Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τρίτη, Απριλίου 28, 2015

Κυριακὴ τοῦ παραλύτου Anthony Bloom





Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ πατρὸς καὶ τοῦ υἱοῦ, καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Πόσο τραγικὴ εἶναι ἡ σημερινὴ ἱστορία ἀπὸ τὴ ζωή τοῦ Χριστοῦ. Ἕνας ἄνθρωπος ἦταν παράλυτος γιὰ χρόνια. Βρισκόταν ξαπλωμένος σὲ μικρὴ ἀπόσταση ἀπό τὴν πηγὴ τῆς θεραπείας του, κι ὅμωςὁ ἴδιος δὲν εἶχε τήν δύναμη νὰ καταδυθεῖ στὸ νερό τοῦ καθαρισμοῦ. Καὶ κανείς, μὰ κανείς δὲν βρέθηκε ὅλα αὐτά τά χρόνια νά τοῦ δείξει συμπόνια. Ἄλλοι ἔσπευδαν νὰ εἶναι πρῶτοι γιὰ νὰ θεραπευτοῦν. Ἄλλοι ποὺ συνδέονταν μαζί τους μὲ δεσμοὺς ἀγάπης ἤ φιλίας τοὺς βοηθοῦσαν γιὰ νὰ θεραπευτοῦν. Ἀλλά οὔτε ἕνας δὲν εἷχε ρίξει μιὰ ματιὰ σ' αὐτόν τὸν ἄνδρα ποὺ γιὰ χρόνια λαχταροῦσε τὴν θεραπεία καὶ δὲν ἦταν ἰκανός νὰ βρεῖ τὴ δύναμη νὰ θεραπευτεῖ.

Ἄν ὑπῆρχε ἔστω κι ἕνας, ἄν μόνο μιὰ καρδιὰ ἀνταποκρινόταν μὲ συμπόνια, αὐτός ὁ ἄνθρωπος θὰ ἦταν ὑγιὴς πολλά-πολλά χρόνια νωρίτερα. Καθὼς κανείς, οὔτε ἕνας δὲν βρέθηκε νά τοῦ δείξει συμπόνια, τὸ μόνο πού τοῦ ἀπέμεινε- θὰ ἔλεγα τὸ μόνο ποὺ εἷχε- καί τὸ λέω αὐτὸ μὲ μιὰ αἴσθηση τρόμου- ἧταν ἡ ἄμεση παρέμβαση τοῦ Θεοῦ.

Περιστοιχιζόμαστε ἀπό ἀνθρώπους ποὺ βρίσκονται σὲ ἀνάγκη, δὲν εἶναι μόνο ἐκεῖνοι ποὺ ἔχουν κάποια παράλυση καὶ χρειάζονται βοήθεια. Ἀλλά τόσοι ἄλλοι ποὺ ἔχουν παραλύσει μέσα τους, καὶ ποὺ χρειάζονται νὰ συναντήσουν κάποιον νά τοὺς βοηθήσει. Ψυχικὰ παράλυτοι εἶναι ὅλοι ἐκεῖνοι ποὺ ἔχουν τρομάξει ἀπό τὴν ζωή, γιατὶ ἦταν γι' αὐτούς ἀντικείμενο τρόμου ἀπὸ τότε ποὺ γεννήθηκαν: γονεῖς χωρὶς εὐαισθησία, ἄκαρδοι, βίαιο περιβάλλον. Πόσοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ ἤλπιζαν, ὅταν ἦταν ἀκόμα μικροί, ὅτι κάτι θὰ ὑπάρχει γι' αὐτούς στὴ ζωή. Ἀλλὰ ὄχι. Καμμιὰ συμπόνοια, καμμιὰ φιλία . Δέν ὑπῆρχε τίποτα. Κι ὅταν προσπάθησαν νὰ δεχθοῦν παρηγοριὰ καὶ στήριξη, δὲν ἔλαβαν κάτι. Κάθε φορά ποὺ πίστευαν ὅτι μποροῦσαν νὰ κάνουν κάτι τοὺς ἔλεγαν, «Μην προσπαθεῖς, δεν καταλαβαίνεις ὅτι εἶσαι ἀνίκανος γι’ αὐτό;» Καὶ ἔνοιωθαν ὅλο καὶ πιὸ μειονεκτικοί.

Πόσοι ἄνθρωποι ἦταν ἀνήμποροι νὰ ζήσουν, ἐπειδὴ ἦταν σωματικὰ ἀσθενεῖς, ὄχι ἐπαρκῶς δυνατοί. Ἀλλὰ βρέθηκε κάποιος νά τοὺς δώσει ἕνα χέρι βοηθείας; Βρῆκαν κάποιον νά τοὺς νοιώσει βαθειά, ὥστε νὰ βγεῖ ἀπο τὴν πορεία του γιά νὰ βοηθήσει; Καί πόσοι εἶναι τρομοκρατημένοι ἀπὸ τὴν ζωή τους και βιώνουν καταστάσεις βίας, φόβου, βαναυσότητας... Ἀλλὰ ὅλα αὐτὰ δὲν θὰ τοὺς εἶχαν πληγώσει, ἄν ὑπῆρχε κάποιος νά σταθεῖ δίπλα τους καὶ νὰ μὴν τοὺς ἐγκαταλείψει.

Ἑπομένως, ὅλοι μας, ἔχουμε γύρω μας ἀνθρώπους ποὺ βρίσκονται στὴν κατάσταση ποὺ βρισκόταν ὁ παραλυτικός. Ἄν ἐξετάσουμε τὸν ἑαυτό μας, θά δοῦμε ὅτι πολλοὶ ἀπό ἐμᾶς εἴμαστε ψυχικὰ παράλυτοι, ἀνίκανοι νὰ ἐκπληρώσουμε τὶς φιλοδοξίες τῶν ἀνθρώπων δίπλα μας· ἀνίκανοι γι’ αὐτὸ ποὺ λαχταροῦσαν νὰ εἶναι, ἀνίκανοι νὰ διακονήσουμε τοὺς ἄλλους μέ τὸν τρόπο ποὺ μιλάει ἡ καρδιά τους ἀνήμποροι νά κάνουμε ὁ,τιδήποτε γιὰ ὅ,τι προσδοκοῦσαν, γιατὶ ὁ φόβος, ἡ συντριβή ἔχει κυριαρχήσει στὴ ζωή τους.

Καί ὅλοι, ὅλοι μας εἴμαστε ὑπεύθυνοι γιά τὸν καθένα. Εἴμαστε ἀμοιβαῖα ὑπεύθυνοι ὁ ἕνας γιά τὸν ἄλλο· γιατί ἄν κοιτάξουμε δεξιὰ ἤ ἀριστερά μας, πόσα ξέρουμε γιά τοὺς ἀνθρώπους ποὺ βρίσκονται δίπλα μας; Ξέρουμε πόσο εἶναι συντετριμμένοι; Πόσο πόνο ἔχουν στὴν καρδιά τους; Πόση ἀγωνία ὑπῆρξε στὴν ζωή τους; Πόσες χαμένες ἐλπίδες, πόσος φόβος κι ἀπόρριψη καὶ περιφρόνηση, ποὺ νά τοὺς ἔχουν κάνει νὰ περιφρονοῦν τοὺς ἑαυτούς τους, ἀνίκανους ἀκόμα καὶ γιὰ αὐτοσεβασμό- πόσο μᾶλλον νὰ ἔχουν τὸ κουράγιο νὰ κάνουν ἕνα βῆμα πρός τὴν θεραπεία, τὴν θεραπεία γιά τὴν ὁποία μιλᾶ τὸ εὐαγγέλιο σ' αὐτὸ τὸ εδάφιο ;

Ἄς προβληματιστοῦμε. Ἄς κοιτάξουμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο κι ἄς ἀναρρωτηθοῦμε: Πόση ἀδυναμία κρύβει ἐκεῖνος ὁ ἄνθρωπος; Πόσος πόνος ἔχει συσσωρευτεῖ στὴν καρδιά του; Πόσος φόβος γιὰ τὴ ζωή – ποὺ ζωὴ εἶναι ὁ πλησίον μου, οἱ ἄνθρωποι ποὺ εἶναι ἡ ἴδια ἡ ζωή,- ἔχει κυριεύσει τήν ὕπαρξή μου;

Ἄς κοιτάξουμε τὸν ἄλλο μὲ κατανόηση, μὲ προσοχή. Ὁ Χριστὸς εἶναι ἐκεῖ. Μπορεῖ νά θεραπεύσει, ναί. Ἀλλά ἔχουμε εὐθύνη γιά τὸν ἄλλο ἄνθρωπο, ὑπάρχουν τόσοι τρόποι μέ τοὺς ὁποίους μποροῦμε νά γίνουμε τά μάτια τοῦ Χριστοῦ ποὺ βλέπουν ὅσους ἔχουν ἀνάγκη, τ' αὐτιά Του ποὺ ἀκοῦν τὶς κραυγές, τὰ χέρια Του πού στηρίζουν καὶ θεραπεύουν ἤ ποὺ κάνουν δυνατή τὴ θεραπεία ἑνὸς ἀνθρώπου.

Ἄς κοιτάξουμε αὐτή τὴν παραβολὴ μὲ νέα ματιά· ὄχι μέ τὴν σκέψη ὅτι αὐτὸς ὁ ταλαίπωρος ἄνθρωπος, πρὶν δύο χιλιάδες χρόνια ἦταν τόσο τυχερός ποὺ ὁ Χριστὸς ἔτυχε νὰ βρίσκεται κοντά του, γιὰ νὰ κάνει τελικὰ αὐτὸ ποὺ θὰ εἶχε κάνει ὁ πλησίον. Ἄς κοιτάξουμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο κι ἄς ἔχουμε συμπόνια, ἐνεργὴ συμπόνια· ἐπίγνωση· ἀγάπη, ἄν μποροῦμε. Καί τότε αὐτὴ ἡ παραβολή, δὲν θά μᾶς ἔχει μιλήσει καὶ δὲν θὰ ἔχει σχετιστεῖ μάταια με τὴ ζωή μας. Ἀμήν.

Χριστὸς Ἀνέστη! Ἀληθῶς Ἀνέστη!

Ἀρρώστια καὶ μοναξιά (Ἰω. 5, 1-15)




Ὁ Χριστὸς ἀνεβαίνει στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ βρίσκεται σὲ ἕνα ἱερὸ καὶ θαυματουργὸ τόπο, τὴν κολυμβήθρα Βηθεσδά. Ἐκεῖ συναντᾶ γιὰ ἄλλη μία φορὰ τὴν ἀρρώστια καὶ τὴν ἀνθρώπινη ἀνάγκη γιὰ βοήθεια, παρηγοριὰ καὶ θεραπεία. Στὸ διάλογό Του μὲ τὸν παράλυτο μαθαίνουμε ὅτι ἡ ἀρρώστια του ἦταν ἀποτέλεσμα τῆς ἁμαρτίας. Ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς γιὰ τριάντα ὀχτὼ ὁλόκληρα χρόνια ἦταν κατάκοιτος. Ὁ Χριστὸς «γνοὺς ὅτι πολὺν χρόνον ἤδη ἔχει, λέγει αὐτῷ· θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;».


Ἡ καρτερία στὴν ἀσθένεια καὶ ἡ ἀνοχὴ τῶν ἄλλων
Ἡ θαυματουργικὴ θεραπεία τοῦ παραλυτικοῦ στὴ Βηθεσδὰ εἶναι μία ἀπὸ τὶς πολλὲς θεραπεῖες ποὺ περιγράφουν τὰ Εὐαγγέλια. Κάθε φορά, ὅμως, ποὺ τὴ διαβάζουμε καλούμαστε μεταξὺ ἄλλων νὰ ἐμβαθύνουμε στὸ πρόβλημα τῆς ἀνθρώπινης ἀρρώστιας, ὀδύνης καὶ μοναξιᾶς, ἀλλὰ καὶ τῆς ἀνάγκης γιὰ κατανόηση καὶ συμπαράσταση. «Ἄνθρωπον οὐκ ἔχω», δὲν ἔχω ἄνθρωπο νὰ μὲ καταλαβαίνει, νὰ μοῦ συμπαρασταθεῖ, νὰ μὲ βοηθήσει. Τὴν ἴδια κραυγὴ ἐπαναλαμβάνουν ἀναρίθμητοι ἄνθρωποι ἀνάμεσά μας. Κάποτε, μάλιστα, καὶ ἐμεῖς οἱ ἴδιοι μὲ πικρὸ παράπονο γιὰ τὸ πρόβλημά μας. Τὸ παράπονο ἀπέναντι στὴν ἀδιαφορία τῶν ἄλλων κρύβει μέσα του θλίψη, πόνο, ἀδικία, πικρία, δυσαρέσκεια, ἴσως, ἀκόμη, καὶ θυμὸ γιὰ τὴ σκληρότητα τῶν ἄλλων γύρω μας. Ἀνορθώνει ἕνα τεῖχος ποὺ μᾶς ἀπομονώνει ἀπὸ τοὺς ἄλλους, ἀφοῦ δὲν μᾶς καταλαβαίνουν καὶ δὲν συμπάσχουν μαζί μας. Βέβαια, στὴν πραγματικότητα, κάθε φορὰ ποὺ παραπονιόμαστε ἐμεῖς ὀρθώνουμε ἕνα ἀδιαπέραστο τεῖχος ἀπὸ τὴν ἀδυναμία μας νὰ ἐπικοινωνήσουμε μὲ τοὺς ἄλλους καὶ νὰ τοὺς ἀποδεχθοῦμε ὅπως ἀκριβῶς εἶναι.

