Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Φεβρουαρίου 28, 2015

Ἡ Ἑλλὰς δὲν θὰ κατακτηθῇ ὑπὸ " Ἡ Ἑλλὰς δὲν θὰ κατακτηθῇ ὑπὸ τῶν Τούρκων διὰ τῶν ὅπλων ἀλλὰ διὰ τῶν τριῶν ἑκατομμυρίων μουσουλμάνων, εἰς τοὺς ὁποίους ἡ ἄθεος Κυβέρνησις θὰ δώσῃ τὴν Ἑλληνικὴν ἰθαγένειαν. Ἐθνικοὶ κίνδυνοι ἐκ τῶν ἐξελίξεων αὐτῶν" ὑπὸ τοῦ μακαριστοῦ Μοναχοῦ Θεοκλήτου Διονυσιάτου



Γραφὲν τὴν 23ην Νοεμβρίου 2001 ὑπὸ τοῦ μακαριστοῦ Μοναχοῦ Θεοκλήτου Διονυσιάτου

ΕΝ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΟΝ «ΠΡΟΦΗΤΙΚΟΝ» ΑΡΘΡΟΝ ΤΟΥ «Ο.Τ.»
ΔΙΑ ΤΗΝ ΕΙΣΒΟΛΗΝ ΛΑΘΡΟΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ




Ἡ Ἑλλὰς δὲν θὰ κατακτηθῇ ὑπὸ τῶν Τούρκων διὰ τῶν ὅπλων ἀλλὰ διὰ τῶν
τριῶν ἑκατομμυρίων μουσουλμάνων, εἰς τοὺς ὁποίους ἡ ἄθεος Κυβέρνησις
θὰ δώσῃ τὴν Ἑλληνικὴν ἰθαγένειαν. Ἐθνικοὶ κίνδυνοι ἐκ τῶν ἐξελίξεων αὐτῶν


Γραφὲν τὴν 23ην Νοεμβρίου 2001 ὑπὸ τοῦ μακαριστοῦ Μοναχοῦ Θεοκλήτου Διονυσιάτου

Ἕν «προφητικὸν» ἄρθρον διὰ
τὴν κατάστασιν, τὴν ὁποίαν βιώ-
νομεν σήμερον μὲ τὰ ἑκατομμύ-
ρια τῶν Μουσουλμάνων λαθρομε-
ταναστῶν, εἶχε γράψει εἰς τὸν
«Ο.Τ.» τῆς 23ης Νοεμβρίου 2001 ὁ
μακαριστὸς Ἁγιορείτης Μοναχὸς
Θεόκλητος Διονυσιάτης. Εἰς τὸ
ἄρθρον του ἐκεῖνο μετέφερεν ὅσα
ἔβλεπον διὰ τὸ μέλλον τῆς Ἑλλά-
δος οἱ Ἐρημῖται καὶ ἀσκηταὶ τοῦ
Ἄθω. Ἐτόνιζαν εἰς τὸν μακαριστὸν
Μοναχὸν ὅτι πάντα ταῦτα θὰ ση-
μειωθοῦν, διότι ἡ ἁμαρτία εἰς τὴν
Ἑλλάδα εἶναι παρομοία μὲ ἐκείνην
τοῦ κατακλυσμοῦ, τῶν Σοδόμων,
τοῦ Ἑλληνισμοῦ τῆς Ἀνατολῆς καὶ
τοῦ Βυζαντίου. Ἐπεσήμαιναν ἐπί-
σης εἰς τὸν μακαριστὸν Γέροντα
τὴν ἀσέβειαν τῶν Κληρικῶν. Καὶ
ὑπεγράμμιζον ὅτι ἡ Ἑλλὰς δὲν θὰ
κατακτηθῆ ὑπὸ τῶν Τούρκων διὰ
τῶν ὅπλων, ἀλλὰ διὰ τῆς εἰσβολῆς
τριῶν ἑκατομμυρίων Μουσουλμά-
νων, εἰς τοὺς ὁποίους ἡ ἄθεος κυ-
βέρνησις θὰ δώσῃ τὴν Ἑλληνικὴν
Ἰθαγένειαν.
Ἀκολούθως κατέθετε τὰ ὅσα θὰ
συμβοῦν εἰς τὴν Ἑλλάδα ἐξ αἰτίας
τῆς ἐξελίξεως αὐτῆς. Ὁ μακαρι -
στὸς Θεόκλητος Διονυσιάτης ἐξῆ -
ρε τὸν «Ο.Τ.», διότι πολὺ πρὸ τοῦ
προαναφερομένου ἄρθρου εἶχε
ἀρχίσει νὰ ἐπισημαίνῃ κινδύνους.
Ὁλοκληρον τὸ κείμενον τοῦ μα-
καριστοῦ Μοναχοῦ Θεοκλήτου
Διονυσιάτου ἀνεγνώσθη ὑπὸ τοῦ
δημοσιογράφου κ. Γ. Ζερβοῦ κατὰ
τὴν 19ην Ἰουνίου εἰς τὸν τηλεο-
πτικὸν δίαυλον τῆς Ἀττικῆς «Blue
Sky». Ἀναρίθμητα τὰ τηλεφωνή-
ματα κατὰ τὴν διάρκειαν καὶ μετὰ
τὸ τέλος τῆς ἐκπομπῆς. Οἱ τηλε-
θεαταὶ ἀνεζήτων τὸ κείμενον. Μό-
νον εἰς μίαν ἡμέραν ὁ δημοσιο-
γράφος τῆς ἐκπομπῆς ἀπέστειλε
172 ἀντίγραφα τοῦ κειμένου τοῦ
μακαριστοῦ Μοναχοῦ εἰς ἐνδια-
φερομένους, εἴτε μὲ φαξ εἴτε μὲ τὸ
ταχυδρομεῖον.
Τὸ ἄρθρον
Παραθέτομεν τὸ πλῆρες κείμε-
νον τοῦ ἄρθρου τοῦ μακαριστοῦ
Μοναχοῦ Θεοκλήτου Διονυσιάτου,
ὑπὸ τὸν τίτλον: «Μελαγχολικαὶ ἐνο-
ράσεις». Αὐτὸ ἔχει ὡς ἀκολούθως:
῾Ο Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς,
μεταξὺ ἄλλων, λέγει, ὅτι «οἱ Μονα -
χοὶ εἶναι οἱ κήρυκες τῆς ἐρχο μένης
Βασιλείας, οἱ προφῆται τῆς Καινῆς
Διαθήκης». Τὴν φράση αὐ τὴ μοῦ
θύμισαν κάποιες συζη τή σεις, ποὺ
εἶχα τελευταίως μὲ τρεῖς φίλους
ἡσυχαστές, ποὺ καὶ οἱ τρεῖς, ὡσὰν
ἀπὸ προφητικὴ δι αίσ θηση, ἰσχυ ρί -
ζο ντο γιὰ τὴν ἐπέλευση ἀπιθάνων
ἐθνικῶν κατα στάσεων. Καὶ ποιὲς
κατα στά σεις εἶναι αὐτές; ῞Οτι, τά -
χα, ἡ ῾Ελ λάς, σταδιακῶς, δὲν θὰ
συρ ρικνωθεῖ μὲν ἐδαφικῶς, ἀλλὰ
θὰ κατακτη θεῖ ἐκ τῶν ἔνδον ἀπὸ τὸ
᾿Ισ λάμ! Καὶ ἐστήριζαν τὸν ἰσχυρι -
σμόν των, στὶς ἠλεγμένες πληρο-
φορίες, ὅπως ἔλεγαν, ποὺ τοὺς
μετέδιδαν παλαιοὶ φίλοι τους κο-
ρυφαίων πολιτικῶν θέσεων, ποὺ
τοὺς ἐπεσκέπτοντο στὴν ῎Ερημο
τοῦ ῎Αθωνος ἢ τοὺς ἔγραφαν.
Καὶ στὴν ἐρώτησή μου· ῾Ο Θεὸς
θὰ ἐπιτρέψει τὴν ἀντικατάσταση
τῆς ἁγίας ᾿Εκκλησίας Του, ποὺ
«ἐπεριποιήσατο τῷ ἰδίῳ Αἵματι», μὲ
τὸν σκοτεινὸ καὶ δαιμονικὸν μου-
σουλμανισμὸν μέσα στὴν Τοπικὴ
᾿Ορθοδοξία τῆς ῾Ελλάδος; Μοῦ
ἀπήντησαν μὲ ἕνα στόμα ὅτι, ὁ
Θεὸς θὰ τὸ ἐπιτρέψει ἐξ ἀφορ μῆς
τῆς ἐκτεταμένης ἁμαρτίας. Καὶ
ἀνεφέρθησαν στοὺς βυζαντινοὺς –
ρωμηούς, ποὺ δὲν μετανοοῦσαν.
Καὶ ὅταν πάλιν τοὺς ἐρώτησα·
πῶς θὰ συμβεῖ αὐτὸ καὶ πότε καὶ τί
θὰ γίνουν οἱ ῞Ελληνες; ᾿Απήντησαν,
ὅτι ἤδη ἐνεργεῖται ἡ ἅλωση μὲ τὰ 2–
3 ἑκατομμύρια τῶν μωαμε θα νῶν,
ποὺ ὀνομάζονται μετα νά στες, καὶ
ποὺ θὰ στερεώνονται σταδια κῶς μὲ
τὴν ἑλληνικὴν ἰθα γέ νεια, ποὺ θὰ
τοὺς χορηγεῖ εὐχα ρίστως τὸ
Κράτος, δηλαδὴ ἡ ἄθεη κυβέ ρ νηση.
Οἱ δὲ ῞Ελληνες βαθμι αίως θὰ
γίνουν μειονότης, ἕως ὅτου θὰ
μείνουν ἐλάχιστοι χριστιανοὶ ὡς…
δεῖγμα. Μὴ ἀπορεῖς, πάτερ Θ., ἔ -
σπευ σαν νὰ ἐξηγήσουν, αὐτὴν τὴν
τραγῳδία τοῦ λαοῦ μας. Πολλοὶ θὰ
ἀποδεχθοῦν τὸν μουσουλμανισμὸν
ἀβιάστως. ῎Αλλοι, μὲ κάποιαν βίαν
ποικίλης μορ φῆς. Καὶ ἄλλοι «χρι-
στιανοί» θὰ με ταναστεύσουν σὲ
χριστιανικὲς χῶρες, μὴ δυνάμενοι
νὰ συμβιώ σουν μὲ τοὺς βαρ βά ρους
αὐτούς, ποὺ τοὺς χρησιμοποι εῖ ὁ
Θεὸς ὡς μέσον παιδαγωγίας, ὅπως
ἀνὰ τοὺς αἰῶνες ἐνεργοῦσε στοὺς
᾿Ισρα ηλίτες καὶ στοὺς χριστι α νούς,
ποὺ δὲν μετανοοῦσαν γιὰ τὶς
ἁμαρτίες τους. Παράδειγμα ὁ Κατα -
κλυσμός, τὰ Σόδομα, ὁ ῾Ελληνισμὸς
τῆς ᾿Ανατολῆς, τὸ Βυζάν τιον.
Αὐτὰ ὅλα μὲ εἶχαν συντρίψει ψυ-
χικῶς καὶ σκεφτόμουνα, τάχα θὰ
ἐπιτρέψει ὁ Θεὸς αὐτὴν τὴν ἀ σύλ -
ληπτον συμφοράν; ᾿Επηκολούθησε
σιωπὴ γιὰ ἀρκετὴ ὥρα. Στὴ συνέ -
χει α, ἔθεσα τὸ ἐρώτημα· Πατέρες
ἅγιοι καὶ ἀδελφοί, φαν τά ζεσθε
σεῖς, πῶς θὰ ἀνεχθεῖ ὁ Κύριος τὶς
μου σουλμανικὲς δαιμο νι κὲς θυσί -
ες, ἀντὶ τῶν ὀρθο δό ξων θυσιαστη -
ρί ων; Τότε ἕνας ἡσυχα στὴς μοῦ
ὑπενθύμισε τὴν περί πτωση τοῦ
ἀσκη τοῦ πού, μετὰ τὴν ἅλωση τῆς
Κωνσταντινουπόλεως, εἶδε ἐπάνω
στὴν ἁγία Πρόθεση ἐρειπωμένου
Ναοῦ, μία γουρούνα μὲ τὰ νεογνά
της καὶ ἄρχισε νὰ κλαίει καὶ νὰ
ὀδύρεται. Τότε ἐνεφανίσθη ῎Αγγε-
λος Κυρίου καὶ τοῦ λέγει· ᾿Αββᾶ, τί
κλαίεις; Γνωρίζεις ὅτι, αὐτὸ ποὺ
εἶδες, εἶναι πιὸ εὐά ρε στον στὸν
Κύριον ἀπὸ τὴν ἀναξιότητα τῶν
ἱερέων, ποὺ λειτουργοῦσαν; Καὶ ὁ
῎Αγγελος ἐγένετο ἄφαντος.
῾Η συζήτηση κράτησε περισσό τε -
ρον ἀπὸ δύο ὧρες, ὁπότε οἱ ἡσυ-
χαστὲς ἀνεχώρησαν καὶ μοῦ ἐτόνι-
σαν νὰ εὐχαριστῶ τὸν Κύριον γιὰ
ὅσα ἐπιτρέπει νὰ γίνωνται ἐξ ἀγά -
πης καὶ γιὰ τὴν σωτηρίαν τῶν
ψυχῶν. Καὶ νὰ μὴ παρασύρομαι συ-
ναισθηματικῶς ἀπὸ τὴν ἐπιφά νεια
τῶν γεγονότων, ἀλλὰ νὰ εἰσ δύ ω
στὴν οὐσίαν των, ἀφοῦ εἶναι δε-
δομένον, ὅτι «ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστί».
Κι᾿ ἔμεινα μόνος…
Μέσα στὸν συγκλονισμό μου γιὰ
τὴν τραγωδία τοῦ λαοῦ μας, τὸν
κλαυθμὸν καὶ τοὺς στεναγμούς
μου πρὸς τὸν πανυπερεύ σπλαγ -
χνον Θεόν, ἄρχισα νὰ μελετῶ ὅσα
εἶπαν μὲ βεβαιότητα οἱ ὅσιοι ἐκεῖ -
νοι ἐρημίτες καὶ ἄνθρωποι τοῦ
Θεοῦ καὶ νὰ ἀναλύω λογι κῶς τοὺς
ἰσχυ ρισμούς τους. Παρ᾿ ὅτι καμιὰ
ἀνησυχοῦσα φωνὴ δὲν ἀκούεται,
ὅμως, κάποια σποραδι κὰ δημο-
σιεύματα πρὸ μηνῶν στὸν γρηγο-
ροῦν τα «᾿Ορθόδοξον Τύπον» ἤρ -
χον το νὰ ἐπαληθεύσουν σχεδὸν
τοὺς ἰσχυρισμοὺς τῶν φίλων μου
ἡσυχαστῶν. Καὶ μάλιστα κάποια δη-
μο σιεύματα τῶν τελευταίων ἡμε -
ρῶν, πάλιν στὸν «Ο.Τ.» ἀπὸ σώφρο-
νες χριστιανούς, θεολόγους καὶ
συγγραφεῖς, οἱ ὁποῖοι μὲ πειστι κὰ
ἐπιχειρήματα κατέληγαν στὰ ἴδια
συμπεράσματα, ποὺ ἐβα σί ζοντο σὲ
ἀντικειμενικὰ στατιστικὰ στοιχεῖα.
᾿Αλλὰ τὸ σκάνδαλον εὑρίσκεται
στὴν σιωπὴν τῶν κοινῆς πληρο-
φορήσεως μέσων, τῶν λεγομένων
μαζικῆς ἐνημερώσεως. ῞Ομως, ὅ -
σον καὶ ἂν φαίνεται περίεργη ἡ βα-
θειὰ σιγὴ ἐπὶ ἑνὸς βοῶντος ἐ θνι -
κοῦ κινδύνου, τὸ φαινόμενον δὲν
εἶναι ἀνεξήγητον. Πρόκειται περὶ
σχεδὸν καθολικῆς πωρώσεως τῶν
συνειδήσεων. Καὶ εἶναι ἱστορικῶς
ἀποδεδειγμένον, ὅτι ὅταν ἡ ἁμαρ -
τία καθολικοποιεῖται, γενικεύ εται,
ἀκολουθεῖ, δίκην συν δρό μου, ἡ ἄγ -
νοια τοῦ κακοῦ. ᾿Ιδοὺ ἡ ἀπόδειξη·
῞Οταν ὁ Θεὸς εἶχεν ἀποφασίσει
τὸν Κατακλυσμόν, μὲ τὸ αἰτιολο-
γικόν· «Οὐ μὴ καταμείνῃ τὸ πνεῦ μα
μου εἰς τοὺς ἀνθρώπους τού τους,
διὰ τὸ εἶναι αὐτοὺς σάρ κας», ἔδω-
κεν ἐντολὴν στὸν δίκαι ον Νῶε νὰ
κατασκευάσει τὴν Κιβω τόν. Εἰρ γά -
ζον το οἱ τεχνίτες ἐπὶ ἕνα χρόνον.
Βλέποντες οἱ ἀπονεκρωθέντες ἁ -
μαρ τωλοὶ τὴν κατασκευ αζομένην
Κιβωτὸν καὶ τὸν σκο πόν, πληροφο-
ρούμενοι, ἔλεγαν· καὶ τί κάνουμε
ὥστε νὰ πνιγοῦμε; Καὶ ὅταν οἱ ῎Αγ-
γελοι εἶπαν στὸν δίκαιον Λώτ νὰ
εἰδοποιήσει τοὺς συγγενεῖς του,
γιατὶ θὰ ἔριχναν φωτιὰ νὰ κάψουν
τὰ Σόδομα, ὅλην τὴν Πεντάπολιν,
οἱ συγγενεῖς του γελοῦσαν μὲ τὸν
γέροντα· καὶ τί κάνουμε, ὥστε νὰ
μᾶς κάψει ὁ Θεός;
Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ τώρα, σὲ
κάποιο μέτρο· τὸ σύνδρομο τῆς πω -
ρώσεως. Καμμία ἐφημερίδα δὲν
ἔγραψε γιὰ τὸν ἐθνικὸν κίνδυνον μὲ
ἐξαίρεση τὴν πολύτιμη ὀρθόδοξη
ἔπαλξη, τὸν «᾿Ορθόδοξον Τύ πον»,
πού, καὶ μόνον γιατὶ ἀπὸ ἕνα χρόνο
σχεδὸν σαλπίζει, τὸ σάλπισμα τῆς
μετανοίας, ἀξίζει τὸν ἔπαινον τῆς
᾿Εκκλησίας καὶ τὴν ἐκ Θεοῦ δικαίαν
μισθαποδο σί αν.
Οἱ ἀπόψεις καὶ οἱ ἀπελπιστικὲς
ἐνοράσεις τῶν ἁγίων ἐκείνων ἐρη-
μιτῶν, ὅσον καὶ ἂν δὲν εἶναι ἀπο-
δεικτικές, δὲν στεροῦνται, ὅμως,
σὲ κάποιον βαθμόν, πειστικότητος,
γιατὶ βασίζονται σὲ ἁπτὰ δεδομένα,
ἕνα τῶν ὁποίων, εἶναι οἱ ἐνεργού -
μενες ἁμαρτίες ἀγνοουμένης τῆς
μετανοίας, σ᾿ ὅλην τὴν ῾Ελλάδα,
παρὰ τὶς ἐλάχιστες νησίδες χρι-
στιανικῆς ζωῆς καὶ ἠθικῆς ἀντι στά -
σεως. Δεύτερον ὅτι, ὁ προφητικὸς
λόγος «ἁμαρ τί αι, ἔθνη ἐλαττονοῦ -
σι», ἔχει πολλά κις ἐπαληθευθεῖ.
Τρί τον, στὴν δρα στηριότητα τῆς
ἁμαρτίας, περιλαμβάνονται καὶ οἱ
ἕνα ἑκατο μ μύριον ἐκτρώσεις κάθε
τριετίαν· οἱ ὑπερτεροῦντες θάνα-
τοι τῶν γεννήσεων· ναρκωτικὰ καὶ
ἄλλες ἠθικὲς πληγές. Καί τέλος, τὸ
κυριώτερον, εἶναι τὰ τρία σχεδὸν
ἑ κα τομμύρια τῶν νομιμοποιου μέ -
νων μουσουλμάνων, ποὺ αὐξάνον-
ται καὶ πληθύνονται μὲ ταχύτατους
ρυθμούς, ἕνα φαινόμενον, ποὺ ἑρ -
μη νεύει καὶ τὶς ἀπόψεις τῶν ἡσυ-
χαστῶν, τῶν μουσου λ μά νων ἐνερ-
γούντων ὡς ὀργάνων ἀσυ νει δή -
των τοῦ Θεοῦ. ῞Οπως ἐπίσης ἀσυ-
νείδητα ὄργανα —ὄχι ἀνεύθυνα,
βε βαίως— εἶναι οἱ ἄθεοι κυβε ρνῆ -
τες μας, ποὺ ὑποδέχονται τοὺς δε-
δηλωμένους ἐχθροὺς τοῦ ῎Εθνους
μας, γιὰ νὰ μὴ κατηγορηθοῦν, τά -
χα, ὡς ρατσιστὲς ἢ ἐθνικιστές.
Αὐτὴ ἡ καραμέλλα ἔχει πολὺ
πέραση στὴν ἐποχή μας, μεταξὺ
τῶν ἐπιπολαίων καὶ ἀθέων, ποὺ γί -
νο νται καταγέλαστοι μὲ τὶς παρα-
δοξολογίες των. Παράδειγμα, «τὸ
ἀλβανάκι» πέρυσι καὶ τώρα ἡ γερ-
μανιδούλα τοῦ Βόλου, ποὺ ἂν εἶναι
διαποτισμένοι, ὁ πρῶτος ἀπὸ τὸν
ἀλ βανικὸν ἀνθελληνικὸν σωβινι -
σμὸν καὶ ἡ δεύτερη πιστεύει στὸ
γερμανικὸ «οὔμπερ ἄλλες» τότε,
στὰ χέρια των τὸ ἑλληνοχριστια-
νικὸν σύμβολον ἡ γαλανόλευκη μὲ
Σταυρόν, εἶναι τιμωρία, δὲν εἶναι
τιμή! Εἶναι ἀντίφαση.
Τώρα τὸ πρόβλημα, τὸ παμπρό -
βλημα, εἶναι ἡ ἀλλο τρί ω ση τοῦ ἑλ -
λαδι κοῦ χώρου, κατὰ παραχώρηση
Θεοῦ, γιὰ τὴν ἀμετανο η σία τῶν
πιστῶν. ῾Οπότε ἀβιάστως ἀνα κύ πτει
ἡ ὑποχρέωση τῆς ποιμαινού σης ᾿Εκ-
κλησίας νὰ κηρύξει μετά νοιαν στὸν
λαόν. ᾿Αλλοιῶς; «᾿Εὰν μὴ μετανοῆτε,
πάντες ὡ σαύ τως ἀπολεῖσθε» (Λουκ.
ιγ´ 3). Τὸ γὰρ στόμα Κυρίου ἐλάλη-
σε ταῦτα.
Θεόκλητος Μοναχὸς Διονυσιάτης
το είδαμε εδώ

