Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Απριλίου 09, 2016

Πιστεύω, Κύριε, βοήθα με στὴν ἀπιστία μου Anthony Bloom



Στὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο, ὅπως καὶ σὲ ἄλλα σημεῖα τῆς Καινῆς Διαθήκης, βλέπουμε νὰ ἔρχονται ἢ νὰ φέρνουν στὸν Κύριο ἄνδρες, γυναῖκες καὶ παιδιὰ μὲ τὴν ἐλπίδα τῆς ἰάσης – τῆς ἴασης ἀπὸ σωματικὲς ἀσθένειες, ἀπὸ τὴν δυστυχία, ἀπὸ τὸν πόνο, τὴν ἀγωνία τῆς ζωῆς. Καὶ κάθε φορὰ ὁ Χριστὸς τοὺς λέει, «Πιστεύεις ὅτι μπορῶ νὰ τὸ κάνω αὐτό; » Καὶ σ’ αὐτὴν τὴν περίπτωση, ὁ ἄνδρας ποὺ ρωτήθηκε ἀπὸ τὸν Κύριο ἂν πιστεύει σὲ σχέση μὲ τὸν ἀσθενὴ υἱὸ του εἶπε, «Πιστεύω, Κύριε, βοήθει μοι τῇ ἀπιστίᾳ μου». Ἀλλὰ ἐὰν πιστεύουμε ὅτι ὁ Χριστὸς ὁ Κύριός μας ἔχει τὴ δύναμη νὰ σώσει, ὑπάρχει κάτι περισσότερο σὲ αὐτό. Ἐπειδὴ εἶναι ἀναμενόμενο νὰ πιστέψουμε ὄχι μόνο στὴν Θεϊκὴ δύναμη, ἀλλὰ στὴν Θεϊκὴ συμπόνια.

Τὸ κείμενο τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου μᾶς μιλάει γιὰ τὸ ἔλεος. Ἔλεος σημαίνει τρυφερότητα, φροντίδα, ἀλλὰ πέρα ἀπ’ αὐτό, ὑπάρχει αὐτὴ ἡ σπουδαία, καὶ κατὰ ἕναν τρόπο τρομακτικὴ λέξη, «συμπόνια», ποὺ σημαίνει ἑτοιμότητα, καὶ πράγματι ὄχι μόνο ἑτοιμότητα ἀλλὰ τὴν πραγματικότητα νὰ ὑποφέρει κανείς, ἀναλαμβάνοντας μαζὶ τὸν πόνο ἑνὸς ἄλλου προσώπου. Καὶ αὐτὸ εἶναι ποὺ στὴν πραγματικότητα ἔκανε ὁ Χριστὸς μὲ τὴν Ἐνσάρκωσή Του. Δὲν ἐνδύθηκε μόνο τὴν ἀνθρώπινη φύση σ’ ὅλη τὴν ἀδυναμία της, ἀλλὰ ὅλο τὸν πόνο, τὰ βάσανα, τὴν ἀγωνία τοῦ καθένα ἀπὸ ἐμᾶς. Καὶ ἐὰν στρεφόμαστε σ’ αὐτὸν ζητώντας Του νὰ μᾶς θεραπεύσει, νὰ μᾶς βοηθήσει, αὐτὸ ποὺ ἀληθινὰ θέλουμε νὰ ποῦμε εἶναι, «Πιστεύω, Κύριε, ὅτι ἡ ἀγάπη Σου εἶναι τέτοια ὥστε δὲν ὑπάρχει πόνος τοῦ νοῦ, καμιὰ ἀγωνία τοῦ νοῦ, κανένας σωματικὸς πόνος ποὺ νὰ μὴν συμμετέχεις. Ναί, Ἐσὺ σταυρώθηκες, δὲν μοιράστηκες μοναχὰ τὸν θάνατό μας, ἀλλὰ τὸν πόνο ποὺ καίει σὲ κάθε καρδιὰ καὶ ξεσχίζει κάθε μέλος τοῦ σώματος.» Μποροῦμε νὰ στραφοῦμε στὸν Θεὸ ὅταν βρισκόμαστε σὲ ἀνάγκη καὶ νὰ ποῦμε, «Κύριε, ἔχω ἐμπιστοσύνη στὴν συμπόνια Σου. Πιστεύω ὅτι ὅποτε ὑποφέρω, δίκαια ἢ ἄδικα, ἀπὸ δικό μου φταίξιμο ἢ ὄχι, Ἐσὺ ὑποφέρεις μαζί μου, μοιράζεσαι τὴν ἀγωνία μου· καὶ ἡ ἀγωνία Σου εἶναι μεγαλύτερη ἀπὸ τὴν δική μου, ἐπειδὴ γνωρίζεις περισσότερο ἀπὸ ἐμένα, τί θὰ μποροῦσα νὰ εἶμαι στὴν ψυχὴ καὶ στὸ σῶμα.»

Καὶ ἔτσι ὅταν ἔχουμε ἀνάγκη τὸ θεῖο ἔλεος ἢ τὴ θεία βοήθεια, ἂς μὴν στραφοῦμε ἁπλὰ σὲ Ἐκεῖνον γιὰ νὰ τοῦ ποῦμε, «Κύριε, βρίσκομαι σὲ ἀνάγκη καὶ ἔχεις Ἐσὺ τὴ δύναμη», ἂς στραφοῦμε καὶ ἂς ποῦμε, «Γνωρίζω, Κύριε, ὅτι δὲν ὑπάρχει ἐλπίδα, πόνος, ἀγωνία ποὺ νὰ μὴν μοιράζεσαι μὲ μένα· λατρεύω τὴν ἀγάπη Σου, γονατίζω μπροστὰ στὸν σταυρό Σου, δέχομαι τὸν τρόμο νὰ μοιράζομαι μὲ Σένα τὸν πόνο μου, ἐπειδή, πιστεύω τόσο βαθιά, ἐξ ὁλοκλήρου στὴν συμπόνια Σου, δώρισέ μου νὰ μοιράζομαι τὴν ὁλότητά Σου». Ἀμὴν

Τὰ Τέσσερα Κεριὰ

Ἄγνωστος συγγραφεύς



“Tέσσερα κεριὰ ἔλιωναν ἀργά, ἀργά…

Ὁ χῶρος ἦταν τόσο ἥσυχος

ποὺ μποροῦσε νὰ ἀκουστεῖ ἡ συζήτησή τους…

Τὸ πρῶτο κερὶ εἶπε:

Ἐγὼ εἶμαι ἡ Εἰρήνη.

Μὰ οἱ ἄνθρωποι δὲν καταφέρνουν νὰ μὲ διατηρήσουν.

Πιστεύω πὼς δὲν μοῦ μένει ἄλλο ἀπὸ τὸ νὰ συνεχίσω νὰ σβήνω!!!

Κι ἔτσι ἀφέθηκε σιγά, σιγὰ νὰ σβήσει ὁλοκληρωτικά.



Συνεχίζοντας τὸ δεύτερο κερὶ εἶπε:

Ἐγὼ εἶμαι ἡ Πίστη.

Δυστυχῶς δὲν χρειάζομαι πουθενά.

Οἱ ἄνθρωποι δὲν θέλουν νὰ ξέρουν γιὰ μένα κι ἔτσι δὲν ἔχει νόημα νὰ μένω ἀναμμένο.

Μόλις ὁλοκλήρωσε τὰ λόγια του ἕνα ἁπαλὸ ἀεράκι φύσηξε πάνω του καὶ τὸ ἔσβησε.



Πολὺ λυπημένο τὸ τρίτο κερὶ λέει μὲ τὴ σειρά του:

Ἐγὼ εἶμαι ἡ Ἀγάπη.

Δὲν ἔχω τὴ δύναμη νὰ μείνω ἀναμμένο.

Οἱ ἄνθρωποι δὲν μοῦ δίνουν σημασία καὶ δὲν ἀντιλαμβάνονται

τὸ πόσο σημαντικὸ εἶμαι. Αὐτοὶ μισοῦν ἀκόμα κι αὐτοὺς

ποὺ τοὺς ἀγαποῦν περισσότερο…

καὶ χωρὶς νὰ περιμένει ἄλλο, τὸ κερὶ ἀφέθηκε νὰ σβήσει.



 




Ξαφνικὰ ἕνα παιδὶ μπῆκε στὸ δωμάτιο κι εἶδε τὰ τρία κεριὰ σβησμένα.

Φοβισμένο ἀπὸ τὸ σκοτάδι εἶπε:

Μὰ τί κάνετε; Πρέπει νὰ παραμείνετε ἀναμμένα,

ἐγὼ φοβᾶμαι τὸ σκοτάδι!!!

Καὶ ξέσπασε σὲ κλάματα.



Τότε τὸ τέταρτο κερὶ εἶπε μὲ συμπόνια:

Μὴ φοβᾶσαι καλό μου, μὴν κλαῖς…

Ὅσο θὰ εἶμαι ἐγὼ ἀναμμένο θὰ μποροῦμε πάντα

νὰ ξανανάψουμε τὰ ἄλλα τρία κεριά…

Ἐγὼ εἶμαι ἡ Ἐλπίδα !



Μὲ μάτια λαμπερὰ καὶ γεμάτα δάκρυα,

τὸ παιδὶ πῆρε τὸ κερὶ τῆς Ἐλπίδας καὶ ἄναψε καὶ τὰ ἄλλα τρία κεριὰ

ποὺ εἶχαν σβήσει, τῆς Εἰρήνης, τῆς Πίστης καὶ τῆς Ἀγάπης! “
πηγή

ΜΙΑ ΜΙΑ ΕΠΑΛΗΘΕΥΟΝΤΑΙ ΟΛΕΣ ΟΙ ΠΡΟΡΡΗΣΕΙΣ....

ΕΙΧΕ ΠΡΟΕΙΠΕΙ Ο ΑΓΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ ΟΤΙ: "Η ΤΟΥΡΚΙΑ ΘΑ ΧΑΣΕΙ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΣΥΜΜΑΧΟΥΣ ΤΗΣ"


ΒΙΝΤΕΟ






ΑΛΛΗ ΜΙΑ ΠΡΟΦΗΤΙΚΗ ΡΗΣΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΑΪΣΙΟΥ ΦΑΙΝΕΤΑΙ ΟΤΙ ΠΑΙΡΝΕΙ ΣΑΡΚΑ ΚΑΙ ΟΣΤΑ ΣΤΙΣ ΜΕΡΕΣ ΜΑΣ...

Ο ΟΜΠΑΜΑ ΕΜΦΑΝΙΖΕΤΑΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΕΝΟΣ ΜΕ ΤΗ ΣΤΑΣΗ ΠΟΥ ΚΡΑΤΑΕΙ Η ΤΟΥΡΚΙΑ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΤΥΠΟΥ, ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ.

ΔΕΙΧΝΕΙ ΟΤΙ ΕΙΝΑΙ ΣΤΑ ΠΡΟΘΥΡΑ ΤΗΣ ΡΗΞΗΣ ΜΕ ΤΟΝ ΕΡΝΤΟΓΑΝ ΚΑΙ ΤΙΣ ΜΕΘΟΔΕΥΣΕΙΣ ΤΟΥ...


ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ







Σκασμός


…Ίνα μη όμως νομισθή υπό τίνος ότι μόνον τα καλά αναφέρομεν, καίτοι ουδέν το απόλυτον εν τω κόσμω τούτω, γράφομεν και το δεύτερον θέμα, υπόθεσιν έχον συμβάν γενόμενον πέντε έτη προ της ημετέρας ελεύσεως εν τη Μονή και γνωστόν εις όλους τους τότε πατέρας αυτής.
Ήτο η 25 Νοεμβρίου του 1905 και εν τη εσπερινή τραπέζη εγίνετο υπό του διαβαστού ανάγνωσης εις τον βίον της Αγίας Αικατερίνης, συνέπεσε δε να τελείωση ούτος πριν ή λήξη το δείπνον των αδελφών και ο διαβαστής διηπορείτο πόθεν να συμπλήρωση το υπόλοιπον, οπότε εις εκ των μικρών και απλουστέρων αδελφών Νεόφυτος τούνομα, του είπε να βάλη εκ των υπολοίπων του Αγίου Μερκουρίου. Εις τούτο ο παρακαθήμενος εν τη Τραπέζη Γέρων Συμεών επί έτη τυπικάρης της Μονής συναρπαγείς υπό του θυμού διά την παρέμβασιν εις τα δικαιώματα του του απλού Νεοφύτου, εξεστόμισε κατ’ αυτού ενώπιον όλων την λέξιν «σκασμός», όπερ κατελύπησεν όλους τους αδελφούς και αυτόν ίσως τον ίδιον, άλλα πλείον πάντων τον Νεόφυτον, όστις εκ φιλαδελφίας μόνης έσπευσε να οδηγήση τον αδελφόν και ουχί εκ προθέσεως να περιφρονήση τον τυπικάρην.
Δεν παρήλθον πέντε λεπτά και ηγέρθησαν της τραπέζης οι αδελφοί, και καθ’ ήν στιγμήν ο διαβαστής έλεγε την ευχαριστίαν του δείπνου ο Γέρων Συμεών έπεσεν εις το δάπεδον της τραπέζης ως κεραυνόπληκτος εκ συγκοπής της καρδίας και απεβίωσε, προς γενικήν λύπην αλλά και κατάπληξιν της αδελφότητος, και έπεσε φόβος και τρόμος έπ’ αυτούς ενθυμουμένων τους λόγους του Κυρίου «οράτε μη καταφρονήσητε ενί τούτων των μικρών, λέγω γαρ υμίν ότι οι άγγελοι διαπαντός βλέπουσι το πρόσωπον του Πατρός μου του εν ουρανοίς» (Μτ. 18, 10). Δεν γνωρίζομεν την περαιτέρω κρίσιν του Θεού εν προκειμένω, νομίζω όμως ότι η ευσπλαγχνία του η άπειρος, απέβλεψεν εις δύο τινά, πρώτον εις τον σωφρονισμόν των άλλων αδελφών και δεύτερον εις την τιμωρίαν και εξιλέωσιν του καταφρονήσαντος.
Κατά κοινήν ομολογίαν ο τυπικάρης Συμεών ήτο καθ’ όλα καλός, σώφρον, τίμιος, ευλαβής και εις άκρον ζηλωτής της εκκλησιαστικής ευταξίας, ήτο μόνον απότομος προς τους αδελφούς, εν ολίγοις του έλειπε το έλαιον όπως εις τας μωράς παρθένους. Καταδυναστεύομεν πολλάκις τον πτωχόν, τον ασθενή και νομίζομεν ότι ουδένα κίνδυνον διατρέχομεν εκ τούτου, και δεν γνωρίζομεν ότι ο στεναγμός αυτών και η αναφορά του φύλακος αγγέλου φθάνουσι πάραυτα εις τα ώτα Κυρίου Σαβαώθ, του ειπόντος «εφόσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων εμοί εποιήσατε» (Μτ.25,40).

το είδαμε εδώ

Παρασκευή, Απριλίου 08, 2016

Χριστιανός στα χαρτιά... (π. Αυγουστίνος Καντιώτης)

Σε ερωτώ. Εις ποίαν θρησκείαν ανήκεις; Άθεος δεν πιστεύω να είσαι. Μόνον παράφρονες ημπορούν να είπουν, Θεός δεν υπάρχει. Συ πιστεύεις, ότι υπάρχει κάποια ανωτέρα Δύναμις. Λέγεις, ότι ανήκεις εις την Χριστιανικήν θρησκείαν, εκτελείς κάποτε – κάποτε τυπικώς μερικά θρησκευτικά καθήκοντα, εμφανίζεσαι ως κομμήτης τρεις ή τέσσερες φοράς τον χρόνον εις την εκκλησίαν, και αρέσκεσαι να ακούης τον Ακάθηστον Ύμνον, το τροπάριον της Κασσιανής, Επιτάφειον Θρήνον, το «Χριστός ανέστη»!

Τι; Να σε ονομάσω τώρα Χριστιανόν; Αλλά Χριστιανός είναι όνομα τιμημένον, υπούργημα μεγάλο, αποστολή υψίστη. Χριστιανός = ακόλουθος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού μέχρι θανάτου. Ο Χριστιανός αρχηγόν έχει τον Χριστόν. Απ’ αυτόν λαμβάνει διαταγάς, από αυτόν εξαρτάται και κατευθύνεται. Αλλ’ οι περισσότεροι που λέγονται σήμερον Χριστιανοί, τον Χριστόν ή τον αγνοούν ή τον έχουν τρομερά παρεξηγήσει και έχουν πλάσει έναν ιδικόν των Χριστόν σύμφωνα με τας επιθυμίας των, ή και το χειρότερον τον έχουν προδώσει. Ναι, τον αγνοούν. Ποιος είναι ο Χριστός; Ποια είναι η διδασκαλία του; Ποια τα έργα του; Δεν ηθέλησαν να το μάθουν. Δεν ήνοιξαν ποτέ το Ευαγγέλιον, την αγίαν Γραφήν, όπου εις κάθε σελίδα της ακτινοβολεί το πρόσωπον του Ιησού. Δυστυχώς οι άνθρωποι του αιώνος τούτου εφρόντισαν και έμαθαν πολλά πράγματα, εμπλούτισαν τον εγκέφαλόν των με γνώσεις, ως επί το πλείστον αχρήστους, προσεκολλήθησαν σαν στρείδια εις διάφορα συστήματα, αλλ’ έχουν μεσάνυκτα ως προς την γνώσιν του Χριστού. Αγνοούν τα στοιχεία της Χριστιανική πίστεως, δεν γνωρίζουν καν το αλφαβητάριον του Χριστιανισμού. Απλούσταται ερωτήσεις γύρω από την θρησκείαν μένουν σήμερον αναπάντητοι όχι από τον λαόν μας – αυτός κάτι γνωρίζει και εφαρμόζει από την πίστιν μας – αλλά απ’ εκείνους που έχουν την αξίωσιν ότι είναι αι μορφωμέναι και ηγέτιδες τάξεις της κοινωνίας. Τόση είναι η άγνοιά των, ώστε αποδίδουν εις τον Χριστόν διδασκαλίας που ποτέ του δεν είπε, όπως π.χ. το «Πίστευε και μη ερεύνα». Ώ, εάν κάθε πρωί εδιάβαζαν από 5 μόνον στίχους του Ευαγγελίου! Εάν προσπαθούσαν να εμβαθύνουν εις λόγια του Χριστού μας, θα έβλεπαν ότι ασφαλέστερος οδηγός μέσα εις τον σάλον της σημερινής ζωής δεν ημπορεί να είναι άλλος από τον Χριστόν.