Στὴν περίπτωση τοῦ παραλυτικοῦ ὑπάρχει μία εἰδοποιὸς διαφορά. Ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς φαίνεται ὅτι εἶχε μεγάλη ὑπομονὴ γιὰ τὴ μακροχρόνια ἀρρώστια ποὺ τὸν ταλαιπωροῦσε. Δοκιμάζει, ὅμως, ἀμέτρητες ἀπογοητεύσεις. Ἐνῶ «ἄγγελος κατὰ καιρὸν κατέβαινεν ἐν τῇ κολυμβήθρᾳ, καὶ ἔταρασσε τὸ ὕδωρ», καὶ κάθε φορὰ «ὁ πρῶτος ἐμβὰς μετὰ τὴν ταραχὴν τοῦ ὕδατος ὑγιὴς ἐγίνετο», αὐτὸς ἔμενε μὲ τὸ παράπονο ὅτι «ἄλλος πρὸ αὐτοῦ καταβαίνει» καὶ θεραπεύεται. Τὰ χρόνια περνᾶνε καὶ αὐτὸς ἐξακολουθεῖ νὰ προσδοκᾶ καὶ νὰ περιμένει. Νὰ ἀνανεώνει τὴν ἐλπίδα του γιὰ ἄλλη μία εὐκαιρία.

Ὅμως ὁ παραλυτικὸς ἦταν ἀνεκτικὸς καὶ μακρόθυμος καὶ μὲ τὴν ἀνάλγητη ἀπάθεια καὶ ἐγωιστικὴ ἀδιαφορία τῶν ἄλλων. Τριάντα ὀχτὼ χρόνια καθηλωμέvος στὸ κρεβάτι τοῦ πόνου εἶχε κατανοήσει καὶ εἶχε ἀποδεχθεῖ τοὺς ἀνθρώπους ὅπως ἀκριβῶς ἦταν, σκληρούς, ἀδιάφορους καὶ ἀνάλγητους. Εἶχε συμφιλιωθεῖ μὲ τὴ δοκιμασία τῆς ἀρρώστιας του. Ζοῦσε τὶς συνέπειες τῆς ἁμαρτίας, ποὺ κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ νιώθει μέσα στὴ μοναξιὰ του «ἀπερριμένος», ἄχρηστος, ξεχασμένος καὶ περιφρονημένος. Καὶ αὐτὸ εἶναι τὸ πιὸ τρομακτικὸ αἴσθημα ποὺ μπορεῖ νὰ νιώσει κάποιος. Καὶ ὅμως, ὁ παραλυτικὸς δὲν φωνάζει. Δὲν διαμαρτύρεται ἐναντίον τῶν ἄλλων. Δὲν κρίνει καὶ δὲν καταδικάζει τοὺς γύρω του. Μέσα στὴν ἀδυναμία καὶ τὴ δυστυχία του δὲν στρέφεται κατὰ τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν παραλογίζεται. Μὲ τὴν καρτερικὴ ἀντιμετώπιση τῆς ἀσθένειάς του καὶ τὴν ἐπιείκειά του πρὸς τοὺς ἄλλους ἄνοιξε τὴν καρδιά του νὰ δεχθεῖ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Περίμενε τὴν ἐπίσκεψη τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ.


Ἡ ὑπερνίκηση τῆς μοναξιᾶς
Οἱ συνθῆκες τῆς ζωῆς μας καὶ ἡ ὀργάνωση τῆς κοινωνίας μας ἐπιβεβαιώνουν τὴ φράση τοῦ λογοτέχνη: «ποτὲ ἄλλοτε οἱ στέγες τῶν σπιτιῶν δὲν ἦταν τόσο κοντὰ ὅσο σήμερα, ἀλλὰ καὶ ποτὲ ἄλλοτε οἱ καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων δὲν ἦταν τόσο μακριὰ ὅσο σήμερα». Αὐτὴ ἡ αἴσθηση τῆς τρομερῆς μοναξιᾶς τοῦ σημερινοῦ ἀνθρώπου ἐπιτείνεται στὶς δύσκολες ὧρες τοῦ πόνου, τῆς ἀρρώστιας καὶ τῶν ποικίλων δυσχερειῶν τῆς ζωῆς. Τότε ὁ ἄνθρωπος πνίγεται μέσα στὴν ἀπομόνωσή του καὶ ἐπαναλαμβάνει τὸ λόγο τοῦ ἀρχαίου φιλοσόφου «ἄνθρωπον ζητῶ», ἀφοῦ, σὰν τὸν παραλυτικό, «ἄνθρωπον οὐκ ἔχω». Ὁ ὑμνογράφος τῆς Ἐκκλησίας ζωντανεύει τὸ διάλογο τοῦ παραλυτικοῦ μὲ τὸν Χριστό, ἀνανεώνει τὴν πίστη μας καὶ μᾶς γεμίζει παρηγοριὰ καὶ ἐλπίδα. Στὸ ἄκουσμα τῆς φράσης τοῦ παραλύτου «ἄνθρωπον οὐκ ἔχω», παρουσιάζει τὸν Χριστὸ νὰ τοῦ ἀπαντᾶ «διὰ σὲ ἄνθρωπος γέγονα, καὶ λέγεις ἄνθρωπον οὐκ ἔχω;».

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, στὴν κάθε μοναξιά μας ἂς καλλιεργοῦμε τὸν ἑαυτό μας. Ἂς συναισθανόμαστε τότε περισσότερο τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ, ποὺ μᾶς κατανοεῖ πιὸ πολὺ ἀπὸ τὸν κάθε ἄνθρωπο, ποὺ μᾶς συμπαραστέκεται καὶ συμπάσχει μαζί μας. Ἂς στρέφουμε τὸ βλέμμα μας σὲ Ἐκεῖνον, γιὰ νὰ ὑπερνικοῦμε τὴ μοναξιὰ λέγοντάς του «ἐλθὲ ὁ Μόνος πρὸς μόνον, ὅτι μόνος εἰμὶ καθάπερ ὁρᾶς»- ἔλα ἐσὺ ποὺ εἶσαι Μοναδικὸς σὲ ἐμένα ποὺ εἶμαι μοναχικός, γιατί βλέπεις πὼς εἶμαι μόνος. Ἀμήν.

Ὁμιλία εἰς τὴν Κυριακὴ τοῦ Παραλύτου Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος



Στό χρυσωρυχεῖο οὔτε τήν πιό ἀσήμαντη φλέβα δέν θά δεχόταν νά περιφρονήση κανένας κι ἄς προξενῆ πολύν κόπο ἡ ἔρευνά της. Ἔτσι καί στίς θεῖες Γραφές δέν εἶναι χωρίς βλάβη νά προσπεράσης ἕνα γιῶτα ἤ μιά κεραία. Ὅλα πρέπει νά ἐξετάζωνται. Τό ἅγιο Πνεῦμα τά ἔχει πεῖ ὅλα καί τίποτα δέν εἶναι ἀνάξιο σ̉ αὐτές. Πρόσεξε λοιπόν τί λέει ὁ Εὐαγγελιστής κι ἐδῶ: Αὐτό πάλι ἦταν τό δεύτερο σημεῖο πού ἔκανε ὁ Ἰησοῦς, πηγαίνοντας ἀπό τήν Ἰουδαία στήν Γαλιλαία. Καί δέν πρόσθεσε βέβαια ἔτσι ἁπλᾶ τή λέξη «δεύτερο», ἀλλά τονίζει ἀκόμα περισσότερο τό θαῦμα τῶν Σαμαρειτῶν. Δείχνει ὅτι, μόλο πού ἔγινε καί δεύτερο σημεῖο, δέν εἶχαν φτάσει ἀκόμα στό ὕψος ἐκείνων πού τίποτα δέν εἶδαν (τῶν Σαμαρειτῶν) αὐτοί πού ἔχουν δεῖ πολλά καί θαυμάσει.
Ὕστερ̉ ἀπ̉ αὐτά ἦταν ἑορτή τῶν Ἰουδαίων. Ποιά ἑορτή; Ἡ ἑορτή τῆς Πεντηκοστῆς, νομίζω, καί ἀνέβηκε ὁ Ἰησοῦς στά Ἱεροσόλυμα. Συστηματικά τίς γιορτές βρίσκεται στήν πόλη. Ἀπ̉ τή μιά γιά νά φανῆ πώς ἑορτάζει μαζί τους, ἀπ̉ τήν ἄλλη γιά νά τραβήξη κοντά του τόν ἁπλό λαό. Γιατί αὐτές τίς μέρες γινόταν περισσότερη συρροή τῶν πιό ἁπλῶν. Ὑπάρχει στά Ἱεροσόλυμα ἡ προβατική κολυμβήθρα, Βηθεσδά μέ τό Ἑβραϊκό ὄνομά της, μέ πέντε στοές. Σ̉ αὐτές ἦσαν πεσμένοι ἄρρωστοι πλῆθος - κουτσοί, τυφλοί, ξηροί, πού περίμεναν τήν ταραχή τοῦ νεροῦ. Τί σημαίνει αὐτός ὁ τρόπος τῆς θεραπείας; Τίνος μυστηρίου κάνει ὑπαινιγμό; Αὐτά δέν ἔχουν γραφῆ ἁπλᾶ καί τυχαῖα ἀλλά εἰκονίζει καί ὑποτυπώνει ὅσα ἀνάγονται στό μέλλον. Μ̉ αὐτόν τόν τρόπο, τόν ὑπερβολικά παράξενο, ὅταν συνέβαινε ὁλότελα ἀπροσδόκητα, δέ θά κατάστρεφε μέσα στίς ψυχές τῶν πολλῶν τή δύναμη τῆς πίστης.
Ποιό εἶναι λοιπόν αὐτό πού εἰκονίζει; Σκόπευε νά δώση τό βάπτισμα πού ἔχει πολλή δύναμη καί μεγάλη χάρη.τό βάπτισμα πού ἀποπλύνει ὅλες τίς ἁμαρτίες καί ζωοποιεῖ τούς νεκρούς. Ὅπως λοιπόν σέ εἰκόνα, προδιαγράφονται αὐτά στήν κολυμβήθρα καί σέ πολλά ἄλλα. Καί πρῶτα ἔδωσε τό νερό πού βγάζει τά στίγματα τῶν σωμάτων καί πού δέν εἶναι μιάσματα ἀλλά φαίνονται, ὅπως τά μολύσματα ἀπό κηδεῖες, ἀπό λέπρα καί ἄλλα τέτοια. Καί πολλές ἄλλες θεραπεῖες στήν Παλαιά Διαθήκη θά μποροῦσε κανείς νά δῆ πού πραγματοποιήθησαν μέ νερό, γι̉ αὐτό τό λόγο. Ἀλλά ἄς μποῦμε στό θέμα μας. Πρῶτα λοιπόν ὅπως εἶπα πρωτύτερα, μολυσμούς σωματικούς κι ἔπειτα διάφορες ἄλλες ἀσθένειες κάνει νά θεραπεύωνται μέ νερό. Γιατί θέλοντας ὁ Θεός νά μᾶς ὁδηγήση κοντύτερα στή δωρεά τοῦ βαπτίσματος δέν θεραπεύει τούς μολυσμούς μονάχα ἀλλά καί ἀσθένειες. Γιατί οἱ πλησιέστερες πρός τήν ἀλήθεια εἰκόνες καί σχετικά μέ τό βάπτισμα καί τό πάθος καί τά ἄλλα ἦσαν καθαρώτερες ἀπό τίς παλαιότερες. Γιατί ὅπως οἱ κοντινοί τοῦ βασιλιᾶ δορυφόροι εἶναι λαμπρότεροι ἀπό τούς πιό μακρινούς, ἔτσι γίνεται καί σχετικά μέ τούς τύπους.
Κι ὁ ἄγγελος καταβαίνοντας ἀνατάραζε τό νερό καί τοῦ ἔδινε θεραπευτική δύναμη, γιά νά μάθουν οἱ Ἰουδαῖοι ὅτι πολύ περισσότερο ὁ Κύριος τῶν ἀγγέλων μπορεῖ νά θεραπεύση ὅλα τά νοσήματα τῆς ψυχῆς. Ἀλλά ὅπως ἐδῶ ἡ θεραπευτική δύναμη δέν ἦταν φυσική ἰδιότητα τοῦ νεροῦ, γιατί τότε θά ἐκδηλωνόταν ἀδιάλειπτα, ἀλλά παρουσιαζόταν μέ τήν ἐνέργεια τοῦ ἀγγέλου, ἔτσι καί πάνω σ̉ ἐμᾶς δέν ἐνεργεῖ ἁπλᾶ τό νερό ἀλλά ὅταν δεχτῆ τή χάρη τοῦ Πνεύματος τότε διαλύει ὅλες τίς ἁμαρτίες. Γύρω ἀπ̉ αὐτή τήν κολυμβήθρα κοίτονταν ἕνα μεγάλο πλῆθος ἄρρωστοι τυφλοί, κουτσοί, λεπροί πού περίμεναν τήν ταραχή τοῦ νεροῦ καί τότε ἡ ἀσθένεια γινόταν ἐμπόδιο σ̉ ἐκεῖνον πού ἤθελε νά θεραπευτῆ. Μά τώρα εἶναι κύριος ὁ καθένας νά προσέλθη. Γιατί δέν ἀναταράζει κάποιος ἄγγελος ἀλλά εἶναι τῶν πάντων ὁ Κύριος αὐτός πού τά ἐκτελεῖ ὅλα καί δέν εἶναι δυνατό νά πῆ ὁ ἀσθενής«μόλις πάω νά κατεβῶ, ἄλλος κατεβαίνει πρίν ἀπό μένα». Ἀλλά, κι ἄν ἔρθη ὅλη ἡ οἰκουμένη, ἡ χάρη δέν ξοδεύεται, οὔτε ἡ ἐνέργεια δαπανᾶται ἀλλά ἴδια καί ἀπαράλλακτη μένει ὅπως πρῶτα. Κι ὅπως οἱ ἡλιακές ἀκτῖνες καθημερινά δίνουν τό φῶς τους καί δέν δαπανῶνται οὔτε λιγοστεύει ἡ λάμψη τους ἀπό τήν ἄφθονη παροχή των, ἔτσι καί πολύ περισσότερο ἡ ἐνέργεια τοῦ Πνεύματος, δέν ἐλαττώνεται μ̉ ὅλο τό πλῆθος πού τήν ἀπολαμβάνει.
Αὐτό συνέβαινε, μέ τό σκοπό ἐκεῖνοι πού ἔμαθαν ὅτι εἶναι δυνατό μέ τό νερό νά θεραπευτοῦν πολλά σωματικά νοσήματα καί ἀσκήθηκαν στή γνώση αὐτή πολύν καιρό, νά πιστέψουν εὔκολα ὅτι μπορεῖ νά θεραπεύση καί νοσήματα τῆς ψυχῆς. Καί γιατί τέλος πάντων ὁ Ἰησοῦς ἄφησε ὅλους τούς ἄλλους καί ἦρθε σ̉ αὐτόν, πού εἶχε τριάντα ὀχτώ χρόνια καί γιατί τόν ρώτησε ἄν θέλη νά γίνη ὑγιής. Ὄχι γιά νά μάθη, αὐτό ἦταν περιττό, ἀλλά γιά νά δείξη τήν ὑπομονή τοῦ παραλυτικοῦ καί γιά να καταλάβωμε ὅτι γι̉ αὐτό ἄφησε τούς ἄλλους καί πῆγε σ̉ αὐτόν. Κι ὁ ἀσθενής τοῦ ἀποκρίθηκε καί τοῦ εἶπε:«Κύριε δέν ἔχω κάποιον νά μέ βάλη στήν κολυμβήθρα, ὅταν ταραχθῆ τό νερό. Κι ἐνῶ πηγαίνω ἐγώ, κατεβαίνει ἄλλος πρίν ἀπό μένα». Γι̉ αὐτό ρώτησε, ἄν θέλη νά γίνη γερός. Γιά νά πληροφορηθοῦμε αὐτά τά πράγματα. Δέν τοῦ εἶπε θέλεις νά σέ κάμω καλά; - Γιατί δέν φανταζόταν ἀκόμα τίποτα σπουδαῖο γι̉ αὐτόν - ἀλλά θέλεις νά γίνης καλά; Ξαφνιάζεται ὁ καρτερικός παράλυτος. Ἔχοντας τριάντα ὀχτώ ἔτη τήν ἀσθένεια καί κάθε χρόνο ἐλπίζοντας ὅτι θά γλύτωνε ἀπ̉ αὐτή, ἔμενε μόνιμα ἐκεῖ καί δέν ἀπομακρυνόταν. Χωρίς τήν καρτερία του ἄν ὄχι τά περασμένα, δέν θά ἦσαν ἱκανά τά μέλλοντα νά τόν ἀπομακρύνουν ἀπό κεῖ;
Σκέψου σέ παρακαλῶ πῶς ἦταν φυσικό καί οἱ ἄλλοι ἄρρωστοι νά εἶναι ἥσυχοι. Γιατί μήτε ἡ ὥρα δέν ἦταν φανερή πού ταραζόταν τό νερό. Καί στό κάτω-κάτω οἱ κουτσοί καί οἱ κουλλοί μποροῦσαν νά παρατηρήσουν. Οἱ τυφλοί ὅμως πού δέν ἔβλεπαν; Ἴσως τό καταλάβαιναν ἀπό τό θόρυβο. Ἄς νιώσωμε λοιπόν, ἀγαπητοί μου, ντροπή καί ἄς στενάξωμε γιά τήν πολλή ἀδιαφορία μας. Τριάντα ὀχτώ χρόνια ἔμεινε στό ἴδιο μέρος ἐκεῖνος καί, μ̉ ὅλο πού δέν πετύχαινε ὅ,τι ἤθελε, δέν ἀπομακρυνόταν. Καί δέν πετύχαινε ὄχι ἀπό ἀδιαφορία δική του ἀλλά γιατί τόν ἐμπόδιζαν καί τόν παραμέριζαν οἱ ἄλλοι. Καί ὅμως δέν ἀπογοητευόταν. Ἐμεῖς ὅμως δέκα ἡμέρες, ἄν μείνωμε κάπου καί παρακαλέσωμε γιά κάτι χωρίς νά πετύχουμε στό τέλος βαρυόμαστε νά δείξωμε τόν ἴδιο ζῆλο. Καί στούς ἀνθρώπους κάποτε μένουμε κοντά τόσο διάστημα ὑποφέροντες τίς ταλαιπωρίες τῆς ἐκστρατείας καί ἐκτελώντας ἐργασίες δουλοπρεπεῖς, χωρίς νά ἐκπληρώνεται πολλές φορές ἡ ἐλπίδα μας. Στόν Κύριο ὅμως τό δικό μας, ὅπου θά πάρωμε ὁπωσδήποτε μεγαλύτερη ἀπό τούς κόπους μας ἀμοιβή - ἡ ἐλπίδα, γράφει, δέν ἀπογοητεύει - δέν θέλομε νά μείνωμε κοντά του μέ τό ζῆλο πού πρέπει.
Πόση τιμωρία ἁρμόζει σ̉ αὐτή τή στάση; Ἀκόμη κι ἄν δέν ἦταν δυνατό νά πάρουμε τίποτα, αὐτή τήν ἀδιάκοπη συνομιλία μαζί του δέν ἔπρεπε νά τήν θεωροῦμε ἄξια ἄπειρων ἀγαθῶν; Ἀλλά εἶναι κουραστική ἡ ἀδιάκοπη προσευχή; Ἀλλά καί ποιά ἀρετή δέν εἶναι κοπιαστική; Κι αὐτή εἶναι ἡ μεγάλη ἀπορία: ὅτι μαζί μέ τήν κακία κληρώθηκε ἡ εὐχαρίστηση, ἐνῶ μέ τήν ἀρετή ὁ πόνος. Πολλοί ἀναζητοῦν τήν αἰτία. Μᾶς ἔδωσε ὁ Θεός ἀπ̉ τήν ἀρχή ζωή ἐλεύθερη ἀπό φροντίδες καί κόπους. Ἡ ἀργία ὡδήγησε στή διαστροφή καί χάσαμε τόν παράδεισο. Γι̉ αὐτό ἔκαμε ἐπίπονη τή ζωή μας, σάν νά δικαιολογοῦνταν στό γένος τῶν ἀνθρώπων λέγοντας.σᾶς ἔβαλα μέσα στήν τρυφή, ἀλλά ἡ ἀπιστία σᾶς ἔκαμε χειρότερους. Γι̉ αὐτό διέταξα νά δοκιμάζετε τόν πόνο καί τόν ἱδρῶτα. Ἐπειδή ὅμως οὔτε αὐτός ὁ πόνος δέν συγκράτησε τόν ἄνθρωπο, μᾶς ἔδωσε νόμο μέ πολλές ἐντολές βάζοντάς μας, ὅπως στό δύσκολο ἄλογο, δεσμά καί χαλινάρια. Τό ἴδιο κάνουν καί οἱ ἀλογοδαμαστές. Γι̉ αὐτό εἶναι ἐπίπονη ἡ ζωή μας. Ἡ ζωή ἡ χωρίς κόπο συνήθως διαφθείρει. Ἡ φύση μας δέν δέχεται τήν ἀργία, εὔκολα κλίνει στήν κακία. Ἄς ὑποθέσωμε ὅτι δέν ἔχει ἀνάγκη ἀπό κόπους ὁ φρόνιμος καί ἐνάρετος γενικά, ἀλλά ἐπιτυγχάνουν τό κάθε τι ἀκόμα καί κοιμισμένοι. Τήν ἄνεση πού θά προέκυπτε ποῦ θά τή χρησιμοποιούσαμε; Ὄχι στήν ἀνοησία καί τήν ὑπερηφάνεια;
Ἀλλά γιατί ἔχει συζευχθῆ μέ τήν κακία πολλή εὐχαρίστηση καί μέ τήν ἀρετή πολύς κόπος καί ἱδρῶτας; Καί τί χάρη θά εἶχε καί τί μισθό θά ἔπαιρνε, ἄν τό πρᾶγμα δέν ἦταν κοπιαστικό; Ἔχω νά σᾶς δείξω πολλούς πού ἀποστρέφονται ἐκ φύσεως τό γάμο καί τόν ἀποφεύγουν μέ σιχαμάρα. Αὐτούς θά τούς ποῦμε φρόνιμους καί θά τούς στεφανώσωμε καί θά τούς ἀνακηρύξωμε πανηγυρικά; καθόλου. Γιατί ἡ σωφροσύνη εἶναι ἐγκράτεια καί ὑπερίσχυση πάνω στίς ἡδονές ὕστερα ἀπό μάχη. Καί τά πολεμικά τρόπαια εἶναι λαμπρότερα, ὅταν οἱ ἀγῶνες εἶναι σκληροί, ὄχι ὅταν οἱ ἀντίπαλοι δέν ἀντιστέκονται. Εἶναι πολλοί νωθροί ἀπό τή φύση. Αὐτούς δέ θά τούς ποῦμε ἐνάρετους.
Γιαυτό ὁ Χριστός ἀναφέροντας τρεῖς τρόπους εὐνουχισμοῦ τούς δύο τούς ἀφήνει ἀβράβευτους καί τόν ἕναν μόνο βραβεύει μέ τή βασιλεία. Σᾶς λέω καί γιατί χρειάζεται ἡ κακία. Ποιός ἄλλος εἶναι ὁ δημιουργός τῆς κακίας ἀπό τή θεληματική ἀδιαφορία; Κι οἱ ἀγαθοί ἔπρεπε νά εἶναι μόνοι. Ποιό εἶναι τό γνώρισμα τοῦ ἀγαθοῦ, ἡ νηφαλιότητα καί ἡ ἀγρυπνία ἤ ὁ ὕπνος καί τό ροχαλητό; Καί γιατί φαινόταν γιά ἀγαθό τό νά ἐπιτυγχάνης χωρίς κόπο; Φέρνεις ἐνστάσεις πού θά ἔφεραν ζωντανά καί λαίμαργοι καί ἄνθρωποι πού νομίζουν Θεό τήν κοιλιά τους. Ἀποκρίσου μου ὅτι αὐτοί εἶναι λόγοι ἀδιαφορίας. Ἄν ὑπάρχη βασιλέας καί στρατηγός, κι ἐνῶ ὁ βασιλιάς κοιμᾶται καί μεθᾶ, ὁ στρατηγός μέ ταλαιπωρίες τήν ἕκτη ὥρα στήνει τά τρόπαια, σέ ποιόν θά ἀπέδιδες τήν νίκη; Καί ποιός χάρηκε τή χαρά τῆς νίκης;
Βλέπεις ὅτι ἡ ψυχή κλίνει σ̉ ἐκεῖνον μέ τόν ὁποῖον κοπίασε; Γι̉ αὐτό καί τήν ἀπόκτηση τῆς ἀρετῆς τή συνώδεψε μέ κόπους, ἐπειδή ἤθελε νά ἐξοικειώση τήν ψυχή μ̉ αὐτή. Γι̉ αὐτό τήν ἀρετή κι ἄν ἀκόμα δέν τήν πραγματοποιήσωμε τή θαυμάζομε, ἐνῶ τήν κακία μ̉ ὅλη τή γλυκύτητα τήν καταδικάζομε. Κι ἄν ἐρωτήσης, γιατί δέ θαυμάζομε πιό πολύ τούς ἐκ φύσεως ἀγαθούς ἀπό ἐκείνους πού εἶναι ἀγαθοί μέ τήν θέλησή τους; Ἐπειδή εἶναι δίκαιο νά προτιμᾶται αὐτός πού κοπιάζει. Καί γιά πιό λόγο τώρα κοπιάζομε; Ἐπειδή τήν ἔλλειψη τοῦ κόπου δέν τήν ἐκρατήσαμε ὅπως ἔπρεπε. Κι ἄν τό καλοεξετάση κανένας, ἡ ἀργία πάντα μᾶς ἔβλαψε καί δημιούγησε πολύν κόπον. Κι ἄν θέλης, ἄς κλείσουμε κάποιον σ̉ ἕνα σπίτι κι ἄς ἱκανοποιοῦμε μόνο τή λαιμαργία του, χωρίς νά τόν ἀφήνουμε οὔτε νά βαδίζη οὔτε στήν ἐργασία νά τόν βγάζουμε. Ἀλλά ἄς χαίρεται τό φαγητό καί τόν ὕπνον καί ἄς γλεντᾶ ἀδιάκοπα. Ὑπάρχει ἀθλιώτερη ζωή ἀπ̉ αὐτήν; Εἶναι ἄλλο ὅμως νά ἐργάζεσαι καί ἄλλο νά κοπιάζης. Ἦταν στό χέρι μας τότε νά ἐργαζώμαστε χωρίς κόπους. Μά εἶναι δυνατό; Βέβαια εἶναι, κι αὐτό θέλησε ὁ Θεός, ἀλλά δέν τό ἐβαστάξαμε ἐμεῖς. Γι̉ αὐτό μᾶς ἔβαλε νά καλλιεργοῦμε τόν Παράδεισο, ὁρίζοντάς μας τήν ἐργασία χωρίς νά ἀναμείξη τόν κόπο. Γιατί βέβαια ἄν ὁ ἄνθρωπος κοπίαζε ἀπό τήν ἀρχή δέν θά πρόσθετε ἔπειτα τόν κόπο σάν τιμωρία. Γιατί εἶναι δυνατόν νά ἐργάζεται κανείς καί νά μήν κοπιάζει, ὅπως οἱ ἄγγελοι.
Γιά νά πεισθῆτε ὅτι ἐργάζονται, ἀκοῦστε τί λέγει: Μποροῦν μέ τή δύναμή τους νά ἐκτελέσουν τό λόγο του. Τώρα ἡ ἔλλειψη τῆς δυνάμεως προξενεῖ πολλή κούραση.τότε ὅμως αὐτό δέ γινόταν. Αὐτός πού μπῆκε στήν περίοδο τῆς ἀναπαύσεώς του, ἀναπαύθηκε λέει, ἀπό τά ἔργα του, ὅπως ἀπό τά δικά του ὁ Θεός. Ἐδῶ δέν ἐννοεῖ ἀργία ἀλλά ἔλλειψη κόπου. Γιατί ὁ Θεός καί τώρα ἀκόμη ἐργάζεται καθώς λέγει ὁ Χριστός.Ὁ πατέρας μου ὡς τώρα ἐργάζεται κι ἐργάζομαι κι ἐγώ. Γι̉ αὐτό συμβουλεύω ἀφοῦ ἐγκαταλείψεται κάθε ἀδιαφορία νά ζηλέψετε τήν ἀρετή. Γιατί ἡ εὐχαρίστηση τῆς κακίας εἶναι σύντομη ἐνῶ ἡ λύπη παντοτινή.τῆς ἀρετῆς ἀντίθετα, ἀγέραστη εἶναι ἡ χαρά καί πρόσκαιρος ὁ κόπος. Ἡ ἀρετή ξεκουράζει τόν ἐργάτη της καί πρίν ἀπό τή βράβευσή του, συντηρῶντας τον μέ τίς ἐλπίδες, ἐνῶ ἡ κακία τιμωρεῖ τόν δικό της ἐργάτη, πιέζοντας τή συνείδηση καί τρομοκρατῶντας την καί προδιαθέτοντας σέ ὑποψία ἐναντίον ὅλων. Κι αὐτά βέβαια ἀπό πόσους κόπους καί ἱδρῶτες εἶναι χειρότερα.
Κι ἄν στή θέση τους ὑπῆρχε μόνο εὐχαρίστηση, τί χειρότερο ὑπάρχει ἀπό τήν εὐχαρίστηση αὐτή; Τήν ἴδια ὥρα φανερώνεται καί μαραμένη χάνεται καί φεύγει πρίν τήν πιάση κανένας, κι ἄν πῆς τήν ἀπόλαυση τῶν σωμάτων ἤ τοῦ γλεντιοῦ ἤ τῶν χρημάτων.δέν παύουν νά γερνοῦν καθημερινά. Κι ὅταν ἡ ἡδονή συνεπάγεται κόλαση καί τιμωρία, ποιός θά ἦταν πιό ἀξιολύπητος ἀπό αὐτούς πού τήνἐπιδιώκουν;
Ἄς τά ξέρωμε αὐτά κι ἄς ὑποφέρωμε τά πάντα γιά χάρη τῆς ἀρετῆς. Γιατί ἔτσι θά χαροῦμε καί τήν ἀληθινή ἀπόλαυση μέ τή χάρη καί τή φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Μαζί μ̉ ἐκεῖνον καί στόν Πατέρα καί στό ἅγιο Πνεῦμα ἄς εἶναι ἡ δόξα στούς αἰῶνες. Ἀμήν.

