Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Αυγούστου 11, 2012

Κυριακή ι' Ματθαίου «Πιστεύω κύριε, βοήθει μοι τη απιστία» εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Κυδωνίας και Αποκορώνου



Πιστεύω Κύριε, βοήθησέ με μη χάσω την πίστη μου.
Αυτό μπορεί να συμβεί κάθε στιγμή. «Ο δοκών εστάναι βλεπέτω μη πέσει». Να έχουμε έγνοια για την πίστη μας και η έγνοια με το ενδιαφέρον μας να φτάνει ως αυτό το ακρότατο όριο, να παρακαλούμε το Χριστό να μη χάσουμε την πίστη μας.
Ο άνθρωπος πήγε το δαιμονισμένο παιδί του στους μαθητές του Χριστού. Ο Χριστός δεν ήταν εκεί αυτή τη συγκεκριμένη στιγμή. Οι μαθητές προσπάθησαν να το θεραπεύσουν και ασφαλώς το ήθελαν, αλλά δεν τα κατάφεραν. Ο Χριστός έρχεται, η απελευθέρωση του δαιμονισμένου είναι άμεση πραγματικότητα.
Η ουσία ποια είναι; Ότι χωρίς το Χριστό δε μπορούν να κάνουν τίποτα. Μαζί με το Χριστό τίποτα δεν είναι αδύνατο.
Η πίστη, η προσευχή, η νηστεία, η τήρηση των εντολών είναι δυνάμεις συνεκτικές  που μας κρατούν κοντά στο Χριστό.
«Χωρίς εμού ου δύνασθαι ποιείν ουδέν».
Δε μπορούμε να κάνουμε τους Χριστιανούς χωρίς το Χριστό. Εμείς δεν έχουμε την Θεοεμπειρία των μαθητών και όσο και αν το θέλουμε δεν είμαστε τόσο κοντά στο Χριστό όσον εκείνοι. Για τούτο λέμε πίστη σημαίνει ζωή μαζί με το Χριστό. Να μην τον αποχωριζόμαστε. Ή να ζούμε όπως ο Παύλος «ζω δε ουκέτι εγώ, ζει δε εν εμοί  Χριστός».
Η πίστη στο Θεό δεν είναι ιδεολόγημα. Πίστη δεν είναι να έχω καλή ιδέα για το Θεό ή για την Εκκλησία. Πίστη σημαίνει να αγωνίζομαι νύκτα και ημέρα με όλα τα εφικτά μέσα να ζω μαζί με το Χριστό και εν Πνεύματι Αγίω.
Μετέχω στη ζωή του Χριστού, σημαίνει ότι αποδέχομαι στον απόλυτο βαθμό όλο το ανθρώπινο γιατί ο Χριστός είναι τέλειος Θεός εκ Θεού αληθινού, αλλά και τέλειος άνθρωπος «εκ Παρθένου Μαρίας γεννηθέντος». Με τη σημασία αυτή η πίστη στο Χριστό είναι δυναμικό άνοιγμα του ανθρώπου προς το Θεό τον ίδιο, αλλά και προς τον ίδιο τον άνθρωπο, την κοινωνία. Ο Χριστιανός διακονεί και προάγει την κοινωνία των προσώπων, δηλ. την εναρμόνιση της ζωής.
Το άγιο ευαγγελικό ανάγνωσμα δίνει με σαφήνεια και καθαρότητα το στίγμα της ασφάλειας για την πορεία της ζωής και της πολιτείας μας.
Η πατρότητα του ανθρώπου στη γη κατανοείται ως μικρογραφία της ουράνιας πατρότητας του Θεού για τη δημιουργία και τα πλάσματά του.
Η στοργή είναι στοιχείο ζωής, αναγκαιότητα για τη συγκρότηση και τη λειτουργία της κοινωνίας.
Υπάρχει άνθρωπος που να μην αποζητά στοργή και αγάπη;
Η ανάπτυξη της σχέσης του ανθρώπου με το Θεό όπως λειτουργείται στην αποκάλυψη. Ο Θεός κάνει πάντοτε το πρώτο βήμα και μένει να κάνουμε εμείς τα δικά μας έστω μικρά βήματα προς το Χριστό.
Έστω να αγγίξουμε την άκρη του κρασπέδου των ιματίων του. Αυτό αρκεί για να νοιώσει η καρδιά μας και να κτυπήσει για μας, να μας ζωογονήσει. Να ζήσουμε την ανεκλάλητη χαρά της του Κυρίου παρουσίας στο πρόσωπο και τη ζωή μας.
Να ζήσουμε τη χαρά του πατέρα που έφερε το  δαιμονισμένο παιδί του στο Χριστό και το πήρε ελευθερωμένο από το δαιμόνιο .
Να τραγουδούμε μαζί με εκείνο τον πατέρα την πίστη μας και την αφοσίωσή μας στον Ιησού Χριστό: «Πιστεύω Κύριε, βοήθει μοι τη απιστία».
Πρωτ. Στυλιανός Θεοδωρογλάκης

Κυριακή Ι' Ματθαίου , Ορθόδοξη ζωή η πίστη, η προσευχή και η νηστεία π. Χερουβείμ Βλέντζας



Ματθ. 17, 14-23

Ένα ακόμα θαύμα του Χριστού μας περιγράφει σήμερα ο Ευαγγελιστής Ματθαίος, το οποίο υπογραμμίζει, πέρα από τη σημασία της πίστεως, και την αξία της προσευχής και της ασκήσεως για την πνευματική μας ζωή. Πλησίασε, μας λέει η σημερινή περικοπή, ένας άνθρωπος τον Ιησού, και γονατιστός Τον παρακαλούσε να λυπηθεί και να σώσει το παιδί του, το οποίο σεληνιάζονταν και ταλαιπωρούνταν πολύ, γιατί συχνά φορές έριχνε τον εαυτό του στη φωτιά ή στο νερό. Απελπισμένος, απευθύνθηκε στους μαθητές του Χριστού, αλλά εκείνοι δεν μπόρεσαν να θεραπεύσουν το παιδί, οπότε κατέφυγε στον ίδιο τον Κύριο. Τότε ο Ιησούς είπε: “ Ω γενεά άπιστη και διεφθαρμένη, μέχρι πότε θα είμαι μαζί σας; έως πότε θα σας ανέχομαι; φέρτε μου το παιδί εδώ”. Και με ένα Του λόγο έδιωξε το δαιμόνιο και από εκείνη τη στιγμή το παιδί θεραπεύτηκε. Όταν οι μαθητές ιδιαιτέρως Τον ρώτησαν για ποιο λόγο δεν μπόρεσαν οι ίδιοι να διώξουν το δαιμόνιο, ο Χριστός τους απάντησε: “Εξαιτίας της απιστίας σας. Αλήθεια σας λέω, ότι εάν έχετε πίστη σαν το σπόρο του σιναπιού, θα πείτε σε αυτό το βουνό «μετατοπίσου από εκεί» και αυτό θα μετατοπιστεί, και τίποτα δεν θα σας είναι αδύνατο. Αυτό δε το γένος δεν βγαίνει παρά μόνο με προσευχή και νηστεία”.

