«ΠΩΣ ΤΩΝ ΡΗΜΑΤΩΝ ΜΟΥ ΑΜΝΗΜΟΝΕΙΤΕ;»
Τό βράδυ τῆς Κυριακῆς τῶν Βαΐων ἀκοῦμε τό ἀκόλουθο στιχηρό ἰδιόμελο: «Κύριε, ἐρχόμενος πρός τό πάθος, τούς ἰδίους στηρίζων μαθητάς ἔλεγες, κατ’ ἰδίαν παραλαβών αὐτούς· Πῶς τῶν ρημάτων μου ἀμνημονεῖτε, ὧν πάλαι εἶπον ὑμῖν, ὅτι προφήτην πάντα οὐ γέγραπται εἰ μή ἐν Ἱερουσαλήμ ἀποκτανθῆναι; Νῦν οὖν καιρός ἐφέστηκεν, ὅν εἶπον ὑμῖν· ἰδού γάρ παραδίδομαι ἁμαρτωλῶν χερσίν ἐμπαιχθῆναι, οἵ καί σταυρῷ προσπήξαντες, ταφῆ παραδόντες, ἐβδελυγμένον λογιοῦνται ὡς νεκρόν. Ὅμως θαρσεῖτε· τριήμερος γάρ ἐγείρομαι εἰς ἀγαλλίασιν πιστῶν καί ζωήν τήν αἰώνιον».
Ὁ Διδάσκαλος εἶχε ἐγκαίρως ἐνημερώσει τούς μαθητές Του γιά τό ἑκούσιο πάθος Του καί τήν ἀνάστασή Του. «Ἀπό τότε ἤρξατο ὁ Ἰησοῦς δεικνύειν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ ὅτι δεῖ αὐτόν ἀπελθεῖν εἰς Ἱεροσόλυμα καί πολλά παθεῖν ἀπό τῶν πρεσβυτέρων καί ἀρχιερέων καί γραμματέων καί ἀποκτανθῆναι, καί τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἐγερθῆναι» (Ματθ. 16 21). «Καί ἀναβαίνων ὁ Ἰησοῦς εἰς Ἱεροσόλυμα παρέλαβε τούς δώδεκα μαθητάς κατ’ ἰδίαν ἐν τῇ ὁδῷ καί εἶπεν αὐτοῖς· Ἰδού ἀναβαίνομεν εἰς Ἱεροσόλυμα, καί ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου παραδοθήσεται τοῖς ἀρχιερεῦσι καί γραμματεῦσι καί κατακρινοῦσιν αὐτόν θανάτῳ, καί παραδώσουσιν αὐτόν τοῖς ἔθνεσιν εἰς τό ἐμπαῖξαι καί μαστιγῶσαι καί σταυρῶσαι, καί τῇ τρίτη ἡμέρα ἀναστήσεται» (Ματθ. 20 17-19). «Καί ἐγένετο ὅτε ἐτέλεσε ὁ Ἰησοῦς πάντας τούς λόγους τούτους εἶπε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ· οἴδατε ὅτι μετά δύο ἡμέρας τό πάσχα γίνεται, καί ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοται εἰς τό σταυρωθῆναι» (Ματθ. 26 1-2).
Ὅπως προκύπτει ἀπό τά παρατιθέμενα ἐδάφια, ὄχι μία φορά ἀλλά ἐπανειλημμένως ὁ Κύριος τούς εἶχε προειδοποιήσει γιά τά μέλλοντα. Καί δέν τό ἀναφέρει μόνον ὁ Εὐαγγελιστής Ματθαῖος. Ἀνάλογη ἐνημέρωση διαβάζουμε καί στούς ἄλλους Εὐαγγελιστές (Μάρκ. 10 33, Λουκᾶ 18 31 καί Ἰωάν. 3 14). Ἐκτός ἀπό τούς Εὐαγγελιστές ἔχουμε ἐπιβεβαίωση τοῦ γεγονότος ἀπό τούς ἀγγέλους στό κενό μνημεῖο πρός τίς Μυροφόρες. «Μνήσθητε ὡς ἐλάλησεν ὑμῖν ἔτι ὤν ἐν τῇ Γαλιλαία, λέγων ὅτι δεῖ τόν υἱόν τοῦ ἀνθρώπου παραδοθῆναι εἰς χεῖρας ἀνθρώπων ἁμαρτωλῶν καί σταυρωθῆναι καί τῇ τρίτη ἡμέρα ἀναστῆναι· καί ἐμνήσθησαν τῶν ρημάτων αὐτοῦ» (Λουκᾶ 24 6-8). Γιά νά εἶναι προετοιμασμένοι, νά μή σκανδαλισθοῦν, νά μή κλονισθοῦν, γιά νά μή ταραχθεῖ ἡ καρδιά τους (Ἰωάν. 14 1).