Ο ΠατροΚοσμάς και η εποχή του


Ο ΠΑΤΡΟΚΟΣΜΑΣ (ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ)
«Την αγάπην, επειδή δεν την ηξεύρετε, πρέπει, παιδία μου, να στερεώνετε σχολεία. Διατί πάντα εις τα σχολεία γυμνάζονται οι άνθρωποι και ηξεύρουν και μανθάνουν το τί εστί ο Θεός, το τί είναι οι άγιοι Άγγελοι, τί είναι οι καταραμένοι δαίμονες και το τί είναι η αρετή των δικαίων. Το σχολείον φωτίζει τους ανθρώπους. Ανοίγουν τα ομμάτια των ευσεβών και ορθοδόξων χριστιανών να μανθάνουν τα μυστήρια» (Διδαχή ΣΤ΄ Αγίου Κοσμά).
Ο Άγιος Κοσμάς γεννήθηκε στα 1714 στο Μέγα Δένδρο (κατ΄ άλλους στον Ταξιάρχη) της επαρχίας Αποκούρου στην Αιτωλία. Τα πρώτα του γράμματα έμαθε στο ιεροδιδασκαλείο του Λύτσικα στη Σιγδίτσα της Παρνασσίδος και στη Μονή της Αγίας Παρασκευής στα Βραγγιανά της επαρχίας των Αγράφων[1]. Διορίσθηκε δάσκαλος στο χωριό Λομποτινά της ορεινής Ναυπακτίας και δίδαξε σε όλη την περιφέρεια του νομού. Αργότερα, στην προσπάθειά του να πληρώσει την ασίγαστη επιθυμία του για γνώση, παρακολούθησε μαθήματα στην Αθωνιάδα Σχολή, με διδασκάλους τον Παναγιώτη Παλαμά και τον Ευγένιο Βούλγαρη. Συγχρόνως, επιδόθηκε στη μελέτη της Αγίας Γραφής και των Αγίων Πατέρων, μελέτη στην οποία αναπαυόταν το ιδιαίτερα ανήσυχο και φιλόχριστο πνεύμα του. Στα 1759 εκάρη μοναχός στην Ιερά Μονή Φιλοθέου του Αγίου Όρους, εφησυχάζοντας και καλλιεργώντας την αδιάλειπτη και νοερά προσευχή και την αγιαστική υπακοή προς όλους. Φλεγόμενος από την ιερό πόθο να βοηθήσει το υπόδουλο Γένος και να συνδράμει στον κατά Θεό φωτισμό του, κατέφυγε στην Κωνσταντινούπολη και απέσπασε κηρυγματική άδεια από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Σεραφείμ Β΄[2]. Στα 1760, περίπου σε ηλικία 46 ετών, αρχίζει το τεράστιο ιεραποστολικό του έργο, το οποίο συνεχίζει για μία περίπου εικοσαετία και τον οδηγεί στο επισφράγισμα του ιερού μαρτυρίου[3].
agios_kosmasepoxht2
Ο Άγιος Κοσμάς πραγματοποίησε τέσσερις περιοδείες, σχεδόν σ΄ όλες τις περιοχές όπου απλωνόταν το ελληνικό στοιχείο. Στην περιοχή της Κωνσταντινουπόλεως και Θράκης, στην ευρύτερη Αχαΐα, στη Θεσσαλία, στη Μακεδονία, στην Ήπειρο, στα νησιά του Αιγαίου και του Ιονίου, στην Αλβανία, ακόμη και στη Νότια Σερβία [4]. Η επίδραση του κηρύγματός του ήταν καθολική και επέφερε την ουσιαστική και αβίαστη αποδοχή του από τον υπόδουλο ελληνισμό. Μετά από συκοφαντίες Εβραίων στις τουρκικές αρχές ως υποχείριο ρωσικής προπαγάνδας και υποκινητής επανάστασης, συνελήφθη και κρεμάσθηκε από δένδρο στις 24 Αυγούστου 1779. Ενταφιάστηκε κοντά στο χωριό Κολικόντασι της Βορείου Ηπείρου και επίσημα ανακηρύχθηκε άγιος στα 1961 [5].
Η εποχή του Αγίου Κοσμά χαρακτηρίζεται από την θεοποίηση της επιστήμης και την υποτίμηση της εκκλησιαστικής πίστης, καθώς το κέντρο βάρους μετατοπίζεται από την αγιότητα στην κοσμική και ανθρωποκεντρική σοφία! Η κατάσταση στον ιστορικό ελληνικό χώρο είναι ζοφερή. Η αναρχία και η ληστεία κυριαρχούν[6], οι συνεχείς πόλεμοι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (με Ρώσους και Αυστριακούς) διατηρούν μία έκρυθμη κοινωνική ανησυχία και αβεβαιότητα. Οι μεταναστεύσεις και οι αβάσταχτες φορολογίες, οι συνεχείς εξισλαμισμοί, η πνευματική και ηθική κατάπτωση του ιερού κλήρου, η απαιδευσιά και η ηθική εξαθλίωση του λαού αποτελούν τα κύρια χαρακτηριστικά μιάς περιόδου που κυριαρχούσε η δουλοπρέπεια, η πονηρία και ο δόλος. Οι διάφορες κοινωνικές ομάδες αντιμάχονταν και αλληλομισιούνταν[7].
Μέσα σε αυτό το κλίμα, ο άγιος Κοσμάς αναλαμβάνει το δύσκολο έργο του. Επιλέγει έναν αποστολικό τρόπο πνευματικής οικοδομής, την περιοδεία. Περιοδεύει για είκοσι περίπου χρόνια, διανθίζοντας όλη την ελληνική επικράτεια με τα νάματα της χριστιανικής αλήθειας, χωρίς να παύει να ορθοτομεί, να ελέγχει ¨εν Χριστώ¨ και να διδάσκει ορθόδοξο φρόνημα και ήθος! «Και δεν είναι μονάχα το παιδομάζωμα και οι εξωμοσίες, δεν είναι ο τρόμος από την Ανατολή, από τους αλλόθρησκους Αγαρηνούς, είναι και από την Δύση, από τους αιρετικούς, τους Φράγκους, από τους Προτεστάντες, τους Φραγκοτεύτονες. Οι Λατίνοι, οι παπικοί εκμεταλλεύονται τη σκλαβιά των Ρωμαίων στους Αγαρηνούς και κάνουν χίλια δύο να τους σύρουν με την βία στην πίστη τους την κάλπικη, τη διαβολική»[8].
[Συνεχίζεται]
1.Για τον ρόλο των ιερών Μονών ως εκπαιδευτικών φάρων του υπόδουλου Ελληνισμού, βλ., σχ., Χατζηφώτη Ι., Η καθημερινή ζωή των Ελλήνων στην Τουρκοκρατία, εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 2008, κυρίως τις σελίδες 82-86.
2.Πρβλ., Μεταλληνού Γεωργίου (Πρωτοπρεσβ.), Παράδοση και Αλλοτρίωση, εκδ. Δόμος, Αθήνα 2001, σελ. 85-110. Για το έργο και την οσιακή πολιτεία του Αγίου Κοσμά βλ. σχ., Σωτηρόπουλου Νίκου, Κοσμάς ο Αιτωλός, ΘΗΕ, τόμος Ζ΄, 1965, σελ. 894-899, Βασιλόπουλου Χαραλάμπους (Αρχιμ.), Ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός και το έργον του, Αθῆναι 1955, Ευαγγελίδου Τρύφωνος, Κοσμάς ο Αιτωλός ο Ισαπόστολος, 1714-1789, βίος και έργα αυτού (ιστορική μελέτη), Αθῆναι 1897, Σαλαμάγκα Δηνητρίου, Ο γνωστός καλόγηρος Κοσμάς, Αθῆναι 1952, Κώνστα Κ., Ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, Αθῆναι 1976.
3.Πρβλ., Καντιώτου Αυγουστίνου (πρ. Μητροπολίτου Φλωρίνης), Ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, Αθῆναι 1976.
4.Πρβλ., Μεταλληνού Γ., Παράδοση και Αλλοτρίωση, σελ. 85.
5. «Το δε Πατριαρχείον διά της υπ΄ αριθμ. 260/20-4-1961 Συνοδικής Πράξεως κατέταξε τον Κοσμάν μεταξύ των Αγίων της Εκκλησίας μας και ώρισεν, όπως παρά των πιστών τιμάται και γεραίρεται ύμνοις τη 24η του μηνός Αυγούστου, εν η μαρτυρικώς προς Κύριον εξεδήμησεν» (Καντιώτου Αυγουστίνου, Ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, σελ. 77-80).
6. Πρβλ., Χατζηφώτη Ι., Η καθημερινή ζωή των Ελλήνων στην Τουρκοκρατία, κυρίως τις σελίδες 68-73 και 159-163.
7.Πρβλ., Runciman Steven, Η Μεγάλη Εκκλησία εν Αιχμαλωσία, εκδ. Γκοβόστη, Αθήνα 1968, σελ. 446-471.
8. Σαρδελή Κώστα, Ο Άγιος των Σκλάβων, εκδ. Εστία, Αθήνα 1990, σελ. 147.
το είδαμε εδώ

Ὁ θάνατος τοῦ θανάτου - Anthony Bloom


Ἡ ἰδέα τοῦ θανάτου καὶ τῆς αἰώνιας ζωῆς διαπερνᾶ σὰν ἕνα κατακόκκινο νῆμα ὁλόκληρη τὴ Γραφή, τόσο τὴν Παλαιὰ ὅσο καὶ τὴν Καινὴ Διαθήκη καὶ ὁ θάνατος μᾶς παρουσιάζεται σὰν κάτι τὸ παράλογο, τὸ ἄσκοπο, κάτι τὸ ὁποῖο δὲ θὰ ἔπρεπε νὰ ὑπάρχει. Ὁ Ἀπ. Παῦλος μᾶς λέει (1 Κόρ.15.26) ὅτι ὁ τελευταῖος ἐχθρὸς ὁ ὁποῖος θὰ καταργηθεῖ ἀπὸ τὸν Κύριο εἶναι ὁ θάνατος. Ὁμολογοῦμε ὅτι κατὰ τὴν ἔσχατη μέρα θὰ γίνει ἡ ἀνάσταση τῶν νεκρῶν καὶ ἀναμένουμε τὴ νίκη κατὰ τοῦ θανάτου. Καὶ πραγματικά, ὁ Χριστὸς δὲ μᾶς δίδαξε πὼς θὰ ἀγωνιζόμαστε γενναῖα ἐναντίον τοῦ θανάτου, οὔτε καὶ μᾶς δίδαξε ἁπλῶς πῶς νὰ τὸν ἀντιμετωπίζουμε ἄφοβα: μᾶς ἔδειξε τὴ νίκη κατὰ τοῦ θανάτου.

