(Θεολογικό σχόλιο στο περιεχόμενο και το νόημα της Κυριακής των Βαΐων)
ΩΣΑΝΝΑ ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΟΣ Ο ΕΡΧΟΜΕΝΟΣ»
Μετά την θαυμαστή ανάσταση του Λαζάρου οι ευσεβείς αδελφές του παρέθεσαν στον Κύριο και τους μαθητές Του μεγάλο και λαμπρό δείπνο για να ευχαριστήσουν τον Μεγάλο Ευεργέτη τους. Η Μάρθα φρόντιζε να μη λείψει τίποτε από το πλούσιο τραπέζι. Μαζί τους καθόταν και ο Λάζαρος. Η Μαρία, κατά τη διάρκεια του δείπνου, πήρε ένα πολύτιμο δοχείο γεμάτο πανάκριβο μύρο και άρχισε να πλένει με αυτό τα πόδια του Χριστού. Κατόπιν ξέπλεξε τα πλούσια μαλλιά της και μ' αυτά σκούπισε τα πόδια του Λυτρωτή. Η ευώδης οσμή του μύρου γέμισε την οικία. Το γεγονός αυτό δημιούργησε αισθήματα εκπλήξεως στους παραβρισκόμενους. Ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, ο μελλοντικός προδότης του Κυρίου είπε: «Διατί τούτο το μύρον ουκ επράθη τριακοσίων δηναρίων και εδόθη τοις πτωχοίς;». Και σχολιάζει ο ιερός ευαγγελιστής: «είπε δε τούτο ουχ ότι περί των πτωχών έμελεν αυτώ, αλλ΄ότι κλέπτης ην, και το γλωσσόκομον είχε και τα βαλλόμενα εβάσταζεν» (Ιωάν.12:6).
Ο άνθρωπος της ανομίας, απόλυτα υπόδουλος στα ταπεινά του πάθη, έμεινε εντελώς ανέγγιχτος από την τρίχρονη παρουσία του θείου Διδασκάλου του. Η ωφελιμιστική υλιστική σκοτοδίνη του, τον κρατούσε δέσμιο του πάθους της φιλαργυρίας. Αυτό το πάθος θα τον οδηγήσει, κατόπιν, σε λίγες ημέρες στην προδοσία του Δασκάλου του και στον προσωπικό του τραγικό αφανισμό. Το όνομά του θα γίνει στους αιώνες συνώνυμο της προδοσίας.
Ο Κύριος με προφανή λεπτότητα αντιπαρήλθε την πρόκληση του Ιούδα και είπε: «’φες αυτήν, εις την ημέραν του ενταφιασμού μου τετήρηκεν αυτό. Τους πτωχούς γαρ πάντοτε έχετε μεθ' εαυτών, εμέ δε ου πάντοτε έχετε»(Ιωάν.121:7-8). Φυσικά τα λόγια αυτά ήταν ακατανόητα για τους μαθητές Του, διότι, προσκολλημένοι ακόμη στην εθνικιστική ιουδαϊκή περί Μεσσία αντίληψη, πίστευαν σε μια λαμπρή προέλαση προς την Ιερουσαλήμ, προκειμένου να πάρουν την εξουσία και να απελευθερώσουν το έθνος από τον ξένο δυνάστη.
Την ίδια ώρα κατέφθασε στην οικία του δείπνου όχλος πολύς από τους Ιουδαίους, οι οποίοι ήθελαν να δουν τον θαυμαστό ραβίνο που ανάστησε το Λάζαρο. Ήθελαν επίσης να δουν με τα ίδια τους τα μάτια τον αναστημένο. Ταυτόχρονα οι αρχιερείς και οι άρχοντες του Ιουδαϊκού λαού έκαναν συμβούλιο και συζητούσαν το ενδεχόμενο να φονεύσουν τον Λάζαρο, διότι διαπίστωναν με ανησυχία ότι πολλοί άνθρωποι είχαν πιστέψει στην θεϊκή δύναμη του Ιησού, εξαιτίας του εξαίσιου θαύματος! Ήδη είχε αποφασισθεί η θανάτωση του Κυρίου (Ιωάν.11:47-57) και ο προδότης μαθητής βρισκόταν σε επικοινωνία με το ιουδαϊκό ιερατείο (Ιωάν.12:3-8, Ματθ.26:14-16) για την παράδοση του Διδασκάλου του.
Την άλλη μέρα ο Χριστός μπήκε στην Ιερουσαλήμ με τους μαθητές του. Το μεγάλο νέο της ανάστασης του Λαζάρου είχε φτάσει από τη Βηθανία στην αγία πόλη και δημιούργησε αισθήματα ενθουσιασμού και ευφορίας στο λαό. Λόγω δε της επικείμενης εορτής του Πάσχα είχαν συρρεύσει εκεί πολλοί ξένοι προσκυνητές. Όταν πληροφορήθηκαν οι όχλοι την άφιξη του ανθρώπου που ανάστησε το Λάζαρο, πήραν στα χέρια κλαδιά φοινίκων και βγήκε στους δρόμους για να Τον προϋπαντήσουν τραγουδώντας τον νικητήριο παιάνα: «Ωσαννά΄ ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου, ο βασιλεύς του Ισραήλ» (Ιωάν.12:13). Κάποιοι έστρωναν τα ενδύματά τους στο δρόμο για να περάσει ο μεγάλος θριαμβευτής. Η σκηνή αυτή ήταν συνηθισμένη στους χρόνους εκείνους. Οι νικητές βασιλείς έμπαιναν τροπαιούχοι στις πόλεις, αποθεωμένοι από τα πλήθη.
Ο Κύριος καθισμένος πάνω σε πουλάρι όνου έμπαινε ήσυχα, ατάραχος και αδιαφορώντας για τους πανηγυρισμούς, στην αγία πόλη, εκπληρώνοντας την προφητεία του Ζαχαρίου: «Χαίρε σφόδρα θύγατερ Σιών, ιδού ο βασιλεύς σου έρχεταί σοι δίκαιος και σώζων αυτός πραϋς και επιβεβηκώς επί υπόζυγιον και πώλον νέον» (Ζαχ.9‘9). Ο κόσμος επισημαίνει ο ιερός ευαγγελιστής ομολογούσε ότι «τον Λάζαρον εφώνησεν εκ του μνημείου και ήγειρεν αυτόν εκ νεκρών. Δια τούτο και ηπήντησεν αυτώ ο όχλος, ότι ήκουσαν τούτο αυτόν πεποιηκέναι το σημείον» (Ιωάν.12:17-18). Αντίθετα με τους ενθουσιασμούς του πλήθους, οι Φαρισαίοι με εμφανή ανησυχία και μίσος είπαν μεταξύ τους: «θεωρείτε ότι ουκ ωφελείτε ουδεν; Ίδε ο κόσμος οπίσω αυτού απήλθεν» (Ιωάν.12:19).
Η είσοδος του Κυρίου στα Ιεροσόλυμα είναι η τελευταία σκηνή του δραματικού έργου της επί γης ζωής Του. Μπήκε ταπεινά επάνω στο ονάριο, παρ' όλο ότι ο όχλος τον ζητωκραύγαζε και συμπεριφερόταν ως να είχε μπροστά του κάποιο εγκόσμιο βασιλιά, ο οποίος μπαίνει θριαμβευτής στην πρωτεύουσα του βασιλείου του. Γνωρίζει πολύ καλά πως οι ιαχές και οι πανηγυρισμοί των όχλων είναι πρόσκαιρες και λαθεμένες εκδηλώσεις. Όλοι αυτοί οι ενθουσιώδεις άνθρωποι οι οποίοι τον αποθέωναν, εκδήλωναν εκείνη τη στιγμή την μικρο- εθνικιστική τους αντίληψη για Εκείνον. Τα κίνητρά τους ήταν ιδιοτελή και φτηνά. Η απουσία πνευματικότητας ήταν διάχυτη σ' αυτούς.
Γνώριζε επίσης ο Κύριος ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι, οι οποίοι τον δόξαζαν με την είσοδό Του στην Ιερουσαλήμ, θα είναι οι ίδιοι, οι οποίοι θα φωνάζουν πέντε ημέρες μετά κάτω από το πραιτώριο και θα απαιτούν από τον εκπρόσωπο του Ρωμαίου δυνάστη τους «σταύρωσον σταύρωσον αυτόν» (Λουκ.23:22)!
Για μας τους πιστούς η είσοδος του Κυρίου στην Ιερουσαλήμ αποτελεί την απαρχή της εκούσιας πορείας Του για το θείο Πάθος. Εορτάζουμε την ημέρα αυτή με ανάκατα αισθήματα χαράς και λύπης. Γιορτάζουμε με αισθήματα χαράς, διότι ο Λυτρωτής μας Χριστός οδεύει προς τα σωτήρια παθήματα για την δική μας σωτηρία. Γιορτάζουμε με αισθήματα λύπης, διότι ο Κύριός μας θα υποστεί για χάρη μας, και εξαιτίας της δικής μας κακουργίας, τα επώδυνα παθήματα και θα υποφέρει και θα πονέσει ως άνθρωπος. Θα ανέβει στον Γολγοθά, θα πεθάνει ως κακούργος και θα ταφεί ως κοινός θνητός. Σε ανάμνηση της μεγαλειώδους και θριαμβευτικής εισόδου του Κυρίου μας στην αγία πόλη, κρατάμε και εμείς κατά την αγία αυτή ημέρα κλάδους δάφνης, υποδεχόμενοι τον Κύριο ως νικητή και θριαμβευτή βασιλέα, όχι βέβαια κοσμικό, όπως τον περίμεναν οι Ιουδαίοι, αλλά ως αιώνιο πνευματικό άνακτα.
|
Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.
Τετάρτη, Απριλίου 01, 2015
«ΩΣΑΝΝΑ ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΟΣ Ο ΕΡΧΟΜΕΝΟΣ»
Ει το Σάββατο του Λαζ'αρου «ΕΓΩ ΕΙΜΙ Η ΑΝΑΣΤΑΣΙΣ ΚΑΙ Η ΖΩΗ»
(Θεολογικό σχόλιο στο Σάββατο του Λαζάρου)
«ΕΓΩ ΕΙΜΙ Η ΑΝΑΣΤΑΣΙΣ ΚΑΙ Η ΖΩΗ»
Το Σάββατο της ΣΤ΄ Εβδομάδος των Νηστειών η Αγία μας Εκκλησία όρισε να εορτάζουμε την θαυμαστή ανάσταση του Λαζάρου. Αυτό δεν είναι τυχαίο. Διότι, πρώτον το μεγάλο και θαυμαστό αυτό γεγονός συμπίπτει χρονικά με την είσοδο του Κυρίου μας στην αγία πόλη της Ιερουσαλήμ. Και δεύτερον, ότι το γεγονός της εκ νεκρών αναστάσεως του φίλου του Κυρίου είναι μια τρανή απόδειξη ότι ο Χριστός μας είναι ο κύριος της ζωής και του θανάτου, ότι αυτός που ανάστησε από τους νεκρούς το Λάζαρο θα αναστήσει και τον Εαυτό του, αφού θα σκυλέψει τον ’δη και θα νικήσει τον θάνατο!
Σύμφωνα με το ευαγγελικό ανάγνωσμα ο Λάζαρος με τις αδελφές του Μάρθα και Μαρία, που κατοικούσαν στην κώμη Βηθανία, είχαν εγκάρδιες φιλικές σχέσεις με τον Κύριο. Φαίνεται ότι πολλές φορές είχαν την ύψιστη τιμή και χαρά να δεχτούν και να φιλοξενήσουν το Χριστό στον ευλογημένο οίκο τους (Λουκ.10:38-42).
Ξαφνικά ο Λάζαρος ασθένησε βαριά. Οι δυο αδερφές έστειλαν μήνυμα στον Ιησού ότι ο αγαπημένος Του φίλος ο Λάζαρος αρρώστησε. Ο Χριστός διαβεβαίωσε τους απεσταλμένους πως «αύτη η ασθένεια ούκ έστι προς θάνατον, αλλ' υπέρ της δόξης του Θεού, ίνα δοξασθή ο υιός του Θεού δι΄ αυτής» (Ιωάν.11:4). Όμως ο Λάζαρος πέθανε και ετάφη σε σπηλώδες μνημείο, σύμφωνα με τις ιουδαϊκές συνήθειες. Ο Χριστός αφού έμεινε δύο ημέρες στον τόπο που βρισκόταν πήρε τους μαθητές του και γύρισε στην Ιουδαία κατευθύνθηκε στη Βηθανία, παρ' όλο ότι οι μαθητές Του τον προειδοποιούσαν για τον κίνδυνο να τον λιθοβολήσουν οι Ιουδαίοι. Καθ΄ οδόν τους διαβεβαίωνε πως «Λάζαρος ο φίλος ημών κεκοίμηται΄ αλλά πορεύομαι ίνα εξυπνίσω αυτόν. Είπον ουν οι μαθηταί αυτού΄ Κύριε, ει κεκοίμηται, σωθήσεται. Ειρήκει δε ο Ιησούς περί του θανάτου αυτού΄ εκείνοι δε έδοξαν ότι περί της κοιμήσεως του ύπνου λέγει. Τότε ουν είπεν αυτοίς ο Ιησούς παρρησία΄ Λάζαρος απέθανε, και χαίρω δι' ημάς, ίνα πιστεύητε, ότι ουκ ήμην εκεί» (Ιωάν.11:12-15).
Η ενθουσιώδης Μάρθα, όταν έμαθε ότι ο Χριστός έρχεται στην βυθισμένη στο πένθος Βηθανία, έτρεξε να Τον προϋπαντήσει και με απόλυτη εμπιστοσύνη σε Αυτόν του είπε: «Κύριε, ει ης ώδε, ο αδελφός μου ουκ αν ετεθνήκει. Αλλά και νυν οίδα ότι όσα αν αιτήση τον Θεόν, δώσει σοι ο Θεός». Ο Ιησούς της λέει ξεκάθαρα: «αναστήσεται ο αδελφός σου» (Ιωάν.11:24) και διαβεβαιώνει πανηγυρικά: «Εγώ ειμί η ανάστασις και η ζωή. Ο πιστεύων εις εμέ, καν αποθάνη, ζήσεται΄ και πας ο ζων και πιστεύων εις εμέ ου μη αποθάνη εις τον αιώνα» (Ιωάν.11:26). Μετά ζήτησε να τον οδηγήσουν στο μνημείο και να άρουν τον λίθο από την θύρα του σπηλαίου. Τότε η Μαρία τον προειδοποίησε: «Κύριε, ήδη όζει΄ τεταρταίος γαρ εστι». Ο Χριστός της είπε πως «ουκ είπον σοι ότι εάν πιστεύσης όψει την δόξαν του Θεού;» (Ιωάν.11:40). Αφού κύλησαν το λίθο ο Κύριος στάθηκε μπροστά στο μνημείο και σήκωσε τα μάτια στον ουρανό και είπε: «Πάτερ, ευχαριστώ σοι ότι ήκουσάς μου. Εγώ δε ήδειν ότι πάντοτέ μου ακούεις ΄ αλλά δια τον όχλον τον παρεστώτα είπον, ίνα πιστεύσωσιν ότι συ με απέστειλας» (Ιωάν.11:41). Κατόπιν φώναξε με δυνατή φωνή: «Λάζαρε δεύρο έξω». Το θαύμα έγινε, ο Λάζαρος έζησε και εξήλθε του μνημείου δεμένος με τα νεκρικά ενδύματα. Ο Χριστός έδωσε εντολή να τον λύσουν και να περπατήσει.
