Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τετάρτη, Μαΐου 01, 2013

Ομιλία στην προδοσία του Ιούδα. Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου


undefined
Ας δούμε πώς παραδόθηκε ο Δεσπότης. Για να μάθομε καλά και του προδότη όλη τη μανία, και του μαθητή την αχαριστία να γνωρίσομε, και του Δεσπότη την ανείπωτη φιλανθρωπία, ας ακροασθούμε τον Ευαγγελιστή πώς εκείνου την παρατολμία ιστορίζει.

Τότε, λέγει, πορευθείς εις εκ των δώδεκα, Ιούδας ο λεγόμενος Ισκαριώτης, προς τους αρχιερείς, είπεν αυτοίς· τι θέλετέ μοι δούναι, καγώ υμίν παραδώσω αυτόν; Θαρρώ πως είναι ξάστερα τούτα τα λόγια και δεν αφήνουνε τίποτε κρυφό.
Κι άμα τα καλοξετάσει κανένας χωριστά το καθένα, πολλά έχει να στοχαστεί και πολύ βαθιά νοήματα να πιάσει. Και πρώτα για τον καιρό. Δεν τόνε σημαδεύει απλά κι όπως νάναι, ο ευαγγελιστής. Δεν λέγει πορευθείς μονάχα· αλλά τότε πορευθείς. Τότε… Πότε;
Και για ποιον λόγο σημαδεύει τον καιρό; Δεν τόνε σημαδεύει απλά κι όπως νάναι ο ευαγγελιστής, μιλώντας μας μέσα στο Πνεύμα· γιατί εκείνος που λαλεί μέσα στο Πνεύμα τίποτε απλά και τυχαία δεν το λέγει.

Τι είναι λοιπόν, το τότε; Πριν από εκείνη την ώρα, πριν από αυτό το τότε σίμωσε το Χριστό η γυναίκα που είχε το αλάβαστρο με το μυρωδικό και που τόχυσε πάνω στο κεφάλι του. Φανέρωσε πολλή πίστη εκείνη η γυναίκα, φανέρωσε πολλήν έγνοια, φανέρωσε πολλήν υπακοή και σέβας. Άλλαξε από τον προτινό της βίο κι έγινε καλύτερη και φρονιμώτερη.
Και σαν η πόρνη μετάνοιωσε, σαν κατάλαβε τον Δεσπότη, τότε ο μαθητής παράδωσε τον Διδάσκαλο. Τότε… Πότε; Όταν ήρθε η πόρνη και το μυρωδικό λάδι έχυσε στα πόδια του Ιησού και τα σφούγγισε με τις τρίχες της κεφαλής της και πολλήν έγνοια φανέρωσε σβύνοντας με την εξομολόγηση όλα της τα κρίματα. Τότε, λοιπόν, σαν είδε τη γυναίκα εκείνη τόσην έγνοια να φανερώνει μπροστά στον Διδάσκαλο, τότες αυτός έδραμε στην παράνομη προδοσία.
Κι ενώ εκείνη από τον βυθό της αμαρτίας ανέβηκε στον ουρανό, αυτός ύστερα από τόσα θαύματα και σημεία, ύστερ’ από την ανείπωτη τη συγκατάβαση, γκρεμνίσθηκε στα τάρταρα. Τόσο μεγάλο κακό είναι η ραθυμία κι η χαλασμένη προαίρεση.
Για τούτο και ο Παύλος έλεγε· ο δοκών εστάναι βλεπέτω μη πέση. Κι ο προφήτης παλαιότερα φώναξε· μη ο πίπτων ουκ ανίσταται; ή ο αποστρέφων ουκ επιστρέφει; Για να μη θαρρεύει εκείνος που στέκεται, αλλά πάντα νάχει αγωνία, μηδέ κείνος που έπεσε ν’ απελπίζεται. Γιατί τόση είναι η δύναμη του Κυρίου, που και πόρνες και τελώνες να τραβήξει και να βάλει κάτω από το ζυγό του.

Τι γίνεται, λοιπόν; Αυτός που τράβηξε κοντά του τις πόρνες, δεν μπόρεσε να κρατήσει τον μαθητή; Ναι, μπορούσε να κρατήσει και τον μαθητή· αλλά δεν ήθελε να τον κάνει καλόν με την ανάγκη, μηδέ με τη βία να τον κρατήσει κοντά του.
Για τούτο ο ευαγγελιστής, ιστορώντας μας για τον αχάριστο μαθητή, λέγει· τότε πορευθείς, ήγουν δίχως να τον καλέσει κανένας, δίχως να τον αναγκάσει ή να τον σπρώξει άλλος, αλλά από μονάχος του κινήθηκε σ’ εκείνη την πράξη, από δική του γνώμη σ’ εκείνο το παράνομο τόλμημα ώρμησε, δίχως να κινηθεί από άλλη αιτία, αλλά από την κακία που ερχότανε από μέσα του πήγε να πέσει στην προδοσία του Δεσπότη.
Τότε πορευθείς εις των δώδεκα. Και τούτο είναι όχι μικρό βάρος που λέγει εις των δώδεκα. Γιατί ήτανε κι άλλοι εβδομήντα μαθητάδες, για δαύτο είπε εις των δώδεκα, ήγουν ένας από τους διαλεχτούς, από εκείνους που κάθε μέρα συναναστρεφόντανε μ’ αυτόν, που είχανε πολύ το θάρρος μαζί του.
Για να μάθεις, λοιπόν, πως ήτανε από τους πρώτους μαθητάδες, λέγει εις των δώδεκα. Και δεν τ’ αποκρύβει τούτα, γράφοντας ο ευαγγελιστής, για να νοιώσεις πως αυτό που φαίνεται ατιμία, φανερώνει τη φροντίδα του Δεσπότη σε μας, που τον προδότη και τον κλέφτη τον αξίωσε με τόσα αγαθά, κι ίσαμε το τελευταίο βράδι τον συμβούλευε και τον πρότρεπε.

Είδες την πόρνη πώς σώθηκε, επειδή συνήρθε, και πώς ο μαθητής γκρεμνίσθηκε με τη ραθυμία; Μη λοιπόν απελπίζεσαι, κυττάζοντας την πόρνη, μηδέ πάλι να θρασέψεις, ρίχνοντας τα μάτια σου στην αποτολμία του μαθητή.
Γιατί και τα δύο τούτα είναι ολέθρια. Εύκολα γλυστράει η γνώμη μας και ξεστρατίζει η πρόθεσή μας. Για δαύτο απ’ ολούθε πρέπει ν’ ασφαλίζεται κανένας. Τότε πορευθείς εις των δώδεκα, Ιούδας ο Ισκαριώτης. Βλέπεις από τι συντροφιά ξέπεσε; Βλέπεις από τι διδασκαλία έμεινε πίσω;

Βλέπεις τι κακό μεγάλο είναι η ραθυμία; Ιούδας, λέγει, ο Ισκαριώτης, γιατί ήτανε κι άλλος συνονόματος με τούτον, ο λεγόμενος του Ιακώβου. Βλέπεις του ευαγγελιστή τη σοφία, που όχι από την πράξη μα από τον τόπο μάς τον ονοματίζει, ενώ τον άλλον όχι από τον τόπο αλλά από το όνομα του πατέρα του μάς τον κάνει γνωστό;
Ενώ μπορούσε φυσικά να πει Ιούδας ο προδότης. Αλλά για να μας διδάξει πως πρέπει να κρατάμε καθαρή τη γλώσσα από κατηγόρια, τσιγκουνεύτηκε τη λέξη προδότης. Ας μάθομε, λοιπόν, να μην κακολογούμε τον εχθρό μας.
Γιατί αν αυτός ο μακάριος δεν θέλησε να κατηγορήσει τον προδότη, ιστορώντας το παράνομο τούτο τόλμημα, αυτό το περισώπασε και τον ονομάτισε από τον τόπο απ’ όπου καταγότανε, πώς εμείς θα συγχωρεθούμε κατηγορώντας τον διπλανό μας; Εμείς, που πολλές φορές όχι μονάχα τους εχθρούς θυμόμαστε με κακολογία, αλλά κι εκείνους που θέλουνε το καλό μας, ας μην κάνομε τέτοια, σας παρακαλώ.

Είναι συμβουλή και του Παύλου που λέγει: Πας λόγος σαπρός εκ του στόματος υμών μη εκπορευέσθω. Έτσι ο μακάριος Ματθαίος, όντας καθαρός από τέτοιο πάθος, έλεγε: Τότε πορευθείς εις εκ των δώδεκα, ο λεγόμενος Ιούδας ο Ισκαριώτης προς τους αρχιερείς είπε· τι θέλετέ μοι δούναι καγώ υμίν παραδώσω αυτόν;
Ω βρωμερό λάλημα! Ω ασυλλόγιστη τόλμη! Το θυμούμαι και τρέμω, αγαπητοί, πώς βγήκεν από στόμα το λάλημα, πώς κίνησε τη γλώσσα, πώς δεν ξεριζώθηκε από το κορμί η ψυχή, πώς δεν παραλύσανε τα χείλη, πώς ο νους του δεν ξεστάθηκε.
Τι θέλετέ μοι δούναι, καγώ υμίν παραδώσω αυτόν; Λέγε μου, Ιούδα, αυτό σ’ έμαθε ο Διδάσκαλος τόσον καιρό; Έτσι λησμόνησες τις αδιάκοπες συμβουλές του; Δεν σου έλεγε μη κτήσεσθε χρυσόν μήτε άργυρον, από την αρχή κυττάζοντας πώς να βάλει χαλινάρι στην ακράτητη μανία σου για τα λεφτά;
Δεν σε συμβούλευε λέγοντας εάν τις σε ραπίση εις την δεξιάν σιαγόνα, στρέψον αυτώ και την άλλην; Για ποιο λόγο, πες μου, παράδοσες τον Διδάσκαλο; Επειδή σου χάρισε εξουσία καταπάνω στους δαίμονες, και να γιατρεύεις αρρώστειες, και λεπρούς να καθαρίζεις, κι άλλα πολλά τέτοια θαύματα να φανερώνεις;
Για τόσες λοιπόν ευεργεσίες, τέτοιαν αμοιβή του πληρώνεις; Ω ξέφρενη καρδιά ή μάλλον φιλαργυρία! Γιατί όλα τούτα τα κακά η φιλαργυρία τα γεννάει, η ρίζα όλων των κακών, που σκοτεινιάζει τις ψυχές μας και τους ίδιους τους νόμους της φύσεως, και μας βγάζει από τα συλλοϊκά μας και δεν αφήνει μηδέ φιλία μηδέ συγγένεια μηδέ τίποτ’ άλλο να θυμόμαστε. Αλλά μια και σακατέψει τα μάτια της ψυχής, μας βάζει να περπατάμε μέσα στο σκοτάδι.

