Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τρίτη, Απριλίου 23, 2019

Μεγάλη Τρίτη βράδυ.«Η πόρνη έν κλαυθμώ» (+Μητροπολίτου Φλωρίνης Αυγουστίνου Καντιώτου)


«Ἡ πόρνη ἐν κλαυθμῷ»
(Ομιλία του †Επισκόπου Φλωρίνης Αυγουστίνου Καντιώτου)
Ἀπόψε, ἀγαπητοί μου, ψάλλεται τὸ τροπάριο τῆς Κασσιανῆς, ποὺ ἑλκύει σὰν μαγνήτης πολλὲς ψυχές. Ἡ ἀκολουθία ἀρχίζει καὶ συνεχίζεται μὲ ὕμνους ποὺ κατ᾿ ἐπανάληψιν ἀναφέρουν τὴ λέξι «πόρνη».
Μερικοὶ σκανδαλίζονται ὅταν ἀκούσουν τέτοιες λέξεις. Τί εἶν᾿ αὐτά! λένε· ἐπιτρέπεται στὴν ἐκκλησία ν᾿ ἀκούγωνται τέτοιες βρωμερὲς λέξεις;… Ἐνῷ ὁ κόσμος κολυμπᾷ στὸ βόρβορο, αὐτοὶ ταράζονται ἅμα ἀκούσουν νὰ μι-λάῃ ὁ ἱεροκήρυκας περὶ πορνείας. Ἀνήκουν στὸ κόμμα τῶν λεγομένων εὐφημιστῶν · εἶνε αὐτοὶ ποὺ λένε τὸ ξίδι γλυκάδι, τὸ σκότος φῶς… Ἀλλὰ τέτοια γλῶσσα κολακείας δὲν γνωρίζει ἡ Ἐκκλησία μας. Τὰ πράγματα θὰ τὰπῇ ὅπως εἶνε· τὴν πορνεία πορνεία. Ἐνῷ γιὰ τὸν κόσμο ἡ πορνεία πῆρε τώρα ἄλλο ὄνομα·ὀνομάζεται «φιλία», καὶ ἡ πόρνη «φιλενάδα»!
Γιὰ τὴν πόρνη λοιπὸν κάνει λόγο καὶ τὸ τροπάριο τῆς Κασσιανῆς «Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή…». Εἶνε ἕνα ἐμπνευσμένο ποιητικὸ ἀριστούργημα, τὸ ὁποῖο ἔγραψε μία γυναίκα, ἡ Κασσιανή.

Τί ἦταν ἡ Κασσιανή ; Κατὰ τοὺς Βυζαντινοὺς χρονικογράφους ἦταν μία ἐκλεκτὴ κόρη τοῦ Βυζαντίου, ποὺ διακρινόταν γιὰ τὴν εὐφυΐα, τὴ μόρφωσι, καὶ τὴν καλλονή της.Στὸ ἄνθος τῆς ἡλικίας της ἦταν ὅταν ἐπρόκειτο νὰ γίνῃ μία ἐπιλογή. Ὁ αὐτοκράτωρ Θεόφιλος τὸ 830 μ.Χ. ἐπρόκειτο νὰ ἐκλέξῃ τὴ γυναῖκα ποὺ θὰ γινόταν σύζυγός του.
Ἡ μητέρα του Εὐφροσύνη συγκέντρωσε στὰ ἀνάκτορα τὶς ὡραιότερες καὶ περιφημότερε ςπαρθένες νεάνιδες τῆς αὐτοκρατορίας. Ὁ Θεόφιλος κρατοῦσε ἕνα χρυσὸ μῆλο, ποὺ θὰ τὸ ἔδινε στὴν ἐκλεκτὴ τῆς καρδιᾶς του. Μέσα σὲ ὅλες διέκρινε ὡς ὡραιότερη τὴν Κασσιανή. Ἀλλὰ πρὶν τῆς δώσῃ τὸ μῆλο, θέλοντας νὰ δοκιμάσῃ καὶ τὴν εὐφυΐα της, τὴ ρώτησε· «Ὡς ἆρα διὰ γυναικὸς ἐρρύη τὰ φαῦλα;» , ἂν δηλαδὴ ἀπὸ τὴ γυναῖκα προέρχονται ὅλα τὰ κακά (καὶ ἐννοοῦσε τὴν Εὔα , ποὺ ὑπῆρξε ἡ αἰτία τῆς πτώσεως τοῦ ἀνθρωπίνου γένους).Ἡ Κασσιανὴ ὅμως ἀπήντησε μ᾿ ἐκεῖ νο τὸ ἄφθαστο· «Καὶ διὰ γυναικὸς πηγάζει τὰ κρείττονα», ὅτι δηλαδὴ ἀπὸ τὴ γυναῖκα ἐπίσης προέρχεται ὅ,τι ἀνώτερο καὶ ὡραιότερο ὑπάρχει στὸν κόσμο (καὶ ἐννοοῦσε τὴν ὑπεραγία Θεοτόκο). Μὲ τὴν ἀπάντησι αὐτὴ ὁ Θεόφιλος δυσαρεστήθηκε –οἱ ἄντρες δὲν θέλουν οἱ γυναῖκες νά ᾿νε ἔξυπνες. Ἔτσι ἔδωσε τὸ μῆλο σὲ ἄλλη, στὴν Θεοδώρα.
Μετὰ τὴν ἀποτυχία αὐτὴ ἡ Κασσιανὴ πικραμένη ἀποσύρθηκε στὴν ἔρημο. Ἵδρυσε μοναστήρι, συγκέντρωσε κι ἄλλες γυναῖκες καὶ ἔζησε ἀσκητικά. Εἶχε δὲ καὶ ποιητικὸ τάλαντο .Συνέθεσε ἔξοχους ὕμνους, ἀλλ᾿ ὁ ἐξοχώτερος εἶνε αὐτὸ ποὺ ἀκοῦμε σήμερα· «Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή…».
Ποιά ἆραγε νὰ εἶνε αὐτὴ ἡ γυναίκα γιὰ τὴ νὁποία ὁμιλεῖ τὸ τροπάριο; Δὲν εἶνε ἡ Κασσιανή. Ἡ Κασσιανή, ὅπως εἴπαμε, ἦταν μιὰ ἁγνὴ παρθένος κόρη· ἀλλὰ πῆρε ὡς θέμα τοῦ ποιήματός της τὴν ἁμαρτωλὴ γυναῖκα .Τί ἦταν αὐτὴ ἡ γυναίκα; Σύμφωνα μὲ τὸ κατὰ Λουκᾶν εὐαγγέλιο (7,36-50) συνέβη τὸ ἑξῆς.Ἕνας φαρισαῖος κάλεσε τὸ Χριστὸ σὲ τραπέζι , καὶ ὁ Κύριος πῆγε· ὄχι ἀπὸ γαστριμαργία ἀλλὰ γιὰ ἕναν ἀνώτερο σκοπό, γιὰ νὰ προσφέρῃ κ᾿ ἐκεῖ τὸ λόγο, τὴ διδασκαλία του. Ἐκεῖ  ἦρθε ἡ γυναίκα αὐτή, ποὺ ἦταν γνωστὴ γιὰ τὴν κακὴ ζωή της. Ἄκουσε ὅμως τὸ κήρυγμα τοῦΧριστοῦ καὶ εἶχε μετανοήσει. Ἐκδηλώνονταςτὴ μετάνοια καὶ τὴν εὐγνωμοσύνη της, ἔπλυνε τότε τὰ πόδια τοῦ Κυρίου μὲ δάκρυα, τὰ μύρωσε μὲ ἕνα πανάκριβο μύρο, καὶ τὰ σκούπισε μὲ τὰ μαλλιά της. Ὁ φαρισαῖος σκανδαλίστηκε, ἀλλὰ ὁ Χριστὸς τοῦ ἀπήντησε μὲ τὴν ἑξῆς παραβολή. Δύο χρεωφειλέτες χρωστοῦσαν σὲ κάποιο πλούσιο δανειστὴ ὁ μὲν ἕνας 500 δηνάρια, ὁ δὲ ἄλλος 50 μόνο δηνάρια.Ἀλλ᾿ ἐπειδὴ οὔτε ὁ ἕνας οὔτε ὁ ἄλλος εἶχαν νὰ πληρώσουν, ὁ κύριος τὰ χάρισε καὶ στοὺς δυό. –Ποιός ἀπὸ τοὺς δύο, ἐρωτᾷ ὁ Χριστὸς τὸ φαρισαῖο, θὰ εἶνε πιὸ εὐχαριστημένος καὶ πιὸ εὐγνώμων; –Ἐκεῖνος ποὺ τοῦ χαρίστηκε τὸ περισσότερο, ἀπαντᾷ ὁ φαρισαῖος. –Κατάλαβες, λέει ὁ Χριστός, τί ἤθελα νὰ σοῦ πῶ; Ἐσὺ εἶσαι ποὺ νομίζεις ὅτι ἔχεις μικρὸ χρέος (50 δηναρίων) –ἐνῷ τὸ χρέος σου εἶνε τεράστιο. Αὐτὴ ὅμως αἰσθάνεται τὸ βάρος μεγάλης ἁμαρτίας (500 δηναρίων) καὶ δείχνει τέτοια εὐγνωμοσύνη. Γι᾿ αὐτὸ σοῦ λέω· «Ἀφέωνται αἱ ἁμαρτίαι αὐτῆς αἱ πολλαί, ὅτι ἠγάπησε πολύ» (Λουκ. 7,47) . Τί μεγάλος λόγος αὐτός, «ὅτι ἠγάπησε πολύ» ! Ἕνας διάσημος ἱεροκήρυκας, ὅταν διάβαζε τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ ἐρχόταν νὰ κλάψῃ παρὰ νὰ μιλήσῃ.Αὐτὴ λοιπὸν τὴνἁμαρτωλὴ γυναῖκα εἶχε ἡ Κασσιανὴ στὴ σκέψι της ὅταν ἔκανε τὸ ποίημα αὐτό. Γιὰ νὰ τὸ ἑρμηνεύσουμε θὰ χρειαζόταν πολλὴ ὥρα. Ἕνα μόνο θὰ τονίσω, ὅτι ὑμνεῖ τὴν ἁμαρτωλὴ γυναῖκα, ποὺ μὲ τὰ δάκρυά της καὶ μὲ τὰ μύρα της ἔπλυνε καὶ ἀρωμάτισε τὰ πόδια τοῦ Χριστοῦ εἰς ἔνδειξιν μετανοίας . Εὐλογημένη ἡ γυναίκα αὐτή, εὐλογημένα τὰ δάκρυά της.
Ὤ τὰ δάκρυα ! Ποιός δὲν ἔκλαψε; Δὲν βλέπετε· καὶ τὸ βρέφος ὅταν γεννιέται κλαίει. Ὅλα τὰ παιδιὰ ποὺ γεννιῶνται κλαῖνε. Βγαίνουν μέσα ἀπὸ τὴν κοιλιὰ τῆς μάνας τους καὶ μπαίνουν σ᾿ ἕνα νέο κόσμο, καὶ ὅμως κλαῖνε. Βλέπουν τὴ μεταβολή. Καὶ τὰ δάκρυα, ποὺ χύνειτὸ μικρὸ παιδί, εἶνε τὸ προοίμιο ὅλης τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς. Γι᾿ αὐτὸ ἡ ζωὴ αὐτὴ λέγεται «κοιλὰς κλαυθμῶνος» (Ψαλμ. 83,7). Ποιός δὲν ἔκλαψε; Εἴτε σὲ καλύβα γεννηθῇ εἴτε σὲ παλάτια καὶ ἀνάκτορα γεννηθῇ, καὶ σὲ ὁποιοδήποτε σημεῖο τοῦ πλανήτη καὶ ὁποιαδήποτε δόξακαὶ μεγαλεῖο καὶ ἂν ἔχῃ, κλαίει ὁ ἄνθρωπος.Ὁ ἕνας κλαίει γιατὶ ἔχασε τὸν πατέρα του, ὁἄλλος κλαίει γιατὶ ἔχασε τὴ μητέρα του, ἡ χήρα γυναίκα κλαίει γιατὶ ἔχασε τὸν προσφιλῆ σύζυγό της, τὰ ὀρφανὰ παιδιὰ κλαῖ νε γιὰ τὸν πατέρα τους, ὁ φίλος τὸν φίλο του…. Ὅλοι κλαῖνε. Κι ἂν ἕνας ἄγγελος μάζευε τὰ δάκρυατοῦ κόσμου, θὰ ἔφτειαχνε μιὰ λίμνη μεγαλύτερη ἀπὸ τὴ λίμνη τῶν Πρεσπῶν.Πόσα δάκρυα χύνει ὁ ἄνθρωπος! Μάταια ὅμως τὶς περισσότερες φορές. Εἶνε δάκρυα ποὺ δὲν φέρνουν ἀποτέλεσμα. Τὰ δάκρυα αὐτὰ εἶνε μόνο ἐκφράσεις εὐγενῶν αἰσθημάτων.
Ὑπάρχουν ὅμως καὶ δάκρυα ποὺ σῴζουν. Ποιός ἀπὸ μᾶς ἔχει τέτοια δάκρυα; Μὲ τὰ δάκρυα αὐτὰ ἐξοφλοῦνται τὰ χρέη ποὺ ἔχουμε. Διότι χρωστᾶμε· χρωστᾶμε στὸ Χριστό .Τώρα, ποὺ εἶνε Μεγάλη Ἑβδομάδα, σπεύσατε, ἀδελφοί μου, στὴν πνευματικὴ τράπεζα ποὺ λέγεται ἱερὰ ἐξομολόγησις, καὶ ἐξοφλῆστε τὰ χρέη σας , εἴτε 50 εἴτε 500 δηνάρια εἶνε. Τὰ χρέη ἐξοφλοῦνται, ὅπως εἴπαμε, μ᾿ ἕνα δάκρυ, δάκρυ μετανοίας . Θὰ ἔπρεπε βέβαια ὄχι ἕνα δάκρυ, βροχὴ δακρύων νὰ χύσουμε.Ἀλλὰ ἔστω καὶ ἕνα δάκρυ ἂν ἔχουμε, αὐτὸ θὰ γίνῃ Ἰορδάνης ποταμὸς νὰ πλύνῃ τ᾿ ἁμαρτήματά μας. Τέτοια ἦταν τὰ δάκρυα τῆς γυναίκαςαὐτῆς ποὺ προβάλλει σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας.
Δῶστε μου ἕνα δάκρυ σὰν τὰ δικά της. Δῶσ-τε μου ἕνα δάκρυ σὰν τοῦ ἀποστόλου Πέτρου, ποὺ ἀρνήθηκε μὲν τὸ Χριστό, ἀλλ᾿ ὅταν ἐκεῖ νος τοῦ ἔρριξε μιὰ ματιὰ ὁ Πέτρος βγῆκε ἔξω καὶ «ἔκλαυσε πικρῶς» (Ματθ. 26,75. Λουκ. 22,62) . Δῶστε μουἕνα δάκρυ σὰν τῆς ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας, ποὺ πῆγε στὴν ἔρημο καὶ ἔκλαιγε τὴν προηγούμενη ζωή της. Δῶστε μου ἕνα δάκρυ ἀπὸ ᾿κεῖνα τῶν ἀσκητῶν τῆς ἐρήμου (λένε γιὰ κάποιον ἀσκητή, ὅτι τὸ μαντήλι του ἦταν πάντα ὑγρό, μουσκεμένο ἀπὸ τὰ μάτια του). Ὦ Θεέ μου, σὲ ποιόν αἰῶνα ζοῦμε! Σὲ αἰῶ-να ἀμετανοήτων ἀνθρώπων. Ποῦ ὀφείλεται τὸ μεγάλο δρᾶμα τῆς ἀνθρωπότητος; Ἀπαντᾷ ὁ Σολτζενίτσιν, ἕνας Ῥῶσος φιλόσοφος τῶν ἡμερῶν μας ποὺ ὑπῆρξε καὶ προφήτης. Ἀπ᾿ὅλα τὰ λόγια ποὺ ἄκουσα στὴ ζωή μου, λέει,τὰ ὡραιότερα τ᾿ ἄκουσα ἀπὸ ἕναν ἀγράμμα-το ἀλλὰ σοφὸ Ῥῶσο χωρικό. Αὐτὰ τὰ κακά, ἔλεγε, ποὺ ὑποφέρει ἡ Ῥωσία κι ὅλη ἡ ἀνθρωπότης, εἶνε γιατὶ ὅλοι φύγαμε ἀπὸ τὸ Θεό …Παπᾶδες, δεσποτάδες, μικροί, μεγάλοι, πολιτικοὶ καὶ ἄλλοι ἄνδρες, φύγαμε ἀπὸ τὸ Θεό.Ποιά εἶνε ἡ ὁδὸς γιὰ νὰ ξαναγυρίσουμε κοντάτου; Εἶνε ἡ ὁδὸς τῆς μετανοίας.
Ἐξοφλῆστε λοιπὸν τὸ χρέος σας. Κι ὅταν ἐξοφληθῇ τὸ χρέος, τότε θ᾿ ἀκούσουμε κ᾿ ἐμεῖς στὰ βάθη τῆς καρδιᾶς μας αὐτὸ ποὺ ἄκουσε ἡ μετανοημένη γυναίκα. Δὲν εἶνε ἡ θρησκεία μας κάποιο ψέμα· εἶνε ζωντανὴ ἀλή-θεια, εἶνε ἕνα μεγάλο καὶ ὑψηλὸ καὶ ὑπέροχο πρᾶγμα, ξεπερνᾷ τὰ ἄστρα τ᾿ οὐρανοῦ· εἶνε αἰώνια ἡ θρησκεία μας. Ἀπόδειξις· ὅταν ἐξομολογηθῇς καὶ βγῇς ἀπὸ τὸ ἐξομολογητήριο,τὸ χρέος πλέον θὰ ἔχῃ ἐξοφληθῆ καὶ θ᾿ ἀκούσῃς κ᾿ ἐσὺ ὅ,τι εἶπε ὁ Χριστὸς γιὰ τὴ μετανοημένη ἁμαρτωλὴ γυναῖκα· «Ἀφέωνται αἱ ἁμαρτίαι αὐτῆς αἱ πολλαί, ὅτι ἠγάπησε πολύ» (Λουκ. 7,47)· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος-
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν 21-4-1992 τὸ βράδυ.