Ὁ θάνατος δὲν ἀρχίζει ἀπὸ τὴ στιγμὴ κατὰ τὴν ὁποία ἡ ψυχὴ χωρίζεται ἀπὸ τὸ σῶμα- μπορεῖ κατὰ τὴ διάρκεια μιᾶς ζωῆς νὰ ὑπάρξει ἕνας ὁποιοσδήποτε ἀριθμὸς θανατηφόρων, φονικῶν στιγμῶν εἶναι πάρα πολλὲς ζωὲς ποὺ βρῆκαν τὸ τέλος τους ἐνῶ τὸ πρόσωπο ἐξακολούθησε τὴ ζωὴ πάνω στὴ γῆ: φτάνει κάποιος νὰ συνειδητοποιήσει ἤ νὰ φανταστεῖ ὅτι ἡ ζωὴ του εἶναι ἄσκοπη, ὅτι κανεὶς δὲν τὸν χρειάζεται, φτάνει νὰ αἰσθανθεῖ ὅτι ὅλοι τὸν ἔχουν ἀποστραφεῖ, παραμελήσει, γιὰ νὰ βρεθεῖ στὴ χώρα τοῦ θανάτου. Ὁ θάνατος στὴν πιὸ τρομακτικὴ καὶ ἀληθινὰ τελειωτικὴ μορφή του δὲν εἶναι ἡ σωματικὴ νέκρωσή μας ἀλλὰ ὁ χωρισμὸς ἀνάμεσα στὶς ἀποξενωμένες καρδιές: «εἶσαι ἀνεπιθύμητος, ἄχρηστος - εἶναι σὰν νὰ μὴν ὑπάρχεις πιά». Αὐτὴ εἶναι ἴσως ἡ πιὸ τρομακτικὴ ἁμαρτία τὴν ὁποία ἕνας ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ διαπράξει ἔναντι κάποιου ἄλλου, νὰ τὸν κάνει νὰ αἰσθανθεῖ μὲ λόγια ἤ ἐνέργειες ὅτι εἶναι περιττὸς καὶ ἀνεπιθύμητος, ὅτι ἁπλῶς ὑπάρχει καὶ θὰ ἔκανε τὸ ἴδιο ἂν δὲν ἦταν ἐκεῖ.

Θυμηθεῖτε τὰ φοβερὰ λόγια τὰ ὁποία ὁ ἄσωτος γιὸς λέει στὸν πατέρα του στὴν ἀρχὴ τῆς παραβολῆς τοῦ Χριστοῦ: «Δῶσε μου τώρα τὸ μερίδιο τῆς κληρονομιᾶς τὸ ὁποῖο θὰ μοῦ ἀναλογεῖ ὅταν θὰ ἔχεις πεθάνει» (Λκ. 15.12). Αὐτὸ σημαίνει: «Δὲ μὲ ἐνδιαφέρει τὸ ἂν ζεῖς ἤ ἂν ἔχεις πεθάνει καὶ δὲ σὲ χρειάζομαι. Αὐτὸ ποὺ θέλω εἶναι ἐκεῖνο ποὺ θὰ μοῦ δοθεῖ ὅταν πιὰ δὲ θὰ ζεῖς. Φύγε ἀπὸ τὸ δρόμο μου, εἶσαι ἀνεπιθύμητος, στέκεσαι ἀνάμεσα σ' ἐμένα καὶ τὴν ἐλευθερία μου, τὴν ἱκανοποίηση τῶν ἐπιθυμιῶν μου. Ἂς συμφωνήσουμε ὅτι δὲν ὑπάρχεις πιά, ὅτι ἔχεις θαφτεῖ ζωντανός». Τί φοβερὰ λόγια! Τὰ λόγια ὅμως αὐτὰ τὰ ἐπαναλαμβάνουμε ἤ τὰ μεταδίδουμε στοὺς γύρω μας ἔστω καὶ χωρὶς νὰ τὰ προφέρουμε ὅταν τοὺς προσπερνοῦμε σὰν νὰ μὴν ὑπάρχουν, ἤ ἀκόμα χειρότερα σὰν νὰ μὴν ἔχουν τὸ δικαίωμα νὰ ζοῦν πάνω στὴ γῆ, σὰν νὰ ἀποτελοῦν ἐμπόδιο στὸ δρόμο μας.

Αὐτὴ εἶναι ἴσως ἡ πιὸ τρομακτικὴ ἄποψη στὸ καταστροφικὸ καὶ ἐναγώνιο μυστήριο τοῦ θανάτου, καὶ αὐτὸ εἶναι κάτι τὸ ὁποῖο ὑπῆρχε πρὶν ἀπὸ τὸν ἐρχομὸ τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὴ εἶναι ἡ κόλαση στὴν ὁποία κατέβηκε μετὰ τὸ Σταυρικό Του θάνατο. Ἡ κόλαση ἐκείνη δὲν ἦταν αὐτὴ γιὰ τὴν ὁποία μιλᾶμε σὰν γιὰ τόπο βασανισμοῦ, ὅσο φοβερὸς κι ἂν μπορεῖ νὰ εἶναι αὐτός, ἦταν κάτι πολὺ πιὸ τρομακτικό: ἦταν ὁ τόπος ὅπου δὲν ἦταν ὁ Θεός, τόπος ἀπόλυτου, τέλειου, ἀνέλπιδου χωρισμοῦ ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ τόπος ἀποξένωσης τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν ἄλλο ἄνθρωπο. Αὐτὴ ἦταν ἡ κόλαση στὴν ὁποία περιφρονημένος ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους στὴ γῆ καὶ ἀφοῦ εἶχε ξαφνικὰ αἰσθανθεῖ πάνω στὸ σταυρὸ τὸν Ἑαυτὸ Του ἐγκαταλελειμμένο ἀπὸ τὸ Θεὸ (Ματθ. 27.46), ἡ κόλαση τοῦ ἀπόλυτου χωρισμοῦ. Ὅταν λέμε ὅτι ὁ Χριστὸς μὲ τὸ θάνατό Του πάτησε τὸ θάνατο, ὅτι ὁ Ἅδης ἔχει κατατροπωθεῖ καὶ κενωθεῖ ἐννοοῦμε ὅτι ὁ θάνατος ἐκεῖνος καὶ ἡ κόλαση ἐκείνη δὲν ὑπάρχουν πιά. Δὲν ὑπάρχει πιὰ χωρισμὸς ἀπὸ τὸ Θεό: ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς ἔχει κατεβεῖ στὸν Ἅδη καὶ δὲν ὑπάρχει πιὰ μέρος στὸ ὁποῖο ὁ Θεὸς δὲν εἶναι παρὼν μαζὶ μὲ τὰ πλάσματά Του.

Ὁ Χριστὸς ἔχει κατεβεῖ καὶ στὴν κόλαση τῶν σκληρῶν ἐπίγειων ἀνθρώπινων σχέσεων, τὸ πεδίο τῆς ἀμοιβαίας ἀποξένωσης καὶ ἀποστροφῆς, τῆς ἀλληλοκαταστροφῆς καὶ τοῦ μίσους. Ὅταν λοιπὸν κατεβαίνουμε σὲ μιὰ τέτοια κόλαση ἤ ὅταν σερνόμαστε μέσα της ἀπὸ ἕνα φρικιαστικὸ ἀνθρώπινο πεπρωμένο δὲν εἴμαστε μόνοι: ὁ Κύριος εἶναι ἐκεῖ ἔχοντας ἑκούσια εἰσέλθει καὶ καλεῖ ἐμᾶς τοὺς Χριστιανοὺς νὰ εἰσέλθουμε στὰ βάθη αὐτὰ τοῦ Ἅδη θεληματικά, σὰν ἄνθρωποι ζωντανοί, ἀνίκητοι καὶ ἀκαταμάχητοι - ὄχι σὰν νεκροὶ ἀλλὰ σὰν ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι ζοῦν μὲ ὅλο τὸ βάθος καὶ τὴ δύναμη τῆς αἰώνιας ζωῆς.

Ὁ Χριστός, σύμφωνα μὲ τὴ μαρτυρία τοῦ Εὐαγγελιστῆ Ἰωάννη ( Ἰω. 17.3), λέει ὅτι ἡ αἰώνια ζωὴ εἶναι ἡ γνώση τοῦ Οὐράνιου Πατέρα ὡς τοῦ μόνου ζωντανοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ Χριστοῦ ὡς γιοῦ Του καὶ ὡς Σωτήρα. Αὐτὴ εἶναι ἡ κληρονομιά μας, αὐτὸς εἶναι ὁ θησαυρός μας· μποροῦμε νὰ εἰσέλθουμε στὰ βάθη τῆς κόλασης, νὰ βυθιστοῦμε στὸ ὁποιοδήποτε σκοτάδι τῆς γῆς ἤ τοῦ Ἅδη χωρὶς φόβο διότι ὁ Θεὸς ὄχι μόνο βρίσκεται κοντά μας ἀλλὰ καὶ ἔχει κατεβεῖ ἐκεῖ πρὶν ἀπὸ μᾶς· ὁ Θεὸς δὲν εἶναι μόνο κοντά μας ἀλλὰ μέσω τοῦ βαπτίσματος, τῆς δωρεᾶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τῆς Θείας Κοινωνίας εἶναι μέσα μας κι ἐμεῖς μέσα σ' Ἐκεῖνον κι εἴμαστε φόβος καὶ τρόμος γιὰ κεῖνες τὶς περιοχές.

Ὁ παροδικὸς θάνατος, ὅπως συχνὰ τὸ λένε οἱ προσευχὲς καὶ τὰ συγγράμματα τῆς ἐκκλησίας εἶναι ἕνας ὕπνος, ἕνας προσωρινὸς χωρισμὸς ὁ τελειωτικὸς ὅμως ἐκεῖνος χωρισμὸς ὁ ὁποῖος ἀποτελοῦσε τὸν τρόμο τοῦ ἀρχαίου κόσμου δὲν ὑπάρχει πιά, δὲν εἶναι ἀνάγκη νὰ τὸν φοβούμαστε. Ὁ θάνατος δὲν ὑπάρχει, ἔχει ὑπερνικηθεῖ ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ὅσο γιὰ τὸ θάνατο γιὰ τὸν ὁποῖο μίλησα προηγουμένως, τὴ ζωντανὴ νέκρωση τοῦ προσώπου ποὺ εἶναι ἀνεπιθύμητο, ἄχρηστο, ἀποδιωγμένο καὶ ξεχασμένο, αὐτὴ δὲν πρέπει νὰ ὑπάρχει καὶ στὸ χέρι μας εἶναι νὰ κάνουμε ὥστε νὰ μὴν ὑπάρχει στὸν κόσμο γύρω μας. Ἂς προσπαθήσουμε λοιπὸν νὰ δείχνουμε τὴν ἴδια προσοχή, τὴν ἴδια διαίσθηση καὶ εὐαισθησία ποὺ θὰ ἔδειχνε ὁ Χριστὸς καὶ σὲ ὁποιονδήποτε πεθαίνει ὄχι μόνο μὲ τὸ σωματικὸ ἀλλὰ καὶ μὲ αὐτὸ τὸν πνευματικὸ θάνατο ἂς δώσουμε τὴ μαρτυρία ὅτι θάνατος δὲν ὑπάρχει, ὅτι ἔχει ἔλθει ἡ Βασιλεία, ὅτι ἡ ἀγάπη καθυπόταξε τὸ θάνατο μὲ τὸν ἀγώνα της πάνω στὸ Σταυρὸ καὶ μὲ τὴ νίκη της μέσα στὶς καρδιές μας.