Η περίπτωση του σεληνιαζόμενου παιδιού δεν ήταν μια απλή υπόθεση σωματικής ασθενείας, όπως πολλά από τα θαύματα που είδαμε όλες τις προηγούμενες Κυριακές. Δεν ασθενεί το σώμα του ανθρώπου, ούτε απλά η ψυχή του, αλλά έχει καταληφθεί από το πονηρό πνεύμα, το οποίο πλέον εξουσιάζει και το νου και το σώμα του. Η αδυναμία των μαθητών του Χριστού να θεραπεύσουν το παιδί δείχνει την ανάγκη για εντονότερη και ουσιαστικότερη πίστη. Για τον λόγο αυτό ο Κύριος τους αποκαλεί “γενεά άπιστη και διεφθαρμένη”, επειδή δεν έχουν ακόμα κατανοήσει ότι η πάλη και ο αγώνας τους δεν έχει να κάνει μόνο με τους ανθρώπους, αλλά με τα πνεύματα της πονηρίας, με τον “άρχοντα του αιώνος τούτου”, ο οποίος πάντα αντιστρατεύεται το έργο του Θεού.
Στον αγώνα μας, επομένως τον πνευματικό, που συχνά φαντάζει άνισος και ανυπέρβλητος, έχουμε ανάγκη από πίστη σταθερή. Η παρομοίωση που χρησιμοποιεί ο Χριστός αυτό θέλει να δηλώσει: ότι δεν έχει σημασία να νιώθουμε ότι πιστεύουμε πολύ, αλλά αρκεί το λίγο, σαν τον κόκκο του σιναπιού, αρκεί η πίστη μας αυτή να είναι σταθερή, δυνατή, ακράδαντη. Αν πιστέψουμε ότι ο Θεός βρίσκεται δίπλα μας και έχει τη δύναμη να μας βοηθήσει σε κάθε είδους πνευματικής δυσκολίας, τότε πράγματι στον αγώνα μας θα έχουμε τον ισχυρότερο σύμμαχο, τον νικητή του θανάτου, την πηγή της ζωής, τον Αναστημένο Κύριο.
Ωστόσο, όπως υπογραμμίζει σήμερα ο ίδιος ο Χριστός, για να εξορίσουμε “τούτο το γένος” από τη ζωή μας, για να εκδιώξουμε τον πειρασμό που καθημερινά μας ταλανίζει, έχουμε ανάγκη από την προσευχή και τη νηστεία. Η πίστη μόνη στον Θεό δεν αρκεί, αλλά χρειάζεται αγώνας πνευματικός, χρειάζεται άσκηση στη ζωή μας, για να μπορέσουμε να αντισταθούμε στην κακία που μας περιβάλλει αλλά και για εκδιώξουμε κάθε κακία που εμφωλεύει μέσα μας. Η προσευχή αποτελεί φυσική συνέπεια της πίστεως. Ο άνθρωπος που πιστεύει στον Θεό, που αισθάνεται την άπειρη αγάπη και φιλανθρωπία Του, επιθυμεί συνεχώς, ει δυνατόν, να βρίσκεται σε κοινωνία μαζί Του. Και ο κατεξοχήν τρόπος της προσωπικής επικοινωνίας με τον Θεό δεν είναι άλλος από την προσευχή.
Η προσευχή και η νηστεία αποτελούν μίμηση του Χριστού, ο οποίος μετά την Βάπτισή Του επί σαράντα ημέρες αποσύρθηκε στην έρημο, νηστεύοντας και προσευχόμενος στον Θεό – Πατέρα. Αν ο ίδιος ο θεάνθρωπος Κύριος νήστεψε, κατανοούμε πόσο απαραίτητη είναι η νηστεία για εμάς. Η νηστεία δεν βοηθά μόνο τον άνθρωπο στον αγώνα του για την χαλιναγώγηση των παθών, αλλά κάνει την προσευχή του ακόμα πιο δυνατή και τον καθιστά έτοιμο στο να ελκύσει αφ' ενός μεν την χάρη του Θεού, και αφ' ετέρου στο να αποκρούσει επιτυχώς κάθε προσβολή του αντικειμένου. Η νηστεία δεν αποτελεί αποστροφή προς τις τροφές, ούτε διαδικασία “εξαγνισμού”, μιας που καμία τροφή δεν θεωρείται ακάθαρτη. Η νηστεία αποτελεί άσκηση, δηλαδή μέσα από την εκούσια αποχή από συγκεκριμένες τροφές εξασκούμε το νου και την ψυχή μας στο να αντιστέκεται στους διάφορους λογισμούς και στις επιθυμίες. Με τον τρόπο αυτό, σε συνδυασμό πάντα με την προσευχή, σταδιακά καθαρίζεται η ψυχή από τους πονηρούς λογισμούς και τελικά προσεγγίζει ακόμα πιο πολύ τον Θεό.
“Τούτο το γένος δεν βγαίνει, παρά μόνο με προσευχή και νηστεία”. Δυστυχώς, η προσευχή και η νηστεία έχουν τεθεί στο περιθώριο της ζωής, ακόμα και αρκετών από εμάς, που θεωρούμε τον εαυτό μας γνήσια τέκνα της Βασιλείας του Θεού. Η προσευχή όμως και η νηστεία δεν αποτελούν ούτε έθιμο, ούτε υποχρέωση, αλλά οφείλουν να είναι εκούσιες κινήσεις της καρδιάς μας προς τον Θεό. Η ακράδαντη πίστη στον Θεό, η προσευχή και η άσκηση μέσα από τη νηστεία, αποτελούν και σήμερα, που όλα γύρω μας κλονίζονται και τείνουν να καταρρεύσουν, τα εχέγγυα της πνευματικής μας ανόρθωσης.


Πρωτότυπο κείμενο από Απλά & Ορθόδοξα - π. Χερουβείμ Βελέτζας: πηγή

Μέσα στὸ φῶς τῆς Μεταμόρφωσης Κυριακὴ μετὰ τὴ Μεταμόρφωση-Anthony Metropolitan of Sourozh


Κυριακὴ μετὰ τὴ Μεταμόρφωση

Ὑπάρχουν στιγμὲς τῆς πνευματικῆς, ἀλλὰ ἀκόμη καὶ τῆς πιὸ συνηθισμένης καθημερινῆς ζωῆς τόσο ὡραῖες, τόσο ὑπέροχες ποὺ νὰ μᾶς κάνουν νὰ θέλουμε τὸ χρόνο, τὴ ζωή, τὴν αἰωνιότητα νὰ σταματήσουν ἐκεῖ ὥστε τίποτα ἄλλο νὰ μὴν ξανασυμβεῖ ποτέ. Αὐτὸ εἶχαν νιώσει οἱ Ἀπόστολοι ποὺ ὁ Χριστὸς εἶχε πάρει μαζί Του πάνω στὸ ὄρος τῆς Μεταμόρφωσης, αὐτὸ ἤθελε νὰ ἐκφράσει ὁ Πέτρος ὅταν ἔλεγε: «Κύριε, εἶναι καλὸ νὰ εἴμαστε ἐδῶ, ἂς κτίσουμε τρεῖς σκηνές, μία γιὰ Σένα, μία γιὰ τὸ Μωυσῆ καὶ μία γιὰ τὸν Ἠλία κι ἂς μείνουμε ἐδῶ μέσα στὶς ἀκτίνες τοῦ ἄυλου αὐτοῦ, θεϊκοῦ φωτός, τυλιγμένοι μέσα σ' αὐτὴ τὴν ὑπέροχη εἰρήνη».

Οὔτε ὁ Πέτρος ἀλλὰ οὔτε καὶ οἱ ἄλλοι ἀπόστολοι δὲν πρόσεξαν τότε κάτι ποὺ αὐτοὶ οἱ ἴδιοι ἀργότερα μετέδωσαν σὲ ἄλλους, τὸ ὅτι δηλαδὴ ὁ Χριστὸς μεταμορφώθηκε (φάνηκε μέσα στὴ λάμψη τῆς αἰώνιας δόξας) τὴ στιγμὴ ἀκριβῶς ποὺ ὁ Μωυσῆς καὶ ὁ Ἠλίας Τοῦ μιλοῦσαν σχετικὰ μὲ τὸ ταξίδι Του στὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ τὴ Σταύρωσή Του. Ἐδῶ, ὅπως καὶ σὲ πολλὰ ἄλλα χωρία τῆς Καινῆς Διαθήκης βλέπουμε ὅτι οἱ ἀπόστολοι, ὅπως ἀκριβῶς καὶ ἐμεῖς ἦταν ἱκανοὶ νὰ ξεχωρίζουν τὰ λαμπρὰ καὶ θαυμάσια πράγματα παραβλέποντας πολὺ συχνὰ τί τίμημα εἶχαν αὐτὰ γιὰ τὸ Χριστό. Ὁ Ἅγ. Σεραφεὶμ τοῦ Σάρωφ μιλώντας σὲ ἕναν ἀπὸ τοὺς ἐπισκέπτες τοῦ εἶχε πεῖ: «Ζήτησε στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὸ Θεό, ὁ,τιδήποτε σοῦ χρειάζεται, νὰ θυμᾶσαι ὅμως τὴν τιμὴ ποὺ Ἐκεῖνος πλήρωσε γιὰ νὰ ἔχει τὴ δύναμη νὰ ἱκανοποιεῖ τὰ αἰτήματά σου». Ἤθελε μὲ αὐτὸ νὰ πεῖ: «Μὴ ζητήσεις κάτι ἀνάξιο τῆς θυσιασμένης θεϊκῆς ἀγάπης, τοῦ θανάτου καὶ τῆς Σταύρωσης τοῦ Σωτήρα Χριστοῦ».

Ὅπως ἀκριβῶς καὶ οἱ ἀπόστολοι, ὅταν ζοῦμε τὶς καλύτερές μας στιγμὲς εὐχόμαστε ὁ χρόνος νὰ σταθεῖ καὶ νὰ μπορέσουμε νὰ παραμείνουμε γιὰ πάντα, σὲ τί; Στὴν ξεγνοιασιά, νὰ μπορέσουμε νὰ ξεχάσουμε γιὰ πάντα ὅτι φοβερὰ πράγματα συμβαίνουν κάποτε στὶς δικές μας ζωὲς καὶ τὶς ζωὲς τῶν ἄλλων, ὅτι ὑπάρχουν καταστάσεις ὅπως ἡ μοναξιά, ἡ ἀρρώστια καὶ ὁ φόβος, ὅτι ὑπάρχουν φρίκες ὅλων τῶν εἰδῶν. Θέλουμε νὰ μποῦμε στὴ θαυμαστὴ εἰρήνη τοῦ μεταμορφωμένου κόσμου ποὺ ὅλοι προσδοκοῦμε μὰ ποὺ δὲν ἔχει ἀκόμη ἀποκαλυφθεῖ, δὲν ἔχει γίνει πραγματικότητα, στὸν ὁποῖο ὀφείλουμε νὰ πιστεύουμε καὶ τὸν ὁποῖο σὲ ὁρισμένες περιπτώσεις εἴμαστε ἱκανοὶ νὰ ζήσουμε στὸ μεγάλο καὶ θαυματουργό του βάθος. Πρέπει ὅμως νὰ θυμούμαστε ὅτι μιὰ τέτοια ἐμπειρία μᾶς δωρίζεται γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ μπάσουμε τὴν ἀκτινοβολία αὐτὴ τῆς Μεταμόρφωσης μέσα στὸ σκοτεινό, κρύο, θλιμμένο κόσμο.

Ὅταν ὁ Μωυσῆς στάθηκε ἀπέναντι στὸ Θεὸ πάνω στὸ ὄρος Σινᾶ καὶ φωτίστηκε ἀπὸ τὴ Δόξα Του εἶχε τόσο πολὺ ἀπορροφηθεῖ μέσα στὸ φῶς ὥστε ὅταν κατέβηκε ἀπὸ τὸ ὄρος οἱ ἄνθρωποι νὰ μὴν ἀντέχουν τὴ λάμψη τοῦ προσώπου του. Τέτοιοι ὀφείλουμε νὰ εἴμαστε καὶ ἐμεῖς ὑστέρα ἀπὸ τὴν ἐμπειρία ἑνὸς οὐράνιου ἤ ἐπίγειου μεταμορφωτικοῦ θαύματος. Αὐτὸ ποὺ συνέβηκε στοὺς ἀποστόλους καὶ στὸ Μωυσῆ θὰ πρέπει νὰ συμβεῖ καὶ σ' ἐμᾶς.

