Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τετάρτη, Μαρτίου 01, 2017

1 Μαρτίου 1826. Παραδίδεται τὸ Αἰτωλικόν.

1 Μαρτίου 1826. Παραδίδεται τὸ Αἰτωλικόν

Ὁ Ἰμπραὴμ πασσᾶς τῆς Αἰγύπτου ἀπὸ τὶς 26 Δεκεμβρίου τοῦ 1825διεβίβασε μέρος ἀπὸ τὰ στρατεύματά του στὴν Στερεὰ Ἑλλάδα μὲ στόχο νὰ καταπνίξῃ καὶ τὴν ἐπανάστασιν τῶν Μεσολογγιτῶν.
Ἤδη τὸ μεγαλύτερον τμῆμα τῆς ἐπαναστάσεως στὴν Πελοπόννησο τὸ κατέπνιξε καὶ τὰ περισσότερα φρούριά της εἶχαν περάση στὸν ἔλεγχό του.
Ἡ Β΄ Πολιορκία τοῦ Μεσολογγίου ξεκίνησε ἀπὸ τὸν Κιουταχῆ Μεχμὲτ Ῥεσὶτ πασσᾶ  στὶς 15 Ἀπριλίου τοῦ 1825 καὶ διαρκῶς στένευε καὶ περιόριζε τοὺς πολιορκημένους.
Ὁ τελευταῖος τους ἀνεφοδιασμός σὲ τρόφιμα καὶ πολεμοφόδια ἐπραγματοποιήθη στὶς 25 Ἰανουαρίου τοῦ 1826 ἀπὸ τὸν ἡνωμένο Ἑλληνικὸ στόλο, ὑπὸ τὴν ἀρχηγεία τοῦ Ἀνδρέα Βώκου Μιαούλη. Ἀπὸ τότε καὶ μετά, μὰ δίχως νὰ ἀπομακρυνθοῦν τὰ γυναικόπαιδα καὶ οἱ ἄμαχοι, ἡ πολιορκία μετετρέπετο σὲ μέγγενη, ποὺ διαρκῶς ἔσφιγγε γύρω ἀπὸ τοὺς ὑπερασπιστὲς τῆς ἡρωϊκῆς πόλεως, ποὺ καθημερινῶς ἐδέχοντο τοὐλάχιστον δύο χιλιάδες βόμβες, ἀπὸ τοὺς Γάλλους κανονιοβολιστὲς τοῦ Ἰμπραῆμ.
Ἀπὸ τὸν τελευταῖο ἀνεφοδιασμό τους καὶ μετὰ οἱ Μεσολογγίτεςγνώριζαν πὼς ὁ Ἰμπραὴμ δὲν θὰ περιορίζετο μόνον στὴν ἀπὸ ξηρᾶς πολιορκία του. Ἡ παρουσία τοῦ στόλου του ἀφ΄ ἑνός, ποὺ ἀπέκλεισε τὴν λιμνοθάλασσα, ἀπαγορεύοντας σὲ ὁποιοδήποτε πλοῖο νὰ περάσῃ καὶ νὰ ἐπικοινωνήσῃ μὲ τοὺς πολιορκημένους, μὰ καὶ ἡ ταχυτάτη κατασκευὴ στόλου πλοιαρίων ἱκανῶν νὰ μεταφέρουν στρατεύματα μέσα στὴν λιμνοθάλασσα, ἐπιβεβαίωσε τὸ παράλογον τοῦ ἀγῶνος τους. Μὰ παρέμειναν ἐκεῖ ἀρνούμενοι νὰ παραδοθοῦν, δίδοντας στὸν πλανήτη ἕνα ἀπὸ τὰ σημαντικότερα μηνύματα γιὰ τὴν προάσπισιν τῆς ἐλευθερίας τοῦ Ἀνθρώπου.
Ὁλοκληρώνοντας ὁ Ἰμπραὴμ τὴν ναυπήγησιν τοῦ νέου του στολίσκου, στὶς 25 Φεβρουαρίου τοῦ 1826, μὲ 3.000 στρατὸ καὶ μὲ ἀρχηγὸ τῆς ἀποστολῆς τὸν Χουσεΐν μπέη τῆς Γαστούνης, δίδει ἐντολὴ καταλήψεως τοῦ Βασιλαδίου. Τὸ Βασιλάδι, λόγῳ τῆς θέσεώς του, ἦταν τὸ σημεῖον ἐλέγχου τῆς πόλεως, ἐφ΄ ὅσον σὲ αὐτὸ πατοῦσαν οἱ ἐκτὸς τῆς πόλεως γιὰ νὰ ἀνεφοδιάσουν τὸ Μεσολόγγι.
Οἱ ἐλάχιστοι ὑπερασπιστές του ὅμως δὲν ἄντεξαν καὶ στὶς 26 Φεβρουαρίου τὸ Βασιλάδι πέρασε στὰ χέρια τῶν Αἰγυπτίων.
Δύο ἡμέρες ἀργότερα ἐπανελήφθη τὸ σκηνικὸ καὶ μὲ τὴν νησίδα Ντολμᾶ, ποὺ προστάτευε τὸ Αἰτωλικόν.
Οἱ ἡρωϊκοί του ὑπερασπιστές, πλὴν ἐλαχίστων ποὺ διέφυγαν τὴν τελευταία στιγμή, κατεσφάγησαν.
Τὸ Μεσολόγγι πλέον παρέμενε σχεδὸν ἀπεκομμένο ἀπὸ κάθε ἐπικοινωνία μὲ τὸν ἔξω κόσμο, ἀλλὰ καὶ μὲ μοναδική του  ὑποστήριξιν τοὺς ὑπερασπιστὲς τοῦ Αἰτωλικοῦ.
Ἡ φρουρὰ τοῦ Αἰτωλικοῦ ὅμως δὲν εἶχε τὸ ἴδιο σθένος μὲ τοὺς γενναίους ὑπερασπιστὲς τοῦ Ντολμᾶ.
Πανικόβλητοι, μετὰ τὴν αἱματηρή ἅλωσίν του, ξεκίνησαν τὶς διαπραγματεύσεις μὲ τοὺς Αἰγυπτίους τὴν ἰδίαν νύκτα, ἐνᾦ πολλοὶ ὑπερασπιστές του κατάφεραν νὰ διαφύγουν ὑπὸ τὴν προσταστία τοῦ σκότους.
Τὴν 1η Μαρτίου τοῦ 1826 τὸ Αἰτωλικὸν παρεδίδετο στὶς δυνάμεις τοῦ Ἰμπραῆμ πασσᾶ.
Οἱ ἔγκλειστοι ἐδέχθησαν τόσο προσβλητικοὺς ἐλέγχους ὅταν οἱ «Τοῦρκοι διαλέγουν τὰ παιδιὰ καὶ τὶς νεώτερες γυναῖκες, ποὺ …ταὶς ἔψαξαν σχεδὸν καὶ εἰς τὰ ἀποκρυφα διὰ πολύτιμον πρᾶγμα», ποὺ οἱ Μεσολογγίτες ἀηδιασμένοι μεγιστοποίησαν τὴν ἀπόφασίν του γιὰ ἀντίστασιν.
Μόνον ἡ πείνα πλέον ἦταν ὁ πραγματικὸς ἐχθρὸς τῶν ἐγκλείστων.
Ὁ καθημερινὸς βομβαρδισμός, ποὺ σύμφωνα μὲ τὸν Μάγερ ἀπὸ τὶς 12 Φεβρουαρίου ἔως τὴν 1η Μαρτίου, εἶχε δεχθῆ ἡ πόλις τοὐλάχιστον 17.000 βόμβες, ἄν καὶ δολοφονοῦσε ἀμάχους, γιὰ τοὺς Μεσολογγίτες ἦταν ἀντιμετωπίσιμος. (Ὁ Μίχος ἀναφέρει πὼς ἀπὸ τὴν 12ην Φεβρουαρίου ἔως καὶ τὰ μεσάνυκτα τῆς 15ης Φεβρουαρίου εἶχαν πέση 3.314 βόμβες καὶ 5.256 κανονιοβιλισμοί.)
Ὅμως ἡ πείνα δὲν ἦταν ἀντιμετωπίσιμος.
Ἤδη ἀπὸ τὶς 10 Μαρτίου τὰ τρόφιμα «ἐξέλιπον ὁλοτελῶς καὶ ἀπὸ αὐτὴν τὴν φουράν», βάσει τῶν περιγραφῶν τοῦ Μίχου. Καὶ ἀκόμη ἀνέμενον τὴν βοήθεια ἀπὸ τὴν κυβέρνησιν, ποὺ ὅμως δὲν ἔφθασε.

Σημείωσις

Ἀπὸ τὶς 17  Ἰανουαρίου, μὲ τὸ πλοῖον τοῦ Σαχτούρη, εἶχαν ἀποστείλη ἐπιτροπὴ γιὰ νὰ ἐκθειάσῃ στὴν κυβέρνησιν τὸ μέγεθος τῶν προβλημάτων ποὺ ἀντιμετώπιζαν οἱ πολιορκημένοι. Ἡ ἐπιτροπή, τῆς ὁποίας μέλος ἦταν καὶ ὁ Σπυρομίλιος, ἔφθασε στὸ Ναύπλιον στὶς 3 Φεβρουαρίου τοῦ 1826, μετὰ ἀπὸ πολλὲς περιπέτειες. Πρῶτο μέλημα τῆς ἐπιτροπῆς ἦταν τὸ νὰ ἐκθέσῃ στὴν κυβέρνησιν τὸ μέγεθος τοῦ προβλήματος, ἀλλὰ ἡ κυβέρνησις εἶχε ἄλλα ζητήματα, σοβαρότερα.
Ἤδη τὸ πλαστὸ Ἐκτελεστικὸν τοῦ Λαζάρου (πραγματικά) καὶ τοῦ Γεωργίου Κουντουριώτου (ποὺ λειτουργοῦσε ὡς βιτρίνα τοῦ ἀδελφοῦ του), ποὺ εἶχε σφετερισθῆ τὴν ἐξουσία ἀπὸ τὸ νόμιμον, προετοίμαζε «μὲ δόξα καὶ τιμή» τὴν Γ’ Ἐθνοσυνέλευσιν. Στὸ περιθώριον τῆς προετοιμασίας αὐτῆς ἔφθασε καὶ ἡ ἐπιτροπὴ τοῦ Μεσολογγίου, ἀναζητώντας ἀπεγνωσμένα βοήθεια.
Κι ἐνᾦ ὅλοι ὑπόσχοντο νὰ βοηθήσουν ἐπισήμως, μόλις πλησίαζαν τὰ μέλη τῆς ἐπιτροπῆς ἐτίθετο ἐκβιασμὸς ὠμὸς καὶ τρισάθλιος: «Ποιό κόμμα θά ὑποστηρίξουν;»
Μὰ ἡ ἐπιτροπὴ δὲν εἶχε κομματικὰ βαρίδια.
Κι ἔτσι, στὸν βωμὸ τῆς ἐξουσίας τῶν κομμάτων τοῦ Κωλέττου, τοῦ Μαυροκορδάτου καὶ τοῦ Κουντουριώτου ἐθυσιάσθη τὸ Μεσολόγγι στυγνὰ καὶ κυνικά.
«Πλήν, ὅταν τὸ Ἔθνος εὑρίσκεται εἰς κόμματα, ἡ ἀδιαφορία δὲν προξενεῖ καλόν, ἀλλὰ μάλιστα βλάβην` καὶ ἰδοῦ πραγματικῶς τὶ μετὰ ἡμέρας ἐσυνέβη ἡμῶν τῶν ἰδίων, ἀφ΄ οὖ ἐπληροφορήθησαν τᾦ ὄντι ὅτι δὲν ἐμελετούσαμε νὰ ἐνισχύσωμεν κανὲν κόμμα, ἀδιαφόρεσαν ὅλα τὰ κόμματα ἀπ΄ ἡμᾶς, καὶ ἐν ᾦ τοὺς ὡμιλούσαμε γιὰ τὸ Μεσολόγγιον ὅλοι ἔλεγαν τὸ …«ναί, ἔχετε δίκαιον», ἀλλὰ δὲν ἐσύμπραττον ὑπὲρ αὐτοῦ μὲ ζῆλον ` ἐν ᾦ ἂν εἴχομεν ἐγκολπωθῇ ἕν κόμμα, μὲ τὴν ψῆφον τοῦ Μεσολογγίου ἐνισχύετο, καὶ ἐπομένως αὐτὸ τὸ κόμμα ἤθελε ἦτο ὁ προστάτης τοῦ Μεσολογγίου….
…Ἀλλὰ κατὰ δυστυχίαν μεταξὺ εἰς τὰ διάφορα κόμματα ἐκείνης τῆς περιόδου ἦτο καὶ ἕν, τὸ ὁποῖον ἐπεθύμει τὴν πτῶσιν τοῦ Μεσολογγίου καὶ ὅλης τῆς Στερεᾶς Ἑλλάδος ὥστε νὰ δυνηθῇ εὐκόλως νὰ ἀποκατασταθῇ ἡ Πελοπόννησος ἓν πριγκηπᾶτον ὡς τὰ τῆς Μολδοβλαχίας, καὶ ἐπομένως ὁ κομματάρχης Πρίγκηψ.»
Σπυρομίλιος
«Τὸ ἀγγλικὸ κόμμα, (ποὺ ἀρχηγός του ἦτο ὁ Μαυροκορδᾶτος) λογάριαζε πὼς ἡ πτῶσις τοῦ Μεσολογγίου θὰ ἔδιδε μεγαλυτέραν ἀξία στὴν αἴτησίν του γιὰ προστασία…» (τῆς Πελοποννήσου καὶ τοῦ πριγκηπάτου ποὺ σχεδίαζε.)
Πληροφορίες ἀπό:
«Ἀπομνημονεύματα τῆς Δευτέρας Πολιορκίας τοῦ Μεσολογγίου»Σπυρομίλιος
«Ἀπομνημονεύματα τῆς Δευτέρας Πολιορκίας τοῦ Μεσολογγίου»Ἀρτέμιος Μῖχος
«Ἐνθυμήματα Στρατιωτικά», Νικόλαος Κασομούλης
«Ἡ Ἐπανάστασις τοῦ ’21», Φωτιάδης Δημήτριος
«Ἡ Ἑλληνικὴ Ἐπανάστασις», Κόκκινος Διονύσιος
Ἡ εἰκόνα ἀπὸ τὸν πίνακα τοῦ Ντελακρουᾶ: «Ἡ Ἑλλὰς εἰς τὸ Μεσολόγγιον».
πηγή

