Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Δεκεμβρίου 15, 2018

« Παιδός η βασιλείη»

Αποτέλεσμα εικόνας για η γεννηση του χριστου
Η βασιλεία ανήκει στο παιδί, λέει ο Ηράκλειτος.
Θα σας το πω πολύ απλά! Σαν παραμύθι! Όπως το κράτησα στη μνήμη μου: Σωστά ή λαθεμένα δεν ξερω! Ο βασιλιάς, λέει, και η γερουσία, της Εφέσου συνεδρίαζαν! Και όλοι περίμεναν τον Ηράκλειτο, που και αυτός κρατούσε από βασιλική γενιά και ήταν μέλος της Γερουσίας. Αλλά εκείνος  δεν έλεγε να φανεί.  Γι’ αυτό και έστειλαν κάποιον να τον φωνάξει Και τον βρήκε να παίζει με τα παιδιά! Τι κάνεις εδώ του είπε; Παίζεις με τα παιδιά! Ο βασιλιάς με τη γερουσία σε περιμένουν! Ας τους να περιμένουν! Αποκρίθηκε. Η βασιλεία ανήκει στο παιδί!
Κι αλλού ο Ηράκλειτος φέρεται να λέει: «Αιών εστί παις πεσσεύων»! Δηλαδή, η αιωνιότητα είναι σαν το παιδί, που παίζει κότσια (ζάρια). Το παιδί που κινείται λεύτερα. Χωρίς δεσμεύσεις και συμφέροντα και σκοπιμότητες. Που δημιουργεί λεύτερα και λεύτερα καταστρέφει: Από τα παιχνίδια, μέχρι τα φύλλα των δένδρων και τα πέταλα των λουλουδιών και τις δοξασμένες πολιτείες και αυτοκρατορίες. Πηγαίνοντας, όπου πηγαίνει η καρδιά του. Έξω απ’ τους νόμους και τα καλούπια  και τους κανόνες  της ανθρώπινης λογικής.
Μέσα στην αρμονία του οποίου οι άνθρωποι «ζουν και κινούνται και υπάρχουν», όπως θα ’λεγε κι ο Παύλος. Χωρίς  να υποπτεύονται την παρουσία του. Και γι αυτό ζουν αταίριαστα με την πραγματικότητα. Και γι’ αυτό συγκρούονται με την πραγματικότητα. Και γι’ αυτό πονούν και υποφέρουν. Ενώ θα μπορούσαν να εναρμονιστούν με την πραγματικότητα του παγκόσμιου  Λόγου. Να εναρμονιστούν με το παγκόσμιο παιχνίδι. Που αρχίζει απ’ την κούνια και φτάνει μέχρι την αιωνιότητα…
Είδατε τι κάνει ο Χριστός, όταν του ζητούν να δείξει  πώς είναι η βασιλεία του Θεού; Παίρνει ένα παιδί και το βάζει στη μέση. Και τους λέει: «Να πώς είναι η βασιλεία του Θεού. Σαν αυτό το παιδί». Σαν το κάθε παιδί που ζει μέσα στην αθωότητα και τη χαρά του αιώνιου  παιχνιδιού. Μέχρις ότου η «λογική» των μεγάλων  τα ξεστρατίσει και τα παγιδέψει μέσα στα αδιέξοδα των σκοπιμοτήτων  και των συμφερόντων.
Και ο Χριστός κάλεσε τους ανθρώπους, που τον περιτριγύριζαν να  πάρουν μέρος στο παιχνίδι της αιωνιότητας: «Εάν, τους είπε, δεν γυρίσετε πίσω και δεν ξαναγίνετε παιδιά, δεν μπορείτε να μπείτε στη βασιλεία του Θεού»!
Πώς όμως μπορεί να ξαναγίνει κανείς παιδί; Την απάντηση ο Χριστός την έδωσε στο Νικόδημο, τον ευσχήμονα βουλευτή. Παιδί μπορεί να ξαναγίνει κάποιος, αν αναγεννηθεί. Αν αναγεννιέται κάθε ώρα και κάθε στιγμή. Αυτός που γεννιέται μια φορά γερνάει και πεθαίνει. Αυτός που αδιάλειπτα αναγεννιέται,  δεν γερνάει ποτέ και ποτέ δεν πεθαίνει. Γίνεται μέτοχος της αιώνιας ζωής και της αιώνιας νεότητας.
Και μην πούμε πώς θα αναγεννηθούμε. Τα κλειδιά της βασιλείας δεν τα κατέχουν οι φαρισαίοι της κάθε εποχής. Τα κλειδιά της βασιλείας είναι στα δικά μας τα χέρια. Είναι αναπαλλοτρίωτο κτήμα μας. «Η βασιλεία του Θεού, λέει ο Χριστός, είναι μέσα  σας». Είναι μέσα στην καρδιά σας. Αφουγκραστείτε την καρδιά σας. Κι ακολουθείστε τη.
Ξυπνήστε το παιδί, που κοιμάται μέσα σας. Και παίξτε μαζί του. Από τώρα μέχρι την αιωνιότητα. Γκρεμίστε και χτίστε μαζί του. Γκρεμίστε με την επανάσταση και χτίστε με την παιδεία. Η επανάσταση είναι νομοτελειακά σύμφυτη με τη νεότητα. Και η παιδεία συνώνυμη με τα παιδιά. ΄Όχι μόνο της μικρής  ηλικίας αλλά και τα ισόβια, τα αιώνια παιδιά. Τα «αεί διδασκόμενα».
Τα Χριστούγεννα είναι ακριβώς  η γιορτή του αιώνιου παιδιού και της αιώνιας  παιδείας και επανάστασης. Το γκρέμισμα του παλιού και το χτίσιμο του καινούργιου. Το γκρέμισμα των ανήθικων συμβάσεων και των κατά συνθήκη ψευδών. Και το χτίσιμο του καινούργιου κόσμου: της απλότητας και της σοφίας.
Είδατε ποιοι υποκλίθηκαν στο νεογέννητο βασιλιά της Βηθλεέμ; Τα ουράνια παιδιά, οι άγγελοι, τα’ απλοϊκά παιδιά οι τσοπάνηδες και τα σοφά παιδιά,οι  μάγοι. Οι εκπρόσωποι της αγιότητας, της απλότητας και της σοφίας. Και είδατε ποιοι θορυβήθηκαν;  Ο Ηρώδης  και το φαρισαϊκό κατεστημένο. Αυτοί που αντιπροσώπευαν την υποκρισία και το έγκλημα Οι αιματοβαμμένοι «άγιοι» και οι γαλαζοαίματοι εκπρόσωποι του διαχρονικού εγκλήματος.  Που αφαιρούν από εκατομμύρια παιδιών όχι μόνο το δικαίωμα στην παιδεία   και το παιχνίδι αλλά και την ίδια τη ζωή!  Που ούτε οι ίδιοι εισέρχονται ούτε τους άλλους αφήνουν να εισέλθουν, στη βασιλεία του Θεού και του παιδιού…
Λοιπόν; Να σας ευχηθούμε «χρόνια πολλά» για τα Χριστούγεννα»! Αν είναι για τα μελομακάρονα και τα τσουρεκάκια και τον άλλο φολκλορικό διάκοσμο, δεν έχει κανένα νόημα. Αν όμως μαζί με το Χριστό και τον Ηράκλειτο πιστεύουμε στη βασιλεία του παιδιού κι αν ψάχνουμε να βρούμε αυτό το παιδί μέσα μας, για να αναγεννηθούμε κι αν αφεθούμε με όλη μας την ψυχή και την καρδιά στο αιώνιο παιχνίδι, τότε τα Χριστούγεννα, τα δικά μας Χριστούγεννα θα είναι όχι μόνο καλά  αλλά και αληθινά. Κι όχι απλά για «χρόνια πολλά», αλλά μέχρι την αιωνιότητα!…
Και στα παιδιά; Να τους ευχηθούμε να κάμουν  για πάντα δικό τους το αιώνιο παιχνίδι. Και να τ’ αφήσουμε  να παίξουν με το Αιώνιο Παιδί.  Απ’ το οποίο εμείς οι μεγάλοι  τα απομακρύναμε. Γιατί τους μάθαμε  πως ο χριστιανισμός  δεν είναι όμορφος, γελαστός και ανθρώπινος. Σαν το παιδί. Αλλά κατσούφικος, άκαμπτος και απάνθρωπος.
΄Όπως εμείς οι μεγάλοι καταντήσαμε με τη σοβαροφάνειά μας το χριστιανισμό και τη ζωή των παιδιών….

Τὸ ἀπρόσληπτον καὶ ἀθεράπευτον



Πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολὴ ια΄, 8-10, 32-40: 

8. Μὲ τὴν πίστη ὁ Ἀβραὰμ ὑπάκουσε στὸ Θεό, ποὺ τὸν καλοῦσε νὰ φύγει γιὰ τὴ χώρα ποὺ θὰ κληρονομοῦσε, κι ἔφυγε χωρὶς νὰ ξέρει ποῦ πηγαίνει. 

9. Μὲ πίστη ἐγκαταστάθηκε στὴ γῆ ποὺ τοῦ εἶχε ὑποσχεθεῖ ὁ Θεός, ξένος σὲ ἄγνωστη χώρα, ζώντας σὲ σκηνὲς μὲ τὸν Ἰσαὰκ καὶ τὸν Ἰακώβ, ποὺ κι αὐτοὶ ἦταν κληρονόμοι τῆς ἴδιας ὑποσχέσεως. 

10. Κι αὐτό, γιατί περίμενε τὴν πόλη ποὺ θὰ εἶχε γερὰ θεμέλια καὶ ποὺ ἀρχιτέκτονας καὶ δημιουργός της θὰ ἦταν ὁ ἴδιος ὁ Θεός... 

32. Χρειάζεται νὰ συνεχίσω; Δὲ θὰ μὲ πάρει ὁ χρόνος νὰ διηγηθῶ γιὰ τὸ Γεδεὼν, τὸ Βαράκ, τὸ Σαμψὼν, τὸν Ἰεφθάε, τὸ Δαβίδ, τὸ Σαμουὴλ καὶ τοὺς προφῆτες. 

33. Μὲ τὴν πίστη κατατρόπωσαν Βασίλεια, ἐπέβαλαν τὸ δίκαιο, πέτυχαν τὴν πραγματοποίηση τῶν ὑποσχέσεων τοῦ Θεοῦ, ἔφραξαν στόματα λεόντων· 

34 ἔσβησαν τὴ δύναμη τῆς φωτιᾶς, διέφυγαν τὴ σφαγή, ἔγιναν ἀπὸ ἀδύνατοι ἰσχυροί, ἀναδείχτηκαν ἥρωες στὸν πόλεμο, ἔτρεψαν σὲ φυγὴ ἐχθρικὰ στρατεύματα· 

35 γυναῖκες ξαναπῆραν πίσω στὴ ζωὴ τοὺς ἀνθρώπους τους, κι ἄλλοι βασανίστηκαν ὥς τὸ θάνατο, χωρὶς νὰ δεχτοῦν τὴν ἀπελευθέρωσή τους, γιατί πίστευαν ὅτι μποροῦσαν ν΄ ἀναστηθοῦν σὲ μία καλύτερη ζωή. 

36. Ἄλλοι δοκίμασαν ἐξευτελισμοὺς καὶ μαστιγώσεις, ἀκόμη καὶ δεσμὰ καὶ φυλακίσεις. 

37. Λιθοβολήθηκαν, πριονίστηκαν, πέρασαν δοκιμασίες, θανατώθηκαν μὲ μαχαίρι, περιπλανήθηκαν ντυμένοι μὲ προβιὲς καὶ κατσικίσια δέρματα, ἔζησαν σὲ στερήσεις, ὑπέφεραν καταπιέσεις, θλίψεις καὶ κακουχίες –

(38) ὁ κόσμος δὲν ἦταν ἄξιος νὰ ΄χει τέτοιους ἀνθρώπους- πλανήθηκαν σὲ ἐρημιὲς καὶ βουνά, σὲ σπηλιὲς καὶ σὲ τρύπες τῆς γῆς. 

39. Ὅλοι οἱ παραπάνω, παρὰ τὴν καλὴ μαρτυρία τῆς πίστης τους, δὲν πῆραν ὅ,τι τοὺς ὑποσχέθηκε ὁ Θεός. 

40. Αὐτὸς εἶχε προβλέψει κάτι καλύτερο γιά μᾶς, ἔτσι ὥστε νὰ μὴ φτάσουν ἐκεῖνοι στὴν τελειότητα χωρὶς ἐμᾶς".