Το μεγάλο αυτό γεγονός έκανε πολλούς να πιστέψουν στο Χριστό. Κάποιοι άλλοι έτρεξαν στους Φαρισαίους και ανήγγειλαν το θαύμα. Οι σκληρόκαρδοι και υποκριτές εκείνοι άνθρωποι, μαζί με το ιουδαϊκό ιερατείο, όχι μόνο δεν συγκινήθηκαν και δεν πίστεψαν στα θαύμα και τη δύναμη του Ιησού, αλλά σκληρύνθηκαν έτι περισσότερο οι καρδιές τους. Ο αρχιερέας Καϊάφας είπε το εξής καταπληκτικό: «Υμείς ουκ οίδατε ουδέν, ουδέ διαλογογίζεσθε ότι συμφέρει ημίν ίνα εις άνθρωπος αποθάνη υπέρ του λαού και μη όλον το έθνος απόληται» και σχολιάζει ο ιερός ευαγγελιστής: «Τούτο δε αφ' εαυτού ουκ είπεν, αλλά αρχιερεύς ων του ενιαυτού εκείνου προεφήτευσεν ότι έμελλεν ο Ιησούς αποθνήσκειν υπέρ του έθνους, και ουχ υπέρ του έθνους μόνον, αλλ' ίνα τα τέκνα του Θεού τα διεσκορπισμένα συναγάγη εις εν» (Ιωάν.11:49-52).
Η ανάσταση του Λαζάρου είναι το μεγαλύτερο θαύμα του Κυρίου. Αυτό φαίνεται και από το γεγονός ότι δεν έσπευσε αμέσως με την είδηση του θανάτου του φίλου Του, αλλά πήγε στη Βηθανία ύστερα από τέσσερις ημέρες για να φανεί το μέγεθος του μεγάλου θαύματος και της υπέρτατης δυνάμεως του Θεού. Ο ιερός Χρυσόστομος τονίζει πως «Έμεινεν, ίνα αποπνεύση (ο Λάζαρος) και ταφή, ίνα μηδείς έχη λέγειν ούπω τλευτήσαντα αυτόν ανέστησεν΄ ότι κάρος ην, ότι έκλυσις ήν, ότι καταγωγή ήν και ου θάνατος» (παρά Π. Τρεμπέλα Υπόμνημα εις το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, Αθήναι 1969,σελ.401). Αν και ο νεκρός άρχισε να αποσυντίθενται ο Χριστός τον ανάστησε, φανερώνοντας το μεγαλείο της θείας δυνάμεώς Του. Είναι ο κύριος της ζωής, διότι είναι ο ίδιος η ζωή. Κανένας ποτέ δεν τόλμησε να ισχυριστεί αυτό που φανέρωσε στη Μάρθα «Εγώ ειμι η ανάστασις και η ζωή, ο πιστεύων εις εμέ, καν αποθάνη, ζήσεται» (Ιωάν.11:25).
Αυτή η διαβεβαίωση ότι ο ίδιος ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός είναι η πηγή της ζωής και η μακάρια ανάστασή μας είναι η μεγάλη μας παρηγοριά και η άρρητη δύναμη που μας κάνει να υπερνικάμε όλες τις αντιξοότητες της επίγειας ζωής μας. Χάρη σ' Αυτόν δεν θα πεθάνουμε ποτέ, έστω και αν το φθαρτό σώμα μας αποτεθεί στη γη και αποσυντεθεί. Αυτό είναι ένα απλό βιολογικό γεγονός, το οποίο δεν έχει ουδεμία οντολογική επίπτωση για μας τους πιστούς του Χριστού. Η ψυχή μας θα εξακολουθεί να ζει και χωρίς το σώμα μας, μια ζωή ασύγκριτα ανώτερη από την επίγεια. Αλλά όχι για πάντα μόνη της, διότι «έρχεται ώρα, και νυν εστιν, ότε οι νεκροί ακούσονται της φωνής του υιού του Θεού και οι ακούσαντες ζήσονται» (Ιωάν.5:25). Τα σώματά μας θα ζήσουν και θα ενωθούν και πάλι με τα πνεύματά μας για να μην ξαναχωρίσουν ποτέ πια, αλλά να ζουν αιώνια την όντως ζωή και να συνδοξάζονται με το Χριστό.
Το μέγα θαύμα της Αναστάσεως του Λαζάρου δείχνει ξεκάθαρα ότι όπως ο Χριστός ανάστησε με γοερή φωνή Του εκείνον, κατά τον ίδιο τρόπο θα αναστήσει και μας. Με τη δική Του ανάσταση νίκησε κατά κράτος το θάνατο. Δια της Αναστάσεως του Χριστού « έσχατος εχθρός καταργείται ο θάνατος» (Α΄Κορ.15:26), διακηρύττει πανηγυρικά ο απόστολος Παύλος.
Η μεγάλη αυτή εορτή λειτουργεί ως πνευματική ανάταση στις ψυχές ημών των πιστών, οι οποίοι συν-οδοιπορούμε με τον Κύριο προς το εκούσιο πάθος και το σταυρικό Του θάνατο. Αυτό το αποδίδει θαυμάσια το ιερό τροπάριο της εορτής: «Την κοινήν ανάστασιν προ του σου πάθους πιστούμενος, εκ νεκρών ήγειρας τον Λάζαρον Χριστέ ο Θεός΄ όθεν και ημείς ως οι παίδες, τα νίκης σύμβολα φέροντες σοι το νικητή του θανάτου βοώμεν΄ Ωσαννά εν τοις υψίστοις, ευλογημένος ο ερχόμενος, εν ονόματι Κυρίου».
|
Το φαινόμενο της προφητείας
Είναι εντυπωσιακό το εντονότατο ενδιαφέρον που προκαλούν οι κάθε φύσεως προφητικές δηλώσεις και προβλέψεις. Το φαινόμενο αυτό με χαρακτηριστική παρουσία από την αρχαιότητα συνεχίζεται αμείωτο μέχρι τις ημέρες μας, δηλώνοντας την επιθυμία του ανθρώπου να πληροφορηθεί τα μέλλοντα.
Στην πραγματικότητα, αυτού του είδους η πληροφόρηση καμία ωφέλεια δεν προσφέρει στον άνθρωπο. Εξάλλου, σε περίπτωση που αυτή η γνώση ήταν αναγκαία, για την επιβίωση ή για την σωτηρία, θα την είχε προσφέρει ο Θεός σε όλους και δεν θα την έκρυβε για να την εξασφαλίσει στους εκλεκτούς του.
Όπως σημειώνει ο ομ. καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Γιώργος Πατρώνος στο εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο του «Η Αποκάλυψη του Ιωάννη, μια εκσυγχρονιστική ερμηνευτική προσέγγιση» (Αθήνα, 2009) στόχος του προφητικού κηρύγματος δεν είναι τόσο «να φωτίσει το μέλλον όσο το παρόν» (σελ. 34), το οποίο αποτελεί και τον στίβο στον οποίο ζει και αγωνίζεται ο κάθε άνθρωπος. Καθώς στο νου μας έχουμε συνδέσει τη λέξη «προφητεία» με μελλοντολογικές προβλέψεις είναι δύσκολο να την προσεγγίσουμε κάτω από το πρίσμα που θέτει ο καθηγητής.
Στην Παλαιά Διαθήκη «προφήτης» είναι αυτός που μιλά εξ ονόματος του Θεού (πρό + φημί). Οι αναφορές του σε γεγονότα που πρόκειται να συμβούν στο μέλλον δεν έχουν τον χαρακτήρα μαντικής-μαγικής πρόβλεψης αλλά προσπαθούν να βοηθήσουν τους ανθρώπους, το βασιλιά, τους κατοίκους μιας πόλης, τους πιστούς του αληθινού Θεού να ερμηνεύσουν το παρόν και να καθορίσουν τη στάση τους μέσα από το μέλλον.
Ο άνθρωπος του Θεού θέλει να ενεργοποιήσει μια κριτική ματιά στο παρόν μέσῳ των αναφορών στο μέλλον. Παραδείγματος χάριν, όταν προειδοποιεί ότι η παρακοή στο νόμο θα επιφέρει αυτή ή την άλλη συμφορά δεν το κάνει για να ικανοποιήσει την περιέργεια σχετικά με το τι πρόκειται να συμβεί στο μέλλον, αλλά για να προβληματίσει τον αποδέκτη της προφητείας και να αλλάξει στάση. Ο προφητικός λόγος λειτουργεί ως ένα ισχυρό προειδοποιητικό καμπανάκι, το οποίο προσφέρει στο σώφρονα ακροατή τη δυνατότητα της μετάνοιας, της αλλαγής πορείας.
Αντιστοίχως, στην Καινή Διαθήκη υπάρχει η τάξη των προφητών, με παρόμοια έννοια και χαρισματική θέση στο χώρο της Εκκλησίας. Πολύ γνωστό είναι το χωρίο του βιβλίου Πράξεις Αποστόλων στο οποίο, ανάμεσα στους προφήτες και διδασκάλους της αντιοχειανής Εκκλησίας περιλαμβάνονται ο απ. Βαρνάβας και ο απ. Παύλος (Πρ. 13:1). Η τάξη των προφητών στην Καινή Διαθήκη έχει ρόλο περισσότερο διδακτικό και κηρυκτικό. Η έννοια αυτού που ομιλεί «προ προσώπου του Θεού» σχετίζεται με τη διδασκαλία του λόγου του Θεού, αλλά και τα έντονα χαρίσματα που κοσμούσαν την Εκκλησία. Οι προφήτες της πρώτης Εκκλησίας είναι φορείς χαρισμάτων και μεταφέρουν με αγάπη, μεταδίδουν αυτά τα χαρίσματα στους άλλους.
Και εδώ έχουμε προρρήσεις μελλοντικών γεγονότων, όπως οι δύο προρρήσεις του Αγάβου, ο οποίος, ακολουθώντας την παράδοση των προφητών της Παλαιάς Διαθήκης, προφήτευσε δεινά. Για την ακρίβεια στο Πρ. 11:28 «ἐσήμανεν διὰ τοῦ πνεύματος λιμὸν μεγάλην μέλλειν ἔσεσθαι ἐφ᾿ ὅλην τὴν οἰκουμένην» και στο Πρ. 21:10 προφήτευσε τη σύλληψη και την παράδοση «εἰς χεῖρας ἐθνῶν» του απ. Παύλου. Η προσοχή μας πρέπει να επικεντρωθεί στο σκοπό της προφητείας. Ο Άγαβος δεν λειτουργεί ως ένας από τους αφθονούντες και σε εκείνη την περίοδο περιοδεύοντες μάγους, ψευδοπροφήτες και ψευδοδιδασκάλους. Το αντίθετο μάλιστα! Λειτουργεί ως μέλος της χριστιανικής συνάξεως και προφητεύει μέσα στα πνευματικά όριά της, ενώπιον πάντων.
Και στις δύο περιπτώσεις, όπως διαπιστώνουμε από τη συνάφεια του κειμένου έχουμε αποκάλυψη του μέλλοντος ώστε οι ακροατές του να ζήσουν διαφορετικά, πνευματικότερα το παρόν. Με τη βοήθεια των λόγων του Αγάβου η Εκκλησία θα ήταν σε θέση να αντιμετωπίσει τις επερχόμενες δυσχερείς καταστάσεις. Σήμερα, συνήθως, χωρίς καμία επιτυχία, αγωνιούμε να ταυτίσουμε την μία ή την άλλη προφητεία με το ένα ή το άλλο γεγονός. Κατά την εποχή της Καινής Διαθήκης, δεν συνέβαινε κάτι τέτοιο: ήταν ξεκάθαρο πότε συνέβη ο λιμός, «ἐπὶ Κλαυδίου», όπως και η σύλληψη και παράδοση του απ. Παύλου στους Ρωμαίους (Πρ. 25:11-12).
Το φαινόμενο των προφητικών προρρήσεων έσβησε με την πάροδο της αποστολικής εποχής, δίνοντας τη θέση του σε άλλα χαρίσματα στο σώμα του Χριστού. Σε σπάνιες περιπτώσεις, από τότε και εξής έχουμε τη διατύπωση προφητειών από άγιες μορφές με πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα του αγίου Κοσμά του Αιτωλού και του, συγχρόνου μας, αγίου Παϊσίου του Αγιορείτου. Οι λόγοι τους παρανοούνται και διαστρέφονται από ανθρώπους που δεν κατανοούν τη λειτουργία της προφητείας στο σώμα της Εκκλησίας. Ο σκοπός της δεν είναι να λειτουργήσει ως ένα «μαγικό» κλειδί που θα ξεκλειδώνει τα μελλούμενα, αλλά ως μία υπόμνηση ότι με πίστη στο Θεό, ταπείνωση και πνευματική εργασία θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα που θα έρθουν.
Για το λόγο αυτό είναι πολύ δύσκολο, έως αδύνατο, να ταυτίσουμε τις προφητικές ρήσεις με γεγονότα. Στις επιχειρούμενες ταυτίσεις δεν υπάρχει ούτε ομοφωνία ούτε σοβαρότητα. Γι᾿ αυτό ο ένας ιεροκήρυκας προχωρεί σε μία ταύτιση και ο επόμενος την απορρίπτει για να παρουσιάσει αυτή που εκείνος θεωρεί ισχυρότερη. Γι᾿ αυτό επαναλαμβάνεται η διαστροφή του χαρίσματος της προφητείας όπως ακριβώς συνέβη με την περίπτωση της ταυτίσεως του ονόματος που κρύβεται γύρω από τον αριθμό της Αποκαλύψεως (χξστ’), ο οποίος έχει οδηγήσει όσους επιχειρούν να τον ταυτίσουν με συγκεκριμένο πρόσωπο σε συνεχείς αποτυχίες.
Δυστυχώς, το χάρισμα της προφητείας, της παρουσίασης του λόγου του Θεού ανάμεσα μας, μέσα στον πνευματικό χώρο της Εκκλησίας, διαστρέφεται σε μία μαντική τέχνη, σε «πνεῦμα πύθωνα» (Πρ. 16:16), υπό τύπον προφητειών του Νοστράδαμου.