Ὁ Μωυσῆς δὲν παρέμεινε στὸ ὄρος γιὰ νὰ συνομιλεῖ μὲ τὸ Θεό, ὅπως μιλᾶ κανεὶς σὲ κάποιο φίλο του, γιὰ νὰ ἐντρυφᾶ συνεχῶς στὴ θεϊκὴ δόξα, ἀλλὰ οὔτε καὶ στοὺς ἀποστόλους δὲν ἐπιτράπηκε νὰ παραμείνουν στὸ ἔνδοξο ὄρος τῆς Μεταμόρφωσης. Ὁ Χριστὸς τοὺς εἶπε: « Ἄγωμεν ἐντεῦθεν». Κατέβηκαν λοιπὸν στὰ πεδινά, στὴν πεδιάδα τῆς Παλαιστίνης κι ἐκεῖ συνάντησαν αὐτὸ τὸ ὁποῖο μᾶς περιγράφεται: τὴν ἀπαρηγόρητη θλίψη τῶν γονιῶν καὶ τῶν γνωστῶν τοῦ παιδιοῦ τὸ ὁποῖο ὑπέφερε ἀπὸ μία ἀνίατη ἀρρώστια καὶ κάτι ἴσως ἀκόμη χειρότερο, τὴ θλιβερὴ διαπίστωση ὅτι οἱ μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ στοὺς ὁποίους ὁ πατέρας εἶχε στραφεῖ ἦταν ἀνίκανοι νὰ βοηθήσουν. Ὁ Χριστὸς μόνο μπόρεσε νὰ βοηθήσει κι ἔκανε τὸ παιδὶ καλά. Ὅταν οἱ μαθητὲς Τὸν ρώτησαν γιατί οἱ ἴδιοι δὲν μπόρεσαν νὰ τὸ κάνουν ὁ Χριστὸς ἀπάντησε: «Τοῦτο τὸ γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ».

Συμβαίνει κάποτε νὰ ἀξιωνόμαστε τὴν ἐμπειρία ἑνὸς μεταμορφωμένου κόσμου, τὴν ἐμπειρία τῆς εἰσόδου στὸν κόσμο ἑνὸς στοιχείου θαυμαστοῦ, θεϊκοῦ• τὴν ἐμπειρία αὐτὴ ὀφείλουμε νὰ τὴ συντηρήσουμε σὰν ἕνα πολύτιμο δῶρο κι ἔπειτα νὰ βγοῦμε στὸν κόσμο γιὰ νὰ τὴ μοιραστοῦμε μὲ τοὺς ἄλλους. Θὰ μπορέσουμε ὅμως νὰ τὴ μεταδώσουμε μόνο ἂν ἐπωμιστοῦμε τὸν ἀγώνα τῆς νηστείας καὶ τῆς προσευχῆς. Ἡ νηστεία δὲν πρέπει νὰ εἶναι ἁπλῶς ἡ φυσικὴ νηστεία ἀλλὰ ἡ ἀποχὴ ἀπὸ ὁτιδήποτε ἔχει γιὰ κέντρο τοὺς ἑαυτούς μας, ἀπὸ τὴν κάθε αὐτοαγάπη, τὸν κάθε ἐγωισμό, τὴν κάθε πνευματικὴ καὶ συναισθηματικὴ ἀπληστία, τὴν κάθε ἐπιθυμία γιὰ κατοχὴ ἤ γιὰ ἀνεξέλεγκτη ἐλευθερία. Αὐτὸ μποροῦμε νὰ τὸ πετύχουμε μόνο ἂν προσευχόμαστε, καὶ πιὸ πέρα ἀπὸ αὐτὸ ὄχι ἂν ἁπλῶς ἐπαναλαμβάνουμε τὶς λέξεις μιᾶς προσευχῆς ἀλλὰ ἂν βιάζουμε τοὺς ἑαυτούς μας νὰ εἰσχωροῦν στὸ πνεῦμα καὶ τὶς σκέψεις τῶν ἁγίων, ἂν προσπαθοῦμε μὲ ὁλόκληρο τὸ εἶναι μας μέσα σ' αὐτὸ τὸ συννεφιασμένο, σκοτεινό, ὀρφανεμένο κόσμο νὰ παραμένουμε σὲ ἐπαφὴ μὲ τὸ ζωντανὸ Θεὸ ποὺ εἶναι φῶς, χαρὰ καὶ ζωή.

Ἂς μελετήσουμε τὴ Μεταμόρφωση. Ἂς ἀναλογιστοῦμε τὶς στιγμὲς ἤ τὶς περιόδους τῶν ζωῶν μας στὶς ὁποῖες εἴχαμε ζήσει σ' ἕνα μεταμορφωμένο κόσμο, στὶς ὁποῖες τὸ κάθε τί μέσα καὶ γύρω μας φωτιζόταν ἀληθινὰ ἀπὸ θεϊκὸ φῶς. Μὲ τὸ φῶς αὐτὸ ἂς πλησιάσουμε τὸ κάθε πρόσωπο, ὅλες τὶς περιστάσεις τῆς ζωῆς: ἂς τοὺς προσφέρουμε τὸ Φῶς τοῦ Χριστοῦ.
πηγή

Παρασκευή, Αυγούστου 10, 2012

Γέροντας Παϊσιος: 'Ο κίνδυνος της αναισθησίας"



Γέροντας Παϊσιος: 'Ο κίνδυνος της αναισθησίας"


- Γέροντα, μερικές φορές μου ζητούν λαϊκοί να προσευχηθώ για ένα πρόβλημά τους. Το κάνω, χωρίς όμως να νιώσω πόνο.

Εδώ υπάρχουν δύο περιπτώσεις: η πρώτη είναι επικίνδυνη, η δεύτερη έχει πνευματική αντιμετώπιση. Όταν ο μοναχός ξεχνά τους δικούς του και δεν σκέφτεται και τους άλλους, δηλαδή δεν προσεύχεται για τον κόσμο, τότε αυτό είναι πολύ κακό. Ερχόμαστε δηλαδή στο μοναστήρι, εγκαταλείπουμε τους δικούς μας, και φθάνουμε να ξεχάσουμε τους δικούς μας, πόσο μάλλον τους άλλους. Αντιμετωπίζουμε τα πράγματα πνευματικά, αλλά δεν συμμετέχουμε στον πόνο των άλλων πνευματικά. Δεν προχωρούμε πνευματικά, για να μπορέσουμε να νιώσουμε τα προβλήματά τους, και υπάρχει κίνδυνος να φθάσουμε σε μια αναισθησία. Αρχίζει σιγά-σιγά μία αδιαφορία και γίνεται η καρδιά πέτρα. Στην δεύτερη περίπτωση πονά κανείς για όλο τον κόσμο, αλλά νιώθει και μια παρηγοριά, γιατί σκέφτεται ότι ο άλλος που υποφέρει θα έχει μισθό από τον Θεό, θα είναι μάρτυρας. Με αυτόν τον λογισμό νιώθει βαθιά σιγουριά και έχει μια εσωτερική χαρά. Σ' αυτήν την περίπτωση η καρδιά δεν είναι πέτρινη αλλά θεϊκή).

Αν δεν προσέξουν οι καλόγεροι, μπορεί να γίνει η καρδιά τους πολύ σκληρή. Οι κοσμικοί βλέπουν ατυχήματα, την δυστυχία των άλλων, και πονούν. Εμείς δεν την βλέπουμε και μπορεί να ζητάμε όλο για τον εαυτό μας. Αν δεν κάνουμε δηλαδή λεπτή εργασία, για να νιώσουμε την δυστυχία των άλλων και να κάνουμε γι' αυτούς καρδιακή προσευχή), θα γίνουμε σκληρόκαρδοι. Θα φθάσουμε σε σημείο να θέλουμε το βόλεμά μας και θα γίνει η καρδιά μας πέτρινη με την αδιαφορία, πράγμα που είναι αντιευαγγελικό. Ό μοναχός πρέπει να ενδιαφέρεται, να πονάει και να προσεύχεται γενικά για τον κόσμο. Αυτό δεν του φέρνει περισπασμό, αλλά αντιθέτως βοηθιέται και ο ίδιος με την προσευχή), βοηθάει και τους άλλους.

- Γέροντα, ενώ βλέπω τα χάλια μου, κάνω πιο πολλή προσευχή για τους άλλους. Μήπως είναι καλύτερα να μnν προσεύχομαι για τους άλλους και να προσεύχομαι μόνο για τον εαυτό μου;

- Από ταπείνωση; Αν είναι από ταπείνωση, να λες στον Θεό με πολλή ταπείνωση: «Θεέ μου, τέτοια που είμαι, δεν πρέπει να με ακούσεις. Αλλά δεν είναι αδικία να υποφέρουν οι άλλοι εξ αιτίας μου; Γιατί, εάν είχα πνευματική κατάσταση, παρρησία, θα με άκουγες και θα τους βοηθούσες. Φταίω και εγώ, που ο άλλος υποφέρει. Τώρα όμως τι φταίει να υποφέρει εξ αιτίας μου; Σε παρακαλώ, βοήθησέ τον».

Εξαρτάται δηλαδή πως τοποθετείσαι για τους άλλους. Νιώθεις ότι δεν είσαι άξια, αλλά τυχαίνει, βλέπεις έναν πονεμένο, στενοχωριέσαι, πονάς, προσεύχεσαι. Όταν λ.χ. βλέπω εν αν τυφλό, αισθάνομαι τον εαυτό μου ένοχο, γιατί, αν είχα πνευματική κατάστασή, θα μπορούσα να τον θεραπεύσω.



