Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 13, 2014

Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΥΨΩΣΙΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΚΑΙ ΖΩΟΠΟΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΟΡΜΠΑΡΑΚΗΣ

 
 
 
«Ο Μέγας Κωνσταντίνος, ο πρώτος μεταξύ των χριστιανών βασιλέων, είχε κάποτε πόλεμο, όπως λένε κάποιοι ιστορικοί, στη Ρώμη κατά του Μαξεντίου, πριν να γίνει αυτοκράτορας. Άλλοι ιστορικοί όμως λένε ότι είχε πόλεμο κατά των Σκυθών, στον Δούναβη ποταμό. Βλέποντας δε το πλήθος των εχθρών να είναι πολλαπλάσιο του δικού του στρατεύματος, διακατεχόταν από απορία και φόβο. Ευρισκόμενος λοιπόν σε μία τέτοια κατάσταση, φάνηκε  στον ουρανό, ενώ ήταν ακόμη ημέρα, ο τύπος του σταυρού με αστέρια, και γραφή γύρω από τον σταυρό, με ρωμαϊκά στοιχεία, κι αυτά τυπωμένα με αστέρια, που έλεγε: «Εν τούτω νίκα». Αμέσως λοιπόν έδωσε εντολή να σχεδιάσουν από χρυσό τον Σταυρό, κατά τον τύπο που του φανερώθηκε, και Αυτόν να βάλουν να προπορεύεται στο στράτευμά του. Επιτίθεται λοιπόν έτσι κατά των εχθρών και νικά, ώστε οι περισσότεροι από αυτούς να φονευτούν, οι δε άλλοι να τραπούν σε φυγή. Από το γεγονός αυτό κατάλαβε τη δύναμη του Εσταυρωμένου Χριστού, τον Οποίον πίστεψε ως αληθινό Θεό, γι’  αυτό και βαπτίστηκε στον όνομά Του. Έπειτα έστειλε τη μητέρα του αγία Ελένη στα Ιεροσόλυμα, για να βρει τον Σταυρό του Χριστού. Αυτή πράγματι Τον βρήκε κρυμμένο, μαζί με τους δύο άλλους σταυρούς, στους οποίους είχαν σταυρωθεί οι ληστές, όπως βρήκε και τα καρφιά του Σταυρού του Χριστού. Στην αρχή όμως, όταν βρήκε τους σταυρούς, απορούσε η βασίλισσα ποιος να ήταν ο Σταυρός του Κυρίου, κάτι που της απεκαλύφθη μ’ ένα θαύμα: τοποθέτησαν μία χήρα γυναίκα που έτυχε να πεθάνει εκεί πάνω στους σταυρούς, και ενώ οι δύο σταυροί των ληστών δεν έκαναν τίποτε, ο Σταυρός του Κυρίου, με το άγγιγμά Του την ανέστησε. Τον τίμιο Σταυρό λοιπόν του Κυρίου προσκύνησε η βασίλισσα, και μαζί της και όλη η Σύγκλητος. Ο λαός όμως ζητούσε και αυτός να προσκυνήσει, αλλά λόγω του πλήθους τούτο ήταν αδύνατο, οπότε ζήτησε τουλάχιστον να Τον δει. Τότε ανέβηκε ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Μακάριος πάνω στον άμβωνα και ύψωσε εκεί τον τίμιο Σταυρό, ο δε πιστός λαός κατανυγμένος άρχισε να κραυγάζει το «Κύριε, ελέησον». Έκτοτε επικράτησε να γίνεται η εορτή της υψώσεως του Σταυρού. Μετά τριακόσια χρόνια, ο αυτοκράτορας Ηράκλειος, αφού πήρε πίσω τον Σταυρό του Κυρίου, που Τον είχαν διαρπάσει οι Πέρσες, όταν κυρίευσαν τα Ιεροσόλυμα, μπήκε με Αυτόν νικηφόρος και θριαμβευτής στην Κωνσταντινούπολη, και ανύψωσε το ζωηφόρο ξύλο για δεύτερη φορά στην αγία Σοφία, ενώπιον του ζητωκραυγάζοντος λαού της Κωνσταντινουπόλεως».
Η παγκόσμια ύψωση του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού προβάλλει κάθε χρόνο ενώπιόν μας το γεγονός εκείνο με το οποίο ο άνθρωπος εισήλθε στη βασιλεία του Θεού: τη σταυρική θυσία του Κυρίου. Διότι  κατά τον υμνογράφο «εν τω Σταυρώ ο Κύριος κτείνας τον ημάς κτείναντα, νεκρωθέντας ανεζώωσε και κατεκάλλυνε, και εις ουρανούς πολιτεύεσθαι ηξίωσεν ως εύσπλαγχνος, δι’ υπερβολήν αγαθότητος» (Πάνω στον Σταυρό ο Κύριος αφού εξολόθρευσε αυτόν που μας είχε εξολοθρεύσει, μας ξαναζωντάνεψε και μας καταομόρφυνε, όπως  και μας αξίωσε ως εύσπλαγχνος, λόγω της υπερβολικής αγαθότητάς Του, να ζούμε και πάλι στους ουρανούς). Μερικές από τις όψεις αυτού του μυστηρίου του σταυρού διά του οποίου και σωθήκαμε θα επισημάνουμε και στη συνέχεια.
1. Ο Σταυρός του Κυρίου: ιστορία και μυστήριο.
Η προσέγγιση λοιπόν της Σταυρικής Θυσίας του Κυρίου δεν είναι εύκολο εγχείρημα. Μολονότι έχει ιστορικές συντεταγμένες – συνέβη εν χρόνω και τόπω: στην Ιουδαία επί Ποντίου Πιλάτου, όπως το ομολογούμε στο Σύμβολο της Πίστεως, «σταυρωθέντα τε υπέρ ημών επί Ποντίου Πιλάτου» - κάτι που κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί, έστω κι αν είναι ο μεγαλύτερος άθεος, όμως υπερβαίνει κατά πολύ αυτό που οι ανθρώπινες αισθήσεις και δυνάμεις μπορούν να επισημάνουν: έναν άνθρωπο που πάσχει με σκληρά βασανιστήρια. Ο Σταυρός αποτελεί μέγιστο μυστήριο, διότι πάνω Του πάσχει ο Θεός που έγινε άνθρωπος, ο ίδιος ο Θεός κατά το ανθρώπινο.
Η πραγματικότητα αυτή δεν είναι εφικτή στα ανθρώπινα. Συνιστά το βάθος που για να το συναντήσει ο άνθρωπος πρέπει να επιστρατεύσει την πίστη του. Μόνον ο πιστός στον Χριστό άνθρωπος μπορεί να «δει», εν μέρει και χαρισματικά πάντα, το τι διαδραματίζεται πίσω από τα φαινόμενα. Κι αυτό που διαδραματίζεται  αποτελεί και το μυστήριο της λύτρωσης του ανθρώπου. Διότι πάνω  στον Σταυρό ο Χριστός, ως Θεός και άνθρωπος που είναι, «αίρει την αμαρτίαν του κόσμου», καταργεί το σώμα της αμαρτίας εν τη σαρκί Αυτού, μας συμφιλιώνει με τον Θεό, μας ανοίγει τη Βασιλεία του Θεού. Ο άνθρωπος πια δεν είναι ξένος και παρεπίδημος στον κόσμο, αλλά οικείος του Θεού και φίλος των αγίων (Πρβλ. Εφεσ.2,19). Τα πάντα ανατρέπονται, δηλ. επανέρχονται στην απαρχής κανονική και φυσική τους κατάσταση: τον Θεό Τον ζούμε ως Πατέρα, τους συνανθρώπους ως αδελφούς, τη φύση ως συνάδελφη, τον εαυτό μας ως ένα με εμάς. Με τον Σταυρό του Κυρίου η ανθρωπότητα θεραπεύτηκε. Το δηλητήριο της αμαρτίας βγήκε. Η Ανάσταση είναι γεγονός για τους ανθρώπους.
Η άρση της αμαρτίας του κόσμου δεν σχετίζεται με την εποχή μόνο του Χριστού. Όταν στον Σταυρό ο Χριστός αίρει την αμαρτία του κόσμου, σημαίνει ότι τούτο κυριολεκτείται: αίρει την αμαρτία του κάθε κόσμου, του προ Αυτού, της εποχής Του, της μετά από Αυτόν. Οι αμαρτίες όλων των ανθρώπων όλων των εποχών σηκώθηκαν πάνω στον Σταυρό και ξεπλύθηκαν. Δεν υπάρχει πια αμαρτία ασυγχώρητη. Όσες αμαρτίες ο καθένας μας έχει κάνει, κάνει ή θα κάνει, ήδη γι’  αυτές έχει πάθει ο Χριστός. Ο καθένας δηλαδή υπήρξε κι ένα αγκάθι στον Χριστό – κι είναι τούτο μέσα στη μυστηριακή διάσταση του Πάθους Του – που σημαίνει ότι και για μας ο Χριστός πληγώθηκε και πόνεσε. Εκείνος που θα επικαλεστεί τις πολλές και μεγάλες του ίσως αμαρτίες για να μένει μακριά από τον Θεό, απλώς βλασφημεί τον Σταυρό του Κυρίου.
2. Ο Σταυρός: φανέρωση της αγάπης του Θεού.
Η αποδοχή του Σταυρού του Κυρίου ως μυστηριακού γεγονότος οδηγεί στην υπέρβαση της παγίδας των «αναλύσεων». Οι «αναλύσεις» σχετικοποιούν το μυστήριο του Σταυρού και το υποβιβάζουν στο επίπεδο της ανθρώπινης λογικής. Στην παγίδα αυτή δυστυχώς έπεσαν στο παρελθόν η Δυτική θεολογία και όσοι από τους ορθοδόξους θεολόγησαν με δυτικά κριτήρια. Δεν ξεχνάμε για παράδειγμα την προσπάθεια του Ανσέλμου Κανταουρίας, που προβληματιζόταν πάνω στο ερώτημα «γιατί έγινε άνθρωπος ο Θεός και γιατί έπαθε». Και η απάντηση που έδινε, αποκάλυπτε τη δικανική – νομική κατανόηση της σωτηρίας του ανθρώπου από τον Θεό: να εξιλεωθεί ο Θεός με το πάθος του Υιού Του.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία απέφυγε τον πειρασμό. Προβληματίστηκε μόνον πάνω στο «έδει παθείν τον Χριστόν» - έπρεπε να πάθει ο Χριστός – που σήμαινε γι’  αυτήν κυρίως δύο πράγματα: 1. Το μέγεθος της αμαρτίας του ανθρώπου∙ τέτοιας που η διδασκαλία μόνη του Χριστού ή και τα θαύματά Του δεν ήταν ικανά προς σωτηρία. Έπρεπε να θυσιαστεί για να αρθεί το χάσμα που η αμαρτία είχε θέσει μεταξύ ανθρώπου και Θεού. 2. Την άπειρη αγάπη του Θεού, που δεν διστάζει να θυσιάσει και τον μονογενή Του Υιό για να σωθεί ο κόσμος. «Ούτω γαρ ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον Υιόν αυτού τον μονογενή έδωκεν, ίνα πας ο πιστεύων εις Αυτόν μη απόληται, αλλ’  έχη ζωήν αιώνιον» (Ιωάν. 3, 16).
Ο προβληματισμός πάνω στην αγάπη του Θεού έθετε για την Ορθόδοξη Εκκλησία και το θέμα της δικαιοσύνης Του. Η δικαιοσύνη του Θεού φανερώθηκε στον Σταυρό ως αγάπη, που σήμαινε κατ’  άνθρωπον αδικία. Και τούτο γιατί ανθρώπινα δεν μπορεί να νοηθεί η καταδίκη του αθώου, του Χριστού δηλαδή που πάσχει υπέρ του αμαρτωλού κόσμου, και η δικαίωση των ενόχων, των ανθρώπων δηλαδή που απαλλάσσονται από την καταδίκη. Η ανθρώπινη δικαιοσύνη απαιτεί το αντίθετο. Την καταδίκη του ενόχου και την απαλλαγή του αθώου. Έτσι με τον Σταυρό ιδίως του Χριστού διαπιστώθηκε ότι η θεία δικαιοσύνη δεν λειτουργεί με τα ανθρώπινα μέτρα. Αν λειτουργούσε έτσι, το ανθρώπινο γένος θα έπρεπε λόγω της αμαρτίας του να αφανιστεί. Ευτυχώς για εμάς μέτρο της δικαιοσύνης του Θεού είναι η άπειρη αγάπη Του.
3. Ο Σταυρός: κλήση προς μετοχή.
Η απορροή τόσων μεγάλων δωρεών για τον άνθρωπο από τον Σταυρό του Χριστού: κατάργηση της αμαρτίας, συμφιλίωση με τον Θεό, επανένταξη στη Βασιλεία του Θεού, είναι γνωστό ότι προϋποθέτει και την αποδοχή του ανθρώπου. Αν ο άνθρωπος δεν πιστέψει στον Χριστό, αν δεν γίνει μέλος του μυστικού σώματός Του, της Εκκλησίας, οι δωρεές αυτές παραμένουν ανενέργητες γι’  αυτόν και κενές περιεχομένου. Διότι προς σωτηρία του ανθρώπου απαιτείται, όπως όλοι γνωρίζουμε, όχι μόνον η χάρη του Θεού, αλλά και η δική του η θέληση. Πώς λοιπόν πιο συγκεκριμένα μετέχει κανείς στον Χριστό, δηλαδή γίνεται μέτοχος των δωρεών της σταυρικής Του θυσίας;
(1) Με το βάπτισμα. Το βάπτισμα αποτελεί συμμετοχή στον θάνατο και την Ανάσταση του Κυρίου. Όταν τριττώς καταδύεται και τριττώς αναδύεται ο άνθρωπος από την κολυμβήθρα, την «κοιλιά» της Εκκλησίας, συμμετέχει στον θάνατο και την Ανάσταση του Χριστού. Με τη συμμετοχή του αυτή καθαρίζεται, «πεθαίνει», από κάθε αναγκαστική ροπή αμαρτίας και βγαίνει νέος και αναστημένος άνθρωπος. Ο Χριστός γεννιέται μέσα του και γίνεται μέλος του σώματός Του. «Πραγματικά, το βάπτισμά μας σημαίνει πως συμμετέχουμε στον θάνατο και στην ταφή του Χριστού. Κι όπως ο Πατέρας Θεός με τη δύναμή Του ανέστησε τον Χριστό από τους νεκρούς, το ίδιο κι εμείς μπορούμε να ζήσουμε μια νέα ζωή. Όπως δηλαδή ενταχτήκαμε οργανικά στο σώμα του Χριστού με μία πράξη που συμβολίζει συμμετοχή στον θάνατό του, έτσι θα συμμετάσχουμε πραγματικά και στην ανάστασή Του» (Ρωμ. 6, 4-5).
(2) Με τη Θεία Κοινωνία. Η μετοχή του ανθρώπου στον Σταυρό δεν σταματά με το βάπτισμα και το συνακόλουθο βεβαίως χρίσμα. Συνεχίζεται διαρκώς με την εν μετανοία μετοχή του πιστού στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Διότι η Θεία Ευχαριστία προσφέρει τη διακράτηση και την αύξηση της χάρης του Θεού, που εισήλθε στο βάθος της ψυχής δια του βαπτίσματος. Έτσι χωρίς το σώμα και το αίμα του Χριστού ο πιστός αδυνατίζει και μαραίνεται πνευματικά, που σημαίνει ότι οι δωρεές του Σταυρού με τη Θεία Ευχαριστία ανανεώνονται και πολλαπλασιάζονται. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος μιλώντας για τη Θεία Ευχαριστία τονίζει τον σταυρικό, και αναστάσιμο ταυτοχρόνως, χαρακτήρα αυτής: «Όταν προσίης τω φρικτώ ποτηρίω, ως απ’ αυτής πίνων της πλευράς, ούτω προσίης», δηλαδή όταν προσέρχεσαι στο φρικτό ποτήριο, να προσέρχεσαι σαν να πίνεις από την ίδια την πλευρά του Σωτήρος.
(3) Με τον αγώνα για πνευματική ζωή. Ο Χριστιανός δεν γίνεται πνευματικός, μέτοχος δηλαδή των δωρεών του Πνεύματος του Θεού, μόνον με τη συμμετοχή του στα μυστήρια. Μία τέτοια θεώρηση θα έδειχνε ότι η σωτηρία είναι αποτέλεσμα αποκλειστικά της χάρης του Θεού, χωρίς την ανθρώπινη συνέργεια. Γίνεται και με τον αγώνα του για τήρηση των εντολών του Χριστού. Η τήρηση των εντολών, κυρίως της πίστεως στον Χριστό και της αγάπης στον συνάνθρωπο, τον καθιστά «ανοιχτό» στη χάρη του Θεού και του δημιουργεί τις συνθήκες ορθής μετοχής του στα μυστήρια. Η τήρηση όμως αυτή δεν είναι εύκολη. Απαιτεί σκληρό αγώνα κατά των παθών και των αμαρτιών, ακόμη δε και κατά του αρχεκάκου διαβόλου, που μας πειράζει μέσω των παθών. Έτσι η πνευματική ζωή αποτελεί κυριολεκτικά «μάτωμα» της ψυχής, δόση αίματος, κατά το «δος αίμα και λάβε Πνεύμα», μ’  ένα λόγο κατανοείται ως συσταύρωση με τον Χριστό. «Ει τις θέλει οπίσω μου έρχεσθαι, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού καθ’  ημέραν και ακολουθείτω μοι» (Λουκ. 9, 23).
Έχει ειπωθεί ανθρωποπαθώς ότι το σχήμα της θύρας της Βασιλείας του Θεού είναι σταυρικό. Κανείς δηλαδή δεν μπορεί να εισέλθει σ’ αυτήν, παρακάμπτοντας τον Σταυρό. Ο Σταυρός, ως συσταύρωση ουσιαστικά, όπως είδαμε, με τον Χριστό, είναι ο κλήρος του χριστιανού. Αυτός είναι η δόξα του, όπως ακριβώς μαρτυρείται από το Ευαγγέλιο για τον ίδιο τον Χριστό. Δι’  Αυτού σωθήκαμε, δι’  Αυτού θεωθήκαμε, με Αυτόν προχωράμε. Τα λόγια που ακούγονται «με τον σταυρό στο χέρι τίποτε δεν πετυχαίνεις», που τα λένε δυστυχώς και χείλη «χριστιανών», είναι λόγια που μόνον ο διάβολος θα μπορούσε να εκστομίσει. Διότι για εκείνον ο Σταυρός συνιστά «το τραύμα» του. Για εμάς όμως πάντοτε ο Σταυρός είναι «ο φύλαξ πάσης της οικουμένης, η ωραιότης της Εκκλησίας, βασιλέων το κραταίωμα και των πιστών το στήριγμα», όπως βεβαίως είναι και «των αγγέλων η δόξα».