Τι πρέπει να πράξουν, τι πρέπει μάλλον να πράξωμεν όλοι μας; Να γνωρίσωμεν τον Χριστόν, να μελετήσωμεν τον βίον του, να μάθωμεν οποία είναι η διδασκαλία του. Όχι απλώς να λάβωμεν μιαν επιπόλαιαν γνώσιν, αλλά να εμβαθύνωμεν εις το πνεύμα της διδασκαλίας του. Και αφού πεισθώμεν, και δεν ημπορούμεν παρά να πεισθώμεν – εάν είμεθα ειλικρινείς φίλοι της Αληθείας – ότι ωραιοτέρα διδασκαλία εις τον κόσμον δεν ηκούσθη, ούτε θα ακουσθή από την διδασκαλίαν του Θεανθρώπου, τότε να λάβωμεν ηρωικάς αποφάσεις. Ν’ ανακηρύξωμεν όλοι των Χριστόν ως αρχηγόν της ζωής μας, να πειθαρχήσωμεν εις αυτόν, να εφαρμόσωμεν ο καθένας εις τον κύκλον του τα θεία ρήματά του, να βαπτίσωμεν μέσα εις την κολυμβήθραν της χριστιανικής πίστεως όλα μας τα φρονήματα και όλα μας τα συστήματα, ώστε να εξέλθουν από την κολυμβήθραν αυτήν ως νέαι ιδέαι απηλλαγμέναι από κάθε επήρειαν του κακοποιού πνεύματος που μολύνει τους πάντας και τα πάντα.

Πίστις, λοιπόν, εφαρμογή, ομολογία χρειάζεται, δια να σωθώμεν. ΠΙΣΤΙΣ! Να πιστεύσωμεν εσωτερικώς, να γίνη πεποίθησίς μας ακράδαντος, την οποίαν να μην ημπορή να κλονίση καμμία δύναμις, ότι ο Χριστός είναι «η οδός και η αλήθεις και η ζωή» (Ιωάν. 14, 6) και ότι έξω από τον Χριστόν η ζωή του ανθρώπου χάνει το νόημά της, εκφυλίζεται και καταστρέφεται.

Και αφού πιστεύσωμεν ότι ο Χριστός είναι ο αρχηγός μας, ο άριστος οδηγός, ο οποίος με τον μίτον της πίστεως θα μας βγάλη από τον λαβύρινθον της σημερινής υλιστικής και αθέου ζωής, πρέπει να καταβάλωμεν καθημερινώς προσπάθειαν, δια της εφαρμογής των θείων εντολών, να γίνη ο καθένας μας ένας μικρός αλλά κρυστάλλινος καθρέπτης του Χριστού.

Και εάν πιστεύσωμεν και εκτελώμεν ό,τι διδάσκει ο Χριστός, τότε έχομεν ένα άλλο καθήκον, να ομολογήσωμεν την πίστιν μας, να κηρύξωμεν παντού όπου ευρεθώμεν (εις το σπίτι ο οικογενειάρχης, εις το σχολείον ο διδάσκαλος, εις το δικαστήριον ο δικαστής, εις την εκκλησίαν ο ιερεύς και του μικροτέρου χωριού, όλοι μας εις κάθε συναναστροφήν, να κηρύξωμεν με άγιον ενθουσιασμόν και θάρρος, ότι το μόνον φάρμακον που θα θεραπεύση την ανθρωπότητα είναι η διδασκαλία του Ιησού Χριστού).

Ιδού ο προορισμός σου, Χριστιανέ αδελφέ μου! Όπως λέγει αρχαίος διδάσκαλος του ευαγγελίου, τρια πράγματα αναδεικνύουν τον Χριστόν. Η γνώσις του θελήματος του Χριστού, το ένα. Η εφαρμογή του το δεύτερον. Η διάδοσίς του τρίτον. Σύνθημά μας λοιπόν ας γίνη: ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑΝ, ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΙΣ ΤΑ ΧΕΙΛΗ, ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΙΣ ΤΑ ΕΘΝΗ. Ας ακούσουν βουνά, λαγκάδια και νησιά. Ας αστράψη όλη η γη από το άγιον φως της πίστεως, ότι «εις άγιος, εις Κύριος, Ιησούς Χριστός εις δόξαν Θεού Πατρός αμήν» (ύμνος θ. λειτουργίας πρβλ. Φιλιπ. 2, 11). 

Χριστιανέ, μη κοιμάσαι! Από σε ο κόσμος ζητεί φως, το άγιον φως του Χριστού. Αυτό θα διαλύση τα πυκνά σκοτάδια της σημερινής ανθρωπότητος και θα σώση τον κόσμον.  

Πηγή: π. Αυγουστίνου Καντιώτη, Ανεδημοσίευση στην εφημερίδα «Σπίθα» φ.575. Ιούνιος – Ιούλιος 20004
πηγή

βοήθησον ἡμῖν


Μετά την Μεταμόρφωση του Χριστού στο όρος Θαβώρ ένας πατέρας που έχει το παιδί του φορτωμένο με ένα «πνεύμα ἀλαλον και κωφόν» (Μάρκ. 9, 25), το οποίο βασανίζει τόσο το παιδί όσο και τον πατέρα, παρακαλεί τους μαθητές αρχικά και στη συνέχεια τον ίδιο το Χριστό να απαλλάξει το παιδί από την δοκιμασία. «Εἴ τι δύνασαι, βοήθησον ἡμῖν» (Μάρκ. 9, 22), αν μπορείς να κάνεις κάτι βοήθησέ μας, Του λέει ο πατέρας. Και ο Χριστός απαντά στην παράκληση και την αμφιβολία που κρύβει η υπόθεση του πατέρα, με μία δική του υπόθεση και προτροπή: «εἰ δύνασαι πιστεῦσαι, πάντα δυνατά τῷ πιστεύοντι», αν μπορείς να πιστέψεις, όλα είναι δυνατά γι’ αυτόν που πιστεύει. Ο Χριστός ως Θεάνθρωπος μπορεί να κάνει τα πάντα. Να υπερνικήσει τους φυσικούς νόμους. Να χαρίσει ζωή. Να νικήσει την απελπισία. Όμως κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει χωρίς την συνέργεια του ανθρώπου, δηλαδή χωρίς την πίστη τόσο στο πρόσωπό Του, όσο και στην αγάπη Του που γνωρίζει τι είναι καλό για τον καθέναν.
Το δαιμονικό πνεύμα, η προσωποποίηση του κακού απομακρύνει από τον άνθρωπο το χάρισμα της λογικής, όπως επίσης και του στερεί την ελευθερία. Συμπτώματα της παρουσίας του στο παιδί ήταν να το κάνει να πέφτει καταγής, να κυλιέται, να βγάζει αφρούς, να πέφτει στη φωτιά και στο νερό για να το εξολοθρεύσει. Το παιδί δεν έλεγχε τον εαυτό του, αλλά είχε παραδώσει την ελευθερία του στο κακό. Το παιδί δεν μπορούσε να φερθεί λογικά, αλλά κινδύνευε στην ουσία να αυτοκαταστραφεί. Και ο πατέρας όμως βρισκόταν στην ίδια κατάσταση. Ένιωθε ότι δεν μπορούσε, παρά τις όποιες προσπάθειές του, να οδηγήσει το παιδί του στην ελευθερία, στην οδό της ζωής, στην χρήση της λογικής ως βάσης για την πορεία στον κόσμο. Ένιωθε ανήμπορος, παρότι ο ίδιος πίστευε ότι ήξερε ποιο ήταν το καλό του παιδιού του, να το βοηθήσει να το βιώσει.
Ο Χριστός του υποδεικνύει ότι οι δικές του δυνάμεις δεν επαρκούν. Ότι μόνο με την δύναμη της πίστης στο Θεό, η οποία κάνει την ελευθερία να μην είναι η εγωκεντρική εκείνη δύναμη που θέλει τον άνθρωπο αυτόνομο και αυτοθεοποιούμενο, αλλά να γίνεται εμπιστοσύνη της σύνολης ύπαρξης στα χέρια του Θεού, εκδιώκεται το κακό από τη ζωή μας. Ούτε η λογική επαρκεί από μόνη της, ούτε καν για να κάνει τον άνθρωπο να φέρεται λογικά! Χρειάζεται προσευχή και νηστεία, δηλαδή και πάλι παράθεση της ύπαρξης στο Θεό, όπως επίσης και εκκοπή του θελήματος, εκούσια στέρηση από την πλευρά του ανθρώπου από την αυτάρκεια ότι το λογικό επαρκεί για να δώσει νόημα στη ζωή, όχι για να γίνει ο άνθρωπος μοιρολάτρης ή παράλογος, αλλά για να κατανοήσει ότι πλάστηκε για να κοινωνεί με τον Θεό και ο Θεός είναι ο Πατέρας που γνωρίζει τελικά τι χρειαζόμαστε.
Η πίστη ανανοηματοδοτεί την πορεία μας. Ο πατέρας λαμβάνει το παιδί του αναστημένο από τη δύναμη του κακού. Και την ίδια στιγμή συνειδητοποιεί ότι η μακροχρόνια δοκιμασία έλαβε τέλος όχι γιατί ο ίδιος ήταν λογικός, όχι γιατί ο ίδιος ήξερε τι είναι καλό για το παιδί του ή πώς έπρεπε εκείνο να χρησιμοποιήσει την ελευθερία του, αλλά γιατί εμπιστεύθηκε κι αυτό που γνώριζε κι αυτό που δεν καταλάβαινε στην αγάπη του Θεού. Σε μία εποχή κατά την οποία η ελευθερία και η λογική θεωρούνται τα συστατικά στοιχεία του πολιτισμού και της ζωής μας, η Εκκλησία δεν παύει να μάς προσανατολίζει προς την αγάπη του Θεού και την εμπιστοσύνη στο θέλημά Του. Όχι για να μας κάνει μοιρολάτρες, αλλά για να μας δείξει τα πεπερασμένα όριά μας. 
πηγή

Τη Μεγάλη Σαρακοστή είναι επικηρυγμένος ο Χριστός και με τους Χαιρετισμούς παρηγοράμε τη Μάννα Του: ''Χαίρε Μήτηρ του Θεού και πάντων των Αγίων''.

Τη Μεγάλη Σαρακοστή είναι επικηρυγμένος ο Χριστός και με τους Χαιρετισμούς παρηγοράμε τη Μάννα Του: ''Χαίρε Μήτηρ του Θεού και πάντων των Αγίων''. Όταν πέφτω στην προσευχή όλα τα ξεχνώ, είναι σαν θεραπεία και βλέπω τον Χριστό στον Σταυρό και τη Μητέρα Του.


Αναστάσιος Μαλαμάς (1929-1999)
 από το βιβλίο: ''Ασκητές μέσα στον κόσμο''~τόμος Β'~Άγιον Όρος.

Ἡ ἀληθινὴ καὶ ἡ ἀπατηλὴ ζωή -- Anthony Bloom





Θὰ ἤθελα νὰ βάλω πλάι-πλάι δύο ρητὰ ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ τὰ ὁποῖα διευρύνουν καὶ ρίχνουν φῶς τὸ ἕνα στὸ ἄλλο: στὴν ἐπιστολή του πρὸς Ἐφεσίους (5. 18) ὁ Ἀπ. Παῦλος λέει: «μὴ μεθύσκεσθε οἴνῳ, ἐν ᾧ ἐστιν ἀσωτία, ἀλλὰ πληροῦσθε ἐν Πνεύματι, λαλοῦντες ἑαυτοῖς ψαλμοῖς καὶ ὕμνοις καὶ ὠδαῖς πνευματικαῖς». Τὴ μέρα πάλι τῆς Πεντηκοστῆς ὅταν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κατέβηκε στοὺς Ἀποστόλους κι ἐκεῖνοι βγῆκαν ἀπὸ τὸ ὑπερῶο γεμᾶτοι δέος καὶ θαυμασμὸ γιὰ τὴν ἔμπνευση ἐκείνη, ἔμπνευση ἀληθινή, γεμᾶτοι μὲ τὸ ἴδιο τὸ πνεῦμα τῆς ζωῆς, τὸ πνεῦμα τῆς υἱοθεσίας, τῆς ἀγάπης, τῆς χαρᾶς, οἱ ἄνθρωποι ποὺ τοὺς ἔβλεπαν καὶ τοὺς ἄκουγαν τοὺς πῆραν γιὰ μεθυσμένους ἐφ' ὅσον τοὺς ἔβλεπαν σὲ μία τέτοια ἔξαρση μὲ κατάπληξη καὶ μὲ ἀμφιβολία εἶπαν: «γλεύκους μεμεστωμένοι εἰσί» (Πρ. 2.13). Ἂν συνδέσουμε τὰ δύο αὐτὰ ρητὰ ἔχουμε μπροστὰ μας ὁλόκληρο τὸ πρόβλημα τῆς πνευματικῆς ζωῆς.

Ὅταν ὁ Ἀπ. Παῦλος λέει: «μὴ μεθύσκεσθε οἴνῳ ἐν ᾧ ἐστιν ἀσωτία» δὲν ἐννοεῖ ἁπλῶς ὅτι ὁ μεθυσμένος συμπεριφέρεται χωρὶς ντροπή· ἀναφέρεται σὲ κάτι πολὺ πιὸ οὐσιῶδες καὶ σημαντικό: τὸ γεγονὸς ὅτι τὸ ἕνα εἶδος ἔμπνευσης, τὸ ἕνα εἶδος μέθης εἶναι δυνατὸ νὰ ἀντικατασταθεῖ ἀπὸ τὸ ἄλλο. Καλούμαστε στὴ ζωὴ αὐτὴ νὰ εἴμαστε φορεῖς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἡ χαρὰ τῆς αἰώνιας ζωῆς θὰ πρέπει νὰ ξεχειλίζει ἀπὸ μέσα μας καὶ νὰ προσφέρεται μὲ ἀγάπη, ἡ Θεϊκὴ ζωὴ θὰ πρέπει νὰ λάμπει μέσα μας καὶ νὰ μᾶς γεμίζει μὲ δημιουργικὴ ἔμπνευση παρ' ὅλ' αὐτὰ ὅμως πόσο συχνὰ δὲν ψάχνουμε ἄλλου γιὰ ἔμπνευση: στὸ ἐπίπεδο τῶν φυσικῶν ἐμπειριῶν, στὸ κρασὶ τὸ ὁποῖο μπορεῖ νὰ δώσει σὲ κάποιον τὴν ψευδαίσθηση ὅτι ὅλα πᾶνε καλά, ὅτι εἶναι δυνατός, ὅτι οἱ δυσκολίες τῆς ζωῆς εἶναι ἕνα τίποτα, ὅτι ἡ θλίψη ἔχει περάσει, ὅτι ἔχει μπεῖ σὲ ἕναν κόσμο στὸν ὁποῖο τὰ πάντα εἶναι στὸ χέρι του καὶ στὸν ὁποῖο εἶναι βασιλιὰς καὶ κύριος.

Πιὸ συχνὰ ὅμως μεθᾶμε μὲ ὁ,τιδήποτε ἀντικαθιστοῦμε τὸ Θεό, μὲ ὁ,τιδήποτε χρησιμοποιοῦμε σὰν ὑποστήριγμα τῶν ζωῶν μας ἐφ' ὅσον πρέπει ἀπὸ κάπου νὰ παίρνουμε τὴ ζωή. Εἶναι ἀδύνατο νὰ ζεῖ κανεὶς χωρὶς τὴν ἔμπνευση, ἔτσι οἱ ἄνθρωποι θὰ μεθύσουν μὲ ὁ,τιδήποτε ἔχουν στὴ διάθεσή τους προσπαθώντας νὰ γεμίσουν τὸ κενὸ ὅταν τοὺς λείπει ἡ ἀληθινὴ ἔμπνευση.

Στὴν προσευχὴ αὐτὸ συμβαίνει συχνὰ στὴν περίπτωση ποὺ τὸ πρόσωπο δὲν ἀναζητᾶ μὲ πόθο καὶ μὲ ἐλπίδα τὸν Κύριό του, ἀλλὰ κάποιο εἶδος ἱκανοποίησης, ἕνα γαλήνεμα τῆς καρδιᾶς ἤ ἕνα σπινθήρα ζωῆς· συμβαίνει ἔτσι συχνὰ ἐνῶ προσευχόμαστε νὰ παρερχόμαστε τὸ Θεὸ καὶ νὰ προσπαθοῦμε νὰ χρησιμοποιοῦμε τὸ ὄνομά Του, τὴν παρουσία Του, τὸ πλησίασμα τοῦ ζωντανοῦ Θεοῦ γιὰ νὰ μᾶς δώσουν ἕνα στιγμιαῖο ἐνθουσιασμό, γιὰ νὰ μᾶς κάνουν νὰ αἰσθανθοῦμε ζωντανοὶ ἔστω καὶ γιὰ μιὰ στιγμή. Μὴν ἐπιτρέψετε στοὺς ἑαυτούς σας νὰ μεθύσουν μὲ ὁ,τιδήποτε, διότι αὐτὸ θὰ εἶναι ἕνα ἀντικατάστατο.