Σκοπὸς τῆς κουβέντας μας σήμερα εἶναι, ἀφορμώμενοι ἁπλῶς ἀπὸ τὸν ἀπόστολο τῆς Κυριακῆς πρὸ τῆς τοῦ Χριστοῦ Γεννήσεως, νὰ καταλάβουμε ὅτι ἡ κατὰ πνεῦμα σάρκωση τοῦ Χριστοῦ συμβαίνει πάντοτε, ἀλλὰ προϋποθέτει τὴ δική μας προετοιμασία, χωρὶς ὅμως καὶ νὰ εἶναι καὶ δικό της ἀποτέλεσμα, καθὼς τὴν ξεπερνᾶ κατὰ πολύ. Ἡ δική μας προετοιμασία ἔγκειται στὸ νὰ προσλάβουμε αὐτὸ ποὺ εἶναι ὁ Χριστός, στὸ μέτρο τῶν δυνάμεών μας. Παρατηρεῖται τὸ φαινόμενο χριστιανοὶ νὰ νομίζουν, ἔστω ἀσυνείδητα, ὅτι μὲ τὶς δικές τους ἀποκλειστικὰ προσπάθειες μποροῦν νὰ φτάσουν σὲ αὐτὸ ποὺ λέμε «σωτηρία». Σὲ μία τέτοια προοπτικὴ ὁ χριστιανὸς καταλαβαίνουμε εὔκολα πὼς ὁδηγεῖται εἴτε στὴν ὑπεροψία καὶ τὸν φαρισαϊσμὸ εἴτε στὸ ἄγχος καὶ τὶς ἐνοχὲς στὴν περίπτωση βέβαια ποὺ νιώσει ὅτι ἀποτυγχάνει νὰ γίνει αὐτὸ ποὺ ἀπὸ μόνος του προσπαθεῖ.

Θὰ ποῦμε εὐθὺς ἐξαρχῆς ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ σώζει, εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἔφερε αὐτὴν τὴ δυνατότητα στὸν κόσμο. Τίποτε δικό μας δὲν ἀρκεῖ γιὰ νὰ ὑποκαταστήσει τὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ. Ἐμεῖς μὲ τὰ ἔργα μας ἁπλὰ συμμετέχουμε κατὰ τὸ δυνατὸν στὸ σωτηριῶδες ἔργο τοῦ Χριστοῦ. Κάνουμε δική μας, προσωπικὴ ἱστορία τὴν ἱστορία τῆς σωτηρίας ποὺ ἔφερε ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο. Νὰ τὸ ποῦμε πιὸ ἁπλὰ ἴσως: τὸ χάσμα ποὺ χωρίζει ἐμᾶς καὶ τὶς προσπάθειές μας ἀπὸ αὐτὸ ποὺ θέλει νὰ εἴμαστε ὁ Θεὸς γιὰ νὰ σωθοῦμε, τὸ κάλυψε ὁ Χριστός. Ἀρκεῖ πρωτευόντως ἡ πίστη σὲ αὐτὸ ποὺ ἔκανε ὁ Χριστὸς γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ θὰ ἀκολουθήσουν καὶ τὰ ἔργα τῆς πίστεως ποὺ θὰ ἀποδεικνύουν ὅτι ὄντως ὑπάρχει αὐτὴ ἡ πίστη. Τὰ ἔργα τῆς πίστης δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι τίποτε ἄλλο ἀπὸ ἀπὸ τὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Τελικὰ πίστη τί ἄλλο μπορεῖ νὰ εἶναι ἀπὸ αὐτὸ τὸ τελευταῖο; Πίστη καὶ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Τὶς ἐντολὲς ἔχουμε γιὰ νὰ βροῦμε τὸν Θεό, γιὰ νὰ καλλιεργήσουμε τὴ σχέση μας μαζί του.

Στὸ ἀπόσπασμα λοιπὸν τοῦ Ἀποστόλου ποὺ σᾶς διάβασα πρίν, οἱ ἀναφερόμενοι δὲν εἶναι πρότυπα βιοτῆς, ἀλλὰ πίστεως. «Οὐκ ἐκομίσαντο τὴν ἐπαγγελίαν». Γιατί ὄχι; Δὲν στάθηκαν ἱκανὰ τὰ ἆθλα τους χάριν τῆς πίστεως γιὰ νὰ τοὺς ἐξασφαλίσουν τὴν ἐπαγγελία; Τὸ χωρίο ἴσως εἶναι προβληματικό, ἑρμηνεύεται ὅμως ἀπὸ τὴ θέση ποὺ τοῦ δίνει ἡ ἐκκλησία στὸν λειτουργικό της χρόνο. Διαβάζεται «πρὸ τῆς τοῦ Χριστοῦ γεννήσεως», ὡσὰν ἡ ἐπερχόμενη ἑορτὴ νὰ ἀποτελεῖ τὴν ἀπάντηση στὸ «κρεῖττόν τι προβλεψαμένου»: εἶναι ἡ ἐν χρόνῳ παρουσία τοῦ Θεοῦ ποὺ κομίζει τὴν ἐπαγγελία, εἶναι ἡ προσδοκία καὶ δικαίωση τῶν ἀγώνων τους καὶ τῆς πίστης τους, καὶ ἡ ἐν Χριστῷ ὅλων μας δικαίωση. Ὁ ἀγώνας τους δικαιώνεται κατὰ τοῦτο, ὅτι ὅλοι αὐτοὶ μὲ τὴν πίστη τους κράτησαν ζωντανὴ τὴν προσδοκία τοῦ Μεσσία ὡς ἐθνικὴ ἀποστολὴ καὶ ἔσχατη ἐλπίδα σωτηρίας.

Ποιὸ εἶναι τὸ συμπέρασμα; Ἡ σωτηρία μας δὲν εἶναι ἀποτέλεσμα καλῶν προθέσεων οὔτε καλῶν πράξεων ἢ μεγάλων θυσιῶν. Τὸ ζητούμενο εἶναι κάτι ποὺ τὰ ξεπερνᾶ πολὺ ὅλα αὐτά. Ἡ σωτηρία εἶναι δῶρο ἐξ οὐρανοῦ (Ἰω. Παπαδόπουλος). Ἀναφέρομαι στὴ γέννηση τοῦ Χριστοῦ. 

«Ὅτε ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου, ἑξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν Υἱὸν αὐτοῦ γενόμενον ἐκ γυναικός». Ποιὸ εἶναι αὐτὸ τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου; Τὸ προαιώνιο σχέδιο τῆς θείας οἰκονομίας, ἡ ἀνεξιχνίαστη θεία βουλή. Ἡ παρουσία τῆς Θεοτόκου! «Ἀνθρώπου πρὸς τῷ τέλει τῶν αἰώνων μόλις φανέντος ... ὑπὲρ τούτου μοι δοκεῖ μηδὲ πρότερον ὁ Θεός, ἀλλ’ ὀψὲ τῶν αἰώνων τῆς ἀνθρωπείας φύσεως μετασχεῖν, ὡς ἂν ἀληθῶς οὔπω γενομένης, ἀλλὰ τηνικαύτα πρώτως φανείσης (Νκ Θεομήτωρ, Α΄16). Ὅταν παρουσιάστηκε στὴ γῆ ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος, τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου εἶχε ἔλθει καὶ ὁ Χριστὸς ἔπρεπε νὰ γεννηθεῖ. Δὲν εἶναι λοιπὸν τόσο ἄσχετο τὸ γεγονὸς τῆς σωτηρίας ἀπὸ τὶς δικές μας προσπάθειες. Ἡ συγκατάνευση τῆς Παναγίας στὴν πρόσκληση τοῦ Θεοῦ ἀνοίγει τὸν δρόμο στὸν Θεὸ γιὰ νὰ κατεβεῖ στὴ γῆ. Ἡ Παναγία δὲν εἶναι ἕνα τυχαῖο πρόσωπο ποὺ ἐτσιθελικὰ ὁ Θεὸς διάλεξε γιὰ νὰ γεννήσει τὸν Χριστό. Ἡ Παναγία συγκατάνευσε καὶ γι’ αὐτὸ τὴν τιμᾶμε ἰδιαιτέρως οἱ χριστιανοί.

Καί, παράλληλα μὲ αὐτά, τὸ σύμβολο τῆς πίστεως λέει: κατελθόντα ἐκ τῶν οὐρανῶν καὶ σαρκωθέντα ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καὶ Μαρίας τῆς παρθένου καὶ ἐνανθρωπίσαντα. Κατελθόντα – σαρκωθέντα – ἐνανθρωπίσαντα. Ὑπάρχει μία κλιμάκωση στὴν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ, μία πορεία καθόδου. Τὸ κοσμοείδωλο τῆς ἐποχῆς ἔλεγε ὅτι ὑπεράνω ὅλων εἶναι ὁ Θεός, ἐνῶ ὁ Ἅδης ἦταν κάτω ἀπὸ τὴ γῆ. Ὁ Χριστὸς λοιπὸν διατρέχει αὐτὴ τὴν ἀπόσταση. Ἐνῶ ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ φτάσει τὸν οὐρανό, νὰ φτάσει τὸν Θεό, μπορεῖ ὅμως ὁ Θεὸς νὰ κατέλθει καὶ νὰ πλησιάσει τὸν ἄνθρωπο.

Ἀλλὰ αὐτὸ ποὺ κάνει ὁ Θεὸς γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου εἶναι σκάνδαλο καὶ μωρία-ἀνοησία γιὰ κάποιους. Γιὰ τοὺς μὲν Ἰουδαίους εἶναι σκάνδαλο. Ὁ Θεὸς δὲν μπορεῖ νὰ γίνεται ἄνθρωπος ἀφοῦ ἔτσι εὐτελίζεται ἡ μεγαλωσύνη του. Ἡ Ἁγία Γραφὴ καὶ οἱ Πατέρες μιλοῦν ὅμως γιὰ κένωση. «Οὐχ ἁρπαγμὸν ἠγήσατο τὸ εἶναι ἴσα Θεῷ ἀλλ΄ ἑαυτὸν ἐκένωσε μορφὴν δούλου λαβὼν ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος» (Φιλ. Β΄6-7). Ὁ Θεὸς ἀδειάζει κατὰ κάποιο τρόπο ἀπὸ τὴ μεγαλωσύνη του, ἀπὸ τὴ θεϊκότητά του, καὶ γιὰ κάποιο διάστημα ζεῖ σὰν ἄνθρωπος καὶ μάλιστα ὑπὸ τὶς χειρότερες δυνατὲς ἀνθρώπινες συνθῆκες. Τὰ Πάθη τοῦ Χριστοῦ ξεκινοῦν ἤδη μὲ τὴ γέννησή του. Γεννιέται σὲ ἕναν στάβλο, σὲ ἕνα χῶρο γεμάτο βρωμιά, καὶ λίγο μετὰ θὰ κυνηγηθεῖ ἀπὸ τὸν Ἡρώδη καὶ θὰ ἀναγκαστεῖ νὰ γίνει πρόσφυγας γιὰ νὰ γλιτώσει... Σᾶς καλῶ νὰ σκεφτοῦμε γιὰ λίγο τὸ ὅτι ὁ Θεὸς ἔγινε ἕνας ἀπό μᾶς, ἴδιος μέ μᾶς, χωρὶς ἁμαρτία, καὶ περπάτησε μαζί μας σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο. Ὁ Θεὸς εἶναι καὶ ἕνας ἄνθρωπος πλέον καὶ γι’ αὐτὸ μποροῦμε νὰ τὸν συναντήσουμε πιὸ εὔκολα.