ΣΤΗΝ ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ


14. ΤΙΜΙΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ (17)«Σταυρόν χαράξας Μωσής επ’ ευθείας ράβδω, την Ερυθράν διέτεμε»: Από την ημέρα της Μεταμορφώσεως, ακούμε τις όμορφες Καταβασίες  να μας προετοιμάζουν για τη μεγαλύτερη γιορτή του Φθινοπώρου. Έτσι, στις αρχές του, η Εκκλησία μας, με πολλή μεγαλοπρέπεια, γιορτάζει την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού και μας καλεί να τον προσκυνήσομε και να αντλήσουμε από τη δύναμη και την αγιότητά του.
«Ω τρισμακάριον ξύλον»
Όποιος θα επιχειρούσε μια απλή περιδιάβαση σε τούτη τη σπουδαία γιορτή, θα εκπλησσόταν από τον πλούτο των θρύλων, των τοπικών παραδόσεων, καθώς έχει διαποτίσει, εδώ και πάρα πολλούς αιώνες, τη ζωή των χριστιανών, σ’ Ανατολή και Δύση. Αναρίθμητα έθιμα, ιδιαίτερα από τη γεωργική και την ποιμενική ζωή, καθώς και τις εμπειρίες των ναυτικών, διασώζονται μέχρι σήμερα, που  η αλλοτρίωση και η εκκοσμίκευση έχουν εισχωρήσει βαθιά στη ζωή μας, αποκόπτοντας  σε βαθμό ανησυχητικό τις νέες γενιές από τις παραδόσεις και τον πολιτισμό μας.
Όμως, εκείνο που σίγουρα διατηρεί την αξεπέραστη ομορφιά και τον θαυμαστό δυναμισμό του, είναι το όλο λειτουργικό κλίμα των εκκλησιαστικών ακολουθιών, που ανοίγουν το νου, την καρδιά, την ύπαρξη, για ν’ αγκαλιάσει το Θεό, τους ανθρώπους και τον κόσμο, μέσα στην ορθόδοξη χαρμολύπη. Άραγε, από πού πηγάζει αυτή η μυστική γοητεία του Τιμίου Σταυρού; Πώς, με τη θέασή του, γλυκαίνουν τα δάκρυα κι ομορφαίνει η ζωή, για να κυοφορήσει τους καρπούς της;
Από το Συναξάρι της ημέρας πληροφορούμαστε για τα εξής γεγονότα: Πρώτο, το περίφημο όραμα του Μεγάλου Κωνσταντίνου, με το σημείο του Σταυρού στον ουρανό, μέρα μεσημέρι, και τη γνωστή φράση, «Εν τούτω νίκα». Δεύτερο, τη θαυμαστή εύρεση του Τιμίου Ξύλου στα Ιεροσόλυμα από την Αγία Ελένη, την ύψωσή του από τον Πατριάρχη Μακάριο και την προσκύνησή του από το πλήθος των πιστών. Και, τρίτο,  τη δεύτερη ύψωσή του, τριακόσια χρόνια αργότερα, από τον αυτοκράτορα Ηράκλειο, ο οποίος τον απέσπασε από τους Πέρσες, που τον είχαν αρπάξει με τις καταστροφικές επιδρομές τους.
Η εξαιρετική υμνολογία παραπέμπει στις εκπληκτικές προεικονίσεις του Σταυρού στην Παλαιά Διαθήκη. Περισσότερες, όμως, είναι οι αναφορές σε γεγονότα που συνέβησαν με την έξοδο του Ισραηλιτικού λαού από την Αίγυπτο και κατά τη σαραντάχρονη πορεία του προς τη Γη της Επαγγελίας, όπως: η διάβαση της Ερυθράς Θάλασσας, ο γλυκασμός των υδάτων της Μερρά, η κατατρόπωση του στρατού του Αμαλήκ, κ. ά.
Συγχρόνως, οι υμνογράφοι, θεολογώντας με το δικό τους τρόπο, παραπέμπουν στο αρχέγονο δράμα του ανθρωπίνου γένους, καθώς, δια της βρώσεως του «ξύλου», απώλεσε τον Παράδεισο και οδηγήθηκε στο θάνατο, παραπλανημένο από το δόλιο όφη (διάβολο). Τα αντίθετα, όμως, ενεργεί ο Σταυρός του Κυρίου: λειτουργώντας ως «δόλωμα» του εχθρού, με το πάθος του απαθούς, με το αίμα του αθώου, φέρνει τη θεραπεία, τη ζωή, τη σωτηρία. Έτσι, ο Σταυρός δεν θα είχε από μόνος του καμία αξία, αν δεν τον εξαγίαζε με το θάνατό Του ο Χριστός. Μ’ αυτόν ζωοποιεί της ανθρώπους, τους ανυψώνει στους ουρανούς. Και, ενώ οι άγγελοι χαίρονται και πανηγυρίζουν με τη θέα του Σταυρού  και οι πιστοί ευφραίνονται, οι υποχθόνιες δυνάμεις, τα πονηρά πνεύματα, φρίττουν και διαλύονται, μη αντέχοντας τη δύναμή του.
Μια σπουδαία, επίσης, προσέγγιση του μυστηρίου του Σταυρού μάς προσφέρει ο «Οίκος» της Εορτής. Αναφέρεται στον Παύλο, που αξιώθηκε να ανεβεί ως τον «τρίτο ουρανό», και θεωρεί ως μόνο του «καύχημα» το Σταυρό του Κυρίου. Ομοίως κι εμείς, λέει ο συντάκτης, καλούμαστε να μιμηθούμε τον Απόστολο, γιατί το τίμιο ξύλο είναι «σωτήριον, όπλον ειρήνης, αήττητον τρόπαιον».
16
Το μυστήριο του Σταυρού
 Πράγματι, εδώ ανοίγεται μπροστά μας ένας «δρόμος», για να φωτίσουμε τη σκέψη, αλλά και τη ζωή μας, αν σκύψομε με προσοχή στις έξοχες μαρτυρίες του Αποστόλου των εθνών, που βίωσε στο βάθος το μυστήριο του Σταυρού και μας βεβαιώνει ότι «ο Χριστός απέθανεν υπέρ των αμαρτιών ημών, κατά τας Γραφάς» ( Α΄Κορ. 15,3). Βλέπει στο σταυρό τη σοφία του Θεού, που μας απάλλαξε από την «κατάρα του Νόμου». Εξαφάνισε το «χειρόγραφον» των αμαρτιών μας. Έφερε την «καταλλαγή» με  όλα τα πλάσματά Του, την ειρήνη  Ιουδαίων και ειδωλολατρών με την ένωση των «πριν διεστώτων». Είναι, λοιπόν, αμέτρητες οι δωρεές  που έφερε ο Σταυρός στην ανθρωπότητα, ώστε να χαραχτεί βαθιά στις ψυχές, να καθορίσει τη ζωή και να αναγεννήσει και να μεταμορφώσει τη ζωή, όχι μόνο των Αποστόλων, αλλά και των Πατέρων, Ομολογητών, Μαρτύρων,  Οσίων: όλων των Αγίων της Εκκλησίας.
Ξέρομε ότι ο Σταυρός του Κυρίου έχει διαμοιραστεί σ’ όλο τον κόσμο. Τεμάχιά του φυλάσσονται στα Ιεροσόλυμα, στο Άγιο Όρος κι αλλού, και θαυματουργούν-όπως και στο νησί μας. Τα θαύματά του δεν έχουν τελειωμό. Το ξέρομε  από τους βίους των Αγίων, το βλέπομε  στη ζωή μας.  Τελευταία πληροφορούμαστε πως ένας Τούρκος βυζαντινολόγος  υποστηρίζει ότι, εκείνο το τεμάχιο του Τιμίου Σταυρού, που, σύμφωνα με ιστορικές μαρτυρίες, μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη, βρίσκεται εκεί, κρυμμένο από το 1204, λόγω της επιδρομής των κατ’ επίφαση Σταυροφόρων!
Προσκυνούμε το Σταυρό, με πολλή συγκίνηση και βαθύ σεβασμό στο ανεξιχνίαστο μυστήριό του. Ακούγοντας τις ωραιότατες ψαλμωδίες και πλημμυρισμένοι με τις ευωδίες των βασιλικών που τον στολίζουν, η σκέψη μας πηγαίνει  στην ευλογημένη εκείνη ώρα, που τον βρήκε η Αγία Ελένη. Σιγοψάλλουμε τα «Κύριε ελέησον», που, κατά την παράδοση, κραύγαζε ο λαός, όταν  το Τίμιο Ξύλο υψώθηκε στο Ναό της Αναστάσεως, με την αγάπη μας στον Κύριο, που μας υποσχέθηκε να δοξαστούμε μαζί Του στη Βασιλεία των Ουρανών.
Σταυροαναστάσιμη πορεία         
Η εορτή της Υψώσεως του Σταυρού εντυπωσιάζει με τη λαμπρότητά της. Όμως, το νόημα και ο σκοπός της δεν εξαντλούνται στους εξωτερικούς πανηγυρισμούς. Ο σταυρός δεν είναι μόνο σύμβολο. Πάνω απ’ όλα, για τους αληθινούς χριστιανούς είναι δρόμος προς το Γολγοθά. Διαρκής αγώνας εναντίον των παθών. Είναι τρόπος ζωής. Πάλι ο Παύλος μάς θυμίζει ότι «τα στίγματα του Κυρίου» σηκώνει στο σώμα του κι ότι, «οι του Χριστού την σάρκα εσταύρωσαν συν τοις παθήμασι και ταις επιθυμίαις» (Γαλ. Ε΄, 24).
Η «καρδιακή», ή, «προσευχή του Ιησού», καθώς εκπέμπεται  με τους στεναγμούς αμέτρητων υπάρξεων που ξαγρυπνούν και αγωνίζονται στις «ερήμους» των πόλεων και στις «πολιτείες της ερήμου», ως ευωδία πνευματική χιλιάδων ανθέων ανεβαίνει στους ουρανούς, πλησιάζοντας το Βασιλέα των καρδιών, της γης και του Ουρανού. Σε μια εποχή, με αμέτρητους σταυρούς και μαρτύρια αθώων ανθρώπων, οι προσευχές μας πρέπει να πυκνώνουν συνεχώς, για να γλυκάνει τον πόνο τους ο  Χριστός.
Οι «κουρασμένοι» πιστοί, όπως έλεγε κι ο μακαριστός  Αλέξανδρος Σμέμαν, οφείλουν να αναζητήσουν το έσχατο νόημα και το αληθινό περιεχόμενο του Σταυρού, όχι, βέβαια, στο χρυσό, τον άργυρο, τη χλιδή, την καταδυνάστευση και τη λατρεία του παρελθόντος, αλλά, στην πίστη στον πάμπτωχο, ανίσχυρο, ταπεινωμένο, Εσταυρωμένο Κύριο. Η «βασιλική  εξουσία» Του αποκαλύπτεται στο Γολγοθά, καθώς από δω αρχίζει η άπειρη αγάπη του Θεού να φωτίζει τον κόσμο. Κι αυτό το φως, αναστάσιμο και χαροποιό, όσο κι αν σκιάζεται από το σκοτάδι της αμαρτίας, να είμαστε σίγουροι πως, τελικά, θα κυριαρχήσει, ως νίκη του Εσφαγμένου Αρνίου της Αποκαλύψεως, του Αναστημένου και  ερχομένου εν δόξη Ιησού Χριστού.

