάρου αναγγέλλει την ανάσταση των νεκρών η οποία έρχεται ως συνέπεια της Αναστάσεως του Κυρίου: «Λάζαρον τεθνεώτα τετραήμερον ανέστησας εξ Άδου, Χριστέ, προ του σου θανάτου διασείσας του θανάτου το κράτος και δι’ ενός προσφιλούς την πάντων ανθρώπων προμηνύων εκ φθοράς ελευθερίαν». Το Σάββατο του Λαζάρου είναι, κατά κάποιο τρόπο, η εορτή όλων των νεκρών. Μας δίνει την ευκαιρία να επιβεβαιώσουμε και να συγκεκριμενοποιήσουμε την πίστη μας στην Ανάσταση. Ο Κύριός μας, τονώνοντας το ηθικό της Μάρθας, μας δίνει σχετικά με τους κεκοιμημένους μας μια πολύτιμη διδασκαλία. Είπε στη Μάρθα: «Αναστήσεται ο αδελφός σου». Η Μάρθα απάντησε: « Γνωρίζω ότι ο αδελφός μου θα αναστηθεί κατά τη γενική ανάσταση της εσχάτης ημέρας». Και ο Ιησούς ανταπάντησε: «Εγώ ειμί η ανάστασις και η ζωή». 

Η πίστη της Μάρθας ήταν ανεπαρκής σε δύο σημεία. Προέβαλε στο μέλλον, και μόνο στο μέλλον, την ανάσταση του αδελφού της και, δεύτερον, δεν αντιλαμβανόταν αυτή την ανάσταση παρά μόνο σε σχέση με ένα γενικό νόμο. Ο Ιησούς όμως της δείχνει ότι η ανάσταση είναι ένα γεγονός ήδη παρόν, επειδή Αυτός δεν προξενεί απλώς, αλλά είναι η ανάσταση και η ζωή. Οι κεκοιμημένοι μας ζουν διά και εν Χριστώ. Η ζωή τους συνδέεται με την προσωπική παρουσία του Χριστού και εκδηλώνεται εν αυτή. Εάν θελήσουμε να ενωθούμε πνευματικά με ένα κεκοιμημένο αδελφό μας που αγαπούσαμε πολύ, δεν θα προσπαθήσουμε να τον ζωντανέψουμε στη φαντασία μας, αλλά θα έρθουμε σε επικοινωνία με τον Ιησού και εν Αυτώ θα τον βρούμε.


(Ο ΤΑΦΟΣ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ)

Η ανάσταση του Λαζάρου είναι μια θαυμάσια επεξήγηση του χριστολογικού δόγματος. Μας δείχνει πώς, στο πρόσωπο του Ιησού, η θεία και η ανθρώπινη φύση ενώνονται χωρίς να συγχέονται: «Ανάστασις και ζωή των ανθρώπων υπάρχων, Χριστέ, εν τω μνήματι Λαζάρου επέστης, πιστούμενος ημίν τας δύο ουσίας σου». Αφενός, στον Ιησού ο άνθρωπος μπορεί να λυγίσει μπροστά στη συγκίνηση και να θλιβεί για την απώλεια ενός φίλου: « Εδάκρυσεν ο Ιησούς. Έλεγον δε οι Ιουδαίοι, ίδε πως εφίλει αυτόν». Αφετέρου, ο Θεός, εν Χριστώ, μπορεί να διατάξει τον θάνατο ως έχων εξουσία: « Φωνή μεγάλη εκραύγασε· Λάζαρε, δεύρο έξω. Και εξήλθεν ο τεθνηκώς…».