Γιὰ τὴν ἑλληνικὴ σκέψη τὸ νὰ γίνει ὁ Θεὸς ἄνθρωπος εἶναι ἕνας παραλογισμός. Ἐδῶ ὑπερβαίνονται τὰ φυσικὰ ὅρια κι αὐτὸ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ συμβαίνει. Ὑπάρχει ἕνα τεράστιο χάσμα μεταξὺ κτιστοῦ καὶ ἀκτίστου. Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπερβαθεῖ αὐτὸ τὸ χάσμα; Ἂν κάποιος ἰσχυρίζεται κάτι τέτοιο δὲν ξέρει τί λέει. Καταστρατηγεῖ τὴ φυσικὴ καὶ τὴ λογικὴ ἀναγκαιότητα. Ἡ ἑλληνικὴ σκέψη δὲν περιμένει τίποτα καινούργιο. Ὅλα εἶναι ὑποταγμένα στὴ φυσικὴ ἀδήριτη ἀναγκαιότητα. Ἀλλὰ κατὰ τὸν Δαμασκηνό, μὲ τὴν ἐνσάρκωση «ἐπιτελεῖται τὸ πάντων καινῶν καινότατον, τὸ μόνον καινὸν ὑπὸ τὸν ἥλιον». Καὶ στὴ σημερινὴ ἐποχὴ ποὺ ὑμνεῖ τὸ νέο, τίποτα ἀπὸ ὅλα αὐτὰ δὲν εἶναι πραγματικὰ νέο. Ἀντιθέτως, οἱ χριστιανοὶ γιορτάζουμε χιλιάδες χρόνια αὐτὴ τὴ γιορτὴ καὶ στὴν οὐσία ἐξακολουθεῖ νὰ εἶναι τὸ κατεξοχὴν νέο, ὄχι μόνο γιατί δὲν ξανασυνέβη κάτι ἀνάλογο στὴν ἀνθρώπινη ἱστορία, ἀλλὰ καὶ γιατί κάθε πιστὸς καλεῖται νὰ ζήσει ὁ ἴδιος στὴ ζωὴ του τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου καὶ αὐτὸ εἶναι κάτι τὸ ριζικὰ καινούργιο γιὰ τὸν καθένα μας...

Στὴν ἄπειρη συγκατάβασή του λοιπὸν ὁ Θεὸς σαρκοῦται. «Ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν». Δὲν ἑνώνεται μὲ κάποιον θεοφόρο ἄνθρωπο ἀλλὰ γίνεται ἄνθρωπος καὶ τίκτεται ἀπὸ τὴν Θεοτόκο. Δὲν προϋπάρχει κάποιο ἄτομο ἀλλὰ δημιουργεῖ μία νέα καὶ μοναδικὴ ὕπαρξη στὸν κόσμο, τὸν Ἰησοῦ Χριστό, στὸν ὁποῖο ὑποστατικῶς ἑνώνονται δύο φύσεις, θεία καὶ ἀνθρώπινη.

Καὶ ἔχουμε Θεὸν ἐνανθρωπήσαντα καὶ ὄχι ἄνθρωπο θεωθέντα, θεάνθρωπο καὶ ὄχι ἀνθρωποθεό. Μὲ αὐτὸ θέλουμε νὰ ποῦμε ὅτι ἡ πρωτοβουλία ἀνήκει στὸν Θεὸ καὶ ὄχι στὸν ἄνθρωπο. Ἡ ἔξοδος ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ ὄχι ἡ ἔξοδος ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο. Τὸ ἀντίθετο ἔκανε ὁ Ἀδάμ. Δὲν βγῆκε ἔξω ἀπὸ τὸν ἑαυτό του. Ἡ κίνησή του ἦταν αὐτο-θεωτικὴ καὶ αὐτὴ τὸν ὁδήγησε στὴν καταστροφή. Ὁ Ἀδὰμ ἐγκλωβίστηκε μέσα στὰ φθαρτὰ ὅρια τῆς ἀνθρώπινης φύσης. Ἀντίθετα ὁ Θεός, -κι ἐδῶ φαίνεται ἡ παντοσυναμία του-, εἶναι ἐλεύθερος ἀπὸ φυσικὲς ἀναγκαιότητες. Διορθώνει τὸ ἔργο τοῦ Ἀδὰμ ὁδηγώντας στὸ τέλος τὴ θέωση τοῦ ἀνθρώπου, ὄχι αὐτόνομα, ἀλλὰ στὴν ἕνωσή του μὲ τὸν Θεό. Κι ὅλα τοῦτα διότι ὁ Θεὸς δὲν ἔχει ἀνάγκη τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ ὁ ἄνθρωπος μόνο ἔχει ἀνάγκη τὸν Θεό. Ὁ ἄνθρωπος καθορίζεται στὴ σχέση του μὲ τὸν Θεό. Εἶναι κτίσμα καὶ ἔχει ἀπόλυτη ἀνάγκη τὸν Θεό. Κι ἐνῶ ὁ Θεὸς ἐνεργεῖ ἐλεύθερα, δὲν ὑπόκειται σὲ καμιὰ ἀνάγκη -κι αὐτὸ ἀφορᾶ καὶ στὴ Δημιουργία τοῦ κόσμου καὶ στὴν ἐνσάρκωση, εἶναι γεγονότα ἐλευθερίας. Ὁ ἄνθρωπος ὅμως ὡς κτίσμα, ἔχει ἀνάγκη τὸν Θεό. Νομίζουμε ὅτι μποροῦμε νὰ αὐτοκαθοριζόμαστε -εἰδικὰ στὴν ἐποχή μας-, ἀλλὰ στὴν οὐσία ὁ ἄνθρωπος ἐτεροκαθορίζεται. Μόνο ἔτσι θὰ καταλάβουμε πόσο χρειαζόμαστε τὸν Θεὸ καὶ τὸν Χριστό. Ὅταν προσπαθοῦμε νὰ αὐτονομηθοῦμε τόσο ἀπομακρυνόμαστε ἀπὸ τὴ μοναδικὴ ἀνάγκη ποὺ ἔχουμε: τὴ σχέση μας μὲ τὸν Θεό.

Ὁ νέος Ἀδὰμ ἑπομένως κάνει ὅ,τι δὲν πραγματοποίησε ὁ πρῶτος. Καὶ τί δὲν ἔκανε ὁ πρῶτος; Δὲν ὑποτάχθηκε στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὁ νέος Ἀδὰμ ὑποτάσσει λοιπὸν τὸ ἀνθρώπινο θέλημα στὸ Θεῖο. Ἂν παρατηρήσουμε μέσα μας θὰ βροῦμε εὔκολα δύο ἀντίθετες θελήσεις. Μία ποὺ θέλει νὰ κάνει τὸ καλὸ καὶ μία ἄλλη ποὺ θέλει καὶ μᾶς ὁδηγεῖ νὰ πράξουμε συνήθως τὸ κακό. Ἡ ἀσθένεια αὐτὴ τῆς ἀνθρώπινης φύσης θεραπεύτηκε ἀπὸ τὸν Χριστό. Ὅσο καὶ νὰ ζορίσουμε τοὺς ἑαυτούς μας δὲ θὰ μπορέσουμε νὰ θέλουμε μὲ φυσικὸ τρόπο αὐτὸ ποὺ θέλει ὁ Θεός. Ὁ Χριστὸς μόνο μπορεῖ νὰ θεραπεύσει τὴ δική μας ἁμαρτωλὴ βούληση. Γι’ αὐτὸ λέμε ὅτι ὁ χριστιανισμὸς ξεπερνᾶ τὴ θρησκεία. Δὲν εἶναι ἕνα σύστημα κανόνων, τὴν ἐφαρμογὴ τῶν ὁποίων ἀπαιτεῖ ὁ Θεός. Εἶναι μία σχέση μὲ τὸν Θεὸ ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος, σχέση ἀγάπης πού, ὅπως εἴπαμε, ξεκινάει μὲ τὴν προσπάθεια τήρησης τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ στὸ μέτρο τοῦ δυνατοῦ. Ἡ προσπάθεια τήρησης τῶν ἐντολῶν μᾶς δίνει τὸ μέτρο, οἱ ἐντολὲς μᾶς προσανατολίζουν. Ἀλλὰ μόνο μέσα ἀπὸ τὴ σχέση στὴν ὁποία μᾶς κατευθύνουν, μόνο μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, σωζόμαστε. «Ὁ ἀγώνας γιὰ τὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν μᾶς κρατάει σὲ ἐγρήγορση γιὰ νὰ ἀποδεχτοῦμε τὴν παρουσία τοῦ Κυρίου. Χωρὶς αὐτὴ τὴν προσπάθεια βουλιάζουμε στὶς δυνάμεις τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ θανάτου» (Δ. Μαυρόπουλος/Διερχόμενοι διὰ τοῦ ναοῦ, σελ. 137).

Ἐπειδὴ νομίζουμε λοιπὸν πολὺ συχνὰ ὅτι μὲ τὸ ζόρι καὶ μὲ ἀποκλειστικὰ δικές μας προσπάθειες γινόμαστε χριστιανοὶ ἂς δοῦμε πῶς μπορεῖ νὰ γίνει αὐτὸ εὐκολότερα καὶ χωρὶς πνευματικοὺς κινδύνους.

Ὁ Χριστὸς εἶναι τέλειος Θεὸς καὶ τέλειος ἄνθρωπος. Ἔτσι, ὡς ἄνθρωπος, ἔχει δικό του φυσικὸ θέλημα καὶ ἐνέργειες φυσικὲς (φύση ἀνενέργητη = ἀνύπαρκτη). Ἡ θεία καὶ ἡ ἀνθρώπινη φύση ἔχουν ἑνωθεῖ στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Μάλιστα ἡ ἕνωση αὐτὴ δὲν εἶναι ἐπιφανειακή. Δὲν εἶναι ἐπαφὴ ἐξωτερική, σὰν δύο πράγματα ποὺ τὸ ἕνα τὸ βάζουμε πάνω στὸ ἄλλο. Ἐδῶ μιλᾶμε γιὰ ἀνακράση. Εἶναι σὰ νὰ λιώνει σὲ χωνευτήρι καὶ ξαναπλάθει τὴν ἀνθρώπινη φύση ἑνωμένη μὲ τὴ θεία, εἰς τρόπον ὥστε εἶναι πλέον ἀδιαχώριστες, ἀδιαίρετες. Πρόκειται γιὰ τὴ στενότερη, ἐγγύτερη δυνατὴ ἕνωση κτιστοῦ καὶ ἀκτίστου.

Ταυτόχρονα ἡ κάθε φύση διατηρεῖ τὰ γνωρίσματά της καὶ δὲν καταπιέζει ἢ ἐξαφανίζει ἡ μία τὴν ἄλλη. Συνυπάρχουν ἀσυγχύτως καὶ αὐτὸ μᾶς δείχνει πόσο μεγάλη εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεὸς σέβεται τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἀγαπάει καὶ δὲν θέλει νὰ τὸν ἐξαφανίσει. Ὁ ἄνθρωπος παραμένει ἀκέραιος μέσα στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Καὶ μάλιστα σὲ μιὰ κατάσταση δόξης. Ἔτσι θὰ πρέπει νὰ εἶναι λοιπὸν ὁ ἄνθρωπος μὲ ὅλες τὶς ἐνέργειες καὶ τὰ ἰδιώματα. Ὅπως ὁ Χριστὸς στὴν ἀνθρώπινή του φύση. Μὲ ἄλλα λόγια λόγια ὁ ἄνθρωπος καλεῖται νὰ ἐγχριστωθεῖ.

Ἀλλὰ προσέξτε: ἐνῶ συνυπάρχουν καὶ οἱ δύο φύσεις στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καὶ εἶναι ἀκέραιες καὶ οἱ δύο, ὁ Χριστὸς δὲν ὑπόκειται στὴ φυσικὴ ἀναγκαιότητα, δὲν περιορίζεται ἀπὸ τὶς ἀνάγκες τῆς ἀνθρώπινης φύσης, ὅπως περιοριζόμαστε ἐμεῖς. Ὁ Χριστὸς κινεῖται ἐλεύθερα σὲ σχέση μὲ τὴ φυσικὴ ἀναγκαιότητα.

Ἀπὸ τὴ μία λοιπόν, ὁ Χριστὸς ὡς Θεὸς δὲν μᾶς ἐξαφανίζει, ἐνῶ ὡς ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ βαδίζει πάνω στὰ κύματα. Θυμηθεῖτε ὅτι ὁ Χριστὸς πεθαίνει ἐπειδὴ τὸ θέλει κι ὄχι ἐπειδὴ τὸν σταύρωσαν. Θυμηθεῖτε ὅτι ὅταν πῆγαν οἱ στρατιῶτες νὰ τὸν συλλάβουν μὲ τὸ ποὺ τὸν ἀντίκρισαν ἔπεσαν καταγῆς ἢ ὅταν οἱ ἑβραῖοι πῆγαν νὰ τὸν ρίξουν ἀπὸ ἕναν γκρεμό, ὁ Χριστὸς ξέφυγε περνώντας ἀνάμεσά τους. Οἱ εὐαγγελιστὲς μᾶς θυμίζουν μὲ διάφορους τρόπους πὼς ὁ Χριστὸς δὲν περιορίζεται ἀπὸ τὴ θνητὴ ἀνθρώπινη φύση του.