Ύμνος στην συγχώρηση(Αγ.Νικολάου Αχρίδος)


Αποτέλεσμα εικόνας για Αγ.Νικολάου Αχρίδος


Δεν είναι έργα της Εκκλησίας οι αλαζονικές αντικανονικότητες

Λεζάντα: Ὁ Γέρων Ἐπιφάνιος περιστοιχιζόμενος ἀπὸ τὸν νῦν Ἀλβανίας κ. Ἀναστάσιον, τὸν Σπάρτης κ. Εὐστάθιον καὶ ἀπὸ ὀκτὼ πατέρας, μεταξὺ τῶν ὁποίων ὁ νῦν Ν. Σμύρνης κ. Συμεὼν καὶ ὁ νῦν Παροναξίας κ. Καλλίνικος.
ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΡΓΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΑΙ ΑΛΑΖΟΝΙΚΑΙ ΑΝΤΙΚΑΝΟΝΙΚΟΤΗΤΕΣ
Γράφει ὁ π. Ἱερόθεος Ἀργύρης, Ἱεροκήρυξ
«Οὐαὶ οἱ λέγοντες τὸ πονηρὸν καλὸν καὶ τὸ καλὸν πονηρόν; οἱ τιθέντες τὸ σκότος φῶς καὶ τὸ φῶς σκότος; οἱ τιθέντες τὸ πικρὸν γλυκὺ καὶ τὸ γλυκὺ πικρὸν» (Ἡσ. ε΄ 20).

