Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Δευτέρα, Ιουνίου 11, 2012

Νά πῶς ἔγινα μοναχός! Μοναχός Παΐσιος Καρεώτης


«Δι’ εὐχῶν τῶν Ἁγίων πατέρων ἡμῶν... ἐλέησον ἡμᾶς», εἶπε ὁ ἱερεὺς καὶ τελείωσε ἡ Κυριακάτικη Θεία Λειτουργία. Προσκυνήσαμε τὶς εἰκόνες, πήραμε ἀντίδωρο καὶ βγήκαμε στὴν αὐλὴ τῆς Μονῆς, περιμένοντας νὰ κτυπήσει ἡ καμπάνα γιὰ τὴν Τράπεζα. 

Ἤμασταν ἀρκετοὶ ἐπισκέπτες στὴ Μονὴ παρ' ὅλο ποὺ ἦταν ἀρχὴ ἀνοίξεως. Ὁ καιρὸς εἶχε μιά ἐλαφριὰ ψυχρὰ καὶ ἕναν πλούσιο ἥλιο. Μοῦ ἄρεσε νὰ βλέπω μέσα στὴν πρωινὴ δροσιὰ τὴ θάλασσα στὰ πόδια μου καὶ πάνω ἀπὸ τὸ κεφάλι μου, τὸν γηραιὸ Ἄθωνα, ποὺ μὲ τὶς βαθειὲς καὶ ἀπάτητες χαράδρες του κατέβαινε μέχρι τὸ μοναστήρι, γιὰ νὰ λειτουργηθῆ κι αὐτός.

Κοίταξα γύρω μου καὶ προτίμησα μιά θέση δίπλα σ' ἕνα γηραιὸ μοναχό, ποὺ καθόταν κάτω ἀπὸ τὸν ἀνοιξιάτικο ἥλιο περιμένοντας τὴν ὥρα τῆς Τραπέζης. Ὅλα ἐδῶ ἔχουν τὸν δικό τους χρόνο.

Κάθησα σιωπηλός, προσεκτικά, γιὰ νὰ μὴν ταράξω τὴν ἡσυχία τοῦ παπποῦ, ποὺ μὲ κλειστὰ τὰ μάτια κάτι σιγανομουρμούριζε. Βυθίστηκα καὶ ἐγὼ στὶς σκέψεις μου, γιὰ τὰ ὡραῖα πού μᾶς χαρίζει ἡ κυρία Θεοτόκος μέσα στὸ Περιβόλι της. Μοῦ ἦταν ὅμως πρόκληση τὸ παρατεινόμενο ψαλμομουρμουρητὸ τοῦ παπποῦ. Ἔστησα αὐτὶ λοιπὸν καὶ σιγά-σιγὰ μπῆκα καὶ ἐγὼ στὸν ἐπαναλαμβανόμενο ρυθμό του. «Ἁγίω Πνεύματι, πᾶσα ἡ κτίσις καινουργεῖται, παλινδρομοῦσα εἰς τὸ πρῶτον...». Ἦταν ὁ πρῶτος ἦχος καὶ ἡ «βελόνα» εἶχε «κολήσει» στοὺς Ἀναβαθμούς. Ὡραῖο «κόλημα», σκέφθηκα.

Τὸ σιγόψαλλα καὶ ἐγὼ μερικὲς φορές. Γύρισε τότε ὁ παπποὺς καὶ μὲ κύταξε. Χαμογέλασε καὶ μὲ ρώτησε: - Ἀπὸ ποῦ εἶσαι ἐσύ;

- Ἀπὸ τὶς Καρυές, Γέροντα.

- Πάτερ μου, εἶναι τιμὴ γιὰ μᾶς πού μᾶς ἔφερε ἡ Κυρὰ ἡ Παναγιὰ στὸ Περιβόλι της, καὶ μᾶς τὰ χαρίζει ὅλα ἁπλόχερα. Νὰ προσέχουμε νὰ μὴ τὴν στενοχωροῦμε, καὶ ἐσεῖς οἱ μικρότεροι μὲ τὶς ἀταξίες σας, καὶ ἐμεῖς οἱ γεροντότεροι μὲ τὴν ξεροκεφαλιά μας. Ἔχεις χρόνια μοναχός;

- Τί νὰ σᾶς πῶ Γέροντα, δὲν τὰ μετράω, ἄκουσα, καλὴ ὥρα, ἕναν ἄλλον παλαιὸ μοναχό, ὅτι ὁ Θεὸς δὲν τὰ μετράει τὰ χρόνια τοῦ μοναχοῦ, παρὰ μόνον τὰ ζυγίζει, καὶ ἔτσι ἔκοψα τὸ μέτρημα καὶ φροντίζω νὰ παίρνω βάρος.

Χαμογέλασε ὁ Γέροντας. 
- Σοφὸς ὁ λόγος ποὺ ἄκουσες. Θέλεις ν' ἀκούσης καὶ ἀπὸ ἐμένα κάτι γιὰ τὴν σοφία τῆς Παναγίας μας; Πῶς μὲ ἔφερε ἐδῶ στὸ Περιβόλί της;

- Ἂν θέλω λέει. Διψάω γιὰ ν' ἀκούσω, ἀπάντησα, αὐξάνοντας τὴν προσοχή μου.

- Ἡ καταγωγή μου εἶναι ἀπὸ τὸ Ἄργος Ὀρεστικὸν -ἄρχισε ὁ παππούς- καὶ ἔγινα μοναχὸς στὰ 22 μου χρόνια. Ὑπηρετοῦσα τότε, παιδί μου, στὴν Μ.Ο.Μ.Α., ἂν τὴν ξέρης; Ἦταν μιά τεχνικὴ ὑπηρεσία τοῦ στρατοῦ, στὴν ὁποία δούλευαν καὶ πολίτες. Ἐγὼ ἤμουν ὁδηγός. Βέβαια, ἡ ζωή μου δὲν εἶχε καμμία σχέση μὲ τὴν Ἐκκλησία. Καταλαβαίνεις, μιά ζωὴ κοσμική, καφενεῖα, σφαιριστήρια, γλέντια καὶ ὅλα τὰ συνακόλουθα.

Μία μέρα, λοιπόν, ὁδηγώντας τὸ φορτηγὸ μὲ γεμάτο φορτίο, κατέβαινα ἀπὸ τὸ Ἄργος Ὀρεστικὸν καὶ εἶχα στὸ δεξί μου χέρι τὸν γκρεμό. Ἤμουν μόνος, χωρὶς συνοδηγό. Καθὼς ἦταν κατηφόρα μὲ στροφές, θέλησα νὰ μειώσω τὴν ταχύτητα γιὰ νὰ ἐλέγχω τὸ ὄχημα. Πατώντας τὰ φρένα, βλέπω ὅτι δὲν λειτουργοῦσαν. Μὲ ἔπιασε πανικός. Προσπαθοῦσα, ἀλλὰ τίποτε. Προχώρησα μερικὲς στροφὲς τοῦ βουνοῦ, προσπαθώντας νὰ μειώσω τὴν ταχύτητα, ἀλλὰ εἰς μάτην. Ἡ ταχύτητα αὐξανόταν. Ὁ δρόμος ἦταν χωματένιος, εἶχε λακκοῦβες, πέτρες ἀπ' τὸ βουνό. Σὲ μιά μεγάλη λακκούβα, ποὺ δὲν μπόρεσα νὰ ἀποφύγω, ἔγινε αὐτὸ ποὺ φοβόμουν. Χάνω τὸν ἔλεγχο τοῦ τιμονιοῦ καὶ στρέφεται τὸ φορτηγὸ πρὸς τὸν γκρεμό. Μὲ τὸ ποὺ βλέπω τὶς μπροστινὲς ρόδες στὸν ἀέρα, κλείνω μὲ τὰ χέρια τὰ μάτια μου, γιὰ νὰ μὴ δῶ τὸν θάνατό μου καὶ μὲ κραυγὴ ἀπελπισίας, φωνάζω: «Παναγία μου». Ἐκεῖ ποὺ εἶχα τὰ μάτια μου σφαλισμένα μὲ τὰ χέρια, πάτερ μου, πῶς συνέβη δὲν ξέρω, αἰσθάνομαι ἕνα τράνταγμα. Κατεβάζω τὰ χέρια μου καὶ τί λὲς ὅτι βλέπω; Βλέπω τὸ φορτηγὸ σταματημένο στὴν ἄλλη πλευρὰ τοῦ δρόμου μὲ κατεύθυνση πρὸς τὰ πάνω. 

Ἔτρεμα ὁλόκληρος. Δὲν μπόρεσα νὰ τὸ συνειδητοποιήσω. Ἔκατσα λίγη ὥρα νὰ συνέλθω. Μὲ τὰ πολλά, ἔλεγξα τὸ φορτηγὸ καὶ ὅλα λειτουργοῦσαν μιά χαρά. Εἶπα τὸ γεγονὸς σὲ μερικοὺς συναδέλφους, ἄλλοι μοῦ εἶπαν «φοβερὸ πρᾶγμα», ἄλλοι μισοκορόϊδευαν. Δὲν τὸ καλλιέργησα ὅμως μέσα μου περισσότερο, τὸ προσπέρασα.

Τὸ ἀπόγευμα συνάντησα ἕναν φίλο μου, ποὺ ἦταν πολὺ τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ δὲν τὸν ἔκανα συχνὰ παρέα, γιατί τὸν περνοῦσα γιὰ ψιλοχαζό. Δὲν πήγαινε σὲ καφενεῖα, οὔτε σὲ ἄλλα μέρη, ὅπως ὅλοι οἱ φίλοι μας. Τοῦ εἶπα τὸ γεγονός. Μεγάλη καὶ συγκινητική, μοῦ λέει, ἡ ἱστορία σου. Ν' ἀνάψης ἕνα κερί, νὰ προσευχηθῆς καὶ νὰ εὐχαριστήσης τὸν Θεό. Μοῦ πρότεινε, πρὶν πᾶμε μαζὶ στὴν ἐκκλησία νὰ ἐπισκεφθοῦμε μία οἰκογένεια ποὺ εἶχε ἕνα αὐτιστικό, ἕνα καθυστερημένο παιδάκι, γιὰ νὰ δώσουμε μιά παρηγοριά. Δέχθηκα καὶ πήγαμε. Φθάσαμε καὶ κτυπήσαμε τὴν πόρτα. Τὴν εἶχα ἀκουστὰ αὐτὴ τὴν φουκαριάρα τὴ μάνα μὲ τὸ παιδί. Ἔλα, ὅμως, ποὺ τὸ παιδάκι δὲν ἦταν καθυστερημένο. Μὲ τὸ ποὺ μπήκαμε στὸ σπίτι, πρῶτος ὁ φίλος καὶ ἐγὼ πίσω του, μόλις μὲ βλέπει τὸ παιδί, σηκώνεται καὶ ἄρχισε νὰ φωνάζη μὲ μιά φωνὴ καθόλου παιδική, ἀλλὰ ἄγρια, βραχνή, μὲ βρυχηθμό.