Και για να το μάθεις αυτό καλά, ιδές πόσα δεν έδιωξε από την ψυχή του Ιούδα. Σαν μπήκε εκεί μέσα, τη συναναστροφή, τη συνήθεια, τη θαυμαστή διδασκαλία, τη φιλία, όλα τούτα τάρριξε στη λησμοσύνη. Καλά έλεγε ο Παύλος ρίζα πάντων των κακών εστιν η φιλαργυρία.
Τι θέλετε μοι δούναι, καγώ υμίν παραδώσω αυτόν; Παραδίνεις, Ιούδα, αυτόν που όλα τα κρατάει μέσα στο πρόσταγμά του; Πουλάς τον αχώρετο στον νου, τον χτίστη του ουρανού και της γης, τον πλάστη της φύσεώς μας, αυτόν που με λόγο και νεύμα τάφτιαξε όλα;
Για να δείξει, λοιπόν, πως θεληματικά παραδόθηκε, άκου τι έκαμε. Την ώρα της προδοσίας, όταν ήρθανε καταπάνω του με μάχαιρες και κοντάρια, και με δαδιά αναμένα και φανάρια, τους λέγει τίνα ζητείτε;
Και πάψανε παρευθείς να ξέρουνε ποιον θα πιάνανε. Τόσο ήτανε εκείνος μακρυά από το να μπορέσουνε να τον πιάσουνε, που ούτε να τον δούνε μπροστά τους δεν μπορούσανε, ενώ ήτανε, τόση φωτοχυσία. Και πως αυτό θέλει να πει, ήγουν πως ενώ είχανε δαδιά και φανάρια δεν τον βλέπανε μολαταύτα, βγαίνει από τα παρακάτω λόγια. Και ο Ιούδας ειστήκει μετ’ αυτών, αυτός που τους είχε πει εγώ υμίν παραδώσω αυτόν.
Γιατί ο Χριστός τους σύγχυσε τη διάνοια, θέλοντας να φανερώσει τη δύναμή του, για να μάθουνε πως καταπιάνονταν με τ’ αδύνατα. Και σαν ακούσανε τη φωνή του πισωπερπατήσανε σκυφτοί και πέσανε τέλος χάμου. Είδες πώς δεν αποκριθήκανε λόγο, αλλά πέφτοντας δείξανε καταφάνερα την αδυναμία τους; Κύτταξε τη φιλανθρωπία του Δεσπότη!
Μια και μηδέ μ’ αυτόν τον τρόπο δεν συγκίνησε την αδιαντροπιά του προδότη, μηδέ την αγνωμοσύνη των Ιουδαίων, παραδίνεται τότε και λέγει ο Κύριος. Σαν τους έδειξα πως καταπιάνονται με τ’ αδύνατα, θέλησα να τους ημερώσω τη μανία· δεν θέλουνε, μα επιμένουνε στην κακία τους. Ιδού, λοιπόν, παραδίνομαι.
Αυτά σας τα λέγω, για να μην κατηγορήσει κανένας τον Χριστό λέγοντας: Γιατί δεν άλλαξε την καρδιά του Ιούδα; Γιατί δεν τον έκαμε καλύτερο; Και πώς έπρεπε να κάμει τον Ιούδα φρόνιμο και καλόκαρδο, με τη βία ή με την προαίρεση; Αν με τη βία, μηδέ μ’ αυτόν τον τρόπο δεν έμελλε να γίνει καλύτερος· γιατί κανένας δεν γίνεται καλύτερος με την ανάγκη.
Αν με την προαίρεση και τη θέλησή του, όλα ο Κύριος τα χρησιμοποίησε για να τον ανεβάσει από χαμηλά. Κι αν εκείνος δεν θέλησε να πάρει τα φάρμακα, δεν φταίει ο γιατρός, αλλά ο άρρωστος που τ’ απαρνήθηκε.
Θέλεις να μάθεις πόσα έκαμε για να τον κρατήσει κοντά του; Του χάρισε πολλά θαύματα, του προείπε την προδοσία, τίποτα δεν παράτησε να κάνει σ’ αυτόν σαν σε μαθητή αγαπημένο. Και για να μάθεις, πως ενώ μπορούσε ν’ αλλάξει, δεν το θέλησε, αλλά από την ίδια τη ραθυμία του έγινε ό,τι έγινε: αφού παράδοσε τον Κύριο και πήρε τέλος η μανία του, έρριψε τα τριάκοντα αργύρια λέγοντας ήμαρτον παραδούς αίμα αθώον.
Προτύτερα έλεγε τι θέλετέ μοι δούναι καγώ υμίν παραδώσω αυτόν. Σαν τέλεσε την αμαρτία το κατάλαβε. Απ’ αυτό μαθαίνομε πως σαν η ψυχή μας είναι ράθυμη, ούτε παραίνεση ούτε νουθεσία ωφελεί.
Κι όταν είμαστε ξύπνιοι στο καλό, μονάχοι μας μπορούμε να σηκωθούμε. Στοχάσου· όταν τον συμβούλευε και πάσχιζε να τον κρατήσει από την κακή πράξη, δεν άκουσε μηδέ δέχθηκε τη νουθεσία. Και σαν δεν ήτανε πια κανένας να τον συμβουλεύσει, αναταράχθηκε η συνείδησή του, κι εκεί που κανένας δεν τον δίδασκε, άλλαξε και πέταξε τα τριάντα αργύρια.
Γιατί, λέγει ο ευαγγελιστής, έστησαν αυτώ τριάκοντα αργύρια. Πληρώσανε το αίμα εκείνου που ήταν ατίμητος. Τι παίρνεις, Ιούδα, τριάντα αργύρια; Δωρεάν κατέβηκε ο Χριστός να χύσει το αίμα του για την οικουμένη και συ τώρα παζαρεύεις αυτό το αίμα; Ποια ντροπή τρανότερη από τέτοιο παζάρεμα! Ποιος είδε και ποιος άκουσε!

Μεταφρ. Βασ. Μουστάκη

ΚΙΒΩΤΟΣ
ΕΤΟΣ Α' ΜΑΡΤΙΟΣ 1952
ΑΡΙΘΜ. ΦΥΛΛ. 

«Εγώ Ειμί»


Σε μία από τις πιο συγκλονιστικές αγιογραφίες των Παθών, ο Κύριος απεικονίζεται ως ο Ελκόμενος. Με τα χέρια Του δεμένα να σύρεται από τους στρατιώτες προς τον Σταυρό, ενώ ο Σίμων ο Κυρηναίος φέρει στους ώμους του το όργανο του μαρτυρίου και της ατιμώσεως του Θεού.
Εάν ένας άνθρωπος, ο οποίος συλλαμβάνεται για κάποιο έγκλημα, βιώνει τον εξευτελισμό δημόσια να του φορούν χειροπέδες και όλοι να τον απορρίπτουν, μόνο και μόνο η απεικόνιση του Θεού να πορεύεται ως ο μεγαλύτερος των κακούργων από το δημιούργημά Του, τον άνθρωπο, αποτελεί αφορμή πνευματικού θαυμασμού, αλλά και βαθύτατου συγκλονισμού.
Ο Θεός αγαπά τόσο τον άνθρωπο, ώστε προσλαμβάνει την φύση του. Και φέρει την φύση ως τα έσχατα όριά της, που είναι ο θάνατος. Όχι όμως ένας ήρεμος θάνατος, ανώδυνος, ανεπαίσχυντος, ειρηνικός. Ο Θεός θα υποστεί έναν θάνατο μαρτυρικό, επώδυνο, βίαιο. Έναν θάνατο που μαρτυρεί την ανταρσία του ανθρώπου εναντίον Του σε όλες τις διαστάσεις. Η άνοδος του Χριστού στο Σταυρό δεν αφήνει κανένα περιθώριο στον άνθρωπο να ισχυριστεί ότι υπήρχε κάτι άλλο που θα μπορούσε να κάνει ο Θεός γι’ αυτόν και δεν το έκανε. Αλλά δεν ήταν μόνο το τέλος του Χριστού κατά άνθρωπον απόδειξη της αγάπης του Θεού. Ήταν και όσα προηγήθηκαν του τέλους.
Η προδοσία. Η εγκατάλειψη από τους οικείους Του. Η παρωδία δίκης. Η άρνηση της εξουσίας να μετρήσει τη ζωή ενός προσώπου πιο πάνω από την όποια απειλή εναντίον της. Τα βασανιστήρια. Η διαπόμπευση και ο εξευτελισμός. Η αχαριστία και η αγνωμοσύνη. Η αναισθησία, ακόμη και στην τελευταία επιθυμία για λίγο νερό. Η παραθεώρηση των φυσικών συμβάντων που συνόδευσαν την άνοδο του Χριστού στου Σταυρό. Του σκοτασμού του ηλίου.
Του σεισμού. Της αναταραχής. Αλλά και η συνέχιση της κακίας των ανθρώπων με την εκ των προτέρων αμφισβήτηση της Αναστάσεως του Κυρίου, που εφάνη με την εγκατάσταση κουστωδίας έξω από τον τάφο και το σφράγισμα του λίθου. Ο άνθρωπος έκανε ό,τι μπορούσε για να δείξει στο Θεό ότι δεν Τον αγαπά. Έκανε ό,τι μπορούσε για να βεβαιωθεί ότι ο Θεός πέθανε.
Πιστεύουμε σε έναν Θεό ταπεινό. Η δόξα Του δεν είναι το να φέρει δώδεκα λεγεώνες Αγγέλων και να συντρίψει τους εχθρούς Του, επιβάλλοντας τη δικαιοσύνη. Μέσα στα όσα προηγήθηκαν της Σταυρώσεως, αλλά και όσα την ακολούθησαν, διαφαίνεται καθαρά ότι ο Θεός δεν ζητά από τον άνθρωπο να υποταχθεί στην εξουσία Του και στην παντοδυναμία Του. Δεν του ζητά ούτε καν να υποταχθεί στην αγάπη Του.
Ταπεινά προσφέρεται στον άνθρωπο, ώστε όποιος Τον ακολουθήσει να γνωρίσει ότι εν τη ταπεινώσει ημών εμνήσθη ημών ο Κύριος. Δεν υπάρχει «δούλος μείζων του κυρίου αυτού». Ο Θεός ανέχεται να σέρνεται από τον άνθρωπο, όχι γιατί δεν μπορεί να τον σύρει ή να τον συντρίψει Εκείνος, αλλά γιατί η αγάπη δεν διαπομπεύει, δεν εξευτελίζει, όπως και δεν επιβάλλει.
Καθώς μπροστά μας περνά και πάλι ο Ελκόμενος επί Σταυρού Κύριος, ας αναρωτηθούμε πόσο διαφέρουμε από τους σταυρωτές Του. Γνώμονας εκείνων η υπερηφάνεια. Οι Φαρισαίοι και οι Γραμματείς θεωρούσαν τους εαυτούς τους συνεχιστές του Μωυσή. Ότι δικαιωματικά τους ανήκε το προνόμιο να εκφράζουν την αλήθεια τους και να απορρίπτουν οποιονδήποτε δεν τους αναγνώριζε ως αυθεντίες. Ο Ηρώδης και ο Πιλάτος θεωρούσαν τους εαυτούς τους εκφραστές της εξουσίας, ότι αυτοί είχαν το δικαίωμα της ζωής και του θανάτου, όχι όμως με βάση την συνείδηση και την δικαιοσύνη, αλλά με βάση το συμφέρον και την ισχύ των όπλων.
Οι στρατιώτες θεωρούσαν τους εαυτούς τους όχι απλώς ως εκτελεστικά όργανα της εξουσίας, αλλά ως έχοντες δικαίωμα να διασκεδάζουν με τον ανθρώπινο πόνο, να μοιράζονται τα ιμάτια αθώων και ενόχων και να εμπαίζουν εκείνους που παραδίδονταν εις χείρας τους. Και ο λαός θεωρούσε τον εαυτό του ως ανεύθυνο για τις επιλογές του που γίνονταν ελαφρά τη καρδία και ότι η θανάτωση εκείνου που τους ευεργέτησε, τους δίδαξε, τους ελευθέρωσε από την λύπη και τους πρότεινε νόημα ζωής και αιωνιότητας δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ένα θέαμα, το οποίο ικανοποιούσε την περιέργειά τους, αλλά και την αυταρέσκεια ότι αυτοί ήταν οι περιούσιοι, οι οποίοι θα είχαν το δικαίωμα να κυβερνήσουν τον κόσμο.
Αυτή η υπερηφάνεια χαρακτηρίζει και την εποχή μας. Απορρίπτουμε το Θεό στο όνομα της εξουσίας που μας δίνει η τεχνολογία, ο γιγαντισμός του ανθρωπίνου πνεύματος, οι ανέσεις και ο ευδαιμονισμός. Απορρίπτουμε το Θεό στο όνομα της όποια λογικής μας κάνει να νομίζουμε ότι μόνο εμείς κατέχουμε την αλήθεια. Απορρίπτουμε το Θεό διασκεδάζοντας με τα πάθη και την φιληδονία μας. Απορρίπτουμε το Θεό επειδή πιστεύουμε ότι μόνο ο παρών αιώνας υπάρχει και μας ανήκει, παραδομένοι στο θέμα της εικονολαγνίας και της αυταρέσκειας ότι ζωή είναι μόνο ό,τι βλέπουμε και ό,τι επιθυμούμε.
Αυτή η υπερηφάνεια μεταφέρεται τόσο εντός ημών, στην καρδιά μας, όσο και στην κοινωνία και τον κόσμο μας, με αποτέλεσμα γνώμονας της ζωής μας να είναι ο εαυτός μας και όχι η αγάπη. Αυτή την υπερηφάνεια, χαρακτηριστικό του άρχοντος του κόσμου τούτου, κρίνει ο Ελκόμενος επί Σταυρού Κύριος και μας καλεί να Τον μιμηθούμε στην ταπείνωση, να προσφέρουμε και να προσφερθούμε και να αλλάξουμε στάση ζωής, βιώνοντας τη σχέση μαζί Του εν τη Εκκλησία ως αφετηρία διαφορετικής θεάσεως του κόσμου και της ζωής μας.
Η Εκκλησία προβάλλοντας τον Ελκόμενο μας καλεί να μην λησμονούμε ότι μπορεί τα Πάθη να φαίνονται δυσβάσταχτα, όμως ο πρώην Ελκόμενος θα Αναστηθεί. Και μαζί Του και όλοι όσοι απορρίπτονται για το ταπεινό τους φρόνημα από τους υπερηφάνους του κόσμου τούτου. Ας είναι με αυτούς και η δική μας μερίδα.