(Ἤτοι, ἀλλοίμονον εἰς ἐκείνους ποὺ λέγουν καὶ παριστάνουν τὸ κακὸν ὡς καλὸν καὶ τὸ καλὸν ὡς κακὸν καὶ οἱ ὁποῖοι διὰ τῶν πράξεών τους παρουσιάζουν τὸ σκότος ὡς φῶς καὶ τὸ φῶς ὡς σκότος, οἱ ὁποῖοι πείθουν μὲ τὸ παράδειγμά τους καὶ τοὺς ἄλλους, ὅτι τὸ πικρὸν εἶναι γλυκὺ καὶ τὸ γλυκὺ εἶναι πικρόν).
Νὰ συλλειτουργήσουν μὲ καθῃρημένους καὶ αὐτοχειροτονήτους;
Δεχθήκαμε ἐπίμονα τηλεφωνήματα ἀγωνίας ἀπὸ Πατέρες τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Μᾶς ἀπεκάλυψαν τὸ βαθὺ συνειδησιακὸ πρόβλημα ποὺ ἀνέκυψε ἐσχάτως γιὰ ἐκείνους. Ἀναγκαστικὰ κάναμε μία ἔρευνα γιὰ τὰ τεθέντα ἐρωτήματα καὶ διλήμματα. Αὐτὸ συμβαίνει, διότι, μερικοὶ κληρικοί, δῆθεν ἔχοντες πνευματικὴ σχέσι μὲ τὸν Μέγα Κανονολόγο Γέροντα Ἐπιφάνιο Θεοδωρόπουλο τοὺς προτρέπουν νὰ συλλειτουργήσουν μὲ τοὺς σχισματικούς, καθῃρημένους καὶ αὐτοχειροτονήτους ἐκ τῆς Οὐκρανίας (τῆς ὀνομαζομένης «Μικρῆς Ρωσίας»). Μὲ τοὺς «Ἐπισκόπους» τῆς μὴ σοβαρῆς «Ψευτο-Συνόδου» τῶν τοῦ Κιέβου.
«Εἶναι ἀληθές, ρωτοῦν οἱ Πατέρες, ὅτι ὁ ἐν λόγῳ σοφὸς Γέροντας, ὁ ἔγκριτος καὶ παραδοσιακὸς Κανονολόγος, διετείνετο ὅτι πρέπει νὰ ὑπακούωμε σὲ πᾶν ὅ,τι προστάζει ἡ Διοίκησις τῆς Ἐκκλησίας, διότι αὐτὸ εἶναι τὸ ὀρθό;»
Προφανῶς, τὸ ἐρώτημα τίθεται γιὰ τὸ ζήτημα τῆς Οὐκρανικῆς περιπλοκῆς. Περὶ ἀποδοχῆς καὶ ἀναγνωρίσεως, κοινωνίας καὶ συλλειτουργίας μὲ Καθηρημένους καὶ Ἀναθεματισμένους Σχισματικοὺς «Ἐπισκόπους». Ἀκόμη καὶ μὲ «Ἐπισκόπους» «χειροτονηθέντας» ἀπὸ αὐτοχειροτονήτους «Ἐπισκόπους». Συγκεκριμένα στὴν Οὐκρανία, τὸ 1921, ἐπὶ Ἐρυθροῦ Κομμουνισμοῦ, καθὼς ὁμοίως καὶ τὸ 1941, ἐπὶ μαύρου Γερμανικοῦ Ναζιστικοῦ Φασισμοῦ. Τότε συνετελέσθησαν παντελῶς ἄκυρες «Χειροτονίες» «Ἐπισκόπων». Πῶς; Μὲ τὴν ἐναπόθεσι ἐπάνω στὸ κεφάλι τῶν «Χειροτονουμένων» τῆς χειρὸς τοῦ πρώτου, πρὸ χιλίων (1.000) ἐτῶν, Ἐπισκόπου Κιέβου Ἁγ. Μιχαήλ. Αὐτοὶ οἱ «Ἐπίσκοποι» εἶναι γνωστοὶ ὡς «Σαμοσφιάτοι», (= Αὐτοχειροτόνητοι).
Καταπάτησις βασικῆς Τετραπλοῦς ἀρχῆς Ἰσότητος
Ἰδού. Ὁ αὐτοαποκαλούμενος, «Πατριάρχης Οὐκρανίας» κ. Φιλάρετος Ντενισένκο, καθῃρημένος, ἀναθεματισμένος καὶ σχισματικός. Ὁ ἀναφερόμενος ὡς «Ἀρχιεπίσκοπος Οὐκρανίας» κ. Μακάριος Μαλέτιτς «χειροτονηθεὶς» ἀπὸ αὐτοχειροτονήτους. Καὶ ὁ «Μητροπολίτης Κιέβου» κ. Ἐπιφάνιος Πέτροβιτς Ντουμένκο μὲ «χειροτονία» ἀπὸ καθῃρημένους… καὶ ἅπαντες οἱ σὺν αὐτοῖς.
Καὶ πάντα ταῦτα συντελοῦνται κάτω ἀπὸ τὸν μελανὸ μανδύα καὶ τὰ γαμψὰ νύχια τῶν Ναζιστῶν παρακρατικῶν τῆς Οὐκρανίας. Μὲ σχέδια καὶ ἐντολὲς τῶν διεθνῶν ἐγκληματιῶν τῶν «ψευτο-εἰρηνιστῶν ἐμπόρων ὅπλων». Τῶν δολίων ὑποκινητῶν τῶν πιὸ φρικτῶν ἐμφυλίων πολέμων.
Ἑπομένως, τό, ὡς μὴ ὤφειλε ἀνακύψαν θέμα ποὺ δημιουργεῖ μέγιστο συνειδησιακὸ πρόβλημα σὲ μερικοὺς Ἁγιορεῖτες Πατέρες, εἶναι τὸ τῆς ἀναγνωρίσεως ἢ μή, μιᾶς «Ψευτο-Συνόδου» τοῦ Κιέβου (15-12-18), μιᾶς «Ψευτο-Αὐτοκεφαλίας» (6-1-19) καὶ ἑνὸς «Ψευτο-Μητροπολίτου Κιέβου».
Ὅλα τὰ σκοτεινὰ ἔργα συνετελέσθησαν, κατὰ κατάφωρη παράβασι τῆς βασικῆς Τετραπλῆς Κανονικὸ-Εὐαγγελικῆς Ἀρχῆς τῆς Ὀρθοδόξου Χριστιανοσύνης:
«Ὅλοι οἱ Ἀπόστολοι εἶναι Ἴσοι». «Ὅλες οἱ Ἐκκλησίες εἶναι Ἴσες». «Ὅλες οἱ Σύνοδοι εἶναι Ἴσες». «Ὅλοι οἱ Ἐπίσκοποι εἶναι Ἴσοι».
Μαύρη προπαγάνδα χωρὶς ὅρια
Μὰ εἶναι δυνατὸν νὰ τίθενται παρόμοια ἐρωτήματα καὶ τόσο ἀντιφατικὰ διλήμματα ἀπὸ τοὺς Πατέρες, ποὺ ἀποτελοῦν «τὴν Ἀριστοκρατία τῆς Ἐκκλησίας μας», κατὰ τὰ λόγια τοῦ Γέροντος Ἐπιφανίου; Ἀπὸ τοὺς γνῶστες τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Παραδόσεως τῆς Οὐρανίου Τάξεως καὶ τῶν Θεοπνεύστων Ἱερῶν Κανόνων; Ἀσφαλῶς ὄχι. Εἶναι ποτὲ δυνατὸν ὁ Κανονολόγος Ἐπιφάνιος νὰ ἔλεγε ναὶ σὲ «Ἐκκλησία Σχισματικῶν Καθηρημένων καὶ Αὐτοχειροτονήτων»
Ἡ μαύρη προπαγάνδα καὶ τὸ ψεῦδος δὲν ἔχουν τὰ ὅριά τους.Ὁ Γέροντας Ἐπιφάνιος ποτὲ δὲν ἔλεγε παρόμοια ἀντικανονικὰ πράγματα. Κατ’ ἀρχάς, ἄλλο Ἐκκλησία καὶ ἄλλο Διοίκησις τῆς Ἐκκλησίας.
Καὶ βέβαια πρέπει νὰ ἀποδεχώμεθα ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἀποφασίζει, ὡς θεοσύστατος Ὀργανισμός, ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ. Ὑφίστανται ἀποφάσεις ποὺ διέρχονται μέσα ἀπὸ τὸ κριτήριο τῆς διαχρονικότητος. Καὶ ἐπὶ πλέον ὀρθὸν εἶναι «πᾶν ὅ,τι πάντοτε καὶ ὑπὸ πάντων ἐπιστεύθη». Προφανῶς, ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας πορεύεται καὶ βιώνει τὴν Παράδοσί της, ἐφαρμόζοντας τοὺς Θεοπνεύστους καὶ Ἱεροὺς Κανόνες καὶ ΟΧΙ παραβιάζοντάς τους.
Εἶναι γνωστὸν πώς, καὶ κατὰ τὸ παρελθὸν ἀνέκυψαν, ὡς ἀποτελέσματα τῆς ἀλαζονείας, τῆς φιλοδοξίας καὶ τῆς φιλαργυρίας, ἀντικανονικὲς ἀποφάσεις ἀπὸ «Ψευτο-Συνόδους» κάθε μορφῆς καὶ κατηγορίας. Αὐτὲς ποτὲ δὲν ἀπετέλεσαν ἐκφράσεις καὶ ἐκφάνσεις τῆς Ἐκκλησίας. Ὅπως ἐπίσης εἴχαμε καὶ αἱρετικοὺς Ἐπισκόπους, Κληρικοὺς καὶ Πατριάρχες.
Ἐπολέμησε δυναμικὰ τὰς ἀντικανονικότητας
Ἂς ἐπανέλθουμε ὅμως καὶ στὸν Γέροντα Ἐπιφάνιο. Ὁ σοφὸς καὶ συνετὸς αὐτὸς Γέροντας, μὲ τὸν ποιὸ καταλυτικὸ τρόπο διετύπωσε ὅτι οἱ ἀντικανονικὲς ἀποφάσεις τῆς Διοικήσεως τῆς Ἐκκλησίας δὲν γίνονται ἀποδεκτὲς μὲ κανένα τρόπο. Καὶ πολεμῶνται χωρὶς κανένα συμβιβασμό.
Τρεῖς ἔμπρακτες καὶ οὐσιαστικὲς ἀποδείξεις τῆς ἀληθοῦς πραγματικότητος:
Πρῶτον, στὸ θέμα τῆς ἀντικανονικῆς καὶ ἀδίκου ἐκδιώξεως τῶν Δώδεκα σεμνῶν, ἁγίων Μητροπολιτῶν, κατὰ τὸ 1974, ἀπὸ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Σεραφείμ. Ποτὲ δὲν ἀνεγνώρισε τοὺς καταληψίες τῶν θρόνων, τοὺς «Μοιχεπιβάτες». Ποτὲ δὲν εἶχε καμιὰ κοινωνία καὶ ἐπικοινωνία μαζί τους. Οὔτε καὶ μὲ πρόσωπα πολὺ γνωστὰ ἢ λίαν φιλικὰ πρὸς τόν Γέροντα Ἐπιφάνιο.
Μὲ ἕνα λόγο, ΠΟΤΕ δὲν Συλλειτούργησε οὔτε συνιερούργησε μὲ ὁποιοδήποτε «Μοιχεπιβάτη». Κατὰ μείζονα λόγο, προφανῶς, ποτὲ δὲν θὰ συλλειτουργοῦσε μὲ Καθῃρημένους καὶ Αὐτοχειροτονήτους. Ἀλλά, τραγικὴ διαπίστωσις ἀνακύπτει:
Πλεῖστοι ὑμνηταὶ τοῦ διασήμου Γέροντος, συλλειτούργησαν, κατὰ συρροή, συστηματικὰ καὶ κατ’ ἐξακολούθησι μὲ ἀρκετοὺς «Μοιχεπιβάτες». Καὶ δυστυχέστατα, … Αὐτοσυστηνόμενο ἢ Νομιζόμενο ἢ Πρώην «Πνευματικὸ Τέκνο» του, διάσημός τις Ἁγιορείτης Ἡγούμενος, μετέβη γιὰ νὰ συλλειτουργήση μὲ τὸν «Ψευτο-Κιέβου», κατὰ τὴν ἀπίθανη Ψευτο-Ἐνθρόνισι στὴν Πρωτεύουσα τῆς Μικρῆς Ρωσίας, τῆς Οὐκρανίας στὶς 03-02-2019. Ἀλλά…
Ὁ Γέροντας Ἐπιφάνιος δὲν συλλειτούργησε ΠΟΤΕ μὲ «Μοιχεπιβάτες», καθότι ἐτηροῦσε, ἐν προκειμένῳ, τὴν ἐντολὴ τοῦ Ἀποστόλου τῆς Ἀγάπης, τοῦ Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Ἠγαπημένου, ποὺ προστάζει, «…μὴ λαμβάνετε αὐτὸν εἰς οἰκίαν καὶ χαίρειν αὐτῷ μὴ λέγετε» (Β΄ Ἰωάνν. 10), διότι «… ὁ λέγων γὰρ αὐτῷ χαίρειν κοινωνεῖ τοῖς ἔργοις αὐτοῦ τοῖς πονηροῖς» (Β΄ Ἰωάνν. 11). [Δηλαδή, (εἰς αὐτὸν ποὺ δὲν φέρει τὴν γνησία διδαχὴ τοῦ Χριστοῦ) μὴ τὸν δέχεσθε πρὸς φιλοξενία εἰς τὸ σπίτι σας, οὔτε χαιρετισμὸν νὰ ἀπευθύνετε πρὸς αὐτόν. Διότι ἐκεῖνος ποὺ χαιρετᾶ αὐτὸν γίνεται συγκοινωνὸς πρὸς τὰ πονηρά του ἔργα).
Δεύτερον, στὸ ζήτημα τοῦ Μακαρίου τῆς Κύπρου καὶ τῆς Κανονικῆς Ἱερᾶς Συνόδου ποὺ τὸν Καθήρεσε. Ἐκεῖνος ἀρνήθηκε τὶς ἀποφάσεις τῆς λεγομένης Ψευδεπιγράφου λεγομένης «Μείζονος Συνόδου» τοῦ Μακαρίου. Ἀνεγνώριζε πάντοτε μόνο τὴν Κανονικὴ Ἱερὰ Σύνοδο τῶν Μητροπολιτῶν τῆς Κύπρου.
Στὴ συνέχεια, μετὰ τὸ θάνατο τοῦ ὑπαιτίου Μακαρίου ὁ ἴδιος ἐπεμελήθη, ὥστε νὰ κλείση τὸ θέμα, νὰ ἀναγνωρισθῆ, κατ’ οἰκονομίαν, τὸ διαμορφωθὲν σύστημα στὴν Κύπρο. Ἐλάβομεν γνῶσιν τῶν κειμένων καὶ τῶν ἐνεργειῶν. Συμμετείχαμε δὲ σ’ αὐτὴ τὴν διαδικασία ἀποκαταστάσεως τῆς Ἱεροκανονικότητος.
Τρίτον, ἐπολέμησε μὲ πολλὴ δύναμι καὶ μὲ πολλοὺς κινδύνους καὶ ἀπειλὲς τὸ περίφημο «Μεταθετὸ» τῶν Ἐπισκόπων, παρὰ τὶς ἀποφάσεις τῆς Ἐπισήμου Ἐκκλησιαστικῆς Διοικήσεως.
Πραγματικὰ ἐρεβώδη ἔργα εἰς τὰς αὐλὰς  τῆς ὁλοφωτείνου Ἐκκλησίας
Ἐν κατακλεῖδι, ἂς μὴ ἐπιτρέπουμε στοὺς παραβάτες τῶν Ἱερῶν Κανόνων, τοὺς συνεργούς των καὶ στοὺς συνοδοιπόρους των νὰ μᾶς ἐξαπατοῦν, ἐμφανίζοντας τὸ σκοτάδι ὡς φῶς.
Αὐτοὶ δὲν θὰ ἐπιτύχουν νὰ παραπλανήσουν ἢ νὰ ἐκβιάσουν τὶς ἁπλοϊκές, μὰ σοφὲς ἅγιες μορφὲς τῶν γνησίων Πατέρων, ἐπικαλούμενοι τὸν Γέροντα Ἐπιφάνιο, ποὺ ἐδίδασκε καὶ ἔπραττε φωτεινὰ τὰ ἀντίθετα πρὸς τὰ «ἐρεβώδη» δικά τους ἔργα.
Ὀφείλουμε νὰ ἀναζητοῦμε μεθοδικά. Νὰ ἀνακαλύπτουμε τὰ λάθρα γενόμενα. Κατόπιν, νὰ ἀποκαλύπτουμε συνετὰ τὰ σκολιὰ ἔργα καὶ τοὺς ἐπιβούλους μεθοδευτὲς ρασοφόρους. Νὰ προστατεύουμε ἑαυτούς, τοὺς ἀδελφούς μας καὶ τὴν Ἐκκλησία μας.
«… Οἱ εὐφραινόμενοι ἐπὶ κακοῖς καὶ χαίροντες ἐπὶ διαστροφῇ κακῇ, ὧν αἱ τρίβοι σκολιαὶ καὶ καμπύλαι αἱ τροχιαὶ αὐτῶν τοῦ μακράν σε ποιῆσαι ἀπὸ ὁδοῦ εὐθείας καὶ ἀλλότριον τῆς δικαίας γνώμης» (Παροιμ. β΄ 12-16).
(Τουτέστιν, ἀλλοίμονο σὲ ἐκείνους ποὺ ὄχι μόνον εὐφραίνονται μὲ τὸ κακὸ καὶ χαίρουν, ὅταν κατορθοῦται διαστοφὴ καὶ διαφθορὰ τῶν χαρακτήρων.
Αὐτῶν οἱ δρόμοι εἶναι ἀνάποδοι καὶ διεστραμμένοι καὶ ἡ πορεία τους καμπυλωτὴ καὶ ὕπουλος, ἔχουσα σκοπὸν νὰ σὲ ἀπομακρύνη ἀπὸ τὸν εὐθὺν δρόμον καὶ νὰ σὲ ἀποξενώση ἀπὸ τὰς ἐναρέτους σκέψεις καὶ ἀποφάσεις).
το μεταφέρουμε απο εδώ

Σάββατο, Φεβρουαρίου 23, 2019

Κυριακή του Ασώτου αύριο. Ποιού Ασώτου όμως

Η εικόνα ίσως περιέχει: 1 άτομο, κάθεται και παπούτσια



Ο πρεσβύτερος γιος προτίμησε την απομόνωση. Μια απομόνωση,
που έφερε τη δηλητηρίαση της ψυχής του. Του φόρεσε τη στολή του
εγωισμού. Αρνήθηκε τη σωτηρία στον αδελφό του. Κλείστηκε, σαν σε 
συρματόπλεγμα, στον δικό του κόσμο.
Σ’ έναν κόσμο παράλογο. Μηδενικό. Απομόνωσης. Φθοράς πνευματικής.
Ηθικής ασωτίας.
Ο μεγαλύτερος αδελφός ζούσε με τις προσωπικές του αναζητήσεις. Τις
αγωνίες.
Δεν είχε την ετοιμότητα, τη γνώση, την ειλικρίνεια να σταθεί απέναντι
στο γεγονός πια της επιστροφής του αδελφού του με περίσκεψη.
Σοβαρότητα. Ταπείνωση. Σιωπή. Δάκρυα. Χαρά.
Ζούσε σταθερά σ’ ένα δικό του κόσμο. Αδέσμευτος. Ασυνόρευτης
τυπολατρίας. Βυθισμένος στο λιμάνι μιας ψεύτικης αγιότητας. Πλήρους
αυτάρκειας. Φανατισμένος. Τυπολάτρης. Αμετανόητος.
Ο μεγαλύτερος αδελφός κατακρίνει τον αδελφό του.
Καταδικάζει τον πατέρα του.
Θεωρεί τον εαυτό του δίκαιο.
Επιθυμεί έναν πατέρα εκδικητικό. Κριτήν. Αυστηρότατον. Τιμωρό
αμείλικτο.
Ο παραλογισμός της μεγάλης ιδέας που έχει για τον εαυτό του, τον
κάνει δάσκαλο του πατέρα του. Του καθορίζει τη θέση του. Τη στάση
του. Τι πρέπει να πράξει εκείνος και όχι τι να προσέξει ο ίδιος.
Η μεγάλη του πλάνη τον κάνει να μιλά περί του εαυτού του με
απαιτήσεις και δικαιώματα. Παραπονείται. Οργίζεται. Κατακρίνει τον
αδελφό του. Υπερυψώνει τον εαυτό του. Θέλει να φανερώσει την ανύπαρκτη
αξία του.
Μένει τελικά έξω από το παλάτι της σωτηρίας, αυτός που ένιωθε την
προστασία του πατέρα ως στήριγμα. Βάλσαμο. Παρηγοριά μέσα στον
αγώνα και την τρικυμία της ζωής του.
Σωστά λοιπόν μερικοί ερμηνευτές μιλούν για δύο άσωτους γιους. Έναν
μετανοημένο και έναν αμετανόητο.
Συγκρίναμε ποτέ τη δική μας πορεία με αυτή των δύο αδελφών;
Πού τοποθετούμαστε λοιπόν;
Η σύγκριση τελικά μας χρειάζεται.
+ο π. γ

Καλό μεσημέρι...