Αὐτὸ οἱ Πατέρες τὸ ὀνομάζουν μὲ τὸν ὅρο: «ἀντίδοσις ἰδιωμάτων». Ἡ ἐν ἀγάπῃ ἕνωση μὲ τὸν Θεό, ἡ τελειότητα τῆς ἀνθρώπινης φύσης, ὁδηγεῖ σὲ ἐλευθερία ἀπὸ τοὺς προκαθορισμοὺς τῆς φύσης. Καμιὰ ἀναγκαιότητα δὲν ὀρθώνεται μπροστὰ στὸν Χριστό, ποὺ νὰ μὴν μπορεῖ νὰ τὴν ξεπεράσει.

Γιὰ τὸν ἄνθρωπο δημιουργήθηκε ὅλος ὁ ὁρατὸς κόσμος καὶ πρότυπο τῆς δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὁ Χριστός. Ὁ ἄνθρωπος ἔχει μία σχέση εἰκόνος πρὸς τὸ πρωτότυπο ποὺ εἶναι ὁ Χριστός. Κατὰ τὸν Καβάσιλα ἡ σχέση τῆς εἰκόνος πρὸς τὸ πρωτότυπο εἶναι σχέσις μερική, ὡστόσο ὅμως πραγματική. Ὅ,τι συνιστᾶ τὸν προπτωτικὸ ἄνθρωπο -λέει ὁ Π. Νέλλας-, ἡ ἀρχή, ἡ δομὴ καὶ τὸ τέλος αὐτοῦ εἶναι θεοκεντρικό, καὶ μάλιστα Χριστοκεντρικό. Ἡ ἀρχὴ τοῦ ἀνθρώπου, κατὰ πρῶτον, συνίσταται στὸ κατ’ εἰκόνα. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὅ,τι εἶναι μόνο ὡς εἰκόνα Θεοῦ. Εἶναι ἐνάρετος, καλὸς ἢ δίκαιος, μόνο ἐπειδὴ εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Καὶ παραμένει τέτοιος ἐν ὅσῳ ὑπάρχει καὶ ζεῖ ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἐν ὅσῳ βρίσκεται στὴν ὀρθὴ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ στάση καὶ διακρατεῖ τὴν ὀρθὴ μὲ τὸν Θεὸ σχέση· ἐν ὅσῳ φωτίζεται καὶ ζωοποιεῖται ἀπὸ τὸν Θεό. Ἡ δομὴ τοῦ ἀνθρώπου, κατὰ τὸν Καβάσιλα, εἶναι σαφῶς Χριστοκεντρική. Ὅλες οἱ ἀναζητήσεις καὶ ὅλες οἱ ἐπιθυμίες τοῦ ἀνθρώπου βρίσκονται στὴ σχέση του μὲ τὸν Θεό. Λέγοντας σχέση ἐννοοῦμε ἀσφαλῶς τὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Αὐτὲς εἶναι ὅ,τι ἔχουμε, μαζὶ μὲ τὰ μυστήρια, γιὰ νὰ πλησιάσουμε τὸν Θεό. Σκοπὸς λοιπὸν τοῦ Ἀδὰμ ὅταν δημιουργήθηκε κατ’ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ σημαίνει, ὅτι ὀφείλει νὰ ὑψωθεῖ πρὸς τὸ ἀρχέτυπον καὶ νὰ «ὑποδεχθεῖ» τὸν Θεό. Σκοπὸς τοῦ ἀνθρώπου ἦταν νὰ ἑνωθεῖ μετ’ αὐτοῦ ὑποστατικῶς ὁ Λόγος καὶ νὰ φανερωθεῖ στὴν ἱστορία ὁ Χριστός. Πρὶν τὴν ὑποστατικὴ ἕνωση τῆς θείας καὶ τῆς ἀνθρώπινης φύσης, οἱ δύο φύσεις ἦταν χωρισμένες. Ὁ Θεὸς ἦταν Θεὸς μόνον καὶ ὁ ἄνθρωπος ἄνθρωπος. Τώρα ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος καὶ ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ γίνει θεός.

Θὰ ρωτήσετε: πῶς γίνονται ὅλα αὐτά; Θὰ πρέπει νὰ ποῦμε ὅτι ὅλα αὐτὰ εἶναι Ἀλήθειες ποὺ κατανοοῦνται μόνο ζώντας κοντὰ στὸν Θεό, τὰ κατανοεῖ κανεὶς «οὐ μόνον μαθών, ἀλλὰ καὶ παθών τὰ Θεῖα» (ΔΑ). Ὅπως καταλαβαίνετε ἐμεῖς μένουμε στὸ «μαθών τὰ Θεῖα» καὶ αὐτὸ στὴν καλύτερη περίπτωση. Στὴν πραγματικότητα ἀγνοοῦμε καὶ θεωρητικὰ τὸ δόγμα. Αὐτό, τὸ νὰ γνωρίζουμε θεωρητικὰ τὰ δόγματα, εἶναι ἀπαραίτητο ἀλλὰ δὲν ἀρκεῖ.

Πάντως δὲν εἶναι ἁπλὲς θεωρίες ἢ φιλοσοφικὰ σχήματα. Ἂς θυμηθοῦμε τοὺς αἱματηροὺς ἀγῶνες τῆς ἐκκλησίας γιὰ νὰ διασωθοῦν τὰ δόγματα αὐτὰ καὶ τοὺς πολλοὺς μάρτυρες ἐξαιτίας τῶν διαμαχῶν γιὰ τὰ δόγματα.

Ὑπῆρξαν κάποιοι αἱρετικοὶ λ.χ. ποὺ λέγονταν Δοκῆτες. Ὁ Λόγος ἰσχυρίζονταν ἐνηνθρώπησε κατὰ δόκησιν, φαινομενικά, ὄχι πραγματικά. Δὲν δέχονταν ὅτι ὁ Θεὸς μποροῦσε νὰ φορέσει τὴν ὕλη. Ἄλλοι αἱρετικοὶ δέχονταν ὅτι ὁ Χριστὸς ἦταν κτίσμα ἢ μόνο ἄνθρωπος, ἄλλοι ἔλεγαν ὅτι εἶναι μόνο Θεός.

Ὅλα ἀπορρίφθηκαν ἀπὸ τὴν ἐκκλησία γι’ αὐτὰ ποὺ λέγαμε προηγουμένως. Οἱ Πατέρες ὑπερασπίστηκαν τὸν ἄνθρωπο, διεκδικώντας τὴν ἀκεραιότητα τῆς ἀνθρώπινης φύσης τοῦ Χριστοῦ. Βασική τους θέση ἦταν: «τὸ ἀπρόσληπτον καὶ ἀθεράπευτον» (Γθ).

Ὁ Χριστὸς ἦταν λοιπὸν καὶ ἄνθρωπος καθ’ ὅλα χωρὶς ἁμαρτία. Ἄνθρωπος μὲ σῶμα ὅπως ἐμεῖς. Γιὰ νὰ σωθοῦμε λοιπὸν δὲν χρειάζεται νὰ καταφεύγουμε σὲ ἐσωτερικὲς καταστάσεις ἢ μυστικὲς ἐμπειρίες ἐξώκοσμες. Δὲ χρειάζεται νὰ περιφρονοῦμε τὸν ἄνθρωπο, δηλαδὴ τὸ ὑλικὸ σῶμα μας καὶ ὅ,τι εἶναι ἀνθρώπινο. Μόνο τὴν ἁμαρτία χρειάζεται νὰ παλέψουμε. Πῶς; Προσκολλώμενοι στὸν Χριστὸ ποὺ νίκησε τὴν ἁμαρτία, νίκησε τὸν πόλεμο μὲ τὸν Σατανᾶ καὶ μᾶς προσφέρει τὴ νίκη αὐτὴ γιὰ νὰ τὴν κάνουμε καὶ δική μας νίκη. Ὁ πόλεμος λοιπὸν ἔχει τελειώσει. Ὁ Χριστὸς νίκησε. Ἁμαρτία, Διάβολος, θάνατος ἔχουν νικηθεῖ ἀπὸ τὸν θεάνθρωπο Χριστό. Μικροαψιμαχίες γίνονται μόνο στὴν προσωπικὴ ζωὴ τοῦ καθενός. Οἱ ἁψιμαχίες αὐτὲς εἶναι πολὺ σοβαρὲς γιά μᾶς, ἀλλὰ ἂν πάρουμε εἴδηση ὅτι ὁ πόλεμος ἔχει κριθεῖ ὁριστικὰ ἀπὸ τὸν Χριστό, τότε ἁπλὰ πᾶμε μὲ τὸ μέρος τοῦ Χριστοῦ καὶ εἴμαστε νικητὲς καὶ τῆς προσωπικῆς μας μάχης. Διαφορετικὰ δὲν γίνεται νὰ νικήσουμε. Δὲν μποροῦμε νὰ ξεπεράσουμε μόνοι μας τὴ φυσικὴ ἀναγκαιότητα ποὺ μᾶς ἐγκλωβίζει στὴν ἁμαρτία καὶ τὸν Θάνατο. Δὲ χρειάζεται λοιπὸν νὰ ἀπαρνηθοῦμε τὸ σῶμα μας ἢ αὐτὴν ἐδῶ τὴ ζωή. Ὅλα εἶναι δῶρα τοῦ Θεοῦ, αὐτὸ τὸ σῶμα εἶχε ὁ Χριστός, σ’ αὐτὸ τὸν κόσμο ἔζησε, σ’ αὐτὸ τὸν κόσμο εἶναι ἡ ἐκκλησία του. Ὄχι μόνο δὲν πρέπει νὰ φοβόμαστε τὴ ζωὴ αὐτὴ ἢ νὰ μὴν τὴν ἀποδεχόμαστε, ἀλλὰ στὴν περίπτωση αὐτὴ γινόμαστε αἱρετικοί, ἀφοῦ εἶναι σὰ νὰ ἀπορρίπτουμε τὴν ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτὸ οἱ Πατέρες δίνουν μάχη γιὰ τὸν ἀκέραιο ἄνθρωπο καὶ τὴν ἱστορική του ὑπόσταση. Γι’ αὐτὸ ἡ ἐκκλησία πάλεψε ἐναντίον τῶν εἰκονομάχων ποὺ ἤθελαν ἕναν Θεὸ ἀπόμακρο καὶ ἀπρόσιτο. Ἕναν Θεὸ ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ γίνει εἰκόνα.

Δὲν ἀρνούμαστε λοιπὸν τὸν κόσμο, τὴν ἱστορία, τὸ σῶμα, τὶς σκέψεις, τὶς ἐπιθυμίες, ὅ,τι εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Ἂν κάτι ἀπὸ αὐτὰ τὸ ἀπορρίψουμε, ἀπορρίπτουμε τὸν ἄνθρωπο. Στὴν ἐκκλησία δὲν ἐρχόμαστε γιὰ νὰ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὰ πάθη μας, ἀλλὰ γιὰ νὰ τὰ ἐξαγιάσουμε. Νὰ τὰ μεταμορφώσουμε, νὰ τὰ στρέψουμε πρὸς τὸ καλό, πρὸς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Τὰ πάθη θὰ τὰ ἔχουμε πάντα. Πάθος εἶναι μία δύναμη τῆς ψυχῆς. Ἂν γίνει ἐπιθυμία παράλογη καὶ μακριὰ ἀπὸ αὐτὸ ποὺ θέλει ὁ Θεός, τότε καταπολεμεῖται. Ἀλλὰ καταπολεμεῖται ὄχι μὲ τὴν ἐξαφάνιση τῆς ψυχικῆς δύναμης, ὄχι μὲ τὴν ἐξάλειψη τῆς ἐπιθυμίας, ἀλλὰ μὲ τὴ θεραπεία της. Στόχος δὲν εἶναι νὰ γίνουμε ἄβουλα πλάσματα, ἀλλὰ νὰ ἐξαγιασθοῦμε ὡς πρόσωπα. Τίποτα δὲν περισσεύει, τίποτα δὲν πετᾶμε ἀπὸ αὐτὸ ποὺ εἶναι ὁ ἄνθρωπος, πρέπει νὰ τὰ ἀλλάξουμε μόνο, νὰ τὰ μεταμορφώσουμε (Ἰω. Παπαδόπουλος).