Η άγαμη μητέρα στα μάτια ενός Πατερικά Ορθοδόξου


π. Γεώργιος Μεταλληνός
ΣΥΝΟΔΟΙΠΟΡΟΙ
Φωτο από εδώ
 
Αξίζουν θερμά συγχαρητήρια στον «Σύλλογο Προστασίας Αγέννητου Παιδιού»για την σύγκληση αυτής της Ημερίδας στα δεκάχρονά του, αλλά και για την επιτυχή επιλογή της διπλής θεματικής της, που η μία πλευρά συμπληρώνει αποτελεσματικά την άλλη. Ευχαριστώ και για την τιμητική σας πρόσκληση να συμπεριληφθώ στην ομάδα των εκλεκτών ομιλητών σας. Θα επιχειρήσω μια σύντομη ποιμαντική προσέγγιση της «άγαμης μητέρας», που είναι στο επίκεντρο της προβληματικής μας, επιδιώκοντας κάποιες πνευ­ματικές, αλλά και κοινωνικές, ως εκκλησιαστικές, ψηλαφήσεις του θέματος και χαράσσοντας ένα πλαί­σιο δυναμοποίησης των προσπαθειών του Συλλόγου στα όρια της ελληνορθόδοξου παραδόσεως. Θα μου ε­πιτραπεί όμως πρώτα μία σημασιολογική οριοθέτηση.

Ο τίτλος της εισηγήσεώς μου με τον όρο «πατερικά Ορθοδόξου» διαφοροποιεί τον τυπικά Ορθόδοξο Χριστιανό, απλώς λόγω της βαπτίσεώς του (πα­λαιότερα λέγαμε: χριστιανός της ταυτότητας), από τον αυθεντικά χριστιανό-Ορθόδοξο, αυτόν που μετέ­χει στην εν Χριστώ ζωή ορθόδοξα, μέσα στο πνεύμα δηλαδή και την πράξη των Αγίων μας, που γνήσια εν­σαρκώνουν και εκφράζουν την Ορθοδοξία. Αν σε κοινωνικά θέματα, όπως η «άγαμη μητέρα», παρατη­ρούνται συμπεριφορές ανάρμοστες και στην δική μας χριστιανική κοινωνία, αυτό οφείλεται στο γεγονός, ότι μιλούμε για Ορθοδόξους, που όμως μόνον επιφανειακή, τυπική και συμβατική σχέση έχουν με την Ορθοδοξία. 
 
Ο λόγος μας αφορά την αθέλητα άγαμη μητέρα, που κατά κανόνα είναι θύμα, πρώτα της αστοργίας και απάνθρωπης στάσης απέναντί της του πατέρα του παιδιού της, αλλά στην συνέχεια και της κοινωνίας, που, μολονότι χαρακτηρίζεται χριστιανική, την περι­βάλλει συχνά με σκληρότητα και περιφρόνηση. Το νόθο χριστιανικό κοινωνικό, ακόμη δε και το οικογε­νειακό περιβάλλον, την απαξιώνει, κατά κανόνα, και την ωθεί στο έγκλημα της έκτρωσης. Προϋπόθεση της αρνητικής και απορριπτικής αυτής συμπεριφοράς απέναντι στην «άγαμη μητέρα», ήδη από το στάδιο της εγκυμοσύνης, είναι προφανώς μια αντιχριστιανι­κή νοοτροπία, ηθικιστικού και φαρισαϊκού χαρακτή­ρα, που κρίνει υποκριτικά και εγωκεντρικά. 

Η οικογένεια ιδίως σ' αυτή την περίπτωση προσπαθεί να δια­σώσει το δικό της κοινωνικό κύρος, εξαρτώμενη πολύ σοβαρά από την γνώμη μιας κοινωνίας όχι μόνο απο-χριστιανοποιημένης, αλλά και απάνθρωπης: Ενώ η α­νοικτή σκέψη και κυρίως η ευρύχωρη καρδιά του Χριστού και των Αγίων μας «συγχωρεί» -αυτό σημαίνει: κάνει τόπο για να χωρέσουν και όλοι οι άλ­λοι, δίκαιοι και αμαρτωλοί- η στενή ηθικιστική και φαρισαϊκή συνείδησή μας κάνει διακρίσεις και κρί­σεις, πάντοτε αποβλέποντας στο δικό μας κοινωνικό κύρος και την διάσωση της αξιοπρέπειας μας, αδιαφο­ρώντας για τον Άλλο, που μπορεί να είναι το ίδιο το παιδί μας. 
 
Η «άνευ ετέρου» όμως απόρριψη της «άγαμης μη­τέρας» παραγνωρίζει το γεγονός, ότι αυτή, παρά τον κλονισμό, που προκαλεί η εγκατάλειψη της από τον «άπιστο» (χωρίς εμπιστοσύνη, δηλαδή) σύντροφο, έ­χοντας συναίσθηση τι σημαίνει η άμβλωση πνευματι­κά και ανθρωπολογικά, πέρα από τους σωματικούς κινδύνους, που περικλείει, πιστή στο μητρικό ένστι­κτο, αποφασίζει να σώσει το παιδί της, την ζωή δηλα­δή, που φυτεύθηκε στα σπλάγχνα της, σεβόμενη την αξία του ανθρώπου και θυσιαζόμενη γι' αυτήν. Σ' αυ­τή την κρίσιμη στιγμή της μεγάλης απόφασης όμως χρειάζεται την βοήθεια και ενίσχυση του περιβάλλον­τός της, το οποίο σχεδόν κατά κανόνα -δυστυχώς- δεν την θέλει μόνο εγκαταλελειμμένη, αλλά και στιγ­ματισμένη. Πολλές εκτρώσεις γίνονται, επειδή η άγα­μη μητέρα δεν αντέχει την κοινωνική κατακραυγή, ό­ταν μάλιστα θα φέρει στον κόσμο το παιδί της και πα­ράλληλα δεν έχει τις οικονομικές δυνατότητες να αντιμετωπίσει την εγκυμοσύνη και όλα τα συνδεόμενα με αυτήν προβλήματα. 

Η «άγαμη μητέρα» θέτει, έτσι, την κοινωνία μας προ των ευθυνών της απέναντι της. Ιδιαίτερα δε στην δική μας παραδοσιακή ελληνορθόδοξη κοινωνία ε­λέγχει την συμπεριφορά μας και τις προϋποθέσεις της. Διότι για μια καθαρά χριστιανική (και συνάμα ανθρωπιστική) στάση απέναντι στην εμπερίστατη «άγαμη μητέρα» χρειάζονται κατάλληλες προϋποθέ­σεις, που μπορούν να διαμορφώσουν ανάλογη νοοτρο­πία. Στην θεολογική μας γλώσσα αυτό λέγεται φρόνη­μα, που είναι το περιεχόμενο της συνειδήσεως μας. «Τούτο φρονείσθω εν υμίν, ο και εν Χριστώ Ιησού», λέγει ο Απ. Παύλος (Φιλ. 2,5), Η «ολοτελής» (Α' Θεσσ. 5, 23) και καθολική ένταξη του Ορθοδόξου πιστού στην εν Χριστώ κοινωνία, το εκκλησιαστικό σώμα, αποσκοπεί στην συγκρότηση εν Χριστώ συνει­δήσεως, και δεκτικής της Χάριτος του Θεού καρδιάς, ώστε ο πιστός να ζει, να κινείται και να βλέπει τα πάντα, μέσα από το πρίσμα της θεϊκής αγάπης. Αυτό όμως σημαίνει υπέρβαση της άτεγκτης νομιμότητας και του τυφλού ηθικισμού. Είναι, άλλωστε, βασική δι­δασκαλία του Απ. Παύλου, ότι δεν σώζει η τυφλή προσήλωση στον νόμο, έστω και αν δόθηκε από τον Θεό, αλλά η μέσω της τηρήσεως του νόμου, μετοχή στην χάρη του Θεού, για να μεταβληθεί η αγάπη μας σε ανιδιοτελή και φιλάνθρωπη. Αυτή η αγάπη «πάντα στέγει» και «ουδέποτε εκπίπτει», διότι «ου ζητεί τα ε­αυτής» (Α' Κορ. 13, 5-8). Αυτό δεν σημαίνει, φυσικά, περιφρόνηση του θεϊκού νόμου. Αλλά οι εντολές του Θεού, όπως λέγει ο άγιος Μάρκος ο Ερημίτης, «ουχί την αμαρτίαν εκκόπτουσιν, αλλά τους όρους της δο­θείσης ημίν ελευθερίας φυλάττουσιν» (PG 65, 992). 
 
Πέρα από τα «Πρέπει» του ηθικού νόμου, υπάρχει το «Είναι» της ανθρώπινης ύπαρξης, που κατακρεουρ­γείται από την μια πλευρά με την έκτρωση και από την άλλη με την απαξίωση της εγκύου, που έστω και άγαμη, θέλει να «κρατήσει», όπως λέμε, το παιδί της. Η στάση μας, λοιπόν, απέναντι σ' αυτήν την μητέρα και στη ζωή, που φέρει μέσα της, βαρύνει πολύ περισ­σότερο από την δική της «ανομία» και παρέκκλιση. Είναι δε απόλυτα αναγκαίος ο αναβαπτισμός μας στην φιλανθρωπία των Αγίων μας, ιδιαίτερα σήμερα, που τα ριζοσπαστικά νέα ήθη της εσχατολογικής Νέ­ας Εποχής, ένα από τα όποια είναι η ασυδοσία των προγαμιαίων σχέσεων, θα μας οδηγεί όλο και περισ­σότερο σε τέτοιες καταστάσεις, που θα γίνουν γρήγο­ρα ο κανόνας στην κοινωνική και οικογενειακή ζωή μας (πρβλ. την νομοθέτηση των συμβιώσεων, τ. ο.) 
 
Είναι αναγκαίος, συνεπώς, ο σεβασμός όλων μας στην αξία της ζωής και η προστασία της γυναίκας, που κυοφορεί, με οποιεσδήποτε προϋποθέσεις. Αυτό μάλιστα ισχύει και για την άγαμη μητέρα, ακόμη και στην περίπτωση του βιασμού της, και μάλιστα κτηνώ­δους, όπως συνέβη κατά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, το 1974. Άλλο όμως η κτηνωδία και άλλο η ζωή και ο κυοφορούμενος άνθρωπος, που δεν φέρει μόνον τις καταβολές του απαίσιου βιαστού, αλλά και της ίδιας της βιασθείσης μητέρας. Ποιος ξέρει δε τι άνθρωπος θα γεννηθεί, έστω και από αυτή την αδόκη­τη σύλληψη! Σε κάθε περίπτωση ο άνθρωπος δεν παύ­ει να είναι «θεός κεκελευσμένος», κατά τον Μ. Βασί­λειο: άνθρωπος δηλαδή, που έχει μέσα του την εντο­λή και την δυνατότητα να γίνει «θεός κατά χάριν». 