Σάββατο, Φεβρουαρίου 16, 2019

Ὅλοι οἱ προφῆτες … – τοῦ Ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς


Ὅλοι οἱ προφῆτες ἀπό τήν ἀρχή φωνάζουν στήν ψυχή μου ἱκετεύοντάς την νά γίνει παρθενική καί νά προετοιμαστεῖ νά λάβει τόν Θεῖο Υἱό στήν ἄμωμο μήτρα της· ἱκετεύοντάς την νά γίνει κλίμακα γιά νά κατέλθει ὁ Θεός στόν κόσμο καί νά ἀνέλθει ὁ ἄνθρωπος στόν Θεό· ἱκετεύοντάς την ν’ ἀποστραγγίσει τήν ἐρυθρά θάλασσα τῶν αἱμάτινων παθῶν ἐντός της, ἔτσι ὥστε ὁ σκλάβος ἄνθρωπος νά μπορέσει νά τήν διασχίσει ὥς τήν γῆ τῆς ἐπαγγελίας, ὥς τήν γῆ τῆς ἐλευθερίας.

Ὁ σοφός τῆς Κίνας συμβουλεύει τήν ψυχή μου νά εἶναι εἰρηνική καί ἥσυχη καί νά περιμένει τό Τάο νά ἐνεργήσει ἐντός της. Δοξασμένη ἡ μνήμη τοῦ Λάο Τσέ, τοῦ δάσκαλου καί προφήτη τοῦ λαοῦ του.

Ὁ σοφός τῆς Ἰνδίας διδάσκει τήν ψυχή μου νά μήν φοβᾶται τήν ὀδύνη, ἀντίθετα μέσα ἀπό κοπιώδη καί ἀδιάκοπη ἄσκηση ἐξαγνισμοῦ καί προσευχῆς νά ἀνυψωθεῖ ἕως τόν Ἕνα ψηλά, πού θά ἐξέλθει νά τήν προϋπαντήσει καί νά τῆς φανερώσει τό Πρόσωπό Του καί τήν Δύναμή Του. Δοξασμένη ἡ μνήμη τοῦ Κρίσνα, δασκάλου καί προφήτη τοῦ λαοῦ του.

Ὁ πριγκιπικός γιός τῆς Ἰνδίας διδάσκει τήν ψυχή μου νά ἀδειάσει ἀπό κάθε σπόρο τῆς σοδιᾶς τοῦ κόσμου, ν’ ἀπαρνηθεῖ ὅλες τίς σαγηνευτικές σερπαντίνες τῆς ἀδύναμης καί σκιώδους ὕλης καί κατόπιν σέ κένωση, ἡρεμία, ἁγνότητα καί εὐδαιμονία νά ἀναμένει τή νιρβάνα. Εὐλογημένη νά είναι ἡ μνήμη τοῦ Βούδα, τοῦ πριγκιπικοῦ γιοῦ καί ἀδιαμφισβήτητου δασκάλου τοῦ λαοῦ του.

Ὁ κεραυνοφόρος σοφός τῆς Περσίας λέει στήν ψυχή μου πώς δεν ὑπάρχει στον κόσμο τίποτα ἄλλο ἐκτός ἀπό Φῶς και Σκοτάδι, καί πώς ἡ ψυχή πρέπει νά ἐλευθερωθεῖ ἀπό τό σκοτάδι ὅπως ἡ μέρα ἀπό τή νύχτα. Διότι οἱ υἱοί τοῦ φωτός συλλαμβάνονται ἀπό τό φῶς και οἱ υἱοί τοῦ σκοταδιοῦ συλλαμβάνοναι ἀπό τό σκοτάδι. Δοξασμένη ἡ μνήμη τοῦ Ζωροάστρη, τοῦ μεγάλου προφήτη τοῦ λαοῦ του.

Ὁ προφήτης τοῦ Ἰσραήλ φωνάζει στήν ψυχή μου: Πρόσεχε, ἡ παρθένος θά συλλάβει καί θά γεννήσει γιό τοῦ ὁποίου το ὄνομα θά εἶναι Θεάνθρωπος. Δοξασμένη ἡ μνήμη τοῦ Ἡσαϊα τοῦ ἐνορατικοῦ προφήτη τῆς ψυχῆς μου.

Ὤ οὐράνιε Κύριε, ἄνοιξε τά ὦτα τῆς ψυχῆς μου, μή τυχόν καί γίνει κουφή στίς προτροπές τοῦ Ἀγγελιαφόρου Σου…

Ψυχή μου, μή σκοτώνεις τούς προφῆτες πού σοῦ στέλνονται. Γιατί οἱ τάφοι τους δεν κλείνουν μέσα τους αὐτούς, ἀλλ’ ἐκείνους πού τούς φόνευσαν.

Πλύσου, ἀποκαθάρου, γίνε γαλήνια μέσα στήν τρικυμισμένη θάλασσα τοῦ κόσμου, καί φύλαξε ἐντός σου τίς συμβουλές τῶν προφητῶν πού σοῦ ἐστάλησαν. Παραδώσου ὁλοκληρωτικά στόν Ἕνα ψηλά, καί πές στόν κόσμο «Δέν ἔχω τίποτα γιά σένα».

Καί οἱ πιό ἐνάρετοι γιοί τῶν ἀνθρώπων πού πιστεύουν σέ σένα, δέν εἶναι περισσότερο ἀπό τρεμάμενες σκιές, οἱ ὁποῖες, σάν τόν δίκαιο Ἰωσήφ περπατοῦν στή σκιά σου. Γιατί ἡ θνητότητα γεννᾶ θνητότητα καί ὄχι Ζωή. Ἀληθινά σοῦ λέω: οἱ γήϊνοι σύζυγοι κάνουν λάθος ὅταν λένε πώς δίνουν ζωή. Δέν τήν δίνουν ἀλλά τήν καταστρέφουν. Σπρώχνουν τή ζωή στήν ἐρυθρά θάλασσα καί τήν πνίγουν, καί ἐκ τῶν προτέρων τήν τυλίγουν στό σκοτάδι καί τήν κάνουν μιά διαβολική ψευδαίσθηση. Δέν ὑπάρχει ζωή, ὦ ψυχή, παρά μόνον ὅταν ἔρχεται ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Οὕτε καμιά πραγματικότητα στόν κόσμο ὑπάρχει, παρά μόνον ἄν κατέρχεται ἀπό τόν οὐρανό.

Μή φονεύεις τούς προφῆτες πού σοῦ ἀποστέλλονται, ψυχή μου, γιατί ὁ φόνος εἶναι μόνο μιά ψευδαίσθηση σκιῶν. Μή φονεύεις, γιατί μόνον τόν ἑαυτό σου μπορεῖς νά σκοτώσεις.

Γίνε παρθενική , ψυχή μου, γιατί ἡ παρθενικότητα τῆς ψυχῆς εἶναι ἡ μόνη ἡμι-αλήθεια σ’ ἕναν κόσμο σκιῶν. Μιά ἀλήθεια μισή ἕως ὅτου ὁ Θεός γεννηθεῖ ἐντός της. Τότε ἡ ψυχή γίνεται μιά πλήρης πραγματικότητα.

Παρθένε μου, γίνε σοφή καί δέξου πριγκιπικά τά πολύτιμα δῶρα τῶν σοφῶν ἀπό τήν Ἀνατολή, τά προορισμένα γιά τόν Ὑιό σου. Μήν κοιτάζεις πίσω κατά τή Δύση, ἐκεῖ ὅπου ὁ ἥλιος δύει ,καί μή λαχταρᾶς δῶρα πού εἶναι μυθευματικά καί ψευδῆ.


Εἰσαγωγικό σημείωμα – Ἀπόδοση: Νατάσα Κεσμέτη
Ἀριθμημένος ὡς ΧLVIII, ὁ παραπάνω ὕμνος εἶναι μιά ἀπό τίς Προσευχές δίπλα στή Λίμνη πού ἔγραψε στά 1922 ὁ τότε Ἐπίσκοπος Ζίτσας καί νῦν Ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς. Ἡ ρώμη ἀλλά καί ἡ τόλμη τόσο στήν σύλληψη ὅσο καί στήν ἐκφραστική του φανερώνονται καί σ’ αὐτήν τήν προσευχή, καθώς πηγάζουν σχεδόν ἀκράτητα ἀπό τήν φλεγόμενη καρδιά του.
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ.]

Και πάλι Τριώδιο και πάλι Τελώνης και Φαρισαίος- Υπόθεση λατρείας ορθής


Και πάλι Τριώδιο και πάλι Τελώνης και Φαρισαίος και πάλι η ορθή προσευχή και υψοποιός ταπείνωση και έλεγχος του κομπασμού και καιρός μετανοίας και διόρθωση βίου και πάλι καρδία συντετριμμένη και πάλι συντριβή των υπερηφάνων και πάλι διατριβή αγιότητας.

Λέει ο νηπτικός διδάσκαλος αββάς Ισαάκ ότι θέλει να μιλήσει για την ταπείνωση και αισθάνεται συστολή, διότι η ταπείνωση είναι αυτή η ίδια η στολή της θεότητας. Και ναι! Πράγματι. Με την ταπείνωση ο Υιός και Λόγος του Θεού ντύθηκε για να συναναστραφεί με τους ανθρώπους. Όχι μέσα σε αστραπές και βροντές και γνόφο όπως παλιά, αλλά με την χοϊκή ανθρώπινη φύση, ήρεμα. Σκήνωσε ανάμεσα μας και μοιράστηκε το ψωμί μας. Και με αυτή την ταπείνωση, ένδυμα και όχημα έπαθε, σταυρώθηκε, πέθανε και ετάφη για την σωτηρία μας.

Πώς να εισακουστούν και να εκτιμηθούν τα λόγια του αββά Ισαάκ σήμερα; Σήμερα η ταπείνωση θεωρείται ταπεινολογία, φαρισαϊσμός, αδυναμία, δειλία. Δεν διακρίνουμε την παρρησία από το θράσος, αλλά ούτε και τον εξευτελισμό και την ένοχη σιωπή από την αληθινή ταπείνωση. Η ταπείνωση στον άνθρωπο σε αντίθεση με τον ταπεινούντα εαυτόν εως γης Χριστόν,  έχει και σχήμα και ενέργεια εσωτερικά κυρίως. Κοσμεί τον μέσα άνθρωπο. Η ταπεινοσχημία όμως η οποία συνηθίζεται και στις μέρες μας, ως εύκολος και γλυκύς πειρασμός, δεν διαφέρει από αυτή την κομπαστική υπερηφάνεια που έκανε τον Φαρισαίο "άγιο" και δικαιούντα εαυτόν. Γι' αυτό και οι πραγματικά ταπεινοί είναι και δυσδιάκριτοι, αλλά και σε έναν κόσμο αυτοπροβολής και επιδεικτικής θρησκευτικότητας, καλά κρυμμένοι. Οι άγιοι όταν από τον Θεό φανερή γινόταν  η αρετή τους έφευγαν από τόπο σε τόπο, για να μην τους καταλάβει το δαιμόνιο της κενοδοξίας και άλλοι  επιδείκνυαν αχαρακτήριστες και σκανδαλώδεις συμπεριφορές για να κρύψουν την αγιότητα τους. Αυτή είναι η μεγαλειώδης ταπείνωση πού δεν χωρεί αμφισβήτηση παρά μόνο διακριτικώς θαυμασμό και σεβασμό και είναι αποκεκαλυμμένη μόνο σε αυτόν ο οποίος την ασκεί και την γνωρίζει. Είναι αυτές οι ευλογημένες ψυχές οι οποίες την φέρουν, που καταφέρνουν να ξεχνούν κάθε αρετή και να αποκλείουν ακόμα κάθε δυνατότητα σωτηρίας για τον εαυτό τους. Είναι αυτοί οι οποίοι "τρίφτηκαν" στην ορθόδοξη βιοτή και άσκηση.

Φυσικά το μόνο μήνυμα της αυριανής Κυριακής δεν είναι μόνον η ταπείνωση ως αυτοσκοπός, αλλά και το ορθόν μέσον, η ταπείνωση ως ευάρεστη στον Θεό προσευχή. Γιατί το Τριώδιο από την προσευχή δύο ανθρώπων στον Ιερό τόπο, στον ναό αρχίζει. Μας ανοίγει το Τριώδιο τα βημόθυρα του Ναού. Μας εισοδεύει στην λειτουργική ζωή. Υπόθεση του Τριωδίου είναι λοιπόν η ορθή λατρεία. Αν οι αρχαίοι προσέφεραν στο θείο θυσίες και ολοκαυτώματα, η δική μας λατρεία ορίζει μοναδική και ευάρεστη θυσία "καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην" μπροστά στον Θεό. Η ορθόδοξη λατρεία είναι θέατρον και δράμα, αλλά και "ανάμνησις" της μοναδικής ταπεινώσεως. Η Φάτνη, ο Γολγοθάς, ο Τάφος, η Ανάσταση, οι ζωντανές αποδείξεις της  Κένωσης του Θεού είναι έμπροσθεν μας και μας διδάσκουν, μας μυούν στο μυστήριο και το ήθος της ταπείνωσης, με Μυσταγωγό αυτόν τον ίδιο τον Αμνό του Θεού, τον πράο και ταπεινό τη καρδιά και εαυτόν ταπεινώσαντα και κενώσαντα εως θανάτου, θανάτου δε Σταυρού.Είναι και άσκηση πνευματική, είναι νηστεία αληθινή, είναι αρμονία ώστε ψυχή και σώμα να γίνουν όργανο ένα και μοναδικό για να αποδίδει ασταμάτητη λατρεία στον Θεό. Προσευχή λατρευτική και προσευχή βίου, ζώσα προσευχή ανθρώπου εναρμονισμένου όλου με την λατρεία του Θεού, μέσα από το ήθος, τις πράξεις, τις σκέψεις του. Γιατί το Τριώδιο είναι η αναγέννηση μας, η αναβάπτιση μας στο γνήσιο ορθόδοξο ήθος, η κλήση μας για μια αυθεντική ορθόδοξη φυσιολογία πνευματικού ανθρώπου.

