Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τετάρτη, Μαρτίου 11, 2015

Μόλις ένα πάθος εμφανιστεί, αμέσως ξερίζωσέ το.






Μόλις ένα πάθος εμφανιστεί, αμέσως ξερίζωσέ το.

Ἕνα χοντρὸ σκοινὶ φτιάχνεται ἀπὸ λεπτές,καννάβινες ἴνες . Μιὰ λεπτὴ ἴνα δὲν μπορεῖ νὰ σὲ δέσει, οὔτε νὰ σὲ στραγγαλίσει. Διότι μπορεῖς πανεύκολα νὰ τὴ σπάσεις καὶ νὰ ἐλευθερωθεῖς ἀπ’ αὐτήν. Ἂν ὅμως εἶσαι δεμένος μὲ ἕνα χοντρὸ σκοινί, κρατιέσαι δέσμιος καὶ ἀκόμη, μπορεῖ νὰ στραγγαλιστεῖς ἀπ’ αὐτό. Δὲν μπορεῖς εὔκολα νὰ τὸ σπάσεις, ἀλλὰ οὔτε καὶ νὰ ἐλευθερωθεῖς! Ὅπως ἕνα χοντρὸ σκοινὶ εἶναι φτιαγμένο ἀπὸ λεπτὲς καὶ ἀδύναμες ἴνες, ἔτσι καὶ τὰ πάθη τοῦ ἀνθρώπου ἀποτελοῦνται ἀπὸ μικρά, ἀρχικῶς, ἁμαρτήματα.
Ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ ἀπελευθερωθεῖ καὶ νὰ ξεφύγει στὰ πρῶτα στάδια τῶν μικρῶν ἁμαρτημάτων. Ὅταν ὅμως ἐπαναλαμβάνεται ἡ μία ἁμαρτία μετὰ τὴν ἄλλη, τότε ἡ ὕφανσή τους ἐνισχύεται ὅλο καὶ περισσότερο, μέχρι ποὺ στὸ τέλος δημιουργεῖται ἕνα πάθος· αὐτὸ μετὰ μετατρέπει τὸν ἄνθρωπο σὲ ἕνα εἶδος τέρατος, ἔτσι ὅπως μόνον αὐτὸ ξέρει τὸν τρόπο. Δὲν μπορεῖς εὔκολα νὰ τὸ κόψεις ἢ νὰ ἀποστασιοποιηθεῖς, οὔτε μπορεῖς νὰ χωριστεῖς ἀπ’ αὐτό.
Ὦ, ἂν οἱ ἄνθρωποι φυλάγονταν, πρόσεχαν καὶ ξερίζωναν τὰ νεόφυτα τῆς ἁμαρτίας τους! Τότε δὲν θὰ χρειαζόταν νὰ ὑποφέρουν πολλά, γιὰ νὰ ἀπελευθερωθοῦν ἀπὸ τὰ πάθη.
«Τὸ νὰ κόψεις ριζωμένα πάθη εἶναι τόσο δύσκολο, ὅσο νὰ κόβεις τὰ δάχτυλά σου!», εἶπε κάποτε ἕνας μοναχὸς ἀπ’ τὸ Ἅγιον Ὄρος. Γιὰ ν’ ἀπελευθερωθεῖ ἀπὸ τὰ ἁμαρτωλά του πάθη, ὁ ἅγιος Αἰμιλιανὸς βοηθήθηκε ἀπὸ τὴ μνήμη τοῦ θανάτου καὶ φυσικὰ ἀπὸ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, χωρὶς τὴν ὁποία εἶναι ἐξαιρετικὰ δύσκολο νὰ σπάσει κανεὶς τὰ δεσμὰ τοῦ κάθε πάθους.
Νὰ σκέπτεσαι συχνὰ τὸν ἐπικείμενο θάνατό σου, νὰ μετανοεῖς καὶ νὰ ἱκετεύεις τὴ Χάρη τοῦ Μεγαλοδύναμου Θεοῦ: αὐτὲς οἱ τρεῖς πράξεις γλυτώνουν τὸν ἄνθρωπο ἀπ’ τὴ σκλαβιὰ τῆς ἁμαρτίας.
Ρώτησαν κάποτε τὸν ἀββᾶ Σισώη πόσος καιρὸς χρειάζεται γιὰ νὰ ξεριζώσει κανεὶς τὰ πάθη του κι ἐκεῖνος ἀπάντησε: «Μόλις ἕνα πάθος σοῦ ἐμφανιστεῖ, ἀμέσως ξερίζωσέ το!».

Απόσπασμα από τον Πρόλογο της Αχρίδος του Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Άθως.


Το είδαμε εδώ

Δεν πενθούμε, γιατί δεν ζητούμε τον Θεό

Παύλος: Είπες πάτερ, ότι ο Χριστός στην επί του όρους ομιλία Του δίνει ως χαρακτηριστιό της πνευματικής υγείας και το πένθος. Τη χαρά την εννοώ ως υγεία, το πένθος δεν μπορώ.
Θεόπιστος : Υπάρχουν λόγοι πένθους. Κάποιοι δεν μπορούν να το καταλάβουν, γι`αυτό δεν πενθούν. Εκείνοι που πενθούν είναι πνευματικώς υγιείς, γιατί το πνεύμα τους είναι ικανό να βλέπει τους λόγους του πένθους. Όμως το πένθος είναι σημείο πνευματικής υγείας, κυρίως, αν είναι συνέπεια επιγνώσεως της ατελείας μας, της αμαρτωλότητάς μας, της αποστάσεώς μας από τον Θεό.
Δεν πενθούμε, γιατί δεν ζητούμε τον Θεό. Όσοι ζητούν τον Θεό πενθούν όταν διαπιστώνουν, ότι είναι μακριά Του. Το πένθος τους θα τους φέρει κοντά Του. Και τότε θα γνωρίσουν τη χαρά. Γιατί ο Χριστός δεν λέει απλώς, πως είναι μακάριοι όσοι πενθούν. Λέει αμέσως, ότι αυτοί είναι μακάριοι, γιατί θα παρακληθούν , γιατί το πένθος τους θα το διαδεχθεί η χαρά. Η χαρά που θα έχουν, όταν με το πένθος τους θα έχουν γίνει άξιοι να Τον δουν: '' Μακάριοι οι πενθούντες, ότι αυτοί παρακληθήσονται '' ( Ματ.ε΄4 ).

Θα μπορούσε να πει κανείς, ότι όσοι δεν ζητούν τον Θεό είναι καλά, αφού δεν έχουν λύπη, αφού δεν πενθούν. Όμως αυτοί δεν είναι καλά. Νομίζουν, ότι είναι καλά. Είναι - φαίνονται- ευδιάθετοι και εκλαμβάνουν αυτή την ευδιαθεσία τους ως χαρά. Αλλά η ευδιαθεσία τους είναι επιφανειακή. Αν μπορούσαν να δουν στο βάθος της καρδιάς τους, θα διαπιστώσουν, ότι δεν έχουν άνεση. Γι`αυτό οι μοναχοί φεύγουν σε μέρος ήσυχο. Για να είναι απαλλαγμένοι από τις αιτίες που τους εμποδίζουν να βλέπουν το βάθος της ψυχής τους. Θέλουν να είναι αντιμέτωποι με αυτό το βάθος και να το διερευνούν. Και να ζητούν να έλθει εκεί, στο βάθος της καρδιάς τους η βασιλεία του Θεού. Ξέρουν, ότι ο Χριστός εκεί θέλει να φέρει τη βασιλεία του, μέσα στη ψυχή μας, γιατί μας το λέει : Η βασιλεία του Θεού είναι μέσα μας - '' ... ιδού γαρ η βασιλεία του Θεού εντός υμών εστίν '' ( Λκ. ιζ΄21 ). Όταν βλέπουν , ότι αργεί να έλθει η βασιλεία του Θεού στην καρδιά τους, εκείνοι που την περιμένουν, πενθούν, και βυθισμένοι μέσα στο πένθος τους, εξακολουθούν να την ζητούν...
Σ`εκείνους, που δεν δέχονται τον Χριστό οι λόγοι του πένθους δημιουργούν νοσηρή λύπη, κατάθλιψη, απελπισία... Αυτοί συγχέουν την αληθινή χαρά με τη διασκέδαση. Διασκεδάζουν για να χαρούν. Οι ενσυνείδητοι χριστιανοί χαίρονται και όταν διασκεδάζουν.
Πενθεί εκείνος, που είναι ταπεινόφρων, γιατί αυτός έχει τη δύναμη να παραδεχτεί, ότι υπάρχουν μέσα του λόγοι πένθους. Αυτός καταλαβαίνει, για να θυμηθούμε εδώ και ένα θεατρικό έργο, ότι το πένθος δεν ταιριάζει μόνο στην Ηλέκτρα...
Το πένθος για την απόστασή μας από τον Θεό είναι δυναμισμός, γιατί τελειοποιεί την αυτοσυνειδησία μας. Φέρνει στην ψυχή μας ηρεμία, ειρήνη, διαύγεια, κλείνει μέσα του την ευρωστία της ελπίδας. Αν η άρρωστη από πάθη ψυχή μας δεν είναι ικανή να γνωρίσει τη λύπη για την απόστασή της από τον Θεό, σημαίνει ότι δεν είναι ικανή να γνωρίσει τη χαρά.
Σε λίγο θα αποσυρθούμε στα κελιά μας. Θα προσευχόμαστε και θα περιμένομε. Θα περιμένομε να γίνομε άξιοι κάποτε να δούμε να έρχεται μέσα στην καρδιά μας, '' εν τω μέσω της νυκτός '' του βίου μας, ο Νυμφίος...

                                                              Μακαρίου Μοναχού

  
                            ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΣΕ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ

το είδαμε εδώ

Από τις διδαχές του αγίου Κοσμά Αιτωλού περί Αγάπης και περί διακριτικής ελεημοσύνης





Στις μέρες μας γίνεται πολύς λόγος για τον άγιο Κοσμά τον Αιτωλό και για τις προφητείες του. Άλλες θεωρούνται γνήσιες, άλλες αμφισβητούνται και θεωρούνται υπείσακτες για ίδια συμφέροντα των παραχαρακτών. Εγώ θα σπάσω λίγο την "παράδοση" και δεν ασχοληθώ με τις προοράσεις του, αλλά με τις Διδαχές του, πού μαζί με το ιεραποστολικό έργο του είναι ο αληθινός θησαυρός του αγίου.
 
Ακούστε δύο διαμάντια από τις διδαχές, με απλά λόγια όπως τα θυμάμαι:

«Αδερφοί, έχετε αγάπη;», ρωτά τους κατοίκους ενός χωριού. «Έχουμε άγιε πάτερ», απαντάνε. "Αμ δεν έχετε! Τόσα ορφανά και εγκαταλειμμένα παιδιά έχετε στο χωριό σας. Σου βαστάει η καρδιά, χριστιανέ, να είναι το παιδί σου καλοθρεμμένο σαν το γουρουνόπουλο(sic) και το ορφανό να πεινά, να κρυώνει, να ναι γυμνό; Κάμε μια φορεσιά του παιδιού σου, κάμε και στο ορφανό να μην κρυώνει και ο Θεός ευλογεί και το δικό σου παιδί και το βλέπεις και χαίρεσαι. Α μη αλλιώς, αρρωσταίνει το παιδί σου και χάνεται και καίγεται η καρδιά σου. Και βλέπεις το ορφανό πού το προστατεύει ο Θεός και ακμάζει και χαίρεται!"

