Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Ιανουαρίου 04, 2014

Λόγος στην παραμονή των Φώτων. (Αγ. Θεοδώρου του Στουδίτου)

[...] Αλλά τί να πούμε και για τον προερχόμενον από την έρημον Ιωάννη, το παράδοξο αυτό και πολυπόθητο για τους Ισραηλίτες θέαμα, τον άγγελο του Θεού, ο οποίος χειροτονήθηκε απόστολος πριν τους Αποστόλους; Όμως ένας τόσο μεγάλος Βασιλιάς τέτοιο στρατιώτη έπρεπε να έχει, αυτόν τον τόσο μεγάλο Προφήτη, ο μέγιστος Αρχιερεύς. Και ας κατανοήσουμε ποιό και πόσο μεγάλο μυστήριο έχουμε ενώπιον μας: επειδή ήταν ανάρμοστο, ενώ παρευρίσκεται ο νυμφαγωγός, να απουσιάζει ο νυμφίος, και ενώ η φωνή αναβοά, να μην ακούεται ο Λόγος, τί γίνεται, πώς τα οικονόμησε ο Θεός; Συστέλλεται κάπως στην αφάνεια ο Ιωάννης από τη βρεφική ακόμη ηλικία, ζώντας υπερφυσικά σαν κάποιος «λύχνος υπό μόδιον (κάδο)» μέσα στην έρημο· και εκεί ακούει θείες φωνές και αξιώνεται να δει θείες οπτασίες· μυσταγωγείται στα απόρρητα και διδάσκεται, όπως τότε που ήταν ακόμη έμβρυο, ποιός είναι ο Ιησούς, ότι δηλαδή είναι Υιός Θεού, και ότι εκείνος στον οποίο θα δει την πνευματοειδή περιστερά να «καταβή και να μείνη επ' αυτόν, ούτος είναι ο βαπτίσων (που θα βαπτίσει) εν Πνεύματι Αγίω».
Και όταν συμπληρώθηκε «το μέτρον της ηλικίας του πληρώματος του Χριστού» και η περίοδος της τριακονταετούς παρατάσεως έλαβε τέλος, τότε «και ο λύχνος επί την λυχνίαν καιόμενος, και φαίνων πάσι τοις εν τη οικία αγαλλιάσιμα» – εάν εννοήσουμε ως οικία την Ισραηλιτική Συναγωγή. Επεφάνη δε τότε και το αληθινό φως που φωτίζει τον κόσμο. Ω του θαύματος! Ο ήλιος προς τον αστέρα, ο λόγος προς τη φωνή, ο νυμφίος προς τον φίλο, επειδή αυτό ήταν το σχέδιο της Θείας Οικονομίας, ώστε με αυτόν τον τρόπο της προσεγγίσεως να εκπληρωθεί στο πρόσωπο του Ιησού «πάσα δικαιοσύνη», και για να μιλήσουμε ευαγγελικά, «ο μεν ένας να αυξάνη, ο δε άλλος να ελαττούται». Πράγματι, πώς θα ήταν δυνατόν να μη ελαττωθεί το φως του λύχνου, ή και να αποσυρθεί εντελώς, αφού ήδη ο Ήλιος της δικαιοσύνης με τα θαύματά του αστραποβολούσε εξαίσια; Βλέπεις πόσο χρονικό διάστημα χρειάσθηκε για να ολοκληρωθεί σωματικά ο Ιησούς, κατά την διάρκεια του οποίου υποτασσόταν στους γονείς του; «Ω βάθος πλούτου και σοφίας και γνώσεως Θεού»! Γιατί άραγε; Όσοι είναι υψηλοί στις θεωρητικές αναβάσεις και γνωρίζουν τα βάθη του Πνεύματος, ας δώσουν ο καθένας τη δική του εξήγηση· κατά τη δική μου γνώμη όμως, για δύο λόγους: για να νομοθετήσει ο νομοθέτης όλων των νομοθετών με τη δική του υποταγή την υπακοή των τέκνων προς τους γονείς και για να αγιάσει όλα τα στάδια της ηλικίας και τρίτον για να μην επιδείξει ο παντέλειος κάποια ξένη προς τη δική μας και ανόμοια βιοτή, εφ' όσον μάλιστα ήθελε να μας παρουσιάσει τον τέλειο τρόπο ζωής. Αφού και τώρα, μολονότι είχε φθά­σει στην τελεία ανδρική ηλικία, ο Άρειος τόλμησε να διακηρύξει ότι το σώμα του ήταν άψυχο· ο δε Απολινάριος, ακολουθώντας τον προηγούμενο ως προς την ασέβεια, να φλυαρήσει ότι ο Κύριός μας δεν είχε νου· ο δε νέος Μανιχαίος φθάνοντας στο αποκορύφωμα της ασέβειας, να δογματίσει ότι δεν πρέπει να εικονίζεται. Και ας δούμε πόση είναι η διαφορά του ενός από το άλλο· αυτός μεν που δίδει τον χαρακτηρισμό του άψυχου, αφαιρεί τη ζωή από το σώμα του Δεσπότη· διότι ό,τι στερείται ψυχής, βρίσκεται βεβαίως και έξω από τη ζωή. Εκείνος δε που φλυαρεί ότι ο Κύριος είναι άνους, τον συναριθμεί με την άλογη φύση επειδή κάθε τι που δεν έχει νου είναι και άλογο· ο άλλος δε που υποστηρίζει ότι δεν πρέπει να εικονίζεται, αρνείται εντελώς τη σωματική φύση του Δεσποτικού σώματος· διότι αφού δεν εικονίζεται σημαίνει ότι είναι ασώματο. Πράγματι αν έχει σώμα, και κάθε σώμα μπορείς να το αγγίσεις, και έχει κάποιο χρώμα, αναγκαίως έπεται ότι ημπορεί και να εικονισθεί, έκτος βέβαια εάν περιττολογούμε· διότι εάν δεν είναι δυνατόν να εικονισθεί, τότε αναμφιβόλως εξέρχεται από τα όρια του σωματικού και ανήκει στη φύση των ασωμάτων. Τίποτε, όπως φαίνεται, δεν μπορεί να συγκρατήσει τη γλώσσα που ασεβεί, όταν υποστηρίζεται και από τη δύναμη της εξουσίας.
Ας ανυψώσουμε όμως το βλέμμα στις προφητικές θεοπτίες και ας δούμε πως προτυπώνεται σ' αυτές το ιερότατο βάπτισμα· διότι σ' αυτό μας καλεί η συνέχεια του λόγου. Τί λέγει λοιπόν ο Ησαΐας; Ας αναφέρουμε εκλεκτικά- «Ευφράνθητι έρημος διψώσα, ότι ερράγη (θα αναβλύσει) εν ερήμω ύδωρ, και φάραγξ εν γη διψώση». Απευθύνεται δηλαδή στην ανθρωπινή φύση, αυτή που είναι έρημος όσον αφορά την καρποφορία, η οποία προϋποθέτει πίστη και αγαθά έργα· και ως εκ τούτου, επειδή διψά το ύδωρ της υιοθεσίας, ανέβλυσε προς χάριν της σαν ρεύμα ποταμού το ύδωρ του Βαπτίσματος στον Ιορδάνη· και τότε τί έγινε; «Και έσται η άνυδρος εις έλη», εννοεί πλούσια σε πίστη· «και εις την διψώσαν γην, πηγή ύδατος έσται», η κρήνη αυτή της υιοθεσίας δηλαδή· «και εκεί έσται ευφρο­σύνη ορνέων», εκείνων δηλαδή που αναγεννιούνται με το βάπτισμα, οι οποίοι ως προς τον τρόπο της ζωής μοιάζουν με τα όρνεα, αφού και αυτά εκ φύσεως ευχαριστούνται να διαβιώνουν στα νερά. Αλλά και κατά τον Γεδεών τί είναι η πλήρης ύδατος λεκάνη; Και εδώ ο λόγος σημαίνει την όμοια με μήτρα κολυμβήθρα, η οποία έχει σχήμα κυκλικό και είναι τορνευμένη από παντού, όπως η αναμαρτησία· σ' αυτήν ξεχύθηκε η ιαματική δροσιά του νοητού πόκου, η πλήρης Αγίου Πνεύματος. Εδώ αναγεννιούνται οι «νεοτελείς παίδες» του Θεού αντικαθιστώντας με αυτόν τον τρόπο την «εκ σαρκός και αίματος» γέννησή τους· και ανυψώνονται «εις άνδρα τέλειον» τό­σον, ώστε να κατανικούν με την Τριαδική λατρεία το γένος των δαιμόνων. Και κατά τον Ηλία όμως, τί είναι η τριπλή έκχυση του ύδατος επάνω στο θυσιαστήριο και στο ολοκαύτωμα; Θεωρώ ότι φανερώνει ή την τριττή υπόσταση της θείας μακαριότητας, την οποίαν επικαλείται ο ιερέας κατά το βάπτισμα, ή την τριττή κατάδυση του βαπτιζόμενου. Και ο Νεεμάν ανέρχεται από το νερό, σύμφωνα με τη διαταγή του Ελισαίου, πλήρως καθαρισμένος· «επέστρεψε», λέγει, «η σαρξ αυτού ως σαρξ παιδαρίου μικρού, και εκαθαρίσθη». Το θαύμα αυτό συμβολίζει την πλήρη απαλλαγή του βαπτιζομένου από τις πληγές των αμαρτιών, και σημαίνει ότι αυτός ανέρχεται από το νερό με ψυχή καθαρισμένη από κάθε κηλίδα των προηγούμενων πλημμελημάτων.
Εάν μάλιστα θέλεις να μάθεις και το άμισθο της πνευματικής αναγεννήσεως, άκουσε τον Ησαΐα που λέγει; «Οι διψώντες. πορεύεσθε εφ' ύδωρ και όσοι μη έχετε αργύριον, βαδίσαντες αγοράσατε, και φάγετε και πίεσθε άνευ αργυρίου και τιμής». Όποιος δηλαδή επιθυμεί κάποιο χάρισμα, ακόμη και αν δεν το λάβει, κέρδισε ζωή. Αλλά αυτά ούτως ή άλλως λαμβάνονται και μετέχοντα εδώ μερικώς· και η ιδική μου δε πτωχή διάνοια προσκόμισε ανάλογο με τη δεκτικότητά της αφιέρωμα στα προεόρτια. Συ όμως, παρακαλώ, κοίταξε τι γεγονότα θαυμαστά παρατηρούνται· οι κολυμβήθρες έχουν γεμίσει από νερά· βλέπουμε τις πηγές και τις βρύσες, τους ποταμούς και τις λίμνες να έχουν γίνει δοχεία του Πνεύματος· η φύση των υδάτων ανυψώθηκε σε τιμή υπέρτιμο· φώτα πολύμορφα που μοιάζουν με αστέρια ετοιμάζονται να φωτίσουν όλη τη γη κατά την ιερή εκείνη νύκτα. Σε κάθε δε πόλη και χώρα υπάρχουν κήρυκες της Εκκλησίας, οι οποίοι ιερουργούν τα θεία και υψηλά αυτά μυστήρια και αγιάζουν τα ύδατα διά της επιφοιτήσεως σε αυτά του θείου Πνεύματος. Είθε με την μετάληψή τους να αγιαστούμε και εμείς και να φωτισθούμε αυτή την ημέρα από το γεμάτο φως Πνεύμα, «εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών, ω η δόξα και το κράτος, συν τω Πατρί και τω Αγίω Πνεύματι, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν».
(Πηγή: «Πατερικόν Κυριακοδρόμιον», εκδ. Ι. Κελλίον Αγίου Νικολάου Μπουραζέρη, Άγιον Όρος, σ. 642-646.