το είδαμε εδώ

Γιατί είναι σφραγισμένη η κεντρική πύλη του Οικουμενικού Πατριαρχείου; (Σχεδόν 200 χρόνια)

pili_oik_patr

Γιατί είναι σφραγισμένη η κεντρική πύλη του Οικουμενικού Πατριαρχείου; (Σχεδόν 200 χρόνια)

Εδώ και 193 χρόνια, η κεντρική πύλη του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο Φανάρι είναι σφραγισμένη…
Όποιος θέλει να εισέλθει στον χώρο όπου τους τελευταίους αιώνες εδρεύει η πρωτόθρονη Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως, γίνεται μάρτυρας ενός συνεχούς βουβού θρήνου αλλά και τιμής σε έναν άνθρωπο που προτίμησε τη θυσία.
Κάθε χρόνο, στις 10 Απριλίου, ο Οικουμενικός Πατριάρχης ανάβει ένα κερί και προσεύχεται.
pili1
Οι περισσότεροι γνωρίζουν γιατί, πολλοί όμως το αγνοούν.
Ήταν 10 Απριλίου 1821. Σ’ αυτήν την κλειστή σήμερα μαύρη πύλη οθωμανοί στρατιώτες κρέμασαν ένα χοντρό σχοινί με μια θηλιά. Στόχος τους δεν ήταν άλλος από τον Εθνομάρτυρα Πατριάρχη Γρηγόριο Ε΄ που παρά τις πιέσεις να εγκαταλείψει την Κωνσταντινούπολη και να φυγαδευτεί, προτίμησε να αντιμετωπίσει κατά πρόσωπο την μοίρα του.
Τον κρέμασαν στην κεντρική πύλη για να τον ατιμώσουν και να παραδειγματίσουν. Άφησαν το άψυχο κορμί του να κρέμεται εκεί για τρία μερόνυχτα. Με κόπους η σωρός του έφτασε στην Οδησσό για να αναπαυτεί ενώ σήμερα τα λείψανα του, φυλάσσονται σε μαρμάρινη λειψανοθήκη, στον καθεδρικό ναό των Αθηνών.
pili2
Κάποιοι θέλουν να πείσουν τον Ελληνισμό πως ο Γρηγόριος ήταν ένας «προδότης» που για να διασωθεί είχε αφορίσει την Επανάσταση του Υψηλάντη. Μια μικρή αναζήτηση στις πηγές ωστόσο αποδεικνύει το ακριβώς αντίθετο.
Παρά την διαφωνία του –όπως υποστηρίζουν κάποιοι ιστορικοί- για το χρόνο που θα έπρεπε να πραγματοποιηθεί η Επανάσταση, ο Γρηγόριος Ε΄ είχε στηρίξει με κάθε μέσον τον Ελληνισμό.
Είναι ιδιαίτερα σημαντικό το γεγονός πως ο Γρηγόριος θα μπορούσε να είχε σωθεί. Αρκετοί ήταν αυτοί που τον πίεζαν να φυγαδευτεί. Ο Υψηλάντης είχε στείλει πλοίο για να τον μεταφέρει μακριά από τον Σουλτάνο. Για τον Γρηγόριο όμως αυτό δεν υπήρχε σαν επιλογή!
Όπως αναφέρει η Wikipedia, σύμφωνα με τον πανηγυρικό που εκφώνησε για τον Πατριάρχη το 1853 ο Γεώργιος Τερτσέτης, όπως αυτός μεταφέρεται από τον ανιψιό του Πατριάρχη, ο Γρηγόριος Ε” απέρριψε προτάσεις υπαλλήλων ξένων πρεσβειών να εγκαταλείψει την Κωνσταντινούπολη λέγοντας: «Μη με προτρέπετε εις φυγήν, μάχαιρα θα διέλθη τας ρύμας της Κωνσταντινουπόλεως και των λοιπών πόλεων των χριστιανικών επαρχιών. Υμείς επιθυμείται, εγώ μετημφιεσμένος να καταφύγω…ουχί! Εγώ δια τούτω είμαι πατριάρχης, όπως σώσω το έθνος μου…ο θάνατός μου ίσως επιφέρει μεγαλυτέραν οφέλειαν από την ζωή μου…Ναι, ας μη γίνω χλεύασμα των ζώντων. Δε θα ανεχτώ ώστε εις τα οδούς της Οδησσού, της Κέρκυρας και της Αγκώνος, διερχόμενον εν μέσω των αγύιων, να με δακτυλοδεικτούσι λέγοντες, Ιδού έρχεται ο φονεύς πατριάρχης».
Η αγιοκατάταξη του έγινε στις 10 Απριλίου 1921
Η Λάρνακα με τα λείψανα του Εθνομάρτυρα στον Καθεδρικό Ναό των Αθηνών
Η Λάρνακα με τα λείψανα του Εθνομάρτυρα στον Καθεδρικό Ναό των Αθηνών
- See more at: http://poimin.gr/giati-ine-sfragismeni-kentriki-pili-tou-ikoumenikou-patriarchiou-schedon-200-chronia/#sthash.pbgHV8Ie.dpuf

Η εμπιστοσύνη στο Θεό



«Ἑαυτούς καί ἀλλήλους καί πᾶσαν τήν ζωήν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα» δηλαδή : «τους εαυτούς μας και ο ένας τον άλλο και όλη τη ζωή μας ας εμπιστευτούμε στον Χριστό που είναι Θεός».

Αυτή την προτροπή του Διακόνου, που τόσο συχνά ακούμε στις ακολουθίες της Εκκλησίας μας, αν την εφαρμόσουμε, θα απαλλαγούμε από το άγχος και την αγωνία.

 
Ο άνθρωπος, στηριγμένος στους δικούς του υπολογισμούς και στη δική του λογική, πιστεύει ότι όλα θα γίνουν καθώς νομίζει. Αν και η πραγματικότητα της ζωής δείχνει την αστάθεια των εγκοσμίων, το ευμετάβολο της υγείας, το αιφνίδιο του θανάτου, ωστόσο θεωρούνται ότι αυτά δεν είναι για μας.

Αν όμως συνειδητοποιήσουμε ότι υπάρχουν πολλές δυνατότητες «να είναι για μας», υπάρχει το ενδεχόμενο να μας κυριαρχήσει τόση αγωνία και άγχος, που να θεωρείται αναγκαία η φαρμακευτική αντιμετώπιση.

Οι πιο πάνω ακρότητες, μπροστά στα γεγονότα της ζωής που αφορούν εμάς και τους άλλους, ασφαλώς δεν ισορροπούν τον άνθρωπο. Απεναντίας, είτε ενθαρρύνουν τη ψευδαίσθηση, που ως ψέμα διαλύει την εσωτερική ηρεμία μπροστά στην αλήθεια, είτε δημιουργούν αρρωστημένες εσωτερικές καταστάσεις που δεν αναπαύουν.

Ασφαλώς, η ζωή μάς επιφυλάσσει πολλές δυσάρεστες εκπλήξεις. Ο πόνος, ψυχικός και σωματικός, δεν απουσιάζει από κανένα άνθρωπο. Η Εκκλησία του Χριστού είναι στον κόσμο για να συμπορεύεται με τον άνθρωπο που τη θέλει. Άλλωστε ο ιδρυτής της είναι ο Εσταυρωμένος, με το μεγάλο ψυχικό και σωματικό πόνο, που κατανοεί κάθε ανθρώπινη αδυναμία.

Ωστόσο, για να γίνει δύναμη η Εσταυρωμένη αγάπη, χρειάζεται να εμπιστευτούμε τον εαυτό μας και να εμπιστευτούμε ο ένας τον άλλο στο Χριστό που ως Θεός νίκησε το θάνατο και άρα τίποτε δεν είναι αδύνατο σ’ Αυτόν. Η εμπιστοσύνη, βέβαια, σημαίνει ν’ αφήνεσαι, να παραδίδεσαι, ν’ αφοσιώνεσαι. Όπως το παιδί εμπιστεύεται την αγκαλιά του πατέρα του κι όπως ο ασθενής το γιατρό του. Χωρίς να αφαιρείται η ελευθερία και η ενεργοποίηση των προσωπικών δυνατοτήτων, η εμπιστοσύνη στην πρόνοια του Θεού κάνει τον άνθρωπο αληθινά ελεύθερο από το άγχος, τη μέριμνα, την αγωνία. Χαρίζει άνεση, ειρήνη και ασφάλεια, που είναι στοιχεία εσωτερικής ισορροπίας.

Ασφαλώς, με το να εμπιστευτούμε το Θεό δεν σημαίνει ότι όλα θα γίνουν όπως θέλουμε, χωρίς δοκιμασίες και προβλήματα. Θα υπάρξουν και οι στιγμές σιωπής του Θεού και φαινομενικής απουσίας Του. Όμως ξέρουμε ότι όλα έχουν κάποιο λόγο και αποσκοπούν στην πνευματική μας ανάπτυξη. Τίποτα δεν είναι τυχαίο και τίποτα δεν γίνεται χωρίς παραχώρηση Θεού.

Η πείρα της ζωής μάς διδάσκει ότι ευρισκόμαστε μέσα στην αγάπη του μεγάλου Θεού μας, ακόμα κι αν δεν Τον εμπιστευόμαστε. Οι λεπτομέρειες της πορείας μας και τα γεγονότα που ζήσαμε μας καλούν να Τον εμπιστευτούμε για να ελευθερωθούμε. Αυτή είναι κατά το σοφό σύγχρονο Γέροντα Επιφάνιο Θεοδωρόπουλο η μεγαλύτερη φιλοσοφία «Ἑαυτούς καί ἀλλήλους καί πᾶσαν τήν ζωήν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα».

Του π.Ανδρέα Αγαθοκλέους
το είδαμε εδώ

Ξέρετε γιατί διαβάζουμε τα μαρτύρια των Αγίων;

Ξέρετε γιατί διαβάζουμε τα μαρτύρια των Αγίων;
Για να ιδούμε, τι τραβούν οι Άγιοι.
Κι όταν λέμε τα Μαρτύρια του καθενός, οι Άγιοι χαίρονται, όχι χαίρονται και καμαρώνουν εγωιστικά.
Χαίρονται, ξέρετε γιατί; Εν Κυρίω.
Χαίρονται, που μπόρεσαν, με τη χάρη Του, και Μαρτύρησαν και υπέστησαν δεινά για τ Ονομα Του.
Κι όταν τα λέμε, χαίρονται οι Άγιοι. Αγάλλονται και λέν: Δόξα να χεις, Χριστούλη μου, που μας βοήθησες και Μαρτυρήσαμε για το Όνομα σου, είσαι μεγάλος ,είσαι σπουδαίος, είσαι δυνατός.
Γι αυτό λέει ο Παύλος ο μέγας: Ο καυχώμενος, εν Κυρίω καυχάσθω.
Λοιπόν γι αυτό τα λέμε εδώ και χαίρονται οι Άγιοι.
Κι όταν θυμιάζομε το εικόνισμα τους, κι όταν βάζομε κεράκι, κι όταν ο,τιδήποτε άλλο κάνομε και τους τιμάμε, τους σκεπτόμεθα και τους επικαλούμεθα, ξέρετε τι χαρά κάνουν; Είναι τ αδέλφια μας, που πήγαν στον ουρανό και περιμένουν κι εμάς.
Δεν άνοιξε ο παράδεισος. Περιμένουν όλοι οι Άγιοι και οι μάρτυρες κι οι ασκηταί και οι υπόλοιποι, περιμένουν εμάς, γιατί; για να λάβομε όλοι μαζί τον αιώνιο μισθό μας είναι οικογένεια οι Άγιοι οικογένεια η Εκκλησία.
Περιμένουν εμάς!
Οπως ενας πατέρας και μάνα, πό χουν στείλει τα παιδιά τους στον πόλεμο, και γυρίζουν τα παιδιά, ένα- ένα, περιμένουν να ρθει και το τελευταίο, για να κάνουν το συμπόσιο της χαράς και της συναντήσεως και της διασώσεως έτσι.
Κι όταν Έχουμε πόνους, αρρώστειες, δεινά, ή "τάς διοκλητιανούς" των ανιάτων νόσους, ας σκεπτόμεθα τους Αγίους.
Ξέρετε τι κάνουν αυτοί τότε; Μας επισκέπτονται.
Σκέπτομαι και επισκέπτομαι, είναι μαζί. Το επι τα συνδέει και τι; μας παίρνουν τον πόνο, μας δίνουν υπομονή και μας προσφέρουν δύναμη.
Aπόσπασμα από το βιβλίο του πατρός Ανανίου Κουστένη, "Εαρινό Συναξάρι Α΄"

Περιμένει την υπομονή των ανθρώπων ο Θεός.




Σήμερα ο Θεός ανέχεται την κατάσταση. Ανέχεται, ανέχεται, για να είναι αναπολόγητος ο κακός.
Είναι περιπτώσεις που ο Θεός επεμβαίνει άμεσα και αμέσως, ενώ σε άλλες περιπτώσεις περιμένει. Δεν δίνει αμέσως την λύση και περιμένει την υπομονή των ανθρώπων , την προσευχή, τον αγώνα. Τι αρχοντιά έχει ο Θεός! Ένας πόσους είχε σφάξει τότε με τον πόλεμο και ακόμη ζη. Θα του πη στην άλλη ζωή ο Θεός: « Σε άφησα να ζήσης περισσότερο και από τους καλούς » . Δεν θα έχη ελαφρυντικά...


– Γέροντα, μερικοί τέτοιοι άνθρωποι , ενώ είναι βαριά άρρωστοι, πώς δεν πεθαίνουν;


– Φαίνεται έχουν βαριές αμαρτίες, για αυτό δεν πεθαίνουν. Περιμένει ο Θεός μήπως μετανοήσουν.


– Και τον κόσμο που παιδεύουν;


– Αυτοί που παιδεύονται και δεν φταίνε, αποταμιεύουν. Αυτοί που φταίνε, εξοφλούν.


– Γέροντα, τι θα πη « Πονηροί άνθρωποι και γόητες προκόψουν επί το χείρον, πλανώντες και πλανώμενοι» ;


– Κοίταξε. Υπάρχουν άνθρωποι που έχουν κάποιον εγωισμό και ο Θεός τους δίνει ένα σκαμπίλι να πάνε παρακάτω. Άλλοι έχουν λίγο παραπάνω εγωισμό και ο Θεός στους δίνει ένα σκαμπίλι και πάνε ακόμη παρακάτω. Αυτούς όμως που έχουν εωσφορική υπερηφάνεια, ο Θεός τους αφήνει. Μπορεί να φαίνεται ότι κάνουν προκοπή, αλλά τι προκοπή είναι αυτή; Μαύρη προκοπή. Και μετά δεν πέφτουν απλώς κάτω, αλλά πέφτουν κατ’ ευθείαν στο βάραθρο. Ο Θεός να φυλάη!

Φοβόταν όταν έλεγε στον Θεό το «γενηθήτω το θέλημά Σου»...