Ὑπάρχουν βέβαια καὶ διαφορετικὰ εἴδη μέθης. Ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος εἶναι μεθυσμένος μὲ τὴν αἰωνιότητα εἶναι δυνατὸ γιὰ μία στιγμὴ νὰ φανεῖ στοὺς ἄλλους μεθυσμένος μὲ κρασὶ αὐτὸ ὅμως εἶναι μόνο μιὰ ψευδαίσθηση καὶ ὁ Ἀπ. Παῦλος μᾶς προειδοποιεῖ γι' αὐτὸ τὸ πράγμα: μᾶς λέει νὰ εἴμαστε προσεκτικοί, νὰ ἔχουμε ἀπόλυτη αὐτοκυριαρχία, αὐτοκυριαρχία μέχρι τέλους γιατί τὸ νὰ μεθᾶς μὲ τὴ γῆ ἐνῶ ἀναζητᾶς τὸν οὐρανὸ εἶναι ἀσωτία καὶ προδοσία.

Μετάνοια καὶ μετάνοιωμα

Κάποιος κλέβει δύο κότες ἀπὸ τὸ κοτέτσι τοῦ παπᾶ καὶ μετὰ ἀπὸ καιρὸ ἀποφασίζει νὰ τὸ ἐξομολογηθεῖ!

- Πάτερ μου ἔκλεψα δύο κότες!

- Νὰ τὶς ἐπιστρέψεις, λέει ὁ παπάς.

- Πάτερ μου, τὶς θέλετε ἐσεῖς;

- Ἐγώ, τοῦ λέει ὁ παπάς. Ὄχι. Νὰ τὶς δώσεις σὲ κεῖνον ποὺ τὶς πῆρες.

- Ἐκεῖνος δὲν τὶς θέλει.

- Ἔ! Τότε κράτα τες.

Πάρα πολλὲς φορὲς ἡ διάθεσή μας εἶναι ἴδια. Νὰ ὑπεκφύγουμε! Γι’ αὐτὸ ἔκανα τὴν σκέψη, καὶ μὲ ἀφορμὴ τὴν περίοδο ποὺ διανύουμε, νὰ ποῦμε λίγες διασαφήσεις γι’ αὐτὸ τὸ πελώριο θέμα καὶ τὶς τόσες συγχύσεις ποὺ συνήθως ἔχει. Φανταζόμαστε ὅτι μὲ τὸ νὰ πάω νὰ ἐξομολογηθῶ πάω σ’ ἕνα δικαστήριο… Πολλοὶ ἄνθρωποι λένε κιόλας, ὅταν ἔρθουν νὰ ἐξομολογηθοῦν, «πὼς θὰ μὲ δικάσεις τώρα παπούλη». Φανταζόμενοι ὅτι βρίσκονται μπροστὰ σ’ ἕνα, ἔστω τοῦ Θεοῦ, δικαστὴ φυσικὰ ἀγωνιοῦν καὶ φοβοῦνται ὅπως ὅλοι μας στὸ δικαστήριο. Ἐνῶ, ἂν θεωρήσουμε ὅτι ἡ ἐξομολόγηση εἶναι ἕνα δικαστήριο, εἶναι τὸ μόνο δικαστήριο ποὺ βγάζει μόνο ἀθώους. Γιατί στὴν ἐξομολόγηση πηγαίνει κάποιος γιὰ νὰ ἀθωωθεῖ. Δὲν πάει γιὰ νὰ καταδικαστεῖ. Ἀκριβῶς γιὰ νὰ προλάβει τὴν καταδίκη πάει. Πάει νὰ ἀθωωθεῖ πρὶν καταδικαστεῖ. Ὁπότε ἀντιλαμβάνεται κανεὶς πόσο στραβὸ εἶναι, σὲ μιὰ τέτοια κίνηση γνησιότητας, νὰ μπερδεύει τὰ πράγματα εἴτε συνειδητὰ εἴτε ἀσυνειδήτως.

Πρὶν ποὺ ἀκούσαμε τὸ μικρὸ αὐτὸ ἀστεῖο ἢ ἀνέκδοτο, μᾶς φάνηκε πάρα πολὺ γελοῖο, νὰ λέει ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔκλεψε τὶς κότες ἀπ’ τὸν ἴδιο τὶς θέλεις, νὰ ἀκούει τὸ ὄχι, καὶ νὰ γίνεται ἕνας κύκλος τυπικὰ ἐντάξει καὶ οὐσιαστικὰ διαστροφικός.

Ἀκριβῶς ὅμως, ἐδῶ μπαίνουν μερικὰ θέματα, ποὺ χρειάζονται ἐπεξηγήσεις. Τί σημαίνει μετάνοια. Τί εἶναι μετάνοια. Ἕνα θέμα γεμάτο παρανοήσεις. Καὶ ἂς ξεκινήσουμε ἀπὸ μακρύτερα.

Ἀκούγοντας τὴν λέξη τί λέμε ἀμέσως; Ὅτι αὐτὸ εἶναι μιὰ ἐκκλησιαστικὴ λέξη, μιὰ θρησκευτικὴ λέξη, εἶναι ἔκφραση τῆς θρησκευτικῆς γλώσσας. Πόσες γλῶσσες ὅμως ὑπάρχουν; Ἡ θρησκευτικότητά μας εἶναι μέσα στὴ ζωὴ ἢ ἔξω ἀπὸ τὴν ζωή; Μήπως εἶναι ξένη ἀπὸ τὴν ζωὴ τελικά; Πάρα πολλὲς φορὲς κάνουμε τὸ ἑξῆς μπέρδεμα: Φανταζόμαστε τὴν σχέση μας μὲ τὴν ἐκκλησία ἕνα κομμάτι τῆς ζωῆς μας ποὺ εἶναι κάπου σὲ μιὰ ἄκρη• σὲ μιὰ ἀφορμὴ ἐπετειακὴ (Χριστούγεννα-Πάσχα)• σ’ ἕνα γεγονὸς ποὺ δὲν μᾶς ἀφορᾶ ὁλόκληρους, ἀλλὰ μᾶς ἀφορᾶ, μονάχα κατὰ τὴν σκέψη ἢ σὲ κάποια ἄκρη τοῦ μυαλοῦ μας ἂν θέλετε. Καὶ οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι, οἱ σημερινοὶ ἄνθρωποι, αὐτοὶ ποὺ περπατᾶνε στὸ τώρα (καὶ μεῖς στὸ τώρα περπατᾶμε, ἀλλὰ καμμιὰ φορὰ βρισκόμαστε στὸν κόσμο μας) φαντάζονται ὅτι τέτοιου εἴδους θέματα εἶναι δραστηριότητες ποὺ δὲν τοὺς ἀφοροῦν. Ἴσως ἐμεῖς φταῖμε γιὰ τὴν τοποθέτηση καὶ ἐκείνων. Ἐμεῖς ζοῦμε στραβὰ μέσα μας τὴν ὑπόθεση, τὴν ἐκλαμβάνουν καὶ κεῖνοι, ἀκόμα πιὸ στραβά. Καὶ βλέποντάς μας λένε: αὐτὰ ἐμένα δὲν μὲ νοιάζουν• δὲν ἔχω καμμία διάθεση νὰ σκάψω μέσα σὲ σκουπίδια. Γιατί φαντάζονται τὴν μετάνοια ἢ τὴν ἐξομολόγηση μιὰ ἐνασχόληση μὲ πράγματα ποὺ εἶναι σάπια, βρώμικα, λανθασμένα. Καταντοῦν λοιπὸν αὐτὰ τὰ θέματα ξύλινη γλώσσα. Ἔχει περάσει μιὰ ἐκκλησιαστικὴ γλώσσα ξύλινη, ἡ ὁποία λέει «πνευματικὴ ζωή», «ὁ πνευματικὸς ἄνθρωπος», «τί κάνεις μὲ τὴν πνευματική σου ζωή». Πόσες ζωὲς ἔχει ὁ ἄνθρωπος; Μία ἔχει, δὲν ἔχει δύο. Δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι δύο ἄνθρωποι ὁ καθένας μας, ἕνας καθημερινὸς κι ἕνας κυριακάτικος• ἕνας ἐπίσημος κι ἕνας ἀνεπίσημος• ἕνας ποὺ φαίνεται κι ἕνας ποὺ κρύβεται• ἕνας ποὺ θέλει νὰ παρουσιάζεται κι ἕνας ποὺ λειτουργεῖ πίσω ἀπὸ τὸ παραβάν. Καὶ ἀκριβῶς αὐτοῦ τοῦ εἴδους τὰ μπερδέματα ξεκινᾶνε γιατί ὅπως εἶπα καὶ πρὶν ἡ θρησκευτική μας ζωὴ δὲν εἶναι ὅλη μας ἡ ζωή.

Προσέξτε ἐδῶ ὑπάρχει μία λεπτομέρεια ποὺ χρειάζεται ἐπεξήγηση.

Προσδιορίζοντας «θρησκευτικὴ ζωή», παθαίνουμε κρυάδα στὴ προοπτικὴ αὐτὸ ποὺ ξέρουμε ὡς θρησκευτικὴ ζωή, νὰ γίνει ὁλόκληρή μας ἡ ζωή. Γιατί φανταζόμαστε: πῆγα στὴν ἐκκλησία; Κρατάω καὶ μερικὰ πράγματα χοντρικῶς; Καλὰ εἶμαι. Ἀπὸ κεῖ καὶ μετὰ μπορῶ νὰ κάνω αὐτὸ ἐτοῦτο ἢ τ’ ἄλλο. Ὅμως ἡ διδασκαλία τῆς ἐκκλησίας καὶ ἡ ὑγεία τῶν πραγμάτων λέει ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ ἐκκλησία. Καὶ ἡ ἐκκλησία εἶναι ἡ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων. Ἅμα αὐτὸ δὲν τὸ ξεκαθαρίσουμε μέσα μας ἀπὸ κεῖ καὶ μετὰ θὰ μπερδευτοῦμε.

Ἐμεῖς ἔχουμε τὸ ἑξῆς μπέρδεμα: Τὸ Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία τὰ φανταζόμαστε ἰδέες καὶ πνευματικὰ θέματα. Ἐνῶ τὴν ζωὴ μας μία καθημερινότητα, ποὺ κυλάει στὸν δικό της τὸν ρυθμὸ καὶ μᾶς κλέβει καὶ μᾶς μπερδεύει ἂν θέλετε. Ὁ Χριστὸς ἦρθε στὸν κόσμο ὄχι γιὰ νὰ φτιάξει πνευματικὴ ζωὴ στοὺς ἀνθρώπους! Σκεφτεῖτε τὸ ἁπλούστατο: πόσες φορὲς χρησιμοποιοῦμε τὴν ἔκφραση «αὐτοὶ εἶναι πνευματικοὶ ἄνθρωποι» γιὰ ἀνθρώπους ποὺ ἀσχολοῦνται μὲ τὰ γράμματα. Ἔτσι, μὲ τὸν ἴδιο τρόπο λέμε, καὶ «πνευματικὴ ζωὴ» γιὰ τὴν ἐνασχόληση θὰ λέγαμε μὲ τὰ θεολογικὰ γράμματα, ἐνῶ δὲν εἶναι αὐτὸ πνευματικὴ ζωή. Γιατί δὲν ὑπάρχει πνευματικὴ ζωή. Ὑπάρχει ἡ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἡ ζωὴ χωρὶς τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία. Ἡ διαφοροποίηση ταξινομεῖται οὐσιαστικὰ ὄχι διανοητικὰ μόνον.

Ἐκκλησία εἶναι ὁ τρόπος ζωῆς τοῦ Χριστοῦ. Ἐμεῖς ὅμως Ἐκκλησία θεωροῦμε τὸν Πατριάρχη, τὸν Ἀρχιεπίσκοπο, τὸν Δεσπότη, τὸν κάθε παπά. Καὶ συγχρόνως θεωροῦμε ἀπ’ ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τὸν ἑαυτό μας μὲ τὴν δυνατότητα νὰ κρίνει τοὺς πάντας. Εἶναι ἄλλωστε πιὸ εὔκολο αὐτό. Μὲ αὐτὸ τὸ σκεπτικὸ δὲν θεωροῦμε τὸν ἑαυτὸ μας μέλος αὐτοῦ τοῦ σώματος ποὺ εἶναι ἡ Ἐκκλησία! Αὐτὸ εἶναι τὸ θεμελιακὸ λάθος. Ἀπὸ δῶ καὶ πέρα ξεκινᾶνε ὅλα.

Ἡ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὅτι: Ἐκκλησία εἶναι ἕνα σῶμα στὸ ὁποῖο κεφαλὴ εἶναι ὁ Χριστὸς καὶ ὅλοι οἱ ὑπόλοιποι εἶναι μέλη• καὶ πρόβατα τῆς ἴδιας ποίμνης τοῦ Χριστοῦ. Λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: ἡ διάκριση ποιμένες καὶ πρόβατα εἶναι γιὰ τοὺς ἀνθρώπους. Γιὰ τὸν Θεὸ «πάντες πρόβατα». Γιὰ τὸν Θεὸ ὅλοι πρόβατα εἶναι. Καὶ ὁ Πατριάρχης• καὶ τὸ παιδάκι ποὺ βαφτίστηκε σήμερα• καὶ ὁ ὁποιοσδήποτε παπποὺς καὶ γιαγιά• καὶ ὁ ὁποιοσδήποτε νέος ἢ γέρος• ὅλοι. Ἡ διάκριση ποιμένες-πρόβατα εἶναι μονάχα γιὰ τοὺς ἀνθρώπους. Τὸ σῶμα αὐτό, λοιπόν, ἔχει κεφαλὴ τὸ Χριστὸ καὶ μέλη ὅλους ἐμᾶς τοὺς ὑπολοίπους.

Ἐμεῖς βαπτιστήκαμε σὲ μιὰ ἐποχὴ ποὺ δὲν καταλαβαίναμε τὰ πράγματα. Γίναμε μέλη τῆς Ἐκκλησίας… ἀσυνειδήτως. Ἡ Ἐκκλησία αὐτὴ τὴ στιγμή, ἂς μὴ φοβόμαστε νὰ λέμε τὰ πράγματα μὲ τὸ ὄνομά τους, περνάει τὴν σύγχυσή του νὰ μὴ ξέρει ποιοὶ εἶναι μέλη της. Γιατί; Βαπτίζοντας νήπια, δὲν ξέρει ἀπὸ κεῖ καὶ μετὰ τὴν πορεία τους. Ἀπὸ ποῦ ἄρχισε ὁ νηπιοβαπτισμός; Ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ ὅλη ἡ κοινωνία ἔγινε χριστιανική. Ὅμως προσέξτε: ἡ κοινωνία τῶν ἐνηλίκων ἔγινε χριστιανική. Καὶ ὅταν ἔγινε ἡ κοινωνία τῶν ἐνηλίκων χριστιανική, μετὰ αὐτονοήτως καὶ τὰ παιδιὰ τους τὰ ἔκαναν χριστιανοὺς καὶ κείνους. Ὅμως τώρα, ἡ κοινωνία τῶν ἐνηλίκων εἶναι χριστιανική; Οἱ ἐνήλικες ξέρουν μὲ σαφήνεια ποιὸς εἶναι ὁ Χριστὸς καὶ ποιὰ ἡ σχέση τους μὲ τὴν Ἐκκλησία; Μὴ κοροϊδευόμαστε. Βαφτίζουμε τὰ μωρὰ μὲ τὴν ἐλπίδα τοῦ γονιοῦ. Γιατί ὁ ἀνάδοχος ἔχει καταντήσει τυπικὴ διαδικασία ἀπὸ παλιά, ἀκόμα κι ἂν παλαιότερες γενεὲς σεβόντουσαν τὸν νονὸ (κι ἐγὼ θυμᾶμαι τὸν μακαρίτη τὸν πατέρα μου, νὰ μὲ βάζει παπὰ ὄντας, νὰ φιλάω τὸ χέρι τῆς νονᾶς μου). Δηλαδὴ ἡ Ἐκκλησία παλαιότερα πῶς περπατοῦσε; Ἐγὼ γινόμουνα χριστιανὸς κι ὁ γείτονάς μου ἔβλεπε ὅτι κάτι ἄλλαξε στὴν ζωή μου. Καὶ ἐπειδὴ αὐτὴ ἡ ἀλλαγὴ τὸν ἐνδιέφερε κι αὐτόν, ἔλεγε: «Ρὲ παιδί μου κάτι τρέχει στὴν ζωή σου. Τί ἔγινε;». Κι ἔλεγα ἐγώ: «ἔγινα χριστιανός». Τότε καὶ αὐτὸς ἔλεγε: «θέλω νὰ γίνω κι ἐγὼ χριστιανός». Καὶ τί γινότανε; Τὸν ἔπαιρνα ἀπὸ τὸ χέρι καὶ τὸν πήγαινα στὸν Δεσπότη καὶ τοῦ ἔλεγα: «ἀναδέχομαι τὴν εὐθύνη νὰ γίνει κι αὐτὸς μέλος τῆς Ἐκκλησίας». Ἐγγυόμουν, θὰ λέγαμε, ἐγὼ (ἀνάδοχος σημαίνει ἐγγυητὴς) νὰ γίνει κάποιος χριστιανός. Ἀναδεχόμουνα τὴν εὐθύνη τῆς δικῆς του πορείας. Καὶ κατ’ ἐπέκταση ὅτι ἐγὼ ἀναλάμβανα καὶ νὰ τὸν κατηχήσω ὥς ἕνα βαθμό. Πλὴν τοῦ ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἔκανε ἐπισήμως κατήχηση. Φαντάζεστε; Ὁ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων Κύριλλος ἔχει γράψει κατηχήσεις πελώριες. Λέει ἡ Ἱστορία ὅτι ὁ ναὸς τῆς Ἀναστάσεως ποὺ χωροῦσε 3000 ἀνθρώπους, γέμιζε κατηχουμένους ὅλο τὸν χρόνο μέχρι νὰ ρθεῖ ἡ ὥρα τῆς βαπτίσεως. Καὶ τὸ νὰ γίνει ἕνας μέλος τῆς Ἐκκλησίας ἦταν ὑπόθεση ὅλης τῆς Ἐκκλησίας.

