Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Ιουνίου 06, 2015

Κυριακή Αγίων Πάντων «ἀσθενοῦντας θεραπεύετε, λεπροὺς καθαρίζετε, νεκροὺς ἐγείρετε, δαιμόνια ἐκβάλλετε. δωρεὰν ἐλάβετε, δωρεὰν δότε» (Μτ 10,8) εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Λαγκαδά



«ἀσθενοῦντας θεραπεύετε, λεπροὺς καθαρίζετε, νεκροὺς ἐγείρετε, δαιμόνια ἐκβάλλετε. δωρεὰν ἐλάβετε, δωρεὰν δότε» (Μτ 10,8)
Σήμερα, όπως είναι γνωστό, είναι η Κυριακή των Αγών Πάντων, κατά την οποία εορτάζουμε τη μνήμη όλων των Αγίων της Εκκλησίας μας. Tην εορτή αυτή, μετά την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος την οποία εορτάσαμε την περασμένη Κυριακή, οι άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας μας την καθόρισαν θέλοντας κατά κάποιο τρόπο να δείξουν τι η παρουσία του Αγίου Πνεύματος ενήργησε στο ανθρώπινο γένος. Το ότι δηλαδή ανθρώπους, όπως είμαστε και εμείς, το Άγιο Πνεύμα, εν Χριστώ, δηλαδή μέσα στην Εκκλησία, τους καθάρισε, τους αγίασε, και τους ανέβασε στο Θεό Πατέρα· άλλους μεν με το μαρτύριο του αίματος άλλους δε με το μαρτύριο της συνειδήσεως. Όλους με την πίστη την «δι’ ἀγάπης ἐνεργουμένη».
Κατέβηκε το Άγιο Πνεύμα και ανέβασε τον χοϊκό άνθρωπο. Αμαρτωλό μεν μετανοημένο δε. Και βέβαια μεταξύ των αγίων πρωτεύουσα θέση κατέχουν οι άγιοι Απόστολοι, και μάλιστα οι Δώδεκα, των οποίων τη Σύναξη, δηλαδή τη λειτουργική συγκέντρωση των πιστών, επιτελε,ί καθώς τη χρονιά αυτή συνέπεσε, επίσης σήμερα η Εκκλησία μας και σε αυτούς, δηλαδή στους δώδεκα μαθητές, αναφερόταν το σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα.
Ο Κύριός μας όταν τους απέστειλε για πρώτη φορά σε ιεραποστολική περιοδεία τους παρήγγειλε, αφ' ενός μεν να κηρύττουν ότι πλησίαζε η βασιλεία των ουρανών, αφ' ετέρου δε τους έδωσε διάφορα χαρίσματα· την εξουσία κατά πνευμάτων ακαθάρτων, δηλαδή να διώχνουν δαιμόνια, να θεραπεύουν ασθενείς, να καθαρίζουν λεπρούς, να ανασταίνουν νεκρούς.
Βλέπουμε λοιπόν ότι τα χαρίσματα που έδωσε ο Χριστός μας στους μαθητές του συνδέονταν άμεσα με το κήρυγμα της βασιλείας των ουρανών. Τα υπερφυσικά αυτά χαρίσματα δεν δόθηκαν απλώς για κάποιες ευεργεσίες, αλλά ήταν "σημεία", σημάδια, αποδείξεις, ότι ήλθε στον κόσμο η βασιλεία αυτή.
Αλλά τι είναι αυτή η βασιλεία των ουρανών, ή όπως λέγεται αλλού, η βασιλεία του Θεού;
Όταν λέμε βασιλεία κάποιου επίγειου άρχοντα, βασιλέα, εννοούμε τη δύναμη και την ενέργεια με την οποία εξασκεί την εξουσία του. 'Ετσι και όταν λέμε βασιλεία του Θεού, εννοούμε την υπερφυσική, την δύναμη και ενέργεια του Θεού με την οποία δημιούργησε τον ορατό και αόρατο σε μας κόσμο, προνοεί γι' αυτόν, τον κρατά στην τάξη, αλλά και όταν θέλει θαυματουργεί και αγιάζει τα πλάσματά του εκείνα που μπορούν να αγιαστούν.
Αυτή τη θεϊκή δύναμη και ενέργεια την έδωσε ο Κύριός μας δωρεάν, εξ’ ου και χάρις, στους μαθητές του, για να διώχνουν δαιμόνια, να θεραπεύουν αρρώστους, να ανασταίνουν νεκρούς. 'Ετσι τα θαύματα του Χριστού και των Αποστόλων, αποτελούσαν εκδηλώσεις, φανερώσεις της χάριτος του Θεού, και απεδείκνυαν ότι ήλθε η βασιλεία των ουρανών. Δεν ήταν απλές φιλανθρωπικές εκδηλώσεις, αλλά είχαν βαθιά θεολογική και σωτηριολογική σημασία.
Τα χαρίσματα αυτά του Αγίου Πνεύματος δεν δόθηκαν αποκλειστικά στους αγίους Αποστόλους, αλλά δόθηκαν και δίδονται σ' όλη την Εκκλησία, σε όλα τα πραγματικά της μέλη.
O απ. Παύλος τα αναφέρει στην Α΄ προς Κορινθίους επιστολή του, και μάλιστα με μια ιεραρχική σειρά. Το κατώτερο, αλλά και η βάση όλων των άλλων χαρισμάτων, είναι τα «γένη γλωσσών», τα οποία δεν είναι οι άναρθρες και ακατάληπτες κραυγές των Πεντηκοστιανών και άλλων αιρετικών, αλλά το χάρισμα συνεννοήσεως μεταξύ ανθρώπων που μιλούν διαφορετικές γλώσσες ή κατά άλλη εκδοχή η αδιάλειπτη προσευχή την οποία ενεργεί το 'Αγιο Πνεύμα στην καρδιά του ανθρώπου. Πάνω από τα γένη γλωσσών, είναι τα χαρίσματα της διοικήσεως της Εκκλησίας, της προστασίας των ορφανών, χηρών και πτωχών, των θεραπειών, των διαφόρων άλλων θαυμάτων, της διδασκαλίας, στην κορυφή δε των χαρισματούχων βρίσκονται οι απόστολοι, οι οποίοι έχουν όλα τα χαρίσματα και αποτελούν το θεμέλιο της Εκκλησίας.
Γνωρίζουμε ότι άλλο είναι η αξία και άλλο το αξίωμα. Το αξίωμα είναι κάτι που δίνεται από έξω και δεν δίνει πραγματικά αξία στον άνθρωπο, διότι δεν αλλάζει την ποιότητά του. Απλώς δίνεται για τη διακονία της κοινωνίας.
Αλλά και τα χαρίσματα που δίνει ο Θεός, δεν τα δίνει για να τα καμαρώνει ο άνθρωπος, πολύ δε περισσότερο για να τα εκμεταλλεύεται ιδιοτελώς. Τα δίνει «πρὸς τὸν καταρτισμὸν τῶν ἁγίων» για τη διακονία της Εκκλησίας και της κοινωνίας.
Βέβαια, κατά κανόνα, ο Θεός δίνει κάποιο υπερφυσικό χάρισμα, εκεί που υπάρχει κάποια αντίστοιχη ανθρώπινη αρετή. Π.χ. δίνει το χάρισμα των ιαμάτων, της θεραπείας διαφόρων ασθενειών, σε ανθρώπους που έχουν σε μεγάλο βαθμό τη φυσική αρετή της φιλανθρωπίας.
Αλλά και εδώ πρέπει να διακρίνουμε μεταξύ της αρετής του ανθρώπου και του υπερφυσικού θεϊκού χαρίσματος. Αν και το υπερφυσικό χάρισμα ως θεϊκή ενέργεια έχει ανυπολόγιστη αξία, εν τούτοις, δεν προσδίδει αξία σ' αυτόν που το κατέχει. Σημασία για τον άνθρωπο έχει εκείνο που ο ίδιος είναι, και όχι τα εξωτερικά χαρίσματα. Εκείνο που δίνει αξία στον άνθρωπο είναι η αρετή και σε τελευταία ανάλυση η βασιλίδα και το επιστέγασμα των αρετών, που είναι η αγάπη. Η αγάπη είναι το μεγαλύτερο και σημαντικότερο χάρισμα. Χωρίς αυτή, όσα και όποια άλλα χαρίσματα και αξιώματα κι' αν έχει ο άνθρωπος, δεν είναι τίποτε. «’Εὰν ταῖς γλώσσαις τῶν ἀνθρώπων λαλῶ καὶ τῶν ἀγγέλων, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, γέγονα χαλκὸς ἠχῶν ἢ κύμβαλον ἀλαλάζον. καὶ ἐὰν ἔχω προφητείαν καὶ εἰδῶ τὰ μυστήρια πάντα καὶ πᾶσαν τὴν γνῶσιν, καὶ ἐὰν ἔχω πᾶσαν τὴν πίστιν, ὥστε ὄρη μεθιστάνειν, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, οὐδέν εἰμι».
Αλλά ποια είναι η αγάπη η οποία δίνει πραγματική αξία στον άνθρωπο;
Μας την περιγράφει παρακάτω ο πρωτοκορυφαίος Απόστολος. Κύριο χαρακτηριστικό της η ανιδιοτέλεια. Η αληθινή αγάπη «οὐ ζητεῖ τὰ ἑαυτῆς». Δεν επιδιώκει το συμφέρον.
Δεν είναι ακόμη ένα απλό γλυκερό συναίσθημα αλλά θυσία. Τέτοια είναι η αγάπη του Χριστού, τέτοια πρέπει να είναι και η αγάπη του ανθρώπου. Και αυτή η θυσία συνήθως παίρνει τη μορφή της υπομονής. Η αγάπη «πάντα ὑπομένει». Υπομένει τον κόπο και τον πόνο προκειμένου να κάνει το θέλημα του Θεού αλλά και να σηκώσει αγόγγυστα και με ευχαριστία όσα θλιβερά επιτρέψει αυτός να έλθουν στην καθημερινή μας ζωή.
Συνήθως, ζηλεύουμε, ποθούμε και επιδιώκουμε αξιώματα και χαρίσματα. Αυτά όμως χωρίς την αγάπη, είναι ανώφελα και επιζήμια.
Ας ποθήσουμε, αλλά και ας βαδίσουμε την «καθ' ὑπερβολὴν ὁδόν» της ανιδιοτελούς της θυσιαστικής αγάπης. «Ὑμῖν ἐχαρίσθη τὸ ὑπὲρ Χριστοῦ, οὐ μόνον τὸ εἰς αὐτὸν πιστεύειν, ἀλλὰ καὶ τὸ ὑπὲρ αὐτοῦ πάσχειν». Μας δόθηκε το χάρισμα όχι μόνο να πιστεύουμε στο Χριστό αλλά και να πάσχουμε γι’ αυτόν.
Αυτό το κατ’ εξοχήν χάρισμα, που δίνει ο Κύριος σ’ αυτούς που αγωνίζονται και κοπιάζουν, η πραγματική αγάπη, κάνει τον άνθρωπο να ομοιάζει με αυτόν και να ζει στον παράδεισο.

Μ' αυτό το χάρισμα της αγάπης αξιοποιούνται και τα οποιαδήποτε άλλα χαρίσματα και αξιώματα, προς οικοδομή του σώματος της Εκκλησίας, όφελος της κοινωνίας, και δόξα του δωρεοδότου Κυρίου. Αμήν.

ΚΗΡΥΓΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ (Eβρ. 11,33 -12,2) 7 ΙΟΥΝΙΟΥ 2015 εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Κερκύρας





 Τιμά και εορτάζει σήμερα η αγία μας Εκκλησία τους Αγίους Πάντες, όλους τους γνωστούς και τους άγνωστους αδελφούς μας οι οποίοι έζησαν κατά Χριστόν και αξιώθηκαν των επουρανίων στεφάνων.
 Η περικοπή από την προς Εβραίους επιστολή, μάς παρουσιάζει τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν οι άγιοι, και την δύναμη που άντλησαν από την πίστη, προκειμένου να διεξέλθουν τον κάθε αγώνα τους. 

«Αδελφοί», μάς λέει ο απόστολος Παύλος, « οι Άγιοι Πάντες διά της πίστεως κατέρριψαν βασίλεια, εργάστηκαν την δικαιοσύνη, γεύτηκαν όσα υποσχέθηκε ο Θεός σε αυτούς, έφραξαν στόματα λεόντων, διέφυγαν κάθε κίνδυνο, είτε από φωτιά, είτε από μαχαίρι, είτε από ασθένεια.

 Άλλοι από αυτούς ξυλοκοπήθηκαν μέχρι θανάτου και δεν δέχτηκαν να γλιτώσουν τη ζωή τους, προκειμένου να πετύχουν μια καλύτερη ανάσταση. Άλλοι πάλι υπέμειναν μύριες όσες κακουχίες, εμπαιγμούς, μαστιγώσεις και φυλακίσεις· λιθοβολήθηκαν, πριονίστηκαν, θανατώθηκαν με μαχαίρι, έζησαν φορώντας προβιές με στερήσεις, με θλίψεις και κακουχίες σαν να μη τούς άξιζε ο κόσμος, περιπλανώμενοι σε σπηλιές και βουνά και στις τρύπες της γης. 

Και όμως όλοι αυτοί, αν και έδωσαν την καλή μαρτυρία της πίστεως, δεν απέκτησαν την υπόσχεση, επειδή ο Θεός προέβλεψε για μάς κάτι καλύτερο, για να μη τελειωθούν χωρίς εμάς. 
Γι αυτό λοιπόν κι εμείς, έχοντας γύρω μας τόσο μεγάλο νέφος μαρτύρων, αφού αποτινάξουμε κάθε βαρύ φορτίο και την αμαρτία που μάς περιπλέκει, ας τρέχουμε με υπομονή τον αγώνα που βρίσκεται μπροστά μας, προσβλέποντας στον αρχηγό της πίστεώς μας και τελειοποιητή Ιησού Χριστό».

Είναι σε όλους γνωστά τα παθήματα των πρώτων χριστιανών, οι φυλακίσεις, τα βασανιστήρια που υπέστησαν, οι διωγμοί, οι ταλαιπωρίες· είναι γνωστές επίσης οι συκοφαντίες, η περιφρόνηση, ο χλευασμός του κόσμου προς τους μαθητές του Χριστού, κάθε εποχής. «Εἰ ὁ κόσμος ὑμᾶς μισεῖ, γινώσκετε ὅτι ἐμὲ πρῶτον ὑμῶν μεμίσηκεν... οὐκ ἔστι δοῦλος μείζων τοῦ κυρίου αὐτοῦ. εἰ ἐμὲ ἐδίωξαν, καὶ ὑμᾶς διώξουσιν· εἰ τὸν λόγον μου ἐτήρησαν, καὶ τὸν ὑμέτερον τηρήσουσιν», είπε ο Κύριος (Ιω. 15, 18-20). 
Επομένως, αν ο κόσμος δεν αγαπά τον Χριστό, το ίδιο δεν αγαπά και τους μαθητές του· και κατά συνέπεια, οι άνθρωποι που σκέφτονται κοσμικά, αντί να πράξουν εκείνα που θα τους οδηγήσουν κοντά στον Χριστό, ενεργούν τα αντίθετα, πολεμούν το Ευαγγέλιο της αγάπης, της συγγνώμης και της μετανοίας. Γιατί, είναι ευκολότερο γι αυτούς να γκρεμίσουν τους άλλους, παρά να οικοδομήσουν τον εαυτό τους, εγκαταλείποντας τις συνήθειες του παλαιού ανθρώπου, του αποκομμένου από την αγάπη του Θεού.

 Ας μη τούς κρίνουμε όμως, αφού ο Χριστός θυσιάστηκε και γι αυτούς· ας έλθουμε καλύτερα να δούμε τους μάρτυρες της πίστεως, τους Αγίους Πάντες, προκειμένου να ωφεληθούμε και να διδαχθούμε από το παράδειγμά τους. Οι άγιοι υπέμειναν τα πάντα· ακόμα και όσοι δεν θανατώθηκαν, έδωσαν το μαρτύριο της πίστεως, υπέμειναν θλίψεις και στενοχώριες, είτε αυτές προέρχονταν από τις συγκυρίες του βίου, είτε από τους ανθρώπους, είτε από τον πειρασμό.Παρέδωσαν την ύπαρξή τους στον Χριστό και θεώρησαν τα πάντα ως σκύβαλα, ως ανάξια λόγου και ήσσονος σημασίας. Γι αυτό και δεν ενδιαφέρθηκαν για την δόξα του κόσμου, ή για τιμές ή για πλούτο ή για ανέσεις. Δεν έδωσαν τόπο ούτε στις επιθυμίες τους, αφού το μόνο που ποθούσαν ήταν ο Χριστός.