Αρχιμ. Αθηναγόρας Καραματζάνης, Ιούδας. Το μυστηριωδέστερο πρόσωπο στην ιστορία του κόσμου.



ioudas.jpg
ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΙΟΥΔΑ
«Γιατί ο Χριστός πήρε μαθητή του τον Ιούδα αφού ήξερε ότι θα τον προδώσει; Αν δεν υπήρχε ο Ιούδας πως θα θυσιαζόταν ο Χριστός για να σωθεί ο κόσμος; Αφού ο Ιούδας μετάνοιωσε και πέταξε τα αργύρια στο Ναό συγχωρήθηκε από το Θεό;»
Το πρόσωπο του Ιούδα πράγματι αποτελεί ένα πρόβλημα. Ο Ιούδας είναι μία αινιγματική μορφή και όπως χαρακτηρίσθηκε «το μυστηριωδέστερο πρόσωπο στην ιστορία του κόσμου».
Πολλά βέβαια από πολλούς έχουν λεχθεί και γραφεί για το θέμα αυτό· εμείς δεν θα στηριχθούμε σε θεωρίες και φαντασίες αλλά στις πληροφορίες, που μας δίνουν οι μόνες αυθεντικές και αξιόπιστες πηγές, τα Ευαγγέλια.
Τα Ευαγγέλια αναφέρουν ότι ο Χριστός, μεταξύ των άλλων μαθητών, τους οποίους κάλεσε ως συνεργάτες του και οι οποίοι «αφέντες άπαντα ηκολούθησαν αυτώ», κάλεσε και τον Ιούδα. Και αυτός ανταποκρίθηκε αυτοπροαίρετα και αυτοβούλως. Ο Χριστός και αυτόν τον τίμησε με το αποστολικό αξίωμα. Δείχνοντάς του δε μια ιδιαίτερη θα λέγαμε εύνοια, του εμπιστεύθηκε το ταμείο της ομάδας των δώδεκα. Αυτός όμως φάνηκε ανάξιος της θείας κλήσεως και εμπιστοσύνης, αφού έγινε προδότης του Χριστού.
Το τραγικό αυτό τέλος του βεβαία ο Κύριος το προεγνώριζε, όπως άλλωστε όλα. Αυτή όμως η πρόγνωση δεν μπορούσε και δεν έπρεπε να σταθεί εμπόδιο για το Χριστό να συγκαταλέξει τον Ιούδα μεταξύ των μαθητών του.
Έτσι τον έκανε αναπολόγητο γιατί ενώ μπορούσε, αν ήθελε να μη γίνει προδότης του Χριστού, αυτός άφησε τον εαυτό του να γίνει ο «υιός της απωλείας». «Ο Θεός δεν τον κάλεσε με τη βία – λέει ο ιερός Χρυσόστομος σχολιάζοντας την περίπτωση του Ιούδα- η μεταβολή οφείλεται στην προαίρεση. Αύτη είναι η πάντοτε αιτία και των αγαθών και των κακών».
Ας λάβουμε δε υπ’ όψη μας ότι πάρα πολλές φορές και με πολλούς τρόπους ο Χριστός προσπάθησε να τον φέρει σε συναίσθηση και να τον αποτρέψει από το απαίσιο εγχείρημά του. Κορυφαία εκδήλωση αγάπης το νίψιμο των ποδιών του και δείγμα ύψιστης φιλοφροσύνης το βουτηγμένο στο πιάτο του ψωμί κατά το μυστικό δείπνο. Σε ύμνο της Μεγ. Πέμπτης ψάλλουμε: «Ποίος σε τρόπος, Ιούδα, προδότην του Σωτήρος ειργάσα­το; Μη του χορού σε των Αποστόλων εχώρισε; Μη του χαρίσματος των ιαμάτων εστέρησε; Μη, συνδειπνήσας εκείνοις, σε της τραπέζης απώσατο; Ω πό­σων αγαθών αμνήμων εγένου!» ( Ω Ιούδα, ποιά ενέργεια (του Κυρίου) σε έκανε προδότη του Σωτήρα. Μήπως σε ξεχώρισε από τον όμιλο των Αποστόλων; Μήπως σε στέρησε από το χάρισμα να θεραπεύεις αρρώστους; Μήπως, όταν δείπνησε με εκείνους σε έδιωξε από το τραπέζι;…Ω πόσες ευεργεσίες λησμόνησες!)
Ο Ιούδας όμως όχι μόνον δεν συγκινείται από αυτά, αλλά φεύγει από το δείπνο μέσα στη νύχτα και τρέχει προς τους Αρχιερείς και Πρεσβυτέρους με απόφαση να διαπραγματευθεί την παράδοση. Έχει πλέον γίνει όργανο του Σατανά. Με δραματικό τρόπο μας περιγράφει τη σκηνή ο Εύαγ. Λουκάς. Και η Εκκλησία μας ψάλλει: «ο δε παράνομος Ιούδας ουκ ηβουλήθη συνιέναι ( δεν θέλησε να συνετιστεί)».
Πρέπει βέβαια να παραδεχθούμε ότι ο Ιούδας δεν πρέπει να ξεκίνησε από την αρχή με αυτές τις διαθέσεις. Ίσως διέθετε ενθουσιασμό ιεραποστολικό και αγάπη προς το πρόσωπο του Ιησού. Όμως αυτές οι καλές διαθέσεις του δεν άργησαν να μεταστραφούν σε μίσος και αποστροφή προς αυτόν. Στην αλλαγή αυτή δεν αποκλείεται να συνέβαλε και κάποια απογοήτευσή του στις κοσμικές μεσσιανικές προσδοκίες του για το Χριστό, από την ημέρα των Βαΐων και μετά. Και έτσι, παγιδευμένος προ πολλού και από το φοβερό πάθος της φιλαργυρίας, αποκομμένος πια ψυχικά από το Χριστό και την υπόλοιπη συντροφιά των μαθητών, κατρακυλά στα ζοφερά σκοτάδια της συναλλαγής: « τι θα μου δώσετε ώστε να σας τον παραδώσω;» (Ματθ. 26,15). «Δεν λεπτολογεί ως προς τον καθορισμό της τιμής αλλά τον πωλεί σαν ένα δραπέτη δούλο (που δεν έχει αξία). Γιατί είναι συνήθεια στους κλέφτες να ποδοπατούν τα πολύτιμα αντικείμενα…Επειδή η λύσσα της φιλαργυρίας τον έκαμε να συμπεριφέρεται σαν τρελλός κατά του Κυρίου» (απόστιχ. Μ. Τετάρτης).
Έτσι ο Ιούδας με την εκούσια τραγική του έκπτωση από την αγάπη του Χριστού, θα γίνει ο αρχέτυπος και η εικόνα του προδότη και το σύμβολο της φιλαργυρίας, που θα επισύρει έκτοτε την κατακραυγή και τον αποτροπιασμό όλων των αιώνων. Εκφραστικό είναι επίσης το τροπάριο: «παράνομε Ιούδα νοσών φιλαργυρίαν εκέρδησας μισανθρωπίαν».(παράνομε Ιούδα με αφορμή την αρρωστημένη φιλαργυρία σου, κέρδησες το μίσος των ανθρώπων). Ύστερα από αυτά πώς μπορούμε να μιλάμε για δήθεν συμβολή του Ιούδα στο σωτήριο δράμα του Γολγοθά με την προδοσία, όπως διατείνονται ορισμένοι αδαείς; Αν ο προδοτικός ρόλος του Ιούδα, κατά κάποιο τρόπο, υπηρέτησε τα σχέδια του Θεού, τότε ο Ιούδας όχι μόνον δεν είναι ένοχος, αλλά πρέπει να ανακηρυχθεί άγιος και ευεργέτης της ανθρωπότητας!!
Αλλά τότε τί θέση έχει η μαρτυρία του ίδιου του Χριστού; « ο Υιός του ανθρώπου, βέβαια, θα πεθάνει όπως το λένε οι Γραφές γι’αυτόν, αλίμονο όμως στον άνθρωπο εκείνον που τον προδίδει. Θα ήταν καλύτερα γι’ αυτόν να μην είχε γεννηθεί»; (Μαρκ. 14,21).
Διαφωτιστική επίσης είναι και εδώ η παρατήρηση του Ιερού Χρυσοστόμου: «Τη σωτηρία μας την πραγματοποίησε όχι η προδοσία του Ιούδα αλλά η σοφία του Χριστού».
Ο Χριστός θυσιάσθηκε από αγάπη για το ανθρώπινο γένος και δεν είχε βεβαίως ανάγκη κανενός προδότη, για να τον διευκολύνει… Φυσικά όλοι όσοι συνήργησαν στο έγκλημα της Χριστοκτονίας, έχει ο καθένας ακέραιη την ευθύνη του, όπως και ο Ιούδας. Η μεταμέλειά του όμως δεν στάθηκε δυστυχώς ικανή να τον σώσει. Δεν ήταν μετάνοια και συντριβή μπροστά στο Χριστό, έστω την ώρα της σταυρώσεως. Ήταν σχιζοφρενής απελπισία εξαιτίας των τρομερών τύψεων που τον οδήγησε τελικά στην αυτοκτονία.
Ο Κύριος, που και αυτούς τους σταυρωτές του συγχώρησε, οπωσδήποτε θα συγχωρούσε και αυτόν. «Πόσο μεγάλη είναι η φιλανθρωπία του Χριστού! -αναφωνεί ο άγιος Χρυσόστομος- ο μεν Ιούδας τον πούλησε για τριάντα δηνάρια, ο Χριστός δε και μετά από την προδοσία θυσίασε το αίμα του για την άφεση των αμαρτιών και για τον προδότη, εάν βέβαια το ήθελε». Αλλά ο Ιούδας προτίμησε… το σχοινί της αγχόνης και όχι τα ματωμένα πόδια του Θεανθρώπου! Γι’ αυτό και η Εκκλησία με πόνο ψάλλει: «ω αθλιότητα του Ιούδα· γλύτωσε Θεέ τις ψυχές μας από αυτήν».
(Αρχ. Α. Καραματζάνη, «Οι Πατέρες και τα προβλήματα της ζωής μας», εκδ .Ι. Μ. Αγ. Αθανασίου Κολινδρού, 1988).

ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ Η ΠΟΛΙΣ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΧΡΙΣΤΟΥ



IEROYSALHM
Τό προσκύνημα τῶν προσκυνημάτων

Εἶναι ἀδύνατον κάποιος πού ἱεραποδημεῖ  πρός τούς  Ἁγίους Τόπους νά μήν ἐπιστρέψει ἀλλοιωμένος· εἶναι τό μέρος τοῦ κόσμου μέ τή μεγαλύτερη ἕλξη, χάρη καί ὀμορφιά, ἴσως γιατί ἐκεῖ γεννήθηκε, περπάτησε, σταυρώθηκε καί ἀναστήθηκε  ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός.
Ἕνα ζεστό καλωσόρισμα ἀπό τόν ἴδιο Πατριάρχη Ἱεροσολύμων, πρός εὐλαβεῖς προσκυνητές, παραθέτουμε πρός ὠφέλεια ἀλλά καί προτροπή νά ἀξιώσει πάντας νά προσκυνήσουν ἐκεῖ πού εἶναι τό κέντρο τῆς γῆς
«Στή γλώσσα ἐδῶ τῶν Ἱεροσολύμων ἡ ἐπίσκεψίς σας αὐτή ὀνομάζεται «προσκυνηματική θεωρία», πού σημαίνει ὅτι ἤρθατε ἐδῶ νά θεωρήσετε μέ τά φυσικά σας μάτια ἀλλά καί νά ψηλαφήσετε μέ τίς φυσικές σας αἰσθήσεις ὅλα αὐτά τά ὁποῖα καταγγέλουν, μαρτυροῦν καί εὐαγγελίζονται Χριστόν Ἐσταυρωμένον καί Ἀναστάντα. Ἡ σημασία τοῦ προσκυνήματός σας ὀφείλεται εἰς τό ὅτι ἤρθατε ἐδῶ ὡς ἄλλος Θωμᾶς γιά νά ψηλαφήσετε μέ τά χέρια σας ὅλα αὐτά τά ὁποῖα μαρτυροῦν τό μυστήριο τῆς  Θείας Οἰκονομίας ἐπιβεβαιώνοντας τήν Ἱερά Ἱστορία πού ξεκινάει ἀπό τό ὄρος Σινά καί κορυφώνεται ἐδῶ ἀκριβῶς εἰς τόν τόπον πού ἔχουμε τήν εὐλογία νά εὑρισκόμεθα καί ἐμεῖς στήν Ἱερουσαλήμ. Ἡ βαθυτέρα σημασία τοῦ προσκυνήματός σας εἶναι ὅτι ἀφενός μέν κάποιος γίνεται μάρτυς ὅλων αὐτῶν τῶν τόπων, ἀφετέρου λαμβάνει τή βεβαιότητα ὅτι ὄντως ἡ ἀποκάλυψις τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι κάτι τι τό ἀφηρημένο, ἀόριστο, φανταστικό, ἀλλά ἕνα γεγονός πού ἔλαβε χώρα ἐν τόπῳ καί χρόνῳ. Καί αὐτό τό ἀναγνωρίζουν οἱ πάντες, καί οἱ μή πιστοί, ὅτι ἐδῶ ὁ Θεός Λόγος ἐγένετο σάρξ, ἐκήρυξε, ἐποίησε θαύματα, ἐδῶ ὁ Χριστός ἐσταυρώθη καί ἀνέστη. Ἡ Ἐκκλησία τῶν Ἱεροσολύμων εἶναι ἄρρηκτα συνδεδεμένη μέ τήν Ἱερά Ἱστορία καί μάλιστα αὐτή ἡ ἱστορία εἶναι τῶν Ἱεροσολύμων καί τῶν Ἁγίων Τόπων. Γενικότερα ἐνσαρκώνεται ἀπό τό Πατριαρχεῖο Ἱεροσολύμων πού ἔχει  διαρκῆ, ἀδιάκοπη, ἱστορική ἐδῶ παρουσία καί διά μέσου τοῦ Πατριαρχείου ὑψώνεται τό λάβαρο τῆς Ρωμηοσύνης. Ἐπί πλέον ἡ Ἐκκλησία τῶν Ἱεροσολύμων ἔχει τά Πανάγια Προσκυνήματα ἤ μᾶλλον ἡ Ἱερουσαλήμ εἶναι πόλις ἁγία καί ἱερά καί τό κατ’ ἐξοχήν προσκύνημα. Εἶναι τό προσκύνημα τῶν προσκυνημάτων. Ἡ Θεία πρόνοια εὐλόγησε τό Γένος μας καθιστώντας μας ἐδῶ φύλακες ἀλλά καί διακόνους καί κυρίως λειτουργούς τῶν Ἁγίων Προσκυνημάτων. Ἡ προσφορά τῆς Ἁγιοταφικῆς Ἀδελφότητας ἡ ὁποία ἀνάγει τήν ἀρχή τῆς εἰς τό Τάγμα τῶν Σπουδαίων, τό ὁποῖο γιά πρώτη φορά ἐγκαθιδρύει ἐδῶ ἡ ἁγία Ἑλένη, ὀφείλεται εἰς τό ὅτι τά Πανάγια Προσκυνήματα διετηρήθησαν καί διατηροῦνται μέχρι σήμερα διά μέσου τῶν αἰώνων ὄχι ὡς μνημεῖα πού μαρτυροῦν τήν ἐνσάρκωση, τήν ἐνανθρώπιση, τό πάθος καί τή σταύρωση τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά ὡς χῶροι κυρίως λειτουργικοί. Δηλαδή δέν παρέμειναν χῶροι ἀρχαιολογικοί  ἤ χῶροι τουριστικοί ἀλλά εἶναι χῶροι λειτουργικοί, ἔχετε λάβει ἐμπειρία αὐτῆς τῆς πραγματικότητας, ὅπου λάβατε μέρος στόν Πανάγιο Τάφο στήν Θεία Λειτουργία. Αὐτή εἶναι ἡ ἰδιαίτερη προσφορά τῆς Ἁγιοταφικῆς Ἀδελφότητας ἡ ὁποία δέν εἶναι ἄλλο τι παρά ὁ ἐκπρόσωπος ὅλου τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου καί ἰδιαιτέρως  ὁ ἐκπρόσωπος τοῦ εὐσεβοῦς Γένους τῶν Ρωμαίων. Εἶναι ὁ ἐκπρόσωπος καί τοῦ Ἔθνους μας, διότι ἡ Ρωμηοσύνη συμπεριλαμβάνει καί τό Ἔθνος μας. Καί θά ἔλεγα ὅτι ἐμεῖς δέν προερχόμεθα ἀπό τό Γένος τῶν Ἑλλήνων. Καί τό λέμε αὐτό διότι ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας ἐκπεφρασμένα ὀνομάζει τόν Ἀβραάμ Ἕλληνα. Συνεπῶς νομίζω ὅτι ὁ ὅρος τῶν Ἑλλήνων εἶναι περιεκτικότερος ἀπό τόν ὅρο τῶν Ἐθνικῶν.
Τό Γένος μας ἐδῶ ἔχει ἀποκτήσει, καί τό ἔθνος μας, προνόμια καί δικαιώματα. Καί τοῦτο διότι διά μέσου τῶν αἰώνων ἦταν τό εὐσεβές Γένος  τῶν Ρωμαίων τό ὁποῖο ἐμεῖς ἀποκαλοῦμε τό Γένος τοῦ Χριστοῦ, πού διεφύλαξε μέ θυσίες αἵματος ἀλλά καί χρήματος καί πολλῶν ἄλλων κόπων καί μόχθων, τά Ἱερά Προσκυνήματα τά ὁποῖα δέν τά ἀγοράσαμε οὔτε τά οἰκειοποιηθήκαμε, κατά περίεργο τρόπο, ποιοί τά ἀνέδειξαν; Οἱ βυζαντινοί αὐτοκράτορες, ἡ Ἁγ.Ἑλένη, τό Τάγμα τῶν  Σπουδαίων, ἡ Ἁγιοταφικῆ Ἀδελφότητα ἡ ὁποία ἐγκατεστάθη καί ἀνέλαβε τήν διαφύλαξη, τήν διατήρηση καί τήν λατρεία τῶν τόπων. Αὐτή εἶναι ἡ φυσική κληρονομιά. Ὁ Ναός τῆς Ἀναστάσεως, ἡ Βασιλική της Βηθλεέμ  ὅλα τά προσκυνήματα μέχρι σήμερα σώζονται γιατί αὐτή τήν κληρονομιά διαφύλαξαν καί ἐπηύξησαν οἱ Ἁγιοταφίτες Πατέρες  μέ τό αἷμα τους, τήν ἀφοσίωσή τους στόν Χριστό ἀλλά καί κυρίως μέ τίς προσφορές τῶν εὐλαβῶν προσκυνητῶν τοῦ Γένους μας. Ὅταν ἦταν τό Γένος μας ὑπό ὀθωμανική πλέον δουλεία οἱ πάντες προσέτρεχον στούς ἀγῶνες πού ἔδινε ἡ Ἁγιοταφική Ἀδελφότητα γιά τήν διασφάλιση τῶν Παναγίων Προσκυνημάτων στούς ἀγῶνες ἐναντίον τῶν ἄλλων ἐθνῶν καί ἄλλων δυστυχῶς Χριστιανῶν πού προσπαθοῦσαν νά κατακτήσουν καί νά τά ἁρπάξουν. Ποιοί ἔτρεχαν; Ποιοί ἦταν οἱ ἀρωγοί; Ἦταν οἱ λόγιοι τοῦ Ἔθνους μας καί οἱ ἁπλοί καί φτωχοί ἄνθρωποι, ἔδιναν ὅ,τι μποροῦσαν γιά νά μείνουν στά χέρια τῆς Ρωμηοσύνης. Ἐπισημαίνουμε τόν ρόλο τόν ὁποῖον διαδραμάτισε διά μέσου τῶν αἰώνων καί μέχρι σήμερα καί ἐξακολουθεῖ τό Γένος μας καί τό Ἔθνος μας.
Τῶν ὁποίων προσκυνημάτων ἡ σημασία εἶναι παγκόσμιος, ἔχουν οἰκουμενικό χαρακτήρα, διότι ἡ ἀποστολή τους εἶναι οἰκουμενική. Ὁ ρόλος τοῦ  Πατριαρχείου ἐκτός ἀπό μέριμνα λοιπόν ποιμαντική-προσκυνηματική ἔχει σχέση μέ τή διατήρηση τοῦ καθεστῶτος τῶν Ἱεροσολύμων. Δηλαδή ἐάν δέν ὑπῆρχε τό Πατριαρχεῖο Ἱεροσολύμων τό καθεστώς τῆς Ἱερουσαλήμ τό δημογραφικό ἀλλά καί τό φυσικό καί τό πολιτισμικό καί τό θρησκευτικό δέν θά ἦταν αὐτό τό ὁποῖο ἐμεῖς ἀπολαμβάνουμε σήμερα. Γιατί τό Πατριαρχεῖο Ἱεροσολύμων εἶναι ὄχι μόνο πνευματικός διάδοχος καί κληρονόμος τῆς μεγάλης πνευματικῆς κληρονομιᾶς, ἀλλά εἶναι ἐπίσης καί φυσικός κληρονόμος μιᾶς φυσικῆς κληρονομιᾶς. Νά γιατί τό Γένος μας ἔχει ἀποκτήσει αὐτοφυῆ προνόμια καί δικαιώματα, διότι, ἄν δέν ὑπῆρχε ποιός θά συνέβαλε στή συντήρηση, διαφύλαξη, ἀναστήλωση καί ἀνακαίνιση τῶν Παναγίων Προσκυνημάτων.
Ἡ προσφορά ἡ διακονία τοῦ Ἁγιοταφίτου εἶναι προσφορά αὐταπαρνήσεως καί ἀνιδιοτελείας, εἶναι προσφορά θυσίας παρ’ ὅλες τίς ἐλλείψεις, τίς ἀδυναμίες πού ἐμφανίζει κατά καιρούς ἡ Ἁγιοταφική Ἀδελφότητα. Διότι γιά νά διατηρηθοῦν καί νά βρίσκονται σέ κατάσταση τή λειτουργική τήν ὁποία κάθε προσκυνητής ἔρχεται καί ἀπολαμβάνει ἀπαιτεῖ αὐταπάρνηση πλήρη ἐπί 24ώρου βάσεως διακονία καί ὑπηρεσία. Ἤρθατε ἐδῶ γιά νά γνωρίσετε ὅλα αὐτά πού καταγγέλλουν καί εὐαγγελίζονται Χριστόν Ἐσταυρωμένο καί Ἀναστάντα. Ἡ προσκυνηματική σας αὐτή θεωρία θά συμβάλει στήν πνευματική προκοπή, ἀφοῦ καί ἐφόσον γίνει ἀφορμή νά ὁδηγηθοῦμε, νά ἀξιωθοῦμε, μᾶλλον νά καταντήσωμεν εἰς ἄλλην θεωρία τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία, ὅπως τονίζουν οἱ Πατέρες, εἶναι ἡ ἕνωσή μας μέ τόν Θεό. Αὐτός εἶναι καί ὁ σκοπός τῆς Ἐκκλησίας πού ἐπιτυγχάνεται μέ τά πνευματικά μάτια τῆς ψυχῆς καί αὐτό θά εἶναι τό μεγάλο ὄφελός σας ἀπό τήν προσκυνηματική αὐτή θεωρία. Εὔχομαι ἐπίσης τήν ἐμπειρία πού θά ἀποκομίσετε νά μή μείνει στόν χῶρο τῶν συναισθημάτων καί ἐντυπώσεων ἀλλά νά γίνει ἐμπειρία βιωματική ἡ ὁποία θά πρέπει νά μεταδοθεῖ, νά μεταφερθεῖ στούς οἰκείους σας οὕτως ὥστε καί αὐτοί μέ τή σειρά τους νά ἐνθαρρυνθοῦν νά ἐπισκεφθοῦν καί νά γίνουν θεωροί τῶν Παναγίων Προσκυνημάτων. Κάθε ἄνθρωπος πού ἐπισκέπτεται τήν Ἱερουσαλήμ ἀναχωρεῖ μέ ἕνα φρόνημα, ἀναγεννημένος πνευματικά. Καί αὐτό ἐπιτυγχάνεται ἐδῶ γιατί; Διότι εἶναι ὁ μοναδικός χῶρος ὁ ὁποῖος διατηρεῖ τή θρησκευτική του ἀτμόσφαιρα πού δέν ἐκπηγάζει μόνο ἀπό τή χριστιανική παρουσία καί μαρτυρία ἀλλά καί τῶν ἄλλων ὀντοτήτων καί κοινοτήτων, ὅπως τοῦ Ἰσλάμ, τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ πού καί γι’ αὐτούς εἶναι πόλις καθαρά πνευματική καί θρησκευτική. Καί ἐδῶ εἶναι ἡ δύναμη τῆς Ἱερουσαλήμ, συμβάλλει στό νά ἀπαλλαγεῖ  ὁ κάθε ἄνθρωπος ἀπό αὐτό πού ὑποφέρει ὁ σημερινός ἄνθρωπος, τή σύγχυση. Συμβάλλει  ἡ Ἱερουσαλήμ στό νά ἀπαλλάσσει τόν ἄνθρωπο ἀπό κάθε εἴδους σύγχυση. Ἡ καρδιά τῆς Ἱερουσαλήμ  γιά μᾶς εἶναι ὁ  Πανάγιος Τάφος τοῦ Χριστοῦ, ἀπό τόν Γολγοθά καί ἀπό τόν τάφο τοῦ Χριστοῦ ἀντλοῦμε τήν ἐλπίδα τῆς Ἀναστάσεως».

 *ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ‘Ἐρῶ’ , Δ΄ ΤΕΥΧΟΣ, ΟΚΤ.-ΔΕΚ. 2010

Μεγάλη Τετάρτη



Κατά τη Μ. Τετάρτη επιτελούμε ανάμνηση: (α) του γεγονότος της ελλείψεως του Κυρίου με μύρο από μια πόρνη γυναίκα. Επίσης φέρεται στη μνήμη μας, (β) η σύγκλιση του Συνεδρίου των Ιουδαίων, του ανωτάτου δηλαδή Δικαστηρίου τους, προς λήψη καταδικαστικής αποφάσεως του Κυρίου, καθώς και(γ) τα σχέδια του Ιούδα για προδοσία του Διδασκάλου του.

Δύο μέρες πριν το Πάσχα, καθώς ο Κύριος ανέβαινε προς τα Ιεροσόλυμα, κι ενώ βρισκόταν στο σπίτι στου λεπρού Σίμωνα, τον πλησίασε μια πόρνη γυναίκα κι άλειψε το κεφάλι Του με πολύτιμο μύρο. Η τιμή του ήταν γύρω στα τριακόσια δηνάρια, πολύτιμο άρωμα και γι' αυτό οι μαθητές την επέκριναν και περισσότερο απ' όλους ο Ιούδας. Γνώριζαν οι μαθητές καλά πόσο μεγάλο ζήλο έδειχνε πάντοτε ο Χριστός για την ελεημοσύνη προς τους φτωχούς. Ο Χριστός όμως την υπερασπίσθηκε, για να μην αποτραπεί απ' το καλό της σκοπό. Ανέφερε μάλιστα και τον ενταφιασμό Του, προσπαθώντας να αποτρέψει τον Ιούδα από τη προδοσία, αλλά μάταια. Τότε απέδωσε στη γυναίκα την μεγάλη τιμή να διακηρύσσεται το ενάρετο έργο της σε ολόκληρο την οικουμένη.

Ο Ιερός Χρυσόστομος υποστηρίζει ότι δύο ήταν οι γυναίκες που άλειψαν με μύρο τον Κύριο. Οι τρεις πρώτοι Ευαγγελιστές αναφέρουν μια και την ίδια γυναίκα, που πήρε την ονομασία πόρνη. Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης όμως κάνει λόγο για άλλη γυναίκα, αξιοθαύμαστη και σεμνή, τη Μαρία την αδελφή του Λαζάρου, που άλειψε τα άχραντα πόδια Του σκουπίζοντας τα με τις τρίχες των μαλλιών της.
Αυτή την ημέρα ψάλλεται και το περίφημο τροπάριο, τελευταίο στην ακολουθία, της ευσεβούς και λογίας ποιήτριας του Βυζαντίου, Κασσιανής. Η ηρωίδα του ποιήματός της, η γυναίκα που άλειψε με μύρο τον Κύριο ήταν η πόρνη που αναφέρουν οι Ευαγγελιστές (και όχι η ευσεβής ποιήτρια Κασσιανή).