Ἡ «Ἐκκλησία» τοῦ Ἀντιχρίστου

Πηγή:  Περιοδικὸ “Ο ΣΩΤΗΡ”
ν θέλει κανεὶς νὰ ἀποκτήσει ἀπὸ τώρα μιὰ εἰκόνα τῆς ψευδοεκκλησίας ποὺ θὰ δημιουργηθεῖ στὸν καιρὸ τοῦ Ἀντιχρίστου, δὲν ἔχει παρὰ νὰ παρατηρήσει τὶς ἰδέες ποὺ κυκλοφοροῦν καὶ τὶς κινήσεις ποὺ γίνονται σήμερα στὸν χῶρο τοῦ Παπισμοῦ.   
   Ὁ πάπας Φραγκίσκος ἐκπλήσσει διαρ­­κῶς μὲ αὐτὰ ποὺ λέει καὶ πράττει, πολλὰ ἀπὸ τὰ ὁποῖα εἶναι πραγματικὰ ἄξια ἐ­­παίνου, ἀφοῦ δείχνει νὰ ξεπερνᾶ τὶς ­συν­ηθι­σμένες ἀγ­κυλώσεις τοῦ μονο­λιθικοῦ συ­στή­μα­τος τοῦ ­Βατικανοῦ.
    Ὅσον ἀφορᾶ ὅμως στὶς σκέψεις καὶ τὶς ἐνέργειές του πρὸς τὰ ἄλλα δόγματα καὶ τὶς θρησκεῖες, κύρια ἐπιδίωξή του παραμένει αὐτὴ ποὺ καὶ σὲ ἄλλα σχόλιά μας ἔχουμε τονίσει: Ὄχι συμφωνία μὲ θεολογικὸ διάλογο ἀλλὰ συμπροσ­­ευχὲς καὶ κοινὲς φιλανθρωπικὲς δραστη­ριότητες, δηλαδὴ ἕνωση στὴν πράξη
Τὸ δηλώνει ξεκάθαρα: «Δὲν πιστεύω σὲ ἕναν ὁριστικὸ οἰκουμενισμό, πολὺ ­λιγότε­ρο ­πιστεύω στὸν οἰκουμενισμὸ ποὺ ὡς ­πρῶ­­το βῆμα μᾶς ζητάει νὰ ­συμφωνήσουμε σὲ ἕνα θεολογικὸ ἐπίπεδο. Πιστεύω ὅτι πρέ­­πει νὰ προχωρήσουμε σὲ ἑνότητα, συμ­με­τέχοντας μαζὶ στὴν προσευχὴ καὶ στὰ ἔργα τῆς ­φιλανθρωπίας» (http://vati­ca­ni­nsider.lastampa.it/en/documents/detail/arti­colo/ecumenismo-ecumenism-ecu­me­nismo-37469/).
Τί σημαίνουν στὴν πραγματικότητα αὐτὲς οἱ ἀντιλήψεις τοῦ Παπισμοῦ γίνεται φανερὸ ἀπὸ τὰ ὅσα συζητήθηκαν πρὶν ἀπὸ ἕνα ἔτος σὲ διαθρησκειακὴ σύσκεψη παπικῶν θεολόγων καὶ ἑβραίων ραββίνων στὸ Σαλέρνο τῆς Ἰταλίας.
Κατ᾿ αὐτὴν μεταξὺ τῶν ἄλλων ὁ καρδινάλιος Cocopalmerio εἶπε ὅτι «ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ νέος λαὸς τοῦ Θεοῦ, τὴν ἴδια στιγμὴ τὸ Ἰσραήλ, ἐπίσης, ἦταν, παραμένει καὶ θὰ εἶναι πάντα ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἐπιβεβαιώθηκε ἀπὸ τὸν Παῦλο. Ὡς ἐκ τούτου, ὁποιαδήποτε ἐπιθυμία ἤ, ἀκόμη χειρότερα, κάθε προσπάθεια γιὰ προσηλυτισμὸ τῶν Ἑβραίων στὴ χριστιανικὴ πίστη φαίνεται παράλογη καὶ ἀπαράδεκτη». 
Μάλιστα! Παράλογη καὶ ἀπαράδεκτη! Χειρότερη προδοσία τοῦ Εὐαγγελίου εἶναι ἀδύνατο νὰ διανοηθεῖ κα­­­νείς. Ἔτσι ποὺ δικαιώνεται πλήρως ὁ αὐ­στηρὸς λόγος τοῦ ὁσίου Ἰουστίνου Πόπο­βιτς, ποὺ εἶχε πεῖ ὅτι στὴν ἱστορία τοῦ ἀν­θρωπίνου γένους ὑπάρχουν τρεῖς κυρίως πτώσεις: τοῦ Ἀδάμ, τοῦ Ἰούδα καὶ τοῦ Πάπα.
Καὶ γιὰ νὰ φανεῖ ἀκόμη πιὸ καθαρὰ ἡ παπικὴ κατάπτωση, ἂς δοῦμε πῶς κατέληξε ἐκείνη ἡ διάσκεψη:
«Σὲ μιὰ ἐπαφὴ μὲ τὸ ἑβραϊκὸ χιοῦμορ, ὁ Ραβίνος Greenberg ἔκλεισε τὴν ὁμιλία του μὲ σχετικὸ ἀστεῖο. “Ὅταν ὁ Μεσσίας ἦρθε τελικά, γινόταν μία συνέντευξη Τύπου. Ἀ­­­πάντησε σὲ ὅλες τὶς ἐρωτήσεις, ἀλλὰ ὅταν ρωτήθηκε “Εἶναι αὐτὴ ἡ πρώτη ἢ ἡ δεύτε­ρη ἔλευσή σας;”, τὸ σχόλιό του ἦταν: “Οὐ­δὲν σχόλιο”» (http://vaticaninsider.lastam­pa.it/en/news/detail/articolo/rabbi-coco­palmerio-cei-unedi-37881/).
Οἱ Ἑβραῖοι προδιέγραψαν μὲ ἀπόλυτη ἀ­­­κρίβεια τὴ μορφὴ καὶ τὸ ἔργο τοῦ Ἀντιχρίστου καὶ τῆς ψευδοεκκλησίας του, ποὺ ἐπιμελῶς ἑτοιμάζει ὁ Παπισμὸς μὲ τὴν ἀφελὴ συνέργεια ἀκόμη καὶ Ὀρθοδόξων ἐπισκόπων.
   Τραγικὸ κατάντημα!
Περιοδικὸ “Ο ΣΩΤΗΡ”

"Δεν είμαστε Γερμανοί!" Η Ελληνική απάντηση στην Γερμανική εκστρατεία δυσφήμισης για το εγκλήμα στο "Lorelei" (4 - 6 Νοεμβρίου 1902)


Η Αθήνα το 1900
γράφει ο Φιλίστωρ
Η Ελλάδα το 1902 βρισκόταν σε δεινή οικονομική, ηθική και κοινωνική κατάσταση. Λίγα χρόνια πριν, το 1897 είχε υποστεί μια ταπεινωτική στρατιωτική ήττα από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, που ίσως δεν είχε εδαφικό αντίκτυπο πλην μικρών αλλαγών στην μεθοριακή γραμμή, αλλά είχε ως επίπτωση την επιβολή Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου υπό την αιγίδα της Γερμανίας. Ο Δ.Ο.Ε. είχε ως αποστολή την απευθείας είσπραξη των προσόδων του Ελληνικού κράτους προς ικανοποίηση των πιστωτών της Χώρας που είχαν μείνει ξεκρέμαστοι μετά την χρεοκοπία του 1896. Οι πρόσοδοι αυτοί προέρχονταν από τα κρατικά μονοπώλια (φωταέριο, οινόπνευμα κτλ) και από τα έσοδα των τελωνείων. Αναμφίβολα ο οικονομικός αντίκτυπος ήταν μεγάλος για την χώρα, καθώς το δημόσιο  κατάφερνε να πληρώνει τους υπαλλήλους του, όμως δεν είχε χρήματα για δημόσια έργα και για τις ένοπλες δυνάμεις που αποτελούσαν την μόνη ελπίδα της Ελλάδας να "μεγαλώσει" προς Βορρά και να καταστεί βιώσιμη.
Οι οικονομικές επιπτώσεις στο μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού ήταν μικρές καθώς εκείνη την εποχή λίγοι φορολογούμενοι είχαν οικονομική σχέση εξάρτησης με το δημόσιο και δεν υπήρχαν συνταξιούχοι. Το πλήγμα όμως ήταν κυρίως ηθικό, καθώς οι Έλληνες ένιωθαν ταπεινωμένοι και εξευτελισμένοι στα μάτια της Διεθνούς κοινότητας. Τον Νοέμβριο του 1901 είχαν γίνει τα αιματηρά γεγονότα των "Ευαγγελικών" που επέφεραν την πτώση της κυβέρνησης Θεοτόκη, ενώ η μεγάλη λαϊκή δυσαρέσκεια για την οικονομική δυσπραγία και τους πολλούς φόρους είχε φέρει προ των πυλών της εξουσία τον Θεόδωρο Δεληγιάννη.