Τώρα εἶναι ἰδιωτικὴ ὑπόθεση. Ὅποτε ὁ γονιὸς ἀποφασίσει πάει καὶ βαφτίζει τὸ μωρό του καὶ ἡ Ἐκκλησία τὸ ἀγνοεῖ. Καὶ γι’ αὐτὸ εἴπαμε πρὶν ὅτι ἡ Ἐκκλησία βιώνει τὴν τραγωδία νὰ μὴ ξέρει τὰ μέλη της καὶ τί πορεία εἶχαν ἀπὸ τὸ βάπτισμα καὶ μετά. Μπορεῖ ὁ πιτσιρίκος νὰ μεγαλώσει καὶ νὰ μὴ πιστεύει τίποτα. Οὔτε στὸν Χριστό, οὔτε στὸν διάβολο, ὅπως λέμε ἁπλά. Ἀλλὰ ἐμεῖς νὰ τὸν ἔχουμε γραμμένο στὰ χαρτιά μας ὅτι βαφτίστηκε καὶ ἄρα εἶναι χριστιανός. Καὶ ἀπὸ κεῖ καὶ μετὰ ἀρχίζουν ὅλες οἱ συγχύσεις καὶ ὅλα τὰ μπερδέματα.

Βαπτίζομαι σήμαινε πεθαίνω γιὰ ἕνα τρόπο ζωῆς. Γι’ αὐτὸ εἴπαμε πιὸ πρίν. Δὲν ὑπάρχει πνευματικὴ ζωὴ καὶ μὴ πνευματικὴ ζωή. Ὑπάρχει ζωὴ μὲ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία καὶ ζωὴ χωρὶς τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία.

Ὁ ἄνθρωπος ὅταν ἀποφάσιζε νὰ γίνει χριστιανός, ἀποφάσιζε ὅτι θὰ ζεῖ μὲ τὸν Χριστὸ καὶ μὲ τὴν Ἐκκλησία. Μὲ τὸν τρόπο ποὺ λέει ὁ Χριστὸς καὶ μὲ τὸν τρόπο τὸν ὁποῖο βιοῖ ἡ Ἐκκλησία καὶ τὰ μέλη της. Αὐτὸ εἶναι ποὺ εἴπαμε πιὸ πρίν. Ἔβλεπαν τὴν ἀλλαγὴ κι ἤθελαν καὶ οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι νὰ ἀλλάξουν. Καὶ γινόνταν ἔτσι χριστιανοί. Καὶ ἡ Ἐκκλησία τοὺς βάφτιζε μιὰ ἡμέρα ποὺ γινόταν ἡ Θεία Λειτουργία. Ὅπως καὶ τοὺς πάντρευε μιὰ μέρα ποὺ γινόταν ἡ Θεία Λειτουργία. Γι’ αὐτὸ τὰ δύο αὐτὰ μυστήρια, τὸ βάφτισμα καὶ ὁ γάμος ἀρχίζουν μὲ τὸ εὐλογημένη ἡ Βασιλεία τοῦ Πατρὸς. Ἔχει μείνει ἡ Χειροτονία μέσα στὴν Θεία Λειτουργία. Τὰ ἄλλα δύο μυστήρια, ὁ γάμος καὶ τὸ βάπτισμα, ἀποσπάστηκαν ἀπὸ τὴν Λειτουργία. Κακῶς! Κάκιστα! Ἡ Εὐχαριστία συναρμόζει τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας μεταξύ τους.

Σήμερα τὸ νὰ εἶμαι ἢ νὰ μὴν εἶμαι χριστιανὸς εἶναι ὑπόθεση δική μου. Αὐτὴ εἶναι ἡ οὐσιαστικὴ ἀλλαγή, ἡ ἀλλοίωση, ἂν θέλετε, τῆς Ἐκκλησίας. Γι’ αὐτὸ ὁ καθένας τώρα ἀξιολογεῖ τὸν ἑαυτό του ὡς χριστιανό. Τὸ λέει μόνος του. Τὸ ἀποφασίζει μόνος του. Τὸ περιγράφει μόνος του. Δὲν διανοῆται, οὔτε καταλαβαίνει τί σημαίνει ἡ λέξη ἀφορισμὸς (ἀφορισμὸς σημαίνει: ἡ κατάσταση ἔχει ὅρια-σύνορα. Ἀφορισμὸς σημαίνει βγάζω κάποιον ἔξω ἀπὸ τὰ σύνορα). Ἔχει βγεῖ αὐτὸς μόνος του καὶ ἡ Ἐκκλησία οὐσιαστικὰ κάνει διαπιστωτικὴ πράξη. Ὅπως κάνει ὁ γιατρὸς διαπιστωτικὴ πράξη γιὰ κάποιον ποὺ πέθανε. Δὲν πέθανε ὁ ἄνθρωπος ἐπειδὴ ἔγραψε ὁ γιατρὸς βεβαίωση θανάτου. Ἔχει πεθάνει ὁ ἄνθρωπος καὶ μετὰ γράφει ὁ γιατρὸς βεβαίωση θανάτου. Ὅταν ἕνας ἄνθρωπος βγεῖ ἔξω ἀπὸ τὰ ὅρια τῆς Ἐκκλησίας, ἡ Ἐκκλησία τὸν ἀφορίζει ὅπως λέμε. Αὐτὰ ἐμᾶς ἔχουν καταντήσει νὰ μᾶς εἶναι ἄγνωστες λέξεις. Ἐνῶ εἶναι αὐτονόητα. Ἅπαξ καὶ δὲν εἶναι μέλος τῆς Ἐκκλησίας καὶ δὲν πιστεύει στὸν Χριστό, δὲν θὰ πρέπει νὰ ἰσχυρίζεται ὅτι εἶναι χριστιανός. Ἅμα δὲν πιστεύει τὸν Χριστὸ Θεὸ καὶ δὲν πιστεύει στὴν Ἀνάσταση, ἀπὸ ποῦ κι ὥς ποῦ εἶναι χριστιανός; Τὰ ὑπόλοιπα ὅλα δὲν εἶναι κουβεντολόι;

Βαφτίζομαι, λοιπόν, σημαίνει: πεθαίνω γιὰ ἕνα τρόπο ζωῆς. Τί σημαίνει αὐτὸ τὸ περιγράφει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος μὲ μιὰ πάρα πολὺ ὡραία εἰκόνα. Ἔλεγε, λοιπόν: Τί μου λὲς ὅτι εἶσαι ἄνθρωπος ὅταν κλωτσᾶς σὰν γαΐδαρος; Ὅταν εἶσαι λαίμαργος σὰν ἀρκούδα; Ὅταν εἶσαι μνησίκακος σὰν καμήλα; Ὅταν ἁρπάζεις σὰν λύκος; Ὅταν δαγκώνεις σὰν σκορπιός; Ὅταν εἶσαι ὕπουλος σὰν ἀλεποῦ; Κι ὅταν ἔχεις δηλητήριο χειρότερο ἀπὸ τῆς ὀχιᾶς; Αὐτὰ εἶναι τὰ πράγματα γιὰ τὰ ὁποῖα οἱ ἄνθρωποι πεθαίνανε γινόμενοι Χριστιανοί. Πέθαινε ἀπὸ τὸ νὰ δαγκώνει, νὰ κλωτσάει, νὰ εἶναι μνησίκακος, νὰ λαιμαργεῖ, νὰ ἁρπάζει, νὰ εἶναι ὕπουλος, νὰ ἔχει δηλητήριο μὲς τὴν ψυχή του. Ἢ τουλάχιστον αὐτὸ ἀποφάσιζε νὰ κάνει. Ὅταν λοιπὸν αὐτὸ τὸ ἀποφάσιζε, ἀπὸ κεῖ καὶ μετά, μετὰ ἀπὸ μιὰ δοκιμασία κι ἀφοῦ συνειδητοποιοῦσε τί πιστεύει, ἀπὸ τὴν διδασκαλία ποὺ γινόταν στὴν κατήχηση, ὁ ἄνθρωπος βαφτιζόταν. Δηλαδή, τὸν βουτοῦσαν μέσα στὰ νερὰ τοῦ ἁγιασμοῦ, γιὰ νὰ ἀναγεννηθεῖ σ’ ἕνα καινούργιο τρόπο ζωῆς. Νὰ ἀποχτήσει τὴν δυνατότητα τῆς μυστηριακῆς σχέσης μὲ τὴν Ἐκκλησία ποὺ εἶναι τὸ μυστήριο-κιβωτὸς τῆς Σωτηρίας. Ἔξω ἀπὸ τὴν ὁποία δὲν ὑπάρχει σωτηρία.

Λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: Τί ἐκάναμε στὸ βάπτισμα; Ταφήκαμε μαζὶ μὲ τὸν Χριστό, γιὰ νὰ ἀναστηθοῦμε μαζί του σὲ ἕνα καινούργιο τρόπο ζωῆς. Πόσοι ἀπὸ μᾶς ἔχουν σαφῆ ἀντίληψη αὐτοῦ τοῦ γεγονότος; Οὔτε ἐμεῖς οἱ παπάδες μερικὲς φορές. Κι ἐμεῖς ἀκόμα ζοῦμε μὲ ἕνα τρόπο ποὺ εἶναι σὰν νὰ μὴν εἴχαμε βαφτιστεῖ ποτέ. Ὁ Χριστὸς εἶναι ὑπόδειγμα τοῦ τρόπου μὲ τὸν ὁποῖο ζεῖ ἡ Ἐκκλησία. Καὶ ὁ τρόπος ποὺ ζεῖ ἡ Ἐκκλησία εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.

Πάρα πολλὲς φορὲς βέβαια διεκδικοῦμε γιὰ τὸν ἑαυτό μας τὸ ρόλο τοῦ ἀνήλικου. Μᾶς βολεύει. Θέλουμε ὁ παπὰς ἢ ὁ Δεσπότης ἢ ὁ Πατριάρχης νὰ εἶναι ἄψογος τέλειος καὶ ἅγιος, οὕτως ὥστε ἐμεῖς τὰ ἀνήλικα νὰ βλέπουμε μονίμως παράδειγμα ζωῆς. Χρειάζεται νὰ εἶναι. Ἀλλὰ δὲν πρέπει αὐτὸ νὰ γίνεται γιά μᾶς, δικαιολογία στὸ νὰ μὴν ἀλλάξει ἡ κατάστασή μας ἢ νὰ θεωροῦμε δικαιολογημένη τὴν κατάστασή μας. Πάρα πολλὲς φορὲς τὸ λάθος κάποιου λειτουργεῖ μέσα μας ὡς δικαιολογία στὸ νὰ μείνουμε ἐκεῖ ποὺ εἴμαστε κι αὐτὸ εἶναι τὸ οὐσιαστικό μας λάθος. Πρέπει νὰ εἴμαστε ἐμεῖς οἱ παπάδες καλύτεροι. Ναί. Ἀλλὰ αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅτι ὅταν δὲν εἴμαστε εἶναι δικαιολογία γιὰ κάποιον νὰ μὴν εἶναι καὶ κεῖνος. Αὐτὸ μόνο σὲ ἀνήλικους συμβαίνει. Τὰ παιδάκια χρειάζονται μονίμως ἕνα παράδειγμα γιὰ νὰ περπατήσουν κάθε βῆμα. Ὑποτίθεται ἕνας ἄνθρωπος ποὺ ἔχει γίνει χριστιανὸς καὶ εἶναι ἐνήλικας δὲν χρειάζεται μονίμως ἕνα παράδειγμα. Χρειάζεται βοηθό. Ναί. Ἀλλὰ δὲν χρειάζεται μονίμως ἕνα παράδειγμα.

Εἴπαμε λοιπὸν πρὶν ὅτι ζῶ μαζὶ μὲ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία ἢ ζῶ χωρὶς τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία. Βαφτίζομαι ἀποφασίζοντας νὰ ζήσω μὲ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία. Αὐτὸ δὲ σημαίνει ὅτι μαγικὰ μὲ ἀκούμπησε ἡ Κίρκη καὶ ἄλλαξαν τὰ πάντα μέσα μου. Ἡ ἀπόφαση νὰ γίνω χριστιανὸς δὲν μὲ ἔφτασε στὸ τέλος τῆς πορείας. Ἡ ἀρχὴ τῆς πορείας δὲν εἶναι κατάληξη τῆς πορείας. Τὸ βάπτισμα δὲν εἶναι ἁγιότητα διὰ μιᾶς. Αὐτὸ πάρα πολλὲς φορὲς συγχέουν οἱ ἄνθρωποι, ἐπειδὴ τοὺς δώσαμε καὶ μεῖς τέτοιες αὐταπάτες, καὶ λένε: καὶ πᾶς καὶ στὴν Ἐκκλησία! Αὐτὸ δὲν λέει τίποτα. Δείχνει ἁπλῶς ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς δὲν δούλεψε ποτὲ μὲ τὸν ἑαυτό του, δὲν κατάλαβε πόσο δύσκολο εἶναι νὰ μαζέψει κανεὶς τὸν ἑαυτό του καὶ νὰ τὸν βάλει στὸν τρόπο ζωῆς τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας, καὶ γι’ αὐτὸ λέει εὔκολες κουβέντες. Ἀλλὰ τὸ πρόβλημα δὲν εἶναι ἐκεῖ. Τὸ πρόβλημα εἶναι μέ μᾶς.

Ὅταν, λοιπόν, εἴμαστε μέσα στὴν Ἐκκλησία, κι ἔχουμε βαφτιστεῖ, καὶ περίπου προσπαθοῦμε νὰ συνειδητοποιήσουμε αὐτὰ τὰ πράγματα, ἔρχεται κάποια στιγμὴ ἕνα δίλημμα: Νὰ κάνω αὐτὸ ἢ νὰ κάνω τὸ ἄλλο. Τὸ δίλημμα ἔρχεται μὲς στὴν ψυχή μας ὡς μία πρόταση. Σὰν ἕνα βέλος θὰ λέγαμε ποὺ μᾶς στοχεύει ποῦ; Ἐκεῖ ποὺ πονᾶμε. Ἐκεῖ ποὺ ἂν ἀκουμπήσεις μιὰ χορδὴ θ’ ἀρχίσει νὰ βγάζει ἕνα ἦχο. Σ’ ὅποια θέματα: ἄλλος στὴν κακία, ἄλλος στὸν φθόνο, ἄλλος στὰ σωματικά, ἄλλος στὰ ψυχικὰ πάθη. Ἔρχεται λοιπὸν ἕνα δίλημμα: Νὰ κάνω ἢ νὰ μὴ κάνω κάτι. Κι ἐπειδὴ δὲ μάθαμε ποτὲ μας νὰ ἀγωνιζόμαστε καὶ δὲν ξέρουμε μὲ σαφήνεια ὅτι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι ἐξασφάλιση ἐκείνου, ἀλλὰ εἶναι ζωὴ δική μας, ἀποφασίζουμε τὸ λάθος.

Καὶ κάνουμε τὴν ἁμαρτία. Ἁμαρτία τί σημαίνει; Σημαίνει ὅτι ἀποφάσισα νὰ κάνω κάτι ποὺ δὲν τὸ κάνει ὁ Χριστός. Δηλαδή. Ἅμα ὁ Χριστὸς εἶναι ζωὴ καὶ κάτι δὲν τὸ κάνει, ἐγὼ κάνοντάς το, ἀρνοῦμαι τὴν ζωή. Ἅμα δὲν ξεκαθαρίσει μέσα στὴν ψυχὴ μας αὐτό, δὲν θὰ καταλάβουμε ποτὲ πόσο οὐσιαστικὸ γεγονὸς εἶναι ἡ ἁμαρτία καὶ πόσο μᾶς ζημιώνει. Τὶς περισσότερες φορὲς τὴν ἁμαρτία τὴν φανταζόμαστε ὅπως τὸν κώδικα ὁδικῆς κυκλοφορίας, δηλαδὴ περνᾶμε καμμιὰ φορὰ σὲ λάθος δρόμο ἢ μὲ πράσινο ἢ μὲ κόκκινο δὲν ξέρω ἐγὼ ἀναλόγως, καὶ κάναμε μιὰ παράβαση. Μὰ ἡ ἁμαρτία δὲν εἶναι μιὰ παράβαση ἑνὸς κώδικα, εἶναι ἀλλοίωση τῆς ζωῆς, γι’ αὐτὸ εἶπα πιὸ πρὶν ὁ Χριστὸς ζεῖ μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο, ἐμεῖς κάνουμε κάτι ἄλλο ποὺ δὲν εἶναι αὐτό, ἄρα δὲν ἔχουμε ζωή. Ἄρα ἡ ἁμαρτία τί εἶναι; Θάνατος. Αὐτὸ βέβαια ἐπειδὴ δὲν ἔχει βιολογικὰ ἀποτελέσματα καὶ μεῖς μονάχα τὰ βιολογικὰ μετρᾶμε δὲν τὸ ἀντιλαμβανόμαστε. Γιατί πάρα πολλὲς φορὲς ἐμεῖς μὴ ἐμπιστευόμενοι τὸν λόγο Του ἔχουμε μονάχα ἐμπιστοσύνη σ’ αὐτὰ ποὺ ὑποτίθεται βλέπουμε. Κι ὁ Χριστὸς κάνει συγκατάβαση στὴν κατάστασή μας καὶ κάνει ἕνα θαῦμα σωματικὰ ἐντυπωσιακὸ (θεραπεία τοῦ Παραλύτου) γιὰ νὰ πιστοῦν οἱ ἄνθρωποι ὅτι τοῦ εἶχε προηγουμένως συγχωρήσει τὶς ἁμαρτίες. Καὶ ὁ Θεὸς συγχώρησε πρῶτα τὶς ἁμαρτίες γιὰ νὰ καταλάβουμε ὅτι εἶναι βαρύτερο γεγονὸς ἡ ψυχικὴ παράλυση ἀπὸ τὴν σωματική. Ἐπειδή, λοιπόν, ἐμεῖς δὲν βλέπουμε τὸ ἀποτέλεσμα τοῦ θανάτου, ποὺ φέρνει στὴν ψυχή μας ἡ ἁμαρτία, δὲν μποροῦμε νὰ τὸ ζυγιάσουμε. Καὶ τὸ βλέπουμε ἐντελῶς ἀδιάφορα (καλά, ναί! Ἔκανα λάθος… ἢ τί νὰ κάνεις ἄνθρωπος εἶσαι). Ἀπὸ κεῖ καὶ μετὰ τὰ πράγματα λειτουργοῦν ἐντελῶς στραβά.