- Φύγε ἐσύ. Ἐσὺ ἐκεῖ, φύγε ἀπὸ ἐδῶ. Ἐξαφανίσου. Φύγε ἐσὺ ποὺ κάνεις παρέα μὲ τὴν μαυροφόρα.

Ἐγὼ τάχασα. Δὲν καταλάβαινα τίποτε. Δὲν μποροῦσα νὰ καταλάβω, γιὰ ποιὸ λόγο ξαφνικὰ οἱ φωνές, καὶ γιὰ ποιὰ μαυροφόρα λέει. Στεκόμουν μὲ ἀπορία. Γιατί φωνάζει αὐτὸ τὸ μικρὸ ἔξαλλο; 

Ἄρχισε τότε ὁ μικρὸς νὰ μοῦ πετάη ἀντικείμενα. Ὅ,τι ἔβρισκε μπροστά του. Μπῆκε στὴ μέση ὁ φίλος μου καὶ φύγαμε βιαστικά. Ἐγὼ ἤμουν ἀμήχανος.

- Τί ἤρθαμε ἐδῶ, τοῦ λέω, καὶ μὲ βρίζει αὐτὸ τὸ μικρό; Ποῦ μὲ ξέρει καὶ γιὰ ποιὰ μαυροφόρα λέει;
Φύγαμε, λοιπόν, καὶ πήγαμε στὴν ἐκκλησία. 

Ἄναψα τὸ κερί μου, εἶπα ὅτι θυμόμουν ἀπὸ προσευχή, χαιρέτησα τὸν παπὰ καὶ κίνησα γιὰ τὸ σπίτι μου, γιατί εἶχε βραδυάσει. Μέσα μου, ὅμως ἀναλογιζόμουν: - Τί εἶναι ὅλα αὐτά; Γιὰ ποιὰ μαυροφόρα λέει; Ἔτσι προβληματισμένος καθὼς πλησίαζα σπίτι μου, ἀπὸ τὴν πλάγια μεριὰ ποὺ ἦταν ὅλο τοῖχος, ἐνῶ ἦταν νύχτα προχωρημένη -ὑπ' ὄψη ὅτι αὐτὰ ἔγιναν πρὶν τὴν κατοχή, ποὺ δὲν ὑπῆρχαν οὔτε τηλεοράσεις, οὔτε στὰ χωριὰ κινηματογράφοι- πάνω σ' αὐτὸν τὸν τοῖχο, λοιπὸν ἀνοίγει ἕνα φῶς δυνατὸ καὶ βλέπω. Τί λὲς νὰ βλέπω; Βλέπω σὰν σὲ κινηματογράφο ἕνα φορτηγὸ νὰ κατεβαίνη ἀπὸ τὸ βουνό, τὸν ἑαυτό μου νὰ ὁδηγῆ, νὰ προσπαθῆ νὰ ἐλέγξη τὸ ὄχημα, αὐτὸ νὰ τρέχη, νὰ πέφτη στὴ λακκούβα, νὰ χάνω τὸν ἔλεγχο, νὰ στρέφεται τὸ φορτηγὸ πρὸς τὸν γκρεμό, νὰ κλείνω τὰ μάτια μου, φωνάζοντας «Παναγία μου»... καὶ ξαφνικά, στὸν οὐρανὸ ψηλά, πάνω ἀπὸ τὸν γκρεμό, βλέπω μιά πανύψηλη γυναίκα, μὲ μαῦρα ροῦχα, νὰ πιάνη τὸ φορτηγὸ στὸν ἀέρα, ὅπως πιάνουμε ἐμεῖς ἕνα σπιρτόκουτο, νὰ τὸ γυρνάη καὶ νὰ τὸ βάζη στὴν ἀντίθετη κατεύθυνση τοῦ δρόμου. Ἦταν, ἀδελφέ μου, ἡ Κυρά μας ἡ Παναγία. Τότε ἀναγνώρισα τὸ περιστατικὸ πού μοῦ συνέβη μὲ τὸ φορτηγό. Ἔπεσα κάτω ἀμέσως, συγκλονισμένος καὶ ἄρχισα νὰ κλαίω μὲ λυγμούς. Τότε κατάλαβα τὸ φοβερὸ πού μοῦ συνέβη. 

Σηκώνομαι μετὰ ἀπὸ ὥρα, μὲ δάκρυα καὶ τρέχω καὶ τὸ λέω τοῦ παπᾶ. Τοῦ εἶπα τὰ πάντα, καὶ εἰδικὰ τὸ τελευταῖο, ποὺ τὰ εἶδα ὅλα σὲ ταινία, καὶ εἰδικὰ γιὰ τὴν ψηλὴ καὶ ὄμορφη μαυροφόρα, ποὺ σταμάτησε τὸ φορτηγὸ στὸν ἀέρα καὶ ἤμουν ἐγὼ μέσα. Συγκλονίσθηκε ὁ παπὰς ὅταν τ' ἄκουσε ὅλα. Μεγάλο θαῦμα, παιδί μου, νὰ εὐχαριστήσουμε καὶ νὰ δοξάσουμε τὸν Θεὸ καὶ τὴν Παναγία μας.

Τότε, πάτερ μου, συνειδητοποίησα μέσα μου, μοῦ ἦρθε κάτι σὰν φωτισμός, ὅτι δὲν εἶμαι γιὰ τὸν κόσμον αὐτόν. Τέτοιο θαῦμα μοῦ ἔκανε ἡ Παναγία μας καὶ ἐγὼ κάθομαι στὸν κόσμο; Ποῦ νὰ πάω, ὅμως; Μοῦ λέει, καλὴ ὥρα ὁ παπάς, ἂν θὲς νὰ εὐχαρίστησης τὸν Θεὸ καὶ νὰ σώσης τὴν ψυχή σου, νὰ πᾶς στὸ Περιβόλι τῆς Παναγίας, σ' αὐτὴ ποὺ σὲ ἔσωσε. Ἔτσι, ἀδελφέ μου, ἦρθα στὸ Ἅγιον Ὅρος καὶ δοξάζω τὸν Θεὸ γιὰ τὴν πανάγαθη Πρόνοιά Του. Θὰ μποροῦσα νὰ πῶ κι ἐγώ, μαζὶ μὲ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο, «οὐκ ἐγενόμην ἀπειθής τῆ οὐρανίῳ ὀπτασίᾳ» (Πράξ. 26, 19).

Μὲ συγκίνηση ἄκουσα τὴν ἱστορία τοῦ παπποῦ καὶ τὰ θαυμάσια τῆς Κυρᾶς μας τῆς Παναγίας. Θέλησα νὰ τὸν ρωτήσω γιὰ κάποιες ἀπορίες μου, ἀλλὰ ἀκούσθηκε ἡ καμπάνα τῆς Τραπέζης. Σηκωθήκαμε καὶ μαζὶ μὲ ὅλους τούς πατέρες μπήκαμε στὴν Τράπεζα. Τὸν ἀναγνώστη δὲν τὸν πολυπρόσεχα, γιατί ἔφερνα στὸ νοῦ μου ὅλο τὸ γεγονὸς ποὺ ἄκουσα καὶ μὲ εἶχε συγκλονίσει. Κρυφὰ λοξοκύταγα τὴν γαλήνια μορφὴ τοῦ παπποῦ. Περίμενα νὰ γίνη προσευχή, νὰ βγοῦμε καὶ νὰ ξανασυναντήσω τὸν Γέροντα. Τουλάχιστον νὰ μάθω τὸ ὄνομά του. Μιλάγαμε τόση ὥρα καὶ δὲν ἤξερα πῶς τὸν λένε. Κτύπησε τὸ κουδούνι ὁ ἡγούμενος, κάναμε προσευχὴ καὶ ἀρχίσαμε νὰ βγαίνουμε. Ὁ παπποὺς βγῆκε ἀπὸ τοὺς πρώτους. Μέχρι νὰ βγῶ εἶχε ἐξαφανισθεῖ. Χρόνο δὲν εἶχα νὰ τὸν ψάξω, γιατί τὸ καραβάκι ἔφευγε. Ἔτσι, πῆρα τὸν ντορβά μου καὶ κίνησα γιὰ τὴν παραλία, εὐχαριστώντας μέσα μου τὸν κτίτορα, τὸ Βασιλόπουλο ἐκεῖνο ποὺ ἁγίασε, γιὰ τὴν παρηγοριὰ πού μοῦ ἔδωσε.

Αὐτό, ἦταν ἁγίου κέρασμα.

Καρυές, Σεπτέμβριος 2008 

''Άγνωσται αι βουλαί του Κυρίου''-Από τον βίο του Αγ.Λουκα,επισκόπου Συμφερουπόλεως και Κριμαίας,του ιατρού



Αυτή η συγκεκριμένη ιστορία δίνει σε όλους εμάς ένα μάθημα…Να έχουμε εμπιστοσύνη στο Θεό γιατί ξέρει καλύτερα από όλους τι είναι το καλύτερο για τη σωτηρία μας.
Γι αυτό ας παραδώσουμε τη ζωή μας στον Κύριο και ας παραδοθούμε στο άγιο θέλημά Του… “Άγνωστοι αι βουλαί του Κυρίου!”.

Στο Γένισεικ ο επίσκοπος Λουκάς επρόκειτο να λειτουργήσει και ήλθε στο σαλόνι του διαμερίσματος, που είχε πρόχειρα διαμορφώσει σε ναό. Μπαίνοντας στο σαλόνι, βλέπει ξαφνικά απέναντί του έναν άγνωστο ηλικιωμένο μοναχό. Ο μοναχός μόλις τον αντίκρισε ξαφνιάστηκε, πάγωσε! Σάστισε τόσο πολύ που ούτε καν υποκλίθηκε μπροστά στον επίσκοπο. Πέρασαν λίγα λεπτά σιωπής και κάπως συνήλθε.

