Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μνημόσυνα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μνημόσυνα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο, Φεβρουαρίου 14, 2015

Για όσους έφυγαν ...


 
Ο θάνατος αποτελεί έναν σταθμό μέσα στην ζωή !
 
Εκείνοι που φεύγουν, περιμένουν εμάς. Εμείς που μένουμε περιμένουμε να δούμε ξανά εκείνους! Χωρίς αυτήν την προοπτική ζωής, ο Θάνατος, εκτός από την ολοκλήρωση μιας πορείας, μεταβάλλεται από λύτρωση, σε τιμωρία. Σε αυτόν τον μεγάλο ύπνο, έχουμε όλοι συμμετοχή. Επειδή λοιπόν οι νεκροί πεθαίνουν , μόνον όταν τους λησμονήσουν οι ζωντανοί, μέσα από την λειτουργική πράξη της Εκκλησίας παραμένει ζωντανή η μνήμη του προσώπου. Για κάποιον που δεν μπορεί να πιστέψει στην αιωνιότητα, όλα αυτά είναι μάταια. 
Είναι λοιπόν καθήκον ιερόν, όταν θυμόμαστε όσους δεν είναι πλέον στα πρόσκαιρα, αλλά στα αιώνια, δεν είναι στα φθαρτά αλλά στα άφθαρτα, δεν βρίσκονται πλέον στα επίγεια αλλά στα ουράνια. Κάθε μέρα που περνά, μας φέρνει ακόμα πιο κοντά στο κλείσιμο του κύκλου. Οι κεκοιμημένοι φεύγοντας, δίνουν την σειρά τους σε εμάς. Σε αυτή την κοινή πορεία, το κοινό χρέος έχουμε όλοι μερίδιο. Όταν εμείς θυμόμαστε όσους ''έφυγαν'' κάποιοι άλλοι θα θυμηθούν και εμάς, μετά από εμάς ! 
 
Ας αναπαύει ο Θεός τις ψυχές των αγαπημένων μας προσώπων .
Αύριο , στην Λειτουργία των ψυχών  ,
ας θυμηθούμε τους δικούς μας ανθρώπους που έφυγαν ,
μα και πρόσωπα που δεν έχουν κανένα να τα θυμηθεί ...
Μνημόσυνο , είναι η ανάμνηση ,
και οι αναμνήσεις ανήκουν στην ζωή !
Στοχάζομαι λοιπόν πώς σήμερα και αύριο ,
μέσα από τις δικές μας αναμνήσεις ,
μέσα από τις δικές μας προσευχές ,
θα ξαναζωντανέψουμε
όσους τελικά δεν έφυγαν ποτέ από κοντά μας .
Απλά περιμένουμε την αντάμωση ξανά μαζί τους ...
στην αιωνιότητα , στο υπέρλαμπρο Φως !
 
Αιώνία τους η μνήμη !
 
 



 
Το ε'ιδαμε εδώ
 
,

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 13, 2015

Η ΕΥΧΗ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΚΕΚΟΙΜΗΜΕΝΟΥΣ

Η ΕΥΧΗ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΚΕΚΟΙΜΗΜΕΝΟΥΣ

Παράλληλα μέ τά τρισάγια, τά μνημόσυνα, τά ὀνόματα πού δίνομε στήν Προσκομιδή γιά μνημόνευσι, μαζί μέ τά Σαρανταλείτουργα καί τίς ἐλεημοσύνες ὑπέρ τῶν ψυχῶν τῶν κεκοιμημένων, παράλληλα μέ ὅλα αὐτά πού ἔχει θεσπίσει ἡ ἁγία μαςἘκκλησία, ἐπιβάλλεται νά λέμε, τό ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἀνάπαυσον τούς δούλους σου''.
Αὐτή ἡ προσευχή ἐνδείκνυται περισσότερο γιά τούς κεκοιμημένους σέ σχέσι μέ τούς ζῶντας ἀδελφούς μας, ἐφ᾽ ὅσον οἱ κεκοιμημένοι δέν μποροῦν πλέον νά βοηθήσουν τόν ἑαυτό τους. Διότι ἔχει πλέον λήξει ἡ προθεσμία μετανοίας τους.
Ὁ πανάγαθος ὅμως Θεός, ἔστω καί τήν τελευταία στιγμή, θέλει ὅλους νά τούς σώση.
Ἐδῶ εἶναι ἕνα λεπτό σημεῖο, πού φαίνεται ἡ ἀρχοντιά τοῦ Θεοῦ ἡ ὁποία ἀντί νά μᾶς συγκινῆ, πολλές φορές μᾶς σκανδαλίζει. Ἐάν ἐπενέβαινε ἀπό μόνος του ὁ Θεός γιά νά σώση τίς ψυχές τῶν κεκοιμημένων θά παραβίαζε τήν ἐλευθερία τους, τό αὐτεξούσιο.
Ὁπότε περιμένει ἀπό μᾶς ὁ καλός Θεός νά προσφέρωμε ἐλεύθερα τό δικό μας αὐτεξούσιο ὑπέρ τῶν ψυχῶν τῶν κεκοιμημένων γιά νά βρῆ "ἀφορμή" νά βοηθήση ὅλες αὐτές τίς ψυχές. Καί ἔτσι οἱ πάντες ὠφελοῦνται. Καί οἱ σεσωσμένοι, καί οἱ κολασμένοι, ἐφ᾽ ὅσον καί στίς δύο καταστάσεις ὑπάρχουν ἄπειρες διαβαθμίσεις.
Ὅταν ξεκινᾶμε τήν εὐχή τοῦ Ἰησοῦ, μέ ἤ χωρίς κομβοσχοίνι, τήν πρώτη μόνο φορά ἐνδείκνυται νά ἀναφέρωμε κάποια ὀνόματα κεκοιμημένων, ὅπως ὀνόματα συγγενῶν γνωστῶν κλπ. Νά ἀναφέρωμε δηλαδή τήν πρώτη μόνο φορά τά ὀνόματα αὐτά καί μετά ἐν συνεχείᾳ χωρίς νά ζαλιζώμεθα καί ἔτσι νά συγχέεται ὁ νοῦς μας, ἐπαναλαμβάνοντας συνεχῶς τά ἴδια ὀνόματα, νά λέμε ἁπλᾶ μόνο τό ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἀνάπαυσον τούς δούλους Σου''. Ἐκεῖ μέσα, στό ''ἀνάπαυσον τούς δούλους Σου'', εὑρίσκονται ὅλοι οἱ ἀπ᾽ αἰῶνος κεκοιμημένοι ἀδελφοί μας, ἀλλά ἐπί πλέον κατά ἕναν ἐντελῶς ξεχωριστό, μοναδικό καί ἰδιαίτερο τρόπο, εὑρίσκονται καί τά ὀνόματα πού ἀναφέραμε τήν πρώτη μόνο φορά, στήν ἀρχή.
ΑΡΧΙΜ. ΑΡΣΕΝΙΟΣ ΚΑΤΕΡΕΛΟΣ

ΣΑΒΒΑΤΟ ΤΩΝ ΨΥΧΩΝ (ΨΥΧΟΣΑΒΒΑΤΟ)

Του θεολόγου κ. Ανδρέα Κυριακού

Το Σάββατο πριν από την Κυριακή της Απόκρεω ονομάζεται Ψυχοσάββατο, διότι, κατά το Τριώδιο, τη μέρα αυτή μνημονεύομε όλους όσους έχουν κοιμηθεί ευσεβώς (δηλαδή όλους τους Ορθοδόξους Χριστιανούς) με την ελπίδα της αναστάσεως για την αιώνια ζωή.

Βρισκόμαστε ενώπιον του φοβερού μυστηρίου του θανάτου. Η Μητέρα μας Εκκλησία δεν λησμονεί, ούτε διαγράφει από τις προσευχές της κανένα από τα τέκνα της που έχουν αναχωρήσει από αυτή τη ζωή, ανεξάρτητα από το πότε έγινε αυτό. 
Κατά τα Ψυχοσάββατα βλέπει κανείς πλήθος χαρτάκια, παντός σχήματος και μεγέθους, με καταλόγους από ονόματα, ανορθόγραφα και κακογραμμένα πολλές φορές, που δείχνουν την έγνοια των χριστιανών για τους προσφιλείς τους που έχουν αποδημήσει εις Κύριον. 

Ενας μεγάλος Άγιος του 20ου αιώνος, ο Άγιος Νικόλαος ο Πλανάς, κρατούσε για πολύ καιρό τα σημειώματα με τα ατέλειωτα ονόματα των χριστιανών, που τους μνημόνευε κατά την Προσκομιδή σαν λειτουργός. 
Κάτι ήξερε ο Άγιος και μνημόνευε ακατάπαυστα, μέχρι να καταστραφούν τα χαρτάκια. 

Η Εκκλησία είναι σαφής εν προκειμένω: Όταν ο άνθρωπος αναχωρήσει από τον κόσμο αυτό βρίσκεται πλέον στο έλεος του Θεού. Τότε η Μητέρα του, δηλαδή η Εκκλησία, αλλά  κι οι συγγενείς του, δηλαδή οι πιστοί, επικαλούνται συνεχώς τη χάρη του Θεού γι’ αυτόν. Εφόσον η Δευτέρα Παρουσία δεν έγινε ακόμα η Εκκλησία και οι προσφιλείς των νεκρών έχουν δικαίωμα να ζητούν από τον φιλάνθρωπο Θεό να τους συγχωρήσει. 

Στο Βίο του Αγίου Θεοδοσίου του Τσερνίκωφ,που έζησε στη Ρωσία, αναφέρεται ότι κάποτε παρουσιάστηκε στον ύπνο ενός ιερέως ο Άγιος και του ζήτησε να μνημονεύει τους γονείς του, λέγοντάς του συνάμα τα ονόματά τους Μιχαήλ και Μαρία. Ο ταπεινός ιερέας εξεπλάγη από το αίτημα και ρώτησε: Μα γιατί εσύ, Άγιε του Θεού, που έχεις τόση παρρησία στο Θεό, χρειάζεσαι εμένα τον αμαρτωλό και τις προσευχές μου; Τότε ο Άγιος του εξήγησε πόση δύναμη έχουν οι προσευχές των ιερέων. 