Να και το εξαίσιο τροπάριο σε μετάφραση:  

Κύριε, η γυναίκα, η οποία περιέπεσε σε πολλές αμαρτίες, επειδή κατανόησε, ότι ήσουν Θεός (ενανθρωπήσας), αναλαμβάνει έργο μυροφόρου και θρηνούσα φέρει σε Σε μύρα γα να Σε αλείψει πριν ακόμη (αποθάνεις και) ενταφιασθείς. Και λέγει: Αλίμονο σε μένα! γιατί εγώ ζω μέσα σε μια νύκτα, η οποία είναι γεμάτη από πυκνό σκοτάδι και δεν φωτίζεται ούτε από αμυδρό φως, όπως είναι το φως της σελήνης, τρέχω προς τη σαρκική ηδονή ασυγκράτητος, όπως τρέχουν τα ζώα, όταν τα κεντήσει αλογόμυγα, ζω κυριευμένη από τον έρωτα της αμαρτίας. Αλλά Συ, που υψώνεις τα νερά της θάλασσας, μεταβάλλοντάς τα σε νεφέλες, δέξου των δακρύων μου το ακατάσχετο ρεύμα. Λύγισε (και χαμήλωσε από το άπειρο ύψος Σου) προς εμένα, που Σε ικετεύω με τους στεναγμούς της (μετανοούσης) καρδίας μου, Συ ο Οποίος, με την ακατάληπτη και απερίγραπτη ενανθρώπισή Σου, λύγισες τους ουρανούς (και κατέβηκες στη γη). Θα φιλήσω με συνεχή και ακατάπαυστα φιλιά τα αμόλυντα Σου πόδια και πάλι (βρέχοντας με τα δάκρυά μου) θα τα σπογγίσω με τις πλεξίδες της κεφαλής μου, αυτά τα πόδια των οποίων το βροντώδη ήχο (από τα βάδισμά Σου) όταν άκουσε μέσα στο Παράδεισο η Εύα εκείνο το δειλινό (της ημέρας της παραβάσεως), φοβήθηκε και από το φόβο της κρύφθηκε. Τα πλήθη των αμαρτιών μου, αλλά και τα απύθμενα βάθη των κρίσεών Σου και των βουλών Σου (δηλαδή τους μυστηριώδεις και απερινόητους τρόπους που χρησιμοποιείς για τη σωτηρία των ανθρώπων,) ποίος θα μπορέσει να εξερευνήσει, ψυχοσώστα Σωτήρα μου; Συ που έχεις άπειρο την ευσπλαχνία, μη παραβλέψεις εμένα, τη δική Σου δούλη!

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.Ἰδοῦ ὁ Νυμφίος ἔρχεται, ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός· καὶ μακάριος ὁ δοῦλος, ὃν εὑρήσει γρηγοροῦντα· ἀνάξιος δὲ πάλιν, ὃν εὑρήσει ῥαθυμοῦντα. Βλέπε οὖν ψυχή μου, μὴ τῷ ὕπνῳ κατενεχθῇς, ἵνα μὴ τῷ θανάτῳ παραδοθῇς, καὶ τῆς βασιλείας ἔξω κλεισθῇς· ἀλλὰ ἀνάνηψον κράζουσα· Ἅγιος, Ἅγιος εἶ ὁ Θεὸς ἡμῶν, διὰ τῆς Θεοτόκου ἐλέησον ἡμᾶς.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.Ὑπὲρ τὴν πόρνην ἀγαθὲ ἀνομήσας, δακρύων ὄμβρους οὐδαμῶς σοι προσῆξα, ἀλλὰ σιγῇ δεόμενος προσπίπτω σοι, πόθω ἀσπαζόμενος, τοὺς ἀχράντους σου πόδας, ὅπως μοι τὴν ἄφεσιν, ὡς Δεσπότης παράσχῃς, τῶν ὀφλημάτων κράζοντι Σωτήρ· Ἐκ τοῦ βορβόρου τῶν ἔργων μου ῥῦσαί με.

Ἡ Ὁσία Ἰσιδώρα ἡ διὰ Χριστὸν Σαλή




Ἀναφέρεται στὰ Γεροντικὰ ὅτι ὁ Ὅσιος Πιτυροῦν ( 29 Νοεμβρίου) πληροφορήθηκε ἀπὸ τὸν Κύριο γιὰ τὴν ἀρετὴ τῆς Ὁσίας Ἰσιδώρας καὶ ἀφοῦ ἐπισκέφθηκε τὴ μονὴ αὐτῆς ζήτησε νὰ συγκεντρωθοῦν ὅλες οἱ μοναχές. Ὅταν ἦλθαν αὐτές, ὁ Ὅσιος Πιτυροῦν δὲν διέκρινε σὲ καμία φωτοστέφανο, ὅπως εἶχε ἀπὸ τὸν Θεὸ ἐπιβεβαιωθεῖ ὅτι θὰ ἔχει ἡ Ὁσία Ἰσιδώρα. Τότε ζήτησε νὰ πληροφορηθεῖ ἐὰν ὑπῆρχε ἄλλη μοναχὴ στὴ μονή. Ἀναφέρθηκε λοιπὸν στὸν Ἅγιο ὅτι ὑπῆρχε μία σαλή. Ὁ Ὅσιος Πιτυροῦν παρακάλεσε νὰ κληθεῖ καὶ ἡ σαλή. Κατὰ τὴν εἴσοδο τῆς Ὁσίας Ἰσιδώρας, ὁ Ὅσιος Πιτυροῦν διέκρινε τὸ φωτοστέφανο ἐπὶ τῆς κεφαλῆς αὐτῆς καὶ ἔτσι ἀποκαλύφθηκε ὅτι ἡ Ὁσία Ἰσιδώρα ὑποκρινόταν τὴν σαλὴ καὶ τοῦτο γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ.Ἡ Ὁσία Ἰσιδώρα, ἀφοῦ ἀσκήτεψε θεοφιλῶς σὲ μονὴ τῆς Αἰγύπτου, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 365 μ.Χ.

Ὁ Ἅγιος Βατᾶς ὁ Ἱερομάρτυρας

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Βατᾶς καταγόταν ἀπὸ τὴν Περσία καὶ γεννήθηκε ἀπὸ γονεῖς Χριστιανοὺς κατὰ τὸν 4ο αἰώνα μ.Χ. Σὲ ἡλικία τριάντα ἐτῶν, ἀφοῦ ἄφησε τοὺς γονεῖς, τὰ τέκνα καὶ τὴν γυναῖκα του, ἀπῆλθε σὲ μοναστήρι καὶ ἔγινε μοναχὸς ποθώντας τὴ ζωὴ τῶν Μαρτύρων. Ἔτσι, ὅταν ἔγινε ὁ διωγμὸς κατὰ τῶν Χριστιανῶν στὴν Περσία, οἱ μὲν ἄλλοι συμμοναστές του ἔφυγαν ἐγκαταλείποντας τὸ μοναστήρι, αὐτὸς δέ, ἀφοῦ ἔμεινε, συνελήφθη ἀπὸ τοὺς Πέρσες καὶ παραδόθηκε στὸν ἄρχοντα Νισίβεως Ἰασδήχ, ἀδελφὸ τοῦ Βαρζαβανᾶ, ὁ ὁποῖος τὸν διέταξε νὰ προσκυνήσει τὸν ἥλιο. Ὁ Ἅγιος ἀρνήθηκε καὶ ὁμολόγησε μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία τὸ Ὄνομα τοῦ Κυρίου. Τότε ὑπέστη φοβερὸ μαρτύριο. Τοῦ ἔδεσαν τὰ χέρια καὶ τὰ τέντωσαν τόσο πολύ, ὥστε ἐξαρθρώθηκαν οἱ ὦμοι του. Στὴν συνέχεια τὸν ἔδεσαν καὶ τὸν ἔσυραν, τὸν κατέκοψαν μὲ μάχαιρα καὶ τέλος ἀπέκοψαν τὴν τίμια κεφαλή του.

Συναξαριστής της 1ης Μαίου


Ὁ Προφήτης Ἱερεμίας

 


«Ἐπιστράφητε, υἱοὶ ἀφεστηκότες... καὶ ἰάσομαι τὰ συντρίμματα ὑμῶν». Ἐπιστρέψτε μὲ μετάνοια σεῖς οἱ γιοὶ τῆς ἀποστασίας, καὶ ἐγὼ θὰ θεραπεύσω τὰ συντρίμμια σας.
Αὐτὰ ἔλεγε ὁ Κύριος με τὸ στόμα τοῦ προφήτη Ἱερεμία στὸν ἀποστατημένο λαὸ τοῦ Ἰσραήλ.

Ὁ Ἱερεμίας ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς τέσσερις μεγάλους προφῆτες τοῦ Ἰσραὴλ καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν κωμόπολη Ἀναθώθ. Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Χελκίας καὶ ἦταν ἱερέας, ἀπὸ τὴν τάξη τῶν πρωθιερέων. Ἡ γέννηση τοῦ Ἱερεμία τοποθετεῖται στὸ 650 π.Χ.

Ἀνατράφηκε μέσα στὰ πλαίσια τῶν Μωσαϊκῶν παραδόσεων καὶ ἀπέκτησε τὸ προφητικὸ χάρισμα ἀπὸ τὸ Θεὸ σὲ ἀρκετὰ μικρὴ ἡλικία, γύρω στὰ 25. Πολλὲς φορὲς κινδύνευσε νὰ χάσει τὴν ζωή του, διότι μὲ τὶς προφητεῖες του ἤλεγχε τὴν ζωὴ τῶν Ἰσραηλιτῶν.

Κάποτε, μάλιστα, τοῦ ἀπαγόρευσαν νὰ μιλάει, ἀλλὰ αὐτὸς ὑπαγόρευσε τοὺς λόγους του στὸν γραμματέα του Βαρούχ, ποὺ τοὺς ἀνέγνωσε στὸ λαό, μὲ ἀποτέλεσμα ὅλοι νὰ κηρύξουν νηστεία. Ὁ βασιλιάς, ὅμως, Ἰωακεὶμ δὲν ὑπάκουσε, καὶ ἦλθε καιρὸς ποὺ σύρθηκε ἁλυσοδεμένος ἀπὸ τὸ βασιλιὰ τῶν Χαλδαίων Ναβουχοδονόσορα.

Ἐπίσης, ὁ Ἱερεμίας προφήτευσε καὶ γιὰ τὴν Νέα Διαθήκη: «Ἰδοὺ ἡμέραι ἔρχονται, φησὶ Κύριος, καὶ διαθήσομαι τῷ οἴκῳ Ἰσραήλ καὶ τῷ οἴκῳ Ἰούδα διαθήκην καινήν». Νά, ἔρχονται εὐτυχισμένες μέρες, λέει ὁ Κύριος, καὶ θὰ συνάψω μὲ τοὺς Ἰσραηλίτες καὶ τοὺς Ἰουδαίους νέα διαθήκη.

Οἱ πληροφορίες γιὰ τὸ ποῦ καὶ πότε πέθανε δὲν εἶναι σαφεῖς.

Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Ἐκ γαστρὸς ἠγιάσθης τὴ προγνώσει τοῦ Κτίσαντος, καὶ προφητικῆς ἐπληρώθης ἐκ σπαργάνων συνέσεως, ἐθρήνησας τὴν πτῶσιν Ἰσραήλ, σοφὲ Ἱερεμία ἐν στοργῇ, διὰ τοῦτο ὡς Προφήτην καὶ Ἀθλητήν, τιμῶμεν σὲ κραυγάζοντες, δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ χορηγούντι διὰ σοῦ, ἠμὶν τὰ κρείττονα.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον Ἦχος β’.
Τοῦ προφήτου σου Ἰερεμίου τὴν μνήμην, Κύριε, ἑορτάζοντες, δι᾽ αὐτοῦ σὲ δυσωποῦμεν· Σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

 
Ὁ Ἅγιος Βάτας ὁ Πέρσης ἱερομάρτυρας

Ἀνήκει καὶ αὐτὸς στὰ ἱερὰ θύματα, ποὺ προσφέρθηκαν ὁλοκαυτώματα στὸ βωμὸ τῆς πίστης στὴ χώρα τῆς Περσίας, κατὰ τὸν 4ο αἰῶνα μ.Χ. Στὴν ἀρχὴ ἔζησε μέσα στὸν κόσμο, ἀλλὰ μὲ τέτοιο πνευματικὸ τρόπο, ποὺ θὰ νόμιζε κάποιος ὅτι ἦταν ἐκτὸς κόσμου. Κατόπιν ἀκολούθησε τὴν ζωὴ τῶν μοναχῶν καὶ διακρίθηκε καὶ ἐδῶ μὲ ὅλες τὶς ἀσκητικὲς ἀρετές.