«Μπορείς να ζήσεις με 100 δράμια ψωμί και συ θέλεις και ΤΡΩΣ 110 δράμια, και ο αδελφός σου πεινάει! Αυτά τα 10 δράμια γίνονται φωτιά στο σπιτικό σου και χάνεις τα υπάρχοντα σου και δυστυχείς...»

Μην ξεπουλάς την ελεημοσύνη σου, εκεί πού θα ακούσεις "μπράβο και εύγε". Μην σπαταλάς αυτό πού σου δόθηκε για να μοιράσεις στον ψεύτικο και τον απατεώνα. Σε αυτόν πού δέκα χρόνια δεν έχει κάνει τίποτα να βοηθήσει τον εαυτό του και κολλάει σαν το παρασιτικό στρείδι πάνω στους άλλους. Σε αυτόν για τον οποίο ο Παύλος λέει πώς περιεργάζεται και όχι εργάζεται και δεν έχει δικαίωμα στην τροφή, γιατί δεν έχει καρπούς εργασίας και προσφορας.Στους εκδορείς των ανθρώπων. Στον οκνηρό και τον εκμεταλλευτή. Αυτόν πού ρίχνει λάσπη στην αγάπη και δολοφονεί την καλή διάθεση για ελεημοσύνη των άλλων.Αυτόν πού σε βλέπει σαν σακούλα με λεφτά και σαν υπηρέτη του.Στον σεσημασμένο και δαχτυλοδεικτούμενο. Αυτούς πού καταρίπτουν με τον κυνισμό και την αναισθησία τους την καλή πίστη των ελεούντων.Αυτούς που σκοτώνουν την αγάπη. Αυτόν πού είναι ο καλύτερος και μόνιμος "πελάτης" της ιδρυματικής φιλανθρωπίας. 

Ψάξε να βρείς αυτόν πού έχει πραγματική ανάγκη. Ντύσε τον, τάισε τον, ξεδίψασε τον, πες του λόγο παρηγορίας, φέρε τον ξανά στην χαρά και την ελπίδα. Πρόσεχε μην πληγώσεις την αξιοπρέπεια και την περηφάνεια του. Φέρσου του σαν σε ίσο και ακόμα περισσότερο σαν κύριο σου, γιατί ο ελάχιστος είναι εικόνα του Κυρίου σου.Και ακόμα περισσότερο σε αυτόν που μισούν και αγνοούν και περιφρονούν οι άνθρωποι. Μην αγαπήσεις την δική τους κρίση και εκτίμηση, αλλά την κρίση και την αγάπη του Θεού, πού είναι Κύριος των περιφρονημένων και αφανών και εγκατελειμμένων. Μην διαλαλήσεις τα έργα αγάπης και κλέψει η κενοδοξία και ο έπαινος των ανθρώπων της ελεημοσύνης τους καρπούς. Βίασε τον εαυτό σου να πιστέψει πώς δεν έκανες κάτι σπουδαίο, αλλά σαν δούλος του Δούλου και Δεσπότου, έδωσες αυτό που σου δανείστηκε και όφειλες να αποδώσεις.Να είσαι περήφανος πού εισαι δούλος και μιμητής του Ελεήμονα Θεού και όχι επειδή εξουσίασες τον αδελφό σου με τον πιό επειδεικτικό και συνηθισμένο και προβαλόμενο τρόπο φιλανθρωπίας.

 Ελεημοσύνη κρυφή και διακριτική ευλογεί ο Θεός. Φιλανθρωπία αδιάκριτη και μετά σαλπίσματος ειναι βδέλυγμα τω Κυρίω!


το είδαμε  εδώ

Όταν ξεκινάει η θεία λειτουργία, αρχίζουν τα θαύματα.


Άγιος Νήφων, επίσκοπος Κωνσταντιανής (4ος αι.) αξιώθηκε να δει πολλά θεϊκά οράματα με τα φωτισμένα από το Άγιο Πνεύμα μάτια της ψυχής του.
Κάποτε, σε μια θεία λειτουργία, μόλις ο λειτουργός εκφώνησε: «Ευλογημένη η βασιλεία…», ο Άγιος είδε φωτιά να κατεβαίνει από τον ουρανό και να καλύπτει το άγιο θυσιαστήριο και τον ιερέα χωρίς εκείνος να καταλάβει τίποτα.
Αργότερα, όταν άρχισε να ψάλλεται ο τρισάγιος ύμνος από το λαό, τέσσερις άγγελοι κατέβηκαν κι έψαλλαν μαζί τους.
Στον Απόστολο, φανερώθηκε ο μακάριος Παύλος να καθοδηγεί τον αναγνώστη...

Στο «Αλληλούια», μετά τον Απόστολο, οι φωνές του λαού ανέβαιναν ενωμένες στον ουρανό σαν ένα πύρινο σφιχτοπλεγμένο σχοινί.
Και στο Ευαγγέλιο, κάθε λέξη έβγαινε σαν φλόγα από το στόμα του ιερέα και υψωνόταν στα επουράνια.
Λίγο πριν από την είσοδο των τιμίων Δώρων, βλέπει ξαφνικά ο όσιος ν’ ανοίγει ο ουρανός και να ξεχύνεται μια άρρητη και υπερκόσμια ευωδία. Άγγελοι κατέβαιναν από ψηλά, ψάλλοντας ύμνους και δοξολογίες στον Αμνό, τον Χριστό και Υιό του Θεού και να!
Παρουσιάστηκε τότε ένα κατακάθαρο και τρισχαριτωμένο Βρέφος!
Το κρατούσαν από τά χέρια τους άγγελοι, που το έφεραν και το απέθεσαν στο άγιο δισκάριο, όπου βρίσκονταν τα τίμια Δώρα. Γύρω Του μαζεύτηκαν πλήθος ολόλαμπροι και λευκοφόροι νέοι, που ατένιζαν με θαυμασμό και δέος τη θεϊκή Του ομορφιά.
Ήρθε η στιγμή της μεγάλης εισόδου.
Ο λειτουργός πλησίασε για να πάρει στα χέρια του το άγιο δισκάριο και το άγιο ποτήριο, τα ύψωσε και τα έβαλε πάνω στο κεφάλι του, σηκώνοντας μαζί τους και το Βρέφος.
Όταν βγήκαν τα Άγια, κι ενώ ο λαός έψαλλε κατανυκτικά, είδε ο όσιος αγγέλους να φτερουγίζουν κυκλικά πάνω απ’ το λειτουργό.
Δύο Χερουβείμ και Δύο Σεραφείμ προχωρούσαν μπροστά του και πλήθος άλλων αγγέλων τον συνόδευαν, ψάλλοντας με αγαλλίαση άρρητους ύμνους.
Όταν ο ιερέας έφτασε στην αγία τράπεζα κι ακούμπησε τα τίμια Δώρα, οι άγγελοι τη σκέπασαν με τις φτερούγες τους. τα Δύο Χερουβείμ στάθηκαν στα δεξιά του λειτουργού και τα Δύο Σεραφείμ στ’ αριστερά του, χωρίς όμως εκείνος να τα βλέπει.
Η θεία μυσταγωγία συνεχίστηκε.
Είπαν το «Πιστεύω» κι έφτασαν στον καθαγιασμό των τιμίων Δώρων.
Ο λειτουργός τα ευλόγησε και είπε το «…μεταβαλών τω Πνεύματι σου τω Aγίω. Αμήν Αμήν Αμήν». Τότε βλέπει πάλι ο δίκαιος έναν άγγελο να παίρνει μαχαίρι και να σφάζει το Βρέφος. το αίμα Του το έχυσε στο άγιο ποτήριο, ενώ το σώμα Του το τεμάχισε και το τοποθέτησε στο δισκάριο.
Ύστερα αποτραβήχτηκε πάλι στη θέση του και στάθηκε σεμνά κι ευλαβικά.
‘Όταν ο λειτουργός ύψωσε τον άγιο Άρτο εκφωνώντας «τα άγια τοις αγίοις», ενώ ο λαός έψαλλε «Εις άγιος, εις Κύριος…», κάποιος από το εκκλησίασμα στράφηκε στον άγιο και τον ρώτησε σιγανά: Γιατί, πάτερ, ο ιερέας λέει «τα άγια τοις αγίοις»; -για μας όλους το λέει, παιδί μου. και σημαίνει: στα άγια μέλη του Χριστού να προσέλθει όποιος είναι άγιος!
Και τι είναι αγιοσύνη, πάτερ; ξαναρώτησε ο άλλος, που ήταν απλοϊκός.
Να… Αν είσαι ακόλαστος, μην τολμήσεις να γίνεις μέτοχος σε τόσο μεγάλο μυστήριο. ”Αν έχεις έχθρα με κάποιον, μην πλησιάσεις. Αν περιγελάς ή ορίζεις ή κατακρίνεις το συνάνθρωπό σου, στάσου μακριά από τη θεία Κοινωνία. Πρώτα εξέτασε τον εαυτό σου, κι αν είσαι ενάρετος πλησίασε. Αν όμως δεν είσαι, φύγε”.
Στο μεταξύ ο λειτουργός εκφώνησε: «Μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης προσέλθετε».
Ο άγιος παρατηρούσε τώρα όσους κοινωνούσαν. Άλλων τα πρόσωπα μαύριζαν, μόλις έπαιρναν τα θεία Μυστήρια, ενώ άλλων έλαμπαν σαν τον ήλιο.
Οι άγγελοι στέκονταν εκεί κοντά και παρακολουθούσαν με σεβασμό τη μετάληψη. ‘Όταν κοινωνούσε κάποιος ευσεβής, του έβαζαν στο κεφάλι ένα στεφάνι.
Όταν, αντίθετα, πλησίαζε κάποιος αμαρτωλός, γύριζαν αλλού το πρόσωπό τους με φανερή αποστροφή. Τότε τα άχραντα Μυστήρια σαν να εξαφανίζονταν από την αγία λαβίδα, έτσι που ο αμαρτωλός φαινόταν να μην παίρνει μέσα του το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Κι έφευγε κατάμαυρος σαν αράπης, με την αποδοκιμασία του Κυρίου διάχυτη στην όψη του.
Όταν τελείωσε η λειτουργία και ο ιερέας έκανε την κατάλυση, παρουσιάστηκε και πάλι το Βρέφος σώο πάνω στα χέρια των αγίων αγγέλων!
Ξαφνικά η στέγη του ναού σαν να σχίστηκε στα δύο. Από κει οι άγγελοι ανέβασαν το Παιδί στους ουρανούς με ύμνους και δοξολογίες, όπως το είχαν κατεβάσει, ενώ μία υπέροχη ευωδία ξεχύθηκε και πάλι ολόγυρα».