Σε μια ταφόπλακα στις κατακόμβες της Ρώμης βρέθηκε μια επιγραφή στα λατινικά που έγραφε: Paule et Petre petite pro Victore, δηλαδή Παύλε και Πέτρε (αναφέρεται στους κορυφαίους Αποστόλους) ικετεύσετε για το Βίκτωρα (ο τελευταίος ήταν ο ένοικος του τάφου). Οι αρχαίοι Χριστιανοί γνώριζαν τα μνημόσυνα και  ζητούσαν τις μεσιτείες των Αποστόλων. 

Μια φορά που βρέθηκα στο Σινά, στο καθολικό της Μονής, άκουσα το λειτουργό να μνημονεύει τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό και τη γυναίκα του. Στις μονές του Αγίου Όρους μνημονεύονται οι αυτοκράτορες Νικηφορός Φωκάς κι Ιωάννης Τσιμισκής. 

Το Ψυχοσάββατο θυμίζει και σε μας το γεγονός ότι είμαστε προσωρινοί και παρεπίδημοι στον κόσμο αυτό. Μας κτυπά καμπανάκι για να κανονίσουμε τους λογαριασμούς μας με το Θεό.

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 11, 2015

Ψυχοσάββατο: να μην ξεχάσω...



                                      


Ψυχοσάββατο. Μέρα ξεχασμένη για τους πολλούς του κόσμου. Ο θάνατος είναι άλλωστε για τη νοοτροπία της εποχής μας το τέρμα. Οι κεκοιμημένοι μάς πονούν, αλλά πρέπει να ζήσουμε. Να προχωρήσουμε. Και το μνημόσυνο είναι μόνο ατομική υπόθεση. Όταν συμπληρώνονται οι μέρες, οι σαράντα, ο χρόνος, θυμόμαστε. Πάμε στο ναό. Έρχονται και όσοι μας αγαπούν και όσοι αγαπούσαν τον κεκοιμημένο. Και φτάνει. Γιατί άραγε όλοι μαζί, να έχουμε δύο ημέρες το χρόνο στις οποίες να θυμόμαστε πάντας τους κεκοιμημένους. Έτσι δεόμεθα υπέρ μακαρίας μνήμης και αιωνίου αναπαύσεως πάντων των απ' αιώνος κεκοιμημένων ορθοδόξων χριστιανών, βασιλέων, πατριαρχών, αρχιερέων, ιερέων, ιερομονάχων, μοναχών, γονέων, προγονέων, πάππων, προπάππων, διδασκάλων, αναδόχων ημών εν τη πίστει...

Κι όμως. Στο ψυχοχάρτι του Σαββάτου των Απόκρεω, πριν την Κυριακή της ανάμνησης ότι θα έρθει η τελευταία Κρίση, όπως και το Σάββατο πριν την Πεντηκοστή, πριν την Κυριακή του ξεκινήματος της παρουσίας της Εκκλησίας στον κόσμο, αποτυπώνεται όχι μόνο η μνήμη, αλλά και η ελπίδα. Μνήμη ότι οι αγαπημένοι μας ουκ απέθανον αλλά κοιμώνται. Μνήμη ότι η αγάπη δεν νικήθηκε από το θάνατο. Ότι μπορεί ένα κομμάτι μας να έφυγε μαζί του, να τάφηκε στο χώμα, κι όχι μόνο από όσους γνωρίσαμε, αλλά και από όλους όσους έζησαν πολύ πριν από εμάς, απ' αιώνος, όμως τίποτε δεν τελείωσε. Επειδή Χριστός Ανέστη ο θάνατος εσκυλεύθη. Επειδή Χριστός Ανέστη θα βρεθούμε ξανά με όλους όσους προηγήθηκαν. Κοντά στον Θεό των πνευμάτων και πάσης σαρκός. Εν τόπω φωτεινώ και χλοερώ και αναψύξεως. Και δεν θα είναι η συνάντησή μας μόνο εν πνεύματι. Δικό μας και δικό τους. Θα έρθει η ώρα που το σώμα τους και το δικό μας θα βγούνε από τις κρύπτες του θανάτου. Και θα ενωθεί η συμφυΐα, σε έναν τρόπο αιώνιο και χωρίς μετατροπή. Όπου ο έσχατος εχθρός θα καταργηθεί. Και θα είναι η ύπαρξη συνάντηση με το Φως και την γλυκύτητα της ωραιότητος του προσώπου του Χριστού και των Αγίων Του. Η Εκκλησία που δεν θα είναι μόνο μια πρόσκληση ένταξης στο σώμα του Χριστού, αλλά το ίδιο το Σώμα από το οποίο δεν θα χρειαστεί να περιμένουμε.

Προγευόμαστε αυτή την χαρά να είμαστε μέλη του Σώματος κάθε φορά που τελούμε την Θεία Λειτουργία. Αυτήν στην οποία πιστεύουμε και ζούμε το διαρκές παρόν της Βασιλείας του Θεού. Της συνάντησης ζώντων και κεκοιμημένων, αγίων και αμαρτωλών, μελίσματος και μη διαίρεσης, βρώσεως και μη δαπανήσεως εν τω Χριστώ. Μόνο που τα δύο αυτά Σάββατα νιώθουμε τους κεκοιμημένους πιο κοντά μας. Γιατί δεν είμαστε μόνο εμείς που έχουμε να θυμόμαστε. Αλλά όλο το σώμα του Χριστού. Και η μνημόνευση των ονομάτων, μακρόσυρτη υπό τον ήχο του «Κύριε ελέησον», μάς υπενθυμίζει ότι η αγάπη δεν είναι μόνο για τους οικείους και συγγενείς, αλλά για όλους που εν Χριστώ γίνονται οι κατεξοχήν οικείοι μας. Οι αδελφοί μας.

Ας βρεθούμε το απόγευμα της Παρασκευής και το πρωί του Σαββάτου στο ναό της γειτονιάς μας. Μεγαλύτεροι και μικρότεροι. Πρέπει να ζήσουμε, αυτό είναι δεδομένο. Έτσι κι αλλιώς ο θάνατος για μας δεν είναι τέρμα, αλλά μια στάση και ένα πέρασμα, ένα Πάσχα. Τη στάση την περνάμε μόνοι μας, ακόμη κι αν έχουμε την ώρα του θανάτου κοντά μας αυτούς που μας αγαπούνε. Ο θάνατος είναι η προσωπική μας έξοδος, στην οποία κανείς δεν μπορεί να βοηθήσει, να καταλάβει, να συντροφεύσει. Μία ροπή όμως είναι η στάση. Και μπαίνουμε στο πέρασμα της ανάστασης. Συντροφευμένοι από όσους έχουν προηγηθεί και πρωτίστως όσους αγάπησαν το Θεό και τον άνθρωπο. Κι αυτοί θα μας οδηγήσουν στο να αναγνωρίσουμε Εκείνον που θανάτω τον θάνατον επάτησε.
Ας Τον παρακαλέσουμε λοιπόν. Και των κεκοιμημένων μνημόνευσον Σωτήρ μου, εν δόξη όταν έλθης. Των δικών μας και όλων των ανθρώπων. Να συναντιόμαστε στην αγάπη Σου!



Ψυχοσάββατο: να μην ξεχάσω...
...να δώσω τα ονόματα των νεκρών μου στην Εκκλησία,
για να μνημονευτούν
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

Τρίτη, Δεκεμβρίου 09, 2014

Ποιά είναι η σημασία των μνημοσύνων;