Η καλλιέργεια σ' όλους μας της αγιοπατερικής νοοτροπίας οδηγεί στην αποδοχή της άγαμης μητέρας ως συνανθρώπου εμπερίστατου, που έχει ανάγκη την βοήθεια και προστασία μας. Και υπάρχει πλήθος προ­τύπων συμπεριφορών αυτού του είδους, όπως π.χ. η παραβολή του Καλού Σαμαρείτου (Λουκ. 10, 30-37), που κωδικοποιεί την στάση του ίδιου του Θεανθρώ­που απέναντι σε κάθε άνθρωπο. Ο Χριστός με την δι­ήγηση αυτή διδάσκει πώς μπορεί ο άνθρωπος να γίνει «πλησίον» για τον Άλλον, τον συνάνθρωπό του. Τό­σο στην αρχαιοελληνική, όσο και στην ιουδαϊκή κοι­νωνία «πλησίον» ήταν ο συγγενής, ο ομόφυλος, ο οι­κείος. Ο Χριστός μας όμως προβάλλει ως «πλησίον», πρώτα εκείνον που «ποιεί το έλεος» -δείχνει δηλαδή αγάπη- και όχι τον δεχόμενο την φιλανθρωπία, και δεύτερο αυτός που δέχεται την αγάπη δεν είναι συγγε­νής και ομόφυλος, αλλά ξένος και πρακτικά εχθρός και αντίπαλος, όπως οι Σαμαρείτες απέναντι στους Ιουδαίους. 
 
Ο Σαμαρείτης, κατά τον άγιο Κύριλλο Α­λεξανδρείας, μολονότι «αλλογενής... πεπλήρωκε της αγάπης τον νόμον». Συμπληρώνει δε ο ιερός Χρυσό­στομος: «Ούτω τοίνυν και συ, αν ίδης τινά κακώς πά­σχοντα, μηδέν περιεργάζου λοιπόν. Έχει το δικαίωμα της βοηθείας το κακώς παθείν αυτόν». Και μόνον η κατάσταση του πάσχοντος συνανθρώπου απαιτεί την συμπαράστασή μας. Το ορθό ερώτημα, λοιπόν, δεν εί­ναι «τις εστί μου πλησίον», που έθεσε ο νομικός της παραβολής, αλλά «σε ποιον είμαι εγώ πλησίον». «Πλησίον» γινόμεθα στην άγαμη μητέρα, όταν την αποδεχόμεθα, όπως είναι, «καθώς και ο Χριστός ημάς προσελάβετο» (Ρωμ. 15, 7). 
 
Σημαντική όμως για το θέμα μας είναι και η περι­κοπή του Κατά Ματθαίον Ευαγγελίου με την διήγηση για τον Ιωσήφ, τον «μνήστορα» και προστάτη της Παναγίας και τους δικαιολογημένους λογισμούς του στην περίπτωση της «εκ Πνεύματος Αγίου» εγκυμο­σύνης της, τηρουμένων βέβαια των αναλογιών και των διαφορών. Ο Ιωσήφ χαρακτηρίζεται «δίκαιος», ευσυνείδητος δηλαδή τη ρητής κατ' αρχάς του Νόμου, που επέβαλλε όμως ποινή θανάτου στους μοιχούς και τις μοιχαλίδες (Λευϊτ. 20, 10) διά λιθοβολισμού (Δευτ. 22, 23). Ο Ιωσήφ όμως, κατά τον Χρυσόστομο, «εφιλανθρωπεύετο από πολλής χρηστότητος... υπέρ τα νο­μικά εντάλματα ζων». Είχε περάσει στην περιοχή της Χάρης, υπερβαίνοντας τον Νόμο. Περιβάλλει, λοι­πόν, με την αγάπη και φιλανθρωπία του την κατά τις ενδείξεις «κλεψίγαμον» Μαρία. Όμως «ου μόνον κολάσαι, αλλ' ουδέ παραδειγματίσαι εβούλετο». Ούτε να την διαπομπεύσει δηλαδή δεν ήθελε. Γιατί; Απαντά ο Χρυσόστομος: «Αλλ' όμως ούτως ην πάθους καθαρός, ως μη θελήσαι μηδέ εν μικροτάτοις λυπήσαι την Παρθένον» (Ήταν τόσο καθαρός από κάθε κακία, που δεν ήθελε στο ελάχιστο να λυπήσει την Παρθένο Μαρία), που ο θεός του εμπιστεύθηκε. Αυτό είναι αγιότητα, Ορθοδοξία! Αν δεν φθάσουμε σ' αυτή την καθαρότη­τα της καρδιάς, δεν είναι δυνατόν αυτή να πληρωθεί από την θεϊκή αγάπη και φιλανθρωπία του Ιωσήφ προς κάθε συνάνθρωπο. 
 
Οι Άγιοί μας, μιμηταί και συνεχιστές του Θεαν­θρώπου στην ιστορία, έχουν επίγνωση της αξίας του ανθρώπου σε οποιαδήποτε στιγμή και κατάσταση της ζωής του. Αρκεί να θυμηθούμε το Μάρκ. 2, 27. Είναι ο λόγος του Χριστού μας, ότι «το Σάββατον διά τον άνθρωπον εγένετο, ουχ ο άνθρωπος διά το Σάββατον». Οι θεσμοί, η κοινωνία, τα πάντα υπάρχουν, για να υπηρετούν τον άνθρωπο, πόσο μάλλον, όταν είναι εμπερίστατος, όπως η άγαμη μητέρα. Ο Ορθόδοξος α­διαφορεί για το τι θα πει η χωρίς Χριστό κοινωνία, έ­στω και αν λέγεται χριστιανική, και το μόνο που θέ­λει είναι να συμπαρασταθεί στο θύμα, που λέγεται ά­γαμη μητέρα, και να σώσει την ζωή, που αυτή κυοφο­ρεί. Χίλια εξώγαμα είναι αγιότερα από μία έκτρωση, που είναι ψυχρός φόνος! Μπορούμε, συνεπώς να καταλάβουμε αυτό, που είπε ένας πατέρας στην κόρη του, μόλις μπήκε στην εφηβεία: 
«Παιδί μου, της είπε. Μπορεί να έχεις περιπέτειες στη ζωή σου και να βρε­θείς κάποια στιγμή έγκυος, πριν ακόμη φθάσεις στον γάμο. Σε παρακαλώ, αν συμβεί κάτι τέτοιο, εγώ θα το αναλάβω. Έκτρωση όμως μην κάνεις ποτέ στην ζωή σου!». 
Το αληθινό κύρος μας είναι να σώσουμε μια ζωή και όχι να την θυσιάσουμε στον Μολώχ του εγω­κεντρισμού μας... 
 
Αν δεν μιλήσουμε έτσι στα παιδιά μας, δεν θα α­ποβάλουν τον φόβο για την οικογενειακή εγκατάλει­ψη σε περίπτωση εξώγαμης εγκυμοσύνης και την κοι­νωνική κατακραυγή. Βέβαια, αυτό δεν σημαίνει με κανένα τρόπο ενθάρρυνση των λεγομένων ελευθέρων σχέσεων, του πανσεξουαλισμού και της ηθικής ασυδο­σίας της εποχής μας. Αλλά την θωράκιση της γυναίκας-θυγατέρας μας, με την υπόσχεση της συμπαράστα­σής μας σε περίπτωση θυματοποιήσεώς της από κά­ποιον ανάξιο άνδρα. Δεν πρέπει δε, να λησμονούμε, ότι οφείλουμε αυτή την στάση απέναντι στις θυγατέρες μας, διότι σχεδόν πάντοτε είναι θύματα και της απου­σίας αγωγής στην ίδια την οικογένεια. Οι πτώσεις των παιδιών μας είναι κατά κανόνα, η συνέπεια της α­διαφορίας μας για την εν Χριστώ διαπαιδαγώγησή τους, ώστε να μάθουν να αγωνίζονται και να ανθί­στανται στους πειρασμούς. Σε πρόσφατη ανακοίνωση μου σε συνέδριο για το δημογραφικό, ετόνισα ιδιαίτε­ρα, ότι η πολυτεκνία μόνη της δεν σώζει, αν δεν συνδέεται και με την ορθή αγωγή, που οδηγεί στην «καλλιτεκνία». Δεν σώζει ο αριθμός των παιδιών, αλλά η εν Χριστώ ανατροφή τους. Η κατάλληλη ανα­τροφή είναι η πρόληψη του κακού (κατά το: «κάλλιον το προλαμβάνειν ή το θεραπεύειν») και η εμφύσηση πνεύματος αυτοσεβασμού και αυτοσυγκράτησης στα παιδιά μας, ιδιαίτερα στις θυγατέρες μας. Παράλληλα όμως έμπνευση σεβασμού του ανθρώπου και ως εμ­βρύου, ώστε σε περίπτωση έκτος γάμου εγκυμοσύνης να αποφευχθεί η έκτρωση με κάθε τρόπο. 
Εύχομαι στον Σύλλογο να τα εκατοστήσει! 
 
ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ Δ. ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΥ
ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΓΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ
Εκδόσεις «Ορθόδοξος Κυψέλη», Θεσσαλονίκη

Οἱ νηστεῖες τῆς Ἐκκλησίας





Ἡ νηστεία εἶναι, ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ. Ἡ πρώτη. Ἡ πιὸ παλαιὰ ἀπὸ ὅλες. Τὴν ἔδωκε στὸν Ἀδὰμ μέσα στὸν Παράδεισο.

Τὸ νόημά της εἶναι: Μὲ ὅπλο τὴν νηστεία νὰ συνηθίσωμε στὴν ὑπακοὴ στὸν Θεὸ καὶ στὴν πάλη κατὰ τοῦ διαβόλου.

Ὁ Χριστός, ἐτόνισε ἀκόμη περισσότερο τὴν ἀξία τῆς νηστείας. Εἶπε: «Τὸ γένος τοῦτο οὐκ ἐκπορεύεται, εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ». Δηλ. μὲ τὴν νηστεία πολεμᾶμε τὸν διάβολο καὶ τὸν νικᾶμε. Ὅταν δὲν νηστεύωμε, μᾶς νικάει.



α. Πῶς νηστεύουμε;

Νηστεία, σύμφωνα μὲ τὴν Ἁγία Γραφή, δὲν εἶναι ἡ πλήρης ἀποχὴ ἀπὸ κάθε τροφή, ἀλλὰ ἡ ἀποφυγὴ ὡρισμένων τροφῶν μὲ βάση εἰδικὲς διατάξεις, ποὺ καθορίζουν, πότε τρῶμε καὶ πότε νηστεύομε· πότε τρῶμε εἰς δόξαν Θεοῦ· καὶ πότε νηστεύομε εἰς δόξαν Θεοῦ.

Στὰ βιβλία τῆς Ἐκκλησίας μας γίνεται λόγος γιά:

* ξηροφαγία (= τρῶμε φυτικὲς οὐσίες ὠμές, χωρὶς λάδι)·

* νηστεία (= τρῶμε φαγητὸ νερόβραστο ἀπὸ φυτικὲς οὐσίες· χωρὶς λάδι)·

* κατάλυση ἰχθύος (= τρῶμε φυτικὲς οὐσίες καὶ ψάρια- φαγητὸ παρασκευασμένο μὲ φυτικὰ ἔλαια)

* κατάλυση σὲ αὐγὰ καὶ γάλα καὶ ὅλα τὰ προϊόντα τους·

* κατάλυση «εἰς πάντα» (= τρῶμε κάθε εἴδους φυτικὴ καὶ ζωικὴ τροφή· ἀκόμη καὶ κρέας).

Ἡ διάκριση τῶν φαγητῶν στὶς πέντες αὐτὲς κατηγορίες ἔγινε, προφανῶς, μὲ βάση τὴν ἡδύτητα (= νοστιμάδα) τῶν φαγητῶν. Δηλαδή: κριτήριο, μὲ τὸ ὁποῖο κατενεμήθησαν τὰ φαγητὰ στὶς πέντε αὐτὲς κατηγορίες, εἶναι ἡ νοστιμάδα τους.

Εἶναι φανερὸ ὅτι:

* τὰ πιὸ νόστιμα φαγητὰ γίνονται μὲ κρέας·

* ἀκολουθοῦν τὰ φαγητὰ ποὺ γίνονται μὲ αὐγά, τυρί, βούτυρο, γάλα καὶ τὰ προϊόντα τους·

* ἀκολουθοῦν τὰ φαγητὰ μὲ ψάρια·

* λιγότερο νόστιμα εἶναι τὰ λαχανικὰ καὶ τὰ ὄσπρια μὲ λάδι·

* ἀκόμη λιγώτερο νόστιμα εἶναι τὰ φαγητὰ τὰ ἀλάδωτα·

* καὶ ἀκόμη πιὸ λίγο νόστιμα τὰ ὠμὰ φυτικὰ φαγητά. Μὲ τὴν νηστεία ὁ ἄνθρωπος παραιτεῖται κάθε φορὰ ἀπὸ ὡρισμένα φαγητά. Τηρώντας τὶς νηστεῖες, μαθαίνει: νὰ μὴν εἶναι «κοιλιόδουλος», νὰ μὴν ἀσχολεῖται μὲ τὸ τί κάθε φορὰ θὰ φάει· ἀλλὰ «Θεόδουλος», νὰ ποθεῖ νὰ πλουτίζει σὲ χαρίσματα καὶ ἀρετές.

Ἡ χρήση ἐλαίου στὸ φαγητὸ δὲν ἀποτελεῖ νηστεία. Γι᾿ αὐτό, τὶς ἡμέρες ποὺ τρῶμε λάδι, ἡ Ἐκκλησία μιλάει γιὰ κατάλυση. Ἀντίθετα, ὅταν τὸ τυπικὸ προβλέπει φαγητὸ ἀλάδωτο καὶ ξηροφαγία, ποτὲ δὲν γίνεται λόγος γιὰ κατάλυση.