Ο επίσκοπος Λουκάς τον πλησίασε και τον ρώτησε: – Ποιος είσαστε και από που ήρθατε;
Ο μοναχός απάντησε: – Σεβασμιώτατε, είμαι ο μοναχός Χριστόφορος και ήρθα από το Κράσνιαρσκ. Οι εκκλησίες εκεί έχουν καταληφθεί από τους σχηματικούς και οι πιστοί δεν θέλουν να πηγαίνουν με τους άπιστους ιερείς. Αποφάσισαν λοιπόν να με στείλουν στην πόλη Μίνουσικ, 300 χιλιόμετρα νότια από το Κρασνογιάρσκ, σ΄ έναν ορθόδοξο επίσκοπο να με χειροτονήσει ιερέα. Όμως τα πράγματα μου ήρθαν κάπως παράξενα. Μια φωνή μέσα μου και μια ανεξήγητη δύναμη με ωθούσε να έρθω εδώ.
Ο επίσκοπος Λουκάς απόρησε και τον ξαναρώτησε: – Και γιατί ξαφνιάστηκες και σάστισες όταν με είδες;
Η απάντηση του μονάχου Χριστοφόρου άφησε έκπληκτο τον επίσκοπο:
- Μα πως να μην ξαφνιαστώ; Πριν 10 χρόνια είδα ένα όνειρο, το όποιο έμεινε ολοζώντανο στη μνήμη μου, σαν να το βλέπω τώρα. Είδα πως ήμουν σε ένα ιερό ναό κι ένας άγνωστος σε μένα αρχιερέας με χειροτόνησε ιερομόναχο. Μόλις μπήκατε μέσα εδω και σας αντίκρυσα, σας αναγνώρισα. Είσαστε αυτός που πριν δέκα χρόνια είδα σ΄ αυτό το όνειρο!

Ο μοναχός Χριστόφορος συγκινημένος έκανε εδαφιαία μετάνοια στον έκπληκτο επίσκοπο. Εκείνος διέκρινε καθαρά το Χέρι του Θεού στο θαυμαστό αυτό γεγονός και χειροτόνησε το μοναχό Χριστόφορο σε διάκονο και έπειτα σε ιερέα στέλνοντάς τον να ποιμάνει κάτω από τόσες αντίξοες συνθήκες τον πιστό λαό του Θεού.
«Δέκα χρόνια πριν, όταν με είχε δει ο μοναχός Χριστόφορος, εγώ ήμουν ένας δημόσιος χειρουργός στο Ζάλεσκι και δεν σκαφτόμουν ούτε την ιεροσύνη, ούτε πολύ περισσότερο την αρχιεροσύνη. Για τον Κύριο όμως, τότε είχα ήδη γίνει επίσκοπος. “Άγνωστοι οι Βουλαί του Κυρίου”».
dosambr.wordpress Αντιγραφή

12η ουνίου 2012

Τρίτη: Τοῦ Ὁσίου Πατρός ἡμῶν Ὀνουφρίου τοῦ Αἰγυπτίου. 
Πέτρου τοῦ ἐν Ἄθῳ. 
Τῆς Ἁγίας Μάρτυρος Ἀντωνίνης.
 
Ἀπόστολος: 
Τῆς ἡμέρας· Τρίτης β΄ ἑβδομάδος Ἐπιστολῶν (Ῥωμ. δ΄ 4-12).
Εὐαγγέλιον:
 Ὁμοίως· Τρίτης β΄ ἑβδομάδος Ματθαίου (Ματθ. ζ΄ 15-21).
 

Ο όσιος Γαβριήλ περί εσχάτων και Αντιχρίστου


πηγή

Όσιος Γαβριήλ ο δια Χριστόν σαλός
ΔΙΔΑΧΗ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΕΣΧΑΤΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΥ
Στα χρόνια του Αντιχρίστου οι άνθρωποι θα περιμένουν τη σωτηρία από το Διάστημα. Αυτό θα είναι το μεγαλύτερο τέχνασμα του διαβόλου. Η ανθρωπότητα θα ζητεί βοήθεια από τους εξωγήινους, χωρίς να γνωρίζει ότι αυτοί στην πραγματικότητα είναι δαίμονες.
*****
Ο Γέροντας Γαβριήλ ο δια Χριστόν σαλός (1929-1995), πλήρης Χάριτος και αγιοπνευματικών χαρισμάτων, απολάμβανε μεγάλου σεβασμού στη Γεωργία. Μαρτυρίες για την αγιότητα του δίνουν σε ένα μικρό βιβλίο Μητροπολίτες, ηγούμενοι, ηγουμένισσες, μοναχοί, ιερείς και λαικοί. Ο Γέροντας ήταν ασυμβίβαστος με κάθε αντίχριστη πολιτική και πρακτική.
Την πρωτομαγιά του 1965 έκαψε ένα 12μετρο πορτραίτο του Λένιν πού κρεμόταν στο κτίριο του ανωτάτου Σοβιέτ στην Τυφλίδα, πρωτεύουσα της Γεωργίας. Συνελήφθη από την Κα-Γκε-Μπε. Στην ερώτηση του ανακριτού γιατί το έκανε απάντησε: «Το έκανα γιατί δεν είναι δυνατόν να λατρεύουμε ένα άνθρωπο. Εκεί, στην θέση του πορτραίτου του Λένιν, πρέπει να κρεμάσετε την εικόνα της Σταυρώσεως του Χριστού. Γιατί γράφετε ‘Δόξα στον Λένιν’; Πρέπει να γράψετε: Δόξα στον Κύριο Ιησού Χριστό». Μετά από αυτό τον έκλεισαν σε ψυχιατρική κλινική, όπου διέγνωσαν σχιζοφρένεια!!!

Παραθέτουμε στην συνέχεια μερικές από τις νουθεσίες του Γέροντος προς τα πνευματικά του τέκνα περί των εσχάτων και του Αντιχρίστου.
Δίδασκε ο Γέροντας: στους εσχάτους καιρούς τους ανθρώπους θα τους σώσουν η αγάπη, η ταπείνωση και η καλωσύνη.  Η καλωσύνη ανοίγει τις πύλες του Παραδείσου, η ταπείνωση οδηγεί μέσα σ’ αυτόν, αλλά η αγάπη εμφανίζει τον Θεό.
Όλους, όσοι πήγαιναν σ’ αυτόν για ευλογία, τους παρακαλούσε κλαίγοντας: να κάνετε το καλό για να σας σώσει η καλωσύνη σας. Η γή κατά το ήμισυ έγινε Άδης. Ο Αντίχριστος στέκεται στην πόρτα και δεν τη χτυπά απλώς, αλλά ορμά μέσα. Εσείς θα τον δείτε τον Αντίχριστο. Θα προσπαθήσει να βασιλεύσει σε όλον τον πλανήτη. Παντού θα γίνονται διωγμοί… μη μένετε χώρια. Κρατηθείτε μαζί, δέκα-δεκαπέντε μαζί. Βοηθείτε ο ένας τον άλλον.
Στους εσχάτους χρόνους να μην κοιτάτε τον ουρανό. Μπορεί να πλανηθείτε από τα ψευδοσημεία που θα παρουσιάζονται εκεί. Θα εξαπατηθείτε και θα απολεσθείτε…
Θα βάλουν το χάραγμα του Αντιχρίστου στο χέρι και στο μέτωπο. Τα διάφορα προιόντα δεν μπορούν να σας προκαλέσουν βλάβη. Έστω κι’ αν βάζουν σ’ αυτά τον αριθμό του Αντιχρίστου, αυτό δεν είναι ακόμη το χάραγμα. Πρέπει να λέτε το ‘Πάτερ ημών’, να κάνετε τον Σταυρό σας και η τροφή σας θα αγιάζεται. Στα χρόνια του Αντιχρίστου οι άνθρωποι θα περιμένουν τη σωτηρία από το Διάστημα. Αυτό θα είναι το μεγαλύτερο τέχνασμα του διαβόλου. Η ανθρωπότητα θα ζητεί βοήθεια από τους εξωγήινους, χωρίς να γνωρίζει ότι αυτοί στην πραγματικότητα είναι δαίμονες.
Ρώτησαν τον Στάρετς αν μπορεί κανείς να κλέψει τροφή, όταν δε θα μπορεί να την αγοράσει. Απάντησε έτσι: «Αν κλέψεις, θα παραβείς μία από τις δέκα εντολές. Όποιος ενεργεί έτσι, ακόμη και έτσι δέχεται τον Αντίχριστο. Ο πιστός άνθρωπος πρέπει να ελπίζει στο Θεό. Ο Κύριος στους έσχατους χρόνους θα ενεργεί τέτοια θαύματα, ώστε ένα φυλλαράκι από το δένδρο θα φθάνει για τροφή ενός μηνός. Στ’ αλήθεια. Ο πιστός άνθρωπος θα σταυρώνει τη γή, και εκείνη θα του δίνει ψωμί. Αν βιάσουν ένα κορίτσι, το διακορεύσουν χωρίς τη θέληση του, αυτό ενώπιον του Θεού θα παραμείνει παρθένος. Ετσι θα γίνει και με το χάραγμα του Αντιχρίστου. Αν δώσουν το χάραγμα ενάντια στη θέληση του ανθρώπου, αυτό δεν θα ενεργεί επάνω του. Στο Ευαγγέλιο είναι γραμμένο ότι παντού θα γίνονται διωγμοί αλλά και θλίψη σε όποιον προδίδει το Ευαγγέλιο. Θα έρθει καιρός που θα είναι απαραίτητο να φύγετε στα βουνά, μόνο να μην το κάνετε ένας-ένας.
Ομαδικά να φεύγετε στα βουνά και στα δάση. Για τους πιστούς χριστιανούς η μεγαλύτερη θλίψη θα είναι ότι αυτοί θα φεύγουν στο δάσος, αλλά οι κοντινοί τους άνθρωποι θα δέχονται το χάραγμα του Αντιχρίστου. Στους εσχάτους καιρούς οι οπαδοί του Αντιχρίστου θα πηγαίνουν στην εκκλησία, θα βαπτίζονται, θα κηρύττουν για τις ευαγγελικές εντολές. Όμως μην τους πιστεύετε. Αυτοί δεν θα έχουν τα καλά έργα. Μόνο με τα καλά έργα μπορεί κάποιος να αναγνωρίσει τον αληθινό Χριστιανό».

ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΜΟΣ - ΠΟΤΕ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΙΜΑΣΤΕ ΟΡΘΙΟΙ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ;


15Κάθε Ορθόδοξη Χριστιανική Οικογένεια, και 
γενικότερα κάθε πιστός, πρέπει να εκκλησιάζεται
 και να συμμετέχει ενσυνείδητα, και όχι
 τυπολατρικά, στην λατρευτική ζωή της Εκκλησίας.

Κάποτε, οι Χριστιανοί ρώτησαν τον Άγιο Ιωάννη 
της Κλίμακος: Πότε καταλαβαίνουμε ότι η ψυχή 
είναι άρρωστη; Εκείνος απάντησε: 
Όταν ο άνθρωπος δεν θέλει να εκκλησιάζεται. Είναι δηλαδή σαν να έχουμε δικά μας αγαπημένα
 πρόσωπα που τα αγαπάμε και μας αγαπούν, και όταν τα βλέπουμε στο δρόμο, ούτε τα
 χαιρετούμε αλλά και ούτε πάμε σπίτι τους να τα επισκεφθούμε. Τι είδους αγάπη είναι αυτή;

Στις Εκκλησίες μας, η Κυριακάτικη Λατρεία αρχίζει με τον Όρθρο, ο οποίος διαρκεί
 1:20 ώρα περίπου. Αμέσως μετά ξεκινά η Θεία Λειτουργία με την εκφώνηση του
 Ιερέα "Ευλογημένη η βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος,
 νυν και αει και εις τους αιώνας των αιώνων, Αμήν". Την στιγμή αυτή όλοι οι πιστοί
 πρέπει να είναι όρθιοι. Μετά μπορούμε αν θέλουμε να καθίσουμε. Καλό θα ήταν αν 
δεν ξέρουμε πότε να σηκωνόμαστε και πότε να καθόμαστε, να παρακολουθούμε 
τους συμπροσευχούμενούς αδελφούς μας.

Σε συντομία, πρέπει να είμαστε όρθιοι στα εξής σημεία του Όρθρου 
και της Θείας Λειτουργίας:


    - Όταν διαβάζεται ο Εξάψαλμος

    - Όταν ο Ιερέας διαβάζει το Ευαγγέλιο του Όρθρου και εν συνεχεία βγαίνει
 να το προσκυνήσουμε

    - Στον ύμνο της Παναγίας "Την τιμιωτέραν των Χερουβείμ..."

    - Κατά τη Δοξολογία

    - Στο "Ευλογημένη η Βασιλεία"...

    - Κατά τη Μικρή Είσοδο του Ευαγγελίου από τον Ιερέα

    - Κατά το Ευαγγέλιο

    - Κατά την Μεγάλη Είσοδο στην οποία ο Ιερέας μεταφέρει τα Τίμια Δώρα

    - Κάθε φορά που ο Ιερέας δίνει την ειρήνη του Χριστού και την ευλογία με το
"Ειρήνη πάσι" ή μας θυμιατίζει

    - Κατά την πιο λεπτή στιγμή της Θείας Λειτουργίας που κατεβαίνει το Άγιο Πνεύμα
 για να καθαγιάσει τα Τίμια Δώρα, προσφωνώντας εκ του ιερέως "Τα Σα εκ των Σων, 
Σοι προσφέρομεν..."

    - Όταν ακούμε από τον Ιερέα το "Πρόσχωμεν. Τα Άγια τοις αγίοις" όπου
 υψώνεται ο Αμνός (Χριστός)

    - Κατά την απαγγελία του Συμβόλου της Πίστεως "Πιστεύω..."

    - Κατά την απαγγελία της Κυριακής Προσευχής "Πάτερ ημών.."

    - Στο "Μετά φόβου Θεού, πίστεως, και αγάπης προσέλθετε" διότι τούτη την στιγμή 
προσφέρεται το Σώμα και το Αίμα του Χριστού για να μεταλάβουμε, και

    - Στην Απόλυση της Θείας Λειτουργίας που κάνει ο Ιερέας με το "Δι'ευχών των 
Αγίων Πατέρων ημών..".
ΠΗΓΗ

Κατάργηση του μαθήματος των Θρησκευτικών και αντικατάστασή του από θρησκειολογική ενημέρωση, προτείνει το ΚΚΕ


πηγή

Στις θέσεις του ΚΚΕ για το σχολείο και συγκεκριμένα για το περιεχόμενο της εκπαίδευσης, όπως δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα του κόμματος, βρίσκουμε και τα παρακάτω: «Το σχολικό πρόγραμμα έχει επίσης ανάγκη από πραγματική ανανέωση, που θα επιβάλλει επιστημονικό προσδιορισμό της διδακτέας ύλης. Αυτό σημαίνει δύο πράγματα: Πρώτο, να απαλλαχτεί το σχολείο από δόγματα, ιδέες που δεν είναι αντικείμενο επιστημονικής μόρφωσης, όπως είναι, για παράδειγμα, το μάθημα των θρησκευτικών..
Η κατάργηση του μαθήματος κι η αντικατατάστασή του από θρησκειολογική ενημέρωση στο πλαίσιο της διδασκαλίας της ιστορίας του πολιτισμού- στην κατεύθυνση του χωρισμού κράτους-εκκλησίας και της ελευθερίας της συνείδησης- είναι ιστορικά υπερώριμο αίτημα που σε άλλες χώρες λύθηκε από τον 18ο αιώνα.Δεύτερο, πρέπει το πρόγραμμα να περιλάβει εκείνες τις ιδέες που βρίσκουν την έκφρασή τους στη σύγχρονη ζωή. Το περιεχόμενο όλων των μαθημάτων σήμερα έχει το χαρακτήρα "της γνώσης για τη γνώση", που εκφράζεται κύρια με την αποσπασματικότητα και το φορμαλισμό. Με τον τρόπο αυτό η παρεχόμενη γνώση δεν ανταποκρίνεται στη ζωντανή πραγματικότητα, δεν αντανακλά την ουσία των φαινομένων. Έτσι, οι νέοι μαθαίνουν να μένουν στην επιφάνεια των αναζητήσεων της αλήθειας για τον πραγματικό κόσμο, για να κρατούνται αύριο, ως εργάτες ή επιστήμονες, μακριά από τα ουσιαστικά ζητήματα της κοινωνίας, της οικονομίας, της ιδεολογίας. Το ζητούμενο είναι το πρόγραμμα να αποκτήσει εσωτερική ενότητα κι αντί για τη σύγχυση και το σχετικισμό, να επικεντρώσει σε εκείνες τις βασικές γνώσεις και μέθοδες που είναι απαραίτητες στους νέους για να οικοδομήσουν επιστημονική κοσμοαντίληψη και βιοθεωρία».
Σε άλλα σημεία του γενικότερου προγράμματος του ΚΚΕ περιέχονται και οι ακόλουθες δύο προτάσεις:
Α)Διαχωρισμός της εκκλησίας από το κράτος, σεβασμός του δικαιώματος των θρησκευτικών πεποιθήσεων.
Β) Να δημιουργηθούν οι όροι για την ισότιμη μορφωση των μειονοτήτων και μεταναστών (διαχωρισμός θρησκείας κι εκπαίδευσης, δικαίωμα της διδασκαλίας της μητρικής γλώσσας, αντιμετώπιση οξυμένων οικονομικών προβλημάτων , όπως σίτισης, στέγασης, ρουχισμού κλπ).

Τὰ Μυστήρια καὶ ὁ ἀριθμός τους Κάλλιστος Επίσκοπος Διοκλείας


Κάλλιστος Γουέαρ (Ἐπίσκοπος Διοκλείας)



«Αὐτὸς ποὺ ἦταν ὁρατὸς σὰν Λυτρωτὴς μας ἔχει τώρα περάσει στὰ μυστήρια» Ἅγιος Λέων ὁ Μέγας

Ἡ κύρια θέση στὴν Χριστιανικὴ λατρεία ἀνήκει στὰ μυστήρια. «Λέγεται μυστήριο», γράφει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος γιὰ τὴν Εὐχαριστία, «ἐπειδὴ ἐκεῖνο ποὺ πιστεύουμε δὲν εἶναι τὸ ἴδιο μὲ αὐτὸ ποὺ βλέπουμε, ἀλλὰ βλέπουμε ἕνα πράγμα καὶ πιστεύουμε ἄλλο ... Ὅταν ἀκούω νὰ ἀναφέρεται τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, καταλαβαίνω τὸ λεγόμενο μὲ μία ὁρισμένη ἔννοια ἐνῶ ὁ ἄπιστος, μὲ μία ἄλλη ἔννοια»1. Αὐτὸς ὁ διπλὸς χαρακτήρας, ἐξωτερικὸς καὶ ἐσωτερικὸς συγχρόνως, εἶναι τὸ διακριτικὸ στοιχεῖο ἑνὸς μυστηρίου• τὰ μυστήρια, ὅπως κι ἡ Ἐκκλησία, εἶναι ὁρατὰ καὶ ἀόρατα: σὲ κάθε μυστήριο ὑπάρχει ὁ συνδυασμὸς τοῦ ἐξωτερικοῦ ὁρατοῦ σημείου μὲ μία ἐσωτερικὴ πνευματικὴ χάρη. Στὸ Βάφτισμα ὁ Χριστιανὸς ὑφίσταται ἐξωτερικὸ λούσιμο σὲ νερό, καὶ συγχρόνως ἐξαγνίζεται ἐσωτερικὰ ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες του. Στὴν Θεία Εὐχαριστία παίρνει ψωμὶ καὶ κρασὶ ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὴν ὁρατὴ ἄποψη, ἐνῶ στὴν πραγματικότητα τρώγει τὸ Σῶμα καὶ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ.

Στὰ περισσότερα μυστήρια ἡ Ἐκκλησία παίρνει ὑλικὰ πράγματα — νερό, ψωμί, κρασί, λάδι — καὶ τὰ κάνει φορεῖς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Μ’ αὐτὸν τὸν τρόπον τὰ μυστήρια φέρνουν στὸ νοῦ τὴν Ἐνσάρκωση, ὅταν ὁ Χριστὸς πῆρε ὑλικὴ σάρκα καὶ τὴν ἔκαμε φορέα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος: καὶ προσβλέπουν ἤ μᾶλλον προσδοκοῦν τὴν «Ἀποκατάσταση» καὶ τὴν τελικὴ λύτρωση τῆς ὕλης κατὰ τὴν Δευτέρα Παρουσία.

Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μιλᾶ συνήθως γιὰ ἑφτὰ μυστήρια, βασικὰ τὰ ἴδια ἑφτὰ ὅπως στὴν Ρωμαιοκαθολικὴ Θεολογία, (Βάφτισμα, Χρῖσμα, Θ. Εὐχαριστία, Μετάνοια ἤ Ἐξομολόγηση, Ἱερωσύνη, Γάμος καὶ Εὐχέλαιο).

Μόνο κατὰ τὸν 17ον αἰώνα, ὅταν ἡ Λατινικὴ ἐπίδραση στὸν Ὀρθόδοξο χῶρο βρισκόταν στὸ πιὸ ψηλό της σημεῖο, ὁ κατάλογος αὐτὸς πῆρε ὁριστικὸ σχῆμα. Προηγουμένως, οἱ Ὀρθόδοξοι συγγραφεῖς διαφέρουν σημαντικὰ ὅσον ἀφορᾶ τὸν ἀριθμὸ τῶν μυστηρίων. Ὁ Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς μιλᾶ γιὰ δύο, ὁ Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης γιὰ ἕξη, ὁ Ἰωάσαφ, Μητροπολίτης Ἐφέσου (15ος αἰώνας) γιὰ δέκα. Καὶ ἐκεῖνοι οἱ Βυζαντινοὶ Θεολόγοι ποὺ μιλοῦν γιὰ ἑφτὰ μυστήρια, διαφέρουν στὸ ποιὰ συμπεριλαμβάνονται στὸν κατάλογό τους. Ἀκόμα καὶ σήμερα ὁ ἀριθμὸς ἑφτὰ δὲν ἔχει καμιὰ ἀπόλυτη δογματικὴ σημασία γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Θεολογία, ἀλλὰ χρησιμοποιεῖται βασικὰ γιὰ νὰ διευκολύνει τὴν διδασκαλία καὶ κατήχηση.