Διαβάζοντας το βίο των αγίων μορφών που είχαν το χάρισμα της προφητείας διαπιστώνουμε ότι η Εκκλησία δεν επιμένει καθόλου στον τονισμό αυτού του χαρίσματος. Αντιθέτως, αυτό φαίνεται να εντάσσεται ομαλά στην αγία ζωή τους. Όσοι δεν έχουν εκκλησιαστικό πνεύμα, αλλά αποζητούν μαντικές δυνάμεις ή δυνάμεις ιεροδιαμέσου (= μέντιουμ) τονίζουν, προβάλλουν και απομονώνουν αυτό το χάρισμα. Μάλιστα, σε περιόδους προβλημάτων, κρίσεων και κοινωνικής αναταραχής αυτά τα μη εκκλησιαστικά στοιχεία κυριαρχούν. Διαπιστώνουμε με θλίψη ότι οι επιτήδειοι της ενημέρωσης εκμεταλλεύονται δεόντως την επιθυμία των πολλών παρέχοντας, υπό τύπον δώρων και προσφορών, τις προφητείες του τάδε ή του δείνα αγίου για να αυξήσουν τις πωλήσεις, την ακροαματικότητα και την τηλεθέασή τους. Αυτοί που τρέχουν να αγοράσουν τέτοιο υλικό δεν εξετάζουν την ουσία του προβλήματος, αλλά σπεύδουν συρόμενοι ως πρόβατα από τον ένα ή τον άλλο κήρυκα, δάσκαλο, σοφό ή οτιδήποτε άλλο . . .
Σε αυτό το πλαίσιο, συναντάμε και το θλιβερό φαινόμενο, κάποιοι παίζοντας με τον φόβο και την περιέργεια του λαού να ορίζουν συγκεκριμένες ημερομηνίες για τη δευτέρα παρουσία του Κυρίου . . .
Κέντρο της προφητείας είναι και θα παραμείνει το παρόν με το οποίο την συνδέουν στενότατα οι αναφορές των ευαγγελίων. Το παρόν αυτό δεν είναι παρά ο χώρος της χάριτος, η εποχή που εγκαινίασε με τη θυσία του ο Χριστός και στην οποία ζούμε εμείς, χωρίς να έχουμε ανάγκη από προφητείες για να προοδεύσουμε πνευματικά. Η ενσάρκωση του Λόγου του Θεού ήταν είναι και θα παραμείνει το κορυφαίο σκάνδαλο για την ανθρώπινη ιστορία. Η συζήτηση για το πότε θα έλθει για δεύτερη φορά είναι σε λάθος βάση. Το ενδιαφέρον της Αγίας Γραφής για αυτά τα θέματα είναι μηδαμινό έως ανύπαρκτο.
Έγνοια και φροντίδα της Εκκλησίας είναι η σωτηρία μας και η μεταβολή του κόσμου που ζούμε σε παράδεισο. Στόχος της είναι η ανακαίνιση της κτίσεως και για την επίτευξη αυτού του στόχου αρκεί η πίστη μας στο πρόσωπο του Υιού και Λόγου του Θεού, του Σαρκωμένου Λόγου, του Χριστού του Θεού, στο πρόσωπό του οποίου βρήκαν την εκπλήρωσή τους όλες οι μεσσιανικές προφητείες.
Στην πραγματικότητα, αυτού του είδους η πληροφόρηση καμία ωφέλεια δεν προσφέρει στον άνθρωπο. Εξάλλου, σε περίπτωση που αυτή η γνώση ήταν αναγκαία, για την επιβίωση ή για την σωτηρία, θα την είχε προσφέρει ο Θεός σε όλους και δεν θα την έκρυβε για να την εξασφαλίσει στους εκλεκτούς του.
Όπως σημειώνει ο ομ. καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Γιώργος Πατρώνος στο εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο του «Η Αποκάλυψη του Ιωάννη, μια εκσυγχρονιστική ερμηνευτική προσέγγιση» (Αθήνα, 2009) στόχος του προφητικού κηρύγματος δεν είναι τόσο «να φωτίσει το μέλλον όσο το παρόν» (σελ. 34), το οποίο αποτελεί και τον στίβο στον οποίο ζει και αγωνίζεται ο κάθε άνθρωπος. Καθώς στο νου μας έχουμε συνδέσει τη λέξη «προφητεία» με μελλοντολογικές προβλέψεις είναι δύσκολο να την προσεγγίσουμε κάτω από το πρίσμα που θέτει ο καθηγητής.
Στην Παλαιά Διαθήκη «προφήτης» είναι αυτός που μιλά εξ ονόματος του Θεού (πρό + φημί). Οι αναφορές του σε γεγονότα που πρόκειται να συμβούν στο μέλλον δεν έχουν τον χαρακτήρα μαντικής-μαγικής πρόβλεψης αλλά προσπαθούν να βοηθήσουν τους ανθρώπους, το βασιλιά, τους κατοίκους μιας πόλης, τους πιστούς του αληθινού Θεού να ερμηνεύσουν το παρόν και να καθορίσουν τη στάση τους μέσα από το μέλλον.
Ο άνθρωπος του Θεού θέλει να ενεργοποιήσει μια κριτική ματιά στο παρόν μέσῳ των αναφορών στο μέλλον. Παραδείγματος χάριν, όταν προειδοποιεί ότι η παρακοή στο νόμο θα επιφέρει αυτή ή την άλλη συμφορά δεν το κάνει για να ικανοποιήσει την περιέργεια σχετικά με το τι πρόκειται να συμβεί στο μέλλον, αλλά για να προβληματίσει τον αποδέκτη της προφητείας και να αλλάξει στάση. Ο προφητικός λόγος λειτουργεί ως ένα ισχυρό προειδοποιητικό καμπανάκι, το οποίο προσφέρει στο σώφρονα ακροατή τη δυνατότητα της μετάνοιας, της αλλαγής πορείας.
Αντιστοίχως, στην Καινή Διαθήκη υπάρχει η τάξη των προφητών, με παρόμοια έννοια και χαρισματική θέση στο χώρο της Εκκλησίας. Πολύ γνωστό είναι το χωρίο του βιβλίου Πράξεις Αποστόλων στο οποίο, ανάμεσα στους προφήτες και διδασκάλους της αντιοχειανής Εκκλησίας περιλαμβάνονται ο απ. Βαρνάβας και ο απ. Παύλος (Πρ. 13:1). Η τάξη των προφητών στην Καινή Διαθήκη έχει ρόλο περισσότερο διδακτικό και κηρυκτικό. Η έννοια αυτού που ομιλεί «προ προσώπου του Θεού» σχετίζεται με τη διδασκαλία του λόγου του Θεού, αλλά και τα έντονα χαρίσματα που κοσμούσαν την Εκκλησία. Οι προφήτες της πρώτης Εκκλησίας είναι φορείς χαρισμάτων και μεταφέρουν με αγάπη, μεταδίδουν αυτά τα χαρίσματα στους άλλους.
Και εδώ έχουμε προρρήσεις μελλοντικών γεγονότων, όπως οι δύο προρρήσεις του Αγάβου, ο οποίος, ακολουθώντας την παράδοση των προφητών της Παλαιάς Διαθήκης, προφήτευσε δεινά. Για την ακρίβεια στο Πρ. 11:28 «ἐσήμανεν διὰ τοῦ πνεύματος λιμὸν μεγάλην μέλλειν ἔσεσθαι ἐφ᾿ ὅλην τὴν οἰκουμένην» και στο Πρ. 21:10 προφήτευσε τη σύλληψη και την παράδοση «εἰς χεῖρας ἐθνῶν» του απ. Παύλου. Η προσοχή μας πρέπει να επικεντρωθεί στο σκοπό της προφητείας. Ο Άγαβος δεν λειτουργεί ως ένας από τους αφθονούντες και σε εκείνη την περίοδο περιοδεύοντες μάγους, ψευδοπροφήτες και ψευδοδιδασκάλους. Το αντίθετο μάλιστα! Λειτουργεί ως μέλος της χριστιανικής συνάξεως και προφητεύει μέσα στα πνευματικά όριά της, ενώπιον πάντων.
Και στις δύο περιπτώσεις, όπως διαπιστώνουμε από τη συνάφεια του κειμένου έχουμε αποκάλυψη του μέλλοντος ώστε οι ακροατές του να ζήσουν διαφορετικά, πνευματικότερα το παρόν. Με τη βοήθεια των λόγων του Αγάβου η Εκκλησία θα ήταν σε θέση να αντιμετωπίσει τις επερχόμενες δυσχερείς καταστάσεις. Σήμερα, συνήθως, χωρίς καμία επιτυχία, αγωνιούμε να ταυτίσουμε την μία ή την άλλη προφητεία με το ένα ή το άλλο γεγονός. Κατά την εποχή της Καινής Διαθήκης, δεν συνέβαινε κάτι τέτοιο: ήταν ξεκάθαρο πότε συνέβη ο λιμός, «ἐπὶ Κλαυδίου», όπως και η σύλληψη και παράδοση του απ. Παύλου στους Ρωμαίους (Πρ. 25:11-12).
Το φαινόμενο των προφητικών προρρήσεων έσβησε με την πάροδο της αποστολικής εποχής, δίνοντας τη θέση του σε άλλα χαρίσματα στο σώμα του Χριστού. Σε σπάνιες περιπτώσεις, από τότε και εξής έχουμε τη διατύπωση προφητειών από άγιες μορφές με πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα του αγίου Κοσμά του Αιτωλού και του, συγχρόνου μας, αγίου Παϊσίου του Αγιορείτου. Οι λόγοι τους παρανοούνται και διαστρέφονται από ανθρώπους που δεν κατανοούν τη λειτουργία της προφητείας στο σώμα της Εκκλησίας. Ο σκοπός της δεν είναι να λειτουργήσει ως ένα «μαγικό» κλειδί που θα ξεκλειδώνει τα μελλούμενα, αλλά ως μία υπόμνηση ότι με πίστη στο Θεό, ταπείνωση και πνευματική εργασία θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα που θα έρθουν.
Για το λόγο αυτό είναι πολύ δύσκολο, έως αδύνατο, να ταυτίσουμε τις προφητικές ρήσεις με γεγονότα. Στις επιχειρούμενες ταυτίσεις δεν υπάρχει ούτε ομοφωνία ούτε σοβαρότητα. Γι᾿ αυτό ο ένας ιεροκήρυκας προχωρεί σε μία ταύτιση και ο επόμενος την απορρίπτει για να παρουσιάσει αυτή που εκείνος θεωρεί ισχυρότερη. Γι᾿ αυτό επαναλαμβάνεται η διαστροφή του χαρίσματος της προφητείας όπως ακριβώς συνέβη με την περίπτωση της ταυτίσεως του ονόματος που κρύβεται γύρω από τον αριθμό της Αποκαλύψεως (χξστ’), ο οποίος έχει οδηγήσει όσους επιχειρούν να τον ταυτίσουν με συγκεκριμένο πρόσωπο σε συνεχείς αποτυχίες.
Δυστυχώς, το χάρισμα της προφητείας, της παρουσίασης του λόγου του Θεού ανάμεσα μας, μέσα στον πνευματικό χώρο της Εκκλησίας, διαστρέφεται σε μία μαντική τέχνη, σε «πνεῦμα πύθωνα» (Πρ. 16:16), υπό τύπον προφητειών του Νοστράδαμου.
Διαβάζοντας το βίο των αγίων μορφών που είχαν το χάρισμα της προφητείας διαπιστώνουμε ότι η Εκκλησία δεν επιμένει καθόλου στον τονισμό αυτού του χαρίσματος. Αντιθέτως, αυτό φαίνεται να εντάσσεται ομαλά στην αγία ζωή τους. Όσοι δεν έχουν εκκλησιαστικό πνεύμα, αλλά αποζητούν μαντικές δυνάμεις ή δυνάμεις ιεροδιαμέσου (= μέντιουμ) τονίζουν, προβάλλουν και απομονώνουν αυτό το χάρισμα. Μάλιστα, σε περιόδους προβλημάτων, κρίσεων και κοινωνικής αναταραχής αυτά τα μη εκκλησιαστικά στοιχεία κυριαρχούν. Διαπιστώνουμε με θλίψη ότι οι επιτήδειοι της ενημέρωσης εκμεταλλεύονται δεόντως την επιθυμία των πολλών παρέχοντας, υπό τύπον δώρων και προσφορών, τις προφητείες του τάδε ή του δείνα αγίου για να αυξήσουν τις πωλήσεις, την ακροαματικότητα και την τηλεθέασή τους. Αυτοί που τρέχουν να αγοράσουν τέτοιο υλικό δεν εξετάζουν την ουσία του προβλήματος, αλλά σπεύδουν συρόμενοι ως πρόβατα από τον ένα ή τον άλλο κήρυκα, δάσκαλο, σοφό ή οτιδήποτε άλλο . . .
Σε αυτό το πλαίσιο, συναντάμε και το θλιβερό φαινόμενο, κάποιοι παίζοντας με τον φόβο και την περιέργεια του λαού να ορίζουν συγκεκριμένες ημερομηνίες για τη δευτέρα παρουσία του Κυρίου . . .
Κέντρο της προφητείας είναι και θα παραμείνει το παρόν με το οποίο την συνδέουν στενότατα οι αναφορές των ευαγγελίων. Το παρόν αυτό δεν είναι παρά ο χώρος της χάριτος, η εποχή που εγκαινίασε με τη θυσία του ο Χριστός και στην οποία ζούμε εμείς, χωρίς να έχουμε ανάγκη από προφητείες για να προοδεύσουμε πνευματικά. Η ενσάρκωση του Λόγου του Θεού ήταν είναι και θα παραμείνει το κορυφαίο σκάνδαλο για την ανθρώπινη ιστορία. Η συζήτηση για το πότε θα έλθει για δεύτερη φορά είναι σε λάθος βάση. Το ενδιαφέρον της Αγίας Γραφής για αυτά τα θέματα είναι μηδαμινό έως ανύπαρκτο.
Έγνοια και φροντίδα της Εκκλησίας είναι η σωτηρία μας και η μεταβολή του κόσμου που ζούμε σε παράδεισο. Στόχος της είναι η ανακαίνιση της κτίσεως και για την επίτευξη αυτού του στόχου αρκεί η πίστη μας στο πρόσωπο του Υιού και Λόγου του Θεού, του Σαρκωμένου Λόγου, του Χριστού του Θεού, στο πρόσωπό του οποίου βρήκαν την εκπλήρωσή τους όλες οι μεσσιανικές προφητείες.
το είδαμε εδώ
Εμπνευσμένοι Ιερείς στον απελευθερωτικό αγώνα της Ε.Ο.Κ.Α.