Αρχίζει το Τριώδιο με αναφορά την λατρεία και καταλήγει με αναφορά στην ανάσταση, το μεσημέρι του Μεγάλου Σαββάτου. Τέρμα Τριωδίου το Πανάγιο Μνήμα. Και ο τάφος ως τερματικός σταθμός και αναφορά, είναι και αυτός σημείο μέγα. Αν δεν θάψουμε το εγώ και τα πάθη μας, δεν θα δούμε συνανάσταση με τον Χριστό. Έτσι όπως το είπε ο Κύριος. Σπόρος το θέλημα πού χρειάζεται να νεκρωθεί, κάτω, χαμηλά, ταπεινά, με αφάνεια κρυφά, στο χώμα. Γιατί αλλιώς δεν θα ξεπεταχτεί το αναστάσιμο σιτάρι. Το στοίχημα λοιπόν είναι η νέκρωση της αμαρτίας για να δούμε την Ανάσταση, νέκρωση τελωνική και όχι εντύπωση και ψευδαίσθηση φαρισαϊκή. Θέλει γενναιότητα ψυχής για να μπούμε στο Τριώδιο. Γενναιότητα να απορρίψουμε όλα αυτά που αγαπάμε και συνηθίζουμε. Να βγούμε από τον εαυτό μας. Να μονωθούμε στην έρημο, ζώντας παράλληλα την κοινωνία των ανθρώπων. Το τριώδιον είναι μια δέσμευση για επιστροφή στον Θεό Πατέρα. Είναι μια χαρά ανεκλάλητη πού βγαίνει μέσα από καμίνι θλίψης και ενδοσκόπησης. Είναι ένα κατανυκτικό πάσχα. Μια μεταμόρφωση ταπεινού σκώληκος μέσα ένα μελανοπόρφυρο κουκούλι κατάνυξης, σε αναστάσιμη ψυχή. 


Η Εκκλησία μέσα στο Τριώδιο όρισε την πυκνή λειτουργική ζωή και προσευχή. Αυτά μας προσδιορίζουν και δίνουν χρώμα και κατεύθυνση στον αγώνα μας. Ας πάρουμε την γενναία απόφαση να τα γνωρίσουμε συνειδητά για να γνωριστούμε εκ νέου με τον Θεό μας...

ππκ 27-1-2018 από παλαιότερα κηρύγματα και κείμενα 

το είδαμε εδώ

ΟΙ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΟΙ ΑΣΗΜΑΝΤΟΙ (Ο ΕΙΣ ΦΑΡΙΣΑΙΟΣ ΚΑΙ Ο ΕΤΕΡΟΣ ΤΕΛΩΝΗΣ)




«Άνθρωποι δύο ανέβησαν εις το ιερόν προσεύξασθαι, ο είς Φαρισαίος και ο έτερος τελώνης» (Λουκ. 18, 10)
«Δύο άνθρωποι ανέβηκαν στον ναό για να προσευχηθούν. Ο ένας ήταν Φαρισαίος και ο άλλος τελώνης»



                Υπάρχουν τα ασήμαντα και τα σημαντικά στην ζωή μας. Οι άνθρωποι, ιδίως στους καιρούς μας, διακρίνουμε στην ζωή μας ό,τι αξίζει του ενδιαφέροντός μας, πράγματα υλικά, ιδέες, στόχοι, σχέσεις, και ό,τι είναι δευτέρας σημασίας, ό,τι δηλαδή είτε δίνει νοστιμιά στην ζωή μας είτε είναι αναγκαίο , χωρίς να της δίνει όμως νόημα. Ο πολιτισμός μας σήμερα, έχοντας αντικειμενοποιηθεί ως προς τους στόχους που δίνουν ευτυχία, ασχολείται με το «ΤΙ» και το «ΠΩΣ» μπορούμε να το αποκτήσουμε ή να το αποφύγουμε. Είναι γεγονός όμως ότι όλη αυτή η αντικειμενοποίηση, η οποία έχει περάσει και στον τομέα των ανθρώπινων σχέσεων, έχει μεταβάλει και τους ανθρώπους, με τους οποίους σχετιζόμαστε, σε αντικείμενα, διά των οποίων είτε επιδιώκουμε την προσωπική μας ευχαρίστηση, χρησιμοποιώντας τους, είτε αποφεύγοντας τις συνέπειες των επιρροών τους, καθότι τους θεωρούμε ως εχθρούς, προχωρούμε στην ζωή μας χωρίς να μας ενδιαφέρουν. Σημαντικό είναι αυτό το «ΤΙ» που μας ωφελεί. Αφήνουμε κατά μέρος όμως  το «ΚΑΠΟΙΟΣ», την μοναδική αξία του ανθρώπου ως υποκειμένου, πέρα από αγαθά, πράξεις, ιδέες. Δεν βλέπουμε δηλαδή ότι ο καθένας, ανεξαρτήτως του «ΤΙ»  έχει να μας δώσει, είναι σημαντικός γι’  αυτό που είναι, μοναδική εικόνα Θεού, στην σχέση με την οποία καταλαβαίνουμε ποιοι είμαστε, αλλά και πώς η ζωή μας μπορεί να βρει νόημα χωρίς να μετράμε το τι πρέπει α κάνουμε και τι να αποφύγουμε, αλλά το πώς καλούμαστε να συνυπάρξουμε και να αποδεχτούμε. Διότι εδώ έγκειται αυτό που ονομάζουμε κοινωνία.
                Η πίστη μας ζει αυτές τις μεγάλες αλήθειες και μας καλεί να τις βιώσουμε, διαμορφώνοντας μία διαφορετική αντίληψη σε σχέση με αυτή του πολιτισμού μας εν πράξει. Το διαπιστώνουμε αυτό κατά την περίοδο του Τριωδίου. Στο ξεκίνημά της ο Χριστός αφηγείται την παραβολή του Τελώνου και Φαρισαίου. Ένας άνθρωπος που έχει εστιάσει το νόημα της ζωής του στο «ΤΙ» κάνει και, κατά συνέπεια, θεωρεί ότι είναι σημαντικός και για τον Θεό και για τους ανθρώπους, ενώ δικαιούται να απορρίπτει έναν άλλον, ο οποίος στα «ΤΙ» του όχι μόνο δεν τα καταφέρνει, αλλά αντιτίθεται στις εντολές του Θεού. Κι όμως, ο απορριφθείς δικαιώνεται από τον Θεό. Συνειδητοποιεί ότι αυτό το «ΤΙ»  τον καθιστά ανεπαρκή έναντι του Θεού, όμως μέσα του δεν χάνει το νόημα. Είναι η σχέση με τον Θεό, η συναίσθηση ότι ακόμη και ως αμαρτωλός δεν παύει να είναι δημιούργημα του Θεού και σε Εκείνον έχει την ελπίδα του. Ο Θεός του δίνει την μοναδικότητα του «ΚΑΠΟΙΟΣ», του δίνει την ευκαιρία να ξεκινήσει και πάλι την ζωή του, να συγχωρεθεί και να λυτρωθεί, να ξεκινήσει στην συνέχεια τον αγώνα ώστε και αυτό το «ΤΙ» να αλλάξει με βάση την σχέση με τον Θεό και τον πλησίον.
Διότι εκεί βρίσκεται η αμαρτία του τελώνη. Στην πρόταξη του «εγώ» του και την έγνοια του για το «ΤΙ» των αγαθών. Και ο τελώνης αυτό έχει ως προτεραιότητα. Μόνο που ο Φαρισαίος το βλέπει στην προοπτική των εντολών του Θεού, αρνούμενος όμως την σχέση με τους άλλους ανθρώπους, την οποία ο Θεός την ζητά ως αγάπη, ως συγκατάβαση, ως συγχώρεση γι’  αυτό που δεν μπορούν να είναι. Ο τελώνης αρνείται την σχέση του με τους άλλους ανθρώπους, θεωρώντας τους ως αντικείμενα προς εκμετάλλευσιν. Μέσα του όμως νιώθει τον έλεγχο της παρουσίας του Θεού. Συναισθάνεται την αμαρτωλότητά του. Και αφήνει τον εαυτό του, το «εγώ» του στα χέρια του Θεού, όχι για να δικαιωθεί αλλά για να λυτρωθεί.
Ο Φαρισαίος είναι ο τύπος του θρησκευτικού ανθρώπου που πάσχει από την ίδια ασθένεια με αυτήν του τελώνη, χωρίς να το ξέρει. Εγωκεντρικός, υπερήφανος, νομίζει ότι ο Θεός θα συγκινηθεί από τα κατορθώματά Του και δεν Τον χρειάζεται για να γίνει «ΚΑΠΟΙΟΣ». Ο τελώνης είναι ο τύπος του εκκοσμικευμένου ανθρώπου, που δεν έχει χάσει όμως την αίσθηση ότι τα «ΤΙ» του δεν επαρκούν για την ευτυχία του. Η ταπείνωση, τα δάκρυα , η προσευχή και, τελικά, η μετάνοιά του τον σώζουν, ενώ ο άλλος κατακρίνεται.
Ας κατανοήσουμε ότι «ΚΑΠΟΙΟΙ» γινόμαστε όχι χάρις στα επιτεύγματα, τα αγαθά μας, διότι αυτά έρχονται και παρέρχονται, ενώ μας ρίχνουν και στην υπερηφάνεια. «ΚΑΠΟΙΟΙ» είμαστε και γινόμαστε επειδή ο Θεός μας έπλασε μοναδικούς και την ίδια στιγμή μας δίνει την δυνατότητα εν Χριστώ και εν Εκκλησία, στον τρόπο της συμπερίληψης και των αδελφών μας, στον τρόπο της αγάπης, στον τρόπο της ταπείνωσης, της μετάνοιας, της εναπόθεσης της ύπαρξής μας στα χέρια του Θεού, να βρούμε την ελπίδα! Μικρά ζύμη στο φύραμα του πολιτισμού μας, που δείχνει πως κανείς δεν είναι ασήμαντος, πως ό,τι κι αν έχουμε, ό,τι κι αν είμαστε, εν Χριστώ γίνεται καινούργιο, αν αφεθούμε!