Ἐκεῖνοι ποὺ σκέφτονται, γιὰ «ἑφτὰ μυστήρια» πρέπει νὰ εἶναι προσεκτικοὶ νὰ προφυλάγονται ἀπὸ δύο παρεξηγήσεις: Πρῶτον, ἂν καὶ ὅλα τὰ ἑφτὰ εἶναι πραγματικὰ μυστήρια δὲν εἶναι ὅλα τὸ ἴδιο σημαντικὰ ἀλλὰ ὑπάρχει κάποιο εἶδος «ἱεραρχίας» μεταξύ τους. Ἡ Θεία Εὐχαριστία γιὰ παράδειγμα, βρίσκεται στὴν καρδιὰ τῆς ὅλης Χριστιανικῆς ζωῆς καὶ ἐμπειρίας, κάτι ποὺ δὲν ἰσχύει γιὰ τὸ Εὐχέλαιο. Ἀνάμεσα στὰ ἑφτά, τὸ Βάφτισμα καὶ ἡ Θ. Εὐχαριστία κατέχουν ξεχωριστὴ θέση. Γιὰ νὰ χρησιμοποιήσουμε μία φράση ποὺ υἱοθετήθηκε ἀπὸ τὴν Κοινὴ Ἐπιτροπὴ Ρουμάνων καὶ Ἀγγλικανῶν Θεολόγων στὸ Βουκουρέστι τὸ 1935, αὐτὰ τὰ δύο μυστήρια εἶναι «προεξέχοντα ἀνάμεσα στὰ Θεῖα μυστήρια».

Δεύτερον, ὅταν μιλοῦμε γιὰ ἑφτὰ μυστήρια δὲν πρέπει νὰ ἀπομονώνουμε ποτὲ αὐτὰ τὰ ἑφτὰ ἀπὸ πολλὲς ἄλλες πράξεις στὴν Ἐκκλησία, ποὺ κατέχουν ἐπίσης μυστηριακὸ χαρακτήρα, καὶ ποὺ ὀνομάζονται γιὰ εὐκολία «εὐχές». Ἀνάμεσα σ’ αὐτὲς τὶς εὐχὲς εἶναι οἱ ἀκολουθίες τῆς μοναχικῆς κουρᾶς, τοῦ μεγάλου ἁγιασμοῦ τῶν ὑδάτων, τὰ Θεοφάνεια, ἡ ἀκολουθία ταφῆς τῶν νεκρῶν καὶ ἡ στέψη ἑνὸς μονάρχη. Σ’ ὅλα αὐτὰ ὑπάρχει ἕνας συνδυασμὸς ἐξωτερικοῦ ὁρατοῦ σημείου καὶ ἐσωτερικῆς πνευματικῆς χάρης. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία χρησιμοποιεῖ ἕνα μεγάλο ἀριθμὸ μικρότερων εὐχῶν ποὺ ἔχουν ἐπίσης μυστηριακὸ χαρακτήρα εὐλογία σίτου, οἴνου καὶ ἐλαίου• φρούτων, ἀγρῶν, σπιτιῶν ὁποιουδήποτε ἀντικείμενου ἤ στοιχείου. Αὐτὲς οἱ μικρότερες εὐλογίες καὶ ἀκολουθίες εἶναι συνήθως πολὺ πρακτικὲς καὶ πεζές. Ὑπάρχουν εὐχὲς γιὰ τὴν εὐλογία ἑνὸς αὐτοκινήτου ἤ μιᾶς σιδηροδρομικῆς μηχανῆς ἤ γιὰ νὰ καθαριστεῖ μία περιοχὴ ἀπὸ ἐνοχλητικὰ ζωύφια. Μεταξύ τῆς πλατειᾶς καὶ τῆς στενῆς ἔννοιας τοῦ ὅρου «μυστήριο» δὲν ὑπάρχει σταθερὴ διαίρεση: ἡ ὅλη χριστιανικὴ ζωὴ πρέπει νὰ ἰδωθεῖ σὰν μιὰ ἑνότητα, σὰν ἕνα μεγάλο μυστήριο τοῦ ὁποίου οἱ διαφορετικὲς πτυχὲς ἐκφράζονται μὲ μία μεγάλη ποικιλία πράξεων, μερικὲς ἀπὸ τὶς ὁποῖες συμβαίνουν μία φορὰ στὴν ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου, ἄλλες ἴσως καθημερινά.

Τὰ μυστήρια εἶναι «προσωπικὰ» εἶναι τὰ μέσα ὅπου ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ προσφέρεται σὲ κάθε Χριστιανὸ «ξεχωριστά». Γι’ αὐτὸ τὸν λόγο, στὰ περισσότερα μυστήρια τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας ὁ ἱερέας ἀναφέρει τὸ ὄνομα κάθε προσώπου ὅταν τελεσιουργεῖ τὸ μυστήριο. Ὅταν δίνει τὴ Θεία Κοινωνία π.χ. λέγει:« Ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ (τάδε) μεταλαμβάνει τοῦ Τιμίου Σώματος καὶ Αἵματος τοῦ Κυρίου». Στὸ Εὐχέλαιο λέει: «Κύριε, ἴασε τὸν δοῦλον σου (τάδε) ἀπὸ ἀσθένεια σώματος καὶ ψυχῆς».

Μετάφραση: Δοκίμου Μονάχου Θεοφάνη Σταυροβουνιώτη

Οι άγιοι κάτοικοι της Λευκής Λίμνης...



Όσιος Κύριλλος της Λευκής Λίμνης (Μπιέλο Οζέρο - Μπελοζέρσκ)

Αγία Ρωσία, 14ος και 15ος αιώνας

Η , στο Ρωσικό Βορά, είναι ένας τόπος με μεγάλη πνευματική σημασία για τη Ρωσία, αλλά και ολόκληρη την Ορθοδοξία, άρα και για την Ελλάδα και για όλη την ανθρωπότητα.
O άγιος Κύριλλος της Λευκής Λίμνης ανήκει σε μια αλυσίδα αγίων ασκητών της βόρειας Ρωσίας, που περιλαμβάνει μεγάλους πνευματικούς διδασκάλους & αγωνιστές, όπως οι άγιοι Σέργιος του Ραντονέζ, Παύλος της Ομπνόρα, Αντώνιος του Σίγια, Νείλος της Σόρας κ.π.ά.
Φωτο από αυτό το αγγλόφωνο άρθρο για τον άγιο Κύριλλο της Λευκής Λίμνης

Για να αυξήσω το ενδιαφέρον του σύγχρονου αναγνώστη, που τον έχουν φλομώσει στις οικονομολογικές θεωρίες και τον έχουν πείσει πως όλα γίνονται για το χρήμα (ή -ακόμα χειρότερα- πως όλα πρέπει να γίνονται για το χρήμα), πως μόνο από τα οικονομικά ζητήματα εξαρτάται η ευημερία και η πρόοδος ή η δυστυχία και η οπισθοδρόμηση της κοινωνίας, της οικογένειάς του και του ίδιου, να πω πως αυτοί οι άγιοι ήταν σφοδροί πολέμιοι της εκκλησιαστικής περιουσίας και διατήρησαν σκοπίμως τα μοναστήρια τους φτωχά.
Στη Θηβαΐδα του Βορρά (τη συγκονιστική συλλογή βιογραφιών που συνέταξαν ο π. Σεραφείμ Ρόουζ και Γερμανός Ποντμοσένσκι), διαβάζουμε πως: Η μονή του αγίου Σεργίου ήταν τόσο φτωχή, που κάποιες φορές οι μοναχοί δεν είχαν ούτε χαρτί κι έγραφαν σε φλούδες από σημύδα. Ο άγ. Κύριλλος αρνήθηκε επίμονα τη δωρεά μεγάλων κτηματικών εκτάσεων (που περιλάμβαναν ακόμη και ολόκληρα χωριά - δηλ. φέουδα), που ήθελαν να τους προσφέρουν κάποιοι πιστοί Ρώσοι γαιοκτήμονες. Ενώ ο άγ. Νείλος της Σόρας (που κι αυτός είχε ξεκινήσει από το μοναστήρι της Λευκής Λίμνης) έδωσε αγώνα κατά της μοναστηριακής περιουσίας στη Ρωσική Σύνοδο του 1503, και αργότερα -μετά την κοίμησή του- εμφανίστηκε στο όνειρο του εγκληματικού (αλλά και θρησκόληπτου) τσάρου Ιβάν του Τρομερού, που σκόπευε να κάνει μια μεγάλη δωρεά στο μοναστήρι του αγίου, και του απαγόρευσε να το κάνει.
Σου κέντρισα το ενδιαφέρον, αδελφέ; Βέβαια, κακό δεν είναι ο πλούτος στην Εκκλησία, αλλά η φιλαργυρία. Η Εκκλησία χρειάζεται πλούτο όταν τον χρησιμοποιεί για το καλό του λαού, σε περιπτώσεις που το κράτος μοιάζει αδιάφορο ή ανύπαρκτο (όπως τώρα). Για τη σημερινή (2012) Ελλάδα, η Εκκλησία και χρησιμοποιεί τα χρήματά της για το λαό αλλά και πρέπει να διατηρήσει την όποια γη της έχει απομείνει, γιατί, αν την παραχωρήσει στο Κράτος, σύντομα ίσως έχει περάσει σε ξένα χέρια... (ίσως μάλιστα γι' αυτό κάποιοι αγωνίζονται τόσο να την πάρουν). Αλλά φύγαμε απ' το θέμα. Λυπάμαι αν σε σκανδάλισαν αυτές οι σκέψεις.
Ας δούμε μερικά μεγάλα πνεύματα της Λευκής Λίμνης, απ' αυτά που κάνουν τον κόσμο φωτεινό και αγιασμένο.

Δες και: St Kyrill of White Lake. Σημ.: "όσιο" λέμε τον άγιο που ήταν μοναχός.
O όσιος πατήρ ημών Κύριλλος γεννήθηκε στην Μόσχα (1337) από γονείς ευγενείς και ευσεβείς και έλαβε το όνομα Κοσμάς στο άγιο Βάπτισμα. Έμεινε ορφανός και την φροντίδα του ανέλαβε ένας από τους κοντινούς συγγενείς του, ο Τιμόθεος Βελιαμίνωφ, αξιωματούχος στην αυλή του μεγάλου ηγεμόνα Δημητρίου. Αυτός, εκτιμώντας την ευφυΐα και τα μεγάλα προσόντα του προστατευόμενού του, του εμπιστεύθηκε σύντομα την διαχείριση της περιουσίας του. 