Ἀλλ᾿ ἦλθε ὁ καιρὸς τῶν διωγμῶν, καὶ ἡ θύελλά τους ἀπὸ τὶς πόλεις ἐπεκτάθηκε στὰ μοναστήρια. Ὁ θάνατος καὶ τὸ μαχαῖρι, προχωροῦσαν καὶ στὴ Μονὴ ποὺ ἦταν ὁ Βάτας. Τότε οἱ ἄλλοι μοναχοὶ προτίμησαν νὰ ἀπομακρυνθοῦν. Ἐκεῖνος ὅμως, ἔκρινε ὅτι ὄφειλε νὰ σταθεῖ καὶ νὰ μαρτυρήσει, γιὰ νὰ ἔχουν οἱ ἄπιστοι δείγματα τῆς χριστιανικῆς γενναιότητας καὶ αὐταπάρνησης.

Ὅταν λοιπὸν οἱ ἐχθροὶ εἶδαν ὅτι ὅλοι εἶχαν ἀναχωρήσει, ἡ ὀργὴ ὅλη καὶ ἡ μανία τους στράφηκε κατὰ τοῦ Βάτα. Ἀφοῦ τὸν κακοποίησαν ἄγρια, τὸν ἔφεραν μπροστὰ στὸν ἀδελφὸ τοῦ ἄρχοντα Βαρζαναβᾶ, Ἰασδήχ. Αὐτός, ὅταν εἶδε ὅτι δὲν μποροῦσε νὰ ἀλλαξοπιστήσει τὸν Βάτα με ὑποσχέσεις τιμῶν καὶ ἀξιωμάτων, διέταξε τὸ θάνατό του μὲ σκληρὰ βασανιστήρια. Οἱ δήμιοι, ἀφοῦ ἐξάρθρωσαν τοὺς ὤμους του, τὸν ἔδειραν μὲ χοντρὰ ῥαβδιά, καὶ τοῦ ἔκοψαν μὲ μαχαίρια τὶς ὠμοπλάτες, τελικὰ τὸν ἀποκεφάλισαν.


Ὁ Ἅγιος Φιλόσοφος

Πατρίδα του ἦταν ἡ Ἀλεξάνδρεια, καὶ καθώς μᾶς διηγεῖται ὁ Μέγας Ἀντώνιος, μαρτύρησε ὡς ἑξῆς: Τὸν ἔδεσαν χειροπόδαρα πάνω σ᾿ ἕνα κρεβάτι, ποὺ βρισκόταν μέσα σ᾿ ἕνα ὡραῖο κῆπο. Κατόπιν ἔφεραν μία πόρνη, ποὺ μὲ ἐρωτικὰ λόγια καὶ ἄσεμνες χειρονομίες προσπαθοῦσε νὰ μιάνει τὸν Ἅγιο. Τότε ὁ Ἅγιος ἔκλεισε τὰ μάτια του γιὰ νὰ μὴ βλέπει τὴν πόρνη καὶ ἔπειτα δάγκωσε τὴν γλῶσσα του, ὥστε τὸ αἷμα ἔτρεχε ποτάμι ἀπὸ τὸ στόμα του. Ὅταν πλησίασε στὸ πρόσωπό του ἡ πόρνη, ὁ φιλόσοφος τὴν ἔφτυσε στὸ πρόσωπο καὶ στὰ ῥοῦχα. Ἡ πόρνη βλέποντας ἐπάνω της τὸ αἷμα, φοβήθηκε καὶ ἀποτραβήχτηκε ἀπὸ τὸ αἰσχρὸ ἔργο της. Ἔτσι ὁ Ἅγιος νίκησε καὶ διαφυλάχτηκε μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Στὴ συνέχεια τὸν ἀποκεφάλισαν καὶ ἀπῆλθε νικηφόρα στὰ οὐράνια σκηνώματα.

 
Ἡ Ὁσία Ἰσιδώρα

 


Ἀναφέρεται στὰ Γεροντικὰ ὅτι ὁ Ὅσιος Πιτυροῦν (τιμᾶται 29 Νοεμβρίου) πληροφορήθηκε ἀπὸ τὸν Κύριο γιὰ τὴν ἀρετὴ τῆς Ὁσίας Ἰσιδώρας καὶ ἀφοῦ ἐπισκέφθηκε τὴ μονὴ αὐτῆς ζήτησε νὰ συγκεντρωθοῦν ὅλες οἱ μοναχές. Ὅταν ἦλθαν αὐτές, ὁ Ὅσιος Πιτυροῦν δὲν διέκρινε σὲ καμία φωτοστέφανο, ὅπως εἶχε ἀπὸ τὸν Θεὸ ἐπιβεβαιωθεῖ ὅτι θὰ ἔχει ἡ Ὁσία Ἰσιδώρα. Τότε ζήτησε νὰ πληροφορηθεῖ ἐὰν ὑπῆρχε ἄλλη μοναχὴ στὴ μονή. Ἀναφέρθηκε λοιπὸν στὸν Ἅγιο ὅτι ὑπῆρχε μία σαλή. Ὁ Ὅσιος Πιτυροῦν παρακάλεσε νὰ κληθεῖ καὶ ἡ σαλή. Κατὰ τὴν εἴσοδο τῆς Ὁσίας Ἰσιδώρας, ὁ Ὅσιος Πιτυροῦν διέκρινε τὸ φωτοστέφανο ἐπὶ τῆς κεφαλῆς αὐτῆς καὶ ἔτσι ἀποκαλύφθηκε ὅτι ἡ Ὁσία Ἰσιδώρα ὑποκρινόταν τὴν σαλὴ καὶ τοῦτο γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος γ'. Τὴν ὡραιότητα.
Τὴν ὡραιότητα Χριστοῦ ποθήσασα, Μῆτερ τρισόλβιε, ὁδὸν τὴν σύντομον, τὴν ὁδηγούσαν πρὸς Αὐτόν, προείλου τὴν ταπείνωσιν, ὅθεν σε ἀνέδειξε, μοναζόντων διδάσκαλον, ἄκρον τε ὑπόδειγμα, τῆς Αὐτοῦ ἐκμιμήσεως, διὸ χαρμονικῶς σοι βοῶμεν, χαῖρε, ὢ Ἰσιδώρα παμμακάριστε.

Κοντάκιον 
Ἦχος β'. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Ποθούσα τυχεῖν, τῆς ἄνω Μῆτερ στάσεως, ταχεῖαν ὁδόν, προείλου τὴν ταπείνωσιν, δι’ ἧς ἤχθης Χριστῷ ὡς καρπὸς εὐκλεὴς καὶ τερπνὸς Ἰσιδώρα παναοίδιμε, βραβεία λαμβάνουσα τὰ ἄφθαρτα.

Ὁ Οἶκος 
Φρονίμους πολλοὺς εἰς ἑαυτοὺς κατώκτειρα καὶ πλάνην τὴν αὐτῶν ὁλοψύχως ἐμίσησα, ὅτι εἰ καὶ πόνοις καθυποβάλλονται καὶ σκάμμασι Βασιλείαν Θεοῦ οἴμοι οὐ λαμβάνουσι διὰ τὸ αὐθαίρετον. Σε ὅμως, Ἰσιδώρα ταπεινόνους, προβάλλομαι κάμου καὶ πάντων σωτηρίας ταχείας λαμπρὸν ὑπόδειγμα, ὅτι μωραίνουσα ψευδῶς τὸν πονηρὸν κατεμώρανας, καὶ συμμοναστριῶν τὰ σκώμματα ἐν εὐχαριστία ὑπομενοῦσα, ἐν καιρῷ δεκτῷ εἱσηκούσθης παρὰ τοὺς πτωχοὺς τῷ πνεύματι ἀγαπῶντος καὶ ἤχθης ἐνώπιον Αὐτοῦ, βραβεία λαμβάνουσα τὰ ἄφθαρτα.

Μεγαλυνάριον 
Ταπεινοφροσύνης οἶκος λαμπρός, παρθενίας δόξα, ἄνθος θεῖον ὑπομονῆς, ἀκενοδοξίας τῆς ἄκρας Ἰσιδώρα, ἐργάτις ἀνεδείχθης, διὰ τὸν Κύριον.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον 
Σύνεσιν παράσχου μοι ἐκ Θεοῦ, ὡς σοι συνωνύμω, ἡ σαλὴ διὰ τὸν Χριστόν, ἵνα ἐπιτύχω, τῆς δόξης Ἰσιδώρα, ἧς νῦν ἐπαπολαύεις· δὸς μοι τὴν αἴτησιν.

 
Ὁ Ἅγιος Σάββας

Μαρτύρησε ἀφοῦ τὸν κρέμασαν ἐπάνω σὲ μία συκιά.

 
Ἐγκαίνια τῆς Νέας Ἐκκλησίας

Ἐδῶ στοὺς Συναξαριστὲς βρίσκουμε τὴν ἑξῆς φράση: «Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ συνεισέρχεται ὁ Πατριάρχης ἐν τῷ σπηλαίῳ, ἐκεῖθεν δὲ ἀπέρχεται μετὰ λιτῆς εἰς τὴν Νέαν Ἐκκλησίαν, ὅπου καὶ λειτουργεῖ».

 
Μνήμη Σεισμοῦ

Ἡ συγκεκριμένη μνήμη τοῦ γεγονότος αὐτοῦ, ἀναφέρεται στὸν Σιναϊτικὸ Κώδικα 1097 καὶ λέγεται ὅτι ἔγινε τὸ 1201 καὶ ἀφανίστηκαν πολλὰ κελιὰ καὶ πύργοι (βλ. Δημητριεύσκη, Τυπικά, Β´, σελ. 415).

 
Ὁ Ἅγιος Ἀφρικανός Ἐπίσκοπος Λουγδούνου
 

 
Ὁ Ἅγιος Μαῦρος ὁ ἱερομάρτυρας καὶ «οἱ σὺν αὐτῷ»

Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστὲς καὶ τὰ Μηναῖα. Στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Delehaye (σελ. 647) καλεῖται ἱερομάρτυρας καὶ στὸν Κώδικα Δ δ, II Κρυπτοφέρης (φ. 59), ὅπου καὶ ἡ Ἀκολουθία του, ἁπλῶς μάρτυρας.

 
Ὁ Ὅσιος Μιχαὴλ ὁ Θαυματουργὸς

Καὶ αὐτὸς ὁ Ὅσιος εἶναι ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστὲς καὶ τὰ Μηναῖα. Στὸν Ὅσιο αὐτό, ὑπάρχει Ἀκολουθία πλήρης στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1574 φ. 153α, ποὺ ἐξυμνοῦνται οἱ ἀσκητικές του ἀρετὲς καὶ οἱ θαυματουργικὲς δυνάμεις ποὺ βγαίνουν ἀπὸ τὸν τάφο του.

 
Ὁ Ἅγιος Πανάρετος (+ 1793) Ἀρχιεπίσκοπος Πάφου τῆς Κύπρου

Γεννήθηκε στὴν Κύπρο καὶ ἡ μεγάλη του ἀρετὴ τὸν ἀνέδειξε Ἀρχιεπίσκοπο Πάφου. Ἀφοῦ ἔζησε ζωὴ ἁγία καὶ πολὺ ἀσκητική, ἀπεβίωσε εἰρηνικά, ἀφοῦ εἶχε προβλέψει -θείᾳ χάριτι- τὸν θάνατό του. Λέγεται μάλιστα ὅτι, μετὰ τὸν θάνατό του ἔκανε καὶ θαύματα.

 
Ὁ Νέος Ὁσιομάρτυς Ἀκάκιος ἀπὸ τὸ Νεοχώρι Θεσσαλονίκης

Τὸ ἀρχικό του ὄνομα ἦταν Ἀθανάσιος καὶ καταγόταν ἀπὸ τὸ Νεοχώριον τῆς Θεσσαλονίκης.

Παιδὶ ἀκόμα, ἀσπάσθηκε μὲ τὴν βία τὸν Ἰσλαμισμὸ στὴν Κωνσταντινούπολη. Ὅταν μεγάλωσε στὴν ἡλικία, ἦλθε στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου ἐκάρη μοναχός με τὸ ὄνομα Ἀκάκιος. Ἀργότερα ἐπανῆλθε στὴν Κων/πολη, ἐπεζήτησε τὸ μαρτύριο καὶ ἀφοῦ ποδοπάτησε τὸ τούρκικο φέσι του, μπροστὰ στὸν Ἱεροδικαστή, ἀποκήρυξε τὸν Ἰσλαμισμό.

Ὁμολογώντας τὴν Χριστιανική του πίστη, βασανίστηκε σκληρὰ καὶ ἀποκεφαλίστηκε στὴν Κων/πολη τὴν 1η Μαΐου 1815.
Μαρτύριο τοῦ Ἁγίου συνέγραψε ὁ Καισαρείας Μελέτιος.

Ἀκολουθία κοινὴ μὲ τοὺς συνασκητὲς τοῦ Ἁγίου, δηλαδὴ τὸν Εὐθύμιο ἀπὸ τὴν Δημητσάνα καὶ τὸν Ἰγνάτιο ἀπὸ τὴν παλαιὰ Ζαγορά, ποὺ μαρτύρησαν στὴν Κων/πολη τὸ 1814, συνέγραψε ὁ Ἰβηρίτης Ὀνούφριος, ποὺ ἐκδόθηκε στὴν Ἀθήνα τὸ 1862. Ἡ μνήμη τῶν τριῶν αὐτῶν Νεομαρτύρων τελεῖται στὴ Σκήτη τοῦ Τιμίου Προδρόμου τὴν 1η Μαΐου.