Ο Παπάσταυρος Παπαγαθαγγέλου υπήρξε ο φλογερός στρατολόγος των αγωνιστών της Ε.Ο.Κ.Α. και κατά τον Αγώνα έφερε το ψευδώνυμο «Τσέλιγκας». Σε μια Καινή Διαθήκη[1] μικρού μεγέθους όρκισε εκατοντάδες αγωνιστών, μερικοί από τους οποίους έπεσαν τραγουδώντας τα δικά του θούρια στα πεδία των μαχών ή ανέβηκαν μ’ αντρειωμένη την ψυχή στο ικρίωμα της αγχόνης των Κεντρικών Φυλακών. Ο ίδιος ο Παπάσταυρος, στη συνέντευξη του στον Παύλο Παύλου, αναφέρει για τη διαδικασία της ορκωμοσίας των αγωνιστών της Ε.Ο.Κ.Α.:
«- Πάτερ Σταύρο, εσείς ήσασταν τότε ο εξομολόγος. Τι έκανε όλο τον κόσμο να τρέχει στον Παπασταύρο να εξομολογηθεί;
Ίσως επειδή ήμουν ο υπεύθυνος των κατηχητικών της νεολαίας. Ο κόσμος έτρεχε σε μένα. Κάθε Κυριακή, εκείνος ο μακαριστός από το Λιοπέτρι ο Ξάνθος ο Σαμάρας, μου έφερε ένα-δύο λεωφορεία, για να εξομολογηθούν. Και καθόμουν ώρες ολόκληρες εκεί. Και απ’ εκεί επιλέγαμε τα πρόσωπα…
—Ακριβώς είναι αυτή σας η σχέση που σας βοήθησε να γίνετε ουσιαστικά ο στρατολόγος της Ε.Ο.Κ.Α. Ποιους από τους γνωστούς επώνυμους στρατολογήσατε και ορκίσατε;
Αγαπητέ μου Παύλε, ίσως τους περισσότερους. Δεν μπορώ να θυμηθώ τώρα.
—Μιλάμε και για τα γνωστά ονόματα των ηρώων. Ο Γρηγόρης Αυξεντίου έδωσε εκεί τον όρκο;
Όχι
—Διότι ήταν αξιωματικός του Ελληνικού στρατού. Αλλά όλοι οι άλλοι, ο Μάρκος Δράκος, ο Λένας…
Μάλιστα. Αναφέρω εδώ και τον Φώτη Πίττα, το δάσκαλο. Ήρθε τρεις φορές να τον ορκίσω. Και προτού ορκίσω κάποιον, ρωτούσα με ποιους κάνει παρέα. Και φρόντιζα, ώστε να ξέρω περίπου κάτι γι’ αυτόν.
—Πάτερ Σταύρο, επειδή είναι ιστορικό αυτό το γεγονός θα ήθελα να μας πείτε πως γινόταν η ορκωμοσία; Ερχόταν ένας νέος και αποφάσιζε ότι έχει τις προϋποθέσεις να μπει στην οργάνωση. Πως γινόταν η συγκεκριμένη στιγμή της ορκωμοσίας;
Ήταν εκείνος και εγώ. Οι δυο μας. Είχαμε το ευαγγέλιο επάνω στο γραφείο, γονάτιζε μπροστά μου. Και του έλεγα, παιδί μου, ήρθε ο καιρός αυτό που τόσες φορές τονίσαμε, ότι η ελευθερία είναι ένα ΔΩΡΟ από το Θεό, το οποίο μόνο αυτό μπορεί να κάνει τον άνθρωπο, άνθρωπο ελεύθερο, να δουλεύει και να μην ντρέπεται. Και αυτός και η πατρίδα του να ελευθερωθεί. Τώρα πρέπει να ορκιστούμε όλοι ότι αυτά που θα ακούσουμε δεν θα τα ξέρει κανείς. Δεν θα τα πούμε σε κανένα. Θα είμαστε έτοιμοι και στο θάνατο ακόμα να βαδίσουμε, χωρίς να πούμε…….
Η δράση και η προσφορά στον αγώνα της ΕΟΚΑ του π. Φωτίου Καλογήρου
To έργο του Παπάσταυρου Παπαγαθαγγέλου μετά την εξορία του συνέχισε «αποδοτικώς»[2] ο έτερος των εφημέριων της Εκκλησίας Φανερωμένης Φώτιος Καλογήρου, ο οποίος προσελήφθηκε στην υπηρεσία του Ιερού Ναού Φανερωμένης στις 16 Οκτωβρίου 1950.
Σημαντική ήταν η προσφορά και η δράση του π. Φώτιου κατά τον απελευθερωτικό αγώνα της Ε.Ο.Κ.Α., τόσο κατά την περίοδο της προπαρασκευής του όσο και κατά την περίοδο της διεξαγωγής του. Ως κατηχητής στην Ο.Χ.Ε.Ν. μαζί με τον Παπάσταυρο Παπαγαθαγγέλου προπαρασκεύασαν εθνικά και ψυχικά εκατοντάδες αγωνιστές της Ε.Ο.Κ.Α. και τους εφόδιασαν με τα πιο ισχυρά όπλα: τη φιλοπατρία και το ψυχικό σθένος.
Ο π. Φώτιος Καλογήρου, με τα ψευδώνυμα «Προμηθεύς»,«Κόδρος»,«Δραγούμης», «Δαίδαλος», υπήρξε ο σύνδεσμος του Διγενή με τον Μακάριο μέχρι την εξορία του τελευταίου, το Μάρτιο του 1956. Ο π. Φώτιος υπήρξε υπεύθυνος του «Γενικού Κέντρου» της Ε.Ο.Κ.Α. και του Ταμείου της Οργάνωσης από τον Ιούλιο 1955 μέχρι το Μάρτιο του 1956. Η χρηματοδότηση του Αγώνα αρχικά γινόταν από τον ίδιο τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο Γ’, ο οποίος παρέδιδε τα ΧΡΗΜΑΤΑ στον π. Φώτιο μετά από σχετικό σημείωμα του Αρχηγού Διγενή. Για τις ανάγκες του Αγώνα απαιτούνταν περίπου δύο χιλιάδες λίρες (£2,000) το μήνα. Μετά την εξορία του Μακαρίου ο π. Φώτιος επισκέφθηκε τον Ηγούμενο της Ιεράς Μονής Κύκκου Χρυσόστομο και συμφώνησαν να αναλάβει η Μονή τις δαπάνες για τις ανάγκες του Αγώνα[3].
Ο π. Φώτιος, σ’ έκθεσή του προς τον Αρχηγό της Ε.Ο.Κ.Α., την οποία συνέταξε μετά το τέλος του Αγώνα (10.11.1962) απαριθμεί με λεπτομέρεια το πολυσχιδές και πολυσήμαντο έργο του «Γενικού Κέντρου», το οποίο είχε έδρα του τα κτίρια της Φανερωμένης, ως εξής:
«1. Διαβίβασις της όλης αλληλογραφίας του Αρχηγού προς τους Τομεάρχας και τανάπαλιν,
- Πολυγράφησις και αποστολή εις όλην την Κύπρον των προκηρύξεων,
- Δακτυλογράφησις και αποστολή προς τους Τομεάρχας των Διαταγών Αρχηγού,
- Έκτακτος διαβίβασις εις Αρχηγόν και ταυτοχρόνως εις τον ενδιαφερόμενον Τομεάρχην επειγουσών πληροφοριών προς ταχυτέραν εκμετάλλευσιν των ή και κατ’ ευθείαν υπό του Γ. Κέντρου εφαρμογή μέτρων προς εκμετάλλευσιν των, αναλόγως συνθηκών και του επείγοντος αυτών,
- Φυγάδευσις και τακτοποίησις καταζητουμένων (συμφώνως πάντοτε των οδηγιών Αρχηγού) και φροντίς δια συμπλήρωσιν επανδρώσεως ανταρτικών ομάδων δια καταλλήλων μελών,
- Εφοδιασμός ανταρτικών ομάδων με πάσης φύσεως υλικόν δια τα λιμέρια, ως και τροφίμων, φαρμακών, ρουχισμού κ.λ.π.,
- Διευθετήσεις δι’ αποδράσεις[4],
- Επαφή μετά συλλαμβανομένων και Δικηγόρων προς υπεράσπισίν των καθώς και μετά των συγγενών των και αρωγή εις τας οικονομικός ανάγκας των τελευταίων,
- Εξεύρεσις ιατρών δι’ εκπαίδευσιν νοσοκόμων των ανταρτικών ομάδων,
- Φροντίς δια θεραπείαν εις ιατρούς πληγωμένων μελών της Οργανώσεως,
- Διευθετήσεις δια την εκ του εξωτερικού παραλαβήν όπλων και άλλου υλικού,
- Μεταφορά και διανομή οπλισμού εις Τομεάρχας και ομάδας ΕΟΚΑ
και 13. Εν γένει δε πάσης φύσεως εργασία προς υποβοήθησιν του έργου του Αρχηγού και όλων των τομέων της Οργανώσεως όλης της Κύπρου, μετά των Τομεαρχών των οποίων είχομεν συχνά και προσωπικήν επαφήν δια την καλυτέραν εξυπηρέτησίν των».
Στην οικία του π. Φώτιου, στη Λεύκωνος 8, καταρτίστηκε τον Οκτώβριο του 1955 το σχέδιο της απόδρασης του Μιχαλάκη Καραολή από τις Κεντρικές Φυλακές, από τους Κυριάκο Μάτση, Γιαννάκη Δρουσιώτη, Ησύχιο Σοφοκλέους και το δεσμοφύλακα Παρασκευά Κύρου. Η απόδραση, που οργανώθηκε για τις 16 Οκτωβρίου 1955, τελικά δεν πραγματοποιήθηκε μετά από άρνηση του Καραολή να ακολουθήσει το σχέδιο, γιατί υπολόγιζε ότι θα τον δολοφονούσαν οι Άγγλοι κατά τη φάση της απόδρασης. Μετά την αποτυχία της απόδρασης ο π. Φώτιος ετοίμασε και απέστειλε έκθεση στον Αρχηγό της Ε.Ο.Κ.Α. με τις δικές του εκτιμήσεις και εισηγήσεις για το θέμα[5].
[Συνεχίζεται]
- Ο Παπάσταυρος την Καινή αυτή Διαθήκη την προσέφερε αργότερα στο Μουσείο Αγώνος της Λευκωσίας. «Η Καινή αυτή Διαθήκη, σημειώνει ο Μιχαλάκης Μαραθεύτης, είναι ένα πολύτιμο τεκμήριο που επαναφέρει στη μνήμη τις μορφές πλείστων ηρωομαρτύρων της EOKA, που έθεσαν το χέρι τους επάνω σ’ αυτήν όταν ορκίζονταν πως θα αγωνιστούν για την ελευθερία της Κύπρου», βλ. Μιχαλάκης Μαραθεύτης, Ηρωικοί απόηχοι του ’55, ο.π., σ. 223.
- Βλ. Γεώργιος Γρίβας-Διγενής, Χρονικόν αγώνος ΕΟΚΑ 1955 -1959, ο.π., σ. 40-41.
- Βλ. Γιάννης Σπανός, ΕΟΚΑ έτσι πολεμούν οι Έλληνες, τ. Γ’, ο.π., σ. 167-171 και Κλείτος Ιωαννίδης, Πρόσωπα και ιδέες. Εκκλησία και διανόηση, τ. Β’, Εκδόσεις Αρμίδα – Ιερά Μονή Κύκκου, Λευκωσία
- Ο δικηγόρος Τίτος Φάνος αναφέρει ότι επισκέφθηκε στο Φρούριο της Κερύνειας τον κρατούμενο Μιχαήλ Γεωργάλλα και τον «πληροφόρησα ότι το σχέδιο είχε εγκριθεί και μετέφερα επίσης προφορικές οδηγίες όσον αφορά τα φωτεινά σήματα, που θα δίνονταν απ’ έξω από το Κάστρο από μέλη της ΕΟΚΑ, και άλλες λεπτομέρειες. Οι οδηγίες που διαβίβασα μου είχαν δοθεί από τον αγωνιστή ιερέα του ναού Φανερωμένης Αιδεσιμότατο Φώτιο Καλογήρου», βλ. Ελενίτσα Σεραφείμ-Λοΐζου, Μάρκος Δράκος (Η σεμνότητα του ήθους και η αρετή της ψυχής), Λευκωσία 1997, σ. 113.
- Βλ. Χρ.Ανδρέου, διευθυντής έκδοσης, Πεθαίνοντας για την ελευθερία, Μιχαλάκης Καραολής, τ. 1ος, Συγγραφή Νίκος Παπαναστασίου και Χρ. Ανδρέου, Εκδόσεις Χρ. Ανδρέου, [Λευκωσία 1990], σ. 123-128.
Μαρτυρίες για την προσωπικότητα του π. Γερβασίου Παρασκευόπουλου
Ο πολιός και σεβαστός Μητροπολίτης πρώην Ύδρας, Σπετσών και Αιγίνης κ. Ιερόθεος, πνευματικό τέκνο του μακαριστού Γέροντα, έγραφε πρόσφατα στα εισαγωγικά της δεύτερης έκδοσης του θαυμάσιου βιβλίου του πνευματικού του Πατέρα «Ερμηνευτική Επιστασία επί της Θείας Λειτουργίας (βλέπε παρουσίαση στην «Τόλμη» του Σεπτεμβρίου 2006):
«Έχομεν επτά δεκαετίας, κατά την διάρκειαν των οποίων ήθλησεν εις το πνευματικόν ουράνιον επάγγελμα του ασκητού, καθοδηγούμενος υπό της τριπλής αγγελικής φρουράς και συνοδίας: παρθενίας, ακτημοσύνης, υπακοής. Ενεπνέετο δαψιλώς και απαύστως από την εν λόγω αγγελικήν φρουράν, διαφυλασσόμενος και φρυκτωρών. Ουδ’ επί στιγμήν επέτρεψε τα ιδανικά και τα δράματά του να εκφύγουν από της τριπλής ως ανω αγγελικής συνοδίας.
Ταύτα πάντα τα διετήρησε μέχρι τέλους, μη παρεκκλίνας απ’ αυτών το παραμικρόν. Κατεδείχθη τούτο περιτράνως, ότε εις ηλικίαν 63 ετών επεστρατεύθη και ετοποθετήθη εις την θέσιν του πρωτοσυγκέλλου παρά τω Αρχιεπισκόπω, εθνικώ και εκκλησιαστικώ ανδρί Χρυσάνθω, τω από Τραπεζούντος, και υπηρέτησε μετά πιστότητος και αφοσιώσεως τον φωτεινόν εκείνον Ιεράρχην, χωρίς ουδόλως να προσέγγιση τους αρχιερείς, οι οποίοι θα εψήφιζον υπέρ της αναδείξεώς του εις Μητροπολίτην. Τουναντίον, παρέμεινε μακράν των επισκοπικών αυτών τίτλων, μη δυνάμενος και μη αποδεχόμενος να παρακαλέση αυτός προσωπικώς διά την εκλογήν του εις επίσκοπον. «Εάν αναδειχθώ από της Εκκλησίας, θα υπακούσω. Αλλά δεν θεωρώ τίμιον και θεοφιλές να παρακαλέσω ο ίδιος δι αυτήν την εκλογήν, δεν μου επιτρέπει η ορθόδοξος γραμμή, την οποίαν πάντοτε ετήρησα επ’ αυτού».