Παρά τις τιμές που απολάμβανε, ο Κοσμάς παρέμενε μελαγχολικός, διότι στην καρδιά του είχε ανάψει η αγάπη του αγγελικού βίου, ενώ κανένα μοναστήρι που επισκέφτηκε δεν τολμούσε να τον δεχθεί, φοβούμενο την έναντίωση του ισχυρού Τιμοθέου. Έτσι προσευχόταν κρυφά στον Θεό να τον λυτρώσει από αυτούς τους δεσμούς με τον κόσμο και την ματαιότητά του. 

Μαθαίνοντας την άφιξη στην Μόσχα του μακαρίου Στεφάνου [14 Ιουλ.], ηγουμένου της Μονής Μάχριστσκ, ο Κοσμάς πήγε να τον βρει και του εκμυστηρεύθηκε με δάκρυα τον ιερό πόθο του. Ο Στέφανος τον ενέδυσε με τομοναχικό Σχήμα, δίνοντας του το όνομα Κύριλλος, δεν τον έκειρε όμως [δηλ. δεν τον έκανε μοναχό] και μετέβη να αναγγείλει το νέο στον Τιμόθεο. Εκείνος εξοργισμένος έδιωξε τον άνθρωπο του Θεού με προσβολές· λίγο αργότερα ωστόσο μετανόησε, χάρις στις επιπλήξεις της συζύγου του, ζήτησε συγχώρεση από τον άγιο ηγούμενο και επέτρεψε στον Κύριλλο να ακολουθήσει τον δρόμο που του είχε χαράξει ο Θεός. [..]

Έκανε τέτοιες προόδους δουλαγωγώντας τις ορμές τής σαρκός, ώστε οι αδελφοί τον θεωρούσαν περισσότερο άγγελο, παρά άνθρωπο· και όταν ο άγιος Σέργιοςεπισκεπτόταν το μοναστήρι, πρώτα μετέβαινε στο αρτοποιείο γιά νά συνομιλήσει μαζί του επί θεμάτων πνευματικών. Εν συνεχεία, ο Κύριλλος μετατέθηκε στο μαγειρείο και μπροστά στον πυρωμένο φούρνο επαναλάμβανε στον εαυτό του: «Νά υποφέρεις την φωτιά αυτή γιά νά μήν υποφέρεις το αιώνιο πυρ!» Φοβούμενος, όμως, τον έπαινο τών ανθρώπων, ο μακάριος Κύριλλος άρχισε νά υποκρίνεται σαλότητα [=να κάνει τον παλαβό], αστειευόμενος και γελώντας με κάθε τυχόντα. [...]
Άφού χειροτονήθηκε πρεσβύτερος (ιερέας), ο όσιος συνέχισε τά ταπεινά του καθήκοντα και, όταν ο Θεόδωρος ορίστηκε επίσκοπος Ροστώφ, υποχρεώθηκε παρά την θέλησή του να αναλάβει την ήγουμενία (1390). Παραμένοντας ταπεινόφρων και πράος, όπως και προηγουμένως, δίχως να ελαττώσει την άσκησή του, διοικούσε με σοφία το μοναστήρι και πρόσφερε τις πνευματικές συμβουλές του στους μεγάλους του κόσμου τούτου, όπως και στους ταπεινότερους πιστούς, τους όποιους προσείλκυε σε μεγάλο αριθμό η φήμη του. Διαπιστώνοντας όμως ότι κινδύνευε να απωλέσει το πολυτιμότερο αγαθό του μονάχου, την ησυχία [δηλ. τη δυνατότητα να προσεύχεται απερίσπαστος], παραιτήθηκε του αξιώματος, παρά τις διαμαρτυρίες των αδελφών, και διήγε έγκλειστο βίο στο κελλί του. 

Το αποτέλεσμα όμως ήταν το αντίθετο από εκείνο που ανέμενε και η απόσυρσή του αυτή το μόνο που έκανε ήταν νά του αποφέρει μεγαλύτερη δόξα, η οποία γέννησε τον φθόνο του νέου ηγουμένου. Για τον λόγο αυτό, ο όσιος Κύριλλος αποσύρθηκε για ένα διάστημα σε κοντινή μονή, αφιερωμένη στο Γενέθλιο της Θεοτόκου. Η ψυχή του όμως, διψασμένη για θεωρία [θέα του Θεού] και απερίσπαστη προσευχή, λαχταρούσε να φύγει μακριά από τους ανθρώπους. 

Μία νύχτα, ενώ έλεγε τον Ακάθιστο Ύμνο, η ψυχή του γέμισε κατάνυξη και άκουσε ουράνια φωνή να λέει: «Κύριλλε, αναχώρησε άπό εδώ και πήγαινε στην Λευκή Λίμνη, όπου θα βρεις ανάπαυση, διότι ετοίμασα γιά σένα εκεί τόπο για την σωτηρία σου». 

Κοιτάζοντας έξω είδε φως άπλετο να λάμπει προς τον Βορρά, κατά την Λευκή Λίμνη. Γεμάτος χαρά, πέρασε προσευχόμενος όλη αυτην την νύχτα που ήταν φωτεινότερη από λαμπρό πρωινό. Λίγο αργότερα αναχώρησε προς εκείνη την κατεύθυνση, μαζί μέ τον άγιο Θεράποντα [27 Μαΐου], έναν άπό τους πνευματικούς αδελφούς του που επέστρεφε μετά από διαμονή στην περιοχή της Λευκής Λίμνης. Αφού βρήκε τον τόπο που του υπέδειξε η Θεοτόκος, πάνω σε λόφο που βρισκόταν σε ένα πυκνό και ερημικό δάσος, έμπηξαν εκεί ένα σταυρό και άρχισαν να ζουν βίο ησυχαστικό, απαλλαγμένο από κάθε βιοτική μέριμνα. Σε λίγο καιρό ο Θεράπων αναχώρησε για να ιδρύσει μονή λίγο πιο μακριά.

Ο Κύριλλος, ηλικίας τότε εξήντα ετών, δεν μπόρεσε να απολαύσει την πλήρη ερημία που ποθούσε παρά μόνο για λίγο καιρό, γιατί δύο αγαπητοί σ’ αυτόν μοναχοί της Μονής Σιμονώφ, ο Ζεβεδαίος και ο Διονύσιος, ήλθαν να μείνουν κοντά του, ακολουθούμενοι σε λίγο από τον Ναθαναήλ, ο όποιος και ανέλαβε το διακόνημα του οικονόμου της αδελφότητος. Αν και αρνήθηκε αρχικά να γίνει πνευματικός τους πατέρας, ο όσιος αναγκάστηκε να ενδώσει στις επίμονες παρακλήσεις τους και έτσι οι αδελφοί έκτισαν μικρά κελλιά κοντά στο δικό του. 

Ένας κάτοικος της περιοχής, ο Ανδρέας, τρέφοντας μίσος κατά των μοναχών, προσπάθησε πολλές φορές νά βάλει φωτιά στον φράκτη που περιέβαλλε τά κελλιά των ερημιτών, χάρις όμως στην παρέμβαση τής Παναγίας αυτά δεν έπαιρναν φωτιά. Ο Ανδρέας συναισθάνθηκε την αμαρτία του, ζήτησε συγχώρεση από τον όσιο και λίγο αργότερα έγινε μοναχός. 

Έχοντας κατά νου τά λόγια του Κυρίου: Τον έρχόμενον προς εμέ ού εκβάλω έξω (κατά Ιωάννην, 6, 37), ο όσιος Κύριλλος δεχόταν, παρά τον φλογερό πόθο του για την ησυχία, όσους έδειχναν έτοιμοι νά αντιμετωπίσουν τις δυσχέρειες αυτού του έρημου τόπου από αγάπη για τον Θεό. Από ταπεινά ασκητικά κελλιά, κτίστηκε ένα μοναστήρι που έγινε κοινόβιο, και αργότερα ναός (ξύλινος), αφιερωμένος στην Κοίμηση της Θεοτόκου, με την βοήθεια ξυλοκόπων που έστειλε η Παναγία.
Monastary of St. Cyril of the White Lake
Η μονή του αγ. Κυρίλλου (από εδώ)
Ένας βογιάρος, άπληστος και βίαιος, ο Θεόδωρος, σκεπτόμενος ότι ο πρώην ηγούμενος της Μονής Σιμονώφ θα είχε φέρει μαζί του πολλά πλούτη, έστειλε την νύχτα ληστές να λεηλατήσουν την μονή. Πλησιάζοντας στον άγιο τόπο, οι κακοποιοί είδαν πλήθος από τοξότες που την φύλαγαν άγρυπνοι, ενώ την επόμενη νύχτα υπήρχε εκεί μεγαλύτερο πλήθος ανθρώπων που έμοιαζαν με φοβερούς πολεμιστές. Το έβαλαν στά πόδια τρομοκρατημένοι και διηγήθηκαν τά συμβάντα στον βογιάρο, ο όποιος έστειλε έναν υπηρέτη στο μοναστήρι για να μάθει αν κάποιο σπουδαίο και ισχυρό πρόσωπο είχε φθάσει εκεί με την συνοδεία του. Του απάντησαν ότι εδώ και μία εβδομάδα κανένας επισκέπτης δεν είχε έλθει στην μονή. Ο Θεόδωρος κατάλαβε τότε ότι ο Θεός και οι άγγελοί Του φύλαγαν το μοναστήρι. Μετέβη λοιπόν στον όσιο για να του ομολογήσει το δόλιο σχέδιο του. Ο άγιος Κύριλλος του απάντησε: «Πίστεψε με, Θεόδωρε, δεν έχω τίποτε άλλο παρά μόνο τούτο το σχισμένο ράσο που βλέπεις να φορώ και μερικά βιβλία». [...]

Σε περιόδους φτώχειας, ο όσιος ενθάρρυνε τους αδελφούς να διατηρούν την εμπιστοσύνη τους στον Θεό και τους απαγόρευε να εγκαταλείπουν την μονή προς αναζήτηση πόρων. Μία μόνο φορά τον χρόνο έβγαινε ένας μοναχός για να αγοράσει τά αναγκαια, ενώ αν τους έστελναν ελεημοσύνες, αυτές γίνονταν δεκτές ως δώρα του Θεού. Ο όσιος εξάλλου επαγρυπνούσε γιά την διατήρηση της ησυχίας και της ανεξαρτησίας της μονής, την όποια επιθυμούσε πτωχή· γιά τον λόγο αυτό αρνούνταν τις δωρεές σε κτήματα ή χωριά, έτσι ώστε να μην ταράζει τους μοναχούς του, ούτε να τους γεννά κοσμικές μέριμνες. [...]