Η Εκκλησία μας διδάσκει ότι ο άνθρωπος εδημιουργήθηκε με ιδιαίτερη δημιουργική πράξι του Θεού από σώμα και ψυχή ( Γένεσις Β 7), με την δυνατότητα να μη αποθάνη εις τον αιώνα, εφ’ όσον θα τηρούσε την εντολή του Θεού. Δηλαδή εφ’όσον θα ήθελε να μένη κοντά στον Θεόν, που είναι η πηγή της ζωής (Γένεσις Γ 16-17). Ο άνθρωπος, δυστυχώς, παραπλανηθείς από τον αρχέκακον όφιν, τον Σατανάν, παρέβη την εντολή του Θεού, εξεδιώχθη του παραδείσου, ευρέθηκε στα αγκάθια και τα τριβόλια της ζωής, στην θλίψι, στον πόνο και στα δάκρυα, ωδηγήθηκε στη φθορά και στον θάνατον του σώματος, « ίνα μη το κακόν αθάνατον γένηται». Όμως εδόθη εις τους Πρωτοπλάστους η πρώτη καλή είδησις, το λεγόμενον Πρωτευαγγέλιον· Ότι δηλαδή από την Εύα θα γεννηθή εκείνος που θα συντρίψη το κεφάλι του όφεως (του Σατανά) (Γένεσις Γ 15).  Έτσι, «ότε ήλθε το πλήρωμα του χρόνου» (Γαλάτας Δ΄ 4), εγεννήθη εκ της Παρθένου Μαρίας ο Σωτήρ και Λυτρωτής του κόσμου, ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός. Με την Σάρκωσί Του προσέλαβε τον άνθρωπο ( ανθρώπινη φύσιν: ψυχή και σώμα ) και αφού τον απάλλαξε από την κυριαρχία του Σατανά, τον καθάρισε και τον αγίασε στον Σταυρό· Δια της Αναστάσεώς του τον ανέστησε και δια της Αναλήψεώς  του τον οδήγησε και πάλιν στα δεξιά του Θεού και Πατρός .
Αυτά όλα πραγματοποιούνται έκτοτε στον κάθε άνθρωπο που γεννιέται και ασπάζεται την χριστιανική πίστι, βαπτίζεται ( Μάρκου ΙΣΤ  16, Ματθαίου ΚΗ 18-20), μυρώνεται και ζει ως ζωντανό μέλός της Εκκλησίας μας. Κεφαλή της Εκκλησίας μας όμως είναι ο Θεάνθρωπος Ιησούς, μέλη της δε είναι πάντες οι βαπτισμένοι καί μυρωμένοι χριστιανοί, ζώντες και κεκοιμημένοι. Και όπως οι ζώντες προσευχόμεθα δια τους ζώντες συνανθρώπους μας,έτσι προσευχόμεθα και δια τους κεκοιμημένους προσφιλείς μας. Το ίδιο κάνουν και οι κεκεοιμημένοι (οι άγιοι) για μας. Διάβασε και την παραβολήν του άφρονος πλουσίου (Λουκά ΙΣΤ  19-31). Είναι σχετική και πολύ διδακτική. Αυτή είναι η σημασία των Μνημοσύνων· Είναι προσευχές ημών των ζώντων δια τους κεκοιμημένους προσφιλείς μας, προς τους οποίους έχουν κάποια ωφέλεια . Ποίαν, ο Θεός γνωρίζει. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέγει · «Μη αμφιβάλλεις ότι ο αποθανών θα λάβη κάτι καλό από τις προσευχές που κάνεις εσύ».
  • Πότε και πού γίνονται τα μνημόσυνα
Τα μνημόσυνα μπορεί να γίνωνται παντού και πάντοτε, κυρίως κατά την τέλεσι της Θείας λειτουργίας. Η Εκκλησία μας έχει όλα τα Σάββατα αφιερώσει για  προσευχές  υπέρ των  κεκοιμημένων. Όμως δύο Σάββατα, το Σάββατο προ των Απόκρεω και το Σάββατο πρό της Πεντηκοστής είναι τα δύο κύρια Ψυχοσάββατα. Και το μεν Σάββατο προ των Απόκρεω, διά να  προσευχηθούμε και δια τους κεκοιμημένους προσφιλείς μας, ώστε  να δικαιωθούν και αυτοί κατά την δευτέραν παρουσίαν του Κυρίου  και να τους κατατάξη ο Θεός στα δεξιά Του μετά των αγίων του, το δε πρό της Πεντηκοστής, ίνα το Πανάγιο Πνεύμα καθαρίση και αγιάση και τους κεκοιμημένους προσφιλείς μας.
Κυρίως τα μνημόσυνα γίνονται εντός των  ιερών Ναών με την τέλεσι της Θείας Λειτουργίας, κατά τήν οποίαν εις την Προσκομιδή τίθεται στό Δισκάριον ο «Αμνός», ο Σωτήρας μας Κύριος Ιησούς Χριστός, η Θεοτόκος, οι Άγγελοι και πάντες οι άγιοι και οι κεκοιμημένοι  προσφιλείς μας, που τους μνημονεύει ο ιερέας, αλλά και εμείς οι ζώντες. Στην αγία Προσκομιδή δηλαδή είναι ολοκληρη η Εκκλησία, ζώντες ( οι αγωνιζόμενοι) και κεκοιμημένοι ( η θριαμβεύουσα Εκκλησία).
Βεβαίως τελούνται επιμνημόσυνες δεήσεις ( Τρισάγια) και επί του τάφου των προσφιλών μας , γιατί έτσι αισθανόμεθα ζωηροτέραν την ανάμνησι της παρουσίας των και οι προσευχές μας είναι περισσότερον θερμές (σαν τα δάκρυά μας)  και κατανυκτικές. Όμως  όπου να είμεθα μπορούμε και πρέπει να προσευχόμεθα «Εν παντί καιρώ και τόπω».
  • Με τη θεία κοινωνία αναπαύονται οι ψυχές;
Βεβαίως ΝΑΙ. Διότι, ως παραπάνω εσημειώθη, προσφέρεται υπέρ αυτών η θεία  Ευχαριστία. Αλλά η συμμετοχή των πενθούντων στην θεία κοινωνία κατά την τέλεσι των μνημοσύνων ευχαριστεί τις ψυχές, κυρίως διότι έτσι δείχνεται ότι έχει ήδη γίνη πραγματικότητα γι' αυτούς, τους πενθούντας δηλαδή, ό,τι ο άφρονας πλούσιος παρεκάλεσε τόν Αβραάμ για τα αδέλφια του. Να στείλη δηλαδή τον Λάζαρον να ειπή στα αδέλφια του να μετανοήσουν, για να μη πάνε καί αυτά στην κόλασι. Η ιδική μας χριαστιανική ζωή, η ζωή σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, ασφαλώς ευχαριστεί  τους κεκοιμημένους προσφιλείς μας, αλλά κάνει και τις προσευχές μας να εισακούωνται από τον Θεόν καλύτερα, γιατί ενώ «αμαρτωλών ο Θεός ουκ ακούει»,  «πολύ ισχύει δέησις δικαίου ενεργουμένη» ( Ιακώβου Ε΄ 16).
  • Οι ψυχές βλέπουν ;
Βεβαίως ΝΑΙ .Έχομε τα παραδείγματα των αγίων μας, οι οποίοι προστρέχουν εις βοήθειά μας , αλλά και του άφρονος πλουσίου που ευρίσκεται στην κόλασι και βλέπει τον Αβραάμ και στούς κόλπους του τον Λάζαρον, αλλά θυμάται και τούς αδελφούς του στήν γη και εκφράζει την επιθυμία να μετανοήσουν και νά σωθούν ( Λουκά ΙΣΤ΄ 19-31).
  • Γιατί ανάβουμε το καντήλι στό σπίτι μας
Ο Τριαδικός Θεός ημών  ονομάζεται Τρισήλιος Θεότης. Έτσι σ΄ένα τροπάριο της Κυριακής της Πεντηκοστής λέγεται · «Φώς ο Πατήρ , Φώς ο Υιός , Φώς καί τό Άγιον Πνεύμα...» Γι' αυτό και ο Θεός το φώς την πρώτη ημέρα της δημιουργίας εδημιούργησε· Γι' αυτό το φώς του Χριστού θέλει η Εκκλησία μας να φωτίζη παντού· Γι' αυτό  την εορτή της φανερώσεως της Αγίας Τριάδος (6ην Ιανουαρίου) ονομάζει εορτή των Φώτων.  Υιός φωτός θέλει να είναι ο κάθε πιστός· Λαμπάδα αναμμένη δίνουμε στον νεοφώτιστο. Φώτα –πολύφωτα και πολυέλαιοι ανάβουν στους Ναούς μας, καντήλια και πολυκάντηλα ανάβουμε στις εικόνες του τέμπλου και τα άλλα προσκυνητάρια . Ακοίμητη καντήλα καίει στην αγία Τράπεζα. Γι' αυτό ανάβουμε καντήλι και στο εικονοστάσι του σπιτιού μας. Είναι τούτο μια μικρή καθημερινή θυσία και προσφορά στον Θεόν και στους αγίους μας. Είναι εκφραστικόν ότι το σπίτι μας και οι κατοικούντες σ΄ αυτό είναι άνθρωποι του φωτός  και ανάλογα, φωτεινά είναι τα έργα τους.
Τέλος  με το άναμα του καντηλιού φανερώνουμε ότι θέλουμε να ζούμε με το φώς, μέσα στο φώς του Θεού και όχι στο «σκότος το εξώτερον» ( Ματθαίου ΚΕ΄ 30 ), «το ητοιμασμένον τω διαβόλω και τοις αγγέλοις αυτού» (Ματθαίου ΚΕ΄ 41).

Τρίτη, Ιουλίου 22, 2014

Τα λειτουργικά έκτροπα που συνδέονται με τα μνημόσυνα

Τελευταία τείνει να επικρατήσει μια συνήθεια ισοπεδώσεως της Παραδόσεως. Έτσι είθισται ορισμένοι από τούς πιστούς μας κατά τα μνημόσυνα των κεκοιμημένων τους να μην προσκομίζουν στο ναό κόλλυβα αλλά αντί αυτών κουλουράκια, πίτες και διάφορα γλυκίσματα. Αντί του πρόσφορου να προσκομίζουν έτοιμα βιομηχανοποιημένα πρόσφορα. Αντί του προσφερομένου κόκκινου οίνου να προσκομίζουν λευκό οίνο. Αντί της πατερικής φιλανθρωπίας να εμφανίζεται μια τάση επιδείξεως και δωρεάς προ σωματεία και ιδρύματα όχι με σκοπό τη χριστιανική βοήθεια. Στην ίδια σειρά τείνουν να ξεχασθούν και πολλές άλλες ακόμα παραδοσιακές συνήθειες, όπως: συνεχείς μνημονεύσεις των κεκοιμημένων κατά τις Θειες Λειτουργίες· ψυχωφέλιμες επισκέψεις στα κοιμητήρια αφ' ενός μεν για τη φιλοσόφιση του μυστηρίου του θανάτου και αφ' ετέρου δε για την κοινωνία μετά των κεκοιμημένων μας· προσφορά προσφόρων καθ’ όλη τη διάρκεια του εκκλησιαστικού έτους ιδιαιτέρως δε κατά τα ψυχοσάββατα· δωρεές και φιλανθρωπίες στα εκκλησιαστικά καθιδρύματα και τέλος τακτική τέλεση θείων Λειτουργιών, Τρισαγίων και προσευχών. 
Συνηθίζεται σήμερα το κόλλυβο να ανατίθεται στα γραφεία μνημοσύνων και οι συγγενείς να εφησυχάζουν ότι εκτελούν το χρέος προς τον κεκοιμημένο τους. Οι ναοί, όταν τελούνται μνημόσυνα τείνουν να μοιάζουν με ανθόκηπους. Υπάρχει μια συνήθεια Δυτικής προελεύσεως να ωραιοποιείται ο θάνατος ή με οποιοδήποτε τρόπο να περνά απαρατήρητος από τους ζωντανούς ανθρώπους. Η συνήθεια αυτή των μεγάλων στολισμών πρέπει να περικοπεί και να επικρατήσει το πατερικό μέτρο. Ειδικότερα, χρειάζεται μια επιστροφή στην παράδοση που συνίσταται στη γνώση των τελουμένων κατά τα μνημόσυνα καθώς και στην ωφέλεια που πρέπει κι επιβάλλεται να κομίζουν πρωτίστως οι μεν κεκοιμημένοι μας από αυτά, δευτερευόντος δε και οι επιτελούντες αυτά. Στα παραπάνω πρέπει να τονίσουμε και τη σημασία της συμμετοχής των συγγενών των κεκοιμημένων στη Θεία Ευχαριστία, η οποία συνδέεται άρρηκτα με το μυστήριο της μετανοίας. Δυστυχώς, συνηθίζεται σήμερα πολλοί από τους πιστούς μας όταν πρόκειται να τελέσουν το μνημόσυνο συγγενών τους, να μην προσέρχονται από νωρίς στο ναό, όπου τελείται το μνημόσυνο αλλά να παρίστανται την τελευταία στιγμή που θα διαβαστεί μόνο το δικό τους μνημόσυνο. Με αυτό τον τρόπο παραβλέπεται ένας βασικός παράγοντας που ορίζει ότι η τέλεση του μνημοσύνου συνδέεται άρρηκτα με την προσφορά της αναιμάκτου Ευχαριστίας υπέρ αναπαύσεως των κεκοιμημένων. Αυτό πάλι έχει σαν προϋπόθεση ότι το μνημόσυνο πρέπει να συνδυάζεται με προσευχή και προετοιμασία, για την κοινωνία του Σώματος και του Αίματος του Χριστού, δηλαδή κοινωνία του Ποτηρίου μέσα στο όποιο συνευρίσκεται η αληθινή κοινωνία των ζώντων και των κεκοιμημένων εν ονόματι του εν Τριάδι θεού μας. Όταν λοιπόν έχουμε μνημόσυνο, οφείλουμε κυρίως για τον κεκοιμημένο μας να βρισκόμαστε από νωρίς στο ναό, να προσευχόμαστε υπέρ αναπαύσεως του καθ'όλη τη διάρκεια του μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας και οπωσδήποτε να συμμετέχουμε σ’αυτό. Ακόμη και οι φίλοι και γενικότερα οι προσκεκλημένοι στα μνημόσυνα οφείλουν να καταθέσουν ως προσφορά την προσευχή τους, για την ανάπαυση του κεκοιμημένου φίλου τους. Σήμερα συνηθίζουν πολλοί να περιμένουν έξω από το ναό, μέχρι να φθάσει η ώρα να αρχίσει η ακολουθία του μνημόσυνου. Όταν δε αρχίσει το μνημόσυνο παρατηρείται ένας στιγμιαίος συνωστισμός, ποιος θα πρωτοβρεθεί πιο κοντά στο κόλλυβο και ιδιαιτέρως πιο κοντά στα συγγενικά πρόσωπα του κεκοιμημένου, για να δείξει ότι είναι συνεπής σ' αυτήν την εκδήλωση συμπαθείας, όπως είθισται τελευταίως να αποκαλείται το μνημόσυνο. Όμως το μνημόσυνο έχει ως σκοπό τελέσεως του την προσφορά της προσευχής για την ανάπαυση του κεκοιμημένου. Εάν γίνεται κατά τον τρόπο πού παραπάνω περιγράψαμε μόνο δηλ. ως μια εκδήλωση κοινωνικού χρέους, τότε καμιά ωφέλεια δεν αποκομίζει ο κεκοιμημένος για τον όποιο και τελείται το μνημόσυνο και φυσικά ούτε και οι συμμετέχοντες ωφελούνται από αυτό. Ένα ακόμη στοιχείο που πολλές φορές τείνει να γίνει συνήθεια εις βάρος της ωφελείας των μνημοσύνων είναι και οι αναξίως προσερχόμενοι στα άχραντα μυστήρια. Πολλοί εκ των συγγενών του κεκοιμημένου συμμετέχουν στα άχραντα μυστήρια μόνο για το θεαθήναι και για τα «μάτια του κόσμου». Τη συνήθεια αυτή τη στηλιτεύουν πολλοί από τους Αγίους Πατέρες της Εκκλησίας μας και υπάρχουν και ιεροί κανόνες που απαγορεύουν την χωρίς προετοιμασία Θεία Μετάληψη.
πηγή