Κέρκυρα, 17 Φεβρουαρίου 2019

Kυριακή Τελώνου και Φαρισαίου

«Εἶπε δὲ καὶ πρός τινας τοὺς πεποιθότας ἐφ᾿ ἑαυτοῖς ὅτι εἰσὶ δίκαιοι, καὶ ἐξουθενοῦντας τοὺς λοιπούς, τὴν παραβολὴν ταύτην: Είπε δε και προς μερικούς, που είχαν την αλαζονική αυτοπεποίθηση ότι είναι δίκαιοι και περιφρονούσαν τους άλλους, την παραβολή αυτή» [Λουκ.18, 9]. Και ποια είναι η παραβολή; «ἄνθρωποι δύο ἀνέβησαν εἰς τὸ ἱερὸν προσεύξασθαι, ὁ εἷς Φαρισαῖος καὶ ὁ ἕτερος τελώνης. ὁ Φαρισαῖος σταθεὶς πρὸς ἑαυτὸν ταῦτα προσηύχετο· ὁ Θεός, εὐχαριστῶ σοι ὅτι οὐκ εἰμὶ ὥσπερ οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων, ἅρπαγες, ἄδικοι, μοιχοί, ἢ καὶ ὡς οὗτος ὁ τελώνης· νηστεύω δὶς τοῦ σαββάτου, ἀποδεκατῶ πάντα ὅσα κτῶμαι. καὶ ὁ τελώνης μακρόθεν ἑστὼς οὐκ ἤθελεν οὐδὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς εἰς τὸν οὐρανὸν ἐπᾶραι, ἀλλ᾿ ἔτυπτεν εἰς τὸ στῆθος αὐτοῦ λέγων· ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ. λέγω ὑμῖν, κατέβη οὗτος δεδικαιωμένος εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ ἢ γὰρ ἐκεῖνος· ὅτι πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, ὁ δὲ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται: Δυο άνθρωποι ανέβησαν στο ιερόν να προσευχηθούν, ο ένας Φαρισαίος και ο άλλος τελώνης. Ο Φαρισαίος στάθηκε επιδεικτικά για να προκαλεί εντύπωση• και για να δοξάσει τον εαυτό του, αυτά προσευχόταν• Σε ευχαριστώ, Θεέ μου, διότι δεν είμαι όπως οι άλλοι άνθρωποι, άρπαγες, άδικοι, μοιχοί ή και ωσάν αυτός ο τελώνης. Εγώ νηστεύω δύο φορές την εβδομάδα, Δευτέρα και Πέμπτη, δίδω το δέκατο από όλα γενικώς όσα αποκτώ. Εγώ είμαι ενάρετος. Και ο τελώνης, που στεκόταν κάπου μακριά από το θυσιαστήριο, δεν ήθελε ούτε τα μάτια του να σηκώσει στον ουρανό, αλλά χτυπούσε το στήθος του λέγοντας• Θεέ μου, σπλαχνίσου με τον αμαρτωλό και συγχώρησέ με. Σας διαβεβαιώνω, ότι αυτός ο περιφρονημένος από τον Φαρισαίο τελώνης κατέβηκε στο σπίτι του με συγχωρημένες τις αμαρτίες του, αθώος και δίκαιος ενώπιον του Θεού, παρά ο Φαρισαίος εκείνος. Διότι κάθε ένας που υψώνει τον εαυτό του, θα ταπεινωθεί από τον Θεό και θα καταδικαστεί, ενώ εξ αντιθέτου εκείνος που ταπεινώνει τον εαυτό του θα υψωθεί και θα δοξαστεί από τον Θεό» [Λουκ. 18, 9-14]
Εδώ λοιπόν μας διδάσκει με ποιον τρόπο να κάνουμε τις προσευχές μας προς Αυτόν, για να μη βρεθούν χωρίς ανταπόκριση τα αιτήματα όσων τις χρησιμοποιούν για να επικοινωνήσουν με τον Θεό, ούτε και με αυτά που κάποιος νομίζει ότι μπορεί να ωφελείται, με αυτά τα ίδια να στρέφει ενάντια στον εαυτό του τον χορηγό των ουρανίων χαρισμάτων Θεό· διότι έχει γραφεί: «ἔστι δίκαιος ἀπολλύμενος ἐν δικαίῳ αὐτοῦ: υπάρχει δίκαιος ο οποίος χάνεται κατά την αυτοδικαίωσή του» (Εκκλ. 7, 15). Διότι ιδού εδώ για τον Φαρισαίο έχει εκδοθεί καταδικαστική απόφαση, επειδή δεν έκανε την προσευχή του με επίγνωση και σύνεση. Διότι ήταν πολλές οι εναντίον του κατηγορίες· πρώτον είναι ενοχλητικός και άμυαλος, γιατί αισθανόταν θαυμασμό ο ίδιος για τον εαυτό του, αν και η αγία Γραφή φωνάζει· «ἐγκωμιαζέτω σε ὁ πέλας καὶ μὴ τὸ σὸν στόμα, ἀλλότριος καὶ μὴ τὰ σὰ χείλη: Ας σε επαινεί ο άλλος, ο πλησίον, και όχι το δικό σου στόμα, ο ξένος και όχι τα δικά σου χείλη» (Παροιμ. 27, 2). Έπειτα αγνόησε ότι το να είναι ανώτερος από τα κακά, δεν κάνει κάποιον πάντοτε και οπωσδήποτε αξιοθαύμαστο, ενώ το να αγαπά να αντιπαρατίθεται με εκείνους που συνήθως χαίρουν της εκτιμήσεως των άλλων, τον κάνει λαμπρό και διαπρεπή και τον συγκαταλέγει δίκαια μεταξύ εκείνων που έχουν γίνει αντικείμενο θαυμασμού.
Ο τελώνης λοιπόν στεκόταν μακριά από το θυσιαστήριο, χωρίς να τολμά να σηκώσει ούτε στον ουρανό τα μάτια του, αλλά με το κοκκινισμένο βλέμμα του έδειχνε ότι δεν είχε η ψυχή του καμία παρρησία ενώπιον του Θεού. Βλέπεις ότι περιορίζοντας την παρρησία του, επειδή δεν την είχε, δέχεται τα πλήγματα από τους ελέγχους της συνειδήσεώς του; Γιατί φοβόταν ακόμα και μόνο να εμφανισθεί ενώπιον του Θεού, επειδή λίγο είχε φροντίσει για την εφαρμογή των νόμων Του, και με την ίδια τη στάση του στο ναό κατηγορεί τη φαυλότητά του· χτυπά το στήθος του, ομολογεί τα εγκλήματά του, δείχνει σαν σε γιατρό την ασθένειά του, και παρακαλεί να τον κατευσπλαχνισθεί. Όπως ακριβώς λοιπόν ούτε ο τελώνης (περιφρονήθηκε)- γιατί τι λέγει γι΄αυτόν που ομολόγησε τις δικές του αμαρτίες, ο Κριτής των όλων, Αυτός που γνωρίζει καλά τις καρδιές, Αυτός που δέχεται τις προσευχές όλων: «λέγω ὑμῖν, κατέβη οὗτος δεδικαιωμένος εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ ἢ γὰρ ἐκεῖνος: Σας διαβεβαιώνω ότι αυτός ο περιφρονημένος από τον Φαρισαίο τελώνης κατέβηκε στο σπίτι του με συγχωρημένες τις αμαρτίες του, αθώος και δίκαιος ενώπιον του Θεού, παρά ο Φαρισαίος εκείνος » [Λουκ. 18,14].
Και αν κάποιος λοιπόν γίνει καλός και ενάρετος, να μην κυριευθεί εξαιτίας αυτού από υπεροψία, αλλά μάλλον να θυμάται τον Χριστό που λέγει στους αγίους αποστόλους: «οὕτω καὶ ὑμεῖς, ὅταν ποιήσητε πάντα τὰ διαταχθέντα ὑμῖν, λέγετε ὅτι δοῦλοι ἀχρεῖοί ἐσμεν, ὅτι ὃ ὠφείλομεν ποιῆσαι πεποιήκαμεν: Έτσι και σεις, και όταν ακόμα εκτελέσετε όλα όσα σας διέταξε ο Θεός, πρέπει να λέτε ότι ‘’είμαστε άχρηστοι δούλοι, διότι απλώς κάναμε ό,τι είχαμε χρέος να κάνουμε’’» [Λουκ. 17, 10]. Οφείλουμε όμως σαν από έναν αναγκαίο ζυγό, στον Θεό των όλων τη δουλεία και την υποταγή σε καθετί. Βλέπεις πώς ο τελώνης απαλλάχθηκε από τα αμαρτήματά του, επειδή υπέμεινε την κατηγορία του Φαρισαίου με πραότητα; Και εκείνος βέβαια από τη δόξα έπεσε στο βάραθρο της ατιμίας, ενώ ο τελώνης από την ατιμασμένη ζωή του επανήλθε στη μακάρια κατάσταση· και ο ένας αποχωρίσθηκε πολύ από την εγγύτητα προς τον Θεό και βρέθηκε αμέτρητα μακριά, ενώ ο άλλος ανυψώθηκε προς τον τόπο της παρρησίας. Ο ένας εξαιτίας της έπαρσης ταπεινώθηκε, ενώ ο άλλος εξαιτίας της ταπείνωσης ανυψώθηκε.
 Αγίου Κυρίλλου αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας, Εξήγησις υπομνηματική εις το κατά Λουκάν ευαγγέλιον.


το μεταφέρουμε από: εδώ

Η ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΑΙΜΙΑΛΩΝ ΔΗΜΗΤΣΑΝΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΔΡΑΜΑ ΤΩΝ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΑΙΩΝ ΕΝΤΟΣ ΑΥΤΗΣ

Ανατολικά της Δημητσάνας στον δρόμο προς την Στεμνίτσα και μέσα στην χαράδρα που σχηματίζεται από του χείμαρρου που διέρχεται νοτιοανατολικά του χωριού Ζυγοβίτσι, βρίσκεται η Μονή Αιμιαλών. Ιδρύθηκε στις αρχές του 17ου αιώνα υπό του εκ Ζυγοβιτσίου καταγόμενου Γρηγορίου Κοντογιάννη, ιερομόναχου και της αδερφής αυτού Ευπραξίας μοναχής.
 