Καθώς η φήμη του όσιου Κυρίλλου είχε φθάσει μακριά, οι μεγάλοι του κόσμου τούτου έγραφαν σε αυτόν και δέχονταν ταπεινά τις συμβουλές του για να κυβερνούν τους υπηκόους τους σύμφωνα με τις εντολές του Θεού και να κάνουν ελεημοσύνες για την σωτηρία τους. Στον μεγάλο ηγεμόνα Βασίλειο της Μόσχας έγραφε, λόγου χάριν: «Όπως σέ ένα καράβι το ελάττωμα ενός κωπηλάτη δέν συνιστά μεγάλο κακό, ενώ εκείνο του καπετάνιου θέτει σε κίνδυνο όλο το πλοίο, έτσι και όταν ο ηγεμόνας αμαρτάνει, ζημιώνει όλους τους υπηκόους του».

Η Θηβαϊδα του ΒορράΌταν ο όσιος, σε ηλικία ενενήντα χρόνων, εξαντλημένος από τους ασκητικούς αγώνες, αισθάνθηκε ότι πλησίαζε η ώρα να μεταβεί στην ουράνια πατρίδα του, συγκέντρωσε τους πενήντα τρεις μαθητές του, τους συνέστησε να μην παρεκκλίνουν κατά το παραμικρό από το κοινοβιακό Τυπικό που είχε θεσπίσει, όρισε ως διάδοχό του έναν άνθρωπο ενάρετο, ονόματι Ίννοκέντιο, και κατόπιν αποσύρθηκε στην σιωπή και την προσευχή. Όταν ήταν πια στα τελευταία του και οί αδελφοί έκλαιγαν λέγοντας πως το μοναστήρι θα ερημωνόταν μετά την έκδημία του, τους υποσχέθηκε ότι δεν θα τους εγκατέλειπε και ότι η αδελφότητά τους θα αυξανόταν σημαντικά, υπό τον όρο ότι θά διατηρούσαν την αδελφική αγάπη. Αφού τους ευλόγησε και τους ασπάσθηκε, κοινώνησε των Άχραντων Μυστηρίων και παρέδωσε την ψυχή του στά χέρια του Κυρίου, την 9η Ιουνίου 1427, ενώ προσευχόταν. Αμέσως η όψη του οσίου φωτίστηκε και μία ουράνια ευωδία γέμισε τον τόπο. Τα τίμια λείψανά του επετέλεσαν κατόπιν πλήθος θαύματα στο μοναστήρι του, που έγινε το κέντρο της επονομαζόμενης «Θηβαΐδος του Βορρά». Πολλοί μαθητές του έγιναν ονομαστοί για την αγιότητα του βίου τους και ίδρυσαν μονές που τηρούσαν πιστά το Τυπικό του όσιου Κυρίλλου.

Πηγή: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Εκδόσεις Ινδικτος.
Δες τη βιογραφία του αγίου και στη συγκλονιστική  συλλογή Η Θηβαΐδα του Βορρά, με τις βιογραφίες των αγίων ασκητών της Βόρειας Ρωσίας των τελευταίων αιώνων.
 
Ο όσιος Θεράπων της Λευκής Λίμνης

Ο Όσιος Θεράπων, κατά κόσμον Θεόδωρος, γεννήθηκε το 1337 μ.Χ. στην πόλη Βολοκολάμσκ από την ευσεβή οικογένεια Ποσκόχιν. Οι γονείς του τον ανέθρεψαν με παιδεία και νουθεσία Κυρίου και από την παιδική ηλικία εξεδήλωσε την κλίση και την αγάπη του προς τον μοναχικό βίο. Γι’ αυτό εκάρη μοναχός και εγκαταστάθηκε βόρεια της Λευκής Λίμνης μαζί με τον Όσιο Κύριλλο (τιμάται 9 Ιουνίου), όπου ασκήτεψε ως ερημίτης ασκούμενος στη σιωπή.
Η αγιότητα του βίου του προσείλκυσε γύρω του μαθητές που οργάνωσαν ένα μοναστήρι, το οποίο αργότερα έλαβε το όνομα του Οσίου.
Το 1398 μ.Χ. ο Όσιος ανοικοδόμησε μία ξύλινη εκκλησία αφιερωμένη στο Γενέσιον της Θεοτόκου, ενώ οι μοναχοί τον βοηθούσαν στο έργο αυτό και ασχολούνταν παράλληλα με την αντιγραφή εκκλησιαστικών βιβλίων. Αργότερα, περί το 1500 μ.Χ., στον τόπο αυτό κτίσθηκε πέτρινος ναός φημισμένος για τις αγιογραφίες του, έργα του αγιογράφου Διονυσίου και των υιών του Βλαδιμήρου και Θεοδώρου.
Ο Όσιος από ταπείνωση παραιτήθηκε από την θέση του ηγουμένου της μονής, εμπιστεύθηκε την πνευματική καθοδήγησή του σε έναν από τους πατέρες αυτής και επέστρεψε στον πνευματικό σύμβουλό του, Όσιο Κύριλλο.
Το 1408 μ.Χ. ο πρίγκιπας Ανδρέας Δημητρίεβιτς ζήτησε από τον Όσιο Θεράποντα να ιδρύσει ένα νέο μοναστήρι στην πόλη Μοζάισκ. Εκεί, στο λόφο Λούσχο, ο Όσιος ανήγειρε τη νέα μονή και έλαβε το οφφίκιο του αρχιμανδρίτου από τον Μητροπολίτη Μόσχας Φώτιο (τιμάται 2 Ιουλίου και 27 Μαΐου). Εδώ ο Όσιος ασκήτεψε για δέκα οκτώ χρόνια και κοιμήθηκε με ειρήνη το 1426 μ.Χ.
Το ιερό λείψανό του ενταφιάσθηκε στο βόρειο κλίτος του ναού του Γενεσίου της Θεοτόκου και βρέθηκε το 1514 μ.Χ. Η μνήμη του τιμάται στις 27 Μαΐου.

Ο Όσιος Μαρτινιανός της Λευκής Λίμνης (+12 Ιανουαρίου)



ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΗΣ
Ο Όσιος Μαρτινιανός γεννήθηκε το έτος 1397 μ.Χ. στο χωριό Μπερεζνίκι της επαρχίας Βολογντά της Ρωσίας και ονομαζόταν Μιχαήλ. Από την ηλικία των 13 ετών μόνασε κοντά στον Όσιο Κύριλλο στην Μονή της Λευκής Λίμνης. Μετά από λίγα χρόνια εκάρη μοναχός.
Οι άγιοι Μαρινιανός και Θεράπων

Μετά τον θάνατο του Οσίου Κυρίλλου αποτραβήχθηκε κοντά στην λίμνη Βόγια, εκάτο βέρστια απόσταση από το μοναστήρι. Εκεί σχηματίστηκε μία νέα αδελφότητα και έχτισαν ναό προς τιμήν της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος.
Μετά την αποχώρηση του Οσίου Θεράποντος από την ηγουμενία της Μονής του Αγίου Θεράποντος η αδελφότητα ικέτευσε τον Όσιο Μαρτινιανό να γίνει ηγούμενος.
Όταν ο κνέζης Βασίλι Βασιλίεβιτς εκδιώχθηκε άδικα από τον θρόνο βρήκε παρηγοριά και έναν ζεστό λόγο στον Όσιο Μαρτινιανό. Έτσι όταν επανήλθε στον θρόνο τον κάλεσε κοντά του για να αναλάβει την ηγουμενία της Μονής της Αγίας Τριάδος του Αγίου Σεργίου.
Το 1455 αποχαιρέτησε την αδελφότητα της Λαύρας και επανήλθε στο μοναστήρι του.

Ας γυμναζόμαστε για τον καιρό του μαρτυρίου...



 proskynitis.
Ας γυμναζόμαστε για τον καιρό του μαρτυρίου. Περιφρόνησαν εκείνοι τη ζωή τους, περιφρόνησε συ τίς αμαρτωλές άπολαύσεις. Έριξαν εκείνοι τα σώματα τους στη φωτιά" ρίξε εσύ χρήματα στα χέρια των φτωχών. Πάτησαν εκείνοι πάνω σε αναμμένα κάρβουνα, σβήσε εσύ της κακής επιθυμίας τη φλόγα...
Όπως οί Μάρτυρες και συ μην κοιτάς τα παρόντα δυσάρεστα, αλλά τα μέλλοντα ευχάριστα. Όχι τα δεινά πού σε πιέζουν, αλλά τα αγαθά πού ελπίζουμε να απολαύσουμε. Όχι τα παθήματα, αλλά τα βραβεία. Όχι τους κόπους, αλλά τα στεφάνια. Όχι τους ίδρωτες, αλλά τίς αμοιβές. Όχι τους πόνους, άλλα τίς ανταποδόσεις. Όχι τη φωτιά πού καίει, αλλά τη μέλλουσα βασιλεία. Όχι τους γύρω δήμιους, αλλά το στεφανοθέτη Χριστό
 Ιερού Χρυσοστόμου'Έγκώμιον εις τους Αγίους Παντας''

Το κορμί σας ας το καύσουν, ας το τηγανίσουν τα πράγματα σας ας σας τα πάρουν μη σας μέλλει" δώσατε τα δεν είναι ιδικά σας. Ψυχή και Χριστός σας χρειάζονται. Αυτά τα δύο όλος ό κόσμος να πέσει δεν ημπορεί να σας τα πάρει, εκτός και τα δώσετε με το θέλημα σας».
Αγιος Κοσμάς ό Αιτωλός


Μη νομίζεις ότι μάρτυρες είναι εκείνοι μόνο πού τους έκοψαν το κεφάλι μία φορά, επειδή δεν αρνήθηκαν το Χριστό. Είναι καί άλλοι, πού δεν αρνούνται την αρετή, την υπομονή. Οί πρώτοι μία φοράν έμαρτύρησαν, ενώ οί δεύτεροι κάθε λίγο μαρτυρούν. «Έλογίσθημεν ως πρόβατα σφαγής. Ένεκα σου θανατούμεθα όλην την ήμέραν» (Ρωμ. η' 36), λέει ή θεία Γραφή. Είναι οί αναίμακτοι μάρτυρες, τη προαιρέσει μάρτυρες. Οί αφανείς μάρτυρες στον κόσμο, αλλά φανεροί στο Θεό.
Από το βιβλίο «Γέροντας Έφραίμ Κατουνακιώτης»

«Είναι φανερό ότι δεν υπάρχει εκείνος πού να μπορεί να τρομοκρατήσει καί να υποδουλώσει εμάς, πού σε όλη τη γη έχουμε πιστέψει στον Ιησού. Ενώ βέβαια αποκεφαλιζόμαστε καί σταυρωνόμαστε καί ριχνόμαστε στα θηρία, στίς φυλακές, στη φωτιά καί σ' όλα τα άλλα βασανιστήρια, είναι φανερό ότι δεν παύουμε να διακηρύττουμε με θάρρος την πίστη μας" αλλά όσο πιο πολλά άπ' αυτά τα άνοσιουργήματα συμβαίνουν, τόσο πιο πολλοί άλλοι γίνονται πιστοί καί θεοσεβεΐς με τη βοήθεια του Ιησού. Όπως ή κληματαριά, από την οποία θα κόψει κανείς τα κλαδιά πού έκαμαν καρπό, ξαναβλαστάνει καί βγάζει άλλα κλαδιά θαλερά καί καρποφόρα, το ίδιο γίνεται και σ' εμάς. Γιατί το αμπέλι πού φύτεψε ό Θεός καί Σωτήρας Χριστός είναι ό λαός Του», 
Ιουστίνου Φιλοσόφου και Μάρτυρος προς Μάρκον Αυρήλιον

Ό ποιητής Χρηστοβασίλης έγραφε για έναν Εθνομάρτυρα από τους πρόσφατους: « Χαρά στο Θάνατο Σου. Δεν είναι θάνατος αυτός, είναι ζωή καθάρια, τέτοιος θάνατος λογιέται αθανασία».