Παλιότερα ἡ σχέση ἑνὸς ἀνθρώπου μὲ τὴν Ἐκκλησία δήλωνε ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι ζωὴ καὶ ὁ τρόπος της εἶναι κι ἐκεῖνος τρόπος ζωῆς. Γι’ αὐτὸ ὅταν ἕνας ἄνθρωπος ἔκανε μιὰ ἁμαρτία ὁ πνευματικός, ὁ πρεσβύτερος τῆς μετανοίας ὅπως λεγόταν τότε, τί τοῦ ἔβαζε ὡς ἐπιτίμιο; Τοῦ ἔβαζε τὸ ἐπιτίμιο νὰ μὴ κοινωνήσει (ποιὸν ἄνθρωπο ἀπασχολεῖ σήμερα τὸ νὰ μὴν κοινωνήσει; Μήπως καὶ τὸ ἀντιμετωπίζει καὶ ψιλοειρωνικά. Ἔ! Καλὰ μήπως καὶ μεταλαβαίνω; Μιὰ φορὰ τὸ χρόνο. Κι ἄν μοῦ ἀπαγορεύσεις νὰ μεταλάβω, χάθηκε ὁ κόσμος; Τοῦ χρόνου. Καλὰ νὰ εἴμαστε θὰ μεταλάβω τὸν ἄλλο χρόνο). Εἴδατε πῶς ἔρχεται σιγὰ σιγὰ ἡ ἀλλοίωση καὶ τὸ ξεκόμμα. Χριστιανὸς σήμαινε ἕνας ἄνθρωπος ποὺ γιόρταζε τὴν Ἀνάσταση κάθε Κυριακή• πήγαινε στὴν Εὐχαριστία καὶ μετεῖχε στὴν Εὐχαριστία• κι ἂν δὲν πήγαινε τρεῖς φορές, χωρὶς λόγο ὑγείας, ἡ Ἐκκλησία τὸν ἀπέκοπτε ἀπὸ τὸ σῶμα της. Ποιὸν ἀπασχολεῖ ἀπὸ μᾶς αὐτὸ τὸ θέμα τώρα; Ἀκόμα περισσότερο, ποιὸν ἀπασχολεῖ τὸ γεγονὸς ὅτι τοῦ λέει ὁ πνευματικὸς μετὰ ἀπὸ μιὰ τέτοια ἁμαρτία δὲν θὰ κοινωνήσει; Σάμπως κοινωνοῦσε πρίν, γιὰ νὰ μὴν κοινωνήσει μετά;

Συνεπῶς ἡ οὐσιαστικὴ σχέση καὶ ἐκδήλωση ἦταν: Ὑπάρχουν οἱ προϋποθέσεις τοῦ τρόπου ζωῆς καὶ αὐτὸς ὁ τρόπος ζωῆς ἐκφράζεται μὲ τὴν μετοχὴ στὴν Εὐχαριστία. Ὁ Χριστὸς εἶναι ζωή. Κοινωνόντας τί κάνουμε; Ἀποχτᾶμε ζωὴ καὶ μεῖς. Γι’ αὐτὸ ἡ ἁμαρτία μὲ ἀποκόπτει ἀπὸ τὴν ζωὴ καὶ ἐκδήλωση αὐτοῦ τοῦ γεγονότος εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ πνευματικὸς βάζει ἐπιτίμιο τὸ νὰ μὴ κοινωνήσω γιὰ ἕνα διάστημα. Καὶ μπαίνει τὸ θέμα: πόσο μᾶς πονάει αὐτό; Ἢ πόσο μᾶς ἀπασχολεῖ; Ἀφοῦ δὲν ὑπάρχουν ὅλα τὰ προηγούμενα εἶναι μοιραῖο νὰ μὴ μᾶς ἀπασχολεῖ καθόλου. Δὲν ὑπάρχει ὁ Χριστὸς ὡς ζωή• ὁ ἄλλος τρόπος ζωῆς• δὲν ὑπάρχει Εὐχαριστία στὴ ζωή μας• δὲν ὑπάρχει Ἀνάσταση τὴν Κυριακή• τὶς περισσότερες φορὲς ἀκόμη καὶ τὰ παιδιά μας γιὰ νὰ τὰ πείσουμε νὰ πᾶνε στὴν Ἐκκλησία τοὺς λέμε ὅτι «πρέπει νὰ πᾶνε». Τί σημαίνει πρέπει; Γιατί πρέπει; Ἅμα δὲν συνειδητοποιήσει ἀκριβῶς αὐτὸ τὸ γεγονὸς τῆς Ἀναστάσεως στὴν καθημερινότητα, γιατί θὰ πάει στὴν Ἐκκλησία; Καὶ θὰ τὸ δεῖ, εἴπαμε στὴν ἀρχή, στὸ πρόσωπο κάποιου ἄλλου. Αὐτοῦ ποὺ τοῦ προτείνει τὸ νὰ πάει τὴν Κυριακὴ στὴν Ἐκκλησία.

Κοιτᾶμε κατάματα τὴν ἁμαρτία μας τώρα. Καὶ ἔχουμε μιὰ διπλὴ δυνατότητα. Σὲ πρώτη φάση, φυσικὰ μετανοιώνουμε, ἢ μερικὲς φορὲς μετανοιώνουμε γι’ αὐτὸ ποὺ κάναμε. Πιστεύετε ὅτι αὐτὸ φτάνει; Γιατί μετανοιώνουμε; Γιατί ἀπ’ αὐτὸ ποὺ κάναμε, μέσα μας γεννήθηκαν ἐνοχές• καὶ τύψεις. Αὐτὸ τὸ στάδιο, εἶναι ἕνα πολὺ ἀρχικὸ στάδιο ποὺ μπορεῖ πάρα πολὺ εὔκολα νὰ διαστραφεῖ. Πῶς νὰ διαστραφεῖ; Νὰ γίνει ἕνα ἐγωιστικὸ μετάνοιωμα. Νὰ ἀρχίσουμε νὰ συχτιρίζουμε, ὅπως λέμε ἁπλά, τὸν ἑαυτό μας γιατί κάναμε ἐμεῖς (ἐγὼ νὰ κάνω τέτοιο πράγμα;), καὶ γέρνει τὸ βάρος ὄχι σ’ αὐτὸ ποὺ ἔκανα, ἀλλὰ στὸ ἐγώ. Καὶ τελικὰ οἱ ἐνοχὲς λειτουργοῦν μονάχα ὡς ἕνα ἀνακουφιστικὸ «ξέσκισμα». Δὲν λειτουργοῦν ὡς μετάνοια. Κυριολεκτικῶς σὰν ἕνα ἀνακουφιστικὸ ξέσκισμα. Κάνουμε ἕνα ξέσκισμα τῶν σαρκῶν μας ἐντὸς εἰσαγωγικῶν τὸ ὁποῖο μᾶς δημιουργεῖ ἀνακούφιση. Καὶ συνεπῶς, ἕνα μετάνοιωμα. Δὲν εἶναι μετάνοια. Ἡ ζωὴ ἡ ἀνθρώπινη εἶναι γεμάτη ἀπὸ ἕνα σωρὸ μετανοιώματα, τὰ ὁποία δὲν φέραν τίποτα στὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων. Εἶναι ἐκεῖνο τὸ σαρκαστικὸ ἀστεῖο ποὺ λέει: τὰ λάθη εἶναι γιὰ νὰ ξαναγίνονται. Δὲν γεννοῦν τίποτε ὅταν ἀντιμετωπιστοῦν μὲ αὐτὸν τὸν στραβὸ τρόπο. Ὑπάρχουν δύο πρόσωπα στὴν ἱστορία τοῦ Χριστοῦ ποὺ προσδιορίζουν τὸ ὑγιὲς καὶ τὸ λάθος. Θὰ μιλήσουμε γι’ αὐτὰ ἀμέσως παρακάτω.



Τώρα ἂς δοῦμε: μετάνοια τί εἶναι; Μετάνοια σημαίνει ὅτι κατάλαβα ὅτι ἔφυγα ἀπὸ τὴν ζωὴ καὶ τώρα εἶμαι στὸν θάνατο. Καὶ τί πρέπει νὰ κάνω; Νὰ ἐπιστρέψω «ὅθεν ἐξῆλθον» ποὺ λέει, νὰ ξαναγυρίσω ἐκεῖ ἀπὸ ὅπου ἔφυγα. Τί εἶναι αὐτό; Νὰ γυρίσω ξανὰ στὸ σπίτι τοῦ πατέρα μου. Ποιὸς εἶναι ὁ πατέρας μου; Ὁ Χριστός. Θυμηθεῖτε τὴν παραβολὴ τοῦ ἀσώτου. Εἶναι τὸ 15 κεφάλαιο τοῦ Κατὰ Λουκᾶν Εὐαγγελίου. Διαβάστε το πολλὲς φορές. Ἔχει κι ἄλλα δύο παραδείγματα ἐκεῖ. Τὴν παραβολὴ μὲ τὸ πρόβατο ποὺ χάθηκε στὰ βουνὰ καὶ τὴν παραβολὴ μὲ τὴ δραχμὴ ποὺ εἶχε μιὰ κυρία καὶ τὴν ἔχασε κλπ, καὶ τὸ τρίτο κομμάτι εἶναι ἡ παραβολὴ τοῦ ἀσώτου. Ἡ παραβολὴ περιγράφει ἀκριβῶς αὐτὸ τὸ σωστὸ τρόπο μετανοίας. Δηλαδὴ ἐπιστροφῆς στὸ σπίτι τοῦ πατέρα μου. Ἅμα κανεὶς δὲν τὸ κατανοήσει αὐτὸ ἀπὸ κεῖ καὶ μετὰ θὰ μείνει ἡ μετάνοια ἀκριβῶς ἕνα νοσηρὸ μετάνοιωμα καὶ δὲν θ’ ἀλλάξει τίποτα. Θὰ συχτιρίσουμε τὸν ἑαυτὸ μας πολλὲς φορὲς καὶ θὰ μείνουμε ἐκεῖ ποὺ εἴμαστε. Ἐνῶ ἡ μετάνοια σημαίνει ἐπιστρέφω ἐκεῖ ἀπ’ ὅπου ἔφυγα. Ἐπιστρέφω ξανὰ στὸ σπίτι τοῦ πατέρα μου, ἀναγνωρίζω τὸν πατέρα μου ὡς ζωὴ καὶ ἐπιστρέφω σ’ Αὐτόν, γιατί μένοντας μακρυὰ του πεθαίνω. Καὶ εἶπα πιὸ πρὶν ὑπάρχουν δύο πρόσωπα στὴν ἱστορία τοῦ Χριστοῦ ποὺ προσδιορίζουν τὴν κατάσταση.

Τὸν ἕνα πρόσωπο εἶναι ὁ Ἰούδας καὶ τὸ ἄλλο πρόσωπο εἶναι ὁ Πέτρος. Φαντάζεστε ὅτι ὁ Ἰούδας ἦταν ἕνας ἀναίσθητος καὶ ἀσυνείδητος ὁ ὁποῖος ἐν ψυχρῷ πῆγε καὶ Τὸν πρόδωσε. Γιατί αὐτοκτόνησε; Ἀναίσθητοι ἄνθρωποι δὲν αὐτοκτονοῦν. Ἂν θέλετε εὐαίσθητοι αὐτοκτονοῦν. Ἀλλὰ ἡ εὐαισθησία δὲν σημαίνει ἀπαραιτήτως προσόν. Οὔτε εἶναι ποιότητα. Μπορεῖ νὰ εἶναι ἕνας ἐγωισμὸς ἐκλεπτυσμένος. Αὐτός, λοιπόν, ὁ ἄνθρωπος μπαίνοντας σ’ αὐτὴν τὴν λογική τοῦ μετανοιώματος συχτήρισε τὸν ἑαυτό του καὶ εἶπε: «Ἔλεος, ρέ, σύ. Τί ἔκανα; Γιὰ 30 δεκάρες πούλησα Αὐτὸν μὲ τὸν ὁποῖο ἔφαγα ψωμὶ κι ἁλάτι γιὰ τρία χρόνια. Γιατί; Μὲ ξεχώρισε ἀπὸ τοὺς ἄλλους; Μοῦ συμπεριφέρθηκε σκάρτα; Καὶ γὼ πῆγα καὶ τὸν πούλησα γιὰ 30 δεκάρες;» Καὶ πνιγμένος μεσὰ στὶς ἐγωιστικές του τύψεις, στὶς ἐνοχὲς ποὺ γέννησε στὴν ψυχὴ του αὐτὴ ἡ πράξη, ὁδηγήθηκε σὲ ἕνα ἀδιέξοδο καὶ τὸ ἀδιέξοδο τὸν ἔφερε στὴν τραγωδία τῆς αὐτοκτονίας.

Ὁ Πέτρος εἶχε κάνει ἴσως χειρότερα πράγματα ἀπὸ τὸν Ἰούδα. Ὁ Ἰούδας εἶχε κι ἕνα πάθος ὁ ἔρημος καὶ προσπαθώντας νὰ τὸ ἱκανοποιήση βρέθηκε σ’ αὐτὴ τὴ τραγωδία. Ὁ Πέτρος ὁρκιζόταν μπροστὰ στὰ κοριτσόπουλα, γέρος ἄνθρωπος, 50 χρόνων, ὅτι, μὰ τὸν Θεό, δὲν τὸν ξέρω. Ἦταν ἀδιανόητο πράγμα γιὰ Ἑβραῖο νὰ ὁρκιστεῖ. Θυμηθεῖτε τὴν ἐντολὴ ποὺ ἔλεγε «οὐ λήψει τὸ ὄνομα Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου ἐπὶ ματαίῳ». Καὶ τώρα μπροστὰ σὲ ἕνα κοριτσόπουλο, μιὰ δούλη μικρή, ποὺ τοῦ λέει «Ἄ! καὶ σὺ ἀπ’ αὐτοὺς παρέα τους εἶσαι. Σὲ καταλαβαίνω καὶ ἀπὸ τὴν ὁμιλία σου Γαλιλαῖος εἶσαι», αὐτὸς νὰ ὁρκίζεται, νὰ καταναθεματίζει καὶ νὰ ὀμνύει, ὅτι δὲν Τὸν ξέρω. Μετὰ ἀπὸ τὸ γεγονὸς κι ἐκεῖνος βρέθηκε στὴν ἴδια κατάσταση ἐνοχῶν. Ὅμως οἱ ἐνοχές του δὲν μπῆκαν στὸ ἀδιέξοδο τῶν τύψεων τῶν προσωπικῶν. Κατάλαβε ὅτι ἔκανα τὸ λάθος τῆς ζωῆς μου. Ὅμως ἂν μείνω ἐδῶ τὰ πράγματα θὰ πᾶνε πολὺ στραβὰ καὶ πρέπει νὰ ἐπιστρέψω στὸ σπίτι τοῦ πατέρα μου. Ὁ ἕνας εἶχε τύψεις καὶ μετανοιώματα, ὁ ἄλλος εἶχε μετάνοια σωστὴ καὶ ἐπιστροφή. Γιατί μετάνοια ἀκριβῶς αὐτὸ σημαίνει: τὴν ἐπιστροφὴ στὸ σπίτι τοῦ πατέρα μου, ἐκεῖ ἀπ’ ὅπου ἔφυγα.

Ἂν αὐτὸ δὲν τὸ καταλάβουμε, δὲν θὰ μπορέσουμε νὰ περπατήσουμε μέσα μας τὴν μετάνοια. Εἶναι μοιραῖο ὅτι στὴν ἀρχή, ὅταν κανεὶς κάνει ἕνα λάθος, θὰ γεννηθεῖ μέσα στὴν ψυχὴ του ἐνοχικὸ βίωμα, ἐνοχικὸ αἴσθημα. Θὰ καταλάβει ὅτι εἶναι ἔνοχος. Ὅταν αὐτὸ ὅμως δὲν καλλιεργηθεῖ οὕτως ὥστε ἀπὸ ἐνοχή, ἐγωιστικὴ ἂν θέλετε μερικὲς φορές, ἀπὸ ἕνα στεῖρο μετάνοιωμα ποὺ δὲν γεννάει τίποτα δὲν μεταφερθεῖ στὸ νὰ γίνει μιὰ μετάνοια, ποὺ σημαίνει νὰ καταλάβω ὅτι αὐτὸ ποὺ ἔκανα ἦταν θάνατος καὶ λάθος καὶ κάτι ποὺ ἐμένα, ὄχι τὸν Θεό, ζημιώνει. Ἀπὸ τὴν ἁμαρτία μου δὲν ζημιώνεται κανεὶς ἄλλος παρὰ μόνον ἐγώ, τότε κινδυνεύει γιὰ ὅλα τὰ ἐνδεχόμενα.