Ἡ Ἐκκλησία, γιὰ νὰ ρυθμισθῇ καλὰ ἡ ζωὴ τῶν Χριστιανῶν καὶ νὰ μὴ γίνωνται ὑπερβολές, καθώρισε, τί πρέπει νὰ τρῶμε τὴν κάθε ἡμέρα καὶ ἐποχή. Ἔτσι ἔχομε:



β. Ἡμέρες αὐστηρῆς νηστείας:

Εἶναι ἡ Τετάρτη καὶ ἡ Παρασκευὴ ὅλου του χρόνου καὶ ἰδιαίτερα τῶν περιόδων νηστείας (σαρακοστῶν). Νηστεία σημαίνει φαγητὸ χωρὶς λάδι.

Τὴν Παρασκευὴ νηστεύομε, ἐπειδὴ Παρασκευὴ ἐσταυρώθη ὁ Κύριος· σταυρώνομε μὲ τὴν νηστεία μας τὸν κακὸ ἑαυτό μας, γιὰ νὰ μᾶς ἐλεήσει τοὺς ἀναξίους, ὅπως ἐλέησε τὸν ἐσταυρωμένο εὐγνώμονα λῃστή.

Τὴν Τετάρτη ,γιὰ νὰ ἐνθυμούμεθα, ὅτι ἕνας φίλος του Τὸν πρόδωσε ἡμέρα Τετάρτη, καὶ νὰ τὸ συνειδητοποιοῦμε ὅτι καὶ ἐμεῖς, παρ᾿ ὅτι εἴμαστε φίλοι του, εἶναι φυσικό, ἂν δὲν προσέχωμε καὶ δὲν ἀγωνιζώμεθα, νὰ Τὸν προδώσωμε.

Ὅταν τὶς ἡμέρες, ποὺ ἔχομε χρέος νὰ κάνωμε αὐστηρὴ νηστεία, συμπέσει κάποια ἑορτή, γίνεται «κατάλυση», δηλ. χαλάρωση τῆς νηστείας: ἂν εἶναι ἑορτὴ ἁγίου τρῶμε λάδι· ἂν εἶναι ἑορτὴ τῆς Παναγίας ἢ τοῦ Προδρόμου τρῶμε ψάρι.

Οἱ ἡμέρες Δευτέρα, Τρίτη, Πέμπτη, Σάββατο καὶ Κυριακὴ εἶναι ἡμέρες καταλύσιμες, δήλ. τρῶμε ἀπ᾿ ὅλα ὅτι θέλομε, ἐκτὸς ἀπὸ τὶς περιόδους νηστειῶν.

Τὸ Σάββατο καὶ τὴν Κυριακὴ δὲν ἐπιτρέπεται ποτὲ νὰ γίνει αὐστηρὴ νηστεία, δηλ. χωρὶς λάδι. Ὅλο τὸν χρόνο ἕνα μόνο Σάββατο νηστεύομε τὸ λάδι, δηλ. τὸ Μεγάλο Σάββατο, ἐπειδὴ τὴν ἡμέρα αὐτὴ ὁ Χριστὸς εἶναι σωματικὰ στὸν τάφο καὶ ἡ ψυχή Του ἔχει κατεβῇ στὸν ᾅδη νὰ ἀναστήσει τὸν προπάτορα Ἀδάμ.



γ. Σαρακοστὲς εἶναι οἱ ἑξῆς:

1. Ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή:

Ἀρχίζει τὴν Καθαρὰ Δευτέρα καὶ τελειώνει τὴν Κυριακὴ τῆς Ἀναστάσεως. Εἶναι ἡ πιὸ αὐστηρὴ νηστεία ὅλου τοῦ χρόνου. Γίνεται πρὸς τιμὴν τοΰ Χριστοῦ καὶ ἰδίως τοῦ Πάθους Του γιὰ μᾶς. Κατὰ τὴν Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ γίνονται οἱ ἑξῆς καταλύσεις:

Ὅποια μέρα καὶ ἂν πέσει τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τρῶμε ψάρι· καὶ τῶν ἁγίων 40 Μαρτύρων τρῶμε λάδι. Τὸ ἴδιο καὶ στὶς 26 Μαρτίου ἑορτὴ τῆς Συνάξεως τοῦ ἀρχαγγέλου Γαβριήλ.

2. Ἡ νηστεία τῶν Χριστουγέννων:

Ἀπὸ 15 Νοεμβρίου μέχρι καὶ 24 Δεκεμβρίου. Κατὰ τὴν νηστεία αὐτὴ τρῶμε ψάρι (ὅλες τὶς ἡμέρες πλὴν Τετάρτης καὶ Παρασκευῆς) ἀπὸ τὴν ἀρχὴ μέχρι τὶς 12 Δεκεμβρίου (τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος). Συνηθίζουν οἱ Χριστιανοὶ πολὺ ἀξιέπαινα καὶ δὲν τρῶνε ψάρι τὴν πρώτη ἑβδομάδα, γιὰ νὰ κοινωνήσουν τὴν μεγάλη ἑορτὴ τῶν Εἰσοδίων τῆς Παναγίας μας.

3. Ἡ νηστεία τῆς Παναγίας:

Ἀπὸ 1 Αὐγούστου μέχρι καὶ 14 Αὐγούστου. Νηστεύομε πρὸς τιμὴν τῆς Παναγίας καὶ γιὰ τὴν ψυχή μας. Ἐπειδὴ καὶ ἡ Παναγία ἐνήστεψε 15 ἡμέρες, πρὶν ἀπὸ τὴν Κοίμησή της γιὰ τὴν ψυχή της. Ἂν ἐκείνη ἐνήστεψε γιὰ τὴν ψυχή της, τί πρέπει νὰ κάνωμε ἐμεῖς; Ἡ νηστεία εἶναι αὐστηρή. Ψάρι τρῶμε μόνο τὴν ἑορτὴ τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρός μας (6 Αὐγούστου).

4. Ἡ νηστεία τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων:

Ἀπὸ τὴν Δευτέρα μετὰ τὴν Κυριακὴ τῶν Ἅγιων Πάντων μέχρι τὶς 28 Ἰουνίου. Συνήθως ἡ νηστεία αὐτὴ εἶναι πολὺ μικρή. Νηστεύομε Τετάρτη καὶ Παρασκευή. Ὅλες τὶς ἄλλες ἡμέρες τρῶμε, ἂν θέλωμε, ψάρι μέχρι τὶς 24 Ἰουνίου (Γενέθλιον τοῦ Προδρόμου). Ἀπὸ 25 μέχρι 28 Ἰουνίου νηστεύομε αὐστηρότερα πρὸς τιμὴν τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου. Ἂν ἡ ἑορτὴ τῆς Παναγίας (15 Αὐγούστου) καὶ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου (29 Ἰουνίου) πέσουν ἡμέρα Τετάρτη καὶ Παρασκευή, τρῶμε μόνο ψάρι. Ἂν πέσουν ὁποιαδήποτε ἄλλη ἡμέρα τρῶμε ἀπὸ ὅλα.



δ. Αὐστηρὴ νηστεία κάνομε καὶ στὶς ἑξῆς ἡμέρες:

* 5 Ἰανουαρίου (παραμονὴ Θεοφανείων). Νηστεύομε γιὰ νὰ πιοῦμε τὴν ἑπομένη τὸν Μεγάλο Ἁγιασμό, ποὺ εἶναι πολὺ σημαντικό, ὄχι βέβαια ὅπως ἡ Θεία Κοινωνία.

* 14 Σεπτεμβρίου (Ὕψωση τοῦ τιμίου Σταυροῦ), γιατὶ εἶναι κάτι τὸ ἀνάλογο μὲ τὴν Μεγάλη Παρασκευή.

* 29 Αὐγούστου (ἀποτομὴ τῆς Τιμίας Κεφαλῆς τοῦ Προδρόμου) σὲ ἔνδειξη πένθους γιὰ τὴν ἄδικη θανάτωση τοῦ ἁγιωτέρου ἀνθρώπου τῆς παγκόσμιας ἱστορίας· (ἀνώτερη ἀπὸ τὸν Πρόδρομο εἶναι μόνο ἡ Παναγία).

Ἂν οἱ τρεῖς αὐτὲς ἡμέρες τύχουν Σάββατο ἢ Κυριακή, τρῶμε λάδι. Εἴπαμε: ἕνα Σάββατο νηστεύομε τὸ λάδι, τὸ Μ. Σάββατο. Καὶ καμμιὰ Κυριακή. Γιατὶ ἡ Κυριακὴ εἶναι ἑορτὴ χαρμόσυνη: ἑορτὴ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ.
Περίοδοι Ἀπολυτές



Ἡ Ἐκκλησία δὲν καθώρισε μόνο περιόδους νηστείας. Καθώρισε καὶ περιόδους «ἀπολυτές», ποὺ τρῶμε ἀπὸ ὅλα ὅλες τὶς ἡμέρες, καὶ τὴν Τετάρτη, καὶ τὴν Παρασκευή. Τέτοιες περίοδοι εἶναι οἱ ἑξῆς:

1. Τὸ Δωδεκαήμερο, δηλ. ἀπὸ 25 Δεκεμβρίου μέχρι καὶ τὶς 6 Ἰανουαρίου μὲ ἐξαίρεση τὴν παραμονὴ τῶν Θεοφανείων, ποὺ νηστεύομε, γιὰ νὰ πιοῦμε τὸν Μεγάλο Ἁγιασμό.

2. Ἡ Διακαινήσιμος, δηλ. ἡ ἑβδομάδα τοῦ Πάσχα.

3. Ἡ ἑβδομάδα μετὰ τὴν Πεντηκοστὴ (μέχρι τῶν ἁγίων Πάντων).

4. Οἱ τρεῖς ἑβδομάδες ποῦ προηγοῦνται τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς (Ἀπόκριες). Κατὰ τὶς τρεῖς αὐτὲς ἑβδομάδες ἔχομε μιὰ ποικιλία διατάξεων, ποῦ εἶναι οἱ ἑξῆς:

* Τὴν πρώτη ἑβδομάδα (τοῦ Τελώνου καὶ τοῦ Φαρισαίου) τρῶμε ὅλες τὶς ἡμέρες ἀπὸ ὅλα.

* Τὴν δεύτερη ἑβδομάδα (ἀπὸ τοῦ Ἀσώτου μέχρι τῶν Ἀπόκρεω) τρῶμε ἀπὸ ὅλα, ἀλλὰ νηστεύομε τὴν Τετάρτη καὶ τὴν Παρασκευὴ χωρὶς λάδι.

* Τὴν τρίτη ἑβδομάδα, τῆς Τυρινῆς, τρῶμε ἀπὸ ὅλα τὰ ἄλλα ἐκτὸς ἀπὸ κρέας, ὅλες τὶς ἡμέρες, τρῶμε καὶ τὴν Τετάρτη καὶ τὴν Παρασκευή.

Πορεία προς το Πάσχα.