 Όλος ο αγώνας τους ήταν πώς θα ευαρεστήσουν τον Κύριο, πώς θα καταπολεμήσουν τα πάθη, πώς θα καλλιεργήσουν τις αρετές, πώς θα κάνουν πράξη την αγάπη προς τον Θεό και προς τον πλησίον.Κινητήριος δύναμη στην προσπάθεια των ανθρώπων του Θεού είναι η πίστη· και τούτο, επειδή η πίστη γεννά την υπομονή, αφού παρέχει τα υγιή κριτήρια της θεώρησης του κόσμου και του βίου μας, τι δηλαδή είναι σημαντικό και τι λιγότερο. 
Έχοντας επομένως διά της πίστεως αξιολογήσει και ιεραρχήσει όλα όσα απαρτίζουν τον ανθρώπινο βίο, τρέχουμε τον καλόν αγώνα της πίστεως παίρνοντας δύναμη από τον Κύριο, διά της προς αυτόν πίστεως, και ελπίζουμε στον επουράνιο στέφανο της νίκης και στην αιώνια δόξα και τιμή, την οποία γεύτηκαν και αξιώθηκαν οι Άγιοι Πάντες.

 Καθώς συναχθήκαμε σήμερα να τιμήσουμε όλους τους Αγίους, ας γίνουμε μιμητές τους στην πίστη, στους αγώνες, στην υπομονή· ας επιμελούμαστε την ψυχή και ας αναζητούμε τα πνευματικά, καθότι ο πρόσκαιρος τούτος βίος «ως όναρ παρέρχεται» και όλα τα επίγεια τα τρώει η φθορά. 

Ας πάρουμε παράδειγμα από την προσήλωσή τους στον Χριστό, ενθυμούμενοι τα λόγια του αποστόλου Παύλου: «τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ; θλῖψις ἢ στενοχωρία ἢ διωγμὸς ἢ λιμὸς ἢ γυμνότης ἢ κίνδυνος ἢ μάχαιρα; καθὼς γέγραπται ὅτι ἕνεκά σου θανατούμεθα ὅλην τὴν ἡμέραν· ἐλογίσθημεν ὡς πρόβατα σφαγῆς» (Ρωμ. 8, 35-36)
Και ας κάνουμε πράξη την προτροπή με την οποία κλείνει την σημερινή περικοπή, ας αποβάλουμε δηλαδή κάθε βιοτική μέριμνα και την αμαρτία, η οποία περιπλέκει την ζωή μας, και ας τρέχουμε με υπομονή τον αγώνα που ο καλός αγωνοθέτης Χριστός μάς όρισε, έχοντας την προσδοκία μας προς αυτόν, ο οποίος δίνει την δύναμη και τελειοποιεί τον κάθε αγωνιστή. Αμήν.
Από το γραπτό κήρυγμα της Ιερά Μητροπόλεως Κερκύρας / 7 ΙΟΥΝΙΟΥ 2015

ΣΤΗΝ ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΗ 7 ΙΟΥΝΙΟΥ 2015 Οἱ Ἅγιοι θὰ κρίνουν τὸν κόσμο

ΣΤΗΝ ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ

ΣΤΗΝ ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ
1. Ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ πάνω ἀπ’ ὅλα!
   «Τοῦ Κυρίου μου πάντας ὑμνῶ τοὺς φίλους», λέει ὁ στίχος ἀπὸ τὸ Συναξάρι τῆς σημερινῆς Κυριακῆς, ἡ ὁποία εἶναι ἀφιερωμένη στὴ μνήμη τῶν Ἁγίων Πάντων. Καὶ ἡ Ἐκκλησία καλώντας μας σήμερα νὰ ὑμνήσουμε ὅλους τοὺς φίλους τοῦ Χριστοῦ ποὺ ἔζησαν σὲ κάθε τόπο καὶ ἐποχή, παραθέτει ὡς εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα κάποιους λόγους τοῦ Κυρίου πρὸς τοὺς Μαθητές Του, ποὺ μᾶς βοηθοῦν νὰ ἐννοήσουμε ποιοὶ εἶναι οἱ ἀληθινοὶ φίλοι τοῦ Χριστοῦ καὶ πόσο μεγάλη δόξα τοὺς περιμένει. 
   Καθένα, εἶπε στοὺς Μαθητές Του, ποὺ θὰ μὲ ὁμολογήσει ὡς Σω­τήρα καὶ Θεό του μπροστὰ στοὺς ἀνθρώπους ποὺ καταδιώκουν τὴν πίστη μου, θὰ τὸν ὁμολογήσω κι ἐγὼ ὡς δικό μου πιστὸ μπροστὰ στὸν ἐπουράνιο Πατέρα μου. Ἐκεῖνον ὅμως ποὺ θὰ μὲ ἀρνηθεῖ ὡς Θεάνθρωπο Σωτήρα μπροστὰ στοὺς ἀνθρώπους, αὐτὸν θὰ τὸν ἀρ­νη­θῶ κι ἐγὼ καὶ δὲν θὰ τὸν ἀναγνωρίσω ὡς δικό μου μπροστὰ στὸν Πατέρα μου τὸν οὐράνιο. 
   Καὶ συνέχισε: Ἐκεῖνος ποὺ ἀγαπᾶ τὸν πα­τέρα του ἢ τὴ μητέρα του ­περισσότερο ἀπὸ μένα, «οὐκ ἔστι μου ἄξιος»· κι ἐκεῖνος ποὺ ἀ­­­γαπᾶ τὸν γιό του ἢ τὴν κόρη του ­πε­ρισσότερο ἀπὸ μέ­να, δὲν εἶ­ναι ἄ­­­ξιος νὰ ­λέγε­ται μαθη­­τής μου. «Καὶ ὃς οὐ λαμβάνει τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολου­θεῖ ὀπίσω μου, οὐκ ἔστι μου ­ἄξιος»· κι αὐτὸς ποὺ δὲν παίρνει τὴν ἀ­­­πόφαση νὰ ­ὑποστεῖ ἀκόμη καὶ σταυρικὸ θάνατο καὶ νὰ μὲ ἀκολουθήσει, δὲν ἀξίζει γιὰ μένα. 
   Εἶναι ἀπόλυτος καὶ ξεκάθαρος ὁ λόγος τοῦ Κυρίου. Δὲν εἶναι ἄξιος νὰ λέγεται ἀκόλουθός Του ὅποιος προτιμᾶ νὰ Τὸν ἀρνηθεῖ, γιὰ νὰ μὴ χωρισθεῖ ἀπὸ τοὺς γονεῖς ἢ τὰ παιδιά του. Δὲν εἶναι ἀληθινὸς μαθητής Του αὐτὸς ποὺ προτιμᾶ νὰ σώσει τὴ ζωή του παρὰ νὰ μείνει πιστὸς σ’ Ἐκεῖνον. 
   Ἀπόλυτος εἶναι ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ. Ἀλλὰ δὲν εἶναι οὔτε ἄδικος οὔτε ὑπερβολικός. Διότι σ’ Ἐκεῖνον ποὺ μᾶς ἔχει χαρίσει τὰ πάντα, ὀφείλουμε τὰ πάντα. Σ’ Ἐκεῖνον ποὺ θυσιάστηκε γιὰ μᾶς, δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ αἰσθανόμαστε αἰώνια εὐγνωμοσύνη καὶ ὁλόθερμη ἀγάπη.
   Τέτοια ἀγάπη πρὸς τὸν Χριστὸ εἶναι ἡ ἀγάπη ποὺ φλέγει τὶς καρδιὲς τῶν ­Ἁγίων, γι’ αὐτὸ καὶ μποροῦν νὰ καταφρονοῦν τὶς ἐγκόσμιες τιμὲς καὶ ἀπολαύσεις καὶ νὰ μὴν πτοοῦνται ἀπὸ τὶς θλίψεις καὶ τὶς δοκιμασίες ἢ τὶς ἀπειλὲς καὶ τὰ φρικτὰ ­μαρτύρια. Ν’ ἀγαπάει κανεὶς τὸν Χριστὸ σημαίνει νὰ εἶναι κάθε μέρα ἕτοιμος νὰ Τοῦ προσ­φέρει καὶ τὴ ζωή του ἀκόμα! Ὅπως οἱ σύγχρονοι ἀδελφοί μας στὴ Μέση ­Ἀνατολὴ καὶ τὴ Βόρεια Ἀφρική, ποὺ κάθε μέρα ζοῦν μὲ τὸ ἐνδεχόμενο νὰ τοὺς συλλάβουν καὶ νὰ τοὺς θανατώσουν, μόνο καὶ μόνο ἐπειδὴ εἶναι Χριστιανοί. Καὶ ­διαρκῶς προσ­τίθενται νέοι Μάρτυρες στὸ Συναξάρι τῆς Ἐκκλησίας μας, πιστοὶ ­φίλοι τοῦ ­Χριστοῦ ποὺ ἐλέγχουν κι ἐμᾶς γιὰ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν ἀφοσίωσή μας στὸ Σωτήρα καὶ Λυτρωτή μας. Ἄλλωστε, ὅπως στὴ συνέχεια εἶπε ὁ Κύριος, αὐτοὶ θὰ μᾶς κρίνουν!
2. Οἱ Ἅγιοι θὰ κρίνουν τὸν κόσμο
   Ἐμεῖς τὰ ἀφήσαμε ὅλα καὶ σὲ ἀκολουθήσαμε. Τί θὰ γίνει λοιπὸν μ’ ἐμᾶς; ­ρώτησε ὁ Πέτρος. 
   Κι ὁ Κύριος ἀποκρίθηκε: Ἀληθινὰ σᾶς λέω ὅτι ἐσεῖς ποὺ μὲ ἀκολουθήσατε, ὅταν ξαναγεννηθεῖ ὁ κόσμος καὶ συντελεσθεῖ ἡ ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, «ἐν τῇ παλιγγενεσίᾳ», τότε ποὺ θὰ καθίσει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου σὲ θρόνο ἔνδοξο καὶ λαμπρό, «καθίσεσθε καὶ ὑμεῖς ἐπὶ δώδεκα θρόνους κρί­νοντες τὰς δώδεκα φυλὰς τοῦ Ἰσραήλ»· θὰ καθίσετε κι ἐσεῖς σὲ δώδεκα θρό­νους κρίνοντας τὶς δώδεκα φυλὲς τοῦ Ἰσραήλ. Καὶ καθένας ποὺ ἄφησε σπίτια ἢ ἀδελφοὺς ἢ ἀδελ­φὲς ἢ πατέρα ἢ μητέρα ἢ γυναίκα ἢ παιδιὰ ἢ χωράφια ­«ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός μου», θὰ πάρει ἑκατὸ φορὲς περισσότερα σ’ αὐτὴ τὴ ζωὴ καὶ θὰ κληρονομήσει καὶ τὴν αἰώνια ζωή. 
   Πολλοὶ μάλιστα ποὺ εἶναι στὸν κόσμο αὐτὸ πρῶτοι, θὰ εἶναι στὸν ἄλλο κόσμο τελευταῖοι, καὶ πολλοὶ τε­λευ­ταῖοι θὰ εἶναι ἐκεῖ πρῶτοι. 
   Ἀσύγκριτα πιὸ μεγάλη τιμὴ ­ἐπιφυλάσ­σεται στοὺς πιστοὺς Μαθητὲς τοῦ Κυρίου. Θὰ καθίσουν κι αὐτοὶ στὸν ἔνδοξο θρόνο τοῦ Βασιλέως Χριστοῦ καὶ θὰ συμβασιλεύσουν μαζί Του. Μάλιστα θὰ λάβουν καὶ τὴν ἐξουσία νὰ κρίνουν τὸν κόσμο. 
   Τὴν ἴδια ἀλήθεια, ὅτι οἱ Ἅγιοι θὰ ­κρίνουν τὸν κόσμο, ἐπαναλαμβάνει καὶ ὁ θε­όπνευστος ἀπόστολος Παῦλος (Α΄ Κορ. ς΄ 2). Πράγματι, θὰ μᾶς ­κρίνουν οἱ Ἅ­­­γιοι! Διότι, κι αὐτοὶ ὑπῆρξαν ἄνθρωποι «σάρκα φοροῦντες καὶ τὸν κόσμον οἰ­κοῦντες», ἀπόγονοι τοῦ Ἀδάμ, ὅπως κι ἐμεῖς, κι ὅμως κατόρθωσαν μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ νὰ καθαριστοῦν ἀπὸ τὰ πάθη καὶ νὰ φθάσουν στὸ «καθ’ ­ὁμοίωσιν». Ὅσο ὑπάρχουν Ἅγιοι καὶ Μάρτυρες, θὰ εἴμαστε ἀναπολόγητοι, ἂν ἐμεῖς παραμένουμε δέσμιοι τῶν παθῶν καὶ ἀποξενωμένοι ἀπὸ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ. Τὸ γεγονὸς ὅτι ἐκεῖνοι ἀντιστάθηκαν στὸ ρεῦμα τοῦ κόσμου – ἀκόμη καὶ στὴ σύγχρονη ἐποχὴ μὲ τὸν κατακλυσμὸ τῆς ἁμαρτίας – σημαίνει ὅτι μποροῦμε κι ἐ­­­μεῖς νὰ ἀντιστεκόμαστε. 
   Οἱ Ἅγιοι θὰ μᾶς κρίνουν! Γι’ αὐτὸ κι ἐ­­­μεῖς ἂς ἀνακρίνουμε τὴ δική μας ζωὴ μὲ γνώμονα τὴ δική τους ἁγία βιοτὴ κι ἂς ἀγωνιζόμαστε μὲ περισσότερο φιλότιμο καὶ ταπείνωση, γιὰ νὰ εὐαρεστοῦμε στὸν Κύριο.

Κυριακή των Αγίων Πάντων Ἡ σκυταλοδρομία τῆς πίστης Ἰωάννης Καραβιδόπουλος




Τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα τῆς Κυριακῆς τῶν Ἁγίων Πάντων εἶναι ἀπὸ τὴν πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολὴ καὶ περιγράφει τὰ κατορθώματα τῆς πίστης τῶν ἁγίων ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ποὺ σὰν νέφος μᾶς περιβάλλουν καὶ ἀποτελοῦν φωτεινοὺς δεῖκτες τῆς πορείας μας πρὸς τὸ τέρμα, πρὸς τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Εἶναι σὲ νεοελληνικὴ μετάφραση τὸ ἑξῆς:

«Ἀδελφοί, ὅλοι οἱ ἅγιοι μὲ τὴν πίστη κατατρόπωσαν βασίλεια, ἐπέβαλαν τὸ δίκαιο, πέτυχαν τὴν πραγματοποίηση τῶν ὑποσχέσεων τοῦ Θεοῦ, ἔφραξαν στόματα λεόντων· ἔσβησαν τὴ δύναμη τῆς φωτιᾶς, διέφυγαν τὴ σφαγή, ἔγιναν ἀπὸ ἀδύνατοι ἰσχυροί, ἀναδείχτηκαν ἥρωες στὸν πόλεμο, ἔτρεψαν σὲ φυγὴ ἐχθρικὰ στρατεύματα· γυναῖκες ξαναπῆραν πίσω στὴ ζωὴ τοὺς ἀνθρώπους τους, κι ἄλλοι βασανίστηκαν ὥς τὸν θάνατο, χωρὶς νὰ δεχτοῦν τὴν ἀπελευθέρωσή τους, γιατί πίστευαν ὅτι μποροῦσαν ν' ἀναστηθοῦν σὲ μία καλύτερη ζωή. Ἄλλοι δοκίμασαν ἐξευτελισμοὺς καὶ μαστιγώσεις, ἀκόμη καὶ δεσμὰ καὶ φυλακίσεις. Λιθοβολήθηκαν, πριονίστηκαν, πέρασαν δοκιμασίες, θανατώθηκαν μὲ μαχαίρι, περιπλανήθηκαν ντυμένοι μὲ προβιὲς καὶ κατσικίσια δέρματα, ἔζησαν σὲ στερήσεις, ὑπέφεραν καταπιέσεις, θλίψεις καὶ κακουχίες – ὁ κόσμος δὲν ἦταν ἄξιος νὰ 'χει τέτοιους ἀνθρώπους – πλανήθηκαν σὲ ἐρημιὲς καὶ βουνά, σὲ σπηλιὲς καὶ σὲ τρύπες τῆς γῆς.