Μία κυρία στο Παρίσι πριν από λίγα χρόνια μου έλεγε ότι δεν τολμούσε να απαγγείλει την προσευχή αυτή μετά τα λόγια «ελθέτω η Βασιλεία Σου». Φοβόταν τόσο πολύ ώστε αν έλεγε στον Θεό έντιμα, «γενηθήτω το θέλημά Σου», τότε όφειλε να δεχθεί «όλα όσα συμβαίνουν στη ζωή» με την ετοιμότητα να τα υπομένει χωρίς γογγυσμό, χωρίς μικροψυχία και τα παρόμοια. Πρόσφατα ένα άλλο πλάσμα μου έλεγε ακριβώς τα ίδια λόγια με σένα, σχετικά με το «και άφες ημίν… ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών».
Ο ίδιος όμως θεωρώ ότι, αν εμείς λέγαμε μόνο τις δύο πρώτες λέξεις της προσευχής αυτής, δηλαδή Πάτερ ημών, αντιλαμβανόμενοι το βαθύ τους νόημα, τότε όλη μας η ζωή σε όλα τα επίπεδα και τις εκδηλώσεις της θα άλλαζε ριζικά. Αν εγώ είμαι υιός τον άναρχου Πατρός, σημαίνει ότι βρίσκομαι έξω από την εξουσία του θανάτου, σημαίνει ότι δεν είμαι δούλος αλλά κύριος, κατ’ εικόνα της κυριότητος του ίδιου του Θεού, σημαίνει ότι αυθεντικά είμαι ελεύθερος με τη μοναδικά αληθινή έννοια της ελευθερίας. Παραμένοντας σε τέτοια κατάσταση, ο άνθρωπος δέχεται κάθε άλλον συνάνθρωπό του ως υιό αναστάσεως και παύει πλέον αυτός να είναι για μένα «μηδαμινός»» ή «ξένος», αλλά είναι ο αιώνιος αδελφός μου.
Πώς μπορώ να φονεύσω τέτοιον αδελφό; Αλλά μαζί του ούτως ή άλλως συναντιέμαι στην αιωνιότητα, έξω από την οποία είναι αδιανόητη η ύπαρξη ακόμη και του ιδίου του χρόνου. Ή όπως έλεγε ο Γέροντας Σιλουανός, «ο αδελφός μου είναι η ζωή μου». Σε τέτοια κατάσταση ο άνθρωπος εύκολα και με φυσικό τρόπο συγχωρεί σε όλους τα πάντα και αγαπά πραγματικά τους εχθρούς του. Αλλά την αληθινή αυτή ευαγγελική κατάσταση κατορθώνουν μόνον όσοι πραγματικά πιστεύουν.
Η προσευχή που απορρέει από τέτοια παιδική πίστη αμεσότητας αποκαλύπτει στον άνθρωπο άλλους ορίζοντες, μπροστά στους οποίους όλα τα υπόλοιπα στερούνται νοήματος … Σου είναι γνωστή η πορεία αυτή της σκέψεως. Ας μεταφερθούμε σε άλλο θέμα… Αν ο άνθρωπος δεν πιστεύει στην ανάσταση, αν η μικρή αυτή και ελεεινή ζωή είναι η μοναδική γι’ αυτόν και μετά από αυτήν καταλήγει σε πλήρη εκμηδένιση, πώς μπορεί να συγχωρεί εκείνους που τον βλάπτουν στη φτώχια του; Υπερασπιζόμενος τον εαυτό του από τα πλήγματα μισεί τους εχθρούς, αποστρέφεται κάθε άνθρωπο που τον εκβιάζει.
Ακόμη χειρότερα, θέλει στη μηδαμινότητά του να δοκιμάσει τον εαυτό του ως δεσπότη και ισχυρό, και έτσι φθάνει στην εγκληματική βία εναντίον του αδελφού του. Από εδώ προκύπτουν ατελείωτες συγκρούσεις, αδελφοκτονίες και αλληλοκτονίες σε πολέμους, που ποτέ δεν σταματούν. Και κατά τη συνείδησή μου η μοναδική οδός προς την αυθεντικά «διαφανή» και αληθινά «ανθρώπινη» ειρήνη είναι να γίνει όλη η ανθρωπότητα κατ’ εικόνα του Ανθρώπου-Χριστού.
Γέροντας Σωφρόνιος του Έσσεξ


ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ: Αρνήθηκε να πληρώσει μαύρο σουάπ του Σημίτη στην Deutsche Bank ο Βαρουφάκης! Να γιατί του επιτέθηκαν οι μπράβοι των Βρυξελών


ΟΠΟΥ ΥΠΑΡΧΕΙ ΤΡΑΜΠΟΥΚΙΣΜΟΣ, ΝΑ ΨΑΧΝΕΤΕ ΤΟ ΧΡΗΜΑ.
Εντέλει η μαζική επίθεση που δέχθηκε ο Γιάννης Βαρουφάκης από τους μπράβους των Βρυξελων αλλά και τα ντόπια υποκείμενα τους, είχε μια απλή, απλούστατη εξήγηση που ουτε ο ίδιος την κατάλαβε αμέσως.

Όλα ξεκίνησαν από τις συζητήσεις των τεχνικών κλιμακίων σχετικά με την ρευστότητα και τις υποχρεώσεις του Ελληνικού δημοσίου, όπου πρόεκυψε κάτι που έχει αποκαλύψει το Ολυμπία εδώ και καιρό: Η πληρωμή τόκων για ένα μαύρο σουάπ που είχε συνάψει ο Σημίτης ΑΠ’ ΕΥΘΕΙΑΣ με την Deutsche Bank για να εξοφληθούν Γερμανοί προμηθευτές του δημοσίου το 1999. Το σουάπ αυτό είχε μεταφερθεί νύχτα σε υποκατάστημα της Γερμανικής τράπεζας εκτός Ευρώπης και τα τοκοχρεωλύσια ερχόντουσαν με την μορφή «φιρμανιού» απ’ ευθείας στο Ελληνικό υπουργείο οικονομικών. Όπου βέβαια το πλήρωναν χωρίς κανέναν έλεγχο, οι συνεργατες του Σημίτη, που όλως τυχαίως μονοπωλούσαν από το 2009 και μετά την καρέκλα. Ήτοι, Παπακωνσταντίνου, Βενιζέλος, Στουρνάρας, Χαρδούβελης. Χωρίς να περνά από κανέναν ελεγκτικό μηχανισμό, στην κυριολεξία κατω από την μυτη της ΕΕ. Όπως ακριβώς έγινε με τα σουάπς της Goldman Sachs.

Μολις έγινε αντιληπτό από τους «θεσμούς» ότι οι εν λόγω υποχρεώσεις δεν θα πληρωνόντουσαν, αμέσως έπεσε «σύρμα» στην Γερμανία. Και εκεί άρχισαν πρώτα οι εκβιαστικές δηλώσεις Σόιμπλε για να ακολουθήσει το πρωτοφανές νταβατζηλίκι στον Βαρουφάκη, που πραγματικά θύμισε μπράβους τοκογλύφων.
Αυτή ήταν η αιτία, αφού το χρέος του Σημίτη μπορεί να εξοφληθεί νύχτα μόνον από Σαμαροβενιζέλους ή πανικόβλητους πολιτικούς. Και φυσικά από τους νεοφασίστες του Ποταμιού, που αποτελούν την πρωτη επιλογή των τοκογλύφων για συγκυβερνηση, ώστε να καλυφθούν τα εγκλήματα Σημίτη.
Το Ολυμπία παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις και θα κατατεθεί ερώτηση στην βουλή ωστε να δουμε τι άλλα καλούδια ιδίου τύπου περιμένουν την κυβέρνηση.

Διαβάστε εδώ για περισσότερες λεπτομέρειες: Τι σημαίνει απεχθές και επονείδιστο χρέος. Με ντοκουμέντα.


olympia
πηγή

Με την εμπειρία της Αναστάσεως

Με την εμπειρία της Αναστάσεως
Ο εορτασμός του Πάσχα υπήρξε λαμπρός τόσον στην Ιερά Μητρόπολή μας όσο και γενικώτερα, απ΄ όσα εζήσαμε προσωπικώς και είδαμε από τα Μέσα μαζικής Επικοινωνίας και Ενημερώσεως.
Σύμπας ο Ορθόδοξος Ελληνικός Λαός εδόξασε τον Αναστάντα εκ τάφου Χριστόν και αληθινόν Θεόν και ωμολόγησε.
Α) Την πίστη του στον ένα Κύριο, ο οποίος ενηνθρώπησε, έπαθε και κατέβη μέχρις Άδου ταμείων, αναστάς εκ τάφου τριήμερος για να απαθανατίση το πρόσλημα και να ανακαινίση την σύμπασα κτίση.
Την πίστη στον Ιησού Χριστό, ως αληθινό Θεό και όχι ως απλούν άνθρωπο, ή διδάσκαλο, ή κοινωνικό επαναστάτη, ή μύστη μιας θρησκείας, ή αγωνιστή και υπερασπιστή κάποιων ιδεών ο οποίος καταδικάστηκε σε σταυρικό θάνατο, ένεκα των πιστευμάτων του, αλλά εις Εκείνον ο οποίος εκουσίως έπαθε, ενώ ηδύνατο να μην πάθη. Εκουσίως ανήλθε στον Σταυρό, αποκαταστήσας την σταυρική θεανθρώπινη σχέση της αγάπης, η οποία διεκόπη με την παρακοή του ανθρώπου και την αποστασία του από τον Θεό.
Η Ανάσταση του Χριστού είναι ένα ιστορικό γεγονός, ένα γεγονός δηλαδή που πραγματοποιήθηκε σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο, όμως δεν παύει να είναι και μυστήριο. Γι΄ αυτό το λόγο η ανθρώπινη λογική, από μόνη της, δεν μπορεί να κατανοήση το γεγονός αυτό ως μυστήριο, μπορεί όμως ο άνθρωπος να το βιώση εσωτερικά, καρδιακά, όπως οι Άγιοι που ήταν και είναι έμπειροι της Αναστάσεως.
Β) Την αφοσίωσή του στην Αγία μας Εκκλησία. Η Εκκλησία είναι το σώμα Χριστού, και εμείς είμαστε τα μέλη αυτού του Σώματος. Τα μέλη ενδυναμούνται από την κεφαλή, τον Κύριον δηλ. Ιησούν Χριστόν. Το κέντρο της ζωής της Εκκλησίας είναι η Θεία Ευχαριστία, όπου θαυμαστά βιώνομε το μυστήριο του Σταυρού και της Αναστάσεως του Χριστού. Η Εκκλησία, ως Εκκλησία Αναστάσεως, προσφέρει στον άνθρωπο την Χαρά, την Ζωή, την Αλήθεια, το Φως, που είναι ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός. Δεν προσφέρει κάτι, δεν δίνει γιατροσόφια στον άνθρωπο, αλλά προσφέρει κάποιον, που είναι ο ίδιος ο Σαρκωμένος Θεός. «Εδεήθημεν Θεού σαρκουμένου και νεκρουμένου», ο οποίος με την Ανάστασή του ανεκαίνισε την σύμπασα κτίση. Η Εκκλησία είναι το αναστημένο Σώμα του Χριστού ιστορικά και Μυστηριακά. Όχι φαινομενικά, αλλά πραγματικά.
Αυτή την σχέση του ανθρώπου με την μήτρα της ζωής που είναι η Εκκλησία, βιώνουμε κατά τρόπο θαυμαστό, συγκλονιστικό, μοναδικό κατά την εορτή του Πάσχα και μάλιστα στην ορθόδοξη πατρίδα μας την Ελλάδα, που η ζωή της είναι συνυφασμένη με την Εκκλησία της Αναστάσεως.
Γ) Τον σύνδεσμο με την παράδοση.
Πρώτον με την Ιερά παράδοση, όπως διετηρήθη, αλώβητη, ως πίστη, ως ευσέβεια, ως ζωή αιώνιος, από τότε που η αποκεκαλυμμένη αλήθεια προσεφέρθη ως ουράνια δωρεά δια των Αγίων Αποστόλων στους Αποστολικούς Πατέρες και Διδασκάλους, τούς Οσίους, τούς Μάρτυρας και όλα τα μέλη της Εκκλησίας.
Η μαρτυρία των Αποστόλων δεν ήταν μαρτυρία μόνο σωματικής οράσεως, αλλά εσωτερικής ανακαινίσεως, βαθειάς βιωματικής καταστάσεως και σχέσεως μετά του Αναστάντος Κυρίου. Με τον φωτισμό και την έλλαμψη του Αγίου Πνεύματος, απέκτησαν την βεβαιότητα της Αναστάσεως και αυτή μετέδωσαν και παρέδωκαν στον κόσμο.
Αυτή την μαρτυρία έδωσαν όλοι οι Άγιοι της Εκκλησίας μας. Αυτή την μαρτυρία δίδουν και σήμερα οι έμπειροι και μέτοχοι της Αναστασίμου χαράς και εμπειρίας. Με αυτή την αναστάσιμη εμπειρία, κρατήθηκε όρθιος αυτός ο τόπος. Αυτή η εμπειρία του έδωσε χαρά μέσα στον πόνο και στις δυσκολίες. Όχι μια ψεύτικη και πρόσκαιρη χαρά αλλά ουράνια και αδιάκοπη αγαλλίαση.
Αυτή η Αναστάσιμη εμπειρία έδωσε ελπίδα στους πατέρες μας να προχωρούν στη ζωή τους, κρατώντας άσβεστη την λαμπάδα του ανεσπέρου, αναστασίμου Φωτός, ώστε εμείς να μπορούμε, να βλέπουμε σήμερα και να μη σκονταύτομε ή καλύτερα να μη χανόμαστε στα αισθητά, αλλά κυρίως στα πνευματικά σκοτάδια.
Αυτή Αναστάσιμη εμπειρία έδωσε, και δίδει προοπτική στον τόπο μας και στον Ορθόδοξο Λαός μας για το μέλλον.
Αδελφοί μου, η Ανάσταση δεν είναι ένα γεγονός που εορτάσαμε για μια ακόμα φορά και πέρασε χωρίς να αφήση κάτι στη ζωή μας.
Η Ανάσταση είναι ένα διαρκές βίωμα στην πορεία μας προς επίτευξη του σκοπού της ζωής μας, που δεν είναι άλλος από την κοινωνία μας και προσωπική σχέση με τον Αναστάντα Κύριό μας.
Είμαστε βέβαιοι για την Ανάσταση αφού δίπλα μας αισθανόμαστε την παρουσία των υιών της Αναστάσεως, των Αγίων μας δηλαδή. Πρώτη δίπλα μας μάρτυρας της Αναστάσεως και έμπειρη της αναστάσιμης χαράς, στέκεται η Παναγία μας. Γι΄ αυτό και ξεπερνώντας οδύνες και πόνους, δυσκολίες και αυτή την φθορά της αμαρτίας και τον θάνατο, ψάλλομε θριαμβευτικά.
Χριστός Ανέστη εκ νεκρών,
θανάτω θάνατον πατήσας
και τοις εν τοις μνήμασι,
ζωήν χαρισάμενος.