Σταυρός η σκέπη της Εκκλησίας.-π.Δημητρίου Μπόκου



12ΣΕΠ
ΤΙΜΙΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ
Μιὰ ἐν­τε­λῶς θαυ­μα­στή, ὅ­σο καὶ πα­ρά­δο­ξη ἐμ­φά­νι­ση τοῦ Θε­οῦ ἔ­γι­νε στὸν πα­τριά­ρχη Ἀ­βρα­άμ, ἐ­νῶ αὐ­τὸς κα­θό­ταν στὴ θύ­ρα τῆς σκη­νῆς του, μέ­ρα με­ση­μέ­ρι, στὴ Χε­βρών, κον­τὰ στὴ δρῦ τοῦ Μαμ­βρῆ.
Κα­θὼς σή­κω­σε τὰ μά­τια του, εἶ­δε τρεῖς ἄν­δρες νὰ στέ­κον­ται ἀ­πέ­ναν­τί του. Ἔ­τρε­ξε ἀ­μέ­σως νὰ τοὺς προ­ϋ­παν­τή­σει καὶ τοὺς προ­σκύ­νη­σε ὣς τὴ γῆ.
-  Κύριέ μου­, εἶ­πε, ­ἂν ἔ­χω τὴν εὔ­νοι­ά σου, μὴν προ­σπε­ρά­σεις τὸν δοῦ­λο σου. Ἂς φέ­ρουν λί­γο νε­ρὸ νὰ πλύ­νε­τε τὰ πό­δια σας, καὶ με­τὰ μπο­ρεῖ­τε νὰ δρο­σι­στεῖ­τε κά­τω ἀ­πὸ τὸ δέν­τρο. Θὰ φέ­ρω καὶ λί­γο ψω­μὶ νὰ πά­ρε­τε δύ­να­μη, καὶ με­τὰ μπο­ρεῖ­τε νὰ πη­γαί­νε­τε. Πε­ρά­στε λοι­πὸν ἀ­πὸ τὸν δοῦ­λο σα­ς.
Ἐ­κεῖ­νοι ἀ­πάν­τη­σαν:
-  Κάνε ὅ­πως εἶ­πε­ς.
Τό­τε ὁ Ἀ­βρα­ὰμ ἔ­τρε­ξε στὴ σκη­νὴ καὶ εἶ­πε στὴ Σάρ­ρα:
-  Πάρε γρή­γο­ρα τρεῖς γα­βά­θες ἀ­λεύ­ρι ἐ­κλε­κτό, ζύ­μω­σέ το καὶ κά­νε πίτ­τε­ς.
Με­τὰ ἔ­τρε­ξε στὰ βό­δια, πῆ­ρε ἕ­να μο­σχά­ρι τρυ­φε­ρὸ καὶ κα­λό, τὸ ἔ­δω­σε στὸν ὑ­πη­ρέ­τη κι ἐ­κεῖ­νος τὸ ἑ­τοί­μα­σε γρή­γο­ρα. Πῆ­ρε ἀ­κό­μα βού­τυ­ρο, γά­λα καὶ μαζὶ μὲ τὸ μο­σχά­ρι ποὺ εἶ­χε ἑ­τοι­μά­σει,   τὰ πα­ρέ­θε­σε μπρο­στά τους. Καὶ ἐ­νῶ ἐ­κεῖ­νοι ἔ­τρω­γαν,  αὐ­τὸς τοὺς πα­ρα­στε­κό­ταν κά­τω ἀ­πὸ τὸ δέν­τρο (Γεν. 18, 1-8).
Τὸ πε­ρι­στα­τι­κὸ αὐ­τό, γνω­στὸ καὶ ὡς «Φιλοξενία τοῦ Ἀ­βραά­μ», θε­ω­ρεῖ­ται ὡς φα­νέ­ρω­ση τοῦ Τρι­α­δι­κοῦ Θε­οῦ, Πα­τρός, Υἱ­οῦ καὶ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος, καὶ κα­θι­ε­ρώ­θη­κε στὴν ὀρ­θό­δο­ξη εἰ­κο­νο­γρα­φί­α ὡς ἡ κα­τ’ ἐ­ξο­χὴν εἰ­κό­να τῆς Ἁ­γί­ας Τριά­δος. Εἶ­ναι χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό, ὅ­τι μι­λών­τας γιὰ τοὺς τρεῖς ἄν­δρες ἡ Ἁ­γί­α Γρα­φή, τοὺς προσ­δι­ο­ρί­ζει συ­νε­χῶς μὲ τὸ ὄ­νο­μα «­ὁ Κύ­ρι­ο­ς».
Πέ­ρα ὅ­μως ἀ­πὸ τὸ ὅ­τι τὸ γε­γο­νὸς αὐ­τὸ εἶ­ναι μιὰ φα­νε­ρὴ μαρ­τυ­ρί­α τῆς τρι­α­δι­κό­τη­τας τοῦ Θε­οῦ, ἐ­νυ­πάρ­χει καὶ μιὰ ἀ­κό­μη δι­ά­στα­ση σ’ αὐ­τό. Εἶ­ναι μιὰ προ­τύ­πω­ση, ἕ­νας συμ­βο­λι­σμὸς τοῦ γε­γο­νό­τος τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας: Ἔ­χου­με τὸν Τρι­α­δι­κὸ Θε­ό, τὸν δη­μι­ουρ­γὸ καὶ πα­τέ­ρα, σὲ μιὰ ἀ­ξι­ο­ζή­λευ­τη σκη­νὴ ἀ­λη­θι­νῆς κοι­νω­νί­ας μὲ τὰ ἐ­πὶ γῆς πι­στὰ τέ­κνα Του, τὸν Ἀ­βρα­ὰμ καὶ τὴ Σάρ­ρα. Μιὰ πρότυπη εἰ­κό­να, ἕνα ἀρχέτυπο τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, θρι­αμ­βεύ­ου­σας καὶ στρα­τευ­ο­μέ­νης.
Στὸ ὅ­λο σκη­νι­κὸ κά­τω ἀ­πὸ τὴν δρῦ τὴν Μαμ­βρῆ, ἕ­να δέν­τρο ρω­μα­λέ­ο, γε­μά­το ζω­ὴ καὶ δρο­σιά, ποὺ δὲν μνη­μο­νεύ­ε­ται τυ­χαῖ­α, ἀ­φοῦ ἡ Ἁ­γί­α Γρα­φὴ δὲν μᾶς συ­νη­θί­ζει σὲ ἄ­χρη­στες πλη­ρο­φο­ρί­ες καὶ λε­πτο­μέ­ρει­ες, ἀ­να­φέ­ρε­ται ὁ ἅ­γιος Ἰ­ω­άν­νης ὁ Χρυ­σό­στο­μος λέ­γον­τας: «Ποιὰ εἶ­ναι ἡ σκη­νὴ κά­τω ἀ­πὸ τὴν δρῦ τοῦ Μαμ­βρῆ; Εἶ­ναι ὁ­πωσ­δή­πο­τε ἡ Ἐκ­κλη­σί­α ὑ­πὸ τὴν σκέ­πη τοῦ Σταυ­ροῦ. Καὶ πα­ρο­μοι­ά­ζε­ται ὁ Σταυ­ρὸς μὲ τὴ βε­λα­νι­διά, ἐ­πει­δὴ τὸ ξύ­λο της εἶ­ναι γε­ρὸ καὶ ἀ­λύ­γι­στο».
Καὶ εἶ­ναι ἀ­πό­λυ­τα φυ­σι­κὸς ὁ συμ­βο­λι­σμὸς αὐ­τός, ἀ­φοῦ ὁ Σταυ­ρὸς πε­ρι­γρά­φε­ται παν­τοῦ σὰν ἕ­να ζω­η­φό­ρο φυ­τό, ποὺ φυ­τρώ­νει ἀ­πὸ τὰ ἄ­δυ­τα τῆς γῆς, ὑ­ψώ­νε­ται σὲ ὕ­ψος τε­ρά­στιο, γί­νε­ται σὲ εὗ­ρος καὶ μῆ­κος ἴ­σος μὲ τὸν οὐ­ρα­νὸ καὶ ἁ­γιά­ζει μὲ τὰ τέσ­σα­ρα ἄ­κρα του (τε­τρα­με­ρὴς) τὸν τε­τρα­πέ­ρα­το κό­σμο (=τὰ τέσ­σα­ρα πέ­ρα­τα τοῦ κό­σμου). Ποὺ βλα­στά­νει καὶ ἀ­να­πτύσ­σε­ται στὸ μυ­στι­κὸ πα­ρά­δει­σο (=κῆ­πο) ποὺ λέ­γε­ται Θε­ο­τό­κος. Καὶ μᾶς θυ­μί­ζει τὸ δέν­τρο τῆς ζω­ῆς στὸ μέ­σον τοῦ Πα­ρα­δεί­σου, ἀ­π’ τὸν καρ­πὸ τοῦ ὁ­ποί­ου ἔ­φα­γαν πα­ρά­και­ρα οἱ Πρω­τό­πλα­στοι, ὁ­δη­γών­τας ἔ­τσι τὸ γέ­νος μας στὸν πνευ­μα­τι­κὸ καὶ σω­μα­τι­κὸ θά­να­το. Αὐ­τὸν τὸν θά­να­το κα­ταρ­γεῖ τώ­ρα ὁ Σταυ­ρός, κα­θὼς μᾶς ὁ­δη­γεῖ πρὸς τὸν καρ­πὸ τοῦ ξύ­λου τῆς ζω­ῆς, τὸν Χριστό, ἀ­π’ τὸν ὁ­ποῖ­ο τρώ­γον­τας δὲν ἀ­πο­θνή­σκου­με. Εἶ­ναι ὁ Σταυ­ρός, μα­ζὶ μὲ τὴν Ἀ­νά­στα­ση, ἡ σω­τη­ρί­α ποὺ «πρὸ αἰ­ώ­νων εἰρ­γά­σα­το(=πραγματοποίησε) ἐν μέ­σῳ τῆς γῆς» ὁ Θε­ός. Σκε­πά­ζει τώ­ρα καὶ σώ­ζει ὁ­λό­κλη­ρη τὴν Ἐκ­κλη­σί­α,  ὅ­πως προ­στά­τευ­ε ἡ δρῦς τοῦ Μαμ­βρῆ τὴ σκη­νὴ τοῦ Ἀ­βρα­άμ.
Ἐ­μεῖς; Εἴ­μα­στε ἄ­ρα­γε κά­τω ἀ­πὸ αὐ­τὴν τὴν σκέ­πη τοῦ Σταυ­ροῦ;
(ΛΥΧΝΙΑ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ, ἀρ. φ. 350, Σεπτ. 2012)

Λόγος στήν ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ Ὕψωση τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ (Ἁγίου Ἀνδρέου Ἀρχιεπισκόπου Κρήτης)


ipsositimioustaurou11Ἑορτάζουμε τήν πανήγυρι τοῦ Σταυροῦ, καί ὅλο τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας καταφωτίζεται. Ἑορτάζουμε τήν πανήγυρι τοῦ Σταυροῦ, καί ὅλη ἡ οἰκουμένη φωταγωγεῖται καί γεμίζει μέ ἀκτίνες θεϊκῆς χαρᾶς. Ἑορτάζουμε τήν πανήγυρι τοῦ Σταυροῦ, διά τοῦ ὁποίου τό σκοτάδι (τῆς ἁμαρτίας) διώχθηκε, καί ἦλθε τό φῶς (τῆς ἀρετῆς). Ἑορτάζουμε τήν πανήγυρι τοῦ Σταυροῦ, καί ὑψούμεθα πνευματικά μαζί μέ τόν Σταυρωθέντα Σωτήρα μας, ἀφήνοντας κάτω τή γῆ μέ τήν ἁμαρτία, γιά νά κερδίσουμε τά ἄνω ἀγαθά.

Ὑψώνεται ὁ Σταυρός, καί ὑψώνει μαζί του τήν ἀνθρωπότητα, πού λόγω τῆς ἁμαρτίας της, ἦταν πεσμένη κάτω.
Ὑψώνεται ὁ Σταυρός, καί ταπεινώνει τήν αὐθάδη ἔπαρση τῶν δαιμόνων.
Ὑψώνεται ὁ Σταυρός, καί ἡ ἐναντία δύναμη τοῦ πονηροῦ ὑποχωρεῖ καί ταπεινώνεται.
Ὑψώνεται ὁ Σταυρός, καί συναθροίζεται τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας.
Ὑψώνεται ὁ Σταυρός, καί οἱ πόλεις ἑορτάζουν πανηγυρικά· οἱ δέ λαοί προσφέρουν χαρούμενοι τίς ἀναίμακτες θυσίες στόν Θεό. Διότι καί μόνη ἡ μνήμη τοῦ Σταυροῦ εἶναι ὑπόθεση μεγάλης χαρᾶς, καί ἀποδίωξη τῆς λύπης.

Ἀλλά καί τό νά βλέπει κανείς τόν τύπο τοῦ Σταυροῦ, πόσο μεγάλο πράγμα εἶναι! Διότι ἐκεῖνος πού βλέπει τό Σταυρό, γεμίζει ἀνδρεία καί διώχνει τή δειλία. Τόσο μεγάλο πράγμα εἶναι ὁ Σταυρός! Καί αὐτός πού τόν κάνει κτῆμα του, θά ἔχει ἀποκτήσει ἕνα θησαυρό. Ἴσως νά νομίζετε ὅτι ὀνομάζω θησαυρό τό χρυσό, ἤ τά μαργαριτάρια, τούς βαρύτιμους ἰνδικούς λίθους, γιά τά ὁποῖα χαίρουν οἱ σαρκικοί ἄνθρωποι, ἀσχολούμενοι μέ τά μικρά καί ἀνάξια λόγου πράγματα. Ἐγώ ὅμως ὀνομάζω θησαυρό –καί δίκαια– ἐκεῖνο τό ὡραιότατο καί πολύτιμο πράγμα καί ὄνομα ἐπάνω στό ὁποῖο καί μέ τό ὁποῖο ἐπιτεύχθηκε ὅλη ἡ ὑπόθεση τῆς σωτηρίας μας.

Γιατί τά λέγω αὐτά; Ἐάν δέν ὑπῆρχε Σταυρός, δέν θά συντριβόταν ὁ θάνατος, δέν θά γυμνωνόταν ὁ ἅδης, δέν θά νεκρωνόταν τό πονηρό φίδι, ὁ διάβολος. Γι᾽ αὐτό εἶναι πολύ μεγάλο καί τίμιο πράγμα ὁ Σταυρός. Μεγάλο, διότι πάρα πολλά ἀγαθά καί εὐεργεσίες ἔγιναν δι᾽ αὐτοῦ. Τόσο πολλά, καθόσο καί τά θαύματα καί τά Πάθη τοῦ Χριστοῦ ὑπερνικοῦν κάθε δύναμη λόγου καί ἔκφρασης. Εἶναι τίμιο, ἐπίσης, διότι ὁ Σταυρός σημαίνει θεῖο Πάθος καί τρόπαιο. Πάθος, λόγω τοῦ ὅτι ὁ ἀπαθής Χριστός, ἑκούσια ὑπέστη σταυρικό θάνατο· τρόπαιο δέ, διότι ὁ διάβολος τραυματίσθηκε διά τοῦ Σταυροῦ, καί μαζί του νικήθηκε καί ὁ θάνατος. Συνετρίβησαν ἐπίσης οἱ πύλες τοῦ ἅδη, καί τέλος, ὁ Σταυρός ἔγινε γιά ὅλο τόν κόσμο κοινή σωτηρία.


staurosagionorosὉ Σταυρός εἶναι ἐλπίδα τῶν Χριστιανῶν, σωτήρας τῶν ἀπεγνωσμένων, λιμάνι γι᾽ αὐτούς πού βρίσκονται σέ δύσκολες βιοτικές περιστάσεις, ἰατρός γιά τούς ἀσθενεῖς· ἀπομακρύνει τά πάθη, δίνει τήν ὑγεία, δίνει τή ζωή στούς πνευματικά νεκρούς, καθοδηγεῖ πρός τήν εὐσέβεια, ἀποστομώνει τή βλασφημία.
Ὁ Σταυρός εἶναι σκάλα πού ἀνεβάζει στούς οὐρανούς· ὁδός πού ὁδηγεῖ πρός τήν ἀρετή· εἶναι πρόξενος ζωῆς πνευματικῆς· κατάργηση τοῦ θανάτου, ἀπαλλαγή ἀπό τή φθορά. Ἔχει τή δύναμη νά σβήσει τή φλόγα τῶν παθῶν καί τοῦ αἰώνιου πνευματικοῦ θανάτου· δίνει στήν ψυχή τήν παρρησία πρός τόν Θεό· εἶναι τό κλειδί γιά τή Βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Ὁ Σταυρός εἶναι φύλακας κατά τή νύκτα, πύργος κατά τήν ἡμέρα, χειραγωγός μέσα στό σκοτάδι, χαλινάρι σέ περιπτώσεις ὑπερβολικῆς χαρᾶς, ψυχαγωγός σέ περιστάσεις θλίψεων, συντελεῖ σέ συμφιλίωση· εἶναι παρακλητικός, φιλικός, ὑπερασπιστής· μᾶς προφυλάσσει καί μᾶς βοηθεῖ.
Ὁ Σταυρός εἶναι φύλακας τῶν πόλεων, ἀσφάλεια τῶν σπιτιῶν, σύνδεσμος τῆς φιλίας, ὀχύρωμα κατά τῶν ἐχθρῶν, ἀντίπαλος τῶν πολεμίων, διώκτης τῶν παθῶν, σκόνταμα καί ἐμπόδιο τῶν βαρβάρων, βραβευτής τῆς εἰρήνης, συμφιλίωση τοῦ κόσμου, κατάργηση τῶν ὁρίων, παροχή καί ἐξασφάλιση τῆς ἀγάπης, ὕψος τοῦ οὐρανοῦ, βάθος τῆς γῆς, σύνθεση ὅλης τῆς κτίσης, τοῦ μήκους αὐτῆς πού βλέπουμε, καί τοῦ πλάτους τῆς οἰκουμένης· καί γιά νά πῶ μέ λίγα λόγια, ὁ Σταυρός εἶναι τό κεφάλαιο τῶν Ἀχράντων Παθῶν τοῦ Χριστοῦ, καί ἡ κορυφή τῶν θαυμάτων πού ἔγιναν γιά ἐμᾶς.