Ἑρμηνεία τῆς φράσεως «Ὁ Ἰορδάνης ἐστράφη εἰς τὰ ὀπίσω» (Θεοφάνεια)

Ἡ ΒΆΠΤΙΣΗ ΤΟΥ͂ ΚΥΡΊΟΥ ΚΑῚ ΤᾺ ΘΕΟΦΆΝΕΙΑ ΣΤᾺ ΤΈΣΣΑΡΑ ΕΥ̓ΑΓΓΈΛΙΑ
(ὍΠΟΥ ΔῈΝ ἈΝΑΦΈΡΕΤΑΙ ΤΊΠΟΤΕ ΣΧΕΤΙΚῸ ΜῈ ΤῊΝ ἘΝ ΛΌΓΩΙ ΦΡΆΣΗ

ἈΠῸ ΤῸ ΚΑΤᾺ ΜΑΤΘΑΙ͂ΟΝ, ΚΕΦΆΛΑΙΟΝ Γ


13 Τότε παραγίνεται ὁ Ἰησοῦς ἀπὸ τῆς Γαλιλαίας ἐπὶ τὸν Ἰορδάνην πρὸς τὸν Ἰωάννην τοῦ βαπτισθῆναι ὑπ᾿ αὐτοῦ. 14 ὁ δὲ Ἰωάννης διεκώλυεν αὐτὸν λέγων, Ἐγὼ χρείαν ἔχω ὑπὸ σοῦ βαπτισθῆναι, καὶ σὺ ἔρχῃ πρός με; 15 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν πρὸς αὐτόν, Ἄφες ἄρτι· οὕτω γὰρ πρέπον ἐστὶν ἡμῖν πληρῶσαι πᾶσαν δικαιοσύνην. τότε ἀφίησιν αὐτόν· 16 καὶ βαπτισθεὶς ὁ Ἰησοῦς ἀνέβη εὐθὺς ἀπὸ τοῦ ὕδατος· καὶ ἰδοὺ ἀνεῴχθησαν αὐτῷ οἱ οὐρανοί, καὶ εἶδεν τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καταβαῖνον ὡσεὶ περιστερὰν καὶ ἐρχόμενον ἐπ᾿ αὐτόν· 17 καὶ ἰδοὺ φωνὴ ἐκ τῶν οὐρανῶν λέγουσα· Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα.

ἈΠῸ ΤῸ ΚΑΤᾺ ΜΑ͂ΡΚΟΝ, ΚΕΦΆΛΑΙΟΝ Α

9 Καὶ ἐγένετο ἐν ἐκείναις ταῖς ἡμέραις ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς ἀπὸ Ναζαρὲτ τῆς Γαλιλαίας καὶ ἐβαπτίσθη ὑπὸ Ἰωάννου εἰς τὸν Ἰορδάνην. 10 καὶ εὐθέως ἀναβαίνων ἀπὸ τοῦ ὕδατος εἶδε σχιζομένους τοὺς οὐρανοὺς καὶ τὸ Πνεῦμα ὡς περιστερὰν καταβαῖνον ἐπ᾿ αὐτόν· 11 καὶ φωνὴ ἐγένετο ἐκ τῶν οὐρανῶν, Σὺ εἶ ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν σοὶ εὐδόκησα.

ἈΠῸ ΤῸ ΚΑΤᾺ ΛΟΥΚΑ͂Ν, ΚΕΦΆΛΑΙΟΝ Γ

21 Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ βαπτισθῆναι ἅπαντα τὸν λαὸν καὶ Ἰησοῦ βαπτισθέντος καὶ προσευχομένου ἀνεῳχθῆναι τὸν οὐρανὸν 22 καὶ καταβῆναι τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον σωματικῷ εἴδει ὡσεὶ περιστερὰν ἐπ᾿ αὐτόν, καὶ φωνὴν ἐξ οὐρανοῦ γενέσθαι λέγουσαν, Σὺ εἶ ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν σοὶ εὐδόκησα.

ἈΠῸ ΤῸ ΚΑΤᾺ ἸΩΆΝΝΗΝ, ΚΕΦΆΛΑΙΟΝ Α´

29 Τῇ ἐπαύριον βλέπει ὁ Ἰωάννης τὸν Ἰησοῦν ἐρχόμενον πρὸς αὐτόν, καὶ λέγει, Ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου. 30 οὗτός ἐστι περὶ οὗ ἐγὼ εἶπον, Ὀπίσω μου ἔρχεται ἀνὴρ ὃς ἔμπροσθέν μου γέγονεν, ὅτι πρῶτός μου ἦν. 31 κἀγὼ οὐκ ᾔδειν αὐτόν, ἀλλ᾿ ἵνα φανερωθῇ τῷ Ἰσραὴλ, διὰ τοῦτο ἦλθον ἐγὼ ἐν τῷ ὕδατι βαπτίζων. 32 Καὶ ἐμαρτύρησεν Ἰωάννης λέγων ὅτι τεθέαμαι τὸ Πνεῦμα καταβαῖνον ὡς περιστερὰν ἐξ οὐρανοῦ, καὶ ἔμεινεν ἐπ᾿ αὐτόν· 33 κἀγὼ οὐκ ᾔδειν αὐτόν, ἀλλ᾿ ὁ πέμψας με βαπτίζειν ἐν ὕδατι, ἐκεῖνός μοι εἶπεν, Ἐφ᾿ ὃν ἂν ἴδῃς τὸ Πνεῦμα καταβαῖνον καὶ μένον ἐπ᾿ αὐτόν, οὗτός ἐστιν ὁ βαπτίζων ἐν Πνεύματι ἁγίῳ. 34 κἀγὼ ἑώρακα, καὶ μεμαρτύρηκα ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ.

ΠΌΘΕΝ ΛΟΙΠῸΝ Ἡ ΦΡΆΣΗ: «Ὁ ἸΟΡΔΆΝΗΣ ἘΣΤΡΆΦΗ ΕἸΣ ΤᾺ ὈΠΊΣΩ»;

Ἂς δοῦμε τὸ ἱστορικὸ γεγονὸς ποὺ ἦταν ὁ τύπος τῆς βάπτισης τοῦ Κυρίου 1500 χρόνια πρὶν ἀπὸ αὐτήν: Ὁ λαὸς Ἰσραὴλ εἰσέρχεται εἰς τὴν γῆ τῆς ἐπαγγελίας (=ὑπόσχεσης) τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο καὶ πρέπει νὰ διασχίσει τὸν Ἰορδάνη ἀπὸ τὰ ἀνατολικὰ πρὸς τὰ δυτικά. Μὲ ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ εἰσέρχεται ἡ Κιβωτὸς τῆς Διαθήκης στὸ ποτάμι καὶ τὰ μὲν νερά, δεξιά τους, ποὺ κατεβαίνουν στέκονται, ἐνῷ τὰ νερὰ ἀριστερά τους κατεβαίνουν πρὸς τὶς ἐκβολὲς καὶ χάνονται!

ΣΤῸ ΒΙΒΛΊΟ «ΙΗΣΟΥΣ ΝΑΥΗ» ΚΑῚ ΣΤῸ ΚΕΦΆΛΑΙΟΝ Γ´ Ἡ ΣΧΕΤΙΚῊ ΔΙΉΓΗΣΙΣ:

5 καὶ εἶπεν Ἰησοῦς τῷ λαῷ Ἁγνίσασθε εἰς αὔριον, ὅτι αὔριον ποιήσει Κύριος ἐν ὑμῖν θαυμαστά. 6 καὶ εἶπεν Ἰησοῦς τοῖς ἱερεῦσιν Ἄρατε τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης Κυρίου καὶ προπορεύεσθε τοῦ λαοῦ. καὶ ἦραν οἱ ἱερεῖς τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης Κυρίου καὶ ἐπορεύοντο ἔμπροσθεν τοῦ λαοῦ. 7 καὶ εἶπε Κύριος πρὸς Ἰησοῦν Ἐν τῇ ἡμέρᾳ ταύτῃ ἄρχομαι ὑψῶσαί σε κατενώπιον πάντων υἱῶν Ἰσραηλ, ἵνα γνῶσιν, καθότι ἤμην μετὰ Μωυσῆ, οὕτως ἔσομαι καὶ μετὰ σοῦ. 8 καὶ νῦν ἔντειλαι τοῖς ἱερεῦσιν τοῖς αἴρουσι τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης λέγων Ὡς ἂν εἰσέλθητε ἐπὶ μέρους τοῦ ὕδατος τοῦ Ἰορδάνου, καὶ ἐν τῷ Ἰορδάνῃ στήσεσθε. 9 καὶ εἶπεν Ἰησοῦς τοῖς υἱοῖς Ἰσραηλ Προσαγάγετε ὧδε καὶ ἀκούσατε τὸ ῥῆμα Κυρίου τοῦ Θεοῦ ἡμῶν. 10 ἐν τούτῳ γνώσεσθε ὅτι Θεὸς ζῶν ἐν ὑμῖν καὶ ὀλεθρεύων ὀλεθρεύσει ἀπὸ προσώπου ἡμῶν τὸν Χαναναῖον καὶ τὸν Χετταῖον καὶ τὸν Φερεζαῖον καὶ τὸν Ευαῖον καὶ τὸν Αμορραῖον καὶ τὸν Γεργεσαῖον καὶ τὸν Ἰεβουσαῖον· 11 ἰδοὺ ἡ κιβωτὸς διαθήκης Κυρίου πάσης τῆς γῆς διαβαίνει τὸν Ἰορδάνην. 12 προχειρίσασθε ὑμῖν δώδεκα ἄνδρας ἀπὸ τῶν υἱῶν Ἰσραηλ, ἕνα ἀφ᾿ ἑκάστης φυλῆς. 13 καὶ ἔσται ὡς ἂν καταπαύσωσιν οἱ πόδες τῶν ἱερέων τῶν αἰρόντων τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης Κυρίου πάσης τῆς γῆς ἐν τῷ ὕδατι τοῦ Ἰορδάνου, τὸ ὕδωρ τοῦ Ἰορδάνου ἐκλείψει, τὸ δὲ ὕδωρ τὸ καταβαῖνον στήσεται. 14 καὶ ἀπῆρεν ὁ λαὸς ἐκ τῶν σκηνωμάτων αὐτῶν διαβῆναι τὸν Ἰορδάνην, οἱ δὲ ἱερεῖς ἤροσαν τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης Κυρίου πρότεροι τοῦ λαοῦ. 15 ὡς δὲ εἰσεπορεύοντο οἱ ἱερεῖς οἱ αἴροντες τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης ἐπὶ τὸν Ἰορδάνην καὶ οἱ πόδες τῶν ἱερέων τῶν αἰρόντων τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης Κυρίου ἐβάφησαν εἰς μέρος τοῦ ὕδατος τοῦ Ἰορδάνου· ὁ δὲ Ιορδάνης ἐπλήρου καθ᾿ ὅλην τὴν κρηπῖδα αὐτοῦ ὡσεὶ ἡμέραι θερισμοῦ πυρῶν· 16 καὶ ἔστη τὰ ὕδατα τὰ καταβαίνοντα ἄνωθεν, ἔστη πῆγμα ἓν ἀφεστηκὸς μακρὰν σφόδρα σφοδρῶς ἕως μέρους Καριαθιαριμ, τὸ δὲ καταβαῖνον κατέβη εἰς τὴν θάλασσαν Αραβα, θάλασσαν ἁλός, ἕως εἰς τὸ τέλος ἐξέλιπε· καὶ ὁ λαὸς εἱστήκει ἀπέναντι Ἰεριχώ. 17 καὶ ἔστησαν οἱ ἱερεῖς οἱ αἴροντες τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης Κυρίου ἐπὶ ξηρᾶς ἐν μέσῳ τοῦ Ἰορδάνου· καὶ πάντες οἱ υἱοὶ Ἰσραηλ διέβαινον διὰ ξηρᾶς, ἕως συνετέλεσεν πᾶς ὁ λαὸς διαβαίνων τὸν Ἰορδάνην.