πηγή

Ἀγαπᾶτε ὅλους ὅσους γνωρίζετε;




Αὐτὲς τὶς μέρες τοῦ Πάσχα, ἡ ἐρώτηση τοῦ τίτλου τοῦ τωρινοῦ μας σημειώματος, ἐπανέρχεται σὲ μᾶς ἀπαιτητική, ὅταν, πρῶτο σχεδὸν γεγονὸς μετὰ τὴν ἀνάσταση, συναντᾶμε τὴν ἀπιστία τοῦ Θωμᾶ.

Στὴν ἐρώτηση τοῦ τίτλου ὅλοι μας θεωροῦμε αὐτονόητη τὴν ἀπάντηση ὅτι: ὄχι, ὄντως δὲν ἀγαπᾶμε ὅλους ὅσους γνωρίζουμε. Ὁ Θωμᾶς Τὸν γνώριζε. Ἐμεῖς πολλοὺς γνωρίζουμε. Ἄραγε τί μᾶς κάνει νὰ εἴμαστε θρασεῖς ἰσχυριζόμενοι ὅτι θὰ τὸν πιστέψουμε (ἐμπιστευθοῦμε, ἀγαπήσουμε) μόλις Τὸν δοῦμε; 

Ἄραγε «ἀποδείξεις» λείπουν γιὰ τὴν πίστη; Ἄραγε τὸ θαῦμα γεννάει τὴν πίστη; Μπορεῖ κάποιος νὰ ἰσχυριστεῖ βάσιμα ὅτι ἡ ἀγάπη- ἐμπιστοσύνη εἶναι ἀναγκαστικὴ συνεπαγωγὴ κάθε γνωριμίας; 

Πολλὰ χρόνια θρησκευτικῆς στρέβλωσης «ἀποδείξεων γιὰ τὴν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ» μᾶς ἔχουν διαστρέψει τὰ αἰσθητήρια καὶ τὰ κριτήρια μὲ τὰ ὁποῖα γνωρίζει κάποιος καὶ δημιουργεῖ σχέση μὲ τὸν Χριστό! Ἡ πίστη πέρασε ὡς ἀποδοχὴ καὶ ὄχι ὡς ἐμπιστοσύνη! Τὸ βάρος δόθηκε στὸ νὰ δεχτεῖ κανεὶς τὴν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ ὄχι στὶς προϋποθέσεις δημιουργίας σχέσεως μαζί Του, λὲς καὶ εἶναι ἀπίθανο νὰ δέχεσαι τὴν ὕπαρξή Του καὶ συγχρόνως νὰ Τὸν μισεῖς. Ξεχάσαμε γρήγορα τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ διάβολος ἔχει μία πολὺ καλὴ γνώση τοῦ Θεοῦ καὶ συγχρόνως τὴν χειρότερη δυνατὴ σχέση μαζί Του.

Ξεχάσαμε ὅτι, πίστη σημαίνει αὐτοπαράδοση-ἐμπιστοσύνη. Πίστη σημαίνει περιπέτεια σχέσεως. Πίστη σημαίνει σκαμπανέβασμα. Πίστη σημαίνει εὐαισθησία στὴ διάκριση ποὺ ὑπάρχει ἀνάμεσα στὴν σκέψη καὶ στὴν ἀμφιβολία. (Ἄλλωστε ὅπως ἔλεγε ὁ Βλ.Πασκάλ: «Μία πίστη ποὺ δὲν ἀμφιβάλλει εἶναι πεθαμένη πίστη»). Πίστη εἶναι ἡ ἔλλειψη τῆς ἀλαζονικῆς βεβαιότητας ποὺ συγχέει τὴν διδασκαλία-δόγμα τῆς Ἐκκλησίας μου μὲ τὴν προσωπική μου πίστη. Πίστη σημαίνει νὰ κραυγάζω στὴν Χριστό: «βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ» καὶ «πρόσθες μοι πίστιν». Πίστη σημαίνει νὰ παραδίνομαι ἄνευ ὅρων στὴν σιωπὴ τοῦ Θεοῦ (Γεθσημανῆ), νὰ δέχομαι τὸ θέλημά Του γιὰ ὅλα τὰ θέματα τῆς ζωῆς μου. Πίστη εἶναι νὰ Τὸν κάνω-δεχτῶ Πατέρα μου. Νὰ Τὸν ἐμπιστεύομαι ὅπως τὸ μικρὸ παιδὶ τὸν πατέρα του.

Μία τέτοια πορεία φυσικὰ δὲν εἶναι οὔτε εὔκολη οὔτε γρήγορη (Κάθε ζωντανὴ ὕπαρξη στὰ δύσκολα στέκεται, λέει ὁ ποιητής).

Ἡ παραδοχὴ ὅμως τῆς ὕπαρξης τοῦ Θεοῦ ὁπωσδήποτε εἶναι ὅρος ἀπαράβατος ἀφοῦ ἡ πίστη δὲν εἶναι οὔτε αὐθυποβολή, οὔτε αὐταπάτες. Δὲν εἶναι χρήσιμο ναρκωτικὸ ἢ κατευναστικὸ γιὰ τὶς μεταφυσικὲς ἀγωνίες. Ἡ πορεία ἔχει τὶς δυσκολίες ποὺ γεννιοῦνται ἀπὸ τὴν φύση τοῦ θέματος καὶ ἀπὸ τὴν σύγχυση τῆς ἐγωιστικῆς ἀγάπης τοῦ ἑαυτοῦ μας, ὅσον ἀφορᾶ τὸν ἄνθρωπο.

Τοὺς ἀνθρώπους πρῶτα τοὺς γνωρίζουμε καὶ μετὰ τοὺς ἀγαπᾶμε. Τὸν Χριστὸ πρῶτα Τὸν ἀγαπᾶμε καὶ μετὰ Τὸν γνωρίζουμε. Στὶς ἀνθρώπινες σχέσεις ἡ συνάντηση γίνεται «ἐπὶ ἴσοις ὅροις». Στὴν σχέση μὲ τὸν Χριστὸ ἡ συνάντηση ὁρίζεται ἀπὸ τὴ διαφορὰ τῶν μεγεθῶν καὶ ἀπὸ τὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ στὸν Θωμᾶ: «μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες…».

Τὴν σχέση μὲ τὸν Χριστὸ τὴν ἐμποδίζει ἡ μεγάλη ἰδέα ποὺ ἔχουμε γιὰ τὸν ἑαυτό μας! Ὅσο πιὸ γρήγορα ἐλευθερωθοῦμε ἀπ’ αὐτήν, τόσο πιὸ εὔκολη θὰ γίνει ἡ σχέση μὲ τὸν Χριστό. Ὅσο πιὸ γρήγορα ἐλευθερωθοῦμε ἀπὸ τὴν φίλαυτη διάθεση τόσο πιὸ εὔκολα θὰ παραδοθοῦμε στὰ χέρια Του νὰ μᾶς ἀνεβάσει βῆμα-βῆμα Ἐκεῖνος στὸ μονοπάτι τοῦ κήπου ποὺ περπάτησε κι Αὐτός.

Μὰ τί λές;

Πῶς νὰ κάνει κάποιος ὅλα αὐτά;

Πῶς νὰ ξεχάσει τὸν ἑαυτό του καὶ νὰ ἀγαπήσει Κάποιον ποὺ ὑπόσχεται Ἀνάσταση διὰ τοῦ Σταυροῦ;

Μόνο ἕνα ἀληθινὸ ρίσκο δοκιμάζει τὴν ἀλήθεια ἑνὸς πιστεύω. Δὲν ὑπάρχει ἄλλος δρόμος, «γιὰ ἕνα θὰ στοιχηματίσουμε» (Πασκάλ).


Μὲ ἀγάπη καὶ εὐχὲς

Ὁ Ἐφημέριος


π. Θεοδόσιος

Ζῶ μὲ τὸν φόβο τῶν παρατηρήσεων


Ἀπὸ τὸ βιβλίο "Ἀνθολόγιο συμβουλῶν 
Γέροντος Πορφυρίου"
Ἤμουν στενοχωρημένος γιὰ μερικὲς παρατηρήσεις καὶ ἐπιπλήξεις ποὺ μοῦ ἔκαναν, ἐνῶ μέσα μου δὲν καταλάβαινα ὅτι ἔφταιγα. 
– Μὰ γιατί, Γέροντα, συνέχεια μὲ μαλώνουν; Μὲ τὸ παραμικρὸ ὁ Γέροντας στὸ Μοναστήρι, αὐτὲς τὶς μέρες μοῦ κάνει παρατηρήσεις. Μοῦ ἔρχονται οὐρανοκατέβατες ξαφνικά, ἐνῶ ἐγὼ νόμιζα ὅτι ἔκανα καλά. Μέσα μου λυποῦμαι πολὺ καὶ νιώθω ἕνα πλάκωμα καὶ φόβο, ὅτι κάθε στιγμὴ θὰ μὲ ξαναπαρατηρήσει. 
– Βρέ, αὐτὸς πάει νὰ σὲ ἁγιάσει καὶ σὺ κλωτσᾶς; Τί εἶναι αὐτὰ ποὺ σοῦ λέει ὁ Γέροντάς σου; Ἔπρεπε νὰ ἤσουν ἐκεῖ στὰ Καυσοκαλύβια. Ποὺ λές, μιὰ φορὰ μὲ συνεῖχε ὁ λογισμὸς γιὰ τοὺς γονεῖς μου. Τοὺς πόνεσα καὶ τὸ ἐξομολογήθηκα στοὺς Γεροντάδες μου. Πρώτη φορὰ μὲ ρωτοῦσαν: 
– Πῶς αἰσθάνεσαι, παιδί μου; 
– Καλά, εἶμαι πολὺ στενοχωρημένος. 
– Ναί, ἀλλὰ δὲ ρώτησες καὶ μᾶς, ἂν εἴμαστε στενοχωρημένοι. 
– Μὲ συγχωρεῖτε. Πάντως, ἐγὼ νιώθω πολὺ εὐχαριστημένος. Εὔχομαι στὸ Χριστό μας νὰ γίνω καλός, νὰ εἶστε κι ἐσεῖς εὐχαριστημένοι μαζί μου. Στὸ δρόμο δὲν εἶχα εὐλογία νὰ μιλῶ μὲ κανένα. “Εὐλογεῖτε”, “Εὐλόγησον” καὶ δρόμο… Ἀργότερα ἔμαθα ὅτι ἦσαν πολὺ...
αὐστηροὶ καὶ κανένας δὲν ἔκανε μαζί τους. Ὅλοι ἔφευγαν. Ἐμένα μοῦ φαίνονταν καλί. Καὶ στενοχωριόμουν ποὺ δὲν εἶχα δυσκολίες 
το είδαμε εδώ

Εορτή των Αγίων Εννέα Μαρτύρων εν Κυζίκω

Εορτή των Αγίων Εννέα Μαρτύρων εν Κυζίκω

Τη μνήμη των Αγίων Εννέα Μαρτύρων εν Κυζίκω τιμά σήμερα, 28 Απριλίου, η Εκκλησία μας.
Οι Άγιοι εννέα μάρτυρες της Κυζίκου δηλ. ο Θεόγνις, ο Ρούφος, ο Αντίπατρος, ο Θεόστιχος, ο Αρτεμάς, ο Μάγνος, ο Θεόδουλος, ο Θαυμάσιος και ο Φιλήμονας καταγόταν από διάφορους τόπους.
Συνελήφθησαν όμως όλοι μαζί στη Κύζικο την περίοδο των διωγμών. Όταν οδηγήθηκαν μπροστά στον τοπικό άρχοντα επέδειξαν θαυμαστή γενναιότητα και υπερασπίσθηκαν με παρρησία και θάρρος την πίστη τους.
Για το λόγο αυτό και για να καμφθεί το σθένος τους ρίχθηκαν στη φυλακή.
Εκεί χωρίς νερό και ψωμί προσευχόταν και δοξολογούσαν τον Κύριό τους ο οποίος τούς αξίωσε να υποφέρουν για Εκείνον και ο ένας έδινε θάρρος στον άλλον.
Όταν ο άρχοντας από τη φυλακή και τούς ρώτησε για τελευταία φορά αν επιμένουν να πιστεύουν στο Χριστό όλοι «εν ενί στόματι και μία καρδία» του απάντησαν ότι προτιμούν το μαρτύριο από το να αρνηθούν τον Πλάστη και Δημιουργό και Σωτήρα του κόσμου.
Έξαλλος από οργή ο άρχοντας διέταξε αμέσως τον αποκεφαλισμό τους χαρίζοντάς τους την ουράνια δόξα.
Απολυτίκιο:
Ήχος γ'. Θείας πίστεως.Θείας πίστεως, τη συμφωνία, εννεάριθμος, Μαρτύρων δήμος, εν Κυζίκω ιερώς ηνδραγάθησε, τον γαρ Υπέρθεον Λόγον κηρύξαντες, υπέρ αυτού ως αμνοί σφαγιάζονται, όθεν άφεσιν, αιτούνται ημίν και έλεος, τοις μέλπουσιν αυτών την θείαν άθλησιν.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...