Ο Θεός μας έδωσε την δυνατότητα να γίνουμε άγιοι, να κάνουμε θαύματα, όπως έκανε και Εκείνος. Αναγνωρίζουμε την μεγάλη ή μικρή μας πνευματική αρρώστια και ταπεινά ζητούμε την σωματική υγειά για τον συνάνθρωπό μας, ως ένοχοι για την αρρώστια του. Γιατί, εάν είχαμε πνευματική υγειά, θα είχε θεραπευθεί προ καιρού και δεν θα παιδευόταν. 'Όταν τοποθετούμαστε σωστά, ότι είμαστε ένοχοι για όλη την κατάσταση του κόσμου, και λέμε «Κύριε, Ιησού Χριστέ, ελέησον ημάς», βοηθιέται και ο κόσμος όλος. Και για τα χάλια του πρέπει να πονέσει κανείς και να ζητήσει το έλεος του Θεού. Φυσικά, αν φθάσει σε μια πνευματική κατάσταση, τότε για τον εαυτό του δεν ζητάει τίποτε.

Βλέπω ότι πολλές φορές πιάνουμε στραβά το «Κύριε, 'Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» και δήθεν από ταπείνωση δεν λέμε «ελέησον rημάς», δεν προσευχόμαστε για τους άλλους παρά μόνο για τον εαυτό μας. Γι' αυτό και μερικές φορές μας παρεξηγούν εμάς τους μοναχούς οι κοσμικοί και λένε ότι είμαστε εγωιστές και ότι φροντίζουμε να σώσουμε μόνον τον εαυτό μας. Το «ελέησόν με» είναι για να μην πέσουμε σε υπερηφάνεια. Η ευχή ενός ταπεινού ανθρώπου, που πιστεύει ότι είναι χειρότερος από όλους, έχει περισσότερη αξία από την αγρυπνία που κάνει ένας άλλος με υπερήφανο λογισμό. Όταν προσευχόμαστε με υπερηφάνεια, κοροϊδεύουμε τον εαυτό μας.

Η Παναγία για τους Έλληνες.


πηγη

10ΑΥΓ
Αν είχαμε τη δυνατότητα να ενεργοποιήσουμε τα πνευματικά μας αισθητήρια και ν’ αφήσουμε τη σκέψη και τη φαντασία μας να πετάξουν τις μέρες που πέρασαν, θα γινόμασταν, αν δε γίναμε ήδη, μέτοχοι μιας υπερκόσμιας θαυμάσιας πραγματικότητας. Σαν ένας αόρατος ταλαντούχος αρχιμουσικός να κινούσε την μπαγκέτα του συντονίζοντας όλους σ’ ένα υπερκόσμιο αέναο τραγούδι. Από την Κρήτη μέχρι τη Θράκη, από την Ήπειρο μέχρι την Πελοπόννησο, από τα Δωδεκάνησα μέχρι τα Επτάνησα, όλη η Ελλάδα, όλοι οι Έλληνες ήμασταν συγχρονισμένοι σ’ ένα υπέροχο θεομητορικό τραγούδι, που δεν κουραζόμαστε να επαναλαμβάνουμε συχνά κάθε φορά που η Εκκλησία μας προβάλλει το μοναδικό πρόσωπο της Παρθένου Μαρίας. Εκκλησίες και Μοναστήρια, Ξωκλήσια του βουνού και του κάμπου, λαμπροστολίστικαν πάλι και γέμισαν από τους ύμνους και την παράκληση των απλών και ταπεινών, των μεγάλων και των μικρών, όλων ημών που είμαστε παιδιά εκείνης της μεγάλης και μοναδικής μητέρας.
Ο σύνδεσμος των Ελλήνων Ορθοδόξων μαζί της είναι πα­λαιός και εντυπωσιακός γι’ αυτό και άξιος διερεύνησης προκειμένου να ανευρεθούν τα βαθύτερα αίτια που τον προκάλεσαν και τον συντηρούν. Γιατί οι Έλληνες είμαστε τόσο κοντά της, γιατί πρώτα το δικό της όνομα φέρνουμε στα χείλη σε κάθε κίνδυνο, σε κάθε δυσκολία; Γιατί τρέχουμε στις Εκκλησιές περισσότερο στη δικιά της μνήμη, στις δικές της γιορτές ξεχωρίζοντας την τόσο πολύ από τους άλλους Αγίους;
Σίγουρα γιατί η Παναγία είναι ζυμωμένη με τα πάθια και τους καημούς μας. Στη διάρκεια της ιστορίας μας την κάναμε κομμάτι της ζωής μας, μέτοχο στις χαρές και τις λύπες μας. Την ονομάσαμε μάνα στα πόδια της οποίας καταθέτουμε τις θλίψεις και τους πόνους μας, ακουμπάμε τα προβλήματά μας. Την κάναμε μεσίτρια και της εμπιστευόμαστε τα αιτήματα και τα θελήματά μας, γνωρίζοντας πως έχει το δικό της μοναδικό τρόπο να προσεγγίζει και να εξευμενίζει τον Υιό της. Τη συνδέσαμε με τις τοπικές παραδόσεις μας, της δώσαμε τόσα ονόματα για να θυμίζουν τα θαύματα και τις ζωντανές εμφανίσεις της. Την είπαμε Μεγαλόχαρη και Σουμελά, Ξενιά και Χοζοβιώτισσα. Παραμυθία και Οδηγήτρια, Εικοσιφοίνισσα και Μαλεβή. Κορώνα κι Εκατονταπυλιανή, Γλυκοφιλούσα και Γοργοεπήκοο, Πορταΐτισσα και «Άξιον Εστί», Τριχερούσα και Χρυσοσπηλιώτισσα, Παντάνασσα και Χρυσοπηγή, Μπαλουκλιώτισσα και Σπηλιανή, κάνοντάς την αφέντρα και κυρά στις πόλεις, στα χωριά και στα νησιά μας. Την κάναμε τραγούδι στα χείλη μικρών και μεγάλων, ύμνο στη ζωή και την υμνολογία της Εκκλησίας μας, τέχνη στων ζωγράφων τα έργα και στων ρητόρων τα λόγια.
Την ξεχωρίσαμε γιατί ως έθνος και ως λαός έχουμε πονέσει πολύ κι Εκείνη γνωρίζει καλά από πόνο, από δάκρυα, από θρήνο. Γνωρίζει γι’ αυτό και μπορεί να καταλάβει, να παρηγορήσει, να ενισχύσει. Στάθηκε κοντά μας σύμμαχος και στήριγμα στους μεγάλους εθνικούς αγώνες. Υπέρμαχος Στρατηγός στις δίκαιες προσπάθειες των προγόνων μας για τη διαφύλαξη της ελευθερίας και της εθνικής μας ανεξαρτησίας. Έγινε αντιληπτή από τους μαχητές στα πεδία των μαχών, έσωσε πόλεις και χωριά από καταστροφές, έκανε τις αγωνίες μας αγωνίες της, τα βά­σανά μας δικά της βάσανα, έγινε αρωγός και βακτήρια στις στιγμές του κλονισμού και των μεγάλων αποτυχιών, δίνοντας ελπίδα και κουράγιο, βάζοντας τις βάσεις για νέο ξεκίνημα. Γι’ αυτό την αγαπήσαμε, την κάναμε δική μας, με τρόπο ίσως εγωιστικό, αλλά ενδεικτικό της αληθινής ένωσής μας μαζί της.
Την ξεχωρίσαμε και την αγαπήσαμε γιατί αναγνωρίσαμε στο πρόσωπό της τη μεγάλη δασκάλισσα, εκείνη που, με το παράδειγμα και τη ζωή της, μας δίδαξε τόσο πολλά χωρίς να χρειαστεί να πει και πολλά. Μας έμαθε πόσο σημαντική είναι υπακοή στο θέλημα του Θεού, έστω κι αν αυτό φαντάζει, πολλές φορές, βαρύ και δυσανάλογο των δυνάμεων και των ικανοτήτων μας. Μας έμαθε την αξία που έχει η υψοποιός ταπείνωση, που μπορεί να καταστεί ανά πάσα στιγμή το κλειδί της προσωπικής μας καταξίωσης κι επιτυχίας. Μας πληροφόρησε την αξία της υπομονής στις δυσκολίες και τις αναποδιές της ζωής και μας χάρισε το όραμα της ελπίδας για ένα μέλλον αισιόδοξο και φωτεινό, άσχετα αν το παρόν είναι ζοφώδες και αινιγματικό. Μας παρουσίασε το πρότυπο της αγάπης ιστάμενη με καρτερικότητα και πίστη κάτω από το διαχρονικό σύμβολό της που είναι ο Σταυρός του Υιού της. Μας δίδαξε την αξία της συγγνώμης, καθώς ποτέ δε μας καταλογίζει τις εκτροπές και τα λοξοδρομήματά μας. αλλά αποδέχεται με στοργή την επιστροφή μας.
Για όλους αυτούς τους λόγους και πολλούς ακόμα η Παναγία έγινε και θα παραμείνει πολύτιμο κομμάτι της ζωής ημών των Ελλήνων, που, σε πείσμα των καιρών και του παραλόγου της εποχής, αναγνωρίζουμε στο πρόσωπό της την αληθινή μας προστασία, σκέπη, καταφυγή και παρηγοριά.