Ἐπιστολὴ τοῦ ὁσιομάρτυρα αὐτοῦ, ποὺ ἀπευθύνθηκε τρεῖς μέρες πρὸ τοῦ μαρτυρίου του στὴν Κων/πολη πρὸς κάποιον πνευματικό του πατέρα, ἐκτυπώθηκε στὴν Ἀθήνα ἀπὸ τὸν μοναχὸ Ἀκάκιο Προδρομίτη. Ἡ ἐπιστολὴ αὐτὴ χρονολογεῖται 27 Ἀπριλίου 1816 καὶ ὁδηγεῖ στὸ συμπέρασμα ὅτι ὁ μάρτυρας μαρτύρησε τὴν 1η Μαΐου 1816.

Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Λυχνία τρίφωτος, κόσμω ἐδείχθητε, Ὁσιομάρτυρες, Χριστοῦ τρισάριθμοι, τὴν Ἐκκλησίαν τοὶς αὐγαὶς πυρσεύοντες τῶν ἀγώνων, ἔνδοξε Εὐθύμιε, ἀφθαρσίας τὸ στέλεχος, ἱερὲ Ἰγνάτιε, ἐγκράτειας τὸ ἔσοπτρον, καὶ ρόδον ἀκακίας Ἀκάκιε, ὅθεν ὑμᾶς ὑμνολογοῦμεν.

 
Ὁ Ὅσιος Νικηφόρος ὁ Χίος

Γεννήθηκε στὰ Καρδάμυλα τῆς Χίου τὸ 1750 ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς καὶ τὸ ἀρχικό του ὄνομα ἦταν Γεώργιος.

Σὲ νεαρὴ ἡλικία ἀφιερώθηκε ἀπὸ τοὺς γονεῖς του στὴν ἐκκλησία γιὰ νὰ διασωθεῖ ἀπὸ τὴν ἀῤῥώστια τοῦ λοιμοῦ. Μπῆκε στὴ Νέα Μονὴ σὰν δόκιμος καὶ διέπρεψε στὴν ὑπακοὴ καὶ τὴν εὐσέβεια, καθὼς ἐπίσης διακρίθηκε γιὰ τὴν εὐφυΐα καὶ τὴν φιλομάθειά του.

Γι᾿ αὐτὸ οἱ Πατέρες τῆς Μονῆς τὸν ἔστειλαν στὴ Χώρα, ὅπου μὲ τὴν χειραγωγία τοῦ τότε διδασκάλου Νεοφύτου τοῦ Καυσοκαλυβίτου, τοῦ ἐξ Ἑβραίων, μορφώθηκε καλὰ καὶ ἔπειτα ἔγινε διδάσκαλος στὴ σχολὴ αὐτή, ἐπὶ σχολαρχείας Ἀθανασίου τοῦ Πάριου. Στὴ σχολὴ δίδαξε μέχρι τὸ 1802, ὅποτε ἀνέλαβε τὴν διεύθυνση τῆς Νέας Μονῆς σὰν ἡγούμενος καὶ συνέγραψε τὴν Ἱστορία της.

Ἀλλ᾿ ἡ ἀκαταστασία στὴ Μονὴ καὶ οἱ ἀντιδράσεις γιὰ τὴν διακυβέρνησή της, τὸν ἀπομάκρυναν ἀπ᾿ αὐτὴ καὶ κατέφυγε στὰ Ῥέστα στὸ μονύδριο τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, ὅπου μόναζε καὶ ὁ Ἰωσὴφ ἀπὸ τὰ Ἄγραφα. Κάποτε ὅμως ἀῤῥώστησε στὴ Χώρα στὸ σπίτι τῆς ἀδελφῆς του καὶ πέθανε ἀφοῦ ἔζησε Ὁσία ζωή, τὸ καλοκαῖρι τοῦ 1821.

 
Οἱ Ἅγιοι Εὐθύμιος ὁ Πελοποννήσιος καὶ Ἰγνάτιος ὁ νέος ὁσιομάρτυρας

Γιὰ μὲν τὸν πρῶτο βλέπε βιογραφία του 22 Μαρτίου, γιὰ δὲ τὸν δεύτερο 8 Ὀκτωβρίου, ὅπου καὶ οἱ κυρίως μνῆμες τῶν ἁγίων αὐτῶν.

 
Ὁ Ὅσιος Παφνούτιος Μποραβίας (Ῥῶσος)

ὁ Θεοφόρος καὶ θαυματουργὸς (+ 1479).

 
Ὁ Ὅσιος Γεράσιμος Ἡγούμενος Ἱ. Μονῆς Ἁγίας Τριάδος ἐν Μπολτίνκ

Ῥῶσος (+ 13ος ἀϊ.).

 
Ὁ Ἅγιος Asarh (Οὐαλός)

Ὁ Ἅγιος Asaph (Ἀσάφιος) ἔζησε κατὰ τὸ δεύτερο ἥμισύ του 6ου αἰώνα μ.Χ. καὶ ἦταν Ἐπίσκοπος Οὐαλίας. Ἀσκήτεψε σὲ μονὴ ποὺ βρισκόταν κοντὰ στὶς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ Ἔλγουι τῆς βόρειας Οὐαλίας, ἡ ὁποία καὶ εἶχε ἱδρυθεῖ ἀπὸ τὸν Ἅγιο Κεντιγκέρνο, Ἐπίσκοπο Γλασκώβης (τιμᾶται 13 Ἰανουαρίου). Ὁ Θεὸς τὸν ἀξίωσε μὲ τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας. Ὁ Ἅγιος συνέγραψε μοναχικοὺς κανόνες, τυπικὲς διατάξεις γιὰ τὴν Ἐκκλησία του καὶ ἄλλα ἔργα καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.

 

Τί πρέπει νά γίνεται, ὅταν ἡ ἀνώτερη λογική θέλησις φαίνεται νικημένη ἀπό τήν παράλογη καί κατώτερη καί ἀπό τούς ἐχθρούς


Απόδοση στη νέα Ελληνική: Ιερομόναχος Βενέδικτος
Έκδοση Συνοδείας Σπυρίδωνος Ιερομονάχου, Νέα Σκήτη, Άγιον Όρος
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΔ΄. Τί πρέπει νά γίνεται, ὅταν ἡ ἀνώτερη λογική θέλησις φαίνεται νικημένη ἀπό τήν παράλογη καί κατώτερη καί ἀπό τούς ἐχθρούς.
Αν καμμία φορά σκεφθής ότι η λογική σου θέλησις δεν μπορεί να αντισταθή ποτέ καθόλου στην παράλογη επιθυμία και στους εχθρούς που σε πολεμούνε, επειδή και δεν αισθάνεσαι να έχης μία προθυμία ζωντανή εναντίον τους· συ όμως, να παραμείνης, αδελφέ μου, σταθερός και μην εγκαταλείψης τον πόλεμο, γιατί θα θεωρήσαι ως νικητής, εφόσον δεν βλέπης φανερά νικημένο τον εαυτό σου. Διότι όπως η ανώτερη θέλησί μας δεν έχει ανάγκη από τις κατώτερες επιθυμίες, για να προσβάλλη τις πράξεις της, έτσι αν αυτή η ίδια δεν θέλη, δεν μπορεί να πιεσθή ποτέ και να νικηθή από αυτές με όσο σκληρό πόλεμο και αν της κάνουν. Γιατί, ο Θεός χάρισε στη θέλησί μας τόση ελευθερία και δύναμι, ώστε και αν όλες οι αισθήσεις, και όλοι οι δαίμονες και όλος ο κόσμος μαζί οπλισθούν εναντίον της και την πολεμούν δυνατά, παρόλα αυτά, μπορεί η θέλησί μας με κάθε ελευθερία, να τα περιφρονήση και να θέλη εκείνο, που θέλει, ή να μη θέλη εκείνο, που δεν θέλει και όσες φορές θέλει και για το σκοπό εκείνο που της αρέσει καλύτερα.
Εάν δε και καμιά φορά οι νοητοί εχθροί και η παράλογή σου επιθυμία, τόσο δυνατά σε πολεμούνε και σε καταπιέζουν, ώστε αποδυναμωμένος, δεν μπορείς να κάνης εναντίον τους κανένα έργο πνευματικό για να βοηθηθής, σου λέω, να μη δειλιάσης ούτε σε αυτή την περίπτωσι, ούτε να ρίξης στη γη τα άρματα· αλλά χρησιμοποίησε αυτό το όχημα, εναντίον αυτών και λέγε προς τους εχθρούς· «δεν υποχωρώ από τον πόλεμο, δεν θα σάς αφήσω ούτε τώρα απλήγωτους». «Ο Κύριος είναι το φως και η σωτηρία μου, ποιόν θα φοβηθώ; Ο Κύριος το καταφύγιο της ζωής μου, από ποιόν θα πανικοβληθώ;» (Ψαλμ. 26,1). «Εγώ στο όνομά του θα εξουθενώσω τους εχθρούς μου» (Ψαλμ. 43,7)· και αν τώρα δυναμωθής, αλλά πάλι νικηθής, όπως γράφτηκε· «Όσο και αν συνασπίζεσθε, θα συντριβήτε· εξοπλισθήτε όσο θέλετε, πάλι θα συντριβήτε» (Ησ. 8,9). Οπότε όπως κάνει εκείνος που έχει εναντίον του τον εχθρό και τον καταδυναστεύει· ο οποίος, μη μπορώντας να τον χτυπήση κατευθείαν, τον χτυπά πλάγια και δοκιμάζει να κάνη ένα πήδημα παραπίσω, για να μπορέση να τον πληγώση και κατ ευθείαν έτσι κάνε και συ· μάζεψε τους λογισμούς σου μέσα στον εαυτό σου και σκέψου ότι δεν έχεις καμμία δύναμι και έτσι καταφεύγοντας στο Θεό, που μπορεί τα πάντα, κάλεσέ τον με θερμή ελπίδα και δάκρυα, ενάντια στο πάθος που σε πολεμεί, λέγοντας· «Κύριε, βοήθησέ με· Θεέ μου, Θεέ μου, βοήθησέ με· Ιησού μου, βοήθησέ με· πολέμισε τους πολεμούντάς με· πάρε ασπίδα και όπλο και έλα βοήθησέ με» (Ψαλμ. 34,1). «Θεοτόκε Παρθένε, βοήθησέ με, για να μην αφήσω τον εχθρό να με νικήση».
Εάν δε το πάθος και ο εχθρός σου δίνη χρόνο, μπορείς ακόμη να βοηθήσης την αδυναμία της θελήσεώς σου κατά του πάθους, με τους στοχασμούς και αυτές τις ασκήσεις. Παραδείγματος χάριν, όταν εσύ πέσης σε καμία δυσκολία ή άλλη κάποια τιμωρία και η επιθυμία σου δεν μπορή ή δεν θέλη να την υπομείνη, βοήθησέ την με αυτά.
Α΄. Σκέψου, ότι η δοκιμασία αυτή που υποφέρεις, πρέπει να την πάθης άξια, γιατί εσύ έδωσες την αφορμή και με κάθε δίκαιο χρωστάς να υποφέρης εκείνην την πληγή, που εσύ με τα χέρια σου έδωσες στον εαυτό σου.
Β΄. Εάν εσύ δεν έχης στη δοκιμασία αυτή κανένα φταίξιμο, γύρισε τον λογισμό σου στα πολλά άλλα και μεγάλα σου σφάλματα και σκέψου, Πως γι αυτά δεν σου έδωσε ακόμη ο Θεός την τιμωρίαν που σου αρμόζει, αλλά ούτε εσύ τα σωφρόνισες καθώς πρέπει· οπότε η ευσπλαγχνία του Θεού σε ελέησε και για να μη βασανισθής αιώνια, σου έστειλε την προσωρινή αυτή δοκιμασία· και λοιπόν πρέπει να τη δεχθής με χαρά και ευχαριστία.
Γ. Σκέψου, ότι αν και πρόλαβες και έκανες αρκετό κανόνα για τα αμαρτήματά σου εκείνα με τα οποία λύπησες την μεγαλειότητα του Θεού (το οποίο δεν πρέπει ποτέ να σκεφθής)· σκέψου όμως Πως στην βασιλεία των ουρανών δεν μπαίνει κανείς άλλος, παρά μέσα από την στενή πύλη των δοκιμασιών και των θλίψεων. «Πρέπει να περάσουμε από πολλές θλίψεις για να μπούμε στην Βασιλεία του Θεού» (Πράξ. 14,21).
Δ΄. Ότι αν και συ μπορείς να μπής σε αυτή την βασιλεία μέσα από άλλο δρόμο, δηλαδή μέσα από την αγάπη του Θεού, όμως αυτό δεν πρέπει ούτε καν να το σκεφθής· επειδή και ο Υιος του Θεού με όλους του τους φίλους, μπήκε σε αυτή μέσα από αγκάθια και σταυρούς.
Ε. Σκέψου Πως αυτή η δοκιμασία που υποφέρεις, είναι κατά το θέλημα του Θεού (το οποίο πρέπει να σκέφτεσαι στην αρχή κάθε σου πράξεως και θλίψεως που θα σου συμβαίνη, όπως σου είπα πιο πριν, στο ι΄ και ια΄ κεφάλαιο, δηλαδή το να θέλης να γίνεται σε κάθε σου έργο και σε κάθε άλλο γεγονός το θέλημα του Θεού), ο οποίος για την αγάπη που σου έχει, ευχαριστιέται και χαίρεται να σε βλέπη να υποφέρης ως πιστός του και γενναίος πολεμιστής. Λοιπόν και συ για να ανταποκριθής σε αυτή του την αγάπη, όσο είναι άδικη και βαριά η δοκιμασία που υποφέρεις, τόσο αγωνίσου να την υπομένης με ευχαριστία. Γιατί κάνοντας έτσι, φαίνεσαι Πως υπομένεις στην πράξι και αγαπάς και σε αυτά ακόμη τα σκληρότατα βασανιστήρια μόνον την θεία του θέλησι, για την οποία και κοντά στην οποία, κάθε τι πικρό φαίνεται γλυκό και κάθε άτακτο έχει τάξι και κανόνα τέλειο.