Ὁ ΨΑΛΜΩΙΔῸΣ ΣΤῸΝ ΡΙΓ´ (113) ΨΑΛΜῸ ἈΝΑΦΈΡΕΤΑΙ ΣΤῊΝ ΔΙΆΒΑΣΗ ΤΗ͂Σ ἘΡΥΘΡΑ͂Σ ΘΑΛΆΣΣΗΣ ΚΑῚ ΤΟΥ͂ ἸΟΡΔ

1 Ἐν ἐξόδῳ Ἰσραὴλ ἐξ Αἰγύπτου, οἴκου Ἰακὼβ ἐκ λαοῦ βαρβάρου 2 ἐγενήθη Ἰουδαία ἁγίασμα αὐτοῦ, Ἰσραὴλ ἐξουσία αὐτοῦ. 3 ἡ θάλασσα εἶδε καὶ ἔφυγεν, ὁ Ἰορδάνης ἐστράφη εἰς τὰ ὀπίσω· 4 τὰ ὄρη ἐσκίρτησαν ὡσεὶ κριοὶ καὶ οἱ βουνοὶ ὡς ἀρνία προβάτων. 5 τί σοί ἐστιν, θάλασσα, ὅτι ἔφυγες, καὶ σοί, Ἰορδάνη, ὅτι ἐστράφης εἰς τὰ ὀπίσω; 6 τὰ ὄρη, ὅτι ἐσκιρτήσατε ὡσεὶ κριοί, καὶ οἱ βουνοὶ ὡς ἀρνία προβάτων; 7 ἀπὸ προσώπου Κυρίου ἐσαλεύθη ἡ γῆ, ἀπὸ προσώπου τοῦ Θεοῦ Ἰακὼβ

ΣΤῸΝ ΟΖ´ (76) ΨΑΛΜΌ ΔΙΑΒΆΖΟΥΜΕ ΤῊΝ ἙΞΗ͂Σ ΦΡΆΣΗ

17 εἴδοσάν σε ὕδατα, ὁ Θεός, εἴδοσάν σε ὕδατα καὶ ἐφοβήθησαν, καὶ ἐταράχθησαν ἄβυσσοι

ΣΥΜΠΕΡΆΣΜΑΤΑ:

1. Η στάσις των υδάτων δεν συνέβη στην βάπτιση του Κυρίου, αλλά στην προτύπωσή της.
Πολλές από τις παραπάνω σημειούμενες φράσεις λέγονται πολλάκις στις ακολουθίες των ημερών.
2. Θαυμαστή απόδειξη ότι ο «Υιός του Ανθρώπου» είναι ο Κύριος του Ισραήλ που προτυπώνεται από αυτήν την Κιβωτό της Διαθήκης.
3. Γραφική η προέλευση και της νηστείας-εγκράτειας την παραμονή των Θεοφανείων (Ἁγνίσασθε εἰς αὔριον, ὅτι αὔριον ποιήσει Κύριος ἐν ὑμῖν θαυμαστά)


Η βάπτιση του Ιησού Χριστού... Μητροπολίτου Σουρόζ Αντωνίου



Πιστεύουμε, διαβεβαιώνουμε και γνωρίζουμε βιωματικά, ότι ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός ως άνθρωπος ήταν αναμάρτητος, και ως Θεός τέλειος σε όλα. Ποιοί λόγοι λοιπόν τον οδήγησαν στη βάπτιση; Ποιό θα μπορούσε να είναι το νόημα μιας τέτοιας πράξης; Το Ευαγγέλιο δεν δίνει σχετική εξήγηση, όμως εμείς έχουμε το δικαίωμα να θέσουμε το ερώτημα, το δικαίωμα να μείνουμε σαστισμένοι, το δικαίωμα να στοχαζόμαστε βαθιά για τη σημασία της βάπτισης.
Κάποτε, όταν ήμουν νέος, έθεσα το συγκεκριμένο ερώτημα σε έναν ηλικιωμένο ιερέα, ο οποίος μου αποκρίθηκε: «Ξέρεις, νομίζω ότι όταν οι άνθρωποι έρχονταν στον Ιωάννη, και εξομολογούνταν τις αμαρτίες τους, τα ψεύδη τους, τις πνευματικές και σαρκικές ακαθαρσίες τους, καθαρίζονταν κατά κάποιο τρόπο συμβολικά στα ύδατα του Ιορδάνη. Και τα νερά του ποταμού, όντας καθαρά, όπως ολα τα τρεχούμενα νερά, βαθμιαία ρυπαίνονταν, όπως συμβαίνει με τα νεκρά (στάσιμα) ύδατα, που έχουν χάσει κάθε ζωντάνια και δεν μπορούν να μεταδώσουν παρά μόνο το θάνατο. Τούτα τα νερά γεμάτα με τις ακαθαρσίες, τα ψεύδη, τις αμαρτίες, τον ανθρώπινο αθεϊσμο, σιγά-σιγά πέθαιναν, έχοντας την ικανότητα μόνο να σκοτώνουν. Και να που ο Χριστός καταδύεται στα ύδατα, γιατί ήθελε όχι μόνο να γίνει τέλειος σε όλα, αλλά ως άνθρωπος τέλειος ν’ αναλάβει όλη τη φρίκη, όλο το φορτίο της ανθρώπινης αμαρτίας. Βυθίστηκε σε αυτά τα νεκρά ύδατα, που Του μετέδωσαν τον θάνατο, την θνητότητα, που ήταν ιδιότητα όσων είχαν αμαρτήσει και ήταν φορείς της θνητότητας και του θανάτου, δηλαδή των οψωνίων της αμαρτίας (Ρωμ. 6,23), της τιμωρίας για την αμαρτία.
Είναι η στιγμή που ο Χριστός ενώνεται με τις συνέπειες της αμαρτίας, συμπεριλαμβανομένου και του ίδιου του θανάτου - ούτε κατ’ ελάχιστο με την αμαρτία καθεαυτή. Ο θάνατος όμως, συγκεκριμένα, δεν έχει τίποτα κοινό με Αυτόν, καθώς όπως γράφει ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, δεν είναι δυνατόν μία ανθρώπινη ύπαρξη καθ’ ολοκληρίαν περιχωρημένη από τη θεότητα να είναι θνητή. Ένας λειτουργικός ύμνος που ακούμε κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδας εκφράζει τούτη την αλήθεια ως εξής: «Υπό γην εκρύβης, ώσπερ ήλιος νυν…η ζωή πως θνήσκεις;…». Είναι η αιώνια ζωή, το φως, που τα δικά μας σκοτάδια το σβήνουν, και τελικά υφίσταται τον δικό μας θάνατο. Γι’ αυτό τον λόγο και λέγει στον Ιωάννη τον Βαπτιστή: μην επιμένεις, μην μ’ αποτρέπεις να μπω σε τούτα τα νερά, πρέπει και οι δυο μας να εκπληρώσουμε κάθε δικαιοσύνη, δηλαδή ο,τι είναι δίκαιο και ορθό, ο,τι πρέπει να γίνει για τη σωτηρία του κόσμου, και οφείλουμε να το πραγματώσουμε εδώ και τώρα.
Τότε όμως γιατί έφτασε στα νερά του βαπτίσματος στην ηλικία των τριάντα ετών, και όχι νωρίτερα η αργότερα; Καλούμαστε να σκεφτούμε βαθύτερα τη σημασία αυτού του γεγονότος.
Με την ενανθρώπηση του Λόγου στους κόλπους της Παρθένου, ο Θεός πραγματώνει εντελώς μονομερώς ένα έργο στα πλαίσια της θείας σοφίας και αγάπης. Η σωματικότητα, η έμψυχη ζωή, η ανθρωπότητα του γεννημένου Χριστού ήταν δανεισμένα, κατά κάποιο τρόπο, από τον Θεό δίχως να συμμετέχει ο άνθρωπος. Από την πλευρά της η Θεομήτωρ, είχε δώσει τη συγκατάθεσή της: «Ιδού η δούλη Κυρίου˙ ας γίνει ο,τι αναφέρουν τα λόγια σου» (Λουκ. 1,38). Το παιδί γεννήθηκε, έγινε άνθωπος με την πλήρη έννοια του όρου, δηλαδή είχε τον έλεγχο του εαυτού Του, με το δικαίωμα να επιλέγει ανάμεσα στο καλό και το κακό, τον Θεό και την άρνηση του Θεού. Και σε όλη τη διάρκεια της ζωής Του - νηπιότητα, εφηβεία, ενήλικος βίος - ανοίγεται προς τον Θεό προσφέροντας καθ’ ολοκληρίαν τον εαυτό Του. Με την ανθρώπινη φύση Του και χάρη στην πίστη και τη θυσία της Θεομήτορος, ανέλαβε ως άνθρωπος όλα όσα του είχε αναθέσει ο Θεός. Σαρκώθηκε για ν’ αναλάβει ως άνθρωπος όλα όσα είχε αναλάβει ο Θεός, όταν κατά την προαιώνιο Βουλή Του είχε αποφασίσει να δημιουργήσει τον άνθρωπο και να επωμιστεί, μετά την προπατορική πτώση, τις συνέπειες της δημιουργίας, καθώς και της φοβερής δωρεάς της ελευθερίας που προσφέρθηκε στον άνθρωπο. Στη σλαβονική μετάφραση της προφητείας του Ησαΐα (7,16), τίθεται το ζήτημα του Χριστού, τούτου του αγέννητου παιδιού, το οποίο, πριν να διακρίνει το αγαθό από το κακό, θα επέλεγε το αγαθό, ακριβώς επειδή είναι τέλειο κατά την ανθρώπινη φύση.
Να γιατί τούτος ο άνθρωπος Ιησούς Χριστός, προκόπτοντας μέχρις ότου η ανθρώπινη φύση Του φτάσει στην τελείωσή της, αναλαμβάνει πλήρως όσα ο Θεός και η πίστη της παναχράντου Θεοτόκου και Θεομήτορος Του εμπιστεύθηκε. Με την κατάδυσή Του στα νεκρά νερά του Ιορδάνη, έμοιαζε με το καθαρό λινάρι που το βυθίζουν μέσα στη χρωστική ουσία. Εκείνος που ήταν πιο λευκός κι από το χιόνι, αναδύεται τελικά από το νερό, όπως αναφέρει και ο προφήτης Ησαΐας, με ιμάτιο κατακόκκινο από το αίμα, με ένδυμα θανάτου, το ένδυμα που κλήθηκε να φορέσει.
Να λοιπόν ποια μηνύματα στέλνει η Βάπτιση του Κυρίου. Οφείλουμε να κατανοήσουμε ποια μεγαλόπρεπη ενέργεια περικλείει, ποια πράξη αγάπης θέτει ενώπιόν μας. Και μπροστά μας τίθεται διαρκώς ένα επίμονο ερώτημα: ποια θα είναι η απάντησή μας;

Από το βιβλίο, Συνάντηση με τον Θεό, εκδ. Εν πλώ

Κυριακή προ των Φώτων- «Αρχή του Ευαγγελίου Ιησού Χριστού, Υιού του Θεού»






Απόστολος: Β΄ Τιμ. δ΄ 5-8
Ευαγγέλιο: Μαρκ. α΄ 1-8
«Αρχή του Ευαγγελίου Ιησού Χριστού, Υιού του Θεού» (Μαρκ. α΄ 1)
 Μέσα στον πιο πάνω στίχο, που αποτελεί τον πρώτο στίχο του ευαγγελίου του Μάρκου, συμπυκνώνεται όλο το περιεχόμενο του ευαγγελίου του, που αφορά την παρουσία, τη ζωή και το έργο του Ιησού Χριστού. Η ίδια η παρουσία του Ιησού Χριστού αποτελεί «ευαγγέλιο», ευχάριστη είδηση, γιατί αυτή είναι η πρώτη πράξη της αναδημιουργίας του ανθρώπου. Μέσα από αυτήν ολοκληρώνονται οι εξαγγελίες του Θεού προς τους ανθρώπους, αλλά και συνάμα επιβεβαιώνονται οι προφητείες που αφορούν το πρόσωπο του. Με τον τρόπο αυτό έχουμε το κλείσιμο ενός κεφαλαίου, του κεφαλαίου της Παλαιάς Διαθήκης και την ίδια στιγμή έχουμε το άνοιγμα του νέου κεφαλαίου της Καινής Διαθήκης. Δυο κεφαλαίων, δυο Διαθηκών, που συνδέονται μεταξύ τους, αφού η Καινή Διαθήκη αποτελεί συμπλήρωση και όχι κατάργηση της Παλαιάς Διαθήκης. Τούτο το επιβεβαιώνει ο ίδιος ο Ιησούς λέγοντας: «Ουκ ήλθον καταλύσαι, αλλά πληρώσαι» (Ματθ. ε΄ 17)