Πάρα πολλὲς φορὲς ἐμεῖς μέσα στὸ μυαλὸ μας πιστεύουμε ὅτι ἡ θρησκευτικὴ ζωὴ ἀφορᾶ τὸν Θεὸ καὶ ἡ ἁμαρτία πάλι ἀφορᾶ τὸν Θεό. Εἶναι λάθος αὐτό. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι θεραπευτήριο καὶ ἡ ἀρρώστια εἶναι δική μας καὶ μπήκαμε ἐκεῖ γιὰ νὰ θεραπευτοῦμε. Ὁ Γιατρὸς εἶναι ὑγιής, δὲν τοῦ κάναμε χάρη ποὺ μπήκαμε στὸ νοσοκομεῖο. Οἱ ἐντολὲς Του εἶναι τὰ φάρμακά μας. Οὔτε ὅταν πάρουμε τὰ φάρμακά μας τὸ κάνουμε γιὰ κεῖνον γιὰ νὰ εἶναι ἱκανοποιημένος. Ὁ Χριστὸς ἐρχόμενος στὸν κόσμο φανέρωσε τὸ μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας γιὰ νὰ θεραπευτοῦμε ἐμεῖς. Ἐμεῖς πολλὲς φορὲς φανταζόμαστε ὅτι κάνουμε εἴτε τὴν νηστεία μας, εἴτε τὸν κόπο μας, εἴτε τὴν προσευχή μας ἢ ὀ,τιδήποτε ἄλλο γιὰ Κεῖνον. Καὶ μερικὲς φορὲς ὅτι μᾶς γυρεύει Ἐκεῖνος γιὰ δικό Του λογαριασμὸ καὶ ἀπαίτηση πράγματα. Ἐνῶ δὲν εἶναι ἔτσι. Αὐτὸ εἶναι θεμελιακὸ λάθος.Δὲν γυρεύει ὁ Γιατρὸς ἀπὸ μένα, ἀπό σᾶς, ἀπὸ ὁποιονδήποτε ἄρρωστο νὰ τηρήσει ἕνα τρόπο ἀγωγῆς θεραπευτικῆς ἐξαιτίας δικῆς του ἰδιοτροπίας, ἀλλὰ γιὰ νὰ θεραπευτεῖ ὁ ἄρρωστος.

Μὲ τὸν ἴδιο τρόπο καὶ μὲς στὴν Ἐκκλησία. Ἅμα αὐτὰ δὲν ταξινομηθοῦν σωστὰ ὅπως εἶπα πιὸ πρὶν δὲν θὰ περάσουμε ποτὲ ἀπὸ τὴν ἐνοχὴ στὴν μετάνοια καὶ ἀπὸ τὴν μετάνοια στὸ νὰ ἐπιστρέψουμε στὸ σπίτι τοῦ πατέρα μας. Νὰ καταλάβουμε ὅτι αὐτὸς ὁ τρόπος ζωῆς, ἡ ἁμαρτία, μᾶς ἀποκόπτει ἀπὸ τὸν Ζωή. Ἡ θρησκευτικὴ ζωὴ δὲν εἶναι σκέψεις. Ἄλλοτε καλές, ἄλλοτε λιγότερο καλές, ἄλλοτε ἐνοχικές, ἄλλοτε μετανοιώματα, ἢ εἶναι συναισθήματα! Πάω σὲ μία Προηγιασμένη ποὺ εἶναι μισοσκότεινα, εἶναι πολὺ ὄμορφα, ξεκουράζεται κανείς. Πάω σὲ ἕνα ἑσπερινὸ εἶναι ἥσυχα καὶ κατανυκτικά, γαληνεύω. Μὲ αὐτὰ θὰ μποῦμε σὲ μία λογικὴ ἀνακουφιστική, ἂν τὰ δέχτουμε, ποὺ μπορεῖ νὰ εἶναι χρήσιμη μερικὲς φορές, ἀλλὰ δὲν εἶναι ἀπολύτως ὑγιής. Πολλὲς φορὲς οἱ ἄνθρωποι πηγαίνουν νὰ ἐξομολογηθοῦν ὑπὸ τὸ βάρος τῶν ἐνοχῶν τους κι ὅταν ποῦνε αὐτὸ ποὺ ἔχουν λένε: ἄχ! Ἀνακουφίστηκα. Ἢ προτρέποντας κάποιον νὰ πάει νὰ ἐξομολογηθεῖ τοῦ λένε: Πήγαινε νὰ ἐξομολογηθεῖς, μετὰ θὰ αἰσθανθεῖς νὰ πετᾶς. Θὰ αἰσθάνεσαι πάρα πολὺ ἄνετα. Μπορεῖ κι αὐτὰ νὰ συμβαίνουν πολλὲς φορές, ἀλλὰ ξέρετε καὶ σὲ ψυχολόγο νὰ πηγαίνατε πάλι θὰ «πετάγατε» καὶ πάλι θὰ αἰσθανόσασταν ἀνακούφιση. Τὸ θέμα ὅμως τῆς μετανοίας τῆς ἐκκλησιαστικῆς, δὲν εἶναι ἕνας ψυχολογισμὸς τὸ πῶς αἰσθάνθηκα. Γιατί ἡ θρησκευτικὴ ζωὴ δὲν εἶναι συναισθήματα. Εἶναι ρεαλιστικὴ ζωή. Εἶναι καθημερινότητα. Εἶναι τρόπος ζωῆς. Ἅμα αὐτὸ δὲν τὸ συνειδητποιήσουμε δὲν θὰ μπορέσουμε νὰ τὴν ἀγαπήσουμε σωστά. Μετὰ θὰ ψάχνουμε πῶς θὰ ἀνακουφιστοῦμε, ἀλλὰ ἡ ἀνακούφιση δὲν σημαίνει ὁπωσδήποτε ἀλλαγή. Μετάνοια σημαίνει ἄλλαξα τὴν ζυγαριὰ ποὺ ζυγιάζω τὰ πράγματα. Αὐτὸ ποὺ θεωροῦσα κέρδος, κατάλαβα ὅτι ἦταν ζημιὰ καὶ τὸ πετάω.

Μπορεῖ κανεὶς καμμιὰ φορὰ ἀδελφοί μου νὰ ἐξομολογηθεῖ ἀκόμη ἀπὸ ἐγωισμό, γιὰ νὰ τακτοποιήση τὶς σχέσεις του μὲ τὸν Θεό, ὄχι γιὰ νὰ ἀλλάξει. Πάρα πολλὲς φορὲς οἱ παπάδες ἀκοῦν τὴν προτροπή: διάβασέ μου παπούλη μιὰ εὐχή. Νὰ τὴν κάνεις τί; Τί θὰ πεῖ διάβασέ μου μιὰ εὐχή; Ὑπὲρ τίνος; Ἔχουμε ἀκριβῶς μιὰ μπερδεμένη σχέση καὶ μιὰ εὐχὴ θὰ τὴν τακτοποιήση καὶ θὰ κοιμόμαστε πιὸ ἥσυχα; Δὲν εἶναι αὐτὸ μετάνοια. Δὲν εἶναι ὁ λόγος νὰ γίνει κάποιος χριστιανός, ἢ νὰ μπεῖ στὴν Ἐκκλησία, τὸ νὰ αἰσθανθεῖ καλύτερα. Εἶναι νὰ συνειδητοποιήση τί εἶναι ζωὴ καὶ τί εἶναι θάνατος καὶ νὰ μάθει σιγὰ σιγὰ νὰ προτιμάει τὴν ζωή.

Ποῦ εἶναι τὰ δύσκολα; Ὅτι μάθαμε ἀνάποδα. Καὶ φανταζόμαστε τὸν θάνατο ζωή. Καὶ τὴν ἁμαρτία κέρδος. Καὶ μέχρι νὰ μάθουμε τὸ σωστὸ εἶναι δύσκολα. Καὶ μέχρι νὰ τὸ περπατήσουμε, ἀκόμη πιὸ δύσκολα. Καὶ μέχρι νὰ τὸ σταθεροποιήσουμε ἀκόμη περισσότερο. Γι’ αὐτὸ ἐξομολογούμαστε πολλὲς φορές. Γιατί πολλὲς φορὲς κάνουμε τὰ ἴδια λάθη. Εἶναι ἐκεῖνο ποὺ λέει ὁ ἅγιος ἐκεῖ στὸ Γεροντικό: Πάτερ κάνω τὰ ἴδια πράγματα, τὰ εἶπα μιὰ φορὰ, τὰ ξαναέκανα. Τὰ ξαναεῖπα, τὰ ξαναέκανα. Πόσες φορὲς θὰ γίνει αὐτό; Τοῦ ἁπαντᾶ ὁ ἅγιος: μέχρι ποὺ νὰ σὲ βρεῖ ὁ Θεὸς ὄρθιο. Ἐμεῖς πολλὲς φορὲς ἀπὸ ἐγωισμό, ὁ ἐγωισμὸς χώνεται παντοῦ, λέμε: πάλι τὰ ἴδια θὰ πάω νὰ πῶ; Ἀμάν. Θὰ μ’ ἔχει βαρεθεῖ κι ὁ παπάς. Ἐνῶ τὸ πρόβλημα ἀκριβῶς δὲν εἶναι ἂν σὲ βαρέθηκε ἢ δὲν σὲ βαρέθηκε ὁ παπάς. Τὸ θέμα δὲν εἶναι νὰ ἀκούει νέα καὶ ἐντυπωσιακὰ πράγματα ὁ παπάς. Τὸ πρόβλημα εἶναι νὰ βοηθήσει κάποιον νὰ μάθει νὰ περπατάει. Ἄλλωστε αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ λόγος νὰ ἔχω πνευματικό.

Τί σημαίνει ὅτι ἔχω πνευματικό; Εἴδατε τί γίνεται στὰ γήπεδα. Ὅλοι οἱ ἀθλητὲς ἔχουν ἕνα προπονητή. Ὁ προπονητὴς τοὺς βοηθάει νὰ μάθουν σωστὰ τὸ ἄθλημα μὲ τὸ ὁποῖο ἀσχολοῦνται. Καὶ ὁ πνευματικὸς κάθε χριστιανοῦ ἀκριβῶς αὐτὸ τὸ λόγο ἔχει. Κανέναν ἄλλο. Νὰ τὸν βοηθήσει νὰ μάθει σωστὰ τὸν τρόπο ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας.

Τὸ πρόβλημα δὲν εἶναι νὰ ἔχουμε καλὸ πρόσωπο στὸν πνευματικὸ ἢ μὴ μᾶς κακοχαρακτηρίσει. Δὲν εἶναι ἐκεῖ τὸ ζητούμενο. Ἡ σχέση δὲν εἶναι ἀνθρωποκεντρική. Δὲν κάναμε ἕναν πνευματικὸ γιὰ νὰ μᾶς λέει μπράβο, τί καλὰ ποὺ τὰ κάνες, τί καλὰ ποὺ τὰ ’πες, εἶσαι μιὰ χαρά! Καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη, ἐμεῖς νὰ πνιγόμαστε στὴν ντροπή: πῶς τώρα θὰ πάω νὰ τοῦ πῶ ξανά, ξέρεις ἔκανα αὐτὸ κι αὐτό.

Ἄλλωστε ὅσο πιὸ εἰλικρινὴς εἶναι κανεὶς τόσο πιὸ γρήγορα περπατάει. Γιατί; Τί ἐμποδίζει τὸ περπάτημα; Τὸ βάρος. Εἴτε χοντρὸς εἶναι κανεὶς σὰν ἐμένα, εἴτε βάρος κουβαλάει στὴν πλάτη, αὐτὸ ἐμποδίζει τὸ περπάτημα. Ὅσο κανεὶς ἐξομολογεῖται εἰλικρινῶς τόσο λιγότερο βάρος κουβαλάει στὴν πλάτη, ἄρα τόσο πιὸ γρήγορα περπατάει. Τὰ πράγματα ἁρμοδένονται σὲ μία λογικὴ συνέχεια. Ὅταν τὰ κατανοήσουμε στὴν σωστή τους βάση, ἀπὸ κεῖ καὶ μετὰ θὰ τὰ περπατᾶμε μιὰ χαρά. Ἀκόμα καὶ τὸ λάθος μας θὰ γίνεται ἀφορμὴ γιὰ νὰ τοποθετηθοῦμε σωστότερα. Γι’ αὐτὸ ὑπάρχει ἐκείνη ἡ κουβέντα ποὺ λέει ἕνας παλαιὸς ἅγιος «μακάρια ἁμαρτία», γιὰ τὴν ἁμαρτία τοῦ Ἀδάμ. Γιατί ἔγινε ἀφορμή, λέει ἐκεῖνος βέβαια, γιὰ νὰ γεννηθεῖ ὁ Χριστός. Ἀλλὰ ἀνεξάρτητα ἀπὸ αὐτὸ μερικὲς φορὲς μπορεῖ κανεὶς νὰ κάνει ἕνα λάθος ἢ μία ἁμαρτία καὶ αὐτὸ νὰ τὸν μεγαλώσει. Ἂν τὸ δεῖ σωστὰ μπορεῖ νὰ τὸν μεγαλώσει. Ἂν τὸ δεῖ λάθος μπορεῖ νὰ κολλήσει. Καὶ κεῖ εἶναι τὸ πρόβλημα γιὰ τὸ ὁποῖο δὲν πρέπει κανεὶς νὰ χρονίζει σὲ κατάσταση ἁμαρτίας. Γι’ αὐτὸ λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «ἕως τὸ σήμερον καλεῖται• μετανοήσατε ἵνα μὴ σκληρήνῃ ὑμᾶς ἡ ἁμαρτία». Ἐνῶ ἔχετε ἀκόμα στὰ χέρια σας τὴν σημερινὴ ἡμέρα ζωῆς, ἀλλάξτε τρόπο ζωῆς, λέει, γιὰ νὰ μὴ σᾶς σκληρήνει ἡ ἁμαρτία καὶ μετὰ εἶναι δύσκολες οἱ κινήσεις ἐλευθερίας.

Ὑπάρχει ἕνας ἅγιος, ποὺ εἶναι καὶ δικός μας ἅγιος, ἔζησε στὴν Γαλλία, ὁ ἅγιος Μαρτῖνος. Γιὰ μᾶς εἶναι λιγάκι ἄγνωστος, ἀλλὰ δὲν ἔχει σημασία. Αὐτός, λοιπόν, ὁ ἄνθρωπος ἦταν στρατιωτικὸς πρῶτα. Εἶχε γίνει ἕνα θαῦμα στὴ ζωή του μὲ τὸν Χριστό. Τύλιξε ἕναν γυμνὸ νεκρὸ μὲ τὴν κάπα του καὶ ὁ Χριστὸς μετὰ τοῦ παρουσιάστηκε φορώντας τὴν κάπα ποὺ εἶχε δώσει στὸν γυμνὸ ἐκεῖνος. Αὐτός, λοιπόν, ἀργότερα ἔγινε ἐπίσκοπος στὴν Τουρώνη ὅπως λεγόταν τότε, τὴν σημερινὴ Τοὺρ τῆς Γαλλίας. Αὐτός, λοιπόν, στὰ γεράματά του, ὄντας Δεσπότης τῆς περιοχῆς, εἶχε τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ ἔκανε θαύματα. Ὅπως ξέρετε, ἔξω ἀπὸ τὶς ἐκκλησίες μαζεύονται ζητιάνοι. Ὅταν, λοιπόν, μετὰ τὴν Λειτουργία ἔβγαινε ὁ Δεσπότης ἀπὸ τὸν ναό, παρουσιαζόταν τὸ ἑξῆς ἀπίθανο θέαμα: ἕνας κουτσός, μόλις συνειδητοποιοῦσε ὅτι βγαίνει ὁ Δεσπότης, ἔφευγε τρέχοντας. Οἱ ἄνθρωποι λέγανε: Μὰ τί στὸ καλὸ κάνει αὐτός; Μόλις ὁ Δεσπότης πάει νὰ βγεῖ ἀπὸ τὴν ἐκκλησία ὁ κουτσὸς φεύγει τρέχοντας. Κάποια, λοιπόν, μέρα οἱ παπάδες τὸν πιάσανε καὶ τοῦ λένε: Καλὰ γιατί ὅταν βγαίνει ὁ Δεσπότης φεύγεις τρέχοντας. Καὶ ἀπαντάει αὐτός: Τί λέτε; Νὰ βγεῖ ὁ Δεσπότης νὰ μὲ δεῖ καὶ νὰ μὲ κάνει καλά; Μετὰ πῶς θὰ ζητιανεύω;

Τραγωδία! Ἔτσι εἴμαστε καὶ μεῖς. Μὴ τὰ ψάχνετε. Καὶ μεῖς φοβόμαστε νὰ μὴ μᾶς κάνει καλὰ ὁ Χριστὸς καὶ μετὰ θὰ μᾶς λείψει ἡ «πνευματικὴ ζητιανιὰ» στὴν ἁμαρτία. Συνηθήσαμε στὴν κατάστασή μας καὶ δὲ θέλουμε οὔτε ὁ Χριστὸς νὰ μᾶς τὴν ἀλλάξει. Βέβαια δὲν εἴμαστε κουτσοὶ σὰν τὸν ζητιάνο τοῦ ἁγίου Μαρτίνου, ἀλλὰ ἔχουμε ἄλλα προβλήματα, τὰ ὁποῖα τὰ κουβαλᾶμε στὸν ἐσωτερικό μας χῶρο καὶ εἶναι ἀκόμα χειρότερα. Γιατί εἶναι πιὸ δύσκολα. Τὸ νὰ ἔχουμε μιὰ ἐξωτερικὴ ἀναπηρία εἶναι καὶ ἔλεος καμιὰ φορὰ ἀπὸ τὸν Χριστό. Τὰ ἐσωτερικὰ εἶναι τὰ πιὸ δύσκολα.