Πέμπτη, Ιουνίου 05, 2014

Πεντηκοστή-Ψυχοσάββατο


Ὁ Χριστὸς "ἐπεξηγώντας" στοὺς Σαδδουκαίους τὸ μυστήριο τῆς ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν ἔλεγε ὅτι εἶναι Θεὸς τοῦ Ἀβραάμ, τοῦ Ἰσαὰκ καὶ τοῦ Ἰακὼβ καὶ "οὐκ ἔστιν Θεὸς νεκρῶν, ἀλλὰ ζώντων" (Ματθ. 22, 32). Αὐτὴ τὴν διδαχὴ τοῦ Χριστοῦ ἀκολουθώντας ἡ Ἐκκλησία ἔθαπτε τοὺς βιολογικὰ νεκροὺς Χριστιανοὺς ἔξω ἀπὸ τὸν ναό, ἐντός τοῦ ὁποίου τελοῦσε τὰ μυστήρια καὶ ἰδιαιτέρως τὴν Εὐχαριστία θεωρώντας ὅτι "παρὰ τῷ Θεῷ πάντες ζῶσι".

Τὰ ψυχοσάββατα καὶ τὰ μνημόσυνα τῶν κεκοιμημένων (ὅταν τελοῦνται μὲ τὸν σωστὸ τρόπο) εἶναι ἡ οὐσιαστικότερη φανέρωση τοῦ μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Μέσα στὴν Ἐκκλησία οἱ ἄνθρωποι ἀγωνίζονται νὰ πάψουν νὰ εἶναι μονάδες, τμήματα, μέλη καὶ προσπαθοῦν νὰ ἑνωποιηθοῦν στὸ ἕνα σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Νὰ γίνουν ἀδέρφια. Νὰ γίνουν ἕνα σῶμα. Νὰ ἐλευθερωθοῦν ἀπὸ τὸ ἀποσπασματικὸ καὶ νὰ γίνουν ὁλοκληρία. Νὰ βιώσουν τὰ λόγια τῆς προσευχῆς τοῦ Χριστοῦ πρὸς τὸν Πατέρα ὅταν παρακαλεῖ γιὰ τοὺς μελλοντικοὺς Χριστιανοὺς (ποὺ θὰ ὑπάρξουν ἀπὸ τοὺς λόγους τῶν ἀποστόλων): "νὰ εἶναι ἕνα ὅπως ἐμεῖς (Πατὴρ καὶ Υἱὸς) εἴμαστε ἑνωμένοι καὶ νὰ ἑνωθοῦν μαζί μας γιὰ νὰ πιστεύσει ὁ κόσμος ὅτι Σὺ μὲ ἔστειλες" (Ἰω 17, 21).

Αὐτὸ τὸ ἔργο, τῆς ἑνώσεως μὲ τὸν Χριστὸ καὶ μεταξύ μας, γιορτάζουμε στὴν ἑορτὴ τῆς Πεντηκοστῆς. Τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, τὸ τρίτο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὁ Ἅγιος Παράκλητος ἔρχεται μὲ τὴν Πεντηκοστὴ στὸν κόσμο καὶ στὴν Ἐκκλησία γιὰ νὰ ὁδηγήσει τοὺς ἀνθρώπους στὴν ἀλήθεια τῆς ἐλευθερίας ἀπὸ τὸν ἐγωισμὸ ὁ ὁποῖος κάνει δύσκολη τὴν ἑνότητα.

Τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο φωτίζει καὶ ἁγιάζει τὶς καρδιὲς ὥστε νὰ μάθουν νὰ ἀγαποῦν καὶ ἔτσι νὰ μοιάσουν τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ κέντρο τοῦ κύκλου. Ἐμεῖς εἴμαστε οἱ ἀκτίνες τοῦ κύκλου. Ὅσο πορευόμαστε πρὸς τὸ κέντρο τοῦ κύκλου τόσο πλησιάζουμε καὶ μεταξύ μας. Ἐγγίζοντας πρὸς τὸν Χριστὸ "ἐν ταυτῷ" ἐγγίζουμε καὶ πρὸς ἀλλήλους. Τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ φωτίζει σ’ αὐτὴν τὴν διπλὴ πορεία ἐνδυναμώνοντάς μας στὸν κόπο τῆς ἐξόδου ἀπὸ τὴν ἐγωιστική μας αὐταπάτη. Μένοντας στὸν ἐγωισμό, μένουμε μόνοι. Ἀκίνητοι σὲ αὐταπάτη ἀεικινησίας. Ἀπλησίαστοι καὶ ἀδιάφοροι. Ξένοι. Μὲ μία καρδιὰ ποὺ γίνεται σιγὰ-σιγὰ "λίθινη". Ὁ Θεὸς μὲ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, διὰ τοῦ προφήτη Ἰεζεκιήλ, κραυγάζει: "Δῶστε μου τὴν πέτρινη καρδιά σας καὶ θὰ τὴν κάνω σάρκινη" (Ἰεζ. 36, 26). Σὲ μᾶς μένει νὰ ἀνταποκριθοῦμε. Ἂν ναί, τότε θὰ ΄ρθεῖ καὶ θὰ κατοικήσει μέσα μας καὶ θὰ γεμίσει ἡ καρδιά μας ἀπὸ τὰ δῶρα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος: "ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις, πραότης, ἐγκράτεια" (Γαλ. 5, 22).

Ὅταν, λοιπόν, αὐτά, ἔστω καὶ κατ’ ἀρχὰς καὶ ἐν μέρει, ἀρχίσουν νὰ ὑπάρχουν στὰ μέλη-χριστιανοὺς τῆς Ἐκκλησίας, τότε ἀρχίζει νὰ σαρκώνεται τὸ μέγα μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας. Τότε οἱ Χριστιανοί, μέσα στὴν ἐλευθερία τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ τὴν ὁποία Ἐκεῖνος τοὺς ἔδωσε καὶ γιὰ τὴν ὁποία χαίρουν• ἀγαποῦν καὶ νοιάζονται ὁ ἕνας τὸν ἄλλο. Γίνονται ἀδέρφια. Ἀποχτοῦν κοινότητα σκέψης καὶ τρόπου. Γίνονται κοινότητα σὲ ὅλα, στὴν χαρά, στὴν θλίψη, στὶς ἀνάγκες, στὴν ἄνεση. Τότε οἱ ἀρετὲς ποὺ φυτρώνουν σιγὰ-σιγὰ στὴν καρδιὰ ἀρχίζουν νὰ καρποφοροῦν καὶ ὅλοι οἱ ἄνθρωποι (δικοί μας καὶ ξένοι) γίνονται ἀδέρφια μας.

Γνωρίζοντας τὴν ἀδυναμία καὶ τὸ τρεπτὸ τῆς φύσεως οἱ χριστιανοὶ ἀγωνίζονται γιὰ ὅσο γίνεται μεγαλύτερη μετοχὴ στὴν χάρη τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Ὄχι μηχανικά, μὲ μόνη τὴν μετοχὴ στὰ μυστήρια, ἀλλὰ οὐσιαστικά. Μὲ τὴν βοήθεια τῶν μυστηρίων, στὴν ἐλευθερία ἀπὸ τὸν ψυχοσωματικὸ ἐγωισμὸ ποὺ ἐμποδίζει τὴν ἀγάπη καὶ ἀνακόπτει τὴν πορεία πρὸς τὴν ἀδερφό.