Η Μονή κτίσθηκε μέσα στο κοίλωμα του βράχου. Ολόκληρο το κοίλωμα αποτελεί χώρο της μονής τον οποίον καταλαμβάνουν τα κυριότερα οικοδομήματά της. Στο βάθος αυτού βρίσκεται ο ναός της Μονής έπ' ονόματι της Θεοτόκου, στενόμακρος, διατηρούμενος σε καλή κατάσταση. Διασώζονται ακόμη και σήμερα οι τοιχογραφίες του, όπου εκεί βλέπουμε την τεχνοτροπία των Βυζαντινών χρόνων, έργα των εκ Ναυπλίου Αγιογράφων, αδελφών Μόσχου.
ΜΟΝΗ ΑΙΜΙΑΛΩΝ
Πίσω από τον ναό υπάρχουν ερείπια παλαιοτέρων οικοδομημάτων της Μονής. Μεταξύ των πολλών ερειπίων του ανατολικά του ναού υπάρχουν παλαιότερα ερείπια άλλου ναού της Αγίας Τριάδος.
Η Μονή Αιμιαλών από των πρώτων χρόνων της ιδρύσεώς της φέρεται σταυροπηγιακή δια σιγγιλίου του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Τιμοθέου Α΄ (1614 – 1622) εξαρτιόταν κατευθείαν από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, του Αρχιερέα της Δημητσάνας, μη έχοντας το δικαίωμα της παρέμβασης στην διοίκηση της Μονής και τα αφορώντα αυτήν. Αυτή η εξάρτηση ανανεώθηκε το έτος 1720 επί Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Ιερεμίου Γ΄ και πάλι το έτος 1798 επί Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Γρηγορίου Ε΄, ο οποίος ως Δημητσανίτης εξεδήλωσε θερμό ενδιαφέρον προς την Μονή δια της διατηρήσεως και ανανεώσεως αυτού του προνομίου της Μονής, όπως καταδεικνύεται από το συγγιλιώδες γράμμα αυτού που φυλάσσεται στο Ιστορικό Αρχείο της Βιβλιοθήκης της Δημητσάνας. Δια το προνόμιο τούτο η Μονή κατέβαλε ετησίως στο Πατριαρχείο το ποσόν των 53 γροσιών, επί Πατριάρχου δε Γρηγορίου Ε΄ και μάλιστα από τον Αύγουστο του έτους 1819 επέτυχε την απαλλαγή της από της υποχρεώσεως αυτής αφού κατάβαλε εφ' άπαξ στο Οικουμενικό Πατριαρχείο το ποσό των 625 γροσιών και τούτω για να παραμείνει μακριά από κάθε ενόχληση προς είσπραξη εκ μέρους του Πατριαρχείου του αρχικά καθορισθέντος δικαιώματος αυτού των 53 γροσιών ετησίως, συμβολικά εις ένδειξη της εξάρτησης της από το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Η Μονή εξελίχθηκε ραγδαίως από τα πρώτα χρόνια της ίδρυσής της και μάλιστα δια των ενεργειών του εν αυτής ανατραφέντα μοναχού Παρθενίου, μετέπειτα Επισκόπου Ανδρούσης, του οποίου οι σημειώσεις στον κώδικα της Μονής παρέχουν πολύτιμες πληροφορίες περί της Μονής.
Η Μονή Αιμιαλών πανηγυρίζει την 8ην Σεπτεμβρίου, ημέρα της γεννήσεως της Θεοτόκου, φέρει δε την ονομασία «Αιμιαλών» απ' την ίδρυσή της. Φέρεται δε και με άλλες ονομασίες όπως «Μυαλών», «Αιμιαλός», «Ομιαλός», «Αιμιαλούς» κανένα άλλο όμως δια αυτών τον ονομάτων δηλώνεται παρά αυτή η Μονή με το αρχικό της όνομα κατά καιρούς παραφθαρμένο. Στην Μονή αποδίδεται και η ονομασία «Παναγία η Χρυσομαλλίτισσα».
Από το έτος 1925 η Μονή Αιμιαλών διαλύθηκε και υπήχθη στην κοντινή Ιστορική Μονή, Ιωάννου του Προδρόμου, πλησίον της Στεμνίτσας και το έτος 1934 ανακηρύχθηκε Εθνικό Μνημείο.
Η Μονή Αιμιαλών έχει συνδέσει την ιστορία της περισσότερο με την στο ληνό αυτής εκτυλιχθείσα τραγωδία κατά το έτος 1806 την περίοδο του μεγάλου κατατρεγμού της Κλεφτουριάς του Μοριά και ιδιαίτερα στον ξεκλήρισμα της γενεάς των Κολοκοτρωναίων.
Λήγοντος του έτους 1805 ο αριθμός των κλεφτών σ' όλο τον Μοριά έφθασε περίπου στις τρεις χιλιάδες. Εκ τούτου η Τουρκική εξουσία άλλους μεν δια δωροδοκίας συλλάμβανε και σκότωνε, άλλους δε διόριζε Κάπους αφού κατάβαλε σε αυτούς υπέρογκες αμοιβές. Η τελευταία αυτή περίπτωση, της παροχής δηλαδή στους κλέφτες υπό της Τουρκικής εξουσίας τιμητικών θέσεων, κατέστησε αυτούς λίαν απαιτητικούς και εξελίχθηκαν σε μεγάλη μάστιγα όχι μόνο δια τους Τούρκους αλλά και δια τους Έλληνες των οποίων δεν υπολόγιζαν διόλου τις περιουσίες των, διαρπάζοντας αυτές. Η κατάσταση αυτή οξύνθηκε όταν ο αδερφός του Θεοδώρου Κολοκοτρώνη, Γιάννης Κολοκοτρώνης ο επικαλούμενος «Ζορμπάς» δια το ατίθασο και το βίαιο του χαρακτήρα του, εφόσον είχε αφορμές και είχε δυσαρεστηθεί κατά του εκ Τριφυλίας Πρωτοσύγκελου και Μοραγιάννη του Μοριά επιτέθηκε κατά αυτού καθόσον μετέβαινε στην Τριπολιτσά και έχοντος μαζί του εξ όλων των επαρχιών εισπραχθέντα δικαιώματα των Πατριαρχείων. Το γεγονός αυτό συντάραξε τους Τούρκους, οι οποίοι δια του Μόρα Βαλεσή Οσμάν Πασά παρέστησαν στην Πύλη την ανάγκη λήψης ριζικών μέτρων κατά των κλεφτών που λυμαίνονταν τον Μοριά.
Τότε κλήθηκε από την διοίκηση ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης στην Τριπολιτσά δια την υπόθεση του Μοραγιάννη. Ο Κολοκοτρώνης αρνήθηκε να μεταβεί στην Τριπολιτσά και οι κληρικοί κατόπιν ισχυρής πίεσης από τον Οσμάν Πασά απηύθυναν έντονο αναφορά προς τον Σουλτάνο διαμαρτυρόμενοι και ζητούντες να λάβουν αυστηρά μέτρα κατά της κλεφτουριάς και ιδίως κατά των Κολοκοτρωναίων.
(ΤΟ ΤΟΥΡΚΙΚΟ 'ΝΑΙ ΣΤΟ ΜΟΡΙΑ...)
Το Τούρκικο 'ναι στο Μοριά, το Φράγκικο στην Πόλη,
μα ήταν ο Γιάννης βοϊβόντας, κι' ο Θοδωράκης κλέφτης.
Κι ο Γιώργος από τον Αϊτό, είναι κατής και κρένει.
Πιάνει και γράφει μια γραφή, και στέλνει στο Γιαννάκη.
- Σε εσέ Γιαννάκη μ' αδερφέ και Θοδωράκη κλέφτη
ώρα να ιδείς το γράμμα μου, διαβάσεις την γραφή μου,
μάζω τα παλικάρια μας, δικά σου και δικά ου.
Κι' έβγα στο Σαπολείβαδο, στης Μαρμαριάς τον κάμπο
που έρχεται ο Πρωτοσύγκελος, από τους Γαργαλιάνους,
φέρνει φλωριά μεσ' τον ντορβά, τις ντούπιες στο δισάκι.
Μα πήγαν κι' εφυλάξανε στου γεφυριού το πόδι.
Πιάνουν τον Πρωτοσύγκελο, καβάλα στ' άλογό του
τον πιάνει ο Γιώργος, κι' ο Ζορμπάς, με τα σπαθιά στα χέρια.
Κι' ο Θοδωρής που τ' άκουσε, πολύ του κακοφάνη,
το Σύγγελο απόλυκε στον τόπο του να πάει.
Πεισμώνει ο Πρωτοσύγκελος, και στο Ντιβάνι γράφει:
Τους κλέφτες, τους αρματολούς, ούλους να τους ξεκάμει.
(«Η Λάστα και τα Μνημεία της», Νικόλαος Λάσκαρης, μέρος 4ον σελίδα 487, αρ. (11 α), εν Πύργω τύποις Κ. Δ. Βαρουξή 1908).
Αποτέλεσμα τούτου υπήρξε η έκδοση με διαταγή του Σουλτάνου, υπό του Πατριάρχου Γρηγορίου Ε΄, φρικτού επιτιμίου κατά της κλεφτουριάς και για όσους του υποθαλπόταν αυτούς, σταλμένο μαζί με το φιρμάνι της εξόντωσης της κλεφτουριάς, με άκρα μυστικότητα, προς τον Οσμάν Πασά στην Τριπολιτσά. Τον Νοέμβριο του έτους 1805, δια του επιτίμου αυτού υποχρεούνταν οι Χριστιανοί όχι μόνο να μην τροφοδοτούν και ενισχύουν τους κλέφτες, αλλά και να προδίδουν αυτούς στην Τουρκική εξουσία προς εξόντωση.
Έτσι από τις τοπικές αρχές άρχισε ένας ανελέητος άγριος και συστηματικός διωγμός της κλεφτουριάς υπό των Τούρκων συνεπικουρουμένων υπό των φοβισμένων Χριστιανών, οι οποίοι με προτροπή των προκρίτων υποδείκνυαν στους Τούρκους τα κρησφύγετα των καταδιωγμένων κλεφτών. Μετά την πάροδο τότε μικρού χρονικού διαστήματος ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, αφού προηγουμένως διέτρεξε τον Μοριά τέσσερις φορές ήλθε στην Γορτυνία μετά δέκα επτά συγγενών του και του πιστού παλικαριού του Γιώργου ή Γιώργα από τον Αϊτό της Τριφυλίας. Εκεί όμως διωκόμενος αποφασίζει να διασπάσει το μπουλούκι (ομάδα) του σε μικρότερα μπουλούκια. Επακολουθεί μεγάλη πανωλεθρία υπό των Τούρκων, φονεύεται ο πρώτος του εξάδελφος Γιωργακλής σε ενέδρα σε γεφύρι στον κάμπο της Μαρμαριάς. Καίγεται ζωντανός ο αδερφός του Γιωργακλή, Γιάννης ο λεγόμενος και «Κουντάνης», στα Καλύβια του Χρυσοβιτσίου μετά από ερωτικό επεισόδιο με την Θεοδώρα κόρη του Κοτζαμπάση Βελέντζα από την Νεμνίτσα της Βυτίνας. Ο Κουντάνης την απήγαγε την κόρη του Βελέντζα όμως η Θεοδώρα δεν θέλησε ν' ακολουθήσει και ο Κουντάνης της άφησε ελεύθερη χωρίς καν να την πειράξει. Ο Βελέντζας κάλεσε τους Τούρκους όπου τον κυνήγησαν και τον έκλεισαν στα Καλύβια του Χρυσοβιτσίου όπου τον έκαψαν ζωντανό μέσα στην καλύβα του. Επίσης φονεύεται ο Δημητράκης Κολοκοτρώνης.
Ο Γιάννης Ζορμπάς, μετά του ξαδέρφου του Γιώργα επίσης με τον Γιώργο από τον Αϊτό της Τριφυλίας και τεσσάρων άλλων Κολοκοτρωναίων μετέβησαν στο χωριό Ζάτουνα πλησίον της Δημητσάνας. Εκεί ο Ζορμπάς βρήκε κάποιο φίλο του ονομαζόμενο Θανόπουλο. Ο οποίος τους πρότεινε να φύγουν από την Ζάτουνα να κατέβουν στο χωριό «Παλιοχώρι», για να προμηθευτούν τροφές, εκεί πλησίασαν στο Μοναστήρι των Αιμιαλών που βρισκόταν δίπλα, όπου εκεί τους περίμενε το οικτρό τους τέλος.
Μόλις εμφανίσθηκαν στο Μοναστήρι βρήκαν το καλογεροπαίδι να κλαδεύει τ' αμπέλι. Τον πλησίασαν με προφυλάξεις και εφόσον βεβαιώθηκαν ότι δεν υπήρχαν Τούρκοι, ζήτησαν να ιδούν τον καλόγερο για να τους φιλοξενήσει και να τους κρύψει σε ασφαλές σημείο. Το καλογεροπαίδι έτρεξε και φώναξε τον καλόγερο να βγει έξω. Μόλις ο καλόγερος βγήκε από το μοναστήρι, τον πλησίασε ο Ζορμπάς τον άρπαξε από τα μαλλιά που τα είχε κοτσίδα και του έβαλε το μαχαίρι στο λαιμό λέγοντας: «Άκουσε καλά καλόγερε, είμαι ο Ζορμπάς ο Κολοκοτρώνης, κρύψε μας και φέρε μας να φάμε και να πιούμε. Τήρα καλά διαβολοπαρμένε, μην μας μαρτυρήσεις, γιατί σου κόβουμε το κεφάλι και το κρεμάμε να το φάνε τα κοράκια..»
Ο καλόγερος σοκαρίστηκε και έτρεμε από τον φόβο του και τους απάντησε θετικά με το νεύμα του χωρίς ν' αρθρώσει λέξη.
Τους έκρυψε στο ληνό όπου μέσα είχε κληματόβεργες από το κλάδεμα των αμπελιών τους τάγισε και τους έφερε αρκετό κρασί να πιουν και να πέσουν να ξεκουραστούν.
(ΚΑΛΟΓΕΡΟΣ ΚΛΑΔΕΥΕ...)
Καλόγερος κλάδευε της Αιμυαλούς τ' αμπέλια.
Βλέπει από πέρα κι' έρχονται τον Γιώργο και τον Γιάννη,
από μακριά τον χαιρετούν κι' από κοντά του λένε;
«Για κρύψε μας, καλόγερε, κρύψε μας, μπουραζέρη
ψωμί κρασί για φέρε μας κ' είμαστε πεινασμένοι».
-«Που να σας κρύψω βρε παιδιά, που να σας λημεριάσω,
που 'χω κακό ηγούμενο κι' αγά διαβολεμένο»;
«-Ελάτε μπάστε στο ληνό και κάμετε λημέρι,
που είν' ο τόπος απόμερος κι' αλάργα από τη στράτα».
Επήγε και τους έκρυψε σ' ένα ληνό στ' αμπέλια,
που 'ταν γιομάτο κλήματα από τα κλαδεμένα.
Πετιέται ο Γιώργος και του λέει κι' ο Γιάννης του μιλάει
-«Καλόγερε φέρε ψωμί να φαν τα παλικάρια».
-«Καθίστε λίγο βρε παιδιά να πάγω να σας φέρω».
«Τήρα καλά, καλόγερε, να μην μας μαρτυρήσεις,
σου κόβει ο Γεώργος τα μαλλιά κι ο Γιάννης το κεφάλι».
-«Αστροπελέκι! Να μου 'ρθε, φωτιά και να με κάψει.
Να μαρτυρήσω 'γω την κλεφτουριά, τους Κολοκοτρωναίους».
.......................................................................
Δια αυτών των στίχων αναφέρονται παραστατικότατα τα διατρέξαντα γεγονότα από της στιγμής που κατέφυγαν οι Κολοκοτρωναίοι μέχρι της στιγμής κατά την οποία τους πρόδωσε ο καλόγερος ο οποίος φαίνεται να χολώθηκε από τα λόγια και της ιταμής συμπεριφοράς του Γιώργη και Γιάννη Κολοκοτρώνη και της συντροφιάς των.
.................................................................
Κι εκείνος πείσμα το 'βαλε πολύ του κακοφάνει
τους άφησε ξένοιαστους, και πάει να τους προδώσει,
στην Δημητσάνα έφθασε κι ευθύς τελάλη βγάζει,
έχω κρυμμένους στο ληνό τους Κολοκοτρωναίους.
Κι' εκείνος όταν έφτασε στου δήμαρχου πηγαίνει.
«Δήμαρχε, σέλωσ' τ' άλογο, φόρεσε τ' άρματά σου.
Τους κλέφτες αποτόπιασα, να πας να τους σκοτώσεις».
Κι' ευθύς ντελάλη έβαλε σ' όλη την Δημητσάνα.
«Παιδιά σελώστε τ' άλογα κι' ευθύς αρματωθείτε.