Επηκολούθησε η συντριβή του μετώπου εις Αλβανίαν, η παράλληλος αλλ’ ένδοξος πτώσις της γραμμής Ρούπελ, η αγέρωχος άρνησις του ηρωϊκού Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χρυσάνθου, όστις είπε κατά πρόσωπον προς τον Γερμανόν στρατηγόν, ο οποίος τον είχε επισκεφθή εις το γραφείον της Αρχιεπισκοπής, ζητούντα να τον δεχθή δι’ επισήμου δοξολογίας εις τον μητροπολιτικόν ναόν, τα εξής: «Ο Έλλην Ιεράρχης ουδέποτε παραδίδει την πρωτεύουσαν της πατρίδος του εις τον εχθρόν, ούτε τον υποδέχεται μετά δοξολογιών, έστω και εάν ούτος ενίκησεν, αλλ’ είναι έτοιμος να αποθάνη υπέρ αυτής». Και ο υπερήφανος Γερμανός στρατηγός έφυγε ταπεινωμένος, αλλά θαυμάζων τον ατρόμητον Ιεράρχην και φέρεται ειπών εις τους εκτός του γραφείου προσμένοντας Έλληνας και ξένους δημοσιογράφους: «Δεν έχω ακούσει μέχρι σήμερα άλλην απάντησιν ομοίαν προς αυτήν του Έλληνος Ιεράρχου».
Κατά την διάρκειαν της στιχομυθίας του Αρχιεπισκόπου μετά του Γερμανού στρατηγού ήτο παρών και ο άγιος Γέροντας, ο οποίος, συγκινηθείς βαθύτατα, εξέφρασε θαυμασμόν και αγάπην προς τον Αρχιεπίσκοπον, διατηρών πιστώς εις την μνήμην του τον συγκλονιστικόν αυτόν και ελληνικώτατον διάλογον. Ακολούθως, αφού συνεκέντρωσε τα απαραίτητα έγγραφα και προσέφερε όσας υπηρεσίας αναγκαίας ως εκ της θέσεώς του ηδύνατο προς τον Μακαριώτατον, τον απεχαιρέτησε -παρόντος του λίαν αγαπητού εις αυτόν Παναγιώτου Τρεμπέλα- δακρύων και ανεχώρησε διά το Ναύπλιον, προς επίσκεψιν του επισκόπου Αργολίδος Ιωάννου, μετά του οποίου είχε φιλικώτατον δεσμόν, και μετά ταύτα ήλθεν εις Πάτρας, εν μέσω των πνευματικών τέκνων, συνεργατών, διδασκάλων, μαθητών και μαθητριών και της όλης φιλτάτης εις αυτόν ποίμνης».
- Ο π. Ηλίας Μαστρογιαννόπουλος έγραψε στο βιβλίο του «Άγιες Μορφές της Νεωτέρας Ελλάδος»:
«Ο π. Γερβάσιος υπήρξεν ο τελευταίος χρονολογικώς της πλειάδος εκείνης των εναρέτων και φλογερών ιερομονάχων -Ιεροθέου Μητροπούλου, Ευσεβίου Ματθοπούλου, Παναρέτου Δουληγέρη, Αθανασίου Αθανασοπούλου- οι οποίοι εξεκίνησαν από την Γορτυνίαν, εγαλουχήθησαν εις τας μεγάλας μονάς των Καλαβρύτων και κατόπιν εμεσουράνησαν κυρίως εις τας Πάτρας. (…) Και ως νεαρός ιεροσπουδαστής και ως λευκός πρεσβύτης, και εις την σχολήν του και εις την κατασκήνωσίν του, παντού και πάντοτε ήτο πλημμυρισμένος από το επιτακτικόν νόημα της επιστρατεύσεως. Ήτο «κεκλημένος» και «απεσταλμένος».
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: Αρχιμ. Γερβάσιος Παρασκευόπουλος Ερμηνευτική Επιστασία επί της Θείας Λειτουργίας, Πάτραι 2005 – Μητροπολίτης πρ. Ύδρας, Σπετσών και Αιγίνης Ιερόθεος Αρχιμανδρίτης Γερβάσιος Παρασκευόπουλος, Αίγινα 2007 – Παναγιώτης Άντ. Λόης, Γερβάσιος ο άγνωστος Άγιος των ημερών μας και ο φάρος των Πατρίων, τ.Α’, Πάτραι 1998 – Αρχιμ. Ηλίας Μαστρογιαννόπουλος, Άγιες Μορφές της Νεωτέρας Ελλάδος Αθήναι 1977 – Σοφοκλής Γ. Δημητρακόπουλος, Ο Τριφυλίας και Ολυμπίας Νεόφυτος, στο «Αντίδωρον τω Μητροπολίτη Μεσσηνίας Χρυσοστόμω Θέμελη, Καλαμάτα 2006, σσ. 141-142 και 165-166 – Τάκης Κωνσταντόπουλος, Γερβάσιος Παρασκευόπουλος, στο: «Ριζάρειος Εκκλησιαστική Σχολή. Πανηγυρικός τόμος επί τη 125ετηρίδι», Αθήναι 1969, σσ. 665-668 – Άγγελος Νησιώτης, Αγών ανακαινίσεως, Αθήναι 1971 – Του ιδίου, Ο χιλιασμός και αι πλάναι του, Αθήνα 1946 – Δημήτριος Πρώσος, Ένας μεγάλος πνευματικός ηγέτης, Αθήναι 1976 – Νικόλαος Ευθ. Μητσόπουλος Μικρόν μνημόσυνον του Κατηχητού πατρός Αγγέλου Νησιώτου, Αθήναι 1990 – Περιοδικά «Εκκλησία», «Ζωή», «Καινή Κτίσις», «Ενορία» και «Σωτήρ».
Πηγή:περιοδικό Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών, Τόλμη, Νοέμβριος 2007, τ. 70, σελ. 4-11
το είδαμε εδώ
Οι άνθρωποι του Θεού λένε ψέματα;
Πρωταπριλιά σήμερα και συνηθίζουν οι άνθρωποι
να λένε ψέματα μεταξύ
τους (αν υποτεθεί ότι τις υπόλοιπες ημέρες του έτους δεν
“τηρείται το έθιμο”). Πριν ρίξουμε τον “λίθο του αναθέματος”
όμως, ας δούμε μερικές περιπτώσεις από την εκκλησιαστική
παράδοση, στις οποίες ελέχθησαν ψέματα από φιλανθρωπία.
Αρχικά συναντάμε τις μαίες των Εβραίων στην Αίγυπτο:
Όταν ο Φαραώ φοβήθηκε την αύξηση του αριθμού των
Ισραηλιτών, διέταξε τις μαίες των Εβραίων να σκοτώνουν
τα νεογέννητα παιδιά των Εβραίων.
Αυτές όμως φοβούνταν το Θεό και αρνήθηκαν
να συμμορφωθούν. Έτσι, συνέχισαν να γεννιούνται
αρσενικά παιδιά από τους Εβραίους. Όταν ο Φαραώ
το διαπίστωσε, τις κάλεσε να απολογηθούν.
Αυτές είπαν ότι τάχα οι Εβραίες γεννούν προτού
πάνε οι ίδιες και έτσι δεν προλαβαίνουν δήθεν να
σκοτώσουν τα νεογέννητα αγόρια. Το αποτέλεσμα
ήταν, όπως αναφέρει η Παλαιά Διαθήκη, να
ευαρεστήσουν το Θεό και να προκόψουν στη ζωή τους.
Το δεύτερο περιστατικό δεν έχει άμεση σχέση με
κάποιο ψέμα που ελέχθη, αλλά περισσότερο με την
… αποσιώπηση της αλήθειας. Από το Γεροντικό μαθαίνουμε
πως όταν ένας μοναχός στη σκήτη όπου ζούσε ο αββάς
Αμμωνάς, έβαλε στο κελλί του μια γυναίκα, οι υπόλοιποι
αδελφοί σκανδαλίσθηκαν και πήγαν στον Αμμωνά να
παραπονεθούν. Εκείνος τους ζήτησε να μεταβούν όλοι μαζί
στο κελλί του πεπτωκότος αδελφού και να ερευνήσουν
επί τόπου το βάσιμο των παραπόνων τους. Έτσι και έγινε.
Μόλις όμως ο όσιος Γέρων εισήλθε στο κελλί, παρατήρησε
ένα μεγάλο πιθάρι και κατάλαβε ότι εκεί είχε κρύψει
ο μοναχός τη γυναίκα. Κάθισε λοιπόν επάνω στο
πιθάρι και ζήτησε από τους αδελφούς να ψάξουν στο
υπόλοιπο κελλί. Από σεβασμό στο Γέροντα, κανείς δεν του
ζήτησε να σηκωθεί για να ψάξουν και μέσα στο πιθάρι.
Όπως ήταν φυσικό λοιπόν, δεν βρέθηκε τίποτε.
Απέλυσε τότε τους αδελφούς, συνιστώντας τους να
είναι πιο προσεκτικοί. Στον μοναχό είπε απλώς να
μην αμαρτάνει και έφυγε.
Η τελευταία περίπτωση αφορά τον άγιο Διονύσιο τον
εν Ζακύνθω. Από το συναξάρι του είναι γνωστό ότι
κάποτε τού ζήτησε βοήθεια κάποιος κυνηγημένος από ένα
στρατιωτικό απόσπασμα. Όταν ο άγιος τον ρώτησε
το λόγο για τον οποίο τον κυνηγούν, εκείνος του
αποκάλυψε ότι σκότωσε κάποιον άνθρωπο.
Αυτός όμως ήταν ο μονάκριβος αδελφός του Αγίου.
Παρά τη βαθιά λύπη του, ο άγιος έκρυψε το φονιά και
όταν έφτασε το απόσπασμα, τους παραπλάνησε
λέγοντας ότι δεν είδε αυτόν που ψάχνουν.
Μετά από αρκετή ώρα, βοήθησε και τον κυνηγημένο
φονιά να διαφύγει.
Ο Όσιος Μακάριος ο ομολογητής ηγούμενος ιεράς Μονής Πελεκητής
Ὁ Μακάριος μακαριστὸς ἐν βίῳ,
Μακαρίως νῦν γῇ ἐνοικεῖ Μακάρων. |
Ο Όσιος Μακάριος, κατά κόσμο Χριστόφορος, γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη στα τέλη του 8ου μ.Χ. αιώνα (πιθανότατα το 785 μ.Χ.). Σε νεαρή ηλικία έμεινε ορφανός και από τους δύο γονείς του και την ανατροφή του ανέλαβε ένας ευλαβής θείος του, ο οποίος φρόντισε για την κατά Θεόν ανατροφή και εκπαίδευσή του. Επειδή είχε κλίση προς την μοναχική πολιτεία, εγκατέλειψε τον κόσμο και κατέφυγε στη μονή του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, την επιλεγόμενη Πελεκητή, στα Τρίγλεια της Προύσσας. Εκεί εκάρη μοναχός και μετονομάσθηκε σε Μακάριο. Ο νέος μοναχός άρχισε να επιδίδεται στην άσκηση και την προσευχή. Η κατά Θεόν προκοπή του τον ανέδειξε σε ηγούμενο της μονής. Ο Όσιος Μακάριος έγινε πνευματικός πατέρας για όλους, όχι μόνο για τους μοναχούς αλλά και για τους πιστούς που κατέφευγαν προς αυτόν για να τον συμβουλευθούν, να λάβουν την ευχή του και να θεραπευθούν στην ψυχή και το σώμα, αφού ο Άγιος Θεός τον άμειψε με το χάρισμα της θαυματουργίας. Η φήμη του Οσίου έφθασε μέχρι τον Πατριάρχη Ταράσιο (784 – 806 μ.Χ.) (βλέπε25 Φεβρουαρίου), ο οποίος έστειλε προς αυτόν τον πατρίκιο Παύλο, που είχε θεραπευθεί παλαιότερα από τον Όσιο, για να κάνει καλά και την γυναίκα του πατρικίου όπως και τον ίδιο. Μετά από αυτό ο Πατριάρχης Ταράσιος μετεκάλεσε τον Όσιο στην Κωνσταντινούπολη και τον χειροτόνησε πρεσβύτερο. Όταν ξέσπασε η αίρεση των εικονομάχων στην Εκκλησία επί αυτοκράτορα Λέοντος Ε’ του Αρμενίου (813 – 820 μ.Χ.), ο Όσιος, επειδή ήταν υπερασπιστής της πατρώας ευσέβειας, κλείσθηκε στην φυλακή στην οποία παρέμεινε μέχρι τον θάνατο του αυτοκράτορα. Τον ελευθέρωσε ο αυτοκράτορας Μιχαήλ ο Τραυλός (820 – 829 μ.Χ.), διάδοχος του Λέοντος, ο οποίος όμως καθώς δεν κατάφερε να μεταβάλει το ευσεβές φρόνημα του Οσίου υπέρ των αγίων εικόνων, τον εξόρισε στη νήσο Αφουσία, στην θάλασσα του Μαρμαρά. Εκεί ο Όσιος Μακάριος, μέσα σε κακουχίες και στερήσεις, κοιμήθηκε με ειρήνη (περί το 820 μ.Χ.). Μετά την κοίμηση του Οσίου οι μοναχοί της μονής Πελεκητής ανέδειξαν ηγούμενο τον μοναχό Σέργιο τον Έγκλειστο. |
Ἀπολυτίκιον Ἦχος δ΄. Τὸν ζηλωτὴν Ἠλίαν. Ἠλιοῦ τοῦ Θεσβίτου, τὸν ζῆλον μιμούμενος, καὶ Βαπτιστοῦ τὰ ἤθη, καὶ λόγον τὸν ἔνθεον, Πάτερ Μακάριε, ἀσεβοῦντας ἤλεγχες βασιλεῖς, καὶ τῇ εὐσεβείᾳ, ἐστήριζες τοὺς πιστούς, διὸ θλίψεσιν ἐξετασθείς, πρὸς Θεὸν ἐνδόξως μεταβέβηκας. Κοντάκιον Ἦχος γ΄. Ἡ Παρθένος σήμερον. Μακαρίου σήμερον, τὴν πανσεβάσμιον μνήμην, ἑορτάζει χαίρουσα, ἡ τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία, τούτου γάρ, πολλοῖς ἀγῶσι καὶ ἐξορίαις, βλέπεται, πεποικιλμένη σεπταῖς Εἰκόσι, διὰ τοῦτο ἀνακράζει· χαίροις θεόφρον, τῆς εὐσεβείας κρηπίς. Κάθισμα Ἦχος δ΄. Κατεπλάγη Ἰωσήφ. Ἐξεπλάγη ὁ δεινός, Λέων τὴν ἔνστασιν τὴν σήν, καὶ ἐμβρόντητος ταῖς σαῖς, γέγονε θείαις διδαχαῖς, πῶς ὁ τὸ σῶμα, σχεδὸν νεκρὸν περιφέρων, ὡς λέων πεποιθώς, πρὸς τὰς βασάνους χωρεῖ, καὶ γλῶσσαν ἀκαλλῇ, ἔχων σοφίζεται, ἐν γνώσει παρὰ ῥήτορας, καὶ τὰ τοῦ νόμου διέξεισι, Μαρτύρων κλέος, εὖχος Δικαίων, ὄντως πέλεις Μακάριε. Ὁ Οἶκος Τὸν ἀριστέα τοῦ Χριστοῦ, τὸν πλάνης καθαιρέτην, τὸν πρόμαχον τῆς πίστεως, καὶ στύλον τῆς Ἐκκλησίας, Μακάριον τὸν ἀοίδιμον Ὁμολογητήν, εὐφημῆσαι προθέμενος, γλῶσσάν τε καὶ διάνοιαν, ἐκ Θεοῦ δοθῆναί μοι ἐξαιτῶ, ἐμοῦ γὰρ τὰ χείλη, κωλύει ἡ ἁμαρτία, καὶ πλέκειν ὕμνους οὐκ ἐᾷ, τοῖς τοῦ Κυρίου θεράπουσιν, εἴπερ βδελυκτός, ὁ ἐξ ἁμαρτωλῶν ἔπαινος, ἀλλὰ σὺ Πάτερ, πρὸς Θεὸν μεσίτης μοι φάνηθι, ἵνα μου τὸ στόμα, καὶ τὴν καρδίαν ἁγιάσω, μετὰ πίστεως διηγούμενος, τὰ σὰ ὑπερφυῆ κατορθώματα, δι’ ἃ σοὶ κραυγάζει ἡ Ἐκκλησία· χαίροις θεόφρον, τῆς εὐσεβείας κρηπίς. |
Η Οσία Μαρία η Αιγυπτία
Ἀπῆρε πνεῦμα, σάρξ ἀπερρύη πάλαι.