πηγή

Υπάρχουν άνθρωποι αναντικατάστατοι;

π.Θεμιστοκλή Μουρτζανού
Συχνά στη ζωή μας πιστεύουμε ότι υπάρχουν άνθρωποι αναντικατάστατοι.Προσκολλόμαστε σε κάποια πρόσωπα, είτε συγγενικά είτε πολιτικά είτε στην ΕΡΓΑΣΊΑ μας είτε σε άλλες καταστάσεις της ζωής και θεωρούμε πως η ζωή αρχίζει και τελειώνει με αυτά. 

Μία τέτοια στάση, η οποία πηγάζει από τη συναισθηματική εξάρτηση, δεν μας επιτρέπει να προχωρήσουμε στην πορεία μας, αλλά αισθανόμαστε να κολλάμε στις στιγμές που αυτά τα πρόσωπα ήταν παρόντα στη ζωή μας. Αισθανόμαστε ακαθοδήγητοι, χωρίς να μπορούμε να ενηλικιωθούμε, δηλαδή παιδιά που έχουν ανάγκη τα στηρίγματά τους για να μην αισθανθούνε ορφανά και ανήμπορα. Με αυτό τον τρόπο όμως στην πράξη αρνούμαστε να αναλάβουμε τις ευθύνες για την ζωή μας τόσο έναντι του εαυτού μας όσο και έναντι της κοινωνίας, με αποτέλεσμα όντας ανώριμοι και εξαρτημένοι να μην μπορούμε να προοδεύσουμε αληθινά.

    Αυτό συμβαίνει και στην πνευματική ζωή. Το συναίσθημα είναι μία πολύ δυνατή κατάσταση στην ανθρώπινη ύπαρξη, δώρο Θεού. Όμως  πολλές φορές μας καθιστά ανελεύθερους. Αγαπούμε τους πνευματικούς πατέρες, τους διδασκάλους μας, τα στηρίγματά μας και αισθανόμαστε πως σ’ αυτούς οφείλουμε ό,τι είμαστε, με αποτέλεσμα να μην μπορούμε να αναλάβουμε την ευθύνη για την δική μας πορεία. Προσωποληπτούμε. Ενίοτε φανατιζόμαστε έχοντας την αίσθηση ότι ανήκουμε σε κάποιον ή κάποιους που είναι ανώτεροι, πιο πνευματικοί, πιο άγιοι από κάποιους άλλους. Και έτσι γινόμαστε δούλοι θεσφάτων. Την ίδια στιγμή, αν για κάποιο λόγο τα στηρίγματά μας εκλείψουν, δυσκολευόμαστε πάρα πολύ να προσαρμοστούμε στις νέες συνθήκες και διαπιστώνουμε ότι τελικά ο Χριστός και η πίστη σ’ Αυτόν δεν είναι το κλειδί, αλλά το πρόσωπο το οποίο μας καθοδηγεί.

        Δεν είναι κακό να στεκόμαστε, να αναπτύσσουμε σχέσεις με πρόσωπα που έχουν την δυνατότητα να μας στηρίξουν, να μας βοηθήσουν να βρούμε δρόμους. Είναι νόμος της ζωής οι ψυχές μας να χρειάζονται «σηματωρούς και κήρυκες», εκείνους που θα μας βοηθήσουν να έχουμε αγωγή πνευματική αλλά και κοινωνική και επαγγελματική. Όταν κάποιος θέλει να μάθει μια τέχνη, μαθητεύει σε κάποιον μάστορα. Έρχεται όμως η ώρα που θα πρέπει να αποφασίσει αν θα παραμείνει μαθητευόμενος ή θα προχωρήσει στο να αναλάβει την ευθύνη για τη δική του τη ζωή. Το ίδιο συμβαίνει και στην πνευματική ζωή. Ο υποτακτικός, ο μαθητής μαθαίνει από τον πνευματικό του πατέρα ό,τι του χρειάζεται για να μπορεί να προχωρήσει στο μεγάλο βήμα: να βρει ο ίδιος το Χριστό στη ζωή του. Να αναλάβει την ευθύνη να καλλιεργήσει την ύπαρξή του στο αγαθό και στον τρόπο του Θεού. Να προοδεύσει αληθινά, για να δώσει χαρά όχι μόνο στο Θεό, αλλά και στην Εκκλησία, μέλος της οποίας είναι τόσο ο ίδιος όσο και το πνευματικό του στήριγμα.Η προσκόλληση όμως, πολλές φορές, αποπροσανατολίζει τον άνθρωπο. Είναι ευκολότερο κάποιος άλλος να αποφασίζει για μας. Όμως αυτό δεν είναι υγιής υπακοή. Διότι έτσι η σχέση γίνεται εξάρτηση. Καλλιεργείται και από κάποιους πνευματικούς πατέρες. Όμως το αληθινό νόημα της πνευματικής σχέσης έγκειται στην ωρίμανση και των δύο μερών της, τόσο του πνευματικού τέκνου, όσο και του πνευματικού πατέρα. Το παιδί να αναλάβει την ευθύνη για την πορεία της ζωής του και να αγωνιστεί για το Χριστό και ο πατέρας να χαίρεται διότι πλάθει ώριμους ανθρώπους, προσωπικότητες ελεύθερες, ακόμη κι αν αυτές φύγουν από κοντά του.
            Αυτό δεν συνεπάγεται αγνωμοσύνη, αχαριστία και περιφρόνηση έναντι όσων μας προσφέρουν τον εαυτό τους, τον κόπο τους, την αγάπη τους. Ο Μέγας Βασίλειος μιλά για την «αντιπελάργωσι», την οποία οι νεώτεροι οφείλουν να δείχνουν προς τους μεγαλύτερους. Όπως οι νέοι πελαργοί κατά την αποδημία του φθινοπώρου σε πιο εύκρατα κλίματα ξεκουράζουν στα φτερά τους τους γερασμένους πατέρες τους προκειμένου να φτάσουν όλοι στον προορισμό τους, έτσι και στην πνευματική ζωή οι μανθάνοντες οφείλουν να δείχνουν ευγνωμοσύνη και σεβασμό έναντι των όσων τους προσφέρουν νόημα και αρχές ζωής και τους στηρίζουν. Με αυτό τον τρόπο οι μανθάνοντες τιμούν τον ίδιο τους τον εαυτό πρωτίστως και λαμβάνουν ευλογία στη ζωή τους, όπως και τα παιδιά τους φυσικούς γονείς τους.
         Η αληθινή ελευθερία σε μία σχέση έγκειται όταν υπάρχει από την μία πνεύμα μαθητείας, αγάπη, σεβασμός και ευγνωμοσύνη, αλλά και προετοιμασία για την ανάληψη της ευθύνης με ελευθερία να πορευτούμε στη ζωή μας, και από την άλλη η αποφυγή της δημιουργίας εξαρτήσεων, οπαδισμού, φιλαυτίας και η διακράτηση με κάθε τρόπο των ανθρώπων ωσάν να είμαστε αναντικατάστατοι.  Ο Χριστός είναι το Πρόσωπο στο οποίο στοχεύει η πνευματική σχέση και η ζωή της Εκκλησίας είναι ο τρόπος. Γι’ αυτό και για να μην προκύψει εξάρτηση και κατάρρευση χρειάζεται η κατά Χριστόν σχέση να στηρίζεταιστην παιδεία, δηλαδή στην προσφορά βιωμάτων και γνώσεων, εμπειρίας καρδιάς και νου, στην ανάληψη της προσωπικής ευθύνης και όχι στην συντήρηση ανώριμων προσωπικοτήτων και στην συσσωμάτωση στη ζωή του Χριστού.
           Η κοινωνία μας θέλει στην ουσία εξαρτητικές σχέσεις ανάμεσα στους ανθρώπους. Μέσω των ΜΜΕ και του μαζοποιημένου τρόπου του πολιτισμού ζητά ανθρώπους που θα λατρεύουν πρόσωπα ή θα επενδύουν σε αυτά χωρίς να βλέπουν την αλήθεια.
 Ανθρώπους που θα λειτουργούν συναισθηματικά και με ανωριμότητα, χωρίς επίγνωση της προσωπικής τους ευθύνης για την πορεία του κόσμου. Ανθρώπους που θα μένουν στη λογική του προσωπικού οφέλους και δεν θα έχουν κανένα σεβασμό σε όσους προσπαθούν να τους βοηθήσουν να προχωρήσουν πιο πέρα. 
Ο Χριστός, αμέσως μετά την Βάπτισή Του στον Ιορδάνη και τους τρεις πειρασμούς στην έρημο (Ματθ. 4, 1-11), άκουσε ότι  «Ιωάννης παρεδόθη» (Ματθ. 4,12), ο Ιωάννης ο Πρόδρομος συνελήφθη από τον Ηρώδη, εξαιτίας του ελέγχου τον οποίο ασκούσε σ’ αυτόν για την αμαρτωλή του ζωή. Αμέσως τότε ο Κύριος ξεκίνησε το έργο της σωτηρίας των ανθρώπων, συνεχίζοντας από εκεί που άφησε τον λόγο ο Ιωάννης, από το «Μετανοείτε». Έδειξε σε όλους ότι «ο λόγος του Θεού ου δέδεται» (Β’ Τιμ. 2,9), αλλά εν Αγίω Πνεύματι το μήνυμα της Βασιλείας του Θεού θα διαδίδεται και ο κάθε άνθρωπος θα καλείται να λάβει θέση έναντί Του. Ακόμη κι όταν Εκείνος θα σταυρωθεί και μολονότι θα είναι Παρών στη ζωή του κόσμου εν τη Εκκλησία, θα συνεχίσει να εκλέγει σκεύη Του, τα οποία θα δίδουν την μαρτυρία της πίστης, δείχνοντας τελικά ότι ο καθένας μας καλείται να αναλάβει την προσωπική του ευθύνη έναντί Του και να μην μένει προσκολλημένος σε πρόσωπα.Μόνο μέσα από τη σχέση μας μαζί Του τελικά θα μπορέσουμε να αναζητούμε την Αλήθεια και τις αλήθειες στη ζωή μας και να υπερβαίνουμε συναισθηματικές ή νοητικές εξαρτήσεις, έργο δύσκολο και με πολλές παγίδες και πειρασμούς. Έργο όμως ελεύθερων και ώριμων προσωπικοτήτων. Αυτό που Εκείνος θέλει και εργάζεται γι’ αυτό. 
το είδαμε εδώ

Γ΄ Κυριακή των Νηστειών – της Σταυροπροσκυνήσεως.



Του Θεολόγου Λάμπρου Σκόντζου.

Γ΄ Κυριακή των Νηστειών – της Σταυροπροσκυνήσεως.