Μέσα σε αυτό το καταθλιπτικό κλίμα συνέβη το συνταρακτικό έγκλημα του "Λωρελάυ". Τον Οκτώβριο του 1902, η Γερμανική θαλαμηγός Λωρελάυ που ανήκε στην Γερμανική πρεσβεία της Κωνσταντινούπολης, κατέπλευσε στον Πειραιά για να επισκευαστεί από τα ναυπηγεία Βασιλειάδη. Όλα τα κιβώτια που υπήρχαν στο πλοίο μεταφέρθηκαν και αποθηκεύτηκαν στα ναυπηγεία, εκτός ενός κιβωτίου που έμεινε στο πλοίο όπου είχε τοποθετηθεί μόνιμη φρουρά από ένα υπαξιωματικό κι έναν ναύτη. Το πρωινό της 3ης Νοεμβρίου 1902, ένας αξιωματικός του πλοίου ανήλθε για να κάνει τον προβλεπόμενο έλεγχο, όταν διαπίστωσε ότι το κιβώτιο είχε κλαπεί, ενώ είχαν εξαφανιστεί ο υπαξιωματικός Μπρίτσκι και ο ναύτης Κόλλερ. Η αίθουσα που βρισκόταν το κιβώτιο αλλά και οι χώροι γύρω από αυτήν ήταν γεμάτοι από λίμνες αίματος, ενώ επίσης ύποπτο ήταν ότι έλειπε και η βάρκα του πλοίου, ενώ το σκοινί που ήταν δεμένη είχε στάλες από αίμα πάνω του.

Αλέξανδρος Ζαΐμης
Το νέο θορύβησε την κυβέρνηση και τον Πρωθυπουργό Αλέξανδρο Ζαΐμηπου ευλόγως φοβόταν τυχόν διεθνείς επιπλοκές. Η Ελληνική κοινή γνώμη αναστατώθηκε καθώς τα αιματηρά εγκλήματα ήταν πολύ σπάνια εκείνα τα χρόνια (ακόμη και οι ληστές σπανίως σκότωναν), ενώ ελλόχευε ο κίνδυνος η δολοφονία Ευρωπαίων και η κλοπή διπλωματικών εγγράφων να δυσφυμούσε την Χώρα διεθνώς, όπως είχε γίνει στην περίπτωση της δολοφονίας των Άγγλων περιηγητών στο Δήλεσι τρεις δεκαετίες πριν. Αμέσως οι Ελληνικές Αρχές ξεκίνησαν έρευνες με επικεφαλής τον αστυνόμο Μήτσα και τον Λιμενάρχη Ανδριόπουλο που ανέλαβαν την εξιχνίαση του εγκλήματος. Η πρώτη εύλογη σκέψη του Ανδριόπουλου ήταν να ψάξει τον βυθό της περιοχής που άραζε το πλοίο θεωρώντας ότι θα βρίσκονταν - πιθανότατα - τα θύματα. Ρώσοι δύτες έψαξαν αυθημερόν την περιοχή και  λίγες ώρες μετά ανέσυραν το άψυχο σώμα του Μπρίτσκι, αλλά δεν βρέθηκε πουθενά το πτώμα του Κόλλερ. Η άποψη του κυβερνήτη του πλοίου φον Ρόϋτερ και της Γερμανικής πρεσβείας ήταν ότι η ληστεία του πλοίου έγινε από Έλληνες που δολοφόνησαν τους δύο Γερμανούς αποκομίζοντας το κιβώτιο. Από Ελληνικής πλευράς, τις έρευνες ανέλαβε ο διευθυντής της αστυνομίας Γενίσερλης, που κατά την άποψη των περισσοτέρων, ήταν ο εξυπνότερος και εμπειρότερος εγκληματολόγος που διέθετε η Ελλάδα τότε.

Ιωάννης Γενίσερλης
Μετά από έρευνα στο τόπο του εγκλήματος ο Γενίσερλης κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι Γερμανοί έκαναν λάθος στις εκτιμήσεις τους. Θεωρούσε πολύ δύσκολο Έλληνες να πλησιάσουν το πλοίο χωρίς να γίνουν αντιληπτοί, ενώ επίσης δύσκολο θα τους ήταν να βρουν τον προσανατολισμό τους καθώς δεν γνώριζαν τους χώρους του πλοίου. Επίσης ήταν ακατανόητο γιατί διέφυγαν με την βάρκα του πλοίου αφού θα είχαν πλησιάσει από την στεριά με την δική τους. Η πιθανότερη εκδοχή των αρχών ήταν ότι το έγκλημα το είχαν διαπράξει Γερμανοί ναύτες του πληρώματος που γνώριζαν τα θύματα, γνώριζαν πως να κινηθούν και που βρισκόταν το κιβώτιο.
Οι Γερμανοί όμως επέμεναν καθώς θεωρούσαν απίθανο Γερμανοί ναύτες να σκότωναν για ένα κιβώτιο που γνώριζαν ότι περιείχε μόνο έγγραφα και ο Γερμανό πρέσβης τηλεγράφησε στην κυβέρνηση του ότι οι δολοφόνοι ήταν Έλληνες ζητώντας την άδεια να τους επικηρύξει. Το νέο των δολοφονιών έκανε πολύ μεγάλη εντύπωση στην Γερμανική κοινή γνώμη, ενώ ο Γερμανικός Τύπος φιλοξενούσε ανθελληνικά δημοσιεύματα χαρακτηρίζοντας τους Έλληνες ως έθνος ληστών και δολοφόνων. Την διεθνή κατακραυγή κατά της Ελλάδας υποδαύλιζαν οι ξένοι ανταποκριτές εφημερίδων που βρίσκονταν στην Αθήνα και οι οποίοι υιοθετούσαν πλήρως το σκεπτικό του Γερμανού κυβερνήτη. Ήταν τόσο σίγουροι οι Γερμανοί για την ενοχή των Ελλήνων ώστε να επικηρύξουν τους Έλληνες εγκληματίες έναντι 1000ων μάρκων. Η επικήρυξη έθιξε τους Έλληνες καθώς θεωρήθηκε ότι οι Γερμανοί θεωρούσαν ότι οι Ελληνικές αρχές δεν μπορούσαν να εξιχνιάσουν το έγκλημα και είχαν ανάγκη της οικονομικής αρωγής των Γερμανών.

Το πολεμικό πλοίο "Lorelei"
Οι Ελληνικές εφημερίδες προσπάθησαν να υπερασπιστούν τις Ελληνικές θέσεις περί αθωότητας των Ελλήνων, όμως το ηθικό της Ελληνικής κοινωνίας είχε τρωθεί από το αποτρόπαιο έγκλημα και στους δρόμους, στην αγορά και στα καφενεία της Αθήνας το κλίμα ήταν βαρύ και όλοι ήταν ιδιαίτερα κατηφείς. Όσο απίστευτο και αν ακούγεται σήμερα, υπήρχε μια πάνδημος αγωνία να αποδειχθεί ότι οι εγκληματίες δεν ήταν Έλληνες, που έφτανε τα όρια της ομαδικής υστερίας. Η λύση του δράματος όμως ήρθε εντελώς απρόσμενα το απόγευμα της 5ης Νοεμβρίου από τον νεαρό εύζωνα Δημήτριο Σαούτη που υπηρετούσε στο αστυνομικό τμήμα της Καλλιθέας. Ο Σαούτης είχε δει σκίτσα του Γερμανού ναύτη Κόλλερ που αναζητούσε εναγωνίως η αστυνομία. Ένα απόγευμα που γύριζε σπίτι του με το τρένο, είδε έναν άνδρα με ξενικά χαρακτηριστικά και ναυτική περιβολή να περπατάει στον δρόμο. Ο Σαούτης πίστεψε ότι ίσως ήταν ο Κόλλερ και κατεβαίνοντας αμέσως στην επόμενη στάση κατάφερε να τον συλλάβει και να ειδοποιήσει τις αρχές.
Στις ανακρίσεις που ακολούθησαν ο Κόλλερ δεν άργησε να παραδεχθεί την ενοχή του: αυτός είχε αιφνιδιάσει τον Μπρίτσκι και τον είχε σκοτώσει πισώπλατα ρίχνοντας το άψυχο σώμα του στην θάλασσα. Αμέσως μετακίνησε με δυσκολία το κιβώτιο στην βάρκα πιστεύοντας ότι περιείχε κάτι πολύτιμο καθώς δεν γνώριζε γράμματα για να διαβάσει την επιγραφή απέξω ότι περιείχε έγγραφα. Τελικώς απέτυχε να ανοίξει το κιβώτιο και το εγκατέλειψε. Αυτό που έκανε εντύπωση στους Έλληνες αστυνομικούς ήταν η απάθεια του Κόλλερ και η ευκολία με την οποία περιέγραφε το φρικαλέο έγκλημα του. Από τον συνδυασμό των καταθέσεων του Κόλλερ και των υπολοίπων ναυτών, ανακαλύφθηκε ότι ο Μπρίτσκι είχε γίνει υπαίτιος να τιμωρηθεί ο Κόλλερ και αυτό είχε εξοργίσει τον δολοφόνο και είχε διευκολύνει την τελική του απόφαση.

Οδός Αθηνάς 1900
Το νέο της ενοχής του Πρώσου ναύτη λύτρωσε κυριολεκτικά τους Έλληνες οι οποίοι πανηγύρισαν με μια ειλικρινή χαρά αποθεώνοντας τον εύζωνα Σαούτη του οποίου σκίτσα κοσμούσαν τα πρωτοσέλιδα όλων των εφημερίδων. Το απόγευμα της 5ης Οκτωβρίου, όμιλοι πολιτών συγκεντρώνονταν σε κάθε γωνιά της πόλης και συζητούσαν το μεγάλο νέο με χαρά και ανακούφιση δοξάζοντας τον Θεό. Ο Κόλλερ κρατήθηκε μέχρι τις 01.00 την νύχτα στο αστυνομικό τμήμα της οδού Ακαδημίας δεχόμενος ερωτήσεις και τότε αποφασίστηκε η μεταφορά του στον Πειραιά για να αποφευχθεί η επαφή του με τον κόσμο. Ενώ όμως γινόταν η μεταφορά του από τέσσερις αστυνομικούς, χιλιάδες Αθηναίοι κύκλωσαν τους πέντε άνδρες και τον εισαγγελέα Λυκουρέζο που συνόδευε την πομπή, ζητωκραυγάζοντας υπέρ της Ελλάδας και της αστυνομίας, ενώ δύο ήταν τα μυριόστομα συνθήματα:
-Δεν είμαστε Γερμανοί!
-Κάτω οι υβριστές μας!

Το αποκορύφωμα του λαϊκού ξεσπάσματος έγινε στον Πειραιά όπου είχε μαζευτεί χιλιάδες κόσμου. Υποδέχτηκαν τον δολοφόνο με γιουχαΐσματα φωνάζοντας τα ίδια συνθήματα υπέρ της Ελλάδας και κατά των υβριστών της. Το πάθος του κόσμου ήταν τέτοιο, που αν ο Κόλλερ έπεφτε στα χέρια του, ασφαλώς θα τον κομμάτιαζε. Τον δολοφόνο περικύκλωσαν 50 αστυνομικοί για να τον γλιτώσουν από το μαινόμενο πλήθος που βρισκόταν σε ομαδική παράκρουση. Άλλοι φώναζαν, άλλοι έβριζαν, άλλοι χόρευαν, ενώ στα γεγονότα πρωτοστατούσαν και γυναίκες κόντρα στα αυστηρά ήθη της εποχής. Ακόμη και στους τοίχους τοιχοκολούνταν αφίσες που έγραφαν "δεν είμαστε Γερμανοί!". Ο Γενίσερλης παρουσιάστηκε και στον Γεώργιο Α΄ για να του αναγγείλει επισήμως την σύλληψη και την ομολογία του Πρώσου ναύτη για να λάβει τα συγχαρητήρια του Βασιλιά για την εξιχνίαση του εγκλήματος από τις Ελληνικές αρχές, ενώ δήλωσε ευτυχής που τελικώς δεν συμμετείχαν Έλληνες στο έγκλημα.
Όλες οι Ελληνικές εφημερίδες της 6ης Νοεμβρίου βγήκαν με διθυραμβικά σχόλια για τις Ελληνικές Αρχές δείχνοντας "αβροφροσύνη" προς τους Γερμανούς δημοσιογράφους, παρατηρώντας ότι δεν επιτρέπεται η εθνικότητα του εγκληματία να σπιλώνει ένα ολόκληρο έθνος. Η όπως έγραφε μια Ελληνική εφημερίδα:
''Υπήρξε ημέρα αποδείξασα και διατρανώσασα, οτι η μικρά μας πατρίς δεν έχει βδελυρούς κακούργους, δυναμένους και διανοηθώσιν έγκλημα ώς το πλημμυρίσαν με αίμα το πολεμικόν σκάφος της ξένης δυνάμεως, αποδείξασα ακόμη, ότι η Ελληνική δικαιοσύνη δεν έχει ανάγκη της επικουρίας των γερμανικών μάρκων του φον Ρόιτερ, των αυθαδώς δωρούμενων εις εκείνων, όστις θα επιδείκνυε τον εγκληματία''.