(Αρχιμ. Επιφάνιος Σ. Οικονόμου, «Ορθόδοξες θέσεις. Σύγχρονές προσεγγίσεις», εκδ. ΄Ινδικτος, σ. 217-219)

Μήνυμα Μητροπολίτου Γλυφάδας Παύλου για την εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου


πηγή

ΜΗΝΥΜΑ ἐπί τῇ Ἑορτῇ τῆς Κοιμήσεως τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου
Πρός τό Χριστεπώνυμον πλήρωμα τῆς καθ΄ ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί καί τέκνα μου ἐν Κυρίῳ,
«Ἄσατε λαοί, τῇ Μητρί τοῦ Θεοῦ ἡμῶν ἄσατε», προτρέπει ἕνας ἐκ τῶν μελωδῶν τῆς σημερινῆς ἑορτῆς. «Ἄσατε», τραγουδῆστε, δηλαδή, πανηγυρικά.
Οἱ λαοί ὅμως, θά ἔλεγε κάποιος, καί μάλιστα ὁ Ὀρθόδοξος λαός τῶν Ἑλλήνων, εἶναι ἕτοιμος νά τραγουδήσει; Καί πῶς νά τραγουδήσει, μέ ὅλα τά δεινά, πού φόρτωσαν στήν πλάτη του, οἱ ἐκμεταλλευτές τῶν λαῶν καί οἱ ἔμποροι τῶν ἐθνῶν;
Μήπως γιά νά γιορτάσει, πρέπει νά ξεχάσει, γιά μία μέρα τόν πόνο τοῦ ἐμπαιγμοῦ καί τῆς δουλείας, πού τοῦ ἐπέβαλαν, ὅσοι τοῦ προσέφεραν ψεύτικες συνταγές σωτηρίας;

Ἡ ἀπώθηση τῆς μνήμης, ἐμπρός στίς μεγάλες τραγωδίες, δέν ἔδωσε ποτέ κάθαρση στό δράμα. Τοὐναντίον! τό μόνο, πού ἐπέτυχε ἦταν νά δημιουργήσει ἄμορφες λαϊκές μάζες, πού ἦταν ἕτοιμες νά πουλήσουν, γιά ἕνα τρύπιο εὐρώ, τήν ψυχή τους, τήν πίστη τους, τήν πατρίδα τους, καί ὅλα ἐκεῖνα, πού τούς ἔκαναν ἐλεύθερους ἀνθρώπους.

Καί αὐτός εἶναι ὁ τελικός στόχος, τῶν νεοϊμπεριαλιστῶν τοῦ αἰώνος τούτου. Πῶς θά μπορέσει, λοιπόν, ὁ κάτοικος αὐτῆς τῆς εὐλογημένης γῆς νά τραγουδήσει, ἔχοντας στόν τράχηλό του τήν καταπίεση σκληρῶν δυναστῶν;

Καί μέσα στήν τραγωδία ἀναδύεται ὁ ψαλμός τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, κατά τήν αἰχμαλωσία τῆς Βαβυλῶνος: «Στῆς Βαβυλῶνος τά ποτάμια, ἐκεῖ καθόμασταν καί κλαίγαμε, καθώς θυμόμασταν τήν πατρίδα. Στίς ἰτιές τῆς ὄχθης, εἴχαμε κρεμάσει τίς κιθάρες μας. Ἐκεῖ μᾶς ἔλεγαν οἱ διῶκτες , πού μᾶς ἔκαναν αἰχμαλώτους νά ποῦμε τραγούδια χαρᾶς… Μά πῶς νά τραγουδήσουμε σέ ξένη γῆ τίς ὠδές τοῦ Κυρίου;» (Ψαλμ. 136,1-4).

Στό σημεῖο αὐτό ὁ ψαλμικός αὐτός στίχος γίνεται ἐπίκαιρος. Μήπως πρέπει νά κλάψουμε, ἐπειδή ἀνοίξαμε τόν δρόμο, γιά μιά νέα αἰχμαλωσία, μέ ἀντάλλαγμα μερικά εὐρώ; Μήπως χρειάζεται νά θεραπεύσουμε, τή νοερά ἐνέργεια τῆς μνήμης μας, πού λειτουργεῖ μονομερῶς, χωρίς μνήμη Θεοῦ ;

Ὁ νοῦς μας εἶναι δημιουργημένος, γιά νά ἔχει ἐμπειρία, μνήμη, τῶν πραγμάτων τοῦ κόσμου καί ταυτόχρονα νά ἔχει ἐμπειρία, μνήμη, τοῦ Θεοῦ .

Αὐτό τό τελευταῖο τό ξεχάσαμε καί γίναμε ἀνάπηροι. Ἡ ὁριζόντια, καί μόνο, ματιά, χωρίς τή στροφή πρός τόν Θεό, μᾶς κάνει δούλους στούς «δυνατούς» αὐτῆς τῆς γῆς.

Καί στό ἀποκορύφωμα τῆς τραγωδίας ἔρχεται ἡ σημερινή ἑορτή νά διαλύσει τό ζόφο τῆς ἀπελπισίας καί νά προτείνει πρακτικές ἀπαντήσεις.

Ἡ Παναγία μας στήν ὑμνολογική μας παράδοση ἀναφέρεται, ὡς «κλῖμαξ ἐπουράνιος», ἐκφράζει, δηλαδή, πρακτικά, τήν ἀνοδική στροφή τοῦ ἀνθρώπου πρός τό Θεό. Ὁ δέ τάφος Της «γίνεται …κλῖμαξ πρός οὐρανόν».

Τό αὐτόμελον τοῦ ἑσπερινοῦ τονίζει : «σύν τῇ μητρί τοῦ Βασιλέως πρός ὕψος ἐπάρθητε». Ὁ δίκαιος Ἰακώβ, κατά τό κείμενο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης (Γεν.28.10-17), προεῖδε τήν Παναγία ὡς κλίμακα: «Καί ἰδού κλῖμαξ ἐστηριγμένη ἐν τῇ γῇ, ἧς ἡ κεφαλή ἀφικνεῖτο εἰς τόν οὐρανόν, καί οἱ Ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ ἀνέβαινον ἐπ’ αὐτῆς». Καί τότε ὁ Ἰακώβ εἶπε: «Αὕτη ἡ πύλη τοῦ οὐρανοῦ».

Στήν ὑμνολογική παράδοση τῆς σημερινῆς ἑορτῆς, φαίνεται εὐκρινῶς, πώς οἱ Θεοφόροι Πατέρες προβάλλουν τήν Παναγία ὡς πρότυπο στροφῆς τῆς ζωῆς μας , τοῦ νοῦ, τῆς καρδιᾶς καί τοῦ λογικοῦ, πρός τόν Θεόν. Κι αὐτή εἶναι ἡ θεραπεία ὅλου τοῦ ἀνθρώπου. Χωρίς στροφή καί ἐπιστροφή τῆς νοερᾶς ἐνεργείας τῆς ψυχῆς μας, στήν πηγή καί αἰτία τῆς ὑπάρξεώς μας, θά παραμένουμε αἰχμάλωτοι τῶν παθῶν μας καί δοῦλοι καί ὑποτελεῖς, ὅλων ἐκείνων, τούς ὁποίους προσκυνοῦμε, προκειμένου νά βγοῦμε ἀπό τά ἀδιέξοδα τοῦ ἐσκοτισμένου νοός μας.

Ἐκείνη, ἡ «πάσης κτίσεως τιμιωτέρα», σύμφωνα μέ τά τροπάρια τῆς ἑορτῆς: -ἔχει «ὑπερβάλλουσαν καθαρότητα», -στά χέρια τοῦ Υἱοῦ Της «τήν Παναγίαν παρατίθεται ψυχήν», -«ἐκ ζωῆς εἰς ζωήν μεθίσταται», -εἶναι «ἀκήρατος πηγή», «κιβωτός Ἁγία», « τράπεζα ἄρτου ζωῆς», «τέμενος ζωῆς».

Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἡ ἑορτή αὐτή προσφέρει μία δυναμική πρόταση ζωῆς, γιά τήν πρακτική δυνατότητα τῆς ἐμπειρίας, τῆς στροφῆς τοῦ νοῦ μας, πρός τό Χριστό, ὅπως τό ἔπραξε ἡ Μητέρα Του. Τότε θά εἶναι δυνατό νά ἀπελευθερωθοῡμε ἀπό τά πάθη μας, πού μᾶς ὁδηγοῦν σέ ἐξαρτήσεις καί αἰχμαλωσίες, σέ ἔθνη πού δέν στρέφονται πρός τό Θεό, ἀλλά ἐπιθυμοῦν νά κυριαρχήσουν στόν κόσμο.

Ἄς εὐχηθοῦμε ἡ Παναγία μας νά πρεσβεύει στόν Υἱό Της, προκειμένου νά πραγματοποιηθεῖ αὐτό, πού ἀναφέρεται στόν Ὑμνολογικό Οἶκο τῆς ἑορτῆς: «Τείχισον μου τάς φρένας, Σωτήρ μου, τό γάρ τεῖχος τοῦ κόσμου ἀνυμνῆσαι τολμῶ… Σύ οὖν μοι δώρησαι γλῶτταν, προφοράν καί λογισμόν ἀκαταίσχυντον, πᾶσα γάρ δόσις ἐλλάμψεως παρά σοῦ καταπέμπεται, φωταγωγέ, ὁ μήτραν οἰκήσας ἀειπάρθενον».

Μέ πατρικές ἑόρτιες εὐχές,
Ὁ Ἐπίσκοπος καί Ποιμενάρχης Σας.