Από την αρχή λοιπόν, ο Ευαγγελιστής Μάρκος ξεκαθαρίζει ότι η ίδια η παρουσία του Ιησού καθώς και η διδασκαλία και γενικά το σωτηριώδες έργο του αποτελούν ευχάριστη είδηση και εκπλήρωση προαιώνιων υποσχέσεων του Θεού προς τους ανθρώπους. Αυτή η παρουσία επιβεβαιώνεται από τον Ιωάννη τον Πρόδρομο. Αυτή η παρουσία είναι και στην ουσία διαφορετική από την παρουσία οποιουδήποτε άλλου ανθρώπου ακόμα και του Ιωάννου για τον οποίο είπε ο Ιησούς ότι: «ουκ εγήγερται εν γεννητοίς γυναικών μείζων Ιωάννου του βαπτιστού» (Ματθ. ια΄ 11). Βεβαιώνω πως μάνα δε γέννησε ως τώρα άνθρωπο πιο μεγάλο από τον Ιωάννη το βαπτιστή. Αυτή είναι η παρουσία «Ιησού Χριστού του Υιού του Θεού».
Αυτή τη διαφορά, αυτή την ανωτερότητα τονίζει και ο Ιωάννης ο βαπτιστής. Ο ίδιος είναι απλά «αγγελιαφόρος» που ήρθε να προετοιμάσει το δρόμο του Ιησού εξού και ονομάστηκε «πρόδρομος». Ομολογεί την ανωτερότητα του Ιησού σε κάθε κήρυγμα του. Τον ακούσαμε σήμερα να τονίζει «έρχεται ύστερα από μένα αυτός που είναι πιο ισχυρός και που εγώ δεν είμαι άξιος να σκύψω να λύσω το λουρί από τα υποδήματα του. Εγώ σας βάφτισα με νερό, εκείνος όμως θα σας βαφτίσει με Άγιο Πνεύμα».
Η ανωτερότητα του Ιησού είναι ξεκάθαρη. Ο Ιησούς Χριστός είναι «Υιός του Θεού» και θα βαφτίσει με «Άγιο Πνεύμα». Όμως και ο Ιωάννης «ο εν γεννητοίς γυναικών μείζων» έρχεται να επιτελέσει ένα έργο ιδιαίτερα δύσκολο. Η δυσκολία του έργου του εκφράζεται μέσα από τα λέξη «έρημος» για να τονίσει το άγονο της ανθρώπινης ψυχής ένεκα της αμαρτίας και της διαφθοράς που υπήρχε μέσα τον κόσμο.
Η διαφθορά ήταν τέτοια που έπρεπε να προηγηθεί προετοιμασία, για τούτο και εστάλη ο Ιωάννης. Όμως η έξοδος από τη διαφθορά δε θα γινόταν αναγκαστικά και χωρίς τη θέληση του ανθρώπου. Η έξοδος από τη διαφθορά θα γίνει με τη συνεργασία του ανθρώπου. Ιδιαίτερα μέσα από τη συναίσθηση  των αμαρτιών του και μέσα από τη δύναμη της ταπείνωσης και αυτοκριτικής να βρει τη δύναμη της μετάνοιας και της επιστροφής. Αν η αμαρτωλή κατάσταση χαρακτηρίζεται σαν «πτώση» η μετάνοια εκδηλώνεται σαν «ανάσταση». Είπε και ο άσωτος υιός «αναστάς πορεύσομαι προς τον πατέρα μου» (Λουκ. ιε΄ 18). Για τούτο και ο Ιωάννης καλεί τους ανθρώπους να μετανοήσουν. Μόνο μέσα από τη μετάνοια και την επιστροφή θα συνειδητοποιήσει ο άνθρωπος την αξία τα παρουσίας του Ιησού ως πραγματικής ευχάριστης είδησης, ως «ευαγγελίου».
Σ’ αυτό το έργο της ανασυγκρότησης του ανθρώπου ο Ιωάννης καθίσταται πρότυπο για τους ανθρώπους. Αφιερώνει τον εαυτό του στην εκπλήρωση του θελήματος  του Θεού, περιφρονεί τα αγαθά του κόσμου μέσα από τη λιτή ζωή του, χωρίς να περιφρονεί τον κόσμο. Αντίθετα, αυτόν τον κόσμο τον προσκαλεί στο δρόμο της σωτηρίας λέγοντας του «Μετανοείτε ήγγικε γαρ η βασιλεία των ουρανών» (Μαρθ. γ΄ 2).
Ο Ιωάννης δεν επιδιώκει την αυτοπροβολή. Αντίθετα τον διακρίνει η ταπεινοφροσύνη. Μια ταπεινοφροσύνη που εκφράζεται με τη σημερινή διδασκαλία του. Μια ταπεινοφροσύνη που θα επιβεβαιωθεί κατά την ημέρα της βάπτισης του Ιησού, λέγοντας του: «Εγώ χρείαν έχω υπό σου βαπτισθήναι, και συ έρχη προς με;» (Ματθ. γ΄ 14). Εγώ έχω ανάγκη να βαπτιστώ από σένα κι έρχεσαι εσύ σε μένα;
Ο Ιωάννης έχει συναίσθηση του έργου που επιτελεί. Αναγνωρίζει ότι το δικό του βάπτισμα, είναι βάπτισμα μετάνοιας και θα προηγηθεί του βαπτίσματος της σωτηρίας. Το νερό καθαρίζει μόνο το σώμα και απλά συμβολίζει την εσωτερική καθαρότητα. Το βάπτισμα όμως του Ιησού είναι βάπτισμα με Άγιο Πνεύμα. Και το Άγιο Πνεύμα είναι εκείνο που καθαρίζει και αγιάζει την ψυχή. Αυτή η αγιαστική Χάρις προσφέρεται μόνο δια του Ιησού Χριστού. Όπως θα πει αργότερα και ο Απόστολος Πέτρος: «Ουκ έστιν εν άλλω ουδενί η σωτηρία, ουδέ γαρ όνομα έστιν έτερον υπό τον ουρανόν το δεδομένον εν ανθρώποις εν ω δει σωθήναι ημάς» (Πραξ. δ΄ 12). «Από κανένα άλλο δεν μπορεί να προέλθει η σωτηρία ούτε υπάρχει άλλο πρόσωπο κάτω από τον ουρανό δοσμένο στους ανθρώπους με το οποίο μπορούμε να σωθούμε».
Για τούτο, τόσο η είδηση της παρουσίας του Ιησού Χριστού, όσο και η διδασκαλία και γενικά το έργο του, αποτελούν ευχάριστη είδηση. Αποτελούν «ευαγγέλιο». «Ευαγγέλιο» όμως χαρακτηρίζεται και το βιβλίο – βιβλία που καταγράφουν τη διδασκαλία και το σωτηριώδες έργο του Ιησού Χριστού. Αυτό, λοιπόν, το ευαγγέλιο είναι η αρχή αλλά και η συμπερίληψη των αληθειών του Χριστιανισμού. Κατά συνέπεια, δεν μπορεί να νοηθεί ευαγγέλιο χωρίς τον Ιησού Χριστό και μάλιστα ως Υιό του Θεού. Όσοι αποπειράθηκαν να προσφέρουν σωτηρία χωρίς Χριστό απέτυχαν, αλλά και όσοι αποσύνδεσαν τον όρο Ευαγγέλιο – ευχάριστη είδηση από το πρόσωπο του Ιησού Χριστού και ως Θεού, όπως οι αιρετικοί, και πάλι οδηγήθηκαν στην αίρεση και άρα στην αποτυχία.
Αδελφοί μου, κατά τον Απόστολο Παύλο: «Ιησούς Χριστός χθές και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας» (Εβρ. ιγ΄ 8). Όμως, διαχρονικά, οι κατά καιρούς χριστιανοί, ποια εικόνα του Χριστού και του Χριστιανισμού δώσαμε προς τα έξω; Ο Χριστιανισμός είναι η θρησκεία του μέλλοντος; Σήμερα η ανθρωπότητα βιώνει μια κρίση και μια πτώχευση οικονομική. Αν την εξετάσουμε όμως θα δούμε ότι η πτώχευση και η κρίση είναι περισσότερο πνευματική παρά οικονομική. Ποδοπατήσαμε τις  ηθικές αξίες και δίνουμε αξία στην απαξία. Με την όλη στάση και συμπεριφορά μας υποσκάψαμε την ουσία του Ευαγγελίου και το αποκόψαμε από τον Ιησού Χριστό ως Θεό. Για τούτο και φτάσαμε ως εδώ. Ας επαναφέρουμε τις αρχές του ευαγγελίου στη ζωή μας. Ας επανασυνδέσουμε τον εαυτό μας με τον Ιησού Χριστό ως Θεό. Αμήν.

 Θεόδωρος Αντωνιάδης – Μητρόπολη Παφου

Στον Τίμιο Πρόδρομο Μητροπολίτου Αντινόης Παντελεήμονος «Φωνή βοώντος εν τη ερήµω, ετοιµάσατε την οδόν του Κυρίου, ευθείας ποιείται τας τρίβους αυτού».

«Φωνή βοώντος εν τη ερήµω, ετοιµάσατε την οδόν του Κυρίου, ευθείας ποιείται τας τρίβους αυτού».

Με αυτά τα λόγια περιγράφεται η µεγάλη προσωπικότητα του Προφήτη και Βαπτιστή Ιωάννη, από τους θεόπνευστους συγγραφείς της Παλαιάς Διαθήκης. Προφήτης και Πρόδροµος της παρουσίας του Χριστού παρουσιάστηκε στη ξηρή και άγονη έρηµο της Ιουδαίας, για να προαναγγείλει, και να προπαρασκευάσει τις έρηµες από τη Χάρη του Θεού και διψασµένες για λύτρωση ψυχές των ανθρώπων, ώστε να υποδεχτούν το Χριστό.
Ασκητής αληθινός, απλός, λιτός στη διατροφή, κατοίκησε στα σπήλαια της Νεκρής Θάλασσας, νηστεύοντας και προσευχόµενος στο Θεό. Γεµάτος από αυταπάρνηση και αφοσίωση στο Θεό καλλιέργησε τις αρετές, που µόνον όσοι εξ ολοκλήρου ενώνονται µε το Θεό αξιώνονται να αποκτήσουν. Η παρουσία του στις ξηρές και άγονες περιοχές συµβόλιζε την παρουσία του αγίου ανάµεσα στην ηθική ξηρασία της ανθρωπότητας.
Έρηµη και χωρίς Χάρη Θεού ήταν η ανθρωπότητα τότε. Έρηµη από τα ευγενή αισθήµατα και αγαθές διαθέσεις, από καλές πράξεις και άγια παραδείγµατα. Ο κόσµος ζούσε µέσα σε µια έρηµο από την έλλειψη της αλήθειας του Θεού.
Μέσα σ’ αυτή την έρηµο της ανθρωπότητας στάλθηκε ο Πρόδροµος για να βροντοφωνάξει τα περήφηµα εκείνα λόγια: «Μετανοείτε, ήγγικε γάρ η Βασιλεία των Ουρανών».