Ὑψώνεται λοιπόν ὁ Σταυρός σήμερα, γιά νά δοξασθεῖ ὁ Χριστός. Δέν ὑψώνεται ὁ Χριστός, γιά νά δοξασθεῖ ὁ Σταυρός· ἀλλά ὑψώνεται ὁ Σταυρός, γιά νά δοξασθεῖ ὁ Χριστός. Δοξάζεται δέ ὁ Χριστός, γιά νά ὑψώσει καί μᾶς μαζί μέ τόν ἑαυτό Του.
Ὑψώνεται ὁ Σταυρός, καί μαζί του ὑψώνει καί τό φρόνημα τῶν εὐσεβῶν χριστιανῶν. Δοξάζεται ὁ Χριστός, καί δοξάζει μαζί Του καί αὐτούς πού Τόν δοξάζουν.
Ὑψώνεται ὁ Σταυρός, καί συντρίβει τήν ὑπερηφάνεια τῶν δαιμόνων. Δοξάζεται ὁ Χριστός, καί ντροπιάζει τόν ἀρχέκακο διάβολο.
Ὑψώνεται ὁ Σταυρός, καί ἀνορθώνει ἐκείνους πού καταπίπτουν. Δοξάζεται ὁ Χριστός, καί διαλύει τήν ντροπή ἐκείνων πού ἔπεσαν στήν ἁμαρτία.
Ὑψώνεται ὁ Σταυρός, καί γκρεμίζονται τά εἴδωλα. Δοξάζεται ὁ Χριστός, καί τραυματίζεται ὁ διάβολος.
Ὑψώνεται ὁ Σταυρός, ὄχι μόνο διότι ὑψώθηκε ὁ Χριστός ἐπάνω σ’ αὐτόν, ἀλλά γιατί μέ τή φανέρωσή του, ἔλεγξε τή μωρία καί τήν ὑπερηφάνεια τῶν Ἰουδαίων. Ἀπό ποῦ φανερώθηκε; Ἀπό τά ἔγκατα τῆς γῆς. Πότε φανερώθηκε; Στήν ἐποχή τῶν Βασιλέων πού πίστευσαν στόν Χριστό· ὄχι ὅπως μερικοί ἔπλασαν τάχα μέ τή φαντασία τους, ἐξαπατώντας τούς πολλούς μέ πιθανολογίες, ἀλλά μέ μιά θεία καί ἁπλή δύναμη, μέ μιά ὄντως ἐπινόηση σταθερῆς πίστης· διότι ἐπρόκειτο γιά θεϊκό κειμήλιο. Φανερώθηκε ὁ κοινός αὐτός θησαυρός, αὐτός λέγω ὁ Τίμιος τοῦ Κυρίου Σταυρός, ὁ ὁποῖος σήμερα ὑψώνεται σέ ὅλο τόν κόσμο, μαζί μέ ὅλα ἐκεῖνα πού συνετέλεσαν στήν οἰκονομία τοῦ μακάριου καί σωτήριου γιά τόν κόσμο θείου Πάθους.

Αὐτό λοιπόν ἑορτάζουμε σήμερα· γιά τοῦτο πανηγυρίζουμε· γιά τό ὅτι φανερώθηκε σήμερα τό ἅγιο ἐκεῖνο Ξύλο πού ἀπό παλαιά ἐκρύπτετο· γιά τό ὅτι ὁ κρυμμένος θησαυρός ἔλαμψε σάν ἄλλος χρυσός μέσα ἀπό τά σπλάχνα τῆς γῆς· γιά τό ὅτι ἀποκαλύφθηκε τό μέχρι τώρα θαμμένο ἐπίσημο λάβαρο τῆς χριστιανοσύνης· γιά τό ὅτι ἡ ἀλαζονεία καί ἡ ἔπαρση τῶν δαιμόνων ἠρέμησε μέ τή φανέρωση τοῦ Σταυροῦ· γιά τό ὅτι αὐτό πού ἀπό τή φύση του εἶναι ξίφος κατά τῶν ἐχθρῶν, φανερώθηκε μέσα ἀπό τή γῆ· γιά τό ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἔλαβε πάλι τό στολισμό της.
Αὐτός εἶναι ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου, τό Δεσποτικό «σημεῖο», τό σωτήριο ὅπλο, ἡ βασιλική δύναμη, τό τρόπαιο τῆς νίκης, τό σημεῖο διαχωρισμοῦ ἀλλά καί τῆς ἑνώσεως τῶν οὐρανίων καί τῶν ἐπιγείων, ἡ νομοθεσία τῶν πιστῶν, ἡ κορυφή καί ὁ ἐπίλογος τῶν Ἀποστόλων, τό τηλεσκόπιο τῶν Προφητῶν, τό στεφάνι τῶν Μαρτύρων, ὁ ἀρραβώνας τῶν προσκυνούντων τόν Χριστό.
Ἀπό τότε πού ἔχουμε τό Σταυρό, ὁ Χριστός προσκυνεῖται· ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ γνωρίσθηκε καί πιστεύθηκε· ἡ Ἰουδαϊκή θρησκεία καταργήθηκε· ἡ εἰδωλολατρία ἔσβησε· ἡ χριστιανική πίστη καί ζωή ἀνέτειλε καί ἐπικράτησε· γευθήκαμε τήν ἀναίμακτη λατρεία. Καί γιατί νά λέγω πολλά; Ἀπό τότε πού ἔχουμε τό Σταυρό, οἱ ἄνθρωποι συμπολιτεύονται μέ τούς Ἀγγέλους, καί αὐτός ὁ οὐρανός εἶναι πλέον προσιτός γιά τούς ἐπιγείους· ὁ δέ Θεός, διά τῆς θείας Χάριτος καί ἐνεργείας του, γίνεται πλέον μεθεκτός ἀπό τούς ἀνθρώπους.
Πράγματι ὁ Σταυρός εἶναι κάτι πολύ μεγάλο, καί σέ πολλά μέρη τῆς Ἁγίας Γραφῆς μαρτυρεῖται ἤ προτυποῦται, καί πολλά θαύματα γίνονται καθημερινῶς μέ τή δύναμή του. Πρέπει νά προσκυνοῦμε λοιπόν τό Σταυρό, διότι δι’ αὐτοῦ γνωρίσαμε τόν Κύριο. Πρέπει νά προσκυνεῖται ὁ Σταυρός, διότι δι’ αὐτοῦ δοξάζουμε τόν Χριστό. Προσκυνοῦμε τό Σταυρό, διότι δι’ αὐτοῦ λάβαμε τήν εὐλογία, καί ἐλευθερωθήκαμε ἀπό τήν κατάρα. Προσκυνοῦμε τό Σταυρό, διότι δι’ αὐτοῦ ἀποβάλαμε τήν πικρή γεύση τοῦ «ξύλου τῆς παρακοῆς», καί γευθήκαμε τή γλυκύτητα τῆς σωτηρίας.
Εὐλογημένο εἶναι τό Ξύλο ἀπό τό ὁποῖο κατασκευάσθηκε ἡ νοητή κιβωτός τῆς Ἐκκλησίας, καί ἡ ὁποία ἔχει τή δύναμη νά διασώζει τόν κόσμο ἀπό τόν κατακλυσμό τῆς ἁμαρτίας. Ὑψῶστε, λοιπόν, σήμερα μαζί μου τή φωνή, καί ἄς ἀπευθύνουμε μαζί μέ τήν Ἁγία Γραφή τά λόγια της πρός τό θησαυρό τοῦ Σταυροῦ. Καί θησαυρό τοῦ Σταυροῦ, ὀνομάζω τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ, τόν Χριστό, πρός τόν Ὁποῖον πρέπει νά ἀπευθύνουμε τά λόγια μας λέγοντες: «Πάντα τά ἔθνη, ὅσα ἐποίησας, ἥξουσι καί προσκυνήσουσιν ἐνώπιόν σου, Κύριε, καί δοξάσουσι τό ὄνομα σου, ὅτι μέγας εἶ Σύ καί ποιῶν θαυμάσια, Σύ εἶ  Θεός μόνος» (Ψαλμ. 85,9-10). Σ’ Αὐτόν ἀνήκει ἡ δόξα στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

[Ἁγίου Ἀνδρέου τοῦ Ἱεροσολυμίτου (Ἀρχιεπισκόπου Κρήτης), Λόγος Ι΄, εἰς τήν παγκόσμιον Ὕψωσιν τοῦ τιμίου καί ζωοποιοῦ Σταυροῦ, PG 97, 1017-36. Ἀπόσπασμα στή νεοελληνική].

Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ

(Σύντομο θεολογικό σχόλιο)
Η μεγάλη εορτή της Παγκοσμίου Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού είναι ένας ακόμα σημαντικός εορτολογικός σταθμός της Εκκλησίας μας. Οι πιστοί την ημέρα αυτή καλούνται να τιμήσουν και να προσκυνήσουν τον Τίμιο Σταυρό του Κυρίου ώστε να αντλήσουν δύναμη και χάρη από αυτόν. Η μεγάλη αυτή Δεσποτική εορτή δίνει επίσης την ευκαιρία σε όλους μας να σκεφτούμε ορισμένες βασικές αρχές και αλήθειες της πίστης μας, οι οποίες είναι συνυφασμένες με τη θεολογία του Σταυρού.
Η Ορθόδοξος Καθολική Εκκλησίας μας, η οποία διασώζει μόνη Αυτή ανόθευτη την βιβλική και πατερική διδασκαλία, αποδίδει την προσήκουσα τιμή στο Σταυρό του Χριστού, ως το κατ’ εξοχήν όργανο και σύμβολο της απολυτρώσεως του ανθρωπίνου γένους. Σε αντίθεση με την ποικίλη ετεροδοξία, η οποία, είτε αδιαφορεί να αποδώσει τιμή στο Σταυρό (Προτεσταντισμός), είτε πολεμά ευθέως Αυτόν, ως ειδωλολατρικό σύμβολο (Mάρτυρες του Ιεχωβά). Η Εκκλησία μας θέσπισε πολλές φορές προσκύνησης και τιμής του Σταυρού καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, με αποκορύφωμα τη μεγάλη εορτή της Παγκοσμίου Υψώσεως, στις 14 Σεπτεμβρίου.
Ο Σταυρός του Κυρίου αποτελεί για τη χριστιανική πίστη κορυφαίο σύμβολο θυσίας και αγιασμού, διότι η σημασία του είναι πραγματικά τεράστια. Ο Σταυρός μαζί με την Ανάσταση λειτουργούν ως δυο βασικοί άξονες πάνω στους οποίους κινείται η ζωή των πιστών χριστιανών. Η Ανάσταση έπεται του Σταυρού και προϋποθέτει το Σταυρό και ο Σταυρός προμηνύει την Ανάσταση. Χωρίς Σταυρό δεν γίνεται Ανάσταση. Πάνω σε αυτές τις αρχές στηρίζεται η θεολογία του Σταυρού και η σπουδαία σημασία του για τη ζωή της Εκκλησίας.
Ο μέγας απόστολος των Εθνών Παύλος, ο κατ’ εξοχήν θεολόγος του Σταυρού, τονίζει συχνά στις θεόπνευστες επιστολές του ότι ο Σταυρός του Χριστού είναι γι’ αυτόν και για την Εκκλησία καύχηση. «εμοί δε μη γένοιτο καυχάσθαι ει μη εν τω σταυρώ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού» (Γαλ.6:13), διότι « ο λόγος γαρ ο του σταυρού τοις μεν απολλυμένοις μωρία εστί τοις δε σωζομένοις ημίν δύναμις Θεού εστι,»(Α΄Κορ. 1:17»,επιεδή ο Ιησούς Χριστός «εγενήθη εν σοφία από Θεού, δικαιοσύνη τε και αγιασμός και απολύτρωσις» (1 Κορ.1:30) ως ο «Εσταυρωμένος» (1 Κορ.1:23). Ο Κύριος της δόξης «υπό χειρών ανόμων» καρφώθηκε επάνω στο ξύλο του Σταυρού, για να υποστεί το επώδυνο μαρτύριο της σταυρώσεως και να πεθάνει ως έσχιστος κακούργος. Αλλά όμως η ανθρώπινη αυτή κακουργία, εξ αιτίας της άμετρης θείας αγάπης, λειτούργησε ευεργετικά για το θεοκτόνο ανθρώπινο γένος, «συνίστησι δε την εαυτού αγάπην εις ημάς ο Θεός, ότι αμαρτωλών όντων ημών Χριστός υπέρ ημών απέθανε. Πολλώ ουν μάλλον δικαιοθέντες νυν εν τω αίματι αυτού σωθησόμεθα δι’ αυτού από της οργής. Ει γαρ εχθροί όντες κατηλλάγημεν τω Θεώ διά του θανάτου του υιού αυτού, πολλώ μάλλον καταλλαγέντες σωθησόμεθα εν τη ζωή αυτού» (Ρωμ.5:8-10).
Ο Σταυρός πριν τη μεγάλη σταυρική θυσία του Χριστού ήταν έχθιστο φονικό όργανο εκτέλεσης κακούργων. Όποιος πέθαινε δια της σταυρώσεως χαρακτηρίζονταν «επικατάρατος» (Γαλ.3:1). Αφότου όμως ο σαρκωμένος Θεός πέθανε ως κακούργος πάνω στο εγκάρσιο ξύλο, αυτό κατέστη πηγή απολυτρώσεως. Από μέσο θανατώσεως μεταβλήθηκε σε ακένωτη πηγή ζωής, από αποκρουστικό και απαίσιο όργανο των δημίων έγινε φωτεινό σύμβολο και δίαυλος ευλογιών, από ξύλο πόνου και ωδίνων κατέστη καταφύγιο ανάπαυσης και χαράς.
Η παράδοξη αυτή και μεγάλη αλλαγή συντελέσθηκε επειδή η άμετρη θεία αγάπη και ευσπλαχνία δε λειτούργησε εκδικητικά προς την ανθρώπινη αγνωμοσύνη και κακουργία. Μέσα στην απύθμενη θεία φιλανθρωπία δεν υπάρχει «χώρος» για μίσος, θυμό και εκδίκηση. Ο Θεός, ως η απόλυτη αγάπη (Α΄ Ιωάν.4:8,) αντί εκδίκησης ανταπέδωσε στον άνθρωπο ευσπλαχνία και του δώρισε τη λύτρωση από τα πικρά δεσμά της αμαρτίας και του κακού και του χάρισε την αιώνια ζωή. Χάρη λοιπόν στην άμετρη αγάπη του Θεού, το φρικτό φονικό όργανο των ανθρώπων μετεβλήθη σε πηγή αγιασμού και απολυτρώσεως. Σύμφωνα με την υψηλή θεολογία του ουρανοβάμωνος Παύλου ο Σταυρός του Χριστού από ατιμωτικό και φρικτό φονικό όργανο θανατώσεως των κακούργων ανθρώπων, μετεβλήθη, μετά το σταυρικό θάνατο του Κυρίου, σύμβολο σωτηρίας, μέσο συμφιλίωσης με το Θεό και πηγή αγιασμού. Η ανθρώπινη κακία έδωσε στο Θεό πόνο και θάνατο δια του ξύλου του Σταυρού, η θεία ανεξικακία και άκρα φιλανθρωπία, έδωσε, αντίθετα, στο δήμιό Του αγάπη και λύτρωση! Η δύναμη λοιπόν του Σταυρού έγκειται στην ακένωτη αγάπη του Θεού, η οποία διοχετεύεται πλέον στην ανθρωπότητα και σε ολόκληρη τη δημιουργία μέσω του Σταυρού.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας έχοντας υπόψη τους αυτή τη μεγάλη αλήθεια διατύπωσαν την περίφημη θεολογία του Σταυρού. Το ιερότατο αυτό σύμβολο είναι πια συνυφασμένο με τον Κύριο Ιησού Χριστό. Από Εκείνον αντλεί την ανίκητη δύναμή του, τον αγιασμό και τη χάρη. Γι’ αυτό και δεν είναι ειδωλολατρία να προσκυνείται από τους πιστούς, διότι προσκύνηση του Τιμίου Σταυρού, σημαίνει προσκύνηση του ιδίου του Χριστού, του Οποίου είναι το σημείο και η ενθύμηση της απολυτρωτικής Του θυσίας.
Ο Σταυρός του Χριστού αποτελεί πλέον την ενοποιό δύναμη της ανθρωπότητας. Αν το ξύλο της γνώσεως του καλού και του κακού στην Εδέμ (Γεν. γ΄ κεφ.) έγινε πρόξενος κακού και έχθρας του ανθρωπίνου γένους, το ξύλο του Σταυρού έγινε σημείο επανένωσης των ανθρώπων στο Σώμα Του Κυρίου Ιησού Χριστού. Τα δύο εγκάρσια ξύλα, που συνθέτουν το σύμβολο του Σταυρού, συμβολίζουν την ένωση των ανθρώπων με το Θεό (κάθετο ξύλο) και την ένωση των ανθρώπων μεταξύ τους (εγκάρσιο ξύλο). Φυσικά η ένωση των ανθρώπων περνά αναγκαστικά από τη σχέση τους με το Θεό. Το εγκάρσιο ξύλο παριστά, επίσης, τα δύο χέρια του Εσταυρωμένου Λυτρωτή μας, τα οποία είναι ανοιγμένα για να αγκαλιάσουν ολόκληρη την ανθρωπότητα. Μέσα σε αυτή τη θεώρηση η νέα εν Χριστώ ανθρώπινη κοινωνία έχει διαφορετική υφή από τις προχριστιανικές και εξωχριστιανικές κοινωνίες. Η ενοποιός δύναμη του Σταυρού του Χριστού αδελφοποιεί τους ανθρώπους, δημιουργώντας την κοινωνία της αγάπης, της αδελφοσύνης, της δικαιοσύνης και της ειρήνης.
Το σύμβολο του Τιμίου Σταυρού είναι ακόμα η φοβερή δύναμη κατά των αντίθεων δυνάμεων. Μέχρι το σταυρικό θάνατο του Χριστού, ως όργανο του κακού, χρησιμοποιούνταν για την καταστροφή και το θάνατο. Αφότου ο Θεός καταδέχτηκε να καρφωθεί και να πεθάνει πάνω σ’ αυτόν μεταβλήθηκε σε όπλο εναντίων εκείνων που το χρησιμοποιούσαν. Η Εκκλησία μας ψάλλει θριαμβευτικά: «Κύριε όπλον κατά του διαβόλου τον σταυρόν Σου ημίν δέδωκας, φρύττει γαρ και τρέμει μη φέρων καθοράν αυτού την δύναμιν, ότι νεκρούς ανιστά και θάνατον κατήργησεν». Το σύμβολο του Τιμίου Σταυρού είναι το θαυμαστό φυλακτήριο των πιστών. Δεν υπάρχει αγιαστική πράξη της Εκκλησίας μας που να μην σταυρώνονται οι πιστοί, δεν υπάρχει στιγμή προσευχής που να μην ποιούμε το σημείο του Σταυρού, δεν υπάρχει δύσκολη στιγμή που να μην αγιάζουμε το σώμα μας με το σημείο του Σταυρού για να θωρακιζόμαστε έτσι κατά των δυνάμεων του κακού. Ο Τίμιος Σταυρός αντικατέστησε όλα τα δεισιδαίμονα και αναποτελεσματικά φυλακτήρια του παρελθόντος. Οι πιστοί πλέον φέρουν με καμάρι Αυτόν ως πολύτιμο και αποτελεσματικό φυλακτήριο κατά του κακού, αλλά και ως ομολογία της πίστης τους στην μεγάλη απολυτρωτική θυσία του Χριστού.
Πρέπει να επισημάνουμε εδώ την φανερή αποστροφή, ακόμα και την έχθρα προς τον Σταυρό του Χριστού, πολλών αιρετικών χριστιανικών ομάδων. Στο σύνολό του, λοιπόν, ο προτεσταντικός κόσμος δεν αποδίδει καμιά τιμή στο Σταυρό. Είναι γνωστό πως οι προτεστάντες δεν κάνουν το σημείο του Σταυρού και χρησιμοποιούν αυτόν μόνο ως διακοσμητικό στοιχείο!. Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά μάλιστα, χειρότερα από αυτούς μάχονται με λύσσα το σημείο του Σταυρού. Δεν προφέρουν καν το όνομα Σταυρός και αντ’ αυτού τον ονομάζουν …πάσαλο. Στην Καινή Διαθήκη έχουν αντικαταστήσει την ονομασία του Σταυρού με …ξύλο! Και μόνο γι’ αυτό θα μπορούσε κάποιος να χαρακτηρίσει την οργάνωση αυτή σαφώς σατανική.
Η κατάσταση της κατάνυξης και της χαρμολύπης που δημιουργεί στην ψυχή μας η παρουσία και θέα του Τιμίου Σταυρού μας κάνει να υπομένουμε με καρτερία και υπομονή τα προβλήματα της ζωής, δηλαδή να υπομένουμε τον προσωπικό μας σταυρό (Ματθ.16:24), ελπίζοντας εξάπαντος στην επερχόμενη ανάσταση, μεταφορικά και κυριολεκτικά. Αυτή η ακράδαντη πίστη μας δίνει δύναμη και μας κάνει να αντιμετωπίζουμε τη ζωή με αισιοδοξία, σε αντίθεση με την παποπροτεστατική Δύση, η οποία ζητά εναγωνίως την ευδαιμονία χωρίς τη θυσία, δηλαδή ζητά την ανάσταση χωρίς το σταυρό. Γι’ αυτό και δεν μπορεί να τη συναντήσει πουθενά. Η ελληνορθόδοξη παράδοσή μας έχει ως βάση την παύλειο αρχή «ει δε απεθάνομεν συν Χριστώ, πιστεύομεν ότι και συζήσομεν αυτώ, ειδότες ότι Χριστός εγερθείς εκ νεκρών ουκέτι αποθνήσκει, θάνατος αυτού ουκέτι κυριεύει»(Ρωμ.6:8-9). Αυτό μας κάνει να ξεχωρίζουμε από την αιρετική Δύση, η οποία όζει από απαισιοδοξία, εξαιτίας του πνευματικού της θανάτου, μη έχοντας ελπίδα αναστάσεως, διότι δεν πιστεύει στη δύναμη του Σταυρού του Χριστού και δεν έχει την ταπεινή διάθεση να συσταυρωθεί μαζί Του, για να μπορέσει έτσι να συναναστηθεί με Αυτόν. Για να μπορεί όμως ο άνθρωπος να λάβει τον θείο αγιασμό μέσω του Σταυρού είναι απαραίτητο να πιστέψει στο Λυτρωτή Χριστό και στην σταυρική απολυτρωτική Του Θυσία. Επίσης πρέπει να σταυρώσει και αυτός τον εαυτό του όπως και ο Χριστός, να συσταυρωθεί μαζί Του, όχι βέβαια κυριολεκτικά όπως κάνουν κάποιοι παπικοί, που κάθε χρόνο τη Μ. Παρασκευή σταυρώνονται σε ξύλο σταυρού, αλλά πρέπει να σταυρώσει ο άνθρωπος όχι το σαρκίο του, αλλά τον αμαρτωλό και κακό εαυτό του, «ταις του βίου ηδοναίς», όπως προτρέπει ο ιερός υμνογράφος της Μ. Εβδομάδος. «ίνα και συζήσωμεν αυτώ (τω Χριστώ)».
Η μεγάλη εορτή της Παγκοσμίου Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού είναι μια ακόμα ευκαιρία για όλους μας να σκεφτούμε τις άπειρες δωρεές του Θεού στη ζωή μας. Να στρέψουμε το βλέμμα μας στο εκθαμβωτικό φως του Σταυρού προκειμένου να διαλύσουμε το σκοτεινό έρεβος των αμαρτιών της ψυχής μας. Δεν έχουμε πολλές επιλογές, ή αποδεχόμαστε τη λυτρωτική δύναμη του Σταυρού του Χριστού και σωζόμαστε, ή παραμένουμε δούλοι της αμαρτίας και φορείς του κακού και χανόμαστε. Η κλήση προς τη λύτρωση είναι πάντα ανοιχτή, φτάνει να πάρουμε τη μεγάλη απόφαση και να την αποδεχτούμε. Ο Κύριος μας περιμένει. 

Γιατί νηστεύουμε την ημέρα του Σταυρού;