† Ὁ Γλυφάδας, Ἑλληνικοῦ, Βούλας, Βουλιαγμένης καί Βάρης
Π Α Υ Λ Ο Σ  ὁ Α΄
Από τον π. Αντώνιο Χρήστου

Ηλίας Μηνιάτης, Λόγος εις την Κοίμησιν της Θεοτόκου


πηγή

undefinedΗλίας Μηνιάτης
Λόγος εις την Κοίμησιν της Θεοτόκου
Παρέστη η βασίλισσα εκ δεξιών σου, εν ιματισμώ
διαχρύσω περιβεβλημένη, πεποικιλμένη
Αυτή είναι η πλέον ζωντανή και πρεπώδης εικών της μεταστάσης εις ουρανόν Θεομήτορος.οπού εζωγράφισε με θεοκίνητον κάλαμον ο Προφητάναξ· και προς την θεωρίαν της εικόνος ταύτης προσκαλώ σήμερον τα όμματα της ευλαβούς σας διανοίας, ω φιλέορτον σύστημα.
Μη στοχασθήτε εδώ κάτω τα θλιβερά εκείνα σύμβολα του θανάτου· εκεί, δηλαδή, οπού φαίνεται ένα σώμα νεκρόν ηπλωμένον επάνω εις ένα κράββατον, κηδευόμενον σεπτώς παρά των ιερών Αποστόλων, παραδόξως συνηγμένων εκ των περάτων της γης.
Εις την αγιωτάτην Παρθένον όλα εστάθησαν υπέρ άνθρωπον· εις τούτο μόνον έδειξε πως ήτον φύσεως ανθρωπίνης, διατί σήμερον φαίνεται, πως είναι φύσεως θνητής· αλλά και εις τούτο εφάνησαν τα προνόμια της θείας χάριτος· διατί, καθώς όταν η πανάμωμος Μαρία συνέλαβεν, η σύλληψις εστάθη άσπορος, και όταν εγέννησεν, η κύησις εστάθη αδιάφθορος,έτζι όταν απέθανεν, η νέκρωσις εστάθη αθάνατος.

Δεν είναι θάνατος, όχι, ετούτος, ωσάν εκείνος ο τύραννος του γένους μας, ο υιός της κατάρας και πατήρ φθοράς, οπού εις το σκοτεινόν του βασίλειον κρατεί αιχμάλωτον του Αδάμ την κληρονομίαν. Αυτός είναι ή ένας γλυκύς ύπνος, με τον οποίον θέλησε η πάναγνος Δέσποινα ωσάν να αναπαυθή ολίγον εις το πέρας της επικήρου ταύτης ζωής, διά να αρχίση την οδόν εκείνης της ακηράτου· ή μία θαυμαστή έκστασις θείου έρωτος, εις την οποίαν, η μεν μακαριωτάτη εκείνη ψυχή σπεύδουσα το ογληγορώτερον να φθάση προς τον ηγαπημένον θείον Υιόν, άφησε δι’ ολίγον το ομοδίαιτον σώμα· και τούτο ομοίως αιρόμενον υπό χερουβικού άρματος ηκολούθησε τον αυτόν δρόμον και ανέβη δεδοξασμένον εις ουρανούς.

Ίδετε τον τάφον εις το χωρίον Γεθσημανή και θέλετε τον εύρει κενόν· διατί τάφος δεν δύναται να χωρίση την Μητέρα της ζωής, το δοχείον της σεσωρευμένης θεότητος, του οποίου τόπος αντάξιος είναι ο θρόνος της θείας δόξης. Και επάνω εις τοιούτον θρόνον, εκ δεξιών του Βασιλέως Θεού, μεταστάσα η Μήτηρ του Θεού κάθεται ως Βασίλισσα των ουρανίων και επιγείων, υπερτέρα πάσης κτίσεως· «παρέστη η βασίλισσα εκ δεξιών σου». Βασίλισσα των επιγείων· εις αυτήν αποδίδει τας δευτέρας, μετά Θεόν, τιμητικάς λατρείας των πιστών η Εκκλησία εις τους αχράντους αυτής πόδας ρίπτουσι τα σκήπτρα και διαδήματα οι ευσεβείς Βασιλείς. Αυτής τον υψηλόν θρόνον περικυκλώνουσι των Ορθοδόξων τα συστήματα· και ποίος παρακαλεί υγείαν εις τας νόσους· τούτος παρηγορίαν εις τας θλίψεις· εκείνος βοήθειαν εις τας συμφοράς· όλοι ζητούσιν έλεος από την πηγήν του ελέους· και ο παρακαλών λαμβάνει και ο ζητών ευρίσκει· διατί ανεξάντλητον είναι το πέλαγος, ακένωτος είναι η πηγή των αγαθών.

Βασίλισσα των ουρανίων· αυτήν σέβονται και προσκυνούσιν όλα των ασωμάτων τα τάγματα· οι Άγγελοι, το καθαρώτατον έσοπτρον της αγνείας· οι Αρχάγγελοι, το πολύτιμον σημείον των θείων αποκαλύψεων· αι Εξουσίαι, το πανσθενές κράτος των πιστών· αι Δυνάμεις, το ακαταμάχητον τείχος της Εκκλησίας· αι Αρχαί, την σωτήριον αρχήν της παγκοσμίου απολυτρώσεως· αι Κυριότητες, την υπερτάτην Κυρίαν του παντός· οι Θρόνοι, τον έμψυχον θρόνον του Βασιλέως της δόξης· τα Χερουβίμ, την θεοδίδακτον μυσταγωγόν της υψηλής γνώσεως· τα Σεραφίμ την άσβεστον λαμπάδα της θείας καθαρωτάτης αγάπης. Βασίλισσα, την οποίαν ασπάζεται αυτή η τρισήλιος Θεαρχία· το Πνεύμα το άγιον, την ανύμφευτον νύμφην· ο Υιός και Λόγος την απήρανδρον Μητέρα· ο Θεός και Πατήρ, την ηγαπημένην θεόπαιδα· «παρέστη η Βασίλισσα εκ δεξιών σου».

Αλλ’ η δοξασμένη Παντάνασσα του ουρανού και της γης, είναι (λέγει), «εν ιματισμώ διαχρύσω περιβεβλημένη, πεποικιλμένη»·δηλαδή το θεοΰφαντον ένδυμα της μακαριότητος οπού την στολίζει, είναι διάχρυσον, διά τας υπερκάλλους αγλαΐας του απροσίτου φωτός. Ειναι πεποικιλμένον, ήγουν διακεκριμένον με διάφορα χρώματα, οπού θέλει να ειπή· καθώς εις την Παρθένον ζώσαν επί της γης, ήσαν όλοι οι διάφοροι χαρακτήρες των αρετών,οπού εις πάντων των Αγίων τας ψυχάς τυπώνει η χάρις, έτζι εις την Παρθένον, μεταστάσαν εις ουρανούς, είναι όλα τα διάφορα χρώματα των θείων ελλάμψεων, οπού εις πάντων των Μακαρίων τα πρόσωπα ζωγραφίζει της θείας δόξης το τρισόλβιον φως.

Όταν ο Ήλιος φθάση εις την μέσην αψίδα του ουρανού, εξίσου χύνει εις όλα τα μέρη των ακτίνων το φως, μα εξίσου δεν φωτίζονται πάντα τα φωτιζόμενα σώματα· καθώς είναι, ή αραιότερα ή πυκνότερα, έτζι, ή περισσότερον ή ολιγώτερον λαμβάνουσι το προσβάλλον απαύγασμα της ηλιακής λαμπηδόνος· τα μεν καθαρά εκλάμπουσιν ολόφωτα, τα δε διαφανή διαλάμπουσιν εύδια και τα στερεά και αντίτυπα αντιλάμπουσιν όσον μόνον γίνονται ορατά. Μα όταν λάχη και ο Ήλιος προσβάλη τας ακτίνας του εις ένα ακηλίδωτον καθρέπτην, όχι μόνον τον φωτίζει, αλλ’ αυτός όλος ο ήλιος εκεί φαίνεται να εισεβαίνει και να περικλείεται εις τρόπον, ότι εκείνος δεν φαίνεται τόσον ένα κρύσταλλον οπού φωτίζεται, αλλ’ αυτός ο Ήλιοςοπού φωτίζει. Αυτή είναι, ανάμεσα των άλλων φωτιζομένων σωμάτων και του καθρέπτου η διαφορά· ότι τα μεν άλλα λαμβάνουσι μόνον του Ηλίου το φως, ο καθρέπτης λαμβάνει αυτόν όλον τον Ήλιον και ακτινοβολεί ωσάν Ήλιος.

Ομοίως ο άδυτος εκείνος της δικαιοσύνης Ήλιος, οπού λάμπει εν ταις λαμπρότησι των αγίων, εξίσου χύνει εις όλα τα πνεύματα των Μακαρίων της θείας δόξης το ανέσπερον φως, μα εξίσου δεν φωτίζονται πάντα· καθένας λαμβάνει το ίδιον μέτρον της θείας φωτοχυσίας, ωσάν ένα μερικόν χρώμα μακαρίας ελλάμψεως· και δέχεται ή περισσότερον ή ολιγώτερον το μέτρον του θείου τούτου φωτός, καθώς είναι δεκτικόν, κατά τον βαθμόν δηλαδή και αναλογίαν της ιδίας του καθαρότητος. Έτζι αλλέως φωτίζονται οι άγιοι λΆγγελοι, οπού είναι άϋλα πνεύματα· αλλέως οι άνθρωποι, οπού είναι φύσεως παχυτέρας·και πάλιν ανάμεσα και εις τους Αγγέλους διαφορετικά φωτίζονται από τας Κυριότητας οι Θρόνοι· από τους θρόνους τα Χερουβίμ και από τα Χερουβίμ τα Σεραφίμ· και ανάμεσα εις τους ανθρώπους, από τους Προφήτας οι Απόστολοι, από τους Ομολογητάς οι Μάρτυρες, και τους Ασκητάς αι Παρθένοι· όλοι είναι άστρα του νοητού στερεώνατος, όθεν οι δίκαιοι εκλάμψουσιν ως φωστήρες· πλην «αστήρ αστέρος διαφέρει εν δόξει» κατά το ρητόν.