Η άσκηση των αρετών δεν είναι εύκολη υπόθεση. Πέρα από την προσωπική ισχυρή θέληση, είναι απαραίτητη και η αγιαστική δύναμη της Εκκλησίας μας. Έτσι οι άγιοι Πατέρες όρισαν, καταμεσής της αγίας Τεσσαρακοστής να προσκυνείται ο Τίμιος Σταυρός του Κυρίου, για να λαμβάνουμε οι πιστοί από αυτόν χάρη και δύναμη για να συνεχίσουμε με σθένος τον πνευματικό μας αγώνα.
Ο Σταυρός του Χριστού είναι το καύχημα της Εκκλησίας μας και το αήττητο όπλο κατά των δυνάμεων του κακού. Πάνω σε αυτόν συντρίφτηκε το κράτος του διαβόλου και εκμηδενίστηκε η δύναμή του. Από αυτόν πήγασε η απολύτρωση και η αθανασία στο ανθρώπινο γένος. Η Εκκλησία μας ψάλλει θριαμβευτικά: «Κύριε όπλον κατά του διαβόλου τον Σταυρόν Σου ημίν δέδωκας , φρίττει γαρ και τρέμει, μη φέρων καθοράν αυτού την δύναμιν » και «Νυν εμφανιζόμενος ο Σταυρός, δύναμιν παρέχη εν τω μέσω των νηστειών, τοις το θείον σκάμμα, ανύουσι προθύμως ΄ αυτόν μετ ' ευάβείας , κατασπαζόμεθα ».
Από φονικό και έχθιστο μέσον εκτέλεσης κακούργων μεταβλήθηκε σε μέσον αγιασμού και νοητή ασπίδα προστασίας από τις επιβουλές του Εωσφόρου και των σκοτεινών πεσόντων αγγέλων του. ’λλοι τον παρομοιάζουν με ισχυρό κυματοθραύστη κατά των κλυδωνισμών της ζωής, που προκαλεί το κακό και η αμαρτία. Η σωματική κόπωση της νηστείας και η ψυχική νωχέλεια του πνευματικού αγώνα είναι δυο βασικοί παράγοντες, οι οποίοι μπορούν να αναστείλουν τη νηπτική πορεία του πιστού. Η αγιαστική δύναμη του Σταυρού είναι το αντίδοτο σ' αυτή την κατάσταση.
Ο Σταυρός του Χριστού, εκτός από θείο σύμβολο της Εκκλησίας μας, έχει και ηθική σημασία για τον κάθε πιστό. Όπως ο Κύριος έφερε το δικό Του Σταυρό στο Γολγοθά, φορτωμένος τις ανομίες ολοκλήρου του ανθρωπίνου γένους, έτσι και ο πιστός του Χριστού, φέρει αυτός τον προσωπικό του σταυρό, τον αγώνα για σωτηρία και τελείωση. Ο δρόμος για τη σωτηρία είναι πραγματικός Γολγοθάς και απαιτεί αυταπάρνηση σε όσους τον ανεβαίνουν. Το βεβαίωσε ο Κύριος: « όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν , απαρνησάσθω ευατόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθήτω μοι » (Μαρκ.8,34). Η αγία περίοδος του Τριωδίου είναι κατ' εξοχήν σταυρική πορεία και νοητή σταύρωση των παθών μας.
Γι' αυτό η αγία μας Εκκλησία αφιέρωσε την Κυριακή αυτή στην προσκύνηση του Τιμίου Σταυρού. Οι πιστοί αντλώντας χάρη από αυτόν, δυναμωμένοι πια και ανανεωμένοι, αντιπαρερχόμαστε τα εμπόδια που στήνει ο πονηρός και βαδίζουμε την ουρανοδρόμο ατραπό με οδηγό τη χαρά και τη λαχτάρα να συναντήσουμε τον αναστάντα Κύριό μας Ιησού Χριστό την αγία και λαμπροφόρο η ημέρα της εγέρσεώς Του.

Κυριακή Γ Νηστειών Τα πρωτεία στον Σταυρό.-Αρχιμανδρίτης Ανανίας Κουστένης




Του Αρχιμανδρίτη  Ανανία Κουστένη.

Τα πρωτεία στον Σταυρό.

Τρίτη Κυριακή των νηστειών σήμερα, αγαπητοί, Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως. Η αγία μας Εκκλησία μας παρουσιάζει τον θησαυρό της, τον Τίμιο και Ζωοποιό Σταυρό, για να πάρουμε δύναμη και να εμψυχωθούμε, καθώς προχωρούμε στην έρημο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, για να φτάσουμε στην Σταυρωμένη Παρασκευή. Μας προετοιμάζει λοιπόν η αγία μας Εκκλησία, κατά τον καλύτερο και ψυχολογικότερο τρόπο. Και ακούμε στο Ευαγγέλιο το σημερινό τον Ίδιο τον Χριστό να μας λέγει: «Όποιος θέλει να Με ακολουθήσει, να αρνηθεί τον εαυτό του». Η θρησκεία μας στηρίζεται στη θέληση του ανθρώπου, στην ελευθερία, στο αυτεξούσιο, για αυτό έχει μια μεγάλη αρχοντιά και για αυτό κερδίζει όλους τους καλοπροαίρετους ανθρώπους. Και τι θα πει να αρνηθούμε τον εαυτό μας ακολουθώντας τον Χριστό; Πέσαμε στον Παράδεισο, χάσαμε την ελευθερία χάσαμε την αγάπη, χάσαμε την ομορφιά, και γινήκαμε μια πληγή και ένας θρήνος. Και αυτό λοιπόν που γινήκαμε, πρέπει να το αποβάλουμε, ακολουθώντας τον Χριστό. Και αυτό γίνεται φυσικά, πάντα με τη βοήθεια και με την Χάρη και με τη δύναμη του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού, τον Οποίο στη ζωή μας και εμείς καθώς ο Χριστός και τηρουμένων των αναλογιών, τον σηκώνουμε και ακολουθούμε τον Μεγαλομάρτυρα του Γολγοθά, τον Κύριο μας Ιησού Χριστό. Έχει βάρος ο Σταυρός, έχει δυσκολία αλλά έχει και χαρά. Και «όποιου του μέλλει ανάσταση, τον Γολγοθά διαβαίνει», μας λέει ο ποιητής του περασμένου αιώνα. Και Σίμωνας Κυρηναίος είναι από κοντά η Χάρη του Χριστού. Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, όταν άρχισε την Επανάσταση, πήρε δύο ξύλα, δύο κλαριά δέντρου, και τα έκανε Σταυρό, Τον ύψωσε και φώναξε σε όλους: «Τα πρωτεία στον Σταυρό και δόξα στους σταυρωμένους όλων των αιώνων». Και είχε δίκιο. Ακολούθησε εκείνος και το γένος μας την πορεία του Σταυρού και είχε ως αποτέλεσμα την νίκη, την ανάσταση, και την παλιγγενεσία του έθνους μας, τα οποία γιορτάσαμε. Και στη συνέχεια πάλι τα πρωτεία στον Σταυρό. Μας λέει ο Χριστός για την αξία της ανθρώπινης ψυχής, της μιας ψυχής και όλων των ψυχών, που δεν ισοφαρίζουν με όλη την πλάση, με όλη την κτίση. Γιατί όντως ο άνθρωπος είναι πλασμένος κατ’ εικόνα Θεού και ομοίωση. Είναι ο αντιπρόσωπος Του επάνω στη γη και είναι η απόδειξη της υπάρξεως του Θεού μας. Και μας συνιστά ο Χριστός να φροντίζουμε την ψυχή μας. Συνήθως εμείς φροντίζουμε τη ζωούλα μας, την καλοπέραση μας και τα υπόλοιπα γνωστά. Έτσι όμως χάνουμε την ψυχή μας, και αναγκάζουμε τον λαϊκό τραγουδιστή να μας λέει συχνά πυκνά πως «η σωτηρία της ψυχής είναι πολύ μεγάλο πράγμα» και δεν μπορεί ο άνθρωπος να δώσει κανένα αντάλλαγμα της ψυχής του. «Η ψυχή είναι μάλαμα, δεν έχει αντάλλαγμα» που λένε και οι λαϊκοί τραγουδιστές. Το μόνο αντάλλαγμα είναι ο Σταυρός και το αίμα του Χριστού, είναι η θυσία του Θεανθρώπου. Μόνο με αυτά μπορεί να αντιμετρηθεί η ανθρώπινη ψυχή και να λάβει, αφού έχει μέγιστη αξία. Και στο τέλος του αγίου Ευαγγελίου ο Χριστός πάλι μιλάει για τα πρωτεία του Σταυρού, ότι «Εγώ αφού φύγω με την Ανάληψη μου, θα έρθω πολύ γρήγορα». Και ήρθε με την Πεντηκοστή και το Πνεύμα το Άγιο, το οποίο γεννούσε και γεννά στις ψυχές τον Ιησού Χριστό τον Κύριο και συνεχίζει το απολυτρωτικό Του έργο. Και ακόμα ο Κύριος επενέβη δυναμικά και κατέστρεψε την Ιερουσαλήμ για να δείξει ότι το κακό δεν έχει διάρκεια. Και όσο και αν επικρατήσει, έρχεται ώρα κατά την οποία τιμωρείται και αναχωρεί. Αυτό είναι πάρα πολύ επίκαιρο. Ας δίνουμε και εμείς, όπως είπε ο μεγάλος Κολοκοτρώνης τα πρωτεία στον Σταυρό. Στον Σταυρό. Στη ζωή του Χριστού, στη ζωή της εκκλησίας, στη ζωή του καλού και του αγαθού. Και τότε έχοντας τον Σταυρό στον ώμο, τον δικό μας Σταυρό ,και προχωρώντας στην έρημο του βίου, και συνάμα έχοντας βοηθό τον Σίμωνα τον Κυρηναίο, την χάρη του Χριστού, θα μπορέσουμε και εμείς να φτάσουμε στην Ανάσταση του Χριστού και τη δική μας.

Απόστολος Τρίτης Κυριακής των Νηστειών (15-3-2015) -Ας κρατούμε σταθερή την ομολογία της πίστεως