Καταλαβαίνετε ὅτι τὰ δόγματα δὲν εἶναι μόνο γιὰ τοὺς θεολόγους, κάποιους ἂς ποῦμε εἰδικούς... Ἂν δὲν ξέρουμε τὶς βασικὲς ἀλήθεις της πίστης μας τότε σὲ λίγο θὰ ἐγκαταλείψουμε αὐτὴ τὴν πίστη ποὺ δὲ μᾶς λέει τίποτα πιά. Εἴπαμε σήμερα γιὰ τὸ τί εἶναι ὁ Χριστὸς καὶ ἐπιμείναμε στὸ ἀσυγχύτως. Δηλαδὴ στὸ ὅτι ὁ Θεὸς ἀνέλαβε τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ ἀγάπη χωρὶς νὰ τοῦ στερήσει τὴν ἐλευθερία. Ἂν πιστεύουμε σὲ αὐτὸν τὸν Θεό, τότε λ.χ. πρέπει ἔτσι νὰ ἐνεργοῦμε στὴν καθημερινή μας ζωή. Θὰ ἀγαπᾶμε τὸν ἄλλον χωρὶς νὰ τοῦ στεροῦμε τὴν ἐλευθερία καὶ καταντήσουμε δικτάτορες, ἀλλὰ καὶ θὰ ὑπερασπιζόμαστε μία ἐλευθερία ὅταν συνοδεύεται ἀπὸ ἀγάπη, γιατί διαφορετικὰ καταλήγουμε στὴν ἀναρχία. Κι αὐτὸ μπορεῖ νὰ γίνει καὶ γίνεται στὸν κόσμο ὄχι μόνο στὴν ἀτομικὴ ζωὴ ἀλλὰ καὶ συλλογικά. Ὁλοκληρωτικὰ καθεστῶτα ὑπάρχουν ἀκόμη καὶ σήμερα, τὴν ἀναρχία δέ, τὴ ζήσαμε καὶ πέρυσι (2008) τὸν Δεκέμβριο πολὺ ἔντονα στὴν Ἀθήνα κι ἀλλοῦ. Παντοῦ λοιπὸν μποροῦμε νὰ βροῦμε τὸν Χριστό. «Τὰ πάντα καὶ ἐν πᾶσι Χριστός», μέτρο τοῦ κόσμου εἶναι ὁ Χριστός.

«Ὁ τοῦ Θεοῦ λόγος ἐφάπαξ κατὰ σάρκα γεννηθείς, ἀεὶ γεννᾶται θέλων κατὰ πνεῦμα διὰ φιλανθρωπίαν τοῖς θέλουσι» (Μο). Ὅλοι ὅσοι δὲ ζήσαμε τὴν κατὰ σάρκα γέννση τοῦ Χριστοῦ, μποροῦμε νὲ τὴν ζήσουμε κατὰ πνεῦμα. Καὶ ἀκόμη περισσότερο: μποροῦμε νὰ τὸν βοηθήσουμε νὰ γεννηθεῖ στὸν κόσμο, γινόμενοι συνεργοὶ τῆς χάριτος, δηλαδὴ κατὰ κάποιο τρόπο Θεοτόκοι! «Μακάριος ὁ τὸ φῶς τοῦ κόσμου ἐν ἑαυτῷ μορφωθὲν θεασάμενος, ὅτι αὐτὸς ὡς ἔμβρυον ἔχων τὸν Χριστὸν μήτηρ αὐτοῦ λογισθήσεται» (Σθ). Αὐτὴ τὴ χαρὰ δὲν τὴν ἔχουμε ζήσει, ὅμως σὲ αὐτὴν μᾶς προτρέπουν οἱ πατέρες τῆς ἐκκλησίας μας, οἱ τῷ πάθει μαθόντες τὰ θεῖα. «Ἐντεῦθεν ἄρχεται βρύειν σοι ἡ χαρά. Καὶ τότε εὑρίσκεις τὰς θλίψεις γλυκυτέρας τοῦ μέλιτος» (Ἰσ).

Προσκεκλημένοι στο Δείπνο του Χριστού!...



"Ν": Παρακαλώ, διαβάστε το ώς το τέλος.

ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ π. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΓΙΟΥΣΜΑ (εκφωνήθηκε προφανώς την ημέρα του αγίου Ελευθερίου, 17 Δεκ., Κυριακή των Προπατόρων, δηλ. δύο Κυριακές πριν τα Χριστούγεννα).
Φιλούμενος - Ενάντια στη Νέα Τάξη Πραγμάτων

Παιδιά μου κι αδελφοί. Βρισκόμαστε, όπως λέει ο Λόγος, εις την τελευταίαν ευθείαν. Είμαστε προ της μεγάλης Δεσποτικής Εορτής των Χριστουγέννων, γι’ αυτό και η Μητέρα μας Εκκλησία έχει ορίσει πρώτον από αύριο να ξεκινά αυστηρότερη νηστεία. Πλέον δεν καταλύουμε, δεν τρώμε ψάρια. Κι αν παραμονή της ημέρας των Χριστουγέννων δεν είναι Κυριακή, όπως φέτος, ή Σάββατο, τότε την παραμονή της ημέρας των Χριστουγέννων δεν καταλύουμε ούτε έλαιον, δεν τρώμε δηλαδή ούτε λάδι. 

Η Μητέρα μας Εκκλησία όρισε να ακούγεται αυτήν την Κυριακή ένα Αποστολικό κείμενο που αξίζει να το διαβάσουμε όλοι προσεκτικά στο σπίτι γιατί ο Απόστολος Παύλος μας υπενθυμίζει τις προσωπικές μας αμαρτίες και πτώσεις, θέλοντας με αυτόν τον τρόπο να μας κλείσει το στόμα καθώς συχνά πυκνά λέμε, ‘δεν σκότωσα, δεν έκλεψα, τί να εξομολογηθώ;’ και να μας οδηγήσει έστω και τις τελευταίες αυτές ημέρες στο Ιερό Μυστήριο της Εξομολογήσεως. Η Μητέρα μας λοιπόν Εκκλησία όρισε από αύριο, τώρα που είμαστε στην τελική ευθεία λίγο προ των Χριστουγέννων, αυστηρότερη νηστεία, Αποστολικό κείμενο που μας υπενθυμίζει τις αμαρτίες μας και αυτήν την Κυριακή την ονόμασε Κυριακή των Προπατόρων. 

Και όρισε να ακούγεται μία γνωστή Παραβολή, συγκινητική Παραβολή. Μια Παραβολή που θα πρέπει να προβληματίζει εμένα, εσένα, εμάς όλους: Την Παραβολή του Μεγάλου Δείπνου. Λίγο πολύ όλοι την γνωρίζουμε αλλά όμως πολύ καλό είναι κάπου να την θυμηθούμε. 

Ένας λέει άνθρωπος κάλεσε πάρα πολλούς σε δείπνο, προσέξτε σας παρακαλώ σε δείπνο, σε βραδινό τραπέζι. Να φάνε δηλαδή το βράδυ τους κάλεσε, επιμένω γιατί έχει σημασία η ώρα του φαγητού. Και ετοίμασε τα πάντα για να ευχαριστήσει όλους αυτούς τους καλεσμένους του. Και όταν ήρθε η ώρα και κοιτάζει πως κανένας δεν προσέρχεται, τότε στέλνει τον δούλο του να πάει να τους υπενθυμίσει την πρόσκληση και να τους πει πως το τραπέζι είναι γεμάτο, όλα είναι έτοιμα, ελάτε, πότε θα έρθετε; 

Για να εισπράξει ο δούλος τις γνωστές σε όλους μας απαντήσεις. 

Ο ένας, ἀ­­γρὸν ἠγόρασα. Χωράφι αγόρασα και θα πρέπει να πάω να το δω.
Θα πρέπει να πάει να δει το χωράφι την νύχτα; 

Ο δεύτερος, ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέν­τε. Αγόρασα πέντε ζευγάρια βόδια και θα πρέπει να πάω να τα ζέψω για να δοκιμάσω την δύναμή τους.
Πότε; Την νύχτα; 

Γι’ αυτό σας είπα προσέξτε, γιατί ο Χριστός όρισε το φαγητό και η πρόσκληση πως είναι δείπνος, πως θα γινόταν δηλαδή το τραπέζι το βράδυ. Για να δείτε τί προφάσεις βρίσκουν, έβρισκαν αλλά και βρίσκουμε όπως θα πω. 

Και ο τρίτος να πει, γυναῖ­κα ἔγημα. Παντρεύτηκα κι έτσι δεν μπορώ να έρθω. Αυτός δικαιολογείτο γιατί ο γάμος του, αν έγινε όντως, τότε το βράδυ ήταν δικό του για εκείνον και για την γυναίκα του, αν και θα έπρεπε πιο πριν να είχε αρνηθεί λόγω της παντρειάς του την πρόσκληση στο δείπνο. 

Και όταν επέστρεψε λέει ο Χριστός ο δούλος και είπε τις απαντήσεις των πολλών προσκεκλημένων, τότε ο κύριος εκείνος ωργίσθη λέει, στενοχωρήθηκε και λέει στον δούλο, βγες απ’ έξω, πήγαινε, προσκάλεσε φτωχούς, αναπήρους, όποιους βρίσκεις στις πλατείες και στους δρόμους και φέρε τους εδώ και βάλε τους να καθίσουν, να μην φάω απόψε μόνος μου. 

Και πράγματι το έκαμε ο δούλος και βγήκε και προσκάλεσε, και ήρθαν αμέσως οι φτωχοί και οι ανάπηροι και κάθισαν, αλλά είδε το αφεντικό πως υπήρχαν άδειες καρέκλες κι έρχεται ο δούλος και λέει, κύριε υπάρχουν άδειες καρέκλες, υπάρχει τόπος άδειος, τί να κάνω, θα μείνουν τα φαγητά. 

Βγες λέει τότε στους δρόμους, πήγαινε γύρω από την πόλη, βγες στα χωράφια, ψάξε βρες κόσμο, φέρ’ τους εδώ όπως κι αν είναι, ό,τι κι αν είναι. Και το έκανε ο δούλος λέει και μαζεύτηκαν οι πάντες και γέμισαν οι καρέκλες κι έφαγαν οι πάντες, αλλά ακούστηκε ο κύριος που προσκάλεσε τους πολλούς να λέει: 

Αλήθεια σας λέω, κανένας από αυτούς τους κεκλημένους δεν υπάρχει περίπτωση, κανένας από αυτούς που προσκάλεσα γεύσεταί μου τοῦ δεί­πνου, να ξαναγευθεί η να γευθεί φαγητό από εμένα. 

Και να πει κείνο το όμορφο ο Χριστός, εκείνη τη φράση που θα πρέπει να μας κάνει να δακρύζουμε, πρώτον εμένα και μετά εσάς: 

πολ­λοὶ γάρ εἰσι κλητοί, ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί. 

Ο Χριστός αδελφοί μου την είπε αυτήν την Παραβολή ξέρετε πότε; Όχι όταν ξεκινούσε την δημόσια δράση Του, κάπου δηλαδή σε μια παραλία της Τιβεριάδος, αλλά ο Χριστός την είπε αυτήν την Παραβολή τις τελευταίες ημέρες της ζωής Του, της επίγειας ζωής Του. Γιατί; Γιατί είχε πει πιο πριν, Ιδού αναβαίνομεν εις Ιεροσόλυμα για να Σταυρωθώ. Και την λέει αυτήν την Παραβολή γιατί; Και ήταν αποδέκτες ποιοί; Ήταν ο εκλεκτός λαός του Ισραήλ για να τους προβληματίσει και να τους πει πως έξω του νυμφώνος θα μείνετε και θα ρθουν οι ανάπηροι. Ποιοί; Οι εθνικοί. Δηλαδή; Οι Έλληνες σε Ανατολή και Δύση που θα κηρυχθεί το Ευαγγέλιό μου και θα παρακαθήσουν μαζί μου στο δείπνο, στη Βασιλεία του Θεού. Ενώ εσείς, οι κλητοί, οι διαλεγμένοι, θα πεταχτείτε απ’ έξω και θα μείνετε νηστικοί και εκτός του δείπνου. 

Ήταν αυτή η Παραβολή αδελφοί μου και παιδιά μου, ήταν ένα χαστούκι για τον εκλεκτό λαό του Ισραήλ που ήταν αχάριστος και αμετανόητος. Αλλά όμως είναι ένα δυνατό χαστούκι για μένα και για εσάς. Γι’ αυτό η Εκκλησία μας όρισε αυτή η Παραβολή να ακούγεται λίγες ημέρες πριν τα Χριστούγεννα. Θα πούμε γιατί, αλλά για να πάμε να πούμε λίγα σχόλια επί της Παραβολής. 

Παιδιά μου και αδελφοί μου είμαστε όλοι κεκλημένοι, προσκεκλημένοι στην Βασιλεία του Θεού. Απ’ την στιγμή που φορέσαμε τον χιτώνα της Βαπτίσεως, απ’ την στιγμή που βαπτισθήκαμε και μυρωθήκαμε με την σφραγίδα του Αγίου Πνεύματος, έχουμε το διαβατήριο του Παραδείσου στο χέρι αν το θελήσουμε να ταξιδέψουμε, αν το θελήσουμε να γίνουμε μέτοχοι της Βασιλείας των ουρανών. Έχουμε την πρόσκληση για αυτό το δείπνο από την ημέρα της βάπτισής μας, το επαναλαμβάνω. 