Στὸν προφήτη Ἰεζεκιὴλ ὑπάρχει τὸ ἑξῆς τὸ ὁποῖο φανερώνει τὴν κατάστασή μας. Μία ἡμέρα ὁ Θεὸς εἶπε στὸν προφήτη Ἰεζεκιήλ: πήγαινε νὰ πετάξεις τὰ εἴδωλα ἀπὸ τὸν ναό. Λέει: Κύριε, δὲν ὑπάρχουν εἴδωλα στὸν ναό. Τοῦ λέει: Δὲν ὑπάρχουν εἴδωλα στὸν ναό; Ἔλα ἐδῶ νὰ σὲ πάω στὸν ναό. Τὸν πηγαίνει, μπαίνουν μέσα στὸν ναὸ καὶ ὁ Ἰεζεκιὴλ τοῦ λέει: Κύριε δὲν ὑπάρχουν εἴδωλα πουθενά. Τοῦ λέει: Κοίταξε κατὰ τὸν Βορρᾶ. Κοίταξε ὁ Προφήτης. Τοῦ λέει: βλέπεις αὐτὴ τὴν τρύπα ἐκεῖ ποὺ ἔχει ὁ τοῖχος. Ναί. Ὄρυξον αὐτή. Δηλαδὴ ἄνοιξέ την. Τὴν ἄνοιξε καὶ ὁ προφήτης ἔμεινε ἔκπληκτος γιατί ἀπὸ μέσα ὑπῆρχε ἕνας χῶρος στὸν ὁποῖο ὑπῆρχαν «μάταια καὶ βδελύγματα» ὅπως λέει τὸ κείμενο. Δηλαδὴ ὑπῆρχαν εἰδώλια ψευδῶν θεῶν βδελυκτὰ στὸ Θεό. Ἦταν εἴδωλα ποὺ κάποιοι παλιότεροι τὰ εἶχαν ἀκόμη καὶ μέσα στὸν ναὸ τοῦ Θεοῦ κρύψει.

Ναὸς τοῦ Θεοῦ εἶναι καθένας ἀπό μᾶς. Βαπτιζόμενος γίνεται ναὸς τοῦ Θεοῦ. Λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: ὁ καθένας ἀπὸ μᾶς εἶναι ναὸς τοῦ Θεοῦ καὶ ὅποιος μὲ τὴν ἁμαρτία φθείρει τὸν ναὸ τοῦ Θεοῦ θὰ ’χει προβλήματα μετὰ στὴ σχέση του μὲ τὸν Θεό. Ἔ! Λοιπὸν καὶ κεῖ μέσα στὸν ναὸ μερικὲς φορὲς ὑπάρχουν μάταια καὶ βδελύγματα. Καὶ μέσα στὴν δική μας καρδιὰ χρειάζεται νὰ σκύψουμε καὶ νὰ δοῦμε τί κουβαλᾶμε καὶ νὰ πᾶμε παραμέσα. Νὰ δοῦμε: εἶναι καθαρὰ τὰ πράγματα ἢ ἔχουμε μάταια καὶ βδελύγματα; Καὶ ἂν ἔχουμε εἰλικρίνεια θὰ καταλάβουμε αὐτὸ ποὺ λέει ὁ ψαλμὸς 103 ποὺ διαβάζουμε σὲ κάθε ἑσπερινό: Θὰ συνειδητοποιήσουμε ὅτι ἡ καρδιὰ μας εἶναι θάλασσα μεγάλη καὶ εὐρύχωρος ἐκεῖ ἑρπετὰ ὧν οὐκ ἔστιν ἀριθμός. Καὶ τὰ ἑρπετὰ φυσικὰ δὲν εἶναι τὰ διακοσμητικὰ κατοικίδια! Οἱ ἄνθρωποι τώρα ἔχουν διαστραφεῖ καὶ μαζεύουν τὰ ἑρπετὰ καὶ τὰ χαϊδεύουν. Μαζεύουν κροκοδειλάκια, ποντικάκια… Ὅ,τι θέλουν. Αὐτὰ οἱ ἄνθρωποι παλαιότερα, ὄντας ὑγιῶς τὰ θεωροῦσαν ἀπαράδεκτα. Θάλασσα λοιπὸν εἶναι ἡ καρδιὰ μας μερικὲς φορὲς γεμάτη ἑρπετά.

Πῆγαν στὸν ἅγιο Ποιμένα, κάποιοι χριστιανοί. Τὸν ρωτήσανε τί χρειάζεται κανεὶς γιὰ νὰ γίνει χριστιανός. Τί ἔχει ἀνάγκη γιὰ νὰ μπορέσει νὰ γίνει χριστιανός; Καὶ κεῖνος εἶπε: Οὐ δεόμεθά τινος, εἰ μὴ νηφούσης διανοίας. Δηλαδή. Δὲν χρειαζόμαστε τίποτε ἄλλο ἐκτὸς ἀπὸ ἕνα μυαλὸ τὸ ὁποῖο ἀντιλαμβάνεται τί συμβαίνει γύρω του. Νήφει. Εἶναι νηφάλιο, δηλαδή, νὰ μπορεῖ νὰ καταλαβαίνει τί συμβαίνει γύρω του. Αὐτὸ χρειάζεται, λέει, κανεὶς γιὰ νὰ σωθεῖ.

Ἐμεῖς πιστεύουμε πολλὲς φορὲς ὅτι ἡ μετάνοια σημαίνει θὰ τὰ πῶ καὶ θὰ τελειώσουν. Ὄχι. Θὰ τὰ πῶ καὶ θὰ τὰ παραγράψει ὁ Χριστός, ἀλλὰ δὲν θὰ τελειώσουν. Οἱ συνεπαγωγὲς μιᾶς ἁμαρτίας θὰ ὑπάρχουν καὶ θὰ εἶναι ἀπαραίτητος ἀγώνας γιὰ νὰ ἐλευθερωθοῦμε. Συγχώρηση σημαίνει παραγραφὴ τοῦ χρέους ἀλλὰ δὲν σημαίνει γίνομαι πλούσιος!

Δηλαδή, ἔπεσα καὶ ἔσπασα τὸ πόδι μου. Ἂν αὐτὸ εἶναι ἁμαρτία, τὸ λέω μεταφορικά, καὶ πάω στὸν Χριστὸ καὶ τοῦ λέω ἔσπασα τὸ πόδι μου. Μοῦ λέει ἐντάξει. Ἐγὼ τὸ παραγράφω, τὸ παραβλέπω. Ἀλλὰ πρέπει ἐσὺ νὰ μάθεις νὰ κάνεις ὑπομονὴ καὶ νὰ προσέχεις τὸ τσάκισμα μέχρι νὰ κλείσει. Γιατί ἂν κάνεις ἐξ αἰτίας τῆς δικῆς μου παραγραφῆς τὸν «νταή», ὅτι τώρα περπατᾶς, θὰ πέσεις καὶ θὰ σπάσεις καὶ τὸ ἄλλο τὸ πόδι.

Πάρα πολλὲς φορὲς ἡ μετάνοιά μας εἶναι στρεβλὴ καὶ σ’ αὐτὸ τὸ σημεῖο. Φανταζόμαστε ὅτι ἡ παραγραφὴ τῆς ἁμαρτίας ἀπὸ τὸν Χριστὸ σημαίνει ὅτι δὲν θὰ πρέπει νὰ ὑλοποιήσουμε δυναμικὰ τὴν ἀπόφαση τῆς ἀλλαγῆς. Ἄλλωστε αὐτὸ εἴπαμε καὶ πιὸ πρὶν σημαίνει μετάνοια. Ἡ ἁγία Μαρία ἡ αἰγυπτία προβάλλεται στὰ μάτια τῶν χριστιανῶν, ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία γι’ αὐτὸ καὶ μόνο τὸ λόγο. Γιὰ τὸν δυναμισμὸ μιᾶς μετάνοιας, ἡ ὁποία σημαίνει ὑπομονή, ἐπιμονὴ καὶ ἀγάπη τοῦ κόπου. Ὅλα αὐτὰ πάντα ἦταν δύσκολα, νὰ εἴμαστε ρεαλιστές, στὴ σημερινὴ ἐποχὴ εἶναι καὶ ἀπεχθῆ. Κανεὶς δὲν ἀκούει εὔκολα τὴν λέξη ὑπομονή. Τὴν λέξη ἐπιμονὴ ἀπὸ ἐγωισμὸ καμιὰ φορὰ τὴν ἀκούει. Ἀλλὰ ἀπὸ κεῖ καὶ μετὰ ἀκόμη πιὸ δύσκολα φεύγει ἀπὸ μία ψυχολογικὴ διάθεση νὰ μπεῖ, στὸ ὅτι πρέπει ἡ ζωή του νὰ προσαρμοστεῖ πλήρως, καὶ νὰ εὐθυγραμμιστεῖ μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Γιατί ζωὴ εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἐνῶ θάνατος εἶναι ἡ ἁμαρτία.

Πέμπτη, Απριλίου 07, 2016

Ποιὸν δὲν εἰρωνεύτηκαν οἱ ἄνθρωποι;

Ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς (Ἐπίσκοπος Ἀχρίδος)
 



Στὸν τεχνίτη Παῦλο Τ., γιὰ τὴν ἐξομολόγηση

Θὰ ἤθελες νὰ μάθης ἂν ἡ ἐξομολόγηση εἶναι τόσο ἀπαραίτητη; Παλαιότερα πήγαινες πιὸ συχνὰ στὴν ἐξομολόγηση μὰ σταμάτησες ἐπειδὴ κάποιος σὲ εἰρωνεύτηκε γι' αὐτό. Δὲν ἔπρεπε νὰ διακόψεις. Ποιὸν δὲν εἰρωνεύτηκαν οἱ ἄνθρωποι; Ξέρεις τί εἶπε ὁ διορατικότερος ὅλων: οὐαὶ ὑμῖν οἱ γελῶντες νῦν, ὅτι πενθήσετε καὶ κλαύσετε (Λκ. 6, 25). Μοῦ γράφεις ὅτι ἐκτὸς ἀπὸ τὴν τέχνη σου ἔχεις καὶ ἕνα ἀμπέλι, πού σοῦ δίνει καλὴ παραγωγή, ἐπειδὴ τὸ καλλιεργεῖς πολύ. Ἂν κάποιος ἐγκατέλειπε τὸ ἀμπέλι του καὶ εἰρωνευόταν ἐσένα ποὺ φροντίζεις μὲ ἐπιμέλεια τὸ δικό σου, μήπως θὰ σήκωνες τὰ χέρια σου ἀπὸ τ' ἀμπέλι καὶ θὰ σταματοῦσες νὰ τὸ καλλιεργεῖς; Σίγουρα, δὲ θὰ τὸ ἔκανες αὐτό.

Πῶς μπορεῖς λοιπὸν νὰ ταλαντεύεσαι ἀναφορικὰ μὲ τὴν καλλιέργεια τῆς ψυχῆς σου ἡ ὁποία εἶναι σημαντικότερη ἀπ' ὅλα τ' ἀμπέλια τοῦ κόσμου; Ἐπειδὴ ὅταν πεθάνεις, τὴν ψυχή σου θὰ τὴν πάρεις ἐνῶ τὸ ἀμπέλι θὰ τὸ ἀφήσεις. Ἀπ' ὅλες τὶς καλλιέργειες, ἡ σημαντικότερη εἶναι ἡ καλλιέργεια τῆς ψυχῆς. Καὶ ἀπ' ὅλους τοὺς κόπους ποὺ ὁ ἄνθρωπος καταβάλλει πάνω στὴ γῆ, ὁ κόπος γιὰ τὴν ψυχὴ εἶναι ὁ πιὸ συνετός. Γιὰ τοῦτο, γύρνα στὴν προηγούμενη προσπάθειά σου γύρω ἀπὸ τὴν ψυχή σου καὶ ξεκίνα πάλι νὰ ἐξομολογῆσαι....

Οἱ ἁμαρτίες θεριεύουν καὶ πολλαπλασιάζονται μέσα στὴ μυστικότητα. Μόλις ὅμως βγοῦν στὸ φῶς, ξηραίνονται καὶ πεθαίνουν. Μὴν πεῖς: δὲν ἔχω ἁμαρτίες! Διάβασε αὐτὸ ποὺ λέει ὁ δίκαιος στὸ Ψαλτήρι: ἐν ἀνομίαις συνελήφθην, καὶ ἐν ἁμαρτίαις ἐκίσσησέ με ἡ μήτηρ μου (Ψ. 50, 7). Μὴν πεῖς πάλι: ἐγὼ ἐξομολογοῦμαι τὶς ἁμαρτίες μου στὸν Ἴδιο τὸ Θεὸ καὶ δὲ χρειάζεται νὰ ἐξομολογοῦμαι σὲ ἀνθρώπους. Ποιὸς ἦταν περισσότερο δίκαιος ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο; Καὶ ὁ Παῦλος αὐτός, εἶχε μία ἁμαρτία πρὶν ἀπὸ τὴν ἀποστολική του κλήση ὡς Σαῦλος καὶ τὴν ἁμαρτία του αὐτὴ τὴν ἐξομολογήθηκε δημόσια, ὄχι μία φορὰ ἀλλὰ πολλὲς καὶ ὄχι μονάχα μπροστὰ σὲ πιστοὺς ἀλλὰ καὶ σὲ εἰδωλολάτρες. Γράφει στοὺς βαπτισμένους Γαλάτες: ἠκούσατε γὰρ τὴν ἐμὴν ἀναστροφὴν ποτε ἐν τῷ Ἰουδαϊσμῶ, ὅτι καθ' ὑπερβολὴν ἐδίωκον τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ καὶ ἐπόρθουν αὐτὴν (Γαλ. 1, 13). Τὸ ἴδιο ἀποκαλύπτει καὶ μπροστὰ στὸν ἀβάπτιστο βασιλιὰ Ἀγρίπα.

Ἀφοῦ λοιπὸν ὁ Ἅγιος Παῦλος ἐνεργοῦσε ἔτσι, ἐσὺ γιατί νὰ κρατᾶς τὰ τραύματα τῆς ψυχῆς σου κρυμμένα; Γιατί νὰ ἀφήνεις τὰ φίδια νὰ πολλαπλασιάζονται στὸν κόρφο σου; Μήπως ἐπειδὴ κάποιος σὲ εἰρωνεύτηκε; Καὶ ἂν σὲ εἰρωνεύτηκε μία φορά, μήπως θὰ σὲ εἰρωνεύεται αἰώνια; Προσευχήσου μυστικὰ γι' αὐτὸν στὸ Θεό. Ἴσως μετανοήσει καὶ μὲ δάκρυα ἐκθέσει τὸ ἁμάρτημά του. Τί εἶναι πιὸ ἀσταθὲς ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη σκέψη; Πόσοι καὶ πόσοι ἄνθρωποι δὲν μετανοιώνουν τὸ βράδυ γιὰ λόγια ποὺ ξεστόμισαν τὴν ἡμέρα; Γι' αὐτό, σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ τὴν ψυχή σου, μὴν ἀκοῦς τὸν καθένα πού σοῦ λέει περιστασιακὰ κάτι ἀλλὰ ἄκουε αὐτὸ ποὺ ἡ Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ κηρύττει. Κᾶνε συζήτηση μὲ πνευματικοὺς ποὺ ἐξομολογοῦν ἀνθρώπους καὶ θ' ἀκούσεις ἀπὸ ἐκείνους πολλὰ παραδείγματα γιὰ τὸ πόση ψυχικὴ ἀνακούφιση ἔλαβαν ὅσοι ἀπὸ καρδιᾶς ἐξομολογήθηκαν.

Δὲν εἶναι κανένα παραμύθι ἀλλὰ ἡ ὠμὴ ἀλήθεια, ὅτι πολλοὶ ἑτοιμοθάνατοι, ὄντες σὲ πολύωρη ἀγωνία, μπόρεσαν νὰ ξεψυχήσουν μονάχα τότε, ὅταν ἐξομολογήθηκαν τὶς ἁμαρτίες τους στὸν ἱερέα. Θὰ μποροῦσα καὶ ἐγὼ ὁ ἴδιος νὰ σοῦ ἀναφέρω κάποια τέτοια παραδείγματα στὰ ὁποῖα ἤμουν αὐτόπτης. Ὁ Θεὸς μας εἶναι Θεὸς ἐλέους καὶ καλοσύνης καὶ θέλει τὴ σωτηρία ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Πῶς ὅμως νὰ σωθεῖ κάποιος ἄνθρωπος, ἂν συνειδητὰ δὲν κάνει διάκριση μεταξὺ ἁμαρτίας καὶ δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ, ἂν δὲν ἀπορρίψει τὴν ἁμαρτία καὶ δὲν ἀναγνωρίσει τὴ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ;

Μὲ αὐτὸ ποὺ ὁ ἄνθρωπος κουβαλᾶ στὴν ψυχὴ του κατὰ τὴν ὥρα τοῦ θανάτου, μὲ τοῦτο ἀπέρχεται στὴν κρίση τοῦ Θεοῦ. Ἂν αὐτὸ εἶναι ἁμαρτία, μὲ τὴν ἁμαρτία, καὶ ἂν εἶναι δικαιοσύνη, τότε μὲ τὴ δικαιοσύνη. Ὁ Θεὸς περιμένει ἀπὸ κάθε θνητὸ ἄνθρωπο τὴ μετάνοια καὶ ἡ μετάνοια περιλαμβάνει τὴν ἐξομολόγηση τῶν ἰδίων ἁμαρτημάτων. Καὶ ἐπειδὴ κάθε ὥρα καὶ ἡμέρα, μπορεῖ ὁ ἄγγελος τοῦ θανάτου νὰ ἔρθει γιὰ νὰ παραλάβει τὴν ψυχή μας, γι' αὐτὸ ἡ ἐκκλησία συνιστᾶ στοὺς πιστούς, συχνὴ ἐξομολόγηση καὶ ἀκόμη συχνότερη Μετάληψη.