Ὅλοι οἱ παραπάνω, παρὰ τὴν καλὴ μαρτυρία τῆς πίστης τους, δὲν πῆραν ὅ,τι τοὺς ὑποσχέθηκε ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος εἶχε προβλέψει κάτι καλύτερο γιά μᾶς, ἔτσι ὥστε νὰ μὴ φτάσουν ἐκεῖνοι στὴν τελειότητα χωρὶς ἐμᾶς.

Ἔχοντας, λοιπόν, γύρω μας μία τόσο μεγάλη στρατιὰ μαρτύρων, ἂς τινάξουμε ἀπὸ πάνω μας κάθε φορτίο, καὶ τὴν ἁμαρτία ποὺ εὔκολα μᾶς ἐμπλέκει, κι ἂς τρέχουμε μὲ ὑπομονὴ τὸ ἀγώνισμα τοῦ δύσκολου δρόμου, ποὺ ἔχουμε μπροστά μας. Ἂς ἔχουμε τὰ μάτια μας προσηλωμένα στὸν Ἰησοῦ, ποὺ μᾶς ἔδωσε τὴν πίστη, τὴν ὁποία καὶ τελειοποιεῖ». (Ἑβρ.11,33-12,2).


Ἄλλοι ἀπὸ τοὺς ἥρωες τῆς πίστης, γιὰ τοὺς ὁποίους κάνει λόγο ἡ ἀποστολικὴ περικοπή, νίκησαν τὶς δυνάμεις ξένων βασιλιάδων, ὅπως π.χ. ὁ Γεδεὼν, ὁ Βαράκ, ὁ Σαμψών, ὁ Ἰεφθάε κ.ἄ., τὰ κατορθώματα τῶν ὁποίων ἀφηγεῖται τὸ Παλαιοδιαθηκικὸ βιβλίο τῶν Κριτῶν, κυβέρνησαν τὸν λαὸ μὲ δικαιοσύνη ὅταν κατεῖχαν κάποιο ὑπεύθυνο ἀξίωμα, πέτυχαν τὴν ἐκπλήρωση τῶν ὑποσχέσεων τοῦ Θεοῦ, ἔφραξαν στόματα λιονταριῶν, ὅπως π.χ. ὁ Δαβὶδ καὶ ὁ Δανιήλ, ἔσβησαν τὴ δύναμη τῆς φωτιᾶς, ὅπως οἱ τρεῖς παῖδες στὴν κάμινο τοῦ πυρός, δυναμώθηκαν ὕστερα ἀπὸ ἀσθένεια, ὅπως ὁ ἀσθενὴς βασιλιὰς Ἐζεκίας, ἀναδείχτηκαν ἰσχυροὶ στὸν πόλεμο, ἔτρεψαν σὲ φυγὴ μὲ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ ἐχθρικὰ στρατεύματα, ὅπως σὲ πολλὰ σημεῖα ἀφηγεῖται ἡ Παλαιὰ Διαθήκη ἀλλὰ καὶ ἡ ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας.

‘Αλλοι πάλι ἐξαιτίας τῆς πίστης τους πέθαναν μὲ τρόπο μαρτυρικὸ ἐπάνω στὸ κυκλικὸ βασανιστικὸ ὄργανο ποὺ λέγεται τύμπανο, λιθοβολήθηκαν ὅπως οἱ προφῆτες Ζαχαρίας καὶ Ἱερεμίας, πριονίστηκαν ὅπως, κατὰ τὴν παράδοση, ὁ Ἠσαΐας, ἀποκεφαλίστηκαν ὅπως ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής, Περιπλανήθηκαν σὲ ἔρημους τόπους διωγμένοι, σὲ βουνὰ καὶ σὲ σπηλιές, ντυμένοι μὲ δέρματα προβάτων ἢ κατσικιῶν, ὅπως ὁ Ἠλίας, ὁ Ἐλισαῖος, ὁ Δαβὶδ καὶ ἄλλοι.

Ὅλοι αὐτοὶ ποὺ ἀναφέρει ἢ ὑπαινίσσεται ὁ ἱ. συγγραφέας καὶ ποὺ εἴτε νίκησαν μὲ τὴν πίστη τους, εἴτε μαρτύρησαν γι’ αὐτήν, ἀποτελοῦν δεῖκτες πορείας γιὰ τοὺς χριστιανούς, προδρόμους στὴν σκυταλοδρομία τῆς πίστης ποὺ μὲ τρόπο νικηφόρο ἔφεραν σ’ ἐμᾶς τὴ σκυτάλη τῶν εὐγενῶν ἰδανικῶν καὶ μᾶς τὴν παρέδωσαν γιὰ νὰ συνεχίσουμε ἐμεῖς τὸν ἀγώνα. Ὅλοι αὐτοὶ οἱ ἅγιοι ἄνδρες καὶ οἱ ἅγιες γυναῖκες, καθὼς καὶ πολλοὶ ἄλλοι, γνωστοὶ καὶ ἄγνωστοι, ποὺ τιμᾶ σήμερα ἡ Ἐκκλησία τὴ μνήμη τους, ὑπογραμμίζουν τὴν εὐθύνη ποὺ πέφτει στοὺς ὤμους τῶν χριστιανῶν.

Σὲ ἕναν κόσμο ὅπου ἐπικρατεῖ τὸ γκρέμισμα τῶν ἀξιῶν, ἡ ἀμφιβολία γιὰ τὶς ὑπεργήινες πραγματικότητες, ὁ ὀρθολογισμός, ἡ ἐμπιστοσύνη στὶς μηχανές, ἡ ἀποθέωση τῆς τεχνολογίας, καλεῖται ὁ χριστιανὸς νὰ ἀναλογιστεῖ σὲ ποιὰ ἁλυσίδα εὐγενῶν καὶ ἡρώων ἀποτελεῖ κρίκο, σὲ ποιὸ τέρμα ἀπολήγει ἡ ἀγωνιστικὴ πορεία του, ποιὸς εἶναι ὁ ἀθλοθέτης. Εἶναι πολὺ εὔκολο ἀπὸ ἀμέλεια ἢ ἀδιαφορία νὰ σπάσει κανεὶς ἕναν κρίκο στὴν ἡρωικὴ ἱστορία τῆς πίστης προσαρμοζόμενος στὶς ἑλκυστικὲς δυνάμεις τῆς ἐποχῆς. Κι ἂς μὴν αὐταπατώμαστε, εἶναι δύσκολο – γι’αὐτὸ καὶ πιὸ σπουδαῖο – νὰ μείνει κανεὶς πιστὸς στὶς ἀρχὲς καὶ τὰ ἰδανικὰ τῆς χριστιανικῆς πίστης, χάνοντας ἴσως τὴν κατὰ κόσμον ἐξέλιξή του. Τὸν δύσκολο αὐτὸν δρόμο μᾶς δείχνουν σήμερα οἱ Ἅγιοι Πάντες, τῆς παλαιᾶς καὶ νέας ἐποχῆς, μικροὶ ἢ μεγάλοι, γνωστοὶ ἢ ἄγνωστοι καὶ μᾶς καλοῦν νὰ γίνουμε ἄξιοι συνεχιστὲς στὴ μακραίωνη σκυταλοδρομία τῆς χριστιανικῆς πίστης.

Ἐγκώμιο στούς Ἁγίους Πάντες Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος


 


Ἐγκώμιο στούς Ἁγίους Πάντες, πού μαρτύρησαν σ᾽ ὅλο τόν κόσμο


1. -. Δέν πέρασαν ἀκόμη ἑπτά μέρες, ἀπό τότε πού γιορτάσαμε τήν ἱερή πανήγυρη τῆς Πεντηκοστῆς, καί πάλι μᾶς πρόφθασε χορός μαρτύρων ἤ καλύτερα στρατιά μαρτύρων καί παράταξη, πού δέν εἶναι καθόλου κατώτερη ἀπό τή στρατιά τῶν ἀγγέλων, τήν ὁποία εἶδε ὁ πατριάρχης Ἰακώβ, ἀλλά εἶναι ἴδιας ἀξίας καί τάξης μέ αὐτή. Γιατί μάρτυρες καί ἄγγελοι διαφέρουν μόνο στά ὀνόματα, στά ἔργα τους ὅμως ταυτίζονται. Στόν οὐρανό κατοικοῦν οἱ ἄγγελοι, στόν οὐρανό καί οἱ μάρτυρες. Αἰώνιοι καί ἀθάνατοι εἶναι ἐκεῖνοι, τό ἴδιο θά γίνουν καί οἱ μάρτυρες. Ἀλλ᾽ ἐκεῖνοι ἔλαβαν καί ἀσώματη φύση; Καί τί σημασία ἔχει αὐτό; Γιατί οἱ μάρτυρες, ἄν καί ἔχουν σῶμα, ὅμως εἶναι ἀθάνατο ἤ καλύτερα καί πρίν ἀπό τήν ἀθανασία ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ στολίζει τά σώματά τους περισσότερο ἀπό τήν ἀθανασία. Δέν εἶναι τόσο λαμπρός ὁ οὐρανός, πού στολίζεται μέ τό πλῆθος τῶν ἀστεριῶν, ὅσο εἶναι τά σώματα τῶν μαρτύρων, πού στολίζονται μέ τό λαμπρό αἷμα τῶν τραυμάτων. Ὥστε ἐπειδή πέθαναν γι᾽ αὐτό καί εἶναι ἀνώτεροι, καί βραβεύτηκαν πρίν ἀπό τήν ἀθανασία παίρνοντας τά στεφάνια ἀπό τήν ὥρα τοῦ θανάτου τους.

«Τόν ἔκανες λίγο κατώτερο ἀπό τούς ἀγγέλους, τόν στεφάνωσες μέ δόξα καί τιμή» (Ψαλμ. 8, 6), λέει ὁ Δαυίδ, γιά τή φύση ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Ἀλλά καί τό λίγο αὐτό πού στεροῦνταν οἱ ἄνθρωποι σέ σχέση μέ τούς ἀγγέλους, τό συμπλήρωσε ὁ Χριστός ὅταν ἦρθε, καταδικάζοντας τό θάνατο μέ τό δικό του θάνατο. Ἐγώ ὅμως δέν ἀντλῶ ἀπ᾽ ἐδῶ τά ἐπιχειρήματά μου, ἀλλά ἀπό τό ὅτι τό μειονέκτημα αὐτό τοῦ θανάτου ἔγινε πλεονέκτημα. Γιατί ἄν δέν ἦταν θνητοί δέν θά γίνονταν μάρτυρες. Ὥστε ἄν δέν ὑπῆρχε θάνατος δέν θά ὑπῆρχε καί στεφάνι. Ἄν δέν ὑπῆρχε θάνατος, δέν θά ὑπῆρχε καί μαρτύριο. Ἄν δέν ὑπῆρχε θάνατος, δέν θά μποροῦσε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος νά λέει: «Κάθε μέρα πεθαίνω, μά τό δικό σας καύχημα, πού ἔχω στό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Α’ Κορ. 15, 31). Ἄν δέν ὑπῆρχε θάνατος καί φθορά, δέν θά μποροῦσε πάλι ὁ ἴδιος νά λέει: «Χαίρομαι στά παθήματά μου γιά σᾶς, καί ἀναπληρώνω στή σάρκα μου τά ὑστερήματα τῶν θλίψεων τοῦ Χριστοῦ» (Κολ. 1, 24). Ἄς μήν λυπούμαστε λοιπόν ἐπειδή γίναμε θνητοί, ἀλλά ἄς εὐχαριστοῦμε, ἐπειδή ἀπό τό θάνατο μᾶς ἀνοίχτηκε τό στάδιο τοῦ μαρτυρίου, ἀπό τή φθορά λάβαμε ἀφορμή γιά τά βραβεῖα. Ἀπό ἐδῶ ἔχουμε τήν ἀφορμή γιά ἀγωνίσματα.

Βλέπεις τή σοφία τοῦ Θεοῦ, πῶς τό πιό μεγάλο κακό τό ἀποκορύφωμα τῆς συμφορᾶς πού μᾶς ἔφερε ὁ διάβολος, ἐννοῶ τό θάνατο, τόν μετέτρεψε σέ τιμή καί δόξα μας, ὁδηγώντας μ᾽ αὐτόν τούς ἀθλητές στά βραβεῖα τοῦ μαρτυρίου; Τί θά κάνουμε ὅμως; Θά εὐχαριστήσουμε τό διάβολο γιά τό θάνατο; Ὁ Θεός νά φυλάξει. Γιατί τό κατόρθωμα δέν εἶναι ἔργο τῆς δικῆς του θελήσεως, ἀλλά εἶναι χάρισμα τῆς σοφίας τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖνος τόν ἔφερε γιά νά μᾶς καταστρέψει καί ξαναφέρνοντάς μας στή γῆ νά ξεκόψει κάθε ἐλπίδα σωτηρίας. Ὁ Χριστός ὅμως, μέ τό δικό του θάνατο ἄλλαξε τήν πορεία καί μέ τόν ἴδιο τό θάνατο μᾶς ἀνέβασε πάλι στόν οὐρανό. Κανείς σας λοιπόν ἄς μήν μέ κατηγορήσει, ἄν ὀνόμασα τό σύνολο τῶν μαρτύρων χορό καί στράτευμα, δίνοντας δυό ἀντίθετα ὀνόματα στό ἴδιο πράγμα. Γιατί χορός καί στράτευμα εἶναι ἀντίθετα πράγματα, ἐδῶ ὅμως ἔγιναν ἕνα. Ἐπειδή βάδιζαν μ᾽ εὐχαρίστηση στά βασανιστήρια, σάν νά χόρευαν καί ἔδειξαν τόση ἀνδρεία καί ἀντοχή σάν νά βρίσκονταν σέ πόλεμο καί νίκησαν τούς ἐχθρούς. Ἄν βέβαια ἐξετάσουμε τή φύση τῶν ὅσων γίνονταν, ἦταν μάχη καί πόλεμος καί παράταξη. Ἄν ὅμως ἐξετάσεις τή διάθεση αὐτῶν πού ἔπασχαν, ἦταν χοροί, ὅσα συνέβαιναν, ἦταν διασκεδάσεις καί πανηγύρια καί ἡ πιό μεγάλη ἀπόλαυση.

Θέλεις νά μάθεις ὅτι αὐτά ἦταν πιό τρομερά ἀπό τόν πόλεμο; Ἐννοῶ τά σχετικά μέ τούς μάρτυρες. Ποιό τέλος πάντων εἶναι τό φοβερό στόν πόλεμο; Στήνονται καί ἀπό τίς δυό μεριές στρατόπεδα περιφραγμένα, πού λάμπουν ἀπό τά ὅπλα καί καταυγάζουν τή γύρω περιοχή, ρίχνοντας ἀπό παντοῦ σύννεφα τά βέλη, πού μέ τό πλῆθος τους κρύβουν τόν οὐρανό, τρέχουν αὐλάκια τά αἵματα πάνω στή γῆ καί εἶναι πολλοί ὁλόγυρα οἱ νεκροί. Ὅπως ἀκριβῶς στό θερισμό πέφτουν στή γῆ τά στάχυα, ἔτσι καί ἐδῶ εἶναι οἱ στρατιῶτες, καθώς πέφτουν ὁ ἕνας πάνω στόν ἄλλο. Ἔλα λοιπόν νά σέ ὁδηγήσω ἀπό ἐκεῖνα σ᾽ αὐτή ἐδῶ τή μάχη. Καί ἐδῶ ὑπάρχουν δυό παρατάξεις, ἡ μία τῶν μαρτύρων καί ἡ ἄλλη τῶν τυράννων. Ἀλλά οἱ τύραννοι εἶναι ὁπλισμένοι τέλεια, οἱ μάρτυρες ὅμως μάχονται μέ γυμνό τό σῶμα καί ἡ νίκη ἀνήκει στούς γυμνούς καί ὄχι στούς ὁπλισμένους. Ποιός δέν θά ἀποροῦσε, μέ τό ὅτι αὐτός πού μαστιγώνεται νικάει ἐκεῖνον πού τόν μαστιγώνει; Ὁ δεμένος νικάει τόν ἐλεύθερο; Αὐτός πού κατακαίγεται νικάει ἐκεῖνον πού τόν καίει; Αὐτός πού πέθαινει νικάει ἐκεῖνον πού τόν σκοτώνει;

Εἶδες πώς αὐτά εἶναι πιό φοβερά ἀπό ἐκεῖνα; Ἐκεῖνα ἄν καί εἶναι φοβερά, γίνονται ὅμως μέ φυσικό τρόπο, αὐτά ὅμως ξεπερνοῦν κάθε φυσικό τρόπο καί κάθε σειρά τῶν πραγμάτων, γιά νά μάθεις ὅτι τά κατορθώματα εἶναι τῆς Χάρης τοῦ Θεοῦ. Ἄν καί τί εἶναι πιό ἄδικο ἀπό τή μάχη αὐτή; Τί πιό παράνομο ἀπό τά ἀγωνίσματα; Γιατί στούς πολέμους καί οἱ δύο πού μάχονται προστατεύονται, ἐδῶ ὅμως δέν συμβαίνει τό ἴδιο. Ἀλλά ὁ ἕνας εἶναι γυμνός καί ὁ ἄλλος ὁπλισμένος. Στούς ἀγῶνες πάλι ἐπιτρέπεται καί στούς δυό νά σηκώνουν τά χέρια ὁ ἕνας ἐναντίον τοῦ ἄλλου. Ἐδῶ ὅμως ὁ ἕνας εἶναι δεμένος καί ὁ ἄλλος κτυπάει ἐλεύθερος καί πληγώνει. Καί αὐτοί πού δίκαζαν σάν νά ᾽ταν ἐξουσιαστές ἐξασφάλισαν γιά τούς ἑαυτούς τους τό δικαίωμα νά κακοποιοῦν. Στούς δίκαιους μάρτυρες ὅμως ἔδωσαν τό προνόμιο νά κακοποιοῦνται. Ἔτσι μάχονται μέ τούς ἁγίους καί οὔτε ἔτσι τούς νικοῦν. Ἀλλά μετά τήν ἄνιση αὐτή μάχη, ἀφοῦ νικήθηκαν ὑποχώρησαν. Καί αὐτό μοιάζει σάν κάποιον πού φέρνει ἕνα πολεμιστή στόν πόλεμο, τοῦ κόβει τήν αἰχμή τοῦ δόρατος, τοῦ βγάζει τό θώρακα καί τόν διατάζει νά μάχεται ἔτσι μέ γυμνό σῶμα. Ἀλλά ὁ πολεμιστής ἄν καί χτυπιέται, πληγώνεται καί τραυματίζεται βαριά, τελικά στήνει τρόπαιο νίκης.

Καθώς ὁδηγοῦσαν τούς μάρτυρες γυμνούς, μέ δεμένα πίσω τά χέρια καί ἀπό παντοῦ τούς χτυποῦσαν καί τούς ξέσκιζαν, φαίνονταν πώς νικοῦνταν, ὅμως αὐτοί ἄν καί τραυματίζονταν, ἔστηναν τό τρόπαιο τῆς νίκης ἐναντίον τοῦ διαβόλου. Καί ὅπως τό διαμάντι ὅταν χτυπιέται δέν σπάζει, οὔτε μαλακώνει, ἀλλά διαλύει τό σίδερο πού τό χτυπᾶ, ἔτσι ἀκριβῶς καί οἱ ψυχές τῶν ἁγίων, ἐνῶ βασανίζονταν τόσο πολύ, οἱ ἴδιες δέν πάθαιναν κανένα κακό, ἀλλά διέλυαν τή δύναμη ἐκείνων πού τούς χτυποῦσαν καί τούς ἔδιωχναν ἀπό τούς ἀγῶνες νικημένους, ντροπιασμένους καί βαριά τραυματισμένους. Γιατί ἔδεσαν τούς μάρτυρες καί στό ξύλο καί τρυποῦσαν τά πλευρά τους, ἀνοίγοντας βαθιά αὐλάκια, σάν νά ὄργωναν τή γῆ, ἀλλά δέν ἔσκιζαν τά σώματά τους. Καί μποροῦσε νά δεῖ κανείς λαγόνες ξεσκισμένες, πλευρά ἀνοιγμένα καί στήθη τσακισμένα. Οὔτε ἐδῶ ὅμως σταματοῦσαν τή μανία τους τά αἱμοβόρα ἐκεῖνα θηρία, ἀλλά, ἀφοῦ τούς κατέβαζαν ἀπό τό ξύλο, τούς τέντωναν σέ σιδερένια σχάρα πάνω σέ ἀναμένα κάρβουνα. Καί τότε μποροῦσες νά δεῖς ἀκόμη σκληρότερα θεάματα ἀπό τά προηγούμενα. Νά τρέχουν δηλαδή διπλές σταγόνες ἀπό τά σώματά τους, ἄλλες ἀπό τό αἷμα πού χυνόταν καί ἄλλες ἀπό τίς σάρκες πού ἔλειωναν. Οἱ ἅγιοι ὅμως πού ἦταν ξαπλωμένοι πάνω στά κάρβουνα σάν νά ἦταν ρόδα, παρακολουθοῦσαν μέ πολλή εὐχαρίστηση τά ὅσα γίνονταν.

2. -. Ἐσύ ὅμως ὅταν ἀκούσεις σιδερένια σχάρα φέρε στό νοῦ σου τή νοητή σκάλα, πού εἶδε ὁ πατριάρχης Ἰακώβ νά ἁπλώνεται ἀπό τή γῆ στόν οὐρανό. Ἀπό ἐκείνη κατέβαιναν ἄγγελοι, ἀπό αὐτήν ἀνεβαίνουν μάρτυρες, καί τίς δύο δέ τίς στηρίζει ὁ Κύριος. Δέν θά ἄντεχαν τούς πόνους αὐτοί οἱ ἅγιοι, ἄν δέν στηρίζονταν σ᾽ αὐτή τή σκάλα. Ἀπό ἐκείνη ἀνεβαίνουν καί κατεβαίνουν ἄγγελοι. Καί ἀπό αὐτή, εἶναι ὁλοφάνερο πώς ἀνεβαίνουν καί μάρτυρες. Καί γιατί αὐτό; Ἐπειδή οἱ ἄγγελοι στέλνονται γιά νά ὑπηρετήσουν αὐτούς πού θά κληρονομήσουν τή σωτηρία. Οἱ μάρτυρες ὅμως σάν ἀθλητές καί νικητές, ἀφοῦ ἀπαλλάχθηκαν ἀπό τούς ἀγῶνες, ἔφυγαν στή συνέχεια γιά τόν ἀγωνοθέτη.

Ἀλλά ἄς μήν ἀγγίζουν μονάχα τ᾽ ἀφτιά μας τά ὅσα λέγονται. Ὅταν δηλαδή ἀκοῦμε ὅτι ὑπῆρχαν κάρβουνα, κάτω ἀπό τά καταπληγωμένα σώματα, ἄς ἀναλογιστοῦμε πῶς νιώθουμε ὅταν μᾶς πιάσει ξαφνικά πυρετός. Νομίζουμε ὅτι ἡ ζωή εἶναι ἀνυπόφορη, ταραζόμαστε, δυσανασχετοῦμε, γκρινιάζουμε σάν μικρά παιδιά, θεωρώντας ὅτι ἡ φλόγα τοῦ πυρετοῦ δέν εἶναι καθόλου μικρότερη ἀπό τήν κόλαση. Αὐτοί ὅμως, χωρίς νά τούς πιάσει πυρετός, ἀλλά ἔχοντας ὁλόγυρά τους τή φλόγα νά τούς ζώνει καί τίς σπίθες νά πηδοῦν ἐπάνω στίς πληγές καί νά δαγκώνουν τά τραύματα πιό ἄγρια ἀπό κάθε θηρίο, ἦταν σάν ἀδαμάντινοι καί ἔβλεπαν τά ὅσα γίνονταν σάν νά συνέβαιναν σέ ξένα σώματα. Ἔτσι μέ πολλή γενναιότητα καί μέ πολλή ἀνδρεία στέκονταν σταθεροί στήν ὁμολογία τους, μένοντας ἀκλόνητοι σ᾽ ὅλα τά βασανιστήρια καί κάνοντας νά λάμψει καί ἡ δική τους ἀνδρεία καί ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἔχετε δεῖ πολλές φορές ν᾽ ἀνεβαίνει ψηλά τήν αὐγή ὁ ἥλιος καί νά στέλνει τίς χρυσές ἀκτίνες του; Ἔ, τέτοια ἦταν τά σώματα τῶν ἁγίων. Σάν χρυσές ἀκτίνες τούς περικύκλωναν ἀπό παντοῦ σάν ρυάκια μέ τό αἷμα καί ἔκαναν νά λάμπει τό σῶμα τους πολύ περισσότερο ἀπ᾽ ὅ,τι κάνει ὁ ἥλιος τόν οὐρανό.

Βλέποντας αὐτό τό αἷμα οἱ ἄγγελοι χαίρονταν, οἱ δαίμονες φοβοῦνταν καί ὁ ἴδιος ὁ διάβολος ἔτρεμε. Γιατί δέν ἦταν ἁπλῶς αἷμα αὐτό πού τώρα ἔβλεπαν, ἀλλά αἷμα σωτήριο, αἷμα ἅγιο, αἷμα ἄξιο γιά τούς οὐρανούς, αἷμα πού διαρκῶς ποτίζει τά καλά φυτά τῆς Ἐκκλησίας. Εἶδε τό αἷμα καί ἔφριξε ὁ διάβολος, γιατί θυμήθηκε ἄλλο αἷμα, τό αἷμα τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ. Γιά χάρη ἐκείνου τοῦ αἵματος χύθηκε αὐτό. Γιατί ἀπό τότε πού κεντήθηκε ἡ πλευρά τοῦ Δεσπότου βλέπεις στή συνέχεια νά κεντοῦνται ἀμέτρητες πλευρές. Ποιός λοιπόν δέν θά ἔπαιρνε μέρος μ᾽ εὐχαρίστηση πολλή σ᾽ αὐτούς τούς ἀγῶνες, ὅταν πρόκειται νά γίνει μέτοχος τῶν παθημάτων τοῦ Δεσπότου καί νά ἔχει τόν ἴδιο θάνατο μέ τόν Χριστό; Εἶναι ἀρκετή αὐτή ἡ ἀνταπόδοση καί μεγαλύτερη ἡ τιμή. Ἡ ἀμοιβή ξεπερνάει τά κατορθώματα καί ἔρχεται πρίν ἀπό τόν ἐρχομό τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Ἄς μήν φοβόμαστε λοιπόν ὅταν ἀκοῦμε ὅτι ὁ τάδε μαρτύρησε, ἀλλά ἄς τρομάζουμε ὅταν ἀκοῦμε ὅτι ὁ τάδε δειλίασε καί ἔπεσε, ἐνῶ μπροστά του εἶχε τέτοια βραβεῖα.

Καί ἄν θέλεις ν᾽ ἀκούσεις τί ἔγινε ὕστερα μάθε πώς αὐτά δέν μπορεῖ νά τά παραστήσει κανένας ἀνθρώπινος λόγος, ὅπως λέει καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Οὔτε μάτι εἶδε, οὔτε αὐτί ἄκουσε, οὔτε ἀνθρώπινος νοῦς ἀναλογίστηκε αὐτά, πού ἑτοίμασε ὁ Θεός γιά ἐκείνους πού τόν ἀγαποῦν» (Α’ Κορ. 2, 9). Καί κανένας ἀπό τούς ἀνθρώπους δέν ἀγάπησε τόσο τό Θεό, ὅσο οἱ μάρτυρες. Βέβαια δέν θά σιωπήσουμε, ἐπειδή τό μέγεθος τῶν ἀγαθῶν πού ἔχουν ἑτοιμαστεῖ ξεπερνᾶ καί τό λόγο καί τή σκέψη μας, ἀλλά ὅσο εἶναι δυνατόν καί ἐμεῖς νά ποῦμε καί ἐσεῖς ν᾽ ἀκούσετε, θά προσπαθήσουμε νά σᾶς δείξουμε ἀμυδρά τή μακαριότητα πού περιμένει τούς μάρτυρες στόν οὐρανό. Γιατί θά τή γνωρίσουν καθαρά μόνον αὐτοί οἱ ὁποῖοι θά τήν ἀπολαύσουν προσωπικά. Καί τά μέν δεινά αὐτά καί ἀβάστακτα τά ὑποφέρουν οἱ μάρτυρες γιά λίγο χρονικό διάστημα. Μετά ὅμως ἀπό τήν ἀπαλλαγή τους ἀπό τή ζωή αὐτή ἀνεβαίνουν στούς οὐρανούς, ἐνῶ προπορεύονται ἄγγελοι καί τούς περιστοιχίζουν ἀρχάγγελοι. Γιατί οἱ ἄγγελοι δέν ντρέπονται τούς συνδούλους τους, ἀλλά θά ἤθελαν νά κάνουν τά πάντα γι᾽ αὐτούς, ἐπειδή καί ἐκεῖνοι προτίμησαν νά δεινοπαθήσουν γιά τό Δεσπότη τους Χριστό.

Καί ὅταν ἀνεβοῦν στόν οὐρανό, ὅλες ἐκεῖνες οἱ ἅγιες δυνάμεις τρέχουν νά τούς προϋπαντήσουν. Ἄν λοιπόν, ὅταν ξένοι ἀθλητές ἔρχονται στήν πόλη, ὅλος ὁ λαός τρέχει ἀπό παντοῦ καί ἀφοῦ τούς περικυκλώσουν παρατηροῦν καλά ἀπό κοντά τή δύναμη πού ἔχουν τά μέλη τοῦ σώματός τους, πολύ περισσότερο ὅταν οἱ ἀθλητές τῆς εὐσέβειας ἀνεβοῦν στούς οὐρανούς τρέχουν νά τούς προϋπαντήσουν οἱ ἄγγελοι καί ὅλες οἱ οὐράνιες δυνάμεις. Τρέχουν ἀπό παντοῦ γιά νά παρατηρήσουν τά τραύματά τους καί τούς ὑποδέχονται ὅλους καί τούς ἀσπάζονται σάν ἥρωες πού γύρισαν ἀπό τόν πόλεμο καί τή μάχη καί ὕστερα ἀπό πολλά τρόπαια καί νίκες. Ἔπειτα τούς ὁδηγοῦν μέ μεγάλη συνοδεία πρός τό βασιλιά τῶν οὐρανῶν, στό θρόνο ἐκεῖνο πού εἶναι γεμάτος ἀπό πολλή δόξα, ὅπου βρίσκονται τά Χερουβίμ καί τά Σεραφίμ. Καί ὅταν φτάσουν ἐκεῖ καί προσκυνήσουν ἐκεῖνον πού κάθεται πάνω στό θρόνο, ἀπολαμβάνουν πλέον περισσότερη τιμή ἀπό τό Δεσπότη ἀπό ἐκείνη πού ἀπολαμβάνουν ἀπό τούς συνδούλους τους ἀγγέλους. Γιατί δέν τούς δέχεται σάν δούλους - ἄν καί αὐτό θά ἦταν μεγάλη τιμή καί δέν μπορεῖ κανείς νά βρεῖ ἴση μ᾽ αὐτήν - ἀλλά σάν φίλους Του. «Γιατί ἐσεῖς», λέει ὁ Κύριος, «εἴσαστε φίλοι μου» (Ἰωαν. 15, 14). Καί πολύ σωστά τό λέει, γιατί καί ἀλλοῦ εἶπε: «Μεγαλύτερη ἀπό αὐτή τήν ἀγάπη δέν ἔχει κανένας, ὥστε νά δώσει τή ζωή του γιά χάρη τῶν φίλων του» (Ἰωαν. 15, 13).

Ἐπειδή λοιπόν ἔδειξαν τήν πιό μεγάλη ἀγάπη, τούς ὑποδέχεται καί ἀπολαμβάνουν ἐκείνη τή δόξα. Ἑνώνονται μέ τούς ἀγγελικούς χορούς καί παίρνουν μέρος στήν ὑπερκόσμια δοξολογία. Ἄν λοιπόν καί ὅταν εἶχαν τό σῶμα μετεῖχαν στό χορό ἐκεῖνο μέ τήν κοινωνία τῶν μυστηρίων καί ἔψαλλαν μαζί μέ τά Χερουβίμ τόν τρισάγιο ὕμνο, καθώς γνωρίζετε ἐσεῖς οἱ πιστοί, πολύ περισσότερο τώρα πού βρέθηκαν μέ τούς ἀγγέλους, παίρνουν μέρος στή δοξολογία ἐκείνη, μέ πολλή παρρησία. Ἄραγε δέν φοβόσαστε πρίν τό μαρτύριο; Ἄραγε δέν ἐπιθυμεῖτε τώρα τό μαρτύριο; Ἄραγε δέν λυπᾶστε τώρα, πού δέν εἶναι καιρός μαρτυρίου; Ἄς γυμναζόμαστε λοιπόν γιά τόν καιρό τοῦ μαρτυρίου. Περιφρόνησαν ἐκεῖνοι τή ζωή, περιφρόνησε ἐσύ τίς ἀπολαύσεις. Ἔρριξαν ἐκεῖνοι τά σώματά τους στή φωτιά, ρίξε ἐσύ τώρα χρήματα στά χέρια τῶν φτωχῶν. Καταπάτησαν ἐκεῖνοι τά ἀναμμένα κάρβουνα, σβῆσε ἐσύ μέσα σου τή φλόγα τῆς ἐπιθυμίας. Εἶναι ἐνοχλητικά αὐτά, ἀλλά μᾶς φέρνουν κέρδος. Μήν βλέπεις τά παρόντα πού εἶναι δυσάρεστα, ἀλλά τά μέλλοντα πού εἶναι εὐχάριστα. Ὄχι τά βάσανα πού περνᾶς τώρα, ἀλλά τά ἀγαθά πού ἐλπίζεις. Ὄχι τά παθήματα, ἀλλά τά βραβεῖα. Ὄχι τούς κόπους, ἀλλά τά στεφάνια. Ὄχι τούς ἱδρῶτες, ἀλλά τίς ἀμοιβές. Ὄχι τούς πόνους, ἀλλά τίς ἀνταποδόσεις. Ὄχι τήν ἀναμένη φωτιά, ἀλλά τή βασιλεία πού σέ περιμένει. Ὄχι τούς δήμιους πού σέ περιτριγυρίζουν, ἀλλά τό Χριστό πού θά σέ στεφανώσει.

3. -. Αὐτός εἶναι ὁ καλύτερος τρόπος καί ὁ εὐκολότερος δρόμος γιά τήν ἀρετή. Νά μήν βλέπει δηλαδή κανείς τούς κόπους μόνο, ἀλλά μαζί μέ τούς κόπους καί τά βραβεῖα. Καί ὄχι ξεχωριστά τό καθένα. Ὅταν λοιπόν πρόκειται νά δώσεις ἐλεημοσύνη, μήν σκέπτεσαι τά χρήματα πού θά ξοδέψεις, ἀλλά τήν ἀπόκτηση τῆς δικαιοσύνης. «Σκόρπισε χρήματα, ἔδωσε στούς φτωχούς. Ἡ δικαιοσύνη του μένει αἰώνια» (Ψαλμ. 111, 9). Μήν βλέπεις τόν πλοῦτο σου πού λιγοστεύει, ἀλλά τό θησαυρό πού πληθαίνει. Ἄν νηστεύεις, μήν σκέπτεσαι τήν καταβολή πού φέρνει ἡ νηστεία, ἀλλά τήν ἄνεση πού θά προέρθει ἀπό τή σωματική ἀδυναμία. Ἄν ἀγρυπνήσεις στήν προσευχή, μήν συλλογίζεσαι τήν ταλαιπωρία τῆς ἀγρυπνίας, ἀλλά τήν παρρησία πού θά ἀποκτήσεις ἀπό τήν προσευχή. Ἔτσι κάνουν καί οἱ στρατιῶτες. Δέν βλέπουν τά τραύματα, ἀλλά τίς ἀμοιβές. Δέν βλέπουν τίς σφαγές, ἀλλά τίς νίκες. Οὔτε βλέπουν τούς νεκρούς στό πεδίο τῆς μάχης, ἀλλά τούς ἥρωες πού στεφανώνονται. Ἔτσι καί οἱ κυβερνῆτες βλέπουν μπροστά στά κύματα τά λιμάνια, μπροστά στά ναυάγια τά ἐμπορεύματα, μπροστά στά δεινά τῆς θάλασσας τά ἀγαθά μετά τή θάλασσα.

Ἔτσι κάμε καί ἐσύ. Σκέψου πόσο μεγάλο πράγμα εἶναι μέσα στή βαθιά νύχτα, ὅταν κοιμοῦνται ὅλοι οἱ ἄνθρωποι καί τά θηρία καί τά κατοικίδια ζῶα, ὅταν ὑπάρχει ἀπόλυτη ἡσυχία, ἐσύ μόνο νά σηκωθεῖς καί νά μιλήσεις μέ τόν Κύριό μας. Εἶναι γλυκός ὁ ὕπνος; Ἀλλά τίποτε δέν εἶναι πιό γλυκό ἀπό τήν προσευχή. Ἄν συνομιλήσεις μόνος μαζί Του, πολλά θά καταφέρεις. Δέν θά σέ ἐνοχλεῖ κανείς, οὔτε θά ἐμποδίσει τήν προσευχή σου. Ἔχεις καί τήν ὥρα σύμμαχο γιά νά ἐπιτύχεις αὐτά πού θέλεις. Ἐσύ ὅμως βαριέσαι νά σηκωθεῖς καί στριφογυρίζεις ξαπλωμένος στό μαλακό στρῶμα; Σκέψου τούς μάρτυρες πού εἶναι σήμερα ξαπλωμένοι στή σιδερένια σχάρα, χωρίς στρῶμα ἀπό κάτω, ἀλλά ἀναμένα κάρβουνα.

Ἐδῶ θέλω νά σταματήσω τό λόγο, γιά νά φύγετε ἔχοντας ἔντονη καί ζωηρή τή μνήμη ἐκείνης τῆς σχάρας καί νά τήν θυμᾶστε νύχτα καί μέρα. Γιατί, καί ἄν ἀκόμα μᾶς κρατοῦν ἄπειρα δεσμά, ὅταν ἔχουμε στό νοῦ μας αὐτή τή σχάρα, θά μπορέσουμε νά τά σπάσουμε ὅλα μέ εὐκολία καί νά σηκωθοῦμε γιά προσευχή. Ὄχι μόνο τή σχάρα, ἀλλά καί τίς ἄλλες τιμωρίες τῶν μαρτύρων ἄς τίς χαράξουμε στό βιβλίο τῆς καρδιᾶς μας. Ἄς σκεφτοῦμε καί ἐμεῖς σάν αὐτούς πού λαμπροστολίζουν τά σπίτια τους καί κρεμᾶνε σ᾽ ὅλα τά σημεῖα ὄμορφες ζωγραφιές. Ἄς ζωγραφίσουμε στούς τοίχους τῆς δικῆς μας ψυχῆς τίς τιμωρίες τῶν μαρτύρων. Γιατί ἐκεῖνες οἱ ζωγραφιές εἶναι ἀνώφελες, αὐτές ὅμως ἐπικερδεῖς. Αὐτή ἡ ζωγραφική δέν χρειάζεται χρώματα, οὔτε ἔξοδα, οὔτε κάποια τέχνη. Ἀλλά γιά ὅλα αὐτά φτάνει νά χρησιμοποιήσει κανείς τήν προθυμία του καί τή γενναία καί νηφάλια σκέψη του καί μ᾽ αὐτή σάν χέρι ἄριστου τεχνίτη νά ζωγραφίσει τίς τιμωρίες τῶν μαρτύρων.

Ἄς ζωγραφίσουμε λοιπόν στή ψυχή μας ἄλλους νά εἶναι στά τηγάνια, ἄλλους ξαπλωμένους σ᾽ ἀναμμένα κάρβουνα, ἄλλους ἀναποδογυρισμένους στά καζάνια, ἄλλους νά καταποντίζονται στή θάλασσα, ἄλλους νά ξεσκίζονται, ἄλλους νά τούς γυρίζουν στόν τροχό, ἄλλους νά τούς ρίχνουν στόν γκρεμό. Ἄλλους πάλι νά παλεύουν μέ θηρία, ἄλλους νά τούς ὁδηγοῦν στό βάραθρο καί ἄλλους ὅπως ἔτυχε ὁ καθένας νά τελειώσει ἡ ζωή του. Ὥστε μέ τήν ποικιλία αὐτῆς τῆς ζωγραφικῆς, ἀφοῦ λαμπροστολίσουμε τό σπίτι τῆς ψυχῆς μας, νά τό κάνουμε κατάλληλο κατάλυμα γιά τό βασιλιά τῶν οὐρανῶν. Γιατί ἄν δεῖ τέτοιες ζωγραφιές στήν ψυχή μας, θά ἔρθει μαζί μέ τόν Πατέρα καί μαζί μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα καί θά κατοικήσει μέσα μας. Καί θά γίνει στή συνέχεια ἡ ψυχή μας βασιλικό παλάτι καί κανένας κακός λογισμός δέν θά μπορέσει νά τήν πατήσει, ἀφοῦ ἡ μνήμη τῶν μαρτύρων, σάν ζωγραφιά θά ὑπάρχει πάντοτε μέσα μας καί θά σκορπᾶ πολλή λάμψη καί θά κατοικεῖ συνεχῶς μέσα μας ὁ βασιλιάς τῶν ὅλων Θεός. Ἔτσι λοιπόν, ἀφοῦ ὑποδεχτοῦμε τό Χριστό ἐδῶ, θά μπορέσουμε μετά τήν ἀναχώρησή μας ἀπό τή γῆ νά Τόν ὑποδεχτοῦμε στίς αἰώνιες κατοικίες μας, τίς ὁποῖες εὔχομαι νά ἐπιτύχουμε ὅλοι μας μέ τή χάρη καί τή φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, διά τοῦ ὁποίου καί μέ τόν ὁποῖο ἀνήκει ἡ δόξα στόν Πατέρα καί στό ἅγιο καί ζωοποιό Πνεῦμα στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Κυριακή των Αγίων Πάντων «Δι΄ ὑπομονῆς τρέχομεν τὸν προκείμενον ἡμῖν ἀγῶνα»

Στὸν ἀγῶνα ποὺ προβάλλει μπροστά μας θὰ πρέπη νὰ τρέξουμε, ἀδελφοί μου, μὲ ἐπιμονὴ καὶ ὑπομονή. Πρίν ἀπὸ μᾶς τὸν τρέξανε τὰ ἑκατομμύρια τῶν ἁγίων καὶ ἡρώων τῆς πίστεως, αὐτοὶ τοὺς ὁποίους γιορτάζει καὶ πανηγυρίζει σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας.
Ἀπόστολοι, Μάρτυρες, Ὁμολογητές, Ἀναχωρητές, Ὅσιοι, Πατέρες τερμάτισαν ἔνδοξα καὶ στεφανωμένοι θριαμβευτὲς μπῆκαν στὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ ἀπολαύσουν «ἃ ὀφθαλμὸς οὐκ εἶδε καὶ οὖς οὐκ ἤκουσε καὶ ἐπὶ καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη». Στὰ ἀχνάρια τους λοιπὸν καὶ ἐμεῖς.Στὸ δρόμο ποὺ χάραξαν ἐκεῖνοι, κάτω ἀπὸ τὴν ἴδια σημαία. Πρωτοπόροι ἐκεῖνοι, στρατιῶτες ἐμεῖς. Σταυροφόροι ἐκεῖνοι, σταυροφόροι καὶ ἐμεῖς. Σὲ ποιοὺς ὅμως ἀγῶνες καὶ πῶς θὰ ἀγωνισθοῦμε;
Ὅταν, ἀδελφοί μου, ὁ θεοκίνητος ἀπόστολος Παῦλος συνιστᾶ καὶ προτρέπει ἀντοχὴ καὶ προσοχὴ στὸν προκείμενο «ἡμῖν ἀγῶνα» δὲν ἐννοεῖ μόνο τοὺς ἀγῶνες τοῦ μαρτυρίου ἀλλὰ προπάντων τοὺς πνευματικούς. Τοὺς δοξασμένους ἀγῶνες γιὰ τὴν κατάκτηση τῆς ἀρετῆς. Ἡ ἁμαρτία μοιάζει μὲ ἀδέξια πινελιὰ ἢ μὲ ἕνα μουτζούρωμα ποὺ χαλάει ὅλον τὸν καλοφτιαγμένο πίνακα. Ἡ ἀδέξια αὐτὴ πινελιὰ προσβάλλει τὸν ἴδιο τὸν τεχνίτη, τὸν Θεό.
Ἡ ἁμαρτία εἶναι θηρίο ἀγριεμένο, θηρίο ποὺ βρυχᾶται στὸ ἐσωτερικὸ τοῦ ἀνθρώπου. Τί μᾶς λέγει ὁ θεῖος Παῦλος περὶ αὐτοῦ; «Βλέπω ἕτερον νόμον ἐν τοῖς μέλεσί μου ἀντιστρατευόμενον τῷ νόμῳ τοῦ νοός μου καὶ αἰχμαλωτίζοντά με ἐν τῷ νόμω τῆς ἁμαρτίας»( Ρωμ. 7, 23).
Εἶναι σαγηνευτικὸ τῆς ἁμαρτίας τὸ τραγούδι. Ὁ ἀγώνας δύσκολος, ὁ πόλεμος σκληρὸς μὰ ἡ νίκη δίνει φτερά. Χειμώνας εἶναι ἡ ἁμαρτία ὅμως «δριμὺς ὁ χειμὼν ἀλλὰ γλυκὺς ὁ παράδεισος». Ἀλλὰ καὶ ἡ νίκη σίγουρη, ἀφοῦ ἡ Γραφὴ μᾶς διαβεβαιώνει «ἕως τοῦ θανάτου ἀγώνισαι, περὶ τῆς ἀληθείας καὶ Κύριος ὁ Θεὸς πολεμήσει ὑπέρ σου» (Σοφ. Σειρ. 4-28).
Ἀδελφοί, τὰ ἡρωϊκὰ καὶ μεγάλα ἔργα ποὺ σφραγίζονται μὲ τὴν ἀθανασία, γίνονται στὸ ἐργαστήριο τῆς ἐπιμονῆς. Ὁ στρατιώτης, γιὰ νὰ νικήση πρέπει νὰ πολεμήση μὲ θάρρος. Ὁ σπουδαστής, γιὰ νὰ ἐπιτύχη καλὲς ἐπιδόσεις, πρέπει νὰ ἱδρώση, νὰ μοχθήση. Ὁ ἐρευνητής, ὁ ἐπιστήμονας, γιὰ νὰ δικαιωθῆ καὶ γιὰ νὰ ἀναγνωρισθῆ, αὐτοθυσιάζεται καὶ ἐπιμένει. Ἂν ἀλήθεια τὰ ἀνθρώπινα ἔργα, γιὰ νὰ φτάσουν τὴν τελειότητα, περνοῦν ἀπὸ τὸ μονοπάτι τῆς ἐπιμονῆς καὶ τοῦ μόχθου, πόσο πιὸ πολὺ συμβαίνει αὐτὸ μὲ τὰ ἔργα τῆς ἀρετῆς. Χρειάζεται ἀγώνας μὲ πεῖσμα, μὲ τὴν ἐλπίδα τῆς νίκης, ἀτενίζοντας πάντα τὸν Ἰησοῦ, τὸν Ἀρχηγὸ καὶ Σωτῆρα μας. «Ὁ ἐχθρὸς ἡμῶν διάβολος» σίγουρα ἔχει τὰ δικά του κάστρα καὶ φρούρια. Ὅμως μὲ τὴν ὑπομονὴ καὶ τὴν ἐπιμονὴ πέφτουν καὶ συντρίβονται. Οἱ μαχητὲς γίνονται νικητὲς καὶ τοῦ διαβόλου καὶ τῶν πειρασμῶν καὶ τοῦ ἑαυτοῦ τους. Δὲν ὑπάρχει πόλεμος χωρὶς κίνδυνο. Ἡ ἐπιτυχία ἐξαρτᾶται πιὸ πολὺ ἀπὸ τὴν ὑπομονὴ καὶ τὴν ἐπιμονὴ γιὰ τὴν ἐκτέλεση μιᾶς πράξης παρὰ ἀπὸ τὴν ἐπιτηδειότητα ἢ δεξιότητα στὴ σύλληψή της. Τίποτα δὲν ἀπαιτεῖ τόσο ὑψηλὸ δυναμικὸ θέλησης ὅσο ἡ κυριαρχία πάνω στὸν ἑαυτό μας καὶ τὰ πάθη μας.
Ἀδελφοί μου, προβάλλουν μπροστά μας ἀγῶνες τιμημένοι, ἀγῶνες Χριστοῦ γιὰ ἀρετὴ καὶ γιὰ νίκη. Ἂς ντυθοῦμε «τὴν πανοπλία τοῦ Θεοῦ» χωρὶς δειλία ἢ ἡττοπάθεια· «Κύριος φωτισμός μου καὶ Σωτήρ μου. Τίνα φοβηθήσομαι; Κύριος ὑπερασπιστὴς τῆς ζωῆς μου ἀπὸ τίνος δειλιάσω;».
Ἐμπρὸς λοιπόν, ἂς γκρεμίσουμε τὸν «παλαιὸ ἄνθρωπο» καὶ ἂς γίνουμε ἥρωες μὲ ἁγιότητα καὶ ἅγιοι μὲ ἡρωϊσμό. Ἀμήν.

Κυριακή των Αγίων Πάντων Αρχιμανδρίτης Μελέτιος Βαδραχάνης



    Διαβάζουμε στην αγία Γραφή ότι ο προφήτης Ηλίας, κάποια στιγμή, νόμισε ότι δεν υπήρχε άλλος άνθρωπος στον κόσμο, εκτός από τον εαυτό του, που να πιστεύει στο Θεό και ν’ αγωνίζεται για το άγιο θέλημά του. Βλέποντας τη γενική κατάπτωση και αποστασία των ανθρώπων του καιρού του απελπίστηκε, απογοητεύτηκε και γεμάτος παράπονο κραύγασε στο Θεό· «Υπολέλειμμαι εγώ μονώτατος» (Γ΄ Βασ. 19,10). Κύριε απέμεινα τελείως μόνος μου· κανένα άλλο δεν βλέπω να πιστεύει στο όνομά σου. Βέβαια ο προφήτης Ηλίας έπεσε έξω στις εκτιμήσεις του. Ο Θεός του απεκάλυψε ότι υπήρχαν 7.000 ακόμη πιστοί, που δεν «έκλιναν γόνυ τω Βάαλ».
    Ανάλογο παράπονο με τον Ηλία θα μπορούσαμε να εκφράσουμε και εμείς οι σύγχρονοι, καταπτοημένοι από την εντυπωσιακή εξάπλωση της αμαρτίας και της προκλητικής καταφρονήσεως του νόμου του Θεού. Αντί όμως ν’ απελπιστούμε, ή και να παρασυρθούμε ακόμη, με τη σκέψη ότι «αφού όλοι έτσι σκέπτονται και ζουν άρα έτσι πρέπει και μεις να σκεπτόμαστε και να ζούμε», θα πρέπει να θυμηθούμε ότι όπως και στην εποχή του Ηλία έτσι και στη δική μας, παρά τη φαινομενική κατάπτωση των ηθών και την απιστία υπάρχουν ακόμη άνθρωποι, που δεν «έκλιναν γόνυ τω Βάαλ». Υπάρχουν όχι απλώς ευσεβείς, αλλά άγιοι μ’ όλη τη σημασία της λέξεως, οι οποίοι όμως είναι άγνωστοι όπως και στην εποχή του Ηλία.Και αυτοί οι άγνωστοι άγιοι είναι ο λόγος που θεσπίστηκε η εορτή των «Αγίων Πάντων».
    Εάν ανοίξουμε το Πεντηκοστάριον, το βιβλίο δηλαδή της Εκκλησίας μας, που περιέχει τους ύμνους των εορτών από την Κυριακή του Πάσχα μέχρι και την Κυριακή των αγίων Πάντων, θα δούμε στο συναξάρι της ημέρας να γράφονται τα εξής·
    Α΄. Ότι οι πατέρες θέσπισαν την εορτή αυτή μια εβδομάδα μετά την πεντηκοστή, για να φανερωθούν στον κόσμο οι καρποί του Αγίου Πνεύματος. Για να φανερωθούν τα χαρίσματα και η δύναμη που μοίρασε ο Παράκλητος στους πιστούς καθιστώντας τους έτσι αγίους. Έτσι βλέπουμε, ήδη από την ημέρα της πεντηκοστής, οι απόστολοι να μιλούν ξένες γλώσσες. Ο Πέτρος ο οποίος απαρνήθηκε τον Χριστό τρεις φορές, τις δύο μάλιστα μπροστά σε δύο υπηρέτριες της αυλής του αρχιερέως, αμέσως μετά την πεντηκοστή, βγάζει την πρώτη ομιλία του και μιλάει για τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, για την θεότητα του Χριστού, ότι αυτός ήταν ο αναμενόμενος Μεσσίας, και ελέγχει τους Ιουδαίους για το ανοσιούργημα που διέπραξαν. Που βρήκε τη δύναμη ο Πέτρος και το θάρρος; Ήταν δωρεά του Αγίου Πνεύματος. Το ίδιο και οι πράξεις των μετέπειτα αγίων. Γι’ αυτό αμέσως μετά την πεντηκοστή εορτάζουμε τους Αγίους Πάντας.
    Β΄. Ένας άλλος λόγος που θεσπίστηκε η εορτή αυτή είναι γιατί επιβαλλόταν όλοι οι άγιοι που τιμώνται χωριστά να συναχθούν σε μία κοινή εορτή, για να φανεί μ’ αυτόν τον τρόπο ότι όλοι μαζί αγωνίστηκαν για το ίδιο πρόσωπο, τον Χριστό, σ’ ένα κοινό στάδιο, το στάδιο της χριστιανικής αρετής, και ενός Θεού δούλοι ήσαν κι απ’ αυτόν αξίως έλαβαν τους στεφάνους της νίκης. Έτσι η κοινή αυτή εορτή είναι μια παρόρμηση αλλά και μια ελπίδα ότι όλοι οι πιστοί αν αγωνισθούν όπως αγωνίστηκαν εκείνοι θ’ απολάβουν κι αυτοί τους στεφάνους της εν Χριστώ νίκης και της κατά Θεόν τελειώσεως. Μας λένε οι Πράξεις των Αποστόλων (1,15) ότι οι πρώτοι πιστοί, 120 τον αριθμόν, όλοι έλαβαν το Άγιο Πνεύμα κατά την ημέρα της πεντηκοστής, και όλοι ζήσανε την εμπειρία της θεώσεως. Συνεπώς η αγιότητα δεν είναι μόνο για κάποιους εκλεκτούς αλλά για όλους τους χριστιανούς.
    Γ΄. Και ένας τελευταίος λόγος που προκάλεσε τη σύσταση της συλλογικής αυτής εορτής είναι ο εξής· Υπάρχουν άγιοι που είναι γνωστοί και τιμώνται με πανηγύρεις από την Εκκλησία. Υπάρχουν όμως και άγιοι άγνωστοι και αφανείς. Κάποιους τους γράφει η ιστορία όλοι τους όμως γράψανε την ιστορία της Εκκλησίας. Αυτούς λοιπόν τους αγνώστους αγίους τους γιορτάζει η Εκκλησία μας με τους γνωστούς μαζί. Κάτι ανάλογο κάνει και η πολιτεία με το «Μνημείο του αγνώστου στρατιώτου».
* * *
    Πολύ βασικός και ενθαρρυντικός ο λόγος ο τελευταίος. Μας αποκαλύπτει αυτό που αποκάλυψε στον Ηλία ο Θεός. Ότι πάντα υπάρχουν άγιοι. Όπως σε μέρη έρημα που δεν υπάρχει ίχνος νερού, εάν κάνουμε γεώτρηση βρίσκουμε νερό, έτσι και στην έρημο της κοινωνίας μας, την κατάξερη από τους ανέμους του υλισμού, της αθεΐας και της απιστίας, υπάρχουν φλέβες αγιότητας μόνο που πρέπει να ψάξουμε να τις βρούμε. Και όχι μόνο άγνωστοι άγιοι αλλά και γνωστοί υπάρχουν. Έτσι στον αιώνα που μας πέρασε έχουμε τον άγιο Σάββα της Καλύμνου, τον άγιο Νεκτάριο την Αίγινας, τους αναρίθμητους αγίους της Ρωσίας, που αγίασαν κατά τους χρόνους που επικράτησε ο άθεος Μαρξισμός.
    Ενώ όμως είναι ενθαρρυντικός ο τελευταίος λόγος της συστάσεως της εορτής, είναι συγχρόνως και ελεγκτικός και αφυπνιστικός για μας τους ράθυμους και ακηδείς. Διότι η ύπαρξη γνωστών και αγνώστων αγίων μας ενθαρρύνει μεν αλλά και μας κρίνει και μας καταδικάζει. Αναφέρει ο ευαγγελιστής Ματθαίος την περίπτωση του πλουσίου νεανίσκου, που δεν μπόρεσε ν’ ακολουθήσει τον Χριστό, γιατί είχε κτήματα πολλά. Ερώτησε τότε ο Πέτρος τον Χριστό· «Ιδού ημείς αφήκαμεν πάντα και ηκολουθήσαμέν σοι· τι άρα έσται ημίν; Ο δε Ιησούς είπεν αυτοίς· αμήν λέγω υμίν ότι υμείς οι ακολουθήσαντές μοι εν τη παλιγγενεσία, όταν καθίση ο υιός του ανθρώπου επι θρόνου δόξης αυτού,καθίσεσθε και υμείς επι δώδεκα θρόνους κρίνοντες τας δώδεκα φυλάς του Ισραήλ (Ματθ. 19,28).
    Θα καθίσουν λοιπόν οι άγιοι και θα μας κρίνουν όπως αναφέρεται και στην Αποκάλυψη (20,4). «Και είδον θρόνους, και εκάθησαν επ’ αυτούς, και κρίμα εδόθη αυτοίς». Ποιοι είναι αυτοί στους οποίους αναφέρεται η Αποκάλυψη; Είναι οι άγιοι που μαρτύρησαν για τον Χριστό. Αυτοί που δεν προσκύνησαν τον διάβολο στις ποικίλες μορφές και εμφανίσεις του και δεν έλαβαν το χάραγμα του αντιχρίστου.
    Πως θα μας κρίνουν οι άγιοι; Όχι ότι θα εκφέρουν δικαστική απόφαση. Κριτής είναι μόνο ο Χριστός. Θα μας κρίνουν όμως με το παράδειγμά τους και την θυσία τους. Λέγει ο Χριστός στο κατά Ματθαίο ευαγγέλιο (12,40-42) ότι στη Β΄ Παρουσία θα κατακρίνουν τη γενιά του Χριστού -που δεν πίστευσε σ’ αυτόν- οι Νινευίτες, διότι επίστευσαν στο κήρυγμα του προφήτη Ιωνά και μετανόησαν. Θα τους κατακρίνει επίσης η βασίλισσα του Σαββά, διότι ήρθε από τα βάθη της γης για να γνωρίσει τον Σολομώντα, που ήταν απλός άνθρωπος, ενώ αυτοί δεν ενδιαφέρθηκαν να γνωρίσουν τον Θεάνθρωπο Χριστόν.
    Να λοιπόν η ενθάρρυνση αλλά και ο έλεγχος και η κρίση των αγίων.
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ Ποιός εἶναι ὁ ἅγιος;


 

Ποιός εἶναι ὁ ἅγιος;

Ἔχει ὀρθά τονιστεῖ ὅτι ἡ σχέση τῆς ἑορτῆς τῆς Πεντηκοστῆς μέ τήν ἑορτή τῶν ῾Αγίων Πάντων στήν ᾽Εκκλησία μας ἀποτελεῖ σχέση αἰτίου καί αἰτιατοῦ, δηλαδή ἐκεῖνο πού δημιουργεῖ τό γεγονός τῆς ἁγιότητας εἶναι τό Πανάγιον Πνεῦμα, τό Ὁποῖο ἀπέστειλε ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ Κύριος ᾽Ιησοῦς Χριστός, μετά τήν ἔνδοξη ἀνάληψή Του εἰς τούς οὐρανούς, τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς. Μέ ἄλλα λόγια οἱ ἅγιοι συνιστοῦν τά ἔργα τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος, κάτι πού μᾶς ὁδηγεῖ στήν κατανόηση ὅτι μιλώντας γιά τούς ἁγίους μιλᾶμε γιά γεγονός πού ὑπερβαίνει τήν ὁριζόντια ἀνθρώπινη μόνο κατανόησή τους. Οἱ ἅγιοι, ὅπως πιστεύουμε ὅτι θά δείξουμε καί στή συνέχεια, φανερώνουν τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο, συνιστοῦν τήν προέκταση τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου μέσα στά πλαίσια τοῦ ἐδῶ καί τοῦ τώρα. Εἶναι οἱ ῾ἐν σαρκί περιπολοῦντες Θεοί᾽, κατά γνωστή ἔκφραση ἐκκλησιαστικοῦ Πατέρα. Ἡ ἑορτή τῶν ἁγίων Πάντων λοιπόν θέτει κάθε φορά αὐτό τό ἐρώτημα, τό ὁποῖο ὁ χριστιανός πρέπει νά τό θέτει καί στόν ἑαυτό του: ῾Ποιός εἶναι ὁ ἅγιος;᾽ Νά ἐξηγήσουμε λίγο περισσότερο τήν παραπάνω περί ἁγίων τοποθέτηση. 

Κατά πρῶτον θά πρέπει νά ὑπερβοῦμε τήν ἁπλή ἀντίληψη πολλῶν συνανθρώπων μας, ἀκόμη καί χριστιανῶν, πού τήν ἁγιότητα τήν ἐξαρτοῦν ἀπό συνθῆκες μόνον τοπικές, δηλαδή ὅτι ἕνα συγκεκριμένο πλαίσιο ζωῆς ὁδηγεῖ καί στήν ἁγιότητα, εἴτε μέ τήν ἔννοια ὅτι ἅγιος γίνεται ἐκεῖνος πού ἀπομακρύνεται ἀπό τόν κόσμο, σάν ἕνα εἶδος ὑπερανθρώπου ἀσκητῆ, εἴτε μέ τήν ἔννοια ἐκείνου πού ἀγωνίζεται μέσα στόν κόσμο, σάν ἕνα εἶδος κοινωνικοῦ ἐργάτη. Ὁ ἅγιος εἶναι πέρα ἀπό τέτοιες ἁπλουστεύσεις καί ῾ἀγκυλώματα᾽. Ὅπως τό ὑπονοήσαμε καί παραπάνω καί τό τονίζει διαρκῶς ἡ ἐκκλησιαστική μας παράδοση, ἅγιος εἶναι ἁπλῶς ὁ συνεπής πιστός: αὐτός πού προσπαθεῖ νά ζεῖ σωστά ὡς μέλος τῆς ᾽Εκκλησίας, πού σημαίνει προσπαθεῖ νά κρατάει ἀνοιχτή τή θύρα τῆς ψυχῆς του ἀπέναντι στόν Θεό καί τόν συνάνθρωπο. Κι αὐτό μπορεῖ νά γίνει εἴτε κανείς πηγαίνοντας σ᾽ ἕνα μοναστήρι εἴτε μένοντας στόν κόσμο, διότι ἀκριβῶς τό ζητούμενο εἶναι ἡ διακράτηση τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ πού ὁ ἄνθρωπος παίρνει μέ τήν εἴσοδό του στήν ᾽Εκκλησία διά τοῦ ἁγίου βαπτίσματος καί τοῦ ἁγίου χρίσματος καί ὄχι ὁ τόπος στόν ὁποῖο κάποιος θά ἐπιλέξει νά μείνει.

 Ὁ πιστός λοιπόν χριστιανός, πού λειτουργεῖται καί λειτουργεῖ στό σῶμα τῆς ᾽Εκκλησίας, εἶναι ὁ ἅγιος. Γι᾽ αὐτό καί στούς πρώτους χριστιανικούς αἰῶνες ἡ λέξη ῾ἅγιος᾽ ἦταν ἡ φυσιολογική προσφώνηση γιά τούς χριστιανούς. Καί τί σημαίνει χριστιανός; Ὅπως ἐπιγραμματικά μᾶς τό λέει καί ὁ ἅγιος ᾽Ιωάννης τῆς Κλίμακος ῾Χριστιανός ἐστι μίμημα Χριστοῦ κατά τό δυνατόν ἀνθρώπῳ᾽. Χριστιανός εἶναι ὅποιος ῾μιμεῖται᾽ τόν Χριστό, μέσα στά πλαίσια τῶν ἀνθρωπίνων δυνατοτήτων. Συνεπῶς ἅγιος εἶναι καί γίνεται κάθε χριστιανός πού βαδίζει πάνω στά χνάρια τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ, αὐτός πού ἀκολουθεῖ τόν Χριστό, ὅπως διαρκῶς τό ζητοῦσε ὁ ῎Ιδιος - ῾ἀκολούθει μοι᾽ (Ματθ. 8, 22 κ.ἀ.) ἦταν πάντοτε ἡ κλήση Του πρός κάθε μαθητή Του – κι ὅπως προέτρεπαν στή συνέχεια καί οἱ μαθητές τοῦ Χριστοῦ ὅλους τούς ἀνθρώπους:῾ἐν αὐτῷ περιπατεῖτε᾽ (Κολ. 2, 6). Τό ἴδιο ἀκριβῶς ἐπισημαίνουμε καί στό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα τῆς σημερινῆς Κυριακῆς: ῾ἰδού ἡμεῖς ἀφήκαμεν πάντα καί ἠκολουθήσαμέν σοι᾽ (Ματθ. 19, 27).

Ἡ ἀκολουθία αὐτή τοῦ Χριστοῦ δημιουργεῖ σχέση φιλίας καί ἀγάπης ἀνάμεσα στόν Χριστό καί τούς πιστούς καί ἐξηγεῖ, ἀφενός, τή δύναμη τήν ὁποία ἔχουν στόν κόσμο, δύναμη στήν πραγματικότητα τοῦ Θεοῦ πού ἐνεργεῖ μέσω αὐτῶν, καί, ἀφετέρου, τήν τιμή, τήν ὁποία ἀπολαμβάνουν στήν ᾽Εκκλησία μας, κάτι πού δέν φαίνεται νά κατανοοῦν ὁρισμένες ὁμάδες αἱρετικῶν, γιατί ἀκριβῶς δέν ἔχουν ὀρθές θεολογικές προϋποθέσεις, μή ἀποδεχόμενοι δηλαδή τό μυστήριο τῆς σχέσης ταύτισης πού δημιουργεῖ ὁ Χριστός μέ τούς ἴδιους τούς πιστούς Του. ῾Ὑμεῖς φίλοί μού ἐστε, ἐάν ποιῆτε ὅσα ἐντέλλομαι ὑμῖν᾽ (᾽Ιωάν. 15, 14), εἶπε ὁ Κύριος, ῾ἐγώ εἰμι ἡ ἄμπελος, ὑμεῖς τά κλήματα᾽ (15,5 ), ἐνῶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος τονίζει τό ἀποτέλεσμα τῆς σχέσης μέ τόν Χριστό: ῾πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ᾽ (Φιλ. 4, 13). Μέ τούς ὅρους αὐτούς, χαρακτηριστικά τοῦ ἁγίου, ὅπως τά ἐπισημαίνουμε γενικῶς ἀπό αὐτά πού ἔχει πεῖ ὁ Κύριος καί ἔχουν διδάξει οἱ ἀπόστολοι, εἶναι ἡ πίστη καί ἡ ὑπακοή στόν Θεό, ἡ χωρίς ὅρια ἀγάπη στόν συνάνθρωπο, ἡ ταπείνωση, ὡς συναίσθηση τῆς μηδαμινότητας καί ἁμαρτωλότητας τοῦ ἑαυτοῦ.

Ὁ ἅγιος ἑπομένως δέν εἶναι μία αὐτονομημένη καί ἀτομοκεντρική ὕπαρξη. ᾽Αντιθέτως, εἶναι ὁ πλήρως ἐξαρτημένος ἀπό τόν Θεό, αὐτός πού ἀναφέρει ῾ἑαυτόν καί ἀλλήλους καί πᾶσαν τήν ζωήν αὐτοῦ Χριστῷ τῷ Θεῷ᾽. ῞Αγιος μ᾽ ἕναν λόγον εἶναι, ὅπως ἤδη εἴπαμε, ὁ ἐνεργούμενος ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἐνέργεια αὐτή τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ ὅμως ἐξαρτᾶται ἀπό τή δεκτικότητα τοῦ ἀνθρώπου. ᾽Ανάλογα μέ τή δεκτικότητα αὐτοῦ, ἄρα ὄχι ἀπό τήν προσφορά τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος, ἡ ὁποία εἶναι χωρίς ὅρια - ῾οὐκ ἐκ μέτρου δίδωσιν ὁ Θεός τό Πνεῦμα᾽ (᾽Ιωάν. 3, 34) – λαμβάνει ὁ πιστός τή χάρη τοῦ Θεοῦ, πού θά πεῖ ὅτι ὁ ἄνθρωπος εὐθύνεται ἀποκλειστικά γιά τήν πνευματική του κατάσταση. ῎Ανθρωπος πού ἀνταποκρίνεται ἐν ἀγάπῃ πρός τό ἄνοιγμα ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, ῾βλέπει᾽ πλούσια καί τή χάρη τοῦ Θεοῦ στήν ὕπαρξή του. ῎Ανθρωπος, ἀπό τήν ἄλλη, πού διστάζει καί ἀπιστεῖ πρός αὐτήν τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, βιώνει τήν ἀπουσία τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ ἤ τήν ὀλιγότητά της στήν ὕπαρξή του. Κι αὐτό αἰτιολογεῖ καί τή διαβάθμιση πού ὑπάρχει στήν ἁγιότητα. Δέν εἶναι ὅλοι οἱ ἅγιοι στό ἴδιο ὕψος ἁγιότητας. ῾᾽Αστήρ ἀστέρος διαφέρει᾽ (Α´ Κορ. 15, 41) βεβαιώνει ὁ ἀπόστολος, ἐνῶ καί ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μᾶς ἀποκάλυψε ὅτι ῾ἐν τῷ οἴκῳ τοῦ πατρός του πολλαί μοναί εἰσι᾽ (᾽Ιωάν, 14, 2). Ὑπάρχει, λοιπόν, ὅπως πολύ ὀρθά ἔχει εἰπωθεῖ ῾ἅγιος μέ ἄλφα μικρό καί ῞Αγιος μέ ἄλφα κεφαλαῖο᾽.

Τί προσδιορίζει τή δεκτικότητα τοῦ ἀνθρώπου γιά τήν ὁποία μιλᾶμε; ᾽Από τί ἐξαρτᾶται αὐτή; Κατά τήν πίστη μας, ἀπό τόν βαθμό τῆς ταπείνωσης τοῦ ἀνθρώπου. Ὅσο πιό μεγάλη εἶναι ἡ ταπείνωση, τόσο μεγαλύτερος εἶναι ὁ χῶρος πού ἀνοίγεται στήν καρδιά του γιά τή λήψη τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Ὅσο λιγότερη ταπείνωση ὑπάρχει, τόσο καί λιγότερο Πνεῦμα Θεοῦ δέχεται ἡ ὕπαρξή του. Καί τοῦτο γιατί ῾ὁ Θεός ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δέ δίδωσι χάριν᾽ (Α´Πέτρ. 5,5). Κι εἶναι εὐνόητο: ἡ ἀνυπαρξία τῆς ταπείνωσης δηλώνει τήν ὑπερηφάνεια καί τόν ἐγωϊσμό τοῦ ἀνθρώπου, ἄρα καί τήν ἔλλειψη στήν καρδιά του χώρου γιά τόν Θεό. Τό ἀνθρώπινο ἐγώ εἶναι ἀδηφάγο καί κυριαρχικό. Ποῦ νά σταθεῖ λοιπόν ἐκεῖ ὁ Θεός; ῎Ετσι ἡ ταπείνωση, ὡς ἀγώνας ἐξαλείψεως τοῦ ἐγωϊσμοῦ καί δημιουργίας συνθηκῶν ἀγάπης, ῾συντονίζει᾽ τόν ἄνθρωπο μέ τόν Θεό, φανερώνει δηλαδή καί τόν βαθμό κάθαρσης τῆς καρδιᾶς του, γι᾽ αὐτό καί ἡ ταπείνωση θεωρεῖται κατά τούς ἁγίους μας καί τό κριτήριο γιά τή γνησιότητα τῆς πίστης στόν Θεό καί τῆς ἀγάπης πρός τόν συνάνθρωπο. Μέ ἄλλα λόγια, βάση ὅλων τῶν ἀρετῶν - ἡ πίστη καί ἡ ἀγάπη χαρακτηρίζονται ὡς ἡ συμπύκνωση ὅλων τῶν ἀρετῶν – θεωρεῖται ἡ ταπείνωση. Ἡ ταπείνωση εἶναι τελικῶς τό κριτήριο τῆς ἁγιότητος.

 ῾Κάποτε – μᾶς διηγεῖται ἡ ἀσκητική παράδοση τῆς ᾽Εκκλησίας -ἐπισκέφθηκαν τόν ἅγιο ᾽Αντώνιο ὁρισμένοι μοναχοί. Εἶχαν μεταξύ τους καί ἕναν νεαρό μοναχό, πού τόν ἐπαίνεσαν ὡς καλό ἀδελφό. Ὁ ᾽Αντώνιος τόν πρόσβαλε ἐπίτηδες καί διαπίστωσε ὅτι ἐκεῖνος ἀντέδρασε καί ἄρχισε τίς δικαιολογίες. Τότε ὁ ᾽Αντώνιος τόν συμβούλευσε νά προσέχει, γιατί ἐξωτερικά μέν φαίνεται ὡς ὡραία πόλη, πού ὅμως τή λυμαίνονται ἀπό πίσω ληστές᾽. Οἱ δικαιολογίες δηλαδή τοῦ νεαροῦ μοναχοῦ ἦταν καίριο σημάδι γιά τόν ὅσιο ὅτι αὐτός δούλευε ἀκόμη στόν ἐγωϊσμό του, ἀφοῦ εἶναι γνωστό ὅτι ὁ ταπεινός ἄνθρωπος ἀποφεύγει τίς δικαιολογίες, συχνά κι ἄν ἀκόμη ἔχει δίκιο.

 ῞Αγιος λοιπόν δέν εἶναι τόσο ὁ ἐνάρετος, ὅσο ὁ ταπεινός. ᾽Αρετή χωρίς ταπείνωση δέν σημαίνει τίποτε. ῾᾽Απούσης ταπεινοφροσύνης πάντα τά ἡμέτερα ἕωλα᾽ σημειώνει καί πάλι ὁ τῆς Κλίμακος ἅγιος. ᾽Ενάρετοι μπορεῖ νά βρεθοῦν σέ πολλούς χώρους, ἀκόμη καί ἐξωχριστιανικούς, μά ταπεινοί μόνο στό χῶρο τοῦ χριστιανισμοῦ καί μάλιστα στήν ᾽Ορθόδοξη ᾽Εκκλησία. ῾Ἡ ταπείνωση εἶναι κατόρθωμα μόνον τῶν ὀρθοδόξων. Στούς ἑτεροδόξους, ὅσο καί νά ψάξεις, δέν πρόκειται ποτέ νά τήν βρεῖς᾽ (᾽Ιωάννης Κλίμακος). Βεβαίως, ὁ ταπεινός, ὅπως εἴπαμε, εἶναι γεμᾶτος ἀπό ἀρετές, γιά τίς ὁποῖες ὅμως δέν καυχιέται, γιατί τίς ἀνάγει στόν χορηγό αὐτῶν, τόν ἴδιο τόν Θεό. Ἡ ἀρετή δηλαδή εἶναι καρπός τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ καί ὄχι μίας δικῆς του αὐτονομημένης προσπάθειας.

Μετά τά παραπάνω εἶναι πιά πασιφανές ὅτι δέν ὑπάρχει ἰδιαίτερη ὁμάδα ἀνθρώπων, γιά τήν ὁποία καί μόνο νά θεωρεῖται προνόμιο ἡ ἁγιότητα. Τό νά γίνουμε ἅγιοι εἶναι ἐντολή καί προτροπή τοῦ Κυρίου γιά ὅλους μας. ῾῞Αγιοι γίνεσθε, ὅτι ἐγώ ἅγιός εἰμι᾽ (Α´ Πέτρ. 1,16). ῾Ο εἰκονισμός τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο εἶναι ἡ θεολογική βάση γι᾽ αὐτόν τόν κοινό κλῆρο. ῾῞Α λέγω ὑμῖν, πᾶσι λέγω᾽ (Μάρκ. 13, 37) βεβαίωνε ὁ Κύριος ἐπίσης τούς μαθητές Του. ῞Ολοι λοιπόν εἴμαστε κλημένοι στήν ἁγιότητα. Οἱ ἀποστροφές: ῾Αὐτά εἶναι γιά τούς καλόγερους καί τούς παπάδες᾽ ἤ ῾ἅγιοι θά γίνουμε;᾽ εἶναι διαστροφές καί δείχνουν, τό λιγότερο, ἀνευθυνότητα καί ἄγνοια τῆς Γραφῆς καί τῆς Παράδοσης τῆς ᾽Εκκλησίας μας. Βεβαίως, χρειάζεται καί πάλι νά τονιστεῖ ὅτι πηγή τῆς ἁγιότητας εἶναι ὁ Τριαδικός Θεός καί χῶρος φανέρωσής της ἡ ᾽Εκκλησία. ᾽Εμεῖς μόνον κατά μετοχή στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ μποροῦμε νά γίνουμε ἅγιοι. ῾Εἷς ἅγιος, εἷς Κύριος, ᾽Ιησοῦς Χριστός᾽ ψέλνουμε στή Θεία Λειτουργία, ἐνῶ ὁμολογοῦμε στό Σύμβολο τῆς Πίστεως ὅτι πιστεύουμε ῾εἰς μίαν, ἁγίαν, καθολικήν καί ἀποστολικήν ᾽Εκκλησίαν᾽. ᾽Επειδή δηλαδή εἶναι ἁγία ἡ κεφαλή ὀντολογικά, γι᾽ αὐτό καί ἐμεῖς ὡς ἐνταγμένα στό σῶμα μέλη γινόμαστε ἅγιοι.

 Ἡ ἁγιότητα ἔτσι ὡς ζωντανή σχέση προσώπων, Θεοῦ καί ἀνθρώπου, δέν κρίνεται ἀπό ἐξωτερικά τυπικά σημεῖα: ἐνδυμασία, κόμμωση κλπ. ῎Αν κρινόταν ἔτσι, δέν θά ἐπρόκειτο γιά ζωντανή πραγματική σχέση, ἀλλά γιά νομική –τυπική. Εἶναι πολύ γνωστό τό πρωτοχριστιανικό κείμενο τῆς ἐπιστολῆς πρός Διόγνητον, πού τονίζει πολύ καθαρά τήν πραγματικότητα αὐτή. ῾Οἱ χριστιανοί δέν διαφέρουν ἀπό τούς ἄλλους ἀνθρώπους οὔτε στήν ἐπίγεια πατρίδα οὔτε στήν ὁμιλία οὔτε στά ἔθιμα. Γιατί πουθενά δέν κατοικοῦν σέ ἰδιαίτερες πόλεις οὔτε χρησιμοποιοῦν κάποια διαφορετική γλῶσσα... Πλήν ὅμως, ἐνῶ κατοικοῦν σέ πόλεις ἑλληνικές καί βαρβαρικές - ἐκεῖ πού βρέθηκε ὁ καθένας – καί ἀκολουθοῦν τά ἐγχώρια ἔθιμα στήν ἐνδυμασία, τή διατροφή καί τίς ἄλλες πλευρές τῆς ζωῆς, ὁ τρόπος τῆς ζωῆς τους εἶναι στ᾽ ἀλήθεια θαυμαστός καί παράδοξος᾽.

᾽Εν τέλει: ὁ ἅγιος εἶναι ὁ ὁρατός τόπος πού φανερώνεται ὁ Θεός στόν κόσμο, εἶναι ἡ αἰσθητή παρουσία τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Τόν Θεό ἔτσι Τόν βρίσκουμε στά πρόσωπα τῶν ἁγίων Του, πού καί σήμερα ὑπάρχουν πάρα πολλοί, ἀρκεῖ νά ἔχουμε ἀνοικτά τά μάτια τῆς ψυχῆς μας, γιά νά τούς ῾ἀφουγκραζόμαστε᾽. ῎Αν ὁ ἀρχαῖος ῞Ελληνας φιλόσοφος ῾Ηράκλειτος εἶχε ἐπισημάνει ὅτι ῾ἡ ἀλήθεια κρύπτεσθαι φιλεῖ᾽: ἡ ἀλήθεια ἀγαπᾶ νά κρύβεται, πολύ περισσότερο τοῦτο ἰσχύει στή χριστιανική μας πίστη. Ἡ ἁγιότητα δηλαδή δέν εἶναι ἕνα προϊόν πρός διαφήμιση, ἀλλά μία ἐσωτερική πραγματικότητα τῆς καρδιᾶς, πού τήν φανερώνει ὁ Θεός στόν κόσμο μέ τόν τρόπο πού ᾽Εκεῖνος ἐπιλέγει. Ἡ Κυριακή τῶν ἁγίων Πάντων ἔτσι μᾶς προβληματίζει κάθε φορά πάνω στήν κλήση μας αὐτή τῆς ἁγιότητας, χωρίς τήν ὁποία δέν πρόκειται κανείς νά δεῖ τόν Κύριο (πρβλ. ῾Εβρ. 12,14 ). ᾽Ιδιαιτέρως σήμερα, μέ ὅ,τι συμβαίνει στόν κόσμο καί τήν πατρίδα μας, ἡ ἁγιότητα ὡς προοπτική καί σκοπός μας εἶναι ὅ,τι πιό ἀπαραίτητο μπορεῖ νά ὑπάρξει γιά ἐμᾶς. Εἶναι ἡ μόνη ἐλπίδα στή ζωή μας.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ (7-6-2015) εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Κυθήρων



agioi_pantes_


ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ

7-6-2015
ΓΡΑΠΤΟΝ ΘΕΙΟΝ ΚΗΡΥΓΜΑ
 
(Κατά Ματθαῖον ι' 32-33, 37-38 καί 27-30)
Μετά τήν Κυριακήν τῆς Πεντηκοστῆς ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία τιμᾶ τούς Ἁγίους Πάντες. Δηλαδή, ὅλους μαζί τούς ἁγίους καί ἁγίες μας, ὁσίους καί μάρτυρες, ἱερεῖς καί λαϊκούς καί μοναχούς ἁγίους, διότι ἐκεῖνοι οἱ ἅγιοι ἀπό τῆς ἱδρύσεως τῆς Ἐκκλησίας μας (Πεντηκοστή) μέχρι καί τῆς συντελείας ἔγιναν καί θά γίνονται θεοφόροι, ἀφοῦ ἔγιναν δοχεῖα τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ, ὅπως καί οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι κατά τήν ὥραν τῆς Πεντηκοστῆς. Μέ τήν σημερινή αὐτή ἑορτή ἡ Ἐκκλησία μας μᾶς τονίζει ὅτι ἡ Πεντηκοστή δέν εἶναι ἕνα γεγονός πού κάποτε ἔγινε καί πέρασε, ἀλλά ἕνα διαρκές παρόν. Ἀφοῦ οἱ ἅγιοι μας, μέ τήν χάρη πού ἔλαβαν ὅλοι ἀπό τόν Θεό, αὐτό ἀκριβῶς τό διαρκές παρόν τῆς Πεντηκοστῆς ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ μαρτυροῦν.
Τί σημαίνει ὅμως, ἀδελφοί μου, ἅγιος; Στήν καθημερινή μας ἐπικοινωνιολογία συχνά χρησιμοποιοῦμε τήν λέξη ἅγιος γιά νά δείξουμε ἀκριβῶς τήν καλωσύνη κάποιου ἀνθρώπου. Ὅμως, ἀπό τήν Ἁγία Γραφή (Π.Δ. καί Κ.Δ.) μαθαίνουμε ὅτι ἡ ἁγιότητα δέν εἶναι ἀπλῶς μία καλωσύνη καί ὁ ἅγιος ἕνας καλός ἄνθρωπος, ἀλλά τό τελευταῖο (μεγαλύτερο) πνευματικό σκαλοπάτι τῶν ἀρετῶν. Εἶναι τό πνευματικό στάδιο τῆς τελειώσεως, πού ὀνομάζεται θέωσις.
Πῶς ὅμως κατορθοῦται αὐτό τό πνευματικό στάδιο τῆς θεώσεως;
Αὐτό μᾶς τό διδάσκει ἤδη τό ἱερόν Εὐαγγέλιον καί τοῦ Ὄρθρου καί τῆς Θείας Λειτουργίας. «Ὃ λέγω ὑμῖν ἐν τῇ σκοτίᾳ, εἴπατε ἐν τῷ φωτί. Καὶ ὅ εἰς τὸ οὖς ἀκούετε, κηρύξατε ἐπὶ τῶν δωμάτων». «.... μὴ φοβηθῆτε ἀπὸ τῶν ἀποκτεινόντων τὸ σῶμα ...  φοβεῖσθε δὲ μᾶλλον τὸν δυνάμενον καὶ ψυχὴν καὶ σῶμα ἀπολέσαι ἐν γεέννῃ».
Ἀρχικά, δηλαδή, ὁ Χριστός μας, μᾶς ἀναφέρει ρητῶς ὅτι θά πρέπει ὅλοι ἐμεῖς οἱ βεβαπτισμένοι Χριστιανοί νά κηρύξουμε μέ στόμα καί ψυχή καί ἰδιαιτέρως μέ τό καλό παράδειγμά μας τόν λόγο τοῦ Χριστοῦ παντοῦ. Ἡ ζωή μας νά εὐωδιάζει Χριστό. Ἡ ὑπόστασή μας νά μιλάει ἀπό μόνη της (μέ τίς ἀρετές πού πρέπει νά ἔχουμε) γιά τόν Κύριό μας τόν Ἰησοῦ Χριστό. Καί νά μήν φοβόμαστε στίς καθημερινές προκλήσεις τῆς ζωῆς, οὔτε ἀκόμα καί στό μαρτύριο. Ἀλλά, περισσότερο νά φοβόμαστε τήν αἰώνια καταδίκη. Τήν αἰώνια κόλαση. Καί ἀλλοῦ λέγει πάλι ὁ Κύριός μας : «Πᾶς οὖν ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοὶ ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω κἀγώ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ Πατρὸς μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς ... ὅς οὐ λαμβάνει τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθεῖ ὀπίσω μου οὐκ ἔστι μου ἄξιος».
Δηλαδή μᾶς ζητᾶ ὁ Κύριός μας μέ τήν ἴδια μας τήν ὕπαρξη νά τόν ὁμολογοῦμε μέ παρρησία παντοῦ ὡς τόν μόνον ἀληθινόν Θεόν, διότι αὐτός πού θά φοβηθῆ νά τόν ὁμολογήσει ὡς Σωτήρα καί Κύριο καί δέν θά σταυρωθεῖ κι αὐτός μαζί μέ τόν Χριστό ὡς πρός τόν παλαιό ἄνθρωπο καί τήν ἁμαρτία δέν θά κερδίσει τήν αἰώνια ζωή. Ἄρα, λοιπόν, ὅλοι οἱ ἅγιοι (ἅγιοι Πάντες) ἐφάρμοσαν ὅλα ὅσα ζητᾶ ὁ Κύριός μας, ἔζησαν ἐν Χριστῷ Ἀναστάντι, γι' αὐτό καί τόν ὁμολόγησαν παντοῦ μέ ὅλη τους τήν ὕπαρξη. Γι αὐτό καί ἁγίασαν. Ἄς κάνουμε καί ἐμεῖς αὐτό πού ἔκαναν οἱ ἅγιοί μας καί ὁ μισθός ἡμῶν θά εἶναι πολύς ἐν τῷ οὐρανῷ. Ἀμήν. 
   π. Νικ. Ζουναρέλης

ΚΥΡΙΑΚΗ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ 7-6-2015 Εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Κηφισίας ,Αμαρουσίου & Ωρωπού

Σήμερα ἀκούσαμε τὸν Ἀπόστολο Παῦλο νὰ μᾶς λέει: Ἀδελφοί, οἱ ἅγιοι Πάντες μὲ τὴν πίστη κατατρόπωσαν βασίλεια, ἐπέβαλαν τὸ δίκαιο, πέτυχαν τὴν πραγματοποίηση τῶν ὑποσχέσεων τοῦ Θεοῦ, ἔφραξαν στόματα λεόντων, ἔσβησαν τὴ δύναμη τῆς φωτιᾶς, διέφυγαν τὴ σφαγή, ἔγιναν ἀπὸ ἀδύνατοι ἰσχυροί, ἀναδείχτηκαν ἥρωες στὸν πόλεμο, ἔτρεψαν σὲ φυγὴ ἐχθρικὰ στρατεύματα, γυναῖκες ξαναπῆραν πίσω στὴ ζωὴ τοὺς ἀνθρώπους τους, κι ἄλλοι βασανίστηκαν ὡς τὸ θάνατο, χωρὶς νὰ δεχθοῦν τὴν ἀπελευθέρωσή τους, γιατί πίστευαν ὅτι μποροῦσαν νὰ ἀναστηθοῦν σὲ μιὰ καλύτερη ζωή. Ἄλλοι δοκίμασαν ἐξευτελισμοὺς καὶ μαστιγώσεις, ἀκόμη καὶ δεσμὰ καὶ φυλακίσεις. Λιθοβολήθηκαν, πριονίσθηκαν, πέρασαν δοκιμασίες, θανατώθηκαν μὲ μάχαιρα, περιπλανήθηκαν ντυμένοι μὲ προβιὲς καὶ κατσικίσια δέρματα, ἔζησαν σὲ στερήσεις, ὑπέφεραν καταπιέσεις, θλίψεις καὶ κακουχίες· ὁ κόσμος δὲν ἦταν ἄξιος νὰ ’χει τέτοιους ἀνθρώπους. Πλανήθηκαν σ’ ἐρημιὲς καὶ βουνά, σὲ σπηλιὲς καὶ σὲ τρύπες τῆς γῆς. Ὅλοι οἱ παραπάνω, παρὰ τὴν καλὴ μαρτυρία τῆς πίστης τους, δὲν πῆραν ὅ,τι τοὺς ὑποσχέθηκε ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος εἶχε προβλέψει κάτι καλύτερο γιά μᾶς, ἔτσι ὥστε νὰ μὴν φθάσουν ἐκεῖνοι στὴν τελειότητα χωρὶς ἐμᾶς. Ἔχοντας, λοιπόν, γύρω μας τόσο μεγάλη στρατιὰ Μαρτύρων, ἂς τινάξουμε ἀπὸ πάνω μας κάθε φορτίο καὶ τὴν ἁμαρτία ποὺ εὔκολα μᾶς ἐμπλέκει, κι ἂς τρέχουμε μὲ ὑπομονὴ τὸ ἀγώνισμα τοῦ δύσκολου δρόμου ποὺ ἔχουμε μπροστά μας. Ἂς ἔχουμε τὰ μάτια μας προσηλωμένα στὸν Ἰησοῦ, ποὺ μᾶς ἔδωσε τὴν πίστη, τὴν ὁποία καὶ τελειοποιεῖ.                                                                                 
  Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἀναφέρεται ἐδῶ στοὺς πολυποίκιλους ἀγῶνες καὶ στὰ μαρτύρια ποὺ οἱ δίκαιοι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ὑπέστησαν ἐξαιτίας τῆς πίστης τους στὸν ἀληθινὸ Θεό, ἀλλὰ ταυτόχρονα, ἐπειδὴ ἦταν ὁπλισμένοι μ’ αὐτήν, ἀντλοῦσαν δύναμη γιὰ νὰ ἐπιτύχουν τὰ ὅσα θαυμαστὰ περιγράφονται στὴν περικοπή. Ἡ ἐπιτυχημένη εἰκόνα τοῦ νέφους δηλώνει τόσο τὸ μεγάλο πλῆθος τῶν δικαίων ἀνδρῶν, ὅσο καὶ τὸ ρόλο ποὺ διαδραματίζουν στὴ ζωὴ τοῦ κάθε πιστοῦ. Τὰ νέφη δίνουν σκιὰ καὶ φέρνουν δροσιά· οἱ Ἅγιοι δροσίζουν στὸν καύσωνα τῆς ἁμαρτίας. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἀναφέρει χαρακτηριστικά: «Ἡ μνήμη τῶν ἁγίων ἐκείνων ἀνδρῶν, ὡς νέφος θὰ σκιάζει ἐκεῖνον ποὺ φλέγεται ἀπὸ θερμοτερη ἀκτίνα· ἔτσι ἀνασταίνει καὶ ἀναζωογονεῖ τὴν ψυχή, ποὺ εἶναι ἀποκαμωμένη ἀπὸ τὶς δυστυχίες…» (Ὁμιλία 28). Ἐπίσης, τὰ νέφη γίνονται βροχή, ποτίζουν τὴ γῆ καὶ ἔτσι τὰ φυτὰ καὶ τὰ δέντρα δίνουν καρποὺς καὶ ἀνθούς. Κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο, ὅλοι ἐμεῖς οἱ Χριστιανοὶ ἀναθάλλουμε μὲ τὸ παράδειγμα καὶ τὶς πρεσβεῖες τῶν Ἁγίων καὶ ἔχουμε ἔτσι τὴ δυνατότητα πνευματικῆς καρποφορίας. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος συνιστᾶ σὲ μᾶς νὰ τινάξουμε ἀπὸ πάνω μας κάθε φορτίο καὶ τὴν ἁμαρτία καὶ νὰ τρέχουμε μὲ ὑπομονὴ τὸ ἀγώνισμα τοῦ δύσκολου δρόμου ποὺ ἔχουμε μπροστά μας. Εἶναι φανερὸ πὼς ὁ Ἀπόστολος χρησιμοποιεῖ εἰκόνες ἀπὸ τὸ χῶρο τοῦ ἀθλητισμοῦ: ἐκεῖ οἱ ἀθλητὲς ἔβγαζαν ἀπὸ πάνω τους κάθε περιττὸ ἔνδυμα, ἔτσι ὥστε νὰ εἶναι πιὸ ἐλεύθεροι καὶ εὐκίνητοι κατὰ τοὺς ἀγῶνες. Κάθε χριστιανὸς καλεῖται νὰ πράξει κάτι παρόμοιο, ἀφοῦ ἐπιβάλλεται νὰ πετάξει ἀπὸ πάνω του κάθε τι ποὺ θὰ τὸν ἐμπόδιζε στὴν πνευματικὴ ζωή, ὅπως π.χ. τὴν ἀπιστία, τὴ φιληδονία, τὸν ἐγωκεντρισμό, τὴ νωθρότητα καὶ τὴν προσκόλληση στὰ γήινα πράγματα. Εἶναι χαρακτηριστικὸ πῶς ὁ Ἀπόστολος χαρακτηρίζει τὴν ἁμαρτία ὡς «εὐπερίστατον», ἐπειδὴ χωρὶς καλὰ-καλὰ νὰ τὸ καταλάβουμε μᾶς αἰχμαλωτίζει στὰ δίκτυά της. Χρειάζεται ἔτσι μὲ ὑπομονή, ἐπιμονή, νήψη καὶ θυσιαστικὸ πνεῦμα νὰ ἀγωνιζόμαστε στὸν πνευματικὸ ἀγῶνα.
Ἡ πολυπρόσωπη κρίση ποὺ σήμερα βιώνουμε ὠθεῖ τὸν ἄνθρωπο σὲ ἔντονες ὑπαρξιακὲς ἀναζητήσεις καὶ σὲ ἀπεγνωσμένες προσπάθειες ἀνεύρεσης αὐθεντικῶν στηριγμάτων καὶ προτύπων πρὸς μίμηση. Οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας ἀποτελοῦν ἀναμφίβολα γιὰ τὸ σύγχρονο ἄνθρωπο τοὺς φωτεινοὺς ὁδοδεῖκτες γιὰ τὴν ἀνεύρεση τοῦ πραγματικοῦ νοήματος τῆς ζωῆς καὶ γιὰ τὴν πορεία ἀπὸ τὸ κατ’ εἰκόνα στὸ καθ’ ὁμοίωσιν, ὥστε νὰ ἔχουμε αὐτὸ ποὺ πραγματικὰ μᾶς ἀξίζει καὶ νὰ νιώθουμε τὴν πληρότητα στὰ ἔγκατα τῆς ὕπαρξής μας. Μελετώντας τοὺς βίους τῶν Ἁγίων, παρατηροῦμε πὼς ἡ ἁγιότητα δὲν ἔχει μιὰ μοναδικὴ καὶ συγκεκριμένη συνταγὴ ποὺ συνθλίβει κάθε προσωπικὴ ἰδιαιτερότητα. Μέσα στὴν ὁμήγυρη τῶν Ἁγίων Πάντων συναντοῦμε Ἁγίους προερχόμενους ἀπὸ κάθε κοινωνικὴ τάξη καὶ μὲ ἐντελῶς διαφορετικὸ προσωπικὸ χαρακτήρα, μοναχοὺς καὶ λαϊκούς, ἱεράρχες καὶ αὐτοκράτορες, μάρτυρες καὶ νεομάρτυρες, ὅσιους καὶ ὁμολογητές, στρατιῶτες καὶ ἰατρούς, ταπεινοὺς οἰκογενειάρχες ποὺ φύλαξαν τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ καὶ ἀξιωματούχους. Γίνεται, λοιπόν, φανερὸ ὅτι ὅλοι ἀνεξαιρέτως μποροῦμε νὰ ἐπιτύχουμε τὸν ἁγιασμό, μιμούμενοι τοὺς Ἁγίους στὴν ἀποτίναξη τῶν παθῶν καὶ τῶν ἐφάμαρτων ροπῶν, στὴν χωρὶς ὅρια ἀγάπη πρὸς τὸ Θεὸ καὶ τὸ συνάνθρωπο καὶ τέλος στὴν ἀξιοποίηση τοῦ κάθε ἰδιώματος τοῦ χαρακτήρα μας στὴν πορεία πρὸς τὴ θέωση.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...