Στὴν γιορτὴ λοιπὸν τῆς ἁγίας Πεντηκοστῆς ποὺ εἶναι φανέρωση τοῦ τρόπου τῆς Ἐκκλησίας, οἱ χριστιανοὶ (τὴν παραμονὴ) προσεύχονται γιὰ τοὺς ἀδερφούς τους ποὺ ἔχουν φύγει ἀπὸ αὐτὸν τὸν κόσμο καὶ ἔχουν περάσει στὴν κατάσταση ποὺ προσδιορίζεται μόνον ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ.

Στὸ μέτρο ποὺ κάποιος ἔγινε μέτοχος τῶν ἀρετῶν τοῦ Χριστοῦ, τόσο Τοῦ μοιάζει, τόσο ἄνεση ἔχει στὴν σχέση μαζί Του. Οἱ μάρτυρες καὶ οἱ Ἅγιοι, μεγάλη· οἱ ὑπόλοιποι χριστιανοί, ἀνάλογα. "Ἀστὴρ ἀστέρος, διαφέρει ἐν δόξῃ". Ἀτυχῶς κάποιοι, πολὺ λίγο ἢ καὶ ἐπικίνδυνα λίγο, ὥστε τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ νὰ εἶναι γι’ αὐτοὺς ξένο ἢ καὶ ἐνοχλητικό!

Ἔρχεται λοιπὸν τώρα ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καὶ προσεύχεται μὲ τὴν Εὐχαριστία τὴν παραμονὴ τῆς ἁγίας Πεντηκοστῆς, (ποὺ εἶναι ἡ γιορτὴ τῆς δυνατότητος τῆς ἀνθρώπινης ἀλλαγῆς), καὶ παρακαλεῖ τὸν Κύριο τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου, τὸν Δεσπότη Χριστό, γιὰ ὅλους ὅσοι βρίσκονται ἐνώπιόν Του: Νὰ παραβλέψει ἀδυναμίες. Νὰ συγχωρήσει λάθη. Νὰ παραγράψει ἁγνοήματα. Νὰ δώσει ζωή. Νὰ φέρει ἐλπίδα ἀναπαύσεως.

Ἡ Ἐκκλησία παρακαλεῖ καὶ ἱκετεύει. Ὁ Χριστὸς θέλει. Ἡ τραγωδία εἶναι ὅτι ἴσως κάποιος δὲν ἐπιθυμεῖ καμμιὰ ἀλλαγή… Ἀκόμα καὶ τὴν ἑπομένη μετὰ τὸ ψυχοσάββατο ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, ὅλη ἡ Ἐκκλησία γονατιστὴ παρακαλεῖ γιὰ ὅσους ἔχουν φύγει "Δέξου Κύριε δεήσεις καὶ ἱκεσίες καὶ ἀνάπαυσε ὅλους τοὺς γονεῖς, τοὺς ἀδερφούς, τὰ τέκνα ὅλων καὶ κάθε ἄνθρωπο, ὅλους ὅσους ἔχουν πεθάνει, στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Ἀβραάμ, τοῦ Ἰσαὰκ καὶ τοῦ Ἰακώβ…".

Ἡ συμμετοχή μας λοιπὸν στὴν γιορτὴ ἂς γίνει μία προσπάθεια κατανόησης τῆς σχέσης μας μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα (κάθαρση-φωτισμό). Μετοχὴ στὰ χαρίσματά του ποὺ μόνον στὴν Ἐκκλησία ὑπάρχουν καὶ δίνονται. Ἀγάπη γιὰ τὴν Ἐκκλησία, τοὺς ἀδερφούς μας δηλαδή, ζωντανοὺς καὶ κεκοιμημένους.

Κάποια στιγμὴ καὶ μεῖς θὰ χρειαστοῦμε αὐτὴ τὴν ἀγάπη.

Μὲ ἀγάπη καὶ εὐχὲς

ὁ ἐφημέριος

π. Θεοδόσιος

Κυριακή, Μαΐου 04, 2014

Άμα, μας ξεχνάτε, πέφτουμε χαμηλά….

  Άμα, μας ξεχνάτε, πέφτουμε χαμηλά….

Πόσο απαραίτητο είναι να προσευχόμαστε και να κάνουμε στην Εκκλησία τα μνημόσυνα για τις ψυχές των κεκοιμημένων, το αποδεικνύουν και τα ακόλουθα δύο περιστατικά. Τα διηγήθηκαν δυο ευσεβείς και καλλιεργημένες προσκυνήτριες από γειτονικό χωριό. Η μία είπε:
“Πάνω στον χρόνο που κοιμήθηκε η μητέρα μου, λησμόνησα την ημέρα που έπρεπε να γίνει το μνημόσυνο. Το βράδυ την είδε στον ύπνο της η κόρη μου ( η εγγονή της ) και της είπε με παράπονο και στενοχωρημένη:
- Πες στην μάνα σου, γιατί με ξέχασε; Ούτε ένα κερί; Εγώ την άφησα στο πόδι μου. Όταν μας ξεχνάτε , πέφτουμε χαμηλά!
Πράγματι, η μητέρα μου φρόντιζε πολύ τα καθήκοντά της έναντι των κεκοιμημένων.
Την άλλη μέρα, όταν άκουσα το μήνυμά της από το στόμα της κόρης μου, αμέσως έβρασα σιτάρι και το πήγα στην Εκκλησία να μνημονευθή”. Η άλλη κυρία είπε κάτι σχετικό:
“Λησμόνησα να κάνω τα χρυσά κόλλυβα για την μητέρα μου. ( Στην Ρούμελη “χρυσά κόλλυβα” λένε τα κόλλυβα που γίνονται το Σάββατο της εβδομάδας της Πεντηκοστής, όπου τελειώνει η αναστάσιμη χάρι που δίδεται στις ψυχές των κεκοιμημένων, σύμφωνα με παράδοση της Εκκλησίας μας. ) . Το βράδυ την βλέπω στον ύπνο μου ότι στεκόταν μπροστά στην εικόνα της Παναγίας και μ’ ένα κουτάλι έτρωγε κόλλυβα από ξένα πιάτα που ήσαν τοποθετημένα εκεί.
- Καλέ μητέρα, τρως ξένα κόλλυβα; Την ρώτησα.
Κι εκείνη απάντησε:
- Τι να κάνω, κόρη μου, αφού δεν μου έφτειαξες εσύ;
Το παράπονό της μ’ άγγιξε στην καρδιά. Από τότε ποτέ δεν παρέλειψα τα καθήκοντά μου έναντι των κεκοιμημένων.”
“Τι να κάνω θειά; Ψάχνω να βρω δυό σπυριά σιτάρι να φάω!”
Σ’ ένα χωριό της Ρούμελης έφυγε για τον Ουρανό ένας αρκετά νέος άνθρωπος. Όταν ήρθε ο καιρός να γίνει το μνημόσυνο των σαράντα ημερών, για να τιμήσουν, όπως νόμιζαν τον νεκρό, παρήγγειλαν οι συγγενείς τον δίσκο των κολλύβων σ’ ένα καλό ζαχαροπλαστείο της γειτονικής πόλεως. Κι εκεί, για να ευχαριστήσουν τους πελάτες τους, και τι δεν έβαλαν επάνω στον δίσκο! Ζαχαρένια στολίδια και λουλούδια, ζάχαρες, κρέμες κ.λ.π. Όλα, εκτός από σιτάρι!
Έγινε το μνημόσυνο και το βράδυ μία θεία του κεκοιμημένου τον είδε στον ύπνο της να πετάει με αγανάκτηση επάνω απ’ τον δίσκο όλα αυτά τα περιττά στολίδια.
- Κώστα μου! Του είπε, γιατί πετάς τα στολίδια από τον δίσκο σου;
Τότε εκείνος την κοίταξε αυστηρά και της είπε:
- Τι να κάνω, καημένη θειά; Ψάχνω να βρω δυο σπυριά σιτάρι να φάω!
Ας το λάβουμε υπ’ όψιν μας αυτό, διότι τα κόλλυβα πρέπει να γίνονται με σιτάρι. Ο στολισμός ας είναι λιτός. Ο Κύριος είπε: “ ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐὰν μὴ ὁ κόκκος τοῦ σίτου πεσὼν εἰς τὴν γῆν ἀποθάνῃ, αὐτὸς μόνος μένει, ἐὰν δὲ ἀποθάνῃ πολὺν καρπὸν φέρει” (Ιωάν. 12,24 ) .
«ΕΚΦΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΚΟΣΜΟΥ
Ουράνια μηνύματα Θαυμαστά γεγονότα»

πηγή

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 28, 2014

Γέροντας Παΐσιος: “Τα μνημόσυνα είναι ο καλύτερος δικηγόρος για τις ψυχές των κεκοιμημένων”