Μπήκαμε για τα καλά στην πορεία προς το Πάσχα, μπήκαμε στην Μεγάλη Τεσσαρακοστή αναζωσάμενοι την οσφύν ημών. Πορευόμαστε όλοι εμείς οι στρατοκόποι της ζωής προσπαθώντας να βρούμε το βαθύτερο νόημα της ζωής μας μέσα σε κείνες τις μακρόσυρτες ακολουθίες, μέσα από τα Μεγάλα Προκείμενα των κατανυκτικών Εσπερινών της Κυριακής που μιλούν για την ανάγκη να εξαρτηθούμε από το Θεό, να πιαστούμε από αυτόν όπως το παιδί από τον πατέρα, να ξαναβρούμε εκείνον το δικό μας μα και χαμένο Παράδεισο.
Στ’ αλήθεια όμως, για μας τους ανθρώπους των αρχών του 21ου αιώνα τι έχει να πει η περίοδος της Μεγάλης Σαρακοστής; Μήπως το περιεχόμενό της εξαντλείται μονάχα στα πλαίσια της νηστείας, που κι αυτή, όταν γίνεται, γίνεται τυπικά και όχι ουσιαστικά; Υπάρχει κάτι διαφορετικό στη Μεγάλη Σαρακοστή που της δίνει ένα αλλιώτικο χρώμα;
Κατ’ αρχάς η Μεγάλη Σαρακοστή συμβολίζει την πορεία του καθενός από μας προς το Πάσχα και την Ανάσταση. Είναι απαραίτητο να θυμηθούμε τις φράσεις από ένα ωραίο τροπάριο τη Εκκλησίας μας που ψάλλεται το βράδυ της Κυριακής των Βαϊων: «Ερχόμενος ο Κύριος προς το εκούσιον πάθος τοις Αποστόλοις έλεγεν εν τη οδώ. Ιδού αναβαίνομεν εις Ιεροσόλυμα, και παραδοθήσεται ο Υιός του ανθρώπου, καθώς γέγραπται περί αυτού. Δεύτε ουν και ημείς κεκαθαρμέναις διανοίις συμπορευθώμεν αυτώ και συσταυρωθώμεν, και νεκρωθώμεν δι’ αυτού ταις του βίου ηδοναίς. Ίνα και συζήσωμεν αυτώ, και ακούσωμεν βοώντος αυτού. Ουκέτι εις την επίγειον Ιερουσαλήμ δια το παθείν, αλλά αναβαίνω προς τον Πατέρα μου και πατέρα υμών, και Θεόν μου και Θεόν υμών, και συνανυψω ημάς εις την άνω Ιερουσαλήμ, εν τη Βασιλεία των Ουρανών». Έτσι κι εμείς συμπορευόμαστε μ’ Αυτόν κατά την περίοδο της Μεγάλης Σαρακοστής (κι όλη τη ζωή μας) και συσταυρωνόμαστε μαζί του -πώς;- με το να νεκρώνεται το σώμα μας και η ψυχή μαςε από τις επιθυμίες του βίου, με το να σταυρώνουμε τα πάθη και τι αμαρτωλές επιθυμίες μας, με το να αγωνιζόμαστε να καθαρίσουμε τη διάνοιά μας από τους αμαρτωλούς λογισμούς και από κάθε τι που μας απομακρύνει από το Θεό.
Ταυτόχρονα, η Μεγάλη Σαρακοστή μας κάνει να συνειδητοποιήσουμε την αξία του να ακολουθήσουμε τον Κύριό μας, που πάει να πει να τον εμπιστευθούμε, να του δώσουμε το τιμόνι της ζωής μας, να πιστέψουμε στη Πρόνοιά του, να τον αγαπήσουμε ευτρεπίζοντας τις λαμπάδες της ψυχής μας με το λάδι της αρετής και της ορθής πίστης προς αυτόν, με λίγα λόγια, με την προσπάθειά μας να ελκύσουμε τη χάρη και το έλεός Του!
Αυτή η αντίληψη για τη Μεγάλη Σαρακοστή είναι δύσκολο να εφαρμοσθεί στην εποχή μας, κι αυτό γιατί η πνευματικότητα συγκρούεται με ένα σωρό διαφορετικές αντιλήψεις για τη ζωή, συγκρούεται με τις βιοτικές μέριμνες που μας κατατρύχουν, συγκρούεται με το πνεύμα της απόλαυσης και της κατανάλωσης, αλλά κυρίως της ευκολίας που βάζει στο περιθώριο κάθε σκέψη αγώνα, συγκρούεται με το πρακτικό πνεύμα των ημερών μας που δεν θέλει το πνεύμα, αλλά μονάχα την ύλη, συγκρούεται με τους ρυθμούς του κόσμου που δεν μπορεί να δεχτεί ότι το μήνυμα του Ευαγγελίου δεν είναι συμβιβασμός με την αμαρτία αλλά υπέρβασή της με τη Χάρη του Θεού!
Τι μένει λοιπόν σε όλους εμάς, πέρα από την εύκολη λύση της υποταγής στη μόδα του κόσμου ή στην τήρηση μιας επιφανειακής νηστείας από τροφές και της αίσθησης ότι έτσι κάναμε το χρέος μας; Μένει η λέξη «αντίσταση» και η λέξη «αγώνας», αντίσταση στο συρμό του κόσμου και αγώνας πνευματικός! Να προσπαθήσουμε εκτός από τη νηστεία της τροφής να νηστέψουμε και από την κατάκριση και τις αμαρτίες, να προσπαθήσουμε να παρακολουθήσουμε όσο γίνεται το πλούσιο λειτουργικό πρόγραμμα που τελείται αυτό το διάστημα στις Εκκλησίες μας, να προσευχηθούμε λίγο παραπάνω στο Θεό και να τον εμπιστευθούμε λίγο παραπάνω, να αγαπήσουμε λίγο περισσότερο το συνάνθρωπό μας, να ετοιμαστούμε όσο καλύτερα μπορούμε για το Πάσχα, να καθαρίσουμε την ψυχή μας με το λουτρό της μετανοίας, να ανεβούμε μαζί στην άνω Ιερουσαλήμ με τον Κύριό μας, να αναστηθούμε μαζί Του από την αμαρτία και να γευτούμε τα αγαθά της άλλης βιοτής, της αιωνίου!

Η Μεγάλη Σαρακοστή αποτελεί πάντοτε μια ευκαιρία να ξαναδούμε τον έσω άνθρωπο, τον κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση του Θεού. Αποτελεί μια ευκαιρία για όλους εμάς να ξεφύγουμε από την καθημερινότητα και τη ρουτίνα της ζωής μας και να έρθουμε σε κοινωνία με Αυτόν που τόσο μας αγάπησε! Ας είναι η φετινή Σαρακοστή η αρχή της πνευματικής μας αναγέννησης, η αφορμή για να αναστηθεί η αγάπη μας και η πίστη στο Θεό και το Πάσχα να μας βρει πνευματικά χριστοφόρους και να γευόμαστε το αληθινό νόημα της ζωής!

Σκέψεις γιὰ τὴν Μ. Τεσσαρακοστή


Ἀγαπητοὶ ἐνορίτες



Διανύουμε τὴν περίοδο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, περίοδο-διαδρομὴ πρὸς τὸ Πάσχα. Εἴμαστε στὴν ἀναλογία τοῦ παλιοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ ποὺ ἔφυγε ἀπὸ τὴν χώρα τῆς δουλείας (Αἴγυπτος) καὶ πορεύεται πρὸς τὴν χώρα τῆς Ἐπαγγελίας. Ὅπως καὶ στὰ καθημερινὰ ἀνθρώπινα συμβεβηκότα, ἡ ἀπόφαση δὲν εἶναι ἀποτέλεσμα! Δὲν φτάνει κανεὶς ἐκεῖ ποὺ ἀποφασίζει καὶ ἐπιθυμεῖ αὐτομάτως, διαμιᾶς· μὲ μόνο ποὺ τὸ ἀποφάσισε! Χρειάζεται τὸν κόπο τῆς διαδρομῆς. Τὴν ὑπομονὴ στὶς τρέχουσες καὶ συνακολουθοῦσες τὴν πορεία πρὸς τὸ ἐπιθυμητὸ τέρμα δυσκολίες.

Ἔτσι καὶ στὴν περίπτωσή μας. Ἡ περίοδος τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς συνδυάζεται καὶ μὲ ἐξωτερικὲς (ὅπως στοὺς Ἑβραίους στὴν ἔρημο) ἀλλὰ καὶ μὲ ἐσωτερικὲς δυσκολίες ποὺ εἶναι καὶ οἱ ἐπικινδυνωδέστερες.

Ἡ Ἐκκλησία ὡς σῶμα πορεύεται πρὸς τὸ Πάσχα τηρώντας γιὰ ὅλα τὰ ὑγιῆ σωματικῶς μέλη της τὸν κανόνα τῆς νηστείας. Ἡ νηστεία εἶναι οὐσιαστικὴ παραίτηση ἀπὸ ἐπιτρεπτά. Εἶναι κόπος ἐλευθερίας προκειμένου νὰ συνειδητοποιήσουμε ὅτι ἡ ζωὴ εἶναι ὑπόθεση ἀγάπης καὶ ὄχι βιταμινῶν. Εἶναι τρόπος νὰ συναντήσουμε τὸν ἄλλον ὄχι ὡς καταναλωτικὸ ὑλικό, πάσης μορφῆς (οἰκονομικῆς, σεξουαλικῆς, συντροφικῆς), ἀλλὰ ὡς εὐκαιρία νὰ δοῦμε στὸ πρόσωπό του τὸν Χριστό. Ἂν δὲν μάθουμε νὰ παραιτούμαστε ἠθελημένα καὶ μὲ χαρὰ ἀπὸ ἐπιθυμίες στιγμιαῖες ἢ καὶ διαρκεῖς, δὲν πρόκειται ποτὲ νὰ ἀγαπήσουμε κανένα.

Τὶς δυσκολίες σ’ αὐτὴ τὴν πορεία τὶς ἐπισημαίνει ὁ ἅγ. Ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολὴ στὸ τρίτο κεφάλαιο, λέγοντας «σήμερον ἐὰν τῆς φωνῆς αὐτοῦ ἀκούσητε μὴ σκληρύνητε τὰς καρδίας ὑμῶν...». Τί σημαίνει αὐτό; Ὅτι τώρα (Μ. Τεσσαρακοστὴ) ποὺ ἀκούσατε τὴν φωνὴ τοῦ Χριστοῦ γιὰ ἔξοδο ἀπὸ τὴν χώρα τῆς δουλείας καὶ εἶστε στὴν πορεία τῆς ἐλευθερίας, μὴν ἀφήσετε τὶς καρδιές σας (ἐσωτερικὸ ἄνθρωπο) νὰ σκληρύνουν ἐγωϊστικὰ καὶ νὰ μὴν «ἀκοῦνε» οὔτε τὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ.

Πῶς σκληραίνει ὁ ἄνθρωπος; Τὸ λέει ὁ ἴδιος προηγουμένως: «...ἀπάτῃ τῆς ἁμαρτίας...». Τὸν ἀπατᾶ ἡ ἁμαρτία. Ἀπατᾶται κάποιος ἀπὸ ἄγνοια, ἀπατᾶται ἀπὸ «προτάσεις», ἀπατᾶται (τὸ χειρότερο) καὶ ἀπὸ τὸν ἑαυτὸ του (αὐταπατᾶται). Ποιὸς θὰ πείσει αὐταπατώμενο ἄνθρωπο ὅτι κάνει λάθος; «Πῶς νὰ διδάξεις στὴν φλόγα τὴν σταγόνα;» ποὺ λέει καὶ ὁ ποιητής.

Ἂν δὲν ἀγαπήσεις γιὰ νὰ ἐμπιστευτεῖς καὶ ὡς ἐκ τούτου νὰ ἀκούσεις (ὑπακούσεις) στὸν λόγο τοῦ ἀγαπημένου, πῶς νὰ μπορέσεις νὰ βγεῖς ἀπὸ τὴν φυλακὴ τῆς αὐταπάτης; Τὸ «ἀρεστὸν τοῖς ὀφθαλμοῖς αὐτοῦ», αὐτὸ ποὺ τοῦ φαίνεται σωστό, θὰ κάνει ὁ ἄνθρωπος ὅταν δὲν ἀγαπάει τὸν Χριστό. Ὅσο περισσότερο Τὸν ἀγαπᾶμε τόσο σωστότερα Τὸν ὑπακούουμε. Καὶ πάντοτε βέβαια μένει ὁ κίνδυνος τὸν ὁποῖο ἐπισημαίνει ὁ ἀπ. Παῦλος: «Τινὲς γὰρ ἀκούσαντες παρεπίκραναν». Ποιοὶ εἶναι αὐτοὶ ποὺ ὑποτίθεται Τὸν ἄκουσαν καὶ ὅμως ἀδιαφόρησαν καὶ Τὸν πίκραναν; «Ἀλλ’ οὐ πάντες οἱ ἐξελθόντες ἐξ Αἰγύπτου διὰ Μωϋσέως;». Δὲν εἶναι αὐτοὶ ποὺ βγῆκαν μαζὶ μὲ τὸν Μωϋσῆ ἀπὸ τὴν χώρα τῆς δουλείας (Αἴγυπτο);

Τρομερό. Ὁ Χριστὸς μᾶς βγάζει ἀπὸ τὴν δουλεία μας στὰ πάθη (φιλαυτία, φιλαργυρία, φιληδονία) ποὺ μᾶς ἐγκλωβίζουν σὲ ἀνυπόφορη μοναξιά, μᾶς παίρνει μαζί Του καὶ μὲ τοὺς ἄλλους ἀδελφούς μας συνοδοιπόρους πρὸς τὸ Πάσχα τῆς ἐλευθερίας μας καὶ ἐμεῖς, κυριολεκτικῶς στὰ χέρια Του, «χαζεύουμε» αὐταπατώμενοι σὲ χίλια-μύρια ἄχρηστα. Ἐπιθυμίες σωματικές, ψυχικὰ πάθη, διανοητικὴ θρασύτητα γίνονται ἐμπόδια στὴν πορεία.

Καμιὰ φορὰ βέβαια καὶ οἱ ἄνθρωποι-ἀρχηγοὶ τῆς πορείας γίνονται κι αὐτοί...ἀνασχετικὰ φράγματα! Μᾶς προτείνουν «χρυσᾶ μοσχάρια» γιὰ προσκύνηση. Γίνονται ἀντὶ βοηθοί, ἐμπόδιο. Τὰ ἐκκλησιαστικὰ θέματα τῶν ἡμερῶν κάνουν τραγικὰ ἐπίκαιρες αὐτὲς τὶς σκέψεις! Ἀρχηγοὶ ἀχρηστευμένοι σὲ κάποιο κελλί. Ὁδηγοὶ σὲ σύγχυση πορείας. Σκάνδαλα ἀφόρητα γιὰ ἀσθενεῖς συνειδήσεις ποὺ ὅμως μποροῦν (τὰ σκάνδαλα) νὰ γίνουν «καμίνι» σφυρηλάτησης αὐτοδύναμης πορείας. Ὁ Χριστὸς ὁδηγεῖ τὸν λαὸ στὴν ἐλευθερία· μερικὲς φορὲς ἀκόμα καὶ ὁ "Μωυσῆς" παραπλανᾶται σὲ λάθος ἐπιθυμίες.

Ὁ ἀπόστολος μᾶς λέει ὅτι πρέπει νὰ «παρακαλοῦμε ἑαυτοὺς ἄχρις οὗ τὸ σήμερον καλεῖται». Νὰ ἐνισχύουμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον ὅσο ἔχουμε ἀκόμα καιρὸ-χρόνο. Στὰ τροπάρια τῶν ὕμνων τῶν ἑορτῶν τῆς Ἐκκλησίας ἡ λέξη «σήμερον» ἐπανέρχεται ὡς προτροπὴ δραστηριοποίησής μας καὶ συνειδητοποίηση τῆς μόνιμης συνοδοιπορίας τοῦ Χριστοῦ στὴν πορεία μας πρὸς τὴ γῆ τῆς Ἐπαγγελίας.

Κάποιοι δὲν ἔφτασαν ποτὲ στὴν γῆ τῆς Ἐπαγγελίας. Κάποιοι τὴν εἶδαν ἀπὸ μακριά. Καὶ ἄλλοι τέλος γεύθηκαν τοὺς καρπούς της.

Ἂς παρακαλέσουμε τὸν Χριστὸ νὰ μὴν ἐπιτρέψει καὶ γιὰ μᾶς τὴν συμφορὰ τῶν πρώτων ἀλλὰ οὔτε καὶ τὴν ἀτελέσφορη ὀδύνη τῶν δευτέρων. Νὰ Τὸν ἱκετεύσουμε νὰ μᾶς κάνει μετόχους τῶν καρπῶν τῆς γῆς τῆς Ἐπαγγελίας, τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν ποὺ κατὰ τὸν ἅγιό μας Ἰωάννη τὸν Χρυσόστομο: «Τὶς ἐστὶν ἡ βασιλεία, εἰ μὴ Αὐτὸς ὁ Χριστός;»
 
Μὲ ἀγάπη καὶ εὐχές.

Ὁ ἐφημέριός σας

π. Θεοδόσιος

Νὰ μὴν προσκυνᾶμε τὴν ἀνάπαυση- Ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης




 



- Ὅταν, Γέροντα, λέω: «Τόσο μπορῶ νὰ δουλέψω, αὐτὴ εἶναι ἡ ἀντοχή μου», ἀπὸ φιλαυτία τὸ λέω;

- Ὅσο κάθεται κανείς, τόσο χαλαρώνει· ὅσο δουλεύει, τόσο δυναμώνει. Ἐκτὸς ποὺ διώχνει τὴν μούχλα μὲ τὴν δουλειά, βοηθιέται καὶ πνευματικά.

Ὁ σκοπὸς εἶναι νὰ φθάση νὰ χαίρεται ὁ ἄνθρωπος περισσότερο ἀπὸ τὴν κακοπάθεια παρὰ ἀπὸ τὴν καλοπέραση. Ἂν ξέρατε πῶς ζοῦν μερικὰ γεροντάκια ἐκεῖ στὸ Ἅγιον Ὅρος, ἀλλὰ καὶ τί χαρὰ νιώθουν!

Νά, ἕνα γεροντάκι, ποὺ ἔμενε μόνο του ἕνα χιλιόμετρο πιὸ πέρα ἀπὸ τὸ Καλύβι μου, τί αὐταπάρνηση εἶχε! Τὸ Καλύβι του ἦταν ψηλά, σὲ ἕνα πολὺ ἀπότομο μέρος, καὶ τὸ καημένο ἀρκουδώντας κατέβαινε ἀπὸ τὸ μονοπάτι γιὰ νὰ πάη σὲ ἕνα ἄλλο γεροντάκι πιὸ κάτω, ὅταν χρειαζόταν κάτι. Ἤθελαν νὰ τὸ πάρουν στὸ γηροκομεῖο, ἀλλὰ δὲν δεχόταν, καὶ ὅλοι μετὰ ἔλεγαν: «αὐτὸς εἶναι πλανεμένος», γιατί καθόταν μόνος του ἐκεῖ.

Μιὰ μέρα ποὺ ἦρθε στὸ Καλύβι, μοῦ εἶπε γιὰ ποιὸν λόγο δὲν ἤθελε νὰ φύγη: Ὅταν ζοῦσε ὁ Γέροντάς του, τὸ Καλύβι τους δὲν εἶχε ναὸ καὶ ἐκεῖνος παρακαλοῦσε τὸν Γέροντά του νὰ κάνουν ναό. «Ἂς κάνουμε ναό, τοῦ εἶπε τελικὰ ὁ Γέροντάς του, ἀλλὰ μετὰ δὲν πρέπει ποτὲ νὰ φύγης ἀπὸ ‘δῶ, γιατί θὰ μένη στὸ Ἱερὸ ὁ Φύλακας Ἄγγελος καὶ δὲν κάνει νὰ τὸν ἀφήσης μόνον». Τότε αὐτὸς τοῦ ὑποσχέθηκε ὅτι θὰ μείνη γιὰ πάντα στὸ Καλύβι, καὶ ἔτσι ἔκαναν τὸν ναό. Τελευταία εἶχε γκρεμισθῆ καὶ τὸ Κελλί του καὶ ἔμενε μέσα στὴν ἐκκλησία· κοιμόταν σὲ ἕνα στασίδι. Τέτοια αὐταπάρνηση!
Εἶχα φροντίση νὰ ἔχη μερικὰ ροῦχα, γιὰ νὰ ἀλλάζη τουλάχιστον, γιατί ὑπέφερε ἀπὸ τὰ ἔντερα καὶ εἶχε κοψίματα. Μία μέρα ἔστειλα ἕναν γνωστὸ γιατρὸ νὰ πάη νὰ τὸν δῆ. Πῆγε μὲ ἕναν ἄλλον, χτυποῦν, ξαναχτυποῦν, τίποτε. Ὅταν ἄνοιξαν, τὸν βρῆκαν πεθαμένο στὸ στασίδι ποὺ ἔμενε, σκεπασμένο μὲ μιὰ κουβέρτα. Ἐκεῖ ἀνεπαύθη ἐν Κυρίῳ!

Ἡ σκληρότητα στὴν ζωή μας γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ φέρνει στὴν καρδιὰ τὴν τρυφεράδα τοῦ Χριστοῦ. Οἱ θεῖες ἡδονὲς γεννιοῦνται ἀπὸ τὶς σωματικὲς ὀδύνες. Οἱ Πατέρες ἔδωσαν αἷμα καὶ ἔλαβαν πνεῦμα. Μὲ ἱδρώτα καὶ κόπο πῆραν τὴν Χάρη. Πέταξαν τὸν ἑαυτό τους καὶ τὸν βρῆκαν στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ.

Πολὺ μὲ συγκίνησε τὸ συναξάρι τῶν Ἁγίων Ἀσκητῶν τοῦ Σινᾶ. Πέντε χιλιάδες ἀσκητὲς ἔζησαν στὸ Σινᾶ καὶ πόσοι ἄλλοι στὸ Ἅγιον Ὅρος! Χίλια χρόνια πόσοι Πατέρες ἁγίασαν! Ἀλλὰ καὶ οἱ Ὁμολογητὲς καὶ οἱ Μάρτυρες τί τράβηξαν! Καὶ ἐμεῖς γκρινιάζουμε γιὰ τὴν παραμικρὴ ταλαιπωρία. Ζητᾶμε νὰ ἀποκτήσουμε χωρὶς κόπο τὴν ἁγιότητα. Σπανίζει ἡ αὐταπάρνηση. Οὔτε ἐμεῖς οἱ μοναχοὶ δὲν καταλάβαμε ὅτι «τὰ καλὰ κόποις κτῶνται» καὶ ἔχουμε τὴν ἐπιείκεια στὸν ἑαυτό μας· δικαιολογοῦμε τὸν ἑαυτό μας καὶ βρίσκουμε ἐλαφρυντικὰ γιὰ τὸ καθετί. Ἀπὸ ‘κεῖ ξεκινάει τὸ κακό. Καὶ ὁ διάβολος βρίσκει δικαιολογίες γιὰ τὸν κάθε ἄνθρωπο, ἀλλὰ τὰ χρόνια περνᾶνε.

Γι’ αὐτὸ νὰ μὴν ξεχνιώμαστε· νὰ θυμώμαστε καὶ λίγο ὅτι ὑπάρχει καὶ θάνατος. Μιὰ ποὺ θὰ πεθάνουμε, νὰ μὴν προσέχουμε καὶ τόσο πολὺ τὸ σῶμα· ὄχι νὰ μὴν προσέχουμε καὶ νὰ παθαίνουμε ζημιές, ἀλλὰ νὰ μὴν προσκυνοῦμε τὴν ἀνάπαυση.

Τρίτη, Φεβρουαρίου 28, 2017

Γρηγόριος Δοχειαρίτης: «Δυὸ μεγάλους ἐχθροὺς συνάντησε στὸν δρόμο της ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, τὸν παπισμὸ καὶ τὸν ἰσλαμισμό. Ἀφῆστε τὶς "φιλανθρωπίες" καὶ ἐλᾶτε στὰ συγκαλά σας»...

Γέροντας Γρηγόριος, Καθηγούμενος Ἱερᾶς Μονῆς Δοχειαρίου Ἁγίου Ὅρους
Ὁ Θεός, ὅταν δημιούργησε τὸν αἰσθητὸ παράδεισο, οὔτε στὴν Εὐρώπη τὸν ἔστησε, οὔτε στὴν Ἀμερική, ἀλλὰ στὴν Ἀνατολία. Πῶς σήμερα ἀπὸ τὴν πάμπλουτη αὐτὴν χώρα ἔχουμε πρόσφυγες στὴν Ἑλλαδίτσα; Καὶ αὐτὸ φαίνεται μὲ μία ματιὰ ποὺ τοὺς ρίχνεις. Κινητά τῆς τελευταίας τεχνολογίας, ἡ χανούμισσα κολὰν παντελόνι, τσεμπέρι καὶ τσιγάρο. Δυστυχῶς στὴν ἐποχὴ τοῦ Μωάμεθ δὲν ὑπῆρχε τὸ μακιγιάρισμα, γιὰ νὰ τὸ ἀπαγορεύση, καὶ σήμερα καλοφροντισμένες ἐμφανίζονται στὸν χῶρο μας. Περισσότερο ἀπὸ ἑξακόσια χρόνια οἱ πρόγονοί μας ἀγωνίστηκαν νὰ διώξουν τὸν μουσουλμανισμὸ καὶ νὰ διώξουν τὰ τζαμιά. Καὶ σήμερα πλησιάζει ὁ καιρὸς ποὺ θὰ εἶναι περισσότεροι οἱ μουσουλμάνοι στὴν χώρα μας ἀπὸ τοὺς ὀρθοδόξους χριστιανούς.
Ἀπὸ αἰῶνες ὁ Θεὸς μοίρασε τὰ ἔθνη καὶ στὸ καθένα ἔδωσε τὸ κομμάτι του. Δὲν πάω στὴν πατρίδα τους νὰ τοὺς πολεμήσω, ἀλλὰ δὲν τοὺς θέλω στὴν χώρα μου. Δὲν εἶναι σωβινισμὸς...
αὐτό. Οἱ καμπάνες κάνουν ἠχορρύπανση· ὁ χότζας πού σὲ λίγο θὰ φωνάζη στὰ τζαμιὰ τρεῖς φορὲς τὴν ἡμέρα δὲν θὰ ἐνοχλῆ; Μισοῦν τὴν πίστη μας, μισοῦν τὸν Σταυρό, τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Παναγία.