Η Παναγία Παρθένος είναι ανάμεσα εις όλους τους Μακαρίους ακηλίδωτος καθρέπτης αγνείας και καθαρότητος· όλη καλή, όλη άμωμος, καθώς την ονομάζει εις το Άσμα το Πνεύμα το Άγιον· «όλη καλή η πλησίον μου, και μώμος ουκ έστιν εν σοι». Καθαρωτέρα ασυγκρίτως και των ανθρώπων και των Αγγέλων.Όθεν όχι μόνον εις αυτήν χύνει της μακαριότητος το φως, αλλ’ εις αυτήν εισεβαίνει και ωσάν περικλείεται όλη, όλη εκείνη η πολυχεύμων πηγή του φωτός, όλος, όλος της δόξης ο Ήλιος· εις τρόπον, ότι ως άλλος δεύτερος της δόξης Ήλιος, ακτινοβολεί της Παναγίας Παρθένου το μακάριον πρόσωπον και κάνει διπλούν το φως της ανεσπέρου ημέρας. Καταλάβετε δε την διαφοράν της μακαριότητος οπού χαίρονται των λοιπών δικαίων τα πνεύματα και της μακαριότητος οπού χαίρεται η θεομήτωρ Μαρία· ότι εκείνοι με κατά μέρος δέχονται της θείας δόξης το φως, αυτή δε όλον δέχεται της δόξης τον Ήλιον. Εκείνοι μερικώς έλαβον εδώ την χάριν και κατά το μέτρον της χάριτος απολαμβάνουσιν εκεί την δόξαν· αυτή είναι δοχείον δεκτικόν εκεί όλης της δόξης, καθώς εδώ εστάθη δοχείον δεκτικόν όλης της χάριτος. Όθεν εδώ ήτον, καθώς την ωνόμασεν ο Αρχάγγελος κεχαριτωμένη, είχε δηλαδή όλον το πλήρωμα της θείας χάριτος· το ομολογεί και ο Θεολόγος· «εκάστοις των εκλεκτών η χάρις κατά μέγεθος εδόθη, τη δε Παρθένω άπαν το της χάριτος πλήρωμα»· εκεί δε είναι δεδοξασμένη, έχει δηλαδή όλον το πλήρωμα της θείας δόξης, καθώς την επροείδεν ο Ιεζεκιήλ· «και είδον, και ιδού πλήρης δόξης ο οίκος του Κυρίου». Και «παρέστη η βασίλισσα εκ δεξιών σου, εν ιματισμώ διαχρύσω περιβεβλημένη, πεποικιλμένη».

Αδύνατον είναι, Χριστιανοί, ο νους μας να φαντασθή το υπέρλαμπρον εκείνο φως, με το οποίον αστράπτει η μακαρία Παρθένος εις τον Παράδεισον· η Σελήνη, ο Ήλιος είναι σκοτεινά πράγματα παραβαλλόμενα με εκείνο το ανεκλάλητον κάλος, το οποίον βλέπουσι και δεν χορταίνουσιν οι μακάριοι· τι ωραίον! τι φαεινόν! τι θεοειδές θέαμα εις τα μάτια των Σεραφίμ. Τούτο επεθύμησε να ιδή ένας νέος πολλά ευσεβής της Παρθένου και έκαμε προς αυτήν τοιαύτην δέησιν. «Μαρία, γλυκύτατον όνομα, όπου εγώ μετά Θεόν σέβω και προσκυνώ με όλον τον πόθον και ευλάβειαν της ψυχής μου, διατί είσαι της ψυχής μου η παρηγορία και η χαρά· αν εύρηκα χάριν ενώπιόν σου ο ταπεινός δούλος σου, μίαν χάριν να μου κάμης σε παρακαλώ· ανάμεσα εις τας άλλας ευεργεσίας να με αξιώσης να σε ιδώ καθώς είσαι εις τον Παράδεισον. Αξίωσόν με, αειπάρθενε Κόρη, αξίωσόν με, Μήτερ ελέους· ας σε ιδώ και ευχαριστούμαι να χάσω ένα από τα μάτια μου». Εισήκουσεν η Πάναγνος Δέσποινα του ευλαβούς της δούλου την προσευχή· του εφάνη μίαν νύκτα εις τον ύπνον του ολολαμπής, με όλον εκείνο το φως της δόξης, με το οποίον λάμπει εις τον ουρανόν. Εξύπνησεν ο νέος και, αληθινά, έχασε το ένα από τα ομμάτια του, μα από την χαράν οπού είχεν, ότι ηξιώθη να ιδή την Βασίλισσαν του ουρανού και της γης, δεν ελυπάτο ολότελα, ότι εστερήθη το φως του· μάλιστα πάλιν παρακαλεί να την ιδή άλλην μίαν φοράν και ευχαριστείται να χάση και το άλλο ομμάτι, οπού του έμεινε· και πάλιν ηξιώθη, πάλιν την είδε· μα τι λογιάζετε, Χριστιανοι; πως τάχα να έμεινε τυφλός και από τα δύο ομμάτια; η συμπαθεστάτη Μήτηρ του Θεού, ωσάν του εφάνη την δευτέραν φοράν, όχι μόνον δεν τον εστέρησεν από το ένα ομμάτι οπού του έμεινεν, αλλά του έστρεψε και το άλλο οπού είχε χαμένον. Εξύπνησεν ο νέος εκείνος και με τα δύο ομμάτια υγιή και όλος εκστατικός από την διπλήν χαρά, με πολλά δάκρυα ευλαβούς αγαλλιάσεως, έδωκε τη Θεομήτορι χιλίας ευχαριστίας.

Κεχαριτωμένη, Δεδοξασμένη, Παντάνασσα, από την άφθονον εκείνην ηλιοβολίαν του θείου φωτός οπού χαίρεσαι, παρισταμένη εκ δεξιών του μονογενούς σου Υιού, πέμψον εδώ κάτω και εις ημάς τους ευλαβείς δούλους σου μίαν μακαρίαν ακτίνα, οπού να είναι και φως εις τον εσκοτισμένον μας νουν και φλόγα εις την ψυχραμένην μας θέλησιν, διά να βλέπωμεν να περιπατούμεν σπουδαίοι εις την οδόν των θείων δικαιωμάτων. Ημείς, μετά Θεόν, εις εσέ του Θεού την Μητέρα και Μητέρα ημών έχομεν την ελπίδα της σωτηρίας μας· από σε ελπίζομεν τας νίκας της γαληνοτάτης Αυθεντίας, τα τρόπαια των Ευσεβών Βασιλέων· την στερέωσιν της Εκκλησίας· την αντίληψιν του Ορθοδόξου γένους· την σκέπην της ευλαβούς του ταύτης πολιτείας, οπού είναι αφιερωμένη εις την άμαχόν σου βοήθειαν. Ναι, Παναγία Παρθένε, ναι, Μαρία, όνομα οπού είναι η χαρά, η παρηγορία, το καύχημα των Χριστιανών· δέξου την νηστείαν και παράκλησιν των αγίων τούτων ημερών, οπού εκάμαμε εις τιμήν σου, ως θυμίαμα ευπρόσδεκτον· και αξίωσόν μας, καθώς εδώ εις την Εκκλησίαν ευλαβώς ασπαζόμεθα την αγίαν και θαυματουργόν ταύτην εικόνα, έτζι και εκεί εις τον Παράδεισον να ιδούμεν αυτό το μακάριόν σου πρόσωπον, το οποίον να προσκυνούμεν συν τω Πατρί και τω Υιώ και τω αγίω Πνεύματι, εις τους απεράντους αιώνας.

Αμήν.

Περί του Αειπάρθενου της Θεοτόκου (Άγιος Επιφάνιος Κύπρου)

πηγή

Περί του Αειπάρθενου της Θεοτόκου (Άγιος Επιφάνιος Κύπρου)

Περί του Αειπάρθενου της Θεοτόκου (Άγιος Επιφάνιος Κύπρου)
Για τις παραπομπές στην Αγία Γραφή, δείτε: Παλ. Διαθήκη - Καινή Διαθήκη
 
undefined
Εικ. από εδώ
Ο άγιος Επιφάνιος Σαλαμίνας της Κύπρου, κατά τον καθηγητή πατρολογίας Στ. Παπαδόπουλο, «είναι ο αρχαιότερος εκκλησιαστικός συγγραφέας που με ειδική διατριβή υποστήριξε την Αειπαρθενία της Θεοτόκου [=δηλ. ότι η Παναγία έμεινε πάντα (αεί) παρθένος]». 

Ο Επιφάνιος Κύπρου
 απευθυνόμενος προς τους αιρετικούς, χαρακτηρίζει την διδασκαλία περί της μη αειπαρθενίας της Θεοτόκου ως «νέα μανία» και πράγμα καινούργιο (και επομένως άγνωστο στην αρχαία Παράδοση της Εκκλησίας). Στο έργο του «Πανάριον» όπου αναιρεί ογδόντα αιρέσεις της εποχής του, αναφέρει: «Ω καινής μανίας, ω καινών πραγμάτων. Πολλά δε εστίν α εν τοις παλαιοίς χρόνοις ουκ ετολμήθη …πως τολμώσιν την άχραντον παρθένον και την οικητήριον καταξιωθείσαν γενέσθαι του Υιού, την εις ταυτό τούτο εκλεχθείσαν εκ των μυριάδων του Ισραήλ, όπως σκεύος και οικητήριον ηξιωμένον εις σημείον μόνο υπάρξη τοκετών; Ήκουσα γαρ παρά τινός ως τινές τολμώσιν περί ταυτής λέγειν, ότι μετά το γεγεννηκέναι τον Σωτήρα συνήφθη ανδρί», το οποίο σε ελεύθερη απόδοση σημαίνει:
«Ω, νέα μανία, ω νέα πράγματα. Πολλά είναι εκείνα τα οποία στους παλαιούς χρόνους δεν τολμήθηκαν…Πως τολμούν την άχραντη Παρθένο που καταξιώθηκε να γίνει κατοικητήριο του Υιού, που για αυτό ακριβώς εκλέχτηκε από μυριάδες του Ισραήλ, όπως αξιώθηκε να είναι σκεύος και κατοικητήριο σε μοναδικό σημείο ύπαρξης τοκετών; Διότι άκουσα από κάποιον ότι κάποιοι τολμούν να λένε για αυτήν ότι μετά την γέννηση του Σωτήρα συνήλθε με άνδρα».