Μας δίδαξαν στα σχολεία ότι έχουμε πέντε μόνο αισθήσεις. Άπέκρυψαν την αίσθηση την πολύ πιο σπουδαία της ψυχης. Έτσι δημιουργήσαμε μια γενιά αισθησιακή, όπου λειτουργούν μόνο οί σωματικές αισθήσεις. Υποτιμάμε τον πνευματικό κόσμο. Τη φωνή των μαρτύρων καί των αγίων. "Αλλου είδους αυτιά όμως χρειάζονται για να την ακούσουν. Ό ίδιος ό Κύριος μας, το επισήμανε: « ό έχων ώτα άκούειν, άκουέτω». Καί ή φωνή τους αυτή μας είναι τόσο αναγκαία. Επειδή μας υπενθυμίζει καθήκοντα λησμονημένα, Οτι χωρίς θυσίες τίποτε δεν μπορεί να ευημερήσει.
Οί άγιοι καί οί μάρτυρες για τη θυσία τους ζητάνε ως αντάλλαγμα μιμητές ανάμεσα μας. Όχι για να χύσουμε άσκοπα το αίμα μας, τα πράγματα έχουν αλλάξει από εκείνη την εποχή. Ζητούν από τον καθένα μας να υποστηρίζει την αλήθεια, να ζει την αλήθεια, να διακηρύττει την αλήθεια προς όλες τις κατευθύνσεις. Κάθε πιστός να γίνει μάρτυρας με το παράδειγμα του, κυρίως όμως με τα έργα του. Ό τόπος μας πολλά ακόμη χρειάζεται. Κυρίως όμως χρειάζεται νέους ανθρώπους, αυθεντικούς, όχι κίβδηλους καί νοθευμένους. Να θέτουν σέ πράξη καί έργα ό,τι πιστεύουν. Να ζουν όπως προσεύχονται  καί να προσεύχονται όπως ζουν. Με τέτοιο βίωμα συνέπειας καί πιστότητας μπορούμε να αναδειχθούμε μάρτυρες
Μητρ.Σηλυβρίας,Αιμιλιανού Τιμιάδου


Μοϋ λεγε προχτές ένας χαριτωμένα οργισμένος νεαρός.
- Μιλάτε γιά μάρτυρες. Μα μόνο οι χριστιανοί έχουν; Τί είναι αυτοί πού σφαγιάζονται σ' όλο τον κόσμο για άλλες ιδέες; Πρέπει να ομολογήσετε,αν είσαστε τίμιοι, πώς αυτές οι ιδέες έχουν περισσότερους.
Το ερώτημα του παιδιού μου τριβέλλιζε το μυαλό. Αλήθεια, μόνο εμείς οί χριστιανοί έχουμε μάρτυρες; Ρώτησα ένα σοφό άνθρωπο. Ρώτησα, ας ποϋμε έναν ειδικό που ξέρει να ξεχωρίζει το γνήσιο από την απομίμηση.
- "Ακουσε, μου είπε. Ξέχασε ό νεαρός σου μια λεπτομέρεια. Μάρτυρες έχουν κι άλλοι. Οι μάρτυρες όμως της Εκκλησίας μας ήταν οί μόνοι πού πέθαναν συμφιλιωμένοι με το δήμιο τους. Οί δικοί μας μάρτυρες δεν πέθαναν με το μίσος στην καρδιά.
Γαλάτεια Γρηγοριάδου Σουρέλη

πηγή

Μοναχός Μωυσής, Αγιορείτης, Νέοι άγιοι


πηγή

Νέοι άγιοι
Γράφει ο μοναχός Μωυσής
Συχνά κατηγορείται η εποχή μας για πολλούς λόγους, δίκαια ή άδικα. Όμως η πράγματι δύσκολη εποχή κρύβει θησαυρούς, γεννά μικρούς ή μεγάλους αγίους. Εκτός των επίσημα αναγνωρισθέντων αγίων, υπάρχουν και κρυφοί άγιοι σε όλο τον εικοστό αιώνα.
Η οσία Μεθοδία τις Κιμώλου (+1908), ο άγιος Ιωάννης της Κροστάνδης (+1908), ο επίσκοπος Ζήλων Ευθύμιος (+1921), ο επίσκοπος Ικονίου Προκόπιος (+1922), ο επίσκοπος Κυδωνιών Γρηγόριος (+1922), ο επίσκοπος Μοσχονησίων Αμβρόσιος (+1922), ο επίσκοπος Σμύρνης Χρυσόστομος (+1922), ο θαυμάσιος Γέροντας της μονής  Όπτινα όσιος Αγαπητός (+1922) και πλήθος οσίων και νεομαρτύρων στη Ρωσία, τη Γεωργία, την Εσθονία, την Πολωνία και άλλα μέρη της Ευρώπης, Ασίας και Αμερικής.
Στον εικοστό αιώνα επίσης έχουμε τους αγίους: Αρσένιο Καππαδόκη (+1924), Νικόλαο Πλανά των Αθηνών (+1932), Σιλουανό τον Αθωνίτη (+1938), τον όσιο Σάββα τον εν Καλύμνω (+1948), τον όσιο Γεώργιο Καρσλίδη (+1959) της Δράμας, τον ιερομόναχο Άνθιμο Βαγιάνο (+1960) της Χίου, τον αρχιεπίσκοπο Σαγκάης Ιωάννη Μαξίμοβιτς (+1966) τον θαυματουργό, τον Σέρβο ιερομόναχο Ιουστίνο Πόποβις (+1979) και τον ιερομάρτυρα Φιλούμενο τον Ιεροσολυμίτη (+1979).

Φήμη αγιότητος και υψηλού εναρέτου βίου έχουν και οι μακάριοι Γέροντες: Αρχιμανδρίτης Ιερώνυμος Σιμωνοπετρίτης (+1957), Ιωσήφ ο Ησυχαστής Σπηλαιώτης (+1959). Προηγούμενος Αμφιλόχιος Μακρής της Πάτμου (+1970), ο ηγούμενος της Λογγοβάρδας Πάρου Φιλόθεος Ζερβάκος (+1980), ο ηγούμενος της μονής οσίου Δαβίδ στην Εύβοια Ιάκωβος Τσαλίκης (+1991), ο διακριτικός και διορατικός Γέροντας Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης (+1995), ο σοφός Γέροντας Σωφρόνιος Σαχάρωφ (+1993), ο πασίγνωστος και χαριτωμένος μοναχός Παΐσιος Αγιορείτης (+1994), ο της υπακοής και προσευχής Εφραίμ Κατουνακιώτης (+1998) και άλλοι.
Ο αγιότροφος μοναχισμός μάς προκαλεί και μας προσκαλεί σε μία πιο ηρωική στάση, μεγαλύτερη λιτότητα, απλότητα, σεμνότητα και ταπεινότητα. Είμεθα υποχρεωμένοι να διατηρήσουμε ατόφιο, ζωηρό και καθαρό το πνεύμα του ορθόδοξου μοναχισμού με κάθε θυσία. Καλούμεθα να μαθητεύσουμε στην υπομονή των παλαιότερων Γερόντων.
Το μεγαλείο της Εκκλησίας μας είναι ότι γεννά και σήμερα αγίους. Την αγιότητα θα τη χρειασθεί πολύ περισσότερο στον 21ο αιώνα ο κόσμος. Ο Γέροντας Παΐσιος Αγιορείτης έλεγε πως δεν επιτρέπεται να μη διατηρήσουμε τον μοναχισμό αλώβητο. Η αγιότητα δεν είναι ένα λησμονημένο όραμα ή μία φρούδα ελπίδα. Ο ευδαιμονισμός, η εκκοσμίκευση, η οκνηρία εμποδίζουν την ανάδειξη του δένδρου της αγιότητος. Το σύγχρονο πνεύμα της καλοπέρασης, της βιασύνης, της άκοπος και άμοχθης εργασίας και της επιπολαιότητος απομακρύνει την αγιότητα.
Ο σκοπός της ζωής είναι η αγιότητα. Η αγιότητα είναι το κυρίως ζητούμενο. Το πλησίασμα της αγιότητος θα χαρίσει ειρήνη, χαρά, πραότητα, μακροθυμία, εγκράτεια και χαρίτωση. Ο κατάλογος των νέων αγίων αυξάνεται και τον 21ο αιώνα. Μερικές φορές η αγιότητα κρύβεται κι εκεί που ποτέ δεν θα περίμενες, στις πόλεις και τα χωριά και όχι μόνο στο Άγιον  Όρος. Ο μοναχισμός σήμερα ανθεί. Ευχή όλων είναι να συνεχίζει να παράγει αγίους, βαδίζοντας την παραδοσιακή πορεία. Ο Άγιος Στυλιανός ο Αθωνίτης έλεγε εμπειρικά: Ο κύριος αγαπά ημάς υπερβαλλόντως και διά της προσευχής καταξιοί ημάς να συνομιλώμεν μετ’ Αυτού και να μετανοώμεν και να δοξολογώμεν Αυτόν. Αδυνατώ να περιγράψω οπόσον πολύ αγαπά ημάς ο Κύριος. Διά του Πνεύματος του Αγίου γνωρίζεται η αγάπη αύτη και η ψυχή του προσευχομένου γνωρίζει το  Άγιον Πνεύμα.
Μακεδονία/  10/06/2012

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...