Ένα µήνυµα που θα ακούγεται µέχρι το τέλος της ανθρώπινης ιστορίας. Μετανοείτε λαοί, µετανοείτε χριστιανοί, γιατί έφτασε η Βασιλεία του Θεού ανάµεσά σας. Η προδροµική φωνή ακούγεται για να επιστρέψει τους αµαρτωλούς στο Θεό, να συγκινήσει τις σκληρές καρδιές, να φωτίσει εκείνους που ζουν µέσα στο σκοτάδι της αµαρτίας και να οδηγήσει τους καλοπροαίρετους στο δρόµο της ειρήνης.
Τα συγκλονιστικά κηρύγµατά του, αντηχούσαν στην έρηµο λίγους µήνες πριν εµφανιστεί δηµόσια ο Χριστός κηρύγµατα µετάνοιας και προπαρασκευής των ανθρώπων για να υποδεχτούν το Χριστό.
Μετανοείτε, έλεγε, αποµακρυνθείτε από τα έργα της αµαρτίας φερθείτε µε τιµιότητα και δικαιοσύνη µεταξύ σας.
Και όταν ερωτήθηκε τι πρέπει να κάνει κανείς, απάντησε: «Αυτός που έχει δύο χιτώνες, ας δώσει τον ένα σ’ εκείνον που είναι γυµνός. Αυτός, που έχει τρόφιµα πολλά, ας δώσει και στον πεινασµένο. Από το περίσσευµά σας, βοηθείτε εκείνους που στερούνται».
Το κύριο µέρος του κηρύγµατός του ήταν η χαρµόσυνη αγγελία του ερχοµού του Μεσσία. Έφτασε ο καιρός για να πραγµατοποιηθούν οι προφητείες σχετικά µε τον Μεσσία. Ο Βασιλιάς των Ουρανών, ο αναµενόµενος Λυτρωτής, έρχεται, βρίσκεται µεταξύ µας. Εκείνος, που είναι η πηγή του φωτός, θα φωτίσει την ανθρωπότητα για την αληθινή θεογνωσία. Εκείνος θα βαπτίσει όσους τον ακολουθούν µε το Πνεύµα το Άγιο και φωτιά.
Κι έχουν περάσει αιώνες από την εποχή, που κήρυξε στις διψασµένες ψυχές. Η φωνή, που κραυγάζει και σήµερα σ’ όλους το «µετανοείτε» καλεί όλους σε µετάνοια. Ο Πρόδροµος καλεί όλους όσοι διψούν νά έρθουν να δροσιστούν στη Χάρη του Θεού.
Καλεί όλους οσοι είναι σκληρόκαρδοι να συγκινηθούν• καλεί όλους όσοι ζούνε µέσα στο σκοτάδι της αµαρτίας, να ελευθερωθούν• καλεί όλους όσοι ζούσαν µέσα στην έρηµο της πνευµατικής απουσίας του Θεού, να έρθουν στη δροσερή παιδιάδα της παρουσίας του Θεού, να συµµετάσχουν στη Χάρη και τη δόξα της Ουράνιας Βασιλείας.
Η φωνή του Προδρόµου έχει ακουστεί σ’ όλη την οικουµένη και σ’ όλους τους λαούς. Ακούστηκε στις ερήµους και στα βουνά, στις πολυάνθρωπες πόλεις, και στις ακρότατες και µεµονωµένες συνοικίες, σ’ όλες τις ηπείρους και σ’ όλα τα νησιά. Και συνεχίζεται να ακούγεται το κάλεσµα «µετανοείτε» λαοί, γιατί έφτασε η Βασιλεία των Ουρανών.
Στη Χώρα µας, αγαπητοί µου εν Χριστώ αδελφοί, όπου αγαπάµε και τιµά µε τον Τίµιο Πρόδροµο, τα λόγια του Προφήτη και Βαπτιστή πρέπει ιδιαιτέρως να µας αγγίξουν την καρδιά µας, γιατί πόσο θα τιµήσουµε πραγµατικά τον Βαπτιστή, εάν, έστω και αυτή τη στιγµή µετανοήσουµε για τα πολλά αµαρτήµατά µας;
Πόση χαρά θα προξενήσουµε σ’ αυτόν, που κήρυξε τη µετάνοια, εάν εξετάσουµε τον εαυτό µας και χύσουµε µερικά δάκρυα µετάνοιας; Πόση χαρά θα αισθανθούν οι άγιοι άγγελοι στους ουρανούς, εάν πάρουµε την απόφαση να αφήσουµε το δρόµο της ακολασίας και στραφούµε στο δρόµο της ηθικής;
Ταυτόχρονα η φωνή του Προδρόµου φωνάζει µε αυστηρότητα στους αµετανόητους ανθρώπους: Μετανοήσατε, εσείς που αδικήσατε τους συνανθρώπους σας.
Μετανοήσατε, εσείς που καταπατήσατε τα στεφάνια του γάµου σας. Μετανοήσατε, εσείς που εµπορεύεστε τα ναρκωτικά και πλουτίζετε από την ηθική καταστροφή των νέων.
Μετανοήσατε εσείς που γίνεστε σωµατέµποροι και κρύβεστε πίσω από µια ψευτοκοινωνικήαξιοπρέπεια. Μετανοήσατε, εσείς που καταπατείτε τα δίκαια των εργαζοµένων σας. Μετανοήσατε, εσείς που κατατρώτε τις σάρκες των αδελφών σας µε τις συκοφαντίες, τις κατηγορίες και τις ρουφιανιές.
Σήµερα, η Προδροµική φωνή καλεί όλους σε µετάνοια, γιατί όλοι µας ξεφύγαµε από το δρόµο του Θεού. Για όλους, που βρισκόµαστε εδώ και για όσους απουσιάζουν, ο Πρόδροµος φωνάζει στις έρηµες ψυχές µας, να µετανοήσουµε. Ας µη µένει η καρδιά µας ξερή και ασυγκίνητη.
Δεν πρέπει ο λόγος του Θεού να παραµείνει «φωνή βοώντος» σε άνυδρη και άγωνη έρηµο, αλλά ας καρποφορήσει και ας αποδώσει καρπό µετάνοιας. Δεν αρκεί να λέµε, ότι είµαστε Χριστιανοί Ορθόδοξοι, αλλά να ζούµε ταυτόχρονα την ζωή του σωστού Χριστιανού.
Δεν αρκεί να κάνουµε παρακλήσεις και µετάνοιες στα σπίτια µας, ή να µη βλάπτουµε κάποιο συνάνθρωπό µας ταυτόχρονα πρέπει να πράττουµε το θέληµα του Θεού στο σύνολό του. Γιατί δεν θα εισέλθει στη Βασιλεία του Θεού εκείνος που φωνάζει: «Κύριε, Κύριε, άνοιξέ µας», αλλά εκείνος που πράττει το θέληµα του Θεού. Και θέληµα του Θεού είναι η µετάνοια και η µεταστροφή του ανθρώπου από τα πονηρά έργα της αµαρτίας.
Αδελφοί µου, από τα βάθη της καρδιάς µας ας µετανοήσουµε, όσο έχουµε καιρό, γιατί ο καιρός µας σ’ αυτό τον κόσµον είναι πολύ µικρός. Διά της µετάνοιας η σωτηρία εν Χριστώ Ιησού. Αµήν.

Κυριακὴ πρὸ τῶν Φώτων -ΕΚ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΧΙΟΥ


ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ
Ἀριθμὸς 1
Κυριακὴ πρὸ τῶν Φώτων
5 Ἰανουαρίου 2014
Μάρκ. α, 1-8

Τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα τῆς Κυριακῆς πρὸ τῶν Φώτων ἀναφέρεται στὴ δράση τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Προδρόμου, στὸ πρόσωπο τοῦ ὁποίου ἐκπληρώνονται δύο προφητεῖες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Στὴν πρώτη σημειώνεται ὅτι ὁ Θεὸς θ’ ἀποστείλει τὸν προάγγελό του γιὰ νὰ προετοιμάσει τὸ δρόμο γιὰ τὸν ἐρχομὸ τοῦ Μεσσία, ὁ ὁποῖος θὰ φέρει τὴ σωτηρία στὸν κόσμο. Στὴ δεύτερη, ὁ προφήτης Ἠσαΐας ἐμφανίζει τὸν Πρόδρομο ὡς «φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ» ποὺ συμβουλεύει τοὺς ἀνθρώπους νὰ ἑτοιμαστοῦν γιὰ τὸν ἐρχομὸ τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ ἀκολουθήσουν τὸ δρόμο τῆς μετάνοιας.

Ὅπως μᾶς πληροφορεῖ ὁ ἀπόστολος Μᾶρκος, ἀπὸ τὸ εὐαγ-γέλιο τοῦ ὁποίου ἀντλεῖται ἡ σημερινὴ περικοπή, ὁ Ἰωάννης στὴν ἔρημο πρόσφερε βάπτισμα μετανοίας «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν». Ὅλοι ἔτρεχαν γιὰ νὰ βαπτισθοῦν ἀπὸ αὐτὸν στὸν Ἰορδάνη ποταμό, ἀφοῦ πρῶτα ἐξομολογοῦνταν τὶς ἁμαρτίες τους. Σύμφωνα μὲ τὶς περιγραφές, ὁ Ἰωάννης ἔφερε ἔνδυμα ἀπὸ τρίχες καμήλας καὶ ζώνη δερμάτινη γύρω ἀπὸ τὴ μέση του, ἐνῶ ἡ τροφὴ του ἦταν πολὺ λιτή. Τρεφόταν μὲ μέλι ἄγριο καὶ ἀκρίδες. Ὁ Ἰωάννης ἐπειδὴ ἦταν μεγάλη μορφὴ, σὲ σημεῖο μάλιστα ποὺ κάποιοι τὸν ἐκλάμβαναν ὡς τὸν ἀναμενόμενο Μεσσία, δὲν παρέλειπε νὰ διευκρινίζει συνεχῶς ὅτι «ἔρχεται πίσω μου ὁ ἰσχυρότερός μου, ποὺ δὲν εἶμαι ἄξιος οὔτε τὰ ὑποδήματά του νὰ λύσω. Ἐγὼ σᾶς βαπτίζω μὲ νερό, ἐκεῖνος ὅμως θὰ σᾶς βαπτίσει στὸ Ἅγιο Πνεῦμα».

Ἡ ἔκφραση «φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ», ἀποτυπώνει τὴν ὅλη παρουσία τοῦ Ἰωάννη τοῦ Προδρόμου. Στὴν πνευματικὴ ἐρημία ποὺ ἀποκαλυπτόταν ἔντονα καὶ στὴ δική του ἐποχή, μέσα στὴν τραγικότητα ποὺ προκαλεῖ ἡ ἁμαρτία, μέσα στὴ γενικότερη ἀπελπισία ποὺ κυριαρχοῦσε στοὺς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς του, προετοίμασε τὸ δρόμο γιὰ τὸν ἐρχομὸ τοῦ Χριστοῦ, μὲ τὴν προτροπὴ «μετανοεῖτε». Ἡ μετάνοια, δὲν εἶναι βέβαια μία ἐπιφανειακὴ κατάσταση, ἀλλὰ μία βαθιὰ ὑπαρκτικὴ στάση, ποὺ ἀλλάζει ὁλόκληρο τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν καθιστᾶ δεκτικὸ στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Τὸν ἑτοιμάζει γιὰ νὰ δεχθεῖ τὸ σωτήριο μήνυμά του: Νὰ εἰσέλθει στὴ Βασιλεία του.

Πολλοὶ ἦταν ἐκεῖνοι ποὺ συνέρρεαν γιὰ νὰ ἀκούσουν τὸ κήρυγμα τοῦ Ἰωάννη καὶ ἀκολούθως νὰ βαπτισθοῦν στὸν Ἰορδάνη ποταμό. Αὐτὸ ὅμως δὲν ἦταν τὸ τέρμα ἀλλὰ μόνο ἡ ἀρχή. Ἡ ἀρχὴ μίας πορείας ποὺ ὁδηγοῦσε στὸ Σωτῆρα Χριστὸ καὶ παρέπεμπε κατευθείαν στὸ πρόσωπό του. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Ἰωάννης δὲν ἀφήνει τοὺς ἀνθρώπους νὰ ἐπαναπαυθοῦν μόνο στὴ δική του διδασκαλία οὔτε νὰ περιοριστοῦν μόνο στὸ δικό του βάπτισμα ἢ στὸ δικό του πρόσωπο. Δείχνει μὲ τὸ κήρυγμα καὶ τὸ βάπτισμά του τὸν Χριστό, ὁ ὁποῖος δὲν θὰ φέρει ἁπλὰ συγχώρεση στοὺς ἀνθρώ-πους, ἀλλὰ τὴν πνευματικὴ ἀνακαίνιση καὶ τὴν πραγματικὴ σωτηρία. Γι’ αὐτὸ καὶ γίνεται σαφὴς διάκριση ἀνάμεσα στὸ δικό του βάπτισμα, τὸ ὁποῖο ἐπικεντρώνεται στὸ νερό, καὶ στὸ βάπτισμα ποὺ θὰ ἐγκαινίαζε ὁ Χριστὸς ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι.