Τὸν ὅστινον γῆ κρύπτε νεκρὸν Μαρίας. Πρώτῃ Ἀπριλίου Μαρίη θάνεν εὖχος ἐρήμου. |
Τον βίο της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας συνέγραψε ο Άγιος Σωφρόνιος Πατριάρχης Ιεροσολύμων (τιμάται 11 Μαρτίου), ο οποίος συνέγραψε διάφορα ασκητικά και υμνογραφικά κείμενα που διαποτίζονται από το πνεύμα της Ορθοδόξου θεολογίας και της ασκητικής παραδόσεως. Η Οσία Μαρία γεννήθηκε στην Αίγυπτο και έζησε κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Ιουστινιανού (527 - 565 μ.Χ.). Από τα δώδεκα χρόνια της πέρασε στην Αίγυπτο μια ζωή ασωτίας, αφού από την μικρή αυτή ηλικία διέφθειρε την παρθενία της και είχε ασυγκράτητο και αχόρταγο το πάθος της σαρκικής μείξεως. Ζώντας αυτήν την ζωή δεν εισέπραττε χρήματα, αλλά απλώς ικανοποιούσε το πάθος της. Η ίδια ξαγορεύθηκε στον Αββά Ζωσιμά ότι διετέλεσε: «δημόσιον προκείμενη τῆς ἀσωτίας ὑπέκκαυμα, οὐ δόσεως τινός, μὰ τὴν ἀλήθειαν, ἕνεκεν», κάνοντας δηλαδή το έργο της ΔΩΡΕΆΝ, «ἐκτελοῦσα τὸ ἐν ἐμοὶ καταθύμιον». Και όπως του απεκάλυψε, είχε ακόρεστη επιθυμία και ακατάσχετο έρωτα να κυλιέται στο βόρβορο που ήταν η ζωή της και σκεπτόταν έτσι ντροπιάζοντας την ανθρώπινη φύση. Λόγω της άσωτης ζωής και της σαρκικής επιθυμίας που είχε, κάποια φορά ακολούθησε τους προσκυνητές που πήγαιναν στα Ιεροσόλυμα για να προσκυνήσουν τον Τίμιο Σταυρό. Και αυτό το έκανε, όχι για να προσκυνήσει τον Τίμιο Σταυρό, αλλά για να έχει πολλούς εραστές που θα ήταν έτοιμοι να ικανοποιήσουν το πάθος της. Περιγράφει δε και η ίδια ρεαλιστικά και τον τρόπο που επιβιβάστηκε στο πλοιάριο. Και, όπως η ίδια αποκάλυψε, κατά την διάρκεια του ταξιδιού της δεν υπήρχε είδος ασέλγειας από όσα λέγονται και δεν λέγονται, του οποίου δεν έγινε διδάσκαλος σε εκείνους τους ταλαίπωρους ταξιδιώτες. Και η ίδια εξέφρασε την απορία της για το πώς η θάλασσα υπέφερε τις ασωτίες της και γιατί η γη δεν άνοιξε το στόμα της και δεν την κατέβασε στον άδη, επειδή είχε παγιδεύσει τόσες ψυχές. Κατά την διάρκεια του ταξιδιού αυτού δεν αρκέστηκε στο ότι διέφθειρε τους νέους, αλλά διέφθειρε και πολλούς άλλους από τους κατοίκους της πόλεως και τους ξένους επισκέπτες. Και στα Ιεροσόλυμα που πήγε κατά την εορτή του Τιμίου Σταυρού, περιφερόταν στους δρόμους «ψυχᾶς νέων ἀγρεύουσα». Αισθάνθηκε όμως, βαθιά μετάνοια από ένα θαυματουργικό γεγονός. Ενώ εισερχόταν στο ναό για να προσκυνήσει το Ξύλο του Τιμίου Σταυρού, κάποια δύναμη την εμπόδισε να προχωρήσει. Στην συνέχεια στάθηκε μπροστά σε μία εικόνα της Παναγίας, έδειξε μεγάλη μετάνοια και ζήτησε την καθοδήγηση και βοήθεια της Παναγίας. Με την βοήθεια της Θεοτόκου εισήλθε ανεμπόδιστα αυτή την φορά στον ιερό ναό και προσκύνησε τον Τίμιο Σταυρό. Στην συνέχεια, αφού ευχαρίστησε την Παναγία, άκουσε φωνή που την προέτρεπε να πορευθεί στην έρημο, πέραν του Ιορδάνου. Αμέσως ζήτησε την συνδρομή και την προστασία της Θεοτόκου και ήρε τον δρόμο της προς την έρημο, αφού προηγουμένως πέρασε από την ιερά μονή του Βαπτιστού στον Ιορδάνη ποταμό και κοινώνησε των Αχράντων Μυστηρίων. Στην έρημο έζησε σαράντα επτά χρόνια, χωρίς ποτέ να συναντήσει άνθρωπο. Κατά τα πρώτα δεκαεπτά χρόνια στην έρημο, πάλεψε πολύ σκληρά για να νικήσει τους λογισμούς και τις επιθυμίες της, ουσιαστικά για να νικήσει τον διάβολο που την πολεμούσε με τις αναμνήσεις της προηγούμενης ζωής. Η Οσία ζούσε δεκαεπτά χρόνια στην έρημο «θηρσὶν ἀνημέροις ταὶς ἀλόγοις ἐπιθυμίαις πυκτεύουσα». Είχε πολλές επιθυμίες φαγητών, ποτών και «πορνικῶν ᾀσμάτων» και πολλούς λογισμούς που την ωθούσαν προς την πορνεία. Όμως, όταν ερχόταν κάποιος λογισμός μέσα της, έπεφτε στην γη, την έβρεχε με δάκρυα και δεν σηκωνόταν από τη γη «ἕως ὅτου τὸ φῶς ἐκεῖνο τὸ γλυκὺ περιέλαμψεν καὶ τοὺς λογισμοὺς τοὺς ἐνοχλοῦντας μοὶ ἐδίωξεν». Συνεχώς προσευχόταν στην Παναγία, την οποία είχε εγγυήτρια της ζωής της μετανοίας που έκανε. Το ιμάτιό της σχίσθηκε και καταστράφηκε και έκτοτε παρέμεινε γυμνή. Καιγόταν από τον καύσωνα και έτρεμε από τον παγετό και «ὡς πολλάκις μὲ χαμαὶ πεσοῦσαν ἄπνουν μείναι σχεδὸν καὶ ἀκίνητον». Ύστερα από σκληρό αγώνα, με τη Χάρη του Θεού και την συνεχή προστασία της Παναγίας, ελευθερώθηκε από τους λογισμούς και τις επιθυμίες, οπότε μεταμορφώθηκε το λογιστικό και παθητικό μέρος της ψυχής της, καθώς επίσης εθεώθηκε και το σώμα της. Λόγω της μεγάλης πνευματικής της καταστάσεως στην οποία έφθασε η Οσία Μαρία, έλαβε από τον Θεό το διορατικό χάρισμα. Ήταν γυμνή αλλά το σώμα της υπερέβη τις ανάγκες της φύσεως. Λέγει η ίδια: «Γυνὴ γὰρ εἰμί, καὶ γυμνή, καθάπερ ὁρᾷς, καὶ τὴν αἰσχύνην τοῦ σώματός μου ἀπερικάλυπτον ἔχουσα». Το σώμα τρεφόταν με τη Χάρη του Θεού: «Τρέφομαι γὰρ καὶ σκέπτομαι τῷ ρήματι τοῦ Θεοῦ διακρατοῦντος τὰ σύμπαντα». Στη περίπτωσή της, όπως και σε άλλες περιπτώσεις Αγίων, παρατηρούμε ότι αναστέλλονται οι ενέργειες του σώματος. Αυτή η αναστολή των σωματικών ενεργειών οφειλόταν στο ότι η ψυχή της δεχόταν την ενέργεια του Τριαδικού Θεού και αυτή η θεία ενέργεια διαπορθμευόταν και στο σώμα της: «Ἀρκεὶν εἰποῦσα τὴν χάριν τοῦ Πνεύματος, ὥστε συντηρεὶν τὴν οὐσίαν τῆς ψυχῆς ἀμίαντον». Εκείνη την περίοδο ασκήτευε σε ένα μοναστήρι ο Ιερομόναχος Αββάς Ζωσιμάς (τιμάται 4 Απριλίου), που ήταν κεκοσμημένος με αγιότητα βίου. Έβλεπε θεία οράματα, καθώς του είχε δοθεί το χάρισμα των θείων ελλάμψεων, λόγω του ότι ζούσε μέχρι τα πενήντα τρία του χρόνια με μεγάλη άσκηση και ήταν φημισμένος στην περιοχή του. Τότε, όμως, εισήλθε μέσα του ένας λογισμός κάποιας πνευματικής υπεροψίας, για το αν δηλαδή υπήρχε άλλος μοναχός που θα μπορούσε να τον ωφελήσει ή να του διδάξει κάποιο καινούργιο είδος ασκήσεως. Ο Θεός, για να τον διδάξει και να τον διορθώσει, του αποκάλυψε ότι κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να φθάσει στην τελειότητα. Και στην συνέχεια του υπέδειξε να πορευθεί σε ένα μοναστήρι που βρισκόταν κοντά στον Ιορδάνη ποταμό. Ο Αββάς Ζωσιμάς υπάκουσε στην φωνή του Θεού και πήγε στο μοναστήρι του Αγίου Ιωάννου του Βαπτιστού, που του υποδείχθηκε. Εκεί συνάντησε τον ηγούμενο και τους μοναχούς, και διέκρινε ότι ακτινοβολούσαν τη Χάρη και την αγάπη του Θεού, ζώντας έντονη μοναχική ζωή με ακτημοσύνη, με μεγάλη άσκηση και αδιάλειπτη προσευχή. Στο μοναστήρι αυτό υπήρχε ένας κανόνας. Σύμφωνα με αυτόν, την Κυριακή της Τυρινής προ της ενάρξεως της Μεγάλης Σαρακοστής, αφού οι μοναχοί κοινωνούσαν των Αχράντων Μυστηρίων, προσεύχονταν και ασπάζονταν μεταξύ τους, και έπειτα ελάμβαναν ο καθένας τους μερικές τροφές και έφευγαν στην έρημο πέραν του Ιορδάνου, για να αγωνισθούν κατά την περίοδο της Τεσσαρακοστής τον αγώνα της ασκήσεως. Επέστρεφαν δε στο μοναστήρι την Κυριακή των Βαΐων, για να εορτάσουν τα Πάθη, τον Σταυρό και την Ανάσταση του Χριστού. Είχαν ως κανόνα να μην συναντά κανείς τον άλλο αδελφό στην έρημο και να μην τον ερωτά, όταν επέστρεφαν, για το είδος της ασκήσεως που έκανε την περίοδο αυτή. Αυτόν τον κανόνα εφάρμοσε και ο Αββάς Ζωσιμάς. Αφού έλαβε ελάχιστες τροφές, βγήκε από το μοναστήρι και πορεύθηκε στην έρημο, έχοντας την επιθυμία να εισέλθει όσο μπορούσε πιο βαθειά σε αυτή, με την ελπίδα μήπως συναντήσει κάποιον ασκητή που θα τον βοηθούσε να φθάσει σε αυτό που ποθούσε. Πορευόταν προσευχόμενος και τρώγοντας ελάχιστα. Κοιμόταν δε όπου ευρισκόταν. Είχε περπατήσει μία πορεία είκοσι ημερών όταν, κάποια στιγμή που κάθισε να ξεκουραστεί και έψελνε, είδε στο βάθος μια σκιά που έμοιαζε με ανθρώπινο σώμα. Στην αρχή θεώρησε ότι ήταν δαιμονικό φάντασμα, αλλά έπειτα διαπίστωσε ότι ήταν άνθρωπος. Αυτό το ον που έβλεπε ήταν γυμνό, είχε μαύρο σώμα - το σώμα αυτό προερχόταν από τις ηλιακές ακτίνες - και είχε στο κεφάλι του λίγες άσπρες τρίχες, που δεν έφθαναν πιο κάτω από τον λαιμό. Ο Αββάς Ζωσιμάς έβλεπε την Οσία Μαρία, την ώρα που προσευχόταν. Η Οσία Μαρία η Αιγυπτία ασκούσε την αδιάλειπτη προσευχή και μάλιστα ο Αββάς Ζωσιμάς την είδε όταν εκείνη ύψωσε τα μάτια της στον ουρανό και άπλωσε τα χέρια της και «ἤρξατο εὔχεσθαι ὑποψιθυρίσουσα, φωνὴ δὲ αὐτῆς οὐκ ἠκούετο ἔναρθρος». Και σε κάποια στιγμή, ενώ εκείνος καθόταν σύντρομος, «ὁρᾷ αὐτὴν ὑψωθείσαν ὡς ἕνα πῆχυν ἀπὸ τῆς γῆς καὶ τῷ ἀέρι κρεμαμένην καὶ οὕτω προσεύχεσθαι». Ο Αββάς Ζωσιμάς προσπάθησε να πλησιάσει, για να διαπιστώσει τι ήταν αυτό που έβλεπε, αλλά το ανθρώπινο εκείνο ον απομακρυνόταν. Έτρεχε ο Αββάς Ζωσιμάς, έτρεχε και εκείνο. Και ο Αββάς κραύγαζε με δάκρυα προς αυτό ώστε να σταματήσει, για να λάβει την ευλογία του. Εκείνο όμως δεν ανταποκρινόταν. Μόλις έφθασε ο Αββάς σε κάποιο χείμαρρο και απόκαμε, εκείνο το ανθρώπινο ον αφού τον αποκάλεσε με το μικρό του όνομα, πράγμα που προκάλεσε μεγάλη εντύπωση στον Αββά, του είπε ότι δεν μπορεί να γυρίσει και να τον δει κατά πρόσωπο, γιατί είναι γυναίκα γυμνή και έχει ακάλυπτα τα μέλη του σώματός της. Τον παρακάλεσε, αν θέλει, να της δώσει την ευχή του και να της ρίξει ένα κουρέλι από τα ρούχα του, για να καλύψει το γυμνό σώμα της. Ο Αββάς έκανε ότι του είπε και τότε εκείνη στράφηκε προς αυτόν. Ο Αββάς αμέσως γονάτισε για να λάβει την ευχή της, ενώ το ίδιο