Ο Σαούτης λατρεύτηκε σαν ήρωας (πολλές εφημερίδες έγραφαν ότι ήταν πολύ εξυπνότερος από τον έμπειρο Γερμανό πλοίαρχο, ενώ χαρακτήριζαν ως συμπαθείς ηλιθίους συλλήβδην τους Γερμανούς αξιωματικούς του πλοίου), ενώ αρνήθηκε να παραλάβει την αμοιβή χιλίων μάρκων που του πρόσφερε η γερμανική πρεσβεία. Τα μακροσκελή χρονικά της σύλληψης που δημοσιεύονταν περιέγραφαν με απίστευτη λεπτομέρεια τις ενέργειες του νεαρού Σαούτη, πως εντόπισε τον καταζητούμενο και με πόση ευγένεια του φέρθηκε αρχικά καθώς δεν ήταν σίγουρος αν ήταν ο ύποπτος. Ο Γερμανός πρέσβης βαρώνος Πλεσσάν προσπάθησε να αμβλύνει τις εντυπώσεις δηλώνοντας πως τα φυλλάδια των επικηρύξεων δεν είχαν τυπωθεί με την άδεια της Γερμανικής πρεσβείας, ενώ ο πλοίαρχος φον Ρόϋτερ που ήταν και ο πλέον εριστικός εναντίον των Ελλήνων, με δηλώσεις του διαμαρτυρήθηκε ότι είχαν παραποιηθεί από τις εφημερίδες όσα είχε πει και σε καμία περίπτωση δεν είχε προσβάλλει τους Έλληνες.
Πηγές
Εφημερίδες ΣΚΡΙΠ, ΕΜΠΡΟΣ και ΑΘΗΝΑΙ, φύλλα 4, 5, 6 Νοεμβρίου 1902

http://hellenichistory4you.blogspot.gr/2014/06/blog-post_11.html
http://www.navypedia.org/ships/germany/ger_conc_lorelei.htm
istorikathemata.com

Ο Μάρτιος στην Λαογραφία μας...

Στο Ιουλιανό και αργότερα στο Γρηγοριανό ημερολόγιο έχει 31 ημέρες. Από τις 19 μέχρι τις 23 Μαρτίου ο ήλιος μπαίνει στον αστερισμό του Κριού. Στις 21 Μαρτίου πραγματοποιείται η αστρονομική έναρξη της άνοιξης με τη λεγόμενη  «εαρινή ισημερία», δηλ. την ίση χρονική διάρκεια ημέρας και νύχτας. Το όνομα του είναι ρωμαϊκής καταγωγής. Είχε οριστεί ως ο μήνας του θεού Μαρς, που αντιστοιχεί  με τον Άρη, το θεό του πόλεμου των αρχαίων Ελλήνων. Άλλοι υποστηρίζουν ότι ήταν  αφιερωμένος στον Mercurius δηλ. τον Ερμή. Οι μεγάλες καιρικές μεταβολές του, έδωσαν αφορμή στη λαϊκή φαντασία να πλάσει μύθους, θρύλους, παροιμίες και  παραδόσεις, που αναφέρονται στα βασικά γνωρίσματα του. Αρκετοί μύθοι ζητούν να αιτιολογήσουν, γιατί ο Μάρτης μια γελά και μια κλαίει. Σύμφωνα με κάποια αθηναϊκή παράδοση ο Μάρτης έχει δυο γυναίκες, την μια πολύ όμορφη και φτωχή, την άλλη πολύ άσκημη και πολύ πλούσια. Ο Μάρτης κοιμάται στη μέση. Όταν γυρίζει προς την άσκημη, κατσουφιάζει, μαυρίζει και σκοτιδιάζει όλος ο κόσμος, όταν γυρίζει από την όμορφη, γελάει, χαίρεται και λάμπει όλος ο κόσμος. Αλλά τις περισσότερες φορές γυρίζει από την άσχημη γιατί αυτή είναι πλούσια και τρέφει και τη φτωχή και όμορφη.
                 Άλλες ονομασίες: Ανοιξιάτης, Κλαψομάρτης, Πεντάγνωμος, Φυτευτής και Βαγγελιώτης (λόγω Ευαγγελισμού)
                
ΕΡΓΑΣΙΕΣ:
                 Όργωμα & σβάρνισμα.
                 Σπορά καλαμποκιού & τριφυλλιού.
                 Φύτεμα καλοκαιρινής πατάτας, ντομάτας, μελιτζάνας, πιπεριάς & κολοκυθιάς.
                 Ψεκασμός & θειάφισμα δέντρων.
                 Αποκοπή μικρών αρνιών από τις μάνες τους.
                
ΕΘΙΜΑ-ΠΡΟΛΗΨΕΙΣ:
                 «ΜΕΡΟΜΗΝΙΑ». Οι πρώτες μέρες του Μάρτη. Μέρες δηλ. που από τις καιρικές συνθήκες τους μπορούν να γίνουν σχετικές προγνώσεις για όλο το χρόνο.
                
«ΜΑΡΤΗΣ» (1/3). Πανελλήνιο έθιμο της πρωτομαρτιάς. Είναι η συνήθεια να δένουν οι μητέρες στο χέρι ή στο πόδι των παιδιών τον λεγόμενο «Μάρτη», κορδόνι από λευκό και κόκκινο νήμα, για να τα προφυλάξουν από τις ακτίνες του μαρτιάτικου ήλιου, οι οποίες θεωρούνται πολύ επικίνδυνες. Για ν’ αποτρέψουν την επίδραση του ήλιου έδεναν στον καρπό του χεριού ή και στο μεγάλο δάχτυλο του ποδιού τον «μάρτη», δηλαδή μια λινή κλωστή, άσπρη και κόκκινη ή και χρυσή, στριμμένη, αφού πριν την κρέμαγαν σε κλώνους τριανταφυλλιάς και την εκθέσουν τη νύχτα στα άστρα. Τον «μάρτη» τον φορούσαν ως την Ανάσταση. Τότε τον έβγαζαν και τον έδεναν στην τριανταφυλλιά, για να πάρουν το χρώμα της. Αλλού τα παιδιά κρατούν τον «μάρτη» μέχρι να πρωτοδούν χελιδόνι ή πελαργό. Το δεύτερο κακό που ο λαός φοβάται, τις τρεις πρώτες, τις τρεις μεσαίες και τις τρεις τελευταίες ή τις δέκα-δώδεκα πρώτες μέρες του Μαρτίου, είναι οι Δρίμες, όντα δαιμονικά, που κάνουν κακό στα ξύλα, ρούχα και σώματα. Όσα πανιά πλυθούν τότε, λιώνουν, όσα ξύλα κοπούν, σαπίζουν. Γι’ αυτό ή αποφεύγουν ολότελα να πλύνουν τις μέρες αυτές ρούχα ή, αν πλύνουν, ρίχνουν στο νερό πέταλο, γιατί το σίδερο, όπως πιστεύουν, είναι γιατρικό, αποτρέπει δηλαδή τα δαιμόνια. Επίσης δε λούζονται, δεν κόβουν ξύλα και αποφεύγουν και άλλες εργασίες.
               
«ΧΕΛΙΔΟΝΙΣΜΑ» (1/3). Πρωτομαρτιάτικο έθιμο της Β. Ελλάδας & των νησιών του Αιγαίου. Ένα μελωδικό καλωσόρισμα της Άνοιξης με ειδικά τραγούδια που λέγουν τα παιδιά γυρίζοντας από σπίτι σε σπίτι κρατώντας στεφάνι λουλουδιών ή ένα κλαδί από κισσό & ομοίωμα χελιδονιού, που έχει ένα «μαγικό χαρακτήρα»:
                                    Χελιδόνα έρχεται, από Μαύρη θάλασσα.
                                    Θάλασσα επέρασε. Έκατσε και λάλησε…
                                   Μάρτης μας ήρθε, τα λουλούδια ανθίζουν,
                                  Όξω ψύλλοι και κοριοί, μέσα υγεία και χαρά…
                Στην περιοχή του Πύργου Ηλείας τραγούδαγαν:
                                    χελιδονάκι πέταξε, ήβρε κήπον κι έκατσε,
                                  και γλυκοκελάηδησε, Μάρτη, Μάρτη μου καλέ.
                                 Μάρτη, Μάρτη μου καλέ  και Απρίλη θαυμαστέ,
                             τα πουλάκια αβγά γεννούν κι αρχινούν να τα κλωσούν.

                Τα παιδιά, με το τραγούδι τους, επικαλούνται τα αληθινά χελιδόνια, να έρθουν στον τόπο τους και μαζί μ’ αυτά η άνοιξη. Η νοικοκυρά παίρνει λίγα φύλλα κισσού από το καλάθι της χελιδόνας, τα τοποθετεί στο κοτέτσι, για να γεννούν πολλά αυγά οι κότες, και δίνει ένα ή δυο αυγά στα παιδιά που ξεκινούν για άλλο σπίτι. Όπως είναι γνωστό, ο βαθυπράσινος κισσός είναι σύμβολο της αειθαλούς βλαστήσεως και θεωρείται μέσο ικανό να μεταδώσει τη θαλερότητα και τη γονιμότητα στις όρνιθες και τα άλλα ζώα.
                 Έπαιρναν για αμοιβή  γλυκίσματα και χρήματα, κάτι ανάλογο με την αμοιβή από τα κάλαντα, δίνοντας ευχές για ευημερία και ευγονία. Πρόκειται για έθιμο που κατάγεται από την αρχαιότητα, όπως αποδεικνύει το «χελιδόνισμα», δηλαδή το τραγούδι της χελιδόνας, που μας παρέδωσε ο Αθήναιος γύρω στα 200μ.Χ., αλλά ανάγεται σε πολύ παλιότερα χρόνια. Η ομοιότητα του τραγουδιού με το σημερινό όχι μόνο εννοιολογική αλλά εν μέρει λεκτική, είναι ολοφάνερη
               
ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΣΑΡΑΝΤΑ (9 Μαρτίου)
                Στη συνείδηση του λαού ο αριθμός 40 είναι ιερός. Γι’ αυτό και οι άγιοι Σαράντα, που μαρτύρησαν το 320 στη Σεβάστεια, λατρεύονται ιδιαίτερα από το λαό. Όλες οι συνήθειες και οι προλήψεις της ημέρας αυτής βάση έχουν τη θρησκευτική ή τη μαγική σημασία του αριθμού 40.
                Συνηθίζονται οι σαραντόπιττες, δηλαδή πίτες με σαράντα φύλλα, ή 40 τηγανίτες ή φαγητά από 40 ειδών χόρτα ή όσπρια που τα μοιράζουν για την ψυχή των ζωντανών.
                Κοινότατη είναι η παροιμία: Σαράντα φας, σαράντα πιείς, σαράντα δώσ’ για την ψυχή
               
ΚΑΘΑΡΗ ΔΕΥΤΕΡΑ. Ταυτισμένη με τα Κούλουμα (ομαδική έξοδος στις εξοχές), το Γαϊτανάκι (το γαϊτανάκι ήταν ένας ειδικός χορός, στον οποίο τα καρναβάλια κινούνταν γύρω από ένα ψηλό κοντάρι, κρατώντας πολύχρωμες ταινίες, δεμένες στην κορυφή του κονταριού, "πλέκοντας" μ΄αυτό τον τρόπο το γαϊτανάκι) και το πέταγμα χαρταετών [τσερκένια (Σμύρνη), ουτσουρμάδες (Κων/πολη), πουλία (Πόντος), πετάκια (Θράκη), αετός- μύλος- ψαλίδα- άστρο-φωτοστέφανο (κυρίως Ελλάδα), φυσούνα (Επτάνησα)] . Επίσης χαρακτηριστικά της γνωρίσματα είναι η αθυροστομία, τα αλληλοπειράγματα, τα σκώμματα, η σάτιρα & το νηστίσιμο τραπέζι με τα τουρσί, κρεμμυδάκια φρέσκα, ραπανάκια, ταραμά, αλάδωτα όσπρια, τους χαλβάδες, τα θαλασσινά, τα ντολμαδάκια, μα πάνω απ’ όλα την γνωστή σε όλους μας λαγάνα (είδος ψωμιού άζυμου, δηλ. χωρίς προζύμι). 
                «ΚΥΡΑ-ΣΑΡΑΚΟΣΤΗ». Έθιμο που συναντάται σε όλη την Ελλάδα. Για τη μεγάλη νηστεία του Πάσχα (40 ημερών), παρίσταναν τη Μεγάλη Σαρακοστή σαν μία γυναίκα με όλα τα χαρακτηριστικά της νηστείας: ξερακιανή, αυστηρή, χωρίς στόμα, με χέρια σταυρωμένα (γιατί είναι όλο προσευχή), με σταυρό στο κεφάλι και με 7 πόδια, όσες και οι βδομάδες για το Πάσχα. Την έφτιαχναν από χαρτόνι ή πανί παραγεμισμένο με πούπουλα και την κρεμούσαν από το ταβάνι (σαν είδος ημερολογίου, αφού εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν ημερολόγια). Κάθε βδομάδα (ημέρα Σάββατο) που περνούσε έκοβαν κι από ένα πόδι μέχρι να φτάσει το Πάσχα. Το τελευταίο πόδι το έβαζαν μέσα σ’ ένα ξερό σύκο ή σ’ ένα καρύδι. Όποιος το ‘βρισκε ήταν ο τυχερός.
                 Σε μερικά μέρη, αντί του σκίτσου, οι γιαγιάδες έφτιαχναν την Κυρά-Σαρακοστή με νηστίσιμο ζυμάρι. Αφού την έψηναν, την έβαζαν στα εικονίσματα. Κάθε Σάββατο κατέβαινε από τη θέση της για να της κοπεί ένα πόδι.
                 Το τραγούδι της Κυράς Σαρακοστής είναι:
                                    Την Κυρά Σαρακοστή, που είναι έθιμο παλιό
                                  οι γιαγιάδες μας τη έφτιαχναν με αλεύρι και νερό.
                                   Για στολίδι της φορούσαν στο κεφάλι της σταυρό
                                   μα το στόμα της ξεχνούσαν, γιατί νήστευε καιρό.
                               Και τις μέρες τις μετρούσαν  με τα πόδια της τα επτά
                                 έκοβαν ένα τη βδομάδα μέχρι να ‘ρθει η Πασχαλιά.
                
«Η ΦΟΒΕΡΑ ΤΟΥ ΚΟΥΚΑΡΑ» (Πόντος). Ο Κουκαράς ήταν ένα σκιάχτρο, που έφερνε σε θεογνωσία τους μικρούς κι ανήξερους. Ήταν ένα κρεμμύδι μεγάλο με μουστάκες (ίνες της ρίζας του), μαυρισμένο καλά. Και οι μουστάκες του καψαλισμένες για να μαυρίζουν κι αυτές. Μάτια άσπρα, φτιαγμένα με κιμωλία. Στα πλευρά του-στη μεγάλη διάμετρο της μέσης του-ολόγυρα μπηγμένα κάθετα και σε ίσα διαστήματα μεταξύ τους, 7 φτερά από κότα, ισάριθμα με τις εβδομάδες της Μεγάλης Σαρακοστής. Το έδεναν από την ουρά και το κρέμαγαν νωρίς το πρωί της Καθαρής Δευτέρας από τη μέση της οροφής της τραπεζαρίας.
                