Ἡ μετοχὴ στὴ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ πνευματικὴ ἀνακαίνιση τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἡ δυνατότητα νὰ βιώνει τὴ χαρὰ τῆς παλιγγενεσίας, προϋποθέτει τὸ πέρασμα ἀπὸ τὸ δρόμο τῆς μετάνοιας, τὸν ὁποῖο ἄνοιγε ἡ παρουσία τῆς μεγάλης μορφῆς τοῦ Ἰωάννη τοῦ Προδρόμου. Χωρὶς τὴ μετάνοια, ἡ ὁποία μεταφράζεται σὲ στάση ζωῆς ἀπέναντι στὸν Θεὸ καὶ τὸ συνάνθρωπο ἀλλὰ καὶ τὴν κτίση ὁλόκληρη, ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ γίνει δέκτης τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ. Ἡ μετάνοια, ἡ ἐσωτερικὴ δηλαδὴ κάθαρση ἀπὸ τὰ πάθη καὶ τὶς συνέπειες τῆς ἁμαρτίας καὶ ἡ συμμετοχὴ στὴν κοινωνία τῆς ἀγάπης ποὺ ξεδιπλώνει ὁ Θεὸς μέσα στὴν εὐρυχωρία τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι οἱ σταθερὲς προϋποθέσεις γιὰ νὰ ἐγκολπωθεῖ ὁ ἄνθρωπος τὸ μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου γιὰ τὴ σωτηρία του. Πραγματικά, τὸ μεγαλεῖο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν ἄνθρωπο φανερώνεται ἀπὸ τὶς δωρεὲς καὶ τὰ χαρίσματά του. Μία τέτοια δωρεὰ εἶναι καὶ ἡ μετάνοια, ἡ ὁποία συνιστᾷ μία εὐλογημένη ἐκκίνηση γιὰ μία καινούργια ἐν Χριστῷ ζωή.

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ἴσως ὁ σημερινὸς ἄνθρωπος μέσα ἀπὸ τὶς συνθῆκες ποὺ ἐπικρατοῦν στὴν καθημερινή του ζωὴ νὰ δυσκολεύεται νὰ κατανοήσει τὸ βαθύτερο νόημα τῆς μετάνοιας, ὡς νέου τρόπου ὕπαρξης καὶ ζωῆς. Ἴσως ἡ προτροπὴ τῆς Ἐκκλησίας γιὰ μία τέτοια εὐλογημένη πορεία νὰ ἀκούεται σὰν «φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ», δηλαδὴ σὰν οὐτοπικὲς καταστάσεις. Ὡστόσο, ἡ ἀλήθεια, μέσα ἀπὸ τὴν ὁποία μπορεῖ ν’ ἀναπηδήσει τὸ χαροποιὸ μήνυμα τῆς ζωῆς, βρίσκεται μόνο στὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία του. Ὁ ἄνθρωπος βλέπουμε νὰ βυθίζεται ὁλοένα καὶ περισσότερο σὲ κρίσεις καὶ ἀδιέξοδα, ἐνόσω ἀφήνει τὴν ὕπαρξή του ἀποσυνδεδεμένη ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ Σωτῆρα καὶ Λυτρωτὴ Χριστοῦ. Ἂς ἀφήσουμε, λοιπόν, τὰ ὦτα τῆς καρδιᾶς μας ἀνοιχτὰ καὶ τὶς καρδιὲς μας ἕτοιμες καὶ δεκτικές. Ἂς ἐπανεύρουμε ἀκόμα τὴν ἐλπίδα μας στὸ μήνυμα τοῦ κηρύγματος τοῦ Ἰωάννη: «μετανοεῖτε». Ἀμήν.

ΕΚ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΧΙΟΥ

Η νηστεία της παραμονής των Φώτων (και τα "φωτοκόλυβα")



"Σήμερα τα Φώτα κι ο φωτισμός..."
Η γιορτή των Θεοφανείων (τα Φώτα), με την οποία ουσιαστικά κλείνει το άγιο Δωδεκαήμερο (ακολουθεί η τιμητική γιορτή της "Σύναξης του Προδρόμου", επειδή ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος πρωταγωνιστεί στη βάφτιση του Χριστού) είναι μια από τις μεγαλύτερες γιορτές του ορθόδοξου λαού μας, με πλούσια λαογραφία, στην οποία βέβαια κυριαρχεί ο αγιασμός των υδάτων, οι βουτηχτάδες που βγάζουν το Σταυρό από τη θάλασσα ή τις λίμνες κ.τ.λ., το "φώτισμα" με αγιασμό από τον παπά στα σπίτια μας, στα μαζαγιά, τα χωράφια, ακόμα και τα αυτοκίνητα, τα γεωργικά μηχανήματα κ.τ.λ.
Κατά τις παλιές παραδόσεις του λαού μας, αυτή τη μέρα φεύγουν και οικαλικάντζαροι. Η ιδέα ότι υπάρχουν καλικάντζαροι ανήκει στη λαϊκή θρησκευ-τικότητα του λαού μας, έχει αρχαιοελληνική προέλευση και δεν είναι αποδεκτή από τους αγίους διδασκάλους της Ορθοδοξίας. Είναι ένας λαϊκός μύθος.
Αυτό όμως που θα ήθελα να υπενθυμίσω μ' αυτό το post, είναι ότι στις 5 Ιανουαρίου (παραμονή των Φώτων), οι ορθόδοξοι χριστιανοί νηστεύουμε. Είναι μια αλάδωτη νηστεία, δηλαδή νηστεύουμε και το λάδι, όχι μόνο το κρέας, το ψάρι, τ' αβγά και το γάλα. Τρώμε αλάδωτο φυτικό φαγητό. 
Η αυστηρή αυτή νηστεία είναι μέρος της προετοιμασίας μας για να πιούμε Μεγάλο Αγιασμό στις 6 Ιανουαρίου, την ημέρα των Φώτων. Παρακαλώ, ας μην την ξεχάσουμε.
Στην Κρήτη, όταν η παράδοση ζούσε ακόμα, την παραμονή των Φώτων παρασκεύαζαν ένα αλάδωτο νηστίσιμο φαγητό που λεγόταν "φωτοκόλυβα" ή "παπούδια". Ήταν βρασμένο στάρι (=κόλυβα), μαζί με φασόλια, φάβα (ολόκληρη, δεν ήξεραν τότε την αλεσμένη), φακές, κουκιά και γενικώς ό,τι όσπρια υπήρχαν στο σπίτι. Τα έβραζαν και τα έτρωγαν με αλατάκι, συνοδευόμενα με ψωμί, κανένα κρεμύδι, ελιές κ.τ.λ. (όταν δεν τρώμε λάδι, μπορούμε να φάμε ελιές, για να παίρνουμε τις βιταμίνες τους).
Φωτοκόλυβα έδιναν και στα πουλιά (στις κότες και τα περιστέρια) αλλά και στα ζώα του σπιτιού, ιδίως στα βόδια, επειδή με τα βόδια είχαν οργώσει το χωράφι για να σπείρουν το στάρι και τα όσπρια. Έπρεπε λοιπόν να γευτούν κι αυτά τους καρπούς των κόπων τους.

Eυχόμαστε η χάρη της εορτής να αγιάσει την καρδιά και τη ζωή όλων μας - όλων σας.