έκανε και εκείνη. Και παρέμειναν και οι δύο γονατιστοί «ἕκαστος ἐξαιτῶν εὐλογῆσαι τὸν ἕτερον». Επειδή ο Αββάς αναρωτιόταν μήπως έβλεπε μπροστά του κάποιο άυλο πνεύμα, εκείνη διακρίνοντας τους λογισμούς του, του είπε ότι είναι αμαρτωλή, που έχει περιτειχισθεί από το άγιο Βάπτισμα και είναι χώμα και στάχτη και όχι άυλο πνεύμα. Η Οσία Μαρία κατά την συνάντηση αυτή, αφού αποκάλυψε όλη την ζωή της, ζήτησε από τον Αββά Ζωσιμά να έλθει κατά την Μεγάλη Πέμπτη της επόμενης χρονιάς, σε έναν ορισμένο τόπο στην όχθη του Ιορδάνη ποταμού, κοντά σε μια κατοικημένη περιοχή, για να την κοινωνήσει, ύστερα από πολλά χρόνια μεγάλης μετάνοιας που μεταμόρφωσε την ύπαρξή της. «Καὶ νῦν ἐκείνου ἐφίεμαι ἀκατασχέτω τῷ ἔρωτι», του είπε, δηλαδή είχε ακατάσχετο έρωτα να κοινωνήσει του Σώματος και του Αίματος του Χριστού. Ο Αββάς Ζωσιμάς επέστρεψε στο μοναστήρι χωρίς να πει σε κανένα τι ακριβώς συνάντησε, σύμφωνα άλλωστε και με τον κανόνα που υπήρχε σε εκείνη την ιερά μονή. Όμως, συνεχώς παρακαλούσε τον Θεό να τον αξιώσει να δει και πάλι «τὸ ποθούμενον πρόσωπον» την επόμενη χρονιά και μάλιστα ήταν στεναχωρημένος γιατί δεν περνούσε ο χρόνος, καθώς ήθελε όλος αυτός ο χρόνος να ήταν μία ημέρα. Το επόμενο έτος ο Αββάς Ζωσιμάς από κάποια αρρώστια δεν μπόρεσε να βγει από το μοναστήρι στην έρημο, όπως έκαναν οι άλλοι πατέρες στην αρχή της Σαρακοστής και έτσι παρέμεινε στο μοναστήρι. Και την Κυριακή των Βαΐων, όταν είχαν επιστρέψει οι άλλοι πατέρες της Μονής, εκείνος ετοιμάσθηκε να πορευθεί στον τόπο που του είχε υποδείξει η Οσία, για να την κοινωνήσει. Την Μεγάλη Πέμπτη πήρε μαζί του σε ένα μικρό ποτήρι το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, πήρε μερικά σύκα και χουρμάδες και λίγη βρεγμένη φακή και βγήκε από το μοναστήρι για να συναντήσει την Οσία Μαρία. Επειδή όμως εκείνη αργοπορούσε να έλθει στον καθορισμένο τόπο, ο Αββάς προσευχόταν στον Θεό με δάκρυα να μην του στερήσει λόγω των αμαρτιών του την ευκαιρία να τη δει εκ νέου. Μετά την θερμή προσευχή την είδε από την άλλη πλευρά του Ιορδάνη ποταμού, να κάνει το σημείο του Σταυρού, να πατά πάνω στο νερό του ποταμού «περιπατοῦσαν ἐπὶ τῶν ὑδάτων ἐπάνω καὶ πρὸς ἐκεῖνον βαδίζουσαν». Στην συνέχεια η Οσία τον παρακάλεσε να πει το Σύμβολο της Πίστεως και το «Πάτερ ἠμῶν». Ακολούθως ασπάσθηκε τον Αββά Ζωσιμά και κοινώνησε των ζωοποιών Μυστηρίων. Έπειτα ύψωσε τα χέρια της στον ουρανό, αναστέναξε με δάκρυα και είπε: «Νῦν ἀπολύεις τὴν δούλη σου, ὢ Δέσποτα, κατὰ τὸ ρῆμά σου ἐν εἰρήνῃ, ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτήριόν σου». Στην συνέχεια, αφού τον παρακάλεσε να έλθει και το επόμενο έτος στο χείμαρρο που την είχε συναντήσει την πρώτη φορά, ζήτησε την προσευχή του. Ο Αββάς άγγιξε τα πόδια της Οσίας, ζήτησε και αυτός την προσευχή της και την άφησε να φύγει «στένων καὶ ὀδυρόμενος», διότι τολμούσε «κρατῆσαι τὴν ἀκράτητον». Εκείνη έφυγε κατά τον ίδιο τρόπο με τον οποίο ήλθε, πατώντας δηλαδή πάνω στα νερά του Ιορδάνη ποταμού. Το επόμενο έτος, σύμφωνα και με την παράκληση της Οσίας, ο Αββάς βιαζόταν να φθάσει «πρὸς ἐκεῖνο τὸ παράδοξο θέαμα». Αφού βάδισε πολλές ημέρες και έφθασε στον τόπο εκείνο, έψαχνε «ὡς θηρευτὴς ἐμπειρότατος» να δει «τὸ γλυκύτατο θήραμα», την Οσία του Θεού. Όμως δεν την έβλεπε πουθενά. Τότε άρχισε να προσεύχεται στον Θεό κατανυκτικά: «Δεῖξον μοί, Δέσποτα, τὸν θησαυρόν σου τὸν ἄσυλον, ὃν ἐν τῆδε τὴ ἐρήμω κατέκρυψας, δεῖξον μοί, δέομαι, τὸν ἐν σώματι ἄγγελον, οὐ οὐκ ἔστιν ὁ κόσμος ἀπάξιος». Για τον Αββά Ζωσιμά η Οσία Μαρία ήταν άθικτος θησαυρός, άγγελος μέσα σε σώμα, που ο κόσμος δεν ήταν άξιος να τον έχει. Και προσευχόμενος με τα λόγια αυτά είδε «κεκειμένην τὴν Ὁσίαν νεκράν, καὶ τᾶς χεῖρας οὕτως ὥσπερ ἔδει τυπώσασαν καὶ πρὸς ἀνατολᾶς ὄρασαν κειμένην τὸ σχήματι». Βρήκε δε και δική της γραφή που έλεγε: «Θάψον, ἀββᾶ Ζωσιμᾶ, ἐν τούτῳ τὸ τόπω τῆς ταπεινῆς Μαρίας τὸ λείψανον, ἀποδὸς τὸν χοῦν τῷ χοΐ, ὑπὲρ ἐμοῦ διὰ παντὸς πρὸς τὸν Κύριον προσευχόμενος, τελειωθείσης, μηνὶ Φαρμουθὶ (κατ’ Αἰγυπτίους, ὅπως ἐστὶ κατὰ Ρωμαίους Ἀπρίλιος), ἐν αὐτῇ δὲ τὴ νυκτὶ τοῦ πάθους τοῦ σωτηρίου, μετὰ τὴν τοῦ θείου καὶ μυστικοῦ δείπνου μετάληψιν». Την βρήκε δηλαδή νεκρή, κείμενη στην γη, με τα χέρια σταυρωμένα και βλέποντας προς την ανατολή. Συγχρόνως βρήκε και γραφή που τον παρακαλούσε να την ενταφιάσει. Η Οσία κοιμήθηκε την ίδια ημέρα που κοινώνησε, αφού είχε διασχίσει σε μία ώρα απόσταση την οποία διήνυσε το επόμενο έτος ο Αββάς Ζωσιμάς σε είκοσι ημέρες. Γράφει ο Άγιος Σωφρόνιος: «καὶ ἥνπερ ὤδευσεν ὁδὸν Ζωσιμᾶς διὰ εἴκοσι ἡμερῶν κοπιῶν, εἰς μίαν ὥραν Μαρίαν διέδραμεν καὶ εὐθὺς πρὸς τὸν Θεὸν ἐξεδήμησεν». Το σώμα της είχε αποκτήσει άλλες ιδιότητες, είχε μεταμορφωθεί. Στην συνέχεια ο Αββάς Ζωσιμάς, αφού έκλαψε πολύ και είπε ψαλμούς κατάλληλους για την περίσταση, «ἐποίησεν εὐχὴν ἐπιτάφιον». Και μετά με μεγάλη κατάνυξη, «βρέχων τὸ σῶμα τοὶς δακρύσι» επιμελήθηκε τα της ταφής. Επειδή, όμως, η γη ήταν σκληρή και ο ίδιος ήταν προχωρημένης ηλικίας, γι' αυτό δεν μπορούσε να την σκάψει και βρισκόταν σε απορία. Τότε «ὁρᾷ λέοντα μέγαν τῷ λειψάνῳ τῆς Ὁσίας παρεστώτα καὶ τὰ ἴχνη αὐτῆς ἀναλείχοντα», δηλαδή είδε ένα λιοντάρι να στέκεται δίπλα στο λείψανο της Οσίας και να γλείφει τα ίχνη της. Ο Αββάς τρόμαξε, αλλά το ίδιο το λιοντάρι «οὐχὶ τοῦτον τοὶς κινήμασι μόνον ἀσπαζόμενον, ἀλλὰ καὶ προθέσει», δηλαδή το ίδιο το λιοντάρι καλόπιανε τον Αββά και τον παρακινούσε και με τις κινήσεις του και με τις προθέσεις του, να προχωρήσει στον ενταφιασμό της. Λαμβάνοντας ο Αββάς θάρρος από το ήμερο του λιονταριού, το παρακάλεσε να σκάψει αυτό το ίδιο τον λάκκο, για να ενταφιασθεί το ιερό λείψανο της Οσίας Μαρίας, επειδή εκείνος αδυνατούσε. Το λιοντάρι υπάκουσε. «Εὐθὺς δὲ ἅμα τῷ σώματι θαπτόμενο», δηλαδή με τα μπροστινά του πόδια άσκαψε το λάκκο, όσο έπρεπε, για να ενταφιασθεί το σκήνωμα της Οσίας Μαρίας. Ο ενταφιασμός της Οσίας έγινε προσευχομένου του Αββά Ζωσιμά και του λιονταριού «παρεστῶτος». Μετά τον ενταφιασμό έφυγαν και οι δύο, «ὁ μὲν λέων ἐπὶ τὰ ἔνδον τῆς ἐρήμου ὡς πρόβατον ὑπεχώρησε. Ζωσιμᾶς δὲ ὑπέστρεψεν, εὐλογῶν καὶ αἰνῶν τὸν Θεὸν ἠμῶν». Και ο Άγιος Σωφρόνιος, Πατριάρχης Ιεροσολύμων, καταλήγει ότι έγραψε αυτό το βίο «κατὰ δύναμιν» και «τῆς ἀληθείας μηδὲν προτιμῆσαι θέλων». Ο βίος της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας, δείχνει πως μία πόρνη μπορεί να γίνει κατά Χάριν θεός, πως ο άνθρωπος μπορεί να γίνει άγγελος εν σώματι και πως η κατά Χριστόν ελπίδα μπορεί να αντικαταστήσει την υπό του διαβόλου προερχόμενη απόγνωση. Στο πρόσωπο της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας βλέπουμε τον άνθρωπο που αναζητά την ηδονή και κυνηγά τους ανθρώπους για την ικανοποίησή τους, αλλά όμως με τη Χάρη του Θεού μπορεί να εξαγιασθεί τόσο πολύ, ώστε να φθάσει στο σημείο να την κυνηγούν οι Άγιοι για να λάβουν την ευλογία της και να ασπασθούν το τετιμημένο της σώμα, καθώς επίσης να τη σέβονται και τα άγρια ζώα. Η Οσία Μαρία η Αιγυπτία με την μετάνοιά της, την βαθιά της ταπείνωση, την υπέρβαση εν Χάριτι του θνητού και παθητού σώματός της, αφ' ενός μεν προσφέρει μια παρηγοριά σε όλους τους ανθρώπους, αφ' ετέρου δε ταπεινώνει εκείνους που υπερηφανεύονται για τα ασκητικά τους κατορθώματα. Δεν ημέρωσε μόνο τα άγρια θηρία που υπήρχαν μέσα της, δηλαδή τα άλογα πάθη, αλλά υπερέβη όλα τα όρια της ανθρώπινη φύσεως και ημέρωσε ακόμη και τα άγρια θηρία της κτίσεως. Αυτός είναι ο σκοπός και ο πλούτος της ενανθρωπίσεως του Χριστού, που φυλάσσεται μέσα στην Εκκλησία. Με την αποκαλυπτική θεολογία και την εν Χριστώ ζωή ο άνθρωπος μπορεί να μεταμορφωθεί ολοκληρωτικά. Η Εκκλησία τιμά την μνήμη της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας και την Ε' Κυριακή των Νηστειών. |
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα) Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον. Φωτισθεῖσα ἐνθέως Σταυροῦ τὴ χάριτι, τῆς μετανοίας ἐδείχθης φωτοφανῆς λαμπηδών, τῶν παθῶν τὸν σκοτασμὸν λιποῦσα πάνσεμνε, ὅθεν ὡς ἄγγελος Θεοῦ, Ζωσιμᾶ τῷ ἱερῷ, ὠράθης ἐν τὴ ἐρήμω, Μαρία «Ὅσιε Μῆτερ» μεθ' οὐ δυσώπει ὑπὲρ πάντων ἠμῶν. Ἕτερον Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. δ’. Ἐν σοί Μῆτερ ἀκριβῶς διεσώθη τό κατ᾽ εἰκόνα· λαβοῦσα γάρ τόν σταυρόν, ἠκολούθησας τῷ Χριστῷ, καί πράττουσα ἐδίδασκες, ὑπερορᾷν μέν σαρκός, παρέρχεται γάρ· ἐπιμελεῖσθαι δέ ψυχῆς, πράγματος ἀθανάτoυ· διό καί μετά Ἀγγέλων συναγάλλεται, Ὁσία Μαρία τό πνεῦμά σου. Κοντάκιον Ἦχος γ'. Ἡ Παρθένος σήμερον. Ἡ πορνείαις πρότερον, μεμεστωμένη παντοίαις, Χριστοῦ νύμφη σήμερον, τῇ μετανοίᾳ ἐδείχθης, Ἀγγέλων τήν πολιτείαν ἐπιποθοῦσα, δαίμονας, Σταυροῦ τῷ ὄπλῳ καταπατοῦσα, διά τοῦτο βασιλείας, ἐφάνης νύμφη Μαρία πάνσεμνε. |
Όσιος Ευλόγιος ο διά Χριστόν σαλός
Ο Όσιος Ευλόγιος γεννήθηκε στην Γεωργία και έζησε κατά τους χρόνους της βασίλισσας Ταμάρα (1184 - 1213 μ.Χ.). Επειδή αγαπούσε τον Θεό και την μοναχική πολιτεία, έγινε μοναχός. Ο Θεός ευλόγησε την πνευματική του προσπάθεια και τη σαλότητά του και του χάρισε το προορατικό χάρισμα.