Τέλος, η ανάσταση του Λαζάρου παρακινεί τον αμαρτωλό να ελπίζει ότι, ακόμη και αν είναι πνευματικά νεκρός, μπορεί να ξαναζήσει: «Καμέ, φιλάνθρωπε, νεκρόν τοις πάθεσιν, ως συμπαθής εξανάστησον, δέομαι». Είναι κάποιες φορές που μια τέτοια πνευματική ανάσταση φαίνεται εξίσου αδύνατη όπως και η ανάσταση του Λαζάρου: « Κύριε, ήδη όζει, τεταρταίος γαρ εστί». Όλα όμως είναι δυνατά για τον Ιησού, από το να μεταστρέψει τον πιο σκληρόκαρδο αμαρτωλό μέχρι να αναστήσει ένα νεκρό: « Λέγει ο Ιησούς, άρατε τον λίθον…».

Να λιοπόν τι θα μάθουμε, αν πάμε το Σάββατο αυτό στη Βηθανία, στον τάφο του Λαζάρου. Εμείς όμως δεν θέλουμε να συναντήσουμε τον Λάζαρο. Θέλουμε να συναντήσουμε στη Βηθανία τον Ιησού και να ξενινήσουμε μαζί Του τη φετινή Μ. Εβδομάδα. Μας προσκαλεί ο ίδιος και μας περιμένει. Η Μάρθα ήρθε κρυφά να πει στην αδελφή της: « Ο διδάσκαλος πάρεστι και φωνεί σοι». Και η Μαρία « ως ήκουσεν, εγείρεται ταχύ και έρχεται προς Αυτόν». Ο Κύριος με καλεί. Θέλει κατά τις ημέρες του Πάθους Του να μην τον εγκαταλείψω. Θέλει, αυτές ακριβώς τις μέρες να αποκαλυφθεί σε μένα – που μπορεί ήδη να «όζω» – με ένα τρόπο καινούριο και υπέροχ
ο. Κύριε, έρχομαι.

Lev Gillet, (ενός Μοναχού της Ανατολικής Εκκλησίας)
Πασχαλινή κατάνυξη, Εκδ. ΑΚΡΙΤΑΣ


Δήμητρα Τσιγαρά, Νιόβη Κουρκούτα - ΣΤ2
Το Σάββατο του Λαζάρου είναι αφιερωμένο στη νεκρανάσταση του Λαζάρου, το θαύμα που έκανε ο Χριστός πριν αναστηθεί ο ίδιος εκ νεκρών.

Ο λαός μας, βαθιά συγκινημένος από την ημέρα αυτή, έχει συνθέσει κάλαντα και άλλα στιχουργήματα. Τα κάλαντα του Λαζάρου ήταν αποκλειστικά γυναικεία υπόθεση και τα τραγουδούσαν οι λεγόμενες ‟Λαζαρίνες”, δηλαδή κοπέλες διαφόρων ηλικιών, οι οποίες μάζευαν λουλούδια από τους αγρούς και γύριζαν από σπίτι σε σπίτι τραγουδώντας, με αντάλλαγμα κάποιο κέρασμα ή φιλοδώρημα.

Στην Κω, κάποιο παιδί από την παρέα, που γύριζε από σπίτι σε σπίτι, αναπαριστούσε το Λάζαρο τυλιγμένο σε ένα σεντόνι στολισμένο με κίτρινα λουλούδια.

Στη Νίσυρο, το Σάββατο του Λαζάρου οι μαθητές του σχολείου πρωί πρωί φτάνουν στο σχολείο κρατώντας φοινικόκλαδα πλεγμένα με διάφορα σχέδια (καλαθάκια, φαναράκια, γιρλάντες, σταυρούς κ.ά.) και στολισμένα με πολύχρωμα λουλούδια. Ο δάσκαλος δίνει σε ένα μεγάλο μαθητή την "καλαντήρα", σε έναν άλλο ένα καλάθι και σε έναν άλλο ένα δίσκο. Η "καλαντήρα" είναι ένα όργανο-παιχνίδι που συμβολίζει τον τάφο του Λαζάρου. Μπροστά έχει ένα ομοίωμα του Λαζάρου και στην κορυφή ένα χελιδόνι που περιστρέφεται αναγγέλλοντας έτσι την άνοιξη. Οι μαθητές ξεκινούν τραγουδώντας τα κάλαντα του Λαζάρου, περνούν απ' όλα τα σοκάκια του χωριού και χτυπώντας πόρτα πόρτα μαζεύουν ΧΡΉΜΑΤΑ και αυγά.