Καὶ δυστυχῶς κινοῦνται ἐπίσκοποι καὶ ἀρχιεπίσκοποι πρὸς τὶς σκηνές τους, βγάζοντας τὸ ἐγκόλπιο καὶ τὸν Σταυρό, γιὰ νὰ μὴν ἐρεθίζουν τὰ τέκνα τοῦ Μωάμεθ! Αὐτοὶ ποὺ κυβερνοῦν καὶ τοὺς κουβάλησαν ἐδῶ μὲ τὶς δυνάμεις τοῦ σκότους δὲν ρίχνουν μία ματιὰ στὰ συσσίτια καὶ στὰ ἄστεγα καὶ ταλαίπωρα παιδιὰ τῆς Ἑλλάδος; Καὶ τὸ πιὸ σπουδαῖο ἀπ’ ὅλα, στὰ ἄνεργα παιδιά, πού τὰ πιὸ γερὰ μυαλὰ φεύγουν πρὸς δυσμᾶς, γιὰ νὰ ἐπιβιώσουν; Εἶπε ὁ Χριστὸς ἀγάπη, ἀλλὰ εἶπε καὶ τὸ κάθε ἔθνος στὰ ὅριά του καὶ νὰ μὴν εἰσέρχεται στὸ ἄλλο ἔθνος. Ἡ μίξη τῶν Ἑλλήνων μὲ τοὺς μουσουλμάνους, ποὺ δὲν ἔχουν ἱερὸ καὶ ὅσιο, ποὺ δὲν ἔχουν καμιὰ ἠθική, ἀλλὰ ὅλα εἶναι ἀπόλαυση, δὲν θὰ τοῦ ἀλλάξη τὸ ἦθος καὶ τὸ ὕφος καὶ τὴν ταυτότητα αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τόπου;

Βρέ, δὲν ἀκοῦτε πού τρίζουν τὰ κόκκαλα τῶν προγόνων μας; Δὲν φτάνουν στὰ αὐτιὰ σας τὰ βογγητὰ καὶ οἱ καημοὶ τῶν προγόνων μας στὸ παιδομάζωμα; Αὐτὸ εἶναι ἕνας καινούργιος τρόπος παιδομαζώματος, μίξεως καὶ συγχύσεως. Ἀπὸ τοὺς ἀπογόνους τοῦ Ἰσλὰμ καταστράφηκε ὅλη ἡ λατρεία τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ καὶ ἡ Ρωμιοσύνη ἀφανίστηκε. Δυὸ μεγάλους ἐχθροὺς συνάντησε στὸν δρόμο της ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, τὸν παπισμὸ καὶ τὸν ἰσλαμισμό. Καὶ αὐτοὶ σήμερα σφιχταγκαλιάζονται γιὰ νὰ κατασβέσουν τὴν λαμπάδα τοῦ κόσμου, ποὺ εἶναι ἡ Ἑλλάδα. Ἀφῆστε τὶς «φιλανθρωπίες» καὶ ἐλᾶτε στὰ συγκαλά σας. Ἐὰν τοὺς προγόνους μας ἔκαψαν, ἔσφαξαν, τηγάνισαν, ἐμᾶς γιατί θὰ μᾶς φερθοῦν καλύτερα; Ἐπειδὴ τοὺς δεχθήκαμε στὴν χώρα μας;

Φαινόμενο μεγάλης παράνοιας ὑπάρχει σ’ αὐτὴν τὴν μικρὴ χώρα. Χρόνια τώρα δεχόμαστε ἀπειλὲς ἀπ’ τὸ Ἰσλάμ. Ποῦ θὰ πᾶς; Ποῦ θὰ περπατήσης καὶ δὲν θὰ κλάψης; Οἱ πρόσφυγες ποὺ ἦρθαν ἀπ’ τὴν Μικρὰ Ἀσία καὶ τὸν Πόντο ἦρθαν ξυπόλητοι, γυμνοί, πεινασμένοι, ἀκρωτηριασμένοι. Αὐτοὶ δὲν εἶναι πρόσφυγες, εἶναι κατακτητές, εἶναι οἱ ρώθωνες τοῦ διαβόλου.

«Θεέ μου, Θεέ μου, ἰνατὶ ἐγκατέλιπές μας;»

Ξωμάντρι τοῦ διαβόλου κατήντησε ἡ Ἑλλάδα καὶ κάθε ἄθεος καὶ ἀντίχριστος καὶ διεφθαρμένος βρίσκει καταφύγιο στὴν χώρα αὐτὴ τῶν μαρτύρων καὶ τῶν Ἁγίων. Ὑπάρχει λύσσα καταστροφῆς αὐτοῦ τοῦ πανάρχαιου λαοῦ ποὺ λέγεται Ἑλληνισμὸς καὶ τῆς Ὀρθοδοξίας. Ποιὸς θὰ ἀπαντήξη τὸ κακό; Οἱ ἄθεοι κρατοῦντες ἢ ὁ πάπας πού ἔχει γίνει -ἀλλοίμονο- τὸ μεγάλο προσκύνημα τῶν ὀρθοδόξων; Δυστυχῶς ὅπως καταντήσαμε καὶ ὄστια θὰ φᾶμε καὶ κοράνι θὰ κρατᾶμε.


Καὶ σιγὰ-σιγά, οἱ σκηνὲς γίνονται πελώρια ξενοδοχεῖα καὶ οἰκοδομὲς ποὺ ἁρπάζουν οἱ τράπεζες ἀπὸ τοὺς δύστυχους Ἕλληνες.

το είδαμε εδώ

Ἡ καθαρότης τῆς Ὀρθοδοξίας Ἅγ. Φώτιος ὁ Μέγας



Ἡ καθαρότης τῆς Ὀρθοδοξίας
 29. Αὐτὴ εἶναι ἡ καθαρὴ καὶ γνήσια ὁμολογία τῆς πίστεως ἡμῶν τῶν Χριστιανῶν· αὐτὴ εἶναι ἡ θεόσοφη μυσταγωγία τῆς ἄχραντης καὶ ἀληθινῆς θρησκείας μας καὶ τῶν σεπτῶν μυστηρίων της· ἔχοντας φρόνημα, πίστι καὶ διαγωγὴ σύμφωνα μὲ αὐτὴν τὴν ὁμολογία ἕως τὴν δύσι τοῦ βίου, βαδίζομε γρήγορα πρὸς τὴν ἀνατολὴ τοῦ νοητοῦ ἡλίου, γιὰ ν’ ἀπολαύσωμε δυνατώτερα καὶ τελειότερα τὴν ἀπὸ ἐκεῖ ἐρχόμενη ἀνέσπερη αὐγὴ καὶ λαμπρότητα. Αὐτὴν ταιριάζει ν’ ἀποδέχεται καὶ νὰ τιμᾶ καὶ ἡ θεοφρούρητη σύνεσίς σας, ποὺ ἤδη ἀτενίζει πρὸς τὴν ἰδική μας θρησκευτικὴ κληρονομιά, μὲ εἰλικρινῆ διάθεσι, εὐθύτητα γνώσεως καὶ ἀδίστακτη πίστι, καὶ νὰ μὴ ἀποκλίνη ἀπ’ αὐτὴν οὔτε στὸ ἐλάχιστο οὔτε πρὸς τὰ δεξιὰ οὔτε πρὸς τ’ ἀριστερά· διότι τοῦτο εἶναι τῶν ἀποστόλων τὸ κήρυγμα, τοῦτο εἶναι τὸ δίδαγμα τῶν πατέρων, τοῦτο εἶναι τὸ φρόνημα, τῶν οἰκουμενικῶν συνόδων.
Γι’ αὐτὸ ὄχι μόνο ἐσὺ ὁ ἴδιος πρέπει νὰ φρονῆς καὶ νὰ πιστεύης κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο, ἀλλὰ νὰ καθοδηγῆς στὸ ἲδιο φρόνημα τῆς ἀληθείας καὶ τοὺς ὑπηκόους σου καὶ νὰ τοὺς καταρτίζης στὴν ἴδια πίστι, καὶ τίποτε ἄλλο νὰ μὴ θεωρῆς πολυτιμότερο ἀπὸ τέτοια σπουδὴ καὶ ἐπιμέλεια. Διότι τοῦ ἀληθινοῦ ἄρχοντος καθῆκον εἶναι νὰ μὴ φροντίζη μόνο γιὰ τὴ δική του σωτηρία, ἀλλὰ ν’ ἀξιώνη παρόμοιας προνοίας καὶ τὸν λαὸ ποὺ τοῦ ἔχει ἀνατεθῆ, νὰ τὸν χειραγωγῆ καὶ νὰ τὸν προσκαλῆ στὴν ἴδια τελειότητα τῆς θεογνωσίας.
Μὴ λοιπὸν κάμης νὰ διαψευσθοῦν οἱ ἐλπίδες μας, τὶς ὁποῖες ἐπέτρεψε νὰ σχηματίσωμε ἡ πρὸς τὰ καλὰ ροπὴ καὶ προσοχή σου, μήτε νὰ καταστήσης ματαίους τοὺς κόπους καὶ ἀγῶνες, ποὺ μὲ χαρὰ ἀναλάβαμε χάριν τῆς σωτηρίας σας, μήτε νὰ δεχθῆς ὅτι ἄρχισες μὲν μὲ προθυμία νὰ δέχεσαι τοῦ θείου κηρύγματος τοὺς λόγους, μετέβαλες δὲ τὴν προθυμία σὲ ραθυμία· ἀλλὰ διατήρει ἀνεξάλειπτη τὴν χαρὰ κι εὐφροσύνη μου γιὰ σένα, παρέχοντας ὅμοιο μὲ τὴν ἀρχὴ τὸ τέλος, σύμφωνο τὸν βίο μὲ τὴν πίστι, καὶ τὴν ἐξουσία σου νὰ φαίνεται καὶ νὰ ὀνομάζεται κοινὸ ἀγαθό τοῦ γένους καὶ τῆς πατρίδος.
30. Ἀλλὰ τώρα πρόσεξε, σὲ παρακαλῶ, φιλόχριστε καὶ πνευματικὲ υἱέ μας, καὶ ὅ,τι ἄλλο ἔνδοξο καὶ καλὸ καὶ ἄξιο στοργῆς ὄνομα ὑπάρχει γιὰ σένα· πρόσεξε, πόσες ἐπιθέσεις ὠργάνωσε ὁ Πονηρὸς ἐναντίον τῆς εὐσεβοῦς καὶ μόνης ἀληθινῆς θρησκείας τῶν Χριστιανῶν, ἐπινοώντας διάφορες αἱρέσεις καὶ στάσεις, μάχες καὶ πολέμους. Πρόσεξε ἐπίσης καὶ τοῦτο, πῶς αὐτὴ τὶς ἀντέκρουσε ὅλες καὶ ἔστησε λαμπρὰ τρόπαια ἐναντίον ὅλων τῶν ἀντιπάλων.
Καὶ μὴ ἀπορήσης, καθὼς θ’ ἀναλογίζεσαι τὶς ἐναντίον της ἐπινοήσεις καὶ ἐπιβουλές. Διότι, πρῶτα, δὲν θὰ μποροῦσε νὰ γίνη τόσο περίοπτη καὶ δυνατὴ καὶ ἐπίσημη διὰ τῆς νίκης, ἂν δὲν συγκρουόταν μαζί της κανένας ἐχθρός· κι’ ἔπειτα εἶναι εὔκολο νὰ ἀντιληφθοῦμε κι ἐκεῖνο, ὅτι ὅπου ὁ Πονηρὸς πολεμεῖται σφοδρότερα, ἐκεῖ στέλλει κι αὐτὸς μεθοδικώτερα τὰ βέλη τῆς κακίας του καὶ στήνει τὰ πολεμικὰ μηχανήματά του.
Πράγματι στὰ ἄλλα γένη, ἐπειδὴ δὲν ὑφίσταται ἐναντίον του κανένας δυνατὸς πόλεμος, γι’ αὐτὸ δὲν ἐξοπλίζεται οὔτε αὐτὸς ἐναντίον ἐκείνων στὸ Χριστώνυμο ὅμως λαὸ τοῦ Θεοῦ, τὸ ἅγιο ἔθνος, τὸ βασίλειο ἱεράτευμα, ἐπειδὴ ξεσηκώνονται ἀνδρείως καθημερινὰ δυναμωμένοι μὲ τὴν πίστι κατὰ τῶν πονηρῶν πράξεων καὶ μηχανευμάτων του, γι’ αὐτὸ κι ἐκεῖνος καταφέρνει μὲ μύριες ἐπιβουλὲς καὶ μὲ ὅλες τὶς μεθόδους νὰ ὑποτάξη μερικοὺς ἀπ’ αὐτοὺς καὶ ἀγωνίζεται νὰ θλίψη τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἂν καὶ οἱ ἀγῶνες καὶ τὰ πονηρεύματά του καταλήγουν σὲ καταισχύνη.
 31. Ἄλλωστε τὰ ἄλλα ἔθνη ἔχουν ἀδιάκριτα καὶ συγκεχυμένα τὰ δογματικὰ φρονήματα, δὲν ἔχουν τίποτε καθαρὸ καὶ δοκιμασμένο σὲ ἀκρίβεια· γι’ αὐτὸ δὲν φαίνεται σ’ ἐκεῖνα οὔτε ἡ ὀρθοδοξία οὔτε ἡ διαστροφή. Στὴν καθαρώτατη ὅμως καὶ ἁγιώτατη πίστι τῶν Χριστιανῶν ποὺ ἔχει μεγάλη ἀκρίβεια, λόγω τῆς εἰλικρίνειας καὶ τῆς εὐθύτητος, τῆς ἐξάρσεως καὶ τῆς ἀκεραιότητος, ὅταν ἐπιχειρήση κανεὶς νὰ εἰσφέρη καὶ μικρὸ δεῖγμα διαστροφῆς ἢ καινοτομίας, ἀμέσως καταφαίνεται καὶ διακρίνεται ἡ διαστροφὴ καὶ νοθεία μὲ τὴν παράθεσι τῆς ἀληθείας καὶ τοῦ ὀρθοῦ λόγου, καὶ ἡ εὐγένεια τῶν εὐσεβῶν δογμάτων δὲν ἀνέχεται καθόλου οὔτε γιὰ λίγο τὸ νόθο γέννημα, οὔτε κάτω ἀπὸ τὴν ἴδια ὀνομασία μάλιστα.
Πράγματι, ὅπως στὴν περίπτωσι τῶν διακρινομένων γιὰ τὴν ὠμορφιά τους σωμάτων καὶ μία μικρὴ κηλίδα ποὺ θὰ σχηματισθῆ διακρίνεται καὶ παρατηρεῖται γρήγορα κατόπιν τῆς συγκρίσεως μὲ τὴν ἄλλη ὠμορφιά τοῦ σώματος, ἐνῶ στὴν περίπτωσι τῶν ἀσχημοπροσώπων ἀνθρώπων δὲν μποροῦν νὰ διακριθοῦν εὔκολα τὰ ἐπισυναπτόμενα σημεῖα τῆς ἀσχημοσύνης (διότι κρύβονται στὰ συγγενῆ καὶ ὅμοια στοιχεῖα τῆς ἀμορφίας), ἔτσι καὶ στὴν περίπτωσι τῆς πραγματικὰ ὡραιοτάτης καὶ ὑπέρλαμπρης θρησκείας καὶ πίστεως τῶν Χριστιανῶν, ἀκόμα καὶ τὸ μικρότερο στοιχεῖο της ἂν ἐκτρέψη κανείς, προκαλεῖ μεγάλη ἀσχημοσύνη κι’ αὐτὸ δέχεται ἀμέσως τὸν ἔλεγχο·τὰ ἄλλα δὲ δόγματα τῶν ἐθνῶν, ἐπειδὴ εἶναι γεμάτα ἀκοσμία καὶ ἀσχήμια, δὲν ἐπιτρέπουν στοὺς ὀπαδοὺς των νὰ λάβουν καμμιὰ συναίσθησι τῆς πρόσθετης ἄσχημοσυνης.
32. Ὄχι δὲ σ’ αὐτὰ μόνο, ἀλλὰ καὶ στὴν περίπτωσι ὅλων τῶν ἄλλων τεχνῶν καὶ ἐπιστημῶν εἶναι δυνατὸ νὰ παρατηρήσωμε τὸ ἲδιο. Στὶς ἀκριβέστατες, εὔκολα γίνεται φανερὸ καὶ τὸ μικρότερο ψεγάδι· στὶς προστυχότερες ὅμως, πολλὰ παραβλέπονται καὶ δὲν θεωροῦνται κἂν ἐλάττωμα. Κι’ ἂν θέλης, στοὺς ἄρχοντες καὶ γενικὰ τοὺς εὑρισκομένους σὲ κάποια ἐξουσία, καὶ μάλιστα σ’ ἐκείνους ποὺ ἀσκοῦν σὲ περισσοτέρους τὴν ἐξουσία τους, καὶ τὸ παραμικρότερο ἐλάττωμα ἐξογκώνεται, διαδίδεται παντοῦ καὶ γίνεται περιβόητο σὲ ὅλους· ἐνῶ στοὺς ἀρχομένους καὶ ταπεινοτέρους πολλὰ παρόμοια πταίσματα δὲν γίνεται γνωστὸ οὔτε ὅτι ἐπράχθηκαν, κρύβονται καὶ διαφεύγουν, ἀφοῦ σβήνονται ἀπὸ τὴν μικρότητα καὶ εὐτέλεια τοῦ ἁμαρτήσαντος.
 33. Ὅσο λοιπὸν ἡ πίστις καὶ λατρεία τῶν Χριστιανῶν, κατὰ τὸ μέγεθος καὶ τὴ δύναμι, τὸ κάλλος καὶ τὴν ἀκρίβειά της, τὴν καθαρότητα καὶ κάθε ἄλλη τελειότητα εἶναι ὑψηλότερα ἀπὸ τὰ θρησκεύματα τῶν ἐθνῶν, τόσο ἐρεθίζεται ὁ Πονηρὸς στὸν ἐναντίον της πόλεμο καὶ τόσο ἐπίσης καταφαίνονται ἀμέσως τὰ ἁμαρτήματα τῶν ἀφρόνων καὶ κακοβούλων ἀνθρώπων καὶ οὔτε μποροῦν ν’ ἀποκρυβοῦν ἔστω καὶ γιὰ λίγον καιρὸ οὔτε νὰ εὕρουν ὑπεκφυγή. Ἀλλ’ ὅμως ἡ καθολικὴ καὶ ἀποστολικὴ Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ, ὅπως εἴπαμε πρὸ ὀλίγου, καθιστᾶ σαθρὰ καὶ ἄπρακτα ὅλα τὰ μηχανήματα τοῦ Πονηροῦ, ἢ μᾶλλον τὰ ἐπαναφέρει ἐναντίον ἐκείνου ποὺ τὰ κατασκευάζει καὶ εὔκολα καταρρίπτει τὴν βλασφημία καὶ καταισχύνει τὴν ἀναισχυντία τῶν αἱρεσιαρχῶν· διατηρεῖ ἀκαταμάχητη καὶ ἀήττητη τὴν δύναμί της καὶ στολίζεται διαπαντὸς μὲ θριάμβους καλοὺς καὶ σωστικοὺς γιὰ τὸν κόσμο.