Ο Χριστός έχει ξανά χρησιμοποιήσει μια παρόμοια Παραβολή αλλά όμως δεν έχει τούτη σχέση με την προηγούμενη, γιατί στην προηγούμενη βλέπει πως κάποιοι δεν έχουν ένδυμα γάμου και τους βγάζει απ’ έξω γιατί τους λέει, θα έπρεπε να πάτε να ντυθείτε και να ρθείτε έτσι όπως θα έπρεπε. Σ’ αυτήν την Παραβολή, γιατί πρόκειται περί άλλης Παραβολής, ο Χριστός, ο οικοδεσπότης, δεν κοιτάζει την περιβολή, απεναντίας προσκαλεί τους ρακένδυτους, προσκαλεί τους εθνικούς όπως είπα, αυτούς που δεν είχαν ακούσει προφητικό λόγο. Τους προσκαλεί να καθίσουν στο τραπέζι. 



Εικόνες αρχαίων φιλοσόφων στην ιστορική μονή Bachkovo της Βουλγαρίας (φωτο από εδώ)
Γι’ αυτό αν πάτε κάποτε στα Γιάννενα κι ανεβείτε στο νησί, μην επισκεφθείτε μόνο το σπίτι του Αλί πασά αλλά φτάστε και σε ένα Μοναστήρι, νομίζω λέγεται ‘Φιλανθρωπινόν’ και κοιτάξτε στον νάρθηκα και θα δείτε στον νάρθηκα πως από τα χρόνια εκείνα τα παλιά είχαν ζωγραφίσει τον Πλάτωνα, τον άλφα ή βήτα φιλόσοφο, ιστορικό της αρχαιότητας. Κι έγραφε ο αγιογράφος στο πλάι, αν Κύριε κατά την ημέρα εκείνη θελήσεις να σώσεις ανθρώπους προ Χριστού από τον εθνικό κόσμο, μην ξεχάσεις αυτόν και τούτον και τον άλλον. Αυτοί είναι οι ανάπηροι, αυτοί είναι οι ρακένδυτοι. Κι εμείς είμαστε οι ανάπηροι και οι ρακένδυτοι, γιατί δεν ανήκαμε στον λαό τον εκλεκτό του Ισραήλ. Δεν ήμασταν Εβραίοι, ήμασταν Έλληνες και ακούσαμε από τα στόματα των Αγίων Αποστόλων το μήνυμα του Ευαγγελίου και το ασπαστήκαμε. Γιατί το είχε πει κι Εκείνος όταν δυο Έλληνες θέλησαν τις τελευταίες ημέρες της επί γης Του ζωής λίγο πριν την Σταύρωσή Του να δουν τον Ιησού είπεν ο Κύριος: 

Ελήλυθεν η ώρα ίνα δοξασθή ο Υιός του Ανθρώπου 

Και δοξάθηκε ο Υιός του ανθρώπου μέσα στους αιώνες που πέρασαν, δεν ξέρω αν θα δοξασθή ο Υιός του ανθρώπου μέσα στους αιώνες που θα’ ρθουν από εμάς τους Έλληνες. 

Όντως δοξάσθηκε. Γιατί; Η Αγία Γραφή , και η Παλαιά και η Καινή, στην Ελληνική γλώσσα. Οι όροι και οι Κανόνες των Οικουμενικών Συνόδων στην Ελληνική γλώσσα. Τόσοι Πατέρες, σ’ Ανατολή και Δύση, Έλληνες. Νυν, είπε ο Χριστός. Από του νυν θα δοξασθεί, και από αυτό το έθνος θα δοξασθεί ο Υιός του ανθρώπου. Και δοξάσθηκε ο Υιός του ανθρώπου. 

Κι έγινε η Ελλάδα το λίκνο της Ορθοδοξίας, κι έγινε η Ελλάδα το Φως του κόσμου. 

Αλλά προσέξτε, είπα ‘έγινε’, και το είπα δυο φορές. ‘Έγινε’, και χρησιμοποίησα παιδιά μου και αδελφοί τί; Χρόνο παρελθόντος. Γιατί κοιτάζω το παρόν και προβληματίζομαι για το μέλλον και θα προβληματιστείτε κι εσείς όταν κλείσω το στόμα και συνεχίσω την Θεία Λειτουργία, αφού δηλαδή καταθέσω στην αγάπη σας κείνα που έχω μέσα στο μυαλό μου. 

Προσκεκλημένοι λοιπόν στο δείπνο, στην Βασιλεία των ουρανών εσύ, εγώ, εμείς οι βαπτισμένοι, ανεξαρτήτως -προσέξτε το αυτό- τι ένδυμα γάμου έχουμε, ανεξαρτήτως τι λεκέδες υπάρχουν στον χιτώνα της ψυχής μας. 

Και αυτοί που είπαν ἀ­­γρὸν ἠγόρασα -έμεινε παροιμιώδης η φράση μέχρι σήμερα- ποιοί είναι; ποιοί είμαστε; Είναι εκείνοι που ασχολούνται με άλλες σκέψεις, με άλλες κοσμοθεωρίες, με άααααλλα πολλά, αλλά όχι με την μελέτη του Λόγου του Θεού. 

Και αυτοί που είπαν ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέν­τε; Αγόρασα πέντε ζευγάρια βόδια. Ποιοί είναι; Αυτοί που ασχολούνται, εγώ κι εσείς δηλαδή, με τις βιοτικές μέριμνες, με τα βόδια μας, με την καθημερινότητά μας. 

Και αυτός που είπε γυναῖ­κα ἔγημα ποιοί είναι; Είμαστε όλοι εμείς που προτιμάμε αντί του Χριστού τις επίγειες απολαύσεις. Αντί τις επουράνιες, τις φθαρτές και εφήμερες. 

Κι έρχεται ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας να πει: ο ανθρώπινος νους που προσκολλάται στην κοσμική φιληδονία γίνεται αδρανής στα πνευματικά και δεν εργάζεται πλέον στα του Θεού και για τον λόγο αυτό θα είναι αμέτοχος της ουράνιας και Θείας εορτής. Έτσι είχε πει ο Άγιος σε μία παρόμοια περίπτωση σε πιστούς Χριστιανούς όπως εσείς. Δηλαδή, όταν ο άνθρωπος προσκολλάται στην κοσμική φιληδονία τότε μένει αμέτοχος της ουράνιας και Θείας εορτής. 

Μία ερώτηση για να προχωρήσουμε λίγο την σκέψη μας και να κλείσουμε. Γιατί αλήθεια η Μητέρα μας Εκκλησία έθεσε παιδιά μου αυτήν την Ευαγγελική περικοπή να ακούγεται λίγο πριν τα Χριστούγεννα; Γιατί; 

Το αντιλαμβανόμαστε όλοι. Το αντιλαμβάνεστε αλλά θα το επαναλάβω. Θα επαναλάβω την σκέψη σου, θα επαναλάβω την απάντησή σου. 

Ο Χριστός θα ξαναγεννηθεί σε λίγες ημέρες, σε μια βδομάδα περίπου. Θα ξαναγεννηθεί για να Τον αποδεχθούμε. 

Μαθαίναμε με τα παιδιά χθες του Δημοτικού δυο λέξεις: ‘αποδέχομαι’ και ‘απορρίπτω’. Και τους είπα πολύ απλά και με περισσότερα λόγια αυτό που λέω και σε σας. Ο Χριστός θα ξαναγεννηθεί όχι για να Τον απορρίψουμε ακόμη μια φορά, αλλά για να Τον αποδεχθούμε, μία και παντοτινή και μόνιμη φορά. 

Κι έτσι, θα έχουμε σε λίγες ημέρες Χριστούγεννα. Φέτος θα υποδεχθούμε -θα αποδεχθούμε; πάντως θα υποδεχθούμε- την Γέννηση του Χριστού. 



Θα ‘ρθουν Χριστούγεννα και οι πολλοί -γι’ αυτό η Εκκλησία μας όρισε αυτή η Παραβολή να ακούγεται αυτήν την ημέρα- θα πουν ἀ­­γρὸν ἠγόρασα. Αδιάφορα θα γιορτάσουν, αν γιορτάσουν. Μέσα σε μια αδιαφορία και ραθυμία θα υποδεχθούν τα Χριστούγεννα. Και πόσο εκνευρίζομαι όταν ακούω άθεους, κομμουνιστές η μή, να εύχονται ‘Καλά Χριστούγεννα’ την στιγμή κατά την οποίαν δεν πιστεύουν στον Χριστό. Κι έλεγα επίσης στα παιδιά, υπάρχει δάσκαλος που ξεκρεμά την εικόνα του Χριστού απ’ το σχολειό, από την τάξη του. Αυτόν υποχρεωτικά θα έπρεπε το υπουργείο παιδείας να του πει, δεν θα κάνεις Χριστουγεννιάτικες διακοπές, θα μείνεις εδώ να σφουγγαρίζεις, να φυλάς το σχολείο. Πώς θα γιορτάσεις Χριστούγεννα αφού δεν πιστεύεις στον Χριστό; 

Φέτος λοιπόν θα ‘ρθουν Χριστούγεννα. Οι περισσότεροι θα πουν ἀ­­γρὸν ἠγόρασα και αδιάφορα θα σταθούν μπροστά στην γιορτή. 

Ξανά φέτος θα ‘ρθουν Χριστούγεννα και θα συνεχίσουν οι περισσότεροι, κι εγώ κι εσείς, να ασχολούμαστε με τα βόδια μας, με τα βιοτικά μας και με την καθημερινότητά μας για να πούμε το βράδυ των Χριστουγέννων, ε Χριστούγεννα, ε και τί έγινε; Φάγαμε, χαρά στο πράγμα. 

Αν πεις αυτό αυτήν την ώρα, αδελφέ μου θες σφαλιάρα. Γιατί ειλικρινά δεν κατανόησες, κι ας εκκλησιάστηκες, το νόημα των Χριστουγέννων. 

ΔΕΝ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ ΜΕΣΑ ΣΟΥ ΤΑ ΦΕΤΙΝΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ. 

Θα ΄ρθουν Χριστούγεννα και πολλοί θα πουν πάλι, να μια ευκαιρία να ξεφαντώσουμε, να διασκεδάσουμε. Και θα ‘ρχόμαστε εμείς στις πέντε η ώρα εδώ στον Ναό και θα βλέπουμε πρόσωπα, μεθυσμένα κορμιά να επιστρέφουν στα σπίτια τους από την βραδινή -κατά τα άλλα ‘Χριστουγεννιάτικη’- διασκέδαση ή ρεβεγιόν. 

Ε να, δες τε λοιπόν γιατί η Εκκλησία μας όρισε αυτήν την Παραβολή να ακούγεται αυτές τις μέρες. Για να προβληματιστώ, για να σας προβληματίσω, για να προβληματιστούμε και συγχωρέστε με για το ύφος. 

Η εποχή μας παιδιά μου είναι όχι δύσκολη, Αποκαλυπτική. Θα σας εξομολογηθώ κάτι για να σας προβληματίσω και μόνο και χωρίς πολλές λεπτομέρειες, δεν χρειάζονται,. Απλά για να δείτε πως ο παπα-Θανάσης όταν φώναζε εδώ και χρόνια, και φωνάζει, έχει δίκιο. 

Συμπληρώνω τον Φεβρουάριο 38 χρόνια κληρικός. Στα 38 μου χρόνια, πρώτη φορά χθες έκαμα έναν σαραντισμό με λυγμούς και με δάκρυα. Ήταν δύο πρόσωπα από εσάς παρόντα. Γιατί αλήθεια; Και γιατί όταν έλεγα το Ευαγγέλιο λίγο πιο πριν με δυσκολία προσπάθησα να συγκρατηθώ και να το τελειώσω; Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο που θα σας πω. 

Εδώ και χρόνια κι εγώ όταν δίδασκα σε σχολεία, το πνεύμα όχι της νυν, της παρούσας κυβέρνησης αλλά και των προηγουμένων ήταν η παγκοσμιοποίηση. Τραγουδάκια πως όλοι είμαστε αδέλφια, λες και δεν το ξέραμε. Για να μας προετοιμάσουν για εκείνο που ήρθε, και που μας έφεραν, και που μας το ‘βαλαν στον σβέρκο. Αναφέρομαι στο ‘προσφυγικό’. Έχω πει και άλλη φορά πως είναι άνθρωποι. Γι’ αυτό αν με ακούς πρώτη φορά να μην με παρεξηγήσεις. Θα σου πω τι θα ακούσεις γιατί είναι μαγνητοφωνημένα όσα έχω πει, κι έτσι δεν θα με πεις ρατσιστή αλλά θα με πεις προφήτη. 