25η ΜΑΡΤΙΟΥ. Η επέτειος της Εθνεγερσίας & ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου. Τότε οι βοσκοί της Κρήτης οδηγούν τα αιγοπρόβατα από τα χειμαδιά στα ορεινά μέρη, σύμφωνα με την παροιμία:
«Κούρευε, κουδούνωνε και στα όρη ανέβαινε».
                 Ορισμένες λαϊκές συνήθειες έχουν βάση την αντίληψη ότι η εαρινή περίοδος αρχίζει την ημέρα του Ευαγγελισμού. Έτσι στην Ήπειρο τα παιδιά παίρνουν ένα ταψάκι ή ταβά χωματένιο, το χτυπούν μ’ ένα κουτάλι και λένε: Φευγάτε, φίδια, γκουστερίτσια, σήμερα είναι του Ευαγγελισμού!                 Αλλού τα κορίτσια βγαίνουν στους αγρούς, κάθονται πάνω στα σπαρτά και τ’ αγκαλιάζουν. Αλλού κάνουν κούνια και κουνιούνται (τραγούδια καλημεριστά). Η αποχή από κάθε εργασία την ημέρα αυτή είναι, εξαιτίας δεισιδαιμονικών φόβων, απόλυτη: δε σαρώνουν, δε βγάζουν νερό από το πηγάδι, ούτε λάδι από το κιούπι, δεν ανοίγουν σεντούκι, δεν πάνε στα περιβόλια κλπ.
                 Τη μέρα του Ευαγγελισμού καμιά γυναίκα δεν έπρεπε να μείνει έγκυος, έλεγε ο λαός, γιατί το παιδί θα γεννηθεί ανήμερα τα Χριστούγεννα. Και τα παιδιά που γεννιούνται Χριστούγεννα δεν προκόβουν ή γίνονται καλικαντζαράκια. Και βέβαια αυτή τη μέρα δεν κάνουν καμιά δουλειά. Ούτε το σεντούκι δεν άνοιγαν.                                             Στη Σωζόπολη Θράκης λένε πως ούτε τα χελιδόνια φτιάχνουν τη φωλιά τους αυτή τη μέρα. Τόσο μεγάλη γιορτή είναι.
                
«ΜΕΡΕΣ ΤΗΣ ΓΡΙΑΣ». Λέγονται οι τελευταίες μέρες του Μάρτη. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν μια γριά που θέλησε να κοροϊδέψει τον Μάρτιο, νομίζοντας ότι γλίτωσε αρνιά και κατσίκια από το κρύο και το χιόνι του, είπε:
-Πριτς, Μάρτη μου, τα γλίτωσα τα κατσικάκια μου!
                Αυτός όμως έκαμε τις τελευταίες μέρες του τόσο δυνατή κακοκαιρία, που η γριά και τα ζώα πέτρωσαν από το κρύο.
               
ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ:
                «Aκόμη και στις δεκαοχτώ έχει το μάτι του ανοιχτό».
                «Aκόμη στις δεκαοχτώ, ψοφάει η πέρδικα στ' αυγό. Λένε και στις τριάντα, μα δεν ηξεύρω γιάντα».
                «Aν κάνει ο Mάρτης δυο νερά κι ο Aπρίλης πέντε-δέκα, να δεις το κοντοκρίθαρο πως στρίβει το μουστάκι, να δεις και τις αρχόντισσες πως ψιλοκλεισιρίζουν, να δεις και τη φτωχολογιά πως ψιλοκοσκινάει».
                «Mάρτης άβροχος, μούστος άμετρος».
                «Mάρτης γδάρτης και κακός παλουκοκαύτης».
                «Mάρτης γδάρτης και κακός παλουκοκαύτης. Και σαν τύχει και θυμώσει, μες στο χιόνι θα μας χώσει».
                «O Mάρτης το πρωί χιόνισε, κι ο γάιδαρος ψόφησε (από το κρύο). Το μεσημέρι βρώμισε (από τη ζέστη), και το βράδυ τον πήρε το ποτάμι (από τη βροχή)».
                «O Μάρτης ο κλαψόγελος».
                «Tο Mάρτη ξύλα φύλαγε, μην κάψεις τα παλούκια».
                «Αλί στα μαρτοκλάδευτα και τ’ απριλοσκαμένα» [δηλ. Το Μάρτη δεν πρέπει να κλαδεύεται τίποτα και τον Απρίλη να σκάβεται η γη]
                «Αν κάνει ο Μάρτης δυο νερά κι ο Απρίλη άλλο ένα, χαρά σε εκείνον το γεωργό Που’ χει στη γη σπαρμένα».
                «Αν κάνει ο Μάρτης δυο νερά, κι ο Απρίλης άλλο ένα, χαρά σε εκείνον το ζευγά που 'χει πολλά σπαρμένα».
                «Από Μάρτη καλοκαίρι κι από Αύγουστο χειμώνα».
                «Από Μαρτιού πουκάμισο κι απ’ Αύγουστο σεντόνα».
                «Από Μαρτιού πουκάμισο, κι απ' Αύγουστο σεγκούνι».
                «Απρίλης έχει τα χάδια κι ο Μάρτης τα δαυλιά».
                «Βροντή Μαρτιού, φίλεμα με καρύδια».
                «Κάλλιο Μάρτης καρβουνιάρης, παρά Μάρτης λιοπυριάρης».
                «Κάλλιο Μάρτης στα δαυλιά, παρά στα προσηλιακά».
                «Κάλλιο Μάρτης στις γωνιές παρά Μάρτης στις αυλές» [δηλ. Καλύτερα το Μάρτη να ‘χει κρύο παρά ζέστη]
                «Καλοκαιριά της Παπαντής, μαρτιάτικος χειμώνας».
                «Λείπει ο Μάρτης από τη Σαρακοστή;»
                «Μάρτη και Σεπτέμβρη ίσια τα μεσάνυχτα» [ισημερία]
                «Μάρτης άβρεχτος, μούστος άμετρος» [δηλ. όταν ο Μάρτης δεν έχει βροχές, ωφελούνται πολύ τα αμπέλια]
                «Μάρτης βρέχει, θεριστάδες χαίρονται».
                «Μάρτης βρέχει; Ποτέ μην πάψει».
                «Μάρτης βροχερός, θεριστής κουραστικός».
                «Μάρτης δίμουρος. Μάρτης πεντάγνωμος».
                «Μάρτης έβρεχε, Θεριστής τραγούδαγε».
                «Μάρτης έβρεχε, θεριστής χαιρότανε».
                «Μάρτης είναι, χάδια κάνει, πότε κλαίει, πότε γελάει».
                «Μάρτης κλαψής, θεριστής χαρούμενος».
                «Μάρτης πουκαμισάς, δεν σου δίνει να μασάς».
                «Μη σε γελάσει ο Μάρτης το πρωί και χάσεις την ημέρα» [δηλ. μη νομίσεις ότι ο καιρός θα είναι κακός όλη την ημέρα και δεν πας στη δουλειά σου]
                «Ξύλα φύλαγε τον Μάρτη, να μην κάψεις τα παλούκια».
                «Ο Αύγουστος για τα πανιά κι ο Μάρτης για τα ξύλα».
                «Ο ήλιος του Μαρτιού, τρυπάει κέρατο βοδιού».
                «Ο καλός Μάρτης στα κάρβουνα, κι' ο κακός στον ήλιο».
                «Ο Μάρτης εδιαλάλησε, μικρά μεγάλα πάνω» [δηλ. μεγαλώνουν όλα τα φυτά]
                «Ο Μάρτης έχει τ' όνομα, κι ο Απρίλης τα λουλούδια».
                «Ο Μάρτης ο πεντάγνωμος ώρα στον ήλιο, ώρα στον τοίχο» [δηλ. εκεί που κάθεσαι στον ήλιο, πιάνει κρύο και πας δίπλα στο τζάκι]
                «Ο Μάρτης ο πεντάγνωμος, εφτά φορές χιόνισε και πάλι το μετάνιωσε που δεν εξαναχιόνισε!»
                «Ο Μάρτης το πρωί πηλά (λάσπες) και το βράδυ χώματα» (το πρωί βρέχει και μέχρι το βράδυ έχει στεγνώσει).
                «Ο Μάρτης το πρωί το ψόφησε, και το βράδυ το βρόμισε».
                «Ο Μάρτης ως το γιόμα ψοφάει το βόδι (από το κρύο) κι ως το βράδυ το βρωμίζει (από τη ζέστη)».
                «Ο Μάρτης ώρα βρέχει και χιονίζει κι ώρα μαρτολουλουδίζει».
                «Όλες του Μάρτη φύλαγε και τ' Απριλίου τις δώδεκα, ότι ακόμη και στις δεκαοχτώ πέρδικα ψόφησε στ' αβγό».
                «Όλοι οι μήνες καιν τα ξύλα και ο Μάρτης τα παλούκια».
                «Οπού ‘χει κόρη ακριβή, του Μάρτη ήλιος μην τη δει».
                «Ούτε ο Αύγουστος χειμώνας, ούτε ο Μάρτης καλοκαίρι».
                «Σαν ρίξει ο Μάρτης δυο νερά κι Απρίλης άλλο ένα χαράς σ' εκείνο το ζευγά που ‘χει πολλά σπαρμένα».
                «Σαν ρίξει ο Μάρτης μια βροχή κι Απρίλης άλλη μία, να δεις κουλούρες στρογγυλές και πίττες σαν αλώνι».
                «Στων αμαρτωλών τη χώρα, το Mαρτάπριλο χιονίζει».
                «Τα λόγια σου είναι ψεύτικα σαν του Μαρτιού το χιόνι, που το ρίχνει από βραδύς και το πρωί το λιώνει».
                «Τα παλιά παλούκια καίει, τα καινούρια πάει και φέρνει».
                «Το Μάρτη ξύλα φύλαγε κι άχερα των βοδιώνε και λίγα ξυλοκέρατα να δίνεις των παιδιώνε».
                «Το Μάρτη τον πεντάγνωμο οπού γελά και κλαίει, Θα τόνε τιμωρήσουμε ψέματα να μη λέει».
                «Το Μάρτη φύλαε άχερα, μη χάσεις το ζευγάρι».
                «Τον Μάρτη κι αν τον αγαπάς φίλο μην τον κάνεις».
                «Τον Μάρτη χιόνι βούτυρο, μα σαν παγώσει μάρμαρο».
                «Του Mάρτη του αρέσει, να είναι πάντα στο διπλό, μια στις δέκα να έχει ήλιο, και τις άλλες ξυλιασμό».
                «Του Μάρτη και του Τρυγητή ίσα τα ημερόνυχτια».
                «Του Μάρτη ο ήλιος βάφει, και πέντε μήνες δεν ξεβάφει».
                «Του Μάρτη οι αυγές με κάψανε, του Μάη τα μεσημέρια».
                «Τσοπάνη μου την κάπα σου, το Μάρτη φύλαγε την».

Πηγή

Πρωτοπρ. Διονύσιος Τάτσης, «Ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν»

«Ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν»
Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Διονυσίου Τάτση
ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ οἱ ἄνθρωποι βλέπουν τούς ἀληθινούς χριστιανούς μέ περιφρόνηση καί συχνά τούς χλευάζουν, γιατί δέν εἶναι ὅμοιοί τους. Νομίζουν ὅτι ἔτσι μποροῦν νά δικαιολογήσουν τήν δική τους ἀπιστία καί νά ἡσυχάσουν τή συνείδησή τους.
 Ἐκεῖνο ὅμως πού ἔχει ἐνδιαφέρονεἶναι νά μάθουν οἱ χριστιανοί τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο πρέπει νά ἀντιμετωπίζουν τούς χλευαστές τουςὉ Ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς συμβούλευε ὅτι στό χλευασμό πρέπει νά ἀπαντοῦμε μέ χαμόγελο. Ὁ χλευασμός τῶν κοσμικῶν πρός τούς χριστιανούς προέρχεται ἀπό τή μοχθηρή καρδιά τους, ἐνῶ τό χαμόγελο τῶν χριστιανῶν ἀπό τήν ἔλλειψη κακίας.
Ὁ χλευασμός ἁρμόζει στήν ἄγνοιαἐνῶ στή γνώση ἁρμόζει τό χαμόγελοὉ χλευασμός κάνει πιό ἔντονη τήν προσευχή, ἀλλά «αὐξάνει καί τήν τιμή τῆς προσευχῆς μπροστά στόν αἰώνιο Δικαστή.
Ἀφοῦ στόν Θεό εἶναι πιό ἀγαπητή ἡ προσευχή τῆς θαρραλέας ψυχῆς, περικυκλωμένης ἀπό τά βέλη τῆς κακίας, τοῦ μίσους, τοῦ φθόνου καί τοῦ χλευασμοῦ. Ὅλα αὐτά τά βέλη ἔχουν ἀμβλυμένη τήν κορυφή καί αἰχμηρή τήν βάση, ὥστε ἀποκρούονται ἀπό αὐτή καί λαβώνουν τούς ἴδιους τούς τοξότες».
 Ὅταν ὁ χριστιανός εἶναι σταθερός στή ζωή του καί τηρεῖ τίς ἐντολέςχωρίς νά ἐπηρεάζεται ἀπό τούς χλευασμούςσύντομα θά διαπιστώσει ὅτι οἱ χλευασμοί τόν ὠφελοῦνγιατί τόν ὠθοῦν γιά κάτι πε-ρισσότεροδηλαδή γιά ἐνεργότερη προσευχή καί ἐντονότερο πνευματικό ἀγώναΘά συμβεῖ ἀκόμα καί αὐτό πού δέν φανταζόταν. «Θά σταματήσει ὁ χλευασμός καί θά ἀρχίσει νά γίνεται συναίνεση καί θαυ- μασμός καί ἔπαινος».
Ὁ Χριστός εἶπε «ἀγαπᾶτε τούς ἐχθροὺς ὑμῶν» (Ματε΄ 44), γιατί μᾶς κάνουν καλό χωρίς νά τό ξέρουνὉ Ἅγιος Νικόλαος ἔλεγε: «Πικραίνοντάς μας καί στεναχωρώντας μας, ἀνάβουν τή φλόγα τοῦ θεϊκοῦ πυρός μέσα μας. Γαβγίζοντας πισώπλατα, ὅταν ἐμεῖς βαδίζουμε στόν ναό τοῦ Θεοῦ, μᾶς σπρώχνουν πιό κοντά στόν Θεό. Κάνοντάς μας τή γῆ πιό ἀνιαρή, μᾶς κάνουν τόν οὐρανό ἀκόμα πιό ἀγαπητό. Ἡ παγωνιά καί ὁ ἄνεμος δέν σκέφτονται τό καλό τοῦ δέντρου, ἀλλά, ἄν καί ἄθελά τους, τοῦ κάνουν καλό. Ἔτσι συμβαίνει καί μέ τούς ἐχθρούς μας».
Ἐκεῖνος πού θά πετύχει αὐτό, θά ἐλευθερωθεῖ κυριολεκτικά ἀπό πολλές δυσάρεστες καταστάσεις, πού τοῦ δημιουργοῦν γνωστοί καί ἄγνωστοι ἄνθρωποι. Οἱ ποικίλες ἐπιθέσεις πού θά δέχεται θά τόν ἀφήνουν ἀδιάφορο. Στήν περίπτωση ὅμως πού δέν ὑπάρχει πνευματική ζωή, παραμένει ἡ πικρία ἀπό τό χλευασμό καί ἡ ἀντιμετώπισή του εἶναι σχεδόν ἀδύνατη.