koliva mnimosino
Από το βιβλίο “Οικογενειακή Ζωή, Λόγοι του π.Παισίου”, Δ’ Τόμος, Εκδόσεις Ιερό Ησυχαστήριο Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος
- Γέροντα, οι υπόδικοι νεκροί (πλην των Αγίων) μπορούν να προσεύχονται;
-Έρχονται σε συναίσθηση και ζητούν βοήθεια, αλλά δεν μπορούν να βοηθήσουν τον εαυτό τους. Όσοι βρίσκονται στον Άδη μόνο ένα πράγμα θα ήθελαν από τον Χριστό: να ζήσουν πέντε λεπτά για να μετανοήσουν. Εμείς που ζούμε, έχουμε περιθώρια μετανοίας,ενώ οι καημένοι οι κεκοιμημένοι δεν μπορούν πια μόνοι τους να καλυτερεύσουν την θέση τους,αλλά περιμένουν από εμάς βοήθεια. Γι’ αυτό έχουμε χρέος να τους βοηθούμε με την προσευχή μας.
Μου λέει ο λογισμός ότι μόνο το δέκα τοις εκατό από τους υπόδικους νεκρούς βρίσκονται σε δαιμονική κατάσταση, και ,εκεί που είναι, βρίζουν τον Θεό,όπως οι δαίμονες.[...] Οι άλλοι όμως οι υπόδικοι, που έχουν λίγο φιλότιμο, αισθάνονται την ενοχή τους, μετανοούν και υποφέρουν για τις αμαρτίες. Ζητούν να βοηθηθούν και βοηθιούνται θετικά με τις προσευχές των πιστών. Τους δίνει δηλαδή ο Θεός μία ευκαιρία,τώρα που είναι υπόδικοι,να βοηθηθούν μέχρι να γίνει η Δευτέρα Παρουσία. Και όπως σε αυτή τη ζωή, αν κάποιος είναι φίλος με τον βασιλιά, μπορεί να μεσολαβήσει και να βοηθήσει έναν υπόδικο,έτσι κι αν είναι κανείς φίλος με τον Θεό, μπορεί να μεσολαβήσει στο Θεό με την προσευχή του και να μεταφέρει τους υπόδικους από την μία φυλακή σε άλλη καλύτερη, από….
το ένα κρατητήριο σε ένα άλλο καλύτερο.Η ακόμα μπορεί να τους μεταφέρει και σε ένα δωμάτιο η σε διαμέρισμα.
Όπως ανακουφίζουμε τους φυλακισμένους με αναψυκτικά κλπ. που τους πηγαίνουμε, έτσι και τους νεκρούς τους ανακουφίζουμε με τις ΠΡΟΣΕΥΧΕΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΕΛΕΗΜΟΣΥΝΕΣ που κάνουμε για τη ψυχή τους.Οι προσευχές των ζώντων  να βοηθηθούν,μέχρι να γίνει η τελική Κρίση. Μετά την δίκη δεν θα υπάρχει δυνατότητα να βοηθηθούν… Περισσότερο μάλιστα συγκινείται ο Θεός όταν προσευχόμαστε για τους κεκοιμημένους παρά για τους ζώντες.
Γι’ αυτό και η Εκκλησία μας έχει τα κόλλυβα, τα μνημόσυνα. Τα μνημόσυνα είναι ο καλύτερος δικηγόρος για τις ψυχές των κεκοιμημένων. Έχουν τη δυνατότητα και από την κόλαση να βγάλουν τη ψυχή .Κι εσείς σε κάθε Θεία Λειτουργία να διαβάζετε κόλλυβα για τους κεκοιμημένους. Έχει νόημα το σιτάρι: Σπείρετε εν φθορά,εγείρεται εν αφθαρσία (Α’ Κορινθ, κεφ 15 εδ. 42, δηλαδή συμβολίζει τον θάνατο και την ανάσταση του ανθρώπου), λέει η Γραφή…

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 18, 2013

Τί μποροῦμε νὰ κάνουμε γιὰ τοὺς νεκροὺς;


Ὁ καθένας ἀπὸ ἐμᾶς ποὺ ἐπιθυμεῖ νὰ ἐκφράσει τὴν ἀγάπη του γιὰ τοὺς νεκροὺς καὶ νὰ τοὺς βοηθήσει οὐσιαστικά, μπορεῖ νὰ τὸ ἐπιτύχει προσευχόμενος ὑπὲρ τῶν ψυχῶν τους, καὶ εἰδικότερα μνημονεύοντας αὐτοὺς στὴ Θεία Λειτουργία, ὅταν οἱ μερίδες ποὺ ἀποκόπτονται γιὰ ζῶντες καὶ νεκροὺς ἀφήνονται νὰ πέσουν μέσα στὸ Αἷμα τοῦ Κυρίου μὲ τὶς λέξεις: «Ἀπόπλυνον Κύριε τὰ ἁμαρτήματα τῶν ἐνθάδε μνημονευθέντων δούλων σου τῷ Αἵματί σου τῷ Ἁγίῳ πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου καὶ πάντων σου τῶν Ἁγίων. Ἀμήν.» Δὲν μποροῦμε νὰ κάνουμε τίποτε καλύτερο ἢ σπουδαιότερο γιὰ τοὺς νεκροὺς ἀπὸ τὸ νὰ προσευχόμαστε γι’ αὐτούς, προσφέροντάς τους μνημόσυνο στὴ Θεία Λειτουργία. Τὸ ἔχουν πάντα ἀνάγκη, εἰδικὰ κατὰ τὴ διάρκεια ἐκείνων τῶν σαράντα ἡμερῶν ὅπου ἡ ψυχὴ τοῦ ἀπελθόντος πορεύεται πρὸς τὶς αἰώνιες κατοικίες. Τὸ σῶμα δὲν αἰσθάνεται τίποτε τότε• δὲ βλέπει τοὺς οἰκείους ποὺ ἔχουν συγκεντρωθεῖ, δὲ μυρίζει τὸ εὐωδιαστὸ ἄρωμα τῶν λουλουδιῶν, δὲν ἀκούει τοὺς ἐπικήδειους. Ἡ ψυχὴ ὅμως αἰσθάνεται τὶς προσφερόμενες ὑπὲρ αὐτῆς προσευχὲς καὶ εἶναι εὐγνώμων στοὺς ἀνθρώπους ποὺ τὶς ἀπευθύνουν καὶ βρίσκεται πνευματικῶς κοντά τους.

Ὦ συγγενεῖς καὶ ἀγαπημένοι τοῦ νεκροῦ! Πράξετε γι’ αὐτοὺς ὅτι ἔχουν ἀνάγκη καὶ ὅτι εἶναι ἐντός τῆς δικαιοδοσίας σας. Δῶστε τὰ χρήματά σας ὄχι γιὰ νὰ καλλωπίσετε ἐξωτερικὰ τὸ φέρετρο καὶ τὸ μνῆμα, ἀλλὰ γιὰ νὰ βοηθήσετε ὅσους τὸ χρειάζονται, εἰς μνήμην τῶν ἀγαπημένων σας ποὺ ἔφυγαν ἀπὸ τὴ ζωή, γιὰ νὰ ἐνισχύσετε ἐκκλησίες, στὶς ὁποῖες προσφέρονται προσευχὲς ὑπὲρ αὐτῶν. Ἐλεῆστε τοὺς νεκρούς, φροντίστε γιὰ τὶς ψυχές τους. Μᾶς περιμένει ὅλους ὁ ἴδιος δρόμος, καὶ ὅταν κι ἐμεῖς βρεθοῦμε ἐκεῖ πόσο πολὺ θὰ εὐχόμαστε νὰ μᾶς θυμᾶται κάποιος στὶς προσευχές του! Ἀξίζει λοιπὸν νὰ ἐλεήσουμε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι τοὺς νεκρούς.





Ἀμέσως ἀφοῦ ἀναπαυθεῖ κάποιος, καλέστε ἢ ἐνημερῶστε ἕναν ἱερέα, ὥστε νὰ διαβάσει τὶς «Προσευχὲς γιὰ τὴν Ἀναχώρηση τῆς Ψυχῆς», τὶς ὁποῖες ἡ Ἐκκλησία ἔχει ὁρίσει νὰ διαβάζονται πάνω ἀπὸ ὅλους τοὺς Ὀρθοδόξους Χριστιανοὺς μετὰ τὸ θάνατό τους. Προσπαθῆστε, εἰ δυνατόν, νὰ τελέσετε τὴν κηδεία στὴν ἐκκλησία καὶ νὰ ἀναγνώσετε τὸ Ψαλτήρι πάνω ἀπὸ τὸν ἀπελθόντα μέχρι τὴν κηδεία. Ἡ κηδεία δὲν χρειάζεται νὰ εἶναι περίτεχνη, ἀλλὰ πρέπει ἀπαραιτήτως νὰ εἶναι πλήρης, χωρὶς συντομεύσεις• τὴν ὥρα ἐκείνη μὴ σκεφτεῖτε τὸν ἑαυτό σας καὶ τὴν ἄνεσή σας, ἀλλὰ τὸν ἀπελθόντα, ἀπὸ τὸν ὁποῖο χωρίζεστε διὰ παντός. Ἐὰν ὑπάρχουν ταυτόχρονα καὶ ἄλλοι ἀπελθόντες ποὺ ἀναμένουν κηδεία στὴν ἐκκλησία, μὴν ἀρνηθεῖτε ἐὰν σᾶς προταθεῖ νὰ τελέσετε τὴν κηδεία γιὰ ὅλους μαζί. Εἶναι καλύτερο νὰ τελεῖται μία κηδεία γιὰ δύο ἢ περισσότερους ἀπελθόντες ταυτόχρονα, ὅταν οἱ προσευχὲς ὅλων τῶν παρευρισκομένων προσφιλῶν προσώπων θὰ εἶναι ἰδιαιτέρως ἔνθερμες, παρὰ νὰ τελοῦνται ξεχωριστές, διαδοχικὲς κηδεῖες, καὶ νὰ συντομεύονται οἱ λειτουργίες ἐξ αἰτίας ἔλλειψης χρόνου καὶ ἐνέργειας• ἀφοῦ κάθε λέξη τῆς προσευχῆς γιὰ τὸν ἀναπαυθέντα εἶναι ὅτι μιὰ σταγόνα νερὸ γιὰ τὸ διψασμένο.

Κανονίστε ὁπωσδήποτε ἐκείνη τὴν ὥρα τὰ σχετικὰ μὲ τὴν τέλεση σαρανταλείτουργου, δηλαδὴ καθημερινὴ μνημόνευση στὴ θεία Λειτουργία σὲ ὅλη τὴ διάρκεια τῶν σαράντα ἡμερῶν. Συνήθως στοὺς ναοὺς ὅπου τελεῖται καθημερινὰ Θεῖα Λειτουργία, οἱ ἀπελθόντες οἱ ὁποῖοι ἔχουν κηδευτεῖ ἐκεῖ μνημονεύονται ἐπὶ σαράντα καὶ πλέον ἡμέρες. Ἐὰν ὅμως ἡ κηδεία γίνει σὲ ναὸ ὅπου δὲν τελεῖται καθημερινὰ Θεία Λειτουργία, τότε οἱ ἴδιοι οἱ συγγενεῖς θὰ πρέπει νὰ φροντίσουν νὰ ζητήσουν τὴν τέλεση τοῦ 40ήμερου μνημοσύνου ὁπουδήποτε τελοῦνται Θεῖες Λειτουργίες. Παρομοίως εἶναι καλὸ νὰ στέλνουμε εἰσφορὲς γιὰ μνημόνευση τῶν νεκρῶν σὲ μοναστήρια, ὅπως καὶ στὰ Ἱεροσόλυμα, ὅπου καθημερινὰ διεξάγεται προσευχὴ στοὺς Ἁγίους Τόπους. Ἀλλὰ ἡ διαδικασία τῆς 40ήμερης δέησης ὑπὲρ τῶν νεκρῶν πρέπει νὰ ξεκινήσει ἀμέσως μετὰ τὸ θάνατο, ὅταν ἡ ψυχὴ ἔχει ἰδιαίτερη ἀνάγκη βοηθείας ἀπὸ τὴν προσευχή• ἑπομένως, θὰ πρέπει νὰ ξεκινοῦμε αὐτὸ τὸ μνημόσυνο στὸν κοντινότερο ναὸ ὅπου τελεῖται καθημερινῶς Θεία Λειτουργία.