Ας κρατούμε σταθερή την ομολογία της πίστεως Ἑβρ. 4.14 – 5.6 Ἀδελφοί, ἔχοντες Ἀρχιερέα μέγαν διεληλυθότα τοὺς οὐρανούς, ᾽Ιησοῦν τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ, κρατῶμεν τῆς ὁμολογίας. Οὐ γὰρ ἔχομεν ἀρχιερέα μὴ δυνάμενον συμπαθῆσαι ταῖς ἀσθενείαις ἡμῶν, πεπειρασμένον δὲ κατὰ πάντα καθ᾽ ὁμοιότητα χωρὶς ἁμαρτίας. Προσερχώμεθα οὖν μετὰ παρρησίας τῷ θρόνῳ τῆς χάριτος, ἵνα λάβωμεν ἔλεον καὶ χάριν εὕρωμεν εἰς εὔκαιρον βοήθειαν. Πᾶς γὰρ Ἀρχιερεὺς ἐξ ἀνθρώπων λαμβανόμενος ὑπὲρ ἀνθρώπων καθίσταται τὰ πρὸς τὸν Θεόν, ἵνα προσφέρῃ δῶρά τε καὶ θυσίας ὑπὲρ ἁμαρτιῶν· μετριοπαθεῖν δυνάμενος τοῖς ἀγνοοῦσι καὶ πλανωμένοις, ἐπεὶ καὶ αὐτὸς περίκειται ἀσθένειαν· καὶ διὰ ταύτην ὀφείλει, καθὼς περὶ τοῦ λαοῦ, οὕτω καὶ περὶ ἑαυτοῦ προσφέρειν ὑπὲρ ἁμαρτιῶν. Καὶ οὐχ ἑαυτῷ τις λαμβάνει τὴν τιμήν, ἀλλὰ καλούμενος ὑπὸ τοῦ Θεοῦ, καθάπερ καὶ ὁ ᾽Ααρών. Οὔτω καὶ ὁ Χριστὸς οὐχ ἑαυτὸν ἐδόξασε γενηθῆναι ἀρχιερέα, ἀλλ᾽ ὁ λαλήσας πρὸς αὐτόν· Υἱός μου εἶ σύ, ἐγὼ σήμερον γεγέννηκά σε· καθὼς καὶ ἐν ἑτέρῳ λέγει· σὺ ἱερεὺς εἰς τὸν αἰῶνα κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδέκ. Τρίτη Κυριακή των Νηστειών σήμερα, και ο απόστολος Παύλος μάς προτρέπει να κρατούμε σταθερή την ομολογία της πίστεώς μας· προβάλλει δε για τον σκοπό αυτό, τον μέγα Αρχιερέα Χριστό. «Έχοντας λοιπόν», μάς λέει, «μέγα αρχιερέα τον Ιησού, τον Υιό του Θεού, ο οποίος έφτασε στους ουρανούς, ας κρατούμε την ομολογία της πίστεως. Διότι δεν έχουμε αρχιερέα ο οποίος δεν δύναται να μάς συμπαθήσει εξαιτίας των ασθενειών μας, αλλά έχει δοκιμασθεί σε όλα όμοια με εμάς, εκτός από την αμαρτία. Ας προσερχόμαστε λοιπόν με θάρρος στον θρόνο της χάριτος του Θεού, ώστε να λάβουμε έλεος και να βρούμε χάρη προς βοήθειά μας στον κατάλληλο καιρό. Γιατί, κάθε αρχιερέας που προέρχεται από τους ανθρώπους εγκαθίσταται για να αναφέρεται προς τον Θεό υπέρ των ανθρώπων, για να προσφέρει δώρα και θυσίες για τις αμαρτίες τους· δύναται δε να είναι μετριοπαθής προς εκείνους που βρίσκονται στην άγνοια και στην πλάνη, επειδή και ο ίδιος περιβάλλεται από ασθένεια· και εξαιτίας αυτής οφείλει, όπως για τον λαό έτσι και για τον εαυτό του, να προσφέρει θυσίες για τις αμαρτίες. Και κανείς δεν λαμβάνει από μόνος του ετούτη την τιμή, αλλά αφού τον καλέσει ο Θεός, όπως κάλεσε τον Ααρών. Έτσι και ο Χριστός, δεν δόξασε ο ίδιος τον εαυτό του να γίνει αρχιερέας, αλλά τον δόξασε εκείνος που τού είπε “εσύ είσαι ο Υιός μου, εγώ σήμερα σε γέννησα”, όπως λέει και αλλού, ότι “εσύ είσαι ιερέας για πάντα κατά την τάξη του Μελχισεδέκ”». Ο Χριστός, μάς λέει ο απόστολος, είναι ο Μέγας Αρχιερεύς της σωτηρίας μας· είναι τέλειος άνθρωπος, όμοιος κατά πάντα με εμάς, εκτός από την αμαρτία, και ως άνθρωπος συμπαθεί κάθε άνθρωπο. Είναι επίσης Υιός του Θεού και τέλειος Θεός, ο οποίος ήλθε στον κόσμο, έπαθε και αναστήθηκε για την δική μας σωτηρία· προσέφερε τον εαυτό του ως θυσία για τις αμαρτίες όλου του κόσμου, και ανελήφθη στους ουρανούς αναβιβάζοντας ταυτόχρονα την ανθρώπινη φύση δίπλα στον θρόνο του Θεού. Εφόσον, επομένως, έχουμε έναν τόσο ισχυρό και αιώνιο μεσίτη προς τον Θεό, ο οποίος δεν μεταφέρει απλά τις ικεσίες μας αλλά προσφέρεται ο ίδιος και προσφέρει σε εμάς τα αναγκαία για την σωτηρία μας, ας κρατούμε σταθερή την πίστη μας, και ας προσερχόμαστε με θάρρος προς τον Χριστό, ο οποίος είναι η πηγή της χάριτος του Θεού για εμάς, ώστε να λαμβάνουμε την άφεση των αμαρτιών μας και την αναγκαία βοήθεια προκειμένου να διεξέλθουμε τις τρικυμίες του βίου. Οι λόγοι αυτοί του αποστόλου έχουν άμεση σχέση με τον Σταυρό του Κυρίου μας, τον οποίο σήμερα λιτανεύουμε στους ναούς και προσκυνούμε· γιατί ο Σταυρός είναι το όργανο και το σύμβολο της θυσίας του Χριστού, ο οποίος έπαθε εκουσίως προκειμένου να λυτρώσει από την φθορά και από την αμαρτία όλο το ανθρώπινο γένος. Η σταύρωση δεν ήταν ένα γεγονός αναπόφευκτο για τον Χριστό, αλλά επέλεξε να θυσιαστεί με αυτόν τον τρόπο· ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ακολουθώντας την διδασκαλία της Εκκλησίας μας, λέει ότι δεν κατέβηκε από τον Σταυρό ο Χριστός όχι επειδή δεν μπορούσε, αλλά επειδή βιαζόταν να αναστηθεί. Αλλά και η δική μας ζωή δεν είναι άμοιρη δοκιμασιών· το άφησε να εννοηθεί ο Χριστός, όταν μάς κάλεσε κοντά του λέγοντας «εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθείτω μοι» (ματθ. 16.24). Σταυρική είναι η πορεία μας προς τον ουρανό, γιατί δίχως σταυρό δεν υπάρχει ανάσταση· εάν δεν νεκρώσουμε τις αμαρτίες και τα πάθη τα οποία καταδυναστεύουν την καρδιά μας, δεν θα μπορέσουμε να ενδυθούμε την κατά Θεόν αγάπη ούτε να ενωθούμε με τον Χριστό, ο οποίος είναι η πηγή της ζωής· και οι όποιες αγαθοεργίες μας θα είναι εύθραυστες και επίπλαστες, γιατί θα λείπει η σταθερή και ακλόνητη βάση. Έχοντας, επομένως, διανύσει το μίσο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, ας μη αποκάμουμε στον αγώνα μας τον πνευματικό, ας μη απελπιζόμαστε, ας μη εγκαταλείψουμε κάθε προσπάθεια. Είμαστε ασθενείς, είμαστε άνθρωποι με αδυναμίες, ίσως να μη κατορθώνουμε και πολλά, ίσως πάλι ο πειρασμός ή η συνήθεια να μάς καθηλώνουν στα γήινα και στα μικρά. Ας κρατήσουμε σταθερή την ομολογία της πίστεώς μας, ότι δηλαδή ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός είναι ο Θεός και λυτρωτής μας, ότι η σταυρική του θυσία αποτελεί το μέσο της συγγνώμης που σκόρπισε στον κόσμο, ότι συμπαθεί όλους τους κοπιώτας και πεφορτισμένους [1] και δίδει έλεος και χάριν σε όλους όσους προστρέχουν κοντά του. 

Αμήν. 
π. Χ.Β.
 ------------------- 
[1] Βλ. Ματθ. 11.28: «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς».
πηγή

Γιὰ τὸν χωρισμὸ Ἐκκλησίας καὶ Κράτους



 



Οἱ ἀληθινὲς ἐπιδιώξεις τῆς προτάσεως γιὰ «χωρισμὸ Ἐκκλησίας - Κράτους»,



«Ὅταν ἀκούει κάποιος τὸ σύνθημα περὶ «χωρισμοῦ Ἐκκλησίας ἀπὸ τὸ Κράτος», νομίζει ὅτι στὴ Χώρα μας εἶναι ἑνωμένοι οἱ δύο αὐτοὶ θεσμοὶ ἢ ὅτι δὲν εἶναι διακριτοὶ οἱ ρόλοι καὶ διαφορετικὲς οἱ ἁρμοδιότητές τους.

Αὐτό, ὅμως, δὲν εἶναι ἕνα ἁπλὸ λάθος ἀλλὰ μία ἐσκεμμένη διαστρέβλωση τῆς ἀλήθειας, ποὺ προκαλεῖ τοὺς πολλοὺς καὶ παραπλανᾶ τοὺς λίγους ἀφελεῖς.

Ὅλοι γνωρίζετε ὅπου καὶ ἂν κατοικεῖτε, στὴν Ἐνορία σας, στὴν Κοινότητά σας ἢ τὸν Δῆμο σας, ἂν ἡ Ἐκκλησία ἢ ὁ Παπὰς σας μπερδεύονται στὶς τοπικὲς ἐξουσίες ἢ ἐμποδίζουν τὶς κρατικὲς δραστηριότητες. Ἀντιθέτως, ὅλοι γνωρίζετε ὅτι ἡ Ἐκκλησία καὶ ὁ ἱερέας σας εἶναι μόνιμα ἀρωγοὶ σ΄ ὅλους τους κοινωνικοὺς καὶ τοὺς ἀνθρώπινους προβληματισμούς, ἀπὸ τὴν αἱμοδοσία μέχρι τὴν ψυχικὴ στήριξη καὶ ἀπὸ τὴν ἀποφυλάκιση μέχρι τὴν οἰκονομικὴ βοήθεια ἀνθρώπων ποὺ σκληρὰ δοκιμάζονται ἀπὸ φτώχεια καὶ ἀρρώστιες. Ἡ Ἐκκλησία, σὲ ὅλη τὴν μακρόχρονη πορεία Της, συμπληρώνει, βοηθᾶ καὶ στηρίζει τὸν ἄνθρωπο.

Τὸ Σύνταγμά μας - ὅπως καὶ τὰ προηγούμενα δέκα Συντάγματα τῆς Ἑλληνικῆς Πολιτείας - καὶ γενικὰ ἡ Ἑλληνικὴ νομοθεσία, ὁρίζουν ξεκάθαρους καὶ διακριτοὺς ρόλους γιὰ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν Πολιτεία. Τὸ σύνθημα, ἑπομένως, ποὺ χρόνια κάποιοι, μὲ πολὺ δηλητήριο, φανατισμὸ καὶ πεῖσμα, κυκλοφοροῦν ἀνάμεσά μας, σὲ ἄλλους στόχους ἀποβλέπει. Στόχους ποὺ τελευταῖα εὐτυχῶς ἔχουν πλήρως ἀποκαλυφθεῖ, γιὰ τοὺς πόλους μὲ τὴν δημόσια κατάθεση τῶν διαφόρων προτάσεών τους.

Πίσω ἀπὸ τὸν παραπλανητικὸ τίτλο τοῦ ... αἰτήματος «Χωρισμὸς Ἐκκλησίας - Κράτους» νὰ τί κρύβεται, ὅπως τὰ ἀποκαλύπτουν οἱ ἐν λόγῳ προτάσεις.



ΝΑ ΤΙ ΑΚΡΙΒΩΣ ΖΗΤΟΥΝ

Ἀπαιτοῦν μὲ νομοθετικὴ ἐπιβολὴ τὸν ὑποχρεωτικὸ πολιτικὸ γάμο γιὰ ὅλους τοὺς Ἕλληνες καὶ τὶς Ἑλληνίδες.