Λοιπόν σε μια πρόταση. Η αιτία της χθεσινής μου εμπειρίας. 

Χριστιανή νταλαβερίστηκε με λαθρομετανάστη. Άλλαξε την πίστη της, έγινε μουσουλμάνα. Απέκτησε παιδί. Αυτό το παιδί σαράντισε. ["Ν": υπάρχει μια ασάφεια εδώ. Αν έγινε μουσουλμάνα, πώς σαράντισε το μωρό σε χριστιανική Εκκλησία; Κάποια γιαγιά επέμενε π.χ.; Μη γνωρίζοντας την περίπτωση, δεν μπορούμε να πούμε κάτι συγκεκριμένο].

Δεν σας λέω περισσότερα, δεν χρειάζεται να σας πω περισσότερα και αυτή η περίπτωση δεν είναι η πρώτη, δυστυχώς. Έτσι όπως κατηφορίζουμε πολλά θα συμβούν ακόμη. Μην παραξενευτείς λοιπόν εσύ, γιαγιά, αν αύριο το εγγόνι σου μπει στη θέση της κοπέλας της Χριστιανής που είπα και μην παραξενευτείτε αύριο ως γονείς, γιατί θα δουν πολλά τα μάτια μας. 

Αλλά όμως τα μάτια μας τα βγάλαμε εμείς οι ίδιοι με τα ίδια μας τα χέρια, γιατί τα παιδιά μας σήμερα δεν έχουν αντισώματα για να μπορέσουν να αντιστέκονται στις ιώσεις και στα μικρόβια. Τα παιδιά μας σήμερα, και οι μεγάλοι, είναι ακατήχητοι, δεν γνωρίζουν τί σημαίνει Χριστός, δεν ξέρουν τί πιστεύουν κι έτσι πολύ εύκολα απαρνούνται τον Χριστό. 

Κι έρχεται στην μνήμη μου ο Άγιος Κωνσταντίνος ο Υδραίος με την περίφημη κείνη νονά και την μάννα του. Κι έρχεται στην μνήμη μου ο Νεομάρτυρας Πολιούχος μας ο Άγιος Θεόδωρος που αρνήθηκε τον Χριστό, μετάνοιωσε, επέστρεψε, μαρτύρησε, θανατώθηκε για τον Χριστό. 

Κι έρχομαι σήμερα και σκέφτομαι και λέω, 

Αλήθεια, πώς μας βλέπουν με τα μάτια τους νοερά οι Άγιοι Νεομάρτυρες αυτού του έθνους; Πώς βλέπουν οι Άγιοι Έλληνες Νεομάρτυρες εμάς τους νεο-Έλληνες σήμερα; Που κολυμπάμε στην θρησκευτική αδιαφορία, στην πνευματική ραθυμία, που έχουμε γίνει μόνο τυπολάτρες και τίποτε παραπάνω. 

Πώς αλήθεια μας βλέπουν εκείνοι; 

Τι λες ρε παπα-Θανάση; Δεν αναρωτιέσαι, πώς αλήθεια κάνουμε ό,τι κάνουμε κάτω από το βλέμμα του Θεού και πώς αλήθεια αυτός ο Θεός, ο Θεός Πατέρας, ο Θεός Αγάπη, δεν στέλνει κεραυνούς να μας κατακεραυνώσει έτσι όπως γίναμε κι έτσι όπως καταντήσαμε την Ελλάδα των Ελλήνων, κάποτε, Χριστιανών; 

Απομαγνητοφώνηση Φαίη για το ΑΒΕΡΩΦ.

Ενδέκατη Κυριακή του Λουκά : Των αγίων προπατόρων




Κυριακή των αγίων προπατόρων . Διαβάζεται η παραβολή του μεγάλου δείπνου. 

Είναι μια ιστορία εκλεκτών προσκεκλημένων πού περιφρόνησαν την μεγάλη κλήση στο δείπνο. Και μετά τους αντικατέστησαν αυτοί πού έμεναν στο περιθώριο. Περικοπή συναγερμού για εμάς πού θεωρούμαστε εκλεκτοί και προσκεκλημένοι και περιφρονήσαμε την κλήση μας. Ποιοί είναι αυτοί οι άνθρωποι του περιθωρίου;Είναι αδελφοί μας πού η κοινωνία των ανθρώπων τους στέρησε την ύπαρξη και το δικαίωμα στο κοινωνικό στερέωμα, αλλά και η κοινωνία των θρησκευομένων το δικαίωμα στην σωτηρία. Άνθρωποι οπωσδήποτε με πάθη και αδυναμίες, πού όμως για έναν ανεξήγητο λόγο, ίσως λόγω της ταπείνωσης , της αγάπης προς τον Θεό, την απλότητα της καρδίας και την λαθότητα κρυφής πνευματικότητας αξιώθηκαν να γίνουν οι εκλεκτοί και από έσχατοι πρώτοι.


 Η γέννηση του Χριστού αλλάζει τα δεδομένα της κοινής ανθρώπινης ζωής και της ιστορίας του ανθρώπου. Όχι μόνον διχάζει την ιστορία ως χρονικό ορόσημο,ως ιστορία πρό και μετά Χριστόν, γιατί και αυτή η διάκριση με τον αντιχριστιανικό πόλεμο πού υφιστάμεθα σήμερα, μπορεί να εκλείψει ως ανθρώπινη. Αλλά επειδή διχάζει και ορίζει την ιστορία του ανθρώπου ουσιαστικά και πνευματικά. Πριν τον Χριστό ο άνθρωπος θεοποιούσε τις μέριμνες, τους φόβους, τις αισθήσεις και την διάνοια του, αλλά και αυτόν τον υλικό κόσμο. Μετά τον Χριστό, ο άνθρωπος καλείται στην εκκλησία, σε έναν θεανθρώπινο τρόπο ύπαρξης, στο αιώνιο δείπνο του Θεού, πού σημαίνει κοινωνία και τελείωση της φύσης του. Γι αυτό και ετούτη η παραβολή δύο Κυριακές πριν τα χριστούγεννα. Δεν είναι χρονική σύμπτωση βέβαια και υπόθεση των εορτών η κλήση. Αλλά ευκαιρία υπενθύμισης. Είμαστε κλητοί σε αυτήν την ζωή, πού είναι ένα στάδιο δοκιμασίας. Μπορεί να την εξαντλήσουμε βιολογικά και να παραδοθούμε στις εμπειρίες, τις μέριμνες της, τις μικροχαρές και τις μεγάλες θλίψεις της μέχρι να αφανιστούμε από προσώπου γης. Μπορεί όμως να αποδεχτούμε και την κλήση μας και να ζήσουμε την τελείωση. Στο χέρι μας είναι να είμαστε οι εκλεκτοί. Τα χριστούγεννα είναι η αναμόρφωση της φύσης μας προς την Θεότητα. Και είναι αιώνια υπόθεση.


Η πνευματική και κοσμική ατμόσφαιρα είναι αυτή των Χριστουγέννων, λοιπόν. Κάθε μεγάλο έργο χρειάζεται έναν νού να το σχεδιάσει και ένα σώμα να το πραγματοποιήσει. Και μετά μπαίνει και σφραγίδα γνησιότητας και δημιουργίας. Στην Σάρκωση του Λόγου, Νους ήταν ο Θεός Πατέρας, συλλαμβάνων το σχέδιο της οικονομίας, μετά του Υιού και του Πνεύματος.Σώμα και εργάτης και εργαστήριον η Θεοτόκος Μαρία, πού έθρεψε με το αίμα της και έδωσε υπόσταση σωματική στον Λόγο. Και σφραγίδα το Άγιο Πνεύμα πού συνέργησε στην σάρκωση του Υιού.Στο πρόσωπο της Θεοτόκου Μαριάμπραγματοποιείται η σωτηρία και εκπροσωπείται η ανθρωπότητα. Ο άνθρωπος δεν εγκαταλείπεται ως ανύπαρκτος και υποδεέστερος, αλλά γίνεται συνεργάτης του Θεού για την σωτηρία του την ίδια.Τιμούμε την Θεοτόκο για την συνέργεια της στο μέγα μυστήριο. Και για χάρη της Θεοτόκου τιμούμε τους κατά σάρκαν προγόνους της, πού λέγονται προπάτορες. Για χάρη της Θεοτόκου, αυτοί υπήρξαν, ξεχώρισαν και αγίασαν. Δεν ήταν αυτοί πού οδήγησαν στην Θεοτόκο, αλλά η Θεοτόκος του μέλλοντος πού αυτοί εκλήθησαν από τον Θεό στο παρελθόν να παίξουν το ρόλο τους στην ιερά ιστορία. Εν πίστει τους προπάτορας εδικαίωσας. Γιατί εξ αυτών προήλθε η ρίζα της σωτηρίας, η Μάνα του Θεου, η πρώτη των ανθρώπων. Η εορτή των προπατόρων έχει ως κέντρο και αναφορά την Παναγία Μαριάμ.

Με αυτής της πρεσβείαις ας αξιωθούμε και εμείς τα αιώνια χριστούγεννα μας.


 π. Παντελεήμων Κρούσκος

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 14, 2018

Κυριακή ΙΑ Λουκᾶ (τῶν Προπατόρων)


