Όταν η Πατρίδα περνούσε περίοδο πολιτικής αστάθειας, λόγω σχηματισμού κυβερνήσεως , ο Γέροντας πονούσε και ευχόταν πολύ. Την Τρίτη φορά που θα γίνονταν εκλογές σε μικρό χρονικό διάστημα συνέβη το εξής, όπως διηγήθηκε: «Ήταν παραμονή εκλογών. Καθόμουν στο ξυλοκρέββατο στο Αρχονταρίκι και έλεγα την ευχή. Ξαφνικά παρουσιάστηκε ο διάβολος με την μορφή του ...; (ανωτάτου πολιτικού προσώπου της εποχής εκείνης του οποίου κατέκρινε ενέργειες καταστρεπτικές) και με απειλούσε. Αλλά δεν μπορούσε να πλησιάση. Ήταν σαν δεμένος, κάτι τον κρατούσε και σφιγγόταν».

Το ίδιο βράδυ ο Γέροντας παρουσιάσθηκε σε έναν έγγαμο ιερέα στον ύπνο του. Του είπε αυστηρά: «Πάπα- ...; τι κοιμάσαι; Σήκω να κάνης προσευχή, γιατί η πατρίδα...
κινδυνεύει».

Την σωτηρία του Έθνους την περίμενε από τον Θεό. Έλεγε: «Αν ο Θεός άφηνε την τύχη του έθνους στους πολιτικούς θα καταστρεφόμασταν. Αλλά αφήνει λίγο τα πράγματα, για να φανούν οι διαθέσεις του καθενός».

 Για τους πολιτκούς που έκαναν κακό στο Έθνος έλεγε: «Με αναπαυμένη συνείδηση παρακαλώ τον Θεό να τους δίνη μετάνοια και να τους παίρνη, για να μην κάνουν μεγαλύτερο κακό, και να αναστήση Μακκαβαίους».

Πίστευε ότι ένας μοναχός μπορεί να βοηθήση ολόκληρο το έθνος. «Άλλον ο Θεός τον κάνει μοναχό για να βοηθήση μία οικογένεια και άλλον για να βοηθήση ολόκληρο Έθνος. Το Άγιον Όρος πολλά μπορεί να προσφέρη. Μπορεί να δημιουργήση πάλι το Βυζάντιο από το οποίο προήλθε».

(Από το βιβλίο του Ιερομονάχου Ισαάκ, βίος Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου)