Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τετάρτη, Απριλίου 01, 2015

Εισαγωγή στη Μεγάλη Εβδομάδα

Ηλία Β. Οικονόμου, Hμεροδρόμιο Μεγάλης Eβδομάδος,
Εκδ. Αποστολική Διακονία, Αθήνα, 1996, σελ. 7-14.

Η επισταμένη θεώρηση της Μεγάλης Εβδομάδος ως περιόδου κορυφώσεως της πυκνής προσφοράς και μαζικής συμμετοχής στα γεγονότα της πανανθρώπινης λυτρώσεως επιτρέπει την περιγραφή της λατρευτικής αρχιτεκτονικής και υποβοηθεί την συνειδητή σύμπραξη και βίωση των πιστών. ’λλωστε, η Ορθόδοξη Εκκλησία απευθύνει παγίως πρόσκληση προς συμμετοχή στην πνευματική θέα και μέθεξη και όχι πρόσκληση για απλή θέα και τέρψη των οφθαλμών από το, θεαματικό και ασματικό , φολκλορικό περίβλημα των προς μέθεξη γεγονότων. Καλεί συμμετόχους στη λύτρωση και όχι θεατές δρωμένων. Θεατές εκ των ένδον και όχι θεατές εκ των έξω προβλέπει το τελετουργικό.
Σκοπός κάθε λατρευτικής εκδηλώσεως είναι η εθελουσία συναρπαγή των μετεχόντων από το εδώ και τώρα της ζωής μας και η μεταφορά μας στο εκεί και τότε της λυτρώσεως. Για το λόγο αυτό, ο ναός των Ορθοδόξων, ο ναός μας, συμβολίζει παγίως, αλλά με ιδιαίτερη έμφαση τη Μεγάλη Εβδομάδα, και εκφράζει λειτουργικά τον τόπο και τον χώρο της Αγίας Γης. Αν ο ναός εξασφαλίζει συμβολικώς τον ιερό χώρο των γεγονότων, οι χρόνοι των ιερών ακολουθιών αναπαράγουν τους χρόνους των γεγονότων του Πάθους και της Λυτρώσεως.
Ναός και χρόνος προσφέρουν το που και το πότε, δηλαδή το χωρόχρονο των λυτρωτικών γεγονότων που πλαισιώνει το τι, δηλαδή τα ιστορικά γεγονότα. Προσφέρεται επίσης και το ποιος, δηλαδή τον Κορυφαίο του λυτρωτικού δράματος του κόσμου, τον Ιησού, και το γιατί των γεγονότων, τη λύτρωση του κόσμου, τον Ιησού, και το γιατί των γεγονότων, την λύτρωση του κόσμου και του ανθρώπου ως τον ενιαίο και τελικό σκοπό του πάθους του Απαθούς.
Οι χωρόχρονοι των κορυφαίων τελεσιουργιών της Λυτρώσεως περιέχουν λύτρωση και ελευθερία. Και οι δύο προσδιορίζουν την αποδέσμευση του ανθρώπου από ανάξιες του ανθρώπου δουλείες, που εμποδίζουν την εκδήλωση των δυνατοτήτων του και τον υποτάσσουν. Διαφέρουν, όμως, επειδή η πρώτη, η λύτρωση αναφέρεται στην κατάσταση ελευθερίας των εσωτερικών δυνατοτήτων του, ενώ η δεύτερη, η ελευθερία σε εξωτερικές (πολιτικές, νομικές, οικονομικές κ.λπ.) συνθήκες και δυνατότητες πλήρους εκδηλώσεως, και όχι απλώς δηλώσεως, των εσωτερικών. Η τελειότητα απαιτεί να υπάρχει και η λυτρωμένη, δηλαδή η εσωτερική και η εξωτερική ελευθερία. Στην πράξη, συνδυάζεται αναγκαστικά η εσωτερική ελευθερία, δηλαδή η λύτρωση, με την εξωτερική ανελευθερία, και αντιστρόφως, η εξωτερική ελευθερία με την εσωτερική ανελευθερία.
Οι ιερές τελεσιουργίες της λυτρώσεως του ανθρώπου πραγματοποιούνται σε καταστάσεις αλύτρωτης ελευθερίας και στοχεύουν προς τη λυτρωμένη ελευθερία.
Τελεσιουργία είναι η τέλεση ή ολοκλήρωση ενός έργου και η πραγμάτωση του σκοπού του. Κάθε τελεσιουργία αποτελείται από αλυσίδα προκαθωρισμένων και έγκυρων πράξεων, που συντείνουν στην ευόδωση του σκοπού και λόγου τους. Μεταξύ των προκαθορισμένων πράξεων, υπάρχουν και οι κορυφαίες. Κορυφαίες πράξεις του ενός και ενιαίου έργου της ανθρώπινης λυτρώσεως είναι οι λόγοι και οι πράξεις του Ιησού Χριστού. Ο λόγος, η εκπεφρασμένη βούλησή Του, και οι πράξεις Του, είναι γεγονότα ισοδύναμα και ισόκυρα. Η αρμονία λόγου και έργου είναι γνώρισμα μοναδικό και για το λόγο αυτό θεϊκό έργο. Ο άνθρωπος επιχειρεί να μιμηθεί αυτήν την τελειότητα, που συνιστά την αγιότητα.
Οι χωροχρόνοι είναι τα αδιάσπαστα πλαίσια της πραγματικότητας, που συγκροτεί την ιστορικότητα. Οι κορυφαίες τελεσιουργίες της λυτρώσεως του ανθρώπου από τον Θεάνθρωπο, καίτοι είναι δυσπρόσιτες, ως ουσιαστικώς υπεριστορικής τάξεως, έχουν σαφείς ιστορικές διαστάσεις, και επομένως και απαντήσεις για το που και το πότε τελεσιουργήθηκε η λύτρωση.
Χώρος και χρόνος διαπλέκονται υποχρεωτικά και είναι αποτυπωμένοι στην μνήμη της Εκκλησίας από τους μάρτυρες των γεγονότων Ευαγγελιστές.
Οι χώροι της λυτρώσεως είναι πολλοί και καταλαμβάνουν όλη σχεδόν την Παλαιστίνη. Οι κορυφαίοι όμως περικλείονται στο οικιστικό πλαίσιο της πόλεως των Ιεροσολύμων και στην εκτός των τειχών περίμετρο της πόλεως.
Οι χρόνοι είναι κι αυτοί πολλοί, καταλαμβάνουν λίγα χρόνια από την ρωμαϊκή περίοδο της ιστορίας της Παλαιστίνης, και οι εξ αυτών κορυφαίοι εκτείνονται σε μια εβδομάδα, την Μεγάλη όπως ονομάζεται Εβδομάδα. Μια Εκκλησία, η Ορθόδοξη Σιωνίτιδα Εκκλησία του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων πραγματοποιεί στους ίδιους χώρους με τους αρχικούς τις τελεσιουργίες των γεγονότων της λυτρώσεως.
Η μυσταγωγική συμμετοχή δια της εκουσίας λατρευτικής συναρπαγής επιδιώκεται:
Α. Με την πλήρη μέχρι και των λεπτομερειών ενημέρωση των συμμετεχόντων στα γεγονότα. Οι Απόστολοι και οι Ευαγγελιστές λειτουργούν ως οι αυτόπτες και αυτήκοοι « ανταποκριτές» από τους χώρους των γεγονότων. Οι «ανταποκρίσεις» τους παρέχουν σφαιρική κάλυψη των γεγονότων (από την οπτική της εξουσίας, από την οπτική των κατηγόρων, από την οπτική του περιβάλλοντος του κατηγορουμένου, από την θέση του κατηγορουμένου κ. λπ.), και είναι ειλικρινείς, αφού αναφέρουν χωρίς εξωραϊσμούς τα πάντα, ακόμη και τα αρνητικά, όπως τη βιαία αντίδραση του Αποστόλου Πέτρου, τη δειλία του κ. α.
Β. Τα γεγονότα περιβάλλει υμνολογικός και μελωδικός θεολογικού και ηθικού περιεχομένου σχολιασμός. «Σχολιαστές» οι Υμνογράφοι και οι Μελωδοί της Εκκλησίας, ως οι ποιητικοί επιμελητές και διαμορφωτές του λόγου των μεγάλων θεολόγων. Στα σχόλια αντικατοπτρίζεται η θεολογία, η ευσέβεια και οι ατομικοί και κοινωνικοί προβληματισμοί της εποχής τους. Ο ποιητικός σχολιασμός περιλαμβάνει, εκτός από τις ενημερωτικές αναφορές και τους θεολογικούς σχολιασμούς, και προτροπές και παραινέσεις, άλλοτε ως αυτοπαραινέσεις , λ.χ. «...βλέπε οὖν , ψυχή μου, μή τῷ ὕπνῳ κατενεχθῇς , ἵνα μή τῷ θάνατ ῳ παραδοθῇς , καί τῆς βασιλείας ἔξω κλεισθῇς », άλλοτε ως προτροπές μιμήσεως της συμπεριφοράς προσώπου, που αναφέρεται στην Αγία Γραφή. Συχνή είναι, επίσης, η προτροπή ανυμνήσεως του Θεού , λ.χ. « Τόν δι' ἡμᾶς σταυρωθέντα , δεῦτε πάντες ὑμνήσωμεν ».
Γ. Το Τυπικό των ι. ακολουθιών προβλέπει τελετουργικές κινήσεις των ιερέων και του μετέχοντος λαού, που είναι μιμητικές ή δηλωτικές των γεγονότων της λυτρώσεως, όπως λ.χ. η έξοδος του Σταυρού μετά του Εσταυρωμένου, την Μ. Πέμπτη, ή η περιφορά του Επιταφίου, την Μ. Παρασκευή.
Δ. Κοινός παρονομαστής των ευαγγελικών κειμένων, των ύμνων, των κινήσεων κ. λπ. Είναι η μνεία των γεγονότων κάθε αναβιούμενης ημέρας της παγκοσμίου Λυτρώσεως. Η συνισταμένη αυτή δηλώνεται προειδοποιητικά και με σαφήνεια, λ.χ. « τῇ ἁγίᾳ καί μεγάλῃ Τετάρτῃ τῆς ἀλειψάσης τόν Κύριον μύρῳ πόρνης γυναικός μνείαν ποιεῖσθε οἱ θειότατοι πατέρες εθέσσπισαν , ὅτι πρό τοῦ σωτηρίου πάθους τοῦτο γέγονεν.
Ε. Η εβδομαδιαία μυστική πορεία κάθε ημέρας της Μεγάλης Εβδομάδος περιλαμβάνει τρεις έως πέντε ιερές ακολουθίες (από 4 η Μ. Δευτέρα και η Μ. Τρίτη, 5 η Μ. Τετάρτη, από 3 η Μ. Πέμπτη, η Μ. Παρασκευή, το Μ. Σάββατο και η Κυριακή του Πάσχα).
Τη Μεγάλη Δευτέρα προβάλλονται τρία γεγονότα, ως προπαρασκευαστικά και διδακτικά. Το παράδειγμα της σωφροσύνης του Ιωσήφ, που δεν υπέκυψε στην σεξουαλική παρενόχληση της Αιγυπτίας κυρίας του, και της συνετής διαχειρίσεως της προβλεπομένης παραγωγικής κρίσεως (επτά έτη αφθονίας και επτά έτη σιτοδείας). Η υπόμνηση της ιστορίας του Ιωσήφ προβάλλει τη σχέση της ατομικής ηθικής και της πολιτικής αποτελεσματικότητας. Το μήνυμα είναι σαφώς ηθικοπολιτικό. Το δεύτερο προβαλλόμενο γεγονός είναι η καταστροφή της ακάρπου συκής. Η χρησιμότητα κάθε συστήματος παραγωγής αποδεικνύεται από την παραγωγικότητά του. Το ηθικοπολιτικό μήνυμα είναι σαφές, κάθε άκαρπο σύστημα « ἐκκόπτεται καί εἰς πῦρ βάλλεται».
Το τρίτο γεγονός, τα « οὐαί » κατά των υποκριτών, αποτελεί την καταδίκη του «προσωπείου», του image. Ο Χριστός καταδικάζει απερίφραστα και με αυστηρότητα την ηγετική υποκρισία με σκληρή θεολογική διαλεκτική ( Ματθ. κγ ΄ 1 και εξής). Η κριτική της πολιτικής πρακτικής και τα συνυπάρχοντα ηθικοπολιτικά μηνύματα της ημέρας αυτής είναι ανυπέρβλητα. Και, ασφαλώς, είναι λανθασμένη κάθε ανάγνωση, που θα περιορίζει τα μηνύματα της ημέρας μόνο στα πλαίσια της ατομικής ηθικής.
Την Μεγάλη Τρίτη προβάλλονται τρία, επίσης, διδακτικά θέματα. Το πρώτο είναι η πασίγνωστη παραβολή των Δέκα Παρθένων, που διαφορίζονται ποιοτικά με κριτήριο την προετοιμασία και την εγρήγορση. Το δεύτερο είναι η παραβολή των ταλάντων, που συνδέει την αμοιβή με την επιτυχή χρήση των θεοσδότων δώρων. Η παραίτηση από της αξιοποιήσεως των ταλάντων συνεπάγεται αφαίρεσή της και αντιστρόφως, η αξιοποίησή τους συνεπάγεται την αύξησή τους. « Τῷ γάρ ἔχοντι παντί δοθήσεται καί περισσευθήσεται , ἀπό δέ τοῦ μή ἔχοντος καί ὅ ἔχει ἀρθήσεται ἀπ ' αὐτοῦ » ( Ματθ. κε ΄ 29).
Το τρίτο είναι η έκθεση της Τελικής Κρίσεως των ανθρώπων. Προβάλλεται ότι το κριτήριο του Θεού στην έσχατη κρίση του ανθρώπου είναι η κοινωνική συμπεριφορά του ανθρώπου προς τον άνθρωπο. Ο Θεός τιμάται στο πρόσωπο του ανθρώπου, που πάσχει από παντός είδους δεινά, όπως η πείνα και η δίψα, η ανεστιότητα και η στέρηση της ελευθερίας ( Ματθ. κστ ΄ 31 και εξής). Προβάλλεται η μοναδική θεολογική της αδελφοσύνης του ενσάρκου Θεού με τους ασήμους ανθρώπους, ως θεολογία της πράξεως ή ως εφαρμοσμένη πίστη, που περιλαμβάνεται στην κλασική φράση: « ἐφ ' ὅσον ἐποιήσατε ἑνί τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων , ἐμοί ἐποιήσατε ». Η σύμπτωση της εμπράκτου τιμής προς τον υπέρτατο Θεό με την έμπρακτη τιμή και φροντίδα για τον ασήμαντο άνθρωπο ανήκει στα κορυφαία και ανυπέρβλητα δέον του χριστιανού. Η κατηγορηματική επιταγή είναι σαφεστάτη. Το υπέροχο του Θεού πρέπει να τιμάται στο ασήμαντο του ανθρώπου.
Την Μεγάλη Τετάρτη προβάλλεται η μετάνοια της πόρνης και προληπτικώς η προδοσία του μαθητού, αφού αμφότερα έχουν σχέση με το χρήμα. Στην πορνεία διασπάται και εμπορευματοποιείται η μοναδικότητα της σωματικής επικοινωνίας του ανθρώπου και η απόλυτη συντροφικότητα. Η σωματική επικοινωνία μεταβάλλεται σε αντικείμενο οικονομικής συναλλαγής και η συντροφικότητα παραχωρεί την θέση της στην οδυνηρή ανεστιότητα. Το ανθρώπινο σώμα υποκαθιστά το ανθρώπινο πρόσωπο και υποβαθμίζεται σε εργαλείο εμπορευσίμου ηδονής. Οι υμνωδοί της Εκκλησίας προβάλλουν την μετάνοια της πόρνης ως δείγμα ελπίδος και, κατ' αντιδιαστολή, την προδοσία του Ιούδα ως δείγμα πορνείας της ψυχής. Η πόρνη μετανοεί και απομακρύνεται από το εμπόριο του σώματός της, την ίδια στιγμή ο μαθητής εκπορνεύει την πνευματική του οντότητα με την έμμισθη προδοσία του. Η πόρνη πορεύεται κεντρομόλος, από το εγωκεντρικό « ὡς ἐγώ θέλων » στο εσύ θέλεις του Χριστού, και ο μαθητής φυγοκέντρως , από το χριστοκεντρικό « ὡς ἐσύ θέλεις» του διδασκάλου στο « ὡς ἐγώ θέλω».
Την Μεγάλη Πέμπτη προβάλλονται τέσσερα γεγονότα, υπαγόμενα στην ιστορική πορεία του Λυτρωτή. Ο Νιπτήρας, ο Μυστικός Δείπνος, η υπερφυής προσευχή και η προδοσία. Το πρώτο υπογραμμίζει την ταπεινοφροσύνη, το δεύτερο εγκαινιάζει το μυστήριο της αναμνηστικής και πραγματικής κοινωνίας με τον Σωτήρα, όπως και το μυστήριο της δημιουργουμένης ύλης να μεταβάλλεται σε σώμα και αίμα του Δημιουργού. Τρίτο εορταζόμενο γεγονός είναι η προσευχή του Ιησού στη Γεθσημανή ( Ματθ. κστ ΄ 36-46), που εκφράζει ταυτόχρονα το ηγούμενο πανίσχυρο θείο και το επόμενο αγωνιώδες ανθρώπινο πρόσωπό του. Το τέταρτο είναι η αποχώρηση του Ιούδα από το σύλλογο των αποστολικών λειτουργών της λυτρώσεως της ανθρωπότητος και από το κέντρο της Ιστορίας.
Τη Μεγάλη Παρασκευή τα προβαλλόμενα εξουθενωτικά του κύρους και της δυνάμεως γεγονότα είναι πολλά. Εντάσσονται σε τρεις πτυχές, την πτυχή του βασανισμού και εξευτελισμού της προσωπικότητος (εμπτυσμός, ραπίσματα, κολαφίσματα , ύβρεις, γέλωτες, πορφυρή χλαίνη, κάλαμος, σπόγγος, όξος, ήλοι, λόγχη, σταυρός), την πτυχή του θανάτου και την πτυχή της μετανοίας του πρώτου μετά τον θάνατο και πριν από την ανάσταση πιστού του Χριστού, του συσταυρωμένου ληστή.
Το μεγάλο Σάββατο τα προβαλλόμενα γεγονότα είναι η ταφή, η εις ’δου Κάθοδος του Χριστού και η ανάσταση του ανθρωπίνου γένους. Αυτή η θεολογική πεποίθηση εκφράζεται στην αυθεντική ως ορθόδοξη εικονογραφική παράσταση της Αναστάσεως ως συναναστάσεως των πρωτοπλάστων μετά του Ιησού.
Η διέλευση από της Ταφής στη ζωηφόρο Ανάσταση αναγγέλεται πανηγυρικά, την Κυριακή του Πάσχα, με τις αναρίθμητες επαναλήψεις του κεντρικού διαχρονικού μηνύματος. «ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ».

"Ωσαννά" (Κυριακή των Βαΐων)

"Ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου". Με τούτη την επευφημία, με κλαδιά φοινίκων  -το σύμβολο της νίκης- στα χέρια, επεφύλαξε υποδοχή στον Χριστό το πλήθος των Εβραίων, που είχε συγκεντρωθεί στην Ιερουσαλήμ για να γιορτάσει σε λίγες ημέρες το Πάσχα (την έξοδο δηλαδή του Ισραήλ από την Αίγυπτο). Ο ευαγγελιστής Ιωάννης, στην περικοπή που διαβάζουμε κατά τη Θεία Λειτουργία της Κυριακής των Βαΐων, μας εξηγεί και τον λόγο που παρακίνησε το πλήθος σε μια τέτοια ενθουσιώδη εκδήλωση, που δεν είναι άλλος από την ανάσταση του Λαζάρου. Ο εντυπωσιασμός, το θάμβος από το υπερκόσμιο και ακατάληπτο θαύμα, το τόσο μεγάλο που παρόμοιό του δεν ξανακούστηκε ποτέ, κάνει το λαό όχι μόνο να ατενίζει με δέος τον Ιησού, αλλά να επενδύει και να προβάλλει στο πρόσωπό Του, για άλλη μια φορά, ένα πλήθος προσδοκιών. Κάπως έτσι συνέβη και παλιότερα, όταν ο Χριστός, μετά την επί του Όρους Ομιλία, έθρεψε το συγκεντρωμένο πλήθος με το θαύμα του πολλαπλασιασμού των πέντε άρτων και δύο ψαριών. Αμέσως έσπευσαν θαμπωμένοι να Τον ανακηρύξουν βασιλιά τους, προσδοκώντας να τους χορτάσει εύκολα και χωρίς κόπο. Έτσι και σήμερα, θαμπωμένοι από το θαύμα της ανάστασης του Λαζάρου σπεύδουν να "αποθεώσουν" τον θαυματοποιό, προσδοκώντας μύχια ότι στη συνέχεια θα ικανοποιήσει κάθε προσωπική ή συλλογική τους επιθυμία, προσδοκία ή επιδίωξη. Δεν μπορεί κανείς απόλυτα να τους επικρίνει γι αυτό. Ανέκαθεν οι άνθρωποι, όταν βρεθούμε μπροστά σε κάτι που φαίνεται έστω να ξεπερνά τις δικές μας δυνάμεις ή ικανότητες, αντιμετωπίζουμε με ανάλογες εκδηλώσεις τον θαυμασμό μας. Το λάθος όμως των ανθρώπων αυτών, το οποίο εξάλλου θα κάνει τον ίδιο όχλο λίγες μέρες αργότερα να φωνάζει "Άρον, άρον, σταύρωσον αυτόν", έγκειται στην αδυναμία τους να κατανοήσουν ότι ο Χριστός δεν ήρθε στον κόσμο για να μας εντυπωσιάσει με τα θαύματά του, ούτε να μας χορτάσει ψωμί, ούτε να εξαλείψει τους κακούς και αμαρτωλούς, ή την φτώχεια και τη δυστυχία. Για τα γεγονότα αυτά άλλωστε δεν ευθύνεται ο Θεός, αλλά τα προσωπικά μας πάθη, η αδιαφορία προς τους συνανθρώπους μας και η πλεονεξία μας, τόσο σε προσωπικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο.  Ο Χριστός ήρθε στον κόσμο για να σώσει τον κόσμο, για να μας προσφέρει την προοπτική της Αναστάσεως, και τρανή απόδειξη ότι μπορεί να μας οδηγήσει στην Ανάσταση αποτελεί η ανάσταση του Λαζάρου και βέβαια, σε λίγες ημέρες, η δική Του. Ήρθε να σώσει τον κόσμο και να αναστήσει το ανθρώπινο γένος, όχι όμως ερήμην ημών των ανθρώπων, όχι χωρίς τη δική μας θέληση, συμμετοχή και προσπάθεια. Όπως επέτρεψε να συμβεί η πρώτη πτώση -γιατί αν δεν το επέτρεπε θα παραβίαζε την ελευθερία του ανθρώπινου προσώπου-, με τον ίδιο τρόπο αφήνει τον κάθε άνθρωπο να διαλέξει αν θα ακολουθήσει την προοπτική και την οδό της σωτηρίας, ή το μονοπάτι των δικών του επιθυμιών. Αυτή τη μεγάλη αλήθεια, τούτο το πανανθρώπινο γεγονός δεν μπόρεσαν να το συλλάβουν οι άνθρωποι της εποχής του Χριστού, αλλά και οι μεταγενέστεροι. Από ότι φαίνεται όμως, ακόμα και μέσα στον κύκλο των εκλεκτών, των Μαθητών που ο ίδιος ο Ιησούς επέλεξε,  υπήρξε ένα πρόσωπο που δεν μπόρεσε να κατανοήσει το απώτερο νόημα της διδασκαλίας του Χριστού. Πρόκειται ασφαλώς για τον Ιούδα. Όπως πάλι μας διηγείται ο ευαγγελιστής Ιωάννης στην περικοπή της Κυριακής των Βαΐων, όταν η Μαρία, η αδελφή του Λαζάρου, από ευγνωμοσύνη για το θαύμα της ανάστασης του αδελφού της, άλειψε με μύρο τα πόδια του Ιησού, ο Ιούδας δυσανασχέτησε για την σπατάλη του πολύτιμου αρώματος, το οποίο θα μπορούσε να πουληθεί και να δοθεί στους φτωχούς. Δυσανασχέτησε υπέρ των φτωχών, εκείνος που έκλεβε το κοινό ταμείο των Μαθητών, ο καταχραστής της εμπιστοσύνης του Χριστού και των υπόλοιπων Αποστόλων. Παραδομένος στο πάθος της φιλαργυρίας κατακρίνει τον Διδάσκαλο και σε λίγες ημέρες θα Τον προδώσει έναντι τριάκοντα αργυρίων. Η στάση του Ιούδα και η στάση του όχλου, που ακολουθούν και επευφημούν τον Χριστό κινούμενοι από λάθος αφετηρία και αποβλέποντες σε λάθος ωφέλεια, συναντάται δυστυχώς όλες τις εποχές και κάποιες φορές σε όλους τους ανθρώπους. Επιφυλάσσουμε επευφημίες όταν ακούσουμε ή δούμε κάποιο εξαιρετικό πρόσωπο ή γεγονός και σύντομα, όταν δεν ικανοποιηθούν οι επιδιώξεις μας, γινόμαστε οι επικριτές και οι σταυρωτές του. Αλλά και η στάση μας απέναντι στον Θεό περνά συχνά από παρόμοιες διακυμάνσεις. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που νομίζουν ότι ζώντας μέσα στην Εκκλησία θα επιλύσουν κάθε γήινο πρόβλημά τους με έναν τρόπο μαγικό και για τον λόγο αυτό, όταν τους τύχει κάποια ασθένεια ή κάποια δυστυχία, κατηγορούν τον Θεό για τη συμφορά που τους βρήκε.  Ο Χριστός όμως δεν μας υποσχέθηκε ευημερία: "εν τω κόσμω θλίψιν έχετε, αλλά θαρσείτε, εγώ νενίκηκα τον κόσμο" θα μας πει, υποσχόμενος τη νίκη ενάντια σε κάθε τι που θλίβει τη ζωή μας, και προσφέροντας, με τη διδασκαλία και το Πάθος Του, ζωή και Ανάσταση. Μια ανάσταση που καλούμαστε να ανακαλύψουμε και πάλι τούτες τις ημέρες, να εμβαθύνουμε, και να τη ζήσουμε πραγματικά.
πηγή

Το δάκρυ του Ιησού (Σάββατο του Λαζάρου)

Σήμερα η αγία μας Εκκλησία εορτάζει το θαύμα της έγερσης του Λαζάρου, όπως μας το περιγράφει ο ευαγγελιστής Ιωάννης. Βλέπουμεμε τον Χριστό να αποκαλύπτει με θαυμαστό τρόπο την παντοδυναμία Του:  αντιστρέφει την πορεία του θανάτου, αναδομεί την σάρκα του τετραήμερου Λάζαρου και τέλος ανασταίνει  εκ νεκρών τον φίλο Του. Αξίζει ωστόσο να σταθούμε σε μια λεπτομέρεια της διήγησης του Ευαγγελίου: όταν ο Ιησούς οδηγήθηκε στον τάφο του φίλου Του και άκουσε από την Μάρθα να Του λέει «Κύριε, ήδη όζει» και ατένισε τον λίθο που έφραζε την θύρα του μνήματος, τότε εδάκρυσε και οι παρευρισκόμενοι σχολίασαν «ίδε πώς εφίλει αυτόν». Τούτο το δάκρυ του Ιησού δεν είναι τόσο απλό όσο φαίνεται, γιατί ο Χριστός δεν ήταν απλά ένας φίλος του Λάζαρου και δεν πήγε απλά να δει τον τόπο που τον έθαψαν, αλλά είναι ο σαρκωθείς Λόγος του Θεού που πήγε στην Βηθανία με σκοπό να αναστήσει τον Λάζαρο, όπως φαίνεται ξεκάθαρα μέσα από την διήγηση του ευαγγελιστή Ιωάννη. Με δεδομένα λοιπόν ετούτα τα στοιχεία, ο Ιησούς δακρύζει. Είναι η μοναδική φορά που στην ζωή Του δάκρυσε. Και το δάκρυ αυτό είναι θεανθρώπινο, αφού ο Ιησούς Χριστός είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος. Δακρύζει λοιπόν ως άνθρωπος, γιατί πραγματικά αγαπά πολύ τον φίλο Του, γιατί νιώθει θλίψη για τον χωρισμό. Δακρύζει και ως Θεός, γιατί βλέπει τον θάνατο να κυριεύει τα πλάσματά Του, την δημιουργία Του να φθείρεται, την θλίψη να ταλαιπωρεί τους ανθρώπους, την απελπισία να τους καταβάλλει. Δακρύζει γιατί βρίσκεται μπροστά σε μια πραγματικότητα που ο ίδιος δεν έκαμε, γιατί βλέπει την έσχατη μοίρα του ανθρώπου που είναι δέσμιος της αμαρτίας, της φθοράς και του θανάτου. Έξω από το μνήμα του Λάζαρου βρίσκεται ο Θεός. Μέσα στο μνήμα είναι ο θάνατος, η φθορά, η σαπίλα. Έρχεται δηλαδή τρόπον τινά ο Θεός πρόσωπο με πρόσωπο με τον προαιώνιο εχθρό Του. Είναι η ώρα της πρώτης μεγάλης αναμέτρησης ανάμεσα στην Ζωή και τον θάνατο. Γιατί μέχρι τώρα η καταδίκη του θανάτου συνόδευε όλους τους ανθρώπους. Ο λίθος μετακινείται. Μα πριν προλάβει η οσμή του θανάτου να σκορπίσει στον αέρα, ο Ιησούς φωνάζει: «Λάζαρε, δεύρο έξω!». Το θαύμα έχει γίνει. Η Ζωή έχει καταγράψει την πρώτη της ΝΊΚΗ. Σύντομα, με την πορεία του Χριστού στον Άδη και την Ανάστασή Του, θα επιτευχθεί ο οριστικός θρίαμβος και θα καταλυθεί το κράτος του θανάτου. Από τούτη τη στιγμή ανατέλλει η ελπίδα και της δικής μας ανάστασης, που σε λίγες ημέρες θα γίνει βεβαιότητα, πίστη, γεγονός. Αρκεί να έχουμε την ταπείνωση να ακολουθήσουμε τον Ιησού στην δύσκολη ανάβαση στο Γολγοθά. Μετά, σίγουρα θ’ ανατείλει το φως της Αναστάσεως! 
πηγή

«ΩΣΑΝΝΑ ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΟΣ Ο ΕΡΧΟΜΕΝΟΣ»

(Θεολογικό σχόλιο στο περιεχόμενο και το νόημα της  Κυριακής των Βαΐων)
ΩΣΑΝΝΑ ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΟΣ Ο ΕΡΧΟΜΕΝΟΣ»   
Μετά την θαυμαστή ανάσταση του Λαζάρου οι ευσεβείς αδελφές του παρέθεσαν στον Κύριο και τους μαθητές Του μεγάλο και λαμπρό δείπνο για να ευχαριστήσουν τον Μεγάλο Ευεργέτη τους. Η Μάρθα φρόντιζε να μη λείψει τίποτε από το πλούσιο τραπέζι. Μαζί τους καθόταν και ο Λάζαρος. Η Μαρία, κατά τη διάρκεια του δείπνου, πήρε ένα πολύτιμο δοχείο γεμάτο πανάκριβο μύρο και άρχισε να πλένει με αυτό τα πόδια του Χριστού. Κατόπιν ξέπλεξε τα πλούσια μαλλιά της και μ' αυτά σκούπισε τα πόδια του Λυτρωτή. Η ευώδης οσμή του μύρου γέμισε την οικία. Το γεγονός αυτό δημιούργησε αισθήματα εκπλήξεως στους παραβρισκόμενους. Ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, ο μελλοντικός προδότης του Κυρίου είπε: «Διατί τούτο το μύρον ουκ επράθη τριακοσίων δηναρίων και εδόθη τοις πτωχοίς;». Και σχολιάζει ο ιερός ευαγγελιστής: «είπε δε τούτο ουχ ότι περί των πτωχών έμελεν αυτώ, αλλ΄ότι κλέπτης ην, και το γλωσσόκομον είχε και τα βαλλόμενα εβάσταζεν» (Ιωάν.12:6).
      Ο άνθρωπος της ανομίας, απόλυτα υπόδουλος στα ταπεινά του πάθη, έμεινε εντελώς ανέγγιχτος από την τρίχρονη παρουσία του θείου Διδασκάλου του. Η ωφελιμιστική υλιστική σκοτοδίνη του, τον κρατούσε δέσμιο του πάθους της φιλαργυρίας. Αυτό το πάθος θα τον οδηγήσει, κατόπιν, σε λίγες ημέρες στην προδοσία του Δασκάλου του και στον προσωπικό του τραγικό αφανισμό. Το όνομά του θα γίνει στους αιώνες συνώνυμο της προδοσίας.
      Ο Κύριος με προφανή λεπτότητα αντιπαρήλθε την πρόκληση του Ιούδα και είπε: «’φες αυτήν, εις την ημέραν του ενταφιασμού μου τετήρηκεν αυτό. Τους πτωχούς γαρ πάντοτε έχετε μεθ' εαυτών, εμέ δε ου πάντοτε έχετε»(Ιωάν.121:7-8). Φυσικά τα λόγια αυτά ήταν ακατανόητα για τους μαθητές Του, διότι, προσκολλημένοι ακόμη στην εθνικιστική ιουδαϊκή περί Μεσσία αντίληψη, πίστευαν σε μια λαμπρή προέλαση προς την Ιερουσαλήμ, προκειμένου να πάρουν την εξουσία και να απελευθερώσουν το έθνος από τον ξένο δυνάστη.
       Την ίδια ώρα κατέφθασε στην οικία του δείπνου όχλος πολύς από τους Ιουδαίους, οι οποίοι ήθελαν να δουν τον θαυμαστό ραβίνο που ανάστησε το Λάζαρο. Ήθελαν επίσης να δουν με τα ίδια τους τα μάτια τον αναστημένο. Ταυτόχρονα οι αρχιερείς και οι άρχοντες του Ιουδαϊκού λαού έκαναν συμβούλιο και συζητούσαν το ενδεχόμενο να φονεύσουν τον Λάζαρο, διότι διαπίστωναν με ανησυχία ότι πολλοί άνθρωποι είχαν πιστέψει στην θεϊκή δύναμη του Ιησού, εξαιτίας του εξαίσιου θαύματος! Ήδη είχε αποφασισθεί η θανάτωση του Κυρίου (Ιωάν.11:47-57) και ο προδότης μαθητής βρισκόταν σε επικοινωνία με το ιουδαϊκό ιερατείο (Ιωάν.12:3-8, Ματθ.26:14-16) για την παράδοση του Διδασκάλου του.
        Την άλλη μέρα ο Χριστός μπήκε στην Ιερουσαλήμ με τους μαθητές του. Το μεγάλο νέο της ανάστασης του Λαζάρου είχε φτάσει από τη Βηθανία στην αγία πόλη και δημιούργησε αισθήματα ενθουσιασμού και ευφορίας στο λαό.  Λόγω δε της επικείμενης εορτής του Πάσχα είχαν συρρεύσει εκεί πολλοί ξένοι προσκυνητές. Όταν πληροφορήθηκαν οι όχλοι την άφιξη του ανθρώπου που ανάστησε το Λάζαρο, πήραν στα χέρια κλαδιά φοινίκων και βγήκε στους δρόμους για να Τον προϋπαντήσουν τραγουδώντας τον νικητήριο παιάνα: «Ωσαννά΄ ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου, ο βασιλεύς του Ισραήλ» (Ιωάν.12:13). Κάποιοι έστρωναν τα ενδύματά τους στο δρόμο για να περάσει ο μεγάλος θριαμβευτής. Η σκηνή αυτή ήταν συνηθισμένη στους χρόνους εκείνους. Οι νικητές βασιλείς έμπαιναν τροπαιούχοι στις πόλεις, αποθεωμένοι από τα πλήθη.
       Ο Κύριος καθισμένος πάνω σε πουλάρι όνου έμπαινε ήσυχα, ατάραχος και αδιαφορώντας για τους πανηγυρισμούς, στην αγία πόλη, εκπληρώνοντας την προφητεία του Ζαχαρίου: «Χαίρε σφόδρα θύγατερ Σιών, ιδού ο βασιλεύς σου έρχεταί σοι δίκαιος και σώζων αυτός πραϋς και επιβεβηκώς επί υπόζυγιον και πώλον νέον» (Ζαχ.9‘9). Ο κόσμος επισημαίνει ο ιερός ευαγγελιστής ομολογούσε ότι «τον Λάζαρον εφώνησεν εκ του μνημείου και ήγειρεν αυτόν εκ νεκρών. Δια τούτο και ηπήντησεν αυτώ ο όχλος, ότι ήκουσαν τούτο αυτόν πεποιηκέναι το σημείον» (Ιωάν.12:17-18). Αντίθετα με τους ενθουσιασμούς του πλήθους, οι Φαρισαίοι με εμφανή ανησυχία και μίσος  είπαν μεταξύ τους: «θεωρείτε ότι ουκ ωφελείτε ουδεν; Ίδε ο κόσμος οπίσω αυτού απήλθεν» (Ιωάν.12:19).
      Η είσοδος του Κυρίου στα Ιεροσόλυμα είναι η τελευταία σκηνή του δραματικού έργου της επί γης ζωής Του. Μπήκε ταπεινά επάνω στο ονάριο, παρ' όλο ότι ο όχλος τον ζητωκραύγαζε και συμπεριφερόταν ως να είχε μπροστά του κάποιο εγκόσμιο βασιλιά, ο οποίος μπαίνει θριαμβευτής στην πρωτεύουσα του βασιλείου του. Γνωρίζει πολύ καλά πως οι ιαχές και οι πανηγυρισμοί των όχλων είναι πρόσκαιρες και λαθεμένες εκδηλώσεις. Όλοι αυτοί οι ενθουσιώδεις άνθρωποι οι οποίοι τον αποθέωναν, εκδήλωναν εκείνη τη στιγμή την μικρο- εθνικιστική τους αντίληψη για Εκείνον. Τα κίνητρά τους ήταν ιδιοτελή και φτηνά. Η απουσία πνευματικότητας ήταν διάχυτη σ' αυτούς.
       Γνώριζε επίσης ο Κύριος ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι, οι οποίοι τον δόξαζαν με την είσοδό Του στην Ιερουσαλήμ, θα είναι οι ίδιοι, οι οποίοι θα φωνάζουν πέντε ημέρες μετά κάτω από το πραιτώριο και θα απαιτούν από τον εκπρόσωπο του Ρωμαίου δυνάστη τους «σταύρωσον σταύρωσον αυτόν» (Λουκ.23:22)!
       Για μας τους πιστούς η είσοδος του Κυρίου στην Ιερουσαλήμ αποτελεί την απαρχή της εκούσιας πορείας Του για το θείο Πάθος. Εορτάζουμε την ημέρα αυτή με ανάκατα αισθήματα χαράς και λύπης. Γιορτάζουμε με αισθήματα χαράς, διότι ο Λυτρωτής μας Χριστός οδεύει προς τα σωτήρια παθήματα για την δική μας σωτηρία. Γιορτάζουμε με αισθήματα λύπης, διότι ο Κύριός μας θα υποστεί για χάρη μας, και εξαιτίας της δικής μας κακουργίας, τα επώδυνα παθήματα και θα υποφέρει και θα πονέσει ως άνθρωπος. Θα ανέβει στον Γολγοθά, θα πεθάνει ως κακούργος και θα ταφεί ως κοινός θνητός. Σε ανάμνηση της μεγαλειώδους και θριαμβευτικής εισόδου του Κυρίου μας στην αγία πόλη, κρατάμε και εμείς κατά την αγία αυτή ημέρα κλάδους δάφνης, υποδεχόμενοι τον Κύριο ως νικητή και θριαμβευτή βασιλέα, όχι βέβαια κοσμικό, όπως τον περίμεναν οι Ιουδαίοι, αλλά ως αιώνιο πνευματικό άνακτα.   

Ει το Σάββατο του Λαζ'αρου «ΕΓΩ ΕΙΜΙ Η ΑΝΑΣΤΑΣΙΣ ΚΑΙ Η ΖΩΗ»


(Θεολογικό σχόλιο στο Σάββατο του Λαζάρου) 
«ΕΓΩ ΕΙΜΙ Η ΑΝΑΣΤΑΣΙΣ ΚΑΙ Η ΖΩΗ» 
Το Σάββατο της ΣΤ΄ Εβδομάδος των Νηστειών η Αγία μας Εκκλησία όρισε να εορτάζουμε την θαυμαστή ανάσταση του Λαζάρου. Αυτό δεν είναι τυχαίο. Διότι, πρώτον το μεγάλο και θαυμαστό αυτό γεγονός συμπίπτει χρονικά με την είσοδο του Κυρίου μας στην αγία πόλη της Ιερουσαλήμ. Και δεύτερον, ότι το γεγονός της εκ νεκρών αναστάσεως του φίλου του Κυρίου είναι μια τρανή απόδειξη ότι ο Χριστός μας είναι ο κύριος της ζωής και του θανάτου, ότι αυτός που ανάστησε από τους νεκρούς το Λάζαρο θα αναστήσει και τον Εαυτό του, αφού θα σκυλέψει τον ’δη και θα νικήσει τον θάνατο!
Σύμφωνα με το ευαγγελικό ανάγνωσμα ο Λάζαρος με τις αδελφές του Μάρθα και Μαρία, που κατοικούσαν στην κώμη Βηθανία, είχαν εγκάρδιες φιλικές σχέσεις με τον Κύριο. Φαίνεται ότι πολλές φορές είχαν την ύψιστη τιμή και χαρά να δεχτούν και να φιλοξενήσουν το Χριστό στον ευλογημένο οίκο τους (Λουκ.10:38-42).
      Ξαφνικά ο Λάζαρος ασθένησε βαριά. Οι δυο αδερφές έστειλαν μήνυμα στον Ιησού ότι ο αγαπημένος Του φίλος  ο Λάζαρος αρρώστησε. Ο Χριστός διαβεβαίωσε τους απεσταλμένους πως «αύτη η ασθένεια ούκ  έστι προς θάνατον, αλλ' υπέρ της δόξης του Θεού, ίνα δοξασθή ο υιός του Θεού δι΄ αυτής» (Ιωάν.11:4). Όμως ο Λάζαρος πέθανε και ετάφη σε σπηλώδες μνημείο, σύμφωνα με τις ιουδαϊκές συνήθειες. Ο Χριστός αφού έμεινε δύο ημέρες στον τόπο που βρισκόταν πήρε τους μαθητές του και γύρισε στην Ιουδαία κατευθύνθηκε στη Βηθανία, παρ' όλο ότι οι μαθητές Του τον προειδοποιούσαν για τον κίνδυνο να τον λιθοβολήσουν οι Ιουδαίοι. Καθ΄ οδόν  τους διαβεβαίωνε πως  «Λάζαρος ο φίλος ημών κεκοίμηται΄ αλλά πορεύομαι ίνα εξυπνίσω αυτόν. Είπον ουν οι μαθηταί αυτού΄ Κύριε, ει κεκοίμηται, σωθήσεται. Ειρήκει δε ο Ιησούς περί του θανάτου αυτού΄ εκείνοι δε έδοξαν ότι περί της κοιμήσεως του ύπνου λέγει. Τότε ουν είπεν αυτοίς ο Ιησούς παρρησία΄ Λάζαρος απέθανε, και χαίρω δι' ημάς, ίνα πιστεύητε, ότι ουκ ήμην εκεί» (Ιωάν.11:12-15).
        Η ενθουσιώδης Μάρθα, όταν έμαθε ότι ο Χριστός έρχεται στην βυθισμένη στο πένθος Βηθανία, έτρεξε να Τον προϋπαντήσει και με απόλυτη εμπιστοσύνη σε Αυτόν του είπε: «Κύριε, ει ης ώδε, ο αδελφός μου ουκ αν ετεθνήκει. Αλλά και νυν οίδα ότι όσα αν αιτήση τον Θεόν, δώσει σοι ο Θεός». Ο Ιησούς της λέει ξεκάθαρα: «αναστήσεται ο αδελφός σου» (Ιωάν.11:24) και διαβεβαιώνει πανηγυρικά: «Εγώ ειμί η ανάστασις και η ζωή. Ο πιστεύων εις εμέ, καν αποθάνη, ζήσεται΄ και πας ο ζων και πιστεύων εις εμέ ου μη αποθάνη εις τον αιώνα» (Ιωάν.11:26). Μετά ζήτησε να τον οδηγήσουν στο μνημείο και να άρουν τον λίθο από την θύρα του σπηλαίου. Τότε η Μαρία τον προειδοποίησε: «Κύριε, ήδη όζει΄ τεταρταίος γαρ εστι». Ο Χριστός της είπε πως «ουκ είπον σοι ότι εάν πιστεύσης όψει την δόξαν του Θεού;» (Ιωάν.11:40). Αφού κύλησαν το λίθο ο Κύριος στάθηκε μπροστά στο μνημείο και σήκωσε τα μάτια στον ουρανό και είπε: «Πάτερ, ευχαριστώ σοι ότι ήκουσάς μου. Εγώ δε ήδειν ότι πάντοτέ μου ακούεις ΄ αλλά δια τον όχλον τον παρεστώτα είπον, ίνα πιστεύσωσιν ότι συ με απέστειλας» (Ιωάν.11:41). Κατόπιν φώναξε με δυνατή φωνή: «Λάζαρε δεύρο έξω». Το θαύμα έγινε, ο Λάζαρος έζησε και εξήλθε του μνημείου δεμένος με τα νεκρικά ενδύματα. Ο Χριστός έδωσε εντολή να τον λύσουν και να περπατήσει.    
        Το μεγάλο αυτό γεγονός έκανε πολλούς να πιστέψουν στο Χριστό. Κάποιοι άλλοι έτρεξαν στους Φαρισαίους και ανήγγειλαν το θαύμα. Οι σκληρόκαρδοι και υποκριτές εκείνοι άνθρωποι, μαζί με το ιουδαϊκό ιερατείο, όχι μόνο δεν συγκινήθηκαν και δεν πίστεψαν στα θαύμα και τη δύναμη του Ιησού, αλλά σκληρύνθηκαν έτι περισσότερο οι καρδιές τους. Ο αρχιερέας Καϊάφας είπε το εξής καταπληκτικό: «Υμείς ουκ οίδατε ουδέν, ουδέ διαλογογίζεσθε ότι συμφέρει ημίν ίνα εις άνθρωπος αποθάνη υπέρ του λαού και μη όλον το έθνος απόληται» και σχολιάζει ο ιερός ευαγγελιστής: «Τούτο δε αφ' εαυτού ουκ είπεν, αλλά αρχιερεύς ων του ενιαυτού εκείνου προεφήτευσεν ότι έμελλεν ο Ιησούς αποθνήσκειν υπέρ του έθνους, και ουχ υπέρ του έθνους μόνον, αλλ' ίνα τα τέκνα του Θεού τα διεσκορπισμένα συναγάγη εις εν» (Ιωάν.11:49-52). 
        Η ανάσταση του Λαζάρου είναι το μεγαλύτερο θαύμα του Κυρίου. Αυτό φαίνεται και από το γεγονός ότι δεν έσπευσε αμέσως με την είδηση του θανάτου του φίλου Του, αλλά πήγε στη Βηθανία ύστερα από τέσσερις ημέρες για να φανεί το μέγεθος του μεγάλου θαύματος και της υπέρτατης δυνάμεως του Θεού. Ο ιερός Χρυσόστομος τονίζει πως  «Έμεινεν, ίνα αποπνεύση (ο Λάζαρος) και ταφή, ίνα μηδείς έχη λέγειν ούπω τλευτήσαντα αυτόν ανέστησεν΄ ότι κάρος ην, ότι έκλυσις ήν, ότι καταγωγή ήν και ου θάνατος» (παρά Π. Τρεμπέλα Υπόμνημα εις το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, Αθήναι 1969,σελ.401). Αν και ο νεκρός άρχισε να αποσυντίθενται ο Χριστός τον ανάστησε, φανερώνοντας το μεγαλείο της θείας δυνάμεώς Του. Είναι ο κύριος της ζωής, διότι είναι ο ίδιος η ζωή. Κανένας ποτέ δεν τόλμησε να ισχυριστεί αυτό που φανέρωσε στη Μάρθα «Εγώ ειμι η ανάστασις και η ζωή, ο πιστεύων εις εμέ, καν αποθάνη, ζήσεται» (Ιωάν.11:25).
        Αυτή η διαβεβαίωση ότι ο ίδιος ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός είναι η πηγή της ζωής και η μακάρια ανάστασή μας είναι η μεγάλη μας παρηγοριά και η άρρητη δύναμη που μας κάνει να υπερνικάμε όλες τις αντιξοότητες της επίγειας ζωής μας. Χάρη σ' Αυτόν δεν θα  πεθάνουμε ποτέ, έστω και αν το φθαρτό σώμα μας αποτεθεί στη γη και αποσυντεθεί. Αυτό είναι ένα απλό βιολογικό γεγονός, το οποίο δεν έχει ουδεμία οντολογική επίπτωση για μας τους πιστούς του Χριστού. Η ψυχή μας θα εξακολουθεί να ζει και χωρίς το σώμα μας, μια ζωή ασύγκριτα ανώτερη από την επίγεια. Αλλά όχι για πάντα μόνη της, διότι «έρχεται ώρα, και νυν εστιν, ότε οι νεκροί ακούσονται της φωνής του υιού του Θεού και οι ακούσαντες ζήσονται» (Ιωάν.5:25). Τα σώματά μας θα ζήσουν και θα ενωθούν και πάλι με τα πνεύματά μας για να μην ξαναχωρίσουν ποτέ πια, αλλά να ζουν αιώνια την όντως ζωή και να συνδοξάζονται με το Χριστό.
         Το μέγα θαύμα της Αναστάσεως του Λαζάρου δείχνει ξεκάθαρα ότι όπως ο Χριστός ανάστησε με γοερή φωνή Του εκείνον, κατά τον ίδιο τρόπο θα αναστήσει και μας. Με τη δική Του ανάσταση νίκησε κατά κράτος το θάνατο. Δια της Αναστάσεως του Χριστού « έσχατος εχθρός καταργείται ο θάνατος» (Α΄Κορ.15:26), διακηρύττει πανηγυρικά ο απόστολος Παύλος.
        Η μεγάλη αυτή εορτή λειτουργεί ως πνευματική ανάταση στις ψυχές ημών των πιστών, οι οποίοι συν-οδοιπορούμε με τον Κύριο προς το εκούσιο πάθος και το σταυρικό Του θάνατο. Αυτό το αποδίδει θαυμάσια το ιερό τροπάριο της εορτής: «Την κοινήν ανάστασιν προ του σου πάθους πιστούμενος, εκ νεκρών ήγειρας τον Λάζαρον Χριστέ ο Θεός΄ όθεν και ημείς ως οι παίδες, τα νίκης σύμβολα φέροντες σοι το νικητή του θανάτου βοώμεν΄ Ωσαννά εν τοις υψίστοις, ευλογημένος ο ερχόμενος, εν ονόματι Κυρίου».

Το φαινόμενο της προφητείας

Είναι εντυπωσιακό το εντονότατο ενδιαφέρον που προκαλούν οι κάθε φύσεως προφητικές δηλώσεις και προβλέψεις. Το φαινόμενο αυτό με χαρακτηριστική παρουσία από την αρχαιότητα συνεχίζεται αμείωτο μέχρι τις ημέρες μας, δηλώνοντας την επιθυμία του ανθρώπου να πληροφορηθεί τα μέλλοντα.
Στην πραγματικότητα, αυτού του είδους η πληροφόρηση καμία ωφέλεια δεν προσφέρει στον άνθρωπο. Εξάλλου, σε περίπτωση που αυτή η γνώση ήταν αναγκαία, για την επιβίωση ή για την σωτηρία, θα την είχε προσφέρει ο Θεός σε όλους και δεν θα την έκρυβε για να την εξασφαλίσει στους εκλεκτούς του.
Όπως σημειώνει ο ομ. καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Γιώργος Πατρώνος στο εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο του «Η Αποκάλυψη του Ιωάννη, μια εκσυγχρονιστική ερμηνευτική προσέγγιση» (Αθήνα, 2009) στόχος του προφητικού κηρύγματος δεν είναι τόσο «να φωτίσει το μέλλον όσο το παρόν» (σελ. 34), το οποίο αποτελεί και τον στίβο στον οποίο ζει και αγωνίζεται ο κάθε άνθρωπος. Καθώς στο νου μας έχουμε συνδέσει τη λέξη «προφητεία» με μελλοντολογικές προβλέψεις είναι δύσκολο να την προσεγγίσουμε κάτω από το πρίσμα που θέτει ο καθηγητής.
Στην Παλαιά Διαθήκη «προφήτης» είναι αυτός που μιλά εξ ονόματος του Θεού (πρό + φημί). Οι αναφορές του σε γεγονότα που πρόκειται να συμβούν στο μέλλον δεν έχουν τον χαρακτήρα μαντικής-μαγικής πρόβλεψης αλλά προσπαθούν να βοηθήσουν τους ανθρώπους, το βασιλιά, τους κατοίκους μιας πόλης, τους πιστούς του αληθινού Θεού να ερμηνεύσουν το παρόν και να καθορίσουν τη στάση τους μέσα από το μέλλον.
Ο άνθρωπος του Θεού θέλει να ενεργοποιήσει μια κριτική ματιά στο παρόν μέσῳ των αναφορών στο μέλλον. Παραδείγματος χάριν, όταν προειδοποιεί ότι η παρακοή στο νόμο θα επιφέρει αυτή ή την άλλη συμφορά δεν το κάνει για να ικανοποιήσει την περιέργεια σχετικά με το τι πρόκειται να συμβεί στο μέλλον, αλλά για να προβληματίσει τον αποδέκτη της προφητείας και να αλλάξει στάση. Ο προφητικός λόγος λειτουργεί ως ένα ισχυρό προειδοποιητικό καμπανάκι, το οποίο προσφέρει στο σώφρονα ακροατή τη δυνατότητα της μετάνοιας, της αλλαγής πορείας.
Αντιστοίχως, στην Καινή Διαθήκη υπάρχει η τάξη των προφητών, με παρόμοια έννοια και χαρισματική θέση στο χώρο της Εκκλησίας. Πολύ γνωστό είναι το χωρίο του βιβλίου Πράξεις Αποστόλων στο οποίο, ανάμεσα στους προφήτες και διδασκάλους της αντιοχειανής Εκκλησίας περιλαμβάνονται ο απ. Βαρνάβας και ο απ. Παύλος (Πρ. 13:1). Η τάξη των προφητών στην Καινή Διαθήκη έχει ρόλο περισσότερο διδακτικό και κηρυκτικό. Η έννοια αυτού που ομιλεί «προ προσώπου του Θεού» σχετίζεται με τη διδασκαλία του λόγου του Θεού, αλλά και τα έντονα χαρίσματα που κοσμούσαν την Εκκλησία. Οι προφήτες της πρώτης Εκκλησίας είναι φορείς χαρισμάτων και μεταφέρουν με αγάπη, μεταδίδουν αυτά τα χαρίσματα στους άλλους.
Και εδώ έχουμε προρρήσεις μελλοντικών γεγονότων, όπως οι δύο προρρήσεις του Αγάβου, ο οποίος, ακολουθώντας την παράδοση των προφητών της Παλαιάς Διαθήκης, προφήτευσε δεινά. Για την ακρίβεια στο Πρ. 11:28 «ἐσήμανεν διὰ τοῦ πνεύματος λιμὸν μεγάλην μέλλειν ἔσεσθαι ἐφ᾿ ὅλην τὴν οἰκουμένην» και στο Πρ. 21:10 προφήτευσε τη σύλληψη και την παράδοση «εἰς χεῖρας ἐθνῶν» του απ. Παύλου. Η προσοχή μας πρέπει να επικεντρωθεί στο σκοπό της προφητείας. Ο Άγαβος δεν λειτουργεί ως ένας από τους αφθονούντες και σε εκείνη την περίοδο περιοδεύοντες μάγους, ψευδοπροφήτες και ψευδοδιδασκάλους. Το αντίθετο μάλιστα! Λειτουργεί ως μέλος της χριστιανικής συνάξεως και προφητεύει μέσα στα πνευματικά όριά της, ενώπιον πάντων.
Και στις δύο περιπτώσεις, όπως διαπιστώνουμε από τη συνάφεια του κειμένου έχουμε αποκάλυψη του μέλλοντος ώστε οι ακροατές του να ζήσουν διαφορετικά, πνευματικότερα το παρόν. Με τη βοήθεια των λόγων του Αγάβου η Εκκλησία θα ήταν σε θέση να αντιμετωπίσει τις επερχόμενες δυσχερείς καταστάσεις. Σήμερα, συνήθως, χωρίς καμία επιτυχία, αγωνιούμε να ταυτίσουμε την μία ή την άλλη προφητεία με το ένα ή το άλλο γεγονός. Κατά την εποχή της Καινής Διαθήκης, δεν συνέβαινε κάτι τέτοιο: ήταν ξεκάθαρο πότε συνέβη ο λιμός, «ἐπὶ Κλαυδίου», όπως και η σύλληψη και παράδοση του απ. Παύλου στους Ρωμαίους (Πρ. 25:11-12).
Το φαινόμενο των προφητικών προρρήσεων έσβησε με την πάροδο της αποστολικής εποχής, δίνοντας τη θέση του σε άλλα χαρίσματα στο σώμα του Χριστού. Σε σπάνιες περιπτώσεις, από τότε και εξής έχουμε τη διατύπωση προφητειών από άγιες μορφές με πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα του αγίου Κοσμά του Αιτωλού και του, συγχρόνου μας, αγίου Παϊσίου του Αγιορείτου. Οι λόγοι τους παρανοούνται και διαστρέφονται από ανθρώπους που δεν κατανοούν τη λειτουργία της προφητείας στο σώμα της Εκκλησίας. Ο σκοπός της δεν είναι να λειτουργήσει ως ένα «μαγικό» κλειδί που θα ξεκλειδώνει τα μελλούμενα, αλλά ως μία υπόμνηση ότι με πίστη στο Θεό, ταπείνωση και πνευματική εργασία θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα που θα έρθουν.
Για το λόγο αυτό είναι πολύ δύσκολο, έως αδύνατο, να ταυτίσουμε τις προφητικές ρήσεις με γεγονότα. Στις επιχειρούμενες ταυτίσεις δεν υπάρχει ούτε ομοφωνία ούτε σοβαρότητα. Γι᾿ αυτό ο ένας ιεροκήρυκας προχωρεί σε μία ταύτιση και ο επόμενος την απορρίπτει για να παρουσιάσει αυτή που εκείνος θεωρεί ισχυρότερη. Γι᾿ αυτό επαναλαμβάνεται η διαστροφή του χαρίσματος της προφητείας όπως ακριβώς συνέβη με την περίπτωση της ταυτίσεως του ονόματος που κρύβεται γύρω από τον αριθμό της Αποκαλύψεως (χξστ’), ο οποίος έχει οδηγήσει όσους επιχειρούν να τον ταυτίσουν με συγκεκριμένο πρόσωπο σε συνεχείς αποτυχίες.
Δυστυχώς, το χάρισμα της προφητείας, της παρουσίασης του λόγου του Θεού ανάμεσα μας, μέσα στον πνευματικό χώρο της Εκκλησίας, διαστρέφεται σε μία μαντική τέχνη, σε «πνεῦμα πύθωνα» (Πρ. 16:16), υπό τύπον προφητειών του Νοστράδαμου.
Διαβάζοντας το βίο των αγίων μορφών που είχαν το χάρισμα της προφητείας διαπιστώνουμε ότι η Εκκλησία δεν επιμένει καθόλου στον τονισμό αυτού του χαρίσματος. Αντιθέτως, αυτό φαίνεται να εντάσσεται ομαλά στην αγία ζωή τους. Όσοι δεν έχουν εκκλησιαστικό πνεύμα, αλλά αποζητούν μαντικές δυνάμεις ή δυνάμεις ιεροδιαμέσου (= μέντιουμ) τονίζουν, προβάλλουν και απομονώνουν αυτό το χάρισμα. Μάλιστα, σε περιόδους προβλημάτων, κρίσεων και κοινωνικής αναταραχής αυτά τα μη εκκλησιαστικά στοιχεία κυριαρχούν. Διαπιστώνουμε με θλίψη ότι οι επιτήδειοι της ενημέρωσης εκμεταλλεύονται δεόντως την επιθυμία των πολλών παρέχοντας, υπό τύπον δώρων και προσφορών, τις προφητείες του τάδε ή του δείνα αγίου για να αυξήσουν τις πωλήσεις, την ακροαματικότητα και την τηλεθέασή τους. Αυτοί που τρέχουν να αγοράσουν τέτοιο υλικό δεν εξετάζουν την ουσία του προβλήματος, αλλά σπεύδουν συρόμενοι ως πρόβατα από τον ένα ή τον άλλο κήρυκα, δάσκαλο, σοφό ή οτιδήποτε άλλο . . .
Σε αυτό το πλαίσιο, συναντάμε και το θλιβερό φαινόμενο, κάποιοι παίζοντας με τον φόβο και την περιέργεια του λαού να ορίζουν συγκεκριμένες ημερομηνίες για τη δευτέρα παρουσία του Κυρίου . . .
Κέντρο της προφητείας είναι και θα παραμείνει το παρόν με το οποίο την συνδέουν στενότατα οι αναφορές των ευαγγελίων. Το παρόν αυτό δεν είναι παρά ο χώρος της χάριτος, η εποχή που εγκαινίασε με τη θυσία του ο Χριστός και στην οποία ζούμε εμείς, χωρίς να έχουμε ανάγκη από προφητείες για να προοδεύσουμε πνευματικά. Η ενσάρκωση του Λόγου του Θεού ήταν είναι και θα παραμείνει το κορυφαίο σκάνδαλο για την ανθρώπινη ιστορία. Η συζήτηση για το πότε θα έλθει για δεύτερη φορά είναι σε λάθος βάση. Το ενδιαφέρον της Αγίας Γραφής για αυτά τα θέματα είναι μηδαμινό έως ανύπαρκτο.
Έγνοια και φροντίδα της Εκκλησίας είναι η σωτηρία μας και η μεταβολή του κόσμου που ζούμε σε παράδεισο. Στόχος της είναι η ανακαίνιση της κτίσεως και για την επίτευξη αυτού του στόχου αρκεί η πίστη μας στο πρόσωπο του Υιού και Λόγου του Θεού, του Σαρκωμένου Λόγου, του Χριστού του Θεού, στο πρόσωπό του οποίου βρήκαν την εκπλήρωσή τους όλες οι μεσσιανικές προφητείες.
το είδαμε εδώ

Εμπνευσμένοι Ιερείς στον απελευθερωτικό αγώνα της Ε.Ο.Κ.Α.


Ο Παπάσταυρος Παπαγαθαγγέλου υπήρξε ο φλογερός στρατολόγος των αγωνιστών της Ε.Ο.Κ.Α. και κατά τον Αγώνα έφερε το ψευδώνυμο «Τσέλιγκας». Σε μια Καινή Διαθήκη[1] μικρού μεγέθους όρκισε εκατοντάδες αγωνιστών, μερικοί από τους οποίους έπεσαν τραγουδώντας τα δικά του θούρια στα πεδία των μαχών ή ανέβηκαν μ’ αντρειωμένη την ψυχή στο ικρίωμα της αγχόνης των Κεντρικών Φυλακών. Ο ίδιος ο Παπάσταυρος, στη συνέντευξη του στον Παύλο Παύλου, αναφέρει για τη διαδικασία της ορκωμοσίας των αγωνιστών της Ε.Ο.Κ.Α.:
«- Πάτερ Σταύρο, εσείς ήσασταν τότε ο εξομολόγος. Τι έκανε όλο τον κόσμο να τρέχει στον Παπασταύρο να εξομολογηθεί;
Ίσως επειδή ήμουν ο υπεύθυνος των κατηχητικών της νεολαίας. Ο κόσμος έτρεχε σε μένα. Κάθε Κυριακή, εκείνος ο μακαριστός από το Λιοπέτρι ο Ξάνθος ο Σαμάρας, μου έφερε ένα-δύο λεωφορεία, για να εξομολογηθούν. Και καθόμουν ώρες ολόκληρες εκεί. Και απ’ εκεί επιλέγαμε τα πρόσωπα…
6 Μαΐου 2012: Ο π. Φώτιος Καλογήρου, κατηχητής των αγωνιστών της Ε.Ο.Κ.Α. και ο π. Χαράλαμπος Ζούμος μεταφέρουν την αφίσα με τις προσωπογραφίες των επτά ηρωικώς πεσόντων μελών της Ο.Χ.Ε.Ν. Λευκωσίας στο χώρο της Μαρμάρινης Στήλης, η οποία είναι αφιερωμένη στους ήρωες. Μπροστά από τη Στήλη τελέστηκε Τρισάγιο στη μνήμη τους.
6 Μαΐου 2012: Ο π. Φώτιος Καλογήρου, κατηχητής των αγωνιστών της Ε.Ο.Κ.Α. και ο π. Χαράλαμπος Ζούμος μεταφέρουν την αφίσα με τις προσωπογραφίες των επτά ηρωικώς πεσόντων μελών της Ο.Χ.Ε.Ν. Λευκωσίας στο χώρο της Μαρμάρινης Στήλης, η οποία είναι αφιερωμένη στους ήρωες.
Μπροστά από τη Στήλη τελέστηκε Τρισάγιο στη μνήμη τους.
—Ακριβώς είναι αυτή σας η σχέση που σας βοήθησε να γίνετε ουσιαστικά ο στρατολόγος της Ε.Ο.Κ.Α. Ποιους από τους γνωστούς επώνυμους στρατολογήσατε και ορκίσατε;
Αγαπητέ μου Παύλε, ίσως τους περισσότερους. Δεν μπορώ να θυμηθώ τώρα.
—Μιλάμε και για τα γνωστά ονόματα των ηρώων. Ο Γρηγόρης Αυξεντίου έδωσε εκεί τον όρκο;
Όχι
—Διότι ήταν αξιωματικός του Ελληνικού στρατού. Αλλά όλοι οι άλλοι, ο Μάρκος Δράκος, ο Λένας…
Μάλιστα. Αναφέρω εδώ και τον Φώτη Πίττα, το δάσκαλο. Ήρθε τρεις φορές να τον ορκίσω. Και προτού ορκίσω κάποιον, ρωτούσα με ποιους κάνει παρέα. Και φρόντιζα, ώστε να ξέρω περίπου κάτι γι’ αυτόν.
—Πάτερ Σταύρο, επειδή είναι ιστορικό αυτό το γεγονός θα ήθελα να μας πείτε πως γινόταν η ορκωμοσία; Ερχόταν ένας νέος και αποφάσιζε ότι έχει τις προϋποθέσεις να μπει στην οργάνωση. Πως γινόταν η συγκεκριμένη στιγμή της ορκωμοσίας;
Ήταν εκείνος και εγώ. Οι δυο μας. Είχαμε το ευαγγέλιο επάνω στο γραφείο, γονάτιζε μπροστά μου. Και του έλεγα, παιδί μου, ήρθε ο καιρός αυτό που τόσες φορές τονίσαμε, ότι η ελευθερία είναι ένα ΔΩΡΟ από το Θεό, το οποίο μόνο αυτό μπορεί να κάνει τον άνθρωπο, άνθρωπο ελεύθερο, να δουλεύει και να μην ντρέπεται. Και αυτός και η πατρίδα του να ελευθερωθεί. Τώρα πρέπει να ορκιστούμε όλοι ότι αυτά που θα ακούσουμε δεν θα τα ξέρει κανείς. Δεν θα τα πούμε σε κανένα. Θα είμαστε έτοιμοι και στο θάνατο ακόμα να βαδίσουμε, χωρίς να πούμε…….
Η δράση και η προσφορά στον αγώνα της ΕΟΚΑ του π. Φωτίου Καλογήρου
To έργο του Παπάσταυρου Παπαγαθαγγέλου μετά την εξορία του συνέχισε «αποδοτικώς»[2] ο έτερος των εφημέριων της Εκκλησίας Φανερωμένης Φώτιος Καλογήρου, ο οποίος προσελήφθηκε στην υπηρεσία του Ιερού Ναού Φανερωμένης στις 16 Οκτωβρίου 1950.
Σημαντική ήταν η προσφορά και η δράση του π. Φώτιου κατά τον απελευθερωτικό αγώνα της Ε.Ο.Κ.Α., τόσο κατά την περίοδο της προπαρασκευής του όσο και κατά την περίοδο της διεξαγωγής του. Ως κατηχητής στην Ο.Χ.Ε.Ν. μαζί με τον Παπάσταυρο Παπαγαθαγγέλου προπαρασκεύασαν εθνικά και ψυχικά εκατοντάδες αγωνιστές της Ε.Ο.Κ.Α. και τους εφόδιασαν με τα πιο ισχυρά όπλα: τη φιλοπατρία και το ψυχικό σθένος.
Ο π. Φώτιος Καλογήρου, με τα ψευδώνυμα «Προμηθεύς»,«Κόδρος»,«Δραγούμης», «Δαίδαλος», υπήρξε ο σύνδεσμος του Διγενή με τον Μακάριο μέχρι την εξορία του τελευταίου, το Μάρτιο του 1956. Ο π. Φώτιος υπήρξε υπεύθυνος του «Γενικού Κέντρου» της Ε.Ο.Κ.Α. και του Ταμείου της Οργάνωσης από τον Ιούλιο 1955 μέχρι το Μάρτιο του 1956. Η χρηματοδότηση του Αγώνα αρχικά γινόταν από τον ίδιο τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο Γ’, ο οποίος παρέδιδε τα ΧΡΗΜΑΤΑ στον π. Φώτιο μετά από σχετικό σημείωμα του Αρχηγού Διγενή. Για τις ανάγκες του Αγώνα απαιτούνταν περίπου δύο χιλιάδες λίρες (£2,000) το μήνα. Μετά την εξορία του Μακαρίου ο π. Φώτιος επισκέφθηκε τον Ηγούμενο της Ιεράς Μονής Κύκκου Χρυσόστομο και συμφώνησαν να αναλάβει η Μονή τις δαπάνες για τις ανάγκες του Αγώνα[3].
Ο π. Φώτιος, σ’ έκθεσή του προς τον Αρχηγό της Ε.Ο.Κ.Α., την οποία συνέταξε μετά το τέλος του Αγώνα (10.11.1962) απαριθμεί με λεπτομέρεια το πολυσχιδές και πολυσήμαντο έργο του «Γενικού Κέντρου», το οποίο είχε έδρα του τα κτίρια της Φανερωμένης, ως εξής:
«1. Διαβίβασις της όλης αλληλογραφίας του Αρχηγού προς τους Τομεάρχας και τανάπαλιν,
  1. Πολυγράφησις και αποστολή εις όλην την Κύπρον των προκηρύξεων,
  2. Δακτυλογράφησις και αποστολή προς τους Τομεάρχας των Διαταγών Αρχηγού,
  3. Έκτακτος διαβίβασις εις Αρχηγόν και ταυτοχρόνως εις τον ενδιαφερόμενον Τομεάρχην επειγουσών πληροφοριών προς ταχυτέραν εκμετάλλευσιν των ή και κατ’ ευθείαν υπό του Γ. Κέντρου εφαρμογή μέτρων προς εκμετάλλευσιν των, αναλόγως συνθηκών και του επείγοντος αυτών,
  4. Φυγάδευσις και τακτοποίησις καταζητουμένων (συμφώνως πάντοτε των οδηγιών Αρχηγού) και φροντίς δια συμπλήρωσιν επανδρώσεως ανταρτικών ομάδων δια καταλλήλων μελών,
  5. Εφοδιασμός ανταρτικών ομάδων με πάσης φύσεως υλικόν δια τα λιμέρια, ως και τροφίμων, φαρμακών, ρουχισμού κ.λ.π.,
  6. Διευθετήσεις δι’ αποδράσεις[4],
  7. Επαφή μετά συλλαμβανομένων και Δικηγόρων προς υπεράσπισίν των καθώς και μετά των συγγενών των και αρωγή εις τας οικονομικός ανάγκας των τελευταίων,
  8. Εξεύρεσις ιατρών δι’ εκπαίδευσιν νοσοκόμων των ανταρτικών ομάδων,
  9. Φροντίς δια θεραπείαν εις ιατρούς πληγωμένων μελών της Οργανώσεως,
  10. Διευθετήσεις δια την εκ του εξωτερικού παραλαβήν όπλων και άλλου υλικού,
  11. Μεταφορά και διανομή οπλισμού εις Τομεάρχας και ομάδας ΕΟΚΑ
και 13. Εν γένει δε πάσης φύσεως εργασία προς υποβοήθησιν του έργου του Αρχηγού και όλων των τομέων της Οργανώσεως όλης της Κύπρου, μετά των Τομεαρχών των οποίων είχομεν συχνά και προσωπικήν επαφήν δια την καλυτέραν εξυπηρέτησίν των».
Στην οικία του π. Φώτιου, στη Λεύκωνος 8, καταρτίστηκε τον Οκτώβριο του 1955 το σχέδιο της απόδρασης του Μιχαλάκη Καραολή από τις Κεντρικές Φυλακές, από τους Κυριάκο Μάτση, Γιαννάκη Δρουσιώτη, Ησύχιο Σοφοκλέους και το δεσμοφύλακα Παρασκευά Κύρου. Η απόδραση, που οργανώθηκε για τις 16 Οκτωβρίου 1955, τελικά δεν πραγματοποιήθηκε μετά από άρνηση του Καραολή να ακολουθήσει το σχέδιο, γιατί υπολόγιζε ότι θα τον δολοφονούσαν οι Άγγλοι κατά τη φάση της απόδρασης. Μετά την αποτυχία της απόδρασης ο π. Φώτιος ετοίμασε και απέστειλε έκθεση στον Αρχηγό της Ε.Ο.Κ.Α. με τις δικές του εκτιμήσεις και εισηγήσεις για το θέμα[5].
[Συνεχίζεται]
  1. Ο Παπάσταυρος την Καινή αυτή Διαθήκη την προσέφερε αργότερα στο Μουσείο Αγώνος της Λευκωσίας. «Η Καινή αυτή Διαθήκη, σημειώνει ο Μιχαλάκης Μαραθεύτης, είναι ένα πολύτιμο τεκμήριο που επαναφέρει στη μνήμη τις μορφές πλείστων ηρωομαρτύρων της EOKA, που έθεσαν το χέρι τους επάνω σ’ αυτήν όταν ορκίζονταν πως θα αγωνιστούν για την ελευθερία της Κύπρου», βλ. Μιχαλάκης Μαραθεύτης, Ηρωικοί απόηχοι του ’55, ο.π., σ. 223.
  2. Βλ. Γεώργιος Γρίβας-Διγενής, Χρονικόν αγώνος ΕΟΚΑ 1955 -1959, ο.π., σ. 40-41.
  3. Βλ. Γιάννης Σπανός, ΕΟΚΑ έτσι πολεμούν οι Έλληνες, τ. Γ’, ο.π., σ. 167-171 και Κλείτος Ιωαννίδης, Πρόσωπα και ιδέες. Εκκλησία και διανόηση, τ. Β’, Εκδόσεις Αρμίδα – Ιερά Μονή Κύκκου, Λευκωσία
  4. Ο δικηγόρος Τίτος Φάνος αναφέρει ότι επισκέφθηκε στο Φρούριο της Κερύνειας τον κρατούμενο Μιχαήλ Γεωργάλλα και τον «πληροφόρησα ότι το σχέδιο είχε εγκριθεί και μετέφερα επίσης προφορικές οδηγίες όσον αφορά τα φωτεινά σήματα, που θα δίνονταν απ’ έξω από το Κάστρο από μέλη της ΕΟΚΑ, και άλλες λεπτομέρειες. Οι οδηγίες που διαβίβασα μου είχαν δοθεί από τον αγωνιστή ιερέα του ναού Φανερωμένης Αιδεσιμότατο Φώτιο Καλογήρου», βλ. Ελενίτσα Σεραφείμ-Λοΐζου, Μάρκος Δράκος (Η σεμνότητα του ήθους και η αρετή της ψυχής), Λευκωσία 1997, σ. 113.
  5. Βλ. Χρ.Ανδρέου, διευθυντής έκδοσης, Πεθαίνοντας για την ελευθερία, Μιχαλάκης Καραολής, τ. 1ος, Συγγραφή Νίκος Παπαναστασίου και Χρ. Ανδρέου, Εκδόσεις Χρ. Ανδρέου, [Λευκωσία 1990], σ. 123-128.

Μαρτυρίες για την προσωπικότητα του π. Γερβασίου Παρασκευόπουλου


Ο πολιός και σεβαστός Μητροπολίτης πρώην Ύδρας, Σπετσών και Αιγίνης κ. Ιερόθεος, πνευματικό τέκνο του μακαριστού Γέροντα, έγραφε πρόσφατα στα εισαγωγικά της δεύτερης έκδοσης του θαυμάσιου βιβλίου του πνευματικού του Πατέρα «Ερμηνευτική Επιστασία επί της Θείας Λειτουργίας (βλέπε παρουσίαση στην «Τόλμη» του Σεπτεμβρίου 2006):
«Έχομεν επτά δεκαετίας, κατά την διάρκειαν των οποίων ήθλησεν εις το πνευματικόν ουράνιον επάγγελμα του ασκητού, καθοδηγούμενος υπό της τριπλής αγγελικής φρουράς και συνοδίας: παρθενίας, ακτημοσύνης, υπακοής. Ενεπνέετο δαψιλώς και απαύστως από την εν λόγω αγγελικήν φρουράν, διαφυλασσόμενος και φρυκτωρών. Ουδ’ επί στιγμήν επέτρεψε τα ιδανικά και τα δράματά του να εκφύγουν από της τριπλής ως ανω αγγελικής συνοδίας.
gervparmart1
Ταύτα πάντα τα διετήρησε μέχρι τέλους, μη παρεκκλίνας απ’ αυτών το παραμικρόν. Κατεδείχθη τούτο περιτράνως, ότε εις ηλικίαν 63 ετών επεστρατεύθη και ετοποθετήθη εις την θέσιν του πρωτοσυγκέλλου παρά τω Αρχιεπισκόπω, εθνικώ και εκκλησιαστικώ ανδρί Χρυσάνθω, τω από Τραπεζούντος, και υπηρέτησε μετά πιστότητος και αφοσιώσεως τον φωτεινόν εκείνον Ιεράρχην, χωρίς ουδόλως να προσέγγιση τους αρχιερείς, οι οποίοι θα εψήφιζον υπέρ της αναδείξεώς του εις Μητροπολίτην. Τουναντίον, παρέμεινε μακράν των επισκοπικών αυτών τίτλων, μη δυνάμενος και μη αποδεχόμενος να παρακαλέση αυτός προσωπικώς διά την εκλογήν του εις επίσκοπον. «Εάν αναδειχθώ από της Εκκλησίας, θα υπακούσω. Αλλά δεν θεωρώ τίμιον και θεοφιλές να παρακαλέσω ο ίδιος δι αυτήν την εκλογήν, δεν μου επιτρέπει η ορθόδοξος γραμμή, την οποίαν πάντοτε ετήρησα επ’ αυτού».
Επηκολούθησε η συντριβή του μετώπου εις Αλβανίαν, η παράλληλος αλλ’ ένδοξος πτώσις της γραμμής Ρούπελ, η αγέρωχος άρνησις του ηρωϊκού Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χρυσάνθου, όστις είπε κατά πρόσωπον προς τον Γερμανόν στρατηγόν, ο οποίος τον είχε επισκεφθή εις το γραφείον της Αρχιεπισκοπής, ζητούντα να τον δεχθή δι’ επισήμου δοξολογίας εις τον μητροπολιτικόν ναόν, τα εξής: «Ο Έλλην Ιεράρχης ουδέποτε παραδίδει την πρωτεύουσαν της πατρίδος του εις τον εχθρόν, ούτε τον υποδέχεται μετά δοξολογιών, έστω και εάν ούτος ενίκησεν, αλλ’ είναι έτοιμος να αποθάνη υπέρ αυτής». Και ο υπερήφανος Γερμανός στρατηγός έφυγε ταπεινωμένος, αλλά θαυμάζων τον ατρόμητον Ιεράρχην και φέρεται ειπών εις τους εκτός του γραφείου προσμένοντας Έλληνας και ξένους δημοσιογράφους: «Δεν έχω ακούσει μέχρι σήμερα άλλην απάντησιν ομοίαν προς αυτήν του Έλληνος Ιεράρχου».
Κατά την διάρκειαν της στιχομυθίας του Αρχιεπισκόπου μετά του Γερμανού στρατηγού ήτο παρών και ο άγιος Γέροντας, ο οποίος, συγκινηθείς βαθύτατα, εξέφρασε θαυμασμόν και αγάπην προς τον Αρχιεπίσκοπον, διατηρών πιστώς εις την μνήμην του τον συγκλονιστικόν αυτόν και ελληνικώτατον διάλογον. Ακολούθως, αφού συνεκέντρωσε τα απαραίτητα έγγραφα και προσέφερε όσας υπηρεσίας αναγκαίας ως εκ της θέσεώς του ηδύνατο προς τον Μακαριώτατον, τον απεχαιρέτησε -παρόντος του λίαν αγαπητού εις αυτόν Παναγιώτου Τρεμπέλα- δακρύων και ανεχώρησε διά το Ναύπλιον, προς επίσκεψιν του επισκόπου Αργολίδος Ιωάννου, μετά του οποίου είχε φιλικώτατον δεσμόν, και μετά ταύτα ήλθεν εις Πάτρας, εν μέσω των πνευματικών τέκνων, συνεργατών, διδασκάλων, μαθητών και μαθητριών και της όλης φιλτάτης εις αυτόν ποίμνης».
  • Ο π. Ηλίας Μαστρογιαννόπουλος έγραψε στο βιβλίο του «Άγιες Μορφές της Νεωτέρας Ελλάδος»:
«Ο π. Γερβάσιος υπήρξεν ο τελευταίος χρονολογικώς της πλειάδος εκείνης των εναρέτων και φλογερών ιερομονάχων -Ιεροθέου Μητροπούλου, Ευσεβίου Ματθοπούλου, Παναρέτου Δουληγέρη, Αθανασίου Αθανασοπούλου- οι οποίοι εξεκίνησαν από την Γορτυνίαν, εγαλουχήθησαν εις τας μεγάλας μονάς των Καλαβρύτων και κατόπιν εμεσουράνησαν κυρίως εις τας Πάτρας. (…) Και ως νεαρός ιεροσπουδαστής και ως λευκός πρεσβύτης, και εις την σχολήν του και εις την κατασκήνωσίν του, παντού και πάντοτε ήτο πλημμυρισμένος από το επιτακτικόν νόημα της επιστρατεύσεως. Ήτο «κεκλημένος» και «απεσταλμένος».
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: Αρχιμ. Γερβάσιος Παρασκευόπουλος Ερμηνευτική Επιστασία επί της Θείας Λειτουργίας, Πάτραι 2005 – Μητροπολίτης πρ. Ύδρας, Σπετσών και Αιγίνης Ιερόθεος Αρχιμανδρίτης Γερβάσιος Παρασκευόπουλος, Αίγινα 2007 – Παναγιώτης Άντ. Λόης, Γερβάσιος ο άγνωστος Άγιος των ημερών μας και ο φάρος των Πατρίων, τ.Α’, Πάτραι 1998 – Αρχιμ. Ηλίας Μαστρογιαννόπουλος, Άγιες Μορφές της Νεωτέρας Ελλάδος Αθήναι 1977 – Σοφοκλής Γ. Δημητρακόπουλος, Ο Τριφυλίας και Ολυμπίας Νεόφυτος, στο «Αντίδωρον τω Μητροπολίτη Μεσσηνίας Χρυσοστόμω Θέμελη, Καλαμάτα 2006, σσ. 141-142 και 165-166 – Τάκης Κωνσταντόπουλος, Γερβάσιος Παρασκευόπουλος, στο: «Ριζάρειος Εκκλησιαστική Σχολή. Πανηγυρικός τόμος επί τη 125ετηρίδι», Αθήναι 1969, σσ. 665-668 – Άγγελος Νησιώτης, Αγών ανακαινίσεως, Αθήναι 1971 – Του ιδίου, Ο χιλιασμός και αι πλάναι του, Αθήνα 1946 – Δημήτριος Πρώσος, Ένας μεγάλος πνευματικός ηγέτης, Αθήναι 1976 – Νικόλαος Ευθ. Μητσόπουλος Μικρόν μνημόσυνον του Κατηχητού πατρός Αγγέλου Νησιώτου, Αθήναι 1990 – Περιοδικά «Εκκλησία», «Ζωή», «Καινή Κτίσις», «Ενορία» και «Σωτήρ».
Πηγή:περιοδικό Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών, Τόλμη, Νοέμβριος 2007, τ. 70, σελ. 4-11
το είδαμε εδώ

Οι άνθρωποι του Θεού λένε ψέματα;


Πρωταπριλιά σήμερα και συνηθίζουν οι άνθρωποι 
να λένε ψέματα μεταξύ 
τους (αν υποτεθεί ότι τις υπόλοιπες ημέρες του έτους δεν
 “τηρείται το έθιμο”). Πριν ρίξουμε τον “λίθο του αναθέματος” 
όμως, ας δούμε μερικές περιπτώσεις από την εκκλησιαστική 
παράδοση, στις οποίες ελέχθησαν ψέματα από φιλανθρωπία.
Από τον ιστοχώρο xristianos.gr
Από τον ιστοχώρο xristianos.gr
Αρχικά συναντάμε τις μαίες των Εβραίων στην Αίγυπτο
Όταν ο Φαραώ φοβήθηκε την αύξηση του αριθμού των
 Ισραηλιτών, διέταξε τις μαίες των Εβραίων να σκοτώνουν
 τα νεογέννητα παιδιά των Εβραίων. 
Αυτές όμως φοβούνταν το Θεό και αρνήθηκαν
 να συμμορφωθούν. Έτσι, συνέχισαν να γεννιούνται 
αρσενικά παιδιά από τους Εβραίους. Όταν ο Φαραώ 
το διαπίστωσε, τις κάλεσε να απολογηθούν. 
Αυτές είπαν ότι τάχα οι Εβραίες γεννούν προτού 
πάνε οι ίδιες και έτσι δεν προλαβαίνουν δήθεν να
 σκοτώσουν τα νεογέννητα αγόρια. Το αποτέλεσμα
 ήταν, όπως αναφέρει η Παλαιά Διαθήκη, να
 ευαρεστήσουν το Θεό και να προκόψουν στη ζωή τους.
Το δεύτερο περιστατικό δεν έχει άμεση σχέση με 
κάποιο ψέμα που ελέχθη, αλλά περισσότερο με την 
… αποσιώπηση της αλήθειας. Από το Γεροντικό μαθαίνουμε
 πως όταν ένας μοναχός στη σκήτη όπου ζούσε ο αββάς 
Αμμωνάς, έβαλε στο κελλί του μια γυναίκα, οι υπόλοιποι 
αδελφοί σκανδαλίσθηκαν και πήγαν στον Αμμωνά να 
παραπονεθούν. Εκείνος τους ζήτησε να μεταβούν όλοι μαζί
 στο κελλί του πεπτωκότος αδελφού και να ερευνήσουν 
επί τόπου το βάσιμο των παραπόνων τους. Έτσι και έγινε. 
Μόλις όμως ο όσιος Γέρων εισήλθε στο κελλί, παρατήρησε
 ένα μεγάλο πιθάρι και κατάλαβε ότι εκεί είχε κρύψει 
ο μοναχός τη γυναίκα. Κάθισε λοιπόν επάνω στο 
πιθάρι και ζήτησε από τους αδελφούς να ψάξουν στο 
υπόλοιπο κελλί. Από σεβασμό στο Γέροντα, κανείς δεν του
 ζήτησε να σηκωθεί για να ψάξουν και μέσα στο πιθάρι. 
Όπως ήταν φυσικό λοιπόν, δεν βρέθηκε τίποτε. 
Απέλυσε τότε τους αδελφούς, συνιστώντας τους να 
είναι πιο προσεκτικοί. Στον μοναχό είπε απλώς να
 μην αμαρτάνει και έφυγε.
Η τελευταία περίπτωση αφορά τον άγιο Διονύσιο τον
 εν Ζακύνθω. Από το συναξάρι του είναι γνωστό ότι 
κάποτε τού  ζήτησε βοήθεια κάποιος κυνηγημένος από ένα 
στρατιωτικό  απόσπασμα. Όταν ο άγιος τον ρώτησε
 το λόγο για τον οποίο τον κυνηγούν, εκείνος του 
αποκάλυψε ότι σκότωσε κάποιον άνθρωπο. 
Αυτός όμως ήταν ο μονάκριβος αδελφός του Αγίου. 
Παρά τη βαθιά λύπη του, ο άγιος έκρυψε το φονιά και
 όταν έφτασε το απόσπασμα, τους παραπλάνησε
 λέγοντας ότι δεν είδε αυτόν που ψάχνουν. 
Μετά από αρκετή ώρα, βοήθησε και τον κυνηγημένο 
φονιά να διαφύγει.

Ο Όσιος Μακάριος ο ομολογητής ηγούμενος ιεράς Μονής Πελεκητής


Όσιος Μακάριος ο ομολογητής ηγούμενος ιεράς Μονής Πελεκητής

Ὁ Μακάριος μακαριστὸς ἐν βίῳ,
Μακαρίως νῦν γῇ ἐνοικεῖ Μακάρων.

Ο Όσιος Μακάριος, κατά κόσμο Χριστόφορος, γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη στα τέλη του 8ου μ.Χ. αιώνα (πιθανότατα το 785 μ.Χ.). Σε νεαρή ηλικία έμεινε ορφανός και από τους δύο γονείς του και την ανατροφή του ανέλαβε ένας ευλαβής θείος του, ο οποίος φρόντισε για την κατά Θεόν ανατροφή και εκπαίδευσή του. Επειδή είχε κλίση προς την μοναχική πολιτεία, εγκατέλειψε τον κόσμο και κατέφυγε στη μονή του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, την επιλεγόμενη Πελεκητή, στα Τρίγλεια της Προύσσας. Εκεί εκάρη μοναχός και μετονομάσθηκε σε Μακάριο.

Ο νέος μοναχός άρχισε να επιδίδεται στην άσκηση και την προσευχή. Η κατά Θεόν προκοπή του τον ανέδειξε σε ηγούμενο της μονής. Ο Όσιος Μακάριος έγινε πνευματικός πατέρας για όλους, όχι μόνο για τους μοναχούς αλλά και για τους πιστούς που κατέφευγαν προς αυτόν για να τον συμβουλευθούν, να λάβουν την ευχή του και να θεραπευθούν στην ψυχή και το σώμα, αφού ο Άγιος Θεός τον άμειψε με το χάρισμα της θαυματουργίας.

Η φήμη του Οσίου έφθασε μέχρι τον Πατριάρχη Ταράσιο (784 – 806 μ.Χ.) (βλέπε25 Φεβρουαρίου), ο οποίος έστειλε προς αυτόν τον πατρίκιο Παύλο, που είχε θεραπευθεί παλαιότερα από τον Όσιο, για να κάνει καλά και την γυναίκα του πατρικίου όπως και τον ίδιο. Μετά από αυτό ο Πατριάρχης Ταράσιος μετεκάλεσε τον Όσιο στην Κωνσταντινούπολη και τον χειροτόνησε πρεσβύτερο.

Όταν ξέσπασε η αίρεση των εικονομάχων στην Εκκλησία επί αυτοκράτορα Λέοντος Ε’ του Αρμενίου (813 – 820 μ.Χ.), ο Όσιος, επειδή ήταν υπερασπιστής της πατρώας ευσέβειας, κλείσθηκε στην φυλακή στην οποία παρέμεινε μέχρι τον θάνατο του αυτοκράτορα. Τον ελευθέρωσε ο αυτοκράτορας Μιχαήλ ο Τραυλός (820 – 829 μ.Χ.), διάδοχος του Λέοντος, ο οποίος όμως καθώς δεν κατάφερε να μεταβάλει το ευσεβές φρόνημα του Οσίου υπέρ των αγίων εικόνων, τον εξόρισε στη νήσο Αφουσία, στην θάλασσα του Μαρμαρά. Εκεί ο Όσιος Μακάριος, μέσα σε κακουχίες και στερήσεις, κοιμήθηκε με ειρήνη (περί το 820 μ.Χ.).

Μετά την κοίμηση του Οσίου οι μοναχοί της μονής Πελεκητής ανέδειξαν ηγούμενο τον μοναχό Σέργιο τον Έγκλειστο.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ΄. Τὸν ζηλωτὴν Ἠλίαν.
Ἠλιοῦ τοῦ Θεσβίτου, τὸν ζῆλον μιμούμενος, καὶ Βαπτιστοῦ τὰ ἤθη, καὶ λόγον τὸν ἔνθεον, Πάτερ Μακάριε, ἀσεβοῦντας ἤλεγχες βασιλεῖς, καὶ τῇ εὐσεβείᾳ, ἐστήριζες τοὺς πιστούς, διὸ θλίψεσιν ἐξετασθείς, πρὸς Θεὸν ἐνδόξως μεταβέβηκας.

Κοντάκιον
Ἦχος γ΄. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Μακαρίου σήμερον, τὴν πανσεβάσμιον μνήμην, ἑορτάζει χαίρουσα, ἡ τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία, τούτου γάρ, πολλοῖς ἀγῶσι καὶ ἐξορίαις, βλέπεται, πεποικιλμένη σεπταῖς Εἰκόσι, διὰ τοῦτο ἀνακράζει· χαίροις θεόφρον, τῆς εὐσεβείας κρηπίς.

Κάθισμα
Ἦχος δ΄. Κατεπλάγη Ἰωσήφ.
Ἐξεπλάγη ὁ δεινός, Λέων τὴν ἔνστασιν τὴν σήν, καὶ ἐμβρόντητος ταῖς σαῖς, γέγονε θείαις διδαχαῖς, πῶς ὁ τὸ σῶμα, σχεδὸν νεκρὸν περιφέρων, ὡς λέων πεποιθώς, πρὸς τὰς βασάνους χωρεῖ, καὶ γλῶσσαν ἀκαλλῇ, ἔχων σοφίζεται, ἐν γνώσει παρὰ ῥήτορας, καὶ τὰ τοῦ νόμου διέξεισι, Μαρτύρων κλέος, εὖχος Δικαίων, ὄντως πέλεις Μακάριε.

Ὁ Οἶκος
Τὸν ἀριστέα τοῦ Χριστοῦ, τὸν πλάνης καθαιρέτην, τὸν πρόμαχον τῆς πίστεως, καὶ στύλον τῆς Ἐκκλησίας, Μακάριον τὸν ἀοίδιμον Ὁμολογητήν, εὐφημῆσαι προθέμενος, γλῶσσάν τε καὶ διάνοιαν, ἐκ Θεοῦ δοθῆναί μοι ἐξαιτῶ, ἐμοῦ γὰρ τὰ χείλη, κωλύει ἡ ἁμαρτία, καὶ πλέκειν ὕμνους οὐκ ἐᾷ, τοῖς τοῦ Κυρίου θεράπουσιν, εἴπερ βδελυκτός, ὁ ἐξ ἁμαρτωλῶν ἔπαινος, ἀλλὰ σὺ Πάτερ, πρὸς Θεὸν μεσίτης μοι φάνηθι, ἵνα μου τὸ στόμα, καὶ τὴν καρδίαν ἁγιάσω, μετὰ πίστεως διηγούμενος, τὰ σὰ ὑπερφυῆ κατορθώματα, δι’ ἃ σοὶ κραυγάζει ἡ Ἐκκλησία· χαίροις θεόφρον, τῆς εὐσεβείας κρηπίς.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...