Για πάρτε τειάφιν αρκετό, να πάμετε στα ληνά μας,
που 'κει 'ν' οι κλέφτες οι πολλοί, ο Γιώργος με το Γιάννη,
να τους εβάλωμε φωτιά, προτού μας κάψουν 'κείνοι.
.............................................................................
Ο καλόγερος μετά την πρώτη επαφή με τους Κολοκοτρωναίους και την διένεξη που είχαν, στέλνει κρυφά το καλογεροπαίδι και ειδοποιεί στην Στεμνίτσα το εκεί ευρισκόμενο Τουρκικό απόσπασμα, ο ίδιος δε μεταβαίνει εσπευσμένα στην Δημητσάνα, προφανώς να μην βρίσκεται κατά την επιδρομή των Τούρκων εντός της Μονής. Τότε, εξ ακριτομυθίας πιθανότατα του καλόγερου, πληροφορείται ο πρόκριτος της Δημητσάνας Αθανάσιος Αντωνόπουλος τα της προδοσίας του καλόγερου και επιχειρεί να σώσει, τους εν τη Μονή ευρισκόμενους Κολοκοτρωναίους. Τους ειδοποιεί κρυφά αυτούς να φύγουν από το Μοναστήρι πριν επέλθουν κατά αυτών οι Τούρκοι, εν των μεταξύ πορεύθηκε βραδέως προς την Μονή με Ζυγοβιτσάνους και Δημητσανίτες, εφόσον έριχνε από μακριά πυροβολισμούς. Πάλι προσπαθεί να ειδοποιήσει τους Κολοκοτρωναίους, όμως οι προσπάθειές του Αθανασίου Αντωνόπουλου απέβησαν μάταιοι, διότι ήδη είχε φθάσει το Τουρκικό απόσπασμα από την Στεμνίτσα με τριπλάσιους στρατιώτες από ότι ήταν η κάθε περίπολος. Το πρώτο τμήμα του αποσπάσματος διήλθε της Μονής χωρίς να γίνει αντιληπτό από τους Κολοκοτρωναίους, κρύφθηκε στο γειτονικό ρέμα που βρίσκεται κάτω από το βουνό Κλινίτσα. Το δεύτερο τμήμα συνεπικουρούμενο από τους παρευρισκόμενους Στεμνιτσιώτες, Ζυγοβιτσάνους και Δημητσανίτες δέχθηκε τους πρώτους πυροβολισμούς των Κολοκοτρωναίων οι οποίοι πέτυχαν αρκετούς Τούρκους όπου και φόνευσαν μερικούς.
Μετά από αυτό οι Κολοκοτρωναίοι κλείστηκαν εντός του ληνού και άρχισαν να βάλουν δια μέσου των πολεμίστρων κατά των Τούρκων οι οποίοι είχαν περικυκλώσει το ληνό.
Τα κατά αυτή την φονική συμπλοκή διασώζονται οι στίχοι:
.........................................................................
Τρεις παγανιές βγήκανε και πάνε να τους πιάσουν.
Από μακριά τους έζωσαν κι από κοντά τους λένε:
«Έβγα, Ζορμπά, προσκύνησε, μ' όλη την συντροφιά σου,
να σου χαρίσω την ζωή με όλα τα παιδιά σου.
-Πως με περνάς, Μπουλούμπαση, για να σε προσκυνήσω;
Που 'γω είμ' ο Γιάννης ο Ζορμπάς, κι αν σου βαστάει ζύγω».
Δεν κόταγαν να παν κοντά, φωτιά από το ντουφεκίδι
κι όσοι κοντά εζύγωναν τους έτρωγε το μαύρο φίδι.
.................................................................................
Στην προσπάθεια των οι Τούρκοι να εξοντώσουν τους εν τω ληνό εγκλωβισμένους Κολοκοτρωναίους προς της επέλασης της νύκτας αποπειρώνται να πυρπολήσουν την Μονή.
...ρίξαν φωτιά μεσ' στο ληνό, κουβάρια θειαφοκέρι,
πιάσαν οι κληματόβεργες, κι' ο Γιάννης τραγουδάει:
«Τώρα θα ιδείς Μπουλούμπαση, να ιδείς πως προσκυνάνε.
Δεν είναι μια, δεν είναι δυο που σ' έκαμα άνου κάτου,
που σ' έκαμα Μπουλούμπαση σαν τον λαγό να τρέμεις.
Χίλιες φορές τα γιόμισες, πάλι θα τα γιομίσεις».
Και το ντουφέκι τ' άδειασε, κι' έκαμε ένα γιουρούσι,
τρεις μπαταριές του ρίξανε και πέφτει λαβωμένος,
και η φωτιά τον έζωσε και τ' άρματα δεν πιάνουν,
του ρίχνουν άλλη μπαταριά και μούγκριζε σα λύκος.
«Αφήνω γεια, σύντροφοι μου, μ' έφαγαν οι μουρτάτες».
........................................................................
ΛΗΝΟΣ ΜΟΝΗΣ ΑΙΜΙΑΛΩΝ
Έτσι παραδίδεται ο ληνός στο πυρ, εφόσον γέμισε μέσα καπνό αναγκάζονται οι μέσα σ' αυτόν κλεισμένοι να πραγματοποιήσουν ηρωική έξοδο. Πρώτος εξέρχεται ο αρχηγός τους, ο Γιάννης Ζορμπάς βλαστημώντας τους Τούρκους και τον καλόγερο, ο οποίος αψηφώντας τους πυροβολισμούς και την φωτιά που είχε περιζώσει τον ληνό εξέρχεται βάλλοντας κατά των Τούρκων και μαχόμενος ηρωικά πέφτει, εφόσον έπεφταν αρκετά βόλια στην πόρτα του ληνού.
....Μα όσα φτερά και πούπουλα έχει η μαύρη κότα
τόσα ντουφέκια πέφτανε μες του ληνού την πόρτα....
Μετά από αυτόν πέφτουν στο πυρ και οι υπόλοιποι έξη σύντροφοι του όπου και αυτοί είχαν την ίδια τύχη με τον Ζορμπά.
Οι Τούρκοι με αρχηγό τον Αλβανό Ισά Μπουλούκμπαση, τους έκοψαν τα κεφάλια και αφού τα παλούκωσαν τα διαπόμπευαν μέσα στην Δημητσάνα. Στη συνέχεια τα πήγαν στην Τρίπολη περνώντας από κάθε πόλη και χωριό επιδεικνύοντάς τα, αλλά και προς συμμόρφωση των κατοίκων για το τι θα επακολουθήσει με τους υπόλοιπους κλέφτες και με όποιον τους βοηθήσει. Όταν έφθασαν στην Τρίπολη έδωσε εντολή ο Πασάς να τα παλουκώσουνε στη μέση της πλατείας και δίπλα από τα δυο μεγάλα πλατάνια εκεί που κρέμαγαν τους ονομαστούς κλέφτες που έπιαναν αιχμάλωτους. Είναι η πλατεία που σήμερα έχει πάρει το όνομα του Στρατηγού Θεόδωρου Κολοκοτρώνη.
Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης κυνηγημένος από τους Τούρκους και προδομένος από τον Ζαχαριά παιδί του Παρασκευά από το χωριό Πυργάκι είχε καταφύγει στο βουνό Κλινίτσα δίπλα από το χωριό Ζυγοβίτσι πάνω και απέναντι από το Μοναστήρι των Αιμιαλών. Ακούγοντας τις μπαταριές έβαλε το κιάλι του και είδε όλο το δράμα των δικών του ανθρώπων αλλά ήταν αδύνατο να προλάβει να πλησιάσει και να τους βοηθήσει.
Μετά από αυτό αποφασίζει να φύγει από τον Μοριά όσο το πιο γρηγορότερο διότι όπως έλεγε: «Δεν μας χωράει άλλο εδώ ο τόπος».
...Ο Θοδωρής αγνάντευε ψηλ' από την Κλινίτσα:
«Σήκω φόρτο να φύγουμε, στη Ζάκυνθο να πάμε
τι μας έζωσαν τα σκυλιά, οι άπιστοι μουρτάτες».
Υπάρχουν τρεις εκδοχές για το πώς οι Κολοκοτρωναίοι έπεσαν στην παγίδα του καλόγερου. Είναι περίεργο πως δεν έλαβαν τα μέτρα τους έναντι αυτού του ανθρώπου, ώστε να μην τους προδώσει. Πώς εμπιστεύθηκαν άραγε με την πρώτη τον καλόγερο;
Πρώτη εκδοχή είναι να τους πότισε αφιόνι (υπνωτικό) είτε με το νερό, είτε με το φαγητό. Οι Τούρκοι όταν έβγαλαν το φιρμάνι, ταυτόχρονα μοίρασαν και αφιόνι σε χωριά, μοναστήρια, μύλους, χάνια, τσοπάνηδες και όπου αλλού μπορούσαν να ζητήσουν βοήθεια οι κλέφτες.
Δεύτερον, να ήταν πολύ κουρασμένοι και ταλαιπωρημένοι από τις κακουχίες και αφού έφαγαν καλά να κάθισαν δίπλα στην φωτιά και να αποκοιμήθηκαν χωρίς να καταλάβουν τίποτα.
Και τρίτον, ο καλόγερος καθώς τους βρήκε νηστικούς να τους έδωσε φαγητό και κρασί πολλών ετών. Έτσι να μέθυσαν και να έγειραν να κοιμηθούν κοντά στη φωτιά.
Διίστανται ακόμη και σήμερα οι απόψεις για το ποιος σκότωσε τους Κολοκοτρωναίους, άλλοι υποστηρίζουν ότι τους σκότωσαν οι Έλληνες μιας και στην Δημητσάνα την εποχή εκείνη δεν υπήρχαν Τούρκοι.
Το δράμα των Κολοκοτρωναίων στο ληνό των Αιμιαλών έγινε γνωστό σ' όλο το Μοριά. Απέλπισε τους νοσταλγούς της πολυπόθητης ελευθερίας αλλά και αναπτέρωσε τις βλέψεις των Τούρκων να συνεχίσουν το ξεκλήρισμα.
Λίγο καιρό μετά τον χωρισμό των κλεφτών ο χαραγμένος με αίμα δρόμος για την κλεφτουριά έφθασε στο τέλος του. Όλοι όσοι χωρίσθηκαν σκοτώθηκαν, η εξόντωση των κλεφταρματολών του Μοριά υπήρξε ολοκληρωτική. Καθημερινώς στον πασά της Τρίπολης έφθαναν μαντάτα πως σκότωσαν τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και ο πασάς τους έδινε μπαξίσια διότι του πήγαιναν κεφάλια από άλλους κλέφτες αλλά και από φιλήσυχους ραγιάδες που έμοιαζαν του Κολοκοτρώνη.
Άλλο ένα επεισόδιο αξίζει να πούμε για την πορεία του Κολοκοτρώνη προς την Ζάκυνθο. Οι Τούρκοι δεν σταμάτησαν να αναζητούν τον Κολοκοτρώνη σε κάθε άκρη του Μοριά. Ήξεραν ότι ο Θοδωρής είχε κεντήσει με στίγμα μπαρούτης την χρονολογία γέννησής του στο χέρι του. Κάθε τόσο πήγαιναν στον Πασά ένα χέρι επιδεικτικά κρεμασμένο, που να είχε στίγμα μπαρούτης, λέγοντας ότι είναι του Κολοκοτρώνη και εισέπρατταν ένα σεβαστό μπαξίσι. Έπειτα μάθαινε πάλι ο πασάς ότι ο Κολοκοτρώνης ζει.
Περί του προδότη καλόγερου, λέγετε, ότι αυτός μεταμέλησε δια την επαίσχυντο προδοσία του. Έθαψε τα ακέφαλα πτώματα των Κολοκοτρωναίων πλησίον του ληνού μοιρολογώντας: -«Εγώ Γιάννη σε πρόδωσα, εγώ και θα σε θάψω».
Εφόσον μισήθηκε υπό πάντων αναγκάσθηκε να φύγει από τον τόπο και να μεταβεί στο Άγιο Όρος, όπου έζησε το υπόλοιπο της ζωής του σε πλήρη απομόνωση. Αυτό ήταν το τέλος των Κολοκοτρωναίων που θέλησαν στα μαύρα χρόνια του κατατρεγμού να μεταβούν στη Μονή των Αιμιαλών για να βρούνε κάποιο αποκούμπι για λίγο ξεκούραση και φαγητό.
Μοίρα σκληρή βάρυνε εξ αρχής την οικογένεια των Κολοκοτρωναίων, που επί πέντε σχεδόν γενεές θυσιάζονταν στον ιερό βωμό του αγώνα δια την αποτίναξη του Τουρκικού ζυγού της πατρίδας μας. Ο δε λαός μας μετά από τα τόσα παθήματα της οικογένειας των Κολοκοτρωναίων, παροιμιωδώς μετέφερε σε περιπτώσεις συνεχώς πασχόντων ανθρώπων και δεινά τυραννημένων, δια της φράσης: «Πληρώνει Αμαρτίες Κολοκοτρωνέϊκες».
Ο Γ. Καρβελάς στο βιβλίο του «Παρατηρήσεις περί του Θεοδώρου Κολοκοτρώνη», αποδίδει ότι οι Κολοκοτρωναίοι είχαν καταστεί μάστιγα για τον Χριστιανικό πληθυσμό, αναφέρων μάλιστα το εξής περιστατικό: Μερικές νεανίδες κατά τα γεγονότα της Μονής Αιμιαλών βρίσκονταν πέρα από το ποτάμι και έβλεπαν τα διαδραματιζόμενα και μετά χαράς έβλεπαν και χόρευαν και τραγουδούσαν, βλέποντας ότι απαλλάσσονταν από τον εφιάλτη της συμμορίας των Κολοκοτρωναίων, που λύμαινε την περιοχή. Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης αργότερα παραπλέων κοντά στο Άθως, έστειλε επιστολή στον εκεί Πατριάρχη Γρηγόριον τον Ε΄, εκεί που βρίσκονταν εξόριστος και του εξομολογήθηκε ότι «πνέει κατά των Δημητσανιτών εκδίκηση αίματος». Όμως ο Κολοκοτρώνης μετά από αυτό το γεγονός υπέστη σοβαρή μεταβολή στον χαρακτήρα του και στην σκέψη του. Διότι αναγκάσθηκε μετά το δράμα των Αιμιαλών να μεταβεί στην Ζάκυνθο, απαλλάχθηκε από τους κακούς συγγενείς. Ο παλαιός κλέφτης εξαφανίσθηκε από μέσα του και άρχισε να σκέπτεται σοβαρά και την θέση του κλέφτη την κατέλαβε ο θερμός πατριωτισμός για την Ελευθερία της Πατρίδος. Αφοσιώθηκε στο έργο της προετοιμασίας της απελευθέρωσης και της στρατηγικής του.
Περί του δράματος των Κολοκοτρωναίων στο ληνό της Ιεράς Μονής Αιμιαλών έχουν γράψει ο Τάκης Κανδηλώρος στο έργο του «Ιστορία της Γορτυνίας» και ο Τάσος Γριτσόπουλος στο έργο του «Η παρά την Δημητσάνα Μονή Αιμιαλούς». Εδώ υπάρχει και η περιγραφή της Μονής τεχνοκριτική και ιστορική. Πληθέστερη έκθεση της Ιστορίας της Μονής, μετά τεχνοκριτικής υπάρχει στο βιβλίο του ιστοριοδίφη Γεωργίου Καρβελά «Τα Μνημεία της Δημητσάνας».
Ο ληνός κτίσθηκε μεταξύ 20 Απριλίου και 1η Αυγούστου. Από τον κώδικα της Μονής Αιμιαλών πληροφορούμεθα τις ειδήσεις...
Το σχετικό σημείωμα έχει ως εξής «1781 Απριλίου 20 αρχίσαμε το ληνό στις Φακίστρες και ετελειώθη Αυγούστου 1. Ήταν ηγούμενος ο Παρθένιος Μπεγλόπουλος. Τα έξοδα τα έβαλε ο Άγιος π. Κορώνης κύρ Μακάριος Παπαγιαννόπουλος. Τα έβαλε, όμως τα πήρε πίσω και άλλα ακόμη του Μοναστηριού...».
Στο ληνό της Μονής, ο οποίος σώζεται μέχρι σήμερα υπάρχει μια μαρμάρινη πλάκα επί της οποίας αναγράφονται τα εξής:
«Ληνός Κολοκοτρωναίων, παρασκευάζοντες τον εθνικόν αγώνα, έπεσαν προ του ληνού τούτου την 1ην Φεβρουαρίου 1806 έξι κλέφται Κολοκοτρωναίοι υπό τον Γιάννην Ζορμπάν».

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...