Το χωρίο του Ματθαίου «και ουκ εγινωσκεν αυτην εως ου ετεκεν τον υιον αυτης τον πρωτοτοκον και εκαλεσεν το ονομα αυτου Ιησουν». (Ματθαίος, α 25), δηλαδή: «και δεν είχε καμίαν σχέσιν μαζί της μέχρις ότου εγέννησε τον υιόν της τον πρωτότοκον και ωνόμασεν Ιησούν» (Μετάφραση τεσσάρων καθηγητών), ο άγιοςΙσίδωρος ο Πηλουσιώτης το εξηγεί ως εξής:
«Το «έως» πολλάκις και επί του διηνεκώς εν τη Θεία Γραφή ευρίσκομεν κείμενον. «Έως αν θω τους εχθρούς σου υποπόδιον των ποδών σου», και εστί διηνεκές. «Και ουκ ανέστρεψεν η περιστερά προς τον Νώε, εως του ξηρανθήναι την γην», και εις το παντελές ουκ ανέστρεψε. Και «Έως αν καταγηράσετε, εγώ ειμί», φησίν ο Θεός. Και εστί διηνεκώς».
 
Που σημαίνει: 
«Το «έως» πολλές φορές το βρίσκομε στην Θεία Γραφή με την έννοια του «συνεχώς». «Έως ότου βάλω τους εχθρούς σου κάτω από τα πόδια σου»· και συνεχίζουν να είναι αιώνια. «Και δεν επέστρεψε το περιστέρι στον Νώε, έως ότου στέγνωσε η γη»· και ούτε επέστρεψε ποτέ. ‘’Έως ότου φθάσετε σε βαθιά γεράματα, εγώ υπάρχω, λέει ο Θεός»· και συνεχίζει να υπάρχει αιώνια». Και προσθέτει: «Η τελευταία του Κυρίου διάθεσις, Ιωάννην τω παρθένω την Θεοτόκον συστήσαντος και τας εκατέρων παρθενίας συνάψαντος, ηνίκα επί του σταυρού τον ζωοποιόν υπέμεινε θάνατον».
Δηλαδή: «Η τελευταία επιθυμία του Κυρίου, ο οποίος παρέδωσε την Θεοτόκο στον παρθένο Ιωάννη, συνδέοντας την μία παρθενία και των δύο, όταν βρίσκονταν πάνω στον σταυρό υπομένοντας τον θάνατο που χάρισε την ζωή» (Επιστολή προς τον κόμητα Ερμίνο). Και στην επιστολή του προς τον Θεόφιλο, γράφει: «Πάσαν γαρ μήτραν μίξις και συνουσία ανοίγνυσι, την δε τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν κυήσασαν, αυτός συλληφθείς ασπόρως προερχόμενος ήνοιξε, και πάλιν εσφραγισαμένην κατέλιπεν». Δηλαδή, «Γιατί κάθε μήτρα ανοίγεται από τη σαρκική ένωση και συνουσία, εκείνη όμως που γέννησε τον Κύριό μας Ιησού Χριστό την άνοιξε εκείνος που η σύλληψή του έγινε χωρίς σπέρμα και την άφησε και πάλι κλειστή».

Ο Τρεμπέλας 
αναφέρει: «Δεν έπεται εκ του «έως ου», ότι έγνω αυτήν μετά ταύτα. Αυτός ο Loisy ωμολόγησεν ότι «η σημείωσις αύτη…δεν περιέχει θετικήν άρνησιν της μετέπειτα παρθενίας της Μαρίας, διότι η προσοχή του συγγραφέως της είναι στραμμένη ολόκληρος προς την γέννηση του Ιησού».

Για την φράση «έτεκε τον Υιόν αυτής τον πρωτότοκον», ο Τρεμπέλας πάλι στο υπόμνημά του Εις το Κατά Ματθαίον, παραθέτει την ερμηνεία του Ζιγαβηνού (ο οποίος σε πολλά ερμηνευτικά ακολουθεί τον ιερό Χρυσόστομο):«Πρωτότοκον δε λέγει νυν ου τον πρώτον εν αδελφοίς, αλλά τον και πρώτον και μόνον. Εστί γαρ τι και τοιούτον είδος εν ταις σημασίαις του πρωτοτόκου. Και γαρ πρώτον εστίν, οτε τον μόνον η Γραφή καλεί «ως το Εγώ ειμί Θεός πρώτος και μετ' εμέ ουκ εστίν έτερος».

Πουθενά στην Αγία Γραφή δεν αναφέρονται οι αδελφοί του Ιησού «ως τέκνα της Μαρίας». Αξίζει να σημειωθεί ότι η λέξη «αδελφός», στην Αγία Γραφή σημαίνει (και) τον μακρινότερο συγγενή. Πχ. Ο Αβραάμ αποκαλεί τον Λώτ «αδελφό» του (Γέννεση ιγ', ενώ ήταν θείος του Λώτ. 
["Ν": κατά την ορθότερη, κατά τη γνώμη μου, άποψη, πρόκειται για παιδιά του Ιωσήφ από πρώτη σύζυγό του, που ονομαζόταν Σαλώμη (=Ειρήνη). Λεπτομέρειες εδώ].

Ο πολυμαθής εις τους Πατέρες και εις την Αγία Γραφή, ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, αναφέρει στο Πηδάλιο: «Παρθένον δε αυτήν ανεκήρυξε η αγία και οικουμενική έκτη Σύνοδος προ τόκου, και εν τόκω, και μετά τόκον, ταύτην ειπείν αειπάρθενον
 · περί εις λέγει ο άγιος Επιφάνιος» τις ποτε Μαρίαν ειπών, και διερωτηθείς, ουχί την Παρθένον προσέθετο; Και ο Ιερώνυμος (διαλόγω β κατά Πελαγίου), μόνος, φησί, ο Χριστός τας κεκλεισμένας πύλας της παρθενικής μήτρας ηνέωξε, αι και εξής κεκλεισμέναι διέμειναν…Αειπάρθενον ταύτην κηρύττει και ο πρώτος κανών της εν Τρούλλω Οικουμενικής Έκτης Συνόδου».

Τέλος, αναφέρουμε και την μαρτυρία- ερμηνεία του αγίου ΑμβροσίουΜεδιολάνων (Μιλάνου) στην προφητεία του Ιεζεκιήλ. Ο άγ. Αμβρόσιος εξισώνεται με τον Μ. Βασίλειο και τον Μ. Αθανάσιο κατά τον Στ. Παπαδόπουλο (βλ. Β' τόμο πατρολογίας, σελ. 644). Ο Θεός δείχνει έναν ναό στον Ιεζεκιήλ, ο οποίος ουδέποτε υπήρξε ως οικοδόμημα υλικό. Του εφιστά την προσοχή σε μία από τις πολλές πύλες, δια της οποίας ο Κύριος πέρασε και για αυτό το λόγο δεν θα περάσει άνθρωπος ποτέ. Ο Ναός ο πνευματικός είναι η Εκκλησία του Χριστού (Εφεσίους β 19- 22, Εβραίους γ 6, Α’ Πέτρου, β 4-5), οι πύλες είναι οι πιστοί, και η πύλη εκείνη είναι η μήτρα της Θεοτόκου.


Εικ. από εδώ, όπου και σημαντικό post για τον προφήτη

«Και με επέστρεψε κατά την οδόν της εξωτέρας πύλης του αγιαστηρίου της βλεπούσης κατά ανατολάς · και αύτη ήτο κεκλεισμένη. Και είπε Κύριος προς εμέ, Η πύλη αύτη θέλει είσθαι [=θα είναι] κεκλεισμένη, δεν θέλει ανοιχθή, και άνθρωπος δεν θέλει [=δεν θα] εισέλθει δι' αυτής· διότι Κύριος ο Θεός του Ισραήλ εισήλθε δι' αυτής, διά τούτο θέλει είσθαι κεκλεισμένη. Αύτη θέλει είσθαι διά τον άρχοντα· ο άρχων, ούτος θέλει καθήσει εν αυτή διά να φάγη άρτον ενώπιον του Κυρίου· θέλει εισέλθει διά της οδού της στοάς της πύλης ταύτης και διά της αυτής οδού θέλει εξέλθει» (Ιεζεκιήλκεφ. 44 (μδ΄) 1-3). 

Σε αυτήν την θαυμάσια προφητεία, βλέπει ο άγιος να προφητεύεται το αειπάρθενο της Θεοτόκου. Στο έργο του «De institutione virginis», που γράφτηκε «για να αναιρέσει απόψεις που αμφισβητούσαν την αειπαρθενία της Θεοτόκου» (Β’ τόμος πατρολογίας Παπαδόπουλου, σελ. 661), αναφέρεται: «Τις εστίν αύτη η πύλη, ειμή Μαρία κεκλεισμένη δια τούτο, διότι παρθένος; Πύλη λοιπόν η Μαρία, δι’ ης ο Χριστός εισήλθεν εις τούτον τον κόσμον, ότε εκ παρθενικού τόλου προήλθε, τα της παρθενίας κλείθρα μη λύσας». 


Πηγές:
 
1. Β' Τόμος πατρολογίας Στ. Παπαδόπουλου 

2. Έργα αγίου Ισίδωρου Πηλουσιώτου, ΕΠΕ τόμος 1ος 

3. Υπόμνημα Π. Τρεμπέλα, ‘’Εις το Κατά Ματθαίον’’
 
4. Πηδάλιο αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου
 

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...