Μεγάλη Πέμπτη. Σήμερον κρεμάται επί ξύλου...


«Σήμερον κρεμάται επί ξύλου ο εν ύδασι την γην κρεμάσας. Στέφανον εξ ακανθών περιτίθεται ο των αγγέλων Βασιλεύς. Ψευδή πορφύραν περιβάλλεται ο περιβάλλων τον ουρανόν εν νεφέλαις. Ράπισμα κατεδέξατο ο εν Ιορδάνη ελευθερώσας τον Αδάμ. Ήλοις προσηλώθη ο Νυμφίος της Εκκλησίας. Λόγχη εκεντήθη ο Υιός της Παρθένου. Προσκυνούμεν Σου τα πάθη, Χριστέ. Δείξον ημίν και την ένδοξόν σου ανάστασιν».
Η Σταύρωση είναι το κατ’ εξοχήν γεγονός που σηματοδοτεί την ουσία και την πεμπτουσία της ζωής μέσα στην Ιστορία.
Ο Σταυρός μπαίνει στο κέντρο της ζωής γιατί καταργεί τον θάνατο. Νοηματοδοτεί όλα όσα τοποθετούνται στην προοπτική του. Θεός και άνθρωπος ενωμένοι σταυρώθηκαν. Ο μη γνήσιος άνθρωπος σταύρωσε τον γνήσιο στην ουσία του άνθρωπο, τον Θεάνθρωπο. Και από τη θυσιαζόμενη αγάπη στο Σταυρό ξεχύθηκε η φωτοχυσία της Ανάστασης.

«Φιλελεύθερος»21/04/2011

Ποιὸς μὲ καταδιώκει; Ἀρχιμανδρίτης Βαρνάβας Λαμπρόπουλος




Ρώτησαν πρόσφατα γνωστό ἡλικιωμένο ἠθοποιό, ἄν ἔνιωσε ποτέ στήν ζωή του ἰδιαίτερες ἐνοχές. Καί αὐτός - ἐξομολογούμενος δημόσια - ἀπάντησε:

- Εἶχα κλέψει κάτι ἀσήμαντο στήν διάρκεια τῆς Κατοχῆς. Καταλόγισαν τήν κλοπή σέ ἕναν ἄνθρωπο μειωμένης νοημοσύνης καί τοῦ ἔδωσαν δυό χαστούκια. Δέν εἶπα ὅτι τό ἔκανα ἐγώ. Φοβήθηκα... Αὐτό μέ κυνηγάει σέ ὅλη μου τήν ζωή...
* * *
Τήν Μεγάλη Ἑβδομάδα προσκυνοῦμε τά Πάθη τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστός

• δέν δέχθηκε μόνο δύο χαστούκια, χωρίς νά φταίει. Δέχθηκε «ἐμπτυσμούς, ραπίσματα, κολαφίσματα, ὕβρεις, γέλωτας, πορφυρᾶν χλαῖναν, κάλαμον, σπόγγον, ὄξος, ἥλους, λόγχην καί πρό πάντων τόν Σταυρόν καί τόν θάνατον»!

• δέν ἦταν ἁπλῶς ἕνας ἄνθρωπος, καί μάλιστα ... μειωμένης νοημοσύνης. Ἦταν ἡ ἔνσαρκη Σοφία τοῦ Θεοῦ. Ἦταν τέλειος Θεός, ὁ Ὁποῖος «ὡς πρόβατον ἐπί σφαγήν ἤχθη»! Ἤξερε ὅμως ποῦ πηγαίνει! Καί ἤξερε γιατί πηγαίνει νά σταυρωθῆ!

• δέν δέχθηκε τήν τρομερή ἀδικία τοῦ Σταυροῦ ἀκούσια καί χωρίς νά τό περιμένει. Οὔτε – πολύ περισσότερο – τήν δέχθηκε σάν ... ἀγγαρεία. Ἦλθε στόν Σταυρό ἑκούσια! Ὄχι ἐπειδή δέν μποροῦσε νά Τόν ἀποφύγει! Ὁ ἴδιος διάλεξε νά πιῆ τό Ποτήρι τοῦ Πάθους μέχρι τήν τελευταία σταγόνα, γιά νά ὑπακούσει στό θέλημα τοῦ Πατέρα Του.

• δέν «ἐβάστασε» τό βάρος μόνο ...μιᾶς μικροκλοπῆς. Ἐσήκωσε τό βάρος τῶν ἁμαρτιῶν ὅλου τοῦ κόσμου. Εἶναι «ὁ αἴρων τάς ἁμαρτίας τοῦ κόσμου»!

• δέν τά ὑπέφερε ὅλα αὐτά, γιά νά μᾶς γεμίσει ... ἐνοχές, πού θά μᾶς κυνηγᾶνε σέ ὅλη μας τήν ζωή! Ἴσα-ἴσα μέ τό Τίμιο Αἷμα Του μᾶς ἐξαγόρασε ἀπό τήν «κατάρα τοῦ Νόμου» καί μᾶς χάρισε τήν ἐλευθερία τῆς δόξης τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ! Τό μόνο πού μᾶς «καταδιώκει» σέ ὅλη μας τήν ζωή εἶναι τό Μέγα Ἔλεός Του· τό Ἔλεός Του καί ἡ Εὐσπαλγχνία Του, πού πηγάζουν ἀπό τόν Τίμιο Σταυρό Του!
* * *
Αὐτή ὅμως ἡ «καταδίωξη» δέν καταργεῖ τήν ἐλευθερία μας. Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ δέν μᾶς σώζει ... μαγικά. Δέν μᾶς σώζει χωρίς ἐμεῖς νά τό θέλουμε!

Δύο ἦταν οἱ ληστές, πού σταυρώθηκαν μαζί μέ τόν Χριστό. Καί οἱ δυό «καταδιώχθηκαν» ἀπό τό Ἔλεος τοῦ Χριστοῦ. Καί τούς δυό τούς «κυνήγησε» ἡ Ἐσταυρωμένη Ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ!

Μόνον ὁ ἕνας ὅμως σώθηκε. Μόνον ὁ ἕνας θέλησε νά σωθῆ. Διότι:

• ἀναγνώρισε στό πρόσωπο τοῦ Σταυρωμένου Χριστοῦ, ὄχι κάποιον κατάδικο, ἀλλά τόν Κύριο τῆς Δόξης·

• κατηγόρησε τόν ἑαυτό του ὅτι δίκαια τιμωρήθηκε καί ὅτι πράγματι τοῦ ἄξιζε τέτοια ποινή·

• ἐξομολογήθηκε, ἔτσι, μέ «τέλεια» ἐξομολόγηση τήν ἁμαρτία του (ὅπως παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος)· καί

• ζήτησε μέ ταπείνωση τό ἔλεος τοῦ Χριστοῦ μέ τήν κραυγή «Μνήσθητί μου, Κύριε, ἐν τῇ βασιλείᾳ Σου!».
* * *
Μακάριος εἶναι, ὅποιος δέχεται ἐλεύθερα, ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ νά τόν ...«καταδιώκει» σέ ὅλη του τήν ζωή, καί ἀνταποκρίνεται σ’ αὐτή τήν «καταδίωξη» μέ σωστή μετάνοια, τέλεια ἐξομολόγηση καί συνεχῆ ἐκζήτηση τοῦ Ἐλέους τοῦ Θεοῦ.

Άφησε τα πράγματα στο Θεό




Θέλεις να μάθεις τη σημασία της αρετής; Τα εξής παραγγέλλει ο Θεός στους ανθρώπους: «Κανείς από σας ας μη διατηρεί στην καρδιά του κακία για τον αδελφό του» και «κανείς ας μη συλλογίζεται την κακίαν του άλλου». 

Βλέπεις; Δεν λέει μόνο, συγχώρεσε το κακό του άλλου, αλλά μην το έχεις ούτε στη σκέψη σου, μη το συλλογίζεσαι, άφησε όλη την οργή, εξαφάνισε την πληγή. Νομίζεις, βεβαίως, ότι με την εκδικητικότητα τιμωρείς εκείνον που σε έβλαψε. Γιατί εσύ ο ίδιος σαν άλλο δήμιο εγκατέστησες μέσα σου το θυμό και καταξεσκίζεις τα ίδια σου τα σπλάχνα. 

Έχεις αδικηθεί πολύ και στερήθηκες πολλά εξαιτίας κάποιου, κακολογήθηκες και ζημιώθηκες σε πολλά σοβαρά θέματά σου και γι αυτό θέλεις να δεις να τιμωρείται ο αδελφός σου; Και εδώ πάλι σου είναι χρήσιμο να τον συγχωρήσεις. 

Γιατί, εάν θελήσεις, εσύ ο ίδιος να εκδικηθείς και να επιτεθείς εναντίον του είτε με τα λόγια σου, είτε με κάποια ενέργειά σου, η με την κατάρα σου, ο Θεός όχι μόνο δεν θα επέμβει κατ αυτού -εφόσον εσύ ανέλαβες την τιμωρία του- αλλά επιπλέον θα σε τιμωρήσει ως θεομάχο. 

Άφησε τα πράγματα στο Θεό. Αυτός θα τα τακτοποιήσει πολύ καλύτερα απ' ότι εσύ θέλεις. Σε σένα έδωσε μόνο την εντολή να προσεύχεσαι για τον άνθρωπο που σε λύπησε... 

Εμάλωσες με κάποιον και κρατάς μέσα σου κακία,. Μην προσέλθεις στη Θεία Κοινωνία! 


Θέλεις να προσέλθεις; Συμφιλιώσου πρώτα και τότε να έλθεις να εγγίσεις τα Άχραντα Μυστήρια! 

Αυτά δεν τα λέγω εγώ, αλλά ο ίδιος ο Κύριος. Αυτός για να σε συμφιλιώσει με τον Πατέρα, δεν αρνήθηκε ούτε να σφαγιασθεί, ούτε το αίμα Του να χύσει. Και συ, για να συμφιλιωθείς με τον συνάνθρωπό σου, ούτε μια λέξη δεν καταδέχεσαι να βγάλεις από το στόμα σου; Και διστάζεις να τρέξεις πρώτος; 

Άκουσε τι λέει για όσους κρατούν τη στάση αυτή: «Αν προσφέρεις το δώρο σου στο θυσιαστήριο και εκεί θυμηθείς ότι ο αδελφός σου έχει κάτι εναντίον σου... πήγαινε πρώτα να συμφιλιωθείς με τον αδερφό σου». 

Αν έβλεπες ένα μέλος του σώματός σου αποκομμένο, δεν θα έκανες τα πάντα για να το ενώσεις με το σώμα σου; Αυτό κάνε και για τους αδελφούς σου. Όταν τους δεις να έχουν αποκοπεί από την αγάπη σου, τρέξε γρήγορα και περιμάζεψέ τους. Μην περιμένεις εκείνους να έλθουν, σπεύσε εσύ πρώτος, για να λάβεις τα βραβεία! 

Ένα μόνο εχθρό διαταχθήκαμε να έχουμε, τον διάβολο. Με αυτόν να μη συμφιλιωθείς ποτέ, προς τον αδελφό σου όμως ποτέ να μην έχεις βαριά καρδιά. 

Κι αν ακόμη συμβεί κάποια μικροψυχία, ας είναι παροδική, ας μην υπερβαίνει το διάστημα της ημέρας. «Η δύση του ηλίου να μη σας προφθάσει οργισμένους», λέει ο Απόστολος. 

«... Άφες ημείν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών». 

Βλέπεις; Ο Θεός εσέ τον ίδιο έκανε κριτή της συγχωρήσεως των αμαρτημάτων σου. 

Αν συγχωρήσεις λίγα, λίγα θα σου συγχωρηθούν. 

Αν συγχωρήσεις πολλά, θα σου συγχωρηθούν πολλά. Αν τα συγχωρήσείς με ειλικρίνεια και με όλη σου την καρδιά, με τον ίδιο τρόπο θα συγχωρήσει και τα δικά σου ο Θεός. 

Αν, μετά τη συγχώρηση, κάνεις και φίλο σου τον εχθρό σου, έτσι θα διάκειται και ο Θεός απέναντί σου. 

Ποίας, λοιπόν, τιμωρίας δεν είναι άξιος εκείνος, που ενώ πρόκειται να κερδίσει δέκα χιλιάδες τάλαντα, εάν χάσει εκατό μόνο δηνάρια, ούτε και τα λίγα και μικρά δεν συγχωρεί, αλλά στρέφει εναντίον σου τα ίδια τα λόγια της προσευχής; 

Γιατί όταν λες στο Θεό «συγχώρεσέ μας όπως και εμείς συγχωρούμε τους εχθρούς μας» και κατόπιν εσύ δεν συγχωρείς, για τίποτε άλλο δεν παρακαλείς το Θεό, παρά να σε στερήσει από κάθε απολογία και συγγνώμη... 



Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος


  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...