Bρισκόμαστε, ἀγαπητοί μου, στά προπύλαια τῆς μεγάλης γιορτῆς τῶν Χριστουγέννων. Τό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα ἔχει σχέσει μέ τό μεγάλο γεγονός, πού περιμένουμε. Μᾶς μίλησε γιά ἕνα μεγάλο, πλούσιο καί ξεχωριστό δεῖπνο. Γιά νά καταλάβουμε καλύτερα τί θέλει ὁ Κύριος νά μᾶς πεῖ, θά κάνουμε μία ὑπόθεση, θά ποῦμε ἕνα παράδειγμα.
Κάποιος γνωστός, φίλος ἤ συγγενής πάντρεψε τόν παιδί του καί στό τραπέζι, πού ἔκανε, κάλεσε πάρα πολλούς, ἀλλά δέν προσκάλεσε κάποιον ἀπό ἐμᾶς. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος, τί λέτε, δέν θά στενοχωρηθεῖ; δέν θά θεωρήσει τόν ἑαυτό του περιφρονημένο καί προσβεβλημένο;
Τώρα ἄς πάρουμε τήν ἄλλη περίπτωση. Ὁ οἰκοδεσπότης κάλεσε πολλούς στό τραπέζι, μά δέν πῆγε κανένας. Δέν θά στενοχωρηθεῖ καί αὐτός; δέν θά ὀργισθεῖ; δέν θά τά βάλει μέ τούς καλεσμένους, πού ὅλοι τόν περιφρόνησαν;
Στήν πρώτη περίπτωση, κατά τήν ὁποία δέν μᾶς κάλεσε κάποιος ἄνθρωπος, εἶναι μικρό τό κακό, πολύ ἀσήμαντο, μηδαμινό. Δέν χρειάζεται στενοχώρια, οὔτε κἄν νά τό λάβουμε ὑπ᾿ ὄψη μας. Τό πρόβλημα εἶναι ἀλλοῦ, εἶναι στήν δεύτερη περίπτωση.
Μᾶς καλεῖ στό τραπέζι ὄχι ἕνας ἁπλός ἄνθρωπος, οὔτε ἕνας ἐπίσημος, κάποιος πλούσιος. Μᾶς καλεῖ ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Δέν ὑπάρχει μεγαλύτερη τιμή ἀπό αὐτό. Καί μάλιστα δέν τό κάνει μία φορά μόνο, ἀλλά προσκαλεῖ καί ξαναπροσκαλεῖ. Μᾶς κάνει ἐντύπωση ἡ ἐπιμονή τοῦ Χριστοῦ, νά μᾶς πείσει νά λάβουμε μέρος στό δεῖπνο Του, νά παρακαθήσουμε στό τραπέζι Του.
Τό βλέπουμε ὁλοκάθαρα στό εὐαγγέλιο. Ἔστειλε καί ξαναέστειλε τόν ὑπηρέτη του νά εἰδοποιήσει τούς καλεσμένους, ὅτι ὅλα εἶναι ἕτοιμα. Τό σπίτι του, ἡ αἴθουσα δεξιώσεων τοῦ Χριστοῦ εἶναι μεγάλη καί εὐρύχωρη. Χωράει πολλούς. Ἐμεῖς γιατί προκλητικά ἀρνούμεθα τήν πρόσκληση καί δέν προσερχόμαστε νά παρακαθήσουμε, ἀδελφοί μου;
      Ὁ ἕνας προφασίσθηκε τό χωράφι του. Ἤθελε νά δεῖ πόσο καλό εἶναι. Τί σημαίνει αὐτό; Ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτός ἦταν φιλάργυρος. Ὁ ἄλλος ἦταν ζωέμπορος. Ἀγόρασε πέντε ζευγάρια βόδια καί ἤθελε νά τά δοκιμάσει. Μέ ἄλλα λόγια ἔβοσκε σάν αὐτά τά ζῶα στήν ζωή τῶν πέντε αἰσθήσεων. Ἦταν φιλήδονος. Ὁ τρίτος ἦταν νιόπαντρος καί εἶπε ἀδιάντροπα, ἐγώ πάω νά γλεντήσω μέ τήν γυναίκα μου, ἄφησέ με ἥσυχο. Αὐτός πάλι ἦταν φίλαυτος. Νά λοιπόν πού ἔχουν ἀπόλυτο δίκαιο οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν λένε, ὅτι οἱ ἁμαρτίες χωρίζονται σέ τρεῖς κατηγορίες, τῆς φιλαυτίας, τῆς φιληδονίας καί τῆς φιλαργυρίας καί αὐτές εἶναι πού μᾶς ἀπομακρύνουν ἀπό τόν Θεό.
Καί σήμερα ἀκοῦμε πολλές καί διάφορες δικαιολογίες ἀπό ἐκείνους, πού δέν θέλουν νά ἐκκλησιαστοῦν. Βλέπετε, δέν εἶπα, πού δέν μποροῦν νά ἐκκλησιαστοῦν, ἀλλά πού δέν θέλουν. Ἄν ἤθελαν θά εὕρισκαν τρόπο. Ὁ χρόνος ἔχει 52 Κυριακές. Πόσες Κυριακές εἶχαν ἐμπόδιο καί δυσκολία καί δέν κατώρθωσαν νά προσέλθουν στόν Ναό; Τί εἶναι ἐκεῖνο, πού θά μᾶς κρατήσει μακρυά ἀπό τήν Ἐκκλησία; Μόνο τά βαθειά γηρατειά καί ἡ σοβαρή ἀρρώστια. Τίποτε ἄλλο. Ὅλοι οἱ ἄλλοι εἶναι ὑπόλογοι καί ὑπόδικοι μπροστά στό Θεό.
Βλέπουμε κάποιες φορές ἄδειους τούς Ναούς καί μᾶς πιάνει στενοχώρια. Αὐτό εἶναι μεγάλο λάθος. Ὁ Ναός ποτέ δέν εἶναι ἄδειος, οὔτε καί ὅταν δέν τελεῖται ἡ θεία Λειτουργία. Ἄν ἐμεῖς ἀδειάζουμε τίς Ἐκκλησίες, ἄν ἐμεῖς δέν προσερχώμαστε, δέν μᾶς ἔχει ἀνάγκη ὁ Θεός, γι᾿ αὐτό καί δέν χρειάζεται νά ἐρχώμαστε μέ τό ζόρι. Οἱ Ἐκκλησίες εἶναι πάντοτε γεμᾶτες, εἶναι γεμᾶτες ἀπό ἀγγέλους. Ἄν δέν ἐκκλησιαζώμαστε, κακό μόνο στόν ἑαυτό μας  κάνουμε. Δέν ἔχει ἀνάγκη ὁ ἥλιος ἀπό τά δέντρα. Τά δέντρα ἔχουν ἀνάγκη τόν ἥλιο. Ἔτσι κι᾿ ἐμεῖς ἔχουμε ἀνάγκη τόν Θεό καί τήν πίστη μας, γιατί αὐτά τά δύο θά μᾶς σώσουν. Ὅλα τά ἄλλα εἶναι πολύ μικρά, ἀνούσια καί μάταια.
Ἀλλά λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ποιούς νά κλάψω; αὐτούς πού ἀπουσιάζουν ἀπό τό Ναό ἤ αὐτούς πού ἐκκλησιάζονται; Ἄλλοι συνομιλοῦν μεταξύ τους, ἄλλοι ξύνονται καί χασμουριοῦνται, ἄλλοι σκέφτονται τίς ἐργασίες τους, ἄλλοι βιάζονται νά φύγουν, σάν νά τούς εἶχαν σέ καταναγκαστικά ἔργα καί ἄς ἦρθαν πρός τό τέλος τῆς θείας Λειτουργίας. Μάλιστα κάποιοι φεύγουν πρίν ἀπό τό τέλος, πρίν ἀπό τό δι᾿ εὐχῶν. Αὐτοί μοιάζουν τόν Ἰούδα, πού ἔφυγε βιαστικά, πρίν τελειώσει ὁ Μυστικός Δεῖπνος.
Μά καί ἀπό τούς τόσους πού παραμένουν μέχρι τό τέλος, ποιοί, πόσοι κοινωνοῦν τῶν Ἀχράντων Μυστυρίων; Σ᾿ ἕνα τραπέζι πηγαίνουμε γιά νά φᾶμε, ὄχι γιά νά δοῦμε ἁπλῶς τό φαγητό ἤ μόνο νά τό μυρίσουμε καί νά φύγουμε. Ἔτσι καί πάλι προσβάλλουμε αὐτόν, πού μᾶς κάλεσε. Τό εἴπαμε ἀμέτρητες φορές καί πάλι θά τό ποῦμε. Στή θεία Λειτουργία δέν ἐρχόμαστε μόνο γιά νά προσευχηθοῦμε. Ἄν καί δέν γνωρίζω πόσο γίνεται καί αὐτό τό ἐλάχιστο. Ἐρχόμαστε γιά νά κοινωνήσουμε. Ἄν δέν ἦταν νά κοινωνήσουμε, δέν θά τελούσαμε τήν θεία Λειτουργία. Θά κάμναμε μόνο τόν ὄρθρο καί θά φεύγαμε. Αὐτοί πού δέν κοινωνοῦν, φεύγουν πρίν τήν ἀπόλυση καί δέν παίρνουν οὔτε ἀντίδωρο, τότε γιά ποιό λόγο ἔρχονται στήν Ἐκκλησία;
    Στό ἱερώτερο σημεῖο, πού εἶναι ὁ καθαγιασμός τῶν Τιμίων Δώρων, ἐπαναλαμβάνουμε τά λόγια τοῦ Χριστοῦ: Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες... Καί λίγο ἀργότερα:Μετά φόβου Θεοῦ, πίστεως καί ἀγάπης προσέλθετε. Ποιοί νά προσέλθουν; Πέντε ἀπ᾿ ἐδῶ καί ἕξι ἀπό ἐκεῖ; Ὄχι, ὅλοι. Πάντες ἀπολαύσατε τοῦ συμποσίου τῆς πίστεως. Ἡ τράπεζα γέμει, τρυφήσατε πάντες.
 Ἀγαπητοί μου, Ὅποιος καταφρονεῖ κάτι, θά καταφρονηθεῖ ἀπό αὐτό. Καί ὅποιος περιφρονεῖ τόν Θεό, θά περιφρονηθεῖ ἀπό Αὐτόν. Ἄν γυρίσουμε τήν πλάτη μας στό Χριστό, ὑπογράφουμε τήν καταδίκη μας. Θά ἔρθει καιρός, πού θά χτυπᾶμε τήν θύρα τοῦ ἐλέους Του καί δέν θά μᾶς ἀνοίγει. Μᾶς τό εἶπε σήμερα ξεκάθαρα καί τό εἴδαμε νά γίνεται στήν παραβολή τῶν δέκα παρθένων. Ἄς Τόν ἀκούσουμε σ᾿ αὐτήν τήν ζωή, γιά νά ἀκούσει κι᾿ Ἐκεῖνος τήν ἱκεσία μας καί νά μᾶς δεχτεῖ στόν οὐρανό, στή Βασιλεία Του. Ἀμήν.-

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 13, 2018

Mήν ἀφήνουμε νά περνᾶ μία ἡμέρα χωρίς νά προσευχηθοῦμε στήν Κυρία Θεοτόκο

Διήγηση Γέροντος Κλεόπα Ηλιέ
Ἦταν κάποτε ἕνας ἄνθρωπος εὐλαβής πού ὠνομαζόταν Ἀγαθόνικος. Αὐτός εἶχε διδαχθῆ, ἀκόμη ἀπό τήν παιδική του ἡλικία, νά λέγη μπροστά στήν εἰκόνα τῆς Παναγίας, τόν ὕμνο αὐτό: «Θεοτόκε, Παρθένε, χαῖρε Κεχαριτωμένη Μαρία, ὁ Κύριος μετά σοῦ. Εὐλογημένη, σύ ἐν γυναιξί καί εὐλογημένος ὁ καρπός τῆς κοιλίας σου. Ὅτι Σωτῆρα ἔτεκες, τῶν ψυχῶν ἡμῶν». Ἀργότερα ἔκανε μιά ζωή μέ πολλές φροντίδες καί ἔλεγε σπανιώτερα αὐτόν τόν ὕμνο τῆς Κυρίας Θεοτόκου. Κατόπιν σιγά σιγά ἔπαυσε νά τόν λέγη. Ὁ Θεός ὅμως, ὁ Ὁποῖος δέν θέλει τόν θάνατο τοῦ ἁμαρτωλοῦ, ἔστειλε στό σπίτι του ἕναν ἐρημίτη...
ἀπό τήν Θηβαΐδα γιά νά τόν ἐλέγξη διότι ἐξέχασε αὐτόν τόν ὕμνο τῆς Κυρίας Θεοτόκου. Ὁ Ἀγαθόνικος ἀπήντησε στόν ἐρημίτη μοναχό ὅτι ἔπαυσε νά τόν λέγη, διότι, παρότι τόν ἔλεγε γιά πολλά χρόνια, ὅμως δέν εὑρῆκε καμμία ὠφέλεια. Τότε ὁ ἐρημίτης τοῦ εἶπε: «Φέρε στόν νοῦ σου τυφλέ καί ἀχάριστε, πόσες φορές σέ ἐβοήθησε αὐτή ἡ δοξολογική προσευχή καί σέ ἔσωσε ἀπό διάφορους πειρασμούς! Θυμήσου, ὅταν ἤσουν ἀκόμη παιδί, πῶς λυτρώθηκες ἀπό πνιγμό κατά ἕνα θαυμαστό τρόπο!
Ἐνθυμήσου, ὅταν σέ ἐκτύπησαν πολλοί γείτονες σέ μία λακκούβα πού εἶχες πέσει κι ὅμως ἔμεινες ἀτραυμάτιστος! Θυμήσου ἀκόμη, ὅταν ταξίδευες κάποτε μέ κάποιον φίλον σου, ἐπέσατε καί οἱ δυό σας ἀπό τήν καρότσα! Αὐτός ἔσπασε τό πόδι του καί σύ δέν ἔπαθες τίποτε. Δέν γνωρίζεις ὅτι ὁ φίλος σου εἶναι κάτω ἀδύνατος ἀπό μία ἀσθένεια, ἐνῶ ἐσύ εἶσαι ὑγιής καί δέν αἰσθάνεσαι κανένα πόνο; Καί, ὅταν τοῦ ἔφερε στήν μνήμη ὅλα αὐτά τά θαυμαστά ἔργα, στό τέλος τοῦ εἶπε: «Να ξέρης ὅτι ὅλες αὐτές οἱ δυστυχίες καί ἀτυχίες πού ἦλθαν στήν ζωήν σου, ἀπομακρύνθηκαν ἀπό τήν θεία Σκέπη τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, χάρις στήν μικρή σου αὐτή δοξολογική προσευχή, τήν ὁποίαν ἔλεγες κάθε ἡμέρα ἐνώπιόν της. Δώσε λοιπόν προσοχή καί συνέχιζε νά προσεύχεσαι καί στό μέλλον μέ τήν προσευχή αὐτή καί ἡ Μητέρα τοῦ Κυρίου μας δέν θά σέ ἐγκαταλείψη ποτέ».
Ἔτσι κατάλαβε ὁ Ἀγαθόνικος καί δέν ἄφησε πάλι αὐτή τήν προσευχή. Οὔτε ἐμεῖς νά μήν ἀφήνουμε νά περνᾶ μία ἡμέρα χωρίς νά προσευχηθοῦμε μ᾿αὐτή τήν προσευχή μπροστά στήν Κυρία Θεοτόκο κι ἔτσι θά φυλαγώμεθα ἀπό πολλές δοκιμασίες καί πειρασμούς στήν ζωή μας.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...