Μαζί με τον Όσιος Ιωάννη τον Φιλόσοφο, ακολούθησε την βασίλισσα Ταμάρα στη μάχη εναντίων του σουλτάνου Ρουκν-εντ-Διν στο Μπασιάνη, το έτος 1203 μ.Χ.
Ο Γεωργιανός στρατός, καθοδηγούμενος από τον βασιλέα Δαβίδ Σοσλάν, έφθασε στο μοναστήρι του Μπάρτζια, όπου οι Όσιοι Ευλόγιος και Ιωάννης, μαζί με την βασίλισσα, προσευχήθηκαν για την ΝΊΚΗ των Χριστιανών. Κατόπιν, οι Γεωργιανές δυνάμεις μεταφέρθηκαν στο Μπασιάνι, όπου βρισκόταν ο σουλτάνος με τον στρατό του, που τον αποτελούσαν 400.000 στρατιώτες. Η βασίλισσα, στην συνοδεία της οποίας ήταν και οι Όσιοι, κατέλυσε κοντά στο χωριό Κόζρχε και εκεί σταμάτησε, ενώ η προσευχή της ήταν αδιάλειπτη.
Μία ημέρα, ενώ οι Όσιοι Ευλόγιος και Ιωάννης ήταν μαζί με την βασίλισσα, ο Όσιος Ευλόγιος κοίταξε ψηλά, μετακινήθηκε από την θέση του και βγήκε από την σκηνή φωνάζοντας: «Ιδού η Χάρη του Κυρίου!» και ανηφόρισε προς την κορυφή ενός λόφου. Ο Όσιος Ιωάννης, που είχε παραμείνει με την βασίλισσα, είπε: «Ο σαλός είχε ένα όραμα και νομίζω ότι ήταν καλό». Φέρνοντας εκ των υστέρων στη μνήμη αυτή την ημέρα και ώρα, προκύπτει ότι εκείνη ακριβώς την στιγμή οι Γεωργιανοί πολεμιστές είχαν κατατροπώσει τον στρατό του σουλτάνου, που ήταν δέκα φορές μεγαλύτερος.
Ο Όσιος Ευλόγιος κοιμήθηκε με ειρήνη.
Όσιος Ευθύμιος Σαυζδαλίας
Ο Όσιος Ευθύμιος ο Θαυματουργός γεννήθηκε το έτος 1316 μ.Χ. στην πόλη Νίζνιυ-Νόβγκοροντ της Ρωσίας, μια μικρή πόλη τοποθετημένη στην συμβολή των ποταμών Βόλγα και Όκα, στο πριγκιπάτο της Σουζδαλίας. Ήταν τα χρόνια του ταταρικού ζυγού και των εσωτερικών πολέμων ανάμεσα στους Ρώσους πρίγκιπες. Ο Όσιος από την παιδική του ηλικία εξεδήλωσε την δίψα του για τα γράμματα και την αγάπη του προς τον μοναχικό βίο. Στην παιδική του ηλικία, υπό την καθοδήγηση του εφημέριου του χωριού του, άρχισε να μαθαίνει να διαβάζει και να γράφει, για να είναι σε θέση να διαβάζει τις θείες Γραφές και τα έργα των Αγίων Πατέρων.
Με το πέρασμα του καιρού, στην ψυχή του νεαρού ωρίμασε η απόφαση να αφιερώσει τελείως την ζωή του στον Θεό. Αναζήτησε, λοιπόν, έναν πνευματικό καθοδηγητή που θα μπορούσε να τον οδηγήσει στην οδό της τελειώσεως. Την πνευματική καθοδήγησή του ανέλαβε ο Άγιος Διονύσιος, μοναχός στη μονή των Σπηλαίων του Νιζνέγκοροντ και μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Σουζδαλίας (15 Οκτωβρίου).
Ο τελευταίος πρίγκιπας της Σουζδαλίας, Μπόρις, το έτος 1351 μ.Χ. αποφάσισε να ιδρύσει στην γενέτειρά του ένα μοναστήρι και για τον σκοπό αυτό επιθυμούσε να λάβει την ευλογία του ηγουμένου της μονής της Αναλήψεως, Αγίου Διονυσίου. Αφού έλαβε την ευλογία, ο πρίγκιπας ζήτησε να του αποστείλουν ένα μοναχό για να επιτηρεί την κατασκευή και την οργάνωση του μοναστηριού. Ο πρίγκιπας επέστρεψε στη Σουζδαλία, με την ευλογία και την υπόσχεση του Αγίου Διονυσίου ότι θα τον βοηθήσει.
Στο μεταξύ, ο Άγιος Διονύσιος επέλεξε ανάμεσα από τους μαθητές του όχι μόνο αυτόν που θα έστελνε στη Σουζδαλία, αλλά και άλλους μοναχούς για να τους στείλει σε άλλα μέρη, ώστε να διακονήσουν την Εκκλησία και τον λαό και να διαδοθεί ο μοναχισμός. Αφού κλήθηκε η αδελφότητα, ο Άγιος Διονύσιος διάλεξε δώδεκα μοναχούς από τους πιο δυνατούς στην πίστη και ζηλωτές και τους απέστειλε σε όλες τις βορειοανατολικές περιοχές της Ρωσίας. Ο Όσιος Ευθύμιος, που ήταν την εκείνη την εποχή τριάντα έξι ετών, ανέλαβε την υποχρέωση αν πάει στη Σουζδαλία, στον πρίγκιπα Μπόρις.
Η κατασκευή του ναού ολοκληρώθηκε το έτος 1352 μ.Χ. και ήταν τόσο περίλαμπρος που προκαλούσε τον θαυμασμό όλων. Ο πρίγκιπας Μπόρις διακόσμησε εικονογραφικά το ναό με δικά του έξοδα. Ο ναός εγκαινιάσθηκε επίσημα, αλλά η κατασκευή του ήταν μονάχα η αρχή του καθήκοντος που είχε ανατεθεί στον Όσιο Ευθύμιο. Πράγματι, απέμενε να κατασκευασθούν τα κελιά για τους μοναχούς, η τραπεζαρία, διάφορα άλλα προσκτίσματα, καθώς και τα τείχη που θα ξεχώριζαν τη μονή από τον λοιπό κόσμο. Μέχρι εκείνη την στιγμή ο Ευθύμιος ήταν ένας ΑΠΛΌΣ μοναχός, αλλά τώρα που θα γινόταν ο πνευματικός οδηγός της μονής, χειροτονήθηκε από τον Επίσκοπο πρώτα διάκονος και έπειτα πρεσβύτερος, για να τοποθετηθεί αργότερα αρχιμανδρίτης της μονής.
Ο πρίγκιπας Μπόρις συνεισέφερε με γενναιοδωρία στην κατασκευή της μονής, δωρίζοντας χρυσό και ασήμι για το επιχρύσωμα των τρούλων του ναού και άλλα υλικά. Ο Όσιος φρόντιζε για το ιερό αυτό έργο με την εργασία, την άσκηση, τα δάκρυα και την αδιάλειπτη προσευχή.
Όσο αυστηρός ήταν με τον εαυτό του, ο Όσιος Ευθύμιος, τόσο φιλεύσπλαχνος ήταν προς τους άλλους. Το μοναστήρι του, τοποθετημένο στα περίχωρα μια μεγάλης πόλεως, που ήταν σταυροδρόμι πολλών οδών, ήταν ανοικτό για όλους. Ο ηγούμενος δεν αρνιόταν ποτέ να βοηθήσει όποιον του το ζητούσε. Ο ξένος εύρισκε κοντά του καταφύγιο, ο φτωχός ελεημοσύνη, ο πεινασμένος τροφή. Η ελεημοσύνη και γενναιοδωρία του σε ορισμένους φαινόταν υπερβολική και έτσι αναγκαζόταν να ελεεί στα κρυφά, για να μην διεγείρει παράπονα εκ μέρους της αδελφότητας και την οδηγήσει σε πειρασμούς. Εξαγόρασε τα χρέη αυτών που δεν είχαν τα μέσα να αποπληρώσουν τους οφειλέτες τους και συχνά χάριζε τα χρέη που άλλοι όφειλαν στη μονή. Εξέθετε τους άδικους και διεφθαρμένους δικαστές, προστατεύοντας από καταχρήσεις όλους όσοι είχαν άδικα καταδικασθεί και παρακαλούσε να συμπεριφέρονται στους αληθινούς εγκληματίες με επιείκεια και φιλευσπλαχνία. Κάθε αμαρτωλός που αναζητούσε την σωτηρία, εύρισκε σε αυτόν τον οδηγό της μετάνοιας. Με την προσευχή του θεράπευε ασθενείς και δίωκε τα δαιμόνια.
Όταν ο Όσιος ένιωσε ότι το τέλος του είναι πλέον κοντά, κάλεσε όλους τους μοναχούς και ευλόγησε τον καθένα ξεχωριστά. Τους εμπιστεύθηκε όλους στα χέρια του Θεού. Τους ασπάσθηκε πατρικά και ζήτησε συγγνώμη από όλους. Στην συνέχεια κοινώνησε των Αχράντων Μυστηρίων και παράδωσε την ψυχή του στον Άγιο Θεό. Ο Όσιος Ευθύμιος κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 1404 μ.Χ., σε ηλικία ογδόντα οκτώ ετών. Οι μοναχοί ενταφίασαν το ιερό λείψανό του κάτω από τα τείχη του ναού της Μεταμορφώσεως, στο μνήμα που κατά την κατασκευή του ναού, ο Όσιος είχε κτίσει με τα ίδια του τα χέρια.
Μετά την κοίμησή του, ο Όσιος Ευθύμιος συνέχισε να προστατεύει το μοναστήρι, όπως μαρτυρούν τα πολλά θαύματα που έλαβαν χώρα πλησίον του τάφου του. Στις 4 Ιουλίου 1507 μ.Χ., με την ευκαιρία της ανακατασκευής του ναού, τα ιερά λείψανά του βράθηκαν άφθαρτα.
Άγιος Αβραάμιος ο Νεομάρτυρας εκ Βουλγαρίας
Ο Άγιος Νεομάρτυς Αβραάμιος καταγόταν από την Βουλγαρία και ζούσε στην Ρωσία. Αρχικά ήταν Μουσουλμάνος, αλλά όταν άκουσε το κήρυγμα του Ευαγγελίου ασπάσθηκε την Ορθόδοξη πίστη. Ήταν φιλάνθρωπος και ελεήμων προς τους φτωχούς. Στην πόλη Βολγάρα, στις κατώτερες εκβολές του ποταμού Βόλγα, ο Άγιος Αβραάμιος άρχισε να διδάσκει τους συμπατριώτες του για τον αληθινό Θεό. Τότε τον συνέλαβαν και προσπάθησαν να τον εξαναγκάσουν να αρνηθεί τον Χριστό. Ο Άγιος, όμως, έμεινε σταθερός στην ομολογία της πατρώας ευσέβειας. Έτσι, το έτος 1229 μ.Χ., τεμάχισαν τον Άγιο και έπειτα απέκοψαν την τίμια κεφαλή του. Οι Ρώσοι Χριστιανοί, που ζούσαν στην πόλη, ενταφίασαν το ιερό λείψανο του Αγίου στο χριστιανικό κοιμητήριο.
Η ανακομιδή των ιερών λειψάνων του έγινε στις 6 Μαρτίου του έτους 1230 μ.Χ. από τον μεγάλο πρίγκιπα του Βλαντιμίρ Γεώργιο (τιμάται 4 Φεβρουαρίου), ο οποίος τα εναπέθεσε στον ιερό ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου της μονής Κνυατζινίν.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)
Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...
-
Ο εν παντί καιρώ και πάση ώρα, εν ουρανώ και επί γης προσκυνούμενος και δοξαζόμενος Χριστός ο Θεός, ο μακρόθυμος, ο πολυέλεος, ο πο...
-
ΕΥΧΗ ΕΠΙ ΕΥΛΟΓΙΑ ΠΙΤΑΣ ΑΓΙΟΥ ΦΑΝΟΥΡΙΟΥ Μητροπολίτου Ν.Ιωνίας και Φιλαφελφείας ΤΙΜΟΘΕΟΥ Κύριε Ιησού Χριστέ, ο Ουράνιος Άρτος, ο τη...
-
ΕΙΝΑΙ ΑΤΙΜΙΑ ΣΤΟΝ ΑΝΤΡΑ ΝΑ ΑΦΗΝΕΙ ΤΑ ΜΑΛΛΙΑ ΤΟΥ ΜΑΚΡΙΑ ''ούτε η φύση δεν σας διδάσκει, ότι ο άνδρας μεν αν αφήνει μακρ...
-
Τι είχε προβλέψει ο Πατροκοσμάς; Διαβάστε τι αποκαλύπτουμε μέσα στο βιβλίο μας «Ο Άγνωστος Πατροκοσμάς» για μία επίκαιρη προφητεία το...
-
Ο πρό ηγούμενος, τής ιστορικής Μονής Γηροκομείου Πατρών παπά Χριστόφορος, έτοιμος γιά τό τελευταίο ταξίδι του... ----...
-
Ένα κατατοπιστικό και πλούσιο σε ιστορικά στοιχεία άρθρο, από "παλαιοημερολογίτικη" ιστοσελίδα. Αξίζει να διαβαστεί από όλους ...
-
Μιλώντας γενικά, εντούτοις, υπάρχει μια ευδιάκριτη αδιαφορία για την εκκλησιαστική μουσική στη βυζαντινή λογοτεχνία πριν το 10ο αιώνα. Υ...
-
Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...
-
Ἐκεῖνος, πού ἀγωνίζεται νά ἀποκτήση τελεία ἀγάπη, τόσο πρός τόν Θεό, ὅσο καί πρός τόν πλησίον, αὐτός μπορεῖ καί ὁμολογεῖ τόν Κύριον ἡμῶν Ἰησ...
-
«Δεν υπήρξε βασανιστήριο, σωματικό ή ψυχολογικό, που να μη χρησιμοποιήθηκε σ' εκείνο το μέρος». Μετά την ανάρτηση του α΄ μέρο...