Οἱ Μαθητές δέν εἶχαν μόνον λησμονήσει τά ρήματα τοῦ Διδασκάλου. Ἐπηρεασμένοι ἀπό τήν ἐπικρατοῦσα ἀντίληψη, ἔβλεπαν τόν Κύριο σάν ὑποψήφιο κοσμικό ἄρχοντα πού θά ἐλευθέρωνε τό ἔθνος τους ἀπό τούς ξένους κατακτητές. Τό ὁμολογοῦν οἱ δύο Μαθητές οἱ συμπορευόμενοι μέ τόν Ἄγνωστο πρός Ἐμμαούς μετά τήν Ἀνάσταση: «ἡμεῖς δέ ἠλπίζομεν ὅτι αὐτός ἐστιν ὁ μέλλων λυτροῦσθαι τόν Ἰσραήλ» (Λουκᾶ 24 21). Εἶχαν προηγηθεῖ οἱ Πέρσες, οἱ Ἕλληνες τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου καί τῶν διαδόχων του καί τώρα εἶχαν ἀφέντες τούς Ρωμαίους. Ὁ Ἰάκωβος καί ὁ Ἰωάννης ἐζήτησαν: «… δός ἡμῖν ἵνα εἷς ἐκ δεξιῶν σου καί εἷς ἐξ εὐωνύμων σου καθίσωμεν ἐν τῇ δόξη σου» (Μάρκ. 10 27, Ματθ. 20 20). Καί οἱ ἄλλοι Μαθητές τό ἴδιο φρόνημα εἶχαν διότι «ἀκούσαντες οἱ δέκα ἠγανάκτησαν περί τῶν δύο ἀδελφῶν» (Ματθ. 20 24). Μέ τήν ἐμπειρία τῆς θριαμβευτικῆς εἰσόδου τοῦ Ἰησοῦ ἡ ἀντίληψη αὐτή μᾶλλον ἐμπεδώθηκε, οἱ προσδοκίες μεγάλωσαν, καί ἡ ἀνατροπή πού ἐπῆλθε ἀσφαλῶς ἔκανε πιό ἔντονη τήν ἀπογοήτευση, τήν θλίψη, τόν πόνο.
Ἔχοντας λησμονήσει τήν προειδοποίηση τοῦ Διδασκάλου, βρέθηκαν ἀπροετοίμαστοι γιά τήν ὄντως μεγάλη δοκιμασία πού ἀντιμετώπισαν. Εἶχαν λησμονήσει καί τήν διαβεβαίωση τοῦ Κυρίου γιά τήν ἀνάστασή Του καί βρέθηκαν χωρίς ἄγκυρα πίστεως καί ἐλπίδας στόν κλύδωνα.
Στό πρόσωπο τῶν Μαθητῶν ἀναγνωρίζουμε τόν ἑαυτόν μας. Πόσες φορές στή ζωή μας δέν συλλαμβάνουμε τόν ἑαυτόν μας νά ἔχει λησμονήσει τά ρήματά Του; Ἔτσι ἀπελπιζόμαστε ὅταν διαπιστώνουμε ὅτι ἀδυνατοῦμε νά ἀπαλλαγοῦμε ἀπό ἕνα ἐλάττωμα, ἕνα πάθος. Αἰσθανόμαστε ἀδύναμοι μπροστά σέ διάφορους πειρασμούς, διάφορες ἀπειλές. Λησμονοῦμε ὅτι ὁ Κύριός μας εἶναι παντοδύναμος καί πανάγαθος, θέλει τήν πνευματική μας προαγωγή. Ἡ Χάρη Του εἶναι διαθέσιμη. Λησμονοῦμε τό «πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντι με Χριστῷ» τοῦ Ἀπ. Παύλου (Φιλ. 4 13). Στή δίνη τῶν παθῶν, τῶν πειρασμῶν δέν εἴμαστε μόνοι. Ὁ Κύριος μᾶς διαβεβαιώνει: «Ἰδού ἐγώ μεθ’ ἡμῶν εἰμι πάσας τάς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» (Ματθ. 28 20). Δυστυχῶς λησμονοῦμε καί τήν σχετική ἐμπειρία μας καί δειλιάζουμε.
Μᾶς βρίσκουν ἀσθένειες, γίνονται εἰς βάρος μας ἀδικίες, πολεμική, κατατρεγμοί. Ὁ κόσμος ὅπου ζοῦμε «ὅλος ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται» (Α’ Ἰωάν. 5 19). Ἄρχοντάς του ὁ διάβολος. Ἡ βασιλεία τοῦ κακοῦ ἔχει μέσα μας ἀποικία, προγεφύρωμα πού πρέπει νά ἐξαλείψουμε. Ἔχουμε προειδοποιηθεῖ: «… εἴ ἐμέ ἐδίωξαν καί ὑμᾶς διώξουσι» (Ἰωάν. 15 20). «… ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἔξετε· ἀλλά θαρσεῖτε· ἐγώ νενίκηκα τόν κόσμον» (Ἰωάν. 17 33).
Ἔχουμε ἀκόμη προειδοποιηθεῖ καί γιά τήν «ἐξουδετέρωση» ἀπό τήν ὁποία «κινδυνεύουν» τά ρήματά Του. Μέ τήν παραβολή τοῦ σπορέως. Μέ δράση τοῦ ἐχθροῦ, ἄμεση καί ἔμμεση διά τῶν ὀργάνων του καί ὁπωσδήποτε μέ τήν δική μας παθητική ἤ ἐνεργητική σύμπραξη «ἐξουδετερώνονται» τά ρήματά Του.
Τά ρήματά Του τροφή τῆς ψυχῆς μας, φῶς στή διάνοιά μας, κριτήριο τῶν κινήτρων, προθέσεων, ἐνεργειῶν μας. Στόν διμέτωπο ἀγῶνα πού διεξάγουμε σάν ζωντανά μέλη τῆς στρατευομένης Ἐκκλησίας, στήν ἐσωτερική ἀρένα καί στόν κοινωνικό στίβο, τά ρήματά Του πυξίδα καί πολικός ἀστέρας, στήριγμα καί ἐλπίδα.
Νίκος Τσιρώνης
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 152
Ἀπρίλιος 2015
το είδαμε εδώ