Ορθόδοξος Τύπος, 27/1/2015 
Το είδαμε εδώ

Το κήρυγμα της Κυριακής: Κυριακή της Ορθοδοξίας



Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης

Ο άνθρωπος γιορτάζει πολλούς θριάμβους. Καθημερινά έχει επιτεύγματα και υπέροχες νίκες. Κραυγές χαράς ακούγονται από κάθε σημείο της γης όταν η μια ανακάλυψη δέχεται την άλλη.
Δεν είναι όμως μόνο οι θρίαμβοι αυτοί. Διότι ο άνθρωπος δεν είναι μόνο μυαλό και τεχνικές κατακτήσεις. Είναι και πνεύμα. Είναι και ψυχή. Για το λόγο αυτό υπάρχουν και άλλου είδους θρίαμβοι. Θρίαμβοι στη σφαίρα του πνεύματος.
Ένα τέτοιο θρίαμβο γιορτάζουμε σήμερα. Τον θρίαμβο της Ορθοδοξίας. Δηλαδή, πανηγυρίζουμε τον θρίαμβο της αληθινής πίστης, τον θρίαμβο ενάντια στις αιρέσεις, δηλαδή τη διαστροφή της αλήθειας που κήρυξε ο Χριστός, τη νίκη εναντίον των εικονοκλαστών και την αναστήλωση των εικόνων το 843 μ. Χ. στην Κωνσταντινούπολη. Η ορθόδοξη πίστη ύστερα από τόσους αγώνες, από κατατρεγμούς και διωγμούς, μαρτύρια και κατακόμβες πέρασε στον θρίαμβο. Οι μεγάλοι Πατέρες και οι Σύνοδοι μάς χάρισαν την μόνη σωστή πίστη, την μόνη ανόθευτη διδασκαλία. Και παράλληλα με τη ζωή τους οι Άγιοι, οι Μάρτυρες και οι Όσιοι μάς έδωσαν το τέλειο πρότυπο.
Ο συνδυασμός της καθαρότητας της διδασκαλίας με την αγνότητα της ζωής είναι η Ορθοδοξία. Η λάμψη της αλήθειας και η ευωδία της αγιότητος είναι το σύμβολο της πίστεως ενσαρκωμένο στην καθημερινή μας ζωή.
Αυτή είναι η βαριά μας κληρονομιά. Αυτή την Ορθοδοξία καλούμαστε να διαφυλάξουμε και στην εποχή μας, από τόσους και τόσους εχθρούς που μάς πολιορκούν.
Είναι πρώτα οι πολέμιοι του ορθόδοξου δόγματος, της μόνης ανόθευτης διδασκαλίας. Είναι εκείνοι που εγκαταλείπουν «τό λογικόν καί ἂδολον γάλα» της ορθόδοξης διδασκαλίας για να τραφούν με τους «βεβήλους καί γραώδεις μύθους». Είναι οι αιρετικοί, που σαν λύκοι βαρείς αποδεκατίζουν το ποίμνιο των πιστών. Οι διάφορες ομάδες των αιρετικών που τρέχουν από σπίτι σε σπίτι, κτυπούν κάθε πόστα και μεταδίδουν το δηλητήριο της πλάνης τους. Μερικοί, δυστυχώς, παρασύρονται από τα γλυκόλογά τους και τις ψεύτικες υποσχέσεις τους. Αρνούνται την πίστη που έχει ποτισθεί με τόσο αίμα, τόσο δάκρυ, τόσο πόνο, και γίνονται οπαδοί της αίρεσης. Πόσο φοβερό είναι κάτι τέτοιο. Πόσο πρέπει να λυπούμαστε αυτούς τους ανθρώπους και να κρατάμε πάντα την πόστα του σπιτιού και της καρδιάς μας κλειστή στους εχθρούς αυτούς της Ορθοδοξίας.
Αυτό ας είναι και το δικό μας σύνθημα και αυτό το σύνθημα ας μεταδίδουμε και στους γύρω μας: Κλειστές οι πόστες της ψυχής και του σπιτιού στον κάθε πλανεμένο, στον κάθε αιρετικό. Ούτε κουβέντες μαζί του, ούτε από περιέργεια να πιάνουμε στα χέρια μας τα βιβλία και περιοδικά τους. Έχουμε, ευτυχώς, όσο άφθονη ορθόδοξη πνευματική τροφή που δεν χρειαζόμαστε τα έντυπά τους.
Δεν είναι όμως μόνο αυτοί εχθροί της Ορθοδοξίας. Εδώ, ας επιτραπεί να κάνουμε μια αληθινή διαπίστωση. Μπορεί κι εμείς οι Ορθόδοξοι χριστιανοί να γίνουμε εχθροί της Ορθοδοξίας, χωρίς να παρασυρθούμε από αιρετικούς και να αφήσουμε την πίστη μας. Και γινόμαστε εχθροί και δολιοφθορείς του θείου τούτου Οικοδομήματος όταν, ενώ πιστεύουμε, δεν ζούμε σαν ορθόδοξοι. Όταν έχουμε μόνο φύλλα και όχι καρπούς. Όταν δεν παρουσιάζουμε στην εποχή μας τους καρπούς του Αγίου Πνεύματος: την αγάπη, την χαρά, την μακροθυμία, την αγαθότητα, την πραότητα, την δικαιοσύνη. Όταν αφήνουμε να εγκατασταθούν μέσα μας «ἒχθραι, ἓρεις, ζῆλοι, θυμοί, ἐριθεῖαι, διχοστασίαι».
Τότε «δι’ ἡμᾶς βλασφημεῖται τό ὂνομα τοῦ Θεοῦ», διαβάλλεται δηλαδή στην κοινωνία μας. Τότε δίνουμε, σ’ όσους ζητούν αφορμή, να κατηγορήσουν την πίστη. Πόσες και πόσες φορές δεν έχουμε ακούσει για τον ένα ή τον άλλο: Κάνει τον χριστιανό και όμως είναι τέτοιος και τέτοιος. Και πόσοι άλλοι μένουν μακριά από το ναό ή από τα μυστήρια της Εκκλησίας μας εξ αιτίας της ανάρμοστης διαγωγής του ενός ή του άλλου κληρικού.
Ήρθε όμως η ώρα να προσπαθήσουμε να ζήσουμε το μοναδικό συνδυασμό αλήθειας και αγιότητας. Αποστολή μας είναι να παρουσιάσουμε στην εποχή μας πίστη και ηθική.
Πίστη θερμή, αδιάσειστη στο ορθόδοξο δόγμα, μετουσιωμένο σε ηθική ζωή, σε ζωή αρετής και αγιότητας. Οι καιροί μας θέλουν ηθικά αναστήματα που δεν λιποψυχούν στις όποιες δυσκολίες, που δεν κάμπτονται μπροστά σε καμιά πίεση. Δεν κάνουν συμβιβασμούς, υποχωρήσεις. Κρατούν πολύ ψηλά τη σημαία τους.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ = ΣΥΝΕΠΕΙΑ ΚΑΙ ΟΡΘΟΠΡΑΞΙΑ Αποστολικό ανάγνωσμα Κυριακής της Ορθοδοξίας (Εβρ. ια' 24-26, 32-40)

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ = ΣΥΝΕΠΕΙΑ ΚΑΙ ΟΡΘΟΠΡΑΞΙΑ
Αποστολικό ανάγνωσμα
Κυριακής της Ορθοδοξίας
(Εβρ. ια' 24-26, 32-40)

Κυριακή τής Ορθοδοξίας! Ένας σταθμός πνευματικός μέσα στον ενιαυτόν τής Χρηστότητος του Κυρίου που κάνει τον κάθε συνειδητό πιστό αλλά και ολόκληρο το εκκλησιαστικό σώμα να χαίρει για την διηνεκή νίκη τής Ορθοδόξου πίστεώς μας, αλλά και να αντλεί δυνάμεις για την έως τέλους ευλογημένη πορεία.
Στο καταπληκτικό Αποστολικό ανάγνωσμα της εορτής, που κάθε στίχος του περιλαμβάνει και ολόκληρη βιβλική ιστορία, βλέπουμε να κατέχει περίοπτη θέση ο μεγάλος προφήτης Μωυσής. Ο ηγέτης τού εκλεγμένου λαού, ο οποίος έζησε χίλια πεντακόσια έτη προ Χριστού και εν τούτοις υπέστη παθήματα, που τον παρουσιάζουν ως άνθρωπον ο οποίος είχε ενώπιόν του και εμιμείτο το πρότυπον του Χριστού. Αλλ' εκτός αυτού, τα όσα έπασχε, τα δέχεται με υπομονή χάριν Αυτού τού Χριστού, αφού κατά την Γραφή και τους Πατέρες, Αυτός που αοράτως προστάτευε και καθοδηγούσε τον αρχαίον Ισραήλ ήταν αυτός ο ίδιος ο Χριστός. Ο άσαρκος Υιός και Λόγος τού Θεού, ο αρχηγός τού νέου Ισραήλ τής Χάριτος, τουτέστιν της Εκκλησίας. Η ιστορία είναι γνωστή. “Ένεκα της πίστεως, ο Μωυσής, όταν ανδρώθηκε, αρνήθηκε να λέγεται υιός τής θυγατέρας του Φαραώ. Προτίμησε μάλλον να συγκακουχείται με το λαό του Θεού, παρά να έχει πρόσκαιρη αμαρτωλή απόλαυση. Και από τους θησαυρούς τής Αιγύπτου, θεώρησε μεγαλύτερο πλούτο τον εξευτελισμό, όμοιο με εκείνον που υπέφερε ο Χριστός, διότι απέβλεπε στην θεία ανταπόδοση”.
Επιβάλλεται όμως να εμβαθύνουμε έστω και για λίγο στο σημείο αυτό, διότι έχει να κάνει με την ουσία τής πίστεώς μας και άρα με τον θησαυρό τής Ορθοδοξίας μας που εορτάζουμε.
Εάν για τον Μωυσή ο ονειδισμός τού Χριστού αποτελούσε πλούτο και δόξα, πολύ περισσότερο αυτός ο ονειδισμός αποτελεί αγία κατάσταση, δόξα, τιμή και σημείο γνησιότητος για τον κάθε πιστό Ορθόδοξο Χριστιανό. Και πώς θα μπορούσε να συμβαίνει διαφορετικά αφού στο πρόσωπο του ίδιου τού αρχηγού τής πίστεώς μας εκπληρώθηκε η προφητεία: “Οι ονειδισμοί των ονειδιζόντων σε επέπεσον επ' εμέ”! (Ψαλμ. Ξη΄10 – Ρωμ. ιε΄3). Οι εξευτελισμοί εκείνων που ζητούν να σε εξευτελίσουν, Θεέ μου, έπεσαν επάνω μου.
Από την αρχή τού δημοσίου του βίου ο Κύριος Ιησούς εδέχετο τις ριπές και τα σκώμματα των ονειδισμών με κορυφαίο αυτό το γεγονός τής Σταυρώσεως (το οποίο αποτελούσε και την δόξα Του). Ο συνασπισμός τού διαβόλου και των οργάνων του επέφεραν τους εξευτελισμούς, τις περιφρονήσεις, τις βλασφημίες, την διαπόμπευση και όλα εκείνα που αποτελούσαν τον Σταυρόν του πριν από τον Σταυρό. Και ενώπιον αυτών τι έκαμε ο Κύριος; Δεν εγόγγυσε· δεν παραπονέθηκε· δεν οργίστηκε. Αλλά με τέλεια υπομονή, εδέχθη όλους τούς εξευτελισμούς των σατανικών οργάνων και εγένετο “υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε Σταυρού”! (Φιλιπ. Β΄8).
Το ότι έτσι έχει η πραγματικότης, αυτό είναι γνωστόν τοις πάσι. Λησμονούμε όμως οι πιστοί, αρκετές φορές, ότι οι ονειδισμοί τής πίστεως δεν ξεκινούν από τον Μωυσή και τελειώνουν επάνω στον οδυνηρό Σταυρό, αλλά ότι ο ονειδισμός τού Χριστού, συνεχίζεται και δεν πρόκειται να παύσει παρά στο τέλος τής παγκόσμιας ιστορίας. Συνεχίζουν ακαταπαύστως, με την διαφορά ότι τώρα αυτοί οι ονειδισμοί στρέφονται εναντίον των μαθητών τού Χριστού. Εναντίον των γνησίων Χριστιανών.
Είναι βεβαίως αλήθεια ότι πολλοί εκτιμούν και επαινούν την Ορθόδοξη Πίστη και τους συνειδητούς Χριστιανούς. Αλλά αυτά, όταν δεν θίγεται το συμφέρον τους και δεν γίνεται η πίστις εμπόδιο στις αδυναμίες και στα πάθη τους. Εκτιμούν την πίστη κατά ένα γενικό και αόριστο τρόπο, όταν φερ' ειπείν η Εκκλησία δείχνει να έχει ένα “κοινωνικό προφίλ” και μια παρουσία δίκην “ερυθρού σταυρού” μέσα στο κοινωνικό χάος που όλοι υφιστάμεθα. Όμως την ίδια ακριβώς εκτίμηση θα έδειχναν οι μακράν του Θεού άνθρωποι στους υπευθύνους φορείς, εάν τα συσσίτια τα πρόσφεραν είτε ομάδες αιρετικών, είτε αθέων, ακόμα δε και αντιχρίστων. Έτσι ξεγελιούνται και αυτοί οι ποιμένες τής Ορθοδόξου Εκκλησίας, θεωρώντας ότι η επιφανειακή εκτίμηση που απολαμβάνουν εκ μέρους τού κόσμου, αποτελεί σημείο και ένδειξη αυθεντικής ποιμαντικής και πατερικής συμπεριφοράς (οποία πλάνη). Το πόσο έξω όμως πέφτουν όσοι σκέπτονται κατ' αυτόν τον τρόπο το διαπιστώνει κανείς από τα “διασταυρούμενα πυρά” των ονειδισμών, αυτών ακριβώς που έως εκείνη την ώρα επαινούσαν το “έργο τής Εκκλησίας” όταν κάποιος κληρικός, μοναχός (σπάνιο δυστυχώς), ή λαϊκός, τολμήσει να αγγίξει τα κακώς κείμενα. Όσα δηλ. “κοινωνικά κεκτημένα” έρχονται σε άκρα αντίθεση με τις εντολές τού Θεού.
Έτσι λοιπόν καταλήγουμε στο αυταπόδεικτο και Βιβλικό – Θεολογικό – Ιστορικοκοινωνικό συμπέρασμα, ότι δείγμα γνησιότητας για τον πιστό, δεν αποτελεί η κοσμική αποδοχή τής Εκκλησίας, αλλά ο ονειδισμός για την αγάπη και την δόξα τού Χριστού.
Ο έως τώρα εορτασμός τής Ορθοδοξίας εκ μέρους της κρατικής πλευράς - μάλλον θα λέγαμε του εξευτελισμού τής πίστεώς μας εκ μέρους των ιθυνόντων που ουδεμία σχέση έχουν με την ορθόδοξη πραγματικότητα και τις εντολές τού Χριστού - ξεγελούσε τους αφελείς και θεωρούσαν την εορτή ως ένα θρίαμβο κοσμικού χαρακτήρος. Καιρός όμως να συνειδητοποιήσουμε ότι εφεξής, ο εορτασμός της νικηφόρου πίστεως, νομοτελειακώς και αυθεντικώς θα φέρει (πρέπει να φέρει) όχι την “αυτοκρατορική αλουργίδα” με όλα τα εξαρτήματα των παρωχημένων εποχών, αλλά την στολή τής συνεπείας και τον μανδύα τής εν Χριστώ ταπεινώσεως που δύναται να θεραπεύσει τις πνευματικές πρωτίστως αλλά και αυτές τις χαίνουσες πληγές τής κοινωνίας, αφού “κάν μόνον άψηται του ιματίου Αυτού, σωθήσεται”.
Ας το πάρουμε δε επιτέλους απόφαση, ότι στενές σχέσεις και φιλίες με ανθρώπους τής απιστίας, της κακίας και ιδίως με όσους με το “προπέτασμα καπνού” τής πίστεως, λυσσωδώς και δαιμονικώς, προσπαθούν να αλλοιώσουν την παρακαταθήκη τής Ορθοδοξίας μας, δεν μπορούμε να έχουμε, αφού “πάντες οι θέλοντες ευσεβώς ζην εν Χριστώ Ιησού διωχθήσονται”! (Β΄ Τιμ. Γ' 12)
Αμήν.