Παποκαισαρισμός και καισαροπαπισμός Σχέσεις Κράτους-Εκκλησίας

Α. Σύμφωνα με τους ιερούς κανόνες οι κληρικοί δεν επιτρέπεται να ασχολούνται με την πολιτική εξουσία ή να αναλαμβάνουν πολιτικά αξιώματα, καθώς αυτό αντίκειται και στο Ευαγγέλιο: «Ἀπόδοτε τά τοῦ Καίσαρος τῷ Καίσαρι καί τά τοῦ Θεοῦ τῷ Θεῷ». Οι κληρικοί έχουν αναλάβει μόνο Εκκλησιαστική διακονία.
Οι ιεροί κανόνες διακελεύουν τα εξής:
α) «Ἐπίσκοπος ἤ πρεσβύτερος ἤ Διάκονος κοσμικάς φροντίδας μή ἀντιλαμβανέτω. Εἰδέ μή καθαιρείσθω» (στ΄ Αποστολικός Κανών).
β) «Εἴπομεν, ὅτι οὐ χρή Ἐπίσκοπον ἤ πρεσβύτερον καθιέναι εἰς δημοσίας διοικήσεις, ἀλλά προσευκαιρεῖν ταῖς Ἐκκλησιαστικαῖς χρείαις. Ἤ πειθέσθω οὖν τοῦτο μή ποιεῖν, ἤ καθαιρείσθω. Οὐδείς γάρ δύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν», κατά την Κυριακήν παρακέλευσιν (πα΄ Αποστ.).
γ) «Ἐπίσκοπος, ἤ πρεσβύτερος, ἤ Διάκονος, στρατείᾳ σχολάζων, καί βουλόμενος ἀμφότερα κατέχειν, Ρωμαϊκήν καί ἱερατικήν διοίκησιν, καθαιρείσθω. Τά γάρ Καίσαρος Καίσαρι, καί τά τοῦ Θεοῦ τῷ Θεῷ». (πγ΄ Αποστ.).
Επίσης (ζ΄ κανών Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου).
Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης σχολιάζει επ’ αυτών:
«Εἰς δύο διαιρεῖται ἡ ἐξουσία καί ἡ ἀρχή. Ἄλλη μέν εἶναι κοσμική, τήν ὁποίαν ἐνεπίστευσεν ὁ Θεός εἰς τούς Βασιλεῖς καί τούς ἄρχοντας, ἄλλη δέ εἶναι πνευματική, τήν ὁποίαν ἐνεχείρισεν ὁ Θεός εἰς τούς ἀρχιερεῖς καί τῶν ψυχῶν οἰκονόμους. Ἐναντία δέ ἡ μία μέ τήν ἄλλην ὑπάρχει. Ἡ μέν γάρ εἶναι ἐπίγειος ἡ δέ εἶναι οὐράνιος. Ἡ μέν φορεῖ μάχαιραν καί θανατοῖ, ἡ δέ πράως συγχωρεῖ καί ζωοποιεῖ… Τό δέ αὐτό ἄτοπον ἀκολουθεῖ ἀνίσως, ἤ ὁ βασιλεύς τολμήσῃ νά ἐπιβαίνῃ τοῦ βήματος, ἤ ὁ ἀρχιερεύς νά βασιλειᾷ καί νά ζώννυται μάχαιραν».
Β. Θα πρέπει εδώ να επισημάνουμε ότι στην ιστορία της Εκκλησίας οι περιπτώσεις που μνημονεύετε δεν είναι οι μοναδικές. Ανάληψη πολιτικών καθηκόντων έχουμε κυρίως κατά την Τουρκοκρατία, αρχής γενομένης από τον πρώτο μετά την άλωση της Πόλεως πατριάρχη Γεννάδιο (Σχολάριο), στον οποίο ο Μωάμεθ Β΄ ο Πορθητής παρεχώρησε τα γνωστά προνόμια και του ανέθεσε και εθναρχικό ρόλο (Εθναρχούσα Εκκλησία).
Ο Μωάμεθ ο Β΄, με βάση το ισλαμικό δίκαιο και την ισλαμική παράδοση, οργάνωσε τους χριστιανούς μέσα στην πολιτική και κοινωνική διάρθρωση του Οθωμανισμού. «Οι χριστιανοί θα αποτελούσαν ένα μιλέτ, ένα «έθνος» υπό την θρησκευτική και πολιτική διοίκηση των Εκκλησιαστικών τους ηγετών... ο σουλτάνος εγκατέστησε τον νεοεκλεγέντα πατριάρχη με το τυπικό και την τελετουργία των βυζαντινών αυτοκρατόρων... (έτσι ο πατριάρχης), δεν ήταν μόνο ο θρησκευτικός ηγέτης εκατομμυρίων ορθοδόξων, αλλά ήταν επίσης ένας μιλέτ-μπασί, «η κεφαλή του έθνους» - το πρόσωπο που ήταν υπεύθυνο ενώπιον του σουλτάνου για τον χριστιανικό πληθυσμό». (βλ. Ch. Frazee, ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ, εκδόσεις «ΔΟΜΟΣ» Αθήνα 1987, σελ. 13-14).
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι στη μεγαλύτερη διάρκεια της βυζαντινής αυτοκρατορίας οι επίσκοποι των περιοχών που κατελαμβάνοντο από άλλους λαούς, κατά φυσικό τρόπο ανελάμβαναν και «πολιτικές» υποχρεώσεις, καθώς ήσαν εκείνα τα πρόσωπα στα οποία προσέφευγε ο χειμαζόμενος χριστιανικός πληθυσμός και τους εμπιστευόταν τις όποιες διαβουλεύσεις με τους κατακτητές που αφορούσαν τη διαβίωση και τα δικαιώματά τους. Ταυτοχρόνως οι επίσκοποι διατηρούσαν ζωντανή τη σχέση όχι μόνο με τους ανωτέρους τους (πατριάρχης - σύνοδοι - μητροπολίτης), αλλά και με τη βυζαντινή πολιτική διοίκηση. Ήσαν κατά κάποιο τρόπο οι πρεσβευτές και ο συνδετικός κρίκος των υποδούλων χριστιανικών πληθυσμών με το μητροπολιτικό κέντρο (εκκλησιαστικό και πολιτικό).
Η Εκκλησία στην ιστορία του Έθνους, σε χαλεπούς καιρούς για το λαό ανελάμβανε εθναρχικό ρόλο, χάριν του λαού. Σε χαλεπούς καιρούς ανέλαβαν και ο αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός και ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος. Παρά, ίσως τις υπερβολές στη συνείδηση και αυτών και των πατριαρχών της Τουρκοκρατίας ίσχυε (και εφαρμόζεται) το του Αποστόλου Παύλου: «Τοῖς πᾶσι γέγονα τά πάντα, ἵνα πάντως τινάς σώσω» (Α΄ Κορ. 9,22) και «Ηὐχόμην γάρ ἀνάθεμα εἶναι αὐτός ἐγώ ἀπό τοῦ Χριστοῦ ὑπέρ τῶν ἀδελφῶν μου» (Ρωμ. 9,3), έστω κι αν οι ίδιοι διακινδύνευαν την σωτηρία τους. Αξιομνημόνευτη είναι η περίπτωση του αγίου Γρηγορίου του Ε΄, που είχε εθναρχικό ρόλο και μάλιστα με ιδιαίτερη συμβολή στην προετοιμασία της Ελληνικής Επαναστάσεως, χωρίς αυτό να γίνει εμπόδιο στην πορεία του προς την αγιότητα. Γι’ αυτό και τιμάται ως άγιος.
Στο δεύτερο σκέλος του ερωτήματός σας τώρα:
Ο παποκαισαρισμός είναι η προσπάθεια της Εκκλησίας (θρησκείας) να ασκεί και πολιτική εξουσία ή να υποκαθιστά την πολιτική εξουσία, και η πολιτεία να υποτάσσεται στην εκκλησία. Ενώ το αντίθετο είναι το φαινόμενο του καισαροπαπισμού. Στην ορθόδοξη ανατολή δεν λειτούργησε τίποτε από τα παραπάνω ως θεσμός, εν αντιθέσει με την Δύση, ιδιαιτέρως μετά το σχίσμα όπου υπήρχε μια συνεχής διαπάλη μεταξύ των δύο εξουσιών.
α) Ενδεικτικά θα παραθέσομε κάποια κείμενα προς ενημέρωσή σας.
Για τη Δύση γράφει ο Βασ. Χρ. Καραγιώργης στο βιβλίο του (Το ζήτημα της σχέσεως Εκκλησίας και Πολιτείας κατά την περίοδο της Επαναστάσεως (1821), εκδ. «Διήγηση», Αθήνα 1998, σελ. 14-15): « Ο χριστιανισμός αποτελούσε στη Δύση κεντρικό ή και το μοναδικό στοιχείο αναφοράς κάθε σοβαρής και συγκροτημένης πολιτισμικής κινήσεως, επί πλέον δε είχε καταστή βασικός δομικός παράγοντας της δυτικής κοινωνίας. Η διαπίστωση αυτή είχε γίνει σαφής ήδη από την καρολίνεια εποχή, οπότε συστηματοποιούνται οι προσπάθειες των Γερμανών βασιλέων να προσαρτήσουν όλους τους δυτικούς λαούς σε ενιαίο νομικοπολιτικό οργανισμό, τη Δυτική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Ταυτόχρονα όμως πρόβαλε το τραγικό, κατά τη γνώμη μας, αδιέξοδο του δυτικού κόσμου, το οποίο θα κορυφωθή με την ανατολή και την πολιτική ισχυροποίηση των εθνικών κρατών. Επρόκειτο κυριολεκτικά περί μιας αντινομίας, αφού ο δυαλισμός μεταξύ των δύο εξουσιών, που πήγαζε από την εγγενή στη δυτική χριστιανική πνευματικότητα αντίθεση πνευματικού και κοσμικού, η οποία εισήχθη με τη σκέψη του Αυγουστίνου, οδήγησε σε μονιστικές τάσεις, οι οποίες εκφράζονταν με την κυριαρχία είτε του ενός μέρους είτε του άλλου (παποκαισαρισμός, που έφθανε μέχρι την Ιεροκρατία, ή καισαροπαπισμός), ανάλογα προς τις πολιτικές ισορροπίες κάθε εποχής. Από τη μία πλευρά η ιερατική εξουσία, εκμεταλλευόμενη την εξ αντικειμένου κεντρική θέση της, ήθελε να ελέγξη το εκκλησιαστικό σώμα στο πολυδιασπασμένο εθνικά και πολιτικά δυτικό κόσμο μέσω μιας ενιαίας κοσμικής εξουσίας την οποία προσπαθούσε να θέσει υπό την επιρροή της, ή, όταν αυτό κατέστη πολιτικά αδύνατο με τη διάλυση της Γερμανικής αυτοκρατορίας, μέσω της προβολής ιεροκρατικών τάσεων επί των εθνικών κρατών. Από την άλλη, οι φορείς της κοσμικής εξουσίας ήθελαν να ελέγχουν το εκκλησιαστικό σώμα της επικρατείας τους για εσωτερικούς λόγους, όμως, δεν μπορούσαν να έλθουν σε οριστική ρήξη με τον εκάστοτε φορέα της ιερατικής εξουσίας, η οποία βρισκόταν στη βάση του πολιτισμικού και ιδεολογικού οικοδομήματος της Δύσεως. Καθίσταται, λοιπόν, σαφές ότι οποιαδήποτε συνεργασία ήταν αδύνατη τόσο για θεωρητικούς, όσο και για πρακτικούς λόγους. Πράγματι, ο έντονα θεοκρατικός χαρακτήρας του δυτικού μεσαιωνικού κόσμου απέκλειε εκ προοιμίου τη διαλεκτική συνύπαρξη ή την παράλληλη πορεία των δύο εξουσιών. Παράλληλα όμως η αυθυπαρξία των δύο αυτών μεγεθών ήταν ουσιαστικά αδύνατη».
Επίσης ο καθηγητής Βλ. Φειδάς (Εκκλησιαστική ιστορία, τόμος β΄ σελ. 393-4) για την χρονική περίοδο 1054-1517, γράφει: «ο παπικός θρόνος ήταν πράγματι εγκλωβισμένος στις ασφυκτικές αγκάλες ενός αδυσώπητου καισαροπαπισμού, ο οποίος εναλλασσόταν μεταξύ της καταχρηστικής αυθεντίας του γερμανού αυτοκράτορα και των καιροσκοπικών αυθαιρεσιών των τοπικών ηγεμόνων της Ιταλίας. Η σύνδεση του πολύμορφου δυτικού καισαροπαπισμού με την εκλογή και την εγκαθίδρυση όλων σχεδόν των επισκόπων της Δυτικής Εκκλησίας αναδυόταν μεν ως ευνόητη από τις φεουδαλικές δομές της δυτικής κοινωνίας, αποδιοργάνωνε όμως την όλη κανονική βάση της Εκκλησιαστικής διοικήσεως, αφού η εκλογή τόσο του πάπα, όσο και των επισκόπων της Εκκλησίας της Δύσεως είχε περιέλθει πλέον υπό τον πλήρη έλεγχο του γερμανού αυτοκράτορα ή των τοπικών ηγεμόνων».
β) Στην Ανατολή οι σχέσεις Εκκλησίας-Πολιτείας δρομολογήθηκαν κατ’ αρχήν από τον Όσιο Κορδούης, σε επιστολή του προς τον αυτοκράτορα Κωνστάντιον: «Μή τίθει σεαυτόν εἰς τά Ἐκκλησιαστικά, μηδέ σύ περί τούτων ἡμῖν παρακελεύου, ἀλλά μᾶλλον παρ’ ἡμῶν σύ μάνθανε ταῦτα. Σοί βασιλείαν ὁ Θεός ἐνεχείρισεν, ἡμῖν τά τῆς Ἐκκλησίας ἐπίστευσε. Καί ὥσπερ ὁ τήν σήν ἀρχήν ὑποκλέπτων ἀντιλέγει τῷ διαταξαμένῳ Θεῷ, οὕτω φοβήθητι μή καί σύ τά τῆς Ἐκκλησίας εἰς ἑαυτόν ἕλκων, ὑπεύθυνος ἐγκλήματι μεγάλῳ γένῃ. Ἀπόδοτε, γέγραπται, τά Καίσαρος Καίσαρι καί τά τοῦ Θεοῦ τῷ Θεῷ. Οὔτε τοίνυν ἡμῖν ἄρχειν ἐπί τῆς γῆς ἔξεστιν, οὔτε σύ τοῦ θυμιᾶν ἐξουσίαν ἔχεις, βασιλεῦ».
Οι σχέσεις αυτές καθορίσθηκαν κυρίως από το Νομοθετικό έργο του Ιουστινιανού (ΣΤ΄ Νεαρά), το οποίο (όσον αφορά το θέμα μας) αποτελεί το καταστάλλαγμα μακροχρόνιων και επώδυνων ζυμώσεων. Γύρω από αυτό τον άξονα ως σημείο αναφοράς λειτουργεί το δίπολο των σχέσεων Εκκλησίας-Πολιτείας.
«Στην ΣΤ΄ Νεαρά ο Ιουστινιανός (535 μ.Χ.) αποτύπωσε την πολιτική θεολογία της Εκκλησίας την οποία ταύτισε ουσιαστικά και θεσμικά με την πολιτική θεωρία της αυτοκρατορίας: «Μέγιστα τῶν ἐν ἀνθρώποις ἐστί δῶρα Θεοῦ παρά τῆς ἄνωθεν δεδομένα φιλανθρωπίας Ἱερωσύνη τε καί Βασιλεία, ἡ μέν τοῖς θείοις ὑπηρετουμένη, ἡ δέ τῶν ἀνθρωπίνων ἐξάρχουσά τε καί ἐπιμελουμένη, καί ἐκ μιᾶς καί τῆς αὐτῆς ἀρχῆς ἑκατέρα προϊοῦσα καί τόν ἀνθρώπινον κατακοσμοῦσα βίον, ὥστε οὐδέν οὕτως ἄν εἴη περισπούδαστον βασιλεῦσιν ὡς ἡ τῶν ἱερέων σεμνότης, οἵ γε καί ὑπέρ αὐτῶν ἐκείνων ἀεί τόν Θεόν ἱκετεύουσιν. Εἰ γάρ ἡ μέν ἄμεμπτος εἴη πανταχόθεν καί τῆς πρός Θεόν μετέχοι παρρησίας, ἡ δέ ὀρθῶς τε καί προσηκόντως κατακοσμοίῃ τήν παραδοθεῖσαν αὐτῇ πολιτείαν, συμφωνία τις ἀγαθή, πᾶν εἴ τι χρηστόν τῷ ἀνθρωπίνῳ χαριζομένη γένει». Η κοινή αυτή θεία προέλευση των δύο εξουσιών (Ιερωσύνης και Βασιλείας),αποτελούσε όχι μόνο εγγύηση της αυτοδυναμίας και της αυτοτέλειας της κάθε μίας χωριστά, αλλά και της ενότητας της αναφοράς των δύο στο ανθρώπινο γένος (φιλανθρωπία). Και οι δύο υπηρετούσαν με διάφορες προοπτικές και με διάφορα μέσα την ίδια αποστολή στον κόσμο, ήτοι την πραγμάτωση της βουλής του Θεού για τη σωτηρία του κόσμου...
...Από το περιεχόμενο της κοινής θείας εντολής δεν ήταν δυνατόν να προκύψουν αντίθετες νομοθεσίες, γι’ αυτό και ο Ιουστινιανός στην ΣΤ΄ Νεαρά ορίζει ότι «καλῶς δέ ἄν ἅπαντα πράτοιτο καί προσηκόντως, εἴπερ ἡ τοῦ πράγματος ἀρχή γένοιτο πρέπουσα καί φίλη Θεῷ. Τοῦτο δέ ἔσεσθαι, πιστεύομεν, εἴπερ ἡ τῶν ἱερῶν κανόνων παρατήρησις φυλάττοιτο, ἥν οἵ τε δικαίως ὑμνούμενοι καί προσκυνητοί καί αὐτόπται καί ὑπηρέται τοῦ Θεοῦ Λόγου παραδεδώκασιν ἀπόστολοι καί οἱ ἅγιοι Πατέρες ἐφύλαξάν τε καί ὑφηγήσατο». (Βλ. Βλάσ. Φειδά, «Βυζάντιον», ΑΘΗΝΑΙ 1985, σελ. 113-114).
Παρ’ όλα αυτά η πάλη και η καχυποψία μεταξύ των δύο αυτών μορφών διακονίας του ανθρώπου είναι πάντοτε παρούσα, ιδιαιτέρως δε σήμερα που το κράτος είναι πλήρως εκκοσμικευμένο και θέλει να λειτουργεί αυτόνομα από την Εκκλησία. Κι αυτή η κατάσταση θα συνεχίζει να υπάρχει, εφ’ όσον ζούμε στην μεταπτωτική κατάσταση.
Ενδεικτικά είναι όσα γράφει ο Ν. Μπουγάτσος: «Οι σχέσεις της Εκκλησίας και του κράτους (πολιτείας) είναι ένα αιώνιο πρόβλημα. Είναι μια μορφή του φιλοσοφικού προβλήματος της σχέσης του πνεύματος και της ύλης.
...Γιατί η μεν Εκκλησία ενδιαφέρεται κυρίως για την πνευματική προαγωγή (και εξυπηρέτηση) του πνεύματος, ενώ το κράτος ενδιαφέρεται για την εξυπηρέτηση κυρίως των υλικών αναγκών του ανθρώπου. Για τον ορθόδοξο, όμως, χριστιανό δεν υπάρχει πρόβλημα, αφού η ύλη και το πνεύμα συνυπάρχουν και συνεργάζονται όπως τα συγκοινωνούντα δοχεία. Αυτή την αρμονία της ύλης και του πνεύματος στον άνθρωπο τη διέσπασε η αμαρτία (στη μεταπτωτική περίοδο) και δημιούργησε μέσα στον άνθρωπο αντιθετικές σχέσεις. Μια λεπτομέρεια αυτών των σχέσεων είναι οι σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας (μεταχριστιανικά) και πολιτείας (μεταπτωτικά και μεταχριστιανικά). Όσο επικρατεί η ψυχολογία της μεταπτωτικής περιόδου (της αμαρτίας), εκκοσμικεύονται οι πνευματικά αναγεννημένοι χριστιανοί και ξαναγυρίζουν στην αμαρτωλή μεταπτωτική ψυχολογία, με αποτέλεσμα να οξύνεται το πρόβλημα των σχέσεων Εκκλησίας και Πολιτείας». (Ο ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΔΡΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΞΟΥΣΙΑ, εκδόσεις ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΔΙΑΚΟΝΙΑ, ΑΘΗΝΑ 2000, σελ. 25).
Για την Εκκλησία το ιδανικό εκφράζεται από τον ιερό Χρυσόστομο: «Ὅρα δέ αὐτόν (τόν ἀπ. Πέτρο) μετά κοινῆς πάντα ποιοῦντα γνώμης· οὐδέ αὐθεντικῶς, οὐδέ ἀρχικῶς… «Ἄνδρες φησίν, ἀδελφοί». Εἰ ὁ Κύριος ἀδελφούς αὐτούς ἐκάλεσε, πολλῷ μᾶλλον οὗτος· διό καί πάντων παρόντων τοῦτο ἀναφωνεῖ. Ἰδοῦ Ἐκκλησίας ἀξίωμα καί ἀγγελική κατάστασις. Οὐδείς ἦν ἐκεῖ διερρηγμένος (δε διαφέρει σε τίποτα), οὔκ ἄρσεν, οὐ θῆλυ. Ταῦτα βούλομαι τάς Ἐκκλησίας εἶναι καί νῦν».
Δηλαδή ο αυθεντικός τρόπος υπάρξεως ανθρώπου και κοινωνίας είναι η Εκκλησία, όταν είναι όντως Εκκλησία.