Ἀπαιτοῦν τὴν καθαίρεση, μὲ νόμο, ὅλων τῶν θρησκευτικῶν συμβόλων καὶ τῶν εἰκόνων ἀπὸ ὅλους τοὺς δημόσιους χώρους (τὰ σχολεῖα, τὶς δημόσιες ὑπηρεσίες, τὶς Ἔνοπλες Δυνάμεις, τὰ πλοῖα, τὰ δικαστήρια, τὰ ἱδρύματα, τὰ νοσοκομεῖα).

Ἀπαιτοῦν τὴν κατάργηση, μὲ νόμο, τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν.

Ἀπαιτοῦν, μὲ νόμο, τὴν ἐξαφάνιση κάθε θρησκευτικότητας στὶς ἐθνικές μας ἑορτὲς (καὶ βέβαια τὶς θρησκευτικὲς ἀργίες).

Ἀπαιτοῦν τὴν ἐκδίωξη, μὲ νόμο, τῶν Ἱερέων ἀπὸ τὰ Νοσοκομεῖα, τὶς φυλακές, καὶ τοὺς σχηματισμοὺς τῶν Ἐνόπλων Δυνάμεων καὶ τῶν Σωμάτων Ἀσφαλείας.

Ἀπαιτοῦν τὴν ὑπονόμευση τῆς βάπτισης τῶν Ἑλληνοπαίδων, μὲ νόμο, καὶ τὴν προπαγάνδιση τῆς πολιτικῆς κηδείας.

[Σημ.: ἀκόμη κάποιοι τόλμησαν καὶ μίλησαν γιὰ ἀλλαγὴ τῆς ἐθνικῆς μας σημαίας ἐπειδὴ φέρει τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ!]

Αὐτὰ εἶναι μερικὰ ἀπὸ τὰ «αἰτήματα» (ἀπαιτήσεις), ποὺ περιέχονται στὶς προτάσεις τους, ποὺ ἀπρόσεκτα καὶ χωρὶς σύνεση δημόσια κατέθεσαν οἱ γνωστοὶ ἀντίπαλοι τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς Ὀρθοδοξίας, πιέζοντας τώρα τὴν Βουλὴ νὰ τὰ ἐγκρίνει, ἐρήμην τοῦ Ἑλληνικοῦ Λαοῦ.

Ἡ κατάθεση αὐτῶν τῶν προτάσεων τὸν περασμένο Νοέμβριο μὲ τὸ πιὸ πάνω περιεχόμενο γιὰ τὴν δῆθεν κατοχύρωση, τῆς καλά, κατοχυρωμένης ἤδη Συνταγματικὰ θρησκευτικῆς ἐλευθερίας, ὑποκρύπτει κάτω ἀπὸ τὸν παραπλανητικὸ αὐτὸ τίτλο τὰ ἀπὸ μακροῦ σχέδια τῶν «ἐκσυγχρονιστῶν» τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας, ποὺ ἐπέλεξαν νὰ ταυτίσουν τὸν ἀναγκαῖο, κατὰ τὰ ἄλλα, κοινωνικὸ ἐκσυγχρονισμὸ μὲ τὴν περιθωριοποίηση ὄχι μόνο τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ τῆς ἴδιας τῆς Θρησκείας τῆς συντριπτικῆς πλειοψηφίας τῶν Ἑλλήνων, ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ.

Θὰ περίμενε κανείς, ἀπὸ ὑπεύθυνα καὶ ἀξιόλογα πρόσωπα, νὰ στρέψουν τὴν προσοχὴ καὶ τὴν συμβολή τους στὴ διόρθωση τῶν ἀπὸ ἐτῶν κακῶς κειμένων στὴν ἑλληνικὴ κοινωνία, ἀρχίζοντας ἀπὸ τὴν ὁρατὴ ὑπονόμευση ὅλων τῶν θεσμῶν, ἀπὸ τὴν ἀναγκαία σταθερὴ καὶ ὁμόφωνη ἀντιμετώπιση τῶν σοβαρῶν ἐθνικῶν μας προβλημάτων, ἀπὸ τὴν ἐπιστράτευση κάθε δυνάμεως, ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ συνεισφέρει στὴν ἐπίλυση τῶν σοβούντων προβλημάτων τῆς καθημερινῆς καὶ διαχρονικῆς ζωῆς τοῦ Λαοῦ, ἀνταποκρινόμενοι πειστικὰ στὶς ζωτικὲς ἀνάγκες τῶν Ἑλλήνων καὶ τὶς ἀνάγκες τῆς μεγάλης μας Πατρίδας.

Ἀντ΄ αὐτῶν, καὶ λόγῳ τῆς γνωστῆς ἀπὸ ἔτη χρεωκοπίας πολλῶν ἰδεολογιῶν, κατασκεύασαν τὸ νέο ἰδεολογικό τους λάβαρο τῆς ἀποδυναμώσεως τῆς χριστιανικῆς πίστεως μὲ τὴν ἐγκαθίδρυση τοῦ καθεστῶτος μιᾶς ΑΘΕΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ καί, δυστυχῶς, τὸν συνακόλουθο διχασμὸ ἑνὸς ὁλόκληρου Λαοῦ, ΔΙΧΑΣΜΟ, ποὺ ὅπως φαίνεται, ἀρκετοὶ ἐκτὸς Ἑλλάδος διαρκῶς τὸν ἐπιθυμοῦν καὶ καταχθόνια τὸν σχεδιάζουν.

Ἡ Ἐκκλησία λυπᾶται, γιατί σὲ ἐποχὴ τραγικῶν διεργασιῶν, ποὺ συντελοῦνται ἐντὸς καί, κυρίως, ἐκτός τῆς Χώρας μας καὶ ἀπειλοῦν τὴν οὐσιαστικὴ ἐπιβίωση τοῦ Λαοῦ μας, κάποιοι ἐξορμοῦν ἀνεύθυνα γιὰ νὰ κατεδαφίσουν τὴν πίστη τοῦ Λαοῦ, ἀντὶ νὰ τὴν ἐνισχύσουν ὡς πολύτιμο παράγοντα ἐσωτερικῆς ψυχικῆς πληρότητας, ἐθνικῆς ὁμοψυχίας καὶ κοινωνικῆς συνοχῆς.

Οἱ προτάσεις - ἀπαιτήσεις, ποὺ εἶδαν τὸ φῶς τῆς δημοσιότητας, δὲν ἀποβλέπουν στὸ «χωρισμό», ἀλλὰ στὴν ἐτσιθελικὴ καὶ βάναυση μετατροπὴ τῆς Ἑλλάδος σὲ ΑΘΡΗΣΚΗ ΠΟΛΙΤΕΙΑ χωρὶς βέβαια τὴν ἔγκριση τοῦ Ἑλληνικοῦ Λαοῦ.

Καὶ ἐπειδὴ καλὰ γνωρίζουν τὴν ἀντίσταση τῶν Ἑλλήνων καὶ ἰδιαίτερα τῆς νεολαίας μας, εἶναι βέβαιο ὅτι τὸν ἑπόμενο χρόνο θὰ ἐπιδιώξουν, μὲ ὅλα τὰ ἄθλια μέσα καὶ τὶς κάθε μορφῆς συκοφαντίες, νὰ γκρεμίσουν τὴν ἐμπιστοσύνη τοῦ Λαοῦ πρὸς τὴν Ἐκκλησία καὶ τὸν Κλῆρο της, γιὰ νὰ μπορέσουν νὰ ἐπιβάλλουν ἄνετα τὶς ὀρέξεις τους. Προετοιμαστῆτε καὶ ὁπλιστῆτε μὲ ὑπομονή. Νέο κύμα διασυρμοῦ κατασκευάζεται σὲ βάρος τοῦ Κλήρου καὶ τῆς Ὀρθοδοξίας ἀπὸ τοὺς νέους ... Διοκλητιανούς.

Κάποιοι νομίζουν - καὶ κυρίως αὐτοὶ ποὺ βρίσκονται πίσω ἀπὸ αὐτοὺς - ὅτι τώρα εἶναι ἡ κατάλληλη στιγμή, μετὰ τὸν πρόσφατο γενικευμένο καὶ βάναυσο διασυρμὸ τῆς Ἐκκλησίας (γιὰ τὸν ὁποῖο ἀσφαλῶς εὐθύνονται καὶ ὁρισμένοι ἐπίορκοι καὶ ἀνήθικοι Κληρικοί,) γιὰ νὰ ἐπιβάλλουν τὶς ἀντιεκκλησιαστικές, ἀντιορθόδοξες καὶ ἄθεες ἀπόψεις τους.

Ἀλλὰ αὐτὴν τὴν ἱστορικὴ περίοδο κανεὶς δὲν ἔχει τὸ δικαίωμα νὰ διαταράξει, σὲ ἐποχὴ μάλιστα πολλαπλὰ δεινῆς κρίσεως, τὴν εἰρήνη καὶ τὴν συνοχὴ στὶς σχέσεις Ἐκκλησίας - Πολιτείας, ποὺ εἶναι μία ἀπὸ τὶς προϋποθέσεις γιὰ τὴν κοινωνικὴ ὁμαλότητα καὶ τὴν συνοχὴ τοῦ Λαοῦ.

Ἡ Ἐκκλησία, ἡ δεξαμενὴ αὐτὴ τῆς ἀγάπης, τὸ θεραπευτήριο τῶν ἀνθρωπίνων ψυχῶν, τὸ ἐργαστήριο τῆς καθημερινῆς προσφορᾶς, δὲν ἐπηρεάζεται ἀπὸ τὰ σχέδια καὶ τὶς ποικίλες ἐπιδιώξεις τῶν ὅποιων κύκλων. Συνεχίζει καὶ θὰ συνεχίσει μέσα στοὺς αἰῶνες, παρὰ τὴν πολεμική, τὰ ἐμπόδια καὶ τὸν κατατρεγμό, τὸν δρόμο Της, μὲ σεβασμὸ στὸ χρέος Της πρὸς τὸν Ὕψιστο, στὴν ἱστορία καὶ τὴν παράδοσή Της. Μὲ πλήρη ἐπίγνωση τοῦ πνευματικοῦ καὶ κοινωνικοῦ ρόλου Της, τὸν ὁποῖο εἶναι βέβαιη ὅτι ἐκτιμᾶ καὶ ἀποδέχεται ὁ Ἑλληνικὸς Λαὸς καὶ ὁ ἁπανταχοῦ Ἑλληνισμός.

Γιὰ θέματα σπουδαῖα, γιὰ θέματα ποὺ ἀνατρέπουν τὴν θρησκευτικὴ εἰρήνη καὶ τὴν παράδοση τῶν Ἑλλήνων, ὁ μόνος, ποὺ μπορεῖ ἄμεσα νὰ ἀποφανθεῖ, εἶναι ὁ Λαός, ποὺ φέρει καὶ τὴν εὐθύνη τῆς προστασίας τῆς πολιτιστικῆς του ταυτότητας καὶ τῶν θρησκευτικῶν παραδόσεών του.

Οἱ μεγάλες ἀποφάσεις ἀνήκουν στὸν Ἑλληνικὸ Λαὸ καὶ ὄχι σὲ πρόσωπα. Τὰ οἱοδήποτε πρόσωπα.

Ὁ Λαὸς εἶναι ἐδῶ.

Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἐδῶ!