Ὁ Θεὸς νὰ σὲ φωτίζει καὶ νὰ σὲ εὐλογεῖ.
το είδαμε εδώ

"Ο θυμός".

Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καστορίας κ.κ. Σεραφείμ
Μιλώντας οι θεοφόροι Πατέρες της Εκκλησίας για την παρουσία της αμαρτίας και την είσοδό της στον πρωτόπλαστο Αδάμ, τη χαρακτηρίζουν ως ασθένεια του ανθρώπου. Δεν είναι προσβολή του Θεού, όπως συνήθως λέγεται από τη σχολαστική θεολογία της Δύσεως, αλλά ασθένεια του νου. Κι ενώ οι δυνάμεις του ανθρώπου δημιουργήθηκαν για να είναι στραμμένος ο άνθρωπος προς το Θεό, με την παρουσία της πτώσεως περιπλανώνται σε αντίθετες κατευθύνσεις από αυτήν του αληθινού προορισμού τους, όπως σημειώνει ο Άγιος Κύριλλος Πατριάρχης Αλεξανδρείας1. Έτσι, από την ημέρα που ο άνθρωπος πίστεψε τη συμβουλή του πονηρού όφεως, αντί της υγείας απέκτησε την ασθένεια. Έκλεισαν οι νοεροί οφθαλμοί της ψυχής και άνοιξαν τα σωματικά μάτια, κατανοώντας τη γυμνότητά τους, που δεν είναι τίποτε άλλο παρά η απώλεια της Χάριτος του Θεού.
Ο Άγιος Νικόλαος ο Καβάσιλας στο περίφημο έργο του «Εν Χριστώ Ζωή» είναι αποκαλυπτικός :«Από τη στιγμή που ο Αδάμ εμπιστεύθηκε τον πονηρό διάβολο και περιφρόνησε τον αγαθό Δεσπότη, διεστρεβλώθηκε το φρόνημά του και έχασε η ψυχή του από την υγεία και την ευεξία της. Από τότε και το σώμα ακολούθησε την ψυχή, προσαρμόστηκε στην κατάστασή της και διεστράφηκε και αυτό»2. Ο άνθρωπος, συνεπώς, χρησιμοποιώντας παρά φύσιν τις δυνάμεις τής ψυχής του, γίνεται παράλογος, ανόητος, παράξενος, ξένος, παράδοξος, αλλοτριωμένος, όπως θα γράψει ο Άγιος Γρηγόριος Επίσκοπος Νύσσης. Και θα συμπληρώσει : «Αν όμως (ο άνθρωπος) δεν χρησιμοποιεί σύμφωνα με τη φύση και το χαρακτήρα τους τις δυνάμεις του, αλλά μεταλλάζει τη χρηση τους αντίθετα με το σωστό, θα είναι παράλογος και αντιφατικός, τόσο που δεν θα μπορέσει κανείς να περιγράψει επάξια την παραλογία του. Δεν είναι το ίδιο σαν να οπλίζεται κάποιος παράταιρα, και βάζει το κράνος ανάποδα ώστε να σκεπάζει το πρόσωπο και η προσωπίδα να κινείται πίσω, να βάζει στο θώρακα τα πόδια και να εφαρμόζει τις περικνημίδες στο στήθος, και όσα είναι της αριστεράς πλευράς να τα περνά στη δεξιά και τα δεξιά όπλα να τα βάζει στα αριστερά; Αυτό που είναι φυσικό να πάθει στον πόλεμο ένας τέτοιος οπλίτης, αυτό είναι και φυσικό να το πάθει στη ζωή όποιος έχει γνώμη αξεκαθάριστη (σύγχυση) και μεταλλάσσει τη χρήση των ψυχικών δυνάμεων»3.
Μέσα σε αυτή τη διαστροφή κινείται και ο θυμός.
Α. Τι είναι ο θυμός;
Είναι η δύναμη της ψυχής που έχει τεθεί από το Θεό για να βοηθά τον άνθρωπο να αγωνίζεται"προς τας αρχάς, προς τας εξουσίας, προς τους κοσμοκράτορας του σκότους"4, να εξαφανίζει τους πονηρούς λογισμούς που οι πνευματικοί εχθροί τού υποβάλλουν.
Ο Άγιος Διάδοχος Επίσκοπος Φωτικής ονομάζει τον θυμό όπλο. «Δοκεί μοι εις όπλον μάλλον τη φύσει ημών τον σώφρονα θυμόν παρά του κτίσαντος ημάς παρασχεθήναι Θεού»5. Εάν αυτόν χρησιμοποιούσε ο Αδάμ και η Εύα δεν θα είχαμε την κυριαρχία της αμαρτίας με όλες τις συνέπειές της. Ο θεοφόρος Άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης σε έναν περίφημο λόγο του περί παρθενίας θα προσθέσει και αυτός τη δική του εμπειρία : «Το θυμό και την οργή και το μίσος να τα χρησιμοποιούμε σαν σκυλιά-φύλακες, που αγρυπνούν μόνο για την αντίσταση κατά της αμαρτίας και να εκδηλώνουν τη φυσική τους ιδιότητα κατά του κλέπτη και του εχθρού, που μπαίνει κρυφά για να καταστρέψει το θείο θησαυρό και που έρχεται γι΄ αυτό, να κλέψει, να θανατώσει και να καταστρέψει»6. Με αυτήν την ενέργεια ο άνθρωπος έχει τη δυνατότητα να έχει το νου του στραμμένο προς το Θεό και όχι προς τις αισθήσεις, να διατηρείται πνευματικά ελεύθερος, δηλαδή η ψυχή του να μην κυριαρχείται από την παρουσία των λογισμών που σαν ληστές προσπαθούν να ληστεύσουν τα εντός του, με αποτέλεσμα να διατηρείται πνευματικά καθαρός.
Καθαρή θα είναι η ψυχή του από τα πάθη,
καθαρή θα είναι η επικοινωνία του με το Θεό,
καθαρή θα είναι συγχρόνως και η προσευχή του.
Σε αυτήν την καθαρότητα αποβλέπει και ο Προφήτης Δαυίδ όταν ζητά από το Θεό καρδιά καθαρή:«Καρδίαν καθαράν κτίσον εν εμοί ο Θεός και πνεύμα ευθές εγκαίνισον εν τοις εγκάτοις μου»7. Αυτή η καθαρότητα θα του παρέχει τη μεγάλη ευλογία του «οράν τον Θεόν»«Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται»8.
Β. Ο θυμός και η καλή χρήση του συμβάλλει στην αγωνιστικότητα του ανθρώπου προκειμένου να φθάσει εύθετος στη Βασιλεία των Ουρανών. Αυτή άλλωστε είναι και η προτροπή του Χριστού. «Η Βασιλεία των Ουρανών βιάζεται και βιασταί αρπάζουσιν αυτήν»9. Χρησιμοποιώντας σωστά το θυμικό, υπάρχει πνευματική αύξηση και κατά Θεόν τελείωση του ανθρώπου. Έτσι μπορεί κανείς να μιλήσει για ενάρετη ζωή και υγεία ψυχής. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο κινείται και η προτροπή του ψαλμωδού «οργίζεσθε και μη αμαρτάνετε»10.
Είναι χαρακτηριστική η νουθεσία του Μεγάλου Βασιλείου : "Εάν κάποιος αισθανθεί εναντίον κάθε αμαρτήματος τη διάθεση που αναγράφεται στη Γραφή : "Εξέτηξέ με ο ζήλος σου, ότι επελάθοντο των λόγων σου οι εχθροί μου"(11), τότε είναι φανερός του Θεού ο ζήλος. Και εδώ όμως χρειάζεται συνετή ενέργεια, για να οικοδομηθεί η πίστη. Αυτή η διάθεση, όταν δεν υπάρχει από πριν στην ψυχή και δεν την κατευθύνει, τότε η κίνηση της ψυχής γίνεται ανώμαλη και δεν τηρείται με κανένα τρόπο ο σκοπός της θεοσέβειας" 12.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος καταδεικνύει πώς ο θυμός μπορεί να γίνει χρήσιμο όργανο προκειμένου να ξυπνήσει τη νωθρότητα και την αδυναμία της ψυχής : "Δεν είναι κακό το να οργίζεται κανείς αλλά το να οργίζεται παράλογα και εντελώς άδικα. Γιατί ο άδικος θυμός δεν μπορεί να θεωρηθεί αθώος, λέγει η Γραφή". Όχι γενικά ο θυμός, αλλά ο άδικος θυμός. Και ο Χριστός πάλι λέγει : "Εκείνος που οργίζεται κατά του αδελφού του χωρίς λόγο", όχι γενικά εκείνος που οργίζεται. Αν λοιπόν δεν πρέπει να χρησιμοποιούμε αυτό το πάθος, ακόμη κι όταν το καλεί η περίσταση, βρίσκεται μέσα μας άσκοπα και μάταια· αλλά δεν δόθηκε άσκοπα. Γι' αυτό και ο Δημιουργός το φύτεψε αυτό το πάθος μέσα μας, για να διορθώνονται εκείνοι που σφάλλουν· για να ξυπνάει δηλαδή τη νωθρότητα και την αδυναμία της ψυχής, να ξυπνάει εκείνον που κοιμάται και έχει παραλύσει" 13.
Τέλος, κατά τον Ησαΐα τον Αναχωρητή, η οργή είναι φυσική ιδιότητα του νου και χωρίς αυτήν δεν πετυχαίνεται η καθαρότητα στον άνθρωπο, εάν δεν οργισθεί εναντίον όλων των πονηρών λογισμών που σπέρνει μέσα του ο διάβολος14.
Γ. Η διαστροφή του θυμού.
Η παρουσία της αμαρτίας μετέτρεψε το θυμό σε δύναμη ψυχής παρά φύσει και παρά λόγω. Αντί να μάχεται να κερδίσει την ελευθερία από τα πάθη, στρέφεται στα αισθητά στα οποία και παραδίδεται. Τίθεται στην υπηρεσία της σάρκας και αφοσιώνεται στη διατήρηση της ηδονής. Αυτήν τη διαπίστωση τη βλέπουμε διατυπωμένη στον Άγιο Ιωάννη τον Σιναΐτη: «Εκ φύσεως υπάρχει μέσα μας ο θυμός εναντίον του όφεως, και εμείς τον χρησιμοποιούμε εναντίον του πλησίον»15. Γι' αυτό και ο Μέγας Βασίλειος τον ονομάζει «μανία και τρέλα ολιγοχρόνια»16, ενώ κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο : «δεν υπάρχει τίποτε πιο απρεπές, τίποτε πιο ανάξιο, τίποτε πιο φοβερό, τίποτε πιο αηδές, τίποτε πιο βλαβερό από το θυμό»17.
Και το πιο κακό, όπως μας σημειώνουν οι Άγιοι Πατέρες, είναι όταν αυτός ο θυμός στρέφεται και εναντίον του Θεού. Χαρακτηριστικός είναι ο λόγος του Αγίου Νικήτα του Στηθάτου: «Ο θυμός είναι στο μεταίχμιο μεταξύ επιθυμίας και του λογιστικού της ψυχής, και είναι στο καθένα από αυτά σαν όπλο στην κίνησή τους παρά φύση ή κατά φύση. Όταν δηλαδή η επιθυμία και το λογιστικό κινούνται κατά φύση προς τα θεία, τότε ο θυμός είναι για το καθένα από αυτά όπλο δικαιοσύνης εναντίον του μόνο φιδιού που σφυρίζει και τους υποβάλλει να γευθούν τις σαρκικές ηδονές και να επιδιώξουν τη δόξα των ανθρώπων. Όταν όμως εκτρέπονται από την κατά φύση κίνησή τους και μεταβάλλουν την ενέργειά τους στο παρά φύση και από τη μελέτη των θείων μεταφέρονται στα ανθρώπινα, τότε ο θυμός είναι όπλο αδικίας για τη διάπραξη αμαρτίας• γιατί τότε η επιθυμία και το λογιστικό μάχονται με όπλο το θυμό και επιτίθενται εναντίον εκείνων που αναχαιτίζουν τις ορμές και τις ορέξεις τους. Έτσι ο άνθρωπος, ή αναδεικνύεται πρακτικός και θεωρητικός και θεολογικότατος μέσα στην Εκκλησία των πιστών, όταν κινείται κατά φύση, ή κτηνώδης και θηριώδης και δαιμονιώδης, όταν εκτρέπεται στο παρά φύση»18.
Γι’ αυτό και η προσευχή μας θα πρέπει να είναι εκτενής προς το Θεό, όπως έκαναν και οι Άγιοι της Εκκλησίας μας, ώστε να μας οπλίζει με τον υγιή θυμό για να πετυχαίνουμε νίκες κατά του εχθρού, για να βιώνουμε την παρουσία του Θεού και της Βασιλείας Αυτού μέσα στο χώρο της καρδιάς μας.
Προσευχή εκτενής να μας προφυλάσσει από το θυμό κατά του πλησίον και κυρίως από το θυμό κατά του Θεού.

1 Αγίου Κυρίλλου Αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας, Ερμηνεία εις την προς Ρωμαίους επιστολήν, PG 74,789Β
2 Αγ. Νικολάου Καβάσιλα, Περί της εν Χριστώ ζωής, εκδ. Ιερόν Ησυχαστήριον Ευαγγελιστού Ιωάννου του Θεολόγου,
Σουρωτή Θεσσαλονίκης 2004, σελ. 107
3 Αγίου Γρηγορίου Επισκόπου Νύσσης, Περί Παρθενίας, κεφ. ΙΗ΄, ΕΠΕ 9,113
4 Εφεσ. 6,12
5 Αγίου Διαδόχου Επισκόπου Φωτικής, Τα εκατόν γνωστικά κεφάλαια, (κείμενον-μετάφρασις-σχόλια Μοναχού Θεοκλήτου Διονυσιάτου)
εκδ. Άγιον Όρος 1999, κεφ. ΞΒ΄ "Ο θυμός", σελ. 123
6 Αγίου Γρηγορίου Νύσσης, ο.π. 111
7 Ψαλμ. 50,20
8 Ματθ. 5,8
9 Ματθ. 11,12
10 Ψαλμ. 4,5
11 Ψαλμ. 118,139
12 Μεγ. Βασιλείου, "Όροι κατ'επιτομήν", ΡΞΕ', ΕΠΕ 9,200
13 Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Εις Άγιον Παύλον, Ομιλία ΣΤ', κεφ. 5,  ΕΠΕ 36,514
14 Όσιος Νικήτας ο Στηθάτος, Κεφάλαια πρακτικά, πρώτη ἑκατοντάς, κεφ. 16. Φιλοκαλία Ιερών Νηπτικών τομ. δ΄.
15 Ησαΐου του Αναχωρητού, Περί τηρήσεως του νοός κεφάλαια κζ΄, κεφ. 1, Φιλοκαλία Ιερών Νηπτικών, τομ. α΄.
16 Αγίου Ιωάννου του Σιναΐτου, Κλίμαξ, Λόγος ΚΣΤ΄ Περί διακρίσεως ευδιακρίτου, μέρος δεύτερον, παρ. 41, εκδ. Ιεράς Μονής Παρακλήτου,
Ωρωπός Αττικής 1978, σελ. 318
17 Μεγ. Βασιλείου, "Κατά οργιζομένων", 1, ΕΠΕ 6,160
18 Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου, "Εις Πράξ.", Ομιλ. ΙΕ',5, ΕΠΕ 15,444
πηγή

AΠΡΟΒΛΕΠΤΕΣ ΠΟΛΕΜΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ! IΔΟΥ ΓΙΑΤΙ ΟΙ ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ ΤΟΥ ΙΩΣΗΦ ΒΑΤΟΠΕΔΙΝΟΥ ΕΙΝΑΙ ΠΕΡΑ ΓΙΑ ΠΕΡΑ ΑΛΗΘΙΝΕΣ! ΕΑΝ Η ΜΟΣΧΑ ΕΠΕΜΒΕΙ… (ΒΙΝΤΕΟ)

rusia

ΟΙ ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ ΤΟΥ ΙΩΣΗΦ ΒΑΤΟΠΕΔΙΝΟΥ ΕΙΝΑΙ ΠΕΡΑ ΓΙΑ ΠΕΡΑ ΑΛΗΘΙΝΕΣ»
Εάν η Μόσχα επέμβει στρατιωτικά εναντίον των Αζέρων, που υποστηρίζονται από την Τουρκία, τότε άλλο ένα πολεμικό μέτωπο θα έρθει να προστεθεί στα ήδη υπάρχοντα και να πλησιάσει την Ευρώπη ακόμη περισσότερο ένας πόλεμος γενικευμένης έντασης, εφόσον αποφασιστεί να εμπλακούν και ευρωπαϊκές χώρες…
Έτσι, θα εκπληρωθεί και αυτό που προφήτευσε ο γέροντας Ιωσήφ Βατοπεδινός για την επέμβαση της Ρωσίας στις Καυκάσιες χώρες, η οποία ενδεχομένως να πυροδοτήσει νέες και απρόβλεπτες πολεμικές εξελίξεις, που θα επιφέρουν αρνητικές επιπτώσεις στη Δύση…
το είδαμε εδώ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...