Κωνσταντίνος Χολέβας, Επέτειοι του 2014

Ο άγιος Κοσμάς γεννήθηκε το 1714
ΕΠΕΤΕΙΟΙ ΤΟΥ 2014
Γράφει ο Κωνσταντίνος Χολέβας, Πολιτικός Επιστήμων
Το 2014  προσφέρεται για να θυμηθούμε το ιστορικό μας παρελθόν, να τιμήσουμε σημαντικές επετείους και να αντλήσουμε μηνύματα ελπίδας και ελληνορθόδοξης αυτογνωσίας από μεγάλες μορφές του Γένους. Επισημαίνω τις κυριότερες κατά την άποψή μου επετείους:
Στα τέλη Ιουλίου συμπληρώνονται χίλια χρόνια ακριβώς από τη μάχη του Κλειδίου (1014). Ο αυτοκράτωρ του Βυζαντίου/Ρωμανίας Βασίλειος Β΄ κατενίκησε τους Βουλγάρους σε μία κοσμοϊστορική μάχη κοντά στο σημερινό Σιδηρόκαστρο, στα στενά που δημιουργεί ο ποταμός Στρυμώνας. Ο Βούλγαρος τσάρος Σαμουήλ είχε γίνει απειλητικός και είχε φθάσει μέχρι τον Σπερχειό ποταμό. Ο Βασίλειος ονομάσθηκε Βουλγαροκτόνος και χάρισε την ελευθερία σε πολλές πόλεις της Βορείου Ελλάδος. Μετά τη νίκη αυτή το Ελληνορθόδοξο κράτος ησύχασε από μία ισχυρή απειλή.
Οι σημερινές σχέσεις μας με τη Βουλγαρία είναι άριστες, αλλά η ιστορία δεν πρέπει να λησμονείται.
Φέτος εξ άλλου συμπληρώνονται τριακόσια χρόνια από τη γέννηση του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού (Μάρτιος 1714). Ο Πατροκοσμάς, που μαρτύρησε το 1779 στη Βόρειο Ήπειρο, εργάσθηκε αόκνως για την ενίσχυση της Ορθοδόξου Πίστεως και των ελληνικών γραμμάτων κατά τη μαύρη περίοδο της Τουρκοκρατίας. Τιμώντας τον λαμβάνουμε χρήσιμα διδάγματα για το περιεχόμενο της παιδείας που χρειάζονται και σήμερα οι νέοι μας.
Συμπληρώνονται επίσης διακόσια χρόνια από την ίδρυση της Φιλικής Εταιρίας (Οδησσός 1814). Μετά από δεκάδες ατυχή κινήματα και εξεγέρσεις οι υπόδουλοι Έλληνες επιτέλους βρίσκουν τον τρόπο και την κατάλληλη στιγμή για να οργανώσουν την επιτυχημένη πλέον Εθνεγερσία, η οποία εξερράγη το 1821. Κληρικοί και λαϊκοί, έμποροι και οπλαρχηγοί, όλα τα δυναμικά στοιχεία του Έθνους συνεργάσθηκαν κάτω από την καθοδήγηση της Φιλικής Εταιρίας και έφεραν το ποθούμενο που προφήτευσε ο Άγιος Κοσμάς.
Μία άλλη ενδιαφέρουσα επέτειος είναι η συμπλήρωση εκατό χρόνων από τον Αυτονομιακό Αγώνα των αδελφών μας της Βορείου Ηπείρου. Τον Δεκέμβριο του 1913 η Ελλάς αναγκάσθηκε υπό την πίεση της Ιταλίας, της Αυστρουγγαρίας και άλλων Δυνάμεων να δεχθεί την ίδρυση και τη χάραξη των συνόρων του νέου αλβανικού κράτους. Οι Έλληνες της Βορείου Ηπείρου εγκαταλείπονται αναγκαστικά από τον Ελληνικό Στρατό και ξεκινούν μόνοι τους τον ένοπλο αγώνα. Κερδίζουν την Αυτονομία τους με το Πρωτόκολλο της Κερκύρας του Μαίου 1914. Ας το θυμούνται οι αλβανικές κυβερνήσεις!

Κυριακάτικη ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, 4-5/1/2014 

Ο φθαρτός κόσμος, η απανθρωπιά και η σπιλωμένη ζωή έγιναν το αντικείμενο της αγάπης του Θεού.




            Πώς να μιλήσει κανείς σήμερα για την κένωση της θ. αγάπης, όταν ο άνθρωπος, μέσα στη δίνη της σύγχρονης καταναλωτικής κοινωνίας, έχασε  ακόμα και την αίσθησή της; Πώς να προσκαλέσουμε  το σύγχρονο άνθρωπο να προσκυνήσει ταπεινά το θ. Βρέφος, όταν καθημερινά, είτε από ανάγκη είτε από σκοπιμότητα, προσκυνάει τα φανταχτερά είδωλα του σύγχρονου κόσμου; Πώς να κηρύξουμε την ταπείνωση του Θεού στο σημερινό προμηθεϊκό άνθρωπο, που κυνηγάει ακόρεστα την άνεση και την αυτάρκεια;
            Εν τούτοις αυτός ο υπερήφανος και αυτόνομος άνθρωπος, ο φθαρτός κόσμος, η απανθρωπιά και η σπιλωμένη ζωή έγιναν το αντικείμενο της αγάπης του Θεού. Φαίνεται πως η ανταρσία, η αμαρτία και η αναισθησία «σαγήνευσαν» το άπειρο έλεός Του και εξήψαν τον θεϊκό έρωτά του προς τον άνθρωπο και τον κόσμο. Γιατί αυτός ο αμαρτωλός και εγωιστής άνθρωπος παρέμεινε παρά ταύτα «ίδιος» και φίλος του Θεού. Αυτόν αναζήτησε και τη δική του φύση προσέλαβε αληθινά. Συγκατατέθηκε στη φτώχεια και την ασθένειά του και έσπευσε σαν μανιακός εραστής να εξομοιωθεί μαζί του. Δέχθηκε την προσβολή της ζωής και την ανέμιξε με τη δική του θεία ζωή. Έλουσε  την αραχνιασμένη μας  ύπαρξη μέσα στο φως της θεογνωσίας. Θα δειλιάσουμε και θα σιγήσουμε μπροστά στη ανεξερεύνητη σοφία του Θεού τη στιγμή που ο ίδιος πλημμυρίζει την ύπαρξή μας με τον πλούτο της αγάπης του; Δεν έχουμε τίποτα να προσφέρουμε στον πτωχεύσαντα από το πλήρωμα της ζωής που μας χάρισε;


Ιωάν. Παναγόπουλος, καθηγητής Παν.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...