Ἀξίζει λοιπὸν νὰ φροντίσουμε γι’ αὐτοὺς ποὺ ἔφυγαν γιὰ τὸν ἄλλο κόσμο πρὶν ἀπὸ ἐμᾶς, προκειμένου νὰ κάνουμε ὅ,τι μποροῦμε γιὰ τὶς ψυχές τους, ἐνθυμούμενοι ὅτι: «Μακάριοι οἱ ἐλεήμονες, ὅτι αὐτοὶ θὰ ἐλεηθοῦν».

Παρασκευή, Ιουνίου 21, 2013

ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΕΚΟΙΜΗΜΕΝΩΝ ΜΝΗΜΟΝΕΥΣΟΝ ΣΩΤΗΡ ΜΟΥ π. ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ ΜΟΡΤΖΑΝΟΣ



                                                                      
Ψυχοσάββατο. Μέρα ξεχασμένη για τους πολλούς του κόσμου. Ο θάνατος είναι άλλωστε για τη νοοτροπία της εποχής μας το τέρμα. Οι κεκοιμημένοι μάς πονούν, αλλά πρέπει να ζήσουμε. Να προχωρήσουμε. Και το μνημόσυνο είναι μόνο ατομική υπόθεση. Όταν συμπληρώνονται οι μέρες, οι σαράντα, ο χρόνος, θυμόμαστε. Πάμε στο ναό. Έρχονται και όσοι μας αγαπούν και όσοι αγαπούσαν τον κεκοιμημένο. Και φτάνει. Γιατί άραγε όλοι μαζί, να έχουμε δύο ημέρες το χρόνο στις οποίες να θυμόμαστε πάντας τους κεκοιμημένους. Έτσι δεόμεθα υπέρ μακαρίας μνήμης και αιωνίου αναπαύσεως πάντων των απ’ αιώνος κεκοιμημένων ορθοδόξων χριστιανών, βασιλέων, πατριαρχών, αρχιερέων, ιερέων, ιερομονάχων, μοναχών, γονέων, προγονέων, πάππων, προπάππων, διδασκάλων, αναδόχων ημών εν τη πίστει...
              Κι όμως. Στο ψυχοχάρτι του Σαββάτου των Απόκρεω, πριν την Κυριακή της ανάμνησης ότι θα έρθει η τελευταία Κρίση, όπως και το Σάββατο πριν την Πεντηκοστή, πριν την Κυριακή του ξεκινήματος της παρουσίας της Εκκλησίας στον κόσμο, αποτυπώνεται όχι μόνο η μνήμη, αλλά και η ελπίδα.
 Μνήμη ότι οι αγαπημένοι μας ουκ απέθανον αλλά κοιμώνται.  Μνήμη ότι η αγάπη δεν νικήθηκε από το θάνατο. Ότι μπορεί ένα κομμάτι μας να έφυγε μαζί του, να τάφηκε στο χώμα, κι όχι μόνο από όσους γνωρίσαμε, αλλά και από όλους όσους έζησαν πολύ πριν από εμάς, απ’ αιώνος, όμως τίποτε δεν τελείωσε. Επειδή Χριστός Ανέστη ο θάνατος εσκυλεύθη. Επειδή Χριστός Ανέστη θα βρεθούμε ξανά με όλους όσους προηγήθηκαν. Κοντά στον Θεό των πνευμάτων και πάσης σαρκός. Εν τόπω φωτεινώ και χλοερώ και αναψύξεως. Και δεν θα είναι η συνάντησή μας μόνο εν πνεύματι. Δικό μας και δικό τους. Θα έρθει η ώρα που το σώμα τους και το δικό μας θα βγούνε από τις κρύπτες του θανάτου. Και θα ενωθεί η συμφυΐα, σε έναν τρόπο αιώνιο και χωρίς μετατροπή. Όπου ο έσχατος εχθρός θα καταργηθεί. Και θα είναι η ύπαρξη συνάντηση με το Φως και την γλυκύτητα της ωραιότητος του προσώπου του Χριστού και των Αγίων Του. Η Εκκλησία που δεν θα είναι μόνο μια πρόσκληση ένταξης στο σώμα του Χριστού, αλλά το ίδιο το Σώμα από το οποίο δεν θα χρειαστεί να περιμένουμε.
         Προγευόμαστε αυτή την χαρά να είμαστε μέλη του Σώματος κάθε φορά που τελούμε την Θεία Λειτουργία. Αυτήν στην οποία πιστεύουμε και ζούμε το διαρκές παρόν της Βασιλείας του Θεού. Της συνάντησης ζώντων και κεκοιμημένων, αγίων και αμαρτωλών, μελίσματος και μη διαίρεσης, βρώσεως και μη δαπανήσεως εν τω Χριστώ. Μόνο που τα δύο αυτά Σάββατα νιώθουμε τους κεκοιμημένους πιο κοντά μας. Γιατί δεν είμαστε μόνο εμείς που έχουμε να θυμόμαστε. Αλλά όλο το σώμα του Χριστού. Και η μνημόνευση των ονομάτων, μακρόσυρτη υπό τον ήχο του «Κύριε ελέησον», μάς υπενθυμίζει ότι η αγάπη δεν είναι μόνο για τους οικείους και συγγενείς, αλλά για όλους που εν Χριστώ γίνονται οι κατεξοχήν οικείοι μας. Οι αδελφοί μας.
           Ας βρεθούμε το απόγευμα της Παρασκευής και το πρωί του Σαββάτου στο ναό της γειτονιάς μας. Μεγαλύτεροι και μικρότεροι. Πρέπει να ζήσουμε, αυτό είναι δεδομένο. Έτσι κι αλλιώς ο θάνατος για μας δεν είναι τέρμα, αλλά μια στάση και ένα πέρασμα, ένα Πάσχα.  Τη στάση την περνάμε μόνοι μας, ακόμη κι αν έχουμε την ώρα του θανάτου κοντά μας αυτούς που μας αγαπούνε. Ο θάνατος είναι η προσωπική μας έξοδος, στην οποία κανείς δεν μπορεί να βοηθήσει, να καταλάβει, να συντροφεύσει. Μία ροπή όμως είναι η στάση. Και μπαίνουμε στο πέρασμα της ανάστασης. Συντροφευμένοι από όσους έχουν προηγηθεί και πρωτίστως όσους αγάπησαν το Θεό και τον άνθρωπο. Κι αυτοί θα μας οδηγήσουν στο να αναγνωρίσουμε Εκείνον που θανάτω τον θάνατον επάτησε.
            Ας Τον παρακαλέσουμε λοιπόν. Και των κεκοιμημένων μνημόνευσον Σωτήρ μου, εν δόξη όταν έλθης. Των δικών μας και όλων των ανθρώπων. Να συναντιόμαστε στην αγάπη Σου!

Παρασκευή, Μαρτίου 15, 2013

Τα κόλλυβα στην Ορθόδοξη λατρεία μας και τα Μνημόσυνα.



Κόλλυβα ετοιμάζουμε τα Ψυχοσάββατα (δηλ. τά Σάββατα πρίν τις Κυριακές της Απόκρεω, της Τυρινής και της Α΄ Νηστειών της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και το Σάββατο πριν την Κυριακή της Πεντηκοστής) καθώς και κάθε φορά που θέλουμε να τελέσουμε στο Ναό επιμνημόσυνη δέηση για την ανάπαυση των αγαπημένων κεκοιμημένων μας προσώπων. Τα κόλλυβα συμβολίζουν την κοινή ανάσταση των ανθρώπων. Δηλ, όπως ο σπόρος του σιταριού πέφτει στη γη, θάβεται και χωνεύεται και σαπίζει χωρίς όμως να φθαρεί και στη συνέχεια φυτρώνει καλύτερος και ωραιότερος, έτσι και το νεκρό σώμα του ανθρώπου θάβεται στη γη και σαπίζει, για να αναστηθεί και πάλι άφθαρτο και ένδοξο και αιώνιο. Την ωραία αυτή εικόνα μας δίδει ο απόστολος Παύλος στην Α΄ προς Κορινθίους Επιστολή (κεφ. 12, στίχοι 35-44). Την ίδια εικόνα για την Ανάστασή Του χρησιμοποίησε και ο Χριστός (ευαγγέλιο Ιωάννη, κεφ. 12, στίχ. 24).

Κόλλυβο είναι βρασμένο σιτάρι, το όποιο σιτάρι είναι σύμβολο του ανθρώπινου σώματος, επειδή το ανθρώπινο σώμα τρέφεται και αυξάνει με το σιτάρι.Γι’ αυτό άλλωστε και ο Κύριος παρομοίασε το θεο-ϋπόστατο Σώμα Του με το σπυρί του σιταριού, έτσι λέγοντας στο 12ο κεφάλαιο του κατά Ιωάννη αγίου Ευαγγελίου: «Το σπυρί του σιταριού εάν πέφτοντας στη γη δεν πεθάνει, μένει μοναχό του (και δεν πολλαπλασιάζεται), εάν όμως πεθάνει, πολύ καρπό φέρνει».Είπε εξάλλου και ο μακάριος Παύλος στην προς Κορινθίους Α’ επιστολή (κεφάλαιο 16): «Εκείνο που εσύ σπέρνεις δεν ζωογονείται, εάν πρώτα δεν πεθάνει», και τούτο, γιατί θάβεται στη γη το νεκρό σώμα και σαπίζει, όπως ακριβώς συμβαίνει και με το σπυρί του σιταριού.Απ’ αυτή, λοιπόν, την παρομοίωση πήρε την αφορμή η Εκκλησία του Χριστού και τελεί τα αποκαλούμενα κόλλυβα, τόσο αυτά που προσφέρονται στις εορτές των αγίων, όσο και αυτά που προσφέρονται στα μνημόσυνα των κεκοιμημένων εν Χριστώ αδελφών μας.
Ο δεύτερος λόγος για τον όποιο βράζουμε το σιτάρι είναι, για να φανερώνεται με το βράσιμο η διάλυση και η φθορά των σωμάτων των κεκοιμημένων, των οποίων σύμβολα είναι τα κόλλυβα.Και όπως το βρασμένο σιτάρι δεν μπορεί βέβαια να βλαστήσει με φυσικό τρόπο, μπορεί όμως και παραμπορεί με υπερφυσικό, δηλαδή με την άπειρη δύναμη του Θεού, ο όποιος μπορεί να πραγματοποιήσει τα πάντα, έτσι παρομοίως και τα νεκρά σώματα, τα όποια έχουν διαλυθεί στα μέρη από τα όποια συναρμόσθηκαν, δεν μπορούν βέβαια μ’ φυσικό τρόπο να αναστηθούν και να ξαναζωντανέψουν, με υπερφυσικό όμως τρόπο, δηλαδή με την παντοδυναμία του Θεού, μπορούν και πάρα πολύ μάλιστα. Γι΄ αυτό όλοι ομολογούμε ότι η ανάσταση των νεκρών είναι έργο πού ξεπερνά όλους τους όρους της φύσεως.