Φυλλάδιο Πρὸς τὸ Λαὸ Νο 40, τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος  2005

Ἡ Ὀρθόδοξος παράδοσις καὶ ὁ σύγχρονος κόσμος -Γέρων Θεόκλητος Διονυσιάτης (+)


Ἡ Ὀρθόδοξος παράδοσις καὶ ὁ σύγχρονος κόσμος
Γέρων Θεόκλητος Διονυσιάτης (+)



  (Ἀπὸ τὴν ὁμιλία ποὺ εἶχε κάμει στὴ Λεμεσὸ τὸ Νοέμβριο τοῦ 1981 ὁ πατὴρ Θεόκλητος Διονυσιάτης.)

 Τώρα ποὺ εὑρισκόμεθα εἰς τὸν 20ον αἰώνα, εἰς τὸν κόσμον αὐτὸν μὲ τὰς συγχρόνους ἀντιλήψεις του, μὲ τὰς ἰδιότυπους δομάς του, μὲ τὴν ἀλλοφροσύνην του, μὲ τὴν σύνεσίν του, μὲ τὴν ἀλογίαν του καὶ τὴν λογικήν του, ἡ Ἐκκλησία δὲν ἔχει νὰ πῆ τίποτε νεώτερον ἀπ' ὅ,τι εἶπε. Ἁπλῶς μπορεῖ νὰ χρησιμοποιῆ μεθόδους διαφόρους αἱ ὁποῖαι ἐπιβάλλονται λόγῳ τῶν συνθηκῶν τοῦ συγχρόνου κόσμου. Ὅ,τι ὅμως εἶπε διὰ τῶν Ἁγίων Πατέρων, συνεχίζει νὰ τὸ λέγη καὶ σήμερα εἰς τὸν κόσμον. Ἐὰν ἀκολουθῶμεν τοὺς βίους τῶν Ἁγίων μας καὶ τὴν ἐν Ἁγίῶ Πνεύματι διδασκαλίαν των ἀγωνιζόμενοι νὰ οἰκειοθῶμεν αὐτὴν διὰ πείρας, τότε θὰ καταλάβωμεν τί θησαυροὺς ἔχει ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία.
 Πράγματι, ἔρχονται εἰς τὸν νοῦν ὠρισμένα κείμενα τῶν «μυστικῶν» Πατέρων τὰ ὁποῖα δικαιώνουν τὸν ἀσκητικὸν βίον, ὅπως τὰ κείμενα τοῦ ἁγίου Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου, ποὺ ἀναφέρονται σ' αὐτὴν τὴν προσωπικὴν κοινωνίαν ποὺ εἶχε μὲ τὸν Θεόν, καὶ τὰς συνεπείας αὐτῆς τῆς κοινωνίας. Ἀφοῦ ἔζησεν εἰς Μοναστήριον ἀπὸ μικρὸ παιδί, μὲ τὴν ἄσκησιν, καὶ ὑπακοὴν εἰς τὸν Γέροντά του, τὰς νηστείας του, τὰς ἀγρυπνίας του, τὰς προσευχάς του, τὴν βαθεῖαν ταπείνωσίν του, ἔφθασε νὰ γίνη σκεῦος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέχρι τοιούτου σημείου ὥστε ἡ Ἐκκλησία νὰ τὸν ὀνομάση «Θεολόγον», μετὰ τὸν Ἰωάννην τὸν Θεολόγον καὶ τὸν Γρηγόριον τὸν Θεολόγον.


Λέγει λοιπὸν εἰς ἕνα σημεῖον ὁ ἅγιος Συμεών, εἰς τοὺς «Ὕμνους θείων ἐρώτων», τὸ ἑξῆς, τὸ ὁποῖον μεταφέρω ἐν μεταφράσει: «Ἀπολαύω τῆς ἀγάπης Σου καὶ τῆς ὡραιότητός Σου, καὶ εἶμαι πλήρης θείας εὐδαιμονίας καὶ θείας γλυκύτητος. Τὸ πρόσωπόν μου λάμπει ὅπως τὸ πρόσωπον τοῦ ἀγαπημένου μου Ἰησοῦ. Ὅταν βυθίζωμαι μέσα εἰς τὸ φῶς Σου, τότε αἰσθάνομαι ὅτι γίνομαι ἕνα φῶς ὅμοιον μὲ τὸ ἰδικόν Σου. Καὶ τότε βλέπω τὸν ἑαυτόν μου ὡραιότερον ἀπ’ ὅλους τους ὡραίους, πλουσιώτερον ἀπ’ ὅλους τοὺς πλουσίους καὶ δυνατώτερον ἀπ’ ὅλους τοὺς αὐτοκράτορας. Διότι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος εἶναι ἄξιος νὰ εἰσέλθη εἰς τὸ φῶς Σου, γίνεται ἕνα φῶς ὅμοιον μὲ τὸ ἰδικόν Σου...»

 Κοιτάξτε τί πληρότης καὶ τί αὐτάρκεια ἐν Θεῷ, τί ὀμορφιά, ὀμορφιὰ ὄχι μορφικὴ καὶ εἰκονιστικὴ ἀλλὰ ὀμορφιὰ πνευματική, εἰς τρόπον ὥστε, παρὰ τὸ βάθος τῆς ταπεινοφροσύνης του, νὰ βλέπη τὸν ἑαυτὸν του ὡραιότερον ἀπ’ ὅλους τοὺς ὡραίους, πλουσιώτερον ἀπ’ ὅλους τοὺς πλουσίους καὶ δυνατώτερον ἀπ’ ὅλους τοὺς αὐτοκράτορας, ἐπειδὴ ζῆ μέσα εἰς τὸ φῶς τοῦ Θεοῦ. Καὶ αὐτὸ δὲν συμβαίνει μόνον εἰς τὸν ἅγιον Συμεών, ἀλλ’ εἰς ὅλα τὰ πλήθη τῶν ὁσίων Πατέρων, εἰς ὅσους ἐκαθάρισαν τὴν ψυχὴν τῶν ἀπὸ κάθε μολυσμόν, ἐταπεινώθησαν βαθέως καὶ ἐκοινώνησαν μὲ τὸν Θεόν.

 Ὑπάρχουν ἐμπειρίαι, ὡς ἀλήθειαι καὶ ὡς ἦθος τῆς Ἐκκλησίας, αἱ ὁποῖαι δὲν γίνονται γνωσταὶ καὶ προσιτοὶ εἰς τὸν ἀνθρώπινον λόγον. Οὔτε ὑπόκεινται εἰς μίαν ἀνάλυσιν συλλογιοτικὴν καὶ λογικὴν ἀπὸ ἀνθρώπους ἐστερημένους αὐτῶν τῶν ἐμπειριῶν. Πρέπει νὰ κοινωνήση κανεὶς μὲ τὰς ἐμπειρίας αὐτάς, νὰ γίνη ὁ ἴδιος φορεὺς αὐτῶν τῶν Ἁγιοπνευματικῶν ἐμπειριῶν διὰ νὰ μπορῆ νὰ καταλάβη αὐτὰ τὰ μυστικὰ ὄργια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἰς τὰς καρδίας τῶν Ἁγίων.

Ἂς ἀναφέρω ἐνδεικτικῶς τὴν ὑπακοὴν τὴν ὁποίαν κάμνομεν ἡμεῖς οἱ μοναχοί. Τί εἶναι ἡ ὑπακοὴ κατὰ βάθος; Μία ἠθελημένη ἄρσις τῆς ἐλευθερίας• θυσιάζω τὴν ἐλευθερίαν μου καὶ ὑποτάσσομαι, ἄρα εἶμαι ἀνελεύθερος• ὁ ἀνελεύθερος εἶναι δοῦλος. Ἐν τούτοις, αὐτὴ ἡ πράξις τῆς ἑκουσίου δουλείας, συμφώνως πρὸς τὴν καθολικὴν ἐμπειρίαν τῆς Ἐκκλησίας, δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ ἡ ἔναρξις τῆς ἀπελευθερώσεως τῆς ψυχῆς, διότι δουλεία εἶναι στὴν πραγματικότητα ἡ ἐλευθερία τῶν ἀνθρώπων.

 Ὅσοι, λοιπόν, ὑπέταξαν τὸν ἑαυτὸν των εἰς αὐτὴν τὴ διαδικασίαν τῆς ἑκουσίου ὑποταγῆς, ὅσοι ἐπέρασαν μέσα ἀπὸ τὸ στάδιον τῆς ἀσκήσεως, συνιστάμενον εἰς νηστείας, ἀγρυπνίας, προσευχάς, ἡσυχίαν, ταπείνωσιν, ὀνειδισμούς, μέσα εἰς τὸν χῶρον τὸν μοναστηριακὸν ἤ τὸν σκητιωτικὸν ἤ τὴν ἔρημον, γνωρίζουν τί δίδουν εἰς τὴν ψυχὴν αὐτὰ ὅλα, ποιὸν εἶναι τὸ ἄνθος τὸ ὁποῖον ἀναφύεται μέσα ἀπὸ τὴν ψυχὴν ὕστερα ἀπὸ αὐτὴν τὴν διαδικασίαν.

Ἔτσι διεμορφώθη τὸ ἦθος τῆς Ἐκκλησίας, καὶ εἰς αὐτὸ ἔπαιξε πρωτεύοντα ρόλον ὁ Μοναχισμός. Ὁ Μοναχισμὸς εἶναι ἀναπόσπαστος ἀπὸ τὴν καθολικὴν ζωὴν τῆς Ἐκκλησίας• διαφέρει μόνον εἰς τὴν ἰδιοτυπίαν ζωῆς καὶ ἁπλῶς ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὰς ἐγκοσμίους κοινωνίας. Ἡ Ἐκκλησία πάντοτε τὸν ἐθεώρησε ὡς ὑπόδειγμα τῆς ἐν κόσμῳ ζωῆς, ὑπόδειγμα τὸ ὁποῖον κεῖται εἰς μίμησιν (ὄχι βεβαίως ὅλων τῶν τρόπων ζωῆς του) ἀλλὰ ὅσον εἶναι δυνατόν. Δι’ αὐτὸ ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος μᾶς λέγει: «Φῶς μὲν μοναχοῖς, ἄγγελοι• φῶς δὲ κοσμικοῖς, μοναδικὴ πολιτεία».

Ἄς μοῦ ἐπιτραπῆ νὰ ἰσχυρισθῶ ὅτι δὲν μποροῦμεν νὰ ἔχωμεν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν, χωρὶς τὸν Μοναχισμόν. Εἶναι ἐνδεχόμενον νὰ εἴμεθα ἐντελῶς μέλη τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἐν τούτοις νὰ μὴν εἴμεθα ὀρθόδοξοι• νὰ ζῶμεν δηλαδὴ μέσα εἰς τὸν χῶρον τῆς Ἐκκλησίας ἀγνοοῦντες τὰ μεγαλεῖα τὰ θεολογικὰ καὶ πνευματικὰ ποὺ ἔχει ἡ Ἐκκλησία. Ἱστορικά, θεολογικὰ καὶ πνευματικὰ τεκμήρια βοοῦν ὅτι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι διεμόρφωσαν τὸ ἦθος τῆς Ἐκκλησίας καὶ διασώζουν τὴν Ἐκκλησίαν τὴν Ὀρθόδοξον εἰς τὰ ὑψηλὰ ἐπίπεδά της, εἶναι οἱ μοναχοὶ ἤ, ἂν θέλετε, ὄχι ὅλοι ἀλλὰ οἱ Πατέρες οἱ ἐκ μοναχῶν οἱ ὁποῖοι μέσα εἰς τὴν κάμινον τῆς ἀσκήσεώς των, μέσα εἰς τὸν θεῖον ἔρωτά των, ἐφήλκυσαν πλουσίως τὰς ἀκτῖνας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Δι’ αὐτὸ καὶ εἰς τὴν ὑμνολογίαν μας συνήθως λέγομεν: «Γέγονας, ὅσιε, ἔσοπτρον καθαρὸν τῶν ἀκτίνων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἐλλαμφθεὶς πλουσίως...»