Άρχ. Ιωήλ Κωνστάνταρος

Αγία Νεομάρτυς Κυράννα ( 28 Φεβρουαρίου)

Αυτή η καλή σε όλα νύμφη του Χριστού ήταν από ένα χωριό της Θεσσαλονίκης, που λεγόταν Αβυσσώκα, τέκνο Χριστιανών γονέων, ήταν δε πολύ όμορφη και ζούσε ζωή σεμνή και συνετή. Αλλά ο διάβολος, που μισεί το καλό, τη φθόνησε για την τόση αρετή της και, μη μπορώντας να την μολύνει με αισχρούς λογισμούς και με άτοπες κρυφές πράξεις, βρήκε ως όργανο της κακίας του έναν Αγαρηνό Γενίτζαρο, που ήταν σε εκείνο το χωριό σούμπασης και συγκέντρωνε τα αρχοντικά εισοδήματα, ο οποίος χτυπήθηκε από σατανικό έρωτα για την κόρη και άρχισε ο μιαρός να την κολακεύει με διαφόρους τρόπους, για να την φέρει στο σκοπό του, αλλά η παρθένος δεν τον δεχόταν καθόλου. Ύστερα εκείνος της έταζε να της δώσει, όσα χρήματα θέλει και να της κάμει και φορέματα πολύτιμα, εάν παραδεχθεί, αλλιώς την απειλούσε, ότι θα την υποβάλει σε μεγάλα βασανιστήρια και τελευταία θα της δώσει και θάνατο.
AgiaKyranna
Η κόρη όμως, έχουσα όλο της τον πόθο προς τον Χριστό, δεν υπολόγιζε καθόλου ούτε τα χαρίσματα και τις υποσχέσεις του, ούτε τις φοβέρες του. Επειδή λοιπόν εκείνος έβλεπε, ότι δεν κατορθώνει το σκοπό του, συμφωνεί με άλλους γενίτζαρους του ιδίου τάγματος και αρπάζουν ξαφνικά την κόρη και την πηγαίνουν στο δικαστή της Θεσσαλονίκης ψευδομαρτυρώντας, ότι είπε τάχα η κόρη πως θα τον πάρει άνδρα και θα έλθει στην πίστη τους. Ακολούθησαν δε και οι γονείς της κόρης, αλλά επειδή δείλιασαν από τις φοβέρες εκείνων, κρύφθηκαν. Εκεί λοιπόν οι Τούρκοι έκαναν πολλά στην παρθένο, για να την φέρουν στο σκοπό τους, πότε με κολακείες και ταξίματα, πότε με φοβέρες. Αλλά η μακάρια έστεκε ατάραχη και μόνο ένα λόγο είπε σ’ αυτούς• «Εγώ είμαι Χριστιανή και έχω νυμφίο τον Κύριό μου Ιησού Χριστό, στον οποίο προσφέρω ως προίκα την παρθενία μου, και αυτόν πόθησα και ποθώ από τα νιάτα μου και για την αγάπη του είμαι έτοιμη να χύσω και το αίμα μου, για να αξιωθώ να τον απολαύσω. Ακουστέ λοιπόν την απάντησή μου και πλέον άλλο λόγο μη περιμένετε να σας πω».
Μόλις είπε αυτά, σιώπησε και πλέον δεν θέλησε να αποκριθεί καθόλου σε όσα την ρωτούσαν αργότερα, αλλά γέρνοντας κάτω την κεφαλή, έστεκε με πολλή σεμνότητα σαν να ντρεπόταν να βλέπει και τα ίδια τα πρόσωπα των ανδρών, προσευχόμενη νοερά και παρακαλώντας τον νυμφίο της Χριστό, να την ενδυναμώσει έως τέλους. Και την ώρα εκείνη γέμισε η καρδιά της από αγαλλίαση και χαρά πνευματική και, καθώς φανταζόταν νοερά τον γλυκύτατό της Χριστό, της φαινόταν σαν να ήταν ανεβασμένη στον παράδεισο και λησμόνησε όλα τα λυπηρά της παρούσας ζωής και επιθυμούσε να λάβει το γρηγορότερο τον θάνατο υπέρ του Χριστού. Βλέποντας όμως εκείνοι το αμετάθετο της γνώμης της και την χαρά στο πρόσωπό της καταντράπηκαν και έτσι την έστειλαν στη φυλακή και την έβαλαν σε σίδερα.
Ο δε γενίτζαρος εκείνος, φλεγόμενος ακόμη από τον δαιμονικό έρωτα, πήγε σε έναν αγά μεγάλο του κάστρου, που ονομαζόταν Αλή αφέντης, μπέης ως προς το αξίωμα, και τον παρακαλεί να προστάξει τον δεσμοφύλακα να τον αφήνει να μπαίνει μέσα στη φυλακή, όταν θέλει. Το οποίο και έγινε. Και πήγαινε ο μιαρός κάθε ώρα και της έκανε πολλές τυραννίες με πείσμα ή να την φέρει στο θέλημά του ή να την σκοτώσει. Και δεν έφθανε μόνο αυτός, άλλα έπαιρνε μαζί του και άλλους ομοίους του γενιτζάρους, για να την τιμωρούν αυστηρά, αλλά η μακάρια, όταν τους έβλεπε, έσκυβε κάτω την κεφαλή, σκέπαζε το πρόσωπό της και, σταυρώνοντας τα χέρια της ούτε τους κοίταζε, ούτε τους αποκρινόταν.
Εκείνοι δε πρώτα άρχιζαν να παρακινούν την Αγία με κολακείες και ταξίματα, ύστερα όμως, βλέποντάς την πως ήταν τόσο σταθερή και ασάλευτη, άρχιζαν τα βασανιστήρια· ο ένας την κτυπούσε με ξύλο, ο άλλος με μαχαίρι, άλλος με κλωτσιές και άλλος με γροθιές έως ότου την άφηναν σαν νεκρή και έτσι αναχωρούσαν, για να πάρει χρόνο και να συνέλθει και πάλι να την βασανίσουν.
Και αυτά μεν έκαναν εκείνοι τις ημέρες. Ενώ τις νύχτες ο δεσμοφύλακας την κρεμούσε από τις μασχάλες, παρόλο που είχε και τα χέρια της αλυσοδεμένα και, αρπάζοντας ό,τι ξύλο εύρισκε, την έδερνε άσπλαχνα, έως ότου κουραζόταν και τότε την άφηνε κρεμασμένη στην τόση ψύχρα του χειμώνα, που ήταν τότε.
Ένας Χριστιανός, που ήταν μέσα επιθεωρητής περίμενε την ευκαιρία, και όταν καταλάβαινε πως του περνούσε ο θυμός, πήγαινε και τον παρακαλούσε και του έδινε άδεια και την κατέβαζε. Η Αγία ωστόσο είχε τόση υπομονή, ηρεμία και σιωπή, που σου φαινόταν ότι άλλη πάσχει και όχι εκείνη, και όλος ο νους της και η προσοχή της βρισκόταν στους ουρανούς.
Ήταν δε στη φυλακή και άλλοι Χριστιανοί και Εβραίοι και μερικές Τουρκάλες για ατιμίες τους, οι οποίες έλεγχαν τον δεσμοφύλακα ως άσπλαχνο και μη φοβούμενο το Θεό, επειδή τυραννούσε έτσι μία γυναίκα, που δεν τον έβλαψε. Αλλά και ο Χριστιανός εκείνος δεν έπαυε, πότε με το καλό, πότε με ήπιους ελέγχους (διότι είχε θάρρος προς αυτόν), να του θυμίζει την κρίση του Θεού και άλλα τέτοια να του λέει, για να τον μαλακώνει να μη παιδεύει την Αγία· αλλά ο σατανάς σκλήρυνε πολύ την καρδιά του και όσο εκείνοι τον παρακαλούσαν, τόσο εκείνος περισσότερο τη βασάνιζε. Εκείνοι πάλι οι γενίτζαροι πηγαίνοντας να την τιμωρήσουν, πολλές φορές άφηναν τις τιμωρίες και προσπαθούσαν να της δώσουν να φάει, για να μην πεθάνει, και πότε της έδιναν σταφίδες, πότε φοίνικες. Και καθώς η Αγία δεν ήθελε καθόλου φαγητό, εκείνοι προσπαθούσαν με τη βία να της ανοίξουν το στόμα, αλλά δεν το κατάφερναν.
Παρόμοια και οι Χριστιανοί, που βρίσκονταν στη φυλακή πολύ την παρακαλούσαν, να φάει το παραμικρό, η Μάρτυς όμως δεν πειθόταν καθόλου να γευτεί τίποτε, επειδή είχε μέσα στην καρδιά της τη φλόγα της αγάπης του Κυρίου της και νυμφίου Χρίστου, που την έτρεφε και την ενδυνάμωνε.
Την έβδομη ημέρα πήγαν πάλι οι γενίτζαροι και την τυράννησαν πολύ δυνατά. Γι’ αυτό παρακινούμενος από θείο ζήλο ο προαναφερθείς Χριστιανός άρχισε να επιπλήττει αυστηρά τον δεσμοφύλακα και να τον φοβερίζει, ότι μπορεί να τον καταδώσει στον πασά, που αφήνει και έρχονται απ’ έξω άνθρωποι και τιμωρούν τους φυλακισμένους που είναι ενάντιο στο νόμο τους και που άλλη φορά τέτοιο πράγμα δεν έγινε· αλλά και οι Τουρκάλες εκείνες πολύ τον έβρισαν, λέγοντάς τον άπιστο και φονιά και θέλησαν να φωνάξουν και δυνατά.
Ύστερα όμως από λίγη ώρα, να, και έφθασαν πάλι οι γενίτζαροι για να την τιμωρήσουν, αλλά ο δεσμοφύλακας δεν τους άφησε. Γι’ αυτό εκείνοι πήγαν αμέσως και παραπονέθηκαν στον αλήμπεη. Ο οποίος φωνάζει το βράδυ τον δεσμοφύλακα και τον βρίζει, γιατί παρακούει εκείνο που τον πρόσταξε. Τότε εκείνος γύρισε πίσω πολύ θυμωμένος και αρπάζει την Αγία και την κρεμά και πιάνοντας μία σχίζα ξύλινη, που έτυχε να είναι εκεί πολύ μεγάλη και κρατώντάς την με τα δύο χέρια χτυπούσε επάνω στην Αγία, όπου έφθανε χωρίς έλεος, τόσο που άρχισαν οι φυλακισμένοι να φωνάζουν.
Ακόμη και οι Τουρκάλες εκείνες φώναζαν δυνατά. Βλέποντας δε την αναταραχή ο καταραμένος, την άφησε κρεμασμένη και πήγε στον οντά του με μεγάλη στενοχώρια και ταραχή στην καρδιά του και είπε σ’ εκείνον τον Χριστιανό να του ψήσει καφέ να πιεί. Ψήνοντας όμως τον καφέ ο Χριστιανός, άρχισε πάλι ήρεμα να τον επιπλήττει για την ασπλαχνία που επέδειξε, τόσο που τον έκανε και έπεσε μπρούμυτα και έκλαιγε ή από τον έλεγχο της συνειδήσεώς του ή από την ντροπή του. Και εκείνη την ώρα, που ήταν η Αγία ακόμη κρεμασμένη, ω του θαύματος!, έξαφνα έλαμψε φως μέγα στη φυλακή, που κατέβαινε από ψηλά από τη σκεπή σαν αστραπή, το οποίο περικυκλώνοντας το σώμα της Μάρτυρος, ξεχύθηκε και σε όλη την φυλακή και την φώτιζε σαν να έμπαινε μέσα όλος ο ήλιος. (Ήταν δε τότε τέσσερις ή πέντε η ώρα τη νύχτα).
Και οι μεν Χριστιανοί φώναζαν το, Κύριε ελέησον. Οι δε Εβραίοι έπεσαν μπρούμυτα να μη βλέπουν το φως. Οι Τουρκάλες φώναζαν, ωχ, ωχ, το κρίμα της φτωχής ρωμαίας μάς έφθασε και έπεσε αστραπή να μας κάψει, ο δε δεσμοφύλακας από το φόβο του άρχισε να τρέμει ολόκληρος και είπε σ’ εκείνον τον Χριστιανό να ξεκρεμάσει την Αγία. Ο δε Χριστιανός πηγαίνοντας την βρήκε τελειωμένη. Το δε φως έφυγε και έμεινε ύστερα μία μυστηριώδης ευωδία για πολλή ώρα.
Παίρνοντας λοιπόν ο Χριστιανός εκείνος τα κλειδιά από τον δεσμοφύλακα, άνοιξε τα σίδερα και, αφού έλυσε τα χέρια της ταχτοποίησε με σεβασμό και ευλάβεια το Άγιό της λείψανο και, αφού άναψε κεριά και θυμίασε, καθόταν δίπλα, προσμένοντας με χαρά την ημέρα και δοξάζοντας τον Θεό που τον αξίωσε να δει τέτοια θαύματα και να πιάσει και να περιποιηθεί Μαρτυρικό λείψανο.
Την αυγή διαδόθηκε στην πόλη η φήμη του θανάτου της Αγίας και η έλαμψη του Αγίου φωτός. Και οι μεν Αγαρηνοί καταντροπιασμένοι σιωπούσαν και έδωσαν άδεια στους Χριστιανούς να πάρουν το λείψανο και να το κάνουν ό,τι θέλουν. Οι δε Χριστιανοί όλοι ευχαριστήθηκαν και έτρεξαν πολλοί στη φυλακή και, αφού πήραν το Άγιο λείψανο με ευλάβεια, το ενταφίασαν έξω από την πόλη, εκεί όπου ενταφιάζονται και των υπολοίπων Χριστιανών τα λείψανα. Τα δε ενδύματα της Αγίας τα διαμοίρασαν πολλοί Χριστιανοί προς αγιασμό τους και σωτηρία.
(Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, Συναξαριστής τ. Γ΄, έκδ. Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου, Ιερά Καλύβη «Άγιος Σπυρίδων Α΄», Νέα Σκήτη, Άγιον Όρος, σ. 416-420)

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 27, 2015

Πόσο αγαπάει η Παναγία μας τους Χαιρετισμούς

Το έτος 620 οι Πέρσες από την Ανατολή και οι Άβαροι από την Δύση ήρθαν με πολυάριθμο στρατό και επολιόρκησαν την Κωνσταντινούπολη, ενώ απουσίαζε ο βασιλιάς Ηράκλειος.