“Ἐπιστολὴ πρὸς Βούλγαρον Ἡγεμόνα”
Μετάφραση : Παν. Κ. Χρήστου.
Περιοδικό “Ἐποπτεία”, Φεβρουάριος 1992, Ἀθήνα

Ὁ Χριστὸς προσκαλεῖ τὴν ἁμαρτωλὴ ψυχή. Ἅγιος Τύχων Ζαγκόρσκ


 Γιατὶ μὲ ἐγκατέλειψες, ἄνθρωπε; Γιατὶ ἀποστράφηκες ἀπὸ τὸν ἀγαπήσαντά σε; Γιατὶ πάλιν ἑνώθηκες μὲ τὸν ἐχθρό μου; Θυμήσου πώς κατέβηκα γιά σένα ἀπὸ τοὺς οὐρανούς. Θυμήσου πώς ἔγινα γιά σένα σάρκα. Θυμήσου πώς γεννήθηκα γιά σένα ἀπὸ τὴν Παρθένο. Θυμήσου πώς ἔγινα γιά σένα βρέφος. Θυμήσου πώς ταπεινώθηκα γιά σένα. Θυμήσου πώς ἐφτώχυνα γιά σένα. Θυμήσου πώς ἔζησα γιά σένα ἐπὶ τῆς γῆς. Θυμήσου πώς ὑπέμεινα γιά σένα διωγμούς.
Θυμήσου πώς ἀποδέχτηκα, γιά σένα, τὶς κακολογίες,τὶς ὕβρεις, τὶς ἀτιμώσεις, τὶς πληγές, τοὺς ἐμπτυσμούς,τοὺς κολαφισμούς, τὶς κοροϊδίες καὶ τὶς καταδίκες. Θυμήσου πώς γιά σένα «μετὰ ἀνόμων ἐλογίσθην». Θυμήσου πώς γιά σένα ἔλαβα τὸν ἀτιμωτικὸ θάνατο. Θυμήσου πώς γιά σένα ἐνταφιάστηκα. Κατέβηκα ἀπὸ τοὺς οὐρανοὺς γιά νά σὲ ἀνεβάσω στούς οὐρανούς. Ταπεινώθηκα γιά νά σὲ ὑψώσω. Ἐπτώχευσα γιά νά σὲ πλουτίσω. Ἀτιμάστηκα γιά νά σὲ δοξάσω. Πληγώθηκα γιά νά σὲ ζωντανέψω.
Ἐσὺ ἔκανες τὴν ἁμαρτία, καὶ Ἐγὼ πῆρα αὐτὴ τὴν ἁμαρτία ἐπάνω μου. Ἐσὺ φταῖς, καὶ Ἐγὼ ἐκτελέστηκα. Ἐσὺ εἶσαι ὀφειλέτης, καὶ Ἐγὼ πλήρωσα τὸ χρέος. Ἐσὺ καταδικάστηκες σὲ θάνατο, καὶ Ἐγὼ πέθανα γιά σένα.
Μὲ προσέλκυσε νά τὸ κάνω ἡ ἀγάπη μου καί ἡ εὐσπλαχνία μου. Δέν μπόρεσα νά ἀντέξω νά ὑποφέρεις, εὑρισκόμενος σὲ τόση δυστυχία. Καὶ ἐσὺ περιφρονεῖς αὐτὴν τὴν ἀγάπη μου; Ἀντὶ ἀγάπης μοῦ ἀνταποδίδεις τὸ μῖσος. Ἀντὶ Ἐμένα ἀγαπᾶς τὴν ἁμαρτία. Ἀντὶ νά μὲ ὑπηρετεῖς, λειτουργεῖς τὰ πάθη σου. Ἀλλὰ τὶ βρῆκες σὲ Μένα πού θὰ ἔπρεπε νά ἀποφύγεις;
Γιατὶ δέν θέλεις νά ἔρθεις σ΄ Ἐμένα; Ἀναζητᾶς καλὸ γιά τὸν ἑαυτὸ σου; Κάθε καλὸ τὸ ἔχω Ἐγώ. Ἀναζητᾶς τὴν μακαριότητα; Κάθε μακαριότητα τὴν ἔχω Ἐγώ. Ἀναζητᾶς τὴν ὀμορφιά; Τὶ ὑπάρχει πιὸ ὄμορφο ἀπὸ Μένα; Ἀναζητᾶς τὴν εὐγένεια; Ποιός εἶναι  πιὸ εὐγενὴς ἀπὸ τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν Παρθένο; Ἀναζητᾶς τὸ ὑψηλό; Τὶ  εἶναι  πιὸ ὑψηλὸ ἀπὸ τὸ Βασιλέα τῶν οὐρανῶν;
Ἀναζητᾶς τὴν δόξα; Ποιός  εἶναι  πιὸ ἔνδοξος ἀπὸ Μένα; Ἀναζητᾶς τὸν πλοῦτο; Ὅλα τὰ πλούτη βρίσκονται σὲ Μένα. Ἀναζητᾶς τή σοφίᾳ; Ἐγὼ εἶμαι ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ. Ἀναζητᾶς τὴν φιλία; Ποιός  εἶναι  φιλικότερος ἀπὸ Μένα, πού ἔδωσα τὴν ψυχή μου γιά ὅλους σας; Ἀναζητᾶς τὴν βοήθεια; Ποῖος μπορεῖ νά σὲ βοηθήσει ἐκτὸς ἀπὸ Μένα;
Ἀναζητᾶς τὸν γιατρό; Ποιός μπορεῖ νά σὲ θεραπεύσει ἐκτὸς ἀπὸ Μένα; Ἀναζητᾶς τὴν ἀγαλλίαση; Ποιός θὰ σοῦ τὴν δώσει ἐκτὸς ἀπὸ Μένα; Ἀναζητᾶς τὴν παρηγορία μέσα στίς θλίψεις σου; Ποιός θὰ σὲ παρηγορήσει ἐκτὸς ἀπὸ Μένα; Ἀναζητᾶς τὴν ἡσυχία; Σ’ ἐμένα θὰ βρεῖς τὴν ἡσυχία γιά τὴν ψυχή σου. Ἀναζητᾶς τὴν εἰρήνη; Ἐγὼ εἶμαι ἡ εἰρήνη τῆς ψυχῆς.
Ἀναζητᾶς τή ζωή; Ἐγὼ ἔχω πηγὴ ζωῆς. Ἀναζητᾶς τὸ φῶς; Ἐγὼ εἶμαι τὸ φῶς τοῦ κόσμου. Ἀναζητᾶς τὴν ἀλήθεια; Ἐγὼ εἶμαι ἡ ἀλήθεια. Ἀναζητᾶς τὴν ὁδό; Ἐγὼ εἶμαι ἡ ὁδός. Ἀναζητᾶς τὸν ὁδηγὸ στόν  Οὐρανό; Ἐγὼ εἶμαι ὁ πιστὸς ὁδηγός. Λοιπόν, γιατὶ δέν θέλεις νά ἔρθεις σ’ Μένα; Δέν τολμᾶς νά μὲ πλησιάσεις; Ποιός, ἀλήθεια, εἶναι πιὸ εὐπρόσιτος ἀπὸ Μένα; Φοβᾶσαι νά Μὲ παρακαλεῖς; Πότε, ἀλήθεια, ἀρνήθηκα νά πραγματοποιήσω κάτι, ὅταν Μὲ παρακαλέσαν μὲ πίστη;
Δέν σοῦ ἐπιτρέπουν οἱ ἁμαρτίες; Ὅμως Ἐγὼ πέθανα γιά τοὺς ἁμαρτωλούς. Στενοχωριέσαι γιά τὸ πλῆθος τῶν ἁμαρτιῶν σου; Ἀλλὰ ἡ εὐσπλαχνία μου εἶναι πιὸ μεγάλη. «Δεῦτε πρὸς Μὲ πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς».

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...