Ἐπαναλαμβάνω: δὲν μποροῦμε νὰ ὀνομαζώμεθα ὀρθόδοξοι ἐὰν δὲν ἀποδεχθῶμεν τὴν ὁμόφωνον διδασκαλίαν τῶν Ἁγίων Πατέρων, καὶ δὲν μποροῦμεν νὰ παρεκκλίνωμεν ἀπὸ τὴν βασιλικὴν αὐτὴν πορείαν τῶν Ἁγίων Πατέρων χωρὶς νὰ διακινδυνεύσωμεν νὰ δημιουργήσωμεν ἀντινομικὰς καταστάστεις μέσα μας ἤ νὰ περιπέσωμεν εἰς μίαν πνευματικὴν σχιζοφρένειαν.

 Ἡμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι εἴμεθα ὡραιότεροι ἀπ' ὅλους τοὺς ὡραίους, πλουσιώτεροι ἀπ’ ὅλους τοὺς πλουσίους, καὶ δυνατώτεροι ἀπ’ ὅλους τοὺς αὐτοκράτορας ἐὰν εἰσέλθωμεν μέσα εἰς τὸν χῶρον τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως καὶ δὲν ἀφήσωμεν τὰς ψυχάς μας νὰ ἀπατῶνται μὲ πτωχοδιδασκαλίας, ἑτεροδιδασκαλίας καὶ ἑτεροθρησκείας, μὲ ἐπινοήματα ἀνθρώπων μὲ λογισμοὺς «δειλούς», κατὰ τὸν προφήτην, ἀνθρώπων ἐστερημένων κύρους καὶ αὐθεντίας. Ἡ Ὀρθοδοξία μας εἶναι μεγάλον πράγμα: δὲν διακρίνεται δι’ αὐτάρκειαν ἐν τοῖς ἐλαχίστοις, καὶ εἶναι ξένη πρὸς τὴν ἔπαρσιν τὴν ὁποίαν προκαλοῦν μερικαὶ ἀγαθαὶ πράξεις φαρισσαϊκοῦ τύπου. Εἶναι πλούσια. Εἶναι ὁ πολύτιμος μαργαρίτης τὸν ὁποῖον ὁ Κύριός μας ἐκάλεσε νὰ ἀγοράσωμεν ἀφοῦ πωλήσωμεν πάντα. Λέγει δὲ χαρκτηριστικῶς ἐπὶ τοῦ σημείου αὐτοῦ ὁ ἅγιος Ἀνδρέας Κρήτης εἰς ἕνα τροπάριόν του: «Γίνου, ψυχή μου, μεγαλέμπορος»• μεγαλέμπορος, λοιπόν• ὄχι ψιλικατζής. Γιὰ μεγάλα πράγματα μᾶς ἔχει ὁμιλήσει ὁ Θεός.

 Εἶναι ἐνδεχόμενον νὰ μὴν ἔχωμεν αὐτὰ τὰ γνωρίσματα τοῦ ἀληθινοῦ Ὀρθοδόξου, ἀπὸ τὴν ραθυμίαν μας ἤ ἄλλους λόγους. Τότε ἡ Ὀρθοδοξία μᾶς ὁδήγει τουλάχιστον εἰς τὴν ταπείνωσιν: μᾶς δεικνύει τὰ μεγαλεῖα ποὺ ἔχει ἑτοιμάσει ὁ Θεὸς δι’ ἡμᾶς, τὰ ὁποῖα καὶ καλούμεθα νὰ οἰκειωθῶμεν. Ὅταν δέ, διὰ ποικίλους λόγους, δὲν δυνάμεθα νὰ τὸ πράξωμεν, μᾶς ὑποδεικνύει μίαν ἄλλην λύσιν διὰ νὰ ἀντιμετωπίσωμεν τὴν δυστυχίαν μας: τὴν ταπείνωσιν. Μᾶς ἀπεκάλυψες, Κύριε, ἀρίστην ὁδὸν ὑψώσεως τὴν ταπείνωσιν, λέγει καὶ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος.

Ἀντιθέτως, ἐὰν θεωρήσωμεν ὅτι ὁ Χριστιανισμὸς εἶναι ἕνα θέμα δοσοληψίας μὲ τὸν Θεὸν (νὰ κάμωμεν δηλαδὴ μερικὰς καλὰς πράξεις κοινωνικοῦ χαρακτῆρος, νὰ προσευχώμεθα, νὰ κοινωνῶμεν, νὰ ἐξομολογούμεθα, καὶ αὐτὸ εἶναι ἀρκετόν), περιπίπτομεν εἰς τὴν αὐτάρκειαν, καὶ ἐνῶ εἴμεθα δυστυχεῖς, ἐλεεινοὶ καὶ γεμάτοι πάθη, αἰσθανόμεθα μίαν ἀνεσιν• αὐτὸς εἶναι ὁ φαρισσαϊσμὸς τὸν ὁποῖον ἐπισημαίνει ὁ Κύριος. Ἐνῶ ἡ ἁγία Ὀρθοδοξία μας (δηλ. τὸ αὐθεντικῶς ἑρμηνευόμενον ἅγιον Εὐαγγέλιον) μᾶς λέγει: καθαρθεῖτε ἀπὸ τὰ πάθη διὰ νὰ οἰκήσω μέσα σας• μὴν ἐμπιστεύεσθε μερικὰς ἐνεργείας ἐξωτερικὰς αἱ ὁποῖαι δὲν ἀποτελοῦν αὐτοσκοπὸν ἀλλὰ μέσον• ἐλευθερωθεῖτε ἀπὸ τὰ πάθη διὰ νὰ εἰσέλθω εἰς τὴν καρδίαν σας. Εἶναι αὐτὸ διὰ τὸ ὁποῖον προσευχόμεθα κάθε ἡμέραν: «Βασιλεῦ οὐράνιε, Παράκλητε, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας..., ἐλθὲ καὶ σκήνωσον ἐν ἡμῖν καὶ καθάρισον ἡμᾶς ἀπὸ πάσης κηλίδος...».

Μὴν ἐπαναπαυώμεθα λοιπόν, καὶ ἀπατῶμεν ἑαυτοὺς μὲ μικρὰ καὶ πτωχὰ καὶ εὐτελῆ πράγματα τὰ ὁποία ἄλλωστε κάμνουν καὶ οἱ «ἐθνικοί». Πρέπει νὰ ὁδηγηθῶμεν εἰς μίαν διαρκῆ ἀναζήτησιν τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης, «Οὐκ ἔστιν ἄλλο τὸ ζητεῖν τὸ Θεὸν καὶ ἄλλο τὸ εὑρίσκειν, ἀλλὰ τοῦτο ἐστὶ τὸ εὑρίσκειν, τὸ ἀεὶ ζητεῖν καὶ ἐκκκαίεσθαι εἰς τὸν πόθον Ἐκείνου». Λοιπόν, ὅρος εὑρέσεως εἶναι ὁ πόθος• ὅταν ἔχωμεν πόθον, εὑρήκαμεν τὸν Θεόν. Δὲν τελειώνει ὅμως ἐκεῖ ἡ διαδικασία εὑρέσεως τοῦ Θεοῦ διότι, ὁ Θεὸς εἶναι ἄπειρος καὶ ἀσύλληπτος. Ὁ ἄνθρωπος δὲν σταματᾶ τὴν φοράν του πρὸς τελειότητα ἀφοῦ ἡ τελειότης καὶ τῶν τελείων εἶναι ἀτέλεστος. Δι’ αὐτὸ ἡ ζωὴ τῶν ἀληθινῶν ὀρθοδόξων εἶναι ζωὴ πεινώντων καὶ διψώντων τὸν Κύριον. Καὶ ὅταν δὲν τὸν εὑρίσκουν καὶ στενάζουν καὶ πενθοῦν καὶ φωνάζουν μαζὶ μὲ τὸν Δαυΐδ, «Πότε ἤξω καὶ ὀφθήσομαι τῷ προσώπῳ τοῦ Θεοῦ», ἤ πάλιν « Ὡς ἡ ἔλαφος ἐπείγεται ἐπὶ τὰς πηγὰς τῶν ὑδάτων, οὕτω καὶ ἡ ψυχή μου σὲ διψᾶ, ὁ Θεός», ἤ ὅπως ἡ νύμφη εἰς τὸ Ἆσμα Ἀσμάτων λέγει, «Τετρωμένη ἀγάπης εἰμὶ ἐγώ..., εἰς ὀσμὴν μύρων σου δραμοῦμαι...» (τρέχω ὀπίσω Σου Χριστέ μου)!...

 Ἀλλὰ καὶ ὁ Ἀπ. Παῦλος αὐτὸ λέγει: «Διώκω εἰ καὶ καταλάβω, ἐφ' ᾧ καὶ κατελήφθην ὑπὸ τοῦ Χριστοῦ Ἰησοῦ» (τρέχω διὰ νὰ κάμω ἰδικόν μου ἐκεῖνο διὰ τὸ ὁποῖον καὶ ὁ Ἰ. Χριστὸς μὲ ἔκαμε ἰδικόν του). Καὶ ἀκόμη, «τὰ μὲν ὀπίσω ἐπιλανθανόμενος τοῖς δὲ ἔμπροσθεν ἐπεκτεινόμενος, κατὰ σκοπόν, διώκω...» (Φιλιπ. 3:12-14). Ξεχνῶ ὅ,τι ἔχω κάμει, τὰ ἀθλήματα τὰ μεγάλα, καὶ κρατῶ μόνο ἕνα πράγμα: τὴν γνῶσιν τῆς ἀθλιότητός μου. Ἕνας γίγας, ὁ Παῦλος, ἐκράτει μόνον τὴν γνῶσιν τῆς ἀθλιότητός του. " Ὅταν εἶχεν ἀνεβεῖ μέχρι τρίτου οὐρανοῦ, ὅταν ἔγινε αὐτὸ ποὺ ἦτο, ὁ θεῖος Παῦλος, τότε ἔλεγεν, «οὐκ εἰμὶ ἄξιος καλεῖσθαι ἀπόστολος», καὶ «ἔσχατον πάντων, ὡσπερεὶ τῷ ἐκτρωμάτι, ὤφθη ὁ Χριστὸς κάμοί» (Α' Κορ.15,9).

Αὐτὴ εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία μας.

 το είδαμε εδώ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...