Ξαφνικά φοβερός ανεμοστρόβιλος συνέτριψε τα πλοία, τα δε πτώματα εξέβρασε μπροστά στο Ναό των Βλαχερνών, που τιμάται επ' ονόματι της Θεοτόκου. Έτσι ο λαός πήρε θάρρος και νίκησαν τους βαρβάρους.

Το βράδυ συγκεντρώθηκαν όλοι στο Ναό της Θεοτόκου των Βλαχερνών και κανένας τους δεν εκάθισε και όλη την νύχτα απέδωσαν εις την Θεοτόκον, τον ευχαριστήριο ύμνο, που ονομάστηκε Ακάθιστος. Τους δε οίκους της Θεοτόκου ή Χαιρετισμούς, άλλοι λένε ότι τους εποίησε ο Πατριάρχης Σέργιος της Κωνσταντινουπόλεως τότε και άλλοι ο Γεώργιος ο Πισίδης, χαρτοφύλαξ της Μεγάλης Εκκλησίας.

Οι Χαιρετισμοί είναι ο υψηλότερος, ο οσιότερος και θεοπρεπέστερος Ύμνος προς την Υπεραγία Θεοτόκο και πολύ ευχαριστείται με την ανάγνωση τούτων και παρέχει τη Χάρη και την Βοήθεια της σε εκείνους, που τους αναγιγνώσκουν, καθώς και η ίδια το είπε σε πολλούς αγίους:

«όστις Με χαιρετίζει μίαν φοράν την ημέραν με τους Χαιρετισμούς, τους οποίους πολύ αγαπώ, θα τον προστατεύω, θα τον διαφυλάττω από παν κακόν, θα τον επιβλέπω καθ' όλην την ζωή του και εν εκείνη την ημέρα της Δευτέρας Παρουσίας, θα τον υπερασπισθώ ενώπιον του Υιού μου».

Μετά από αυτά, θα πρέπει όλοι μας από σήμερα να αναγιγνώσκουμε τους Χαιρετισμούς της Παναγίας μας όσες περισσότερες φορές μπορούμε την ημέρα και σε κάθε περίσταση θλίψεως και ανάγκης καθότι «πολλά ισχύει δέησις Μητρός πρός ευμενείαν Δεπότου».

Ποιμαντορική εγκύκλιος Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ.κ. Κοσμά για την Κυριακή της Ορθοδοξίας

Μητροπολίτης-ΚοσμάςΗ Ποιμαντορική Εγκύκλιος του Μητροπολίτη Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ.κ. Κοσμά για την Κυριακή της Ορθοδοξίας:
Ο  ΧΑΡΙΤΙ  ΘΕΟΥ  ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ  ΚΑΙ  ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΚΟΣΜΑΣ
ΤΗΣ ΑΓΙΩΤΑΤΗΣ  ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ  ΑΙΤΩΛΙΑΣ  ΚΑΙ  ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ
Πρὸς  τόν  εὐσεβῆ  κλῆρον  καί  λαόν
τῆς  καθ’ ἡμᾶς  Ἱερᾶς  Μητροπόλεως
Χαρμόσυνα κτύπησαν σήμερα οἱ καμπάνες καί τά σήμαντρα τῶν Ἱερῶν Ναῶν καί τῶν ἁγιασμένων μοναστηριῶν μας. Κτύπησαν καί μετέδωσαν θριαμβευτικά τό πανηγυρικό μήνυμα τῆς νίκης καί τοῦ θριάμβου τῆς Ὀρθοδοξίας μας.
Πανηγυρίζουμε σήμερα ὅλοι οἱ ὅπου γῆς Ὀρθόδοξοι χριστιανοί τήν ἀναστήλωσι τῶν ἱερῶν εἰκόνων καί συγχρόνως φέρουμε ἐνώπιόν μας τούς ἀγῶνες καί τίς θυσίες, ὅλων ἐκείνων τῶν ἡρωικῶν προμάχων καί ἁγίων πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας, χάριν τῆς ἀμωμήτου πίστεως.
Χαίρουμε καί δοξάζουμε τόν Τριαδικό Θεό μας.
Χαίρουμε χαρά μεγάλη διότι μᾶς χάρισε ὁ Κύριος τῆν ἀληθῆ πίστι καί μᾶς ἀνέδειξε μέ τό ἅγιο μυστήριο τοῦ βαπτίσματος μέλη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας.
Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὁ μεγάλος πολιοῦχος καί προστάτης μας, βεβαιώνει καί δικαιολογεῖ τή χαρά μας:  «Ἐγώ, λέει, διάβασα καί περί ἱερέων καί ἀσεβῶν, αἱρετικῶν καί ἀθέων. Τά βάθη τῆς σοφίας ἠρεύνησα, ὅλαι αἱ πίστεις εἶναι ψεύτικες∙ τοῦτο ἐκατάλαβα ἀληθινόν, ὅτι μόνη ἡ πίστις τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν εἶναι καλή καί ἁγία, τό νά πιστεύωμεν καί νά βαπτιζώμεθα εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός, τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τοῦτο σᾶς λέγω τώρα εἰς τό τέλος νά εὐφραίνεσθε ὅπου εἶσθε ὀρθόδοξοι χριστιανοί».
Ἡ μητέρα μας Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, «ἥν ὁ Χριστός ἐκτήσατο τῷ τιμίῳ Αὐτοῦ αἵματι», εἶναι ἡ ἱερά κιβωτός μέσα στήν ὁποία διαφυλάσσεται ὁ θησαυρός τῆς ἀμωμήτου πίστεως μέ τή χάρι τοῦ Θεοῦ καί τούς αἱματηρούς ἀγῶνες τῶν ἁγίων καί θεοφόρων πατέρων. Κρατεῖ καί διαφυλάσσει ἡ Ἐκκλησία μας τήν θεία ἀλήθεια ὅπως τήν ἐδίδαξε ὁ Κύριος, ὅπως τήν ἐκήρυξαν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι, ὅπως τήν ἐδογμάτισαν καί τήν κατωχύρωσαν οἱ ἅγιες Οἰκουμενικές Σύνοδοι καί οἱ πνευματοφόροι ἅγιοι Πατέρες.
Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας δέν εἶναι μόνο ἡ ἀληθής Ἐκκλησία, ἀλλά ἡ μόνη Ἐκκλησία, διότι κατέχει τό πλήρωμα τῆς Ἀληθείας καί τῆς χάριτος. Σέ αὐτή τή μόνη καί μία Ἐκκλησία μπορεῖ νά ὑπάρχῃ ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, ὁ ὁποῖος ἵδρυσε μόνο μία Ἐκκλησία.
Ἔτσι, ὁ συνειδητός χριστιανός μπορεῖ νά ζῆ μέ ἀσφάλεια, μέ βεβαιότητα γιά τή σωτηρία του καί χαρά μέσα στήν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία καί νά ἐπαναλαμβάνει μέ τά λόγια καί τή ζωή του τά ὅσα λέει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος: «Ἡ πίστις μου εἶναι αὐτή τήν ὁποία ἤκουσα ἀπό τά θεῖα λόγια τά ὁποῖα ἐδιδάχθην παρά τῶν ἁγίων πατέρων….χωρίς νά συμμορφοῦμαι πρός τίς διάφορες περιστάσεις καί τούς διαφόρους καιρούς. Τήν πίστι αὐτή δέν θά πάψω νά τή διδάσκω. Μαζί της ἐγεννήθηκα καί μέ αὐτήν ἀπέρχομαι τῆς παρούσης ζωῆς».
Δοξάζουμε τόν Κύριο καί χαιρώμαστε σήμερα καί διότι δέν εἴμαστε αἱρετικοί.
Αἱρετικοί εἶναι οἱ ἄνθρωποι τῆς πλάνης καί τῆς κακοδοξίας, ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι θολωμένοι ἀπό τόν ἄκρατο ἐγωισμό τους διαστρέφουν τόν καθαρό εὐαγγελικό λόγο, ἐπιλέγουν τό ψεῦδος καί κηρύσσουν τήν αἵρεσι.
Αἱρετικοί εἶναι πρωτίστως οἱ αὐτοκαλούμενοι μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ ἤ Χιλιασταί, ἤ μᾶλλον ὄχι ἁπλῶς αἱρετικοί, ἀλλά ἀρνούμενοι κάθε ἀλήθεια. Ἑπομένως εἶναι ἐχθροί τοῦ Χριστοῦ, τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς σωτηρίας μας.
Αἱρετικοί εἶναι καί οἱ ἀποκρυφισταί, οἱ Μασσῶνοι , οἱ Πνευματισταί.
Αἱρετικοί εἶναι καί οἱ λεγόμενοι ἑτερόδοξοι. Ἀφοῦ ἔχουν καί πιστεύουν ἑτέρα δόξα, διαφορετική ἀπό τήν ὀρθόδοξο διδασκαλία καί γνώμη, ἔχουν περιπέσῃ σέ πλάνη καί διαστροφή τῆς ἁγιογραφικῆς ἀληθείας καί τῆς ἀμωμήτου πίστεως. Ἔτσι, οἱ κατακερματισμένοι Προτεστάντες, Ἀγγλικανοί, Λουθηρανοί, Εὐαγγελικοί, Πεντηκοστιανοί, οἱ ὁποῖοι κατεπάτησαν τῶν ἁγίων Ἀποστόλων τά δόγματα καί ὅλη τήν ἱερά παράδοση, εἶναι αἱρετικοί.
Αἱρετικοί εἶναι καί οἱ πολυδιαφημιζόμενοι Παπικοί, οἱ ὁποῖοι ἀπό ἀσυγκράτητο ἐγωισμό, ἀχαλίνωτη φιλοπρωτία καί ἀντίθεο κοσμικότητα, ζητοῦν πρωτεῖα, κοσμικά ἀξιώματα, ἀποσπάθηκαν ἀπό τήν Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία καί παραποίησαν ἱερές παραδόσεις καί εὐαγγελικές ἀλήθειες.
Γι’ αὐτούς τούς αἱρετικούς ὁ Ἁγ. Κοσμᾶς προτρέπει: «Νά κλαίετε διά τούς ἀσεβεῖς καί αἱρετικούς, ὅπου περιπατοῦν εἰς τό σκότος».
Σήμερα, ἑορτή τῆς μητέρας μας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἄς μή μείνουμε μόνο στή χαρά τῆς ἑορτῆς της. Ἄς προχωρήσουμε στήν συναίσθησι τῆς εὐθύνης μας.
Ὁ πλανῶν τήν οἰκουμένην ὅλην, διάβολος, καί οἱ πιστοί ὑπηρέται καί δορυφόροι του, οἱ αἱρετικοί, ἐργάζονται ὡς «λύκοι βαρεῖς» (Πραξ. κ΄ 29) γιά νά συλήσουν, νά προσβάλουν, νά μολύνουν, νά νοθεύσουν, νά ἀφανίσουν τήν πατροπαράδοτη κληρονομιά μας, τόν πανάγιο πνευματικό πλοῦτο μας, τήν δόξα, τόν στέφανό μας, τήν αἰώνια παρακαταθήκη μας. τό καύχημά μας, τήν ὀρθόδοξο πίστι μας, τήν νύμφη τοῦ Χριστοῦ μας, Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία.
Δέν μισοῦμε τούς αἱρετικούς, τούς ἀγαποῦμε καί κλαῖμε γιά τήν ἀπώλειά τους. Ὅμως, ἀν δέν ἐπιστρέψουν μέ μετάνοια, ἄν δέν ἀποκηρύξουν τήν αἱρεσί τους , δέν μποροῦμε νά τούς δεχώμαστε στήν ὀρθόδοξο μάνδρα.
Καί ἐμεῖς ἄς καλλιεργήσουμε τόν ἑαυτό μας. Βέβαια ἡ Ἐκκλησία δέν φοβᾶται τήν μανία τῶν ἐχθρῶν. «Πύλαι ἄδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (Μτθ. ζ΄, 25), «τεθεμελίωτο γάρ ἐπί τήν πέτραν» (Μτθ. ζ΄, 25).
Ἐμεῖς οἱ χριστιανοί κινδυνεύουμε ἀπό τήν ἀλλοίωσι τῆς πίστεως.
Γι’ αὐτό ἄς καλλιεργήσουμε ἀφ’ ἑνός μέν τόν ἑαυτό μας μέ τήν εἰλικρινῆ μετάνοια, τήν ταπείνωσι, τήν ὑπακοή στό ἱερό Εὐαγγέλιο, τήν φλογερή ἀγάπη στό Χριστό μας. Ἀφ’ ἑτέρου ἄς βιάσουμε τόν ἑαυτό μας, γιά νά μένουμε πιστοί καί ἀσάλευτοι στήν Ὀρθοδοξία μας, ὑπερασπισταί καί ὁμολογηταί τῆς ἀμωμήτου πίστεώς μας καί γιά νά ζοῦμε τή συνειδητή, τήν ἁγιάζουσα καί σώζουσα λατρευτική καί μυστηριακή ζωή της.
Ἔτσι, θά λάμπει ἡ μητέρα μας Ἐκκλησία. Ἐμεῖς θά ζοῦμε τήν ἀλήθεια καί ἡ ζωή μας θά ἁγιάζεται γιά νά φθάσουμε ἄξιοι στήν ἐν οὐρανοῖς τοῦ Χριστοῦ μας Ἐκκλησία.
Τό εὔχομαι ὁλοψύχως.
Μετά πατρικῶν εὐχῶν,
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
† Ο ΑΙΤΩΛΙΑΣ  ΚΑΙ  ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ  ΚΟΣΜΑΣ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...