Μετά το πέρας της Α’ Οικουμενικής Συνόδου (318 μ.Χ.), ο Άγιος Κωνσταντίνος ανέθεσε στον Επίσκοπο Ιεροσολύμων Μακάριο να ερευνήσει εντατικά για να βρει τον Τάφο και τον Τίμιο Σταυρό του Κυρίου, διότι έπειτα από τόσα χρόνια οι Χριστιανοί δεν γνώριζαν τίποτα για το πού μπορεί να βρίσκονται. Του έστειλε μάλιστα και αρκετά χρήματα για την Έρευνα. Μετά από λίγο καιρό όμως η Αγία Ελένη είδε Όραμα εκ Θεού, με το Οποίο την Πρόσταζε να πάει αυτοπροσώπως στους Αγίους Τόπους για να βρει τον Τίμιο Σταυρό. Αφού πήρε την συγκατάθεση του υιού της, αναχώρησε με μεγάλη συνοδεία.
Όταν έφτασε εκεί η Αγία, άρχισε αμέσως να ερευνά για να βρει τον Πανάγιο Τάφο και τον Ζωοποιό Σταυρό. Έπειτα από πολλές προσπάθειες και προσευχές της Αγίας, του Επισκόπου Μακαρίου, των Αρχιερέων και του λαού, ο Θεός αποκάλυψε ότι ο Πανάγιος Τάφος και ο Τίμιος Σταυρός βρίσκονται κάτω από τον ειδωλολατρικό ναό της Αφροδίτης, εκεί όπου είναι και ο Τόπος ο λεγόμενος Γολγοθάς. Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι στο Άγιο Αυτό Σημείο, έπειτα από τον Καιρό Εκείνο της Σταυρώσεως, είχε βλαστήσει ένα αρωματικό φυτό το οποίο αργότερα ονομάστηκε «Βασιλικός», αφού όπως αποδείχθηκε κάτω από τον Τόπο που αναβλάστανε, υπήρχε Θαμμένος ο Τίμιος Σταυρός του «Βασιλέως των βασιλέων». Κατά καιρούς μάλιστα οι ειδωλολάτρες (οι οποίοι είχαν εκεί το ναό και το άγαλμα της Αφροδίτης) κατέστρεφαν τον Βασιλικό, αλλά εκείνος όμως Θαυματουργικώς βλάστανε και πάλι!
Τότε η Αγία Ελένη συγκεντρώνοντας πλήθος τεχνιτών και εργατών, διέταξε να γκρεμίσουν εκ θεμελίων τον ακάθαρτο ναό και να ρίξουν το χώμα μακριά. Σκάβοντας εκεί βρήκαν τρεις σταυρούς, ενώ σχετικά κοντά σε αυτούς ανακάλυψαν και τον Πανάγιο Τάφο του Κυρίου. Όταν δε έσκαψαν παρακάτω βρήκαν και τα Καρφιά με τα οποία Καρφώθηκε ο Κύριος, τα οποία άστραπταν και έλαμπαν, σε αντίθεση με τα καρφιά των ληστών που ήταν μαύρα και σκουριασμένα. Η Αγία Ελένη αν και χάρηκε που ο Θεός Εισάκουσε τις προσευχές τους, από την άλλη ήταν λυπημένη διότι δεν γνώριζε ποιος τελικά ήταν ο Σταυρός του Κυρίου. Ο Επίσκοπος Μακάριος όμως την καθησύχαζε, λέγοντας ότι ο Θεός θα φανερώσει τελικά τον Τίμιο Σταυρό.
Και πράγματι το Θαύμα δεν άργησε να γίνει. Μία νεκρή γυναίκα χήρα, η οποία ήταν πολύ ευσεβής, αποτέλεσε τη λύση του μυστηρίου. Κατόπιν Θείας Υποδείξεως, ακούμπησαν επάνω της έναν-έναν και τους τρεις σταυρούς. Με τους πρώτους δύο δεν υπήρξε καμία μεταβολή. Μόλις όμως άγγιξε ο τρίτος το σώμα της, εκείνη αμέσως αναστήθηκε, σηκώθηκε επάνω και δόξαζε τον Θεό! Μετά από αυτό το Θαύμα, οι Χριστιανοί ήθελαν να δουν από κοντά και να προσκυνήσουν τον Σταυρό του Κυρίου μας, κάτι που λόγω της ύπαρξης μεγάλου πλήθους ήταν εντελώς αδύνατο. Για τον λόγο αυτό ο Επίσκοπος Μακάριος, Ύψωσε το 326 μ.Χ. τον Τίμιο Σταυρό στο Ιερό Σημείο του Γολγοθά, έτσι ώστε να μπορούν να τον βλέπουν και να τον προσκυνούν οι Χριστιανοί από οποιοδήποτε σημείο. Να αναφέρουμε εδώ ότι το μήκος του Σταυρού του Κυρίου μας κάθετα, ήταν 4,50 μέτρα περίπου, ενώ οριζόντια το πλάτος του ήταν 2,40 μέτρα περίπου. Κατά δε τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, το πάχος του ορθού και του πλαγίου Ξύλου του Σταυρού, ήταν μία σπιθαμή (δηλαδή 18 εκατοστά περίπου).
Τριακόσια χρόνια περίπου μετά από αυτό το Γεγονός, το 614 μ.Χ., οι Πέρσες λεηλάτησαν την Παλαιστίνη και απήγαγαν τον Τίμιο Σταυρό. Εκείνος όμως μάλλον τους κατέκτησε, διότι Φώτισε τις ψυχές τους και τους οδήγησε στην κατάργηση της «λατρείας του πυρός». Το 628 μ.Χ. όμως, ο βασιλιάς Ηράκλειος ξεκίνησε εκστρατεία από την Κωνσταντινούπολη εναντίον των Περσών, για να επαναφέρει στους Χριστιανούς το Ζωηφόρο Ξύλο. Και αφού ανεδείχθη νικητής, επανήλθε θριαμβευτής στην Πόλη όπου και Ύψωσε (για δεύτερη φορά μετά το 326 μ.Χ.) τον Τίμιο Σταυρό στη Μεγάλη Εκκλησία, ενώπιον του επευφημούντος λαού της Κωνσταντινουπόλεως.
Για την Ανάμνηση λοιπόν της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού νηστεύουμε στις 14 Σεπτεμβρίου, επειδή ο Σταυρός είναι Ανάμνηση του Πάθους του Χριστού. Διότι όπως ο κάθε άνθρωπος που κάνει την ανακομιδή (εκταφή) των λειψάνων ενός συγγενή του (για παράδειγμα του πατέρα του, της μητέρας του και άλλων), λυπάται ενθυμούμενος το πρόσωπο αυτό, έτσι και εμείς οι Χριστιανοί βλέποντες τον Σταυρό και αναλογιζόμενοι ότι ο Χριστός Σταυρώθηκε για εμάς τους αμαρτωλούς και ως Άνθρωπος Έπαθε, ταπεινωνόμαστε και δείχνουμε Συντριβή καρδιάς νηστεύοντες. Οι μεν Άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας μας, επισημαίνουν ότι «η Εορτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού είναι Ισότιμη με την Μεγάλη Παρασκευή», αφού και τις δύο αυτές Ημέρες τιμούμε εξίσου τα Πάθη και την Σταύρωση του Κυρίου.
Η Νηστεία κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, «δεν γίνεται για το Πάσχα, ούτε για τον Σταυρό, αλλά για τις αμαρτίες μας….επειδή το Πάσχα δεν είναι υπόθεση Νηστείας και πένθους, αλλά ευφροσύνης και χαράς. Για τον λόγο αυτό δεν πρέπει να λέμε ότι πενθούμε για τον Σταυρό. Ούτε για εκείνον πενθούμε. Αλλά για τα δικά μας αμαρτήματα». Επίσης νηστεύουμε για να μιμηθούμε τον Κύριο, ο Οποίος ενήστευσε για σαράντα ημερόνυχτα επάνω στο Σαραντάριον Όρος.
Τώρα «Γιατί σε καιρό νηστείας νηστεύουμε το λάδι και τα ψάρια και τρώμε ελιές και αυγοτάραχο;»
Η παλιά και αληθινή νηστεία συνίσταται στην πλήρη αποχή τροφής ή στην ξηροφαγία. Επειδή όμως αυτή δεν είναι δυνατόν να τηρηθεί στις μεγάλες περιόδους των νηστειών του εκκλησιαστικού έτους, λόγω δύσκολων συνθηκών ζωής ή έλλειψης ζήλου, έχουν στην πράξη επινοηθεί διάφορες διευκολύνσεις, ώστε να είναι δυνατή η εφαρμογή της νηστείας από όλους τους πιστούς. Στην αρχαία εποχή οι χριστιανοί μετά την ενάτη ώρα (3 μ.μ.) των νηστήσιμων ημερών κατέλυαν μόνο νερό και ψωμί. Σιγά-σιγά όμως όχι μόνο η διάρκεια της ολοκληρωτικής αποχής από τροφή περιορίστηκε στα συνηθισμένα και στις άλλες μέρες όρια γι αυτό μετατέθηκαν και οι Εσπερινοί της Τεσσαρακοστής και οι Προηγιασμένες το πρωί αλλά και άλλα είδη τροφών άρχισαν να χρησιμοποιούνται, όπως οι καρποί, τα όσπρια, τα οστρακόδερμα, τα μαλάκια κ.ο.κ.
Μέσα στα πλαίσια αυτά μπορεί να κατανοηθεί και το ότι τρώμε ελιές κατά τις ημέρες πού δεν τρώμε λάδι, και αυγοτάραχο κατά τις ημέρες πού απέχουμε από ψάρια.
Για το πρώτο μπορούμε να επικαλεστούμε το λόγο ότι οι ελιές τρώγονται ως καρπός, ενώ η απαγόρευση του λαδιού αφορά στα φαγητά πού παρασκευάζονται με λάδι. Για το δεύτερο η δικαιολογία είναι λιγότερο εύλογη, αφού δεν ισχύει το ίδιο για το γάλα ή τα αυγά, αλλά και αυτά απαγορεύονται κατά τις νηστείες μας ως «καρπός… και γεννήματα ών απεχόμεθα» κατά τον 56ο κανόνα της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου. Γνωρίζω πάντως ευλαβείς χριστιανούς πού κατανοούν ότι πρόκειται για «οικονομία», και κατά τις ημέρες των μεγάλων νηστειών, όπως και την παραμονή πού θα κοινωνήσουν, απέχουν και από ελιές και από αυγοτάραχο.
Είναι αλήθεια πώς αυτή την ερώτηση την ακούμε συχνά από καλοπροαίρετους πιστούς και συχνότερα από μερικούς πού ειρωνεύονται τις νηστείες. Θα μπορούσε και στις δύο περιπτώσεις να υπογραμμιστεί η ελαστικότητα και το φιλάνθρωπο των σχετικών εθίμων και των κανόνων της Εκκλησίας, πού δεν έχουν σκοπό να εξοντώσουν τους ανθρώπους, αλλά να τους βοηθήσουν να ασκηθούν στην εγκράτεια και να κυριαρχήσουν στα πάθη τους. Αν τους σκανδαλίζουν οι τροφές αυτές, μπορούν να απέχουν από αυτές χωρίς κατά τον απόστολο να εξουθενώνουν τους «εσθίοντας» ή να «κρίνουν» (Ρω 14,3) την Εκκλησία για την φιλάνθρωπη τακτική της. Το να αναλάβει η Εκκλησία αγώνα για την εκκαθάριση των σχετικών με τη νηστεία εθίμων και των τροφών πού τρώγονται ή όχι σ αυτήν, ούτε του παρόντος είναι ούτε μπορεί να μείνει πάντοτε μέσα στα όρια της σοβαρότητος.
Εκείνο πού πρωτεύει είναι ο τονισμός της ανάγκης της νηστείας και της πνευματικής ωφέλειας πού προέρχεται απ αυτή, καθώς και η προσπάθεια για την κατά το δυνατόν συμμόρφωση των πιστών στις σχετικές εκκλησιαστικές διατάξεις, πού αρκετά έχουν ατονήσει στις μέρες μας
 (Ιω. Φουντούλης).

Κυριακή της Εορτής Υψώσεως Τιμίου Σταυρού,

Η μεγάλη εορτή της Παγκοσμίου Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού είναι ένας ακόμα σημαντικός εορτολογικός σταθμός της Εκκλησίας μας. Καλούμαστε την ημέρα αυτή να τιμήσουμε και να προσκυνήσουμε τον Τίμιο Σταυρό του Κυρίου ώστε να αντλήσουμε δύναμη και χάρη από αυτόν. Η Εκκλησία θέσπισε πολλές φορές το χρόνο προσκύνηση και τιμή στο Σταυρό με αποκορύφωμα τη μεγάλη εορτή της Παγκοσμίου Υψώσεως, στις 14 Σεπτεμβρίου.
            Ο Σταυρός του Κυρίου αποτελεί για τη χριστιανική πίστη κορυφαίο σύμβολο αγιασμού. Ο Σταυρός μαζί και η Ανάσταση λειτουργούν ως δύο βασικοί άξονες πάνω στους οποίους πρέπει να κινείται η ζωή μας. Η Ανάσταση έπεται του Σταυρού και προϋποθέτει το Σταυρό και ο Σταυρός προμηνύει την Ανάσταση.
            Ο Απόστολος των Εθνών Παύλος είναι κατεξοχήν Θεολόγος του Σταυρού, τονίζει συχνά στις επιστολές του ότι ο Σταυρός του Κυρίου είναι γι’ αυτόν και την Εκκλησία καύχηση « εμοι δε μη γένοιτο καυχάσθαι ει μη εν τω σταυρώ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστου» (Γαλ. 6,13),
             Ειδικά στο σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα μιλώντας στους Κορινθίους και την εκεί χριστιανική κοινότητα, τονίζει τη δύναμη του Σταυρού σε όσους πιστεύουν ότι θα σωθούν, και αντίθετα την ανόητη ζωή σε όσους με τα έργα τους προκαλούν την απώλεία τους «ο λόγος γαρ ο του σταυρού τοις μεν απολλυμένοις μωρία εστί, τοις δε σωζομένοις ημίν δύναμις Θεού εστι» ( Α’ Κορ.1, 17). Ο Ιησούς Χριστός «εγενήθη εν σοφία από Θεού, δικαιοσύνη τε και αγιασμός και απολύτρωσις» (Κορ. Α’ 1,30) ως ο «Εσταυρωμένος» (Α Κορ. 1, 23). Ο Κύριος της δόξης «υπό χειρών ανόμων» καρφώθηκε πάνω στο ξύλο του Σταυρού, για να υποστεί το επώδυνο μαρτύριο της σταυρώσεως και να πεθάνει ως έσχιστος κακούργος.
            Η ανθρώπινη αυτή κακουργία, εξ αιτίας της άμετρης θείας αγάπης, λειτούργησε ευεργετικά για το ανθρώπινο γένος. Ο Σταυρός πριν τη μεγάλη σταυρική θυσία ήταν μέσο εκτέλεσης κακούργων, μετά όμως από τη σταυρική θυσία του Κυρίου κατέστη πηγή απολυτρώσεως, από μέσο θανατώσεως μεταβλήθηκε σε ακένωτη πηγή ζωής, φωτεινό σύμβολο, από ξύλο πόνου και ωδίνων κατέστη καταφύγιο ανάπαυσης και χαράς.
            Η ανθρώπινη κακία έδωσε στο Θεό πόνο και θάνατο δια του ξύλου του Σταυρού, αντίθετα η θεία ανεξικακία και άκρα φιλανθρωπία έδωσε αγάπη και λύτρωση στους ανθρώπους. Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας έχοντας υπόψη τους αυτή τη μεγάλη αλήθεια διατύπωσαν την περίφημη θεολογία του Σταυρού. Το ιερότατο αυτό σύμβολο είναι πια συνυφασμένο με τον Κύριο Ιησού Χριστό. Από Εκείνον αντλεί την ανίκητη δύναμή του, τον αγιασμό και τη χάρη. Γι’ αυτό και δεν είναι ειδωλολατρία να προσκυνείται από τους πιστούς, διότι προσκύνηση του Τιμίου Σταυρού, σημαίνει προσκύνηση του ιδίου του Χριστού, του οποίου είναι το σημείο και η ενθύμηση της απολυτρωτικής Του θυσίας.
            Η Εκκλησία μας ψάλλει θριαμβευτικά: «Κύριε όπλον κατά του διαβόλου τον σταυρόν Σου ημίν δέδωκας, φρύττει γαρ και τρέμει μη φέρων καθοράν αυτού την δύναμιν,  ότι νεκρούς ανιστά και θάνατον κατήργησε». Το σύμβολο του Τιμίου Σταυρού είναι το θαυμαστό φυλακτήριο των πιστών, γι αυτό άλλωστε τον φέρουμε συνεχώς πάνω μας. Δεν υπάρχει αγιαστική πράξη της Εκκλησίας μας που να μην σταυρώνονται οι πιστοί, δεν υπάρχει στιγμή προσευχής που να μην κάνουμε το σημείο του Σταυρού. Είναι «η μόνη βοήθεια, Βασιλέων κραταίωμα σθένος δικαίων, ιερέων ευπρέπεια» κατά ένα ύμνο της εκκλησίας μας.
            Επίσης η παρουσία του Σταυρού στη ζωή μας, μας κάνει να υπομένουμε με καρτερία και υπομονή τα προβλήματα της ζωής μας, δηλαδή να υπομένουμε το δικό μας σταυρό ελπίζοντας πάντα στην ανάσταση, μεταφορικά και κυριολεκτικά.  Για να μπορούμε οι άνθρωποι  να λάβουμε το θείο αγιασμό μέσω του Σταυρού είναι απαραίτητο να πιστέψουμε στο Λυτρωτή Χριστό και στην σταυρική απολυτρωτική του Θυσία. Επίσης πρέπει  να σταυρώσουμε κι εμείς τον εαυτό μας, όχι βέβαια κυριολεκτικά, αλλά τις αμαρτωλές  μας πράξεις.
            Η μεγάλη εορτή της Παγκοσμίου Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού είναι μια ακόμα ευκαιρία για όλους μας να σκεφτούμε τις άπειρες δωρεές του Θεού στη ζωή μας. Να στρέψουμε το βλέμμα μας στο εκθαμβωτικό φως του Σταυρού προκείμενου να διαλύσουμε το σκοτεινό έρεβος των αμαρτιών της ψυχής μας. Δεν έχουμε πολλές επιλογές, ή αποδεχόμαστε τη λυτρωτική δύναμη του Σταυρού του Χριστού και σωζόμαστε, ή παραμένουμε δούλοι της αμαρτίας και φορείς του κακού και χανόμαστε. Καλούμαστε επίσης να σηκώσουμε το δικό μας σταυρό, όπως ο Κύριος και να πορευθούμε από το Γολγοθά προς την Ανάσταση.

Περί του τίμιου Σταυρού εκ των Ιερών κανόνων και εκ των Ιερών Πατέρων.

Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως, Ιστορική μελέτη περί του Τιμίου Σταυρού,
Αθήναι 1914, σελ. 9-13
Περί της προσκυνήσεως του τιμίου Σταυρού ορίζουσιν οι ιεροί κανόνες των θεοφόρων Πατέρων τα εξής: «Τον του τιμίου Σταυρού τύπον εκ δύο ξύλων συνάπτοντες, ήνικα τις ημίν των απίστων εγκαλέσειεν, ως ξύλον προσκυνούσι, δυνάμεθα τα δύο ξύλα χωρίσαντες και τον τύπον του Σταυρού διαλύσαντες. Ταύτα νομίζειν αργά ξύλα και τον άπιστον επιστομίζειν, ότι ου το ξύλον, αλλά τον του Σταυρού τύπον σεβόμεθα» (Σύνταγμα Ιερών Κανόνων, Ράλλη- Ποτλή, τόμ. 6, σελ. 248).
Και ο ΟΓ' Κανών της εν Τρούλλω Συνόδου ορίζει τα εξής : «Του ζωοποιού Σταυρού δείξαντος ημίν το σωτήριον, πάσαν σπουδήν ημάς τιθέναι χρή του τιμήν την αξίαν αποδιδόναι τω δι' ου σεσώσμεθα του παλαιού παραπτώματος. Όθεν και νω και λόγω και αισθήσει την προσκύνησιν αυτώ απονέμοντες, τους εν τω εδάφει του Σταυρούν τύπους υπό τινων κατασκευαζομένους εξαφανίζεσθαι παντοίως προστάσσομεν, ως αν μη τη των βαδιζόντων καταπατήσει το της νίκης ημών τρόπαιον εξυβρίζοιτο. Τους ουν από του νυν του Σταυρού τόπον επί εδάφους κατασκευάζοντας, ορίζομεν αφορίζεσθαι».
Φώτιος δε ο Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως εν επιστολή Α'. λέγει: «Τον τίμιον Σταυρόν προοκυνούμεν, εν ω το δεσποτικόν έξετανίσθη σώμα. Και το του κόσμον καθάρσιον ανέβλυσεν αίμα· και η του ξύλον φύσις ταις εκείθεν ροαίς αρδευθείσα, την αγήρω ζωήν εβλάστησεν αντί του θανάτου. Ούτω τον τύπον του Σταυρού προσκυνούμεν, δι' ον δαιμόνων ελαύνεται στίφη, και πάθη θεραπεύεται ποικίλα της άπαξ εν τω πρωτοτύπω χάριτος και δυνάμεως ενεργηθείσης και μέχρις αυτών των τύπων, μετα της ομοίας ενεργείας συμπροϊούσης (Φωτίου, Επιστ. έκδ. Λονδίνου 1651 σελ. 16-17).
Και Ιερώνυμος πρεσβύτερος Ιεροσολύμων περί προσκυνήσεως του τιμίου Σταυρού προβληθείσης αυτώ της εξής ερωτήσεως :
«Της Γραφής υμών μηδαμού επιτρεπούσης υμίν προσκυνείν τον Σταυρόν, τίνος χάριν λοιπόν αυτόν προσκυνείτε; Είπατε ημίν τοις Ιουδαίοις και Έλλησι και πάσι τοις επιρωτώσιν υμάς έθνεσιν» έδωκε την απόκρισιν ταύτην : «Δια τούτο, ω ανόητοι και αναιδείς τη καρδία, τάχα συνεχώρησεν ο Θεός παντί έθνει σεβομένω τον Θεόν, πάντως προσκυνείν το επί της γης έργον ανθρώπου υπάρχον, ίνα μηκέτι δύνωνται εγκαλείν τοις χριστιανοίς περί του Σταυρού, και της των εικόνων προσκυνήσεως. Ώσπερ ουν ο Ιουδαίος προσεκύνει την κιβωτόν της διαθήκης και τας δύο πλάκας, ας ελάξευσε Μωυσής, μηδαμού επιτραπείς υπό του Θεού πάντα προσκυνείν ή ασπάζεσθαι· ούτω και οι χριστιανοί ουχ' ως Θεόν τον Σταυρόν ασπαζόμεθα, αλλά δεικνύντες την της ψυχής ημών γνησίαν προς τον σταυρωθέντα διάθεσιν» ( PG 40, 865).
Και τέλος ο πολύς και θεολογικώτατος Ιωάννης ο Δαμασκηνός λέγει περί του τιμίου Σταυρού τα εξής σπουδαιότατα :
«Ο λόγος ο του Σταυρού, τοις μεν απολλυμένοις μωρία εστί. Τοις δε σωζομένοις ημίν δύναμις Θεού έστι... Πάσα μεν πράξις και θαυματουργία του Χριστού μεγίστη και θεία και θαυμαστή· Αλλά πάντων εστί θαυμαστότερον, ο τίμιος αυτού Σταυρός· ουδενός γαρ ετέρου ο θάνατος κατήργηται, η του προτάτορος αμαρτία λέλυται, ο άδης εσκύλευται, η Ανάστασις δεδώρηται, δύναμις ημίν του καταφρονείν του παρόντος και αυτού του θανάτου δέδοται. Η προς την αρχαίαν μακαριότητα επάνοδος κατώρθωται, πύλαι παραδείσου ηνοίχθησαν, η φύσις ημών εκ δεξιών του πατρός κεκάθηκε, τέκνα Θεού και κληρονόμοι γεγόναμεν, ειμή δια του Σταυρού του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού· διά Σταυρού πάντα ταύτα κατώρθωται. Όσοι γαρ εβαπτίσθημεν εις Χριστόν, φησίν ο Απόστολος εις τον θάνατον αυτού εβαπτίσθημεν, όσοι δε εις Χριστόν εβαπτίσθημεν Χριστόν ενεδυσάμεθα· Χριστός δε έστι Θεού δύναμις και Θεού σοφία· Ιδού ο θάνατος του Χριστού, ήτοι ο Σταυρός την ενυπόστατον του Θεού σοφίαν και δύναμιν ημάς περιέβαλε· δύναμις δε Θεού εστιν ο λόγος ο του Σταυρού, ή ότι το δυνατόν του Θεού ήτοι η κατά του θανάτου νίκη δι' αυτού ημίν πεφανέρωται, ή ότι ώσπερ τα τέσσαρα άκρα του Σταυρού δια του μέσου κέντρου κρατούνται καί συσφίγγονται ούτω δια της του Θεού δυνάμεως, το τε ύφος και το βάθος, μήκός τε και πλάτος, ήτοι πάσα ορατή τε και αόρατος κτίσις συνέχεται.
«Ούτος ημίν σημείον δέδοται επί του μετώπου ον τρόπον τω Ισραήλ η περιτομή· δι' αυτού γαρ οι πιστοί των απίστων αποδιΐστάμεθα και γνωριζόμεθα. Ούτος θυρεός και όπλον και τρόπαιον κατα του διαβόλου ούτος σφραγίς ίνα μη θίγη ημών ο ολεθρεύων, ως η Γραφή φησίν ούτος των κειμένων ανάστασις, των εστώτων στήριγμα, ασθενών βακτηρία, ποιμαινομένων ράβδος, επιστρεφόντων χειραγωγία, προκοπτόντων τελείωσις, φυγής σωτηρία και σώματος, πάντων των κακών αποτρόπαιον πάντων των αγαθών πρόξενος, αμαρτίας αναίρεσις, φυτόν αναστάσεως, ξύλον της ζωής αιωνίου.
Αυτό μεν ουν το τίμιον ξύλον ως αληθώς και σεβάσμιον, εν ω εαυτόν εις θυσίαν υπέρ ημών Χριστός προσενήνοχεν, ως αγιασθέν τη αφή του αγίου σώματος, και αίματος, εικότως προσκυνητέον, τους ήλους, την λόγχην, τα ενδύματα, και τα ιερά αυτού σκηνώματα· άτινά εισιν η φάτνη το σπήλαιον, ο Γολγοθάς, ο Σταυρός, ο ζωοποιός τάφος η Σιών των εκκλησιών η Ακρόπολις και τα όμοια ως φησιν ο Θεοπάτωρ Δαβίδ·εισελευσόμεθα εις τα σκηνώματα αυτού προσκυνήσωμεν εις τον τόπον ον έστησαν οι πόδες αυτού. Ότι δε τον Σταυρόν λέγει, δηλοί το επόμενον, «ανάστηθι Κύριε εις την ανάπαυσίν σου»· έπεται γαρ τω Σταυρώ η ανάστασις· ει γαρ των ερωμένων ποθητόν οίκος, και κλίνη και περιβόλαιον, πόσον μάλλον τα τον Θεού και Σωτήρος δι' ων και σεσώμεθα;
«Προσκυνούμεν δε και τον τύπον του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού ει και εξ ετέρας ύλης γένοιται, ου την ύλην τιμώντες μη γένοιτο, αλλά τον τύπον ως Χριστού σύμβολον έφη γαρ τοις εαυτού μαθηταίς διατιθέμενος, τότε φανήσεται το σημείον τον υιού τον άνθρωπον εν τω ουρανώ, τον Σταυρόν λέγων· διο και ταις γυναιξίν έλεγεν ο της αναστάσεως άγγελος. Ιησούν ζητείτε τον Ναζαρηνόν τον εσταυρωμένον και ο Απόστολος, ημείς δε κηρύσσομεν Χριστόν εσταυρωμένον· πολλοί μεν Χριστοί και Ιησοί, αλλά εις ο εσταυρωμένος· ουκ είπε λελογχευμένον, αλλ' εσταυρωμένον.
«Προσκυνητέον τοίνυν το σημείον του Σταυρού· ένθα γαρ αν η το σημείον, εκεί και αυτός έσται, την δε ύλην εξ ης ο τύπος τον Σταυρού συνίσταται ει και χρυσός, ή λίθοι είεν τίμιοι, μετά την του τύπου, ει τύχοι διάλυσιν, ον προσκυνητέον.
«Πάντα τοίνυν τα Θεώ ανακείμενα προσκυνούμεν, αυτώ το σέβας προσάγοντες.
«Τούτον τον τίμιον Σταυρόν προετύπωσε το ξύλον της ζωής, το εν τω Παραδείσω υπό Θεού πεφυτευμένον· επειδή γαρ δια του ξύλου ο θάνατος, έδει δια ξύλου δωρηθήναι την ζωήν και την ανάστασιν· Ιακώβ προσκύνησας το άκρον της ράβδου, ενηλλαγμέναις ταις χερσί τους υιούς Ιωσήφ ευλογήσας, και το σημείον του Σταυρού διαγράφει σαφέστατα· ράβδος Μωσαϊκή, σταυροτύπως την θάλασσαν πλήξασα και σώσασα μεν τον Ισραήλ, Φαραώ δε βυθίσασα· χείρες σταυροειδώς εκτεινόμενοι και τον Αμαλήκ τροπούμεναι· ξύλω πικρόν ύδωρ γλυκαινόμενον, και πέτρα ρηγνυμένη και προχέουσα νάματα· ράβδος τω Ααρών το της ιεραρχίας αξίωμα χρηματίζει· όφις επί ξύλου θριαμβευόμενος, ως νενέκρωται επί τον ξύλον, τους νεκρόν ορώντας τον εχθρόν διασώζειται τους πιστεύοντας, όντως Χριστός εν σαρκί αμαρτίαν ουκ ειδυία αμαρτίας προσήλωσεν. Μωσής ο μέγας όψεσθε, βοών, την ζωήν υμών επί ξύλον κρεμαμένην απέναντι των οφθαλμών υμών». Τον τίμιον του Κυρίου Σταυρόν νοεί.
Ησαΐας όλην την ημέραν, λέγει διεπέτασα τας χείρας μου προς λαόν απειθούντα και αντιλέγοντα. Οι τούτο προσκυνούντες, της μερίδος τύχοιμεν Χριστού τον εσταυρωμένου· Αμήν· (Ιωάννου Δαμασκηνού, Έκδοσις Ορθοδόξου πίστεως § πή).

Αρχαίοι της Εκκλησίας Πατέρες περί του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού

Δ. ΠαναγόπουλουΤίμιος και ζωοποιός ο σταυρός
και ουχί φονικόν όργανον
α) Ο Τερτυλλιανός, ζήσας κατά το (160—245) λέγει, ότι ο Σταυρός ήτο εν χρήσει εις πάσας τας του βίου περιστάσεις· ήτοι, όταν ηγείροντο εκ της κλίνης, όταν ενεδύοντο, όταν έκοιμώντο, όταν εξήρχοντο της οικίας, όταν ήναπτον τον λύχνον, εν τη τραπέζη, και εν πάση επιχειρήσει ήτο η αφετηρία και ο Πρόδρομος.
β) Ο Ιγνάτιος ο Θεοφόρος (μαρτυρήσας το 107), εν τη προς Φιλιππησίους αυτού επιστολή, (σελ. 36), λέγει περί Σταυρού τα εξής· « Ο γαρ άρχων του κόσμου τούτου χαίρει· όταν τις αρνείται τον Σταυρόν· όλεθρον γαρ εαυτόν γινώσκει την ομολογίαν του Σταυρού' τούτο γαρ εστι το τρόπαιον κατά της αυτού δυνάμεως, όπερ ορών φρίττει και ακούων φοβείται ». Δι' αυτό και σήμερον οι εχθροί του Σταυρού Προτεστάνται (οι λεγόμε νοι παρ' ημίν Ευαγγελικοί) και οι Χιλιασταί (οι λεγόμενοι επίσης παρ' ημίν, Μάρτυρες του Ιεχωβά ή Σπουδασταί των Γραφών), αρνούνται τον Σταυρόν και την δύναμιν Αυτού πονηροί όντες. Και φιλικώτατα δια του μικρού τούτου πονήματος τους υπενθυμίζομεν, ότι ο Λούθηρος, ο Καλβίνος, ο 'Ρώσσελ και οι τοιούτοι, είναι μεταγενέστεροι των Αποστόλων και των πρώτων Αγίων της Εκκλησίας του Χριστού, η Οποία χρονολογείται από των ημερών Ιησού του Ναζαρηνου και ουχί των ημερών Λουθήρου, Καλβίνου και 'Ρώσσελ.
γ) Ο Θείος Χρυσόστομος περί της δυνάμεως και της χρήσεως του Τιμίου Σταυρου από των ημερών του εκφράζεται ούτω· « Το επάρατον τούτο και απευκταίον, το της εσχάτης τιμωρίας σύμβολον, νυν γέγονε ποθεινόν και επέραστον· ουδέ γαρ ούτω στέφανος βασιλικός καλλωπίζει κεφαλήν, ως Σταυρός, παντός κόσμου τιμιώτερος ων. Και ο άπαντες επεφρίκεοαν πρώην, τούτο νυν το σχήμα ούτως έστιν άπασι περιμάχητον, ως πανταχού τούτο ευρίσκεται, παρ' άρχουσι, παρ' αρχομένοις, παρά γυναιξί, παρ' ανδράσιν, παρά παρθένοις, παρά γεγαμημέναις, παρά δούλοις, παρ' ελευθέροις· και γαρ συνεχώς αυτό άπαντες εγχαράττουσιν επί του των μελών ημών επισημοτέρου μέρους και ώσπερ εν στήλη επί μετώπου καθ' έκάστην ημέραν διατυπούμενον περιφέρουσιν. Όντας εν τη Ιερά Τραπέζη, ούτος εν ταις των Ιερέων χειροτονίαις, ούτος πάλιν μετά του σώματος του Χριστού στον επί τον Μυστικόν Δείπνον διαλάμπει· τούτον πανταχού χορεύοντα ίδει τις αν, εν οικίαις, εν αγοραίς, εν ερημίαις, εν οδοίς, εν όρεσιν, εν νάπαις, εν βουνοίς, εν Φαλάττη και πλοίοις και νήσοις· εν κλίναις, εν ιματίοις, εν όπλοις, εν παστάσιν, εν συμποσίοις, εν σκεύεσιν αργυροίς, εν χρυσίοις, εν μαργαρίταις, εν τοίχων γραφαίς, εν σώμασιν αλόγων πολλά πεπονηκότων, εν σώμασιν υπό δαιμόνων πολιορκουμένοις, εν πολέμοις, εν ειρήνη, εν η μέραις, εν νύξιν, εν τρυφώντων χορείαις, εν σκληρα γωγημένων φρατρίαις (αδελφότητες)». Και άλλαχού προσθέτει «Πάντες επί μετώπου Σταυρόν περιφέρομεν, ον μόνον ουκ αισχυνόμενοι, αλλά και εγκαλλωπιζόμενοι τούτω· ου γαρ ιδιώται μόνον, αλλά και αυτοί οι τα διαδήματα περικείμενοι επί του μετώπου υπέρ τα διαδήματα αυτών βαστάζουσι» (Χρυσ. εις τον ψαλμ. ρι') Και πάλιν «Πανταχού το σύμβολον ημίν του Σταυρού παρίσταται δια τούτο και επί οικίας, και επί τοίχων και επί θυρίδων και επί των μετώπων και επί της διανοίας μετά πολλής επιγράφομεν αυτόν της σπονδής » (Χρυσ. εις την προσκυν. του Τίμιου Σταυρού, τομ. Ε'. ομιλ. ρλθ' εκδ. Ετώνης 1612, σελ. 879 ).
« Τούτον (τον Σταυρόν ) και επί κλίνης και επί τραπέζης προσφέρομεν και πανταχού, ούπερ αν ωμεν » ( αυτ. σελ. 881 ).
δ) Ο στύλος της Ορθοδοξίας, Μ. Αθανάσιος, εξιστορών τα του βίου του Μ. Αντωνίου, λέγει, ότι δια του σημείου του Τίμιου Σταυρού εθεράπευσε πολλούς δαιμονιζομένους ειδωλολάτρας, υπό Ελληνιστών προς αυτόν προσαχθέντας, ειπών προς αυτούς ταύτα· «Ή υμείς τοις συλλογισμοΐς αυτών, και η αν βούλησθε τέχνη ή μαγεία επικαλούμενοι τα είδωλα εαυτών καθαρίσατε αυτούς, ή μη δύνασθε, καταθέσθε την προς ημάς μάχην και όψεσθε τον Σταυρόν του Χριστού την δύναμιν». Δηλαδή, εάν δύνασθε σεις με τας μαγικάς τέχνας να κάμετε καλά τους δαιμονιζόμενους κάμετέ τους, εάν όμως όχι, αφήστε τους εις ημάς, ίνα γνωρίσητε την δύναμιν του Σταυρού του Χριστού. Μεθ' ο τον Χριστόν επικαλεσάμενος εσφράγισε τους πάσχοντας τω οημείω του Σταυρού δεύτερον και τρίτον και παρευθύς, σω φρονούντες γενόμενοι ευλόγουν τον Κύριον.
Θαυμαζόντων δε και εκπληττόμενων των παρισταμένων φιλοσόφων επί τω τελεσθέντι σημείω, ο ’γιος Αντώνιος ουκ είπεν, ότι ο Σταυρός αφ' εαυτού ή αυτός (ο Αντώνιος) εποίησε το θαύμα, αλλ' ο Χριστός δι' αυτού· « Τι θαυμάζετε», λέγει, «επί τούτω ; Ουκ εσμέν ημείς οι ποιούντες, αλλ' ο Χριστός εστιν, ο δια των εις αυτον πιστευόντων ταύτα ποιών», (βλ. Αθαν. εν βίω Αντωνίου, τομ. β', σελ. 956 κεξ.).
ε) Ο ι στορικός δε Σωζόμενος εν τη Εκκλησιαστική του ιστορία (Α' § η') λέγει περί του Μ. Κωνσταντίνου, ότι « τα στρατιωτικά όπλα τω συμβόλω του Σταυρού και εσήμαινεν » και κατά συνέπειαν και η προτεσταντική θεωρία, ότι το πρώτον ο Μ. Κωνσταντίνος έφευρε τον τύπον του Τψ,ιου Σταυρου, πίπτει. Ο Μ. Κωνσταντίνος εύρε εν χρήσει τον Τίμιον Σταυρόν από αρχαιοτάτων χρόνων εν τη Εκκλησία και ταύτη επομένως έτίμησε το σημείον το του Τιμίου Σταυρου, ον δια την γενομένην αυτώ αποκάλυψιν ανύψωσε και εις σύμβολον της νέας αυτού χριστιανικής βασιλείας.
στ) Ο Θεόδωρος ο Στουδίτης λέγει · «Τον του Τιμίου Σταυρού τύπον εκ δύο ξύλων συνάπτοντες, ήνικα τις ημίν των απίστων εγκαλέσειεν, ως ξύλον προσκυνούσι, δυνάμεθα τα δύο ξύλα χωρίσαντες, και τον τύπον του Σταυρού διαλύοαντες, ταύτα νομίζειν αργά ξύλα και τον άπιστον επιστομίζειν, ότι αυτό ξύλον, Αλλά τον του Σταυρού τύπον σεβόμεθα» (βλ. Σύνταγμα Ιερών Κανόνων, Ράλλη και Πότλη, τομ. 6 σελ. 248). ·
ζ) Ο Φώτιος Αρχ/πος Κων)πόλεως εν τη Α' επιστολή αυτού λέγει, «Τον Τίμιον Σταυρόν προσκυνούμεν, εν ω το Δεσποτικόν εξετνίσθη Σώμα και το του κόσμου καθάρσιον ανέβλυσεν Αίμα· και η του ξύλου φύσις ταις εκείθεν ρσαις αρδευθείσα, την αγήρω ζωήν εβλάστησεν αντί τον θανάτου. Ούτω τον τύπον του Σταυρού προσκυνούμεν, δι' ου Δαιμόνων ελαύνεται στίφη, και πάθη θεραπεύεται ποικίλα της άπαξ εν τω πρωτοτύπω χάριτος και δυνάμεως ενεργηθείσης και μέχρι αυτών των τύπων, μετά της ομοίας ενεργείας συμπροϊούσης ( Φωτίου Επιστ. εκδ. Λονδίνου 1651 σελ. 1617).
η) Ο Ιερώνυμος ερωτηθείς· « Της Γραφής υμών μη­δαμού επιτραπούσης υμίν προσκυνείν τον Σταυρόν, τίνος χάριν λοιπόν αυτόν προσκυνείτε ;» απήντησεν· « Διά τούτο, ω ανόητοι και βραδείς τη καρδία, τάχα συνεχώρησεν ο Θεός παντί έθνει σεβομένω τον Θεόν, πάντως προσκυνείν τι επί της γης έργον ανθρώπου υπάρχον, ίνα μηκέτι δύνωνται εγκαλείν τοις χριστιανοίς περί του Σταυρού, και της των εικόνων προσκυνήσεως. Ώσπερ ουν ο Ιουδαίος προσεκύνει την Κιβωτόν της Διαθήκης και τας δύο πλάκας , α ς ελάξευοε Μωυσής, μηδαμού επιτραπείς υπό του Θεού ταύτα προσκυνείν ή ασπάζεσθαι, ούτω και οι χρι­στιανοί, ουχ' ως Θεόν τον Σταυρόν ασπαζόμεθα, αλλά δεικνύοντες την της ψυχής ημών γνησίαν προς τον σταυρωθέντα διάθεσιν» (Μ igne , 40, σελ. 865),
θ) O θεολογικώτατος ’γιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός λέγει περι του Τιμίου Σταυρού τα εξής · «Ο λόγος ο του Σταυρου, τοις μεν απολλυμένοις μωρία εστι , τοις δε σωζομένοις ημίν δύναμις Θεου εστι... . Πάσα μεν πραξις και θαυματουργία του Χριστού μεγίστη καί θεία και θαυμαστή, αλλά πάντων εστί θαυμαστότερον, ο Τίμιος Αυτού Σταυρός· δι' ουδενός γαρ ετέρου ο θάνατος κατήργηται, η του προπάτορος αμαρτία λέλυται, ο ’δης εσκύλευται, η Ανάστασις δεδώρηται, δύναμις ημίν του καταφρονείν του πα­ρόντος και αυτού του θανάτου δέδοται, η προς την αρχαίαν μακαριότητα επάνοδος κατώρθωται, πύλαι Παραδείσου ηνοίχθησαν, η φύσις ημών εκ δεξιών του Πατρός κεκάθηκε, τέκνα Θεου και κληρονόμοι γεγόναμεν, ειμή δια του Σταυρού του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού· δια Σταυρόν πάντα ταύτα κατώρθωται». Και πάλιν ο ίδιος · «Ούτος ημίν σημείον δέδοται επί του μετώπου, ον τρόπον τω Ισραήλ η περι­τομή, δι' αυτού γάρ (του Σταυρού) οι πιστοί των απίστων αποδιστάμεθα και γνωριζόμεθα. Ούτος θυρεός και όπλον και τρόπαιον κατά του Διαβόλου, ούτος σφραγίς, ίνα μή ημών ο ολοθρεύων, ως η Γραφή λέγει· Ούτος των κειμένων ανάστασις, των εστώτων στήριγμα, ασθενών βακτηρία, ποιμενομένων ράβδος, επιστρεφόντων χειραγωγία, προκοπτόντων τελείωσις, ψυχής σωτηρία και σώματος, πάντων των κακών αποτρόπαιον πάντων των αγαθών πρόξενος, ξύλον της ζωής αιωνίου. Αυτό μέν ουν το Τίμιον Ξύλον ως αληθώς και σεβάσμιον, εν ω Εαυτόν εις θυσίαν υπέρ ημών Χριστός προσενήνοχεν, ως αγιασθέν τη αφή του Αγίου Σώματος και Αίματος, εικότως προσκυνητέον, τους ήλους, την λόγχην, τα ενδύματα και τα ιερά αυτού σκηνώματα, άτινά εστιν η Φάτνη, το Σπήλαιον, ο Γολγοθάς, ο Σταυρός, ο Ζωοποιός Τάφος, η Σιών των Εκκλησιών, η ακρόπολις και τα όμοια ως φησίν ο θεοπάτωρ Δαβίδ· «εισελευσόμεθα εις τα σκηνώματα αυτού προσκυνήσω μεν εις τον τό­πον ον έστησαν οι πόδες αυτού».
Ακόμη δε, ο ίδιος ’γιος περί της προσκυνήσεως του Τιμίου Σταυρού λέγει· «Προσκυνούμεν δε και τον τύπον τον Τίμιου Σταύρον ει και εξ ετέρας ύλης γένοιται, ον την ύλην τιμώντες, μη γένοιτο, αλλά τον τύπον ως Χριστού σύμβολον· έξη γαρ τοις εαυτού μαθηταίς διατιθέμενος, τότε φανήσεται το σημείον του υιού του ανθρώπου εν τω Ουρανώ, τον Σταυρόν λέγω· διο και ταις γυναιξίν έλεγεν ο της αναστάσεως άγγελος, Ιησούν ζητείτε τον Ναζαρηνδν τον εσταυρωμένον· πολλοί μενχριστοί και Ιησοί , α λλά εις ο έσταυρωμένος" ουκ είπε λελογχευμένον, αλλ'εσταυρωμένον ».
Ταύτα νομίζομεν ότι είναι αρκετά, ίνα αποδειχθή, ότι ο Τίμιος Σταύρος ητο εν χρήσει και τιμή από της ιδρύσεως της Εκκλησίας και ότι λανθάνουν οι πάσης φύσεως αιρετικοί οι υποστηρίζοντες, ότι ο Σταυρός είναι απλώς ένας, τύπος ειδωλολατρικός, άνευ ουδεμιάς σημασίας εν τη Εκκλησία .

Γιατί γιορτάζουμε την Ύψωση του Τίμιου Σταυρού;




Στις 14 Σεπτεμβρίου σύμπασα η Ορθοδοξία τιμά τον Σταυρό του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, ο οποίος χαρακτηρίζεται ως το «καύχημά» Της και η «δόξα» Της. Η εορτή της Παγκόσμιας Ύψωσης καθιερώθηκε ίσως από τον ίδιο τον Μέγα Κωνσταντίνο, κατά προτροπή προφανώς της μητέρας του αγίας Ελένης, αμέσως μετά την εύρεση του Τιμίου Ξύλου στα Ιεροσόλυμα, γύρω στο 330.

Η τιμή προς τον Τίμιο Σταυρό Η τιμή προς τον Τίμιο Σταυρό ανάγεται στους αποστολικούς χρόνους. Οι επιστολές του αποστόλου Παύλου είναι γεμάτες από χωρία στα οποία εξαίρεται ο ρόλος του Σταυρού για τη σωτηρία του κόσμου.

Το γεγονός ότι οι κατακόμβες είναι γεμάτες από χαραγμένους σταυρούς αποδεικνύει ότι οι διωκόμενοι χριστιανοί θεωρούσαν τους εαυτούς τους τύπους του αδίκως παθόντος Κυρίου Ιησού Χριστού. Το ιερό αυτό σύμβολο τους εμψύχωνε και τους έδινε τη δύναμη του μαρτυρίου.

Η θαυματοποιός δύναμη του Σταυρού

Η δύναμη του Τιμίου Σταυρού φάνηκε στο θαυμαστό όραμα του Μεγάλου Κωνσταντίνου, στα 312, ενώ βάδιζε εναντίον του Μαξεντίου κοντά στη Ρώμη. Οι ιστορικοί της εποχής αναφέρουν ότι ο αυτοκράτορας είδε στον ουρανό, ημέρα μεσημέρι, το σημείο του σταυρού, σχηματισμένο με αστέρια, και την επιγραφή «ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΝΙΚΑ», επίσης σχηματισμένη με αστέρια.

Ήταν η 28η Οκτωβρίου 312. Από εκείνη την ώρα έδωσε διαταγή το σημείο αυτό να γίνει το σύμβολο του στρατού του. Ο εχθρός κατατροπώθηκε και ο Κωνσταντίνος έγινε μονοκράτωρ του απέραντου κράτους. Δεν είχε καμιά αμφιβολία ότι η δύναμη του Σταυρού του είχε χαρίσει αυτή την περήφανη νίκη, γι’ αυτό προσέγγισε τον χριστιανισμό.

Η εύρεση του Τιμίου Σταυρού

Το 326 αναχώρησε για τους Αγίους Τόπους η ευσεβής χριστιανή μητέρα του αγία Ελένη, όπου άρχισε το κτίσιμο λαμπρών ναών. Επίκεντρο ήταν ο Πανάγιος Τάφος του Κυρίου.

Στο σημείο εκείνο ο αυτοκράτορας Αδριανός είχε κτίσει το 135, κατά τη δεύτερη καταστροφή της Ιερουσαλήμ, ναό της Αφροδίτης. Η αγία Ελένη επιδόθηκε σε προσπάθειες για την ανεύρεση του Τιμίου Σταυρού. Ύστερα από επίπονες ανασκαφές τελικά βρέθηκαν τρεις σταυροί, του Κυρίου και των δύο ληστών.

Η πιστή βασιλομήτωρ, με δάκρυα στα μάτια παρέδωσε τον Τίμιο Σταυρό στον Πατριάρχη Μακάριο, ο οποίος στις 14 Σεπτεμβρίου του έτους 335 τον ύψωσε στον Γολγοθά και τον τοποθέτησε στον ναό της Αναστάσεως, τον οποίο είχε ανεγείρει η αγία πάνω από τον Πανάγιο Τάφο και ο οποίος σώζεται ως σήμερα.

Η επανάκτηση του Τιμίου Σταυρού

Την αγία αυτή ημέρα εορτάζουμε και την δεύτερη ύψωση. Στα 613 οι Πέρσες κυρίεψαν την Παλαιστίνη, λεηλάτησαν και κατέστρεψαν τα ιερά προσκυνήματα και πήραν ως λάφυρο τον Τίμιο Σταυρό και τον μετέφεραν στη χώρα τους.

Λόγω των θαυμάτων που επιτελούνταν χάρη στον Τίμιο Σταυρό οι Πέρσες τον θεώρησαν μαγικό και γι’ αυτό τον φύλασσαν και τον προσκυνούσαν, χωρίς να γνωρίζουν την πραγματική του φύση και ιδιότητα!

Ο αυτοκράτορας Ηράκλειος μετά την νίκη του εναντίον των Περσών παρέλαβε τον Τίμιο Σταυρό και τον μετέφερε στην Ιερουσαλήμ. Ο Πατριάρχης Ζαχαρίας τον ύψωσε εκ νέου στο ναό της Αναστάσεως. Ήταν 14 Σεπτεμβρίου του 626.

Η εκκλησία των Ιεροσολύμων θεώρησε ότι ο Σταυρός του Χριστού ανήκει σε όλη την χριστιανοσύνη και γι’ αυτό αποφάσισε να τεμαχίσει το Τίμιο Ξύλο και να το διανείμει σε όλη την Εκκλησία.

Έτσι διασώθηκαν μέχρι σήμερα πολλά τεμάχια, τα οποία φυλάσσονται ως τα πολυτιμότερα κειμήλια.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...