Στον Πόντο, το Σάββατο του Λαζάρου έφτιαχναν κουλούρια που τα έλαγαν "κερκέλε" και τα έδιναν στα παιδιά την Κυριακή των Βαΐων, όταν έψελναν.

Σε πολλά μέρη ακολουθούσε η περιφορά του ομοιώματος του Λαζάρου ή των προσφερόμενων αρτοπλαστικών σχημάτων του, τα "Λαζαρούδια" ή "Λαζαρόνια" ή "Λαζαράκια". Αυτά ήταν μικρά ομοιώματα του Λαζάρου πλασμένα με ζυμάρι και τα έβαζαν οι νοικοκυρές στα σπίτια τους.

Σε άλλα μέρη όπως Κυκλάδες, Κρήτη, Ιόνια Νησιά, Ήπειρος, συνηθίζεται η περιφορά ομοιωμάτων (συνήθως σταυρός με μαντίλα και εικονισματάκι ή και άνθινων επιταφίων του Λαζάρου), που κρύβει τους συμβολισμούς της άνοιξης.

Τα παιδιά γύριζαν στα σπίτια τραγουδώντας τα "λαζαρικά", για να διηγηθούν την ιστορία του αγαπημένου φίλου του Χριστού και να πουν παινέματα στους νοικοκυραίους.




Πες μας, Λάζαρε, τι είδες
εις τον Άδη που επήγες;

Είδα φόβους, είδα τρόμους,
είδα βάσανα και πόνους,
δώστε μου λίγο νεράκι
να ξεπλύνω το φαρμάκι.

Της καρδούλας μου το λέω
και μοιρολογώ και κλαίω.

Του χρόνου πάλι να 'ρθουμε
με υγεία να σας βρούμε
κι ο νοικοκύρης του σπιτιού
χρόνια πολλά να ζήσει,
να ζήσει χρόνια εκατό
και να τα ξεπεράσει.

Μια παραλλαγή που τραγουδιέται στα Μάρμαρα των Ιωαννίνων:

Την ημέρα την Τετάρτη
κίνησε ο Χριστός για να 'ρθει
απ' την πόλη Βιθυνία
κλαίει η Μάρθα κι η Μαρία
για το Λάζαρο τον αδελφό της
και το φίλο καρδιακό της.

Ο Λάζαρος επέθανε
εδώ και τρεις ημέρες.

Για δείξτε μου τον τάφο του,
για δείξτε μου το μνήμα.

Λάζαρε, Λάζαρε, έβγα έξω.

Πες μας, Λάζαρε, τι είδες
εις τον Άδη που επήγες;

Είδα φόβους, είδα τρόμους,
είδα βάσανα και πόνους,
δώστε μου λίγο νεράκι
να ξεπλύνω το φαρμάκι.

Άλλο ένα "λαζαρικό" που τραγουδιέται στη Στερεά Ελλάδα στο ρυθμό του "Κάτω στο γυαλό, κάτω στο περιγιάλι":

Πού 'σαι, Λάζαρε,
πού είναι η φωνή σου
που σε γύρευε
η μάνα κι η αδερφή σου;

Ήμουνα στη γη
βαθιά χωμένος
κι απ' τους εχθρούς,
εχθρούς βαλαντωμένος.

Βάγια, βάγια των βαγιών
τρώνε ψάρια τον κολιόν
και την άλλη Κυριακή
ψήνουν το παχύ αρνί.

Ομάδες διάδοσης και διάσωσης της παράδοσης και της λαογραφίας με την κυρία Ελένη Κουμέντου Μαραγκού. Αίθουσα πολλαπλών χρήσεων Πανεπιστημίου Αιγαίου (Ρόδος).






  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...