 
Η καθιέρωση από την Εκκλησία ειδικών τελετών και προσευχών υπέρ «μακαρίας μνήμης και αναπαύσεως των ψυχών» των εν Χριστώ κοιμηθέντων, εκ μέρους των ζώντων ακόμη αδελφών τους, οφείλεται σε δογματικούς λόγους, αλλά και λόγω κληρονομιάς προχριστιανικών θρησκευμάτων.

Με αυτά υποβάλουμε αίτηση χάριτος για τους κεκοιμημένους μας στον δίκαιο Κριτή, επειδή ο Θεός είναι φιλάνθρωπος και η τελική κρίση ακόμη δεν έγινε. Κατά την τελετή της σχετικής ιεροπραξίας ο ιερέας εύχεται υπέρ των κεκοιμημένων (προσευχές), ενώ οι συγγενείς, τρώγοντας τα κόλλυβα με το σχετικό κέρασμα ή το γεύμα που συνήθως προσφέρεται (ελεημοσύνες), εύχονται· «Ο Θεός να τον αναπαύσει».

Συγκεκριμένα τους κεκοιμημένους μας τους βοηθάμε·
Πρώτον με προσευχές·
(α) με την ευχή, Κύριε Ιησού Χριστέ ανάπαυσε τον ή τους δούλους σου…,
(β) με το πρόσφορο -έτοιμο ή ζυμωτό- που το πάμε στον ναό με τα ονόματα των ζώντων και κεκοιμημένων
(γ) με τα κόλλυβα –τα τρισάγια ή τα μνημόσυνα,
(δ) με τη συμμετοχή μας σε σαρανταλείτουργα και
(ε) με ιδιαίτερες (όχι ιδιωτικές) Θείες Λειτουργίες και σωστή συμμετοχή μας σ’ αυτές· (είναι η πιο ευπρόσδεκτη θυσία και προσφορά στο Θεό).

Δεύτερον τους βοηθάμε με ελεημοσύνες· Πρόκειται για την βοήθεια που προσφέρει ο πιστός στον Θεό (στο παγκάρι του ναού για το κερί, χρήματα για το κτίσιμο του ναού, συμμετοχή στην αγιογράφηση του ναού κλπ.) και στον άνθρωπο (σε πτωχούς, ιδρύματα, φιλανθρωπικούς συλλόγους, γραφεία εξωτερικής ιεραποστολής, αλλά και για τους κεκοιμημένους μας).

Η αξία της ελεημοσύνης·
Ο κάθε χριστιανός βάσει της αγίας Γραφής και των αγίων Πατέρων, οφείλει να προσφέρει βοήθεια κάθε μήνα το ένα δέκατο από τα έσοδά του (τη λεγόμενη δεκάτη), κατ’ ελάχιστον. Η αξία και η ωφέλεια της ελεημοσύνης είναι τεράστια και γι’ αυτή μιλούν όλοι οι Πατέρες της Εκκλησίας. «Ακούστηκε η προσευχή σου και ο Θεός θυμήθηκε τις ελεημοσύνες σου και γι’ αυτό πραγματοποιεί τους πόθους σου» (Πράξ. ι΄ 31).
«Αυτά που προσφέρονται με πίστη στον Θεό, φέρνουν πίσω πλούσια την ανταμοιβή, τόσο σε εκείνον που προσφέρει, όσο και σε εκείνον για τον οποίο προσφέρονται» (Άγιος Γρηγόριος ο Διάλογος). «Στη διαθήκη σου βάλε να σε κληρονομήσει μαζί με τα παιδιά σου ο Δεσπότης Χριστός. Βάλε στο χαρτί και το όνομα του Κριτή και μη παραλείπεις τους πτωχούς». «Ας προσφέρουμε γι’ αυτούς που έφυγαν ελεημοσύνες, διότι πραγματικά αυτές τους εξασφαλίζουν μεγάλη βελτίωση και ωφέλεια»(Άγιος Ι. Χρυσόστομος). «Όπως ανακουφίζουμε τους φυλακισμένους με αναψυκτικά κ.τ.λ. που τους πηγαίνουμε, έτσι τους νεκρούς τους ανακουφίζουμε με τις προσευχές και τις ελεημοσύνες που κάνουμε για την ψυχή τους» (Γέροντας Παΐσιος). Η ανωτέρω βοήθεια φαίνεται εναργέστατα και στη διήγηση του Παπαδημήτρη Γκαγκαστάθη στο ομώνυμο βιβλίο, στη σελ. 81. «Ο Θεός θέλει να βοηθήσει τους κεκοιμημένους, γιατί πονάει για τη σωτηρία τους…Με τα κόλλυβα του δίνουμε το δικαίωμα να επεμβαίνει…Γι’ αυτό η Εκκλησία μας έχει τα κόλλυβα και τα μνημόσυνα…Έχουν την δυνατότητα και από την κόλαση να βγάλουν ψυχή» (Γ.Παΐσιος, ΛΟΓΟΙ Δ΄σελ. 278)1.

Χρόνος των μνημοσύνων·

Η διάκριση των Μνημόσυνων σε «τρίτα», «ένατα» κτλ είναι παλαιότατη και απαντά στις Αποστολικές Διαταγές.
Τα «τριήμερα» που κάνουμε μετά το θάνατο του ανθρώπου μας, τελούνται κατά τον τύπο της Αγίας Τριάδας και δια τον τριημέρως εγερθέντα Χριστό, τον οποίο παρακαλούμε να αναπαύσει τον κοιμηθέντα μετά δικαίων.
Τα εννιάμερα μνημόσυνα τελούνται επειδή στις εννέα ημέρες αρχίζει να διαλύεται ο κοιμηθείς «εις τα εξ ών συνετέθη» και παρακαλούμε τον Θεό να τον συγκαταριθμήσει με τα εννέα άυλα τάγματα των Αγγέλων.
Τα σαραντάμερα ή τεσσαρακονθήμερα τελούνται επειδή την τεσσαρακοστή ημέρα λαμβάνεται η απόφαση για τον κοιμηθέντα και απέρχεται όπου κρίνει ο φιλάνθρωπος Θεός (εκ δεξιών ή εξ αριστερών) ανάλογα με τη ζωή του.
Εκτός αυτών των μνημόσυνων κάνουμε τα τρίμηνα, εξάμηνα, εννιάμηνα και τα ετήσια. Μπορούμε όμως και όποτε θέλουμε να κάνουμε κόλλυβα2, οποιαδήποτε ημέρα της εβδομάδας, εφ’ όσον θέλουμε να φροντίσουμε συχνότερα τα προσφιλή μας κεκοιμημένα πρόσωπα. «Τα καλύτερο από όλα τα μνημόσυνα που μπορούμε να κάνουμε για τους κεκοιμημένους μας είναι η προσεκτική ζωή μας, για να κόψουμε τα ελαττώματά μας… εκτός από την δική μας ανακούφιση, έχει ως αποτέλεσμα και την ανακούφιση των κεκοιμημένων προπάππων όλης της γενεάς μας» (Γέροντας Παΐσιος, σελ.279).

Τα μνημόσυνα τελούνται κανονικά την ημέρα του Σαββάτου που είναι ημέρα των κεκοιμημένων, ενώ τις καθημερινές τελούνται τρισάγια.
Τις Κυριακές, κανονικά, δεν τελούνται μνημόσυνα επειδή είναι ημέρα αναστάσεως.
Ἐπειδή παρατηροῦνται συγχύσεις, διευκρινίζεται ὅτι τά Ψυχοσάββατα εἶναι δύο. Τῆς Ἀπόκρεω καί τῆς Πεντηκοστῆς.
Μνημόσυνα τελοῦνταν καθ’ ὅλο τό ἔτος, ἐκτός τῶν ἑξῆς ἡμερῶν :
Ἀπό τοῦ Σαββάτου τοῦ Λαζάρου μέχρι καί τῆς Κυριακῆς τοῦ Θωμᾶ
Ἀπό τῆς 25ης Δεκεμβρίου μέχρι καί τῆς 6ης Ἰανουαρίου
Τήν Κυριακή τῆς Πεντηκοστῆς καί τήν 15η Αὐγούστου
Μνημόσυνα δέν τελοῦνται, ἐπίσης, κατά τίς ἡμέρες ὅπου δέν τελεῖται τελεία Θεία Λειτουργία. Τέτοιες περιπτώσεις εἶναι οἱ ἡμέρες τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς (πλήν Σαββάτου, Κυριακῆς καί τῆς ἑορτῆς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου). Ἐπίσης, Θεία Λειτουργία δέν τελεῖται κατά τήν Τετάρτη καί τήν Παρασκευή τῆς Ἑβδομάδος τῆς Τυροφάγου.
Ἐπίσης, καλόν εἶναι νά ἀποφεύγωνται, γιά πρακτικούς λόγους, κατά τίς Δεσποτικές καί Θεομητορικές ἑορτές καί κατά τήν πανήγυρι τοῦ Ναοῦ.

Τρισάγια τελοῦνται ὅλες τίς ἡμέρες τοῦ ἔτους.

Πηγή: inphk.blogspot.grα

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...